ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΩΦΕΛΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΥΠΕΡ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Φορολογική μεταχείριση της ωφέλειας που προκύπτει υπέρ επιχειρήσεων λόγω διαγραφής των χρεών τους (τόκων) προς τις Τράπεζες.

(Α.Υ.Ο. 1035747/10209/Β00112/ΠΟΛ. 1126/17.4.2002)Με αφορμή ερωτήματα που υποβλήθηκαν στην υπηρεσία μας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 2238/1994, οι οποίες εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 1 οι (ΑΕ, ΕΠΕ, συνεταιρισμούς, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, κλπ.) βάσει της παρ. 1 του άρθρου 105 του ίδιου νόμου, ως ακαθάριστο εισόδημα από την άσκηση εμπορικής επιχείρησης θεωρείται το σύνολο των πάσης φύσεως εσόδων της επιχείρησης από τις κάθε είδους συναλλαγές αυτής, που έχουν σχέση με την επαγγελματική της δραστηριότητα γενικά, καθώς και κάθε κέρδος που προκύπτει κατά την επιδίωξη του σκοπού της (μεσιτείες, συναλλαγματικές διαφορές, αποζημιώσεις, επιχορηγήσεις, κλπ.).

2. Κατ’ εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων, έχει γίνει πάγια δεκτό από τη Διοίκηση ότι το ποσό κατά το οποίο ωφελείται μια επιχείρηση από άφεση χρέους της και το οποίο προέρχεται από διαγραφή απαιτήσεων προμηθευτών της στα πλαίσια της ασκούμενης εμπορικής δραστηριότητας, αποτελεί φορολογητέο ακαθάριστο έσοδο αυτής (Α.15551/27.6.1967, 1069142/ 10420/24.10.1990 έγγραφά μας).

3. Επίσης, με τις διατάξεις της περ. δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 ορίζεται, ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., καθώς και των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., εφόσον αυτές παρέχουν αποκλειστικά υπηρεσίες και στερούνται αξιόλογων αποθεμάτων, των οποίων το καθαρό εισόδημα εξευρίσκεται λογιστικώς, εκπίπτουν οι δεδουλευμένοι κάθε είδους τόκοι, δανείων ή πιστώσεων, γενικά, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, εισφορών και προστίμων προς το Δημόσιο ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

4. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 30 του ν. 2789/ 2000 ορίζεται, ότι εάν κατά την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου αυτού διαγραφούν ποσά τόκων εμφανιζόμενα στα λογιστικά βιβλία των πιστωτικών ιδρυμάτων, τούτο δεν θα επιφέρει σε καμία περίπτωση επιβολή προστίμων, προσαυξήσεων ή τελών που προβλέπονται με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Οι σχετικές διαγραφές θα βαρύνουν τη χρήση κατά τη διάρκεια της οποίας θα πραγματοποιηθούν.

5. Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι οι τόκοι που διαγράφονται κατ’ εφαρμογή των προαναφερθεισών διατάξεων του ν. 2789/2000, έχουν ήδη εκπεσθεί από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, κατά το χρόνο που κατέστησαν δεδουλευμένοι. Περαιτέρω, με τη διαγραφή των τόκων αυτών οι επιχειρήσεις αποκτούν ωφέλεια, η οποία υπόκειται σε φορολογία, σύμφωνα με τα πιο πάνω, κατά τη χρήση εντός της οποίας λαμβάνει χώρα η υπόψη διαγραφή.

6. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι η φορολόγηση της πιο πάνω ωφέλειας σε μία (1) χρήση θα δημιουργήσει σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τις επωφελούμενες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία αντίθετων αποτελεσμάτων από το σκοπό των ευεργετικών διατάξεων του ν. 2789/2000 και περαιτέρω, επειδή πολλές από τις υπόψη επιχειρήσεις είναι προβληματικές, γίνεται δεκτό με την παρούσα, ότι η ωφέλεια που προκύπτει από την άφεση χρέους κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 2789/ 2000 θα φορολογηθεί ισόποσα σε πέντε (5) συνεχείς χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία προκύπτει η ωφέλεια από την άφεση του χρέους.