Νόμος 897 ΦΕΚ Α΄99/4.5.1979
Περί κυρώσεως της απο 2 Μαρτίου 1978 Συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας “περί Κοινωνικής Ασφάλειας”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον πρώτον
Κυρούται καί έχει ισχύν νόμου η υπογραφείσα είς Λευκωσίαν τήν 2αν Μαρτίου 1978 Σύμβασις μεταξύ τής Ελληνικής Δημοκρατίας καί τής Κυπριακής Δημοκρατίας περί Κοινωνικής Ασφαλείας, τής οποίας τό κείμενον είς τό πρωτότυπον είς τήν Ελληνικήν γλώσσαν, έχει ώς ακολούθως:
ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
αγόμεναι υπό τής επιθυμίας όπως ρυθμίσωσι τάς αμοιβαίας σχέσεις μεταξύ τών δύο Κρατών επί θεμάτων κοινωνικής ασφαλείας τών πολιτών αυτών οι οποίοι υπάγονται είς τήν κοινωνικήν ασφάλισιν αμφοτέρων τών Κρατών, αποφασίζουν τήν σύναψιν τής ακολούθου συμβάσεως.
ΜΕΡΟΣ Α`
Γενικαί Διατάξεις
Άρθρον 1
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί
Οί έν τή παρούση συμβάσει χρησιμοποιούμενοι κατωτέρω όροι έχουν τήν δι ένα έκαστον έξ αυτών αντιστοίχως αναγραφομένην έννοιαν :
1. “Περιοχή” Οσον αφορά τήν Ελλάδα τό έδαφος τής Ελληνικής Δημοκρατίας όσον αφορά τήν Κύπρον τό έδαφος τής Κυπριακής Δημοκρατίας.
2. “Αρμοδία αρχή” Οσον αφορά τήν ελλάδα τόν Υπουργόν Κοινωνικών Υπηρεσιών καί διά τήν ασφάλισιν ανεργίας τόν Υπουργόν Εργασίας όσον αφορά τήν Κύπρον τόν Υπουργόν Εργασίας καί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
3. “Αρμόδιος φορεύς” Ο κατά τάς εφαρμοσθησομένας διατάξεις αρμόδιος φορεύς.
4. “Μέλος οικογενείας” Τό μέλος τής οικογενείας κατά τάς διατάξεις τού φορέως είς βάρος τού οποίου χορηγούνται αί παροχαί.
5. “Βοήθημα κηδείας” Οσον αφορά την Ελλάδα τό έφ` άπαξ βοήθημα δι έξοδα κηδείας.
6. Οί λοιποί έν τή προκειμένη συμβάσει χρησιμοποιούμενοι όροι έχουσι την υπό της νομοθεσίας τού οικείου Κράτους αποδίδομένην είς αυτούς έννοιαν.
Άρθρον 2
Νομοθεσίαι επί τών οποίων έχει εφαρμογήν ή Σύμβασις
1. Η παρούσα Σύμβασις έχει εφαρμογήν :
I. Είς Ελλάδα :
α) Επί τής γενικής νομοθεσίας περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων τής καλυπτούσης τούς μισθωτούς καί τούς πρός αυτούς εξομοιουμένους διά τούς κινδύνους ασθενείας καί μητρότητος (διά παροχάς είς χρήμα) εργατικού ατυχήματος καί επαγγελματικής ασθενείας, αναπηρίας, γήρατος καί θανάτου.
β) Επί τής νομοθεσίας περί τών ειδικών συστημάτων ασφαλίσεως τών καλυπτόντων ωρισμένας κατηγορίας μισθωτών κατά τών ανωτέρω κινδύνων εξαιρουμένων τών ναυτικών.
γ) Επί τής νομοθεσίας περί τών ειδικών συστημάτων ασφαλίσεως τών καλυπτόντων τούς αυτοτελώς απασχολουμένους.
δ) Επί τής νομοθεσίας ασφαλίσεως τών αγροτών. ε) Επί τής νομοθεσίας τής ασφαλίσεως ανεργίας τών μισθωτών.
ΙΙ. Είς τήν Κύπρον επί τών περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων τού 1972 έως 1976.
2. Η παρούσα Σύμβασις έχει ομοίως εφαρμογήν επί πασών τών νομοθετικών ή κανονιστικών πράξεων αί οποίαι κωδικοποιούν, τροποποιούν ή συμπληρούν τάς έν τή παραγράφω 1 τού παρόντος άρθρου απαριθμουμένας νομοθεσίας.
3. Η παρούσα Σύμβασις έχει ωσαύτως εφαρμογήν επί νομοθεσίας αφορώσης είς κλάδον κοινωνικής ασφαλείας έτερον ή οί έν παραγράφω 1 τού παρόντος άρθρου αναφερόμενοι υπό τήν προϋπόθεσιν συνομολογήσεως περί τούτου συμφώνου μεταξύ τών συμβαλλομένων Κρατών.
Άρθρον 3
Προσωπικόν Πεδίον Εφαρμογής τής Συμβάσεως
1. Αί διατάξεις τής παρούσης Συμβάσεως, έφ όσον έν αυτή δέν ορίζεται άλλως έχουν εφαρμογήν επί τών υπηκόων τών δύο συμβαλλομένων Κρατών, ώς καί επί τών μελών τής οικογενείας καί τών επιζώντων αυτών.
2. Αί διατάξεις τής παρούσης Συμβάσεως έχουν επίσης εφαρμογήν καί επί τών προσφύγων έν τή εννοία τής Συνθήκης τής Γενεύης τής 28ης Ιουλίου 1951 περί τής Νομικής Καταστάσεως τών Προσφύγων καί τού από 31ης Ιανουαρίου 1967 Πρωτοκόλλου αυτής, ώς καί επί τών ανιθαγενών έν τή εννοία τής διεθνούς Συμβάσεως τής Νέας Υόρκης τής 28.9.1954 καί τού Παραρτήματος αυτής περί τού καθεστώτος τών ανιθαγενών.
Άρθρον 4
Ισότης Μεταχειρίσεως
Οί υπήκοοι εκατέρου τών συμβαλλομένων Κρατών υπόκεινται είς τάς υποχρεώσεις καί απολαύουν τών δικαιωμάτων τών νομοθεσιών, τών απαριθμουμένων εις το άρθρον 2 ύφ ούς όρους καί οί υπήκοοι τού ετέρου Κράτους.
Άρθρον 5
Καταβολή παροχών τού ενός Κράτους είς τήν περιοχήν τού ετέρου Κράτους
1. Συντάξεις καί έτεραι χρηματικαί παροχαί οφειλόμεναι κατά τάς διατάξεις τής νομοθεσίας ενός τών συμβαλλομένων Κρατών καταβάλλονται, έφ όσον έν τή παρούση Συμβάσει δέν ορίζεται άλλως καί όταν ο δικαιούχος διαμένη είς τήν περιοχήν τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
2. Αί έν τή παραγράφω 1 τού παρόντος άρθρου συντάξεις καί παροχαί τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών καταβάλλονται είς τούς υπηκόους τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους καί όταν διαμένουν είς τήν περιοχήν τρίτου Κράτους υπό τάς αυτάς προϋποθέσεις καί έν τώ αυτώ μέτρω, ώς είς τούς υπηκόους τού πρώτου Κράτους τούς διαμένοντας είς τήν περιοχήν τού τρίτου Κράτους.
ΜΕΡΟΣ Β`
Διατάξεις περί Εφαρμοστέας Νομοθεσίας.
Άρθρον 6
Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τών άρθρων 7 καί 8 η ασφαλιστική υποχρέωσις τών βιοποριστικώς εργαζομένων προσώπων ρυθμίζεται κατά τάς διατάξεις τής νομοθεσίας τού συμβαλλομένου Κράτους είς τήν περιοχήν τού οποίου ασκείται η βιοποριστική εργασία.
Άρθρον 7
1. Εάν πρόσωπον απασχολούμενον είς τήν περιοχήν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών αποσταλή υπό τής επιχειρήσεως είς τήν οποίαν συνήθως απασχολείται πρός εκτέλεσιν εργασίας είς τήν περιοχήν τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, αί διατάξεις τού πρώτου συμβαλλομένου Κράτους θά εξακολουθήσουν νά εφαρμόζωνται επί τού έν λόγω προσώπου, ώς εάν τούτο απησχολείτο ακόμη είς τήν περιοχήν τού Κράτους τούτου, έφ όσον η εργασία δέν προβλέπεται νά διαρκέση πέραν τών δώδεκα μηνών. Εάν δι` απροβλέπτους λόγους η απασχόλησις τού ενδιαφερομένου είς τήν περιοχήν τού δευτέρου Κράτους εξακολουθήση μετά τήν εκπνοήν τής ώς άνω περιόδου τών δώδεκα μηνών, η νομοθεσία τού πρώτου Κράτους θά εξακολουθή νά εφαρμόζεται είς τήν περίπτωσίν του δι ετέραν περίοδον μή υπερβαίνουσαν τούς δώδεκα μήνας, έφ` όσον η αρμοδία αρχή τού δευτέρου Κράτους συμφωνήση πρός τούτο πρό τής εκπνοής τής πρώτης περιόδου τών δώδεκα μηνών.
2. Προκειμένου περί τού προσωπικού κινήσεως οιασδήποτε επιχειρήσεως ενεργούσης διεθνείς μεταφοράς επιβατών ή εμπορευμάτων αεροπορικώς, είτε δι` ίδιον αυτής λογαριασμόν είτε διά λογαριασμόν άλλου, έχουσιν εφαρμογήν αί ακόλουθοι διατάξεις. (α) Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τών εδαφίων (β) καί (γ) τής παρούσης παραγράφου οί υπηρετούπες είς οιανδήποτε επιχείρησιν η οποία έχει τήν έδραν της είς τήν περιοχήν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, υπάγονται είς τήν νομοθεσίαν τού Κράτους αυτού, έστω καί εάν εργάζωνται είς τήν περιοχήν τού ετέρου Κράτους. (β) Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τού εδαφίου (γ) τής παρούσης παραγράφου όταν η επιχείρησις έχη υποκατάστημα ή αντιπροσωπείαν είς τήν περιοχήν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, οί απασχολούμενοι είς τό τοιούτον υποκατάστημα ή αντιπροσωπείαν υπάγονται είς τόν νομοθεσίαν τού έν λόγω Κράτους. (γ) Οταν πρόσωπον έχον τήν συνήθη αυτού διαμονήν είς τήν περιοχήν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, απασχολήται έξ ολοκλήρου ή κατά κύριον λόγον είς τήν έν λόγω περιοχήν, θά υπάγεται είς τήν νομοθεσίαν τού Κράτους αυτού, έστω καί εάν η επιχείρησις είς τήν οποίαν υπηρετεί δέν έχη τήν έδραν της ή υποκατάστημα ή αντιπροσωπείαν εις την εν περιοχήν.
Άρθρον 8
1. Αί διατάξεις τής παρούσης Συμβάσεως δέν εφαρμόζονται επί τών τακτικών μελών τής Διπλωματικής Υπηρεσίας εκατέρου τών συμβαλλομένων Κρατών.
2. Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τής παραγράφου 1 τού παρόντος άρθρου, οί τελούντες έν τή Δημοσία Υπηρεσία τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών ή έν τή υπηρεσία νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου τού έν λόγω Κράτους αποσπώμενοι εις τήν περοχήν τού ετέρου Κράτους, υπάγονται είς τήν νομοθεσίαν τού πρώτου Κράτους, ώς εάν ούτοι απησχολούντο είς τήν περιοχήν τού Κράτους τούτου.
3. Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τών παραγράφων 1 καί 2 τού παρόντος άρθρου οι απασχολούμενοι εις διπλωματικήν αποστολήν ή προξενικήν υπηρεσίαν του ενός των συμβαλλομένων Κρατών εις την περιοχήν του ετέρου Κράτους ή εις την προσωπικήν υπηρεσία μέλους τοιαύτης αποστολής ή αρχής υπάγονται εις την νομοθεσίαν του Κράτους τούτου. Ουχ` ήττον όμως παν πρόσωπο ούτως απασχολούμενον δύνανται εντός τριών μηνών απο της ενάρξεως της ισχύος της παρούσης Συμβάσεως ή εντός τριών μηνών απο της ενάρξεως της απασχολήσεως αυτού εις την περιοχήν του δευτέρου Κράτους να επιλέξει όπως υπαχθή εις την νομοθεσίαν του πρώτου συμβαλλομένου Κράτους, έφ` όσον υπήγετο εις τήν νομοθεσίαν ταύτην αμέσως πρό τής ενάρξεως τής απασχολήσεως αύτού εις τήν έν λόγω αποστολήν ή υπηρεσίαν.
Άρθρον 9
1. Εάν κατά τήν νομοθεσίαν ενός εκάστου τών συμβαλλομένων Κρατών, ησφαλισμένος θά εδικαιούτο νά υπαχθή προαιρετικώς είς τήν νομοθεσίαν αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών διά τήν αυτήν περίοδον, ούτος θά δύναται νά υπαχθή μόνον είς τήν νομοθεσίαν του Κράτους είς τήν περιοχήν τού οποίου συνήθως διαμένει. Προκειμένου περί ησφαλισμένου διαμένοντος είς τρίτον Κράτος ούτος θά δικαιούται νά επιλέξη τό συμβαλλόμενον Κράτος εις τήν νομοθεσίαν τού οποίου θά υπαχθή.
2. Πρός θεμελίωσιν τού δικαιώματος ησφαλισμένου διά προαιρετικήν ασφάλισιν κατά τήν νομοθεσίαν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, ο αρμόδιος φορεύς τού Κράτους τούτου συνυπολογίζει και τάς περιόδους ασφαλίσεως τάς πραγματοποιηθείσας υπό τού ησφαλισμένου κατά τήν νομοθεσίαν τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
Άρθρον 10
Αι αρμόδια αρχαί τών δύο συμβαλλομένων Κρατών δύνανται επί τή αιτήσει τών ενδιαφερομένων προσώπων καί, επί παρεχόντων εξηρτημένην εργασίαν τή συναινέσει τών εργοδοτών αυτών νά συνομολογήσουν εξαιρέσεις από τούς κανόνας τούς τιθεμένους διά τών άρθρων έως 8.
ΜΕΡΟΣ Γ`
Ειδικαί Διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 1
Παροχαί Ασθενείας καί Μητρότητος
Άρθρον 11
Επιδόματα Ασθενείας καί Μητρότητος
1. Διά τήν θεμελίωσιν καί τόν προσδιορισμόν τού δικαιώματος δι` επιδόματα ασθενείας καί μητρότητος δυνάμει τής νομοθεσίας ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, έφ όσον ο ησφαλισμένος έχει υπαχθή διαδοχικώς ή αλληλοδιαδόχως εις τήν νομοθεσίαν αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών, αί περίοδοι ασφαλίσεως καί αί πρός αυτάς εξομοιούμεναι αί πραγματοποιηθείσαι είς τήν περιοχήν τού ετέρου τών συμβαλλομένων Κρατών συνυπολογίζονται εις τάς περιόδους ασφαλίσεως καί τάς πρός αυτάς εξομοιουμένας τάς πραγματοποιηθείσας εις τήν περιοχήν του πρώτου Κράτους έφ όσον προηγούνται τούτων καί δέν συμπίπτουν χρονικώς.
2. Ησφαλισμένος δικαιούμενος επιδόματος ασθενείας ή μητρότητος κατά τήν νομοθεσίαν ενός τών συμβαλλομένων Κρατών εάν ευρίσκετο είς τήν περιοχήν τού Κράτους τούτου, θά δικαιούται νά λάβη τό επίδομα καί όταν ευρίσκεται είς τήν περιοχήν τού ετέρου τών συμβαλλομένων Κρατών, έφ` όσον:
(α) η κατάστασις αυτού απαιτεί άμεσον περίθαλψιν κατά τήν παραμονήν του εις τήν περιοχήν τού ετέρου Κράτους καί εντός τριών ημερών από τής ενάρξεως τής ανικανότητος πρός εργασίαν, ή εντός τοιαύτης μακροτέρας περιόδου, ώς ο αρμόδιος φορεύς ήθελεν επιτρέψει, υποβάλλει ιατρικήν βεβαίωσιν τής ανικανότητος πρός εργασίαν, ή
(β) έχων θεμελιώσει δικαίωμα δι επίδομα ασθενείας ή μητρότητος κατά τήν νομοθεσίαν τού πρώτου Κράτους, κατόπιν εγκρίσεως τού αρμοδίου φορέως επιστρέφει είς τήν περιοχήν τού Κράτους εις τό οποίον διαμένει ή μεταφέρει τήν διαμονήν του εις τήν περιοχήν τού ετέρου Κράτους ή
(γ) κατόπιν εγκρίσεως τού αρμοδίου φορέως τού πρώτου Κράτους μεταβαίνει είς τήν περιοχήν τού δευτέρου Κράτους διά νά τύχη καταλλήλου ιατρικής περιθάλψεως.
3. Ησφαλισμένος δικαιούμενος επιδόματος ασθενείας δυνάμει τών νομοθεσιών αμφοτέρων τών Κρατών διά τήν αυτήν περίοδον ανικανότητος πρός εργασίαν είτε κατά τάς διατάξεις τής παρούσης Συμβάσεως, είτε άλλως, θά δικαιούται νά λάβη επίδομα ασθενείας μόνον κατά τήν νομοθεσίαν τού Κράτους υπό τήν οποίαν επραγματοποίησε τήν τελευταίαν περίοδον ασφαλίσεως.
4. Ησφαλισμένη δικαιουμένη επιδόματος μητρότητος δυνάμει τών νομοθεσιών αμφοτέρων τών Κρατών αναφορικώς πρός τόν αυτόν τοκετόν καί τήν αυτήν περίοδον είτε δυνάμει τών διατάξεων τής παρούσης Συμβάσεως, είτε άλ λως, θά δικαιούται νά λάβη επίδομα μόνον κατά τήν νομοθεσίαν τον Κράτους είς τήν περιοχήν τού οποίου ευρίσκετο κατά τήν έναρξιν τής περιόδου διά τήν οποίαν καταβάλλεται τό επίδομα.
Άρθρον 12
Βοήθημα Κηδείας
1. Διά τήν θεμελίωσιν και τόν προσδιορισμόν τού δικαιώματος διά βοήθημα κηδείας :
(α) έφ` όσον ο ησφαλισμένος έχει υπαχθή διαδοχικώς ή αλληλοδιαδόχως είς τήν νομοθεσίαν αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών, αί περίοδοι ασφαλίσεως καί αί πρός αυτάς εξομοιούμεναι αί πραγματοποιηθείσα είς τήν περιοχήν ενός εκάστου τών συμβαλλομένων Κρατών, συνυπολογίζονται έφ όσον δέν συμπίπτουν χρονικώς.
(β) εάν το πρόσωπον δια το οποίον καταβάλλεται βοήθημα κηδείας κατά τας διατάξεις του ενός των συμβαλλομένων Κρατών αποβιώση εις την περιοχήν του ετέρου Κράτους θα θεωρήται οτι απεβίωσεν εις την περιοχήν του πρώτου Κράτους
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθ.1 του Ν.1359/1983 (ΦΕΚ Α 64)
2. Εάν διά τήν αυτήν περίπτωσιν θανάτου θεμελιούται δικαίωμα διά βοήθημα κηδείας κατά τάς νομοθεσίας αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών είτε δυνάμει τών διατάξεων τής παρούσης Συμβάσεως είτε άλλως : (α) βοήθημα καταβάλλεται μόνον κατά τήν νομοθεσίαν τού συμβαλλομένου Κράτους εις τήν περιοχήν τού οποίου επήλθεν ο θάνατος, ή (β) εάν ο θάνατος επήλθεν είς τήν περιοχήν τρίτου Κράτους, βοήθημα καταβάλλεται κατά τήν νομοθεσίαν τού συμβαλλομένου Κράτους υπό τήν οποίαν ο ησφαλισμένος επραγματοποίησε τήν τελευταίαν περίοδον ασφαλίσεως πρό τού θανάτου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Παροχαί Συντάξεων Γήρατος, Αναπηρίας καί Επιζώντων
Άρθρον 13
Συνυπολογισμός χρονικών περιόδων ασφαλίσεως. Διά τήν θεμελίωσιν καί τόν προσδιορισμόν τού δικαιώματος είς παροχάς συντάξεων, έφ όσον ο ησφαλισμένος έχει υπαχθή διαδοχικώς ή αλληλοδιαδόχως εις τήν νομοθεσίαν τών δύο συμβαλλομένων Κρατών, αί περίοδοι ασφαλίσεως καί αί πρός αυτάς εξομοιούμενα, αί πραγματοποιηθείσαι είς τήν περιοχήν ενός εκάστου τών συμβαλλομένων Κρατών συνυπολογίζονται έφ` όσον δέν συμπίπτουν χρονικώς, ύφ` ούς όρους προβλέπεται έν άρθρω 20 τής παρούσης.
Άρθρον 14
Καθορισμός τού ποσού τής Συντάξεως
1. Αί παροχαί τάς οποίας κατά τό άρθρον 13 τής Συμβάσεως ο ησφαλισμένος ή οί επιζώντες αυτού δύνανται νά αξιώσουν δυνάμει τών νομοθεσιών τών συμβαλλομένων Κρατών, καθ` άς ο ησφαλισμένος επραγματοποίησε περιόδους ασφαλίσεως ή πρός ταύτας εξομοιουμένας, καθορίζονται ώς ακολούθως :
α) Ο αρμόδιος φορεύς εκατέρου τών συμβαλλομένων Κρατών καθορίζει συμφώνως πρός τήν ιδίαν αυτού νομοθεσίαν εάν ο ενδιαφερόμενος συγκεντρώνη τάς απαιτουμένας προϋποθέσεις διά τήν θεμελίωσιν δικαιώματος είς τάς υπό τής έν λόγω νομοθεσίας προβλεπομένας παροχάς, λαμβανομένου ύπ` όψιν τού κατά τό προηγούμενον άρθρον συνυπολογισμού τών περιόδων ασφαλίσεως.
β) Εάν τό δικαίωμα θεμελιούται κατά τό προηγούμενον εδάφιον, ο έν λόγω φορεύς προσδιορίζει τό θεωρητικόν ποσόν τής παροχής τήν οποίαν θά εδικαιούτο ο ενδιαφερόμενος, εάν πάσαι αί συνυπολογιζόμεναι περίοδοι ασφαλίσεως ή αί πρός αυτάς εξομοιούμεναι είχον πραγματοποιηθή αποκλειστικώς υπό τήν ιδίαν αυτού νομοθεσίαν. Αί διατάξεις τής εσωτερικής νομοθεσίας τών συμβαλλομένων Κρατών περί προσαυξήσεως τών συντάξεων λόγω υπάρξεως προστατευομένων μελών οικογενείας,ως και περι ανωτάτων ή κατωτάτων ορίων συντάξεων εφαρμόζονται επί τού ποσού τούτου.
γ) Βάσει τού ούτω καθορισθέντος ποσού ο αρμόδιος φορεύς καθορίζει τό οφειλόμενον ποσόν κατ` αναλογίαν τής διαρκείας τών πραγματοποιηθεισών περιόδων υπό τήν ύπ αύτού εφαρμοζομένην νομοθεσίαν, έν σχέσει πρός τήν συνολικήν διάρκειαν τών πραγματοποιηθεισών περιόδων υπό τάς νομοθεσίας αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών. Τό ποσόν τούτο αποτελεί τήν πρός τόν ενδιαφερόμενον οφειλομένην τμηματικήν παροχήν υπό τού έν λόγω φορέως.
δ) Ο αρμόδιος ελληνικός φορεύς εφαρμόζει τήν περί διατηρήσεως τών έκ τής ασφαλίσεως δικαιωμάτων έν περιπτώσει διαδοχικής ασφαλίσεως είς πλείονας φορείς εσωτερικήν νομοθεσίαν, έφ όσον υπάρχει περίπτωσις, επί τής έν λόγω τμηματικής συντάξεως.
2. Εφ όσον τό ενδιαφερόμενον πρόσωπον διήνυσε κατά τάς διατάξεις ενός έκ τών συμβαλλομένων Κρατών περιόδους ασφαλίσεως ή εξομοιουμένας πρός ταύτας, αίτινες έν τώ συνόλω υπολείπονται τών δώδεκα μηνών καί έφ όσον συμφώνως πρός τάς διατάξεις ταύτας δέν θεμελιοί δικαίωμα βάσει μόνον τών όν λόγω περιόδων ο φορεύς τού συμβαλλομένου τούτου Κράτους, δέν καταβάλλει σύνταξιν, διά τάς έν λόγω περιόδους. Είς τάς περιπτώσεις αυτάς ο φορεύς τού ετέρου Κράτους καταβάλλει τήν βάσει τής παραγράφου 1 έδ. β` υπολογισθείσαν σύνταξιν.
3. Αί διατάξεις τού παρόντος άρθρου δέν εφαρμόζονται προκειμένου περί θεμελιώσεως και προσδιορισμού τού δικαιώματος προσώπου τινός διά προσαύξησιν τής συντάξεως αυτού κατά τήν Κυπριακήν νομοθεσίαν δυνάμει εισφορών καταβληθεισών διά περιόδους ασφαλίσεως μετά τήν ύπ αυτού θεμελίωσιν δικαιώματος διά σύνταξιν γήρατος.
Άρθρον 15
Πλήρωσις τών προϋποθέσεων τής μιάς μόνον νομοθεσίας
1. α) Εάν ο ενδιαφερόμενος δέν πληροί έν δεδομένη στιγμή τάς υπό τών εφαρμοστέων νομοθεσιών αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών απαιτουμένας προϋποθέσεις αλλά πληροί τάς προϋποθέσεις μιάς έξ αυτών, χωρίς νά παρίσταται ανάγκη νά επικαλεσθή τόν συνυπολογισμόν περιόδων πραγματοποιηθεισών υπό τήν ετέραν νομοθεσίαν, τό ποσόν τής παροχής προσδιορίζεται δυνάμει μόνον τής νομοθεσίας βάσει τής οποίας κτάται τό δικαίωμα και λαμβανομένων ύπ όψιν μόνον τών περιόδων τών πραγματοποιηθεισών υπό τήν νομοθεσίαν αυτήν.
β) Εάν ο ενδιαφερόμενος λαμβανομένου ύπ όψιν τού κατά τό άρθρον 14 παράγρ. 1 έδ. α` συνυπολογισμού τών περιόδων ασφαλίσεως δέν πληροί έν δεδομένη στιγμή τάς υπό τών εφαρμοστέων νομοθεσιών αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών απαιτουμένας προϋποθέσεις, αλλά πληροί μόνον τάς προϋποθέσεις μιάς έξ αυτών τό ποσόν τής παροχής προσδιορίζεται συμφώνως πρός τάς διατάξεις τού εδαφίου γ` τής ιδίας παραγράφου.
γ) Είς τάς έν εδαφίοις (α) καί (β) αναφερομένας περιπτώσεις αι ήδη καθορισθείσαι παροχαί αναθεωρούνται συμφώνως πρός τάς διατάξεις τού άρθρου 14 παράγρ. 1 έφ όσον πληρούντοι αί προϋποθέσεις αί απαιτούμεναι υπό τής ετέρας νομοθεσίας.
2. Εάν τό ποσόν τής παροχής ήν ο ενδιαφερόμενος δύναται νά αξιώση άνευ εφαρμογής τών διατάξεων τού άρθρου 14 έκ μόνων τών περιόδων ασφαλίσεως καί τών πρός αυτάς εξομοιουμένων τών πραγματοποιηθεισών δυνάμει τής νομοθεσίας ενός συμβαλλομένου Κράτους, είναι ανώτερον τού συνόλου τών παροχών τών καθοριζομένων έκ τής εφαρμογής τού άρθρου 14, δικαιούται ούτος έκ μέρους τού φορέως τού έν λόγω κράτους συμπληρώματος ίσου πρός τήν διαφοράν.
Άρθρον 16
Πλήρωσις τών προϋποθέσεων εκατέρας τών νομοθεσιών
Εφ όσον ο ενδιαφερόμενος πληροί τάς προϋποθέσεις τάς απαιτουμένας υπό εκατέρας τών νομοθεσιών διά τήν θεμελίωσιν τού δικαιώματος είς σύνταξιν άνευ της εφαρμογής της Συμβάσεως. α) Προκειμένου περί συντάξεων γήρατος ή επιζώντων λαμβάνει τάς υπό εκατέρας τών νομοθεσιών προβλεπομένας συντάξεις. β) Προκειμένου περί συντάξεων αναπηρίας εφαρμόζονται αποκλειστικώς αί διατάξεις τών άρθρων 14 καί 15 τής Συμβάσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3
Εργατικά ατυχήματα καί επαγγελματικαί νόσοι
Άρθρον 17
1. Η χορήγησις τών παροχών δι` εργατικά ατυχήματα αναλαμβάνεται από τόν αρμόδιον φορέα τού Κράτους, είς τήν νομοθεσίαν τού οποίου υπήγετο ο ησφαλισμένος καθ` όν χρόνον έλαβε χώραν τό εργατικόν ατύχημα.
2. α) Εφ όσον κατά τήν νομοθεσίαν ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, διά τόν χαρακτηρισμόν νόσου τινός, ώς επαγγελματικής, απαιτείται απασχόλησις είς ένα επάγγελμα δι` ωρισμένην χρονικήν περίοδον, διά τήν πλήρωσιν τής προϋποθέσεως ταύτης συνυπολογίζεται καί η απασχόλησις η λαβούσα χώραν είς τό έδαφος τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους είς επάγγελμα, δυνάμενον νά προκαλέση τήν νόσον ταύτην.
β) Υπόχρεως διά τήν καταβολήν τών χρηματικών παροχών λόγω επαγγελματικής νόσου τυγχάνει ο αρμόδιος φορεύς τού συμβαλλομένου Κράτους είς τό έδαφος τού οποίου, ο ενδιαφερόμενος επραγματοποίησε τόν μεγαλύτερον χρόνον απασχολήσεως εις επάγγελμα δυνάμενον νά προκαλέση ή νά επιδεινώση τήν επαγγελματικήν νόσον εντός τού 12μήνου τό οποίον προηγείται τής εκδηλώσεως τής νόσου ταύτης.
3. Εάν διά τόν υπολογισμόν τού βαθμού τής αναπηρίας εν περιπτώσει εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου δυνάμει τής νομοθεσίας τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, η Νομοθεσία αύτη προβλέπη ρητώς ή σιωπηρώς, οτι τα εργατικά ατυχήματα ή αι επαγγελματικαί νόσοι τά επελθόντα πρότερον λαμβάνωνται ύπ όψιν, τό αυτό θά συμβαίνη διά εργατικά ατυχήματα καί επαγγελματιχάς νόσους, τά επελθόντα πρότερον υπό τήν νομοθεσίαν τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 4
Παροχαί Ανεργίας
Άρθρον 18
1. Διά τήν θεμελίωσιν δικαιώματος μισθωτού έχοντος πραγματοποιήσει περιόδους ασφαλίσεως μετά τήν τελευταίαν είσοδόν του είς τήν περιοχήν ενός τών συμβαλλομένων Κρατών καί αξιούντος παροχάς ανεργίας δυνάμει τής νομοθεσίας τού Κράτους τούτου, ο αρμόδιος φορεύς συνυπολογίζει καί τάς περιόδους ασφαλίσεως καί τάς πρός ταύτας εξομοιουμένας τάς πραγματοποιηθείσας είς τήν περιοχήν τού ετέρου τών συμβαλλομένων κρατών, έφ όσον αύται δέν συμπίπτουν χρονικώς.
2. Προκειμένου να καθορισθή η διάρκεια επιδοτήσεως μισθωτού χωρούσης συμφώνως πρός τήν ανωτέρω παράγραφον 1, ο αρμόδιος φορεύς εκάστου τών συμβαλλομένων Κρατών υπολογίζει κατά τήν ιδίαν αυτού νομοθεσίαν καί τάς ημέρας διά τάς οποίας ο μισθωτός έλαβε παροχάς ανεργίας κατά τήν νομοθεσίαν τού ετέρου Κράτους εντός τών τελευταίων δώδεκα μηνών, ώς εάν διά τάς ημέρας ταύτας κατεβλήθησαν είς τόν μισθωτόν τούτον, παροχαί ανεργίας κατά τήν νομοθεσίαν του πρώτου Κράτους.
3. Υπό τήν επιφύλαξιν τού άρθρου 19, αί παροχαι ανεργίας τάς οποίας δικαιούται μισθωτός κατά τήν νομοθεσίαν εκατέρου τών συμβαλλομένων Κρατών καταβάλλονται, έφ όσον χρόνον ο μισθωτός ούτος ευρίσκεται είς τήν περιοχήν τού Κράτους τούτου.
Άρθρον 19
1. Κύπριος υπήκοος, υπαγόμενος έν Ελλάδι είς τήν ασφάλισιν ανεργίας κατά τήν Ελληνικήν νομοθεσίαν καθιστάμενος ακουσίως άνεργος ή οικειοθελώς αποχωρών έκ τής έν ελλάδι εργασίας του επί σκοπώ επανόδου καί μονίμου εγκαταστάσεώς του είς Κύπρον, δικαιούται είς παροχάς ανεργίας έφ` όσον πληροί τάς απαιτουμένας προϋποθέσεις κατά τήν Κυπριακήν νομοθεσίαν λαμβανομένων ύπ όψιν είτε αποκλειστικώς τών Ελληνικών χρόνων ασφαλίσεως είτε συνυπολογιζομένων τών χρόνων ασφαλίσεως κατά τήν νομοθεσίαν καί τών δύο Κρατών.
2. Κύπριος υπήκοος, αποκτήσας δικαίωμα ανεργίας έν Ελλάδι κατά τήν Ελληνικήν νομοθεσίαν, επιστρέφων είς Κύπρον επί σκοπώ μονίμου εγκαταστάσεως διατηρεί τό δικαίωμα τούτο είς Κύπρον καί διά τήν χρονικήν περίοδον επιδοτήσεως τήν προβλεπομένην υπό τής Κυπριακής νομοθεσίας, αφαιρουμένων τών ημερών επιδοτήσεως τών οποίων ο Κύπριος υπήκοος άνεργος έτυχεν έν Ελλάδι κατά τήν Ελληνικήν νομοθεσίαν. Πρό τής επανόδου είς Κύπρον, ο άνεργος Κύπριος υποχρεούται νά γνωστοποιήση τήν έν λόγω επάνοδόν του είς τόν αρμόδιον Ελληνικόν φορέα.
3. Είς ό,τι αφορά τό ύψος καί τήν διάρκειαν τών οφειλομένων παροχών ανεργίας, βάσει τών παραγράφων 1 καί 2 τού παρόντος άρθρου εφαρμόζεται η Κυπριακή νομοθεσία.
4. Αί κατά τό παρόν άρθρον οφειλόμεναι παροχαί ανεργίας, καταβάλλονται υπό τού αρμοδίου Κυπριακού φορέως είς βάρος τού αρμοδίου Ελληνικού φορέως, όστις οφείλει νά αποδίδη τάς καταβληθείσας παροχάς.
5. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου λήγει την 30ην Ιουνίου 1983, δύναται όμως να παραταθή εφύ όσον αι αρμόδιαι αρχαί των δύο συμβαλλομένων Κρατών συμφωνήσουν προς τούτο
Σημ.: όπως η παρ.5 αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθ.1 του Ν.1359/1983 (ΦΕΚ Α 64)
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 5
Διατάξεις ισχύουσαι δι` όλας τάς παροχάς
Άρθρον 20
Χρόνος Ασφαλίσεως.
“1. Δια την εφαρμογήν των Κεφαλαίων 1-4:
α) Μια εβδομάς εισφορών κατά την Κυπριακήν νομοθεσίαν εξομοιούται προς έξι ημερας ασφαλίσεως κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν.
β) Ο αριθμός των εβδομάδων εισφορών κατά την Κυπριακήν νομοθεσίαν δια περιόδους ασφαλίσεως αρχομένας κατά ή μετά την 6ην Οκτωβρίου 1980 προσδιορίζεται δια της διαιρέσεως του συνόλου των πληρωθεισών και πιστωθεισών ασφαλιστέων αποδοχών του ησφαλισμένου εντός εκάστου έτους εισφορών, κατά την Κυπριακήν νομοθεσίαν, δια του εβδομαδιαίου ποσού των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών του ισχύοντος κατά το έτος τούτο. Ο ούτω προσδιοριζόμενος αριθμός εβδομάδων δεν δύναται να υπερβαίνη τον αριθμόν των ημερολογιακών εβδομάδων αι οποίαι εντός του οικείου έτους εισφορών ή εντός της τυχόν μικροτέρας περιόδου ασφαλίσεως.
γ) Εξ ημέραι ασφαλίσεως κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν εξομοιούνται προς ασφαλιστέας αποδοχάς ίσας προς το γινόμενον του εβδομαδιαίου ποσού των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών κατά την Κυπριακήν νομοθεσίαν,επί 1.04. Προς το γινόμενον τούτο εξομοιούται επίσης και τυχόν υπόλοιπον ημερών προκύπτον εκ της τοιαύτης μετατροπής.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε με την παρ.3 του άρθ.1 του Ν.1359/1983 (ΦΕΚ Α 64)
2. α) Εφ όσον περίοδος υποχρεωτικής ασφαλίσεως πραγματοποιηθείσα συμφώνως πρός τήν νομοθεσίαν τού ενός Κράτους συμπίπτει μέ περίοδον προαιρετικής ασφαλίσεως ή εξομοιουμένην περίοδον ασφαλίσεως πραγματοποιηθείσαν κατά τήν νομοθεσίαν τού ετέρου Κράτους, λαμβάνεται ύπ` όψιν μόνον ο χρόνος τής υποχρεωτικής ασφαλίσεως.
β) Εφ` όσον περίοδος προαιρετικής ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, συμπίπτει μέ εξομοιουμένην περίοδον ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, λαμβάνεται ύπ όψιν μόνον η περίοδος προαιρετικής ασφαλίσεως.
γ) Εφ όσον εξομοιουμένη περίοδος ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, συμπίπτει μέ εξομοιουμένην περίοδον ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους λαμβάνεται ύπ όψιν μόνον η εξομοιουμένη περίοδος κατά τάς διατάξεις τού συμβαλλομένου Κράτους, είς τήν περιοχήν δικαιοδοσίας τού οποίου τό ενδιαφερόμενον πρόσωπον επραγματοποίησε τήν τελευταίαν απασχόλησιν πρό τής περιόδου αυτής.
δ) Εφ όσον περίοδος προαιρετικής ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, συμπίπτει μέ περίοδον προαιρετικής ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, λαμβάνεται ύπ όψιν μόνον η περίοδος προαιρετικής ασφαλίσεως κατά τάς διατάξεις τού συμβαλλομένου Κράτους, είς τήν περιοχήν τού οποίου τό ενδιαφερόμενον πρόσωπον επραγματοποίησε την τελευταίαν περίοδον υποχρεωτικής ασφαλίσεως πρό τής περιόδου τής προαιρετικής ασφαλίσεως.
3. Εφ` όσον τό ποσόν οιασδήποτε συντάξεως είς τήν οποίαν θά εδικαιούτο πρόσωπόν τι κατά τήν νομοθεσίαν τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, εάν ελαμβάνετο ύπ` οψίν η περίοδος ασφαλίσεως είς τήν περιοχήν τού Κράτους τούτου, θά ήτο μεγαλύτερον τού ποσού τό οποίον καθωρίσθη διά τού κατά τήν παράγραφον 2 ανωτέρω υπολογισμού τής περιόδου ασφαλίσεως είς τήν περιοχήν τού ετέρου Κράτους, ο αρμόδιος φορεύς του πρώτου Κράτους καταβάλλει τήν διαφοράν μεταξύ τών δύο ποσών.
4. Αί περίοδοι ασφαλίσεως καί αί πρός αυτάς εξομοιούμεναι λαμβάνονται ύπ` όψιν ώς αύται προκύπτουν έκ τής νομοθεσίας κατά τήν οποίαν επραγματοποιήθησαν. 5.
Σημ.: όπως η παρ.5 καταργήθηκε με την παρ.4 του άρθ.1 του Ν.1359/1983 (ΦΕΚ Α 64)
Άρθρον 21
Αποδοχαί λαμβανόμεναι υπύ όψιν
1. Αι κατά την Ελληνικήν νομοθεσίαν χρηματικαί παροχαί υπολογίζονται βάσει μόνον των αποδοχών του ησφαλισμένου των αφορωσών εις περιόδους ασφαλίσεως πραγματοποιηθείσας κατά την νομοθεσίαν ταύτην.
2. Κατά τον υπολογισμόν των συμπληρωματικών παροχών κατά την Κυπριακήν νομοθεσίαν λαμβάνονται υπ` όψιν μόνον περίοδοι ασφαλίσεως και προς αυτάς εξομοιούμεναι πραγματοποιηθείσαι κατά την νομοθεσίαν ταύτην.
Σημ.: όπως το άρθ.21 αντικαταστάθηκε με την παρ.5 του άρθ.1 του Ν.1359/1983 (ΦΕΚ Α 64)
Άρθρον 22
Μέλη Οικογενείας. Εάν κατά τήν νομοθεσίαν ενός έκ τών συμβαλλομένων Κρατών τό ποσόν τών χρηματικών παροχών ποικίλλη αναλόγως τής υπάρξεως ή τού αριθμού τών μελών οικογενείας, ο αρμόδιος φορεύς λαμβάνει ύπ όψιν διά τόν υπολογισμόν τών παροχών καί τά μέλη οικογενείας τά κατοικούντα επί τού εδάφους τού ετέρου Κράτους.
ΜΕΡΟΣ Δ`
Διάφοροι Διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 1
Διοικητική Συνεργασία.
Άρθρον 23
Γενικά
1. Αί αρμόδιαι αρχαί θά λαμβάνουν πάντα τά διά τήν εφαρμογήν τής παρούσης Συμβάσεως αναγκαία διοικητικά μέτρα καί θά ανακοινούν αμοιβαίως πάσαν πληροφορίαν σχετικώς μέ τάς τροποποιήσεις τής νομοθεσίας αυτών δυναμένας νά επηρεάσουν ενδεχομένως τήν εφαρμογήν της.
2. Τό ευεργέτημα τών απαλλαγών τελών ή χαρτοσήμων προβλεπόμενον υπό τής νομοθεσίας τού ενός τών συμβαλλομένων Κρατών διά τά υποβαλλόμενα έγγραφα ή δικαιολογητικά διά τήν εφαρμογήν τής νομοθεσίας τού Κράτους αυτού, επεκτείνεται καί είς τά αντίστοιχα έγγραφα ή δικαιολογητικά, τά εκδιδόμενα διά τήν εφαρμογήν τής νομοθεσίας τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
3. Πάντα τά είς εκτέλεσιν τής παρούσης Συμβάσεως υποβαλλόμενα έγγραφα, απαλλάσσονται τής θεωρήσεως νομιμοποιήσεως τών διπλωματικών καί προξενικών αρχών.
4. Δίά τήν εφαρμογήν τής παρούσης Συμβάσεως αί υπηρεσίαι θά αλληλογραφούν μεταξύ των είς τήν Ελληνικήν γλώσσαν.
Άρθρον 24
Υποβολή Αιτήσεων.
Αί αιτήσεις, δηλώσεις ή προσφυγαί αίτινες πρέπει νά υποβάλλωνται διά τήν εφαρμογήν τής νομοθεσίας ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, εντός ωρισμένης προθεσμίας είς τήν αρχήν ή Οργανισμόν τού έν λόγω Κράτους, γίνονται δεκταί εάν υποβάλλωνται εντός τής αυτής προθεσμίας είς αρχήν ή Οργανισμόν τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους.
Άρθρον 25
Εξοφλήσεις Χρηματικών Παροχών – Προκαταβολαί
1. Ο αρμόδιος φορεύς τού ενός συμβαλλομένου Κράτους ο οποίος είναι οφειλέτης χρηματικών παροχών, κατ εφαρμογήν τής παρούσης Συμβάσεως, είς δικαιούχους διαμένοντας επί τού εδάφους τού ετέρου συμβαλλομένου Κράτους, εξοφλεί εγκαίρως τάς παροχάς ταύτας είς τόν τόπον διαμονής τού δικαιούχου είς τό νόμισμα τού πρώτου Κράτους.
2. Αί μεταφοραί τών ποσών κατ` εφαρμογήν τής παρούσης Συμβάσεως θά λαμβάνουν χώραν συμφώνως πρός τα εν ισχύει σχετικάς συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων Κρατών.
3. Προκαταβολαί καταβληθείσαι είς δικαιούχον υπό Φορέως ενός τών συμβαλλομένων Κρατών, παρακρατούνται τή αιτήσει τού έν λόγω Φορέως υπό τού αρμοδίου φορέως τού ετέρου Κράτους από τό ποσόν τό οποίον ο δικαιούχος έχει νά λάβη παρά τού τελευταίου τούτου φορέως.
4. Η διάταξις τής προηγουμένης παραγράφου ισχύει προκειμένου καί περί αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.
Άρθρον 26
Επίλυσις Αμφισβητήσεων
Πάσα αμφισβήτησις μεταξύ τών συμβαλλομένων Κρατών αναφορικώς μέ τήν ερμηνείαν ή τήν εφαρμογήν τής Συμβάσεως, θά αποτελή αντικείμενον αμέσων διαπραγματεύσεων μεταξύ τών αρμοδίων αρχών τών συμβαλλομένων Κρατών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 2
Μεταβατικαί Τελικαί Διατάξεις
Άρθρον 27
1. Η παρούσα Σύμβασις δέν γεννά δικαίωμα καταβολής παροχών διά περίοδον προγενεστέραν τής ημερομηνίας ενάρξεως τής ισχύος αυτής.
2. Υπό τήν επιφύλαξιν τών διατάξεων τής παραγράφου (1) τού παρόντος άρθρου, σύνταξις οφείλεται δυνάμει τής παρούσης Συμβάσεως καί εάν έτι οφείλεται είς γεγονός λαβόν χώραν πρό τής ενάρξεως ισχύος αυτής.
3. Ως πρός τά δικαιώματα τά οποία προκύπτουν έκ τής εφαρμογής τής προηγουμένης παραγράφου, αί υπό τών νομοθεσιών τών συμβαλλομένων Κρατών προβλεπόμεναι διατάξεις, όσον αφορά τήν παραγραφήν τής αξιώσεως, δέν δύνανται νά αντιταχθούν είς τούς ενδιαφερομένους εάν η σχετική αίτησις υποβληθή εντός έτους από τής ενάρξεως ισχύος τής Συμβάσεως. Εάν η αίτησις υποβληθή μετά τήν εκπνοήν τής προθεσμίας αυτής, τό δικαίωμα είς παροχάς έφ όσον η αξίωσις δέν έχει παραγραφή, αποκτάται από τής ημερομηνίας υποβολής τής αιτήσεως, εκτός εάν έχουν εφαρμογήν αί περισσότερον ευνοϊκαί διατάξεις τής νομοθεσίας τού ενός συμβαλλομένου Κράτους.
Άρθρον 28
1. Η παρούσα Σύμβασις θέλει επικυρωθή συμφώνως πρός τάς αντιστοίχους Συνταγματικάς διατάξεις καί θέλει τεθή έν ισχύι τήν πρώτην τού μεθεπομένου μηνός εκείνου καθ` όν θά έχουν ανταλλαγή τά όργανα επικυρώσεως.
2. Τά όργανα επικυρώσεως δέον νά ανταλλαγώσι τό ταχύτερον δυνατόν έν Αθήναις.
3. Η παρούσα Σύμβασις θέλει παραμείνει έν ισχύι επί τρείς (3) μήνας μετά τήν ημερομηνίαν καθ` ήν τό έν έκ τών Συμβαλλομένων Κρατών ήθελε γνωστοποιήσει είς τό έτερον Κράτος τήν πρόθεσίν του όπως παύση αύτη ισχύουσα.
4. Είς περίπτωσιν καταγγελίας αί διατάξεις τής παρούσης Συμβάσεως συνεχίζουσιν ισχύουσαι διά κτηθέντα δικαιώματα.
5. Διοικητικός Κανονισμός θέλει ρυθμίσει τά τής εφαρμογής τής παρούσης Συμβάσεως.
ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΙΝ ΤΟΥΤΟΥ
οί πληρεξούσιοι αμφοτέρων τών συμβαλλομένων Κρατών υπέγραψαν τήν προκειμένην Σύμβασιν. Εγένετο έν Λευκωσία τήν 2αν Μαρτίου 1978 είς δύο πρωτότυπα είς τήν Ελληνικήν γλώσσαν τών κειμένων εχόντων τήν αυτήν ισχύν.
Άρθρον δεύτερον
Η ισχύς τού παρόντος άρχεται από τής δημοσιεύσεώς του διά τής Εφημερίδος τής Κυβερνήσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 02 Μαΐου 1979
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ
Εθεωρήθη και ετέθη η μεγάλη του Κράτους σφραγίς