ΠΡΟΣΟΧΗ!! Έχει καταργηθεί από την 20/04/2011 με το Άρθρο 51 ΝΟΜΟΣ 3959/2011

Νόμος 703 ΦΕΚ Α΄278/26.9.1977
Περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελευθέρου ανταγωνισμού.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ

Άρθρον 1
Απαγορευόμεναι συμπράξεις.

1. Απαγορεύονται πάσαι αι συμφωνίαι μεταξύ επιχειρήσεων, πάσαι αι αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων και οιασδήποτε μορφής ενηρμονισμένη πρακτική επιχειρήσεων, αι οποίαι έχουν ως αντικείμενον ή αποτέλεσμα την παρακώλυσιν, τον περιορισμόν ή την νόθευσιν του ανταγωνισμού ιδία δε αι συνιστάμεναι εις:
α) τον άμεσον ή έμμεσονκαθορισμόν των τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής.
β) τον περιορισμόν ή τον έλεγχον της παραγωγής, της διαθέσεως, της τεχνολογικής αναπτύξεως ή των επενδύσεων.
γ) την κατανομήν των αγορών ή των πηγών εφοδιασμού.
δ) την, κατά τρόπον δυσχεραίνοντα την λειτουργίαν του ανταγωνισμού, εφαρμογήν εν τω εμπορίωανίσων όρων δι`ισοδυνάμουςπαροχάς, ιδία δε την αδικαιολόγητο άρνησιν πωλήσεως, αγοράς ή άλλης συναλλαγής.
ε) την εξάρτησιν συνάψεως συμβάσεων εκ της παρά των αντισυμβαλλομένων αποδοχής προσθέτων παροχών, αι οποίαι, κατά την φύσιν των ή συμφώνως προς τας εμπορικάς συνηθείας, δεν συνδέονται μετά του αντικειμένου των συμβάσεων τούτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009.

2. Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο απαγορευμένες συμφωνίες και αποφάσεις είναι απόλυτα άκυρες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 του Ν. 2000/1991 (ΦΕΚ Α` 206) και από την παρ.1 άρθρ.1 Ν.2296/1995 (Α 43).

3. Συμφωνίες, αποφάσεις και περιπτώσεις εναρμονισμένης πρακτικής ή κατηγορίες αυτών, που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι εν όλω ή εν μέρει ισχυρές, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις πιο κάτω προύποθέσεις:
α) συμβάλλουν, με την εύλογη συμμετοχή των καταναλωτών, στην προκύπτουσα ωφέλεια, στην βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου,
β) δεν επιβάλλουν στις οικείες επιχειρήσεις περιορισμούς πέραν των απολύτως αναγκαίων για την πραγματοποίηση των ανωτέρω σκοπών, και
γ) δεν παρέχουν στις επιχειρήσεις αυτές τη δυνατότητα καταργήσεως του ανταγωνισμού σε σημαντικό τμήμα της οικείας αγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 1 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009.

Άρθρον 2
Καταχρηστική εκμετάλλευσις δεσποζούσης θέσεως.
Απαγορεύεται η υπό μιας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων καταχρηστική εκμετάλλευσις της δεσποζούσης θέσεως αυτών επί του συνόλου ή μέρους της αγοράς της χώρας. Η καταχρηστική αύτη εκμετάλλευσις δύναται να συνίσταται ιδία:
α) εις τον άμεσον ή έμμεσονεξαναγκασμόν προς καθορισμόν είτε των τιμών αγοράς ή πωλήσεως είτε άλλων μη ευλόγων όρων συναλλαγής.
β) εις τον περιορισμόν της παραγωγής, της καταναλώσεως ή της τεχνολογικής αναπτύξεως, επί ζημία των καταναλωτών,
γ) εις την εφαρμογήνανίσων όρων δι`ισοδυνάμουςπαροχάς, ιδία εις την αδικαιολόγητονάρνησιν πωλήσεων, αγορών ή άλλων συναλλαγών, κατά τρόπον ώστε επιχειρήσεις τινές να τίθενται εις μειονεκτικήν εν τω ανταγωνισμώθέσιν.
δ) εις την εξάρτησιν της συνάψεως συμβάσεων εκ της παρά των αντισυμβαλλομένων αποδοχής προσθέτων παροχών, ή συνάψεως προσθέτων συμβάσεων αι οποίαι, κατά την φύσιν των ή συμφώνως προς τας εμπορικάς συνηθείας, δεν συνδέονται μετά του αντικειμένου των συμβάσεων τούτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.1 του Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 2α
Απαγόρευση καταχρηστικής εκμετάλλευσης της σχέσης οικονομικής εξάρτησης
Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 703/1977 και του άρθρου 81 της Συνθ. Ε.Κ., απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση, από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, της σχέσης οικονομικής εξάρτησης στην οποία βρίσκεται προς αυτήν ή αυτές μία επιχείρηση, η οποία κατέχει θέση πελάτη ή προμηθευτή, ακόμη και ως προς ένα ορισμένο είδος προϊόντων ή υπηρεσιών και δεν διαθέτει ισοδύναμη εναλλακτική λύση. Η καταχρηστική αυτή εκμετάλλευση της σχέσης οικονομικής εξάρτησης δύναται να συνίσταται ιδίως στην επιβολή αυθαίρετων όρων συναλλαγής, στην εφαρμογή διακριτικής μεταχείρισης ή στην αιφνίδια και αδικαιολόγητη διακοπή μακροχρόνιων εμπορικών σχέσεων.
Σημ.: όπως το Άρθρο 2α προστέθηκε με το άρθρο 1 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 1 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 3
Γενική διάταξη
Οι κατά την παράγραφο 1 του άρθρου συμφωνίες, αποφάσεις και περιπτώσεις εναρμονισμένης πρακτικής και η κατ΄άρθρο 2 καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης απαγορεύονται, χωρίς προς τούτο να είναι απαραίτητη η προηγούμενη έκδοση σχετικής απόφασης.
Σημ.: όπως το άρθρο 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 4
Συγκέντρωση επιχειρήσεων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν.1934/1991 (Α 31),αντικαταστάθηκε πάλι  με την παρ.1 του άρθρου 2 του Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Η συγκέντρωση επιχειρήσεων δεν έμπιπτει καθαυτή στις απαγορεύσεις του άρθρου 1 παρ. 1 και του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.

2. Συγκέντρωση πραγματοποιείται:
α) όταν συγχωνεύονται με κάθε τρόπο δύο ή περισσότερες προηγουμένως ανεξάρτητες επιχειρήσεις,
β)όταν ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ελέγχουν ήδη τουλάχιστον μία επιχείρηση, ή μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, αποκτούν άμεσα ή έμμεσα τον έλεγχο του συνόλου ή τμημάτων μιας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 του Ν. 2323/1995 (Α` 145) και με την παρ.1 άρθρου 28 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009.Εναρξη ισχύος από 7.9.2009.

3. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, ο έλεγχος απορρέει από δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέσα, τα οποία είτε μεμονωμένα είτε από κοινού με άλλα και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών πραγματικών ή νομικών συνθηκών, παρέχουν τη δυνατότητα καθοριστικής επίδρασης στη δραστηριότητα μιας επιχείρησης, και ιδίως από: α) δικαιώματα κυριότητας ή επικαρπίας επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, β) δικαιώματα ή συμβάσεις που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικής επίδρασης στη σύνθεση, στις συσκέψεις ή στις αποφάσεις των οργάνων μιας επιχείρησης.

4. Ο έλεγχος αποκτάται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα ή τις επιχειρήσεις, που:
α) είναι υποκείμενα αυτών των δικαιωμάτων ή δικαιούχοι από τις συμβάσεις αυτές ή
β) χωρίς να είναι υποκείμενα των δικαιωμάτων ή δικαιούχοι από τις συμβάσεις αυτές, δικαιούνται να ασκούν τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτές.

5. Η δημιουργία κοινής επιχείρησης που εκπληρώνει μόνιμα όλες τις λειτουργίες μίας αυτόνομης οικονομικής ενότητας, αποτελεί συγκέντρωση κατά την έννοια του παρόντος άρθρου. Στο μέτρο που η δημιουργία κοινής επιχείρησης έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα το συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς επιχειρήσεων που παραμένουν ανεξάρτητες, ο συντονισμός αυτός αξιολογείται σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 1. Κατά την αξιολόγηση αυτή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού λαμβάνει υπόψη ιδίως:
α) αν δύο ή περισσότερες μητρικές επιχειρήσεις ασκούν, σε σημαντικό βαθμό, δραστηριότητες στην ίδια αγορά με την κοινή επιχείρηση ή σε αγορά προηγούμενων ή επόμενων σταδίων από αυτήν της κοινής επιχείρησης ή σε παραπλήσια αγορά, στενά συνδεδεμένη με την αγορά αυτή και
β) εάν ο συντονισμός, ο οποίος απορρέει ευθέως από τη δημιουργία της κοινής επιχείρησης, παρέχει στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εξαλείψουν τον ανταγωνισμό σε μεγάλο μέρος των αγορών τους.
Σημ.: όπως η παρ. 5,όπως είχε τροποποιηθεί με την παρ.2 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 2 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

6. Δεν θεωρείται ότι πραγματοποιείται συγκέντρωση όταν: α) πιστωτικοί οργανισμοί ή άλλοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί ή ασφαλιστικές εταιρίες, στις συνήθεις δραστηριότητες των οποίων περιλαμβάνεται η εμπορία και διαπραγμάτευση τίτλων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, αποκτούν προσωρινά δικαιώματα συμμετοχής σε μια επιχείρηση με σκοπό την περαιτέρω διάθεσή τους, εφόσον δεν ασκούν τα δικαιώματα ψήφου, που παρέχουν αυτά τα δικαιώματα συμμετοχής με σκοπό να επηρεάσουν την ανταγωνιστική συμπεριφορά της επιχείρησης αυτής ή εφόσον ασκούν τα δικαιώματα ψήφου με μοναδικό σκοπό να προετοιμάσουν τη διάθεση του συνόλου ή μέρους της επιχείρησης αυτής ή των περιουσιακών στοιχείων της ή τη διάθεση των δικαιωμάτων συμμετοχής, και εφόσον η διάθεση αυτή πραγματοποιείται εντός έτους από την ημερομηνία απόκτησης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για εύλογο χρονικό διάστημα από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, όταν οι εν λόγω οργανισμοί ή εταιρίες δικαιολογούν ότι η εμπρόθεσμη διάθεση δεν ήταν εύλογα δυνατή,
β) οι πράξεις της παραγράφου 2 στοιχ. β` πραγματοποιούνται από εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου υπό τον περιορισμό ότι τα δικαιώματα αυτά ασκούνται, κυρίως με το διορισμό των μελών του διευθυντικού και του εποπτικού οργάνου των επιχειρήσεων, στις οποίες αποκτούν δικαιώματα συμμετοχής, μόνο για τη διασφάλιση της ακέραιας αξίας των σχετικών επενδύσεων και όχι για τον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων αυτών σε θέματα ανταγωνισμού.

Άρθρον 4α
Σημ.: όπως τοάρθρο 4α προστέθηκε με το άρθρο 3 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων πρέπει να γνωστοποιείται μέσα σε ένα μήνα από την πραγματοποίηση της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού όταν: α) το μερίδιο αγοράς των προϊόντων ή υπηρεσιών που αφορά η συγκέντρωση, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4στ, αντιπροσωπεύει στην εθνική αγορά ή σε ένα σημαντικό τμήμα αυτής, σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών, τουλάχιστον το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που θεωρούνται ομοειδή από τον καταναλωτή, λόγω των ιδιοτήτων, της τιμής και της χρήσης τους, για την οποία προορίζονται ή β) ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4στ, ανέρχεται, στην εθνική αγορά, τουλάχιστον σε δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000) ευρώ.

2. Υποχρεούνται σε γνωστοποίηση:
α) σε περίπτωση που η συγκέντρωση αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση η καθεμία από αυτές,
β) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, τα πρόσωπα, οι επιχειρήσεις ή ομάδες προσώπων ή επιχειρήσεων που αποκτούν έλεγχο στο σύνολο ή σε τμήματα μίας ή περισσότερων επιχειρήσεων.

3. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη γνωστοποίηση, η οποία σε κάθε περίπτωση αφορά αποκλειστικά την ταυτότητα των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στη συγκέντρωση, το χρόνο που ολοκληρώθηκε η συγκέντρωση, τις σχετικές αγορές και τους κύκλους εργασιών, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 4 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

4. Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης της υποχρέωσης προς γνωστοποίηση, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει στον καθένα από τους υπέχοντες τη σχετική υποχρέωση πρόστιμο ύψους τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το πέντε τοις εκατό (5%) του συνολικού κύκλου εργασιών, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 4στ.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορεί να τροποποιούνται τα κατώτατα όρια και τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή να περιορίζεται η εφαρμογή του παρόντος άρθρου σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας. Η εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία, τα οποία συγκεντρώνει αυτή κάθε τριετία και αφορούν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και την κατάσταση του ανταγωνισμού κατά την προηγούμενη τριετία.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με το άρθρο 4 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 4β
Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκεντρώσεων επιχειρήσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 4β προστέθηκε με το άρθρο 2 ν.1934/1991 (ΦΕΚ 31 Α`) και αντικαταστάθηκε  με την παρ.3 άρθρου 2 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από τη σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς ή ανταλλαγής ή την απόκτηση συμμετοχής, που εξασφαλίζει τον έλεγχο της επιχείρησης, όταν ο συνολικός κύκλος εργασιών όλων των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4στ ανέρχεται, στην παγκόσμια αγορά τουλάχιστον σε εκατόν πενήντα εκατομμύρια (150.000.000) ευρώ και δύο τουλάχιστον από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις πραγματοποιούν, η καθεμία χωριστά, συνολικό κύκλο εργασιών άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ στην ελληνική αγορά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.1 Ν.2837/2000, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 4 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

2. Η προθεσμία των δέκα (10) εργάσιμων ημερών αρχίζει από την επέλευση της πρώτης από τις πράξεις, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 5 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

3. Υποχρεούνται σε γνωστοποίηση: α. σε περίπτωση που η συγκέντρωση αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, η καθεμία από αυτές,
β. σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. τα πρόσωπα, οι επιχειρήσεις ή ομάδες προσώπων ή επιχειρήσεων , που αποκτούν έλεγχο στο σύνολο ή σε τμήματα μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων.
Σημ.: όπως η παρ.3 αντικαταστάθηκε  με την παρ.5 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.

4. Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης της υποχρέωσης προς γνωστοποίηση η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει στον καθένα από τους, κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, υπόχρεους προς γνωστοποίηση πρόστιμο ύψους τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ το οποίο δεν υπερβαίνει το επτότοις εκατό (7%) του συνολικού κύκλου εργασιών, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 4στ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999 και με το άρθρ.34 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005 .

5. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο της γνωστοποίησης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτή θέμα.

6. Οι υπόχρεοι σε γνωστοποίηση αμέσως μετά τη γνωστοποίηση, υποχρεούνται να δημοσιεύσουν τη γνωστοποιούμενη συγκέντρωση σε μια ημερήσια οικονομική εφημερίδα, πανελλαδικής Κυκλοφορίας, με έξοδό τους.
Το κείμενο της δημοσίευσης κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και δημοσιεύεται στο δικτυακό τόπο που διατηρεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλλει παρατηρήσεις ή να παρέχει στοιχεία επί της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού λαμβάνει υπόψη το εύλογο έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, για διατήρηση του επιχειρηματικού απορρήτου.

Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού καθορίζεται το ειδικότερο περιεχόμενο 1ης δημοσίευσης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτη θέμα.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999 και τροποποιήθηκε  με το άρθρο 5 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορεί να τροποποιούνται τα κατώτατα όρια και τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή να περιορίζεται η εφαρμογή του παρόντος άρθρου σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας. Η εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία τα οποία συγκεντρώνει αυτή κάθε τριετία και αφορούν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και την κατάσταση του ανταγωνισμού κατά την προηγούμενη τριετία.
Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με το άρθρο 5 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 4γ
Ελεγχος των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 4γ προστέθηκε με την παρ.4 του άρθρου 2 του Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού απαγορεύεται κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων, που υπόκειται σε προηγούμενη γνωστοποίηση και η οποία μπορεί να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στην εθνική αγορά ή σε ένα σημαντικό σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών τμήμα της και ιδίως με τη δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού απαγορεύεται επίσης κάθε συγκέντρωση επιχειρήσεων κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 4, εφόσον περιλαμβάνει διατάξεις που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 αυτού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 3 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Για την εκτίμηση της δυνατότητας μιας συγκέντρωσης να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται υπόψη ιδιαίτερα η διάρθρωση όλων των σχετικών αγορών, ο πραγματικός ή δυνητικός ανταγωνισμός εκ μέρους επιχειρήσεων εγκατεστημένων εντός ή εκτός Ελλάδας, η ύπαρξη νομικών ή πραγματικών εμποδίων εισόδου στην αγορά, η θέση των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων στην αγορά και η χρηματοδοτική και οικονομική δύναμη τους, οι δυνατότητες επιλογής των προμηθευτών και των χρηστών από τις επιχειρήσεις και από άλλες ανταγωνιστικές ή δυνητικά ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, η πρόσβαση τους στις πηγές εφοδιασμού ή στις αγορές διάθεσης των προϊόντων, η εξέλιξη της προσφοράς και της ζήτησης των οικείων αγαθών και υπηρεσιών, τα συμφέροντα των ενδιάμεσων και τελικών καταναλωτών και η συμβολή στην εξέλιξη της τεχνικής και οικονομικής προόδου, υπό τον όρο ότι η εξέλιξη αυτή είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών και δεν αποτελεί εμπόδιο για τον ανταγωνισμό. Η αξιολόγηση της ύπαρξης ή μη συντονισμού, που αντίκειται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1, χωρίς να εμπίπτει στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, μεταξύ επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε συγκέντρωση κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 4, γίνεται με βάση τα κριτήρια της αυτής παραγράφου 5.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 3 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

3. Συγκέντρωση που απαγορεύθηκε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού με βάση την παράγραφο 1 μπορεί να εγκριθεί με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 9 του άρθρου 4δ, όταν η συγκέντρωση παρουσιάζει γενικότερα οικονομικά πλεονεκτήματα, τα οποία αντισταθμίζουν τον περιορισμό του ανταγωνισμού που θα προκύψει από αυτή τη συγκέντρωση ή κρίνεται απαραίτητη για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δημόσιου και γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος, ιδιαίτερα όταν συμβάλλει στον εκσυγχρονισμό και την εκλογίκευση της παραγωγής και της οικονομίας, στην προσέλκυση επενδύσεων, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στην ευρωπαϊκή και διεθνή αγορά, στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 4δ
Διαδικασία προληπτικού ελέγχου συγκεντρώσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 4δ είχε τροποποιηθεί με την παρ.5 άρθρ 2 Ν.2296/. και παρ.6 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 6 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξετάζει τη γνωστοποιούμενη συγκέντρωση μόλις υποβληθεί η σχετική γνωστοποίηση.

2. Αν διαπιστωθεί ότι η γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4β παρ. 1, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη γνωστοποίηση, εκδίδει πράξη, η οποία κοινοποιείται στα πρόσωπα ή στις επιχειρήσεις που έχουν προβεί στη γνωστοποίηση. Η πράξη αυτή δεν περιορίζει την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 2α και 5 του παρόντος νόμου.

3. Αν διαπιστωθεί ότι η γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση, παρότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ.1 του άρθρου 4β, δεν προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα της να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό στις επί μέρους αγορές στις οποίες αφορά, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, με απόφαση της που εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη γνωστοποίηση, επιτρέπει τη συγκέντρωση.

4. Αν διαπιστωθεί ότι η γνωστοποιηθείσα συγκέντρωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου και προκαλεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό αυτής με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις επί μέρους αγορές στις οποίες αφορά, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με απόφαση του που εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη γνωστοποίηση κινεί τη διαδικασία της πλήρους διερεύνησης της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης και ενημερώνει αμελλητί τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις σχετικά με την απόφαση του.
Από τη γνωστοποίηση στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις της έναρξης διαδικασίας πλήρους διερεύνησης, οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις μπορούν από κοινού να προβαίνουν σε τροποποιήσεις στη συγκέντρωση, ώστε να μην προκαλούν σοβαρές αμφιβολίες ως προς το συμβατό αυτής με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις επί μέρους αγορές στις οποίες αφορά και να τις κοινοποιούν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Οι τροποποιήσεις και η γνωστοποίηση τους στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, μπορεί να γίνονται σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ενημέρωση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

5. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, η υπόθεση εισάγεται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσα σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, που έχουν σχέση με τη φύση της συγκεκριμένης γνωστοποίησης, αν ο Πρόεδρος διαπιστώσει ότι η προθεσμία των σαράντα πέντε (45) ημερών δεν μπορεί να τηρηθεί, παρατείνει την προθεσμία αυτή για χρόνο όχι μεγαλύτερο των δεκατεσσάρων (14) ημερών και ενημερώνει σχετικά τα γνωστοποιούντα μέρη επτά (7) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη λήξη της πιο πάνω προθεσμίας.

6. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία εκδίδεται μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από τη γνωστοποίηση της συγκέντρωσης, απαγορεύεται η συγκέντρωση σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4γ. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιτρέπει τη συγκέντρωση. Η πάροδος της προθεσμίας των ενενήντα (90) ημερών, χωρίς την έκδοση απορριπτικής απόφασης, θεωρείται ως έγκριση της συγκέντρωσης εκ μέρους της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία εκδίδει υποχρεωτικώς τη σχετική διαπιστωτική πράξη.
Σημ.: όπως η παρ.6 αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 7 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Οι αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους 3 και 6, καλύπτουν και τους περιορισμούς που συνδέονται άμεσα με την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης και είναι απαραίτητοι για αυτή.

8. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να εγκρίνει συγκέντρωση, με την απόφαση της παραγράφου 6, με όρους και προϋποθέσεις που η ίδια επιβάλλει, προκειμένου να καταστεί η συγκέντρωση συμβατή με την παράγραφο 1 του άρθρου 4γ ή να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων στις τροποποιήσεις της συγκέντρωσης που έγιναν από αυτές, ώστε να καταστεί η συγκέντρωση συμβατή με την παράγραφο 1 του άρθρου 4γ. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί με την απόφαση του προηγούμενου εδαφίου να απειλήσει κατά των συμμετεχουσών επιχειρήσεων πρόστιμο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης αυτών προς τους όρους ή προϋποθέσεις που επιβλήθηκαν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ή στις αλλαγές στη συγκέντρωση που αυτές πραγματοποίησαν. Το κατά το προηγούμενο εδάφιο πρόστιμο μπορεί να ανέρχεται μέχρι ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 4στ. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί με απόφαση της να θεωρήσει ότι κατέπεσε το πρόστιμο, εφόσον βεβαιώνεται η μη συμμόρφωση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων στους όρους ή προϋποθέσεις που επιβλήθηκαν ή στις αλλαγές στη συγκέντρωση τις οποίες οι ίδιες οι επιχειρήσεις πραγματοποίησαν. Σε περίπτωση που οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις εξακολουθούν να μη συμμορφώνονται, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4ε του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

9. Μετά από αίτηση των ενδιαφερόμενων μερών, που υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού με την οποία απαγορεύεται η συγκέντρωση, οι Υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης μπορούν, με απόφαση τους, να εγκρίνουν τη συγκέντρωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4γ παρ. 3. Η απόφαση αυτή εκδίδεται μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της αίτησης και μπορεί να θέτει όρους και να επιβάλλει υποχρεώσεις για την εξασφάλιση συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού ή τη διασφάλιση της επίτευξης των οικονομικών ή άλλων πλεονεκτημάτων που αντισταθμίζουν τις δυσμενείς συνέπειες για τον ανταγωνισμό. Η παρέλευση άπρακτης της δίμηνης προθεσμίας ισοδυναμεί με απόρριψη της αίτησης.

10. Οι προθεσμίες που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους 3 και 6 μπορεί να παραταθούν στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) αν συμφωνήσουν οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη συγκέντρωση,
β) αν το έντυπο της γνωστοποίησης δεν έχει συμπληρωθεί πλήρως, με αποτέλεσμα να μην μπορεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού να προβεί στην αξιολόγηση της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης και εφόσον οι γνωστοποιούντες ειδοποιηθούν για αυτό μέσα σε αποκλειστική προθεσμία επτά (7) ημερών από τη γνωστοποίηση της συγκέντρωσης,
γ) αν η γνωστοποίηση είναι λανθασμένη ή παραπλανητική, με αποτέλεσμα να μην μπορεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού να προβεί στην αξιολόγηση της γνωστοποιούμενης συγκέντρωσης.
Στις περιπτώσεις β` και γ`, ως χρονικό σημείο έναρξης των προθεσμιών θεωρείται η ημερομηνία της προσήκουσας γνωστοποίησης ή της συγκέντρωσης των πλήρων και ακριβών στοιχείων από την αρμόδια για τον ανταγωνισμό υπηρεσία.

11. Σε περίπτωση που, με δικαστική απόφαση ακυρώνεται εν όλω ή εν μέρει, η απόφαση που εκδίδεται με βάση τις προηγούμενες διατάξεις του άρθρου αυτού, οι προθεσμίες που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 6 αρχίζουν εκ νέου από την ημερομηνία κοινοποίησης της δικαστικής απόφασης στην αρμόδια υπηρεσία.

12. Οι αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους 2, 3 και 6 μπορούν να ανακληθούν από το όργανο που τις εξέδωσε στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) αν η έκδοση τους στηρίχθηκε σε ανακριβή και παραπλανητικά στοιχεία,
β) αν οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις παραβούν οποιονδήποτε όρο ή υποχρέωση που καθορίζονται με την απόφαση.
Αν ανακληθεί η απόφαση στις πιο πάνω περιπτώσεις, επιτρέπεται η έκδοση νέας απόφασης, χωρίς την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.

Άρθρον 4ε
Αναστολή πραγματοποίησης της συγκέντρωσης
Σημ.: όπως το άρθρο 4ε,είχε τροποποιηθεί με το άρθρ 1 Ν.2296/1995 και άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 7 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των επόμενων παραγράφων 2 και 3, απαγορεύεται η πραγματοποίηση της συγκέντρωσης μέχρι την έκδοση μιας από τις αποφάσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 6 του άρθρου 4δ. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για τις συγκεντρώσεις που δεν γνωστοποιήθηκαν σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 4β.
Σε περίπτωση υπαίτιας παράβασης της απαγόρευσης αυτής, επιβάλλεται από την Επιτροπή, σε όσους υπέχουν την υποχρέωση γνωστοποίησης, κατά την παρ. 3 του άρθρου 4β, πρόστιμο τουλάχιστον τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του συνολικού κύκλου εργασιών, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 4στ.

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν παρακωλύουν την πραγματοποίηση δημόσιας προσφοράς, αγοράς ή ανταλλαγής ή την απόκτηση, στα πλαίσια χρηματιστηριακών συναλλαγών, συμμετοχής που εξασφαλίζει τον έλεγχο μιας επιχείρησης, εφόσον οι πράξεις αυτές έχουν γνωστοποιηθεί στην αρμόδια για τον ανταγωνισμό υπηρεσία, μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 4β και υπό τον όρο ότι ο αποκτών δεν ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με τους συγκεκριμένους τίτλους ή τα ασκεί μόνο για να διατηρήσει την πλήρη αξία της επένδυσης του και βάσει ειδικής άδειας, η οποία παρέχεται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο 3.

3. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, να επιτρέψει παρέκκλιση από τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, προκειμένου να αποφευχθούν σοβαρές ζημιές σε βάρος μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η πράξη συγκέντρωσης ή σε βάρος τρίτου. Στην απόφαση που επιτρέπει την παρέκκλιση, μπορεί να τίθενται όροι και υποχρεώσεις για την εξασφάλιση συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού και την αποτροπή καταστάσεων που θα μπορούσαν να δυσχεράνουν την εκτέλεση τυχόν απαγορευτικής οριστικής απόφασης. Η άδεια παρέκκλισης μπορεί να ζητείται και να παρέχεται οποτεδήποτε είτε πριν από τη γνωστοποίηση είτε μετά τη συναλλαγή. Η απόφαση που επιτρέπει την παρέκκλιση, μπορεί να ανακληθεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, αν συντρέχει κάποιος από τους λόγους που αναφέρονται στην παρ. 12 του άρθρου 4δ.

4. Σε περίπτωση που έχει ήδη πραγματοποιηθεί η συγκέντρωση κατά παράβαση των διατάξεων ή των αποφάσεων που απαγορεύουν την πραγματοποίηση της, η Επιτροπή Ανταγωνισμού διατάσσει, με απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 4δ ή με χωριστή απόφαση, χωρίς τήρηση προθεσμίας, το διαχωρισμό των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση, ιδίως με τη διάλυση της συγχώνευσης ή τη διάθεση όλων των μετοχών ή στοιχείων του ενεργητικού που έχουν αποκτήσει, για να επανέλθει η κατάσταση που επικρατούσε πριν από την πραγματοποίηση της συγκέντρωσης.
Σε βάρος των επιχειρήσεων που δεν συμμορφώνονται με την απόφαση αυτή, η Επιτροπή Ανταγωνισμού επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του συνολικού κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στη συγκέντρωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4στ και επιπλέον πρόστιμο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, για κάθε ημέρα που παρέρχεται χωρίς συμμόρφωση προς την απόφαση.

5. Η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει προσωρινά μέτρα κατάλληλα για την αποκατάσταση ή τη διατήρηση συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην περίπτωση που μια συγκέντρωση:
α) έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και δεν έχει ακόμα ληφθεί απόφαση, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 4γ,
β) έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση ενός όρου ή προύπόθεσης που έχει επιβληθεί στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις με την απόφαση που προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 4δ,
γ) έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αν και με την απόφαση της παραγράφου 1 του άρθρου 4γ κρίνεται ότι περιορίζει σημαντικά τον ανταγωνισμό στην εθνική αγορά ή σε ένα σημαντικό σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών τμήμα της και ιδίως με τη δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

6. Το κύρος των δικαιοπραξιών που καταρτίζονται κατά παράβαση της παραγράφου 1 εξαρτάται από την απόφαση που εκδίδεται κατ` εφαρμογή των παραγράφων 2, 3 και 6 του άρθρου 4δ ή κατ` εφαρμογή της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζεται το κύρος των χρηματιστηριακών συναλλαγών επί τίτλων γενικώς, περιλαμβανομένων και των τίτλων που είναι μετατρέψιμοι σε άλλους τίτλους, εκτός αν οι αγοραστές και οι πωλητές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν, ότι η σχετική συναλλαγή πραγματοποιείται κατά παράβαση της προηγούμενης παραγράφου 1.

Άρθρον 4στ
Υπολογισμός των μεριδίων αγοράς και του κύκλου εργασιών
Σημ.: το άρθρο 4στ,όπως είχε τροποποιηθεί με την παρ.7 άρθρ 2 Ν.2296/1995 αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 8 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Το μερίδιο αγοράς, που ορίζεται σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 4α, αντιστοιχεί στο άθροισμα όλων των μεριδίων αγοράς που κατέχουν οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις στην εθνική αγορά ή στο τμήμα αυτής που αφορά η συγκέντρωση.

2. Ο συνολικός κύκλος εργασιών, που ορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β` της παρ. 1 και την παρ. 4 του άρθρου 4α, τις παραγράφους 1 και 4 του άρθρου 4β και τα εδάφια 3 και 2 των παραγράφων 1 και 4, αντιστοίχως, του άρθρου 4ε περιλαμβάνει τα ποσά που απορρέουν από την πώληση προϊόντων και την παροχή υπηρεσιών από τις εν λόγω επιχειρήσεις, κατά περίπτωση στην εθνική ή παγκόσμια αγορά, κατά τη διάρκεια της τελευταίας οικονομικής χρήσης και αντιστοιχούν στις συνήθεις δραστηριότητες τους, αφού αφαιρεθούν οι εκπτώσεις επί των πωλήσεων, καθώς και ο φόρος προστιθέμενης αξίας και άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών.
Στο συνολικό κύκλο εργασιών μίας συμμετέχουσας επιχείρησης δεν περιλαμβάνονται οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται μεταξύ των επιχειρήσεων οι οποίες αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο 5.

3. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 2, όταν η συγκέντρωση πραγματοποιείται με την απόκτηση τμημάτων μιας ή περισσότερων επιχειρήσεων, ασχέτως αν τα τμήματα αυτά έχουν ή όχι νομική προσωπικότητα, λαμβάνονται υπόψη, όσον αφορά τον μεταβιβάζοντα, μόνο ο κύκλος εργασιών και το μερίδιο αγοράς που αντιστοιχούν στο μεταβιβαζόμενο μέρος.
Δύο ή περισσότερες πράξεις κατά το προηγούμενο εδάφιο, οι οποίες πραγματοποιούνται σε χρονική περίοδο δύο (2) ετών μεταξύ των ίδιων προσώπων ή επιχειρήσεων, θεωρούνται ως μια μόνο συγκέντρωση, που πραγματοποιείται την ημερομηνία της τελευταίας πράξης.

4. Αντί του κύκλου εργασιών λαμβάνονται υπόψη:
α) Για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους λοιπούς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, το συνολικό ποσό των ακόλουθων κατηγοριών εσόδων, όπως ορίζονται από τις διατάξεις του π.δ. 367/1994 (ΦΕΚ 200 Α) αφού αφαιρεθούν, κατά περίπτωση, ο φόρος προστιθέμενης αξίας και οι άλλοι φόροι που συνδέονται άμεσα με τις εν λόγω παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα:
αα) έσοδα από τόκους και εξομοιούμενα έσοδα,
ββ) έσοδα από τίτλους:
έσοδα από μετοχές, μερίδια και άλλους τίτλους μεταβλητής απόδοσης,
έσοδα από συμμετοχές,
έσοδα από μερίδια σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις,
γγ) προμήθειες,
δδ) καθαρά κέρδη από χρηματοπιστωτικές πράξεις,
εε) άλλα έσοδα εκμετάλλευσης.
Ο κύκλος εργασιών ενός πιστωτικού ή χρηματοοικονομικού ιδρύματος στην Ελλάδα περιλαμβάνει τα στοιχεία των εσόδων, όπως ορίζονται ανωτέρω, τα οποία πραγματοποιεί κατά περίπτωση υποκατάστημα ή τμήμα της επιχείρησης αυτής, εγκατεστημένο στην Ελλάδα.
β) Για τις ασφαλιστικές εταιρείες, η αξία των ακαθάριστων ασφαλίστρων που περιλαμβάνουν όλα τα εισπραχθέντα και προς είσπραξη ποσά, δυνάμει των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν συναφθεί από αυτές ή για λογαριασμό τους, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων που έχουν εκχωρηθεί στους αντασφαλιστές, όπως η αξία αυτή προκύπτει μετά την έκπτωση των φόρων και λοιπών τελών που εισπράττονται βάσει του ποσού των ασφαλίστρων ή του συνολικού μεγέθους του ποσού αυτού. Οσον αφορά τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών εντός της Ελλάδας σύμφωνα με τα άρθρα 4α και 4β, λαμβάνονται υπόψη, αντίστοιχα, τα ακαθάριστα ασφάλιστρα που καταβάλλουν τα πρόσωπα που έχουν κατοικία ή εγκατάσταση στην Ελλάδα.

5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, ο κύκλος εργασιών και το μερίδιο αγοράς μιας συμμετέχουσας επιχείρησης, “σύμφωνα με τις παραγράφους: 1 στοιχείο α` και στοιχείο β`” και 4 του άρθρου 4α, 1 και 4 του άρθρου 4β, 1 εδάφ. 3 και 4 εδάφ. 2 του άρθρου 4ε, προκύπτει από το άθροισμα των κύκλων εργασιών και των μεριδίων αγοράς των ακόλουθων επιχειρήσεων:
α) της συμμετέχουσας επιχείρησης,
β) των επιχειρήσεων, στις οποίες οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις διαθέτουν άμεσα ή έμμεσα:
αα) είτε περισσότερο από το 50% του κεφαλαίου ή της περιουσίας,
ββ) είτε την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου,
γγ) είτε την εξουσία να διορίζουν ή να παύουν την πλειοψηφία των μελών των οργάνων διοίκησης των επιχειρήσεων αυτών,
δδ) είτε το δικαίωμα να διαχειρίζονται τις υποθέσεις των επιχειρήσεων αυτών,
γ) των επιχειρήσεων που διαθέτουν σε μια συμμετέχουσα επιχείρηση τα δικαιώματα ή τις δυνατότητες επιρροής που αναφέρονται στο στοιχείο β`,
δ) των επιχειρήσεων, στις οποίες μια επιχείρηση αναφερόμενη στο στοιχείο γ`, διαθέτει τα δικαιώματα επιρροής που αναφέρονται στο στοιχείο β`,
ε) των επιχειρήσεων στις οποίες, περισσότερες της μιας επιχειρήσεις από αυτές που αναφέρονται στα στοιχεία α` έως και δ`, διαθέτουν από κοινού τα δικαιώματα ή τις δυνατότητες επιρροής που αναφέρονται στο στοιχείο β`.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρου 28 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

6. Οταν επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη συγκέντρωση διαθέτουν, από κοινού, τα δικαιώματα ή τις δυνατότητες επιρροής που αναφέρονται στο στοιχείο β της παρ. 5, κατά τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών των συμμετεχουσών επιχειρήσεων σύμφωνα με τις παραγράφους: 1 στοιχείο β` και 4 του άρθρου 4α, 1 και 4 του άρθρου 4β και 1 εδάφ. 3 και 4 εδάφ. 2 του άρθρου 4ε, πρέπει:
α) να μην λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από την πώληση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, μεταξύ της κοινής επιχείρησης και καθεμιάς από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις ή κάθε άλλης επιχείρησης συνδεδεμένης με μια από αυτές, κατά την έννοια της παραγράφου 5 στοιχεία β` έως ε`,
β) να λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από την πώληση προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών μεταξύ της κοινής επιχείρησης και κάθε τρίτης επιχείρησης. Αυτός ο κύκλος εργασιών καταλογίζεται εξίσου στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις.

Άρθρον 5
Κανονιστική παρέμβαση σε κλάδους της οικονομίας
Σημ.: όπως το άρθρο 5 προστέθηκε με το άρθρο 9 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Μετά από αίτημα του Υπουργού Ανάπτυξης ή αυτεπάγγελτα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξετάζει συγκεκριμένο κλάδο της ελληνικής οικονομίας και εφόσον διαπιστώσει ότι στον κλάδο αυτόν δεν υπάρχουν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού και κρίνει ότι η εφαρμογή των άρθρων 1, 2, 2α και 4 επ. δεν επαρκεί για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση της, να λάβει κάθε απολύτως αναγκαίο κανονιστικό μέτρο συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού στο συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, το αργότερο μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την έναρξη της διαδικασίας κατά την προηγούμενη παράγραφο, οφείλει να γνωστοποιήσει τις αιτιολογημένες απόψεις της “ως προς την μη ύπαρξη συνθηκών” αποτελεσματικού ανταγωνισμού στο συγκεκριμένο υπό εξέταση κλάδο της εθνικής οικονομίας, καθορίζοντας και τις επί μέρους αγορές από τις οποίες αποτελείται ο κλάδος αυτός.

2. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δημοσιεύει τις απόψεις της επαρκώς και με πρόσφορο τρόπο και θέτει αυτές σε δημόσια διαβούλευση. Η δημόσια διαβούλευση διαρκεί τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες.

3. Μετά το πέρας της δημόσιας διαβούλευσης και εφόσον η Επιτροπή Ανταγωνισμού διαπιστώνει ξανά ότι και μετά τη διενέργεια της διαβούλευσης, στο συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας δεν υπάρχουν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού, ανακοινώνει τα συγκεκριμένα διαρθρωτικά μέτρα ή μέτρα συμπεριφοράς τα οποία θεωρεί ότι είναι τα απολύτως αναγκαία και πρόσφορα και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού. Τα μέτρα, τα οποία είναι δυνατόν να επιβληθούν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, είναι, ιδίως, η τήρηση της αρχής διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης, του λογιστικού διαχωρισμού και της υποχρέωσης κοστοστρέφειας στις τιμές.

4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δημοσιεύει επαρκώς και με πρόσφορο τρόπο τις απόψεις της για τα μέτρα που ανακοινώνει κατά την προηγούμενη παράγραφο και θέτει αυτές σε δημόσια διαβούλευση. Η δημόσια διαβούλευση διαρκεί τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες.

5. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, μετά το πέρας της διαβούλευσης κατά την προηγούμενη παράγραφο και αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα αυτής, επιβάλλει, με απόφαση της, η οποία είναι και η μόνη εκτελεστή, τα συγκεκριμένα μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα τα οποία θεωρεί ότι είναι τα απολύτως αναγκαία και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας για τη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού.

6. Το αργότερο μέσα σε δύο (2) έτη από την έκδοση της απόφασης κατά την παράγραφο 5, η Επιτροπή Ανταγωνισμού οφείλει να κινήσει τη διαδικασία εξέτασης του σχετικού κλάδου της οικονομίας και να αξιολογήσει κατά πόσον έχουν αποκατασταθεί οι συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού ή κατά πόσον είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν τα μέτρα τα οποία έχει λάβει και να επιβληθούν μέτρα ελαφρύτερα ή βαρύτερα, κατά περίπτωση. Για το σκοπό αυτόν ακολουθείται η διαδικασία των παραγράφων 1 έως 5 του παρόντος άρθρου. Σε κάθε περίπτωση ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να υποβάλει σχετικό αίτημα στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, πριν από τη συμπλήρωση των δύο (2) ετών και πάντως τουλάχιστο ένα (1) έτος από την έκδοση της απόφασης κατά την παράγραφο 5, εφόσον κρίνει ότι έχουν αποκατασταθεί οι συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού ή ότι είναι αναγκαίο να τροποποιηθούν τα μέτρα τα οποία έχει λάβει και να επιβληθούν μέτρα ελαφρύτερα ή βαρύτερα, κατά περίπτωση.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Οι αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6 προσβάλλονται με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, από όποιον έχει έννομο συμφέρον.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

8. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποφασίζει σε Ολομέλεια. Για τη συλλογή των αναγκαίων στοιχείων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 25, 26 και 27 του παρόντος νόμου.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

9. Σε κάθε επιχείρηση, η οποία δεν εφαρμόζει τις αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6, επιβάλλεται, με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 9, πρόστιμο τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, που μπορεί να ανέλθει μέχρι ποσό ίσο με το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) του ετήσιου κύκλου εργασιών της επιχείρησης, που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4στ του παρόντος νόμου.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

10. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, η οποία εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ρυθμίζονται τα θέματα, που αφορούν στη δημόσια διαβούλευση, στις ελάχιστες προύποθέσεις δημοσιότητας και στο περιεχόμενο αυτής, στη διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

11. Αν, από τη διαδικασία της έρευνας και της διαβούλευσης κατά τις διατάξεις του άρθρου αυτού, προκύψει ότι συντρέχουν οι προύποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού (Ε.Κ.) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 (L1/4.1.2003) και κατά περίπτωση οι διατάξεις του άρθρου αυτού που είναι σχετικές με τα προαναφερόμενα άρθρα της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και οι διατάξεις των άρθρων 1, 2, 4, 4α, 4β, 4γ, 4δ, 4ε και 4στ του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 6
Εξαιρέσεις και ειδικαί ρυθμίσεις
Σημ.: όπως το άρθρο αναριθμήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί δημοσίων ή κοινής ωφελείας επιχειρήσεων, των Υπουργών Συντονισμού και Εμπορίου δυναμένων, δια κοινών αποφάσεών των, εκδιδομένων μετά γνώμην της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού να εξαιρούν της εφαρμογής του παρόντος νόμου τινας των επιχειρήσεων τούτων ή κατηγορίας αυτών, εφ`όσον αύται είναι γενικωτέρας σημασίας δια την εθνικήνοικονομίαν.

2. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων των οποίων το αντικείμενον συνίσταται εις παραγωγήν, επεξεργασίαν, μεταποίησιν ή εμπορίαν αγροτικών, κτηνοτροφικών, δασικών ή αλιευτικών προϊόντων εκτός εάν κατηγορίαι τοιούτων επιχειρήσεων ή τομείς της δραστηριότητός των ήθελονεξαιρεθή της εφαρμογής τούτων δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού Εμπορίου και Γεωργίας, εκδιδομένων μετά γνώμην της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού.

3. Αι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και επί επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων μεταφορών, εκτός αν, δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού, Εμπορίου και Συγκοινωνιών, δια τας χερσαίας και αεροπορικάς μεταφοράς, ή των Υπουργών Συντονισμού, Εμπορίου και Εμπορικής Ναυτιλίας δια τας θαλασσίας μεταφοράς, εκδιδομένων κατόπιν γνώμης της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού ήθελονεισαχθήειδικαί ρυθμίσεις ή εξαιρέσεις από των διατάξεων του παρόντος επιβαλλόμεναι εκ της πολιτικής επί των μεταφορών.

4. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται στο μέτρο που η Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα περιλαμβάνει ειδικές διατάξεις.
Σημ.: η παρ.4,η οποία είχε προστεθεί με την παρ.1 άρθρου 3 Ν.2296/1995, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 10 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΟΡΓΑΝΑ

Άρθρον 7
Υπηρεσίαι Προστασίας του Ανταγωνισμού. Εξαγωγικαί συμπράξεις.
Επιφυλασσομένων των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας, αι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται επί συμφωνιών, αποφάσεων και περιπτώσεων ενηρμονισμένης πρακτικής, αποβλεπουσών, αποκλειστικώς εις την εξασφάλισιν, προώθησιν ή ενίσχυσιν εξαγωγών, εκτός εάν δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Συντονισμού και Εμπορίου, λαμβανομένων, κατόπιν γνώμης της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού ήθελενορισθή άλλως δια κατηγορίας επιχειρήσεων ή προϊόντων.
Σημ.: όπως  άρθρο  αναριθμήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 8
Επιτροπή Ανταγωνισμού
Σημ.: το άρθρο 8,όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 4 του ν.1934/1991 (ΦΕΚ 31 Α`),με τα άρθρα 20 και 21 του ν.2000/1991 (ΦΕΚ 206 Α`)αντικαταστάθηκε πάλι από την παρ.1 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Συνιστάται Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή. Τα μέλη της απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδησή τους. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια Εποπτεύεται από τον Υπουργό Εμπορίου.

Για την Επιτροπή Ανταγωνισμού εφαρμόζεται αναλόγως το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3051/2002 (ΦΕΚ220 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.7 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000 και με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Στις ανώνυμες εταιρίες που ιδρύονται ή αυξάνουν το κεφάλαιό τους επιβάλλεται ανταποδοτικό τέλος ύψους ένα τοις χιλίοις (0,001) υπολογιζόμενο επί του ιδρυτικού κεφαλαίου ή επί του ποσού της αύξησης του κεφαλαίου αντιστοίχων υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα έσοδα αυτό εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Επιτροπή Ανταγωνισμού σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο (2) ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται σε δύo ημερήσιες εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του άρθρου 13γ και τον προυπολογισμό του επόμενου έτους.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υπόκειται στον κατασταλτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Αν από την οικονομική διαχείριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο τέλος κάθε διετίας προκύπτει οικονομικό αποτέλεσμα (έσοδα-έξοδα) που υπερβαίνει τις δαπάνές της προηγούμενης χρήσης, έως το 80% του οικονομικού αποτελέσματος αυτού διατίθεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης ως έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί από μόνη της να προβαίνει στην ανάθεση έργων και προμηθειών σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισής της.
Ο προυπολογισμός της Επιτροπής Ανταγωνισμού προσαρτάται στον προυπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης.”
Προκειμένου για αγορά ακινήτου προς στέγαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η επιλογή γίνεται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 50 έως 64 του π.δ.715/1979 (ΦΕΚ 212 Α). Η σύμβαση αγοράς καταρτίζεται από τον ασκούντα την εποπτεία της Επιτροπής Υπουργό Ανάπτυξης ως εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο αποκτά την κυριότητα του ακινήτου προς χρήση της Επιτροπής. Το τίμημα της αγοράς καταβάλλεται από τους πόρους της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000 και με την παρ.1 άρθρ.42 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.

3. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συγκροτείται από εννέα τακτικά μέλη, από τα οποία ένα είναι ο Πρόεδρος και τέσσερις Εισηγητές και απαρτίζεται από πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους, που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα στο νομικό και οικονομικό τομέα. Ο Πρόεδρος, και οι Εισηγητές, είναι δημόσιοι λειτουργοί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και τελούν, κατά το χρόνο που κατέχουν τη θέση τους, σε αναστολή της επαγγελματικής τους δραστηριότητας. Αν ο Πρόεδρος ή οι Εισηγητές είναι μέλη ΔΕΠ ΑΕΙ τότε, σε σχέση με την αναστολή ασκήσεως των καθηκόντων τους ως μελών ΔΕΠ ΑΕΙ, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 5 του ν. 2530/1997 (ΦΕΚ 218 Α). Επιπλέον των τακτικών μελών ορίζονται και πέντε αναπληρωματικά μέλη τα οποία πρέπει να έχουν τα ίδια προσόντα με τα τακτικά μέλη και τα οποία αναπληρώνουν, οποιοδήποτε τακτικό μέλος, εκτός του Προέδρου και των Εισηγητών, σε περίπτωση που αυτό είναι απόν, κωλυόμενο ή ελλείπον. Τον Πρόεδρο κωλυόμενο, απόντα ή ελλείποντα αναπληρώνει ο κατά διορισμόν αρχαιότερος των Εισηγητών. Εισηγητή κωλυόμενο ή ελλείποντα αναπληρώνει άλλος εκ των Εισηγητών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

4. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού επιλέγεται και διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Οι τέσσερις Εισηγητές επιλέγονται και διορίζονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Τα λοιπά μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικά και αναπληρωματικά, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης. Η θητεία του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικών και αναπληρωματικών, είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μόνο για μία επιπλέον θητεία.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

5. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, τα τακτικά μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη, δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα επιχειρηματική ή μη, που δεν συμβιβάζονται με την ιδιότητα και τα καθήκοντα του μέλους της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο για μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικά και αναπληρωματικά, η άσκηση καθηκόντων μέλους ΔΕΠ ΑΕΙ με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης. Τα τακτικά μέλη τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη υποχρεούνται να ενημερώνουν τον Πρόεδρο για τυχόν ανάληψη οποιουδήποτε άλλου λειτουργήματος ή επαγγελματικής δραστηριότητας. Για την ύπαρξη ή μη ασυμβιβάστου αποφασίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε Ολομέλεια. Τα μέλη ή οι αναπληρωτές, για τα οποία προκύπτει ζήτημα ασυμβιβάστου απέχουν από τις συνεδριάσεις κατά τις οποίες λαμβάνεται η σχετική απόφαση. Η απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη, κοινοποιείται αμελλητί στον Υπουργό Ανάπτυξης και δημοσιεύεται, όπως ορίζεται στον παρόντα νόμο. Ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του, η οποία εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία επτά (7) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, να αναπέμψει σε αυτήν την υπόθεση, για λόγους νομιμότητας. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση που λαμβάνεται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι οριστική και υποχρεωτικώς εκτελεστή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

6. Σε περίπτωση που λήξει πρόωρα η θητεία του Προέδρου ή μέλους, τακτικού ή αναπληρωματικού, της Επιτροπής Ανταγωνισμού για οποιονδήποτε λόγο, στην κενή θέση διορίζεται νέος Πρόεδρος, ή νέο μέλος αντίστοιχα, για το υπόλοιπο της θητείας του αποχωρούντος. Δεν μπορούν να ορισθούν μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τα πρόσωπα που έχουν εκπέσει από την ιδιότητα του μέλους αυτής για τους λόγους που ορίζονται στο νόμο αυτόν. Η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 3051/2002 εφαρμόζεται και για τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Ο Πρόεδρος εισάγει ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού όλες τις υποθέσεις. Με την εισαγωγή της κάθε υπόθεσης που αφορά περιπτώσεις των άρθρων 1, 2 και 5, η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μετά από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, ερευνά αν μία υπόθεση πρέπει να εξετασθεί κατά προτεραιότητα. Για τη λήψη απόφασης λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις του παρόντος και η εκτιμώμενη επίδραση της εξεταζόμενης καταγγελίας, αίτησης, γνωστοποίησης ή έρευνας στη λειτουργία του αποτελεσματικού ανταγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

8. Κάθε υπόθεση που αφορά περιπτώσεις των άρθρων 1, 2, 4 επ. και 5, ανατίθεται με τη σειρά προτεραιότητας που ορίζεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου άμεσα μετά από κλήρωση από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού σε έναν από τους Εισηγητές. Κατ` εξαίρεση, στην περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 4δ ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ασκεί χρέη εισηγητή. Σε περίπτωση που η υπόθεση εισάγεται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο σε τμήμα, με την ίδια απόφαση της Ολομέλειας ορίζονται, μετά από κλήρωση, τα τακτικά μέλη της Επιτροπής πλην των Εισηγητών, που θα απαρτίσουν τη σύνθεση του τμήματος που θα αναλάβει την υπόθεση. Με σύμφωνη γνώμη του Προέδρου, η Ολομέλεια της Επιτροπής μπορεί να αναθέτει την προεδρία ενός τμήματος σε άλλο μέλος από τα τακτικά μέλη, εκτός του Εισηγητή. Ο Εισηγητής, στον οποίο ανατίθεται υπόθεση, συνεπικουρείται από υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που ορίζονται από τον Γενικό Διευθυντή μετά από πρόταση του αρμόδιου κατά περίπτωση Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού κατά το άρθρο 8δ του παρόντος νόμου. Ο αριθμός των υπαλλήλων της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, που ορίζεται κατά περίπτωση, εξαρτάται από τη σοβαρότητα της υπόθεσης, αλλά δεν υπερβαίνει τους πέντε. Η εισήγηση πρέπει να κατατεθεί στην Ολομέλεια ή στο αντίστοιχο τμήμα, κατά περίπτωση, εντός ενενήντα (90) ημερών από την ανάθεση της, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε άλλη διάταξη του παρόντος νόμου. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μετά από αίτημα του Εισηγητή, για χρόνο ο οποίος δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες. Στην περίπτωση της παραγράφου 4 του άρθρου 4δ του παρόντος νόμου, η εισήγηση πρέπει να κατατίθεται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από τη γνωστοποίηση της υπό εξέταση συγκέντρωσης και η προθεσμία αυτή μπορεί να παρατείνεται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού μετά από αίτημα του Εισηγητή για χρόνο ο οποίος δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε (15) ημέρες. Κάθε απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού λαμβάνεται εντός έξι (6) μηνών από την ανάθεση της σχετικής υπόθεσης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε άλλη διάταξη του νόμου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή, το ανώτερο, μέχρι δύο (2) μήνες.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

9. Οι υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή των άρθρων 1, 2, 4 επ. αν δεν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο, εισάγονται υποχρεωτικά σε τριμελή τμήματα, εκτός από τις υποθέσεις μείζονος σημασίας που εισάγονται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού στην Ολομέλεια. Στις λοιπές περιπτώσεις, οι υποθέσεις εισάγονται απευθείας στην Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

10. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεδριάζει νόμιμα σε Ολομέλεια, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο Πρόεδρος, ο Εισηγητής και τρία τουλάχιστον μέλη, τακτικά ή αναπληρωματικά, αποφασίζει δε κατά πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ή του Προεδρεύοντος κατά περίπτωση. Τα Τμήματα της Επιτροπής Ανταγωνισμού συνεδριάζουν νόμιμα, εφ` όσον μετέχουν στη συνεδρίαση ο προεδρεύων, ο Εισηγητής και ένα επιπλέον τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος. Τόσο στην Ολομέλεια όσο και σε κάθε τμήμα, συμμετέχουν, χωρίς ψήφο, οι υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που συνεπικουρούν τον Εισηγητή και ο Γραμματέας της Ολομέλειας ή του Τμήματος που ορίζεται κατά περίπτωση από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τον αναπληρωτή του και προέρχεται από τους υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που απαρτίζουν το Γραφείο Προέδρου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

11. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή, ούτε με αναπλήρωση, η νόμιμη συγκρότηση τμήματος στο οποίο έχει εισαχθεί υπόθεση ή για σπουδαίο λόγο καθίσταται αδύνατη η λειτουργία του, η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού αναλαμβάνει την υπόθεση ή την αναθέτει σε άλλο τμήμα που ορίζει με απόφαση της σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, και με εξαίρεση την παράγραφο 6 του άρθρου 4δ, οι προβλεπόμενες στο νόμο προθεσμίες υπολογίζονται εκ νέου. Μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού τα οποία απουσιάζουν χωρίς σπουδαίο λόγο για τρεις συνεχόμενες συνεδριάσεις είτε πρόκειται για συνεδριάσεις τμήματος στο οποίο μετέχουν ή της Ολομέλειας, εκπίπτουν αυτοδίκαια από την ιδιότητα τους. Η έκπτωση διαπιστώνεται με σχετική απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

12. Κατά την ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού συζήτηση επί των αιτήσεων και των καταγγελιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, μπορούν να παρίστανται αυτοπροσώπως ή μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου αυτοί που υπέβαλαν αίτηση ή καταγγελία, οι οποίοι καλούνται προς τούτο τριάντα (30) ημέρες πριν από τη συζήτηση, όπως και οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων κατά των οποίων κινήθηκε η ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασία. Η προθεσμία κλήτευσης στις περιπτώσεις των άρθρων 4δ και 4ε δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών. Τα κλητευόμενα μέρη δύνανται να παραιτούνται των προθεσμιών ή να ζητούν τη σύντμηση τους. Σε περίπτωση περισσοτέρων κλητευομένων μερών απαιτείται παραίτηση από τη νόμιμη προθεσμία ή αίτηση σύντμησης από όλα τα μέρη. Σε περίπτωση παράλειψης, μη προσήκουσας ή μη εμπρόθεσμης κλήτευσης, αυτός που δεν παρέστη στη συζήτηση δικαιούται να υποβάλει αίτηση επανασυζήτη-σης ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

13. Καθ` όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον της Ολομέλειας ή τμήματος της Επιτροπής Ανταγωνισμού και ιδίως για την εξέταση μαρτύρων, τηρούνται πρακτικά με ηλεκτρονικά μέσα. Τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά παραδίδονται, με επιμέλεια της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, στα μέρη εντός δέκα (10) ημερών μετά το πέρας της ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασίας. Η προθεσμία για την υποβολή τελικού υπομνήματος από τους συμμετέχοντες στην ακροαματική διαδικασία εκκινεί μετά την παράδοση των πρακτικών σε αυτούς.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

14. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού κοινοποιούνται με επιμέλεια της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

15. Οι αποδοχές του Προέδρου και των Εισηγητών, το ύψος της αποζημίωσης κατά συνεδρίαση που χορηγείται στον Πρόεδρο, στους Εισηγητές και στα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στους υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού που κατά περίπτωση ορίζονται να συνδράμουν τον Εισηγητή των υποθέσεων, στον γραμματέα της Επιτροπής Ανταγωνισμού και στους αναπληρωτές τους, καθορίζονται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διατάξεως, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

16. Τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού και οι αναπληρωτές τους έχουν υποχρέωση να τηρούν την εμπιστευτικότητα των εμπορικών πληροφοριών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

17. Ο Πρόεδρος και όλα τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη υποβάλλουν κατ` έτος στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου την προβλεπόμενη από το ν. 1738/1987 (ΦΕΚ 200 Α) δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

18. Οι δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, εφόσον διορίζονται μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορούν να απαλλάσσονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού από τα άλλα υπηρεσιακά τους καθήκοντα για το χρόνο που συμμετέχουν στην Επιτροπή, λαμβάνοντας το σύνολο των αποδοχών και των επιδομάτων της οργανικής τους θέσης, σε βάρος του προύπολογισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Ο χρόνος αυτός, για όλα τα παραπάνω μέλη, θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια, σε καμία δε περίπτωση η συμμετοχή τους δεν μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την υπηρεσιακή τους κατάσταση ή θέση.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

19. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καταρτίζεται Κώδικας Δεοντολογίας που ρυθμίζει τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

20. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει νομική προσωπικότητα και παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες. Το άρθρο 18 του ν. 3728/2008 (ΦΕΚ 258 Α) εφαρμόζεται αναλόγως για τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικά και αναπληρωματικά, και το προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, όταν δρουν εντός των πλαισίων των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

21. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί, όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, να συγκροτεί με απόφαση της επιτροπές και ομάδες εργασίας για την εξέταση και έρευνα σε θέματα ανταγωνισμού και λειτουργίας της Επιτροπής και της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Στις επιτροπές και ομάδες εργασίας μπορεί να μετέχουν και πρόσωπα που δεν αποτελούν μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Η ανωτέρω απόφαση λαμβάνεται με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή μετά από αίτημα του Υπουργού Ανάπτυξης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζονται, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι αμοιβές των προσώπων που συμμετέχουν στις πιο πάνω επιτροπές και ομάδες εργασίας.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

22. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζεται το ύψος των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης του προέδρου και των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθώς και του προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, για εκτέλεση υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

23. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θεσπίζεται Κανονισμός Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Με τον Κανονισμό ρυθμίζονται η εσωτερική λειτουργία, το σύστημα εσωτερικού ελέγχου, ο τρόπος διαχείρισης των πόρων της Επιτροπής, τα κωλύματα και η εξαίρεση του Προέδρου, των μελών και του Γραμματέα της, η διαδικασία αναπλήρωσης των τακτικών μελών από τα αναπληρωματικά μέλη, η προδικασία και διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, η κατάρτιση, δημοσίευση και κοινοποίηση των αποφάσεων της, η παροχή αντιγράφων ή αποσπασμάτων των αποφάσεων ή γνωμοδοτήσεων της και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

24. Η δικαστική υπεράσπιση και νομική υποστήριξη των μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του προσωπικού που υπηρετεί και απασχολείται στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού με οποιαδήποτε έννομη σχέση, όταν ενάγονται ή κατηγορούνται για πράξεις ή παραλείψεις που ανάγονται αποκλειστικά στην εκπλήρωση των καθηκόντων τους, ανατίθεται εφόσον οι ανωτέρω το επιθυμούν, σε εξωτερικό δικηγόρο που ορίζεται από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καλύπτει τη σχετική δαπάνη, το ύψος της οποίας προσδιορίζεται στη συγκεκριμένη απόφαση. Το ενδιαφερόμενο μέλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού και τα μέλη του προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού μπορούν διαζευκτικά να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες άλλου δικηγόρου της επιλογής τους. Με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού ορίζεται το ανώτατο ύψος της σχετικής δαπάνης που καλύπτει η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Το μέλος ή ο υπάλληλος, ο οποίος θα καταδικασθεί αμετακλήτως, είναι υποχρεωμένος να επιστρέψει στην Επιτροπή Ανταγωνισμού το σύνολο της δαπάνης που η Επιτροπή έχει καταβάλει για τη δικαστική υπεράσπιση του. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, των οποίων έληξε η θητεία, καθώς και για το προσωπικό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, το οποίο αποχώρησε από την Υπηρεσία.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

25. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, τακτικά και αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, για τρία (3) έτη μετά τη λήξη της θητείας τους με οποιονδήποτε τρόπο, να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρεία ή επιχείρηση επί υποθέσεων των οποίων η Επιτροπή Ανταγωνισμού, εξέδωσε κατά τη διάρκεια της θητείας τους, οποιαδήποτε απόφαση ή πράξη, καθώς και να αναλαμβάνουν γενικώς την υπεράσπιση υποθέσεων ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, πρόστιμο, ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών που έλαβε το μέλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 8α
Σημ.: Το άρθρο 8Α προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν. 1934/1991 (Α31).

1. Οι αρμοδιότητες του Υπουργού Εμπορίου, που προβλέπονται από την περίπτωση β ` παράγρ. 11 του άρθρου 66 του π.δ. 397/1988 (ΦΕΚ 185/ 25-8-88, τεύχος Α`), ασκούνται με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος νόμου, από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, όπως αυτή προβλέπεται από το άρθρο 8 του παρόντος νόμου.

2. Ο Υπουργός Εμπορίου μπορεί με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού να εκδίδει αποφάσεις, που επιτρέπουν την εξαίρεση συμπράξεων κατά κατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 του παρόντος νόμου.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 12 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,

3. Ο Υπουργός Εμπορίου μπορεί με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού να εκδίδει αποφάσεις που προσδιορίζουν κατηγορίες ή είδη συμπράξεων που δεν εμπίπτουν στη ρύθμιση του άρθρου 1 παρ. 1 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 12 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 8β
Αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Σημ.: όπως το άρθρο 8β προστέθηκε με την παρ.2 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43)

1. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων άλλων αρχών που ορίζονται με σχετική διάταξη νόμου, η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος νόμου και των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

2. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Διαπιστώνει αν υφίσταται παράβαση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1.
Σημ.: όπως η περ.α αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
β Πιστοποιεί ότι δεν υφίσταται παράβαση των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1, του άρθρου 2 και του άρθρου 2α, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 11 του παρόντος νόμου).
Σημ.: όπως ηπερ.β΄ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
γ) Απαγορεύει, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 4γ και 4δ του παρόντος νόμου, την πραγματοποίηση συγκέντρωσης επιχειρήσεων που γνωστοποιείται σε αυτή κατά το άρθρο 4β του παρόντος νόμου, αν η συγκέντρωση μπορεί να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό, και σε περίπτωση που η συγκέντρωση έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση των διατάξεων ή αποφάσεων μπορεί να λάβει μέτρα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 4δ παρ. 6 και 4ε παρ. 4.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.5α Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

δ) Μπορεί να επιτρέψει παρέκκλιση από την υποχρέωση αναστολής της πραγματοποίησης της συγκέντρωσης επιχειρήσεων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο “4ε παρ. 13″ του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.5β Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ε) Απειλεί ή και επιβάλλει τα πρόστιμα, τις χρηματικές ποινές και τις άλλες κυρώσεις, όπως ορίζεται στις διατάξεις των άρθρων 4α παρ. 4, 4β παρ. 4, 4ε παρ. 1 και 4, 5 παρ. 9, 9 παρ.1, 2 και 5, 12, 21 παρ. 2, 24 παρ. 2, 25 παρ.2, 26 παρ. 6 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.5γ Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
στ) Λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα στις περιπτώσεις που προβλέπονται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. 5 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.5γ Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ζ) Τηρεί τα προσωρινά και οριστικά μητρώα συμπράξεων και συγκεντρώσεων και καταχωρεί τις γνωστοποιήσεις και αποφάσεις, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 19 του παρόντος νόμου.
η) Επιτρέπει με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, την εξαίρεση συμπράξεων κατά κατηγορίες, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
θ) Προσδιορίζει με απόφαση της Ολομέλειας, κατηγορίες ή είδη συμπράξεων που δεν εμπίπτουν στη ρύθμιση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ι) Διατυπώνει σύμφωνη γνώμη για την έκδοση του κανονισμού λειτουργίας της.

ια) Διορίζει τον Γενικό Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ιβ) Διατυπώνει γνώμη, προκειμένου να εκδοθούν οι υπουργικές αποφάσεις οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.11 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.
ιγ) Διατυπώνει γνώμη επί θεμάτων ανταγωνισμού και επί των προτάσεων τροποποίησης του παρόντος νόμου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 8ε του παρόντος νόμου.
ιδ) Με εξαίρεση τη διαδικασία ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών κατά το άρθρο 14 και τη διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά το άρθρο 15 μπορεί να διατυπώνει, με πρωτοβουλία της, γραπτώς τη γνώμη της προς τα δικαστήρια για θέματα εφαρμογής των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Με την άδεια του κατά περίπτωση αρμόδιου δικαστηρίου μπορεί επίσης να διατυπώνει τη γνώμη της προφορικά. Στην περίπτωση αυτή την Επιτροπή Ανταγωνισμού εκπροσωπεί ο Πρόεδρος ή, κατόπιν εξουσιοδότησης αυτού, ο Αναπληρωτής Πρόεδρος ή μέλος της Επιτροπής ή ο Γενικός Διευθυντής ή μέλος του προσωπικού Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να ζητεί, από το κατά περίπτωση αρμόδιο δικαστήριο, κάθε έγγραφο που κρίνεται αναγκαίο για τη διατύπωση της γνώμης της κατά τα προηγούμενα εδάφια.
ιε) Ανακαλεί το ευεργέτημα απαλλαγής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 29 του Κανονισμού 1/2003 του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
ιστ) Ορίζει τις προτεραιότητες της δράσης της και, με την επιφύλαξη της περίπτωσης στ` της παρ. 1 του άρθρου 8γ αποφασίζει για τη διενέργεια αυτεπάγγελτων ερευνών από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού.
ιζ) Με αιτιολογημένη απόφαση της σύμφωνα με το άρθρο 5, λαμβάνει κάθε απολύτως αναγκαίο κανονιστικό μέτρο που αφορά τη διάρθρωση της αγοράς και αποσκοπεί στη δημιουργία συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 5.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 13 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
Σημ.: όπως οι περιπτώσεις ιδ`,ιε`,ιστ` και ιζ`προστέθηκαν με την παρ.3 άρθρ.11 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.
ιη) Συλλέγει, επεξεργάζεται και αξιολογεί, τηρώντας το καθήκον της εχεμύθειας, τα αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής της στοιχεία και πληροφορίες, όπως ειδικότερα ορίζεται στα άρθρα 25 και 26 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.11 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.
ιθ) Συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις Αρχές Ανταγωνισμού των άλλων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας του ανταγωνισμού, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου και του Κανονισμού 1/2003.
Σημ.: όπως η περ.ιθ΄προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.11 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

3. Ολες οι δημόσιες αρχές και υπηρεσίες, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται να υποβοηθούν το έργο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ύστερα από σχετική αίτηση του Προέδρου της, παρέχοντας ιδίως τη συνδρομή τους στο πλαίσιο της διεξαγωγής των ερευνών κατά το άρθρο 26 με τη συλλογή και παροχή πληροφοριών και στοιχείων σχετικά με:
α) την εξέλιξη, διάρθρωση και τις τάσεις της εγχώριας κατανάλωσης, την οργάνωση και δομή κλάδων της αγοράς, καθώς και τις συνθήκες ανταγωνισμού κάθε κλάδου,
β) την κατάρτιση πινάκων διακλαδικών κοστολογικών σχέσεων και δεικτών,
γ) την παρακολούθηση του βαθμού συγκέντρωσης των επιχειρήσεων, κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας ή την ύπαρξη εναρμονισμένων πρακτικών και τη διερεύνηση καταχρηστικής συμπεριφοράς της δεσπόζουσας θέσης ή της σχέσης οικονομικής εξάρτησης επιχειρήσεων,
δ) την παρακολούθηση της εκτέλεσης των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, των υπουργικών αποφάσεων που εκδίδονται κατά τα άρθρα 4γ παρ. 3 και 4δ παρ. 9 καθώς και δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται στις περιπτώσεις προσβολής των προηγούμενων αποφάσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.5δ Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.13 άρθρ.1 Ν.2837/2000 και αντικαταστάθηκε με την παρ.6 άρθρ.11 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 8γ
Αρμοδιότητες του Προέδρου της Επιτροπής
Σημ.: όπως το άρθρο 8γ προστέθηκε με την παρ.3 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1 .Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού εκπρωσοπεί την Επιτροπή ενώπιον παντός τρίτου και έχει σύμφωνα με το νόμο, τις κανονιστικές πράξεις και τις αποφάσεις της Ολομέλειας, την ευθύνη της λειτουργίας αυτης ασκεί δε τις προς τούτο αρμοδιότητες και ιδίως
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.14 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.
α) παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού και ενημερώνει την ολομέλεια και τον Υπουργό Εμπορίου,
β) συντονίζει και κατευθύνει τη Γραμματεία της Επιτροπής Ανταγωνισμού,
γ) εκπροσωπεί την Επιτροπή Ανταγωνισμού στις Επιτροπές και Ομάδες, συνεδριάσεις και Συνόδους στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Λ.) και άλλων διεθνών οργανισμών, δυνάμενος να εξουσιοδοτεί προς τούτο τον αναπληρωτή του ή μέλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή το Διευθυντή ή υπάλληλο της Γραμματείας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.12 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.13 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.

δ) είναι ο διοικητικός προϊστάμενος του προσωπικού της Γραμματείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και ασκεί την επ` αυτού πειθαρχική εξουσία.
ε) ασκεί τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 4?,
στ) αποφασίζει, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων ιστ` και ιζ` της παραγράφου 2 του άρθρου 8β, για τη διενέργεια αυτεπάγγελτων ελέγχων από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού.”
Σημ.: όπως οι περ. ε`και στ` της παρ.1 προστέθηκαν με το άρθρ.12 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

2. Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 14 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

3. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού μπορεί να εξουσιοδοτεί τον Γενικό Διευθυντή ή Διευθυντές της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού να ασκούν μέρος των διοικητικών αρμοδιοτήτων του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 14 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

4. Ο Πρόεδρος ορίζει με απόφαση του το προσωπικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού που στελεχώνει το Γραφείο Προέδρου και το Γραφείο Εισηγητών και ορίζει τους προϊσταμένους των Γραφείων αυτών.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 14 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

5. Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού συνιστάται αυτοτελές Γραφείο Νομικής Υποστήριξης, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Του Γραφείου αυτού προΐσταται Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Το Γραφείο Νομικής Υποστήριξης έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τη δικαστική και εξωδικαστική εκπροσώπηση και υπεράσπιση των συμφερόντων της Επιτροπής Ανταγωνισμού,
β) την καθοδήγηση των ενεργειών της Επιτροπής Ανταγωνισμού με νομικές συμβουλές και γνωμοδοτήσεις.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, καθορίζονται ο αριθμός των οργανικών θέσεων των ειδικών νομικών συμβούλων του αυτοτελούς γραφείου νομικής υποστήριξης, των οποίων η θητεία δεν δύναται να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη και δεν είναι ανανεώσιμη.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, με απόφαση του Προέδρου, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου του Γραφείου Νομικής Υποστήριξης, δικαιούται να προσφύγει στις υπηρεσίες εξωτερικού δικηγόρου, εφόσον κριθεί αναγκαίο από την ιδιαίτερη σπουδαιότητα της υπόθεσης. Με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού ορίζονται οι αμοιβές που θα καταβάλλονται σε περίπτωση προσφυγής σε υπηρεσίες εξωτερικού δικηγόρου. Η απαγόρευση και η κύρωση που προβλέπονται στην παράγραφο 25 του άρθρου 8 του παρόντος νόμου ισχύει και για τους ειδικούς νομικούς συμβούλους του Γραφείου Νομικής Υποστήριξης του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με το άρθρο 14 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 8δ
Οργάνωση και προσωπικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Σημ.: όπως το άρθρο 8δ προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτουργεί Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της οποίας προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού αποτελείται από τέσσερις (4) Διευθύνσεις, ήτοι, μία (1) Διεύθυνση Νομικής Τεκμηρίωσης δύο (2) Διευθύνσεις Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μία (1) Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, καθώς και ένα αυτοτελές Τμήμα ΜΜΕ, όπως το Τμήμα αυτό προβλέπεται στο άρθρο 18 του ν. 3592/2007 (ΦΕΚ 161 Α). Οι Διευθύνσεις και το Τμήμα του προηγούμενου εδαφίου μπορούν να μεταβάλλονται από τον Οργανισμό της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Ο Γενικός Διευθυντής ασκεί καθήκοντα διεύθυνσης και εποπτείας εν γένει της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, για την ομαλή και αποδοτική λειτουργία της. Διορίζεται με απόφαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με τετραετή θητεία, η οποία μπορεί να επαναληφθεί για ίσο χρονικό διάστημα μία ή περισσότερες, αλλά όχι συνεχόμενες, φορές. Η θέση του Γενικού Διευθυντή μπορεί να πληρούται και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά παρέκκλιση από τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού.
Ο Γενικός Διευθυντής λαμβάνει τις κάθε είδους αποδοχές, προσαυξήσεις και λοιπές παροχές που προβλέπονται για τους Γενικούς Διευθυντές των Υπουργείων.
Μετά τη λήξη της θητείας του και εφόσον ο Γενικός Διευθυντής ανήκει στο προσωπικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού και έχει διατελέσει Διευθυντής για μια τριετία, συνεχίζει να ασκεί καθήκοντα Διευθυντή, τα οποία καθορίζονται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 15 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Η οργάνωση και η διάρθρωση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού σε Διευθύνσεις, Τμήματα και Γραφεία, οι αρμοδιότητες αυτών και ο τρόπος πρόσληψης ή επιλογής του Γενικού Διευθυντή, των Διευθυντών και των Προϊσταμένων των Τμημάτων και Γραφείων, τα προσόντα του προσωπικού, ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών σε κλάδους και ειδικότητες και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Ο συνολικός αριθμός των θέσεων του προσωπικού ορίζεται στις διακόσιες (200). Η αύξηση του αριθμού των θέσεων γίνεται με προεδρικό διάταγμα, κατά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί τις διακόσιες πενήντα (250).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 15 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

3.Επιτρέπεται η πλήρωση των θέσεων με: α) διορισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2190/1994, όπως εκάστοτε ισχύει, β) με μετάταξη μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. και γ) με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, ύστερααπό αίτηση των ενδιαφερομένων, μετά από έγγραφη δημόσια ανακοίνωση, σε δύο τουλάχιστον καθημερινές εφημερίδες των Αθηνών, του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Η μετάταξη και η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Ανάπτυξης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, κατά τις κείμενες διατάξεις. Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α), όπως ισχύουν. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Οι μετατασσόμενοι εντάσσονται, με την ίδια απόφαση, στο βαθμό της θέσης όπου μετατάσσονται και, αν η θέση αυτή ανήκει στους ενιαίους βαθμούς του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999, ΦΕΚ 19 Α`), εντάσσονται με βάση το βαθμό που κατέχουν, διαφορετικά με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους έως τον τελευταίο ενιαίο βαθμό της θέσης.

Ο χρόνος της απόσπασης υπαλλήλου στη Γραμματεία της Επιτροπής, από της ισχύος του Ν. 2296/1995, λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου. Για την άρση της απόσπασης απαιτείται η γνώμη του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α), όπως εκάστοτε ισχύουν. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Aνάπτυξης καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη λεmομέρεια για τη δημόσια ανακοίνωση και την υποβολή υποψηφιοτήτων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.15 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999,με την παρ.3 άρθρ.42 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003 τροποποιήθηκε  με την παρ.3 άρθρ.13 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005 και με το άρθρο 15 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να συμβουλεύεται ειδικούς και εμπειρογνώμονες για ιδιαίτερα θέματα και προβλήματα, εφόσον το κρίνει αναγκαίο και σκόπιμο. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου καθορίζεται, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, ο τρόπος, η διαδικασία καταβολής και το ύψος της αποζημίωσης των ειδικών και των εμπειρογνωμόνων.

5. (α) Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο του προσωπικού της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού συγκροτείται με απόφαση του Προέδρου της Επιτροπής από δύο (2) μέλη της Επιτροπής, που εκλέγονται από την Ολομέλεια αυτής, από τα οποία το ένα ορίζεται Πρόεδρος, από τον Γενικό Διευθυντή και από δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους του προσωπικού, με βαθμό τουλάχιστον Β`. Οι ανωτέρω ορίζονται με τους αναπληρωτές τους. Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού ορίζεται αναπληρωτής του Γενικού Διευθυντή ο Προϊστάμενος μιας από τις Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.
(β) Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο συγκροτείται από τρία (3) μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού που εκλέγονται από την Ολομέλεια αυτής και από τα οποία το ένα ορίζεται Πρόεδρος και δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων με βαθμό τουλάχιστον Β`. Οι ανωτέρω ορίζονται με τους αναπληρωτές τους.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται, αναλόγως, οι διατάξεις του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999) για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια και το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.13 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

6. Οι θέσεις των Προϊσταμένων των Διευθύνσεων, Τμημάτων και Γραφείων της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού μπορεί να καταλαμβάνονται από προσωπικό της Επιτροπής Ανταγωνισμού που υπηρετεί σε αυτήν με απόσπαση.
Σημ.: η παρ.6 που είχε προστεθεί με την παρ.17 άρθρ.9 Ν.2741/1999, και αντικατασταθεί με την παρ.17 άρθρ.1 Ν.2837/2000, αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.5 άρθρ.13 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

7. Οι υπάλληλοι της Γραμματείας, καθώς και οι αποσπώμενοι σε αυτήν υπάλληλοι λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αμοιβή που καθορίζεται κατά κατηγορία με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και καταβάλλεται από τον προυπολογισμό της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στην περίπτωση που οι αποσπασμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν από την υπηρεσία τους ειδικές πρόσθετες αμοιβές, υποχρεούνται να επιλέξουν με δήλωση τους προς τη Γραμματεία της Επιτροπής Ανταγωνισμού που κοινοποιείται και οτην υπηρεσία, από την οποία είναι αποσπασμένοι την ειδική πρόσθετη αμοιβή της παρούσας παραγράφου ή τις ειδικές πρόσθετες απολαβές που προβλέπονται στην οργανική τους θέση.
Οι αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού που προσλαμβάνεται κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να είναι μικρότερες από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 92Α του Κώδικα περί Δικηγόρων και καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης. Η πρόσληψη δικηγόρου σε θέση ειδικού επιστημονικού προσωπικού συνεπάγεται αναστολή του δικηγορικού λειτουργήματος.

Η παρ. 2 του άρθρου 24 του Ν. 1868/1989, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 37 του Ν. 2145/1993, εφαρμόζεται αναλόγως, με εξαίρεση τη δεύτερη περίοδο του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 24 του Ν. 1868/1989, από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων τους, για τους δικηγόρους που υπηρετούν στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και τελούν σε υποχρεωτική αναστολή άσκησης του λειτουργήματός τους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και για τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εφόσον είναι δικηγόρος.
Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με την παρ.18 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000 τροποποιήθηκε με την παρ.7,8 άρθρ.19 Ν.2941/2001,ΦΕΚ Α 201/12.9.2001.

8. Κατά την πρώτη εφαρμογή του Οργανισμού της Γραμματείας σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 19 του Ν. 2941/2001 (ΦΕΚ 201 Α΄), οι υπηρετούντες Προϊστάμενοι τηςΔιεύθυνσης, των Τμημάτων και των Γραφείων της Γραμματείας τοποθετούνται για το υπόλοιπο της θητείας τους, σε Διεύθυνση, Τμήματα και Γραφεία, που ορίζει με απόφασή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Σημ.: όπως η παρ.8 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.42 Ν.3105/2003,ΦΕΚ Α 29/10.2.2003.

Άρθρον 8ε
Σύσταση Αυτοτελούς Γραφείου Εσωτερικού Ελέγχου
Σημ.: όπως το  άρθρο 8ε προστέθηκε  με το άρθρο 16 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

1. Συνιστάται Αυτοτελές Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου που είναι αρμόδιο:
α) για την παρακολούθηση της λειτουργίας της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των Υπηρεσιών του Προέδρου και των Εισηγητών αυτής,
β) για την εκπόνηση του συστήματος εσωτερικού ελέγχου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ώστε να εξασφαλίζεται η νόμιμη λειτουργία τους, καθώς και η διασφάλιση και ορθή διαχείριση των πόρων της.

2. Το Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου υπάγεται απευθείας στην Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

3. Οι υπηρετούντες στο Γραφείο μπορούν, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, να λαμβάνουν γνώση και να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού και των Υπηρεσιών Προέδρου και Εισηγητών, οι οποίοι οφείλουν να τους παρέχουν όλα τα μέσα για τη διευκόλυνση του έργου τους και έχουν υποχρέωση να τηρούν τις διατάξεις του άρθρου 27 περί εχεμύθειας και απορρήτου.

4. Οι υπηρετούντες στο Γραφείο Εσωτερικού Ελέγχου αναφέρονται απευθείας στην Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού και δεν υπάγονται ιεραρχικά σε καμία άλλη υπηρεσιακή μονάδα της. Ορίζονται από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού μετά από γνώμη του Γενικού Διευθυντή. Η θέση του προϊσταμένου του Γραφείου Εσωτερικού Ελέγχου και του αναπληρωτή του μπορεί να πληρούται και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά παρέκκλιση από τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού. Ο προϊστάμενος του εν λόγω Γραφείου, που ορίζεται από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού, υποβάλλει στην Ολομελεια κάθε χρόνο έκθεση σχετικά με τους ελέγχους που διενήργησε το Γραφείο. Η θητεία των μελών και του Προϊσταμένου του Γραφείου Εσωτερικού Ελέγχου είναι τριετής και δύναται να επαναληφθεί αλλά δεν επιτρέπεται να υπάρχουν δύο συνεχείς θητείες.

5. Οι εκθέσεις του Προϊσταμένου του Γραφείου Εσωτερικού Ελέγχου περιλαμβάνονται στην έκθεση που υποβάλλει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 13γ στον Πρόεδρο της Βουλής.

Σχέσεις με ρυθμιστικές αρχές
6. Οι ειδικότερες λεπτομέρειες οργάνωσης και διάρθρωσης του Αυτοτελούς Γραφείου Εσωτερικού Ελέγχου ορίζονται στον Οργανισμό της Γενικής Διεύθυνσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού κατά το άρθρο 8δ του παρόντος νόμου.

Άρθρον 8στ
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεργάζεται με τις ρυθμιστικές ή άλλες αρχές που ασκούν έλεγχο σε συγκεκριμένους τομείς της εθνικής οικονομίας και, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, διατυπώνει, ύστερα από σχετικό αίτημα των πιο πάνω αρχών, τη γνώμη της για θέματα πολιτικής ανταγωνισμού στους τομείς αυτούς.

Σημ.: όπως το άρθρο 8στ προστέθηκε με την παρ.19 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000. και αντικαταστάθηκε με το άρθρ.15 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 8ζ
Σημ.: όπως το άρθρο  8ζ αναριθμήθηκε  με το άρθρο 16 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού παρέχει τη γνώμη της για θέματα της αρμοδιότητας της είτε με δική της πρωτοβουλία είτε ύστερα από αίτημα που υποβάλλει ο Υπουργός Ανάπτυξης ή άλλος, αρμόδιος Υπουργός ή ενώσεις επιμελητηρίων ή ενώσεις εμπορικών και βιομηχανικών συλλόγων.

2. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού παρέχει τη γνώμη της επί προτάσεων τροποποίησης του παρόντος νόμου, ύστερα από αίτημα του Υπουργού Ανάπτυξης ή εισηγείται σε αυτόν κατά περίπτωση τροποποιήσεις.

Άρθρον 9
Εξουσίες της Επιτροπής επί παραβάσεων του παρόντος.
Σημ.: όπως ο τίτλος του άρθρου 9 αντικαταστάθηκε με το άρθρ.16 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού αν, μετά από σχετική έρευνα που διεξάγεται είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας ή αίτησης του Υπουργού Ανάπτυξης, διαπιστώσει παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 1 και των άρθρων 2, 2α και 5 ή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, μπορεί με απόφαση της:
α) να υποχρεώσει τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ή τις ενώσεις επιχειρήσεων να παύσουν την παράβαση και να παραλείπουν αυτή στο μέλλον,
β) να αποδέχεται, εκ μέρους των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, την ανάληψη δεσμεύσεων, με τις οποίες θα παύει η παράβαση, και να καθιστά τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές για τις επιχειρήσεις,
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 16 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
β) να επιβάλει μέτρα συμπεριφοράς ή διαρθρωτικού χαρακτήρα, τα οποία πρέπει να είναι αναγκαία και πρόσφορα για την παύση της παράβασης και ανάλογα με το είδος και τη βαρύτητα αυτής. Μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα επιτρέπεται να επιβάλλονται μόνο στην περίπτωση που είτε δεν υφίστανται εξίσου αποτελεσματικά μέτρα συμπεριφοράς είτε όλα τα εξίσου αποτελεσματικά μέτρα συμπεριφοράς είναι ενδεχομένως οχληρότερα από τα μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα,
γ) να απευθύνει συστάσεις σε περίπτωση παράβασης των άρθρων 1, 2 και 2α, όπως προστίθενται με τον παρόντα νόμο 703/1977 και να απειλήσει πρόστιμο ή χρηματική ποινή ή και τα δύο, σε περίπτωση συνέχισης ή επανάληψης της παράβασης,
δ) να θεωρήσει ότι κατέπεσε το πρόστιμο ή η χρηματική ποινή ή και τα δύο, όταν με απόφαση της βεβαιώνεται η συνέχιση ή επανάληψη της παράβασης,
ε) να επιβάλει πρόστιμο στις επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων που υπέπεσαν στην παράβαση.
Αν η Επιτροπή Ανταγωνισμού πιθανολογεί, κατά τη διάρκεια σχετικής έρευνας που διεξάγεται είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος του Υπουργού Ανάπτυξης ή καταγγελίας, παράβαση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 1, του άρθρου 2 και της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου ή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, μπορεί με απόφαση της να αποδέχεται, εκ μέρους των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, την ανάληψη δεσμεύσεων προς παύση της πιθανολογούμενης παράβασης, και να καθιστά τις δεσμεύσεις αυτές υποχρεωτικές για τις επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων. Η απόφαση της Επιτροπής μπορεί να εκδοθεί για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εφόσον πιθανολογείται ότι δεν συντρέχουν λόγοι για περαιτέρω δράση αυτής. Η Επιτροπή μπορεί, ύστερα από αίτηση που υποβάλλει κάθε ενδιαφερόμενος ή αυτεπαγγέλτως, να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία όταν:
– υπήρξε ουσιαστική μεταβολή των γεγονότων στα οποία βασίσθηκε η απόφαση ή
– οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις αθετήσουν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει ή
– η απόφαση βασίσθηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καθορίζει, με απόφαση της, τους όρους, τις προύποθέσεις και τη διαδικασία αποδοχής δεσμεύσεων εκ μέρους των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε με το άρθρ.16 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005και με το άρθρο 17 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Το κατά την προηγούμενη παράγραφο επιβαλλόμενο ή απειλούμενο πρόστιμο μπορεί να φτάνει μέχρι ποσοστού δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης της χρήσης κατά την οποία έπαυσε η παράβαση ή, αν αυτή συνεχίζεται μέχρι την έκδοση της απόφασης, της τρέχουσας χρήσης ή της προηγούμενης της παράβασης χρήσης αντιστοίχως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 17 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009
Για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο προβλεπόμενη χρηματική ποινή ανέρχεται μέχρι του ποσού (των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών) για κάθε ημέρα καθυστέρησης συμμόρφωσης προς την απόφαση και από την ημερομηνία που θα ορίσει η απόφαση.
Σε περίπτωση που επιβάλλεται πρόστιμο σε ένωση επιχειρήσεων, το επιβαλλόμενο ή απειλούμενο πρόστιμο μπορεί να ανέρχεται μέχρι ποσοστού δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των ακαθάριστων εσόδων των μελών αυτής, της τρέχουσας ή της προηγούμενης της παράβασης χρήσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,το οποίο τίθεται σε ισχύ μετά πάροδο τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.3784 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων υποχρεούνται μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη γνωστοποίηση της απόφασης να ενημερώσουν τον πρόεδρο της επιτροπής Ανταγωνισμού για τις ενέργειες, στις οποίες προέβησαν ή πρόκειται να προβούν για την παύση της παράβασης. Την ίδια υποχρέωση υπέχουν οι επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, όταν πρόκειται για συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση που εκδόθηκε μετά από προσφυγή κατά απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δύναται με απόφαση της να επιβάλλει σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων πρόστιμο, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης τους με προγενέστερη απόφαση της. Το κατά το προηγούμενο εδάφιο επιβαλλόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέρχεται μέχρι ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης της τρέχουσας ή της προηγούμενης της παράβασης χρήσης.

5. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καθορίζει με απόφαση της, τους όρους και τις προύποθέσεις απαλλαγής ή μείωσης των προστίμων που επιβάλλονται σε βάρος επιχειρήσεων οι οποίες συμβάλλουν στη διερεύνηση οριζόντιων συμπράξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου ή και της παραγράφου 1 του άρθρου 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Η υπαγωγή της οικείας επιχείρησης στο πρόγραμμα επιείκειας αίρει το αξιόποινο για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 29 και τα απαλλάσσει από την εις ολόκληρον ευθύνη κατά το άρθρο 30 παρ.1 του παρόντος για την εν λόγω οριζόντια σύμπραξη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 17 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

6. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καθορίζει, με απόφαση της, τους όρους και τις προϋποθέσεις απαλλαγής ή μείωσης των προστίμων που επιβάλλονται σε βάρος επιχειρήσεων οι οποίες συμβάλλουν στη διερεύνηση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος νόμου. Η υπαγωγή της οικείας επιχείρησης στο πρόγραμμα επιείκειας αίρει το αξιόποινο για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 29.
Τα προηγούμενα εδάφια δεν εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις, οι οποίες προβαίνουν σε Καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρ.16 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.
7. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι αποκλειστικώς αρμόδια να λαμβάνει ασφαλιστικά μέτρα αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση του Υπουργού Ανάπτυξης, όταν πιθανολογείται παράβαση των άρθρων 1, 2, 2α και 5 ή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την αποτροπή άμεσα επικείμενου κινδύνου ανεπανόρθωτης βλάβης στο δημόσιο συμφέρον.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να απειλήσει χρηματική ποινή μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης προς την απόφασή της και να θεωρήσει αυτή καταπεσούσα, όταν με απόφασή της βεβαιώνεται η μη συμμόρφωση.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεούται να αποφανθεί το αργότερο μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης, αφού πρώτα ακουστούν τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η απόφαση αυτή υπόκειται μόνο σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως 4 του άρθρου 14 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρ.16 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

8. Στην περίπτωση της παραγράφου 1 στοιχείο β` η απόφαση της Επιτροπής μπορεί να εκδοθεί για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, εφόσον αιτιολογείται επαρκώς ότι δεν συντρέχουν πλέον λόγοι για περαιτέρω δράση αυτής. Η Επιτροπή μπορεί, ύστερα από αίτημα που υποβάλλει κάθε ενδιαφερόμενος ή αυτεπαγγέλτως, να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία όταν:
-υπήρξε ουσιαστική μεταβολή των γεγονότων στα οποία βασίσθηκε η απόφαση, ή
– οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις αθετήσουν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει, ή
– η απόφαση βασίσθηκε σε ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρ.16 παρ.5 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

9. Η λήψη των κατά την παράγραφο 1 αποφάσεων δεν εξαρτάται από την ενέργεια της γνωστοποίησης, κατά τα άρθρα 20 και 21, ή από την πάροδο της προθεσμίας γνωστοποίησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.16 παρ.6 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 10
Αποφάσεις εφαρμογής του άρθρου 1, παράγραφος 3.
Σημ.: όπως το άρθρο 10 και 11 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 18 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

1. Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού είναι αποκλειστικώς αρμοδία προς εφαρμογήν του άρθρου 1 παράγραφος 3.

2. Οσάκις η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού εκδίδει απόφασιν περί εφαρμογής του άρθρου 1 παράγραφος 3:
α καθορίζει το χρόνο έναρξής της, ο οποίος με την επιφύλαξη των περιπτώσεων του άρθρου 21 παράγραφος 3, δεν μπορεί να είναι προγενέστερος της γνωοτοποίησης
β) καθορίζει την διάρκειαν ισχύος ταύτης και γ) δύναται να εξαρτά ταύτην εκ προϋποθέσεων και βαρών.
*** Το στοιχ.α`αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.21 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.

3. Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού δύναται, κατόπιν αιτήσεως, να ανανεώση την ανωτέρω απόφασίν της, εφ`όσον εξακολουθούν υφιστάμενοι οι όροι του άρθρου 1 παράγραφος 3.

4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί, αφού ενημερώσει τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, να ανακαλέσει ή να τροποποιήσει την απόφασή της περί εφαρμογής του άρθρου 1 παρ.3 όταν:
α) μεταβληθούν οι όροι και οι περιστάσεις που λήφθηκαν υπόψη για να κριθούν κατ` εξαίρεση ισχυρές οι κατά το άρθρο 1 παρ.1 του παρόντος νόμου απαγορευμένες αποφάσεις, συμφωνίες και περιπτώσεις εναρμονισμένης πρακτικής ή οι επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων κάνουν κατάχρηση της εξαίρεσης που τους δόθηκε,
β) οι συμβαλλόμενοι δεν συμμορφώνονται προς τις προϋποθέσεις που έθεσε η Επιτροπή στην απόφαση της και στα βάρη που αυτή επέβαλε,
γ) συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανακλήσεως των διοικητικών πράξεων. Στις περιπτώσεις β` και γ` της παρούσας παραγράφου μπορεί να προσδοθεί στην απόφαση περί ανακλήσεως ή τροποποιήσεως αναδρομική ισχύ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  από την παρ.7 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 11
Αρνητικές πιστοποιήσεις
Σημ.: όπως το άρθρο 11 το οποίο είχε καταργηθεί με το άρθρο 23 του ν.2000/1991, και αφού τροποποιήθηκε  με την παρ.8 άρθρ.4 Ν.2296/1995 (Α 43)ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 18 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

1. Υστερα από αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων που υποβάλλεται στη Γραμματεία, η Επιτροπή Ανταγωνισμού πιστοποιεί, εντός διμήνου από την υποβολή της αίτησης, ότι με βάση τα γνωστά σε αυτή στοιχεία δεν υφίσταται παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.1, 2 και 2α του παράντος νόμου. Η πιστοποίηση αυτή μπορεί να ζητηθεί κι όταν πρόκειται για σύμπραξη επιχειρήσεων, εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης ή σχέσης οικονομικής εξάρτησης, που πρόκειται να πραγματοποιηθεί στο μέλλον.

2. Η έκδοση της πιστοποίησης, όπως προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, δεν αποκλείει τη μεταγενέστερη έκδοση αντίθετης απόφασης για την ίδια υπόθεση από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.

3. Μέχρι την έκδοση απόφασης αντίθετης προς αρνητική πιστοποίηση που προηγήθηκε, οι οικείες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων δεν υπόκεινται στις συνέπειες και κυρώσεις που προβλέπει ο παρών νόμος, εκτός αν αυτές παραπλάνησαν την Επιτροπή Ανταγωνισμού στην έκδοση αρνητικής πιστοποίησης με την παροχή ανακριβών στοιχείων ή την απόκρυψη αληθών.

Άρθρον 11α
Συνοπτική διαδικασία επί γνωστοποιήσεων και καταγγελιών
Καταγγελίες περί ζητημάτων που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ανταγωνισμού με βάση τις διατάξεις του παρόντος τίθενται στο Αρχείο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού με πράξη του Προέδρου της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ύστερα από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης. Η αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα, ο οποίος έχει δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης αυτής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Προφανώς αβάσιμες καταγγελίες για παραβάσεις των άρθρων 1 παράγραφοι 1, 2, 2α και 5 και των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, οι οποίες υποβάλλονται μόνο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και όχι και σε Αρχή Ανταγωνισμού άλλου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθώς και γνωστοποιήσεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 21 και αναφέρονται σε επιχειρηματικές συμπεριφορές, οι οποίες προφανώς δεν επηρεάζουν τον ανταγωνισμό και υποβάλλονται επίσης μόνο στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, μπορεί να τίθενται στο αρχείο, ύστερα από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, χωρίς συζήτηση ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού με αιτιολογημένη απόφαση τριμελούς επιτροπής. Η Επιτροπή αυτή αποτελείται από τον Πρόεδρο και δύο μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού που ορίζονται προς τούτο, με τους αναπληρωτές τους, από την Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο κάθε ημερολογιακού έτους, για το έτος αυτό. Στο τέλος του έτους, ο Πρόεδρος ενημερώνει την Ολομέλεια για τον αριθμό και τη φύση των υποθέσεων που τέθηκαν στο αρχείο κατά το έτος αυτό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε Το άρθρο 11α προστέθηκε με την παρ.22 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000 και αντικαταστάθηκε με το άρθρ.17 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005 και  με το άρθρο 18 Ν.3784/2009,ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 11β
Σημ.: όπως το άρθρο 11β προστέθηκε με το άρθρ.18 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Η κίνηση διαδικασίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με σκοπό την έκδοση απόφασης κατ` εφαρμογή του κεφαλαίου III του Κανονισμού 1/2003, στερεί από την Επιτροπή Ανταγωνισμού την αρμοδιότητα της να εφαρμόζει τα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

2. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, στις περιπτώσεις που η ίδια ή Αρχή Ανταγωνισμού άλλου Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στο πλαίσιο εφαρμογής των άρθρων 81 ή 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας έχουν επιληφθεί, κατόπιν καταγγελίας ή αυτεπαγγέλτως, υπόθεσης που αφορά συμφωνία μεταξύ επιχειρήσεων, απόφαση ένωσης επιχειρήσεων ή πρακτική επιχείρησης ή επιχειρήσεων, μπορεί ή να απορρίψει την καταγγελία ή να τερματίσει, για το λόγο αυτόν, τη διαδικασία που κινήθηκε αυτεπαγγέλτως ή να αναστείλει τη διαδικασία ή να προχωρήσει κανονικά στη συζήτηση της υπόθεσης, εκδίδοντας απόφαση επί της ουσίας.

Άρθρον 12
Επιβολή προστίμων
Τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, επιβάλλονται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Σημ.: όπως το άρθρο 12,είχε συμπληρωθεί με το άρθρο 6 του Ν.1934/1991 (Α` 31) και τροποποιηθεί με το άρθρο 24 του Ν.2000/1991 (ΦΕΚ Α` 206), αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.9 άρθρου 4 Ν 2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 13
Ανάκληση αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δικαιούται να ανακαλέσει απόφασή της σχετικά με τη μη ύπαρξη παράβασης των απαγορεύσεων των άρθρων 1 παρ. 1, 2 και 2α του παρόντος νόμου, αν από αυτεπάγγελτη έρευνα, καταγγελία ή άλλο τρόπο περιέλθουν εις γνώση της στοιχεία, τα οποία δεν είχαν τεθεί υπόψη της ή προέκυψαν σε χρόνο μεταγενέστερο της έκδοσης της απόφασης και τα οποία αποδεικνύουν παράβαση των ανωτέρω αναφερομένων άρθρων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.10 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 13α
Δημοσίευση αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Σημ.: όπως το άρθρο 13α προστέθηκε με την παρ.11 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να διατάξει την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων που παρέβη τον παρόντα νόμο να δημοσιεύσει την απόφαση σε εφημερίδα, η οποία κυκλοφορεί σε πανελλαδική ή τοπική κλίμακα, ανάλογα με την εμβέλεια της αγοράς, στην οποία εκδηλώνεται η παράβαση, τη σοβαρότητα και τα αποτελέσματα της τελευταίας. Αν η απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η Επιτροπή υποχρεούται να δημοσιεύσει με έξοδά της την απόφαση του Δικαστηρίου στην ίδια εφημερίδα.

Άρθρον 13β
Εθνική Αρχή Ανταγωνισμού
Σημ.: όπως το άρθρο 13β προστέθηκε με την παρ.12 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, ως Εθνική Αρχή Ανταγωνισμού, είναι αρμόδια για τη συνεργασία:
α) με τις αρχές ανταγωνισμού της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και την παροχή στα εντεταλμένα όργανα αυτής της απαραίτητης συνδρομής για την πραγματοποίηση των ελέγχων, που προβλέπονται από κοινοτικές διατάξεις,
β) με τις αρχές ανταγωνισμού άλλων χωρών,
γ) με διεθνείς οργανισμούς.

2. Σε περίπτωση που επιχείρηση, η οποία έχει την έδρα της ή ασκεί τη δραστηριότητά της, στην Ελλάδα, αρνείται να δεχθεί τον έλεγχο που προβλέπεται από κοινοτικές διατάξεις, η Επιτροπή Ανταγωνισμού και το εξουσιοδοτημένο από αυτή άργανο, ενεργώντας αυτεπάγγελτα ή μετά από σχετικό αίτημα των εντεταλμένων για τον έλεγχο από την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ενωσης οργάνων, μεριμνά για την εν γένει ομαλή διεξαγωγή του ελέγχου, ιδιαίτερα με την παροχή απαραίτητης συνδρομής, εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων του άρθρου 26 του παρόντος νόμου.

3. Οι αρχές ανταγωνισμού της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, νοούνται ως Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με το άρθρ.19 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 13γ
Ετήσια έκθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού
Σημ.: όπως το άρθρο 13γ προστέθηκε με την παρ.13 άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποβάλλει “μέχρι την 31η Μαρτίου” κάθε έτους στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης και στον Πρόεδρο της Βουλής ετήσια έκθεση, η οποια περιέχει στοιχεία για τη δραστηριότητά της, τις αποφάσεις της και τις εκτιμήσεις της για την κατάσταση και τις εξελίξεις στον τομέα της αρμοδιότητάς της
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.23 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΦΕΚ Α 178/3.8.2000.

2. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται τον Απρίλιο του επόμενου, από την έναρξη λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού, έτους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
ΕΝΔΙΚΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Άρθρον 14
Προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών

1. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και οι αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου, που εκδίδονται με βάση τα άρθρα 4γ παρ. 3 του παρόντος νόμου, υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίησή τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.14 περ.α άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).
Σχετικό: Η προθεσμία του άρθρου 14 παρ. 1 ορίζεται οε εξήντα(60) ημέρες (άρθρ.1 παρ.25 Ν.2837/2000,ΦΕΚ Α 178/3.8.2000

2. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Αν όμως υπάρχει αποχρών λόγος, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, μπορεί το Δικαστήριο σε Συμβούλιο να αναστείλει, εν όλω ή εν μέρει ή υπό όρους, την εκτέλεση της απόφασης κατά της οποίας ασκήθηκε προσφυγή, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 200 επόμενα του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας..
Σημ.:η παρ.2,όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ.25 άρθρ.1 Ν.2837/2000,ΦΕΚ Α 178,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 52 παρ.1 Ν.3900/2010,ΦΕΚ Α 213/17.12.2010.

3. Δικαίωμα προσφυγής έχουν: α) οι επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, κατά των οποίων εκδόθηκε η απόφαση, β) εκείνος που υπέβαλε καταγγελία για παράβαση των διατάξεων του παρόντος νάμου, γ) το Δημόσιο δια του Υπουργού Εμπορίου, δ) οποιοσδήποτε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.14 περ.β άρθρου 4 Ν.2296/1995 (Α 43).

4. Η προσφυγή πρέπει να εκδικάζεται εντός τριμήνου από την ημέρα που περιήλθε στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών. Αναβολή της συζητήσεως είναι δυνατή μόνο μία φορά για αποχρώντα λόγο σε δικάσιμο που δεν απέχει πάνω από ένα μήνα από την αρχική δικάσιμο, εκτός εάν υφίσταται περίπτωση συνεκδικάσεως περισσότερων προσφυγών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 1934/1991 (Α 31).

5. Για το παραδεκτό της συζήτησης των προσφυγών που ασκούνται κατά των αποφάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού με τις οποίες επιβάλλονται πρόστιμα, απαιτείται η κατάθεση παραβόλου ποσού ίσου με το είκοσι τοις εκατό (20%) του επιβαλλόμενου προστίμου, το οποίο δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 100.000 ευρώ.”
Σημ.: η παρ.5 προστέθηκε με το άρθρ.20 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 15
Ενδικα μέσα.
Σημ.: όπως το άρθρο 15 τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του Ν. 1934/1991 (Α 31).

1. Κατά των αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, επιτρέπεται αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας στους διατελέσαντες διαδίκους κατά την ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δίκη. Η αίτηση αναιρέσεως ασκείται και συζητείται σύμφωνα με τς κείμενες περί αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας διατάξεις.

2. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας επί των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων δικαιούται σε άσκηση αναιρέσεως και αν δεν υπήρξε διάδικος κατά τη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Στην περίπτωση αυτήν η προθεσμία ασκήσεως του ενδίκου μέσου είναι τρίμηνη από τη δημοσίευση της αποφάσεως.

3. Η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να εκδικάζεται εντός τριμήνου από της ημερομηνίας που περιήλθε στο αρμόδιο δικαστήριο.
Αναβολή της συζητήσεως επιτρέπεται μόνο μία φορά για αποχρώντα λόγο σε δικάσιμο, που δεν απέχει περισσότερο από ένα μήνα από την αρχική δικάσιμο, εκτός εάν υφίσταται περίπτωση συνεκδικάσεως περισσότερων αιτήσεων (αναιρέσεως).

4. Οι διατάξεις του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989 (Α 8 Κωδ. Διατ. Νόμων για το Σ.Τ.Ε.) για χορήγηση αναστολής εκτελέσεως διοικητικών πράξεων που προσβάλλονται με αίτηση ακυρώσεως εφαρμόζονται αναλόγως και για αναστολή εκτελέσεως των αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σε περίπτωση άσκησης κατ` αυτών αναιρέσεως σύμφωνα με τον νόμο αυτόν.

5. Οπου στον παρόντα νόμο αναφέρονται τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια ή το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών νοείται ότι η ρύθμιση αφορά μόνο το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.

Άρθρον 16

1. Εξαιρουμένης της περιπτώσεως καθ`ην εν τω παρόντινόμω προβλέπεται ή εξ αυτού προκύπτει διάφορος ρύθμισις, εις τας ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων διεξαγομένας, κατ` αυτόν δίκας εφαρμόζονται, ως εκάστοτε ισχύουν, αι διατάξεις του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας, ως και αι περί αιτήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ιδία δε αι αναφερόμεναι εις την δικαιοδοσίαν και αρμοδιότητα των δικαστηρίων, τον αποκλεισμόν, την εξαίρεσιν και την αποχήν δικαστών, τους διαδίκους, την ομοδικίαν, την συνάφειαν και την παρέμβασιν, την συνεκδίκασιν ή τον χωρισμόν των υποθέσεων, την παράστασιν κατά την συζήτησιν, τους θεμελιώδεις κανόνας διεξαγωγής της δίκης, τας εκθέσεις και τα δικόγραφα, τας επιδόσεις, τας προθεσμίας, τας δικονομικάς ακυρότητας, την προσφυγήν και τους προσθέτους λόγους, την προπαρασκευήν της συζητήσεως, την επ`ακροατηρίου συζήτησιν, την διακοπήν και επανάληψιν της δίκης, την κατάργησιν αυτής, την απόφασιν, την διόρθωσιν και την ερμηνείαν των αποφάσεων, το δεδικασμένον, την απόδειξιν, τας γενικάς διατάξεις περί ενδίκων μέσων, την ανακοπήν την έφεσιν, την αναθεώρησιν και την αναίρεσιν.

2. Αι διατάξεις των άρθρων 70, 71, 72 και 74 παράγραφος 2 του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας δεν εφαρμόζονται επί των κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου διαφορών.

3. Στις δίκες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να παρεμβαίνουν και επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων που συνέπραξαν, κατά την έννοια των άρθρων 1, 2 και 2α του παρόντος νόμου, με τη διάδικο επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων, καθώς και οποιοσδήποτε τρίτος, ο οποίος έχει έννομο συμφέρον.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρου 14 Ν.2296/1995 (α 43).

4. Δια Προεδρικού Διατάγματος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εμπορίου, δύναται να συγκροτηθούν παρά (τω ΔιοικητικώΠρωτοδικείω Αθηνών και παρά) τω ΔιοικητικώΕφετείω Αθηνών ίδια τμήματα προς εκδίκασιν των κατά τον παρόντα νόμονασκουμένων προσφυγών, παρεμβάσεων ανακοπών εφέσεων και αιτήσεων αναθεωρήσεως, ως και να ρυθμίζεται παν θέμα σχετικόν προς την ενώπιον αυτών, δικαζόντων κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου, διαδικασίαν.

Άρθρον 17

1. Η διάταξις της παραγράφου του άρθρου δεκάτου έκτου του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας, εφαρμόζεται και κατά την εκδίκασιν των υπό του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας επί των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ασκουμένων κατά τον παρόντα νόμον ενδίκων βοηθημάτων.

2. Ο Γενικός Επίτροπος δεν υποχρεούται εις παράστασιν ενώπιον των δικαστηρίων, περιλαμβανομένου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την εκδίκασιν των υπ`αυτού κατά τον παρόντα νόμονασκουμένων ενδίκων βοηθημάτων, εκδικαζομένων εν απουσία του ωσεί ήτο παρών.

3. Ο Γενικός Επίτροπος δύναται να αναθέτη την άσκησιν πάσης εκ του παρόντος νόμου αρμοδιότητός του εις τον Αντεπίτροπον ή πάντα έτερον νόμιμοναναπληρωτήν του.

4. Το δικαίωμα του Γενικού Επιτρόπου όπως ζητήση την αναίρεσιν υπέρ του νόμου πάσης αποφάσεως διοικητικού δικαστηρίοου, συμφώνως προς το δέκατονέκτονάρθρον του Κώδικος Φορολογικής Δικονομίας είναι ανεξάρτητον του κατά την παράγραφον 2 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου δικαιώματός του προς άσκησιν αναιρέσεως.

Άρθρον 18
Δικαιοδοσία ετέρων δικαστηρίων

1. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδίδονται κατόπιν προσφυγής σύμφωνα με αυτόν το νόμο, έχουν ισχύ δεδικασμένου. Αν δεν ασκήθηκε (εμπροθέσμως) προσφυγή, οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού και του Υπουργού Εμπορίου ελέγχονται από τα δικαστήρια ως προς το κύρος των, μόνο παρεμπιπτόντως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 9 του Ν. 1934/1991 (Α 31).

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου, τα δικαστήρια κάθε δικαιοδοσίας μπορούν να κρίνουν παρεμπιπτόντως το κύρος των συμφωνιών και αποφάσεων, καθώς και την ύπαρξη απαγορευμένης εναρμονισμένης πρακτικής κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού ή κατά το άρθρο 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης κατά το άρθρο 2 του νόμου αυτού ή κατά το άρθρο 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Από την κρίση αυτή δεν δεσμεύονται η Επιτροπή Ανταγωνισμού, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και το Συμβούλιο της Επικρατείας, όταν κρίνουν με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009,

3. Τα δικαστήρια κάθε δικαιοδοσίας, τα οποία εφαρμόζουν κατά την προηγούμενη παράγραφο τα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, μπορούν να ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διαβιβάσει σε αυτά πληροφορίες που κατέχει ή να διατυπώσει τη γνώμη της επί ζητημάτων που άπτονται της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Μπορούν επίσης να ζητούν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να διατυπώνει τη γνώμη της επί των ανωτέρω ζητημάτων.
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.21 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΜΗΤΡΩΟΝ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Άρθρον 19
Μητρώο και γνωστοποιήσεις
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού τηρεί:
1) Προσωρινό μητρώο συμπράξεων, στο οποίο καταχωρούνται οι κατά τα άρθρα 20 και 21 γνωστοποιήσεις. Το προσωρινό μητρώο συμπράξεων επιχειρήσεων είναι απόρρητο.
2) Οριστικό μητρώο συμπράξεων επιχειρήσεων, στο οποίο καταχωρούνται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευσή τους:
α) οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού επί θεμάτων ή διαφορών που ανάγονται στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 και 3, εφόσον αυτές κατέστησαν αμετάκλητες,
β) οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών επί των αυτών θεμάτων ή διαφορών, εφόσον αυτές κατέστησαν αμετάκλητες,
γ) οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των αυτών θεμάτων ή διαφορών. Το οριστικό μητρώο συμπράξεων επιχειρήσεων είναι δημόσιο.
3) Μητρώο πραγματοποιηθεισών συγκεντρώσεων, στο οποίο καταχωρούνται οι κατά το άρθρο 4α γνωστοποιήσεις συγκεντρώσεων. Το μητρώο πραγματοποιηθεισών συγκεντρώσεων είναι δημόσιο.
4) Προσωρινό μητρώο συγκεντρώσεων υπαγομένων σε προληπτικό έλεγχο, στο οποίο καταχωρούνται οι κατά το άρθρο 4β γνωστοποιήσεις. Το προσωρινό μητρώο συγκεντρώσεων είναι απόρρητο.
5) Οριστικό μητρώο συγκεντρώσεων υπαγομένων σε προληπτικό έλεγχο, στο οποίο καταχωρούνται:
α) οι κατά τα άρθρα 4δ και 4ε αποφάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού, εφόσον αυτές κατέστησαν αμετάκλητες,
β) οι κατά το άρθρο 4δ αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου, γ) οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, εφόσον αυτές κατέστησαν αμετάκλητες,
δ) οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας επί των ιδίων θεμάτων ή διαφορών. Το οριστικό μητρώο συγκεντρώσεων είναι δημόσιο.
Σημ.: όπως το άρθρο 19 αντικαταστάθηκε  με την παρ.1 άρθρου 5 Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 20
Γνωστοποιήσεις παλαιών συμπράξεων.

1. Αι υπό του άρθρου 1, παράγραφος 1, προβλεπόμεναισυμφωνίαι, αποφάσεις και περιπτώσεις ενηρμονισμένης πρακτικής, αι υφιστάμεναι, κατά τον χρόνον θέσεως εν ισχύι του παρόντος δέον να γνωστοποιηθούν υπό των συμπραττουσών επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων εις την Υπηρεσίαν Προστασίας Ανταγωνισμού εντός τεσσάρων μηνών από της θέσεως εν ισχύι του παρόντος.

2. Η παράλειψις της κατά τα ανωτέρω γνωστοποιήσεως συνεπάγεται εις βάρος εκάστης των συμπραττουσών και παραλειψασών την γνωστοποιήσιν επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων:
α) οριστικήναδυναμίαν εφαρμογής του άρθρου 1, παράγραφος 3, και
β) επιβολήν προστίμου εξ εκατόν χιλιάδων έως διακοσίων χιλιάδων δραχμών.

Άρθρον 21
Γνωστοποιήσεις συμπράξεων

1. Οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 συμφωνίες, αποφάσεις και περιπτώσεις εναρμονισμένης πρακτικής πρέπει να γνωστοποιούνται από τις συμπράττουσες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων στην Επιτροπή Ανταγωνισμού μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη σύναψη, λήψη ή τέλεση τους. Τα στοιχεία που οφείλουν να γνωστοποιούν οι επιχειρήσεις είναι τα εξής:
α) την ταυτότητα των επιχειρήσεων,
β) το αντικείμενο της σύμπραξης,
γ) την αγορά που αφορά η σύμπραξη,
δ) το χρόνο σύναψης και
ε) τη διάρκεια της.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε  το άρθρο 21 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Παράλειψη της γνωστοποίησης συνεπάγεται εις βάρος της καθεμίας των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, οι οποίες συμπράττουν και παρέλειψαν τη γνωστοποίηση:
(α οριστική αδυναμία εφαρμογής του άρθρου 1 παρ. 3,)
β) επιβολή προστίμου ύψους τουλάχιστον (τριών εκατομμυρίων (3.000.000) δραχμών μέχρι δέκα τοις εκατό (10%) των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης της τρέχουσας ή προηγούμενης της παράβασης χρήσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 10 Ν.1934/1991 (Α 31) και το άρθρο 25 του Ν.2000/1991 (ΦΕΚ Α 206),αντικαταστάθηκε με την παρ.2 άρθρου 5 Ν.2296/1995 (Α 43).

3 Η υποχρέωση γνωστοποίησης της παραγράφου 1 δεν ισχύει για συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές, όταν:
α. αυτές οι συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές συνάπτονται μεταξύ δύο ή περισοότερων επιχειρήσεων, για καθεμία από τις οποίες δραστηριοποιείται για τους σκοπούς της συμφωνίας σε διαφορετικό στάδιο της αλυσίδας παραγωγής ή διανομής και αφορούν τους όρους, με τους οποίους τα μέρη προμηθεύονται ή πωλούν ορισμένα προιόντα και υπηρεσίες,
β. συμμετέχουν μόνο δύο επιχειρήσεις και οι συμφωνίες αυτές απλώς επιβάλλουν στον αποκτώντα ή στον χρήστη δικαιωμάτων βιομηχανικές ιδιοκτησίας ή στον εκ συμβάσεως εκδοχέα ή δικαιούχο άδειας εκμετάλλευσης μεθόδων κατασκευής ή γνώσεων σχετικών με τη χρησιμοποίηση και εφαρμογή βιομηχανικής τεχνικής, περιορισμούς οτην άσκηση των δικαιωμάτων αυτών.

Σημ.: όπως  είχε προστεθεί με την παρ.24 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρ.34 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

4. Η δυνατότητα χορήγησης αnαλλαγής κατά το άρθρο 1 παρ. 3 οε συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές της προηγούμενης παραγράφου προυποθέτειγνωοτοποίηση τους οτην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Ο χρόνος έναρξης της κατ` άρθρο 1 παρ. 3 απόφασης μπορεί να είναι προγενέστερος του χρόνου γνωστοποίησης των συμφωνιών ή εναρμονιομένων πρακτικών αυτών
Σημ.: όπως  είχε προστεθεί με την παρ.24 άρθρ.1 Ν.2837/2000, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρ.34 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 22
Περιεχόμενο γνωστοποίησης
Με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού μπορεί να καθορίζονται ο τύπος και ο τρόπος υποβολής και καταχώρισης:
α) των κατά τα άρθρα 21 γνωστοποιήσεων και
β) των κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 24 καταγγελιών παραβάσεως των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε ί με την παρ.3 άρθρου 5 Ν.2296/1995 (Α 43), αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 23
Συνέπειαι γνωστοποιήσεως.
Η γνωστοποίηση σύμβασης, σύμπραξης ή πρακτικής που γίνεται κατά το άρθρο 21 δεν έχει ως αποτέλεσμα την υποχρεωτική εξέταση της από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να διεξάγει έρευνα για συγκεκριμένη γνωστοποίηση οποτεδήποτε είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας και να ζητεί, για το σκοπό της έρευνας, την προσκόμιση πρόσθετων στοιχείων και την παροχή διευκρινίσεων από τα εμπλεκόμενα μέρη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 23 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΙ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΙ

Άρθρον 24
Καταγγελία
Σημ.: όπως το άρθρο 24 αντικαταστάθηκε με το άρθρ.24 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει παραβάσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1, του άρθρου 2 και της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, καθώς και των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 28 παρ.8 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

2. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι εργαζόμενοι σε δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι εντεταλμένοι προσκαίρως την άσκηση δημόσιας υπηρεσίας οφείλουν να ανακοινώνουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, ό,τι περιέρχεται στη γνώση τους με οποιονδήποτε τρόπο και σχετίζεται με την παράβαση των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1, του άρθρου 2α και της παρ. 10 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, καθώς και των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Οσοι δεν εκπληρώνουν την υποχρέωση του προηγούμενου εδαφίου τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών ή χρηματική ποινή από τριακόσια (300) μέχρι χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ.

3. Οι γραμματείς των δικαστηρίων οφείλουν να αποστέλλουν, ατελώς, αντίγραφα των αποφάσεων με τις οποίες εφαρμόζονται διατάξεις του παρόντος νόμου και των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού υπέχοντες, σε περίπτωση παράλειψης, πειθαρχική ευθύνη. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού μεριμνά για την άμεση αποστολή των ανωτέρω αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

4. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεούται να εκδώσει απόφαση μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία υποβολής της καταγγελίας ή του αιτήματος του Υπουργού Ανάπτυξης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω έρευνας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή, το ανώτερο, μέχρι δύο (2) μήνες.

Άρθρον 25
Συλλογή στοιχείων
Σημ.: όπως το άρθρο 25 αντικαταστάθηκε με την 2 άρθρου 6 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Οταν είναι αναγκαίο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που ορίζονται στον παρόντα νόμο, ο Πρόεδρος της Επιτροπής ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν Διευθυντής ή υπάλληλος της Γραμματείας μπορεί να ζητά με έγγραφο πληροφορίες από επιχειρήσεις, ενώσεις επιχειρήσεων ή άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιες ή άλλες αρχές.
Στο έγγραφο πρέπει να αναφέρονται οι διατάξεις του νόμου, οι οποίες θεμελιώνουν το αίτημα, η, προθεσμία που τάσσεται για την παροχή των ηληροφοριών η οποία δεν μπορεί να είναι βραχύτερη των πέντε (5) ημερών για τις ηληροφορίες που αφορούν υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων ή αποφάσεις βάσει του άρθρου 4ε παρ. 3 του παρόντος νόμου, των δέκα (10) ημερών για τις πληροφορίες ηου αφορούν υποθέσεις συγκεντρώσεων και των είκοσι (20) ημερών για τις λοιπές περιπτώσεις, καθώς και οι κυρώσεις, οι οποίες προβλέπονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την υποχρέωση παροχής πληροφοριών.

Αυτοί, στους οποίους απευθύνεται το έγγραφο υποχρεούνται σε άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή των πληροφοριών που ζητούνται. Οταν οι πληροφορίες ζητούνται από επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, υποχρεούνται σε παροχή αυτών τα κατ` άρθρο 30 υπεύθυνα πράσωπα και οι αρμόδιοι υπάλληλοι αυτών. Δεν υποχρεούνται σε παροχή πληροφοριών οι κατά το άρθρο 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μη εξεταζόμενοι σε ποινικές δίκες, εφόσον τηρήσουν την εκ της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου υποχρέωση. Με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν θίγονται οι διατάξεις περί τραπεζικού απορρήτου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.19 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.

2. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης παροχής των αιτούμενων κατά την προηγούμενη παράγραφο πληροφοριών ή παροχής πληροφοριών ανακριβών ή ελλιπών, με την επιφύλαξη των κατ` άρθρον 29 του παρόντος νόμου ποινικών κυρώσεων, η Επιτροπή Ανταγωνισμού:
α) όταν πρόκειται για επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, διευθυντές και υπαλλήλους τους, ως και ιδιώτες ή νομικά προσώπα ιδιωτικού δικαίου, επιβάλλει πρόστιμο μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) δραχμές στον καθένα από αυτούς και για κάθε παράβαση,

Άρθρον 26
Διεξαγωγή ερευνών κατά περίπτωση
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 του Ν. 1934/1991 (Α 31), αντικαταστάθηκε με την παρ.3 άρθρου 6 Ν.2296/1995 (Α 43).

1. Με την επιφύλαξη ειδικών νόμων που καθιερώνουν υποχρέωση εχεμύθειας, όλες οι δημόσιες αρχές και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες και συνδρομή στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και στους εντεταλμένους υπαλλήλους της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

2. Για τη διαπίστωση των παραβάσεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 και των άρθρων 2 και 4 έως 4στ και για την εφαρμογή του άρθρου 5, καθώς και για τη διαπίστωση παραβάσεων των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, οι εντεταλμένοι υπάλληλοι της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού ασκούν εξουσίες φορολογικού ελεγκτή και έχουν την αρμοδιότητα ιδίως:
α) να ελέγχουν κάθε είδους και κατηγορίας βιβλία, στοιχεία και λοιπά έγγραφα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένης της ηλεκτρονικής εμπορικής αλληλογραφίας των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσης τους, και οπουδήποτε και εάν αυτά φυλάσσονται, και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα τους,
β) να προβαίνουν σε κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, τα οποία αποτελούν επαγγελματικές πληροφορίες,
γ) να ελέγχουν και να συλλέγουν πληροφορίες και δεδομένα κινητών τερματικών, φορητών συσκευών, καθώς και των εξυπηρετητών τους σε συνεργασία με τις αρμόδιες κατά περίπτωση αρχές, που βρίσκονται εντός ή εκτός των κτιριακών εγκαταστάσεων των ελεγχόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων αυτών,
δ) να ενεργούν έρευνες στα γραφεία και τους λοιπούς χώρους και τα μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων,
ε) να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο, βιβλία ή έγγραφα, κατά την περίοδο που διενεργείται ο έλεγχος και στο μέτρο των αναγκών αυτού,
στ) να ενεργούν έρευνες στις κατοικίες των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι φυλάσσονται εκεί βιβλία ή άλλα έγγραφα που συνδέονται με την επιχείρηση και το αντικείμενο του ελέγχου,
ζ) να λαμβάνουν, κατά την κρίση τους, ένορκες ή ανωμοτί καταθέσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ), και να ζητούν από κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων, επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφουν τις σχετικές απαντήσεις.
Η διαδικασία συλλογής, φύλαξης και επεξεργασίας ηλεκτρονικών αρχείων και αλληλογραφίας, που συλλέγονται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, καθορίζεται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Κατά την άσκηση των εξουσιών τους, σύμφωνα με τα ανωτέρω υπό στοιχεία α` έως ζ`, οι υπάλληλοι της Γένικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού τηρούν τις διατάξεις του άρθρου 9 του Συντάγματος για το άσυλο της κατοικίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.25 Ν.3373/2005, αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 24 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

3. Η σχετική εντολή παρέχεται εγγράφως από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή τον εξουσιοδοτημένο από αυτόν “Γενικό Διευθυντή ή” Διευθυντή της Γραμματείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και περιέχει το αντικείμενο της έρευνας και τις συνέπειες της παρεμπόδισης ή δυσχέρανσης αυτής ή άρνησης εμφάνισης των αιτούμενων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων ή χορήγησης αντιγράφων ή αποσπασμάτων τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.19 Ν.2941/2001,ΦΕΚ Α 201/12.9.2001.

4. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν Γενικός Διευθυντής ή Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής Ανταγωνισμού, μπορούν να ζητούν, εγγράφως, τη συνδρομή των δημόσιων αρχών και υπηρεσιών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, για τη διεξαγωγή των ερευνών που αναφέρονται στα στοιχεία α` έως ε` της παραγράφου 2.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρ.25 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

5. Για τους ελέγχους και τις έρευνες που έγιναν, συντάσσεται από αυτόν που τις διεξήγαγε έκθεση, αντίγραφο της οποίας κοινοποιείται στις οικείες επιχειρήσεις και τις ενώσεις επιχειρήσεων.

6. Με την επιφύλαξη των κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 29 του παρόντος νόμου, επιβάλλεται με απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού πρόστιμο τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ με ανώτατο όριο τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ στις επιχειρήσεις, στις ενώσεις επιχειρήσεων ή σε αυτούς που κατά οποιονδήποτε τρόπο παρεμποδίζουν ή δυσχεραίνουν τις έρευνες κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού, καθώς και στις επιχειρήσεις, στις ενώσεις επιχειρήσεων ή σε αυτούς που αρνούνται να επιδείξουν τα αιτούμενα βιβλία, στοιχεία και λοιπά έγγραφα και να χορηγήσουν αντίγραφα ή αποσπάσματα τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 24 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

7. Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης με οποιονδήποτε τρόπο των εντεταλμένων υπαλλήλων της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού ή των εντεταλμένων οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην άσκηση των καθηκόντων τους, αυτοί μπορούν να ζητούν τη συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και κάθε άλλης αρμόδιας αρχής. Η συνδρομή αυτή μπορεί να ζητηθεί και προληπτικά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρ.25 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 27
Υποχρέωση εχεμύθειας
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρου 6 Ν.2296/1995 (Α 43),

1. Οι πληροφορίες, οι οποίες συλλέγονται κατ` εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό που επιδιώκεται με την αίτηση παροχής πληροφοριών, τον έλεγχο ή την ακρόαση.

2. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 37 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, οι υπάλληλοι της Γραμματείας της Επιτροπής Ανταγωνισμού και οι υπάλληλοι των αρμόδιων υπηρεσιών των Οργανισμών Τοπικής και Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, στους οποίους παρέχεται εντολή κατά τις παραγράφους 2 έως 4 του άρθρου 26 και οι οποίοι λαμβάνουν, με αφορμή την υπηρεσία τους, γνώση απόρρητων στοιχείων επχειρήσεων, ενώσεων επιχειρήσεων ή άλλων φυσικών η νομικών προσώπων που δεν έχουν σχέση με την εφαρμογή του παρόντος νόμου, υποχρεούνται να τηρούν για τα στοιχεία αυτά εχεμύθεια.

3. Τα απόρρητα στοιχεία, τα οποία έχουν σχέση με την εφαρμογή του παρόντος νόμου αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου. Οι υπάλληλοι της προηγούμενης παραγράφου υποχρεούνται να τηρούν εχεμύθεια, με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 2 του άρθρου 37 του ΚΠΔ, για τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο στοιχεία. Οι προύποθέσεις, η έκταση, οι εξαιρέσεις, ο χρόνος και η διαδικασία πρόσβασης στο διοικητικό φάκελο των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, κατά των οποίων κινήθηκε η ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασία, και των φυσικών ή νομικών προσώπων, που υπέβαλαν καταγγελία, η διαδικασία χρήσης και δημοσιοποίησης των προαναφερόμενων απόρρητων στοιχείων από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από τις γενικές διατάξεις περί του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα, από τον Κανονισμό Λειτουργίας και Διαχείρισης της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Τα απόρρητα στοιχεία της παρούσας παραγράφου μπορούν να αποτελέσουν μέρος του φακέλου, ο οποίος υποβάλλεται στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και στο Συμβούλιο της Επικρατείας και αποβάλλουν έκτοτε τον απόρρητο χαρακτήρα τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 25 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

4. Οποιος παραβαίνει τις κατά τις προηγούμενες παραγράφους υποχρεώσεις:
α) τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 252 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και με χρηματική ποινή από διακόσιες χιλιάδες (200.000) μέχρι δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές,

5. Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού που παραβαίνουν τις κατά τις προηγούμενες παραγράφους υποχρεώσεις τιμωρούνται σύμφωνα με το άρθρο 252 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και με χρηματική ποινή από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) δραχμές και με την ίδια απόφαση εκπίπτουν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.

6. Με τις ποινές της παραγράφου 5 τιμωρείται και κάθε πρόσωπο, στο οποίο η Επιτροπή Ανταγωνισμού αναθέτει την εκπόνηση μελέτης για λογαριασμό της, ή συμμετέχει σε ομάδα έργου την οποία έχει συστήσει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, εφόσον παραβιάζει τη σχετική σύμβαση στην οποία έχει περιληφθεί ρήτρα για Υποχρέωση εχεμύθειας κατά τις παραγράφους 2 και 3, καθώς και οι δικηγόροι οι οποίοι συμμετέχουν στο Νομικό Γραφείο της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται και για τους προστηθέντες του αναδόχου εκπόνησης μελέτης, εφόσον έλαβαν γνώση της παραπάνω ρήτρας εχεμύθειας.
Σημ.: όπως η παρ.6 προστέθηκε με το άρθρ.27 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005 και αντικαταστάθηκε  με την παρ.2 άρθρου 25 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
ΚΥΡΩΣΕΙΣ – ΤΕΛΗ

Άρθρον 28
Υποχρέωση ανακοίνωσης παραβάσεων
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού, όταν διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 2, 2α και 4 4στ, ή υποχρεώσεων που έχουν επιβληθεί σε επιχειρήσεις σύμφωνα με το άρθρο 5, προβαίνει σε σχετικές ανακοινώσεις προς την αρμόδια εισαγγελική αρχή, το αργότερο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την έκδοση της οικείας απόφασης της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.5 άρθρου 6 Ν.2296/1995 (Α 43),αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρ.27 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 29

1. Οποιος ατομικώς ή ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου συνάπτει συμφωνίες, λαμβάνει αποφάσεις ή εφαρμόζει εναρμονισμένη πρακτική, από αυτές που απαγορεύονται από το άρθρο 1 του νόμου αυτού, όπως και από το άρθρο 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και όποιος ενεργεί κατά παράβαση των άρθρων 4 έως 4στ του νόμου αυτού, καθώς και όποιος με τις ιδιότητες αυτές, κατά παράβαση του άρθρου 2 του νόμου αυτού, καθώς και του άρθρου 82 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καταχράται τη δεσπόζουσα θέση στην αγορά της επιχείρησης του ή της επιχείρησης που εκπροσωπεί ή παραβαίνει την παράγραφο 10 του άρθρου 5 του νόμου αυτού, τιμωρείται με χρηματική ποινή από δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ έως εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής τα παραπάνω όρια χρηματικής ποινής διπλασιάζονται. Επιπλέον των ανωτέρω, όποιος ατομικώς ή ως εκπρόσωπος νομικού προσώπου συνάπτει συμφωνίες, λαμβάνει αποφάσεις ή εφαρμόζει εναρμονισμένη πρακτική, από αυτές που απαγορεύονται από το άρθρο 1 του νόμου αυτού ή από το άρθρο 81 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο ίδιο επίπεδο ανταγωνισμού και οι οποίες έχουν σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού στο επίπεδο αυτό, τιμωρείται και με ποινή φυλάκισης τουλάχιστο έξι (6) μηνών.

2. Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ τιμωρούνται:
α) Όποιος παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου εκ μέρους των κατά το άρθρο 26 αρμόδιων οργάνων, ιδίως με την παρεμβολή προσκομμάτων ή απόκρυψη στοιχείων
β) Όποιος αρνείται ή δυσχεραίνει την παροχή των κατά το άρθρο 25 πληροφοριών στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ή τα αρμόδια για τον έλεγχο όργανα.
γ) Όποιος παρέχει, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 25 και 26 στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ή στα αρμόδια για τον έλεγχο όργανα, εν γνώσει, ψευδείς πληροφορίες ή αποκρύπτει στοιχεία.
δ) Όποιος αρνείται, αν και έχει κληθεί για το σκοπό αυτόν από εντεταλμένο, κατά τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 26, υπάλληλο της Επιτροπής Ανταγωνισμού ή άλλο αρμόδιο για τον έλεγχο όργανο, να προβεί σε ένορκη ή ανωμοτί κατάθεση ενώπιον του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 26, καθώς και όποιος, κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του, εν γνώσει καταθέτει ψευδή ή αρνείται ή αποκρύπτει τα αληθή.
Σε περίπτωση υποτροπής τα παραπάνω όρια χρηματικής ποινής διπλασιάζονται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 26 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009.

Άρθρον 30
Υπεύθυνα φυσικά πρόσωπα.

1. Υπεύθυνοι δια την τήρησιν των διατάξεων των άρθρων 1, παράγραφον 1, και 2 του παρόντος νόμου, καθ`ων ασκείται η ποινική διώξις και επιβάλλεται η ποινή, κατά την διάταξιν του άρθρου 29, παράγραφος 1, είναι, επί προσωπικών επιχειρήσεων οι επιχειρηματίαι, επί προσωπικών εταιρειών οι ομμόρυθμοι εταίροι, επί εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης, και συνεταιρισμών οι διαχειρισταί και επί ανωνύμων εταιρειών τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, απαγορευομένου του διορισμού ετέρου υπευθύνου. Επί αποφάσεων ληφθεισών κατά πλειοψηφίαν ευθύνονται οι υπερψηφίσαντες. Τα αυτά φυσικά πρόσωπα είναι υπεύθυνα δια της προσωπικής περιουσίας των και δια προσωπικής κρατήσεως, εις ολόκληρον μεταξύ των, και μετά του οικείου νομικού προσώπου, δια την καταβολήν των επιβαλλομένων εις τούτο κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου προστίμων.

2. Υφισταμένων των κατά τον παρόντα νόμον προϋποθέσεων, τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα υπέχουν την ρηθείσανευθύνην ανεξαρτήτως της ισχύος των οικείων συμφωνιών, αποφάσεων ή περιπτώσεων ενηρμονισμένης πρακτικής.

3. Η υπό της οικείας επιχειρήσεως ή ενώσεως επιχειρήσεων γνωστοποίησιςκατΆρθρα 20 ή 21 συμφωνίας, αποφάσεως ή ενηρμονισμένης πρακτικής εκ των υπό του άρθρου 1, παράγραφος 1, προβλεπομένων απαλλάσσει της κατά το άρθρον 29 παράγραφος 1 ποινικής ευθύνης τα εν τη παραγράφω 1 του παρόντος πρόσωπα. Εν τούτοις, τα πρόσωπα ταύτα υπέχουν την ευθύνην ταύτην εφ` όσον η οικεία επιχείρησις η ένωσις επιχειρήσεων δεν ήθελε συμμορφωθή, εντός δέκα πέντε ημερών από της προς ταύτην κοινοποιήσεώς της, προς απόφασιν της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού επιτασσούσης την παύσιν διαπιστωθείσης υπ`αυτής παραβάσεως και την παράλειψιν ταύτης εις το μέλλον.

4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και για την περίπτωση της καταχρηστικής εκμετάλλευσης της σχέσης οικονομικής εξάρτησης κατά το άρθρο 2α και την περίπτωση των συγκεντρώσεων επιχειρήσεων κατά τα άρθρα 4 έως 4στ και της παράβασης υποχρεώσεων οι οποίες έχουν επιβληθεί σε επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 5.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με την παρ.7 άρθρου 6 Ν.2296/1995 ,αντικαταστάθηκε με το άρθρ.30 Ν.3373/2005, ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 31
Τέλη.

1. Οι κατά τα άρθρα 4α και 4β γνωστοποιήσεις, οι κατά τα άρθρα 4δ παρ. 7 και 4ε παρ. 3 αιτήσεις, οι κατά τα άρθρα 20 και 21 γνωστοποιήσεις, η κατά το άρθρο 10 αίτηση περί εφαρμογής του άρθρου 1 παρ. 3 ή ανανέωσης της αποφάσεως περί αυτής και η αίτηση χορήγησης της κατά το άρθρο 11 αρνητικής πιστοποίησης πρέπει, με την ποινή του απαραδέκτου, να συνοδεύονται από γραμμάτιο καταβολής στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο παραβόλου σαράντα χιλιάδων (40.000) δραχμών.
Η κατά το άρθρο 9 παράγραφος 4 αίτηση αυτού που έχει υποβάλλει καταγγελία για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων πρέπει με την ποινή του απαραδέκτου, να συνοδεύεται από γραμμάτιο καταβολής στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο παραβόλου εκατό χιλιάδων (1000.000) δραχμών
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.20 άρθρ.9 Ν.2741/1999,ΦΕΚ Α 199/28.9.1999.

2. Η προσφυγή, η Αίτηση αναίρεσης, η ανακοπή, η αίτηση αναθεώρησης και η παρέμβαση, που ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου στα διοικητικά δικαστήρια, καθώς και η ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού αίτηση επανασυζήτησης, πρέπει, με την ποινή του απαραδέκτου, να συνοδεύονται από γραμμάτιο καταβολής παραβόλου τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών και γραμμάτιο καταβολής τελών συζητήσεως δέκα χιλιάδων (10.000) δραχμών, που εκδίδονται από το αρμόδιο δημόσιο ταμείο. Ως προς την απόδοση του παραβόλου εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 171 παρ. 5 του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας και του άρθρου 36 παρ. 4 του νομοθετικού διατάγματος 170/1973 “περί Συμβουλίου Επικρατείας. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσεται το Δημόσιο.

3. Τα υπέρ του Δημοσίου τέλη χαρτοσήμου στα δικόγραφα και τα προσαγόμενα έγγραφα, καθώς και τα υπέρ του Ταμείου Συντάξεων Νομικών, του Ταμείου Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων και του Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών τέλη, για την εγγραφή στο πινάκιο, την παράσταση δικηγόρου, την κατάθεση δικογράφων ή υπομνημάτων και την εν γένει συζήτηση των υποθέσεων ορίζονται για μεν την ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού διαδικασία ίσα προς τα της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου διαδικασίας, για δε τις ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου και του Συμβουλίου Επικρατείας διαδικασίες στο διπλάσιο των τελών των συνήθων οικείων διαδικασιών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την ΥΑ Α1-1534/27.12.1993 (ΦΕΚ Β`973), και με την παρ.8 άρθρου 6 Ν.2296/1995 (Α 43).

4. Ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας, επί των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων απολαύει ατελείας, ως εάν είναι αυτό το Δημόσιον δια παν υπ`αυτούασκούμενον κατά τον παρόντα νόμον, ένδικον βοήθημα και την υπ`αυτού εν γένει διαδικασίαν.

5. Δια προεδρικού διατάγματος εκδιδομένου μετά πρότασιν των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου, ρυθμίζονται αι λεπτομέρειαι εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
ΤΕΛΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρον 32
Εκταση εφαρμογής του νόμου
Ο παρών νόμος εφαρμόζεται σε όλους τους περιορισμούς του ανταγωνισμού, που επενεργούν ή μπορούν να επενεργήσουν στη χώρα, έστω και αν αυτοί οφείλονται σε συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων, αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων, εναρμονισμένη πρακτική μεταξύ επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων ή συγκεντρώσεις επιχειρήσεων, που πραγματοποιούνται ή λαμβάνονται έξω από αυτή ή σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, που δεν έχουν εγκατάσταση σε αυτή. Το ίδιο ισχύει και για την καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης ή την κατάχρηση σχέσης οικονομικής εξάρτησης, που εκδηλώνεται στη χώρα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε ως άνω με την παρ.1 άρθρου 7 Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 33
Δημοσίευση αποφάσεων
Οι κοινές αποφάσεις των αρμόδιων Υπουργών, οι κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου και οι αποφάσεις, γνωμοδοτήσεις και εκθέσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρου 7 Ν.2296/1995 (Α 43).

Άρθρον 33α
Κωδικοποίηση διατάξεων
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, επιτρέπεται η κωδικοποίηση σε ενιαίο κείμενο, της κείμενης νομοθεσίας περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Κατά την κωδικοποίηση επιτρέπεται η μεταβολή της σειράς των άρθρων, των παραγράφων και των εδαφίων, η διαγραφή, η σύμπτυξη ή η διεύρυνση του αριθμού των άρθρων, η απόδοση του κειμένου στη δημοτική, καθώς και οποιαδήποτε αναγκαία φραστική μεταβολή, χωρίς αλλοίωση της έννοιας του ισχύοντος κειμένου.
Σημ.: όπως το άρθρο 33α προστέθηκε με το άρθρο 35 του Ν. 1934/1991(Α 31). και αντικαταστάθηκε με το άρθρ.31 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 34
Εφαρμογή διατάξεων περί κλητεύσεων και επιδόσεων
Για όλες τις προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο κλητεύσεις ενώπιον της Επιτροπής Ανταγωνισμού και της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, όπως και για όλες τις επιδόσεις αποφάσεων και εισηγήσεων αυτών, εφαρμόζονται κατ` αναλογία οι διατάξεις περί επιδόσεων των άρθρων 47 έως 57 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Η επίδοση των υπολοίπων εγγράφων, συμπεριλαμβανομένων των επιστολών συλλογής στοιχείων του άρθρου 25, μπορεί να γίνεται με συστημένη επιστολή.”
Σημ.: όπως το άρθρο 34 αντικαταστάθηκε  με το άρθρο 27 Ν.3784/2009, ΦΕΚ Α 137/7.8.2009

Άρθρον 35
Είσπραξις προστίμων
1. Τα υπό των διατάξεων του παρόντος νόμου προβλεπόμεναι πρόστιμα βεβαιούνται ως δημόσια έσοδα και εισπράττονται κατά τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

Άρθρον 35α
Αναπροσαρμογή προστίμων, χρηματικών ποινών, παραβόλων και τελών
Με κοινή υπουργική απόφαση, που εκδίδεται από τους Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης, μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα όρια των προστίμων, των χρηματικών ποινών, παραβόλων και τελών που προβλέπονται στον παρόντα νόμο.”
Σημ.: όπως το άρθρο 35α προστέθηκε με το άρθρ.32 Ν.3373/2005,ΦΕΚ Α 188/2.8.2005.

Άρθρον 36
Διατηρούμεναι διατάξεις
Ειδικαί διατάξεις προστατεύουσαι την ελευθερίαν του ανταγωνισμού ή προβλέπουσαι περί αναγκαστικών συμπράξεων επιχειρήσεων, διατηρούνται εν ισχύι.

Άρθρον 37
Εναρξις της ισχύος του νόμου
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται μετά εξάμηνον από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εκτός εάν άλλως ορίζεται εν αυτώ.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 19 Σεπτεμβρίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ