NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 5187 ΦΕΚ Α 48/21.03.2025
Αναδιοργάνωση της δομής της Ελληνικής Αστυνομίας και αναβάθμιση της εκπαίδευσης του ένστολου προσωπικού της Εκσυγχρονισμός του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια Ρύθμιση θεμάτων κρατούμενων σε σωφρονιστικά καταστήματα και άλλες διατάξεις.
O ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή: ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΜΕΡΟΣ Α’: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 1 Σκοπός
Άρθρο 2 Αντικείμενο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΦΥΣΗ, ΛΟΓΟΤΥΠΟ, ΑΠΟΣΤΟΛΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 3 Θεσμική φύση της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 4 Λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 5 Αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 6 Προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 7 Διάρθρωση της Ελληνικής Αστυνομίας Έδρα Υπηρεσιών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’: ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 8 Αποστολή του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.)
Άρθρο 9 Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων
Άρθρο 10 Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού
Άρθρο 11 Γραφεία Ηγεσίας
Άρθρο 12 Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Άρθρο 13 Διεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου
Άρθρο 14 Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων
Άρθρο 15 Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 16 Γενική Διεύθυνση Επιτελικού Συντονισμού
Άρθρο 17 Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης
Άρθρο 18 Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού
Άρθρο 19 Διεύθυνση Επικοινωνίας
Άρθρο 20 Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας και Αστυνόμευσης
Άρθρο 21 Διεύθυνση Αστυνόμευσης
Άρθρο 22 Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους
Άρθρο 23 Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας
Άρθρο 24 Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας
Άρθρο 25 Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης
Άρθρο 26 Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας
Άρθρο 27 Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης
Άρθρο 28 Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων
Άρθρο 29 Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης
Άρθρο 30 Διεύθυνση Αλλοδαπών
Άρθρο 31 Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού
Άρθρο 32 Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού
Άρθρο 33 Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού
Άρθρο 34 Διεύθυνση Εκπαίδευσης
Άρθρο 35 Διεύθυνση Υγειονομικού
Άρθρο 36 Γενική Διεύθυνση Υποστήριξης
Άρθρο 37 Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης
Άρθρο 38 Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων
Άρθρο 39 Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων
Άρθρο 40 Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης
Άρθρο 41 Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής
Άρθρο 42 Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 43 Βασικές έννοιες ορισμοί
Άρθρο 44 Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών
Άρθρο 45 Λειτουργία και στελέχωση της Δι.Δ.Α.Π.
Άρθρο 46 Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας
Άρθρο 47 Αρμοδιότητες Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
Άρθρο 48 Διάρθρωση Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
Άρθρο 49 Περιφερειακές οργανικές μονάδες Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
Άρθρο 50 Λειτουργία Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
Άρθρο 51 Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος
Άρθρο 52 Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Αποστολή
Άρθρο 53 Διάρθρωση Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών
Άρθρο 54 Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών
Άρθρο 55 Υποδιεύθυνση Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων
Άρθρο 56 Υποδιεύθυνση Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων
Άρθρο 57 Υποδιεύθυνση Εργαστηρίων
Άρθρο 58 Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης
Άρθρο 59 Υποδιεύθυνση Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου
Άρθρο 60 Γενικές ρυθμίσεις για τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών
Άρθρο 61 Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων
Άρθρο 62 Διεύθυνση Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 63 Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων
Άρθρο 64 Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας
Άρθρο 65 Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης
Άρθρο 66 Διεύθυνση Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων
Άρθρο 67 Διεύθυνση Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων
Άρθρο 68 Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’: ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
Άρθρο 69 Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης και Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις
Άρθρο 70 Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής
Άρθρο 71 Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης
Άρθρο 72 Αρμοδιότητες Διευθύνσεων Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης (Γ.Α.Δ.Α. και Γ.Α.Δ.Θ.)
Άρθρο 73 Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις
Άρθρο 74 Διευθύνσεις Αστυνομίας ΓΕ.Π.Α.Δ.
Άρθρο 75 Συλλογικά όργανα
Άρθρο 76 Ειδικές επιχειρησιακές ομάδες, αστυνομικές μονάδες και κλιμάκια υπηρεσιών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’: ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ
Άρθρο 77 Συντονισμός υπηρεσιών
Άρθρο 78 Βαθμοί Προσωπικού Διοίκησης
Άρθρο 79 Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 80 Α’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 81 Β’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 82 Γενικοί Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας
Άρθρο 83 Γενικοί Διευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α. και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών
Άρθρο 84 Διευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών
Άρθρο 85 Διευθυντής Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού
Άρθρο 86 Διευθυντές Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας)
Άρθρο 87 Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές και Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές
Άρθρο 88 Βοηθοί Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών
Άρθρο 89 Διευθυντές Διευθύνσεων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων (Γ.Α.Δ.) και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων (ΓΕ.Π.Α.Δ.)
Άρθρο 90 Υποδιευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας) και Επιχειρησιακών Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης
Άρθρο 91 Tμηματάρχες Επιτελικών Υπηρεσιών και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας)
Άρθρο 92 Υπασπιστές Αρχηγού, Υπαρχηγών, Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, Γενικών Διευθυντών/Α.Ε.Α., Γενικού Διευθυντή Προστασίας Επισήμων, Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών
Άρθρο 93 Υπασπιστές Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών
Άρθρο 94 Εκπρόσωπος τύπου Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 95 Γενικές αρμοδιότητες καθήκοντα προσωπικού
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’: ΛΟΙΠΕΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 96 Λειτουργία της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής Μεταβατική διάταξη
Άρθρο 97 Αρμοδιότητες Τμημάτων Δίωξης Ναρκωτικών Αντικατάσταση περ. γ’ άρθρου 95 και περ. β’ άρθρου 96 π.δ. 7/2017
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’: ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 98 Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 99 Τελικές διατάξεις
Άρθρο 100 Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 101 Καταργούμενες διατάξεις
ΜΕΡΟΣ Β’: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 102 Σκοπός
Άρθρο 103 Αντικείμενο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ, ΕΔΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 104 Νομική φύση Έδρα
Άρθρο 105 Αποστολή της Αστυνομικής Ακαδημίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 106 Διευθύνσεις και Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 107 Πόροι της Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 108 Όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 109 Διοικητικό Συμβούλιο Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 110 Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 111 Διοικητής Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 112 Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων
Άρθρο 113 Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης
Άρθρο 114 Επιστημονικό Συμβούλιο
Άρθρο 115 Τμήμα CEPOL (Collège Européen de Police)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 116 Όργανα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 117 Διοικητής της Σχολής
Άρθρο 118 Αρμοδιότητες Διοικητή Σχολής
Άρθρο 119 Εκπαιδευτικό Συμβούλιο Σχολής
Άρθρο 120 Αρμοδιότητες Εκπαιδευτικού Συμβουλίου Σχολής
Άρθρο 121 Διευθυντής Σπουδών Σχολής
Άρθρο 122 Αρμοδιότητες Διευθυντή Σπουδών Σχολής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 123 Κατηγορίες διδακτικού προσωπικού
Άρθρο 124 Επιλογή διδακτικού προσωπικού
Άρθρο 125 Εισαγωγή στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’: ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 126 Εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 127 Εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 128 Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’: ΣΧΟΛΕΣ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Άρθρο 129 Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ελληνικής Αστυνομίας (ΣΜΕ)
Άρθρο 130 Τμήματα της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης
Άρθρο 131 Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης
Άρθρο 132 Τμήμα Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών
Άρθρο 133 Τμήμα Ασκήσεων
Άρθρο 134 Τμήμα Εξειδικευμένων Σχολείων
Άρθρο 135 Τμήμα Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων
Άρθρο 136 Τμήμα Ξένων Γλωσσών
Άρθρο 137 Σχολή Εθνικής Ασφάλειας
Άρθρο 138 Προγράμματα σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα και Αστυνομικές Ακαδημίες άλλων χωρών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’: ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 139 Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας
Άρθρο 140 Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας
Άρθρο 141 Κανονισμός Σπουδών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’: ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 142 Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 143 Τελικές διατάξεις
Άρθρο 144 Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 145 Καταργούμενες διατάξεις
ΜΕΡΟΣ Γ’: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 146 Σκοπός
Άρθρο 147 Αντικείμενο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΟΠΛΑ, ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 148 Αντικείμενα που θεωρούνται όπλα Μαχαίρια Αντικατάσταση περ. αβ’ δεύτερου εδαφίου περ. α’ παρ. 1 άρθρου 1 ν. 2168/1993
Άρθρο 149 Εισαγωγή όπλων από το εξωτερικό Αντικατάσταση περ. β’ παρ. 8 άρθρου 2 ν. 2168/1993
Άρθρο 150 Εξαγωγή και επανεξαγωγή όπλων Αντικατάσταση περ. (1) παρ. 2α άρθρου 3 ν. 2168/1993
Άρθρο 151 Εμπορία και διάθεση όπλων Αντικατάσταση περ. β’ παρ. 4 και περ. ε’ παρ. 5 άρθρου 6 ν. 2168/1993
Άρθρο 152 Οπλοκατοχή Αντικατάσταση παρ. 5 και τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 7 ν. 2168/1993
Άρθρο 153 Οπλοφορία Προσθήκη παρ. 11Α και τροποποίηση παρ. 13 άρθρου 10 ν. 2168/1993
Άρθρο 154 Οπλοχρησία Τροποποίηση άρθρου 14 ν. 2168/1993
Άρθρο 155 Διακεκριμένες περιπτώσεις Αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 13 και παρ. 1 άρθρου 15 ν. 2168/1993
Άρθρο 156 Χορήγηση και ανάκληση αδειών Αντικατάσταση παρ. 2 και τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 18 ν. 2168/1993
Άρθρο 157 Οπλοφορία αστυνομικών όταν υποβάλλεται σε βάρος τους μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας Τροποποίηση παρ. 4 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 2 του ν. 3169/2003
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 158 Προϋποθέσεις λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας Εξουσιοδοτική διάταξη Προσθήκη παρ. 1Α και 1Β στο άρθρο 2 του ν. 2518/1997
Άρθρο 159 Υποχρεώσεις των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 2518/1997
Άρθρο 160 Διοικητικές κυρώσεις Αντικατάσταση παρ. 2 και προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 9 του ν. 2518/1997
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 161 Βαθμολογική προαγωγή ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας προτεραία του θανάτου Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 12 ν. 3387/2005
Άρθρο 162 Εφάπαξ οικονομικό βοήθημα γονέων υπαλλήλου ή στρατιωτικού σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία Τροποποίηση παρ. 17 άρθρου 8 ν. 2592/1998 και άρθρου 25 Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια
Άρθρο 163 Διορισμός συγγενούς από εγκληματική ενέργεια πεσόντος εν υπηρεσία ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας
Άρθρο 164 Αποζημίωση ένστολου προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας για τη συμμετοχή τους σε επιχειρήσεις αναγκαστικών επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών, στο πλαίσιο συμφωνίας επιχορήγησης (Grant Agreement) με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής Τροποποίηση άρθρου 66 ν. 4873/2021
Άρθρο 165 Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό Αντικατάσταση άρθρου 48 ν. 4249/2014
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 166 Στοιχεία δελτίων ταυτότητας Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν.δ. 127/1969
Άρθρο 167 Μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητας Αντικατάσταση άρθρου 6 ν.δ. 127/1969
Άρθρο 168 Κάτοχοι ειδικών δελτίων ταυτότητας Αντικατάσταση άρθρου 7 ν.δ. 127/1969
ΜΕΡΟΣ Δ’: ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 169 Σκοπός
Άρθρο 170 Αντικείμενο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ
Άρθρο 171 Ορισμοί
Άρθρο 172 Εφαρμογή του Συστήματος Ηλεκτρονικής Επιτήρησης
Άρθρο 173 Απαιτήσεις λειτουργίας συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης
Άρθρο 174 Διαδικασία ενεργοποίησης, εγκατάστασης και απεγκατάστασης συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης
Άρθρο 175 Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
Άρθρο 176 Έκτιση της ποινής στην κατοικία Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 105 Ποινικού Κώδικα
Άρθρο 177 Διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και προκαταβολή εξόδων Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 283, παρ. 1 άρθρου 284 και άρθρου 285 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’: ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ
Άρθρο 178 Προϋποθέσεις μεταγωγής στα ειδικά καταστήματα Τροποποίηση παρ. 1 και προσθήκη παρ. 1Α στο άρθρο 19Α Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 179 Χώροι διενέργειας δικονομικών πράξεων με τη χρήση τεχνολογικών μέσων εικόνας και ήχου Προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 20 Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 180 Επαναπροσδιορισμός του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων λόγω εργασίας ή απασχόλησης σε προγράμματα ή σπουδές Τροποποίηση παρ. 1 και αντικατάσταση παρ. 2 άρθρου 46 Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 181 Εφαρμογή του κατ’ οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 56 Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 182 Πειθαρχικά παραπτώματα Προσθήκη περ. ια) στην παρ. 2 και προσθήκη παρ. 2Α άρθρου 68 Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 183 Μεταγωγή για λόγους υγείας Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση άρθρου 74 Σωφρονιστικού Κώδικα
Άρθρο 184 Εκτέλεση της μεταγωγής Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 77 Σωφρονιστικού Κώδικα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’: ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άρθρο 185 Οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
Άρθρο 186 Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου των Σωφρονιστικών Καταστημάτων Αντικατάσταση άρθρου 1, τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 2 και παρ. 1, 2 και 5 άρθρου 3 ν. 3090/2002
Άρθρο 187 Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων Εξουσιοδοτική διάταξη Προσθήκη παρ. 15 στο άρθρο 17 του ν. 2298/1995
Άρθρο 188 Ρυθμίσεις θεμάτων επιλογής προσωπικού για την πλήρωση των θέσεων των κλάδων και ειδικοτήτων ΔΕ προσωπικού εξωτερικής φρούρησης και ΔΕ Φύλαξης σε Σωφρονιστικά Καταστήματα Τροποποίηση παρ. 3 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 11 του ν. 4760/2020
Άρθρο 189 Ενίσχυση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια των μεταγωγών στην περιοχή αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας
Άρθρο 190 Τακτοποίηση, ενταλματοποίηση, εκκαθάριση και πληρωμή δαπανών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
Άρθρο 191 Ακατάσχετο του Ειδικού λογαριασμού με τίτλο «Κεφάλαια Εργασίας Κρατουμένων»
Άρθρο 192 Αποσπάσεις υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου εντός των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής
Άρθρο 193 Μετατάξεις ή αποσπάσεις υπαλλήλων των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
Άρθρο 194 Οχήματα Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 45 ν. 4356/2015
Άρθρο 195 Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής
Άρθρο 196 Οργάνωση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ» Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 81 και παρ. 1 άρθρου 82 Σωφρονιστικού Κώδικα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’: ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 197 Εξουσιοδοτικές διατάξεις
Άρθρο 198 Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 199 Καταργούμενες διατάξεις
ΜΕΡΟΣ Ε’: ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’: ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΡΙΣΙΜΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ
Άρθρο 200 Σύσταση Γενικής Γραμματείας Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’: ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 201 Απόδοση εσόδων εγκλημάτων αρμοδιότητας Δ.Α.Ο.Ε.
Άρθρο 202 Τοποθέτηση Ειδικών Φρουρών στα Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 7 π.δ. 211/2005
Άρθρο 203 Εμπορία πυροτεχνημάτων Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 456/1976
Άρθρο 204 Αναγνώριση χρόνου μετοχικής σχέσης στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού Τροποποίηση περ. β’ παρ. 2 άρθρου 1 ν. 2913/2001
Άρθρο 205 Ευνοϊκά μέτρα Τροποποίηση άρθρου 187Γ Ποινικού Κώδικα
Άρθρο 206 Μισθώσεις ακινήτων Δημοσίου Τροποποίηση περ. β) παρ. 2 άρθρου 3 και άρθρου 4 ν. 3130/2003
Άρθρο 207 Παράταση προθεσμιών αδειών διαμονής για προσωρινή απασχόληση στην αγροτική οικονομία και πράξεων παραχώρησης ακινήτων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
Άρθρο 208 Άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1» και «Δ.2») Προσθήκη άρθρου 169Α και παραγράφων 70 και 71 στο άρθρο 176 Κώδικα Μετανάστευσης
Άρθρο 209 Είσοδος και διαμονή υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα Τροποποίηση περ. η’ παρ. 3 άρθρου 3, άρθρου 9 και παρ. 2 άρθρου 163 Κώδικα Μετανάστευσης
Άρθρο 210 Προσόντα και κωλύματα πρόσληψης υποψηφίων πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης Τροποποίηση παραγράφων 1 και 2 άρθρου 1 π.δ. 36/2019
Άρθρο 211 Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης Προσθήκη παραγράφων 20Α στο άρθρο 15 του ν. 3938/2011
Άρθρο 212 Πρόσληψη προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα Τροποποίηση παρ. 1, προσθήκη παρ. 1Α, κατάργηση παρ. 2 άρθρου 6 ν. 3103/2003
Άρθρο 213 Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων Τροποποίηση παρ. 2, 4, 7, 10, προσθήκη παρ. 3Β και 13 στο άρθρο 38 του ν. 4892/2022
Άρθρο 214 Αποστρατείες λόγω ορίου ηλικίας Τροποποίηση περ. α) παρ. 1 άρθρου 47 Κώδικα Προσωπικού Λιμενικού Σώματος
ΜΕΡΟΣ ΣΤ’: ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 215 Έναρξη ισχύος
ΜΕΡΟΣ Α’
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η αναδιοργάνωση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας με στόχο την αναβάθμιση του επιτελικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού του Σώματος, καθώς και τη δημιουργία μιας σύγχρονης και ευέλικτης δομής στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και τη βελτίωση του επιτελικού συντονισμού, της διαδικασίας διακυβέρνησης και του συστήματος λήψης αποφάσεων.
Άρθρο 2
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι, ιδίως:
α) ο ορισμός του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας ως ανώτατης μορφής διοίκησης του Σώματος σε μια κάθετη δομή ελέγχου και συντονισμού όλων των Υπηρεσιών πανελλαδικά
β) ο εμπλουτισμός του μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού της Ελληνικής Αστυνομίας με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και μεθοδολογιών διερεύνησης μακροπρόθεσμου σχεδιασμού (foresight),
γ) η αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας, καθώς και της αξιολόγησης των δράσεων, για τον σχεδιασμό επιχειρήσεων,
δ) η ενοποίηση των Κλάδων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και η διαμόρφωση ενιαίου επιτελικού συντονισμού για την ασφάλεια και αστυνόμευση και
ε) η ενίσχυση της διεθνούς παρουσίας της Ελληνικής Αστυνομίας και ο σχεδιασμός δράσεων αστυνομικής διπλωματίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΦΥΣΗ, ΛΟΓΟΤΥΠΟ, ΑΠΟΣΤΟΛΗ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 3
Θεσμική φύση της Ελληνικής Αστυνομίας
Η Ελληνική Αστυνομία αποτελεί ένοπλο Σώμα Ασφάλειας, με τοπική αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια,με εξαίρεση τους χώρους αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του ν. 4150/2013 (Α’ 102) και διέπεται από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 4
Λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Καθιερώνεται λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο αποτελεί τη γραφιστική αποτύπωση του σήματος που αντιπροσωπεύει τον οργανισμό της Ελληνικής Αστυνομίας και την καθιστά αναγνωρίσιμη στο κοινό.
2. Το λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας αποτελείται από σύμπλεγμα του θυρεού του εμβλήματος του Σώματος, επί του θυρεού του εμβλήματος της Ελληνικής Δημοκρατίας, το οποίο περικλείεται από παράσταση αναδιπλωμένου παπύρου που τέμνεται στο κάτω μέρος, με τις λέξεις επ’ αυτού «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» και έναν κλάδο ελαίας στο σημείο τομής.
3. Το απεικονιστικό και λεκτικό μέρος του λογότυπου αποτυπώνεται ως ακολούθως:
Σημ.: για το αντρέξτε στο φεκ
4. Το λογότυπο, καθώς και η φράση «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» απεικονίζονται σε υλικά και μέσα που χρησιμοποιούν αποκλειστικά οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, είτε σε συνδυασμό, είτε αυτοτελώς. Η χρήση του ανωτέρω λογοτύπου από τρίτους επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2622/1998 (Α’ 138).
1. Καθιερώνεται λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο αποτελεί τη γραφιστική αποτύπωση του σήματος που αντιπροσωπεύει τον οργανισμό της Ελληνικής Αστυνομίας και την καθιστά αναγνωρίσιμη στο κοινό.
2. Το λογότυπο της Ελληνικής Αστυνομίας αποτελείται από σύμπλεγμα του θυρεού του εμβλήματος του Σώματος, επί του θυρεού του εμβλήματος της Ελληνικής Δημοκρατίας, το οποίο περικλείεται από παράσταση αναδιπλωμένου παπύρου που τέμνεται στο κάτω μέρος, με τις λέξεις επ’ αυτού «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» και έναν κλάδο ελαίας στο σημείο τομής.
3. Το απεικονιστικό και λεκτικό μέρος του λογότυπου αποτυπώνεται ως ακολούθως:
4. Το λογότυπο, καθώς και η φράση «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» απεικονίζονται σε υλικά και μέσα που χρησιμοποιούν αποκλειστικά οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, είτε σε συνδυασμό, είτε αυτοτελώς. Η χρήση του ανωτέρω λογοτύπου από τρίτους επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2622/1998 (Α’ 138).
Άρθρο 5
Αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Η Ελληνική Αστυνομία έχει ως αποστολή:
α) την προστασία του κράτους,
β) τη δημόσια ασφάλεια,
γ) τη γενική και τροχαία αστυνόμευση,
δ) την κοινωνική αστυνόμευση και
ε) την αστυνόμευση των αλλοδαπών και την προστασία των συνόρων.
2. Η Ελληνική Αστυνομία παρέχει συνδρομή για την αντιμετώπιση κάθε έκτακτης ανάγκης που προκύπτει από φυσικές καταστροφές σε περίοδο ειρήνης ή πολέμου, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς.
3. Η άσκηση της αρμοδιότητας προστασίας του κράτους περιλαμβάνει, ιδίως:
α) την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και των κρατικών και πολιτειακών θεσμών,
β) την εξουδετέρωση απειλών που θέτουν σε διακινδύνευση την εν γένει ασφάλεια του κράτους,
γ) την προστασία των επίσημων προσώπων, Ελλήνων και αλλοδαπών, που βρίσκονται στη χώρα,
δ) τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στα όπλα και τις εκρηκτικές ύλες,
ε) την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του βίαιου εξτρεμισμού.
4. Η άσκηση της δημόσιας ασφάλειας περιλαμβάνει, ιδίως:
α) τη δίωξη των εγκλημάτων κατά της ζωής, της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και των λοιπών περιουσιακών δικαιωμάτων,
β) τη δίωξη του κυβερνοεγκλήματος,
γ) τη δίωξη της εμπορίας ναρκωτικών,
δ) τη δίωξη του λαθρεμπορίου και της αρχαιοκαπηλίας,
ε) τη δίωξη της εμπορίας ανθρώπων,
στ) τη δίωξη του οικονομικού εγκλήματος και των εγκλημάτων που αφορούν τα υπομνήματα, το νόμισμα και άλλα μέσα πληρωμής,
ζ) τη δίωξη του εγχώριου και διασυνοριακού οργανωμένου εγκλήματος,
η) την αναζήτηση εξαφανισθέντων προσώπων, καθώς και απολεσθέντων και κλαπέντων αντικειμένων,
θ) την αναζήτηση και σύλληψη των διωκόμενων προσώπων.
5. Η άσκηση της αρμοδιότητας γενικής και τροχαίας αστυνόμευσης περιλαμβάνει, ιδίως:
α) τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία των πολιτών,
β) την τήρηση της τάξης στους δημόσιους χώρους και στις δημόσιες συγκεντρώσεις και συναθροίσεις και την προστασία των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων των πολιτών κατά τις εκδηλώσεις αυτές,
γ) τον έλεγχο της λειτουργίας δημόσιων κέντρων, θεαμάτων και καταστημάτων,
δ) τη μεταγωγή των κρατουμένων από τους χώρους κράτησης της Ελληνικής Αστυνομίας στα δικαστήρια για τη διεξαγωγή συνεδρίασης,
ε) τον έλεγχο της τήρησης της τουριστικής νομοθεσίας,
στ) τη ρύθμιση της κυκλοφορίας πεζών και οχημάτων στους δημόσιους χώρους,
ζ) την τήρηση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και των λοιπών διατάξεων που σχετίζονται με την κυκλοφορία πεζών και οχημάτων,
η) τη διερεύνηση των τροχαίων ατυχημάτων.
6. Η άσκηση της αρμοδιότητας κοινωνικής αστυνόμευσης περιλαμβάνει, ιδίως:
α) την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των συνταγματικά κατοχυρωμένων θεμελιωδών ελευθεριών,
β) την προστασία της οικογενειακής ζωής και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας,
γ) την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας,
δ) την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας και, ιδίως, τη δίωξη αδικημάτων σε βάρος προσώπων ή ομάδας προσώπων λόγω των χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, γενετήσιου προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου,
ε) την προστασία των ανηλίκων και των ευάλωτων προσώπων.
7. Η άσκηση της αρμοδιότητας αστυνόμευσης των αλλοδαπών και προστασίας των συνόρων περιλαμβάνει, ιδίως:
α) την πρόληψη, αποτροπή και καταστολή της παράνομης εισόδου και εξόδου πολιτών τρίτων χωρών από τη χώρα, καθώς και της παράνομης εργασίας αυτών,
β) τον εντοπισμό και τη σύλληψη των πολιτών τρίτων χωρών που εισέρχονται, εξέρχονται, διαμένουν ή εργάζονται παράνομα στη χώρα και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη ή τον επαναπατρισμό τους, καθώς και τον εντοπισμό και τη σύλληψη των προσώπων που διακινούν παράνομα ή διευκολύνουν την παράνομη είσοδο, έξοδο και εργασία πολιτών τρίτων χωρών και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη,
γ) τη διοικητική κράτηση των παρατύπως εισερχομένων ή διαμενόντων στη χώρα πολιτών τρίτων χωρών ή τον περιορισμό της ελευθερίας τους, σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης.
8. Η Ελληνική Αστυνομία για την εκπλήρωση της αποστολής της:
α) χρησιμοποιεί επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους διερεύνησης και διαλεύκανσης των εγκλημάτων και διαθέτει εγκληματολογικά εργαστήρια,
β) διαθέτει και χρησιμοποιεί τα αναγκαία επίγεια, εναέρια και πλωτά μεταφορικά και άλλα μέσα, καθώς και κατάλληλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό,
γ) συνάπτει μνημόνια συνεργασίας με φορείς και οργανισμούς άλλων Υπουργείων, Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α’ και β’ βαθμού, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), καθώς και με αλλοδαπές αρχές σε τομείς αρμοδιότητάς της και
δ) συνεργάζεται με τις αντίστοιχες αλλοδαπές αρχές και υπηρεσίες και συμμετέχει ιδίως στον Διεθνή Οργανισμό Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Ε.Α. INTERPOL), στην Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL), στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX), σε διεθνείς και περιφερειακούς οργανισμούς, καθώς και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αρμοδιότητες αστυνομικής φύσης.
Άρθρο 6
Προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας διακρίνεται σε ένστολο και πολιτικό.
2. Στο ένστολο προσωπικό υπάγονται οι εξής κατηγορίες προσωπικού:
α) το αστυνομικό προσωπικό,
β) οι Ειδικοί Φρουροί,
γ) οι Συνοριακοί Φύλακες και
δ) οι Συνοριακοί Φύλακες Ορισμένου Χρόνου.
3. Το ένστολο προσωπικό έχει ιδιαίτερη ιεραρχία αντίστοιχη της στρατιωτικής και ειδικούς κανόνες πειθαρχίας και δεν εφαρμόζονται σε αυτό οι διατάξεις που αφορούν τους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε ειδική διάταξη νόμου.
4. Το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων και φέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του κατάλληλο οπλισμό, εφόδια και μέσα.
5. Το αστυνομικό προσωπικό διακρίνεται σε προσωπικό γενικών και ειδικών καθηκόντων. Το προσωπικό γενικών καθηκόντων υπηρετεί σε όλες τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Το προσωπικό ειδικών καθηκόντων υπηρετεί σε υπηρεσίες, ανάλογα με τον τομέα ειδίκευσης, την κατηγορία και την ειδικότητα κατανομής του.
6. Το πολιτικό προσωπικό διακρίνεται σε μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου και εκτελεί εργασίες διοικητικής υποστήριξης του έργου των υπηρεσιών όπου υπηρετεί, ανάλογα με τον κλάδο και την ειδικότητα στην οποία ανήκει, συναφείς με την αποστολή κάθε υπηρεσίας.
7. Το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας δύναται να εκπαιδεύεται και στα σχολεία επιμόρφωσης και εξειδίκευσης και τα κέντρα εκπαίδευσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Επίσης, δύναται να εκπαιδεύεται σε σχολές και κέντρα εκπαίδευσης αντίστοιχων στρατιωτικών υπηρεσιών και αρχών επιβολής του νόμου του εξωτερικού.
Άρθρο 7
Διάρθρωση της Ελληνικής Αστυνομίας Έδρα υπηρεσιών
1. Η Ελληνική Αστυνομία συγκροτείται από επιτελικές και επιχειρησιακές υπηρεσίες.
2. Οι επιχειρησιακές υπηρεσίες διακρίνονται σε:
α) επιχειρησιακές κεντρικές υπηρεσίες και
β) επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες.
3. Οι επιτελικές και οι επιχειρησιακές κεντρικές υπηρεσίες εδρεύουν στην Περιφέρεια Αττικής, ασκούν την αρμοδιότητά τους σε όλη την Επικράτεια και διακρίνονται ως ακολούθως:
α) επιτελικές υπηρεσίες είναι το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.) και οι υπηρεσίες που το συγκροτούν και
β) επιχειρησιακές κεντρικές υπηρεσίες είναι oι Ειδικές Υπηρεσίες Ασφάλειας, οι οποίες υπάγονται στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.
4. Επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες είναι οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις, καθώς και οι υπαγόμενες σε αυτές Υπηρεσίες. Οι επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες υπάγονται στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και διαιρούνται στους τομείς Βόρειας Ελλάδας και Νότιας Ελλάδας. Οι Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της περιοχής της τοπικής τους αρμοδιότητας. Η έδρα των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων ταυτίζεται με την έδρα των αντίστοιχων διοικητικών περιφερειών, πλην της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης, έδρα της οποίας ορίζεται ο Δήμος Χανίων.
5. Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας συγκροτείται από:
α) το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού,
β) το Γραφείο Α’ Υπαρχηγού,
γ) το Γραφείο Β’ Υπαρχηγού,
δ) το Γραφείο Γενικού Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας Ελλάδας,
ε) το Γραφείο Γενικού Συντονιστή Αστυνομίας Νότιας Ελλάδας,
στ) το Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,
ζ) τη Διεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου, η οποία υπάγεται, εποπτεύεται, συντονίζεται και ελέγχεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας,
η) τη Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων, η οποία υπάγεται, εποπτεύεται, συντονίζεται και ελέγχεται από τον Α’ Υπαρχηγό,
θ) τη Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης, η οποία υπάγεται, εποπτεύεται, συντονίζεται και ελέγχεται από τον Β’ Υπαρχηγό και
ι) πέντε (5) Γενικές Διευθύνσεις, οι οποίες υπάγονται, εποπτεύονται, συντονίζονται και ελέγχονται από τον Β’ Υπαρχηγό και διαρθρώνονται στις κατωτέρω Διευθύνσεις:
ια) Γενική Διεύθυνση Επιτελικού Συντονισμού, με Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης,
ii) Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού και iii) Διεύθυνση Επικοινωνίας.
ιβ) Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας και Αστυνόμευσης, με Διευθύνσεις: i) Διεύθυνση Αστυνόμευσης, ii) Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους, iii) Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας, iv) Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, v) Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης και vi) Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας.
ιγ) Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης, με Διευθύνσεις: i) Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων, ii) Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης και iii) Διεύθυνση Αλλοδαπών.
ιδ) Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού, με Διευθύνσεις: i) Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού, ii) Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού, iii) Διεύθυνση Εκπαίδευσης και iv) Διεύθυνση Υγειονομικού.
ιε) Γενική Διεύθυνση Υποστήριξης, με Διευθύνσεις: i) Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ii) Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων, iii) Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων, iv) Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης, v) Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής και vi) Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης.
6. Οι επιχειρησιακές κεντρικές υπηρεσίες (Ειδικές Υπηρεσίες Ασφάλειας) εποπτεύονται, συντονίζονται και ελέγχονται ως ακολούθως:
α) από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας:
αα) η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.), αβ) η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (Δ.Α.Ε.Ε.Β.), αγ) η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.), αδ) η Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος (Δι.Δι.Κ.) και αε) η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.).
β) από τον Α’ Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας:
βα) η Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων (Δ.Ε.Α.Δ.), ββ) η Διεύθυνση Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας (Δ.Ε.Μ.Ε.Α.) και βγ) η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας,
ii) Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης,
iii) Διεύθυνση Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων,
iv) Διεύθυνση Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων και
v) Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων.
7. Οι επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες εποπτεύονται, συντονίζονται και ελέγχονται από τους Γενικούς Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, αντιστοίχως.
α) Οι επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες Τομέα Βόρειας Ελλάδας έχουν τοπική αρμοδιότητα στη Βόρεια Ελλάδα και διαρθρώνονται στις ακόλουθες επτά (7) Γενικές Διευθύνσεις, με τις αντίστοιχες Διευθύνσεις:
αα) Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης (Γ.Α.Δ.Θ.), με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου,
iii) Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου,
iv) Διεύθυνση Τροχαίας Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Θεσσαλονίκης,
v) Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Θεσσαλονίκης, με έδρα στον χώρο εγκαταστάσεων του Διεθνούς Αερολιμένα Θεσσαλονίκης,
vi) Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Θεσσαλονίκης και
vii) Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης, με έδρα στον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου.
αβ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Ροδόπης, με έδρα στον Δήμο Κομοτηνής,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, με έδρα στον Δήμο Αλεξανδρούπολης,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Ορεστιάδας, με έδρα στον Δήμο Ορεστιάδας,
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Ξάνθης, με έδρα στον Δήμο Ξάνθης,
v) Διεύθυνση Αστυνομίας Δράμας, με έδρα στον Δήμο Δράμας και
vi) Διεύθυνση Αστυνομίας Καβάλας, με έδρα στον Δήμο Καβάλας.
αγ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Κεντρικής Μακεδονίας, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Κιλκίς, με έδρα στον Δήμο Κιλκίς,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Σερρών, με έδρα στον Δήμο Σερρών,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Πέλλας, με έδρα στον Δήμο Έδεσσας,
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Ημαθίας, με έδρα στον Δήμο Βέροιας,
v) Διεύθυνση Αστυνομίας Πιερίας, με έδρα στον Δήμο Κατερίνης,
vi) Διεύθυνση Αστυνομίας Χαλκιδικής, με έδρα στον Δήμο Πολυγύρου και
vii) Διεύθυνση Αστυνομίας Αγίου Όρους, με έδρα στις Καρυές Αγίου Όρους.
αδ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Δυτικής Μακεδονίας, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Κοζάνης, με έδρα στον Δήμο Κοζάνης,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Γρεβενών, με έδρα στον Δήμο Γρεβενών,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Καστοριάς, με έδρα στον Δήμο Καστοριάς και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Φλώρινας, με έδρα στον Δήμο Φλώρινας.
αε) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Ηπείρου, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Ιωαννίνων, με έδρα στον Δήμο Ιωαννιτών,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Άρτας, με έδρα στον Δήμο Αρταίων,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Θεσπρωτίας, με έδρα στον Δήμο Ηγουμενίτσας και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Πρέβεζας, με έδρα στον Δήμο Πρέβεζας.
αστ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Θεσσαλίας, με Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Λάρισας, με έδρα στον Δήμο Λαρισαίων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Καρδίτσας, με έδρα στον Δήμο Καρδίτσας,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Μαγνησίας, με έδρα στον Δήμο Βόλου και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Τρικάλων, με έδρα στον Δήμο Τρικκαίων.
αζ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Βορείου Αιγαίου, με Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Λέσβου, με έδρα στον Δήμο Μυτιλήνης,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Σάμου, με έδρα στον Δήμο Ανατολικής Σάμου και
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Χίου, με έδρα στον Δήμο Χίου.
β) Οι επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες Τομέα Νότιας Ελλάδας έχουν τοπική αρμοδιότητα στη Νότια Ελλάδα και διαρθρώνονται στις ακόλουθες επτά (7) Γενικές Διευθύνσεις, με τις αντίστοιχες Διευθύνσεις:
βα) Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής (Γ.Α.Δ.A.), με Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, με έδρα στον Δήμο Αθηναίων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Αθηνών, με έδρα στον Δήμο Αθηναίων,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Πειραιώς, με έδρα στον Δήμο Πειραιώς,
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Δυτικής Αττικής, με έδρα στον Δήμο Αχαρνών,
v) Διεύθυνση Αστυνομίας Βορειοανατολικής Αττικής, με έδρα στον Δήμο Αμαρουσίου,
vi) Διεύθυνση Αστυνομίας Νοτιοανατολικής Αττικής, με έδρα στον Δήμο Ελληνικού Αργυρούπολης,
vii) Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής, με έδρα στον Δήμο Αθηναίων,
viii) Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής, με έδρα στον Δήμο Καισαριανής,
ix) Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Αττικής, με έδρα στον Δήμο Αθηναίων,
x) Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών, με έδρα στον χώρο εγκαταστάσεων του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών,
xi) Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής, με έδρα στον Δήμο Μοσχάτου Ταύρου και
xii) Διεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Αττικής, με έδρα στον Δήμο Μοσχάτου Ταύρου.
ββ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Στερεάς Ελλάδας, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Φθιώτιδας, με έδρα στον Δήμο Λαμιέων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Βοιωτίας, με έδρα στον Δήμο Λεβαδέων,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Εύβοιας, με έδρα στον Δήμο Χαλκιδέων,
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Ευρυτανίας, με έδρα στον Δήμο Καρπενησίου και
v) Διεύθυνση Αστυνομίας Φωκίδας, με έδρα στον Δήμο Δελφών.
βγ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Δυτικής Ελλάδας, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Αχαΐας, με έδρα στον Δήμο Πατρέων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Αιτωλίας, με έδρα στον Δήμο Ιεράς Πόλης Μεσολογγίου,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Ακαρνανίας, με έδρα στον Δήμο Αγρινίου και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Ηλείας, με έδρα στον Δήμο Πύργου.
βδ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Ιονίων Νήσων, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Κέρκυρας, με έδρα στον Δήμο Κεντρικής Κέρκυρας και Διαποντίων Νήσων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Ζακύνθου, με έδρα στον Δήμο Ζακύνθου,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Κεφαλληνίας, με έδρα στον Δήμο Αργοστολίου και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Λευκάδας, με έδρα στον Δήμο Λευκάδας.
βε) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Πελοποννήσου, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Αρκαδίας, με έδρα στον Δήμο Τρίπολης,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Αργολίδας, με έδρα στον Δήμο Ναυπλιέων,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Κορινθίας, με έδρα στον Δήμο Κορινθίων,
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Λακωνίας, με έδρα στον Δήμο Σπάρτης και
v) Διεύθυνση Αστυνομίας Μεσσηνίας, με έδρα στον Δήμο Καλαμάτας.
βστ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Νοτίου Αιγαίου, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Κυκλάδων, με έδρα στον Δήμο Σύρου Ερμούπολης,
ii) Α’ Διεύθυνση Αστυνομίας Δωδεκανήσου, με έδρα στον Δήμο Ρόδου και
iii) Β’ Διεύθυνση Αστυνομίας Δωδεκανήσου, με έδρα στον Δήμο Κω.
βζ) Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) Κρήτης, με τις ακόλουθες Διευθύνσεις:
i) Διεύθυνση Αστυνομίας Χανίων, με έδρα στον Δήμο Χανίων,
ii) Διεύθυνση Αστυνομίας Ρεθύμνης, με έδρα στον Δήμο Ρεθύμνης,
iii) Διεύθυνση Αστυνομίας Ηρακλείου, με έδρα στον Δήμο Ηρακλείου και
iv) Διεύθυνση Αστυνομίας Λασιθίου, με έδρα στον Δήμο Αγίου Νικολάου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 8
Αποστολή του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.)
1. Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.) είναι η ανώτατη διοικητική δομή της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία υποστηρίζει τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας στην εκπλήρωση των καθηκόντων του, στο πλαίσιο της άσκησης πλήρους διοίκησης και εποπτείας όλων των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Το Α.Ε.Α. μεριμνά για την εκπλήρωση της αποστολής του Σώματος στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Προς τον σκοπό αυτό, το Α.Ε.Α., μέσω των επιτελικών υπηρεσιών του, προγραμματίζει, σχεδιάζει, παρακολουθεί, κατευθύνει και ελέγχει τη δράση των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών και εξασφαλίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
Άρθρο 9
Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων
1. Στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας συστήνεται και λειτουργεί Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων (Σ.Ε.Σ.Δ.Κ.), το οποίο συγκροτείται από τους:
α) Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ως Πρόεδρο,
β) Α’ Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας,
γ) Β’ Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας,
δ) Γενικό Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας Ελλάδας,
ε) Γενικό Συντονιστή Αστυνομίας Νότιας Ελλάδας και
στ) πέντε (5) Γενικούς Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α., ως μέλη.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου αναπληρώνονται, σε περίπτωση έλλειψης, απουσίας ή κωλύματος, από τους νόμιμους αναπληρωτές τους.
3. Το Σ.Ε.Σ.Δ.Κ.:
α) είναι αρμόδιο να παρέχει κατευθύνσεις για την επιχειρησιακή τακτική των επιτελικών και επιχειρησιακών υπηρεσιών προς αντιμετώπιση έκτακτων και σοβαρών γεγονότων, τα οποία μπορούν να κλονίσουν το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών, καθώς και κατευθύνσεις που αφορούν στην πρόληψη και καταστολή της εγκληματικότητας και σε οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με την εν γένει λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας, με σκοπό η τελευταία να ανταποκρίνεται μακροπρόθεσμα στις εξελίξεις που αφορούν στην αποστολή της,
β) συγκαλείται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος καθορίζει και την ημερήσια διάταξη,
γ) συνεδριάζει με την παρουσία τουλάχιστον τεσσάρων (4) μελών. Όταν συγκαλείται για τη διαχείριση κρίσεων ή για σοβαρά θέματα ασφάλειας, δύναται να καλούνται και να συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, και οι οικείοι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές ή Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές. Περαιτέρω, δύναται να καλούνται και να συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, κατά περίπτωση, υπηρεσιακοί παράγοντες του Σώματος και του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, εκπρόσωποι άλλων υπουργείων και δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, καθώς και εμπειρογνώμονες και ειδικοί επιστήμονες,
δ) συνεδριάζει σε ειδικό προς τούτο χώρο του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, κατάλληλα διαμορφωμένο και εξοπλισμένο με τα απαραίτητα σύγχρονα οπτικοακουστικά και λοιπά τεχνολογικά μέσα, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, ιδίως σε ό,τι αφορά στην παρακολούθηση έκτακτων και σοβαρών γεγονότων, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν κρίσεις στον τομέα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, καθώς και στον σχεδιασμό της τακτικής αντιμετώπισής τους.
4. Στις συνεδριάσεις του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ. καθήκοντα Γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί αξιωματικός του Τμήματος Επιτελικής Υποστήριξης του Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού, το οποίο είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή υποστήριξη και την τήρηση του αρχείου του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ.. Ο Γραμματέας του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ. είναι αρμόδιος για την τήρηση πρακτικών, τα οποία διαβαθμίζονται με βαθμό ασφαλείας «ΑΠΟΡΡΗΤΟ» και καταχωρούνται στο οικείο βιβλίο. Η διαφύλαξη του απορρήτου των πρακτικών αποτελεί υπηρεσιακή υποχρέωση του Γραμματέα του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ., ενώ στις Υπηρεσίες αποστέλλεται μόνο η απόφαση του Συμβουλίου προς εκτέλεση.
Άρθρο 10
Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού
1. Το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού (Ε.Γ.Α.) λειτουργεί σε επίπεδο Διεύθυνσης και έχει ως αποστολή τη διοικητική υποστήριξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας στην εκπλήρωση των καθηκόντων του.
2. Το Ε.Γ.Α. διαρθρώνεται ως εξής: α) Τμήμα Επιτελικής Υποστήριξης και β) Υπασπιστήριο.
3. Το Τμήμα Επιτελικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τη διερεύνηση συγκεκριμένων ζητημάτων, κατόπιν σχετικής εντολής του Αρχηγού,
β) τη διεκπεραίωση της προσωπικής και υπηρεσιακής αλληλογραφίας του Αρχηγού σε θέματα μείζονος σπουδαιότητας και απόρρητου ή εμπιστευτικού χαρακτήρα,
γ) τη γραμματειακή υποστήριξη και τήρηση του αρχείου του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ. και ειδικότερα τον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης, σύμφωνα με τις εντολές του Αρχηγού, την τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων, τη σύνταξη των αποφάσεων, τη διενέργεια κάθε είδους πράξης για την προπαρασκευή των συνεδριάσεων και την παρακολούθηση της υλοποίησης των αποφάσεων του Σ.Ε.Σ.Δ.Κ. και
δ) την εκτέλεση κάθε άλλου σχετικού έργου που του ανατίθεται από τον Αρχηγό.
4. Το Υπασπιστήριο λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος και είναι αρμόδιο για:
α) την εξασφάλιση της γραμματειακής υποστήριξης του Αρχηγού και την επικοινωνία του με Αρχές της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, υπηρεσίες και ιδιώτες,
β) την παρακολούθηση της επικαιρότητας, ιδίως, ζητημάτων αστυνομικού ενδιαφέροντος και την ενημέρωση του Αρχηγού ως προς αυτά,
γ) την τήρηση του ημερολογίου συμβάντων για μείζονος σημασίας ζητήματα, καθώς και του αρχείου του Γραφείου,
δ) τη διενέργεια κάθε αναγκαίας πράξης για την υποβοήθηση του Αρχηγού στην ανταπόκρισή του σε εθιμοτυπικές υποχρεώσεις, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επικοινωνίας και
ε) τη διεκπεραίωση κάθε άλλης αρμοδιότητας που του ανατίθεται από τον Αρχηγό.
Άρθρο 11
Γραφεία Ηγεσίας
1. Στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.) λειτουργούν και τα Γραφεία των Α’ και Β’ Υπαρχηγών με αρμοδιότητα τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και τις ανάγκες επικοινωνίας τους, τα οποία στελεχώνονται από τους βοηθούς τους και το απολύτως αναγκαίο για τη λειτουργία τους προσωπικό.
2. Το Α.Ε.Α. εξυπηρετεί και τη λειτουργία του Γραφείου του Γενικού Συντονιστή Αστυνομίας Νότιας Ελλάδας. Το Γραφείο του Γενικού Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας Ελλάδας εδρεύει σε χώρο του Επιτελείου της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης. Τα εν λόγω Γραφεία έχουν ως αρμοδιότητα τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και την κάλυψη των αναγκών επικοινωνίας των Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας και στελεχώνονται με το απολύτως αναγκαίο για τη λειτουργία τους προσωπικό.
3. Το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού και τα Γραφεία της ηγεσίας εξυπηρετούνται διαχειριστικά από τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, με εξαίρεση το Γραφείο του Γενικού Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας Ελλάδας, το οποίο εξυπηρετείται διαχειριστικά από το Επιτελείο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης.
Άρθρο 12
Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
1. Συστήνεται στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο Γραφείο Προστασίας Δεδομένων προΐσταται ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων.
2. Το Γραφείο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα παρέχει γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη στον Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων (Υ.Π.Δ.) και στελεχώνεται από το αναγκαίο αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό. Το αστυνομικό προσωπικό είναι κατά βαθμό ιεραρχικά κατώτερο του Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων.
3. Ως Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων ορίζεται με απόφαση του Αρχηγού, αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων δεν λαμβάνει εντολές κατά την άσκηση των καθηκόντων του και αναφέρεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 39 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ [Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (Γ.Κ.Π.Δ.), L 119] και στην παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4624/2019 (Α’ 137) και έχει ως βασική αρμοδιότητα τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης του υπευθύνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία με τις διατάξεις του Γ.Κ.Π.Δ. και του ν. 4624/2019, καθώς και τη μεσολάβηση μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερομένων. Ο ρόλος του είναι συμβουλευτικός και δεν φέρει προσωπική ευθύνη για τη μη συμμόρφωση με τον Γ.Κ.Π.Δ. και τον ν. 4624/2019. Ειδικότερα, ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων είναι αρμόδιος για:
α) να ενημερώνει και να συμβουλεύει τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και τους αρμόδιους υπαλλήλους τους, σχετικά με τις υποχρεώσεις τους, που απορρέουν από τον Γ.Κ.Π.Δ. και από άλλες διατάξεις περί προστασίας δεδομένων,
β) να παρακολουθεί την εσωτερική συμμόρφωση με τον Γ.Κ.Π.Δ., καθώς και με άλλες διατάξεις της ενωσιακής ή εθνικής νομοθεσίας, σχετικά με την προστασία δεδομένων και με τις πολιτικές του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης αρμοδιοτήτων, της ευαισθητοποίησης και της κατάρτισης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις πράξεις επεξεργασίας και των σχετικών ελέγχων,
γ) να παρέχει συμβουλές, όταν ζητείται, όσον αφορά την εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων και να παρακολουθεί την υλοποίησή της, σύμφωνα με το άρθρο 35 του Γ.Κ.Π.Δ.,
δ) να συνεργάζεται με τις εποπτικές αρχές και ιδίως με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,
ε) να ενεργεί ως σημείο επικοινωνίας για την εποπτική αρχή, για ζητήματα που σχετίζονται με την επεξεργασία, περιλαμβανομένης της προηγούμενης διαβούλευσης κατά το άρθρο 36 του Γ.Κ.Π.Δ. και να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις, ανάλογα με την περίπτωση, για οποιοδήποτε άλλο θέμα.
4. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων λαμβάνει δεόντως υπόψη τον κίνδυνο που συνδέεται με τις πράξεις επεξεργασίας, συνεκτιμώντας τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς επεξεργασίας.
5. Ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων και το προσωπικό του Γραφείου Προστασίας Δεδομένων δεσμεύονται, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, από την τήρηση του απορρήτου ή της εμπιστευτικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Άρθρο 13
Διεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου
1. Η Διεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου (Δ.Δ.Ε.Ε.) υπάγεται απευθείας στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και είναι αρμόδια για:
α) τον κεντρικό σχεδιασμό και συντονισμό όλων των απαραίτητων δράσεων για την ανάπτυξη και εφαρμογή προτύπων εσωτερικού ελέγχου του ένστολου προσωπικού για κάθε υπαίτια και καταλογιστή παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος,
β) τη διενέργεια διοικητικών εξετάσεων και την απόδοση ευθυνών,
γ) την ανάθεση, την εποπτεία και τον έλεγχο του προσωπικού των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών που είναι αρμόδιο για τη διενέργεια των διοικητικών εξετάσεων με αντικειμενικότητα και με τη δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και
δ) την ενίσχυση της ακεραιότητας του Σώματος και την προαγωγή υψηλών προτύπων επαγγελματισμού και λογοδοσίας στην αστυνόμευση.
2. Η Δ.Δ.Ε.Ε. διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Δεοντολογίας,
β) Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων,
γ) Τμήμα Ελέγχου Διοικητικών Εξετάσεων και
δ) Τμήμα Υποστήριξης Πειθαρχικών Συμβουλίων.
3. Οι αρμοδιότητες της Δ.Δ.Ε.Ε. κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Δεοντολογίας είναι αρμόδιο για: αα) την εκπόνηση, την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και τον ανασχεδιασμό των προτύπων δεοντολογίας και εσωτερικού ελέγχου για το ένστολο προσωπικό,
αβ) την εκπόνηση και επικαιροποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας Πειθαρχικών Οργάνων της Ελληνικής Αστυνομίας για τη θέσπιση πρότυπου πλαισίου ενεργειών και την κατάρτιση ειδικότερων κανόνων συμπεριφοράς,
αγ) τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη μηχανισμού για την ενίσχυση των ελέγχων ακεραιότητας κατά την πρόσληψη του προσωπικού, καθώς και σε τακτά χρονικά διαστήματα, κατά τη διάρκεια της αστυνομικής σταδιοδρομίας,
αδ) την αξιολόγηση κινδύνων που δύνανται να επηρεάσουν την ηθική συμπεριφορά του προσωπικού και να συμβάλλουν στην αστυνομική αυθαιρεσία,
αε) τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη μηχανισμού για την παροχή εμπιστευτικής συμβουλευτικής στο ένστολο προσωπικό σε θέματα ηθικής και ακεραιότητας,
αστ) τη συνεργασία με διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές αρχές, όργανα και φορείς, την παροχή στοιχείων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης και την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε αυτά,
αζ) τη συνεργασία με ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα και τον σχεδιασμό κοινών δράσεων και προγραμμάτων για τη μελέτη των τάσεων στους τομείς της επαγγελματικής δεοντολογίας και της ενίσχυσης της διαφάνειας και της λογοδοσίας, καθώς και των σχετικών προκλήσεων στον τομέα της αστυνόμευσης,
αη) τον σχεδιασμό δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων και
αθ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων για τη δραστηριότητα της Διεύθυνσης και τη σύνταξη ετήσιας έκθεσης απολογισμού του έργου της Δ.Δ.Ε.Ε., των Τμημάτων Διοικητικών Εξετάσεων (Τ.Δ.Ε.) και των Γραφείων Διοικητικών Εξετάσεων (Γ.Δ.Ε.) και τη μέριμνα για την ανάρτησή της στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας.
β) Το Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων είναι αρμόδιο για: βα) τη διενέργεια Ένορκων Διοικητικών Εξετάσεων (Ε.Δ.Ε.) του άρθρου 26 του π.δ. 120/2008 (Α’ 182), κατόπιν ανάθεσης από τον Διευθυντή της Δ.Δ.Ε.Ε., που αφορούν στο ένστολο προσωπικό των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίες λειτουργούν στην Περιφέρεια Αττικής,
ββ) τη διενέργεια, κατόπιν διαταγής Προκαταρκτικής Διοικητικής Εξέτασης (Π.Δ.Ε.) ή Ε.Δ.Ε., σύμφωνα με τα άρθρα 22, 24, 26 και 27 του π.δ. 120/2008, που αφορούν σε ένστολο προσωπικό, το οποίο υπηρετεί σε οποιαδήποτε υπηρεσία ανεξαρτήτως διοικητικής υπαγωγής,
βγ) την εποπτεία και τον έλεγχο του αρμόδιου προσωπικού των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών για τη διενέργεια των διοικητικών εξετάσεων με αντικειμενικότητα και τη δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και
βδ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων για τη δραστηριότητα της υπηρεσίας και την εξέλιξη των διοικητικών εξετάσεων.
γ) Το Τμήμα Ελέγχου Διοικητικών Εξετάσεων είναι αρμόδιο για:
γα) την τήρηση αρχείου των διοικητικών εξετάσεων που περαιώνονται από το Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων και την Υποδιεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου Βορείου Ελλάδας,
γβ) τη διενέργεια των απαιτούμενων διοικητικών διαδικασιών για τη λήψη απόφασης από τα αρμόδια όργανα επί των διοικητικών εξετάσεων που εκκρεμούν προς εκδίκαση κατά τα άρθρα 38 και 39 του π.δ. 120/2008,
γγ) την τήρηση αρχείου με όλα τα πορίσματα των Ε.Δ.Ε. του άρθρου 26 του π.δ. 120/2008 και τις αποφάσεις που λαμβάνονται επ’ αυτών,
γδ) την υποβολή προτάσεων στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας για την άσκηση της αρμοδιότητάς του κατά την παρ. 4 του άρθρου 31 του π.δ. 120/2008 και
γε) τη σύνταξη των παραπεμπτικών διαταγών, των διαταγών συμπλήρωσης των διοικητικών εξετάσεων και των λοιπών διοικητικών πράξεων που είναι αναγκαίες για την υλοποίηση των αποφάσεων που ελήφθησαν επ’ αυτών.
δ) Το Τμήμα Υποστήριξης Πειθαρχικών Συμβουλίων είναι αρμόδιο για:
δα) τη συγκρότηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων και
δβ) τη γραμματειακή υποστήριξη των Πειθαρχικών
Συμβουλίων με έδρα την Περιφέρεια Αττικής και την τήρηση σχετικού αρχείου.
4. Με έδρα τη Θεσσαλονίκη λειτουργεί Υποδιεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου Βορείου Ελλάδας (Υ.Δ.Ε.Ε.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Δ.Ε.Ε, η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή του Τομέα Βόρειας Ελλάδας και οι αρμοδιότητές της κατανέμονται στα Τμήματα στα οποία διαρθρώνεται, ως ακολούθως:
α) Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τη διενέργεια Ε.Δ.Ε. του άρθρου 26 του π.δ. 120/2008, κατόπιν ανάθεσης από τον Διευθυντή της Υ.Δ.Ε.Ε.Β.Ε., που αφορούν στο ένστολο προσωπικό των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίες λειτουργούν στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας,
αβ) τη διενέργεια, κατόπιν διαταγής, Π.Δ.Ε. ή Ε.Δ.Ε. σύμφωνα με τα άρθρα 22, 24, 26 και 27 του π.δ. 120/2008, που αφορούν σε ένστολο προσωπικό, το οποίο υπηρετεί σε οποιαδήποτε υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας ανεξαρτήτως διοικητικής υπαγωγής και
αγ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων για τη δραστηριότητα της υπηρεσίας και την εξέλιξη των διοικητικών εξετάσεων και την υποβολή τους στη Δ.Δ.Ε.Ε..
β) Τμήμα Υποστήριξης Πειθαρχικών Συμβουλίων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την υποβολή προτάσεων για τη συγκρότηση των Πειθαρχικών Συμβουλίων με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και
ββ) τη γραμματειακή υποστήριξη των Πειθαρχικών Συμβουλίων της υποπερ. βα) και την τήρηση σχετικού αρχείου.
5. Στη Δ.Δ.Ε.Ε. υπάγονται ως προς την ειδική τους αποστολή:
α) τα Τμήματα Διοικητικών Εξετάσεων (Τ.Δ.Ε.), τα οποία λειτουργούν στα Επιτελεία των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, με εξαίρεση τη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας, όπου λειτουργεί η Υ.Δ.Ε.Ε.Β.Ε. και
β) τα Γραφεία Διοικητικών Εξετάσεων (Γ.Δ.Ε.), τα οποία λειτουργούν στα Επιτελεία των Διευθύνσεων Αστυνομίας των ΓΕ.Π.Α.Δ..
6. Στη Δ.Δ.Ε.Ε. και την Υ.Δ.Ε.Ε.Β.Ε. λειτουργούν Γραφεία Γραμματείας, τα οποία είναι αρμόδια για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσης και την τήρηση του αρχείου.
7. Για τη βεβαίωση πειθαρχικών παραπτωμάτων του ένστολου προσωπικού που υπηρετεί στη Δ.Δ.Ε.Ε., στην Υ.Δ.Ε.Ε.Β.Ε., στα Τ.Δ.Ε. και στα Γ.Δ.Ε., εφαρμόζονται οι διατάξεις του οικείου πειθαρχικού δικαίου. Πειθαρχικά παραπτώματα σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως άνω προσωπικού συνιστούν επιβαρυντική περίπτωση για την επιμέτρηση της ποινής.
8. Η Δ.Δ.Ε.Ε. για την εκπλήρωση της αποστολής της εποπτεύεται, κατά λόγο αρμοδιότητας, από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, σύμφωνα με τα άρθρα 82 έως 103 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) και τον Συνήγορο του Πολίτη, ως Εθνικό Μηχανισμό Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, σύμφωνα με τον ν. 3094/2003 (Α’ 10) και το άρθρο 1 του ν. 3938/2011 (Α’ 61).
Άρθρο 14
Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων
1. Η Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων (Δ.Ε.Δι.Κ) υπάγεται στον Α’ Υπαρχηγό και είναι αρμόδια για:
α) την υποστήριξη του Συστήματος Διαχείρισης Περιστατικών και Κρίσεων της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) τη συνεργασία, τον συντονισμό και την υποστήριξη για τη διαχείριση κρίσιμων περιστατικών του τομέα της εσωτερικής ασφάλειας, σε συνεργασία με λοιπούς συναρμόδιους φορείς και ιδίως τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, το Πυροσβεστικό Σώμα και το Λιμενικό Σώμα Ελληνική Ακτοφυλακή,
γ) τον σχεδιασμό, την οργάνωση και την υλοποίηση των απαιτούμενων ενεργειών που απορρέουν από τον ορισμό της Ελληνικής Αστυνομίας ως υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ. 75/2020 (Α’ 173),
δ) τη σχεδίαση και διαρκή επικαιροποίηση Ειδικών Επιχειρησιακών Σχεδίων, επιχειρησιακών και εκπαιδευτικών εγχειριδίων ασφάλειας και Συνήθων Διαδικασιών Ασφάλειας (Σ.Δ.Α.),
ε) την εκπόνηση μελετών τρωτότητας ζωτικών εγκαταστάσεων και κρίσιμων υποδομών αστυνομικού ενδιαφέροντος και την καθοδήγηση των αστυνομικών υπηρεσιών για την εκπόνηση μελετών τρωτότητας των εγκαταστάσεών τους και
στ) τη διαρκή λήψη και μετάδοση επιχειρησιακών πληροφοριών για εκδηλωθέντα συμβάντα αστυνομικού ενδιαφέροντος σε όλη την επικράτεια, καθώς και την παροχή σχετικής ενημέρωσης όλων των αρμόδιων αρχών και οργάνων.
2. Η Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Συντονισμού, Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού, Συνεργασιών και Ασκήσεων,
γ) Τμήμα Διαχείρισης Συστημάτων Επιτήρησης,
δ) Τμήμα Προστασίας Κρίσιμων Υποδομών, Οντοτήτων και Δημοσίων Χώρων,
ε) Τμήμα Υβριδικών Απειλών και Στρατηγικής Επικοινωνίας και
στ) Κέντρο Επιχειρήσεων.
3. Το Τμήμα Συντονισμού, Διοικητικής και Τεχνικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τη συνεργασία και τον συντονισμό των Τμημάτων της υπηρεσίας σε θέματα της αποστολής της,
β) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού και την εξασφάλιση της διοικητικής υποστήριξης της υπηρεσίας και την τήρηση του αρχείου αυτής,
γ) την εισήγηση για τον εφοδιασμό της υπηρεσίας με τον αναγκαίο για τη λειτουργία της υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα και τη μέριμνα για τη σωστή λειτουργία και συντήρησή τους,
δ) την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και εξειδίκευση του προσωπικού της υπηρεσίας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης,
ε) την υποστήριξη των λοιπών τμημάτων της υπηρεσίας στην οργάνωση σεμιναρίων, συνεδρίων και διαλέξεων, σχετικά με το αντικείμενο και την αποστολή της,
στ) την κατάρτιση και την εφαρμογή σχεδίων ασφάλειας των εγκαταστάσεων, υλικών και μέσων της υπηρεσίας και τη μέριμνα για την ασφαλή φύλαξή τους,
ζ) την τήρηση της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων των επιχειρησιακών σχεδίων και μνημονίων ενεργειών που αφορούν στην αντιμετώπιση κρίσιμων συμβάντων και έκτακτων αναγκών, τα οποία συντάσσονται από τις αρμόδιες επιχειρησιακές κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και
η) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
4. Το Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού, Συνεργασιών και Ασκήσεων είναι αρμόδιο για:
α) τη σχεδίαση και διαρκή ενημέρωση του Συστήματος Διαχείρισης Περιστατικών και Κρίσεων (ΣΥ.ΔΙ.ΠΕ.Κ.) «ΠΟΛΥΔΕΥΚΗΣ», του Ειδικού Επιχειρησιακού Σχεδίου Αντιμετώπισης Χημικών, Βιολογικών, Ραδιενεργών, Πυρηνικών και Εκρηκτικών (Χ.Β.Ρ.Π.Ε.) απειλών «ΘΗΣΕΑΣ» και του Ειδικού Επιχειρησιακού Σχεδίου Αντιμετώπισης Ομηριών Διαπραγματεύσεων «ΝΙΚΙΑΣ», αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) τη συγκρότηση, τον σχεδιασμό και τη μέριμνα για την υλοποίηση της βασικής και συντηρητικής εκπαίδευσης της Ομάδας Διαπραγματευτών, σε συνεργασία με την ειδική εκπαιδευτική ομάδα και τις εκάστοτε αρμόδιες Διευθύνσεις, καθώς και την εισήγηση για τη συγκρότηση και λειτουργία της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Αξιολόγησης, περί της καταλληλότητας των υποψηφίων Διαπραγματευτών, για την απόκτηση της ιδιότητας αυτής. Στο πλαίσιο άσκησης της αρμοδιότητας αυτής, το Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού, Συνεργασιών και Ασκήσεων τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων, καθώς και Ειδικό Μητρώο Διαπραγματευτών, στο οποίο εντάσσεται το σύνολο των διαπραγματευτών της Ελληνικής Αστυνομίας και συνεργάζεται με τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις για τη συμμετοχή των διαπραγματευτών, τόσο σε εκπαιδευτικά προγράμματα φορέων ασφάλειας της αλλοδαπής, όσο και σε συναντήσεις διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών και άλλων φορέων, με στόχο τη μεταφορά και την αξιοποίηση της σχετικής τεχνογνωσίας και εμπειρίας,
γ) τη σχεδίαση και διαρκή επικαιροποίηση Ειδικών Επιχειρησιακών Σχεδίων, επιχειρησιακών και εκπαιδευτικών εγχειριδίων ασφάλειας και Συνήθων Διαδικασιών Ασφάλειας (Σ.Δ.Α.), σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
δ) τη συνδρομή, στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και σε άλλους φορείς, κατόπιν σχετικού αιτήματος, για την εκπόνηση επιχειρησιακών σχεδίων ασφάλειας,
ε) την ανάπτυξη συνεργασιών με εγχώριες ή αλλοδαπές υπηρεσίες, ιδρύματα, κέντρα ή άλλους φορείς στο πλαίσιο της παρακολούθησης των διεθνών εξελίξεων, της ανταλλαγής εμπειριών και της εκπόνησης μελετών που αφορούν στον χειρισμό κρίσιμων περιστατικών και επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας,
στ) την κατάρτιση ειδικών προγραμμάτων για την εκπαίδευση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα αρμοδιότητας της υπηρεσίας,
ζ) την ανάλυση και αποτίμηση της διαχείρισης κρίσιμων περιστατικών και την εξαγωγή και κοινοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων στις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς,
η) την τήρηση και τη διαρκή ενημέρωση του δικτύου Συνδέσμων Εκπροσώπων με υπηρεσίες, οργανισμούς και φορείς, αναφορικά με θέματα αποστολής της υπηρεσίας,
θ) την παρακολούθηση και ανάλυση γεγονότων εθνικού και διεθνούς χαρακτήρα, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν αιτία κρίσης και την εισήγηση, ιεραρχικά,
ενδεικνυόμενων μέτρων αποτελεσματικής πρόληψης ή αντιμετώπισης σε στρατηγικό, επιχειρησιακό ή τακτικό επίπεδο,
ι) την παροχή στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, κατευθύνσεων και οδηγιών για την εκπόνηση σχεδίων προστασίας και ασφάλειας των εγκαταστάσεών τους,
ια) την ανάπτυξη, σχεδίαση και υλοποίηση προγράμματος, επί χάρτου ή πραγματικών ασκήσεων ετοιμότητας διυπηρεσιακού ή διακλαδικού χαρακτήρα και τοπικής περιφερειακής, εθνικής ή διεθνούς εμβέλειας, με σκοπό τη δοκιμασία του συστήματος χειρισμού κρίσεων,
ιβ) τη συνεργασία με τις υπηρεσίες του Σώματος, καθώς και τους λοιπούς συναρμόδιους φορείς και υπηρεσίες, σε θέματα σχεδίασης και οργάνωσης ασκήσεων ετοιμότητας, και
ιγ) τη συνδρομή στην παραγωγή οπτικοακουστικού υλικού και την κάλυψη των επικοινωνιακών αναγκών της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και της φυσικής ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας, στο πλαίσιο των δράσεων και συνεργασιών τους, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επικοινωνίας.
5. Το Τμήμα Διαχείρισης Συστημάτων Επιτήρησης είναι αρμόδιο για:
α) τον σχεδιασμό, την οργάνωση και την υλοποίηση των απαιτούμενων ενεργειών που απορρέουν από τον ορισμό της Ελληνικής Αστυνομίας ως υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά το άρθρο 4 του π.δ. 75/2020 και ειδικότερα για τη διασφάλιση της εφαρμογής των ειδικότερων κανόνων εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων επιτήρησης σε δημόσιους χώρους, στο μέτρο που διενεργείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με ταυτόχρονη διασφάλιση των δικαιωμάτων των υποκειμένων στην επεξεργασία, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον ν. 4624/2019 (Α’ 137),
β) τον προσδιορισμό του απαιτούμενου υλικοτεχνικού εξοπλισμού για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του υπευθύνου επεξεργασίας και την εκδήλωση των προπαρασκευαστικών ενεργειών που αφορούν στην προμήθειά τους,
γ) τον σχεδιασμό και συντονισμό των απαιτούμενων ενεργειών που αφορούν στην τήρηση των προϋποθέσεων και κριτηρίων εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων επιτήρησης, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 του π.δ. 75/2020,
δ) τη διενέργεια αυτοψίας και ελέγχου των σημείων όπου είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν ή σχεδιάζεται να εγκατασταθούν συστήματα επιτήρησης και την υλοποίηση των απαιτούμενων ενεργειών,
ε) τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων που αφορούν στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 11 του π.δ. 75/2020,
στ) τον προσδιορισμό, τον σχεδιασμό και την οργάνωση όλων των απαιτούμενων ενεργειών για τη λήψη και τήρηση των οργανωτικών και τεχνικών μέτρων ασφαλείας που αφορούν στη χρήση συστημάτων επιτήρησης και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των προσώπων που θίγονται από τη χρήση των συστημάτων αυτών,
ζ) την κατάρτιση σχεδίου μνημονίου ενεργειών για τον προσδιορισμό των απαιτούμενων ενεργειών που αφορούν στη συλλογή, επεξεργασία, διαβίβαση, τήρηση και διαγραφή των δεδομένων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο π.δ. 75/2020,
η) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών που απαιτούνται στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων του, την κατάρτιση των απαιτούμενων σχεδίων κανονιστικών πράξεων που αφορούν στην απόφαση εγκατάστασης και λειτουργίας των συστημάτων επιτήρησης και τη συνεργασία με λοιπές υπηρεσίες και δημόσιες αρχές,
θ) την ανάθεση, σύμφωνα με το άρθρο 60 του ν. 4624/2019, της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε εκτελούντες την επεξεργασία, οι οποίοι υποχρεούνται να εξασφαλίζουν, με κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, ότι η επεξεργασία διενεργείται σύμφωνα με τον νόμο και ότι διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων των υποκειμένων επεξεργασίας,
ι) την κατάρτιση και τη λειτουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης ασφάλειας των δεδομένων του συστήματος και ειδικότερα την κατάρτιση, σε συνεργασία με συναρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, πολιτικής ασφάλειας, τον προσδιορισμό της διαδικασίας αναθεώρησής της και εφόσον απαιτείται, των ειδικότερων διαδικασιών του συστήματος διαχείρισης ασφάλειας, καθώς και την εξειδίκευση των μέτρων ασφάλειας και τη μέριμνα για την αδιάλειπτη τήρηση και περιοδική αξιολόγησή τους,
ια) τη συνεργασία και διαβούλευση με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, τη γνωστοποίηση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αυτήν και την ενημέρωση του υποκειμένου, σύμφωνα με τα άρθρα 63 και 64 του ν. 4624/2019,
ιβ) την τήρηση επικαιροποιημένων αρχείων καταγραφής των ενεργειών που εκτελούνται στα δεδομένα των συστημάτων βιντεοεπιτήρησης, σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 4624/2019 και
ιγ) κάθε άλλη ενέργεια που προκύπτει από τις διατάξεις του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου και ορίζει την Ελληνική Αστυνομία ως υπεύθυνο επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων για τους σκοπούς που ειδικά αναφέρονται σε αυτό.
6. Το Τμήμα Προστασίας Κρίσιμων Υποδομών, Οντοτήτων και Δημοσίων Χώρων είναι αρμόδιο για:
α) την εκπόνηση μελετών τρωτότητας ζωτικών εγκαταστάσεων και κρίσιμων υποδομών αστυνομικού ενδιαφέροντος, την παροχή συστάσεων και οδηγιών προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και όργανα για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας και τη μέριμνα για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση σχετικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για το προσωπικό του Σώματος,
β) τον καθορισμό των προδιαγραφών ασφάλειας των δημοσίων χώρων, ευπαθών ή ευαίσθητων ή «μαλακών» στόχων (soft targets) από την απειλή τρομοκρατικών και εγκληματικών επιθέσεων, σε συνεργασία με άλλους συναρμόδιους φορείς και υπηρεσίες,
γ) τη συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς κρίσιμων οντοτήτων για τον καθορισμό προδιαγραφών ασφάλειας, την εκπόνηση σχεδίων ασφάλειας, για τις κρίσιμες οντότητες και τους ευπαθείς ή ευαίσθητους ή μαλακούς στόχους,
δ) τη συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς κρίσιμων οντοτήτων, δημοσίων χώρων και ευπαθών στόχων, για τον σχεδιασμό, την κατάρτιση και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και ασκήσεων για ζητήματα προστασίας και ασφάλειας, για το προσωπικό αυτών,
ε) τη συνέργεια με την ακαδημαϊκή και την ερευνητική κοινότητα, τόσο για την ανάδειξη μελλοντικών τάσεων, όσο και για τον καλύτερο σχεδιασμό ασφάλειας,
στ) την αξιοποίηση μεθοδολογιών μακροπρόθεσμου σχεδιασμού (foresight) για τις μελέτες επικινδυνότητας και
ζ) τη χρήση νέων τεχνολογικών εργαλείων και συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για την ενίσχυση της ασφάλειας και την αποτροπή των κινδύνων.
7. Το Τμήμα Υβριδικών Απειλών και Στρατηγικής Επικοινωνίας είναι αρμόδιο για:
α) την παρακολούθηση της εξέλιξης των υβριδικών απειλών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο,
β) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε συναντήσεις και ομάδες εργασίας, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο για τις υβριδικές απειλές στον τομέα της εσωτερικής ασφάλειας,
γ) την εκτίμηση της απειλής για την εσωτερική ασφάλεια της χώρας από τις υβριδικές απειλές,
δ) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των αρμόδιων Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας για την πρόληψη, την αποτροπή και την αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών,
ε) τη συνεργασία, κυρίως στο πλαίσιο της διαλειτουργικότητας, με άλλους φορείς του Δημοσίου και τις Ένοπλες Δυνάμεις, για την καλύτερη αντιμετώπιση των υβριδικών απειλών,
στ) τη συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς για την προετοιμασία και την υλοποίηση εκπαιδεύσεων σε θέματα υβριδικών απειλών, ιδίως για το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και
ζ) την προετοιμασία και την ανάπτυξη δράσεων στρατηγικής επικοινωνίας, με έμφαση στην αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης στους τομείς αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας.
8. Το Κέντρο Επιχειρήσεων λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος και είναι αρμόδιο για:
α) την ταχεία ενημέρωση της ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας και τη διαρκή λήψη και μετάδοση επιχειρησιακών πληροφοριών για εκδηλωθέντα συμβάντα αστυνομικού ενδιαφέροντος σε όλη την επικράτεια, καθώς και για την ενημέρωση άλλων αρμόδιων αρχών για κάθε είδους έκτακτα ή επείγοντα σοβαρά συμβάντα, σύμφωνα με τα ειδικά σχέδια ασφάλειας, τα μνημόνια ενεργειών που ισχύουν και τις ειδικότερες διαταγές και οδηγίες που δίδονται,
β) την παρακολούθηση των αστυνομικών επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας, καθώς και περιστατικών τα οποία μπορούν να εξελιχθούν σε κρίσεις εσωτερικής ασφάλειας και την άμεση ιεραρχική ενημέρωση της ηγεσίας και των αρμοδίων οργάνων, προς τον σκοπό έγκαιρης λήψης αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης ή αντιμετώπισης σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο και εξασφάλισης της επιτυχούς και ασφαλούς διεξαγωγής των αστυνομικών επιχειρήσεων κατά τη διαχείριση αυτών,
γ) την εξασφάλιση της συντονισμένης, έγκαιρης και αποτελεσματικής κινητοποίησης, καθοδήγησης, εποπτείας και ελέγχου των Υπηρεσιών του Σώματος,
δ) την εξασφάλιση του επιχειρησιακού συντονισμού της δράσης των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών του Σώματος στην εκτέλεση των επιχειρήσεων και της εφαρμογής των ειδικών σχεδίων ασφάλειας και μνημονίων ενεργειών,
ε) τη διασύνδεσή του με τα Κέντρα Επιχειρήσεων των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών του Σώματος, καθώς και με το Εθνικό Συντονιστικό Κέντρο Ελέγχου και Επιτήρησης Συνόρων (Ε.Σ.Κ.Ε.Ε.Σ.) του άρθρου 48 του ν. 4960/2022 (Α’ 145) και τη διευκόλυνση της επικοινωνίας αυτών, κατά την επιχειρησιακή διαχείριση συμβάντων αρμοδιότητάς τους,
στ) την παροχή, βάσει του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, κατευθύνσεων για την κατάλληλη και αποτελεσματική πρώτη αντιμετώπιση περιστατικών ασφάλειας και έκτακτων περιστατικών ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, είτε η Ελληνική Αστυνομία έχει την αρμοδιότητα διαχείρισής τους, είτε υποστηρίζει άλλη αρχή ή φορέα,
ζ) τη συλλογή και διαχείριση στατιστικών στοιχείων δράσεων και συμβάντων των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών του Σώματος, προς τον σκοπό παροχής ενημέρωσης στην ηγεσία, καθώς, επίσης, την ανάλυση στοιχείων και δεδομένων για τα θέματα αρμοδιότητάς του και τη συναγωγή και επιχειρησιακή αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων,
η) τη διασύνδεσή του και την παροχή κάθε αναγκαίας συνδρομής στα αντίστοιχα Κέντρα Επιχειρήσεων Φορέων Αντιμετώπισης Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης (Φ.Α.Κ.Ε.Α.), κατά την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και άλλων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης αρμοδιότητάς τους, καθώς και τη διαχείριση συναφών συνεπειών,
θ) την παροχή αναγκαίας ενημέρωσης στον Εκπρόσωπο Τύπου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, στο Τμήμα Ενημέρωσης Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας της Διεύθυνσης Επικοινωνίας και στο Γραφείο Τύπου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, προκειμένου να εξασφαλίζεται η έγκαιρη και αποτελεσματική επικοινωνιακή διαχείριση σε περιπτώσεις περιστατικών εσωτερικής ασφάλειας και
ι) τη συνεχή υποστήριξη της λειτουργίας του τεχνολογικού εξοπλισμού και των οπτικοακουστικών μέσων κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων, σε χώρο του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
Άρθρο 15
Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης
1. Η Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης (Δ.Ο.Ε.) υπάγεται απευθείας στον Β’ Υπαρχηγό και είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον έλεγχο των διαχειρίσεων χρηματικού και υλικού και των σχετικών βιβλίων όλων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, τον έλεγχο της λειτουργίας των οικονομικών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και τον οικονομικό έλεγχο άλλων Υπηρεσιών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη που ανατίθεται σε αυτήν με ειδικές διατάξεις.
2. Η Δ.Ο.Ε. διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Ελέγχου Επιτελικών Υπηρεσιών και
β) Τμήμα Ελέγχου Επιχειρησιακών Υπηρεσιών.
3. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές είναι Αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας με βαθμό τουλάχιστον Αστυνόμου Α’.
4. H Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης ελέγχει και τη λειτουργία των Οικονομικών Υπηρεσιών της Διεύθυνσης Πολιτικής Άμυνας Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης (Π.ΑΜ. Π.Σ.Ε.Α.).
5. Η Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης είναι επίσης αρμόδια για την τήρηση των βιβλίων υλικού που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις.
6. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας που είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 16
Γενική Διεύθυνση Επιτελικού Συντονισμού
1. Η Γενική Διεύθυνση Επιτελικού Συντονισμού είναι αρμόδια για τον στρατηγικό σχεδιασμό, την ορθολογική οργάνωση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, τον χειρισμό νομικών θεμάτων και την ενίσχυση της επικοινωνίας και εξωστρέφειας του Σώματος.
2. Η Γενική Διεύθυνση Επιτελικού Συντονισμού διαρθρώνεται στις ακόλουθες Διευθύνσεις:
α) τη Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης,
β) τη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού και
γ) τη Διεύθυνση Επικοινωνίας.
Άρθρο 17
Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης
1. Η Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης (Δ.Ο.Ν.Υ.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, κατάρτισης και επεξεργασίας σχεδίων νομικών κειμένων, κωδικοποίησης της νομοθεσίας και συστηματοποίησης της νομολογίας που άπτεται των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών του Σώματος και παροχής νομικής υποστήριξης σε αυτές.
2. Η Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Οργάνωσης,
β) Τμήμα Νομικών Υποθέσεων και
γ) Τμήμα Συλλογής και Επεξεργασίας Νομικών Κειμένων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Οργάνωσης είναι αρμόδιο για: αα) τη σύνταξη εισηγήσεων και σχεδίων κανονιστικών πράξεων αναφορικά με τη βελτίωση της δομής και τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, τη χωροταξική κατανομή τους, καθώς και σχεδίων κανονιστικών πράξεων που σχετίζονται με ζητήματα αρμοδιότητας διοικητικών οργάνων και μεταβίβασης αυτής,
αβ) τη σύνταξη εισηγήσεων και σχεδίων κανονιστικών πράξεων αναφορικά με την κατανομή των οργανικών θέσεων του ένστολου προσωπικού κάθε υπηρεσίας, καθώς και τον καθορισμό του χρόνου εργασίας του προσωπικού,
αγ) τη σύνταξη εγκυκλίων για την αποσαφήνιση των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών, σε περίπτωση που προκύπτουν ζητήματα ερμηνείας, για ζητήματα οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, τη σύνταξη των υπηρεσιακών εγγράφων, τη διακίνηση της έντυπης αλληλογραφίας και την εκκαθάριση των αρχείων,
αδ) την τυποποίηση των κανονιστικών διαταγών των Διευθύνσεων του Α.Ε.Α. και την τήρηση του σχετικού αρχείου και
αε) τη σύνταξη εισηγήσεων και σχεδίων κανονιστικών πράξεων αναφορικά με τον καθορισμό της στολής και των απαραίτητων μέσων και εφοδίων που απαιτούνται για την εκτέλεση των αστυνομικών εργασιών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Α.Ε.Α..
β) Το Τμήμα Νομικών Υποθέσεων είναι αρμόδιο για: βα) την κατάρτιση και επεξεργασία των πάσης φύσεως νομοθετημάτων που σχετίζονται με τη λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας, κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
ββ) τη συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς για την από κοινού κατάρτιση και επεξεργασία των πάσης φύσεως νομοθετημάτων κοινής αρμοδιότητας,
βγ) την παρακολούθηση των νομοθετικών εξελίξεων του ενωσιακού δικαίου και την προετοιμασία της εναρμόνισης του εθνικού δικαίου με αυτό, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βδ) την απάντηση επί νομικών ερωτημάτων που υποβάλλονται από τις επιχειρησιακές κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες, μέσω των επιτελικών υπηρεσιών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και αφορούν στην αποστολή και λειτουργία τους και
βε) την επεξεργασία ερωτημάτων προς τις εισαγγελικές αρχές και το Γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
γ) Το Τμήμα Συλλογής και Επεξεργασίας Νομικών Κειμένων είναι αρμόδιο για:
γα) την παρακολούθηση σε ημερήσια βάση της δημοσίευσης των Φύλλων της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, την κατά λόγο αρμοδιότητας αποστολή τους στις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και την τήρηση σχετικού αρχείου,
γβ) την παροχή σε υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, πληροφοριών και δεδομένων σχετικά με το παραγόμενο νομοθετικό έργο,
γγ) τη συλλογή της νομολογίας των δικαστηρίων, καθώς και των γνωμοδοτήσεων των εισαγγελικών αρχών και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που αφορούν την Ελληνική Αστυνομία,
γδ) τη συλλογή των γνωμοδοτήσεων και αποφάσεων των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών και των εγκυκλίων διαταγών των Υπουργείων που αφορούν την Ελληνική Αστυνομία,
γε) τη συγκέντρωση, μελέτη, επεξεργασία και ταξινόμηση κατά θεματική ενότητα της νομοθεσίας που ενδιαφέρει την Ελληνική Αστυνομία και την κωδικοποίησή της,
γστ) τη μέριμνα τήρησης και επικαιροποίησης της εφαρμογής «Ηλεκτρονική Βιβλιοθήκη» του συστήματος Police on Line της Ελληνικής Αστυνομίας και
γζ) την οργάνωση και λειτουργία της βιβλιοθήκης νομικών συγγραμμάτων της Διεύθυνσης.
4. Στη Δ.Ο.Ν.Υ. λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 18
Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού
1. Η Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού (Δ.Σ.Σ.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον στρατηγικό σχεδιασμό της Ελληνικής Αστυνομίας μέσω της εκπόνησης και παρακολούθησης πενταετών προγραμμάτων δράσης, την ανάπτυξη μέτρων και διαδικασιών για τη βελτίωση της απορροφητικότητας και της πληρέστερης αξιοποίησης των χρηματοδοτικών πηγών και προγραμμάτων, προς τον σκοπό κάλυψης των λειτουργικών και επιχειρησιακών αναγκών του Σώματος, έρευνας και καινοτομίας, καθώς και παρακολούθησης και αξιολόγησης του έργου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Στρατηγικού και Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού,
β) Τμήμα Έρευνας και Καινοτομίας και
γ) Τμήμα Χρηματοδοτικών Εργαλείων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Στρατηγικού και Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού είναι αρμόδιο για:
αα) την κατάρτιση του στρατηγικού σχεδιασμού της Ελληνικής Αστυνομίας, την εξειδίκευση των στρατηγικών προτεραιοτήτων, την προετοιμασία πολυετών πλάνων δράσης, την επικαιροποίηση στρατηγικών κειμένων και την παρακολούθηση της υλοποίησής τους, με σκοπό την αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας τους,
αβ) τη σύνταξη και παρακολούθηση της υλοποίησης του ετήσιου σχεδίου δράσης της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την παρακολούθηση της υλοποίησης των Περιφερειακών Ετήσιων Σχεδίων Δράσης ανά Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση,
αγ) την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης απολογισμού του έργου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αδ) την εναρμόνιση του στρατηγικού σχεδιασμού της Ελληνικής Αστυνομίας με τις στρατηγικές, το πλαίσιο δράσης και τα θεματικά κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών και περιφερειακών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των συστάσεων αυτών προς την Ελλάδα,
αε) την παρακολούθηση της πορείας υλοποίησης του στρατηγικού σχεδιασμού της Ελληνικής Aστυνομίας σε τριμηνιαία βάση και την υποβολή εντός του πρώτου δεκαημέρου του επόμενου μήνα σχετικής συνολικής αναφοράς προόδου με επισήμανση των αποκλίσεων, στον Αρχηγό του Σώματος,
αστ) τη συνεργασία με αστυνομίες ξένων χωρών σε θέματα εφαρμογής των σύγχρονων τάσεων της αστυνομικής διοίκησης,
αζ) την οργάνωση εργαστηρίων για το μέλλον και λοιπών δράσεων προοπτικής διερεύνησης,
αη) τη χαρτογράφηση και τη συγκριτική ανάλυση των διαχρονικών τάσεων και αναδυόμενων ζητημάτων σε θέματα σχετικά με την εγκληματικότητα σε ψηφιακά και φυσικά περιβάλλοντα,
αθ) την αξιοποίηση, συνδυασμό, εφαρμογή και χρήση μοντέλων, μελετών και τεχνικών ανάλυσης, και τη συνεργασία με εσωτερικούς ή διεθνείς φορείς για τη διαμόρφωση πολιτικών μακροπρόθεσμου σχεδιασμού,
αι) τη συμμετοχή σε εθνικά, ευρωπαϊκά και διεθνή προγράμματα και πρωτοβουλίες σε σχετικές θεματικές και
αια) τη διοργάνωση συνεργειών προοπτικής διερεύνησης εντός και εκτός της Ελληνικής Αστυνομίας, με σκοπό την οργάνωση δικτύου σε ζητήματα ενδιαφέροντός της.
β) Το Τμήμα Έρευνας και Καινοτομίας είναι αρμόδιο για:
βα) την ενίσχυση, μέσω προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας, της λειτουργίας και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας,
ββ) τη μεταφορά και τη διάχυση προηγμένων τεχνολογιών προς τις επιτελικές και επιχειρησιακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, προς τον σκοπό άμεσης αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της έρευνας και καινοτομίας στον σχεδιασμό και την επιχειρησιακή λειτουργία των υπηρεσιών της,
βγ) την καταγραφή, αξιολόγηση και επικοινωνία των αποτελεσμάτων και ευρημάτων των ερευνητικών προγραμμάτων στα οποία συμμετέχει η Ελληνική Αστυνομία στις αρμόδιες Υπηρεσίες, για την ενσωμάτωσή τους στη στρατηγική και επιχειρησιακή τακτική τους,
βδ) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς τον σκοπό εναρμόνισης των ερευνητικών και τεχνολογικών δραστηριοτήτων της με τις απαιτήσεις της διεθνούς κοινότητας και της αστυνομικής πρακτικής,
βε) την αναζήτηση προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας και την προώθηση της συνεργασίας με οργανισμούς και ιδρύματα με σκοπό την από κοινού διεξαγωγή ερευνών και μελετών, σε τομείς που αφορούν στην αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας,
βστ) την αξιολόγηση των προτάσεων συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας σε προγράμματα έρευνας και καινοτομίας, και την έγκριση της συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας σε αυτά,
βζ) την υποβολή αιτημάτων που αφορούν στη χρηματοδότηση των ερευνητικών έργων που συμμετέχει η Ελληνική Αστυνομία,
βη) την υποστήριξη δράσεων ευαισθητοποίησης της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα έρευνας και καινοτομίας,
βθ) τον εντοπισμό και την εκτίμηση μελλοντικών προκλήσεων, κινδύνων και ευκαιριών, προκειμένου να επαναξιολογείται και να επανασχεδιάζεται ο επιτελικός και στρατηγικός σχεδιασμός του Σώματος,
βι) τη σύνταξη, έγκριση και υποβολή των απαιτούμενων αναφορών και εγγράφων, προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και οργανισμούς, στο πλαίσιο της υλοποίησης ερευνητικών προγραμμάτων στα οποία συμμετέχει η Ελληνική Αστυνομία,
βια) τη διενέργεια των διαγωνιστικών διαδικασιών για την προμήθεια αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, στο πλαίσιο της υλοποίησης των ερευνητικών έργων, καθώς και την υποβολή προς εκκαθάριση, πάσης φύσεως δαπανών που αφορούν στην υλοποίηση των ερευνητικών προγραμμάτων, προς τις αρμόδιες Υπηρεσίες,
βιβ) την έκδοση διαταγών και οδηγιών προς τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την υποστήριξη συλλογικών οργάνων, στο πλαίσιο της υλοποίησης ερευνητικών προγραμμάτων,
βιγ) την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών υποστήριξης της Ελληνικής Αστυνομίας στην αναζήτηση τεχνολογιών, πρακτικών και μεθόδων που δύνανται να αξιοποιηθούν από αυτές και
βιδ) την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της ασφάλειας και την υποβολή εισηγήσεων στην ηγεσία του Σώματος, σχετικά με τη δυνατότητα αξιοποίησής τους.
γ) Το Τμήμα Χρηματοδοτικών Εργαλείων είναι αρμόδιο για:
γα) τον συντονισμό των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με την ένταξη δράσεων στο πλαίσιο αξιοποίησης χρηματοδοτικών πόρων ή προς τον σκοπό υλοποίησης χρηματοδοτικών προγραμμάτων,
γβ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση της προόδου των χρηματοδοτικών δράσεων και την εισήγηση λύσεων για την επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών ή την πραγματοποίηση διορθωτικών παρεμβάσεων,
γγ) την αξιολόγηση των προτάσεων των υπηρεσιών που αφορούν στην ένταξη σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα και την εισήγησή τους προς την ηγεσία και
γδ) την υποβολή προτάσεων στο πλαίσιο προετοιμασίας νομοθετικών ρυθμίσεων, κανονιστικών πράξεων και διαταγών που αφορούν σε θέματα διαχείρισης χρηματοδοτικών πόρων.
4. Ο στρατηγικός σχεδιασμός της Ελληνικής Αστυνομίας αποτυπώνεται στο πενταετές Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Ελληνικής Αστυνομίας (Σ.Ε.Π.Ε.Α.), το οποίο καταρτίζεται με μέριμνα του Τμήματος Στρατηγικού και Μακροπρόθεσμου Σχεδιασμού και με τη συνεισφορά των Επιτελικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας. Κατά την κατάρτισή του αξιολογούνται και συνεκτιμώνται, ιδίως, οι διαθέσιμοι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι, σε σχέση με τις υφιστάμενες και μεσοπρόθεσμες λειτουργικές και επιχειρησιακές ανάγκες του Σώματος. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. ολοκληρώνεται και υποβάλλεται στο Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων κατά τον μήνα Μάιο και αφορά στην περίοδο που αρχίζει τον μήνα Ιανουάριο του επόμενου έτους και για τα επόμενα τέσσερα (4) έτη. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. αναθεωρείται, εφόσον απαιτείται, βάσει των συμπερασμάτων που προκύπτουν από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που παράγει η εφαρμογή του και των μεταβολών των συναφών δεδομένων και ιδίως σε ιδιαιτέρως σοβαρές ή επείγουσες περιπτώσεις, οι οποίες επηρεάζουν την εφαρμογή του ή απαιτούν την άμεση προσαρμογή του στα νέα δεδομένα. Το Σ.Ε.Π.Ε.Α. εξειδικεύεται σε επιμέρους στρατηγικούς και επιχειρησιακούς άξονες, οι οποίοι αφορούν, ιδίως, στην οργανωτική δομή του Σώματος, στη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων, στον υλικοτεχνικό εξοπλισμό, στον προϋπολογισμό λειτουργίας συνολικά και ανά οργανωτική δομή, στους βασικούς στρατηγικούς και επιχειρησιακούς στόχους, στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και στη συνεργασία με άλλες αρχές, υπηρεσίες και φορείς και ιδίως με τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. Μετά την έγκριση του Σ.Ε.Π.Ε.Α. από το Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων, η οποία πραγματοποιείται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεσή του, καταρτίζονται, βάσει αυτού, από τις καθ’ ύλην αρμόδιες γενικές διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας τα ειδικότερα ετήσια επιχειρησιακά σχέδια και προγράμματα δράσης.
5. Στη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 19
Διεύθυνση Επικοινωνίας
1. Η Διεύθυνση Επικοινωνίας (Δ.Επ.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον σχεδιασμό της επικοινωνιακής πολιτικής της Ελληνικής Αστυνομίας και την κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου συνόλου μέτρων πληροφόρησης και δημοσιότητας του έργου των υπηρεσιών της, για την πληρέστερη δυνατή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών και την προβολή της αποτελεσματικότητας και της κοινωνικής συνεισφοράς του Σώματος.
2. Η Διεύθυνση Επικοινωνίας διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Ενημέρωσης Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας,
β) Τμήμα Εθιμοτυπίας, Δημοσίων Σχέσεων και Αποστράτων,
γ) Τμήμα Εκδόσεων,
δ) Τμήμα Μουσικής,
ε) Τμήμα Ιστορίας,
στ) Τμήμα Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού και
ζ) Τμήμα Επικοινωνίας Πολιτών και Διοικητικής Υποστήριξης.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επικοινωνίας κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α) Το Τμήμα Ενημέρωσης Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας είναι αρμόδιο για: αα) την πληροφόρηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης για τις δραστηριότητες της Ελληνικής Αστυνομίας και τη συνεργασία με τον Εκπρόσωπο Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας για την παροχή σε αυτόν της απαραίτητης συνδρομής για την άσκηση των καθηκόντων του,
αβ) τον σχεδιασμό της επικοινωνιακής πολιτικής του Σώματος και την κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου συνόλου μέτρων πληροφόρησης και δημοσιότητας του έργου των υπηρεσιών, για την πληρέστερη δυνατή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών και την προβολή της αποτελεσματικότητας και του κοινωνικού προσώπου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αγ) την προβολή του έργου της Ελληνικής Αστυνομίας με κάθε πρόσφορο τρόπο και ιδίως μέσω της διοργάνωσης εκθέσεων, παρουσιάσεων και ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών και την τήρηση του σχετικού αρχείου,
αδ) την αποδελτίωση του ελληνικού τύπου αναφορικά με δραστηριότητες της Ελληνικής Αστυνομίας, την τήρηση σχετικού αρχείου, τη σύνταξη δελτίου τύπου και τη διανομή του στο Επιτελικό Γραφείο του Αρχηγού,
αε) τον συντονισμό των περιφερειακών Γραφείων Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων και την υποστήριξη του προσωπικού τους για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους και
αστ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Εθιμοτυπίας, Δημοσίων Σχέσεων και Αποστράτων είναι αρμόδιο για:
βα) την οργάνωση τελετών και λοιπών κοινωνικών και πολιτιστικών εκδηλώσεων αστυνομικού ενδιαφέροντος, καθώς και για φιλανθρωπικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς,
ββ) την οργάνωση της συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας σε παρελάσεις, εκδηλώσεις εθνικών εορτών και άλλων επετείων ή την εκπροσώπησή της σε κοινωνικές και άλλες εκδηλώσεις, σε συνεργασία με το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού,
βγ) τη μέριμνα για την κάλυψη των αναγκών σε θέματα δημοσίων σχέσεων και εθιμοτυπίας της ηγεσίας και τη συνδρομή στο Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού για την εκπλήρωση των εθιμοτυπικών υποχρεώσεων του Αρχηγού,
βδ) τη διοργάνωση συνεδρίων και διεθνών συναντήσεων και τη μέριμνα για τη φιλοξενία ξένων επισήμων και προσκεκλημένων της Ελληνικής Αστυνομίας,
βε) την ανάπτυξη σχέσεων κοινωνικού, μορφωτικού, επιστημονικού και πολιτιστικού χαρακτήρα με συλλόγους, σωματεία και οργανώσεις,
βστ) την προώθηση του εθελοντισμού μέσω ιδίως της διοργάνωσης εθελοντικών δράσεων, της ενημέρωσης του προσωπικού για εθελοντικές δράσεις που υλοποιούνται ή του συντονισμού εθελοντικών δράσεων στις οποίες συμμετέχει η Ελληνική Αστυνομία,
βζ) τη μέριμνα για τη συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας με παιάνες σε παρατάξεις, εκδηλώσεις και παρελάσεις εθνικών εορτών και άλλων επετείων,
βη) τη συγκρότηση θεατρικής ομάδας και την οργάνωση παραστάσεων για την ψυχαγωγία του προσωπικού και την προβολή της Ελληνικής Αστυνομίας,
βθ) τη μελέτη και εισήγηση για τη σύσταση παιδικών σταθμών και θερέτρων για το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και τα μέλη των οικογενειών τους,
βι) την επικοινωνία με τους απόστρατους αστυνομικούς και τις οικείες ενώσεις τους και την προώθηση αρμοδίως των υποβληθέντων αιτημάτων τους και
βια) την πρόσκληση των ενώσεων αποστράτων αστυνομικών στις κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις της Ελληνικής Αστυνομίας.
γ) Το Τμήμα Εκδόσεων είναι αρμόδιο για: γα) την έκδοση περιοδικού της Ελληνικής Αστυνομίας και εκδόσεων που αποβλέπουν στην προώθηση των δημοσίων σχέσεων και του έργου της,
γβ) την παρακολούθηση των καταστάσεων των συνδρομητών του περιοδικού και τη διαχείριση των οικονομικών και του υλικού αυτού, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 9010/1/16-γ’/5.1.2001 (Β’ 20) απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, όπως εκάστοτε ισχύει,
γγ) τη διαχείριση των εσόδων από τις εκδόσεις της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 9011/6/2_ζ’/19.7.1996 (Β’ 672) απόφαση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, όπως εκάστοτε ισχύει και την εισήγηση τρόπων για την υλική αρωγή του προσωπικού και των μελών των οικογενειών του,
γδ) την τήρηση αρχείων δημοσιογραφικής ύλης και οπτικοακουστικού υλικού για τις ανάγκες των εκδόσεων και
γε) την οργάνωση και λειτουργία βιβλιοθήκης. δ) Το Τμήμα Μουσικής είναι αρμόδιο για: δα) τη συμμετοχή της μπάντας της Ελληνικής Αστυνομίας με παιάνες σε παρατάξεις, εκδηλώσεις και παρελάσεις εθνικών εορτών και άλλων επετείων,
δβ) τη συμμετοχή της μπάντας της Ελληνικής Αστυνομίας σε θρησκευτικές τελετές, καθώς και σε εκδηλώσεις για φιλανθρωπικούς και κοινωφελείς σκοπούς.
Στο Τμήμα Μουσικής υπάγεται, ως προς το ειδικό αντικείμενό του, το Γραφείο Μουσικής, το οποίο λειτουργεί
στο Επιτελείο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, με τις ίδιες αρμοδιότητες και εξυπηρετεί τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες Βόρειας Ελλάδας και σε έκτακτες περιπτώσεις δύναται, κατόπιν διαταγής, να υποστηρίζει το έργο του Τμήματος Μουσικής.
ε) Το Τμήμα Ιστορίας είναι αρμόδιο για: εα) την ιστορική έρευνα, τη συλλογή, καταγραφή, διαβάθμιση, μελέτη, τεκμηρίωση, φύλαξη και αξιοποίηση ιστορικού αρχειακού υλικού και κειμηλίων, που αφορούν στην ιστορία της εξέλιξης και τη δράση του αστυνομικού θεσμού στη χώρα,
εβ) τη δημιουργία μουσειακών ή εκθεσιακών χώρων σε υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
εγ) τη συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.), το Πολιτιστικό Κέντρο Ελληνικής Αστυνομίας, Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας της Ελλάδας και του εξωτερικού, μουσεία, καθώς και συναφείς υπηρεσίες και φορείς της χώρας και του εξωτερικού, για την ανταλλαγή, συντήρηση και αξιοποίηση ιστορικών στοιχείων με σκοπό την προαγωγή της ιστορικής έρευνας και την προβολή της ιστορίας του αστυνομικού θεσμού,
εδ) τη μέριμνα για την οργάνωση και τη συντήρηση αναγνωστηρίου, της ιστορικής έντυπης και ψηφιακής βιβλιοθήκης, καθώς επίσης και την υποδοχή αιτημάτων που υποβάλλονται για πρόσβαση στο διαβαθμισμένο ιστορικό αρχειακό υλικό,
εε) τη μέριμνα για τον αποχαρακτηρισμό διαβαθμισμένου αρχειακού υλικού και την παράδοση αυτού στο τμήμα ή την καταστροφή του,
εστ) τη μέριμνα για την καταγραφή και ταξινόμηση, κατά υπηρεσία, του σχετιζόμενου με τη διαχρονική λειτουργία και δράση αυτής αρχειακού υλικού και την κατάρτιση του σχετικού ιστορικού της φακέλου και
εζ) τη μέριμνα για την έκδοση επετειακών έντυπων που αφορούν σημαντικά ιστορικά γεγονότα που επηρέασαν την πορεία του αστυνομικού θεσμού της χώρας.
στ) Το Τμήμα Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, είναι αρμόδιο για:
στα) την εξύψωση του αθλητικού πνεύματος στην Ελληνική Αστυνομία, μέσω της εισήγησης για τη λήψη μέτρων στον τομέα του αθλητισμού,
στβ) τη συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας σε εθνικές, ευρωπαϊκές ή διεθνείς αθλητικές οργανώσεις,
στγ) τη συγκρότηση αθλητικών ομάδων και την προπόνηση των αστυνομικών αθλητών,
στδ) τη διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων για φιλανθρωπικούς και ψυχαγωγικούς σκοπούς, σε συνεργασία με το Τμήμα Εθιμοτυπίας, Δημοσίων Σχέσεων και Αποστράτων και
στε) τη συνεργασία με αθλητικές ομοσπονδίες, συλλόγους και σωματεία και με την Αθλητική Ένωση Αστυνομικών Ελλάδας.
ζ) Το Τμήμα Επικοινωνίας Πολιτών και Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
ζα) την εξέταση αιτημάτων ιδιωτών, δημόσιων υπηρεσιών και λοιπών φορέων και την παραπομπή τους στις καθ’ ύλην αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
ζβ) την εξέταση αιτημάτων για τη χρήση του λογότυπου της Ελληνικής Αστυνομίας και την παραχώρηση της αιγίδας της Ελληνικής Αστυνομίας,
ζγ) τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως των Τμημάτων της Διεύθυνσης και της Υποδιεύθυνσης Θρησκευτικού και
ζδ) τη διεκπεραίωση διαδικασιών που απορρέουν από την οικονομική διαχείριση του Ειδικού Φορέα «Διεύθυνση Επικοινωνίας» για την κάλυψη των αναγκών της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.
4. Στη Διεύθυνση Επικοινωνίας υπάγεται και η Υποδιεύθυνση Θρησκευτικού, η οποία λειτουργεί σύμφωνα με το άρθρο 53 του π.δ. 141/1991 (Α’ 58).
Άρθρο 20
Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας και Αστυνόμευσης
1. Η Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας και Αστυνόμευσης είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για θέματα γενικής και τροχαίας αστυνόμευσης, προστασίας του κράτους, δημόσιας ασφάλειας, διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας, κοινωνικής αστυνόμευσης, διαβατηρίων και εγγράφων ασφαλείας.
2. Η Γενική Διεύθυνση Ασφάλειας και Αστυνόμευσης διαρθρώνεται στις ακόλουθες Διευθύνσεις:
α) Διεύθυνση Αστυνόμευσης,
β) Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους,
γ) Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας,
δ) Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας,
ε) Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης και
στ) Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφάλειας.
Άρθρο 21
Διεύθυνση Αστυνόμευσης
1. Η Διεύθυνση Αστυνόμευσης (Δι.Α.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον χειρισμό θεμάτων γενικής και τροχαίας αστυνόμευσης, τουριστικής νομοθεσίας και πολιτικής κινητοποίησης.
2. Η Διεύθυνση Αστυνόμευσης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Γενικής Αστυνόμευσης,
β) Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Πολιτικής Προστασίας,
γ) Τμήμα Επιχειρήσεων και Μέτρων Τροχαίας και
δ) Τμήμα Ανάλυσης Στοιχείων Οδικής Κυκλοφορίας και Ενημέρωσης Κοινού.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Αστυνόμευσης (Δι.Α.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Γενικής Αστυνόμευσης είναι αρμόδιο για: αα) την παροχή κατευθυντήριων οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με τον χειρισμό θεμάτων γενικής αστυνόμευσης, ιδίως στους τομείς της δημόσιας υγείας, της αγορανομίας, της τουριστικής νομοθεσίας, των μεταγωγών κρατουμένων, της προστασίας του περιβάλλοντος, της πολεοδομίας, της εργασίας, της λειτουργίας δημοσίων κέντρων, καταστημάτων, τουριστικών επιχειρήσεων και θεαμάτων, καθώς και λοιπών ζητημάτων που άπτονται της κοινωνικής συνύπαρξης και της ποιότητας ζωής,
αβ) την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά στους ανωτέρω τομείς γενικής αστυνόμευσης,
αγ) τη συνεργασία με τους καθ’ ύλην αρμόδιους κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς για την αντιμετώπιση ζητημάτων που σχετίζονται με τη γενική αστυνόμευση και την τουριστική αστυνομία,
αδ) την έκδοση αστυνομικών διατάξεων και την επεξεργασία των όρων χορήγησης αστυνομικών αδειών στους τομείς γενικής αστυνόμευσης,
αε) την ανάλυση στατιστικών στοιχείων σε θέματα γενικής αστυνόμευσης και τουριστικής αστυνομίας και την υποβολή εισήγησης για την αξιοποίηση των ερευνητικών δεδομένων και την υιοθέτηση νέων επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων στον τομέα αυτόν,
αστ) τη μελέτη μεθόδων αστυνομικής τακτικής και πρακτικής και την κατάρτιση υποδειγμάτων για τις περιπόλους, τις ενέδρες, τους ελέγχους, τις έρευνες και τις λοιπές αστυνομικές δράσεις στον τομέα ευθύνης του, καθώς και την παρακολούθηση της εφαρμογής τους από το προσωπικό,
αζ) την επεξεργασία μεθόδων και τη διατύπωση κανόνων για την προστασία του προσωπικού κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, τη χρήση του οπλισμού του και τον σεβασμό των ατομικών ελευθεριών κατά την αστυνομική δράση,
αη) την υποβολή εισηγήσεων επί θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας που υπάγονται στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης,
αθ) την αποστολή προτάσεων στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης επί θεμάτων μετεκπαιδεύσεων ή εκμάθησης ξένων γλωσσών του προσωπικού των υπηρεσιών της τουριστικής αστυνομίας,
αι) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών των υπηρεσιών σε αστυνομικούς σκύλους περιπολίας, καθώς και σε συνοδούς και εκπαιδευτές αυτών και την προμήθεια και την κατανομή τους στις υπηρεσίες,
αια) τη μελέτη και αξιολόγηση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα γενικής αστυνόμευσης και την υποβολή τεκμηριωμένων εισηγήσεων, προς τον σκοπό αντιμετώπισης ζητημάτων διοικητικού ή επιχειρησιακού χαρακτήρα ή αναβάθμισης της εν γένει λειτουργίας τους,
αιβ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Πολιτικής Προστασίας είναι αρμόδιο για:
βα) την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τον χειρισμό ζητημάτων που σχετίζονται με τις συγκεντρώσεις, δημόσιες συναθροίσεις, αθλητικές και λοιπές εκδηλώσεις,
ββ) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σχετικά με τη διεξαγωγή αθλητικών εκδηλώσεων και μετακινήσεων αθλητικών αποστολών και φιλάθλων,
βγ) την ανάλυση γεγονότων και ενεργειών που λαμβάνουν χώρα σε αθλητικούς χώρους, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας της Δ.Α.Ο.Ε., προς τον σκοπό της λήψης αποφάσεων σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο,
βδ) τη συνεργασία με τους καθ’ ύλην αρμόδιους κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του,
βε) την εκπόνηση σχεδίων και την παροχή οδηγιών για τη λήψη μέτρων τάξης σε δημόσιες συγκεντρώσεις, συναθροίσεις, αθλητικές και λοιπές εκδηλώσεις και την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή τους,
βστ) την εκπόνηση σχεδίων αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών που προκύπτουν από τη διατάραξη της δημόσιας τάξης,
βζ) τον σχεδιασμό ή τη συμμετοχή στον σχεδιασμό επιχειρήσεων ευρείας κλίμακας,
βη) τη διαπίστωση και τον προσδιορισμό των αναγκών του προσωπικού με βάση τις διατιθέμενες δυνάμεις σε μέτρα τάξης, ασφάλειας και τροχαίας ευρείας κλίμακας ή σε επιχειρησιακές δράσεις μείζονος σπουδαιότητας, αναφορικά ιδίως, με τις μετακινήσεις, τη διαμονή, τη διακομιδή και την υγειονομική περίθαλψη αυτού, καθώς και την παροχή κάθε αναγκαίας συνδρομής σε συνεργασία με τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες στην περιοχή των οποίων λαμβάνονται τα ως άνω μέτρα,
βθ) την υποβολή εισήγησης στα αρμόδια όργανα για τη συγκρότηση Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (Ο.Π.Π.Ι.) για την ασφάλεια και προστασία προσώπων εντός των χώρων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και των υποδομών αυτών, τον συντονισμό των περιφερειακών Υπηρεσιών Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, την παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων προς αυτές για τον χειρισμό και την αντιμετώπιση ζητημάτων που άπτονται της αρμοδιότητάς τους, την εκπόνηση ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων, τη συνεργασία με τις αρμόδιες πρυτανικές Αρχές, καθώς και την αξιοποίηση στατιστικών στοιχείων που αφορούν στη συνολική και επιμέρους δραστηριότητα των Ο.Π.Π.Ι.,
βι) την εκπόνηση ειδικών σχεδίων πολιτικής προστασίας αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας και την επικαιροποίησή τους, στο πλαίσιο της εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας.
γ) Το Τμήμα Επιχειρήσεων και Μέτρων Τροχαίας είναι αρμόδιο για:
γα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών της τροχαίας, καθώς και των λοιπών υπηρεσιών που ασκούν αρμοδιότητες τροχαίας στην εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για την οδική κυκλοφορία και την ενημέρωσή τους για κάθε σχετική μεταβολή,
γβ) την υιοθέτηση μέτρων για την ασφαλή κίνηση των δημόσιας και ιδιωτικής χρήσεως οχημάτων, του επιβατικού κοινού και των πεζών και την ομαλή διεξαγωγή της οδικής κυκλοφορίας,
γγ) τον συντονισμό της τροχαίας αστυνόμευσης των εθνικών οδών και την αξιοποίηση του εξοπλισμού τροχαίας αστυνόμευσης,
γδ) την υποβολή αιτημάτων για τη χρήση ελικοπτέρου για τις ανάγκες τροχαίας αστυνόμευσης και
γε) την επεξεργασία των όρων χορήγησης των αστυνομικών αδειών που αφορούν στην οδική κυκλοφορία.
δ) Το Τμήμα Ανάλυσης Στοιχείων Οδικής Κυκλοφορίας και Ενημέρωσης Κοινού είναι αρμόδιο για:
δα) τη συγκέντρωση, μελέτη, ανάλυση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων σχετικών με την οδική κυκλοφορία, τις επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους και τα μέσα τροχαίας αστυνόμευσης, καθώς και την αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων,
δβ) τον καθορισμό άμεσων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων, καθώς και την εκπόνηση σχεδίων για τη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, την ασφαλή κυκλοφορία πεζών και οχημάτων και την εν γένει αντιμετώπιση των προβλημάτων οδικής κυκλοφορίας,
δγ) την ενημέρωση του κοινού σε θέματα κυκλοφοριακής αγωγής και πρόληψης ατυχημάτων,
δδ) την εφαρμογή του συστήματος ελέγχου συμπεριφοράς οδηγών (Σ.Ε.Σ.Ο.) μοτοποδηλάτων,
δε) την εφαρμογή του συστήματος ελέγχου υποτροπής μέθης οδηγών και
δστ) την υποβολή εισήγησης στον Γενικό Διευθυντή αναφορικά με τα απαιτούμενα προσόντα του προσωπικού για τη στελέχωση των Υπηρεσιών Τροχαίας και την κατάλληλη εκπαίδευσή του.
4. Η Διεύθυνση Αστυνόμευσης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 22
Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους
1. Η Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους (Δ.Π.Κ.) χειρίζεται, σε επιτελικό επίπεδο, τα θέματα κρατικής ασφάλειας και ιδίως τους τρόπους προστασίας του κράτους και του πολιτεύματος από τη δράση ατόμων και οργανώσεων που αποσκοπούν στην υπονόμευση και την ανατροπή τους, μελετά τα αίτια της τρομοκρατίας και του βίαιου εξτρεμισμού, καθώς και τις διεθνείς και διακρατικές σχέσεις που επηρεάζουν τις ενέργειες των τρομοκρατικών και εξτρεμιστικών οργανώσεων, διαμορφώνει το πλαίσιο προστασίας ευπαθών στόχων και εγκαταστάσεων και ελέγχει την τήρηση των διατάξεων που αφορούν στα όπλα και τις εκρηκτικές ύλες, καθώς και της νομοθεσίας για την έκδοση δελτίων ταυτότητας των Ελλήνων πολιτών.
2. Η Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Πληροφοριών και Ασφάλειας,
β) Τμήμα Προστασίας Ευπαθών Στόχων,
γ) Τμήμα Αντιμετώπισης Εξτρεμισμού και Τρομοκρατίας,
δ) Τμήμα Όπλων και Εκρηκτικών και
ε) Τμήμα Ταυτοτήτων και Αρχείων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προστασίας του Κράτους (Δ.Π.Κ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α. Το Τμήμα Πληροφοριών και Ασφάλειας είναι αρμόδιο για: αα) την αξιολόγηση της επίδρασης στην ασφάλεια του κράτους των πληροφοριών που σχετίζονται με κοινωνικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά ζητήματα τόσο στη χώρα, όσο και διεθνώς, την καθοδήγηση των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής για τα ζητήματα αυτά και τη συνεργασία με τους συναρμόδιους κρατικούς φορείς για την αντιμετώπισή τους,
αβ) την επεξεργασία πληροφοριών και την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα αρμοδιότητάς του και ιδίως για την αντιμετώπιση των παράνομων δραστηριοτήτων ξένων υπηρεσιών και των οργάνων τους, καθώς και τρίτων ατόμων ή φορέων, ιδίως αυτών που στρέφονται κατά της Χώρας και την αξιοποίησή τους, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.),
αγ) τη συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και με τους συναρμόδιους κρατικούς φορείς για θέματα αντιπληροφοριών,
αδ) την επεξεργασία κανόνων, μεθόδων και μέτρων για τον έλεγχο της καταλληλότητας του προσωπικού που προτείνεται για χειρισμό διαβαθμισμένου υλικού και εκτέλεση έργων που έχουν σχέση με την εθνική άμυνα και την παροχή πληροφοριών επί σχετικών αιτημάτων κρατικών Υπηρεσιών,
αε) την επεξεργασία κανόνων, μεθόδων και μέτρων για τον έλεγχο της καταλληλότητας του προσωπικού που εργάζεται σε ελεγχόμενους χώρους των αερολιμένων της χώρας και την παροχή πληροφοριών επί σχετικών αιτημάτων της αρμόδιας εθνικής αρχής,
αστ) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στον χειρισμό υποθέσεων κίνησης αλλοδαπών και ημεδαπών στις παραμεθόριες περιοχές ή σε περιοχές αμυντικών εγκαταστάσεων ή σε ιδιωτικές νήσους και νησίδες, καθώς και σύναψης δικαιοπραξιών στις περιοχές αυτές, σε συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και τη λήψη των αναγκαίων κατά περίπτωση διοικητικών μέτρων για όλα τα ανωτέρω ζητήματα,
αζ) τον χειρισμό των θεμάτων επαναπατρισμού των πολιτικών προσφύγων του εμφυλίου πολέμου 1945 1949 και φυγάδων της κατοχικής και της μετακατοχικής περιόδου,
αη) την καταχώρηση ή τη διαγραφή, κατά περίπτωση, αλλοδαπών στους ή από τους καταλόγους ανεπιθύμητων, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 4000/4/32-λα/5.10.2012 κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (Β’ 2805), όπως εκάστοτε ισχύει, και την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την ενιαία και αποτελεσματική εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, για θέματα αρμοδιότητάς του και
αθ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β. Το Τμήμα Προστασίας Ευπαθών Στόχων είναι αρμόδιο για:
βα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών για θέματα προστασίας ευπαθών στόχων,
ββ) την επεξεργασία κανόνων και μέτρων ασφάλειας για την προστασία ευπαθών στόχων και την καθοδήγηση των καθ’ ύλην αρμόδιων υπηρεσιών στην εφαρμογή τους,
βγ) την κατάρτιση, επικαιροποίηση και τήρηση σχεδίων ασφάλειας κυβερνητικών εγκαταστάσεων, εγκαταστάσεων κρατικών οργανισμών και επιχειρήσεων, σε συνεργασία με το Δ.Ε.Δι.Κ. και τις λοιπές αρμόδιες, κατά περίπτωση, υπηρεσίες και
βδ) την παρακολούθηση των επιχειρησιακών μεθόδων και της τακτικής που ακολουθείται από τις επιχειρησιακές, κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες σε θέματα αρμοδιότητάς του και την εξαγωγή και αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων.
γ. Το Τμήμα Αντιμετώπισης Εξτρεμισμού και Τρομοκρατίας είναι αρμόδιο για:
γα) την καθοδήγηση των καθ’ ύλην αρμόδιων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας για τα μέσα και τις μεθόδους αντιμετώπισης της εξτρεμιστικής και τρομοκρατικής δράσης από άτομα και οργανώσεις,
γβ) τη μελέτη των αιτιών της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού, των παραγόντων που επηρεάζουν τη διαμόρφωση και εκδήλωσή τους, καθώς και των μέσων και μεθόδων δράσης των εξτρεμιστών και των οργανώσεών τους στην Ελλάδα και διεθνώς και την ενημέρωση των καθ’ ύλην αρμόδιων Υπηρεσιών για την αντιμετώπισή τους,
γγ) την επεξεργασία πληροφοριών για θέματα τρομοκρατίας και εξτρεμιστικών ενεργειών και την αξιοποίησή τους, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας,
γδ) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας, σε εσωτερικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε συναντήσεις και εκδηλώσεις για θέματα τρομοκρατίας και εξτρεμισμού, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας,
γε) την εξέταση της λήψης των αναγκαίων διοικητικών μέτρων για θέματα της αρμοδιότητάς του,
γστ) την καταχώρηση ή τη διαγραφή, κατά περίπτωση, αλλοδαπών στους ή από τους καταλόγους ανεπιθύμητων, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 4000/4/32-λα/5.10.2012 κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (Β’ 2805), όπως εκάστοτε ισχύει, και την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την ενιαία και αποτελεσματική εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, για θέματα αρμοδιότητάς του,
γζ) την παρακολούθηση των επιχειρησιακών μεθόδων και της τακτικής που ακολουθείται από τις επιχειρησιακές, κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες σε θέματα αρμοδιότητάς του και την εξαγωγή και αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων,
γη) τη συλλογή και την αξιοποίηση πληροφοριακού υλικού, με σκοπό την αποτροπή αποδράσεων και τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων εντός των καταστημάτων κράτησης, σε συνεργασία, κατά λόγο αρμοδιότητας, με τις Διευθύνσεις Αστυνόμευσης και Δημόσιας Ασφάλειας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής,
γθ) τον χειρισμό θεμάτων σχετικών με τους ανιχνευτές και εξουδετερωτές εκρηκτικών μηχανισμών και αυτοσχέδιων βομβών, καθώς και τους αστυνομικούς σκύλους ανίχνευσης εκρηκτικών υλών, τους συνοδούς και τους εκπαιδευτές αυτών,
γι) την υποβολή εισήγησης, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων, αναφορικά με τις συνολικές ανάγκες των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε ανιχνευτές και εξουδετερωτές εκρηκτικών μηχανισμών και αυτοσχέδιων βομβών, αστυνομικούς σκύλους ανίχνευσης εκρηκτικών υλών και συνοδούς και εκπαιδευτές αυτών και τη μέριμνα για την προμήθεια και την κατανομή τους στις Υπηρεσίες,
για) την τήρηση σχεδίων εκτάκτων αναγκών και αντιμετώπισης κρίσεων και παράνομων ενεργειών σε θέματα αρμοδιότητας του Τμήματος και
γιβ) την εκπόνηση και την παρακολούθηση της υλοποίησης της Εθνικής Στρατηγικής για την Καταπολέμηση της Τρομοκρατίας και του Βίαιου Εξτρεμισμού.
δ. Το Τμήμα Όπλων και Εκρηκτικών είναι αρμόδιο για:
δα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών αναφορικά με ζητήματα που σχετίζονται με τα όπλα, τα πυρομαχικά, τις εκρηκτικές ύλες, τους εκρηκτικούς μηχανισμούς και λοιπά συναφή αντικείμενα, καθώς και τα είδη πυροτεχνίας, περιλαμβανομένων των φωτοβολίδων και πυροτεχνημάτων, τη δίωξη των εγκλημάτων που σχετίζονται με τα αντικείμενα αυτά, καθώς και τη λήψη μέτρων αντιμετώπισής τους, σε συνεργασία, εφόσον τούτο απαιτείται, και με συναρμόδιους κρατικούς φορείς,
δβ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση των διεθνών εξελίξεων στις μεθόδους και τα μέσα αντιμετώπισης των παραβάσεων της νομοθεσίας για τα αντικείμενα της υποπερ. δα’ και των σχετικών στατιστικών στοιχείων για τα ζητήματα αυτά και τη σχετική ενημέρωση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών,
δγ) την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές ξένων κρατών και διεθνείς οργανισμούς για τα θέματα μεταφοράς, διακίνησης και διαμετακόμισης όπλων και εκρηκτικών γενικά και ειδών πυροτεχνίας, περιλαμβανομένων πυροτεχνημάτων και φωτοβολίδων, καθώς και για θέματα που αφορούν στη λειτουργία των επιχειρήσεων του τομέα αυτού, σύμφωνα με τον ν. 2168/1993 (Α’ 147), τον ν. 456/1976 (Α’ 277) και το π.δ. 455/1995 (Α’ 268),
δδ) την καταχώρηση ή τη διαγραφή, κατά περίπτωση, αλλοδαπών στους ή από τους καταλόγους ανεπιθύμητων, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 4000/4/32-λα/5.10.2012 κοινή υπουργική απόφαση, όπως εκάστοτε ισχύει, και την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την ενιαία και αποτελεσματική διαχείριση του ζητήματος, για τα θέματα αρμοδιότητάς του,
δε) την υποβολή εισηγήσεων για τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ελληνικής Αστυνομίας σε συναντήσεις και ομάδες εργασίας που αφορούν αντικείμενα της αρμοδιότητάς του, σε εθνικό επίπεδο, την ενημέρωση της ιεραρχίας για τα αποτελέσματά τους και την παρακολούθηση της υλοποίησης των αποφασισθέντων και
δστ) την κατάρτιση του Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας και της γενικότερης αντεγκληματικής πολιτικής, την παρακολούθηση της υλοποίησής του και την εισήγηση για διορθωτικές ή βελτιωτικές παρεμβάσεις.
ε. Το Τμήμα Ταυτοτήτων και Αρχείων είναι αρμόδιο για:
εα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στα θέματα έκδοσης δελτίων ταυτοτήτων των Ελλήνων πολιτών,
εβ) τη μέριμνα για την προμήθεια υλικοτεχνικού εξοπλισμού και μέσων για την έκδοση των δελτίων ταυτότητας των Ελλήνων πολιτών,
εγ) την καταγραφή και τήρηση του αρχείου δελτίων ταυτοτήτων Ελλήνων πολιτών, οι οποίες εκδίδονται από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
εδ) τη μέριμνα για τον καθορισμό των ειδικότερων προϋποθέσεων, κριτηρίων και διαδικασιών αναζήτησης και καταχώρησης σε νομίμως υφιστάμενες εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων των κλαπέντων ή απολεσθέντων δελτίων ταυτότητας Ελλήνων πολιτών,
εε) τον χειρισμό θεμάτων κρυπτασφάλειας και την τήρηση του κρυπτογραφικού υλικού,
εστ) την τήρηση του αρχειακού υλικού της Διεύθυνσης και την παροχή πληροφοριών σε δικαστικές ή άλλες δημόσιες αρχές και
εζ) τη συνεργασία με τους συναρμόδιους κρατικούς φορείς για την εκπόνηση σχεδίων εθνικής άμυνας, εσωτερικής ασφάλειας και συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας σε ασκήσεις των ενόπλων δυνάμεων.
4. Η Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 23
Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας
1. Η Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας (Δ.Δ.Α.) είναι αρμόδια για τον χειρισμό θεμάτων δημόσιας ασφάλειας, την παρακολούθηση της εγκληματικότητας στη χώρα, ιδίως σε ό,τι αφορά σε σοβαρά εγκλήματα ή εγκλήματα που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος, τη λήψη μέτρων και την παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών προς τις αρμόδιες επιχειρησιακές κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες για την αποτελεσματικότερη καταπολέμησή της.
2. Η Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Συλλογής και Ανάλυσης Δεδομένων,
β) Τμήμα Οργανωμένου Εγκλήματος,
γ) Τμήμα Αντιμετώπισης Εγκληματικότητας και
δ) Τμήμα Διοικητικών Υποθέσεων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Δημόσιας Ασφάλειας (Δ.Δ.Α.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α) Το Τμήμα Συλλογής και Ανάλυσης Δεδομένων είναι αρμόδιο για:
αα) την παρακολούθηση της εγκληματικότητας στη χώρα και ειδικότερα σε ό, τι αφορά σε σοβαρά εγκλήματα, καθώς και αυτά που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος, τη μελέτη και ανάλυση των αιτίων, των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών και της μεθοδολογίας και της συχνότητας διάπραξης των εγκλημάτων αυτών,
αβ) την ανάλυση και μελέτη των αιτιών του εγκλήματος και την παρακολούθηση των επιστημονικών εξελίξεων στους κλάδους του ποινικού δικαίου και της εγκληματολογίας και τη μέριμνα για την αξιοποίησή τους,
αγ) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα στατιστικής και ανάλυσης του εγκλήματος,
αδ) τη συλλογή, επεξεργασία, ανάλυση και χορήγηση των στατιστικών στοιχείων που αφορούν εγκλήματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης και την αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων,
αε) τη μελέτη, ανάλυση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης και την αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων προς τον σκοπό βελτίωσης της λειτουργίας και της δράσης τους,
αστ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων,
αζ) τη σύνταξη, σε συνεργασία με τη Δ.Α.Ο.Ε., τη Δι.Δ.Α.Π., τη Δι.Δι.Κ. και τις συναρμόδιες επιτελικές διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και άλλες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, της αναλυτικής ετήσιας έκθεσης του άρθρου ενδέκατου του ν. 3875/2010 (Α’ 158), σχετικά με την κατάσταση και τις τάσεις του οργανωμένου εγκλήματος στην Ελλάδα και
αη) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε συναντήσεις ή ομάδες εργασίας, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, που αφορούν την ανάλυση του εγκλήματος.
β) Το Τμήμα Οργανωμένου Εγκλήματος είναι αρμόδιο για:
βα) την έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες αναφορικά με τη δίωξη των οργανωμένων εγκλημάτων, εγχώριων ή διασυνοριακών, και ιδίως των ναρκωτικών, των εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας, του οικονομικού εγκλήματος, του κυβερνοεγκλήματος, της εμπορίας ανθρώπων, καθώς και με την εφαρμογή της ποινικής νομοθεσίας στα εγκλήματα αυτά,
ββ) τη μελέτη μέτρων αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος και τη συνεργασία με όλες τις συναρμόδιες υπηρεσίες και αρχές για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των εγκλημάτων που έχουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος,
βγ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση των διεθνών εξελίξεων σε θέματα αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος και την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή ή τη βελτίωση αντίστοιχων μεθόδων καταπολέμησής του στη χώρα,
βδ) την ανταλλαγή με αστυνομικές αρχές άλλων κρατών γνώσεων, πληροφοριών και τεχνογνωσίας σε θέματα αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας και την κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων για την πρόληψη και την καταστολή του,
βε) τη λήψη πρωτοβουλιών, τον σχεδιασμό δράσεων για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για το ζήτημα των ναρκωτικών, την κατάρτιση προγραμμάτων συνεργασίας με τις συναρμόδιες αρχές και τους επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς και τον σχεδιασμό δράσεων πρόληψης,
βστ) την εκπόνηση, σε εθνικό επίπεδο, επιχειρησιακών σχεδίων και προγραμμάτων για την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης, εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών,
βζ) την επεξεργασία και λήψη μέτρων ασφάλειας για την εφαρμογή της διαδικασίας προστασίας μαρτύρων από την εγκληματική δράση οργανωμένων ομάδων ή κακοποιών, κατόπιν πρότασης της Δ.Α.Ο.Ε.,
βη) την υποβολή εισηγήσεων για τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ελληνικής Αστυνομίας σε συναντήσεις και ομάδες εργασίας που αφορούν αντικείμενα της αρμοδιότητάς του,
βθ) την υποβολή εισήγησης για τη συμμετοχή σε επιχειρησιακά σχέδια που καταρτίζονται στο πλαίσιο συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας με άλλες χώρες, για θέματα αρμοδιότητάς του και την υποστήριξη και παρακολούθηση της υλοποίησής τους από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
βι) την παρακολούθηση των τρόπων διακίνησης και εμπορίας των ναρκωτικών και την αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων και
βια) τη συνεργασία με συναρμόδιες αρχές για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των εγκλημάτων που έχουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος και ιδίως αυτών που αφορούν εγκλήματα αρμοδιότητάς του.
γ) Το Τμήμα Αντιμετώπισης Εγκληματικότητας είναι αρμόδιο για:
γα) την παρακολούθηση της εγκληματικότητας στη χώρα και την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή της ποινικής νομοθεσίας σε θέματα αρμοδιότητάς του,
γβ) την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των διεθνών εξελίξεων σε θέματα αντιμετώπισης του εγκλήματος, τη μελέτη των επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων καταπολέμησής του και τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπισή του,
γγ) την ανταλλαγή, με αστυνομικές αρχές άλλων κρατών, γνώσεων, πληροφοριών και τεχνογνωσίας σε θέματα αντιμετώπισης του εγκλήματος, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας και την κατάρτιση και εφαρμογή προγραμμάτων για την πρόληψη και την καταστολή του,
γδ) την παροχή οδηγιών για την αναζήτηση διωκομένων ή εξαφανισθέντων προσώπων και κλαπέντων αντικειμένων και την αναζήτηση και σύλληψη των λιποτακτών και ανυπότακτων,
γε) την εισήγηση για την προκήρυξη χρηματικών αμοιβών σε οποιονδήποτε παρέχει στοιχεία και πληροφορίες που θα οδηγήσουν στην εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων και την αποκάλυψη και σύλληψη των δραστών των εγκλημάτων αυτών,
γστ) τη συλλογή και αξιοποίηση πληροφοριακού υλικού, με σκοπό την αποτροπή αποδράσεων και τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων εντός των καταστημάτων κράτησης, σε συνεργασία, κατά λόγο αρμοδιότητας, με τις Διευθύνσεις Αστυνόμευσης και Προστασίας του Κράτους, τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής,
γζ) τον σχεδιασμό δράσεων για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών και των κοινωνικών φορέων σε θέματα πρόληψης της εγκληματικότητας, καθώς και τη συμμετοχή τους σε σχετικά προγράμματα,
γη) την υποβολή εισηγήσεων για τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ελληνικής Αστυνομίας σε συναντήσεις και ομάδες εργασίας που αφορούν αντικείμενα της αρμοδιότητάς του, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο και
γθ) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών των υπηρεσιών του Σώματος σε αστυνομικούς σκύλους ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών, καθώς και σε συνοδούς και εκπαιδευτές αυτών, την προμήθεια και την κατανομή τους στις υπηρεσίες.
δ) Το Τμήμα Διοικητικών Υποθέσεων είναι αρμόδιο για:
δα) την έκδοση οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες αναφορικά με τις χορηγούμενες άδειες εργασίας, κατ’ εφαρμογή του π.δ. 180/1979 (Α’ 46), καθώς και την εξέταση αιτημάτων και τη μέριμνα για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ιδιωτικές εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, κατ’ εφαρμογή του ν. 2518/1997 (Α’ 164),
δβ) την επεξεργασία μέτρων και κανόνων για την έγκριση της σύνδεσης συστημάτων συναγερμού με τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και την καθοδήγηση των υπηρεσιών στην εφαρμογή του άρθρου 13 του ν. 2622/1998 (Α’ 138), σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
δγ) την κατάρτιση και προώθηση, σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 51 του ν. 4178/2013 (Α’ 174), αιτιολογημένης εισήγησης για την έγκριση ή μη της εγκατάστασης συστήματος ασφαλείας και συναφών προς αυτό στοιχείων, σε ακίνητα που βρίσκονται σε εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως περιοχές, για λόγους προστασίας της δημόσιας ασφάλειας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων,
δδ) την επεξεργασία και τον καθορισμό των μέτρων φυσικής και τεχνικής προστασίας των καταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων και λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4537/2018 (Α’ 84), καθώς και τον χειρισμό των προσφυγών της περ. γ’ της παρ. 11 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 (Α’ 152),
δε) την επιβολή διοικητικών μέτρων επί θεμάτων δημόσιας ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 36 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (L 312),
δστ) τον χειρισμό ζητημάτων που αφορούν στην έκδοση αδειών και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε ιδιωτικές εταιρείες παροχής υπηρεσιών ασφαλείας (Ι.Ε.Π.Υ.Α.) και γραφεία ιδιωτικών ερευνών, σύμφωνα με τον ν. 2518/1997 και τις κατ’ εξουσιοδότησή αυτού εκδιδόμενες υπουργικές αποφάσεις,
δζ) τον χειρισμό ζητημάτων που αφορούν στην εποπτεία των ενεχυροδανειστών και των αργυραμοιβών,
δη) τον χειρισμό λοιπών διοικητικών υποθέσεων αρμοδιότητας δημόσιας ασφάλειας και
δθ) την υποβολή εισήγησης για τη συνεχή κατάρτιση, επιμόρφωση και εξειδίκευση του προσωπικού για τις εξελίξεις, ιδίως στο πεδίο της ανάλυσης του εγκλήματος και την υποβολή προτάσεων διοργάνωσης σεμιναρίων, επί θεμάτων αρμοδιότητας της υπηρεσίας, τόσο σε εθνικό επίπεδο, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, όσο και σε διεθνές επίπεδο, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας.
4. Η Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας λειτουργεί ειδική μικτή Γραμματεία, η οποία υποστηρίζει τη λειτουργία του Συντονιστικού Οργάνου Δίωξης Ναρκωτικών (Σ.Ο.Δ.Ν.) του άρθρου 20 του ν. 1729/1987 (Α’ 144) και λειτουργεί ως Εθνική Μονάδα Πληροφοριών για τα ναρκωτικά.
6. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 24
Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας
1. Η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας (Δ.Δ.Α.Σ.) αποτελεί την εθνική αρχή για τον χειρισμό θεμάτων διεθνούς συνεργασίας και είναι αρμόδια για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων αστυνομικής διπλωματίας και συνεργασίας και για την οργάνωση της εκπροσώπησης της Ελληνικής Αστυνομίας σε ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα και οργανισμούς. Σε θέματα ανταλλαγής επιχειρησιακών πληροφοριών συνεργάζεται με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.) και με λοιπές Υπηρεσίες κατά λόγο αρμοδιότητας. Η Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, αποτελεί σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2023/977 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 2023 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών και την κατάργηση της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 134), το Ενιαίο Κέντρο Ανταλλαγής Πληροφοριών (Single Point Of Contact S.P.O.C), και είναι αρμόδια για:
α) την ανταλλαγή πληροφοριών και στοιχείων αναφορικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση του εγκλήματος και τη διεξαγωγή επιχειρήσεων αντιμετώπισης του διεθνικού εγκλήματος, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και συναρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου,
β) την άμεση διεκπεραίωση των επειγουσών υποθέσεων που διαβιβάζονται από αλλοδαπές ή εθνικές δικαστικές αρχές και αρχές επιβολής του νόμου,
γ) τη διαβίβαση των μη επειγουσών υποθέσεων και των υποθέσεων για τις οποίες απαιτείται περαιτέρω χειρισμός στα αρμόδια τμήματα της Διεύθυνσης, κατά περίπτωση,
δ) την παροχή κατευθύνσεων και τον συντονισμό των αρμόδιων εθνικών αρχών στον τομέα της διαχείρισης θεμάτων διεθνούς αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας,
ε) τη μέριμνα για την εξασφάλιση της ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο των Γραφείων Συνδέσμου (ΒDL),
στ) τη λήψη και διαχείριση αιτημάτων που αφορούν στην αποστολή της Διεύθυνσης και
ζ) την υποδοχή και διεκπεραίωση αιτημάτων αστυνομικής φύσεως.
Το Ενιαίο Κέντρο Ανταλλαγής Πληροφοριών (Single Point Of Contact S.P.O.C) εγκαθιστά και διαχειρίζεται ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης υποθέσεων για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
2. Η Δ.Δ.Α.Σ. διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Υποστήριξης Προσωπικού και Αποστολών,
β) Τμήμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Συνεργασίας και Διπλωματίας,
γ) Τμήμα INTERPOL,
δ) Τμήμα EUROPOL και
ε) Τμήμα SIRENE.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας (Δ.Δ.Α.Σ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Υποστήριξης Προσωπικού και Αποστολών είναι αρμόδιο για:
αα) τη διοικητική υποστήριξη του προσωπικού της Δ.Δ.Α.Σ., αποσπασμένου ή μη, συμπεριλαμβανομένου και του προσωπικού που υπηρετεί σε διεθνείς οργανισμούς με άδεια άνευ αποδοχών,
αβ) την υποβολή εισηγήσεων προς τα αρμόδια όργανα για την έκδοση αποφάσεων μετάβασης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας στο εξωτερικό για τη συμμετοχή σε συνόδους, διασκέψεις και συνέδρια των αρμοδίων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνών φορέων και οργανισμών,
αγ) την έκδοση αποφάσεων σχετικών με τις μεταγωγές προσώπων που παραδίδονται ή εκδίδονται βάσει ευρωπαϊκών ή διεθνών ενταλμάτων σύλληψης ή έκδοσης, από την αλλοδαπή στην ημεδαπή και αντιστρόφως,
αδ) την ενημέρωση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας για προκηρύξεις θέσεων αστυνομικού ενδιαφέροντος στην αλλοδαπή, την κατάρτιση σχετικού καταλόγου υποψηφίων αστυνομικών, τη σύνταξη εκθέσεων αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων και τη διαβίβαση αυτών στα αρμόδια όργανα επιλογής, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον νόμο,
αε) την υποβολή εισηγήσεων προς τα αρμόδια όργανα σχετικά με την απόσπαση ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας σε πάσης φύσεως θέσεις αστυνομικού ενδιαφέροντος στην αλλοδαπή, ιδίως σε όργανα διεθνών οργανισμών, διπλωματικών αρχών, φρούρησης διπλωματικών υπηρεσιών και ειρηνευτικών αποστολών,
αστ) την υποβολή εισήγησης προς τα αρμόδια όργανα αναφορικά με τον καθορισμό των καθηκόντων των αστυνομικών συνδέσμων, καθώς και τον τρόπο άσκησης αυτών,
αζ) τη μελέτη των αποφάσεων διεθνών οργανισμών που αφορούν στην οργάνωση ειρηνευτικών αστυνομικών αποστολών και αποστολών στο εξωτερικό σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών,
αη) τη μετάφραση ξενόγλωσσων κειμένων που αφορούν την ηγεσία του Σώματος και τη συνδρομή στη μετάφραση ξενόγλωσσων κειμένων, κατόπιν αιτημάτων των επιτελικών υπηρεσιών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής τους,
αθ) την εξασφάλιση της διερμηνείας σε διεθνή συνέδρια, συναντήσεις και αποστολές, κατόπιν αιτήματος του Επιτελικού Γραφείου του Αρχηγού,
αι) την αξιολόγηση, την επιλογή και την εισήγηση προς τον Αρχηγό για την απόσπαση αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, ως αστυνομικών συνδέσμων σε ελληνικές διπλωματικές αρχές του εξωτερικού και σε διεθνείς οργανισμούς, στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας,
αια) την καθοδήγηση των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας που επιλέγονται ως αστυνομικοί σύνδεσμοι, για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της αποστολής τους,
αιβ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Συνεργασίας και Διπλωματίας είναι αρμόδιο για:
βα) τη σύνταξη εισηγήσεων προς τα αρμόδια όργανα σε θέματα του τομέα δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
ββ) την οργάνωση της εκπροσώπησης της Ελληνικής Αστυνομίας σε συνόδους, διασκέψεις και συνέδρια με αντικείμενα αστυνομικού ενδιαφέροντος και αστυνομικής διπλωματίας,
βγ) τη συνεργασία με τις μόνιμες αντιπροσωπείες της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε άλλους υπερεθνικούς και διεθνείς οργανισμούς και θεσμούς,
βδ) την εισήγηση αναφορικά με τη συμμετοχή και την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε ομάδες εργασίας σε διεθνή και ευρωπαϊκά όργανα,
βε) τη νομοτεχνική επεξεργασία συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας με τρίτες χώρες, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικών Υποθέσεων της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης και τις συναρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και τη διαπραγμάτευση ή υλοποίηση των συμφωνιών αυτών,
βστ) την παρακολούθηση, τον χειρισμό και τον συντονισμό θεμάτων που άπτονται συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας με τρίτες χώρες, καθώς και τον συντονισμό και την υποστήριξη των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και την παροχή κατάλληλων οδηγιών και κατευθύνσεων, με σκοπό την εξασφάλιση της ενιαίας έκφρασης της αστυνομικής πολιτικής για τα θέματα που έχουν σχέση με τις διεθνείς σχέσεις της Ελληνικής Αστυνομίας,
βζ) την παρακολούθηση διεθνών θεμάτων ενδιαφέροντος της Ελληνικής Αστυνομίας και την υποβολή στην ηγεσία σχετικών εισηγήσεων για λήψη απόφασης,
βη) την κατάρτιση ενημερωτικού φακέλου επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης διεθνών συναντήσεων, στις οποίες μετέχει ο Αρχηγός, σε συνεργασία με το Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού,
βθ) την παρακολούθηση της διαδικασίας υλοποίησης ζητημάτων στρατηγικού επιπέδου στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας,
βι) τη μελέτη της οργάνωσης και λειτουργίας των ξένων Αστυνομιών, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής εμπειριών, γνώσεων και τεχνογνωσίας, μέσω των Αξιωματικών Συνδέσμων και την υποβολή σχετικών εισηγήσεων προς τον Διευθυντή.
γ) Το Τμήμα INTERPOL αποτελεί την εθνική υπηρεσία σύνδεσμο με τη Γενική Γραμματεία του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Ε.Α. INTERPOL)
και τα Εθνικά Κεντρικά Γραφεία των κρατών μελών της Σύμβασης INTERPOL και ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται από το καταστατικό του Δ.Ο.Ε.Α., όπως κυρώθηκε με τον ν. 3640/1956 (Α’ 303), καθώς και από τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού και ιδίως για:
γα) την εξασφάλιση της επικοινωνίας των αστυνομικών, δικαστικών και λοιπών αρχών με τη Γενική Γραμματεία του Διεθνούς Οργανισμού Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Ε.Α. INTERPOL) και τα Εθνικά Κεντρικά Γραφεία των κρατών μελών του για την πρόληψη και αποτελεσματικότερη δίωξη και καταστολή του εγκλήματος, σύμφωνα με τον ν. 3640/1956, καθώς και με τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού,
γβ) τη διαβίβαση πληροφοριών που αφορούν στην εγκληματικότητα καθώς και των αιτημάτων αλλοδαπών αρχών, στις καθ’ ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και στις συναρμόδιες κρατικές υπηρεσίες για την αξιοποίηση, τον χειρισμό και την αποστολή σχετικών απαντήσεων, αιτημάτων και πληροφοριών στις αλλοδαπές Αρχές,
γγ) την ανταλλαγή πληροφοριών που αφορούν στην εγκληματικότητα, στο πλαίσιο πρωτοβουλιών διεθνών οργανισμών, αρμόδιων για την καταπολέμηση του εγκλήματος,
γδ) την ανταλλαγή πληροφοριών επιχειρησιακού επιπέδου, στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών αστυνομικής συνεργασίας,
γε) την ανταλλαγή πληροφοριών με τους Έλληνες αστυνομικούς συνδέσμους στο εξωτερικό, καθώς και με τον διεθνή οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία Ευξείνου Πόντου (ΟΣΕΠ/BSEC) που κυρώθηκε με τον ν. 2925/2001 (Α’ 138) και το Κέντρο Επιβολής του Νόμου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Southeast European Law Enforcement Center (SELEC) που κυρώθηκε με τον ν. 4054/2012 (Α’ 45),
γστ) την εκπροσώπηση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας σε διεθνείς συνόδους που διοργανώνονται από τον Διεθνή Οργανισμό Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Δ.Ο.Ε.Α. INTERPOL), καθώς και τη μελέτη των σχετικών πορισμάτων και την εισήγηση για τη λήψη των απαραίτητων μέτρων, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας,
γζ) την εκπροσώπηση της Χώρας στις ειδικές ομάδες εργασίας για θέματα αρμοδιοτήτων του Εθνικού Κεντρικού Γραφείου (Ε.Κ.Γ.) INTERPOL,
γη) την εισαγωγή, τροποποίηση και διαγραφή των μέτρων των Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων Σύλληψης (Ε.Ε.Σ.), που εκδίδονται βάσει του ν. 3251/2004 (Α’ 127), στη σχετική βάση διεθνώς διωκομένων ατόμων της Γενικής Γραμματείας INTERPOL με παράλληλη ενημέρωση των Ε.Κ.Γ. των κρατών μελών του Οργανισμού μέσω σχετικής αγγελίας διεθνών αναζητήσεων, καθώς και την αντίστροφη ενημέρωση των αρμόδιων κατά περίπτωση εθνικών αρχών επί ανάλογων αιτημάτων, αγγελιών αναζητήσεων και Ε.Ε.Σ. που λαμβάνονται μέσω διαύλου INTERPOL,
γθ) τη συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές και αλλοδαπές δικαστικές αρχές και αρχές επιβολής του νόμου, μέσω των Ε.Κ.Γ. των κρατών μελών του Οργανισμού,
στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν στην εκτέλεση των Ε.Ε.Σ., σε περίπτωση συνεργασίας με κράτος μέλος της Ε.Ε. και μη συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν που εφαρμόζει το Ε.Ε.Σ., καθώς και στην εκτέλεση των αγγελιών διεθνών αναζητήσεων της INTERPOL με σκοπό τη σύλληψη και έκδοση διεθνώς διωκομένων ατόμων ή Ερυθρών Αγγελιών, σύμφωνα με τους ν. 3251/2004 (Α’ 127) και 3640/1956, καθώς και τα προβλεπόμενα στις διεθνείς συμβάσεις έκδοσης και δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις από τις οποίες δεσμεύεται η χώρα,
γι) τη διεκπεραίωση μεταγωγών προσώπων που παραδίδονται ή εκδίδονται βάσει ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης ή επισήμων αιτημάτων έκδοσης από την αλλοδαπή στην ημεδαπή και αντιστρόφως, καθώς και τη μεταφορά καταδίκων στο πλαίσιο του ν. 1708/1987 (Α’ 108) και του ν. 4307/2014 (Α’ 246),
για) τη διαβίβαση τόσο προς τη Γενική Γραμματεία της INTERPOL όσο και προς τα Ε.Κ.Γ. των άλλων κρατών μελών του Οργανισμού, πληροφοριών και αιτημάτων που αποστέλλονται από αρμόδιες ημεδαπές Αρχές και αφορούν σε αναζητούμενα οχήματα, αντικείμενα, αναζητούμενα ατομικά δημόσια έγγραφα, εξαφανισθέντα ή αναζητούμενα άτομα, αναζητούμενα έργα τέχνης και αρχαιότητες, ανευρεθέντα αγνώστου ταυτότητας πτώματα, ιδιαίτερους τρόπους διάπραξης αδικημάτων, σοβαρές δημόσιες απειλές, επικίνδυνα προς διάπραξη σοβαρών αδικημάτων άτομα και λοιπά στοιχεία που αφορούν στην πρόληψη και αποτελεσματικότερη δίωξη και καταστολή του εγκλήματος, με σκοπό την καταχώρησή τους στις σχετικές βάσεις δεδομένων της Γενικής Γραμματείας της INTERPOL και την κατά περίπτωση έκδοση σχετικής αγγελίας της INTERPOL,
γιβ) την ενημέρωση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί ανάλογων αιτημάτων της υποπερ. για) και αγγελιών που λαμβάνονται μέσω διαύλου INTERPOL, σύμφωνα με το καταστατικό και τους κανονισμούς του Οργανισμού της INTERPOL.
δ) Το Τμήμα EUROPOL αποτελεί την εθνική υπηρεσία σύνδεσμο των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής και των αρμόδιων Υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με τον Οργανισμό της Ε.Ε. για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (EUROPOL), και ασκεί τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (EUROPOL) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (L 135), όπως τροποποιήθηκε με τον Κανονισμό (EE) 2022/991 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2022, για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, όσον αφορά τη συνεργασία της EUROPOL με ιδιωτικούς φορείς, την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την EUROPOL
προς υποστήριξη ποινικών ερευνών και τον ρόλο της EUROPOL στην έρευνα και την καινοτομία (L 169), τις συναφείς αποφάσεις του Συμβουλίου Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του Διοικητικού Συμβουλίου της EUROPOL και είναι αρμόδιο για:
δα) την υλοποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/794, δβ) τη διαβίβαση αιτημάτων προς τις αρμόδιες ημεδαπές αρχές επιβολής του νόμου και λοιπές υπηρεσίες, για παροχή επιχειρησιακών πληροφοριών, τις οποίες εν συνεχεία διαβιβάζει στη EUROPOL και τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας, για την υποβοήθηση των ερευνών τους και την πρόληψη και καταστολή του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος,
δγ) τη συλλογή, επεξεργασία, αξιολόγηση, ανάλυση και διαβίβαση πληροφοριών στις ημεδαπές αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου και σε λοιπές υπηρεσίες, επιχειρησιακών πληροφοριών, που αποστέλλονται από τη EUROPOL ή από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τρίτα κράτη και οργανισμούς, τα οποία έχουν συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με τη EUROPOL για την πρόληψη και καταστολή του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος,
δδ) την παρακολούθηση των αποφάσεων που λαμβάνονται από τα όργανα της EUROPOL, καθώς και τις ομάδες εργασιών αυτής, την υλοποίησή τους και την ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών,
δε) τη διαβίβαση των σχετικών αιτημάτων των αρμόδιων υπηρεσιών προς τη EUROPOL και τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των αξιωματικών συνδέσμων της Ελλάδας στη EUROPOL,
δστ) την καταχώρηση, τροποποίηση, διαγραφή και τον έλεγχο νομιμότητας των πληροφοριών στα Συστήματα Πληροφοριών EUROPOL,
δζ) την αναζήτηση πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου και τη διαβίβασή τους, προς καταχώρηση και διασταύρωση με υφιστάμενες πληροφορίες, στα Έργα Ανάλυσης της EUROPOL,
δη) την ανταλλαγή πληροφοριών με τη EUROPOL, τα άλλα κράτη μέλη και τις αρμόδιες ελληνικές αρχές και τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την προστασία και την έγκαιρη και ασφαλή διακίνηση των πληροφοριών, σύμφωνα με τον ν. 4624/2019 (Α’ 137) και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/794,
δθ) τη συμμετοχή και εκπροσώπηση της χώρας στις επιχειρησιακές συναντήσεις και τις ομάδες εργασίας της EUROPOL και
δι) την υποστήριξη των ερευνών των εθνικών αρχών επιβολής του νόμου μέσω της αξιοποίησης των αναλυτικών εργαλείων της EUROPOL.
ε) Το Τμήμα SIRENE αποτελεί την κεντρική αρχή για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικών με τα δεδομένα που είναι καταχωρημένα στο Σύστημα Πληροφοριών SCHENGEN (SISRecast), που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση
του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (L 312), του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα των συνοριακών ελέγχων, την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν και την τροποποίηση και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) 1987/2006 (L 312) και του άρθρου 5 του Κανονισμού (EE) 2018/1860 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν για την επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (L 312), και είναι αρμόδιο για:
εα) την ανταλλαγή πληροφοριών με τα Εθνικά Γραφεία SIRENE των λοιπών συμβαλλομένων μερών της Σύμβασης Εφαρμογής της Συμφωνίας Σένγκεν (Σ.Ε.Σ.Σ.), η οποία κυρώθηκε με τον ν. 2514/1997 (Α’ 140),
εβ) τη διενέργεια διαβουλεύσεων με τα συμβαλλόμενα μέρη, όπου αυτό απαιτείται, για την καταχώρηση ή μη συμπληρωματικών στοιχείων ή τη διαγραφή στοιχείων στο National Schengen Information System (Ν.SIS), στο πλαίσιο εφαρμογής της Σ.Ε.Σ.Σ.,
εγ) την εξασφάλιση της συνεργασίας με τις λοιπές εθνικές υπηρεσίες και τους διεθνείς φορείς, στην αρμοδιότητα των οποίων ανάγεται ο χειρισμός θεμάτων που αναφέρονται στη Σ.Ε.Σ.Σ.,
εδ) τη διεκπεραίωση αιτημάτων συνδρομής αστυνομικής συνεργασίας και διασυνοριακής παρακολούθησης και καταδίωξης, σύμφωνα με τα άρθρα 39, 40, 41 και 46 της Σ.Ε.Σ.Σ.,
εε) τη διεκπεραίωση αιτημάτων διακρίβωσης της γνησιότητας των ιατρικών πιστοποιητικών, τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 75 της Σ.Ε.Σ.Σ.,
εστ) την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών στο πλαίσιο εφαρμογής από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, της υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (L 210) και της υπό στοιχεία 2008/616/ΔΕΥ απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (L 210), καθώς και του π.δ. 135/2013 (Α’ 209),
εζ) την εκπροσώπηση της χώρας στις ειδικές ομάδες εργασίας των αρμόδιων ευρωπαϊκών οργάνων για θέματα αρμοδιοτήτων του Εθνικού Γραφείου SIRENE,
εη) την εισαγωγή, τροποποίηση και διαγραφή των μέτρων των Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων Σύλληψης, που
εκδίδονται βάσει του ν. 3251/2004 (Α’ 127), καθώς και των λοιπών πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 26 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862,
εθ) τη συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές και ευρωπαϊκές δικαστικές αρχές και αρχές επιβολής του νόμου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν την εκτέλεση των Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων Σύλληψης, σύμφωνα με τον ν. 3251/2004 (Α’ 127) και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1861,
ει) τη διεκπεραίωση μεταγωγών προσώπων που παραδίδονται ή εκδίδονται βάσει Ευρωπαϊκών Ενταλμάτων Σύλληψης από την αλλοδαπή στην ημεδαπή και αντιστρόφως,
εια) τον χειρισμό υποθέσεων εξαφάνισης ανθρώπων οι οποίοι αναζητούνται στο πλαίσιο του άρθρου 32 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862,
ειβ) τον χειρισμό υποθέσεων αναζητουμένων οχημάτων-αντικειμένων του άρθρου 38 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862,
ειγ) την εξέταση αιτήσεων ατόμων τα οποία είναι καταχωρημένα στο Σύστημα Πληροφοριών Schengen από άλλα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 56 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862,
ειδ) την ενημέρωση, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, των χρηστών του SISII για την ορθή εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862,
ειε) την εξασφάλιση της συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών και τον συντονισμό των συναρμόδιων φορέων, συμπεριλαμβανομένης της Εθνικής Μονάδας ETIAS, στη διαχείριση υποθέσεων αρμοδιότητάς τους, καθώς και υποθέσεων στις οποίες υφίσταται συναρμοδιότητα μεταξύ αυτών και λοιπών εθνικών αρχών επιβολής του νόμου.
4. Στα Τμήματα Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Συνεργασίας και Διπλωματίας, SIRENE, INTERPOL και EUROPOL δύνανται να υπηρετούν εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί, κατόπιν απόφασης του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α’ 109), και με απόσπαση υπάλληλοι του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), των Τελωνειακών Αρχών και του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στα ανωτέρω Τμήματα δύναται να διατίθενται ή να αποσπώνται Αξιωματικοί του ΣΔΟΕ, των Τελωνειακών Αρχών και του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, ως σημεία επαφής με την εθνική Μονάδα Στοιχείων Επιβατών του άρθρου 6 του ν. 4579/2018 (Α’ 201).
5. Οι δραστηριότητες των Τμημάτων Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Συνεργασίας και Διπλωματίας, SIRENE, INTERPOL και EUROPOL, αναφορικά με τη μηχανογραφική επεξεργασία, διακίνηση και χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπόκεινται στον έλεγχο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, σύμφωνα με τον ν. 4624/2019.
6. Η Δ.Δ.Α.Σ. δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
7. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 25
Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης
1. Η Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης (Δ.Κ.Α.) είναι αρμόδια για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων πρόληψης και αντιμετώπισης του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, του σχολικού εκφοβισμού, κάθε μορφής διαπροσωπικής βίας και κυρίως της ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας, της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης, καθώς και για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ανηλίκων, των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, των ευάλωτων ομάδων, την υποστήριξη των θυμάτων και την αποφυγή της δευτερογενούς θυματοποίησής τους.
2. Η Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Προστασίας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και Ευάλωτων Ομάδων,
β) Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας,
γ) Τμήμα Προστασίας Ανηλικότητας,
δ) Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας,
ε) Τμήμα Αντιμετώπισης Έμφυλης Βίας και
στ) Τμήμα Προστασίας Ζώων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Προστασίας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και Ευάλωτων Ομάδων είναι αρμόδιο για: αα) την υποβολή εισήγησης για την τροποποίηση νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, εφόσον διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή τους θίγει τα ανθρώπινα δικαιώματα,
αβ) την εκπόνηση μελετών για την εξασφάλιση του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την προστασία των ευάλωτων ομάδων από την αστυνομική πρακτική,
αγ) τη συνεργασία με άλλες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, κρατικούς φορείς, ανεξάρτητες αρχές και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, για τον προσδιορισμό μέτρων προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ευάλωτων ομάδων,
αδ) την κατάρτιση του ετήσιου απολογισμού των δραστηριοτήτων για τα μέτρα που έχουν ληφθεί στον τομέα της προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ευάλωτων ομάδων κατά την αστυνομική δράση και
αε) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας είναι αρμόδιο, στο πλαίσιο του επιτελικού του ρόλου, για:
βα) την παρακολούθηση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006 (Α’ 232), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, σε συνεργασία με τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, τη μελέτη μέτρων πρόληψης και καταστολής των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και την υποβολή σχετικής εισήγησης, την εποπτεία και τον συντονισμό των ως άνω υπηρεσιών για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και για την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ως άνω μέτρων και την αναπροσαρμογή αυτών,
ββ) τον καθορισμό και την ανάπτυξη δράσεων, σε συνεργασία με το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης και με άλλους συναρμόδιους φορείς, για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, καθώς και για την πρόληψη δευτερογενούς επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης, εκφοβισμού και αντεκδίκησης,
βγ) την κατάρτιση και επεξεργασία προτυποποιημένων κωδικοποιημένων σημαντικών αναφορών που αφορούν σε εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας, για την ορθή αντιμετώπισή τους και τον καθορισμό ενιαίου τρόπου καταγραφής των ουσιωδών στοιχείων των περιστατικών, από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες,
βδ) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων επί θεμάτων διαχείρισης υποθέσεων περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας από το ένστολο προσωπικό και τη σύνταξη έκθεσης αναφορικά με τη διαχείριση της ενδοοικογενειακής βίας από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας κατά το προηγούμενο έτος,
βε) την αποστολή προτάσεων στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης για την εκπόνηση και υλοποίηση προγραμμάτων ηλεκτρονικής ή δια ζώσης εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης του προσωπικού που χειρίζεται υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, ιδίως μέσω σεμιναρίων και ημερίδων, σε συνεργασία με την ανωτέρω Διεύθυνση και συναρμόδιους φορείς και αρχές σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο.
βστ) την υποβολή εισήγησης για την περιοδική επιμόρφωση και εκπαίδευση του προσωπικού και ιδίως αυτού που εκτελεί καθήκοντα Αξιωματικού Υπηρεσίας και χειρίζεται υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, σε συνεργασία με τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, μέσω της σύνταξης περιοδικών αναφορών σχετικά με τον αριθμό και το επίπεδο κατάρτισης του προσωπικού,
βζ) τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη δράσεων με σκοπό τη διευκόλυνση της καταγγελίας περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας,
βη) την ανάπτυξη πρωτοβουλιών, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς, για την ενημέρωση των πολιτών ως προς τον τρόπο αντίδρασης και προστασίας τους από εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας και διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους σε περίπτωση θυματοποίησης και
βθ) την υποβολή εισήγησης για την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε συνέδρια και εκδηλώσεις με αντικείμενο θέματα ενδοοικογενειακής βίας που οργανώνονται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.
γ) Το Τμήμα Προστασίας Ανηλικότητας είναι αρμόδιο για:
γα) την παρακολούθηση των υποθέσεων κακοποίησης, παραμέλησης ή παραβατικότητας ανηλίκων και κάθε άλλης υπόθεσης αστυνομικής αρμοδιότητας, στην οποία εμπλέκεται ανήλικο άτομο, καθ’ οποιονδήποτε τρόπο,
γβ) τη μελέτη μέτρων πρόληψης και αντιμετώπισης των εγκλημάτων που διαπράττονται από ανηλίκους ή σε βάρος αυτών, την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και τη συνεχή αναπροσαρμογή αυτών, για την αποτελεσματική και ουσιαστική προστασία των ανηλίκων,
γγ) την καθοδήγηση, την εποπτεία και τον συντονισμό των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων της υποπερ. γβ) και της ισχύουσας νομοθεσίας και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ανηλίκων,
γδ) τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων για τους κινδύνους που αφορούν σε συνήθειες, ενδιαφέροντα και χώρους όπου συχνάζουν ανήλικοι, καθώς και κάθε άλλου στοιχείου σχετικού με αδικήματα που διαπράττονται σε βάρος ανηλίκων ή από ανηλίκους, για την αξιοποίησή τους κατά τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη των μέτρων προστασίας τους,
γε) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για αδικήματα στα οποία εμπλέκονται ανήλικα άτομα καθ’ οποιονδήποτε τρόπο και τον καθορισμό ενιαίου τρόπου καταγραφής των ουσιωδών στοιχείων τους, από τις καθ’ ύλην αρμόδιες επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, για την ποιοτική και ποσοτική ανάλυση και την εξαγωγή σχετικών συμπερασμάτων,
γστ) την εισήγηση, εκπόνηση και υλοποίηση προγραμμάτων ηλεκτρονικής ή δια ζώσης εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης του προσωπικού, που χειρίζεται υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται ανήλικα άτομα, καθ’ οποιονδήποτε τρόπο, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και συναρμόδιους φορείς σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο,
γζ) την επιμέλεια και τον έλεγχο της περιοδικής επιμόρφωσης και εκπαίδευσης του προσωπικού, σε συνεργασία με τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, μέσω της σύνταξης περιοδικών αναφορών σχετικά με τον αριθμό, καθώς και το επίπεδο κατάρτισης του προσωπικού,
γη) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων για την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα σχολικού εκφοβισμού, κακοποίησης, παραμέλησης ή παραβατικότητας ανηλίκων, σε συνεργασία με άλλες αρμόδιες αρχές, υπηρεσίες και επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς,
γθ) την κατάρτιση προγραμμάτων συνεργασίας με τις συναρμόδιες αρχές και τους επιστημονικούς και κοινωνικούς φορείς για την ολιστική ανταπόκριση και διαχείριση της παραβατικότητας των ανηλίκων, της εκμετάλλευσης, παραμέλησης και κακοποίησης αυτών, καθώς και τον σχεδιασμό δράσεων πρόληψης της παραβατικότητας,
γι) την ανάληψη πρωτοβουλιών για την ευχερέστερη καταγγελία των περιστατικών βίας και παραβατικότητας από ανηλίκους ή σε βάρος ανηλίκων και την υλοποίηση δράσεων για την ενημέρωσή τους αναφορικά με τα δικαιώματά τους και τους τρόπους αντίδρασης και προστασίας από περιστατικά βίας, σε συνεργασία με συναρμόδιους φορείς και αρχές,
για) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε εσωτερικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε συνέδρια, ημερίδες και εκδηλώσεις με αντικείμενο θέματα προστασίας ανηλίκων,
γιβ) την εκπόνηση, σε εθνικό επίπεδο, επιχειρησιακών σχεδίων και προγραμμάτων σχετικά με τα εγκλήματα με δράστες και θύματα ανηλίκους, και
γιγ) τον επιτελικό χειρισμό ζητημάτων που αφορούν στις αναζητήσεις εξαφανισθέντων ανήλικων προσώπων.
δ) Το Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας είναι αρμόδιο για:
δα) τον χειρισμό θεμάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας, την έκδοση διαταγών και την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την αντιμετώπισή τους και τον έλεγχο εφαρμογής αυτών,
δβ) την ανταλλαγή πληροφοριών με συναρμόδιους κρατικούς ή μη φορείς, καθώς και με υπηρεσίες, αρχές, φορείς και οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων χωρών για την πληρέστερη αντιμετώπιση του ρατσιστικού φαινομένου,
δγ) τη μελέτη, ανάλυση και κατάλληλη αξιοποίηση των σχετικών ιστορικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και άλλων στοιχείων και δεδομένων προς τον σκοπό της πληρέστερης αξιολόγησης των ρατσιστικών τάσεων και αντιδράσεων και της έγκαιρης και αποτελεσματικής διαχείρισης του φαινομένου,
δδ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων αναφορικά με περιστατικά ρατσιστικής βίας, τη συλλογή, μελέτη και αξιολόγηση της ετήσιας έκθεσης που υποβάλλεται από τα Τμήματα και τα Γραφεία Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας και τη σύνταξη έκθεσης πεπραγμένων, αναφορικά με τις υποθέσεις ρατσιστικής βίας, στις οποίες επιλήφθηκαν οι αστυνομικές υπηρεσίες κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους και
δε) την υποβολή εισήγησης για την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε συνέδρια και εκδηλώσεις με αντικείμενο θέματα ρατσισμού και ξενοφοβίας.
ε) Το Τμήμα Αντιμετώπισης Έμφυλης Βίας είναι αρμόδιο για:
εα) την καταγραφή και παρακολούθηση των υποθέσεων έμφυλης βίας, σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης, παρενοχλητικής παρακολούθησης, ακρωτηριασμού γεννητικών οργάνων και εξαναγκαστικού γάμου, καθώς και οποιουδήποτε άλλου αδικήματος που πλήττει δυσανάλογα πρόσωπα λόγω φύλου,
εβ) τη λήψη μέτρων και την αξιοποίηση εργαλείων και μέσων για την πρόληψη και αντιμετώπιση της έμφυλης βίας, την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητάς τους και την αναπροσαρμογή τους,
εγ) την καθοδήγηση, την εποπτεία και τον συντονισμό των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων, καθώς και για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας,
εδ) τον καθορισμό, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων, σε συνεργασία με άλλους συναρμόδιους φορείς και υπηρεσίες, για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων έμφυλης βίας και τη λήψη μέτρων για την πρόληψη δευτερογενούς επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης, εκφοβισμού και αντεκδίκησης,
εε) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για αδικήματα έμφυλης βίας και τον καθορισμό ενιαίου τρόπου καταγραφής των ουσιωδών στοιχείων τους, από τις καθ’ ύλην αρμόδιες επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, για την ποιοτική και ποσοτική ανάλυση και την εξαγωγή συμπερασμάτων περί της τάσης του φαινομένου,
εστ) την εισήγηση, εκπόνηση και υλοποίηση προγραμμάτων ηλεκτρονικής ή δια ζώσης εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης του προσωπικού, που χειρίζεται υποθέσεις έμφυλης βίας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και συναρμόδιους φορείς και αρχές σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο,
εζ) την υποβολή εισήγησης για την εκπαίδευση και περιοδική επιμόρφωση του προσωπικού, σε συνεργασία με τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες, μέσω της σύνταξης περιοδικών αναφορών σχετικά με τον αριθμό, καθώς και για το επίπεδο κατάρτισης του προσωπικού,
εη) τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη δράσεων προς ευχερέστερη καταγγελία περιστατικών έμφυλης βίας και την παρακολούθηση της πορείας των καταγγελιών αυτών,
εθ) την ανάπτυξη και υλοποίηση δράσεων και την ανάληψη πρωτοβουλιών για την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση των πολιτών, αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία, τα δικαιώματά τους και τους τρόπους αντίδρασης και προστασίας των θυμάτων και
ει) την υποβολή εισήγησης για την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε συνέδρια και εκδηλώσεις με αντικείμενο θέματα έμφυλης βίας.
στ) Το Τμήμα Προστασίας Ζώων είναι αρμόδιο για: στα) την παρακολούθηση των υποθέσεων παραμέλησης, ενεργητικής και παθητικής κακοποίησης και θανάτωσης ζώων, καθώς και της παράνομης εμπορίας και διακίνησης αυτών, πλην των υποθέσεων της περ. ι’ της παρ. 2 του άρθρου 155 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, Α’ 265), καθώς και τη λειτουργία ειδικής τηλεφωνικής γραμμής για την υποβολή σχετικών καταγγελιών και αναφορών και τη διαχείριση αυτών,
στβ) την καθοδήγηση, την εποπτεία και τον συντονισμό των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, για την ουσιαστική και αποτελεσματική διαχείριση υποθέσεων της υποπερ. στα) και την ορθή εφαρμογή του ισχύοντος νομικού πλαισίου,
στγ) την προετοιμασία νομοθετικών ρυθμίσεων και συναφών διοικητικών πράξεων, τον σχεδιασμό προληπτικών μέτρων, την εκπόνηση ειδικών επιχειρησιακών σχεδίων διαχείρισής τους και την αξιολόγηση της αρτιότητας υλοποίησής τους, με παράλληλη αναπροσαρμογή αυτών, με σκοπό την αποτροπή ενεργειών της υποπερ. στα),
στδ) την κατάρτιση και επεξεργασία προτυποποιημένων κωδικοποιημένων σηματικών αναφορών που αφορούν σε εγκλήματα κατά των ζώων για την ορθή αντιμετώπισή τους και τον καθορισμό ενιαίου τρόπου καταγραφής των ουσιωδών στοιχείων των περιστατικών, από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες,
στε) τη συλλογή, τήρηση και περαιτέρω επεξεργασία και αξιοποίηση στατιστικών στοιχείων για κάθε περιστατικό κακοποίησης ζώων, καθώς επίσης και στοιχείων αναφορών υποθέσεων ποινικών εξελίξεων, ιδιαίτερης βαρύτητας,
στστ) τη μελέτη των μέτρων πρόληψης και καταστολής, καθώς και των επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων που εφαρμόζονται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, την επεξεργασία αυτών και την αξιοποίησή τους στην εφαρμοζόμενη στρατηγική διαχείρισης,
στζ) την αποστολή προτάσεων στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης για την υλοποίηση προγραμμάτων ηλεκτρονικής ή διά ζώσης εκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης του προσωπικού που χειρίζεται υποθέσεις κακοποίησης ζώων, σε συνεργασία με συναρμόδιους φορείς και αρχές σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο,
στη) την ανάπτυξη δράσεων για την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών, σχετικά με την προστασία των ζώων, την ενίσχυση της συνεργασίας με άλλες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και τους λοιπούς συναρμόδιους φορείς,
στθ) τη συνεργασία με όλες τις συναρμόδιες αρχές και υπηρεσίες, καθώς και λοιπούς κρατικούς και μη φορείς με σκοπό τον σχεδιασμό δράσεων, την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και την εφαρμογή βέλτιστων πρακτικών και
στι) την υποβολή εισήγησης για την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας σε διοργανώσεις, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, για την προστασία των ζώων.
4. Η Διεύθυνση Κοινωνικής Αστυνόμευσης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 26
Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας
1. Η Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας (Δ.Δ.Ε.Α.) είναι αρμόδια για την παραλαβή των δικαιολογητικών και την έκδοση διαβατηρίων Ελλήνων πολιτών, καθώς και για την έκδοση ή εκτύπωση άλλων εγγράφων ασφαλείας.
2. Η Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Εισαγωγής Δεδομένων και Διεκπεραίωσης,
β) Τμήμα Ελέγχου και Εγκρίσεων,
γ) Τμήμα Εκτύπωσης και Ποιοτικού Ελέγχου,
δ) Τμήμα Μηχανογράφησης και Επεξεργασίας και
ε) Τμήμα Διαχείρισης Υλικού.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας (Δ.Δ.Ε.Α.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Εισαγωγής Δεδομένων και Διεκπεραίωσης είναι αρμόδιο για:
αα) την παραλαβή των αιτήσεων και των λοιπών αναγκαίων, για την έκδοση διαβατηρίων, δικαιολογητικών από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και τις προξενικές αρχές,
αβ) την παραλαβή των αιτήσεων και των λοιπών αναγκαίων, για την εκτύπωση άλλων εγγράφων ασφαλείας, δικαιολογητικών από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας ή άλλες κατά περίπτωση αρχές,
αγ) την ψηφιοποίηση και αποθήκευση των έντυπων αιτήσεων και δικαιολογητικών στη βάση δεδομένων για περαιτέρω επεξεργασία,
αδ) τον έλεγχο των φωτογραφιών και κατά περίπτωση των αρχείων υπογραφής που περιλαμβάνονται στις αιτήσεις, προκειμένου να διαπιστωθεί η συμμόρφωση αυτών με τις τεχνικές προδιαγραφές,
αε) την επιστροφή των έντυπων αιτήσεων δικαιολογητικών στις υπηρεσίες υποβολής για αρχειοθέτησή τους,
αστ) την καθοδήγηση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και των άλλων αρμόδιων κρατικών αρχών ως προς την εφαρμογή της νομοθεσίας για την έκδοση διαβατηρίων και των σχετικών διαδικασιών,
αζ) τη φύλαξη και διαχείριση των συστημάτων ασφάλειας των εγκαταστάσεων της Διεύθυνσης, καθώς και τον έλεγχο εισόδου στους εργασιακούς χώρους αυτής και
αη) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Ελέγχου και Εγκρίσεων είναι αρμόδιο για:
βα) τον έλεγχο της πληρότητας και της γνησιότητας των δικαιολογητικών και της ορθής καταχώρησής τους στο ηλεκτρονικό σύστημα επεξεργασίας,
ββ) τη διαπίστωση συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων για τη χορήγηση διαβατηρίου στον αιτούντα,
βγ) την έγκριση των αιτημάτων για την έκδοση διαβατηρίου ή την αιτιολογημένη απόρριψή τους, κατά περίπτωση,
βδ) την προώθηση των επεξεργασθέντων ελεγχθέντων δικαιολογητικών για την έκδοση διαβατηρίου και
βε) την κατά προτεραιότητα επεξεργασία των αιτημάτων έκδοσης διπλωματικών και υπηρεσιακών διαβατηρίων.
γ) Το Τμήμα Εκτύπωσης και Ποιοτικού Ελέγχου είναι αρμόδιο για:
γα) την εκτύπωση των διαβατηρίων και των λοιπών εγγράφων ασφαλείας, η αρμοδιότητα επί των οποίων έχει ανατεθεί στη Διεύθυνση,
γβ) τον έλεγχο των εκτυπωθέντων διαβατηρίων και των λοιπών εγγράφων ασφαλείας, για τη διαπίστωση της ποιότητας εκτύπωσης, της τήρησης των προδιαγραφών κατά τη διαδικασία παραγωγής και της ανάγκης επανεκτύπωσής τους,
γγ) τη μέριμνα για την καταστροφή των εγγράφων ασφαλείας που δεν πληρούν τους όρους της υποπερ. γβ),
γδ) τη μέριμνα για τον καθορισμό του τύπου και των προδιαγραφών ασφάλειας των εντύπων των διαβατηρίων και
γε) την αποστολή των εκδοθέντων διαβατηρίων και λοιπών εγγράφων ασφαλείας στις υπηρεσίες υποδοχής για παράδοση στους δικαιούχους.
δ) Το Τμήμα Μηχανογράφησης και Επεξεργασίας είναι αρμόδιο για:
δα) τον καθορισμό των απαραίτητων μηχανογραφικών εφαρμογών και διαδικτυακών υπηρεσιών για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης,
δβ) την καταχώρηση σε εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων των κλαπέντων, απολεσθέντων και ακυρωθέντων διαβατηρίων,
δγ) την παρακολούθηση της κανονικής λειτουργίας του κεντρικού υπολογιστικού συστήματος της Διεύθυνσης και τη μέριμνα για τη συντήρηση αυτού ή την αποκατάσταση βλαβών,
δδ) την τήρηση του ηλεκτρονικού αρχείου αιτήσεων δικαιολογητικών και στοιχείων εκδοθέντων διαβατηρίων και τη λήψη αντιγράφων ασφαλείας,
δε) την έκδοση και τήρηση στατιστικών στοιχείων σχετικά με τα έγγραφα ασφαλείας που εκδίδει ή εκτυπώνει η Διεύθυνση στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της,
δστ) τη λήψη τεχνικών και οργανωτικών μέτρων για την προστασία των δεδομένων που συλλέγονται και αποθηκεύονται στη βάση δεδομένων της υπηρεσίας και
δζ) τη λειτουργία και την ενημέρωση του περιεχομένου της ιστοσελίδας της Διεύθυνσης.
ε) Το Τμήμα Διαχείρισης Υλικού είναι αρμόδιο για:
εα) τον χειρισμό θεμάτων εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού,
εβ) τον προσδιορισμό των αναγκαίων υλικών και λοιπών αναλωσίμων για την εκτύπωση των εγγράφων ασφαλείας και τη μέριμνα για τον έγκαιρο εφοδιασμό της Διεύθυνσης με αυτά,
εγ) την ασφαλή φύλαξη και διαχείριση των ειδών της υποπερ.εβ), καθώς και των ασυμπλήρωτων εγγράφων ασφαλείας,
εδ) τον εφοδιασμό με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά και τη μέριμνα για την καλή λειτουργία και τη συντήρησή τους, κατόπιν εμπεριστατωμένης και έγκαιρης ενημέρωσης του Τμήματος Εκτύπωσης και Ποιοτικού Ελέγχου και
εε) την προμήθεια και διανομή των εφοδίων και των υλικών στο προσωπικό της Διεύθυνσης.
4. Η Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 27
Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης
1. Η Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης είναι αρμόδια για τον προγραμματισμό, συντονισμό και έλεγχο της αποτελεσματικής υλοποίησης των αρμοδιοτήτων των Διευθύνσεων που υπάγονται σε αυτήν, οι οποίες σχετίζονται με θέματα προστασίας συνόρων, διαχείρισης της μετανάστευσης, πρόληψης και αποτροπής της παράνομης εισόδου και εξόδου των αλλοδαπών, καθώς και της παράνομης παραμονής και εργασίας αυτών στη χώρα.
2. Η Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης διαρθρώνεται στις ακόλουθες διευθύνσεις:
α) Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων,
β) Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης και
γ) Διεύθυνση Αλλοδαπών.
Άρθρο 28
Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων
1. Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για την προστασία και διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της χώρας και ειδικότερα για την αποτελεσματική επιτήρηση αυτών, τους ελέγχους προσώπων στα Συνοριακά Σημεία Διέλευσης και την αντιμετώπιση του διασυνοριακού εγκλήματος στη συνοριακή γραμμή της χώρας, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ολοκληρωμένη Διαχείριση Συνόρων του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) 1052/2013 και (ΕΕ) 2016/1624 (L 295). Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων ορίζεται ως το μοναδικό εθνικό σημείο επαφής (National Focal Point of Contact-NFPoC) με τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX) και είναι αρμόδια για την επίτευξη του μέγιστου βαθμού συνεργασίας και υποστήριξης, ιδίως στον σχεδιασμό, τον συντονισμό και την υλοποίηση των κοινών επιχειρησιακών δράσεων που διεξάγονται με την υποστήριξη του Οργανισμού, καθώς και των αντίστοιχων δράσεων που στοχεύουν στην καταπολέμηση των οργανωμένων δικτύων διακίνησης παράτυπων μεταναστών σε συνεργασία με τη EUROPOL.
2. Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων συνεργάζεται, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, με το Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Ελέγχου και Επιτήρησης Συνόρων (Ε.Σ.Κ.Ε.Ε.Σ.) του άρθρου 48 του ν. 4960/2022 (Α’ 145), καθώς και με λοιπές συναρμόδιες υπηρεσίες.
3. Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Επιτήρησης Συνόρων και
β) Τμήμα Ελέγχου Συνόρων.
4. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προστασίας Συνόρων κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α) Το Τμήμα Επιτήρησης Συνόρων, είναι αρμόδιο για: αα) τον συντονισμό και τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας των αστυνομικών αρχών που εμπλέκονται στην αντιμετώπιση της παράτυπης εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών, της παράνομης διακίνησης μεταναστών και του διασυνοριακού εγκλήματος εν γένει, στη συνοριακή γραμμή της χώρας, καθώς και την έρευνα και εξάρθρωση των κυκλωμάτων οργανωμένης διακίνησης παράτυπων μεταναστών, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες αστυνομικές και λοιπές εθνικές και διεθνείς υπηρεσίες και αρχές,
αβ) τον συντονισμό και την παρακολούθηση της ορθής εφαρμογής των μέτρων υλοποίησης της εθνικής και ενωσιακής πολιτικής στον τομέα της διαχείρισης των συνόρων,
αγ) την παρακολούθηση της κατάστασης στη χερσαία μεθοριακή γραμμή της χώρας και στα νομοθετημένα σημεία εισόδου-εξόδου της ελληνικής επικράτειας, καθώς και την πρόσβαση σε συστήματα επιτήρησης-αναφοράς ή σε πληροφορίες και δεδομένα για την άσκηση της ανωτέρω αρμοδιότητας,
αδ) την παρακολούθηση των εξελίξεων στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογίας για την επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων και την κατάλληλη αξιοποίησή τους, σε συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς,
αε) την παρακολούθηση και αξιολόγηση του επιπέδου κινδύνου και των συνεπειών της παράνομης μετανάστευσης και του διασυνοριακού εγκλήματος στη συνοριακή γραμμή, μέσω της αξιοποίησης του διαθέσιμου πληροφοριακού υλικού,
αστ) τον συντονισμό των αρμοδίων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Ανάλυσης Κινδύνου, την παροχή κατευθυντήριων γραμμών και οδηγιών για την παραγωγή προϊόντων ανάλυσης κινδύνου με βάση το Κοινό Μοντέλο Ανάλυσης Κινδύνου (Common Integrated Risk Analysis Model-CIRAM), καθώς και την κατάρτιση αντίστοιχων προϊόντων ανάλυσης κινδύνου σε κεντρικό επίπεδο,
αζ) τη συνεργασία με τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX) για τη βελτίωση του επιπέδου συνεργασίας και υποστήριξης, την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ενωσιακό δίκαιο, την ανάπτυξη των εθνικών ικανοτήτων, καθώς και τον συντονισμό και την υλοποίηση των επιχειρησιακών δράσεων του Οργανισμού στα σύνορα της χώρας, καθώς και με τη EUROPOL, στο πλαίσιο υλοποίησης κοινών επιχειρησιακών δράσεων για την καταπολέμηση των οργανωμένων δικτύων διακίνησης παράτυπων μεταναστών,
αη) τη συλλογή, επεξεργασία, ανάλυση, αξιοποίηση και ανταλλαγή πληροφοριών με συναρμόδιες αρχές και υπηρεσίες της χώρας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την καταπολέμηση δικτύων διακίνησης παράτυπων μεταναστών, σε συνεργασία με λοιπές αρμόδιες υπηρεσίες και κυρίως με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών και τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος,
αθ) την εξαγωγή και ανάλυση στατιστικών στοιχείων και δεδομένων προς τον σκοπό της υποστήριξης των δράσεων για την αποτελεσματική διαχείριση του προσωπικού και των τεχνικών μέσων των υπηρεσιών που ασχολούνται με τον έλεγχο και την επιτήρηση των συνόρων,
αι) τον καθορισμό των κανόνων εμπλοκής των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας που είναι αρμόδιες για την άσκηση των καθηκόντων επιτήρησης των συνόρων,
αια) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης σε ανθρώπινο δυναμικό, τεχνικά μέσα και εξοπλισμό σε κεντρικό και περιφερειακό/τοπικό επίπεδο, κατόπιν εμπεριστατωμένων προτάσεων των κατά λόγο αρμοδίων επιτελικών διευθύνσεων,
αιβ) τη διαχείριση των οικονομικών θεμάτων που προκύπτουν στο πλαίσιο της συνεργασίας με τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX),
αιγ) τη συνεργασία με τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και με διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς επί θεμάτων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης,
αιδ) την υποστήριξη του έργου του Ε.Σ.Κ.Ε.Ε.Σ. επί θεμάτων διακρατικής συνεργασίας στην αντιμετώπιση της διαχείρισης συνόρων,
αιε) τη μέριμνα για την εκπροσώπηση σε διεθνείς και ευρωπαϊκές συναντήσεις, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς, με στόχο την παρακολούθηση και αξιοποίηση του ενωσιακού και διεθνούς δικαίου και την υποβολή εισήγησης για τη διαμόρφωση αποτελεσματικής στρατηγικής για τη διαχείριση των συνόρων, σύμφωνα με όσα ορίζει η Ευρωπαϊκή Ολοκληρωμένη Διαχείριση Συνόρων του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/1896,
αιστ) τη συνεργασία και διασύνδεση με τη Διεύθυνση Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων (Δ.Ε.Δι.Κ.), με Περιφερειακά Κέντρα Επιχειρήσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, με το Ε.Σ.Κ.Ε.Ε.Σ., καθώς και με αντίστοιχα κέντρα άλλων συναρμόδιων υπηρεσιών, για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων του, στο πλαίσιο της αποτελεσματικής προστασίας και διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων,
αιζ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων,
αιη) τη συνεργασία με συναρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και με άλλους αρμόδιους φορείς και υπηρεσίες, με σκοπό την υποβολή ολοκληρωμένων σχεδίων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων και ειδικότερα των τομέων ελέγχου και επιτήρησης των συνόρων, μέσω της αξιοποίησης των ενωσιακών και εθνικών πόρων και
αιθ) την παρακολούθηση, καθοδήγηση και αξιολόγηση, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, του έργου των αστυνομικών συνδέσμων που τοποθετούνται στο έδαφος τρίτων χωρών, για τα θέματα της παράνομης μετανάστευσης και ανταλλαγής πληροφοριών και την εξάρθρωση των κυκλωμάτων διακίνησης παράτυπων μεταναστών από οργανωμένες εγκληματικές ομάδες που δρουν στο έδαφος των χωρών τοποθέτησής τους.
ακ) Στο Τμήμα Επιτήρησης Συνόρων λειτουργούν:
i) Κέντρο Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης (Κ.Ο.ΔΙ.Σ.ΜΕ.) σε επίπεδο Γραφείου, επί εικοσιτετραώρου βάσεως, το οποίο παρέχει υποστήριξη στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας με σκοπό τον συντονισμό αυτών στον τομέα της ολοκληρωμένης προστασίας και διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της χώρας,
ii) Περιφερειακά Κέντρα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης (ΠΕ.ΚΟ.ΔΙ.Σ.ΜΕ.) τα οποία συγκροτούνται με απόφαση του Β’ Υπαρχηγού, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης του Γενικού Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης, με την οποία καθορίζονται η υπαγωγή και το πλαίσιο λειτουργίας τους.
β) Το Τμήμα Ελέγχου Συνόρων είναι αρμόδιο για: βα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών ως προς την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για θέματα συνοριακού ελέγχου προσώπων στα θεσμοθετημένα Συνοριακά Σημεία Διέλευσης της κατ’ εξαίρεση εισόδου αλλοδαπών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις εισόδου, καθώς και των διαδικασιών χορήγησης θεωρήσεων εισόδου στα σύνορα,
ββ) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα διερεύνησης υποθέσεων αλλοδαπών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βγ) την ορθή εφαρμογή από τις υπηρεσίες των βέλτιστων πρακτικών και κανόνων σε θέματα προστασίας και ελέγχου των συνόρων στο επιχειρησιακό περιβάλλον, στα θεσμοθετημένα Συνοριακά Σημεία Διέλευσης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική διαχείριση της ταξιδιωτικής κίνησης,
βδ) την εξέταση, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς, των αιτημάτων θεσμοθέτησης νέων Συνοριακών Σημείων Διέλευσης στην ελληνική επικράτεια και αναστολής της λειτουργίας ή κατάργησης υφιστάμενων,
βε) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των αρμόδιων, για θέματα συνοριακού ελέγχου, προσώπων στα θεσμοθετημένα Συνοριακά Σημεία Διέλευσης, επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών, σε θέματα πρόληψης και αποτροπής της εισόδου στην Ελληνική Επικράτεια μη δικαιούμενων προσώπων,
βστ) τη συνεργασία με τις τελωνειακές αρχές και τους λοιπούς καθ’ ύλην αρμόδιους φορείς για την αντιμετώπιση των θεμάτων της παράνομης μετανάστευσης και κυκλοφορίας των προσώπων,
βζ) τη συνεργασία με τις συναρμόδιες αρχές, καθώς και με τις αντίστοιχες υπηρεσίες των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών για θέματα ελέγχου των εξωτερικών συνόρων,
βη) τη συγκέντρωση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων σε σχέση με τον έλεγχο των συνόρων και την εξαγωγή και αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων,
βθ) την προώθηση της συνεργασίας με γειτονικές χώρες για τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των προσώπων που διέρχονται από τα θεσμοθετημένα Συνοριακά Σημεία Διέλευσης της χώρας,
βι) την υλοποίηση πρωτοβουλιών και δράσεων εκπαιδευτικού ή επιχειρησιακού χαρακτήρα, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και με αρχές επιβολής του νόμου τρίτων χωρών για την εξασφάλιση του αναγκαίου συντονισμού των ενεργειών για τον έλεγχο των συνόρων,
βια) την ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνογνωσίας με τις αντίστοιχες Υπηρεσίες ξένων χωρών και διεθνείς οργανισμούς επί θεμάτων κοινής αρμοδιότητας,
βιβ) την παρακολούθηση και ενσωμάτωση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα αρμοδιότητάς του,
βιγ) την παρακολούθηση και τον έλεγχο της διαδικασίας παράτασης του χρόνου βραχείας διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών που εισέρχονται στην Ελλάδα,
βιδ) τη διαχείριση της εφαρμογής αφίξεων και αναχωρήσεων των προσώπων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ελληνική επικράτεια και την εξέταση των σχετικών με την εφαρμογή αυτή αιτημάτων και
βιδ) τον έλεγχο της κυκλοφορίας των προσώπων μέσω των θεσμοθετημένων συνοριακών διαβάσεων, καθώς και τον έλεγχο της νομιμότητας της παραμονής και κυκλοφορίας των αλλοδαπών στην Ελλάδα.
5. Στο Τμήμα Ελέγχου Συνόρων λειτουργεί η Εθνική Μονάδα Συστήματος Εισόδου-Εξόδου, σε επίπεδο Γραφείου,η οποία είναι αρμόδια για τη λειτουργία και παρακολούθηση του Εθνικού Συστήματος Εισόδου-Εξόδου (Σ.Ε.Ε.) (Entry-Exit System) και ιδίως για:
α) την εποπτεία, την καθοδήγηση και τον συντονισμό των εμπλεκόμενων υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με την ορθή λειτουργία του Σ.Ε.Ε., σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
β) τη συνεργασία και τον συντονισμό συναρμόδιων φορέων και αρχών ως προς την παρακολούθηση και τον χειρισμό της εφαρμογής των διατάξεων που διέπουν τη λειτουργία του Σ.Ε.Ε.,
γ) τη λειτουργία του Κεντρικού Σημείου Πρόσβασης, αρμόδιου για τον έλεγχο των προϋποθέσεων πρόσβασης και παροχής εξουσιοδότησης στα δεδομένα του Συστήματος, των εκάστοτε αιτουσών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και έτερων διωκτικών αρχών,
δ) τη συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
ε) τη συγκέντρωση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων που προκύπτουν από την καταχώρηση δεδομένων στο πλαίσιο λειτουργίας του Συστήματος, την εξαγωγή και αξιοποίηση των σχετικών συμπερασμάτων και την κατάρτιση εκθέσεων που αφορούν στη λειτουργία του Σ.Ε.Ε.,
στ) την ανταλλαγή πληροφοριών, εμπειριών και γνώσεων με τις αστυνομίες ξένων χωρών και διεθνείς οργανισμούς επί θεμάτων κοινής αρμοδιότητας,
ζ) την παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα αρμοδιότητάς του,
η) τη διοργάνωση, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, εκπαιδεύσεων του προσωπικού που εμπλέκεται στο Σ.Ε.Ε.,
θ) τη μέριμνα για την περιοδική διεξαγωγή ενημερωτικής εκστρατείας αναφορικά με την πληροφόρηση του κοινού και ιδιαιτέρως των υπηκόοων τρίτων χωρών,
ι) την επικοινωνία με αρμόδια όργανα της Ε.Ε., διεθνών φορέων και οργανισμών, και
ια) την εκπροσώπηση της χώρας στις ομάδες εργασίας των αρμόδιων ευρωπαϊκών οργάνων για θέματα αρμοδιότητας του Σ.Ε.Ε..
6. Η Διεύθυνση Προστασίας Συνόρων δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
7. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 29
Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης
1. Η Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης (Δ.Δ.Μ.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στην παραμονή και εργασία των αλλοδαπών στη χώρα, τον έλεγχο των δευτερογενών μεταναστευτικών ροών, σε συνεργασία με τις αρχές των χωρών προέλευσης και διέλευσης των παράτυπων μεταναστών και κράτησης των παρατύπως διαμενόντων πολιτών τρίτων χωρών σε Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών (ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α.) και λοιπές ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης αλλοδαπών, καθώς και τις επιστροφές των πολιτών τρίτων χωρών που δεν διαθέτουν ή δεν διαθέτουν πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου και παραμονής στη χώρα μας.
2. Η Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Ελέγχου Νομιμότητας Αλλοδαπών και
β) Τμήμα Διαχείρισης Εγκαταστάσεων Κράτησης και Επιστροφών.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διαχείρισης Μετανάστευσης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α) Το Τμήμα Ελέγχου Νομιμότητας Αλλοδαπών είναι αρμόδιο για: αα) τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων που αφορούν στη διαμονή και εργασία των αλλοδαπών στη χώρα, αβ) τον συντονισμό και την παροχή οδηγιών στις καθ’ ύλην αρμόδιες επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, αναφορικά με την αναζήτηση, τον εντοπισμό και τη σύλληψη των αλλοδαπών που διαμένουν ή εργάζονται παράνομα στη χώρα, τον εντοπισμό και τη σύλληψη των προσώπων που διευκολύνουν την παράνομη εργασία και παραμονή των αλλοδαπών και την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη,
αγ) την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του έργου των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης,
αδ) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πρωτοβουλιών για τον έλεγχο των δευτερογενών μεταναστευτικών ροών, σε συνεργασία με τις αρχές των χωρών προέλευσης και διέλευσης των παράτυπων μεταναστών,
αε) την παρακολούθηση και ενσωμάτωση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα αρμοδιότητάς του,
αστ) την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την υποβολή εκθέσεων απόψεων προς τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια σχετικά με αιτήσεις αλλοδαπών για την αναστολή ή ακύρωση αποφάσεων απέλασης ή επιστροφής και
αζ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Διαχείρισης Εγκαταστάσεων Κράτησης και Επιστροφών είναι αρμόδιο για:
βα) την έκδοση εγκυκλίων αναφορικά με το πλαίσιο των κανόνων και των μέτρων υποδοχής, κράτησης και αξιοπρεπούς διαβίωσης των παρανόμως εισερχομένων ή διαμενόντων στην Ελλάδα, πολιτών τρίτων χωρών, τον συντονισμό και την αξιολόγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών για την αποτελεσματική εφαρμογή τους, στο πλαίσιο του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
ββ) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της Ελληνικής Αστυνομίας στον τομέα της υποδοχής και κράτησης των παρανόμως εισερχομένων και διαμενόντων στην Ελλάδα αλλοδαπών,
βγ) την κατανομή των κρατουμένων στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών και τους λοιπούς χώρους κράτησης αλλοδαπών, καθώς και τον καθορισμό των διαδικασιών φύλαξης, σίτισης και παροχής διερμηνείας και κοινωνικής, ψυχολογικής και ιατροφαρμακευτικής υποστήριξης,
βδ) τη μέριμνα για την αξιοποίηση εθνικών ή χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμμάτων, σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και με τις συναρμόδιες Υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, για τη βελτίωση των συνθηκών κράτησης των παρανόμως διαμενόντων αλλοδαπών,
βε) τη δημιουργία νέων χώρων κράτησης και τη μέριμνα για τη βελτίωση των υφιστάμενων υποδομών, μέσω των αρμοδίων προς τούτο υπηρεσιών,
βστ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε ανθρώπινο δυναμικό και μέσα των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών και των λοιπών χώρων κράτησης αλλοδαπών, αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας, για την αποτελεσματική φρούρηση και την ομαλή λειτουργία τους,
βζ) την ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνογνωσίας με τις συναρμόδιες, σε εθνικό επίπεδο,υπηρεσίες, καθώς και με αστυνομίες ξένων χωρών και διεθνείς οργανισμούς επί θεμάτων αρμοδιότητας του Τμήματος, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας,
βη) την παρακολούθηση της αποτελεσματικής λειτουργίας και την αξιολόγηση των εγκαταστάσεων και των συνθηκών κράτησης αλλοδαπών, καθώς και την τήρηση, μελέτη και αξιοποίηση σχετικών στατιστικών στοιχείων,
βθ) την καθοδήγηση, τον συντονισμό και την αξιολόγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών ως προς την ορθή εφαρμογή των διατάξεων περί επιστροφών,
βι) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στον τομέα της επιστροφής των μη νομίμως διαμενόντων στην Ελλάδα αλλοδαπών, σε συνεργασία με τα συναρμόδια Υπουργεία, με άλλες κυβερνητικές και μη οργανώσεις και τις αρχές των χωρών προέλευσης και διέλευσής τους,
βια) την ανάληψη δράσεων για τη στήριξη της συνεργασίας με τις τρίτες χώρες προέλευσης παράτυπων αλλοδαπών, στο πλαίσιο συμφωνιών επανεισδοχής,
βιβ) την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο την επιστροφή των παράτυπων αλλοδαπών στις χώρες καταγωγής τους, σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και τις αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βιγ) την ανάληψη δράσεων για την προώθηση, ανάπτυξη και ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των υπηρεσιών επιστροφής και άλλων αρχών των κρατών μελών που συμμετέχουν στην επιστροφή, καθώς και τη συνεργασία με τις προξενικές αρχές και τις μεταναστευτικές υπηρεσίες τρίτων χωρών για τη δημιουργία εθνικών και κοινών επιχειρήσεων επιστροφής,
βιδ) τη συνεργασία και τον συντονισμό σε θέματα επιστροφών με τις συναρμόδιες, σε εθνικό επίπεδο, αρχές, καθώς και με τις αντίστοιχες υπηρεσίες των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (FRONTEX) και τρίτες χώρες,
βιε) την υποβολή προτάσεων βελτίωσης, ανάπτυξης και επικαιροποίησης των διαδικασιών μεταχείρισης και επιστροφών των παράτυπων αλλοδαπών και την προετοιμασία νομοθετικών ρυθμίσεων και διοικητικών πράξεων για τα θέματα αυτά,
βιστ) την κατάρτιση σχεδίων συμφωνιών επανεισδοχής, καθώς και εφαρμοστικών πρωτοκόλλων σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και τη μέριμνα για τη σύναψή τους,
βιζ) την τήρηση αρχείου αναφορικά με υποθέσεις αρμοδιότητάς του και
βιη) την παρακολούθηση και ενσωμάτωση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα αρμοδιότητάς του.
4. Η Διεύθυνση Διαχείρισης Μετανάστευσης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 30
Διεύθυνση Αλλοδαπών
1. Η Διεύθυνση Αλλοδαπών (Δ.Αλ.) είναι αρμόδια για τον χειρισμό, σε επιτελικό επίπεδο, θεμάτων σχετικών με την ιθαγένεια, τους ομογενείς και την ύπαρξη λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας σε εν γένει ζητήματα σχετικά με τους αλλοδαπούς.
2. Η Διεύθυνση Αλλοδαπών διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Ιθαγένειας, Ομογενών και Πολιτών Ευρωπαϊκής Ένωσης και
β) Τμήμα Διοικητικών Μέτρων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Αλλοδαπών (Δ.Αλ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Ιθαγένειας, Ομογενών και Πολιτών Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο για:
αα) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων που αφορούν στην ιθαγένεια και τα ζητήματα των ομογενών, καθώς και τη συνεργασία με άλλες αρμόδιες ή συναρμόδιες εθνικές αρχές και φορείς για την αντιμετώπιση προβλημάτων των ομογενών ή τη ρύθμιση θεμάτων απονομής ιθαγένειας σε αυτούς,
αβ) την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του μηχανισμού γνωστοποίησης προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών των λόγων δημόσιας τάξης και εθνικής ασφάλειας, που μπορεί να υφίστανται σε βάρος αλλοδαπών που έχουν υποβάλει αίτημα πολιτογράφησης,
αγ) την παρακολούθηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του μηχανισμού γνωστοποίησης προς τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου των λόγων δημόσιας τάξης και εθνικής ασφάλειας, που μπορεί να υφίστανται σε βάρος πολιτών τρίτων χωρών που έχουν υποβάλει αίτημα χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής,
αδ) την καθοδήγηση των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών στην εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων που αφορούν στη διοικητική τακτοποίηση: i) των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη χώρα, ii) των υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της Συμφωνίας Αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και iii) ομογενών που προέρχονται από την Αλβανία, την Τουρκία και χώρες της τέως Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών,
αε) την εξέταση αιτημάτων που υποβάλλονται μέσω του Τμήματος SIRENE για ομογενείς και αλλοδαπούς που υπάγονται στην αρμοδιότητά του και την ενημέρωση από και προς το ως άνω Τμήμα επί των αιτημάτων,
αστ) την αποστολή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εγγράφων με τις απόψεις της διοίκησης, επί εφέσεων αλλοδαπών κατά αποφάσεων των διοικητικών πρωτοδικείων που απορρίπτουν προσφυγές τους για την κατά περίπτωση χορήγηση, ανανέωση ή ανάκληση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς (Ε.Δ.Τ.Ο.) και Άδειας Διαμονής Ενιαίου Τύπου (Α.Δ.Ε.Τ.) ή βεβαιώσεων εγγραφής και εγγράφων πιστοποίησης μόνιμης διαμονής πολιτών Ευρωπαϊκής Ένωσης ή εγγράφων διαμονής υπηκόων Ηνωμένου Βασιλείου που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της Συμφωνίας Αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση,
αζ) την τήρηση και ψηφιοποίηση του υλικού αρχείου αλλοδαπών των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Προστασίας του Κράτους του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αη) την τήρηση αρχείου και στατιστικών στοιχείων αναφορικά με υποθέσεις αρμοδιότητάς του,
αθ) την εξέταση και διεκπεραίωση των υποθέσεων αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας του π.δ. 114/2010 (Α’ 195), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 20 του άρθρου 80 του ν. 4375/2016 (Α’ 51), στην παρ. 3 του άρθρου 119 του ν. 4636/2019 (Α’ 169) και στο άρθρο 15 του ν. 4703/2020 (Α’ 131),
αι) την έκδοση και ανανέωση των ταξιδιωτικών εγγράφων των ανιθαγενών, κατ’ εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης της Νέας Υόρκης της 28ης.9.1954, περί της νομικής καταστάσεως των ανιθαγενών, σύμφωνα με την παρ. 32 του άρθρου 80 του ν. 4375/2016, μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 4375/2016,
αια) την παρακολούθηση και ενσωμάτωση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα θέματα αρμοδιότητάς του και
αιβ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Διοικητικών Μέτρων είναι αρμόδιο για:
βα) την καταχώρηση ή διαγραφή, κατά περίπτωση,αλλοδαπών και ομογενών, στους καταλόγους ανεπιθύμητων, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 4000/4/32λα’/5.10.2012 κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (Β’ 2805), και την παροχή οδηγιών προς τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για την ενιαία και αποτελεσματική διαχείριση του ζητήματος,
ββ) την εφαρμογή των διοικητικών μέτρων κατά ημεδαπών και αλλοδαπών και τη διαχείριση αιτημάτων που αφορούν στην επιβολή ή άρση των μέτρων αυτών,
βγ) τη διεκπεραίωση της αλληλογραφίας που αφορά στην καταχώρηση ή άρση των διοικητικών προστίμων που επιβάλλονται σε βάρος των αλλοδαπών που δεν τηρούν τους όρους διαμονής τους, καθώς και την εξέταση των αιτημάτων που υποβάλλονται μέσω του Τμήματος SIRENE,
βδ) την αποστολή απόψεων στα αρμόδια δικαστήρια επί ενδίκων βοηθημάτων και μέσων αλλοδαπών, αναφορικά με αιτήματα διαγραφής από τον κατάλογο ανεπιθύμητων για λόγους δημόσιας τάξης και ασφάλειας και λόγους δημόσιας υγείας, για εγγραφές οι οποίες είχαν αποφασιστεί από τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αλλοδαπών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και
βε) την τήρηση αρχείου και στατιστικών στοιχείων αναφορικά με υποθέσεις αρμοδιότητάς του.
4. Η Διεύθυνση Αλλοδαπών δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 31
Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού
1. Η Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού (Γ.Δ.Δ.Α.Δ.) είναι αρμόδια, σε επιτελικό επίπεδο, για τον χειρισμό θεμάτων που σχετίζονται με την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, την εκπαίδευσή του, καθώς και την υγειονομική περίθαλψή του.
2. Η Γενική Διεύθυνση Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού διαρθρώνεται στις ακόλουθες Διευθύνσεις:
α) Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού,
β) Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού,
γ) Διεύθυνση Εκπαίδευσης και
δ) Διεύθυνση Υγειονομικού.
Άρθρο 32
Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού
1. Η Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) είναι αρμόδια για τον χειρισμό των θεμάτων της υπηρεσιακής κατάστασης του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Αξιωματικών και
β) Τμήμα Κατώτερου Ένστολου Προσωπικού.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ένστολου Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Αξιωματικών είναι αρμόδιο για: αα) τον χειρισμό θεμάτων τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, λοιπών μετακινήσεων και ανακλήσεων των αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας,
αβ) τον χειρισμό θεμάτων κρίσεων και επανακρίσεων των αξιωματικών για τη βαθμολογική προαγωγή ή για άλλη υπηρεσιακή μεταβολή τους,
αγ) την έκδοση των διοικητικών πράξεων που αφορούν προαγωγές, αποστρατείες, παραιτήσεις, αποκαταστάσεις και μετατάξεις των αξιωματικών,
αδ) την κατάρτιση, τήρηση και ενημέρωση των ατομικών εγγράφων των αξιωματικών,
αε) την κατάρτιση επετηρίδας των αξιωματικών και τη συνεχή ενημέρωσή της,
αστ) τη συγκέντρωση των εκθέσεων αξιολόγησης των αξιωματικών και τον έλεγχο της πληρότητάς τους,
αζ) τον χειρισμό θεμάτων απονομής ηθικών και υλικών αμοιβών στους αξιωματικούς,
αη) τον χειρισμό θεμάτων αδειών απουσίας των αξιωματικών, πλην των εκπαιδευτικών αδειών,
αθ) την επιλογή του ιπτάμενου προσωπικού για τη στελέχωση της Διεύθυνσης Εναερίων Μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας,
αι) τον χειρισμό πειθαρχικών υποθέσεων Αξιωματικών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Δεοντολογίας και Εσωτερικού Ελέγχου και τα λοιπά πειθαρχικά όργανα,
αια) τη λήψη μέτρων κατά αξιωματικών για αδικήματα που διέπραξαν εντός ή εκτός υπηρεσίας,
αιβ) τη μέριμνα για την παρακολούθηση της εξέλιξης των ποινικών υποθέσεων στις οποίες εμπλέκονται αξιωματικοί,
αιγ) τον χειρισμό θεμάτων που αφορούν στην άδεια άσκησης άλλου επαγγέλματος ή έργου με αμοιβή σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ. 538/1989 (Α’ 224),
αιδ) τον χειρισμό θεμάτων παραπομπών του προσωπικού για τον έλεγχο της καταλληλότητάς του να φέρει πυροβόλο όπλο στις αρμόδιες Επιτροπές του ν. 3169/2003 (Α’ 189), και
αιε) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β. Το Τμήμα Κατώτερου Ένστολου Προσωπικού είναι αρμόδιο:
βα) για τον χειρισμό όλων των θεμάτων που αναφέρονται στην περ. α) και σχετίζονται με ανθυπαστυνόμους, αρχιφύλακες, υπαρχιφύλακες, αστυφύλακες, συνοριακούς φύλακες, συνοριακούς φύλακες ορισμένου χρόνου και ειδικούς φρουρούς,
ββ) για τον χειρισμό των εξής θεμάτων που αφορούν το σύνολο του ένστολου προσωπικού:
i. ισότητας των φύλων,
ii. σχεδιασμού της συγκρότησης στρατονομικών αποσπασμάτων,
iii. παρακολούθησης της αριθμητικής δύναμης των ανωτέρω κατηγοριών προσωπικού και κάλυψης των κενών της οργανικής δύναμης,
iv. επιλογής και κατάταξης,
v. έκδοσης των δελτίων ταυτότητας,
vi. εφέδρων της Ελληνικής Αστυνομίας,
vii. εξέτασης και εισήγησης μεθόδων και διαδικασιών επιλογής και κατάταξης, και
viii. τήρησης και ενημέρωσης του μητρώου και του εφεδρικού αρχείου του προσωπικού αυτού.
4. Η Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 33
Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού
1. Η Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού (Δ.Π.Π.) χειρίζεται τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και τα θέματα του προσωπικού του άρθρου 19 του ν. 1339/1983 (Α’ 35).
2. Η Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Μόνιμου Πολιτικού Προσωπικού,
β) Τμήμα Πολιτικού Προσωπικού με Σχέση Εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου,
γ) Τμήμα Εκπαίδευσης Αξιολόγησης Πολιτικού Προσωπικού και
δ) Τμήμα Πειθαρχικής Δεοντολογίας και Αδειών Πολιτικού Προσωπικού.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πολιτικού Προσωπικού (Δ.Π.Π.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Μόνιμου Πολιτικού Προσωπικού είναι αρμόδιο για:
αα) τον χειρισμό θεμάτων προγραμματισμού προσλήψεων, διορισμών, εντάξεων, μονιμοποιήσεων, μετατάξεων, υποβιβασμών, διαθεσιμοτήτων, προϋπηρεσιών, προσοντολογίου και βαθμολογίου βάσει του π.δ. 85/2022 (Α’ 232), πλήρωσης θέσεων προϊσταμένων, βαθμολογικών και μισθολογικών προαγωγών, ηθικών αμοιβών, αδειών άσκησης έργου με αμοιβή, απολύσεων, παραιτήσεων, τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων, προσωρινών μετακινήσεων, κατανομής οργανικών θέσεων στις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και κάθε άλλου θέματος που αφορά το μόνιμο πολιτικό προσωπικό και την έκδοση των σχετικών διοικητικών πράξεων,
αβ) την κατάρτιση, τήρηση και ενημέρωση των ατομικών εγγράφων του μόνιμου πολιτικού προσωπικού,
αγ) την κατάρτιση της επετηρίδας του πολιτικού προσωπικού και τη συνεχή ενημέρωσή της,
αδ) την ενημέρωση της Υπηρεσίας Συντονισμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και άλλων αρμόδιων φορέων για θέματα αρμοδιότητας του ως άνω πολιτικού προσωπικού,
αε) την απογραφή και ενημέρωση του Μητρώου Μισθοδοτούμενων Ελληνικού Δημοσίου για το μόνιμο πολιτικό προσωπικό,
αστ) τις εισηγήσεις για θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του μόνιμου πολιτικού προσωπικού ενόψει της εισαγωγής τους στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο και
αζ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Πολιτικού Προσωπικού με Σχέση Εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου είναι αρμόδιο για:
βα) τα θέματα της περ. α), ως προς το πολιτικό προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου,
ββ) την έκδοση ανακοίνωσης για την πρόσληψη προσωπικού με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου για τις Διευθύνσεις των Γενικών Διευθύνσεων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και για το σύνολο των υπηρεσιών που εδρεύουν ή εξυπηρετούνται στις εγκαταστάσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βγ) τη διαδικασία πρόσληψης του προσωπικού ασφάλειας ή φρούρησης Ν.Π.Δ.Δ., Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας και Επιχειρήσεων, καθώς και για τη συνοδεία των χρηματαποστολών αυτών κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19 του ν. 1339/1983 (Α’ 35),
βδ) την πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση μίσθωσης έργου σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2527/1997 (Α’ 206),
βε) τη διαδικασία για τη διάθεση θέσεων μαθητείας αποφοίτων ΕΠΑ.Λ. του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και ΕΠΑ.Σ. Μαθητείας της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης, σε Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και
βστ) τη διαχείριση και επίβλεψη θεμάτων προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ.
γ) To Τμήμα Εκπαίδευσης Αξιολόγησης Πολιτικού Προσωπικού είναι αρμόδιο για:
γα) την αποστολή προτάσεων για θέματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας προς τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
γβ) την υλοποίηση, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και άλλους φορείς, προγραμμάτων και σεμιναρίων επιμόρφωσης του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και
γγ) την εφαρμογή του προβλεπόμενου συστήματος αξιολόγησης του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.
δ) Το Τμήμα Πειθαρχικής Δεοντολογίας και Αδειών Πολιτικού Προσωπικού είναι αρμόδιο για:
δα) τον χειρισμό πειθαρχικών υποθέσεων του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας,
δβ) την παρακολούθηση της εξέλιξης των ποινικών υποθέσεων που σχετίζονται με τις πειθαρχικές διαδικασίες για το ως άνω προσωπικό,
δγ) την καταχώρηση στοιχείων στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων που τηρείται στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας για την παρακολούθηση της εξέλιξης των διαδικασιών προκαταρκτικής εξέτασης, των διαδικασιών Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, των πειθαρχικών διαδικασιών, καθώς και των ποινικών υποθέσεων που σχετίζονται με τις πειθαρχικές διαδικασίες του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας,
δδ) τον χειρισμό θεμάτων διαθεσιμότητας λόγω ασθένειας και των αδειών του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας των άρθρων 48 έως 60 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26) και
δε) την προετοιμασία θεμάτων απόλυσης του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας λόγω ανικανότητας, ενόψει της εισαγωγής τους στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο προς λήψη απόφασης.
4. Η Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση των ατομικών υπηρεσιακών φακέλων του συνόλου του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 34
Διεύθυνση Εκπαίδευσης
1. Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης είναι αρμόδια για τον χειρισμό θεμάτων που σχετίζονται με την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και εξειδίκευση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία.
2. Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Εκπαιδεύσεων και
β) Τμήμα Μετεκπαιδεύσεων και Διεθνών Εκπαιδεύσεων.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Εκπαιδεύσεων είναι αρμόδιο για: αα) τον προσδιορισμό του αριθμού των εισακτέων και των ειδικοτήτων των πτυχιούχων υποψηφίων σε κάθε Σχολή της Αστυνομικής Ακαδημίας,
αβ) τη μελέτη και τον προσδιορισμό, σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο επίπεδο, των εκπαιδευτικών αναγκών των δοκίμων υπαστυνόμων, των δοκίμων αστυφυλάκων και του λοιπού ένστολου προσωπικού και τη σύνταξη εισηγήσεων προς την Αστυνομική Ακαδημία για να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση των εκπαιδευτικών της προγραμμάτων,
αγ) τη μέριμνα για την έκδοση προκηρύξεων των εισιτηρίων και προαγωγικών εξετάσεων του αστυνομικού προσωπικού στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, και την καθοδήγηση των υπηρεσιών στη διενέργεια αυτών,
αδ) τη μελέτη και εκπόνηση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, βάσει των γνώσεων και δεξιοτήτων που απαιτούν οι θέσεις εργασίας των υπηρεσιών και την υποβολή εισηγήσεων προς την Αστυνομική Ακαδημία για να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση της εκπαιδευτικής της πολιτικής,
αε) την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων και μεθόδων σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία και την υποβολή εισηγήσεων για τη βελτίωσή τους,
αστ) τη μελέτη των εκπαιδευτικών συστημάτων των αστυνομιών ξένων χωρών και την αξιοποίηση των σχετικών πορισμάτων σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία,
αζ) τη σύνταξη διοικητικών πράξεων για τα θέματα της αρμοδιότητάς του,
αη) τη διενέργεια εκπαιδεύσεων στο πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και
αθ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Μετεκπαιδεύσεων και Διεθνών Εκπαιδεύσεων είναι αρμόδιο για:
βα) τη σύνταξη εισήγησης αναφορικά με τον αριθμό του ένστολου προσωπικού και τη μέθοδο επιλογής του, για την παρακολούθηση προγραμμάτων μετεκπαίδευσης ή δια βίου μάθησης, τα οποία πραγματοποιούνται εκτός της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ββ) τη μελέτη και τον προσδιορισμό των μετεκπαιδευτικών αναγκών του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και την υποβολή εισηγήσεων για την ανάθεση στην Αστυνομική Ακαδημία της υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων σύμφωνα με το άρθρο 129,
βγ) τη μέριμνα για την προκήρυξη εξετάσεων του αστυνομικού προσωπικού προς απόκτηση επαγγελματικής ειδικότητας, και την καθοδήγηση των υπηρεσιών στη διενέργεια αυτών,
βδ) τη μελέτη θεμάτων μετεκπαίδευσης του προσωπικού, τον καθορισμό των προτεραιοτήτων στη μετεκπαίδευση και επιμόρφωσή του και την παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων στις αρμόδιες υπηρεσίες για την κατάρτιση των σχετικών προγραμμάτων,
βε) τη μέριμνα για την έγκριση προγραμμάτων μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης που καταρτίζονται και υποβάλλονται από τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες για το προσωπικό τους,
βστ) τη μέριμνα για τη συμμετοχή του προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα άλλων δημοσίων, ιδιωτικών ή στρατιωτικών σχολών και κέντρων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης,
βζ) τον χειρισμό θεμάτων εκπαιδευτικών αδειών του αστυνομικού προσωπικού,
βη) τη μελέτη των μεθόδων μετεκπαίδευσης του προσωπικού και την αξιοποίηση των σχετικών πορισμάτων, σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία,
βθ) την αξιοποίηση εμπειριών και γνώσεων των αστυνομιών ξένων χωρών σε θέματα μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού, σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία,
βι) τη μέριμνα για την κατάρτιση και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων επιμόρφωσης του προσωπικού αστυνομιών ξένων χωρών, τα οποία πραγματοποιούνται εκτός της Αστυνομικής Ακαδημίας,
βια) την υποβολή εισηγήσεων για τη συμμετοχή του ένστολου προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα αστυνομιών ξένων χωρών, ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών και γενικά εκπαιδευτικών φορέων της αλλοδαπής, με εξαίρεση τα εκπαιδευτικά προγράμματα που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία, CEPOL), σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (ΕΑΑ) και για την αντικατάσταση και κατάργηση της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 319), ως προς τα οποία αποκλειστικώς αρμόδια είναι η Αστυνομική Ακαδημία,
βιβ) τη μελέτη, επεξεργασία και αξιοποίηση, σε εκπαιδευτικό και μετεκπαιδευτικό επίπεδο, των εκθέσεων που υποβάλλονται από τους συμμετέχοντες σε διεθνή και ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά προγράμματα αρμοδιότητάς του και τη δημιουργία προς τούτο σχετικής βάσης δεδομένων,
βιγ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση των εκπαιδεύσεων του προσωπικού σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο και την ταξινόμηση βάσει του γνωστικού τους αντικειμένου,
βιδ) την ενημέρωση των υπηρεσιών για την πραγματοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Ακαδημίας σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο,
βιε) την ανάπτυξη συνεργασίας, σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, με αντίστοιχες αστυνομικές υπηρεσίες, ως προς το αντικείμενο της αποστολής του Τμήματος,
βιστ) τον χειρισμό θεμάτων εκπαιδευτικών αποστολών στο εξωτερικό του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και
βιζ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων σε θέματα της αρμοδιότητάς του.
4. Οι διαδικασίες πιστοποίησης των προσόντων και των δεξιοτήτων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και οι συναφείς λεπτομέρειες ρυθμίζονται με κανονιστική διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία εκδίδεται με μέριμνα της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης.
5. Η Διεύθυνση Εκπαίδευσης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
6. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 35
Διεύθυνση Υγειονομικού
1. Η Διεύθυνση Υγειονομικού (Δ.Υ.) είναι αρμόδια για την παροχή υγειονομικών υπηρεσιών στο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Διεύθυνση Υγειονομικού (Δ.Υ.) διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Υγειονομικής Περίθαλψης,
β) Τμήμα Υγειονομικού Ελέγχου,
γ) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και
δ) Κέντρο Εκπαίδευσης Πρώτων Βοηθειών και Τραύματος (Κ.Ε.Π.Β.Τ.) Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο συστήνεται σε επίπεδο Τμήματος.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Υγειονομικού (Δ.Υ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Υγειονομικής Περίθαλψης είναι αρμόδιο για:
αα) την οργάνωση και λειτουργία ιατρείων, οδοντιατρείων, εργαστηρίων παρακλινικών εξετάσεων και φυσιοθεραπευτηρίων,
αβ) την παροχή εξωνοσοκομειακής και οδοντιατρικής περίθαλψης στο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας,
αγ) την παρακολούθηση της υγείας του προσωπικού και τη μέριμνα για την περίθαλψη των ασθενών, καθώς
και την επίβλεψη της πορείας των νοσηλευόμενων σε νοσηλευτικά ιδρύματα,
αδ) την παροχή επείγουσας ιατρικής βοήθειας σε ιδιώτες ασθενείς, που κρατούνται ή μετάγονται από υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αε) την εξέταση των μελών των οικογενειών του εν ενεργεία προσωπικού, καθώς και του προσωπικού που έχει συνταξιοδοτηθεί και των μελών των οικογενειών του, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα με κανονιστική διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας,
αστ) την οργάνωση και λειτουργία «Τραπεζών Αίματος» για την εθελοντική αιμοδοσία του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας ή ιδιωτών,
αζ) τη μελέτη και εισήγηση επί υγειονομικής φύσεως θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας και
αη) τον προγραμματισμό και την εισήγηση μέτρων για την επάρκεια, την κατάρτιση και την επιμόρφωση του επιστημονικού και λοιπού προσωπικού της Διεύθυνσης.
β) Το Τμήμα Υγειονομικού Ελέγχου είναι αρμόδιο για την οργάνωση και λειτουργία των υγειονομικών επιτροπών και την εξέταση της σωματικής ικανότητας του προσωπικού και των υποψηφίων προς πρόσληψη στην Ελληνική Αστυνομία ή ως προσωπικό ασφάλειας, σύμφωνα με το άρθρο 19 του ν. 1339/1983 (Α’ 35).
γ) Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
γα) τον εφοδιασμό των υγειονομικών μονάδων του Σώματος με τα απαραίτητα επιστημονικά όργανα, εργαλεία και λοιπά είδη και μέσα, και
γβ) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
δ) Το Κ.Ε.Π.Β.Τ. είναι αρμόδιο για την παροχή πιστοποιημένης εκπαίδευσης βασικών γνώσεων πρώτων βοηθειών και σωστικών δεξιοτήτων στο ένστολο προσωπικό των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως αυτών που επιλαμβάνονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους ως πρώτοι ανταποκριτές, με σκοπό την έγκαιρη, αποτελεσματική και στοχευμένη παροχή πρώτων βοηθειών σε περιπτώσεις που άτομο χρήζει άμεσης βοήθειας και επείγουσας ιατρικής φροντίδας, έως την ανάληψη του περιστατικού από το εξειδικευμένο προσωπικό του άρθρου 7 του ν. 1579/1985 (Α’ 217), περί Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας, ή οποιουδήποτε φορέα παροχής υπηρεσιών υγείας. Το Κ.Ε.Π.Β.Τ. δύναται να συστήνει κινητή ομάδα εκπαίδευσης.
4. Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας δύναται να συνάπτει προγραμματικές συμβάσεις ή μνημόνια συνεργασίας με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, ινστιτούτα και οργανισμούς της ημεδαπής και της αλλοδαπής για την εκπαίδευση ιδιωτών επί πληρωμή στο Κ.Ε.Π.Β.Τ.. Τα έσοδα από τη λειτουργία του Κ.Ε.Π.Β.Τ. εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), περί εγγραφής πιστώσεων κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους.
5. Στη Διεύθυνση Υγειονομικού υπάγονται:
α) το Κεντρικό Ιατρείο Αθηνών που λειτουργεί σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης, με Περιφερειακά Ιατρεία και Οδοντιατρεία, τα οποία λειτουργούν, σε επίπεδο Αστυνομικού Σταθμού, εντός της τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, καθώς και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Ιονίων Νήσων, Δυτικής Ελλάδας, Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου, Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης,
β) το Κεντρικό Ιατρείο Θεσσαλονίκης που λειτουργεί σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης, με Περιφερειακά Ιατρεία και Οδοντιατρεία, τα οποία λειτουργούν σε επίπεδο Αστυνομικού Σταθμού, εντός της τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, καθώς και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας και Βορείου Αιγαίου.
6. Τα Κεντρικά Ιατρεία είναι αρμόδια για:
α) την παρακολούθηση της κατάστασης της υγείας και την παροχή πρωτοβάθμιας ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης στο εν ενεργεία και εν αποστρατεία ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, στα μέλη των οικογενειών τους και στο πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, εφόσον το τελευταίο δεν καλύπτεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την περίθαλψη των δημοσίων υπαλλήλων,
β) την επίβλεψη της πορείας της ασθένειας του ανωτέρω προσωπικού που νοσηλεύεται στα νοσοκομεία ή κλινικές ή άλλα θεραπευτήρια της περιοχής αρμοδιότητας του Κεντρικού Ιατρείου,
γ) τη λήψη και εισήγηση των αναγκαίων μέτρων για την υγεία του προσωπικού,
δ) τη διενέργεια ιατρικών επιστημονικών ερευνών και
ε) την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης και ενημέρωσης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, μέσω ειδικής τηλεφωνικής γραμμής.
7. Τα Περιφερειακά Ιατρεία είναι αρμόδια για:
α) την παρακολούθηση της κατάστασης της υγείας και την παροχή πρωτοβάθμιας ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης στο εν ενεργεία και εν αποστρατεία ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, στα μέλη των οικογενειών τους και στο πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, εφόσον το τελευταίο δεν καλύπτεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την περίθαλψη των δημοσίων υπαλλήλων,
β) την επίβλεψη της πορείας της ασθένειας του ανωτέρω προσωπικού που νοσηλεύεται στα νοσοκομεία ή κλινικές ή άλλα θεραπευτήρια της περιοχής του περιφερειακού ιατρείου,
γ) τη λήψη και εισήγηση των αναγκαίων μέτρων για την υγεία του προσωπικού και
δ) τη λειτουργία αναρρωτηρίων εντός των χώρων τους, προκειμένου να παρέχεται ολιγοήμερη νοσηλεία ασθενών, στην περίπτωση που δεν απαιτείται η εισαγωγή αυτών σε νοσοκομειακή μονάδα, καθώς και για την παρακολούθηση ύποπτων κρουσμάτων επιδημικής νόσου που προκαλεί κίνδυνο μετάδοσης στο υπόλοιπο προσωπικό.
8. Τα Οδοντιατρεία είναι αρμόδια για:
α) την παροχή θεραπευτικού έργου στο εν ενεργεία και εν αποστρατεία ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, στα μέλη των οικογενειών τους και στο πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, εφόσον το τελευταίο δεν καλύπτεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την περίθαλψη των δημοσίων υπαλλήλων και
β) τον έλεγχο τήρησης των ισχυουσών διατάξεων περί οδοντιατρικής περίθαλψης.
9. Στην Ελληνική Αστυνομία συστήνονται υγειονομικές επιτροπές που είναι αρμόδιες για την εξέταση του ένστολου προσωπικού και τη γνωμάτευση για τη σωματική ικανότητα ή την υγειονομική κατάσταση αυτού, καθώς και για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των προς ένταξη στην Ελληνική Αστυνομία υποψηφίων, ως εξής:
α) Επιτροπές αναρρωτικών αδειών.
β) Επιτροπές κατάταξης.
γ) Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) Αθηνών.
δ) Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) Θεσσαλονίκης.
ε) Αναθεωρητική Υγειονομική Επιτροπή (Α.Θ.Υ.Ε.).
10. Η Διεύθυνση Υγειονομικού δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
11. Η Διεύθυνση Υγειονομικού ασκεί τις αρμοδιότητές της σύμφωνα με το π.δ. 584/1985 (Α’ 204) «Οργάνωση και λειτουργία Υγειονομικής Υπηρεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας» και το π.δ. 45/2008 (Α’ 73) «Μέτρα υγιεινής και ασφάλειας ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας».
Άρθρο 36
Γενική Διεύθυνση Υποστήριξης
1. Η Γενική Διεύθυνση Υποστήριξης χειρίζεται τα γενικότερα θέματα που αφορούν στην οικονομικοτεχνική υποστήριξη και τον έλεγχο των υπηρεσιών του Σώματος, στις υλικοτεχνικές και κτιριακές υποδομές, στον εξοπλισμό και στις υποδομές πληροφορικής και δικτύων.
2. Η Γενική Διεύθυνση Υποστήριξης διαρθρώνεται στις ακόλουθες Διευθύνσεις:
α) Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης,
β) Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων,
γ) Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων,
δ) Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης,
ε) Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής και
στ) Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης.
Άρθρο 37
Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης
1. Η Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης (Δ.Π.Σ.Ψ.Δ.) είναι αρμόδια για την επιχειρησιακή εφαρμογή των πολιτικών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, τη συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς για τον σχεδιασμό, την υλοποίηση και αξιοποίηση υποδομών και υπηρεσιών πληροφορικής,την παροχή τεχνικής υποστήριξης για την κάλυψη των μηχανογραφικών αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας και την εκπροσώπηση της χώρας σε τεχνικές ομάδες εργασίας για θέματα πληροφορικής τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η Δ.Π.Σ.Ψ.Δ. συντονίζει όλες τις δράσεις ψηφιακού μετασχηματισμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και των εποπτευόμενων από αυτό φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4727/2020 (Α’ 184) ως αρμόδια Υπηρεσία Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ενώ παράλληλα εντοπίζει βέλτιστες πρακτικές παροχής ολοκληρωμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας προς τους πολίτες και λοιπούς δημόσιους φορείς.
2. Η Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Προϋπολογισμού και Παρακολούθησης Έργων,
β) Τμήμα Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Ψηφιακών Υπηρεσιών,
γ) Τμήμα Επιχειρησιακής Λειτουργίας,
δ) Τμήμα Ασφάλειας Πληροφοριών και Προστασίας Δεδομένων,
ε) Τμήμα Υποστήριξης Ευρωπαϊκών Πληροφοριακών Συστημάτων και
στ) Τμήμα Διαχείρισης Υλικού και Υποστήριξης Τελικών Χρηστών.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Προϋπολογισμού και Παρακολούθησης Έργων είναι αρμόδιο για:
αα) την κατάρτιση και τον έλεγχο προόδου του στρατηγικού και επιχειρησιακού πλάνου της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα πληροφορικής, τόσο σε ετήσια όσο και σε πολυετή βάση, καθώς και τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων,
αβ) τη διοίκηση έργων πληροφορικής, την τυποποίηση διαδικασιών και τη σχεδίαση σύγχρονων ηλεκτρονικών υπηρεσιών πληροφορικής,
αγ) την τήρηση, επικαιροποίηση και τυποποίηση των τεχνικών προδιαγραφών και την αξιοποίηση αυτών κατά την προμήθεια εξοπλισμού και υπηρεσιών πληροφορικής,
αδ) την παρακολούθηση των συμβάσεων της Διεύθυνσης,
αε) την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της πληροφορικής και την εισήγηση προτάσεων για προσαρμογές και βελτιώσεις,
αστ) την εκπροσώπηση της χώρας σε τεχνικές ομάδες εργασίας για θέματα πληροφορικής τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο,
αζ) τη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης,
αη) τη μέριμνα για τον καθορισμό των απαιτούμενων προσόντων σύμφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις, για την επιλογή του προσωπικού που θα στελεχώνει τη Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, σε συνεργασία με τις συναρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αθ) την ενημέρωση, επιμόρφωση και περαιτέρω εξειδίκευση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα πληροφορικής, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και
αι) την παρακολούθηση και εκτέλεση του προϋπολογισμού της Διεύθυνσης.
β) Το Τμήμα Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Ψηφιακών Υπηρεσιών είναι αρμόδιο για:
βα) την υποβοήθηση του έργου των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών πληροφορικής µε ανάλυση, σχεδιασμό, εσωτερική ανάπτυξη, ποιοτικό και λειτουργικό έλεγχο και συντήρηση εφαρμογών πληροφορικής και την ψηφιοποίηση διοικητικών διαδικασιών με σκοπό την αύξηση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας της Ελληνικής Αστυνομίας και τη βελτίωση των σχέσεων κράτους-πολίτη,
ββ) τη μελέτη μεθόδων βελτίωσης των παρεχόμενων εφαρμογών πληροφορικής και της διακίνησης πληροφοριών μέσω αυτών, ενισχύοντας, μεταξύ άλλων, την προσβασιμότητα των ατόμων με αναπηρία,
βγ) τον σχεδιασμό και την παραγωγική λειτουργία των διαδικτυακών υπηρεσιών για την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ πληροφοριακών συστημάτων των φορέων του δημόσιου τομέα, σε συνεργασία με το Κέντρο Διαλειτουργικότητας του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης,
βδ) τη μέριμνα για τη βελτίωση των μεθόδων σχεδιασμού, ανάπτυξης και τεκμηρίωσης των εφαρμογών και την επίτευξη της διαλειτουργικότητας μέσω λογισμικού της Ελληνικής Αστυνομίας,
βε) τον συντονισμό των δράσεων που σχετίζονται με την υλοποίηση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών προς τους πολίτες μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης («gov.gr»), εξασφαλίζοντας τις απαραίτητες συνέργειες, καθώς και την απαραίτητη διασύνδεση με εσωτερικές και με άλλες εφαρμογές,
βστ) τη στατιστική επεξεργασία των στοιχείων και τη μέριμνα για την έκδοση της στατιστικής επετηρίδας της Ελληνικής Αστυνομίας,
βζ) τον σχεδιασμό, τη μελέτη και την αξιοποίηση των στατιστικών δεδομένων και πληροφοριών που περιέχονται στους πίνακες δράσης του Σώματος, σε συνεργασία µε την Ελληνική Στατιστική Αρχή και τη διάθεσή τους στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για μελέτη και αξιοποίηση,
βη) την εφαρμογή μέτρων ασφάλειας σε επίπεδο εφαρμογών και τη μέριμνα για τον έλεγχο πρόσβασης στις βάσεις δεδομένων,
βθ) την ανάπτυξη κόμβου της Ελληνικής Αστυνομίας, τη δημιουργία και ενημέρωση ιστοσελίδων και την υποβοήθηση του έργου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας μέσω της ανάπτυξης και περαιτέρω βελτίωσης σχετικών μηχανογραφικών εφαρμογών,
βι) τον σχεδιασμό της επιχειρησιακής αρχιτεκτονικής όλων των παρεχόμενων πληροφοριακών υπηρεσιών και τον καθορισμό των κατευθυντήριων γραμμών διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των πληροφοριακών συστημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας με τα αντίστοιχα άλλων εθνικών ή διεθνών φορέων, σε συνεργασία με το Τμήμα Επιχειρησιακής Λειτουργίας, και
βια) την εκπροσώπηση της χώρας σε τεχνικές ομάδες εργασίας για θέματα πληροφορικής σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
γ) Το Τμήμα Επιχειρησιακής Λειτουργίας είναι αρμόδιο για:
γα) την παροχή ολοκληρωμένης τεχνικής υποστήριξης πληροφοριακών συστημάτων μέσω οργανωμένου κέντρου που θα λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση,
γβ) την εγκατάσταση, τεχνική υποστήριξη, παρακολούθηση της απόδοσης και την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των πληροφοριακών συστημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας, των παρεχόμενων εφαρμογών πληροφορικής, καθώς και των διασυνδέσεών τους με αντίστοιχα πληροφοριακά συστήματα τρίτων φορέων,
γγ) τη διαχείριση και την παρακολούθηση της απόδοσης και την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των δικτύων δεδομένων που εξυπηρετούν τα πληροφοριακά συστήματα της υποπερ. γβ) και τις εφαρμογές πληροφορικής, καθώς και των δικτυακών διασυνδέσεών τους με αντίστοιχα πληροφοριακά συστήματα τρίτων φορέων, υπό τον συντονισμό της Διεύθυνσης Επικοινωνιών και Δικτύων,
γδ) την εγκατάσταση, τεχνική υποστήριξη, παρακολούθηση της απόδοσης και εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των πληροφοριακών συστημάτων μεγάλης κλίμακας,
γε) τη διασφάλιση της ποιότητας παροχής υπηρεσιών πληροφορικής, με τη συντήρηση των πληροφοριακών συστημάτων και των υποδομών πληροφορικής της Ελληνικής Αστυνομίας, που εξυπηρετούν αυτές, καθώς και την προστασία τους µε τεχνικές, κανόνες και διαδικασίες ασφαλούς πρόσβασης,
γστ) την τεχνική υποστήριξη του κόμβου της Ελληνικής Αστυνομίας στο διαδίκτυο, και
γζ) την εκπροσώπηση της χώρας σε τεχνικές ομάδες εργασίας για θέματα πληροφορικής τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
δ) Το Τμήμα Ασφάλειας Πληροφοριών και Προστασίας Δεδομένων είναι αρμόδιο για:
δα) τη σύνταξη, ανασκόπηση και επικαιροποίηση της Πολιτικής Ασφάλειας Πληροφοριών και Πληροφοριακών Συστημάτων και του Εγχειριδίου Ασφάλειας σύμφωνα με τις τρέχουσες ανάγκες, τις τεχνολογικές εξελίξεις, την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία και τον Εθνικό Κανονισμό Ασφάλειας (Ε.Κ.Α.),
δβ) τον έλεγχο συμμόρφωσης προς την Πολιτική Ασφάλειας Πληροφοριών και Πληροφοριακών Συστημάτων με τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων,
δγ) την ενημέρωση και καθοδήγηση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας ως προς τα μέτρα προστασίας και ασφάλειας εξοπλισμού και υπηρεσιών πληροφορικής και την ορθή χρήση αυτών,
δδ) την παρακολούθηση και τη γνωμοδότηση επί περιστατικών που σχετίζονται με την ασφάλεια πληροφοριών και την προστασία προσωπικών δεδομένων στα αρχεία που τηρούνται στις βάσεις δεδομένων και στα πληροφοριακά συστήματα της Διεύθυνσης,
δε) την υποβολή προτάσεων αναθεώρησης διαδικασιών ασφάλειας, καθώς και προμήθειας και αναβάθμισης τεχνολογικού εξοπλισμού για τη διασφάλιση της ορθής και ασφαλούς λειτουργίας των πληροφοριακών συστημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας,
δστ) τον έλεγχο, την αξιολόγηση και την έγκριση ως προς την ασφάλεια του σχεδιασμού και του τρόπου λειτουργίας τόσο των υφιστάμενων όσο και νέων πληροφοριακών συστημάτων, καθώς και των ενδεχόμενων διασυνδέσεων και διεπαφών αυτών με άλλα συστήματα εντός και εκτός της Ελληνικής Αστυνομίας,
δζ) τη σύνταξη αναφορών ελέγχων συστημάτων τεχνολογίας πληροφορικής με όλες τις διαπιστώσεις οι οποίες καταγράφηκαν και αφορούν την ασφαλή λειτουργία αυτών,
δη) τη διενέργεια μελετών αποτίμησης κινδύνου, βάσει μεθόδου ανάλυσης επικινδυνότητας και προτύπων διαχείρισης της ασφάλειας,
δθ) τη συμμετοχή σε ασκήσεις ασφάλειας πληροφοριών που διενεργούνται τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο για τη διαχείριση κρίσιμων καταστάσεων ηλεκτρονικών επιθέσεων και τον συντονισμό άμεσων ενεργειών,
δι) τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές για θέματα ασφάλειας εθνικών επικοινωνιών και συστημάτων τεχνολογίας πληροφορικής, πιστοποίησης διαβαθμισμένου υλικού, καθώς και για θέματα προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
δια) την ενημέρωση της Αρχής Επιχειρησιακής Λειτουργίας (Α.Ε.Λ.), όπως ορίζεται από τον Ε.Κ.Α., του Διευθυντή της Διεύθυνσης Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, ιεραρχικά, για την πρόοδο του πλαισίου διαχείρισης ασφάλειας πληροφοριών και πληροφοριακών συστημάτων, καθώς και για τα αποτελέσματα των ελέγχων και των μελετών αποτίμησης κινδύνου για τα πληροφοριακά συστήματα της Ελληνικής Αστυνομίας,
διβ) την εκπροσώπηση της χώρας σε τεχνικές ομάδες εργασίας για θέματα ασφάλειας πληροφοριών τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο,
διγ) την τεχνική υποστήριξη του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (EUROPOL), καθώς και τη διασφάλιση της τεχνικής επικοινωνίας και συνεργασίας με τη EUROPOL και τους συναρμόδιους φορείς σε θέματα πληροφορικής και προστασίας δεδομένων,
διδ) τη λήψη των αναγκαίων μέτρων προστασίας και ασφάλειας των αρχείων και των βάσεων δεδομένων του κεντρικού συστήματος ψηφιακής υποστήριξης της Ελληνικής Αστυνομίας και την καθοδήγηση των Υπηρεσιών στη λήψη ανάλογων μέτρων προστασίας και ασφάλειας του εξοπλισμού, των ηλεκτρονικών αρχείων και των βάσεων δεδομένων που διαθέτουν και
διε) την παρακολούθηση των Πληροφοριακών Συστημάτων Ασφάλειας και τη διαχείριση και αξιολόγηση ειδοποιήσεων.
ε) Το Τμήμα Υποστήριξης Ευρωπαϊκών Πληροφοριακών Συστημάτων είναι αρμόδιο για την υποστήριξη πληροφοριακών συστημάτων που σχετίζονται με υποχρεώσεις της χώρας μας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλες διεθνείς συμφωνίες και ειδικότερα:
εα) την τεχνική υποστήριξη και λειτουργία του εθνικού συστήματος πληροφοριών SCHENGEN (N.SIS) για την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του,
εβ) τη διασφάλιση της αδιάλειπτης και απρόσκοπτης τεχνικής επικοινωνίας με το κεντρικό σύστημα πληροφοριών SCHENGEN (N.SIS) και τους συναρμόδιους φορείς,
εγ) την τεχνική υποστήριξη, παρακολούθηση της απόδοσης και εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων που απορρέουν από υποχρεώσεις της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, των παρεχόμενων εφαρμογών, υπηρεσιών και των διασυνδέσεών τους με αντίστοιχα πληροφοριακά συστήματα τρίτων φορέων, καθώς και την τήρηση των σχετικών βάσεων δεδομένων,
εδ) την τεχνική υποστήριξη του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (EUROPOL), καθώς και τη διασφάλιση της τεχνικής επικοινωνίας και συνεργασίας με τη EUROPOL και τους συναρμόδιους φορείς σε θέματα πληροφορικής και διαλειτουργικότητας,
εε) τη διασφάλιση τεχνικής δυνατότητας των εξουσιοδοτημένων αρχών για πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών,
εστ) την εκπροσώπηση της Ελλάδας στις τεχνικές ή μικτές ομάδες και επιτροπές του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών οργανισμών, που εξετάζουν θέματα πληροφορικής και διαλειτουργικότητας, καθώς και την υλοποίηση των αποφάσεων αυτών που αφορούν τροποποιήσεις της αρχιτεκτονικής των συστημάτων πληροφοριών, καθώς και των εφαρμογών αυτών,
εζ) τη διασύνδεση των συστημάτων πληροφοριών SCHENGEN (N.SIS) και Σ.Ε.Ε. με τα αντίστοιχα άλλων κρατικών φορέων και αστυνομιών άλλων χωρών και φορέων διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας,
εη) την παρακολούθηση και διαχείριση των αντιστοίχων υποχρεώσεων του εθνικού συστήματος πληροφοριών N.SIS και Σ.Ε.Ε. προς τους φορείς άλλων κρατών και
εθ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων σε θέματα αρμοδιότητάς του.
στ) Το Τμήμα Διαχείρισης Υλικού και Υποστήριξης Τελικών Χρηστών είναι αρμόδιο για:
στα) τον καθορισμό διαδικασιών αναφοράς και επίλυσης προβλημάτων για τη χρήση του περιφερειακού εξοπλισμού και του λογισμικού πληροφορικής, την παρακολούθηση και τη μέριμνα για την επίλυση αυτών,
στβ) την παραλαβή, καταγραφή, φύλαξη και διαχείριση ειδών πληροφορικής, καθώς και την εκτέλεση αποφάσεων κατανομής και ανακατανομής αυτού στις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
στγ) τη μέριμνα για τη συντήρηση και την επισκευή του εξοπλισμού και των ειδών πληροφορικής της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την τήρηση των όρων συντήρησής τους,
στδ) τη μέριμνα για τη συλλογή μη λειτουργικών ηλεκτρονικών υπολογιστών, συσκευών δικτύωσης και εν γένει ειδών πληροφορικής με σκοπό την αξιοποίηση λειτουργικών ανταλλακτικών στην επισκευή όμοιων ή παρόμοιων συσκευών,
στε) την υποστήριξη των τελικών χρηστών και των περιφερειακών Γραφείων Πληροφορικής και Δικτύων σε θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης,
στστ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων σε θέματα αρµοδιότητάς του,
στζ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε υπηρεσίες πληροφορικής και σε εξοπλισμό πληροφορικής, καθώς και τη μέριμνα για την προμήθειά του και την κατανομή ή ανακατανομή αυτού στις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και
στη) τη μέριμνα για τη συντήρηση των ειδών πληροφορικής που είναι ενταγμένα στο δίκτυο της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και για την τήρηση των όρων συντήρησης που προβλέπονται στις σχετικές συμβάσεις.
4. Η Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης συνεργάζεται, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της, με τη Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων και παρέχει σε αυτή την αναγκαία τεχνολογική υποστήριξη σε θέματα κοινής αρμοδιότητας.
5. Κατά την επεξεργασία και ανταλλαγή δεδομένων, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της Διεύθυνσης Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, εφαρμόζεται ο ν. 4624/2019 (Α’ 137) σε σχέση με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
6. Στη Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, τα Γραφεία Πληροφορικής και Δικτύων που λειτουργούν στις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και στις Διευθύνσεις Αστυνομίας Αττικής και Θεσσαλονίκης. Το προσωπικό των Γραφείων Πληροφορικής και Δικτύων τοποθετείται σ’ αυτά κατόπιν κοινής εισήγησης των Διευθυντών της Διεύθυνσης Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Επικοινωνιών και Δικτύων και δεν διατίθεται σε άλλα καθήκοντα. Η υποστήριξη σε θέματα πληροφορικής των αστυνομικών Υπηρεσιών που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, παρέχεται απευθείας από τους ορισμένους, για τον σκοπό αυτό, Περιφερειακούς Χειριστές των κατά τόπους Διευθύνσεων Αστυνομίας. Τα Γραφεία Πληροφορικής και Δικτύων συνεπικουρούν τη Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων αναφορικά με ζητήματα αρμοδιότητάς της.
7. Η Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
8. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 38
Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων
1. Η Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων (Δ.Ε.Δ.) χειρίζεται γενικότερα θέματα οργάνωσης, λειτουργίας, συντήρησης, ανάπτυξης, ασφάλειας και υποστήριξης των δικτύων και των συστημάτων ενσύρματης και ασύρματης επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Κεντρικών Υποδομών και Λειτουργικών Συστημάτων,
β) Τμήμα Περιφερειακού Τερματικού Εξοπλισμού και Δικτύων και
γ) Τμήμα Προγραμματισμού και Ασφάλειας.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επικοινωνιών και Δικτύων κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Κεντρικών Υποδομών και Λειτουργικών Συστημάτων είναι αρμόδιο για:
αα) την εποπτεία, τη διαχείριση και την υποστήριξη των κεντρικών υποδομών και λειτουργικών συστημάτων τηλεφωνικής, δορυφορικής, ενσύρματης/ασύρματης επικοινωνίας και ραδιοεπικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας,
αβ) την κατανομή και ανακατανομή των μέσων ασύρματης και ενσύρματης επικοινωνίας και των λοιπών τεχνικών μέσων και την οικονομική διαχείριση των τηλεφωνικών συνδέσεων και τηλεπικοινωνιακών κυκλωμάτων, καθώς και των λογαριασμών των εταιρειών τηλεπικοινωνιών,
αγ) τη μέριμνα για την ανάπτυξη τηλεοπτικοακουστικών συστημάτων,
αδ) τη σύνταξη προδιαγραφών και την τεχνική αξιολόγηση προσφορών για την προμήθεια τηλεπικοινωνιακών και τεχνικών μέσων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης και τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
αε) τη διατύπωση γνώμης επί θεμάτων καταλογισμού απωλειών και φθορών των τηλεπικοινωνιακών και τεχνικών μέσων σε βάρος των υπαιτίων,
αστ) τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη των αναγκαίων διαδικασιών για την ορθολογική χρήση, λειτουργία, υποστήριξη, συντήρηση και διαχείριση των συστημάτων των προηγούμενων περιπτώσεων και τον συντονισμό των εμπλεκομένων υπηρεσιών και φορέων για τον σκοπό αυτό και
αζ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για τα θέματα αρμοδιότητάς του.
β) Το Τμήμα Περιφερειακού Τερματικού Εξοπλισμού και Δικτύων είναι αρμόδιο για:
βα) τη λειτουργική διαχείριση και την παρακολούθηση της απόδοσης των δικτύων επικοινωνίας και γενικά του τερματικού εξοπλισμού επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας, πλην των δικτύων δεδομένων που εξυπηρετούν τα πληροφοριακά συστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 37,
ββ) τη βελτίωση και την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των δικτύων επικοινωνίας και των συστημάτων τηλεφωνίας, ραδιοεπικοινωνίας, δορυφορικής επικοινωνίας και γενικά του μηχανογραφικού και διαδικτυακού εξοπλισμού και των υπολογιστικών συστημάτων των δικτύων επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας,
βγ) την ανάπτυξη, οργάνωση και λειτουργία των δικτύων επικοινωνίας, τον σχεδιασμό της ασφάλειας και της βελτίωσής τους,
βδ) την τεχνική υποστήριξη των δικτύων επικοινωνίας και τη μέριμνα για τη συντήρηση του τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού, του μηχανογραφικού εξοπλισμού και τον προσδιορισμό των αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας σε τηλεπικοινωνιακά και τεχνικά μέσα,
βε) την αναβάθμιση και την επέκταση των δικτύων και των συστημάτων επικοινωνίας της Ελληνικής Αστυνομίας,
βστ) την τεχνική υποστήριξη και την αντιμετώπιση προβλημάτων του περιφερειακού τερματικού εξοπλισμού και του λειτουργικού ενσύρματης και ασύρματης επικοινωνίας,
βζ) την κατάρτιση μακροπρόθεσμων σχεδίων και τεχνικών προδιαγραφών για τα δίκτυα και τις επικοινωνίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
βη) την αναζήτηση νέων τεχνολογικών λύσεων επικοινωνίας, τη δοκιμή και την αξιολόγηση αυτών και
βθ) τη συνεργασία με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς για την καλύτερη αξιοποίηση και την αποτελεσματικότερη επιχειρησιακή χρήση των τεχνολογικών συστημάτων.
γ) Το Τμήμα Προγραμματισμού και Ασφάλειας είναι αρμόδιο για:
γα) την παροχή συμβουλών και την υποβολή προτάσεων προς τη φυσική και την πολιτική ηγεσία της Ελληνικής Αστυνομίας για ζητήματα επικοινωνιών και δικτύων,
γβ) τη μελέτη των εξελίξεων της τεχνολογίας σε θέματα τηλεπικοινωνιών και τη μέριμνα για την αξιοποίηση των σχετικών πορισμάτων και
γγ) την παραλαβή, αποθήκευση, φύλαξη, διαχείριση και αποστολή στις υπηρεσίες, τηλεπικοινωνιακών και λοιπών συναφών μέσων, φωτογραφικού υλικού και των ανταλλακτικών τους.
4. Στη Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, τα Ελαφρά Συνεργεία Τηλεπικοινωνιών που λειτουργούν στα Τμήματα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης των Επιτελείων των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων.
5. Η Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
6. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 39
Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων
1. Η Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων (Δ.Υ.Τ.Μ.) είναι αρμόδια για τον χειρισμό θεμάτων που σχετίζονται με τις κτιριακές εγκαταστάσεις και υποδομές της Ελληνικής Αστυνομίας και τον προσδιορισμό των αναγκών της σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό και οχήματα, καθώς και για τη συντήρηση αυτών.
2. Η Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων διαρθρώνεται ως εξής:
α) Υποδιεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης, με Τμήματα:
αα) Τμήμα Μεταφορικών Μέσων,
αβ) Τμήμα Οπλισμού, αγ) Τμήμα Γενικών και Ατομικών Εφοδίων και
αδ) Τμήμα Κτιριακών Έργων και Υποδομών και
β) Υποδιεύθυνση Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών, με Τμήματα:
βα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
ββ) Τμήμα Κίνησης Μεταφορικών Μέσων,
βγ) Τμήμα Εκπαίδευσης και Μετεκπαίδευσης Οδηγών,
βδ) Τμήμα Γενικού Συνεργείου.
3. Οι αρμοδιότητες της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Υποστήριξης κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Μεταφορικών Μέσων είναι αρμόδιο για: αα) τον προσδιορισμό των αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας σε μεταφορικά μέσα, τη σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών και την τεχνική αξιολόγηση των προσφορών για την προμήθειά τους,
αβ) τον καθορισμό του κατάλληλου εξοπλισμού των μεταφορικών μέσων,
αγ) τη μέριμνα για την έγκριση της κυκλοφορίας των μεταφορικών μέσων και τον καθορισμό μέτρων ασφάλειας και χώρων στάθμευσης και φύλαξής τους,
αδ) τη μέριμνα για τον χαρακτηρισμό των μεταφορικών μέσων ως ακατάλληλων και την παράδοσή τους στην Υποδιεύθυνση Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών για την εκποίησή τους,
αε) τη γνωμάτευση επί θεμάτων καταλογισμού απωλειών και φθορών των μεταφορικών μέσων σε βάρος των υπαιτίων,
αστ) την παραλαβή, αποθήκευση, φύλαξη, διαχείριση, κατανομή και ανακατανομή των μεταφορικών μέσων και των ανταλλακτικών, λιπαντικών, ελαστικών και λοιπών ειδών του εξοπλισμού τους στις Υπηρεσίες,
αζ) την παρακολούθηση της δύναμης κάθε υπηρεσίας σε οδηγούς οχημάτων, καθώς και σε χειριστές πλωτών μέσων,
αη) τον έλεγχο της κίνησης των μεταφορικών μέσων και τον καθορισμό των συνοδευτικών εγγράφων και των διαδικασιών κίνησής τους,
αθ) την προμήθεια και διάθεση συμβατικών πινακίδων των οχημάτων και τον καθορισμό των οργάνων και υπηρεσιών που δικαιούνται τη χρήση αυτών,
αι) τον καθορισμό του χρωματισμού και των αστυνομικών ενδείξεων που φέρουν τα υπηρεσιακά μεταφορικά μέσα και τη μέριμνα για τον χρωματισμό και αναχρωματισμό αυτών,
αια) την τήρηση σχεδίων μεταφορών ειρηνικής και πολεμικής περιόδου και
αιβ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για τη ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητάς του.
β) Το Τμήμα Οπλισμού είναι αρμόδιο για:
βα) τον προσδιορισμό των αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας σε είδη οπλισμού, υλικό ατομικής προστασίας, εξομοιωτές και συσκευές οπλοβλητικών σταθμών, τη σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών και την τεχνική αξιολόγηση προσφορών για την προμήθειά τους,
ββ) την οργάνωση και λειτουργία σκοπευτηρίων,
βγ) την εκπόνηση οδηγιών για τη χρήση και συντήρηση των ειδών οπλισμού,
βδ) την παραλαβή, αποθήκευση, φύλαξη, επιμέλεια της συντήρησης και διαχείρισης πυρομαχικών, χημικών μέσων και λοιπού οπλισμού και την τήρηση των σχετικών στοιχείων,
βε) τη γνωμάτευση επί θεμάτων καταλογισμού απωλειών και φθορών του οπλισμού και των ατομικών εφοδίων σε βάρος των υπαιτίων,
βστ) τη μέριμνα για την οργάνωση και λειτουργία συνεργείων οπλισμού και τη σύνταξη του κανονισμού εργασίας τους και
βζ) την παρακολούθηση της δύναμης των υπηρεσιών σε οπλουργούς και τη μέριμνα για την επιλογή και την εκπαίδευσή τους.
γ) Το Τμήμα Γενικών και Ατομικών Εφοδίων είναι αρμόδιο για:
γα) τον προσδιορισμό των αναγκών των υπηρεσιών σε γενικά εφόδια που είναι αναγκαία για τη λειτουργία τους και την παραλαβή, αποθήκευση, φύλαξη, διαχείριση, κατανομή και αποστολή τους σε αυτές,
γβ) τον προσδιορισμό των αναγκών του προσωπικού των υπηρεσιών σε ατομικά εφόδια που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής τους και την παραλαβή, αποθήκευση, φύλαξη, διαχείριση, κατανομή και αποστολή τους στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και
γγ) τη σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών και την τεχνική αξιολόγηση των προσφορών για την προμήθεια των ατομικών εφοδίων του προσωπικού και των γενικών εφοδίων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
δ) Το Τμήμα Κτιριακών Έργων και Υποδομών είναι αρμόδιο για:
δα) τον προσδιορισμό των στεγαστικών αναγκών και τη μέριμνα για την κατασκευή και τη συντήρηση των κτιρίων της Ελληνικής Αστυνομίας,
δβ) τη μελέτη, εκπόνηση και επίβλεψη των κτιριολογικών προγραμμάτων προς στέγαση των αστυνομικών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας,
δγ) την τεχνική αξιολόγηση σχετικά με την αγορά οικοπέδων και κτιρίων, την έκδοση οικοδομικών αδειών, την ένταξη των κτιριακών έργων στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και τον διορισμό προς τούτο υπόλογων διαχειριστών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης και τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη,
δδ) την αποδοχή δωρεών, κληρονομιών και κρατικών παραχωρήσεων εκτάσεων, οικοπέδων και ακινήτων τα οποία δεν προορίζονται για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
δε) την παρακολούθηση της εκτέλεσης και της κίνησης των επιμέρους πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων,
δστ) την κατανομή των χώρων των εγκαταστάσεων και των κτιρίων της Ελληνικής Αστυνομίας, διαχειριστικά, στις Υπηρεσίες της,
δζ) τον προσδιορισμό των αναγκών της Ελληνικής Αστυνομίας σε μηχανολογικό και λοιπό εξοπλισμό των κτιριακών εγκαταστάσεων, τη σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών και την τεχνική αξιολόγηση προσφορών για την προμήθειά τους και
δη) την άσκηση καθηκόντων Διευθύνουσας ή Επιβλέπουσας Υπηρεσίας για τις υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
4. Οι αρμοδιότητες της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
αα) τη διαχείριση των θεμάτων προσωπικού και αλληλογραφίας της διεύθυνσης,
αβ) την εφαρμογή του σχεδίου ασφάλειας των εγκαταστάσεων του συγκροτήματος της έδρας της υπηρεσίας και την εξασφάλιση της φρούρησης αυτών, ενισχυόμενο προς τούτο και με προσωπικό των υπηρεσιών που λειτουργούν στο ως άνω συγκρότημα,
αγ) τον εφοδιασμό της Υποδιεύθυνσης με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, καθώς και για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους,
αδ) την προμήθεια και διανομή των εφοδίων στο προσωπικό και στα Τμήματα της Υποδιεύθυνσης και τις λοιπές υπηρεσίες που εξυπηρετούνται, ελέγχονται και εποπτεύονται διαχειριστικά από αυτήν,
αε) την εκτέλεση εργασιών εκτύπωσης και βιβλιοδεσίας μέσω κατάλληλου εξοπλισμού για την κάλυψη του συνόλου των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας σε έντυπο υλικό,
αστ) τη διαχείριση της πάγιας προκαταβολής και τη μέριμνα για την καταβολή λειτουργικών δαπανών, καθώς και δαπανών οδοιπορικών εξόδων του ένστολου και πολιτικού προσωπικού και
αζ) τη διαχειριστική εξυπηρέτηση του Ταμείου Πρόνοιας Απασχολούμενων στα Σώματα Ασφαλείας (ΤΑ.Π.Α.Σ.Α.), της Παλλαϊκής Άμυνας Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης (Π.ΑΜ. Π.Σ.Ε.Α.), της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας (Υ.Ε.Υ.Σ.Α.), καθώς και των υφιστάμενων υπηρεσιών τους.
β) Το Τμήμα Κίνησης Μεταφορικών Μέσων είναι αρμόδιο για:
βα) τη διατήρηση εφεδρικής δύναμης μεταφορικών μέσων και τη διάθεση αυτών στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών,
ββ) τη φροντίδα για τη μεταφορά προσωπικού, υλικών και εφοδίων της Ελληνικής Αστυνομίας και
βγ) τη συγκέντρωση των χαρακτηρισθέντων ως πέραν οικονομικής εκμετάλλευσης (Π.Ο.Ε.) μεταφορικών μέσων, την αφαίρεση του τηλεπικοινωνιακού και λοιπού τεχνολογικού εξοπλισμού από αυτά σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων και την παράδοση των μεταφορικών μέσων στους αρμόδιους κρατικούς φορείς σε συνεργασία με τη Υποδιεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης.
γ) Το Τμήμα Εκπαίδευσης και Μετεκπαίδευσης Οδηγών είναι αρμόδιο για:
γα) την τεχνική εκπαίδευση του προσωπικού,
γβ) τη λειτουργία των τεχνικών σχολών,
γγ) την παροχή ειδικής μετεκπαίδευσης στους οδηγούς υπηρεσιακών οχημάτων της Ελληνικής Αστυνομίας σε αντικείμενα που αφορούν ιδίως τις επιχειρήσεις καταδίωξης με μεγάλη ταχύτητα, τη διενέργεια συνοδειών ασφάλειας και την εκτέλεση προσχεδιασμένης επιχείρησης έκτακτης ανάγκης και
γδ) τον εφοδιασμό του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας με υπηρεσιακές άδειες οδηγού και άδειες εκπαιδευτή οδηγών.
δ) Το Τμήμα Γενικού Συνεργείου είναι αρμόδιο για τη συντήρηση και επισκευή των κτιρίων, των μεταφορικών μέσων, των όπλων και πάσης φύσεως υλικών και μέσων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας.
5. Τα Τμήματα της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών παρέχουν τεχνική υποστήριξη στις Υπηρεσίες που λειτουργούν στον Τομέα Νότιας Ελλάδας.
Με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας λειτουργεί Τμήμα Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών Βόρειας Ελλάδας (Τ.Τ.Σ.Ε.Β.Ε.), το οποίο υπάγεται διοικητικά στην Υποδιεύθυνση Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών και παρέχει τεχνική υποστήριξη στις Υπηρεσίες που λειτουργούν στον Τομέα Βόρειας Ελλάδας. Το Τ.Τ.Σ.Ε.Β.Ε. διαρθρώνεται σε Γραφεία, τα οποία έχουν ανάλογες αρμοδιότητες με αυτές των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών, με εξαίρεση την υποπερ. αε) της περ. α) της παρ. 4.
6. Στην Υποδιεύθυνση Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών και στο Τ.Τ.Σ.Ε.Β.Ε. υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, τα Ελαφρά Συνεργεία Οπλισμού που λειτουργούν στα Τμήματα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης των Επιτελείων των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων.
7. Η Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
8. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 40
Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης
1. Η Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης (Δ.Ο.Υ.) είναι αρμόδια για ζητήματα προϋπολογισμού, απολογισμού και αποδοχών, καθώς και ασφάλισης του ένστολου και πολιτικού προσωπικού.
2. Η Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Δαπανών και Παρακολούθησης Προϋπολογισμού,
β) Τμήμα Στέγασης, Κίνησης Υπηρεσιακών Οχημάτων και Καταλογισμών Υλικού,
γ) Τμήμα Αποδοχών και Ασφάλισης Ένστολου Προσωπικού και
δ) Τμήμα Αποδοχών και Ασφάλισης Πολιτικού Προσωπικού.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οικονομικής Υποστήριξης (Δ.Ο.Υ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Δαπανών και Παρακολούθησης Προϋπολογισμού, είναι αρμόδιο για:
αα) την υποβολή πρότασης προς τη Διεύθυνση Δημοσιονομικής Διαχείρισης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού, περί κατανομής των πιστώσεων εντός του ανώτατου ορίου δαπανών που έχει τεθεί από τον διατάκτη για τους Ειδικούς Φορείς της Ελληνικής Αστυνομίας,
αβ) την έκδοση αποφάσεων κύριου διατάκτη και αποφάσεων ορισμού δευτερευόντων διατακτών σύμφωνα με το άρθρο 65 του ν. 4270/2014 (Α’ 143),
αγ) την κατανομή, ανακατανομή και τον έλεγχο κίνησης της πάγιας προκαταβολής,
αδ) την υποβολή τεκμηριωμένων αιτημάτων στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού για την πραγματοποίηση δαπανών των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και τη διενέργεια των προβλεπόμενων διαδικασιών αναφορικά με όσες δαπάνες καθορίζεται να πληρώνονται χωρίς τη χρήση της πάγιας προκαταβολής,
αε) την προστασία των έννομων συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου, λόγω ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονται οχήματα, εναέρια μέσα ή πλωτά σκάφη της Ελληνικής Αστυνομίας,
αστ) την εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, πρακτικών συμβιβασμού και την έκδοση καταλογιστικών αποφάσεων για οφειλές,
αζ) την υποβολή τεκμηριωμένων αιτημάτων στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού για την πραγματοποίηση δαπανών των Υπηρεσιών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 και στην περ. γ της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2800/2000 (Α’ 41), καθώς και των υπηρεσιών των οποίων οι λειτουργικές δαπάνες καλύπτονται από τον ειδικό φορέα της Ελληνικής Αστυνομίας και
αη) τον σχεδιασμό επιχειρησιακών δράσεων για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο του πενταετούς Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Προγράμματος της Ελληνικής Αστυνομίας, την παρακολούθηση της υλοποίησής τους και την υποβολή αναφοράς προόδου αυτών, καθώς και διορθωτικών ή βελτιωτικών προτάσεων.
β) Το Τμήμα Στέγασης, Κίνησης Υπηρεσιακών Οχημάτων και Καταλογισμών Υλικού είναι αρμόδιο για:
βα) τη στέγαση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και την αποστολή τεκμηριωμένων αιτημάτων στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού για την αγορά, μίσθωση, επισκευή και συντήρηση κτιρίων,
ββ) την υποβολή τεκμηριωμένων αιτημάτων στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού για την επισκευή, συντήρηση και κίνηση των οχημάτων,
βγ) τον χειρισμό των θεμάτων καταλογισμού της αξίας των δημόσιων υλικών της Ελληνικής Αστυνομίας σε βάρος των υπαιτίων, για έλλειψη, βλάβη ή φθορά τους,
βδ) την έκδοση απόφασης για την αποδοχή δωρεών πάσης φύσεως υλικών, χρηματικών ποσών, καθώς και ακινήτων, πλην εκτάσεων, που προορίζονται για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, κατόπιν σύμφωνης γνώμης των συναρμοδίων Διευθύνσεων του Φορέα, αναλόγως προς τη φύση του δωρηθέντος είδους,
βε) τη δημιουργία, κατάργηση, συγχώνευση, μετονομασία κωδικών ή ονομασίας ειδών στο «Νέο Γενικό Ονομαστικό Ειδών»,
βστ) την έκδοση απόφασης εκποίησης υλικών ανακύκλωσης, που πραγματοποιούνται βάσει των πρακτικών επιθεώρησης υλικών,
βζ) την έκδοση απόφασης για την παράδοση παραλαβή των Γενικών Διαχειρίσεων Υλικού,
βη) την έγκριση εγγραφής και διαγραφής των πάσης φύσεως υλικών και μέσων που περιέρχονται στην κυριότητα της Ελληνικής Αστυνομίας και
βθ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για θέματα της αρμοδιότητάς του.
γ) Το Τμήμα Αποδοχών και Ασφάλισης Ένστολου Προσωπικού είναι αρμόδιο για:
γα) τα θέματα που αφορούν στις αποδοχές, αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές του ένστολου προσωπικού,
γβ) τα θέματα που αφορούν στις συνταξιοδοτικές υποθέσεις του ένστολου προσωπικού,
γγ) την χειρισμό των θεμάτων του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που άπτονται της ασφαλιστικής νομοθεσίας,
γδ) την ίδρυση, την οργάνωση, τη λειτουργία και τον έλεγχο των λεσχών της Ελληνικής Αστυνομίας, και
γε) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για θέματα της αρμοδιότητάς του.
δ) Το Τμήμα Αποδοχών και Ασφάλισης Πολιτικού Προσωπικού είναι αρμόδιο για:
δα) τον χειρισμό των θεμάτων που αφορούν στις αποδοχές, αποζημιώσεις και κάθε είδους αμοιβές του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας,
δβ) τον χειρισμό των θεμάτων του πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που άπτονται της ασφαλιστικής νομοθεσίας, και
δγ) τη μέριμνα για τη χορήγηση στο πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας των προβλεπόμενων εφοδίων.
4. Οι Γενικές Διαχειρίσεις της Ελληνικής Αστυνομίας ασκούν τις αρμοδιότητές τους, που αφορούν στα ειδικά αντικείμενα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Οικονομικής Υποστήριξης, σύμφωνα με τις εντολές, οδηγίες και κατευθύνσεις της Διεύθυνσης Οικονομικής Υποστήριξης.
5. Η Διεύθυνση Οικονομικής Υποστήριξης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
6. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 41
Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής
1. Η Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής διαρθρώνεται ως εξής:
α. Τμήμα Λογιστηρίου Ταμείου και
β. Τμήμα Οδοιπορικών Εξόδων Πολιτικών Υπαλλήλων.
2. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Πάγιας Προκαταβολής κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής: α. Το Τμήμα Λογιστηρίου Ταμείου είναι αρμόδιο για: αα) τη διαχείριση της πάγιας προκαταβολής της Ελληνικής Αστυνομίας, αβ) τη σύνταξη του ενοποιημένου ισοζυγίου τριμήνου της πάγιας προκαταβολής του φορέα προς την αρμόδια Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους,
αγ) την τήρηση του βιβλίου «Ημερολόγιο Ταμείου» και των βοηθητικών αυτού ανά λογαριασμό και τη διενέργεια λογιστικών εγγραφών,
αδ) τη σύνταξη δαπανών σε βάρος της πάγιας προκαταβολής του Αριθμού Λογαριασμού 2420989001 (τέως ΚΑΕ 0895) και τη μέριμνα για την πληρωμή αυτών,
αε) την αποκατάσταση των προκαταβολών αστυνομικού προσωπικού των Γενικών Διαχειρίσεων της Ελληνικής Αστυνομίας μέσω του βοηθητικού λογαριασμού «Δικαιώματα Ελληνικής Αστυνομίας» της μισθοδοσίας,
αστ) την παρακολούθηση και τον συντονισμό των Γενικών Διαχειρίσεων Πάγιας Προκαταβολής και
αζ) την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για θέματα αρμοδιότητάς του.
β. Το Τμήμα Οδοιπορικών Εξόδων Πολιτικών Υπαλλήλων είναι αρμόδιο για:
βα) την πληρωμή των δαπανών της πάγιας προκαταβολής που αφορούν στα οδοιπορικά έξοδα εσωτερικού και εξωτερικού των πολιτικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας και των μετακλητών υπαλλήλων του Υπουργείου και τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών,
ββ) τη σύνταξη οριστικών εξόδων σε βάρος της πάγιας προκαταβολής που αφορούν στα οδοιπορικά δικαιώματα εσωτερικού και εξωτερικού των πολιτικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας και των μετακλητών υπαλλήλων του Υπουργείου και
βγ) την προώθηση εισηγήσεων και την προετοιμασία διοικητικών πράξεων για θέματα αρμοδιότητάς του.
3. Οι Γενικές Διαχειρίσεις της Ελληνικής Αστυνομίας ασκούν τις αρμοδιότητές τους, που αφορούν στα ειδικά αντικείμενα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Πάγιας Προκαταβολής, σύμφωνα με τις εντολές και κατευθύνσεις της Διεύθυνσης Πάγιας Προκαταβολής.
4. Η Διεύθυνση Πάγιας Προκαταβολής δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
Άρθρο 42
Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης
1. Η Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης (Δ.Δ.Υ.) χειρίζεται τα θέματα διοικητικής μέριμνας και ασφάλειας των εγκαταστάσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
2. Η Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας,
β) Τμήμα Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού και
γ) Τμήμα Φρουράς.
3. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης (Δ.Δ.Υ.) κατανέμονται στα Τμήματά της, ως εξής:
α) Το Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας είναι αρμόδιο για: αα) την εξασφάλιση της διακίνησης της αλληλογραφίας, μέσω του κέντρου επικοινωνιών και των γραφείων αλληλογραφίας,
αβ) την παρακολούθηση των θεμάτων του προσωπικού που υπηρετεί στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που είναι αποσπασμένο στις Υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ή εκτελεί υπηρεσία στα νομικά πρόσωπα που εποπτεύονται από αυτό,
αγ) τη μέριμνα για την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση του οικήματος και γενικά των χώρων και των εγκαταστάσεων οι οποίες χρησιμοποιούνται από τις Υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αδ) την εξασφάλιση, μέσω του τομέα συντήρησης, της καλής και απρόσκοπτης λειτουργίας των τηλεφωνικών κέντρων και των λοιπών τηλεπικοινωνιακών μέσων,
αε) τη μέριμνα για τη λειτουργία της λέσχης και του κυλικείου και
αστ) την οργάνωση και εποπτεία της κίνησης των οχημάτων.
β) Το Τμήμα Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού είναι αρμόδιο για:
βα) τη μέριμνα για τον εφοδιασμό του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, καθώς και για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους,στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του ως Ειδικού Φορέα της Ελληνικής Αστυνομίας,
ββ) τη μέριμνα για την έγκαιρη προμήθεια και διανομή των εφοδίων στο προσωπικό και στις υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βγ) τη διαχείριση της πάγιας προκαταβολής και βδ) τη διαχειριστική εξυπηρέτηση του Ιδρύματος
Μέριμνας και Αριστείας της Ελληνικής Αστυνομίας, του άρθρου 16 του ν. 4703/2020 (Α’ 131), καθώς και των υπηρεσιών που υπάγονται απευθείας στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, υπό την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 39 του παρόντος και
βε) τη διαχειριστική εξυπηρέτηση και υπευθυνότητα έναντι των Επιτελικών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, αναφορικά με τις αρμοδιότητες του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Διεύθυνσης Οικονομικής Υποστήριξης.
γ. Το Τμήμα Φρουράς είναι αρμόδιο για:
γα) την εξασφάλιση της τήρησης και εφαρμογής του σχεδίου ασφάλειας του οικήματος έδρας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και των λοιπών σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης, καθώς και τη φρούρηση και ασφάλεια του κτιριακού συγκροτήματος και των εγκαταστάσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και του περιβάλλοντος χώρου αυτών και
γβ) τη διάθεση του προσωπικού που υπηρετεί στις Υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας σε τακτικές και έκτακτες υπηρεσίες και τον έλεγχο της κανονικής εκτέλεσης των υπηρεσιών αυτών.
4. Η Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης δύναται να εισηγείται νομοθετικές ρυθμίσεις και διοικητικές πράξεις για θέματα αρμοδιότητάς της.
5. Στη Διεύθυνση λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως.
6. Στις Υπηρεσίες του Α.Ε.Α. καθώς και στις Υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, η εποπτεία των οποίων ανήκει στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, των οποίων τα θέματα του προσωπικού τους υπάγονται στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης του Α.Ε.Α., παρέχεται από τον Διευθυντή της, σε ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό, η δυνατότητα πρόσβασης και επεξεργασίας στους φακέλους ατομικών υποθέσεων και στα στοιχεία, τα οποία καταχωρούνται στα ατομικά βιβλιάρια του προσωπικού τους, τα οποία τηρούνται ηλεκτρονικά σε πληροφοριακό σύστημα της Ελληνικής Αστυνομίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 43
Βασικές έννοιες ορισμοί
Για την εφαρμογή των άρθρων 44 και 45:
α) Ως «αρμόδια αρχή επιβολής του νόμου» νοούνται η Ελληνική Αστυνομία, το Λιμενικό Σώμα Ελληνική Ακτοφυλακή, το Πυροσβεστικό Σώμα, το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος και οι Τελωνειακές Αρχές, που έχουν δηλωθεί στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το π.δ. 135/2013 (Α’ 209), περί απλούστευσης της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου, καθώς και κάθε άλλη αρχή, στην οποία ανατίθενται ο εντοπισμός, η πρόληψη και η διερεύνηση των αξιόποινων πράξεων της περ. ε) του άρθρου 2 του π.δ. 135/2013,
β) ως «αρμόδιες αρχές» νοούνται αυτές της περ. α), οι εισαγγελικές και οι δικαστικές αρχές, καθώς και οι αρχές της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4579/2018 (Α’ 201), περί αρμοδίων αρχών για την εφαρμογή της Οδηγίας 2016/681 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 σχετικά με τη χρήση των δεδομένων που περιέχονται στα ονομαστικά αρχεία επιβατών (PNR) για την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση και δίωξη τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων (EE L 119),
γ) ως «διερεύνηση αξιόποινων πράξεων» νοείται το στάδιο της διαδικασίας, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν μέτρα, για να διαπιστώσουν την τέλεση μιας ή περισσότερων αξιόποινων πράξεων, τις περιστάσεις υπό τις οποίες αυτές τελέστηκαν και να εντοπίσουν τους πιθανούς δράστες,
δ) ως «συλλογή πληροφοριών» νοείται το προκαταρκτικό στάδιο της ερευνητικής διαδικασίας, κατά το οποίο οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου συλλέγουν, επεξεργάζονται και αναλύουν πληροφορίες, προκειμένου να διαπιστωθεί τυχόν τέλεση συγκεκριμένων αξιόποινων πράξεων,
ε) ως «πληροφορίες και στοιχεία» νοούνται κάθε είδους πληροφορίες ή δεδομένα που κατέχονται από τις αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου ή από δημόσιες αρχές ή από ιδιώτες και στις οποίες έχουν πρόσβαση, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, οι αρμόδιες αρχές επιβολής του νόμου,
στ) ως «ονομαστικό αρχείο επιβάτη» ή «Passenger Name Record» (PNR) νοείται ο ταξιδιωτικός φάκελος κάθε επιβάτη που περιλαμβάνει τις απαραίτητες για την επεξεργασία και τον έλεγχο των κρατήσεων πληροφορίες από τους αερομεταφορείς που πραγματοποιούν την κράτηση ή συμμετέχουν στη μεταφορά για κάθε ταξίδι, για το οποίο γίνεται κράτηση από το ίδιο άτομο ή για λογαριασμό του, ανεξάρτητα αν ο φάκελος περιλαμβάνεται σε συστήματα κράτησης ή συστήματα ελέγχου αναχωρήσεων που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο επιβατών, πριν αυτοί επιβιβασθούν στο αεροπλάνο ή ισοδύναμα συστήματα με τις ίδιες λειτουργίες,
ζ) ως «δεδομένα API» (Αdvance Passenger Information) νοούνται τα στοιχεία επιβατών που συλλέγονται από τους αερομεταφορείς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2025/13 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2024 σχετικά με τη συλλογή και τη διαβίβαση εκ των προτέρων πληροφοριών για τους επιβάτες με σκοπό την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση και δίωξη τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων, και για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/818,
η) ως «σοβαρά εγκλήματα» νοούνται οι αξιόποινες πράξεις του άρθρου 4 του ν. 4579/2018, οι οποίες τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας, διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) ετών, σύμφωνα είτε με τους ελληνικούς ποινικούς νόμους, όταν τη χορήγηση δεδομένων αιτείται η ελληνική Μονάδα Στοιχείων Επιβατών ή οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 9 του ν. 4579/2018, είτε με το δίκαιο του κράτους μέλους που αιτείται τη χορήγηση δεδομένων PNR,
θ) ως «τρομοκρατικά εγκλήματα» νοούνται οι αξιόποινες πράξεις του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), καθώς και τα αναφερόμενα στο Κεφάλαιο Β’ του Μέρους Τρίτου του ν. 4689/2020 (Α’ 103) και ιδίως τα άρθρα 32 έως και 35 αυτού, και
ι) ως «αποπροσωποποίηση μέσω κάλυψης των δεδομένων» νοείται η διαδικασία με την οποία τα στοιχεία των δεδομένων PNR της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4579/2018, που μπορούν να χρησιμεύσουν για την άμεση ταυτοποίηση του επιβάτη στον οποίον αναφέρονται, καθίστανται μη ορατά στους χρήστες.
Άρθρο 44
Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών
1. Η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.) αποτελεί την κεντρική αρχή της Ελληνικής Αστυνομίας στον τομέα της συλλογής, αποθήκευσης, επεξεργασίας, ανάλυσης και ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων, με σκοπό την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση των αξιόποινων πράξεων της περ. ε) του άρθρου 2 του π.δ. 135/2013 (Α’ 209), καθώς και τη χρήση, αποθήκευση και επεξεργασία των πληροφοριών, όπως αυτές καταχωρούνται σε ειδικές βάσεις δεδομένων, σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, τον ν. 4624/2019 (Α’ 137) και τον ν. 4579/2018 (Α’ 201) και δέχεται πληροφορίες από το σύνολο των αρμόδιων αρχών της περ. β) του άρθρου 43, λειτουργώντας ως κόμβος πληροφοριών, και είναι αρμόδια για:
α) τη συγκέντρωση πληροφοριών, μέσω των αρμόδιων αρχών της περ. β) του άρθρου 43 ή άλλων αντίστοιχων αλλοδαπών αρχών και οργανισμών, καθώς και μέσω ειδικών επιχειρησιακών δράσεων,
β) την αξιολόγηση, ταξινόμηση, ανάλυση και διάθεση επεξεργασμένων ή μη πληροφοριών, καθώς και τη συλλογή, επεξεργασία, αποθήκευση και ανταλλαγή πληροφοριών και στοιχείων με τις αρμόδιες αρχές της περ. β) του άρθρου 43 ή άλλες αντίστοιχες αλλοδαπές αρχές και οργανισμούς, προς τον σκοπό της αντιμετώπισης κάθε μορφής εγκληματικότητας και ιδίως της τρομοκρατίας και του σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος,
γ) την τήρηση, ενημέρωση και διασφάλιση των ειδικών βάσεων δεδομένων, στις οποίες καταχωρείται και αποθηκεύεται πληροφοριακό υλικό και
δ) τη χρήση από ή τη διάθεση σε άλλες καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες, πρόσφορων τεχνικών μέσων, για τη συγκέντρωση πληροφοριών, με την επιφύλαξη των ισχυουσών διατάξεων για τη χρήση ή τη διάθεση των μέσων αυτών. Οι ως άνω πληροφορίες διαβαθμίζονται ανάλογα με το αντικείμενο και τη σπουδαιότητά τους, λαμβάνοντας τα αντίστοιχα μέτρα ανάλογα με τον βαθμό ασφαλείας. Οι πληροφορίες αυτές χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, εφαρμοζόμενων, σε κάθε περίπτωση, του Γενικού Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του ν. 4624/2019.
2. Η Δι.Δ.Α.Π. συγκροτείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
α) 1ο Τμήμα,
β) 2ο Τμήμα,
γ) 3ο Τμήμα,
δ) 4ο Τμήμα και
ε) 5ο Τμήμα Εθνική Μονάδα Στοιχείων Επιβατών (Μ.Σ.Ε.)
3. Το 1ο Τμήμα είναι αρμόδιο για:
α) την αναζήτηση, συλλογή και συγκέντρωση πληροφοριών και στοιχείων που σχετίζονται με την αποστολή της Διεύθυνσης. Στο πλαίσιο της λειτουργίας του, αναπτύσσει αυτοτελή επιχειρησιακή δράση στη συλλογή πληροφοριών και συγκεντρώνει πληροφορίες και στοιχεία που συλλέγονται από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και τις λοιπές εθνικές και διεθνείς υπηρεσίες επιβολής του νόμου και τις δικαστικές αρχές,
β) την υποστήριξη σε θέματα πληροφοριών όλων των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και την ανταπόκριση στα αιτήματα παροχής πληροφοριών από λοιπές υπηρεσίες επιβολής του νόμου της χώρας ή από αλλοδαπές αρχές και οργανισμούς, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας της υπηρεσίας,
γ) την απάντηση σε αιτήματα αλλοδαπών αρχών, μέσω των προβλεπόμενων διαύλων ανταλλαγής πληροφοριών, και τη συνδρομή τους σε υποθέσεις εγκλημάτων με διεθνή διάσταση,
δ) τον καθορισμό προτεραιοτήτων και την παροχή κατευθύνσεων σε θέματα συλλογής πληροφοριών, τη διαχείριση και την αξιολόγηση των πηγών πληροφόρησης, τον έλεγχο και την τεκμηρίωση της ακρίβειας, της πληρότητας και της αξιοπιστίας του συλλεγέντος πληροφοριακού υλικού και την καταχώρηση, ταξινόμηση και αρχειοθέτησή του στην κεντρική βάση δεδομένων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας της Υπηρεσίας,
ε) την ανάπτυξη του τεχνικού σχεδιασμού και τη διαχείριση των βάσεων δεδομένων, στις οποίες γίνεται η καταχώρηση, αποθήκευση και επεξεργασία των πληροφοριών, καθώς και τη μέριμνα για τη διασφάλιση των δεδομένων, σε συνεργασία με το 4ο Τμήμα, σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον ν. 4624/2019,
στ) τη μέριμνα για τη διαγραφή από τις βάσεις δεδομένων πληροφοριών που έπαυσαν να έχουν αστυνομική ή αναλυτική χρησιμότητα, καθώς και τη διόρθωση ή επικαιροποίηση των πληροφοριών βάσει των νέων δεδομένων που προκύπτουν,
ζ) την εισήγηση για την προμήθεια νέου ή την αναβάθμιση του υφιστάμενου τεχνολογικού εξοπλισμού και των λογισμικών προγραμμάτων της Διεύθυνσης, καθώς και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
η) τη διαχείριση των πληροφοριακών συστημάτων και την υποστήριξη των δικτυακών υποδομών της Διεύθυνσης, καθώς και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και
θ) τη λειτουργία ειδικής τηλεφωνικής γραμμής επικοινωνίας των πολιτών, η οποία ενεργοποιείται, κατά περίπτωση, με εντολή του προϊσταμένου της Διεύθυνσης, για υποθέσεις αυξημένου αστυνομικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος.
4. Το 2ο Τμήμα είναι αρμόδιο για:
α) τη διενέργεια επιχειρησιακών και στρατηγικών αναλύσεων πληροφοριών, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της διεύθυνσης, με βάση τις υφιστάμενες πληροφορίες και τα στοιχεία,
β) τη σύνταξη εκθέσεων επιχειρησιακής ανάλυσης αναφορικά με την αναγνώριση εγκληματικών δικτύων, τον τρόπο δράσης αυτών και τη διασύνδεση μεταξύ υποθέσεων ή εγκληματικών ομάδων και τη διαβίβαση αυτών στις αρμόδιες αρχές με προτάσεις για περαιτέρω αξιοποίησή τους,
γ) τη σύνταξη στρατηγικών εκθέσεων αναφορικά με τα αίτια, τις τάσεις και τις μεθόδους διάπραξης εγκληματικών πράξεων και την υποβολή προτάσεων για την πρόληψη και την αντιμετώπισή τους,
δ) την παροχή αναλυτικής πληροφοριακής υποστήριξης, στο πλαίσιο ερευνών που διενεργούνται από τις αρμόδιες αρχές, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας της Διεύθυνσης και
ε) την ανάπτυξη μεθόδων αξιολόγησης της ποιότητας και αποδοτικότητας του παραγόμενου έργου του και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, καθώς και τον έλεγχο και την αξιολόγηση της λειτουργίας και της αποδοτικότητας των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών.
5. Το 3ο Τμήμα είναι αρμόδιο για:
α) τη συλλογή πληροφοριακού υλικού, από προσωπικό του Τμήματος, μέσω της πρόσβασης και αξιοποίησης εφαρμογών, πληροφοριακών και ειδικών τεχνολογικών συστημάτων,
β) την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες αρχές της περ. β) του άρθρου 43, στο πλαίσιο διενεργούμενων ερευνών, για τη συλλογή πληροφοριών και στοιχείων, με τη διάθεση του απαραίτητου ειδικού τεχνολογικού εξοπλισμού, καθώς και του προσωπικού που απαιτείται για τη χρήση αυτού,
γ) τη διαχείριση, την τεχνική υποστήριξη, την ασφάλεια, τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη των συστημάτων και εφαρμογών της περ. α), καθώς και των δικτυακών υποδομών, του εξοπλισμού και των στοιχείων που εμπεριέχονται σε αυτά, με τη μέριμνα για τη διαγραφή τους, κατόπιν απόφασης του υπεύθυνου επεξεργασίας, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία,
δ) την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων και την εισήγηση για την προμήθεια νέου ή την αναβάθμιση του υφιστάμενου ειδικού τεχνολογικού εξοπλισμού της περ. α’.
6. Το 4ο Τμήμα είναι αρμόδιο για:
α) τη γραμματειακή υποστήριξη και την τήρηση του αρχείου της Διεύθυνσης,
β) τον χειρισμό θεμάτων χρηματικού και υλικού, τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών της Διεύθυνσης σε οικονομικούς πόρους, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα, καθώς και τη διεκπεραίωση των απαραίτητων διαδικασιών προμήθειας αυτών, σε συνεργασία με τα λοιπά τμήματα της Διεύθυνσης και τις αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
γ) την ακριβή καταγραφή, κατανομή, ανακατανομή και γενικά τη διαχείριση του τεχνολογικού εξοπλισμού και των λογισμικών προγραμμάτων της Διεύθυνσης, καθώς και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών και τη μέριμνα για την αποδοτική αξιοποίησή τους,
δ) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών της Διεύθυνσης και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών σε προσωπικό και τη μέριμνα, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Ένστολου Προσωπικού, για την κάλυψή τους,
ε) την κατάρτιση και υλοποίηση εκπαιδευτικών και ενημερωτικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με τα άλλα τμήματα της Διεύθυνσης, τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και την Αστυνομική Ακαδημία, με σκοπό την εκπαίδευση, τη μετεκπαίδευση, την επιμόρφωση και την εξειδίκευση του προσωπικού της Διεύθυνσης συνολικά, καθώς και του προσωπικού άλλων υπηρεσιών και αρχών σε θέματα συλλογής, επεξεργασίας και ανάλυσης πληροφοριών και χρήσης και αξιοποίησης υφιστάμενου και νέου τεχνολογικού εξοπλισμού,
στ) την ενημέρωση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για την τήρηση βάσεων δεδομένων και ηλεκτρονικών αρχείων προσωπικών δεδομένων και την ανάληψη των απαραίτητων ενεργειών αναφορικά με την έκδοση των προβλεπόμενων αδειών, σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον ν. 4624/2019,
ζ) την εκπόνηση και την επικαιροποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της Δι.Δ.Α.Π., στον οποίο, μεταξύ άλλων, καθορίζονται οι διαδικασίες λειτουργίας και ασφάλειας της Διεύθυνσης και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών για την εκτέλεση της αποστολής τους και η συνεργασία της Διεύθυνσης με τις λοιπές υπηρεσίες και αρχές. Ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας της Δι.Δ.Α.Π. περιλαμβάνει τον Κανονισμό Λειτουργίας της Διεύθυνσης και τον Κανονισμό Ασφάλειας της εγκατάστασης, των υποδομών, των πληροφοριακών συστημάτων και του διαβαθμισμένου υλικού πληροφοριών της Διεύθυνσης.
Ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας εκδίδεται μετά από πρόταση της Δι.Δ.Α.Π. από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος ελέγχει την εφαρμογή του αναφορικά με την προστασία των δεδομένων, την προσβασιμότητα και την εν γένει δραστηριότητα και συμπεριφορά του προσωπικού της Διεύθυνσης ως προς τα θέματα αυτά.
7. Η Εθνική Μονάδα Στοιχείων Επιβατών (Μ.Σ.Ε.) λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος στη Δι.Δ.Α.Π. με αρμοδιότητα σε όλη την ελληνική επικράτεια και σκοπό την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση και δίωξη τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων κατά το άρθρο 6 του ν. 4579/2018. Στο πλαίσιο της αποστολής της, η Μ.Σ.Ε. είναι αρμόδια για:
α) τη συλλογή δεδομένων PNR («Passenger Name Record») που διαβιβάζουν οι αερομεταφορείς, τον έλεγχο και την αποθήκευσή τους στη βάση δεδομένων της Δι.Δ.Α.Π., την επεξεργασία και τη διαβίβαση αυτών ή του αποτελέσματος της επεξεργασίας τους στις αρμόδιες αρχές, καθώς και τη διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που λαμβάνονται από τις αντίστοιχες Μ.Σ.Ε. των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
β) την ανταλλαγή των δεδομένων PNR και του αποτελέσματος της επεξεργασίας τους με τις Μ.Σ.Ε. άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL),
γ) τον καθορισμό των χρονικών σημείων τακτικής διαβίβασης των δεδομένων PNR από τους αερομεταφορείς που δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τον προγραμματισμένο χρόνο αναχώρησης της πτήσης, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 4579/2018,
δ) την υποβολή αιτήματος προς τους αερομεταφορείς για διαβίβαση δεδομένων PNR σε χρονικές στιγμές, πέραν των καθορισμένων τακτικών χρονικών σημείων διαβίβασης, όταν η πρόσβαση σε δεδομένα είναι αναγκαία, για να αντιμετωπιστεί συγκεκριμένη και πραγματική απειλή, η οποία σχετίζεται με τρομοκρατικές πράξεις ή σοβαρά εγκλήματα του άρθρου 4 του ν. 4579/2018, που αφορούν είτε στη Μ.Σ.Ε. είτε στη Μ.Σ.Ε. άλλου κράτους μέλους που τα έχει ζητήσει,
ε) την εκ των προτέρων αξιολόγηση εκτίμησης κινδύνου, σε τακτική βάση, για την επιλογή δεδομένων PNR πτήσεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τη συνεισφορά των αρμόδιων υπηρεσιών που έχουν ως αποστολή την πρόληψη, ανίχνευση, διερεύνηση και δίωξη τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων,
στ) την ανάπτυξη συνεργασιών με την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς και τις λοιπές αρμόδιες αρχές των αερολιμένων της χώρας, για την αποτελεσματική επίτευξη των σκοπών του ν. 4579/2018,
ζ) την παρακολούθηση της δραστηριοποίησης των αερομεταφορέων στην ελληνική επικράτεια, σε συνεργασία με την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς και τις λοιπές αρμόδιες αρχές των αερολιμένων της χώρας, για την καταγραφή και διαρκή επικαιροποίηση, αφενός μεν του συνόλου των αερομεταφορέων που εκτελούν πτήσεις εντός του πεδίου εφαρμογής του ν. 4579/2018, αφετέρου δε του συνόλου των δρομολογίων που εκτελούνται και αφορούν τις ως άνω πτήσεις,
η) τον έλεγχο της λήψης δεδομένων PNR για τις πτήσεις του πεδίου εφαρμογής του ν. 4579/2018, αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, τα διαθέσιμα στοιχεία διεθνών πτήσεων της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας, καθώς και των λοιπών αρμόδιων αρχών των αερολιμένων της χώρας,
θ) τον έλεγχο ποιότητας δεδομένων PNR και τη μεταφορά διαπιστώσεων προς τους αερομεταφορείς και τους παρόχους δεδομένων αυτών,
ι) τη διαβίβαση σε Μ.Σ.Ε. άλλου κράτους μέλους, σε περιπτώσεις ταυτοποιημένων, κατόπιν αξιολόγησης, προσώπων, όλων των συναφών και αναγκαίων δεδομένων PNR ή του αποτελέσματος της επεξεργασίας τους,υπό τις προϋποθέσεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 8 του ν.4579/2018 και τη λήψη από αυτήν αντίστοιχων πληροφοριών προς διαβίβασή τους στις αρμόδιες Αρχές,
ια) την υποβολή ειδικώς αιτιολογημένου αιτήματος σε Μ.Σ.Ε. άλλου κράτους μέλους προς γνωστοποίηση δεδομένων PNR που τηρεί στη βάση δεδομένων της και του αποτελέσματος επεξεργασίας των δεδομένων αυτών, που αφορούν σε συγκεκριμένη υπόθεση πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης τρομοκρατικών ή σοβαρών εγκλημάτων του άρθρου 4 του ν. 4579/2018, καθώς και την αντίστοιχη παροχή, το συντομότερο δυνατό, των ως άνω δεδομένων σε Μ.Σ.Ε. κράτους μέλους, εφόσον ζητηθούν,
ιβ) τη γνωστοποίηση σε Μ.Σ.Ε. κράτους μέλους των δεδομένων PNR, ακόμα και αν έχουν αποπροσωποποιηθεί μέσω κάλυψης, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 4579/2018, κατόπιν ειδικά αιτιολογημένου αιτήματος, εφόσον εκτιμάται εύλογα ότι είναι αναγκαία προς τον σκοπό της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης και δίωξης τρομοκρατικών ή σοβαρών εγκλημάτων και κατόπιν εξουσιοδότησης από αρμόδια δικαστική ή εισαγγελική αρχή και ενημέρωσης του υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων,
ιγ) τη διαβίβαση δεόντως αιτιολογημένων αιτημάτων των αρμοδίων αρχών προς τις Μ.Σ.Ε. κρατών μελών, που έχουν υποβληθεί σε αυτήν, προς γνωστοποίηση δεδομένων PNR που τηρούν στις βάσεις δεδομένων τους,
ιδ) την άμεση ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, με τη χρήση υφιστάμενων διαύλων συνεργασίας και σε γλώσσα που χρησιμοποιείται για τον επιλεγόμενο δίαυλο,
ιε) τη διαβίβαση δεδομένων PNR ή των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας τους στην Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL), προς απάντηση δεόντως αιτιολογημένου αιτήματός της μέσω του διαύλου επικοινωνίας SIENA, είτε απευθείας, είτε μέσω της Εθνικής Μονάδας EUROPOL είτε ειδικώς αιτιολογημένου αιτήματός της μέσω του διαύλου επικοινωνίας SIENA, είτε ειδικώς αιτιολογημένου ηλεκτρονικού αιτήματός της προς την Εθνική Μονάδα EUROPOL και τη συνεργασία της Μ.Σ.Ε. με αυτήν για την ανταλλαγή πληροφοριών,
ιστ) τον μεμονωμένο έλεγχο από αρμόδιους χειριστές της Μ.Σ.Ε., μέσω αναζητήσεων στις διαθέσιμες κεντρικές εφαρμογές των αρχών επιβολής του νόμου, με μη αυτοματοποιημένα μέσα, κάθε θετικού αποτελέσματος που προκύπτει από αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων PNR κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης των επιβατών, προκειμένου να εξακριβωθεί, αν είναι απαραίτητη η διαβίβαση σε αρμόδια αρχή των δεδομένων PNR προσώπων που έχουν ταυτοποιηθεί ή των αποτελεσμάτων επεξεργασίας τους, προς περαιτέρω εξέταση και τυχόν παρέμβαση αυτής,
ιζ) την εξαγωγή και τον συνδυασμό των αποτελεσμάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας των δεδομένων PNR, με επιπλέον πληροφορίες από ανοικτές και κλειστές πηγές, διαθέσιμες κατόπιν ανάπτυξης συνεργασιών με εθνικές και διεθνείς μονάδες και υπηρεσίες και τη διαβίβαση ταξιδιωτικών πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές του άρθρου 9 του ν. 4579/2018, τις Μ.Σ.Ε. άλλων κρατών μελών και τη EUROPOL,
ιη) την αξιοποίηση των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων ταξιδιωτικών πληροφοριών που λαμβάνει στο πλαίσιο της αποστολής της, την αξιολόγηση επιβατών που ενδέχεται να εμπλέκονται σε τρομοκρατικό ή σοβαρό έγκλημα, σύμφωνα με την περ. α της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4579/2018 ή την αξιολόγηση κινδύνου των περ. ε) και κδ) της παρούσας,
ιθ) τον καθορισμό σημείου επαφής της Μ.Σ.Ε. για την ανταλλαγή πληροφοριών, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, όταν αυτή δεν καθίσταται εφικτή με τη χρήση των υφιστάμενων διαύλων επικοινωνίας και τη γνωστοποίηση των στοιχείων αυτού στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή,
κ) τη μέριμνα για την υποβολή των εισερχόμενων δεόντως αιτιολογημένων αιτημάτων προς την αρμόδια δικαστική ή εισαγγελική αρχή για έλεγχο και, σε συντρέχουσα περίπτωση, για έγκριση άρσης της αποπροσωποποίησης των δεδομένων PNR,
κα) τη γνωστοποίηση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, της παραβίασης προσωπικών δεδομένων στο υποκείμενο αυτών και στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία ενδέχεται να ενέχει σοβαρό κίνδυνο για την προστασία των δεδομένων αυτών ή να θίξει την ιδιωτικότητα του υποκειμένου,
κβ) τη διατήρηση, επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων PNR αποκλειστικά σε ασφαλή χώρο της,
κγ) την τήρηση για πέντε (5) έτη των αρχείων καταγραφής που αφορούν τουλάχιστον στη συλλογή, αναζήτηση, κοινοποίηση, διαγραφή και άρση της αποπροσωποποίησης των δεδομένων PNR,
κδ) τη μέριμνα για διατήρηση, διασφάλιση, αποπροσωποποίηση, μέσω κάλυψης στοιχείων, εκ των υστέρων αξιολόγηση κινδύνου και διαγραφή από τη βάση δεδομένων της των δεδομένων PNR, καθώς και τη διατήρηση των αποτελεσμάτων επεξεργασίας τους για μέγιστο χρονικό διάστημα που ορίζεται, κατά περίπτωση, στις ισχύουσες διατάξεις περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ιδίως στο άρθρο 14 του ν. 4579/2018,
κε) την άμεση διαγραφή δεδομένων που έχουν περιέλθει στην κατοχή της και αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τις πολιτικές, θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, την κατάσταση της υγείας, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ατόμου ή τη σεξουαλική του ζωή,
κστ) την εισήγηση για την προμήθεια και την αναβάθμιση των απαιτούμενων ηλεκτρονικών μέσων, για τη λήψη και επεξεργασία δεδομένων που προωθούν οι αερομεταφορείς, σύμφωνα με τα κοινά πρωτόκολλα διαβίβασης και τους υποστηριζόμενους μορφότυπους δεδομένων και κάθε άλλου πρόσφορου μέσου που εξασφαλίζει κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 4579/2018, για τον έλεγχο λήψης και ποιότητάς τους και για την ασφαλή διαβίβασή τους ή του αποτελέσματος της επεξεργασίας τους στις αρμόδιες αρχές του άρθρου 9 του ιδίου νόμου,
κζ) την εφαρμογή των κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, καθώς και διαδικασιών, για τη διασφάλιση του απόρρητου χαρακτήρα της επεξεργασίας των δεδομένων και του κατάλληλου επιπέδου ασφαλείας σε σχέση με τους κινδύνους που παρουσιάζουν η επεξεργασία και η φύση των δεδομένων,
κη) τη διατήρηση τεκμηρίωσης, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 15 του ν. 4579/2018, όλων των συστημάτων και διαδικασιών επεξεργασίας που τελούν υπό την ευθύνη της, την οποία καθιστά διαθέσιμη στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας,
κθ) την εισήγηση στον Διοικητή της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας σύμφωνα με την περ. β) του άρθρου 3 του ν. 4579/2018 για την επιβολή κυρώσεων στον αερομεταφορέα που παραλείπει τη διαβίβαση των δεδομένων PNR ή δεν διαβιβάζει αυτά σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
λ) την εισήγηση στον προϊστάμενο της εθνικής εποπτικής αρχής API του Κανονισμού (ΕΕ) 2025/13, για την επιβολή κυρώσεων στον αερομεταφορέα που παραλείπει τη διαβίβαση των δεδομένων API ή δεν διαβιβάζει αυτά σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και
λα) την παροχή, σε ετήσια βάση, στατιστικών στοιχείων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προς ενημέρωσή της για τα δεδομένα PNR, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 4579/2018, καθώς και για οποιαδήποτε τροποποίηση της λειτουργίας της Μ.Σ.Ε..
8. Η Μ.Σ.Ε. λειτουργεί επιπλέον και ως Εθνικό Ενιαίο Κέντρο Στόχευσης και Αξιολόγησης Ταξιδιωτικής Κίνησης και δύναται να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες και δεδομένα που αφορούν σε ταξιδιωτικές κινήσεις επιβατών (εναέριες, θαλάσσιες και χερσαίες), καθώς και να διασυνδέεται με σχετικά συστήματα και βάσεις, θεωρήσεων, ταξιδιωτικών αδειοδοτήσεων και συλλογής ταξιδιωτικών πληροφοριών κάθε είδους. Τα παραγόμενα αναλυτικά προϊόντα δύνανται να αξιοποιούνται για τους σκοπούς της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης και δίωξης τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων, καθώς και για σκοπούς διερεύνησης σοβαρών περιστατικών ασφάλειας μεταφορών, με την επιφύλαξη των ειδικότερων διατάξεων για τις αεροπορικές μετακινήσεις των άρθρων 2 και 4 του ν. 4579/2018.
9. Η Μ.Σ.Ε. επεξεργάζεται τα δεδομένα PNR που διαβιβάσθηκαν από τους αερομεταφορείς, μόνο για τους ακόλουθους σκοπούς:
α) την αξιολόγηση χωρίς διακρίσεις των επιβατών πριν από την προγραμματιζόμενη άφιξή τους στη χώρα ή την αναχώρηση από αυτή, προκειμένου να ταυτοποιούνται τα πρόσωπα που πρέπει να εξεταστούν λεπτομερέστερα από τις αρμόδιες αρχές και, εφόσον απαιτείται, από την Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL), διότι ενδέχεται να εμπλέκονται σε τρομοκρατικό ή σοβαρό έγκλημα. Κατά τη διαδικασία της ως άνω αξιολόγησης η Μ.Σ.Ε. δύναται να προβεί σε:
αα) αντιπαραβολή των δεδομένων PNR με βάσεις δεδομένων σχετικές με τους σκοπούς της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης και δίωξης τρομοκρατικών πράξεων και σοβαρών εγκλημάτων, συμπεριλαμβανομένων των βάσεων δεδομένων για πρόσωπα ή αντικείμενα που αναζητούνται ή για τα οποία υπάρχει σχετική καταχώρηση, σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις, το ενωσιακό δίκαιο και την εθνική νομοθεσία που ισχύει για τέτοιες βάσεις δεδομένων και
αβ) την επεξεργασία των δεδομένων PNR, σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια, τα οποία είναι αναλογικά και ειδικά στοχοθετημένα και τα οποία καθορίζονται και επανεξετάζονται τακτικά σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές, καθώς και την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, διασφαλίζοντας ότι τα ως άνω κριτήρια δεν βασίζονται στη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, στις πολιτικές ή θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, στη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, στην κατάσταση της υγείας, στον σεξουαλικό προσανατολισμό ή στη σεξουαλική ζωή ενός ατόμου,
β) την ανάλυση των δεδομένων PNR και την εκτίμηση, κατόπιν ανατροφοδότησης από τις αρμόδιες αρχές, του αποτελέσματος της αξιοποίησης των δεδομένων PNR και των αποτελεσμάτων της επεξεργασίας τους, με σκοπό την επικαιροποίηση ή τη δημιουργία νέων κριτηρίων από τη Μ.Σ.Ε., που χρησιμοποιούνται στις αξιολογήσεις που διενεργούνται, σύμφωνα με την περ. α), με σκοπό την ταυτοποίηση κάθε προσώπου, δυνάμενου να εμπλέκεται σε τρομοκρατικό ή σοβαρό έγκλημα και
γ) την απάντηση, κατά περίπτωση, σε ειδικά αιτιολογημένη αίτηση αρμόδιας αρχής που βασίζεται σε επαρκείς λόγους, για τη χορήγηση και επεξεργασία δεδομένων PNR, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, προς τον σκοπό της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης και δίωξης τρομοκρατικών και σοβαρών εγκλημάτων του άρθρου 4 του ν. 4579/2018 και τη γνωστοποίηση στην αρμόδια αρχή ή, κατά περίπτωση, στην Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (EUROPOL) των αποτελεσμάτων αυτής της επεξεργασίας.
10. Στη Δι.Δ.Α.Π. υπάγονται απευθείας, ως προς το ειδικό αντικείμενο της επιχειρησιακής τους αποστολής, τα Τμήματα Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών (Τ.ΣΥ.Δ.Π.) που δραστηριοποιούνται στη συλλογή και επιχειρησιακή διαχείριση πληροφοριών στις περιοχές της τοπικής αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, αντίστοιχα, και έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) αναζητούν, συγκεντρώνουν, αναλύουν, συσχετίζουν, αξιολογούν και καταχωρούν στις αντίστοιχες βάσεις δεδομένων πληροφορίες που συλλέγονται από το προσωπικό τους ή από το προσωπικό άλλων αρμοδίων υπηρεσιών και αρχών και διαβιβάζουν τα αποτελέσματα για επιχειρησιακή αξιοποίηση στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες,
β) συνεργάζονται με τις Διευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και τις περιφερειακές επιχειρησιακές υπηρεσίες που χειρίζονται θέματα ασφάλειας, στο πλαίσιο παροχής αναλυτικής πληροφοριακής υποστήριξης, κατά τις έρευνες που διενεργούνται από τις ως άνω αρμόδιες υπηρεσίες και αρχές, παρέχοντας παράλληλα υποστήριξη με τη διάθεση του απαραίτητου τεχνολογικού εξοπλισμού, καθώς και του προσωπικού που απαιτείται για τη χρήση του εξοπλισμού αυτού,
γ) διενεργούν επιχειρησιακές και στρατηγικές αναλύσεις πληροφοριών, στο αντικείμενο της αποστολής της υπηρεσίας, για υποθέσεις που απασχολούν τις αρμόδιες αρχές της περιφέρειας της τοπικής τους αρμοδιότητας,
δ) υποβάλλουν στη Δι.Δ.Α.Π. κάθε αναλυτική εργασία που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο της διερευνώμενης υπόθεσης, καθώς και τα δεδομένα των αποτελεσμάτων, μεριμνώντας παράλληλα για την καταχώρηση των σχετικών πληροφοριών στις αντίστοιχες βάσεις δεδομένων,
ε) υποβάλλουν στη Δι.Δ.Α.Π. προτάσεις σε λειτουργικό, οργανωτικό, τεχνικό ή άλλο επίπεδο, προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης της λειτουργίας και της αποτελεσματικότερης εκπλήρωσης της αποστολής τους και
στ) υποβάλλουν στη Δι.Δ.Α.Π. τακτικές ή έκτακτες αναφορές δραστηριότητας, σύμφωνα με τις εντολές και τις κατευθύνσεις που λαμβάνουν από αυτή.
11. Τα Τ.ΣΥ.Δ.Π. συνεπικουρούν την αποστολή της Δι.Δ.Α.Π. μέσα από τη συμμετοχή τους σε δράσεις συλλογής, επεξεργασίας και ανάλυσης πληροφοριών που τους ανατίθενται από αυτή, καθώς και την παροχή υποστήριξης σε επιχειρησιακές δράσεις που αναλαμβάνει η Δι.Δ.Α.Π.. Τα Τ.ΣΥ.Δ.Π. εξυπηρετούνται διοικητικά και διαχειριστικά από τις υπηρεσίες στη δομή των οποίων λειτουργούν και στελεχώνονται από το αναγκαίο για τη λειτουργία τους προσωπικό. Το προσωπικό των Τ.ΣΥ.Δ.Π.:
α) τοποθετείται στις εν λόγω υπηρεσίες, κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή της Δι.Δ.Α.Π., και δεν μπορεί να μετακινηθεί από αυτές παρά μόνο με τη σύμφωνη γνώμη αυτού και
β) δεν διατίθεται σε αλλότρια προς την αποστολή της Διεύθυνσής του καθήκοντα, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ύστερα από προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Διευθυντή της Δι.Δ.Α.Π..
12. Τα Τ.ΣΥ.Δ.Π. επιθεωρούνται τακτικά από τον Διευθυντή της Δι.Δ.Α.Π. μία φορά το εξάμηνο κατά την κρίση του ή κατόπιν εντολής του από κατάλληλο αξιωματικό αυτής και έκτακτα όταν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Άρθρο 45
Λειτουργία και στελέχωση της Δι.Δ.Α.Π.
1. Η Δι.Δ.Α.Π., κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που σχετίζονται με τη συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση πληροφοριών και στοιχείων, εποπτεύεται από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994 (Α’ 209).
2. Η Δι.Δ.Α.Π. δύναται να συνεργάζεται με εθνικές αρχές, ευρωπαϊκές και διεθνείς ομόλογες υπηρεσίες και δημόσιους εκπαιδευτικούς φορείς.
3. Οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας υποχρεούνται να αποστέλλουν άμεσα στη Δι.Δ.Α.Π. το σύνολο των πληροφοριών που συλλέγουν κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, τις οποίες, παράλληλα, αξιοποιούν επιχειρησιακά, εφόσον τούτο επιβάλλεται για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Το προσωπικό της Δι.Δ.Α.Π. κατά την άσκηση των καθηκόντων του δύναται να αναζητά στοιχεία από άλλες κρατικές αρχές για ζητήματα δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. που οφείλουν να παρέχουν τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 18 του ν. 1481/1984 (Α’ 152). Τα τμήματα και τα γραφεία των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας που ασχολούνται με τη διαχείριση και την ανάλυση πληροφοριών, καθορίζουν τη λειτουργία τους, ως προς το ειδικό αυτό αντικείμενο, σύμφωνα με τις εντολές, οδηγίες και κατευθύνσεις της Δι.Δ.Α.Π., εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του παρόντος.
4. Ως αστυνομικό προσωπικό της Δι.Δ.Α.Π. και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών επιλέγονται αστυνομικοί, εφόσον:
α) έχουν διακριθεί για την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητά τους, το ήθος και τη διαγωγή τους, την υπευθυνότητα και αποφασιστικότητά τους,
β) έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον δύο (2) έτη από την έξοδό τους από την Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας και από την Σχολή Αστυφυλάκων,
γ) έχουν αξιολογηθεί με τον γενικό χαρακτηρισμό «ΕΞΑΙΡΕΤΟΣ» κατά τη διάρκεια των πέντε (5) τελευταίων ετών και
δ) έχουν κριθεί ευμενώς από τα αρμόδια Συμβούλια Κρίσεων.
Από τους υποψηφίους προτιμώνται, ιδίως, όσοι έχουν διετή τουλάχιστον προϋπηρεσία σε υπηρεσία ασφαλείας, όσοι επιθυμούν να υπηρετήσουν στη Διεύθυνση αυτή, καθώς και όσοι έχουν γνώσεις στη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλες ειδικές γνώσεις. Δεν επιτρέπεται να μετατεθεί ή να υπηρετεί στη Δι.Δ.Α.Π. και στα Τμήματα Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών αστυνομικός, ο οποίος:
α) έχει τιμωρηθεί ή εκκρεμεί σε βάρος του πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα που επισύρει ανώτερη πειθαρχική ποινή, σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ. 120/2008 (Α’ 182),
β) έχει τιμωρηθεί για παραπτώματα τα οποία, ενώ επισύρουν κατώτερη πειθαρχική ποινή, σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ. 120/2008, μαρτυρούν έλλειψη συνείδησης του υπηρεσιακού καθήκοντος και ακεραιότητας του χαρακτήρα,
γ) κωλύεται επανειλημμένα στην εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων του για λόγους υγείας,
δ) είναι μέλος διοικητικού συμβουλίου συνδικαλιστικής οργάνωσης αστυνομικών ή εκλεγμένος αντιπρόσωπος στη γενική συνέλευση ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας αυτών και
ε) έχει υπηρετήσει κατά την προηγούμενη πενταετία ή υπηρετεί με οποιαδήποτε ιδιότητα, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού ασφαλείας, σε γραφεία μελών της Κυβέρνησης, Υφυπουργών, Γενικών Γραμματέων, πολιτικών κομμάτων και βουλευτών.
5. Το προσωπικό της Δι.Δ.Α.Π. έχει καθήκον εχεμύθειας, η παραβίαση του οποίου τιμωρείται κατά το άρθρο 252 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί πειθαρχικής και αστικής ευθύνης του. Η διάπραξη ποινικών ή πειθαρχικών παραβάσεων από το προσωπικό της Δι.Δ.Α.Π. κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του συνιστά επιβαρυντική περίπτωση για την επιμέτρηση της ποινής και λόγο άμεσης απομάκρυνσης από την υπηρεσία.
6. Στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του, το προσωπικό της Δι.Δ.Α.Π., κατά περίπτωση:
α) συμμετέχει σε εκπαιδευτικά προγράμματα, επιστημονικά συνέδρια, ημερίδες και άλλες συναντήσεις, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, επί θεμάτων που άπτονται της αποστολής της Διεύθυνσης,
β) παρακολουθεί και επικουρεί το έργο των αστυνομικών υπηρεσιών στον τομέα της διαχείρισης των πληροφοριών και
γ) μεριμνά για τη διαμόρφωση και την ανάπτυξη κλίματος συνεργασίας με όλες τις εθνικές και διεθνείς υπηρεσίες επιβολής του νόμου και τις δικαστικές αρχές, φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διεθνείς οργανισμούς και ιδιωτικούς φορείς, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων της Διεύθυνσης.
7. Η Μ.Σ.Ε. διοικείται από αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας και στελεχώνεται από αστυνομικό προσωπικό.
8. Με απόφαση του Διευθυντή της Δι.Δ.Α.Π., ορίζεται μέλος του προσωπικού της Μ.Σ.Ε., ως υπεύθυνος προστασίας δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 4579/2018 (Α’ 201), για την εποπτεία της επεξεργασίας δεδομένων PNR και την υλοποίηση των σχετικών διασφαλίσεων, τα στοιχεία του οποίου γνωστοποιούνται στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Η διάρκεια της θητείας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων είναι τέσσερα (4) έτη και μπορεί να ανανεώνεται, χωρίς η συνολική διάρκειά της να υπερβαίνει τα οκτώ (8) έτη. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων, ο οποίος απολαύει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, έχει τα ακόλουθα καθήκοντα όσον αφορά στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζεται η Μ.Σ.Ε., εξαιρουμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διοικητικής φύσης:
α) διαθέτει πρόσβαση στο σύνολο των δεδομένων που επεξεργάζεται η Μ.Σ.Ε. και σε όλους τους χώρους της,
β) διασφαλίζει την εφαρμογή της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, καθώς και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της Διεύθυνσης, σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) διασφαλίζει ότι τηρούνται αρχεία διαβίβασης και παραλαβής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
δ) ενημερώνει και συμβουλεύει το προσωπικό της Μ.Σ.Ε. για ζητήματα που άπτονται της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία,
ε) ενεργεί ως σημείο επαφής και συνεργάζεται με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για κάθε ζήτημα που σχετίζεται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
στ) ενεργεί ως ενιαίο σημείο επαφής της Μ.Σ.Ε. με τα υποκείμενα των δεδομένων και διασφαλίζει ότι ενημερώνονται, κατόπιν αίτησής τους, σχετικά με τα δικαιώματά τους, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
ζ) ενημερώνεται άμεσα για οποιαδήποτε παραβίαση προσωπικών δεδομένων και τηρεί σχετικό μητρώο. Σε περίπτωση που θεωρεί ότι η επεξεργασία οποιωνδήποτε δεδομένων από τη Μ.Σ.Ε. δεν ήταν νόμιμη, ενημερώνει,χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τον προϊστάμενο της Μ.Σ.Ε. και δύναται να παραπέμπει το θέμα στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να αντικαθίσταται και πριν από τη λήξη της θητείας του με απόφαση του Διευθυντή της Δι.Δ.Α.Π., εφόσον σοβαροί υπηρεσιακοί λόγοι επιτάσσουν την αξιοποίησή του, σε έτερα υπηρεσιακά καθήκοντα της Διεύθυνσης ή κατόπιν εισήγησης του προϊσταμένου της Μ.Σ.Ε., εφόσον διαπιστωθεί πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων του.
9. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η Μ.Σ.Ε. μπορεί να στελεχώνεται από προσωπικό των αρμοδίων αρχών, με εξαίρεση τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, με απόσπαση διάρκειας ενός (1) έτους και δυνατότητα ανανέωσης κατ’ ανώτατο όριο έως τρία (3) έτη, κατόπιν αίτησής του και θετικής εισήγησης του προϊσταμένου της Δι.Δ.Α.Π.. Ο αριθμός των στελεχών των αρμοδίων αρχών που αποσπάται στη Μ.Σ.Ε. δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) ανά αρμόδια αρχή. Από τους υποψηφίους προς απόσπαση προτιμώνται, ιδίως, όσοι διαθέτουν πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και γνώση πληροφορικής ή χειρισμού ηλεκτρονικού υπολογιστή, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 9 και 10 του π.δ. 85/2022 (Α’ 232), προϋπηρεσία σε θέματα διαχείρισης πληροφοριών, καθώς και όσοι έχουν άλλες ειδικές γνώσεις, συναφείς με το αντικείμενο της Μ.Σ.Ε.. Για την αξιολόγηση, τον πειθαρχικό έλεγχο και άλλα ζητήματα συναφή με την υπηρεσιακή κατάσταση του αποσπασμένου προσωπικού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του φορέα προέλευσής του.
Άρθρο 46
Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας
1. Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) είναι αρμόδια για την αντιμετώπιση των ειδικών εγκλημάτων βίας, καθώς και για την πρόληψη και την καταστολή τρομοκρατικών και εξτρεμιστικών εγκληματικών ενεργειών που στρέφονται γενικά κατά της ασφάλειας του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς και κατά προσώπων ή πραγμάτων της χώρας ή άλλης χώρας.
2. Η Δ.Α.Ε.Ε.Β. συγκροτείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Αντιμετώπισης Εσωτερικής Τρομοκρατίας,
β) Τμήμα Αντιμετώπισης Διεθνούς Τρομοκρατίας,
γ) Τμήμα Προστασίας Κράτους και Πολιτεύματος,
δ) Τμήμα Επιχειρήσεων και Ειδικών Ελέγχων,
ε) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και
στ) Τμήμα Διαχείρισης Τεχνικών και Διαδικτυακών Πληροφοριών.
3. Το Τμήμα Αντιμετώπισης Εσωτερικής Τρομοκρατίας είναι αρμόδιο για:
α) την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση πληροφοριών για εγκληματικές δραστηριότητες ημεδαπών και αλλοδαπών ατόμων και κυρίως οργανωμένων ομάδων και την παρακολούθηση αυτών, και
β) τη διεξαγωγή αστυνομικών ερευνών και την αξιοποίηση προανακριτικών και ανακριτικών στοιχείων που αφορούν τις ως άνω δραστηριότητες, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή τρομοκρατικών ενεργειών και δράσεων, που στρέφονται κατά της ασφάλειας του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος ή κατά προσώπων και πραγμάτων άλλης χώρας, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία περί τρομοκρατικών εγκλημάτων και συναφών με αυτά αδικημάτων.
4. Το Τμήμα Αντιμετώπισης Διεθνούς Τρομοκρατίας είναι αρμόδιο για:
α) την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση πληροφοριών, καθώς και τη διεξαγωγή αστυνομικών ερευνών και την αξιοποίηση ανακριτικών στοιχείων που αφορούν εγκληματικές δραστηριότητες ημεδαπών και αλλοδαπών ατόμων που διαβιούν ή διαμένουν προσωρινά στη χώρα και κυρίως οργανωμένων ομάδων, καθώς και για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων αυτών και των σχέσεών τους με άλλα άτομα ή οργανωμένες ομάδες στο εξωτερικό, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή τρομοκρατικών ενεργειών, και δράσεων, που στρέφονται κατά της ασφάλειας του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος ή κατά προσώπων και πραγμάτων άλλης χώρας κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί τρομοκρατικών εγκλημάτων και συναφών με αυτά αδικημάτων και
β) την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση πληροφοριών, καθώς και τη διεξαγωγή αστυνομικών ερευνών και την αξιοποίηση ανακριτικών στοιχείων για εγκληματικές δραστηριότητες ημεδαπών και αλλοδαπών ατόμων που διαβιούν ή διαμένουν προσωρινά στη χώρα και κυρίως οργανωμένων ομάδων, καθώς και για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων αυτών και των σχέσεών τους με άλλα άτομα ή οργανωμένες ομάδες στο εξωτερικό που στρέφονται κατά προσώπων και πραγμάτων της χώρας τους ή άλλης χώρας.
5. Το Τμήμα Προστασίας Κράτους και Πολιτεύματος είναι αρμόδιο για:
α) την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση πληροφοριών για σοβαρές εγκληματικές δραστηριότητες ατόμων ή οργανωμένων ομάδων ή οργανώσεων, που στρέφονται με τη χρήση βίας ή εξτρεμιστικών ενεργειών κατά της ασφάλειας του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως και κατά προσώπων ή πραγμάτων και την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων αυτών, καθώς και
β) τη διεξαγωγή αστυνομικών ερευνών και την αξιοποίηση προανακριτικών και ανακριτικών στοιχείων που αφορούν τις ως άνω δραστηριότητες, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή τους κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί τρομοκρατικών εγκλημάτων και συναφών με αυτά αδικημάτων, καθώς και του εξτρεμισμού.
6. Το Τμήμα Επιχειρήσεων και Ειδικών Ελέγχων είναι αρμόδιο για:
α) τη λειτουργία Κέντρου Επιχειρήσεων, το οποίο λειτουργεί σε επίπεδο Γραφείου, σε εικοσιτετράωρη βάση, καθώς και τη λειτουργία τηλεφωνικού κέντρου σε εικοσιτετράωρη βάση, με ειδικές γραμμές καταγγελιών, οι οποίες εξασφαλίζουν την αδιάλειπτη επικοινωνία των πολιτών με την Υπηρεσία,
β) την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας,
γ) τη διαρκή επικοινωνία του προϊσταμένου της Διεύθυνσης με το προσωπικό της,
δ) την εφαρμογή των επιχειρησιακών σχεδίων της Διεύθυνσης σε ειδικές περιπτώσεις και μέχρι να επιληφθούν τα αρμόδια Τμήματα της Δ.Α.Ε.Ε.Β.. Ειδικότερα, σε περίπτωση εκδήλωσης τρομοκρατικής ενέργειας ή όταν διαταχθεί από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας, το Τμήμα αυτό, βάσει των οικείων σχεδίων, ενεργεί ως ακολούθως:
δα) κινητοποιεί το προσωπικό και τα διαθέσιμα μέσα των τμημάτων της Διεύθυνσης, με σκοπό την έγκαιρη και αποτελεσματική επέμβασή τους σε συμβάντα της αρμοδιότητάς της,
δβ) καθοδηγεί, κατευθύνει και συντονίζει τη δράση των τμημάτων και του προσωπικού της Διεύθυνσης και την κίνηση των οχημάτων αυτής, εξασφαλίζει την ομαλή επικοινωνία αυτών με το Κέντρο Επιχειρήσεων και διαβιβάζει τις αναγκαίες διαταγές και οδηγίες,
δγ) ενημερώνει αμέσως τον προϊστάμενο της διεύθυνσης και τις αρμόδιες υπηρεσίες, ζητεί τη συνδρομή της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας (Ε.Κ.Α.Μ.) και αναφέρει την εκδήλωση τρομοκρατικής ή εξτρεμιστικής εγκληματικής ενέργειας ή την εξέλιξη των επιχειρήσεων προς αντιμετώπισή τους,
δδ) εξασφαλίζει τη συνεργασία και αποτελεί τον σύνδεσμο επικοινωνίας της Διεύθυνσης με τις λοιπές εμπλεκόμενες αστυνομικές υπηρεσίες και τα κέντρα επιχειρήσεων άλλων αστυνομικών υπηρεσιών ή φορέων, με σκοπό τον συντονισμό των ενεργειών, την παροχή συνδρομής και την επιτυχή διεξαγωγή των επιχειρήσεων,
δε) σχεδιάζει και εκτελεί επικίνδυνες αποστολές, επιχειρήσεις και μεταγωγές, στο πλαίσιο της αποστολής της Διεύθυνσης και εφόσον αυτές δεν εντάσσονται στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Ε.Κ.Α.Μ. και
δστ) εκτελεί κάθε άλλη αποστολή που του ανατίθεται από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης.
7. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη διαχείριση του χρηματικού και υλικού και
β) τη γραμματειακή εξυπηρέτηση της Διεύθυνσης, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσης.
8. Το Τμήμα Διαχείρισης Τεχνικών και Διαδικτυακών Πληροφοριών είναι αρμόδιο για:
α) τη συντήρηση και διαχείριση των πάσης φύσης υλικών και τεχνικών μέσων της Διεύθυνσης και τη λειτουργία των τηλεπικοινωνιακών της μέσων,
β) τη διάθεση του αναγκαίου κύριου και υποστηρικτικού τεχνικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, για την εκπλήρωση της αποστολής της Διεύθυνσης,
γ) την ανάληψη των απαραίτητων ενεργειών για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, κατόπιν αιτημάτων των Τμημάτων της Δ.Α.Ε.Ε.Β. ή άλλης αστυνομικής, διωκτικής ή εισαγγελικής αρχής και την αποστολή των δεδομένων στις αιτούσες αρχές και υπηρεσίες για τη συσχέτιση και αξιοποίηση και
δ) την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων στο διεθνές περιβάλλον και την εισήγηση για την προμήθεια σύγχρονων επιστημονικών, τεχνικών και υλικών μέσων ή την αναβάθμιση του υφιστάμενου τεχνολογικού εξοπλισμού της Διεύθυνσης, για την εκπλήρωση της αποστολής της, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το Τμήμα Διαχείρισης Τεχνικών και Διαδικτυακών Πληροφοριών είναι αρμόδιο, ως σημείο επαφής, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 5067/2023 (Α’ 189), για την παραλαβή της ενημέρωσης, την αφαίρεση ή απενεργοποίηση της πρόσβασης σε τρομοκρατικό περιεχόμενο, σύμφωνα με το υπόδειγμα του Παραρτήματος II του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/784 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με την πρόληψη της διάδοσης τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο (L 172) και τη διεκπεραίωση των αιτημάτων παροχής διευκρινίσεων και παρατηρήσεων σχετικά με τις εντολές αφαίρεσης που εκδίδονται από τον εισαγγελικό λειτουργό του πρώτου εδαφίου της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 5067/2023, σύμφωνα με το Παράρτημα III του ως άνω Κανονισμού.
9. Η Δ.Α.Ε.Ε.Β. εποπτεύεται ως προς την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994 (Α’ 209).
10. Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας Βορείου Ελλάδας (Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Α.Ε.Ε.Β., έχει την ίδια με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή του Τομέα Βορείου Ελλάδας. Η διάρθρωση της Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε. σε τμήματα και οι επιμέρους αρμοδιότητες των τμημάτων της είναι όμοιες με εκείνες της Δ.Α.Ε.Ε.Β. και των αντίστοιχων τμημάτων αυτής, με εξαίρεση το Τμήμα Διαχείρισης Τεχνικών και Διαδικτυακών Πληροφοριών, που λειτουργεί στη Δ.Α.Ε.Ε.Β. και καλύπτει σε θέματα αρμοδιότητάς του και την Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε..
11. Οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας συνεργάζονται με τη Δ.Α.Ε.Ε.Β. και την Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε. και ανταλλάσσουν, απευθείας, πληροφορίες για την πρόληψη και καταστολή των ενεργειών που σχετίζονται με την αποστολή τους. Οι υπηρεσίες αυτές παρέχουν στη Δ.Α.Ε.Ε.Β. και την Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε., αμέσως και κατά προτεραιότητα, κάθε συνδρομή που ζητείται απευθείας από αυτές και τους γνωστοποιούν άμεσα κάθε σχετικό με την αποστολή τους στοιχείο και πληροφορία, χωρίς να θίγονται οι αρμοδιότητές τους, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για την αντιμετώπιση και τη διαχείριση των ειδικών εγκλημάτων βίας.
12. Στη Δ.Α.Ε.Ε.Β λειτουργεί Γενική Διαχείριση που εξυπηρετεί διαχειριστικά και την Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε..
13. Η Δ.Α.Ε.Ε.Β.:
α) συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες, γνώσεις, εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές στο πλαίσιο της πρόληψης και καταστολής της τρομοκρατίας σε εγχώριο, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο με αστυνομικές υπηρεσίες και άλλες αρχές επιβολής του νόμου, οργανισμούς, ομάδες εργασίας και αστυνομικούς συνδέσμους, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου, με τη χρήση υφιστάμενων διαύλων συνεργασίας και σε γλώσσα που χρησιμοποιείται για τον επιλεγόμενο δίαυλο,
β) προβαίνει στη σύναψη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, διμερών και πολυμερών συμφωνιών και Μνημονίων Κατανόησης στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών που σχετίζονται με την πρόληψη και καταπολέμηση της τρομοκρατίας,
γ) συμμετέχει και εκπροσωπεί την Ελληνική Αστυνομία σε εσωτερικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε συναντήσεις, εκδηλώσεις, συνέδρια, ομάδες εργασίας και εκπαιδεύσεις για θέματα τρομοκρατίας και εξτρεμισμού, σε συνεργασία με λοιπές συναρμόδιες υπηρεσίες,
δ) παρέχει τεχνογνωσία και εκπαίδευση σε προσωπικό αρχών επιβολής του νόμου, καθώς και του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προς ευαισθητοποίηση και ενημέρωση αναφορικά με εν γένει θέματα τρομοκρατίας και εξτρεμισμού.
14. Το προσωπικό της Δ.Α.Ε.Ε.Β. και της Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε., κατά την άσκηση των καθηκόντων του, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα αρχεία των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, ύστερα από ενημέρωση των προϊσταμένων των υπηρεσιών αυτών. Επίσης, η Δ.Α.Ε.Ε.Β. και η Υ.Α.Ε.Ε.Β.Β.Ε., στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής τους και προς τον σκοπό υποβοήθησης του έργου τους, μπορούν να αιτούνται στοιχεία από άλλες κρατικές αρχές, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, Ν.Π.Δ.Δ. και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, που οφείλουν να παρέχουν τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.
15. Η Δ.Α.Ε.Ε.Β. ορίζεται ως εξειδικευμένη υπηρεσία, η οποία έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες, που αφορούν και απορρέουν από τις ποινικές έρευνες που διεξάγουν όλες οι προανακριτικές αρχές της ελληνικής επικράτειας, για τρομοκρατικά εγκλήματα, για τις οποίες ενημερώνεται και τις οποίες συγκεντρώνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του ν. 4689/2020 (Α’ 103). Οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας υποχρεούνται να αποστέλλουν στη Δ.Α.Ε.Ε.Β. οποιαδήποτε πληροφορία κατέχουν ή συλλέξουν στο πλαίσιο της υπηρεσιακής τους αποστολής αναφορικά με θέματα τρομοκρατίας. Σε περίπτωση πληροφοριών που αφορούν ποινικές έρευνες επί τρομοκρατικών εγκλημάτων, τα οποία θίγουν ή μπορούν να θίξουν δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, η Δ.Α.Ε.Ε.Β., διαβιβάζει στη Europol, προς εξέταση, όσες εκ των πληροφοριών αυτών αφορούν σε:
α) δεδομένα, τα οποία επιτρέπουν τον προσδιορισμό του φυσικού ή νομικού προσώπου, της ομάδας ή της οντότητας,
β) πράξεις, που αποτελούν το αντικείμενο έρευνας και τις ειδικές περιστάσεις, υπό τις οποίες αυτές διαπράχθηκαν,
γ) το συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα,
δ) σχέσεις με άλλες συναφείς υποθέσεις,
ε) χρήση τεχνολογιών επικοινωνίας και
στ) πιθανές απειλές σε περιπτώσεις ενδεχόμενης κατοχής όπλων μαζικής καταστροφής.
16. Οι αρμοδιότητες των λοιπών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας αναφορικά με την αντιμετώπιση και τη διαχείριση των ειδικών εγκλημάτων βίας, οι οποίες προβλέπονται από ειδικές διατάξεις, δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 47
Αρμοδιότητες Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
1. H Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.) ασκεί τις αρμοδιότητες αστυνομίας δημόσιας ασφάλειας αναφορικά με σοβαρά και οργανωμένα εγκλήματα, εγχώρια ή διασυνοριακά, καθώς και με υποθέσεις στις οποίες ερευνάται η δράση των μελών εγκληματικής οργάνωσης που εκτείνεται σε ευρύτερες περιοχές μίας ή περισσότερων Διευθύνσεων Αστυνομίας. Ειδικότερα, είναι αρμόδια για:
α) την εξάρθρωση των εγκληματικών οργανώσεων, εγχώριων ή διασυνοριακών,
β) την έρευνα σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, παράλληλα με την έρευνα για τα βασικά αδικήματα,
γ) την παρακολούθηση της εξέλιξης και των τάσεων των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων, εγχώριων ή διασυνοριακών, καθώς και τη μελέτη των επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων καταπολέμησής τους,
δ) τη συνεργασία με αρχές επιβολής του νόμου άλλων χωρών, στο πλαίσιο της ανταλλαγής γνώσεων, πληροφοριών και εμπειριών σε θέματα αντιμετώπισης των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας/Α.Ε.Α.,
ε) την παροχή τεχνογνωσίας και εκπαίδευσης στο προσωπικό των αρμόδιων περιφερειακών αστυνομικών υπηρεσιών για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων,
στ) τη συνεργασία με άλλες κατά τόπον αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας ή άλλες αρχές και υπηρεσίες, και ιδίως την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.), την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.),
ζ) τη συνεργασία με τη EUROPOL, την INTERPOL και με συναρμόδιες αρχές και υπηρεσίες της χώρας και άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών, στο πλαίσιο ειδικών συμφωνιών, και
η) την αξιοποίηση πληροφοριών από όλες τις υπηρεσίες με αρμοδιότητα αστυνομίας δημόσιας ασφάλειας της χώρας.
2. H Δ.Α.Ο.Ε., μετά από έγκριση ή διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, δύναται να επιλαμβάνεται της διερεύνησης σοβαρών εγκλημάτων, τα οποία, λόγω της βαρύτητας, του τρόπου, των μέσων και των ειδικών συνθηκών τέλεσής τους, ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών ή απαιτούν ιδιαίτερη εμπειρία ή εξειδικευμένη γνώση για την αποκάλυψη των δραστών και τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων για την παραπομπή τους στη δικαιοσύνη. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου νοούνται:
α) ως «σοβαρά εγκλήματα» οι αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην περ. η) του άρθρου 43 και
β) ως «οργανωμένα εγκλήματα» τα εγκλήματα του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95).
3. Οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας που ασκούν αρμοδιότητες δημόσιας ασφάλειας υποχρεούνται:
α) να ενημερώνουν τη Δ.Α.Ο.Ε. για όλα τα αδικήματα επί θεμάτων δημόσιας ασφάλειας, τα οποία τελέστηκαν στην περιφέρειά τους, γνωστοποιώντας κάθε σχετική με αυτά πληροφορία,
β) να αποστέλλουν στη Δ.Α.Ο.Ε. παραχρήμα τις πληροφορίες που συλλέγουν στο πλαίσιο της υπηρεσιακής τους αποστολής αναφορικά με σοβαρά και οργανωμένα εγκλήματα, και
γ) να προβαίνουν, σε συντονισμό με την καθ’ ύλην αρμόδια Υποδιεύθυνση της Δ.Α.Ο.Ε., στις απαραίτητες ενέργειες για την άμεση επιχειρησιακή αξιοποίηση των ως άνω πληροφοριών.
4. Το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε. και των υφιστάμενων αυτής υπηρεσιών, καθώς και των περιφερειακών οργανικών μονάδων της έχει, κατά λόγο αρμοδιότητας, δικαίωμα πρόσβασης στα αρχεία όλων των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, κατόπιν ενημέρωσης των προϊσταμένων των υπηρεσιών αυτών, και δύναται να αναζητά στοιχεία από άλλες κρατικές αρχές, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., που οφείλουν να παρέχουν τα στοιχεία αυτά, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 18 του ν. 1481/1984 (Α’ 152). Ειδικότερα, οι ανακριτικοί υπάλληλοι της Δ.Α.Ο.Ε. και των υφιστάμενων αυτής υπηρεσιών, καθώς και των περιφερειακών οργανικών μονάδων της, στο πλαίσιο ελέγχων, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για τη βεβαίωση παραβάσεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, καθώς και λοιπών εγκλημάτων και παραβάσεων αρμοδιότητάς τους, έχουν πρόσβαση είτε απευθείας είτε μέσω διασύνδεσης, στα πληροφοριακά συστήματα και τις βάσεις δεδομένων που διαχειρίζεται η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο στη συγκεκριμένη υπόθεση που ερευνούν. Πληροφορίες και στοιχεία που συλλέγονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας, στο πλαίσιο των διερευνώμενων υποθέσεων, διαβαθμίζονται ανάλογα με το αντικείμενο και τη σπουδαιότητά τους, λαμβάνοντας ανάλογο βαθμό ασφαλείας και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής των ως άνω υπηρεσιών, εφαρμοζόμενων, σε κάθε περίπτωση, του ν. 4624/2019 (Α’ 137) και του Γενικού Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (L119). Στις περιπτώσεις που οι ως άνω υπηρεσίες διενεργούν ελέγχους ή προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση για υποθέσεις της αρμοδιότητάς τους, δεν ισχύει έναντι του προσωπικού τους το φορολογικό, τελωνειακό, τραπεζικό, χρηματιστηριακό ή επιχειρηματικό απόρρητο. Το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε., των υφιστάμενων υπηρεσιών αυτής, καθώς και των περιφερειακών οργανικών μονάδων της, έχει πρόσβαση στο «Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών» (Σ.Μ.Τ.Λ. και Λ.Π.) του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α’ 163). Οι ως άνω υπηρεσίες, με την ολοκλήρωση των ερευνών τους, διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στοιχεία που συγκέντρωσαν, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, από τα οποία προκύπτει η τέλεση φορολογικών και τελωνειακών παραβάσεων, προκειμένου να επιβληθούν οι, κατά περίπτωση, προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις.
Άρθρο 48
Διάρθρωση Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
1. Η Δ.Α.Ο.Ε. διαρθρώνεται στις ακόλουθες Υποδιευθύνσεις, με τα αντίστοιχα Τμήματα και Γραφεία:
α) Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών, με τα ακόλουθα Τμήματα:
αα) Τμήμα Γενικών Υποθέσεων και Διεθνών Συνεργασιών,
αβ) Τμήμα Κοκαΐνης,
αγ) Τμήμα Ηρωίνης,
αδ) Τμήμα Κάνναβης και Συνθετικών Ναρκωτικών και
αε) Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Αερολιμένα Αθηνών.
β) Υποδιεύθυνση Δίωξης Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Ιδιοκτησίας, με τα ακόλουθα Τμήματα:
βα) Τμήμα Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Προσωπικής Ελευθερίας,
ββ) Τμήμα Εγκλημάτων κατά της Ιδιοκτησίας και
βγ) Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών.
γ) Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, με τα ακόλουθα Τμήματα:
γα) Τμήμα Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων,
γβ) Τμήμα Δίωξης Παράνομης Διακίνησης και Εμπορίας Αντικειμένων και
γγ) Τμήμα Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων.
δ) Υποδιεύθυνση Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων, με τα ακόλουθα Τμήματα:
δα) Τμήμα Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας και Ευρωπαϊκών Πόρων,
δβ) Τμήμα Προστασίας Ατομικής Περιουσίας,
δγ) Τμήμα Προστασίας Οικονομίας,
δδ) Τμήμα Κοινωνικής Ασφάλισης και
δε) Τμήμα Φορολογικών Υποθέσεων.
ε) Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας, με τα ακόλουθα Τμήματα:
εα) Τμήμα Πληροφοριών, στο οποίο λειτουργεί Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου,
εβ) Τμήμα Ειδικών Ερευνών και εγ) Τμήμα Προστασίας Αθλητικών Αποστολών.
στ) Υποδιεύθυνση Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων, με τα ακόλουθα Τμήματα:
στα) Τμήμα Διαχείρισης Πληροφοριών και Στρατηγικής Οργανωμένου Εγκλήματος, στο οποίο λειτουργούν τα Γραφεία:
i) Γραφείο Διαχείρισης και Επιχειρησιακής Ανάλυσης Πληροφοριών,
ii) Γραφείο Στρατηγικής Ανάλυσης και
iii) Γραφείο Πληροφοριακών Συστημάτων,
στβ) Τμήμα Τεχνικών Εφαρμογών,
στγ) Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων,
στδ) Τμήμα Ειδικών Ανακριτικών Πράξεων και
στε) Τμήμα Επιχειρησιακών Ομάδων και
ζ) Υποδιεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης, με τα ακόλουθα Τμήματα:
ζα) Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού και
ζβ) Τμήμα Οικονομοτεχνικής Υποστήριξης και Διεκπεραίωσης Αλληλογραφίας, στο οποίο λειτουργούν τα εξής Γραφεία:
i) Γραφείο Διαχείρισης Χρηματικού,
ii) Γραφείο Διαχείρισης Υλικού,
iii) Γραφείο Τεχνικής Υποστήριξης και
iv) Γραφείο Διεκπεραίωσης.
2. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της ΥποδιεύθυνσηςΔίωξης Ναρκωτικών της περ. α) της παρ. 1 έχουν ως εξής: α) Το Τμήμα Γενικών Υποθέσεων και Διεθνών Συνεργασιών είναι αρμόδιο για: αα) τον χειρισμό όλων των σοβαρών υποθέσεων διακίνησης ναρκωτικών, ιδίως εκείνων που έχουν διεθνείς προεκτάσεις, σε συνεργασία, κατά περίπτωση, με συναρμόδιες διωκτικές υπηρεσίες και με αρχές επιβολής του νόμου άλλων χωρών, με στόχο την αποδιοργάνωση και εξάρθρωση επικίνδυνων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που αφορούν στα ναρκωτικά και οι οποίες δραστηριοποιούνται, προέρχονται ή στοχεύουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες,
αβ) την καταπολέμηση παράνομων προσόδων από τη διακίνηση ναρκωτικών, και
αγ) την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών, μέσω της εκμετάλλευσης των νέων τεχνολογιών και ψηφιακών διαύλων, σε συνεργασία με άλλους συναρμόδιους φορείς, διωκτικές υπηρεσίες και αρχές επιβολής του νόμου άλλων χωρών.
β) Τα Τμήματα Κοκαΐνης, Ηρωίνης και Κάνναβης και Συνθετικών Ναρκωτικών είναι, ανάλογα με το είδος της ναρκωτικής ουσίας, αρμόδια για:
βα) την παρακολούθηση υπόπτων εμπορίας ναρκωτικών, ημεδαπών και αλλοδαπών, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή των σχετικών με αυτά εγκλημάτων και τη διενέργεια ερευνών, με στόχο την αποδιοργάνωση και την εξάρθρωση επικίνδυνων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που αφορούν στη διακίνηση ναρκωτικών,
ββ) τον έλεγχο της καλλιέργειας, παραγωγής και διακίνησης των ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών και τη διενέργεια προανακρίσεων,
βγ) τον εντοπισμό, τη δέσμευση και τη δήμευση προϊόντων του εγκλήματος και των μέσων που χρησιμοποιούν οι ομάδες οργανωμένου εγκλήματος που δραστηριοποιούνται στην παράνομη παραγωγή και διακίνηση ναρκωτικών,
βδ) τον έλεγχο, σε συνεργασία με τους συναρμόδιους φορείς και υπηρεσίες, των διερχόμενων από τους αερολιμένες, λιμένες, σιδηροδρομικούς σταθμούς και σταθμούς αυτοκινήτων, υπόπτων διακίνησης ναρκωτικών,
βε) την παρακολούθηση των μεθόδων και των μέσων δράσης των εμπόρων ναρκωτικών, την ανάλυση και αξιολόγηση των συμπερασμάτων και την εισήγηση για τη λήψη προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων που αποσκοπούν στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της σχετικής με τα ναρκωτικά εγκληματικότητας,
βστ) την ανάπτυξη δικτύου συλλογής πληροφοριών σχετικών με τις μεθόδους, τους τόπους, τους τρόπους, τα μέσα και τα πρόσωπα που χρησιμοποιούνται ή με οποιονδήποτε τρόπο εμπλέκονται σε διαδικασίες διακίνησης, προώθησης, διάθεσης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών, και
βζ) την ενημέρωση του προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης για το πληροφοριακό υλικό που έχει συγκεντρωθεί, προκειμένου αυτό να τεκμηριωθεί, αξιολογηθεί και αξιοποιηθεί καταλλήλως.
γ) Το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Αερολιμένα Αθηνών είναι αρμόδιο για:
γα) την παρακολούθηση διερχόμενων από τον Αερολιμένα Αθηνών υπόπτων εμπορίας ναρκωτικών, ημεδαπών και αλλοδαπών, με σκοπό την πρόληψη και την καταστολή των σχετικών με αυτά εγκλημάτων,
γβ) τη διενέργεια ερευνών στον Αερολιμένα Αθηνών, με στόχο την αποδιοργάνωση και εξάρθρωση επικίνδυνων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που αφορούν στη διακίνηση ναρκωτικών,
γγ) τον εντοπισμό, τη δέσμευση και τη δήμευση προϊόντων του εγκλήματος και των μέσων που χρησιμοποιούν οι ομάδες οργανωμένου εγκλήματος που δραστηριοποιούνται μέσω του Αερολιμένα Αθηνών στην παράνομη παραγωγή και διακίνηση ναρκωτικών,
γδ) την παρακολούθηση των μεθόδων και των μέσων δράσης των εμπόρων ναρκωτικών, μέσω του Αερολιμένα Αθηνών, την ανάλυση και αξιολόγηση των συμπερασμάτων και την εισήγηση, για τη λήψη προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων που αποσκοπούν στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της σχετικής με τα ναρκωτικά εγκληματικότητας,
γε) την ανάπτυξη δικτύου συλλογής πληροφοριών σχετικών με τις μεθόδους, τις τοποθεσίες, τους τρόπους, τα μέσα και τα πρόσωπα που χρησιμοποιούνται ή με οποιονδήποτε τρόπο εμπλέκονται σε διαδικασίες διακίνησης, προώθησης, διάθεσης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών, και
γστ) την ενημέρωση του προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης σχετικά με το πληροφοριακό υλικό που έχει συγκεντρωθεί, προκειμένου αυτό να τεκμηριωθεί, αξιολογηθεί και αξιοποιηθεί καταλλήλως.
3. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Ιδιοκτησίας της περ. β) της παρ. 1 έχουν ως εξής:
α) Το Τμήμα Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Προσωπικής Ελευθερίας είναι αρμόδιο για:
αα) τις υποθέσεις εγκλημάτων κατά της ζωής και προσβολών των εμβρύων των άρθρων 299, 300, 303, 304, 304Α, 306 και 307 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων,
αβ) τις υποθέσεις εγκλημάτων κατά της προσωπικής ελευθερίας των άρθρων 322, 324 και 325 του Ποινικού Κώδικα που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων και
αγ) τις υποθέσεις ληστειών της παρ. 2 του άρθρου 380 του Ποινικού Κώδικα που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων, σε συνεργασία με το Τμήμα Εγκλημάτων κατά της Ιδιοκτησίας.
β) Το Τμήμα Εγκλημάτων κατά της Ιδιοκτησίας είναι αρμόδιο για:
βα) τις υποθέσεις ληστειών, κλοπών, διαρρήξεων και κλοπών οχημάτων, καθώς και τις διακεκριμένες περιπτώσεις αυτών, των άρθρων 372, 374 και 380 του Ποινικού Κώδικα που έχουν διαπραχθεί από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος, εγχώριες ή διασυνοριακές, σε συνεργασία, κατά περίπτωση, με συναρμόδιες διωκτικές αρχές επιβολής του νόμου άλλων χωρών,
ββ) τις υποθέσεις ληστειών, κλοπών, διαρρήξεων και κλοπών οχημάτων, καθώς και τις διακεκριμένες περιπτώσεις αυτών, των άρθρων 372, 374 και 380 του Ποινικού Κώδικα, στις οποίες ερευνάται η δράση των μελών ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που εκτείνεται σε ευρύτερες περιοχές της τοπικής αρμοδιότητας μίας ή περισσότερων Διευθύνσεων Αστυνομίας, και
βγ) την έρευνα σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από δραστηριότητες εγκληματικών οργανώσεων παράλληλα με την έρευνα για τα ως άνω βασικά αδικήματα της καθ’ ύλην αρμοδιότητάς του.
γ) Το Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών είναι αρμόδιο για: γα) τις υποθέσεις εκβιάσεων του άρθρου 385 του Ποινικού Κώδικα που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος και
γβ) τις υποθέσεις τέλεσης λοιπών εγκλημάτων του Ποινικού Κώδικα από μέλη των ομάδων οργανωμένου εγκλήματος με σκοπό την εκβίαση.
4. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της περ. γ) της παρ. 1, έχουν ως εξής:
α) Το Τμήμα Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων είναι αρμόδιο για:
αα) την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 323Α του Ποινικού Κώδικα,
αβ) τη δίωξη των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 336 έως 353 του Ποινικού Κώδικα,
αγ) την παροχή προστασίας και αρωγής στα θύματα εμπορίας ανθρώπων, σε συνεργασία με αρμόδιους κοινωνικούς φορείς και υπηρεσίες, και
αδ) την καταπολέμηση της διακίνησης μεταναστών που εμφανίζει τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιες υπηρεσίες.
β) Το Τμήμα Δίωξης Παράνομης Διακίνησης και Εμπορίας Αντικειμένων είναι αρμόδιο για:
βα) τη δίωξη της παράνομης εισαγωγής, εξαγωγής, διακίνησης εμπορευμάτων και εμπορίας αντικειμένων ή άλλων ειδών, ιδίως των καυσίμων, των καπνικών ειδών και των όπλων και
ββ) την έρευνα και τη δίωξη εγκλημάτων που εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου εγκλήματος και αφορούν, ιδίως, στην παράνομη διακίνηση και νόθευση αγαθών και άλλων προϊόντων, τα οποία έχουν δυσμενείς συνέπειες στα έσοδα του δημοσίου και επηρεάζουν σημαντικά την ομαλή λειτουργία της αγοράς.
γ) Το Τμήμα Προστασίας Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Αρχαιοτήτων είναι αρμόδιο για:
γα) την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς,
γβ) τις υποθέσεις παράνομης διακίνησης, εμπορίας και κλοπής έργων τέχνης και αρχαιοτήτων και
γγ) τις υποθέσεις που αφορούν στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς.
5. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (Υ.Δ.Ο.Ε.) της περ. δ) της παρ. 1, έχουν ως εξής:
α) Το Τμήμα Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας και Ευρωπαϊκών Πόρων είναι αρμόδιο για:
αα) τις υποθέσεις κατάχρησης, μη νόμιμης χρήσης ή φθοράς της δημόσιας περιουσίας ή της περιουσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
αβ) την παράνομη διαχείριση ενωσιακών ή κρατικών πόρων, χρηματοδοτήσεων και ενισχύσεων και
αγ) τις υποθέσεις που σχετίζονται, άμεσα ή έμμεσα, με προμήθειες, παρεχόμενες υπηρεσίες και έργα των φορέων του δημόσιου τομέα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), καθώς και των Ν.Π.Ι.Δ. που επιχορηγούνται από τον κρατικό ή ενωσιακό προϋπολογισμό, και στις οποίες λόγω τέλεσης εγκλημάτων, ιδίως απάτης (386 παρ. 2, 386Α παρ. 3 και 386Β του Ποινικού Κώδικα), απιστίας (390 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα), διαφθοράς (235, 236 και 237Α του Ποινικού Κώδικα), δωροληψίας (235 του Ποινικού Κώδικα), δωροδοκίας (236 του Ποινικού Κώδικα), υπεξαίρεσης (375 παρ. 3 του Ποινικού Κώδικα), ψευδούς βεβαίωσης (242 παρ. 5 του Ποινικού Κώδικα), βλάπτονται ή επηρεάζονται δυσμενώς τα οικονομικά συμφέροντα του δημοσίου ή του δημόσιου τομέα ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε άλλη παράνομη πράξη εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, ιδίως των άρθρων 21 έως 26 του ν. 4689/2020 (Α’ 103), από την οποία απειλείται ή βλάπτεται σοβαρά η δημόσια περιουσία ή η περιουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
β) Το Τμήμα Προστασίας Ατομικής Περιουσίας είναι αρμόδιο για:
βα) τις υποθέσεις εγκλημάτων κατά της περιουσίας των άρθρων 386 παρ. 1, 386Α παρ. 1 και 2, 389, 390 παρ. 1, 396, 397, 398, 404 και 405 του Ποινικού Κώδικα που διαπράττονται από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος,
ββ) τις υποθέσεις εγκλημάτων σχετικά με την υπηρεσία του άρθρου 242 παρ. 1 έως 4 του Ποινικού Κώδικα που διαπράττονται από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος,
βγ) τις υποθέσεις εγκλημάτων σχετικά με τα υπομνήματα των άρθρων 216 έως 222 του Ποινικού Κώδικα που διαπράττονται από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος,
βδ) τις υποθέσεις που αφορούν στην εφαρμογή της νομοθεσίας περί αξιογράφων και
βε) τις υποθέσεις που αφορούν στην προστασία των καταναλωτών, των πνευματικών δικαιωμάτων, της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, των εμπορικών σημάτων, λοιπών εμπορικών δικαιωμάτων, καθώς και την παράνομη διακίνηση και νόθευση τροφίμων και λοιπών προϊόντων.
γ) Το Τμήμα Προστασίας Οικονομίας, είναι αρμόδιο για:
γα) την έρευνα και τη δίωξη παράνομων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που τελούνται στο πλαίσιο λειτουργίας των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων του άρθρου 3 του ν.4261/2014 (Α’ 107) και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και ομίλων του άρθρου 3 του ν. 4557/2018 (Α’ 139) και του εν γένει χρηματοπιστωτικού τομέα,
γβ) τις παραβάσεις που τελούνται στο πλαίσιο λειτουργίας επιχειρήσεων, οργανισμών, πρακτορείων ή άλλων φορέων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων και καζίνο,
γγ) τις λοιπές οικονομικές παραβάσεις που προβλέπονται σε ειδικούς ποινικούς νόμους, από την τέλεση των οποίων βλάπτονται τα δημόσια έσοδα και προκαλούνται σημαντικές δυσλειτουργίες στην αγορά,
γδ) την έρευνα και δίωξη υποθέσεων χειραγώγησης ατομικών και ομαδικών αθλητικών αγώνων και αλλοίωσης αποτελεσμάτων και
γε) τις υποθέσεις εγκλημάτων σχετικά με το νόμισμα, άλλα μέσα πληρωμής και τα ένσημα των άρθρων 207 έως 213 του Ποινικού Κώδικα.
δ) Το Τμήμα Κοινωνικής Ασφάλισης είναι αρμόδιο για:
δα) τις υποθέσεις στις οποίες, ιδίως λόγω παράνομων συνταγογραφήσεων, χορήγησης ψευδών ιατρικών γνωματεύσεων και πιστοποιήσεων, υπερτιμολογήσεων φαρμάκων, ιατρικού εξοπλισμού, βοηθημάτων και υλικών, επέρχεται οικονομική επιβάρυνση ή οικονομική βλάβη σε βάρος των οργανισμών, φορέων, ταμείων, υπηρεσιών κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας, καθώς και των νοσηλευτικών ιδρυμάτων, υπηρεσιών και φορέων παροχής ιατρικής φροντίδας των ασφαλιστικών φορέων και του δημόσιου τομέα,
δβ) τις υποθέσεις χρήσης εικονικών, πλαστών ή ψευδών στοιχείων, δικαιολογητικών και γνωματεύσεων, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών υγείας σε μη δικαιούχους ή λήψης παράνομων συντάξεων και λοιπών παροχών, από οποιονδήποτε φορέα ή οργανισμό ασφάλισης και κοινωνικής πρόνοιας,
δγ) τις υποθέσεις παράνομης διακίνησης φαρμακευτικών σκευασμάτων, των οποίων η χρήση δύναται να προκαλέσει κίνδυνο ζωής ή βλάβη υγείας και
δδ) τις υποθέσεις αδήλωτης εργασίας και παράνομης απασχόλησης.
ε) Το Τμήμα Φορολογικών Υποθέσεων είναι αρμόδιο για:
εα) τις υποθέσεις που σχετίζονται με παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, που τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος, και
εβ) τις υποθέσεις που σχετίζονται με τελωνειακές παραβάσεις ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, πλην της λαθρεμπορίας.
6. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται η Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας, σε θέματα της αρμοδιότητάς της, νοείται εφεξής η Υποδιεύθυνση Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (Υ.Δ.Ο.Ε.).
7. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας (Y.A.O.A.B.), της περ. ε) της παρ. 1, έχουν ως εξής:
α) Το Τμήμα Πληροφοριών είναι αρμόδιο για:
αα) την αναζήτηση, συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών, με σκοπό την αντιμετώπιση της οργανωμένης αθλητικής βίας,
αβ) την εκτίμηση του βαθμού επικινδυνότητας των διεθνών και εθνικών επαγγελματικών αθλητικών οργανώσεων,
αγ) τον εντοπισμό ατόμων τα οποία προκαλούν ή συμμετέχουν σε σοβαρά επεισόδια ή προετοιμάζουν ή διαπράττουν άλλες αξιόποινες πράξεις που αφορούν σε οργανωμένη αθλητική βία,
αδ) την κατά περίπτωση παροχή συνδρομής σε άλλες αστυνομικές υπηρεσίες που διερευνούν αξιόποινες πράξεις εγκληματικών ομάδων, στις οποίες εμπλέκονται οργανωμένοι οπαδοί επαγγελματικού αθλητισμού και οπαδοί αθλητικών συλλόγων,
αε) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των Αξιωματικών Αθλητικών Συνδέσμων,
αστ) τη συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς, φορείς και αρχές επιβολής του νόμου άλλων κρατών μελών της Ευρωπαïκής Ένωσης ή τρίτων χωρών, με σκοπό την πρόληψη και την αντιμετώπιση της αθλητικής βίας,
αζ) την αναζήτηση πληροφοριακών στοιχείων που αφορούν στην αποστολή της Υποδιεύθυνσης, με σκοπό την υποβοήθηση του έργου της, από άλλες κρατικές αρχές, οργανισμούς και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., που οφείλουν να παρέχουν τα στοιχεία αυτά σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 18 του ν. 1481/1984 (Α’ 152),
αη) την ανάλυση και αξιολόγηση των σοβαρών υποθέσεων αθλητικής βίας και την εισήγηση λήψης μέτρων, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της σχετικής με την αθλητική βία σοβαρής και οργανωμένης εγκληματικότητας σε προληπτικό και κατασταλτικό επίπεδο,
αθ) στο Τμήμα Πληροφοριών λειτουργεί το Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου, που συστάθηκε με το π.δ. 252/2006 (Α’ 263), ως κεντρικό σημείο επαφής για την εξασφάλιση της ανταλλαγής πληροφοριών και τη διευκόλυνση της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας στον τομέα των ποδοσφαιρικών αγώνων με διεθνή διάσταση. Ειδικότερα, το Γραφείο αυτό έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
i) τη συλλογή, επεξεργασία, αξιολόγηση και κατάλληλη αξιοποίηση πληροφοριών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες, με σκοπό την επαρκή προετοιμασία και λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων για την τήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας πριν, κατά και μετά τη διεξαγωγή ποδοσφαιρικών αγώνων διεθνούς, ιδίως, επιπέδου,
ii) τη συνεργασία με τα αντίστοιχα Εθνικά Γραφεία Πληροφοριών Ποδοσφαίρου άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του δικτύου NFIP (National Football Information Point) και με Υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για θέματα αστυνόμευσης άλλων Χωρών που δεν διαθέτουν Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου, στο πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών στρατηγικής, επιχειρησιακής και τακτικής φύσης, εμπειριών και τεχνογνωσίας, αναφορικά με θέματα αρμοδιότητάς του,
iii) την ανάπτυξη πρωτοβουλιών ή τη συνδρομή σε πρωτοβουλίες άλλων αρχών ή φορέων που έχουν ως στόχο την εξάλειψη της βίας στα γήπεδα και την ομαλή διεξαγωγή των ποδοσφαιρικών αγώνων ή άλλων αθλητικών συναντήσεων,
iv) τη διευκόλυνση και τον συντονισμό ή την οργάνωση, κατά περίπτωση, της αστυνομικής συνεργασίας μεταξύ άλλων αρχών και φορέων, σχετικά με τη διεξαγωγή διεθνών ποδοσφαιρικών αγώνων,
v) την επικοινωνία για θέματα αρμοδιότητάς του, σε περίπτωση ανάληψης από τη χώρα διεθνών ποδοσφαιρικών διοργανώσεων, με τις εθνικές αστυνομικές υπηρεσίες των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κρατών μελών του δικτύου NFIP (National Football Information Point) και με τις εθνικές αστυνομικές Υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για θέματα αστυνόμευσης άλλων χωρών που δεν διαθέτουν Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου, είτε απευθείας είτε μέσω αξιωματικών συνδέσμων που ορίζονται για τον σκοπό αυτόν,
vi) την παροχή στα Εθνικά Γραφεία Πληροφοριών Ποδοσφαίρου άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλων κρατών μελών του δικτύου NFIP (National Football Information Point) και σε Υπηρεσίες που είναι αρμόδιες για θέματα αστυνόμευσης άλλων Χωρών που δεν διαθέτουν Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου, όταν του ζητείται ή αυτεπαγγέλτως, ανάλυσης κινδύνου, στο πλαίσιο διεθνών ποδοσφαιρικών αγώνων που αφορούν σε ποδοσφαιρικούς συλλόγους ή εθνικές ομάδες,
vii) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των περιφερειακών Υπηρεσιών στη συλλογή γενικών πληροφοριών, σχετικά με τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, τις λοιπές αθλητικές εκδηλώσεις και τις μετακινήσεις αθλητικών αποστολών και φιλάθλων και
viii) την επεξεργασία των καταχωρημένων, στη βάση δεδομένων, στοιχείων αθλητικών εκδηλώσεων και την ανάλυση γεγονότων και ενεργειών που λαμβάνουν χώρα σε αθλητικούς χώρους, προς τον σκοπό λήψης αποφάσεων σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο.
β) Το Τμήμα Ειδικών Ερευνών είναι αρμόδιο για:
βα) τα σοβαρά και οργανωμένα αδικήματα βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή με αθλητικό υπόβαθρο, όπως αυτά ορίζονται ειδικότερα στον ν. 2725/1999 (Α’ 121) και ιδίως στο άρθρο 41ΣΤ του νόμου αυτού,
ββ) την πρόληψη και καταστολή της βίας με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις ή με αθλητικό υπόβαθρο, η οποία εκδηλώνεται εντός ή εκτός των αθλητικών χώρων, και
βγ) τη συνεργασία με τον αρμόδιο αθλητικό εισαγγελέα, σε κάθε περίπτωση που ο τελευταίος επιλαμβάνεται, κατά το στάδιο της προανάκρισης, υποθέσεων του ν. 2725/1999.
γ) Το Τμήμα Προστασίας Αθλητικών Αποστολών είναι αρμόδιο για τη συνοδεία εκτός έδρας των αποστολών αθλητικών ομάδων, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας.
8. Το προσωπικό της Υ.Α.Ο.Α.Β. κατά την άσκηση των καθηκόντων του έχει δικαίωμα πρόσβασης σε όλους τους χώρους των αθλητικών εγκαταστάσεων, στους οποίους παρίσταται για τη λήψη μέτρων τάξης η Ελληνική Αστυνομία, κατά τη διεξαγωγή εθνικών ή διεθνών αθλητικών διοργανώσεων. Για τον σκοπό αυτόν, οι εθνικές ομοσπονδίες, οι διοργανώτριες Αρχές των ομαδικών αθλημάτων, οι Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες (Π.Α.Ε.), οι Καλαθοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες (Κ.Α.Ε.) και τα λοιπά αθλητικά σωματεία υποχρεούνται να εξασφαλίζουν το απρόσκοπτο της πρόσβασης στις αθλητικές εγκαταστάσεις, με τη χορήγηση ειδικών προς τούτο ονομαστικών διαπιστεύσεων, σύμφωνα με τις εκάστοτε επιχειρησιακές ανάγκες της Υ.Α.Ο.Α.Β..
9. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων και των Γραφείων της Υποδιεύθυνσης Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων της περ. στ) της παρ. 1 έχουν ως εξής:
α) Το Τμήμα Διαχείρισης Πληροφοριών και Στρατηγικής Οργανωμένου Εγκλήματος είναι αρμόδιο για:
αα) τη συλλογή, αξιολόγηση, ταξινόμηση και ανάλυση επεξεργασμένων ή μη πληροφοριών για την αντιμετώπιση των σοβαρών και οργανωμένων εγκλημάτων, εγχώριων ή διασυνοριακών, και τη διάθεση αυτών στις καθ’ ύλην αρμόδιες Υποδιευθύνσεις της Δ.Α.Ο.Ε.,
αβ) την ανάπτυξη συνεργασίας με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.) της Ελληνικής Αστυνομίας, στο πλαίσιο της οποίας ανταλλάσσει, ιδίως, επιχειρησιακής φύσης πληροφορίες που αφορούν στο σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα και
αγ) την ανάπτυξη συνεργασίας σε θέματα συλλογής, ανάλυσης, τεκμηρίωσης και διαχείρισης πληροφοριών με εθνικούς, ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς και υπηρεσίες, για θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
Στο Τμήμα Διαχείρισης Πληροφοριών και Στρατηγικής Οργανωμένου Εγκλήματος λειτουργούν επίσης:
α) Το Γραφείο Διαχείρισης και Επιχειρησιακής Ανάλυσης Πληροφοριών που είναι αρμόδιο για:
αα) τη συλλογή, επεξεργασία και επιχειρησιακή ανάλυση πληροφοριών,
αβ) τη σύνταξη εκθέσεων επιχειρησιακής ανάλυσης της δράσης των ομάδων οργανωμένου εγκλήματος και της διασύνδεσης μεταξύ υποθέσεων ή εγκληματικών ομάδων, τις οποίες διαβιβάζει στις αρμόδιες Υποδιευθύνσεις της Δ.Α.Ο.Ε. και
αγ) τη συλλογή, επεξεργασία και ανάλυση της οικονομικής διάστασης των υποθέσεων της αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε. και τη διερεύνηση αδικημάτων που τελούνται με την εκμετάλλευση των νέων τεχνολογιών και ψηφιακών διαύλων.
β) Το Γραφείο Στρατηγικής Ανάλυσης που είναι αρμόδιο για:
βα) τη στρατηγική ανάλυση πληροφοριών και τη σύνταξη στρατηγικών εκθέσεων αναφορικά με τα αίτια, τις τάσεις και τις μεθόδους διάπραξης εγκλημάτων από ομάδες οργανωμένου εγκλήματος και
ββ) την υποβολή στον προϊστάμενο της Δ.Α.Ο.Ε. προτάσεων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της δράσης των ομάδων αυτών.
γ) Το Γραφείο Πληροφοριακών Συστημάτων που είναι αρμόδιο για:
γα) την ανάπτυξη του τεχνικού σχεδιασμού και τη διαχείριση των βάσεων δεδομένων, στις οποίες γίνεται η καταχώρηση, αποθήκευση και επεξεργασία των πληροφοριών. Για τον σκοπό αυτό, συνεργάζεται με τις λοιπές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, στις οποίες τηρούνται, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, βάσεις δεδομένων,
γβ) τη διασφάλιση των δεδομένων, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τη διαχείριση των πληροφοριακών συστημάτων και
γγ) την υποστήριξη των δικτυακών υποδομών της Δ.A.O.E., σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
β) Το Τμήμα Τεχνικών Εφαρμογών που είναι αρμόδιο για:
βα) τη συλλογή πληροφοριακού υλικού με τεχνικά μέσα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία,
ββ) την παροχή της απαραίτητης τεχνολογικής υποστήριξης και του απαιτούμενου τεχνολογικού εξοπλισμού στις λοιπές υπηρεσίες της Δ.A.O.E., για την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής τους. Για τον σκοπό αυτόν, εξοπλίζεται με κατάλληλα τεχνικά μέσα, τα οποία παρέχονται από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, και
βγ) την έρευνα, μελέτη και παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων και την υποβολή σχετικών προτάσεων για την προμήθεια και αξιοποίηση νέων τεχνολογικών βοηθημάτων.
γ) Το Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων που είναι αρμόδιο για τον σχεδιασμό, τον συντονισμό και τη λήψη μέτρων προστασίας, σύμφωνα με το άρθρο 218 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96), των ουσιωδών μαρτύρων και των προσώπων που, κατά τα άρθρα 187Γ του Ποινικού Κώδικα και 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, βοηθούν στην αποκάλυψη εγκληματικών δραστηριοτήτων ή των οικείων τους, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του ν.2928/2001 (Α’ 141), καθώς και των ρυθμίσεων που προβλέπονται από διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες έχουν κυρωθεί με νόμο από την Ελλάδα.
δ) Το Τμήμα Ειδικών Ανακριτικών Πράξεων είναι αρμόδιο για τον σχεδιασμό και την εκτέλεση επιχειρήσεων κατά την εφαρμογή των περ. α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και των λοιπών ειδικών διατάξεων ποινικών νόμων, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της υπηρεσίας.
ε) Το Τμήμα Επιχειρησιακών Ομάδων που είναι αρμόδιο για τη συγκρότηση ομάδων καταστολής της εγκληματικότητας, με σκοπό την άμεση επέμβαση προς αντιμετώπιση έκνομων ενεργειών που προκαλούνται από οργανωμένες ομάδες ατόμων και τη στοχευμένη παρέμβαση σε περιοχές με σοβαρή και οργανωμένη εγκληματικότητα, σε συνεργασία με τις υπόλοιπες Υποδιευθύνσεις της Δ.Α.Ο.Ε., καθώς και την ενίσχυση των επιχειρησιακών αναγκών της.
10. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων και των Γραφείων της Υποδιεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης, της περ. ζ) της παρ. 1 είναι οι εξής:
α) Το Τμήμα Ανθρώπινου Δυναμικού είναι αρμόδιο για:
αα) τον χειρισμό όλων των θεμάτων του προσωπικού της Δ.Α.Ο.Ε., σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αβ) τη διενέργεια των διοικητικών εξετάσεων του π.δ. 120/2008 (Α’ 182), και
αγ) την κατάρτιση και την υλοποίηση εκπαιδευτικών και ενημερωτικών προγραμμάτων σε συνεργασία με τις Υποδιευθύνσεις της Δ.Α.Ο.Ε. και τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την Αστυνομική Ακαδημία, με σκοπό την εκπαίδευση, τη μετεκπαίδευση, την επιμόρφωση και την εξειδίκευση του προσωπικού της Δ.Α.Ο.Ε..
β) Το Τμήμα Οικονομοτεχνικής Υποστήριξης και Διεκπεραίωσης Αλληλογραφίας είναι αρμόδιο για:
βα) την οικονομική και τεχνική υποστήριξη της Δ.Α.Ο.Ε., καθώς και τη διαχείριση ευρωπαϊκών συγχρηματοδοτούμενων δράσεων, σε συνεργασία με την εκάστοτε αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και
ββ) τη διαχείριση της αλληλογραφίας της Δ.Α.Ο.Ε.. Στο Τμήμα Οικονομοτεχνικής Υποστήριξης και Διεκπεραίωσης Αλληλογραφίας λειτουργούν επίσης:
α) Το Γραφείο Διαχείρισης Χρηματικού που είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων χρηματικού και εν γένει διαχείρισης δαπανών που αφορούν στο σύνολο των υπηρεσιών της Δ.Α.Ο.Ε., για τον εφοδιασμό με τα απαιτούμενα για την εκπλήρωση της αποστολής των Υποδιευθύνσεων της Δ.Α.Ο.Ε. επιστημονικά, τεχνικά και υλικά μέσα, καθώς και για τον σχεδιασμό, την παρακολούθηση και την υλοποίηση των δράσεων που συγχρηματοδοτούνται από την Ε.Ε., σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
β) Tο Γραφείο Διαχείρισης Υλικού που είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων χρέωσης αποχρέωσης, εγγραφών διαγραφών και εν γένει διαχείρισης του υλικού της Δ.Α.Ο.Ε..
γ) Το Γραφείο Τεχνικής Υποστήριξης που είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων χρήσης, κίνησης, εποπτείας και διαχείρισης δαπανών που αφορούν στα υπηρεσιακά οχήματα.
δ) Το Γραφείο Διεκπεραίωσης που είναι αρμόδιο για τη διακίνηση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας της Δ.Α.Ο.Ε..
11. Σε κάθε μία από τις Υποδιευθύνσεις της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, με εξαίρεση την Υποδιεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης, λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, εξοπλισμού, μέσων, οχημάτων και δημόσιου υλικού, την εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσης. Το Γραφείο Γραμματείας, το οποίο λειτουργεί στην Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών είναι, περαιτέρω, αρμόδιο για τη φύλαξη των ναρκωτικών ουσιών που κατάσχονται από τις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες στην περιοχή της Περιφέρειας Αττικής και για την τήρηση των διαδικασιών των άρθρων 18, 19 και 20 του π.δ. 148/2007 (Α’ 191).
12. Το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε. έχει καθήκον εχεμύθειας, η παραβίαση του οποίου τιμωρείται κατά το άρθρο 252 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί πειθαρχικής και αστικής ευθύνης του. Η διάπραξη ποινικών ή πειθαρχικών παραβάσεων από το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε. κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του συνιστά επιβαρυντική περίσταση για την επιμέτρηση της ποινής και λόγο άμεσης απομάκρυνσης από την υπηρεσία.
Άρθρο 49
Περιφερειακές οργανικές μονάδες Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
1. Η Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Βορείου Ελλάδας (Υ.Α.Ο.Ε.Β.Ε.) εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και υπάγεται διοικητικά στη Δ.Α.Ο.Ε., έχει ίδια με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή του Τομέα Βορείου Ελλάδας, σύμφωνα με το άρθρο 7. Η Υ.Α.Ο.Ε.Β.Ε. διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών, στο οποίο λειτουργούν Γραφεία Κοκαΐνης, Ηρωίνης, Κάνναβης και Συνθετικών Ναρκωτικών και Δίωξης Ναρκωτικών Αερολιμένα Θεσσαλονίκης, και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Ναρκωτικών της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 2 του άρθρου 48,
β) Τμήμα Δίωξης Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Ιδιοκτησίας, η διάρθρωση του οποίου σε Γραφεία και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά της Ζωής και της Ιδιοκτησίας της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 3 του άρθρου 48,
γ) Τμήμα Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, η διάρθρωση του οποίου σε Γραφεία και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 4 του άρθρου 48,
δ) Τμήμα Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων, η διάρθρωση του οποίου σε Γραφεία και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 5 του άρθρου 48,
ε) Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας, η διάρθρωση του οποίου σε Γραφεία και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 7 του άρθρου 48,
στ) Τμήμα Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων, το οποίο διαρθρώνεται ως ακολούθως:
στα) Γραφείο Διαχείρισης Πληροφοριών και Στρατηγικής Οργανωμένου Εγκλήματος,
στβ) Γραφείο Τεχνικών Εφαρμογών και στγ) Γραφείο Επιχειρησιακών Ομάδων, με αρμοδιότητες ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 9 του άρθρου 48 και
ζ) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, η διάρθρωση του οποίου σε Γραφεία και οι επιμέρους αρμοδιότητες αυτών είναι ίδιες με εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης της Δ.Α.Ο.Ε. της παρ. 10 του άρθρου 48. Σε κάθε ένα από τα Τμήματα της Υ.Α.Ο.Ε.Β.Ε., με εξαίρεση το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, το οποίο ασκεί τις ίδιες αρμοδιότητες με εκείνες του πρώτου εδαφίου της παρ. 11 του άρθρου 48. Το Γραφείο Γραμματείας, το οποίο λειτουργεί στο Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών είναι, περαιτέρω, αρμόδιο για τη φύλαξη των ναρκωτικών ουσιών που κατάσχονται από τις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και για την τήρηση των διαδικασιών των άρθρων 18, 19 και 20 του π.δ. 148/2007 (Α’ 191).
2. Το Τμήμα Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης (Τ.Α.Ο.Ε.Κ.) εδρεύει στη Δημοτική Ενότητα Νέας Αλικαρνασσού του Δήμου Ηρακλείου, υπάγεται διοικητικά στη Δ.Α.Ο.Ε., έχει ίδια με αυτήν αποστολή και η τοπική του αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης. Προς τούτο, συνεργάζεται με τα Τμήματα Αστυνομικών Επιχειρήσεων (Τ.Α.Ε.) των Διευθύνσεων Αστυνομίας της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης και με άλλες καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιες κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο Τμήμα αυτό λειτουργεί Γραφείο Γραμματείας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή του εξυπηρέτηση.
Άρθρο 50
Λειτουργία Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος
1. Ο προϊστάμενος της Δ.Α.Ο.Ε. υποβάλλει κάθε τρεις (3) μήνες σχετική αναφορά προς τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία εκτίθενται το είδος των αδικημάτων που διαπιστώθηκαν, οι συνθήκες βεβαίωσής τους, οι τυχόν προγενέστερες ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο σχετικό με αυτά στοιχείο. Οι προϊστάμενοι της Υ.Α.Ο.Ε.Β.Ε. και του Τ.Α.Ο.Ε.Κ., μετά την ολοκλήρωση των ενεργειών του προσωπικού τους, που επιλαμβάνεται κατά το άρθρο 49, υποβάλλουν, κάθε μήνα, σχετική αναφορά προς τον προϊστάμενο της Δ.Α.Ο.Ε., στην οποία εκτίθενται το είδος των αδικημάτων που διαπιστώθηκαν, οι συνθήκες βεβαίωσής τους, οι τυχόν προγενέστερες ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο σχετικό με αυτά στοιχείο. Ο προϊστάμενος της Υ.Δ.Ο.Ε., μετά την ολοκλήρωση των ενεργειών του προσωπικού του, διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) τα στοιχεία που η υπηρεσία συγκέντρωσε κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, από τα οποία προκύπτει η τέλεση φορολογικών και τελωνειακών παραβάσεων, προκειμένου να επιβληθούν οι, κατά περίπτωση, προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις.
2. Η Δ.Α.Ο.Ε. εποπτεύεται ως προς την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από τον εισαγγελικό λειτουργό της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2265/1994 (Α’ 209), με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας του Προϊσταμένου Εισαγγελέα του Τμήματος Οικονομικού Εγκλήματος σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 35 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για την εποπτεία, την καθοδήγηση και τον συντονισμό των ενεργειών των γενικών ανακριτικών υπαλλήλων του Τμήματος Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (Τ.Δ.Ο.Ε.) και της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (Υ.Δ.Ο.Ε.) της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.), όσον αφορά στα εγκλήματα αρμοδιότητάς του.
Ο εισαγγελικός λειτουργός δύναται να ενημερώνεται για όλες τις πληροφορίες ή καταγγελίες που περιέρχονται στην Υπηρεσία αυτή, να λαμβάνει γνώση όλων των υποθέσεων που χειρίζεται και να παρακολουθεί την πορεία τους, να δίδει οδηγίες, να κατευθύνει και να παρίσταται κατά τη διενέργεια των ανακριτικών πράξεών της. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να παραπέμπει στις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες τη διερεύνηση και βεβαίωση εγκλημάτων αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε., αν κρίνει ότι η φύση της υπόθεσης και γενικά οι συνθήκες τέλεσης της πράξης δεν απαιτούν εκτεταμένη και εξειδικευμένη έρευνα. Στην περίπτωση αυτή η δικογραφία διαβιβάζεται στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα, με κοινοποίηση στη Δ.Α.Ο.Ε.. Ομοίως, επαναφέρει παραγγελίες προκαταρκτικής εξέτασης, αν κρίνει, από τη φύση της υπόθεσης και γενικά τις συνθήκες τέλεσης της ερευνώμενης πράξης, ότι για την εκτέλεσή τους δεν απαιτείται εκτεταμένη και εξειδικευμένη έρευνα.
3. Ο ανωτέρω εισαγγελέας δύναται, σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, να παραγγέλλει προς τη Δ.Α.Ο.Ε. την υπό τη διεύθυνσή του διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή, κατά παρέκκλιση της παρ. 2 του άρθρου 245 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96), προανακριτικών πράξεων, για εγκλήματα αρμοδιότητάς της, καθώς και να διενεργεί αυτοπροσώπως ανακριτικές πράξεις. Η κατά τόπον αρμοδιότητα του ως άνω εισαγγελέα εκτείνεται σε όλη την περιφέρεια, όπου ασκεί τις αρμοδιότητές της η Δ.Α.Ο.Ε.. Οι δαπάνες μετακίνησής του, που πραγματοποιούνται για την άσκηση των καθηκόντων του, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
4. Κατά την αυτεπάγγελτη προανάκριση ή την προκαταρκτική εξέταση που διενεργείται για εγκλήματα αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε., η έρευνα μπορεί να συμπεριλάβει τη διενέργεια:
α) συγκαλυμμένης έρευνας,
β) ανακριτικής διείσδυσης,
γ) ελεγχόμενης μεταφοράς,
δ) άρσης του απορρήτου του περιεχομένου των επικοινωνιών ή των δεδομένων θέσης και κίνησης αυτών,
ε) καταγραφής της δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας με συσκευές ήχου ή εικόνας ή με άλλα ειδικά τεχνικά μέσα και
στ) συσχέτισης ή συνδυασμού δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπό τους όρους, τις εγγυήσεις και τη διαδικασία που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 251 και στα άρθρα 253 και 254 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και εφαρμόζονται αναλόγως.
5. Για τη διενέργεια των ειδικών ανακριτικών πράξεων της παρ. 3, αποφαίνεται μέσα σε σαράντα οκτώ (48) ώρες, το αρμόδιο Συμβούλιο Εφετών, με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμά του, μετά από πρόταση του ανωτέρω εισαγγελέα. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, την έρευνα μπορεί να διατάξει ο ως άνω εισαγγελέας. Στην περίπτωση αυτή, είναι υποχρεωμένος να εισαγάγει το ζήτημα μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών στο ως άνω Συμβούλιο, διαφορετικά η ισχύς της σχετικής διάταξής του αίρεται αυτοδικαίως.
6. Ο ανωτέρω εισαγγελέας έχει, στην περίπτωση που διενεργείται αυτεπάγγελτη προανάκριση υπό την εποπτεία του ή προκαταρκτική εξέταση, κατόπιν παραγγελίας του από τη Δ.Α.Ο.Ε., πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που είναι χρήσιμο για την άσκηση του έργου του, μη υποκείμενος στους περιορισμούς της νομοθεσίας περί φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου απορρήτου, με την εξαίρεση του δικηγορικού, καθώς και σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής ή οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με ισχύοντες κανόνες ιχνηλασιμότητας.
7. Επιπροσθέτως, έχει τη δυνατότητα, όταν διενεργείται αυτεπάγγελτη προανάκριση υπό την εποπτεία του ή προκαταρκτική εξέταση κατόπιν παραγγελίας του για τη διακρίβωση τέλεσης εγκλημάτων αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε., να προβαίνει, με αιτιολογημένη διάταξή του, στη δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και περιουσιακών εν γένει κινητών και ακίνητων στοιχείων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η δήμευση όσων περιουσιακών στοιχείων είναι δημευτέα, σύμφωνα με τα άρθρα 68 και 76 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), για χρονικό διάστημα μέχρι εννέα (9) μηνών που μπορεί να παρατείνεται, με βούλευμα του συμβουλίου εφετών, κατ’ ανώτατο όριο για άλλους εννέα (9) μήνες, λόγω δικαιολογημένης μη ολοκλήρωσης της διενεργούμενης, κατά τα ανωτέρω, προκαταρκτικής εξέτασης ή αυτεπάγγελτης προανάκρισης. Η διάταξη εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του καθ’ ου ή τρίτου και δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό προϊόν, θυρίδα, κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο. Η δέσμευση ισχύει από τη χρονική στιγμή της αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης στον οργανισμό ή την υπηρεσία προς την οποία απευθύνεται. Ως χρονική στιγμή αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης της παρούσας προς τους αρμόδιους οργανισμούς και υπηρεσίες, λογίζεται η ημέρα που γνωστοποιείται με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, ιδίως με ηλεκτρονική αλληλογραφία, η διάταξη στην Τράπεζα της Ελλάδας και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, οι οποίες οφείλουν να ενημερώνουν αμελλητί τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην ημεδαπή.
8. Σε περίπτωση δέσμευσης ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους, η δέσμευση επιδίδεται στον αρμόδιο προϊστάμενο του κτηματολογικού γραφείου ή στον οικείο λιμενάρχη ή στην Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, οι οποίοι υποχρεούνται να προβούν την ίδια ημέρα σε σχετική σημείωση στα τηρούμενα από αυτούς βιβλία και ακολούθως να αρχειοθετήσουν το έγγραφο που τους επιδόθηκε. Η ανωτέρω διάταξη επιδίδεται εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών στον καθ’ ου ή στον τρίτο, οι οποίοι μπορούν να προσφύγουν, με αίτησή τους προς το συμβούλιο εφετών και να ζητήσουν την άρση της, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, η οποία δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της. Η διάταξη ή το βούλευμα ανακαλούνται ή τροποποιούνται, αν προκύψουν νέα στοιχεία. Μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης, αν ασκηθεί ποινική δίωξη, εφαρμόζονται όσον αφορά στη δέσμευση οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ενώ, σε αντίθετη περίπτωση, αυτή αίρεται αυτοδικαίως μετά την αρχειοθέτηση της υπόθεσης και ενημερώνονται σχετικά οι οργανισμοί και οι υπηρεσίες στις οποίες είχε γνωστοποιηθεί.
9. Στο πλαίσιο της διερεύνησης παραβάσεων λαθρεμπορίας και κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε. και των υφιστάμενων υπηρεσιών της στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, αποκτά πρόσβαση, κατόπιν έγκρισης του εποπτεύοντος τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος εισαγγελικού λειτουργού και ενημέρωσης του Προϊστάμενου της αρμόδιας τελωνειακής αρχής, στους χώρους αρμοδιότητας της Τελωνειακής Υπηρεσίας, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, φορολογικές αποθήκες, αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, Ελεύθερες Ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, προβαίνει σε κάθε εξέταση ή έρευνα και ενεργεί όλες τις αναγκαίες ανακριτικές πράξεις για τη διαπίστωση των αδικημάτων λαθρεμπορίας. Προς τούτο, δύναται να ορίζει πραγματογνώμονες από κρατικές υπηρεσίες, εθνικούς φορείς, πιστοποιημένα κέντρα και ακαδημαϊκά ιδρύματα με σκοπό τη διενέργεια μετρολογικού ελέγχου μετρητικών διατάξεων σε υπόγειες δεξαμενές πρατηρίων καυσίμων και βυτιοφόρα οχήματα και τη διενέργεια δειγματοληψιών για έλεγχο νοθείας ενεργειακού προϊόντος, στις περιπτώσεις που κρίνεται αναγκαίο και με την προϋπόθεση τήρησης των εθνικών προτύπων μέτρησης και εξασφάλισης διαπίστευσης για τη διαχείριση της ποιότητας της διαδικασίας στη βάση διεθνούς αναγνωρισμένου προτύπου. Οι ως άνω έλεγχοι δύναται να πραγματοποιούνται και με ίδια τεχνικά μέσα, εφόσον η Δ.Α.Ο.Ε. στελεχώνεται με προσωπικό ειδικών καθηκόντων που διαθέτει την απαιτούμενη εξειδίκευση. Στους ίδιους ως άνω χώρους δύναται ιδίως:
α) να προβαίνει σε έλεγχο των ευρισκόμενων σε αυτούς εμπορευμάτων και των συνοδευτικών εγγράφων και λοιπών στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή και τη σύννομη διαχείριση αυτών,
β) να διενεργεί ελέγχους αποκλειστικά επί των εμπορευμάτων και των αντικειμένων της περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 48, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τόσο κατά το στάδιο της διακίνησης όσο και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους στους χώρους της ασκούμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων αποθεμάτων με βάση τα τηρούμενα στοιχεία και να ενεργεί ελέγχους των βιβλίων και των λοιπών στοιχείων οποιασδήποτε επιχείρησης ή φυσικού προσώπου και
γ) εάν το λαθρεμπόρευμα ή το μεταφορικό μέσο το οποίο πρόκειται να κατασχεθεί βρεθεί κλεισμένο σε οικία, αποθήκη, ή άλλο κλειστό χώρο, οι ανακριτικοί υπάλληλοι της Δ.Α.Ο.Ε. προσκαλούν τους ευρισκόμενους σε αυτό να ανοίξουν την πόρτα και εάν αυτοί αρνούνται ή δεν είναι παρόντες, παραβιάζουν την πόρτα, εισέρχονται και επιβάλλουν την κατάσχεση, εάν δε πρόκειται περί κατοικίας, η ως άνω διαδικασία διενεργείται παρουσία δικαστικού λειτουργού.
Οι λοιπές διωκτικές αρχές και φορείς του δημόσιου τομέα έχουν υποχρέωση να συνδράμουν το προσωπικό της Δ.Α.Ο.Ε. κατά την άσκηση των καθηκόντων του ως προς την έρευνα, τον έλεγχο και τη δίωξη του λαθρεμπορίου προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και Φόρο Κατανάλωσης, εφόσον τούτο ζητηθεί.
Άρθρο 51
Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος
1. Η Διεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος (Δι.Δι.Κ.) έχει ως αποστολή τη διερεύνηση, ανακάλυψη και εξιχνίαση αμιγώς υποθέσεων κυβερνοεγκλημάτων, για τα οποία απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα.
2. Η Δι.Δι.Κ. εδρεύει στην Περιφέρεια Αττικής, η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια και διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Διαχείρισης Πληροφοριών,
β) Τμήμα Καινοτόμων Δράσεων και Στρατηγικής,
γ) Τμήμα Ασφάλειας Ηλεκτρονικών και Τηλεφωνικών Επικοινωνιών και Προστασίας Λογισμικού και Πνευματικών Δικαιωμάτων,
δ) Τμήμα Διαδικτυακής Προστασίας Ανηλίκων,
ε) Τμήμα Δίωξης Διαδικτυακών Οικονομικών Εγκλημάτων και
στ) Τμήμα Ειδικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διερεύνησης.
3. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Διαχείρισης Πληροφοριών είναι αρμόδιο για: α) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη διαχείριση του χρηματικού και υλικού, τη γραμματειακή, διοικητική και τεχνική υποστήριξη και την εν γένει εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της υπηρεσίας,
β) τη συλλογή, μελέτη, ανάλυση, αξιολόγηση, τυχόν συσχέτιση και επεξεργασία πληροφοριών, στοιχείων και δεδομένων σχετικών με την αποστολή της υπηρεσίας και την προώθηση των επεξεργασμένων στοιχείων στα αρμόδια τμήματα της Διεύθυνσης για επιχειρησιακή αξιοποίηση,
γ) τη μέριμνα για τη διαρκή εξειδικευμένη εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του προσωπικού της Διεύθυνσης σε θέματα καταπολέμησης του ηλεκτρονικού εγκλήματος, μέσω της κατάρτισης και υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων, σύμφωνα με τις ανάγκες των επιχειρησιακών τμημάτων αυτής και σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία και με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης, καθώς και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες ή φορείς της χώρας και άλλων χωρών, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
δ) τη διερεύνηση υποθέσεων συμμετοχής σε αυτοκτονία και περιπτώσεων εκδήλωσης πρόθεσης αυτοκτονίας ή εξαφάνισης μέσω διαδικτύου και την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες για την αποτροπή αυτοκτονιών που αναγγέλλονται μέσω διαδικτύου και
ε) τη συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, στην οποία αποστέλλει πληροφορίες που συλλέγουν τα Τμήματα της Διεύθυνσης, στο πλαίσιο της επιχειρησιακής τους αποστολής, με σκοπό τη συσχέτιση και αξιοποίησή τους. Η Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών παρέχει επεξεργασμένο πληροφοριακό υλικό, καθώς και την αναγκαία τεχνολογική υποστήριξη, σε κάθε περίπτωση που απαιτούνται ειδικός προς τούτο τεχνολογικός εξοπλισμός και εξειδικευμένο για τη χρήση του προσωπικό.
Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Διαχείρισης Πληροφοριών λειτουργεί:
α) Κέντρο Επιχειρήσεων, επιπέδου Γραφείου, το οποίο εξασφαλίζει τον συντονισμό και την επικοινωνία του προσωπικού της υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της επιχειρησιακής του δράσης. Στο Κέντρο Επιχειρήσεων λειτουργούν, σε εικοσιτετράωρη βάση, τηλεφωνικό κέντρο με ειδική γραμμή καταγγελιών, καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση για την επικοινωνία των πολιτών με την υπηρεσία και
β) σημείο επαφής του Δικτύου 24/7 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο (Σύμβαση της Βουδαπέστης) και της Οδηγίας (ΕΕ) 2013/40 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Αυγούστου 2013 για τις επιθέσεις κατά συστημάτων πληροφοριών και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2005/222/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 2018), σύμφωνα με το άρθρο έκτο του ν. 4411/2016 (Α’ 142).
4. Το Τμήμα Καινοτόμων Δράσεων και Στρατηγικής είναι αρμόδιο για:
α) την κατάρτιση προγραμμάτων ενημέρωσης πολιτών και φορέων σχετικά με το διαδίκτυο και τα ηλεκτρονικά εγκλήματα, μέσω της υλοποίησης διαφόρων δράσεων, όπως συνεδρίων, ημερίδων και τηλεδιασκέψεων, καθώς και την υλοποίηση άλλων καινοτόμων δράσεων για την καταπολέμηση του ηλεκτρονικού εγκλήματος,
β) τη χάραξη θεμάτων στρατηγικού σχεδιασμού αναφορικά με το κυβερνοέγκλημα,
γ) την προβολή και δημοσιοποίηση του κοινωνικού έργου της υπηρεσίας, μέσω της δημιουργίας και διαχείρισης λογαριασμού σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης προς τον σκοπό της επικοινωνίας, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών σε θέματα ηλεκτρονικών απειλών και κινδύνων,
δ) την εκπόνηση ετήσιας μελέτης με συναγωγή συμπερασμάτων για τα θέματα ηλεκτρονικού εγκλήματος στη χώρα, την παρακολούθηση των εξελίξεων στα θέματα αυτά, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο και την υποβολή συγκεκριμένων αιτιολογημένων προτάσεων για την αντιμετώπισή τους και
ε) την καταγραφή δράσεων και στατιστικών στοιχείων αναφορικά με το κυβερνοέγκλημα και την τήρηση αυτών.
5. Το Τμήμα Ασφάλειας Ηλεκτρονικών και Τηλεφωνικών Επικοινωνιών και Προστασίας Λογισμικού και Πνευματικών Δικαιωμάτων λειτουργεί σύμφωνα με την υπό στοιχεία 7001/2/1261-κα/28.8.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης (Β’ 1879), περί σύστασης Γραφείου Ασφάλειας Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών. Το Τμήμα έχει ως αποστολή την πρόληψη και καταστολή σε ολόκληρη τη χώρα των εγκλημάτων παραβίασης του απορρήτου των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και είναι αρμόδιο για:
α) τον χειρισμό υποθέσεων παράνομης διείσδυσης σε υπολογιστικά συστήματα και κλοπής, καταστροφής ή παράνομης διακίνησης λογισμικού υλικού, ψηφιακών δεδομένων και οπτικοακουστικών έργων που τελούνται σε ολόκληρη τη χώρα,
β) την παροχή συνδρομής σε άλλες αρμόδιες υπηρεσίες και ανεξάρτητες αρχές που διερευνούν τις υποθέσεις αυτές, υπό την εποπτεία του αρμόδιου εισαγγελέα, κατά την ισχύουσα νομοθεσία και
γ) την παροχή αναγκαίας τεχνικής συνδρομής στα άλλα τμήματα της υπηρεσίας, τη διενέργεια ψηφιακής και διαδικτυακής έρευνας, με τη χρήση σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισμού, και την ψηφιακή και διαδικτυακή ανάλυση ψηφιακών δεδομένων, αρχείων και άλλων μέσων και ευρημάτων, σε περιπτώσεις διερεύνησης σοβαρών υποθέσεων αρμοδιότητάς τους.
6. Το Τμήμα Διαδικτυακής Προστασίας Ανηλίκων είναι αρμόδιο για:
α) την εξιχνίαση και δίωξη των εγκλημάτων που διαπράττονται κατά των ανηλίκων με τη χρήση του διαδικτύου και άλλων μέσων ηλεκτρονικής ή ψηφιακής επικοινωνίας και αποθήκευσης,
β) τη διερεύνηση υποθέσεων διαδικτυακής ή ηλεκτρονικής παρενόχλησης σε ανήλικους και
γ) την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες που διερευνούν υποθέσεις σχετικές με τις περ. α) και β), για τις οποίες απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα.
7. Το Τμήμα Δίωξης Διαδικτυακών Οικονομικών Εγκλημάτων είναι αρμόδιο για:
α) την καταπολέμηση, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και τις άλλες αρμόδιες εθνικές, ευρωπαϊκές και αλλοδαπές υπηρεσίες και αρχές, οικονομικών εγκλημάτων και ιδίως εγκλημάτων που τελέστηκαν σε διαδικτυακό περιβάλλον με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και νέων τεχνολογιών, σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Δημοσίου και της εθνικής οικονομίας γενικότερα ή εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά του οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος και η διερεύνησή τους απαιτεί εξειδικευμένη τεχνογνωσία,
β) τη διερεύνηση οικονομικών κυβερνοεγκλημάτων, εφόσον απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα,
γ) την παροχή συνδρομής σε κρατικές υπηρεσίες, για τη διερεύνηση υποθέσεων στις οποίες εμπλέκονται ψηφιακά και εικονικά νομίσματα και
δ) την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες που διερευνούν υποθέσεις σχετικές με τις περ. α) και β), για τις οποίες απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα.
8. Το Τμήμα Ειδικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διερεύνησης είναι αρμόδιο για:
α) τον χειρισμό υποθέσεων σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, σε συνεργασία με τη Δ.Α.Ο.Ε., καθώς και συμβατικών εγκλημάτων που τελούνται μέσω του διαδικτύου, η διερεύνηση των οποίων δύναται να πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω εξειδικευμένης τεχνικής ή ψηφιακής έρευνας και καθίσταται καθ’ οιονδήποτε άλλον τρόπο δυσχερής έως αδύνατη,
β) τη συνεχή έρευνα του διαδικτύου και των άλλων μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας και ψηφιακής αποθήκευσης, για την ανακάλυψη, εξιχνίαση και δίωξη των εγκληματικών πράξεων αρμοδιότητάς του που διαπράττονται σε αυτά ή μέσω αυτών σε ολόκληρη τη χώρα και
γ) την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, που διερευνούν υποθέσεις σχετικές με τις περ. α) και β), για τις οποίες απαιτείται εξειδικευμένη τεχνική ή ψηφιακή έρευνα.
9. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Δι.Δι.Κ. συνεργάζεται με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, αρχές και φορείς της χώρας, καθώς και με αντίστοιχες υπηρεσίες, οργανισμούς και φορείς άλλων χωρών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες και συμβάσεις.
10. Κατά την επεξεργασία και ανταλλαγή πληροφοριακού υλικού και δεδομένων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της Δι.Δι.Κ. εφαρμόζονται ο Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 και ο ν. 4624/2019 (Α’ 137), σε σχέση με την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
11. Με έδρα την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, λειτουργεί Υποδιεύθυνση Δίωξης Κυβερνοεγκλήματος Βορείου Ελλάδας (Υ.Δι.Κ.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Δ.Κ., έχει ίδια με αυτήν αποστολή και η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή του Τομέα Βόρειας Ελλάδας σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 7 του άρθρου 7. Η διάρθρωση της Υ.Δι.Κ.Β.Ε. σε Τμήματα και οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της είναι όμοιες με εκείνες της Δι.Δι.Κ. και των αντίστοιχων Τμημάτων αυτής.
Άρθρο 52
Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Αποστολή
1. Η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) είναι η εθνική εγκληματολογική υπηρεσία της χώρας και έχει ως αποστολή:
α) την παρακολούθηση της εγκληματικότητας, τη συγκέντρωση και ταξινόμηση όλων των στοιχείων σήμανσης των υπαιτίων διάπραξης αδικημάτων, την εισήγηση νομοθετικών ή άλλων μέτρων για την προσφορότερη δίωξη του εγκλήματος και τον συντονισμό της δράσης όλων των περιφερειακών εγκληματολογικών υπηρεσιών της χώρας,
β) τη διεξαγωγή της υπηρεσίας εξακρίβωσης της ταυτότητας των εγκληματιών με βάση τις αναγνωρισμένες επιστημονικές μεθόδους και την οργάνωση των εγκληματολογικών αναζητήσεων, προς ανακάλυψη των καταζητούμενων,
γ) τη διερεύνηση του τόπου τέλεσης εγκλημάτων, την περισυλλογή και αξιοποίηση των ιχνών και πειστηρίων με τη χρησιμοποίηση σύγχρονου εξοπλισμού και την εφαρμογή επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων,
δ) την παροχή πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη και καταστολή των εγκλημάτων και τη μέριμνα για την επαγγελματική επιμόρφωση στις επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους της εγκληματολογίας, του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και κάθε άλλης αρχής που ασχολείται με τη δίωξη του εγκλήματος,
ε) την τήρηση των εθνικών Αρχείων γενετικών τύπων (DNA), δακτυλικών αποτυπωμάτων, αλφαριθμητικών ταυτοτήτων μοναδικότητας αρχείων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων και την εξασφάλιση της ανταλλαγής δεδομένων και πληροφοριών στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, του διασυνοριακού εγκλήματος και της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ Απόφαση του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος, την υπό στοιχεία 2008/616/ ΔΕΥ Aπόφαση του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της Απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (L 210), την Οδηγία (ΕΕ) 2011/93 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 335), καθώς και τον Κανονισμό (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία, και για την τροποποίηση των αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των Κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κανονισμός Prüm II, L 982) και
στ) την παρακολούθηση και αξιοποίηση του παράγωγου δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί θεμάτων αρμοδιότητάς της.
2. Η Δ.Ε.Ε. ορίζεται ως εθνικό σημείο επαφής για τους σκοπούς των άρθρων 6 και 11 της υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008.
Άρθρο 53
Διάρθρωση Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών
Η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών διαρθρώνεται ως εξής:
α) Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών (Υ.Ε.Λ.), με τα ακόλουθα Τμήματα και Γραφεία:
αα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης i. Γραφείο Γραμματείας, ii. Γραφείο Προσωπικού, iii. Γραφείο Διοικητικών Διαδικασιών και Εκπαίδευσης, iv. Γραφείο Αλληλογραφίας, v. Γραφείο Αρχείου και
vi. Γραφείο Διασφάλισης Ποιότητας, αβ) Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης i. Γραφείο Προϋπολογισμού, Δαπανών και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων και ii. Γραφείο Διαχείρισης Υλικών και Μέσων και αγ) Τμήμα Φρούρησης και Διαχείρισης Εγκαταστάσεων i. Γραφείο Φρουράς και ii. Γραφείο Τεχνικής Υποστήριξης, β) Υποδιεύθυνση Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων (Υ.Β.Β.Ε.Α.), με τα ακόλουθα Τμήματα, Γραφεία και Εργαστήρια τα οποία λειτουργούν σε επίπεδο Γραφείου:
βα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης i. Γραφείο Γραμματειακής Υποστήριξης και ii. Γραφείο Παραλαβής και Διαχείρισης Βιολογικών Υλικών,
ββ) Τμήμα Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών i. Εργαστήριο Ανάλυσης DNA Ιχνών Πειστηρίων και ii. Εργαστήριο Αναγνώρισης Ατόμων
βγ) Τμήμα Εθνικού Αρχείου Δεδομένων Γενετικών Τύπων i. Εργαστήριο Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών Ατόμων και ii. Εργαστήριο Καταχώρισης και Αναζήτησης Γενετικών Τύπων και
βδ) Τμήμα Επιστημονικής Υποστήριξης i. Γραφείο Έρευνας, Ανάπτυξης και Εκπαίδευσης και ii. Γραφείο Διαδικασιών Πιστοποίησης και Διαχείρισης Ποιότητας,
γ) Υποδιεύθυνση Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων (Υ.Δ.Ε.Ε.Α.), με τα ακόλουθα Τμήματα, Γραφεία και Εργαστήριο το οποίο λειτουργεί σε επίπεδο Γραφείου:
γα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
γβ) Τμήμα Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος,
γγ) Τμήμα Εξέτασης Αποτυπωμάτων και
γδ) Τμήμα Εγκληματολογικής Φωτογραφίας i. Γραφείο Φωτογράφησης Σκηνής Εγκλήματος Συμβάντων Πειστηρίων, ii. Γραφείο Φωτογράφησης Αποτυπωμάτων, iii. Γραφείο Φωτογραφικής Σήμανσης, iv. Γραφείο Αρχειοθέτησης Φωτογραφιών Εγκληματολογικής Φωτογράφησης και Σεσημασμένων Ατόμων και v. Εργαστήριο Εξέτασης Εντυπωμάτων,
δ) Υποδιεύθυνση Εργαστηρίων (Υ.Ε.), με τα ακόλουθα Τμήματα, Γραφεία και Εργαστήρια τα οποία λειτουργούν σε επίπεδο Γραφείου:
δα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
δβ) Τμήμα Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και Ιχνών Εργαλείων i. Εργαστήριο Τεχνολογίας Όπλων και Πυρομαχικών Εξέτασης Σκηνής Εγκλήματος Βλητικής, ii. Εργαστήριο Συγκριτικών Εξετάσεων Ιχνών Πυροβόλων Όπλων, iii. Εργαστήριο Εξέτασης Ιχνών Εργαλείων, iv. Εργαστήριο Εξέτασης Αναγνώρισης Οχημάτων, v. Εργαστήριο Εξέτασης Κλειδιών και Κλειδαριών και vi. Γραφείο Πειστηρίων,
δγ) Τμήμα Εργαστηρίων Δικαστικής Γραφολογίας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών
i. Εργαστήριο Δικαστικής Γραφολογίας, ii. Εργαστήριο Διερεύνησης Παραχάραξης Κιβδηλείας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών και iii. Γραφείο Πειστηρίων και δδ) Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων i. Εργαστήριο Τοξικολογίας, ii. Εργαστήριο Εξέτασης Υλικών και Μικροϊχνών, iii. Εργαστήριο Εξέτασης Καταλοίπων Πυροβολισμού, iv. Εργαστήριο Ανάλυσης Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών Μηχανισμών, v. Εργαστήριο Ανάλυσης Αυτοσχέδιων Εμπρηστικών Μηχανισμών, vi. Εργαστήριο Πυροτεχνημάτων, vii. Εργαστήριο Τεχνολογίας Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών και Εμπρηστικών Μηχανισμών και Ειδικών Ηλεκτρονικών Διατάξεων και viii. Γραφείο Πειστηρίων,
ε) Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης (Υ.Ψ.Ε.Ε.Α), με τα ακόλουθα Τμήματα, Γραφεία και Εργαστήρια, τα οποία λειτουργούν σε επίπεδο Γραφείου:
εα) Τμήμα Διαχείρισης Ψηφιακών Δεδομένων και Ελέγχου Ποιότητας
i. Γραφείο Διαχείρισης Πειστηρίων, ii. Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης και iii. Γραφείο Ελέγχου Ποιότητας και Διασφάλισης Δεδομένων,
εβ) Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων i. Εργαστήριο Διερεύνησης και Ανάλυσης Ψηφιακών Πειστηρίων και ii. Εργαστήριο Ανάκτησης και Ανάλυσης Δεδομένων Μη Λειτουργικών Μέσων,
εγ) Τμήμα Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Ψηφιακής Ταυτοποίησης Αρχείων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων i. Εργαστήριο Διερεύνησης Υποθέσεων σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων και ii. Εργαστήριο Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Συναρτήσεων κατακερματισμού ψηφιακών αρχείων σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων και
εδ) Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού υλικού i. Εργαστήριο Εξέτασης Βίντεο και Εικόνας, ii. Εργαστήριο Εξέτασης Φωνής και Ήχου και iii. Γραφείο Επίδειξης Φωτογραφιών Σεσημασμένων Ατόμων και
στ) Υποδιεύθυνση Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου (Υ.Δ.Κ.Σ.Α.), με τα ακόλουθα Τμήματα και Γραφεία:
στα) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης i. Γραφείο Γραμματειακής Υποστήριξης και ii. Γραφείο Διασφάλισης Ποιότητας,
στβ) Τμήμα Δακτυλοσκοπίας i. Γραφείο Εξέτασης Αποτυπωμάτων, ii. Γραφείο Λήψης Δακτυλικών και Παλαμικών Αποτυπωμάτων, iii. Γραφείο EURODAC και iv. Γραφείο Prϋm στγ) Τμήμα Καταδιωκτικών Συνοδειών i. Γραφείο Καταδιωκτικών, ii. Γραφείο Συνοδειών και iii. Γραφείο Ενημέρωσης Εγκληματικού Παρελθόντος
και στδ) Τμήμα Αρχείου i. Γραφείο Αρχείου, ii. Γραφείο Εγκληματικού Παρελθόντος,και iii. Γραφείο Ψηφιοποίησης.
Άρθρο 54
Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών
1. Η Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών (Υ.Ε.Λ.) παρέχει διοικητική υποστήριξη στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (Δ.Ε.Ε.) και διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης και
γ) Τμήμα Φρούρησης και Διαχείρισης Εγκαταστάσεων.
2. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης είναι οι ακόλουθες:
α) ο χειρισμός θεμάτων εσωτερικών λειτουργιών, προσωπικού και γενικά η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών της υπηρεσίας,
β) ο χειρισμός θεμάτων εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού της Δ.Ε.Ε. και των περιφερειακών υπηρεσιών της, σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία, τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες ή φορείς της χώρας και άλλων χωρών,
γ) η διοργάνωση ή η συμμετοχή στη διοργάνωση συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων για θέματα αρμοδιότητας της υπηρεσίας και
δ) η εισήγηση για τη λήψη των αναγκαίων νομοθετικών και διοικητικών μέτρων.
3. Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης λειτουργούν:
α) Γραφείο Γραμματείας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής υποστήριξης της Δ.Ε.Ε.,
β) Γραφείο Προσωπικού, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες των περ. α), β), γ), ε), ζ), η), θ), ια), ιζ) και ιη) του άρθρου 35 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109),
γ) Γραφείο Διοικητικών Διαδικασιών και Εκπαίδευσης, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες της περ. ιβ) της παρ. 1 του άρθρου 1 και των περ. δ) και ιστ) του άρθρου 35 του π.δ. 342/1977 και είναι επίσης αρμόδιο για την κατάρτιση προγραμμάτων εκπαίδευσης και επαγγελματικής επιμόρφωσης του προσωπικού της Δ.Ε.Ε. και τη συμμετοχή σε συνέδρια, σεμινάρια και ερευνητικά προγράμματα. Επιπλέον, χειρίζεται τα θέματα συνεργασίας με φορείς και αρχές της χώρας και του εξωτερικού, καθώς και τη διεκπεραίωση αιτημάτων φυσικών και νομικών προσώπων, σε θέματα αρμοδιότητας της Δ.Ε.Ε.,
δ) Γραφείο Αλληλογραφίας, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες του άρθρου 37 του π.δ. 342/1977,
ε) Γραφείο Αρχείου, του οποίου οι αρμοδιότητες συνίστανται στην τήρηση του Γενικού και Ειδικού Αρχείου της υπηρεσίας και
στ) Γραφείο Διασφάλισης Ποιότητας, το οποίο είναι αρμόδιο, σε συνεργασία με τα καθ’ ύλην αρμόδια Τμήματα και επιμέρους Εργαστήρια, για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των Συστημάτων Διαχείρισης Ποιότητας της Διεύθυνσης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες εκδόσεις των προτύπων ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 9001, ΕΛΟΤ ΕΝ ISO/IEC 17020, ΕΛΟΤ ΕΝ ISO/IEC 17025, καθώς και τη μελέτη για την εφαρμογή οποιουδήποτε άλλου προτύπου διαχείρισης ποιότητας τυχόν απαιτηθεί.
4. Το Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης είναι αρμόδιο για:
α) τη διαχείριση της πάγιας προκαταβολής και τη φροντίδα για θέματα της εν γένει μισθοδοσίας του προσωπικού,
β) τον χειρισμό των θεμάτων τεχνικών μέσων, καθώς και της κανονικής κίνησης και διάθεσης οχημάτων στις υπηρεσίες της Δ.Ε.Ε., ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες σε ημερήσια βάση ανάγκες,
γ) τη μέριμνα για τη συντήρηση και την καλή λειτουργία των πάσης φύσης οχημάτων της υπηρεσίας και τη διαχείριση των σχετικών δαπανών,
δ) τον εφοδιασμό με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά και τη μέριμνα για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους,
ε) την προμήθεια και διανομή των εφοδίων στο προσωπικό και τις υπηρεσίες που υπάγονται διοικητικά στη Δ.Ε.Ε. και
στ) την εξυπηρέτηση, την εποπτεία και τον έλεγχο των μερικών διαχειρίσεων των υπηρεσιών που υπάγονται διοικητικά στη Δ.Ε.Ε..
5. Στο Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης λειτουργούν:
α) Γραφείο Προϋπολογισμού, Δαπανών και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες των περ. α), β), γ), δ), ε), στ), η), ιδ) και ιε) του άρθρου 36 του π.δ. 342/1977, καθώς και της εφαρμογής των διατάξεων περί δημόσιου λογιστικού και δημοσίων δαπανών και
β) Γραφείο Διαχείρισης Υλικών και Μέσων, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες της περ. ι) του άρθρου 35 και των περ. ζ), θ), ια), ιβ), ιγ), ιδ) και ιε) του άρθρου 36 του π.δ. 342/1977, καθώς και των διατάξεων περί δημόσιου λογιστικού και δημοσίων υλικών.
6. Το Τμήμα Φρούρησης και Διαχείρισης Εγκαταστάσεων λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση και είναι αρμόδιο για τη φρούρηση των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας και την καλή λειτουργία τους.
7. Στο Τμήμα Φρούρησης και Διαχείρισης Εγκαταστάσεων λειτουργούν:
α) Γραφείο Φρουράς, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τη φρούρηση και ασφάλεια του κτιριακού συγκροτήματος, των εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος χώρου της Δ.Ε.Ε.,
αβ) τη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την καθαριότητα και πυρασφάλεια των εγκαταστάσεων της Δ.Ε.Ε. και
αγ) την οργάνωση και εποπτεία της κυκλοφορίας και στάθμευσης των οχημάτων στις εγκαταστάσεις της Δ.Ε.Ε. και
β) Γραφείο Τεχνικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την εξασφάλιση της καλής και απρόσκοπτης λειτουργίας του μηχανολογικού, τηλεπικοινωνιακού και λοιπού εξοπλισμού και των δικτύων στις κτιριακές εγκαταστάσεις της Δ.Ε.Ε.,
ββ) τον προσδιορισμό των αναγκών της Δ.Ε.Ε. για τη συντήρηση και επισκευή των κτιριακών εγκαταστάσεων και
βγ) τη μέριμνα για τη συντήρηση του μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού, καθώς και την προμήθεια νέου εξοπλισμού και μέσων που αφορούν στη λειτουργία του κτιρίου.
Άρθρο 55
Υποδιεύθυνση Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων
1. Η Υποδιεύθυνση Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων (Υ.Β.Β.Ε.Α.) διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών,
γ) Τμήμα Εθνικού Αρχείου Δεδομένων Γενετικών Τύπων και
δ) Τμήμα Επιστημονικής Υποστήριξης. Για τις διενεργούμενες εργαστηριακές αναλύσεις στα Τμήματα αυτής συντάσσονται εκθέσεις εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης από τους υπηρετούντες σε αυτά ειδικούς πραγματογνώμονες. Για τα αποτελέσματα αναζήτησης στο Εθνικό Αρχείο Δεδομένων Γενετικών Τύπων συντάσσονται αντίστοιχες αναφορές.
2. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για τη διοικητική υποστήριξη της Υποδιεύθυνσης και διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Γραφείο Γραμματειακής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τη διεξαγωγή της αλληλογραφίας της Υποδιεύθυνσης,
αβ) την τήρηση των υπηρεσιακών βιβλίων και του γενικού αρχείου, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης και
αγ) τη σύνταξη αναλυτικών δελτίων παραγωγικότητας των τμημάτων, καθώς και για τα θέματα δαπανών της Υποδιεύθυνσης και
β) Γραφείο Παραλαβής και Διαχείρισης Βιολογικών Υλικών, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την παραλαβή των προς εξέταση ιχνών, αντικειμένων, πειστηρίων και βιολογικών υλικών ατόμων, τον χαρακτηρισμό των δειγμάτων ως κατάλληλων ή ακατάλληλων, την επιστροφή των ακατάλληλων στην αποστέλλουσα αρχή και την προώθηση των κατάλληλων στα αρμόδια Τμήματα. Τα πειστήρια βιολογικά υλικά που παραλαμβάνονται κατά τα ανωτέρω καταχωρίζονται σε ειδικό πρωτόκολλο με μοναδικό αλφαριθμητικό κωδικό ανά υπόθεση. Ο ίδιος κωδικός με την απαιτούμενη επέκταση τοποθετείται και επί του υπό ανάλυση υλικού και συνοδεύει αυτό μέχρι τη διεκπεραίωση της υπόθεσης και
ββ) την καταγραφή σε ειδικό πρωτόκολλο αντικειμένων και βιολογικών υλικών από αγνοούμενα ή αμνήμονα άτομα, που προσκομίζονται στις αρμόδιες αρχές από συγγενικά τους πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή, εκδίδεται μοναδικός αλφαριθμητικός κωδικός, που συνοδεύει τα υλικά μέχρι τη διεκπεραίωση της υπόθεσης.
3. Το Τμήμα Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών είναι αρμόδιο για την εξέταση, ανάλυση και σύγκριση με διεθνώς αποδεκτές επιστημονικές μεθόδους, κατόπιν αιτήματος των αρμοδίων διωκτικών αρχών, δειγμάτων βιολογικής φύσης επί ιχνών, αντικειμένων και πειστηρίων που προέρχονται από εγκληματικές πράξεις, προκειμένου, με την επιστημονική εργαστηριακή αξιοποίηση αυτών, να διευκολύνεται η διερεύνηση των πράξεων αυτών, καθώς και για την εξέταση βιολογικών υλικών που προέρχονται από σορούς/άτομα/σκελετικά υπολείμματα, με σκοπό τη διακρίβωση της ταυτότητας αυτών. Ειδικότερα, είναι αρμόδιο για:
α) τον έλεγχο της καταλληλότητας των παραλαμβανόμενων ιχνών, αντικειμένων και πειστηρίων για εργαστηριακή εξέταση, την ασφαλή διατήρησή τους και την αποστολή των μη αποδοθέντων γενετικών τύπων στο Τμήμα Εθνικού Αρχείου Δεδομένων Γενετικών Τύπων, για σύγκριση με γενετικούς τύπους που ήδη διατηρούνται στο αρχείο του Τμήματος,
β) την αποστολή, κατόπιν σχετικού αιτήματος, εξειδικευμένου προσωπικού στον τόπο τέλεσης εγκληματικής πράξης ή σοβαρού συμβάντος αστυνομικού ενδιαφέροντος, ως συμβούλου, για την αναζήτηση και περισυλλογή ιχνών, για τα οποία απαιτούνται ειδικές γνώσεις, κατόπιν έγκρισης του προϊσταμένου της Δ.Ε.Ε., καθώς και για την παροχή επιστημονικής συνδρομής σε κρατικές αρχές επί θεμάτων αρμοδιότητάς του και
γ) τη μέριμνα για τη φύλαξη υπολειμμάτων Δεοξυριβονουκλεϊκού Οξέος (DNA) που έχουν παραχθεί κατά τη διαδικασία απομόνωσης αυτού από βιολογικά υλικά μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης για την υπόθεση ή για χρονικό διάστημα τουλάχιστον είκοσι πέντε (25) ετών, καθώς και τη φύλαξη των υπολειμμάτων προϊόντων που έχουν παραχθεί κατά την αλυσιδωτή αντίδραση της πολυμεράσης για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών.
4. Στο Τμήμα Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια:
α) Εργαστήριο Ανάλυσης DNA Ιχνών Πειστηρίων, το οποίο διενεργεί αναλύσεις πυρηνικού και μιτοχονδριακού DNA που προέρχεται από δείγματα βιολογικών υλικών, επί ιχνών, αντικειμένων και πειστηρίων και
β) Εργαστήριο Αναγνώρισης Ατόμων, το οποίο διενεργεί αναλύσεις πυρηνικού και μιτοχονδριακού DNA που προέρχεται από δείγματα βιολογικών υλικών ατόμων/ σορών/σκελετικών υπολειμμάτων, με σκοπό τη διακρίβωση της ταυτότητας αυτών.
Η λήψη του βιολογικού υλικού από πρόσωπα πραγματοποιείται από προανακριτική αρχή, σύμφωνα με τις οδηγίες της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων και το άρθρο 251 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019 Α’ 96).
5. Το Τμήμα Εθνικού Αρχείου Δεδομένων Γενετικών Τύπων είναι αρμόδιο για την οργάνωση και λειτουργία εν γένει του Ειδικού Αρχείου Γενετικών Τύπων, όπου καταχωρίζονται και τηρούνται οι γενετικοί τύποι, σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης, με σκοπό τη διερεύνηση εγκληματικών πράξεων και την αναζήτηση μη αποδοθέντων (αταυτοποίητων) γενετικών τύπων. Επίσης, είναι αρμόδιο για την εφαρμογή των οριζομένων στα άρθρα 2 έως 7 της υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008, σε συνδυασμό με τα Κεφάλαια 2 και 3 της υπό στοιχεία 2008/616/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου της 23ης Ιουνίου 2008, καθώς και την εφαρμογή των σχετικών με το DNA οριζομένων στον Κανονισμό (ΕΕ) 2024/982 (Κανονισμός Prüm II). Στο Τμήμα αυτό λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια:
α) Εργαστήριο Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών Ατόμων, το οποίο ενεργεί όλες τις απαραίτητες εργαστηριακές αναλύσεις DNA που προέρχεται από βιολογικά υλικά ατόμων, προκειμένου να συγκριθούν με τους ήδη καταχωρισθέντες γενετικούς τύπους. Η λήψη του βιολογικού υλικού πραγματοποιείται από την υπηρεσία που διενεργεί την προανάκριση, σύμφωνα με τις οδηγίες της Υποδιεύθυνσης Βιολογικών και Βιοχημικών Εξετάσεων και Αναλύσεων και
β) Εργαστήριο Καταχώρισης και Αναζήτησης Γενετικών Τύπων, το οποίο αναζητεί στο Εθνικό Αρχείο Γενετικών Τύπων τους γενετικούς τύπους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, προκειμένου να συγκριθούν με τους ήδη καταχωρισθέντες, με σκοπό τον εντοπισμό ενδεχόμενων ταυτίσεων. Επίσης, καταχωρίζει και αναζητεί τους γενετικούς τύπους που ορίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και παρέχει επιστημονική συνδρομή σε κρατικές αρχές για θέματα αρμοδιοτήτων του. Στο Εργαστήριο αυτό τηρείται και ειδικό αρχείο γενετικών τύπων που προκύπτουν από την εξέταση βιολογικών υλικών σορών, σκελετικών υπολειμμάτων, καθώς και βιολογικών υλικών που προσκομίζονται στις αρμόδιες αρχές εκ μέρους συγγενικών προσώπων αγνοουμένων ή αμνημόνων ατόμων, προς τον σκοπό της διευκόλυνσης της διαδικασίας αναζήτησης και ανεύρεσής τους. Στο συγκεκριμένο αρχείο καταχωρίζονται και οι γενετικοί τύποι των ατόμων που αναζητούν συγγενικά τους πρόσωπα.
6. Το Τμήμα Επιστημονικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για την παροχή υπηρεσιών επιστημονικής υποστήριξης στα Τμήματα της Υποδιεύθυνσης, τη βελτίωση των υφιστάμενων επιστημονικών μεθόδων, καθώς και την έρευνα, την ανάπτυξη και τη βελτίωση των υφιστάμενων επιστημονικών μεθόδων, καθώς και για την έρευνα και την ανάπτυξη νέων μεθόδων των νέων μεθόδων. Επίσης, μεριμνά για την πραγματοποίηση εκπαιδεύσεων επί θεμάτων αρμοδιότητας της Υποδιεύθυνσης και για τη διαχείριση του Συστήματος Ποιότητας της Υποδιεύθυνσης, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα διαπίστευσης και πιστοποίησής της. Στο Τμήμα αυτό λειτουργούν τα ακόλουθα Γραφεία:
α) Γραφείο Έρευνας, Ανάπτυξης και Εκπαίδευσης, το οποίο εξετάζει αιτήματα των Τμημάτων της Υποδιεύθυνσης, για τη βελτίωση υφισταμένων επιστημονικών διεργασιών, για την ανάπτυξη νέων και την υποβολή προτάσεων για αυτά. Επίσης, το Γραφείο μεριμνά για την εκπαίδευση του προσωπικού στις νέες τεχνολογίες, όπως και του προσωπικού άλλων αρχών σε θέματα αρμοδιοτήτων της Υποδιεύθυνσης, κατόπιν έγκρισης του προϊσταμένου της Δ.Ε.Ε. Επιπρόσθετα, συντονίζει την εκπαίδευση από εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Υποδιεύθυνσης του προσωπικού της Δ.Ε.Ε., των Τμημάτων Εγκληματολογικών Ερευνών (Τ.Ε.Ε.) και των Γραφείων Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.) στη διαδικασία συλλογής βιολογικών υλικών από τη σκηνή εγκλήματος και
β) Γραφείο Διαδικασιών Πιστοποίησης και Διαχείρισης Ποιότητας, το οποίο μεριμνά για την υλοποίηση και την τήρηση των διαδικασιών που απαιτούνται για την πιστοποίηση και τη διαπίστευση της Υποδιεύθυνσης.
7. Πρόσβαση στο αρχείο στο οποίο τηρούνται προσωπικά στοιχεία (ονοματεπώνυμο) ατόμων, το βιολογικό υλικό των οποίων έχει ληφθεί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, έχουν ο Εισαγγελέας Επόπτης του Εθνικού Αρχείου Γενετικών Τύπων, ο προϊστάμενος της Δ.Ε.Ε., καθώς και εξουσιοδοτημένο προσωπικό της Υ.Β.Β.Ε.Α.. Κάθε πρόσβαση στα αρχεία και τα πρωτόκολλα της Υ.Β.Β.Ε.Α., καθώς και κάθε εργασία που πραγματοποιείται σε αυτά καταγράφονται.
8. Στην Υ.Β.Β.Ε.Α. ως πραγματογνώμονες DNA υπηρετούν αστυνομικοί με πτυχίο βιολογίας, βιοχημείας και χημείας με μεταπτυχιακό στις βιοεπιστήμες και λοιποί πτυχιούχοι Α.Ε.Ι. συναφών επιστημών. Επίσης, υπηρετούν τεχνολόγοι πτυχιούχοι Α.Τ.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι. συναφούς αντικειμένου.
9. Στο προσωπικό των Τμημάτων Ανάλυσης Βιολογικών Υλικών και Εθνικού Αρχείου Δεδομένων Γενετικών Τύπων της Υ.Β.Β.Ε.Α. δύναται να απονέμονται, αναλόγως των ειδικών καθηκόντων που εκτελεί, οι ειδικότητες του Τεχνικού Επεξεργασίας Οστών, του Τεχνικού Εξέτασης Πειστηρίων και του Τεχνικού Εισαγωγής Δεδομένων Βάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 111 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109). Κριτήριο για την απονομή των ειδικοτήτων αυτών αποτελεί η διετής, τουλάχιστον, επιτυχής άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων.
Άρθρο 56
Υποδιεύθυνση Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων
1. Η Υποδιεύθυνση Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος,
γ) Τμήμα Εξέτασης Αποτυπωμάτων και
δ) Τμήμα Εγκληματολογικής Φωτογραφίας.
2. Tο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης έχει τις αρμοδιότητες του άρθρου 62 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109), καθώς και την αρμοδιότητα αποστολής φωτογραφιών σεσημασμένων ατόμων και φωτογραφικού υλικού από σκηνές εγκλημάτων συμβάντων υποθέσεων των οποίων επιλαμβάνεται η Υποδιεύθυνση, σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 και τις παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 63 του π.δ. 342/1977, σε συνεργασία με το Τμήμα Εξέτασης Αποτυπωμάτων.
3. Το Τμήμα Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος έχει τις αρμοδιότητες των παρ. 1, 6 και 7 του άρθρου 60 και των παρ. 1 έως 9 του άρθρου 61 του π.δ. 342/1977. Επιπλέον, παρέχει συνδρομή στις διωκτικές αρχές και διερευνά τους χώρους τέλεσης εγκλημάτων ή συμβάντων αστυνομικού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τις διεθνώς παραδεκτές επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους.
4. Το Τμήμα Εξέτασης Αποτυπωμάτων, πλέον των αρμοδιοτήτων των παρ. 2, 3, 4, 5 και 7 του άρθρου 60, των παρ. 10, 11 και 12 του άρθρου 61 και της παρ. 1 του άρθρου 63 του π.δ. 342/1977, έχει αρμοδιότητα, σε συνεργασία με το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, για:
α) τη διαπίστωση δακτυλοσκοπικώς της ταυτότητας των δραστών εγκληματικών πράξεων, με τη συνδρομή του Αυτόματου Συστήματος Αναγνώρισης Δακτυλικών και Παλαμικών Αποτυπωμάτων ή άλλου σύγχρονου τεχνικοεπιστημονικού μέσου,
β) την παροχή συνδρομής στις διωκτικές αρχές και την εφαρμογή μεθόδων εμφάνισης αποτυπωμάτων στα συλλεχθέντα πειστήρια από τους χώρους τέλεσης εγκλημάτων ή συμβάντων αστυνομικού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με τις διεθνώς παραδεκτές επιστημονικές και τεχνικές μεθόδους, με το αστυνομικό προσωπικό που υπηρετεί σε αυτό και το οποίο υποβάλλει σχετική αναφορά. Εφόσον απαιτείται, δύναται να προβαίνει σε συλλογή περαιτέρω ιχνών από τα προς εξέταση πειστήρια, πριν από ή μετά την εφαρμογή των προαναφερόμενων μεθόδων εμφάνισης αποτυπωμάτων,
γ) τη μέριμνα για την εφαρμογή των οριζομένων στα άρθρα 8 έως 11 της υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος και τα Κεφάλαια 2 και 4 της υπό στοιχεία 2008/616/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (Αποφάσεις Prϋm, L 210), καθώς και του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/982 και
δ) τη μέριμνα για την εφαρμογή των προβλεπομένων στα άρθρα 40, 41 και στην παρ. 3 του άρθρου 43 του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1862 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας και της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, την τροποποίηση και κατάργηση της Απόφασης 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) 1986/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Απόφασης 2010/261/ΕΕ της Επιτροπής (L 312).
5. Στο Τμήμα Εγκληματολογικής Φωτογραφίας λειτουργούν τα ακόλουθα Γραφεία και Εργαστήριο:
α) Γραφείο Φωτογράφησης Σκηνής Εγκλήματος Συμβάντων Πειστηρίων, με αντικείμενο:
αα) τη φωτογράφηση και βιντεοσκόπηση, μετά από σχετικό αίτημα των προανακριτικών και λοιπών διωκτικών αρχών, των τόπων τέλεσης εγκλημάτων ή άλλου αστυνομικού ενδιαφέροντος συμβάντων, πλην των αιφνίδιων θανάτων, των ιχνών και πειστηρίων,
αβ) τη φωτογράφηση πειστηρίων που προέρχονται από τη σκηνή του εγκλήματος, στα εγκληματολογικά εργαστήρια της Δ.Ε.Ε., καθώς και στις έδρες προανακριτικών και λοιπών διωκτικών αρχών,
αγ) τη φωτογράφηση, κατόπιν αιτήματος των προανακριτικών, διωκτικών και λοιπών αρμοδίων αρχών, πτωμάτων εγκληματικών ενεργειών, πτωμάτων αγνώστου ταυτότητας, καθώς και αυτών που αφορούν σε αιφνίδιους θανάτους και αυτοκτονίες, στα νεκροτομεία των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών Αθηνών Πειραιώς και της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και
αδ) τη συνδρομή των κατά τόπο αρμόδιων Τμημάτων Εγκληματολογικών Ερευνών (Τ.Ε.Ε.) και των Γραφείων Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.) της χώρας, σε περιπτώσεις φωτογράφησης σοβαρών εγκλημάτων, εκτός της Περιφέρειας Αττικής, κατόπιν έγκρισης του προϊσταμένου της Δ.Ε.Ε..
β) Γραφείο Φωτογράφησης Αποτυπωμάτων, με αντικείμενο:
βα) τη φωτογράφηση ιχνών δακτυλικών, παλαμικών και πελματικών αποτυπωμάτων σε χώρους εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, κατόπιν αιτήματος του Τμήματος Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος της Υποδιεύθυνσης Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων της Δ.Ε.Ε.,
ββ) τη φωτογράφηση ορατών ή λανθανόντων ιχνών αποτυπωμάτων που φέρουν τα κατασχεθέντα πειστήρια, εντός ειδικά διαμορφωμένων χώρων του Γραφείου,
βγ) τη βελτιστοποίηση ψηφιακών εικόνων ιχνών αποτυπωμάτων και την εκτύπωσή τους, προκειμένου να παραδοθούν στο Τμήμα Διερεύνησης Σκηνής Εγκλήματος, για να αξιολογηθούν και αξιοποιηθούν,
βδ) την τήρηση αρχείου ψηφιακών φωτογραφιών ιχνών αποτυπωμάτων και
βε) την εκπαίδευση του αστυνομικού προσωπικού, σε θέματα εγκληματολογικής φωτογραφίας.
γ) Γραφείο Φωτογραφικής Σήμανσης, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες που ορίζονται στις παρ. 1 έως 3 του άρθρου 46 του π.δ. 342/1977. Ως προς τη διαδικασία της φωτογραφικής σήμανσης, αυτή διενεργείται σύμφωνα με τις παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 26 του π.δ. 342/1977 και ειδικότερα κάθε άτομο φωτογραφίζεται σε κάθε νέα σύλληψή του και η φωτογράφηση ενεργείται με συγκεκριμένο πάντα τρόπο, ήτοι η φωτογραφία λαμβάνεται εξ αποστάσεως και απεικονίζει έκαστο φωτογραφιζόμενο άτομο ολοσώμως και από τη μέση και άνω: γα) κατά κατανομή εκ της δεξιάς πλευράς, γβ) κατά μέτωπο, γγ) κατά τα τρία τέταρτα (¾) του προσώπου εκ της δεξιάς και αριστερής παρειάς.
δ) Γραφείο Αρχειοθέτησης Φωτογραφιών Εγκληματολογικής Φωτογράφησης και Σεσημασμένων Ατόμων, με αντικείμενο:
δα) την αρχειοθέτηση φωτογραφιών και την τήρηση του αρχείου εγκληματολογικής φωτογράφησης Χώρων Συμβάντων Πειστηρίων,
δβ) την αρχειοθέτηση φωτογραφιών σεσημασμένων ατόμων, την καταχώριση, διαγραφή, ποιοτική αξιολόγηση και βελτιστοποίηση φωτογραφιών σεσημασμένων ατόμων στην εφαρμογή Διαχείριση Ευρετηρίων της Ελληνικής Αστυνομίας (POL),
δγ) την εγγραφή σε ψηφιακά μέσα και, στην εξαιρετική περίπτωση αιτιολογημένου αιτήματος, την εκτύπωση φωτογραφιών υποθέσεων εγκληματολογικής φωτογράφησης και σεσημασμένων ατόμων, σε συνεργασία με το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και
δδ) τη δημιουργία ηλεκτρονικού σκίτσου προσώπου, κατόπιν υπόδειξης χαρακτηριστικών από παθόντες-μάρτυρες και σχετικού αιτήματος από τις αρμόδιες αρχές.
ε) Εργαστήριο Εξέτασης Εντυπωμάτων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
εα) διενεργεί συγκριτικές εξετάσεις εντυπωμάτων που δημιουργήθηκαν από επιφάνειες οι οποίες διαθέτουν ανάγλυφα σχεδιαστικά χαρακτηριστικά, με τις υφιστάμενες μεθόδους και τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό του για τον προσδιορισμό και την ταυτοποίηση της επιφάνειας που τα δημιούργησε και
εβ) τηρεί και εμπλουτίζει βάση δεδομένων υποδημάτων εμπορίου για να προσδιορίζεται η επωνυμία του υποδήματος που δημιούργησε εντύπωμα και βάση δεδομένων ολοκληρωμένων υποθέσεων (Εθνική Βάση Εντυπωμάτων), για τον συσχετισμό χώρων τέλεσης εγκλήματος ή άλλων αστυνομικού ενδιαφέροντος συμβάντων.
6. Η Υποδιεύθυνση Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων επιπρόσθετα μεριμνά για την εξειδίκευση του προσωπικού των Τμημάτων της στην εφαρμογή διεθνώς παραδεκτών επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων έρευνας σκηνής εγκλήματος, εμφάνισης και ταυτοποίησης αποτυπωμάτων και εισηγείται την απονομή των ανάλογων ειδικοτήτων. Ειδικότερα, δύναται να εισηγείται την απονομή της ειδικότητας του «Ερευνητή σκηνής εγκλήματος», του «Πραγματογνώμονα ερευνητή σκηνής εγκλήματος», του «Εξεταστή Αποτυπωμάτων», του «Πραγματογνώμονα Εξεταστή Αποτυπωμάτων» και του «Φωτογράφου Αποτυπωμάτων». Τα κριτήρια απονομής των ειδικοτήτων ορίζονται ως εξής:
α) Ερευνητής σκηνής εγκλήματος: Αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων με ανακριτικά καθήκοντα, με τουλάχιστον δύο (2) έτη ευδόκιμης απόδοσης στην εγκληματολογική έρευνα τόπων τέλεσης εγκληματικών ενεργειών ή άλλων συμβάντων αστυνομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των σχετικών αντικειμένων/πειστηρίων, για την ανεύρεση και περισυλλογή ιχνών, όπως αποτυπωμάτων και βιολογικού υλικού, τα οποία είναι ικανά να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας του δράστη και να χρησιμεύσουν στην κατανόηση του τρόπου ενέργειάς του ή ως απόδειξη του τελεσθέντος εγκλήματος ή ως ένδειξη της ενοχής ή της αθωότητας ενός κατηγορουμένου.
β) Πραγματογνώμονας ερευνητής σκηνής εγκλήματος: Αξιωματικός γενικών καθηκόντων, κάτοχος της ειδικότητας του «Ερευνητή σκηνής εγκλήματος» με εν συνεχεία τουλάχιστον τρία (3) έτη ευδόκιμης απόδοσης σε θέματα εποπτείας και αξιολόγησης της εργασίας των «Ερευνητών σκηνής εγκλήματος».
γ) Εξεταστής Αποτυπωμάτων: Αστυνομικός γενικών καθηκόντων με ανακριτικά καθήκοντα, με τουλάχιστον δύο (2) έτη ευδόκιμης απόδοσης στην εφαρμογή μεθόδων εμφάνισης αποτυπωμάτων και στη δακτυλοσκοπική αξιολόγηση, παραβολή και ταύτιση αποτυπωμάτων ανευρεθέντων στον τόπο και τα πειστήρια του εγκλήματος, καθώς και αποτυπωμάτων προσώπων.
δ) Πραγματογνώμονας Εξεταστής Αποτυπωμάτων: Αξιωματικός γενικών καθηκόντων, κάτοχος της ειδικότητας του «Εξεταστή Αποτυπωμάτων» με εν συνεχεία τουλάχιστον τρία (3) έτη ευδόκιμης απόδοσης σε θέματα εποπτείας και αξιολόγησης της εργασίας των «Εξεταστών Αποτυπωμάτων», καθώς και σε θέματα δακτυλοσκοπικών αξιολογήσεων, παραβολών και επικυρώσεων ταυτίσεων αποτυπωμάτων ανευρεθέντων στον τόπο και τα πειστήρια του εγκλήματος, καθώς και αποτυπωμάτων προσώπων.
ε) Φωτογράφος Αποτυπωμάτων: Αστυνομικό προσωπικό γενικών ή ειδικών καθηκόντων, το οποίο κατέχει ήδη την ειδικότητα του Φωτογράφου, καλή γνώση μιας τουλάχιστον κύριας ευρωπαϊκής ξένης γλώσσας, έχει εκπαιδευθεί κατάλληλα και έχει ασκηθεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη στο αντικείμενο ευδοκίμως.
7. Η Υποδιεύθυνση μεριμνά για την υλοποίηση και την τήρηση των διαδικασιών που απαιτούνται για την πιστοποίηση/διαπίστευση της Υποδιεύθυνσης βάσει ενδεδειγμένων προτύπων ποιότητας (ISO).
Άρθρο 57
Υποδιεύθυνση Εργαστηρίων
1. Η Υποδιεύθυνση Εργαστηρίων επιλαμβάνεται και εξετάζει ίχνη και πειστήρια που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των, κατά περίπτωση Τμημάτων της, κατόπιν αιτήματος των διωκτικών αρχών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 48 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109) και διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και Ιχνών Εργαλείων,
γ) Τμήμα Εργαστηρίων Δικαστικής Γραφολογίας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών και
δ) Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων.
2. Οι αρμοδιότητες του Τμήματος Διοικητικής Υποστήριξης είναι οι ακόλουθες:
α) η διαχείριση θεμάτων προσωπικού και αλληλογραφίας,
β) η τήρηση των υπηρεσιακών βιβλίων και των γενικών αρχείων,
γ) η διαχείριση του βιβλίου υπηρεσίας και θεμάτων δαπανών της Υποδιεύθυνσης και
δ) η διαχείριση των αιτημάτων άλλων υπηρεσιών.
3. Στο Τμήμα Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και
Ιχνών Εργαλείων λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια και Γραφείo:
α) Εργαστήριο Τεχνολογίας Όπλων και Πυρομαχικών Εξέτασης Σκηνής Εγκλήματος Βλητικής, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
αα) ενεργεί εξετάσεις και έρευνες για τη διαπίστωση της υπαγωγής ή μη αποστελλομένων ή υποβαλλομένων αντικειμένων και πειστηρίων, στην ισχύουσα νομοθεσία περί όπλων, πυρομαχικών και συναφών ειδών,
αβ) ανασυνθέτει σκηνές εγκλημάτων, όπου χρησιμοποιήθηκαν πυροβόλα όπλα, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία και πειστήρια,
αγ) εξετάζει τις ενδείξεις σε πυροβόλα και λοιπά όπλα, καθώς και συναφή είδη και προβαίνει στις ενέργειες για την επανεμφάνιση των ενδείξεων που απαλείφθηκαν ή παραποιήθηκαν, όπως ο αριθμός σειράς παραγωγής, σε αυτά,
αδ) ενεργεί δοκιμαστικές βολές όπλων και πυρομαχικών, προς διαπίστωση της κατάστασής τους και τη λήψη δειγματικών καλύκων και βολίδων για συγκριτικές εξετάσεις, καθώς και άλλες απαραίτητες εξετάσεις, με τη βοήθεια του αναγκαίου εξοπλισμού,
αε) καταρτίζει, συντηρεί και εμπλουτίζει αρχεία και συλλογές όπλων, πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών, εκρηκτικών μηχανισμών και ανταλλακτικών, συστατικών μερών, εξαρτημάτων και παρελκομένων αυτών, καθώς και άλλων ειδών και υλικών υπαγομένων στην ισχύουσα νομοθεσία περί όπλων, πυρομαχικών και συναφών ειδών, για συγκριτικούς, πειραματικούς, ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς και
αστ) είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, διαχείριση και συντήρηση της αίθουσας δοκιμών πυροβόλων όπλων (βλητικού σταθμού) του Τμήματος και του εξοπλισμού αυτής.
β) Εργαστήριο Συγκριτικών Εξετάσεων Ιχνών Πυροβόλων Όπλων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
βα) ενεργεί συγκριτικές εξετάσεις των πάσης φύσης ιχνών πυροβόλων, και λοιπών όπλων, σε κάλυκες, βολίδες και συναφή πειστήρια, με τη χρήση των απαραιτήτων συστημάτων, συσκευών και οργάνων, για τον προσδιορισμό του χρησιμοποιηθέντος όπλου και την εξιχνίαση τελεσθέντων εγκλημάτων,
ββ) προσδιορίζει, με βάση τα ανευρεθέντα πειστήρια, όπως κάλυκες και βολίδες, και τα επ’ αυτών χαρακτηριστικά και ίχνη, τον τύπο του χρησιμοποιηθέντος όπλου,
βγ) καταρτίζει, συντηρεί και εμπλουτίζει αρχεία και συλλογές δειγματικών καλύκων και βολίδων όπλων, καθώς και το Εθνικό Αρχείο Πειστηρίων Καλύκων και Βολίδων εκκρεμών υποθέσεων (μη συνδεθέντων εργαστηριακά συγκριτικά), για συγκριτικούς πειραματικούς, ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς και
βδ) ευθύνεται για τη λειτουργία, διαχείριση και συντήρηση του εκάστοτε Αυτοματοποιημένου Συστήματος Συγκριτικής Εξέτασης Ιχνών Καλύκων και Βολίδων, καθώς και του Δικτύου των Περιφερειακών Σταθμών αυτού.
γ) Εργαστήριο Εξέτασης Ιχνών Εργαλείων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
γα) ενεργεί εξετάσεις, εν γένει, εργαλείων και συστατικών μερών αυτών, καθώς και συγκριτικές εξετάσεις ιχνών εργαλείων σε πάσης φύσης επιφάνειες και αντικείμενα, με τη βοήθεια των απαραίτητων συσκευών, υλικών και οργάνων, για τον προσδιορισμό του χρησιμοποιηθέντος εργαλείου και την εξιχνίαση τελεσθέντων εγκλημάτων και
γβ) καταρτίζει, συντηρεί και εμπλουτίζει αρχεία και συλλογές εργαλείων και ιχνών αυτών, εκμαγείων ιχνών εργαλείων και εντυπωμάτων για συγκριτικούς, πειραματικούς, ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς.
δ) Εργαστήριο Εξέτασης Αναγνώρισης Οχημάτων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
δα) εξετάζει ύποπτα οχήματα, με σκοπό τον έλεγχο των στοιχείων αναγνώρισης της ταυτότητας αυτών, όπως πινακίδιο του εργοστασίου κατασκευής, στοιχεία αριθμό πλαισίου, στοιχεία αριθμό κινητήρα,
δβ) πραγματοποιεί την επανεμφάνιση απαλειφθέντων ή παραποιηθέντων στοιχείων αναγνώρισης της ταυτότητας οχημάτων στο Εργαστήριο ή άλλο κατάλληλο χώρο, με τη χρήση των απαραίτητων μεθόδων, συστημάτων, συσκευών και οργάνων και
δγ) καταρτίζει, συντηρεί και εμπλουτίζει αρχεία και συλλογές τεχνικών στοιχείων οχημάτων, πινακιδίων εργοστασίων κατασκευής οχημάτων, τμημάτων οχημάτων με στοιχεία αναγνώρισης, εργαλείων εντύπωσης στοιχείων αναγνώρισης, για συγκριτικούς, πειραματικούς, ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς.
ε) Εργαστήριο Εξέτασης Κλειδιών και Κλειδαριών, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
εα) ενεργεί εξετάσεις πάσης φύσης κλειδιών και κλειδαριών οικιών, οχημάτων, διακοπτών εκκίνησης οχημάτων και συστατικών μερών αυτών, με τη χρήση των απαραίτητων συστημάτων, λογισμικών, συσκευών και οργάνων,
εβ) προσδιορίζει στοιχεία προέλευσης κλειδιών, κλειδαριών, συστατικών μερών αυτών, καθώς και συναφών αντικειμένων/πειστηρίων και εργαλείων, με σκοπό τη διαπίστωση προέλευσης, τον τρόπο διακίνησης αυτών και τη σχέση τους με τελεσθέντα εγκλήματα,
εγ) καταρτίζει, συντηρεί και εμπλουτίζει αρχεία και συλλογές κλειδιών, κλειδαριών και συναφών ειδών για συγκριτικούς, πειραματικούς, ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς και
εδ) ενεργεί εξετάσεις για τη διαπίστωση τυχόν παραβίασης πάσης φύσης κλειδαριών και συστημάτων αυτών.
στ) Γραφείο Πειστηρίων, το οποίο είναι αρμόδιο για την παραλαβή, γενική σήμανση και ασφαλή διακίνηση των αποστελλόμενων προς εξέταση πειστηρίων, καθώς και την τήρηση του αρχείου που αφορά στις Εκθέσεις Πραγματογνωμοσύνης.
4. Στο Τμήμα Εργαστηρίων Δικαστικής Γραφολογίας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια και Γραφείο:
α) Εργαστήριο Δικαστικής Γραφολογίας, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
αα) ενεργεί γραφολογικές εξετάσεις και συγκρίσεις χειρόγραφης γραφής και υπογραφών, επί πάσης φύσης εγγράφων,
αβ) ενεργεί γραφολογικές εξετάσεις και συγκρίσεις μηχανικής και εντυπωματικής γραφής, που προέρχεται από μηχανήματα ή συσκευές γραφής πάσης φύσης, προς εξακρίβωση της ταυτότητάς της,
αγ) ενεργεί γραφολογικές εξετάσεις και εμφανίσεις αόρατης λανθάνουσας γραφής,
αδ) ενεργεί γλωσσολογικές αναλύσεις κειμένων, με σκοπό τον προσδιορισμό του τρόπου γραφής του συντάκτη του υπό εξέταση κειμένου,
αε) ενεργεί ειδικές εξετάσεις μέσων, υλικών γραφής (μελανών) και υποστρωμάτων (χάρτου), με σκοπό την ανάλυση, ταυτοποίηση ή διαφοροποίηση αυτών,
αστ) ενεργεί εξετάσεις προς διαπίστωση και εμφάνιση τυχόν υπαρχουσών αλλοιώσεων, νοθεύσεων γραφής επί πάσης φύσης εγγράφων, καθώς και εξετάσεις και συγκρίσεις ολικώς ή μερικώς κατεστραμμένων εγγράφων και
αζ) τηρεί αρχείο διενεργούμενων εργαστηριακών εξετάσεων και εξετασθέντων εγγράφων, καθώς και απαραίτητων συλλογών εντυπωμάτων γνήσιων υπηρεσιακών σφραγίδων, προς υποβοήθηση των συγκριτικών εν γένει εξετάσεων.
β) Εργαστήριο Διερεύνησης Παραχάραξης Κιβδηλείας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών, το οποίο δραστηριοποιείται σε τομείς εργαστηριακών εξετάσεων, ως ακολούθως:
βα) Τομέας Εξέτασης Εντύπων Ασφάλειας, ο οποίος εξετάζει τα πάσης φύσης έντυπα ασφάλειας τα οποία διαθέτουν φυσικά ή ηλεκτρονικά μέτρα ασφάλειας προς εξακρίβωση της γνησιότητας ή μη αυτών, καθώς και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την πλαστογράφησή τους και τηρεί τις απαραίτητες συλλογές γνησίων και πλαστών εντύπων ασφάλειας, για σύγκριση με τα αμφισβητούμενα. Προς τούτο, λειτουργεί Γραφείο FADO (False & Authentic Documents Online), στο πλαίσιο του Κανονισμού (ΕΕ) 2020/493 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 30ής Μαρτίου 2020 σχετικά με το σύστημα του επιγραμμικού μητρώου γνήσιων και πλαστών εγγράφων («FADO») και την κατάργηση της κοινής δράσης 98/700/ ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 107), το οποίο και διαχειρίζεται την ηλεκτρονική βάση δεδομένων του Συμβουλίου Ε.Ε., που περιέχει πληροφορίες για μέτρα ασφάλειας σχετικά με γνήσια έγγραφα και περιπτώσεις πλαστογραφημένων εγγράφων. Το Γραφείο FADO παρέχει υποστήριξη και κωδικούς στους χρήστες του iFADO (internet FADO), δηλαδή στους αστυνομικούς που υπηρετούν σε συνοριακά σημεία ελέγχων, καθώς και σε αστυνομικούς που ασκούν εσωτερικούς ελέγχους εντός της ελληνικής επικράτειας, αναφορικά με την αναγνώριση των αμφισβητούμενης γνησιότητας ταξιδιωτικών εγγράφων και εγγράφων αποδεικτικών ταυτότητας και
ββ) Τομέας Εξέτασης Χαρτονομισμάτων, Νομισμάτων και λοιπών Αξιών, ο οποίος εξετάζει: i) τα αμφιβόλου γνησιότητας χαρτονομίσματα και κέρματα οποιασδήποτε χώρας προς εξακρίβωση της γνησιότητας αυτών, καθώς και τα χρησιμοποιηθέντα για την παραχάραξη μέσα και μεθόδους, ii) τις παντός είδους αμφισβητούμενης γνησιότητας αξίες, όπως επιταγές και ομόλογα, iii) πιστωτικές κάρτες και εισιτήρια που μπορεί να διαθέτουν φυσικά ή ηλεκτρονικά μέτρα ασφάλειας προς διακρίβωση της γνησιότητας αυτών και iv) τα χρησιμοποιηθέντα για την παραχάραξη μέσα και μεθόδους και επιπλέον τηρεί τις απαραίτητες συλλογές γνησίων και παραχαραγμένων χαρτονομισμάτων, γνησίων και κίβδηλων κερμάτων και πάσης φύσης αξιών. Προς τούτο, λειτουργούν το Εθνικό Κέντρο Ανάλυσης (Ε.Κ.Α.) και το Εθνικό Κέντρο Ανάλυσης Κερμάτων (Ε.Κ.Α.Κ.) Ευρώ σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 1338/2001 του Συμβουλίου της 28ης.6.2001, σχετικά με τον καθορισμό των αναγκαίων μέτρων για την προστασία του ευρώ από την παραχάραξη και την κιβδηλεία (L 181). Τα Ε.Κ.Α. και Ε.Κ.Α.Κ. εξετάζουν όλα τα αμφιβόλου γνησιότητας χαρτονομίσματα και κέρματα ευρώ, αντίστοιχα, που εντοπίζονται στην ελληνική επικράτεια, προς εξακρίβωση της γνησιότητας αυτών, καθώς και τα χρησιμοποιηθέντα για την παραχάραξη μέσα και μεθόδους.
γ) Γραφείο Πειστηρίων, το οποίο είναι αρμόδιο για την παραλαβή, γενική σήμανση και ασφαλή διακίνηση των αποστελλομένων προς εξέταση στοιχείων, καθώς και την τήρηση του αρχείου που αφορά στις Εκθέσεις Πραγματογνωμοσύνης.
5. Στο Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια, καθώς και Γραφείο:
α) Εργαστήριο Τοξικολογίας, το οποίο ενεργεί εξετάσεις σε δείγματα αίματος ζώντων και θανόντων ατόμων για τον ποσοτικό προσδιορισμό του οινοπνεύματος, σε δείγματα αίματος και ούρων ζώντων ατόμων για τον εντοπισμό εξαρτησιογόνων ουσιών και φαρμάκων, σε συσκευές εκτόξευσης δακρυγόνων ουσιών για τον προσδιορισμό και την ταυτοποίηση του περιεχομένου, καθώς και σε άλλα πειστήρια δυνάμενων να εξεταστούν με τις υφιστάμενες μεθόδους και τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό του. Επίσης, είναι αρμόδιο για την παραλαβή, διαχείριση και ασφαλή, υπό κατάλληλες συνθήκες, φύλαξη όλων των δειγμάτων αίματος και ούρων.
β) Εργαστήριο Εξέτασης Υλικών και Μικροϊχνών, το οποίο διενεργεί:
βα) συγκριτικές εξετάσεις χρωμάτων, γυαλιών, πλαστικών, όπως επίσης και συνθετικών και φυτικών υφάνσιμων ινών και υφασμάτων, προκειμένου να αξιολογηθεί η ενδεχόμενη κοινή τους προέλευση, με έτερα αντίστοιχα υλικά/ίχνη,
ββ) εργαστηριακές εξετάσεις κηλιδωμένων τραπεζογραμματίων ή άλλων αντικειμένων, προκειμένου: i) να αξιολογηθεί αν οι κηλιδώσεις που αυτά φέρουν, προέρχονται από μελάνες ασφαλείας έπειτα από ενεργοποίηση έξυπνων συστημάτων εξουδετέρωσης τραπεζογραμματίων (Intelligent Banknote Neutralization Systems IBNS), και ii) να προσδιοριστεί η ενδεχόμενη ειδική χημική ιχνηθέτηση που προαιρετικά αυτές φέρουν και
βγ) εργαστηριακές αναλύσεις για τον χαρακτηρισμό οργανικών και ανόργανων ουσιών σε στερεή ή υγρή μορφή.
γ) Εργαστήριο Εξέτασης Καταλοίπων Πυροβολισμού, το οποίο διενεργεί εξετάσεις εντοπισμού ανόργανων καταλοίπων πυροβολισμού.
δ) Εργαστήριο Ανάλυσης Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών Μηχανισμών, το οποίο ενεργεί εξετάσεις πλήρως απενεργοποιημένων αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και υπολειμμάτων αυτών, για τον προσδιορισμό και την ταυτοποίηση των χρησιμοποιηθέντων εκρηκτικών υλών και υλικών. Σε περιπτώσεις αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών με ηλεκτρικό κύκλωμα, συνεργάζεται με το Εργαστήριο Τεχνολογίας Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών και Εμπρηστικών Μηχανισμών και Ειδικών Ηλεκτρονικών Διατάξεων της περ. ζ), για τον προσδιορισμό του τρόπου λειτουργίας τους. Επίσης, ενεργεί αντίστοιχες εξετάσεις επί δειγμάτων εκρηκτικών υλών και μέσων έναυσης εκρηκτικών υλών, όπως ακαριαίων θρυαλλίδων, βραδύκαυστων πυραγωγών σχοινιών και πυροκροτητών, καθώς και άλλων πειστηρίων για τον εντοπισμό υπολειμμάτων εκρηκτικών υλών.
ε) Εργαστήριο Ανάλυσης Αυτοσχέδιων Εμπρηστικών Μηχανισμών, το οποίο ενεργεί εξετάσεις αυτοσχέδιων εμπρηστικών μηχανισμών και υπολειμμάτων αυτών, για τον προσδιορισμό του τρόπου λειτουργίας τους και την ταυτοποίηση του είδους των εύφλεκτων ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν. Σε περιπτώσεις αυτοσχέδιων εμπρηστικών μηχανισμών με ηλεκτρικό κύκλωμα, συνεργάζεται με το Εργαστήριο Τεχνολογίας Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών και Εμπρηστικών Μηχανισμών και Ειδικών Ηλεκτρονικών Διατάξεων της περ. ζ), για τον προσδιορισμό του τρόπου λειτουργίας τους. Επίσης, ενεργεί εξετάσεις επί εύφλεκτων υλών για τον προσδιορισμό και την ταυτοποίηση του είδους τους, καθώς και άλλων πειστηρίων για τον εντοπισμό ιχνών εύφλεκτων ουσιών.
στ) Εργαστήριο Πυροτεχνημάτων, το οποίο ενεργεί εξετάσεις σε είδη πυροτεχνίας του εμπορίου και υπολείμματα αυτών, για τον προσδιορισμό του είδους και του τρόπου λειτουργίας τους, καθώς και σε αυτοσχέδιες κατασκευές πυροτεχνημάτων και υπολειμμάτων αυτών, για τον προσδιορισμό του τρόπου λειτουργίας τους και την ταυτοποίηση της πυροτεχνικής σύνθεσης που χρησιμοποιήθηκε.
ζ) Εργαστήριο Τεχνολογίας Αυτοσχέδιων Εκρηκτικών και Εμπρηστικών Μηχανισμών και Ειδικών Ηλεκτρονικών Διατάξεων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
ζα) ενεργεί εργαστηριακές συγκριτικές εξετάσεις σε πλήρως απενεργοποιημένους τυποποιημένους και Αυτοσχέδιους Εκρηκτικούς και Εμπρηστικούς Μηχανισμούς (Α.Ε.Μ.), καθώς και σε υπολείμματα από την ενεργοποίηση αυτών, για τον προσδιορισμό τους, την ταυτοποίηση των χρησιμοποιηθέντων υλικών, των ιδιαίτερων κατασκευαστικών τεχνικών χαρακτηριστικών τους, της κατηγορίας του συστήματος πυροδότησής τους και του τρόπου λειτουργίας αυτών,
ζβ) αποφαίνεται για το είδος της έκρηξης Α.Ε.Μ., βάσει της επίδρασης που είχε αυτή στα αποσταλέντα πειστήρια, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των χημικών αναλύσεων από τα αντίστοιχα Εργαστήρια του Τμήματος,
ζγ) ενεργεί εργαστηριακές συγκριτικές εξετάσεις σε πειστήρια δυνάμενα να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή ηλεκτρικών συστημάτων πυροδότησης Α.Ε.Μ.,
ζδ) τηρεί, συντηρεί και εμπλουτίζει βάση δεδομένων με Α.Ε.Μ. και είναι υπεύθυνο για την ασφαλή φύλαξη συλλογών πειστηρίων από υποθέσεις ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος Α.Ε.Μ., καθώς και ειδικών υλικών, με σκοπό μελλοντικές εργαστηριακές συγκριτικές εξετάσεις,
ζε) ενεργεί εργαστηριακές εξετάσεις και αποφαίνεται για το είδος και τον τρόπο λειτουργίας ραδιοεξοπλισμού και άλλων ειδικών ηλεκτρονικών διατάξεων εκπομπής/ λήψης ραδιοσημάτων που εμπλέκονται σε εγκληματικές πράξεις ή συμβάντα αστυνομικού ενδιαφέροντος,
ζστ) παρέχει συνδρομή, σε ειδικές περιπτώσεις, με τη βοήθεια ειδικού ηλεκτρονικού εξοπλισμού στις προανακριτικές αρχές, πραγματοποιώντας έρευνα σε χώρους και οχήματα, σκανάροντας το ραδιοφάσμα, με σκοπό την ανίχνευση ασύρματων εκπομπών ύποπτων ραδιοσημάτων και τον εντοπισμό των ηλεκτρονικών διατάξεων που τα εκπέμπουν, ενώ ευθύνεται για τη λειτουργία, διαχείριση και συντήρηση του ειδικά διαμορφωμένου χώρου που διαθέτει για την εξέταση των οχημάτων, καθώς και του εξοπλισμού αυτού,
ζζ) στις περιπτώσεις εργαστηριακών εξετάσεων πειστηρίων υλισμικού ασύρματης τεχνολογίας εκπομπής/ λήψης ραδιοσημάτων (τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού ή συστημάτων με δυνατότητα υλοποίησης ασύρματων αυτοματισμών/επικοινωνιών και συστημάτων τηλεχειρισμού), τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί ως το βασικό μέσο για την τέλεση αδικήματος και διαθέτουν λογισμικό ή ψηφιακά δεδομένα σε κάρτα μνήμης, μετά την ανάκτηση/εξαγωγή αυτών, προβαίνει στη διαπίστωση του ακριβούς τρόπου λειτουργίας τους,
ζη) ενεργεί εργαστηριακές εξετάσεις και αποφαίνεται για το είδος και τα χαρακτηριστικά ηλεκτρονικών συσκευών που δύναται να εμπίπτουν στη νομοθεσία περί όπλων και
ζθ) διενεργεί οποιαδήποτε άλλη εξέταση ή έρευνα που άπτεται του αντικειμένου του εν θέματι Εργαστηρίου και για την οποία διαθέτει τον απαραίτητο υλικοτεχνολογικό εξοπλισμό.
η) Γραφείο Πειστηρίων, το οποίο είναι αρμόδιο για την παραλαβή, γενική σήμανση και ασφαλή διακίνηση των αποστελλόμενων προς εξέταση στοιχείων, καθώς και την τήρηση του αρχείου που αφορά στις εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης.
Άρθρο 58
Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης
1. Η Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης εξετάζει, με τις διεθνώς αναγνωρισμένες βέλτιστες επιστημονικές μεθόδους, κατόπιν αιτήματος, ιδίως των διωκτικών εισαγγελικών αρχών, τα πάσης φύσης ψηφιακά πειστήρια που προέρχονται από παράνομες ενέργειες ή συμβάντα αστυνομικού ενδιαφέροντος, προκειμένου να παρασχεθεί η μέγιστη δυνατή βοήθεια για την εξιχνίαση των υπό διερεύνηση υποθέσεων.
2. Η Υποδιεύθυνση διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διαχείρισης Ψηφιακών Δεδομένων και Ελέγχου Ποιότητας,
β) Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων,
γ) Τμήμα Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Ψηφιακής Ταυτοποίησης Αρχείων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων και
δ) Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού υλικού.
3. Στο Τμήμα Διαχείρισης Ψηφιακών Δεδομένων και
Ελέγχου Ποιότητας, λειτουργούν τα ακόλουθα Γραφεία:
α) Γραφείο Διαχείρισης Πειστηρίων, το οποίο είναι αρμόδιο για την καταχώρηση και διαχείριση των πειστηρίων, σύμφωνα με τυποποιημένο πρωτόκολλο παραλαβής-παράδοσης της Υποδιεύθυνσης.
β) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την παρακολούθηση των θεμάτων και τη διοικητική υποστήριξη του προσωπικού της Υποδιεύθυνσης,
ββ) την τήρηση των ηλεκτρονικών ή φυσικών αρχείων και υπηρεσιακών βιβλίων, όπου ενεργούνται οι σχετικές καταχωρίσεις, για την αποτελεσματικότερη οργάνωση των αρμοδιοτήτων της Υποδιεύθυνσης, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης,
βγ) την καταγραφή, χρέωση και αποχρέωση του κατεχόμενου ειδικού υπηρεσιακού υλικού και του εν γένει εξοπλισμού της Υποδιεύθυνσης και
βδ) κάθε άλλη ειδική εργασία, συναφή με την αρμοδιότητα της Υποδιεύθυνσης.
γ) Γραφείο Ελέγχου Ποιότητας και Διασφάλισης Δεδομένων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) τη διασφάλιση της ποιότητας των παραγόμενων εκθέσεων εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, καθώς και της εν γένει λειτουργίας της Υποδιεύθυνσης, ιδίως μέσω ελέγχου τήρησης των προβλεπόμενων κάθε φορά διαδικασιών,
γβ) την ανάπτυξη διαδικασιών βελτίωσης της λειτουργίας της Υποδιεύθυνσης και αναβάθμισης της ποιότητας του παραγόμενου υπηρεσιακού έργου και
γγ) τη διασφάλιση της ακεραιότητας των δεδομένων των πειστηρίων και τη δημιουργία εγκληματολογικών αντιγράφων, όπου αυτό είναι δυνατό και απαιτείται, ανάλογα με το είδος και τη φύση των πειστηρίων.
4. Το Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων είναι αρμόδιο για τη διενέργεια εξετάσεων επί ψηφιακών πειστηρίων, ακολουθώντας διεθνώς αναγνωρισμένες βέλτιστες πρακτικές, ώστε να διασφαλίζονται η ιχνηλασιμότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων, όπου αυτό είναι τεχνολογικά εφικτό. Στο Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια:
α) Εργαστήριο Διερεύνησης και Ανάλυσης Ψηφιακών Πειστηρίων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διενέργεια εξετάσεων:
αα) επί δεδομένων, ευρισκομένων σε αποθηκευτικά μέσα ηλεκτρονικών υπολογιστών, τοπικών δικτύων, περιφερειακών ή άλλων ειδικών σταθερών και φορητών μέσων,
αβ) επί δεδομένων, ευρισκομένων σε απομακρυσμένους χώρους αποθήκευσης, όπως υπολογιστικό νέφος,
αγ) επί ηλεκτρονικών συσκευών ή άλλων ειδικών ηλεκτρονικών διατάξεων, οι οποίες είναι δυνατόν να αποθηκεύουν ψηφιακά δεδομένα,
αδ) αποθηκευτικών μέσων επί φορητών ηλεκτρονικών υπολογιστικών συσκευών, όπως έξυπνες κινητές συσκευές, μη επανδρωμένα ιπτάμενα οχήματα, συσκευές εντοπισμού θέσης,
αε) για διερεύνηση του τρόπου λειτουργίας λογισμικών και αυτοσχέδιων ηλεκτρονικών διατάξεων,
αστ) επί ενσωματωμένων/κατανεμημένων συσκευών και διασυνδεδεμένων συσκευών τύπου Διαδίκτυου των Πραγμάτων και
αζ) επί οχημάτων, με σκοπό την αναγνώριση, την ανάκτηση και ανάλυση των δεδομένων που βρίσκονται αποθηκευμένα τόσο σε αυτά όσο και επί ηλεκτρονικών συστημάτων που είναι πρόσφορα για εξέταση.
β) Εργαστήριο Ανάκτησης και Ανάλυσης Δεδομένων Μη Λειτουργικών Μέσων, το οποίο είναι αρμόδιο για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών για την άντληση και ανάκτηση δεδομένων από μη λειτουργικά ή κατεστραμμένα αποθηκευτικά μέσα.
5. Στο Τμήμα Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Ψηφιακής Ταυτοποίησης Αρχείων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια:
α) Εργαστήριο Διερεύνησης Υποθέσεων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων, το οποίο ενεργεί εργαστηριακές εξετάσεις επί ψηφιακών πειστηρίων σε υποθέσεις σχετικές με τη γενετήσια ελευθερία/αξιοπρέπεια ανηλίκων και συναφών εγκλημάτων.
β) Εργαστήριο Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Τιμών Κατακερματισμού Ψηφιακών Αρχείων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) τη συλλογή των τιμών κατακερματισμού των αρχείων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων των κατασχεθέντων ψηφιακών πειστήριων, τη σύγκριση αυτών με τις ήδη υπάρχουσες του εθνικού αρχείου και την προσθήκη σε αυτό, όσων δεν είναι ήδη καταχωρισμένες, με χρήση μοναδικού αλφαριθμητικού κωδικού ανά υπόθεση, ο οποίος δεν περιέχει δεδομένα που να επιτρέπουν την άμεση αναγνώριση του προσώπου στο οποίο αναφέρεται και
ββ) την αναζήτηση στο τηρούμενο αρχείο διενεργούμενων εργαστηριακών εξετάσεων βάσεων ή συλλογών δεδομένων ψηφιακών πειστηρίων, με σκοπό τη συσχέτιση και υποβοήθηση των συγκριτικών εξετάσεων.
6. Το Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού Υλικού είναι αρμόδιο για τη διενέργεια εξετάσεων επί πειστηρίων οπτικοακουστικού υλικού που αποστέλλονται προς εξέταση, κατόπιν αιτήματος διωκτικών ή έτερων δημόσιων αρχών. Στο Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού Υλικού λειτουργούν τα ακόλουθα Εργαστήρια:
α) Εργαστήριο Εξέτασης Βίντεο και Εικόνας, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) την εξέταση, την επεξεργασία πειστηρίων φωτογραφικού και βιντεοληπτικού υλικού σχετικού με εγκληματικές πράξεις ή άλλα συμβάντα προανακριτικού ή ανακριτικού ενδιαφέροντος και την εξαγωγή βελτιωμένων εικόνων προς χρήση των δημόσιων αρχών, κατόπιν ρητής υπόδειξης των επίμαχων χρονικών σημείων από τις αιτούσες δημόσιες αρχές,
αβ) τη διενέργεια συγκριτικών εξετάσεων φωτογραφιών προσώπων, ατόμων και αντικειμένων, κατόπιν ρητού ορισμού των υπό σύγκριση δεδομένων από τις αιτούσες δημόσιες αρχές,
αγ) την καταχώριση, διαγραφή, ποιοτική αξιολόγηση και βελτιστοποίηση φωτογραφιών σεσημασμένων ατόμων στο Αυτόματο Σύστημα Αναζήτησης Προσώπων που λειτουργεί στο εν λόγω Εργαστήριο,
αδ) τη διενέργεια αναζητήσεων φωτογραφιών προσώπου αγνώστων στοιχείων ταυτότητας στο Αυτόματο Σύστημα Αναζήτησης Προσώπων ή σε άλλο Σύστημα που διαχειρίζεται το Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού Υλικού.
αε) την εγκληματολογική εξέταση συσκευών καταγραφής βιντεοληπτικού υλικού, για ανάγνωση, εξαγωγή και αντιγραφή επίμαχου βιντεοληπτικού υλικού σε κατάλληλα αποθηκευτικά μέσα που προσκομίζονται,για την ανακριτική του αξιολόγηση και αξιοποίηση από την επιληφθείσα Αρχή,
αστ) τη διενέργεια ελέγχου αυθεντικότητας και ακεραιότητας βιντεοληπτικού και φωτογραφικού υλικού, κατόπιν υπόδειξης των υπό αμφισβήτηση χρονικών σημείων και των στοιχείων από την αρχή που έχει επιληφθεί της υπόθεσης,
αζ) την εξέταση από κοινού με το Εργαστήριο Εξέτασης Φωνής και Ήχου της περ. β), βιντεοληπτικού υλικού, το οποίο περιέχει ήχο, σε ό,τι αφορά στον έλεγχο αυθεντικότητας και ακεραιότητας,
αη) την ψηφιοποίηση αναλογικών μέσων βίντεο και
αθ) την εφαρμογή των οριζομένων στον Κανονισμό (ΕΕ) 2024/982.
β) Εργαστήριο Εξέτασης Φωνής και Ήχου, το οποίοείναι αρμόδιο για:
βα) την αξιολόγηση και σύγκριση φωνών ατόμων, όπως έχουν προκύψει κατόπιν νόμιμων ηχογραφήσεων, με σκοπό τον προσδιορισμό του ομιλούντος,
ββ) τις ειδικές απομαγνητοφωνήσεις ηχογραφήσεων, όταν υπάρχει αμφισβήτηση της αρχικώς αποδοθείσης απομαγνητοφώνησης που έχει διενεργηθεί ως ανακριτική πράξη και κατόπιν ρητής υπόδειξης των επίμαχων χρονικών ή λεκτικών σημείων,
βγ) τη διενέργεια βελτιώσεων ή αποθορυβοποιήσεων ηχογραφήσεων, με σκοπό την κατανόηση των διαλαμβανομένων, εντός αυτών, ηχογραφημένων συνομιλιών ή άλλων ήχων,
βδ) τη διενέργεια εξετάσεων ηχογραφήσεων προς διαπίστωση αλλοίωσης, επέμβασης, συρραφής ή ασυμβατότητας ηχητικού περιεχομένου, κατόπιν ρητής υπόδειξης των επίμαχων χρονικών και λεκτικών σημείων που αμφισβητούνται,
βε) τη μετατροπή ηχητικών πειστηρίων από αναλογική σε ψηφιακή μορφή,
βστ) τον έλεγχο της λειτουργικότητας κατασχεθέντων μέσων ηχογράφησης, καθώς και τη διενέργεια εξετάσεων περί συμβατότητας ηχητικού πειστηρίου με συγκεκριμένο μέσο εγγραφής που προσκομίζεται προς εξέταση,
βζ) την εξέταση βιντεοληπτικού υλικού, το οποίο περιέχει ήχο, σε ό,τι αφορά στον έλεγχο αυθεντικότητας και ακεραιότητας.
γ) Γραφείο Επίδειξης Φωτογραφιών Σεσημασμένων Ατόμων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) την αξιολόγηση φακέλων των σεσημασμένων ατόμων και την παρακολούθηση της δραστηριότητάς τους, προκειμένου να κατηγοριοποιηθούν ανάλογα με το είδος των εγκλημάτων, τη μέθοδο διάπραξης αυτών και τα σωματικά χαρακτηριστικά ή άλλα ιδιαίτερα γνωρίσματά τους. Το εν λόγω Εργαστήριο ακολούθως προβαίνει:
i) στην καταχώριση της φωτογραφίας των σεσημασμένων ατόμων, καθώς και των στοιχείων τους, όπως αυτά έχουν προκύψει από την αξιολόγηση του προηγούμενου εδαφίου, στο Σύστημα Επίδειξης Φωτογραφιών Σεσημασμένων Ατόμων, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται από τις κείμενες διατάξεις,
ii) στην επικαιροποίηση των ήδη καταχωρισμένων στοιχείων ή της φωτογραφίας, σε περίπτωση μεταβολής τους, στο εν λόγω σύστημα,
iii) στη διαγραφή των στοιχείων και της φωτογραφίας των σεσημασμένων ατόμων, από το εν λόγω σύστημα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 31 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109) καθώς και, σε περίπτωση παύσης της δραστηριότητάς τους, την τελευταία εικοσιπενταετία,
γβ) τη διαχείριση του Συστήματος Επίδειξης Φωτογραφιών Σεσημασμένων Ατόμων,
γγ) την επίδειξη φωτογραφιών των κατ’ επάγγελμα σεσημασμένων ατόμων, καθώς και αυτών που δρουν με ιδιαίτερο τρόπο δράσης ή φέρουν ιδιαίτερα σωματικά χαρακτηριστικά, με τη συνδρομή του Συστήματος Επίδειξης Φωτογραφιών Σεσημασμένων Ατόμων, σε παθόντες μάρτυρες εγκληματικών ενεργειών, με σκοπό την αναγνώριση αγνώστων δραστών, κατόπιν αιτήματος προανακριτικών ή άλλων διωκτικών αρχών,
γδ) τη γνωστοποίηση εγγράφως στην επιληφθείσα προανακριτική ή άλλη διωκτική αρχή, του αποτελέσματος της επίδειξης ή της μη προσέλευσης προς επίδειξη των παθόντων μαρτύρων εγκληματικών ενεργειών,
γε) την τήρηση ειδικού αρχείου ανεξιχνίαστων εγκλημάτων ως προς τη μέθοδο διάπραξης αυτών, με βάση στοιχεία που προκύπτουν από εξέταση οπτικού υλικού από το Εργαστήριο Εξέτασης Βίντεο και Εικόνας και περιέρχονται από προανακριτικές ή άλλες διωκτικές αρχές και
γστ) την αναζήτηση και την παροχή πληροφοριών, κατόπιν αιτήματος προανακριτικών ή άλλων διωκτικών αρχών, προς υποβοήθηση του έργου τους, για σεσημασμένα άτομα, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο τρόπο δράσης ή φέρουν συγκεκριμένα σωματικά χαρακτηριστικά ή ιδιαίτερα γνωρίσματα.
7. Η Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης μεριμνά για την εξειδίκευση του προσωπικού των τμημάτων της στην εφαρμογή διεθνώς παραδεκτών επιστημονικών και τεχνικών μεθόδων εξέτασης ψηφιακών πειστηρίων και εισηγείται την απονομή:
α) της ειδικότητας Πραγματογνώμονα Εξεταστή Ψηφιακών Πειστηρίων. Τα κριτήρια απονομής της εν λόγω ειδικότητας ορίζονται ως εξής: Αστυνομικό προσωπικό γενικών ή ειδικών καθηκόντων, το οποίο έχει εκπαιδευτεί επιτυχώς σε θέματα ψηφιακής εγκληματολογίας και έχει ασκηθεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη στο αντικείμενο ευδοκίμως και γνωρίζει μία (1) τουλάχιστον από τις κύριες ευρωπαϊκές ξένες γλώσσες. Σε περίπτωση κατοχής προπτυχιακού τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή μεταπτυχιακού τίτλου με αντικείμενο σπουδών συναφές με την ειδικότητα, ή διεθνούς πιστοποίησης με συναφές αντικείμενο, το ελάχιστο χρονικό διάστημα των δύο (2) ετών δύναται να μειωθεί έως και ένα (1) έτος.
β) της ειδικότητας του Εμπειρογνώμονα Εξεταστή Πειστηρίων Βίντεο και Εικόνας, του Εμπειρογνώμονα Εξεταστή Πειστηρίων Φωνής και Ήχου και του Βοηθού Εξεταστή Πειστηρίων Βίντεο και Εικόνας. Τα κριτήρια απονομής των ειδικοτήτων ορίζονται ως εξής:
βα) Εμπειρογνώμονας Εξεταστής Πειστηρίων Βίντεο και Εικόνας: Αστυνομικό προσωπικό γενικών ή ειδικών καθηκόντων, το οποίο κατέχει τουλάχιστον καλή γνώση μιας (1) τουλάχιστον κύριας ευρωπαϊκής ξένης γλώσσας, έχει εκπαιδευθεί κατάλληλα και έχει ασκηθεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη ευδοκίμως στο αντικείμενο του Εργαστηρίου Εξέτασης Βίντεο και Εικόνας. Σε περίπτωση κατοχής προπτυχιακού τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή μεταπτυχιακού τίτλου με αντικείμενο σπουδών συναφές με την ειδικότητα, ή διεθνούς πιστοποίησης στο συναφές αντικείμενο, το ελάχιστο χρονικό διάστημα των δύο (2) ετών δύναται να μειωθεί έως και ένα (1) έτος.
ββ) Εμπειρογνώμονας Εξεταστής Πειστηρίων Φωνής και Ήχου: Αστυνομικό προσωπικό γενικών ή ειδικών καθηκόντων, το οποίο κατέχει τουλάχιστον καλή γνώση μιας (1) τουλάχιστον κύριας ευρωπαϊκής ξένης γλώσσας, έχει εκπαιδευθεί κατάλληλα και έχει ασκηθεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη ευδοκίμως στο αντικείμενο του Εργαστηρίου Εξέτασης Φωνής και Ήχου. Σε περίπτωση κατοχής προπτυχιακού τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή μεταπτυχιακού τίτλου με αντικείμενο σπουδών συναφές με την ειδικότητα, ή διεθνούς πιστοποίησης στο συναφές αντικείμενο, το ελάχιστο χρονικό διάστημα των δύο (2) ετών δύναται να μειωθεί έως και ένα (1) έτος.
βγ) Βοηθός Εξεταστή Πειστηρίων Βίντεο και Εικόνας: Αστυνομικό προσωπικό γενικών ή ειδικών καθηκόντων, το οποίο κατέχει τουλάχιστον καλή γνώση μιας (1) τουλάχιστον κύριας ευρωπαϊκής ξένης γλώσσας, έχει εκπαιδευθεί κατάλληλα και έχει ασκηθεί τουλάχιστον για δύο (2) έτη ευδοκίμως στο αντικείμενο του Γραφείου Εξαγωγής Βελτιωμένων Στιγμιοτύπων.
Οι υπηρετούντες στην Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης, εφόσον τους έχει απονεμηθεί σχετική ειδικότητα, συντάσσουν εκθέσεις εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης και τα ευρήματα αυτών δύναται να αποθηκεύονται σε επισυναπτόμενο μέσο.
8. Οι αρμοδιότητες των ως άνω τμημάτων της Υποδιεύθυνσης δεν είναι περιοριστικές ως προς τους υπηρετούντες, στους οποίους, εφόσον κατέχουν την απαραίτητη ειδικότητα, δύναται κατ’ εντολή του προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης να ανατίθενται προς διεκπεραίωση αρμοδιότητες έτερου τμήματος αυτής.
9. Ως προς ειδικά θέματα της Υποδιεύθυνσης ορίζονται τα ακόλουθα:
α) Σε περίπτωση κατά την οποία αποστέλλονται πειστήρια, χωρίς να διατυπώνονται συγκεκριμένα τεχνικής φύσης ερωτήματα, τότε εξάγονται, ενδεικτικά προς αξιολόγηση, δεδομένα τα οποία εντοπίστηκαν ως σχετικά, από αυτοματοποιημένο Σύστημα, πλην των υποθέσεων αρμοδιότητας του Τμήματος Οπτικοακουστικού Υλικού.
β) Σε περίπτωση μεγάλου όγκου δεδομένων, προσκομίζονται από την αιτούσα αρχή και καθ’ υπόδειξη της Υποδιεύθυνσης αντίστοιχης χωρητικότητας και τεχνολογίας αποθηκευτικά μέσα. Σε αντίθετη περίπτωση, η έκθεση αποστέλλεται, χωρίς επισυναπτόμενο ψηφιακό μέσο.
γ) Η Υποδιεύθυνση συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές για τη διασφάλιση της ορθής κατάσχεσης, διαχείρισης και ταχύτερης αποστολής των προς εξέταση πειστηρίων, παρέχοντας σε αυτές οδηγίες ασφαλούς συλλογής, μεταφοράς και φύλαξης.
δ) Σε εξαιρετικά σοβαρές περιπτώσεις και κατόπιν έγκρισης σχετικού αιτήματος συνδρομής εκ μέρους του προϊσταμένου της Δ.Ε.Ε., η Υποδιεύθυνση δύναται να παρέχει τεχνική υποστήριξη, με την αποστολή εξειδικευμένου κλιμακίου, στον τόπο τέλεσης εγκληματικής πράξης ή σοβαρού συμβάντος αστυνομικού ενδιαφέροντος. Η εν λόγω συνδρομή έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό χαρακτήρα ως προς τους ενεργούντες την έρευνα, αναζήτηση και περισυλλογή των, κατά περίπτωση, ψηφιακών πειστηρίων, χωρίς δυνατότητα από πλευράς των ψηφιακών ερευνητών άσκησης προανακριτικών καθηκόντων.
10.Α. Στην Υποδιεύθυνση Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης συστήνεται και λειτουργεί Κέντρο Αριστείας Ψηφιακής Εγκληματολογίας και Αντιμετώπισης Κυβερνοεγκλήματος, το οποίο είναι αρμόδιο για:
α) την έρευνα, ανάπτυξη και εκπαίδευση για την προαγωγή της αριστείας σε θέματα ψηφιακής εγκληματολογίας και κυβερνοεγκλήματος, με θεματικές, όπως την κρυπτογραφία, την ανάλυση κακόβουλου λογισμικού, την ανάλυση έξυπνων συσκευών και την τεχνητή νοημοσύνη,
β) την ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών, μεθοδολογιών και τεχνολογικών εργαλείων για την ψηφιακή εγκληματολογία, με έκδοση οδηγιών εργασίας, θεματικών εκθέσεων και επιστημονικών δημοσιεύσεων,
γ) τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, ερευνητικά κέντρα, πανεπιστημιακά ιδρύματα, Οργανισμούς Προτύπων Ποιότητας και αντίστοιχα κέντρα αριστείας, για την ανταλλαγή γνώσεων, την ανάπτυξη κοινών ερευνητικών και εκπαιδευτικών δράσεων, τη δημιουργία και ενημέρωση τυποποιημένων διαδικασιών, εργαλείων/λογισμικών και την πρόσβαση σε προηγμένες τεχνολογίες,
δ) την παροχή τεχνογνωσίας και υποστήριξης σε δημόσιους φορείς που δραστηριοποιούνται σε θέματα που αφορούν στην ψηφιακή εγκληματολογία και το κυβερνοέγκλημα,
ε) τον σχεδιασμό, τη δημιουργία και τη διενέργεια ασκήσεων προσομοίωσης με άλλα κέντρα τόσο στην εκπαιδευτική κοινότητα όσο και σε φορείς και αρχές, σχετικά με την αντιμετώπιση περιστατικών κυβερνοεγκλήματος, για την εκπαίδευση και αξιολόγηση εξειδικευμένου προσωπικού, την ανάδειξη άριστων μελλοντικών ερευνητών και πρακτικών, τον καθορισμό αναγκαιότητας βελτιώσεων και την εκτίμηση τρωτότητας,
στ) την προαγωγή της ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινότητας σε θέματα ψηφιακής εγκληματολογίας και κυβερνοεγκλήματος, με τη διεξαγωγή σεμιναρίων, εκπαιδεύσεων και ενημερώσεων, καθώς και την παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού,
ζ) τη συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα, με την κατάρτιση ολοκληρωμένων προτάσεων χρηματοδότησης που αφορούν στην ψηφιακή εγκληματολογία και το κυβερνοέγκλημα. Ειδικά για τη συμμετοχή σε προτάσεις χρηματοδότησης με αντικείμενο την κυβερνοασφάλεια, απαιτείται η προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Εθνικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας,
η) την εκπαίδευση, παρακολούθηση της επίδοσης και τη διεξαγωγή εξετάσεων των εκπαιδευόμενων εξεταστών ψηφιακών πειστηρίων της Υποδιεύθυνσης, για την απονομή της πιστοποίησης/ειδικότητας «Πραγματογνώμονας Εξεταστής Ψηφιακών Πειστηρίων» και λοιπών ειδικοτήτων της Υποδιεύθυνσης.
Β. Το Κέντρο Αριστείας συντονίζεται από Επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, κατόπιν εισήγησης του προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης και αποτελείται από στελέχη αυτής. Η εν λόγω Επιτροπή έχει ως αντικείμενο την κατάρτιση προτάσεων ανάπτυξης, οργάνωσης και λειτουργίας του Κέντρου Αριστείας, τη χάραξη στρατηγικής και τη διαμόρφωση των ερευνητικών προτεραιοτήτων. Η Επιτροπή αξιολογεί την πρόοδο των εργασιών ως προς τους στόχους του Κέντρου και αναφέρει απευθείας στον προϊστάμενο της Δ.Ε.Ε..
Γ. Το έργο της Επιτροπής δύναται να επικουρείται από αναγνωρισμένα στελέχη της επιστημονικής κοινότητας αντίστοιχων επιστημονικών πεδίων, καθώς και εκπροσώπους των δικαστικών αρχών. Η Επιτροπή έχει αποκλειστικά συμβουλευτικό χαρακτήρα.
Δ. Για την υλοποίηση των ειδικότερων στόχων και δράσεων του Κέντρου δύναται να συστήνονται επιμέρους ομάδες εργασίας που συγκροτούνται από στελέχη βάσει της εξειδίκευσης, ειδικότητας, τεχνογνωσίας και εμπειρίας τους.
Άρθρο 59
Υποδιεύθυνση Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου
1. Η Υποδιεύθυνση Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου (Υ.Δ.Κ.Σ.Α.) διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης,
β) Τμήμα Δακτυλοσκοπίας,
γ) Τμήμα Καταδιωκτικών Συνοδειών και
δ) Τμήμα Αρχείου.
2. Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης λειτουργούν:
α) Γραφείο Γραμματειακής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για: αα) τη διεξαγωγή της αλληλογραφίας της Υποδιεύθυνσης και τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, αβ) την τήρηση των υπηρεσιακών βιβλίων και των στατιστικών στοιχείων της Υποδιεύθυνσης και αγ) τη συντήρηση, διαφύλαξη και λειτουργία του υλικοτεχνικού εξοπλισμού και τα θέματα δαπανών της Υποδιεύθυνσης.
β) Γραφείο Διασφάλισης Ποιότητας, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διενέργεια των πράξεων που προβλέπονται για τη διαπίστευση των εφαρμοζόμενων μεθόδων και τεχνικών που χρησιμοποιεί η Υποδιεύθυνση, καθώς και την πιστοποίηση των διαδικασιών της.
3. Στο Τμήμα Δακτυλοσκοπίας λειτουργούν: α) Γραφείο Εξέτασης Αποτυπωμάτων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τη διαπίστωση και βεβαίωση της ταυτότητας παντός ατόμου, ζώντος ή θανόντος, με βάση τα αποτυπώματα των χεριών του, με τη συνδρομή του Αυτόματου Συστήματος Αναγνώρισης Δακτυλικών και Παλαμικών Αποτυπωμάτων ή άλλου σύγχρονου τεχνικοεπιστημονικού μέσου,
αβ) τη διεκπεραίωση αιτημάτων δακτυλοσκόπησης, σύμφωνα με την περ. θ) της παρ. 1 του άρθρου 27 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109) και
αγ) τη διεκπεραίωση αιτημάτων των αρμοδίων αρχών και υπηρεσιών σχετικά με τη σύγκριση και αντιπαραβολή δακτυλικών-παλαμικών αποτυπωμάτων, προκειμένου, με την επιστημονική και τεχνική αξιοποίηση αυτών, να παρασχεθεί η μέγιστη δυνατή βοήθεια, για τη διεκπεραίωση των υπό διερεύνηση υποθέσεών τους.
β) Γραφείο Λήψης Δακτυλικών και Παλαμικών Αποτυπωμάτων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη δακτυλοσκόπηση των προσαγόμενων ατόμων, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 342/1977.
γ) Γραφείο EURODAC, το οποίο είναι αρμόδιο για: γα) τη διαδικασία αντιπαραβολής και διαβίβασης δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου (Αρχή Ελέγχου) και γβ) την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων που αποστέλλονται από το κεντρικό Σύστημα EURODAC.
δ) Γραφείο Prϋm, το οποίο είναι αρμόδιο για την εφαρμογή των οριζομένων στα άρθρα 8 έως και 11 της υπό στοιχεία 2008/615/ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος και τα Κεφάλαια 2 και 4 της υπό στοιχεία 2008/616/ ΔΕΥ Απόφασης του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (Αποφάσεις Prϋm, L 210), καθώς και του Κανονισμού (ΕΕ) 2024/982 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με την αυτοματοποιημένη αναζήτηση και ανταλλαγή δεδομένων για την αστυνομική συνεργασία, και για την τροποποίηση των Αποφάσεων 2008/615/ΔΕΥ και 2008/616/ΔΕΥ του Συμβουλίου και των Κανονισμών (ΕΕ) 2018/1726, (ΕΕ) 2019/817 και (ΕΕ) 2019/818 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κανονισμός Prüm II, L 982).
4. Στο Τμήμα Καταδιωκτικών Συνοδειών λειτουργούν:
α) Γραφείο Καταδιωκτικών, το οποίο είναι αρμόδιο για: αα) τη διαχείριση των Δελτίων Εγκληματολογικών Αναζητήσεων σε ηλεκτρονική μορφή,
αβ) τη διεκπεραίωση των αιτημάτων των αρμόδιων υπηρεσιών σχετικά με το εγκληματικό παρελθόν των αιτούντων Διεθνούς Προστασίας, των δικαιούχων Διεθνούς Προστασίας που αιτούνται ανανέωση Άδειας Διαμονής Ενιαίου Τύπου ή Ταξιδιωτικών Εγγράφων (TDV), καθώς και των πληροφοριών στο πλαίσιο του Κανονισμού (ΕΕ) 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης.6.2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (L 180) και
αγ) την παροχή πληροφοριών στις αρμόδιες υπηρεσίες για το εγκληματικό παρελθόν των ατόμων που αιτούνται τη χορήγηση Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς, Άδειας Διαμονής Ενιαίου Τύπου ή κτήση της ελληνικής ιθαγένειας με πολιτογράφηση.
β) Γραφείο Συνοδειών, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διεκπεραίωση της εγκληματολογικής σήμανσης των υπό συνοδεία ατόμων, από τις επιχειρησιακές Υπηρεσίες της Αττικής ή άλλες αρχές/υπηρεσίες, μετά συνοδευτικών εγγράφων, πριν από τη μεταγωγή τους στην Εισαγγελία.
γ) Γραφείο Ενημέρωσης Εγκληματικού Παρελθόντος, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) τη διαχείριση του Ηλεκτρονικού Ονομαστικού Ευρετηρίου των σεσημασμένων και καταχωρημένων ατόμων του Αρχείου Εγκληματολογικών Υπηρεσιών,
γβ) την κατάρτιση και ενημέρωση των ατομικών φακέλων του Αρχείου Εγκληματολογικών Υπηρεσιών και
γγ) τη διαχείριση των Ατομικών Δελτίων Εγκληματικότητας του Αρχείου Εγκληματολογικών Υπηρεσιών σε ηλεκτρονική μορφή.
5. Στο Τμήμα Αρχείου λειτουργούν:
α) Γραφείο Αρχείου, το οποίο είναι αρμόδιο για: αα) την τήρηση και παρακολούθηση της εν γένει διακίνησης των ατομικών φακέλων των σεσημασμένων και καταχωρημένων ατόμων του Αρχείου Εγκληματολογικών Υπηρεσιών (Κοινό και Ειδικό Αρχείο) και
αβ) την καταστροφή των στοιχείων σήμανσης, στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται το άρθρο 31 του π.δ. 342/1977, με την επισήμανση στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του ιδίου άρθρου, της συμπλήρωσης του ογδοηκοστού έτους της ηλικίας του σημανθέντος.
β) Γραφείο Εγκληματικού Παρελθόντος, το οποίο είναι αρμόδιο για τη χορήγηση αντιγράφων ή την ανακοίνωση στοιχείων σήμανσης, στις περιπτώσεις που εφαρμόζονται τα άρθρα 32 ή 33 του π.δ. 342/1977.
γ) Γραφείο Ψηφιοποίησης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) την ψηφιοποίηση, μέσω σάρωσης, των ατομικών φακέλων του Αρχείου Εγκληματολογικών Υπηρεσιών και της αλληλογραφίας αυτών και
γβ) την ανάρτηση των ψηφιοποιημένων εγγράφων στο Ηλεκτρονικό Αρχείο Εγκληματολογικών Υπηρεσιών.
6. Η Υ.Δ.Κ.Σ.Α. εισηγείται την απονομή των ειδικοτήτων του «Δακτυλοσκόπου» και του «Πραγματογνώμονα Δακτυλοσκόπου», όπως ορίζονται στα άρθρα 111 και 112 του π.δ. 342/1977.
Άρθρο 60
Γενικές ρυθμίσεις για τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών
1. Προϊστάμενος των Υποδιευθύνσεων της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών τοποθετείται Αστυνομικός Διευθυντής ή Αστυνομικός Υποδιευθυντής γενικών ή ειδικών καθηκόντων, με καλή γνώση μιας τουλάχιστον κύριας ευρωπαϊκής ξένης γλώσσας, σύμφωνα με το άρθρο 10 του π.δ. 85/2022 (Α’ 232). Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνεται από τον ανώτερο κατά βαθμό ή, σε περίπτωση ομοιοβάθμων, τον αρχαιότερο αξιωματικό της Υποδιεύθυνσης.
2. Στην έδρα της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, λειτουργεί Λέσχη, η οποία μεριμνά για τη λειτουργία κυλικείου και άλλων παραρτημάτων στη Δ.Ε.Ε., των οποίων η λειτουργία και οι αρμοδιότητες προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις.
3.α) Με έδρα τη Θεσσαλονίκη λειτουργεί Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδας (Υ.Ε.Ε.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Η αποστολή και οι αρμοδιότητες της Υ.Ε.Ε.Β.Ε. καθορίζονται στο άρθρο 4 του π.δ. 342/1977 (Α’ 109). Η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται στην περιοχή του Τομέα Βορείου Ελλάδας, σύμφωνα με την περ. α) της παρ. 7 του άρθρου 7.
β) Η Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδας (Υ.Ε.Ε.Β.Ε.) διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
βα) Τμήμα Εσωτερικών Λειτουργιών,
ββ) Τμήμα Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων,
βγ) Τμήμα Εργαστηρίων,
βδ) Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων,
βε) Τμήμα Δακτυλοσκοπίας,
βστ) Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού Υλικού και βζ) Τμήμα Καταδιωκτικών-Συνοδειών και Αρχείου.
γ) Το Τμήμα Εσωτερικών Λειτουργιών έχει αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές της Υποδιεύθυνσης Εσωτερικών Λειτουργιών της Δ.Ε.Ε..
δ) Το Τμήμα Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων έχει αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές της Υποδιεύθυνσης Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων της Δ.Ε.Ε., πλην των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Εγκληματολογικής Φωτογραφίας.
ε) Το Τμήμα Εργαστηρίων έχει τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και Ιχνών Εργαλείων και των Εργαστηρίων Δικαστικής Γραφολογίας και Πλαστότητας Εντύπων και Αξιών της Υποδιεύθυνσης Εργαστηρίων και του Τμήματος Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων και Διαχείρισης Εθνικής Βάσης Ψηφιακής Ταυτοποίησης Αρχείων Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων της Υποδιεύθυνσης Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης της Δ.Ε.Ε..
στ) Το Τμήμα Χημικών και Φυσικών Εξετάσεων έχει τις αρμοδιότητες του ομώνυμου Τμήματος της Υποδιεύθυνσης Εργαστηρίων της Δ.Ε.Ε..
ζ) Το Τμήμα Δακτυλοσκοπίας έχει τις αρμοδιότητες του ομώνυμου Τμήματος της Υποδιεύθυνσης Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου της Δ.Ε.Ε..
η) Το Τμήμα Εξέτασης Οπτικοακουστικού Υλικού έχει τις αρμοδιότητες του ομώνυμου Τμήματος της Υποδιεύθυνσης Ψηφιακής Εγκληματολογικής Έρευνας και Ανάλυσης της Δ.Ε.Ε., καθώς και του Τμήματος Εγκληματολογικής Φωτογραφίας της Υποδιεύθυνσης Διερεύνησης Εγκλημάτων και Εξέτασης Αποτυπωμάτων της Δ.Ε.Ε..
θ) Το Τμήμα Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου έχει τις αρμοδιότητες των Τμημάτων Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου της Υποδιεύθυνσης Δακτυλοσκοπίας, Καταδιωκτικών Συνοδειών και Αρχείου της Δ.Ε.Ε..
4. Στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών υπάγονται ως προς την ειδική τους αποστολή, την εκπαίδευση και τον υλικοτεχνικό τους εξοπλισμό:
α) Τα Τμήματα Εγκληματολογικών Ερευνών (Τ.Ε.Ε.), τα οποία λειτουργούν στα Επιτελεία των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, με εξαίρεση τη Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας. Τα Τ.Ε.Ε. ασκούν τις αρμοδιότητες που ορίζονται στις περ. α), ε) και ζ) της παρ. 1 του άρθρου 6 και στις περ. α) και δ) της παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 342/1977 στην τοπική αρμοδιότητα των Διευθύνσεων Αστυνομίας όπου εδρεύουν οι οικείες Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις και επιπλέον:
αα) εποπτεύουν, συντονίζουν και υποστηρίζουν το έργο όλων των Γραφείων Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.), που λειτουργούν στις περιοχές τοπικής αρμοδιότητας των οικείων Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων,
αβ) μεριμνούν για την καλή λειτουργία και συντήρηση του υλικοτεχνικού εξοπλισμού που τους διατίθεται από την κεντρική υπηρεσία, για την άντληση και διαβίβαση στοιχείων εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, καθώς και για την εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού τους, καθώς και του προσωπικού των Γ.Ε.Ε., τα οποία εποπτεύουν,
αγ) συνεργάζονται με τις επιληφθείσες υπηρεσίες, κατόπιν έγκρισης σε ιδιάζουσες περιπτώσεις από τη Δ.Ε.Ε./ Υ.Ε.Ε.Β.Ε., για τη διασφάλιση της κατάσχεσης, ορθής διαχείρισης και ταχύτερης αποστολής των προς εξέταση πειστηρίων, παρέχοντας σε αυτές οδηγίες ασφαλούς συλλογής, μεταφοράς και φύλαξης, ενώ σε εξαιρετικά κρίσιμες περιπτώσεις παρέχουν τεχνική συνδρομή στην κατάσχεση δια της αποστολής εξειδικευμένου προσωπικού,
αδ) ασκούν τις αρμοδιότητες που περιγράφονται στις υποπερ. γα), γγ), γδ) και γστ) της περ. γ) της παρ. 6 του άρθρου 58, στην περ. α) της παρ. 3, στις υποπερ. αγ), γα), γβ) και γγ) της παρ. 4 και στην παρ. 5 του άρθρου 59.
β) Τα Γραφεία Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.) τα οποία λειτουργούν στα Επιτελεία των Διευθύνσεων Αστυνομίας των ΓΕ.Π.Α.Δ., καθώς και σε υπηρεσίες εκτός της έδρας των Διευθύνσεων Αστυνομίας, εφόσον εκεί υπάρχει έδρα Πρωτοδικείου, καλύπτουν ολόκληρη την περιοχή τοπικής αρμοδιότητας του οικείου Πρωτοδικείου και δύναται να εξυπηρετούν και όμορες περιοχές άλλων Πρωτοδικείων εφόσον οι χιλιομετρικές αποστάσεις το επιβάλλουν. Τα Γ.Ε.Ε. ασκούν τις ίδιες αρμοδιότητες με τα Τ.Ε.Ε. και λειτουργούν σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ. 209/1993 (Α’ 77), το άρθρο 38 του π.δ. 161/1988 (Α’ 74), το άρθρο 6 του π.δ. 342/1977 και την παρ. 10 του άρθρου 7 του π.δ. 198/1992 (Α’ 92).
γ) Τα Συνεργεία Σήμανσης (Σ.Σ.) άλλων αρχών, που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9 του π.δ. 342/1977.
5. Τα Γ.Ε.Ε. που λειτουργούν στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κεντρικής Μακεδονίας εποπτεύονται και συντονίζονται από την Υ.Ε.Ε.Β.Ε., η οποία ασκεί ως προς αυτά τις αρμοδιότητες των υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) της παρ. 4.
6. Τα Τ.Ε.Ε., τα Γ.Ε.Ε. και τα Σ.Σ. που λειτουργούν στις περιφέρειες των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας, Ηπείρου και Βορείου Αιγαίου υπάγονται, ως προς την ειδική τους αποστολή και την εκπαίδευση του προσωπικού τους, στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, διαμέσου της Υ.Ε.Ε.Β.Ε..
7. Προϊστάμενοι των Τ.Ε.Ε. και των Γ.Ε.Ε. τοποθετούνται κατώτεροι αξιωματικοί, καθώς και έχοντες αρμοδιότητα προανάκρισης ανθυπαστυνόμοι ή αρχιφύλακες, εκπαιδευμένοι σε θέματα εγκληματολογικής επιστήμης.
8.α) Στις Υποδιευθύνσεις της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών και τις περιφερειακές της υπηρεσίες υπηρετούν:
αα) αξιωματικοί, ανθυπαστυνόμοι, αρχιφύλακες, υπαρχιφύλακες και αστυφύλακες γενικών καθηκόντων, κατά προτίμηση πτυχιούχοι Ανωτάτων Σχολών, με ειδικές γνώσεις ή εμπειρία εγκληματολογικής επιστήμης, γνώστες σε καλό βαθμό μιας τουλάχιστον από τις κύριες ξένες ευρωπαϊκές γλώσσες και χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών,
αβ) αξιωματικοί, ανθυπαστυνόμοι και αρχιφύλακες ειδικών καθηκόντων, πτυχιούχοι Ανωτάτων Σχολών ή Σχολών Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης, ειδικότητας αντίστοιχης με την αποστολή και αρμοδιότητα του συγκεκριμένου Τμήματος ή Εργαστηρίου, γνώστες σε καλό βαθμό μιας τουλάχιστον από τις κύριες ξένες ευρωπαϊκές γλώσσες και χρήστες ηλεκτρονικών υπολογιστών.
β) Το προσωπικό της περ. α), για τις εξετάσεις που διενεργεί στα αντίστοιχα Τμήματα και Εργαστήρια, συντάσσει εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, σύμφωνα με τα ειδικότερα ισχύοντα για κάθε Τμήμα ή Εργαστήριο.
9.α) Ο προϊστάμενος της Δ.Ε.Ε. συντάσσει την έκθεση αξιολόγησης του Υποδιευθυντή της Δ.Ε.Ε. και του Διευθυντή της Υ.Ε.Ε.Β.Ε. και γνωματεύει σε εκείνες που συντάσσουν αυτοί.
β) Ο Υποδιευθυντής της Δ.Ε.Ε. συντάσσει τις εκθέσεις αξιολόγησης των προϊσταμένων των Υποδιευθύνσεων της Δ.Ε.Ε. και γνωματεύει σε εκείνες που συντάσσουν αυτοί.
γ) Ο Διευθυντής της Υ.Ε.Ε.Β.Ε. και οι προϊστάμενοι των Υποδιευθύνσεων της Δ.Ε.Ε. συντάσσουν τις εκθέσεις αξιολόγησης των προϊσταμένων των Τμημάτων των οικείων Υποδιευθύνσεων και γνωματεύουν σε εκείνες που συντάσσουν αυτοί.
δ) Οι προϊστάμενοι των Τμημάτων της Δ.Ε.Ε., της Υ.Ε.Ε.Β.Ε. και των Υποδιευθύνσεων της Δ.Ε.Ε., συντάσσουν τις εκθέσεις αξιολόγησης του προσωπικού του Τμήματός τους.
ε) Οι εκθέσεις αξιολόγησης των υπηρετούντων στα Τ.Ε.Ε. και Γ.Ε.Ε. συντάσσονται από τους αξιωματικούς των υπηρεσιών στις οποίες ανήκουν διοικητικά, που είναι αρμόδιοι για τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης του λοιπού προσωπικού που υπηρετεί μόνιμα σε αυτές.
Άρθρο 61
Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων
1. Η Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων (Δ.Ε.Α.Δ.) έχει ως αποστολή τον συντονισμό και την υποστήριξη των υπηρεσιών αρμοδιότητάς της, για την αποτελεσματική και απρόσκοπτη εκτέλεση του έργου τους και τη συνδρομή τους σε λοιπές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Δ.Ε.Α.Δ. διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της Δ.Ε.Α.Δ., σε συνεργασία με τις αρμόδιες διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τη διακίνηση της αλληλογραφίας, τη διαχείριση θεμάτων χρηματικού, υλικού και τεχνικών μέσων, σε συνεργασία με τις υφιστάμενες υπηρεσίες της,
αβ) την κατάρτιση και υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών της Δ.Ε.Α.Δ. και της Υποδιεύθυνσης Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων Βορείου Ελλάδας (Υ.Ε.Α.Δ.Β.Ε.), σε συνεργασία με την Αστυνομική Ακαδημία και τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αγ) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών της υπηρεσίας σε ανθρώπινο δυναμικό, αστυνομικούς σκύλους, μεταφορικά μέσα και γενικά σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό, βάσει των σχετικών εισηγήσεων ή αιτημάτων των Υποδιευθύνσεων αυτής, κατά λόγο αρμοδιότητας, και τη μέριμνα για την προμήθεια και κατανομή τους σε αυτές, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αδ) την τοποθέτηση συνοδών χειριστών αστυνομικών σκύλων και πυροτεχνουργών σε επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) Τμήμα Συντονισμού Επιχειρήσεων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την εξέταση των αιτημάτων παροχής συνδρομής των υπηρεσιών της Διεύθυνσης σε άλλες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλους φορείς, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,
ββ) την έγκριση ή την εισήγηση, κατά περίπτωση, για την ικανοποίηση ή μη, των αιτημάτων αυτών,
βγ) την εποπτεία και τον συντονισμό της δραστηριότητας των υπηρεσιών της αναφορικά με την εκπλήρωση της αποστολής τους, καθώς και
βδ) την εκπόνηση σχετικών επιχειρησιακών σχεδίων και μνημονίων ενεργειών.
γ) Τμήμα Φρουράς, το οποίο είναι αρμόδιο για τη φρούρηση και την ασφάλεια του κτιριακού συγκροτήματος, των εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος χώρου της Διεύθυνσης Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων.
3. Η Δ.Ε.Α.Δ. συγκροτείται από τις ακόλουθες υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης:
α) την Υπηρεσία Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών και Συνοδών Αστυνομικών Σκύλων, η οποία διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα και Γραφεία:
αα) Τμήμα Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών, το οποίο είναι αρμόδιο για την επισήμανση, περισυλλογή, εξουδετέρωση και καταστροφή εκρηκτικών μηχανισμών και αυτοσχέδιων βομβών στους χώρους τοπικής αρμοδιότητας της Ελληνικής Αστυνομίας, πλην αυτών για τους οποίους ειδικές διατάξεις προβλέπουν αρμοδιότητα των Ενόπλων Δυνάμεων,
αβ) Τμήμα Συνοδών Αστυνομικών Σκύλων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη διάθεση συνοδών χειριστών αστυνομικών σκύλων όλων των κατηγοριών, προς τον σκοπό συνδρομής του έργου των αρμοδίων υπηρεσιών στην ανίχνευση εκρηκτικών υλών και ναρκωτικών ουσιών, στην ανεύρεση προσώπων και πραγμάτων και στη διενέργεια αστυνομικών περιπολιών, σε συνεργασία με το Τμήμα Συντονισμού Επιχειρήσεων της Δ.Ε.Α.Δ.,
αγ) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και γενικά τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής υποστήριξης της υπηρεσίας, σε συνεργασία με το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης της Δ.Ε.Α.Δ,
β) την Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Μονάδα (Ε.Κ.Α.Μ.), η οποία εξομοιώνεται με υπηρεσία της Διεύθυνσης Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής του άρθρου 28 του π.δ. 7/2017 (Α’ 14). Η Ε.Κ.Α.Μ. εδρεύει στην Περιφέρεια Αττικής, η τοπική της αρμοδιότητα εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια και έχει ως αποστολή τη διάθεση δυνάμεων, κατόπιν διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση σοβαρών και εξαιρετικά επικίνδυνων καταστάσεων, όπως τρομοκρατικές ενέργειες, ένοπλες συγκρούσεις, οργανωμένες ληστείες, αεροπειρατείες, απαγωγές προσώπων και γενικά περιπτώσεις για τις οποίες απαιτείται επέμβαση ειδικώς εκπαιδευμένων και πλήρως εξοπλισμένων με σύγχρονα όπλα και υλικά μέσα αστυνομικών δυνάμεων. Στην Ε.Κ.Α.Μ. λειτουργεί Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και γενικά τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής υποστήριξης της υπηρεσίας, σε συνεργασία με το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης της Δ.Ε.Α.Δ.. Στην Ε.Κ.Α.Μ. υπάγονται διοικητικά τα κατωτέρω Τμήματα:
βα) Τμήμα Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας Θεσσαλονίκης, με έδρα τον Δήμο Θεσσαλονίκης, το οποίο έχει ίδια με αυτήν αποστολή και ασκεί τις αρμοδιότητές του στην περιοχή του Τομέα Βορείου Ελλάδας και στελεχώνεται από προσωπικό που έχει ολοκληρώσει επιτυχώς την εκπαίδευση που ορίζεται στην απόφαση της περ. β) της παρ. 3. Στο Τμήμα λειτουργεί Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και γενικά τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής υποστήριξης της Υπηρεσίας, σε συνεργασία με το αντίστοιχο Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης της Ε.Κ.Α.Μ. και
ββ) Τμήμα Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας Κρήτης (Τ.Ε.Κ.Α.Μ.Κ.), με έδρα τον Δήμο Ηρακλείου, το οποίο έχει ίδια με αυτήν αποστολή, ασκεί τις αρμοδιότητές του στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης και στελεχώνεται από προσωπικό που έχει ολοκληρώσει επιτυχώς την εκπαίδευση που ορίζεται στην απόφαση της περ. β) της παρ. 3. Στο Τμήμα λειτουργεί Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και γενικά τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής υποστήριξης της Υπηρεσίας, σε συνεργασία με το αντίστοιχο γραφείο της Ε.Κ.Α.Μ..
4. Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί Υποδιεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων Βορείου Ελλάδας (Υ.Ε.Α.Δ.Β.Ε.), η οποία υπάγεται διοικητικά στη Δ.Ε.Α.Δ. και ασκεί στην περιοχή του Τομέα Βορείου Ελλάδας τις αρμοδιότητες της περ. α) της παρ. 3.
5. Στην Υ.Ε.Α.Δ.Β.Ε. λειτουργούν:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της Υ.Ε.Α.Δ.Β.Ε., τη διακίνηση της αλληλογραφίας, τη διαχείριση θεμάτων χρηματικού, υλικού και τεχνικών μέσων, καθώς και για τον προσδιορισμό των αναγκών της υπηρεσίας σε ανθρώπινο δυναμικό, αστυνομικούς σκύλους, μεταφορικά μέσα και γενικά σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό, καθώς και για την υποβολή σχετικών αιτημάτων-εισηγήσεων στη Δ.Ε.Α.Δ..
β) Τμήμα Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες της υποπερ. αα) της περ. α) της παρ. 3 και
γ) Τμήμα Συνοδών Αστυνομικών Σκύλων, το οποίο έχει τις αρμοδιότητες της υποπερ. αβ) της περ. α) της παρ. 3.
Άρθρο 62
Διεύθυνση Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας
1. Η Διεύθυνση Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας (Δ.Ε.Μ.Ε.Α.) είναι αρμόδια για την από αέρος υποστήριξη και ενίσχυση του έργου των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, με χρήση εναερίων μέσων (επανδρωμένων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών), και ιδίως την κατόπτευση των χώρων που υπάγονται στην αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας και τη διαβίβαση πληροφοριών στις επίγειες αστυνομικές δυνάμεις, με χρήση εξοπλισμού επεξεργασίας δεδομένων.
2. Η Δ.Ε.Μ.Ε.Α. δύναται να παρέχει συνδρομή και να συμπράττει με υπηρεσίες των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων ή άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, σε σοβαρές και επείγουσες περιπτώσεις, μετά από σχετικό αίτημα και κατόπιν εντολής του Α’ Υπαρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας και ειδικότερα:
α) στο έργο της πολιτικής προστασίας, για την αντιμετώπιση φυσικών, τεχνολογικών και λοιπών καταστροφών ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σε ειρηνική περίοδο,
β) στο έργο της εθνικής και πολιτικής άμυνας της χώρας, καθώς και στο έργο των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας ή άλλων δημόσιων φορέων,
γ) στις αεροδιακομιδές ασθενών, με την υποχρεωτική συνοδεία ιατρικού προσωπικού του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας εφόσον δύναται να υποστηριχθεί από τους τύπους αεροσκαφών της,
δ) στη συνοδεία και μεταφορά υψηλών προσώπων, στη μεταφορά αστυνομικών για ανάληψη επείγουσας αστυνομικής επιχείρησης (SΡΕCIΑL ΡΟLICΕ ΜΙSSΙΟΝ) και στη συμμετοχή σε αυτή, καθώς και στη μεταφορά ανώτατων αξιωματικών της Αστυνομίας για υπηρεσιακούς λόγους.
3. Η Δ.Ε.Μ.Ε.Α. συγκροτείται από το Επιτελείο και τις ακόλουθες υπηρεσίες, οι οποίες υπάγονται σε αυτή και λειτουργούν σε επίπεδο Υποδιεύθυνσης:
α) Υπηρεσία Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Υ.Ε.Α.) που αποτελείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
αα) Τμήμα Επιχειρήσεων,
αβ) Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
αγ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης,
αδ) Τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης, και
αε) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης.
β) Υπηρεσία Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Υ.Μ.Ε.Α.) που αποτελείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
βα) Τμήμα Επιχειρήσεων και Αντιμετώπισης Απειλών από Σ.μηΕ.Α.,
ββ) Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
βγ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης,
βδ) Τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης και
βε) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης.
4. Το Επιτελείο της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικοτεχνικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για: αα) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. και των υφιστάμενων υπηρεσιών της, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, τη διακίνηση της αλληλογραφίας και τη διαχείριση θεμάτων χρηματικού υλικού και τεχνικών μέσων, σε συνεργασία με τις υφιστάμενες υπηρεσίες της,
αβ) τον προσδιορισμό των συνολικών αναγκών της υπηρεσίας σε προσωπικό, μεταφορικά μέσα και γενικά σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό, βάσει των σχετικών εισηγήσεων ή αιτημάτων των υπηρεσιών αυτής και την προμήθεια και κατανομή τους σε αυτές, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
αγ) την τήρηση και εφαρμογή του σχεδίου ασφαλείας των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας και των λοιπών σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης,
αδ) τη συντήρηση και τη φρούρηση των εγκαταστάσεων της υπηρεσίας και
αε) την οργάνωση και εποπτεία της κίνησης των οχημάτων της υπηρεσίας.
β) Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Τεχνολογικής Ανάπτυξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την εισήγηση περί των θεμάτων ανάπτυξης και επιχειρησιακής αξιοποίησης των εναερίων μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας,
ββ) τη συλλογή, ανάλυση και αξιολόγηση των προτάσεων των Υπηρεσιών Επανδρωμένων και μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών, καθώς και των λοιπών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας με σκοπό τη βελτίωση της εναέριας επιχειρησιακής ικανότητας και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών Σ.μηΕ.Α.,
βγ) την εισήγηση περί της ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών και επιχειρησιακών συστημάτων στα εναέρια μέσα της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα, καθώς και με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς,
βδ) τη συμμετοχή σε ευρωπαϊκά και διεθνή προγράμματα και πρωτοβουλίες σε σχετικές θεματικές, για τη βελτίωση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των εναερίων μέσων,
βε) την παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της αεροναυτιλίας, των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών ΣμηΕΑ και των συστημάτων αεροπορικής υποστήριξης και την εισήγηση καινοτόμων λύσεων,
βστ) την υποβολή προτάσεων για την αναβάθμιση του υπάρχοντος και την προμήθεια νέου εξοπλισμού, αεροπορικών συστημάτων και μέσων, και τη σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
βζ) την εισήγηση για την εξέλιξη και αξιοποίηση των υφιστάμενων εναερίων μέσων, καθώς και για την προμήθεια νέων, κατάλληλου τύπου εναερίων μέσων, με βάση τις ανάγκες του Σώματος,
βη) τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς και αεροπορικούς φορείς, τις Ένοπλες Δυνάμεις, τα λοιπά Σώματα Ασφαλείας, την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας, και κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, συναφούς αντικειμένου, για θέματα επιχειρησιακής αξιοποίησης και ασφάλειας πτήσεων των εναερίων μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας.
γ) Τμήμα Ρυθμιστικού Πλαισίου και Πιστοποιήσεων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) την επικαιροποίηση των κανονισμών, των διαδικασιών και των εγχειριδίων που αφορούν τη χρήση, τη συντήρηση, την ασφάλεια πτήσεων και την επιχειρησιακή αξιοποίηση των εναέριων μέσων και συστημάτων αντιμετώπισης απειλών Σ.μηΕ.Α.,
γβ) τη συμμόρφωση των επιχειρησιακών διαδικασιών των Υπηρεσιών Επανδρωμένων και Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών με το εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο,
γγ) την εισήγηση για την τροποποίηση του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, με γνώμονα τις επιχειρησιακές ανάγκες και τις τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα των εναερίων μέσων,
γδ) τη διαδικασία έκδοσης, ανανέωσης και ελέγχου πιστοποιήσεων και αδειών πτητικής ικανότητας για το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, που του έχουν ανατεθεί καθήκοντα χειριστή, τεχνικού, μηχανικού εναερίων μέσων, συναφούς εξοπλισμού, καθώς και λοιπών αεροπορικών ειδικοτήτων, τηρώντας σχετικό μητρώο,
γε) την τήρηση των διαδικασιών για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση προσωπικού, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, όπου απαιτείται και
γστ) τη συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς φορείς, την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και τη συμμετοχή σε διεθνή προγράμματα αεροπορικής ρύθμισης και ασφάλειας πτήσεων.
δ) Γραφείο Συντονισμού Επιχειρήσεων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη συλλογή αιτημάτων των λοιπών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων ή άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, αναφορικά με την παροχή συνδρομής των υπηρεσιών της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. σε αυτούς και την προώθηση των αιτημάτων αυτών στον προϊστάμενο της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. για την έγκριση ή μη της παροχής συνδρομής από την αρμόδια Υποδιεύθυνση της παρ. 3. Επίσης, είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και τον συντονισμό της δραστηριότητας των υπηρεσιών της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. αναφορικά με την εκπλήρωση της αποστολής τους. Στο Γραφείο Συντονισμού Επιχειρήσεων λειτουργεί Κέντρο Παρακολούθησης και Επιμελητείας Πτήσεων, με αποστολή την παρακολούθηση και τον συντονισμό των διατιθέμενων δυνάμεων και μέσων και τη διαβίβαση στο προσωπικό των οδηγιών και κατευθύνσεων του προϊσταμένου του Τμήματος Επιχειρήσεων της Υ.Ε.Α. και του Τμήματος Επιχειρήσεων και Αντιμετώπισης Απειλών από ΣμηΕΑ της Υ.Μ.Ε.Α., αντίστοιχα, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της Διεύθυνσης. Ειδικότερα, το Κέντρο Παρακολούθησης και Επιμελητείας Πτήσεων έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τη συγκέντρωση πληροφοριών, κατά περίπτωση, από κάθε δυνατή πηγή, για την αποτελεσματική και ασφαλή εκτέλεση των επιχειρήσεων και τη διαβίβαση εντολών στους υπόχρεους προς ενέργεια,
β) την παρακολούθηση και τον συντονισμό των διατιθέμενων επανδρωμένων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών, σε περίπτωση ταυτόχρονων πτήσεων στην ίδια περιοχή, για τη διασφάλιση της ασφάλειας των πτήσεων, καθώς και την παρακολούθηση αυτών, όταν επιχειρούν εντός και εκτός έδρας, με σκοπό την ενημέρωση για την εξέλιξη της επιχείρησης, δια μέσου του κέντρου ασύρματης διαβίβασης εντολών (R/T) του σταθμού βάσης και κάθε πρόσφορου μέσου, σύμφωνα με τον υφιστάμενο επιχειρησιακό σχεδιασμό και
γ) την τήρηση ημερολογίου δραστηριοτήτων και την καταγραφή της πορείας εξέλιξης αυτών.
6. Η Υπηρεσία Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Υ.Ε.Α.) έχει ως αποστολή την εκπλήρωση της αποστολής της Δ.Ε.Μ.Ε.Α., με χρήση επανδρωμένων αεροσκαφών, και διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Επιχειρήσεων, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
αα) τον προγραμματισμό, τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των επιχειρησιακών αποστολών, ύστερα από εκτίμηση των επιχειρησιακών αναγκών,
αβ) την εκπόνηση, τήρηση και διαρκή βελτίωση των σχεδίων δράσης και μνημονίων ενεργειών, για την εκτέλεση αποστολών αρμοδιότητας της υπηρεσίας,
αγ) την εξασφάλιση της ετοιμότητας των χειριστών για την απρόσκοπτη και ασφαλή επιχειρησιακή αξιοποίηση των επανδρωμένων αεροσκαφών,
αδ) την εξασφάλιση αποτελεσματικού συντονισμού των επανδρωμένων αεροσκαφών κατά την πτήση τόσο μεταξύ τους όσο και με τις επίγειες δυνάμεις όταν απαιτείται, ελέγχου και κατεύθυνσης αυτών,
αε) τη συμμετοχή στην υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων εδάφους/αέρος, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
αστ) τη διαβίβαση των πληροφοριών, που συλλέγονται από το προσωπικό της υπηρεσίας, κατά τη διάρκεια των επιχειρησιακών αποστολών, στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες,
αζ) την τήρηση στατιστικών στοιχείων που αφορούν στην πραγματοποίηση αποστολών (ώρες πτήσης, αριθμός και είδος αποστολών) και την ταξινόμηση αυτών κατά κατηγορίες και χρονικές περιόδους,
αη) τον προσδιορισμό των αναγκών σε μέσα και υλικά, για την εκτέλεση των πτήσεων και
αθ) την καθοδήγηση του προσωπικού σε θέματα που αφορούν στην επιτυχή εκτέλεση της αποστολής του Τμήματος.
β) Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
βα) την κατάρτιση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων εδάφους/αέρος και την υλοποίηση αυτού, σε συνεργασία με τα άλλα Τμήματα,
ββ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε μέσα και υλικά, για την ασφάλεια των πτήσεων,
βγ) την παρακολούθηση όλων των παραγόντων που υποστηρίζουν τις πτήσεις, προς εντοπισμό ενδεχόμενων επισφαλών καταστάσεων ή ασθενών σημείων, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα και τη μέριμνα, σε συνεργασία με τα υπόλοιπα Τμήματα, για την εξάλειψή τους,
βδ) τη μέριμνα για την καλή φυσική κατάσταση των πληρωμάτων και την απαγόρευση της πτήσης μέλους αυτών, εφόσον η φυσική του κατάσταση δεν είναι εκείνη που επιβάλλεται για την ασφάλεια της πτήσης και την επιτυχία της αποστολής, σύμφωνα με βεβαίωση υπηρεσιακού ιατρού,
βε) την οργάνωση διαλέξεων σχετικών με την ασφάλεια των πτήσεων και την πρόληψη των ατυχημάτων εδάφους και την ανάλυση στο προσωπικό συμβάντων ή ατυχημάτων, με χρήση εναερίων μέσων,
βστ) την τήρηση αρχείου με όλα τα αεροπορικά ατυχήματα ή συμβάντα, καθώς και ατυχήματα εδάφους, που αφορούν στην υπηρεσία ή άλλους φορείς, οι οποίοι διαθέτουν ιδίου τύπου εναέρια μέσα και
βζ) τη μελέτη στατιστικών στοιχείων αεροπορικών ατυχημάτων, με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων, που οδηγούν στη λήψη μέτρων αποτροπής επανάληψης σφάλματος.
γ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
γα) την κατάρτιση και υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού της Υπηρεσίας Επανδρωμένων Αεροσκαφών, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης, όπου αυτό είναι απαραίτητο, καθώς και την αξιολόγηση των προγραμμάτων εκπαίδευσης, καθώς και της απόδοσης του προσωπικού κατά τη διάρκεια των εκπαιδεύσεων,
γβ) την οργάνωση εκπαιδευτικών διαλέξεων,
γγ) τη μέριμνα για τη συμμετοχή του προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα άλλων φορέων, σχετικά με το αντικείμενο της αποστολής τους,
γδ) την εισήγηση επί θεμάτων τυποποίησης διαδικασιών και εκπαιδευτικών προτύπων,
γε) τη διαχείριση θεμάτων τυποποίησης και αξιολόγησης, σε σχέση με τις διαδικασίες και τον χειρισμό των επανδρωμένων αεροσκαφών και των συστημάτων αυτών,
γστ) την τήρηση αρχείου τυποποίησης και εκπαιδευτικών δράσεων,
γζ) την τήρηση αρχείου των κατεχόμενων πιστοποιήσεων/εκπαιδεύσεων των χειριστών ή των τεχνικών επανδρωμένων αεροσκαφών, καθώς και τη μέριμνα για την έγκαιρη υγειονομική τους εξέταση,
γη) την τήρηση και παρακολούθηση των ατομικών φακέλων των χειριστών ή τεχνικών επανδρωμένων αεροσκαφών με τις εκπαιδεύσεις και τις αξιολογήσεις τους,
γθ) την παρακολούθηση, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, της νομοθεσίας που αφορά στα επανδρωμένα αεροσκάφη, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της Διεύθυνσης,
γι) την υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων εδάφους και αέρος, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
για) την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου και αξιολόγησης της πτητικής ικανότητας και απόδοσης του ιπτάμενου προσωπικού,
γιβ) την παρακολούθηση των ημερομηνιών λήξης των πτυχίων, αδειών και ειδικοτήτων των χειριστών και των τεχνικών επανδρωμένων αεροσκαφών, καθώς και τη μέριμνα για την έγκαιρη ανανέωση αυτών,
γιγ) τη μέριμνα για την εξοικείωση του ιπτάμενου προσωπικού με τις εν χρήσει διαδικασίες και τη διακρίβωση του βαθμού ετοιμότητας αυτού και
γιδ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε μέσα και υλικά για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
δ) Τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
δα) την εκπόνηση και παρακολούθηση του προγράμματος συντήρησης και επιθεωρήσεων των επανδρωμένων αεροσκαφών και την εφαρμογή συστήματος συνεχούς παρακολούθησης και ανάλυσης της απόδοσης και αποτελεσματικότητας του προγράμματος συντήρησης και επιθεώρησης, για την αναθεώρηση και διόρθωση αυτού, όταν παρίσταται ανάγκη,
δβ) την υλοποίηση του προγράμματος συντήρησης και επιθεωρήσεων των επανδρωμένων αεροσκαφών,
δγ) την υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων εδάφους και αέρος, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
δδ) τη μέριμνα για την εξασφάλιση βιβλιογραφίας και σειράς τεχνικών οδηγιών συντήρησης των επανδρωμένων αεροσκαφών, και τη διαρκή ενημέρωση του αρχείου,
δε) τη μέριμνα για τη συντήρηση των μέσων και των υλικών που προορίζονται για την υποστήριξη των επανδρωμένων αεροσκαφών, καθώς και των αποθηκευμένων και των επισκευάσιμων αεροσκαφών,
δστ) την εξασφάλιση της ετοιμότητας των τεχνικών, για την υποστήριξη των προγραμμάτων πτήσεων, και την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου της τεχνικής ικανότητας και απόδοσής τους, σε συνεργασία με το Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης,
δζ) τον έλεγχο της γνησιότητας και πιστοποίησης του αναγκαίου αεροπορικού υλικού,
δη) τη μέριμνα για την καταχώρηση των επανδρωμένων αεροσκαφών στα μητρώα της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας,
δθ) την τήρηση των μητρώων συντήρησης, συμπεριλαμβανομένων των επισκευών και μετατροπών και επιθεώρησης των επανδρωμένων αεροσκαφών, καθώς και των τεχνικών ημερολογίων των αεροσκαφών,
δι) την παρακολούθηση, εκπόνηση και υλοποίηση των προγραμμάτων εκπαίδευσης του τεχνικού προσωπικού στην πράξη, σε συνεργασία με το Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης,
δια) τη μέριμνα για την απρόσκοπτη λειτουργία του επίγειου εξοπλισμού επανδρωμένων αεροσκαφών,
διβ) την επεξεργασία της εικόνας από τα επανδρωμένα αεροσκάφη, σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Δεδομένων (ΕΕ) 2016/679 και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137),
διγ) τη μέριμνα για την ανανέωση του πιστοποιητικού αξιοπλοΐας κάθε στελεχωμένου αεροσκάφους από τον αρμόδιο φορέα,
διδ) την εξασφάλιση της μέγιστης διαθεσιμότητας των επανδρωμένων αεροσκαφών και των μέσων υποστήριξης αυτών,
διε) την ενημέρωση του ιπτάμενου προσωπικού αναφορικά με τις επιδράσεις ή τις μεταβολές επί του χειρισμού ή των ενδείξεων των συστημάτων των επανδρωμένων αεροσκαφών, μετά από την εφαρμογή τεχνικής απαίτησης ή μετά από τη διόρθωση κάποιας βλάβης, καθώς και για τις επιπτώσεις στην ασφάλεια των πτήσεων και
διστ) την παραλαβή, χρέωση, αποθήκευση και ασφαλή φύλαξη των μέσων, υλικών και εφοδίων της υπηρεσίας, την παρακολούθηση των ορίων ζωής και λειτουργίας του αεροπορικού υλικού και την εκπόνηση σχετικών οδηγιών προς χρήση όλων των εμπλεκομένων στις εργασίες αυτές.
ε) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
εα) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της υπηρεσίας, σε συνεργασία με τη Δ.Ε.Μ.Ε.Α.,
εβ) τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και την τήρηση του αρχείου της υπηρεσίας,
εγ) την έγκαιρη και ορθή συμπλήρωση της ηλεκτρονικής εφαρμογής «Βιβλίο Υπηρεσίας»,
εδ) τη μέριμνα για την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση των κτιριακών εγκαταστάσεων, καθώς και για τη λειτουργία του φωτισμού και των λοιπών εγκαταστάσεων της υπηρεσίας,
εε) την εισήγηση στη Δ.Ε.Μ.Ε.Α. για τον εφοδιασμό με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, ύστερα από εκτίμηση των αναγκών της υπηρεσίας και
εστ) την οργάνωση και εποπτεία της κίνησης των οχημάτων της υπηρεσίας.
7. Η Υπηρεσία Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Υ.Μ.Ε.Α.) έχει ως αποστολή την επίτευξη της αποστολής της Δ.Ε.Μ.Ε.Α., με χρήση Συστημάτων μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Σ.μηΕ.Α.), καθώς και την αντιμετώπιση απειλών από Σ.μηΕ.Α.. Η Υ.Μ.Ε.Α. διαρθρώνεται ως εξής:
α) Τμήμα Επιχειρήσεων και Αντιμετώπισης Απειλών από Σ.μηΕ.Α., το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
αα) τον προγραμματισμό, τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των επιχειρησιακών αποστολών, ύστερα από εκτίμηση των επιχειρησιακών αναγκών,
αβ) τον προγραμματισμό και την εκτέλεση δράσεων, με τη χρήση συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., κατόπιν σχετικού αιτήματος,
αγ) την εκπόνηση, τήρηση και διαρκή βελτίωση των σχεδίων δράσης και μνημονίων ενεργειών, για την εκτέλεση αποστολών και δράσεων με χρήση Σ.μηΕ.Α. και συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α.,
αδ) την εξασφάλιση της ετοιμότητας των χειριστών και την καθοδήγησή τους, για την απρόσκοπτη και ασφαλή επιχειρησιακή αξιοποίηση των Σ.μηΕ.Α. και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α.,
αε) την εξασφάλιση αποτελεσματικού συντονισμού κατά την πτήση των Σ.μηΕ.Α., τόσο μεταξύ τους όσο και με τις επίγειες δυνάμεις, όταν απαιτείται,
αστ) τη συμμετοχή στην υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων αέρος και εδάφους, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
αζ) τη συγκέντρωση μετεωρολογικών και άλλων επιχειρησιακών πληροφοριών που είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική και ασφαλή εκτέλεση των αποστολών και τη μέριμνα για την ενημέρωση των πληρωμάτων,
αη) την τήρηση στατιστικών στοιχείων που αφορούν στην πραγματοποίηση αποστολών,
αθ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό και ανθρώπινους πόρους για την εκτέλεση των αποστολών, καθώς και τη μέριμνα για την κατανομή του συναφούς με την αποστολή υλικοτεχνικού εξοπλισμού της Υ.Μ.Ε.Α. στα Γραφεία Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Γ.Μ.Ε.Α.), ανάλογα με τις επιχειρησιακές ανάγκες,
αι) την έρευνα και μελέτη καινοτόμων τεχνολογιών αρμοδιότητας του Τμήματος στον τομέα των Σ.μηΕ.Α. και στον τομέα της προστασίας από απειλές που μπορούν να προκύψουν από Σ.μηΕ.Α. και την προώθηση σχετικών προτάσεων για την προμήθεια συστημάτων, καθώς και τη συμμετοχή της υπηρεσίας σε σχετικά ερευνητικά προγράμματα,
αια) την παρακολούθηση, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, της νομοθεσίας που αφορά στα Σ.μηΕ.Α. και στην εφαρμογή τεχνολογιών αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α.,
αιβ) την εκπόνηση και αναθεώρηση του Εγχειριδίου Πτητικής Λειτουργίας, σε συνεργασία με τα λοιπά Τμήματα της Υ.Μ.Ε.Α. και τη Δ.Ε.Μ.Ε.Α. και
αιγ) την καθοδήγηση του προσωπικού σε θέματα που αφορούν στην επιτυχή εκτέλεση της αποστολής του.
β) Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
βα) την κατάρτιση, επικαιροποίηση και υποβολή σχεδίων και προγραμμάτων πρόληψης ατυχημάτων αέρος και εδάφους στον προϊστάμενο της Υ.Μ.Ε.Α. προς έγκριση, καθώς και την υλοποίηση αυτών, σε συνεργασία με τα άλλα Τμήματα της Υ.Μ.Ε.Α.,
ββ) τον προσδιορισμό των αναγκών σε μέσα και υλικά, για την ασφαλή διεξαγωγή των πτήσεων και την τήρηση των διαδικασιών εδάφους,
βγ) την παρακολούθηση της νομοθεσίας σχετικά με την καταλληλότητα των χειριστών και των τεχνικών, καθώς και τη μέριμνα για την έγκαιρη υγειονομική εξέτασή τους,
βδ) τη μέριμνα για την καλή φυσική κατάσταση των πληρωμάτων και την απαγόρευση της πτήσης μέλους αυτών, εφόσον η φυσική του κατάσταση δεν είναι εκείνη που επιβάλλεται για την ασφάλεια της πτήσης και την επιτυχία της αποστολής, σύμφωνα με βεβαίωση υπηρεσιακού ιατρού,
βε) την παρακολούθηση των παραγόντων που υποστηρίζουν τη διεξαγωγή των πτήσεων, καθώς και των τεχνολογιών αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., προς εντοπισμό επισφαλών καταστάσεων ή ασθενών σημείων, που μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα, καθώς και τη μέριμνα, σε συνεργασία με τα υπόλοιπα Τμήματα, για την εξάλειψή τους,
βστ) την οργάνωση διαλέξεων σχετικών με την ασφάλεια των πτήσεων και την πρόληψη των ατυχημάτων αέρος και εδάφους και την ανάλυση στο προσωπικό συμβάντων ή ατυχημάτων με χρήση Σ.μηΕ.Α.,
βζ) την τήρηση αρχείου με όλα τα αεροπορικά ατυχήματα ή συμβάντα στα οποία εμπλέκονται Σ.μηΕ.Α. της Ελληνικής Αστυνομίας,
βη) τη μελέτη στατιστικών στοιχείων αεροπορικών ατυχημάτων Σ.μηΕ.Α., με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων για τη λήψη μέτρων αποτροπής τους,
βθ) την ανάπτυξη συστήματος επίβλεψης των πτήσεων και ελέγχου συμμόρφωσης των πληρωμάτων με μνημόνια ενεργειών, εγχειρίδια κατασκευαστών, οδηγιών που εκδίδονται για την ασφαλή διεξαγωγή της επιχειρησιακής δράσης, κανονισμών και διαταγών της υπηρεσίας και εν γένει της νομοθεσίας για τα Σ.μηΕ.Α.,
βι) την επίβλεψη για τη σωστή εφαρμογή των προβλεπόμενων διαδικασιών για τη διεξαγωγή ασφαλών πτήσεων και την ορθή τακτική χρήσης του εξοπλισμού που διαθέτει η υπηρεσία,
βια) τη συλλογή και αξιοποίηση των πληροφοριών που σχετίζονται με το ειδικό αντικείμενο του Τμήματος και την ενημέρωση των πληρωμάτων και
βιβ) την παρακολούθηση, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, της νομοθεσίας που αφορά στα Σ.μηΕ.Α., και την εφαρμογή τεχνολογιών αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., ως προς το αντικείμενο του Τμήματος.
γ) Τμήμα Εκπαίδευσης, Τυποποίησης και Αξιολόγησης, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
γα) την τήρηση αρχείου των κατεχόμενων πιστοποιήσεων και εκπαιδεύσεων των χειριστών και των τεχνικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών και συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., καθώς και τη μέριμνα για την έγκαιρη υγειονομική τους εξέταση,
γβ) την εκπόνηση προγραμμάτων εκπαίδευσης των χειριστών και τεχνικών της Υ.Μ.Ε.Α. και των Γ.Μ.Ε.Α., καθώς και τη μέριμνα για την υλοποίησή τους, μετά από έγκριση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
γγ) την οργάνωση εκπαιδευτικών διαλέξεων, γδ) τον χειρισμό θεμάτων τυποποίησης και αξιολόγησης σε σχέση με τις διαδικασίες, τον χειρισμό, την τεχνική υποστήριξη των Σ.μηΕ.Α., τα συστήματα αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., καθώς και την εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου και αξιολόγησης της πτητικής ικανότητας και απόδοσης των χειριστών και τεχνικών,
γε) την υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων αέρος και εδάφους, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
γστ) την εισήγηση και μέριμνα για τη συμμετοχή του προσωπικού σε εκπαιδευτικά προγράμματα άλλων φορέων, σχετικά με το αντικείμενο της αποστολής τους,
γζ) την αξιολόγηση των προγραμμάτων εκπαίδευσης, καθώς και της απόδοσης του προσωπικού κατά τη διάρκεια των εκπαιδεύσεων,
γη) την τήρηση αρχείου τυποποίησης, εκπαιδευτικών δράσεων και αξιολογήσεων,
γθ) την εισήγηση επί θεμάτων τυποποίησης διαδικασιών και εκπαιδευτικών προτύπων και
γι) την παρακολούθηση, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, της νομοθεσίας που αφορά στα Σ.μηΕ.Α., ως προς το αντικείμενο της υπηρεσίας.
δ) Τμήμα Τεχνικής Υποστήριξης, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
δα) τη μέριμνα για την τεχνική υποστήριξη και την εν γένει λειτουργία των Σ.μηΕ.Α. και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. της Υ.M.Ε.Α., καθώς και του εξοπλισμού περαιτέρω επεξεργασίας των δεδομένων που λαμβάνονται από αυτά και την τήρηση σχετικού αρχείου, όπου αυτό είναι αναγκαίο,
δβ) την εποπτεία για την τεχνική υποστήριξη και την εν γένει λειτουργία των Σ.μηΕ.Α. και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. των Γ.Μ.Ε.Α., καθώς και την τήρηση σχετικού αρχείου από αυτά,
δγ) την κατάρτιση προγράμματος τεχνικής υποστήριξης των Σ.μηΕ.Α. και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. της Υ.Μ.Ε.Α., και των Γ.Μ.Ε.Α., καθώς και την καθιέρωση και εφαρμογή συστήματος συνεχούς παρακολούθησης και ανάλυσης της απόδοσης και αποτελεσματικότητάς του, με σκοπό την επικαιροποίηση και τροποποίησή του,
δδ) τη σύνταξη τεχνικών προδιαγραφών, με συμμετοχή και των λοιπών Τμημάτων της Υ.Μ.Ε.Α., για την προμήθεια και τεχνική υποστήριξη Σ.μηΕ.Α., συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. και συναφούς εξοπλισμού, για την κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, όπου αυτό απαιτείται,
δε) την έρευνα και μελέτη καινοτόμων τεχνολογιών ως προς το ειδικό αντικείμενο του Τμήματος στον τομέα των Σ.μηΕ.Α. και στον τομέα της προστασίας από απειλές που μπορούν να προκύψουν από Σ.μηΕ.Α. και την προώθηση εισηγήσεων για την προμήθεια συστημάτων, καθώς και τη συμμετοχή της υπηρεσίας σε σχετικά ερευνητικά προγράμματα,
δστ) την αποθήκευση και ασφαλή φύλαξη των μέσων, υλικών και εφοδίων της Υ.Μ.Ε.Α., την εκπόνηση σχετικών οδηγιών προς τους χειριστές και τεχνικούς αναφορικά με την τεχνική υποστήριξη των Σ.μηΕ.Α. και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α., καθώς και την ενημέρωσή τους αναφορικά με τις επιδράσεις και μεταβολές σε αυτά, μετά την εφαρμογή κάποιας τεχνικής εργασίας,
δζ) την υποστήριξη των επιχειρήσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Επιχειρήσεων και Αντιμετώπισης Απειλών από Σ.μηΕ.Α.,
δη) την υλοποίηση του προγράμματος πρόληψης ατυχημάτων αέρος και εδάφους, σε συνεργασία με το Τμήμα Ασφάλειας Πτήσεων και Εδάφους,
δθ) την παρακολούθηση, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, της νομοθεσίας που αφορά στα Σ.μηΕ.Α., ως προς το αντικείμενο της υπηρεσίας.
ε) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
εα) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της υπηρεσίας, σε συνεργασία με τη Δ.Ε.Μ.Ε.Α.,
εβ) τη γραμματειακή εξυπηρέτηση και την τήρηση του αρχείου της υπηρεσίας,
εγ) την έγκαιρη και ορθή συμπλήρωση της ηλεκτρονικής εφαρμογής «Βιβλίο Υπηρεσίας»,
εδ) τη μέριμνα για την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση των κτιριακών εγκαταστάσεων, καθώς και για τη λειτουργία του φωτισμού και των λοιπών εγκαταστάσεων της υπηρεσίας,
εε) την εισήγηση στη Δ.Ε.Μ.Ε.Α. για τον εφοδιασμό με τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, ύστερα από εκτίμηση των αναγκών της υπηρεσίας και
εστ) την οργάνωση και την εποπτεία της κίνησης των οχημάτων της υπηρεσίας.
8. Στην Υ.Μ.Ε.Α. υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, την εκπαίδευση και τον υλικοτεχνικό τους εξοπλισμό, τα Γραφεία Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Γ.M.Ε.Α.), τα οποία λειτουργούν στην εσωτερική διάρθρωση του Τμήματος Επιχειρήσεων του Επιτελείου της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, των Τμημάτων Γενικής Αστυνόμευσης και Επιχειρήσεων των Επιτελείων των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων και των Επιτελείων των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Σάμου, Χίου, Α’ Δωδεκανήσου και Ηρακλείου και ασκούν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τη μέριμνα για τον προγραμματισμό και την εκτέλεση των επιχειρησιακών αποστολών από κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες επιχειρησιακές απαιτήσεις και την τήρηση σχετικού αρχείου,
β) τη μέριμνα για την τεχνική υποστήριξη και την εν γένει εύρυθμη λειτουργία των Σ.μηΕ.Α., καθώς και των συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. και την τήρηση σχετικού αρχείου,
γ) τη μέριμνα για τη λήψη και μετάδοση δεδομένων που λαμβάνονται από τα Σ.μηΕ.Α. και την περαιτέρω επεξεργασία αυτών, με χρήση κατάλληλου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων,
δ) τη μέριμνα για την εξασφάλιση της πτητικής ικανότητας των Σ.μηΕ.Α. και της ετοιμότητας του προσωπικού,
ε) τη συλλογή και την επεξεργασία των πτητικών δεδομένων, που απαιτούνται για την πραγματοποίηση ασφαλών πτήσεων και
στ) την εισήγηση προς την Υ.Μ.Ε.Α. για την προμήθεια Σ.μηΕ.Α., συστημάτων αντιμετώπισης απειλών από Σ.μηΕ.Α. και συναφούς υλικοτεχνικού εξοπλισμού.
9. Για την υγειονομική εξέταση του ιπτάμενου προσωπικού εναερίων μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας, προς διαπίστωση της πτητικής του καταλληλότητας, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 1178/2011 της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 2011, για τον καθορισμό τεχνικών απαιτήσεων και διοικητικών διαδικασιών όσον αφορά το ιπτάμενο προσωπικό πολιτικής αεροπορίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (L 311) για τη χορήγηση πιστοποιητικού υγείας κατηγορίας «1» στο αντίστοιχο προσωπικό της Πολιτικής Αεροπορίας.
10. Στο ιπτάμενο προσωπικό της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. χορηγείται πτητικό επίδομα, σύμφωνα με το άρθρο 127 του ν. 4472/2017 (Α’ 74).
11. To άρθρο 1 του ν. 976/1979 (Α’ 236), περί ρυθμίσεως ζητημάτων σχετικών με τροχαία ατυχήματα που προκαλούνται από μηχανοκίνητα οχήματα του Δημοσίου, εφαρμόζεται και για τα ατυχήματα που προκαλούνται από τα εναέρια μέσα (επανδρωμένα και μη αεροσκάφη) της Ελληνικής Αστυνομίας.
12. Η Δ.Ε.Μ.Ε.Α., στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, δύναται να συνάπτει συμβάσεις με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και με διεθνείς ή διακρατικούς οργανισμούς.
13. Οι εκπαιδευόμενοι ή μετεκπαιδευόμενοι ως χειριστές ή τεχνικοί ελικοπτέρων, με μέριμνα και δαπάνες του Δημοσίου, υποχρεούνται να υπηρετήσουν στο Σώμα επί δέκα (10) έτη, μετά τη λήψη της εκπαίδευσης ή μετεκπαίδευσης.
14. Οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για το ιπτάμενο προσωπικό της Αεροπορίας Στρατού και αφορούν τον υπολογισμό διπλάσιου συντάξιμου χρόνου εφαρμόζονται και στο αντίστοιχο αστυνομικό προσωπικό.
15. Η Δ.Ε.Μ.Ε.Α., οι υπηρεσίες στις οποίες διαρθώνεται και τα Γ.Μ.Ε.Α. στελεχώνονται από ένστολο και πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας. Το ένστολο προσωπικό διακρίνεται σε χειριστές και τεχνικούς επανδρωμένων ή μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Διοικητικής φύσεως αρμοδιότητες εκτελούνται τόσο από το ένστολο, όσο και από το πολιτικό προσωπικό. Οι χειριστές και οι τεχνικοί της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. και των υπηρεσιών της διακρίνονται σε ιπτάμενο προσωπικό και προσωπικό εδάφους, το οποίο δύναται να διατίθεται στις υπηρεσίες της, για την εκτέλεση των καθηκόντων με βάση τα πτυχία ή πιστοποιητικά τους.
16. Το ένστολο προσωπικό που στελεχώνει τα Γ.Μ.Ε.Α. εκτελεί αποκλειστικά τις αρμοδιότητες αυτών και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να διατεθεί για εκτέλεση άλλης υπηρεσίας, κατόπιν διαταγής του οικείου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή ή Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή ή Διευθυντή Διεύθυνσης Αστυνομίας, αντίστοιχα. Το ένστολο προσωπικό των Γ.Μ.Ε.Α.:
α. της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων δραστηριοποιείται εντός των ορίων των οικείων Γ.Α.Δ. ή ΓΕ.Π.Α.Δ.,
β. των Διευθύνσεων Αστυνομίας δραστηριοποιείται εντός των ορίων της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας, ενώ δύναται να δραστηριοποιείται εντός των ορίων της οικείας ΓΕ.Π.Α.Δ. κατόπιν διαταγής του οικείου Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή.
γ. δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατόπιν διαταγής του Α’ Υπαρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, να διατίθεται και σε άλλες περιοχές, εκτός των οικείων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, προς ενίσχυση, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής του.
Άρθρο 63
Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων
1. Η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων είναι αρμόδια για την ασφάλεια και την προστασία του Προέδρου της Δημοκρατίας και των μελών της οικογένειάς του που συνοικούν με αυτόν, καθώς και της κατοικίας του και των χώρων και εγκαταστάσεων της Προεδρίας της Δημοκρατίας, της Βουλής των Ελλήνων και των υπηρεσιών της, του Προέδρου της Κυβέρνησης, της οικογένειάς του, της κατοικίας και του πολιτικού του Γραφείου, των Αρχηγών Πολιτικών Κομμάτων, των μελών της Κυβέρνησης και άλλων πολιτειακών και πολιτικών οργάνων, των αρχηγών ξένων κρατών και διπλωματικών αποστολών, των πολιτικών προσώπων και άλλων επίσημων αλλοδαπών αξιωματούχων και προσωπικοτήτων, των ημεδαπών και αλλοδαπών επισήμων ή μη προσώπων για τα οποία συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι ασφάλειας, καθώς και κατοικιών, κτιρίων, γραφείων και εγκαταστάσεων που βρίσκονται στην Αττική και ενδέχεται να αποτελέσουν στόχο εγκληματικής ενέργειας.
2. Η Γενική Διεύθυνση Προστασίας Επισήμων συγκροτείται από το Επιτελείο της και τις ακόλουθες Διευθύνσεις, οι οποίες υπάγονται σε αυτή:
α) Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας,
β) Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης,
γ) Διεύθυνση Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων,
δ) Διεύθυνση Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων,
ε) Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων των ως άνω Διευθύνσεων, εφαρμόζονται τα άρθρα 70 περί φρουρών και επιτηρήσεων ευπαθών στόχων και 156 περί συνοδειών ασφαλείας προσώπων του π.δ. 141/1991 (Α’ 58), εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.
3. Το Επιτελείο της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, β) Τμήμα Συντονισμού, γ) Τμήμα Εκπαίδευσης και δ) Τμήμα Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού.
4. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού,
β) τη γραμματειακή υποστήριξη του Επιτελείου, τη διακίνηση της αλληλογραφίας και την τήρηση του αρχείου,
γ) τον χειρισμό θεμάτων δημοσίων σχέσεων και
δ) την επιλογή του προσωπικού για τη στελέχωση των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων, εκτός της Διεύθυνσης Ασφάλειας της Βουλής των Ελλήνων, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 100/2003 (Α’ 94), περί τοποθετήσεων, μεταθέσεων, αποσπάσεων και λοιπών μετακινήσεων αστυνομικού προσωπικού.
5. Το Τμήμα Συντονισμού είναι αρμόδιο για:
α) την εποπτεία, τον συντονισμό και την καθοδήγηση των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων και την εισήγηση μέτρων βελτίωσης της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητάς τους,
β) τη συγκέντρωση, επεξεργασία, ανάλυση και αξιολόγηση πληροφοριακού υλικού που σχετίζεται με τις καθ’ ύλην αρμοδιότητες των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών,
γ) τη διαβίβαση επεξεργασμένου πληροφοριακού υλικού στις αρμόδιες Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης και την παροχή κατευθύνσεων για την αξιοποίησή του,
δ) την εκπόνηση σχεδίων και την εισήγηση έκδοσης διαταγών για τη λήψη μέτρων ασφάλειας, αν για την εφαρμογή τους απαιτείται σύμπραξη περισσοτέρων της μιας εκ των υφισταμένων Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης,
ε) τη συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες, το ειδικό επιστημονικό προσωπικό, καθώς και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστασίας Προσωπικοτήτων, μέσω της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
στ) την εκπροσώπηση της χώρας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας, σε θέματα προστασίας επισήμων προσώπων, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διεθνείς οργανισμούς και
ζ) την παρακολούθηση, την καθοδήγηση και τον συντονισμό, μέσω του Κέντρου Επιχειρήσεων, που λειτουργεί στην εσωτερική του διάρθρωση σε επίπεδο Γραφείου, των συνοδευτικών ομάδων ασφαλείας και όλων των δυνάμεων που λαμβάνουν μέτρα αρμοδιότητας υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων, την ταχεία ενημέρωση των ιεραρχικά προϊσταμένων για όλα τα έκτακτα και σοβαρά συμβάντα και την παρακολούθηση και εποπτεία των επιχειρησιακών ενεργειών σύμφωνα με τις ειδικότερες διαταγές και οδηγίες. Σε περιπτώσεις πολύ σοβαρών και κρίσιμων συμβάντων, καθώς και όταν απαιτείται συνδυασμένη δράση ή διάταξη δυνάμεων και μέσων κατά την εκδήλωση γενικευμένων κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας στην περιοχή ευθύνης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής (Γ.Α.Δ.Α.), τον κεντρικό επιχειρησιακό συντονισμό του ως άνω Κέντρου αναλαμβάνει το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο/Γ.Α.Δ.Α..
6. Το Τμήμα Εκπαίδευσης είναι αρμόδιο για την εκπόνηση και υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και μετεκπαίδευσης του προσωπικού σε θέματα προστασίας επισήμων και φύλαξης στόχων, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο του Τμήματος αυτού, λειτουργεί σχολείο εκπαίδευσης το οποίο είναι αρμόδιο για την υλοποίηση προγραμμάτων διαρκούς βασικής και συντηρητικής εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων, καθώς και άλλων αστυνομικών υπηρεσιών που διατίθεται στην προστασία προσώπων και τη φρούρηση στόχων.
7. Το Τμήμα Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού χειρίζεται τα θέματα χρηματικού υλικού της υπηρεσίας.
Άρθρο 64
Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας
1. Η Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας (Δ.Π.Π.Δ.) είναι αρμόδια για την ασφάλεια του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας και των μελών της οικογένειάς του που συνοικούν με αυτόν, της κατοικίας του, των χώρων και εγκαταστάσεων της Προεδρίας της Δημοκρατίας, την προσωπική ασφάλεια όσων έχουν διατελέσει Πρόεδροι της Δημοκρατίας μετά την 9η.6.1975 και την ασφάλεια των αρχηγών κρατών και των προσωπικοτήτων ξένων κρατών που επισκέπτονται επίσημα τη χώρα κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου της Δημοκρατίας.
2. Η Διεύθυνση της παρ. 1 έχει τοπική αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια και διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Επιτελείο, β) Τμήμα Φρουράς και γ) Τμήμα Συνοδευτικής Ασφάλειας.
3. Το Επιτελείο διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
αα) τη διακίνηση της αλληλογραφίας και γενικά την εξασφάλιση της γραμματειακής εξυπηρέτησης και την τήρηση του αρχείου του Επιτελείου,
αβ) τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού του Επιτελείου,
αγ) τη μέριμνα για τη διάθεση του προσωπικού του Επιτελείου σε εσωτερική και εξωτερική υπηρεσία και τον έλεγχο της κανονικής προσέλευσης και αποχώρησής του και
αδ) τη μέριμνα για την καθαριότητα, τη λειτουργία του φωτισμού, την ευταξία, τη συντήρηση, καθώς και την εφαρμογή του σχεδίου ασφαλείας των εγκαταστάσεων της Διεύθυνσης.
β) Γραφείο Συντονισμού Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Εκπαιδεύσεων, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) τον σχεδιασμό και την εισήγηση μέτρων βελτιστοποίησης της επιχειρησιακής ετοιμότητας και ανταπόκρισης του προσωπικού της Δ.Π.Π.Δ.,
ββ) τη μέριμνα για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του προσωπικού της Διεύθυνσης σε θεματικές ενότητες με αντικείμενο την ασφάλεια προσώπων και εγκαταστάσεων, καθώς και την εισήγηση σχετικά με τα θέματα αυτά,
βγ) την κατάρτιση Εγχειριδίου Μνημονίου Ενεργειών, για την αντιμετώπιση παράνομων καταστάσεων και την πραγματοποίηση ασκήσεων και σεναρίων προσομοίωσης σχετικών περιστατικών,
βδ) τη μέριμνα για τον σχεδιασμό, την έκδοση διαταγών και τη λήψη μέτρων ασφάλειας των προσώπων και εγκαταστάσεων της παρ. 1,
βε) τη συγκέντρωση, επεξεργασία, ανάλυση και αξιολόγηση του πληροφοριακού υλικού που σχετίζεται με τις καθ’ ύλην αρμοδιότητες της Διεύθυνσης και την τήρηση σχετικού αρχείου και
βστ) τη συνεργασία με συναρμόδιες αρχές και υπηρεσίες.
γ) Γραφείο Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων χρηματικού και εν γένει διαχείρισης δαπανών και υλικού της Διεύθυνσης.
δ) Γραφείο Τεχνικών Υπηρεσιών, το οποίο είναι αρμόδιο για:
δα) την τεχνική και τεχνολογική υποστήριξη και την εξασφάλιση του απαιτούμενου τεχνολογικού εξοπλισμού της Διεύθυνσης, ιδίως σε θέματα ασύρματης και ενσύρματης επικοινωνίας, πληροφορικής σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και γενικά σε θέματα τεχνικής και τεχνολογικής φύσης, τα οποία απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις,
δβ) την οργάνωση και την εποπτεία της κίνησης, της φροντίδας και της συντήρησης των οχημάτων της Διεύθυνσης και
δγ) την εποπτεία του χώρου στάθμευσης των υπηρεσιακών οχημάτων και τη μέριμνα για τη μεταφορά των οχημάτων από και προς το Προεδρικό Μέγαρο.
4. Στο Γραφείο Διαχείρισης Χρηματικού Υλικού λειτουργεί Λέσχη για τους σκοπούς του ανεφοδιασμού της Διεύθυνσης, σύμφωνα με την υπό στοιχεία 8000/8/2ζ’/29.12.1987 απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας «Ίδρυση, οργάνωση, λειτουργία και έλεγχος Λεσχών και Πρατηρίων της Ελληνικής Αστυνομίας» (Β’ 46/1988).
5. Το Τμήμα Φρουράς έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τη φρούρηση του Προεδρικού Μεγάρου και του περιβάλλοντος αυτού χώρου, της κατοικίας του Προέδρου της Δημοκρατίας, του καταστήματος της Δ.Π.Π.Δ. και κάθε άλλου στόχου αρμοδιότητάς της, που ανατίθεται στο Τμήμα με διαταγή του προϊσταμένου της Διεύθυνσης,
β) την ασφάλεια των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 1, εφόσον διαμένουν ή ευρίσκονται στο Προεδρικό Μέγαρο, καθώς και όταν διαμένουν στην κατοικία του Προέδρου της Δημοκρατίας,
γ) την προσωπική ασφάλεια των πρώην Προέδρων της Δημοκρατίας,
δ) τη λήψη των επικαλυπτικών μέτρων ασφάλειας που αφορούν στις μετακινήσεις των προσώπων της παρ. 1 και
ε) τη λήψη μέτρων τάξης και ασφάλειας κατά τις τελετές και πάσης φύσης εκδηλώσεις στο Προεδρικό Μέγαρο, σύμφωνα με τα σχέδια ασφάλειας και τις διαταγές του προϊσταμένου της Διεύθυνσης.
6. Στο Τμήμα Φρουράς λειτουργούν φρουρές για την προσωπική ασφάλεια των πρώην Προέδρων της Δημοκρατίας, η σύνθεση των οποίων καθορίζεται με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, κατόπιν εισήγησης του προϊσταμένου της Διεύθυνσης.
7. Στο Τμήμα Φρουράς λειτουργούν, επίσης:
α) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, την εξασφάλιση της γραμματειακής εξυπηρέτησης και της εσωτερικής λειτουργίας του Τμήματος, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσης και
β) Κέντρο Επιχειρήσεων, με αποστολή την παρακολούθηση, την καθοδήγηση και τον συντονισμό των διατιθέμενων δυνάμεων, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της Διεύθυνσης. Ειδικότερα, το Κέντρο Επιχειρήσεων έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
βα) τον έλεγχο και την επιτήρηση της περιμέτρου του Προεδρικού Μεγάρου και των λοιπών χώρων ευθύνης της Δ.Π.Π.Δ., με κάμερες κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης,
ββ) την καθοδήγηση του προσωπικού της Δ.Π.Π.Δ., μέσω του κέντρου ασύρματης διαβίβασης εντολών (R/T) του σταθμού βάσης σύμφωνα με τον υφιστάμενο επιχειρησιακό σχεδιασμό, ιδίως κατά την αντιμετώπιση περιστατικών τα οποία μπορούν να εξελιχθούν σε κρίσιμα. Σε περιπτώσεις πολύ σοβαρών και κρίσιμων συμβάντων, καθώς και όταν απαιτείται συνδυασμένη δράση ή διάταξη δυνάμεων και μέσων κατά την εκδήλωση γενικευμένων κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας στην περιοχή ευθύνης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής (Γ.Α.Δ.Α.), τον κεντρικό επιχειρησιακό συντονισμό του ως άνω Κέντρου αναλαμβάνει το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο/Γ.Α.Δ.Α. και
βγ) τη συγκέντρωση πληροφοριών, κατά περίπτωση, από κάθε δυνατή πηγή, την αξιολόγηση και διαβίβαση στους υπόχρεους προς ενέργεια.
8. Το Τμήμα Συνοδευτικής Ασφάλειας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) την προστασία και την αποτροπή κάθε κινδύνου κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των προσώπων που αναφέρονται στην παρ. 1, κατά τις μετακινήσεις τους σε χώρους εκτός του Προεδρικού Μεγάρου και της κατοικίας του Προέδρου της Δημοκρατίας και
β) τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων ασφάλειας των ως άνω προσώπων κατά την παραμονή τους στο Προεδρικό Μέγαρο και την κατοικία του Προέδρου της Δημοκρατίας, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια τελετών και άλλων εκδηλώσεων, σύμφωνα με τα σχέδια ασφάλειας και τις διαταγές της Διεύθυνσης.
9. Στο Τμήμα Συνοδευτικής Ασφάλειας λειτουργεί Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, την εξασφάλιση της γραμματειακής εξυπηρέτησης και της εσωτερικής λειτουργίας του Τμήματος, την τήρηση του αρχείου και τη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσης.
10. Το προσωπικό της Δ.Π.Π.Δ. έχει καθήκον εχεμύθειας, η παραβίαση του οποίου επισύρει, πέραν των προβλεπόμενων ποινικών κυρώσεων, και πειθαρχικές κυρώσεις σύμφωνα με το π.δ. 120/2008 (Α’ 182), περί πειθαρχικού δικαίου του αστυνομικού προσωπικού.
11. Η Δ.Π.Π.Δ. συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ και του ν. 4624/2019 (Α’ 137). Προς τον σκοπό αυτό, συνεργάζεται με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Άρθρο 65
Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης
Η Διεύθυνση Προστασίας Προέδρου της Κυβέρνησης έχει την ευθύνη της ασφάλειας του Πρωθυπουργού και των μελών της οικογένειάς του που συνοικούν με αυτόν, καθώς και της κατοικίας και των χώρων και μέσων λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας του Πρωθυπουργού, του άρθρου 23 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
Άρθρο 66
Διεύθυνση Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων
Η Διεύθυνση Ασφάλειας Βουλής των Ελλήνων έχει την ευθύνη της ασφάλειας του κτιρίου της Βουλής και των υπηρεσιών της, καθώς και της διασφάλισης της τάξης κατά τις συνεδριάσεις της, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής και τις οδηγίες του Προέδρου της.
Άρθρο 67
Διεύθυνση Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων
1. Η Διεύθυνση Ασφάλειας Μελών της Κυβέρνησης και Πολιτικών Προσώπων έχει ως αποστολή την ασφάλεια των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών, των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, των βουλευτών και ευρωβουλευτών, καθώς και των προσώπων τα οποία κατείχαν πολιτικές θέσεις και λόγω της θέσης ή της ιδιότητας αυτής ενδέχεται να αποτελέσουν στόχους εγκληματικής ενέργειας.
2. Η Διεύθυνση αυτή διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της υπηρεσίας, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, την τεχνική και γενικά τη διοικητική υποστήριξη αυτής και
β) Τμήμα Προστασίας Πολιτικών Προσώπων, το οποίο είναι αρμόδιο για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των αναγκαίων μέτρων για την ασφάλεια των μελών της Κυβέρνησης, των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, των βουλευτών και ευρωβουλευτών, καθώς και άλλων προσώπων που δραστηριοποιούνται στον χώρο της πολιτικής και χρήζουν αυξημένης αστυνομικής προστασίας.
Άρθρο 68
Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων
1. Η Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων προσωπικού της Υπηρεσίας, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, την τεχνική και γενικά τη διοικητική υποστήριξη αυτής.
β) Τμήμα Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων, το οποίο είναι αρμόδιο για την προστασία και την παροχή, κατά περίπτωση, συνοδευτικής ασφάλειας στους διαπιστευμένους στη χώρα αρχηγούς κρατών και στα λοιπά μέλη των ξένων διπλωματικών αποστολών, καθώς και στα επίσημα πρόσωπα ή άλλους αλλοδαπούς αξιωματούχους κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη χώρα,
γ) Τμήμα Προστασίας Προσώπων, το οποίο είναι αρμόδιο για την ασφάλεια των ημεδαπών ή μη προσώπων, πλην πολιτικών, τα οποία λόγω της θέσης ή της ιδιότητάς τους ενδέχεται να αποτελέσουν στόχους εγκληματικής ενέργειας,
δ) Τμήμα Προστασίας Ακίνητων Στόχων, το οποίο είναι αρμόδιο για τη φρούρηση των ακίνητων στόχων που βρίσκονται στην περιοχή της τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και απαριθμούνται στις παρ. 9, 9Α και 10 του άρθρου 70 του π.δ. 141/1991 (Α’ 58), εκτός εκείνων των οποίων η φρούρηση, σύμφωνα με τις ίδιες ή άλλες διατάξεις, ανήκει σε άλλες υπηρεσίες. Σε περιπτώσεις αντικειμενικής αδυναμίας ανταπόκρισης του Τμήματος στις ανάγκες φρούρησης των ανωτέρω ακίνητων στόχων, η φρούρηση αυτών ανατίθεται στα κατά τόπον αρμόδια Αστυνομικά Τμήματα ή Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων προς τον Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή Αττικής. Στις περιπτώσεις αυτές, το προσωπικό των Αστυνομικών Τμημάτων το οποίο διατίθεται για τη φρούρηση στόχων, εποπτεύεται και ελέγχεται, ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων του, από τη Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων.
2. Στη Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων υπάγεται και το Τμήμα Προστασίας Προσώπων και Ευπαθών Στόχων Θεσσαλονίκης, το οποίο εδρεύει στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης και ασκεί στην περιοχή αυτή τις αρμοδιότητες της παρ. 1.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
Άρθρο 69
Γενικές Αστυνομικές Διευθύνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης και Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις
1. Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, οι Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις και οι υπαγόμενες σε αυτές υπηρεσίες αποτελούν τις επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίες έχουν ως αποστολή την άσκηση, μέσα στα όρια της τοπικής τους αρμοδιότητας, του συνόλου των αστυνομικών αρμοδιοτήτων, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 5.
2. Οι επιχειρησιακές περιφερειακές υπηρεσίες υπάγονται στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας, εποπτεύονται, συντονίζονται, κατευθύνονται και ελέγχονται από τους Γενικούς Συντονιστές Αστυνομίας Βορείου και Νοτίου Ελλάδας και συνθέτουν ως προς τη χωροταξική τους διάταξη τους τομείς Βορείου και Νοτίου Ελλάδας, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 7.
3. Η τοπική αρμοδιότητα των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων καθορίζεται ως ακολούθως:
α) Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αθηνών, Πειραιώς, Δυτικής Αττικής, Βορειοανατολικής Αττικής και Νοτιοανατολικής Αττικής.
β) Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη της Διεύθυνσης Αστυνομίας Θεσσαλονίκης.
γ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Δράμας, Καβάλας, Ξάνθης, Ορεστιάδας και Ροδόπης.
δ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Ημαθίας, Κιλκίς, Πέλλας, Πιερίας, Σερρών, Χαλκιδικής και Αγίου Όρους.
ε) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Δυτικής Μακεδονίας έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Γρεβενών, Καστοριάς, Κοζάνης και Φλώρινας.
στ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Ηπείρου έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Άρτας, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και Πρέβεζας.
ζ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλίας έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας και Τρικάλων.
η) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Ιονίων Νήσων έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Ζακύνθου, Κέρκυρας, Κεφαλληνίας και Λευκάδας.
θ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Δυτικής Ελλάδας έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αιτωλίας, Ακαρνανίας, Αχαΐας και Ηλείας.
ι) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Στερεάς Ελλάδας έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Βοιωτίας, Ευβοίας, Ευρυτανίας, Φθιώτιδας και Φωκίδας.
ια) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Πελοποννήσου έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αργολίδας, Αρκαδίας, Κορινθίας, Λακωνίας και Μεσσηνίας.
ιβ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Βορείου Αιγαίου έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Λέσβου, Σάμου και Χίου.
ιγ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Νοτίου Αιγαίου έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Α’ Δωδεκανήσου, Β’ Δωδεκανήσου και Κυκλάδων.
ιδ) Η Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση Κρήτης έχει τοπική αρμοδιότητα εκείνη των Διευθύνσεων Αστυνομίας Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνης και Χανίων.
4. Οι Διευθύνσεις των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και οι Διευθύνσεις Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων συγκροτούνται από τις υπηρεσίες που προβλέπονται στο π.δ. 7/2017 (Α’ 14).
Άρθρο 70
Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής
1. Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής (Γ.Α.Δ.Α.) συγκροτείται από το Επιτελείο και τις κατωτέρω Διευθύνσεις που υπάγονται σε αυτή:
α) Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής,
β) Διεύθυνση Αστυνομίας Αθηνών,
γ) Διεύθυνση Αστυνομίας Πειραιώς,
δ) Διεύθυνση Αστυνομίας Δυτικής Αττικής,
ε) Διεύθυνση Αστυνομίας Βορειοανατολικής Αττικής,
στ) Διεύθυνση Αστυνομίας Νοτιοανατολικής Αττικής,
ζ) Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής,
η) Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής,
θ) Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Αττικής,
ι) Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Αθηνών,
ια) Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής και
ιβ) Διεύθυνση Μεταγωγών Δικαστηρίων Αττικής.
2. Το Επιτελείο της Γ.Α.Δ.Α. έχει ως αποστολή την εξασφάλιση της διοικητικής υποστήριξης αυτής, ιδίως σε θέματα προσωπικού, διαχείρισης του χρηματικού και υλικού, γραμματειακής εξυπηρέτησης, τεχνικής υποστήριξης, εκπαίδευσης και πολιτικής σχεδίασης έκτακτης ανάγκης, καθώς και τον συντονισμό των υφισταμένων της υπηρεσιών στην εκπλήρωση της αποστολής της και διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Τμήμα Ένστολου Προσωπικού,
β) Τμήμα Πολιτικού Προσωπικού, γ) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, γα) Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων,
δ) Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών,
ε) Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης, εα) Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας,
στ) Τμήμα Επιχειρήσεων, και ζ) Τμήμα Εκπαίδευσης.
3. Το Τμήμα Ένστολου Προσωπικού χειρίζεται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, τα θέματα του ένστολου προσωπικού.
4. Το Τμήμα Πολιτικού Προσωπικού χειρίζεται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, τα θέματα του πολιτικού προσωπικού όλων των κατηγοριών.
5. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τη διακίνηση της αλληλογραφίας και γενικά τη γραμματειακή εξυπηρέτηση του Επιτελείου,
β) τη διάθεση του προσωπικού του Επιτελείου σε εσωτερική και εξωτερική υπηρεσία και τον έλεγχο της κανονικής προσέλευσης και αποχώρησής του,
γ) τη διαχείριση θεμάτων χρηματικού και υλικού του Επιτελείου,
δ) την παροχή της απαιτούμενης τεχνικής υποστήριξης και την εξασφάλιση του απαιτούμενου τεχνολογικού εξοπλισμού του Επιτελείου, ιδίως σε θέματα ασύρματης και ενσύρματης επικοινωνίας, πληροφορικής, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και γενικά σε θέματα τεχνικής και τεχνολογικής φύσεως.
Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης του Επιτελείου λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων δημοσίων σχέσεων, την ενημέρωση των δημοσιογράφων σε θέματα αστυνομικού ενδιαφέροντος, σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις της Γ.Α.Δ.Α., καθώς και για τη σύνταξη και υποβολή του Δελτίου Αδικημάτων και Συμβάντων στις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
6. Το Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών, είναι αρμόδιο για:
α) την εισήγηση, την κατάρτιση και προώθηση, στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες, διαταγών και οδηγιών, που αναφέρονται στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας και κρατικής ασφάλειας, καθώς και για θέματα αλλοδαπών και προστασίας συνόρων και
β) την παρακολούθηση, εντός της τοπικής αρμοδιότητας της Γ.Α.Δ.Α., στόχων των οποίων της έχει ανατεθεί η φρούρηση ή η επιτήρηση, και τον σχεδιασμό αποτελεσματικής φρούρησης ή επιτήρησής τους από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων.
7. Το Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης είναι αρμόδιο για:
α) την προετοιμασία αστυνομικών διατάξεων, όταν αυτές αφορούν περιοχή τοπικής αρμοδιότητας περισσοτέρων της μιας Διευθύνσεων,
β) τον χειρισμό θεμάτων οργάνωσης των υπηρεσιών, κατεύθυνσης, συντονισμού και ελέγχου της δράσης τους, καθώς και την παροχή οδηγιών προς τις υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Α., για την εφαρμογή της νομοθεσίας που ανάγεται στην αρμοδιότητά τους,
γ) τον χειρισμό θεμάτων Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης, που ανάγονται στην αρμοδιότητα της Γ.Α.Δ.Α.
Στο Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης λειτουργεί Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, το οποίο στελεχώνεται από αστυνομικό προσωπικό και κατά προτίμηση από κατόχους πτυχίων Νομικών, Κοινωνικών ή Ανθρωπιστικών Σπουδών ή από πολιτικό προσωπικό, με αντίστοιχο πτυχίο, για την άσκηση του διοικητικού του έργου, και είναι αρμόδιο για:
α) την παρακολούθηση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006 (Α’ 232), σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Α., την καθοδήγηση, εποπτεία, παροχή οδηγιών και τον συντονισμό των εν λόγω υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και καταστολής των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ως άνω μέτρων και την αναπροσαρμογή τους, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, σε συνεργασία με το Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α.,
β) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και θυμάτων αυτής, καθώς επίσης και στοιχείων που αφορούν στην ποινική εξέλιξη των εν λόγω υποθέσεων, σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Α. και τις εισαγγελικές αρχές και την ιεραρχική υποβολή αυτών στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α., και
γ) την περιοδική εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού και την υποβολή περιοδικών αναφορών κατά τις υποδείξεις του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α.
8. Το Τμήμα Επιχειρήσεων είναι αρμόδιο για:
α) την εκπόνηση σχεδίων και την εισήγηση έκδοσης διαταγών, που αναφέρονται στη λήψη αστυνομικών μέτρων, αν για την εφαρμογή τους απαιτείται η σύμπραξη περισσότερων της μιας Διευθύνσεων Αστυνομίας ή αυτές αφορούν ιδιαίτερα σημαντικά θέματα των Διευθύνσεων της Γ.Α.Δ.Α.,
β) την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στις υποπερ. βε), βζ) και βη) της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 21 υπό τον συντονισμό και τις κατευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Αστυνόμευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
9. Το Τμήμα Εκπαίδευσης είναι αρμόδιο για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του προσωπικού των υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Α., σε θέματα που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του και την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής του, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
10. Στο Επιτελείο της Γ.Α.Δ.Α. λειτουργεί επίσης, σε εικοσιτετράωρη βάση, το Συντονιστικό Επιχειρησιακό Κέντρο (Σ.Ε.Κ.), επιπέδου Υποδιεύθυνσης, το οποίο εποπτεύεται και ελέγχεται από τον Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή Αττικής και έχει ως αποστολή τον συντονισμό και την επίτευξη διαλειτουργικότητας μεταξύ των Κέντρων Επιχειρήσεων των Υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Α., για τη βέλτιστη διαχείριση και καθοδήγηση των αστυνομικών δυνάμεων, που λαμβάνουν μέτρα ή επιχειρούν στην περιοχή ευθύνης της Γ.Α.Δ.Α.. Σε περιπτώσεις πολύ σοβαρών και κρίσιμων συμβάντων, καθώς και σε περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται συνδυασμένη δράση ή διάταξη δυνάμεων και μέσων κατά την εκδήλωση γενικευμένων κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας, το Σ.Ε.Κ. αναλαμβάνει τον κεντρικό επιχειρησιακό συντονισμό των Κέντρων Επιχειρήσεων των υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Α.. Σε περίπτωση που συντρέχουν οι ως άνω λόγοι, δύναται να συντονίζει και να διαλειτουργεί και με λοιπά Κέντρα Επιχειρήσεων, καθώς και με τα κέντρα ασύρματης διαβίβασης εντολών (R/T) των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίες επιχειρούν εντός της τοπικής αρμοδιότητας της Γ.Α.Δ.Α. και δεν υπάγονται στη διαρθρωτική της δομή.
Το Σ.Ε.Κ. διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα: α) Τμήμα Συντονισμού, το οποίο είναι αρμόδιο για: αα) τον συντονισμό και την καθοδήγηση των δυνάμεων, που λαμβάνουν αστυνομικά μέτρα ή επιχειρούν στην περιοχή ευθύνης της Γ.Α.Δ.Α. και τη διαβίβαση εντολών του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή Αττικής προς τους αποδέκτες αυτών,
αβ) τη συνεχή παρακολούθηση της λειτουργίας των Κέντρων Επιχειρήσεων των υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Α. και την ανάληψη του κεντρικού επιχειρησιακού συντονισμού, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 10,
αγ) την αξιολόγηση των περιστατικών αστυνομικού ενδιαφέροντος και την προετοιμασία αντιμετώπισης εκείνων που ενδέχεται να εξελιχθούν σε πολύ σοβαρά και κρίσιμα, σύμφωνα με τα οικεία επιχειρησιακά σχέδια και τις ισχύουσες διαταγές και οδηγίες,
αδ) την άμεση και διαρκή ενημέρωση του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή Αττικής και των λοιπών αρμοδίων οργάνων, φορέων και υπηρεσιών σε κάθε περίπτωση εκτάκτου και πολύ σοβαρού ή κρίσιμου συμβάντος, σύμφωνα με τα οικεία επιχειρησιακά σχέδια και τις ισχύουσες διαταγές και οδηγίες,
αε) την εξασφάλιση της επικοινωνίας και διαλειτουργικότητας με τα Κέντρα Επιχειρήσεων άλλων υπηρεσιών, αρχών και φορέων και
αστ) τη διεκπεραίωση οποιασδήποτε άλλης αρμοδιότητας ανατίθεται νομίμως σε αυτό, στο πλαίσιο της αποστολής του.
β) Τμήμα Υποστήριξης, το οποίο είναι αρμόδιο για:
βα) την εξασφάλιση της γραμματειακής εξυπηρέτησης και της εσωτερικής λειτουργίας του Σ.Ε.Κ.,
ββ) τη διακίνηση αλληλογραφίας, την τήρηση αρχείου, τη διαχείριση θεμάτων διοικητικής φύσεως,
βγ) τη μέριμνα για τον απαιτούμενο υλικοτεχνικό εξοπλισμό και
βδ) τη διευθέτηση κάθε άλλου θέματος, που αφορά την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία του Σ.Ε.Κ., σε συνεργασία με τα λοιπά Tμήματα του Επιτελείου της Γ.Α.Δ.Α..
Στο Τμήμα Υποστήριξης λειτουργεί Κέντρο Πληροφοριών/Σ.Ε.Κ., σε επίπεδο γραφείου, αρμόδιο για την υποδοχή και τη διαχείριση πληροφοριών αστυνομικού ενδιαφέροντος, για την υποστήριξη της αποστολής του Σ.Ε.Κ., ιδίως σε περιπτώσεις πολύ σοβαρών και κρίσιμων συμβάντων, καθώς και σε περιπτώσεις εκδήλωσης γενικευμένων κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας στην περιοχή ευθύνης της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής (Γ.Α.Δ.Α.). Το Κέντρο Πληροφοριών/Σ.Ε.Κ. συνεργάζεται με τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών.
Άρθρο 71
Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης
1. Η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης (Γ.Α.Δ.Θ.) συγκροτείται από το Επιτελείο και τις κατωτέρω Διευθύνσεις, που υπάγονται σε αυτή:
α) Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Θεσσαλονίκης,
β) Διεύθυνση Αστυνομίας Θεσσαλονίκης,
γ) Διεύθυνση Άμεσης Δράσης Θεσσαλονίκης,
δ) Διεύθυνση Τροχαίας Θεσσαλονίκης,
ε) Διεύθυνση Αστυνόμευσης Αερολιμένα Θεσσαλονίκης,
στ) Διεύθυνση Αστυνομικών Επιχειρήσεων Θεσσαλονίκης και
ζ) Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης.
2. Το Επιτελείο της Γ.Α.Δ.Θ. έχει ως αποστολή την εξασφάλιση της διοικητικής υποστήριξης αυτής, ιδίως σε θέματα προσωπικού, διαχείρισης του χρηματικού και υλικού, γραμματειακής εξυπηρέτησης, τεχνικής υποστήριξης, εκπαίδευσης και πολιτικής σχεδίασης έκτακτης ανάγκης, καθώς και τον συντονισμό των υφισταμένων της υπηρεσιών στην εκπλήρωση της αποστολής της και διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Υποδιεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού,
β) Τμήμα Ένστολου Προσωπικού,
γ) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, γα) Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων,
δ) Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών,
ε) Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης, εα) Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας,
στ) Τμήμα Επιχειρήσεων, και
ζ) Τμήμα Εκπαίδευσης.
3. Η Υποδιεύθυνση Πολιτικού Προσωπικού χειρίζεται,στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, τα θέματα του πολιτικού προσωπικού όλων των κατηγοριών.
4. Το Τμήμα Ένστολου Προσωπικού χειρίζεται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, τα θέματα του ένστολου προσωπικού.
5. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης είναι αρμόδιο για:
α) τη διακίνηση της αλληλογραφίας και γενικά τη γραμματειακή εξυπηρέτηση του Επιτελείου,
β) τη διάθεση του προσωπικού του Επιτελείου σε εσωτερική και εξωτερική υπηρεσία και τον έλεγχο της κανονικής προσέλευσης και αποχώρησής του,
γ) τη διαχείριση θεμάτων χρηματικού και υλικού του Επιτελείου,
δ) την παροχή της απαιτούμενης τεχνικής υποστήριξης και την εξασφάλιση του απαιτούμενου τεχνολογικού εξοπλισμού του Επιτελείου, ιδίως σε θέματα ασύρματης και ενσύρματης επικοινωνίας, πληροφορικής, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Πληροφοριακών Συστημάτων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης και γενικά σε θέματα τεχνικής και τεχνολογικής φύσεως.
Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης του Επιτελείου λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων δημοσίων σχέσεων, την ενημέρωση των δημοσιογράφων σε θέματα αστυνομικού ενδιαφέροντος, σε συνεργασία με τις Διευθύνσεις της Γ.Α.Δ.Θ., καθώς και για τη σύνταξη και υποβολή του Δελτίου Αδικημάτων και Συμβάντων στις καθ’ ύλην αρμόδιες Διευθύνσεις του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
6. Το Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών είναι αρμόδιο για:
α) την εισήγηση, κατάρτιση και προώθηση, στις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες, διαταγών και οδηγιών, που αναφέρονται στην εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία της δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, καθώς και για θέματα αλλοδαπών και προστασίας συνόρων και
β) την παρακολούθηση, εντός της τοπικής αρμοδιότητας της Γ.Α.Δ.Θ., στόχων των οποίων της έχουν ανατεθεί η φρούρηση ή επιτήρηση, και τον σχεδιασμό αποτελεσματικής φρούρησης ή επιτήρησής τους από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Προστασίας Αλλοδαπών Αξιωματούχων και Ευπαθών Στόχων της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων.
7. Το Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης είναι αρμόδιο για:
α) την προετοιμασία έκδοσης αστυνομικών διατάξεων, όταν αυτές αφορούν περιοχή τοπικής αρμοδιότητας περισσοτέρων της μιας Διευθύνσεων,
β) τον χειρισμό θεμάτων οργάνωσης των υπηρεσιών, κατεύθυνσης, συντονισμού και ελέγχου της δράσης τους, καθώς και την παροχή οδηγιών προς τις υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Θ., για την εφαρμογή της νομοθεσίας που ανάγεται στην αρμοδιότητά τους,
γ) τον χειρισμό θεμάτων Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης, που ανάγονται στην αρμοδιότητα της Γ.Α.Δ.Θ..
Στο Τμήμα Αστυνόμευσης και Πολιτικής Σχεδίασης Έκτακτης Ανάγκης λειτουργεί Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, το οποίο στελεχώνεται από αστυνομικό προσωπικό και κατά προτίμηση από κατόχους πτυχίων Νομικών, Κοινωνικών ή Ανθρωπιστικών Σπουδών ή από πολιτικό προσωπικό, με αντίστοιχο πτυχίο, για την άσκηση του διοικητικού του έργου, και είναι αρμόδιο για:
α) την παρακολούθηση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006 (Α’ 232), σε συνεργασία με τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Θ., την καθοδήγηση, εποπτεία, παροχή οδηγιών και τον συντονισμό των εν λόγω υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και καταστολής των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ως άνω μέτρων και την αναπροσαρμογή τους, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, σε συνεργασία με το Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α.,
β) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και θυμάτων αυτής, καθώς επίσης και στοιχείων που αφορούν στην ποινική εξέλιξη των εν λόγω υποθέσεων, σε συνεργασία με τις υφιστάμενες υπηρεσίες της Γ.Α.Δ.Θ. και τις εισαγγελικές αρχές και την ιεραρχική υποβολή αυτών στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α.,
γ) την περιοδική εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού και την υποβολή περιοδικών αναφορών κατά τις υποδείξεις του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α..
8. Το Τμήμα Επιχειρήσεων είναι αρμόδιο για:
α) την εκπόνηση σχεδίων και την εισήγηση έκδοσης διαταγών, που αναφέρονται στη λήψη αστυνομικών μέτρων ή αφορούν ιδιαίτερα σημαντικά θέματα των Διευθύνσεων της Γ.Α.Δ.Θ.,
β) την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στις υποπερ. βε), βστ) και βζ) της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 21, υπό τον συντονισμό και τις κατευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Αστυνόμευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας
9. Το Τμήμα Εκπαίδευσης είναι αρμόδιο για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση του προσωπικού των υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Θ., σε θέματα που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του και την αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής του, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
10. Στο Επιτελείο της Γ.Α.Δ.Θ. λειτουργούν επίσης:
α) Γραφείο Πληροφορικής και Δικτύων στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπό στοιχεία 7001/2/1253-α/23.9.2002 απόφασης του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας (Β’ 1262) και
β) Γραφείο Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών στο Τμήμα Επιχειρήσεων, το οποίο ασκεί αρμοδιότητες και λειτουργεί σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 7 του άρθρου 62.
γ) Γραφείο Μουσικής στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης, το οποίο ασκεί αρμοδιότητες και λειτουργεί σύμφωνα με την περ. δ’της παρ. 3 του άρθρου 19.
Άρθρο 72
Αρμοδιότητες Διευθύνσεων Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης (Γ.Α.Δ.Α. και Γ.Α.Δ.Θ.)
1. Οι Διευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής (Δ.Δ.Ε.Ε.Α.) και Θεσσαλονίκης ασκούν, στην περιοχή αρμοδιότητάς τους, τις αρμοδιότητες αστυνομίας δημόσιας και κρατικής ασφάλειας. Αν η εγκληματική δραστηριότητα εκτείνεται στην περιοχή αρμοδιότητας περισσοτέρων της μιας υπηρεσίας, η αρμόδια για τον χειρισμό της υπόθεσης υπηρεσία ορίζεται από τον Διευθυντή της. Από την αρμοδιότητα της Δ.Δ.Ε.Ε.Α. εξαιρούνται τα σοβαρά και οργανωμένα εγκλήματα, εγχώρια ή διασυνοριακά, τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.). Μετά από διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, οι Διευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής και Θεσσαλονίκης δύνανται να επιλαμβάνονται της διερεύνησης αδικημάτων της καθ’ ύλην αρμοδιότητάς τους και σε περιοχές αρμοδιότητας των λοιπών Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, αντιστοίχως. Σε κάθε περίπτωση ενημερώνονται αρμοδίως ο οικείος Γενικός Περιφερειακός Αστυνομικός Διευθυντής και ο Διευθυντής της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας, οι οποίοι παρέχουν, εφόσον ζητηθεί, κάθε σχετική συνδρομή δια των καθ’ ύλην αρμόδιων υπηρεσιών τους. Ο Διευθυντής των Διευθύνσεων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής και Θεσσαλονίκης, μετά την ολοκλήρωση των ενεργειών του προσωπικού τους, που επιλαμβάνεται κατά τα προαναφερόμενα, υποβάλλει σχετική αναφορά προς τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία εκτίθενται το είδος των αδικημάτων που διαπιστώθηκαν, οι συνθήκες βεβαίωσής τους, οι τυχόν προγενέστερες ενέργειες των αρμόδιων Υπηρεσιών και κάθε άλλο σχετικό με αυτά στοιχείο.
2. Οι υπηρεσίες των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων που ασκούν αρμοδιότητες δημόσιας και κρατικής ασφάλειας, ενημερώνουν τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και τη Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής και Θεσσαλονίκης για όλα τα σοβαρά αδικήματα επί θεμάτων ασφάλειας που τελέσθηκαν στην περιφέρειά τους, γνωστοποιώντας κάθε σχετική με αυτά πληροφορία.
3. Οι Διευθύνσεις Αστυνομίας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της τοπικής τους αρμοδιότητας και ασκούν στην περιοχή αυτή τις αρμοδιότητες αστυνόμευσης και πολιτικής κινητοποίησης. Στις Διευθύνσεις Αστυνομίας υπάγονται, κατά περίπτωση, οι Υποδιευθύνσεις Αστυνομίας, οι Αστυνομικές Υποδιευθύνσεις, τα Αστυνομικά Τμήματα και οι Αστυνομικοί Σταθμοί που λειτουργούν στις περιοχές αρμοδιότητάς τους.
4. Οι Διευθύνσεις Άμεσης Δράσης Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της Περιφέρειας Αττικής και της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και έχουν ως αποστολή τη διενέργεια συνεχών περιπολιών για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης, την άμεση επέμβαση στα συμβάντα αστυνομικής φύσεως, την παροχή ειδικής υποστήριξης στις λοιπές υπηρεσίες των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και την άμεση και συνεχή παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες.
5. Οι Διευθύνσεις Τροχαίας Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της τοπικής τους αρμοδιότητας και ασκούν στις περιοχές των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, τις αρμοδιότητες της αστυνομίας τροχαίας. Στις Διευθύνσεις Τροχαίας Αττικής και Θεσσαλονίκης υπάγονται διοικητικά οι Υποδιευθύνσεις και τα Τμήματα Τροχαίας που λειτουργούν στις περιοχές αρμοδιότητάς τους.
6. Οι Διευθύνσεις Αστυνόμευσης Αερολιμένα των δύο Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων (Γ.Α.Δ.) εδρεύουν σε χώρο των εγκαταστάσεων του αερολιμένα Αθηνών και του αερολιμένα Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και ασκούν στην περιοχή αρμοδιότητάς τους το σύνολο των αστυνομικών αρμοδιοτήτων, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 5.
7. Οι Διευθύνσεις Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της Περιφέρειας Αττικής και της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, και έχουν ως αποστολή τη διάθεση διμοιριών, για μεν τις περιφέρειες της τοπικής τους αρμοδιότητας κατόπιν διαταγής του αντίστοιχου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή, για δε την υπόλοιπη χώρα κατόπιν διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Η διάθεση των διμοιριών αποσκοπεί στην ενίσχυση των κατά τόπο αρμοδίων Διευθύνσεων Αστυνομίας ή Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων για την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης, εφόσον αυτό δεν είναι εφικτό από τις λοιπές αστυνομικές δυνάμεις, κατά την κρίση του οικείου Διευθυντή Αστυνομίας ή Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή. Επίσης, είναι αρμόδιες για τη λήψη μέτρων τάξης στις διάφορες συγκεντρώσεις και δημόσιες συναθροίσεις και γενικά σε δημόσιους χώρους ή σε άλλα σοβαρά συμβάντα αστυνομικής αρμοδιότητας.
8. Οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης εδρεύουν σε δήμο της Περιφέρειας Αττικής και της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα και ασκούν στις περιοχές αρμοδιότητάς τους τις αρμοδιότητες επί θεμάτων αλλοδαπών και αντιμετώπισης της παράνομης μετανάστευσης. Οι Διευθύνσεις Αλλοδαπών διαρθρώνονται εσωτερικά σε Υποδιευθύνσεις ή και σε Τμήματα. Στις Διευθύνσεις αυτές υπάγονται τα Τμήματα Αλλοδαπών, τα Τμήματα Διαχείρισης Μετανάστευσης και οι Σταθμοί Ελέγχου Διαβατηρίων Συναλλάγματος, που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής τους αρμοδιότητας. Η τοπική αρμοδιότητα των Διευθύνσεων Αλλοδαπών Αττικής και Θεσσαλονίκης ταυτίζεται με την τοπική αρμοδιότητα των αντίστοιχων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων.
9. Η Διεύθυνση Μεταγωγών-Δικαστηρίων Αττικής έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) τη μεταγωγή κρατουμένων από και προς τα καταστήματα κράτησης της Περιφέρειας Αττικής, που προορίζονται ή προέρχονται από καταστήματα κράτησης, δικαστήρια και θεραπευτικά ιδρύματα εκτός της περιφέρειας,
β) τη μεταγωγή κρατουμένων, των οποίων έχει αποφασισθεί η έκδοση από τον Αερολιμένα Αθηνών προς καταστήματα κράτησης, δικαστήρια και θεραπευτικά ιδρύματα ή αρχές της χώρας και αντίστροφα, από τα οποία παραλαμβάνονται ή προς τα οποία προορίζονται, και
γ) τη συνδρομή, σε συντρέχουσα περίπτωση, στη δικαστική αστυνομία για την τήρηση της τάξης στους χώρους των δικαστηρίων της Αττικής.
Άρθρο 73
Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις
1. Οι Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις (ΓΕ.Π.Α.Δ.) είναι αρμόδιες για τη διοικητική υποστήριξη και τον συντονισμό της επιχειρησιακής δράσης των υπηρεσιών τοπικής αρμοδιότητάς τους. Είναι ιδίως αρμόδιες για:
α) τον χειρισμό θεμάτων υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού,
β) τη μέριμνα για την κατάρτιση προγραμμάτων μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης του προσωπικού που υπηρετεί στις Υπηρεσίες αρμοδιότητάς τους,
γ) τον χειρισμό θεμάτων επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων,
δ) τον εφοδιασμό των υπηρεσιών με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικοτεχνικό εξοπλισμό και τη μέριμνα για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους,
ε) τον συντονισμό και έλεγχο της δράσης των υπηρεσιών, καθώς και την εκπόνηση σχεδίων και την εισήγηση για την έκδοση διαταγών, αναφορικά με τη λήψη μέτρων τάξης και την εκδήλωση επιχειρησιακών δράσεων,
στ) την αναζήτηση, διαχείριση και επιχειρησιακή αξιοποίηση πληροφοριών, για την αντιμετώπιση κάθε μορφής εγκληματικότητας, και
ζ) τον χειρισμό θεμάτων πολιτικής σχεδίασης έκτακτης ανάγκης.
2. Σε κάθε Γενική Περιφερειακή Αστυνομική Διεύθυνση (ΓΕ.Π.Α.Δ.) λειτουργεί Επιτελείο, το οποίο διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης: αα) Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων, αβ) Ελαφρά Συνεργεία Τηλεπικοινωνιών και Οπλισμού, με εξαίρεση τις ΓΕ.Π.Α.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας και Νοτίου Αιγαίου,αγ) Γραφείο Πολιτικού Προσωπικού,
β) Τμήμα Αστυνόμευσης και Επιχειρήσεων: βα) Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, ββ) Γραφείο Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Γ.μ.Ε.Α.)
γ) Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών,
δ) Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων,
ε) Τμήμα Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών και
στ) Τμήμα Εγκληματολογικών Ερευνών, με εξαίρεση το Επιτελείο της ΓΕ.Π.Α.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας, στην έδρα της οποίας λειτουργεί η Υποδιεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών Βορείου Ελλάδας της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών.
3. Το Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης, ασκεί τις αρμοδιότητες των παρ. 3, 5 και 9 του άρθρου 70. Επίσης, το Τμήμα αυτό μεριμνά για την έγκριση της κίνησης του προσωπικού του Επιτελείου και των Διευθυντών των Διευθύνσεων Αστυνομίας αρμοδιότητας της ΓΕ.Π.Α.Δ., καθώς και για την προμήθεια και διανομή εφοδίων στο προσωπικό και στις υπηρεσίες της, για την προσωρινή διάθεση μεταφορικών, τηλεπικοινωνιακών και λοιπών μέσων και εξοπλισμού μεταξύ των οικείων Διευθύνσεων Αστυνομίας, για τη λήψη μέτρων τάξης, ασφάλειας και τροχαίας και για την ανακατανομή οπλισμού μεταξύ των Διευθύνσεων αυτών. Στο Τμήμα λειτουργεί Διαχείριση πάγιας προκαταβολής και υλικού. Στο Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης λειτουργούν:
α) Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων, το οποίο είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων και ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στην υπό στοιχεία 7001/2/744_ι/6.4.2011 απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας (Β’ 832).
β) Ελαφρά Συνεργεία Τηλεπικοινωνιών και Οπλισμού, με εξαίρεση τις ΓΕ.Π.Α.Δ. Κεντρικής Μακεδονίας και Νοτίου Αιγαίου, που έχουν ως αποστολή την επισκευή, συντήρηση και εξασφάλιση της καλής λειτουργίας των πάσης φύσεως τηλεπικοινωνιακών μέσων και του οπλισμού όλων των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας που λειτουργούν στην περιοχή αρμοδιότητάς τους. Ελαφρά Συνεργεία Τηλεπικοινωνιών και Οπλισμού λειτουργούν και στο Γραφείο Εσωτερικών Λειτουργιών του Επιτελείου της Α’ Διεύθυνσης Αστυνομίας Δωδεκανήσου, με την ίδια ως άνω αποστολή, για την κάλυψη των αναγκών των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας που λειτουργούν στις Α’ και Β’ Διευθύνσεις Αστυνομίας Δωδεκανήσου. Οι ανάγκες σε θέματα συντήρησης και επισκευής των τηλεπικοινωνιακών μέσων και του οπλισμού, της ΓΕ.Π.Α.Δ.. Κεντρικής Μακεδονίας και των αστυνομικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην οικεία διοικητική περιφέρεια εξυπηρετούνται από το Τμήμα Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών Βορείου Ελλάδας της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών. Οι αντίστοιχες ανάγκες της ΓΕ.Π.Α.Δ. Νοτίου Αιγαίου και των υπηρεσιών αρμοδιότητάς της, καθώς και των αστυνομικών υπηρεσιών που λειτουργούν στη Διεύθυνση Αστυνομίας Κυκλάδων, εξυπηρετούνται από τη Διεύθυνση Υποδομών και Τεχνικών Μέσων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, αντίστοιχα. Τα Ελαφρά Συνεργεία Τηλεπικοινωνιών και Οπλισμού υπάγονται, ως προς το ειδικό αντικείμενο της αποστολής τους, στη Διεύθυνση Επικοινωνιών και Δικτύων, καθώς και στην Υποδιεύθυνση Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών και στο Τμήμα Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών Βόρειας Ελλάδας αντιστοίχως.
γ) Γραφείο Πολιτικού Προσωπικού, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες της παρ. 4 του άρθρου 70.
4. Το Τμήμα Αστυνόμευσης και Επιχειρήσεων ασκεί τις αρμοδιότητες των περ. α και β της παρ. 7 και της παρ. 8 του άρθρου 70. Στο Τμήμα αυτό λειτουργούν:
α) Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, το οποίο στελεχώνεται από αστυνομικό προσωπικό, κατά προτίμηση από κατόχους πτυχίου νομικών, κοινωνικών ή ανθρωπιστικών σπουδών ή από πολιτικό προσωπικό, με αντίστοιχο πτυχίο, για την άσκηση του διοικητικού του έργου, και είναι αρμόδιο για:
αα) την παρακολούθηση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006 (Α’ 232) σε συνεργασία με τις υφιστάμενες υπηρεσίες της οικείας ΓΕ.Π.Α.Δ., την καθοδήγηση, εποπτεία, παροχή οδηγιών και τον συντονισμό των εν λόγω υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και καταστολής των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας, καθώς και την παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των ως άνω μέτρων και την αναπροσαρμογή τους, σε συνεργασία με το Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης του Α.Ε.Α.,
αβ) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και θυμάτων αυτής, καθώς επίσης και στοιχείων που αφορούν στην ποινική εξέλιξη των εν λόγω υποθέσεων, σε συνεργασία με τις υφιστάμενες υπηρεσίες της οικείας ΓΕ.Π.Α.Δ. και τις εισαγγελικές αρχές και την ιεραρχική υποβολή αυτών στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης του Α.Ε.Α. και
αγ) την περιοδική εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού και την υποβολή περιοδικών αναφορών κατά τις υποδείξεις του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης του Α.Ε.Α., σε αυτό.
β) Γραφείο Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Γ.μ.Ε.Α.), το οποίο ασκεί αρμοδιότητες και λειτουργεί σύμφωνα με τις περ. α) και β) της παρ. 7 του άρθρου 62.
5. Το Τμήμα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών ασκεί τις αρμοδιότητες της παρ. 6 του άρθρου 70.
6. Το Τμήμα Διοικητικών Εξετάσεων ασκεί τις αρμοδιότητες της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 13, ως προς το προσωπικό της οικείας ΓΕ.Π.Α.Δ. και των υπαγόμενων σε αυτές Διευθύνσεων Αστυνομίας κατόπιν διαταγής.
7. Το Τμήμα Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών έχει ως αποστολή την αναζήτηση, διαχείριση και επιχειρησιακή αξιοποίηση πληροφοριών, για την αντιμετώπιση κάθε μορφής εγκληματικότητας στην περιοχή της οικείας ΓΕ.Π.Α.Δ..
Άρθρο 74
Διευθύνσεις Αστυνομίας ΓΕ.Π.Α.Δ.
1. Οι Διευθύνσεις Αστυνομίας έχουν ως αποστολή την άσκηση, μέσα στα όρια της τοπικής τους αρμοδιότητας, του συνόλου των αστυνομικών αρμοδιοτήτων, όπως αυτές καθορίζονται με το άρθρο 5. Οι Διευθύνσεις Αστυνομίας συγκροτούνται από το Επιτελείο και τις υπηρεσίες που υπάγονται σε αυτές, επιπέδου Υποδιεύθυνσης, Τμήματος και Σταθμού.
2.Το Επιτελείο των Διευθύνσεων Αστυνομίας διαρθρώνεται ως ακολούθως:
α) Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης,
β) Γραφείο Αστυνόμευσης,
γ) Γραφείο Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών,
δ) Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας,
ε) Γραφείο Διαβατηρίων,
στ) Γραφείο Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.),
ζ) Γραφείο Πληροφορικής και Δικτύων και
η) Γραφείο Διοικητικών Εξετάσεων.
3. Το Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης είναι αρμόδιο για:
α) τον χειρισμό όλων των θεμάτων προσωπικού της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
β) τη διακίνηση της αλληλογραφίας,
γ) τη διάθεση του προσωπικού στις τακτικές και έκτακτες εσωτερικές υπηρεσίες και τον έλεγχο της κανονικής εκτέλεσης των υπηρεσιών αυτών,
δ) τον έλεγχο της κανονικής προσέλευσης και αποχώρησης του προσωπικού,
ε) την τήρηση και εφαρμογή του σχεδίου ασφάλειας του οικήματος της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας και των λοιπών σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης,
στ) τη φρούρηση, την ασφάλεια, την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση του οικήματος της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
ζ) την οργάνωση και εποπτεία της κίνησης των οχημάτων,
η) τη λειτουργία του τηλεφωνικού κέντρου και των λοιπών τηλεπικοινωνιακών μέσων,
θ) τον χειρισμό θεμάτων δημοσίων σχέσεων,
ι) την ευθύνη και τη λειτουργία της λέσχης,
ια) τη μισθοδοσία του προσωπικού,
ιβ) τον εφοδιασμό με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά και τη μέριμνα για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους,
ιγ) την προμήθεια και διανομή των εφοδίων και των υλικών στο προσωπικό και στις Υπηρεσίες της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
ιδ) τη διαχείριση της πάγιας προκαταβολής και ιε) τη διοργάνωση σεμιναρίων εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας σε αστυνομικά θέματα που σχετίζονται με την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
Στο Γραφείο Διοικητικής Υποστήριξης και Εκπαίδευσης λειτουργεί Διαχείριση, η οποία χειρίζεται τα θέματα χρηματικού και υλικού της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας.
4. Το Γραφείο Αστυνόμευσης είναι αρμόδιο για:
α) την προετοιμασία αστυνομικών διατάξεων για την περιοχή της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
β) την παροχή οδηγιών στις υπηρεσίες για την ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά στα αντικείμενα αρμοδιότητάς τους, και τον χειρισμό των θεμάτων πολιτικής κινητοποίησης,
γ) τη μέριμνα για την παροχή, στο πλαίσιο της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, συνδρομής σε φυσικά και νομικά πρόσωπα,
δ) την εκπόνηση σχεδίων επιχειρήσεων των δυνάμεων της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
ε) την προετοιμασία για τη λήψη μέτρων τάξης σε δημόσιες συναθροίσεις και συγκεντρώσεις, καθώς και αντιμετώπισης καταστάσεων διατάραξης της τάξης,
στ) τη μέριμνα για τον συντονισμό των επιχειρήσεων και την καθοδήγηση των δυνάμεων στην εκτέλεση των σχεδίων,
ζ) την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στις υποπερ. βε), βζ) και βη) της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 21, υπό τον συντονισμό και τις κατευθύνσεις της Διεύθυνσης Αστυνόμευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
η) τη μέριμνα για τη λειτουργία του σταθμού βάσεως (R/T) και την εκπλήρωση της αποστολής του, η οποία συνίσταται:
ηα) στη διαβίβαση εντολών και πληροφοριών προς τα πληρώματα των οχημάτων και τους φέροντες φορητά κέντρα ασύρματης διαβίβασης εντολών (R/T) πεζούς αστυνομικούς, κατά λόγο αρμοδιότητας, για άμεση και συνεχή παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες,
ηβ) στην ενημέρωση των ανωτέρω αστυνομικών για επέμβαση σε συμβάντα αστυνομικής δραστηριότητας και
ηγ) στην παρακολούθηση εφαρμογής του προγράμματος κίνησης των κέντρων ασύρματης διαβίβασης εντολών (R/T) υπηρεσιακών οχημάτων, για την εκτέλεση των περιπολιών και τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.
5. Το Γραφείο Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Αλλοδαπών είναι αρμόδιο για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία της δημόσιας και κρατικής ασφάλειας και μεριμνά για την καθοδήγηση των υφιστάμενων υπηρεσιών της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας για τη φρούρηση ιδιαίτερα επικίνδυνων στόχων εγκληματικών ενεργειών. Επίσης, το Γραφείο αυτό είναι αρμόδιο για τον χειρισμό θεμάτων αλλοδαπών και προστασίας συνόρων και ιδίως:
α) τον χειρισμό θεμάτων σχετικών με την έκδοση διοικητικών πράξεων και τη λήψη μέτρων που αφορούν αλλοδαπούς,
β) την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά ομογενείς, καθώς και τη διατύπωση γνώμης, σχετικά με θέματα δημόσιας τάξης και ασφάλειας, προς το Υπουργείο Εσωτερικών, αναφορικά με αιτήματα πολιτογράφησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3284/2004 (Α’ 217),
γ) τη διαδικασία διαμονής των υπηκόων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και την εφαρμογή της νομοθεσίας που τους αφορά,
δ) την υποδοχή και εξέταση αιτήσεων παράτασης της περιόδου ισχύος χορηγηθείσας θεώρησης και της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής πολιτών τρίτων χωρών, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 7 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α’ 81),
ε) τη γνωστοποίηση προς τις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές της ύπαρξης λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας σε βάρος αλλοδαπών, που έχουν υποβάλει αίτηση για χορήγηση ή ανανέωση αδειών παραμονής, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Κώδικα Μετανάστευσης,
στ) την αναζήτηση και καταχώρηση στις σχετικές βάσεις δεδομένων όλων των κλεμμένων ή απολεσθέντων ταξιδιωτικών εγγράφων και τίτλων διαμονής στην Ελλάδα ή σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έλαβαν χώρα εντός των ορίων τοπικής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αστυνομίας,
ζ) την καταχώρηση στη σχετική βάση δεδομένων των δικαστικών αποφάσεων των οικείων δικαστικών αρχών, περί απαγορεύσεων εισόδου_εξόδου και λοιπών περιοριστικών μέτρων,
η) τη μέριμνα για την καταχώριση ή διαγραφή, κατά περίπτωση, αλλοδαπών στους ή από τους καταλόγους ανεπιθύμητων, σύμφωνα με την περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 2 της υπό στοιχεία 4000/4/32_λα/5.10.2012 κοινής απόφασης των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (Β’ 2805),
θ) τη διαδικασία χορήγησης ταξιδιωτικών εγγράφων σε εκκρεμείς περιπτώσεις δικαιούχων και αιτούντων διεθνούς προστασίας που διαμένουν στα όρια τοπικής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αστυνομίας,
ι) τον ορισμό υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας ως εξουσιοδοτημένων εκπροσώπων των υπηρεσιών στα διοικητικά δικαστήρια κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό ακυρωτικών διαφορών που γεννώνται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών εν γένει και
ια) την υποβολή πρότασης στον Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή για τον ορισμό αξιωματικών των υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους ως μελών των Επιτροπών Μετανάστευσης του άρθρου 172 του Κώδικα Μετανάστευσης και τη διατύπωση γνώμης σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας (ν. 3284/2004, Α’ 217).
6. Το Γραφείο Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, το οποίο στελεχώνεται από αστυνομικό προσωπικό, κατά προτίμηση από κατόχους πτυχίων νομικών, κοινωνικών ή ανθρωπιστικών Σπουδών, είναι αρμόδιο για:
α) την παρακολούθηση υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006 (Α’ 232), σε συνεργασία με τις υπηρεσίες της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας, καθώς και την καθοδήγηση, εποπτεία, παροχή οδηγιών για τον χειρισμό των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και τον συντονισμό και έλεγχο των εν λόγω υπηρεσιών για την εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και καταστολής των εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας και για την ορθή εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας,
β) τον χειρισμό περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, σε συνεργασία με την αρμόδια υπηρεσία της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας,
γ) τη διοργάνωση δράσεων περιοδικής επιμόρφωσης και εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας και, ιδίως, αυτού που εκτελεί καθήκοντα Αξιωματικού Υπηρεσίας και χειρίζεται υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, καθώς και την ιεραρχική υποβολή περιοδικών αναφορών αναφορικά με τις εν λόγω δράσεις, κατά τις υποδείξεις του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Αστυνόμευσης/Α.Ε.Α.,
δ) τη συλλογή, επεξεργασία και τακτική τήρηση στατιστικών στοιχείων για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και θυμάτων αυτής, καθώς, επίσης, και στοιχείων που αφορούν στην ποινική εξέλιξη των εν λόγω υποθέσεων, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας και τις εισαγγελικές αρχές, και την ιεραρχική υποβολή αυτών στην οικεία ΓΕ.Π.Α.Δ.,
ε) την ανάπτυξη συνεργασίας με συναρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και φορείς, με Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και με τοπικούς κοινωνικούς φορείς, προς τον σκοπό της αποτελεσματικότερης διαχείρισης περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και
στ) την ανάληψη πρωτοβουλιών ή την παροχή συνδρομής σε πρωτοβουλίες άλλων αρχών, υπηρεσιών και φορέων που αποσκοπούν στην πρόληψη και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας.
7. Το Γραφείο Διαβατηρίων ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 126/2005 (Α’ 181).
8. Το Γραφείο Εγκληματολογικών Ερευνών (Γ.Ε.Ε.) λειτουργεί σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 60.
9. Το Γραφείο Πληροφορικής και Δικτύων λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της υπό στοιχεία 7001/2/1253α/23.9.2002 απόφασης του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας (Β’ 1262).
10. Το Γραφείο Διοικητικών Εξετάσεων ασκεί τις αρμοδιότητες της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 13 ως προς το προσωπικό της οικείας Διεύθυνσης Αστυνομίας και των υφιστάμενων Υπηρεσιών κατόπιν διαταγής.
11. Στο Επιτελείο των Διευθύνσεων Αστυνομίας Αλεξανδρούπολης, Ορεστιάδας, Σάμου, Χίου, Α’ Δωδεκανήσου και Ηρακλείου λειτουργεί και Γραφείο Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (Γ.μ.Ε.Α.) που ασκεί αρμοδιότητες σύμφωνα με τις περ. α’ και β’ της παρ. 7 του άρθρου 62.
12. Στις Διευθύνσεις Αστυνομίας υπάγονται διοικητικά οι Υποδιευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων, οι Υποδιευθύνσεις Αστυνομίας, οι Αστυνομικές Υποδιευθύνσεις, οι Υποδιευθύνσεις Ασφάλειας και Διαχείρισης Μετανάστευσης Δομών, καθώς και όλες οι υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας επιπέδου Τμήματος και Σταθμού, που λειτουργούν στην περιοχή της τοπικής τους αρμοδιότητας.
13. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρονται οι Διευθύνσεις Αστυνομίας Νομών, νοούνται εφεξής οι Διευθύνσεις Αστυνομίας ΓΕ.Π.Α.Δ..
14. Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρείται η Διεύθυνση Αστυνομίας Αγίου Όρους, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες της οποίας προβλέπονται στο άρθρο 94Α του π.δ. 7/2017 (Α’ 14).
Άρθρο 75
Συλλογικά όργανα
Για την ολοκληρωμένη, έγκαιρη και αποτελεσματική εξέταση και αντιμετώπιση ζητημάτων κοινής αρμοδιότητας ή ζητημάτων για τα οποία είναι απαραίτητη η συμμετοχή στελεχών διαφορετικών Διευθύνσεων, δύνανται να συγκροτούνται επιτροπές και ομάδες εργασίας, με τη συμμετοχή στελεχών των επιτελικών και επιχειρησιακών κεντρικών υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης. Η συγκρότηση των επιτροπών και των ομάδων εργασίας πραγματοποιείται, κατόπιν εισήγησης της επισπεύδουσας Επιτελικής Υπηρεσίας του Α.Ε.Α., στην οποία αποτυπώνεται η γνώμη του Διευθυντή των Διευθύνσεων των οποίων προτείνεται η συνδρομή:
α) με την έκδοση απόφασης συγκρότησης από τον Β’ Υπαρχηγό, εφόσον η επιτροπή ή η ομάδα συγκροτείται από επιτελείς των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α. και
β) με την έκδοση απόφασης συγκρότησης από τον Α’ Υπαρχηγό, αν προτείνεται και απαιτείται η συμμετοχή και στελεχών των επιχειρησιακών κεντρικών υπηρεσιών ή των Διευθύνσεων των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών του Σώματος.
Άρθρο 76
Ειδικές επιχειρησιακές ομάδες, αστυνομικές μονάδες και κλιμάκια υπηρεσιών
Στις επιχειρησιακές κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες, προς τον σκοπό αποτελεσματικότερης εκπλήρωσης της αποστολής τους και αντιμετώπισης σοβαρών ή έκτακτων γεγονότων ή καταστάσεων, δύναται, με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας ή με απόφασή του, κατόπιν εισήγησης των Διευθυντών των επιχειρησιακών κεντρικών υπηρεσιών ή των Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βορείου και Νοτίου Ελλάδας, να συγκροτούνται Ειδικές Επιχειρησιακές Ομάδες, Αστυνομικές Μονάδες και Κλιμάκια Υπηρεσιών, όπως Κινητές Αστυνομικές Μονάδες (K.A.M.), Ομάδες Πρόληψης και Καταστολής του Εγκλήματος (Ο.Π.Κ.Ε.), Ομάδες Δίκυκλης Αστυνόμευσης (ΔΙ.ΑΣ.), Ομάδες Ελέγχου και Πρόληψης Τροχαίων Ατυχημάτων (Ο.Ε.Π.Τ.Α.), Ομάδες Ειδικών Δράσεων (Ο.Ε.Δ.), Ειδικές Ομάδες Διαχείρισης Μετανάστευσης και Κλιμάκια Υπηρεσιών. Ειδικότερα ζητήματα, που αφορούν στη σύνθεση, την εκπαίδευση, τον εξοπλισμό, την υπαγωγή, την επιχειρησιακή δράση και την εν γένει λειτουργία των Ομάδων, Μονάδων και Κλιμακίων αυτών ρυθμίζονται στο πλαίσιο της διαταγής ή απόφασης του πρώτου εδαφίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΟΡΓΑΝΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ
Άρθρο 77
Συντονισμός υπηρεσιών
1. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας ασκεί τη διοίκηση του Σώματος και κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη λειτουργία και τη δράση των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας στην εκπλήρωση της αποστολής τους. Εκτός αν άλλως ορίζεται ειδικότερα, ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα για το σύνολο των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, την οποία δύναται να μεταβιβάζει σε άλλα όργανα. Σε σοβαρές περιπτώσεις ή κατόπιν εισήγησης του Α’ Υπαρχηγού και των Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βορείου και Νοτίου Ελλάδας, δύναται να διατάσσει την επιχειρησιακή δραστηριοποίηση οποιασδήποτε υπηρεσίας του Σώματος και σε περιοχές εκτός της τοπικής τους αρμοδιότητας.
2. Ο Α’ Υπαρχηγός είναι ο άμεσος βοηθός του Αρχηγού, τον οποίο συνεπικουρεί στην εκτέλεση των καθηκόντων του και ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα επί των υπηρεσιών της περ. η) της παρ. 5 και της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 7, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που έχει μεταβιβαστεί σε αυτόν με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων του δύναται να επικουρείται από δύο (2) ανώτατους ή ανωτέρους αξιωματικούς, οι οποίοι τοποθετούνται στο Γραφείο του ως βοηθοί και ασκούν κάθε αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον Α’ Υπαργηγό.
3. Ο Β’ Υπαρχηγός ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα επί των υπηρεσιών των περ. θ) και ι) της παρ. 5 του άρθρου 7, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που έχει μεταβιβαστεί σε αυτόν με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων του δύναται να επικουρείται από δύο (2) ανώτατους ή ανώτερους αξιωματικούς, οι οποίοι τοποθετούνται στο Γραφείο του ως βοηθοί και ασκούν κάθε αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον Β’ Υπαρχηγό.
4. Οι Γενικοί Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας ασκούν την αποφασιστική αρμοδιότητα για το σύνολο των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, των τομέων τους, όπως αυτοί διαρθρώνονται στις περ. α) και β) της παρ. 7 του άρθρου 7 αντίστοιχα, καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που έχει μεταβιβαστεί σε αυτούς με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Οι Γενικοί Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α. βοηθούν τον Β’ Υπαρχηγό, προΐστανται της οικείας Γενικής Διεύθυνσης και εποπτεύουν, συντονίζουν, κατευθύνουν και ελέγχουν τις υπαγόμενες σε αυτή Διευθύνσεις. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δύνανται να επικουρούνται από έναν (1) ανώτερο αξιωματικό, ο οποίος τοποθετείται στο γραφείο τους ως βοηθός και ασκεί κάθε αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτόν από τον οικείο Γενικό Διευθυντή.
6. Οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές, οι Διευθυντές των Επιτελικών και των Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης, προΐστανται των υπηρεσιών τους, συντονίζουν, κατευθύνουν και ελέγχουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, το έργο των υφισταμένων τους υπηρεσιών και του προσωπικού τους, προς τον σκοπό της αποτελεσματικής εκπλήρωσης της αποστολής τους. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης δύνανται να επικουρούνται από έναν (1) έως τρεις (3) αξιωματικούς και οι Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές από έναν (1) αξιωματικό, οι οποίοι τοποθετούνται στο γραφείο τους ως βοηθοί. Οι αξιωματικοί αυτοί είναι κατά βαθμό ανώτεροι ή αρχαιότεροι των Διευθυντών των Υπηρεσιών της οικείας Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ή Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης και τους ανατίθενται, καθήκοντα συντονισμού, εποπτείας και ελέγχου των υπηρεσιών σε θέματα τάξης, ασφάλειας ή αλλοδαπών και προστασίας συνόρων.
7. Οι Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α. και των Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών, επιπέδου Διεύθυνσης, για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, δύνανται να επικουρούνται από έναν (1) μέχρι δύο (2) αξιωματικούς, οι οποίοι τοποθετούνται στο γραφείο τους ως Υποδιευθυντές, είναι κατά βαθμό ανώτεροι ή αρχαιότεροι των Διευθυντών ή Διοικητών των Υπηρεσιών της οικείας Διεύθυνσης και τους ανατίθενται καθήκοντα συντονισμού, εποπτείας και ελέγχου των Υπηρεσιών της οικείας Διεύθυνσης σε θέματα της αρμοδιότητάς τους.
Άρθρο 78
Βαθμοί Προσωπικού Διοίκησης
1. Τον βαθμό του Αντιστράτηγου Αστυνομίας φέρουν:
α) ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) ο Α’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας,
γ) ο Β’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας και
δ) οι Γενικοί Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, οι οποίοι τοποθετούνται, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, ανεξαρτήτως μεταξύ τους αρχαιότητας.
2. Τον βαθμό του Υποστράτηγου ή Ταξίαρχου Αστυνομίας φέρουν:
α) οι Γενικοί Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α.,
β) ο Γενικός Διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων,
γ) οι Διευθυντές της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών, της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας,
δ) οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης, και
ε) οι Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές.
3. Tον βαθμό του Ταξίαρχου Αστυνομίας ή του Αστυνομικού Διευθυντή φέρουν:
α) ο Διευθυντής του Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού,
β) οι Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α. και των Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης, και
γ) οι Βοηθοί του Α’ και Β’ Υπαρχηγού, των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών.
4. Τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή ή Αστυνομικού Υποδιευθυντή φέρουν:
α) οι βοηθοί των Γενικών Διευθυντών Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α. και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών,
β) οι Διευθυντές των Υποδιευθύνσεων των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α., και
γ) οι Υποδιευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α. και των Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης, οι οποίοι είναι οι αρχαιότεροι στη Διεύθυνση μετά τον Διευθυντή.
5. Τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή ή Αστυνομικού Υποδιευθυντή ή Αστυνόμου Α’ ή Αστυνόμου Β’ φέρουν οι Τμηματάρχες των Τμημάτων των Διευθύνσεων και Υποδιευθύνσεων των Επιτελικών Υπηρεσιών του Α.Ε.Α., καθώς και των Υποδιευθύνσεων και Τμημάτων των Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών και οι Προϊστάμενοι των υπαγόμενων σε αυτές Υπηρεσιών επιπέδου Υποδιεύθυνσης ή Τμήματος.
6. Τον βαθμό του Αστυνομικού Υποδιευθυντή ή Αστυνόμου Α’ ή Αστυνόμου Β’ ή Υπαστυνόμου Α’ και Β’ φέρουν οι Διοικητές των Επιχειρησιακών Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Υποδιεύθυνσης ή Τμήματος, καθώς και οι Διοικητές των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών (ΠΡΟ.ΚΕ.Κ.Α.).
7. Τον βαθμό Υπαστυνόμου Α’ και Β’ ή Ανθυπαστυνόμου Αρχιφύλακα φέρουν οι Διοικητές των Επιχειρησιακών Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Σταθμού.
8. Διευθυντής της Διεύθυνσης Πολιτικού Προσωπικού και της Υποδιεύθυνσης Πολιτικού Προσωπικού του Επιτελείου της Γ.Α.Δ.Θ. τοποθετείται πολιτικός υπάλληλος κατηγορίας Π.Ε. κλάδου Διοικητικού Οικονομικού οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022 (Α’ 232), που επιλέγεται σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26). Στις Διευθύνσεις Επικοινωνίας, Επικοινωνιών και Δικτύων και Υποδομών και Τεχνικών Μέσων τοποθετείται πολιτικός υπάλληλος ως Διευθυντής κατηγορίας Π.Ε., κλάδου και ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022 συναφούς με την αποστολή τους. Σε περίπτωση έλλειψης πολιτικών υπαλλήλων κλάδων και ειδικοτήτων συναφών με την αποστολή των εν λόγω διευθύνσεων, τοποθετείται υπάλληλος κατηγορίας Π.Ε. κλάδου Διοικητικού Οικονομικού οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
9. Πολιτικοί υπάλληλοι τοποθετούνται ως Τμηματάρχες, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. ως εξής:
α) Στα Τμήματα της Διεύθυνσης Πολιτικού Προσωπικού, τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι των κλάδων Π.Ε. Διοικητικού Οικονομικού ή Τ.Ε. Διοικητικού-Λογιστικού, οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
β) Στο Τμήμα Αποδοχών και Ασφάλισης Πολιτικού Προσωπικού της Διεύθυνσης Οικονομικής Υποστήριξης και στο Τμήμα Οδοιπορικών Εξόδων Πολιτικών Υπαλλήλων της Διεύθυνσης Πάγιας Προκαταβολής, τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι των Κλάδων Π.Ε. Διοικητικού Οικονομικού, οποιασδήποτε ειδικότητας ή Τ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού οποιασδήποτε ειδικότητας ή Δ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού ειδικότητας Δ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού, σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
γ) Στο Τμήμα Κίνησης Μεταφορικών Μέσων της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών της Διεύθυνσης Υποδομών και Τεχνικών Μέσων, τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι των Κλάδων Π.Ε Διοικητικού Οικονομικού οποιασδήποτε ειδικότητας ή Τ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού οποιασδήποτε ειδικότητας ή Δ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού ειδικότητας Δ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού, σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
δ) Στο Τμήμα Πολιτικού Προσωπικού του Επιτελείου των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, τοποθετείται πολιτικός υπάλληλος των Κλάδων Π.Ε. Διοικητικού-Οικονομικού ή Τ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
ε) Στα Τμήματα Εκδόσεων, Επικοινωνίας Πολιτών και Διοικητικής Υποστήριξης, Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού και Ιστορίας της Διεύθυνσης Επικοινωνίας, τοποθετείται πολιτικός υπάλληλος του Κλάδου Π.Ε. Διοικητικού Οικονομικού, οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
10. Πολιτικοί υπάλληλοι δύνανται να τοποθετούνται ως Τμηματάρχες, σύμφωνα με τον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. ως εξής:
α) Στα Τμήματα Μεταφορικών Μέσων και Κτιριακών Έργων και Υποδομών της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Υποστήριξης της Διεύθυνσης Υποδομών και Τεχνικών Μέσων, δύναται να τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι των Κλάδων Π.Ε. Μηχανικών ή Τ.Ε. Μηχανικών, οποιασδήποτε ειδικότητας και στο Τμήμα Γενικών και Ατομικών Εφοδίων της ιδίας Υποδιεύθυνσης πολιτικοί υπάλληλοι των Κλάδων Π.Ε Διοικητικού Οικονομικού ή Τ.Ε. Διοικητικού Λογιστικού οποιασδήποτε ειδικότητας, σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
β) Στο Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Δημοσιογράφων του Επιτελείου των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, δύναται να τοποθετούνται πολιτικοί υπάλληλοι του Κλάδου Π.Ε. Διοικητικού Οικονομικού, οποιασδήποτε ειδικότητας σύμφωνα με το π.δ. 85/2022.
11. Σε περίπτωση έλλειψης πολιτικών υπαλλήλων των προβλεπομένων κατηγοριών και κλάδων για την κάλυψη των θέσεων διευθυντών και τμηματαρχών των παρ. 9 και 10, δύναται να τοποθετούνται αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων αντίστοιχης ειδικότητας ή αξιωματικοί γενικών καθηκόντων.
12. Στις Γενικές Διευθύνσεις Επιτελικού Συντονισμού, Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού και Υποστήριξης δύνανται να τοποθετούνται ως Γενικοί Διευθυντές και ως βοηθοί αυτών και αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων, εφόσον έχουν διατελέσει επί ένα (1) τουλάχιστον έτος ως Διευθυντές Διεύθυνσης.
13. Στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, καθώς και σε Διευθύνσεις των Γενικών Διευθύνσεων Επιτελικού Συντονισμού, Διαχείρισης Ανθρώπινου Δυναμικού και Υποστήριξης, δύναται να ορίζονται ως Διευθυντές ή Υποδιευθυντές και αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων, αντίστοιχης προς την αποστολή των Διευθύνσεων αυτών ειδικότητας, εφόσον έχουν διατελέσει επί ένα (1) τουλάχιστον έτος ως Προϊστάμενοι Υποδιεύθυνσης ή Τμήματος.
14. Στις Υπηρεσίες εσωτερικής διάρθρωσης των Επιτελικών Υπηρεσιών, των Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών και των Γ.Α.Δ.Α., Γ.Α.Δ.Θ. και ΓΕ.Π.Α.Δ., δύνανται να ορίζονται ως Προϊστάμενοι Υποδιεύθυνσης ή Τμήματος, κατά περίπτωση και αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων, αντίστοιχης προς την αποστολή των Τμημάτων ειδικότητας.
15. Σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας οι διοικούντες τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας αναπληρώνονται ως εξής:
α. τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, αναπληρώνει ο Α’ Υπαρχηγός,
β. τον Α’ Υπαρχηγό, ο Β’ Υπαρχηγός,
γ. τον Β’ Υπαρχηγό, ο ανώτερος κατά βαθμό ή αρχαιότερος εκ των Βοηθών του ή εκ των Γενικών Διευθυντών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, αξιωματικός γενικών καθηκόντων,
δ. τον Γενικό Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας Ελλάδας, ο Γενικός Συντονιστής Αστυνομίας Νότιας Ελλάδας και αντιστρόφως,
ε. τους Γενικούς Διευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, ο ανώτερος κατά βαθμό ή αρχαιότερος εκ των Βοηθών τους ή εκ των Διευθυντών των οικείων Διευθύνσεων,
στ. τους Διευθυντές των Επιτελικών και Επιχειρησιακών Κεντρικών Διευθύνσεων, ο οικείος Υποδιευθυντής και εφόσον δεν υπάρχει, ο κατά βαθμό ανώτερος ή αρχαιότερος υφιστάμενός τους,
ζ. τους Τμηματάρχες των Επιτελικών Διευθύνσεων ο κατά βαθμό ανώτερος ή αρχαιότερος υφιστάμενός τους αξιωματικός και σε περίπτωση που δεν υπάρχει, πολιτικός υπάλληλος κατηγορίας Π.Ε., σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,
η. τον Διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων ο ανώτερος ή αρχαιότερος προϊστάμενος των Υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτή,
θ. τους Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης, τους Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές, καθώς και τους Διευθυντές, Διοικητές και Προϊσταμένους των λοιπών Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, ο ανώτερος ή αρχαιότερος υφιστάμενός τους,
ι. τους πολιτικούς υπαλλήλους Διευθυντές Διευθύνσεων, Τμηματάρχης πολιτικός υπάλληλος της ίδιας Διεύθυνσης, κατά τα οριζόμενα στις ισχύουσες διατάξεις και εφόσον δεν υπάρχει, ο κατά βαθμό ανώτερος ή αρχαιότερος Τμηματάρχης αξιωματικός της Διεύθυνσης αυτής. Τους Τμηματάρχες πολιτικούς υπαλλήλους, ο ανώτερος ή αρχαιότερος αξιωματικός του οικείου Τμήματος και σε περίπτωση που δεν υπάρχει αξιωματικός, πολιτικός υπάλληλος, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Άρθρο 79
Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας ασκεί τη διοίκηση του Σώματος, είναι υπεύθυνος έναντι του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη για την άσκηση των καθηκόντων του και επιλέγεται από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥ.Σ.Ε.Α.) για θητεία δύο (2) ετών, η οποία δύναται να παραταθεί μέχρι ένα (1) ακόμη έτος. Η ως άνω θητεία λήγει με την έναρξη των τακτικών κρίσεων του έτους συμπλήρωσής της. Η αποστρατεία του Αρχηγού πριν από τη λήξη της θητείας του επιτρέπεται είτε κατόπιν αιτήσεώς του είτε για σοβαρούς λόγους που ανάγονται στην άσκηση των καθηκόντων του ή το κύρος της θέσεώς του, μετά από αιτιολογημένη απόφαση του ΚΥ.Σ.Ε.Α.. Με την ίδια απόφαση του ΚΥ.Σ.Ε.Α. μπορεί στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας που αποστρατεύεται να απονέμεται ο βαθμός του Στρατηγού εν αποστρατεία. Η διαδικασία επιλογής Αρχηγού πραγματοποιείται με βάση το π.δ. 24/1997 (Α’ 29) και ιδίως το άρθρο 39 αυτού.
2. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και ασκεί την πλήρη διοίκηση του Σώματος και ιδίως:
α) ασκεί την αποφασιστική αρμοδιότητα για όλα τα θέματα του Αρχηγείου, την οποία μπορεί να μεταβιβάσει σε άλλα όργανα, εκτός αν άλλως ορίζεται ειδικότερα,
β) προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση των Υπηρεσιών του Σώματος για την εκπλήρωση της αποστολής τους,
γ) αποφασίζει για την οργάνωση, τη λειτουργία, τη στελέχωση και τον εξοπλισμό των υπηρεσιών και καθορίζει μεθόδους και διαδικασίες δράσης τους,
δ) ελέγχει το προσωπικό και ασκεί την πειθαρχική εξουσία,
ε) μεριμνά για την ανύψωση του ηθικού, τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και της οικονομικής κατάστασης, καθώς και για την αναβάθμιση του επαγγελματικού και κοινωνικού κύρους του προσωπικού του Σώματος,
στ) κατανέμει, με απόφασή του, τις οργανικές θέσεις του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας στις υπηρεσίες του Σώματος, καθώς και τις θέσεις του υγειονομικού προσωπικού κατά ειδικότητες και κυρώνει τον πίνακα κατανομής οργανικών θέσεων του προσωπικού,
ζ) εκδίδει αστυνομικές διατάξεις, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 (Α’ 152),
η) εκδίδει κανονιστικές διαταγές με τις οποίες παρέχονται πάγιες οδηγίες ή καθορίζονται διαδικασίες για τον χειρισμό των υπηρεσιακών θεμάτων, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 του π.δ. 103/2021 (Α’ 255),
θ) συγκαλεί το Συμβούλιο Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων και διατάσσει την υλοποίηση των αποφάσεών του,
ι) αλληλογραφεί απευθείας με όλες τις Αρχές του κράτους,
ια) εγκρίνει τη χορήγηση των αδειών των Αντιστρατήγων Αστυνομίας, καθώς και του Διευθυντή του Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού και
ιβ) αποφασίζει την έγκριση ή μη αιτημάτων του ένστολου και πολιτικού προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας ή ιδιωτών και φορέων αναφορικά με τη διενέργεια ακαδημαϊκών εργασιών, ερευνών, μελετών, διατριβών ή συνεντεύξεων, το αντικείμενο των οποίων άπτεται της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την εθελοντική συμμετοχή του προσωπικού του Σώματος σε αυτές, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του και υπό την προϋπόθεση ότι δεν γίνεται χρήση πληροφοριών, αντλούμενων από την υπηρεσία, οι οποίες δύνανται να επηρεάσουν αρνητικά το έργο της Ελληνικής Αστυνομίας ή το δημόσιο συμφέρον.
3. Ο Αρχηγός ενημερώνεται άμεσα για πάσης φύσεως ζήτημα που σχετίζεται με την εν γένει λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας από τον Α’ και Β’ Υπαρχηγό, και τους Γενικούς Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, οι οποίοι καθίστανται υπεύθυνοι έναντι του Αρχηγού για πάσης φύσεως θέματα που ανακύπτουν κατά τη λειτουργία των Υπηρεσιών τους.
Άρθρο 80
Α’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Ο Α’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας αναπληρώνει, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, τον Αρχηγό, εποπτεύει, συντονίζει και ελέγχει τις υπηρεσίες της περ. η) της παρ. 5 και της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 7 και ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν μεταβιβαστεί.
2. Ο Α’ Υπαρχηγός έχει ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των ως άνω υπηρεσιών και αναφέρεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία αυτών στον Αρχηγό. Ειδικότερα, έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) γνωμοδοτεί επί των εισηγήσεων και προτάσεων που υποβάλλονται στον Αρχηγό του Σώματος και αφορούν στις υπηρεσίες που εποπτεύει, αλλά και επί ζητημάτων που προτείνονται ιεραρχικά, ακόμη και αν δεν σχετίζονται με τη λειτουργία των υπηρεσιών εποπτείας του,
β) εγκρίνει τη χορήγηση των αδειών των Προϊσταμένων των υπηρεσιών που εποπτεύει,
γ) διαπιστώνει τις ανάγκες και τα προβλήματα που αφορούν στην ειδικότερη αποστολή των ως άνω υπηρεσιών και μεριμνά για την αντιμετώπισή τους,
δ) είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των εργασιών των ως άνω Υπηρεσιών, για την υλοποίηση των προγραμμάτων και την εκπλήρωση της αποστολής τους,
ε) αξιολογεί τα αποτελέσματα της δράσης των Υπηρεσιών που εποπτεύει ως προς την υλοποίηση των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και διατάσσει τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
στ) διατάσσει την ενέργεια ερευνών, μελετών και εργασιών για θέματα μείζονος σπουδαιότητας και συγκροτεί προς τούτο σχετικές επιτροπές,
ζ) αναθέτει, με διαταγή του, στους βοηθούς του, τον συντονισμό και την εποπτεία των Υπηρεσιών αρμοδιότητάς του και
η) ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτόν από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 81
Β’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Ο Β’ Υπαρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας προΐσταται των πέντε (5) Γενικών Διευθύνσεων του Α.Ε.Α., εποπτεύει, συντονίζει και ελέγχει τη Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης, μετέχει στην Αστυνομική Ακαδημία ως Πρόεδρος του Δ.Σ. και ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν μεταβιβαστεί.
2. Ο Β’ Υπαρχηγός έχει ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των ως άνω Υπηρεσιών και αναφέρεται, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία αυτών στον Αρχηγό. Ειδικότερα, έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) γνωματεύει επί των εισηγήσεων και προτάσεων που υποβάλλονται στον Αρχηγό του Σώματος και αφορούν στις Υπηρεσίες που εποπτεύει αλλά και επί ζητημάτων που προτείνονται ιεραρχικά ακόμη και αν δεν σχετίζονται με τη λειτουργία των Υπηρεσιών εποπτείας του,
β) εγκρίνει τη χορήγηση των αδειών των βοηθών του και των Προϊσταμένων των Υπηρεσιών που εποπτεύει,
γ) διαπιστώνει τις ανάγκες και τα προβλήματα που αφορούν την ειδικότερη αποστολή των ως άνω Υπηρεσιών και μεριμνά για την αντιμετώπισή τους,
δ) είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των εργασιών των ως άνω Υπηρεσιών, για την υλοποίηση των προγραμμάτων και την εκπλήρωση της αποστολής τους,
ε) αξιολογεί τα αποτελέσματα της δράσης των Υπηρεσιών αρμοδιότητάς του ως προς την υλοποίηση των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και διατάσσει τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
στ) διατάσσει τη διενέργεια ερευνών, μελετών και εργασιών για θέματα μείζονος σπουδαιότητας και συγκροτεί προς τούτο σχετικές επιτροπές,
ζ) αναθέτει, με διαταγή του, στους βοηθούς του, τον συντονισμό και την εποπτεία των Γενικών Διευθύνσεων αρμοδιότητάς του και
η) ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτόν από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 82
Γενικοί Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας
Οι Γενικοί Συντονιστές Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας έχουν ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών τους και αναφέρονται άμεσα για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία των υπηρεσιών τους στον Αρχηγό. Περαιτέρω, είναι αρμόδιοι να:
α) ασκούν την αποφασιστική αρμοδιότητα για όλα τα θέματα των υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτούς,
β) καθοδηγούν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν, κατά λόγο αρμοδιότητας, το έργο των επιχειρησιακών περιφερειακών υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους,
γ) σχεδιάζουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους και της στρατηγικής του Σώματος, την τακτική της δράσης των υφιστάμενων τους υπηρεσιών και παρακολουθούν την εφαρμογή της,
δ) προβλέπουν ή διαπιστώνουν τις ανάγκες και τα προβλήματα, που αφορούν την ειδικότερη αποστολή των υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους και μεριμνούν για την αντιμετώπισή τους,
ε) μεριμνούν για την εξασφάλιση και κατάλληλη διάταξη όλων των μέσων, που απαιτούνται για την επίτευξη της αποστολής των υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους,
στ) εισηγούνται τα σχέδια και προγράμματα δράσης των υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους,
ζ) αξιολογούν τα αποτελέσματα της δράσης των υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους ως προς την υλοποίηση των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και εισηγούνται τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
η) συγκρίνουν τα αποτελέσματα της δράσης των Υπηρεσιών του τομέα ευθύνης τους με τους προγραμματισμένους στόχους και εισηγούνται τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
θ) επιθεωρούν, τακτικώς, τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση και τις Γενικές Περιφερειακές Αστυνομικές Διευθύνσεις αρμοδιότητάς τους, τουλάχιστον μια φορά το έτος και εκτάκτως, όταν κρίνουν τούτο σκόπιμο ή διαταχθούν σχετικά. Εκτάκτως ή κατά την κρίση τους επιθεωρούν και οποιαδήποτε υφιστάμενη υπηρεσία του τομέα ευθύνης τους,
ι) εγκρίνουν τη χορήγηση των αδειών των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών του τομέα ευθύνης τους και
ια) ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας, από ειδικές διατάξεις ή διαταγές του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
Άρθρο 83
Γενικοί Διευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών/ Α.Ε.Α. και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών
Οι Γενικοί Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών/Α.Ε.Α. και των Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών έχουν ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών τους και αναφέρονται άμεσα για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία των υπηρεσιών που εποπτεύουν, κατά λόγο αρμοδιότητας στον Α’ ή Β’ Υπαρχηγό. Περαιτέρω, είναι αρμόδιοι να:
α) ασκούν την αποφασιστική αρμοδιότητα για θέματα λειτουργίας των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων,
β) καθοδηγούν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν τη δράση των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων για την εκπλήρωση της αποστολής τους,
γ) σχεδιάζουν, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών που εποπτεύουν και της στρατηγικής του Σώματος, την τακτική της δράσης των ως άνω υπηρεσιών και παρακολουθούν την εφαρμογή της,
δ) προβλέπουν ή διαπιστώνουν τις ανάγκες και τα προβλήματα, που αφορούν την ειδικότερη αποστολή των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων και μεριμνούν για την αντιμετώπισή τους,
ε) μεριμνούν για την εξασφάλιση και κατάλληλη αξιοποίηση από το προσωπικό όλων των μέσων, που απαιτούνται για την επίτευξη της αποστολής των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων,
στ) εισηγούνται τα σχέδια και τα προγράμματα δράσης των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων,
ζ) αξιολογούν τα αποτελέσματα της δράσης των Υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων ως προς τη λειτουργία των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και εισηγούνται τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
η) συγκρίνουν τα αποτελέσματα της δράσης των υπηρεσιών που εποπτεύουν και των υπαγόμενων σε αυτές οργανικών μονάδων με τους προγραμματισμένους στόχους και εισηγούνται τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
θ) διατάσσουν και συντονίζουν συνεργασίες μεταξύ των υπηρεσιών που προΐστανται, καθώς και την ενέργεια ερευνών, μελετών και εργασιών, ορίζοντας σχετικές επιτροπές και ομάδες εργασίας, σε κάθε περίπτωση που κατά την κρίση τους απαιτείται,
ι) αναθέτουν, με διαταγή τους, στους βοηθούς τους, τον συντονισμό και την εποπτεία των υπηρεσιών που προϊστανται και
ια) ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 84
Διευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών
Οι Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) διευθύνουν την εκτέλεση των εργασιών της Διεύθυνσής τους και προγραμματίζουν, οργανώνουν και ελέγχουν τις εργασίες του προσωπικού τους,
β) εισηγούνται επί θεμάτων αρμοδιότητάς της υπηρεσίας τους στην ηγεσία προς λήψη απόφασης,
γ) κατανέμουν ή ανακατανέμουν το προσωπικό της Διεύθυνσής τους στα επιμέρους Τμήματα, βάσει των υπηρεσιακών αναγκών,
δ) μεριμνούν για την αρτιότερη κατάρτιση και την καλύτερη απόδοση του προσωπικού της Διεύθυνσής τους,
ε) διατάσσουν και συντονίζουν υπηρεσιακές συνεργασίες των τμημάτων της Διεύθυνσής τους, καθώς και την ενέργεια ερευνών, μελετών και εργασιών, ορίζοντας τις αντίστοιχες επιτροπές διεξαγωγής αυτών, όπου, κατά την κρίση τους, απαιτείται,
στ) καταλογίζουν ευθύνες στο προσωπικό της Διεύθυνσής τους για εσφαλμένες ενέργειες, παραλείψεις και παραπτώματα και ασκούν την πειθαρχική εξουσία,
ζ) συντάσσουν τις εκθέσεις ικανότητας των υποδιευθυντών, εφόσον έχουν τοποθετηθεί στη Διεύθυνση, και των τμηματαρχών και γνωμοδοτούν στο αρμόδιο όργανο βάσει του π.δ. 15/1986 (Α’ 8) επί των εκθέσεων ικανότητας που συντάσσουν οι τμηματάρχες,
η) εγκρίνουν τη χορήγηση των αδειών των υποδιευθυντών και των τμηματαρχών της Διεύθυνσής τους,
θ) αναφέρονται άμεσα, για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία της υπηρεσίας στην οποία προΐστανται, στον οικείο Γενικό Διευθυντή ή στον Α’ ή Β’ Υπαρχηγό, στον οποίο υπάγονται και
ι) ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τους ιεραρχικά προϊσταμένους τους, τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 85
Διευθυντής Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού
1. Ο Διευθυντής του Επιτελικού Γραφείου Αρχηγού (Ε.Γ.Α.) έχει τις αρμοδιότητες Διευθυντή του άρθρου 84 και επιπλέον:
α) ενημερώνει καθημερινά τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας επί θεμάτων της αρμοδιότητας του Ε.Γ.Α., καθώς και εκτάκτως, αν κρίνει αναγκαία την ενημέρωση του Αρχηγού,
β) μεριμνά για την ομαλή, εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του Ε.Γ.Α. και του Υπασπιστηρίου,
γ) μεριμνά για τη σύγκληση συσκέψεων επιτελικών στελεχών και άλλων υπηρεσιακών παραγόντων, κατόπιν εντολής του Αρχηγού ή στο πλαίσιο υλοποίησης σχετικών δράσεων για την παραγωγή συγκεκριμένου υπηρεσιακού έργου που έχει ανατεθεί στο Ε.Γ.Α.,
δ) συντάσσει τις εκθέσεις αξιολόγησης του προϊσταμένου του Τμήματος Επιτελικής Υποστήριξης και του υπασπιστή του Αρχηγού και γνωματεύει στις εκθέσεις αξιολόγησης που συντάσσουν αυτοί,
ε) κατανέμει το υπηρεσιακό έργο στους υφισταμένους του βάσει των γνώσεων και των ικανοτήτων τους,
στ) συνεργάζεται άμεσα με τους Διευθυντές των Επιτελικών Υπηρεσιών, καθώς και των Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών επί θεμάτων αρμοδιότητας του Ε.Γ.Α. ή στο πλαίσιο υλοποίησης σχετικής διαταγής του Αρχηγού και
ζ) εκτελεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που του ανατίθεται από τον Αρχηγό.
2. Τον Διευθυντή του Ε.Γ.Α., σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνει ο προϊστάμενος του Τμήματος Επιτελικής Υποστήριξης ή ο Υπασπιστής, εφόσον είναι κατά βαθμό ανώτερος ή αρχαιότερος.
Άρθρο 86
Διευθυντές Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας)
1. Οι Διευθυντές των Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας) έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) διευθύνουν, συντονίζουν και ελέγχουν το έργο των υπηρεσιών τους,
β) εφαρμόζουν τα προγράμματα δράσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, παρέχουν κατευθύνσεις και θέτουν επιμέρους στόχους για την υλοποίησή τους,
γ) παρακολουθούν την εφαρμογή από το προσωπικό των υπηρεσιών τους των μέτρων, μεθόδων και διαδικασιών που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και τις διαταγές της υπηρεσίας, για την εκπλήρωση της αποστολής τους,
δ) αξιολογούν τη συνολική δράση των υπηρεσιών τους ως προς την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και εισηγούνται τις απαραίτητες τροποποιήσεις,
ε) παρακολουθούν την πορεία της εγκληματικότητας σε ό,τι αφορά την αποστολή της υπηρεσίας τους και λαμβάνουν ή προτείνουν, κατά περίπτωση, τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπισή της,
στ) αναλαμβάνουν τη διεύθυνση αστυνομικών επιχειρήσεων, όταν κρίνουν τούτο σκόπιμο ή διαταχθούν σχετικά,
ζ) κατανέμουν το προσωπικό στις επιμέρους υποδιευθύνσεις ή τμήματα της δομής της υπηρεσίας τους, ανάλογα με τις δυνατότητες, τα προσόντα τους και τις υπηρεσιακές ανάγκες,
η) φροντίζουν για τη διατήρηση σχέσεων καλής επικοινωνίας, συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης μεταξύ του προσωπικού, καθώς και για τη διατήρηση της συνοχής της υπηρεσίας,
θ) συνεργάζονται με τις λοιπές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και τις δικαστικές, στρατιωτικές και άλλες δημόσιες αρχές, φορείς και υπηρεσίες, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους,
ι) συντάσσουν τις εκθέσεις ικανότητας των Υποδιευθυντών τους και γνωμοδοτούν επί εκείνων που συντάσσουν οι τελευταίοι,
ια) συγκαλούν συγκεντρώσεις του προσωπικού των υπηρεσιών τους στο σύνολό του ή κατά Τμήμα, προκειμένου να κατευθύνουν τη δράση του,
ιβ) μελετούν την εισερχόμενη αλληλογραφία, επισημαίνουν τα ιδιαίτερης σημασίας και επείγουσας φύσης έγγραφα, σημειώνουν σ’ αυτά τις παρατηρήσεις και οδηγίες τους και κατανέμουν αυτή στα αρμόδια Τμήματα,
ιγ) αναφέρονται άμεσα για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία της υπηρεσίας, στην οποία προΐστανται, στο ανώτερο ιεραρχικό όργανο στο οποίο υπάγονται και
ιδ) εκτελούν κάθε άλλη σχετική με την αποστολή της υπηρεσίας τους αρμοδιότητα που ανατίθεται σ’ αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και από ειδικές διατάξεις ή διαταγές του ανώτερου ιεραρχικού οργάνου, στο οποίο υπάγονται.
Άρθρο 87
Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές και Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές
1. Οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης και οι Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές έχουν ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών τους, αναφέρονται άμεσα για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία των υπηρεσιών που εποπτεύουν στον οικείο Γενικό Συντονιστή Αστυνομίας Βόρειας ή Νότιας Ελλάδας, και έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) την αποφασιστική αρμοδιότητα για θέματα λειτουργίας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ή της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης αντιστοίχως και των υπαγόμενων σε αυτήν οργανικών μονάδων,
β) διευθύνουν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν το έργο των υπηρεσιών της αρμοδιότητάς τους,
γ) εφαρμόζουν τα γενικά και ειδικά προγράμματα δράσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, παρέχουν οδηγίες και κατευθύνσεις στις υπηρεσίες της αρμοδιότητάς τους και θέτουν επιμέρους στόχους για την υλοποίησή τους,
δ) παρακολουθούν την εφαρμογή από τις ως άνω υπηρεσίες των μέτρων, μεθόδων και διαδικασιών που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και των διαταγών της Υπηρεσίας, για την εκπλήρωση της αποστολής τους,
ε) αξιολογούν τα αποτελέσματα της δράσης των ως άνω υπηρεσιών, ως προς την εφαρμογή των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και εισηγούνται τις απαραίτητες διορθώσεις και προσαρμογές,
στ) παρακολουθούν την πορεία της εγκληματικότητας στην περιφέρεια αρμοδιότητάς τους και λαμβάνουν ή προτείνουν τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπισή τους,
ζ) αναλαμβάνουν τη διεύθυνση αστυνομικών επιχειρήσεων, όταν διαταχθούν σχετικά ή όταν παρίσταται ανάγκη να συντονιστούν οι ενέργειες των υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους ή να αντιμετωπιστούν συγκεντρώσεις ή εκδηλώσεις ή άλλες καταστάσεις στην περιφέρειά τους, εξαιτίας των οποίων απειλείται σοβαρή διατάραξη της δημόσιας τάξης,
η) ενεργούν, οι ίδιοι ή δια των βοηθών τους, τακτική επιθεώρηση των υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους τουλάχιστον κάθε τετράμηνο και, ειδικότερα, τον μήνα Μάιο για το α’ τετράμηνο του έτους, τον μήνα Σεπτέμβριο για το β’ τετράμηνο και τον μήνα Ιανουάριο για το γ’ τετράμηνο του προηγούμενου έτους και εκτάκτως, όποτε κρίνουν τούτο σκόπιμο ή διαταχθούν σχετικά, σε οποιαδήποτε υπηρεσία της αρμοδιότητάς τους,
θ) εκδίδουν αστυνομικές διατάξεις που αφορούν ολόκληρη την περιφέρειά τους ή την περιοχή περισσότερων της μιας διευθύνσεων αρμοδιότητάς τους,
ι) συνεργάζονται τακτικά και έκτακτα, αν είναι αναγκαίο, με τους διευθυντές των όμορων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων ή των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων για την αντιμετώπιση γεγονότων, καταστάσεων ή ζητημάτων κοινού ενδιαφέροντος,
ια) εισηγούνται προς τον οικείο Γενικό Συντονιστή Αστυνομίας τη συγκρότηση ειδικών επιχειρησιακών ομάδων και μονάδων,
ιβ) συνεργάζονται με τις δικαστικές, στρατιωτικές, δημόσιες και δημοτικές αρχές, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους,
ιγ) διατάσσουν ή ενεργούν ένορκες διοικητικές εξετάσεις, αυτεπάγγελτα ή διατασσόμενοι, για το προσωπικό των υπηρεσιών τους και γνωματεύουν επί αυτών που ενεργούν υφιστάμενοί τους, σύμφωνα με το π.δ. 120/2008 (Α’ 182),
ιδ) συντάσσουν τις εκθέσεις ικανότητας των Διευθυντών των Διευθύνσεων αρμοδιότητάς τους και γνωματεύουν σε εκείνες που συντάσσουν οι προαναφερόμενοι,
ιε) γνωματεύουν επί των πειθαρχικών ποινών που επιβάλλονται σε υφισταμένους τους αξιωματικούς και επικυρώνουν τις ποινές που επιβάλλουν οι αξιωματικοί, οι οποίοι υπηρετούν στα γραφεία τους, σε Ανθυπαστυνόμους και κατωτέρους, σύμφωνα με το π.δ. 120/2008,
ιστ) εγκρίνουν τις άδειες των βοηθών τους και των Διευθυντών των Διευθύνσεων δικαιοδοσίας τους,
ιζ) διατάσσουν, στο πλαίσιο σχετικής διαταγής του Αρχηγού του Σώματος, τη συγκρότηση Ομάδων Πρόληψης και Καταστολής της Εγκληματικότητας (Ο.Π.Κ.Ε.) ή άλλων επιχειρησιακών Ομάδων και Μονάδων, από αστυνομικούς και ειδικούς φρουρούς Υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους με αποστολή τη συμβολή στο έργο των υπηρεσιών της οικείας Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης ή Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης, για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση του εγκλήματος, την αντιμετώπιση ιδιαίτερης σημασίας αστυνομικών προβλημάτων και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών, παρέχοντας ειδικές εντολές και οδηγίες για την εκπλήρωση της αποστολής αυτής και
ιη) εκτελούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
2. Οι Γενικοί Αστυνομικοί Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης, δύνανται να αναθέτουν με διαταγή τους στις οικείες Διευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων την προανάκριση και την εξιχνίαση συμβάντων, τα οποία, λόγω της βαρύτητας, του τρόπου, των μέσων και των ειδικών συνθηκών τέλεσής τους, απασχολούν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών ή απαιτούν εξειδικευμένες ή παρατεταμένες ενέργειες προς αποκάλυψη των δραστών, και τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων για την παραπομπή των υποθέσεων στη δικαιοσύνη.
3. Οι Γενικοί Περιφερειακοί Αστυνομικοί Διευθυντές, ειδικά σε υποθέσεις αλλοδαπών, διαχείρισης μετανάστευσης και προστασίας συνόρων, ασκούν επιπρόσθετα τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) υποβάλλουν εκθέσεις και απόψεις προς τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, σχετικά με αιτήσεις αλλοδαπών για αναστολή ή ακύρωση πράξεων των Διευθυντών των Διευθύνσεων Αστυνομίας αρμοδιότητάς τους ή για απόρριψη αιτημάτων χορήγησης Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς ή για ανανέωση της Άδειας Διαμονής Ενιαίου Τύπου ή για ανάκληση χορηγηθέντων ομοίων ή για οποιαδήποτε άλλη απόφαση, την αναστολή ή ακύρωση της οποίας αιτείται ο αλλοδαπός ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου,
β) υποβάλλουν έγγραφο αίτημα προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για άσκηση έφεσης επί των αποφάσεων που εκδίδονται από τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια κατά την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό των ακυρωτικών διαφορών που γεννώνται κατά την εφαρμογή νομοθεσίας περί αλλοδαπών,
γ) υποβάλλουν απόψεις προς τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, σχετικά με αιτήσεις αλλοδαπών, για την αναστολή επιστροφής ή ακύρωση πράξεων, Διευθυντών των Διευθύνσεων Αστυνομίας αρμοδιότητάς τους και
δ) ορίζουν αξιωματικούς που ανήκουν οργανικά στις Υπηρεσίες αρμοδιότητάς τους, ως μέλη των επιτροπών του άρθρου 172 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α’ 81) και της παρ. 2 του άρθρου 10 του Κώδικα της Ελληνικής Ιθαγένειας (ν. 3284/2004, Α’ 217) ως εκπροσώπους της αστυνομικής αρχής.
Άρθρο 88
Βοηθοί Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών
1. Οι Βοηθοί των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) είναι άμεσοι βοηθοί των Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών ή των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών και εκτελούν τα καθήκοντά τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς και ανάλογα με τις διαταγές και οδηγίες τους,
β) λαμβάνουν γνώση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας και, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί, διατυπώνουν τη γνώμη τους στις εισηγήσεις των αρμοδίων Τμημάτων των Επιτελείων,
γ) διενεργούν τακτικές ή έκτακτες επιθεωρήσεις στις υφιστάμενες υπηρεσίες των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης ή των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων, σύμφωνα με τις διαταγές των οικείων Διευθυντών και τις ισχύουσες διατάξεις και
δ) εκτελούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τις ισχύουσες διατάξεις και τις διαταγές των προϊσταμένων τους.
2. Οι Βοηθοί των Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών ασκούν τις ως άνω αρμοδιότητες στο πλαίσιο των ειδικότερων καθηκόντων τάξης, ασφάλειας και αλλοδαπών, διαχείρισης μετανάστευσης και προστασίας συνόρων που τους έχουν ανατεθεί.
3. Αν έχουν τοποθετηθεί περισσότεροι του ενός Βοηθοί, ο νεότερος από αυτούς ευθύνεται, έναντι του οικείου Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή ή του Γενικού Περιφερειακού Αστυνομικού Διευθυντή για τη λειτουργία του Επιτελείου της Διεύθυνσης.
Άρθρο 89
Διευθυντές Διευθύνσεων Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων (Γ.Α.Δ.) και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων (ΓΕ.Π.Α.Δ.)
1. Οι Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας των Γ.Α.Δ. Αττικής και Θεσσαλονίκης και των ΓΕ.Π.Α.Δ. έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) διευθύνουν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν το έργο των υπηρεσιών της αρμοδιότητάς τους,
β) παρέχουν κατευθύνσεις στις υπηρεσίες της αρμοδιότητάς τους για την εφαρμογή των προγραμμάτων δράσης και θέτουν επιμέρους στόχους για την υλοποίησή τους,
γ) παρακολουθούν την εφαρμογή από τις ως άνω υπηρεσίες των μέτρων, μεθόδων και διαδικασιών που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και τις διαταγές της Υπηρεσίας, για την εκπλήρωση της αποστολής τους,
δ) αξιολογούν τα αποτελέσματα της δράσης των ως άνω υπηρεσιών, ως προς τη λειτουργία των προγραμμάτων και την επίτευξη των στόχων και εισηγούνται τις απαραίτητες προσαρμογές,
ε) παρακολουθούν την πορεία της εγκληματικότητας στην περιφέρεια της αρμοδιότητάς τους και τη γενικότερη κατάσταση από πλευράς αστυνομίας τάξης, ασφάλειας και αλλοδαπών και προστασίας συνόρων και λαμβάνουν ή προτείνουν τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπισή τους,
στ) αναλαμβάνουν αυτοπροσώπως τη διεύθυνση αστυνομικών επιχειρήσεων, όταν διαταχθούν σχετικά ή όταν παρίσταται ανάγκη να συντονιστούν οι ενέργειες των Υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους ή να αντιμετωπιστούν εκδηλώσεις ή άλλες καταστάσεις στην περιφέρειά τους, εξαιτίας των οποίων απειλείται σοβαρή διατάραξη της δημόσιας τάξης και ασφάλειας,
ζ) διενεργούν, οι ίδιοι ή δια των Υποδιευθυντών τους, τακτική επιθεώρηση των υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους, μέχρι επιπέδου Τμήματος, τουλάχιστον κάθε τρίμηνο και, ειδικότερα, τον μήνα Απρίλιο για το α’ τρίμηνο του έτους, τον μήνα Ιούλιο για το β’ τρίμηνο, τον μήνα Οκτώβριο για το γ’ τρίμηνο και τον μήνα Ιανουάριο για το δ’ τρίμηνο του προηγούμενου έτους, και εκτάκτως όποτε κρίνουν τούτο σκόπιμο ή διαταχθούν σχετικά, σε οποιαδήποτε υπηρεσία της αρμοδιότητάς τους. Από τις ως άνω επιθεωρήσεις μία (1) τουλάχιστον κατ’ έτος και για κάθε Υπηρεσία διενεργείται αυτοπροσώπως από τον οικείο Διευθυντή Αστυνομίας,
η) συντάσσουν τις εκθέσεις ικανότητας των Υποδιευθυντών της Υπηρεσίας τους και γνωματεύουν επί αυτών που συντάσσουν οι τελευταίοι,
θ) εκδίδουν αστυνομικές διατάξεις που αφορούν ολόκληρη την περιοχή αρμοδιότητάς τους ή τμήμα αυτής,
ι) καθορίζουν τον αριθμό του προσωπικού των Γραφείων των Αστυνομικών Τμημάτων γενικής αρμοδιότητας και εγκρίνουν, ύστερα από γνώμη του Διοικητή της οικείας υπηρεσίας, την εσωτερική μετακίνηση του προσωπικού από και προς τα Γραφεία αυτά, καθώς και τη διάθεσή του για εκτέλεση άλλης υπηρεσίας,
ια) μεριμνούν για τη συγκρότηση Ομάδων Πρόληψης και Καταστολής της Εγκληματικότητας (Ο.Π.Κ.Ε.) από αστυνομικούς και ειδικούς φρουρούς Υπηρεσιών αρμοδιότητάς τους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διαταγές και διατάξεις,
ιβ) συνεργάζονται, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, με τις δικαστικές, στρατιωτικές, δημόσιες και δημοτικές αρχές,
ιγ) αναφέρονται άμεσα για κάθε θέμα που σχετίζεται με τη λειτουργία της υπηρεσίας, στην οποία προΐστανται στον οικείο Γενικό Διευθυντή και στον Γενικό Περιφερειακό Αστυνομικό Διευθυντή και
ιδ) εκτελούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
2. Οι Διευθυντές των Διευθύνσεων Αστυνομίας των ΓΕ.Π.Α.Δ., επιπλέον των αρμοδιοτήτων της παρ. 1, δύνανται να αναθέτουν με διαταγή τους στις Υπηρεσίες Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της αρμοδιότητάς τους την προανάκριση και την εξιχνίαση εγκλημάτων ή συμβάντων, τα οποία, λόγω της βαρύτητας, του τρόπου, των μέσων και των ειδικών συνθηκών τέλεσής τους, συγκινούν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν δυσμενώς το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών ή απαιτούν εξειδικευμένη ή παρατεταμένη ενέργεια προς αποκάλυψη των δραστών και τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων για την παραπομπή των υποθέσεων στη δικαιοσύνη. Επίσης, δύνανται να διατάσσουν, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο και κατόπιν σχετικής έγκρισης των οικείων Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών, τη συγκρότηση στις Υποδιευθύνσεις Αστυνομίας και στα Αστυνομικά Τμήματα έδρας, καθώς και σε αστυνομικά τμήματα μεγάλων αστικών κέντρων που παρουσιάζουν ιδιαίτερα αυξημένη εμπορική κίνηση, ομάδων πεζών περιπολιών και εποχούμενων περιπολιών, με αποστολή και αρμοδιότητες όμοιες προς εκείνες των αντίστοιχων Τμημάτων της παρ. 3 του άρθρου 24 Α του π.δ. 7/2017 (Α’ 14),
3. Η παρ. 1 ισχύει και για τους Διευθυντές των λοιπών Διευθύνσεων των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, ανάλογα με την ειδικότερη αποστολή τους.
Άρθρο 90
Υποδιευθυντές Επιτελικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας) και Επιχειρησιακών Περιφερειακών Υπηρεσιών επιπέδου Διεύθυνσης
Οι Υποδιευθυντές των επιτελικών υπηρεσιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και των επιχειρησιακών κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών, επιπέδου Διεύθυνσης, είναι οι άμεσοι βοηθοί των οικείων Διευθυντών, εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς και τις διαταγές και οδηγίες των προϊσταμένων τους και έχουν, στο πλαίσιο αυτό, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) λαμβάνουν γνώση της εισερχόμενης και εξερχόμενης αλληλογραφίας, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί,
β) διατυπώνουν τη γνώμη τους επί των εισηγήσεων των αρμοδίων τμημάτων,
γ) εποπτεύουν και συντονίζουν το έργο των τμημάτων ή των τομέων της διεύθυνσης που τους έχουν ανατεθεί,
δ) παρέχουν οδηγίες και κατευθύνσεις στο προσωπικό της υπηρεσίας για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση των υπηρεσιακών του καθηκόντων,
ε) εισηγούνται στους οικείους Διευθυντές μέτρα και διαδικασίες βελτίωσης της λειτουργίας της Υπηρεσίας και αναβάθμισης της ποιότητας του παραγόμενου υπηρεσιακού έργου,
στ) συντάσσουν τις εκθέσεις αξιολόγησης των προϊσταμένων των Τμημάτων της εσωτερικής διαρθρωτικής δομής της οικείας υπηρεσίας και γνωμοδοτούν επί των εκθέσεων αξιολόγησης που συντάσσουν αυτοί και
ζ) εκτελούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τις ισχύουσες διατάξεις και τις διαταγές των προϊσταμένων τους.
Άρθρο 91
Tμηματάρχες Επιτελικών Υπηρεσιών και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών (Ειδικών Υπηρεσιών Ασφάλειας)
1. Οι Τμηματάρχες των Τμημάτων των Επιτελικών και Επιχειρησιακών Κεντρικών Υπηρεσιών είναι άμεσοι βοηθοί των Διευθυντών και Υποδιευθυντών των Διευθύνσεων και ευθύνονται για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων του Τμήματός τους.
2. Οι Τμηματάρχες είναι αρμόδιοι για την εποπτεία, τον έλεγχο και την αξιολόγηση του προσωπικού του Τμήματός τους, καθώς και για την κατανομή των σχετικών εργασιών και ασκούν κάθε άλλη αρμοδιότητα που ανατίθεται σε αυτούς από τον οργανισμό και τους κανονισμούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή από ειδικές διατάξεις.
Άρθρο 92
Υπασπιστές Αρχηγού, Υπαρχηγών, Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, Γενικών Διευθυντών/Α.Ε.Α., Γενικού Διευθυντή Προστασίας Επισήμων, Γενικών Αστυνομικών Διευθυντών και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθυντών
1. Στο Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού και στα γραφεία του Α’ και Β’ Υπαρχηγού, των Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, των Γενικών Διευθυντών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, του Γενικού Διευθυντή Προστασίας Επισήμων, καθώς και στους Γενικούς Αστυνομικούς Διευθυντές Αττικής και Θεσσαλονίκης και τους Γενικούς Περιφερειακούς Αστυνομικούς Διευθυντές, τοποθετούνται αξιωματικοί, ως υπασπιστές, οι οποίοι δύνανται να υποστηρίζονται στο έργο τους από δύο (2) ακόμη κατώτερους αξιωματικούς.
2. Ο Υπασπιστής του Αρχηγού έχει τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) προΐσταται του προσωπικού που υπηρετεί στο Υπασπιστήριο,
β) παραλαμβάνει τη συνήθη, υπηρεσιακή και προσωπική αλληλογραφία που προορίζεται για τον Αρχηγό,
γ) κανονίζει τις ενώπιον του Αρχηγού παρουσιάσεις και επισκέψεις, σε συνεργασία με τον Διευθυντή του Ε.Γ.Α.,
δ) τηρεί ενήμερο τον Αρχηγό για τις προσκλήσεις που απευθύνονται σε αυτόν και για τις οφειλόμενες επισκέψεις, παρουσιάσεις και παραστάσεις αυτού,
ε) διασφαλίζει την άμεση επικοινωνία του Αρχηγού με διάφορες αρχές, υπηρεσίες και ιδιώτες,
στ) συνοδεύει τον Αρχηγό κατά τις εξόδους του, εφόσον διαταχθεί,
ζ) υποστηρίζει τον Διευθυντή του Ε.Γ.Α. στην εκπλήρωση των καθηκόντων του,
η) συντάσσει τις εκθέσεις αξιολόγησης του προσωπικού του Υπασπιστηρίου και
θ) εκτελεί κάθε άλλο καθήκον που του ανατίθεται από τον Αρχηγό.
3. Τα καθήκοντα της παρ. 2 είναι αντίστοιχα και για τους Υπασπιστές των λοιπών οργάνων της παρ. 1, ανάλογα με την ειδικότερη αποστολή τους.
Άρθρο 93
Υπασπιστές Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών
1. Στις επιχειρησιακές κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες, επιπέδου Διεύθυνσης, τοποθετείται κατώτερος αξιωματικός ή ο αρχαιότερος Ανθυπαστυνόμος ως υπασπιστής του οικείου Διευθυντή, ο οποίος υποστηρίζεται στο έργο του από έναν (1) ή δύο (2) κατώτερους αστυνομικούς. Ο υπασπιστής και οι αστυνομικοί που τον βοηθούν στην εκπλήρωση των καθηκόντων του υπάγονται διοικητικά στο αρμόδιο Τμήμα ή Γραφείο, κατά περίπτωση, που χειρίζεται τα θέματα προσωπικού της οικείας Υπηρεσίας.
2. Ο υπασπιστής έχει αρμοδιότητες διοικητή Αστυνομικού Τμήματος ως προς το προσωπικό του Επιτελείου της Διεύθυνσης και έχει και τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) παραλαμβάνει την εισερχόμενη αλληλογραφία, την αποσφραγίζει εκτός από την προσωπική και την απόρρητη, τη θέτει υπόψη του Διευθυντή και την κατανέμει στη συνέχεια στα αρμόδια Τμήματα ή Γραφεία,
β) είναι υπεύθυνος για την κανονική διεξαγωγή όλης της αλληλογραφίας της Διεύθυνσης και προσυπογράφει όλα τα έγγραφα που συντάσσονται από τους προϊσταμένους των Τμημάτων ή Γραφείων, σύμφωνα με το π.δ. 103/2021 (Α’ 255) και
γ) εξασφαλίζει την επικοινωνία του Διευθυντή με αρχές, υπηρεσίες και πολίτες και εκτελεί κάθε άλλη υπηρεσία που του ανατίθεται.
Άρθρο 94
Εκπρόσωπος τύπου Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας
Ως εκπρόσωπος τύπου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας (Α.Ε.Α.) ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος υπάγεται στη Διεύθυνση Επικοινωνίας/Α.Ε.Α. και έχει τα ακόλουθα καθήκοντα:
α) εκτελεί τις διαταγές του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας στα θέματα τύπου και μέσων μαζικής ενημέρωσης, ενεργώντας σε απευθείας συνεννόηση μαζί του,
β) είναι αρμόδιος για την πραγματοποίηση δηλώσεων και συνεντεύξεων τύπου για θέματα της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τις οδηγίες και εντολές του Αρχηγού,
γ) παρίσταται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, σε συνεντεύξεις τύπου που παραχωρούν μετά από σχετική έγκριση του Αρχηγού, άλλα όργανα του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
δ) συνεργάζεται άμεσα με τον Διευθυντή του Ε.Γ.Α., καθώς και με τον Τμηματάρχη του Τμήματος Ενημέρωσης Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας της Διεύθυνσης Επικοινωνίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και υποστηρίζεται, από αυτούς, για την εκπλήρωση των καθηκόντων του και
ε) συνεργάζεται με το Γραφείο Επικοινωνίας και Ενημέρωσης του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, όπου αυτό απαιτείται.
Άρθρο 95
Γενικές αρμοδιότητες καθήκοντα προσωπικού
1. Οι αξιωματικοί προγραμματίζουν, οργανώνουν και διευθύνουν τις εργασίες του τομέα ευθύνης τους και για τον σκοπό αυτό παρακινούν, καθοδηγούν, συντονίζουν, εποπτεύουν και ελέγχουν το προσωπικό και οργανώνουν τους διαθέσιμους πόρους, ώστε η εκτέλεση των εργασιών να είναι σύμφωνη με τον σχεδιασμό και τους κανονισμούς και να υπηρετεί την αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας,
2. Οι Ανθυπαστυνόμοι, Αρχιφύλακες, Υπαρχιφύλακες και Αστυφύλακες εκτελούν τις εργασίες που προβλέπονται από τη νομοθεσία, σύμφωνα με τις αποφάσεις της ηγεσίας και τις οδηγίες και εντολές των προϊσταμένων τους. Επίσης, ασκούν καθήκοντα γενικού ανακριτικού υπαλλήλου, σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96) και την παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2226/1994 (Α’ 122).
3. Οι συνοριακοί φύλακες και οι συνοριακοί φύλακες ορισμένου χρόνου που στελεχώνουν τις Υπηρεσίες Συνοριακής Φύλαξης και Διαχείρισης Μετανάστευσης, τα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών και τις Υπηρεσίες Φύλαξης των θεσμοθετημένων σημείων εισόδου εξόδου της επικράτειας, ιδίως αεροδρομίων, εκτελούν, κατά περίπτωση, τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που προβλέπονται για την εκπλήρωση της αποστολής των Υπηρεσιών Συνοριακής Φύλαξης, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 1 του ν. 2622/1998 (Α’ 138).
4. Οι ειδικοί φρουροί, εκτελούν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 2734/1999 (Α’ 161).
5. Το πολιτικό προσωπικό εκτελεί εργασίες διοικητικής υποστήριξης του έργου των υπηρεσιών και καθήκοντα διαχειριστή, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κανονισμού Οικονομικής Υπηρεσίας Χωροφυλακής (από 15.5.1959 β.δ., Α’ 151).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’
ΛΟΙΠΕΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 96
Λειτουργία της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής Μεταβατική διάταξη
1. Στην Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Ρατσιστικής και Εξτρεμιστικής Βίας της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής εξακολουθεί να υπάγεται και να λειτουργεί το Τμήμα Όπλων και Εκρηκτικών με τις αρμοδιότητες του άρθρου 7 του π.δ. 7/2017 (Α’ 14), όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 2 του π.δ. 63/2024 (Α’ 180). Ομοίως, στη Διεύθυνση Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής εξακολουθεί να υπάγεται και να λειτουργεί η Υποδιεύθυνση Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων με τη δομή και τις αρμοδιότητες του άρθρου 9 του π.δ. 7/2017, όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 4 του π.δ. 63/2024.
2. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, διαπιστώνεται η άρση των λόγων που επιβάλλουν τη λειτουργία της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής σύμφωνα με την παρ. 1 και ορίζεται η ημερομηνία έναρξης λειτουργίας αυτής εφεξής σύμφωνα με το π.δ. 63/2024.
Άρθρο 97
Αρμοδιότητες Τμημάτων Δίωξης Ναρκωτικών Αντικατάσταση περ. γ’ άρθρου 95 και περ. β’ άρθρου 96 π.δ. 7/2017
1. Η περ. γ’ του άρθρου 95 του π.δ. 7/2017 (Α’ 14), περί των Υποδιευθύνσεων Ασφάλειας Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών το οποίο συνεργάζεται με την Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών της Δ.Α.Ο.Ε., είναι αρμόδιο για την πρόληψη και αντιμετώπιση εγκλημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά και ασκεί τις εξής, ιδίως, αρμοδιότητες:
γα. ελέγχει τη διακίνηση των ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών, ενεργεί προανακρίσεις και συντάσσει τις σχετικές δικογραφίες,
γβ. παρακολουθεί τους υπόπτους εμπορίας ναρκωτικών, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, με σκοπό την πρόληψη και καταστολή των σχετικών με αυτά εγκλημάτων,
γγ. ελέγχει, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς και υπηρεσίες, τους διερχόμενους από τους αερολιμένες, λιμένες, σιδηροδρομικούς σταθμούς και σταθμούς αυτοκινήτων, υπόπτους διακίνησης ναρκωτικών,
γδ. επιτηρεί, ιδίως τους δημόσιους χώρους που είναι πρόσφοροι για τη μεταφορά, διακίνηση και εμπορία ναρκωτικών, καθώς και τα δημόσια κέντρα, για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες πραγματοποίησης συναλλαγών ή και χρήσης ναρκωτικών,
γε. συνεργάζεται με τις αρμόδιες τοπικές αρχές, υπηρεσίες και φορείς, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που σχετίζεται με τα ναρκωτικά,
γστ. επιτηρεί τους πλησίον των σχολείων χώρους, καθώς και τα μέρη όπου συχνάζουν οι νέοι και συνεργάζεται με τις Υποδιευθύνσεις Προστασίας Ανηλίκων των Διευθύνσεων Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής και Θεσσαλονίκης, για την αποτελεσματική προστασία των μαθητών και της νεολαίας γενικότερα, από τη σχετιζόμενη με τα ναρκωτικά εγκληματικότητα,
γζ. παρακολουθεί τις μεθόδους και τα μέσα δράσης των εμπόρων ναρκωτικών, αναλύει και αξιολογεί τα συμπεράσματα και εισηγείται τη λήψη μέτρων που αποσκοπούν στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της σχετικής με τα ναρκωτικά εγκληματικότητας, σε επίπεδο τόσο πρόληψης όσο και καταστολής,
γη. μεριμνά για την ανάπτυξη δικτύου συλλογής πληροφοριών σχετικών με τις μεθόδους, τους τόπους, τους τρόπους, τα μέσα και τα πρόσωπα που χρησιμοποιούνται ή με οποιονδήποτε τρόπο εμπλέκονται σε διαδικασίες διακίνησης, προώθησης, διάθεσης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών και φαρμάκων και
γθ. ενημερώνει τον προϊστάμενο της υπηρεσίας για το πληροφοριακό υλικό που έχει συγκεντρωθεί, προκειμένου αυτό να αξιοποιηθεί καταλλήλως.»
2. Η περ. β’ του άρθρου 96 του π.δ. 7/2017, περί των Τμημάτων Ασφάλειας Διευθύνσεων Αστυνομίας Νομών, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Γραφείο Δίωξης Ναρκωτικών, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες της περ. γ’ του άρθρου 95.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’
ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 98
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, δύναται να ρυθμίζονται κατά τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος, τα θέματα της έδρας, της αντιστοιχίας, των επιμέρους αρμοδιοτήτων υπηρεσιών και οργάνων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα σχετικό με την οργάνωση και τη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών, όπως ορίζονται στο παρόν μέρος.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Άμυνας, δύναται να εκπαιδεύεται το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 6, να ρυθμίζονται το αντικείμενο και η διάρκεια της εκπαίδευσης, το προσωπικό που θα συμμετέχει, τα κέντρα εκπαίδευσης που θα διατίθενται, ζητήματα που αφορούν σε κάλυψη εξόδων και αποζημιώσεων καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εκπαίδευση.
3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ρυθμίζονται τα επιμέρους θέματα που αφορούν στην οργάνωση και τη λειτουργία του Τμήματος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της Διεύθυνσης Επικοινωνίας/Α.Ε.Α. της παρ. 2 του άρθρου 19.
4. Με κανονιστική διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Επικοινωνίας/Α.Ε.Α., ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στην οργάνωση και στελέχωση της μπάντας της Ελληνικής Αστυνομίας, στην εκπαίδευση των μελών της, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά στη διάθεση της μπάντας στο πλαίσιο της αποστολής του Τμήματος Μουσικής της Διεύθυνσης Επικοινωνίας/Α.Ε.Α. της περ. δ’ της παρ. 2 του άρθρου 19.
5. Με απόφαση του Β’ Υπαρχηγού, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Προστασίας Συνόρων, εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται τα ζητήματα οργάνωσης και λειτουργίας του Κέντρου Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης (Κ.Ο.ΔΙ.Σ.Μ.Ε.) του άρθρου 28, καθώς και των Περιφερειακών Κέντρων Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Συνόρων και Μετανάστευσης (ΠΕ.Κ.Ο.ΔΙ.Σ.ΜΕ.).
6. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται θέματα οργάνωσης, διάρθρωσης, στελέχωσης, λειτουργίας, καθώς και ειδικότερα επιχειρησιακά και λοιπά ζητήματα που αφορούν στην αποστολή και τις αρμοδιότητες του Κ.Ε.Π.Β.Τ. του άρθρου 35.
7. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας του Τμήματος Γενικού Συνεργείου της Υποδιεύθυνσης Τεχνικής Συντήρησης και Εφαρμογών της Διεύθυνσης Υποδομών και Τεχνικών Μέσων/Α.Ε.Α. του άρθρου 39.
8. α) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται οι προϋποθέσεις πρόσβασης της Μ.Σ.Ε. στα ταξιδιωτικά δεδομένα των χερσαίων και θαλάσσιων μεταφορών, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την παρ. 8 του άρθρου 44.
β) Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών (Δι.Δ.Α.Π.), εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται οι ειδικότερες διαδικασίες λειτουργίας και ασφάλειας της Διεύθυνσης και των Τμημάτων Συλλογής και Διαχείρισης Πληροφοριών του άρθρου 44, καθώς και συνεργασίας της Διεύθυνσης με τις λοιπές υπηρεσίες και αρχές.
9. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η Μ.Σ.Ε. μπορεί να στελεχώνεται από προσωπικό των αρμοδίων αρχών της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4579/2018 (Α’ 201), περί υποχρεώσεων αερομεταφορέων σχετικά με τα αρχεία επιβατών και προσαρμογής της νομοθεσίας στην Οδηγία (ΕΕ) 2016/681, με εξαίρεση τις δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, με απόσπαση διάρκειας ενός (1) έτους και δυνατότητα ανανέωσης κατ’ ανώτατο όριο έως τρία (3) έτη, κατόπιν αίτησής του και θετικής εισήγησης του προϊσταμένου της Δι.Δ.Α.Π., σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 45.
10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται ο τρόπος ενημέρωσης, η διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων μεταξύ της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.) του άρθρου 47 και των υπαγόμενων σε αυτή υπηρεσιών και των υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Δ.Α.Ο.Ε..
11. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας (Ε.Κ.Α.Μ.), εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα οργάνωσης, επιχειρησιακής τακτικής, εκπαίδευσης και προσόντων του προσωπικού της Ε.Κ.Α.Μ. του άρθρου 61, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά στη λειτουργία και τη δράση της υπηρεσίας.
12. α) Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Υποδομών και Μεταφορών, καθορίζονται η έννοια του αεροπορικού ατυχήματος, τα όργανα και η διαδικασία διερεύνησης αυτού και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του άρθρου 62.
β) Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται η δύναμη των χειριστών και των τεχνικών επανδρωμένων αεροσκαφών, τα προσόντα και ο τρόπος επιλογής των χειριστών και των τεχνικών επανδρωμένων ή μη επανδρωμένων αεροσκαφών της Διεύθυνσης Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας (Δ.Ε.Μ.Ε.Α.), σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 62.
13. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας (Δ.Ε.Μ.Ε.Α.), εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στην επιχειρησιακή τακτική της Δ.Ε.Μ.Ε.Α. και των υπαγόμενων σε αυτή υπηρεσιών, στην εκπαίδευση του προσωπικού, τις αρμοδιότητες των οργάνων, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά στη λειτουργία της υπηρεσίας του άρθρου 62.
14. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Προστασίας Προέδρου της Δημοκρατίας (Δ.Π.Π.Δ.), εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στην επιχειρησιακή τακτική της Δ.Π.Π.Δ. του άρθρου 64, στην εκπαίδευση του προσωπικού, τις αρμοδιότητες των οργάνων, καθώς και σε κάθε άλλο θέμα που αφορά στη λειτουργία της Διεύθυνσης.
15. Με διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, καθορίζονται ζητήματα σύνθεσης, εκπαίδευσης, εξοπλισμού, υπαγωγής, επιχειρησιακής δράσης και εν γένει λειτουργίας των Ομάδων, Μονάδων και Κλιμακίων της Διεύθυνσης Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας του άρθρου 62.
16. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και Αστυνόμευσης, εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα οργάνωσης, λειτουργίας, εξοπλισμού και αρμοδιοτήτων του προσωπικού του Συντονιστικού Επιχειρησιακού Κέντρου της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής (Σ.Ε.Κ./Γ.Α.Δ.Α.) του άρθρου 70.
17. Με κανονιστική διαταγή του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, που καταρτίζεται από τη Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης/Α.Ε.Α. καθορίζονται τα διακριτικά σήματα και τα εμβλήματα που χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες και το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, με εξαίρεση αυτών που φέρουν επί των στολών.
18. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας που καταρτίζεται από τη Διεύθυνση Οργάνωσης και Νομικής Υποστήριξης/Α.Ε.Α, δύνανται να μεταβιβάζονται στα υφιστάμενα όργανα διοίκησης αρμοδιότητές του, με εξαίρεση αυτές που του μεταβίβασε με απόφασή του ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Με την ίδια απόφαση δύναται να μεταβιβάζεται στα ανωτέρω όργανα το δικαίωμα να υπογράφουν «με εντολή του».
19. Με απόφαση των Α’ και Β’ Υπαρχηγών, των Γενικών Συντονιστών Αστυνομίας Βόρειας και Νότιας Ελλάδας, των Γενικών Διευθυντών και των Διευθυντών των Επιτελικών και Επιχειρησιακών Κεντρικών και Περιφερειακών Υπηρεσιών δύναται να μεταβιβάζεται, ύστερα από έγκριση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, σε υφισταμένους τους το δικαίωμα να υπογράφουν «με εντολή τους» για θέματα αρμοδιότητάς τους, με εξαίρεση αυτές που τους μεταβίβασαν με αποφάσεις τους οι προϊστάμενοί τους.
20. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, που καταρτίζεται από τη Δεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.), εκδίδεται Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας, με τον οποίο ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα λειτουργίας και πολιτικής ασφάλειας της Διεύθυνσης, των Υποδιευθύνσεων και των Τμημάτων της, όπως αυτά καθορίζονται στα άρθρα 48 και 49, καθώς και συνεργασίας της Διεύθυνσης με τις λοιπές υπηρεσίες και αρχές.
Άρθρο 99
Τελικές διατάξεις
1. Για τη ρύθμιση των θεμάτων οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και του προσωπικού της εφαρμόζονται το άρθρο 11 του ν. 1481/1984 (Α’ 152), περί οργάνωσης και λειτουργιών των υπηρεσιών, καθώς και η παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 2800/2000 (Α’ 41), περί τελικών διατάξεων. Για το πολιτικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ΝΠΔΔ (ν. 3528/2007, Α’ 26) και του π.δ. 85/2022 (Α’ 232), περί του καθορισμού προσόντων διορισμού σε φορείς του Δημοσίου (Προσοντολόγιο Κλαδολόγιο).
2. Διατάξεις νόμων και κανονιστικών πράξεων που ρυθμίζουν θέματα προσωπικού και υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.
3. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρονται οι όροι:
α) «Υπαρχηγός», νοείται εφεξής ο «Α’ Υπαρχηγός», με ισχύ από 1ης.2.2026.
β) «Προϊστάμενος Επιτελείου», νοείται εφεξής ο «Β’ Υπαρχηγός», με ισχύ από 1ης.2.2026.
γ) «Γενικός Επιθεωρητής Αστυνομίας Βορείου ή Νοτίου Ελλάδας», νοείται εφεξής ο «Γενικός Συντονιστής Αστυνομίας Βόρειας ή Νότιας Ελλάδας»,
δ) «Κλάδος/Α.Ε.Α.», νοείται εφεξής η «Γενική Διεύθυνση/Α.Ε.Α.» και
ε) «Γραφείο Τεχνικής Υποστήριξης Εξοπλισμού Πληροφορικής» νοείται εφεξής το «Γραφείο Πληροφορικής και Δικτύων».
4. Το Γραφείο Γραμματείας των Διευθύνσεων των Επιτελικών Υπηρεσιών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, λειτουργεί σε ένα από τα Τμήματα της οικείας Διεύθυνσης, με απόφαση του οικείου Διευθυντή.
Άρθρο 100
Μεταβατικές διατάξεις
1. Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παρ. 3 του άρθρου 98, που αφορά στα ειδικότερα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας του Τμήματος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της Διεύθυνσης Επικοινωνίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, το ανωτέρω Τμήμα λειτουργεί σύμφωνα με το π.δ. 336/2000 (Α’ 280).
2. Μέχρι την έκδοση της κανονιστικής διαταγής του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας για την οργάνωση και τη στελέχωση της μπάντας της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και την εκπαίδευση των μελών της, αυτή η μπάντα λειτουργεί σύμφωνα με το π.δ. 110/1974 (Α’ 37) με την επιφύλαξη του άρθρου 33 του ν. 2168/1993 (Α’ 147).
3. Η Δ.Ε.Μ.Ε.Α. αποτελεί ειδικό διάδοχο των εκκρεμών διαγωνιστικών διαδικασιών και των ήδη συναφθεισών συμβάσεων της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων Σωμάτων Ασφαλείας, των παρ. 14 έως 16 του άρθρου 25 του ν. 2800/2000 (Α’ 41).
4. Μέχρι την ολοκλήρωση της οργάνωσης και λειτουργίας της Υπηρεσίας του άρθρου 62, η οποία διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η κάλυψη των αναγκών σε ιπτάμενο προσωπικό και τεχνική υποστήριξη των εναέριων μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας και η μετεκπαίδευση του ιπτάμενου προσωπικού της μπορεί να ανατίθεται σε άλλη κρατική (πολιτική ή στρατιωτική) υπηρεσία ή δημόσια επιχείρηση ή ιδιωτικό πρόσωπο παραχωρησιούχο ή ανάδοχο δημόσιας υπηρεσίας με κοινή απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού ή με σύμβαση έργου μεταξύ του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και του οικείου φορέα, κατά περίπτωση, με τους όρους που καθορίζονται στην ανωτέρω απόφαση ή σύμβαση.
5. Έως την 31η.1.2026, κατά παρέκκλιση της παρ. 1 του άρθρου 78, η τοποθέτηση Αντιστράτηγου ως Προϊσταμένου Επιτελείου, πραγματοποιείται ανεξαρτήτως αρχαιότητας με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας. Για το ως άνω χρονικό διάστημα τον Υπαρχηγό αναπληρώνει ο αμέσως αρχαιότερος υφιστάμενος Αντιστράτηγος.
Άρθρο 101
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται:
α) τα άρθρα 1, 2 και 3, περί Υπηρεσίας Εναερίων Μέσων της Ελληνικής Αστυνομίας του ν. 2334/1995 (Α’ 184),»
β) οι παρ. 1, 2, 3, 4 έως 9 του άρθρου 13, περί Συμβουλίου Επιτελικού Σχεδιασμού και Διαχείρισης Κρίσεων,
οι παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 16, περί άσκησης καθηκόντων προανάκρισης και δημοσίου κατηγόρου,
και οι παρ. 14 έως 18 του άρθρου 25, περί Υπηρεσίας Εναερίων Μέσων Πυροσβεστικού Σώματος, του ν. 2800/2000 (Α’ 41),
γ) το άρθρο 11, περί αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας,
το άρθρο 12, περί σύνδεσης της Ελληνικής Αστυνομίας με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και περί συγκρότησης Επιτροπών Περιφερειακής Συνεργασίας και Ασφάλειας,
το άρθρο 13, περί χαρακτήρα των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας,
το άρθρο 15, περί γενικής διάρθρωσης, έδρας και αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας,
οι παρ. 12, 13 και 14 του άρθρου 19, περί Επιτελείου της Ελληνικής Αστυνομίας,
το άρθρο 20, περί Επιτελικού Γραφείου του Αρχηγού Ελληνικής Αστυνομίας,
το άρθρο 21, περί Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου Επιχειρήσεων και Διαχείρισης Κρίσεων,
το άρθρο 22, περί Διεύθυνσης Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών,
το άρθρο 23, περί Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων,
το άρθρο 24, περί Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας,
το άρθρο 25, περί Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Επισήμων και Ευπαθών Στόχων,
το άρθρο 26, περί Διεύθυνσης Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων,
το άρθρο 27, περί Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών,
το άρθρο 28, περί Διεύθυνσης Υγειονομικού,
το άρθρο 29, περί Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης,
το άρθρο 30, περί Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων,
το άρθρο 35, περί συντονισμού Υπηρεσιών και βαθμών διοικούντων,
το άρθρο 36, περί Διοίκησης, η παρ. 1 του άρθρου 42, περί τροποποίησης διατάξεων,
και το άρθρο 44, περί ρύθμισης ειδικών θεμάτων της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, του ν. 4249/2014 (Α’ 73),
δ) οι παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 6 του άρθρου 132 περί Υπηρεσίας Εναερίων Μέσων Ελληνικής Αστυνομίας του ν. 5039/2023 (Α’ 38),
ε) το άρθρο 22, περί Υπασπιστή Αστυνομικής Διεύθυνσης Νομού και το άρθρο 52, περί Σχεδιαστηρίου, του π.δ. 141/1991 (Α’ 58),
στ) το π.δ. 178/2014 (Α’ 281, διορθ. σφαλμ. Α’ 8/2015), περί οργάνωσης των υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και
ζ) το άρθρο 1, περί σύστασης και αποστολής της Υπηρεσίας Προστασίας Προέδρου Δημοκρατίας και το άρθρο 2, περί διάρθρωσης της Υπηρεσίας Προστασίας Προέδρου Δημοκρατίας, του π.δ. 33/2023 (Α’ 72).
ΜΕΡΟΣ Β’
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 102
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος μέρους είναι η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της Ελληνικής Αστυνομίας, η διασφάλιση και συνεχής βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου, και ιδίως:
α) η ενίσχυση της αυτοτέλειας και ο εκσυγχρονισμός της δομής και της λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας, με τη σύσταση νέων οργάνων διοίκησης,
β) η αναβάθμιση της εκπαίδευσης και ειδικότερα των προγραμμάτων σπουδών, με έμφαση στην ποιότητα και στις διαδικασίες εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης,
γ) η ενίσχυση της μετεκπαίδευσης του προσωπικού μέσω της καθιέρωσης νέων ειδικών σχολείων και εκπαιδεύσεων, στο πλαίσιο του θεσμού της δια βίου μάθησης, και
δ) η περαιτέρω ενίσχυση των τεχνολογικών δυνατοτήτων της Ελληνικής Αστυνομίας, ιδίως στους τομείς των επικοινωνιών, των δικτύων και των αναδυόμενων τεχνολογιών.
Άρθρο 103
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος μέρους είναι η ρύθμιση της λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών που υπάγονται σε αυτή και, ειδικότερα, ο καθορισμός των οργάνων της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών αυτής και ο προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων τους, του τρόπου εισαγωγής των εκπαιδευομένων στις Σχολές της Ακαδημίας, της επιλογή του διδακτικού προσωπικού και του περιεχομένου των σπουδών και γενικά της εκπαιδευτικής/μετεκπαιδευτικής ύλης και η ρύθμιση των θεμάτων συνεργασίας της Αστυνομικής Ακαδημίας με άλλους εκπαιδευτικούς φορείς της ημεδαπής και της αλλοδαπής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΗ, ΕΔΡΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 104
Νομική φύση Έδρα
1. Η Αστυνομική Ακαδημία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), το οποίο απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και εποπτεύεται από τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.
2. Η Αστυνομική Ακαδημία έχει την έδρα της στην Περιφέρεια Αττικής, με εξαίρεση τη Σχολή Αστυφυλάκων που εδρεύει στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
3. Η Αστυνομική Ακαδημία εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από το Γραφείο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
Άρθρο 105
Αποστολή της Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Η Αστυνομική Ακαδημία έχει ως αποστολή:
α) την εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και διαρκή επιμόρφωση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, με σκοπό την παροχή υψηλού επιπέδου επαγγελματικής και επιστημονικής κατάρτισης, που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κράτους δικαίου και στα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα και προσαρμόζεται στις νέες τεχνολογικές εξελίξεις,
β) την προσαρμογή σε σύγχρονα τεχνολογικά και ψηφιακά περιβάλλοντα, καθώς και στις επιχειρησιακές ανάγκες της Ελληνικής Αστυνομίας,
γ) την αλληλοεπίδραση με τις επιστήμες δικαίου, τις κοινωνικές, πολιτικές και ανθρωπιστικές επιστήμες,
δ) την κατανόηση του κοινωνικού περιβάλλοντος, μέσω της ανάπτυξης κριτικής ικανότητας και αισθήματος ευθύνης, κατά την άσκηση των καθηκόντων του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας,
ε) την εξασφάλιση της διαρκούς σωματικής και ψυχικής υγείας των εκπαιδευομένων,
στ) την κατάρτιση και αξιολόγηση των εκπαιδευομένων και
ζ) τη διαρκή επιμόρφωση του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Η Αστυνομική Ακαδημία για την επίτευξη της αποστολής της:
α) καταρτίζει, αξιολογεί και αναθεωρεί τα προγράμματα σπουδών, εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και διαρκούς επιμόρφωσης,
β) αναπτύσσει συνεργασίες με εκπαιδευτικά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα της ημεδαπής και της αλλοδαπής, με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και με κοινωνικούς ή συλλογικούς φορείς και με διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς,
γ) συνάπτει μνημόνια συνεργασίας στο πλαίσιο διακρατικών συμφωνιών, για την εκπαίδευση και επιμόρφωση σπουδαστών ξένων κρατών στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,
δ) υλοποιεί προγράμματα διεθνούς ανταλλαγής σπουδαστών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ε) διοργανώνει και συμμετέχει σε προγράμματα επιστημονικής, ερευνητικής και εκπαιδευτικής φύσεως και
στ) μελετά, επεξεργάζεται και αξιολογεί τα αποτελέσματα των προγραμμάτων εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και επιμόρφωσης, συντάσσοντας εκθέσεις, τις οποίες κοινοποιεί στο γραφείο του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη και στο Επιτελικό Γραφείο Αρχηγού, προκειμένου να αξιοποιηθούν τα σχετικά πορίσματα από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 106
Διευθύνσεις και Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας
Η Αστυνομική Ακαδημία συγκροτείται από:
α) τη Διεύθυνση Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων,
β) τη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και
γ) τέσσερις (4) Σχολές, οι οποίες λειτουργούν σε επίπεδο Διεύθυνσης και συγκεκριμένα:
γα) τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία είναι ανώτατη σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τετραετούς φοίτησης, παρέχει ισότιμη εκπαίδευση με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και απονέμει ισότιμα πτυχία με αυτά,
γβ) τη Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας, στην οποία η φοίτηση διαρκεί έξι (6) ακαδημαϊκά εξάμηνα και η οποία ανήκει στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, παρέχει ισότιμη εκπαίδευση και χορηγεί ισότιμα πτυχία, προς εκείνα που χορηγούνται από τα αντίστοιχου επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα,
γγ) τη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης, η οποία παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα στο πλαίσιο της διαρκούς επιμόρφωσης και επαγγελματικής μετεκπαίδευσης και
γδ) τη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας, η οποία παρέχει μετεκπαίδευση και επιμόρφωση σε ανώτερα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και σε πολιτικούς υπαλλήλους υπηρεσιών της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), με βαθμό Α’ κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ).
Άρθρο 107
Πόροι της Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Η Αστυνομική Ακαδημία, για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών, επιμορφωτικών και λειτουργικών αναγκών της, έχει τους ακόλουθους πόρους:
α) ετήσια κρατική επιχορήγηση,
β) κάθε είδους εισφορές, επιχορηγήσεις, δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές και κληροδοσίες,
γ) προσόδους από τη δική της περιουσία,
δ) έσοδα από τη συμμετοχή της σε εθνικά, ενωσιακά ή συγχρηματοδοτούμενα ερευνητικά ή άλλα προγράμματα ή δράσεις, όπως το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και
ε) κάθε άλλο πόρο που συνάδει με τον σκοπό και την αποστολή της Αστυνομικής Ακαδημίας.
2. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας και οι τροποποιήσεις του εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Ο ετήσιος ισολογισμός και απολογισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας συντάσσονται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύονται από έκθεση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων. Ο ισολογισμός και ο απολογισμός εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας.
3. Το λογιστικό και το οικονομικό έτος της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
Άρθρο 108
Όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας
Όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας, είναι:
α) το Διοικητικό Συμβούλιο,
β) ο Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας,
γ) ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, και
δ) ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης.
Άρθρο 109
Διοικητικό Συμβούλιο Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) της Αστυνομικής Ακαδημίας συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για τριετή θητεία, και αποτελείται από εννέα (9) μέλη και τους νόμιμους αναπληρωτές τους ως εξής:
α) τον Β’ Υπαρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας,
β) τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, με αναπληρωτή τον κατά βαθμό αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας,
γ) τους τέσσερις (4) Διοικητές των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας, με αναπληρωτές τους κατά βαθμό ανώτερους ή αρχαιότερους υφιστάμενους αξιωματικούς των Σχολών τους,
δ) τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου, με αναπληρωτή του μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου, που προτείνει ο ίδιος, και
ε) δύο (2) μέλη που προέρχονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα (Διδακτικό Ερευνητικό Προσωπικό, Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό, Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό, Τεχνικό Εργαστηριακό Προσωπικό) ή συνταξιούχους δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς ή απόστρατους αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας ή νομικούς ή άλλους επιστήμονες εγνωσμένου κύρους, με εμπειρία στη διοίκηση ή στο γνωστικό αντικείμενο της Ακαδημίας.
2. Αν η ημερήσια διάταξη του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας περιλαμβάνει ζητήματα που αφορούν αμιγώς στην οικονομική διοίκηση και διαχείριση, όπως ιδίως θέματα προϋπολογισμού, ισολογισμού και απολογισμού, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. μετέχει και εισηγείται ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Αν η ημερήσια διάταξη περιλαμβάνει ζητήματα που αφορούν αμιγώς σε θέματα διοικητικής υποστήριξης, οργάνωσης και λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών αυτής, στη συνεδρίαση του Δ.Σ. μετέχει και εισηγείται, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης.
3. Η θητεία του Δ.Σ. παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι τον ορισμό του νέου Δ.Σ. και πάντως όχι πέραν των έξι (6) μηνών. Αν ο Πρόεδρος, ο νόμιμος αναπληρωτής του, τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος του Δ.Σ. εκλείψει ή παραιτηθεί ή επιβληθεί σε βάρος του για οποιονδήποτε λόγο αμετάκλητη πειθαρχική ποινή ή ποινική καταδίκη, ή σε περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας από τέσσερις (4) συνολικά συνεδριάσεις εντός του έτους, ορίζεται νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας του συλλογικού οργάνου, εφόσον τα εναπομείναντα μέλη είναι λιγότερα από πέντε (5).
4.α) Το Δ.Σ. συνεδριάζει, με φυσική παρουσία ή με χρήση ηλεκτρονικών μέσων (τηλεδιάσκεψη), κατόπιν πρόσκλησης του Προέδρου, τουλάχιστον τέσσερις (4) φορές το έτος. Η σύγκληση του Δ.Σ. σε έκτακτη συνεδρίαση είναι υποχρεωτική για τον Πρόεδρό του, αν υποβληθεί σχετικό αίτημα ηλεκτρονικά ή εγγράφως από τρία (3) τουλάχιστον μέλη του Δ.Σ., στο οποίο αναφέρεται απαραιτήτως το προς συζήτηση θέμα. Η σύγκληση του Δ.Σ. πραγματοποιείται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος.
β) Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο ή τρόπο της συνεδρίασης, προσδιορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, ορίζει τους εισηγητές και διευθύνει τη συζήτηση.
γ) Οι αποφάσεις του Δ.Σ. λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των παρόντων μελών, τηρουμένων των διατάξεων περί απαρτίας του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45). Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου.
δ) Το πρακτικό της συνεδρίασης του Δ.Σ. υπογράφεται από όλα τα μέλη που παρέστησαν σε αυτή. Στο πρακτικό καταχωρούνται, ιδίως, τα ονόματα και οι ιδιότητες των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν, το είδος και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας, καθώς και οι αποφάσεις που λήφθηκαν. Στο πρακτικό καταχωρούνται, επιπροσθέτως, οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν με συνοπτική αναφορά στην αιτιολογία τους.
ε) Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται αναλόγως ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας.
5. Χρέη γραμματέα εκτελεί κατώτερος αξιωματικός που υπηρετεί στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Αστυνομικής Ακαδημίας, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 1.
6. Στα μέλη του Δ.Σ. δεν καταβάλλεται οποιαδήποτε αποζημίωση.
Άρθρο 110
Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) αποτελεί το ανώτατο όργανο διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας.
2. Το Δ.Σ. αποφασίζει για κάθε θέμα σχετικό με τη διοίκηση, οργάνωση και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας και ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τις τροποποιήσεις του,
β) εγκρίνει τον προϋπολογισμό, τον απολογισμό και τον ισολογισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τις τροποποιήσεις τους,
γ) εγκρίνει κάθε χρηματοδότηση της Αστυνομικής Ακαδημίας από ενωσιακά ή εθνικά χρηματοδοτικά προγράμματα ή δράσεις, από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ή από άλλες πηγές χρηματοδότησης,
δ) αποφασίζει για την αποδοχή δωρεών και κληροδοτημάτων ή κληρονομιών υπέρ της Αστυνομικής Ακαδημίας, οι οποίες γίνονται πάντα με το ευεργέτημα της απογραφής,
ε) εγκρίνει την κατάρτιση της ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων της Αστυνομικής Ακαδημίας,
στ) εκδίδει αιτιολογημένη γνώμη για την απόσπαση υπαλλήλων στην Ακαδημία ή για την ανανέωση ή για τη διακοπή της απόσπασής τους,
ζ) προκηρύσσει τις θέσεις διδασκόντων στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας και εγκρίνει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, τον πίνακα διδασκόντων,
η) αποφασίζει την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων,
θ) αποφασίζει για θέματα σχετικά με τη συνεργασία της Αστυνομικής Ακαδημίας με εκπαιδευτικά ή μορφωτικά ιδρύματα, της ημεδαπής ή αλλοδαπής,
ι) εγκρίνει μνημόνια συνεργασίας για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και γνώσεων με τις αστυνομικές ακαδημίες και σχολές ξένων κρατών,
ια) εγκρίνει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, τα προγράμματα σπουδών και εκπαιδεύσεων (τακτικά και έκτακτα) και την πραγματοποίηση των εκπαιδεύσεων, μετεκπαιδεύσεων και επιμορφώσεων του πάσης φύσεως προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και τους Κανονισμούς Σπουδών των οικείων Σχολών της,
ιβ) αποφασίζει για την ολική ή μερική πραγματοποίηση των εκπαιδεύσεων, μετεκπαιδεύσεων και επιμορφώσεων της περ. ια) σε διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς ή εκπαιδευτικούς φορείς της αλλοδαπής, συνάπτοντας μνημόνια συνεργασίας,
ιγ) αποφασίζει, ύστερα από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, για τη συνδιοργάνωση προγραμμάτων σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή τη σύναψη σχετικών συμφωνιών,
ιδ) διαμορφώνει τη στρατηγική επίτευξης των σκοπών της Αστυνομικής Ακαδημίας και την εκπαιδευτική και ερευνητική πολιτική της Αστυνομικής Ακαδημίας, μεριμνώντας για τη διασφάλιση και τη διαρκή αναβάθμιση της ποιότητας στην εκπαιδευτική και ερευνητική διαδικασία και την προώθηση των διεθνών σχέσεων, εγκρίνοντας σχετικά σχέδια, εκθέσεις ή πορίσματα, όπου απαιτούνται, και γνωστοποιώντας αυτά στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη,
ιε) συγκροτεί τη Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας της Ακαδημίας (ΜΟ.ΔΙ.Π.) του άρθρου 139, και
ιστ) ενημερώνει τακτικά τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για κάθε ζήτημα που αφορά στη λειτουργία και στην εκπαιδευτική πολιτική και στρατηγική της Αστυνομικής Ακαδημίας.
Άρθρο 111
Διοικητής Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας ορίζεται ανώτατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας με τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, με τις εξής αρμοδιότητες:
α) καταρτίζει και αναμορφώνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων της Αστυνομικής Ακαδημίας, την οποία υποβάλλει προς έγκριση στο Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.),
β) καταρτίζει το σχέδιο του Εσωτερικού Κανονισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας, το οποίο εισάγει προς έγκριση στο Δ.Σ. και επιβλέπει την εφαρμογή του,
γ) μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας,
δ) μεριμνά για τη διεξαγωγή των εισαγωγικών και προαγωγικών εξετάσεων που προβλέπουν οι οργανικοί νόμοι και οι κανονισμοί της Ελληνικής Αστυνομίας, σε συνεργασία με τις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ε) επιλύει διαφορές ως προς διοικητικά θέματα, σχετικά με την άσκηση αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργανικών μονάδων και υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της,
στ) ρυθμίζει τα θέματα του προσωπικού των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας, εκτός από εκείνα που έχουν ανατεθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, στις Υπηρεσίες αυτές και
ζ) αποτελεί τον διατάκτη της Αστυνομικής Ακαδημίας.
2. Ο Διοικητής της Αστυνομικής Ακαδημίας, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνεται από τον αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας.
Άρθρο 112
Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων
1. Ως Διευθυντής στη Διεύθυνση Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ανώτατος ή ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, για τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) συντάσσει με τη λήξη του λογιστικού έτους, την έκθεση του ετήσιου ισολογισμού και απολογισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας και την υποβάλλει προς έγκριση στο Δ.Σ.,
β) καταρτίζει και εισηγείται στο Δ.Σ. τον ετήσιο προϋπολογισμό, καθώς και τις τροποποιήσεις του,
γ) παρακολουθεί και ελέγχει, σε μηνιαία βάση, την ορθή εκτέλεση του προϋπολογισμού και την εν γένει οικονομική λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας,
δ) αποτελεί τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με τον ν. 4270/2014 (Α’ 143),
ε) εγκρίνει τη μεταφορά πιστώσεων από έναν λογαριασμό σε άλλον και μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών, σύμφωνα με τις ανάγκες της Αστυνομικής Ακαδημίας, εφόσον δεν τροποποιείται το συνολικό ύψος του προϋπολογισμού,
στ) διαχειρίζεται την πάγια προκαταβολή, τις αποζημιώσεις και τις δαπάνες της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ζ) υποβάλλει στο Δ.Σ. προτάσεις για την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της Αστυνομικής Ακαδημίας,
η) εισηγείται προς το Δ.Σ. το ενιαίο πρόγραμμα προμηθειών της Αστυνομικής Ακαδημίας, καθώς και τις τροποποιήσεις του,
θ) μεριμνά για την προμήθεια και τον εφοδιασμό του προσωπικού και των υπηρεσιών της Αστυνομικής Ακαδημίας με όλα τα απαραίτητα μέσα, μηχανήματα και υλικά, καθώς και για την καλή λειτουργία και συντήρησή τους και
ι) εποπτεύει και ελέγχει τις οικονομικές υποθέσεις των τεσσάρων (4) Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας.
3. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων της Αστυνομικής Ακαδημίας, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, αναπληρώνεται από τον αμέσως ανώτερο ή αρχαιότερο αξιωματικό της Αστυνομικής Ακαδημίας.
Άρθρο 113
Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης
1. Ως Διευθυντής στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ανώτατος ή ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, για τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Ο Διευθυντής Διοικητικής Υποστήριξης ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) μεριμνά για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας του και τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των Αστυνομικών Σχολών επί θεμάτων που αφορούν, ιδίως, στη διακίνηση της αλληλογραφίας, στον χειρισμό θεμάτων προσωπικού, στην εξασφάλιση της εσωτερικής λειτουργίας, στην τήρηση του αρχείου και στη διεκπεραίωση αιτημάτων διοικητικής φύσεως,
β) συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει τη διοικητική υποστήριξη της διεξαγωγής όλων των εισαγωγικών και προαγωγικών εξετάσεων, σε συνεργασία με τις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,
γ) συντονίζει και ελέγχει την οργάνωση θεμάτων δημοσίων σχέσεων και εθιμοτυπίας,
δ) μεριμνά για την καθαριότητα, την ευταξία και τη συντήρηση του οικήματος και γενικά των χώρων και των εγκαταστάσεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες της Ακαδημίας,
ε) μεριμνά για την εξασφάλιση της καλής και απρόσκοπτης λειτουργίας των τηλεφωνικών κέντρων και των λοιπών τηλεπικοινωνιακών μέσων,
στ) προβαίνει στις απαιτούμενες ενέργειες για τη λειτουργία λέσχης και κυλικείου,
ζ) συντονίζει και ελέγχει την τήρηση και εφαρμογή του σχεδίου ασφάλειας του οικήματος έδρας της Ακαδημίας και των λοιπών σχεδίων πολιτικής κινητοποίησης, καθώς και τη φρούρηση και ασφάλεια του κτιριακού συγκροτήματος και των εγκαταστάσεων της Ακαδημίας και του περιβάλλοντος χώρου αυτών,
η) μεριμνά για τη διάθεση του προσωπικού που υπηρετεί στις Υπηρεσίες της Ακαδημίας σε τακτικές και έκτακτες υπηρεσίες και ελέγχει την κανονική εκτέλεση των υπηρεσιών αυτών,
θ) μεριμνά για τη γραμματειακή υποστήριξη των συλλογικών οργάνων της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της, και
ι) αξιολογεί το προσωπικό της Υπηρεσίας του σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 114
Επιστημονικό Συμβούλιο
1. Το Επιστημονικό Συμβούλιο αποτελείται από πέντε (5) μέλη, με τους αναπληρωτές τους και απαρτίζεται από μέλη Δ.Ε.Π., Ε.ΔΙ.Π., Ε.Ε.Π. ή επιστήμονες εγνωσμένου κύρους με εξειδίκευση στις σπουδές ασφάλειας ή σε άλλα θέματα που σχετίζονται με την αστυνομική εκπαίδευση. Το Συμβούλιο έχει τριετή θητεία και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Ο Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας, τις συνεδριάσεις και τις δραστηριότητες του Επιστημονικού Συμβουλίου, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.
3. Το Επιστημονικό Συμβούλιο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες και όσες άλλες προβλέπονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και του Εσωτερικού Κανονισμού:
α) διατυπώνει γνώμη για το πρόγραμμα σπουδών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας σε ό,τι αφορά τη θεωρητική εκπαίδευση,
β) εισηγείται και καθορίζει τα κριτήρια και τα προσόντα για την προκήρυξη θέσεων και συμμετέχει στη διαδικασία επιλογής του διδακτικού προσωπικού μαθημάτων ακαδημαϊκού χαρακτήρα,
γ) υποστηρίζει την επιστημονική, διδακτική και ερευνητική συνεργασία με ελληνικά και ξένα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, εργαστήρια, ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα και τις αντίστοιχες ακαδημίες/σχολές άλλων κρατών, όπως προβλέπεται στον παρόντα νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό,
δ) υποβάλλει στον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας προτάσεις για προγράμματα δια βίου μάθησης,
ε) προτείνει και οργανώνει, με τη συνδρομή των άλλων οργάνων της Ακαδημίας και των Σχολών, επιμορφωτικές, επιστημονικές και ερευνητικές διαλέξεις, σεμινάρια και δραστηριότητες, και
στ) καθορίζει και επιβλέπει την εσωτερική αξιολόγηση των προγραμμάτων σπουδών.
4. Τα μέλη του Επιστημονικού Συμβουλίου δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή.
Άρθρο 115
Τμήμα CEPOL (Collège Européen de Police)
Στη Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης υπάγεται το Τμήμα CEPOL, το οποίο αποτελεί εθνικό σημείο επαφής με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2219 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (ΕΑΑ) και για την αντικατάσταση και κατάργηση της Απόφασης 2005/681/ ΔΕΥ του Συμβουλίου (L 319), καθώς και με τα αντίστοιχα σημεία επαφής των Αστυνομιών άλλων χωρών και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου και την υποβολή προτάσεων συμμετοχής αστυνομικού προσωπικού σε επιτροπές και ομάδες εργασίας, που συγκροτούνται στο πλαίσιο αυτού, καθώς και σε άλλα εκπαιδευτικά προγράμματα που εντάσσονται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Οργανισμού,
β) την εκπροσώπηση της Ελληνικής Αστυνομίας στις συναντήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της CEPOL,
γ) την παρακολούθηση, σε συνεργασία με το Τμήμα EUROPOL της Διεύθυνσης Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, των εξελίξεων επί θεμάτων αρμοδιότητας της CEPOL, τα οποία εξετάζονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη μέριμνα για προώθηση και αξιοποίησή τους σε εθνικό επίπεδο,
δ) τη διοργάνωση σεμιναρίων στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της CEPOL,
ε) την υποβολή προτάσεων για τη συμμετοχή αστυνομικού προσωπικού ως εκπαιδευτών σε εκπαιδευτικά προγράμματα που εποπτεύονται από τη CEPOL,
στ) την ενημέρωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας σχετικά με τις δραστηριότητες και τα εκπαιδευτικά προγράμματα της CEPOL,
ζ) την ανταλλαγή εκπαιδευτικών γνώσεων με τις Αστυνομικές Ακαδημίες ξένων κρατών και την ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ τους επί θεμάτων αρμοδιότητάς τους, καθώς και τη μέριμνα για την υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων, βάσει των σχετικών συμφωνιών και
η) την αξιολόγηση των στοιχείων που υποβάλλονται από το αστυνομικό προσωπικό στο πλαίσιο της συμμετοχής του στις δραστηριότητες της CEPOL και την εξαγωγή πορισμάτων προς τον σκοπό αξιοποίησής τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 116
Όργανα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας
Όργανα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας είναι: α) ο Διοικητής κάθε Σχολής, β) το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο κάθε Σχολής και γ) ο Διευθυντής Σπουδών κάθε Σχολής.
Άρθρο 117
Διοικητής της Σχολής
Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, ορίζεται ως Διοικητής της οικείας Σχολής για τριετή θητεία, ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ως Διοικητής της οικείας Σχολής. Ο Διοικητής αναπληρώνεται, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, από τον κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό.
Άρθρο 118
Αρμοδιότητες Διοικητή Σχολής
Ο Διοικητής της οικείας Σχολής της Αστυνομικής Ακαδημίας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Προΐσταται των οργανικών μονάδων της οικείας Σχολής, επιβλέπει την εύρυθμη λειτουργία της και την εφαρμογή του Κανονισμού Σπουδών της οικείας Σχολής,
β) μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,
γ) συγκαλεί το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, προεδρεύει των εργασιών και ορίζει τους εισηγητές επί των θεμάτων που τίθενται στην οικεία Σχολή,
δ) μεριμνά για την εφαρμογή των αποφάσεων του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου,
ε) ασκεί τις πειθαρχικές αρμοδιότητες στο προσωπικό και τους σπουδαστές της οικείας Σχολής όπως προβλέπονται στον Εσωτερικό Κανονισμό της Αστυνομικής Ακαδημίας και στο πειθαρχικό δίκαιο του αστυνομικού προσωπικού (π.δ. 120/2008, Α’ 182),
στ) διαβιβάζει στα όργανα διοίκησης της Αστυνομικής Ακαδημίας γνώμες, προτάσεις ή εισηγήσεις του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου και του Διευθυντή Σπουδών της Σχολής,
ζ) υποβάλλει, μετά από το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους, αναλυτική έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της οικείας Σχολής στο Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,
η) αποφασίζει για την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας ή του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής για έκτακτους λόγους, ιδίως για λόγους ασφάλειας, φυσικών καταστροφών ή προστασίας της δημόσιας υγείας,
θ) μεριμνά για την εφαρμογή του προγράμματος σπουδών, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, και
ι) συγκροτεί επιτροπές ή ομάδες εργασίες, για τη μελέτη ή διεκπεραίωση θεμάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του ή ανάγονται στην αποστολή της Σχολής.
Άρθρο 119
Εκπαιδευτικό Συμβούλιο Σχολής
1. Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, για τριετή θητεία, αποτελείται από πέντε (5) μέλη, με τους αναπληρωτές τους και συγκεκριμένα:
α) τον Διοικητή της οικείας Σχολής, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον αμέσως κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό,
β) τον Διευθυντή Σπουδών, με αναπληρωτή τον αμέσως κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό,
γ) ένα (1) μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής,
δ) ένα (1) μέλος του διδακτικού προσωπικού της οικείας Σχολής και
ε) έναν (1) εκπρόσωπο των σπουδαστών της οικείας Σχολής.
2. Χρέη γραμματέα εκτελεί κατώτερος αξιωματικός που υπηρετεί στην οικεία Σχολή, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του σύμφωνα με την παρ. 1.
3. Η παρ. 4 του άρθρου 109 εφαρμόζεται αναλόγως.
Άρθρο 120
Αρμοδιότητες Εκπαιδευτικού Συμβουλίου Σχολής
Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής έχει τις κάτωθι αρμοδιότητες:
α) Παρακολουθεί την εν γένει εκπαιδευτική λειτουργία της οικείας Σχολής και των προγραμμάτων σπουδών της,
β) υλοποιεί την εκπαιδευτική πολιτική της οικείας Σχολής και καταρτίζει τον τακτικό απολογισμό των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων της,
γ) καταρτίζει το πρόγραμμα σπουδών της οικείας Σχολής, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Διευθυντή Σπουδών, το οποίο, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου, εισάγει προς έγκριση στο Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας,
δ) αποφασίζει, μετά από γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, τις κατηγορίες και τον αριθμό των διδασκόντων για καθένα από τα μαθήματα που προβλέπονται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών. Η απόφαση αυτή αναρτάται στην ιστοσελίδα της Σχολής και στο πρόγραμμα Διαύγεια,
ε) εισηγείται προς το Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας την προκήρυξη θέσεων διδασκόντων,
στ) μεριμνά για την απονομή τίτλων σπουδών ως προς τα προγράμματα σπουδών που οργανώνει η οικεία Σχολή,
ζ) εισηγείται την οργάνωση προγραμμάτων σπουδών σε συνεργασία με εκπαιδευτικά ή μορφωτικά ιδρύματα,
η) καταρτίζει τον πίνακα διδασκόντων και τις ώρες διδασκαλίας ανά μάθημα,
θ) καταρτίζει πρόγραμμα επιμόρφωσης για την εκπαίδευση των εκπαιδευτών,
ι) διοργανώνει τακτικά και έκτακτα επιμορφωτικά προγράμματα,
ια) παρακολουθεί και αξιολογεί την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και επιμόρφωσης,
ιβ) αποφασίζει την αποβολή των εκπαιδευομένων από την οικεία Σχολή κατ’ εφαρμογή του Εσωτερικού Κανονισμού της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ιγ) αποφασίζει είτε για την απαλλαγή του εγκαλούμενου από την επιβολή πειθαρχικής ποινής είτε για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής, και
ιδ) αποφασίζει για τη διαγραφή διδάσκοντα από τον πίνακα διδασκόντων, εφόσον αυτός δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, την ανάκληση της ανάθεσης διδασκαλίας σε αυτόν και την αντικατάστασή του με άλλον διδάσκοντα.
Άρθρο 121
Διευθυντής Σπουδών Σχολής
Ως Διευθυντής Σπουδών, ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά βαθμό νεότερος από τον Διοικητή της οικείας Σχολής, με αναπληρωτή τον κατά βαθμό ανώτερο ή αρχαιότερο υφιστάμενό του αξιωματικό, για τριετή θητεία, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από γνώμη του Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας.
Άρθρο 122
Αρμοδιότητες Διευθυντή Σπουδών Σχολής
Ο Διευθυντής Σπουδών έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Επιβλέπει την ακριβή εφαρμογή του προγράμματος σπουδών,
β) επιβλέπει την ορθή και εύρυθμη διενέργεια των εξετάσεων,
γ) εισηγείται το πρόγραμμα σπουδών στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής,
δ) λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ σπουδαστών, διδασκόντων και Διοίκησης της Σχολής, και
ε) δύναται να μετέχει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας, χωρίς δικαίωμα ψήφου, όταν συζητούνται σε αυτό θέματα της αρμοδιότητάς του, που αφορούν σε διδάσκοντες και Προγράμματα Σπουδών της οικείας Σχολής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 123
Κατηγορίες διδακτικού προσωπικού
Το διδακτικό προσωπικό της Αστυνομικής Ακαδημίας ανήκει σε μια από τις ακόλουθες κατηγορίες:
α) Δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, μόνο για τη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για όλες τις Σχολές,
γ) εν ενεργεία μέλη Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.), Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.), Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.Δ.Ι.Π.) Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) ή Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ) της χώρας και αναγνωρισμένων Α.Ε.Ι. της αλλοδαπής,
δ) ειδικοί επιστήμονες, οι οποίοι είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος και, ελλείψει τέτοιων, κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου, με αποδεδειγμένη επιστημονική και εκπαιδευτική εξειδίκευση στα γνωστικά αντικείμενα των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,
ε) ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας, των λοιπών Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων, εν ενεργεία ή εν αποστρατεία και
στ) δημόσιοι λειτουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ., κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ).
Άρθρο 124
Επιλογή διδακτικού προσωπικού
1. Το διδακτικό προσωπικό της Αστυνομικής Ακαδημίας επιλέγεται από το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της οικείας Σχολής, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Επιστημονικού Συμβουλίου, εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας και, ακολούθως, ο Διοικητής της οικείας Σχολής εκδίδει την πράξη ανάθεσης διδασκαλίας ανά διδάσκοντα.
2. Για την επιλογή του διδακτικού προσωπικού απαιτείται η δημοσίευση προηγούμενης προκήρυξης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον παρόντα νόμο. Για τη διδασκαλία μαθήματος στην Αστυνομική Ακαδημία, του οποίου το γνωστικό αντικείμενο διδάσκεται σε Α.Ε.Ι., απαιτείται η κατοχή διδακτορικού τίτλου σπουδών στο ίδιο ή σε συναφές αντικείμενο και, μόνον εφόσον δεν υπάρχει υποψήφιος για το μάθημα αυτό, επιτρέπεται η διδασκαλία του από κάτοχο μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών σε όμοιο ή συναφές αντικείμενο, ενώ αν δεν υπάρχει κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου, επιτρέπεται η διδασκαλία από κάτοχο πτυχίου σε όμοιο ή συναφές αντικείμενο. Η προκήρυξη, η οποία εκδίδεται από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, αναρτάται στο πρόγραμμα «Διαύγεια» και στις ιστοσελίδες της Ελληνικής Αστυνομίας και της Αστυνομικής Ακαδημίας, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της οικείας Σχολής, και υποβάλλεται πριν από τη λήξη του εκπαιδευτικού έτους εντός του οποίου συμπληρώνεται η τριετής διάρκεια του πίνακα διδασκόντων.
3. Τα κριτήρια για την επιλογή των διδασκόντων, τα οποία βαθμολογούνται με κλίμακα από μηδέν (0) έως δέκα (10), είναι τα εξής:
α) Η ειδική ενασχόληση με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας τριάντα τοις εκατό (30%). Εφόσον ο διδάσκων έχει ήδη διδάξει στη Σχολή, συνεκτιμώνται για τη βαθμολόγηση του κριτηρίου αυτού και οι αξιολογήσεις των σπουδαστών ως προς αυτόν,
β) η συγγραφή μονογραφιών ή άρθρων σε επιστημονικά περιοδικά ή συνεισφορών σε συλλογικούς τόμους σχετικών με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας είκοσι τοις εκατό (20%),
γ) η ύπαρξη διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας σαράντα τοις εκατό (40%),
δ) οι ανακοινώσεις σε συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητές σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας δέκα τοις εκατό (10%).
4. Στον πίνακα διδασκόντων ορίζονται τα μαθήματα που πρόκειται να διδάξει κάθε διδάσκων, καθώς και οι ώρες διδασκαλίας. Ο πίνακας του προηγούμενου εδαφίου εγκρίνεται από το Δ.Σ. της Αστυνομικής Ακαδημίας.
5. Η εγγραφή στον πίνακα διδασκόντων ισχύει για τρία (3) εκπαιδευτικά έτη.
6. Στο τέλος κάθε ακαδημαϊκού εξαμήνου ή εκπαιδευτικού προγράμματος, οι συμμετέχοντες εκπαιδευόμενοι συμπληρώνουν ειδικό ερωτηματολόγιο, στο οποίο περιλαμβάνονται ερωτήσεις για το γνωστικό αντικείμενο του εκπαιδευτικού προγράμματος ή σεμιναρίου και για την αξιολόγηση της διοργάνωσης, των συντελεστών και του οφέλους που αποκόμισαν από τη συμμετοχή τους σε αυτό, προκειμένου να διαμορφωθεί σαφής εκτίμηση για τους διδάσκοντες και την εν γένει εκπαιδευτική διαδικασία. Οι απαντήσεις των εκπαιδευομένων στο εν λόγω ερωτηματολόγιο λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση των διδασκόντων και την επιλογή τους για διδασκαλία εκ νέου.
7. Στην περίπτωση των κατ’ εξαίρεση αναθέσεων από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας εκπαιδεύσεων που υλοποιούνται από τη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης, εκδίδεται πράξη απευθείας διορισμού από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας, εφόσον το προς διορισμό προσωπικό διαθέτει τα γενικά τυπικά προσόντα, σύμφωνα με το άρθρο 123.
Άρθρο 125
Εισαγωγή στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Η εισαγωγή στη Σχολή Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας και στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας πραγματοποιείται με το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν.2226/1994 (Α’ 122).
2. Στο άρθρο 42 του ν. 1481/1984 (Α’ 152), περί εισαγωγής υποψηφίων ειδικών κατηγοριών στην Αστυνομική Ακαδημία, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) η περ. δ της παρ. 1 καταργείται, β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 οι λέξεις «των προηγουμένων παραγράφων» αντικαθίσταται με τις λέξεις «των παρ. 1, 2 και 5», γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 οι λέξεις «των παραγράφων 1 και 2» αντικαθίσταται με τις λέξεις «των παρ. 1, 2 και 5», δ) μετά την παρ. 4 προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 42 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 42 Υποψήφιοι ειδικών κατηγοριών
1. Από το ακαδημαϊκό έτος 2008 2009 και εφεξής, από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 10% συνολικά καλύπτεται από τις παρακάτω κατηγορίες υποψηφίων, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό:
α. πολύτεκνοι και τέκνα τους, β. τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, καθώς και
τέκνα αναπήρων ή θυμάτων εν ενεργεία ή εν συντάξει αστυνομικού προσωπικού ειρηνικής περιόδου,
γ. τέκνα αναγνωρισμένων σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ως αγωνιστών της εθνικής αντίστασης,
δ. (καταργείται),
ε. ένα τέκνο Ελλήνων πολιτών που έχασαν τη ζωή τους ή έχουν ανικανότητα σε ποσοστό τουλάχιστον 67% συνεπεία τρομοκρατικής πράξης. Για το ποσοστό ανικανότητας αποφαίνεται η Ανώτατη Στρατιωτική Υγειονομική Επιτροπή.
2. Από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό μέχρι 4% συνολικά καλύπτεται από γονείς με τρία ζώντα τέκνα και τέκνα τους από νόμιμο γάμο ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων άγαμων μητέρων με τρία μη αναγνωρισθέντα ζώντα τέκνα, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στο διαγωνισμό.
3. Κατά τον καθορισμό του αριθμού που αντιστοιχεί στο ποσοστό των παρ. 1, 2 και 5, δεν λαμβάνονται υπόψη τα κλασματικά υπόλοιπα. Εάν το ποσοστό δεν καλυφθεί, ο αριθμός που υπολείπεται συμπληρώνεται από υποψηφίους επιλαχόντες της γενικής κατηγορίας.
4. Η χρήση του δικαιώματος για εισαγωγή στις σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας, από αυτούς που υπάγονται σε μία από τις κατηγορίες των παρ. 1, 2 και 5, γίνεται για μία μόνο από τις σχολές αυτές. Αν κάποιος εισαχθεί με το δικαίωμα αυτό σε μία σχολή, δεν δικαιούται να κάνει χρήση του ίδιου δικαιώματος σε άλλη σχολή.
5. Από τον αριθμό των δοκίμων που εισάγονται στην οικεία Σχολή, ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) καλύπτεται από τέκνα ή εν χηρεία συζύγους του προσωπικού του Αστυνομικού Σώματος, που απεβίωσαν κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας, πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα αυτής, και τα τέκνα αναπήρων του προσωπικού του Αστυνομικού Σώματος που έχουν υπαχθεί στην κατάσταση της μόνιμης διαθεσιμότητας πρόδηλα και αναμφισβήτητα ένεκα της υπηρεσίας, με βάση τη σειρά επιτυχίας τους στον διαγωνισμό.»
3. Η εισαγωγή στη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας καθορίζεται από τον Κανονισμό Σπουδών της ή από τις αποφάσεις της κατ’ εξαίρεση ανάθεσης σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 129.
4. Η εισαγωγή στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας γίνεται με επιλογή των υποψηφίων από το οικείο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της Σχολής.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ’
ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 126
Εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων Ελληνικής Αστυνομίας
1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας διακρίνεται στους ακόλουθους κύκλους:
α) νομικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα συνταγματικού, διοικητικού, ποινικού, αστικού, ενωσιακού και διεθνούς δικαίου,
β) ανθρωπιστικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πολιτικών επιστημών και εγκληματολογίας,
γ) εφαρμοσμένης αστυνομικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει ειδικότερα θέματα αυτοάμυνας-αυτοπροστασίας, δεοντολογίας, οπλοτεχνικής-σκοποβολής, πρακτικής εφαρμογής ποινικών υποθέσεων και χειρισμού υπηρεσιακών θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας,
δ) πληροφορικής και ψηφιακής τεχνολογίας, και
ε) εργαστηρίων (workshops) στα ως άνω αντικείμενα σπουδών.
2. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αστυφυλάκων της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί έξι (6) ακαδημαϊκά εξάμηνα, τα οποία διακρίνονται σε θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, οι λεπτομέρειες των οποίων ορίζονται ειδικότερα στον Κανονισμό Σπουδών της Σχολής.
Άρθρο 127
Εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας
1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας διακρίνεται στους ακόλουθους κύκλους:
α) Νομικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα συνταγματικού, διοικητικού, ποινικού, αστικού, ενωσιακού και διεθνούς δικαίου, ιστορίας και λειτουργίας θεσμών,
β) ανθρωπιστικών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πολιτικών επιστημών και εγκληματολογίας,
γ) διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών, που περιλαμβάνει ειδικότερα μαθήματα διεθνών και ευρωπαϊκών σχέσεων, πολιτικών ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, διεθνούς και ευρωπαϊκής διπλωματίας,
δ) εφαρμοσμένης αστυνομικής εκπαίδευσης, που περιλαμβάνει ειδικότερα θέματα αυτοάμυνας-αυτοπροστασίας, δεοντολογίας, οπλοτεχνικής-σκοποβολής, πρακτικής εφαρμογής ποινικών υποθέσεων και υπηρεσιακών θεμάτων της Ελληνικής Αστυνομίας,
ε) δημόσιας διοίκησης και διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων, που περιλαμβάνει θέματα δημόσιας διοίκησης, ανάπτυξης δημόσιας πολιτικής, στρατηγικής διοίκησης (management) στο πλαίσιο της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και ψηφιακών δεξιοτήτων,
στ) μαθήματα εξειδικεύσεων, διάρκειας δύο (2) εξαμήνων, με κατευθύνσεις σε:
στα) ασφάλεια,
στβ) μετανάστευση και προστασία συνόρων,
στγ) αστυνόμευση,
στδ) κυβερνοέγκλημα και κυβερνοασφάλεια,
στε) επικοινωνίες και νέες τεχνολογίες,
στστ) επιτελικό συντονισμό και στρατηγικό σχεδιασμό.
Οι ως άνω κατευθύνσεις και ο αριθμός των σπουδαστών που κατανέμονται σε κάθε μία εξ αυτών επανεξετάζονται περιοδικά, και σε κάθε περίπτωση ανά πενταετία, ώστε να ανταποκρίνονται στις γενικές εξελίξεις και τις επιχειρησιακές ανάγκες και προτεραιότητες της Ελληνικής Αστυνομίας.
ζ) εργαστηρίων (workshops) στα ως άνω αντικείμενα σπουδών.
2. Η εκπαίδευση στη Σχολή Αξιωματικών της Αστυνομικής Ακαδημίας διαρκεί οκτώ (8) ακαδημαϊκά εξάμηνα, τα οποία διακρίνονται: α) σε κύκλο σπουδών των πρώτων έξι (6) εκπαιδευτικών εξαμήνων, κατά τη διάρκεια των οποίων διδάσκονται τα μαθήματα των περ. α’ έως ε’ και ζ’ της παρ. 1 και β) σε κύκλο σπουδών των επόμενων δύο (2) εκπαιδευτικών εξαμήνων, κατά τη διάρκεια των οποίων διδάσκονται τα μαθήματα των κατευθύνσεων της περ. στ’ της παρ. 1, με σκοπό τη γνωστική εξειδίκευση των δοκίμων αξιωματικών.
Άρθρο 128
Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών
1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, δύνανται να οργανώνονται και να υλοποιούνται Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ), σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, και Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ή ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής.
2. Την αρμοδιότητα απονομής των τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών και την ακαδημαϊκή επιμέλεια των προγραμμάτων της παρ. 1 έχουν αποκλειστικά τα συνεργαζόμενα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ’
ΣΧΟΛΕΣ ΜΕΤΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Άρθρο 129
Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης Ελληνικής Αστυνομίας (ΣΜΕ)
1. Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης αποτελεί τον κύριο φορέα διοργάνωσης προγραμμάτων μετεκπαίδευσης, διαρκούς επιμόρφωσης και εξειδίκευσης του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, τα οποία, ανάλογα με το αντικείμενό τους, ποικίλλουν σε χρονική διάρκεια και υποχρεωτικότητα παρακολούθησης και περιλαμβάνουν θεωρητικό και πρακτικό μέρος.
2. Τα προγράμματα της Σχολής μπορεί να παρακολουθήσει το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και των νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εσωτερικής ασφάλειας.
3. Η εκπαίδευση περιλαμβάνει την οργάνωση και υλοποίηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης με σκοπό την αναβάθμιση των επιτελικών και επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και τη βέλτιστη αξιοποίηση σύγχρονων μεθόδων και διαδικασιών ασφάλειας και αστυνόμευσης.
4. Για την εκπαίδευση αξιοποιούνται σύγχρονες μέθοδοι και τεχνικές εκπαίδευσης, ιδίως ασύγχρονη εκπαίδευση, προσομοιώσεις, ηλεκτρονικά μαθήματα, βιωματικά σεμινάρια και εκπαιδευτικές ασκήσεις.
5. Στο πλαίσιο της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών, η Σχολή διοργανώνει και διευκολύνει τη συμμετοχή αστυνομικών σε προγράμματα μετεκπαίδευσης στο εξωτερικό.
6. Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης υλοποιεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα που ανατίθενται στην Αστυνομική Ακαδημία, σύμφωνα με το άρθρο 43 του ν. 1481/1984 (Α’ 152), περί ειδικών εκπαιδεύσεων.
Άρθρο 130
Τμήματα της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης
Η Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης,
β) Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών,
γ) Ασκήσεων,
δ) Εξειδικευμένων Σχολείων,
ε) Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων και στ) Ξένων Γλωσσών.
Άρθρο 131
Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης
Το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα Σχολεία:
α) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Επιτελών Στελεχών,
β) Μετεκπαίδευσης Αξιωματικών,
γ) Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων,
δ) Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, Αρχιφυλάκων και Αστυφυλάκων,
ε) Μετεκπαίδευσης Ειδικών Φρουρών και
στ) Μετεκπαίδευσης Συνοριακών Φυλάκων.
Άρθρο 132
Τμήμα Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών
Το Τμήμα Διαρκούς Επιμόρφωσης Στελεχών είναι αρμόδιο για:
α) Τον σχεδιασμό, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Εκπαίδευσης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, και την επίβλεψη της υλοποίησης του τριετούς προγράμματος Διαρκούς Επιμόρφωσης της Αστυνομικής Ακαδημίας, το οποίο είναι ανεξάρτητο από το πενταετές Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) την υλοποίηση προγράμματος εκπαίδευσης εκπαιδευτών σε θέματα ασφάλειας, εγκληματικότητας και αστυνόμευσης με στόχο τη δημιουργία πυρήνα εκπαιδευτών στην Ελληνική Αστυνομία,
γ) την ανάπτυξη συνεργασίας με τις αστυνομικές ακαδημίες άλλων χωρών στο πλαίσιο της διοργάνωσης κοινών εκπαιδευτικών προγραμμάτων διαρκούς επιμόρφωσης και ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών, και
δ) τη χορήγηση πιστοποιητικών για τις εκπαιδεύσεις που υλοποιεί αυτοτελώς ή σε συνεργασία με ημεδαπούς ή αλλοδαπούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς και φορείς.
Άρθρο 133
Τμήμα Ασκήσεων
Το Τμήμα Ασκήσεων είναι αρμόδιο για την προετοιμασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), εκπαιδευτικών ασκήσεων, προσομοιώσεων και εργαστηρίων (workshops), σε θέματα που άπτονται της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας και ιδίως νέων απειλών, καθώς και για τη δοκιμή νέων επιχειρησιακών τακτικών.
Άρθρο 134
Τμήμα Εξειδικευμένων Σχολείων
Το Τμήμα Εξειδικευμένων Σχολείων είναι αρμόδιο για την οργάνωση, υποστήριξη και υλοποίηση έξι (6) Εξειδικευμένων Σχολείων, στα κάτωθι αντικείμενα:
α) Ανθρώπινα δικαιώματα, διαχείριση διαφορετικότητας και αντίδραση της Αστυνομίας,
β) προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα,
γ) διαχείριση κρίσεων εσωτερικής ασφάλειας,
δ) τεχνικές επικοινωνίας και διαπραγμάτευσης,
ε) εξέλιξη του εγκλήματος, στ) ανακριτική διερεύνηση σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος.
Άρθρο 135
Τμήμα Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων
1. Το Τμήμα Ειδικών Αστυνομικών Εκπαιδεύσεων είναι αρμόδιο για την κατάρτιση και υλοποίηση ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, των οποίων η ιδιαίτερη φύση και αποστολή απαιτεί την εξειδίκευση του προσωπικού τους.
2. Οι υπηρεσίες της παρ. 1 ορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της ΣΜΕ.
Άρθρο 136
Τμήμα Ξένων Γλωσσών
Το Τμήμα Ξένων Γλωσσών είναι αρμόδιο για την εκπαίδευση και επιμόρφωση του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας στις ξένες γλώσσες. Το Τμήμα παρέχει εξειδικευμένες γνώσεις, προσαρμοσμένες στις σύγχρονες απαιτήσεις, όπως διαμορφώνονται στο διεθνές και ευρωπαϊκό αστυνομικό περιβάλλον.
Άρθρο 137
Σχολή Εθνικής Ασφάλειας
1. Η εκπαίδευση στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας συνίσταται στη μετεκπαίδευση και επιμόρφωση των ανώτερων αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας σε θέματα στρατηγικής και πολιτικής της εθνικής και εσωτερικής ασφάλειας.
2. Το πρόγραμμα της Σχολής μπορεί να παρακολουθήσουν και ανώτεροι αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής και του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία πολιτικών υπαλλήλων που προσδιορίζεται με την εκάστοτε προκήρυξη.
3. Η φοίτηση στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας διαρκεί δύο (2) ακαδημαϊκά εξάμηνα, με παράλληλη εκπόνηση διπλωματικής εργασίας.
4. Στους σπουδαστές που αποφοιτούν απονέμεται Δίπλωμα εξειδίκευσης στις Σπουδές Εθνικής Ασφάλειας.
Άρθρο 138
Προγράμματα σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα και Αστυνομικές Ακαδημίες άλλων χωρών
1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η Αστυνομική Ακαδημία μπορεί να οργανώνει και να υλοποιεί προγράμματα σπουδών σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, τη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικού Σώματος Ελληνικής Ακτοφυλακής, ερευνητικά κέντρα ή ινστιτούτα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής και Αστυνομικές Ακαδημίες άλλων χωρών.
2. Για τα προγράμματα της παρ. 1 καταρτίζεται μνημόνιο συνεργασίας, στο οποίο καθορίζονται, ιδίως, η διάρκεια και το αντικείμενο του προγράμματος κατά περίπτωση, τα επιστημονικά πεδία, ο τρόπος εισαγωγής των σπουδαστών, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα, η μετακίνηση του διδακτικού προσωπικού, η ανταλλαγή σπουδαστών, η χορήγηση τίτλου σπουδών, ο τύπος του χορηγούμενου τίτλου, η συγκρότηση επιτροπών για την κατάρτιση του περιεχομένου του προγράμματος σπουδών και η συγκρότηση οργάνων διοίκησης και παρακολούθησης των προγραμμάτων σπουδών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η’
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Άρθρο 139
Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας
1. Η Αστυνομική Ακαδημία είναι υπεύθυνη για τη διασφάλιση και τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου της, καθώς και για την αποτελεσματική λειτουργία και απόδοση των υπηρεσιών της, σύμφωνα με τις διεθνείς πρακτικές, ιδίως εκείνες του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και τις αρχές και κατευθύνσεις της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘ.Α.Α.Ε.) και της CEPOL.
2. Για την εκπλήρωση του σκοπού της παρ. 1 συγκροτείται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, η Μονάδα Διασφάλισης της Ποιότητας (ΜΟ.ΔΙ.Π). Η ΜΟ.ΔΙ.Π. αποτελείται από επτά (7) μέλη με τους αναπληρωτές τους και, συγκεκριμένα, από τον Διοικητή της Αστυνομικής Ακαδημίας ως Πρόεδρο, τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου και πέντε (5) μέλη του διδακτικού προσωπικού της. Αν συζητούνται θέματα του διοικητικού προσωπικού, συμμετέχει εκπρόσωπός του με δικαίωμα ψήφου, όπως ειδικότερα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η γνώμη του Προέδρου.
3. Η ΜΟ.ΔΙ.Π. είναι αρμόδια, ιδίως, για:
α) την ανάπτυξη συγκεκριμένης πολιτικής, στρατηγικής, καθώς και των απαραίτητων διαδικασιών για τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του έργου και των υπηρεσιών της Ακαδημίας,
β) την οργάνωση, λειτουργία και συνεχή βελτίωση του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας της Ακαδημίας,
γ) τον συντονισμό και την υποστήριξη των διαδικασιών αξιολόγησης των ακαδημαϊκών μονάδων και των λοιπών υπηρεσιών της Ακαδημίας και
δ) την υποστήριξη των διαδικασιών εξωτερικής αξιολόγησης και πιστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης της ποιότητας της Ακαδημίας.
4. Το εσωτερικό σύστημα διασφάλισης της ποιότητας της Αστυνομικής Ακαδημίας και οι διαδικασίες υλοποίησής του καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και στον ιστότοπο της Ακαδημίας. Τα ανωτέρω αναθεωρούνται το αργότερο κάθε πέντε (5) έτη.
5. Η ΜΟ.ΔΙ.Π. συνεργάζεται με την ΕΘ.Α.Α.Ε., αναπτύσσει πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης των δεδομένων της αξιολόγησης και έχει την ευθύνη για τη συστηματική παρακολούθηση και δημοσιοποίηση στον ιστότοπο της Αστυνομικής Ακαδημίας των σχετικών με την αξιολόγηση διαδικασιών και των αποτελεσμάτων της.
Άρθρο 140
Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας
1. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας εκδίδεται με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 142, κατόπιν έγκρισης του Διοικητικού Συμβουλίου.
2. Με τον Εσωτερικό Κανονισμό ρυθμίζονται ιδίως:
α) Κάθε ειδικότερο θέμα σχετικό με την οργάνωση, τη στελέχωση και λειτουργία της Αστυνομικής Ακαδημίας και των Σχολών της,
β) η κατάργηση ή λειτουργία και άλλων σχολών ή τμημάτων ή παραρτημάτων των σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας,
γ) τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των σπουδαστών και ο τρόπος ελέγχου της άσκησης και εκπλήρωσής τους,
δ) ο υποχρεωτικός χρόνος παραμονής στο Σώμα των εκπαιδευόμενων και μετεκπαιδευόμενων σπουδαστών, ύστερα από την ολοκλήρωση της φοίτησής τους,
ε) οι κανόνες δεοντολογίας και τα όργανα ελέγχου της τήρησης των κανόνων αυτών,
στ) η διαδικασία προκήρυξης θέσεων και επιλογής του διδακτικού προσωπικού, καθώς και η διαδικασία ανάθεσης διδακτικού έργου,
ζ) τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του διδακτικού προσωπικού,
η) τα πειθαρχικά παραπτώματα, οι κυρώσεις,
η πειθαρχική διαδικασία και τα όργανα πειθαρχικού ελέγχου και επιβολής κυρώσεων,
θ) η οργάνωση της φοίτησης και της διαμονής,
ι) η κατανομή του χρόνου εκπαίδευσης,
ια) τα δικαιολογητικά και η διαδικασία για την υποβολή και την έγκριση αιτήματος για αναστολή σπουδών, και
ιβ) οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία συμμετοχής της Αστυνομικής Ακαδημίας σε προγράμματα συνεργασίας, καθώς και τα όργανα της Αστυνομικής Ακαδημίας που έχουν την αρμοδιότητα οργάνωσης, έγκρισης και εποπτείας των προγραμμάτων αυτών.
Άρθρο 141
Κανονισμός Σπουδών των Σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας
Με τον Κανονισμό Σπουδών, που εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 142, καθορίζονται:
α) Οι βασικές αρχές που διέπουν την κατάρτιση και υλοποίηση των προγραμμάτων σπουδών και την εκπαίδευση στις Σχολές της Αστυνομικής Ακαδημίας,
β) τα κριτήρια και η διαδικασία κατανομής των σπουδαστών σε κύκλους,
γ) η δυνατότητα διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών, κατ’ επιλογή υποχρεωτικών και επιλεγόμενων μαθημάτων, καθώς και η μεταξύ τους ποσοστιαία αναλογία,
δ) η κατανομή των μαθημάτων σε εξάμηνα ή άλλες διδακτικές περιόδους, οι ώρες διδασκαλίας κάθε μαθήματος, η αλληλεξάρτηση των μαθημάτων και η βαρύτητα κάθε μαθήματος,
ε) ο τρόπος αξιολόγησης του διδακτικού έργου των καθηγητών και του προγράμματος σπουδών,
στ) οι μέθοδοι αξιολόγησης της προόδου των σπουδαστών, η διαδικασία και το χρονικό διάστημα διεξαγωγής των εξετάσεων και άλλων μεθόδων αξιολόγησης των σπουδαστών,
ζ) οι προϋποθέσεις συμμετοχής των σπουδαστών στις εξεταστικές περιόδους, η διάρκεια των εξεταστικών περιόδων, οι όροι και η διαδικασία επανεξέτασης των σπουδαστών,
η) ο τύπος του τίτλου σπουδών,
θ) ο τρόπος επιλογής των σπουδαστών της Σχολής Εθνικής Ασφάλειας,
ι) το είδος, η διάρκεια και τα ειδικότερα ζητήματα της πρακτικής εκπαίδευσης των σπουδαστών της Σχολής Αστυφυλάκων και της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ’
ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 142
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν την κατανομή των πόρων της Αστυνομικής Ακαδημίας του άρθρου 107, με την επιφύλαξη του ειδικού θεσμικού πλαισίου των Προγραμμάτων που χρηματοδοτεί το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Α.Π.Δ.Ε.) και του ν. 5140/2024 (Α’ 154) σε ό,τι αφορά στην περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 107.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται η αποζημίωση που καταβάλλεται στο διδακτικό προσωπικό του άρθρου 123, για κάθε ώρα διδασκαλίας, προφορικών ή γραπτών εξετάσεων ή άλλης απασχόλησης.
3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, εκδίδεται ο Εσωτερικός Κανονισμός της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 140.
4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, εκδίδεται ο Κανονισμός Σπουδών των σχολών της Αστυνομικής Ακαδημίας, σύμφωνα με το άρθρο 141.
Άρθρο 143
Τελικές διατάξεις
1. Οι σπουδαστές της Σχολής Αστυφυλάκων και της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας διατίθενται για πρακτική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας. Το είδος, η διάρκεια και τα ειδικότερα ζητήματα της πρακτικής εκπαίδευσης προσδιορίζονται στον Κανονισμό Σπουδών της οικείας Σχολής και συναρτώνται με τον κύκλο σπουδών και τις επιχειρησιακές και υπηρεσιακές ανάγκες της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Το δεύτερο ακαδημαϊκό εξάμηνο εκάστου έτους σπουδών της Σχολής Αστυφυλάκων οι σπουδαστές αυτής παρακολουθούν πρακτική αστυνομική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Σπουδών της και στις επιμέρους διαταγές που εκδίδονται από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.
3. Στο δεύτερο εξάμηνο του τρίτου και τέταρτου έτους σπουδών της Σχολής Αξιωματικών οι σπουδαστές πραγματοποιούν πρακτική εκπαίδευση στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Σπουδών της και τις επιμέρους διαταγές που εκδίδονται από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αστυνομικής Ακαδημίας και τα Εκπαιδευτικά Συμβούλια των Σχολών της λειτουργούν, σύμφωνα με τα άρθρα 13 έως 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος και δύνανται να συνεδριάζουν και μέσω τηλεδιάσκεψης.
Άρθρο 144
Μεταβατικές διατάξεις
1. Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων των παρ. 4 και 5 του άρθρου 142, τα οποία εκδίδονται εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η Αστυνομική Ακαδημία και οι Σχολές που υπάγονται σε αυτήν εξακολουθούν να λειτουργούν σύμφωνα με τα προεδρικά διατάγματα 585/1985 (Α’ 205), 319/1995 (Α’ 174), 352/1995 (Α’ 187), 190/1996 (Α’ 153), 380/1996 (Α’ 251) και 14/2001 (Α’ 12).
2. Συμβάσεις ή πρωτόκολλα συνεργασίας, στα οποία η Αστυνομική Ακαδημία του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας είναι συμβαλλόμενο μέρος εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη λειτουργίας της Αστυνομικής Ακαδημίας ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου.
Άρθρο 145
Καταργούμενες διατάξεις
Καταργούνται τα άρθρα 1 έως 86 του ν. 4962/2022 (Α’ 148), περί αναβάθμισης της αστυνομικής εκπαίδευσης, αναμόρφωσης του πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας της Σχολής Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλων ρυθμίσεων του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, η οποία είναι αντίθετη στις διατάξεις του παρόντος.
ΜΕΡΟΣ Γ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 146
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η προσαρμογή της νομοθεσίας σε νέα κοινωνικά και τεχνολογικά δεδομένα, επί θεμάτων που αφορούν:
α) σε όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες και εκρηκτικούς μηχανισμούς,
β) στις ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφάλειας,
γ) στο ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας και στις υπηρεσίες της και
δ) στις αστυνομικές ταυτότητες.
Άρθρο 147
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι:
α) η ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στον ορισμό των όπλων, στις προϋποθέσεις για νόμιμη οπλοφορία, οπλοκατοχή και οπλοχρησία, στις διακεκριμένες περιπτώσεις και στις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των σχετικών διατάξεων, καθώς και θεμάτων που αφορούν στις προϋποθέσεις έκδοσης άδειας κατοχής κυνηγετικών όπλων και οπλοφορίας αστυνομικών, όταν υποβάλλεται σε βάρος τους καταγγελία για πράξεις ενδοοικογενειακής βίας,
β) η αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας,
γ) η ρύθμιση θεμάτων που αφορούν στη βαθμολογική προαγωγή θανόντος ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και στην παροχή οικονομικού βοηθήματος στους γονείς και
δ) ρυθμίσεις που αφορούν στα στοιχεία των δελτίων αστυνομικής ταυτότητας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΟΠΛΑ, ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 148
Αντικείμενα που θεωρούνται όπλα Μαχαίρια Αντικατάσταση περ. αβ’ δεύτερου εδαφίου περ. α’ παρ. 1 άρθρου 1 ν. 2168/1993
Η περ. αβ’ του δεύτερου εδαφίου της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί των ορισμών που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή του νόμου αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:
«αβ. Μαχαίρια κάθε είδους, μεταξύ των οποίων τα γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και τα ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση.»
Άρθρο 149
Εισαγωγή όπλων από το εξωτερικό Αντικατάσταση περ. β’ παρ. 8 άρθρου 2 ν. 2168/1993
Η περ. β’ της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια για την εισαγωγή όπλων από το εξωτερικό, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα,αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς, ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση καθώς και τυφεκίων αλιείας.»
Άρθρο 150
Εξαγωγή και επανεξαγωγή όπλων Αντικατάσταση περ. (1) παρ. 2α άρθρου 3 ν. 2168/1993
Η περ. (1) της παρ. 2α του άρθρου 3 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια εξαγωγής και επανεξαγωγής όπλων, αντικαθίσταται ως εξής:
«(1) μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς, ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση, καθώς και τυφεκίων αλιείας.»
Άρθρο 151
Εμπορία και διάθεση όπλων Αντικατάσταση περ. β’ παρ. 4 και περ. ε’ παρ. 5 άρθρου 6 ν. 2168/1993
1. Η περ. β’ της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί των περιπτώσεων στις οποίες δεν απαιτείται άδεια για την εμπορία, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Μαχαιριών γενικής χρήσης, που προορίζονται για την κοπή, παρασκευή ή κατανάλωση τροφίμων, καθώς και ειδικής χρήσης, που προορίζονται για επαγγελματική, επιστημονική ή εκπαιδευτική χρήση, τέχνη, θήρα, αλιεία, ορειβασία, τουριστικούς σκοπούς ή άλλη συναφή, με αυτές τις δραστηριότητες, χρήση, καθώς και τυφεκίων αλιείας.»
2. Η περ. ε’ της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν. 2168/1993, περί των περιπτώσεων στις οποίες επιτρέπεται η πώληση ή διάθεση όπλων, αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Μαχαιριών, γενικής και ειδικής χρήσης, μόνο σε άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας τους, και τυφεκίων αλιείας μόνο σε άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας τους.»
Άρθρο 152
Οπλοκατοχή Αντικατάσταση παρ. 5 και τροποποίηση παρ. 8 άρθρου 7 ν. 2168/1993
1. Η παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί της οπλοκατοχής, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Δεν απαιτείται άδεια για την κατοχή μαχαιριών γενικής και ειδικής χρήσης, μηχανισμών εκτοξεύσεως χημικών ουσιών που προορίζονται για αντίστοιχες χρήσεις, καθώς και ξιφών και σπαθών που χρησιμοποιούνται για άθληση.»
2. Στην παρ. 8 του άρθρου 7 του ν. 2168/1993 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α) προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη των άρθρων 8 και 15:»,
β) στην περ. α’, βα) οι λέξεις «έξι (6) μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ενός (1) έτους», ββ) οι λέξεις «εξακοσίων (600) ευρώ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οκτακοσίων (800) ευρώ» και η παρ. 8, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«8. Με την επιφύλαξη των άρθρων 8 και 15: α. Με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οκτακοσίων (800) τιμωρούνται οι παραβάτες των παρ. 1 και 2, πλην της περ. η’ της παρ. 2.
Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος μετατρέπει ή παραλλάσσει όπλο από τα αναφερόμενα στις περ. β’, θ’, ι’, ιβ’, ιδ’ και ιε’ της παρ. 1 του άρθρου 1 και στην περ. δ’ της παρ. 2 ή απαλείφει ή παραποιεί τον αριθμό ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της σήμανσης του όπλου ή ουσιώδους συστατικού μέρους.
β. Με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους τιμωρούνται οι παραβάτες της περ. η’ της παρ. 2, της περ. α’ της παρ. 3 και των παρ. 4 και 6.
γ. Οι παραβάτες της παρ. 7 τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών και, σε περίπτωση που αποσκοπούν σε κατακράτηση των ανευρεθέντων αντικειμένων, με τις ποινές των προηγούμενων περιπτώσεων, ανάλογα με το είδος του ανευρεθέντος αντικειμένου.»
δ. Οι κάτοχοι όπλων των περ. α’, β’ και ε’ της παρ. 1 και της περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 1 της υπό στοιχεία 3009/2/84-δ’/27.7.2004 απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης (Β’ 1208), που δεν έχουν εφοδιαστεί με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του παρόντος νόμου άδεια κατοχής, δεν υπέχουν ποινική ευθύνη αν με δική τους θέληση και πριν εξετασθούν με οποιονδήποτε τρόπο για παράνομη κατοχή των όπλων αυτών από την αρχή, υποβάλλουν στις αρμόδιες αστυνομικές αρχές τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση άδειας κατοχής. Στην περίπτωση αυτή, οι κάτοχοι υποχρεούται να καταβάλλουν, για την έκδοση της άδειας κατοχής, το δεκαπλάσιο των τελών που προβλέπονται κάθε φορά.»
Άρθρο 153
Οπλοφορία Προσθήκη παρ. 11Α και τροποποίηση παρ. 13 άρθρου 10 ν. 2168/1993
1. Μετά από την παρ. 11 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί της οπλοφορίας, προστίθεται παρ. 11Α ως εξής:
«11Α. Επιτρέπεται να φέρουν μαχαίρια, γενικής ή ειδικής χρήσης, άτομα που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έβδομο έτος της ηλικίας τους, εφόσον μπορούν να αποδείξουν, με οποιονδήποτε τρόπο, τον σκοπό κατοχής τους. Η μεταφορά μαχαιριών γενικής ή ειδικής χρήσης που κατέχονται νόμιμα, επιτρέπεται μόνο από τον τόπο κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του φέροντα στον χώρο άσκησης της δραστηριότητας για την οποία προορίζονται και εντός αυτού, και αντίστροφα. Τα μαχαίρια, κατά τη μεταφορά εντός κατοικημένων περιοχών ή κατά τη διέλευση από κατοικημένες περιοχές, τοποθετούνται σε ασφαλή περίκλειστη θέση, εντός θήκης, σακιδίου ή τσάντας μεταφοράς αντικειμένων, με τρόπο ώστε να μην καθίστανται πρόσφορα για επίθεση, άμυνα ή ακινητοποίηση. Ειδικά κατά τη μετακίνηση με οποιουδήποτε τύπου όχημα, τοποθετούνται ως άνω, στον χώρο αποσκευών του οχήματος και αν δεν διατίθεται τέτοιος, σε άλλον μη ευχερώς προσβάσιμο χώρο του. Η χρήση τους εκτός των χώρων άσκησης της εκάστοτε δραστηριότητας, για την οποία προορίζονται, απαγορεύεται.»
2. Στην παρ. 13 του άρθρου 10 του ν. 2168/1993 επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «Με την επιφύλαξη του άρθρου 15:», β) στην περ. α), αα) οι λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον εξακοσίων (600) ευρώ» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ» και αβ) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, β) στην περ. β’, βα) οι λέξεις «περίπτωση 2» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στην παρ. 2 του άρθρου 1,» και ββ) οι λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και χρηματική ποινή» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οκτακοσίων (800) ευρώ» και η παρ. 13, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«13. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15:
α. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, πλην των αναφερομένων στην επόμενη περίπτωση, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον χιλίων (1.000) ευρώ. Όταν τα ανωτέρω είδη φέρονται σε χώρους συνάθροισης κοινού, συντρέχει επιβαρυντική περίσταση.
β. Όποιος φέρει παράνομα όπλα ή άλλα είδη που διαλαμβάνονται στις υποπερ. αα’ έως αζ’ και ιε’ του δεύτερου εδαφίου της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 και στην παρ. 2 του άρθρου 1, συσκευές ή εγκαταστάσεις που προορίζονται για τον φωτισμό του στόχου ή των σκοπευτικών του όπλου και σκοπευτικές διόπτρες όπλων, καθώς και όποιος παραβαίνει τις παρ. 11 και 12 του παρόντος άρθρου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον οχτακοσίων (800) ευρώ.»
Άρθρο 154
Οπλοχρησία Τροποποίηση άρθρου 14 ν. 2168/1993
Στο άρθρο 14 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί της οπλοχρησίας, προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 14 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 14 Οπλοχρησία
Όποιος με χρήση όπλου ή άλλου αντικειμένου αναφερομένου στον παρόντα νόμο διαπράξει κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο ή αμέλεια και καταδικασθεί, ανεξάρτητα από την ποινή που επιβάλλεται για αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Η ποινή για την οπλοχρησία εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται για αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»
Άρθρο 155
Διακεκριμένες περιπτώσεις Αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 13 και παρ. 1 άρθρου 15 ν. 2168/1993
1. Η παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί όπλων και αντικειμένων στις φυλακές, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι παραβάτες του παρόντος άρθρου τιμωρούνται, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. Η ποινή εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται για αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 2168/1993, περί των διακεκριμένων περιπτώσεων, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α) Όποιος εισάγει, κατέχει, κατασκευάζει, μετασκευάζει, συναρμολογεί, εμπορεύεται, παραδίδει, προμηθεύει ή μεταφέρει πυροβόλα όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και οποιοδήποτε άλλο υλικό με στρατιωτικό προορισμό, με σκοπό τη διάθεσή τους σε τρίτους για διάπραξη κακουργήματος ή με σκοπό τον παράνομο εφοδιασμό ομάδων, οργανώσεων, σωματείων ή ενώσεων προσώπων ή για τον ίδιο σκοπό, λαμβάνει, αποκρύπτει ή με οποιονδήποτε τρόπο δέχεται τα ανωτέρω αντικείμενα ή ως μέλος διοικητικού συμβουλίου ή διοικούσας επιτροπής ή ως υπεύθυνος ή αρχηγός των ομάδων, οργανώσεων, σωματείων και ενώσεων προσώπων της παρούσας, γνωρίζει ότι κάποιο από τα μέλη τους έχει παράνομα εφοδιαστεί ή κατέχει τα ανωτέρω αντικείμενα, καθώς και τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκει το μέλος αυτό και δεν το καταγγέλλει στις αρμόδιες αρχές τιμωρείται με κάθειρξη, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.
β) Όποιος, παράνομα εισάγει, κατέχει ή φέρει πυροβόλο όπλο ή μαχαίρι, σε στρατόπεδα ή άλλους χώρους των ενόπλων δυνάμεων, αστυνομικά κρατητήρια, σωφρονιστικά καταστήματα, καταστήματα κράτησης ανηλίκων ή δομές φιλοξενίας ανηλίκων κάθε κατηγορίας, σχολικές μονάδες οποιασδήποτε βαθμίδας, εκπαιδευτικά ιδρύματα ή άλλες μονάδες εκπαίδευσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης ή μετεκπαίδευσης, σε αθλητικούς χώρους, σε χώρους θρησκευτικής λατρείας, σε δημόσιες συναθροίσεις, σε κέντρα διασκέδασης ή παιγνίων ή εντός ελεγχόμενων χώρων αεροδρομίων, σιδηροδρομικών σταθμών, λιμένων ή υπεραστικών συγκοινωνιών, τιμωρείται με κάθειρξη έως οκτώ (8) ετών αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.
γ) Όποιος παράνομα κατέχει ή φέρει ή μεταφέρει πολεμικό τυφέκιο, πολυβόλο, υποπολυβόλο, χειροβομβίδα, βαρύ όπλο ή όπλο πυροβολικού ή εισάγει ή διευκολύνει την εισαγωγή ή τη μεταφορά του σε άλλο χώρο, τιμωρείται με κάθειρξη. Η τέλεση των ανωτέρω πράξεων στους χώρους της περ. β) συνιστά επιβαρυντική περίσταση.
Αν οι ως άνω πράξεις τελέστηκαν σε αστυνομικά κρατητήρια, σωφρονιστικά καταστήματα ή καταστήματα ανηλίκων κάθε κατηγορίας και ο δράστης είναι κρατούμενος, η ποινή του εκτίεται αθροιστικά και δεν εφαρμόζονται γι’ αυτήν οι περί συρροής διατάξεις.»
Άρθρο 156
Χορήγηση και ανάκληση αδειών Αντικατάσταση παρ. 2 και τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 18 ν. 2168/1993
1. Η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 2168/1993 (Α’ 147), περί της χορήγησης και της ανάκλησης αδειών, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι προβλεπόμενες από τον παρόντα νόμο άδειες δεν χορηγούνται:
α) Σε όσους εκκρεμεί σε βάρος τους ποινική δίωξη για:
αα) Οποιοδήποτε κακούργημα,
αβ) οποιοδήποτε πλημμέλημα διώκεται αυτεπάγγελτα και τελείται με πρόθεση και ενέχει στοιχεία βίας ή απειλής βίας ή στρέφεται κατά του περιβάλλοντος ή περιλαμβάνεται στον ν. 4139/2013 (Α’ 74) ή στον ν. 3500/2006 (Α’ 232) ή στον ν. 4285/2014 (Α’ 191) ή στον ν. 4830/2021 (Α’ 169) ή στις διατάξεις των άρθρων 41ΣΤ και 41Θ του ν. 2725/1999 (Α’ 121) ή στα κεφάλαια δέκατο τρίτο, δέκατο τέταρτο και δέκατο ένατο του ειδικού μέρους του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) ή στις περ. β’ και γ’ της παρ. 1 του άρθρου 12, στο άρθρο 14 και στο άρθρο 15 του παρόντος,
αγ) το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα, εφόσον τελέστηκε με όπλο.
Η απαγόρευση της παρούσας παύει να ισχύει μόνο από την έκδοση αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ή αμετακλήτου απαλλακτικού βουλεύματος ή αμετάκλητης αρχειοθέτησης της υπόθεσης.
β) Σε όσους έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα:
βα) για οποιοδήποτε κακούργημα,
ββ) για τα πλημμελήματα των υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α),
βγ) για οποιοδήποτε πλημμέλημα διώκεται αυτεπάγγελτα και τελείται με πρόθεση, πέραν αυτών που αναφέρονται ρητά στις υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α), για το οποίο τους επιβλήθηκε με μία ή περισσότερες αποφάσεις ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών,
βδ) για οποιοδήποτε πλημμέλημα που προβλέπεται στον παρόντα, πέραν αυτών που αναφέρονται στις υποπερ. αβ) και αγ) της περ. α), ανεξάρτητα από το ύψος της επιβληθείσας ποινή.
Η απαγόρευση της παρούσας ισχύει ως εξής: α) για την υποπερ. ββ) για διάστημα πέντε (5) ετών από
την έκτισή της ή την άφεσή της με χάρη ή, σε περίπτωση επιβολής της ποινής με πλήρη αναστολή, για διάστημα ενός (1) έτους μετά από τη λήξη του χρόνου αναστολής,
β) για τις υποπερ. βγ) και βδ) για διάστημα τριών (3) ετών από την έκτιση της ποινής ή την άφεσή της με χάρη ή, σε περίπτωση επιβολής της ποινής με πλήρη αναστολή, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή.»
2. Στην παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 2168/1993 προστίθενται οι λέξεις «, καθώς και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν εκκρεμεί ποινική διαδικασία για τις αξιόποινες πράξεις της περ. α’ της παρ. 2 στο δικονομικό στάδιο της αστυνομικής προανάκρισης ή της προκαταρκτικής εξέτασης» και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:
«5. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αρνηθούν τη χορήγηση των αναφερόμενων στον παρόντα νόμο αδειών ή να ανακαλέσουν ήδη χορηγηθείσες σε άτομα, σε βάρος των οποίων εκκρεμεί ποινική δίωξη ή τα οποία έχουν καταδικαστεί για παραβάσεις που προβλέπονται στην περ. β’ της παρ. 2, καθώς και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν εκκρεμεί ποινική διαδικασία για τις αξιόποινες πράξεις της περ. α’ της παρ. 2 στο δικονομικό στάδιο της αστυνομικής προανάκρισης ή της προκαταρκτικής εξέτασης.»
3. Οι παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται στις εκκρεμείς, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, αιτήσεις έκδοσης ή ανανέωσης άδειας. Η ανάκληση των αδειών που έχουν χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 18 του ν. 2168/1993, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με τον παρόντα νόμο.
Άρθρο 157
Οπλοφορία αστυνομικών όταν υποβάλλεται σε βάρος τους μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας Τροποποίηση παρ. 4 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 2 του ν. 3169/2003
1. Στην παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3169/2003 (Α’ 189), περί των προϋποθέσεων οπλοκατοχής και οπλοφορίας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. ε), οι λέξεις «παρ. 2 και 5» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παρ. 2, 5 και 6», β) προστίθεται περ. ζ) και η παρ. 4, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Ο αστυνομικός υποχρεούται να παραδίδει τον ατομικό του οπλισμό στην Υπηρεσία του:
α. Όταν τίθεται σε κατάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας απαγορεύεται να οπλοφορεί, εκτός αν, για ειδικούς λόγους που αφορούν την ασφάλειά του, ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας του επιτρέψει να οπλοφορεί. Τη συνδρομή των ως άνω ειδικών λόγων αποδεικνύει ο αστυνομικός με αίτηση που υποβάλλει. Πριν από τη λήψη απόφασης από το αρμόδιο όργανο, ο αιτών αστυνομικός οφείλει να συνυποβάλει σε σφραγισμένους φακέλους πιστοποιητικά υπηρεσιακών ιατρών ειδικότητας ψυχιάτρου για την ψυχική του υγεία και παθολόγου ή νευρολόγου για την εν γένει σωματική του ικανότητα και καταλληλότητα να φέρει όπλο για την προσωπική του ασφάλεια.
β. Όταν παραπέμπεται να δικαστεί για οποιοδήποτε έγκλημα του νόμου αυτού ή του ν. 2168/1993 (Α’ 147) ή καταδικασθεί, έστω και με οριστική απόφαση, σε οποιαδήποτε ποινή για παράβαση των προαναφερόμενων νόμων. Στην τελευταία περίπτωση ο αστυνομικός δεν επιτρέπεται να οπλοφορεί για δύο (2) χρόνια από την παράδοση του οπλισμού. Αν πριν τη συμπλήρωση της διετίας ο αστυνομικός απαλλαγεί ή αθωωθεί με τελεσίδικη απόφαση, ο οπλισμός επιστρέφεται σε αυτόν.
γ. Όταν διατάσσεται σχετικά από τον διοικητή του ή τους ιεραρχικά προϊσταμένους αυτού, επειδή υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις κακής χρήσης ή πλημμελούς φύλαξης του όπλου, ιδίως για λόγους υγείας ή παραβίασης των κανόνων και μέτρων ασφάλειας. Αν οι ενδείξεις κακής χρήσης του όπλου οφείλονται σε λόγους ψυχικής υγείας, απαιτείται σύμφωνη γνώμη του ψυχολόγου της Υπηρεσίας, εφόσον αυτός υπάρχει. Κατά της ανωτέρω διαταγής ο αστυνομικός μπορεί να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του ιεραρχικώς προϊσταμένου αυτού που την εξέδωσε εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της διαταγής. Η διαταγή αυτή παύει να ισχύει μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από την έκδοσή της. Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας μπορεί να την παρατείνει για ένα ακόμη τρίμηνο. Ο Αρχηγός, σε περίπτωση που οι ενδείξεις κακής χρήσης του όπλου οφείλονται σε λόγους ψυχικής υγείας του αστυνομικού, παραπέμπει αυτόν στην Επιτροπή του άρθρου 4.
δ. Όταν δεν πιστοποιείται η ικανότητά του στο χειρισμό των όπλων κατά τη συντηρητική εκπαίδευση.
ε. Όταν χαρακτηρίζεται ως μη κατάλληλος να οπλοφορεί σύμφωνα με τις παρ. 2, 5 και 6 του άρθρου 4.
στ. Όταν λήγει η υπηρεσιακή του σχέση.
ζ. Όταν έχει υποβληθεί σε βάρος του μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για την τέλεση εγκλημάτων του ν. 3500/2006 (Α’ 232), και έως ότου αποφανθούν οι ειδικές επιτροπές του άρθρου 4 του παρόντος, με διαταγή του διοικητή του ή του ιεραρχικά προϊσταμένου αυτού.»
2. Μετά από την παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3169/2003 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:
«6. Με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, οι αστυνομικοί παραπέμπονται στις ειδικές επιτροπές του παρόντος, όταν υποβάλλεται σε βάρος τους μήνυση ή έγκληση ή καταγγελία για τέλεση εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006, τα οποία τιμωρούνται με ποινή κάθειρξης ή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Αν ο παραπεμπόμενος αστυνομικός κριθεί κατάλληλος να φέρει όπλο, οι ειδικές επιτροπές γνωματεύουν επιπλέον για το αν πρέπει να παραδίδει στο αρμόδιο όργανο τον ατομικό του οπλισμό, για όσο χρόνο βρίσκεται εκτός υπηρεσίας. Όταν ο αστυνομικός κρίνεται κατάλληλος να οπλοφορεί, πλην όμως πρέπει να παραδίδει τον ατομικό του οπλισμό όταν βρίσκεται εκτός υπηρεσίας, ο οπλισμός αυτός (υπηρεσιακός ή ιδιωτικός) χρεώνεται κατά τον χρόνο εκτέλεσης υπηρεσίας και παραδίδεται μετά το πέρας αυτής στην υπηρεσία χρέωσης αυτού. Η ως άνω διαδικασία εφαρμόζεται για δύο (2) έτη από την ημερομηνία έναρξης της υποχρέωσης παράδοσης του οπλισμού από τον αστυνομικό. Μετά από τη συμπλήρωση δύο (2) ετών, ο αστυνομικός παραπέμπεται εκ νέου στις ειδικές επιτροπές για επανεξέταση. Αν πριν από τη συμπλήρωση της διετίας, ο αστυνομικός απαλλαγεί ή αθωωθεί, είτε με εισαγγελική διάταξη αρχειοθέτησης είτε με απαλλακτικό βούλευμα, είτε με δικαστική απόφαση, έστω και σε πρώτο βαθμό, παύει να εφαρμόζεται η ως άνω διαδικασία. Οι αστυνομικοί που τελούν σε κατάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας απαγορεύεται να οπλοφορούν, παραπέμπονται αμελλητί στις ως άνω επιτροπές, μόλις αρθεί το κώλυμα.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Άρθρο 158
Προϋποθέσεις λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας Εξουσιοδοτική διάταξη Προσθήκη παρ. 1Α και 1Β στο άρθρο 2 του ν. 2518/1997
1. Στην περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2518/1997 (Α’ 164), περί των προϋποθέσεων λειτουργίας ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, ο αριθμός
«7» αντικαθίσταται από τον αριθμό «8» και η περ. δ) διαμορφώνεται ως εξής:
«δ. δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα σε στερητική της ελευθερίας ποινή ανώτερη των έξι (6) μηνών για έγκλημα του άρθρου 8 αυτού του νόμου και για κάθε έγκλημα που τελέστηκε με δόλο,».
2. Στο άρθρο 2 του ν. 2518/1997 προστίθενται παρ. 1Α και 1Β ως εξής:
«1Α. Η επιτροπή της παρ. 1 συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Με την απόφαση του πρώτου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας της επιτροπής της παρ. 1.
1Β. Σε περίπτωση καταδίκης με χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής για τα εγκλήματα της περ. δ’ της παρ. 1, η άδεια λειτουργίας χορηγείται μετά από την παρέλευση πέντε (5) ετών από τη λήξη του χρόνου της αναστολής.»
Άρθρο 159
Υποχρεώσεις των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 2518/1997
Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2518/1997 (Α’ 164), περί των υποχρεώσεων των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι περ. γ’ και ια’ αντικαθίστανται, β) προστίθεται περ. ιε’ και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ασφαλείας υποχρεούνται:
α. Να φέρουν στην επωνυμία τους τη φράση «ιδιωτική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ασφαλείας» και στα έγγραφά τους τον αριθμό της άδειας λειτουργίας τους,
β. να μην χρησιμοποιούν στην επωνυμία, στο διακριτικό τίτλο, στα έγγραφα, στις διαφημίσεις και γενικά κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους λέξεις ή φράσεις, της ελληνικής ή άλλης γλώσσας, ικανές να παραπλανήσουν το κοινό ότι αντιπροσωπεύουν δημόσια αρχή και ιδιαίτερα αστυνομική,
γ. να εφοδιάζουν το προσωπικό ασφαλείας με την προβλεπόμενη στην παρ. 5 του άρθρου 2 στολή, εφόσον η χρήση της στολής ορίζεται στην άδεια λειτουργίας τους. Σε περίπτωση μη χρήσης της στολής, οι επιχειρήσεις χορηγούν σχετική ατομική βεβαίωση στο προσωπικό που απασχολούν, στην οποία εμφαίνονται τα στοιχεία της επιχείρησης, τα στοιχεία του υπαλλήλου, ο αριθμός άδειας εργασίας αυτού και ο χώρος διάθεσής του,
δ. να εκπαιδεύουν το απασχολούμενο προσωπικό ασφαλείας, ανάλογα με τα καθήκοντα που του ανατίθενται,
ε. να μην χρησιμοποιούν, ιδίως στα αυτοκίνητα και τις μοτοσικλέτες, σήματα, αυτοκόλλητες ή μη ταινίες ή χρωματισμό, που καθιστούν την εξωτερική τους εμφάνιση όμοια ή παρεμφερή με εκείνη των μέσων που χρησιμοποιούν τα σώματα ασφαλείας και να μην φέρουν συσκευές ηχητικής ή φωτεινής προειδοποίησης (σειρήνες, φάρους). Τα αυτοκίνητα που συνοδεύουν τα οχήματα της περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρου 1, τα οποία μεταφέρουν ογκώδη ή βαρέα αντικείμενα, πρέπει να φέρουν στοιχεία αναγνώρισης και επισήμανσης, για την ειδοποίηση των οδηγών ακολουθούντων οχημάτων,
στ. να μην θίγουν, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους, τα κάθε είδους συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα των πολιτών,
ζ. να μην χρησιμοποιούν μέσα και μεθόδους που μπορούν να προκαλέσουν ζημία, βλάβη, ενόχληση σε τρίτους ή να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών. Η χρήση σκύλων σε δημόσιους και γενικά προσιτούς στο κοινό χώρους, απαγορεύεται. Η χρήση αυτών επιτρέπεται μόνο στο εσωτερικό των φυλασσόμενων κτιρίων και ιδιοκτησιών ή σε περίκλειστους χώρους,
η. να χρησιμοποιούν τεθωρακισμένο όχημα για την άσκηση της αναφερόμενης στην περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 1 δραστηριότητας,
θ. να εφοδιάζουν το προσωπικό ασφαλείας με αλεξίσφαιρο γιλέκο όταν σε αυτό ανατίθεται η δραστηριότητα της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 1 και με αλεξίσφαιρο γιλέκο και προστατευτικό κράνος όταν στο προσωπικό αυτό ανατίθεται η δραστηριότητα της περ. γ’ της παρ. 1 του άρθρου 1,
ι. να γνωστοποιούν, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, στο Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας κάθε μεταβολή των αρχικών προϋποθέσεων χορήγησης της σχετικής άδειας, καθώς και κάθε μεταβολή στα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 2,
ια. να υποβάλλουν έως την τελευταία ημέρα κάθε μήνα στις κατά τόπους αστυνομικές αρχές κατάσταση του προσωπικού που θα απασχολήσουν στην περιοχή δικαιοδοσίας τους κατά τον αμέσως επόμενο μήνα, για τις δραστηριότητες που μνημονεύονται στις περ. α’, β’, γ’, δ’, ε’, στ’, ζ’ και ι’ της παρ. 1 του άρθρου 1, στην οποία εμφαίνονται ο αριθμός της άδειας εργασίας του προσωπικού, οι χώροι διάθεσής του καθώς και η χρήση ή μη της στολής που προβλέπεται στην παρ. 5 του άρθρου 2. Σε περίπτωση ανάθεσης δραστηριότητας εντός του τρέχοντος μηνός, καθώς και σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των υποβληθεισών καταστάσεων, η ενημέρωση πραγματοποιείται πριν από την ανάληψη της άσκησης της δραστηριότητας,
ιβ. να μην παραδίδουν τα όπλα που κατέχουν σε τρίτα πρόσωπα ή σε προσωπικό ασφαλείας εφόσον συντρέχουν οι απαγορεύσεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 5,
ιγ. να γνωστοποιούν αμέσως στην οικεία αστυνομική αρχή κάθε περίπτωση μη έγκαιρης παράδοσης όπλου από το προσωπικό τους,
ιδ. να μην απασχολούν προσωπικό που δεν κατέχει την κατά περίπτωση απαιτούμενη άδεια εργασίας,
ιε. να μην ασκούν δραστηριότητες της παρ. 1 του άρθρου 1 χωρίς την προβλεπόμενη άδεια.»
Άρθρο 160
Διοικητικές κυρώσεις Αντικατάσταση παρ. 2 και προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 9 του ν. 2518/1997
1. Η παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 (Α’ 164), περί των διοικητικών κυρώσεων, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα νόμο επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις ως εξής:
α. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις περ. γ’, ι’, και ια’ της παρ. 1 του άρθρου 4, και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, διοικητικό πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Αν εντός τριετίας βεβαιωθεί δεύτερη παράβαση, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο από τριάντα χιλιάδες (30.000) έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, ενώ από την τρίτη παράβαση και για κάθε επόμενη παράβαση εντός της τριετίας επιβάλλεται πρόστιμο από σαράντα χιλιάδες (40.000) έως τριακόσιες πενήντα χιλιάδες (350.000) ευρώ.
β. Στην επιχείρηση που παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις λοιπές περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 4, καθώς και στα άρθρα 5, 6 και 7, και στις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, επιβάλλεται, με απόφαση του προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας, διοικητικό πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Αν εντός τριετίας βεβαιωθεί δεύτερη παράβαση, επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας από είκοσι (20) ημέρες έως έξι (6) μήνες, ενώ στην περίπτωση βεβαίωσης τρίτης και τέταρτης παράβασης εντός της τριετίας επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της αφαίρεσης της άδειας λειτουργίας από έξι (6) έως δώδεκα (12) μήνες. Σε περίπτωση βεβαίωσης πέντε παραβάσεων εντός της τριετίας, επιβάλλεται, πέραν του διοικητικού προστίμου, και το διοικητικό μέτρο της οριστικής αφαίρεσης της άδειας.
γ. Στην επιχείρηση που προσλαμβάνει ή αναθέτει τις δραστηριότητες της παρ. 1 του άρθρου 1 σε πρόσωπα τα οποία υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις ή τα σώματα ασφαλείας ή σε άλλους φορείς του Δημοσίου, που κατά την άσκηση των καθηκόντων τους προβλέπεται να οπλοφορούν, επιβάλλεται, με την πρώτη παράβαση των περ. α’ και β’ της παρούσας παραγράφου, πέραν του ως άνω διοικητικού προστίμου, και οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας.»
2. Μετά από την παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:
«7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται το ύψος του διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται για κάθε παράβαση, η διαδικασία και τα αρμόδια για την επιβολή και είσπραξή του όργανα, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με όμοια απόφαση μπορούν να αναπροσαρμόζονται τα διοικητικά πρόστιμα που προβλέπονται στην παρ. 2.»
3. Η περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 2518/1997 (Α’ 164), περί διοικητικών κυρώσεων, όπως τροποποιείται με την παρ. 1 του παρόντος, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς διαδικασίες επιβολής προστίμου ή αφαίρεσης αδειών λειτουργίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 161
Βαθμολογική προαγωγή ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας προτεραία του θανάτου Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 12 ν. 3387/2005
1. Η παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3387/2005 (Α’ 224), περί της προτεραίας του θανάτου βαθμολογικής προαγωγής του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«5.α. Οι θανόντες Αστυφύλακες, Υπαρχιφύλακες, Αρχιφύλακες και Ανθυπαστυνόμοι προάγονται στον επόμενο βαθμό από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως των ετών υπηρεσίας, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984 (Α’ 152). Για την προαγωγή εκδίδεται απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
β. Οι θανόντες Ειδικοί Φρουροί και Συνοριακοί Φύλακες εντάσσονται στο αστυνομικό προσωπικό γενικών καθηκόντων με τον βαθμό του Αστυφύλακα από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως των ετών υπηρεσίας, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ένταξη λόγω θανάτου γίνεται με διαπιστωτική πράξη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
γ. Οι θανόντες Δόκιμοι Αστυφύλακες ονομάζονται Αστυφύλακες από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως του χρόνου φοίτησης, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ονομασία σε Αστυφύλακα λόγω θανάτου γίνεται με απόφαση του Υπαρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
δ. Οι θανόντες Δόκιμοι Υπαστυνόμοι ονομάζονται Υπαστυνόμοι Β’ από την προτεραία του θανάτου τους, ανεξαρτήτως του χρόνου φοίτησης, ύστερα από κρίση για το ευδόκιμο της υπηρεσίας τους, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσης του άρθρου 47 του ν. 1481/1984. Η ονομασία σε Υπαστυνόμο Β’ λόγω θανάτου γίνεται με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
ε. Αν ο θάνατος του κατώτερου αστυνομικού προσωπικού, των Ειδικών Φρουρών, των Συνοριακών Φυλάκων, των Δοκίμων Αστυφυλάκων και των Δοκίμων Υπαστυνόμων συνέβη ένεκα της υπηρεσίας ή κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας και ένεκα αυτής, γεγονός που προκύπτει ύστερα από Ένορκη Διοικητική Εξέταση της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 27 του π.δ. 120/2008 (Α’ 182) ή της διαδικασίας αναγνώρισης σύνταξης του παθόντος του άρθρου 51 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210), ο θανών, πέραν της προαγωγής ή της ένταξης ή της ονομασίας, των περ. α’, β’, γ’ και δ’ του παρόντος, προάγεται, χωρίς προηγούμενη κρίση, στους επόμενους τρεις (3) βαθμούς της ιεραρχικής κλίμακας του Σώματος, από την προτεραία του θανάτου, με την πρόκληση των σχετικών διοικητικών πράξεων αναδρομικής αποκατάστασης.»
2. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από τη δημοσίευση του ν. 3387/2005.
3. Οι παρ. 1 και 2 δεν επηρεάζουν τις προαγωγές του θανόντος προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος με τους βαθμούς του Πυροσβέστη, του Αρχιπυροσβέστη και του Πυρονόμου, οι οποίες έγιναν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο 162
Εφάπαξ οικονομικό βοήθημα γονέων υπαλλήλου ή στρατιωτικού σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία Τροποποίηση παρ. 17 άρθρου 8 ν. 2592/1998 και άρθρου 25 Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια
1. Στην παρ. 17 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α’ 57), περί του εφάπαξ οικονομικού βοηθήματος που παρέχεται στους γονείς υπαλλήλου ή στρατιωτικού σε περίπτωση θανάτου στην υπηρεσία, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή εν χηρεία ή διαζευγμένου», β) προστίθεται νέο, δεύτερο, εδάφιο και η παρ. 17, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«17. Στους γονείς του άγαμου ή εν χηρεία ή διαζευγμένου χωρίς τέκνα υπαλλήλου ή στρατιωτικού, ο οποίος έχει διορισθεί για πρώτη φορά στο Δημόσιο ή έχει καταταγεί ως στρατιωτικός αντιστοίχως, μετά την 1η Ιανουαρίου 1993, χωρίς να έχει ασφαλιστεί σε κανέναν ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης έως τις 31 Δεκεμβρίου 1992, παρέχεται, εφόσον αυτός αποβιώσει στην υπηρεσία πρόδηλα και αναμφισβήτητα εξαιτίας της, εφάπαξ οικονομικό βοήθημα εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, το οποίο καταβάλλεται με χρηματικό ένταλμα, από την υπηρεσία στην οποία υπηρετούσε ο θανών. Στην περίπτωση της διάζευξης, το βοήθημα παρέχεται στους γονείς εφόσον δεν γεννάται δικαίωμα σύνταξης για την ίδια αιτία στον/στην πρώην σύζυγο.
Οι δικαιούχοι του βοηθήματος αυτού υποβάλλουν στην υπηρεσία του θανόντος αίτηση και πιστοποιητικό του οικείου Δήμου από το οποίο να προκύπτει η οικογενειακή κατάσταση του υπαλλήλου ή στρατιωτικού που αποβιώνει στην υπηρεσία και η συγγενική του σχέση με τον αιτούντα ή τους αιτούντες.
Εφόσον οι δικαιούχοι του βοηθήματος της παρούσας παραγράφου είναι δύο, η αίτηση γίνεται δεκτή μόνο εάν υποβάλλεται ταυτόχρονα και από τους δύο, το δε ποσό του βοηθήματος ανήκει σε αυτούς κατά ίσες μερίδες.
Για τη χορήγηση του ανωτέρω βοηθήματος εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 23 και 51 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, Α’ 210), κατά περίπτωση.
Η παρούσα παράγραφος καταλαμβάνει και πρόσωπα που έλκουν το ανωτέρω δικαίωμα από υπαλλήλους ή στρατιωτικούς που προσλήφθηκαν ή κατατάχθηκαν για πρώτη φορά από την 1η Ιανουαρίου 1993 και μετά, εφόσον δεν είχαν ασφαλισθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1992 σε κανέναν ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης.
Το εφάπαξ βοήθημα της παρούσας παραγράφου δεν υπόκειται σε καμία κράτηση και δεν αποτελεί εισόδημα. Το ανωτέρω βοήθημα δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.»
2. Στην παρ. 2 του άρθρου 25 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια (ν. 2961/2001, Α’ 266), περί απαλλαγών από τον φόρο, προστίθεται περ. ι) ως εξής:
«ι) Δωρεές κάθε είδους μέχρι του ποσού των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ συνολικά ανά δικαιούχο, που χορηγούνται, εφάπαξ ή περιοδικά, προς ενίσχυση συζύγου ή συμβιούντος με σύμφωνο συμβίωσης ή τέκνων και, σε περίπτωση μη έγγαμων ή συμβιούντων με σύμφωνο συμβίωσης, γονέων ή αδελφών μελών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, που έχασαν την ζωή τους κατά την εκτέλεση του καθήκοντός τους, οι οποίες πραγματοποιούνται εξ αυτού και μόνο του γεγονότος.»
3. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από την 1η Δεκεμβρίου 2023.
Άρθρο 163
Διορισμός συγγενούς από εγκληματική ενέργεια πεσόντος εν υπηρεσία ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας
1. Κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, δύναται να διορίζεται, σε θέση μονίμου εκπαιδευτικού προσωπικού, συγγενικό πρόσωπο εξ αίματος έως δεύτερου βαθμού, με συναφή προϋπηρεσία και αντίστοιχη ειδικότητα, πεσόντος από εγκληματική ενέργεια εν υπηρεσία ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, για κάλυψη ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, τμημάτων ένταξης σε σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του τόπου κατοικίας του. Ο διορισμός διενεργείται με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Εσωτερικών, Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού και Προστασίας του Πολίτη.
2. Η ισχύς της παρ. 1 αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2023.
Άρθρο 164
Αποζημίωση ένστολου προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας για τη συμμετοχή τους σε επιχειρήσεις αναγκαστικών επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών, στο πλαίσιο συμφωνίας επιχορήγησης (Grant Agreement) με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής Τροποποίηση άρθρου 66 ν. 4873/2021
Στο άρθρο 66 του ν. 4873/2021 (Α’ 248), περί της συμμετοχής της Ελληνικής Αστυνομίας στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαικής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) μετά από την παρ. 3, προστίθεται παρ. 3Α, β) στην παρ. 4, οι λέξεις «της παρ. 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των παρ. 3 και 3Α», γ) στην παρ. 5, προστίθενται οι λέξεις «, ενώ αυτές της παρ. 3Α δεν υπόκειται σε κρατήσεις» και το άρθρο 66 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 66 Συμμετοχή της Ελληνικής Αστυνομίας στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής
1. Η Ελληνική Αστυνομία αποσπά στελέχη της στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, κατ’ εφαρμογή του ισχύοντος Κανονισμού για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή εντός των οριζόμενων προθεσμιών.
2. Στα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας που αποσπώνται στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μέσω μακροπρόθεσμων αποσπάσεων (κατηγορία 2) καταβάλλεται αποζημίωση απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής με το οριζόμενο από αυτόν ποσό. Τα εν λόγω στελέχη δεν δικαιούνται διαφορά επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής, καθώς και καμία άλλη δαπάνη μετακίνησης που προβλέπεται στα εσωτερικά άρθρα 16, 20 και 21 της υποπαρ. Δ9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α’ 94).
3. Στα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας που αποσπώνται στο Μόνιμο Σώμα της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μέσω βραχυπρόθεσμων αποστολών και μέσω της εφεδρείας ταχείας αντίδρασης (κατηγορίες 3 και 4) δικαιολογούνται αποζημιώσεις, όπως αυτές ορίζονται στον Κανονισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων μίσθωσης μεταφορικού μέσου. Οι αποζημιώσεις αυτές καταβάλλονται στα στελέχη από τον φορέα στον οποίο ανήκουν, εφόσον δεν δύναται να καταβληθούν απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής.
3Α. Στους αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς, συνοριακούς φύλακες και συνοριακούς φύλακες ορισμένου χρόνου που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις αναγκαστικών επιστροφών πολιτών τρίτων χωρών και ανιθαγενών, κατόπιν σχετικής συμφωνίας επιχορήγησης (Grant Agreement) με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και στο πλαίσιο εφαρμογής αυτής, δικαιολογείται αποζημίωση, όπως αυτή ορίζεται από τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και της συμφωνίας επιχορήγησης. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται στα στελέχη από τον φορέα στον οποίο ανήκουν, εφόσον δεν δύναται να καταβληθεί απευθείας από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εκκαθάριση της σχετικής δαπάνης καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 91 του ν. 4270/2014 (Α’ 143). Στην εν λόγω περίπτωση δεν δικαιολογούνται δαπάνες μετακίνησης εξωτερικού κατά τον ν. 4336/2015.
4. Οι αποζημιώσεις και τα έξοδα των παρ. 3 και 3Α αναγνωρίζονται βάσει των υποβληθέντων παραστατικών και των ορίων που καθορίζονται στους κανόνες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Όταν θεσπίζεται μοναδιαίο κόστος από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, η εκάστοτε αποζημίωση ή έξοδο, εφόσον δικαιολογείται, αναγνωρίζεται στο ύψος του μοναδιαίου κόστους, ανεξαρτήτως του ποσού που δαπανήθηκε από τον μετακινούμενο. Το ποσό που καταβάλλεται στον μετακινούμενο δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει το ποσό που επιστρέφεται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ως έκτακτο έσοδο στον τακτικό προϋπολογισμό.
5. Οι δαπάνες και αποζημιώσεις της παρ. 3 υπόκεινται σε κρατήσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στον ν. 4336/2015, ενώ αυτές της παρ. 3Α δεν υπόκεινται σε κρατήσεις.
6. Η ισχύς των παρ. 3, 4 και 5 αρχίζει από την 27η.1.2021.»
Άρθρο 165
Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό Αντικατάσταση άρθρου 48 ν. 4249/2014
1. Το άρθρο 48 του ν. 4249/2014 (Α’ 73), περί της άδειας χωρίς αποδοχές για εργασία σε διεθνή οργανισμό, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 48 Άδεια χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό
1. Στους αστυνομικούς, ειδικούς φρουρούς και συνοριακούς φύλακες που αποδέχονται θέση, υπό καθεστώς σύμβασης εργασίας σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, δύναται να χορηγείται άδεια χωρίς αποδοχές, με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
2. Για τη χορήγηση της άδειας λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, τα καθήκοντα και τα επιμέρους προσόντα της θέσης που καταλαμβάνει ο αιτών, σε συνάρτηση με την αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας και την εξυπηρέτηση του υπηρεσιακού συμφέροντος. Προς τούτο, συντάσσεται και διακινείται εισηγητικό σημείωμα από τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κώδικα Διοικητικών Διαδικασιών της Ελληνικής Αστυνομίας (π.δ. 103/2021, Α’ 255) και αφού έχουν ληφθεί υπόψη οι απόψεις του προϊστάμενου της υπηρεσίας προέλευσης του αιτούντος, καθώς και των ιεραρχικά προϊστάμενων αυτής.
3. Η άδεια της παρ. 1 δύναται να χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά, για εργασία στο ίδιο ή διαφορετικό θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, ωστόσο δεν δύναται να υπερβαίνει συνολικά τα πέντε (5) έτη.
4. Η άδεια της παρ. 1 χορηγείται, εφόσον ο αιτών έχει συμπληρώσει τον υποχρεωτικό χρόνο παραμονής στην Ελληνική Αστυνομία, όπως ορίζεται για κάθε κατηγορία προσωπικού. Σε περίπτωση προηγούμενης απόσπασης του αιτούντος στο εξωτερικό, η άδεια χορηγείται, εφόσον έχει παρέλθει χρονικό διάστημα τριπλάσιο της διάρκειας της τελευταίας απόσπασής του.
5. Όταν ο αιτών καταλαμβάνει διευθυντική θέση σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε διεθνή οργανισμό στον οποίο μετέχει η Ελλάδα, μέσω της οποίας προωθείται το εθνικό συμφέρον και προβάλλεται η χώρα, δεν ισχύουν οι περιορισμοί της παρ. 4.
6. Μετά την έγκριση της άδειας της παρ. 1 ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας μετατίθεται αυτοδικαίως, κατ’ εξαίρεση των π.δ. 100/2003 (Α’ 94), 211/2005 (Α’ 254) και 53/2022 (Α’ 132), στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας. Κατά τη διάρκεια της άδειας η ανωτέρω υπηρεσία συγκεντρώνει τα απαιτούμενα στοιχεία για τη σύνταξη της έκθεσης αξιολόγησης του αστυνομικού, ειδικού φρουρού ή συνοριακού φύλακα, σχετικά με τα ουσιαστικά προσόντα και τις τυχόν πειθαρχικές ποινές που του έχουν επιβληθεί, από την αρμόδια αρχή του θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του διεθνούς οργανισμού.
7. Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας υπέχει πειθαρχική ευθύνη για τα παραπτώματα που διαπράττει κατά τη διάρκεια της άδειας της παρ. 1, εφόσον αυτά επισύρουν ποινή αργίας με πρόσκαιρη παύση ή αργίας με απόλυση ή ποινή της απόταξης και υποχρεούται να ενημερώνει άμεσα τη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας για πειθαρχικές ποινές που του επιβλήθηκαν από την αρμόδια αρχή του θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του διεθνούς οργανισμού.
8. Ο χρόνος της άδειας που διανύθηκε δεν αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας και δεν υπολογίζεται για τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές του προσωπικού και τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις.
9. Η άδεια της παρ. 1 διακόπτεται σε περίπτωση καταγγελίας της σχετικής σύμβασης εργασίας με το θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τον διεθνή οργανισμό και ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας υποχρεούται άμεσα να γνωστοποιήσει αυτήν στη Διεύθυνση Διεθνούς Αστυνομικής Συνεργασίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας.»
2. Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας που έχει ήδη λάβει άδεια χωρίς αποδοχές, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48 του ν. 4249/2014, όπως αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με την παρ. 1 του παρόντος, λαμβάνει τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις, εφόσον υπαχθεί μετά τη λήξη της άδειάς του στη διαδικασία του άρθρου 141 του ν. 4808/2021 (Α’ 101). Ο αστυνομικός, ειδικός φρουρός ή συνοριακός φύλακας που υπάγεται στη συνταξιοδοτική νομοθεσία του Δημοσίου, δύναται εναλλακτικά, προκειμένου να λάβει τις βαθμολογικές και μισθολογικές προαγωγές και προσαυξήσεις, να καταβάλλει τις εισφορές, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 36 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, Α’ 210) και τις αντίστοιχες εισφορές στα μετοχικά και επικουρικά ταμεία, καθώς και στα ταμεία πρόνοιας και αλληλοβοήθειας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΕΛΤΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ
Άρθρο 166
Στοιχεία δελτίων ταυτότητας Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν.δ. 127/1969
1. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν.δ. 127/1969 (Α’ 29), περί των εξουσιοδοτικών διατάξεων του νόμου αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται:
α. Ο τύπος και οι προδιαγραφές του δελτίου ταυτότητας,
β. η διάρκεια ισχύος του, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των δέκα (10) ετών,
γ. τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται για την έκδοσή του,
δ. θέματα που αφορούν στην αντικατάστασή του, ε. οι υπηρεσίες στις οποίες υποβάλλεται η αίτηση έκδοσης, ο τύπος της αίτησης, η προθεσμία και η διαδικασία υποβολής της,
στ. τα στοιχεία του άρθρου 2, τα οποία αναγράφονται και με λατινικούς χαρακτήρες,
ζ. η προσθήκη ή αφαίρεση στοιχείων του κατόχου, σε σχέση με αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 2, και
η. κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
2. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν.δ. 127/1969, περί διάρκειας ισχύος των δελτίων ταυτότητας, καταργείται.
Άρθρο 167
Μεταβολή των στοιχείων της ταυτότητας Αντικατάσταση άρθρου 6 ν.δ. 127/1969
Το άρθρο 6 του ν.δ. 127/1969 (Α’ 29), περί της μεταβολής των στοιχείων της ταυτότητας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 6 Μεταβολή στοιχείων ταυτότητας
1. Αν μεταβληθούν το όνομα ή το επώνυμο ή το όνομα πατέρα ή το όνομα μητέρας ή το φύλο ή η ημερομηνία γέννησης ή ο τόπος γέννησης ή η ιθαγένεια του κατόχου, το δελτίο ταυτότητας καθίσταται άκυρο από την οριστικοποίηση της σχετικής πράξης ή απόφασης.
2. Ο κάτοχος του ακυρωθέντος δελτίου οφείλει αμελλητί από την έκδοση της πράξης της παρ. 1, να αιτηθεί στην αρμόδια υπηρεσία την έκδοση νέου δελτίου, παραδίδοντας το ακυρωθέν, καθώς και αντίγραφο της πράξης με την οποία επήλθε η μεταβολή. Σε περίπτωση απώλειας της ελληνικής ιθαγένειας, ο κάτοχος υποχρεούται να παραδώσει αμελλητί το ακυρωθέν δελτίο στην πλησιέστερη αστυνομική ή προξενική αρχή του τόπου κατοικίας του.»
Άρθρο 168
Κάτοχοι ειδικών δελτίων ταυτότητας Αντικατάσταση άρθρου 7 ν.δ. 127/1969
Το άρθρο 7 του ν.δ. 127/1969 (Α’ 29), περί των κατόχων ειδικών δελτίων ταυτότητας, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 7 Υποχρέωση παράδοσης ειδικών δελτίων ταυτότητας
Αν πρόσωπα που κατέχουν ειδικό δελτίο ταυτότητας, παύσουν να τελούν στην ενέργεια, υποχρεούνται να παραδώσουν το ειδικό δελτίο στην εκδούσα υπηρεσία, από την οποία εφοδιάζονται με σχετική βεβαίωση που περιέχει όλα τα στοιχεία προς έκδοση δελτίου ταυτότητας, προκειμένου στη συνέχεια να απευθυνθούν στην αρμόδια υπηρεσία έκδοσης για την υποβολή αίτησης χορήγησης νέου δελτίου ταυτότητας.»
ΜΕΡΟΣ Δ’
ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 169
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι:
α) η αποτελεσματική και καθολική εφαρμογή του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια,
β) η βελτίωση των διαδικασιών και υποδομών των σωφρονιστικών καταστημάτων,
γ) η εύρυθμη λειτουργία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων ή εποπτευόμενων από αυτήν υπηρεσιών,
δ) η ενίσχυση της δημόσιας ασφάλειας,
ε) η προστασία των δικαιωμάτων των κρατουμένων και
στ) η εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των σωφρονιστικών καταστημάτων.
Άρθρο 170
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι:
α) η αναμόρφωση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προκειμένου να περιλαμβάνει τις απαιτήσεις λειτουργίας, τις διαδικασίες ενεργοποίησης και εγκατάστασής του, σύμφωνα με τον Σωφρονιστικό Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), καθώς και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των κρατουμένων σε αυτά, προβαίνοντας παράλληλα στις απαραίτητες τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96),
β) η τροποποίηση του Σωφρονιστικού Κώδικα, με ρυθμίσεις που αφορούν την οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», τις κτιριακές εγκαταστάσεις των σωφρονιστικών καταστημάτων, τον επαναπροσδιορισμό του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων κρατουμένων, τις μεταγωγές, καθώς επίσης και τα πειθαρχικά παραπτώματά τους,
γ) η ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, με τροποποίηση των ν. 3090/2002 (Α’ 329), 2298/1995 (Α’ 62), 2721/1999 (Α’ 112), 4356/2015 (Α’ 181) και 4760/2020 (Α’ 247) και συγκεκριμένα ζητημάτων που αφορούν το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, τα Ιδρύματα Αγωγής Ανηλίκων, την ενίσχυση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια μεταγωγών, τη διαδικασία επιλογής προσωπικού για την πλήρωση των θέσεων των κλάδων Δ.Ε. Φύλαξης και Δ.Ε. Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, την τακτοποίηση δαπανών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, το καθεστώς των αποσπάσεων των υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου εντός των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, των μετατάξεων και αποσπάσεων των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, τα οχήματα της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης και το Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και
δ) η θέσπιση εξουσιοδοτικών, μεταβατικών και καταργούμενων διατάξεων για την εφαρμογή του παρόντος Μέρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΥΠΟΔΙΚΩΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΔΕΙΑ
Άρθρο 171
Ορισμοί
1. Ως «σύστημα ηλεκτρονικής επιτήρησης» ορίζεται το σύνολο των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και συσκευών, με τα οποία ανιχνεύεται και βεβαιώνεται η θέση ή η κίνηση του επιτηρούμενου σε πραγματικό χρόνο και τα δεδομένα αυτά ταυτοχρόνως αποστέλλονται και καταγράφονται σε ένα κέντρο ελέγχου. Η έννοια της επιτήρησης περιλαμβάνει την παρακολούθηση της παραμονής του επιτηρούμενου προσώπου στην κατοικία του και της κίνησής του εκτός αυτής.
2. Ως «παραβίαση των όρων της ηλεκτρονικής επιτήρησης» ορίζεται:
α) η απουσία σήματος ή η καταστροφή ή αποσύνδεση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης που οφείλεται σε υπαιτιότητα του επιτηρούμενου,
β) η κίνηση του επιτηρούμενου εκτός του καθορισμένου γεωγραφικού χώρου,
γ) η απειλή ή χρήση βίας κατά του προσώπου που είναι επιφορτισμένο με την τοποθέτηση, τον έλεγχο και την ορθή λειτουργία του συστήματος.
3. Ως «επιτηρούμενος» ορίζεται ο υπόδικος, κατάδικος ή κρατούμενος σε άδεια, ο εντοπισμός της θέσης ή της κίνησης του οποίου πραγματοποιείται με τη χρήση συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, κατόπιν διάταξης, βουλεύματος ή δικαστικής απόφασης του αρμόδιου κατά περίπτωση οργάνου και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
Άρθρο 172
Εφαρμογή του Συστήματος Ηλεκτρονικής Επιτήρησης
1. Αρμόδια οργανική μονάδα για την εφαρμογή, τον συντονισμό, την εποπτεία και την εν γένει λειτουργία του θεσμού της ηλεκτρονικής επιτήρησης ορίζεται το Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων, της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, η οποία υποστηρίζεται, όπου αυτό απαιτείται, από το Τμήμα Υποστήριξης και Λειτουργίας Πληροφοριακών Συστημάτων και Υπηρεσιών της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής.
2. Το Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών, πέραν των αρμοδιοτήτων της παρ. 1, έχει και την αρμοδιότητα της τήρησης Μητρώου Επιτηρουμένων.
3. Η υλοποίηση, η λειτουργία και η συντήρηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης δύναται να ανατίθενται από τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής ως Υπεύθυνου Επεξεργασίας, σύμφωνα με τον ν. 4412/2016 (Α’ 147), με την υποχρέωση τήρησης των διατάξεων του παρόντος, υπό την εποπτεία και τον έλεγχο της αρμόδιας οργανικής μονάδας της παρ. 1.
Άρθρο 173
Απαιτήσεις λειτουργίας συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης
Για τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης απαιτείται:
α) κέντρο ελέγχου και επιτήρησης, το οποίο λειτουργεί αδιαλείπτως και σε εικοσιτετράωρη βάση, με διοικητικό και τεχνικό προσωπικό που λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τον έλεγχο των επιτηρουμένων προσώπων, την ειδοποίηση και τον έλεγχο, σε περίπτωση παραβιάσεων ή δυσλειτουργιών, και την εν γένει λειτουργία και συντήρηση του συστήματος, την τοποθέτηση και αφαίρεση των συσκευών επιτήρησης, καθώς επίσης και την τήρηση μονάδας και αρχείου συλλογής, καταγραφής, επεξεργασίας, αποθήκευσης και χρήσης των στοιχείων και δεδομένων των επιτηρουμένων προσώπων,
β) σύστημα επικοινωνίας, αναφοράς παραβιάσεων επιτήρησης και ειδοποίησης των αρμόδιων δικαστικών αρχών και υπηρεσιών του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και
γ) τερματικό σύστημα με πλήρη πρόσβαση στο αρχείο συλλογής, καταγραφής, επεξεργασίας, αποθήκευσης και χρήσης των στοιχείων και δεδομένων των επιτηρουμένων προσώπων σε πραγματικό χρόνο, για την άσκηση του έργου της αρμόδιας οργανικής μονάδας του άρθρου 172.
Άρθρο 174
Διαδικασία ενεργοποίησης, εγκατάστασης και απεγκατάστασης συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης
1. Η εγκατάσταση και η ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης επιβάλλονται με διάταξη, βούλευμα, δικαστική απόφαση ή απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου, που περιέχει τα στοιχεία του οργάνου που την επιβάλλει, τα ατομικά στοιχεία του επιτηρούμενου, το περιεχόμενο και τους όρους επιβολής της, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του επιτηρούμενου.
2. Για την έκδοση της διάταξης, του βουλεύματος ή της απόφασης της παρ. 1 ο επιτηρούμενος παρέχει ακριβή στοιχεία τηλεφωνικής επικοινωνίας του, τα οποία καταγράφονται στον πίνακα που καταρτίζεται από το όργανο επιβολής του μέτρου και γνωστοποιείται στον επιτηρούμενο και στην αρμόδια οργανική μονάδα του άρθρου 172.
3. Η εγκατάσταση και η ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης πραγματοποιούνται εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τη γνωστοποίηση της παρ. 2.
4. Η ηλεκτρονική επιτήρηση του προσώπου πραγματοποιείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων.
5. Κατά την εφαρμογή του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, απαιτείται προηγούμενη ενημέρωση του επιτηρούμενου, για τους όρους και τις οδηγίες χρήσης του.
6. Μετά από την εγκατάσταση και την ενεργοποίηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, ειδοποιούνται αμελλητί, εγγράφως:
α) το όργανο επιβολής της,
β) οι καθ’ ύλην αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της κατά τόπον αρμόδιας αστυνομικής υπηρεσίας του τόπου κατοικίας του επιτηρούμενου και
γ) η αρμόδια οργανική μονάδα της παρ. 1 του άρθρου 172.
7. Με εντολή του αρμόδιου οργάνου αφαιρείται από τον επιτηρούμενο, με ευθύνη της αρμόδιας οργανικής μονάδας του άρθρου 172, ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, σε περίπτωση ολοκλήρωσης της περιόδου επιτήρησης ή διακοπής αυτής, και στη συνέχεια ενημερώνονται τα όργανα της παρ. 6.
8. Σε περίπτωση παραβίασης, κατά την εγκατάσταση ή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, ειδοποιούνται αμελλητί, εγγράφως, τα όργανα της παρ. 6.
Άρθρο 175
Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
1. Κατά τη λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρονικής επιτήρησης, συλλέγονται και υπόκεινται σε επεξεργασία μόνο εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι πρόσφορα και αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών της ηλεκτρονικής επιτήρησης.
2. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας αφορούν, πέραν των όσων αναφέρονται στον πίνακα στοιχείων του επιτηρουμένου και στο Μητρώο Επιτηρουμένων της παρ. 2 του άρθρου 172, όσα ηλεκτρονικά δεδομένα καταγράφονται κατά την επιτήρησή του. Τα δεδομένα αυτά τίθενται στη διάθεση των δικαστικών και αστυνομικών αρχών, κατόπιν αιτήματός τους, στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης, προανάκρισης, κύριας ανάκρισης ή διαδικασίας στο ακροατήριο, σύμφωνα με τον ν. 4624/2019 (Α’ 137).
3. Ως υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ορίζεται η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Άρθρο 176
Έκτιση της ποινής στην κατοικία Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 105 Ποινικού Κώδικα
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί της έκτισης της ποινής στην κατοικία, καταργείται και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:
«5. Εκτός των περιπτώσεων των παρ. 1 και 2, αν με μία ή περισσότερες αποφάσεις έχει επιβληθεί ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, το δικαστήριο, μπορεί, ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος, να αποφασίσει την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση αν κρίνει αιτιολογημένα ότι είναι πρόσφορη για να τον αποτρέψει από την τέλεση άλλων αδικημάτων χωρίς να είναι αναγκαία η μερική ή ολική έκτιση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα. Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται αναλογικά η παρ. 1 του άρθρου 284 και η παρ. 4 του άρθρου 285 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αν καταδικασθείς δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν σχετικά με τον κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση ή σε περίπτωση τέλεσης από αυτόν του εγκλήματος του άρθρου 173Α του παρόντος, ο εισαγγελέας εκτέλεσης ποινών ανακαλεί την απόφαση με διάταξή του και διατάσσει την πραγματική έκτιση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα. Η ποινή που εκτίεται με ηλεκτρονική επιτήρηση, θεωρείται ότι έχει αποτιθεί, με τη συμπλήρωση των χρονικών ορίων της παρ. 1 του άρθρου 105Β.»
Άρθρο 177
Διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και προκαταβολή εξόδων Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 283, παρ. 1 άρθρου 284 και άρθρου 285 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
1. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96), περί των περιοριστικών όρων, καταργείται και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται, ως εξής:
«1. Περιοριστικοί όροι είναι ιδίως η παροχή εγγύησης, η υποχρέωση του κατηγορουμένου να εμφανίζεται κατά διαστήματα στον ανακριτή ή σε άλλη αρχή στην Ελλάδα ή σε ελληνική προξενική αρχή στο εξωτερικό, η απαγόρευση να μεταβαίνει ή να διαμένει σε ορισμένο τόπο ή στο εξωτερικό και η απαγόρευση να συναναστρέφεται ή να συναντάται με ορισμένα πρόσωπα. Σε περίπτωση επιβολής του περιοριστικού όρου της εμφάνισης σε ελληνική προξενική αρχή, η τελευταία υποχρεούται να εκτελεί τις σχετικές παραγγελίες των δικαστικών αρχών. Ως περιοριστικός όρος μπορεί να επιβάλλεται και η ηλεκτρονική επιτήρηση του κατηγορουμένου με τη χρήση τεχνολογίας εντοπισμού θέσης και κίνησης είτε σε συνδυασμό με άλλους περιοριστικούς όρους με σκοπό τον έλεγχο της τήρησής τους είτε και μεμονωμένα. H παρ. 5 του άρθρου 284 και η παρ. 3 του άρθρου 285 εφαρμόζονται αναλόγως. Για τους ανηλίκους ως περιοριστικοί όροι είναι δυνατόν να διατάσσονται και ένα ή περισσότερα από τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται στις περ. α’ έως ια’ της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95). Σε περίπτωση παραβίασης των όρων αυτών είναι δυνατή η αντικατάστασή τους με το μέτρο της περ. ιβ’ της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα. Για τους κατηγορουμένους που εμφανίζουν ψυχική ή διανοητική διαταραχή ως περιοριστικός όρος είναι δυνατόν να διατάσσεται ένα από τα μέτρα της παρ. 3 του άρθρου 69Α του Ποινικού Κώδικα.»
2. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 284 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις «της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη», β) οι λέξεις «καταγράφει μέσω συστήματος γεωεντοπισμού, μόνο την γεωγραφική θέση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «καταγράφει μέσω συστήματος τη θέση του κατηγορούμενου» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Ως κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση νοείται η επιβολή στον κατηγορούμενο της υποχρέωσης να μην εξέρχεται από συγκεκριμένο και ειδικά ορισμένο στην διάταξη του ανακριτή κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων, που αποδεδειγμένα συνιστά τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του. Η διάταξη που επιβάλλει τον κατ’ οίκον περιορισμό με ηλεκτρονική επιτήρηση μπορεί να ορίζει την ευρύτερη περιοχή γύρω από τον τόπο διαμονής ή κατοικίας του κατηγορουμένου, στην οποία θα μπορεί αυτός να κινείται για την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών του. Για τον σκοπό αυτόν ο κατηγορούμενος επιτηρείται με τη χρήση πρόσφορων ηλεκτρονικών μέσων. Ο κατηγορούμενος υποχρεούται να μην επεμβαίνει ή επιδρά καθ’ οιονδήποτε τρόπο στα ηλεκτρονικά μέσα και στα συναφή με την επιτήρηση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Αρμόδια υπηρεσία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη παρακολουθεί και καταγράφει μέσω συστήματος τη θέση του κατηγορούμενου και τηρεί σχετικό αρχείο.»
3. Στο άρθρο 285 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί της διάρκειας του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και περί της προκαταβολής των εξόδων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι παρ. 2 και 3 καταργούνται, β) στην παρ. 4, βα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «κρατείται μέχρι να προκαταβληθούν τα σχετικά έξοδα που του επιβλήθηκαν» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή» και ββ) το δεύτερο εδάφιο καταργείται και το άρθρο 285 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 285 Διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και προκαταβολή εξόδων
1. Ως προς τη διάρκεια ισχύος του μέτρου του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και τη διαδικασία άρσης, εξακολούθησης ή παράτασής του εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στα άρθρα 292, 293 και 294.
2. [Καταργείται].
3. [Καταργείται].
4. Εκείνος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε το μέτρο του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση οδηγείται στο αρμόδιο όργανο για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, μαζί με τη σχετική διάταξη του ανακριτή. Αν στην δικαστική περιφέρεια, στην οποία επιβλήθηκε το μέτρο, δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται χωρίς αναβολή στην πλησιέστερη δικαστική περιφέρεια, στην οποία λειτουργεί αρμόδιο όργανο. Αφού προσαρμοσθεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στο προκαθορισμένο κτίριο ή σύμπλεγμα κτιρίων και συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στη δικογραφία. Η διάρκεια του κατ’ οίκον περιορισμού αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της διάταξης επιβολής του.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ
Άρθρο 178
Προϋποθέσεις μεταγωγής στα ειδικά καταστήματα Τροποποίηση παρ. 1 και προσθήκη παρ. 1Α στο άρθρο 19Α Σωφρονιστικού Κώδικα
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 19Α του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί των προϋποθέσεων μεταγωγής στα ειδικά καταστήματα, αντικαθίσταται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Στα Αγροτικά Σωφρονιστικά Καταστήματα και την Κεντρική Αποθήκη Υλικού Σωφρονιστικών Καταστημάτων (Κ.Α.Υ.Σ.Κ.) δύνανται να μετάγονται κατάδικοι κρατούμενοι, ικανοί για εργασία, με απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ.), μετά από πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής, εφόσον συντρέχει μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) εκτίουν ποινή φυλάκισης, β) εκτίουν ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης μέχρι δεκαπέντε (15) έτη και έχουν συμπληρώσει το ήμισυ του χρόνου που απαιτείται για τη χορήγηση τακτικής άδειας, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 55 ή
γ) εκτίουν ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης άνω των δεκαπέντε (15) ετών ή ισόβιας κάθειρξης (μίας ή περισσοτέρων), τους έχει χορηγηθεί τακτική άδεια τουλάχιστον μία (1) φορά, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 55 και έχουν τηρήσει τους όρους της άδειας.
Κρατούμενος ο οποίος από τον χρόνο μετάβασής του σε Αγροτικά Σωφρονιστικά Καταστήματα ή στην Κ.Α.Υ.Σ.Κ. απωλέσει τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας ή εκλείψει ο λόγος χορήγησής της ή κρατούμενος που υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα ή ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη για αξιόποινη πράξη σε βαθμό πλημμελήματος που ενέχει πράξεις βίας ή απειλής βίας κατά προσώπων και πραγμάτων ή κακουργήματος ή εκκρεμεί σε βάρος του διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα, επαναμετάγεται στο κατάστημα κράτησης από το οποίο αρχικά είχε μεταταγεί.
Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις η μεταγωγή δύναται να παραγγέλλεται από τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής, ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου της Φυλακής.»
2. Μετά από την παρ. 1 του άρθρου 19Α του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παρ. 1Α, ως εξής:
«1Α. Πέραν των περιπτώσεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, καταδικασθέντες σε ποινή φυλάκισης δύναται να κρατούνται σε Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα, κατόπιν παραγγελίας του εισαγγελέα του άρθρου 549 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96) και να παραμένουν σε αυτό, χωρίς υποχρέωση παροχής εργασίας. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 46. Κατόπιν σχετικής αίτησης, οι κρατούμενοι δύνανται να παρέχουν εργασία, εφόσον κριθούν ικανοί από το οικείο Συμβούλιο Εργασίας Κρατουμένων, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 46.»
Άρθρο 179
Χώροι διενέργειας δικονομικών πράξεων με τη χρήση τεχνολογικών μέσων εικόνας και ήχου Προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 20 Σωφρονιστικού Κώδικα
Στο άρθρο 20 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί των κτιριακών εγκαταστάσεων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προστίθεται παρ. 6 ως εξής:
«6. Η αίθουσα που χρησιμοποιείται για τις ανάγκες διενέργειας των δικονομικών πράξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας με τη χρήση τεχνολογικών μέσων εικόνας και ήχου (εικονοτηλεδιάσκεψη), βρίσκεται, σε κάθε περίπτωση, εκτός των χώρων κράτησης.»
Άρθρο 180
Επαναπροσδιορισμός του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων λόγω εργασίας ή απασχόλησης σε προγράμματα ή σπουδές Τροποποίηση παρ. 1 και αντικατάσταση παρ. 2 άρθρου 46 Σωφρονιστικού Κώδικα
1. Η παρ. 1 του άρθρου 46 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί των προϋποθέσεων και της διαδικασίας υπολογισμού του ευεργετικού υπολογισμού ημερών λόγω εργασίας, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Κρατούμενοι που παρέχουν εργασία οποιασδήποτε μορφής ή παρακολουθούν προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης ή φοίτησης σε σχολικές μονάδες ή εκπαιδευτικά προγράμματα της παρ. 2 του άρθρου 35 ή συμμετέχουν σε εγκεκριμένα θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης τοξικομανών, μπορεί να τύχουν ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής μετά από πρόταση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων και απόφαση του αρμόδιου δικαστικού λειτουργού. Για τους μεταξύ αυτών υποδίκους, οι ημέρες που έχουν υπολογισθεί ευεργετικά λαμβάνονται υπόψη μόνο στην περίπτωση καταδίκης τους από την ημερομηνία έκδοσης της οριστικής καταδικαστικής απόφασης. Το Συμβούλιο Εργασίας Κρατουμένων τοποθετεί τον κρατούμενο σε θέσεις εργασίας και στη συνέχεια ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός αποφασίζει την απόδοση των ημερομισθίων μετά από σχετική εισήγηση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων. Σε αυτή την περίπτωση, ο δικαστικός λειτουργός δεν δύναται να έχει μετάσχει προηγουμένως με δικαίωμα ψήφου στη σύνθεση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων. Το μέτρο του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων για εργασία ή απασχόληση σε προγράμματα ή σπουδές, καθορίζεται ως εξής:
α) Σε Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα ή Ειδικό Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Νέων ή στο αρτοποιείο της Κεντρικής Αποθήκης Υλικού Σωφρονιστικών Καταστημάτων του άρθρου 104 του από 30.9.1935 ν.δ. (Α’ 433) ή στο Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων Ελεώνα Θηβών, για πάσης φύσεως εργασία στον αγροκτηνοτροφικό τομέα και σε βιοτεχνικές μονάδες, κάθε ημέρα απασχόλησης υπολογίζεται σε δύο (2) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.
β) Σε όλα τα σωφρονιστικά καταστήματα: βα) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε θέση βοηθού νοσοκόμου αποκλειστικά για τη φροντίδα κρατουμένων με σοβαρή αναπηρία ή χρόνιες παθήσεις, με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω και που απαιτούν συνεχόμενη φροντίδα από τρίτο άτομο υπολογίζεται σε δύο (2) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.
ββ) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε θέση αρχιμάγειρα, ζαχαροπλάστη, καθώς και πάσης φύσεως εργασία (πλην των βοηθητικών) σε βιοτεχνικές μονάδες ή εργαστήρια (υφαντουργείο ραφείο, στρωματοποιείο, τυπογραφείοβιβλιοδετείο), υπολογίζεται σε μία και τρία τέταρτα (1 και 3/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.
βγ) Κάθε ημέρα απασχόλησης για εργασία βοηθού μάγειρα, βοηθού ζαχαροπλάστη, πάσης φύσεως βοηθητικές εργασίες σε βιοτεχνικές μονάδες ή εργαστήρια, υδραυλικού, ηλεκτρολόγου, βοηθού υδραυλικού, βοηθού ηλεκτρολόγου, οικοδόμου, ελαιοχρωματιστή, συντηρητή κτιρίων, σιδηρουργού, ξυλουργού, βοηθού νοσοκόμου, ή η εργασία σε συνεργεία οικοδομικών και τεχνικών εργασιών, που συγκροτούνται εκτάκτως και για συγκεκριμένο έργο σε οποιοδήποτε Σωφρονιστικό Κατάστημα, ακόμη και διαφορετικό αυτού στο οποίο κρατούνται, ή σε άλλα δημόσια κτίρια υπολογίζεται σε μία και δύο τέταρτα (1 και 2/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.
βδ) Κάθε ημέρα απασχόλησης για εργασία στο πρατήριο καντίνα και στο καφενείο υπολογίζεται σε μία και ένα τέταρτο (1 και 1/4) επιπλέον ημέρες εκτιόμενης ποινής.
βε) Κάθε ημέρα απασχόλησης σε όλες τις άλλες θέσεις εργασίας, όπως καθαριστή, κουρέα, πλύντη, βοηθού αποθηκάριου, μεταφορέα στο πρατήριο τροφίμων ή βιβλιοθηκάριου, υπολογίζεται σε μία (1) επιπλέον ημέρα εκτιόμενης ποινής.
γ) Κάθε ημέρα απασχόλησης υπολογίζεται σε μία (1) επιπλέον ημέρα εκτιόμενης ποινής:
γα) για φοίτηση, καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, μη εξαιρουμένων των αργιών και σχολικών ή άλλων διακοπών σε σχολικές μονάδες Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όπως Δημοτικά Σχολεία, Γυμνάσια ή Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, Γενικά ή Επαγγελματικά Λύκεια, σε δομές μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, όπως σε Σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης, Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης, Δημόσια Κέντρα διά Βίου Μάθησης και Τμήματα Εκμάθησης της Ελληνικής Γλώσσας, εφόσον λειτουργούν εντός του Σωφρονιστικού Καταστήματος, συμπεριλαμβανόμενης και της επιτυχούς φοίτησης μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην κατηγορία κατ’ ιδίαν διδαχθέντων του άρθρου 7 του ν. 1894/1990 (Α’ 110), καθώς και σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.), για τη φοίτηση στα οποία ισχύουν οι ειδικότερες προϋποθέσεις και όροι χορήγησης εκπαιδευτικής άδειας, σύμφωνα με το άρθρο 58,
γβ) λόγω συμμετοχής σε προγράμματα εκπαίδευσης, συμβουλευτικά θεραπευτικά προγράμματα πάσης φύσεως απεξάρτησης, που έχουν εγκριθεί από τον Εθνικό Οργανισμό Πρόληψης και Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων (Ε.Ο.Π.Α.Ε.) τρίμηνης τουλάχιστον διάρκειας, ή επαγγελματικής κατάρτισης, τα οποία πραγματοποιούνται σε οποιοδήποτε Σωφρονιστικό Κατάστημα. Η φοίτηση στα προγράμματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης του πρώτου εδαφίου διαρκεί από 1ης Σεπτεμβρίου μέχρι τις 31 Αυγούστου του επόμενου έτους και περιλαμβάνει τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες. Αν οι εκπαιδευόμενοι απουσιάσουν αδικαιολόγητα για τουλάχιστον τρεις (3) ημέρες εντός της ίδιας εβδομάδας, αφαιρείται, επιπλέον των τριών (3) ημερών και το ημερομίσθιο που αντιστοιχεί στο Σαββατοκύριακο.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 46 του Σωφρονιστικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από γνώμη του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου Φυλακών, δύναται να εξειδικεύονται η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και ο καθορισμός του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής για καταδίκους και υπόδικους. Με όμοιο προεδρικό διάταγμα μπορεί να γίνει σε ειδικές ή εξαιρετικές περιπτώσεις υπέρβαση του παραπάνω ανώτατου ορίου.
β. Με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού για τα δικααιώματα των Ατόμων με Αναπηρία σύμφωνα με το άρθρο 69 του ν. 4488/2017 (Α’ 137) και των Υπουργών Υγείας και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των κρατουμένων που παρέχουν εργασία βοηθού νοσοκόμου, σύμφωνα με την παρ. 1, η διαδικασία συναφούς επιμόρφωσης, εξειδίκευσης και πιστοποίησης αυτών, καθώς επίσης και το ειδικότερο καθηκοντολόγιο τους.»
Άρθρο 181
Εφαρμογή του κατ’ οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 56 Σωφρονιστικού Κώδικα
Στην παρ. 6 του άρθρου 56 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί της εφαρμογής του κατ’ οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, η λέξη «αντίστοιχα» αντικαθίσταται από τη λέξη «αναλόγως», β) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «, αφού καταβληθούν τα έξοδα που ορίστηκαν από το αρμόδιο συμβούλιο» διαγράφονται, γ) στο τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «στην τριμελή επιτροπή παρακολούθησης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στο Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής» και η παρ. 6 διαμορφώνεται ως εξής:
«6. Ως προς την έννοια και τις ειδικές ρυθμίσεις εφαρμογής του κατ’ οίκον περιορισμού και του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση εφαρμόζονται αναλόγως η παρ. 1 του άρθρου 284 και οι παρ. 2 και 4 του άρθρου 285 ΚΠΔ. Ο κατάδικος σε βάρος του οποίου επιβλήθηκε ο όρος του κατ’ οίκον περιορισμού ή του εντοπισμού των κινήσεων με ηλεκτρονική επιτήρηση οδηγείται στο όργανο που έχει οριστεί για την προσαρμογή του τεχνικού μέσου επιτήρησης, με τη σχετική απόφαση του συμβουλίου. Εάν στο σωφρονιστικό κατάστημα στο οποίο επιβλήθηκε ο όρος δεν είναι αυτό δυνατόν, ο κατάδικος μετάγεται χωρίς αναβολή, με απόφαση του ίδιου συμβουλίου στο πλησιέστερο σωφρονιστικό κατάστημα στο οποίο λειτουργεί το όργανο αυτό. Αφού προσαρμοστεί και ενεργοποιηθεί ο τεχνικός εξοπλισμός για την ηλεκτρονική επιτήρηση, οδηγείται στον προκαθορισμένο χώρο, ενώ συντάσσεται έκθεση, αντίγραφο της οποίας εντάσσεται στον ατομικό φάκελο (μητρώο) του καταδίκου και κοινοποιείται στο Τμήμα Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Θεμάτων Μεταγωγών της Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Διαχείρισης Σωφρονιστικών Καταστημάτων και Διαχείρισης Κρίσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής.»
Άρθρο 182
\Πειθαρχικά παραπτώματα Προσθήκη περ. ια) στην παρ. 2 και προσθήκη παρ. 2Α άρθρου 68 Σωφρονιστικού Κώδικα
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 68 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί των πειθαρχικών παραπτωμάτων των κρατουμένων, προστίθεται περ. ια) ως εξής:
«ια. Παραβίαση των όρων της άδειας.»
2. Μετά από την παρ. 2 του άρθρου 68 του Σωφρονιστικού Κώδικα προστίθεται παρ. 2Α, ως εξής: «2Α. Πειθαρχικό παράπτωμα της κατηγορίας Α’ συνιστά και η διάπραξη κάθε ποινικού αδικήματος, όπως περιγράφεται στον Ποινικό Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) ή σε ειδικό ποινικό νόμο, εφόσον τελείται κατά το χρονικό διάστημα έκτισης της ποινής, εντός του σωφρονιστικού καταστήματος και δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα των κατηγοριών Β’ και Γ’, όπως αυτά ορίζονται στο παρόν άρθρο.»
Άρθρο 183
Μεταγωγή για λόγους υγείας Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση άρθρου 74 Σωφρονιστικού Κώδικα
Στο άρθρο 74 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί της μεταγωγής κρατουμένων για λόγους υγείας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 2, αα) στο τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «γνωστοποιείται αμέσως» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κοινοποιείται άμεσα» και προστίθενται οι λέξεις «, η οποία την επικυρώνει στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση της» και αβ) προστίθενται εδάφια, τέταρτο και πέμπτο, β) μετά από την παρ. 2, προστίθεται παρ. 2Α, γ) στην παρ. 3, γα) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «Πέραν των οριζόμενων στα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2 καθώς και στην παρ. 2Α,» και γβ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, δ) προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 74, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 74 Μεταγωγή για λόγους υγείας
1. Στην περ. β) του πρώτου εδαφίου του άρθρου 72 η μεταγωγή ασθενούς κρατουμένου σε θεραπευτικά καταστήματα ή νοσηλευτικά ιδρύματα κατά το άρθρο 30 παραγγέλλεται από την Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών (Κ.Ε.Μ.), ύστερα από πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής, η οποία συνοδεύεται από θετική και αιτιολογημένη γνωμάτευση του ιατρού του καταστήματος ή, στην περίπτωση της παρ. 5 του άρθρου 27, από το πόρισμα των τριών ιατρών σχετικά με το είδος της πάθησης και τον επείγοντα ή μη χαρακτήρα της αντιμετώπισής της. Η απόφαση της Κ.Ε.Μ. εκδίδεται το αργότερο εντός είκοσι (20) ημερών από την υποβολή της πρότασης του Συμβουλίου Φυλακής, διαφορετικά η μεταγωγή πραγματοποιείται με μόνη την πρόταση του Συμβουλίου Φυλακής.
2. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και εφόσον ο ιατρός απουσιάζει, ο διευθυντής του καταστήματος ή σε περίπτωση απουσίας του ο νόμιμος αναπληρωτής του, προκειμένου να αποτραπεί κίνδυνος ζωής ή σοβαρής και μόνιμης βλάβης της υγείας του κρατουμένου ή κίνδυνος μετάδοσης μολυσματικών νόσων ή βλάβης της υγείας άλλων κρατουμένων, παραγγέλλει τη μεταγωγή του στα παραπάνω καταστήματα. Μέχρι τη μετακίνησή του ο κρατούμενος παραμένει σε ειδικό χώρο υπό την επίβλεψη ιατρού ή νοσηλευτού. Η εν λόγω παραγγελία κοινοποιείται άμεσα στο Συμβούλιο Φυλακής και στην Κ.Ε.Μ., η οποία την επικυρώνει στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση της. Σε περίπτωση διαφωνίας της Κ.Ε.Μ. με την εκτέλεση της μεταγωγής, η Κ.Ε.Μ. ορίζει εντός τριών (3) ημερών, επιτροπή που αποτελείται από τρεις (3) ιατρούς δημοσίου νοσοκομείου, με ειδικότητα σχετική με το είδος της πάθησης του κρατουμένου, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη επαρκούς λόγου για την εκτέλεσή της. Αν δεν διαπιστωθεί η ύπαρξη επαρκούς λόγου για την εκτέλεση της μεταγωγής, η Κ.Ε.Μ. παραγγέλλει την επαναμεταγωγή του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα προέλευσής του.
2 Α. Αν η νοσηλεία του κρατουμένου συνεχίζει πέραν του τριμήνου από την εισαγωγή του σε θεραπευτικό κατάστημα ή νοσηλευτικό ίδρυμα, διορίζεται με απόφαση του εισαγγελέα του σωφρονιστικού καταστήματος ιατρός πραγματογνώμονας, ο οποίος γνωματεύει εντός είκοσι (20) ημερών για την αναγκαιότητα ή μη της συνέχισης της νοσηλείας του κρατουμένου. Η διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου επαναλαμβάνεται κάθε τρεις (3) μήνες, σε περίπτωση συνέχισης της νοσηλείας. Η γνωμάτευση των προηγούμενων εδαφίων διαβιβάζεται στο Συμβούλιο Φυλακής του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος και την Κ.Ε.Μ., η οποία αποφασίζει για την επαναμεταγωγή ή μη του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα προέλευσής του.
3. Πέραν των οριζόμενων στα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2 καθώς και στην παρ. 2Α, η επαναμεταγωγή του κρατουμένου στο σωφρονιστικό κατάστημα από το θεραπευτικό κατάστημα ή το νοσηλευτικό ίδρυμα παραγγέλλεται από τον διευθυντή του τελευταίου αμέσως μετά την έκδοση του εξιτηρίου, και πραγματοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία μεταγωγών το ταχύτερο δυνατό, ύστερα από συνεννόηση με τον διευθυντή του καταστήματος κράτησης. Αν απαιτείται μεταφορά κρατουμένου από θεραπευτικό κατάστημα ή νοσηλευτικό ίδρυμα σε άλλο όμοιο, προς διενέργεια ειδικών εξετάσεων ή ειδικής θεραπείας, αυτή παραγγέλλεται από τον οικείο διευθυντή. Σε περίπτωση διαφωνίας της Κ.Ε.Μ. με την εκτέλεση της μεταφοράς, εφαρμόζονται αναλόγως τα εδάφια τέταρτο και πέμπτο της παρ. 2.
4. Στις περιπτώσεις μεταγωγής κρατουμένου για σοβαρούς λόγους υγείας σύμφωνα με το παρόν, ο διευθυντής του καταστήματος κράτησης ειδοποιεί αμέσως τους συγγενείς του κρατουμένου και, αν δεν υπάρχουν συγγενείς, πρόσωπο ή αρχή που υποδεικνύει ο κρατούμενος.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας, Προστασίας του Πολίτη και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα συγκρότησης, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του Προέδρου και των μελών, οι αμοιβές τους και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την επιτροπή του παρόντος.»
Άρθρο 184
Εκτέλεση της μεταγωγής Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 77 Σωφρονιστικού Κώδικα
Στην παρ. 4 του άρθρου 77 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), περί της εκτέλεσης μεταγωγών κρατουμένων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι λέξεις «ο τύπος του οποίου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή υπάλληλο των Υπηρεσιών Εξωτερικής Φρούρησης», β) προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 4, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Για την ασφάλεια της εκτέλεσης των μεταγωγών, της παραλαβής και διακίνησης των κρατουμένων εντός και εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος, η υπηρεσία εφοδιάζει με ατομικό δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας κάθε σωφρονιστικό υπάλληλο, ανεξαρτήτως κλάδου ή ειδικότητας, ή υπάλληλο των Υπηρεσιών Εξωτερικής Φρούρησης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζονται ο τύπος, η διαδικασία έκδοσης, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με το ατομικό δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας του προηγούμενου εδαφίου.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΝΤΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
Άρθρο 185
Οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
1. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη λειτουργεί η Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής (Γ.Γ.Α.Π.), η οποία συστάθηκε με το π.δ. 40/2011 (Α’ 105) και μεταφέρθηκε σε αυτό, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, θέσεων, προσωπικού, οργάνων, υπαγόμενων οργανικών μονάδων και εποπτευόμενων Υπηρεσιών, με την παρ. 5.1. του άρθρου 2 του π.δ. 81/2019 (Α’ 119).
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, καθορίζονται:
α) η αποστολή, η ονομασία και η έδρα της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής,
β) η διάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής σε Κεντρική και Περιφερειακές Υπηρεσίες, με τις υπαγόμενες σε αυτές οργανικές μονάδες, επιπέδου γενικής διεύθυνσης, διεύθυνσης, υποδιεύθυνσης, αυτοτελούς ή μη τμήματος και αυτοτελούς ή μη γραφείου, καθώς και η σύσταση, κατάργηση ή συγχώνευση υπηρεσιών ή οργανικών μονάδων,
γ) η ονομασία, η έδρα, οι στρατηγικοί σκοποί, οι επιχειρησιακοί στόχοι και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων σ’ αυτές οργανικών μονάδων, καθώς και η κατάργηση ή η μεταφορά των αρμοδιοτήτων τους σε άλλες υπηρεσίες ή οργανικές μονάδες,
δ) το σύνολο των οργανικών θέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών κατά εργασιακή σχέση, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα τυπικά προσόντα διορισμού ή πρόσληψης, κατά κλάδο και ειδικότητα, η γενική περιγραφή καθηκόντων κάθε θέσης ευθύνης, οι κλάδοι προέλευσης των Προϊσταμένων των οργανικών μονάδων, η σύσταση νέων θέσεων προσωπικού, η κατάργηση, κατά κατηγορία και κλάδο, υφιστάμενων θέσεων που πλεονάζουν, η σύσταση νέων κλάδων κατά κατηγορίες, η συγχώνευση ή κατάργηση υφισταμένων με δυνατότητα κατάργησης αντίστοιχων οργανικών θέσεων, η μεταφορά θέσεων προσωπικού σε άλλους κλάδους, υφιστάμενους ή νέους, της ίδιας ή άλλης κατηγορίας, καθώς και η ρύθμιση θεμάτων ένταξης υπηρετούντων υπαλλήλων σε νέους κλάδους της ίδιας κατηγορίας, που προκύπτουν με σύσταση ή συγχώνευση υφισταμένων και
ε) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την οργάνωση, τη στελέχωση και την εν γένει λειτουργία της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής και των υπαγόμενων σε αυτή Υπηρεσιών.
3. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, επέρχεται η κατανομή των θέσεων προσωπικού ανά εργασιακή σχέση, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα σε οργανικές μονάδες και η τοποθέτηση των υπαλλήλων, μετά από εισήγηση του αρμοδίου οργάνου, καθώς επίσης και η ανακατανομή των κενών οργανικών θέσεων προσωπικού σε εργασιακές σχέσεις, κατηγορίες, κλάδους και ειδικότητες.
4. Κατ’ εξαίρεση των παρ. 2 και 3, εξακολουθούν να ισχύουν η παρ. 2 του άρθρου 12, οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 13, το άρθρο 18, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 19 και η παρ. 2 του άρθρου 35 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291), καθώς και οι παρ. 2 και 3 του άρθρου 13 του ν. 3772/2009 (Α’ 112), οι παρ. 1, 4 και 5 του άρθρου 6 του ν. 2345/1995 (Α’ 213) και οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 75 του ν. 4763/2020 (Α’ 254).
Άρθρο 186
Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου των Σωφρονιστικών Καταστημάτων Αντικατάσταση άρθρου 1, τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 2 και παρ. 1, 2 και 5 άρθρου 3 ν. 3090/2002
1. Το άρθρο 1 του ν. 3090/2002 (Α’ 329), περί της σύστασης Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 1 Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων
Συστήνεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ειδική υπηρεσία με την ονομασία «Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων», η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη.»
2. Στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3090/2002, περί της αποστολής του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο τρίτο εδάφιο της περ. β’, προστίθενται οι λέξεις «ή ο νόμιμος αναπληρωτής του», β) στην περ. ε’, οι λέξεις «προς τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Γενικού Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής,» και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων έχει ως αποστολή:
α. Τη διενέργεια τακτικών και έκτακτων ελέγχων οποιαδήποτε ημέρα και ώρα για τη διαπίστωση των συνθηκών κράτησης, της ευταξίας και της τήρησης των μέτρων ασφάλειας στα σωφρονιστικά καταστήματα, της εφαρμογής των διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα και των κανονισμών λειτουργίας των καταστημάτων αυτών, καθώς και των σχετικών εγκυκλίων οδηγιών που αφορούν στη λειτουργία των σωφρονιστικών καταστημάτων.
β. Τη διερεύνηση και διακρίβωση των εγκλημάτων που διώκονται αυτεπαγγέλτως και διαπράττονται στους χώρους των σωφρονιστικών καταστημάτων σε όλη την επικράτεια και προς τούτο, μεταξύ άλλων, συλλέγει, αξιολογεί και αξιοποιεί πληροφορίες και στοιχεία που περιέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτό. Σε περίπτωση ερευνών για εξιχνίαση υποθέσεων που διενεργεί το Σώμα και διαπιστώνεται ανάγκη επέκτασης των ερευνών ή άλλων δράσεων εκτός των σωφρονιστικών καταστημάτων, οι ως άνω έρευνες συνεχίζονται και περατώνονται από το ίδιο το Σώμα. Όταν απαιτείται συνεργασία και με άλλες υπηρεσίες, στις έρευνες ή στις αναγκαίες επιχειρήσεις τίθεται επικεφαλής ο Προϊστάμενος του Σώματος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.
γ. Τη διενέργεια τακτικών και έκτακτων υγειονομικών επιθεωρήσεων αναφορικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των κρατουμένων. Σε περίπτωση που ο αρμόδιος υγειονομικός επιθεωρητής του Σώματος κρίνει ότι ο κρατούμενος έχει ολοκληρώσει τη νοσηλεία του στο θεραπευτικό σωφρονιστικό κατάστημα και δύναται να επιστρέψει στο σωφρονιστικό κατάστημα όπου εκτίει την ποινή του ή σε άλλο σωφρονιστικό κατάστημα, τότε μεριμνά για τη χορήγηση του σχετικού εξιτηρίου.
δ. Την εισήγηση λειτουργικού, τακτικού και στρατηγικού σχεδιασμού, καθώς και των αναγκαίων νομοθετικών και διοικητικών μέτρων για την αντιμετώπιση της διαφθοράς στα σωφρονιστικά καταστήματα και την πρόληψη και καταστολή της εγκληματικότητας.
ε. Την εισήγηση προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με ταυτόχρονη ενημέρωση του Γενικού Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής, επί αναφερομένων πειθαρχικών παραπτωμάτων των επικεφαλής των Τμημάτων Εξωτερικής Φρούρησης, καθώς και του αστυνομικού προσωπικού εν γένει, που υπηρετεί με απόσπαση στα σωφρονιστικά καταστήματα.
στ. Την τήρηση αρχείου προσωπικών δεδομένων του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, τη μηχανοργάνωση αυτού και τη διασφάλιση του απορρήτου.
ζ. Την επανεξέταση παλαιών υποθέσεων για τον εντοπισμό στοιχείων που μπορούν να αξιοποιηθούν προς περαιτέρω έρευνα.
η. Την παροχή συνδρομής στις αστυνομικές, λιμενικές και πυροσβεστικές Υπηρεσίες που επιλαμβάνονται της διερεύνησης και διακρίβωσης εγκλημάτων.»
3. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3090/2002, περί της τοποθέτησης του νόμιμου αναπληρωτή Προϊσταμένου του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, οι λέξεις «με την ίδια» αντικαθίστανται από τη λέξη «με όμοια» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, προϊστάμενος του Σώματος τοποθετείται συνταξιούχος δικαστικός λειτουργός, με την επιφύλαξη του άρθρου 27 του ν. 4670/2020 (Α’ 43). Νόμιμος αναπληρωτής του προϊσταμένου του Σώματος τοποθετείται, με όμοια απόφαση, πρόσωπο που φέρει την προαναφερόμενη ιδιότητα. Η θητεία τους είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μία (1) φορά για τρία (3) ακόμη έτη. Στον προϊστάμενο του Σώματος, καθώς και στον νόμιμο αναπληρωτή του, καταβάλλεται μηνιαία αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη.»
4. Στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3090/2002, περί της στελέχωσης του Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων, αντικαθίστανται τα εδάφια πέμπτο, έκτο, έβδομο και όγδοο και η παρ. 2, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων στελεχώνεται από δώδεκα (12) υπαλλήλους του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που αποσπώνται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για το χρονικό διάστημα της συγκεκριμένης υπηρεσίας τους. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ο αριθμός των υπαλλήλων που αποσπώνται στο Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Σωφρονιστικών Καταστημάτων δύναται να αυξηθεί έως δώδεκα (12) επιπλέον άτομα σύμφωνα και με τις εκάστοτε ανάγκες του Σώματος. Ο αριθμός των υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ που ασκούν ελεγκτικά καθήκοντα πρέπει να είναι τριπλάσιος των υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ ή ΔΕ που ασκούν γραμματειακά καθήκοντα. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να έχουν υπηρετήσει τουλάχιστον δέκα (10) έτη στην υπηρεσία. Η διάρκεια της απόσπασής ορίζεται σε τρία (3) έτη. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, αν πρόκειται για υπαλλήλους που προέρχονται από υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ή με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Εσωτερικών και του Υπουργείου που προΐσταται του φορέα προέλευσης, αν πρόκειται για υπαλλήλους που προέρχονται από άλλες υπηρεσίες ή φορείς. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ή με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Εσωτερικών και του Υπουργείου του φορέα προέλευσης, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του προϊσταμένου του Σώματος, η απόσπαση μπορεί να παραταθεί έως τρία (3), επιπλέον, έτη. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στη θέση στην οποία ο υπάλληλος ανήκει οργανικά.»
Άρθρο 187
Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων Εξουσιοδοτική διάταξη Προσθήκη παρ. 15 στο άρθρο 17 του ν. 2298/1995
Στο άρθρο 17 του ν. 2298/1995 (Α’ 62), περί των Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, προστίθεται παρ. 15 ως εξής:
«15. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, εκδίδεται ο Εσωτερικός Κανονισμός των Ιδρυμάτων Αγωγής Ανηλίκων, ο οποίος ρυθμίζει κάθε ζήτημα αναφορικά με την οργάνωση και την εν γένει λειτουργία τους.»
Άρθρο 188
Ρυθμίσεις θεμάτων επιλογής προσωπικού για την πλήρωση των θέσεων των κλάδων και ειδικοτήτων ΔΕ προσωπικού εξωτερικής φρούρησης και ΔΕ Φύλαξης σε Σωφρονιστικά Καταστήματα Τροποποίηση παρ. 3 και προσθήκη παρ. 6 στο άρθρο 11 του ν. 4760/2020
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 4760/2020 (Α’ 247), περί της διαδικασίας επιλογής προσωπικού φύλαξης και εξωτερικής φρούρησης των Σωφρονιστικών Καταστημάτων, προστίθενται οι λέξεις «και το πρόγραμμα» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Η λειτουργία των επιτροπών της παρ. 2, ο τρόπος και το πρόγραμμα διεξαγωγής των υγειονομικών εξετάσεων, των αθλητικών και ψυχοτεχνικών δοκιμασιών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη, δύναται να χορηγείται αποζημίωση στο προσωπικό που συμμετέχει στις παραπάνω επιτροπές, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4354/2015 (Α’ 176).»
2. Μετά από την παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 4760/2020 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:
«6. Η παρ. 2 εφαρμόζεται και στην περίπτωση πλήρωσης των θέσεων των ως άνω κλάδων προστατευόμενων ατόμων του ν. 2643/1998 (Α’ 220).»
Άρθρο 189
Ενίσχυση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης από τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια των μεταγωγών στην περιοχή αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας
1. Για τη διενέργεια των μεταγωγών των κρατουμένων της παρ. 1 του άρθρου 48 του ν. 2721/1999 (Α’ 112), στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, συμπεριλαμβανομένων των μεταγωγών μεταξύ σωφρονιστικών καταστημάτων, τα αντίστοιχα Τμήματα Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης ενισχύονται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2026, ως εξής:
α. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, οι μεταγωγές πάσης φύσεως διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,
β. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης, οι μεταγωγές κρατουμένων των σωφρονιστικών καταστημάτων ενώπιον των δικαστικών αρχών διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ οι τακτικές και έκτακτες μεταγωγές κρατουμένων σε νοσηλευτικά ιδρύματα, θεραπευτήρια και λοιπές δομές υγείας, καθώς και η εκτέλεση έκτακτων αδειών κρατουμένων ή άλλου έργου, διενεργούνται από το προσωπικό του Τμήματος Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος, με τη συνδρομή της Ελληνικής Αστυνομίας με τα απαραίτητα μέσα για τη διενέργειά τους, όποτε τούτο ζητείται, με την προϋπόθεση της σχετικής διαθεσιμότητας από πλευράς της Ελληνικής Αστυνομίας και
γ. στην περιοχή τοπικής αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αχαΐας, οι μεταγωγές κρατουμένων του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος, ενώπιον των δικαστικών αρχών, διενεργούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, ενώ οι τακτικές και έκτακτες μεταγωγές κρατουμένων σε νοσηλευτικά ιδρύματα, θεραπευτήρια και λοιπές δομές υγείας, όπως και η εκτέλεση έκτακτων αδειών κρατουμένων ή άλλου έργου, διενεργούνται από το προσωπικό του Τμήματος Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης του οικείου σωφρονιστικού καταστήματος.
2. Η προθεσμία της παρ. 1 δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
Άρθρο 190
Τακτοποίηση, ενταλματοποίηση, εκκαθάριση και πληρωμή δαπανών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
1. Οι δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής» που πραγματοποιήθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και αφορούν νυχτερινή εργασία, εργασία εξαιρέσιμη προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού εβδομαδιαίου ωραρίου, εργασία τις αργίες, εργασία πέραν της υποχρεωτικής και εργασία πέραν του πενθημέρου, των υπαλλήλων των σωφρονιστικών καταστημάτων, η οποία παρασχέθηκε κατά τα έτη 2022, 2023 και 2024, λογίζονται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης και δύνανται να αναληφθούν, να εκκαθαριστούν και να πληρωθούν σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025. Οι δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να καλυφθούν από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με έκτακτη ενίσχυση των πιστώσεων του προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
2. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια, που παρασχέθηκαν μετά από τη λήξη της υπ’ αρ. 23/2022 (ΑΔΑΜ:22SYMV011315220) σύμβασης, από τις 14.2.2023 έως τις 31.12.2024, καθώς επίσης και δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ως άνω σύμβασης και συγκεκριμένα από την 1η.12.2022 έως τις 13.2.2023, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.
3. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την παροχή υπηρεσιών για τη μελέτη ενεργειακής αναβάθμισης στο Ειδικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Νέων Βόλου, το Σωφρονιστικό Κατάστημα Κορίνθου και το Σωφρονιστικό Κατάστημα Άμφισσας και παρασχέθηκαν με την υπ’ αρ. 07/2022 (ΑΔΑΜ: 22SYMV010363221) σύμβαση, όπως αυτή τροποποιήθηκε την 28η.11.2022 (ΑΔΑΜ: 22SYMV011691131), καθώς και την υπ’ αρ. 14/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012656445) σύμβαση, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των ν. 4412/2016 (Α’ 147) και 4270/2014 (Α’ 143), εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.
4. Δαπάνες του Ειδικού Φορέα 1057.202.0000000 «Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής», που πραγματοποιήθηκαν και αφορούν την παροχή υπηρεσιών φύλαξης στο Γενικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (Νικηφόρος Δράμας) και παρασχέθηκαν με τις υπ’ αρ. 25/2022 (ΑΔΑΜ:22SYMV011952796), 10/8.3.2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMB012285303), 13/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012556373) και 16/2023 (ΑΔΑΜ: 23SYMV012725208) συμβάσεις, θεωρούνται νόμιμες και κανονικές, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 4412/2016 και του ν. 4270/2014, εκκαθαρίζονται και εξοφλούνται σε βάρος των οικείων πιστώσεων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του οικονομικού έτους 2025, με την προϋπόθεση ότι είναι εντός των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού του έτους αναφοράς.
Άρθρο 191
Ακατάσχετο του Ειδικού λογαριασμού με τίτλο «Κεφάλαια Εργασίας Κρατουμένων»
Ο ειδικός λογαριασμός με τίτλο «Κεφάλαια Εργασίας Κρατουμένων», που ιδρύθηκε με τον ν. 5793/1933 (Α’ 280), λειτουργεί βάσει του από 28-30.9.1935 ν.δ. (Α’ 433), όπως τροποποιήθηκε με τον α.ν. 869/1937 (Α’ 376), και του από 3-7.4.1937 β.δ. (Α’ 132), διατηρήθηκε ως ειδικός λογαριασμός εκτός κρατικού προϋπολογισμού με την υπό στοιχεία οικ.2/83143/Α0024/2.12.2008 (Β’ 2444) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του οποίου η διαχείριση και η διοίκηση υπάγονται στις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, συνιστά δημόσια περιουσία και είναι ακατάσχετος.
Άρθρο 192
Αποσπάσεις υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου εντός των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής
1. Απόσπαση υπαλλήλων των Σωφρονιστικών Καταστημάτων και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου, στη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων του συνόλου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή και των εποπτευόμενων από αυτή Περιφερειακών Υπηρεσιών, ή στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», διενεργείται, για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών προσωρινού χαρακτήρα και αφορά την άσκηση καθηκόντων κλάδου και ειδικότητας για τα οποία ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
2. Απόσπαση των υπαλλήλων της παρ. 1 μεταξύ των Σωφρονιστικών Καταστημάτων ή του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου διενεργείται, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του άρθρου 17 του ν. 3772/2009 (Α’ 112). Κατ’ εξαίρεση, σε περιπτώσεις εξαιρετικών και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών, η απόσπαση του προηγούμενου εδαφίου διενεργείται, χωρίς προηγούμενη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Στην περίπτωση αυτή, το σχετικό ερώτημα εισάγεται, υποχρεωτικά, στο ανωτέρω Υπηρεσιακό Συμβούλιο, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης απόσπασης.
3. Απόσπαση των υπαλλήλων της παρ. 1 για μη υπηρεσιακούς λόγους διενεργείται, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, κατόπιν σχετικής αίτησης του υπαλλήλου, σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1 και του πρώτου εδαφίου της παρ. 2. Σε περίπτωση έκδοσης απορριπτικής απόφασης, ο υπάλληλος δικαιούται να επανέλθει με νεότερη αίτησή του μετά το πέρας ενός (1) έτους από την ημερομηνία απόρριψης της αίτησης.
4. Η διάρκεια των αποσπάσεων του παρόντος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη συνολικά. Κατ’ εξαίρεση, σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του παρόντος, η απόσπαση δύναται να παρατείνεται για ένα (1) ακόμη έτος.
5. Η απόσπαση παύει αυτοδικαίως, όταν λήξει το χρονικό όριο της παρ. 4. Ο υπάλληλος, με τη λήξη της απόσπασης, επανέρχεται υποχρεωτικά στην οργανική του θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.
6. Η απόσπαση μπορεί να παύει οποτεδήποτε, πριν από τη λήξη του χρονικού ορίου της παρ. 4, για λόγους αναγόμενους στην υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
7. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως το άρθρο 68 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26) και οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 4440/2016 (Α’ 224).
Άρθρο 193
Μετατάξεις ή αποσπάσεις υπαλλήλων των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη
1. Για την έκδοση κάθε απόφασης μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, του συνόλου των οργανικών μονάδων που υπάγονται σε αυτή και του Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», εξαιρουμένων των εποπτευόμενων από την ανωτέρω Γενική Γραμματεία Περιφερειακών Υπηρεσιών, εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, εφόσον διενεργείται κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016 (Α’ 224), απαιτείται η προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.
2. Για την έκδοση κάθε απόφασης μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων των εποπτευομένων από τη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής πολιτικής Περιφερειακών Υπηρεσιών ισχύει το άρθρο 32 του ν. 4937/2022 (Α’ 106), περί μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων καταστημάτων κράτησης και του Ιδρύματος Αγωγής Ανηλίκων Αρρένων Βόλου, σε συνδυασμό με τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 3 του ν. 4440/2016 (Α’ 224), περί έκτασης εφαρμογής.
Άρθρο 194
Οχήματα Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης Εξουσιοδοτική διάταξη Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 45 ν. 4356/2015
Στην παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 4356/2015 (Α’ 181), περί θεμάτων εξωτερικής φρουράς Καταστημάτων Κράτησης, προστίθεται τρίτο εδάφιο και η παρ. 1, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Τα οχήματα που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της υπηρεσίας εξωτερικής φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης, καθώς και οι οδηγοί αυτών, υπάγονται στις ίδιες διατάξεις που ισχύουν για τα υπηρεσιακά οχήματα της Ελληνικής Αστυνομίας και τους οδηγούς αυτών, όσον αφορά στους περιορισμούς στον κυβισμό του κινητήρα τους, τον εφοδιασμό με συσκευές περιορισμού ταχύτητας και την υποχρέωση των οδηγών αυτών για απόκτηση Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Ικανότητας. Εξαιρούνται δε, από τις γενικότερες διατάξεις που ισχύουν για τα λοιπά οχήματα του Δημοσίου και υπάγονται στην κατηγορία των οχημάτων άμεσης ανάγκης. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται ο χρωματισμός, η εν γένει σήμανση, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εξωτερική εμφάνιση των οχημάτων αυτών, κατόπιν εισήγησης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης.»
Άρθρο 195
Πληροφοριακό Σύστημα Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής
1. Το πληροφοριακό σύστημα ψηφιακής διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής, με τίτλο «Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Σωφρονιστικών Καταστημάτων» (Ο.Π.Σ. Σ.Κ.), είναι το κεντρικό πληροφοριακό σύστημα για την ηλεκτρονική καταχώρηση, αποθήκευση και εν γένει διαχείριση των δεδομένων των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
2. Το Ο.Π.Σ. Σ.Κ. διασφαλίζει την προστασία, την ακεραιότητα, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων και την ταυτοποίηση των χρηστών του.
3. Η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής εποπτεύει την παραγωγική λειτουργία, τον δικτυακό εξοπλισμό και την τεχνική υποστήριξη του κεντρικού εξοπλισμού και των χρηστών του Ο.Π.Σ. Σ.Κ..
4. Η λειτουργία του Ο.Π.Σ. Σ.Κ. διέπεται από το άρθρο 3 του ν. 4727/2020 (Α’ 184).
Άρθρο 196
Οργάνωση και λειτουργία του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ» Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 81 και παρ. 1 άρθρου 82 Σωφρονιστικού Κώδικα
1. Στην παρ. 2 του άρθρου 81 του Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999, Α’ 291) προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται, ως εξής:
«2. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης της παρ. 1, την επαγγελματική κατάρτιση, την αποκατάσταση, την οικονομική συμπαράσταση και την προετοιμασία και προώθηση της εν γένει κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων και αποφυλακιζομένων μεριμνά το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΟΔΟΣ», που συστάθηκε με το π.δ. 300/2003 (Α’ 256) και εποπτεύεται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με έδρα την Αθήνα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών καθορίζονται τα θέματα σχετικά με την οργάνωση, τη διάρθρωση, την πρόβλεψη και πλήρωση οργανικών θέσεων, τη στελέχωση, την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού, τους πόρους και τη λειτουργία του νομικού προσώπου καθώς επίσης και θέματα σχετικά με την ίδρυση, την οργάνωση, τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση των παραρτημάτων του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα «ΕΠΑΝΟΔΟΣ». Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ρυθμίζεται η οργάνωση και λειτουργία των οργάνων διοίκησής του, όπως ιδίως η συγκρότηση, η οργάνωση και η λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου, οι αρμοδιότητες και η υπηρεσιακή κατάσταση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.»
2. Η παρ. 1 του άρθρου 82 του Σωφρονιστικού Κώδικα, περί μέτρων για τους οριστικά απολυόμενους, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, δύναται να συστήνονται ξενώνες για τους οριστικά απολυόμενους, οι οποίοι υπάγονται στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου «ΕΠΑΝΟΔΟΣ». Στους ξενώνες αυτούς οι παραπάνω μπορεί να διαμένουν και να διατρέφονται για διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών από την απόλυσή τους, εφόσον στερούνται στέγης. Με την κοινή απόφαση του πρώτου εδαφίου, καθορίζονται και τα σχετικά με τη λειτουργία των ξενώνων, το προσωπικό και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’
ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 197
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζονται οι επιμέρους διαδικασίες εξόφλησης των δαπανών της παρ. 1 του άρθρου 190, ανά έτος, Σωφρονιστικό Κατάστημα, είδος παρεχόμενης εργασίας και σχέση εργασίας προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες και οι αναγκαίες διαδικασίες για την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των δαπανών της παρ. 2 του άρθρου 190.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται τεχνικά και λεπτομερειακά ζητήματα, για τη χρήση και τη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, τη σύνταξη του πίνακα της παρ. 2 του άρθρου 174, τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφάλειας των τηρούμενων στο σύστημα δεδομένων, όπως και αυτών που τηρούνται στο μητρώο επιτηρουμένων, το χρονικό διάστημα διατήρησής τους, οι κατηγορίες αυτών, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα που αφορά την εφαρμογή του Κεφαλαίου Β’ του Μέρους Δ’.
4. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται ο ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του συστήματος, οι διαλειτουργικότητες που απαιτούνται, καθώς και κάθε ειδικότερο ή λεπτομερειακό θέμα που άπτεται της εφαρμογής του άρθρου 195.
Άρθρο 198
Μεταβατικές διατάξεις
1. Οι άδειες χωρίς αποδοχές για εργασία σε θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνή οργανισμό του άρθρου 165, που έχουν ήδη χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν, μέχρι και τη λήξη τους, να διέπονται, ως προς το ζήτημα της διάρκειας, από το άρθρο 48 του ν. 4249/2014 (Α’ 73), όπως αυτό ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το άρθρο 165.
2. Οι αποσπάσεις, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 192 και είναι ενεργές για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) ετών, παύουν να ισχύουν ένα (1) μήνα μετά τη δημοσίευση του παρόντος και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι επανέρχονται υποχρεωτικά στην οργανική τους θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.
3. Εκκρεμείς διαδικασίες μετάταξης ή απόσπασης των υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 193, που διενεργούνται κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016 (Α’ 224), ολοκληρώνονται, με την προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, η οποία δύναται να χορηγηθεί έως δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος. Οι αποσπάσεις των υπαλλήλων της παρ. 1 του άρθρου 193, που έχουν πραγματοποιηθεί εκτός του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, κατά παρέκκλιση των κύκλων κινητικότητας του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας του ν. 4440/2016, εφόσον δεν χορηγηθεί η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, για τη συνέχισή τους, έως δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, παύουν να ισχύουν αυτοδικαίως και οι υπάλληλοι επανέρχονται υποχρεωτικά στην οργανική τους θέση, χωρίς άλλη διατύπωση.
Άρθρο 199
Καταργούμενες διατάξεις
1. Καταργούνται:
α) το άρθρο 4 του ν. 4205/2013 (Α’ 242), περί της ηλεκτρονικής επιτήρησης υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια,
και τα άρθρα 1 έως 6 του π.δ. 62/2014 (Α’ 105), περί των συστημάτων που χρησιμοποιούνται για την ηλεκτρονική επιτήρηση, περί του αναδόχου στον οποίο ανατίθεται η υλοποίηση, λειτουργία και συντήρηση του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, περί των ενεργειών του αναδόχου σε περίπτωση σφάλματος κατά την εφαρμογή, εγκατάσταση ή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, σε περίπτωση παραβίασης του περιοριστικού όρου του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, στην περίπτωση παρακολούθησης της κίνησης του επιτηρούμενου εκτός της κατοικίας του και σε περίπτωση υπόνοιας ότι έγιναν παρεμβάσεις ή απόπειρα καταστροφής ή αφαίρεσης του συστήματος επιτήρησης ή αλλοίωσης των συναφών με την επιτήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, περί της Τριμελούς Επιτροπής Εποπτείας του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, περί της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης και περί της διαδικασίας παροχής υπηρεσιών εγκατάστασης, λειτουργίας και συντήρησης των ηλεκτρονικών και λοιπών τεχνικών μέσων και εξοπλισμών και συστημάτων ηλεκτρονικής επιτήρησης και της δαπάνης που επιβαρύνει κάθε επιτηρούμενο πρόσωπο, αντίστοιχα,
β) η παρ. 2 του άρθρου 64 του α.ν. 2724/1940 (Α’ 449), περί του εσωτερικού κανονισμού των αναμορφωτικών καταστημάτων ανηλίκων,
γ) το άρθρο 8 του ν. 692/1977 (Α’ 260), περί των αποσπάσεων των προϊσταμένων και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης της χώρας σε άλλο κατάστημα κράτησης,
δ) η παρ. 6 του άρθρου 6 του ν. 4285/2014 (Α’ 191), περί της απόσπασης προσωπικού των καταστημάτων κράτησης και
ε) το π.δ. 342/2000 (Α’ 296), περί αύξησης του ανωτάτου ορίου του ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων λόγω εργασίας και το π.δ. 107/2001 (Α’ 97), περί ευεργετικού υπολογισμού ημερών ποινής καταδίκων και υποδίκων για εργασία ή απασχόληση σε προγράμματα ή σπουδές.
2. Από την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης του άρθρου 7 του π.δ. 62/2014 (Α’ 105), περί της πιλοτικής εφαρμογής του συστήματος ηλεκτρονικής επιτήρησης, το εν λόγω άρθρο καταργείται.
3. Από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος της παρ. 2 του άρθρου 185 καταργούνται:
α) οι περ. γ) και δ) της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4625/2019 (Α’ 139), περί ρυθμίσεων αντεγκληματικής και σωφρονιστικής πολιτικής, και οι κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικές πράξεις,
β) το άρθρο 184 του ν. 4662/2020 (Α’ 27), περί στελέχωσης των τμημάτων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Υποστήριξης της Γενικής Γραμματείας Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, και
γ) τα άρθρα 6, 7 και 8 του ν. 4760/2020 (Α’ 247), περί σύστασης Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και περί αύξησης των οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού στη Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη αντίστοιχα, και οι κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικές πράξεις.
ΜΕΡΟΣ Ε’
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΡΙΣΙΜΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ
Άρθρο 200
Σύσταση Γενικής Γραμματείας Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων
1. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συστήνεται Γενική Γραμματεία Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων, η οποία αποτελεί την Εθνική Αρχή και το Ενιαίο Σημείο Επαφής για την ανθεκτικότητα των κρίσιμων οντοτήτων και έχει ως αποστολή την επεξεργασία, εκπόνηση, παρακολούθηση, τον έλεγχο εφαρμογής και την αξιολόγηση της υλοποίησης της εθνικής πολιτικής και στρατηγικής για την προστασία και την ανθεκτικότητα των κρίσιμων οντοτήτων, τον προσδιορισμό των κρίσιμων οντοτήτων και τη διενέργεια εκτίμησης κινδύνων, τη χρήση προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών σχετικά με τα εφαρμοστέα μέτρα ασφάλειας και ανθεκτικότητας των κρίσιμων οντοτήτων, καθώς και τον συντονισμό και την καθοδήγηση όλων των εμπλεκομένων φορέων στον κύκλο προστασίας και ανθεκτικότητας των κρίσιμων οντοτήτων.
2. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών ρυθμίζονται τα θέματα της έδρας, διάρθρωσης, οργάνωσης και στελέχωσης της Γενικής Γραμματείας Προστασίας Κρίσιμων Οντοτήτων, του καθορισμού των αρμοδιοτήτων των Υπηρεσιών και των οργάνων αυτής, καθώς και σε κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Γενικής Γραμματείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΛΟΙΠΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 201
Απόδοση εσόδων εγκλημάτων αρμοδιότητας Δ.Α.Ο.Ε.
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 45 του ν. 4139/2013, περί εξαρτησιογόνων ουσιών (Α’ 74), τα έσοδα από την εκτέλεση χρηματικών ποινών ή ποινών στερητικών της ελευθερίας που έχουν μετατραπεί σε χρηματικές, καθώς και τα προερχόμενα από δήμευση ή κατάπτωση εγγυοδοσίας, χρηματικά ποσά, που εμπίπτουν σε εγκλήματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (Δ.Α.Ο.Ε.), όπως αυτή ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος, εισάγονται στον Προϋπολογισμό του Κράτους, σε ιδιαίτερο κωδικό αριθμό εσόδου και ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και πάντως ποσό όχι μεγαλύτερο των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ αποδίδεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Από το ποσό που αποδίδεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) επιμερίζεται στη Δ.Α.Ο.Ε. για την ενίσχυση της επιχειρησιακής της ικανότητας, την αναβάθμιση και συντήρηση των υλικοτεχνικών υποδομών της, την εκπαίδευση του προσωπικού της, την ανάπτυξη τεχνολογικών μέσων και νέων τεχνικών για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και την υποστήριξη των δράσεων αντιμετώπισης των εξελισσόμενων μεθόδων του οργανωμένου εγκλήματος και ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) σε λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας για την κάλυψη των λειτουργικών και επιχειρησιακών αναγκών τους, σύμφωνα με την παρ. 2.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται η διαδικασία απόδοσης των χρηματικών ποσών της παρ. 1, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις διάθεσης των ποσών στις λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας,η συγκρότηση, η σύνθεση και η λειτουργία ειδικής επιτροπής για την έγκριση της διάθεσης των ποσών αυτών για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1 και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
3. Ο Διευθυντής της Δ.Α.Ο.Ε. και οι Προϊστάμενοι των λοιπών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας υποβάλλουν αιτιολογημένο αίτημα για τη διάθεση των αναγκαίων ποσών, για την επίτευξη των σκοπών της παρ. 1, στον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος εισηγείται την έγκριση στην ειδική επιτροπή της παρ. 2.
4. Η Δ.Α.Ο.Ε. και οι λοιπές Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας υποβάλλουν εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους, αναλυτική έκθεση στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη για τη χρήση των ποσών που τους αποδόθηκαν κατά το προηγούμενο έτος.
5. Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 καταλαμβάνουν και τις υποθέσεις που αφορούν σε εγκλήματα αρμοδιότητας της Δ.Α.Ο.Ε. που εκκρεμούν σε οποιοδήποτε δικονομικό στάδιο, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 202
Τοποθέτηση Ειδικών Φρουρών στα Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 7 π.δ. 211/2005
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 211/2005 (Α’ 254), περί τοποθετήσεων ειδικών φρουρών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) οι λέξεις «Επιχειρήσεων και Προστασίας Μαρτύρων της Διεύθυνσης Ασφάλειας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων», β) προστίθενται οι λέξεις «, Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι Ειδικοί Φρουροί τοποθετούνται σε Υπηρεσίες της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και συγκεκριμένα σε αυτές των Διευθύνσεων Άμεσης Δράσης και Μεταγωγών Δικαστηρίων, στην Υποδιεύθυνση Ειδικών Επιχειρησιακών Δράσεων της Διεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Αττικής, στην Υποδιεύθυνση Περιπολιών της Διεύθυνσης Αστυνομίας Αθηνών και σε Αστυνομικά Τμήματα, Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων και Τμήματα Αστυνομικών Επιχειρήσεων αρμοδιότητας της ως άνω Γενικής Διεύθυνσης. Οι τοποθετήσεις γίνονται με τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων.»
Άρθρο 203
Εμπορία πυροτεχνημάτων Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 4 ν. 456/1976
1. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 456/1976 (Α’ 277), περί εμπορίας φωτοβολίδων, βεγγαλικών και πυροτεχνικών παιδικών αθυρμάτων, οι λέξεις «επί εν έτος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «επί πέντε (5) έτη» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Η εμπορία φωτοβολίδων, βεγγαλικών και πυροτεχνικών παιδικών αθυρμάτων επιτρέπεται κατόπιν αδείας της κατά τόπον αρμοδίας αστυνομικής αρχής, τηρουμένων των εις τας επομένας παραγράφους όρων. Η άδεια αύτη ισχύει επί πέντε (5) έτη. Η εμπορία κροτίδων απαγορεύεται.»
2. Οι άδειες της παρ. 1, που τελούν σε ισχύ κατά τη δημοσίευση του παρόντος, παρατείνονται μέχρι τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσής τους.
Άρθρο 204
Αναγνώριση χρόνου μετοχικής σχέσης στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού Τροποποίηση περ. β’ παρ. 2 άρθρου 1 ν. 2913/2001
1. Στην περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2913/2001 (Α’ 102), περί των κρατήσεων για την αναγνώριση των ετών σπουδών ως χρόνου μετοχικής σχέσης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο δεύτερο εδάφιο: αα) μετά τη λέξη «Δυνάμεων» προστίθενται οι λέξεις «και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές», αβ) μετά τις λέξεις «σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη, κατά τον χρόνο καταβολής της,», προστίθεται η λέξη «νόμιμη», αγ) οι λέξεις «ή Λοχία» αντικαθίστανται από τις λέξεις «(και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου)», αδ) μετά τις λέξεις «και καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης» προστίθενται οι λέξεις «έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης», β) στο τρίτο εδάφιο: βα) μετά τις λέξεις «ή υπαξιωματικού» προστίθενται οι λέξεις «(ή αντίστοιχου)», ββ) οι λέξεις «στο Μ.Τ.Σ.» αντικαθίστανται από τις λέξεις «και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές με τα Ταμεία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας» και η περ. β’ διαμορφώνεται ως εξής:
«β. Για εκείνους που καθίστανται μέτοχοι του Μ.Τ.Σ. μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού πρόσθετη μηνιαία κράτηση σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη νόμιμη υπέρ του Ταμείου κράτηση επί των, κατά τον χρόνο καταβολής, λαμβανομένων αποδοχών και για χρονικό διάστημα τόσο όσο και ο αναγνωριζόμενος χρόνος υπηρεσίας. Ειδικά, για τους εξερχόμενους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς από παραγωγικές στρατιωτικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές, η πρόσθετη μηνιαία κράτηση για την αναγνώριση των ετών σπουδών τους ως χρόνο μετοχικής σχέσης γίνεται, αμέσως μετά την έξοδό τους από αυτές, σε ποσοστό ίσο με την προβλεπόμενη, κατά τον χρόνο καταβολής της, νόμιμη υπέρ του Ταμείου κράτηση επί του αντίστοιχου εισαγωγικού Μισθολογικού Κλιμακίου κατάταξης Ανθυπολοχαγού (και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου), κατά περίπτωση, και καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης. Σε περίπτωση παραίτησης ή αποστρατείας του αξιωματικού ή υπαξιωματικού (ή αντίστοιχου) και εφόσον δεν έχει καταβληθεί το σύνολο των κρατήσεων, οι οποίες αφορούν στην αναγνώριση μετοχικής σχέσης των εξερχομένων από τις στρατιωτικές παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και από παραγωγικές αστυνομικές σχολές με τα Ταμεία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, καταβάλλεται εφάπαξ το υπόλοιπο του συνόλου των αναλογουσών προβλεπόμενων κρατήσεων.»
2. Για τους Υπαστυνόμους Β’ και Αστυφύλακες, που έχουν εξέλθει από τις σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας, για τους οποίους έχει ήδη εκκινήσει η διενέργεια κρατήσεων για την αναγνώριση των ετών σπουδών τους ως χρόνου μετοχικής σχέσης, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος, πραγματοποιείται εκ νέου υπολογισμός. Το νέο ποσό της κράτησης ισούται με το γινόμενο που προκύπτει από το ισχύον υπέρ Μετοχικού Ταμείου Στρατού (Μ.Τ.Σ.) ποσοστό κράτησης επί του αντίστοιχου εισαγωγικού Μισθολογικού Κλιμακίου κατάταξης Ανθυπολοχαγού (και αντίστοιχου) ή Λοχία (και αντίστοιχου), κατά περίπτωση, από το οποίο αφαιρείται το ποσό που έχει ήδη παρακρατηθεί για το Μ.Τ.Σ. και το οποίο δεν επιστρέφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Η παρακράτηση του υπολειπόμενου ποσού για την αναγνώριση των ετών σπουδών ως χρόνου μετοχικής σχέσης υλοποιείται καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου μετοχικής σχέσης έως τη συμπλήρωση του προβλεπόμενου χρόνου μετοχικής σχέσης.
Άρθρο 205
Ευνοϊκά μέτρα Τροποποίηση άρθρου 187Γ Ποινικού Κώδικα
Στο άρθρο 187Γ του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί ευνοϊκών μέτρων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή στην πλήρη εξιχνίαση εγκλήματος της οργάνωσης που τελέστηκε από άλλον», αβ) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 43 παρ. 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 43», αγ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, β) στην παρ. 2, στο δεύτερο εδάφιο, προστίθενται οι λέξεις «ή την πλήρη εξιχνίαση του ιδίου ή άλλου εγκλήματός της», γ) προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 187Γ διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 187Γ Ευνοϊκά μέτρα
1. Αν κάποιος από τους υπαιτίους των πράξεων των παρ. 1 έως 3 του άρθρου 187 ή των παραγράφων 2 έως 4 του άρθρου 187Α καταστήσει δυνατή με αναγγελία στην αρχή την πρόληψη της διάπραξης ενός από τα σχεδιαζόμενα εγκλήματα, ή με τον ίδιο τρόπο συμβάλλει ουσιωδώς στην εξάρθρωση της οργάνωσης ή στην πλήρη εξιχνίαση εγκλήματος της οργάνωσης που τελέστηκε από άλλον, απαλλάσσεται από την ποινή για τις πράξεις αυτές. Αν δεν έχει ακόμη ασκηθεί ποινική δίωξη, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών με αιτιολογημένη διάταξή του απέχει από την άσκησή της και υποβάλλει τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η ως άνω διάταξη μαζί με τη σύμφωνη γνώμη κοινοποιείται στον Εισαγγελέα, που εποπτεύει τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας, για την ενημέρωσή του.
2. Αν στην περίπτωση της παρ. 1 ο υπαίτιος έχει τελέσει κάποιο από τα επιδιωκόμενα εγκλήματα ή έχει τελέσει κάποιο από τα εγκλήματα της παρ. 1 του άρθρου 187Α, το δικαστήριο του επιβάλλει μειωμένη ποινή (άρθρο 83). Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή αυτής της ποινής, εκτιμώντας ιδίως την έκταση της συμμετοχής του υπαιτίου στην οργάνωση και τον βαθμό της συμβολής του στην εξάρθρωσή της ή την πλήρη εξιχνίαση του ιδίου ή άλλου εγκλήματός της.
3. Για όποιον καταγγέλλει αξιόποινες πράξεις που τελέστηκαν σε βάρος του από εγκληματική οργάνωση, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί, εφόσον η καταγγελία πιθανολογείται βάσιμη, ύστερα από έγκριση του εισαγγελέα εφετών, να απόσχει προσωρινά από την ποινική δίωξη για παραβάσεις του νόμου περί αλλοδαπών και περί εκδιδομένων με αμοιβή προσώπων, ώσπου να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Αν η κατηγορία αποδειχθεί βάσιμη, η αποχή από την ποινική δίωξη γίνεται οριστική.
4. Η απέλαση αλλοδαπών που βρίσκονται παράνομα στη χώρα και καταγγέλλουν αξιόποινες πράξεις που τελέσθηκαν από εγκληματική ή τρομοκρατική οργάνωση αναστέλλεται μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της απέλασης χορηγείται στους αλλοδαπούς άδεια παραμονής κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία περί αλλοδαπών.
5. Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, αν ο υπαίτιος πλημμελήματος ή κακουργήματος που τιμωρείται με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης πλην εκείνων που προβλέπονται στις διατάξεις του 19ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του Ποινικού Κώδικα, πριν από την αμετάκλητη καταδίκη του και με δική του πρωτοβουλία συντελέσει ουσιωδώς, με την παροχή πληροφοριών, στην εξάρθρωση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή την πλήρη εξιχνίαση κακουργήματος των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή την πλήρη εξιχνίαση εγκλήματός της ή οποιουδήποτε άλλου κακουργήματος, ή την ανακάλυψη και σύλληψη δράστη τους, το δικαστήριο του επιβάλλει μειωμένη ποινή (άρθρο 83) εφόσον η βαρύτητα της πράξης του και ο βαθμός ενοχής του είναι προδήλως υποδεέστερα σε σύγκριση με τη βαρύτητα των πράξεων και τον βαθμό ενοχής των δραστών, που αφορούσαν οι πληροφορίες. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αν η πράξη του υπαιτίου αφορά πλημμέλημα, το δικαστήριο μπορεί να τον απαλλάξει από τη ποινή. Επιπλέον, μπορεί να διατάξει τη μερική ή την πλήρη αναστολή της ποινής φυλάκισης, που του επιβλήθηκε, ή την έκτισή της στην κατοικία του ή τη μετατροπή της σε χρηματική ή σε κοινωφελή εργασία, ανεξάρτητα από τη συνδρομή των όρων που προβλέπονται στα άρθρα 82Α, 99, 104Α και 105. Αν οι ανωτέρω όροι συντρέξουν μετά την αμετάκλητη καταδίκη του υπαιτίου, το αρμόδιο συμβούλιο μπορεί να διατάξει την απόλυσή του από τις φυλακές υπό όρο, ανεξάρτητα από τη συνδρομή των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 105Β.
6. Αν για την εξάρθρωση εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης ή την πλήρη εξιχνίαση κακουργήματος των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα, ή την πλήρη εξιχνίαση εγκλήματός της ή οιουδήποτε άλλου κακουργήματος, ή την ανακάλυψη και σύλληψη δράστη τους, είναι αναγκαία η προσωρινή αποφυλάκιση του ανωτέρω υπαιτίου, το αρμόδιο Συμβούλιο μπορεί, ύστερα από κατά περίπτωση αίτηση της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος ή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας και πρόταση του οικείου Εισαγγελέα, να διατάξει την προσωρινή, για ορισμένο χρόνο απόλυσή του από τη φυλακή, εφόσον τούτη κρίνεται αναγκαία για την επαλήθευση της πληροφορίας. Μετά την πάροδο του ορισθέντος χρόνου συνεχίζεται η φυλάκιση του υπαιτίου.
7. Για την αναγγελία που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 και την παροχή πληροφοριών που ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 187Γ, συντάσσεται έκθεση από ανακριτικούς υπαλλήλους της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος ή της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά περίπτωση, η οποία υπογράφεται από τον δηλούντα και υποβάλλεται στον Εισαγγελέα που εποπτεύει την εν λόγω διεύθυνση, ο οποίος την τηρεί σε ειδικό, απόρρητο αρχείο και αναθέτει στην αρμόδια διεύθυνση τη διακρίβωση της βασιμότητας των ισχυρισμών του. Η αναφορά της διεύθυνσης με τα αποτελέσματα της έρευνας συσχετίζεται με την έκθεση και υποβάλλονται μαζί στο Δικαστήριο, που δικάζει το κακούργημα ή το πλημμέλημα εκείνου που παρείχε τις πληροφορίες, κατόπιν αιτήσεώς του. Το δικάζον Δικαστήριο λαμβάνει γνώση των ανωτέρω εγγράφων και συνεδριάζει σε Συμβούλιο προκειμένου να αποφανθεί για τη χορήγηση ή μη των ανωτέρω ευεργετημάτων. Στην αιτιολογία της απόφασης γίνεται μνεία μόνο του διαβιβαστικού εγγράφου του ως άνω Εισαγγελέα και της νομικής βάσης της χορήγησης ή μη του ευεργετήματος χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά.»
Άρθρο 206
Μισθώσεις ακινήτων Δημοσίου Τροποποίηση περ. β) παρ. 2 άρθρου 3 και άρθρου 4 ν. 3130/2003
1. Στην περ. β) της παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3130/2003 (Α’ 76), περί τρόπων διενέργειας μισθώσεων για τη στέγαση των δημοσίων υπηρεσιών, μετά τη φράση «εποπτεύεται από το Δημόσιο» προστίθενται οι λέξεις «ή της Τράπεζας της Ελλάδος» και η περ. β) διαμορφώνεται ως εξής:
«β) το προς μίσθωση ακίνητο είναι ιδιοκτησίας νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, δημόσιας επιχείρησης και οργανισμού (Δ.Ε.Κ.Ο.), ανώνυμης εταιρείας, της οποίας η πλειοψηφία των μετοχών ανήκει στο Δημόσιο, ή εθνικού κληροδοτήματος που εποπτεύεται από το Δημόσιο, ή της Τράπεζας της Ελλάδος, ή».
2. Στο άρθρο 4 του ν. 3130/2003, περί διάρκειας των ανωτέρω μισθώσεων, προστίθεται η παραπομπή «β),», και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 4 Διάρκεια μισθώσεων
Η διάρκεια των μισθώσεων ακινήτων που συνάπτει το Δημόσιο για τη στέγαση και την κάλυψη λειτουργικών αναγκών των Δημοσίων Υπηρεσιών είναι δώδεκα (12) έτη, με εξαίρεση τις περιπτώσεις α), β), γ), ε), στ) και η) της παρ. 2 του άρθρου 3. Στις περιπτώσεις μίσθωσης καταλυμάτων ενισχυτικών δυνάμεων αρμοδιότητας Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη η διάρκεια της μίσθωσης μπορεί να είναι μέχρι δώδεκα (12) έτη.»
Άρθρο 207
Παράταση προθεσμιών αδειών διαμονής για προσωρινή απασχόληση στην αγροτική οικονομία και πράξεων παραχώρησης ακινήτων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου
1. Η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων των παραγράφων 1 και 1α του άρθρου δέκατου έκτου του ν. 4783/2021 (Α’ 38), περί διαδικασίας προσωρινής απασχόλησης πολιτών τρίτων χωρών στην αγροτική οικονομία, παρατείνεται από τη λήξη της έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2025.
2. Η προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 153 του ν. 4887/2022 (Α’ 16), περί των πράξεων παραχώρησης ακινήτων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α’ και β’ βαθμού και άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στα οποία έχουν εγκατασταθεί και λειτουργούν δομές της παρ. 4 του άρθρου 8 και του άρθρου 10 του ν. 4375/2016 (Α’ 51), παρατείνεται από τη λήξη της έως την 31η Δεκεμβρίου 2025.
Άρθρο 208
Άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1» και «Δ.2») Προσθήκη άρθρου 169Α και παραγράφων 70 και 71 στο άρθρο 176 Κώδικα Μετανάστευσης
1. Στον Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, Α’ 81), μετά από το άρθρο 169, προστίθεται άρθρο 169A ως εξής:
«Άρθρο 169Α Άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1» και «Δ.2»)
1. Σε υπηρετούντες σε διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές υπαλλήλους που απολαύουν, αντιστοίχως, του νομικού καθεστώτος της σύμβασης της Βιέννης του 1961 περί των διπλωματικών σχέσεων, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ. 503/1970 (Α’ 108), και της σύμβασης της Βιέννης του 1963 για τις προξενικές σχέσεις, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 90/1975 (Α’ 150), καθώς και σε ανακοινωθέντες στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλους διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, χορηγείται άδεια διαμονής τύπου «Δ.1». Η άδεια χορηγείται με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών με δυνατότητα ανανέωσης ανά διετία. Αν το ταξιδιωτικό έγγραφο του αιτούντος λήγει νωρίτερα, η διάρκεια της άδειας διαμονής προσαρμόζεται αναλόγως στη διάρκεια ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου.
2. Στα μέλη της οικογένειας που συνοδεύουν τους παραπάνω υπαλλήλους χορηγείται άδεια διαμονής τύπου «Δ.2», με απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών, η οποία λήγει ταυτόχρονα με την άδεια διαμονής του υπαλλήλου. Η άδεια διαμονής τύπου «Δ.2» παρέχει δικαίωμα πρόσβασης σε εξαρτημένη εργασία, σε υπηρεσίες ή έργο ή σε ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, εφόσον το δικαίωμα παρέχεται με βάση αντίστοιχες συμφωνίες στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος.
3. Ως μέλη οικογένειας για τις ανάγκες της παρ. 2 νοούνται: (α) ο έτερος των συζύγων ή των καταχωρημένων συντρόφων, εφόσον έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του, καθώς και τα άγαμα, κοινά τέκνα τους, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που έχουν νομίμως υιοθετηθεί, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό τρίτο (23ο) έτος της ηλικίας τους, (β) τα λοιπά άγαμα τέκνα του υπαλλήλου ή του ετέρου των συζύγων ή των καταχωρημένων συντρόφων, συμπεριλαμβανομένων των τέκνων που έχουν, νομίμως, υιοθετηθεί, εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό τρίτο (23ο) έτος της ηλικίας τους, και η άσκηση της επιμέλειας έχει νομίμως ανατεθεί για μεν τα τέκνα του συντηρούντος σε αυτόν, για δε τα τέκνα του ετέρου συζύγου/καταχωρημένου συντρόφου στον σύζυγο/καταχωρημένο σύντροφο αυτού και (γ) τα λοιπά τέκνα του υπαλλήλου ή του συζύγου ή του καταχωρημένου συντρόφου, τα οποία, ανεξαρτήτως ηλικίας, έχουν αποδεδειγμένη αναπηρία, η οποία δεν τους επιτρέπει να διαμένουν στην Ελλάδα χωρίς την υποστήριξη των γονέων τους.
4. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2, στην περίπτωση που φέρουν την ιδιότητα του πολίτη τρίτης χώρας, έχουν τη δυνατότητα κατά τη λήξη της άδειας διαμονής των παραγράφων 1 ή 2, να υποβάλουν αίτηση για να υπαχθούν στο άρθρο 12 χωρίς να αναχωρήσουν από τη χώρα και να επανέλθουν, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ρυθμίσεων περί της δυνατότητας μεταβολής κατηγορίας άδειας διαμονής.
5. Οι άδειες διαμονής των παραγράφων 1 και 2 εκδίδονται ατελώς από τη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Οι δαπάνες εκτύπωσης των αδειών διαμονής των παραγράφων 1 και 2 βαρύνουν το Υπουργείο Εξωτερικών.»
2. Στο άρθρο 176 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των εξουσιοδοτικών διατάξεων αυτού, προστίθενται παραγράφων 70 και 71 ως εξής:
«70. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη και Μετανάστευσης και Ασύλου καθορίζονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες, που περιλαμβάνονται στην άδεια διαμονής του άρθρου 169Α και προσδιορίζονται τα στοιχεία, οι ενδείξεις και οι πληροφορίες προς εθνική χρήση που συμπεριλαμβάνονται στις παραπάνω άδειες διαμονής.
71. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Μετανάστευσης και Ασύλου δύναται να ανατεθεί και σε δημόσιο φορέα η εκτύπωση των τίτλων διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, οι οποίοι εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 169Α από τη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζονται οι προδιαγραφές ασφάλειας των ως άνω εντύπων, καθώς και θέματα σχετικά με την προμήθεια των εντύπων και του λοιπού αναγκαίου υλικού, τη διαδικασία εκτύπωσης, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
Άρθρο 209
Είσοδος και διαμονή υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στην Ελλάδα Τροποποίηση περ. η’ παρ. 3 άρθρου 3, άρθρου 9 και παρ. 2 άρθρου 163 Κώδικα Μετανάστευσης
1. Η περ. η’ της παρ. 3 του άρθρου 3 του Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023, A’ 81), περί του πεδίου εφαρμογής αυτού, αντικαθίσταται ως εξής:
«η. στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε διπλωματικές αποστολές και προξενικές αρχές και απολαύουν, αντιστοίχως, του νομικού καθεστώτος της Σύμβασης της Βιέννης, περί των διπλωματικών σχέσεων του 1961, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 503/1970 (Α’ 108), και της σύμβασης της Βιέννης, περί των προξενικών σχέσεων του 1963, η οποία κυρώθηκε με τον ν. 90/1975 (Α’ 150), καθώς και σε ανακοινωθέντες στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλους διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους που τους συνοδεύουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 169Α.»
2. Η υποπερ. θβ) της περ. θ) του άρθρου 9 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των κατηγοριών αδειών διαμονής, αντικαθίσταται ως εξής:
«θβ. άδειες διαμονής: (i) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (ii) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών προξενικών αρχών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (iii) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, καθώς και (iv) μελών οικογένειας, ανιόντων πρώτου βαθμού συγγένειας, υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας (άδεια διαμονής τύπου «Ι.2»),».
3. Στην περ. ι) του άρθρου 9 του Κώδικα Μετανάστευσης προστίθεται υποπερ. ιγ’ ως εξής:
«ιγ. άδεια διαμονής υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών και προξενικών αρχών, και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, και μελών της οικογένειάς τους,
ιγα. άδεια διαμονής υπαλλήλων (άδεια διαμονής τύπου «Δ.1»),
ιγβ. άδεια διαμονής μελών οικογένειας (άδεια διαμονής τύπου «Δ.2»).»
4. Η παρ. 2 του άρθρου 163 του Κώδικα Μετανάστευσης, περί των λοιπών λόγων χορήγησης άδειας διαμονής-αδειών διαμονής τύπου Ι, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Άδειες διαμονής: (α) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (β) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών προξενικών αρχών, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, (γ) ενηλίκων, άνω των είκοσι τριών (23) ετών, άγαμων τέκνων, ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, εφόσον συγκατοικούν με τους γονείς τους που υπηρετούν στην Ελλάδα, καθώς και (δ) μελών οικογένειας, ανιόντων πρώτου βαθμού συγγένειας, υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, κατά τα ανωτέρω (άδεια διαμονής τύπου «Ι.2»). Η άδεια διαμονής χορηγείται με απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης για χρονικό διάστημα ίσο με τον χρόνο υπηρεσίας των προσώπων αυτών και παρέχει δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας, εφόσον το δικαίωμα παρέχεται με βάση αντίστοιχες συμφωνίες στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία είναι συμβαλλόμενο μέρος. Για τη ρύθμιση του καθεστώτος διαμονής των άγαμων τέκνων υπαλλήλων, μελών διπλωματικών αποστολών, μελών προξενικών αρχών και ανακοινωθέντων στις αρμόδιες ελληνικές αρχές υπαλλήλων διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών, στο μέτρο που το νομικό τους καθεστώς διέπεται από τις οικείες διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και τυχόν συμφωνίας έδρας, τα οποία τέκνα έχουν αποδεδειγμένη αναπηρία, η οποία δεν τους επιτρέπει να διαμένουν χωρίς την υποστήριξη των γονέων τους, ανεξαρτήτως ηλικίας των τέκνων αυτών, εφαρμόζεται το άρθρο 169Α.»
Άρθρο 210
Προσόντα και κωλύματα πρόσληψης υποψηφίων πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης Τροποποίηση παρ. 1 και 2 άρθρου 1 π.δ. 36/2019
Στο άρθρο 1 του π.δ. 36/2019 (Α’ 62), περί προσόντων και κωλυμάτων πρόσληψης υποψηφίων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1: αα) στο πρώτο εδάφιο οι λέξεις «1η Μαΐου έως και 31η Οκτωβρίου», αντικαθίστανται από τις λέξεις «1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου», αβ) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, β) στο πρώτο εδάφιο της περ. β της παρ. 2, οι λέξεις «το 45ο έτος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το πεντηκοστό (50ό) έτος», και οι παράγραφοι 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:
«1. Για την κάλυψη παροδικής φύσης αναγκών στο Πυροσβεστικό Σώμα προσλαμβάνονται, κατ’ έτος, για το χρονικό διάστημα από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου, πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου με δυνατότητα επαναπρόσληψης έως πέντε συνεχείς αντιπυρικές περιόδους. Ο αριθμός των προσλαμβανόμενων καθορίζεται, κατ’ έτος, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων.
2. Οι υποψήφιοι που επιθυμούν να προσληφθούν πρέπει να έχουν τα ακόλουθα προσόντα και προϋποθέσεις κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας της υποβολής της αίτησης συμμετοχής στη διαδικασία πρόσληψης και κατά την πρόσληψή τους, εκτός του ορίου ηλικίας που πρέπει να έχουν κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της αίτησης:
α. Να είναι Έλληνες πολίτες. β. Να μην έχουν υπερβεί οι υποψήφιοι της Κατηγορίας Α’ το 40ό έτος της ηλικίας τους και οι υποψήφιοι της Κατηγορίας Β’ το πεντηκοστό (50ό) έτος, αντίστοιχα, κατά τον χρόνο προκήρυξης του διαγωνισμού. Για τον υπολογισμό της ηλικίας όλων των υποψηφίων ως ημερομηνία γέννησης λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης.
γ. Να είναι κάτοχοι τίτλου σπουδών (απολυτήριο ή πτυχίο) οποιουδήποτε τύπου Λυκείου.
δ. Να έχουν εκπληρώσει οι άνδρες τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν απαλλαγεί νόμιμα από αυτές και να μην έχουν εκπέσει από στρατιωτικό βαθμό, αποβληθεί ή απολυθεί από τις Ένοπλες Δυνάμεις, τα Σώματα Ασφαλείας και Δημόσια Υπηρεσία για λόγους πειθαρχικούς ή υγείας.
ε. Να έχουν υπακοή στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία.
στ. Να έχουν σωματική και ψυχική υγεία, σύμφωνα με τα ισχύοντα για την κατάταξη των μονίμων πυροσβεστών.»
Άρθρο 211
Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης Προσθήκη παρ. 20Α στο άρθρο 15 του ν. 3938/2011
Στο άρθρο 15 του ν. 3938/2011 (Α’ 61), περί Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης, προστίθεται παρ. 20Α ως εξής:
«20Α. Η παρ. 20 εφαρμόζεται αναλόγως στους προσληφθέντες Πυροσβέστες Πενταετούς Υποχρέωσης (Π.Π.Υ.), οι οποίοι συμπληρώνουν πενταετή θητεία τη 12η Απριλίου 2025 και την 3η Ιανουαρίου 2026. Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 20 απονέμεται ομοίως στους Π.Π.Υ. οι οποίοι κρίνονται επιτυχώς από τα αρμόδια Συμβούλια προκειμένου να ενταχθούν στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό, σύμφωνα με την παρ. 8, ο βαθμός του πυροσβέστη, για όλες τις συνέπειες σε σχέση με την επετηρίδα και τις βαθμολογικές προαγωγές, με ισχύ από την 1η Φεβρουαρίου 2026 και την 1η Φεβρουαρίου 2027 αντίστοιχα.»
Άρθρο 212
Πρόσληψη προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα Τροποποίηση παρ. 1, προσθήκη παρ. 1Α, κατάργηση παρ. 2 άρθρου 6 ν. 3103/2003
Στο άρθρο 6 του ν. 3103/2003 (Α’ 23), περί πρόσληψης προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, i) οι λέξεις «κατόπιν έγκρισης της Επιτροπής της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων», ii) οι λέξεις «από 1ης Μαΐου έως 31 Οκτωβρίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου», iii) οι λέξεις «με την επιφύλαξη της παρ. 2» διαγράφονται, αβ) στο δεύτερο εδάφιο οι λέξεις «έξι (6) μήνες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οκτώ (8) μήνες», αγ) προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, β) προστίθεται παρ. 1Α, γ) η παρ. 2 καταργείται, δ) στην παρ. 3, δα) οι λέξεις «τις παρ. 1 και 2» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την παρ. 1», δβ) στο τέλος της παρ. 3 οι λέξεις «της παρ. 2» διαγράφονται, ε) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4, εα) οι λέξεις «ως άνω» διαγράφονται, εβ) μετά από τη λέξη «δελτίου» προστίθενται οι λέξεις «βεβαίωσης καλής κατάστασης υγείας», και το άρθρο 6 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 6 Πρόσληψη προσωπικού εποχικής απασχόλησης στο Πυροσβεστικό Σώμα
1. Για την κάλυψη παροδικής φύσης αναγκών του Πυροσβεστικού Σώματος (Π.Σ.) επιτρέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α’ 133,) για τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων να προσλαμβάνονται, κατ’ έτος, για το χρονικό διάστημα από 1ης Απριλίου έως και 30 Νοεμβρίου, πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου, με δυνατότητα επαναπρόσληψης έως πέντε (5) συνεχείς αντιπυρικές περιόδους. Η διάρκεια της απασχόλησής τους δεν μπορεί να ξεπερνά τους οκτώ (8) μήνες ετησίως. Ειδικά για το έτος 2025, οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης προσλαμβάνονται για το χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου έως και 31 Δεκεμβρίου. Οι ανάγκες αυτές πιστοποιούνται με πράξη του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, η οποία εκδίδεται τον Ιανουάριο κάθε έτους. Τα κριτήρια τα οποία ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις και τη φύση του πυροσβεστικού έργου και η αξιολόγησή τους, τα ειδικότερα προσόντα των υποψηφίων, η διαδικασία πρόσληψης και απόλυσής τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και Εσωτερικών.
1Α. Όπου σε διάταξη νόμου ή κανονιστική πράξη, με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων για συγκεκριμένα έτη, αναφέρεται ως χρονικό διάστημα πρόσληψης των πυροσβεστών εποχικής απασχόλησης το διάστημα από την 1η Μαΐου έως και τις 31 Οκτωβρίου, νοείται το χρονικό διάστημα από την 1η Απριλίου έως και τις 30 Νοεμβρίου.
2. Καταργείται.
3. Στους πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης που έχουν προσληφθεί στο Πυροσβεστικό Σώμα, σύμφωνα με την παρ. 1, δύναται, σε περίπτωση που έχουν τραυματιστεί αποδεδειγμένα κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας και εξαιτίας αυτής, να τους ανατίθενται με απόφαση του Διοικητή της οικείας Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Νομού (ΔΙ.Π.Υ.Ν.), ύστερα από γνωμοδότηση της επιτροπής αναρρωτικών αδειών του νομού, καθήκοντα Τηλεφωνητή και Πυροφύλακα, εφόσον η κατάσταση της υγείας τους το επιτρέπει, ενώ απαλλάσσονται της υποχρέωσης προσκόμισης του υγειονομικού δελτίου βεβαίωσης της καλής κατάστασης της υγείας τους.
4. Οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης της παρ. 3 δεν κωλύονται να συμμετέχουν σε μελλοντικό διαγωνισμό του Πυροσβεστικού Σώματος εξαιτίας της πάθησής τους. Στην περίπτωση αυτήν εξαιρούνται της υποχρέωσης προσκόμισης του υγειονομικού δελτίου βεβαίωσης καλής κατάστασης υγείας και προσλαμβάνονται για την άσκηση καθηκόντων Τηλεφωνητή και Πυροφύλακα, αντίστοιχα με την κατάσταση της υγείας τους.»
Άρθρο 213
Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων Τροποποίηση παρ. 2, 4, 7, 10, προσθήκη παρ. 3Β και 13 στο άρθρο 38 του ν. 4892/2022
Στο άρθρο 38 του ν. 4892/2022 (Α’ 28), περί Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 2 προστίθενται υποπερ. ιζ’ έως κ’, β) προστίθεται παρ. 3Β, γ) στην περ. γ) της παρ. 4, οι λέξεις «των πυροσβεστών» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κατά τις οποίες ο υποψήφιος είχε την ιδιότητα του πυροσβέστη», δ) στην παρ. 7: δα) στο πρώτο εδάφιο: i) οι λέξεις «τρεις (3) τουλάχιστον μήνες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έξι (6) τουλάχιστον μήνες», ii) οι λέξεις «Κατώτερο Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσεως», δβ) στο δεύτερο εδάφιο: i) οι λέξεις «Κατώτερου Συμβουλίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Πρωτοβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως», ii) οι λέξεις «Ανώτερου Συμβουλίου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως», ε) στην παρ. 10, εα) στο τέλος του δεύτερου εδαφίου μετά από τη λέξη «προσωπικό» προστίθενται οι λέξεις «με εξαίρεση τις διατάξεις περί μεταθέσεων, οι οποίες ισχύουν αναλόγως και για αυτούς μετά τη μονιμοποίησή τους», εβ) προστίθεται τρίτο εδάφιο, στ) προστίθεται παρ. 13, και το άρθρο 38 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 38 Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων
1. Συνιστώνται Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων (Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) ως ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος. Οι Ε.ΜΟ.Δ.Ε. υπάγονται επιχειρησιακά στους κατά τόπους Συντονιστές Επιχειρήσεων Πυροσβεστικού Σώματος και έχουν ως αποστολή: α. τη συνδρομή στην εκτέλεση έργων δασοπροστασίας έναντι κινδύνου εκδήλωσης πυρκαγιάς, β. την υποστήριξη κατά τη διενέργεια των επιχειρήσεων κατάσβεσης, μέσω εξειδικευμένων πεζοπόρων και αερομεταφερόμενων τμημάτων και χρήσης ειδικών μηχανοκίνητων μέσων και μηχανημάτων έργου, γ. τη συνδρομή στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση των συνεπειών από φυσικές, τεχνολογικές και λοιπές καταστροφές και δ. τη συνδρομή σε αστικά συμβάντα έπειτα από κατάλληλη εκπαίδευση.
1A. Για τις αντιπυρικές περιόδους 2024 και 2025, οι Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων, πέραν των καθηκόντων της παρ. 1, επιτελούν το έργο των πεζοπόρων και αερομεταφερόμενων τμημάτων του Πυροσβεστικού Σώματος.
2. Οι Ειδικές Μονάδες Δασικών Επιχειρήσεων (Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) διαρθρώνονται ως εξής:
α. 1η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (1η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Ελευσίνα Αττικής.
β. 2η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (2η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
γ. 3η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (3η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα το Ηράκλειο Κρήτης.
δ. 4η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (4η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Λαμία.
ε. 5η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (5η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τα Ιωάννινα.
στ. 6η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (6η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Πάτρα.
ζ. 7η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (7η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Αλεξανδρούπολη.
η. 8η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (8η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κοζάνη.
θ. 9η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (9η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Τρίπολη.
ι. 10η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (10η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τον Βόλο.
ια. 11η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (11η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Ρόδο.
ιβ. 12η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (12η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Μυτιλήνη.
ιγ. 13η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (13η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Χίο.
ιδ. 14η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (14η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Σάμο.
ιε. 15η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (15η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κέρκυρα.
ιστ. 16η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (16η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα την Κεφαλονιά.
ιζ. 17η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (17η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Ζάκυνθο.
ιη. 18η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (18η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τον Πύργο.
ιθ. 19η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (19η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τα Χανιά.
κ. 20η Ειδική Μονάδα Δασικών Επιχειρήσεων (20η Ε.ΜΟ.Δ.Ε.) με έδρα τη Χαλκίδα.
3. Για την κάλυψη της ανάγκης στελέχωσης των Ειδικών Μονάδων Δασικών Επιχειρήσεων αυξάνονται οι οργανικές θέσεις, κατά κατηγορία, βαθμό και ειδικότητα του προσωπικού του Πυροσβεστικού Σώματος και συστήνεται ιδιαίτερη κατηγορία προσωπικού Γενικών Καθηκόντων «Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων», οι οποίοι καταλαμβάνουν πεντακόσιες (500) νέες, επί θητεία, οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, τετρακόσιες σαράντα (440) ειδικότητας πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού, και εξήντα (60) ειδικότητας πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού, πτυχίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με γνωστικό αντικείμενο Δασολογίας ή Δασοπονίας ή τίτλου ανώτατης τυπικής εκπαίδευσης αναγνωρισμένου από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ) ή το Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (ΑΤΕΕΝ) του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ή κατόχου αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων Δασολόγου από το ΑΤΕΕΝ.
3Α. Στις οργανικές θέσεις της παρ. 3 μεταφέρονται από τις οργανικές θέσεις της κατηγορίας «Πυρονόμοι Αρχιπυροσβέστες Υπαρχιπυροσβέστες Πυροσβέστες» του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4662/2020 (Α’ 27), με ταυτόχρονη ισάριθμη μείωση αυτής, εξακόσιες πενήντα (650) οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, εξακόσιες είκοσι (620) στην ειδικότητα πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού και τριάντα (30) στην ειδικότητα πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων.
3Β. Στις οργανικές θέσεις της παρ. 3, μεταφέρονται από τις οργανικές θέσεις της κατηγορίας «Πυρονόμοι Αρχιπυροσβέστες Υπαρχιπυροσβέστες Πυροσβέστες» του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 4662/2020, περί οργανικών θέσεων πυροσβεστικού προσωπικού, Πυροσβεστών Πενταετούς Υποχρέωσης (Π.Π.Υ.) και Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων, με ταυτόχρονη ισάριθμη μείωση αυτών, τριακόσιες (300) οργανικές θέσεις, εκ των οποίων, διακόσιες ενενήντα (290) στην ειδικότητα πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού και δέκα (10) στην ειδικότητα πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων.
4. Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων προσλαμβάνονται με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου επί θητεία διάρκειας επτά (7) ετών, στην οποία περιλαμβάνεται και ο χρόνος εκπαίδευσης, Έλληνες πολίτες, με σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων (μόρια), οι οποίοι έχουν τουλάχιστον απολυτήριο Λυκείου. Κριτήρια μοριοδότησης πρόσληψης αποτελούν, ιδίως: α) η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων ως εφέδρων αξιωματικών ή σε Ειδικές Δυνάμεις των Ενόπλων Δυνάμεων ή στην Προεδρική Φρουρά, β) η κατοχή πτυχίου Υποβρύχιου Καταστροφέα ή πτυχίου Σχολής Αλεξιπτωτιστών των Ενόπλων Δυνάμεων, γ) ο αριθμός των αντιπυρικών περιόδων κατά τις οποίες ο υποψήφιος είχε την ιδιότητα του πυροσβέστη εποχικής απασχόλησης, δ) τα έτη εθελοντισμού στο Πυροσβεστικό Σώμα, ε) η κατοχή πτυχίου των πανεπιστημιακών τμημάτων Δασολογίας ή Δασοπονίας, στ) η προϋπηρεσία ως δασεργάτης και ζ) η κατοχή επαγγελματικής άδειας οδήγησης.
5. Ειδικότερα, οι υποψήφιοι πρέπει να μην έχουν υπερβεί το εικοστό όγδοο (28ο) έτος της ηλικίας τους κατά την 31η Δεκεμβρίου του έτους λήξης της προθεσμίας υποβολής της αίτησης συμμετοχής. Ειδικώς οι πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης και οι κάτοχοι πτυχίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με γνωστικό αντικείμενο Δασολογίας ή Δασοπονίας ή τίτλου ανώτατης τυπικής εκπαίδευσης αναγνωρισμένου από τον ΔΟΑΤΑΠ ή το ΑΤΕΕΝ ή κατόχου αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων Δασολόγου από το ΑΤΕΕΝ, πρέπει να μην έχουν υπερβεί το τριακοστό πέμπτο (35ο) έτος της ηλικίας τους. Για τον υπολογισμό της ηλικίας των υποψηφίων, ως ημερομηνία γέννησης λαμβάνεται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησης. Επιπλέον κριτήρια μοριοδότησης, ο αριθμός των μορίων ανά κριτήριο, τα λοιπά απαιτούμενα προσόντα, ο τρόπος διαπίστωσής τους, η διαδικασία πρόσληψης, οι προϋποθέσεις μονιμοποίησης, η διαδικασία απόλυσής τους, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι αθλητικές και ψυχοτεχνικές δοκιμασίες, οι υγειονομικές εξετάσεις των υποψηφίων και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Οι προσληφθέντες υποβάλλονται σε κατάλληλη εκπαίδευση. Με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας καθορίζονται ο τόπος, ο χρόνος και το είδος της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
6. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δεν προάγονται βαθμολογικά κατά τη διάρκεια της επταετούς θητείας τους. Κατά το χρονικό διάστημα αυτό, αξιολογούνται για τα ουσιαστικά τους προσόντα και συντάσσονται εκθέσεις ικανότητας σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αξιολόγηση προσόντων των Πυροσβεστών.
7. Μετά τη συμπλήρωση της επταετούς θητείας, οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δύνανται, με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν από τη συμπλήρωση της επταετίας, εφόσον έχουν αξιολογηθεί σε όλες τις εκθέσεις ικανότητας με γενικό χαρακτηρισμό τουλάχιστον «αποδεκτή» (Βαθμολογία
στα επιμέρους βασικά προσόντα: τρία [3]) και κριθούν ικανοί από το Πρωτοβάθμιο Συμβούλιο Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος, να μονιμοποιηθούν, καταλαμβάνοντας μόνιμες οργανικές θέσεις της κατηγορίας και ειδικότητας για την οποία προσλήφθηκαν, οι μεν ειδικότητας πυροσβεστικού τεχνικού προσωπικού, θέσεις «Πυρονόμων Αρχιπυροσβεστών Υπαρχιπυροσβεστών Πυροσβεστών», οι δε ειδικότητας πυροσβεστικού επιστημονικού προσωπικού, εισάγονται στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας και, κατόπιν ευδόκιμης αποφοίτησής τους, τους απονέμεται ο βαθμός του Ανθυποπυραγού Γενικών Καθηκόντων. Οι αρνητικές αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος αιτιολογούνται και κοινοποιούνται στους ενδιαφερόμενους, οι οποίοι δύνανται να ασκήσουν προσφυγή ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Συμβουλίου Κρίσεως Πυροσβεστικού Σώματος εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση. Η διαδικασία εισαγωγής στη Σχολή Αξιωματικών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, το πρόγραμμα σπουδών, η διαδικασία των εξετάσεων, η εξεταστέα ύλη, ο χρόνος φοίτησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
8. Για τους Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις πειθαρχικού δικαίου που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων απολύονται από την Υπηρεσία και στις κάτωθι περιπτώσεις:
α. Μη επιτυχούς ολοκλήρωσης της εκπαίδευσης. β. Ύστερα από αίτησή τους, εφόσον έχουν συμπληρώσει ένα (1) έτος υπηρεσίας από την πρόσληψή τους. γ. Με τη λήξη της επταετούς θητείας, εφόσον δεν υποβάλουν αίτηση ένταξής τους στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό ή δεν κρίνονται ικανοί προς τούτο.
δ. Για λόγους υγείας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό.
9. Το μισθολογικό καθεστώς των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων εμπίπτει στην κατηγορία Δ’ του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (Α’ 74). Για τις δαπάνες μετακίνησης των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Στο μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό και στους Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων που υπηρετούν στις Ε.ΜΟ.Δ.Ε., χορηγείται το μηνιαίο επίδομα της παρ. 1 του άρθρου 6 της υπό στοιχεία 8002/1/520-γ’/15.3.2018 κοινής απόφασης των Αναπληρωτών Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (Β’ 1021).
10. Οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων δύναται να τίθενται σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου και στην κατάσταση μόνιμης διαθεσιμότητας, εξελισσόμενοι μισθολογικά μέχρι την εξάντληση της οικείας μισθολογικής κλίμακας, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό. Για την ασφαλιστική και υγειονομική κάλυψη των Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων, τις άδειες, τα θέματα έκδοσης αδειών ικανότητας οδηγού χειριστή υπηρεσιακών οχημάτων μηχανημάτων, καθώς και για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων κανονιστικών πράξεων, εφαρμόζονται ανάλογα οι αντίστοιχες διατάξεις που ισχύουν για το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό, με εξαίρεση τις διατάξεις περί μεταθέσεων, οι οποίες ισχύουν αναλόγως και για αυτούς μετά τη μονιμοποίησή τους. Κατά τη διάρκεια της επταετούς θητείας τους, εφαρμόζεται αναλογικά η παρ. 1 του άρθρου 154 του ν. 4662/2020 (Α’ 27) περί αμοιβαίων μεταθέσεων.
11. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τη στολή και τα μέσα ατομικής προστασίας που φέρουν οι Πυροσβέστες Δασικών Επιχειρήσεων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ο χρόνος εργασίας τους και ο εφοδιασμός τους με ειδικό δελτίο ταυτότητας, καθώς και κάθε άλλη συναφή λεπτομέρεια.
12. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, ρυθμίζονται θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των Μονάδων αυτών, καθώς και διοικητικής υπαγωγής και υποστήριξής τους.
13. Η πλήρωση θέσεων Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων (Π.Δ.Ε.) δύναται να πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, χωρίς νέα προκήρυξη, από πίνακα επιλαχόντων και υπό την προϋπόθεση ότι έχει χορηγηθεί έγκριση του αριθμού προσλήψεων, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) περί ετήσιου προγραμματισμού ανθρώπινου δυναμικού του δημόσιου τομέα, πριν παρέλθουν είκοσι τέσσερις (24) μήνες από τη δημοσίευση των κυρωμένων πινάκων των επιτυχόντων, εισακτέων και επιλαχόντων, ανά ειδικότητα υποψηφίων της τελευταίας χρονικά εκδοθείσας προκήρυξης πρόσληψης Πυροσβεστών Δασικών Επιχειρήσεων. Κατ’ εξαίρεση, στη διαδικασία πρόσληψης του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζονται το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του παρόντος για τη μη υπέρβαση των ορίων ηλικίας των προσλαμβανομένων. Με απόφαση του Αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος δύνανται να ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής της παρούσας.»
Άρθρο 214
Αποστρατείες λόγω ορίου ηλικίας Τροποποίηση περ. α) παρ. 1 άρθρου 47 Κώδικα Προσωπικού Λιμενικού Σώματος
Στο τελευταίο εδάφιο της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 47 του Κώδικα του Προσωπικού Λιμενικού Σώματος (ν. 3079/2002, Α’ 311), πριν από τη λέξη «Αρχιπλοιάρχους», προστίθεται η λέξη «Υποναυάρχους» και η περ. α) διαμορφώνεται ως εξής:
«α) Σημαιοφόροι, Ανθυποπλοίαρχοι, Υποπλοίαρχοι, Πλωτάρχες και Αντιπλοίαρχοι το 57ο έτος.
Πλοίαρχοι το 58ο έτος. Αρχιπλοίαρχοι το 59ο έτος.
Υποναύαρχοι το 60ό έτος. Αντιναύαρχος Αρχηγός το 62ο έτος.
Τα παραπάνω όρια ηλικίας αυξάνονται κατά τρία έτη για τους Υποναυάρχους, Αρχιπλοιάρχους και Πλοιάρχους Ιατρούς και κατά πέντε έτη για τους Ιερείς.»
ΜΕΡΟΣ ΣΤ’
ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ
Άρθρο 215
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος.