ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
Οδηγίες για την είσπραξη των ληξιπροθέσμων.
(Α.Υ.Ο. 1089814/6156/0016/ΠΟΛ. 1124/22.9.2005)ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ
Οδηγίες για την είσπραξη των ληξιπροθέσμων.
(Α.Υ.Ο. 1089814/6156/0016/ΠΟΛ. 1124/22.9.2005)

Αρμόδιος για τη λήψη μέτρων είσπραξης των ληξιπροθέσμων οφειλών είναι, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ.
Τα αποτελέσματα της πορείας είσπραξης των ληξιπροθέσμων κάθε υπηρεσίας, σε σχέση με τους στόχους που τέθηκαν σας κοινοποιούνται με τη λήξη κάθε ημερολογιακού διμήνου.
Από την αξιολόγηση όμως της είσπραξης παρατηρείται διαφορετική χρονική εφαρμογή των μέτρων είσπραξης ανά υπηρεσία αλλά και μη σωστή επιλογή τους για την επίτευξη άμεσης είσπραξης. Για το λόγο αυτό σας παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες, για ενιαία εφαρμογή, τόσο για τη διευκόλυνση και εξυπηρέτηση των οφειλετών, όσο και για την άμεση λήψη μέτρων κατά εκείνων που δεν συμμορφώνονται στην πληρωμή των ληξιπροθέσμων υποχρεώσεών τους, τις οποίες πρέπει, να εφαρμόσετε άμεσα.
Επίσης τόσο οι Δ.Ο.Υ. όσο και τα Ελεγκτικά Κέντρα πρέπει να προβούν στην πλήρη εφαρμογή των διαδικασιών, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις του Π.Δ. 2/1999, το αργότερα εντός μηνός από τη λήψη της παρούσας.
Α. Πλήρης στελέχωση και ενεργοποίηση του τομέα είσπραξης της υπηρεσίας σας
Να προβείτε στις απαραίτητες ενέργειες για την πλήρη ενεργοποίηση του τομέα είσπραξης της υπηρεσίας σας αλλά και την λήψη όλων των προβλεπόμενων από τις ισχύουσες διατάξεις μέτρων για την όσο το δυνατόν συντομότερη είσπραξη των ληξιπροθέσμων οφειλών.
Συγκεκριμένα:
1. Να ενεργοποιήσετε (τυπικά και ουσιαστικά) στις Δ.Ο.Υ. Α’ Τάξεως το Γραφείο Είσπραξης Ληξιπροθέσμων Οφειλών, το οποίο πρέπει να στελεχωθεί με επαρκές και κατάλληλο προσωπικό, ώστε, με τη σωστή επικοινωνία με τους οφειλέτες, να γίνεται προσπάθεια είσπραξης της ληξιπρόθεσμης οφειλής πριν τη λήψη μέτρων είσπραξης (σχετικές οι διατάξεις του Π.Δ. 2/1999).
Για τις Δ.Ο.Υ. Β΄ τάξεως οι αρμοδιότητες αυτές να ανατεθούν στον υπάλληλο του δικαστικού γραφείου ή σε οποιονδήποτε άλλο υπάλληλο, κατά την κρίση σας.
2. Στις αρμοδιότητες του Γραφείου Είσπραξης Ληξιπροθέσμων Οφειλών υπάγεται και η έρευνα για τον εντοπισμό των συνυποχρέων προσώπων, τα οποία ευθύνονται με την περιουσία τους, μαζί με τον πρωτοφειλέτη, για την πληρωμή της οφειλής. Σημαντικό βοήθημα ως προς την έρευνα αυτή αποτελούν οι οδηγίες που σας δόθηκαν με την ΠΟΛ 1103/2004 και είναι αυτονόητο ότι απαιτείται η συνδρομή και συνεργασία όλων των τμημάτων της υπηρεσίας σας για τον εντοπισμό τους, δεδομένου ότι η συνυποχρέωση απορρέει από τις επιμέρους διατάξεις επιβολής του κάθε φόρου.
3. Σε όσους οφειλέτες (ή συνυπόχρεα πρόσωπα) επικαλούνται πρόσκαιρη αδυναμία άμεσης εξόφλησης των ληξιπροθέσμων οφειλών τους να τους χορηγείτε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 21 του ν. 2648/ 1998. Υπενθυμίζεται ότι οι διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής χορηγούνται αντικειμενικά με βάση τα κριτήρια και τους συντελεστές βαρύτητας των άρθρων 16 και 17 του ν.2648/1998 και οι δόσεις των διευκολύνσεων πρέπει να είναι ίσες με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων αυτών.
4. Να αναθέσετε σε συγκεκριμένους υπαλλήλους την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των οφειλετών στις διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής που τους χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1321 ν. 2648/ 1998 ή στη ρύθμιση των ληξιπροθέσμων οφειλών που τους χορηγήθηκε κατά τις διατάξεις των άρθρων 12 16 του ν. 3259/2004, οι οποίοι πρέπει να τους ενημερώνουν τηλεφωνικά ή γραπτά εάν καθυστερήσουν την πληρωμή έστω και μίας δόσης της διευκόλυνσης ή της ρύθμισης.
5. Να γίνεται άμεση λήψη των αναγκαίων (διοικητικών αναγκαστικώνδικαστικών) μέτρων είσπραξης σε βάρος των οφειλετών που δεν πληρώνουν τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους ή δεν συμμορφώνονται στις διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής ή στη ρύθμιση των ληξιπροθέσμων ν. 3259/2004
Όσον αφορά τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης πρέπει τα μέτρα που θα λαμβάνονται να επιφέρουν άμεση είσπραξη της οφειλής και όχι απλώς να λαμβάνονται μόνο για τη διακοπή ή αναστολή της παραγραφής. Επίσης πρέπει τα μέτρα αυτά να έχουν το μικρότερο δυνατό κόστος για τον οφειλέτη και κατ’ επέκταση για το Δημόσιο.
Ακολουθούν ενδεικτικά παραδείγματα για εφαρμογή των ανωτέρω:
α) Για μικρού ύψους οφειλές επιλέγεται η κατάσχεση στα χέρια τρίτων αντί της κατάσχεσης ή του πλειστηριασμού ακινήτων σημαντικής αξίας,
β) Επί πολλών ακινήτων, παραγγελία κατάσχεσης εκδίδεται σε βάρος ακινήτου ελεύθερου βαρών, του οποίου η αξία είναι μεν μεγαλύτερη της οφειλής, όχι όμως πολλαπλάσια αυτής.
γ) Επειδή η κατάσχεση πρέπει να γίνεται με στόχο, όχι μόνο τη διακοπή της παραγραφής αλλά κυρίως, για να επιφέρει άμεση είσπραξη, το προς κατάσχεση ακίνητο πρέπει να επιλέγεται ώστε, σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξακολουθεί να μη συμμορφώνεται, να υπάρχει δυνατότητα άμεσης έκδοσης προγράμματος πλειστηριασμού (εντός των προθεσμιών που ορίζονται από τις σχετικές διατάξεις).
δ) Επί κατάσχεσης ακινήτων τα οποία αποφέρουν εισόδημα από μισθώματα γίνεται ταυτόχρονα και κατάσχεση των μισθωμάτων στα χέρια του ενοικιαστή, ώστε να υπάρχει άμεση είσπραξη της οφειλής.
ε) Επί οφειλετών επιτηδευματιών (φυσικών ή νομικών προσώπων) να επιλέγεται η κατάσχεση απαιτήσεών τους στα χέρια τρίτων, όπως κατάσχεση των απαιτήσεων στα χέρια πελατών της επιχείρησης, εφόσον αυτές αποδεικνύονται από τα βιβλία της επιχείρησης ή από άλλη αιτία (συμβάσεις, εκχωρήσεις κ.λπ.).
στ) στους κατ’ επανάληψη μη συνεπείς οφειλέτες μπορεί να περιλαμβάνονται, μεταξύ των μέτρων είσπραξης, η κατάσχεση στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και η κατάσχεση απαιτήσεων κατ’ άρθρο 31 του Κ.Ε.Δ.Ε. με τους περιορισμούς όμως του άρθρου αυτού.
6. Σε περίπτωση που ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων μετά από συμμόρφωση σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής και συνδρομής των λοιπών προϋποθέσεων του άρθρου 26 ν. 1882/1990 όπως ισχύει σήμερα, αυτό θα χορηγείται υποχρεωτικά με ποσοστό παρακράτησης της εισπραττόμενης απαίτησης, το οποίο θα καθορίζεται κατά την κρίση σας και πρέπει να είναι ανάλογο τόσο του ύψους της συνολικής οφειλής, όσο και του ύψους της απαίτησης. Αν όμως ο οφειλέτης έχει βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση κατά του ελληνικού δημοσίου αυτή συμψηφίζεται αυτεπάγγελτα (άρθρο 83 ΚΕΔΕ) στο σύνολο της με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές και μέχρι πλήρους εξόφλησης αυτών (με τη χορήγηση διευκόλυνσης και τη συμμόρφωση σ’ αυτή δεν αίρεται το ληξιπρόθεσμο της οφειλής). Αντίθετα για τον συμψηφισμό μη ληξιπροθέσμων οφειλών με απαιτήσεις κατά του Δημοσίου είναι απαραίτητη η υποβολή σχετικής δήλωσης πρότασης από τον οφειλέτη.
Β. Ενεργοποίηση της βοήθειας του τομέα του φορολογικού Ελέγχου προς τον τομέα είσπραξης.
Να ενεργοποιήσετε άμεσα τη βοήθεια του τομέα του φορολογικού ελέγχου της υπηρεσίας σας, προς τον τομέα της είσπραξης των εσόδων (έχει θεσμοθετηθεί με τις διατάξεις του Π.Δ. 2/1999), προβαίνοντας στις παρακάτω ενέργειες:
1. Πριν την έναρξη του προσωρινού ή τακτικού φορολογικού ελέγχου ο αρμόδιος ελεγκτής πρέπει να επισυνάπτει, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου της υπόθεσης, και σημείωμα του δικαστικού τμήματος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για το ύψος των βεβαιωμένων και ληξιπροθέσμων χρεών του ελεγχόμενου ή αντίγραφο της εικόνας των οφειλών του, όπως αυτό εκτυπώνεται από το μηχανογραφικό σύστημα, με την προϋπόθεση ότι θα συμπληρώνονται και οι οφειλές του σε άλλες Δ.Ο.Υ, πέραν της αρμόδιας για τη φορολογία εισοδήματος, το οποίο θα παραλαμβάνει σε δύο αντίγραφα.
2. Με βάση το σημείωμα αυτό θα ενημερώνει τον ελεγχόμενο για τις βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές του, παραδίδοντάς του το ένα αντίγραφο του σημειώματος.
3. Θα ερευνά και θα εντοπίζει με βάση όλα τα διαθέσιμα σε αυτόν στοιχεία (βιβλία επιχείρησης, υποβληθείσες δηλώσεις κ.λπ.) τις τυχόν απαιτήσεις του οφειλέτη ελεγχόμενου προς τρίτα πρόσωπα ή προς το δημόσιο ή προς επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή πρόσωπα στα οποία έχει χορηγήσει δάνεια και θα συμπληρώνει το σχετικό πίνακα του κατά περίπτωση οικείου ειδικού εντύπου πληροφοριών περιουσιακών στοιχείων (φυσικών ή νομικών προσώπων) από τα επισυναπτόμενα στην παρούσα υποδείγματα των εντύπων αυτών, τα οποία και προβλέπονται από το Π.Δ. 2/ 1999. Ειδικότερα ως προς την αξία των αυτοκινήτων, των σκαφών και λοιπών κινητών περιουσιακών στοιχείων θα αναγράφεται η κατ’ εκτίμηση αξία και όχι η αγοραία.
Περαιτέρω, εφόσον ο ελεγκτής δεν εντοπίσει καθόλου τέτοιες απαιτήσεις που όμως δεν υπερβαίνουν το ύψος των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών του ελεγχόμενου, θα συμπληρώνει με σχολαστικότητα, κατά το δυνατόν πληρέστερα και με βάση πάντα τα διαθέσιμα σ’ αυτόν στοιχεία στο πλαίσιο του ελέγχου που διενεργεί, το παραπάνω ειδικό έντυπο και σε όλους τους υπόλοιπους πίνακες και ενδείξεις (διαφορετικά δεν θα συμπληρώνονται οι υπόλοιποι πίνακες και ενδείξεις) και στη συνέχεια θα υπογράφεται και θα παραδίδεται από αυτόν, εντός πέντε ημερών από την έναρξη του ελέγχου, στον επόπτη ελέγχου για υπογραφή και από αυτόν και περαιτέρω άμεση παράδοση στο δικαστικό τμήμα για τις περαιτέρω ενέργειές του.
Τα παραπάνω ειδικά έντυπα θα συμπληρώνονται σε κάθε περίπτωση, ακόμη δηλαδή και σε περίπτωση μη ύπαρξης βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών, με το πέρας του ελέγχου, εφόσον τα τελικά συνολικά ποσά φόρων κ.λπ. για τα οποία ασκήθηκε προσφυγή, υπερβαίνουν τα 150.000 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, τα πιο πάνω ειδικά έντυπα επισυνάπτονται στην οικεία έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος, σε κάθε περίπτωση δε αντίγραφο αυτών παραδίδεται στο δικαστικό τμήμα.
4. Κατά τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου θα εντοπίζονται, για τις παραβάσεις ή τις φορολογικές διαφορές που προκύπτουν, και τα συνυπόχρεα με τον πρωτοφειλέτη πρόσωπα, όπως αυτά ενδεικτικά αναφέρονται στην εγκύκλιο ΠΟΛ 1103/2004 και τα οποία στη συνέχεια θα αναγράφονται υποχρεωτικά στους χρηματικούς καταλόγους βεβαίωσης των οφειλών.
5. Οι προϊστάμενοι των Ελεγκτικών Κέντρων να ενημερώσουν τα στελέχη των υπηρεσιών τους να εφαρμόζουν όσα ορίζονται παραπάνω, ώστε να μη συσσωρεύονται βεβαιωμένα ληξιπρόθεσμα χρέη τα οποία δεν εισπράττονται έγκαιρα και μεταφέρονται κάθε φορά από το προηγούμενο έτος στο επόμενο ή καθίστανται ανεπίδεκτα είσπραξης.