Αποσβέσεις που ενεργούνται για πάγια στοιχεία που αποκτήθηκαν μέχρι 31.12.12Αποσβέσεις που ενεργούνται για πάγια στοιχεία που αποκτήθηκαν μέχρι 31.12.12

Στο τέλος της κάθε χρήσης, οι κάθε μορφής και είδους επιχειρήσεις υπολογίζουν τακτικές αποσβέσεις που εκφράζουν την φθορά των πάγιων στοιχείων τους μέσα στη χρήση αυτή που πέρασε. Οι τακτικές αποσβέσεις, είναι σήμερα υποχρεωτικές, με τη σταθερή μέθοδο. Έτσι, οι επιχειρήσεις που δεν ενεργούν, σε κάποια διαχειριστική χρήση, αποσβέσεις σε ένα ή περισσότερα περιουσιακά τους στοιχεία ή και σε όλα, χάνουν το δικαίωμα να εκπέσουν τις αποσβέσεις αυτές σε μεταγενέστερες χρήσεις. Δηλαδή, οι αποσβέσεις θα διενεργούνται κάθε χρόνο, με το νόμιμο συντελεστή, μέχρι να φτάσουν συνολικά το ποσό κατά 0,01 ευρώ μικρότερο από την αρχική αξία, αλλά οι αποσβέσεις όμως αυτές που δεν διενεργήθηκαν στη συγκεκριμένη χρήση, δεν θα αναγνωρίζονται φορολογικά προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επόμενων αυτών χρήσεων. Μόνο, για τα καινούργια μηχανήματα και το λοιπό μηχανολογικό ή τεχνικό εξοπλισμό παραγωγής, που αποκτούν οι βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές και οι μικτές από αυτές επιχειρήσεις (π.χ. βιομηχανική – εμπορική, μόνο για τα μηχανήματα του βιομηχανικού κλάδου κλπ.), οι αποσβέσεις διενεργούνται υποχρεωτικά είτε με τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης, είτε με τη φθίνουσα μέθοδο απόσβεσης, με την προϋπόθεση φυσικά ότι η μέθοδος που θα επιλεγεί, για τα πάγια αυτά περιουσιακά στοιχεία, που αποκτήθηκαν μέσα στη συγκεκριμένη χρήση, θα εφαρμόζεται κατά πάγιο τρόπο. Επίσης, για όλα τα καινούργια πάγια στοιχεία που αγοράζονται μέσα σε μια χρήση, θα πρέπει να εφαρμόζεται η ίδια μέθοδος απόσβεσης (σταθερή ή φθίνουσα) μέχρις ότου αυτά αποσβεστούν πλήρως, ενώ για τα καινούργια πάγια άλλης χρήσης μπορεί να εφαρμοστεί άλλη μέθοδος απόσβεσης (Εγκ. Υπ. ΟΙΚ. 1051542/πολ. 1122/28.4.98). Κατ` εξαίρεση, οι νέες επιχειρήσεις, για τις 3 διαχειριστικές χρήσεις που ακολουθούν τη χρήση μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική λειτουργία τους, μπορούν, (αντί να εφαρμόζουν τους κανονικούς συντελεστές απόσβεσης), να προβαίνουν σε απόσβεση όλων των πάγιων περιουσιακών τους στοιχείων (και όχι μόνο ορισμένων από αυτά), είτε με συντελεστή 0% (δηλαδή να μην υπολογίζουν καθόλου αποσβέσεις στα 3 αυτά χρόνια), είτε με συντελεστή 50% του ισχύοντος ποσοστού απόσβεσης (δηλαδή να υπολογίζουν τις μισές από τις αποσβέσεις εκείνες που προκύπτουν με τη σταθερή τη φθίνουσα μέθοδο, ανάλογα), με την προϋπόθεση φυσικά, ότι ο συντελεστής αυτός της απόσβεσης (0% ή το 50% του κανονικού συντελεστή), που θα επιλεγεί από την επιχείρηση, θα εφαρμόζεται για όλα τα πάγια (και όχι μόνο για ορισμένα από αυτά), και δεν θα μεταβάλλεται από διαχειριστική χρήση σε διαχειριστική χρήση της 3ετίας αυτής (Εγκ. Υπ. ΟΙΚ. 1051542/28.4.98, 1076433/25.6.98, 1103010/πολ. 1122/19.12.03). Δηλαδή, αν ο κατώτερος συντελεστής είναι 8% και ο ανώτερος συντελεστής 12%, και αν η επιχείρηση επιλέξει έστω τον κατώτερο συντελεστή, τότε θα πρέπει να υπολογίσει αποσβέσεις με το συντελεστή 0% ή 40% ή 80% στην κάθε μία από τις 3 αυτές διαχειριστικές χρήσεις (Εγκ. πολ. 1122/03). Κατά την πρώτη διαχειριστική χρήση, που άρχισε η λειτουργία της επιχείρησης και προηγείται της παραπάνω3ετίας, υπολογίζονται κανονικά οι αποσβέσεις με τη σταθερή ή τη φθίνουσα μέθοδο ανάλογα με την περίπτωση (Εγκ. Υπ. ΟΙΚ. 1103610/πολ. 1122/19.11.03). Για την παραπάνω 3ετία, αν η επιχείρηση δεν προκρίνει ούτε τη μία λύση (συντελεστή απόσβεσης 0%), ούτε την άλλη λύση (συντελεστή απόσβεσης 50% κανονικού), τότε θα πρέπει να υπολογίζει αποσβέσεις για τα 3 αυτά χρόνια με βάση τον κανονικό συντελεστή απόσβεσης (της σταθερής ή της φθίνουσας μεθόδoυ, ανάλογα). Η παραπάνω τριετία ισχύει και όταν αγοράζονται τα ενεργητικά στοιχεία προβληματικής επιχείρησης (Εγκ. Υπ. ΟΙΚ. 1051542/28.4.98). Για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που αποκτούνται από 1.1.03 και μετά, ισχύουν δύο συντελεστές αποσβέσεων ένας χαμηλός και ένας ψηλός. Η επιχείρηση επιλέγει και εφαρμόζει όποιον θέλει από τους δύο αυτούς συντελεστές ή και οποιονδήποτε άλλο ακέραιο συντελεστή μεταξύ του χαμηλού και του υψηλού, με την προϋπόθεση όμως ότι ο συντελεστής που θα επιλεχθεί ην πρώτη φορά, θα ακολουθείται πάγια και στις επόμενες χρήσεις για όλα τα ] πάγια στοιχεία που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και αποκτήθηκαν μέσα στην ίδια χρήση (π.χ, χαμηλός συντελεστής για όλα τα κτίρια, ψηλός συντελεστής για όλα τα μηχανήματα κλπ.). Αν στη συνέχεια, η επιχείρηση σε επόμενη χρήση αγοράσει άλλα πάγια στοιχεία, τότε για αυτά επιλέγει και εφαρμόζει όποιο συντελεστή επιθυμεί (τον χαμηλό ή τον ψηλό) (άρθρο 31 παρ. 1στ Ν. 2238/94, Εγκ. πολ. 1038/5.3.03, πολ. 1122/03).

α) Η εταιρία, που προέρχεται από συγχώνευση ή από μετατροπή με οποιοδήποτε νόμο, δεν θεωρείται νέα. Αν όμως, κατά το χρόνο του μετασχηματισμού κάποια ή κάποιες από τις συγχωνευόμενες ή η μετατρεπόμενη επιχείρηση είναι νέες (με κριτήριο την παραγωγική λειτουργία τους), τότε και η προερχόμενη από τη συγχώνευση ή μετατροπή εταιρία έχει το δικαίωμα, για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που εισφέρθηκαν από τη νέα ή τις νέες αυτές επιχειρήσεις, είτε να μην ενεργεί αποσβέσεις για την 3ετία είτε να ενεργεί με το μειωμένο συντελεστή, ανάλογα με τον τρόπο που είχε ενεργήσει (πριν από το μετασχηματισμό) η επιχείρηση που συγχωνεύτηκε ή που μετατράπηκε. Τα ίδια ισχύουν και σε περίπτωση απορρόφησης νέας επιχείρησης από υφιστάμενη παλαιά εταιρία (Εγκ. Υπ. Οικ. 1 051542/28.4.98). Φυσικά, για όσα πάγια αγοράζονται, στη συνέχεια, μέσα στην τριετία, υπολογίζονται για αυτό κανονικά οι αποσβέσεις από τότε που άρχισαν να χρησιμοποιούνται. β) Οι επιχειρήσεις που ιδρύουν υποκατάστημα, δικαιούνται, για τις 3 πρώτες διαχειριστικές χρήσεις που ακολουθούν τη χρήση μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική του λειτουργία, είτε να μην προβαίνουν σε απόσβεση των πάγιων στοιχείων του υποκαταστήματος, είτε να ενεργούν αυτές με το μειωμένο κατά 50% συντελεστή (Εγκ. 1119909/98, πολ. 1122/03). Αν τα πάγια αγοράσθηκαν μέσα στη χρήση ή χρησιμοποιήθηκαν ορισμένους μόνο μήνες μέσα στη συγκεκριμένη χρήση, τότε οι αποσβέσεις υπολογίζονται μόνο γι` αυτούς τους μήνες που λειτούργησαν (Στ. Ε. 334/56). Συνυπολογίζεται όλος ο μήνας μέσα στον οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται το πάγιο και όχι μόνο οι ημέρες που χρησιμοποιήθηκε μέσα στο μήνα (Εγκ. 11 03610/πολ. 1122/19.11.03). Αν η επιχείρηση είναι Ξενοδοχειακή ή εποχιακή ή αν βρίσκεται σε επισκευή ή σε αναγκαστική αργία, τότε οι αποσβέσεις υπολογίζονται για ολόκληρο το χρόνο (Στ. Ε. 837/90 τμ. Β, Στ. Ε. 2430/88 τμ. Β, Εγκ. πολ. 1122/03). Σε όλα τα πάγια οι αποσβέσεις υπολογίζονται για κάθε πάγιο χωριστά (Στ. Ε. 71/72), εκτός από τα έπιπλα και σκεύη που επιτρέπεται να υπολογίζονται οι αποσβέσεις τους στη συνολική τους αξία, για αυτό και δεν χρειάζεται να γράφονται κατά την απογραφή τα έπιπλα το καθένα χωριστά. Δηλαδή στο βιβλίο απογραφών αναγράφονται για κάθε πάγιο χωριστά, τουλάχιστον η αξία κτήσης του προσαυξημένη με τις δαπάνες προσθήκης και βελτίωσης ή η αναπροσαρμοσμένη αξία του, οι αποσβέσεις που έχουν γίνει και η αναπόσβεστη αξία αυτού, εκτός των επίπλων που δεν χρειάζεται αυτή η ανάλυση, αλλά καταχωρούνται συνολικά όλα μαζί τα έπιπλα χωριστά ανά συντελεστή απόσβεσης. Αν τα πάγια στοιχεία καταχωρούνται αναλυτικά στο μητρώο πάγιων στοιχείων, τότε τα ίδια αυτά πάγια στοιχεία καταχωρούνται στο βιβλίο απογραφών μόνο με ένα ποσό κατά ομοειδείς κατηγορίες, δηλαδή κατά τεταρτοβάθμιους λογαριασμούς του Γ.Λ.Σ. Όταν το πάγιο στοιχείο αποσβεστεί ολοσχερώς, αναγράφεται στην απογραφή με υπόλοιπο αξίας 0,01 ευρώ, εφόσον φυσικά βρίσκεται στην κυριότητα της επιχείρησης. Φυσικά, θα καταχωρούνται στην απογραφή με την συνολική αξία κτήσης τους, με τις συνολικές αποσβέσεις τους που θα είναι κατά ένα λεπτό (Ο,Ο1) μικρότερες από την αξία κτήσης, αλλά του υπόλοιπό τους όμως θα είναι -για κάθε ένα πάγιο στοιχείο και 0,01 ευρώ. Οι αποσβέσεις των πάγιων που βρίσκονται στην παραγωγή, προστίθενται στο κόστος των προϊόντων που έχουν παραχθεί στη συγκεκριμένη χρήση (Ν.Δ. 587/70). Αν η επιχείρηση αγόρασε ένα πάγιο (μηχάνημα κλπ.), αλλά η κυριότητά του παρακρατείται από τον πωλητή μέχρι να εξοφληθεί η αξία του πάγιου αυτού του στοιχείου, τότε η επιχείρηση έχει δικαίωμα να υπολογίζει αποσβέσεις, χωρίς να έχει αποκτήσει την κυριότητα ακόμα. Τα εργαλεία και τα ανταλλακτικά αποσβένονται υποχρεωτικά μέσα στη χρήση που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά και όχι μέσα στη χρήση που αγοράσθηκαν. Επίσης, τα πάγια στοιχεία, που έxoυν αξία κτήσης το καθένα από αυτά μέχρι 1.200 ευρώ μπορούν (όχι υποχρεωτικά) να αποσβένονται εξολοκλήρου αυτά μέχρι 1.200 ευρώ μπορούν (όχι υποχρεωτικά) να αποσβένονται εξολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία τα πάγια αυτά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν (π.χ. έπιπλα) ή τέθηκαν σε λειτουργία (π.χ. μηχανήματα). Δηλαδή, για τα πάγια αυτά στοιχεία που έχουν αξία μέχρι 1.200 ευρώ γίνεται απόσβεση 100% μείον Ο,01 ευρώ.

Η επιχείρηση επιλέγει και εφαρμόζει όποιον θέλει από τους δύο αυτούς συντελεστές ή και οποιονδήποτε άλλο ακέραιο συντελεστή μεταξύ του χαμηλού και του υψηλού, με την προϋπόθεση όμως ότι ο συντελεστής που θα επιλεχθεί την πρώτη φορά, θα ακολουθείται πάγια και στις επόμενες χρήσεις για όλα τα πάγια στοιχεία που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και αποκτήθηκαν μέσα στην ίδια χρήση (πχ χαμηλός συντελεστής για όλα τα κτίρια, ψηλός συντελεστής για όλα τα μηχανήματα κλπ.). Αν στη συνέχεια, η επιχείρηση σε επόμενη χρήση αγοράσει άλλα πάγια στοιχεία, τότε για αυτά επιλέγει και εφαρμόζει όποιο συντελεστή επιθυμεί (τον χαμηλό ή τον ψηλό) (άρθρο 31 παρ. 1 στ Ν. 2238/94, Εγκ. πολ. 1038/5.3.03, πολ. 1122/03)

Η εταιρία, που προέρχεται από συγχώνευση ή από μετατροπή με οποιοδήποτε νόμο, δεν θεωρείται νέα. Αν όμως, κατά το χρόνο του μετασχηματισμού κάποια ή κάποιες από τις συγχωνευόμενες ή η μετατρεπόμενη επιχείρηση είναι νέες (με κριτήριο την παραγωγική λειτουργία τους), τότε και η προερχόμενη από τη συγχώνευση ή μετατροπή εταιρία έχει το δικαίωμα, για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που εισφέρθηκαν από τη νέα ή τις νέες αυτές επιχειρήσεις, είτε να μην ενεργεί αποσβέσεις για την 3ετία είτε να ενεργεί με το μειωμένο συντελεστή, ανάλογα με τον τρόπο που είχε ενεργήσει (πριν από το μετασχηματισμό) η επιχείρηση που συγχωνεύτηκε ή που μετατράπηκε. Τα ίδια ισχύουν και σε περίπτωση απορρόφησης της νέας επιχείρησης από υφιστάμενη παλαιά εταιρία (Εγκ. Υπ. Οικ. 1 051542/28.4.98). Για όσα πάγια αγοράζονται, στη συνέχεια, μέσα στην τριετία, υπολογίζονται για αυτά κανονικά οι αποσβέσεις από τότε που άρχισαν να χρησιμοποιούνται. Οι επιχειρήσεις που ιδρύουν υποκατάστημα, δικαιούνται για τις 3 πρώτες διαχειριστικές χρήσεις που ακολουθούν τη χρήση μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική του λειτουργία, είτε να μην προβαίνουν σε απόσβεση των πάγιων στοιχείων του υποκαταστήματος, είτε να ενεργούν αυτές με το μειωμένο κατά 50% συντελεστή (Εγκ. 1119909/98, πολ. 1122/03). Αν τα πάγια αγοράσθηκαν μέσα στη χρήση ή χρησιμοποιήθηκαν ορισμένους μόνο μήνες μέσα στη συγκεκριμένη χρήση, τότε οι αποσβέσεις υπολογίζονται μόνο γι` αυτούς τους μήνες που λειτούργησαν (Στ. Ε. 334/56). Συνυπολογίζεται όλος ο μήνας μέσα στον οποίο άρχισε να χρησιμοποιείται το πάγιο και όχι μόνο οι ημέρες που χρησιμοποιήθηκε μέσα στο μήνα (Εγκ. 110361 Ο/πολ. 1122/19.11.03).

Ιδιομορφία υπάρχει στις μετατροπές ή συγχωνεύσεις των επιχειρήσεων σε Α.Ε. ή Ε.Π.Ε., με βάση το Ν. 1297/72. Στις περιπτώσεις αυτές λαμβάνεται ως βάση, για τον υπολογισμό των αναγνωριζόμενων φορολογικά αποσβέσεων, η αναπόσβεστη αξία προσαυξημένη με την υπεραξία που αναλογεί σε αυτήν τις άλλες περιπτώσεις συγχώνευσης τα πάγια περιουσιακά στοιχεία των συγχωνευόμενων επιχειρήσεων θα εξακολουθούν να αποσβένονται από την επιχείρηση που προκύπτει από τη συγχώνευση με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που θα αποσβένονταν από τις συγχωνευόμενες, αν δεν είχε πραγματοποιηθεί η συγχώνευση. Τα ίδια ισχύουν και για τις απορροφήσεις ή διασπάσεις επιχειρήσεων ή εισφοράς κλάδων κλπ.