Νόμος 854 ΦΕΚ Α΄236/29.12.1978
Περί ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως των τακτικών υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. εν ενεργεία και συντάξει και των μελών οικογενείας των και άλλων τινών διατάξεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν:
Άρθρον 1
1. Αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως των υπαλλήλων του Ι.Κ.Α. και των μελών της οικογενείας αυτών εφαρμόζονται, αναλόγως, και επί των υποχρεωτικώς υπαγομένων εις τον κλάδον ασθενείας και μητρότητος του Ι.Κ.Α. υπαλλήλων (εν ενεργεία και εν συντάξει) των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και των μελών της οικογενείας αυτών.
2. Αι διατάξεις των παρ. 10, 11 και 12 του άρθρου 16 του Β.Δ. 993/ 1966 “περί εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικος επί των υπαλλήλων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων” εφαρμόζονται και επί των μελών της οικογενείας των, κατά την παρ. 14 του αυτού, ως άνω, άρθρου, συνταξιούχων του Ι.Κ.Α.
Άρθρον 2
Για την επιπλέον επιβάρυνση του Ι.Κ.Α. από την εφαρμογή του άρθρ. 1 του νόμου αυτού καθορίζεται υπέρ του κλάδου παροχών ασθενείας και μητρότητας αυτού, πρόσθετη εισφορά σε ποσοστό 1% επί των αποδοχών των ανωτέρω υπαλλήλων που υπόκεινται σε εισφορά του ΙΚΑ, η οποία βαρύνει το οικείο ΝΠΔΔ στο οποίο υπηρετεί ο υπάλληλος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 17 παρ. 4 του Ν. 1469/1984 (ΦΕΚ Α 111).
Άρθρον 3
1. Τα Ν.Π.Δ.Δ. ή το νομικόνπρόσωπον εις το οποίον περιήλθον τα περιουσιακά στοιχεία του καταργηθέντος ή διαλυθέντος Ν.Π.Δ.Δ. υποχρεούνται εις την καταβολήν των εξόδων κηδείας των αποθνησκόντων συνταξιούχων αυτών, των προερχομένων εκ των υπαλλήλων αυτών, και των μελών της οικογενείας των. Ως μέλη της οικογενείας του συνταξιούχου, δι`α καταβάλλονται έξοδα κηδείας δυνάμει του παρόντος, νοούνται η σύζυγος, τα ανήλικα άρρενα τέκνα και τα άγαμα θήλεα τέκνα αυτού, ανεξαρτήτως ηλικίας, εφ` όσον ταύτα προστατεύονται υπο του συνταξιούχου.
2. Τα έξοδα κηδείας ορίζονται δια μεν τον συνταξιούχον εις τας συντάξεις τριών μηνών, δι` έκαστον δε των, ως άνω, μελών της οικογενείας αυτού εις τας συντάξεις δύο μηνών. Το κατά τ` ανωτέρω, καταβλητέον δι` έκαστον των ως άνω, προσώπων ποσόν εις ουδεμίαν περίπτωσιν δύναται να είναι κατώτερον των εκάστοτε βασικών αποδοχών του 4ου βαθμού δημοσίου πολιτικού υπαλλήλου ούτε ανώτερον του διπλασίου αυτών.
3. Τα, ως άνω έξοδα κηδείας, μετ` έκπτωσιν παντός ποσού καταβαλλομένου επί τη βάσει των κειμένων διατάξεων δια την αυτήν αιτίανυπο ασφαλιστικού ταμείου ή εξ οιουδήποτε ετέρου φορέως, καταβάλλονται υπό του Ν.Π.Δ.Δ. ή του νομικού προσώπου εις το οποίον περιήλθον τα περιουσιακά στοιχεία του καταργηθέντος ή διαλυθέντος Ν.Π.Δ.Δ. εις το οποίο υπηρετεί ο συνταξιούχος κατά την έξοδόν του εκ της υπηρεσίας, προς τον επιμεληθέντα της κηδείας άνευ αποδόσεως λογαριασμού, τα δε απαιτούμενα διά την πληρωμήν των εξόδων τούτων δικαιολογητικά ορίζονται δι` αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου Ν.Π.Δ.Δ. ή του νομικού προσώπου εις το οποίον περιήλθον τα περιουσιακά στοιχεία του καταργηθέντος ή διαλυθέντος Ν.Π.Δ.Δ.
Άρθρον 4
1. Τακτικοί υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ. εν ενεργεία ή εν συντάξει, ως και τα μέλη της οικογενείας αυτών, δικαιούμενοι ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως ή μόνον νοσοκομειακής τοιαύτης,εκ του Κλάδου Περιθάλψεως του Οργανισμού εις ον υπηρετούν ή υπηρετούν, δύνανται να επιλέξουν πλήρη ασφάλισιν δια τας ως άνω παροχάς εις βάρος του Κλάδου Ασθενείας και Μητρότητος του Ι.Κ.Α., υποκείμενοι εις τας οικείας κρατήσεις του ασφαλιστικού τούτου οργανισμού.
2. Αι διατάξεις των προηγουμένων άρθρων εφαρμόζονται αναλόγως και εν προκειμένω.
3. Η επιλογή του φορέως της ως άνω ασφαλίσεως ενεργείται τη αιτήσει του δικαιούχου, δύναται δε αύτη να μεταβάληται, αλλά πάντοτε μετά πάροδον τουλάχιστον διετίας αφ` εκάστης επιλογής.
Άρθρον 5
1. Η παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 103/1975 αντικαθίσταται αφ` ης ίσχυσεν ως ακολούθως:
“3. Οι αποχωρούντες εκ της υπηρεσίας εντός πενταετίας από της ισχύος του παρόντος δικαιούνται του εφ` άπαξ χρηματικού βοηθήματος εφ` όσον καταβάλλουν ως συμπληρωματικήνεισφοράν την υπό του άρθρου 2 του παρόντος προβλεπομένηνκράτησιν δια το χρονικόν διάστημα από της εξόδου των μέχρι τέλους της πενταετίας. Δια τον υπολογισμόν του συνολικού ποσού της συμπληρωματικής εισφοράς λαμβάνεται υπ` όψιν, δι` έκαστον μήνα, το καταβληθέν ποσόν δια κράτησιν του τελευταίου προ της αποχωρήσεως μηνός. Η κατά το προηγούμενον εδάφιον συμπληρωματική εισφορά εξοφλείται διά συμψηφισμού προς το δικαιούμενον εφ` άπαξ χρηματικόν βοήθημα”.
2. Εν τέλει του άρθρου 1 του Ν. 103/1975 προστίθεται παράγραφος 4, έχουσα ούτω:
“4. Αι διατάξεις του παρόντος δεν εφαρμόζονται ωσαύτως επί των δικαιουμένων παρά του εξ ου αποχωρούν ή απολύονται Ν.Π.Δ.Δ. ετέρου εφ` άπαξ χρηματικού βοηθήματος ή αποζημιώσεως εφ` όσον καταβάλλονται βάσει των καθ` οιονδήποτε τρόπον εκδοθέντων και εφαρμοζομένων διατάξεων νόμων, κανονιστικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων, ασφαλιστικαίεισφοραί διά την χορήγησιν των εν λόγω παροχών”.
3. Το άρθρον 2 του Ν. 103/1975 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρον 2
1. Επί των αποδοχών εφ` ων υπολογίζεται κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος, το εφ` άπαξ χρηματικόν βοήθημα των υπαγομένων εις την ρύθμισιν του παρόντος Νόμου υπαλλήλων, επιβάλλεται από της πρώτης του μεθεπομένου της δημοσιεύσεως του παρόντος Νόμου μηνός, κράτησις εκ τεσσάρων επί τοις εκατόν (4%) υπέρ των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου εις α υπηρετούν.
Προκειμένου περί υπαλλήλων εχόντων συμπληρώσει δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσίαν η ως άνω κράτησις ορίζεται εις πέντε επί τοις εκατόν (5%) επι των αυτών αποδοχών. Η κράτησις αύτη αποτελεί έσοδον των εν λόγω Νομικών Προσώπων, αναγραφόμενον εις τον προϋπολογισμόν των κατά τας κειμένας διατάξεις περί λογιστικού Ν.Π.Δ.Δ., δια σχηματισμόν κεφαλαίων αποζημιώσεως υφ` ενός εκάστου Νομικού Προσώπου, των εξερχομένων υπαλλήλων του κατά τα υπό του προηγουμένου άρθρου οριζόμενα.
2. Εν περιπτώσει ανεπαρκείας των ούτω σχηματιζομένων κεφαλαίων δια την καταβολήν εφ` άπαξ χρηματικού βοηθήματος συμπληρούται τούτο κατά το υπολειπόμενον ποσόν παρά του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου παρ` ω υπηρετούν υπάλληλοι, αναγραφομένης προς τούτο κατ` έτος εν τω προϋπολογισμώ εκάστου Ν.Π.Δ.Δ. σχετικής πιστώσεως με δικαίωμα πάντοτε του Ν.Π.Δ.Δ. να αναλαμβάνη το παρ` αυτού εισενεχθέν ποσόν εκ του, προς τον σκοπόν τούτον, σχηματιζομένου κεφαλαίου.
3. Τα καταβαλλόμενα δώρα επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων και Πάσχα ως και το επίδομα αδείας των υπαλλήλων δεν υπόκεινται εις την περί ης η παρ. 1 του παρόντος άρθρου κράτησιν, ούτε λαμβάνονται υπ` όψιν δια τον υπολογισμόν της εφ` άπαξ παροχής”.
4. Μετά το άρθρον 4 του Ν. 103/1975, ως ούτος συνεπληρώθη δια της παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 765/1978, προστίθεται νέον άρθρον 5 έχον ούτω, του ήδη άρθρου 5 λαμβάνοντος αριθμόν 6.
“Άρθρον5
1. Αι διατάξεις των κατ` εξουσιοδότησιν της παρ. α` του άρθρου 3 του Ν. 103/1975 εκδοθέντων Π. Δ/των καταλαμβάνουν και τους υπαλλήλους των Ν.Π.Δ.Δ. οίτινεςυπήγοντο εις την ασφάλισιν Ταμείου Προνοίας ή Κλάδου Προνοίας αλλά ουδενός εφ` άπαξ βοηθήματος εδικαιώθησαν λόγω μη συμπληρώσεως των ελαχίστων προς τούτο προϋποθέσεων, των προβλεπομένων υπό των καταστατικών διατάξεων του οικείου Ταμείου Προνοίας ή κλάδου Προνοίας εις ο ήσαν ούτοι ησφαλισμένοι.
2. Τα υπό της παρ. β` του άρθρου 3 του Ν. 103/1975 προβλεπόμενα Π. Δ/τα δέον να εκδοθούν εφ` άπαξ εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους απο της δημοσιεύσεως του παρόντος. Η ισχύς τούτων άρχεταιαπο της ισχύος του Ν. 103/1975. Οφειλαί εκ τυχόν διαφοράς ασφαλίστρου καταβάλλονται εις τριάκοντα εξ (36) μηνιαίας δόσεις”.
Άρθρον 6
Σημ.: όπως το άρθρο 6 καταργήθηκε με το άρθρο 10 του Ν.940/1979 (ΦΕΚ Α 157).
Άρθρον 7
Από 1ης Σεπτεμβρίου 1978 αυξάνονται, αι υπό του Ταμείου Ασφαλίσεως Επαγγελματιών και Βιοτεχνών καταβαλλόμεναι συντάξεις, γενικώς κατά ποσοστόν τριάκοντα επί τοις εκατόν (30%). Από της αυτής ως άνω χρονολογίας, ουδεμία σύνταξις λόγω γήρατος και αναπηρίας δύναται να είναι κατωτέρα των δραχμών τριών χιλιάδων (3.000), των δε λόγω θανάτου των δραχμών δυο χιλιάδων επτακοσίων (2.700).
Άρθρον 8
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου άρχεται από της πρώτης του μηνός του μεθεπομένου της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται εν αυταίς.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 23 Δεκεμβρίου 1978
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ