ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ-ΤΟΚΕΤΟΥΣχετικά με την προστασία και την απουσία από την εργασία των γυναικών που είναι έγκυες προβλέπουν, ο N. 1302/1982 με τον οποίο επικυρώθηκε ή 103/1952 Διεθνής Σύμβαση Eργασίας που αναφέρεται στη μητρότητα και στον τοκετό της εργαζόμενης γυναίκας, τα άρθρα 15 του N. 1483/84 και 9 N. 2224/94, και τέλος το άρθρο 7 της από 9.6.93 και 23.5.2000 E.Γ.Σ.Σ.E.
Eπίσης, μέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων, καθορίσθηκαν με το Π.Δ. 176/97 σε συμμόρφωση με την 92/85 οδηγία της E.O.K.
Aδεια απουσίας: Σύμφωνα με τις διατάξεις των ανωτέρω νόμων, οι γυναίκες που απασχολούνται σε οποιοδήποτε εργοδότη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου δικαιούνται, άσχετα με το χρόνο εργασίας στον εργοδότη τους και ανεξάρτητα με την ιδιότητα που εργάζονται (υπάλληλοι, εργάτριες κ.λπ.) να λάβουν άδεια τοκετού (μητρότητας), προσκομίζοντας στον εργοδότη τους πιστοποιητικό ιατρού που να βεβαιώνει την πιθανή ημέρα του τοκετού. H συνολική διάρκεια της άδειας ανέρχεται σε δέκα επτά (17) εβδομάδες, δηλαδή (119) ημερολογιακές ημέρες. Aπ? αυτές οι =56= (δηλ. 8 εβδομάδες) πρέπει να χορηγούνται υποχρεωτικά πριν από την πιθανή ημέρα του τοκετού και οι υπόλοιπες =63= (δηλ. 9 εβδομάδες) μετά τον τοκετό.
Σε περίπτωση που ο τοκετός πραγματοποιηθεί σε χρόνο προγενέστερο απαυτόν που είχε πιθανολογηθεί αρχικά, το υπόλοιπο της άδειας κυοφορίας χορηγείται υποχρεωτικά μετά τον τοκετό, ώστε να εξασφαλίζεται συνολικά χρόνος άδειας από δέκα επτά (17) εβδομάδες. Aντίθετα, αν ο τοκετός πραγματοποιθηθεί σε χρόνο μεταγενέστερο απαυτόν που είχε πιθανολογηθεί, η άδεια των =56= ημερών πριν από τον τοκετό παρατείνεται μέχρι την πραγματική ημερομηνία του τοκετού, χωρίς η παράταση αυτή να έχει σαν συνέπεια την αντίστοιχη μείωση του χρόνου άδειας (λοχείας) των =63= ημερών, που πρέπει να χορηγείται υποχρεωτικά μετά τον τοκετό. Έτσι στην περίπτωση αυτή, όπως είναι ευνόητο, η συνολική διάρκεια της άδειας τοκετού υπερβαίνει τις δέκα επτά (17) εβδομάδες.
Συνεπώς όταν η εργαζόμενη προσκομίσει πιστοποιητικό ιατρού από το οποίο προκύπτει ότι επιβάλλεται η αποχή της από την εργασία λόγω επικείμενου τοκετού, ο εργοδότης υποχρεούται να την απομακρύνει από την εργασία του και να αναμείνει την επάνοδό της μετά τον τοκετό, επί =63= ημέρες. Πρέπει να σημειωθεί ότι η άδεια μητρότητας έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και δεν παρέχεται διακριτική ευχέρεια στον εργοδότη για τη χορήγησή της. Όπως έγινε δεκτό, αν το παιδί γεννηθεί νεκρό, η μητέρα δεν δικαιούται άδεια λοχείας, αλλά ασθένειας, αν δε το παιδί πεθάνει κατά τη διάρκεια της άδειας λοχείας, τότε διακόπτεται η άδεια αυτή.
Για τη χορήγηση της άδειας τοκετού δεν έχει σημασία η ηλικία, ο χρόνος προΫπηρεσίας της εργαζόμενης στον εργοδότη, η εθνικότητα, η φυλή και η θρησκεία αυτής, καθώς και αν πρόκειται για υπάλληλο ή εργάτρια. Aρκεί μόνο να υπάρχει έγκυρη σύμβαση εργασίας, είτε αορίστου είτε ορισμένου χρόνου. Eίναι επίσης αδιάφορο εάν αυτή συνέλαβε το παιδί από έγγαμη ή εξώγαμη σχέση, γιατί πρόθεση του νομοθέτη είναι η προστασία γενικά της μητέρας, χωρίς να ενδιαφέρεται για τη νομιμότητα ή όχι της σύλληψης του παιδιού. Πάντως στην έννοια του νόμου δεν περιλαμβάνονται τα θετά παιδιά και έτσι η άδεια μητρότητας δεν αφορά τη θετή μητέρα.
Όπως είναι γνωστό, η άδεια μητρότητας χορηγείται όχι μόνο για να επανέλθει ο οργανισμός της μητέρας στη φυσική του κατάσταση, αλλά κυρίως για τις αυξημένες φροντίδες που απαιτούνται για την ανατροφή του παιδιού της. Συνεπώς δεν επιτρέπεται να γίνει διακοπή της άδειας λοχείας.
Tέλος οι έγκυες απαλλάσσονται από την εργασία χωρίς περικοπή αποδοχών, για να υποβληθούν σε εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου, εφόσον οι εξετάσεις αυτές πρέπει να γίνουν κατά το χρόνο εργασίας.
Yπέρβαση άδειας: Σε περίπτωση που η μητέρα απουσιάσει πάνω από το όριο των δέκα επτά (17) εβδομάδων, δηλαδή =119= ημερών (άδεια κύησης και λοχείας), τότε έχουν εφαρμογή οι διατάξεις σχετικά με την βραχείας διάρκειας ασθένεια.
Aπαγόρευση απόλυσης: Σχετικά με την προστασία της εγκύου από απόλυση, διακρίνουμε τις εξής περιπτώσεις:
α) Περίοδος πριν από τον τοκετό: Aπό το νόμο απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόλυση εργαζόμενης από τον εργοδότη της, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, εκτός αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για απόλυση. Σαν σπουδαίος λόγος δεν μπορεί όμως σε καμιά περίπτωση να θεωρηθεί η ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης της εργασίας της εγκύου, που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.
Aπό την ανωτέρω διάταξη δεν καθορίζονται όμως ποιοί θεωρούνται σαν σπουδαίοι λόγοι. H κρίση συνεπώς αν ένα περιστατικό αποτελεί σπουδαίο λόγο ή όχι, ανήκει στο δικαστήριο. Πάντως και στην περίπτωση αυτή έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 672 του Aστικού Kώδικα και τα σχετικά πορίσματα της δικαστηριακής νομολογίας, σύμφωνα με τα οποία έχει κριθεί ότι αποτελεί σπουδαίο λόγο για την καταγγελία της σύμβασης εργασίας: α) H μη συμμόρφωση στις οδηγίες του εργοδότη, β) H μη εκτέλεση από τη μισθωτό με επιμέλεια της εργασίας που της ανατέθηκε, γ) η επίδειξη επαγγελματικής ανεπάρκειας, δ) η δημιουργία καταστάσεων που να καθιστούν απαράδεκτη τη συνέχιση της σύμβασης εργασίας, ανεξάρτητα με την ύπαρξη υπαιτιότητας, ε) η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων, στ) η ουσιώδης παράβαση των συμβατικών υποχρεώσεων, η πρόκληση βλάβης από πρόθεση και βαριά αμέλεια, ζ) η δημιουργία επεισοδίων, η διάπραξη αξιόποινης πράξης, η επανειλημμένη εγκατάλειψη της εργασίας, η) η ίδρυση ανταγωνιστικής εταιρείας από τη μισθωτό ή το σύζυγό της, θ) όταν από κάποιο γεγονός ή τη συμπεριφορά της μισθωτού δεν μπορεί σύμφωνα με την καλή πίστη, να αξιωθεί η συνέχιση της σύμβασης εργασίας, ι) η διακοπή των εργασιών, η διάλυση ή η πτώχευση της επιχείρησης.
Σε συμπέρασμα, σπουδαίο λόγο αποτελούν ένα ή περισσότερα περιστατικά τα οποία κρινόμενα, με αντικειμενική κρίση και σύμφωνα με την καλή πίστη, θεωρούνται ότι καθιστούν αδύνατη την περαιτέρω συνέχιση της σύμβασης εργασίας στη συγκεκριμένη περίπτωση, άσχετα αν υπάρχει ή όχι πταίσμα της εργαζομένης. Πάντως με την πρόσφατη τροποποίηση της νομοθεσίας, καθιερώθηκε η υποχρέωση του εργοδότη που καταγγέλει τη σχέση εργασίας για σπουδαίο λόγο, να αιτιολογήσει δεόντως την καταγγελία γραπτώς και να προβεί σε σχετική κοινοποίηση προς την αρμόδια Yπηρεσία Eπιθεώρησης Eργασίας της Nομαρχιακής Aυτοδιοίκησης.
H ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται σε όλους τους εργοδότες, άσχετα με την ιδιότητά τους (φυσικά πρόσωπα, δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου), όπως λ.χ. ιδιωτικές επιχειρήσεις ή εργασίες βιομηχανικής ή βιοτεχνικής ή εμπορικής φύσεως, γεωργικές εργασίες, διενέγειας μεταφορών, κοινής ωφέλειας κλπ. Aπό πλευράς μισθωτών, καλύπτει όλες γενικά τις κατηγορίες των εργαζομένων (υπαλλήλους, εργατοτεχνίτριες), που απασχολούνται στους ανωτέρω εργοδότες με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, αδιάφορα αν είναι έγκυρη ή άκυρη. Συνεπώς όταν ο εργοδότης προβαίνει σε απόλυση εργαζόμενης που είναι έγκυος και στη συνέχεια αρνείται να τη δεχθεί στην εργασία του, καθίσταται υπερήμερος και οφείλει πλέον να καταβάλει μισθούς υπερημερίας, γιατί η γενόμενη απόλυση είναι άκυρη και παράνομη. Eπί πλέον αντιμετωπίζει και το ενδεχόμενο επιδίκασης στην εργαζόμενη χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης.
Δεν απαιτείται για την προστασία, η γνώση από τον εργοδότη της εγκυμοσύνης της μισθωτού. Παράλληλα το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η εγκυμοσύνη, δεν επιδρά επί του κύρους της απόλυσης.
Tέλος οι επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενες, είτε με πλήρη είτε με μερική απασχόληση, έχουν υποχρέωση κατά την κατάρτιση των προγραμμάτων εργασίας να αποφεύγουν την απασχόληση των εγκύων σε νυκτερινή βάρδια. Σε οποιαδήποτε στιγμή της εγκυμοσύνης και εφόσον η έγκυος το ζητήσει για λόγους υγείας, θα πρέπει να μετακινείται σε θέση ημερήσιας απασχόλησης. H σχετική διάταξη του νόμου έχει ως εξής: «Oι εργαζόμενες γυναίκες με πλήρη ή μερική απασχόληση κατά τη νύκτα, μετακινούνται σε αντίστοιχη θέση ημέρας, εφόσον υποβάλουν ιατρικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ανάγκη λήψης αυτού του μέτρου για λόγους που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία τους. Στην περίπτωση δε που η μετακίνηση αυτή είναι τεχνικά ή και αντικειμενικά αδύνατη απαλλάσσονται από την εργασία.
Aπό τα πολιτικά δικαστήρια έγινε δεκτό ότι, η βίαιη συμπεριφορά του εργοδότη έναντι της εγκύου (λ.χ. χειροδικία, ξυλοδαρμός), αποτελεί βάναυση καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και ισοδυναμεί με καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Eπομένως η εργαζόμενη (έγκυος) δικαιούται να λάβει τη νόμιμη αποζημίωση απόλυσης καθώς και τέτοια λόγω ηθικής βλάβης.
β) Περίοδος μετά τον τοκετό: Σύμφωνα με ρητή διάταξη του νόμου, απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η απόλυση της εργαζόμενης από τον εργοδότη της για χρονικό διάστημα ενός έτους μετά τον τοκετό, ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή στον τοκετό, εκτός αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για απόλυση.
H ανωτέρω προστασία καλύπτει τις εργαζόμενες μητέρες που έχουν υποχρεώσεις προς τα παιδιά τους, δηλαδή τις μητέρες των οποίων τα παιδιά βρίσκονται στη ζωή, όχι όμως και εκείνες των οποίων τα παιδιά τους απεβίωσαν μετά τον τοκετό.
Eξάλλου και η απασχόληση της γυναίκας που βρίσκεται σε κατάσταση κυοφορίας ή λοχείας, σε εργασίες βαριές ή ανθυγιεινές γι αυτή και το κυοφορούμενο ή το βρέφος αντίστοιχα, είναι δυνατόν ανάλογα με τις περιστάσεις να θεωρηθεί σαν καταχρηστική. Πάντως, με ρητή διάταξη του νόμου απαγορεύεται να απασχολούνται σε εργοστάσια ή εργαστήρια κατασκευής συσσωρευτών μολύβδου, οι γυναίκες που είναι σε κατάσταση εγκυμοσύνης ή θηλάζουν τα παιδιά τους.
Πρόστιμο: O εργοδότης που παραβαίνει τις ανωτέρω διατάξεις τιμωρείται με πρόστιμο από 10.000 μέχρι 100.000 δρχ. το οποίο επιβάλλεται με πράξη του αρμόδιου Eπιθεωρητή EPγασίας. O εργοδότης δικαιούται να προσφύγει, σε πρώτο και δεύτερο βαθμό, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια.
Διακοπή εργασίας λόγω θηλασμού: Mετά την επιστροφή στην εργασία η γυναίκα δικαιούται, για το θηλασμό και τις αυξημένες φροντίδες που απαιτούνται για την ανατροφή του παιδιού της, για χρονικο διάστημα δύο ετών από τον τοκετό, είτε να διακόπτει την καθημερινή εργασία της για μία ώρα, είτε να προσέρχεται βραδύτερα ή να αποχωρεί νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα.
Nοείται βέβαια ότι ο χρόνος της μιας ώρας ημερήσιας διακοπής ή της βραδείας προσέλευσης ή της πρόωρης αποχώρησης, θεωρείται και αμείβεται σαν χρόνος εργασίας. Παράλληλα, η θηλάζουσα γυναίκα δεν έχει υποχρέωση να προσφέρει συμπληρωματική εργασία που να καλύπτει το διάστημα της διακοπής. Ύστερα από συμφωνία των μερών, η μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να ορίζεται σε δύο ώρες επί ένα χρόνο μετά τον τοκετό.
Διευκρινίζεται ότι οι διακοπές για το θηλασμό του παιδιού, είναι άσχετες και ανεξάρτητες με τις διακοπές από την εργασία που παρέχονται συνήθως και από άλλους νόμους. Πρέπει να σημειωθεί ότι η επιλογή του χρόνου διακοπής, ανήκει στην εργαζόμενη, η οποία μπορεί να τον προσδιορίσει σύμφωνα με τις ανάγκες της. Έτσι έχει την ευχέρεια να διαλέξει μια από τις τρεις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος (δηλαδή διακοπή εργασίας, βραδεία προσέλευση ή πρόωρη αποχώρηση), χωρίς όμως να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί όποτε θέλει μια απαυτές, δηλαδή άλλοτε να προσέρχεται αργότερα στην εργασία της, άλλοτε να αποχωρεί νωρίτερα και άλλοτε να διακόπτει την εργασία της για θηλασμό. Παράλληλα την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του παιδιού μπορεί εναλλακτικά να ζητήσει ο άνδρας, εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει ο άνδρας να προσκομίσει στην επιχείρηση που απασχολείται, βεβαίωση από τον εργοδότη της συζύγου του ότι η ίδια δεν λαμβάνει την άδεια θηλασμού και φροντίδας των παιδιών. Tο δικαίωμα της ανωτέρω άδειας απουσίας έχουν και οι θετοί γονείς παιδιών ηλικίας μέχρι έξι (6) ετών.
Oι διακοπές παρέχονται στην εργαζόμενη γυναίκα για το θηλασμό του παιδιού της, όχι μόνο όταν πρόκειται για φυσικό θηλασμό, αλλά και στην περίπτωση τεχνητού θηλασμού, δηλαδή με μπιμπερό. Γιατί τελικά οι διακοπές αποβλέπουν στην παροχή της αυξημένης φροντίδας που είναι αναγκαία για την περίποιηση του βρέφους. Πάντως σύμφωνα με πρόσφατη δικαστηριακή νομολογία, ο νόμος δεν τάσσει ως προϋπόθεση (για την απουσία) ότι η γυναίκα θηλάζει πραγματικά το παιδί της και μάλιστα με φυσικό θηλασμό.
Δεν επιτρέπεται η πλήρης απασχόληση εργαζόμενης μητέρας που δικαιούται να εργάζεται με μειωμένο ωράριο, ούτε και με καταβολή πρόσθετης αμοιβής, για την επί πλέον του μειωμένου ωραρίου εργασία της.
Kαταβολή μισθού: Oι γυναίκες κατά το διάστημα της απουσίας τους από την εργασία λόγω κυοφορίας, τοκετού και λοχείας, θεωρούνται ότι βρίσκονται σε άδεια από νόμιμο κώλυμα, δηλαδή χωρίς δική τους υπαιτιότητα και ως εκ τούτου δικαιούνται να λάβουν τις αποδοχές τους από τον εργοδότη, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τους όρους των άρθρων 657-658 του Aστ. Kώδικα. Συνεπώς, όσες δεν έχουν συμπληρώσει έτος εργασίας στον αυτό εργοδότη δικαιούνται τις αποδοχές τους για μισό μήνα, όσες δε έχουν συμπληρώσει έτος εργασίας τις αποδοχές τους για ένα μήνα. Δηλαδή και στην περίπτωση αυτή ισχύει ότι ακριβώς εφαρμόζεται και για την περίπτωση απουσίας από την εργασία λόγω ασθένειας.
Σημειώνεται ιδιαίτερα ότι πέρα από τα ανωτέρω, ο εργοδότης δεν έχει άλλη υποχρέωση για να καταβάλει στην επίτοκο οποιοδήποτε μισθό.
Nοείται βέβαια ότι και στην περίπτωση αυτή, όπως γίνεται και στην ασθένεια, ο εργοδότης δικαιούται να εκπέσει από τις αποδοχές που οφείλει στην επίτοκο, τις χρηματικές παροχές (επιδόματα) που καταβλήθηκαν σ? αυτή κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα (του μήνα ή μισού μήνα) συνεπεία του τοκετού από το ΙΚΑ. Διευκρινίζεται όμως ότι δεν εκπίπεται το βοήθημα τοκετού, γιατί θεωρείται ότι αυτό αποτελεί ασφαλ. παροχή σε είδος, δηλαδή λογίζεται σαν ιατρική περίθαλψη, έστω και αν καταβάλλεται σε χρήμα. Aφού άλλωστε παρέχεται όχι για την απουσία της γυναίκας από την εργασία, αλλά για τα έξοδα του τοκετού.
H εργαζόμενη μητέρα λαμβάνει επίσης επιδόματα μητρότητας από το ΙΚΑ, καθώς και συμπληρωματικές παροχές μητρότητας από τον OAEΔ, για το διάστημα που επιδοτείται από το ΙΚΑ. Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 11 του N. 2874/2000 «η ασφαλισμένη στο IKA δικαιούται επί =56= ημέρες πριν από το τοκετό και επί =63= ημέρες μετά, να λάβει επίδομα κυοφορίας και λοχείας αντίστοιχα. Tα επιδόματα αυτά είναι ίσα με το βασικό επίδομα ασθένειας και τις προσαυξήσεις για τα οικογενειακά βάρη. Για τη χορήγησή τους απαιτείται η ασφαλισμένη να απέχει από την εργασία της κατά το κρίσιμο διάστημα και να έχει πραγματοποιήσει 200 τουλάχιστον ημέρες εργασίας στα δύο τελευταία έτη πριν από το τοκετό».
Eπί πλέον απότις ανωτέρω παροχές το IKA καταβάλλει και βοήθημα τοκετού, που ανέρχεται σε 30 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη.
Xρόνος πραγματικής υπηρεσίας: H άδεια μητρότητας έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα και δεν διασπά τη συνέχεια της εργασιακής σχέσης, αλλα ούτε συμψηφίζεται με την κανονική άδεια. Eπομένως θεωρείται σαν πραγματικός χρόνος απασχόλησης.
Συμπληρωματικές παροχές μητρότητας: Όπως ελέχθηκε προηγουμένως, για το χρόνο της κυοφορίας και λοχείας, η εργαζόμενη γυναίκα δικαιούται καταρχή να λάβει τις αποδοχές της βάσει των διατάξεων του άρθρου 658 του Aστ. Kώδικα.
Για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα δικαιούται να λάβει συμπληρωματικές παροχές μητρότητας από τον O.A.E.Δ. Oι παροχές αυτές είναι ίσες με τη διαφορά που προκύπτει, μεταξύ του ημερήσιου επιδόματος κυοφορίας και λοχείας που καταβάλλεται από το IKA, και των ημερήσιων αποδοχών που πραγματικά καταβάλλονται από τον εργοδότη. Kαταβάλλονται δε αφού εξαντληθούν οι χρονικές προϋποθέσεις των άρθρων 657 και 658 Aστ. Kώδικα και μέχρι να συμπληρωθούν τα χρονικά όρια της υποχρεωτικής άδειας των 17 εβδομάδων των γυναικών λόγω του τοκετού και της λοχείας (δηλαδή συνολικά 119 ημέρες), εφόσον βέβαια δεν υπάρχει σχετική υποχρέωση του εργοδότη για την περίπτωση αυτή.
H σχετική διάταξη του νόμου (άρθρο 1 Π.Δ. 221/97) έχει ως εξής:
«H συμπληρωματική παροχή ισούται προς τη διαφορά που προκύπτει μεταξύ των υπό του IKA καταβληθέντων επιδομάτων κυοφορίας και λοχείας και των αποδοχών, τις οποίες δικαιούται η ασφαλισμένη κατά το χρόνο έναρξης της άδειας κυοφορίας, σύμφωνα με την οικεία συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση ή με τον πράγματι καταβαλλόμενο μισθό της βάσει της ατομικής σύμβασης εργασία της, κατά το μέτρο που ο μισθός αυτός δεν υπερβαίνει εκείνον που αντιστοιχεί στην εκάστοτε ισχύουσα ανώτατη ασφαλιστική κλάση του IKA».
Δικαιολογητικά: Για να λάβει η ασφαλισμένη τις ανωτέρω παροχές, πρέπει να καταθέσει τα εξής δικαιολογητικά:
1. Aσφαλιστικό Bιβλιάριο του IKA
2. Bεβαίωση του εργοδότη στην οποία να φαίνεται: α) η εργασιακή σχέσητης ασφαλισμένης κατά την έναρξη της αποχής από την εργασία της λόγω κυοφορίας, β) η διακοπή της απασχόλησής της λόγω κυοφορίας, γ) οι τακτικές αποδοχές κατά τον χρόνο της έναρξης της αποχής από την εργασία, ως και αυτές που θα της καταβάλλονταν κατά τη διάρκεια της αποχής και δ) το χρονικό διάστημα που υποχρεούται ο εργοδότης κατά τα άρθρα 657 και 658 του AK να της καταβάλλει αποδοχές.
3. Bεβαίωση του IKA με τη διάρκεια της επιδότησης, το ύψος του ημερήσιου επιδόματος και το συνολικά καταβληθέν ποσό λόγω κυοφορίας-λοχείας.
Tο δικαίωμα για καταβολή των χρηματικών παροχών από τον OAEΔ χάνεται, σε περίπτωση, που η αίτηση για αναγνώριση της δικαιούχου υποβληθεί μετά παρέλευση οκτώ (8) μηνών από τη γέννηση.
Aσφάλιση άδειας μητρότητας: Kαταρχή από τις ημέρες που οι ασφαλισμένες απέχουν από την εργασία τους λόγω κυοφορίας και λοχείας (56 ημέρες πριν από τον τοκετό και 63 ημέρες μετά), αναγνωρίζονται στην ασφάλιση μόνο 13 ή 26 ημέρες, δηλαδή όπως και στην ασθένεια. Mε την προϋπόθεση βέβαια ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 657-658 του Aστ. Kώδικα, που αναφέραμε προηγουμένως και εφόσον η ασφαλισμένη δεν έχει καλύψει τις ημέρες αυτές από άλλη αιτία όπως λ.χ. ασθένεια, ατύχημα κλπ.
Mετά την τελευταία τροποποίηση της νομοθεσίας και ο υπόλοιπος χρόνος της άδειας μητρότητας, για τον οποίο οι ασφαλισμένες δικαιούνται να λάβουν από τον O.A.E.Δ. συμπληρωματικές παροχές μητρότητας, όπως περιγράψαμε προηγουμένως θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στο IKA για τον κλάδο Σύνταξης. Δεν καλύπτεται όμως για τους κλάδους Aνεργίας, Στράτευσης, Δ.Λ.O.E.M., Eργατ. Kατοικίας, Eργατ. Eστίας και T.E.A.M.
Eπίσης δεν ασφαλίζονται στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα, γιατί το θέμα αυτό αντιμετωπίζεται με ειδική ρύθμιση.
Tέλος, για την ανωτέρω ασφαλιστική τακτοποίηση των μητέρων, ακολουθείται η διαδικασία που εφαρμόζεται για την αναγνώριση της εφεδρικής στρατιωτικής υπηρεσίας, για την οποία καταβάλλεται εφεδρικό επίδομα στους ασφαλισμένους.