Νόμος 620 ΦΕΚ Α΄171/20.6.1977
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 2682/1940 “περί ιδρύσεως του Ταμείου Προνοίας Αμίσθων Δικαστικών Κλητήρων” και άλλων τινών διατάξεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1
Το “Ταμείον Προνοίας Αμίσθων Δικαστικών Κλητήρων” μετονομάζεται εις “Ταμείον Προνοίας Δικαστικών Επιμελητών”.

Άρθρον 2

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 2682/1940 αντικαθίσταται ούτω:
1. Το Ταμείον διοικείται υπό Διοικητικού Συμβουλίου αποτελουμένου:
α) Εξ ενός ανωτέρου δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού ή επιτίμου τοιούτου ή ενός ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, ως Προέδρου.
β) Εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.
γ) Εξ ενός ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου Δικαιοσύνης.
δ-ε) Εκ δύο ησφαλισμένων εκ των υπηρετούντων εις τας περιφερείας των Πρωτοδικείων Αθηνών-Πειραιώς. Χρέη εισηγητού εις το Διοικητικού Συμβουλίου, μετέχων εις αυτό άνευ ψήφου, εκτελεί ο Διευθυντής του Ταμείου, καθήκοντα δε Γραμματέως ασκεί εις υπάλληλος αυτού. Απαντα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Προέδρος αυτού διορίζονται μετ` ισαρίθμων αναπληρωματικών επί τριετεί θητεία δι` αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Ο ανώτερος δικαστικός ή εισαγγελικός λειτουργός, ο ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης και οι αναπληρωταί αυτών διορίζονται μετά πρότασιν του Υπουργού της Δικαιοσύνης, οι δε δύο ησφαλισμένοι του Ταμείου διορίζονται μετά πρότασιν του Συλλόγου Δικαστικών Επιμελητών του Εφετείου Αθηνών εκ τριπλασίου αριθμού τούτων εκ των εχόντων δεκαπενταετή ασφάλισιν εις το Ταμείον”.

2. Η παράγρ. 8 του άρθρου 4 του Α.Ν. 2682/1940 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“8. Δι` αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά πρότασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου καθιερούται δι` έκαστον ησφαλισμένον ασφαλιστικόν βιβλιάριον, εις ο επικολλώνται κατ` ελάχιστον όριον μηνιαίως τα αποκόμματα πεντήκοντα ενσήμων της περ. α της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Δια της αυτής αποφάσεως καθορίζονται ο τύπος, ο χρόνος και ο τρόπος επικολλήσες των ενσήμων επι του βιβλιαρίου, ο τύπος του βιβλιαρίου, ο χρόνος και ο τρόπος παραδόσεως αυτού, αι επιβαλλόμεναι κυρώσεις εν περιπτώσει καθυστερήσεως της επικολλήσεως των ενσήμων ως και πάσα σχετική λεπτομέρεια δια την απόδοσιν εις το Ταμείον του πόρου τούτου. Εάν το σύνολον των γενομένων κατά μήνα παρά του δικαστικού επιμελητού πράξεων επιδόσεως δεν καλύπτη το δια της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως ελάχιστον όριον επικολλωμένων αποκομμάτων ενσήμων, ούτος υποχρεούται όπως συμπληρώση το μέχρι του ορίου τούτου υπόλοιπον δι` επικολλήσεως ολοκλήρων ενσήμων”.

3. Εν τέλει του άρθρου 4 του Α.Ν. 2682/1940 προστίθεται παράγρ. 9 έχουσα ούτω:
“9. Δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών και μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου δύναται να αυξάνωνται οι πόροι των περ. α`, β`, γ` και ε` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ως και το ελάχιστον κατά μήνα όριον των επί του ασφαλιστικού βιβλιαρίου επικολλωμένων αποκομμάτων ενσήμων”.

Άρθρον 3

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 7 του Α.Ν. 2682/1940 αντικαθίσταται ούτω:
“1. Το υπό του Ταμείου καταβαλλόμενον εφ` άπαξ βοήθημα εις τον ησφαλισμένον, ανεξαρτήτως του Πρωτοδικείου εις το υπηρετεί ή υπηρέτει, τον πληρούντα τας προϋποθέσεις του άρθρου 6 του παρόντος, ως και εις τα μέλη της οικογενείας του εις περίπτωσιν θανάτου αυτού, υπολογίζεται αναλόγως του χρόνου ασφαλίσεως ως εξής: α) Επί χρόνου ασφαλίσεως μέχρι τριάκοντα ετών ως εφ` άπαξ παροχή δι` έκαστον έτος ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω καταβάλλονται δραχμαί τρείς χιλιάδες εννεακόσιαι (3.900). β) Επί χρόνου ασφαλίσεως πλέον των τριάκοντα ετών το εφ` άπαξ βοήθημα προσαυξάνεται κατά πεντακοσίας (500) δραχμάς δι` έκαστον έτος ασφαλίσεως. Το κατ` ασφαλιστικόν έτος ποσόν του εφ` άπαξ βοηθήματος δύναται εκάστοτε να αυξάνεται ή να μειούται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου”.

2. Αι παράγραφοι 2 και 3 του αυτού άρθρου 7 καταργούνται, η δε παράγραφος 4 αυτού αριθμείται ως παράγρ. 2.

Άρθρον 4
Μετά το άρθρον 8 του Α.ν. 2682/1940 προστίθεται άρθρον 8α` έχον ούτω:
“Άρθρον 8α`.
Συνιστάται παρά τω Ταμείω Προνοίας Αμίσθων Δικαστικών Κλητήρων Κλάδος Επικουρικής Ασφαλίσεως, σκοπός του οποίου είναι η χορήγησις περιοδικών παροχών ες τους ησφαλισμένους του Ταμείου εις περίπτωσιν αναπηρίας και γήρατος, ως και εις τα Μέλη της οικογενείας αυτών εις περίπτωσιν θανάτου του προστάτου αυτών ησφαλισμένου ή συνταξιόυχου. Δια Προεδρικού Διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Κονωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και γνώμην του παρά τω Υπουργείω Κοινωνικών Υπηρεσίων λειτουργούντος Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφαλίσεως ορίζονται αι προϋποθέσεις απονομής της επικουρικής συντάξεως, η έκτασις και το ύψος αυτής, η διαδικασία χορηγήσεως ταύτης, οι λόγοι εκπτώσεως και αναστολής της καταβολής της παροχής, τα της παραγραφής των αξιώσεων επί της παροχής, τα της αναγνωρίσεως και εξαγοράς προϋπηρεσίας, ο χρόνος ενάρξεως λειτουργίας του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως, αι εισφοραί των ησφαλισμένων υπέρ του Κλάδου, τα της οργανώσεως, λειτουργίας διοικήσεως, διαχειρίσεως του Κλάδου ως και πάσα άλλη σχετική λεπτομέρεια”.

Άρθρον 5

1. Δικαστικοί Επιμεληταί εξερχόμενοι της ασφαλίσεως του Ταμείου μετά την παρέλευσιν τριών ετών ασφαλίσεως λόγω αλλαγής επαγγέλματος και υπαγόμενοι εις νέον φορέα ασφαλίσεως δικαιούνται, άμα τη εκ της ενεργού υπηρεσίας εξόδω των, εφ` άπαξ χρηματικού βοηθήματος αναλόγου προς τα έτη της ασφαλίσεώς των.

2. Τα υποβλητέα δικαιολογικά ως και πάσα σχετική προς την απονομήν του βοηθήματος τούτου λεπτομέρεια ορίζονται εκάστοτε δι` αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

Άρθρον 6

1. Εις περίπτωσιν θανάτου δικαστικού επιμελητού ή τακτικού υπαλλήλου του Ταμείου καταβάλλεται δια τα έξοδα της κήδειας αυτού εφ` άπαξ βοήθημα εκ 15.000 δρχ.

2. Το ως άνω βοήθημα καταβάλλεται εις τον αποδεδειγμένως επιμεληθέντα της κηδείας.

3. Το ποσόν τούτο δύναται να αναπροσαρμόζεται δι` αποφάσεως του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου.

Άρθρον 7

1. Από της 1ης του μεθεπομένου της δημοσιεύσεως του παρόντος Νόμου μηνός, υπάγονται εις την ασφάλισιν του Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως των Εκπροσώπων και Υπαλλήλων των Εργατικών και Επαγγελματικών Οργανώσεων, αποκαλουμένου εν τοις επομένοις, χάριν συντομίας, “Ταμείου”, και οι εκπρόσωποι και οι υπάλληλοι των επαγγελματικών οργανώσεων των πάσης φύσεως, επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου, υπαλλήλων ή μισθωτών του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.

2. Χρόνος προγενεστέρας απασχολήσεως υπό την ιδιότητα του εκπροσώπου ή υπαλλήλου, των περι ων η προηγουμένη παράγραφος προσώπων, ως και των λοιπών ησφαλισμένων του Ταμείου, εις τινα των εν τη προηγουμένη παραγράφω αναφερομένων οργανώσεων, από της ιδρύσεως του Ταμείου μέχρι της ισχύος του παρόντος νόμου, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος, αιτήσει του ησφαλισμένου, υποβαλλομένης εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους αρχομένης προκειμένου μεν περί των ήδη κεκτημένων την ιδιότητα του εκπροσώπου ή υπαλλήλου των εν λόγω. Οργανώσεων, απο της δημοσιεύσεως του παρόντος, προκειμένου δε περί των εφεξής αποκτώντων εκ νέου τοιαύτην ιδιότητα, από της υπαγωγής των εις την ασφάλισιν του Ταμείου.

3. Η εξαγορά του κατά την παράγρ. 2 αναγνωριζομένου χρόνου ενεργείται επί τη καταβολή υπό του ενδιαφερομένου δι` έκαστον ανανγωριζόμενον μήνα, προσθέτου καταβολής ειδικής εισφοράς, ίσης προς το ισχύον κατά τον χρόνον υποβολής της περί αναγνωρίσεως αιτήσεως συνολικού ποσοστού εισφοράς εργοδότου και ησφαλισμένου, υπολογιζομένου, προκειμένου μεν περί υπαλλήλου, επί των αποδοχών των υποκειμένων εις την τακτικήν υπέρ του Ταμείου εισφοράν, προκειμένου δε περί εκπροσώπων, επί του βασικού μισθού Δημοσίου υπαλλήλου, του αντιστοιχούντος εις την κλάσιν εις την οποίαν κατατάσσεται ούτος συμφώνως προς τας διατάξεις του Καταστατικού του Ταμείου, κατά τον χρόνον υποβολής της αιτήσεως.

4. Η εξόφλησις του κατά την παράγρ. 3 προκύπτοντος ποσού οφειλής, ενεργείται δια δόσεων, καθοριζομένων υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, ο αριθμός των οποίων δεν δύναται να υπερβή τας 60. Εις περίπτωσιν καταβολής ολοκλήρου του ποσού της οφειλής εφ` άπαξ εντός τριών μηνών, από της εκδόσεως της σχετικής αποφάσεως, παρέχεται υπέρ του ενδιαφερομένου έκπτωσις 10%.

5. Αι διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 89/1975 εφαρμόζονται αναλόγως και επί των υπαγομένων δυνάμει του παρόντος άρθρου, εις την ασφάλισιν του Ταμείου, παρεχομένης εις τούτους προθεσμίας έξ (6) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, δια την αναγνώρισιν των περί ων αι αυταί διατάξεις χρόνων.

6. Αι, υπό των διατάξεων των παρ. 1 και 4 του άρθρου 6 του Ν. 89/1975 “περί επαναλειτουργίας διαλυθέντων εργατοϋπαλληλικών και συνταξιουχικών επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων, επιστροφής της περιουσίας των και άλλων τινών διατάξεων”, προβλεπόμεναι προθεσμίαι, παρατείνονται επί έν εξάμηνον, απο της δημοσιεύσεως του παρόντος. Εκπρόσωποι ή Υπάλληλοι των Επαγγελματικών Οργανώσεων των πάσης φύσεως Υπαλλήλων ή Μισθωτών του Δημοσίου και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, επι σχέσει Ιδιωτικού Δικαίου, των οποίων η θητεία της Διοικήσεως έληξε μετά την 21.4.1967 και οίτινες απελύθησαν κατ` εφαρμογήν των Θ` και Ι` Συντακτικών Πράξεων, δικαιούνται ν` ασφαλισθώσι εις το Ταμείον Επικουρικής Ασφαλίσεως των Εκπροσώπων και Υπαλλήλων των Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων, δια το χρονικόν διάστημα από 21.4.1967 μέχρι 23.7.1974 εφαρμοζομένων αναλόγως δια το θέμα της καταβολής των οφειλομένων εισφορών, των διατάξεων του άρθρου 6 του Ν. 89/1975. Η προθεσμία δια την υποβολήν αιτήσεων και δικαιολογητικών ορίζεται εις 6μηνόν από της ισχύος του παρόντος.

Άρθρον 8
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 15 Ιουνίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ