Νόμος 680 ΦΕΚ Α΄245/1.9.1977
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων του άρθρου 9 του Ν. 119/1975 “περί μονιμοποιήσεως των ιατρών του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συστάσεως Γενικής Διευθύνσεως Υγειονομικών Υπηρεσιών παρ` αυτώ και άλλων τινών διατάξεων και ρυθμίσεως ετέρων ασφαλιστικών τινων θεμάτων”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1
Η παράγραφος 4 του άρθρου 9 του Ν. 119/1975 αντικαθίσταται, αφ` ης ίσχυσε, διά των παραγράφων 4-10, ως ακολούθως:
“4. Ο χρόνος της προγενεστέρας υπηρεσίας παρά τω Ι.Κ.Α., υφ` οιανδήποτε ιδιότητα, των, δυνάμει του παρόντος, υπαγομένων εις την ασφάλισιν του ΤΕΑΠΟΚΑ, μονίμων ιατρών του Ι.Κ.Α., καθώς και των ήδη υπηρετούντων Ελεγκτών ιατρών, δύναται να αναγνωρίζεται ως χρόνος πραγματικής εν ασφαλίσει υπηρεσίας, αιτήσει του ησφαλισμένου εφ` άπαξ υποβαλλομένη εντός ανατρεπτικής προθεσμίας, προκειμένου περί των ήδη μονίμων, ως και των μέχρι της 30.9.1977 μονιμοποιουμένων, μέχρι της 31.12.1977, προκειμένου δε περί των μετά την 30.9.1977 μονιμοποιουμένων, εντός τριών (3) μηνών από της μονιμοποιήσεώς των.

5. Η εξαγορά του, κατά το προηγούμενον εδάφιον, αναγνωριζομένου χρόνου ασφαλίσεως ενεργείται επί καταβολή δι` έκαστον αναγνωριζόμενο μήνα, προσθέτου ειδικής εισφοράς, παρακρατουμένης υπό του Ι.Κ.Α. και οριζομένης εις το ήμισυ του ισχύοντος εκάστοτε συνολικού ποσοστού εισφοράς εργοδότου και ησφαλισμένου επί των υποκειμένων εις τακτικήν εισφοράν υπέρ του ΤΕΑΠΟΚΑ αποδοχών του ησφαλισμένου, συμπεριλαμβανομένων και των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας.
Η πρόσθετος ειδική προσφορά καταβάλλεται επί αριθμόν μηνών διπλάσιον προς τον αριθμόν των μηνών του αναγνωρισθέντος χρόνου, αποδίδεται δε εις το ΤΕΑΠΟΚΑ ομού μετά των εκάστοτε τακτικών εισφορών.
Κατ` εξαίρεσιν προκειμένου περί προσληφθέντων εις το Ι.Κ.Α., ιατρών μέχρι της 31.12.1960, η περί ης το παρόν εδάφιον, πρόσθετος ειδική εισφορά ορίζεται ίση προς το σύνολον του ισχύοντος εκάστοτε ποσοστού εισφοράς εργοδότου και ησφαλισμένου και καταβάλλεται επί αριθμόν μηνών ίσον προς τον αριθμόν των μηνών του αναγνωρισθέντος χρόνου συμπεριλαμβανομένων και των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας.
6. Εις περίπτωσιν συνταξιοδοτήσεως προ της ολοσχερούς, κατά τα ανωτέρω, εξαγοράς του αναγνωρισθέντος χρόνου, η εξαγορά του υπολοίπου χρόνου ενεργείται επί τη καταβολή καθ` έκαστον μήνα εισφοράς υπολογιζομένης βάσει των αποδοχών του τελευταίου μηνός υπηρεσίας και ίσης προς το κατά τον αυτόν μήνα ισχύον ποσοστόν εισφοράς ησφαλισμένου και εργοδότου.
7. Το ποσόν της κατά τα άνω οφειλής εξοφλείται, εν περιπτώσει μεν παραιτήσεως, εφ` άπαξ, εις πάσαν δε άλλην περίπτωσιν υποχρεωτικής αποχωρήσεως εκ της υπηρεσίας, διά της καταβολής υπό του δικαιούχου ή εν περιπτώσει θανάτου αυτού, υπό των δικαιούχων συντάξεως μελών οικογενείας, του 1/2 αυτής, του δε υπολοίπου διά παρακρατήσεως του 1/4 του καταβαλλομένου αυτοίς μηνιαίου περιοδικού βοηθήματος, δώρου εορτών και επιδόματος αδείας μέχρι της ολοσχερούς εξοφλήσεως.
Το κατά τα ανωτέρω, εφ` άπαξ καταβαλλόμενον ποσόν, δέον όπως καταβληθή εντός μηνός από της προσκλήσεως του Ταμειου διά την πληρωμήν του.
Επί μη εμπροθέσμου καταβολής, το δικαίωμα συνταξιοδοτήσεως άρχεται από της πρώτης του επομένου της καταβολής μηνός.
8. Εις περίπτωσιν εξοφλήσεως ολοκλήρου του ποσού της εξαγοράς εφ` άπαξ, άνευ υποχρεώσεως, παρέχεται έκπτωσις 10% του ποσού της οφειλής υπολογιζομένου επί των αποδοχών και του ασφαλίστρου των ισχυόντων κατά τον χρόνον υποβολής υπό του δικαιούχου ή των δικαιούχων αυτού της σχετικής προς τούτο αιτήσεως, συνοδευομένης υπό πλήρων δικαιολογητικών. Η περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς απόφασις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από της υποβολής του τελευταίου δικαιολογητικού, η δε καταβολή ολοκλήρου του ποσού πραγματοποιείται εφ` άπαξ εντός ενός (1) μηνός από της κοινοποιήσεως της ως άνω αποφάσεως.
Η εφ` άπαξ εξαγορά της προϋπηρεσίας, υπό των δυνάμει του Ν. 119/75 μονιμοποιηθέντων ιατρών και υποβαλόντων αιτήσεις προ της δημοσιεύσεως της περί εντάξεώς των Υπουργικής Αποφάσεως, ενεργείται επί των αποδοχών της εντάξεώς των, εφαρμοζομένων και εν προκειμένω των διατάξεων του προηγουμένου εδαφίου.
9. Χρόνος υπηρεσίας παρά τω Ι.Κ.Α., υφ` οιανδήποτε ιδιότητα, δι` ον κατεβλήθησαν οπωσδήποτε ασφαλιστικαί εισφοραί εις το ΤΕΑΠΟΚΑ μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος, λογίζεται, άνευ ετέρου, ως χρόνος πραγματικής εν ασφαλίσει υπηρεσίας παρά τω ΤΕΑΠΟΚΑ.
10. Κατ` εξαίρεσιν οι υπηρετούντες Ελεγκταί ιατροί, οι έχοντες, κατά την δημοσίευσιν του παρόντος, 10ετή τουλάχιστον χρόνον ασφαλίσεως παρά τω ΤΕΑΠΟΚΑ δύνανται να αναγνωρίσουν, εκ του συνολικού χρόνου της προγενεστέρας υπηρεσίας παρά τω Ι.Κ.Α., ως χρόνον πραγματικής ασφαλίσεως παρά τω ΤΕΑΠΟΚΑ μόνον τον απαιτούμενον διά την συμπλήρωσιν των χρονικών προϋποθέσεων προς θεμελίωσιν δικαιώματος συντάξεως, επί τη καταβολή των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών εις τον χρόνον τούτον, υπολογιζομένων βάσει των αποδοχών του τελευταίου μηνός υπηρεσίας και του κατά τον αυτόν μήνα ισχύοντος συνολικού ποσοστού εισφοράς ησφαλισμένου και εργοδότου. Εν τη περιπτώσει ταύτη η εξόφλησις του ποσού της εξαγοράς ενεργείται εφ` άπαξ κατά την οριστικήν έξοδον εκ της υπηρεσίας. Ο εναπομένων τυχόν χρόνος εκ της τοιαύτης προγενεστέρας υπηρεσίας εις το Ι.Κ.Α., ως και ο χρόνος των λοιπών αναγνωριζομένων ως συνταξίμων υπηρεσιών, αναγνωρίζεται και εξαγοράζεται ως συντάξιμος κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις του Κανονισμού Παροχών του ΤΕΑΠΟΚΑ”.

Άρθρον 2
Η παράγραφος 5 του άρθρου 9 του Ν. 119/75 αντικαθίσταται, αφ` ης ίσχυσεν, ως ακολούθως και λαμβάνει αριθμόν 11, η δε παράγραφος 6 του αυτού άρθρου λαμβάνει αριθμόν 12.
“11. Προκειμένου περί των μονίμων ιατρών του Ι.Κ.Α. περί ων το παρόν άρθρον, ως εισφορά ησφαλισμένου, δια την εφαρμογήν των διατάξεων του ΤΕΑΠΟΚΑ, περί εξαγοράς προϋπηρεσιών, περί ων αι παρ. 3, 5, 6, 8 και 10 του παρόντος άρθρου, νοείται η εκάστοτε ισχύουσα εισφορά ησφαλισμένου και εργοδότου διά τους εν λόγω ιατρούς”.

Άρθρον 3

1. Εις τους μονίμους ιατρούς του Ι.Κ.Α. τους υπαγομένους εις την ασφάλισιν του ΤΕΑΠΟΚΑ δυνάμει του Ν. 119/1975, βοηθηματούχους του Ταμείου κατά την δημοσίευσιν του ως άνω Νόμου, παρέχεται ευχέρεια εξαιρέσεώς των εκ της τοιαύτης ασφαλίσεως από της ισχύος του Ν. 119/1975, εφ` όσον ήθελον υποβάλει σχετικήν αίτησιν, μη δυναμένην ν` ανακληθή εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος. Τυχόν καταβληθείσαι ασφαλιστικαί εισφοραί, από της ισχύος του Ν. 119/1975 μέχρι της υποβολής της περί εξαιρέσεως αιτήσεώς των, επιστρέφονται εις τους δικαιούχους ατόκως.

2. Εν περιπτώσει εκ νέου υπαγωγής των, περί ων η προηγουμένη παράγραφος, ιατρών εις την ασφάλισιν του ΤΕΑΠΟΚΑ, ο χρόνος καθ` ον ετύγχανον βοηθηματούχοι του Ταμείου, δεν αναγνωρίζεται, κατ` αρχάς ως συντάξιμος, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού Παροχών του Ταμείου. Κατ` εξαίρεσιν και, κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων, υποβαλλομένης εντός ανατρεπτικής προθεσμίας, τριών (3) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, αναγνωρίζεται δι` αποφάσεως του Δ.Σ. ως χρόνος πραγματικής ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω, ο χρόνος καθ` ον ετύγχανον βοηθηματούχοι εφ` όσον:
α) Επιστρέψουν εις το Ταμείον τα ποσά των ληφθέντων βοηθημάτων εντόκως προς 5% ετησίως. Η επιστροφή δύναται να γίνη είτε εφ` άπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωσις 10% του ποσού της οφειλής, είτε εις ίσας μηνιαίας δόσεις, ων ο αριθμός, ο οριζόμενος δι` αποφάσεως του Δ.Σ., δεν δύναται να είναι ανώτερος των 24, της πρώτης τούτων καταβλητέας το βραδύτερον εντός του επομένου μηνός από της υποβολής της περί αναγνωρίσεως αιτήσεως.
β) Καταβάλλουν, από της 1ης του μεθεπομένου μηνός από της κοινοποιήσεως προς το Ι.Κ.Α. της σχετικής αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου, δι` έκαστον μήνα αναγνωριζομένου χρόνου πρόσθετον ειδικήν εισφοράν, παρακρατουμένην και αποδιδομένην κατά τα ισχύοντα περί τακτικής τοιαύτης, ίσην εις ποσοστόν προς το συνολικόν ποσοστόν εισφοράς εργοδότου και ησφαλισμένου, επί των, εις τακτικήν εισφοράν υπέρ του Ταμείου, υποβαλλομένων αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων και των δώρων εορτών και του επιδόματος αδείας.

3. Εν περιπτώσει συνταξιοδοτήσεως προ της ολοσχερούς εξαγοράς του αναγνωριζομένου χρόνου, αι οφειλόμεναι εισφοραί δια τον μη εξαγορασθέντα χρόνον, υπολογιζόμεναι δι` έκαστον μήνα ίσαι προς την τελευταίαν καταβληθείσαν πρόσθετον ειδικήν εισφοράν, εξοφλούνται κατά το ήμισυ εφ` άπαξ, κατά δε το υπόλοιπον διά παρακρατήσεως του 1/4 του μηνιαίου βοηθήματος.

Άρθρον 4

1. Οι δυνάμει της υπ` αριθ. Ζ1α/19504/23.3.76 (ΦΕΚ 149/23.3.76, τ. Γ`) αποφάσεως του Υπουργείου Κοινων. Υπηρεσιών, μεταταγέντες εις την Γενικήν Δ/νσιν Κοιν. Ασφαλείας του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών υπάλληλοι ΝΠΔΔ:
α) συνεχίζουν διεπόμενοι υπό των διατάξεων του Νόμου 103/1975 έναντι του οικείου ΝΠΔΔ εξ ου μετετάγησαν διά συνυπολογισμού και του μετά την μετάταξιν χρόνου δημοσίας υπηρεσίας επί τη καταβολή των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών εξαιρούμενοι της ασφαλίσεως παρά το ΤΠΔΥ και
β) συνεχίζουν την παρά τω ΤΕΑΠΟΚΑ υποχρεωτικήν ασφάλισιν, εξαιρούμενοι της ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Κοιν. Υπηρεσιών. Ωσαύτως υπάγονται ή συνεχίζουν την παρά τω ΤΕΑΠΟΚΑ υποχρεωτικήν ασφάλισίν των και οι δυνάμει της ιδίας αποφάσεως μεταταγέντες εις την Γενικήν Δ/νσιν Κοινωνικής Ασφαλείας δημόσιοι υπάλληλοι οι προερχόμενοι εκ του Υπουργείου Εργασίας, εξαιρούμενοι της ασφαλίσεως του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.

2. Καταβληθείσαι ασφαλιστικαί εισφοραί εις το Ταμείον Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών και εις το Ταμείον Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων υπό των μεταταγέντων υπαλλήλων ΝΠΔΔ επιστρέφονται εις τους δικαιούχους ατόκως.

Άρθρον 5
Διατελέσαντες ησφαλισμένοι παρά τω Ταμείω Επικουρικής Ασφαλίσεως Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Ασφαλίσεως, οίτινες απώλεσαν εξ οιασδήποτε αιτίας το δικαίωμα της προαιρετικής ασφαλίσεως ή συνεχίσεως της προαιρετικής ασφαλίσεως παρ` αυτώ, δύναται να υπαχθούν ή να συνεχίσουν από της δημοσιεύσεως του παρόντος, την παρά τω Ταμείω ασφάλισίν των, εφ` όσον υποβάλουν σχετικήν προς τούτο αίτησιν εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξ (6) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος.

Άρθρον 6
Η ισχύς του παρόντος, όπου δεν ορίζεται άλλως, άρχεται από της δημοσιεύσεώς του διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 26 Αυγούστου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ