Νόμος 612 ΦΕΚ Α΄164/14.6.1977
Περί συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των τυφλών των ησφαλισμένων εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν

Άρθρον 1

1. Τυφλοί εξ αμφοτέρων των οφθαλμών ησφαλισμένοι εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, δικαιούνται συντάξεως λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφ` όσον συνεπλήρωσανχρόνον ασφαλίσεως δεκαπέντε (15) ετών, ή προκειμένης ασφαλίσεως υπολογιζομένης κατά την νομοθεσίαν του οικείου φορέως εις ημέρας, 4.050 ημέρας ασφαλίσεως.

2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της διεπούσης έκαστον οργανισμόν νομοθεσίας περί των τυχόν λαμβανομένων υπ` όψιν δια τον υπολογισμόν της συντάξεως αποδοχών, το ποσόν της συντάξεως των κατά την προηγουμένηνπαράγραφον προσώπων, καθορίζεται ίσον προς το αντιστοιχούν εις 35 έτη ασφαλίσεως ή εις 10.500 ημέρας ασφαλίσεως.

3. Η βάσει των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου παρεχομένησύνταξις δεν προσαυξάνεται δια του επιδόματος απολύτου αναπηρίας.
Σχετικό:  στην παρ.7 άρθρ.5 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004,ορίζεται ότι: “7. Ο περιορισμός που τίθεται από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 612/1977 δεν έχει εφαρμογή για τους τυφλούς ασφαλισμένους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις αυτές. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται ανάλογα και για τους τυφλούς που έχουν συνταξιοδοτηθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, τα οικονομικά, όμως, αποτελέσματα αρχίζουν από την ημερομηνία υποβολής σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου”.

4. Αι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογήν εις περίπτωσιν καθ` ην ο ησφαλισμένοςήθελεν επιλέξει την εφαρμογήν των διατάξεων της διεπούσης τον φορέα παρ` ου θα συνταξιοδοτηθή νομοθεσίας, των προβλεπουσών τον τρόπον υπολογισμού, της συντάξεως και τας προσαυξήσει ταύτης δι` επιδομάτων (απολύτου αναπηρίας κλπ.)

5. Οι ασφαλισμένοι των φορέων επικουρικής ασφάλισης, στην περίπτωση που οι φορείς αυτοί συνταξιοδοτούν με έτη ασφάλισης, εφ` όσον συνταξιοδοτήθηκαν από το φορέα κύριας ασφάλισης με 4.050 ημέρες εργασίας και έχουν τον αυτό χρόνο στην ασφάλιση του επικουρικού φορέα, μπορούν να αναγνωρίσουν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο φορέα αυτόν, τον υπολειπόμενο χρόνο μέχρι τη συμπλήρωση των 15 ετών, προκειμένου να θεμελιώσουν δικαίωμα για σύνταξη.
Η αναγνώριση και η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί αναγνωρίσεως χρόνου προϋπηρεσίας του οικείου φορέα επικουρικής ασφάλισης.
Σημ.: όπως η Η παρ.5 του άρθρου 1 προστέθηκε με το άρθρο 29 παρ.3 του Ν. 1759/1988 (Α` 50).

Άρθρον 2

1. Το εις το τέλος της παρ. 1 του άρθρου 28 του Α.Ν. 1846/51 “περί κοινωνικών ασφαλίσεων εδάφιον, το προστεθέν δια της παρ. 1 του άρθρου 25 του νόμου 4476/65 “περί προσθέτου παρά τω ΙΚΑ προαιρετικής ασφαλίσεως και άλλων τινών μεταρρυθμίσεων της “περί ΙΚΑ νομοθεσίας” καταργείται.

2. Συντάξεις χορηγηθείσα κατ` εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου, αναπροσαμόζονται κατά πόσον, βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του προηγουμένου άρθρου, εφ` όσον αιτήση τούτο ο ενδιαφερόμενος.

Άρθρον 3
Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της πρώτης του επομένου της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως μηνός.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 9 Ιουνίου 1977

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ