Νόμος 787 ΦΕΚ Α΄101/21.6.1978
Περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων κατόπιν του νέου μισθολογίου.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1
Αύξησις συντάξεων των μη καθοριζομένων βάσει μισθού ενεργείας και ειδικών κατηγοριών.

1. Αι εκ του Δημοσίου Ταμείου καταβαλλόμεναι πάσης φύσεως συντάξεις και βοηθήματα, αι μη καθοριζόμεναι επί τη βάσει μισθού ενεργείας, αυξάνονται κατά ποσοστόν είκοσι τοις εκατόν (20%) απο 1ης Ιανουαρίου 1978 και κατά έτερον είκοσι τοις εκατόν (20%) από 1ης Ιανουαρίου 1979 επί του ποσού αυτών, του διαμορφωθέντος δια των μέχρι της 31 Δεκεμβρίου 1977 χορηγηθεισών αυξήσεων.

2. Κατά τα εν τη προηγουμένη παραγράφω οριζόμενα αυξάνονται:
α) Τα πάσης φύσεως προσωπικά και αμεταβίβαστα επιδόματα ανικανότητος και αι προσαυξήσεις αυτών, περιλαμβανομένων και των εν άρθρω 54 του Α.Ν. 1854/51 “περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων επιδομάτων.
β) Τα εν παρ. 2 του άρθρου 4 του Α.Ν. 377/1968 “περί ρυθμίσεως των συντάξεων κατόπιν του Α.Ν. 274/1968 κ.λπ.ποσά συνταξίμου μισθού των οπλιτών.
γ) Αι συντάξεις των υπαλλήλων της Βουλής, περί ων η παρ. 1 του άρθρ. 3 του Α.Ν. 377/1968.

3. Το διά του Ν.Δ. 1371/1973 “περί καθορισμού κατωτάτου μηνιαίου ποσού των υπό του Δημοσίου καταβαλλομένων συντάξεων ή βοηθημάτων” καθορισθέν κατώτατονμηνιαίον ποσόν συντάξεως ή βοηθήματος, ως τούτο ηυξήθημεταγενεστέρως, συνυπολογιζομένου και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος ανικανότητος, ορίζεται από 1ης Ιανουαρίου 1978 εις δρχ. χιλίαςοκτακοσίας (1 .800) και από 1ης Ιανουαρίου 1979 εις δρχ. δύο χιλιάδας εκατόν (2.100).

4. Ως μισθός ενεργείας δια την αύξησιν της συντάξεως της κανονισθείσης βάσει μισθού 13ου βαθμού και κατωτέρων, λαμβάνεται ο καθοριζόμενος υπό του Νόμου 754/1978 περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών κ.λπ. μισθός του 12ου βαθμού.

Άρθρον 2
Υπολογισμός επιδομάτων εις την σύνταξιν.

1. Οπου εις την κειμένην συνταξιοδοτικήν νομοθεσίαν αναφέρεται ότι δια τον καθορισμόν του συνταξίμου μισθού λαμβάνονται υπ` όψιν και αι εκάστοτε προσαυξήσεις του βασικού μισθού λόγω πολυετούς συνολικής και εν τω αυτώ βαθμώ υπηρεσίας, εφ` εξής νοείται το επίδομα χρόνου υπηρεσίας της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 754/1978 και παραγράφου 1 τον άρθρου 2 του Ν. 755/1978 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών των λειτουργών της τακτικής δικαιοσύνης κ.λπ.”.

2. Εαν μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου δια τον κανονισμόν της συντάξεως ελαμβάνετο υπ` όψιν ο βασικός μισθός ενεργείας και η προσαύξησις πολυετούς συνολικής υπηρεσίας ή ο βασικός μισθός ενεργείας και η προσαύξησιςευδοκίμου παραμονής εν τω αυτώ βαθμώ, το κατά την προηγουμένηνπαράγραφον αναλογούν επίδομα χρόνου υπηρεσίας θα υπολογίζεται μειωμένον κατά τα 2/3 ή 1/3 αντιστοίχως.

Άρθρον 3
Επίδομα οικογενειακών βαρών.

1. Το επίδομα οικογενειακών βαρών το παρεχόμενον εις τους δημοσίους υπαλλήλους δια των άρθρων 3 του Ν. 754/1978 και 2 του Ν. 755/ 1978 και εις τους υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. δια του άρθρου 12 του Ν. 754/ 1978, χορηγείται και εις τους εξ αυτών καταστάντας ή καθισταμένους συνταξιούχους. Εν περιπτώσει θανάτου εν ενεργεία υπαλλήλου ή συνταξιούχου, το εν λόγω επίδομα παρέχεται εις το δικαιούχον της συντάξεως πρόσωπον, το βαρυνόμενον με την συντήρησιν των τέκνων του θανόντος, εφ` όσον εισπράττει την σύνταξίν του.

2. Το επίδομα τούτο παρέχεται υπό τας δια τους εν ενεργεία υπαλλήλους οριζομένας προϋποθέσεις και περιορισμούς.

3. Η ανικανότης των σωματικώς ή πνευματικώς ανικάνων τέκνων, περί ων το δεύτερον εδάφιον της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 754/1978 και άρθρον 2 του Ν. 755/1978 διαπιστούται δια γνωματεύσεως του υπό της οικείας συνταξιοδοτικής νομοθεσίας προβλεπομένου αρμοδίου υγειονομικού οργάνου. Εαν η ανικανότης διαπιστωθή κατά την διάρκειαν της ενεργού υπηρεσίας του υπαλλήλου, χορηγηθέντος εις αυτόν του εν λόγω επιδόματος, δεν απαιτείται νέα γνωμάτευσις.

4. Το επίδομα χορηγείται, αιτήσει του δικαιούχου, συνοδευομένη υπό των απαιτουμένων δικαιολογητικών, βάσει φύλλου μεταβολής, μη απαιτουμένης εκδόσεως πράξεως των δικαιοδοτούντων επί των συντάξεων οργάνων. Η προς τούτο αίτησις δέον να υποβληθή εντός της υπό του άρθρου 22 του Α.Ν. 1854/1951 τασσομένης προθεσμίας. Ειδικώς, η αίτησις εκ μέρους των εξελθόντων ήδη της υπηρεσίας, δέον να υποβληθή εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους, από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Δια τους λαμβάνοντας ήδη επίδομα βάσει του άρθρου 7 του Ν. 550/1977 “περί αυξήσεως του μισθού των δικαστικών λειτουργών, των δημοσίων υπαλλήλων κ.λπ.”, δεν απαιτείται η υποβολή αιτήσεως.

5. Κατά της αρνήσεως της Υπηρεσίας προς χορήγησιν του εν λόγω επιδόματος ασκούνται, προκειμένου μεν περί συνταξιούχων των οποίων η σύνταξις κανονίζεται παρά της Υπηρεσίας Συντάξεων τον Γ.Λ. Κράτους, τα υπό του άρθρου 5 του Ν. 4448/1964 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης συνταξιοδοτικής νομοθεσίας” προβλεπόμενα ένδικα μέσα, προκειμένου δε περί των λοιπών τα υπό των οικείων διατάξεων προβλεπόμενα τοιαύτα.

6. Τα προς απόδειξιν του δικαιώματος δικαιολογητικά καθορίζονται δι` αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

7. Πάσα μεταβολή των προϋποθέσεων καταβολής του επιδόματος, δέον να ανακοινούται εις τον χορηγούντα το επίδομα φορέα εντός εξ μηνών από της μεταβολής. Ο αχρεωστήτωςεισπράττων το επίδομα συνταξιούχος, υποχρεούται εις απόδοσιν αυτού. Παραλλήλως υπόκειται εις πρόστιμον μέχρι του ποσού της συντάξεως τριών μηνών, εφ` όσον η ανακοίνωσιςεγένετο μετά την πάροδον εξαμήνου από της μεταβολής. Δια την είσπραξιν τούτων έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις της Κώδικος Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων.

8. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογήν και επί των συνταξιοδοτουμένων κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 874/1971 “περί συμπληρώσεως διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας περί απονομής των πολιτικών και στρατιωτικών συντάξεων”, των πολεμικών συνταξιούχων, συμπεριλαμβανομένων και των συνταξιούχων ή βοηθηματούχων του αμάχου πληθυσμού.

Άρθρον 4
Αναπροσαρμογή των συντάξεων.

1. Το επίδομα χρόνου υπηρεσίας λαμβάνεταί υπ` όψιν και δια την αναπροσαρμογήν των ήδη αναγνωρισθεισών πάσης φύσεως συντάξεων, των κανονισθεισών βάσει μισθού ενεργείας. Αι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 2 εφαρμόζονται και εν προκειμένω.

2. Το κατά τ` ανωτέρω επίδομα δεν λαμβάνεται υπ` όψιν εάν η σύνταξιςεκανονίσθη βάσει του βασικού μισθού ενεργείας, άνευ ουδεμιάς προσαυξήσεως λόγω πολυετούς εν τω αυτώ βαθμώ παραμονής και πολυετούς συνολικής υπηρεσίας. Εαν δια τον κανονισμόν της συντάξεως δεν ελήφθησαν υπ` όψιν αι προσαυξήσεις αύται λόγω μη συνδρομής των δια την χορήγησιν τούτων απαιτουμένων χρονικών προϋποθέσεων, η διάταξις του προηγουμένου εδαφίου δεν έχει εφαρμογήν.

3. Πολιτικοί εν γένει συνταξιούχοι αποχωρήσαντες της υπηρεσίας προ της εφαρμογής του Ν. 434/1976 “περί πληρώσεως θέσεων και ρυθμίσεως θεμάτων αφορώντων εις την κατάστασιν των δημοσίων υπαλλήλων και υπαλλήλων ν.π.δ.δ.”, δι` ου προεβλέφθη η διάκρισις των υπαλλήλων εις τοιούτους των Κλάδων ΑΤ, ΑΡ και ΜΕ, ΣΕ, θεωρούνται δια την παροχήν του επιδόματος, ως ανήκοντες εις ένα των κλάδων τούτων, αναλόγως των τυπικών των προσόντων. Ειδικώς εις τους επί βαθμοίς 2ω και 3ω, ως και εις όσους ανήκον εις την Α` Κατηγορίαν προ της αποχωρήσεώς των παρέχεται το επίδομα το προσήκον εις τους υπαλλήλους των Κλάδων ΑΤ και ΑΡ, ανεξαρτήτως εάν ούτοι εκέκτηντο ή μη τα τυπικά προσόντα των Κλάδων τούτων.

4. Προκειμένου περί συνταξιούχων των οποίων η σύνταξις κανονίζεται επί τη βάσει του μισθού, υφ` ον εξελίχθησαν μισθολογικώς, το επίδομα χρόνου υπηρεσίας υπολογίζεται επί του μισθού τούτου, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 2.

5. Αξιωματικοί τον Στρατού Ξηράς, περί ων το Ν.Δ. 4106/1960 “περί συνταξιοδοτικών διατάξεων αφορώντων τους εκουσίως αποστρατευομένους αξιωματικούς του Στρατού Ξηράς”, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του Ν.Δ. 315/1969 “περί τροποποιήσεως του Ν.Δ. 4106/1960” και του Ν.Δ. 1172/1972 “περί αυθεντικής ερμηνείας του άρθρου 1 του Ν.Δ. 315/1969” δικαιούνται του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας βάσει της πράγματι παρασχεθείσης υπηρεσίας των, το ποσοστόν του οποίου όμως δεν δύναται να είναι έλαττον του αντιστοιχούντος εις εικοσιπενταετή πραγματικήνυπηρεσίαν.

6. Δι` αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος αναπροσαρμογής, κατ` εφαρμογήν των Νόμων 754/1978, 755/1978 και του παρόντος νόμου, των ήδη αναγνωρισθεισών σνντάξεων. Εν προκειμένω, δεν έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του άρθρου 60 του Α.Ν. 1854/1951.

Άρθρον 5

1. Τα εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου προκύπτοντα ποσά στρογγυλοποιούνται εις την επομένην δεκάδα.

2. Εν ουδεμιά περιπτώσει η κατά τας διατάξεις του νόμου τούτου κανονιζομένησύνταξις δύναται να είναι κατωτέρα της συντάξεως ην ελάμβανεν ο συνταξιούχος κατά τας προ της ισχύος του παρόντος νόμου διατάξεις μετά των επιδομάτων, η επί πλέον όμως της ανηκούσης αυτώ κατά τον παρόντα νόμον συντάξεως διαφορά, αριθμητικώς καθοριζομένη εν τη πράξει ή αποφάσει, διατηρείται ως προσωρινόν επίδομα μέχρι της καθ` οιονδήποτε τρόπον καλύψεώς της.

Άρθρον 6
Κυρούται, αφ` ης εξεδόθη, η υπ` αριθ. 21550/6.3.1978 απόφασις του Υπουργού Οικονομικών, έχουσα ούτω:
“ΑΠΟΦΑΣΗ
Περί χορηγήσεως μηνιαίως προκαταβολής στις συντάξεις του Δημοσίου έναντι αυξήσεως από 1.1.1978.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
`Εχοντας υπόψη:
1) Τις διατάξεις του Ν. 754/1978 “περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων πολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων των Ν.Π.Δ.Δ., ως και άλλων τινών συναφών διατάξεων”.
2) Τις διατάξεις του νομοσχεδίου που καταρτίσθηκε “περί αυξήσεως των συντάξεων του Δημοσίου των μη καθοριζομένων επί τη βάσει μισθού ενεργείας και ρυθμίσεως συνταξιοδοτικών θεμάτων, κατόπιν του νέου μισθολογίου”.
3) Το γεγονός ότι για την αναπροσαρμογή των συντάξεων του Δημοσίου θα απαιτηθεί ικανός χρόνος λόγω του μεγάλου αριθμού αυτών.
4) Την ανάγκη διευκολύνσεως, εν τω μεταξύ, των συνταξιούχων.
Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε :
Χορηγούμε από 1ης Ιανουαρίου 1978, μηνιαίως προκαταβολή έναντι της αυξήσεως όλων των συντάξεων του Δημοσίου, σε ποσοστό δέκα πέντε στα εκατό (15%) επί του ποσού αυτών, όπως έχει διαμορφωθεί με τις αυξήσεις που χορηγήθηκαν μέχρι 31.12.1977. Η προκαταβολή αυτή, που θα προσαυξήσει ανάλογα και τα επιδόματα εορτών και αδείας, συμψηφίζεται με την οριστική αύξηση που θα καθορισθεί ύστερα από την αναπροσαρμογή, οπότε και παύει να καταβάλλεται. Τυχόν επί πλέον ποσό που θα καταβληθεί παρακρατείται εφάπαξ από το ποσό της συντάξεως που θα αναπροσαρμοσθεί ή σε δύο μηνιαίες δόσεις, αν είναι ανώτερο των χιλίων (1.000) δραχμών. Η απόφαση αυτή που θα κυρωθεί με νόμο να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από 1 Ιανουαρίου 1978.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 20 Ιουνίου 1978

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ