Νόμος 948 ΦΕΚ Α΄167/25.7.1979
Περί κυρώσεως της υπ’ αριθ. 147 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας “περί ελαχίστων επιπέδων ασφαλείας των Εμπορικών πλοίων”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον πρώτον
Κυρούται και έχει ισχύν νόμου η υπ` αριθ. 147 Διεθνής Σύμβασις Εργασίας “περί ελαχίστων επιπέδων ασφαλείας των εμπορικών πλοίων” ψηφισθείσα κατά την 62αν σύνοδον της Διεθνούς Συνδιασκέψεως Εργασίας του έτους 1976 της οποίας το κείμενον εις Ελληνικήν Μετάφρασιν και εις το Γαλλικόν, Αγγλικόν πρωτότυπον έχει ως ακολούθως:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ 147. ΠΕΡΙ ΕΛΑΧΙΣΤΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ.
Η Γενική Συνδιάσκεψις της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, συγκληθείσα εν Γενεύη υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνελθούσα την 13 Οκτωβρίου 1976 εις την εξηκοστήν δευτέραν Σύνοδον αυτής.
Λαβούσα υπ` όψιν το περιεχόμενον της Συστάσεως του 1958 “περί Ναυτολογήσεως Ναυτικών επί πλοίων υπό ξένην σημαίαν και της Συστάσεως του 1958 “περί κοινωνικών Συνθηκών και Ασφαλείας των ναυτικών”.
Αποφασίσασα την αποδοχήν διαφόρων προτάσεων δια τα υποσυντήρητα πλοία ιδιαιτέρως δε τα νηολογημένα υπό σημαίας ευκολίας, αι οποίαι αποτελούν το αντικείμενον του πέπτου θέματος της ημερησίας διατάξεως της παρούσης Συνόδου και Αποφασίσασα όπως αι προτάσεις αύται περιβληθούν τον τύπον Διεθνούς Συμβάσεως.
Αποδέχεται σήμερον την εικοστήν ενάτην Οκτωβρίου χίλια εννεακόσια εβδομήκοντα εξ την ακόλουθον Σύμβασιν, ήτις θα έχη το τίτλον Σύμβασις “περί ελαχίστων επιπέδων ασφαλείας των εμπορικών πλοίων 1976”.
Άρθρον 1.
1. Η παρούσα Σύμβασις, εκτός εάν άλλως ορίζεται εις το παρόν άρθρον, εφαρμόζεται επί παντός θαλασσοπλούντος πλοίου ανήκοντος εις το δημόσιον ή εις ιδίωτας το οποίον προορίζεται δια την μεταφοράν φορτίων ή επιβατών προς τον σκοπόν εμπορίας ή απασχολείται δι` οιονδήποτε έτερον εμπορικόν σκοπόν.
2. Εθνικοί νόμοι ή Κανονισμοί θα καθορίζουν πότε τα πλοία θεωρούνται θαλασσοπλοούντα δια την εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως.
3. Η παρούσα Σύμβασις δεν έχει εφαρμογήν και επί θαλασσοπλοούντων ρυμουλκών.
4. Η παρούσα Σύμβασις δεν έχει εφαρμογήν:
α) Επί πλοίων τα οποία διαθέτουν ως κυρίαν προωστήριον δύναμιν ιστία, ανεξαρτήτως αν διαθέτουν βοηθητικήν προωστήριον μηχανήν.
β) Επί αλιευτικών ή φαλαινοθηρικών ή άλλων πλοίων αναλόγου προορισμού.
γ) Επί πλοιαρίων και πλωτών μέσων μη προωρισμένων δια ναυσιπλοϊαν ως γεωτρυπάνων και πλωτών εξέδρων δι` ανόρυξιν πετρελαίου.
Την απόφασιν όσον αφορά τα υπαγόμενα εις τας διατάξεις του παρόντος εδαφίου πλοία λαμβάνει η αρμοδία Αρχή εκάστης χώρας, κατόπιν διαβουλεύσεως μετά των πλέον αντιπροσωπευτικών οργανώσεων εφοπλιστών και ναυτικών.
5. Ουδεμία διάταξις της παρούσης Συμβάσεως δύναται να θεωρηθεί ότι επεκτείνει το πεδίον εφαρμογής των Συμβάσεων των απαριθμουμένων εις το Παράρτημα της παρούσης Συμβάσεως ή των διατάξεων τας οποίας αύται περιέχουν. Άρθρον 2
`Εκαστον επικυρούν την παρούσαν Σύμβασιν μέλος αναλαμβάνει:
α) Να θεσπίση Νόμου ή Κανονισμούς, δια τας υπό την σημαίαν του πλοία επιβάλλοντας:
αα) Τα επίπεδα ασφαλείας εις τα οποία θα περιλαμβάνωνται και επίπεδα ναυτικής ικανότητος των πληρωμάτων χρονικών ορίων εργασίας και συνθέσεως πληρώματος ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια ζωής και του πλοίου.
ββ) Τα ενδεδειγμένα μέτρα κοινωνικής ασφαλίσεως των πληρωμάτων.
γγ) Τους όρους εργασίας και διαβιώσεως επί του πλοίου, εφόσον τα θέματα ταύτα κατά την κρίσιν του ενδιαφερομένου Μέλους, δεν καλύπτωνται υπό των Συλλογικών Συμβάσεων ή δεν προσδιορίζωνται δι` αποφάσεων αρμοδίων δικαστηρίων κατά τρόπον εξ ίσου δεσμευτικόν δια τους ενδιαφερομένους πλοιοκτήτας και ναυτικούς.
Αι διατάξεις των Νόμων και Κανονισμών τούτων θα είναι ουσιωδώς ισοδύναμοι των Συμβάσεων ή των άρθρων των απαριθμουμένων εις το συνημμένον τη παρούση παράρτημα Διεθνών Συμβάσεων εφ` όσον το Μέλος δεν δεσμεύεται κατ` άλλον τρόπον δια την εφαρμογήν των Συμβάσεων αυτών.
β) Να ασκή αποτελεσματικήν δικαιοδοσίαν ή έλεγχον επί των εγγεγραμμένων εις τα Νηολόγιά του πλοίων εις ό,τι αφορά:
αα) Τα επίπεδα ασφαλείας εις τα οποία θα περιλαμβάνονται και επίπεδα ναυτικής ικανότητος του πληρώματος χρονικών ορίων εργασίας και συνθέσεως πληρώματος, οριζόμενα υπό Εθνικών Νόμων και Κανονισμών.
ββ) Τα μέτρα κοινωνικής ασφαλίσεως οριζόμενα υπό των Εθνικών Νόμων ή Κανονισμών.
γγ) Τους όρους εργασίας και διαβιώσεως επί των πλοίων ως ούτοι καθορίζονται υπό των Εθνικών Νόμων ή Κανονισμών ή προσδιορίζονται υπό των αρμοδίων δικαστηρίων κατά τρόπον εξ ίσου δεσμευτικόν δια τους ενδιαφερομένους πλοιοκτήτας και ναυτικούς.
γ) Να εξασφαλίση ό,τι συμφωνούνται μεταξύ εφοπλιστών ή οργανώσεων αυτών και ναυτικών οργανώσεων ιδρυθεισών συμφώνως προς ουσιώδεις όρους της συμβάσεως 1948 περί ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και προστασίας του δικαιώματος της οργανώσεως ως και της Συμβάσεως 1949 περί του δικαιώματος Οργανώσεως και Συλλογικών διαπραγματεύσεων, μέτρα προς αποτελεσματικόν έλεγχον των όρων εργασίας και διαβιώσεως επί του πλοίου, εις ας περιπτώσεις το Κράτος δεν ασκεί αποτελεσματικήν δικαιοδοσίαν.
δ) Να εξασφαλίζη ότι:
αα) Υφίσταται και λειτουργούν αι απαιτούμεναι διαδικασίαι υπό την γενικήν εποπτείαν της αρμοδίας Αρχής, κατόπιν τριμερών διαβουλεύσεων μεταξύ της Αρχής ταύτης και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων πλοιοκτητών και ναυτικών, εφ` όσον υπάρχουν, δια την ναυτολόγησιν των ναυτικών εις τα υπό την σημαίαν του πλοία ως και δια την εξέτασιν των υποβαλλομένων σχετικών καταγγελιών.
ββ) Υφίστανται και λειτουργούν αι απαιτούμεναι διαδικασίαι υπό την γενικήν εποπτείαν της αρμοδίας Αρχής κατόπιν τριμερών διαβουλεύσεων μεταξύ της Αρχής ταύτης και των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων των πλοιοκτητών και των ναυτικών εφ` όσον υπάρχουν, διά την εξέτασιν των υποβαλλομένων καταγγελιών αίτινες έχουν σχέσιν με την ναυτολόγησιν ναυτικών της εθνικότητός του και διατυπώνονται, εφ` όσον είναι δυνατόν κατά τον χρόνον της ναυτολογήσεως εις το εδαφός του επί πλοίων υπό ξένην σημαίαν και διά την υποβολήν αμέσως των καταγγελιών αυτών ως και πάσης ετέρας καταγγελίας εχούσης σχέσιν με την ναυτολόγησιν και διατυπουμένης, εφ` όσον τούτο είναι δυνατόν κατά τον χρόνον της ναυτολογήσεως εις το εδαφός του αλλοδαπών ναυτικών εις πλοία υπό ξένην σημαίαν και διά την υποβολήν των καταγγελιών αυτών υπό των αρμοδίων Αρχών του προς την αρμοδίαν Αρχήν της χώρας της σημαίας του πλοίου με κοινοποίησιν αντιγράφσυ προς τον Γενικόν Διενθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.
ε) Να εξασφαλίζη ότι οι ναυτολογούμενοι επί πλοίων εγγεγραμμένων εις τα νηολόγιά του ναυτικοί διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα ή είναι εκπαιδευμένοι διά τα ανατιθέμενα εις αυτούς καθήκοντα συμφώνως και προς την Σύστασιν περί Επαγγελματικής Εκπαίδευσεως (ναυτικών) του 1970.
στ) Να ελέγχη δι` επιθεωρήσεως ή δι άλλων καταλλήλων μέσων εάν τα υπό την σημαίαν του πλοία συμμορφούνται προς τας κυρωθείσας και εν ισχύι Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας, προς τους Νόμους και τους Κανονισμούς οίτινες απαιτουνταί υπό του εδαφίου (α) του παρόντος άρθρου ως και προς τας ισχυούσας Συλλογικάς Συμβάσεις κατά τα προβλεπόμενα υπό της εθνικής νομοθεσίας.
ζ) Να ενεργή επισήμως ανακρίσεις επί σοβαρών ναυτικών ατυχημάτων των υπό την σημαίαν του πλοίων και ιδιαιτέρως όταν επισυμβούν σημαντικαί βλάβαι ή απώλειαι ανθρωπίνης ζωης, και να δίδη δημοσιότητα εις τα τελικά πορίσματα των ανακρίσεων αυτών.
Άρθρον 3.
Παν επικυρούν την παρούσαν Σύμβασιν Μέλος οφείλει κατά το δυνατόν να ενημερώνη τους πολίτας του δια τα προβλήματα τα οποία ενδέχεται να αντιμετωπίσουν όταν ναυτολογούνται επί πλοίου υπό σημαίαν Κράτους, μη επικυρώσαντος την Σύμβασιν έως ότου βεβαιωθή ότι εφαρμόζονται κανόνες αντίστοιχοι προς τους καθιερωμένους υπό της παρούσης Συμβάσεως. Τα λαμβανόμενα μέτρα υπό του κυρώσαντος την Σύμβασιν Κράτους προς τον σκοπόν αυτόν δεν πρέπει να έρχωνται εις αντίθεσιν προς την αρχήν της ελευθέρας διακινήσεως των εργαζομένων ήτις περιέχεται εις Συνθήκας των οποίων ενδέχεται να είναι Μέλη τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.
Άρθρον 4.
1. Εάν επικύρωσαν την Σύμβασιν Κράτους εις λιμένα του οποίου προσεγγίζει το πλοίον δια κανονικήν εργασίαν ή ανεφοδιασμόν δεχθή καταγγελίαν ή έχη αποδείξεις ότι το πλοίον και να κοινοποιήθη αντίγραφον εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, να λάβη δε όλα τα αναγκαία μέτρα δια την αποκατάστασιν επί του πλοίου οιασδήποτε ελλείψεως εκ της οποίας υφίστανται σαφώς κίνδυνοι δια την ασφάλειαν ή την υγείαν των επιβαινόντων.
2. Κατά την λήψιν τοιούτων μέτρων, το Μέρος οφείλει αμέσως να ειδοποιήση σχετικώς τον πλησιέστερων ναυτιλικακόν, προξενικόν ή διπλωματικόν αντιπρόσωπον του Κράτους της σημαίας του πλοίου και να ζητήση, αν είναι δυνατόν να είναι ούτος παρών. Δεν πρέπει άνευ λόγου, να κρατηθή ή να καθυστερήση το πλοίον.
3. Κατά την έννοιαν του παρόντος άρθρου “καταγγελία” σημαίνει πληροφορίαν παρεχομένην υπό μέλους πληρώματος, επαγγελματικής οργανώσεως Συλλόγου ή Εργατικού Σωματείου ή γενικώς υπό παντός προσώπου ενδιαφερομένου δια την ασφάλειαν του πλοίου και δια την ασφάλεια ή την περιφρούσιν της υγείας του πληρώματος.
Άρθρον 5.
1. Η παρούσα Σύμβασις δύναται να επικυρωθή υπό Κρατών τα οποία:
α) Είναι μέλη της Διεθνούς Συμβάσεως περί ασφαλείας ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση του 1960 ή της Διεθνούς Συμβάσεως περί ασφαλείας ανθρωπίνης ζωής εν θαλάσση του 1974 ή πάσης μεταγενεστέρας Συμβάσεως αναθεωρητικής των εν λόγω Συμβάσεων.
β) Είναι μέλη της Διεθνούς Συμβάσεως περί γραμμής φορτώσεως του 1966 ή πάσης μεταγενεστέρας Συμβάσεως αναθεωρητικής αυτής.
γ) Είναι μέλη ή έχουν θέσει εις εφαρμογήν τας διατάξεις του Κανονισμού δια την αποφυγήν Συγκρούσεως εν θαλάσση του 1960, ή της Συμβάσεως περί Διεθνών Κανόνων δια την αποφυγήν συγκρούσεων εν θαλάσσση του 1972 ή πάσης μεταγενεστέρας Συμβάσεως αναθεωρητικής των διεθνών αυτών κειμένων.
2. Η παρούσα Σύμβασις δύναται επίσης να κυρωθή υφ` εκάστου Μέλους το οποίον κατά την κύρωσίν της αναλαμβάνει να εκπληρώση τας απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος Άρθρου αίτινες δεν έχουν εισέτι εκπληρωθεί.
3. Αι επίσημοι επικυρώσεις της παρούσης Συμβάσεως δεον όπως κοινοποιούνται εις τον Γενικόν Διευθυντήν τους Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, προς καταχώρισιν.
Άρθρον 6.
1. Η παρούσα Σύμβασις δεσμεύει μόνον τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας των οποίων αι επικυρώσεις έχουν καταχωρηθή υπό του Γενικού Διευθυντού του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.
2. Τίθεται αύτη εν ισχύι δώδεκα μήνες μετά την υπό του Γενικού Διευθυντού καταχώρισιν των επικυρώσεων δέκα τουλάχιστον μελών συγκεντρούντων εν συνόλω χωρητικότητα ανερχομένην εις 25% της ολικής χωρητικότητος του παγκοσμίου εμπορικού στόλου.
3. Ακολούθως η σύμβασις αύτη άρχεται ισχύουσα δι` έκαστον Μέλος δώδεκα μήνας αφ` ης καταχωρισθή η επικύρωσις αυτής.
Άρθρον 7.
1. Παν μέλος επικυρούν την παρούσαν σύμβασιν, δύναται να καταγγέλλη ταύτην μετά πάροδον δεκαετίας από της ενάρξεως της ισχύος αυτής, δια πράξεως ανακοινουμένης εις τον Γενικόν Διευθυντήν του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και υπ` αυτού καταχωριζομένης.
Η καταγγελία θέλει ισχύει μετά πάροδον έτους από της καταχωρίσεώς της.
2. Παν Μέλος επικυρούν την παρούσαν σύμβασιν, το οποίον εντός έτους από της λήψεως της εν τη προηγουμένη παραγράφω μνημονευομένης δεκαετίας δεν έχει κάμει χρήσιν του παρόντος άρθρου προβλεπομένου δικαιώματος καταγγελίας, δεσμεύεται δια μιαν νέαν δεκαετίαν και συνεπώς δικαιούται να καταγγέλλη την παρούσαν Σύμβασιν κατά την λήξιν εκάστης δεκαετίας υπό τους εν τω παρόντι άρθρω προβλεπομένους όρους.
Άρθρον 8.
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί εις πάντα τα Μέλη της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας την καταχώρισιν πασών των επικυρώσεων και καταγγελιών αίτινες, έχουν ανακοινωθή εις αυτόν υπό των Μελών της Οργανώσεως.
2. `Οταν συμπληρωθούν οι ανωτέρω προβλεπόμενοι εν τω άρθρω 6 παραγρ. 2 ο Γενικός Διευθντής εφιστά την προσοχή των μελών της Οργανώσεως επί της ημερομηνίας αφ` ης η παρούσα σύμβασις άρχεται ισχύουσα.
Άρθρον 9.
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας ανακοινοί εις τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών προς καταχώρισιν, συμφώνως τω άρθρω 2 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών πλήρεις πληροφορίας σχετικάς προς πάσας τας επικυρώσεις και πράξεις καταγγελίας ας έχει καταχωρίσει συμφώνως προς τα προηγούμενα άρθρα.
Άρθρον 10.
Το Διοικητικόν Συμβούλιον του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας υποβάλλει, οσάκις κρίνη τούτο αναγκαίον, εις την Γενικήν Συνδιάσκεψιν έκθεσιν επί της εφαρμογής της παρούσης συμβάσεως και εξετάζει εάν συντρέχη περίπτωσις εγγραφής εις την ημερήσιαν διάταξιν της Συνδιασκέψεως, θέματος ολίκης ή μερικής αναθεωρήσεως αυτής.
Άρθρον 11
1. Εν η περιπτώσει η Συνδιάσκεψις αποδεχθή νεωτέραν σύμβασιν επαγομένην εν όλω ή εν μέρει, αναθεώρησιν της παρούσης συμβάσεως και εφ` όσον η νεωτέρα σύμβασις δεν ορίζει άλλως:
α) Η εικύρωσις υπό Μέλους της νεωτέρας συμβάσεως της αναθεωρούσης την παρούσαν επάγεται αυτοδικαίως, παρά τας διατάξεις του ως άνω άρθρου 7, άμεσον καταγγελίαν της παρούσης συμβάσεως, υπό την επιφύλαξιν ότι έχει τεθή εν ισχύι η αναθεωρούσα ταύτην νεωτέρα σύμβασις.
β) Αφ` ης η επαγομένη την αναθεώρησιν νεωτέρα σύμβασις τεθή εν ισχύι η παρούσα σύμβασις παύει ούσα δεκτική επικυρώσεως υπό των Μελών.
2. Η παρούσα σύμβασις παραμένει ούχ ήττον εν ισχύι υπό τον τύπον και το περιεχόμενον αυτής, δια τα Μέλη άτινα επικυρώσαντα αυτήν, δεν ήθελον επικυρώσει την αναθεωρούσαν ταύτην νεωτέραν σύμβασιν.
Άρθρον 12.
Το γαλλικόν και αγγλικόν κείμενον της παρούσης συμβάσεως είναι εξ ίσου αυθεντικά.
Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α:
Σύμβασις 138/1973 “περί ελαχίστου ορίου ηλικίας ή Σύμβασις 58/1936 ( Αναθεωρηθείσα ) “περί ελαχίστου ορίου ηλικίας (Ναυτική). ή
Σύμβασις 7/1920 “περί ελαχίστου ορίου ηλικίας (Ναυτική).
Σύμβασις 55/1936 “περί ευθύνης πλοιοκτητών εν περιπτώσει ασθενείας ή ατυχήματος ναυτικού”.
Σύμβασις 56/1936 “περί ασφαλίσεως κατά ασθενείας (Ναυτική) ή
Σύμβασις 130/1959 “περί ιατρικής περιθάλψεως και επιδομάτων ασθενείας”.
Σύμβασις 73/1946 “περί ιατρικής εξετάσεως των ναυτικών”.
Σύμβασις 134/1970 (άρθρα 4 και 7) “περί προλήψεως ατυχημάτων των ναυτικών”.
Σύμβασις 92/1949 “περί ενδιαιτήσεως πληρωμάτων ” (αναθεωρηθείσα).
Σύμβασις 68/1946 “περί τροφής και υπηρεσιών τροφοδοσίας των πληρωμάτων των πλοίων” (άρθρον 5)
Σύμβασις 53/1936 “περί πιστοποιητικών ικανότητος των αξ/κων ” (άρθρα 3 και 4) (1).
Σύμβασις 22/1926 “περί συμβάσεως ναυτολογήσεως των ναυτικών”.
Σύμβασις 23/1926 “περί παλιννοστήσεως των ναυτικών”.
Σύμβασις 87/1948 “περί ελευθερίας του συνδικαλισμού και προστασίας των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων”.
Σύμβασις 98/1949 “περί δικαιώματος οργανώσεως και συλλογικών διαπραγματεύσεων”.
Εις ήν περίπτωσιν το καθιερωθέν υπό τινός πολιτείας σύστημα εκδόσεως πιστοποιητικών ήθελεν αντιμετωπίσει προβλήματα εκ της αυστηράς εφαρμογής των απαιτήσεων της Συμβάσεως 1936 “περί πιστοποιητικών ικανότητος των Αξιωματικών” θα λαμβάνεται υπ` όψιν η ουσιαστική ισοτιμία των εν λόγω πιστοποιητικών ώστε να μην υπάρχη αντίθεσις με το σύστημα της Πολιτείας αυτής.
Άρθρον δεύτερον
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 20 Ιουλίου 1979
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς