Νόμος 956 ΦΕΚ Α΄188/20.8.1979
Περί αντικαταστάσεως ενίων διατάξεων του Ν.Δ.496/1974 περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ως ετροποποιηθησαν και αντικατεστάθησαν μεταγενεστέρως και άλλων τινών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον 1
Η παράγραφος 5 του άρθρου 43 του Ν.Δ. 496/1974 περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ως ετροποποίηθη διά του άρθρου 14 του Ν. 369/1976 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν.Δ. 496/1974 περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ως ετροποποιήθη μεταγενεστέρως και αντικατεστάθη διά του άρθρου 3 του Ν. 578/1977 περί αναβολής ενάρξεως ισχύος ενίων διατάξεων του Ν.Δ. 496/1974 περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και αντικαταστάσεως διατάξεων αυτού, αντικαθίσταται και αύθις, ως ακολούθως :
” 5. Κείμεναι ειδικαί διατάξεις των Ν.Π.Δ.Δ., διύ ων ρυθμίζονται κατά τρόπον διάφορον του παρόντος άρθρου τα εν τη προηγουμένη παραγράφω διαλαμβανόμενα θέματα, δύνανται να διατηρούνται εν ισχύι, και κατά τροποποίησιν έτι αυτών διά Προεδρικών διαταγμάτων, εκδιδομένων μέχρι της 28ης Φεβρουαρίου 1981, προτάσει του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού και του Υπουργού οικονομικών, μετά ητιολογημένην γνώμην της κατά το άρθρον 231 του Π.Δ. 636/1977 περί διαρθρώσεως του Υπουργείου οικονομικών και οργανισμού των Υπηρεσιών αυτού Γνωμοδοτικής Επιτροπής Λογιστικού επί των Ν.Π.Δ.Δ. και υπό την προϋπόθεσιν οτι αι σχετικαί προτάσεις των Ν.Π.Δ.Δ. θα αποσταλούν υπό του αρμοδίου Υπουργού, εις το Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους μέχρι 28ης Φεβρουαρίου 1980. Μέχρις εκδόσεως των εν τω προηγουμένω εδαφίω Προεδρικών διαταγμάτων, αι ως άνω Ειδικαί διατάξεις των Ν.Π.Δ.Δ., δύναται να εφαρμόζωνται παραλλήλως προς τας διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος άρθρου.
Τα ως άνω διατάγματα δύναται να καταργωνται κατά την διαδικασίαν εκδόσεως αυτών, εάν εκλείψουν οι λόγοι διύ ούς ταύτα εξεδόθησαν.
Άρθρον 2
Η παράγραφος 2 του άρθρου 56 του Ν.Δ. 496/1974, ως αντικατεστάθη διά του άρθρου 15 του Ν. 369/ 1976 και 2 του Ν. 578/1977, αντικαθίσταται αφύης ίσχυσεν ως ακολούθως : 2. Διά Προεδρικών διαταγμάτων εκδιδομένων μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 1979, προτάσει του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού και του Υπουργού οικονομικών, δύναται να εξαιρώνται εκ των διατάξεων του παρόντος , εν όλω ή εν μέρει και έτερα Ν.Π.Δ.Δ., εφύ όσον ειδικοί λόγοι επιβάλλουν τούτο και υπό την προϋπόθεσιν, ότι αι οικείαι προτάσεις αυτών περί εξαιρέσεων, θα υποβληθούν εις το Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους μέχρι της 30ης Απριλίου 1977. Μέχρι της εκδόσεως των ως άνω Προεδρικών διαταγμάτων, επί των περί ων αι ανωτέρω προτάσεις Ν.Π.Δ.Δ., δεν εφαρμόζονται αι διατάξεις του παρόντος, εξαιρέσει των ήδη τεθεισών εν ισχύι διατάξεων διά του άρθρου μόνου του Ν. 250/1979 “περί αντικαταστάσεως του άρθρου 62 του Ν.Δ. 496/1974 “περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ” και του άρθρου 19 του Ν. 369/1976. Τα ως άνω διατάγματα επιτρέπεται, όπως καταργώνται κατά την αυτήν διαδικασίαν, εάν εκλείψουν οι λόγοι διύ ούς ταύτα εξεδόθησαν”.
Άρθρον 3
1. Παρ’ εκάστη Δημοσία Επιχειρήσει, Αυτοτελή Δημοσία Υπηρεσία εν Διοικητική και Οικονομική Αποκεντρώσει, Οργανισμώ εν γένει Κοινής Ωφελείας ή Κοινωνικής Ασφαλίσεως, δύναται διά Προεδρικού Διατάγματος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και του αρμοδίου κατά περίπτωσιν Υπουργού, να συνιστάται Υπηρεσία Εντελλομένων Εξόδων, διά την εκκαθάρισιν και εντολήν πληρωμής των εξόδων αυτών και να ορίζεται η εις προσωπικόν σύνθεσις της Υπηρεσίας αυτής, άνευ αυξήσεως των οργανικών θέσεων του Προσωπικού του Δημοσιονομικού Κλάδου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
2. Αι συνιστώμεναι Υπηρεσίαι Εντελλομένων Εξόδων επανδρούνται εξ υπαλλήλων των Κλάδων ΑΤ1 και ΜΕ1 Δημοσιονομικού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ως και δι` αποσπάσεως υπαλλήλων εκ των διύ αυτών εξυπηρετουμένων Δημοσίων Επιχειρήσεων, Υπηρεσιών και οργανισμών μετ` απόφασιν του εποπτεύοντος Υπουργού κατύ εξέρεσιν των κειμένων διατάξεων.
3. Αι δαπάναι προσωπικού και λειτουργίας των ως 1 άνω Υπηρεσιών καταβάλλονται εις βάρος των πιστώσεων του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους), αποδιδόμεναι υπό των εν τη παρ.1 του παρόντος Δημοσίων Επιχειρήσεων, Υπηρεσιών και Οργανισμών εις το Δημόσιον κατά τα διύ αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών οριζόμενα.
4. Δι’ αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται τα της λειτουργίας των διά του παρόντος συνιστωμένων Υπηρεσιών αναλόγως προς τας ιδιοριρυθμίας των εν τη παρ. 1 Δημοσίων Επιχειρήσεων, Υπηρεσιών και Οργανισμών, ως και πάσα αναγκαία διά την εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου λεπτομέρεια.
Άρθρον 4
Εισφοραί υπέρ του ΙΚΑ απορρέουσαι εκ της εφαρμογής του άρθρου 17 του Ν. 825/1978 “περί αντικαταστάσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων της διεπούσης το ΙΚΑ Νομοθεσίας και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων” βαρύνουν το Δημόσιον και εξοφλούνται παρύ αυτού διά λογαριασμόν των εμπιπτόντων εις το ως άνω άρθρον.
Άρθρον 5
Υπάλληλοι του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς,υπηρετούντες προ της 31ης Δεκεμβρίου 1977 και μονιμοποιηθέντες μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος αι νόμου, δυνάμει των διατάξεων του Ν. 411/1976 “περί ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις το προσωπικόν του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς και άλλων τινών διατάξεων” λαμβάνουν ως προσωρινόν προσωπικόν επίδομα της διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 6 του Ν. 754/1978 ποσόν ίσον προς το λαμβανόμενον υπό των ομοιοβάθμων των των μονιμοποιηθέντων προ της 31ης Δεκεμβρίου 1977.
Άρθρον 6
Εις την παρ. 3 του άρθρου 5 του Δ/τος της 29/31 Δεκεμβρίου 1954 “περί κωδικοποιήσεως των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου ισχυουσών διατάξεων”, προστίθεται δεύτερον εδάφιον, έχον ως ακολούθως :
“Εις τας συνεδριάσεις των Τμημάτων δύνανται να μετέχουν και Πάρεδροι, μετά συμβουλευτικής ψήφου, μέχρι πέντε εις έκαστον τούτων, εκτελούντες έργα εισηγήσεως.
Δι’ αποφάσεως της ολομελείας δύνανται οι μετέχοντες των Τμημάτων Πάρεδροι να απαλλάσσωνται της ασκήσεως των ελεγκτικών αυτών καθηκόντων εν όλω ή εν μέρει”.
Άρθρον 7
1. Από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου και μέχρις ότου συμπληρώσουν διετή υπηρεσίαν εις τον βαθμόν του Συμβούλου οι προαχθησόμενοι εις τας κατά την δημοσίευσιν αυτού κενάς θέσεις Συμβούλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το κατά το άρθρον 90 του Συντάγματος Ανώτατον Δικαστικόν Συμβούλιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου συντίθεται από πέντε μέλη και προκειμένου περί πληρώσεως θέσεων Συμβούλων από επτά μέλη.
2. Τακτικά μέλη του κατά την προηγουμένην παράγραφον Συμβουλίου είναι ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ο παρύ αυτώ Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας ως και κατά περίπτωσιν τρία ή πέντε μέλη οριζόμενα διά κληρώσεως, συμφώνως προς το άρθρον 19 του Νόμου 184/1975 “περί συγκροτήσεως του κατά τας διατάξεις των άρθρων 90 και 91 του Συντάγματος Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου κλπ.”. Διά την πλήρωσιν τούτων ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου εξάγει διαδοχικώς από την κληρωτίδα επτά κλήρους. Τακτικά μέλη του Συμβουλίου, διά την συγκρότησιν του οποίου απαιτείται συμμετοχή τριών κληρουμένων μελών, είναι οι αναγραφόμενοι εις τους πρώτους τρεις κατά σειράν εξαγωγής κλήρους, αναπληρωματικά δε οι αναγραφόμενοι εις τους επομένους τρεις κλήρους. Προκειμένου περί του Συμβουλίου το οποίον συγκροτείται από πέντε κληρούμενα μέλη, τακτικά μέλη είναι οι αναγραφόμενοι εις τους πρώτους πέντε κατά σειράν εξαγωγής κλήρους, οι δε λοιποί δύο αναπληρωματικά μέλη.
Η κλήρωσις των μελών του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου υπό την ως άνω μειωμένην σύνθεσιν αυτού διά το έτος 1979, ενεργηθήσεται κατά την πρώτην μετά την δημοσίευσιν του παρόντος Δημοσίαν Συνεδρίασιν του 1 Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η θητεία δε των κληρωθησομένων μελών, αρχομένη από της κληρώσεως (ότε και λήγει η θητεία του ήδη υφισταμένου Συμβουλίου), λήγει την 31 Δεκεμβρίου 1979.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρων 18 έως 21 του αυτού Νόμου 184/1975.
3. Μετά την συμπληρωσιν της εν παραγράφω 1 διετίας το Ανώτατον Δικαστικόν Συμβούλιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου συγκροτείται κατά τας διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 18 του Νόμου 184/1975. Προς τούτο η κατ` άρθρον 19 του αυτού Νόμου κλήρωσις θέλει ενεργηθή υπό του 1 Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την πρώτην συνεδρίασιν αυτού μετά την συμπλήρωσιν της διετούς υπηρεσίας των εν τη παραγράφω 1 του παρόντος Συμβούλων, η θητεία δε των κληρωθησομένων μελών αρχομένη από της επομένης της κληρώσεως λήγει την 31 Δεκεμβρίου του αυτού έτους.
4. Κατά την διάρκειαν της εν παραγράφω 1 του παρόντος διετίας, η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου εν περιπτώσει ασκήσεως διαφωνίας υπό του Υπουργού των οικονομικών κατά την παράγραφον 1 του άρθρου 21 του ως άνω Ν. 184/1975 η προσφυγής υπό του κατά την παράγραφον 2 του αυτού άρθρου και νόμου δικαιουμένου εις ταύτην δύναται λόγω υπάρξεως νομίμων κωλυμάτων να συγκροτηθή και διά μικροτέρου του συνήθους αριθμού μελών, ουδέποτε όμως ελάσσονος των εννέα (9).
5. Εάν προ της πληρώσεως των εν τη παραγράφω 1 θέσεων ήθελεν εξ οιουδήποτε λόγου μειωθή περαιτέρω ο αριθμός των δυναμένων να εκλεγούν,ως μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου, Μελών του Ελεγκτικού Συνε- δρίου, συνεπεία δε της μειώσεως ταύτης αποβαίνει αδύνατος η συγκρότησις του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου υπό την ως, άνω κατά περίπτωσιν μειωμένην σύνθεσιν αυτού, και διύ όσον χρόνον διαρκεί η αδυναμία αύτη, τούτο συντίθεται εις πάσαν περίπτωσιν εκ των απομενόντων εκλογίμων μελών, ανεξαρτήτως αριθμού αυτών. Διά την λήψιν αποφάσεων υπό του Δικαστικού Συμβουλίου εάν ο αριθμός των απομενόντων μελών είναι άρτιος, εφαρμόζονται αναλόγως αι περί λήψεως αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 5 του Οργανισμού αυτού.
Άρθρον 8
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεως του δια της εφημερίδος της Κυβερνήσεως , εκτός αν άλλως ορίζεται εν αυτώ.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 14 Αυγούστου 1979
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς