Νόμος 534 ΦΕΚ Α΄36/9.2.1977
Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Αθήναις την 14 Σεπτεμβρίου 1966, υπό την αιγίδα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως Διεθνούς Συμβάσεως “περί πιστοποιήσεως ωρισμένων θανάτων”.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν
Άρθρον 1
Κυρούται και κτάται ισχύν νόμου η εν Αθήναις υπό την αιγίδα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως υπογραφείσα την 14 Σεπτεμβρίου 1966 Σύμβασις “περί πιστοποιήσεως ωρισμένων θανάτων” της οποίας το κείμενον έπεται, εν πρωτοτύπω, εις την Γαλλικήν γλώσσαν και, εν μεταφράσει, εις την Ελληνικήν.
Άρθρον 2
Η ισχύς της υπό του άρθρου 1 κυρουμένης Συμβάσεως άρχεται από της υπό του άρθρου 7 ταύτης καθοριζομένης ημέρας.
ΣΥΜΒΑΣΙΣ
Αναφερομένη εις την πιστοποίησινωρισμένων θανάτων. Υπογραφείσα εν Αθήναις την 14ην Σεπτεμβρίου 1966.
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας, το Βασίλειον του Βελγίου, η Γαλλική Δημοκρατία, το Βασίλειον της Ελλάδος, η Ιταλική Δημοκρατία, το Μέγα Δουκάτον του Λουξεμβούργου, το Βασίλειον των Κάτω Χωρών, η Ελβετική Ομοσπονδία, η Τουρκική Δημοκρατία, μέλη της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως, εν τη επιθυμία των όπως επιτρέψουν την πιστοποίησινωρισμένων θανάτων, συνεφώνησαν επί των κάτωθι διατάξεων:
Άρθρον 1.
ύΟταν το σώμα προσώπου εξαφανισθέντος δεν κατέστη δυνατόν να ανευρεθή, αλλά, λαμβανομένου υπ` όψιν του συνόλου των περιστάσεων, ο θάνατος δύναται να θεωρηθή βέβαιος, η δικαστική αρχή, ή η διοικητική αρχή ή προς τούτο εξουσιοδοτημένη έχει αρμοδιότητα όπως κηρύξη τον θάνατον τούτον, ή όταν η εξαφάνισις συνέβη εις το έδαφος του Κράτους εκ του οποίου αρύεται την αρμοδιότητα ταύτην ή κατά την διάρκειαν του ταξιδίου πλοίου ή αεροσκάφους εγγεγραμμένου εις τα οικεία μητρώα του Κράτους τούτου, ή όταν ο εξαφανισθείς ήτο υπήκοος του κράτους τούτου ή είχε την κατοικίαν του ή την διαμονήν του εις το έδαφος του ειρημένου Κράτους.
Άρθρον 2.
Εν περιπτώσει βεβαίου θανάτου επελθόντος εκτός του εδάφους των συμβαλλομένων Κρατών, εάν ουδεμία πράξιςσυνετάγη ή είναι δυνατόν να καταρτισθή, η δικαστική αρχή ή η διοικητική αρχή η προς τούτο εξουσιοδοτημένη, έχει αρμοδιότητα όπως κηρύξη τον θάνατον τούτον:
– ή όταν ο θάνατος επήλθε κατά την διάρκειανταξιδίου πλοίου ή αεροσκάφους εγγεγραμμένου εις τα οικεία μητρώα του Κράτους εκ του οποίου αρύεται την αρμοδιότητα ταύτην,
– ή όταν ο αποθανών ήτο υπήκοος του Κράτους τούτου, ή είχε την κατοικίαν του ή την διαμονήν του εις το έδαφος του ειρημένου Κράτους.
Άρθρον 3.
Αι αποφάσεις αι προβλεπόμεναι εις τα άρθρα 1 και 2 εκδίδονται τη αιτήσει της αρμοδίας αρχής ή παντός ενδιαφερομένου. Ελλείψει ακριβούς γνώσεως της ημερομηνίας του θανάτου, αύτη θα προσδιορίζηται λαμβανομένων υπ` όψει όλων των αποδείξεων ή ενδείξεων περί των περιστάσεων ή του χρόνου του θανάτου τούτου.
Άρθρον 4.
Το διατακτικόν των αποφάσεων των προβλεπομένων εις τα άρθρα 1 και 2 εγγράφεται εις το ληξιαρχείον του Κράτους όπου εξεδόθησαν. Η εγγραφή αύτη ισχύει αυτοδικαίως ως πράξις θανάτου εις τα συμβαλλόμενα Κράτη.
Άρθρον 5.
Η παρούσα σύμβασις δεν αποκλείει την εφαρμογήν διατάξεων διευκολυνουσών επί πλέον την πιστοποίησιν του θανάτου.
Άρθρον 6.
Τα συμβαλλόμενα Κράτη θα γνωστοποιούν εις το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον την τήρησιν των διαδικασιών των απαιτουμένων υπό του Συντάγματός των διά την θέσιν εις εφαρμογήν της παρούσης Συμβάσεως εις το έδαφός των:
Το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα ειδοποιή τα συμβαλλόμενα Κράτη και τον Γενικόν Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως περί πάσης γνωστοποιήσεως εν τη εννοία του προηγουμένου εδαφίου.
Άρθρον 7.
Η παρούσα Σύμβασις θα τεθή εν ισχύι από της τριακοστής ημέρας ήτις ακολουθεί την ημερομηνίαν καταθέσεως της δευτέρας γνωστοποιήσεως και θα παράγη έκτοτε αποτελέσματα μεταξύ των δύο Κρατών τα οποία έχουν πληρώσει την διατύπωσιν ταύτην.
Δι` έκαστον υπογράφον Κράτος το οποίον θα πληροί μεταγενεστέρως την διατύπωσιν την προβλεπομένην υπό του προηγουμένου άρθρου, η παρούσα Σύμβασις θα παράγη αποτελέσματα από της τριακοστής ημέρας ήτις ακολουθεί την κατάθεσιν της γνωστοποιήσεώς του.
Άρθρον 8.
Η παρούσα Σύμβασις εφαρμόζεται αυτοδικαίως εφ` όλης της εκτάσεως του μητροπολιτικού εδάφους εκάστου συμβαλλομένου Κράτους. Παν συμβαλλόμενον Κράτος θα δύναται, κατά την υπογραφήν, την γνωστοποίησιν την προβλεπομένην υπό του άρθρ. 6, την προσχώρησιν ή μεταγενεστέρως, να δηλώση διά γνωστοποιήσεως απευθυνομένης εις το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιονοτι αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως θα εφαρμόζωνται εις εν ή πλείονα των μη μητροπολιτικών εδαφών, των Κρατών ή των εδαφών των οποίων έχει την διεθνή ευθύνην.
Το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα ειδοποιή περί της τελευταίας ταύτης γνωστοποιήσεως έκαστον των συμβαλλομένων Κρατών και τον Γενικόν Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως. Αι διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως, θα καταστούν εφαρμόσιμοι εις το ή τα εδάφη τα καθοριζόμενα εις την γνωστοποίησιν την εξηκοστήνημέρανήτις ακολουθεί την ημερομηνίαν κατά την οποίαν το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα λαμβάνη την ειρημένηνγνωστοποίησιν.
Παν Κράτος το οποίον προέβη εις την δήλωσιν συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου 2 του παρόντος άρθρου, θα δύναται εν συνεχεία να δηλώση ανά πάσαν στιγμή, διά γνωστοποιήσεως απευθυνομένης εις το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιονοτι η παρούσα Σύμβασις θα παύση να εφαρμόζηται εις εν ή πλείονα Κράτη ή εδάφη καθορισθέντα εις την δήλωσιν.
Το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα ειδοποιή περί της νέας γνωστοποιήσεως έκαστον των συμβαλλομένων Κρατών και τον Γενικόν Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως.
Η Σύμβασις θα παύση να εφαμόζηται εις τα κατά τα άνω ορισθέντα εδάφη, την εξηκοστήνημέρανήτις ακολουθεί την ημερομηνίαν κατά την οποίαν το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα λάβη την ειρημένηνγνωστοποίησιν.
Άρθρον 9.
Παν Κράτος Μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης ή της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως θα δύναται να προσχωρή εις την παρουσανΣύμβασιν. Το Κράτος το επιθυμούν όπως προσχωρήση, θα γνωστοποιή την πρόθεσίν του διά πράξεως η πράξεως η οποία θα κατατίθεται παρά τω ΕλβετικώΟμοσπονδιακώΣυμβουλίω.
Τούτο θα ειδοποιή έκαστον των συμβαλλομένων Κρατών και τον Γενικόν Γραμματέα της Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως περί πάσης καταθέσεως πράξεως προσχωρήσεως. Η Σύμβασις θα τεθή εν ισχύι, ως προς το προσχωρούν κράτος, την τριακοστήνημέρανήτις ακολουθεί την ημερομηνίαν καταθέσεως της πράξεως προσχωρήσεως.
Η κατάθεσις της πράξεως προσχωρήσεως δεν θα δύναται να λαμβάνηχώραν ει μη μόνον μετά την θέσιν εν ισχύι της παρούσης Συμβάσεως.
Άρθρον 10.
Η παρούσα Σύμβασις θα παραμείνη εν ισχύι άνευ χρονικού περιορισμού. ύΕκαστον των συμβαλομένων Κρατών θα έχη πάντως την ευχέρειαν όπως την καταγγείλη κατά πάντα χρόνον διά γνωστοποιήσεως απευθυνομένης εγγράφως προς το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον, το οποίον θα πληροφορηθή περί αυτού τα άλλα συμβαλλόμενα Κράτη και τον Γενικόν Γραμματέα της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως.
Η τοιαύτη ευχέρεια προς καταγγελίαν δεν θα δύναται να ασκηθή προ της εκπνοής πενταετούς προθεσμίας υπολογιζομένης από της ημερομηνίας της γνωστοποιήσεως της προβλεπομένης εις το άρθρον 6 ή της προσχωρήσεως.
Η καταγγελία θα παράγη αποτελέσματα μετά παρέλευσιν εξ μηνών από της ημερομηνίας κατά την οποίαν το ΕλβετικόνΟμοσπονδιακόνΣυμβούλιον θα λαμβάνη την γνωστοποίησιν την προβλεπομένην εις το πρώτον εδάφιον του παρόντος άρθρου.
Εις πίστωσιν των οποίων οι υπογραφόμενοι αντιπρόσωποι δεόντως προς τούτο εξουσιοδοτημένοι, υπέγραψαν την παρούσανΣύμβασιν.
Εγένετο εν Αθήναις την 14ην Σεπτεμβρίου 1966 εις εν μόνον πρωτότυπον το οποίον θα κατατεθή εις τα αρχεία του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και του οποίου ακριβές αντίγραφον θα αποσταλή δια της διπλωματικής οδού εις έκαστον των συμβαλλομένων Κρατών και εις τον Γενικόν Γραμματέα της Επιτροπής Προσωπικής Καταστάσεως.
Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Εν Αθήναις τη 26 Ιανουαρίου 1977
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ