Νόμος 979 ΦΕΚ Α΄234/ 12.10.1979
Περί ρυθμίσεως φορολογικών και μισθολογικών τινων θεμάτων, κυρώσεως υπουργικών αποφάσεων και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον πρώτον
Υποβολή δηλώσεων φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Δηλώσεις φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 1979, υποβληθείσαι μετά την λήξιν της, υπό του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν.Δ. 3323/1955 ως ισχύει, οριζομένης προθεσμίας, μέχρι και της 15ης Μαρτίου 1979, λογίζονται ως εμπροθέσμως υποβληθείσαι.
Άρθρον δεύτερον
Χορήγησις εκ νέου επιδόματος εις Δημοσίους `Υπαλλήλους.
1. Από 1ης Ιανουαρίου 1979 χορηγείται εκ νέου των δια των διατάξεων του άρθρου 5 παράγρ. 1 περίπτωσις II του Ν. 754/1978 και του άρθρου 4 παρ. 1 περίπτωσις ΙΙ του Ν. 755/1978 καταργηθέν δεύτερον ήμισυ του εκ δραχμών δύο χιλιάδων (2.000) μηνιαίου προσωρινού επιδόματος εις όλους τους Δημοσίους υπαλλήλους και υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. των οποίων αι αποδοχαί ρυθμίζονται υπό των εν λόγω Νόμων.
2. Το επίδομα της προηγουμένης παραγράφου χορηγείται από 1ης Ιανουαρίου 1979, και
α) εις τους υπαλλήλους των οργανισμών τοπικής Αυτοδιοικήσεως, τους διεπομένους υπό των διατάξεων του Ν. 292/1976 και τον Σώματος Αγροφυλακής τους μονιμοποιηθέντας βάσει των διατάξεων του Ν. 340/1976,
β) εις τους Ιερείς, των οποίων αι αποδοχαί ρυθμίζονται υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 4538/1966 και Α. Ν. 469/1968, και
γ) εις τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών, των οποίων αι αποδοχαί ρυθμίζονται υπό των διατάξεων του άρθρου 131 του Ν. 419/1976.
3. Δικαιούχοι του ανωτέρω επιδόματος είναι και οι μόνιμοι υπάλληλοι του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ, οίτινες Δι’ οιονδήποτε λόγον δεν ελάμβανον το επίδομα τούτο κατά το έτος 1978, ως και οι από 1ης Ιανουαρίου 1979 διοριζόμενοι.
Άρθρον τρίτον
Παράτασις προθεσμιών
Αι προθεσμίαι των παραγράφων 2 χαι 3 του άρθρου 8 του Ν. 754/1978 και της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του Ν. 755/1978, ως παρετάθησαν με το άρθρο 74 του Νόμου 814/1978, παρατείνοντα επί τρίμηνον από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου.
Άρθρον τέταρτον
Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών
1. `Η παράγραφος 1 του Άρθρου 15 του Ν. 820/ 1978 “περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων αντικαθίσταται, ως ακολούθως :
“1. Συνιστάται ειδικόν Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών, σκοπός του οποίου είναι η, δια των μελών αύτου, εκτίμησις της αγοραίας αξίας των ακολούθων περιουσιακών στοιχείων, εφύ όσον ταύτα αποτελούν αντικείμενον φορολογίας :
α) των ακινήτων, ως και των εμπραγμάτων επ` αυτών δικαιωμάτων.
β) των μη εισηγμένων εις το Χρηματιστήριον μετοχών ή λοιπών τίτλων κινητών αξιών Ανωνύμων Εταιρειών ή συμμετοχών εις εταιρείας ή συνεταιρισμούς και
γ) λοιπών κινητών μεγάλης αξίας, ως και έργων τέχνης ή συλλογών αντικειμένων αξίας κλπ.”.
2. Εις την παράγραφον 2 του άρθρου 15 του Ν. 820/1978 προστίθεται εδάφιον δεύτερον, έχον ως ακολούθως :
” Οσάκις το εις φόρον υπόχρεον πρόσωπον ζητήση την δι` Ορκωτού Εκτιμητού εκτίμησιν των αντικειμένων της φορολογίας και αποδεχόμενον εν όλω το πορίσμα τούτον, περιλάβη εις την υποβληθησομένην εις την αρμοδίαν Οικονομικήν Αρχήν δήλωσίν του την καθορισθείσαν υπό του Εκτιμητού αξίαν, επισυνάπτων εις την δήλωσιν και την σχετικήν έκθεσιν εκτιμήσεως, απαλλάσσεται του λόγω τυχόν ανακριβείας της δηλώσεως προσθέτου φόρου, του επιμεριστικώς αναλογούντος εις τα εκτιμηθέντα στοιχεία, ως και παντός προστίμου ή άλλης τινός κυρώσεως λόγω της ανακριβείας ταύτης”.
3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 15 του Ν. 820/1978 αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“4. Δια Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, ορίζονται τα της συγκροτήσεως, συνθέσεως, διοικήσεως και λειτουργίας του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, ως και η εμπειρία την οποίαν πρέπει να διαθέτουν οι διοριζόμενοι ως εκτιμηταί του Σώματος, τα του διορισμού και απολύσεως αυτών, τα του ασυμβιβάστου προς την ιδιότητα του Ορκωτού Εκτιμητού, τα των υποχρεώσεων και ευθυνών τας οποίας υπέχουν εν τη ασκήσει των καθηκόντων των, ως και τα των έπιβαλλομένων κυρώσεων επί παραβάσει των υποχρεώσεων τούτων.
Οι Ορκωτοί Εκτιμηταί, προ της αναλήψεως των καθηκόντων των, δίδουν τον όρκον του δημοσίου υπαλλήλου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ε.6. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α΄222/ 12.11.2012).
4. Η εις το πρώτον εδάφιον της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του Ν. 820/1978 φράσις “…υπό των υποχρέων αμοιβαί…”, αντικαθίσταται δια της φράσεως “…υπό των υποχρέων δαπάναι εκτιμήσεως…”. Η εις το δεύτερον εδάφιον της αυτής παραγράφου 5 φράσις “Αι αμοιβαί των ορκωτών εκτιμητών…” αντικαθίσταται δια της φράσεως “Αι αποδοχαί των ορκωτών εκτιμητών…”. Η εις το πρώτον εδαφίον της παραγράφον 6 του άρθρου 15 του Ν. 820/1978 φράσις ” Η είσπραξις της αμοιβής…” αντικαθίσταται διά της φράσεως ” Η είσπραξις της δαπάνης εκτιμήσεως…”. Η εν παραγράφω 7 και υπό στοιχείον αύτου άρθρου 15 του Ν. 820/1978 φράσις “…α)…Το ποσόν των 5.000.000 δραχμών” αντικαθίσταται δια της φράσεως “… α)…Το ποσόν των 25.000.000 δραχμών δι έκαστον έτος”.
5. Η παράγραφος 8 του άρθρου 15 του Ν. 820/1978 αντικαθίσταται, ως ακολούθως:
“8. το Σώμα των Ορκωτών Εκτιμητών διοικείται και ελέγχεται, επιφυλασσομένων των διατάξεων του επομένου εδαφίου, υπό επταμελούς Εποπτικού Συμβουλίου, διοριζομένου διά κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Εμπορίου και Δικαιοσύνης. Ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου είναι συγχρόνως και Διοικητής του Σώματος, απασχολούμενος, προς εκπλήρωσιν των καθηκόντων του,πλήρως και μονίμως, έχει δε τας δια Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, ανατιθεμένας αυτώ αρμοδιότητας, ως και όσας ήθελε τω εκχωρήσει το Εποπτικόν Συμβούλιον διά γενικής ή ειδικής αυτού αποφάσεως. Συνιστάται επταμελές Γνωμοδοτικόν Συμβούλιον, έργον του οποίου είναι ή γιωμοδότησις επί γενικής φύσεως θεμάτων, αφορώντων την λειτουργίαν του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών. Τα μέλη του Συμβουλίου τούτου διορίζονται διά κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, δημοσιευομένης διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως”.
6. Εις το άρθρον 15 του Ν. 820/1978 προστίθενται παράγραφοι υπύ αριθμούς 10 και 11, έχουσαι ως ακολούθως :
“10. Δι’ αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Εμπορίου καθορίζεται η αμοιβή του Προέδρου, Αντιπροέδρου και μελών του Εποπτικού Συμβουλίου. Δι’ αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται τα έξοδα παραστάσεως την μετεχόντων των συνεδριάσεων του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου. Δι’ αποφάσεων του Εποπτικού Συμβουλίου ρυθμίζονται θέματα αναγόμενα εις τον καθορισμόν των αποδοχών του βοηθητικού προσωπικού του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, εις την εκκαθάρισιν των αμοιβών του Εποπτικού Συμβουλίου, των εξόδων παραστάσεως των μελών του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου, των αποδοχών των Ορκωτών Εκτιμητών και του βοηθητικού προσωπικού του Σώματος, εις την εν γένει διαχείρισιν των εξόδων και δαπανών αυτού, ως και εις την πραγματοποίησιν των, υπό του παρόντος άρθρου οριζομένων σκοπών, εφ` όσον δεν προβλέπεται ειδική ρύθμισις τούτων.
11. Διά Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, δύναται να ανατίθεται εις το Σώμα Ορκωτών Εκτιμητών η εκτίμησις και περιουσιακών στοιχείων, μη αποτελούντων αντικείμενον φορολογίας, προσδιοριζομένων και των προσώπων, αιτήσει των οποίων προκαλείται αύτη”.
7. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου άρχεται από της ενάρξεως ισχύος των διατάξεων του άρθρου 15 του Ν. 820/ 1978.
Άρθρον πέμπτον
Κύρωσις αποφάσεων
1. Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου, αφύ ης εξεδόθησαν, αι υπ` αριθ. Ε. 11534 και Ε. 11535 από 21 Δεκεμβρίου 1978 αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, έχουσαι ως ακολούθως:
α) Αριθ. Ε. 11534 Αθήναι 21 Δεκεμβρίου 1978 “Περί της διαδικασίας βεβαιώσεως του φόρου εισοδήματος που αναλογεί στο ποσό της Βουλευτικής αποζημιώσεως”.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντας απόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ζ` Ψηφίσματος (ΦΕΚ 23/1975, Τεύχος Α) “περί καταργήσεως των εις τους Βουλευτάς αναγνωριζομένων ατελειών και ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και τους Βουλευτάς”.
2. Τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 12 του ως άνω Ψηφίσματος.
3. Την ανάγκη για άμεση ρύθμιση των θεμάτων πον αφορούν τη διαδικασία βεβαιώσεως και ειδικότερα, επιστροφής του φόρου που αναλογεί στο ποσό της Βουλευτικής αποζημιώσεως
αποφασίζουμε:
Ορίζουμε ότι ο φόρος εισοδήματος που, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ζ` Ψηφίσματος, αναλογεί στο ποσό της Βουλευτικής αποζημιώσεως, βεβαιώνεται με την ακόλουθη διαδικασία:
1. Στο τέλος κάθε χρόνου, καθώς και σε περίπτωση διακοπής της καταβολής Βουλευτικής αποζημιώσεως, η Υπηρεσία τον Ειδικού Λογιστηρίου της Βουλής διενεργεί οριστική εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος που οφείλεται στο ποσό αυτής της αποζημιώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του αυτού ως άνω Ψηφίσματος.
2. Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου, που έχει παρακρατηθεί από το ποσό της Βουλευτικής αποζημιώσεως, είναι μεγαλύτερο από εκείνο που οφείλεται βάσει της οριστικής εκκαθαρίσεως της προηγουμένης παραγράφου, εκδίδεται, από την Υπηρεσία του Ειδικού Λογιστηρίου της Βουλής απόφαση, η οποία υπογράφεται από τον Πρόεδρο της Βουλής με την οποία προσδιορίζεται το ποσό του φόρου που πρέπει να επιστραφεί στο δικαιούχο.
3. Με βάση την ως άνω απόφαση, συντάσσεται από την Υπηρεσία του Ειδικού Λογιστηρίου της Βουλής τετραπλότυπο ατομικό φύλλο εκπτώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις του Β.Δ. 757/1969 “περί της διαρθρώσεως των Δημοσίων Ταμείων, των καθηκόντων του Προσωπικού αυτών, του λογιστικού συστήματος των Δημοοίων Ταμείων, των τηρουμένων υπ` αυτών λογιστικών και διαχειριστικών βιβλίων και του τρόπου τηρήσεως αυτών, της λειτουργίας εν γένει των Δημοσίων Ταμείων και της ευθύνης των Ταμιακών υπολόγων και των Ταμιακών εν γένει υπαλλήλων”.
4. Το κατά τα ανωτέρω τετραπλότυπο ατομικό φύλλο εκπτώσεως αποστέλλεται στο Δημόσιο Ταμείο Γενικών Εσόδων Αθηνών για την εκτέλεσή του χαι την επιστροφή από το Ταμείο τούτο στο δικαιούχο του επί πλέον φόρου που παρακρατήθηκε.
5. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο. Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
β) Αριθ. Ε. 11535 Αθήναι 21 Δεκεμβρίου 1978 “Περί διαδικασίας βεβαιώσεως της εισφοράς του Ν. 816/1978, που αναλογεί στο ποσό της Βουλευτικής αποζημιώσεως”.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ζ` Ψηφίσματος (ΦΕΚ 23/1975, Τεύχος Α` ) “περί καταργήσεως των εις τους Βουλευτάς αναγνωριζομένων ατελειών και ρυθμίσεως θεμάτων αναφερομένων εις τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και τους Βουλευτάς”.
2. Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν. 565/1977 “περί καθορισμού της χορηγίας του Προέδρου της Δημοκρατίας”.
3. Τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 5 του Ν. 816/Ι978 “περί επιβολής εισφοράς δια την αντιμετώπισιν των εκτάκτων δαπανών εκ των σεισμών εις τον Νομόν , Θεσσαλονίκης, την Επαρχίαν Βισαλτίας του Νομού Σερρών και την επαρχίαν Κιλκίς του Νομού Κιλκίς,
αποφασίζουμε :
1. Το ποσό της εισφοράς βεβαιώνεται στο Δημόσιο Ταμείο Γενικών Εσόδων Αθηνών, με χρηματικό κατάλογο, ο οποίος συντάσσεται από την Υπηρεσία τον Ειδικού Λογιστηρίου της Βουλής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του Β.Δ. 757/1969 “περί της διαρθρώσεως των Δημοσίων Ταμείων, των καθηκόντων του προσωπικού αυτών, του λογιστικού συστήματος των Δημοσίων Ταμείων, των τηρουμένων υπ’ αυτών λογιστικών και διαχειριστικών βιβλίων και του τρόπου τηρήσεως αυτών, της λειτουργίας εν γενεί των Δημοσίων Ταμείων και της ευθύνης των Ταμιακών υπολόγων και των Ταμιακών εν γένει υπαλλήλων”.
2. Νόμιμο τίτλο βεραιώσεω της εισφοράς αποτελεί ή οριστίκή εκκαθάριση του φόρου εισοδήματος που οφείλεταί στο ποσό της Βουλευτικής αποζημίώσεως που καταβλήθηκε στους δικαίούχους κατά την περίοδο από 1.1. έως 31.12.1977.
3. Για τον υπολογισμό της εισφοράς εκδίδεται από την Υπηρεσία του Ειδικού Λογιστηρίου της Βουλής εκκαθαριστικό σημείωμα, το οποίο υπογράφεται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας αυτής. Αντίγραφο του σημειώματος τούτου αποστέλλεται επί αποδείξει στον υπόχρεο.
4. Τα ανωτέρω εφσρμόζονται και για τη βεβαίωση του ποσού της εισφοράς που προχύπτει στο φόρο που αναλογεί στα ποσά της χορηγίας του Προέδρου της Δημοκρατίας ή των συντάξεων που καταβάλλονται σε όσους διετέλεσαν Πρόεδροι Δημοκρατίας.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
2. Κυρούνται και έχουν ισχύν νόμου, αφ`ης εξεδόθησαν, οι υπύ άριθ. Ε. 300/πολ. 4 από 12 Ιανουαρίου 1979 και Ε. 2380 από 28 Φεβρουαρίου 1979 αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, έχουσαι ως ακολούθως :
α) Αριθ. Ε. 300 Αθήναι 12 Ιανουαρίου 1979 ” Απαλλαγή από φόρο εισοδήματος και από τέλη χαρτοσήμου των οικονομικών ενισχύσεων, που καταβλήθηκαν λόγω των σεισμών της Θεσσαλονίκης”.
1. Ανακοινούται ότι τα ποσά των πάσης φύσεως οικονομικών ενισχύσεων, τα οποία καταβλήθηκαν οικειοθελώς από εργοδότες που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση στις περιοχές του Νομού Θεσσαλονίκης, της επαρχίας Βισαλτίας του Νομού Σερρών καί της επαρχίας Κιλκίς του Νομού Κιλκίς, σε μισθωτούς εν γένει, για την αντιμετώπιση των εκτάκτων οικονομικών αναγκών τούτων κατά τη διάρκεια και λόγω των σεισμών που έπληξαν τις περιοχές αυτές, δε θεωρούνται εισόδημα. Οι ως άνω οικονομικές ενισχύσεις απαλλάσονται από τα τέλη χαρτοσήμου.
2. Επίσης, δεν οφείλονται τέλη χαρτοσήμου για τις καταβληθείσες βάσει της υπύ άριθ. 27915/3050/4.7.1978 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Συντονισμού και Εργασίας οικονομικές ενισχύσεις (υπό μορφήν δανείων, προκαταβολών κλπ.).
3. Τυχόν καταβληθέντα ποσά για φόρο εισοδήματος και τέλη χαρτοσήμου, επιστρέφονται στους δικαιούχους.
4. Η παρούσα να κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
β) Αρ. πρωτ. Ε. 2380 Αθήναι 28 Φεβρουαρίου 1979 “Συμψηφισμός του ποσού του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων που επιστρέφεται από το Δημόσιο με το ποσό που οφείλεται από το φορολογούμενο”.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντας υπόψη:
1. Την ανάγκη απλοποιήσεως του συστήματος της επιστροφής του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων.
2. Τις διατάξεις του Νόμου 277 και 1976 “περί εκδόσεως υπό του Ελληνικού Δημοσίου επιταγών προς επιστροφήν αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, τελών και λοιπών εσόδων”.
3. Τις διατάξεις του άρθρου 7 του Νόμου 820 του 1978 “περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων”.
4. Τις διατάξεις του άρθρου 83 του Νομοθετικού Διατάγματος 356 του 1974 “περί κώδικος εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων ΚΕΔΕ”,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
΄Άρθρον 1.
1. Το χρεωστικό υπόλοιπο που οφείλεται βάσει αρχικής δηλώσεως φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, συμψηφίζεται οίκοθεν από τη Διεύθυνση Μηχανογραφήσεως με το τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από την εκκαθάριση της δηλώσεως αυτής, εφόσον :
α) το πιστωτικό ποσό δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ( 10.000) δραχμές.
β) Το πιστωτικό υπόλοιπο δεν προέρχεται από προκαταβολή φόρου προηγουμένου τους.
2. Αν το χρεωστικό υπόλοιπο προ του συμψηφισμού δεν υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων (500) δραχμών, δεν λαμβάνεται υπόψη για το συμψηφισμό.
3. Το ποσό του χρεωστικού υπολοίπου, κατά το τμήμα που καλύπτεται από το πιστωτικό υπόλοιπο να συμψηφίζεται κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μειώνεται κατά ποσοστό 10%. Η μείωση αυτή γίνεται στο ποσό του χρεωστικού υπολοίπου που προέρχεται από εμπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος.
4. Αν το προς βεβαίωση, μετά το συμψηφισμό, τελικώς οφειλόμενο ποσό δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες (500) δρχ., ή βεβαίωση αμελείται.
5. Το προερχόμενο από οποιαδήποτε αιτία πιστωτικό υπόλοιπο, εφόσον δεν υπερβαίνει τις εκατό (100) δραχμές, δεν επιστρέφεται.
Άρθρον 2.
Εξουσιοδοτούνται οι Διευθυντές των Δημοσίων Ταμείων και ο Διευθυντής της Διευθύνσεως Μηχανογραφήσεως της Υπηρεσίας Μελετών και Οργανώσεως του Υπουργείου των Οικονομικών και σε περίπτωση απουσίας αυτών, λόγω κανονικής ή αναρρωτικής αδείας, οι νόμιμοι αναπληρμτές των να υπογράφουν, με την ένδειξη “με εντολή Υπουργού” τις δυνάμει του Νόμου 277 του 1976 “περί εκδόσεως υπό του Ελληνικού Δημοσίου επιταγών, προς επιστροφήν αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, τελών και λοιπών εσόδων” εκδιδόμενες επιταγές, θέτοντας κάτω από την ύπογραφή τους την ατομική τους σφραγίδα καθώς και την σφραγίδα της υπηρεσίας τους. Η υπογραφή μπορεί να αποτυπωθεί και με μηχανικό μέσο.
Οι εκδιδόμενες μετά το συμψηφισμό από την Μηχανογράφηση επιταγές, προς επιστροφήν αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων, τελών και λοιπών εσόδων, αποστέλλονται επί αποδείξει στις Οικονομικές Εφορίες, προς έλεγχο και αποστολή στους δικαιούχους.
Σε περίπτωση διαπιστώσεως, από τον Οικονομικό Έφορο λάθους στο πιστωτικό σημείωμα βάσει του οποίου εκδίδεται η ισόποση επιταγή του Ν. 277/76 προέρχεται αυτός στις εξής ενέργειες :
α) Ακυρώνει τη σχετική επιταγή.
β) Διορθώνει το πιστωτικό σημείωμα το οποίο διαβιβάζει μαζί με την ακυρωθείσα επιταγή στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο.
Στην περίπτωση αυτή η επιστροφή του ποσού στον δικαιούχο από το αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο θα γίνεται κατύ ανάλογο εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 5 της υπύ αριθμόν 1540/50/7.1.77 (ΦΕΚ 3 τ. Β`) αποφάσεώς μας.
Άρθρον 3.
1. Η εμφάνιση των συμψηφιζομένων ποσών του άρθρου 1 της παρούσης στα έξοδα και αντιστοίχως στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού θα γίνεται βασεί συγκεντρωτικων κατα7τάσεων που θα εκδίδονται από την Υπηρεσία Μελετών και Οργανώσεως Διεύθυνση Μηχανογραφήσεως, χωριστά για τα έξοσα και έσοδα, μετά την τελική επεξεργασία των εκκαθαριστικών σημειωμάτων των φορολογικών δηλώσεων εκάστου έτους.
Ειδικότερα, κάθε συγκεντρωτική κατάσταση θα περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:
Α`. Κατάσταση εξόδων.
α) το υπουργείο, τον ειδικόν φορέα και τους κωδικούς αριθμούς εξόδων στους οποίους καταλογίζονται τα συμψηφιζόμενα ποσά για την επιστροφή των αχρεωστήτως εισπραχθέντων.
β) το οικονομικό έτος.
γ) Το καθαρό κατά κωδικό αριθμό εξόδου συμψηφιζόμενο ποσό το οποίο προκύπτει μετά την αφαίρεση του 10% της εκπτώσεως.
δ) Τον τόπο και τη χρονολογία εκδόσεως της καταστάσεως.
ε) Την υπογραφή του προϊσταμένου της Διευθύνσεως Μηχανογραφήσεως ή του εξουσιοδοτημένου αρμοδίου υπαλλήλου.
Β` Κατάσταση εσόδων.
α) το οικονομικό έτος που αναφέρονται τα οφειλόμενα στο Δημόσιο ποσά που συμψηφίζονται.
β) Το κατά κωδικό αριθμό εσόδου αρχικό προς συμψηφισμό ποσό.
γ) Το ποσό κατά κωδικό αριθμό εσόδου της εκπτώσεως του 10% επί των συμψηφιζομένων ποσών.
δ) Το καθαρό συμψηφιζόμενο ποσό κατά κωδικό αριθμό εσόδου.
ε) τον τόπον και τη χρονολογία εκδόσεως της καταστάσεως.
στ) Την υπογραφή του προϊσταμένου της Διευθύνσεως Μηχανογραφήσεως ή του εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου.
Οι ανωτέρω καταστάσεις οι οποίες θα εκδίδονται για τα έξοδα σε τέσσερα αντίγραφα και για τα έσοδα σε οκτώ (8) αντίγραφα θα στέλνονται στο Δ.6-Λογαριασμών του Δημοσίου (Τμ. Α`) του Γ.Λ.Κ. και θα αποτελούν τίτλο για την εμφάνιση των συμψηφιζομένων ποσών στα έξοδα και έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.
2. Βασεί της καταστάσεως υπό στοιχείο Α` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ο υπόλογος συμψηφισμών του Γ.Λ.Κ. θα εμφανίζει στα έξοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού τα κατά κωδικό αριθμό εξόδου τελικώς συμ- ψηφισθέντα ποσά.
3. Το Ταμείο Γενικών Εσόδων Αθηνών, στο οποίο θα αποστέλλεται η κατάσταση υπό στοιχείο Β` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου σε έξι αντίγραφα από τη Δ.6-Λογαριασμών του Δημοσίου του Γ.Λ.Κ., θα προ- έρχεται βάσει αυτής :
α) στη βεβαίωση των αρχικών προς συμψηφισμό οφειλομένων στο Δημόσιο ποσών,
β) στη διαγραφή του 10% της εκπτώσεως επί των ποσών τούτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 παρ. 7 του Β.Δ. 757/1969 και
γ) στην εισαγωγή στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού των τελικώς συμψηφιζομένων ποσών, δια της εκδόσεως γραμματίου εισπράξεως συμψηφιστικής διαχειρίσεως.
Άρθρον 4
1. Δημιουργούμε στη δημοσία ληψοδοσία το λογαριασμό “τρεχούμενος λογαριασμός συμψηφιζομένων απαιτήσεων του Δημοσίου έναντι επιστροφών φόρου εισοδήματος Ν.Δ. 277/1976 με αριθμό Κώδικος 550 της ομάδος 113 “Τρεχούμενοι Λογαριασμοί”.
Καθορίζουμε την κίνηση αυτού ως ακολούθως :
Ο Λογαριασμός “Τρεχούμενος Λογαριασμός συμψηφιζομένων απαιτήσεων του Δημοσίου έναντι επιστροφών φόρου εισοδήματος Ν.Δ. 277/76″ θα πιστώνεται υπό του Ταμείου Υπολόγου Συμψηφισμών του Γ.Λ.Κ. βάσει της καταστάσεως υπό στοιχείο Α` της παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσης, με αντίστοιχη χρέωση των εξόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού υπό τους οίκείους κωδικούς αριθμούς και θα χρεώνεται υπό του Ταμείου Γενικών Εσόδων Αθηνών, βάσει της καταστάσεως υπό στοιχείο Β` της παρ. 1 του αριθμού 3 με πίστωση των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού.
2. `Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Άρθρον έκτον
Κύρωσις αποφάσεων
1. Κυρούνται αφύ ης εξεδόθησαν και έχουν ισχύ νόμου αι υπύ άριθ. Κ.11366/840/23.10.1978, Κ.13082/1044/ 23.12.1978, Κ.1005/124/27.1.1979, Κ.1877/238/22.2.79 και Κ. 4857/631/25.5.1979 αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, έχουσαι ως ακολούθως:
α) Αριθ. πρωτ. Κ.11366/840 Αθήναι 23.10.1978 Οι προθεσμίες υποβολής δηλώσεως που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 62 και του άρθρου 64 του Ν.Δ. 118/1973 περί Κώδικος φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών εκ λαχείων”, όπως τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 41 του Νόμου 814/1978 “περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων”, παρατείνονται μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1978, εφόσον η λήξη τους είναι προγενέστερη της προθεσμίας αυτής και πάντως μετά την 13ην Σεπτεμβρίου 1978, ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του Ν. 814/1978.
Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
β) Αριθ. πρωτ. Κ. 13082/1044 Αθήναι 23.12.1978
Εχοντας υπόψη την ανάγκη της σύντομης περαιώσεως των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και της έγκαιρης βεβαιώσεως και εισπράξεως των εσόδων του Δημοσίου από φόρους, τέλη, εισφορές και δικαιώματα υπέρ αυτού ή τρίτων.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ με
1. Οι υπόχρεοι, που μέχρι σήμερα δεν υπέβαλαν δήλωση ή υπέβαλαν ανακριβή δήλωση για τις φορολογικές υποθέσεις που αναφέρονται στην παρ. 1 της αποφασεώς μας αριθ. Κ.8173/422/21.6.1978, ή οποία κυρώθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 814/1978 “περι συμπληρώσεως και τροποποιήσεως φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων”, για τις οποίες δεν κοινοποιήθηκε μέχρι σήμερα φύλλο ελέγχου ή καταλογιστική πράξη του οικονομικού Εφόρου, μπορούν να υποβάλουν μέχρι της 30 Ιανουαρίου 1979 αρχική ή συμπληρωματική δήλωση,χωρίς επιβολή προσθέτου φόρου, προσαυξήσεως, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κυρώσεως, λόγω εκπροθέσμου.
2. Για τις υποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου, για τις οποίες : α) έχουν κοινοποιηθεί μέχρι σήμερα ή θα κοινοποιηθούν μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979, β) έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμες προσφυγές και παραμένουν στην Οικονομική Εφορία ή έχουν διαβιβασθεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο για εκδίκαση και δεν σνζητήθηκαν μέχρι σήμερα στην ουσία τους ή θα ασκηθούν εμπροθέσμως προσφυγές μέχρι της χρονολογίας αυτής, είναι δυνατή ή υποβολή μέχρι της 30.1.1979 αιτήσεως εξώδικης λύσεως της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 της αποφάσεώς μας Κ. 8173/422/21.6.1978.
3. Στις υποθέσεις α) των φορολογιών μεταβιβάσεως ακινήτων, κληρονομιών, δωρεών και προικών, για τις οποίες ή φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι και 31 Δεκεμβρίου 1977 και β) φορολογίας ακινήτου περιουσίας για τα μέχρι και του 1978 ημερολογιακά έτη, για τις οποίες μέχρι σήμερα εχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις και δεν έχουν οριστικοποιηθεί ή θα κοινοποιηθούν μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979 ή έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμες προσφυγές και παραμένουν στην Οικονομική Εφορία ή διαβιβάσθηκαν στο Διοικητικό Πρωτοδικείο για εκδίκαση και δεν συζητήκαν μέχρι σήμερα στην ουσία τους ή θα ασκηθούν εμπροθέσμως προσφυγές μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979, έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στην παράγρ.5 της υπύ αριθ. Κ. 8173/422/ 21.6.1978 αποφάσεως, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση άριθ. Κ. 8367/438/29.6.1978 που κυρώθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 814/ 1978, εφόσον θα υποβληθεί μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979 δήλωση περί αποδοχής των ποσοστών των διαφορών, που ορίζονται στην απόφαση αυτή.
4. Σε περίπτωση που υπόθεση φορολογίας ακινήτου περιουσίας περαιώθηκε οριστικά με αποδοχή ποσοστού 50% του αμφισβητουμένου φόρου, κατά τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 5 της αποφάσεώς μας Κ. 8173/ 422/21.6.1978, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθ. Κ. 9032/569/25.7.1978 όμοια και κυρώθηκε με το άρθρο 23 του Ν. 814/1978 ή θα περαιωθεί μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979 και ο φορολογούμενος για υπόθεση της ίδιας φορολογίας των επομένων μέχρι του 1978 ετών, έστω και αν δεν κοινοποιήθηκε πράξη, υποβάλλει στον Οικονομικό Εφορο, μέχρι και της 30 Ιανουαρίου 1979, δήλωση με την οποία αποδέχεται το συνολικό ποσό του φόρου (δηλώσεως και ποσοστού 50% του αμφισβητηθέντος) που προσδιορίστηκε οριστικά για το αμέσως προηγούμενο έτος, η υπόθεση περαιώνεται χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει επέλθει οποιαδήποτε μεταβολή στα υποκείμενα σε φορολογία ακίνητα ή εμπράγματα επί τούτων δικαιώματα. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις φορολογίας ακινήτου περιουσίας, που περαιώθηκαν οριστικά με εξώδικη λύση της φορολογικής διαφοράς ή με απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ή Εφετείου. Στις περιπτώσεις αυτές το ποσοστό 50% θα υπολογισθεί επί του αμφισβητηθέντος με την πράξη τον Οικονομικού Εφόρου και όχι επί του φόρου που προέκυψε βάσει της εξώδικος λύσεως της διαφοράς ή της αποφάσεως του Διοίκητικού Δικαστηρίου. Η κατά τα προηγούμενα εδάφια διαδικασία εφαρμόζεται και όταν, μετά την οριστική περαίωση της υποθέσεως, τα υποκείμενα σε φορολογία ακίνητα, στα επόμενα έτη θα μειωθούν, λόγω μεταβιβάσεως τους. Στις περιπτώσεις αυτές το ποσοστό 50% θα υπολογισθεί επί του εμφισβητηθέντος φόρου με την πράξη του Οικονομικού Εφόρου για το έτος της οριστικής περαιώσεως της υποθέσεως, που αφορά όμως μόνο τα υποκείμενα σε φορολογία ακίνητα των επομένων ετών. Σε περίπτωση που τα υποκείμενα στη φορολογία ακίνητα αυξηθούν στα επόμενα χρόνια εφαρμόζεται η ανωτέρω διαδικασία μόνον για τα ακίνητα, για τα οποία η φορολογική διαφορά περαιώθηκε οριστικά.
5. Υποθέσεις επιβολής αυτοτελών προστίμων (Κ.Φ.Σ. κλπ.) για τις οποίες: α) έχουν κοινοποιηθεί σχετικές αποφάσεις του Οικονομικού Εφόρου και δεν έχουν οριστικοποιηθεί μέχρι σήμερα ή θα κοινοποιηθούν μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979, β) έχουν ασκηθεί εμπρόθεσμες προσφυγές που παραμένουν στην Οικονομική Εφορία ή έχουν διαβιβασθεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο για εκδίκαση που δεν έχουν συζητηθεί μέχρι σήμερα στην ουσία τους ή θα ασκηθούν εμπροθέσμως προσφυγές μέχρι 30 Ιανουαρίου 1979, περαιώνονται οριστικά αν ο υπόχρεος υποβάλει δήλωση μέχρι και στις 30 Ιανουαρίου 1979 και αποδεχθεί την καταβολή του πενήντα τοις εκατόν (50%) του επιβληθέντος προστίμου.
6. Για τις υποθέσεις των παραγράφων 1-5 της παρούσης, εφαρμόζονται ανάλογα οι σχετικές διατάξεις της αποφάσεώς μας αριθ. Κ. 8173/422/21.6.1978, όπως τροποποιήθηκε με τις αποφάσεις αριθ. Κ. 8367/438/1978 και 9621/595/1978 και κυρώθηκαν με το άρθρο 23 του Ν. 814/78.
7. Οι διατάξεις του άρθρου 23 παράγρ. 3 εδάφιο πρώτο, του Ν. 814/1978 εξακολουθούν να ισχύουν.
8. Για τις υποθέσεις φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 1978, για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 23 του Ν. 814/1978, ο φόρος καταβάλλεται στις δόσεις που βεβαιώθηκε, από τις οποίες η πρώτη μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που έγινε η βεβαίωση της οφειλής.
9. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
γ) Αριθ. πρωτ. Κ. 1005/124 Αθήναι 27.1.1979
1. Οι προθεσμίες για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου από φόρους, τέλη, εισφορές και δικαιώματα υπέρ αυτού ή τρίτων, που σύμφωνα με την αποφασή μας αριθ. Κ. 13082/1044 (Πολ. 177) της 23.12.1978 λήγουν την 30η Ιανουαρίου 1979, παρατείνονται μέχρι και της 27ης Φεβρουαρίου 1979.
2. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
δ) Αριθ. πρωτ. Κ. 1877/238 Αθήναι 22.2.1979
1. Οι προθεσμίες για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου από φόρους, τέλη και δικαιώματα υπέρ αυτού και τρίτων, που, σύμφωνα με τις αποφάσεις μας Κ. 13082/1044 (Πολ. 177)/23.12.1978 και Κ. 1005/124/(Πολ. 15)/27.1.1979, λήγουν την 27η Φεβρουαρίου 1979, παρατείνονται μέχρι και της 30ης Μαϊου 1979.
2. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ε) Αριθ. πρωτ. Κ. 4857/631 Αθήναι 25.5.1979
1. Οι προθεσμίες για την περαίωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και την έγκαιρη βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων του Δημοσίου από φόρους, τέλη και δικαιώματα υπέρ αυτού και τρίτων, που, σύμφωνα με τις αποφάσεις μας Κ. 13082/1044 (Πολ. 177/)23.12.1978, Κ. 1005/124 (Πολ. 15)/27.1.1979 και Κ. 1877/238 (Πολ. 30)/22.2.1979, λήγουν την 30ην Μαϊου 1979, παρατείνονται μέχρι και της 30 Ιουλίου 1979.
2. Η απόφαση αυτή θα κυρω9εί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
2. Κυρούνται αφύ ης εξεδόθησαν και έχουν ισχύν νόμου αι κάτωθι αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών :
α) Η υπύ αριθ. 118913/4890/24.8.1978 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών “περί ρυθμίσεως μισθολογικών θεμάτων” δημοσιευθείσα εις το υπύ αριθ. 749/78 (ΦΕΚ τεύχος Β`),
β) Η υπύ άριθ. 4089/117/30.1.1979 απόφασις “περί υπερωριακής εργασίας υπαλλήλων ΓΔΦ και ΔΠ κλπ. και Δημοσίων Ταμείων” δημοσιευθείσα εις το υπύ αριθ. 181/22.2.1979 ΦΕΚ (τεύχος Β` ).
γ) Η υπ’ αριθ. 28507/859/2.3.79 απόφασις “περί παρατάσεως υπερωριακής εργασίας υπαλλήλων ΓΔΦ και ΔΠ κλπ. “δημοσιευθείσα εις το υπύ αριθ. 237/10.3.1979 ΦΕΚ (τεύχος Β`).
Εις την, δια των αποφάσεων τούτων, καθιερωθείσαν υπερωριακήν εργασίαν περιλαμβάνονται και οι υπάλληλοι των Γραφείων ΔΑΠ. 3. Κυρούνται αφύ ης εξεδόθησαν και έχουν ισχύ νόμου αι αριθ. Σ. 1561/44/14.3.1979, Κ. 3349/68/6.4.1979 και 56810/111-176/9.5.1979 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, έχουσαι ως ακολούθως :
α) Αριθ.Πρωτ. Σ. 1561/44 Αθήναι 14 Μαρτίου 1979 ύΕχοντας υπόψη :
1. Το γεγονός, ότι μεγάλες ποσότητες γεωμήλων εαρινής παραγωγής έτους 1978 των περιφερειών του Νομών Αχαϊας και Ηλείας διατέθηκαν στο εξωτερικό σε χαμηλές τιμές από συνεταιριστικές οργανώσεις των παραγωγών και άλλους εξαγωγείς, με συνέπεια να επιδοτηθούν από το Δημόσιο οι παραγωγοί αυτών για την κάλυψη των εξόδων τους και να μη μπορέσουν οι συνεταιριστικές οργανώσεις και λοιποί εξαγωγείς των γεωμήλων να υποβάλουν εμπρόθεσμα δηλώσεις και να καταβάλουν τα οφειλόμενα ποσά από χαρτόσημο και εισφορά του άρθρου 10 του Ν. 4169/61, ως ισχύει, για τις ποσότητες γεωμήλων που διατέθηκαν κατά το δεύτερο τρίμηνο του 1978.
2. Αιτήματα των ενδιαφερομένων περί διευκολύνσεως εκπληρώσεως των παραπάνω υποχρεωσεών τους,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ με
Εγκρίνουμε, την χωρίς συνέπειες λόγω εκπροθέσμου, παραλαβή μέχρι 31.5.1979 των δηλώσεων και την καταβολή των τελών χαρτοσήμου και εισφοράς του άρθρου 10 του Νόμου 4169/1961, που οφείλονται επί των τιμολογίων αγοράς ή πωλήσεως ή εκκαθαρίσεων, που αφορούν γεώμηλα εαρινής παραγωγής 1978 των περιφερειών των Νομών Αχαϊας και Ηλείας, τα οποία διατέθηκαν κατά το δύτερο τρίμηνο του έτους 1978.
Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
β) Αριθ. Κ. 3349/68 Αθήναι 6 Απριλίου 1979
Εχοντας υπόψη :
Τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου Ν. 11/1975 “περί φορολογίας ακινήτου περιουσίας και τροποποιήσεως άλλων τινών διατάξεων”, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 39 του Ν. 542/1977 “περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διατάξεων”.
2. Την ανάγκη διευκολύνσεως των φορολογουμένων για την υποβολή της φορολογικής τους δηλώσεως για το έτος 1979,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ με
Παρατείνουμε την προθεσμία για την υποβολή δηλώσεων φορολογίας ακινήτου περιουσίας για το έτος 1979, που λήγει την 15 Απριλίου 1979, μέχρι και της 30 Μαϊου 1979.
Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
γ) Αριθ. 56810/111-176 Αθήναι 9 Μαϊου 1979
Εχοντες υπόψη :
1. Τις διατάξεις του άρθρου 16α Ν.Δ. 3323/1955, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 του Ν.Δ. 820/1978 “περί λήψεως μέτρων δια την περιστολήν της φοροδιαφυγής και άλλων τινών συναφών διατάξεων”.
2. `Οτι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 9 του Ν.Δ. 4242/1962, ως ισχύει, χορηγείται έκπτωση 10% στο ποσό της οφειλής που προκύπτει από την εμπρόθεσμη δήλωση του άρθρου 16α του Ν.Δ. 3323/1955, αν οι οφειλέτες εξοφλήσουν τα σχετικά ποσά μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσεως.
3. Την ανάγκη για ίση μεταχείριση, ως προς την χορήγηση της εκπτώσεως 10% των οφειλετών που υπεβαλαν πριν από την ημέρα λήξεως της νόμιμης προθεσμίας τη δήλωση του άρθρου 16α Ν.Δ. 3323/1955 έναντι των οφειλετών που υπέβαλαν τη δήλωση τον ίδιου άρθρου κατά την ημέρα λήξεως της νόμιμης προθεσμίας,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
1. Σε περίπτωση υποβολής της δηλώσεως του άρθρου 16α Ν.Δ. 3323/1955 και καταβολής της πρώτης δόσεως της οφειλής, πριν από την ημέρα λήξεως της νόμιμης προθεσμίας υποβολής της δηλώσεως αυτής, οι υπόχρεοι δικαιούνται της εκπτώσεως 10% στο συνολικό ποσό της οφειλής, αν, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας αυτής, εξοφλήσουν ολόκληρο το ποσό αυτής της οφειλής.
2. Σε περίπτωση που η οφειλή που προκύπτει από την ως άνω δήλωση καταβάλλεται σε δόσεις, η δεύτερη από αυτές πρέπει να καταβληθεί μέχρι τη 10η του μήνα ο οποίος ακολουθεί τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της εμπρόθεσμης δηλώσεως ή προκειμένου για εταιρία περιωρισμένης ευθύνης μέχρι τη 10η του μεθεπομένου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της εμπρόθεσμης δηλώσεως.
3. Εξαιρετικά, για το οικονομικό έτος 1979, όσοι εκ των ως άνω οφειλετών κατέβαλαν την πρώτη δόση ή ποσό μεγαλύτερο αυτής μέχρι την ημέρα λήξεως της νόμιμης προθεσμίας υποβολής της δηλώσεώς τους, δικαιούνται την έκπτωση 10% εφόσον εξοφλήσουν την οφειλή τους μέχρι και την 25η Μαϊου 1979.
4. Η απόφαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
4. Κυρούνται αφύ ης εξεδόθησαν και έχουν ισχύ νόμου, αι υπ` αριθ. Μ. 4918/733/23.10.1978, Ε. 8821/689/15.1.79, Μ. 536/127/8.2.1979, Μ. 1096/266/27.3.19791 Μ. 1731/48Ι/26.5.1979 αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, έχουσαι ως ακολούθως :
α) Αριθ. Μ. 4918/733 Αθήναι 23 Οκτωβρίου 1978
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Ν. 12/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών συναφών διατάξεων” και του άρθρου 20 του Ν. 231/1975 “περί αντικαταστάσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών τινών διατάξεων”.
2. Τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 66 του Ν. 542/1977 “περί τροποποιήσεως, αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως φορολογικών και άλλων τινών διτάξεων”.
3. Την ανάγκη εξισορροπήσεως των συνθηκών εκμεταλλεύσεως για τα αυτοκίνητα λεωφορεία δημοσίας χρήσεως που έχουν ή δεν έχουν ενταχθεί στα ΚΤΕΛ, προς τα λοιπά υπεραστικά λεωφορεία δημοσίας χρήσεως της Χώρας που έχουν απαλλαγεί από την εισφορά 8% επί των εισπράξεων εκ μεταφοράς επιβατών,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Παρατείνουμε μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1980 την απαλλαγή από τα τέλη κυκλοφορίας και τα τέλη σταθμεύσεως, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Ν. 12/1975 και του άρθρου 20 του Νόμου 231/1975, για τα αυτοκίνητα λεωφορεία δημοσίας χρήσεως, που εκτελούν συγκοινωνία και κυκλοφορούν εντός των νήσων. Η παρούσα απόφαση θα κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
β. Αριθ. Ε. 8821/689 Αθήναι 15 Ιανουαρίου 1979
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 3279/1955 “περί διαρρυθμίσεως της φορολογίας δημοσίων θεαμάτων”, ως ισχύει.
2. Τας διατάξεις του άρθρου 26 του Ν. 231/1975 “περί αντικαταστάσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως φορολογικών τινών διατάξεων”.
3. Την ανάγκη διατηρήσεως της τιμής των εισιτηρίων κινηματογράφου σε χαμηλά επίπεδα για την πρστασία του καταναλωτικού κοινού,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ με
Ορίζουμε :
1) Τους υπό της περιπτώσεως Γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 3279/1955, ως ισχύει, προβλεπόμενους συντελεστές φόρου δημοσίων θεαμάτων επί των εισιτηρίων κινηματογράφου, ως ακολούθως : α) εις είκοσιν επί τοις εκατόν (20%) για τιμή εισιτηρίου έως είκοσι πέντε (25) δραχμές και β) εις είκοσι δύο επί τοις εκατό (22%) για το πέρα των είκοσι πέντε (25) δραχμών τμήμα της τιμής τον εισιτηρίου. Εξαιρετικώς, για τις περιφέρειες τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και Θεσσαλονίκης, οι συντελεστές του φόρου αυτού ορίζονται ως κάτωθι : α) εις είκοσι επί τοις εκατό (24%) για τιμή εισιτηρίου έως είκοσι πέντε (25) δραχμές και β) εις είκοσι επτά επί τοις εκατό (27%) για το πέρα των είκοσι πέντε (25) δραχμών τμήμα της τιμής του εισιτηρίου.
2. Εκ των καθοριζομένων κατά τ` ανωτέρω συντελεστών φόρου δημοσίων θεαμάτων επί των εισιτηρίων κινηματογράφου των περιφερειών της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης και Θεσσαλονίκης, ποσό φόρου που αναλογεί σε 4 μονάδες του φόρου αυτού, αποδίδεται υπέρ ιδρυμάτων και Οργανισμών του Ν.Δ/τος 572/1970.
3. Η παρούσα, η ισχύς της οποίας άρχεται από 1ης Φεβρουαρίου 1979, θα κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
γ) Μ. 536/127 Αθήναι 8 Φεβρουαρίου 1979
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του Ν. 2367/1953 “περί τίτλων κυριότητος, ταξινομήσεως, αδειών κυκλοφορίας και φορολογίας αυτοκινήτων”, ως ούτος ισχύει και του Ν.Δ. 3839/1958 “περί φορολογίας των πετρελαιοκινήτων αυτοκινήτων, τροποποιήσεως ενίων διατάξεων της φορολογίας των αυτοκινήτων και του νόμου 1910/1944 περί προστασίας πολυτέκνων κλπ.”, ως ούτος ισχύει.
2. Την ανάγκη εξισορροπήσεως των συνθηκών εκμεταλλεύσεως των αυτοκινήτων που εκτελούν συγκοινωνία σε υπεραστικές άγονες οδικές γραμμές, οι οποίες δεν εξυπηρετούνται με λεωφορεία που έχουν ενταχθεί εις ΚΤΕΛ, προς τα λοιπά υπεραστικά λεωφορεία δημοσίας χρήσεως.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Απαλλάσσουμε των τελών κυκλοφορίας, ως και των συνεισπραττομένων τελών σταθμεύσεως, τα αυτοκίνητα οχήματα τα οποία εκτελούν συγκοινωνία σε υπεραστικές οδικές γραμμές, οι οποίες δεν εξυπηρετούνται με λεωφορεία που έχουν ενταχθεί εις ΚΤΕΛ. Η παρούσα, η ισχύς της οποίας άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1979, θα κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
δ) Μ. 1096/266 Αθήναι 27 Μαρτίου 1979
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του άρθρου 3 τον Ν. 363/1976 “περί διαρρυθμίσεως των επί των αυτοκινήτων Ιδιωτικής Χρήσεως επιβαλλομένων φόρων”, ως ισχύει.
2. Την ανάγκη προσαρμογής, του εφάπαξ πρόσθετου ειδικού τέλους στο επίπεδο μειώσεως των δασμών και του ειδικού φόρου καταναλώσεως του Ν. 827/1978 “περί ρυθμίσεως δασμολογικών θεμάτων και άλλων τινών διατάξεων”, για τα επιβατικά αυτοκίνητα Ιδιωτικής χρήσεως που ανήκουν σε καθηγητές, υφηγητές και ειδικούς επιστήμονες που έχουν έλθει από το εξωτερικό,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Ορίζουμε εις το εν τρίτον (1/3) του ισχύοντος το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος που προβλέπεται με το δεύτερο εδάφιο της παράγρ. 7 του άρθρου 12 του Ν.Δ. 2544/1953 “περί τελωνισμού ειδών ατομικής χρήσεως επιβατών και ειδών μετοικούντων”, η οποία προστέθηκε με την παράγρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 827/1978. Η ρύθμιση αυτή περιλαμβάνει όλα τα αυτοκίνητα που ανήκουν στα πρόσωπα που αναφέρονται στο ανωτέρω εδάφιο, ανεξαρτήτως αν αυτά έχουν τελωνισθεί ή ταξινομηθεί. Η παρούσα θα κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ε) Μ. 1731/481 Αθήναι 27 Μαϊου 1979
Εχοντας υπόψη :
1. Τις διατάξεις του Ν. 2367/1953 “περί τίτλων κυριότητος, ταξινομήσεως, αδειών κνκλοφορίας και φορολογίας αυτοκινήτων”, ως ισχύει.
2. Τις διατάξεις του άρθρου 25 του Ν.Δ. 3092/1954 “περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως διατάξεων των περί Τελωνειακού Δασμολογίου Νόμων και περί άλλων τινών διατάξεων” με τις οποίες παρέχεται απαλλαγή από τα τέλη κυκλοφορίας των αντοκινήτων των ξένων ανταποκριτών ξένου τύπου.
3. Οτοι και οι ημεδαποί ανταποκριτές ξένου τύπου, ως εκ του επαγγέλματός τους, προσφέρουν τις ίδιες υπηρεσίες με τους αλλοδαπούς ανταποκριτές ξένου τύπου και για λόγους ίσης μεταχειρίσεως,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Απαλλάσσουμε από τα τέλη κυκλοφορίας από 1ης Ιανουαρίου 1979, τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσεως, που ανήκουν στους ημεδαπούς ανταποκριτές ξένου τύπου και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκτέλεση των καθηκόντων τους εφόσον αυτοί είναι τακτικά μέλη της Ενώσεως ξένων ανταποκριτών Ελλάδος και διαπιστευμένοι στη Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών τον Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως.
Η παρούσα απόφαση θα κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝ. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Σημ.: όπως οι απαλλαγές από τέλη κυκλοφορίας που προβλέπονται από την περίπτωση ε` καταργήθηκαν από την παρ. 17 του άρθρου 5 του Ν. 2459/1997 (ΦΕΚ Α`17). Εναρξη ισχύος από 1ης Ιανουαρίου 1998.
5. Κυρούται αφύ ης εξεδόθη και έχει ισχύ νόμου η άριθ. Ε. 8504/674/22.11.78 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών έχουσα ως ακολούθως :
Αριθ. Ε. 8504/674 Αθήναι 22 Νοεμβρίου 1978 “Απαλλαγή από το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος των επιβατικών αυτοκινήτων 1.Χ. των βουλευτών, που κυκλοφόρησαν μέχρι της 21.4.1967, σε περίπτωση μεταβιβάσεως τους”. Σχετικά με το ανωτέρω θέμα, σας ανακοινώνουμε τα ακόλουθα :
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Ν.Δ. 4354/1964, προ της καταργήσεώς του με το άρθρο 21 του Ν. 231/1975, τα επιβατικά Ι.Χ. αυτοκίνητα (ανά ένα) των εν ενεργεία βουλευτών απαλλάσσονται από το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος, εφόσον η Ιπποδύναμη του κινητήρα τους δεν υπερέβαινε τους 17 ίππους. Με τις ίδιες διατάξεις οριζόταν, ότι τα προαναφερόμενα αυτοκίνητα έπρεπε να διατηρηθούν στην κυριότητα του δικαιούχου της απαλλαγής ή των κληρονόμων αυτού, σε περίπτωση θανάτου του, για πέντε τουλάχιστον χρόνια, μετά την πάροδο των οποίων μπορούσαν να πωληθούν χωρίς να επιβαρυνθούν με το εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος.
2. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του Ν. 231/1975, οι ανωτέρω απαλλαγές καταργήθηκαν αναδρομικώς από 17.11.1974 και τα προαναφερόμενα αυτοκίνητα των βουλευτών που τέθηκαν σε κυκλοφορία το πρώτο από τη χρονολογία αυτή και εφεξής (17.11.1974) υπόκεινται στο εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος.
3. Μετά την κατάργηση των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 21 του Ν.Δ. 4354/1964, γεννήθηκε το θέμα αν τα υπό το καθεστώς ισχύος του Ν.Δ/τος αυτού αγορασθέντα επιβατικά Ι.Χ. από βουλευτές και πωλούμενα σήμερα θα υπαχθούν στο εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος.
4. Εν προκειμένω παρατηρούμε τα εξής : Από τα ανήκοντα στους βουλευτές αυτοκίνητα, τα οποία έχουν πωληθεί μέχρι της 17.11.1974, εφόσον συμπληρώθηκε πενταετία στην κυριότητα των προσώπων αυτών ή των κληρονόμων τους σε περίπτωση θανάτου, δεν καταβλήθηκε εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος, βάσει των καταργηθεισών διατάξεων (άρθρο 21 του Ν.Δ. 4354/1964), ενώ γεννάται θέμα επιβαρύν- σεως με το τέλος αυτό για τα αυτοκίνητα πον πωλούνται σήμερα από τα πρόσωπα αυτά σε τρίτους.
5. Υστερα από τα ανωτέρω και για λόγους ίσης μεταχειρίσεως, για τα προαναφερόμενα αυτοκίνητα που κυκλοφόρησαν υπό το καθεστώς ισχύος του άρθρου 21 του Ν.Δ. 4354/1964, χωρίς την καταβολή του εφάπαξ προσθέτου ειδικού τέλους δεν θα καταβληθεί το τέλος αυτό, σε περίπτωση μεταβιβάσεως σε τρίτους. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί με νόμο.
Ο Υφυπουργός Π. ΜΠΟΚΟΒΟΣ
6. Κυρούται αφής εξεδόθη και έχει ισχύ νόμου η αριθ. Ε. 5-7012/31.1.1979 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου έχουσα ως ακολούθως :
Αριθ. Ε5-7012 Αθήναι 31 Ιανουαρίου 1979
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
Εχοντας υπόψη τις διατάξεις :
1. Του Ν. 400/76 “περί Υπουργικού Συμβουλίου και Υπουργείων”.
2. Της υπύ αριθ. 834/13.10.1978 αποφάσεως της Οικονομικής Επιτροπής “περί διαθέσεως ζαχάρεως εις βιομηχανίας δια την παρασκευήν αρωματισμένων οίνων, προοριζομένων Δι’ εξαγωγήν”.
3. Της υπύ αριθ. 152114/306/12.1.77 κοινής αποφάσεως “περί του τρόπου διαθέσεως της εγχώριας ζάχαρης”.
4. Της υπύ αριθ. 158580/1435/16.2.77 αποφάσεως του κ. Υφυπουργού Εμπορίου “περί των τιμών διαθέσεως της εγχώριας ζάχαρης από την “ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΖΑΧΑΡΕΩΣ”,
Α π ο φ α σ ί ζο υ με
1. Εγκρίνουμε τη χορήγηση ζάχαρης από την Ελληνική Βιομηχανία Ζαχάρεως Α.Ε. (Ε.Β.Ζ.) στις οινοβιομηχανίες και τα ποτοποιεία, για την παρασκευή αρωματισμένων οίνων (Βερμούτ) και ηδυπότων (λικέρ) εξαχθησομένων στο εξωτερικό, στην τιμή των δραχμών οκτώ (8) ανά χιλιόγραμμο καθαρού βάρους, πλέον αξίας χαρτοσήμου, με παράδοση “επ` αυτοκινήτου εις το Σακχαρουργείον”, χωρίς να καταβάλουν τον αναλογού- ντα φόρο καταναλώσεως.
2. Οι αρωματισμένοι οίνοι θα παρασκευασθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Νόμου 396/76 “περί οινολογικών κστεργασιών και εμπορίας των οίνων” και τα ηδύποτα (λικέρ) σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικος των Νόμων “περί φορολογίας οινοπνεύματος”.
3. Η συνολική ποσότητα ζάχαρης που θα δικαιούται κάθε μία από τις οινοβιομηχανίες και τα ποτοποιεία, να παραλαμβάνει από την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης (Ε.Β.Ζ.), με την ανωτέρω τιμή, ή με άλλη τιμή που θα καθοριστεί τυχόν μελλοντικώς από την Οικονομική Επιτροπή και χωρίς την καταβολή του φόρου καταναλώσεως, για τις ετήσιες ανάγκες (1/1-31/12) θα καθορίζεται με απόφαση του εξ ημών Υπουργού Εμπορίου, κατόπιν υποβολής αιτήσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου, συνοδευομένης από τα κατωθι δικαιολογητικά : α) Υπεύθυνη δήλωση του Ν.Δ. 105/1969, στην οποία πλην των άλλων θα αναφέρονται τα προϊόντα, τα οποία πρόκειται να παρασκευασθούν χωριστά κατά τύπο και ποιότητα, ή ποσότητα ζάχαρης που θα χρησιμοποιηθεί για κάθε προϊόν και ότι η ενδιαφερομένη οινοβιομηχανία ή ποτοποιείο θα πραγματοποιήσει την παραλαβή της ζάχαρης, αποδεχόμενη όλους τους όρους της αποφάσεως αυτής. β) Αξιόχρεη προσωπική εγγύηση της αγοράστριας οινοβιομηχανίας ή ποτοποιείου ή τρίτων, υπέρ του Δημοσίου, με την οποία θα αναλαμβάνουν αυτοί την υποχρέωση καταβολής, εντόκως του ποσού που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της ανωτέρω τιμής των οκτώ (8) δραχμών κατά χιλιόγραμμο ζάχαρης ή της τιμής που θα καθορισθεί μελλοντικά και της τιμής στην οποία κάθε φορά θα διατίθεται η ζάχαρη στην εσωτερική κατανάλωση, αυξημένου με τα αναλογούντα τέλη χαρτοσήμου τιμολογίου και της προσαυξήσεως 25% που αναφέρεται κατωτέρω, σε περιπτώσεις είτε μη εμπροθέσμου εξαγωγής των παραχθέντων οίνων και ποτών, είτε διαπιστώσεως διοχετεύσεως της ζάχαρης στην εσωτερική κατανάλωση κλπ. Στη διαφορά αυτή των τιμών περιλαμβάνεται και ο φόρος καταναλώσεως. γ) Βεβαίωση της εποπτευούσης την οίνοβιομηχανία ή ποτοποιείο χημικής Υπηρεσίας, περί της δυναμικότητας αυτών και της αναγκαιούσης ποσότητας ζάχαρης για την παρασκευή των προϊόντων που αναφέρονται στην ανωτέρω αίτηση και υπεύθυνη δήλωση.
4. Η ανωτέρω απόφαση του Υπουργού Εμπορίου θα αποστέλλεται στον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο μαζί με την εγγύηση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εδάφ. β` ο οποίος με βάση τα στοιχεία αυτής χωρίς άλλη έρευνα θα χορηγεί βεβαίωση για την ποσότητα ζάχαρης που δικαιούται να παραλάβει ή αιτούσα οινοβιομηχανία ή ποτοποιείο από την Ε.Β.Ζ., με βιομηχανία τους όρους της παρούσης αποφάσεως.
Αντίγραφο της ανωτέρω βεβαιώσεως θα αποστέλλεται απευθείας από τον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο στην Ε.Β.Ζ.
5. Η ενδιαφερομένη οινοβιομηχανία ή ποτοποιείο θα προσκομίζει τη βεβαίωση του Οικονομικού Εφόρου στην Ε.Β.Ζ., η οποία θα χορηγεί χωρίς φόρο καταναλώσεως την ποσότητα ζάχαρης που θα αναγράφεται στη βεβαίωση συνολικά ή τμηματικά, κατόπιν αιτήσεως του αγοραστού. Αμέσως μετά από κάθε πώληση ζάχαρης ή Ε.Β.Ζ. πρέπει να αποστέλλει στον αρμόδιο οικονομικό Έφορο, καθώς και στην εποπτεύουσα την οινοβιομηχανία ή το ποτοποιείο Χημική Υπηρεσία, αντίγραφο του τιμολογίου πωλήσεως. Η ζάχαρη που θα χορηγείται με τον ανωτέρω τρόπο από την Ε.Β.Ζ. στις οινοβιομηχανίες και ποτοποιεία πρέπει να είναι συσκευασμένη σε σάκκους, που θα έχουν εξωτερικά ως ειδική και ευκρινή σήμανση το γράμμα “Β” (κεφαλαίο).
6. Οταν ή ζάχαρη φθάνει στην οινοβιομηχανία ή το ποτοποιείο, ο ιδιοκτήτης αυτού, καθώς και ο υπεύθυνος Χημικός του θα γνωρίζουν αμέσως στην αρμοδία Χημική Υπηρεσία της αφίξεως του φορτίου. Η χρησιμοποίηση της ζάχαρης για την παρασκευή αρωματισμένων οίνων και ποτών θα γίνεται πάντοτε παρουσία Χημικού του Γενικού Χημείου του Κράτους, οριζομένου από το Διευθυντή της αρμόδιας Διευθύνσεως Χημικών Υπηρεσιών. Στα σχετικά πρωτόκολλα αναμίξεως που θα συντάσσουν οι ελέγχοντες Χημικοί θα αναφέρουν, πλην των άλλων, την ακριβή ποσότητα ζάχαρης που χρησιμοποιήθηκε καθώς και τα σχετικά έγγραφα της Ε.Β.Ζ., με τα οποία χορηγήθηκε η χρησιμοποιηθείσα ζάχαρη, σε εκτέλεση της σχετικής αποφάσεως. Αντίγραφα των πρωτοκόλλων αυτών θα υποβάλλονται στη φοροτεχνική Διεύθυνση του Γενικού Χημείου του Κράτους.
7. Τη ζάχαοη που θα αγοράζουν με τον ανωτερω τρόπο οι οινοβιομηχανίες και τα ποτοποιεία, πρέπει μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 12 μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της από την Ε.Β.Ζ., να την εξαγάγουν στο εξωτερικό μέσα στα προϊόντα τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται με απόφαση του εξ ημών Υπουργού Εμπορίου, που θα κοινοποιείται στον αρμόδιο Οικονομικό Εφορο, είτε για το σύνολο των παραχθέντων προϊόντων, είτε για μέρος αυτών μετά από εκτίμηση των συνθηκών της διεθνούς αγοράς για τα προϊόντα αυτά.
8. Ο έλεγχος της χρησιμοποιήσεως της αφορολόγητης ζάχαρης για την παραγωγή των ανωτέρω προϊόντων, που θα εξαχθούν στο εξωτερικό, μέσα στα χρονικά όρια της προηγουμένης παραγράφου, θα πραγματοποιείται από τον αρμόδιο Οικονομικό Έφορο βάσει των πρωτοκόλλων αναμίξεως της αρμοδίας Χημικής Υπηρεσίας, που θα συντάσσεται κατά την παρασκευή των προϊόντων, ως και των δικαιολογητικών εξαγωγής, από τα οποία θα προκύπτει τόσο το είδος και η ποσότητα των ετοίμων προϊόντων, όσο και η ποσότητα ζάχαρης που περιείχαν τα προϊόντα αυτά. Για το σκοπό αυτό η αρμοδία Τελωνειακή Αρχή, από την οποία πραγματοποιήθηκε η εξαγωγή και η εποπτεύουσα την οινοβιομηχανία ή το ποτοποιείο Χημική Υπηρεσία θα στέλνουν ύστερα από αίτηση των ανωτέρω εξαγωγέων, θεωρημένα αντίγραφα των διασαφήσεων εξαγωγής, των σχετικών δελτίων χημικής αναλύσεως και των πρωτοκόλλων αναμίξεως, στην ανωτέρω Οικονομική Εφορία.
9. Ο οικονομικός Έφορος όταν εξακριβώσει ότι ολόκληρη η ποσότητα ζάχαρης που έχει παραληφθεί αφορολόγητη έχει εξαχθεί στο εξωτερικό μέσα στα προϊόντα και στην προθεσμία της παοαγράφου 7, θα οριστικοποιεί την απαλλαγή της οινοβιομηχανίας ή του ποτοποιείου από το φόρο καταναλώσεως και θα επιστρέφει την εγγύηση.
1Ο. Σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί ότι:
α) οι σχετικές υπεύθυνες δηλώσεις δεν είναι αληθείς ή
β) Ολη η ποσότητα ζάχαρης ή μέρος αυτής, δεν έχει εξαχθεί με τα έτοιμα προϊόντα στην ανωτέρω προθεσμία ή
γ) Η ζάχαρη ή μέρος αυτής έχει διοχετευθεί στην εσωτερική αγορά, πέρα από κάθε άλλη κύρωση που προβλέπεται από τη Νομοθεσία που ισχύει, θα επιβάλλονται στις υπαίτιες οινοβιομηχανίες ή ποτοποιεία από τον Οικονομικό Έφορο οι εξής κυρώσεις: (1) Κατάπτωση της αξίας της αξιόχρεης προσωπικής εγγυήσεως, που αυαφέρεται στην παράγραφο 3 εδάφ. β` και είσπραξη αυτής εντόκως, ως έσοδο του Δημοσίου. (2) Προσαύξηση 25% στην αξία της συνολικής ποσότητας ζάχαρης που παρέλαβε η υπαιτία οινοβιομηχανία ή ποτοποιείο χωρίς φόρο καταναλώσεως από την Ε.Β.Ζ. Η αξία αντή υπολογίζεται με βάση την τιμή διαθέσεως της ζάχαρης στην εσωτερική κατανάλωση και εισπράττεται ως έσοδο του Δημοσίου. (3) Αποκλεισμός της υπαιτίας οινοβιομηχανίας ή ποτοποιείου από το δικαίωμα παραλαβής εις το μέλλον ζάχαρης με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρούσης αποφάσεως. Για το σκοπό αυτό η αρμοδία φορολογική Αρχή πρέπει να ενημερώνει αμέσως το Υπουργείο Εμπορίου (2α Διεύθυνση Εξαγωγικού Εμπορίου-Τμήμα ΙΙ) και Ε.Β.Ζ., για την υπαιτιότητα της Βιομηχανίας. Ειδικώτερα όμως και την περίπτωση βύ της παρούσης παραγράφου, οι ανωτέρω κυρώσεις (1) και (2) θα επιβάλλονται μόνο για την ποσότητα ζάχαρης που δεν έχει εξαχθεί, η δε κύρωση (3) θα επιβάλλεται στην περίπτωση αυτή μόνο αν η ποσότητα ζάχαρης που δεν έχει εξαχθεί είναι μεγαλύτερη του 20% της συνολικής ποσότητας ζάχαρης που χορηγήθηκε στην υπαίτια οινοβιομηχανία ή ποτοποιείο.
11. Η κάλυψη της Ε.Β.Ζ., για τις διαφορές μεταξύ της ανωτέρω τιμής διαθέσεως της ζάχαρης στις οινοβιομηχανίες και ποτοποιεία και αφενός της προχωρινής τιμής κόστους που καθορίσθηκε από την 158580/1435/16.2.77 απόφαση του κ. Υφυπουργού Εμπορίου και αφετέρου της οριστικής τιμής κόστους της ζάχαρης που θα καθορισθεί κατά τις διατάξεις της 152114/306/12.1.77 αποφασεώς μας, θα πραγματοποιείται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από την αποφασή μας αυτή.
12. Οι οικονομικές ενισχύσεις για έξοδα μεταφοράς σαν αυτά που χορηγούται στους εξαγόμενους οίνους δεν θα χορηγηθούν στους αρωματισμένους αυτούς οίνους.
13. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις της 152114/306/12.1.77 αποφάσεώς μας.
14. Η ισχύς της παρούσης αποφάσεως αρχίζει από την ημερομηνία εκδόσεώς της.
15. Η παρούσα απόφαση να κυρωθεί νομοθετικά.
Οι Υπουργοί Οικονομικών Εμπορίου Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
7. Κυρούνται αφύ ης εξεδόθησαν και έχουν ισχύν νόμου αι κάτωθι Υπουργικαί αποφάσεις :
α) Η υπ` αριθ. Ε.Π. 2067/38/12.10.78 απόφασις των Υπουργών Οικονομικών και Δημοσίας Τάξεως “περί χορηγήσεως ειδικής αποζημιώσεως εις τους άνδρας των Σωμάτων Ασφαλείας κατά την περίοδον των Δημοτικών και Κοινοτικών Εκλογών της 15.10.78” έχουσα ούτω:
ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
Εχοντας υπύ όψιν το γεγονός της εκτάκτου και εντατικής απασχολήσεως των εν θέματι οργάνων κατά την εν αυτώ μνημονευομένην περίοδον προς τήρησιν της τάξεως.
Α π ο φ α σ ί ζ ο μ ε ν
1. Εγκρίνομεν την χορήγησιν εφύ άπαξ αμοιβής εις τους άνδρας των Σωμάτων Ασφαλείας διά την έκτακτον απασχόλησιν των κατά την περίοδον των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών της 15ης Οκτωβρίου 1978 εκ 5.000 δραχμών κατ’ άνδρα.
2. Δικαιούχοι της εν λόγω αμοιβής τυγχάνουσιν οι εν ενεργεία Αξιωματικοί και Οπλίται της Χωροφυλακής, ως και οι Δόκιμοι Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί και Χωροφύλακες και οι τούτοις αντιστοιχούντες της Αστυνομίας Πόλεων και του Πυροσβεστικού Σώματος, συμπεριλαμβανομένων και των εφέδρων Χωροφυλακής.
3. Η αμοιβή αύτη εις ευδεμίαν κράτησιν υπόκειται, θα ενταχθή δε μετά των αποδοχών του μηνός Νοεμβρίου 1978 και θα καταλογισθή υπό Κωδικούς αριθμούς 0356 και Ο265 των οικείων φορέων τον Προϋπολογισμού του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως.
4. Η παρούσα δεν έχει εφαρμογήν δια τους τελούντας εις τας καταστάσεις τις Πολεμικής και μονίμου διαθεσιμότητος ή εις ετέραν τινά κατάστασιν, ένεκεν της οποίας δεν εξετέλεσαν υπηρεσίαν.
5. Η απόφασις αύτη να δημοσιευθή εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί δια νόμου.
Οι Υπουργοί Οικονομικών Δημοσίας Τάξεως Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤ. ΜΠΑΛΚΟΣ
β) Η υπ’ αριθ. 147012/5609/18.10.78 απόφασις των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας “περί χορηγήσεως ειδικής αποζημιώσεως στους άνδρες του Λιμενικού Σώματος κατά την περίοδο των Δημοτικών και Κοινοτικών Εκλογών της 15ης Οκτωβρίου 1978” έχουσα ούτω :
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Εχοντες υπόψη το γεγονός της έκτακτης και εντατικής απασχολήσεως των εν θέματι ανδρών κατά την περίοδο των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών για την τήρηση της τάξεως.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
1. Εγκρίνουμε τη χορήγηση εφάπαξ αμοιβής στους άνδρες του Λιμενικού Σώματος για την έκτακτη απασχολησή τους κατά την περίοδο των Δημοτικών και Κοινοτικών εκλογών της 15ης Οκτωβρίου 1978 εκ δραχμών δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) κατύ άνδρα.
2. Δικαιούχοι της ανωτέρω αμοιβής τυγχάνουν οι εν ενεργεία Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί και Λιμενοφύλακες του Λιμενικού Σώματος, καθώς και οι δόκιμοι Αξιωματικοί, Ανθυπασπιστές, Υπαξιωματικοί και Λιμενοφύλακες συμπεριλαμβανομένων και των Εφέδρων.
3. Η ως άνω αμοιβή δεν υπόκειται σε καμιά κράτηση, θα ενταλθεί δε, με τις αποδοχές του μηνός Νοεμβρίου και θα καταλογισθεί από ΚΑΕ 0356 του οικείου φορέα του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.
4. Της ανωτέρω αμοιβής δεν δικαιούνται οι τελούντες σε κατάσταση Πολεμικής διαθεσιμότητος ή σε άλλη κατάσταση συνεπεία της οποίας δεν πρόσφεραν υπηρεσία.
5. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
Οι Υπουργοί Οικονομικών Εμπορικής Ναυτιλίας Α. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Ε. ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
γ) Η υπ’ αριθ. 167531/6198/15.12.78 απόφασις “περί εξαιρέσεως από τους περιορισμούς του άρθρου 7 παρ. 3 του Ν. 754/78 καπνεφοριακών υπαλλήλων που υπηρετούν στις Εφορίες Καπνού Αθηνών, Πειραιώς και Καλαμάτας” δημοσιευθείσα εις το υπύ αριθ. 1105/78 ΦΕΚ (Τεύχος Β`).
δ) Η απύ αριθ. 178006/6511/28.12.78 απόφασις “περί αναδρομικής καταβολής του ειδικού προσωρινού επιδόματος του άρθρου 45 του Ν. 22/1975 στους δικαστικούς λειτουργούς”, έχουσα ούτω :
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντες υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 45 του Ν. 22/75 με τις οποίες χορηγήθηκε από 1ης Ιανουαρίου 1976 σε όλους τους διοικητικούς υπαλλήλους της Α` Κατηγορίας Πτυχιούχους Ανωτάτων Σχολών, ειδικό μηνιαίο προσωρινό επίδομα 1.200 δραχμών που μέχρι της ημερομηνίας αυτής έπαιρναν μόνο οι Εκπαιδευτικοί λειτουργοί Μέσης Εκπαιδεύσεως.
2. Την αριθ. 5582/78 απόφαση του Εφετείου Αθηνών δια της οποίας η ανωτέρω διάταξη κρίθηκε αντισυνταγματική και έγινε δεκτό ότι το επίδομα τούτο πρέπει να καταβληθεί και στους δικαστικούς λειτουργούς.
3. Το αριθ. 3423/20.10.78 Πρακτικό της Ολομελείας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δια του οποίου έγινε δεκτό να μη ασκηθεί αναίρεση κατά της αριθ. 5582/78 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών και το οποίο έχει αποδεχθεί ο κ. Υφυπουργός των Οικονομικών.
4. Την ανάγκη εναρμονίσεως της Διοικήσεως με την νομολογία των Δικαστηρίων και για την ίση μεταχείριση των υπαλλήλων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Συντάγματος.
Α π ο φ α σ ί ζ ου μ ε
Εγκρίνουμε την καταβολή του εκ 1.200 δραχμών ειδικού μηνιαίου προσωρινού επιδόματος του άρθρου 45 του Ν. 22/1975, στους δικαστικούς λειτουργούς και στους προς αυτούς εξομοιουμένους για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 1976 μέχρι 31.12.1977.
Η παρούσα να κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
ε) Η υπ’ αριθ. 178005/6512/28.12.78 απόφασις “περί τροποποιήσεως της αριθ. 45109/1631/26.3.77 αποφάσεως “περί προσωρινού επιδόματος ελεγκτών ιατρών της Υπηρεσίας Υγειονομικής Περιθάλψεως του Δημοσίου”, έχουσα ούτω:
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντας απόψη : Την αριθ. 45109/1631/26.3.77 απόφαση με την οποία επεξετάθη η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 283/1976 και στους ελεγκτάς ιατρούς της Υπηρεσίας Υγειονομικής Περιθάλψεως του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών,
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε
Τροποποιούμε την αριθ. 45109/1631/26.3.77 απόφασιν ως προς τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 283/1976 για τους ελεγκτάς ιατρούς της Υγειονομικής Περιθάλψεως του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και ορίζουμε όπως αύτη ισχύσει από 1.1.1976, αφ’ ης ίσχυσε και για τους λοιπούς τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους. Η απόφαση αυτή να κυρωθεί νομοθετικά.
Ο Υπουργός ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
Άρθρον έβδομον
Το βάσει των κειμένων διατάξεων οριζόμενον υπέρ του Δημοσίου ποσοστόν επί του συνόλου των υπό των Οικονομικών Εφοριών και Δημοσίων Ταμείων βεβαιουμένων εσόδων υπέρ οιουδήποτε τρίτου, ορίζεται εις πέντε επί τοις εκατόν (5%), μη ισχυούσης εφεξής ουδεμιάς απαλλαγής δια δικαιώματα του Δημοσίου εκ της βεβαιώσεως και εισπράξεως εσόδων υπέρ τρίτων, του Υπουργού των Οικονομικών μη δνναμένου να χορηγή τοιαύτας απαλλαγάς υπέρ οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.
Άρθρον όγδοον
Δια την επίσπευσιν της περαιώσεως των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων και της εισπράξεως καθυστερημένων οφειλών εκ φόρων, τελών, εισφορών και λοιπών δικαιωμάτων υπέρ του Δημοσίου και τρίτων, την συνεχή και αποτελεσματικήν δίωξιν της φοροδιαφυγής, την ταχείαν εκκαθάρισιν και έλεγχον των δημοσίων δαπανών και εκτέλεσιν των υπέρ τρίτων εν γένει εργασιών, ως και την προώθησιν επειγούσης φύσεως νομοθετικών και διοικητικών φορολογικών και δημοσιονομικών μέτρων, αι διατάξεις της παραγράφου 6 τον άρθρου 7 του Νόμου 754/1978 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων Πολιτικών και Στρατιωτικών, των υπαλλήλων των Ν.Π.Δ.Δ., ως και άλλων τινών συναφών διατάξεων” εφαρμόζονται αναλόγως επί εν έτος και δια τους υπαλλήλους των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών ως και τους υπαλλήλους του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων. Δι’ αποφάσεων τον Υπουργού των Οικονομικών ορίζονται τα του χρόνου και τρόπου εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Άρθρον ένατον
Εναρξις ισχύος τον νόμου
Η ισχύς των διατάξεων τον παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιευσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, πλην αν άλλως ορίζεται εν αυταίς.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 10 Οκτωβρίου 1979
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς