ΕΠΙΒΟΛΗ ΑΥΤΟΤΕΛΟΥΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΠΡΑΞΕΙΣ REPO και REVERSE REPO
“Κοινοποίηση διατάξεων της από 21-12-2001 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου σχετικά με την επιβολή αυτοτελούς φορολογίας στα εισοδήματα από πράξεις REPO και REVERSE REPO”.
(Α.Υ.Ο. 1025081/10192/Β0012/ΠΟΛ. 1094/13.3.2002)Σας κοινοποιούμε τις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 2 και την παράγραφο 2 του άρθρου 3 της πιο πάνω Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου και παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:
1. Με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν . 3632/1928, όπως ισχύουν μετά την προσθήκη τους με το άρθρο 74 του ν. 1969/1991 και την αντικατάστασή τους με την παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 2651/1998, ορίζεται ότι: α) επιτρέπεται η εξωχρηματιοτηριακή πώληση εντόκων γραμματίων ή ομολόγων του Δημοσίου εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών τόσο τοις μετρητοίς όσο και με ειδικές συμφωνίες, εφόσον ο αγοραστής ή ο πωλητής ή και οι δύο είναι τράπεζες και β) μέχρι την έναρξη διαπραγμάτευσης στην Αγορά Αξιών Σταθερού Εισοδήματος (Α.Α.Σ.Ε.) άϋλων τίτλων του Δημοσίου μέσω του συστήματος άϋλων τίτλων του Χ.Α.Α. είναι επίσης έγκυρη η εξωχρηματιστηριακή πώληση άϋλων τίτλων εντόκων γραμματίων και ομολόγων του Δημοσίου, εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, τόσο τοις μετρητοίς όσο και με ειδικές συμφωνίες, εφόσον ο αγοραστής ή ο πωλητής ή και οι δύο είναι μέλη του Χρηματιστηρίου.
Στα πλαίσια των παραπάνω διατάξεων οι τράπεζες και τα μέλη του Xρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (χρηματιστηριακές εταιρίες και χρηματιστές) συνάπτουν με πελάτες τους (Iδιώτες που κατοικούν στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, ημεδαπές ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, άλλες τράπεζες ημεδαπές ή αλλοδαπές κτλ.) πράξεις RΕΡΟ και πράξεις REVERSE REPO. Με τις πρώτες πράξεις συμφωνείται ότι οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών θα πουλήσουν στους πελάτες τους εξωχρηματιστηριακά τίτλους του Δημοσίου, με την υποχρέωση να τους επαναγοράσουν σε συγκεκριμένη ημερομηνία έναντι συγκεκριμένου μεγαλύτερου τιμήματος. Σ’ αυτές τις πράξεις το εισόδημα, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ του τιμήματος αγοράς και του τιμήματος πώλησης των τίτλων από τις τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου, το αποκτούν οι πελάτες. Με’ τις δεύτερες πράξεις (REVERSE RΕΡΟ) συμφωνείται το αντίθετο. Δηλαδή, ότι οι πελάτες θα πουλήσουν στις τράπεζες και στα μέλη του Χρηματιστηρίου εξωχρηματιστηριακά έναντι συγκεκριμένου τιμήματος τίτλους του Δημοσίου, με την υποχρέωση να τους επαναγοράσουν σε συγκεκριμένη ημερομηνία έναντι συγκεκριμένου μεγαλύτερου τιμήματος. Σ’ αυτές τις πράξεις το εισόδημα, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ του τιμήματος αγοράς και του τιμήματος πώλησης των τίτλων από τους πελάτες, το αποκτούν οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου.
2. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) ορίζεται, ότι επιβάλλεται φόρος εισοδήμάτος στους τόκους που αποκτούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και προκύπτουν στην Ελλάδα από οποιαδήποτε μορφή κατάθεσης σε τράπεζα ή ταμιευτήριο που είναι στην Ελλάδα κτλ.
Περαιτέρω, με την παρ. 7 του άρθρου 2 της προαναφερόμενης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου προστέθηκαν δύο νέα εδάφια στο τέλος της πιο πάνω παραγράφου, δηλαδή στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. Με το πρώτο από αυτά ορίζεται, ότι για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου (1 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε.) θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από τις πράξεις που ορίζονται στις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 3632/1928, όπως οι διατάξεις αυτές προστέθηκαν με το άρθρο 74 του ν. 1969/1991 και αντικαταστάθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 2651/1998, τα οποία λαμβάνουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με το δεύτερο ορίζεται, ότι με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.
Επίσης, με την παρ. 8 του άρθρου 2 της ίδιας Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. αντικαταστάθηκε με δύο νέα εδάφια. Με το πρώτο από αυτά ορίζεται, ότι ο φόρος υπολογίζεται στο ποσό των τόκων που προκύπτουν με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), με εξαίρεση το φόρο των εισοδημάτων του προτελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, που υπολογίζεται με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%). Με το δεύτερο ορίζεται, ότι ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον οφειλέτη των τόκων κατά το χρόνο που γίνεται ο εκτοκισμός της κατάθεσης ή από εκείνον που καταβάλλει τους τόκους, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων.
Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 3 της υπόψη Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, οι κατά τα πιο πάνω νέες διατάξεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτούνται μετά την 1η Ιανουαρίου 2002.
3. Κατ’ εφαρμογή των εξουσιοδοτικών διατάξεων του κατά τα πιο πάνω νέου τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. εκδόθηκε η αριθ. 1005257/10034/Β0012/ΠΟΛ. 1011/21-1-2002 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία ορίζονται τα εξής:
– Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, για κάθε εξωχρηματιστηριακή πώληση ή αγορά τίτλων του Δημοσίου με ειδική συμφωνία (πράξη REPO ή REVERSE REPO αντίστοιχα) την οποία πραγματοποιούν, υποχρεούνται να καταρτίζουν έγγραφη συμφωνία σε δύο τουλάχιστον αντίγραφα, στην οποία θα αναγράφεται μεταξύ άλλων το είδος και η αξία των τίτλων που πωλούν ή αγοράζουν, καθώς και ο χρόνος και το τίμημα της επαναγοράς ή επαναπώλησης αυτών (παρ. 1, περίπτ. α΄ της απόφασης).
– Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, όταν πιστώνουν τους δικαιούχους ή καταβάλλουν σ’ αυτούς εισοδήματα από πράξεις REPO, υποχρεούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε., να διενεργούν ταυτόχρονα παρακράτηση φόρου με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%). Ο φόρος που παρακρατείται αποδίδεται στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών εφάπαξ με δήλωση, η οποία υποβάλλεται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα και περιλαμβάνει τα εισοδήματα που πιστώθηκαν ή καταβλήθηκαν τον προηγούμενο μήνα, καθώς και το φόρο που παρακρατήθηκε από αυτά (παρ. 1, περίπτ. β΄ της απόφασης).
– Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, για τα εισοδήματα που αποκτούν από πράξεις REVERSE REPO, υποχρεούνται να αποδίδουν στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται φόρο με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%). Ο φόρος αυτός καταβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών εφάπαξ με δήλωση, η οποία υποβάλλεται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την απόκτηση μήνα και περιλαμβάνει τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν τον προ-ηγούμενο μήνα, καθώς και το φόρο που αναλογεί σ’ αυτά (παρ. 1, περίπτ. γ΄ της απόφασης).
– ΄Όσα αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις β΄ και γ΄ εφαρμόζονται ανάλογα και όταν οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών επαναγοράζουν ή επαναπωλούν τους ίδιους τίτλους που είχαν πωλήσει ή αγοράσει αντίστοιχα από τους πελάτες τους, χωρίς στην αρχική σύμβαση πώλησης ή αγοράς να αναγράφεται η υποχρέωση των τραπεζών και των μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών για επαναγορά ή επαναπώληση των τίτλων (παρ. 1, περίπτ. γ΄ της απόφασης).
– Η κατά τα παραπάνω παρακράτηση ή απόδοση του φόρου γίνεται για τα εισοδήματα που προκύπτουν και αναλογούν στο χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 2002 και στο εξής (παρ. 2 της απόφασης).
4. Εξάλλου, με τις διατάξεις της περίπτ. ε΄ της παρ. 7 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. ορίζεται, ότι εξαιρούνται από τη φορολογία που επιβάλλεται με αυτό το άρθρο οι τόκοι που προκύπτουν από καταθέσεις τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του ν. 1667/1986 σε άλλες τράπεζες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και από καταθέσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
5. Τέλος, με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του Κ.Φ.Ε. ορίζεται, ότι χρόνος απόκτησης των τόκων του πρώτου εδαφίου της περίπτ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 24, δηλαδή των τόκων από έντοκη κατάθεση τοις μετρητοίς ή από εγγύηση, καθώς και από κάθε χρεωστικό τίτλο με υποθήκη, ενέχυρο ή όχι, εκτός από εκείνους που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α’ και β΄, θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο αυτοί καθίστανται ληξιπρόθεσμοι και απαιτητοί.
6. Με βάση όσα προαναφέρονται προκύπτουν τα ακόλουθα:
α) Τα εισοδήματα από πράξεις REPO και REVERSE REPO, επειδή θεωρούνται τόκοι από καταθέσεις, αποκτούνται από τους δικαιούχους κατά το χρόνο που καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του Κ.Φ.Ε. Δηλαδή, στις μεν πράξεις REPO οι πελάτες αποκτούν τα εισοδήματα κατά το χρόνο που έχει ορισθεί για την επαναγορά των τίτλων από τις τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου, στις δε πράξεις REVERSE REPO οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου αποκτούν τα εισοδήματα κατά το χρόνο που έχει ορισθεί για την επαναγορά των τίτλων από τους πελάτες. Π.χ., εάν μια τράπεζα στα πλαίσια πράξης REPO πούλησε στις 28-12-2001 σε πελάτη της ομόλογα του Ελλ. Δημοσίου έναντι 100.000.000 δρχ., με τον όρο να επαναγοράσει αυτά στις 7-1-2002 έναντι 100.100.000 δρχ., τότε όλο το εισόδημα των 100. 000 δρχ. αποκτήθηκε από τον πελάτη της στις 7-1-2002, αδιάφορα από το γεγονός ότι η πράξη REPO συνάφθηκε στις 28-12-2001. Ομοίως, εάν μια τράπεζα στα πλαίσια πράξης REVERSE REPO αγόρασε στις 5-2-2002 από επιχείρηση ομόλογα του Ελλ. Δημοσίου έναντι 3.000.0.00.000 δρχ., με τον όρο να επαναπουλήσει αυτά στην επιχείρηση στις 16-2-2002 έναντι 3.003.500.000 δρχ., τότε όλο το εισόδημα των 3.500.000 δρχ. αποκτήθηκε από την τράπεζα στις 16-2-2002.
β) Τα εισοδήματα από πράξεις REPO και REVERSE REPO τα οποία αποκτούνται από τους δικαιούχους μετά την 1η Ιανουαρίου 2002 και εφεξής και τα οποία αναλογούν σε χρονικό διάστημα που ανάγεται μετά την 1η Ιανουαρίου 2002 φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%), σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. και της παρ. 2 του άρθρου 3 της προαναφερόμενης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου. Δηλαδή, στο πρώτο από τα παραπάνω παραδείγματα το εισόδημα που υπόκειται αυτοτελώς σε φορολογία με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%) δεν είναι όλο το εισόδημα των 100.000 δρχ., αλλά εκείνο που αναλογεί στο χρονικό διάστημα από 2/1/2002-7/1 /2002. Επομένως, στην εν λόγω αυτοτελή φορολογία υπάγεται εισόδημα ύψους 100.000 Χ 6/10 = 60.000 δρχ., ενώ το υπόλοιπο εισόδημα των 40.000 δρχ., που αναλογεί σε χρονικό διάστημα πριν από την 2/1/2002, δεν υπόκειται σ’ αυτή την αυτοτελή φορολογία. Αντίθετα, στο δεύτερο παράδειγμα στην υπόψη αυτοτελή φορολογία υπάγεται όλο το εισόδημα των 3.500.000 δρχ., γιατί αυτό το εισόδημα αναλογεί σε χρονικό διάστημα μετά την 1/1/ 2002. Σημειώνεται, ότι η εν λόγω αυτοτελής φορολογία επιβάλλεται, χωρίς να ενδιαφέρει αν ο δικαιούχος των εισοδημάτων αυτών είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο και χωρίς να ενδιαφέρει αν ο τόπος κατοικίας ή η έδρα αυτού βρίσκεται στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή. Όμως, όταν ο δικαιούχος των εισοδημάτων αυτών κατοικεί σε χώρα με την οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας εισοδήματος, τότε δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε. και της παρ. 2 του άρθρου 3 της προαναφερόμενης Πράξης Νομοθετικού, Περιεχομένου (δηλαδή δεν επιβάλλεται η υπόψη αυτοτελής φορολογία), αλλά οι οικείες διατάξεις της σύμβασης, εφόσον αυτές είναι ευνοϊκότερες.
Ο φόρος που αναλογεί στα εισοδήματα από πράξεις REPO, όταν τα εισοδήματα αυτά οφείλονται από τράπεζες και μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, παρακρατείται από τους οφειλέτες των εισοδημάτων τούτων, δηλαδή από τις τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου. Η παρακράτησή του διενεργείται όταν οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου πιστώνουν τους δικαιούχους με τα οικεία εισοδήματα ή τα καταβάλλουν σ’ αυτούς, ανάλογα την περίπτωση. Ο φόρος που παρακρατείται αποδίδεται στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου εφάπαξ με δήλωση. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται στην οικεία Δ.Ο.Υ μέσα στο πρώτο 15νθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα και περιλαμβάνει τα εισοδήματα που πιστώθηκαν ή καταβλήθηκαν τον προηγούμενο μήνα, καθώς και το φόρο που αναλογεί και παρακρατήθηκε από αυτά. Αντίθετα, όταν οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου αποκτούν εισοδήματα από πράξεις REVERSE REPO, ο φόρος που αναλογεί σ’ αυτά αποδίδεται από τις ίδιες τις τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται με τον ίδιο ως άνω τρόπο. Δηλαδή, οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου υποχρεούνται μέσα στο πρώτο 15νθήμερο του επόμενου από την απόκτηση των υπόψη εισοδημάτων μήνα να υποβάλλουν στην οικεία Δ.Ο.Υ. δήλωση (η οποία θα περιλαμβάνει τα εν λόγω εισοδήματα που απόκτησαν τον προηγούμενο μήνα και το φόρο που αναλογεί σ’ αυτά) και να καταβάλλουν εφάπαξ τον αναλογούντα επί αυτών των εισοδημάτων φόρο.
Με την κατά τα παραπάνω αυτοτελή φορολόγηση των εν λόγω εισοδημάτων εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα συγκεκριμένα εισοδήματα.
γ)Όταν οι πράξεις REPO και REVERSE REPO συνάπτονται μεταξύ τραπεζών που βρίσκονται στην Ελλάδα ή μεταξύ τραπεζών που βρίσκονται στην Ελλάδα και αμιγών πιστωτικών συνεταιρισμών του ν. 1667/1986, τότε τα εισοδήματα που προκύπτουν από αυτές, τα οποία αποκτούνται είτε από τις τράπεζες που βρίσκονται στην Ελλάδα είτε από τους αμιγείς πιστωτικούς συνεταιρισμούς του ν.1667/1986, επειδή θεωρούνται τόκοι από καταθέσεις, εξαιρούνται και δεν υπόκεινται στην εν λόγω αυτοτελή φορολογία, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. ε΄ της 7 του άρθρου 12 του Κ.Φ.Ε.
δ) Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου υποχρεούνται να καταρτίζουν έγγραφη συμφωνία με τους πελάτες τους για κάθε πράξη REPO και REVERSE REPO που συνάπτουν με αυτούς και μάλιστα σε δύο (2) αντίγραφα, σύμφωνα με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 της προαναφερόμενης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου.
Στην έγγραφη αυτή συμφωνία, σύμφωνα πάντα με την περίπτωση αυτή, πρέπει να αναγράφονται τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: α) το είδος και η αξία αγοραζόμενων ή πωλούμενων τίτλων, β) το τίμημα αγοράς ή πώλησης αυτών και γ) ο χρόνος και το τίμημα επαναπώλησης ή επαναγοράς αυτών. Αν διαπιστωθεί ότι δεν καταρτίστηκε η έγγραφη συμφωνία ή αν διαπιστωθεί ότι καταρτίστηκε μεν, αλλά χωρίς να περιλαμβάνει όλα τα πιο πάνω αναγκαία στοιχεία, τότε συντρέχει περίπτωση επιβολής προστίμου σε βάρος των Τραπεζών και των μελών του Χρηματιστηρίου με βάση τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2523/1997. Εννοείται, βέβαια, ότι η έγγραφη αυτή συμφωνία πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία του πελάτη, καθώς και την ημερομηνία κατάρτισής της.
Σημειώνεται, ότι αν οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου καταρτίσουν με πελάτες τους γραπτή σύμβαση πώλησης ή αγοράς τίτλων του Δημοσίου, στην οποία δεν περιέχεται ο όρος της επαναγοράς ή επαναπώλησης αυτών αντίστοιχα και παρ’ όλα αυτά οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου επαναγοράσουν ή επαναπουλήσουν τους ίδιους τίτλους (είτε όλους είτε ορισμένους από αυτούς) στους πελάτες τους αυτούς, τότε τα εισοδήματα που προκύπτουν από τις πράξεις αυτές είναι εισοδήματα από πράξεις REPO και REVERSE REPO αντίστοιχα. Συνεπώς, σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην περίπτωση β΄ της παρούσας παραγράφου, δηλαδή να διενεργούν παρακράτηση φόρου σ’ αυτά τα εισοδήματα κτλ., όπως ορίζεται από τις διατάξεις της περίπτ. γ της παρ. 1 της προαναφερόμενης Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου.
7. Για την ορθή εφαρμογή όσων προαναφέρονται από μέρους, των υπόχρεων, καθώς και για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής τους από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές:
α) Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου πρέπει να τηρούν χωριστό φάκελο για κάθε πράξη REPO και REVERSE REPO που συνάπτουν με πελάτες τους, στον οποίο θα συγκεντρώνουν όλα τα δικαιολογητικά που σχετίζονται με αυτές τις πράξεις (αριθμημένο συμφωνητικό, αντίγραφο του σχετικού γραμματίου είσπραξης ή εντάλματος πληρωμής κτλ.). Όμοιο φάκελο πρέπει να τηρούν και για κάθε πράξη πώλησης ή αγοράς τίτλων του Δημοσίου που πραγματοποιούν με πελάτες τους, στην οποία ναι μεν δεν περιέχεται ο όρος της επαναγοράς ή επαναπώλησης αυτών αντίστοιχα, αλλά επαναγοράζουν ή επαναπουλούν τους ίδιους τίτλους (είτε όλους είτε ορισμένους από αυτούς) στους πελάτες τους.
β) Οι τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου στις δηλώσεις που θα υποβάλλουν για να αποδίδουν το φόρο που θα παρακρατούν στα εισοδήματα από πράξεις REPO θα αναγράφουν ως τίτλο την ένδειξη “Δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου από πράξεις REPO”, στις δηλώσεις δε που θα υποβάλλουν για να αποδίδουν το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματα από πράξεις REVERSE REPO θα αναγράφουν ως τίτλο την ένδειξη “Δήλωση απόδοσης αναλογούντος φόρου από πράξεις REVERSE REPO”.
8. Στις Δ.Ο.Υ. στις οποίες κοινοποιείται η παρούσα και οι οποίες έχουν τη σχετική ελεγκτική αρμοδιότητα επισημαίνεται, ότι θα πρέπει να διενεργούν συχνούς δειγματοληπτικούς ελέγχους στις τράπεζες και τα μέλη του Χρηματιστηρίου, προκειμένου να διαπιστώνουν την ορθή εφαρμογή όσων προαναφέρονται.
ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ 21-12-2001 (ΦΕΚ 288 Α΄)
‘Άρθρο 2
Φορολογικές και τελωνειακές ρυθμίσεις
7. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το Ν . 2238/1 994 (ΦΕΚ 151 Α΄), προστίθενται δύο νέα εδάφια που έχουν ως εξής:
“Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θεωρούνται τόκοι καταθέσεων και τα εισοδήματα που προκύπτουν από πράξεις, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 15 του Ν. 3632/1928 (ΦΕΚ 137 Α΄), που προστέθηκαν με το άρθρο 74 του Ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α) και όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 1 του άρθρου 1 9 του Ν. 2651/1 998 (ΦΕΚ 248 Α ‘), τα οποία λαμβάνουν οι δικαιούχοι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.”
8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:
“Ο φόρος υπολογίζεται στο ποσό των τόκων που προκύπτουν με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό 15%), με εξαίρεση το φόρο των εισοδημάτων του προτελευταίου εδαφίου της προηγουμένης παραγράφου, που υπολογίζεται με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%). Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον οφειλέτη των τόκων κατά το χρόνο που γίνεται ο εκτοκισμός της κατάθεσης ή από εκείνον που καταβάλλει τους τόκους, κατά την εξαργύρωση των τοκομεριδίων.
‘Άρθρο 3
Τελικές διατάξεις
2. Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 2 εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται μετά την 1η Ιανουαρίου 2002.
Η παρούσα Πράξη να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.