ΡΥΘΜΙΣΗ ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΧΡΕΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Κοινοποίηση διατάξεων των άρθρων 18, 19 και 20 του ν. 3259/ 2004.
(Α.Υ.Ο. 1064897/1816/Α0012/ΠΟΛ. 1086/10.8.2004)Σας κοινοποιούμε τις πιο πάνω διατάξεις του ν. 3259/2004 (ΦΕΚ 149/Α΄) “Περαίωση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, ρύθμιση ληξιπροθέσμων χρεών και άλλες διατάξεις”, όπως ψηφίστηκε που ισχύουν από την 15η Ιουλίου 2004 (ημερομηνία κατάθεσης του σχεδίου νόμου στη Βουλή των Ελλήνων), για ενημέρωση και ενιαία εφαρμογή αυτών.
ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ
ΓΕΝΙΚΑ
Με τις διατάξεις του κοινοποιούμενου άρθρου 18 παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους υπόχρεους οι οποίοι μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του πιο πάνω νόμου, δηλαδή μέχρι 15 lουλίου 2004 (ημερομηνία κατάθεσής του στη Βουλή), δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την καταβολή ή μη φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων που περιοριστικά αναφέρονται στις διατάξεις αυτές, να υποβάλουν σχετική αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, κατά περίπτωση, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, μέχρι 31 Αυγούστου 2004.
ΦOPOΛOΓlA ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
1. Ειδικότερα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του πιο πάνω νόμου ορίζεται ότι φορολογούμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την καταβολή ή μη των φόρων, τελών ή εισφορών υπέρ του Δημοσίου, για εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι 31.12.2003, έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μέχρι την 31 Αυγούστου 2004 αρχική ή συμπληρωματική ή τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Δεν μπορούν όμως να υποβάλουν ανακλητική δήλωση για τα οικον. έτη 2003 και προηγούμενα.
Όσοι υποβάλουν, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αρχική ή συμπληρωματική ή τροποποιητική δήλωση, απαλλάσσονται από την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης, λόγω της εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσής τους.
Η ανωτέρω ρύθμιση, όπως προαναφέρεται, αφορά τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων (κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα) των άρθρων 62,64,33 και 107 του Κ.Φ.Ε. για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2003, ή από ισολογισμούς που έκλεισαν μέχρι και 31.12.2003, είτε είναι χρεωστικές είτε πιστωτικές είτε μηδενικές, όπως για παράδειγμα είναι οι δηλώσεις εισοδήματος με τις οποίες τροποποιείται το Ε9 ή το Ε2 χωρίς να προκύπτει φόρος για καταβολή. Επίσης, υπάγεται η οριστική (εκκαθαριστική) δήλωση Φόρου Μισθωτών Υπηρεσιών, η οποία κατά κανόνα είναι μηδενική.
Διευκρινίζεται ότι στις διατάξεις αυτές υπάγεται και η εκπρόθεσμη δήλωση, αρχική ή συμπληρωματική που υποβάλλουν σε περίπτωση θανάτου του φορολογουμένου οι κληρονόμοι του για το σύνολο του εισοδήματος που απέκτησε μέχρι τη χρονολογία του θανάτου (περίπτωση στ’ παραγράφου 1 άρθρου 62 Κ.Φ.Ε.).
Επίσης, όποιος υπέβαλε δηλώσεις συνάφειας, για τα οικον. έτη που συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτήν, δεν μπορεί να υπαχθεί στην υπόψη ρύθμιση, ενώ υπάγονται οι δηλώσεις των οικον. ετών πριν και μετά την τριετία της συνάφειας.
Επισημαίνεται ακόμη, ότι οι πιο πάνω δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται αυτοπροσώπως από τον υπόχρεο ή από πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτόν. Επομένως δεν γίνονται δεκτές αυτές που υποβάλλονται ηλεκτρονικά ή ταχυδρομικά.
Τονίζεται ότι η υπαγωγή στη ρύθμιση είναι προαιρετική.
2. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, δυνατότητα υποβολής αρχικής ή συμπληρωματικής δήλωσης κατά τα ανωτέρω, δηλαδή από 15.7. 2004 μέχρι 31.8.2004, χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προσαύξησης, προστίμου ή άλλης κύρωσης, παρέχεται και για τις πιο κάτω φορολογίες, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2003:
α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων των άρθρων 11 και 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/94), ήτοι για εισοδήματα:
αα) Από εκμίσθωση κοινόχρηστων χώρων, γενικώς, σε οικοδομές που από τον κανονισμό της οροφοκτησίας ανήκουν στους ιδιοκτήτες των διηρημένων ιδιοκτησιών της (πολυκατοικιών κ.λ.π.).
ββ) Ειδικών περιπτώσεων, που αναφέρονται στις παραγράφους 1 ως 13 του άρθρου 13 και ειδικότερα:
Του κέρδους ή της ωφέλειας που προέρχεται από τη μεταβίβαση ολόκληρης επιχείρησης ή εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα ή σε κοινοπραξία.
Του κέρδους ή της ωφέλειας που προέρχεται από την εκχώρηση ή μεταβίβαση αυτοτελώς κάθε δικαιώματος, το οποίο είναι συναφές με την άσκηση της επιχείρησης ή του επαγγέλματος.
Του ποσού που καταβάλλεται, πέρα από τα μισθώματα, από το μισθωτή προς τον εκμισθωτή.
Της πραγματικής αξίας πώλησης μετοχών ή παραστατικών τίτλων μετοχών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή αλλοδαπό χρηματιστήριο ή σε άλλο διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό, που μεταβιβάζονται από ιδιώτες ή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά.
Της νόμιμης αμοιβής των αρχιτεκτόνων ή πολιτικών μηχανικών που ασχολούνται ατομικώς με την ανέγερση οικοδομών προς πώληση ή που συμμετέχουν στην επιχείρηση που αναλαμβάνει την ανέγερση και πώληση της οικοδομής ή που είναι μισθωτοί της επιχείρησης που αναλαμβάνει τη μελέτη ή επίβλεψη ή ανέγερση της οικοδομής.
Των αποζημιώσεων, των δικαιωμάτων ή των αμοιβών που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή σε φυσικά πρόσωπα κατοίκους αλλοδαπής που δεν ασκούν επάγγελμα ή επιχείρηση στην Ελλάδα.
Των ποσών πού καταβάλλονται σε αλλοδαπά αθλητικά σωματεία, επαγγελματικά ή μη, καθώς και σε οποιοδήποτε τρίτο αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για τη μεταβίβαση του δικαιώματος χρησιμοποίήσης αλλοδαπών αθλητών.
Των καθαρών κερδών που αποκτούν αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμοί που αναλαμβάνουν στην Ελλάδα την κατάρτιση μελετών και σχεδίων ή τη διεξαγωγή ερευνών τεχνικής, οικονομικής ή επιστημονικής γενικά φύσεως.
Των καθαρών κερδών που αποκτούν αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμοί από την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα.
Των εσόδων από έπαθλα ή βραβεία.
Των πάσης φύσεως παροχών που χορηγούνται στα πρόσωπα που εκλέγονται για τον πρώτο και δεύτερο βαθμό της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Των αμοιβών που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιo, τους δήμους και τις κοινότητες, τον Ε.ΟΤ κτλ., σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες ξένων χωρών, για τη συμμετοχή τους σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα.
Των χρηματικών ποσών που καταβάλλονται σε αθλητές εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση αυτών από το Δημόσιο, λόγω επίτευξης διεθνών στόχων, καθώς και αυτά που παρέχονται σε όσους συμμετέχουν σε ραδιοφωνικούς, τηλεοπτικούς και λοιπούς παρεμφερείς διαγωνισμούς.
β) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 20 έως και 27 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α΄)
γ) Φόρου κύκλου εργασιών.
δ) Φόρου πολυτελείας, ειδικού φόρου κατανάλωσης του ν.δ. 3829/1958 (ΦΕΚ 126 Α΄) και φόρου κατανάλωσης στις κηρώδεις ύλες του ν. 4324/1963 (ΦΕΚ 152 Α΄), στα απορρυπαντικά του άρθρου 4 του α.ν.156/1967 (ΦΕΚ 179 Α΄), στα φορτηγά αυτοκίνητα του ν. 1223/1981 (ΦΕΚ 340 Α’), όπως ίσχυσαν και μετά την ενοποίηση των φόρων κατανάλωσης και πολυτελείας του άρθρου 3 του ν.1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α΄).
ε) Φόρου κατανάλωσης στα επιβατικά αυτοκίνητα που κατασκευάζονται, διασκευάζονται ή συναρμολογούνται στο εσωτερικό του ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152Α’), στα λιπαντικά έλαια του άρθρου 57 του ν.12/197 5 (ΦΕΚ 34 Α’) και στα ελαφρά και μέσα έλαια του ν. 216/1975 (ΦΕΚ 260 Α΄), όπως ίσχυσαν.
στ) Φόρου κατανάλωσης στις ανυψωτικές συσκευές ν. 542/1977και φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα ίππων του άρθρου 58 του ν.1249/1982, όπως ίσχυσαν.
ζ) Τελών χαρτοσήμου, εκτός από τις συναλλαγματικές και γραμμάτια σε διαταγή.
η) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις, όπως φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών, για μισθούς συντάξεις και λοιπές πρόσθετες αμοιβές, που καταβλήθηκαν μέχρι 31.12.2003, φόρου εισοδήματος κινητών αξιών, παρακρατούμενου φόρου ελευθέρων επαγγελματιών κ.λ.π.
θ) Εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α., Δήμων και Κοινοτήτων του άρθρου 10 του. ν. 4169/1961 (ΦΕΚ 81 Α’), εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. του εδαφίου β’ της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 169/1961 και εισφοράς υπέρ Ο.Γ.Α. του άρθρου 3 του ν. 1066/ 1980 (ΦΕΚ 183 Α’), όπως ίσχυσαν.
ι) Φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) του ν. 2859/2000 (ΦΕΚ 248 Α’).
ια) Εισφοράς υπέρ ΕΛ.Γ.Α. του άρθρου 31 του ν.204011992 (ΦΕΚ 70 Α’).
ιβ) Φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων και ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών του ν.1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α’).
ιγ) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης Δημοσίου ή τρίτων που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α’ έως εξαίρεση τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσικλετών.
ιδ) Τέλους εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αεροδρομίων του άρθρου 4 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113Α).
Όπως ορίζεται στις ανωτέρω διατάξεις της παραγρ. 2 του ιδίου άρθρου, για να υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή κάποια περίπτωση θα πρέπει η φορολογική υποχρέωση να γεννήθηκε μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2003, η σχετική δηλαδή πράξη, συναλλαγή και γενικότερα το γεγονός που δημιουργεί τη φορολογική υποχρέωση να έλαβε χώρα μέχρι την ημερομηνία αυτή.
Εξάλλου, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, στη ρύθμιση υπάγονται μόνο περιπτώσεις για τις οποίες η προθεσμία υποβολής της σχετικής δήλωσης απόδοσης του φόρου κ.λ.π. είχε λήξει πριν από την κατάθεση του νομοσχεδίου στη Βουλή, δηλαδή πριν από τις 15 lουλίου 2004.
3. Σύμφωνα με το άρθρο 19 του νομοσχεδίου, οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου δεν έχουν εφαρμογή:
α) Στις υποθέσεις των φορολογουμένων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί καταλογιστικές πράξεις, φύλλα ελέγχου και αποφάσεις επιβολής προστίμων μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος.
Επίσης, στις υποθέσεις που μέχρι 1572004 εκκρεμούν στα φορολογικά δικαστήρια.
β) Στις υποθέσεις της φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνητης περιουσίας.
γ) Στις φορολογικές δηλώσεις που υποβάλλονται με επιφύλαξη.
δ) Στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες δηλώνεται ζημία σε οποιαδήποτε περίπτωση, όπως για παράδειγμα: Στις περιπτώσεις που δηλώνεται ζημία από τον ένα μόνο σύζυγο ή που δηλώνεται μεν ζημία και το αποτέλεσμα της δήλωσης μετά την” αλγεβρική άθροιση των εισοδημάτων είναι αρνητικό, αλλά προκύπτει χαρτόσημο για καταβολή λόγω εισοδήματος Α’ κατηγορίας ή που δηλώνεται ζημία αλλά το τελικό αποτέλεσμα από την αλγεβρική άθροιση των εισοδημάτων από όλες τις κατηγορίες είναι θετικό ή που δηλώνεται ζημία, η οποία όμως προέρχεται από μεταφορά από προηγούμενα έτη. Άλλωστε, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 61 του Κ.Φ.Ε., παράλειψη του φορολογουμένου να επιδώσει μέχρι το τέλος του οικείου οικονομικού έτους δήλωση, η οποία αναγράφει τη ζημιά που προέκυψε στο ίδιο ή τα προηγούμενα αυτού οικονομικά έτη, του στερεί το δικαίωμα να τη συμψηφίσει.
ε) Υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία έκδοσης και κοινοποίησης των φύλλων ελέγχου, των καταλογιστικών πράξεων και των αποφάσεων επιβολής προστίμων που αναφέρονται στην περίπτωση α’ μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του σχεδίου νόμου, εφόσον γι’ αυτές τα βιβλία και τα στοιχεία των επιτηδευματιών που προβλέπονται από τον Κ.Β.Σ. έχουν κριθεί ανεπαρκή ή ανακριβή από τις επιτροπές της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του π.δ. 186/ 1992 ή εφόσον παρήλθε άπρακτη η προβλεπόμενη από τις ίδιες διατάξεις προθεσμία προσφυγής ενώπιον των Επιτροπών αυτών. Στις υποθέσεις της περίπτωσης αυτής εμπίπτουν και εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ανωτέρω Επιτροπών.
4. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 20 του νόμου ορίζεται ο τρόπος καταβολής των οφειλομένων με βάση τις υποβαλλόμενες κατά τα ανωτέρω αρχικές ή συμπληρωματικές δηλώσεις.
Ειδικότερα τα ποσά που προκύπτουν από τις δηλώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του νόμου, για φόρο εισοδήματος τέλη και εισφορές, καταβάλλονται εφάπαξ χωρίς έκπτωση με την υποβολή της δήλωσης για τα νομικά πρόσωπα, ενώ για τα φυσικά πρόσωπα μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση. Όσοι φορολογούμενοι δεν επιθυμούν να καταβάλουν την οφειλή εφάπαξ δεν υπάγονται στη ρύθμιση.
Τα ποσά που προκύπτουν από τις δηλώσεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου καταβάλλονται σε τέσσερις (4) ή λιγότερες (ανάλογα με το ύψος της οφειλής της δήλωσης) ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή των δηλώσεων και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των επόμενων συνεχών μηνών. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων (200) ευρώ για κάθε δήλωση.
Σε περίπτωση εξόφλησης της οφειλής εφάπαξ, δεν παρέχεται έκπτωση.
Οδηγίες για την παραλαβή εκπροθέσμων αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων Φόρου Εισοδήματος Φ.Π., Ν.Π., καθώς και δηλώσεων των περιπτώσεων α, β, η, ιγ (όσον αφορά το εισόδημα) του Κεφαλαίου Γ’ του άρθρου 18 του νόμου έχουν σταλεί στις Δ.Ο.Υ. με την 1687/0030/26.7.2004 διαταγή της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων.
5. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 20 του νόμου ορίζεται ότι για τα εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτων ή από δωρεάν παραχώρηση που περιλαμβάνονται στις υποβαλλόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 του νόμου, δεν επιβάλλεται η αυτοτελής φορολόγηση η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 2523/1997, όταν υποβάλλονται αιτήσεις για την έκδοση των οικείων πιστοποιητικών κατά το χρονικό διάστημα από 15 lουλίου ως 31 Αυγούστου 2004.
6. Σε όσες περιπτώσεις οι Δ.Ο.Υ. παρέλαβαν εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος από 15 lουλίου 2004, στις οποίες επέβαλαν κυρώσεις, λόγω μη έγκαιρης ενημέρωσής τους για την πιο πάνω ρύθμιση, πρέπει να προβούν στη διαδικασία επιστροφής στους δικαιούχους των ποσών των κυρώσεων, εφόσον βέβαια υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση.
Φ.Π.Α.
Ειδικότερα, για την περίπτωση ι’ της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του προαναφερόμενου νόμου, που αναφέρεται στο Φ.Π.Α., παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις:
οι υποκείμενοι στο Φ.Π.Α. υπάγονται στις ρυθμίσεις των διατάξεων αυτών και μπορούν να υποβάλλουν μέχρι 31/8/2004 αρχική ή συμπληρωματική ή τροποποιητική περιοδική ή εκκαθαριστική δήλωση, για φορολογικές περιόδους μέχρι και του μήνα Δεκεμβρίου 2003. Ο υποκείμενος στο Φ.Π.Α,. έχει δυνατότητα να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση για τη μεταβολή τροποποίηση οποιουδήποτε στοιχείου της αρχικής του δήλωσης, ανεξάρτητα αν η μεταβολή τροποποίηση αυτή έχει σαν αποτέλεσμα τη μεταβολή ή όχι του τελικού ποσού της δήλωσης, χρεωστικού μηδενικού ή πιστωτικού υπολοίπου αυτής και για όσες φορολογικές ή διαχειριστικές περιόδους το επιθυμεί.
Διευκρινίζεται ότι, με τη διαδικασία των διατάξεων αυτών μπορεί να επιστραφεί στο δημόσιο ποσό Φ.Π.Α., που έτυχε επιστροφής ο υποκείμενος, χωρίς να υπάρχει νόμιμο δικαίωμα για την επιστροφή αυτή, στα πλαίσια των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών περί επιστροφής του φόρου. Η επιστροφή του φόρου στο δημόσιο γίνεται με υποβολή έκτακτης περιοδικής δήλωσης, χωρίς την καταβολή πρόσθετου φόρου.
Όσοι υποκείμενοι επιθυμούν να υπαχθούν στις ρυθμίσεις αυτές, υποβάλλουν οι ίδιοι προσωπικά ή με νόμιμα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, αρχικές ή συμπληρωματικές ή τροποποιητικές περιοδικές ή εκκαθαριστικές δηλώσεις του Φ.Π.Α., έκτακτες δηλώσεις, δηλώσεις αποθεμάτων, ανακεφαλαιωτικούς πίνακες (αποκτήσεων παραδόσεων), καθώς και δηλώσεις Intrastat (άφιξης αποστολής), κ.λ.π. στην αρμόδια κατά φορολογική περίοδο Δ.Ο.Υ., δηλαδή στη Δ.Ο.Υ. που κάθε φορά υπέβαλε ή έπρεπε να υποβάλλει την περιοδική δήλωση. Το ίδιο ισχύει και για την εκκαθαριστική.
Για την υποβολή των δηλώσεων των ετών πριν του έτους 2002, όπου τα ποσά αναφέρονται σε δρχ., προκειμένου να μην αναζητούνται παλαιότερα έντυπα, τα οποία πιθανώς έχουν εξαντληθεί, θα χρησιμοποιούνται τα έντυπα των περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων εκδόσεως 2003. Τα έντυπα αυτά θα συμπληρώνονται σε δραχμές, το τελικό ποσό του κύριου φόρου σε δραχμές θα γράφεται στο τετραγωνίδιο για τις σημειώσεις και στους κωδικούς 511 και 513 των περιοδικών δηλώσεων και αντίστοιχα 811 και 813 των εκκαθαριστικών θα συμπληρώνεται το ισότιμο του φόρου σε ευρώ.
Η καταβολή του φόρου θα γίνει σε τέσσερις ίσες μηνιαίες δόσεις, το ποσό δε της κάθε μίας δε μπορεί να είναι μικρότερο των διακοσίων ευρώ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται ταυτόχρονα με την υποβολή των δηλώσεων και κάθε μία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών.
Οι δόσεις θα καθορίζονται με βάση το φόρο για καταβολή που προκύπτει ανά δήλωση.
Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης του ποσού δεν παρέχεται καμία έκπτωση.
Οι δηλώσεις θα καταχωρούνται και χειρόγραφα σε ειδικό βιβλίο, στο Τμήμα Εμμέσων και Ειδικών Φόρων, στο οποίο θα αναγράφονται:
α) αύξων αριθμός της χειρόγραφης καταχώρησης,
β) η ημερομηνία υποβολής,
γ) το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία και ο Α.Φ.Μ.
δ) ο αύξων αριθμός της καταχώρησης στο μηχανογραφικό σύστημα (TAXIS),
ε) η φορολογική ή διαχειριστική περίοδος που αφορά η δήλωση,
στ) το ποσό του φόρου και
ζ) ο αριθμός διπλοτύπου καταβολής της πρώτης δόσης ή του συνολικού ποσού, κατά περίπτωση.
Τονίζεται ότι, η υποβολή των δηλώσεων, η καταβολή του φόρου, γίνεται χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων, προστίμων και άλλων κυρώσεων και συνεπώς δεν επιβάλλονται οι προσαυξήσεις ή τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
Δεν υπάγονται στις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου οι περιπτώσεις που εξαιρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του σχεδίου νόμου.
Οδηγίες για το τεχνικό μέρος της διαδικασίας, που αφορά τη βεβαίωση και την είσπραξη, παρασχέθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων με την 1683/0030/23.7. 2004 διαταγή.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΦOPOΛOΓlEΣ
Όπως αναφέρθηκε στο κεφάλαιο Φορολογία Εισοδήματος, η ανωτέρω ρύθμιση καταλαμβάνει, με τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν, και τις ειδικές φορολογίες μεταξύ των οποίων: το φόρο κύκλου εργασιών, τα τέλη χαρτοσήμου, εκτός από τα τέλη χαρτοσήμου συναλλαγματικών και γραμματίων σε διαταγή, το φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίων, την εισφορά υπέρ ΕΛ.Γ.Α. και οποιοδήποτε άλλο φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, που δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις α’ έως και ιβ’ του άρθρου 18 (όπως για παράδειγμα ο ειδικός φόρος τηλεοπτικών διαφημίσεων, το τέλος συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας κλπ.), με εξαίρεση τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων και μοτοσικλετών.
Αναφορικά με τα τέλη χαρτοσήμου διευκρινίζεται ότι στη ρύθμιση υπάγονται τα τέλη χαρτοσήμου που οφείλονται για οποιαδήποτε αιτία, τα οποία δεν έχουν αποδοθεί, ανεξάρτητα από τον τρόπο απόδοσης, με εξαίρεση τις συναλλαγματικές και τα γραμμάτια σε διαταγή.
Επομένως η ρύθμιση καταλαμβάνει και τα τέλη χαρτοσήμου που αποδίδονται κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του κ.τ.χ. (εντός 5 ημερών από την κατάρτιση του εγγράφου), εφόσον βέβαια το σχετικό έγγραφο είχε καταρτισθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2003.