ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3220/2004

Μέτρα αναπτυξιακής και κοινωνικής πολιτικής αντικειμενικοποίηση του φορολογικού ελέγχου και άλλες διατάξεις.

(ΦΕΚ 15 τ. Α΄/28.1.2004)Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΜΕΤΡΑ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Άρθρο 1

Φορολογικές ρυθμίσεις για παραγωγικές επενδύσεις

1. Για τις επιχειρήσεις οι οποίες αναφέρονται στις περιπτώσεις α’, β’, γ’, δ’, ε’, στ’, ζ’, θ, ι΄, κ΄, μ΄, ν΄, ξ΄, ο΄, τ΄, χ΄, ψ΄, ω΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 2601/1998, (ΦΕΚ 81Α΄), οι οποίες πραγματοποιούν παραγωγική επένδυση αξίας τουλάχιστον τριάντα εκατομμυρίων (30.000 000,00) ευρώ για επενδυτικές και λοιπές δαπάνες που περιλαμβάνονται στις διατάξεις του άρθρου 3 του πιο πάνω νόμου, ανεξάρτητα από την υπαγωγή ή μη της επένδυσης στις εvισχύσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν.2601/1998, είτε οι επιχειρήσεις ιδρύονται για πρώτη φορά είτε οι επιχειρήσεις είναι υφιστάμενες, εφόσον η αξία κτήσης του πάγιου ενεργητικού τους κατά τον χρόνο έναρξης της επένδυσης είναι μικρότερη της αξίας της επένδυσης, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

α) Τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης προσδιορίζονται με βάση τις κείμενες διατάξεις και ορίζεται φορολογικός συντελεστής είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο σύνολο των κερδών για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών. με χρόνο έναρξης το έτος κατά τη διάρκεια του οποίου θα αρχίσει η παραγωγική λειτουργία της επένδυσης.

Για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις ως χρόνος έναρξης εφαρμογής του ως άνω συντελεστή λαμβάνεται το έτος κατά τη διάρκεια του οποίου θα αρχίσει η λειτουργία της νέας επένδυσης και εφαρμόζεται στα συνολικά καθαρά κέρδη που πραγματοποιεί η επιχείρηση.

β) Με Προεδρικό Διάταγμα που προτείνεται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών συνιστάται στο Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕθΕΚ), ειδικό τμήμα φορολογικού ελέγχου των επιχειρήσεων που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου αυτού.

γ) Κάθε διαφορά που ανακύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας για τις επιχειρήσεις του άρθρου αυτού, επιλύεται από επιτροπή η οποία συστήνεται με το άρθρο αυτό και αποτελείται από ένα Νομικό Σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως πρόεδρο, ένα Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και ένα εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών που ορίζεται από αυτόν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται τα θέματα συγκρότησης και λειτουργίας της Επιτροπής αυτής.

2. Μετά την παρέλευση του χρονικού διαστήματος των δέκα (10) ετών που προβλέπεται από της διατάξεις της παραγράφου 1, τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης φορολογούνται με τον ισχύοντα κατά τον χρόνο κτήσης του εισοδήματος συντελεστή φορολογίας των Ανωνύμων Εταιρειών.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται όπως, μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, υποβάλλει σχετική δήλωση στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.

4. Στις επιχειρήσεις που έχουν επιλέξει την υπαγωγή τους στις διατάξεις του άρθρου αυτού, εφόσον συγχωνευθούν με άλλη εταιρεία ή απορροφήσουν εταιρείες οποιασδήποτε μορφής, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του.

Στην περίπτωση αυτή ο συντελεστής φορολογίας της παραγράφου 1 εφαρμόζεται στο μέρος των κερδών της εταιρείας που προήλθε από τη συγχώνευση ή απορρόφηση και τα οποία προκύπτουν από τη σχέση μεταξύ των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης που αρχικά είχε υπαχθεί στις διατάξεις αυτού του άρθρου, όπως τα ίδια αυτά κεφάλαια εμφανίστηκαν στον ισολογισμό μετασχηματισμού ή στον ισολογισμό που υποβάλλεται για εκτίμηση στην Επιτροπή του άρθρου 9 του Κ.Ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α΄/1963) και των αρχικών ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που προήλθε από τη συγχώνευση ή απορρόφηση, με χρόνο έναρξης το έτος μέσα στο οποίο ολοκληρώνεται η συγχώνευση ή απορρόφηση.

5. Για τις επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις αυτού του άρθρου, δεν μεταβάλλεται το φορολογικό καθεστώς για το χρονικό διάστημα των δέκα (10) ετών που προβλέπεται από την παράγραφο 1. Αν θεσπιστεί ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις του άρθρου αυτού.

6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και στις Εταιρίες Παροχής Αερίου του Ν. 2364/1995 (ΦΕΚ 252Α΄), ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής τους, για τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των υποπεριπτώσεων Ι έως ΧΙΙ της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 2601/ 1998.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος ελέγχου των δαπανών της επένδυσης, η διαδικασία, τα όργανα ελέγχου και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

8. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή για δαπάνες επενδύσεων που πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Άρθρο 2

Σχηματισμός Ειδικού Αφορολόγητου Αποθεματικού Επενδύσεων

1. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 του Ν. 2601/1998, ανεξάρτητα από την κατηγορία των βιβλίων που τηρούν και τον τόπο εγκαταστάσεις τους, δικαιούνται να σχηματίζουν από τα κέρδη των χρήσεων 2004 έως και 2008 (οικονομικά έτη 2005 έως και 2009) ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό επενδύσεων μέχρι τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των συνολικών αδιανέμητων κερδών της που δηλώνονται με την εμπρόθεσμη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους.

2. Το αποθεματικό αυτό σχηματίζονται για να χρησιμοποιηθεί για την πραγματοποίηση επενδύσεων ισόποσης τουλάχιστον αξίας μέσα στην επόμενη τριετία από το χρόνο σχηματισμού του. Ως επενδύσεις, για την κάλυψη του πιο πάνω αποθεματικού, νοούνται οι επενδυτικές και λοιπές δαπάνες που αναφέρονται για κάθε κατηγορία δραστηριότητας στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Ν. 2601/ 1998.

Ειδικά για τις εμπορικές επιχειρήσεις, ως επενδύσεις, για την κάλυψη του πιο πάνω αποθεματικού, θεωρούνται:

α. Η αγορά καινούργιου μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού που αφορά τη διαλογή, συσκευασία, αποθήκευση των προϊόντων και συστημάτων οργάνωσης της αποθήκης της επιχείρησης.

β. Η αγορά καινούργιων ηλεκτρονικών υπολογιστών και λοιπών συστημάτων μηχανοργάνωσης ή αυτοματοποίησης των σχετικών διαδικασιών.

3. Οι πιο πάνω επιχειρήσεις υποχρεούνται μέσα στον πρώτο χρόνο της τριετίας να δαπανήσουν για την πραγματοποίηση της επένδυσης ποσό ίσο τουλάχιστον με το ένα τρίτο (1/3) του σχηματισθέντος ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού.

4. Ως αδιανέμητα κέρδη για τον υπολογισμό του αποθεματικού λαμβάνονται:

α) Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ’ κατηγορίας του Π.Δ.186/1992 (ΦΕΚ 84Α΄) περί Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.), τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν από αυτά και εμφανίζονται στον ισολογισμό, μετά την αφαίρεση των κρατήσεων για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού, των κερδών που διανέμονται ή αναλαμβάνονται από τους εταίρους των προσωπικών εταιριών και εταιριών περιορισμένης ευθύνης ή του επιχειρηματία που ασκεί ατομικά την επιχείρησή του. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που κυρώθηκε με το Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151Α”), τα πιο πάνω ποσά αφαιρούνται αφού προηγουμένως αναχθούν σε μικτά με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου.

β) Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Β΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ. τα καθαρά κέρδη που προκύπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

5. Για επιχειρήσεις που έχουν και άλλο κλάδο εκμετάλλευσης που δεν αναφέρεται σης διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2601/1998 (μικτές επιχειρήσεις), για τον υπολογισμό του αφορολόγητου αποθεματικού λαμβάνονται τα συνολικά αδιανέμητα κέρδη της επιχείρησης.

6. Το συνολικό ποσό του αφορολόγητου αποθεματικού που χρησιμοποιήθηκε για την πραγματοποίηση επενδύσεων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 μεταφέρεται, μετά την παρέλευση τριετίας από το χρόνο σχηματισμού του αποθεματικού, σε αύξηση του κεφαλαίου της επιχείρησης και απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος.

Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101Α’) έχουν εφαρμογή και για το αφορολόγητο αποθεματικό του άρθρου αυτού.

7. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζουν για την ίδια επένδυση είτε τις διατάξεις του άρθρου αυτού είτε τις διατάξεις του ν. 2601/1998. Οι ανώνυμες εταιρίες ή εταιρίες περιορισμένης ευθύνης οι οποίες προέρχονται από μετασχηματισμό άλλων επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 1297/1972 (ΦΕΚ 217Α΄) ή του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137Α’) μπορούν να σχηματίζουν ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό επενδύσεων είτε με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του, άρθρου 9 του ν. 2992/ 2002 (ΦΕΚ 54 Α΄), είτε με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

8. Αν μέσα στον πρώτο χρόνο της τριετίας δεν δαπανήθηκε για πραγματοποίηση επενδύσεων ποσό ίσο τουλάχιστον με το ένα τρίτο (1/3) του σχηματισθέντος αποθεματικού, αίρεται η φορολογική απαλλαγή και η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους για όλα τα κέρδη που απηλλάγησαν της φορολογίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και για τη δήλωση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις περί εκπροθέσμου υποβολής. Αν τηρήθηκε η προϋπόθεση της παραγράφου 3, αλλά κατά τη λήξη της τριετίας οι πραγματοποιηθείσες επενδύσεις είναι μικρότερης αξίας από το ύψος του σχηματισθέντος αποθεματικού, τα κέρδη που απηλλάγησαν της φορολογίας και δεν διατέθηκαν για την πραγματοποίηση επενδύσεων, φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις. Για το σκοπό αυτό, η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει εκπρόθεσμη συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους από τα κέρδη του οποίου είχε σχηματισθεί το αποθεματικό.

9. Σε περίπτωση πώλησης των επενδυτικών αγαθών ή των αναφερόμενων στις περιπτώσεις α’ και β’ της παραγράφου 2 πάγιων στοιχείων μέσα στα τρία επόμενα ημερολογιακά έτη από τη λήξη της τριετίας που προβλέπεται από την παράγραφο 2, το μέρος του αφορολόγητου αποθεματικού που αντιστοιχεί σε αυτά προστίθεται στα καθαρά κέρδη της χρήσης εντός της οποίας έγινε η εκποίηση, Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή αν η επιχείρηση αντικαταστήσει τα πάγια που πουλήθηκαν, μέσα σε έξι (6) μήνες από την πώλησή τους με καινούργια πάγια ίσης τουλάχιστον αξίας, τα οποία αποτελούν επενδυτική δαπάνη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

11. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και για τα κέρδη της χρήσης 2003 (οικονομικού έτους 2004). Στην περίπτωση αυτή, το αποθεματικό υπολογίζεται με συντελεστή μέχρι πενήντα τοις Εκατό (50%) στο υπόλοιπο των κερδών που προκύπτει μετά την αφαίρεση των κερδών που προκύπτουν από τα βιβλία της χρήσης 2002 (οικονομικού έτους 2003) από τα αντίστοιχα κέρδη της χρήσης 2003 (οικονομικού έτους 2004).

Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες μέσα στη χρήση 2003 έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, δικαιούνται για τις επενδύσεις αυτές να σχηματίσουν ισόποσο αφορολόγητο αποθεματικό, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των συνολικών αδιανέμητων κερδών της χρήσης 2003.

Άρθρο 3

Σχηματισμός Ειδικού Αφορολόγητου Αποθεματικού Επενδύσεων από τις Εταιρείες Παροχής Αερίου του Ν. 2364/1995 και τις επιχειρήσεις που θα χρησιμοποιήσουν στο μέλλον φυσικό αέριο

1. Οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται και στις Εταιρείες Παροχής Αερίου (Ε.Π.Α.) του Ν. 2364/1995. Το αποθεματικό που προβλέπεται στο άρθρο 2 καλύπτεται με τις εξής δαπάνες επενδύσεων:

α) Η κατασκευή, η επέκταση, ο εκσυγχρονισμός αποθηκευτικών χώρων, κτιριακών, ειδικών και βοηθητικών εγκαταστάσεων, καθώς και οι δαπάνες διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου.

β) Η αγορά και εγκατάσταση καινούργιων σύγχρονων συστημάτων αυτοματοποίησης διαδικασιών και μηχανοργάνωσης, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών αγοράς του αναγκαίου λογισμικού και των δαπανών εκπαίδευσης του προσωπικού στο στάδιο εγκατάστασής του.

γ) Οι δαπάνες μελετών που αποσκοπούν στην εισαγωγή, ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονης τεχνολογίας, τεχνογνωσίας και σύγχρονων μεθόδων σχετικών με την ανάπτυξη του δικτύου φυσικού αερίου.

δ) Η αγορά καινούργιων μεταφορικών μέσων διακίνησης υλικών και προϊόντων μέσα στον ευρύτερο εργοστασιακό χώρο. Η αγορά καινούργιων μεταφορικών μέσων μαζικής μεταφοράς προσωπικού. Η αγορά και εγκατάσταση καινούργιου σύγχρονου εξοπλισμού και η κατασκευή εγκαταστάσεων για τη διακίνηση υλικών και προϊόντων.

Η αγορά επιβατικών αυτοκινήτων μέχρι έξι (6) θέσεων δεν θεωρείται επένδυση που καλύπτει το αποθεματικό αυτό.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 10 του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται και για τις επιχειρήσεις οι οποίες, ανεξάρτητα από το αντικείμενο εργασιών τους, επιλέγουν για χρήση το φυσικό αέριο, με εξαίρεση τις επενδύσεις με τις οποίες καλύπτεται το αποθεματικό του άρθρου αυτού, που πρέπει να είναι οι ακόλουθες:

α) Οι δαπάνες σύνδεσης για την τροφοδοσία του ακινήτου με το δίκτυο του φυσικού αερίου.

β) Οι δαπάνες μελέτης, κατασκευής και επέκτασης εσωτερικού δικτύου φυσικού αερίου από τη μετρητική διάταξη έως τις καταναλώσεις (σωληνώσεις και όλες οι ασφαλιστικές διατάξεις).

γ) Οι δαπάνες αγοράς εξοπλισμού και συσκευών εστίασης, συσκευών παραγωγής ζεστού νερού χρήσης, συσκευών παραγωγής ζεστού νερού θέρμανσης, συσκευών παραγωγής ατμού, συσκευών κλιματισμού, πλυντηρίων, σιδερωτήριων και ξηραντηρίων.

δ) Οι δαπάνες μετατροπής και προσαρμογής του εξοπλισμού για χρήση φυσικού αερίου.

ε) Οι δαπάνες για την αποκατάσταση των χώρων από τις εργασίες για την εγκατάσταση δικτύου φυσικού αερίου και του αντίστοιχου εξοπλισμού χρήσης.

3. Οι επενδύσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 2 λαμβάνονται υπόψη και για την κάλυψη του ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού που σχηματίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 4

Τροποποίηση του ΄Αρθρου 12 του ν.δ. 1297/1972

Στο άρθρο 12 του ν.δ. 1297/1972 (ΦΕΚ 217Α’) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής: “Αντίθετα, οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στη συγχώνευση ανωνύμων εταιριών με απορρόφηση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68 και επόμενα του Κ.Ν. 2190/ 1920, όταν το αντικείμενο των εργασιών της απορροφώσας είναι κατά κύριο λόγο η κατασκευή ή εκμετάλλευση πάσης φύσεως ακινήτων και με την προϋπόθεση ότι το αντικείμενο εργασιών της απορροφούμενης δεν εμπίπτει σε κάποιο από αυτά τα αντικείμενα.”.

Άρθρο 5

Ανακύκλωση προϊόντων συσκευασίας

1. Τα κέρδη των επιχειρήσεων που λειτουργούν, μετά από έγκριση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, ως “Σύστημα Εναλλακτικής Διαχείρισης” που προβλέπεται από την παράγραφο 19 του άρθρου 2 του ν. 2939/2001 (ΦΕΚ 179 Α΄) και τα οποία απομένουν μετά την αφαίρεση του τακτικού αποθεματικού και την αναγωγή του σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος σε αυτό φόρου εισοδήματος, απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος, εφόσον εμφανισθούν σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού. Το αποθεματικό αυτό χρησιμοποιείται υποχρεωτικά για την κάλυψη των ζημιών επόμενων χρήσεων. Αν μετά το συμψηφισμό, απομένει ακάλυπτο ποσό ζημιών, μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό των ιδίων κεφαλαίων, με σκοπό το συμψηφισμό του με κέρδη που θα προκύψουν στο μέλλον.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 106 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, έχουν εφαρμογή σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης του αποθεματικού της προηγούμενης παραγράφου.

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται περίπτωση λ’, ως εξής

“λ) Των παροχών σε είδος ή σε χρήμα που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις της παραγράφου 19 του άρθρου 2 του ν. 2939/2001 (ΦΕΚ 179Α΄) για τους σκοπούς του ίδιου νόμου, προς Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) ή άλλους αρμόδιους φορείς διαχείρισης αποβλήτων που αναφέρονται στην 69728/824/1996 (ΦΕΚ 358 Β) Υπουργική Απόφαση ή άλλες σχετικές διατάξεις, καθώς και των σχετικών με αυτές δαπανών που πραγματοποιούνται”.

4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν μετά 31 Δεκεμβρίου 2003.

Άρθρο 6

Φορολογική αντιμετώπιση τηςυπεραξίας από πώληση ή εισφορά ακινήτων

1. Στη περίπτωση ζ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια ως εξής

“Η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση ακινήτου επιχείρησης σε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης, για το οποίο στη συνέχεια θα συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης μεταξύ εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης και της πωλήτριας επιχείρησης, απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, με την προϋπόθεση ότι θα εμφανισθεί σε lδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού, το οποίο φορολογείται, σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τον προσδιορισμό της υπεραξίας, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται αυτή που ορίζεται στη σύμβαση. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων δεν εφαρμόζονται για συμβάσεις αγοράς ακινήτων σης οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι εξωχώρια εταιρία.”.

2. Μετά το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης ζ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, προστίθεται νέο εδάφιο, ως εξής:

“Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και για την υπεραξία που προκύπτει κατά την εισφορά ακινήτων που βρίσκονται σης περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 (ΦΕΚ 254 Α’), σε επιχείρηση φορέα ίδρυσης και εκμετάλλευσης των Π.Ο.Τ.Α.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται για πράξεις που ενεργούνται από την 1 lανουαρίου 2003.

Άρθρο 7

Αύξηση βασικών συντάξεων Ο.Γ.Α.

Η προβλεπόμcνη από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 12 του ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15/τ.Α΄) αύξηση των ποσών των μηνιαίων βασικών συντάξεων που καταβάλλονται από τον Οργανισμό Γεωργικών Λσφαλίσεων (Ο. Γ.Α.) (ν.4169/1961), ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 2004 σε τριάντα ευρώ (30, 00 ευρώ).

Άρθρο 8

Απαλλαγή αγροτών από το φόρο μεταβίβασης

1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977 (Φ.Ε.Κ. 186 Α’) αντικαθίσταται ως ακολούθως

“2. Συμβάσεις αγοράς ή ανταλλαγής γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων, εφόσον η μεταβίβαση γίνεται σε αγρότη”.

2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 13 του ν. 634/1977 αντικαθίσταται ως ακολούθως

“Στις περιπτώσεις αυτές ο αγοραστής ή οι κληρονόμοι του υποχρεούνται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την αλλαγή της χρήσης, την εκμίσθωση ή τη συμπλήρωσή της διετίας, να υποβάλουν δήλωση και να καταβάλουν εφάπαξ ολόκληρο το φόρο που αναλογεί στην κατά το χρόνο αυτό αξία της έκτασης ή στο δηλωθέν τίμημα εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο, με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά το χρόνο της απαλλαγής, εκτός αν ο φόρος που αναλογούσε στην αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος”.

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν. 2520/ 1997(ΦΕΚ 173 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως

“6. Κατά την αγορά αγροτικών εκτάσεων κατά πλήρη κυριότητα ή κατ’ επικαρπία από νομικά πρόσωπα με κύρια απασχόληση αγρότες, όπως η έννοια ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, εφόσον αυτά έχουν ως σκοπό τη διαχείριση κοινής αγροτικής εκμετάλλευσης, μειώνεται ο ισχύων συντελεστής φόρου μεταβίβασης ακινήτων στο ήμισυ αυτού”.

4. Τα εδάφια δεύτερο, τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο, έβδομο, όγδοο, ένατο και δέκατο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 634/1977 και τα εδάφια, τρίτο της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και δεύτερο της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν. 2520/1997 καταργούνται.

5. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2520/1997, όπως τέθηκε με την παράγραφο.3 του άρθρου 70 του ν. 2538/1997 (ΦΕΚ 242 Α”), αντικαθίσταται ως ακολούθως

“Ειδικότερα για την επιβολή του φόρου κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και μεταβίβασης ακινήτων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις που ισχύουν στις περιπτώσεις άρσης της απαλλαγής.”

Άρθρο 9

Απαλλαγή αγροτών από το φόρο κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών

1. Η παράγραφος 1 της ενότητας Β΄ του άρθρου 26 του ν.2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως

“1. Οι αιτία θανάτου κτήσεις γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, μαζί με τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται πάνω σε αυτήν και εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή της, δεν φορολογούνται αν αθροιστικώς:

α) Οι κληρονόμοι ή κληροδόχοι είναι τέκνα (από νόμιμο γάμο, εξώγαμα έναντι της μητέρας, που αναγνωρίσθηκαν έναντι του πατέρα, που νομιμοποιήθηκαν έναντι και των δύο συζύγων, θετά), σύζυγος, γονείς ή εγγονοί ή αδελφοί του κληρονομούμενου.

β) Οι κληρονόμοι ή κληροδόχοι ασχολούνται προσωπικά και κατά κύριο επάγγελμα στη γεωργία ή κτηνοτροφία, ακόμα και αν αυτοί χρησιμοποιούν επιβοηθητικώς τα μέλη της οικογένειάς τους ή τρίτα πρόσωπα. Η καταλληλότητα της έκτασης, με τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται πάνω σε αυτή, για γεωργική ή κτηνοτροφική εκμετάλλευση αποδεικνύεται με βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας, που εκδίδονται ατελώς και επισυνάπτεται στη δήλωση κληρονομιάς.

γ) Η έκταση χρησιμοποιείται από τους κληρονόμους ή κληροδόχους αδιάλειπτα για δεκαπέντε (15) συναπτά έτη από την κτήση της, αποκλειστικά για γεωργική ή κτηνοτροφική εκμετάλλευση”.

2. Οι παράγραφοι 2 και 5 της ενότητας Β του άρθρου 26 του ν. 2961/ 2001 καταργούνται.

3. Η παράγραφος 4 της ενότητας Β΄ του άρθρου 26 του ν. 2961/2001 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“4. Απαγορεύεται η μεταβίβαση γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης, η οποία δεν έχει υπαχθεί σε φόρο, κατά την παράγραφο 1, πριν από την πάροδο δεκαπέντε (15) ετών, αν δεν υποβληθεί δήλωση με την αξία που έχει αυτή κατά το χρόνο της, μεταβίβασης και δεν καταβληθεί ολόκληρος ο φόρος που αναλογεί επιμεριστικά στην αξία της έκτασης αυτής. Αν η αξία της γεωργικής ή κτηνοτροφικής έκτασης κατά το χρόνο μεταβίβασης είναι μικρότερη εκείνης του χρόνου της απαλλαγής, λαμβάνεται υπόψη η μεγαλύτερη αξία. Εξαιρείται η μεταβίβαση αιτία δωρεάς ή γονικής παροχής προς τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 της ενότητας αυτής”.

4. Η παράγραφος 6 της ενότητας Β΄ του άρθρου 26 του ν. 2961/2001 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“6. Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου για την μεταβίβαση της κυριότητας ή τη σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε γεωργική ή κτηνοτροφική έκταση, η οποία δεν έχει υπαχθεί σε φόρο κατά την παράγραφο 1 της ενότητας αυτής, αν δεν προσαρτηθεί από το συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο που συντάσσει, βεβαίωση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας για την υποβολή δήλωσης και την καταβολή ολόκληρου του ποσού του φόρου που επιμεριστικά αναλογεί στην έκταση”.

5. Η παράγραφος 1 της ενότητας Δ του άρθρου 26 του ν. 2961/2001 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

“1. Αν υπάρχουν συγκληρονόμοι μιας αγροτικής εκμετάλλευσης, εφόσον αυτοί, μέσα σε ένα έτος από την αιτία θανάτου κτήση, μεταβιβάσουν με οποιαδήποτε αιτία την πλήρη κυριότητα ή την επικαρπία της εκμετάλλευσης σε έναν από αυτούς αγρότη κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 2520/ 1997, ή αποδεχθούν με συμβολαιογραφικό έγγραφο την επί μια δεκαετία αποκλειστική διαχείριση της αγροτικής εκμετάλλευσης από έναν από αυτούς αγρότη, επιστρέφεται ο φόρος κληρονομιάς που επιμεριστικά αναλογεί στην αγροτική εκμετάλλευση και απαλλάσσεται από την επιβολή του οικείου φόρου η μεταβίβαση αυτή.

Στο συμβολαιογραφικό έγγραφο που συντάσσεται κατά τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου πρέπει να γίνεται ρητή μνεία ότι η αγροτική εκμετάλλευση δεν θα μεταβιβαστεί περαιτέρω ή δεν θα συσταθούν εμπράγματα δικαιώματα επ’ αυτής πριν την παρέλευση δεκαετίας από την κτήση ή ότι ο αγρότης θα διαχειριστεί την κληρονομιαία έκταση για μια τουλάχιστον δεκαετία. Οι απαλλαγές αυτές αίρονται, αν ο αγρότης δεν διαχειριστεί την κληρονομιαία έκταση για μια τουλάχιστον δεκαετία ή μεταβιβάσει περαιτέρω αυτήν με οποιαδήποτε αιτία ή συστήσει εμπράγματα δικαιώματα πριν την πάροδο τηςδεκαετίας. Στις περιπτώσεις αυτές οι κληρονόμοι υποχρεούνται πριν την περαιτέρω μεταβίβαση της αγροτικής εκμετάλλευσης ή τη σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επ’ αυτής ή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την παύση της διαχείρισης, να υποβάλουν τις οικείες δηλώσεις φόρου κληρονομιάς και δωρεάς ή γονικής παροχής ή μεταβίβασης με την κατά το χρόνο αυτόν αξία της αγροτικής εκμετάλλευσης. Απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται η κυριότητα ή συνιστώvται εμπράγματα δικαιώματα επί της αγροτικής εκμετάλλευσης, που έτυχε απαλλαγής κατά τα προηγούμενα εδάφια, αν δεν προσαρτηθεί από το συμβολαιογράφο στο συμβόλαιο που συντάσσει βεβαίωση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ότι υποβλήθηκαν οι οικείες δηλώσεις και καταβλήθηκε ολόκληρο το ποσό του φόρου που αναλογεί. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις αναγκαστικού πλειστηριασμού ή αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για δημόσιο ωφέλεια ολόκληρης της έκτασης ή τμήματος αυτής ή θανάτου του αγρότη, εφόσον η δεκαετία συμπληρωθεί στο πρόσωπο των κληρονόμων αυτού. Αν η παύση της διαχείρισης από τον αγρότη πριν από την παρέλευση δεκαετίας συνίσταται σε ανέγερση κτισμάτων που δεν εξυπηρετούν την αγροτική εκμετάλλευση, για την οποία απαιτείται η έκδοση άδειας της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας, η άδεια αυτή δεν χορηγείται, αν δεν προσκομιστεί το πιστοποιητικό της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, ότι υποβλήθηκαν οι οικείες δηλώσεις και καταβλήθηκε ολόκληρος ο φόρος κληρονομιάς και δωρεάς, γονικής παροχής ή μεταβίβασης”.

6. Το τρίτο εδάφιο της ενότητας Ε του άρθρου 26 του ν. 2961/2001 αντί καθίσταται ως ακολούθως:

“Ειδικότερα για την επιβολή του φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις που ισχύουν στις περιπτώσεις άρσης της απαλλαγής.”

΄Αρθρο 10

Στεγαστικό Επίδομα Φοιτητών

1. Στους προπτυχιακούς φοιτητές των Ανωτάτων και Ανωτέρων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, των Ανώτερων Σχολών Τουριστικών Επαγγελμάτων και των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού της Ελλάδας, καθώς και των Σχολών της Κύπρου που περιλαμβάνονται στο σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, Έλληνες υπηκόους ή υπηκόους άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χορηγείται ετήσιο στεγαστικό επίδομα ίσο με χίλια (1000) ευρώ. Δεν δικαιούνται του επιδόματος αυτού όσοι φοιτούν για την απόκτηση δεύτερου πτυχίου.

2. Προϋποθέσεις χορήγησης του επιδόματος αυτού αθροιστικώς είναι οι εξής:

α) ο φοιτητής να διαμένει σε μισθωμένη οικία λόγω των σπουδών του, σε πόλη άλλη της κύριας κατοικίας του στην οποία οι γονείς του ή ο ίδιος δεν έχουν πλήρη κυριότητα ή επικαρπία άλλης κατοικίας, με εξαίρεση τον Νομό Αττικής και το πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, που θεωρούνται ως μία πόλη.

β) να αποδεικνύεται η φοίτησή τους με πιστοποιητικό της σχολής ή τμήματος, στο οποίο βεβαιώνεται ότι ο φοιτητής είχε επιτυχία στις εξετάσεις τουλάχιστον των δύο τρίτων του συνολικού αριθμού των μαθημάτων του, που προβλέπεται στο ενδεικτικό πρόγραμμα σπουδών του προηγούμενου έτους ή των αντίστοιχων δύο εξαμήνων, εκτός του πρώτου έτους για το οποίο απαιτείται μόνο πιστοποιητικό εγγραφής.

γ) το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του προηγούμενου έτους, να μην υπερβαίνει τα τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ προσαυξανόμενο κατά τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ για κάθε προστατευόμενο παιδί πέραν του ενός. Ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα θεωρείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του, από κάθε πηγή. Η εν λόγω εισοδηματική ενίσχυση δεν λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγείται.

δ) οι γονείς του φοιτητή ή ο ίδιος να μην είναι κύριοι ή επικαρπωτές κατοικιών ιδιοχρησιμοποιουμένων ή εκμισθωμένων) που υπερβαίνουν τα διακόσια (200) τ.μ , με εξαίρεση κατοικίες ή διαμερίσματα που βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό λιγότερο των τριών (3.000) χιλιάδων κατοίκων, όπως οι οργανισμοί αυτοί τοπικής αυτοδιοίκησης προβλέπονταν πριν την ισχύ του ν. 2539/1997 (ΦΕΚ 244Α).

3. Δικαιούχος του επιδόματος είναι το πρόσωπο που θεωρείται ότι βαρύνει ο φοιτητής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2238/1994, διαφορετικά ο ίδιος ο φοιτητής.

4. Το επίδομα χορηγείται για τόσα έτη όσα είναι και τα έτη σπουδών της αντίστοιχης σχολής ή τμήματος, σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας τους, η διάρκεια δε αυτών βεβαιώνεται στο πιστοποιητικό καλής επίδοσης που χορηγείται στο φοιτητή.

5. Το επίδομα δεν κατάσχεται, χορηγείται ολόκληρο χωρίς καμμία κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου και δεν υπόκειται σε φορολογία.

6. Αν μετά από έλεγχο αποδειχθεί ότι το επίδομα εισπράχθηκε από μη δικαιούχο, λόγω μη συνδρομής των προϋποθέσεων, αυτό καταλογίζεται στο τριπλάσιο και επιδιώκεται η επιστροφή του στο Δημόσιο, κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, καθορίζεται ο τρόπος πληρωμής του ανωτέρω επιδόματος, ο χρόνος πληρωμής του, το απαιτούμενα δικαιολογητικά, η Αρχή ελέγχου και εκκαθάρισης της δαπάνης, η αρχή πληρωμής αυτής, ο τρόπος λογιστικής τακτοποίησης καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

΄Αρθρο 11

Επίδομα ανέργων γονέων με παιδιά στη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση.

1. Στους άνεργοuς για χρονικό διάστημα άνω των έξι μηνών, οι οποίοι είναι γονείς παιδιών, που είναι μαθητές στη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση χορηγείται ετήσιο επίδομα εκατόν πενήντα ευρώ ανά μαθητή.

2. Προϋποθέσεις χορήγησης του επιδόματος αυτού είναι:

α) ο μαθητής να παρακολουθεί μαθήματα σε οποιοδήποτε δημόσιο σχολείο στοιχειώδους ή μέσης εκπαίδευσης της Ελλάδας, που αποδεικνύεται από πιστοποιητικό που εκδίδεται από το σχολείο αυτό,

β) να μην υπερβαίνει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του.

γ) ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς τους να είναι άνεργος, που αποδεικνύεται από σχετικά στοιχεία του Ο.Α.Ε.Δ.

δ) ο ένας τουλάχιστον από τους γονείς να έχει την ελληνική υπηκοότητα.

ε) το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα να μην υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ. Ως ετήσιο οικογενειακό εισόδημα νοείται το συνολικό ετήσιο φορολογούμενο πραγματικό ή τεκμαρτό, καθώς και το απαλλασσόμενο ή φορολογούμενο με ειδικό τρόπο, εισόδημα του φορολογούμενου, της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του, από κάθε πηγή. Η εν λόγω εισοδηματική ενίσχυση δεν λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος με βάση το οποίο χορηγείται αυτή.

3. Δικαιούχος του επιδόματος είναι ο άνεργος γονέας ή σε περίπτωση που και οι δύο είναι άνεργοι, ο πατέρας. Ελλείψει των γονέων, δικαιούχος του επιδόματος είναι ο ασκών τη γονική μέριμνα εφόσον είναι άνεργος.

4. Το επίδομα δεν κατάσχεται και καταβάλλεται χωρίς καμμία κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου.

5. Σε περίπτωση είσπραξης του επιδόματος από μη δικαιούχο, λόγω μη συνδρομής των προϋποθέσεων που αναφέρθηκαν, εφόσον αποδειχθεί από επιγενόμενο έλεγχο, αυτό καταλογίζεται στο τριπλάσιο και επιδιώκεται η επιστροφή του στο Δημόσιο κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας Οικονομικών και Εργασίας Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται ο τρόπος και ο χρόνος πληρωμής του ανωτέρω επιδόματος, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η αρχή ελέγχου και εκκαθάρισης της δαπάνης, η αρχή πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη διαδικαστική λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.

Άρθρο 12

Απαλλαγή πολυτέκνων από το τέλος ταξινόμησης επιβατικών αυτοκινήτων

Το άρθρο 36 του ν. 1563/1985( ΦΕΚ 151 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής

“Αυτοκίνητα για τη μεταφορά προσώπων, με κυλινδρισμό κινητήρα μέχρι και 2000 κυβικά εκατοστά, που παραλαμβάνονται για προσωπική και οικογενειακή χρήση από πολύτεκνους γονείς, που έχουν κατά το χρόνο της παραλαβής τέσσερα (4) τουλάχιστον ανήλικα παιδιά, απαλλάσσονται από το προβλεπόμενο τέλος ταξινόμησης.

Για αυτοκίνητα με κυλινδρισμό κινητήρα άνω των 2000 κυβικών εκατοστών η απαλλαγή περιορίζεται στο 50% του τέλους ταξινόμησης.

Η απαλλαγή αυτή παρέχεται μόνο για μία φορά και για ένα αυτοκίνητο κατά οικογένεια.

Σε περίπτωση μεταβίβασης, μίσθωσης, ενεχύρου, χρησιδανείου ή παραχώρησης με οποιονδήποτε άλλο τρόπο της χρήσης των παραπάνω αυτοκινήτων πριν από τη συμπλήρωση τριετίας από την παραλαβή, εισπράττεται το τέλος ταξινόμησης που αναλογεί κατά το χρόνο της μεταβίβασης ή η διαφορά μεταξύ του τέλους αυτού και του τέλους ταξινόμησης που έχει καταβληθεί.

Αν η μεταβίβαση, η μίσθωση, το ενέχυρο, το χρησιδάνειο ή η παραχώρηση με οποιονδήποτε άλλο τρόπο της χρήσης των αυτοκινήτων αυτών γίνεται χωρίς την άδεια της τελωνειακής αρχής εισπράττεται το τέλος ταξινόμησης της προηγούμενης παραγράφου καθώς και πρόσθετο τέλος ίσο με το 1/4 του ακέραιου συντελεστή του τέλους ταξινόμησης που αναλογεί στο αυτοκίνητο.

Σε περίπτωση ολικής καταστροφής των ως άνω παραλαμβανόμενων αυτοκινήτων θα επιτρέπεται η αντικατάσταση αυτών, με τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού.”.

Άρθρο 13

Απαλλαγή από το φόρο επιχειρήσεων σε μικρά χωριά

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 9 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

” Η κλίμακα (α) εφαρμόζεται και στις ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε οικισμούς με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από χίλιους (1.000) κατοίκους, εκτός αν οι οικισμοί αυτοί έχουν χαρακτηρισθεί τουριστικοί τόποι”.

Άρθρο 14

Τεκμήρια δαπανών με βάση το αυτοκίνητο

1. Στο άρθρο 18 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος οι περιπτώσεις θ, ι και ια αναριθμούνται σε ιβ, ιγ και ιδ αντίστοιχα, η περίπτωση η’ αντικαθίσταται και προστίθενται νέες περιπτώσεις θ, ι και ια, ως εξής

“η) Προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη που προκύπτει με βάση επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης κυριότητας ή κατοχής του φορολογουμένου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν τα οποία έχουν αποκτηθεί μέχρι την 31.12.1992.

θ) Προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη η οποία προκύπτει με βάση ένα ή περισσότερα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης μέχρι και δεκατέσσερις (14) φορολογήσιμους ίππους, κυριότητας ή κατοχής του φορολογουμένου, της συζύγου του και προσώπων που τους βαρύνουν, που έχουν αποκτηθεί από 1.1.1993 μέχρι την 31. 12.2003. Επίσης, προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη που προκύπτει με βάση επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης άνω των δεκατεσσάρων (14) φορολογήσιμων ίππων που έχουν αποκτηθεί το ίδιο χρονικό διάστημα, εφόσον η εργοστασιακή τιμολογιακή αξία του έτους πρώτης κυκλοφορίας τους, μειωμένη λόγω παλαιότητας κατά τα ποσοστά της κλίμακας της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2960/ 2001 (ΦΕΚ 265 Α’) δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.

ι) Προκειμένου για τεκμαρτή δαπάνη που προκύπτει με βάση επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης κυριότητας ή κατοχής του φορολογουμένου της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν, τα οποία αποκτώνται από την 1.1.2004 και εφεξής και η εργοστασιακή τιμολογιακή αξία του έτους πρώτης κυκλοφορίας τους μειωμένη λόγω παλαιότητας κατά τα ποσοστά της κλίμακας της παραγράφου 1 του άρθρου 126 του ν. 2960/2001 (ΦΕΚ 265 Α) δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.

ια) Οι περιπτώσεις η, θ και ι του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και στα εδάφια τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, δέκατο πέμπτο και δέκατο έκτο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 16″.

2. Τα τρία τελευταία εδάφια της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καταργούνται.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έχουν εφαρμογή από 1 η lανουαρίου 2003.

Άρθρο 15

Κατάργηση εισφοράς ναών.

Καταργείται η εισφορά που προβλέπεται από ης διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του α.ν. 536/1945 (ΦΕΚ Α 226 Α’).

Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει από 1 lανουαρίοu 2004.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Άρθρο 16

Σύστημα επιλογής ελέγχου υποθέσεων

1. Στο άρθρο 66 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθενται παράγραφοι 11, 12 και 13 ως εξής

“11. Καθιερώνεται Σύστημα Επιλογής Υποθέσεων για τακτικό φορολογικό έλεγχο, το οποίο στηρίζεται σε κλίμακα μορίων.

Η κλίμακα αυτή διαμορφώνεται κάθε χρόνο από τη συγκέντρωση, επεξεργασία και αξιολόγηση:

α. Των παραβάσεων και παραλείψεων των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, ανάλογα με το είδος, τη βαρύτητα και τη συχνότητα εμφάνισής τους.

β. Των δεδομένων που προκύπτουν από ης φορολογικές δηλώσεις φόρου εισοδήματος και κλπ φορολογιών.

γ. Των στοιχείων και πληροφοριών που είναι διαθέσιμα στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών από κάθε πηγή.

12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που εκδίδεται το Σεπτέμβριο κάθε έτους για τους Ελέγχους που θα διενεργηθούν το επόμενο έτος, καθορίζονται:

α. Οι παραβάσεις ή παραλείψεις, τα στοιχεία και γενικά τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο υποθέσεων, τα μόρία που αντιστοιχούν ο χρόνος έναρξης των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

β. Υποθέσεις για έλεγχο ανά κλάδο δραστηριότητας ή ανά ελεγκτική αρχή ή ανά γεωγραφική περιοχή, σε συνδυασμό με τα παραπάνω οριζόμενα κριτήρια.

Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται και τυχαίο δείγμα υπαγομένων σε έλεγχο υποθέσεων, ανεξάρτητα από τα παραπάνω οριζόμενα κριτήρια.

13. Ελέγχονται υποχρεωτικά: α)δηλώσεις με ακαθάριστα έσοδα άνω των 30.000.000 ευρώ καθώς και δηλώσεις επιχειρήσεων που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ή αλλοδαπά χρηματιστήρια και

β) υποθέσεις για τις οποίες έχουν περιέλθει στις ελεγκτικές υπηρεσίες στοιχεία από τις διασταυρώσεις του πληροφοριακού συστήματος ή από ελέγχους σε τρίτες επιχειρήσεις, για απόκρυψη φορολογητέας ύλης ή διάπραξη φορολογικών αδικημάτων.”

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 11, 12 και 13 του άρθρου 66 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος ισχύουν και για τις λοιπές φορολογίες.

Άρθρο 17

Προσδιορισμός ακαθάριστου εισοδήματος εμπορικών επιχειρήσεων

1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

“Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.), τα ακαθάριστα έσοδα εξευρίσκονται με βάση τα δεδομένα των βιβλίων και στοιχείων εφόσον πρόκειται για διαχειριστικές περιόδους που δεν βαρύνονται με οποιαδήποτε παράβαση της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας ή βαρύνονται με παραβάσεις γενικά που δεν επηρεάζουν τον προσδιορισμό των ακαθαρίστων εσόδων, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση δ΄”.

2. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής

“Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοιχεία πρώτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εξαιρουμένων αυτών που είχαν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και στοιχείων ανώτερης κατηγορίας, τα ακαθάριστα έσοδα εξευρίσκονται με την προσθήκη του μικτού κέρδους στο συνολικό κόστος των εμπορεύσιμων αγαθών, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας τα οποία αγοράστηκαν μέσα στη χρήση ή των έτοιμων προϊόντων που έχουν παραχθεί από τις πρώτες και βοηθητικές ύλες που αγοράστηκαν μέσα στην ίδια χρήση, εφόσον πρόκειται για διαχειριστικές περιόδους που δεν βαρύνονται με οποιαδήποτε παράβαση της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας ή βαρύνονται με παραβάσεις γενικά που δεν επηρεάζουν το ανωτέρω κατά περίπτωση συνολικό κόστος, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση ε΄”.

3. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 30 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

“Με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης στ’, για επιχειρήσεις που δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων επειδή δεν έχουν σχετική υποχρέωση ή δεν τηρούν αν και ήταν υπόχρεοι ή δεν διαφυλάττουν τα βιβλία ή στοιχεία της περίπτωσης στ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή τηρούν βιβλία και στοιχεία Α’ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ενώ ήταν υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων και στοιχείων Β’ ή Γ’ κατηγορίας του Κώδικα αυτού, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται εξωλογιστικά με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες που διαθέτει ο προϊστάμενος της αρμόδιας Ελεγκτικής υπηρεσίας για την έκταση της συναλλακτικής δράσης και τις συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης.”

4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 30 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθενται περιπτώσεις δ’, ε’ και στ’ ως εξής

“δ) Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, καθώς και για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας, ενώ είχαν υποχρέωση τήρησης βιβλίων τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, με παραβάσεις της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας που επηρεάζουν τα ακαθάριστα έσοδα, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται με την εφαρμογή Συντελεστή Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων (Σ.Π Δ.Α.Ε.) στο άθροισμα των ακαθαρίστων εσόδων που προκύπτουν από τα βιβλία και στοιχεία, πλέον των εσόδων που έχουν αποκρυβεί στην ίδια διαχειριστική περίοδο και την προσθήκη στο ανωτέρω άθροισμα των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή του παραπάνω συντελεστή.

Κάθε ένας από τους πιο πάνω συντελεστές αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο κλιμάκιο μορίων τα οποία προκύπτουν με βάση τις φορολογικές ή τελωνειακές παραβάσεις που βαρύνουν την οικεία διαχειριστική περίοδο. Οι διαφορές ακαθαρίστων εσόδων που προκύπτουν από την εφαρμογή των κατά περίπτωση Συντελεστών Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων δεν μπορεί να είναι μικρότερες από τα συγκεκριμένα, ανά κλιμάκιο μορίων, Ελάχιστα Ποσά Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων.

Οι κατά τα ανωτέρω Συντελεστές Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων και τα Ελάχιστα Ποσά Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων, ανά κλιμάκιο μορίων, ορίζονται σύμφωνα με τον ακόλουθο Πίνακα:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Κλιμάκια Μορίων Συντελεστές Ελάχιστα Ποσά

Προσδιορισμού Διαφορών

Διαφορών Ακαθαρίστων Ακαθαρίστων

Εσόδων επί τοις εκατό Εσόδων (σε ευρώ)

(%)

1 200 0,5 1000

201 500 1 2000

501 1000 1,5 4000

1001 2000 2 6000

2001 4000 3 8000

4001 7000 5 10.000

7001 10000 7 15.000

10001 25000 10 20.000

25001 50000 13 25.000

50001 100000 16 30.000

100001 άνω 20 40.000

Ο Συντελεστής Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων δεν μπορεί να είναι μικρότερος από το ποσοστό των ακαθαρίστων εσόδων που έχουν αποκρυβεί σε σχέση με τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα, τα οποία προκύπτουν από τα βιβλία και στοιχεία του επιτηδευματία.

Εφόσον ο Συντελεστής Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων με βάση τον παραπάνω πίνακα είναι μεγαλύτερος από 10 και συγχρόνως το ποσοστό των αποκρυβέντων ακαθαρίστων εσόδων σε σχέση με τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα είναι μικρότερο από 10, τότε ως τελικός Συντελεστής Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων εφαρμόζεται το πενταπλάσιο του παραπάνω ποσοστού, χωρίς ο τελικός αυτός Συντελεστής να μπορεί να είναι μικρότερος του 10 και μεγαλύτερος από το Συντελεστή Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων με βάση τον πίνακα.

Δεν εφαρμόζονται οι Συντελεστές Προσδιορισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων αλλά το ελάχιστο ποσό διαφορών ακαθαρίστων εσόδων που αντιστοιχεί στο πρώτο κλιμάκιο μορίων του παραπάνω πίνακα (1 200), στις περιπτώσεις μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης και μη καταχώρησης ή ανακριβούς καταχώρησης μέχρι και τριών (3) φορολογικών στοιχείων στην ίδια χρήση συνολικής αξίας μέχρι χίλια (1.000) ευρώ, που διαπιστώνονται από τον ίδιο έλεγχο.

Οι παραβάσεις της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας που επηρεάζουν τον προσδιορισμό των ακαθαρίστων εσόδων και τα αντίστοιχα μόρια που επισύρουν ανάλογα με το είδος και τη βαρύτητα τους, ανά κωδικό κάθε παράβασης, ορίζονται σύμφωνα με τον ακόλουθο Πίνακα:

ΠΙΝΑΚΑΣ

ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΜΟΡΙΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΑ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΑ ΕΣΟΔΑ

ΚΩΔΙΚΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΜΟΡΙΑ

ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ

100 Μή τήρηση βιβλίων

10010 Πρόσθετων βιβλίων των παραγρά 1350

φων 1 και 5 του άρθρου 10 του ΚΒΣ

101 Ανακριβής τήρηση βιβλίων ως προς τα έσοδα ή ανακρι

βής ή μη καταχώρηση δεδομένων στα πρόσθετα βιβλία

που επηρεάζουν τα έσοδα

101100 Βασικών βιβλίων στα οποία 300

διενεργούνται πρωτογενείς εγγραφές

101101 Πρόσθετων βιβλίων των παραγράφων

1 και 5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 300

102 Ανακριβής τήρηση βιβλίων ως προς τις αγορές ή

ανακριβής ή μη καταχώρηση στα πρόσθετα βιβλία

δεδομένων που επηρεάζουν τις αγορές

102100 Βασικών βιβλίων στα οποία διενεργούνται 300

πρωτογενείς εγγραφές

102102 Πρόσθετων βιβλίων της παραγράφου 1

του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 300

103 Μη διαφύλαξη βιβλίων ή μη επίδειξη βιβλίων

μετά από πρόσκληση τακτικού ελέγχου

103101 Πρόσθετων βιβλίων των παραγράφων 1

και 5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 1350

109 Μη επίδειξη βιβλίων στον προληπτικό έλεγχο

109101 Πρόσθετων βιβλίων των παραγράφων 1

και 5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 900

200 Μη έκδοση στοιχείων

200100 Απόδειξη λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 450

200101 Τιμολογίου, εκκαθάρισης ή άλλου

στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου 450

200102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του Κ.Β.Σ. 450

200103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13α

του Κ.Β.Σ. ή Υπ. Αποφάσεων 450

200104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 150

200105 Τιμολογίου αγοράς 450

200106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

200107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 450

200108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξης

επιστροφής 300

200109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 300

200110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 450

200112 Εισιτηρίου γενικά 300

201 Ανακριβής έκδοση στοιχείων

201100 Απόδειξης λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 300

201101 Τιμολογίου, εκκαθάρισης ή άλλου

στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου 300

201102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του Κ.Β.Σ. 300

201103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13

του Κ.Β.Σ. ή Υπ. Αποφάσεων 300

201104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 75

201105 Τιμολογίου αγοράς 300

201106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

201107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

201108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξη

επιστροφής 150

201109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 225

201110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 300

201112 Εισιτηρίου γενικά 225

202 ΄Εκδοση αθεώρητου στοιχείου μη

καταχωρημένου στα βιβλία

102100 Απόδειξης λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 360

202101 Τιμολογίου, εκκαθάρισης ή άλλου στοι

χείου που επέχει θέση τιμολογίου 360

202102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του ΚΒΣ 360

202103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13α

του ΚΒΣ ή Υπ.Αποφάσεων 360

202104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 120

202105 Τιμολογίου αγοράς 360

202106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 240

202107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 360

202108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξη

επιστροφής 240

202109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 240

201110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 360

202112 Εισιτηρίου γενικά 240

203 Μη διαφύλαξη στοιχείων

203100 Απόδειξης λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 300

203101 Τιμολογίου, εκκαθάρισης ή άλλου

στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου 300

203102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του ΚΒΣ 300

203103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13α

του Κ.Β.Σ. ή Υπ. Αποφάσεων 300

203104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 100

203105 Τιμολογίου αγοράς 300

203106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 200

203107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

203108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξη

επιστροφής 200

203109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 200

203110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 300

203112 Εισιτηρίου γενικά 200

204 ΄Εκδοση εικονικού έκδοση πλαστού

νόθευση φορολογικού στοιχείου

204100 Απόδειξης λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 600

204101 Τιμολογίου, εκκαθάρισης ή άλλου

στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου 600

204102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του ΚΒΣ 600

204103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13α

του Κ.Β.Σ. ή Υπ. Αποφάσεων 600

204104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 300

204105 Τιμολογίου αγοράς 600

204106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

204107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 600

204108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξης

επιστροφής 450

204109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 450

204110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 600

204112 Εισιτηρίου γενικά 300

204199 Για κάθε παράβαση από κωδικό

204100 έως 204112 για αξία ανύπαρ

κτης συναλλαγής μεγαλύτερη των

800 ευρώ 1800

206 ΄Εκδοση σήμανση στοιχείου από μη νόμιμο

φορολογικό μηχανισμό, μη καταχωρημένο

στα βιβλία

206100 Απόδειξης λιανικής πώλησης Απόδειξης

παροχής υπηρεσιών 450

206101 Τιμολογίου εκκαθάρισης ή άλλου

στοιχείου που επέχει θέση τιμολογίου 450

206102 Μεταφοράς του άρθρου 16 του ΚΒΣ 450

206103 Ειδικών στοιχείων του άρθρου 13α

του Κ.Β.Σ. ή Υπ. Αποφάσεων 450

206104 Στοιχείου αυτοπαράδοσης 150

206105 Τιμολογίου αγοράς 450

206106 Τιμολογίου της παραγράφου 3 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 300

206107 Τιμολογίου της παραγράφου 5 του

άρθρου 12 του Κ.Β.Σ. 450

206108 Πιστωτικού τιμολογίου απόδειξης

επιστροφής 300

206109 Ποσοτικής παραλαβής της παραγράφου

1 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ. 300

206110 Δελτίου αποστολής συγκεντρωτικού

δελτίου αποστολής 450

206112 Εισιτηρίου γενικά 300

240 Μη διαφύλαξη ληφθέντων στοιχείων

ε) Για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοιχεία

πρώτης κατηγορίας του 240100 Δικαιολογητικών αγορών 300

270 Λαθρεμπορίες

270100 Αιθυλικής αλκοόλης αλκοολούχων ποτών 1200

270101 Πετρελαιοειδών προϊόντων 1200

270102 Καπνικών προϊόντων 1200

271 Νόθευση

271100 Αιθυλικής αλκοόλης αλκοολούχων ποτών 800

271101 Πετρελαίου θέρμανσης 800

272 Παράνομη χρήση

272100 Αιθυλικής αλκοόλης αλκοολούχων ποτών 800

272101 Πετρελαιοειδών προϊόντων 800

272102 Καπνικών προϊόντων 800

Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εξαιρουμένων αυτών που είχαν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και στοιχείων ανώτερης κατηγορίας, με παραβάσεις της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας που επηρεάζουν τον προσδιορισμό του κόστους των εμπορεύσιμων αγαθών ή των παραχθέντων έτοιμων προϊόντων, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται με την προσθήκη του μικτού κέρδους στο συνολικό κόστος των εμπορεύσιμων αγαθών ή των παραχθέντων έτοιμων προϊόντων, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση β΄, στο οποίο προστίθενται τα ποσά κόστους που έχουν αποκρυβεί, καθώς και τα ποσά διαφορών κόστους που προκύπτουν με την εφαρμογή του συντελεστή προσδιορισμού διαφορών κόστους επί του αθροίσματος των οικείων ποσών που δηλώθηκαν ή αυτών που προκύπτουν από τα βιβλία, εφόσον είναι μεγαλύτερα. Για τους συντελεστές προσδιορισμού διαφορών κόστους και τα ελάχιστα ποσά διαφορών κόστους, ανά κλιμάκιο μορίων, εφαρμόζεται ο πίνακας Υπολογισμού Διαφορών Ακαθαρίστων Εσόδων της περίπτωσης δ’, στον οποίο η δεύτερη στήλη, αφορά τους συντελεστές προσδιορισμού διαφορών κόστους και η τρίτη τα ελάχιστα ποσά διαφορών κόστους που αντιστοιχούν σε κάθε κλιμάκιο, εφαρμοζομένων ανάλογα και των λοιπών διατάξεων της περίπτωσης δ’. Ως παραβάσεις της φορολογικής ή τελωνειακής νομοθεσίας που επηρεάζουν τον προσδιορισμό του κόστους των εμπορεύσιμων αγαθών ή των παραχθέντων έτοιμων προϊόντων λαμβάνονται οι παραβάσεις των κωδικών 100101,102100, 102102, 103101, 109101, 200101, 200104 έως 200110, 201101, 201104 έως 201110, 202105, 202107, 203101, 203104 έως 203110, 204101, 204104 έως 204110, 204199, 206105, 206107, 240100, 270100 έως 270102,271100,271101 και 272100 έως 272102 του οικείου πίνακα της περίπτωσης δ’, με τα αντίστοιχα κατά περίπτωση μόρια.

στ) Αν δεν έχει διαφυλαχθεί μέρος των βιβλίων ή στοιχείων της περίπτωσης στ’ της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων δ’ και ε’, κατά περίπτωση, εφόσον οι υπόχρεοι έχουν υποβάλει τις οικείες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογιών και από διασταύρωση των υφιστάμενων στοιχείων και αυτών που προσκομίζει η επιχείρηση αποδεικνύεται ότι από τη μη διαφύλαξη των στοιχείων δεν έχει επηρεαστεί η εμφάνιση στα βιβλία της πραγματικής κατάστασης της επιχείρησης.”

Άρθρο 18

Λογιστικός προσδιορισμός του Καθαρού Εισοδήματος

1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται ως εξής:

ΠΙΝΑΚΑΣ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

“(Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εξευρίσκεται λογιστικά με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όπως αυτά προσδιορίζονται κατά το προηγούμενο άρθρο, των ακόλοuθωv εξόδων:”

2. Στο άρθρο 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος η παράγραφος 17 αναριθμείται σε 18 και προστίθεταινέα παράγραφος 17 ως εξής:

“17. Στις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, με παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας που επηρεάζουν τον προσδιορισμό του καθαρού