NOMOΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 4266 ΦΕΚ Α 135/10.6.2014

Α) «Κύρωση των τροποποιήσεων:

αα) της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία και της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει τη Σύμβαση,

αβ) της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση, της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει τη Σύμβαση και το Πρωτόκολλο για τις Διαγραμμίσεις της οδού που συμπληρώνει την Ευρωπαϊκή Συμφωνία» και

Β) Κωδικοποίηση των διατάξεων των ως άνω Συμβάσεων σε ενιαίο κείμενο.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

1. Κυρώνονται κατ` εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος:

α) Οι τροποποιήσεις της 3ης Σεπτεμβρίου 1993 και της 28ης Μαρτίου 2006, της Σύμβασης που υπογράφηκε στη Βιέννη την 8η Νοεμβρίου 1968 για την Οδική Κυκλοφορία.

β) Οι τροποποιήσεις της 28ης Αυγούστου 1993, της 27ης Ιανουαρίου 2001 και της 28ης Μαρτίου 2006, της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που υπογράφηκε στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971 που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία του 1968.

γ) Οι τροποποιήσεις της 30ής Νοεμβρίου 1995 και της 28ης Μαρτίου 2006, της Σύμβασης που υπογράφηκε στη Βιέννη την 8η Νοεμβρίου 1968 για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση.

δ) Οι τροποποιήσεις της 27ης Νοεμβρίου 1995 και της 28ης Μαρτίου 2006, της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που υπογράφηκε στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971 που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση του 1968.

ε) Οι τροποποιήσεις της 28ης Μαρτίου 2006, του Πρωτοκόλλου για τις Διαγραμμίσεις των οδών που προστίθενται στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία του 1971 που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση του 1968.

2. Το κείμενο των Συμβάσεων για την Οδική Κυκλοφορία, καθώς και για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση, της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία και για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση, καθώς και το Πρωτόκολλο για τις Διαγραμμίσεις των οδών, που κυρώθηκαν με το ν. 1604/1986 (Α` 81), καθώς και οι τροποποιήσεις τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα με κωδικοποιημένη μορφή, έχουν ως εξής:
Σύμβαση
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΣΤΙΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1968

ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, επιθυμώντας να διευκολύνουν τη διεθνή οδική κυκλοφορία και να αυξήσουν την οδική ασφάλεια μέσω της υιοθέτησης ομοιόμορφων κανόνων κυκλοφορίας, συμφώνησαν επί των ακόλουθων διατάξεων:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1
ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, οι ακόλουθες εκφράσεις έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στο παρόν:

(a) «Εσωτερική νομοθεσία» ενός Συμβαλλόμενου Μέρους σημαίνει ολόκληρο το σώμα της εθνικής ή τοπικής νομοθεσίας και των κανονισμών που ισχύουν στην επικράτεια αυτού.

(b) Ένα όχημα θεωρείται ότι βρίσκεται «σε διεθνή κυκλοφορία» στο έδαφος ενός Κράτους εάν:

ί) ανήκει στην ιδιοκτησία φυσικού ή νομικού προσώπου συνήθους διαμονής εκτός του Κράτους αυτού, ii) δεν είναι ταξινομημένο στο Κράτος αυτό, και

iii) έχει εισαχθεί προσωρινά στο Κράτος αυτό, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι ένα Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να αρνηθεί να θεωρήσει ότι τελεί «σε διεθνή κυκλοφορία» όχημα το οποίο έχει παραμείνει στο έδαφος του πάνω από ένα έτος χωρίς ουσιώδη διακοπή, η διάρκεια της οποίας μπορεί να καθορισθεί από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος.

Συνδυασμός οχημάτων θεωρείται ότι βρίσκεται «σε διεθνή κυκλοφορία», εάν ένα τουλάχιστον από τα οχήματα του συνδυασμού ανταποκρίνεται προς τον πιο πάνω ορισμό.

(c) «Κατοικημένη περιοχή» σημαίνει περιοχή με εισόδους και εξόδους ειδικά σημασμένη με πινακίδες ως τέτοια.

«Περιοχή κατοικίας» σημαίνει ειδικά σχεδιασμένη περιοχή όπου ισχύουν ειδικοί κανόνες κυκλοφορίας και η οποία σημαίνεται με πινακίδες ως τέτοια στις εισόδους και τις εξόδους

(d) «Οδός» σημαίνει ολόκληρη η επιφάνεια κάθε είδους δρόμου, η οποία χρησιμοποιείται για δημόσια κυκλοφορία.

(e) «Οδόστρωμα» σημαίνει το τμήμα οδού το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως για την κυκλοφορία οχημάτων μία οδός είναι δυνατόν να περιλαμβάνει διάφορα οδοστρώματα που διαχωρίζονται σαφώς μεταξύ τους, π.χ. με διαχωριστικές νησίδες ή διαφορά επιπέδου.

(f) Σε οδοστρώματα στα οποία μία ή περισσότερες ακραίες λωρίδες κυκλοφορίας ή ζώνες διατίθενται προς χρήση ορισμένων μόνο οχημάτων, «άκρο του οδοστρώματος» σημαίνει, για τους λοιπούς χρήστες της οδού, το άκρο του υπολοίπου του οδοστρώματος.

g) «Λωρίδα κυκλοφορίας» σημαίνει οποιονδήποτε από τους επιμήκεις διαδρόμους στους οποίους δύναται να διαιρεθεί το οδόστρωμα, είτε με ή χωρίς κατά μήκος διαγραμμίσεις, το εύρος της οποίας είναι επαρκές για μία κινούμενη σειρά οχημάτων με κινητήρα πλην μοτοσικλετών.

(g) bis «Λωρίδα ποδηλάτου» σημαίνει το τμήμα του οδοστρώματος που προορίζεται για ποδήλατα και διαχωρίζεται από το υπόλοιπο τμήμα του οδοστρώματος με κατά μήκος διαγραμμίσεις.

(g)ter «Ποδηλατοδρόμος» σημαίνει η ανεξάρτητη οδός ή τμήμα οδού που προορίζεται για ποδήλατα, σημασμένη με πινακίδα ως τέτοια. Ένας ποδηλατοδρόμος διαχωρίζεται από άλλες οδούς ή άλλα τμήματα της ίδιας οδού με δομικά μέσα.

(h) «Διασταύρωση» σημαίνει κάθε ισόπεδη διακλάδωση ή διασταύρωση οδών, περιλαμβανομένων και των ανοιχτών χώρων που σχηματίζονται από αυτές.

(ί) «Ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση» σημαίνει κάθε ισόπεδη διασταύρωση μεταξύ οδού και σιδηροδρομικής ή τροχιοδρομικής γραμμής η οποία έχει ιδία διαμόρφωση.

(j) «Αυτοκινητόδρομος» σημαίνει οδό ειδικής μελέτης και κατασκευής για την κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα, η οποία δεν εξυπηρετεί τις συνορεύουσες με αυτήν ιδιοκτησίες και ο οποίος:

ΐ) διαθέτει, εκτός ειδικών σημείων και προσωρινά, χωριστά οδοστρώματα για τις δύο κατευθύνσεις της κυκλοφορίας, τα οποία διαχωρίζονται μεταξύ τους είτε με διαχωριστικές νησίδες που δεν προορίζονται για την κυκλοφορία, είτε, κατ` εξαίρεση, με άλλα μέσα,

ii) δεν διασταυρώνεται ισόπεδα με οποιανδήποτε οδό, σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική γραμμή ή διάβαση πεζών, και

iii) φέρει ειδική σήμανση με πινακίδες ως αυτοκινητόδρομος.

(κ) Ένα όχημα θεωρείται ότι είναι:

ί) «Εν στάσει» εάν βρίσκεται σε ακινησία για τον χρόνο που απαιτείται για την παραλαβή ή αποβίβαση επιβατών, ή για την φόρτωση ή εκφόρτωση πραγμάτων.

ii) «Σταθμευμένο» εάν βρίσκεται σε ακινησία για οποιονδήποτε άλλο λόγο εκτός της ανάγκης αποφυγής εμπλοκής με άλλο όχημα που χρησιμοποιεί την οδό ή σύγκρουσης με εμπόδιο, ή προς συμμόρφωση με τους κανονισμούς της κυκλοφορίας και εφόσον η χρονική περίοδος ακινητοποίησης του οχήματος δεν περιορίζεται στον χρόνο που απαιτείται για την παραλαβή ή αποβίβαση προσώπων ή πραγμάτων.

Εν τούτοις, εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη να θεωρούν ως «εν στάσει» οποιοδήποτε όχημα το οποίο είναι ακινητοποιημένο υπό την έννοια του πιο πάνω εδαφίου (ii) για χρόνο μη υπερβαίνοντα τον καθοριζόμενο από την εσωτερική νομοθεσία, καθώς και να θεωρούν ως «σταθμευμένο» οποιοδήποτε όχημα το οποίο είναι ακινητοποιημένο υπό την έννοια του πιο πάνω εδαφίου (ί) για χρόνο υπερβαίνοντα τον καθοριζόμενο από την εσωτερική νομοθεσία.

(Ι) «Ποδήλατο» σημαίνει οποιοδήποτε όχημα το οποίο φέρει δύο τουλάχιστον τροχούς και το οποίο προωθείται μόνο με τη μυϊκή ενέργεια των επιβαινόντων, ιδίως δε μέσω ποδοστροφάλων ή χειροστροφάλων.

(m) «Μοτοποδήλατο» σημαίνει κάθε δίτροχο ή τρίτροχο όχημα εφοδιασμένο με μηχανή εσωτερικής καύσης με κυλινδρισμό μη υπερβαίνοντα τα 50 κυβικά εκατοστά (cc) και μέγιστη ταχύτητα μελέτης μη υπερβαίνουσα τα 50 χλμ. (30 μίλια) την ώρα. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη έχουν εντούτοις την ευχέρεια να μη θεωρούν ως μοτοποδήλατα, κατά την εσωτερική νομοθεσία τους, οχήματα τα οποία δεν έχουν τα γνωρίσματα ποδηλάτου, όσον αφορά τη χρήση τους, ιδίως το γνώρισμα να προωθούνται μέσω ποδοστροφάλων, ή των οποίων η μέγιστη ταχύτητα μελέτης, η μάζα ή ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της μηχανής υπερβαίνουν ορισμένα όρια. Τα διαλαμβανόμενα στον ορισμό αυτό δε δύνανται να θεωρηθούν ότι εμποδίζουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη από το να μεταχειρίζονται τα μοτοποδήλατα ακριβώς όπως τα ποδήλατα, κατά την εφαρμογή των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας τους επί της οδικής κυκλοφορίας.

(η) «Μοτοσικλέτα» σημαίνει οποιοδήποτε δίτροχο όχημα, με ή χωρίς κάνιστρο, το οποίο είναι εφοδιασμένο με προωθητικό κινητήρα. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται ομοίως να θεωρούν ως μοτοσικλέτες, κατά την εσωτερική νομοθεσία τους, τρίτροχα οχήματα των οποίων η μάζα χωρίς φορτίο δεν υπερβαίνει τα 400 χλγρ. Στον όρο «μοτοσικλέτα» δε συμπεριλαμβάνονται τα μοτοποδήλατα, αν και τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θεωρούν και αυτά ως μοτοσικλέτες για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, υπό την προϋπόθεση να έχουν προβεί σε δήλωση ως προς τούτο σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης. Ως μοτοσικλέτες θεωρούνται και τα τρίτροχα οχήματα των οποίων η μάζα χωρίς φορτίο δεν υπερβαίνει τα 400 χλγρ.

(ο) «Μηχανοκίνητο όχημα» σημαίνει οποιοδήποτε αυτοπροωθούμενο οδικό όχημα, πλην των μοτοποδηλάτων, στην επικράτεια εκείνων των Συμβαλλόμενων Μερών που δεν θεωρούν τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες, εξαιρουμένων επίσης των επί σιδηροτροχιών κινούμενων οχημάτων.

(p) «Όχημα με κινητήρα» σημαίνει οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα το οποίο χρησιμοποιείται κανονικά για τη μεταφορά οδικώς προσώπων ή πραγμάτων ή για τη ρυμούλκηση επί οδών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει και τα ηλεκτροκίνητα λεωφορεία, δηλαδή τα συνδεόμενα με ηλεκτρικό αγωγό και μη κινούμενα επί τροχιών. Δεν περιλαμβάνει οχήματα, όπως οι γεωργικοί ελκυστήρες, τα οποία παρεμπιπτόντως μόνο χρησιμοποιούνται για οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για ρυμούλκηση επί οδών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.

(q) «Ρυμουλκούμενο όχημα» σημαίνει κάθε όχημα σχεδιασμένο ώστε να ρυμουλκείται από μηχανοκίνητο όχημα, συμπεριλαμβανομένων και των ημιρυμουλκούμενων οχημάτων.

(r) «Ημιρυμουλκούμενο όχημα» σημαίνει κάθε ρυμουλκούμενο όχημα σχεδιασμένο προς ζεύξη με όχημα με κινητήρα κατά τέτοιο τρόπο ώστε τμήμα αυτού να εδράζεται επί του οχήματος με κινητήρα, το οποίο φέρει σημαντικό μέρος της μάζας του καθώς και της μάζας του φορτίου του.

(s) «Ελαφρύ ρυμουλκούμενο όχημα» σημαίνει κάθε ρυμουλκούμενο όχημα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα έως 750 χλγρ.

(t) «Συνδυασμός οχημάτων» σημαίνει συζευγμένα οχήματα τα οποία κινούνται επί οδού ως μία μονάδα.

(u) «Αρθρωτό όχημα» σημαίνει ένα συνδυασμό οχημάτων που περιλαμβάνει ένα όχημα με κινητήρα και ένα ημιρυμουλκούμενο συνεζευγμένο σε αυτό.

(ν) «Οδηγός» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο οδηγεί όχημα με κινητήρα ή άλλο όχημα (συμπεριλαμβανομένων των ποδηλάτων), ή το οποίο οδηγεί ζώα, μεμονωμένα ή σε αγέλες, ή ποίμνια, ή ζώα χρησιμοποιούμενα για έλξη, φόρτωση ή ίππευση επί οδού.

(w) «Επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα» σημαίνει τη μέγιστη μάζα του έμφορτου οχήματος, το οποίο δηλώνει ως επιτρεπόμενο η αρμόδια αρχή του Κράτους στο οποίο είναι ταξινομημένο το όχημα.

(χ) «Μάζα χωρίς φορτίο» σημαίνει τη μάζα του οχήματος χωρίς πλήρωμα, επιβάτες ή φορτίο, αλλά με πλήρεις προμήθειες σε καύσιμα και με τα εργαλεία τα οποία φέρει συνήθως το όχημα.

(y) «Μάζα με φορτίο» σημαίνει την πραγματική μάζα του οχήματος φορτωμένου, και με το πλήρωμα και τους επιβάτες αυτού.

(z) «Κατεύθυνση της κυκλοφορίας» και «σύμφωνα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας» σημαίνουν τη δεξιά πλευρά της οδού εάν, σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία της χώρας, οι οδηγοί των οχημάτων οφείλουν να επιτρέπουν στα ερχόμενα από την αντίθετη κατεύθυνση οχήματα να διέρχονται από την αριστερή πλευρά τους· άλλως, οι εκφράσεις αυτές σημαίνουν την αριστερά πλευρά της οδού.

(aa) Η απαίτηση περί παραχώρησης προτεραιότητας από τον οδηγό σε άλλα οχήματα σημαίνει ότι αυτός δεν πρέπει να συνεχίσει ή να επαναλάβει την κίνηση ή τους ελιγμούς του εφόσον κάτι τέτοιο ενδέχεται να υποχρεώσει τους οδηγούς άλλων οχημάτων να μεταβάλουν απότομα την κατεύθυνση ή την ταχύτητα των οχημάτων τους.

(ab) Ως πεζοί θεωρούνται και τα πρόσωπα τα οποία σπρώχνουν ή σύρουν βρεφικό αμαξίδιο, κάθισμα ασθενών ή αναπηρικό όχημα, ή οποιοδήποτε άλλο μικρό όχημα χωρίς κινητήρα, ή σπρώχνουν ποδήλατο ή μοτοποδήλατο καθώς και τα άτομα μειωμένης κινητικότητας τα οποία μετακινούνται με αναπηρικά οχήματα προωθούμενα από τα ίδια ή κινούμενα με ταχύτητα πεζού.

(ac) «Συμφωνία της Γενεύης του 1958» σημαίνει τη Συμφωνία για την Υιοθέτηση Ομοιόμορφων Τεχνικών Προδιαγραφών για Τροχοφόρα Οχήματα, Εξοπλισμό και Εξαρτήματα τα οποία δύνανται να τοποθετηθούν και/ή να χρησιμοποιηθούν σε Τροχοφόρα Οχήματα και τους Όρους για την Αμοιβαία Αναγνώριση των Εγκρίσεων που Χορηγούνται με Βάση τις Προδιαγραφές αυτές, η οποία συντάχθηκε στη Γενεύη στις 20 Μαρτίου 1958 και τροποποιήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1995.

(ad) «Κανονισμός Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη» σημαίνει Κανονισμό ο οποίος προσαρτήθηκε στη Συμφωνία του 1958.

(ae) «Συμφωνία της Βιέννης του 1997» σημαίνει τη Συμφωνία για την Υιοθέτηση Ομοιόμορφων Όρων Διεξαγωγής των Περιοδικών Τεχνικών Ελέγχων των Τροχοφόρων Οχημάτων και την Αμοιβαία Αναγνώριση αυτών των Ελέγχων, η οποία συντάχθηκε στη Βιέννη στις 13 Νοεμβρίου

(af) «Κανόνας Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη» σημαίνει Κανόνα ο οποίος προσαρτήθηκε στη Συμφωνία της Βιέννης του 1997.
Άρθρο 2

ΑΡΘΡΟ 2

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Τα Παραρτήματα της παρούσας Σύμβασης τα οποία αποτελούν αναπόσπαστα μέρη αυτής, ονομαστικά είναι:

Παράρτημα 1: Εξαιρέσεις στην υποχρέωση εισδοχής οχημάτων με κινητήρα και ρυμουλκούμενων στη διεθνή κυκλοφορία,

Παράρτημα 2: Αριθμός κυκλοφορίας οχημάτων με κινητήρα και ρυμουλκούμενων στη διεθνή κυκλοφορία,

Παράρτημα 3: Διακριτικό σήμα οχημάτων με κινητήρα και ρυμουλκούμενων στη διεθνή κυκλοφορία,

Παράρτημα 4: Στοιχεία αναγνώρισης οχημάτων με κινητήρα και ρυμουλκούμενων στη διεθνή κυκλοφορία,

Παράρτημα 5: Τεχνικές προδιαγραφές για τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα,

Παράρτημα6: Εθνική (εσωτερική) άδεια οδήγησης, και

Παράρτημα 7: Διεθνής άδεια οδήγησης.
Άρθρο 3

ΑΡΘΡΟ 3

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

1. (a) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι κανόνες οδικής κυκλοφορίας που ισχύουν στην επικράτεια τους συμφωνούν κατ` ουσίαν με τις διατάξεις του Κεφαλαίου II της παρούσας Σύμβασης. Υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες δεν είναι σε καμία περίπτωση ασυμβίβαστοι προς τις ρηθείσες διατάξεις:

ί) οι εν λόγω κανόνες δεν απαιτείται να περιέχουν οποιαδήποτε από τις ρηθείσες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται σε καταστάσεις που δεν ανακύπτουν στην επικράτεια των σχετικών Συμβαλλομένων Μερών.

ii) οι εν λόγω κανόνες δύνανται να περιλαμβάνουν διατάξεις οι οποίες δεν περιέχονται στο Κεφάλαιο II.

(b) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν απαιτούν από τα Συμβαλλόμενα Μέρη να προβλέπουν ποινές για κάθε παράβαση των διατάξεων εκείνων του Κεφαλαίου II οι οποίες περιέχονται στους κανόνες τους για την οδική κυκλοφορία.

2. (a) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ομοίως θα λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι κανόνες που ισχύουν στην επικράτεια τους σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα, είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις του Παραρτήματος 5 της παρούσας Σύμβασης- οι εν λόγω κανόνες δύνανται να περιέχουν διατάξεις οι οποίες δεν περιέχονται στο Παράρτημα 5, υπό την προϋπόθεση ότι ουδόλως αντιβαίνουν προς τις αρχές ασφαλείας που διέπουν τις διατάξεις του Παραρτήματος 5. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ομοίως θα λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να διασφαλίζουν ότι τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα που είναι ταξινομημένα στην επικράτεια τους ανταποκρίνονται στις διατάξεις της παραγράφου 4 που εισήχθη στο Άρθρο 39 της Σύμβασης και του Παραρτήματος 5 της παρούσας Σύμβασης όταν εισέρχονται στη διεθνή κυκλοφορία. (b) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν επιβάλλουν οποιαδήποτε υποχρέωση στα Συμβαλλόμενα Μέρη σε σχέση με τους κανόνες που ισχύουν στην επικράτεια τους για τις τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν τα μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία δεν είναι οχήματα με κινητήρα, υπό την έννοια της παρούσας Σύμβασης.

3. Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο Παράρτημα 1 της παρούσας Σύμβασης, τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να δέχονται προς διεθνή κυκλοφορία στην επικράτεια τους οχήματα με κινητήρα και ρυμουλκούμενα τα οποία πληρούν τους όρους που διατυπώνονται στο Κεφάλαιο III της παρούσας Σύμβασης, όπως τροποποιείται με την παρούσα Συμφωνία, και των οποίων οι οδηγοί πληρούν τους όρους που διατυπώνονται στο Κεφάλαιο IV.

Υποχρεούνται επίσης να αναγνωρίζουν άδειες κυκλοφορίας που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου III, όπως τροποποιείται με την παρούσα Συμφωνία, ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη ότι τα οχήματα τα οποία αφορούν πληρούν τους όρους που διατυπώνονται στο εν λόγω

Κεφάλαιο III.

4. Μέτρα τα οποία έχουν λάβει ή ενδέχεται να λάβουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη, είτε μονομερώς ή κατόπιν διμερών ή πολυμερών συμφωνιών, για την αποδοχή προς διεθνή κυκλοφορία στην επικράτεια τους οχημάτων με κινητήρα ή ρυμουλκούμενων που δεν πληρούν τους όρους που διατυπώνονται στο Κεφάλαιο III της παρούσας Σύμβασης και για την αναγνώριση, σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που ορίζονται στο Κεφάλαιο IV, της ισχύος επί της επικράτειας τους αδειών οδήγησης που έχουν εκδοθεί στην επικράτεια άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, θα θεωρούνται ως σύμφωνα προς τον σκοπό της παρούσας Σύμβασης. Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή δε δύνανται ούτε να τροποποιήσουν το πεδίο εφαρμογής του Άρθρου 39 της Σύμβασης, ούτε να καταστήσουν προαιρετικές τις διατάξεις που περιέχει.

5. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη υποχρεούνται να δέχονται στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία ποδήλατα και μοτοποδήλατα που πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο Κεφάλαιο V της παρούσας Σύμβασης και οι οδηγοί των οποίων έχουν την κανονική διαμονή τους στην επικράτεια άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα απαιτούν από τους οδηγούς ποδηλάτων ή μοτοποδηλάτων σε διεθνή κυκλοφορία να κατέχουν άδεια οδήγησης.Εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία έχουν δηλώσει, σύμφωνα με το άρθρο 54, παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης, ότι θεωρούν τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες,δύνανται να απαιτούν από τους οδηγούς μοτοποδηλάτων σε διεθνή κυκλοφορία να κατέχουν άδεια οδήγησης.

5bis.Tα Συμβαλλόμενα Μέρη θα λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι παρέχεται σε συστηματική και συνεχή βάση εκπαίδευση επί της οδικής ασφάλειας, ιδίως στα σχολεία όλων των βαθμίδων.

5ter.Στις περιπτώσεις όπου μαθήματα οδήγησης για μαθητευόμενους οδηγούς παρέχονται από επαγγελματικά εκπαιδευτικά κέντρα οδήγησης, η εσωτερική νομοθεσία θα ορίζει ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και τα προσόντα του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την παροχή των εν λόγω μαθημάτων.

6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να κοινοποιούν σε κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, κατόπιν σχετικού αιτήματος του, τις αναγκαίες πληροφορίες για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του προσώπου στο όνομα του οποίου είναι ταξινομημένο στην επικράτεια τους οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα, ή ρυμουλκούμενο συνεζευγμένο σε αυτό, εάν στο υποβληθέν αίτημα φαίνεται ότι το σχετικό όχημα ενεπλάκη σε αυτοκινητιστικό ατύχημα ή ότι ο οδηγός του οχήματος υπέπεσε σε σοβαρή παραβίαση των κανόνων οδικής κυκλοφορίας και ως εκ τούτου υπόκειται σε σημαντικές κυρώσεις ή έκπτωση από το δικαίωμα οδήγησης εντός της επικράτειας του Συμβαλλομένου Μέρους που υπέβαλε το αίτημα.

7. Μέτρα τα οποία έχουν λάβει ή ενδέχεται να λάβουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη, είτε μονομερώς ή κατόπιν διμερών ή πολυμερών συμφωνιών, για τη διευκόλυνση της διεθνούς κυκλοφορίας επί των οδών μέσω της απλοποίησης των τελωνειακών, αστυνομικών, υγειονομικών και άλλων παρόμοιων διατυπώσεων, ή για να εξασφαλίσουν ότι τα τελωνειακά γραφεία και φυλάκια σε ορισμένο σημείο της μεθορίου έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες και παραμένουν ανοικτά κατά τις ίδιες ώρες,θεωρούνται ότι συμφωνούν προς τον σκοπό της παρούσας Σύμβασης.

8. Τα διαλαμβανόμενα στις παραγράφους 3, 5 και 7 του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουν το δικαίωμα οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Μέρους να δέχεται στο έδαφος του προς διεθνή κυκλοφορία οχήματα με κινητήρα, ρυμουλκούμενα, μοτοποδήλατα και ποδήλατα, καθώς και τους οδηγούς και κατόχους τους, με επιφύλαξη των κανονισμών του για την εμπορική μεταφορά επιβατών και αγαθών, των κανονισμών του για την ασφάλεια των οδηγών κατά κινδύνων εκ τρίτων, των τελωνειακών κανονισμών του και, εν γένει, των κανονισμών του επί ζητημάτων που δεν αφορούν την οδική κυκλοφορία.
Άρθρο 4

ΑΡΘΡΟ 4

ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ

Τα Συμβαλλόμενα στην παρούσα Σύμβαση Μέρη τα οποία δεν έχουν συμβληθεί στη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση, η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη την ίδια ημέρα με την παρούσα Σύμβαση, αναλαμβάνουν:

(a) Ολες οι πινακίδες οδικής σήμανσης, οι φωτεινοί σηματοδότες της κυκλοφορίας και οι διαγραμμίσεις των οδών εντός της επικράτειας τους να αποτελούν ενιαίο σύστημα και να είναι σχεδιασμένες και τοποθετημένες κατά τρόπο που να είναι εύκολα αναγνωρίσιμες.

(b) Ο αριθμός των τύπων πινακίδων σήμανσης να είναι περιορισμένος και οι πινακίδες να τοποθετούνται μόνο σε σημεία όπου θεωρούνται χρήσιμες.

(c) Οι πινακίδες αναγγελίας κινδύνου να εγκαθίστανται σε επαρκή απόσταση από εμπόδια ώστε να παρέχεται στους οδηγούς επαρκής προειδοποίηση.

(α) Απαγορεύεται:

ϊ) η προσθήκη σε πινακίδα σήμανσης, στο υποστήριγμα αυτής ή σε οποιαδήποτε άλλη συσκευή ρύθμισης της κυκλοφορίας, οποιουδήποτε αντικειμένου μη σχετιζόμενου προς τον σκοπό της πινακίδας ή συσκευής αυτής εν τούτοις, αν τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών εξουσιοδοτήσουν ένα μη κερδοσκοπικό οργανισμό να εγκαταστήσει πληροφοριακές πινακίδες σήμανσης, μπορούν να επιτρέψουν να εμφανίζεται επί της πινακίδας ή του υποστηρίγματος αυτής το έμβλημα του οργανισμού, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν καθιστά λιγότερο εύληπτη την πινακίδα σήμανσης,

ii) η τοποθέτηση επιγραφών, ειδοποιήσεων, διαγραμμίσεων ή συσκευών οι οποίες ενδέχεται να ληφθούν εσφαλμένα ως πινακίδες σήμανσης ή ως άλλες συσκευές ρύθμισης της κυκλοφορίας, να καταστήσουν αυτές λιγότερο ορατές ή αποτελεσματικές, ή να θαμβώνουν τους χρήστες των οδών, ή να τους αποσπούν την προσοχή κατά τρόπο επιζήμιο για την ασφάλεια της κυκλοφορίας,

iii) η εγκατάσταση επί πεζοδρομίων και ερεισμάτων συσκευών ή εξοπλισμού που ενδέχεται να παρεμποδίσουν άσκοπα την κυκλοφορία των πεζών, ιδίως των ηλικιωμένων ή ατόμων με αναπηρίες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙ
ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΔΩΝ
Άρθρο 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΔΩΝ

ΑΡΘΡΟ 5

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ

1. Οι χρήστες των οδών πρέπει να συμμορφώνονται με τις οδηγίες που μεταδίδονται μέσω πινακίδων οδικής σήμανσης, φωτεινών σηματοδοτών της κυκλοφορίας και διαγραμμίσεων των οδών, ακόμα κι αν οι οδηγίες αυτές φαίνονται να αντιβαίνουν προς τους άλλους κανονισμούς της κυκλοφορίας.

2. Οι οδηγίες που μεταδίδονται μέσω φωτεινών σηματοδοτών της κυκλοφορίας θα τυγχάνουν προτεραιότητας έναντι εκείνων που περιέχονται σε πινακίδες οδικής σήμανσης που ρυθμίζουν την προτεραιότητα.
Άρθρο 6

ΑΡΘΡΟ 6

ΟΔΗΓΙΕΣ ΑΠΟ ΑΡΜΟΔΙΑ ΟΡΓΑΝΑ ΕΛΕΓΧΟΥ

1. Οταν ρυθμίζουν την κυκλοφορία οι εξουσιοδοτημένοι τροχονόμοι πρέπει να διακρίνονται ευκρινώς από απόσταση, τόσο κατά τη νύκτα όσο και κατά την ημέρα.

2. Οι χρήστες των οδών πρέπει να υπακούουν αμέσως σε όλες τις οδηγίες τις οποίες δίδουν οι εξουσιοδοτημένοι τροχονόμοι που ρυθμίζουν την κυκλοφορία.

3. Είναι υποχρεωτικό η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει στις οδηγίες, τις οποίες δίνουν εξουσιοδοτημένοι τροχονόμοι που ρυθμίζουν την κυκλοφορία, να πρέπει να περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

(a) Βραχίονας ανυψωμένος κατακόρυφα- το σήμα αυτό σημαίνει «προσοχή, διακοπή πορείας» (stop) για όλους τους χρήστες της οδού πλην των οδηγών οι οποίοι δεν είναι πλέον δυνατό να διακόψουν την πορεία του οχήματος τους με επαρκή ασφάλεια- περαιτέρω, αν το σήμα αυτό δίδεται σε διασταύρωση, δεν απαιτείται από τους οδηγούς που βρίσκονται ήδη επί της διασταύρωσης να διακόψουν την πορεία των οχημάτων τους.

(b) Βραχίονας ή βραχίονες εκτεταμένοι οριζόντια· το σήμα αυτό αποτελεί σήμα διακοπής πορείας (stop) για όλους τους χρήστες της οδού οι οποίοι προσεγγίζουν από οποιαδήποτε κατεύθυνση η οποία θα διέρχεται κάθετα προς την υποδεικνυόμενη με τον εκτεταμένο βραχίονα ή βραχίονες κατεύθυνση· αφού προβεί σε αυτό το σήμα, ο εξουσιοδοτημένος τροχονόμος που ρυθμίζει την κυκλοφορία δύναται να κατεβάσει το χέρι ή τα χέρια του· το σήμα αυτό θα αποτελεί ομοίως σήμα διακοπής πορείας (stop) για τους οδηγούς που κινούνται κατά μέτωπο και πίσω από τον τροχονόμο.

(c) Αιωρούμενο ερυθρό φως· το σήμα αυτό αποτελεί σήμα διακοπής πορείας (stop) για τους χρήστες της οδού προς τους οποίους κατευθύνεται το φως.

4. Οι οδηγίες που δίδονται από τους εξουσιοδοτημένους τροχονόμους που ρυθμίζουν την κυκλοφορία υπερισχύουν των οδηγιών που μεταδίδονται μέσω πινακίδων σήμανσης των οδών,φωτεινών σηματοδοτών της κυκλοφορίας και διαγραμμίσεων των οδών, καθώς και των κανονισμών κυκλοφορίας.
Άρθρο 7

ΑΡΘΡΟ 7

ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ

1.Οι χρήστες των οδών πρέπει να αποφεύγουν κάθε συμπεριφορά η οποία είναι πιθανόν να εκθέσει σε κίνδυνο ή να παρεμποδίσει την κυκλοφορία, να εκθέσει σε κίνδυνο πρόσωπα, ή να προκαλέσει ζημιές σε δημόσια ή ιδιωτική περιουσία.

2. Είναι υποχρεωτικό η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει ότι οι χρήστες των οδών δεν πρέπει να παρεμποδίζουν την κυκλοφορία ή να διακινδυνεύουν την έκθεση αυτής σε κίνδυνο δια της ρίψης, απόθεσης ή εγκατάλειψης οποιουδήποτε αντικειμένου ή ύλης επί της οδού, ή δια της δημιουργίας οποιουδήποτε άλλου εμποδίου επί της οδού. Εάν οι χρήστες της οδού δε δύνανται να αποφύγουν τη δημιουργία εμποδίου ή κινδύνου κατά τον ως άνω τρόπο, θα λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προς εξάλειψη αυτού το συντομότερο δυνατό και εάν δε δύνανται να απομακρύνουν τούτο αμέσως, θα ειδοποιούν τους άλλους χρήστες της οδού για την παρουσία του.

3. Οι οδηγοί πρέπει να επιδεικνύουν επιπλέον προσοχή όσον αφορά τους πιο ευάλωτους χρήστες των οδών, όπως είναι οι πεζοί, οι ποδηλάτες και ειδικότερα τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με αναπηρίες.

4. Οι οδηγοί πρέπει να φροντίζουν ώστε τα οχήματα τους να μην παρενοχλούν τους χρήστες των οδών ή τους κατόχους παρόδιων ιδιοκτησιών προκαλώντας, για παράδειγμα θόρυβο ή σηκώνοντας σκόνη ή καπνό, όταν κάτι τέτοιο μπορεί να αποφευχθεί.

5. Η χρήση ζωνών ασφαλείας είναι υποχρεωτική για τους οδηγούς και επιβάτες οχημύτων με κινητήρα οι οποίοι καταλαμβάνουν θέσεις εφοδιασμένες με τέτοιες ζώνες, εκτός εξαιρέσεων προβλεπόμενων από την εσωτερική νομοθεσία.

6. Η εσωτερική νομοθεσία θεσπίζει κανόνες σχετικούς με τη χρήση των ζωνών ασφαλείας ή παρόμοιων συσκευών από παιδιά και τη μεταφορά παιδιών στις μπροστινές θέσεις.
Άρθρο 8

ΑΡΘΡΟ 8

ΟΔΗΓΟΙ

1. Κάθε κινούμενο όχημα ή συνδυασμός οχημάτων πρέπει να έχει οδηγό.

2. Η εσωτερική νομοθεσία πρέπει να προβλέπει ότι τα ζώα που χρησιμοποιούνται προς έλξη,φόρτωση ή ίππευση, και εκτός ειδικών περιοχών που φέρουν σχετική σήμανση στις εισόδους τους, τα ζώα, μεμονωμένα ή σε αγέλες, ή τα ποίμνια, θα έχουν οδηγό ικανό να τα καθοδηγεί κάθε στιγμή.

3. Κάθε οδηγός πρέπει να διαθέτει την αναγκαία φυσική και διανοητική ικανότητα και να βρίσκεται σε κατάλληλη φυσική και πνευματική κατάσταση για να οδηγεί.

4. Κάθε οδηγός πρέπει να κατέχει τις αναγκαίες γνώσεις και δεξιότητες για την οδήγηση του οχήματος- εν τούτοις, η απαίτηση αυτή δεν αποτελεί φραγμό για την εξάσκηση στην οδήγηση εκπαιδευόμενων οδηγών, σύμφωνα προς την εσωτερική νομοθεσία.

5. Κάθε οδηγός πρέπει να έχει το όχημα του υπό έλεγχο ώστε να μπορεί να ασκεί πάντοτε την απαιτούμενη και προσήκουσα επιμέλεια. Πρέπει να είναι εξοικειωμένος με τους κανονισμούς οδικής κυκλοφορίας και ασφάλειας καθώς και να γνωρίζει τους παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του, όπως η κούραση, η λήψη φαρμάκων και η οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος και ναρκωτικών.

Η εσωτερική νομοθεσία θεσπίζει συγκεκριμένες διατάξεις για την οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος και καθορίζει ένα νόμιμο επίπεδο οινοπνεύματος στο αίμα και, αν είναι σκόπιμο, ένα νόμιμο επίπεδο οινοπνεύματος στην αναπνοή, το οποίο δε συμβαδίζει με την οδήγηση οχήματος.

Σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία, το μέγιστο επίπεδο οινοπνεύματος σε καμία περίπτωση δε θα υπερβαίνει τα 0,50g ανά λίτρο καθαρού οινοπνεύματος στο αίμα και ή τα 0,25mg ανά λίτρο στον εκπνεόμενο αέρα.

6. Ο οδηγός ενός οχήματος πρέπει κάθε στιγμή να ελαχιστοποιεί οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα εκτός της οδήγησης. Η εσωτερική νομοθεσία πρέπει να προβλέπει κανόνες για τη χρήση τηλεφώνων από τους οδηγούς οχημάτων. Σε κάθε περίπτωση, η νομοθεσία πρέπει να απαγορεύει τη χρήση κινητού τηλεφώνου από οδηγούς οχημάτων με κινητήρα ή μοτοποδηλάτων ενώ το όχημα βρίσκεται σε κίνηση.
Άρθρο 9

ΑΡΘΡΟ 9

ΠΟΙΜΝΙΑ ΚΑΙ ΑΓΕΛΕΣ

Είναι υποχρεωτικό η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει ότι, πλην εξαιρέσεων για τη διευκόλυνση των μαζικών μετακινήσεων τους, τα ποίμνια και οι αγέλες πρέπει να χωρίζονται σε ομάδες μεσαίου μήκους, με επαρκή απόσταση μεταξύ τους, προς διευκόλυνση της οδικής κυκλοφορίας.
Άρθρο 10

ΑΡΘΡΟ 10

ΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΔΟΥ

1. Η κατεύθυνση της κυκλοφορίας θα είναι η ίδια επί όλων των οδών ενός Κράτους πλην, όπου κρίνεται σκόπιμο, επί των οδών που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά ή κυρίως από τη διερχόμενη κυκλοφορία μεταξύ δύο άλλων Κρατών.

(a) Πλην περιπτώσεων απολύτου ανάγκης, κάθε οδηγός θα ακολουθεί αποκλειστικά, εφόσον υπάρχουν, τις οδούς, τα οδοστρώματα, τις λωρίδες κυκλοφορίας και άλλες οδούς που διατίθενται για τους χρήστες των οδών.

(b) Όταν δε διατίθεται για αυτούς λωρίδα κυκλοφορίας ή οδός, οι οδηγοί μοτοποδηλάτων, ποδηλάτων και οχημάτων χωρίς κινητήρα δύνανται να οδεύουν κατά μήκος οποιουδήποτε ερείσματος κατά την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, εφόσον τούτο δύναται να γίνει χωρίς να παρενοχλούνται οι λοιποί χρήστες της οδού.

2. Τα ζώα που κινούνται κατά μήκος του οδοστρώματος πρέπει να τηρούνται όσο το δυνατόν εγγύτερα στο άκρο του οδοστρώματος που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

3. Με την επιφύλαξη των περί του αντιθέτου διατάξεων του Άρθρου 7, παράγραφος 1, του Άρθρου 11, παράγραφος 6, και λοιπών αντίθετων διατάξεων της παρούσας Σύμβασης, κάθε οδηγός οχήματος πρέπει, στο βαθμό που του επιτρέπουν οι περιστάσεις, να οδηγεί το όχημα του πλησίον του άκρου του οδοστρώματος που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται να καθορίσουν ακριβέστερους κανόνες σχετικά με τη θέση των φορτηγών οχημάτων επί του οδοστρώματος.

Όταν μία οδός περιέχει δύο ή τρία οδοστρώματα, ουδείς οδηγός θα καταλαμβάνει το οδόστρωμα που βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά από εκείνη που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

(a) Επί οδοστρωμάτων διπλής κατεύθυνσης τα οποία διαθέτουν τέσσερις η περισσότερες λωρίδες κυκλοφορίες, ουδείς οδηγός θα καταλαμβάνει τις λωρίδες κυκλοφορίας που βρίσκονται εξ ολοκλήρου επί του μισού του οδοστρώματος που προορίζονται για την κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση.

(b) Επί οδοστρωμάτων διπλής κατεύθυνσης τα οποία διαθέτουν τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, ουδείς οδηγός θα καταλαμβάνει τη λωρίδα κυκλοφορίας που βρίσκεται στο άκρο του οδοστρώματος που αντιστοιχεί στην αντίθετη κατεύθυνση κυκλοφορίας.

6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 11 και όταν πρόσθετη λωρίδα επισημαίνεται μεπινακίδα, οι οδηγοί των οχημάτων που κινούνται με μικρή ταχύτητα θα χρησιμοποιούν αυτή τη λωρίδα.
Άρθρο 11

ΑΡΘΡΟ 11

ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ ΚΑΙ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΕ ΣΤΟΙΧΟΥΣ

(a) Οι οδηγοί που κάνουν προσπέραση θα το κάνουν στην πλευρά της αντίθετης προς την αντιστοιχούσα στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

(b) Εν τούτοις, οι οδηγοί θα προσπερνούν στην αντιστοιχούσα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας πλευρά, εάν ο οδηγός τον οποίο πρόκειται να προσπεράσουν έχει δώσει σήμα ότι προτίθεται να στρίψει προς την πλευρά του οδοστρώματος την αντίθετη προς την αντιστοιχούσα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας και έχει μετακινήσει το όχημα του ή τα ζώα του προς την πλευρά αυτή, για να στρίψει προς αυτή, με σκοπό να ακολουθήσει άλλη οδό, να εισέλθει σε παρόδιο ιδιοκτησία, ή να σταματήσει επί της πλευράς αυτής.

(c) Η εσωτερική νομοθεσία μπορεί να δίδει άδεια σε ποδηλάτες και οδηγούς μοτοποδηλάτων να προσπερνούν οχήματα που βρίσκονται σε ακινησία ή οχήματα που κινούνται με μικρή ταχύτητα εκτός ποδηλάτων και μοτοποδηλάτων επί της πλευράς που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει επαρκής χώρος.

2. Πριν προσπεράσει, κάθε οδηγός πρέπει, τηρουμένων των διατάξεων του Αρθρου 7, ή εκείνων του Άρθρου 14 της παρούσας Σύμβασης, να βεβαιώνεται:

(a) ότι ουδείς εκ των ακολουθούντων οδηγών δεν έχει αρχίσει να τον προσπερνά,

(b) ότι ο οδηγός που προπορεύεται στη λωρίδα κυκλοφορίας δεν έχει δώσει προειδοποίηση ότι προτίθεται να προσπεράσει άλλον,

(c) ότι μπορεί να πραγματοποιήσει το προσπέρασμα χωρίς να θέσει σε κίνδυνο ή παρακωλύσει την ερχόμενη εκ της αντίθετης κατεύθυνσης κυκλοφορία βεβαιούμενος ειδικότερα ότι η λωρίδα την οποία θα χρησιμοποιήσει είναι ελεύθερη σε αρκετή απόσταση και ότι η διαφορά ταχύτητας μεταξύ των δύο οχημάτων επιτρέπει το προσπέρασμα εντός επαρκώς σύντομου χρόνου, και

(d) ότι εκτός των περιπτώσεων στις οποίες χρησιμοποιείται λωρίδα κλειστή για την εκ της αντιθέτου κατεύθυνσης ερχόμενη κυκλοφορία, δύναται να επανακτήσει τη θέση που καθορίζεται στο Άρθρο 10, παράγραφος 3, της παρούσας Σύμβασης, χωρίς να προκαλέσει δυσχέρεια στον χρήστη ή τους χρήστες της οδού που προσπερνά

3.Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου, το προσπέρασμα επί οδοστρώματος διπλής κατεύθυνσης απαγορεύεται ιδίως κατά την προσέγγιση στην κορυφή λόφου και όταν η ορατότητα είναι ανεπαρκής, επί στροφών, εκτός αν στις θέσεις αυτές υπάρχουν λωρίδες κυκλοφορίες καθοριζόμενες με κατά μήκος οδικές διαγραμμίσεις και το προσπέρασμα λαμβάνει χώρα χωρίς να εγκαταλείψει ο οδηγός τις λωριόες κυκλοφορίας που είναι σημασμένες ως κλειστές στην εκ της αντιθέτου κατεύθυνσης

4. `Οταν προσπερνά, ο οδηγός πρέπει να αφήνει επαρκή χώρο στον χρήστη ή τους χρήστες της οδού που προσπερνά.

5. (a) Επί οδοστρωμάτων με δύο τουλάχιστον λωρίδες κυκλοφορίας που διατίθενται για την κυκλοφορία την κινούμενη κατά την κατεύθυνση προς την οποία προχωρεί ο οδηγός, ο οποίος θα υποχρεούται, αμέσως ή λίγο μετά την επάνοδο του στην υπό του Άρθρου 10, παράγραφος 3, της παρούσας Σύμβασης καθοριζόμενη θέση να προσπεράσει πάλι, δύναται προκειμένου να εκτελέσει αυτό τον ελιγμό και υπό την προϋπόθεση ότι βεβαιώνεται ότι μπορεί να πράξει κάτι τέτοιο δίχως να προκαλέσει άσκοπη δυσχέρεια στους οδηγούς ταχύτερων οχημάτων που πλησιάζουν από πίσω του, να παραμείνει στη λωρίδα κυκλοφορίας την οποία έχει καταλάβει για τον πρώτο ελιγμό προσπεράσματος.

(b) Πάντως, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή τμήματα αυτών είναι ελεύθερα να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου επί των οδηγών ποδηλάτων, μοτοποδηλάτων, μοτοσικλετών και οχημάτων, τα οποία δεν αποτελούν οχήματα με κινητήρα κατά την έννοια της παρούσας Σύμβασης, ή επί οδηγών οχημάτων με κινητήρα των οποίων η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ., ή των οποίων η μέγιστη ταχύτητα μελέτης δε δύναται να υπερβεί τα 40 χλμ. (25 μίλια) την ώρα. Η διάταξη του εδαφίου (b) δεν εφαρμόζεται.

6.Στις περιπτώσεις στις οποίες είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις της παραγράφου 5(a) του παρόντος Άρθρου και η πυκνότητα της κυκλοφορίας είναι τέτοια που τα οχήματα όχι μόνο καταλαμβάνουν ολόκληρο το πλάτος του οδοστρώματος που προορίζεται για την κυκλοφορία την ακολουθούσα την κατεύθυνση κατά την οποία προχωρούν αυτά, αλλά κινούνται επίσης με ταχύτητα η οποία επιβάλλεται από το όχημα που προηγείται αυτών στη σειρά:

(a) με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, η κίνηση των οχημάτων της μιας σειράς με μεγαλύτερη ταχύτητα από εκείνη των οχημάτων της άλλης δε θεωρείται ότι αποτελεί προσπέρασμα κατά την έννοια του παρόντος Άρθρου,

(b) οδηγός ο οποίος δε βρίσκεται επί της λωρίδας κυκλοφορίας της πλησιέστερης προς το άκρο του οδοστρώματος που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας δύναται να αλλάξει λωρίδα κυκλοφορίας μόνο για να προετοιμαστεί για στροφή προς τα δεξιά ή τα αριστερά ή για στάθμευση· πάντως, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται επί αλλαγών λωρίδας κυκλοφορίας που πραγματοποιούν οδηγοί σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία, συνεπεία της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 5(b) του παρόντος Άρθρου. Λόγω της μη εφαρμογής του εδαφίου 5 (b) του άρθρου αυτού η διάταξη της τελευταίας φράσης του εδαφίου αυτού δεν εφαρμόζεται.

7. Όταν κινούνται σε στοίχους, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 5 και 6 του παρόντος Άρθρου, οι οδηγοί απαγορεύεται να κινούνται ιππαστί επί των κατά μήκος διαγραμμίσεων, εάν σκοπός τους είναι η σήμανση των λωρίδων κυκλοφορίας επί του οδοστρώματος. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου ή άλλων περιορισμών τους οποίους ενδέχεται να επιβάλλουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών και οι οποίοι αφορούν το προσπέρασμα σε διασταυρώσεις ή ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις, ουδείς οδηγός οχήματος επιτρέπεται να προσπερνά όχημα, εκτός δικύκλων ποδηλάτων, δικύκλων μοτοποδηλάτων, ή δικύκλων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο:

(a) αμέσως πριν ή σε διασταύρωση, εκτός των κόμβων κυκλικής πορείας, πλην:

i) της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 (b) του παρόντος Άρθρου περίπτωσης,

ii) όταν η οδός επί της οποίας λαμβάνει χώρα το προσπέρασμα έχει προτεραιότητα στη διασταύρωση,

iii) όταν η κυκλοφορία ρυθμίζεται στη διασταύρωση από εξουσιοδοτημένο τροχονόμο ή με φωτεινούς σηματοδότες της κυκλοφορίας.

(b) αμέσως πριν ή σε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση μη εφοδιασμένης με δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα, πλην όπου η οδική κυκλοφορία ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες όπως αυτοί χρησιμοποιούνται στις διασταυρώσεις.

9. Ένα όχημα δεν επιτρέπεται να προσπερνά άλλο όχημα, το οποίο πλησιάζει διάβαση πεζών σημασμένη ως τέτοια με διαγράμμιση επί του οδοστρώματος ή με πινακίδα, ή το οποίο έχει σταματήσει αμέσως πριν από τη διάβαση, κατ` οποιονδήποτε τρόπο παρά μόνο με ταχύτητα αρκετά χαμηλή ώστε να του επιτρέπει να διακόψει αμέσως την πορεία του εάν βρεθεί πεζός στη διάβαση. Τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα παράγραφο δεν πρέπει να θεωρηθούν ως παρεμποδίζοντα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών από το να απαγορεύουν το προσπέρασμα εντός καθοριζόμενης απόστασης από διάβαση πεζών, ή από το να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις στους οδηγούς οχημάτων οι οποίοι προτίθενται να προσπεράσουν όχημα ακινητοποιημένο αμέσως πριν τη διάβαση αυτή.

10. Οδηγός ο οποίος αντιλαμβάνεται ότι ο οδηγός που τον ακολουθεί επιθυμεί να τον προσπεράσει, πρέπει – πλην της περίπτωσης της προβλεπόμενης στο Άρθρο 16, παράγραφος 1(b) της παρούσας Σύμβασης – να οδηγεί πλησίον του άκρου του οδοστρώματος που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας και να μην επιταχύνει την κίνηση του. Εάν, λόγω της στενότητας, της κατατομής της επιφάνειας ή της κατάστασης του οδοστρώματος, σε συνδυασμό με την πυκνότητα της αντιθέτως ερχόμενης κυκλοφορίας, δε δύναται να προσπεραστεί με εύκολο και ασφαλή τρόπο όχημα βραδύ ή ογκώδες ή υποχρεωμένο να τηρεί όριο ταχύτητας, ο οδηγός του οχήματος αυτού πρέπει να μειώνει την ταχύτητα του και, εάν είναι αναγκαίο, να παραμερίζει στην άκρη όσο το δυνατόν ταχύτερα, ώστε να επιτρέπει στα ακολουθούντα αυτόν οχήματα να τον προσπεράσουν.

11 (a) Εντός κατοικημένων περιοχών, επί οδοστρωμάτων με τουλάχιστον δύο λωρίδες κυκλοφορίας προς την ίδια κατεύθυνση οι οποίες σημαίνονται με κατά μήκος διαγραμμίσεις, δε θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του Άρθρου 10, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης· οι οδηγοί οχημάτων με κινητήρα δύνανται να χρησιμοποιούν τη λωρίδα κυκλοφορίας που αρμόζει καλύτερα στον προορισμό τους. Θα αλλάζουν λωρίδα μόνο όταν προετοιμάζονται να στρίψουν δεξιά ή αριστερά, να προσπεράσουν, να κάνουν στάση, ή να σταθμεύσουν, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν αυτούς τους ελιγμούς.

(b) Στην προαναφερόμενη περίπτωση (a), τα οχήματα επί λωρίδων που αντιστοιχούν προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας τα οποία κινούνται ταχύτερα από εκείνα που κινούνται επί ακριανών λωρίδων δε θεωρούνται ότι προσπερνούν για τους σκοπούς του παρόντος Άρθρου. Εν τούτοις, οι διατάξεις της παραγράφου 9 του παρόντος Άρθρου συνεχίζουν να ισχύουν.

(c) To πιο πάνω εδάφιο (a) δε θα ισχύει επί αυτοκινητοδρόμων και οδών άλλων εκτός αυτοκινητοδρόμων που προορίζονται για την κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα, δεόντως σημασμένων με πινακίδες ως τέτοιων και χωρίς πρόσβαση σε ή από ιδιοκτησίες κατά μήκος αυτών, ή επί οποιωνδήποτε οδών όπου επιτρέπεται ταχύτητα μεγαλύτερη από 80 χλμ. (50 μίλια) την ώρα.»
Άρθρο 12

ΑΡΘΡΟ 12

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΣΤΗ ΛΩΡΙΔΑ ΑΝΤΙΘΕΤΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. Όταν οδηγός συναντάται με αντιθέτως ερχόμενα οχήματα, πρέπει να αφήνει επαρκή χώρο παραπλεύρως και, εάν είναι ανάγκη, να κινείται πλησίον του άκρου του οδοστρώματος που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Εάν, πράττοντας αυτό, η διέλευση του παρεμποδίζεται από εμπόδιο ή από την παρουσία άλλων χρηστών της οδού, πρέπει να μειώνει την ταχύτητα του και, εάν είναι αναγκαίο, να διακόπτει την πορεία του για να επιτρέπει τη διέλευση στον αντιθέτως ερχόμενο χρήστη ή χρήστες της οδού.

2. Επί ορεινών όγκων και επί οδών έντονης κλίσης με χαρακτηριστικά παρόμοια με εκείνα των ορεινών οδών όπου η διέλευση της αντιθέτως ερχόμενης κυκλοφορίας είναι αδύνατη ή δυσχερής, ο οδηγός του κατερχόμενου οχήματος είναι εκείνος ο οποίος πρέπει να παραμερίσει προς την πλευρά της οδού προκειμένου να επιτρέψει σε οποιοδήποτε ανερχόμενο όχημα να διέλθει, εκτός των περιπτώσεων στις οποίες η διαρρύθμιση των πλαγίων εσοχών για να δύνανται να παραμερίζουν τα οχήματα παραπλεύρως της οδού είναι τέτοια ώστε, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας και της θέσης των οχημάτων, το ανερχόμενο όχημα έχει μπροστά του την εσοχή αυτή και η ανάγκη να οπισθοχωρήσει το ένα εκ των οχημάτων θα μπορούσε να αποφευχθεί αν το ανερχόμενο όχημα παραμέριζε στην εσοχή αυτή. Στις περιπτώσεις που το ένα εκ των δύο οχημάτων, τα οποία πρόκειται να συναντηθούν, είναι υποχρεωμένο να οπισθοχωρήσει για να καταστήσει δυνατή τη διέλευση, οι συνδυασμοί οχημάτων θα έχουν προτεραιότητα έναντι των άλλων οχημάτων, τα βαρέα οχήματα έναντι των ελαφρών οχημάτων και τα λεωφορεία έναντι των φορτηγών προκειμένου περί οχημάτων της ίδιας κατηγορίας, ο οδηγός του κατερχόμενου οχήματος είναι εκείνος ο οποίος πρέπει να οπισθοχωρήσει, εκτός αν είναι εμφανώς ευκολότερο για τον οδηγό του ανερχόμενου οχήματος να το πράξει, π.χ. εάν αυτός βρίσκεται κοντά σε πλάγια εσοχή.
Άρθρο 13

ΑΡΘΡΟ 13

ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

1 Κάθε οδηγός κατά τη ρύθμιση της ταχύτητας του οχήματος του, πρέπει να λαμβάνει διαρκώς υπόψη τις περιστάσεις, ιδίως τη διαμόρφωση του εδάφους, την κατάσταση της οδού, την κατάσταση και το φορτίο του οχήματος του, τις καιρικές συνθήκες και την πυκνότητα της κυκλοφορίας, ώστε να είναι σε θέση να σταματήσει το όχημα του εντός του πεδίου της ορατότητας του προς τα εμπρός και προ οποιουδήποτε εμποδίου που μπορεί να προβλεφθεί. Πρέπει να μειώνει την ταχύτητα του και εν ανάγκη να διακόπτει την πορεία του οχήματος του όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν, ιδίως δε όταν η ορατότητα δεν είναι καλή.

2. Η εσωτερική νομοθεσία θεσπίζει ανώτατα όρια ταχύτητας για όλες τις οδούς. Η εσωτερική νομοθεσία ομοίως καθορίζει ειδικά όρια ταχύτητας τα οποία θα ισχύουν για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων που αποτελούν ιδιαίτερο κίνδυνο, ιδίως λόγω της μάζας ή του φορτίου τους. Δύνανται να θεσπιστούν παρόμοιες διατάξεις για ορισμένες κατηγορίες οδηγών, ιδίως για τους νέους οδηγούς.

3. Οι αναφερόμενες στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 2 διατάξεις μπορούν να μην ισχύουν για οδηγούς των αναφερόμενων στο άρθρο 34, παράγραφος 2 οχημάτων προτεραιότητας, ή οχημάτων τα οποία αντιμετωπίζονται ως τέτοια στην εσωτερική νομοθεσία.

4. Ουδείς οδηγός επιτρέπεται να παρεμποδίζει την ομαλή πορεία των άλλων οχημάτων κινούμενος με ασυνήθη βραδύτητα, χωρίς ουσιαστικό λόγο.

5. Ο οδηγός οχήματος, το οποίο κινείται πίσω από άλλο, πρέπει να τηρεί αρκετή απόσταση από αυτό για την αποφυγή σύγκρουσης, εάν το προ αυτού κινούμενο όχημα μειώσει ξαφνικά την ταχύτητα του ή σταματήσει.

6. Εκτός κατοικημένων περιοχών, επί οδών στις οποίες μία μόνο λωρίδα διατίθεται για την κυκλοφορία προς την κατεύθυνση που αφορά, προς διευκόλυνση του προσπεράσματος, οι οδηγοί οχημάτων υποκείμενων σε ειδικό περιορισμό ταχύτητας, καθώς και οι οδηγοί οχημάτων ή συνδυασμών οχημάτων συνολικού μήκους άνω των 7μ. πρέπει, πλην των περιπτώσεων στις οποίες προσπερνούν ή ετοιμάζονται να προσπεράσουν, να τηρούν τέτοια απόσταση από τα μηχανοκίνητα οχήματα που κινούνται μπροστά τους ώστε τα άλλα οχήματα που τους προσπερνούν να μπορούν να κινηθούν ακίνδυνα εντός του μπροστινού χώρου του οχήματος που προσπερνούν. Εν τούτοις, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται όταν η κυκλοφορία είναι πολύ πυκνή ή σε περιστάσεις στις οποίες απαγορεύεται το προσπέρασμα.
Άρθρο 14

ΑΡΘΡΟ 14

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΛΙΓΜΩΝ

1. Κάθε οδηγός, ο οποίος επιθυμεί να εκτελέσει ελιγμό, όπως για παράδειγμα να εξέλθει από σειρά σταθμευμένων οχημάτων ή να εισέλθει σε αυτή, να μετακινηθεί προς τα δεξιά ή τα αριστερά του οδοστρώματος, ιδίως για να αλλάξει λωρίδα κυκλοφορίας, ή να στρίψει αριστερά ή δεξιά σε άλλη οδό ή εντός παρόδιου ιδιοκτησίας, πρέπει πρώτα να βεβαιώνεται ότι μπορεί να το πράξει χωρίς να εκθέσει σε κίνδυνο τους λοιπούς χρήστες της οδού, οι οποίοι κινούνται πίσω ή μπροστά από αυτόν, ή ετοιμάζονται να τον προσπεράσουν, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση, την κατεύθυνση και την ταχύτητα τους.

2. Κάθε οδηγός, ο οποίος επιθυμεί να πραγματοποιήσει αναστροφή ή να κινηθεί προς τα πίσω, πρέπει προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι μπορεί να πράξει τούτο χωρίς να εκθέσει σε κίνδυνο ή να παρεμποδίσει τους άλλους χρήστες της οδού.

3. Πριν στρίψει ή πραγματοποιήσει ελιγμό ο οποίος συνεπάγεται πλευρική κίνηση, ο οδηγός πρέπει να δίδει σαφή και επαρκή προειδοποίηση για την πρόθεση του μέσω του δείκτη ή των δεικτών κατεύθυνσης ή, αν αυτοί δε λειτουργούν, δίδοντας, εφόσον είναι δυνατόν, ένα κατάλληλο σήμα με το χέρι του. Η προειδοποίηση η οποία δίδεται με τον δείκτη ή τους δείκτες κατεύθυνσης πρέπει να εξακολουθεί να δίδεται καθόλη τη διάρκεια του ελιγμού και να παύει μόλις ολοκληρωθεί ο ελιγμός.
Άρθρο 15

ΑΡΘΡΟ 15

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Είναι υποχρεωτικό η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει ότι εντός κατοικημένων περιοχών, για τη διευκόλυνση της κίνησης των συνήθων οχημάτων δημόσιων συγκοινωνιών, οι οδηγοί των άλλων οχημάτων πρέπει, τηρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 17, παράγραφος 1, της παρούσας Σύμβασης, να μειώνουν την ταχύτητα τους και, εν ανάγκη, να διακόπτουν την πορεία τους προκειμένου να επιτρέψουν στα οχήματα δημόσιων συγκοινωνιών να εκτελέσουν τον αναγκαίο ελιγμό για την εκκίνηση από τις καθορισμένες στάσεις. Οι προς τον σκοπό αυτό καθοριζόμενες από τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών διατάξεις δε θα επηρεάζουν με κανένα τρόπο την υποχρέωση των οδηγών των οχημάτων δημόσιων συγκοινωνιών να λαμβάνουν, αφού προειδοποιήσουν με τους δείκτες κατεύθυνσης των οχημάτων τους για την πρόθεση τους να εκκινήσουν, τις αναγκαίες προφυλάξεις για την αποφυγή οποιουδήποτε κινδύνου ατυχήματος.
Άρθρο 16

ΑΡΘΡΟ 16

ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. Πριν στρίψει δεξιά ή αριστερά προκειμένου να εισέλθει σε άλλη οδό ή σε παρόδιο ιδιοκτησία, ο οδηγός, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 7, παράγραφος 1, και του Άρθρου 14 της παρούσας Σύμβασης, πρέπει:

(a) εάν επιθυμεί να στρίψει προς την πλευρά που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας, να τηρεί το όχημα του όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς το άκρο του οδοστρώματος που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση αυτή, και να πραγματοποιήσει τη στροφή όσο το δυνατόν πιο κλειστή,

(b) εάν επιθυμεί να στρίψει προς την άλλη πλευρά, και τηρούμενης πάσης άλλης διάταξης την οποία δύνανται τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών να θεσπίσουν για τα ποδήλατα και τα μοτοποδήλατα σχετικά με την αλλαγή κατεύθυνσης, να μετακινηθεί όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τον άξονα του οδοστρώματος αν είναι διπλής κατεύθυνσης, ή προς το αντίθετο του αντιστοιχούντος στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας άκρο αν είναι μονόδρομος και, εάν επιθυμεί να εισέλθει σε άλλη οδό διπλής κατεύθυνσης, να πραγματοποιήσει τη στροφή του κατά τρόπο που να εισέλθει στο οδόστρωμα της άλλης οδού στην πλευρά που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

2. Κατά την αλλαγή κατεύθυνσης, ο οδηγός πρέπει, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 21 της παρούσας Σύμβασης που αφορούν τους πεζούς, να επιτρέπει τη διέλευση άλλων χρηστών της οδού επί του οδοστρώματος, ή επί άλλων τμημάτων της οδού που πρόκειται να εγκαταλείψει.
Άρθρο 17

ΑΡΘΡΟ 17

ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΣΗ

1. Οι οδηγοί οχημάτων απαγορεύεται να τροχοπεδούν απότομα εκτός αν τούτο επιβάλλεται από λόγους ασφαλείας.

2. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που η επιβράδυνση γίνεται για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου, κάθε οδηγός που προτίθεται να μειώσει την ταχύτητα του οχήματος του σε σημαντικό βαθμό πρέπει πρώτα να βεβαιώνεται ότι μπορεί να πράξει αυτό χωρίς να προκαλέσει κίνδυνο ή άσκοπη δυσχέρεια σε άλλους οδηγούς. Πρέπει επίσης, εκτός αν έχει βεβαιωθεί ότι δεν τον ακολουθεί όχημα ή, αν ακολουθείται από όχημα, ότι αυτό βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση πίσω του, να δίδει σαφή και έγκαιρη προειδοποίηση για την πρόθεση του δίδοντας κατάλληλο σήμα με το χέρι του. Εν τούτοις, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται αν η προειδοποίηση περί επικείμενης επιβράδυνσης δίδεται με τα φώτα πέδησης του οχήματος, τα οποία αναφέρονται στο Παράρτημα 5, παράγραφος 31, της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 18

ΑΡΘΡΟ 18

ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

1. Κάθε οδηγός που πλησιάζει σε διασταύρωση πρέπει να καταβάλλει την ενδεδειγμένη βάσει των τοπικών συνθηκών ιδιαίτερη προσοχή. Οι οδηγοί των οχημάτων πρέπει, ειδικότερα, να οδηγούν με ταχύτητα τέτοια που να μπορούν να διακόψουν την πορεία αυτών για να επιτρέψουν τη διέλευση στα οχήματα που έχουν προτεραιότητα.

2. Κάθε οδηγός που εισέρχεται από μονοπάτι ή χωματόδρομο σε οδό άλλη πλην μονοπατιού ή χωματόδρομου πρέπει να παραχωρεί προτεραιότητα στα οχήματα που κινούνται επί αυτής της οδού. Για τους σκοπούς αυτού του Άρθρου, οι όροι «μονοπάτι» και «χωματόδρομος» δύνανται να ορίζονται από την εσωτερική νομοθεσία.

3. Κάθε οδηγός που εισέρχεται σε οδό από παρόδιο ιδιοκτησία πρέπει να παραχωρεί προτεραιότητα στους χρησιμοποιούντες την οδό αυτή.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 7 του παρόντος Άρθρου:

α) Στα Κράτη όπου η κυκλοφορία διεξάγεται δεξιά, ο οδηγός οχήματος πρέπει να παραχωρεί προτεραιότητα, σε διασταυρώσεις άλλες από αυτές που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου και στο Άρθρο 25, παράγραφοι 2 και 4 της παρούσας Σύμβασης, στα οχήματα που τον προσεγγίζουν από τα δεξιά,

β) Στα Κράτη στα οποία η κυκλοφορία διεξάγεται αριστερά, η προτεραιότητα στις διασταυρώσεις ρυθμίζεται με πινακίδες οδικής σήμανσης, σηματοδότες ή διαγραμμίσεις.

5. Ουδείς οδηγός επιτρέπεται να εισέρχεται σε διασταύρωση, έστω κι αν φωτεινοί σηματοδότες το επιτρέπουν, όταν η πυκνότητα της κυκλοφορίας είναι τέτοια ώστε να υποχρεωθεί ενδεχομένως να σταματήσει εντός της διασταύρωσης, παρεμποδίζοντας ως εκ τούτου ή αποτρέποντας τη διέλευση της κυκλοφορίας που κινείται κάθετα προς την πορεία του.

6. Οδηγός ο οποίος έχει εισέλθει σε διασταύρωση όπου η κυκλοφορία ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες, μπορεί να εξέλθει από αυτήν και πριν ανοίξει η οδός προς την κατεύθυνση την οποία επιθυμεί να ακολουθήσει, υπό την προϋπόθεση ότι δε θα παρεμποδιστεί η διέλευση άλλων χρηστών της οδού που κινούνται προς την ανοικτή κατεύθυνση.

7. Οδηγοί οχημάτων μη κινούμενων επί σιδηροτροχιών πρέπει να παραχωρούν προτεραιότητα στα οχήματα που κινούνται επί σιδηροτροχιών.

8. Καμία διάταξη του παρόντος Άρθρου δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι αποτρέπει τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών από το να επεκτείνουν το αναφερόμενο στην παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου δικαίωμα προτεραιότητας σε όλους τους οδικούς χρήστες.
Άρθρο 19

ΑΡΘΡΟ 19

ΙΣΟΠΕΔΕΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ

Αυτοί που χρησιμοποιούν τις οδούς πρέπει να καταβάλλουν ιδιαίτερη προσοχή όταν προσεγγίζουν ή διασχίζουν ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις. Ειδικότερα:

(a) Κάθε οδηγός οχήματος πρέπει να οδηγεί με μέτρια ταχύτητα,

(b) Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης υπακοής σε οδηγία διακοπής πορείας διδομένης με φωτεινή σηματοδότηση ή με ηχητικό σήμα, ουδείς οδηγός επιτρέπεται να εισέρχεται σε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση όταν τα δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα έχουν κλείσει την οδό ή κατά τον χρόνο που αυτά κατεβαίνουν για να κλείσουν την οδό, ή όταν τα ημιδρύφρακτα ανεβαίνουν,

(c) Σε ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις μη εφοδιασμένες με δρύφρακτα, ημιδρύφρακτα ή φωτεινούς σηματοδότες, ουδείς χρήστης της οδού θα εισέρχεται σε αυτές χωρίς προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι δεν πλησιάζει όχημα κινούμενο επί σιδηροτροχιών,

(d) Ουδείς οδηγός επιτρέπεται να εισέρχεται σε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση, χωρίς προηγουμένως να βεβαιωθεί ότι δε θα υποχρεωθεί να σταματήσει εντός αυτής,

(e) Ουδείς χρήστης της οδού επιτρέπεται να καθυστερεί ενώ διασχίζει ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση. Σε περίπτωση αναγκαστικής ακινητοποίησης του οχήματος επί των σιδηροτροχιών, ο οδηγός του πρέπει να προσπαθήσει να το μετακινήσει από τις σιδηροτροχιές και, αν κάτι τέτοιο δεν καταστεί δυνατό, να πράξει ότι μπορεί ώστε να προειδοποιήσει εγκαίρως για τον κίνδυνο τους οδηγούς των οχημάτων που κινούνται επί σιδηροτροχιών.
Άρθρο 20

ΑΡΘΡΟ 20

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΕΖΟΥΣ

1. Οι πεζοί πρέπει, όπου αυτό είναι δυνατό, να αποφεύγουν να βαδίζουν επί του οδοστρώματος, εάν όμως το χρησιμοποιούν οφείλουν να το πράττουν με προσοχή και να μην παρενοχλούν ή παρεμποδίζουν την κυκλοφορία χωρίς λόγο.

2. Εάν, στην πλευρά του οδοστρώματος, υπάρχουν πεζοδρόμια ή κατάλληλα ερείσματα για πεζούς, οι πεζοί πρέπει να χρησιμοποιούν αυτά. Εν τούτοις, εφόσον λάβουν τις αναγκαίες προφυλάξεις:

(a) πεζοί που ωθούν ή μεταφέρουν ογκώδη αντικείμενα μπορούν να χρησιμοποιούν το οδόστρωμα εάν σε περίπτωση βάδισης τους επί του πεζοδρομίου ή του ερείσματος, θα προκαλούσαν σοβαρή δυσχέρεια σε άλλους πεζούς,

(b) ομάδες πεζών οδηγούμενες από κάποιον επικεφαλής μπορούν να βαδίζουν επί του οδοστρώματος.

Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου της Σύμβασης, τα άτομα μειωμένης κινητικότητας που κινούνται με αναπηρικά οχήματα μπορούν σε όλες τις περιπτώσεις να χρησιμοποιούν το οδόστρωμα.

3. Εάν είναι αδύνατη η χρησιμοποίηση πεζοδρομίων ή ερεισμάτων, ή δεν υπάρχουν τέτοια, οι πεζοί μπορούν να βαδίζουν επί του οδοστρώματος· εάν υπάρχει λωρίδα για ποδήλατα και η πυκνότητα της κυκλοφορίας το επιτρέπει, μπορούν να βαδίζουν σε αυτήν, χωρίς ωστόσο να παρεμποδίζουν την κυκλοφορία των ποδηλάτων και των μοτοποδηλάτων.

4. Πεζοί που βαδίζουν επί του οδοστρώματος σύμφωνα με την παράγραφο 2, την πρόσθετη παράγραφο που παρεμβάλλεται αμέσως μετά την παράγραφο 2 και την παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου πρέπει να βαδίζουν όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς το άκρο του οδοστρώματος.

5. (a) Εκτός κατοικημένων περιοχών, πεζοί που βαδίζουν επί του οδοστρώματος πρέπει να βαδίζουν στην πλευρά την αντίθετη προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, εκτός αν κάτι τέτοιο τους εκθέτει σε κίνδυνο, ή σε ειδικές περιπτώσεις. Εν τούτοις, πρόσωπα που ωθούν ποδήλατο, μοτοποδήλατο ή μοτοσικλέτα, άτομα μειωμένης κινητικότητας κινούμενα με αναπηρικά οχήματα και ομάδες πεζών οδηγούμενες από κάποιον επικεφαλής ή σχηματίζουσες πομπή πρέπει να βαδίζουν στην πλευρά του οδοστρώματος που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Αν δεν σχηματίζουν πομπή, οι πεζοί που βαδίζουν επί του οδοστρώματος πρέπει να βαδίζουν σε μονό στοίχο, εάν είναι δυνατό και αν τούτο απαιτείται για την ασφάλεια της κυκλοφορίας, ιδίως λόγω συνθηκών περιορισμένης ορατότητας ή μεγάλης πυκνότητας της κυκλοφορίας.

(b) Οι διατάξεις του εδαφίου (a) της παραγράφου αυτής μπορούν να τυγχάνουν εφαρμογής και εντός κατοικημένων περιοχών.

6. (a) Πεζοί που επιθυμούν να διασχίσουν το οδόστρωμα δεν πρέπει να πατούν επί αυτού χωρίς να καταβάλλουν προσοχή· πρέπει να χρησιμοποιούν τις διαβάσεις πεζών, όποτε υπάρχουν τέτοιες πλησίον.

(b) Προκειμένου να διασχίσουν το οδόστρωμα σε διάβαση πεζών σημασμένη με πινακίδες ως τέτοια ή υποδεικνυόμενη με διαγραμμίσεις επί του οδοστρώματος:

ί) αν η διάβαση είναι εφοδιασμένη με φωτεινούς σηματοδότες για πεζούς, οι τελευταίοι πρέπει να υπακούουν τις εντολές που δίδονται από τους εν λόγω σηματοδότες,

ii) αν η διάβαση δεν είναι εφοδιασμένη με τέτοιους σηματοδότες, αλλά η κυκλοφορία των οχημάτων ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες κυκλοφορίας ή από εξουσιοδοτημένο τροχονόμο, οι πεζοί δεν πρέπει να πατούν επί του οδοστρώματος όταν έχει δοθεί σήμα από τους φωτεινούς σηματοδότες ή από τον εξουσιοδοτημένο τροχονόμο να προχωρήσουν τα οχήματα,

iii) σε άλλες διαβάσεις πεζών, οι πεζοί δεν πρέπει να πατούν επί του οδοστρώματος χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την απόσταση και την ταχύτητα των οχημάτων που πλησιάζουν.

(c) Για να διασχίσουν το οδόστρωμα σε άλλα σημεία πλην των διαβάσεων για πεζούς που σημαίνονται ως τέτοιες ή υποδεικνύονται με διαγραμμίσεις επί του οδοστρώματος, οι πεζοί δεν πρέπει να πατούν επί του οδοστρώματος χωρίς πρώτα να βεβαιώνονται ότι δύνανται να πράξουν τούτο χωρίς να παρεμποδίσουν την κυκλοφορία των οχημάτων. Οι πεζοί πρέπει να διασχίζουν το οδόστρωμα κάθετα προς τον άξονα του.

(d) Μόλις αρχίσουν να διασχίζουν το οδόστρωμα, οι πεζοί δεν πρέπει να ακολουθούν μη απαραίτητη μακρά διαδρομή και δεν πρέπει να βραδυπορούν ή να σταματούν άνευ λόγου επί του οδοστρώματος.

7. Εν τούτοις τα Συμβαλλόμενα Μέρη η Τμήματα αυτών δύνανται να επιβάλλουν αυστηρότερες διατάξεις για τους πεζούς που διασχίζουν οδοστρώματα.
Άρθρο 21

ΑΡΘΡΟ 21

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΩΝ ΟΔΗΓΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΠΕΖΩΝ

1. Ολοι οι οδηγοί πρέπει να αποφεύγουν να συμπεριφέρονται με τρόπο που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τους πεζούς.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 7, παράγραφος 1, Άρθρου 11, παράγραφος 9 και Άρθρου 13, παράγραφος 1, της παρούσας Σύμβασης, στις περιπτώσεις όπου υπάρχει στο οδόστρωμα διάβαση πεζών σημασμένη με πινακίδες ως τέτοια ή υποδεικνυόμενη με διαγραμμίσεις στο οδόστρωμα:

(a) Εάν η κυκλοφορία των οχημάτων ρυθμίζεται στη διάβαση αυτή με φωτεινούς σηματοδότες ή από εξουσιοδοτημένο τροχονόμο, οι οδηγοί στους οποίους απαγορεύεται να προχωρήσουν πρέπει να σταματούν πριν από τη διάβαση ή τις εγκάρσιες διαγραμμίσεις που προηγούνται αυτής και, όταν τους επιτραπεί να προχωρήσουν, δεν πρέπει να αποτρέπουν ή παρεμποδίζουν τη διέλευση των πεζών που έχουν πατήσει σε αυτή· οι οδηγοί που στρίβουν σε άλλη οδό στην είσοδο της οποίας υπάρχει διάβαση πεζών, πρέπει να προχωρούν αργά και να παραχωρούν προτεραιότητα, διακόπτοντας αν χρειαστεί την πορεία τους, στους πεζούς που ήδη χρησιμοποιούν ή πρόκειται να χρησιμοποιήσουν τη διάβαση,

(b) Αν η κυκλοφορία των οχημάτων δε ρυθμίζεται στη διάβαση αυτή με φωτεινούς σηματοδότες ή από εξουσιοδοτημένο τροχονόμο, οι οδηγοί πρέπει να προσεγγίζουν τη διάβαση με ταχύτητα τόσο χαμηλή ώστε να μην θέτουν σε κίνδυνο τους πεζούς που τη χρησιμοποιούν ή πρόκειται να τη χρησιμοποιήσουν. Αν χρειαστεί, πρέπει να σταματούν για να επιτρέπουν στους πεζούς να διέλθουν.

3. Χωρίς να ατονούν οι διατάξεις του Αρθρου 7, παράγραφος 1 και του Άρθρου 13, παράγραφος 1 της Σύμβασης, εάν επί του οδοστρώματος δεν υπάρχει διάβαση πεζών σημασμένη ως τέτοια ή υποδεικνυόμενη με διαγραμμίσεις επί του οδοστρώματος, οι οδηγοί που στρίβουν προς άλλη οδό οφείλουν να πράττουν αυτό παραχωρώντας προτεραιότητα, σταματώντας εν ανάγκη για τον σκοπό αυτό, σε πεζούς που έχουν ήδη πατήσει επί του οδοστρώματος. Πρέπει επίσης να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή σε πεζούς που διασχίζουν το οδόστρωμα για να επιβιβαστούν σε όχημα δημοσίων συγκοινωνιών ή αφού αποβιβαστούν από αυτό.

4. Οδηγοί οι οποίοι προτίθενται να προσπεράσουν από την πλευρά της κατεύθυνσης της κυκλοφορίας όχημα δημόσιων συγκοινωνιών που βρίσκεται σε στάση σε καθορισμένο σημείο πρέπει να επιβραδύνουν και, εν ανάγκη, να σταματούν, για να επιτρέπουν την επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών από το όχημα αυτό.

5. Όταν, σε οδούς που προορίζονται για πεζούς, επιτρέπεται η είσοδος υπό συγκεκριμένες περιστάσεις σε ορισμένα οχήματα, η εσωτερική νομοθεσία δύναται να θεσπίσει κανονισμούς που να διέπουν τη συμπεριφορά των χρηστών των οδών, ώστε να αποφεύγονται διαμάχες μεταξύ των διαφόρων χρηστών και να ορίσει μέγιστο όριο ταχύτητας ώστε οι οδηγοί να μπορούν να σταματούν εγκαίρως ώστε να μην εκθέτουν σε κίνδυνο τους πεζούς.

6. Ουδείς οδηγός δε θα εισέρχεται σε διάβαση πεζών χωρίς πρώτα να βεβαιωθεί ότι δε θα υποχρεωθεί να σταματήσει επί αυτής.

7. Οδηγοί οι οποίοι εισέρχονται σε οδό από παρόδιο περιοχή ή εξέρχονται από -αυτή για να εισέλθουν σε παρόδιο περιοχή πρέπει να παραχωρούν προτεραιότητα στους πεζούς.
Άρθρο 22

ΑΡΘΡΟ 22

ΝΗΣΙΔΕΣ ΣΤΟ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑ

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 10 της παρούσας Σύμβασης, ένας οδηγός δύναται να διέρχεται αριστερά ή δεξιά από νησίδες κυκλοφορίας, πασσάλους και άλλες διατάξεις τοποθετημένες στο οδόστρωμα επί του οποίου κινείται, με εξαίρεση τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(a) όταν η πλευρά από την οποία πρέπει να διέλθει τη νησίδα, τον πάσσαλο ή τη διάταξη υποδεικνύεται με πινακίδα σήμανσης,

(b) όταν η νησίδα, ο πάσσαλος ή η διάταξη βρίσκονται επί του άξονα οδοστρώματος διπλής κατεύθυνσης· στην περίπτωση αυτή, ο οδηγός πρέπει να κινείται επί της πλευράς της νησίδας, του πασσάλου ή της διάταξης που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.
Άρθρο 23

ΑΡΘΡΟ 23

ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ

1. Εκτός κατοικημένων περιοχών, τα οχήματα που βρίσκονται σε στάση ή στάθμευση και τα σταματημένα ζώα πρέπει να σταθμεύουν οπουδήποτε άλλου εκτός του οδοστρώματος. Και εντός και εκτός κατοικημένων περιοχών, δεν πρέπει να σταθμεύουν στους ποδηλατοδρόμους, στις ποδηλατολωρίδες, στις λεωφορειολωρίδες, στις οδούς για έφιππους, στα μονοπάτια, στα πεζοδρόμια ή στα ερείσματα που προορίζονται ειδικά για την κυκλοφορία πεζών, εκτός αν τούτο επιτρέπεται από την εφαρμοστέα εσωτερική νομοθεσία.

2. (a) Σταματημένα ζώα και οχήματα σε στάση ή στάθμευση επί του οδοστρώματος πρέπει να βρίσκονται όσον το δυνατόν πλησιέστερα στο άκρο του οδοστρώματος. Οι οδηγοί δεν πρέπει να ακινητοποιούν ή σταθμεύουν τα οχήματα τους επί των οδοστρωμάτων παρά μόνο στην πλευρά που αντιστοιχεί, για εκείνους, προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας- εν τούτοις, η στάση ή στάθμευση στην άλλη πλευρά επιτρέπεται όταν η στάση ή στάθμευση στην πλευρά την αντιστοιχούσα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας εμποδίζεται από την παρουσία σιδηροτροχιών. Επιπλέον, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται:

ϊ) να μην απαγορεύουν τη στάση και τη στάθμευση επί της μίας ή άλλης πλευράς υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για παράδειγμα όπου η στάση επί της αντιστοιχούσας προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας πλευράς απαγορεύεται με πινακίδες οδικής σήμανσης,

ii) επί μονόδρομων, να επιτρέπουν τη στάση και τη στάθμευση και επι της άλλης πλευράς καθώς και επί, ή αντί, της πλευράς της αντιστοιχούσας προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας,

iii) να επιτρέπουν τη στάση και στάθμευση στο μέσο του οδοστρώματος σε ειδικό σημασμένες θέσεις.

(b) Οχήματα εκτός των δίκυκλων ποδηλάτων, δίκυκλων μοτοποδηλάτων και δίκυκλων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, δεν επιτρέπεται να σταθμεύουν το ένα παραπλεύρως του άλλου επί του οδοστρώματος. Τα εν στάσει ή σταθμευμένα οχήματα πρέπει, εκτός των περιπτώσεων στις οποίες η διάταξη της περιοχής επιτρέπει διαφορετικά, να τοποθετούνται παράλληλα με την οριογραμμή του οδοστρώματος.

3. (a) Η στάση ή στάθμευση οχήματος επί του οδοστρώματος απαγορεύεται:

ϊ) σε απόσταση μικρότερη από 5μ. προ διαβάσεων πεζών και διαβάσεων ποδηλατιστών, επί διαβάσεων πεζών και διαβάσεων ποδηλατιστών και επί ισόπεδων σιδηροδρομικών διαβάσεων,

ii) επί σιδηροδρομικών ή τροχιοδρομικών τροχιών επί οδού ή τόσο κοντά σε αυτές τις τροχιές που ενδέχεται να παρεμποδιστεί η κίνηση τροχιοδρόμων ή σιδηροδρόμων.

iii) επί προσεγγίσεων σε διασταυρώσεις εντός απόστασης 5μ. από την προέκταση του πλησιέστερου άκρου προς το εγκάρσιο οδόστρωμα και επί διασταυρώσεων, εκτός αν άλλως υποδεικνύεται από πινακίδες οδικής σήμανσης ή σηματοδότες ή οδικές διαγραμμίσεις

(b) Η στάση ή στάθμευση οχήματος σε οποιοδήποτε σημείο όπου θα αποτελούσε κίνδυνο απαγορεύεται, και ειδικότερα:

ί) με εξαίρεση τους χώρους εκείνους, οι οποίοι μπορεί να έχουν ειδικώς σημανθεί, κάτω από κόμβους άνευ διαβάσεως και εντός σηράγγων,

ii) στο οδόστρωμα, πλησίον των κορυφών λόφων και επί στροφών όπου η ορατότητα δεν είναι επαρκής ώστε το όχημα να προσπεράσει με πλήρη ασφάλεια, λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας των οχημάτων επί του τμήματος της συγκεκριμένης οδού,

iii) στο οδόστρωμα παραπλεύρως κατά μήκος διαγραμμίσεων οδού, όπου το εδάφιο (βii) της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται, αλλά το εύρος του οδοστρώματος μεταξύ της διαγράμμισης και του οχήματος είναι μικρότερο των 3 μ. και η διαγράμμιση είναι τέτοια που τα προσεγγίζοντα από αυτήν την πλευρά οχήματα απαγορεύεται να την υπερβούν,

ίν) σε οποιοδήποτε σημείο όπου το όχημα θα απέκρυπτε πινακίδες σήμανσης ή φωτεινούς σηματοδότες από τη θέα αυτών που χρησιμοποιούν την οδό,

ν) επί σημασμένης βοηθητικής οδού η οποία προορίζεται για οχήματα που κινούνται βραδέως.

(c) Η στάθμευση οχήματος στο οδόστρωμα απαγορεύεται:

i) εντός της απόστασης της καθοριζόμενης από την εσωτερική νομοθεσία, επί προσβάσεων επί ισόπεδων σιδηροδρομικών διαβάσεων και εντός απόστασης 15μ. εκατέρωθεν στάσεων λεωφορείων, ηλεκτροκίνητων λεωφορείων ή σιδηροδρομικών οχημάτων, εκτός αν η εσωτερική νομοθεσία προβλέπει μικρότερη απόσταση.

ii) μπροστά σε εισόδους οχημάτων σε παρόδιες ιδιοκτησίες,

iii) σε οποιοδήποτε σημείο όπου το σταθμευμένο όχημα θα εμπόδιζε την πρόσβαση σε έτερο όχημα που έχει σταθμεύσει κανονικά ή θα παρεμπόδιζε το συγκεκριμένο όχημα να εξέλθει από το χώρο που έχει σταθμεύσει,

iv) στο κεντρικό οδόστρωμα οδών με τρία οδοστρώματα και, εκτός κατοικημένων περιοχών, επί οδοστρωμάτων οδών σημασμένων ως οδών προτεραιότητας με κατάλληλες πινακίδες.

4. Οι οδηγοί οχημάτων ή ζώων δεν επιτρέπεται να απομακρύνονται από αυτά χωρίς να λάβουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή ατυχήματος και, προκειμένου για μηχανοκίνητα οχήματα, για να εμποδιστεί η χρησιμοποίηση τους χωρίς σχετική άδεια.

5. (a) Κάθε μηχανοκίνητο όχημα, πλην των δίκυκλων μοτοποδηλάτων ή των δίκυκλων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, και κάθε ρυμουλκούμενο, συνδεδεμένο ή μη, πρέπει, όταν ακινητοποιείται επί του οδοστρώματος εκτός κατοικημένης περιοχής, να δίδει σήμα στους προσεγγίζοντες οδηγούς με τέτοιο τρόπο ώστε αυτοί να προειδοποιούνται εγκαίρως για την παρουσία του:

(i) εάν ο οδηγός υποχρεωθεί να σταματήσει το όχημα του σε θέση όπου απαγορεύεται η στάση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 (b) (i) ή (ϋ) του παρόντος Άρθρου της Σύμβασης,

(ii) εάν οι συνθήκες είναι τέτοιες που οι προσεγγίζοντες οδηγοί δεν μπορούν, ή μπορούν μόνο με δυσκολία, να αντιληφθούν εγκαίρως το εμπόδιο που αποτελεί το όχημα.

(b) Οι διατάξεις του εδαφίου (a) της παρούσας παραγράφου μπορούν να εφαρμόζονται και εντός κατοικημένων περιοχών.

(c) Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, συνιστάται η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει τη χρήση μίας εκ των συσκευών που αναφέρονται στο Παράρτημα 5, παράγραφος 56 της Σύμβασης.

6. Καμία διάταξη του παρόντος Άρθρου δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εμποδίζει τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών να θεσπίσουν άλλες διατάξεις για τη στάση και τη στάθμευση ή να θεσπίσουν μεμονωμένες διατάξεις για τη στάση και στάθμευση ποδηλάτων και μοτοποδηλάτων.

7. (a) Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να επιτρέπει σε άτομα μειωμένης κινητικότητας να σταθμεύουν τα οχήματα τους επί δημοσίων οδών όπου η στάθμευση απαγορεύεται ή πέραν του προβλεπόμενου χρόνου σε σημεία όπου ο χρόνος στάθμευσης είναι περιορισμένος.

(b) Τα Κράτη μπορούν να εκδίδουν για άτομα μειωμένης κινητικότητας έγγραφο το οποίο θα φέρει τουλάχιστον το διεθνές σήμα για τα άτομα με αναπηρία και το ονοματεπώνυμο του κατόχου. Το έγγραφο αυτό θα επιδεικνύεται ενδεχομένως όταν το άτομο κάνει χρήση των αναφερόμενων στο πιο πάνω εδάφιο (α) ευκολιών. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αναγνωρίζουν έγγραφα τέτοιου τύπου που έχουν εκδοθεί από έτερα Συμβαλλόμενα Μέρη και θα επιτρέπουν στους κατόχους των εγγράφων αυτών να κάνουν χρήση των αναφερόμενων στο πιο πάνω εδάφιο (α) ευκολιών.
Άρθρο 24

ΑΡΘΡΟ 24

ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΩΝ ΘΥΡΩΝ

Απαγορεύεται να ανοίγεται η θύρα οχήματος, να αφήνεται ανοικτή, ή να κατέρχεται κάποιος από το όχημα χωρίς να έχει βεβαιωθεί ότι η ενέργεια του αυτή δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τους άλλους χρήστες της οδού.
Άρθρο 25

ΑΡΘΡΟ 25

ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΟΜΟΙΕΣ ΟΔΟΙ

1. Επί των αυτοκινητοδρόμων και επί των ειδικών οδών προσέγγισης ή εξόδου σημασμένων με πινακίδες ως αυτοκινητοδρόμων:

(a) Η χρήση της οδού απαγορεύεται στους πεζούς, τα ζώα, τα ποδήλατα, τα μοτοποδήλατα, εκτός αν αντιμετωπίζονται ως μοτοσικλέτες, και σε όλα τα οχήματα εκτός των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκούμενων από αυτά, και σε οχήματα με κινητήρα ή ρυμουλκούμενα από οχήματα με κινητήρα τα οποία δε δύνανται, λόγω κατασκευής, να επιτύχουν σε ευθεία οδό ταχύτητα την οποία ορίζει η εσωτερική νομοθεσία, η οποία όμως δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 40 χλμ. (25 μίλια) την ώρα.

(b) Στους οδηγούς απαγορεύεται:

ί) να ακινητοποιούν ή σταθμεύουν τα οχήματα τους οπουδήποτε αλλού πλην των σημασμένων χώρων στάθμευσης· σε περίπτωση αναγκαστικής ακινητοποίησης οχήματος, ο οδηγός του πρέπει να προσπαθήσει να το μετακινήσει από το οδόστρωμα καθώς και από τις ισόπεδες συμβολές, και, αν δεν μπορεί να πράξει κάτι τέτοιο, να δώσει αμέσως σήμα για την παρουσία του οχήματος από απόσταση, ώστε να προειδοποιήσει εγκαίρως τους οδηγούς που πλησιάζουν,

ii) να πραγματοποιούν αναστροφή, οπισθοπορεία και να οδηγούν επί της κεντρικής διαχωριστικής λωρίδας, συμπεριλαμβανομένων των σημείων διασταύρωσης που συνδέουν τα δύο οδοστρώματα.

(c) Τηρουμένων των διατάξεων που προβλέπει η εσωτερική νομοθεσία, απαγορεύονται οι παρελάσεις, οι επιδείξεις, οι αγώνες ταχύτητας, οι διαφημιστικές πομπές οχημάτων, τα θεάματα μηχανοκίνητου αθλητισμού και οι τεχνικές δοκιμές οχημάτων και πρωτότυπων πλαισίων.

Εάν αυτοκινητόδρομος περιλαμβάνει τρεις ή περισσότερες λωρίδες κυκλοφορίας κατά την ίδια κατεύθυνση της κυκλοφορίας, απαγορεύεται στους οδηγούς οχημάτων μεταφοράς εμπορευμάτων των οποίων η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τους 3,5 τόνους ή συνδυασμών οχημάτων μήκους μεγαλύτερου των 7μ. να καταλαμβάνουν άλλες λωρίδες πλην των δύο πλησιέστερων προς το άκρο του οδοστρώματος του αντίστοιχου προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

2. Οι οδηγοί που εισέρχονται σε αυτοκινητόδρομο θα παραχωρούν προτεραιότητα στα οχήματα που κινούνται σε αυτόν. Αν υπάρχει λωρίδα επιτάχυνσης, θα πρέπει να χρησιμοποιούν αυτή.

3. Οι οδηγοί που εξέρχονται από αυτοκινητόδρομο θα μετακινούνται εγκαίρως προς τη λωρίδα κυκλοφορίας που αντιστοιχεί προς την έξοδο από τον αυτοκινητόδρομο και θα εισέρχονται στη λωρίδα επιβράδυνσης, εφόσον υπάρχει, το συντομότερο δυνατό.

Απαγορεύεται η πρόσβαση σε αυτοκινητοδρόμους σε οχήματα ρυμουλκούμενα μέσω πρόχειρης διάταξης εκτός αν η εσωτερική νομοθεσία προβλέπει εξαιρέσεις. Αναπηρικά οχήματα τα οποία παθαίνουν βλάβη επί αυτοκινητοδρόμου και ρυμουλκούνται μέσω πρόχειρης διάταξης πρέπει να εξέρχονται του αυτοκινητοδρόμου στην πλησιέστερη έξοδο. Για τους σκοπούς αυτού του κανόνα,στις πρόχειρες διατάξεις περιλαμβάνονται σκοινιά, καλώδια κλπ.

4. Για τον σκοπό της εφαρμογής των προηγουμένων παραγράφων του παρόντος Άρθρου, άλλες οδοί προοριζόμενες για την κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα, κατάλληλα σημασμένες με πινακίδες ως τέτοιες και μη παρέχουσες πρόσβαση προς ή από παρόδιες ιδιοκτησίες, θεωρούνται ως αυτοκινητόδρομοι.

ΑΡΘΡΟ 25 bis

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΣΗΡΑΓΓΕΣ ΣΗΜΑΣΜΕΝΕΣ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ

Σε σήραγγες υποδεικνυόμενες με ειδικές πινακίδες σήμανσης, θα ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

1. Απαγορεύεται σε όλους τους οδηγούς:

(a) να πραγματοποιούν οπισθοπορεία,

(b) να πραγματοποιούν αναστροφές,

2. Ακόμα κι αν η σήραγγα διαθέτει φωτισμό, όλοι οι οδηγοί πρέπει να ανάβουν τα φώτα πορείας ή διασταύρωσης.

3. Στους οδηγούς επιτρέπεται να ακινητοποιούν ή σταθμεύουν όχημα μόνο σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης ή κινδύνου. Κάνοντας αυτό, θα πρέπει, όπου αυτό είναι δυνατό, να χρησιμοποιούν τις ειδικά σημασμένες θέσεις.

4. Σε περίπτωση παρατεταμένης ακινητοποίησης, οι οδηγοί πρέπει να σβήνουν τη μηχανή.
Άρθρο 26

ΑΡΘΡΟ 26

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΠΟΜΠΕΣ ΚΑΙ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΜΕΙΩΜΕΝΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

1. Απαγορεύεται στους χρήστες των οδών να διακόπτουν φάλαγγες στρατού, στοίχους μαθητών συνοδευόμενων από κάποιον επικεφαλής, και άλλες πομπές.

2. Άτομα με μειωμένη κινητικότητα που κινούνται με αναπηρικά αμαξίδια προωθούμενα από αυτά τα ίδια ή κινούμενα με ρυθμό βηματισμού, δύνανται να χρησιμοποιούν τα πεζοδρόμια και τα κατάλληλα ερείσματα.
Άρθρο 27

ΑΡΘΡΟ 27

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΤΕΣ, ΟΔΗΓΟΥΣ ΜΟΤΟΠΟΔΗΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΙΣΤΕΣ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 10, παράγραφος 3, της παρούσας Σύμβασης, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών είναι ελεύθερα να μην απαγορεύουν στους ποδηλατιστές να κινούνται ανά δύο ή περισσότεροι παραπλεύρως αλλήλων.

2. Απαγορεύεται στους ποδηλάτες να ποδηλατούν χωρίς να κρατούν το τιμόνι με το ένα τουλάχιστον χέρι, να αφήνουν να ρυμουλκούνται από άλλο όχημα ή να μεταφέρουν, να ρυμουλκούν ή να ωθούν αντικείμενα τα οποία εμποδίζουν την ποδηλασία τους ή θέτουν σε κίνδυνο άλλους χρήστες της οδού. Οι ίδιες διατάξεις ισχύουν για τους οδηγούς μοτοποδηλάτων και τους μοτοσικλετιστές· επιπροσθέτως, εν τούτοις, οι οδηγοί μοτοποδηλάτων και οι μοτοσικλετιστές πρέπει να κρατούν το τιμόνι και με τα δύο χέρια πλην των περιπτώσεων στις οποίες δίδουν καθορισμένο σήμα σύμφωνα προς την Σύμβαση.

3. Στους ποδηλάτες και τους οδηγούς μοτοποδηλάτων απαγορεύεται να μεταφέρουν επιβάτες επί του οχήματος τους· εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται να εγκρίνουν εξαιρέσεις από τη διάταξη αυτή και ειδικότερα να εγκρίνουν τη μεταφορά επιβατών επί πρόσθετου καθίσματος (σέλλας) ή καθισμάτων που μπορεί να προσαρμοστούν επί του οχήματος. Στους μοτοσικλετιστές απαγορεύεται η μεταφορά επιβατών πλην εντός του κανίστρου, αν υπάρχει, και επί του πρόσθετου καθίσματος, αν υπάρχει, που έχει προσαρμοστεί πίσω από τον οδηγό.

4. Στους οδηγούς μοτοποδηλάτων δύναται να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση των λωρίδων ποδηλάτων ή των ποδηλατοδρόμων και, εάν θεωρείται σκόπιμο, να τους απαγορεύεται η χρήση του υπόλοιπου οδοστρώματος. Η εσωτερική νομοθεσία θα ορίζει υπό ποιες συνθήκες μπορούν άλλοι οδικοί χρήστες να χρησιμοποιούν τις λωρίδες ποδηλάτων ή τους ποδηλατοδρόμους ή να τα διασχίζουν, διατηρώντας πάντοτε την ασφάλεια των ποδηλατιστών.

5. Η χρήση εγκεκριμένου προστατευτικού κράνους είναι υποχρεωτική για τους οδηγούς και τους επιβάτες μοτοσικλετών και μοτοποδηλάτων, εκτός των περιπτώσεων στις οποίες η εσωτερική νομοθεσία προβλέπει εξαιρέσεις.

ΑΡΘΡΟ 27bis

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙ ΣΗΜΑΣΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

Εντός περιοχών κατοικίας, σημασμένων με πινακίδες ως τέτοιων:

(a) Οι πεζοί μπορούν να χρησιμοποιούν ολόκληρο το πλάτος της οδού. Τα παιχνίδια επιτρέπονται.

(b) Οι οδηγοί πρέπει να προχωρούν με πολύ χαμηλή ταχύτητα, την οποία ορίζει η εθνική νομοθεσία και η οποία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τα 20 χλμ. (12 μίλια) την ώρα.

(c) Οι οδηγοί δεν πρέπει να εκθέτουν τους πεζούς σε κίνδυνο ούτε να συμπεριφέρονται με παρεμποδιστικό τρόπο. Αν είναι αναγκαίο, πρέπει να σταματούν.

(d) Οι πεζοί δεν πρέπει να παρεμποδίζουν χωρίς λόγο την κυκλοφορία των οχημάτων.

(e) Η στάθμευση απαγορεύεται εκτός των σημείων στα οποία επιτρέπεται με πινακίδες στάθμευσης.

(f) Σε διασταυρώσεις, οι χρήστες της οδού που εξέρχονται από περιοχή κατοικίας πρέπει να παραχωρούν προτεραιότητα στους λοιπούς χρήστες της οδού, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εσωτερική νομοθεσία.

ΑΡΘΡΟ 27ter

ΠΕΖΟΔΡΟΜΟΙ

Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να προβλέπει περιοχές για πεζούς οι οποίες περιλαμβάνουν μία ή περισσότερες οδούς προορισμένες για την κυκλοφορία των πεζών και να διευκρινίζει τους όρους για την κατ` εξαίρεση πρόσβαση οχημάτων.

ΑΡΘΡΟ 27quater

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΚΤΕΛΟΥΝ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΕΠΙ ΟΔΩΝ

Πρόσωπα τα οποία εκτελούν εργασίες κατασκευής και συντήρησης επί οδών πρέπει να φορούν φθορίζοντα και αντανακλαστικά ρούχα τα οποία τα καθιστούν ιδιαίτερα ευδιάκριτα τόσο κατά την ημέρα όσο και τη νύκτα.
Άρθρο 28

ΑΡΘΡΟ 28

ΗΧΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΩΤΕΙΝΕΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΣ

1. Ηχητικά όργανα προειδοποίησης δύνανται να χρησιμοποιούνται μόνο:

(a) για να εφιστούν καταλλήλως την προσοχή προς αποφυγή ατυχημάτων,

(b) εκτός κατοικημένων περιοχών, όταν είναι σκόπιμο να προειδοποιηθεί οδηγός ότι πρόκειται να τον προσπεράσουν.

Οι ήχοι που παράγονται από τα ηχητικά όργανα προειδοποίησης δεν πρέπει να παρατείνονται πέραν του αναγκαίου χρόνου.

2. Οι οδηγοί οχημάτων με κινητήρα δύνανται να χρησιμοποιούν τις φωτεινές προειδοποιήσεις που καθορίζονται στο Άρθρο 33, παράγραφος 3, της παρούσας Σύμβασης, αντί των ηχητικών προειδοποιήσεων, κατά τη διάρκεια της νύχτας. Δύνανται επίσης να κάνουν αυτό και κατά τις ώρες της ημέρας για τον σκοπό τον αναφερόμενο στην παράγραφο 1(b) του παρόντος Άρθρου, εάν τούτο αρμόζει καλύτερα στις επικρατούσες συνθήκες.

3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται να εγκρίνουν τη χρήση φωτεινών προειδοποιήσεων εντός κατοικημένων περιοχών και για τον σκοπό τον αναφερόμενο στην παράγραφο 1(b) του παρόντος Άρθρου.
Άρθρο 29

ΑΡΘΡΟ 29

ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΣΕ ΣΙΔΗΡΟΤΡΟΧΙΕΣ

1. Όταν σιδηρόδρομος χρησιμοποιεί τμήμα του οδοστρώματος, όλοι οι χρησιμοποιούντες την οδό πρέπει, κατά την προσέγγιση τροχιοδρόμου ή άλλου οχήματος κινούμενου επί τροχιών, να εκκενώνουν το ταχύτερο δυνατόν τη σιδηροτροχιά για να επιτρέπουν τη διέλευση του συγκεκριμένου οχήματος.

2. Ειδικοί κανόνες διαφορετικοί από αυτούς που καθορίζονται στο Κεφάλαιο II της Σύμβασης δύνανται να υιοθετηθούν για την κίνηση επί των οδών των οχημάτων που κινούνται επί σιδηροτροχιών. Εν τούτοις, οι κανόνες αυτοί δε δύνανται να έρχονται σε σύνκοουση υε τις διατάξεις του Άρθρου 18, παράγραφος 7 της Σύμβασης.

3. Οχήματα κινούμενα επί σιδηροτροχιών τα οποία είτε βρίσκονται σε κίνηση είτε βρίσκονται εν στάσει επί τροχιάς τοποθετημένης επί του οδοστρώματος, πρέπει να προσπερνώνται από την πλευρά που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Αν η διέλευση ή το προσπέρασμα αυτών δε δύναται να πραγματοποιηθεί από την αντιστοιχούσα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας πλευρά λόγω έλλειψης χώρου, οι ελιγμοί αυτοί μπορούν να γίνουν από την αντίθετη πλευρά από εκείνη που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση της κυκλοφορίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν προκαλείται κίνδυνος ή παρενόχληση για τους αντιθέτως ερχόμενους χρήστες της οδού. Επί οδοστρωμάτων μονής κατεύθυνσης, τα επί σιδηροτροχιών κινούμενα οχήματα δύνανται να προσπερνώνται από την αντίθετη πλευρά από εκείνη που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας όταν τούτο επιβάλλεται από τις απαιτήσεις της κυκλοφορίας.
Άρθρο 30

ΑΡΘΡΟ 30

ΦΟΡΤΩΣΗ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

1. Εάν για ένα όχημα καθορίζεται επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα, η μάζα του έμφορτου οχήματος δεν πρέπει ποτέ να υπερβαίνει την επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα.

2. Οποιοδήποτε φορτίο τοποθετούμενο επί οχήματος πρέπει να διευθετείται και εν ανάγκη να στοιβάζεται κατά τρόπο ώστε:

(a) Να μην εκθέτει σε κίνδυνο πρόσωπα ή να μη προκαλεί ζημιές σε δημόσιες ή ιδιωτικές περιουσίες, ειδικότερα από διαρροή ή πτώση αυτού στην οδό,

(b) Να μην παρεμποδίζεται η ορατότητα του οδηγού ή να μη βλάπτεται η σταθερότητα ή οδήγηση του οχήματος,

(c) Να μην προκαλούνται θόρυβοι, σκόνη ή άλλες ενοχλήσεις οι οποίες μπορούν να αποφευχθούν,

(d) Να μην καλύπτονται οι φανοί, συμπεριλαμβανομένων των φανών στάθμευσης και των δεικτών κατεύθυνσης, των ανακλαστήρων, των πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας και του διακριτικού σήματος της χώρας ταξινόμησης του οχήματος, με τα οποία απαιτείται, κατά την παρούσα Σύμβαση ή κατά την εσωτερική νομοθεσία, να είναι εφοδιασμένο το όχημα, και να μην καλύπτονται τα σήματα που δίδονται με το χέρι σύμφωνα με το Άρθρο 14, παράγραφος 3, ή Άρθρο 17, παράγραφος 2, της παρούσας Σύμβασης.

3. Ολα τα εξαρτήματα, όπως καλώδια, αλυσίδες και καλύμματα, που χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση και προστασία του φορτίου, πρέπει να δένονται σφικτά γύρω από το φορτίο και να στερεώνονται καλά. Όλα τα εξαρτήματα που χρησιμοποιούνται για την προστασία του φορτίου πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου για το φορτίο.

4. Φορτία που προεξέχουν από το μπροστινό, το πίσω τμήμα ή τις πλευρές του οχήματος πρέπει να επισημαίνονται ευκρινώς σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες οι οδηγοί των άλλων οχημάτων ενδέχεται να μην διακρίνουν την προεξοχή- κατά τη διάρκεια της νύχτας, όπως επίσης και σε άλλους χρόνους κατά τους οποίους η ορατότητα είναι ανεπαρκής, για την επισήμανση πρέπει να χρησιμοποιείται λευκό φως και λευκό αντανακλαστικό στοιχείο στο μπροστινό τμήμα και ερυθρό φως και ερυθρό αντανακλαστικό στοιχείο στο πίσω τμήμα. Ειδικότερα, για μηχανοκίνητα οχήματα και τα ρυμουλκούμενα αυτών:

(a) φορτία που προεξέχουν περισσότερο από 1 μέτρο από το μπροστινό ή πίσω τμήμα του οχήματος πρέπει πάντα να επισημαίνονται,

(b) φορτία που προεξέχουν περισσότερο από 1 μέτρο από το πίσω τμήμα του οχήματος πρέπει να επισημαίνονται με τετράγωνη ή τριγωνική πινακίδα, με πλευρές μήκους τουλάχιστον 0,40 μ. τοποθετημένες στο απώτατο άκρο του φορτίου κατά τρόπο ώστε να βρίσκονται συνεχώς σε κάθετη θέση ως προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος, ή με τρισδιάστατη διάταξη (πυραμιδοειδή, πρισματική ή κυλινδρική) η οποία θα κρέμεται από το τέλος του φορτίου και θα έχει επαρκή επιφάνεια ή προβολή. Η πινακίδα θα φέρει ερυθρές και λευκές ταινίες, η δε τρισδιάστατη διάταξη ερυθρές και λευκές ταινίες ή ανοιχτόχρωμες πλευρές. Τα ερυθρά και λευκά μέρη θα είναι εφοδιασμένα με αντανακλαστήρες ή αντανακλαστικό επίστρωμα. Το υψηλότερο σημείο της φωτιστικής ή αντανακλαστικής επιφάνειας της προαναφερόμενης διάταξης δε θα απέχει περισσότερο από 1,60μ. από το έδαφος. Το χαμηλότερο σημείο δε θα απέχει λιγότερο από 0,40μ. από το έδαφος.

(c) Στην περίπτωση ευκαιριακής μεταφοράς μικρής απόστασης, η εσωτερική νομοθεσία μπορεί να προβλέπει απλούστερες επισημάνσεις.

5. Καμία διάταξη της παραγράφου 4 του παρόντος Άρθρου δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών να απαγορεύουν, περιορίζουν ή υποβάλλουν σε ειδική έγκριση τα αναφερόμενα στην ανωτέρω παράγραφο 4 προεξέχοντα φορτία.

ΑΡΘΡΟ 30bis

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΠΙΒΑΤΩΝ

Δεν επιτρέπεται η μεταφορά επιβατών σε αριθμούς τέτοιους ή κατά τρόπο τέτοιο που να επηρεάζεται η οδήγηση ή να παρεμποδίζεται η ορατότητα του οδηγού.
Άρθρο 31

ΑΡΘΡΟ 31

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας σχετικά με την υποχρέωση παροχής βοήθειας στους τραυματίες, όλοι οι οδηγοί ή άλλοι χρήστες της οδού που ενεπλάκησαν σε αυτοκινητιστικό ατύχημα πρέπει:

(a) Να σταματήσουν αμέσως μόλις κάτι τέτοιο είναι δυνατόν χωρίς να προκληθεί πρόσθετος κίνδυνος στην κυκλοφορία,

(b) Να προσπαθήσουν να διασφαλίσουν την κυκλοφοριακή ασφάλεια στον τόπο του ατυχήματος και σε περίπτωση θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού κάποιου προσώπου κατά το ατύχημα, να αποτρέψουν, στο μέτρο που η ενέργεια αυτή δεν επηρεάζει την ασφάλεια της κυκλοφορίας, οποιαδήποτε μεταβολή των συνθηκών στον τόπο του ατυχήματος, συμπεριλαμβανόμενης και της εξαφάνισης ιχνών, τα οποία θα μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμα για τον καθορισμό των ευθυνών,

(c) Εφόσον τους ζητηθεί από άλλα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο ατύχημα, να δώσουν τα στοιχεία της ταυτότητας τους,

(d) Σε περίπτωση τραυματισμού ή θανάτου κάποιου προσώπου κατά το ατύχημα, να ειδοποιήσουν την αστυνομία και να παραμείνουν στη σκηνή του ατυχήματος, ή να επιστρέψουν και να αναμείνουν σε αυτή μέχρι την άφιξη της αστυνομίας, εκτός εάν τους δοθεί άδεια να αναχωρήσουν από την αστυνομία, ή πρέπει να συνδράμουν τους τραυματισθέντες, ή να τύχουν οι ίδιοι περίθαλψης.

(e) Αν από το ατύχημα έχουν προξενηθεί μόνο υλικές ζημιές και δε βρίσκεται παρόν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπέστη ζημία, τα εμπλακέντα στο ατύχημα πρόσωπα πρέπει στο μέτρο του δυνατού να δώσουν τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις τους επί τόπου και να παράσχουν σε κάθε περίπτωση τις πληροφορίες αυτές, το ταχύτερο δυνατό, στο πρόσωπο που υπέστη τη ζημία,με το αμεσότερο δυνατό μέσο, ή διαφορετικά, μέσω της αστυνομίας.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται, κατά την εσωτερική νομοθεσία τους, να μην επιβάλλουν τη διάταξη της παραγράφου 1(d) του παρόντος Άρθρου σε περιπτώσεις στις οποίες δεν προξενήθηκε σοβαρός τραυματισμός και κανένα από τα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο ατύχημα δε ζητεί να ειδοποιηθεί η αστυνομία.
Άρθρο 32

ΑΡΘΡΟ 32

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ

1 Μεταξύ λυκόφωτος και αυγής και υπό οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες στις οποίες η ορατότητα είναι ανεπαρκής λόγω, για παράδειγμα, ομίχλης, χιονόπτωσης ή έντονης βροχόπτωσης, τα ακόλουθα φώτα θα είναι αναμμένα στα κινούμενα οχήματα:

(a) Όσον αφορά μηχανοκίνητα οχήματα και μοτοποδήλατα, τα φώτα οδήγησης ή διασταύρωσης και τα οπίσθια φώτα θέσης, σύμφωνα με τον εξοπλισμό που ορίζει η παρούσα Σύμβαση για τα οχήματα κάθε κατηγορίας,

(b) Όσον αφορά ρυμουλκούμενα οχήματα, τα εμπρόσθια φώτα θέσης, εφόσον απαιτούνται τέτοια φώτα σύμφωνα με το Παράρτημα 5, παράγραφος 30, της παρούσας Σύμβασης, και όχι λιγότερα από δύο οπίσθια φώτα θέσης.

2. Τα φώτα πορείας πρέπει να σβήνονται και να αντικαθίστανται από τα φωτά διασταύρωσης:

(a) Εντός κατοικημένων περιοχών όταν η οδός είναι επαρκώς φωτισμένη και έκτος κατοικημένων περιοχών όταν το οδόστρωμα φωτίζεται συνεχώς και ο φωτισμός είναι επαρκής ώστε ο οδηγός να μπορεί να βλέπει ευκρινώς για επαρκή απόσταση και οι άλλοι χρήστες της οδού να μπορούν να δουν το όχημα από αρκετά μακρινή

(b) Όταν ο οδηγός πρόκειται να προσπεράσει άλλο όχημα, προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν θάμβωση από αρκετά μακρινή απόσταση και ο οδηγός του άλλου οχήματος να προχωρήσει με ευκολία και χωρίς κίνδυνο,

(c) Σε κάθε άλλη περίπτωση κατά την οποία είναι αναγκαίο να αποφευχθεί η θάμβωση των άλλων χρηστών της οδού ή αυτών που χρησιμοποιούν υδάτινη οδό ή σιδηροδρομική γραμμή βαίνουσα παραπλεύρως της οδού,

3. Όταν, όμως, ένα όχημα ακολουθεί πλησίον πίσω από άλλο, τα φώτα πορείας μπορούν να χρησιμοποιούνται για να δοθεί προειδοποίηση, όπως προβλέπει το Άρθρο 28, παράγραφος 2, για την πρόθεση προσπεράσματος.

4. Τα φώτα ομίχλης μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο σε περίπτωση πυκνής ομίχλης, χιονόπτωσης, έντονης βροχόπτωσης ή σε παρόμοιες συνθήκες και, όσον αφορά τα εμπρόσθια φώτα ομίχλης, ως υποκατάστατο των φώτων διασταύρωσης. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να επιτρέψει την ταυτόχρονη χρήση εμπρόσθιων φώτων ομίχλης και φώτων διασταύρωσης και τη χρήση εμπρόσθιων φώτων ομίχλης σε στενές, ελικοειδείς οδούς.

5. Όσον αφορά οχήματα εφοδιασμένα με εμπρόσθια φώτα θέσης, τα φώτα αυτά πρέπει να χρησιμοποιούνται μαζί με τα φώτα πορείας, τα φώτα διασταύρωσης ή τα εμπρόσθια φώτα ομίχλης.

6. Κατά την ημέρα, μοτοσικλέτα που κινείται επί οδού πρέπει να έχει αναμμένο τουλάχιστον ένα φως διασταύρωσης στο εμπρόσθιο τμήμα και ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα.

7. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να καταστήσει υποχρεωτική για τους οδηγούς οχημάτων με κινητήρα τη χρήση κατά την ημέρα είτε των φώτων διασταύρωσης ή των φώτων ημέρας. Τα οπίσθια φώτα θέσης πρέπει στην περίπτωση αυτή να χρησιμοποιούνται μαζί με τα εμπρόσθια φώτα.

8. Κατά τη διάρκεια της νύχτας και υπό οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες στις οποίες η ορατότητα είναι ανεπαρκής, η παρουσία μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκούμενων τους τα οποία βρίσκονται σε στάση ή στάθμευση στην οδό πρέπει να επισημαίνεται με εμπρόσθια και οπίσθια φώτα θέσης. Σε περιπτώσεις πυκνής ομίχλης, χιονόπτωσης, έντονης βροχόπτωσης ή παρόμοιων συνθηκών δύνανται να χρησιμοποιούνται τα φώτα διασταύρωσης ή τα εμπρόσθια φώτα ομίχλης.

Τα οπίσθια φώτα ομίχλης δύνανται σε αυτές τις περιπτώσεις να χρησιμοποιούνται ως συμπληρωματικά των οπίσθιων φώτων θέσης.

9. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 8 του παρόντος Άρθρου, εντός κατοικημένης περιοχής τα εμπρόσθια και οπίσθια φώτα θέσης μπορούν να αντικατασταθούν με τα φώτα στάθμευσης, υπό την προϋπόθεση ότι:

(a) το όχημα δεν υπερβαίνει σε μήκος τα 6 μέτρα και σε πλάτος τα 2 μέτρα,

(b) δεν υπάρχει ρυμουλκούμενο συζευγμένο με το όχημα,

(c) τα φώτα στάθμευσης είναι τοποθετημένα στην πλευρά του οχήματος που είναι πιο μακριά από το άκρο του οδοστρώματος παραπλεύρως του οποίου βρίσκεται σε στάση ή στάθμευση το όχημα.

10. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 8 και 9 του παρόντος Άρθρου, ένα όχημα μπορεί να βρίσκεται σε στάση ή στάθμευση χωρίς αναμμένα φώτα:

(a) Σε οδό φωτισμένη κατά τρόπο που το όχημα να διακρίνεται ευκρινώς από επαρκή απόσταση,

(b) Μακριά από το οδόστρωμα και από λωρίδες έκτακτης ανάγκης,

(c) Στην περίπτωση μοτοποδηλάτων και δίκυκλων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο εφοδιασμένων με μπαταρίες, στο απώτατο άκρο του οδοστρώματος εντός κατοικημένης περιοχής.

11. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να προβλέπει εξαιρέσεις στις διατάξεις των παραγράφων 8 και 9 του παρόντος Άρθρου για οχήματα που βρίσκονται σε στάση ή στάθμευση σε οδούς εντός κατοικημένων περιοχών με πολύ μικρή κίνηση.

12. Τα φώτα οπισθοπορείας δύνανται να χρησιμοποιούνται μόνο όταν το όχημα πραγματοποιεί οπισθοπορεία ή πρόκειται να πραγματοποιήσει οπισθοπορεία.

13. Το σήμα κινδύνου δύναται να χρησιμοποιείται μόνο για να προειδοποιηθούν οι λοιποί χρήστες της οδού για ένα συγκεκριμένο κίνδυνο:

(a) Όταν ένα όχημα το οποίο έχει υποστεί βλάβη ή έχει εμπλακεί σε ατύχημα δεν μπορεί να μετακινηθεί άμεσα, αποτελώντας ως εκ τούτου εμπόδιο για τους άλλους χρήστες της οδού,

(b) Για την επισήμανση σε άλλους χρήστες της οδού ενός επικείμενου κινδύνου.

14. Ειδικά φώτα προειδοποίησης:

(a) Η χρήση κυανού φωτός επιτρέπεται μόνο σε οχήματα προτεραιότητας κατά την εκτέλεση επείγουσας αποστολής ή σε άλλες περιπτώσεις όπου είναι αναγκαίο να προειδοποιηθούν οι άλλοι χρησιμοποιούντες την οδό για την παρουσία του οχήματος αυτού,

(b) H χρήση κίτρινου (ήλεκτρου) φωτός επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που τα οχήματα στα οποία έχουν ανατεθεί τα συγκεκριμένα καθήκοντα για τα οποία ήταν εφοδιασμένα με το ειδικό φως προειδοποίησης ή η παρουσία των εν λόγω οχημάτων επί της οδού συνιστά κίνδυνο ή ενόχληση για τους λοιπούς χρήστες της οδού.

Η εσωτερική νομοθεσία μπορεί να επιτρέπει τη χρήση φανών που εκπέμπουν άλλα χρώματα.

15. Σε καμία περίπτωση όχημα δεν πρέπει να εκπέμπει ερυθρό φως στο εμπρόσθιο τμήμα ή λευκό φως στο οπίσθιο τμήμα, τηρουμένων των εξαιρέσεων που αναφέρονται στο Παράρτημα 5, παράγραφος 61. Δεν επιτρέπεται η τροποποίηση ή προσθήκη φανών σε όχημα κατά τρόπο που να έρχεται σε σύγκρουση με την απαίτηση αυτή.
Άρθρο 33

ΑΡΘΡΟ 33

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 32 ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ

1. Όλα τα οχήματα ή συνδυασμοί οχημάτων για τους οποίους δεν ισχύουν οι διατάξεις του Άρθρου 32 της παρούσας Σύμβασης πρέπει, όταν βρίσκονται επί οδού μεταξύ λυκόφωτος και αυγής, να εκπέμπουν τουλάχιστον ένα λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο τμήμα και τουλάχιστον ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει μόνο ένας φανός στο εμπρόσθιο τμήμα ή μόνο ένας φανός στο οπίσθιο τμήμα, ο φανός πρέπει να τοποθετείται επί του κεντρικού άξονα του οχήματος ή επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας.

(a) Τα καρότσια χειρός, ήτοι τα καρότσια που σύρονται ή ωθούνται με τα χέρια, πρέπει να εκπέμπουν τουλάχιστον ένα λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο τμήμα και τουλάχιστον ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα. Τα δύο αυτά φώτα δύνανται να εκπέμπονται από ένα μόνο φανό τοποθετημένο επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Δεν απαιτούνται φώτα για καρότσια χειρός των οποίων το πλάτος δεν υπερβαίνει το 1 μέτρο.

(b) Τα ζωήλατα οχήματα θα εκπέμπουν δύο λευκά ή επιλεκτικά κίτρινα φώτα στο εμπρόσθιο τμήμα και δύο ερυθρά φώτα στο οπίσθιο τμήμα. Η εσωτερική νομοθεσία δύνανται, εν τούτοις, να επιτρέπει σε τέτοια οχήματα να εκπέμπουν μόνο ένα λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο τμήμα και μόνο ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα. Οι φανοί πρέπει και στις δύο περιπτώσεις να τοποθετούνται επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Αν δεν είναι δυνατή η προσαρμογή των πιο πάνω αναφερόμενων φανών επί του οχήματος, μπορούν να μεταφέρονται από συνοδό κινούμενο ακριβώς παραπλεύρως του οχήματος, επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Επιπλέον, στα ζωήλατα οχήματα πρέπει να προσαρμόζονται δύο ερυθρά αντανακλαστικά στοιχεία στο οπίσθιο τμήμα, όσον το δυνατόν πλησιέστερα στα εξωτερικά άκρα του οχήματος. Δεν απαιτούνται φώτα για ζωήλατα οχήματα των οποίων το πλάτος δεν υπερβαίνει το 1 μέτρο. Εν τούτοις, στην περίπτωση αυτή πρέπει να τοποθετείται ένα μόνο αντανακλαστικό στοιχείο στο οπίσθιο τμήμα, ή επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, ή κεντρικά.

2. (a) Όταν κινούνται κατά μήκος οδοστρώματος κατά τη νύκτα:

ί) ομάδες πεζών οι οποίες οδηγούνται από κάποιον επικεφαλής ή σχηματίζουν πομπή, πρέπει να εκπέμπουν, επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, τουλάχιστον ένα λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο τμήμα και ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα, ή ένα κίτρινο (ήλεκτρου) φως και στις δύο κατευθύνσεις,

ii) οι οδηγοί ζώων έλξης, μεταφοράς ή ίππευσης, ή βοοειδών, πρέπει να εκπέμπουν, επί της πλευράς της αντίθετης προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, τουλάχιστον ένα λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο τμήμα και ένα ερυθρό φως στο οπίσθιο τμήμα, ή ένα κίτρινο φως και στις δύο κατευθύνσεις.

(b) Τα αναφερόμενα στο εδάφιο (a) της παρούσας παραγράφου φώτα δεν απαιτούνται ωστόσο εντός κατάλληλα φωτισμένης κατοικημένης περιοχής.
Άρθρο 34

ΑΡΘΡΟ 34

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

1. Όταν προειδοποιούνται για την προσέγγιση οχήματος προτεραιότητας μέσω των ειδικών φωτεινών και ηχητικών συσκευών προειδοποίησης, οι χρήστες της οδού πρέπει να αφήνουν χώρο στο οδόστρωμα για τη διέλευση αυτού και, εν ανάγκη, να σταματούν.

2.Οι οδηγοί οχημάτων προτεραιότητας δε δεσμεύονται, όταν δίνεται προειδοποίηση για την κίνηση τους με τις ειδικές προειδοποιητικές συσκευές του οχήματος και υπό τον όρο ότι δεν εκθέτουν σε κίνδυνο άλλους χρήστες της οδού, να συμμορφώνονται προς όλες ή οποιαδήποτε από τις διατάξεις του Κεφαλαίου II της Σύμβασης, όπως αυτές μπορεί να έχουν τροποποιηθεί από την παρούσα Συμφωνία, πλην των διατάξεων του Άρθρου 6, παράγραφος 2. Οι οδηγοί τέτοιων οχημάτων θα χρησιμοποιούν αυτές τις προειδοποιητικές συσκευές μόνο όταν τούτο επιβάλλεται από τον επείγοντα χαρακτήρα της αποστολής τους.

3. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να καθορίζει μέχρι ποιο σημείο πρόσωπα εργαζόμενα στην κατασκευή, επισκευή ή συντήρηση των οδών, περιλαμβανομένων και εκείνων που χειρίζονται τον εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τα έργα αυτά, δε θα δεσμεύονται, υπό τον όρο ότι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προφύλαξης, να τηρούν τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου II κατά την εκτέλεση του έργου τους.

4. Προκειμένου να προσπεράσουν ή παρακάμψουν τον αναφερόμενο στην παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου εξοπλισμό και ενώ αυτός χρησιμοποιείται για εργασία επί της οδού, οι οδηγοί άλλων οχημάτων δύνανται, μέχρι του αναγκαίου σημείου και υπό τον όρο ότι λαμβάνουν πάντα τις ενδεδειγμένες προφυλάξεις, να μη λαμβάνουν υπόψη τις διατάξεις των Άρθρων 11 και 12 της παρούσας Σύμβασης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΙI
Άρθρο 35

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΔΟΧΗ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

ΑΡΘΡΟ 35

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

1. (a) Για να δικαιούνται τα πλεονεκτήματα της παρούσας Σύμβασης, όλα τα οχήματα με κινητήρα σε διεθνή κυκλοφορία, καθώς και όλα τα ρυμουλκούμενα, πλην των ελαφρών ρυμουλκούμενων,συζευγμένων σε όχημα με κινητήρα, πρέπει να ταξινομούνται από ένα Συμβαλλόμενο Μέρος ή τμήμα αυτού, οι δε οδηγοί των οχημάτων με κινητήρα πρέπει να φέρουν ισχύον πιστοποιητικό για την ταξινόμηση αυτή το οποίο έχει εκδοθεί είτε από αρμόδια αρχή του εν λόγω Συμβαλλομένου Μέρους ή τμήματος αυτού, ή για λογαριασμό και κατ` εξουσιοδότηση του εν λόγω Συμβαλλομένου Μέρους ή τμήματος αυτού, από φορέα νομίμως εξουσιοδοτημένο προς τούτο από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ή τμήμα αυτού. Το πιστοποιητικό αυτό, γνωστό ως άδεια κυκλοφορίας,πρέπει να περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία τουλάχιστον:

Αύξοντα αριθμό, γνωστό ως αριθμό κυκλοφορίας, συντιθέμενο κατά τον τρόπο που υποδεικνύεται στο Παράρτημα 2 της παρούσας Σύμβασης,

Την ημερομηνία πρώτης ταξινόμησης του οχήματος,

Το πλήρες ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση κατοικίας της άδειας,

Την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του κατασκευαστή του οχήματος,

Τον αύξοντα αριθμό του αμαξώματος (αύξοντα αριθμό ή αριθμό παραγωγής του κατασκευαστή),

Στην περίπτωση οχήματος προοριζόμενου για τη μεταφορά αγαθών, την επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα,

Στην περίπτωση οχήματος προοριζόμενου για τη μεταφορά αγαθών, τη μάζα έμφορτου οχήματος,

Την περίοδο ισχύος, εάν δεν είναι απεριόριστη.

Τα στοιχεία που καταχωρούνται στην άδεια κυκλοφορίας θα αναγράφονται είτε με λατινικούς χαρακτήρες ή στην καλούμενη αγγλική λοξή γραφή μόνο, ή θα επαναλαμβάνονται υπό τη μορφή αυτή.

(b) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται, εν τούτοις, να αποφασίσουν ότι στις άδειες κυκλοφορίας που εκδίδονται επί του εδάφους τους θα καταχωρείται το έτος κατασκευής, αντί της ημερομηνίας πρώτης ταξινόμησης.

(c) Στην περίπτωση οχημάτων με κινητήρα των κατηγοριών Α και Β όπως αυτές ορίζονται στα Παραρτήματα 6 και 7 της παρούσας Σύμβασης και, εφόσον είναι δυνατόν, και για άλλα οχήματα με κινητήρα:

i) Στο πάνω μέρος της άδειας κυκλοφορίας θα υπάρχει το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης κατά τα οριζόμενα στο Παράρτημα 3 της παρούσας Σύμβασης,

ii) Τα γράμματα Α, Β, C, D, Ε, F, G και Η αντίστοιχα θα τοποθετούνται πριν ή κατόπιν των οκτώ πληροφοριακών στοιχείων που απαιτούνται βάσει του εδαφίου

(α) της παρούσας παραγράφου και θα εμφαίνονται επί όλων των αδειών κυκλοφορίας,

iii) Οι λέξεις Certificat d`immatriculation στη γαλλική γλώσσα μπορούν να τοποθετούνται είτε πριν ή μετά τον τίτλο της άδειας κυκλοφορίας στην εθνική γλώσσα (ή γλώσσες) της χώρας ταξινόμησης.

(d) Στην περίπτωση ρυμουλκούμενων, συμπεριλαμβανομένων των ημιρυμουλκούμενων, που έχουν εισαχθεί προσωρινά εντός μίας χώρας με τρόπο μεταφοράς άλλο από την οδική μεταφορά, θα αρκεί φωτοαντίγραφο της άδειας κυκλοφορίας, επικυρωμένο ως γνήσιο από την αρχή που εξέδωσε την άδεια.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1 του παρόντος Άρθρου, αρθρωτό όχημα το οποίο δεν έχει αποσυναρμολογηθεί ενώ βρίσκεται σε διεθνή κυκλοφορία, δικαιούται των πλεονεκτημάτων των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης, ακόμη κι αν διαθέτει μόνο μία ταξινόμηση και μία μόνο άδεια κυκλοφορίας για το έλκον όχημα και το ημιρυμουλκούμενο που το συνθέτουν.

3. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται ως περιορίζουσα το δικαίωμα των Συμβαλλομένων Μερών ή τμημάτων αυτών να απαιτούν, στην περίπτωση οχήματος σε διεθνή κυκλοφορία, το οποίο δεν είναι ταξινομημένο στο όνομα προσώπου που επιβαίνει επί αυτού, απόδειξη περί του δικαιώματος του οδηγού να έχει υπό την κατοχή του το όχημα.

4. Συνιστάται τα Συμβαλλόμενα Μέρη να ιδρύσουν, αν δεν το έχουν ήδη πράξει, μία υπηρεσία υπεύθυνη για την τήρηση, επί εθνικού ή τοπικού επιπέδου, μητρώου των φερόμενων προς χρήση οχημάτων και ενός συγκεντρωτικού μητρώου, για κάθε όχημα, των στοιχείων που είναι καταχωρημένα σε κάθε άδεια κυκλοφορίας.
Άρθρο 36

ΑΡΘΡΟ 36

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Όλα τα οχήματα με κινητήρα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να επιδεικνύουν τον αριθμό κυκλοφορίας τους στο εμπρόσθιο και το οπίσθιο μέρος- για τις μοτοσικλέτες, όμως, απαιτείται να επιδεικνύουν τον εν λόγω αριθμό μόνο στο οπίσθιο μέρος. Όλα τα ταξινομημένα ρυμουλκούμενα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να επιδεικνύουν τον αριθμό κυκλοφορίας τους στο οπίσθιο μέρος. Όταν ένα όχημα με κινητήρα έλκει ένα ή περισσότερα ρυμουλκούμενα, το μοναδικό ή το τελευταίο ρυμουλκούμενο, αν δεν είναι ταξινομημένο, πρέπει να επιδεικνύει τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος που το έλκει. Η αναφερόμενη στο παρόν άρθρο σύνθεση του αριθμού κυκλοφορίας, και ο τρόπος παρουσίασης του, πρέπει να συνάδει με τις διατάξεις του Παραρτήματος 2 της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 37

ΑΡΘΡΟ 37

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ

1. (a) Όλα τα οχήματα με κινητήρα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να επιδεικνύουν στο οπίσθιο τμήμα, επιπλέον του αριθμού κυκλοφορίας τους, το διακριτικό σήμα του Κράτους στο οποίο είναι ταξινομημένα.

(b) To σήμα αυτό μπορεί είτε να τοποθετείται ξεχωριστά από την πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας ή να ενσωματώνεται σε αυτήν.

(c) Όταν το διακριτικό σήμα είναι ενσωματωμένο στην πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας, πρέπει ομοίως να εμφανίζεται στην εμπρόσθια πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος, εάν αυτή είναι υποχρεωτική.

2. Κάθε ρυμουλκούμενο συζευγμένο σε όχημα με κινητήρα και το οποίο απαιτείται βάσει του Αρθρου 36 της παρούσας Σύμβασης να επιδεικνύει τον αριθμό κυκλοφορίας του στο οπίσθιο μέρος, πρέπει επίσης να παρουσιάζει στο οπίσθιο μέρος του, είτε ξεχωριστά από την πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας ή ενσωματωμένο σε αυτή, το διακριτικό σήμα του Κράτος στο οποίο χορηγήθηκε ο αριθμός κυκλοφορίας.

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου θα εφαρμόζονται ακόμη κι αν το ρυμουλκούμενο είναι ταξινομημένο σε Κράτος άλλο από το Κράτος ταξινόμησης του οχήματος με κινητήρα στο οποίο είναι συζευγμένο· εάν το ρυμουλκούμενο δεν είναι ταξινομημένο, θα επιδεικνύει στο οπίσθιο μέρος το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης του έλκοντος οχήματος εκτός όταν κυκλοφορεί εντός του εν λόγω Κράτους.

3. Η σύνθεση του διακριτικού σήματος και ο τρόπος παρουσίασης του, ή η ενσωμάτωση του στην πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας, πρέπει να συμφωνούν με τις διατάξεις των Παραρτημάτων 2 και 3 της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 38

ΑΡΘΡΟ 38

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ

Όλα τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να φέρουν τα οριζόμενα στο Παράρτημα 4 της παρούσας Σύμβασης στοιχεία αναγνώρισης.
Άρθρο 39

ΑΡΘΡΟ 39

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

1. Όλα τα οχήματα με κινητήρα, τα ρυμουλκούμενα και οι συνδυασμοί οχημάτων σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να τηρούν τις διατάξεις του Παραρτήματος 5 της παρούσας Σύμβασης. Θα πρέπει ομοίως να βρίσκονται σε καλή κατάσταση λειτουργίας.

2. Η εσωτερική νομοθεσία θα απαιτεί να υποβάλλονται σε περιοδικό τεχνικό έλεγχο:

(a) Οχήματα με κινητήρα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων και διαθέτουν πάνω από οκτώ καθίσματα επιπλέον του καθίσματος του οδηγού,

(b) Οχήματα με κινητήρα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά αγαθών και των οποίων η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ. και ρυμουλκούμενα σχεδιασμένα να συζευγνύονται σε τέτοια οχήματα.

3. Στο μέτρο του δυνατού, η εσωτερική νομοθεσία θα επεκτείνει τη διάταξη της παραγράφου 2 στις λοιπές κατηγορίες οχημάτων.

4. (a) Οχήματα με κινητήρα σε διεθνή κυκλοφορία των οποίων η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 3.500χλγρ., πλην εκείνων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών και δεν έχουν πάνω από οκτώ θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού, πρέπει να πληρούν συγκεκριμένες απαιτήσεις αναφορικά με τις εκπομπές θορύβου και ρύπων. Ως προς τούτο:

(ί) Τα εν λόγω οχήματα με κινητήρα πρέπει, κατά την πρώτη ταξινόμηση τους κατόπιν της κατασκευής τους, να πληρούν τις ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις και τα όρια μίας σειράς τροποποιήσεων στους ισχύοντες κανονισμούς της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη για τους σκοπούς της Συμφωνίας της Γενεύης του 1958,

(ii) Τα εν λόγω οχήματα με κινητήρα πρέπει να πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις ελέγχου όπως αυτές καθορίζονται στους σχετικούς κανόνες της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη. Η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αυτές θα ελέγχεται κατά τους αναφερόμενους στην παράγραφο του παρόντος Άρθρου περιοδικούς τεχνικούς ελέγχους.

(b) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οι τεχνικές απαιτήσεις και τα όρια μίας σειράς τροποποιήσεων στους Κανονισμούς της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη θεωρούνται σε ισχύ έως την ημερομηνία από την οποία παύουν να ισχύουν οι εγκρίσεις τύπου που έχουν χορηγηθεί βάσει αυτής της σειράς τροποποιήσεων.

5. (a) Οι οδηγοί των αναφερόμενων στο πιο πάνω εδάφιο 4(a) οχημάτων με κινητήρα πρέπει να φέρουν, ως απόδειξη της υποβολής των οχημάτων στον αναφερόμενο στο πιο πάνω εδάφιο περιοδικό τεχνικό έλεγχο και της καλής κατάστασης λειτουργίας τους, ένα έγκυρο, δεόντως συμπληρωμένο πιστοποιητικό τεχνικού ελέγχου.

(b) To πιστοποιητικό θα εκδίδεται είτε από αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους ή τμήματος αυτού στα εδάφη του οποίου είναι ταξινομημένο το όχημα ή για λογαριασμό και κατόπιν άδειας του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους ή τμήματος αυτού από οργανισμό νομίμως εξουσιοδοτημένο προς τούτο από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ή τμήμα αυτού.

(c) Στο πιστοποιητικό αυτό θα διευκρινίζεται η ημερομηνία πρώτης ταξινόμησης μετά την κατασκευή. Η απόδειξη επί του εν λόγω πιστοποιητικού σχετικά με τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο δε θα είναι παλαιότερη του ενός έτους. Θα συμφωνεί με τις διατάξεις του Παραρτήματος 2 της Σύμβασης της Βιέννης του 1997.

(d) Για τα αναφερόμενα στο πιο πάνω εδάφιο 4 (α) οχήματα, τα οποία ταξινομήθηκαν πρώτη φορά μετά την κατασκευή δύο ή περισσότερα έτη κατόπιν της έναρξης ισχύος των Τροποποιήσεων αυτών, το πιστοποιητικό θα εκδίδεται ή ανανεώνεται μόνο εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις του πιο πάνω εδαφίου 4 (α) (ί).
Άρθρο 40

ΑΡΘΡΟ 40

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

1. Για περίοδο 10 ετών από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με το Άρθρο 47,παράγραφος 1, τα ρυμουλκούμενα σε διεθνή κυκλοφορία, ανεξαρτήτως της επιτρεπόμενης μέγιστης μάζας τους, θα δικαιούνται τα πλεονεκτήματα των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης ακόμη κι αν δεν είναι ταξινομημένα.

2. Η άδεια κυκλοφορίας πρέπει να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της τροποποίησης του Άρθρου 35, παράγραφος 1, εντός πέντε ετών από τη θέση του σε ισχύ. Άδειες που έχουν εκδοθεί κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ομοίως θα αναγνωρίζονται έως την αναγραφόμενη σε αυτές ημερομηνία λήξης.

3. (a) Δύο έτη κατόπιν της έναρξης ισχύος των Τροποποιήσεων αυτών, οχήματα με κινητήρα χρησιμοποιούμενα σε διεθνείς μεταφορές των οποίων η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 3.500χλγρ, πλην εκείνων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών και δεν έχουν περισσότερες από οκτώ θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού καθώς και οι οδηγοί αυτών θα συμμορφώνονται με τις διατάξεις του πρόσθετου εδαφίου 4 (a) (ii) και της παραγράφου 5 που εισήχθη στο τέλος του Άρθρου 39 της Σύμβασης.

(b) Οχήματα με κινητήρα των οποίων η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 3.500χλγρ, πλην εκείνων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών και δεν έχουν περισσότερες από οκτώ θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού και των οποίων η πρώτη ταξινόμηση μετά την κατασκευή χορηγήθηκε πριν την έναρξη ισχύος των Τροποποιήσεων αυτών ή εντός δύο ετών κατόπιν της έναρξης ισχύος δε θα υπόκεινται στις διατάξεις του πρόσθετου εδαφίου 4 (a) (i) το οποίο εισήχθη στο τέλος του Άρθρου 39 της Σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Άρθρο 41

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΟΔΗΓΟΙ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ

ΑΡΘΡΟ 41

ΑΔΕΙΕΣ ΟΔΗΓΗΣΗΣ

1. (a) Όλοι οι οδηγοί οχημάτων με κινητήρα πρέπει να κατέχουν άδεια οδήγησης.

(b) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να διασφαλίζουν ότι οι άδειες οδήγησης εκδίδονται μόνο κατόπιν επαλήθευσης από τις αρμόδιες αρχές ότι ο οδηγός κατέχει τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες· τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να ελέγχουν αν οι οδηγοί κατέχουν τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες πρέπει να διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα· το περιεχόμενο και η διαδικασία των θεωρητικών και πρακτικών εξετάσεων ρυθμίζονται από την εθνική νομοθεσία.

(c) Η εσωτερική νομοθεσία πρέπει να καθορίζει όρους για την απόκτηση αδειών οδήγησης. Ειδικότερα, πρέπει να καθορίζει τα ελάχιστα όρια ηλικίας για κατοχή άδειας, τις ιατρικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται και τις προϋποθέσεις επιτυχίας στις θεωρητικές και πρακτικές εξετάσεις.

(d) Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται ως εμποδίζουσα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών να απαιτούν άδειες οδήγησης για άλλα μηχανοκίνητα οχήματα και μοτοποδήλατα.

2. (a) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει να αναγνωρίζουν:

ϊ) κάθε εσωτερική άδεια σύμφωνη προς τις διατάξεις του Παραρτήματος 6 της παρούσας Σύμβασης,

ii) κάθε διεθνή άδεια σύμφωνη προς τις διατάξεις του Παραρτήματος 7 της παρούσας Σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι επιδεικνύεται με την αντίστοιχη εσωτερική άδεια οδήγησης, ως έγκυρη για την οδήγηση εντός του εδάφους τους οχήματος το οποίο εμπίπτει στις κατηγορίες που καλύπτουν οι άδειες, υπό την προϋπόθεση ότι ισχύουν ακόμη οι άδειες και ότι εκδόθηκαν από έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος ή τμήμα αυτού ή από φορέα νόμιμα εξουσιοδοτημένο προς τούτο από το εν λόγω έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος ή κάποιο από τα τμήματα του.

(b) Άδειες οδήγησης εκδοθείσες από Συμβαλλόμενο Μέρος θα αναγνωρίζονται εντός του εδάφους έτερου Συμβαλλομένου Μέρους, μέχρι το έδαφος αυτό να καταστεί ο συνήθης τόπος διαμονής του κατόχου τους,

(c) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δε θα εφαρμόζονται επί αδειών εκπαιδευόμενων οδηγών.

3. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να περιορίσει την περίοδο ισχύος μίας εσωτερικής άδειας οδήγησης. Η περίοδος ισχύος διεθνούς άδειας θα είναι είτε μέχρι τρία έτη από την ημερομηνία έκδοσης ή έως την ημερομηνία λήξης της εσωτερικής άδειας οδήγησης, αναλόγως ποια ημερομηνία προηγείται.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2:

(a) Στις περιπτώσεις που η ισχύς της άδειας οδήγησης υπόκειται, με ειδική αναγραφή επί auTnc. στον όρο ο κάτοχος αυτής να φέρει ορισμένες συσκευές ή το όχημα να είναι εξοπλισμένο κατά τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται σε τυχόν αναπηρία του οδηγού, η άδεια δε θα αναγνωρίζεται ως έγκυρη παρά μόνο αν πληρούνται οι όροι αυτοί,

(b) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνούνται να αναγνωρίσουν την ισχύ εντός της επικράτειας τους αδειών οδήγησης τις οποίες κατέχουν πρόσωπα ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών,

(c) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνούνται να αναγνωρίσουν την ισχύ εντός της επικράτειας τους, για την οδήγηση οχημάτων με κινητήρα ή συνδυασμών οχημάτων των αναφερόμενων στα Παραρτήματα 6 και 7 της παρούσας Σύμβασης κατηγοριών C, D, CE και DE,αδειών οδήγησης τις οποίες κατέχουν πρόσωπα ηλικίας κάτω των είκοσι ενός ετών.

5. Διεθνής άδεια θα εκδίδεται μόνο για τον κάτοχο εσωτερικής άδειας, για την έκδοση της οποίας έχουν εκπληρωθεί οι οριζόμενοι στην παρούσα Σύμβαση ελάχιστοι όροι. Διεθνής άδεια θα εκδίδεται μόνο από το Συμβαλλόμενο Μέρος στο έδαφος του οποίου ο κάτοχος έχει τη συνήθη διαμονή του και το οποίο εξέδωσε την εσωτερική άδεια οδήγησης ή το οποίο αναγνώρισε την άδεια οδήγησης που είχε εκδοθεί από έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος· αυτή δε θα είναι έγκυρη για χρήση εντός του εδάφους αυτού.

6. Οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου δεν υποχρεώνουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη:

(a) Να αναγνωρίζουν την ισχύ εσωτερικών ή διεθνών αδειών που έχουν εκδοθεί στην επικράτεια έτερου Συμβαλλομένου Μέρους για πρόσωπα τα οποία είχαν τη συνήθη διαμονή τους στο έδαφος τους κατά το χρόνο της εν λόγω έκδοσης ή των οποίων η συνήθη διαμονή μεταφέρθηκε στο έδαφος τους μετά την εν λόγω έκδοση, ή

(b) Να αναγνωρίζουν την ισχύ εσωτερικών αδειών ττου έχουν εκδοθεί για οδηγούς των οποίων η συνήθης διαμονή κατά το χρόνο έκδοσης δεν ήταν εντός του εδάφους στο οποίο εκδόθηκε η άδεια, ή οι οποίοι, από την εν λόγω έκδοση, μετέφεραν τη διαμονή τους σε άλλη επικράτεια.
Άρθρο 42

ΑΡΘΡΟ 42

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΑΔΕΙΩΝ ΟΔΗΓΗΣΗΣ

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών δύνανται να αφαιρούν από οδηγό το δικαίωμα να χρησιμοποιεί την εσωτερική ή διεθνή άδεια οδήγησης του εντός της επικράτειας τους, εάν αυτός έχει υποπέσει εντός αυτής σε παράβαση των κανονισμών τους λόγω της οποίας υπόκειται, κατά τη νομοθεσία τους, σε στέρηση της άδειας του. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια αρχή του Συμβαλλόμενου Μέρους ή τμήματος αυτού που αφαιρεί το δικαίωμα χρήσης της άδειας δύναται:

(a) Να αφαιρέσει και κατακρατήσει την άδεια μέχρι να λήξει η χρονική περίοδος της αφαίρεσης της χρήσης, ή μέχρι ο κάτοχος αυτής να εγκαταλείψει το έδαφος αυτού, αναλόγως ποια ημερομηνία προηγείται,

(b) Να ειδοποιήσει περί της αφαίρεσης του δικαιώματος χρήσης της άδειας την αρχή από την οποία ή για λογαριασμό της οποίας εκδόθηκε η άδεια,

(c) Σε περίπτωση διεθνούς άδειας, να καταχωρήσει στον προβλεπόμενο προς τούτο χώρο αναγραφή περί της μη ισχύος της άδειας πλέον εντός της επικράτειας αυτού,

(d) Στις περιπτώσεις που δεν έχει εφαρμόσει τη διαδικασία την προβλεπόμενη στο εδάφιο (a) της παρούσας παραγράφου, να συμπληρώσει την αναφερόμενη στο εδάφιο (b) ειδοποίηση ζητώντας από την αρχή που εξέδωσε την άδεια, ή για λογαριασμό της οποίας εκδόθηκε η άδεια, να ειδοποιήσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για την απόφαση που λήφθηκε σχετικά με αυτό.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει να προσπαθούν να ειδοποιούν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για τις κοινοποιούμενες σε αυτά αποφάσεις σύμφωνα με τη διαδικασία την καθοριζόμενη στην παράγραφο 1(d) του παρόντος Άρθρου.

3. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι απαγορεύει στα Συμβαλλόμενα Μέρη ή Τμήματα αυτών να αποτρέπουν από την οδήγηση οδηγό ο οποίος κατέχει εσωτερική ή διεθνή άδεια οδήγησης εφόσον είναι προφανές ή αποδεδειγμένο ότι η κατάσταση του είναι τέτοια που δεν είναι σε θέση να οδηγεί με ασφάλεια ή του έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα οδήγησης στο Κράτος στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του.
Άρθρο 43

ΑΡΘΡΟ 43

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αρχίσουν να εκδίδουν εσωτερικές άδειες οδήγησης σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του Παραρτήματος 6 το αργότερο πέντε έτη μετά τη θέση αυτών σε ισχύ. Οι εσωτερικές άδειες οδήγησης οι οποίες έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις προγενέστερες διατάξεις του Άρθρου 41, Άρθρου 43 και Παραρτήματος 6 της παρούσας Σύμβασης πριν τη λήξη της περιόδου αυτής θα αναγνωρίζονται εφόσον είναι σε ισχύ.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αρχίσουν να εκδίδουν διεθνείς άδειες οδήγησης σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του Παραρτήματος 7 το αργότερο πέντε έτη μετά τη θέση αυτών σε ισχύ. Οι διεθνείς άδειες οδήγησης οι οποίες έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις προγενέστερες διατάξεις του Άρθρου 41, Άρθρου 43 και Παραρτήματος 7 της παρούσας Σύμβασης πριν τη λήξη της περιόδου αυτής θα ισχύουν σύμφωνα με τους οριζόμενους στο Άρθρο 41, παράγραφος 3, όρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
Άρθρο 44

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΔΟΧΗ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΟΤΟΠΟΔΗΛΑΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

ΑΡΘΡΟ 44

1. Ποδήλατα χωρίς μηχανή σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει:

(a) Να έχουν σύστημα πέδησης το οποίο λειτουργεί αποτελεσματικά,

(b) Να είναι εξοπλισμένα με κουδούνι που μπορεί να ακουσθεί σε επαρκή απόσταση και να μη φέρουν άλλο ηχητικό όργανο προειδοποίησης,

(c) Να είναι εξοπλισμένα με ερυθρό αντανακλαστικό στοιχείο στο οπίσθιο τμήμα και με συσκευές τέτοιες ώστε το ποδήλατο να μπορεί να εκπέμπει λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο εμπρόσθιο και ερυθρό φως στο οπίσθιο μέρος.

(d) Πλευρικός να είναι εφοδιασμένα με κίτρινους αντανακλαστήρες προσαρμοσμένους στις ακτίνες των τροχών ή με αντανακλαστικές διατάξεις επιδεικνύουσες έναν συνεχή κύκλο».

2. Στην επικράτεια των Συμβαλλομένων Μερών τα οποία δεν έχουν προβεί, σύμφωνα με το Άρθρο 54, παράγραφος 2, της παρούσας Σύμβασης, σε δήλωση ότι τα μοτοποδήλατα τυγχάνουν της ίδιας μεταχείρισης με τις μοτοσικλέτες, τα μοτοποδήλατα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει:

(a) Να διαθέτουν δύο ανεξάρτητα συστήματα πέδησης,

(b) Να είναι εξοπλισμένα με κουδούνι ή άλλο ηχητικό όργανο προειδοποίησης που μπορεί να ακουσθεί σε επαρκή απόσταση,

(c) Να είναι εξοπλισμένα με αποτελεσματικό σιγαστήρα εξάτμισης,

(d) Να είναι εφοδιασμένα με ερυθρό αντανακλαστήρα στο πίσω τμήμα, και με φανό ο οποίος θα εκπέμπει λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως στο μπροστινό τμήμα και με φανό ο οποίος θα εκπέμπει ερυθρό φως στο πίσω τμήμα.

(e) Να φέρουν το καθοριζόμενο στο Παράρτημα 4 της παρούσας Σύμβασης διακριτικό σήμα.

(f) Να είναι εφοδιασμένα με πλευρικές σημάνσεις αποτελούμενες είτε από κίτρινους αντανακλαστήρες ή από αντανακλαστικές διατάξεις επιδεικνύουσες έναν συνεχή κύκλο.

3. Στην επικράτεια των Συμβαλλομένων Μερών τα οποία έχουν προβεί, σύμφωνα με το Άρθρο 54, παράγραφος 2, της παρούσας Σύμβασης, σε δήλωση ότι τα μοτοποδήλατα τυγχάνουν της ίδιας μεταχείρισης με τις μοτοσικλέτες, οι όροι που πρέπει να πληρούν τα μοτοποδήλατα ώστε να γίνουν δεκτά στη διεθνή κυκλοφορία είναι αυτοί που προβλέπονται για τις μοτοσικλέτες στο Παράρτημα 5 της παρούσας Σύμβασης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
Άρθρο 45

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 45

1. Η παρούσα Σύμβαση θα βρίσκεται κατατεθειμένη στη Νέα Υόρκη, έδρα των Ηνωμένων Εθνών, μέχρι την 31n Δεκεμβρίου 1969 προς υπογραφή από όλα τα Κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών, ή από οποιονδήποτε από τους ειδικούς οργανισμούς, ή τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, ή τα Μέλη του Καταστατικού Χάρτη του Διεθνούς Δικαστηρίου, καθώς και από οποιοδήποτε Κράτος, προσκαλούμενο από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών να καταστεί μέλος της παρούσας Σύμβασης.

2. Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε κύρωση. Οι κυρωτικές πράξεις θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει κατατεθειμένη προς προσχώρηση από οποιοδήποτε από τα Κράτη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου. Οι κυρωτικές πράξεις θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα.

4. Κατά την υπογραφή της παρούσας Σύμβασης, ή την κατάθεση της πράξης κύρωσης ή προσχώρησης σε αυτήν, έκαστο Κράτος θα γνωστοποιεί στον Γενικό Γραμματέα το διακριτικό σήμα το οποίο έχει επιλέξει προς αναγραφή, κατά τη διεθνή κυκλοφορία, επί οχημάτων που είναι εγγεγραμμένα από αυτό, σύμφωνα με το Παράρτημα 3 της παρούσας Σύμβασης. Μέσω περαιτέρω γνωστοποίησης, απευθυνόμενης προς τον Γενικό Γραμματέα, έκαστο Κράτος δύναται να μεταβάλλει το διακριτικό σήμα το οποίο επέλεξε προηγουμένως.
Άρθρο 46

ΑΡΘΡΟ 46

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο της υπογραφής ή επικύρωσης της παρούσας Σύμβασης ή προσχώρησης του σε αυτήν, ή οποιαδήποτε μεταγενέστερη στιγμή, να δηλώσει δια γνωστοποίησης, απευθυνόμενης προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ότι η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ επί όλων ή επί οποιουδήποτε εκ των εδαφών για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι αυτό υπεύθυνο. Η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ επί του εδάφους ή των εδαφών των κατονομαζομένων στη γνωστοποίηση τριάντα ημέρες μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα, ή κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Σύμβασης για το Κράτος που προβαίνει στη γνωστοποίηση, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

2. Κάθε Κράτος το οποίο προέβη σε δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου δύναται, οποιαδήποτε μεταγενέστερη στιγμή, να δηλώσει μέσω γνωστοποίησης απευθυνόμενης προς τον Γενικό Γραμματέα ότι η Σύμβαση θα παύσει να έχει εφαρμογή επί του εδάφους που κατονομάζεται στην κοινοποίηση και τούτο θα συμβεί ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

3. Κράτος το οποίο προβαίνει σε γνωστοποίηση κατά την παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου θα ειδοποιεί τον Γενικό Γραμματέα περί του διακριτικού σήματος ή των σημάτων τα οποία έχει επιλέξει προς αναγραφή, κατά τη διεθνή κυκλοφορία, επί των οχημάτων των εγγεγραμμένων στο σχετικό έδαφος ή τα εδάφη, σύμφωνα με το Παράρτημα 3 της παρούσας Σύμβασης. Με περαιτέρω γνωστοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα, όλα τα Κράτη δύνανται να μεταβάλλουν διακριτικό σήμα το οποίο επέλεξαν προηγουμένως.
Άρθρο 47

ΑΡΘΡΟ 47

1. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης του δέκατου πέμπτου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε Κράτος το οποίο επικυρώνει ή προσχωρεί στη Σύμβαση κατόπιν της κατάθεσης του δέκατου πέμπτου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης, η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το εν λόγω Κράτος του εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης του.
Άρθρο 48

ΑΡΘΡΟ 48

Η παρούσα Σύμβαση, όταν τεθεί σε ισχύ, θα καταργήσει και αντικαταστήσει, στις σχέσεις μεταξύ των Συμβαλλομένων Κρατών, τη Διεθνή Σύμβαση για την Κυκλοφορία Οχημάτων με Κινητήρα και τη Διεθνή Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία, υπογραφείσες αμφότερες στο Παρίσι στις 24 Απριλίου 1926, τη Σύμβαση για τη Ρύθμιση της Κυκλοφορίας Αυτοκίνητων Οχημάτων της Αμερικανικής Ηπείρου, η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στην Ουάσινγκτον στις 15 Δεκεμβρίου 1943, και τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία, η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη στις 19 Σεπτεμβρίου 1949.
Άρθρο 49

ΑΡΘΡΟ 49

1. Μετά την πάροδο ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί να προτείνει μία ή παραπάνω τροποποιήσεις στη Σύμβαση. Το κείμενο οποιασδήποτε προταθείσας τροποποίησης, συνοδευόμενο από επεξηγηματικό υπόμνημα,θα διαβιβασθεί στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα το κοινοποιήσει σε όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη.

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχουν τη δυνατότητα να τον ενημερώσουν εντός περιόδου δώδεκα μηνών από τη θέση του σε κυκλοφορία αν (a) αποδέχονται την τροποποίηση, ή (b) απορρίπτουν την τροποποίηση, ή (c) επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προκειμένου να εξετασθεί η τροποποίηση. Ο Γενικός Γραμματέας ομοίως θα διαβιβάσει το κείμενο της προταθείσας τροποποίησης σε όλα τα άλλα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

2. (a) Οποιαδήποτε προταθείσα τροποποίηση η οποία έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή αν εντός της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο περιόδου των δώδεκα μηνών λιγότερα από το ένα τρίτο των Συμβαλλομένων Μερών ειδοποιήσουν τον Γενικό Γραμματέα ότι είτε απορρίπτουν την τροποποίηση, είτε επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης για να εξετασθεί αυτή. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με οποιαδήποτε αποδοχή ή απόρριψη εκάστης προταθείσας τροποποίησης και σχετικά με τα αιτήματα σύγκλησης διάσκεψης. Αν ο συνολικός αριθμός των απορρίψεων και των αιτημάτων που έχουν ληφθεί κατά τη διάρκεια της ταχθείσας δωδεκάμηνης περιόδου είναι μικρότερος του ενός τρίτου του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ότι η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την εκπνοή της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο δωδεκάμηνης περιόδου για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, εντός της ταχθείσας περιόδου, απέρριψαν την τροποποίηση ή ζήτησαν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής.

(b) Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο, κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, απέρριψε προταθείσα τροποποίηση ή ζήτησε τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής,δύναται, οποιαδήποτε στιγμή μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου, να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει την εν λόγω γνωστοποίηση σε όλα τα υπόλοιπα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ,όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη που έχουν γνωστοποιήσει την αποδοχή τους, έξι μήνες μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης τους από τον Γενικό Γραμματέα.

3. Εάν προταθείσα τροποποίηση δε γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου και εάν, εντός της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από τα μισά του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών γνωστοποιήσουν στον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την προταθείσα τροποποίηση, και εάν το ένα τρίτο τουλάχιστον του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών αλλά όχι λιγότερα από δέκα, ειδοποιήσουν αυτόν ότι την αποδέχονται ή ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης για την εξέταση αυτής, τότε ο Γενικός Γραμματέας θα συγκαλέσει διάσκεψη με σκοπό την εξέταση της προταθείσας τροποποίησης ή οποιασδήποτε άλλης πρότασης που ενδέχεται να του υποβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου.

4. Σε περίπτωση σύγκλησης διάσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος Άρθρου, ο Γενικός Γραμματέας θα προσκαλέσει σε αυτήν όλα τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης Κράτη. Θα ζητήσει από όλα τα προσκληθέντα στη διάσκεψη Κράτη να του υποβάλουν, τουλάχιστον έξι μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της, όλες τις προτάσεις τις οποίες τυχόν επιθυμούν να εξετάσει η διάσκεψη επιπλέον της προταθείσας τροποποίησης και θα κοινοποιήσει τις εν λόγω προτάσεις, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της διάσκεψης, σε όλα τα προσκληθέντα στη διάσκεψη Κράτη.

5. (a) Οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας Σύμβασης θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή εάν έχει υιοθετηθεί από πλειοψηφία των δύο τρίτων των Κρατών που εκπροσωπούνται στη διάσκεψη, υπό την προϋπόθεση ότι στην πλειοψηφία αυτή συμπεριλαμβάνονται τα δύο τρίτα τουλάχιστον του αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών που εκπροσωπούνται στη διάσκεψη. Ο Γενικός Γραμματέας θα γνωστοποιεί σε όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη την υιοθέτηση της τροποποίησης και η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης της για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου γνωστοποίησαν στον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την τροποποίηση.

(b) Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο απέρριψε την τροποποίηση κατά την εν λόγω δωδεκάμηνη περίοδο δύναται ανά πάσα στιγμή να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση αυτή, και η Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει τη γνωστοποίηση αυτή σε όλα τα υπόλοιπα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, όσον αφορά το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει γνωστοποιήσει την αποδοχή του, έξι μήνες μετά την παραλαβή από τον Γενικό Γραμματέα της σχετικής γνωστοποίησης ή στο τέλος της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

6. Σε περίπτωση που η προταθείσα τροποποίηση δε θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζει η παράγραφος 3 του παρόντος Άρθρου για τη σύγκληση διάσκεψης, η προταθείσα τροποποίηση θα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.
Άρθρο 50

ΑΡΘΡΟ 50

Οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύναται να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με έγγραφη γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία αρχίζει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 51

ΑΡΘΡΟ 51

Η παρούσα Σύμβαση θα παύσει να ισχύει σε περίπτωση που ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών είναι μικρότερος από πέντε για οποιαδήποτε περίοδο 12 συνεχόμενων μηνών.
Άρθρο 52

ΑΡΘΡΟ 52

Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, σχετιζόμενη με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης και την οποία τα Μέρη δε δύνανται να διευθετήσουν μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλων μέσων διακανονισμού, δύναται να παραπεμφθεί, με αίτημα οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών το οποίο αφορά η διένεξη, στο Διεθνές Δικαστήριο προς λήψη απόφασης.
Άρθρο 53

ΑΡΘΡΟ 53

Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος να προβαίνει στις ενέργειες εκείνες, συμβιβαζόμενες με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και περιοριζόμενες στις άμεσες ανάγκες της κατάστασης, που θεωρεί αναγκαίες για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια του.
Άρθρο 54

ΑΡΘΡΟ 54

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής της παρούσας Σύμβασης ή κατάθεσης της πράξης κύρωσης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι δε θεωρεί εαυτόν δεσμευμένο από το Αρθρο 52 της παρούσας Σύμβασης. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα δεσμεύονται από το Άρθρο 52 σε σχέση προς οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο προέβη σε τέτοια δήλωση.

2. Κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης κύρωσης ή προσχώρησης του, οποιοδήποτε Κράτος δύναται, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα, να δηλώσει ότι για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης θεωρεί τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες (Άρθρο 1η).

Με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα, οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται, σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να αποσύρει τη δήλωση του.

3. Οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου δηλώσεις θα αρχίσουν να ισχύουν έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα ή την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση για το Κράτος που προβαίνει στη δήλωση, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

4. Οποιαδήποτε τροποποίηση προηγουμένως επιλεγέντος διακριτικού σήματος γνωστοποιούμενη σύμφωνα με το Άρθρο 45, παράγραφος 4, ή το Άρθρο 46, παράγραφος 3, της παρούσας Σύμβασης, θα τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

5. Τυχόν επιφυλάξεις επί της παρούσας Σύμβασης και των παραρτημάτων αυτής, πλην της επιφύλαξης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου, επιτρέπονται υπό τον όρο της έγγραφης διατύπωσης τους και, εάν διατυπώνονται πριν την κατάθεση της πράξης κύρωσης ή προσχώρησης, υπό τον όρο της επιβεβαίωσης τους στην εν λόγω πράξη. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί τις επιφυλάξεις αυτές σε όλα τα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

6. Οποιοδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών το οποίο έχει διατυπώσει επιφύλαξη ή έχει προβεί σε δήλωση κατά τις παραγράφους 1 ή 4 του παρόντος Άρθρου, δύναται να την αποσύρει οποτεδήποτε με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα.

7. Επιφύλαξη διατυπωθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου:

(a) τροποποιεί, για το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε την επιφύλαξη, τις διατάξεις εκείνες της Σύμβασης στις οποίες αναφέρεται η επιφύλαξη, μέχρι του σημείο στο οποίο εκτείνεται η επιφύλαξη,

(b) τροποποιεί τις διατάξεις αυτές μέχρι του ίδιου σημείου και γα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά τις σχέσεις τους προς το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε την επιφύλαξη.
Άρθρο 55

ΑΡΘΡΟ 55

Επιπλέον των δηλώσεων, γνωστοποιήσεων και κοινοποιήσεων των προβλεπόμενων στα Άρθρα 49 και 54 της παρούσας Σύμβασης, ο Γενικός Γραμματέας θα γνωστοποιεί σε όλα τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1, Κράτη τα ακόλουθα: (a) υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις κατά το Άρθρο 45,

(b) γνωστοποιήσεις και δηλώσεις κατά το Άρθρο 45, παράγραφος 4, και το Άρθρο 46,

(c) τις ημερομηνίες θέσης σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με το Άρθρο 47,

(d) την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των τροποποιήσεων της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με το Άρθρο 49, παράγραφοι 2 και 5,

(e) τις καταγγελίες βάσει του Άρθρου 50,

(f) τη λήξη της παρούσας Σύμβασης κατά το Άρθρο 51.
Άρθρο 56

ΑΡΘΡΟ 56

Το πρωτότυπο της παρούσας Σύμβασης, της οποίας τα κείμενα στην κινεζική, αγγλική, γαλλική, ρωσική και ισπανική γλώσσα, συνταχθέντα σε ένα αντίτυπο, είναι εξίσου αυθεντικά, θα κατατεθεί στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα αυτού σε όλα τα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

Σε πιστοποίηση των οποίων, οι κάτωθι Πληρεξούσιοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

Συνετάχθη στη Βιέννη την όγδοη ημέρα του Νοεμβρίου, του έτους χίλια εννιακόσια εξήντα οκτώ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΙΣΔΟΧΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ

ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία οχήματα με κινητήρα, ρυμουλκούμενα ή συνδυασμούς οχημάτων των οποίων η συνολική μάζα ή η μάζα ανά άξονα ή οι διαστάσεις υπερβαίνουν τα εκ της εσωτερικής νομοθεσίας τους καθοριζόμενα όρια για τα οχήματα που είναι ταξινομημένα στην επικράτεια τους.

Συμβαλλόμενα Μέρη στην επικράτεια των οποίων υπάρχει διεθνής κυκλοφορία βαρέων οχημάτων πρέπει να προσπαθούν να συνάπτουν τοπικές συμφωνίες βάσει των οποίων οι οδοί της περιοχής, εξαιρουμένων των δευτερευουσών οδών, θα είναι ανοικτές για διεθνή κυκλοφορία οχημάτων ή συνδυασμών οχημάτων, η μάζα και οι διαστάσεις των οποίων δεν υπερβαίνουν τα καθοριζόμενα στις εν λόγω συμφωνίες μεγέθη.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος Παραρτήματος, δε θεωρείται ως προέκταση πέραν του επιτρεπόμενου μεγίστου πλάτους η εγκάρσια προέκταση των:

(a) ελαστικών, πλησίον του σημείου επαφής τους με το έδαφος και των συνδέσεων των δεικτών πίεσης των ελαστικών,

(b) αντιολισθητικών διατάξεων που είναι προσαρμοσμένες στους τροχούς,

(c) καθρεπτών οδήγησης σχεδιασμένων κατά τρόπο ώστε να υποχωρούν τόσο προς τα εμπρός όσο και προς τα πίσω υπό μέτρια πίεση, ούτως ώστε να μην εξέχουν πλέον πέραν του επιτρεπόμενου μεγίστου πλάτους,

(d) πλευρικών δεικτών κατεύθυνσης και των φανών όγκου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εξέχουν πέραν ολίγων εκατοστών,

(e) τελωνειακών σφραγίδων που έχουν τεθεί επί του φορτίου, και διατάξεων για την εξασφάλιση και προστασία των εν λόγω σφραγίδων.

3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία τους ακόλουθους συνδυασμούς οχημάτων στο μέτρο που η χρήση τέτοιων συνδυασμών απαγορεύεται από την εσωτερική νομοθεσία τους:

(a) μοτοσικλέτες με ρυμουλκούμενα,

(b) συνδυασμούς οχημάτων αποτελούμενους από ένα όχημα με κινητήρα και περισσότερα του ενός ρυμουλκούμενα,

(c) αρθρωτά οχήματα χρησιμοποιούμενα για τη μεταφορά επιβατών.

4. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία οχήματα με κινητήρα και ρυμουλκούμενα για τα οποία ισχύουν οι εξαιρέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 60 του Παραρτήματος 5 της παρούσας Σύμβασης.

5. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία μοτοποδήλατα και μοτοσικλέτες των οποίων οι οδηγοί και οι επιβάτες, αν υπάρχουν,δεν είναι εφοδιασμένοι με προστατευτικά κράνη.

6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θέσουν ως προϋπόθεση για την αποδοχή στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία οποιουδήποτε οχήματος με κινητήρα πλην των δίτροχων μοτοποδηλάτων και των δίτροχων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, το όχημα με κινητήρα να φέρει συσκευή, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 56 του Παραρτήματος 5 της Σύμβασης, προκειμένου να προειδοποιεί για τον κίνδυνο που συνιστά η παρουσία του οχήματος όταν είναι σταθμευμένο επί του οδοστρώματος.

7. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θέσουν ως προϋπόθεση για την εισδοχή σε ορισμένες δυσχερείς οδούς ή σε ορισμένες περιοχές με δυσχερή διαμόρφωση του εδάφους της επικράτειας τους, προς διεθνή κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα με επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα άνω των 3.500 χλγρ., τα συγκεκριμένα οχήματα να συμμορφώνονται προς τις ειδικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην εσωτερική τους νομοθεσία και αφορούν την εισδοχή σε τέτοιες οδούς ή περιοχές οχημάτων.

7bis. Tα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θέσουν ως όρο για την εισδοχή στα εδάφη τους σε διεθνή κυκλοφορία οποιουδήποτε οχήματος με κινητήρα με επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα άνω των 3.500χλγρ., το εν λόγω όχημα να φέρει αλυσίδες για τα χιόνια ή άλλες εξίσου αποτελεσματικές συσκευές κατά τις περιόδους που επικρατούν χειμερινές καιρικές συνθήκες.

8. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτεια τους προς διεθνή κυκλοφορία οποιοδήποτε όχημα με κινητήρα εφοδιασμένο με φώτα διασταύρωσης με ασύμμετρες δέσμες, εάν οι δέσμες αυτές δεν έχουν προσαρμοσθεί ώστε να είναι κατάλληλες για την κατεύθυνση της κυκλοφορίας στην επικράτεια τους.

9. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να αρνηθούν να δεχθούν στην επικράτειά του προς διεθνή κυκλοφορία οποιοδήποτε όχημα με κινητήρα, ή οποιοσδήποτε ρυμουλκούμενα συζευγμένο με όχημα με κινητήρα, επί του οποίου αναγράφεται διακριτικό σήμα άλλο από εκείνα που προβλέπει το Άρθρο 37 της παρούσας Σύμβασης. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να μην αρνούνται να δέχονται προς διεθνή κυκλοφορία όχημα το οποίο φέρει διακριτικό σήμα τοποθετημένο ξεχωριστά από την πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης και το οποίο υποκαθιστά ένα διακριτικό σήμα το οποίο είναι ενσωματωμένο στην πινακίδα κυκλοφορίας και το οποίο δεν είναι σύμφωνο με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΚΑΙ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ

ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

1. Ο αναφερόμενος στα Άρθρα 35 και 36 της παρούσας Σύμβασης αριθμός κυκλοφορίας πρέπει να αποτελείται είτε από αριθμούς και γράμματα. Οι αριθμοί πρέπει να είναι αραβικοί, τα δε γράμματα με κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες. Δύνανται, εν τούτοις, να χρησιμοποιούνται και άλλοι αριθμοί ή χαρακτήρες, αλλά στην περίπτωση αυτή, ο αριθμός εγγραφής πρέπει να επαναλαμβάνεται με αραβικούς αριθμούς και κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες.

2. Ο αριθμός κυκλοφορίας πρέπει να συντίθεται και να παρουσιάζεται κατά τρόπο ώστε να είναι ευανάγνωστος υπό το σύνηθες φως της ημέρας από απόσταση τουλάχιστον 40 μ. από παρατηρητή ευρισκόμενο επί του άξονα του οχήματος, με το όχημα να είναι σταθμευμένο. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται, εν τούτοις, όσον αφορά τα ταξινομημένα από αυτά οχήματα, να περιορίζουν την ελάχιστη αυτή απόσταση για τις μοτοσικλέτες και για ειδικές κατηγορίες οχημάτων με κινητήρα, επί των οποίων θα ήταν δύσκολη η τοποθέτηση αριθμών κυκλοφορίας επαρκούς μεγέθους ώστε να είναι ευανάγνωστοι από απόσταση 40μ.

3. Όταν ο αριθμός κυκλοφορίας παρουσιάζεται επί ειδικής πινακίδας, αυτή πρέπει να είναι επίπεδη και προσαρμοσμένη σε κατακόρυφη ή σχεδόν κατακόρυφη θέση και σε ορθή γωνία προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος.

Όταν ο αριθμός παρουσιάζεται ή χρωματίζεται επί του οχήματος, η επιφάνεια επί της οποίας αναγράφεται ή χρωματίζεται πρέπει να είναι επίπεδη και κατακόρυφη, ή σχεδόν επίπεδη και κατακόρυφη, και σε ορθή γωνία προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Παραρτήματος 5, παράγραφος 61 (g) της παρούσας Σύμβασης, το υπόβαθρο της πινακίδας επί της οποίας αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας και, όπου τούτο ισχύει, το διακριτικό σήμα του Κράτους στο οποίο είναι ταξινομημένο το όχημα, πιθανώς συμπληρωθέν από τη σημαία ή το έμβλημα σύμφωνα με τους όρους του Παραρτήματος 3, δύναται να είναι από αντανακλαστικό υλικό.

5. Το υπόβαθρο του τμήματος της πινακίδας επί του οποίου ενσωμαατώνεται το διακριτικό σήμα πρέπει να είναι από το ίδιο υλικό με εκείνο που χρησιμοποιείται για το υπόβαθρο του τμήματος επί του οποίου αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας.

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟ ΣΗΜΑ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ

ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

1. Το αναφερόμενο στο Άρθρο 37 της παρούσας Σύμβασης διακριτικό σήμα πρέπει να αποτελείται από ένα έως τρία γράμματα με κεφαλαίους λατινικούς χαρακτήρες.

2. Όταν το διακριτικό σήμα απεικονίζεται ξεχωριστά από την πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας, πρέπει να συμμορφώνεται με τους ακόλουθους όρους:

(a) τα γράμματα πρέπει να έχουν ύψος τουλάχιστον 0,08 μέτρων και οι γραμμές τους πλάτος τουλάχιστον 0,01 μέτρων. Τα γράμματα πρέπει να είναι μαύρου χρώματος επί λευκού υποβάθρου έχοντος το σχήμα έλλειψης με τον κύριο άξονα οριζόντιο. Το μαύρο υπόβαθρο μπορεί να είναι από αντανακλαστικό υλικό,

(b) όταν το διακριτικό σήμα αποτελείται από μόνο ένα γράμμα, ο κύριος άξονας της έλλειψης δύναται να είναι κάθετος,

(c) το διακριτικό σήμα δεν πρέπει να τοποθετείται κατά τρόπο που να μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση με τον αριθμό κυκλοφορίας ή να εμποδίζει το ευανάγνωστο αυτού,

(d) επί μοτοσικλετών και ρυμουλκούμενων αυτών, οι διαστάσεις των αξόνων της έλλειψης πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,175 και 0,115 μέτρα. Επί των λοιπών οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκούμενων αυτών, οι διαστάσεις των εν λόγω αξόνων πρέπει να είναι τουλάχιστον:

i) 0,24 και 0,145 μέτρα σε περίπτωση που το διακριτικό σήμα περιλαμβάνει τρία γράμματα,

ii) 0,175 και 0,115 μέτρα σε περίπτωση που το διακριτικό σήμα περιλαμβάνει λιγότερα από τρία γράμματα.

3. Όταν το διακριτικό σήμα είναι ενσωματωμένο στην πινακίδα κυκλοφορίας, θα εφαρμόζονται οι ακόλουθοι όροι:

(a) τα γράμματα πρέπει να έχουν ύψος τουλάχιστον 0.02 μέτρων, λαμβάνοντας ως αναφορά μία πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας μήκους 0,11 μέτρων,

(b) (i) το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης, το οποίο μπορεί να συμπληρώνεται, ενδεχομένως, από τη σημαία ή το έμβλημα του Κράτους ή το έμβλημα του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης όπου ανήκει η χώρα, πρέπει να εμφαίνεται στην απώτερη αριστερή ή δεξιά πλευρά της πίσω πινακίδας αριθμού κυκλοφορίας, αλλά κατά προτίμηση στην αριστερή πλευρά ή την πάνω αριστερή πλευρά πινακίδων όπου ο αριθμός αναγράφεται σε δύο γραμμές,

ii) όταν, επιπλέον του διακριτικού σήματος, επί της πινακίδας κυκλοφορίας αναγράφεται ένα μη αριθμητικό σύμβολο και/ή μία σημαία και/ή ένα περιφερειακό ή τοπικό έμβλημα, το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης πρέπει υποχρεωτικά να τοποθετείται στο αριστερό άκρο της πινακίδας.

(c) η σημαία ή το έμβλημα που συμπληρώνει, ενδεχομένως, το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης πρέπει να τίθεται κατά τρόπο που να μην εμποδίζει το ευανάγνωστο του διακριτικού σήματος και, κατά προτίμηση, να τίθεται πάνω απ` αυτό,

(d) το διακριτικό σήμα του Κράτους ταξινόμησης πρέπει να τοποθετείται κατά τρόπο που να καθίσταται εύκολα αναγνωρίσιμο και να μην μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση με τον αριθμό κυκλοφορίας ή να εμποδίζει το ευανάγνωστο αυτού. Το διακριτικό σήμα πρέπει ως εκ τούτου να είναι τουλάχιστον διαφορετικού χρώματος από τον αριθμό κυκλοφορίας, ή να έχει διαφορετικό χρώμα υποβάθρου από εκείνο του αριθμού κυκλοφορίας, ή να είναι εμφανώς διαχωρισμένο, κατά προτίμηση με μία γραμμή, από τον αριθμό κυκλοφορίας,

(e) για τις πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας μοτοσικλετών και των ρυμουλκούμενων αυτών και/ή για τις πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας που αποτελούνται από δύο γραμμές, το μέγεθος των γραμμάτων του διακριτικού σήματος καθώς και, ενδεχομένως, το μέγεθος της εθνικής σημαίας ή του εμβλήματος του Κράτους ταξινόμησης ή το σύμβολο του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης στον οποίο ανήκει η χώρα δύνανται να τροποποιηθούν κατά τον προσήκοντα τρόπο,

(f) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται σύμφωνα με τις ίδιες αρχές για την εμπρόσθια πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος όταν η πινακίδα αυτή είναι υποχρεωτική.

4. Οι σχετικές διατάξεις του Παραρτήματος 2, παράγραφος 3, ισχύουν για το διακριτικό σήμα.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ

ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΩΝ ΣΕ ΔΙΕΘΝΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

1. Τα στοιχεία αναγνώρισης πρέπει να περιλαμβάνουν:

(a) Στην περίπτωση οχημάτων με κινητήρα:

i) την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του κατασκευαστή του οχήματος

ii) επί του πλαισίου ή, απουσία αυτού, επί του σώματος του οχήματος, τον αριθμό παραγωγής ή τον αύξοντα αριθμό του κατασκευαστή.

iii) επί της μηχανής, τον αριθμό της μηχανής εάν ο αριθμός αυτός έχει τοποθετηθεί επί αυτής από τον κατασκευαστή.

(b) Στην περίπτωση ρυμουλκούμενων, τις πληροφορίες που αναφέρονται στα παραπάνω εδάφια (i) και (ii).

(c) Στην περίπτωση μοτοποδηλάτων, τον κυλινδρισμό και το σήμα “CM”.

2. Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος Παραρτήματος στοιχεία αναγνώρισης πρέπει να τοποθετούνται σε προσιτά σημεία και να είναι ευανάγνωστα επιπλέον, η μορφή τους πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μην μπορούν εύκολα να αλλοιωθούν ή να αφαιρεθούν. Τα περιεχόμενα γράμματα και οι αριθμοί πρέπει να αναγράφονται είτε με λατινικούς χαρακτήρες είτε στην αγγλική τρέχουσα γραφή και με αραβικούς αριθμούς μόνο, ή να επαναλαμβάνονται υπό τη μορφή αυτή.

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΑ

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 3, παράγραφος 2α και του Άρθρου 39, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύναται όσον αφορά τα οχήματα με κινητήρα που ταξινομεί και τα ρυμουλκούμενα τα οποία επιτρέπει επί των οδών κατά την εσωτερική του νομοθεσία, να ορίζει κανόνες συμπληρωματικούς ή αυστηρότερους από τις διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος. Όλα τα οχήματα σε διεθνή κυκλοφορία πρέπει να πληρούν τις τεχνικές απαιτήσεις που ίσχυαν στη χώρα ταξινόμησης τους όταν πρωτοτέθηκαν σε κυκλοφορία.

2. Για τους σκοπούς του παρόντος Παραρτήματος, ο όρος «ρυμουλκούμενο» εφαρμόζεται μόνο επί ρυμουλκούμενων σχεδιασμένων να συνδυάζονται με όχημα με κινητήρα.

3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία, σύμφωνα με το Άρθρο 1, εδάφιο ιδ, της παρούσας Σύυβασης δήλωσαν ότι επιθυμούν να θεωρούν ως μοτοσικλέτες τα τρίτροχα οχήματα των οποίων η μάζα χωρίς φορτίο υπερβαίνει τα 400 χλγρ., πρέπει να υπάγουν αυτά τα οχήματα στους κανόνες που ορίζονται στο παρόν Παράρτημα είτε για τις μοτοσικλέτες είτε για τα άλλα οχήματα με κινητήρα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΤΡΟΧΟΠΕΔΗΣΗ

Για τους σκοπούς του παρόντος Άρθρου:

(a) Ο όρος «τροχοί ενός άξονα» σημαίνει τροχούς τοποθετημένους συμμετρικά ή εν μέρει συμμετρικά, σε σχέση προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος, ακόμη κ. αν δεν είναι τοποθετημένοι επί του ίδιου άξονα (δίδυμος άξονας μετράται ως δυο

(b) Ο όρος τροχοπέδη πορείας» σημαίνει τη συσκευή η οποία χρησιμοποιείται συνήθως νια να επιβραδύνει και να σταματά το όχημα,

(c) Ο όρος «τροχοπέδη στάθμευσης» σημαίνει τη συσκευή η οποία χρησιμοποιείται για να διατηρεί το όχημα σε ακινησία κατά την απουσία του οδηγού, ή, στην περίπτωση ρυμουλκούμενων, όταν αυτά δεν είναι συνδεδεμένα,

(d) Ο όρος «δευτερεύουσα τροχοπέδη (εκτάκτου ανάγκης)» σημαίνει τη συσκευή η οποία έχει σχεδιαστεί ώστε να επιβραδύνει και να ακινητοποιεί το όχημα σε περίπτωση αποτυχίας της τροχοπέδης πορείας.

Α. Τροχοπέδηση οχημάτων με κινητήρα εκτός μοτοσικλετών

5. Όλα τα οχήματα με κινητήρα εκτός των μοτοσικλετών πρέπει να έχουν συστήματα τροχοπέδησης τα οποία να μπορεί να χειρισθεί με ευκολία ο οδηγός όταν βρίσκεται στη θέση οδήγησης. Τα συστήματα αυτά πρέπει να είναι ικανά να εκτελέσουν τις ακόλουθες τρείς λειτουργίες τροχοπέδησης.

(a) τροχοπέδηση πορείας ικανή να επιβραδύνει το όχημα και να το σταματά με ασφάλεια, γρήγορα και αποτελεσματικά, ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσής του και της ανωφερικής ή κατωφερικής κλίσης της οδού στην οποία κινείται,

(b) τροχοπέδηση στάθμευσης ικανή να διατηρεί το όχημα σε αμνησία, ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσης του, επί σημαντικής ανωφερικής ή κατωφερικής κλίσης, με τις επκράνειες τριβής της τροχοπέδης αυτής να διατηρούνται στη θέση πέδησης με συσκευή η ενέργεια της οποίας είναι καθαρά μηχανική,

(c) δευτερεύουσα τροχοπέδηση (εκτάκτου ανάγκης) ικανή να επιβραδύνε, κα, να σταματά το όχημα ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσης του, εντός εύλογης απόστασης, ακόμη και σε περίπτωση αποτυχίας της τροχοπέδησης πορείας.

6. Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 5 του παρόντος Παραρτήματος οι συσκευές που εξασφαλίζουν τις τρεις λειτουργίες τροχοπέδησης (τροχοπέδη,πορείας δευτερεύουσα και στάθμευσης) δύνανται να έχουν κοινά Τμήματα· συνδυασμός των ρυθμίσεων επιτρέπεται, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι παραμένουν τουλάχιστον δυο χωριστές ρυθμίσεις.

7. Η τροχοπέδη πορείας επενεργεί επί όλων των τροχών του οχήματος.

8. Η δευτερεύουσα τροχοπέδη (εκτάκτου ανάγκης) πρέπει να είναι ικανή να επενεργεί επί ενός τουλάχιστον τροχού επί εκάστης πλευράς του μέσου διαμήκους επιπέδου του οχήματος η ίδια πρόβλεψη ισχύει και για την τροχοπέδη στάθμευσης.

9. Η τροχοπέδη πορείας και η τροχοπέδη στάθμευσης πρέπει να επενεργούν επί των επιφανειών πέδησης που είναι μόνιμα συνδεδεμένες προς τους τροχούς μέσω στοιχείων επαρκούς αντοχής.

10. Οι επιφάνειες πέδησης δε δύνανται να αποσυνδεθούν από τους τροχούς. Εν τούτοις, η αποσύνδεση αυτή επιτρέπεται στην περίπτωση ορισμένων εκ των επιφανειών πέδησης, υπό τον όρο:

(a) ότι είναι μόνο στιγμιαία, όπως για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια αλλαγής ταχυτήτων,

(b) ότι, όσον αφορά την τροχοπέδη στάθμευσης, μπορεί να λάβει χώρα μόνο με ενέργεια του οδηγού, και

(c) ότι όσον αφορά την τροχοπέδη πορείας ή τη δευτερεύουσα (εκτάκτου ανάγκης) τροχοπέδη, η πέδηση παραμένει δυνατή με την αποτελεσματικότητα που προβλέπει η παράγραφος 5 του Παραρτήματος.

10bis. Ολόκληρος ο εξοπλισμός που συμμετέχει στην πέδηση πρέπει να σχεδιάζεται και να κατασκευάζεται κατά τρόπο ώστε η αποτελεσματικότητα της τροχοπέδης πορείας να διασφαλίζεται κατόπιν παρατεταμένης και επαναλαμβανόμενης χρήσης.

10ter.H ενέργεια της τροχοπέδης πορείας πρέπει να κατανέμεται και να συγχρονίζεται δεόντως μεταξύ των διαφόρων αξόνων του οχήματος.

10quater. Εάν ο έλεγχος της τροχοπέδης πορείας υποβοηθείται, εν μέρει ή εν όλω, από πηγή ενέργειας πλην της μυϊκής ενέργειας του οδηγού, θα είναι δυνατή η ακινητοποίηση του οχήματος εντός εύλογης απόστασης ακόμη και σε περίπτωση αποτυχίας της πηγής ενέργειας.

Β. Τροχοπέδηση ρυμουλκούμενων

11 Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 17γ του παρόντος Παραρτήματος, όλα τα ρυμουλκούμενα, εξαιρουμένων των ελαφρών ρυμουλκούμενων, πρέπει να έχουν τα ακόλουθα συστήματα τροχοπέδησης:

(a) μία τροχοπέδη πορείας ικανή να επιβραδύνει το όχημα και να το σταματά με ασφάλεια γρήγορα και αποτελεσματικά, ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσης και της ανωφερικής ή κατωφερικής κλίσης της οδού επί της οποίας κινείται,

(b) μία τροχοπέδη στάθμευσης ικανή να διατηρεί το όχημα σε ακινησία, ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσης του, επί σημαντικής ανωφερικής ή κατωφερικής κλίσης, με τις επιφάνειες τριβής της τροχοπέδης να διατηρούνται στη θέση πέδησης με συσκευή, η ενέργεια της οποίας είναι καθαρά μηχανική. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται επί ρυμουλκούμενων που δεν μπορούν να αποσυνδεθούν από το έλκον όχημα χωρίς τη χρήση εργαλείων, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις για την τροχοπέδηση στάθμευσης όσον αφορά το συνδυασμό οχημάτων.

12. Οι συσκευές που εξασφαλίζουν τις δύο λειτουργίες τροχοπέδησης(πορείας και στάθμευσης) δύνανται να έχουν κοινά τμήματα.

13. Η τροχοπέδη πορείας πρέπει να επενεργεί επί όλων των τροχών του ρυμουλκούμενου. Η ενέργεια πέδησης πρέπει να κατανέμεται και να συγχρονίζεται δεόντως μεταξύ των διαφόρων αξόνων του ρυμουλκούμενου.

14. Η τροχοπέδη πορείας πρέπει να είναι σε θέση να τίθεται σε λειτουργία με τον χειρισμό της τροχοπέδης πορείας του έλκοντος οχήματος· εν τούτοις, εάν η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα του ρυμουλκούμενου δεν υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ., η μορφή των τροχοπεδών πρέπει να είναι τέτοια ώστε να τίθενται σε λειτουργία, ενώ το ρυμουλκούμενο βρίσκεται σε κίνηση μόνο από το ρυμουλκούμενο κινούμενο προς το έλκον όχημα (αυτόματη πέδηση).

15. Η τροχοπέδη πορείας και η τροχοπέδη στάθμευσης πρέπει να επενεργούν επι επιφανειών πέδησης μονίμως συνδεδεμένων με τους τροχούς μέσω στοιχείων επαρκούς

16. Η μορφή των συσκευών πέδησης θα είναι τέτοια ώστε το ρυμουλκούμενο να σταματά αυτομάτως σε περίπτωση θραύσης της συσκευής σύζευξης, ενώ το ρυμουλκούμενο βρίσκεται εν κινήσει. Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει, εν τούτοις, για ρυμουλκούμενα με μόνο έναν άξονα ή με δύο άξονες με απόσταση μεταξύ τους μικρότερη του 1 μέτρου, υπό την προϋπόθεση ότι η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα αυτών δεν υπερβαίνε, τα 1.500 χλγρ. και, εξαιρουμένων των ημιρυμουλκούμενων, ότι προσαρμόζονται, επιπλέον της συσκευής σύνδεσης, με δευτερεύον εξάρτημα.

C. Τροχοπέδηση συνδυασμών οχημάτων

17. Επιπλέον των διατάξεων των τμημάτων Α και Β του παρόντος Κεφαλαίου που σχετίζονται με ξεχωριστά οχήματα (οχήματα με κινητήρα και ρυμουλκούμενα), επί των συνδυασμών των εν λόνω οχημάτων εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

(a) οι συσκευές πέδησης σε καθένα από τα συνδεδεμένα οχήματα πρέπει να συνδυάζονται μεταξύ τους,

(β) η ενέργεια της τροχοπέδης πορείας πρέπει να κατανέμεται και να συγχρονίζεται δεόντως μεταξύ των διαφόρων αξόνων του συνδυασμού,

(c) η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα ρυμουλκούμενου χωρίς τροχοπέδη πορείας δεν πρέπει να υπερβαίνει το μισό του αθροίσματος της μάζας του έλκοντος οχήματος χωρίς φορτίο και τη μάζα του οδηγού.

D. Τροχοπέδηση μοτοσικλετών

18. (a) Όλες οι μοτοσικλέτες πρέπει να είναι εφοδιασμένες με δύο συστήματα τροχοπέδησης, εκ των οποίων το ένα να επενεργεί τουλάχιστον επί του οπίσθιου τροχού ή των οπίσθιων τροχών, το δε άλλο τουλάχιστον επί του εμπρόσθιου τροχού ή των εμπρόσθιων τροχών εάν στη μοτοσικλέτα υπάρχει προσαρμοσμένο κάνιστρο, δεν απαιτείται σύστημα τροχοπέδησης του τροχού του κανίστρου. Αυτές οι συσκευές πέδησης πρέπει να είναι σε θέση να επιβραδύνουν τη μοτοσικλέτα και να τη σταματούν με ασφάλεια, γρήγορα και αποτελεσματικά, ανεξαρτήτως των συνθηκών φόρτωσης της και της ανωφερικής ή κατωφερικής κλίσης της οδού επί της οποίας κινείται,

(b) επιπλέον των διατάξεων του εδαφίου (a) της παρούσας παραγράφου, μοτοσικλέτες με τρεις τροχούς συμμετρικά διατεταγμένους σε σχέση προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος πρέπει να είναι εφοδιασμένες με τροχοπέδη στάθμευσης, η οποία να πληροί τους αναφερόμενους στην παράγραφο 5(b) του παρόντος Παραρτήματος όρους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΦΩΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΦΩΤΕΙΝΗΣ

ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

19. Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ο όρος:

«Φώτα πορείας» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό της οδού επί μακράς απόστασης έμπροσθεν του οχήματος, «Φώτα διασταύρωσης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό της οδού έμπροσθεν του οχήματος χωρίς να προκαλείται άσκοπη θάμβωση ή δυσχέρεια στους επερχόμενους οδηγούς και λοιπούς χρήστες της οδού,

«Εμπρόσθια φώτα θέσης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν την παρουσία και το πλάτος του οχήματος όταν αυτό παρατηρείται από εμπρός,

«Οπίσθια φώτα θέσης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν τηνπαρουσία και το πλάτος του οχήματος όταν αυτό παρατηρείται από πίσω,

«Φώτα τροχοπέδησης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν στους άλλους χρήστες της οδού ότι ο οδηγός εφαρμόζει την τροχοπέδη πορείας,

«Εμπρόσθια φώτα ομίχλης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση του φωτισμού της οδού σε περίπτωση πυκνής ομίχλης, χιονόπτωσης, έντονης βροχόπτωσης ή παρόμοιων συνθηκών,

«Οπίσθια φώτα ομίχλης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται προκειμένου να καθίσταται το όχημα περισσότερο ορατό από πίσω σε περίπτωση πυκνής ομίχλης, χιονόπτωσης, έντονης βροχόπτωσης ή παρόμοιων συνθηκών,

«Φώτα οπισθοπορείας» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για τον φωτισμό της οδού πίσω από το όχημα και προκειμένου να προειδοποιεί τους άλλους χρήστες της οδού ότι το όχημα πραγματοποιεί οπισθοπορεία ή πρόκειται να πραγματοποιήσει οπισθοπορεία, «Φώτα δείκτη κατεύθυνσης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύει στους άλλους χρήστες της οδού ότι ο οδηγός πρόκειται να αλλάξει κατεύθυνση προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά, «Φώτα στάθμευσης» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν την παρουσία σταθμευμένου οχήματος· δύναται να αντικαθιστούν τα εμπρόσθια και οπίσθια φώτα θέσης,

«Φώτα όγκου» σημαίνουν τα φώτα που τοποθετούνται στο απώτερο άκρο του συνολικού πλάτους και όσον το δυνατόν πλησιέστερα του υψηλότερου σημείου οχήματος προκειμένου να υποδεικνύουν καθαρά το συνολικό πλάτος. Τα φώτα αυτά συμπληρώνουν τα φώτα θέσης σε ορισμένα οχήματα με κινητήρα και ρυμουλκούμενα δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στον όγκο τους,

«Σήμα προειδοποίησης» σημαίνει το σήμα που δίδεται με την ταυτόχρονη λειτουργία όλων των φώτων δεικτών κατεύθυνσης,

«Πλευρικά φώτα» σημαίνουν τα φώτα που τοποθετούνται πλευρικά του οχήματος ώστε να υποδεικνύουν την παρουσία του από το πλάι, «Ειδικά φώτα προειδοποίησης» σημαίνουν τα φώτα που υποδεικνύουν είτε οχήματα προτεραιότητας είτε ένα όχημα ή μία ομάδα οχημάτων των οποίων η παρουσία επί της οδού επιβάλλει στους λοιπούς χρήστες της οδού να λαμβάνουν ιδιαίτερες προφυλάξεις, ιδίως, φάλαγγες οχημάτων, υπερμεγέθη οχήματα και οχήματα κατασκευής ή συντήρησης οδών ή εξοπλισμού,

«Φωτιστική διάταξη οπίσθιας πινακίδας αριθμού κυκλοφορίας» σημαίνει τη διάταξη που εξασφαλίζει τον φωτισμό της οπίσθιας πινακίδας κυκλοφορίας- δύναται να αποτελείται από διάφορα οπτικά στοιχεία,

«Φώτα ημέρας» σημαίνουν τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να καθιστούν περισσότερο εμφανές και ορατό από μπροστά ένα όχημα κατά τη διάρκεια της ημέρας ενώ αυτό είναι εν κινήσει, «Αντανακλαστικό στοιχείο» σημαίνει μία συσκευή η οποία χρησιμοποιείται για να υποδεικνύει την παρουσία ενός οχήματος μέσω αντανάκλασης φωτός προερχόμενου από φωτεινή πηγή μη συνδεδεμένη με το όχημα αυτό, «Φωτιστική επιφάνεια» σημαίνει την ορθογώνια προβολή, επί εγκάρσιου κάθετου επιπέδου, της

ωφέλιμης επιφάνειας από την οποία εκπέμπεται το φως. Προκειμένου για αντανακλαστικό στοιχείο, η ωφέλιμη επιφάνεια είναι η ορατή επιφάνεια των οπτικών τμημάτων του αντανακλαστικού στοιχείου.

20. Τα χρώματα των αναφερόμενων στον παρόν κεφάλαιο φώτων πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να είναι σύμφωνα προς τους ορισμούς που δίδονται στο προσάρτημα του παρόντος Παραρτήματος.

21. Εξαιρουμένων των μοτοσικλετών, κάθε όχημα με κινητήρα ικανό να υπερβεί την ταχύτητα των 40 χλμ. (25 μίλια) την ώρα σε οριζόντια οδό, πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με άρτιο αριθμό φανών πορείας λευκού ή επιλεκτικού κίτρινου χρώματος ικανών να φωτίζουν επαρκώς την οδό κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες. Τα εξωτερικά άκρα των φωτιστικών επιφανειών των φώτων πορείας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να βρίσκονται πλησιέστερα προς το απώτερο εξωτερικό άκρο του οχήματος από τα απώτερα άκρα των φωτιστικών επιφανειών των φώτων διασταύρωσης.

22. Εξαιρουμένων των μοτοσικλετών, κάθε όχημα με κινητήρα ικανό να υπερβεί την ταχύτητα των 10 χλμ. (6 μίλια) την ώρα σε οριζόντια οδό, πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με άρτιο αριθμό φώτων διασταύρωσης λευκού ή επιλεκτικού κίτρινου χρώματος ικανών να φωτίζουν επαρκώς την οδό κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες. Τα οχήματα με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένα με συσκευή τέτοιας μορφής ώστε να μην μπορούν να ανάψουν συγχρόνως περισσότερα από δύο φώτα διασταύρωσης. Τα φώτα διασταύρωσης_θα είναι προσαρμοσμένα κατά τρόπο ώστε να συμμορφώνονται με τον ορισμό της παραγράφου 19 του παρόντος Παραρτήματος.

23. Κάθε όχημα με κινητήρα, εκτός των δίτροχων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με δύο λευκά εμπρόσθια φώτα θέσης· εν τούτοις, επιτρέπεται η χρήση επιλεκτικού κίτρινου χρώματος για τα εμπρόσθια φώτα θέσης ενσωματωμένα στα φώτα πορείας ή διασταύρωσης τα οποία εκπέμπουν δέσμες επιλεκτικού κίτρινου. Τα συγκεκριμένα εμπρόσθια φώτα θέσης, όταν είναι τα μόνα αναμμένα φώτα στο εμπρόσθιο τμήμα του οχήματος, πρέπει να είναι ορατά κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες χωρίς να προκαλούν άσκοπη θάμβωση ή δυσχέρεια στους λοιπούς χρήστες της οδού.

24 (a) Κάθε όχημα με κινητήρα, εκτός των δίτροχων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο οπίσθιο τμήμα με άρτιο αριθμό ερυθρών οπίσθιων φώτων θέσης τα οποία είναι ορατά κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες χωρίς να προκαλούν άσκοπη θάμβωση ή δυσχέρεια στους λοιπούς χρήστες της οδού,

(b) Κάθε ρυμουλκούμενο πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο οπίσθιο τμήμα με άρτιο αριθμό ερυθρών οπίσθιων φώτων θέσης τα οποία είναι ορατά κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες χωρίς να προκαλούν άσκοπη θάμβωση ή δυσχέρεια στους λοιπούς χρήστες της οδού. Επιτρέπεται, πάντως, για ρυμουλκούμενα των οποίων το συνολικό πλάτος δεν υπερβαίνει τα 0,80 μέτρα να είναι εφοδιασμένα με ένα μόνο τέτοιο φως, εάν το ρυμουλκούμενο είναι συνδεδεμένο με δίτροχη μοτοσικλέτα χωρίς κάνιστρο. ,

25 Κάθε όχημα με κινητήρα ή ρυμουλκούμενο που φέρει αριθμό κυκλοφορίας στο οπίσθιο τμήμα πρέπει να είναι εφοδιασμένο με συσκευή φωτισμού τέτοια ώστε ο αριθμός να είναι ευανάγνωστος κατά τη νύκτα με καθαρές καιρικές συνθήκες.

26 Οι ηλεκτρικές συνδέσεις σε όλα τα οχήματα με κινητήρα (συμπεριλαμβανομένων των μοτοσικλετών) και σε όλους τους συνδυασμούς τους αποτελούμενους από ένα όχημα με κινητήρα και ένα ή περισσότερα ρυμουλκούμενα θα είναι τέτοιες ώστε τα φωτά πορείας, τα φώτα διασταύρωσης, τα εμπρόσθια φώτα ομίχλης και τα εμπρόσθια φωτά θέσης του οχήματος μεκινητήρα και η αναφερόμενη στην πιο πάνω παράγραφο 25 συσκευή φωτισμού να μην μπορούν να ανάψουν εάν δεν είναι ομοίως αναμμένα και τα απώτερα οπίσθια φώτα θέσης του οχήματος με κινητήρα ή του συνδυασμού οχημάτων. Τα οπίσθια φώτα ομίχλης πρέπει να μπορούν να ανάψουν μόνο αν είναι ομοίως αναμμένα τα φώτα πορείας, τα φώτα διασταύρωσης ή τα οπίσθια φώτα ομίχλης.

Εν τούτοις, η παρούσα διάταξη δεν ισχύει για φώτα πορείας ή φώτα διασταύρωσης όταν αυτά χρησιμοποιούνται για να δίδουν την αναφερόμενη στο Άρθρο 32, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης, φωτεινή προειδοποίηση. Επιπλέον, οι ηλεκτρικές συνδέσεις θα είναι τέτοιες ώστε τα εμπρόσθια φώτα θέσης του οχήματος με κινητήρα να είναι πάντα αναμμένα όταν είναι αναμμένα και τα φώτα διασταύρωσης, τα φώτα πορείας ή τα φώτα ομίχλης.

27. Κάθε όχημα με κινητήρα, εκτός των δίτροχων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο πρέπει να εφοδιασμένο στο οπίσθιο τμήμα του με τουλάχιστον δύο ερυθρά αντανακλαστικά στοιχεία οποιουδήποτε σχήματος πλην τριγωνικού. Όταν φωτίζονται από τα φώτα πορείας, διασταύρωσης ή ομίχλης άλλου οχήματος, τα αντανακλαστικά στοιχεία πρέπει να είναι ορατά στον οδηγό του οχήματος αυτού κατά τη νύκτα υπό καθαρές καιρικές συνθήκες.

28. Κάθε ρυμουλκούμενο πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο οπίσθιο τμήμα του με τουλάχιστον δύο ερυθρά αντανακλαστικά στοιχεία. Τα ερυθρά αντανακλαστικά στοιχεία πρέπει να έχουν το σχήμα ισόπλευρου τριγώνου με τη μία κορυφή στο πάνω μέρος και τη μία πλευρά οριζόντια· εντός του τριγώνου δεν πρέπει να τοποθετείται φωτεινό σήμα. Τα αντανακλαστικά στοιχεία πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις ορατότητας που ορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 27. Εν τούτοις, ρυμουλκούμενα με συνολικό πλάτος που δεν υπερβαίνει τα 0,80 μέτρα δύνανται να είναι εφοδιασμένα με μόνο ένα αντανακλαστικό στοιχείο αν είναι συνδεδεμένα με δίτροχη μοτοσικλέτα χωρίς κάνιστρο.

29. Κάθε ρυμουλκούμενο πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με δύο λευκά αντανακλαστικά στοιχεία οποιουδήποτε σχήματος πλην τριγωνικού. Τα αντανακλαστικά στοιχεία πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις ορατότητας που ορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 27.

30. Ρυμουλκούμενο το πλάτος του οποίου υπερβαίνει τα 1,60 μέτρα πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με δύο λευκά εμπρόσθια φώτα θέσης. Τα προβλεπόμενα αυτά εμπρόσθια φώτα θέσης πρέπει να προσαρμόζονται όσον το δυνατόν πλησιέστερα στο απώτερο εξωτερικό άκρο του ρυμουλκούμενου.

31. Εξαιρουμένων των δίτροχων μοτοσικλετών με ή χωρίς κάνιστρο, κάθε όχημα με κινητήρα ικανό να υπερβεί τα 25 χλμ. (15 μίλια) την ώρα σε οριζόντια οδό πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο οπίσθιο τμήμα με τουλάχιστον δύο ερυθρά φώτα τροχοπέδησης, των οποίων η φωτεινότητα είναι σημαντικά εντονότερη από εκείνη των οπίσθιων φώτων θέσης. Η ίδια διάταξη ισχύει για κάθε ρυμουλκούμενο το οποίο είναι το τελευταίο όχημα σε ένα συνδυασμό οχημάτων.

32. Τηρούμενης της δυνατότητας να χορηγείται εξαίρεση από όλες ή ορισμένες από τις υποχρεώσεις αυτές στα μοτοποδήλατα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία, σύμφωνα με το Άρθρο 54, παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης, έχουν δηλώσει ότι μεταχειρίζονται τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες:

(a) κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα με ή χωρίς κάνιστρο πρέπει να είναι εφοδιασμένη με ένα ή περισσότερα φώτα διασταύρωσης που πληρούν τους όρους για το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην παραπάνω παράγραφο 22,

(b) κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα με ή χωρίς κάνιστρο ικανή να υπερβεί τα 40 χλμ. (25 μίλια) την ώρα σε οριζόντια οδό πρέπει να είναι εφοδιασμένη, επιπλέον του φωτός διασταύρωσης, με τουλάχιστον ένα φως πορείας το οποίο πληροί τους όρους για το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην παραπάνω παράγραφο 21. Αν η μοτοσικλέτα διαθέτει πάνω από ένα φως πορείας, τα φώτα αυτά πρέπει να είναι τοποθετημένα όσο το δυνατόν πλησιέστερα το ένα με το άλλο,

33. Κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα χωρίς κάνιστρο δύναται να είναι εφοδιασμένη στο εμπρόσθιο τμήμα με ένα ή δύο εμπρόσθια (πλευρικά) φώτα θέσης τα οποία πληρούν τους όρους για το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 23. Αν η μοτοσικλέτα διαθέτει δύο εμπρόσθια (πλευρικά) φώτα θέσης, τα φώτα αυτά πρέπει να είναι τοποθετημένα όσο το δυνατόν πλησιέστερα το ένα με το άλλο.

34. Κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα χωρίς κάνιστρο πρέπει να είναι εφοδιασμένη στο οπίσθιο τμήμα με ένα οπίσθιο πλευρικό φως θέσης το οποίο πληροί τους όρους για το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 24(a).

35. Κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα χωρίς κάνιστρο πρέπει να είναι εφοδιασμένη στο οπίσθιο τμήμα με έναν μη τριγωνικό αντανακλαστικό στοιχείο το οποίο πληροί τους όρους για το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 27.

36. Τηρούμενης της δυνατότητας των Συμβαλλομένων Μερών τα οποία, σύμφωνα με το Άρθρο 54, παράγραφος 2, έχουν δηλώσει ότι μεταχειρίζονται τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες, να εξαιρούν τα δίτροχα μοτοποδήλατα με ή χωρίς κάνιστρο από την υποχρέωση αυτή, κάθε δίτροχη μοτοσικλέτα με ή χωρίς κάνιστρο πρέπει να είναι εφοδιασμένη με ένα φως πέδησης σύμφωνο με τις διατάξεις της πιο πάνω παραγράφου 31.

37. Με την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με τα φώτα και τις συσκευές που προβλέπονται για τις δίτροχες μοτοσικλέτες χωρίς κάνιστρο, οποιοδήποτε κάνιστρο συνδεδεμένο με δίτροχη μοτοσικλέτα πρέπει να είναι εφοδιασμένο στο εμπρόσθιο τμήμα με εμπρόσθιο (πλευρικό) φως θέσης το οποίο πληροί τους όρους σχετικά με το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 23, και στο οπίσθιο τμήμα με οπίσθιο (πλευρικό) φως θέσης το οποίο πληροί τους όρους σχετικά με το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 24(a), καθώς και με ένα αντανακλαστικό στοιχείο το οποίο πληροί τους όρους σχετικά με το χρώμα και την ορατότητα που καθορίζονται στην πιο πάνω παράγραφο 27. Οι ηλεκτρικές συνδέσεις πρέπει να είναι τέτοιες ώστε το εμπρόσθιο (πλευρικό) φως θέσης και το οπίσθιο (πλευρικό) φως θέσης του κανίστρου να ανάβουν ταυτόχρονα με το οπίσθιο (πλευρικό) φως θέσης της μοτοσικλέτας.

38. Οχήματα με κινητήρα φέροντα τρεις τροχούς συμμετρικά τοποθετημένους ως προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος, τα οποία θεωρούνται ως μοτοσικλέτες σύμφωνα με το Άρθρο 1, εδάφιο (ιδ) της παρούσας Σύμβασης, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με τις συσκευές που ορίζονται στις πιο πάνω παραγράφους 21, 22, 23, 24 (α), 27 και 31. Εν τούτοις, για ηλεκτρικά οχήματα το πλάτος των οποίων δεν υπερβαίνει τα 1,30 μέτρα και η ταχύτητα τους δεν υπερβαίνει τα 40 χλμ. (25 μίλια) την ώρα, αρκούν μόνο ένα φως πορείας και ένα φως διασταύρωσης.

39. Κάθε όχημα με κινητήρα, πλην των μοτοποδηλάτων, και κάθε ρυμουλκούμενο πρέπει να είναι εφοδιασμένο με σταθερούς δείκτες κατεύθυνσης με εναλλασσόμενους κίτρινους (ήλεκτρου) λαμπτήρες, προσαρμοσμένους επί του οχήματος σε άρτιους αριθμούς και ορατούς τόσο κατά την ημέρα όσο και κατά τη νύκτα στους χρήστες της οδού που επηρεάζονται από τις κινήσεις του οχήματος.

40. Στην περίπτωση εμπρόσθιων φώτων ομίχλης προσαρμοσμένων επί οχήματος με κινητήρα, πρέπει να εκπέμπουν λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως, να είναι δύο, ή στην περίπτωση μοτοσικλετών, ένα και να είναι τοποθετημένοι κατά τρόπο ώστε κανένα σημείο της φωτιστικής επιφάνειας τους να μη βρίσκεται πάνω από το υψηλότερο σημείο της φωτιστικής επιφάνειας των φώτων διασταύρωσης.

41. Κανένα φώς οπισθοπορείας δεν πρέπει να προκαλεί άσκοπη θάμβωση ή δυσχέρεια στους λοιπούς χρήστες της οδού. Στην περίπτωση φώτων οπισθοπορείας προσαρμοσμένων επί οχήματος με κινητήρα, πρέπει να εκπέμπουν λευκό ή επιλεκτικό κίτρινο φως. Τα φώτα αυτά πρέπει να ανάβουν μόνο όταν ο μοχλός του κιβωτίου ταχυτήτων είναι τοποθετημένος σε θέση οπισθοπορείας.

42. Κανένα άλλο φως, εκτός των φώτων δεικτών κατεύθυνσης και των ειδικών φώτων προειδοποίησης, δεν πρέπει να εκπέμπει παλλόμενο ή αναλάμπον φως. Τα πλευρικά φώτα δύνανται να πάλλονται ταυτόχρονα με τα φώτα δεικτών κατεύθυνσης.

42bis. Τα ειδικά φώτα προειδοποίησης πρέπει να εκπέμπουν παλλόμενο ή αναλάμπον φως. Τα χρώματα αυτών των φώτων πρέπει να είναι σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 32, παράγραφος

42ter. Κάθε όχημα με κινητήρα, πλην των μοτοσικλετών, και κάθε ρυμουλκούμενο πρέπει να είναι εφοδιασμένα κατά τρόπο ώστε να μπορούν να εκπέμπουν σήμα κινδύνου.

42quater. Εάν επί οχήματος με κινητήρα ή ρυμουλκούμενου έχουν προσαρμοσθεί οπίσθια φώτα ομίχλης, αυτά πρέπει να είναι ερυθρού χρώματος.

42quinquies. Σε κάθε όχημα με κινητήρα ή ρυμουλκούμενο μήκους άνω των 6 μέτρων πρέπει να προσαρμόζονται κίτρινα (κεχριμπαρένια) πλευρικά αντανακλαστικά στοιχεία.

42sexties. Σε κάθε όχημα με κινητήρα και ρυμουλκούμενο πλάτους άνω των 1,80 μέτρων μπορούν να προσαρμόζονται φώτα όγκου. Τα φώτα αυτά είναι υποχρεωτικοί όταν το πλάτος ενός οχήματος με κινητήρα ή ρυμουλκούμενου υπερβαίνει τα 2,10 μέτρα. Όταν γίνεται χρήση των εν λόγω φώτων, πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον δύο και να εκπέμπουν λευκό ή κίτρινο (κεχριμπαρένιο) φως προς τα μπροστά και ερυθρό φως προς τα πίσω.

42septies. Σε κάθε όχημα με κινητήρα ή ρυμουλκούμενο μπορούν να προσαρμόζονται πλευρικά φώτα. Σε περίπτωση προσαρμογής τέτοιων φώτων, αυτά πρέπει να εκπέμπουν κίτρινο (κεχριμπαρένιο) φως.

43. Για τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Παραρτήματος:

(a) Κάθε συνδυασμός δύο ή περισσοτέρων φώτων, όμοιων ή όχι, αλλά εκτελούντων την ίδια λειτουργία και εχόντων το ίδιο χρώμα φωτός, θεωρείται ότι αποτελεί έναν μόνο φως,

(b) Απλή φωτιστική επιφάνεια η οποία έχει το σχήμα ταινίας θεωρείται ότι αποτελεί δύο φώτα ή άρτιο αριθμό φώτων αν είναι τοποθετημένη συμμετρικά προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος. Ο φωτισμός αυτής της επιφάνειας πρέπει να παρέχεται από τουλάχιστον δύο φωτεινές πηγές τοποθετημένες όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τα άκρα αυτής.

44. Φώτα επί συγκεκριμένου οχήματος τα οποία εκτελούν την ίδια λειτουργία και βλέπουν προς την ίδια κατεύθυνση, πρέπει να έχουν το ίδιο χρώμα. Φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία άρτιου αριθμού πρέπει να τοποθετούνται συμμετρικά προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος, εξαιρουμένων των οχημάτων με ασύμμετρο εξωτερικό σχήμα. Η ένταση των φώτων κάθε ζεύγους

πρέπει να είναι ουσιαστικά η ίδια.

45. Φώτα διαφορετικών ειδών και, τηρουμένων των διατάξεων των άλλων παραγράφων του παρόντος Κεφαλαίου, φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία δύνανται να συνενώνονται ή να ενσωματώνονται στην ίδια συσκευή, υπό την προϋπόθεση ότι καθένα από τα συγκεκριμένα φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

Μηχανισμός οδήγησης

46. Κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένο με ισχυρό μηχανισμό οδήγησης ο οποίος θα επιτρέπει στον οδηγό να αλλάζει την κατεύθυνση του οχήματος εύκολα, γρήγορα και με ασφάλεια.

Καθρέπτης οδήγησης (οπίσθιας θέας)

47. Κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένο με έναν ή περισσότερους καθρέπτες οδήγησης (οπίσθιας θέας)· ο αριθμός, οι διαστάσεις και η διάταξη των καθρεπτών αυτών πρέπει να είναι τέτοια ώστε να καθιστούν δυνατό για τον οδηγό να βλέπει την κυκλοφορία πίσω από το όχημα του.

Ηχητικό όργανο προειδοποίησης

48. Κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένο με ένα τουλάχιστον ηχητικό όργανο προειδοποίησης ικανής έντασης. Ο ήχος που εκπέμπει το όργανο προειδοποίησης πρέπει να είναι συνεχής και ενιαίος, αλλά όχι διαπεραστικός. Τα οχήματα προτεραιότητας και τα επιβατικά οχήματα δημοσίων συγκοινωνιών δύνανται να διαθέτουν πρόσθετα ηχητικά όργανα ροειδοποίησης, τα οποία δεν υπόκεινται στις προδιαγραφές αυτές.

Καθαριστήρας ανεμοθώρακα

49. Κάθε όχημα το οποίο έχει ανεμοθώρακα τέτοιων διαστάσεων και σχήματος ώστε ο οδηγός να μην μπορεί να βλέπει κανονικά την οδό μπροστά από τη θέση οδήγησης του παρά μόνο μέσω του διαφανούς μέρους του ανεμοθώρακα, πρέπει να είναι εφοδιασμένο με έναν τουλάχιστο αποτελεσματικό και ισχυρώς κατασκευασμένο καθαριστήρα ανεμοθώρακα τοποθετημένο σε κατάλληλη θέση, η λειτουργία του οποίου να μην απαιτεί διαρκή ενέργεια του οδηγού.

Πλυντήρας ανεμοθώρακα

50. Κάθε όχημα με κινητήρα το οποίο απαιτείται να είναι εφοδιασμένο με έναν τουλάχιστον καθαριστήρα ανεμοθώρακα, πρέπει να είναι επίσης εφοδιασμένο με έναν πλυντήρα ανεμοθώρακα.

Ανεμοθώρακας και παράθυρα

51. Σε όλα τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα:

(a) τα διαφανή συστατικά μέρη τα οποία αποτελούν τμήμα του αμαξώματος του οχήματος,συμπεριλαμβανομένου και του ανεμοθώρακα και οποιουδήποτε εσωτερικού διαχωρίσματος, πρέπει να είναι τέτοια ώστε, σε περίπτωση θραύσης, να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος τραυματισμού,

(b) τα διαφανή μέρη του ανεμοθώρακα πρέπει να είναι κατασκευασμένα από ύλη της οποίας η διαφάνεια να μην χειροτερεύει· πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μην προκαλούν παραμόρφωση, σε σημαντικό βαθμό, των αντικειμένων που διακρίνονται μέσω του ανεμοθώρακα, και σε περίπτωση θραύσης, ο οδηγός να έχει ακόμα ευκρινή θέα της οδού.

Διάταξη οπισθοπορείας

52. Κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένο με σύστημα οπισθοπορείας ρυθμιζόμενο από τη θέση οδήγησης. Η διάταξη αυτή δεν είναι, εν τούτοις, υποχρεωτική και επί μοτοσικλετών ή οχημάτων με κινητήρα με τρεις τροχούς διατεταγμένους συμμετρικά σε σχέση προς το μέσο διάμηκες επίπεδο του οχήματος, εκτός εάν η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα αυτών υπερβαίνει τα 400 χλγρ.

Σιγαστήρας εξάτμισης

53. Κάθε μηχανή εσωτερικής καύσης η οποία χρησιμοποιείται για την προώθηση οχήματος με κινητήρα πρέπει να είναι εφοδιασμένη με αποτελεσματικό σιγαστήρα εξάτμισης.

Ελαστικά

54. Στους τροχούς οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκούμενων τους εφαρμόζονται πνευματικά ελαστικά τα οποία να εξασφαλίζουν καλή πρόσφυση, ακόμη κι επί υγρού οδοστρώματος. Η παρούσα διάταξη δεν εμποδίζει, πάντως, τα Συμβαλλόμενα Μέρη να επιτρέπουν τη χρήση συσκευών που παράγουν αποτελέσματα τουλάχιστον ισοδύναμα προς εκείνα που επιτυγχάνονται με τα πνευματικά ελαστικά.

Ταχύμετρο

55. Κάθε όχημα με κινητήρα ικανό να υπερβεί τα 40 χλμ. (25 μίλια) την ωρα σε οριζόντια οδό πρέπει να είναι εφοδιασμένο με ταχύμετρο- εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να εξαιρούν ορισμένες κατηγορίες μοτοσικλετών και άλλων ελαφρών οχημάτων από αυτή την απαίτηση.

Προειδοποιητική διάταΣη την οποία πρέπει να φέρουν τα οχήματα με κινητήρα

56. Η αναφερόμενη στο Άρθρο 23, παράγραφος 5 της παρούσας Σύμβασης και στην παράγραφο 6 του Παρατήματος 1, διάταξη πρέπει να είναι είτε:

(a) πινακίδα σήμανσης αποτελούμενη από ισόπλευρο τρίγωνο με ερυθρό περιθώριο και με το εσωτερικό μέρος αυτού είτε κενό είτε ανοικτού χρώματος- το ερυθρό περιθώριο πρέπει να προσαρμόζεται με ανακλαστική λωρίδα. Δύναται επίσης να διαθέτει ερυθρή φθορίζουσα περιοχή και/ή να φωτίζεται μέσω διαφάνειας- η πινακίδα σήμανσης πρέπει να είναι τέτοια ώστε να δύναται να τοποθετηθεί σταθερά σε κατακόρυφη θέση, ή

(b) άλλη εξίσου αποτελεσματική διάταξη, καθοριζόμενη από τη νομοθεσία της χώρας στην οποία είναι ταξινομημένο το όχημα.

Αντικλεπτική συσκευή

57. Σε κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να υπάρχει προσαρμοσμένη αντικλεπτική συσκευή μέσω της οποίας μπορεί να τεθεί εκτός λειτουργίας ή να μπλοκαριστεί κάποιο εκ των ουσιωδών συστατικών μερών του οχήματος όταν αυτό είναι σταθμευμένο.

Συσκευές συγκράτησης

58. Όπου αυτό είναι τεχνικά δυνατό, όλα τα αναφερόμενα στα Παραρτήματα 6 και 7 οχήματα της κατηγορίας Β με καθίσματα εμπρόσθιας όψης, εξαιρουμένων των οχημάτων που έχουν κατασκευασθεί ή χρησιμοποιούνται για ειδικούς σκοπούς κατά τα οριζόμενα στην εσωτερική νομοθεσία, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με εγκεκριμένες ζώνες ασφαλείας ή εξίσου αποτελεσματικές εγκεκριμένες συσκευές.

Γενικές διατάξεις

59. (a) Τα μηχανικά τμήματα και ο εξοπλισμός των οχημάτων με κινητήρα δεν πρέπει, στο μέτρο που αυτό μπορεί να αποφευχθεί, να δημιουργούν οποιονδήποτε κίνδυνο πυρκαγιάς ούτε να προκαλούν υπερβολική εκπομπή βλαβερών αερίων, αδιαφανών καπνών, οσμών ή θορύβων.

(b) Στο μέτρο του δυνατού, η συσκευή ανάφλεξης υψηλής τάσης των οχημάτων με κινητήρα δεν πρέπει να προκαλεί υπερβολικές ραδιοπαρεμβολές.

(c) Κάθε όχημα με κινητήρα πρέπει να είναι κατασκευασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε το πεδίο ορατότητας του οδηγού προς τα εμπρός καθώς και προς τα δεξιά και τα αριστερά να είναι επαρκές ώστε να μπορεί αυτός να οδηγεί με ασφάλεια.

(d) Τα οχήματα με κινητήρα και τα ρυμουλκούμενα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να είναι κατασκευασμένα και εξοπλισμένα κατά τρόπο που να περιορίζεται ο κίνδυνος για τους επιβαίνοντες και τους άλλους χρήστες της οδού σε περίπτωση ατυχήματος. Ειδικότερα, δεν πρέπει να φέρουν διακοσμήσεις ή άλλα αντικείμενα, εντός ή εκτός, με περιττές προεξοχές ή ράχες, οι οποίες μπορεί να είναι επικίνδυνες για τους επιβαίνοντες ή τους λοιπούς χρήστες της οδού.

(e) Τα οχήματα των οποίων η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τους 3,5 τόνους πρέπει να είναι εφοδιασμένα, στο μέτρου του δυνατού, με πλευρικές και οπίσθιες προστατευτικές διατάξεις έναντι ενσφήνωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

60. Για εσωτερικούς λόγους, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να παραχωρούν εξαιρέσεις από τις διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος όσον αφορά:

(a) οχήματα με κινητήρα και ρυμουλκούμενα τα οποία, λόγω του σχεδιασμού τους, δεν μπορούν να υπερβούν την ταχύτητα των 30 χλμ. (19 μίλια) την ώρα σε οριζόντια οδό ή των οποίων η ταχύτητα περιορίζεται από την εσωτερική νομοθεσία σε 30 χλμ. την ώρα,

(b) αναπηρικά αμαξίδια, δηλαδή μικρά οχήματα με κινητήρα ειδικά σχεδιασμένα και κατασκευασμένα – και όχι μόνο προσαρμοσμένα – για χρήση από πρόσωπα τα οποία πάσχουν από σωματικό ελάττωμα ή ανικανότητα και τα οποία χρησιμοποιούνται συνήθως μόνο από τα πρόσωπα αυτά,

(c) οχήματα χρησιμοποιούμενα για πειράματα, σκοπός των οποίων είναι η παρακολούθηση των τεχνικών προόδων και η βελτίωση της ασφάλειας των οδών,

(d) οχήματα ειδικού σχήματος ή τύπου, ή τα οποία χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένους σκοπούς υπό ειδικές συνθήκες,

(e) οχήματα προσαρμοσμένα για χρήση από άτομα μειωμένης κινητικότητας.

61. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται επίσης να παραχωρούν εξαιρέσεις από τις διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος όσον αφορά οχήματα τα οποία ταξινομούν και τα οποία δύνανται να εισέλθουν σε διεθνή κυκλοφορία:

(a) επιτρέποντας τη χρήση του κίτρινου (κεχριμπαρένιου) χρώματος για τα εμπρόσθια φώτα θέσης των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκούμενων,

(b) αναφορικά με τη θέση των φώτων επί οχημάτων ειδικού σκοπού των οποίων το εξωτερικό σχήμα είναι τέτοιο ώστε να καθίσταται αδύνατη η τήρηση των εν λόγω διατάξεων χωρίς τη χρήση συσκευών συναρμολόγησης που θα μπορούσαν εύκολα να καταστραφούν ή να κοπούν,

(c) όσον αφορά ρυμουλκούμενα που μεταφέρουν επιμήκη φορτία (κορμοί δένδρων, σωλήνες κλπ.), τα οποία δεν είναι συνδεδεμένα με το έλκον όχημα ενώ αυτό βρίσκεται σε κίνηση, αλλά απλώς συνδέονται με αυτό μέσω του φορτίου,

(d) επιτρέποντας την εκπομπή λευκού φωτός προς τα πίσω και ερυθρού φωτός προς τα εμπρόςγια τον ακόλουθο εξοπλισμό:

– περιστρεφόμενα παλλόμενα φώτα οχημάτων προτεραιότητας,

– σταθερά φώτα για ειδικά φορτία,

– πλευρικά φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία,

– επαγγελματικές φωτεινές επιγραφές επί της οροφής

(e) επιτρέποντας την εκπομπή κυανού φωτός προς τα εμπρός και προς τα πίσω για περιστρεφόμενα ή παλλόμενα-φώτα,

(f) επιτρέποντας επί οποιασδήποτε πλευράς οχήματος ειδικού σχήματος ή τύπου ή το οποίο χρησιμοποιείται για ειδικούς σκοπούς και υπό ειδικές συνθήκες, την εναλλαγή ερυθρών αντανακλαστικών ή φθοριζουσών και λευκών αντανακλαστικών ταινιών,

(g) επιτρέποντας την εκπομπή προς τα πίσω λευκού ή έγχρωμου φωτός αντανακλόμενου από αριθμούς ή γράμματα ή από το φόντο των οπίσθιων πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας, από διακριτικά σήματα ή άλλες διακριτικές σημάνσεις που απαιτεί η εσωτερική νομοθεσία,

(h) επιτρέποντας τη χρήση ερυθρού χρώματος για τα απώτερα εγκάρσια αντανακλαστικά στοιχεία και πλευρικά φώτα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

62. Οχήματα με κινητήρα τα οποία έχουν ταξινομηθεί πρώτη φορά και ρυμουλκούμενα τα οποία έχουν τεθεί σε λειτουργία στην επικράτεια Συμβαλλομένου Μέρους πριν από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης, ή εντός των δύο επόμενων ετών, δεν θα υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις προδιαγραφές των τμημάτων Ι, II και III του Παραρτήματος 6 της Σύμβασης Οδικής Κυκλοφορίας του 1949.

62bis.Οχήματα με κινητήρα τα οποία έχουν ταξινομηθεί πρώτη φορά και ρυμουλκούμενα τα οποία έχουν τεθεί σε λειτουργία στην επικράτεια Συμβαλλομένου Μέρους πριν από τη θέση σε ισχύ των τροποποιήσεων της παρούσας Σύμβασης, ή εντός των δύο επόμενων ετών, δεν θα υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Παραρτήματος, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις διατάξεις του Παραρτήματος 5 της Σύμβασης Οδικής Κυκλοφορίας του 1968 κατά τη διατύπωση την προγενέστερη αυτών των τροποποιήσεων ή λοιπών διατάξεων που αναφέρονται στο Κεφάλαιο V του εν λόγω Παραρτήματος.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΤΡΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣ ΕΠΙΤΕΥΞΗ ΤΩΝ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΡΩΜΑΤΩΝ (ΤΡΙΧΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ)

Ερυθρό: όριο προς το κίτρινο: y<0,335

όριο προς το μοβ..1 z<0,008

Λευκό: όριο προς το μπλε: x> 0,310

όριο προς το κίτρινο: x< 0,500

όριο προς το πράσινο: y< 0,150 + 0,640x

όριο προς το πράσινο: y< 0,440

όριο προς το πορφυρό: y> 0,050+0,750x

όριο προς το ερυθρό: y> 0,382

Κίτρινο (κεχριμπαριού)2 όριο προς το κίτρινο1: y<0,429

όριο προς το ερυθρό1: y>0,398

όριο προς το λευκό1: z<0,007

Επιλεκτικό κίτρινο3: όριο προς το ερυθρό1: y>0,138+0,580x

όριο προς το πράσινο1: y>1,29x-0,100

όριο προς το λευκό1: y>-x+0,966

όριο προς τιμή φάσματος1: y<-x+0,992

Κυανό: όριο προς το πράσινο: y=0,065+0,805x

όριο προς το λευκό: y=0,400-x

όριο προς το πορφυρό: x=0,133+0,600y

Προς επαλήθευση των χρωμομετρικών χαρακτηριστικών των φίλτρων αυτών, πρέπει να χρησιμοποιείται πηγή λευκού φωτός σε θερμοκρασία χρώματος 2,854°Κ (αντιστοιχούσα σε φωτιστικό Α της Διεθνούς Επιτροπής Φωτισμού [CIE]).

———————————————————————————————————————-

1 Στις περιπτώσεις αυτές, έχουν υιοθετηθεί διαφορετικά όρια από εκείνα που συνιστά η CIE, καθώς οι εντάσεις παροχής στους ακροδέκτες των λαμπτήρων με τους οποίους είναι εφοδιασμένα τα φώτα ποικίλλουν σημαντικά.

2 Εφαρμόζεται επί του χρώματος των σημάτων των οχημάτων με κινητήρα του μέχρι τότε κοινώς αποκαλούμενου «πορτοκαλί» ή πορτοκαλο-κίτρινου. Αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο τμήμα της «κίτρινης» ζώνης του τριγώνου των χρωμάτων της CIE.

3 Εφαρμόζεται μόνο στα φώτα διασταύρωσης και οδήγησης. Στην ειδική περίπτωση των φώτων ομίχλης, η επιλεκτικότητα του χρώματος πρέπει να θεωρείται ικανοποιητική αν ο συντελεστής καθαρότητας δεν είναι μικρότερος από 0,820, με το όριο προς το λευκό y > -χ + 0,966 να είναι στην περίπτωση αυτή y > -χ + 0,940 και y = 0,440.———————————————————————————————————————-

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6

ΕΘΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ ΟΔΗΓΗΣΗΣ

1. Η εθνική άδεια οδήγησης θα έχει τη μορφή εγγράφου.

2. Η άδεια μπορεί να είναι από πλαστικό ή από χαρτί. Το προτιμώμενο σχήμα για την πλαστική άδεια είναι 54 χ 86 χιλιοστά. Το προτιμώμενο χρώμα για την άδεια είναι το ροζ-η εκτύπωση και τα κενά μεταξύ των εγγραφών θα καθορίζονται από την εσωτερική νομοθεσία τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 6 και 7.

3. Στην εμπρόσθια όψη της άδειας αναγράφεται ο τίτλος «Άδεια Οδήγησης» στην εσωτερική γλώσσα (εσωτερικές γλώσσες) της χώρας που εκδίδει την άδεια, καθώς και η ονομασία και/ή το διακριτικό σήμα της χώρας που εξέδωσε την άδεια.

4. Επί της άδειας είναι υποχρεωτικό να αναγράφονται τα στοιχεία υπό τους κάτωθι αριθμούς:

1. Επώνυμο

2. Όνομα, άλλα ονόματα

3. Ημερομηνία και τόπος γέννησης (Ο τόπος γέννησης μπορεί να αντικατασταθεί από άλλα στοιχεία καθορισθέντα από την εσωτερική νομοθεσία)

4.(a) Ημερομηνία έκδοσης

4.(b) Ημερομηνία λήξης

4.(c) Ονομασία ή σφραγίδα της αρχής που εξέδωσε την άδεια

5. Αριθμός άδειας

6. Φωτογραφία κατόχου

7. Υπογραφή κατόχου

9. Κατηγορίες (υποκατηγορίες) οχημάτων για τις οποίες ισχύει η άδεια

12. Πρόσθετες πληροφορίες ή περιορισμοί για κάθε κατηγορία (υποκατηγορία) οχημάτων υπό κωδικοποιημένη μορφή.

5. Αν απαιτούνται πρόσθετες πληροφορίες βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας, αυτές θα καταχωρούνται επί της άδειας οδήγησης υπό τους κάτωθι αριθμούς:

4.(d) Αριθμός αναγνώρισης προς αναγραφή, εκτός του αριθμού υπό σημείο 5 της παραγράφου 4

8. Τόπος συνήθους κατοικίας

10. Ημερομηνία έκδοσης για κάθε κατηγορία (υποκατηγορία) οχημάτων

11. Ημερομηνία λήξης για κάθε κατηγορία (υποκατηγορία) οχημάτων

13. Πληροφορίες προς αναγραφή σε περίπτωση μεταβολής της χώρας συνήθους κατοικίας.

14. Πληροφορίες προς αναγραφή ή άλλες πληροφορίες που σχετίζονται με την ασφάλεια οδικής κυκλοφορίας.

6. Ολες οι εγγραφές επί της άδειας οδήγησης θα γίνονται μόνο με λατινικούς χαρακτήρες. Σε περίπτωση χρήσης άλλων χαρακτήρων, οι εγγραφές πρέπει να μεταγράφονται και στο λατινικό αλφάβητο.

7. Οι πληροφορίες υπό τους αριθμούς 1-7 στις παραγράφους 4 και 5 πρέπει να βρίσκονται κατά προτίμηση στην ίδια πλευρά της άδειας. Οι χώροι για άλλα στοιχεία υπό τους αριθμούς 8-14 στις παραγράφους 4 και 5 πρέπει να καθορίζονται από την εσωτερική νομοθεσία. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται ομοίως να προβλέπει χώρο επί της άδειας για την εισαγωγή ηλεκτρονικά αποθηκευμένων πληροφοριών.

8. Οι κατηγορίες οχημάτων για τις οποίες μπορεί να ισχύει η άδεια οδήγησης είναι οι ακόλουθες:

Α. Μοτοσικλέτες

Β. Οχήματα με κινητήρα, εκτός εκείνων της κατηγορίας Α, έχοντα επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα μη υπερβαίνουσα τα 3.500 χλγρ. και όχι περισσότερες από οκτώ θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού, ή οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας Β συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 χλγρ., ή οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας Β συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ. αλλά δεν υπερβαίνει τη μάζα χωρίς φορτίο του οχήματος με κινητήρα, όταν η συνδυασμένη επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα των συζευγμένων οχημάτων δεν υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ.

C. Οχήματα με κινητήρα, πλην εκείνων της κατηγορίας D, η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα των οποίων υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ., ή οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας C συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

D. Οχήματα με κινητήρα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών και έχουν περισσότερες από οκτώ θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού, ή οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας D συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενο μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

BE. Οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας Β συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ. και υπερβαίνει τη μάζα χωρίς φορτίο του οχήματος με κινητήρα, ή οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας Β συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ, όταν η συνδυασμένη επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα των συζευγμένων οχημάτων υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ.

CE. Οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας C συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστο μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

DE. Οχήματα με κινητήρα της κατηγορίας D συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

9. Στις κατηγορίες Α, Β, C, CE, D και DE η εσωτερική νομοθεσία δύναται να εισάγει τις ακόλουθες υποκατηγορίες οχημάτων για τις οποίες μπορεί να ισχύει η άδεια οδήγησης:

Α1. Μοτοσικλέτες με κυβισμό μη υπερβαίνοντα τα 125 κυβικά εκατοστά και με ισχύ μη υπερβαίνουσα τα 11 kW (μοτοσικλέτες ελαφρού τύπου).

Β1. Τρίτροχα και τετράτροχα οχήματα με κινητήρα

C1. Οχήματα με κινητήρα, εξαιρουμένων εκείνων της κατηγορίας D, των οποίων η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 3.500 χλγρ. αλλά δεν υπερβαίνει τα 7.500 χλγρ., ή οχήματα με κινητήρα της υποκατηγορίας C1 συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

D1. Οχήματα με κινητήρα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών και έχουν περισσότερες από 8 θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού αλλά όχι περισσότερες από 16 θέσεις επιπλέον της θέσης του οδηγού, ή οχήματα με κινητήρα της υποκατηγορίας D1 συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 χλγρ.

C1E. Οχήματα με κινητήρα της υποκατηγορίας C1 συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ. αλλά δεν υπερβαίνει τη μάζα χωρίς φορτίο του χήματος με κινητήρα, όταν η συνδυασμένη επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα των συζευγμένων οχημάτων δεν υπερβαίνει τα 12.000χλγρ.

D1E. Οχήματα με κινητήρα της υποκατηγορίας D1 συνδεδεμένα με ρυμουλκούμενο, το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τη μεταφορά επιβατών και του οποίου η επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει τα 750 χλγρ. αλλά δεν υπερβαίνει τη μάζα χωρίς φορτίο του οχήματος με κινητήρα, όταν η συνδυασμένη επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα των συζευγμένων οχημάτων δεν υπερβαίνει τα 12.000 χλγρ.

10. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να εισάγει κατηγορίες και υποκατηγορίες οχημάτων άλλων από τις πιο πάνω αναφερόμενες. Οι περιγραφές των κατηγοριών και υποκατηγοριών αυτών δεν πρέπει να μοιάζουν με τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται στη Σύμβαση για την περιγραφή των κατηγοριών και υποκατηγοριών οχημάτων. Ομοίως, πρέπει να χρησιμοποιείται άλλη μορφή εκτύπωσης.

11. Οι κατηγορίες (υποκατηγορίες) οχημάτων για τις οποίες ισχύει η άδεια θα αναπαριστώνται με

τα εικονογράμματα του πίνακα που ακολουθεί.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 7

ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΔΕΙΑ ΟΔΗΓΗΣΗΣ

1. Η άδεια θα είναι βιβλιάριο σχήματος Α6 (148 Χ 105 χιλιοστά). Το εξώφυλλο θα είναι γκρί χρώματος και οι εσωτερικές σελίδες λευκού χρώματος.

2. Το εξωτερικό και το εσωτερικό μέρος που εμπρόσθιου εξωφύλλου θα είναι σύμφωνα με τις σελίδες αριθμ. 1 και 2 αντιστοίχως του κάτωθι υποδείγματος θα εκτυπώνονται στην εθνική γλώσσα, ή σε μία τουλάχιστον από τις εθνικές γλώσσες του Κράτους έκδοσης. Οι δύο τελευταίες σελίδες θα είναι αντικριστά η μία στην άλλη σύμφωνα με το αριθμ. 3 κάτωθι υπόδειγμα θα είναι εκτυπωμένες στη γαλλική γλώσσα. Οι εσωτερικές σελίδες που προηγούνται αυτών των δύο θα αποτελούν επανάληψη της πρώτης εξ αυτών σε διάφορες γλώσσες, στις οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται η αγγλική, η ρωσική και η ισπανική.

3. Χειρόγραφες ή δακτυλογραφημένες εγγραφές επί της άδειας θα είναι με λατινικούς χαρακτήρες ή στην τρέχουσα αγγλική γραφή.

4. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη που εκδίδουν ή εγκρίνουν την έκδοση διεθνών αδειών οδήγησης, το εξώφυλλο των οποίων είναι εκτυπωμένο σε άλλη γλώσσα πλην της αγγλικής, γαλλικής, ρωσικής ή ισπανικής, θα κοινοποιούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών τη μετάφραση σε αυτή τη γλώσσα του κειμένου της υπ` αριθ. 3 σελίδας του κάτωθι υποδείγματος.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΤΗΝ 1π ΜΑΙΟΥ 1971

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΑΣΑ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ Η ΟΠΟΙΑ

ΚΑΤΑΤΕΘΗΚΕ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΣΤΙΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1968

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης μέρη της σύμβασης για την οδική σήμανση και

σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, τα οποία

επιθυμούν να επιτύχουν μεγαλύτερη ομοιομορφία στους κανόνες που διέπουν την οδική

κυκλοφορία στην Ευρώπη και να διασφαλίσουν ένα υψηλότερο επίπεδο προστασίας του

περιβάλλοντος, συμφώνησαν τα εξής:
Άρθρο 1

ΑΡΘΡΟ 1

1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι οι ισχύοντες κανόνες κυκλοφορίας και οι τεχνικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα τροχοφόρα οχήματα τα ταξινομημένα στα εδάφη τους συμφωνούν κατ` ουσίαν προς τις διατάξεις του παραρτήματος της παρούσας Συμφωνίας.

2. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι με κανένα τρόπο ασυμβίβαστοι προς τις διατάξεις του παραρτήματος της παρούσας Συμφωνίας,

(a) οι εν λόγω κανόνες δεν είναι ανάγκη να περιλαμβάνουν διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται επί καταστάσεων που δεν ανακύπτουν στα εδάφη των εν λόγω Συμβαλλομένων Μερών,

(b) οι εν λόγω κανόνες δύνανται να περιλαμβάνουν διατάξεις οι οποίες δεν περιέχονται στο παράρτημα.

3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαιτούν από τα Συμβαλλόμενα Μέρη να προβλέπουν ποινές για οποιαδήποτε παραβίαση των διατάξεων του παρατήματος εκείνων που συμπεριλαμβάνονται στους κανόνες τους επί της κυκλοφορίας.
Άρθρο 2

ΑΡΘΡΟ 2

1. Η παρούσα Συμφωνία θα είναι κατατεθειμένη έως τις 31 Δεκεμβρίου 1972 προς υπογραφή από τα Κράτη που προσυπογράφουν τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή τα οποία έχουν προσχωρήσει σε αυτήν και είναι είτε μέλη της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη ή έχουν γίνει δεκτά στην Επιτροπή με την ιδιότητα του συμβούλου σύμφωνα με την παράγραφο 8 των σχετικών όρων της Επιτροπής.

2. Η παρούσα Συμφωνία θα υπόκειται σε επικύρωση κατόπιν της εκ του ενδιαφερόμενου Κράτους επικύρωσης της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή της προσχώρησης του σε αυτήν. Οι πράξεις επικύρωσης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η παρούσα Συμφωνία θα παραμείνει κατατεθειμένη για προσχώρηση από οποιοδήποτε από Κράτη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τα οποία αποτελούν Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968. Οι πράξεις προσχώρησης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 3

ΑΡΘΡΟ 3

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής ή επικύρωσης της παρούσας συμφωνίας, ή προσχώρησης σε αυτήν, ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα ότι η Συμφωνία θα εφαρμόζεται επί όλων ή επί οποιουδήποτε εκ των εδαφών για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι αυτό υπεύθυνο. Η εφαρμογή της Συμφωνίας επί του εδάφους ή των εδαφών που κατονομάζονται στην ειδοποίηση θα αρχίσει τριάντα ημέρες μετά την παραλαβή αυτής από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Συμφωνίας για το Κράτος που προβαίνει στην ειδοποίηση, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

2. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προβεί σε δήλωση κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δύναται σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα ότι η Συμφωνία θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος που κατονομάζεται στην ειδοποίηση και η Συμφωνία θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος αυτό ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 4

ΑΡΘΡΟ 4

1. Η παρούσα Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε Κράτος που επικυρώνει τη Συμφωνία αυτή ή προσχωρεί σε αυτήν μετά την κατάθεση της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, η Συμφωνία θα αρχίσει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το Κράτος αυτό της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του.

3. Εάν η εφαρμοστέα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου ημερομηνία έναρξης της ισχύος προηγείται εκείνης που απορρέει από την εφαρμογή του άρθρου 47 της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, η παρούσα Συμφωνία θα αρχίσει να ισχύει υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κατά τη μεταγενέστερη εκ των δύο αυτών ημερομηνιών.
Άρθρο 5

ΑΡΘΡΟ 5

Με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, καταργούνται και αντικαθιστώνται, στις μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σχέσεις, οι σχετικές προς την οδική κυκλοφορία διατάξεις οι οποίες περιέχονται στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Ασφάλεια και το Πρωτόκολλο για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση του 1949 και η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Σεπτεμβρίου 1950 και στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία επί της εφαρμογής του άρθρου 23 της Σύμβασης του 1949 επί της Οδικής Κυκλοφορίας σχετικά με τις Διαστάσεις και τη Μάζα των Οχημάτων στα οποία επιτρέπεται η μετακίνηση σε ορισμένες οδούς των Συμβαλλομένων Μερών, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Σεπτεμβρίου 1950.
Άρθρο 6

ΑΡΘΡΟ 6

1. Μετά την επί δώδεκα μήνες ισχύ της παρούσας Συμφωνίας, οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να προτείνει μία ή περισσότερες τροποποιήσεις στη Συμφωνία. Το κείμενο οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης, συνοδευόμενο από επεξηγηματικό μνημόνιο, πρέπει να διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα το κοινοποιεί προς όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχουν τη δυνατότητα να τον πληροφορήσουν εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία κυκλοφορίας αυτού εάν: (a) αποδέχονται την τροποποίηση, ή (b) απορρίπτουν την τροποποίηση, ή (c) επιθυμούν να συγκληθεί διάσκεψη για να εξετασθεί η τροποποίηση. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάζει επίσης το κείμενο της προτεινόμενης τροποποίησης στα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας.

2. (a) Κάθε προτεινόμενη τροποποίηση η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα θεωρείται ότι γίνεται δεκτή εάν εντός της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από το ένα τρίτο των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα είτε ότι απορρίπτουν την τροποποίηση, είτε ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με κάθε αποδοχή ή απόρριψη οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης και σχετικά με τα αιτήματα περί σύγκλησης διάσκεψης. Εάν ο συνολικός αριθμός των εν λόγω απορρίψεων και αιτημάτων που έχουν ληφθεί εντός της δωδεκάμηνης περιόδου είναι μικρότερος από το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ότι η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά την καθορισθείσα περίοδο, απέρριψαν την τροποποίηση ή αιτήθηκαν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής.

(b) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο, κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, απέρριψε προταθείσα τροποποίηση ή αιτήθηκε τη σύγκληση διάσκεψης προς συζήτηση αυτής δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο κατόπιν της λήξης της εν λόγω περιόδου να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, ο δε Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί αυτές τις ειδοποιήσεις προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο ειδοποίησε περί της αποδοχής αυτής, έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Γραμματέας έλαβε την εν λόγω ειδοποίηση.

3. Εάν προτεινόμενη τροποποίηση δεν έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και εάν εντός της καθοριζόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από τα μισά από το συνολικό αριθμό των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την προτεινόμενη τροποποίηση, και εάν τουλάχιστον το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, αλλά όχι λιγότερα από πέντε, τον πληροφορήσουν ότι την αποδέχονται ή ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής, ο Γενικός Γραμματέας θα συγκαλεί διάσκεψη για τον σκοπό της εξέτασης της προτεινόμενης τροποποίησης ή κάθε άλλης πρότασης η οποία μπορεί να υποβληθεί σε αυτόν σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

4. Εάν συγκληθεί διάσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ο Γενικός Γραμματέας θα προσκαλέσει σε αυτήν όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας. Θα ζητήσει από όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη Διάσκεψη να υποβάλουν σε αυτόν, έξι τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης αυτής, οποιεσδήποτε προτάσεις τις οποίες τυχόν επιθυμούν να εξετάσει η Διάσκεψη επιπλέον της προτεινόμενης τροποποίησης και θα κοινοποιεί τις προτάσεις αυτές, τρεις τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της Διάσκεψης, σε όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη Διάσκεψη.

5. (a) Οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας Συμφωνίας θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή εάν υιοθετηθεί από πλειοψηφία των δύο τρίτων των Κρατών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη, υπό τον όρο ότι στην πλειοψηφία αυτή περιλαμβάνονται τα δύο τρίτα τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με την υιοθέτηση της τροποποίησης, και η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία της εν λόγω ειδοποίησης για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ειδοποίησαν τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την τροποποίηση.

(b) Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο έχει απορρίψει τροποποίηση κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει την ειδοποίηση αυτή προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος που ειδοποίησε περί της αποδοχής, έξι μήνες μετά την παραλαβή της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά το πέρας της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

6.Εάν η προτεινόμενη τροποποίηση δε θεωρείται ότι έγινε δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 της παρούσας Συμφωνίας και εάν δεν πληρούνται οι καθοριζόμενοι στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου όροι για την σύγκληση διάσκεψης, η προτεινόμενη τροποποίηση θα θεωρείται ότι απορρίφθηκε.

7. Ανεξαρτήτως της καθοριζόμενης στις παραράφους 1-6 του παρόντος άρθρου διαδικασίας τροποποίησης, το παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας δύναται να τροποποιηθεί κοινή συναινέσει μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων όλων των Συμβαλλομένων Μερών. Εάν η διοίκηση ενός Συμβαλλόμενου Μέρους δηλώσει ότι η εσωτερική νομοθεσία του το υποχρεώνει να υποβάλει τη συναίνεση αυτού στη χορήγηση ειδικής εξουσιοδότησης ή στην έγκριση νομοθετικού σώματος, η αρμόδια διοίκηση του εν λόγω Συμβαλλομένου Μέρους θα θεωρείται ότι συναινεί στην τροποποίηση του παραρτήματος μόνο εφόσον ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι έχει λάβει την απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή έγκριση. Η μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων συναίνεση μπορεί να προβλέπει ότι, κατά τη διάρκεια μίας μεταβατικής περιόδου, οι προηγούμενες διατάξεις του παραρτήματος θα παραμείνουν σε ισχύ, στο σύνολο ή εν μέρει, ταυτόχρονα με τις νέες διατάξεις. Ο Γενικός Γραμματέας θα καθορίζει την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των νέων διατάξεων.

8. Κάθε Κράτος θα πληροφορεί τον Γενικό Γραμματέα, κατά τον χρόνο της υπογραφής, επικύρωσης της Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτήν, σχετικά με την ονομασία και διεύθυνση της διοίκησης του που είναι αρμόδια να παράσχει τη συναίνεση υπό τους όρους της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 7

ΑΡΘΡΟ 7

Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτή ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο παύει να είναι Μέρος της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 θα παύει από την ίδια ημερομηνία να αποτελεί Συμβαλλόμενο Μέρος και της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 8

ΑΡΘΡΟ 8

Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτή ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο παύει να είναι Μέρος της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 θα παύει από την ίδια ημερομηνία να αποτελεί Συμβαλλόμενο Μέρος και της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 9

ΑΡΘΡΟ 9

1. Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών σχετιζόμενη με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης και την οποία τα Μέρη δε δύνανται να διευθετήσουν μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλων μέσων διακανονισμού, πρέπει να παραπέμπεται σε διαιτησία κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών, θα υποβάλλεται δε για τον σκοπό αυτό σε έναν ή περισσότερους διαιτητές επιλεγμένους κοινή συναινέσει μεταξύ των Μερών που βρίσκονται σε διένεξη. Εάν τα Μέρη δε συμφωνήσουν επί της εκλογής διαιτητή ή διαιτητών εντός τριμήνου από την αίτηση για διαιτησία, οποιοδήποτε εκ των Μερών αυτών δύναται να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να διορίσει έναν μόνο διαιτητή στον οποίο θα υποβληθεί η διαφορά προς επίλυση.

2. Η απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών των διορισθέντων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα είναι δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη που βρίσκονται σε διένεξη.
Άρθρο 10

ΑΡΘΡΟ 10

Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος να προβαίνει στις ενέργειες εκείνες, συμβιβαζόμενες με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και περιοριζόμενες στις άμεσες ανάγκες της κατάστασης, που θεωρεί αναγκαίες για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια του.
Άρθρο 11

ΑΡΘΡΟ 11

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής της παρούσας Συμφωνίας ή κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι δε θεωρεί εαυτόν δεσμευμένο από το άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα δεσμεύονται από το άρθρο 9 σε σχέση προς οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο προέβη σε τέτοια δήλωση.

2. Τυχόν επιφυλάξεις επί της παρούσας Συμφωνίας, πλην της επιφύλαξης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιτρέπονται υπό τον όρο της έγγραφης διατύπωσης τους και, εάν διατυπώνονται πριν την κατάθεση της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, υπό τον όρο της επιβεβαίωσης τους στην εν λόγω πράξη.

3. Οποιοδήποτε Κράτος πρέπει, κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης επικύρωσης της παρούσας Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτή, να ειδοποιεί εγγράφως τον Γενικό Γραμματέα περί του σημείου μέχρι το οποίο οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα από αυτό επί της Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 θα τυγχάνει εφαρμογής επί της παρούσας Συμφωνίας. Οποιεσδήποτε επιφυλάξεις ως προς τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στην ειδοποίηση τη γενόμενη κατά τον χρόνο κατάθεσης της πράξης κύρωσης της παρούσας Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτήν θα θεωρούνται μη εφαρμοστέες επί της παρούσας Συμφωνίας.

4. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί τις επιφυλάξεις και τις ειδοποιήσεις που έχουν γίνει σύμφωνα με το παρόν άρθρο σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας Κράτη.

5. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προβεί σε δήλωση, επιφύλαξη ή ειδοποίηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να την ανακαλέσει οποιαδήποτε στιγμή με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα.

6. Οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή κοινοποιηθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου:

(a) τροποποιεί, για το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη, τις διατάξεις της Συμφωνίας με τις οποίες σχετίζεται η επιφύλαξη, μέχρι του βαθμού της επιφύλαξης.

(b) τροποποιεί τις διατάξεις αυτές στον ίδιο βαθμό για τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά

τις σχέσεις τους με το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη.
Άρθρο 12

ΑΡΘΡΟ 12

Επιπλέον των δηλώσεων, ειδοποιήσεων και κοινοποιήσεων που προβλέπουν τα άρθρα 6 και 11 της παρούσας Συμφωνίας, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 λοιπά Κράτη σχετικά με τα ακόλουθα:

(a) υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις κατά το άρθρο 2.

(b) ειδοποιήσεις και δηλώσεις κατά το άρθρο 3,

(c) τις ημερομηνίες θέσης σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 4,

(d) την ημερομηνία θέσης σε ισχύ τροποποιήσεων της παρούσας Συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 2, 5 και 7,

(e) καταγγελίες κατά το άρθρο 7,

(f) την παύση ισχύος της παρούσας Συμφωνίας κατά το άρθρο 8.
Άρθρο 13

ΑΡΘΡΟ 13

Μετά την 31η Δεκεμβρίου 1972, το πρωτότυπο της παρούσας Συμφωνίας θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα αυτής σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας Κράτη.

Σε πιστοποίηση των οποίων, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο,υπέγραψαν την παρούσα Συμφωνία.

Συνετάχθη στη Γενεύη την πρώτη ημέρα του Μαϊου, του έτους χίλια εννιακόσια εβδομήντα ένα, σε ένα αντίγραφο στην αγγλική, τη γαλλική, και τη ρώσικη γλώσσα, με τα τρία κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά.
ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ 1968 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΟΥΣΑ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΔΩΝ, ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΜΕΡΟΣ I
ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΣΤΙΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1968

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για διεθνή ομοιομορφία των πινακίδων σήμανσης των οδών, της σηματοδότησης, των συμβόλων και των διαγραμμίσεων των οδών για τη διευκόλυνση της διεθνούς οδικής κυκλοφορίας και την αύξηση της οδικής ασφάλειας, συμφώνησαν επί των ακόλουθων διατάξεων:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, οι ακόλουθες εκφράσεις έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στο παρόν:

(a) «Εσωτερική νομοθεσία» ενός Συμβαλλόμενου Μέρους σημαίνει ολόκληρο το σώμα της εθνικής ή τοπικής νομοθεσίας και των κανονισμών που ισχύουν στην επικράτεια αυτού.

(b) «Κατοικημένη περιοχή» σημαίνει περιοχή με εισόδους και εξόδους ειδικά σημασμένη με πινακίδες ως τέτοια.

«Περιοχή κατοικίας» σημαίνει ειδικά σχεδιασμένη περιοχή όπου ισχύουν ειδικοί κανόνες κυκλοφορίας και η οποία σημαίνεται με πινακίδες ως τέτοια στις εισόδους και τις εξόδους της.

(c) «Οδός» σημαίνει ολόκληρη η επιφάνεια κάθε είδους δρόμου, η οποία χρησιμοποιείται για δημόσια κυκλοφορία.

(d) «Οδόστρωμα» σημαίνει το τμήμα οδού το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως για την κυκλοφορία οχημάτων μία οδός είναι δυνατόν να περιλαμβάνει διάφορα οδοστρώματα που διαχωρίζονται σαφώς μεταξύ τους, π.χ. με διαχωριστικές νησίδες ή διαφορά επιπέδου.

(e) «Λωρίδα κυκλοφορίας» σημαίνει οποιονδήποτε από τους επιμήκεις διαδρόμους στους οποίους δύναται να διαιρεθεί το οδόστρωμα, είτε με ή χωρίς κατά μήκος διαγραμμίσεις, το πλάτος των οποίων είναι επαρκές για μία κινούμενη σειρά οχημάτων με κινητήρα πλην μοτοσικλετών.

(e)bis«Ποδηλατολωρίδα» σημαίνει τμήμα οδοστρώματος που προορίζεται για ποδήλατα. Μία ποδηλατολωρίδα διαχωρίζεται από το υπόλοιπο τμήμα του οδοστρώματος με κατά μήκος διαγραμμίσεις.

(e)ter «Ποδηλατοδρόμος» σημαίνει ανεξάρτητη οδό ή τμήμα οδού που προορίζεται για ποδήλατα, σημασμένη ως τέτοια. Ένας ποδηλατοδρόμος διαχωρίζεται από άλλες οδούς ή άλλα τμήματα της ίδιας οδού με δομικά μέσα.

(f) «Διασταύρωση» σημαίνει κάθε ισόπεδη διακλάδωση ή διασταύρωση οδών, περιλαμβανομένων και των ανοικτών χώρων που σχηματίζονται από αυτές.

(g) «Ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση» σημαίνει κάθε ισόπεδη διασταύρωση μεταξύ οδού και σιδηροδρομικής ή τροχιοδρομικής γραμμής η οποία έχει ιδία διαμόρφωση.

(h) «Αυτοκινητόδρομος» σημαίνει οδό ειδικής μελέτης και κατασκευής για την κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα, η οποία δεν εξυπηρετεί τις συνορεύουσες με αυτήν ιδιοκτησίες και ο οποίος:

(ί) διαθέτει, εκτός ειδικών σημείων και προσωρινά, χωριστά οδοστρώματα για τις δύο κατευθύνσεις της κυκλοφορίας, τα οποία διαχωρίζονται μεταξύ τους είτε με διαχωριστικές νησίδες που δεν προορίζονται για την κυκλοφορία, είτε, κατ` εξαίρεση, με άλλα μέσα

(ii) δεν διασταυρώνεται ισόπεδα με οποιανδήποτε οδό, σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική γραμμή ή διάβαση πεζών, και

(iii) φέρει ειδική σήμανση με πινακίδες ως αυτοκινητόδρομος.

(ί) Ένα όχημα θεωρείται ότι είναι:

(ί) «Εν στάσει» εάν βρίσκεται σε ακινησία για τον χρόνο που απαιτείται για την παραλαβή ή αποβίβαση επιβατών, ή για την φόρτωση ή εκφόρτωση πραγμάτων, και

(ii) «Σταθμευμένο» εάν βρίσκεται σε ακινησία για οποιονδήποτε άλλο λόγο εκτός της ανάγκης αποφυγής εμπλοκής με άλλο όχημα που χρησιμοποιεί την οδό ή σύγκρουσης με εμπόδιο, ή προς συμμόρφωση με τους κανονισμούς της κυκλοφορίας και εφόσον η χρονική περίοδος ακινητοποίησης του οχήματος δεν περιορίζεται στον χρόνο που απαιτείται για την παραλαβή ή αποβίβαση προσώπων ή πραγμάτων.

Εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θεωρούν ως «εν στάσει» οποιοδήποτε όχημα το οποίο είναι ακινητοποιημένο υπό την έννοια του πιο πάνω εδαφίου (ϋ) για χρόνο μη υπερβαίνοντα τον καθοριζόμενο από την εσωτερική νομοθεσία, καθώς και να θεωρούν ως «σταθμευμένο» οποιοδήποτε όχημα το οποίο είναι ακινητοποιημένο υπό την έννοια του πιο πάνω εδαφίου (ί) για χρόνο υπερβαίνοντα τον καθοριζόμενο από την εσωτερική νομοθεσία.

(j) «Ποδήλατο» σημαίνει οποιοδήποτε όχημα το οποίο φέρει δύο τουλάχιστον τροχούς και το οποίο προωθείται μόνο με τη μυϊκή ενέργεια των επιβαινόντων, ιδίως δε μέσω ποδοστροφάλων ή χειροστροφάλων.

(k) «Μοτοποδήλατο» σημαίνει κάθε δίτροχο ή τρίτροχο όχημα εφοδιασμένο με μηχανή εσωτερικής καύσης με κυλινδρισμό μη υπερβαίνοντα τα 50cc και μέγιστη ταχύτητα σχεδιασμού μη υπερβαίνουσα τα 50 χλμ. (30 μίλια) την ώρα. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη έχουν εντούτοις την ευχέρεια να μη θεωρούν ως μοτοποδήλατα, κατά την εσωτερική νομοθεσία τους, οχήματα τα οποία δεν έχουν τα γνωρίσματα ποδηλάτου, όσον αφορά τη χρήση τους, ιδίως το γνώρισμα να προωθούνται μέσω ποδοστροφάλων, ή των οποίων η μέγιστη ταχύτητα σχεδιασμού, η μάζα ή ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της μηχανής υπερβαίνουν ορισμένα όρια. Τα διαλαμβανόμενα στον ορισμό αυτό δε δύνανται να θεωρηθούν ότι εμποδίζουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη από το να μεταχειρίζονται τα μοτοποδήλατα ακριβώς όπως τα ποδήλατα, κατά την εφαρμογή των διατάξεων της εσωτερικής νομοθεσίας τους επί της οδικής κυκλοφορίας.

(i) «Μοτοσικλέτα» σημαίνει οποιοδήποτε δίτροχο όχημα, με ή χωρίς κάνιστρο, το οποίο είναι εφοδιασμένο με προωθητικό κινητήρα. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται ομοίως να θεωρούν ως μοτοσικλέτες, κατά την εσωτερική νομοθεσία τους, τρίτροχα οχήματα των οποίων η μάζα χωρίς φορτίο δεν υπερβαίνει τα 400 χλγρ. Στον όρο «μοτοσικλέτα» δε συμπεριλαμβάνονται τα μοτοποδήλατα, αν και τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται να θεωρούν και αυτά ως μοτοσικλέτες για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προβεί σε δήλωση ως προς τούτο σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης. Ως μοτοσικλέτες θεωρούνται και τα τρίτροχα οχήματα των οποίων η μάζα χωρίς φορτίο δεν υπερβαίνει τα 400 χλγρ.

(m) «Μηχανοκίνητο όχημα» σημαίνει οποιοδήποτε αυτοπροωθούμενο οδικό όχημα, πλην των μοτοποδηλάτων, στην επικράτεια εκείνων των Συμβαλλόμενων Μερών που δεν θεωρούν τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες, εξαιρουμένων επίσης των επι σιδηροτροχιών κινούμενων οχημάτων.

(n) «Όχημα με κινητήρα» σημαίνει οποιοδήποτε μηχανοκίνητο όχημα το οποίο χρησιμοποιείται κανονικά για τη μεταφορά οδικώς προσώπων ή πραγμάτων ή για τη ρυμούλκηση επί οδών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει και τα ηλεκτροκίνητα λεωφορεία, δηλαδή τα συνδεόμενα με ηλεκτρικό αγωγό και μη κινούμενα επι τροχιών. Δεν περιλαμβάνει οχήματα, όπως οι γεωργικοί ελκυστήρες, τα οποία παρεμπιπτόντως μόνο χρησιμοποιούνται για οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για ρυμούλκηση επί οδών οχημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. ,

(o) «Ρυμουλκούμενο όχημα» σημαίνει κάθε όχημα σχεδιασμένο ώστε να ρυμουλκείται από μηχανοκίνητο όχημα, συμπεριλαμβανομένων και των ημιρυμουλκούμενων οχημάτων.

(p) «Ημιρυμουλκούμενο όχημα» σημαίνει κάθε ρυμουλκούμενο όχημα σχεδιασμένο προς ζεύξη με όχημα με κινητήρα κατά τέτοιο τρόπο ώστε τμήμα αυτού να εδράζεται επι του οχήματος με κινητήρα, το οποίο φέρει σημαντικό μέρος της μάζας του καθώς και της μάζας του φορτίου του. ,

(q) «Οδηγός» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο οδηγεί όχημα με κινητήρα ή άλλο όχημα (συμπεριλαμβανομένων των ποδηλάτων), ή το οποίο οδηγεί ζώα, μεμονωμένα ή σε αγέλες, ή ποίμνια, ή ζώα χρησιμοποιούμενα προς έλξη, φόρτωση ή ίππευση επί οδού.

(r) «Μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα» σημαίνει τη μέγιστη μάζα του έμφορτου οχήματος το οποίο δηλώνει ως επιτρεπόμενο η αρμόδ.α αρχή του Κράτους στο οποίο είναι ταξινομημένο το όχημα.

(s) «Μάζα με φορτίο» σημαίνει την πραγματική μάζα του οχήματος φορτωμένου, και με το πλήρωμα και τους επιβάτες αυτού.

(t) «Κατεύθυνση της κυκλοφορίας» και «σύμφωνα προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας» σημαίνουν τη δεξιά πλευρά της οδού εάν, κατά την εσωτερική νομοθεσία της χώρας, οι οδηγοί των οχημάτων οφείλουν να επιτρέπουν στα ερχόμενα εκ της αντίθετης κατεύθυνσης οχήματα να διέρχονται εκ της αριστερής πλευράς τους- άλλως, οι εκφράσεις αυτές σημαίνουν την αριστερά πλευρά της οδού.

(u) Η απαίτηση περί παραχώρησης προτεραιότητας από τον οδηγό σε άλλα οχήματα σημαίνει ότι αυτός δεν πρέπει να συνεχίσει ή να επαναλάβει την κίνηση ή τους ελιγμούς του εφόσον κάτι τέτοιο ενδέχεται να υποχρεώσει τους οδηγούς άλλων οχημάτων να μεταβάλουν απότομα την κατεύθυνση ή την ταχύτητα των οχημάτων τους.

(ν) Ως πεζοί θεωρούνται και τα πρόσωπα τα οποία σπρώχνουν ή σύρουν βρεφικό αμαξίδιο,κάθισμα ασθενών ή αναπηρικό όχημα, ή οποιοδήποτε άλλο μικρό όχημα χωρίς κινητήρα, ή σπρώχνουν ποδήλατο ή μοτοποδήλατο καθώς και τα πρόσωπα με μειωμένη κινητικότητα τα οποία μετακινούνται με αναπηρικά οχήματα προωθούμενα από τα ίδια ή κινούμενα με ταχύτητα πεζού.
Άρθρο 2
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

Τα Παραρτήματα της παρούσας Σύμβασης αποτελούν αναπόσπαστα μέρη της παρούσας Σύμβασης, ήτοι:

Παράρτημα 1: Πινακίδες οδικής σήμανσης

Ενότητα Α: Πινακίδες αναγγελίας κινδύνου

Ενότητα Β: Πινακίδες προτεραιότητας

Ενότητα C: Πινακίδες απαγορεύσεων ή περιορισμών

Ενότητα D: Πινακίδες υποχρεώσεων

Ενότητα Ε: Πινακίδες ειδικών ρυθμίσεων

Ενότητα F: Πινακίδες πληροφοριών, εγκαταστάσεων ή υπηρεσιών

Ενότητα G: Πινακίδες κατεύθυνσης, θέσης ή ενδεικτικές,

Ενότητα Η: Πρόσθετες πινακίδες

Παράρτημα 2: Διαγραμμίσεις οδών

Παράρτημα 3: Έγχρωμη απεικόνιση πινακίδων, συμβόλων και πρόσθετων πινακίδων που

αναφέρονται στο Παράρτημα 1.
Άρθρο 3
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

1. (a) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη της παρούσας Σύμβασης αποδέχονται το σύστημα σήμανσης, σηματοδότησης και διαγράμμισης των οδών που περιγράφεται στην παρούσα και αναλαμβάνουν να το υιοθετήσουν το συντομότερο δυνατό. Για τον σκοπό αυτό:

(ί) Όπου στην παρούσα Σύμβαση καθορίζεται πινακίδα σήμανσης, σύμβολο ή διαγράμμιση προκειμένου να δηλώνεται συγκεκριμένος κανόνας ή να μεταβιβάζονται συγκεκριμένες πληροφορίες προς τους χρήστες της οδού, τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν, τηρουμένων των χρονικών περιορισμών που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος Άρθρου, την υποχρέωση να μην χρησιμοποιούν οποιαδήποτε άλλη πινακίδα σήμανσης, σύμβολο ή διαγράμμιση προκειμένου να δηλώνεται ο εν λόγω κανόνας ή να μεταβιβάζονται οι εν λόγω πληροφορίες.

(ii) Όπου στην παρούσα Σύμβαση δεν καθορίζεται πινακίδα σήμανσης, σύμβολο ή διαγράμμιση προκειμένου να δηλώνεται συγκεκριμένος κανόνας ή να μεταβιβάζονται συγκεκριμένες πληροφορίες προς τους χρήστες των οδών, θα εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη να χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό οποιαδήποτε πινακίδα σήμανσης, σύμβολο ή διαγράμμιση της αρεσκείας τους, υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτά δεν αποδίδεται διαφορετική έννοια από την παρούσα Σύμβαση και υπό την προϋπόθεση ότι τούτο συμβιβάζεται προς το καθοριζόμενο από την παρούσα Σύμβαση σύστημα.

(b) Με σκοπό τη βελτίωση των τεχνικών ελέγχου της κυκλοφορίας και λαμβανομένης υπόψη της σκοπιμότητας πειραματισμού πριν να προτείνουν τροποποιήσεις της παρούσας Σύμβασης, εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, δοκιμαστικά και προσωρινά, επί ορισμένων τμημάτων των οδών.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αντικαταστήσουν ή συμπληρώσουν, εντός διαστήματος όχι μεγαλύτερου των τεσσάρων ετών από τη θέση σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης στην επικράτεια τους, οποιαδήποτε πινακίδα σήμανσης, σύμβολο, εγκατάσταση ή διαγράμμιση τα οποία αν και έχουν τα χαρακτηριστικά εκείνων που ανήκουν στο καθοριζόμενο από την παρούσα Σύμβαση σύστημα, χρησιμοποιούνται εν τούτοις με διαφορετική έννοια από εκείνη που τους αποδίδεται στην παρούσα Σύμβαση.

3. Οποιαδήποτε πινακίδα σήμανσης, σύμβολο, εγκατάσταση ή διαγράμμιση μη συμβιβαζόμενη προς το σύστημα που καθορίζει η Σύμβαση και η παρούσα Συμφωνία θα αντικατασταθεί εντός περιόδου 10 ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής και προκειμένου να εξοικειωθούν οι χρησιμοποιούντες τις οδούς με το σύστημα που καθορίζει η Σύμβαση και η παρούσα Συμφωνία, δύνανται να διατηρηθούν και οι προγενέστερες πινακίδες σήμανσης, τα σύμβολα και οι εγγραφές παραπλεύρως εκείνων που καθορίζουν η Σύμβαση και η παρούσα Συμφωνία.

4. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι απαιτεί από τα Συμβαλλόμενα Μέρη να υιοθετήσουν όλους τους τύπους των πινακίδων σήμανσης και των διαγραμμίσεων που καθορίζονται στην παρούσα Σύμβαση. Αντιθέτως, τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει να περιορίσουν τον αριθμό των πινακίδων σήμανσης ή των διαγραμμίσεων που υιοθετούν στις απολύτως αναγκαίες.
Άρθρο 4

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν ότι απαγορεύεται:

(a) Η προσάρτηση σε πινακίδα σήμανσης, στο υποστήριγμα αυτής ή σε οποιαδήποτε άλλη συσκευή ρύθμισης της κυκλοφορίας, οποιουδήποτε στοιχείου μη σχετικού προς τον σκοπό αυτής της πινακίδας σήμανσης ή συσκευής- αν, εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή τμήματα αυτών εξουσιοδοτήσουν μη κερδοσκοπικό οργανισμό να εγκαταστήσει πληροφοριακές πινακίδες, δύνανται να επιτρέψουν την εμφάνιση του εμβλήματος του εν λόγω οργανισμού επί της πινακίδας ή επί του υποστηρίγματος της, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δεν καθιστά λιγότερο εύληπτη την πινακίδα σήμανσης.

(b) Η εγκατάσταση οποιασδήποτε πινακίδας, ειδοποίησης, διαγράμμισης ή συσκευής η οποία ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση με τις πινακίδες σήμανσης, ή άλλες συσκευές ελέγχου της κυκλοφορίας, ή να καταστήσει αυτές λιγότερο ορατές ή αποτελεσματικές, ή να προκαλέσει θάμβωση στους χρήστες των οδών ή να αποσπάσει την προσοχή τους κατά τρόπο επιζήμιο για την ασφάλεια της κυκλοφορίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ
Άρθρο 5

1. Στο καθοριζόμενο από την παρούσα Σύμβαση σύστημα διακρίνονται οι κάτωθι κατηγορίες πινακίδων σήμανσης των οδών:

(a) Πινακίδες αναγγελίας κινδύνου: σκοπός αυτών είναι να προειδοποιούν τους χρήστες των οδών για την ύπαρξη κινδύνου επί της οδού και να τους πληροφορούν σχετικά με το είδος του εν λόγω κινδύνου.

(b) Ρυθμιστικές πινακίδες: σκοπός αυτών είναι να πληροφορούν τους χρήστες των οδών σχετικά με ειδικές υποχρεώσεις, περιορισμούς ή απαγορεύσεις προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται.

Οι πινακίδες αυτές υποδιαιρούνται σε:

(ί) Πινακίδες προτεραιότητας

(ii) Πινακίδες απαγορεύσεων ή περιορισμών

(iii) Πινακίδες υποχρεώσεων

(ίν) Πινακίδες ειδικών ρυθμίσεων

(c) Πληροφοριακές πινακίδες: σκοπός αυτών είναι η καθοδήγηση των χρηστών των οδών κατά τις μετακινήσεις τους ή η παροχή σε αυτούς οποιασδήποτε άλλης χρήσιμης πληροφορίας. Οι πινακίδες αυτές υποδιαιρούνται σε:

(ί) Πινακίδες πληροφοριών, εγκαταστάσεων ή υπηρεσιών

(ii) Πινακίδες κατεύθυνσης, θέσης ή ενδεικτικές Προειδοποιητικές πινακίδες κατεύθυνσης

Πινακίδες κατεύθυνσης

Πινακίδες αναγνώρισης οδών

Πινακίδες αναγνώρισης τόπων (τοπωνυμίων)

Πινακίδες επιβεβαιωτικές

Πινακίδες ενδεικτικές

(iii) Πρόσθετες πινακίδες.

Όπου η παρούσα Σύμβαση επιτρέπει επιλογή μεταξύ διαφόρων πινακίδων σήμανσης ή συμβόλων:

(a) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να υιοθετήσουν μία μόνο από αυτές τις πινακίδες ή τα σύμβολα για ολόκληρη την επικράτεια τους.

(b) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει να προσπαθήσουν να προσέλθουν σε τοπικές συμφωνίες επί της επιλογής αυτής.

(c) Οι διατάξεις του Άρθρου 3, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης εφαρμόζονται επί των μη επιλεγέντων τύπων πινακίδων σήμανσης και συμβόλων.
Άρθρο 6

1. Οι πινακίδες σήμανσης θα τοποθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι οδηγοί για τους οποίους προορίζονται να δύνανται να τις αναγνωρίζουν εύκολα και έγκαιρα. Θα τοποθετούνται συνήθως επί της πλευράς της οδού που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Δύνανται εν τούτοις να τοποθετούνται ή να επαναλαμβάνονται άνωθεν του οδοστρώματος. Οποιαδήποτε πινακίδα σήμανσης τοποθετούμενη επί της πλευράς της οδού που αντιστοιχεί προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας θα επαναλαμβάνεται άνωθεν ή επί της άλλης πλευράς του οδοστρώματος, εάν οι τοπικές συνθήκες είναι τέτοιες που ενδέχεται να μη καθίσταται εγκαίρως ορατή από τους οδηγούς για τους οποίους προορίζεται.

2. Όλες οι πινακίδες σήμανσης αφορούν τους οδηγούς για τους οποίους προορίζονται επί ολόκληρου του πλάτους του οδοστρώματος που είναι ανοικτό στην κυκλοφορία. Εν τούτοις, είναι δυνατόν να τοποθετούνται και πινακίδες σήμανσης οι οποίες αφορούν αυτούς που οδηγούν επί μίας ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας του οδοστρώματος, όταν οι λωρίδες αυτές προσδιορίζονται με κατά μήκος διαγραμμίσεις.

Στην περίπτωση αυτή, θα χρησιμοποιείται μία από τις ακόλουθες επιλογές:

(a) Η πινακίδα σήμανσης συνοδευόμενη, εφόσον είναι αναγκαίο, από ένα κάθετο βέλος θα τοποθετείται άνωθεν της σχετικής λωρίδας κυκλοφορίας, ή

(b) Η πινακίδα σήμανσης θα τοποθετείται επί του δεξιού άκρου του οδοστρώματος όταν οι διαγραμμίσεις της οδού υποδεικνύουν χωρίς αμφιβολία ότι η πινακίδα σήμανσης αφορά μόνο τη λωρίδα κυκλοφορίας στο δεξί άκρο του οδοστρώματος και ότι μοναδικός σκοπός της εν λόγω πινακίδας είναι η επιβεβαίωση ενός τοπικού κανονισμού που ήδη υποδεικνύεται μέσω διαγραμμίσεων, ή

(c) Οι πινακίδες σήμανσης Ε,1 ή Ε,2 που περιγράφονται στο Παράρτημα 1, Ενότητα Ε, υποενότητα

II, παράγραφοι 1 και 2 της παρούσας Σύμβασης ή οι πινακίδες σήμανσης G.11 και G.12 που περιγράφονται στο Παράρτημα 1, Ενότητα G, υποενότητα V, παράγραφοι 1 και 2, θα τοποθετούνται στο άκρο του οδοστρώματος.

3. Όταν, κατά τη γνώμη των αρμόδιων αρχών, μία πινακίδα σήμανσης δε θα ήταν αποτελεσματική εάν τοποθετείται στο άκρο μίας οδού με χωρισμένα οδοστρώματα, αυτή δύναται να τοποθετείται επί της διαχωριστικής λωρίδας και στην περίπτωση αυτή δε χρειάζεται να επαναλαμβάνεται στο άκρο της οδού.

4. Είναι υποχρεωτικό η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει:

(a) Οι πινακίδες σήμανσης να τοποθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην παρεμποδίζουν την κυκλοφορία των οχημάτων επί του οδοστρώματος και, εάν τοποθετούνται στα άκρα των οδών, να παρεμποδίζουν όσο το δυνατόν λιγότερο τους πεζούς. Η διαφορά επιπέδου μεταξύ της πλευράς της οδού επί της οποίας τοποθετείται πινακίδα σήμανσης και του κατώτερου άκρου της πινακίδας πρέπει να είναι κατά το δυνατόν ενιαία για πινακίδες της ίδιας κατηγορίας επί της ίδιας διαδρομής.

(b) Οι διαστάσεις των πινακίδων σήμανσης να είναι τέτοιες ώστε η πινακίδα να είναι εύκολα ορατή από απόσταση και να είναι εύκολα κατανοητή για τους προσεγγίζοντες αυτήν λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του εδαφίου (c) του παρόντος Άρθρου, οι διαστάσεις αυτές θα προσαρμόζονται στην κανονική ταχύτητα των οχημάτων.

(c) Οι διαστάσεις των πινακίδων αναγγελίας κινδύνου και των ρυθμιστικών πινακίδων (εξαιρουμένων των πινακίδων ειδικών ρυθμίσεων) θα προτυποποιούνται στην επικράτεια εκάστου Συμβαλλομένου Μέρους. Κατά γενικό κανόνα, θα υπάρχουν τέσσερα μεγέθη για κάθε τύπο πινακίδας σήμανσης: μικρό, κανονικό, μεγάλο και πολύ μεγάλο. Οι μικρές πινακίδες θα χρησιμοποιούνται όταν οι συνθήκες δεν επιτρέπουν τη χρήση κανονικών πινακίδων ή όπου η κυκλοφορία μπορεί να διεξαχθεί μόνο με χαμηλή ταχύτητα- δύνανται επίσης να χρησιμοποιούνται προς επανάληψη προηγηθείσας πινακίδας. Οι μεγάλες πινακίδες θα χρησιμοποιούνται επί οδών με μεγάλο πλάτος επί των οποίων διεξάγεται ταχεία κυκλοφορία. Οι πολύ μεγάλες πινακίδες θα χρησιμοποιούνται επί οδών επί των οποίων η διεξαγωγή της κυκλοφορίας είναι ταχύτατη, όπως για παράδειγμα οι αυτοκινητόδρομοι.
Άρθρο 7

1. Συνιστάται η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει ότι, προκειμένου να καταστούν περισσότερο ορατές και εύληπτες κατά τη νύκτα, οι πινακίδες σήμανσης, ιδίως δε οι πινακίδες αναγγελίας κινδύνου, οι ρυθμιστικές πινακίδες και οι πινακίδες κατεύθυνσης, πρέπει να είναι φωτισμένες ή εφοδιασμένες με αντανακλαστικά στοιχεία, υπό την προϋπόθεση ότι τούτο δε συνεπάγεται τη θάμβωση των χρηστών των οδών. Επιπλέον, σε περίπτωση χρήσης τέτοιων πινακίδων, συνιστάται πινακίδες φωτιζόμενες ή εφοδιασμένες με αντανακλαστικό υλικό ή στοιχείο και πινακίδες μη φωτιζόμενες ή εφοδιασμένες κατ` αυτόν τον τρόπο να μην χρησιμοποιούνται επί του ίδιου τμήματος οδού.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύνανται ομοίως να επιτρέπουν τη χρήση φθοριζόντων υλικών σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να καθορίζουν σε ποιες πινακίδες μπορούν να χρησιμοποιούνται τα εν λόγω υλικά.

3. Η εσωτερική νομοθεσία πρέπει να καταρτίζει κανόνες για τη χρήση φωτισμένων, αντανακλαστικών και φθοριζουσών πινακίδων. Πρέπει ομοίως να διευκρινίζει τις καταστάσεις στις οποίες θα χρησιμοποιείται κάθε κατηγορία αντανακλαστικών υλικών.

4. Σκοτεινά ή φωτεινά γραφικά στοιχεία διαφορετικών χρωμάτων επί των πινακίδων σήμανσης δύνανται να διαφοροποιούνται μέσω αντίθετων φωτεινών ή σκοτεινών στενών ταινιών αντίστοιχα.

5. Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν απαγορεύει τη χρήση, για τη μεταβίβαση πληροφοριών, προειδοποιήσεων ή κανόνων εφαρμοζόμενων μόνο επί ορισμένων ωρών ή ημερών, πινακίδων οι οποίες είναι ορατές μόνο όταν η μεταβιβαζόμενη από αυτές πληροφορία έχει εφαρμογή.
Άρθρο 8

1. Προς διευκόλυνση της διεθνούς κατανόησης των πινακίδων σήμανσης, το καθοριζόμενο στην παρούσα Σύμβαση σύστημα πινακίδων σήμανσης και σηματοδότησης βασίζεται στη χρήση σχημάτων και χρωμάτων χαρακτηριστικών για κάθε κατηγορία πινακίδων και, εφόσον κάτι τέτοιο είναι δυνατό, στη χρήση γραφικών συμβόλων παρά αναγραφών. Όταν τα Συμβαλλόμενα Μέρη θεωρούν αναγκαία την τροποποίηση των καθοριζόμενων συμβόλων, οι πραγματοποιηθείσες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αλλοιώνουν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών.

1bis Σε περιπτώσεις όπου χρησιμοποιούνται πινακίδες μεταβλητού μηνύματος, οι αναγραφές και τα σύμβολα που αναπαράγονται επί αυτών πρέπει ομοίως να συμμορφώνονται προς το καθοριζόμενο στην παρούσα Σύμβαση σύστημα πινακίδων σήμανσης και σηματοδότησης. Όταν, εν τούτοις, οι τεχνικές προδιαγραφές ενός συγκεκριμένου τύπου συστήματος πινακίδων σήμανσης και σηματοδότησης δικαιολογούν κάτι τέτοιο, ιδίως για τη διασφάλιση ικανοποιητικής ευαναγνωσιμότητας και υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει ενδεχόμενο ερμηνευτικού σφάλματος, οι προβλεπόμενες σκουρόχρωμες πινακίδες σήμανσης και τα σύμβολα δύνανται να απεικονίζονται με φωτεινό χρώμα, με το φωτεινό φόντο να αντικαθίστανται στην περίπτωση αυτή με σκούρο φόντο. Το ερυθρό χρώμα του συμβόλου μίας πινακίδας σήμανσης και το πλαίσιο του δε θα αλλάζουν.

2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία επιθυμούν να υιοθετήσουν, σύμφωνα με το Άρθρο 3,παράγραφος 1(a) (ii) της παρούσας Σύμβασης, πινακίδα σήμανσης ή σύμβολο μη καθοριζόμενο στην παρούσα Σύμβαση, πρέπει να προσπαθούν να εξασφαλίσουν τοπική συμφωνία επί τη νέας αυτής πινακίδας ή του συμβόλου.

3. Κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης στο σημείου 4 του παρόντος παραρτήματος μεταβατικής περιόδου των δέκα ετών και εφεξής υπό εξαιρετικές συνθήκες και προς διευκόλυνση της ερμηνείας των πινακίδων σήμανσης, δύναται να προστεθεί αναγραφή εντός ορθογώνιου πλαισίου κάτωθεν της πινακίδας, ή εντός ορθογώνιου πλαισίου περιέχοντος την πινακίδα. Τέτοιες αναγραφές δύνανται επίσης να γίνονται επί της ίδιας της πινακίδας σήμανσης, εάν τούτο δεν καθιστά την πινακίδα περισσότερο δυσνόητη για τους οδηγούς που δε δύνανται να κατανοήσουν την αναγραφή.

4. Σε περιπτώσεις που οι αρμόδιες αρχές θεωρούν σκόπιμο να καταστήσουν πιο σαφή την έννοια μίας πινακίδας σήμανσης ή ενός συμβόλου ή να περιορίσουν την εφαρμογή μίας πινακίδας σήμανσης επί ορισμένων χρονικών περιόδων, τούτο μπορεί να γίνει με αναγραφές επί της πινακίδας όπως προβλέπει το Παράρτημα 1 της παρούσας Σύμβασης ή επί πρόσθετης πινακίδας. Αν οι ρυθμιστικές πινακίδες σήμανσης περιορίζονται σε ορισμένους χρήστες των οδών ή αν ορισμένοι χρήστες των οδών εξαιρούνται από τη ρύθμιση, τούτο γίνεται μέσω πρόσθετων πινακίδων σύμφωνα με το Παράρτημα 1, Ενότητα Η, παράγραφος 4 (πινακίδες H,5a, H,5b και Η,6).

5. Οι αναφερόμενες στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος Άρθρου αναγραφές πρέπει να είναι γραμμένες στην εθνική γλώσσα ή σε μία ή περισσότερες από τις εθνικές γλώσσες, όπως επίσης, αν τούτο θεωρείται σκόπιμο από το Συμβαλλόμενο Μέρος, και σε άλλες γλώσσες, ιδίως σε επίσημες γλώσσες των Ηνωμένων Εθνών.
Άρθρο 9

1. Η Ενότητα Α, υποενότητα Ι του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης υποδεικνύει τους τύπους των πινακίδων αναγγελίας κινδύνου. Η Ενότητα Α, υποενότητα II υποδεικνύει τα σύμβολα που τοποθετούνται επί των πινακίδων αυτών και δίνει ορισμένες οδηγίες για τη χρήση τους. Κάθε Κράτος θα επιλέξει το Aa ως υπόδειγμα για τις πινακίδες αναγγελίας κινδύνου.

2. Ο αριθμός των πινακίδων αναγγελίας κινδύνου δεν πρέπει να αυξάνεται χωρίς να υπάρχει ανάγκη, αλλά οι πινακίδες αυτές πρέπει να τοποθετούνται για να προειδοποιούν για πιθανούς κινδύνους στις οδούς, τους οποίους είναι δύσκολο να αντιληφθεί εγκαίρως οδηγός ο οποίος προχωρεί με την προσήκουσα προσοχή.

3. Οι πινακίδες αναγγελίας κινδύνου πρέπει να τοποθετούνται σε τέτοια απόσταση από το σημείο κινδύνου ώστε να καθίστανται αυτές όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικές κατά την ημέρα και τη νύκτα, λαμβανομένων υπόψη των οδικών και κυκλοφοριακών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένης και της συνήθους ταχύτητας των οχημάτων καθώς και της απόστασης από την οποία είναι ορατή η πινακίδα.

4. Η απόσταση μεταξύ της πινακίδας και της αρχής ενός επικίνδυνου τμήματος της οδού δύναται να αναγράφεται επί πρόσθετης πινακίδα Η,1 του Παραρτήματος 1, Ενότητα Η της παρούσας Σύμβασης και να τοποθετείται σύμφωνα προς τις διατάξεις του Ενότητας αυτής· η πληροφορία αυτή πρέπει να δίδεται όταν η απόσταση μεταξύ της πινακίδας και της αρχής του επικίνδυνου τμήματος της οδού δε δύναται να εκτιμηθεί από τους οδηγούς και δεν είναι αυτή που θα μπορούσαν εύλογα να αναμένουν.

5. Οι πινακίδες αναγγελίας κινδύνου δύνανται να επαναλαμβάνονται, ιδίως επί των αυτοκινητοδρόμων και των προς τούτων εξομοιούμενων οδών. Όταν επαναλαμβάνονται, η απόσταση μεταξύ της πινακίδας και της αρχής του επικίνδυνου τμήματος της οδού πρέπει να αναγράφεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος Άρθρου.

Πάντως, όσον αφορά τις πινακίδες αναγγελίας κινδύνου οι οποίες προειδοποιούν για κινητές γέφυρες και ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις, εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη να εφαρμόσουν τις ακόλουθες διατάξεις:

Ένα ορθογώνιο πλαίσιο του οποίου οι μακρύτερες πλευρές είναι κάθετες και το οποίο φέρει τρεις πλάγιες ερυθρές ράβδους επί λευκού ή κίτρινου φόντου μπορεί να τοποθετείται κάτωθεν οποιασδήποτε πινακίδας αναγγελίας κινδύνου φέρουσας ένα από τα σύμβολα Α,5, Α,25, Α,26 ή Α,27 που περιγράφονται στο Παράρτημα 1, Ενότητα Α, υποενότητα II, παράγραφοι 5, 25, 26 και 27 της παρούσας Σύμβασης, υπό την προϋπόθεση της τοποθέτησης πρόσθετων πινακίδων σήμανσης, αποτελούμενων από πλαίσια του ίδιου σχήματος τα οποία φέρουν αντίστοιχα μία ή δύο πλάγιες ερυθρές ράβδους επί λευκού ή κίτρινου φόντου, στο εν τρίτο και τα δύο τρίτα της απόστασης μεταξύ της πινακίδας και της σιδηροδρομικής γραμμής. Οι πινακίδες αυτές δύνανται να επαναλαμβάνονται επί της αντίθετης πλευράς του οδοστρώματος. Τα αναφερόμενα στην παρούσα παράγραφο πλαίσια περιγράφονται περαιτέρω στην Ενότητα Α, υποενότητα II, παράγραφος 29 του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης.

6. Αν πινακίδα αναγγελίας κινδύνου χρησιμοποιείται για να προειδοποιήσει για κίνδυνο επί τμήματος οδού ορισμένου μήκους (π.χ. σειρά επικίνδυνων στροφών,ενός τμήματος οδού ή οδοστρώματος ευρισκόμενου σε κακή κατάσταση) και εφόσον θεωρείται σκόπιμο να υποδειχθεί το μήκος του τμήματος αυτού, τούτο πρέπει να γίνεται επί πρόσθετης πινακίδας Η,2 του Παραρτήματος 1, Ενότητα Η της παρούσας Σύμβασης, τοποθετημένης σύμφωνα προς τις διατάξεις της Ενότητας αυτής.
Άρθρο 10
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

Οι πινακίδες οι οποίες ειδοποιούν ή πληροφορούν τους χρήστες των οδών για τους ειδικούς κανόνες προτεραιότητας στις διασταυρώσεις είναι οι πινακίδες Β,1, Β,2, Β,3 και Β,4. Οι πινακίδες οι οποίες πληροφορούν τους χρήστες των οδών σχετικά με κανόνα προτεραιότητας επί στενών τμημάτων οδού είναι οι πινακίδες Β,5 και Β,6. Οι πινακίδες αυτές περιγράφονται στο Παράρτημα 1, Ενότητα Β της παρούσας Σύμβασης.

2. Η πινακίδα Β,1 «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» χρησιμοποιείται για να ειδοποιούνται οι οδηγοί ότι, στη διασταύρωση όπου είναι τοποθετημένη η πινακίδα, πρέπει να παραχωρούν προτεραιότητα στα οχήματα τα κινούμενα επί της οδού προς την οποία πλησιάζουν.

3. Η πινακίδα Β,2 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ» (STOP) χρησιμοποιείται για να ειδοποιούνται οι οδηγοί ότι, στη διασταύρωση όπου είναι τοποθετημένη η πινακίδα, θα σταματούν πριν εισέλθουν σε αυτή και θα παραχωρούν προτεραιότητα στα οχήματα τα κινούμενα επί της οδού προς την οποία πλησιάζουν. Κάθε Κράτος θα επιλέξει το B,2a ως υπόδειγμα την πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας (STOP).

4. Η πινακίδα Β,1 ή Β,2 δύναται να τοποθετείται αλλού εκτός των διασταυρώσεων, εάν οι αρμόδιες αρχές το θεωρούν αναγκαίο.

5. Οι πινακίδες Β,1 και Β,2 πρέπει να τοποθετούνται στη διασταύρωση, αν είναι δυνατόν, στο ύψος του σημείου στο οποίο πρέπει να σταματούν τα οχήματα, ή πέραν του οποίου δεν πρέπει να διέρχονται όταν παραχωρούν προτεραιότητα.

6. Ως προειδοποιητική της πινακίδας Β,1 θα χρησιμοποιείται η ίδια πινακίδα συμπληρωμένη από πρόσθετη πινακίδα τύπου Η,1 η οποία περιγράφεται στο Παράρτημα 1, ενότητα Η της Σύμβασης. Ως προειδοποιητική της πινακίδας B,2a θα χρησιμοποιείται η πινακίδα Β,1 συμπληρωμένη από ορθογώνιο πλαίσιο με το σύμβολο υποχρεωτικής διακοπής πορείας (STOP) και αριθμόυποδεικνύοντα την απόσταση μέχρι την πινακίδα B,2a.

7. Η πινακίδα Β,3 «ΟΔΟΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» χρησιμοποιείται για να ειδοποιούνται οι χρήστες της οδού ότι, στις διασταυρώσεις αυτής με άλλες οδούς, οι οδηγοί των κινούμενων επί αυτών ή προερχόμενων εξ αυτών οχημάτων απαιτείται να παραχωρούν προτεραιότητα στα επί της οδού αυτής κινούμενα οχήματα. Η πινακίδα αυτή δύναται να τοποθετείται στην αρχή της οδού και να επαναλαμβάνεται μετά από κάθε διασταύρωση. Δύναται επίσης να τοποθετείται πριν από τη διασταύρωση ή επί αυτής. Όταν έχει τοποθετηθεί επί οδού η πινακίδα Β,3, πρέπει να τοποθετείται η πινακίδα Β,4 «ΤΕΛΟΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» στην προσέγγιση προς το σημείο όπου η οδός παύει να έχει προτεραιότητα έναντι των άλλων οδών. Η πινακίδα Β,4 δύναται να επαναλαμβάνεται μία ή περισσότερες φορές πριν από το σημείο όπου παύει η προτεραιότητα. Η πινακίδα ή οι πινακίδες που είναι τοποθετημένες πριν από το σημείο αυτό πρέπει να φέρουν πρόσθετη πινακίδα τύπου Η,1 του Παραρτήματος 1, Ενότητα Η.

8. Αν προειδοποίηση για διασταύρωση δίδεται επί οδού με πινακίδα αναγγελίας κίνδυνου φέρουσας ένα εκ των συμβόλων Α, 19, ή αν επί της διασταύρωσης η οδός είναι οδός προτεραιότητας και έχει σημανθεί ως τέτοια με πινακίδες Β,3 κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 7 του παρόντος Άρθρου, πρέπει να τοποθετείται πινακίδα Β,1 ή Β,2 επί της διασταύρωσης σε όλες τις άλλες οδούς. Εν τούτοις, η τοποθέτηση των πινακίδων Β,1 ή Β,2 δεν είναι υποχρεωτική επί οδών όπως μονοπάτια ή χωματόδρομοι όπου οι οδηγοί υποχρεούνται να παραχωρούν προτεραιότητα επί των διασταυρώσεων ακόμα και απουσία τέτοιων πινακίδων.

Πινακίδα Β,2 πρέπει να τοποθετείται μόνο εάν οι αρμόδιες αρχές θεωρούν σκόπιμο να απαιτείται από τους οδηγούς να σταματούν, ιδίως λόγω ανεπαρκούς ορατότητας, για τους οδηγούς των εκατέρωθεν της διασταύρωσης τμημάτων της οδού την οποία πλησιάζουν.
Άρθρο 11
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΩΝ Η ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ

Στην Ενότητα C του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης περιγράφονται οι πινακίδες απαγορεύσεων ή περιορισμών και επεξηγείται η έννοια τους. Περιγράφονται επίσης οι πινακίδες με τις οποίες γνωστοποιείται το τέλος των απαγορεύσεων και περιορισμών αυτών ή οποιουδήποτε από αυτές.
Άρθρο 12
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Στην Ενότητα D του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης περιγράφονται οι πινακίδες υποχρεώσεων και επεξηγείται η έννοια τους.
Άρθρο 13
ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΤΙΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ 1, ΕΝΟΤΗΤΑ C ΚΑΙ D ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

1. Οι πινακίδες απαγορεύσεων, περιορισμών και υποχρεώσεων τοποθετούνται στην άμεση γειτονία του σημείου στο οποίο αρχίζει η υποχρέωση, ο περιορισμός ή η απαγόρευση, δύνανται δε να επαναλαμβάνονται εάν οι αρμόδιες αρχές το θεωρούν αναγκαίο. Εν τούτοις, εάν οι αρμόδιες αρχές θεωρούν τούτο σκόπιμο για λόγους ορατότητας ή για την εκ των προτέρων προειδοποίηση των χρηστών των οδών, οι πινακίδες αυτές δύνανται να τοποθετούνται σε κατάλληλη απόσταση πριν το σημείο όπου εφαρμόζεται η υποχρέωση, ο περιορισμός ή η απαγόρευση.

Πρόσθετη πινακίδα Η,1 του Παραρτήματος 1 πρέπει να τοποθετείται κάτωθεν πινακίδων τοποθετούμενων πριν από το σημείο στο οποίο εφαρμόζεται η απαγόρευση, ο περιορισμός ή η υποχρέωση.

2. Ρυθμιστικές πινακίδες τοποθετούμενες στο ίδιο ύψος ή λίγο μετά από πινακίδα υποδεικνύουσα την έναρξη κατοικημένης περιοχής σημαίνουν ότι ο κανόνας εφαρμόζεται σε ολόκληρη την κατοικημένη περιοχή, εκτός αν καθιερώνεται διαφορετικός κανόνας με άλλες πινακίδες επί ορισμένων τμημάτων της εντός της κατοικημένης περιοχής οδού.

3. Πινακίδες απαγορεύσεων και περιορισμών ισχύουν από τη θέση στην οποία εμφανίζονται έως το σημείο όπου εμφανίζεται αντίθετη πινακίδα, ή διαφορετικά έως την επόμενη διασταύρωση. Αν η απαγόρευση ή ο περιορισμός συνεχίζουν να ισχύουν μετά τη διασταύρωση, η πινακίδα επαναλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας. ,

4. Όταν ρυθμιστική πινακίδα εφαρμόζεται επί όλων των οδών μίας περιοχής (ισχύς εντός συγκεκριμένης περιοχής), θα απεικονίζεται κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο Παράρτημα 1, Ενότητα Ε, υποενότητα II, παράγραφος 8 (a) της παρούσας Σύμβασης.

5. Η έξοδος από τις αναφερόμενες στην ανωτέρω παράγραφο 4 περιοχές θα υποδεικνύεται κατά τον τρόπο που περιγράφεται στο Παράρτημα 1, Ενότητα Ε, υποενότητα II, παράγραφος 8 (a) της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 13β
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ

1. Στην Ενότητα Ε του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης περιγράφονται οι πινακίδες ειδικών ρυθμίσεων και επεξηγείται η έννοια τους.

2. Οι πινακίδες E,7a, E,7b, ή E,7C και E,8a, E,8b, ή E,8C θα ειδοποιούν τους χρήστες των οδών ότι οι γενικές ρυθμίσεις που διέπουν την κυκλοφορία στις κατοικημένες περιοχές στην επικράτεια του Κράτους εφαρμόζονται από τις πινακίδες E,7a, E,7 , ή Ε,7 έως τις πινακίδες E,8a, E,8b, ή E,8C εκτός αν διαφορετικές ρυθμίσεις γνωστοποιούνται με άλλες πινακίδες επί ορισμένων τμημάτων οδού εντός της κατοικημένης περιοχής. Θα φέρουν αναγραφές σκούρου χρώματος επί λευκού ή ανοιχτόχρωμου φόντου και θα τοποθετούνται αντίστοιχα στις εισόδους και εξόδους μίας κατοικημένης περιοχής. Εν τούτοις η πινακίδα Β,4 πρέπει πάντα να τοποθετείται επί οδού προτεραιότητας η οποία σημαίνεται με πινακίδα Β,3 αν η οδός αυτή παύει να έχει προτεραιότητα όταν διέρχεται από την κατοικημένη περιοχή.

2bis Η πινακίδα E,11a χρησιμοποιείται για σήραγγες μήκους 1.000 ή περισσοτέρων μέτρων και στις προβλεπόμενες από την εσωτερική νομοθεσία περιπτώσεις. Για σήραγγες μήκους 1 000 ή περισσοτέρων μέτρων, το μήκος αναγράφεται είτε στο κάτω τμήμα της πινακίδας ή επί πρόσθετης πινακίδας Η,2 κατά τα περιγραφόμενα στο Παράρτημα 1, Ενότητα Η. Η ονομασία της σήραγγας μπορεί να αναγράφεται κατά το Άρθρο 8, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης.

3. Οι πινακίδες E,12a, E,12b ή E,12c τοποθετούνται σε διαβάσεις πεζών όταν οι αρμόδιες αρχές το θεωρούν σκόπιμο.

4 Οι πινακίδες ειδικών ρυθμίσεων τοποθετούνται, λαμβανομένων προσηκόντως υπόψη των απαιτήσεων του Άρθρου 6, παράγραφος 1, μόνο όπου οι αρμόδιες αρχές κρίνουν απαραίτητο Δύνανται να επαναλαμβάνονται. Πρόσθετη πινακίδα τοποθετημένη κάτωθεν ΤΓΚ κύριας πινακίδας δύναται να υποδεικνύει την απόσταση μεταξύ της πινακίδας και του σημείου το οποίο υποδεικνύει. Η απόσταση αυτή δύναται επίσης να αναγράφεται επί του κάτω τμήματος της ίδιας της πινακίδας.
Άρθρο 14
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ

1. Στις Ενότητες F και G του Παραρτήματος 1 της παρούσας Σύμβασης περιγράφοντα, οι πινακίδες που μεταβιβάζουν χρήσιμες πληροφορίες προς τους χρήστες των οδών, ή δίδονται παραδείγματα τέτοιων πινακίδων καθώς και οδηγίες για τη χρήση τους.

2. Η αναγραφή λέξεων επί πληροφοριακών πινακίδων (ϋ) του Άρθρου 5, παράγραφος 1 (c) σε χώρες που δεν χρησ.μοπο.ούν το λατινικό αλφάβητο θα γίνεται και στην εθνική γλώσσα και υπό τη μορφή μεταγραφής στο λατινικό αλφάβητο αποδίδοντας όσον το δυνατόν πιο πιστά την προφορά στην εθνική γλώσσα.

3. Σε χώρες που δεν χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο, οι λέξεις με λατινικούς χαρακτήρες δύνανται να αναγράφονται είτε επί της ίδιας της πινακίδας με τις λέξεις στην εθνική γλώσσα είτε σε επαναληπτική πινακίδα.

4. Οι πινακίδες δεν πρέπει να φέρουν αναγραφές σε περισσότερες από δύο γλώσσες.
Άρθρο 15
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Προειδοποιητικές πινακίδες κατεύθυνσης πρέπει να τοποθετούνται σε τέτοια απόσταση από τη διασταύρωση ώστε να καθίστανται αυτές περισσότερο αποτελεσματικές κατά την ημέρα και τη νύκτα, λαμβανομένων υπόψη των οδικών και κυκλοφοριακών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένης της συνήθους ταχύτητας των οχημάτων καθώς και της απόστασης από την οποία είναι ορατή η πινακίδα. Η απόσταση αυτή δε χρειάζεται να υπερβαίνει τα 50 περίπου μέτρα (55 γιάρδες) σε κατοικημένες περιοχές αλλά δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 500 μέτρα (550 γιάρδες) στους αυτοκινητόδρομους και τις λοιπές οδούς επί των οποίων διεξάγεται ταχεία κυκλοφορία. Οι πινακίδες αυτές δύνανται να επαναλαμβάνονται. Πρόσθετη πινακίδα τοποθετούμενη κάτωθεν της κύριας πινακίδας δύναται να υποδεικνύει την απόσταση μεταξύ της πινακίδας και της διασταύρωσης. Η απόσταση αυτή δύναται επίσης να υποδεικνύεται επί του κάτω τμήματος της ίδιας της πινακίδας.
Άρθρο 16
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. Επί μίας πινακίδας κατεύθυνσης δύνανται να αναγράφονται διάφορα τοπωνύμια, το ένα κάτωθεν του άλλου. Τα γράμματα που χρησιμοποιούνται για ένα τοπωνύμιο μπορούν να είναι μεγαλύτερα από εκείνα που χρησιμοποιούνται για άλλα τοπωνύμια μόνο αν ο εν λόγω τόπος είναι ο μεγαλύτερος εξ αυτών.

2. Οταν υποδεικνύονται αποστάσεις, οι αριθμοί που τις εκφράζουν πρέπει να αναγράφονται στο ίδιο ύψος με το τοπωνύμιο. Επί πινακίδων κατεύθυνσης που έχουν τη μορφή βέλους, οι αριθμοί αυτοί πρέπει να τοποθετούνται μεταξύ του τοπωνυμίου και της αιχμής του βέλους. Επί πινακίδων ορθογώνιου σχήματος πρέπει να τοποθετούνται μετά το τοπωνύμιο
Άρθρο 17
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΟΔΩΝ

Οι πινακίδες οι οποίες χρησιμοποιούνται για αναγνώριση οδών είτε μέσω του αριθμού αυτών, αποτελούμενου από αριθμητικά στοιχεία, γράμματα ή συνδυασμό αυτών, είτε μέσω της ονομασίας τους, πρέπει να περιέχουν τον αριθμό ή την ονομασία αυτή εντός πλαισίου σε ορθογώνιο ή ασπίδα. Εν τούτοις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία έχουν σύστημα ταξινόμησης των οδών δύνανται να αντικαθιστούν το ορθογώνιο με σύμβολο ταξινόμησης της οδού.
Άρθρο 18
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΤΟΠΩΝ (ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ)

Οι πινακίδες αναγνώρισης τόπων δύνανται να χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν τα σύνορα μεταξύ δύο χωρών ή τα όρια μεταξύ δύο διοικητικών διαιρέσεων της ίδιας χώρας ή την ονομασία μιας κατοικημένη περιοχής, ενός ποταμού, μίας ορεινής διάβασης, ενός τόπου φυσικού κάλλους κλπ. Οι πινακίδες αυτές πρέπει να διαφέρουν εμφανώς από τις αναφερόμενες στο Άρθρο 13bis, παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης πινακίδες και να φέρουν αναγραφές λευκού ή ανοιχτόχρωμου χρώματος επί σκουρόχρωμου φόντου.
Άρθρο 19
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Οι επιβεβαιωτικές πινακίδες χρησιμοποιούνται για να επιβεβαιώνουν την κατεύθυνση μίας οδού όπου οι αρμόδιες αρχές το θεωρούν αναγκαίο, π.χ. στις εξόδους από τις μεγάλες κατοικημένες περιοχές. Οι εν λόγω πινακίδες πρέπει να φέρουν την ονομασία ενός ή περισσότερων τόπων, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 16, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης. Όταν υποδεικνύονται αποστάσεις, οι αριθμοί που τις εκφράζουν πρέπει να τοποθετούνται μετά το τοπωνύμιο.
Άρθρο 20
Άρθρο 21
ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ

1. Οι αναφερόμενες στα Άρθρα 15 έως 19 της παρούσας Σύμβασης πληροφοριακές πινακίδες τοποθετούνται όπου οι αρμόδιες αρχές κρίνουν σκόπιμο.

Οι λοιπές πληροφοριακές πινακίδες τοποθετούνται, λαμβανομένων υπόψη των απαιτήσεων του Άρθρου 6, παράγραφος 1, μόνο όπου οι αρμόδιες αρχές θεωρούν απαραίτητο. Ιδίως, οι πινακίδες F,2 έως F,7 πρέπει να τοποθετούνται μόνο σε οδούς επί των οποίων οι εγκαταστάσεις για επισκευές πρώτης ανάγκης, για ανεφοδιασμό σε καύσιμα, για άλλες ευκολίες (διανυκτέρευσης κλπ.) και για αναψυκτικά είναι σπάνιες.

2. Οι πληροφοριακές πινακίδες δύνανται να επαναλαμβάνονται. Πρόσθετη πινακίδα, τοποθετούμενη κάτωθεν της κύριας πινακίδας, δύναται να υποδεικνύει την απόσταση μεταξύ της πινακίδας και του σημείου το οποίο υποδεικνύει. Η απόσταση αυτή δύναται επίσης να αναγράφεται επί του κάτω τμήματος της ίδιας της πινακίδας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ
Άρθρο 22
ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ
Άρθρο 23
ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

1. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 12 του παρόντος Άρθρου, τα μόνα φώτα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως φωτεινοί σηματοδότες για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας των οχημάτων, πλην των προοριζόμενων αποκλειστικά για τα οχήματα των δημοσίων συγκοινωνιών, είναι τα εξής τα οποία θα έχουν τις έννοιες που τους αποδίδονται στο παρόν:

(a) Σταθερά φώτα (μη αναλάμποντα):

(ΐ) Πράσινο φως σημαίνει ότι τα οχήματα δύνανται να προχωρήσουν ωστόσο, πράσινο φως για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας σε διασταύρωση δεν δίνει το δικαίωμα στους οδηγούς να προχωρήσουν εάν υπάρχει τέτοια συμφόρηση της κυκλοφορίας κατά την κατεύθυνση προς την οποία προτίθενται να κινηθούν, ώστε εάν εισέρχονταν στη διασταύρωση ενδέχεται να μην είχαν εξέλθει από αυτή μέχρι την επόμενη αλλαγή της φάσης.

(ii) Ερυθρό φως σημαίνει ότι τα οχήματα δεν δύνανται να προχωρήσουν δεν πρέπει να διέρχονται τη γραμμή υποχρεωτικής διακοπής πορείας ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια γραμμή, δεν πρέπει να διέρχονται πέραν του επιπέδου του σηματοδότη ή, εάν αυτός είναι τοποθετημένος στο μέσο ή επί της απέναντι πλευράς της διασταύρωσης, δεν πρέπει να εισέρχονται στη διασταύρωση ή να προχωρούν προς διάβαση πεζών επί της διασταύρωσης.

(iii) Κίτρινο φως, το οποίο εμφανίζεται είτε μόνο του είτε συγχρόνως με το ερυθρό φως· όταν εμφανίζεται μόνο του σημαίνει ότι κανένα όχημα δύναται να διέλθει τη γραμμή υποχρεωτικής διακοπής πορείας ή πέραν του επιπέδου του σηματοδότη, εκτός εάν βρίσκεται τόσο κοντά σε αυτά, όταν εμφανίζεται το φως, ώστε να μην δύναται να σταματήσει με ασφάλεια προτού διέλθει τη γραμμή υποχρεωτικής διακοπής πορείας ή πέραν του επιπέδου του σηματοδότη. Όταν ο σηματοδότης είναι τοποθετημένος στο μέσο ή στην απέναντι πλευρά της διασταύρωσης, η εμφάνιση του κίτρινου φωτός σημαίνει ότι ουδέν όχημα δύναται να εισέλθει στη διασταύρωση ή να προχωρήσει προς διάβαση πεζών επί της διασταύρωσης, εκτός εάν βρίσκεται τόσο κοντά σε αυτά, όταν εμφανίζεται το φως, ώστε να μη δύναται να σταματήσει με ασφάλεια προτού εισέλθει στη διασταύρωση ή προχωρήσει προς τη διάβαση πεζών. Όταν εμφανίζεται συγχρόνως με το ερυθρό φως, σημαίνει ότι ο σηματοδότης πρόκειται να μεταβληθεί σύντομα αλλά τούτο δεν επηρεάζει την απαγόρευση διέλευσης την οποία υποδεικνύει το ερυθρό φως.

(b) Αναλάμποντα φώτα:

(ί) Ένα ερυθρό αναλάμπον φως ή δύο ερυθρά αναλάμποντα εναλλασσόμενα φώτα το ένα εμφανιζόμενο όταν το άλλο σβήνει, στηριζόμενα δε επί του ίδιου ιστού, ευρισκόμενα στο ίδιο ύψος και έχοντα όψη προς την ίδια κατεύθυνση, σημαίνουν ότι τα οχήματα δεν πρέπει να διέρχονται πέραν του επιπέδου του σηματοδότη. Τα φώτα αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο σε ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις, σε προσβάσεις προς κινητές γέφυρες ή αποβάθρες αποβίβασης οχηματαγωγών, καθώς και για να υποδηλώσουν ότι τα κυκλοφορούντα οχήματα δεν δύνανται να προχωρήσουν διότι πυροσβεστικά οχήματα εισέρχονται στην οδό, ή προσεγγίζει αεροπλάνο, το οποίο θα διασχίσει την οδό σε χαμηλό ύψος.

(ii) Ένα μόνο αναλάμπον κίτρινο φως ή δύο αναλάμποντα εναλλασσόμενα κίτρινα φώτα σημαίνουν ότι οι οδηγοί δύνανται να προχωρήσουν, αλλά μόνο καταβάλλοντος ιδιαίτερη προσοχή.

2. Οι σηματοδότες του τρίχρωμου συστήματος θα αποτελούνται από τρία σταθερά φώτα, ερυθρού, κίτρινου και πράσινου χρώματος αντίστοιχα· το πράσινο φως πρέπει να εμφανίζεται μόνο όταν το ερυθρό και το κίτρινο έχουν σβήσει.

3. Οι σηματοδότες του δίχρωμου συστήματος θα αποτελούνται από ένα σταθερό ερυθρό και ένα σταθερό πράσινο φως. Το ερυθρό και το πράσινο φως δεν πρέπει να εμφανίζονται ταυτόχρονα. Σηματοδότες του δίχρωμου συστήματος πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε προσωρινές εγκαταστάσεις, υπό τον περιορισμό του Άρθρου 3, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης ως προς τον επιτρεπόμενο χρόνο για την αντικατάσταση των υφισταμένων εγκαταστάσεων.

3.bis (a) Οι διατάξεις του Άρθρου 6, παράγραφοι 1, 2 και 3 της Σύμβασης σχετίζονται με τις πινακίδες σήμανσης των οδών εφαρμόζονται επί των σηματοδοτών της κυκλοφορίας πλην εκείνων που χρησιμοποιούνται σε σιδηροδρομικές διαβάσεις.

(b) Φωτεινοί σηματοδότες της κυκλοφορίας σε διασταυρώσεις πρέπει να τοποθετούνται πριν την διασταύρωση ή στο μέσο και άνωθεν αυτής· δύνανται να επαναλαμβάνονται στην απώτερη πλευρά της διασταύρωσης και/ή στο ύψος των οφθαλμών του οδηγού.

(c) Επιπλέον, συνιστάται η εσωτερική νομοθεσία να προβλέπει ότι οι φωτεινοί σηματοδότες της κυκλοφορίας:

(ΐ) πρέπει να τοποθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην παρεμποδίζουν την κυκλοφορία των οχημάτων επί του οδοστρώματος και, εάν τοποθετούνται στα άκρα των οδών, να παρεμποδίζουν όσο το δυνατόν λιγότερο τους πεζούς,

(ii) πρέπει να είναι εύκολα ορατοί από απόσταση και να είναι εύκολα κατανοητοί για τους προσεγγίζοντες αυτούς,

(iii) θα προτυποποιούνται στην επικράτεια εκάστου Συμβαλλομένου Μέρους για τις διάφορες κατηγορίες οδών.

4. Τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος Άρθρου φώτα του τρίχρωμου και δίχρωμου συστήματος πρέπει να τοποθετούνται είτε κατακόρυφα είτε οριζόντια.

5. Όταν οι φωτεινοί σηματοδότες τοποθετούνται κατακόρυφα, το ερυθρό θα τοποθετείται στο πάνω τμήμα, ενώ όταν τοποθετούνται οριζόντια, το ερυθρό θα τοποθετείται προς την πλευρά της αντίθετης κυκλοφορίας.

6. Στα τρίχρωμα συστήματα, το κίτρινο φως πρέπει να τοποθετείται στο μέσο.

7. Όλα τα φώτα των σηματοδοτών του τρίχρωμου και δίχρωμου συστήματος που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος Άρθρου πρέπει να είναι κυκλικά. Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 αυτού ερυθρά αναλάμποντα φώτα πρέπει ομοίως να είναι κυκλικά.

8. Αναλάμπον κίτρινο φως μπορεί να εγκατασταθεί μόνο του. Το φως αυτό μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί αντί του τρίχρωμου συστήματος τις ώρες κατά τις οποίες η κυκλοφορία είναι αραιή.

9. Σε τρίχρωμα συστήματα, το ερυθρό, κίτρινο και πράσινο φως μπορούν να αντικατασταθούν από βέλη του ίδιου χρώματος επί μαύρου φόντου. Όταν φωτίζονται, τα βέλη αυτά έχουν την ίδια σημασία με τα φώτα, αλλά η απαγόρευση ή άδεια περιορίζεται στην κατεύθυνση ή τις κατευθύνσεις που υποδεικνύουν το βέλος ή τα βέλη. Βέλη υποδεικνύοντα ότι τα κυκλοφορούντα οχήματα δύνανται να προχωρήσουν ευθεία μπροστά πρέπει να δείχνουν προς τα πάνω. Μπορούν να χρησιμοποιούνται μαύρα βέλη επί ερυθρού, κίτρινου ή πράσινου φόντου. Τα βέλη αυτά έχουν την ίδια έννοια με τα προαναφερόμενα βέλη.

10. Όταν σηματοδότης τρίχρωμου συστήματος περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα πρόσθετα πράσινα φώτα υπό τη μορφή ενός ή περισσοτέρων βελών, ο φωτισμός αυτού ή αυτών σημαίνει ότι, ασχέτως της φάσης στην οποία μπορεί να βρίσκεται εκείνη τη στιγμή το τρίχρωμο σύστημα, τα κυκλοφορούντα οχήματα δύνανται να προχωρήσουν κατά την κατεύθυνση ή κατευθύνσεις πουυποδεικνύουν το βέλος ή τα βέλη. Σημαίνει επίσης ότι, όταν τα οχήματα βρίσκονται εντός λωρίδας κυκλοφορίας προοριζόμενης για οχήματα κυκλοφορούντα προς την κατεύθυνση την οποία υποδεικνύει το βέλος, ή προς την κατεύθυνση την οποία απαιτείται να ακολουθήσουν τα οχήματα αυτά, τότε οι οδηγοί τους πρέπει να προχωρήσουν κατά την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση, εάν σταματώντας θα παρεμπόδιζαν την κίνηση των όπισθεν αυτών οχημάτων επί της ίδιας λωρίδας κυκλοφορίας, υπό την προϋπόθεση πάντοτε ότι στα οχήματα που βρίσκονται εντός του κυκλοφοριακού ρεύματος στο οποίο εισέρχονται, πρέπει να επιτρέπεται η διέλευση και ότι δεν πρέπει να εκτίθενται σε κίνδυνο οι πεζοί. Τα πρόσθετα αυτά πράσινα φώτα πρέπει κατά προτίμηση να τοποθετούνται στο ίδιο ύψος με το σύνηθες πράσινο φως.

11(a) Όταν πράσινα ή ερυθρά φώτα τοποθετούνται άνωθεν λωρίδων κυκλοφορίας που υποδεικνύονται με κατά μήκος διαγραμμίσεις επί οδοστρώματος το οποίο έχει περισσότερες από δύο λωρίδες κυκλοφορίας, το ερυθρό φως σημαίνει ότι τα κυκλοφορούντα οχήματα δε δύνανται να προχωρήσουν επί της λωρίδας κυκλοφορίας άνωθεν της οποίας είναι τοποθετημένο· το δε πράσινο φως σημαίνει ότι δύνανται να προχωρήσουν. Το κατ` αυτόν τον τρόπο τοποθετημένο ερυθρό φως πρέπει να έχει τη μορφή δύο κεκλιμένων σταυρωμένων ράβδων, το δε πράσινο τη μορφή βέλους το οποίο δείχνει προς τα κάτω.

(b) Όταν οι αρμόδιες αρχές κρίνουν αναγκαία την εισαγωγή «ενδιάμεσου» ή «μεταβατικού» σήματος για τους φωτεινούς σηματοδότες, αυτό πρέπει να έχει τη μορφή κίτρινου ή λευκού βέλους το οποίο δείχνει διαγωνίως προς τα κάτω είτε προς τα αριστερά είτε προς τα δεξιά, ή δύο τέτοιων βελών, καθένα εκ των οποίων να δείχνει προς την αντίστοιχη κατεύθυνση· τα βέλη αυτά μπορούν να είναι αναλάμποντα. Τα κίτρινα ή λευκά αυτά βέλη σημαίνουν ότι η λωρίδα κυκλοφορίας πρόκειται να κλείσει για την κυκλοφορία και ότι οι χρησιμοποιούντες αυτή τη λωρίδα πρέπει να μετακινηθούν προς τη λωρίδα που υποδεικνύει το βέλος.

11 bis Σε ειδικές περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι αναγκαία η συνεχής χρήση σηματοδότησης, δύναται να χρησιμοποιηθεί σηματοδότης υπό τη μορφή μη αναλάμποντος κίτρινου φωτός, ακολουθούμενου από μη αναλάμπον ερυθρό φως. Αναλάμπον κίτρινο φως μπορεί να προηγείται του μη αναλάμποντος κίτρινου φωτός.

12. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται να προβλέπει την εγκατάσταση σε ορισμένες ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις ενός σεληνοειδούς λευκού φωτός βραδείας αναλαμπής, το οποίο σημαίνει ότι τα κυκλοφορούντα οχήματα μπορούν να προχωρήσουν.

13. Σε περιπτώσεις στις οποίες φωτεινοί σηματοδότες της κυκλοφορίας ισχύουν μόνο για τους ποδηλάτες, ο περιορισμός αυτός δύναται να διευκρινίζεται, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο προς αποφυγή σύγχυσης, με την εισαγωγή του περιγράμματος ενός ποδηλάτου εντός του σηματοδότη ή με τη χρήση σηματοδότη μικρού μεγέθους συμπληρωμένου από ορθογώνιο πλαίσιο το οποίο

απεικονίζει ένα ποδήλατο.
Άρθρο 24
ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΠΕΖΟΥΣ

1. Τα μόνα φώτα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως φωτεινοί σηματοδότες μόνο για πεζούς είναι τα εξής, τα οποία έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στο παρόν:

(a) Σταθερά (μη αναλάμποντα) φώτα:

(ί) πράσινο φως σημαίνει ότι οι πεζοί μπορούν να διαβούν,

(iii) ερυθρό φως σημαίνει ότι οι πεζοί δεν μπορούν να εισέλθουν στο οδόστρωμα.

(b) Αναλάμποντα φώτα: αναλάμπον πράσινο φως σημαίνει ότι η χρονική περίοδος κατά την οποία οι πεζοί μπορούν να διαβούν το οδόστρωμα πρόκειται να τερματισθεί και να εμφανισθεί το ερυθρό φως.

2. Οι φωτεινοί σηματοδότες για πεζούς θα είναι του δίχρωμου συστήματος, το οποίο περιλαμβάνει δύο φώτα, ερυθρό και πράσινο αντίστοιχα. Δύο φώτα δεν πρέπει να εμφανίζονται συγχρόνως.

3. Τα φώτα θα είναι τοποθετημένα κατακόρυφα, με το ερυθρό πάντοτε πάνω και το πράσινο πάντοτε κάτω. Το ερυθρό φως θα έχει τη μορφή ιστάμενου πεζού ή ισταμένων πεζών, το δε πράσινο τη μορφή βαδίζοντος πεζού ή βαδιζόντων πεζών.

4. Οι φωτεινοί σηματοδότες για τους πεζούς πρέπει να είναι σχεδιασμένοι και διαρρυθμισμένοι κατά τρόπο ώστε να αποκλείεται κάθε ενδεχόμενο να εκληφθούν από τους οδηγούς ως φωτεινοί σηματοδότες προοριζόμενοι για την κυκλοφορία των οχημάτων.

5. Οι φωτεινοί σηματοδότες για τους πεζούς μπορούν να συμπληρώνονται από ηχητικά σήματα ή σήματα αφής σε διαβάσεις πεζών προκειμένου να διευκολύνεται η διάβαση του οδοστρώματος από τυφλούς πεζούς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΟΔΩΝ
Άρθρο 25

Διαγραμμίσεις του οδοστρώματος πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν οι αρμόδιες αρχές τις θεωρούν αναγκαίες για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας ή για την προειδοποίηση ή καθοδήγηση των χρηστών των οδών. Μπορούν δε να χρησιμοποιούνται είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό με άλλες πινακίδες σήμανσης ή σηματοδότες προκειμένου να τονισθεί ή διευκρινισθεί η έννοια αυτών.
Άρθρο 26α

1. Η διαγράμμιση λωρίδων προοριζόμενων για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ποδηλατολωρίδων, θα γίνεται μέσω γραμμών οι οποίες θα πρέπει να διακρίνονται ευκρινώς από άλλες συνεχείς ή διακεκομμένες γραμμές επί του οδοστρώματος, διαθέτοντας ιδίως μεγαλύτερο πλάτος και λιγότερη απόσταση μεταξύ των ταινιών.

2. Όταν μία λωρίδα προορίζεται για οχήματα δημόσιων συγκοινωνιών, η οδός θα διαγραμμίζεται με τη λέξη «ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ» ή το γράμμα «Α». Η πινακίδα υπόδειξης μίας τέτοιας γραμμής θα έχει τη μορφή τετραγώνου κατά τα περιγραφόμενα στο παράρτημα 1, Ενότητα Ε, ή τη μορφή κύκλου κατά τα περιγραφόμενα στο παράρτημα 1, Ενότητα D της παρούσας Σύμβασης, απεικονίζοντας το λευκό σύμβολο ενός λεωφορείου επί κυανού φόντου. Τα Διαγράμματα 28a και 28b του παραρτήματος 2 της παρούσας Σύμβασης αποτελούν παραδείγματα διαγραμμίσεων για λωρίδα προοριζόμενη για οχήματα δημοσίων συγκοινωνιών.

3. Η εσωτερική νομοθεσία θα διευκρινίζει υπό ποιες συνθήκες άλλα οχήματα μπορούν να χρησιμοποιήσουν ή να διασχίσουν την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 λωρίδα κυκλοφορίας.
Άρθρο 27

1. Εγκάρσια διαγράμμιση αποτελούμενη από συνεχή γραμμή επί του πλάτους μίας ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας υποδεικνύει τη γραμμή πίσω από την οποία απαιτείται να σταματούν οι οδηγοί λόγω της αναφερόμενης στο Άρθρο 10, παράγραφος 3 της παρούσας Σύμβασης, πινακίδας Β,2 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ». Η διαγράμμιση αυτή μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να υποδείξει τη γραμμή πίσω από την οποία ενδέχεται να απαιτείται να σταματούν οι οδηγοί λόγω φωτεινού σηματοδότη, ή λόγω σήματος διδόμενου από εξουσιοδοτημένο τροχονόμο ο οποίος ρυθμίζει την κυκλοφορία, ή πριν από ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση. Η λέξη «STOP» μπορεί να σημειώνεται επί του οδοστρώματος πριν από τις συνοδεύουσες την Πινακίδα Β,2 διαγραμμίσεις.

Δύο γειτονικές συνεχείς γραμμές δε θα χρησιμοποιούνται για τη χάραξη της γραμμής υποχρεωτικής διακοπής πορείας.

2. Εφόσον τούτο δεν είναι τεχνικά αδύνατο, η περιγραφόμενη στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου εγκάρσια διαγράμμιση θα γίνεται επί του οδοστρώματος όπου εγκαθίσταται Πινακίδα Β,2.

3. Εγκάρσια διαγράμμιση αποτελούμενη από συνεχή γραμμή επί του πλάτους μίας ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας υποδεικνύει τη γραμμή την οποία δεν μπορούν κανονικά να διέρχονται τα οχήματα όταν παραχωρούν προτεραιότητα, συμμορφούμενα προς την αναφερόμενη στο Άρθρο 10, παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης Πινακίδα Β,1 «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ».

Πριν από τη διαγράμμιση αυτή, μπορεί να σημειώνεται επί του οδοστρώματος, για να συμβολίζει την Πινακίδα Β,1, ευρύπλευρο τρίγωνο, με τη μία πλευρά του παράλληλη προς τη διαγράμμιση και την απέναντι της κορυφή να δείχνει προς τα προσεγγίζοντα οχήματα.

Δύο γειτονικές διακεκομμένες γραμμές δε θα χρησιμοποιούνται για να υποδεικνύουν τη γραμμή, την οποία δε δύνανται κανονικά να διέλθουν τα οχήματα όταν παραχωρούν προτεραιότητα, συμμορφούμενα προς την πινακίδα Β,1 «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ».

4. Για τη χάραξη των διαβάσεων πεζών πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά προτίμηση πλατιές σχετικά λωρίδες, παράλληλες προς τον άξονα του οδοστρώματος.

5. Για τη χάραξη των διαβάσεων ποδηλατιστών θα χρησιμοποιούνται διακεκομμένες γραμμές αποτελούμενες από τετράγωνα ή παραλληλόγραμμα.
Άρθρο 28

1. Άλλες διαγραμμίσεις επί του οδοστρώματος, όπως βέλη, παράλληλες ή λοξές λωρίδες, ή αναγραφές, μπορούν να χρησιμοποιούνται προς επανάληψη των οδηγιών που δίδουν οι πινακίδες, ή για να παρέχουν στους χρήστες των οδών πληροφορίες οι οποίες δεν μπορούν να διαβιβασθούν κατάλληλα με πινακίδες. Οι διαγραμμίσεις αυτές πρέπει να χρησιμοποιούνται ιδίως για να υποδεικνύουν τις οριογραμμές ζωνών ή λωρίδων στάθμευσης, για να υποδεικνύουν στάσεις λεωφορείων ή ηλεκτροκίνητων λεωφορείων, όπου απαγορεύεται η στάθμευση, καθώς και για την προεπιλογή λωρίδας κυκλοφορίας πριν από διασταυρώσεις. Εν τούτοις, αν υπάρχει βέλος επί του οδοστρώματος, όπου τούτο είναι διαιρεμένο σε λωρίδες κυκλοφορίας μέσω κατά μήκος διαγραμμίσεων, οι οδηγοί πρέπει να ακολουθούν την κατεύθυνση ή μία από τις κατευθύνσεις που υποδεικνύονται εντός της λωρίδας κυκλοφορίας κατά μήκος της οποίας κινούνται.

2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 27, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης οι οποίες αφορούν τις διαβάσεις πεζών, η διαγράμμιση τμήματος του οδοστρώματος ή μίας περιοχής ελαφρά ανυψωμένης πάνω από το επίπεδο του οδοστρώματος, με παράλληλες λοξές λωρίδες πλαισιωμένες από μία συνεχή γραμμή ή με διακεκομμένες γραμμές σημαίνει, στη μεν περίπτωση περιοχών πλαισιωμένων από συνεχή γραμμή ότι τα οχήματα δεν πρέπει να εισέρχονται στην περιοχή αυτή, στη δε περίπτωση περιοχών πλαισιωμένων από διακεκομμένες γραμμές ότι τα οχήματα δεν πρέπει να εισέρχονται στην περιοχή αυτή αν δεν γίνει αντιληπτό ότι τούτο είναι ασφαλές, ή για να στρίψουν σε συμβαλλόμενη οδό επί της αντίθετης πλευράς του οδοστρώματος.

3. Τεθλασμένη γραμμή (ζιγκ-ζαγκ) στην πλευρά του οδοστρώματος σημαίνει ότι η στάθμευση επί της πλευράς αυτής απαγορεύεται επί του μήκους στο οποίο εκτείνεται η γραμμή αυτή. Μία τέτοια γραμμή συνοδευόμενη πιθανώς από τη λέξη «ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ» ή το γράμμα «Α» μπορεί να χρησιμοποιείται για την υπόδειξη στάσης λεωφορείου ή ηλεκτροκίνητου λεωφορείου.

4. Συνεχής γραμμή επί του κρασπέδου ή του άκρου του οδοστρώματος σημαίνει ότι, στο μήκος που εκτείνεται η γραμμή αυτή, και επί της πλευράς του οδοστρώματος στην οποία τυγχάνει εφαρμογής η εν λόγω γραμμή, η στάση και η στάθμευση απαγορεύονται ή υπόκεινται σε περιορισμούς υποδεικνυόμενους με άλλα μέσα.

5. Διακεκομμένη γραμμή επί του κρασπέδου ή του άκρου του οδοστρώματος σημαίνει ότι, στο μήκος που εκτείνεται η γραμμή αυτή, και επί της πλευράς του οδοστρώματος στην οποία τυγχάνει εφαρμογής η εν λόγω γραμμή, η στάθμευση απαγορεύεται ή υπόκειται σε περιορισμούς υποδεικνυόμενους με άλλα μέσα.

6. Η διαγράμμιση λωρίδας κυκλοφορίας με συνεχή ή διακεκομμένη γραμμή συνοδευόμενη από πινακίδες σήμανσης ή διαγραμμίσεις της οδού με λέξεις καθορίζουσες ορισμένες κατηγορίες οχημάτων, όπως για παράδειγμα λεωφορεία, ταξί, κλπ., σημαίνει ότι η λωρίδα κυκλοφορίας προορίζεται για αποκλειστική χρήση από τα κατ` αυτόν τον τρόπο υποδεικνυόμενα οχήματα.
Άρθρο 29

1. Οι αναφερόμενες στα Άρθρα 26 έως 28 της παρούσας Σύμβασης διαγραμμίσεις των οδών μπορούν να χρωματισθούν επί του οδοστρώματος, ή να σημειωθούν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο υπό την προϋπόθεση ότι αυτός είναι εξίσου αποτελεσματικός.

2. Οι διαγραμμίσεις των οδών θα είναι λευκές. Ο όρος «λευκές» περιλαμβάνει και τις αποχρώσεις του αργυρού ή ανοικτού φαιού χρώματος. Εν τούτοις:

– διαγραμμίσεις υποδεικνύουσες χώρους στους οποίους η στάθμευση υπόκειται σε ορισμένους όρους ή περιορισμούς μπορούν να είναι κυανού χρώματος,

– τεθλασμένες γραμμές (ζιγκ-ζαγκ) υποδεικνύουσες χώρους στους οποίους απαγορεύεται η στάθμευση θα είναι κίτρινου χρώματος,

– η συνεχής ή διακεκομμένη γραμμή επί του κρασπέδου ή του άκρου του οδοστρώματος η οποία υποδεικνύει ότι η στάση ή η στάθμευση απαγορεύονται ή υπόκεινται σε περιορισμούς θα είναι κίτρινου χρώματος.

Εάν χρησιμοποιείται κίτρινη γραμμή προς ένδειξη απαγόρευσης ή περιορισμών της στάσης ή στάθμευσης, η κίτρινη γραμμή πρέπει, εφόσον υπάρχει λευκή γραμμή υποδεικνύουσα το άκρο του οδοστρώματος, να βρίσκεται εξωτερικώς και παραπλεύρως της λευκής γραμμής.

3. Κατά τη χάραξη των αναγραφών, συμβόλων και βελών των διαγραμμίσεων των οδών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη σημαντικής επιμήκυνσης αυτών κατά την κατεύθυνση της κίνησης της κυκλοφορίας, λόγω της πολύ στενής γωνίας υπό την οποία γίνονται αυτές ορατές από τους οδηγούς.

4. Οι διαγραμμίσεις οδών που προορίζονται για κινούμενα οχήματα πρέπει να αναγνωρίζονται εύκολα και έγκαιρα από τους οδηγούς. Πρέπει να είναι ορατές τόσο κατά την ημέρα όσο και κατά τη νύκτα. Συνιστάται οι εν λόγω διαγραμμίσεις να είναι αντανακλαστικές, ιδίως σε περιοχές με ανεπαρκή φωτισμό.
Άρθρο 29β

1. Σε περίπτωση τροποποίησης μόνιμων διαγραμμίσεων οδών για συγκεκριμένη περίοδο, ιδίως λόγω οδικών έργων ή παρακάμψεων, θα εφαρμόζονται προσωρινές διαγραμμίσεις με χρώματα διαφορετικά από τα χρώματα που χρησιμοποιούνται για τις μόνιμες διαγραμμίσεις.

2. Οι προσωρινές διαγραμμίσεις θα προηγούνται των μόνιμων διαγραμμίσεων και οι χρήστες των οδών οφείλουν να συμμορφώνονται προς αυτές. Όταν η ταυτόχρονη παρουσία μόνιμων και προσωρινών διαγραμμίσεων οδών ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυση, οι μόνιμες διαγραμμίσεις θα καλύπτονται ή θα αφαιρούνται.

3. Οι προσωρινές διαγραμμίσεις θα είναι κατά προτίμηση αντανακλαστικές και μπορούν να συμπληρώνονται με φάρους, φωτεινά καρφιά ή ανακλαστήρες για τη βελτίωση της καθοδήγησης της κυκλοφορίας.
Άρθρο 30

Το Παράρτημα 3 της παρούσας Σύμβασης αποτελεί σειρά συστάσεων σχετικών με τη διάταξη και τη σχεδίαση διαγραμμίσεων οδών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΙΑΦΟΡΑ
Άρθρο 31
ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΟΔΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ

1. Τα όρια των οδικών έργων επί του οδοστρώματος πρέπει να υποδεικνύονται ευκρινώς.

2. Οπου η έκταση των εκτελούμενων οδικών έργων και ο φόρτος της κυκλοφορίας το δικαιολογούν, τα όρια των έργων θα επισημαίνονται με την εγκατάσταση συνεχών ή διακοπτόμενων εμποδίων χρωματισμένων με εναλλασσόμενες ραβδώσεις μαύρου και λευκού, ή μαύρου και κίτρινου χρώματος, επιπλέον δε, κατά τη νύκτα, εάν τα εμπόδια αυτά δεν είναι αντανακλαστικά, εφοδιασμένων και με φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία. Τα αντανακλαστικά στοιχεία και τα σταθερά φώτα που χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό πρέπει να έχουν ερυθρό ή βαθύ κίτρινο χρώμα, τα δε αναλάμποντα φώτα πρέπει να έχουν βαθύ κίτρινο χρώμα. Εν τούτοις:

(a) φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία τα οποία είναι ορατά μόνο από τα οχήματα που κινούνται προς τη μία κατεύθυνση κυκλοφορίας και με τα οποία επισημαίνονται τα όρια οδικών έργων επί της απέναντι πλευράς της οδού μπορούν να είναι λευκού χρώματος.

(b) φώτα και αντανακλαστικά στοιχεία με τα οποία επισημαίνονται τα όρια οδικών έργων που διαχωρίζουν τις δύο κατευθύνσεις της κυκλοφορίας μπορούν να είναι λευκού ή ανοικτού κίτρινου χρώματος.
Άρθρο 32
ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΗ ΜΕ ΦΩΤΑ Η ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

1. Συνιστάται να εφιστάται η προσοχή στην ύπαρξη πασσάλων ή νησίδων επί του οδοστρώματος μέσω λευκών ή κίτρινων φώτων, είτε λευκών ή κίτρινων αντανακλαστικών στοιχείων.

2. Αν τα άκρα του οδοστρώματος διαγραμμίζονται μέσω φώτων ή αντανακλαστικών στοιχείων, τα φώτα ή αντανακλαστικά στοιχεία θα είναι είτε:

(a) όλα λευκού ή ανοικτού κίτρινου χρώματος, είτε

(b) λευκού ή κίτρινου χρώματος προς διαγράμμιση του αντίθετου προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας άκρου του οδοστρώματος, και ερυθρού ή σκούρου κίτρινου χρώματος προς διαγράμμιση του αντίστοιχου προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας άκρου του οδοστρώματος.

(c) Έκαστο Κράτος μέρος της παρούσας Συμφωνίας θα υιοθετήσει για ολόκληρη την επικράτεια του το ίδιο χρώμα ή το ίδιο σύστημα χρωμάτων για τα φώτα ή τα αντανακλαστικά στοιχεία που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 33
ΙΣΟΠΕΔΕΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ

1. (a) Όταν εγκαθίσταται σε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση σύστημα σηματοδότησης για να προειδοποιεί περί της προσέγγισης σιδηροδρομικών συρμών ή περί του επικείμενου κλεισίματος των δρυφράκτων (κινητών φραγμάτων) ή ημιδρυφράκτων (κινητών ημιφραγμάτων), τούτο θα αποτελείται από ένα ερυθρό αναλάμπον φως και από ερυθρά φώτα εναλλάξ αναλάμποντα, κατά τα καθοριζόμενα στο άρθρο 23, παράγραφο 1(b) της Σύμβασης. Επί ισόπεδων σιδηροδρομικών διαβάσεων οι οποίες δε διαθέτουν ούτε δρύφρακτα (κινητά φράγματα) ούτε ημιδρύφακτα (κινητά ημιφράγματα), το σύστημα σηματοδότησης θα αποτελείται κατά προτίμηση από δύο ερυθρά φώτα εναλλάξ αναλάμποντα. Εν τούτοις:

(ί) Τα αναλάμποντα ερυθρά φώτα δύνανται να συμπληρώνονται ή αντικαθίστανται από φωτεινούς σηματοδότες του τρίχρωμου συστήματος ερυθρού-κίτρινου-πράσινου που περιγράφεται στο άρθρο 23, παράγραφος 2 της Σύμβασης, ή από τέτοιο σηματοδότη χωρίς το πράσινο φως, εάν επί της οδού πλησίον της ισόπεδης σιδηροδρομικής διάβασης βρίσκονται εγκατεστημένοι άλλοι φωτεινοί σηματοδότες του τρίχρωμου συστήματος, ή εάν η διάβαση είναι εφοδιασμένοι με δρύφρακτα.

(ii) Επί χωματόδρομων όπου η κυκλοφορία είναι αραιή και επί μονοπατιών δε χρειάζεται να χρησιμοποιείται παρά μόνο ηχητικό σήμα.

(b) Οι φωτεινοί σηματοδότες μπορούν να συμπληρώνονται από ηχητικό σήμα σε όλες τις περιπτώσεις.

2. Οι φωτεινοί σηματοδότες θα εγκαθίστανται στο άκρο του οδοστρώματος το αντίστοιχο προς την κατεύθυνση της κυκλοφορίας. Όποτε οι συνθήκες, όπως η ορατότητα των σηματοδοτών ή η πυκνότητα της κυκλοφορίας απαιτούν τούτο, οι σηματοδότες θα επαναλαμβάνονται και επί της άλλης πλευράς της οδού. Πάντως, εάν τούτο θεωρείται προτιμότερο λόγω των τοπικών συνθηκών, οι σηματοδότες μπορούν να επαναλαμβάνονται άνωθεν του οδοστρώματος ή επί νησίδας ευρισκόμενης επί του οδοστρώματος.

3. Σύμφωνα προς το Άρθρο 10, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης, η πινακίδα Β,2 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ» μπορεί να τοποθετείται σε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση η οποία δε διαθέτει ούτε δρύφρακτα ούτε ημιδρύφρακτα ή φωτεινή σηματοδότηση παρέχουσα ειδοποίηση περί της προσέγγισης σιδηροδρομικών συρμών στις ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις στις οποίες είναι τοποθετημένη η πινακίδα αυτή, οι οδηγοί πρέπει να σταματούν στη γραμμή υποχρεωτικής διακοπής πορείας ή, απουσία τέτοιας γραμμής, στο ύψος της πινακίδας και να μην ξεκινούν πάλι αν δε βεβαιωθούν ότι δεν πλησιάζει σιδηροδρομικός συρμός.
Άρθρο 34

1. Σε ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις εφοδιασμένες με δρύφρακτα ή εναλλάξ ημιδρύφρακτα εκατέρωθεν της σιδηροδρομικής γραμμής, η παρουσία τέτοιων δρυφράκτων ή ημιδρυφράκτων εγκαρσίως της οδού σημαίνει ότι οι χρησιμοποιούντες αυτήν δεν μπορούν να προχωρήσουν πέραν του πλησιέστερου δρυφράκτου ή ημιδρυφράκτου. Η κίνηση των δρυφράκτων προς θέση εγκαρσίως της οδού και η κίνηση των ημιδρυφάκτων έχουν την ίδια έννοια.

2. Η εμφάνιση του αναφερόμενου στο Άρθρο 33, παράγραφος 1(a) της παρούσας Σύμβασης ερυθρού φωτός ή φώτων, ή η λειτουργία του αναφερόμενου στην εν λόγω παράγραφο 1 ηχητικού σήματος, σημαίνουν ομοίως ότι οι χρησιμοποιούντες την οδό δεν μπορούν να προχωρήσουν πέραν της γραμμής υποχρεωτικής διακοπής πορείας ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια γραμμή, πέραν του ύψους του σηματοδότη, εκτός αν το σχετικό όχημα βρίσκεται τόσο κοντά στο σηματοδότη όταν εμφανίζεται το κίτρινο φως ώστε δεν μπορεί να σταματήσει με ασφάλεια πριν τον ξεπεράσει.
Άρθρο 35

1. Τα δρύφρακτα και ημιδρύφρακτα των ισόπεδων σιδηροδρομικών διαβάσεων πρέπει να είναι σαφώς χρωματισμένα με εναλλασσόμενες ραβδώσεις ερυθρού και λευκού ή ερυθρού και κίτρινου χρώματος. Δύνανται επίσης να φέρουν μόνο λευκό ή κίτρινο χρώμα, υπό τον όρο ότι θα τοποθετείται μεγάλος ερυθρός δίσκος στο μέσο αυτών.

2. Σε όλες τις ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις, οι οποίες δε διαθέτουν ούτε δρύφρακτα ούτε ημιδρύφρακτα, πρέπει να τοποθετείται, σε άμεση γειτονία προς τη σιδηροδρομική γραμμή, η περιγραφόμενη στο Παράρτημα 1, Ενότητα Α, πινακίδα Α,28. Εάν υπάρχει φωτεινός σηματοδότης που προειδοποιεί περί της προσέγγισης σιδηροδρομικών συρμών, ή πινακίδα Β,2 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ», τότε η πινακίδα Α,28 πρέπει να τοποθετείται επί του ίδιου ιστού με το φωτεινό σηματοδότη ή την πινακίδα Β,2.

Η τοποθέτηση πινακίδας Β,2 δεν είναι υποχρεωτική:

(a) Σε διασταύρωση μεταξύ οδού και σιδηροδρομικής γραμμής επί της οποίας οι κυκλοφορούντες σιδηροδρομικοί συρμοί προχωρούν με πολύ χαμηλή ταχύτητα, η δε κυκλοφορία επί της οδού ρυθμίζεται από σιδηροδρομικό υπάλληλο με τα αναγκαία σήματα χειρός, ή

(b) Σε διασταύρωση μεταξύ σιδηροδρομικής γραμμής και είτε χωματόδρομου, όπου η κυκλοφορία είναι πολύ αραιή, είτε μονοπατιού.
Άρθρο 36

1. Λόγω του ειδικού κινδύνου που παρουσιάζουν οι ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις, τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν:

(a) Να τοποθετούν μία εκ των πινακίδων αναγγελίας κινδύνου φέρουσα ένα εκ των συμβόλων Α,25, Α,26 ή Α,27 πριν από κάθε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση- εν τούτοις, δε χρειάζεται η τοποθέτηση πινακίδας:

(ϊ) σε ειδικές περιπτώσεις που μπορεί να ανακύψουν σε κατοικημένες περιοχές,

(ii) σε χωματόδρομους και μονοπάτια όπου η κυκλοφορία μηχανοκίνητων οχημάτων αποτελεί εξαίρεση.

(b) Να εφοδιάζουν όλες τις ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις με δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα, ή με σηματοδότη που προειδοποιεί για την προσέγγιση σιδηροδρομικών συρμών, εκτός εάν οι χρησιμοποιούντες την οδό μπορούν να βλέπουν τη σιδηροδρομική γραμμή από αμφότερες τις πλευρές της ισόπεδης σιδηροδρομικής διάβασης από τέτοια απόσταση ώστε, λαμβανομένης υπόψη της μέγιστης ταχύτητας των σιδηροδρομικών συρμών, ο οδηγός οχήματος που πλησιάζει τη σιδηροδρομική γραμμή από οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές να έχει χρόνο να σταματήσει πριν φθάσει στην ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση εάν θεαθει σιδηροδρομικός συρμός· επιπλέον δε, προκειμένου οι χρησιμοποιούντες την οδό, οι οποίοι βρίσκονται ήδη επί της διάβασης όταν εμφανισθεί σιδηροδρομικός συρμός, να έχουν χρόνο για να φτάσουν στην απέναντι πλευρά.Πάντως, εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου σε ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις όπου οι σιδηροδρομικοί συρμοί κινούνται με σχετικά μικρή ταχύτητα ή η κυκλοφορία μηχανοκίνητων οχημάτων επί της οδού είναι

(c) Κάθε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση με δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα, λειτουργούντα από θέση από την οποία δεν είναι αυτά ορατά, να είναι εφοδιασμένη με ένα εκ των αναφερομένων στο Άρθρο 33, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης συστημάτων σηματοδότησης για την προσέγγιση σιδηροδρομικών συρμών.

(d) Κάθε ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση με δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα λειτουργούντα αυτομάτως με την προσέγγιση σιδηροδρομικών συρμών, να είναι εφοδιασμένη με ένα εκ των αναφερομένων στο Άρθρο 33, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης συστημάτων σηματοδότησης για την προσέγγιση σιδηροδρομικών συρμών.

(e) Προκειμένου να καθίστανται περισσότερο ορατά τα δρύφρακτα ή ημιδρύφρακτα, να είναι αυτά εφοδιασμένα με αντανακλαστικό υλικό ή αντανακλαστικά στοιχεία και, εν ανάγκη, να φωτίζονται κατά τη νύκτα- επιπλέον, σε οδούς επί των οποίων η κυκλοφορία κατά τη νύκτα είναι αυξημένη, να εφοδιάζονται οι πινακίδες αναγγελίας κινδύνου που είναι εγκατεστημένες πριν την ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση με αντανακλαστικό υλικό ή αντανακλαστικά στοιχεία και, εν ανάγκη, να φωτίζονται αυτές κατά τη νύκτα.

(f) Όπου αυτό είναι δυνατόν, πλησίον ισόπεδων σιδηροδρομικών διαβάσεων εφοδιασμένων με ημιδρύφρακτα, να τοποθετείται στο μέσο του οδοστρώματος κατά μήκος διαγράμμιση η οποία θα απαγορεύει στα οχήματα που προσεγγίζουν την ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση να εισέρχονται στο μισό του οδοστρώματος που προορίζεται για την κυκλοφορία που κινείται κατά την αντίθετη κατεύθυνση, ή ακόμη να εγκαθίστανται κατευθυντήριες νησίδες οι οποίες θα διαχωρίζουν τα δύο αντίθετα κυκλοφοριακά ρεύματα.

2. Οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην τελευταία παράγραφο του Άρθρου 35, παράγραφος 2 της παρούσας Σύμβασης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 37

1. Η παρούσα Σύμβαση θα βρίσκεται κατατεθειμένη στη Νέα Υόρκη, έδρα των Ηνωμένων. Εθνών, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1969 προς υπογραφή από όλα τα Κράτη-μέλη των Ηνωμένων Εθνών, ή από οποιονδήποτε από τους ειδικούς οργανισμούς, ή τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, ή τα Μέλη του Καταστατικού Χάρτη του Διεθνούς Δικαστηρίου, καθώς και από οποιοδήποτε Κράτος, προσκαλούμενο από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών να καταστεί μέλος της παρούσας Σύμβασης.

2. Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση. Οι πράξεις επικύρωσης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η παρούσα Σύμβαση θα παραμείνει κατατεθειμένη προς προσχώρηση από οποιοδήποτε από τα Κράτη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου. Οι πράξεις προχώρησης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 38

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο της υπογραφής ή επικύρωσης της παρούσας Σύμβασης ή προσχώρησης του σε αυτήν, ή οποιαδήποτε μεταγενέστερη στιγμή να δηλώσει με γνωστοποίηση, απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ότι η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ επί όλων ή επί οποιουδήποτε εκ των εδαφών για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι αυτό υπεύθυνο. Η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ επί του εδάφους ή των εδαφών των κατονομαζομένων στη γνωστοποίηση τριάντα ημέρες μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα, ή κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Σύμβασης για το Κράτος που προβαίνει στη γνωστοποίηση, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

2. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο προβαίνει σε γνωστοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου θα γνωστοποιεί εκ μέρους των εδαφών για τα οποία γίνεται η εν λόγω γνωστοποίηση, τις προβλεπόμενες στο Άρθρο 46, παράγραφο 2 της παρούσας Σύμβασης δηλώσεις.

3. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο προέβη σε δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου δύναται, οποιαδήποτε μεταγενέστερη στιγμή, να δηλώσει μέσω γνωστοποίησης απευθυνόμενης προς τον Γενικό Γραμματέα ότι η Σύμβαση θα παύσει να έχει εφαρμογή επί του εδάφους που κατονομάζεται στην κοινοποίηση και τούτο θα συμβεί ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 39

1. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης του δέκατου πέμπτου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε Κράτος το οποίο επικυρώνει ή προσχωρεί στη Σύμβαση ™*^£**»^ του δέκατου πέμπτου εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης, η Σύμβαση Θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το εν λόγω Κράτος του εγγράφου επικύρωσης ή προσχώρησης του.
Άρθρο 40

Η παρούσα Σύμβαση, όταν τεθεί σε ισχύ, θα καταργήσει και αντικαταστήσει, στις σχέσεις μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών, τη Σύμβαση για την Ενοποίηση της Σηματοδότησης των Οδών η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη στις 30 Μαρτίου 1931, ή το Πρωτόκολλο επί της Οδικής Σήμανσης και Σηματοδότησης, το οποίο κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη στις 19 Σεπτεμβρίου 1949.
Άρθρο 41

1. Μετά την πάροδο ενός έτους από την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί να προτείνει μία ή παραπάνω τροποποιήσεις στη Σύμβαση. Το κείμενο οποιασδήποτε προταθείσας τροποποίησης, συνοδευόμενο από επεξηγηματικό υπόμνημα, θα διαβιβασθεί στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα το κοινοποιήσει σε όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη.

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχουν τη δυνατότητα να τον ενημερώσουν εντός περιόδου δώδεκα μηνών από τη θέση του σε κυκλοφορία αν α) αποδέχονται την τροποποίηση, ή β) απορρίπτουν την τροποποίηση, ή γ) επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προκειμένου να εξετασθεί η τροποποίηση. Ο Γενικός Γραμματέας ομοίως θα διαβιβάσει το κείμενο της προταθείσας τροποποίησης σε όλα τα άλλα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

2 (a) Οποιαδήποτε προταθείσα τροποποίηση η οποία έχει κοινοποιηθεί συμφωνά με την προηγούμενη παράγραφο θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή αν εντός της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο περιόδου των δώδεκα μηνών λιγότερα από το ένα τρίτο των Συμβαλλομένων Μερών ειδοποιήσουν τον Γενικό Γραμματέα ότι είτε απορρίπτουν την τροποποίηση, είτε επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης για να εξετασθεί αυτή. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με οποιαδήποτε αποδοχή ή απόρριψη εκάστης προταθείσας τροποποίησης και σχετικά με τα αιτήματα σύγκλησης διάσκεψης. Αν ο συνολικός αριθμός των απορρίψεων και των αιτημάτων που έχουν ληφθεί κατά τη διάρκεια της ταχθείσας δωδεκάμηνης περιόδου είναι μικρότερος του ενός τρίτου του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ότι η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την εκπνοή της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο δωδεκάμηνης περιόδου για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, εντός της ταχθείσας περιόδου, απέρριψαν την τροποποίηση ή ζήτησαν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής.

(b) Έκαστο Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο, κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, απέρριψε προταθείσα τροποποίηση ή ζήτησε τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής, δύναται, οποιαδήποτε στιγμή μετά τη λήξη της εν λόγω περιόδου να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει την εν λόγω γνωστοποίηση σε όλα τα υπόλοιπα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ,όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη που έχουν γνωστοποιήσει την αποδοχή τους, έξι μήνες μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης τους από τον Γενικό Γραμματέα.

3. Εάν προταθείσα τροποποίηση δε γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου και εάν, εντός της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου, λιγότερα από τα μισά του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών γνωστοποιήσουν στον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την προταθείσα τροποποίηση, και εάν το ένα τρίτο τουλάχιστον του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών αλλά όχι λιγότερα από δέκα, ειδοποιήσουν αυτόν ότι την αποδέχονται ή ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης για την εξέταση αυτής, τότε ο Γενικός Γραμματέας θα συγκαλέσει διάσκεψη με σκοπό την εξέταση της προταθείσας τροποποίησης ή οποιασδήποτε άλλης πρότασης που ενδέχεται να του υποβληθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου.

4. Σε περίπτωση σύγκλησης διάσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος ` Άρθρου, ο Γενικός Γραμματέας θα προσκαλέσει σε αυτήν όλα τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45 παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης Κράτη. Θα ζητήσει από όλα τα προσκληθέντα στη διάσκεψη Κράτη να του υποβάλουν, τουλάχιστον έξι Μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της, όλες τις προτάσεις τις οποίες τυχόν επιθυμούν να εξετάσει η διάσκεψη επιπλέον της προταθείσας τροποποίησης και θα κοινοποιήσει τς εν λόγω προτάσεις, τουλάχιστον τρεις μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της διάσκεψης, σε όλα τα προσκληθέντα στη διάσκεψη Κράτη.

5. (a) Οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας Σύμβασης θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή εάν έχει υιοθετηθεί από πλειοψηφία των δύο τρίτων των Κρατών που εκπροσωπούνται στη διάσκεψη, υπό την προϋπόθεση ότι στην πλειοψηφία αυτή συμπεριλαμβάνονται τα δύο τρίτα τουλάχιστον του αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών που εκπροσωπούνται στη διάσκεψη. Ο Γενικός Γραμματέας θα γνωστοποιεί σε όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη την υιοθέτηση της τροποποίησης και η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία γνωστοποίησης της για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου γνωστοποίησαν στον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την τροποποίηση.

(b) Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο απέρριψε την τροποποίηση κατά την εν λόγω δωδεκάμηνη περίοδο δύναται ανά πάσα στιγμή να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση αυτή, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει τη γνωστοποίηση αυτή σε όλα τα υπόλοιπα Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, όσον αφορά το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει γνωστοποιήσει την αποδοχή του, έξι μήνες μετά την παραλαβή από τον Γενικό Γραμματέα της σχετικής γνωστοποίησης ή στο τέλος της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου,αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

6. Σε περίπτωση που η προταθείσα τροποποίηση δε θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζει η παράγραφος 3 του παρόντος Άρθρου για τη σύγκληση διάσκεψης, η προταθείσα τροποποίηση θα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.
Άρθρο 42

Οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύναται να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με έγγραφη γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία αρχίζει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 43

Η παρούσα Σύμβαση θα παύσει να ισχύει σε περίπτωση που ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών είναι μικρότερος από πέντε για οποιαδήποτε περίοδο 12 συνεχόμενων μηνών.
Άρθρο 44

Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, σχετιζόμενη με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης και την οποία τα Μέρη δε δύνανται να διευθετήσουν μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλων μέσων διακανονισμού, δύναται να παραπεμφθεί, με αίτημα οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών το οποίο αφορά η διένεξη, στο Διεθνές Δικαστήριο προς λήψη απόφασης.
Άρθρο 45

Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος να προβαίνει στις ενέργειες εκείνες, συμβιβαζόμενες με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και περιοριζόμενες στις άμεσες ανάγκες της κατάστασης, που θεωρεί αναγκαίες για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια του.
Άρθρο 46

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής της παρούσας Σύμβασης ή κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι δε θεωρεί εαυτόν δεσμευμένο από το Άρθρο 44 της παρούσας Σύμβασης. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα δεσμεύονται από το Άρθρο 44 σε σχέση προς οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο προέβη σε τέτοια δήλωση.

2 (a) Κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, οποιοδήποτε Κράτος δύναται, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα, να δηλώσει για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης:

(ί) ποιο εκ των υποδειγμάτων Aa και ΑΒ επιλέγει ως πινακίδα αναγγελίας κινδύνου (Άρθρο 9, παρ.1) και

(ii) ποιο εκ των υποδειγμάτων Ba και Bb επιλέγει ως πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας (STOP) (Άρθρο 10, παρ.3). Οποιοδήποτε Κράτος δύναται στη συνέχεια, οποιαδήποτε στιγμή, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα, να μεταβάλει την επιλογή του αντικαθιστώντας τη δήλωση του με άλλη,

(b) Κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, οποιοδήποτε Κράτος δύναται, με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα, να δηλώσει ότι για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης θεωρεί τα μοτοποδήλατα ως μοτοσικλέτες (Άρθρο 1 (Ι)).

Με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα, οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται, σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να αποσύρει τη δήλωση του.

3. Οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 2 του παρόντος Άρθρου δηλώσεις θα αρχίσουν να ισχύουν έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα ή την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ η Σύμβαση για το Κράτος που προβαίνει στη δήλωση, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

4. Τυχόν επιφυλάξεις επί της παρούσας Σύμβασης και των παραρτημάτων αυτής, πλην της επιφύλαξης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος Άρθρου, επιτρέπονται υπό τον όρο της έγγραφης διατύπωσης τους και, εάν διατυπώνονται πριν την κατάθεση της πράξης κύρωσης ή προσχώρησης, υπό τον όρο της επιβεβαίωσης τους στην εν λόγω πράξη. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί τις επιφυλάξεις αυτές σε όλα τα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 45, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

5. Οποιοδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών το οποίο έχει διατυπώσει επιφύλαξη ή έχει προβεί σε δήλωση κατά τις παραγράφους 1 ή 4 του παρόντος Άρθρου, δύναται να την αποσύρει οποτεδήποτε με γνωστοποίηση απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα.

6. Επιφύλαξη διατυπωθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος Άρθρου:

(a) τροποποιεί, για το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε την επιφύλαξη, τις διατάξεις εκείνες της Σύμβασης στις οποίες αναφέρεται η επιφύλαξη, μέχρι του σημείου στο οποίο εκτείνεται η επιφύλαξη,

(b) τροποποιεί τις διατάξεις αυτές μέχρι του ίδιου σημείου και για τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά τις σχέσεις τους προς το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε την επιφύλαξη.
Άρθρο 47

Επιπλέον των δηλώσεων, γνωστοποιήσεων και κοινοποιήσεων των προβλεπόμενων στα Αρθρα 41 και 46 της παρούσας Σύμβασης, ο Γενικός Γραμματέας θα γνωστοποιεί σε όλα τα αναφερόμενα στο Άρθρο 37, παράγραφος 1, Κράτη τα ακόλουθα:

(a) υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις κατά το Άρθρο 37,

(b) δηλώσεις κατά το Άρθρο 38,

(c) τις ημερομηνίες θέσης σε ισχύ της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με το Άρθρο 39,

(d) την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των τροποποιήσεων της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με το Άρθρο 41, παράγραφοι 2 και 5,

(e) τις καταγγελίες βάσει του Άρθρου 42,

(f) τη λήξη της παρούσας Σύμβασης κατά το Άρθρο 43.
Άρθρο 48

Το πρωτότυπο της παρούσας Σύμβασης, της οποίας τα κείμενα στην κινεζική, αγγλική, γαλλική,ρωσική και ισπανική γλώσσα, συνταχθέντα σε ένα αντίτυπο, είναι εξίσου αυθεντικά, θα κατατεθεί στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα αυτού σε όλα τα Κράτη τα αναφερόμενα στο Άρθρο 37, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

Σε πιστοποίηση των οποίων, οι κάτωθι Πληρεξούσιοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

Συνετάχθη στη Βιέννη την όγδοη ημέρα του Νοεμβρίου, του έτους χίλια εννιακόσια εξήντα οκτώ.
ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ

ΕΝΟΤΗΤΑ Α

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΑΝΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Ι. ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ

1. ΟΙ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΑΝΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ «Α» θα είναι του υποδείγματος Aa ή Ab, αμφότερα

περιγραφόμενα στο παρόν και απεικονιζόμενα στο Παράρτημα 3, πλην των πινακίδων Α,28 και

Α,29 οι οποίες περιγράφονται στις πιο κάτω παραγράφους 28 και 29 αντίστοιχα. Το υπόδειγμα Aa

είναι ισόπλευρο τρίγωνο το οποίο έχει τη μία πλευρά οριζόντια και την απέναντι κορυφή άνωθεν

αυτής· το εσωτερικό είναι λευκό ή κίτρινο, το δε περιθώριο ερυθρό. Το υπόδειγμα Ab είναι

τετράγωνο με τη μία διαγώνιο κατακόρυφη-το εσωτερικό είναι κίτρινο και το περιθώριο, το οποίο

είναι απλώς μία λεπτή γραμμή, είναι μαύρο. Τα αναγραφόμενα επί των πινακίδων αυτών σύμβολα

είναι μαύρου ή σκούρου κυανού χρώματος, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην περιγραφή αυτών.

2. Η πλευρά της πινακίδας κανονικού μεγέθους του υποδείγματος Aa θα έχει μήκος περίπου 0,90

μ., ενώ εκείνη της πινακίδας μικρού μεγέθους του υποδείγματος Aa θα έχει μήκος όχ^ μικρότερο

από 0,60 μ. Η πλευρά της πινακίδας κανονικού μεγέθους του υποδείγματος Α θα έχει μήκος

περίπου 0,60 μ., ενώ εκείνη της πινακίδας μικρού μεγέθους του υποδείγματος Ab θα έχει μήκος όχι

μικρότερο από 0,40 μ.

3. Όσον αφορά την επιλογή μεταξύ των υποδειγμάτων Aa και Αb, βλέπε Άρθρο 5, παράγραφος 2,

και Άρθρο 9, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης.

II. ΣΥΜΒΟΛΑ ΚΑΙ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΙΝΑΚΙΔΩΝ

1. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΣΤΡΟΦΗ Η ΣΤΡΟΦΕΣ

Αναγγελία επικίνδυνης στροφής ή διαδοχικών επικίνδυνων στροφών θα δίδεται με ένα εκ των

ακόλουθων συμβόλων, οποιοδήποτε αρμόζει:

(a) A,1a: αριστερή στροφή

(b) Α, 1b δεξιά στροφή

(c) Α, 1c αντίρροπες στροφές, ή διαδοχικές στροφές περισσότερες από δύο, η πρώτη αριστερά

(d) A,1d: αντίρροπες στροφές, ή διαδοχικές στροφές περισσότερες από δύο, η πρώτη δεξιά

2. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΚΑΤΩΦΕΡΕΙΑ

(a) Προκειμένου να δίδεται προειδοποίηση για απότομη κατωφέρεια, θα χρησιμοποιείται το

σύμβολο A,2a.

(b) Το αριστερό τμήμα του συμβόλου A,2a θα καταλαμβάνει την αριστερή γωνία της πινακίδας, η

δε βάση του θα εκτείνεται επί ολόκληρου του πλάτους της πινακίδας. Ο αριθμός δείχνει την κλίση

του εδάφους σε ποσοστό.

3. ΑΠΟΤΟΜΗ ΑΝΩΦΕΡΕΙΑ

(a) Προκειμένου να δίδεται προειδοποίηση για απότομη ανωφέρεια, θα χρησιμοποιείται το

σύμβολο A,3a.

(b) Το δεξί τμήμα του συμβόλου A,3a θα καταλαμβάνει τη δεξιά γωνία της πινακίδας, η δε βάση

του θα εκτείνεται επί ολόκληρου του πλάτους της πινακίδας. Ο αριθμός δείχνει την κλίση του

εδάφους σε ποσοστό.

4. ΣΤΕΝΩΣΗ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ

Προειδοποίηση ότι το οδόστρωμα καθίσταται στη συνέχεια στενότερο θα δίδεται με το σύμβολο

A,4a, ή με σύμβολο το οποίο δείχνει σαφέστερα το περίγραμμα της οδού, όπως το σύμβολο A,4b.

5. ΚΙΝΗΤΗ ΓΕΦΥΡΑ

(a) Προειδοποίηση για κινητή γέφυρα θα δίδεται με το σύμβολο Α,5.

(b) Ορθογώνιο πλαίσιο του τύπου A,29a που περιγράφεται στο Παράρτημα 3, Ενότητα C, μπορεί

να τοποθετείται κάτωθεν της πινακίδας αναγγελίας κινδύνου που φέρει το σύμβολο Α 5 υπό την

προϋπόθεση ότι πινακίδες του περιγραφόμενου στο εν λόγω παράρτημα` τύπου A,29b και A,29c θα

τοποθετούνται στο ένα τρίτο και τα δύο τρίτα περίπου της απόστασης μεταξύ της πινακίδας με το

σύμβολο Α,5 και της κινητής γέφυρας.

6 Η ΟΔΟΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΑΠΟΒΑΘΡΑ Η ΟΧΘΗ ΠΟΤΑΜΟΥ

Προειδοποίηση ότι η οδός οδηγεί στη συνέχεια σε αποβάθρα ή όχθη ποταμού θα δίδεται με το

σύμβολο Α,6.

7. ΑΝΩΜΑΛΗ ΟΔΟΣ

(a) Προειδοποίηση για εγκάρσια ρείθρα, υπερυψωμένες γέφυρες ή κυρτές αλλαγές κλίσεις, ή

τμήματα του οδοστρώματος που βρίσκονται σε κακή κατάσταση θα δίδεται με το σύμβολο

(b) Για την προειδοποίηση για υπερυψωμένη γέφυρα ή κυρτή αλλαγή κλίσης, το σύμβολο A,7a

μπορεί να αντικατασταθεί με το σύμβολο A,7b.

(c) Για την προειδοποίηση για εγκάρσιο ρείθρο, το σύμβολο A,7a μπορεί να αντικατασταθεί με το

σύμβολο A,7C.

8. ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΕΡΕΙΣΜΑΤΑ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα της οδού όπου τα ερείσματα είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνα θα δίδεται

με το σύμβολο Α,8.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

9. ΟΛΙΣΘΗΡΟ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑ

Προειδοποίηση ότι μπροστινό τμήμα της οδού ενδέχεται να είναι ιδιαιτέρως ολισθηρό θα δίδεται με

το σύμβολο Α,9.

10. ΑΣΥΝΔΕΤΟ ΑΜΜΟΧΑΛΙΚΟ

Προειδοποίηση για τμήμα της οδού στο οποίο ενδέχεται να εκτοξευθούν χαλίκια θα δίδεται με το

σύμβολο A,10a χρησιμοποιούμενο με την πινακίδα του υποδείγματος Aa ή με το σύμβολο A,10b με

την πινακίδα του υποδείγματος Ab.(a)

11. ΠΤΩΣΗ ΒΡΑΧΩΝ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα της οδού στο οποίο υπάρχει κίνδυνος από πτώση βράχων και, ως εκ

τούτου, από την παρουσία βράχων επί του οδοστρώματος θα δίδεται με το σύμβολο A,11a

χρησιμοποιούμενο με την πινακίδα του υποδείγματος Α ή με το σύμβολο Α 11b με την πινακίδα του

υποδείγματος Ab.

(b) Το δεξί μέρος του συμβόλου θα καταλαμβάνει τη δεξιά γωνία της πινακίδας και στις δυο

περιπτώσεις.

(c) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

12. ΔΙΑΒΑΣΗ ΠΕΖΩΝ

(a) Προειδοποίηση για διάβαση πεζών θα δίνεται με το σύμβολο Α, 12 .

(b) Το σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

13. ΠΑΙΔΙΑ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα της οδού στο οποίο κινούνται συχνά παιδιά, όπως είναι η έξοδος από

σχολείο ή γήπεδο θα δίδεται με το σύμβολο Α, 13.

(b) Το σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

14. ΕΙΣΟΔΟΣ Η ΔΙΑΒΑΣΗ ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΤΩΝ

(a) Προειδοποίηση για σημείο στο οποίο εισέρχονται συχνά στην οδό ή διαβαίνουν αυτήν

ποδηλατιστές θα δίδεται με το σύμβολο Α, 14.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

15. ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΟΙΚΟΣΙΤΩΝ Η ΑΛΛΩΝ ΖΩΩΝ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα της οδού στο οποίο υπάρχει ιδιαίτερος κίνδυνος διέλευσης ζώων θα

δίδεται από σύμβολο το οποίο αναπαριστά το περίγραμμα του ζώου, οικόσιτου ή άγριου, το οποίο

συναντάται συχνότερα, όπως το σύμβολο A,15a για οικόσιτο ζώο και το σύμβολο A,15b για άγριο

ζώο.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

16. ΟΔΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ . Προειδοποίηση ότι βρίσκονται σε εκτέλεση εργασίες επί του μπροστινού

τμήματος της οόου θα δίδεται με το σύμβολο Α, 16.

17. ΦΩΤΕΙΝΟΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΣ

(a) Εάν θεωρείται απαραίτητο να δοθεί προειδοποίηση για τμήμα οδού επί του οποίου η

κυκλοφορία ρυθμίζεται με τρίχρωμο φωτεινό σηματοδότη, διότι οι χρήστες της οδού δε θα

ανέμεναν ένα τέτοιο τμήμα, θα χρησιμοποιείται το σύμβολο Α, 17. Υπάρχουν τρεις τύποι του

συμβόλου Α, 17: A,17a, A,17b και A,17c, οι οποίοι αντιστοιχούν στη διάταξη των φώτων του

τρίχρωμου συστήματος που περιγράφεται στο Άρθρο 23, παράγραφοι 4 έως 6 της παρούσας

Σύμβασης.

(b) Το σύμβολο αυτό θα έχε. τα τρία χρώματα των φώτων γκττα οποία δίδει προειδοποίηση

18. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΟΠΟΥ Η ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΝΟΝΑ ΠΕΡΙ

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

Προειδοποίηση για διασταύρωση όπου η προτεραιότητα είναι εκείνη που ορίζεται από το γενικό

κανόνα περί προτεραιότητας που ισχύει στη χώρα θα δίνεται με το συμ^λο Α 18 . 19

19. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΜΕ ΟΔΟ ΟΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΚΙΝΟΥΜΕΝΟΙ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΟΥΝ

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ

(a) Προειδοποίηση για δ.ασταύρωση με οδό οι επί της οποίας κινούμενο, οφείλουν να

παραχωρήσουν προτεραιότητα θα δίδεται με το σύμβολο Α, 19

(b) To σύμβολο A,19a μπορεί να αντικατασταθεί με σύμβολα που υποδεικνύουν σαφέστερα το

είδος της διασταύρωσης, όπως A,19b και A,19c.

(c) Τα σύμβολα αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται σε οδό μόνο εφόσον η πινακίδα Β,1 ή Β,2 είναι

τοποθετημένη επί της οδού ή των οδών με τις οποίες σχηματίζει διασταύρωση για την οποία

δίδεται προειδοποίηση, ή αν οι οδοί αυτές είναι τέτοιες (για παράδειγμα, μονοπάτια ή

χωματόδρομοι) που, βάσει της εσωτερικής νομοθεσίας, οι οδηγοί που κινούνται επί αυτών

υποχρεούνται να παραχωρούν προτεραιότητα στη διασταύρωση ακόμα κι αν απουσιάζουν οι εν

λόγω πινακίδες. Η χρήση των συμβόλων αυτών σε οδούς επί των οποίων είναι εγκαταστημένη η

πινακίδα Β,3 περιορίζεται σε συγκεκριμένες εξαιρετικές περιπτώσεις.

20. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΜΕ ΟΔΟ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΙ ΟΔΗΓΟΙ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΧΩΡΟΥΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ

(a) Αν στη διασταύρωση είναι τοποθετημένη η πινακίδα Β,1 «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ»,

επί της πρόσβασης σε αυτή θα χρησιμοποιείται το σύμβολο Α,20.

(b) Αν στη διασταύρωση είναι τοποθετημένη η πινακίδα Β,2 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ»,

το επί της πρόσβασης χρησιμοποιούμενο σύμβολο θα είναι το A,21a ή A,21b, αναλόγως ποιο

αντιστοιχεί στο τοποθετημένο υπόδειγμα της πινακίδας Β,2.

(c) Εν τούτοις, αντί της πινακίδας Aa με αυτά τα σύμβολα, μπορεί να χρησιμοποιείται η πινακίδα

Β,1 ή Β,2 σύμφωνα με το Άρθρο 10, παράγραφος 6 της παρούσας Σύμβασης.

Η πινακίδα Β,1 ή η πινακίδα B,2a θα χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 10

παραγράφου 3 της παρούσας σύμβασης.

21. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΕ ΚΥΚΛΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ

Προειδοποίηση για προσέγγιση σε κυκλική υποχρεωτική πορεία θα δίδεται με το σύμβολο Α,22.

22. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΟΠΟΥ Η ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΡΥΘΜΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΦΩΤΕΙΝΟ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗ

Αν η κυκλοφορία στη διασταύρωση ρυθμίζεται με φωτεινό σηματοδότη, μπορεί να τοποθετείται

πινακίδα Aa φέρουσα το περιγραφόμενο στην πιο πάνω παράγραφο 17 σύμβολο Α,17, προκειμένου

να συμπληρώνει ή αντικαθιστά τις περιγραφόμενες στις πιο πάνω παραγράφους 18 έως 21

πινακίδες.

23. ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΔΙΠΛΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα οδού όπου σε μόνιμη ή προσωρινή βάση διεξάγεται κυκλοφορία

διπλής κατεύθυνσης επί του ίδιου οδοστρώματος, όταν στο προηγούμενο τμήμα η κυκλοφορία

διεξαγόταν επί μονόδρομου ή επί οδού αποτελούμενης από διάφορα οδοστρώματα μονής

κατεύθυνσης, θα δίδεται με το σύμβολο Α,23.

(b) Η πινακίδα που φέρει το σύμβολο αυτό θα επαναλαμβάνεται στην αρχή του τμήματος και κατά

μήκος αυτού όσο το δυνατόν περισσότερες φορές.

24. ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗ ΣΥΜΦΟΡΗΣΗ

(a) Προειδοποίηση για ενδεχόμενο κυκλοφοριακής συμφόρησης στο μπροστινό τμήμα της οδού

θα δίδεται με το σύμβολο Α,24.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

25. ΙΣΟΠΕΔΗ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗ ΔΙΑΒΑΣΗ ΜΕ ΚΙΝΗΤΑ ΦΡΑΓΜΑΤΑ

Προειδοποίηση για ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση με κινητά φράγματα ή κινητά ημιφράγματα επί

οποιασδήποτε πλευράς της σιδηροδρομικής γραμμής θα δίδεται με το σύμβολο Α,25.

26. ΑΛΛΕΣ ΙΣΟΠΕΔΕΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ

Προειδοποίηση για άλλες ισόπεδες σιδηροδρομικές διαβάσεις θα δίνεται με το σύμβολο A,26a ή

A,26b ή με το σύμβολο Α,27 αναλόγως την περίπτωση. Ο τύπος Α^της πινακίδας Α,26 δε θα

χρησιμοποιείται.

27. ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΗ ΜΕ ΤΡΟΧΙΟΓΡΑΜΜΗ

Προκειμένου να δοθεί προειδοποίηση για διασταύρωση με τροχιογραμμή, εκτός αν η

διασταύρωση αυτή είναι ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση κατά τα οριζόμενα στο Άρθρο 1 της

Σύμβασης, μπορεί να χρησιμοποιείται το σύμβολο Α,27.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ – Αν θεωρείται απαραίτητο να δίδεται προειδοποίηση για διασταυρώσεις μεταξύ οδού

και σιδηροδρομικής γραμμής επί της οποίας οι κυκλοφορούντες σιδηροδρομικοί συρμοί

προχωρούν με πολύ χαμηλή ταχύτητα, η δε κυκλοφορία επί της οδού ρυθμίζεται από

σιδηροδρομικό υπάλληλο που συνοδεύει τα σιδηροδρομικά οχήματα και εκτελεί τα αναγκαία

σήματα με τα χέρια, θα χρησιμοποιείται η περιγραφόμενη στην κάτωθι παράγραφο 32 πινακίδα.

28. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΕΣΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΙΣΟΠΕΔΩΝ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΕΩΝ

(a) Υπάρχουν τρεις τύποι της αναφερόμενης στο Άρθρο 35, παράγραφος 2 της παρούσας

Σύμβασης πινακίδας Α,28: A,28a, A,28bKai A,28c.

Ο τύπος Α,28°της πινακίδας Α,28 δε θα χρησιμοποιείται

(b) Οι τύποι A,28a και A,28b9a έχουν λευκό ή κίτρινο εσωτερικό και μαύρο περιθώριο, επίσης

μπορούν να φέρουν ερυθρές ραβδώσεις υπό τον όρο ότι τούτο δε θίγει ούτε τη γενική εμφάνιση

ούτε την αποτελεσματικότητα των πινακίδων η αναγραφή επί του τύπου Α,28° θα γίνεται με

μαύρα γράμματα.. Ο τύπος A,28b θα χρησιμοποιείται μόνο αν η σιδηροδρομική γραμμή διαθέτει

τουλάχιστον δύο γραμμές- με τον τύπο Α,28° η πρόσθετη πινακίδα θα τοποθετείται μόνο αν η

γραμμή διαθέτει τουλάχιστον δύο γραμμές, στην οποία περίπτωση θα υποδεικνύει τον αριθμό των

γραμμών..

(c) To σύνηθες μήκος των βραχιόνων της διάβασης δε θα είναι μικρότερο από 1,20 μ. Αν δεν

υπάρχει αρκετός χώρος, η πινακίδα μπορεί να τοποθετηθεί με τις γωνίες της με κατεύθυνση προς

τα πάνω και προς τα κάτω.

29. ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΙΣΟΠΕΔΕΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ Η

ΚΙΝΗΤΕΣ ΓΕΦΥΡΕΣ

(a) Οι αναφερόμενες στο Άρθρο 9, παράγραφος 5 της παρούσας Σύμβασης πινακίδες είναι οι

πινακίδες A,29a, A,29b και A,29c. Οι μπάρες θα κατεβαίνουν προς τα κάτω προς το οδόστρωμα.

(b) Η πινακίδα αναγγελίας κινδύνου για την ισόπεδη σιδηροδρομική διάβαση ή την κινητή γέφυρα

μπορεί να τοποθετείται άνωθεν των πινακίδων A,29b και Α,29° κατά τον ίδιο τρόπο όπως

τοποθετείται άνωθεν της πινακίδας A,29a.

30. ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα οδού άνωθεν του οποίου ενδέχεται να πετούν σε χαμηλό ύψος

αεροπλάνα τα οποία απογειώνονται από αεροδρόμιο ή προσγειώνονται σε αυτό θα δίδεται με το

σύμβολο Α,30.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

31. ΕΓΚΑΡΣΙΟΣ ΑΝΕΜΟΣ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα οδού στο οποίο πνέει συχνά ισχυρός εγκάρσιος άνεμος θα δίδεται με

το σύμβολο Α,31.

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη.

32. ΑΛΛΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

(a) Προειδοποίηση για τμήμα οδού στο οποίο υφίσταται άλλος κίνδυνος, πλην των ανωτέρω

απαριθμούμενων, στις παραγράφους 1 έως 31, ή στην Ενότητα Β του παρόντος Παραρτήματος

μπορεί να δίδεται με το σύμβολο Α,32.

(b) Εναπόκειται, ωστόσο, στα Συμβαλλόμενα Μέρη να υιοθετήσουν γραφικά σύμβολα σύμφωνα με

τις διατάξεις του Άρθρου 3, παράγραφος 1(a)(ii) της παρούσας Σύμβασης.

(c) To σύμβολο Α,32 μπορεί να χρησιμοποιείται, ιδίως, προκειμένου να δίδεται προειδοποίηση για

διασταυρώσεις με σιδηροδρομικές γραμμές, επί των οποίων οι σιδηροδρομικοί συρμοί προχωρούν

με πολύ χαμηλή ταχύτητα, η δε κυκλοφορία επί της οδού ρυθμίζεται από σιδηροδρομικό υπάλληλο

που συνοδεύει τα σιδηροδρομικά οχήματα και εκτελεί τα αναγκαία σήματα με τα χέρια.

ΕΝΟΤΗΤΑ Β

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΗ – Σε διασταύρωση η οποία περιλαμβάνει οδό προτεραιότητας, στην οποία υπάρχει

στροφή, πρόσθετη πινακίδα Η,8 φέρουσα διάγραμμα της διασταύρωσης το οποίο δείχνει τη γενική

διάταξη της οδού προτεραιότητας, μπορεί να τοποθετείται κάτωθεν των πινακίδων αναγγελίας

κινδύνου με τις οποίες δίδεται προειδοποίηση για τη διασταύρωση, ή κάτωθεν των πινακίδων

προτεραιότητας, είτε αυτές βρίσκονται τοποθετημένες επί της διασταύρωσης ή όχι.

1. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ»

(a) Η πινακίδα «ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» θα είναι η πινακίδα Β,1. Θα αποτελείται από

ισόπλευρο τρίγωνο έχοντος τη μία πλευρά οριζόντια και την απέναντι κορυφή κάτωθεν αυτής. Το

εσωτερικό θα είναι λευκό ή κίτρινο και το περιθώριο ερυθρό. Η πινακίδα Β,1 δε θα φέρει ούτε

σύμβολο ούτε αναγραφή.

(b) Η πλευρά της πινακίδας κανονικού μεγέθους θα έχει μήκος περίπου 0,90 μ., ενώ της πινακίδας

μικρού μεγέθους όχι μικρότερο από 0,60 μ.

2. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ»

Η πινακίδα «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΟΡΕΙΑΣ» θα είναι η πινακίδα Β,2, τύπος B,2a. Η πινακίδα

Β,2, τύπος B,2a θα είναι οκτάγωνη, με εσωτερικό ερυθρού χρώματος, περιτριγυρισμένο από λεπτό

λευκό ή ανοικτό κίτρινο περιθώριο και φέρουσα το σύμβολο «STOP» με γράμματα σε λευκό ή

ανοικτό κίτρινο χρώμα. Το ύψος του συμβόλου δε θα είναι μικρότερο από το ένα τρίτο του ύψους

της πινακίδας. Το ύψος της πινακίδας κανονικού μεγέθους B,2a θα είναι περίπου 0,90 μ., ενώ το

ύψος των πινακίδων μικρού μεγέθους δε θα είναι μικρότερο από 0,60μ.

3. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΟΔΟΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ»

(a) Η πινακίδα «ΟΔΟΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» θα είναι η πινακίδα Β,3. Θα αποτελείται από ένα

τετράγωνο με τη μία διαγώνιο αυτού κατακόρυφη προς το έδαφος. Το περιθώριο της πινακίδας θα

είναι μαύρο- η πινακίδα θα έχει στο κέντρο της κίτρινο η πορτοκαλί τετράγωνο με μαύρο

περιθώριο- ο χώρος μεταξύ των δύο τετραγώνων θα είναι λευκού χρώματος.

(b) Η πλευρά της πινακίδας κανονικού μεγέθους θα έχει μήκος περίπου 0,50 μ., ενώ η πλευρά της

πινακίδας μικρού μεγέθους δε θα έχει μήκος μικρότερο από 0,35 μ.

4. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΤΕΛΟΣ ΟΔΟΥ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ»

Η πινακίδα «ΤΕΛΟΣ ΟΔΟΥ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ» θα είναι η πινακίδα Β,4. Θα αποτελείται από την πιο

πάνω πινακίδα Β,3 με την προσθήκη μίας μεσαίας λωρίδας μαύρου ή φαιού χρώματος, κάθετης

προς την κάτω αριστερά και άνω δεξιά πλευρά του τετραγώνου, ή παράλληλων γραμμών μαύρου

ή φαιού χρώματος που σχηματίζουν μία τέτοια λωρίδα.

5. ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΑ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

(a) Εάν, σε στενό τμήμα οδού όπου η διέλευση είναι δυσχερής ή αδύνατη, η κυκλοφορία

ρυθμίζεται και αν, επειδή οι οδηγοί μπορούν να δουν ευκρινώς ολόκληρο το μήκος του τμήματος

τόσο κατά τη νύκτα όσο και κατά την ημέρα, η ρύθμιση αυτή εκτελείται με την παραχώρηση

προτεραιότητας στην κυκλοφορία που κινείται επί της μίας κατεύθυνσης και όχι με την

εγκατάσταση φωτεινού σηματοδότη, η πινακίδα Β,5 «ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ

ΕΡΧΟΜΕΝΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ» θα εγκαθίσταται με όψη προς την κυκλοφορία επί της πλευράς που

δεν έχει προτεραιότητα. Η πινακίδα αυτή θα σημαίνει ότι η είσοδος στο στενό τμήμα απαγορεύεται

για όσο χρόνο δεν είναι δυνατή η διέλευση αυτού του τμήματος χωρίς να υποχρεωθούν τα

αντιθέτως ερχόμενα οχήματα να διακόψουν την πορεία τους.

(b) Η πινακίδα αυτή θα είναι στρογγυλή, με λευκό ή κίτρινο εσωτερικό και ερυθρό περιθώριο-το

βέλος που υποδεικνύει την κατεύθυνση που έχει προτεραιότητα θα είναι μαύρο και εκείνο που

υποδεικνύει την άλλη κατεύθυνση ερυθρό.

6. ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΑ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΕΡΧΟΜΕΝΗΣ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

(a) Προκειμένου να ειδοποιούνται οι οδηγοί ότι επί στενού τμήματος οδού έχουν προτεραιότητα

έναντι των αντιθέτως ερχόμενων οχημάτων θα χρησιμοποιείται η πινακίδα Β,6.

(b) Η πινακίδα αυτή θα είναι ορθογώνια με εσωτερικό κυανού χρώματος- το βέλος που δείχνει

προς τα πάνω θα είναι λευκό και το άλλο βέλος ερυθρό.

(c) Όταν χρησιμοποιείται η πινακίδα Β,6, επί της οδού θα τοποθετείται πινακίδα Β,5, στην άλλη

άκρη του στενού τμήματος, για την κυκλοφορία που κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση.

ΕΝΟΤΗΤΑ C

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΩΝ Ή ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ

Ι. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

1. Οι πινακίδες απαγορεύσεων ή περιορισμών θα είναι κυκλικές- η διάμετρος τους δε θα είναι

μικρότερη από 0,60 μ. εκτός κατοικημένων περιοχών και δε θα είναι μικρότερη από 0,40 μ. ή 0,20

μ. για πινακίδες που απαγορεύουν ή περιορίζουν τη στάση και τη στάθμευση εντός κατοικημένων

περιοχών.

2. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στις περιγραφές των εν λόγω πινακίδων, οι πινακίδες

απαγορεύσεων ή περιορισμών θα έχουν λευκό ή κίτρινο εσωτερικό ή κυανό εσωτερικό για

πινακίδες που απαγορεύουν ή περιορίζουν τη στάθμευση με ευρύ ερυθρό περιθώριο-τα σύμβολα

και οι αναγραφές, εάν υπάρχουν, θα είναι μαύρου ή σκούρου κυανού χρώματος και οι πλάγιες

ταινίες, εάν υπάρχουν, θα είναι ερυθρού χρώματος και κεκλιμένες προς τα κάτω, από αριστερά

προς τα δεξιά.

ΙΙ. ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ

1. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΙΣΟΔΟΥ

(a) Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται η είσοδος για όλα τα οχήματα θα δίδεται με την πινακίδα C,1

«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ», για την οποία υπάρχουν δύο υποδείγματα: το C,1 KaiToC,1b. Ο

τύπος C, 1b της πινακίδας C,1 δε θα χρησιμοποιείται.

(b) Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται κάθε κυκλοφορία οχημάτων προς αμφότερες τις κατευθύνσεις

θα δίδεται με την πινακίδα C,2 «ΚΛΕΙΣΤΗ ΟΔΟΣ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΑΜΦΟΤΕΡΕΣ ΤΙΣ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ».

(c) Ειδοποίηση ότι η είσοδος απαγορεύεται μόνο για μία συγκεκριμένη κατηγορία οχημάτων ή

χρηστών της οδού, θα δίδεται με πινακίδα φέρουσα ως σύμβολο το περίγραμμα των οχημάτων ή

των χρηστών της οδού στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος. Οι πινακίδες C,3a, C,3b, C,3C,

C,3d, C,3e, C,3f, C,39, C,3h, C.31, C,3J, C,3k, C.31, C,3m και C,3n θα έχουν τις εξής έννοιες:

C,3a: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΟ ΟΧΗΜΑ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ

ΔΙΤΡΟΧΩΝ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΩΝ ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΙΣΤΡΟ»

C,3b: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΙΣ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΕΣ»

C,3C: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΑ ΠΟΔΗΛΑΤΑ»

C,3d: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΑ ΜΟΤΟΠΟΔΗΛΑΤΑ»

C,3e: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΑ ΦΟΡΤΗΓΑ ΟΧΗΜΑΤΑ»

Η αναγραφή αριθμού τόνων, είτε με ανοικτό χρώμα επί του περιγράμματος του οχήματος, είτε,

σύμφωνα με το Άρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης, επί πρόσθετης πινακίδας

τοποθετούμενης κάτωθεν της πινακίδας C,3e, σημαίνει ότι η απαγόρευση ισχύει μόνο εάν η

επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα του οχήματος ή του συνδυασμού οχημάτων υπερβαίνει τον αριθμό

αυτό.

C,3f: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΟ ΟΧΗΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΣΥΡΕΙ

ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΟ ΠΛΗΝ ΗΜΙΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΟΥ Ή ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΟΥ ΕΝΟΣ ΑΞΟΝΑ»

Η αναγραφή αριθμού τόνων, είτε με ανοικτό χρώμα επί του περιγράμματος του ρυμουλκούμενου,

είτε, σύμφωνα με το Άρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης, επί πρόσθετης πινακίδας

τοποθετούμενης κάτωθεν της πινακίδας C,3, σημαίνει ότι η απαγόρευση ισχύει μόνο εάν η

επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα του ρυμουλκούμενου υπερβαίνει τον αριθμό αυτό.

Εναπόκειται στα Συμβαλλόμενα Μέρη, σε περιπτώσεις στις οποίες θεωρούν σκόπιμο να πράξουν

τούτο, να αντικαθιστούν, επί του συμβόλου, το περίγραμμα του οπίσθιου τμήματος φορτηγού

αυτοκινήτου με εκείνο του οπίσθιου τμήματος ιδιωτικού αυτοκινήτου, το δε περίγραμμα του

ρυμουλκούμενου με εκείνο ρυμουλκούμενου το οποίο μπορεί να συνδεθεί με ιδιωτικό αυτοκίνητο.

C, 3g:«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΟ ΟΧΗΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΣΥΡΕΙ

ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΟ»

Η αναγραφή αριθμού τόνων, είτε με ανοικτό χρώμα επί του περιγράμματος του ρυμουλκούμενου,

είτε, σύμφωνα με το Άρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης, επί πρόσθετης πινακίδας

τοποθετούμενης κάτωθεν της πινακίδας C,39, σημαίνει ότι η απαγόρευση ισχύει μόνο εάν η

επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα του ρυμουλκούμενου υπερβαίνει τον αριθμό αυτό.

C,3h : «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑΦΕΡΟΝΤΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ

ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ»

Για την υπόδειξη απαγόρευσης εισόδου σε οχήματα τα οποία μεταφέρουν ορισμένους τύπους

επικίνδυνων υλικών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η πινακίδα C,3h σε συνδυασμό, αν είναι αναγκαίο,

με πρόσθετη πινακίδα. Οι πληροφορίες επί της πρόσθετης αυτής πινακίδας διευκρινίζουν ότι η

απαγόρευση ισχύει μόνο για τη μεταφορά επικίνδυνων υλικών, κατά τα οριζόμενα στην εσωτερική

νομοθεσία.

C, 3«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΠΕΖΟΥΣ»

C, 3 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΖΩΗΛΑΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ»

C, 3 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΧΕΙΡΑΜΑΞΕΣ»

C, 3 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ»

C,3m «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΡΙΣΜΕΝΗ

ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΕΚΡΗΚΤΙΚΕΣ Ή ΕΥΦΛΕΚΤΕΣ ΥΛΕΣ»

C,3n «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΡΙΣΜΕΝΗ

ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΥΛΕΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΟΥΝ ΜΟΛΥΝΣΗ ΥΔΑΤΩΝ»

ΣΗΜΕΙΩΣΗ – Οι αναφερόμενες στο παρόν στοιχείο πινακίδες C,3a έως C,3 καθώς και οι πινακίδες

C,3m C,3n δε θα φέρουν πλάγια ταινία ερυθρού χρώματος.

(d) Ειδοποίηση ότι η είσοδος απαγορεύεται σε διάφορες κατηγορίες οχημάτων ή

χρησιμοποιούντων την οδό, μπορεί να δοθεί είτε με την παράθεση τόσων πινακίδων

απαγορεύσεων όσες είναι οι κατηγορίες στις οποίες απαγορεύεται η είσοδος, είτε με μία μόνο

πινακίδα απαγόρευσης η οποία δείχνει τα περιγράμματα των διαφόρων οχημάτων ή

χρησιμοποιούντων την οδό στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος. Οι πινακίδες C,4a

«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ» και C,4B

«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ Ή ΖΩΗΛΑΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ» αποτελούν

παραδείγματα τέτοιων πινακίδων.

Πινακίδες οι οποίες δείχνουν περισσότερα από δύο περιγράμματα δεν μπορούν να τοποθετούνται

εκτός κατοικημένων περιοχών, και πινακίδες οι οποίες δείχνουν περισσότερα από τρία

περιγράμματα δεν μπορούν να τοποθετούνται εντός κατοικημένων περιοχών.

(e) Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται η είσοδος σε οχήματα των οποίων η μάζα ή οι διαστάσεις

υπερβαίνουν ορισμένα όρια θα δίδεται με τις πινακίδες:

C,5 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΑΤΟΥΣ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ.. ΜΕΤΡΑ

C,6 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΥΨΟΥΣ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ ….ΜΕΤΡΑ

C,7 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΒΑΡΟΥΣ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟΥΣ …

ΤΟΝΟΥΣ>>

C, 8 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ ΒΑΡΟΥΣ ΑΝΑ ΑΞΟΝΑ ΠΟΥ ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΟΥΣ….

ΤΟΝΟΥΣ>>

C,9 <<ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΕ ΟΧΗΜΑΤΑ Η ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΥΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΜΗΚΟΥΣ ΠΟΥ

ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ ….ΜΕΤΡΑ>>

(f) Ειδοποίηση ότι τα οχήματα δε θα πλησιάζουν το ένα το άλλο σε απόσταση μικρότερη εκείνης

που υποδεικνύεται επί της πινακίδας θα δίδεται με την πινακίδα 0,10 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΟΔΗΓΗΣΗ

ΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΣΕ ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΜΙΚΡΟΤΕΡΗ ΤΩΝ … ΜΕΤΡΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ».

2. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΣΤΡΟΦΗΣ

Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται η στροφή (προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά, αναλόγως της

κατεύθυνσης του βέλους) θα δίδεται με την πινακίδα C,11a «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΗ

ΣΤΡΟΦΗ», ή με την πινακίδα C,11b «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΔΕΞΙΑ ΣΤΡΟΦΗ».

3. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΑΣΤΡΟΦΗΣ

(a) Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται η αναστροφή θα δίδεται με την πινακίδα C,12 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η

ΑΝΑΣΤΡΟΦΗ».

(b) To σύμβολο μπορεί να έχει αντίστροφη διάταξη, εφόσον κριθεί σκόπιμο.

4. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑΤΟΣ

(a) Ειδοποίηση ότι, επιπλέον των γενικών κανόνων περί προσπεράσματος που προβλέπουν οι

ισχύοντες κανονισμοί, απαγορεύεται επί μίας οδού το προσπέρασμα μηχανοκίνητων οχημάτων

πλην των δίτροχων μοτοποδηλάτων και δίτροχων μοτοσικλετών χωρίς κάνιστρο, θα δίνεται με

την πινακίδα C,13a «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ» Υπάρχουν δύο υποδείγματα της πινακίδας

αυτής: το C,13aa και το C,13ab.

(b) Ειδοποίηση ότι το προσπέρασμα απαγορεύεται μόνο για φορτηγά οχήματα με μέγιστη

επιτρεπόμενη μάζα η οποία υπερβαίνει τους 3,5 τόνους θα δίδεται με την πινακίδα C.13

«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ ΣΕ ΦΟΡΤΗΓΑ ΟΧΗΜΑΤΑ». Υπάρχουν δύο υποδείγματα της

πινακίδας αυτής: το C,13ba και το C,13bb. χρησιμοποιούνται.

Αναγραφή επί πρόσθετης πινακίδας τοποθετούμενης κάτωθεν της κύριας πινακίδας, σύμφωνα με

το Άρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να μεταβάλλει την επιτρεπόμενη

μέγιστη μάζα πάνω από την οποία ισχύει η απαγόρευση. Οι τύποι C,13ab και 0,13 των πινακίδων

0,13a και 0,13 δε θα χρησιμοποιι

5. ΟΡΙΟ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ

(a) Ειδοποίηση περί ορίου ταχύτητας θα δίδεται με την πινακίδα 0,14 «Η ΜΕΓΙΣΤΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ

ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΝΑΓΡΑΦΟΜΕΝΟ ΑΡΙΘΜΟ». Ο επί της πινακίδας αναγραφόμενος αριθμός θα

υποδεικνύει τη μέγιστη ταχύτητα στη μονάδα μέτρησης που χρησιμοποιείται συνήθως για να

εκφράζει την ταχύτητα των οχημάτων στη σχετική χώρα. Κατόπιν ή κάτωθεν του αριθμού που

εκφράζει την ταχύτητα μπορεί να προστεθεί, π.χ., «Χλμ.» (Χιλιόμετρα) ή «Μ» (Μίλια).

(b) Για την υπόδειξη ορίου ταχύτητας το οποίο ισχύει μόνο για οχήματα των οποίων η

επιτρεπόμενη μέγιστη μάζα υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο αριθμό, θα τοποθετείται αναγραφή

περιέχουσα τον αριθμό αυτό επί πρόσθετης πινακίδας κάτωθεν της κύριας πινακίδας, σύμφωνα με

το Αρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης.

6. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΧΡΗΣΗΣ ΗΧΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ

Ειδοποίηση ότι απαγορεύεται η χρήση ηχητικών οργάνων προειδοποίησης, εκτός για αποφυγή

δυστυχήματος, θα δίδεται με την πινακίδα 0,15 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΗΧΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗΣ». Η πινακίδα αυτή, εάν δεν είναι τοποθετημένη στην αρχή κατοικημένης

περιοχής, παραπλεύρως ή λίγο μετά την πινακίδα αναγνώρισης της περιοχής αυτής, θα

συνοδεύεται με πρόσθετη πινακίδα τύπου Η,2 που περιγράφεται στην Ενότητα Η του παρόντος

παραρτήματος, η οποία θα υποδεικνύει την απόσταση για την οποία ισχύει η απαγόρευση.

Συνιστάται η πινακίδα αυτή να μην τοποθετείται στην αρχή κατοικημένων περιοχών όταν η

απαγόρευση ισχύει για όλες τις κατοικημένες περιοχές και να υπάρχει πρόβλεψη η πινακίδα

αναγνώρισης μίας κατοικημένης περιοχής η οποία είναι τοποθετημένη στην αρχή της περιοχής

αυτής να ειδοποιεί τους χρησιμοποιούντες την οδό ότι οι κανονισμοί κυκλοφορίας που ισχύουν επί

των κατοικημένων περιοχών στη χώρα αυτή εφαρμόζονται από αυτό το σημείο και εφεξής.

7. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΙΕΛΕΥΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΣΤΑΣΗ

(a) Ειδοποίηση ότι πλησίον βρίσκεται Τελωνείο στο οποίο η στάση είναι υποχρεωτική θα δίδεται με

την πινακίδα C.16 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΧΩΡΙΣ ΣΤΑΣΗ». Με την επιφύλαξη των διατάξεων

του Άρθρου 8 της παρούσας Σύμβασης, το σύμβολο αυτής της πινακίδας πρέπει να περιλαμβάνει τη

λέξη «ΤΕΛΩΝΕΙΟ» (“CUSTOMS”), κατά προτίμηση σε δύο γλώσσες- τα Συμβαλλόμενα Μέρη που

χρησιμοποιούν πινακίδες C,16 πρέπει να προσπαθούν να συνάπτουν τοπικές συμφωνίες με σκοπό η

λέξη αυτή να εμφανίζεται στην ίδια γλώσσα σε όλες τις πινακίδες που τοποθετούν.

(b) Η πινακίδα αυτή μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται για να ειδοποιεί του οδηγούς ότι η διέλευση

χωρίς στάση απαγορεύεται για άλλους λόγους- στην περίπτωση αυτή, η λέξη «Τελωνείο» θα

αντικαθίσταται από άλλη πολύ σύντομη αναγραφή η οποία υποδεικνύει τον λόγο της στάσης.

8. ΤΕΛΟΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ Η ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ

(a) To σημείο στο οποίο παύουν να ισχύουν όλες οι απαγορεύσεις οι οποίες γνωστοποιούνται με

απαγορευτικές πινακίδες στα κινούμενα οχήματα, θα υποδεικνύεται με την πινακίδα C,17a «ΤΕΛΟΣ

ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΜΕ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΙΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΣΤΑ

ΚΙΝΟΥΜΕΝΑ ΟΧΗΜΑΤΑ». Η πινακίδα αυτή θα είναι κυκλική και θα έχει λευκό ή κίτρινο εσωτερικό”

δε θα έχει περιθώριο, ή θα έχει μόνο ένα λεπτό μαύρο περιθώριο, και θα φέρει διαγωνίως ταινία, με

κατεύθυνση προς τα κάτω από δεξιά προς αριστερά, μαύρου ή σκούρου φαιού χρώματος, ή θα

αποτελείται από μαύρες ή φαιές παράλληλες γραμμές.

(b) To σημείο στο οποίο παύει να ισχύει μία συγκεκριμένη απαγόρευση ή περιορισμός που

γνωστοποιείται στα κινούμενα οχήματα με πινακίδα απαγόρευσης ή περιορισμού θα υποδεικνύεται

με την πινακίδα C.17 «ΤΕΛΟΣ ΟΡΙΟΥ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ», ή με την πινακίδα C,17c «ΤΕΛΟΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ

ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑΤΟΣ», ή με την πινακίδα C,17d «ΤΕΛΟΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑΤΟΣ ΓΙΑ

ΦΟΡΤΗΓΑ ΟΧΗΜΑΤΑ». Οι πινακίδες αυτές θα είναι όμοιες με την πινακίδα C,17a, αλλά θα

απεικονίζουν επιπλέον, με ανοικτό φαιό χρώμα, το σύμβολο της απαγόρευσης ή του περιορισμού

που έπαυσε να ισχύει.

(c) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 6 παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης, οι

αναφερόμενες στην παρούσα παράγραφο 8 πινακίδες μπορούν να τοποθετούνται στην οπίσθια

όψη της πινακίδας απαγόρευσης ή περιορισμού που προορίζεται για την εκ της αντίθετης

κατεύθυνσης ερχόμενη κυκλοφορία.

9. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ Η ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ

(a) (i) Οι χώροι όπου απαγορεύεται η στάθμευση θα υποδεικνύονται με την πινακίδα C.18

«ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ»· οι χώροι όπου απαγορεύονται η στάση και η στάθμευση θα

υποδεικνύονται με την πινακίδα C,19 «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ».

(ii) Η πινακίδα C.18 μπορεί να αντικατασταθεί με κυκλική πινακίδα με ερυθρό περιθώριο και

ερυθρή εγκάρσια γραμμή, φέρουσα το γράμμα ή το ιδεόγραμμα που χρησιμοποιείται στο σχετικό

Κράτος για την υπόδειξη της «Στάθμευσης», με μαύρο χρώμα επί λευκού ή κίτρινου φόντου. Η

διάταξη αυτή δεν θα εφαρμόζεται.

(iii) To εύρος της απαγόρευσης μπορεί να περιορίζεται με αναγραφές επί πρόσθετης πινακίδας

κάτωθεν της κύριας πινακίδας η οποία διευκρινίζει, αναλόγως την περίπτωση,

Τις ημέρες της εβδομάδας ή του μήνα ή τις ώρες της ημέρας για τις οποίες ισχύει η απαγόρευση,

Τον χρόνο πέραν του οποίου η στάθμευση απαγορεύεται με την πινακίδα C.18 ή η στάση και η

στάθμευση απαγορεύονται με την πινακίδα C.19,

Τις εξαιρέσεις που παρέχονται σε ορισμένες κατηγορίες χρηστών της οδού.

(ίν) Ο χρόνος πέραν του οποίου απαγορεύεται η στάθμευση ή η στάση μπορεί επίσης να αναγραφεί

στο κάτω μέρος του ερυθρού κύκλου της πινακίδας αντί να απεικονίζεται επί πρόσθετης πινακίδας.

(b) (i) Όπου η στάθμευση επιτρέπεται εναλλάξ σε αντίθετες πλευρές της οδού, οι πινακίδες C,20a

και C,20b «ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ ΕΝΑΛΛΑΞ» θα χρησιμοποιούνται αντί της πινακίδας C.18.

(ii) Η απαγόρευση στάθμευσης επί της πλευράς της πινακίδας C,20a θα ισχύει κατά τις μονές

ημέρες ενώ επί της πλευράς της πινακίδας C,20b θα ισχύει κατά τις ζυγές ημέρες· ο χρόνος κατά

τον οποίο γίνεται αλλαγή πλευράς ορίζεται από την εσωτερική νομοθεσία και δεν είναι απαραίτητο

να είναι τα μεσάνυκτα. Η εσωτερική νομοθεσία δύναται ομοίως να ορίσει εναλλαγή στη στάθμευση

η οποία δεν είναι σε ημερήσια βάση· στην περίπτωση αυτή, οι αριθμοί Ι και II θα αντικαθίστανται

επί των πινακίδων με την περίοδο εναλλαγής, π.χ. 1-15 και 16-31 για εναλλαγή κατά την πρώτη

και δέκατη πέμπτη ημέρα κάθε μήνα.

(iii) Η πινακίδα C.18 μπορεί να χρησιμοποιείται από τα Κράτη τα οποία δεν υιοθετούν τις πινακίδες

C,19, C,20a και C,20b, συμπληρούμενη με πρόσθετες αναγραφές, κατά τα προβλεπόμενα στο

Άρθρο 8, παράγραφος 4 της παρούσας Σύμβασης. Η διάταξη αυτή δεν θα εφαρμόζεται.

(c) (i) Πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, οι πινακίδες θα τοποθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο

δίσκος τους να είναι κάθετος προς τον άξονα της οδού, ή σε μικρή κλίση προς το κατακόρυφο

προς τον άξονα αυτό επίπεδο.

(ii) Όλες οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί στάθμευσης θα εφαρμόζονται μόνο επί της πλευράς

του οδοστρώματος στην οποία είναι τοποθετημένες οι πινακίδες.

(iii) Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά:

Επί πρόσθετης πινακίδας Η,2 της Ενότητας Η του παρόντος παραρτήματος και υποδεικνύουσας

την απόσταση επί της οποίας ισχύει η απαγόρευση, ή Σύμφωνα με το εδάφιο (c) (ν) της παρούσας

παραγράφου, οι απαγορεύσεις θα ισχύουν από σημείο ευρισκόμενο στο ίδιο επίπεδο με την

πινακίδα έως το επόμενο σημείο εισόδου μίας οδού.

(iv) Πρόσθετη πινακίδα H,3a ή H,4a απεικονιζόμενη στην Ενότητα Η του παρόντος παραρτήματος

μπορεί να τοποθετείται κάτωθεν της κύριας πινακίδας στο σημείο όπου αρχίζει η απαγόρευση.

Πρόσθετη πινακίδα H,3b ή H,4b απεικονιζόμενη στην Ενότητα Η του παρόντος παραρτήματος

μπορεί να τοποθετείται κάτωθεν των κύριων πινακίδων επαναλαμβάνοντας την απαγόρευση.

Επιπλέον απαγορευτική πινακίδα συμπληρούμενη από πρόσθετη πινακίδα H,3C ή Η,4°

απεικονιζόμενη στην Ενότητα Η του παρόντος παραρτήματος μπορεί να τοποθετείται στο σημείο

όπου η απαγόρευση παύει να ισχύει. Οι πινακίδες Η,3 θα τοποθετούνται παράλληλα προς τον άξονα

της οδού και οι πινακίδες Η,4 κάθετα προς τον εν λόγω άξονα. Οι αποστάσεις, αν υπάρχουν, τις

οποίες υποδεικνύουν οι πινακίδες Η,3 θα είναι εκείνες επί των οποίων εφαρμόζεται η απαγόρευση

κατά την κατεύθυνση του βέλους.

(ν) Αν η απαγόρευση παύει να ισχύει πριν το επόμενο σημείο εισόδου μίας οδού, θα τοποθετείται η

πινακίδα η οποία φέρει την πρόσθετη πινακίδα τέλους απαγόρευσης που περιγράφεται στο πιο

πάνω εδάφιο (c) (iv).

(vi) Όπου υπάρχουν παρκόμετρα, η παρουσία τους θα σημαίνει ότι η στάθμευση υπόκειται σε

πληρωμή και περιορίζεται στην χρονική περίοδο για την οποία λειτουργεί το παρκόμετρο.

ΕΝΟΤΗΤΑ D

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

1. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

1. Οι πινακίδες υποχρεώσεων θα είναι κυκλικές, εξαιρουμένων των πινακίδων D.10 που

περιγράφονται στην υποενότητα II, παράγραφος 10 της παρούσας Ενότητας, οι οποίες θα είναι

ορθογώνιες- η διάμετρος τους δε θα είναι μικρότερη από 0,60 μ. εκτός κατοικημένων περιοχών και

μικρότερη από 0,40 μ. εντός αυτών. Ωστόσο, μπορούν να χρησιμοποιούνται πινακίδες με διάμετρο

όχι μικρότερη από 0,30 μ. σε συνδυασμό με φωτεινή σηματοδότηση ή επί πασσάλων σε νησίδες

κυκλοφορίας.

2. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά, οι πινακίδες θα είναι κυανού χρώματος και τα σύμβολα θα

είναι λευκά ή ανοιχτόχρωμα.

ιι. ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ

1. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΡΕΙΑΣ

Η κατεύθυνση κατά την οποία υποχρεούνται να προχωρούν τα οχήματα, ή οι μόνες κατευθύνσεις

κατά τις οποίες επιτρέπεται να προχωρούν, θα υποδεικνύονται με τον τύπο D,1a της πινακίδας D,1

«ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΡΕΙΑΣ» επί της οποίας το βέλος ή τα βέλη θα είναι στραμμένα προς

την αντίστοιχη κατεύθυνση ή κατευθύνσεις. Ωστόσο, αντί της πινακίδας D,1a μπορεί να

χρησιμοποιείται η πινακίδα D,1b με την επιφύλαξη των διατάξεων της υποενότητας Ι της παρούσας

ενότητας. Η πινακίδα D,1 θα είναι μαύρου χρώματος με λευκό περιθώριο και λευκό σύμβολο. Η

πινακίδα D,1b δε θα χρησιμοποιείται.

2. ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ

Η πινακίδα D,2 «ΔΙΕΛΕΥΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ» τοποθετούμενη, με την επιφύλαξη των

διατάξεων του Άρθρου 6, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης, επί νησίδας κυκλοφορίας ή πριν

από εμπόδιο επί του οδοστρώματος, σημαίνει ότι τα οχήματα πρέπει να διέρχονται από την πλευρά

της νησίδας ή του εμποδίου που υποδεικνύει το βέλος.

3. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΥΚΛΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Η πινακίδα D,3 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΥΚΛΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ» ειδοποιεί τους οδηγούς ότι πρέπει να

ακολουθήσουν την κυκλική διαδρομή που υποδεικνύουν τα βέλη. Αν ο κυκλικός κόμβος

επισημαίνεται με την πινακίδα D,3 μαζί με την πινακίδα Β,1 ή Β,2, ο οδηγός επί του κυκλικού

κόμβου έχει προτεραιότητα.

4. ΟΔΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΙΕΛΕΥΣΗΣ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ

Η πινακίδα D,4 «ΟΔΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΙΕΛΕΥΣΗΣ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ» ειδοποιεί τους ποδηλατιστές ότι

πρέπει να χρησιμοποιούν τον ποδηλατοδρόμο στην είσοδο του οποίου είναι αυτή τοποθετημένη,

τους δε οδηγούς των άλλων οχημάτων ότι δεν δικαιούνται να χρησιμοποιούν τον ποδηλατοδρόμο

αυτό. Απαιτείται από τους ποδηλατιστές να χρησιμοποιούν τον ποδηλατοδρόμο αν ο

ποδηλατοδρόμος διέρχεται παραπλεύρως οδοστρώματος, πεζόδρομου ή οδού για εφίππους και

οδηγεί στην ίδια κατεύθυνση. Εν τούτοις, ομοίως απαιτείται, υπό τους ίδιους όρους, από τους

οδηγούς μοτοποδηλάτων να χρησιμοποιούν τον ποδηλατοδρόμο, εάν τούτο προβλέπεται από την

εσωτερική νομοθεσία, ή εάν η ειδοποίηση της απαίτησης αυτής δίδεται με πρόσθετη πινακίδα

φέρουσα αναγραφή ή το σύμβολο της πινακίδας C,3d.

5. ΟΔΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΙΕΛΕΥΣΗΣ ΠΕΖΩΝ

Η πινακίδα D,5 «ΟΔΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΙΕΛΕΥΣΗΣ ΠΕΖΩΝ» ειδοποιεί τους πεζούς ότι πρέπει να

χρησιμοποιούν την οδό στην είσοδο της οποίας είναι αυτή τοποθετημένη, τους δε άλλους

χρησιμοποιούντες την οδό ότι δεν δικαιούνται να χρησιμοποιούν την οδό αυτή. Απαιτείται από

τους πεζούς να χρησιμοποιούν την οδό αν αυτή διέρχεται παραπλεύρως οδοστρώματος,

ποδηλατοδρόμου ή οδού για εφίππους και οδηγεί στην ίδια κατεύθυνση.

6. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ ΓΙΑ ΕΦΙΠΠΟΥΣ

Η πινακίδα D,6 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ ΓΙΑ ΕΦΙΠΠΟΥΣ» ειδοποιεί τους εφίππους ότι πρέπει να

χρησιμοποιούν την οδό στην είσοδο της οποίας είναι αυτή τοποθετημένη, τους δε άλλους

χρησιμοποιούντες την οδό ότι δεν δικαιούνται να χρησιμοποιούν την οδό αυτή. Απαιτείται από

τους εφίππους να χρησιμοποιούν την οδό αν η οδός διέρχεται παραπλεύρως οδοστρώματος,

ποδηλατοδρόμου ή πεζόδρομου και οδηγεί στην ίδια κατεύθυνση.

7. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ

Η πινακίδα D,7 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ» σημαίνει ότι τα οχήματα που χρησιμοποιούν

την οδό στην είσοδο της οποίας είναι αυτή τοποθετημένη πρέπει να κινούνται με ταχύτητα όχι

μικρότερη από αυτή που ορίζεται· ο αριθμός που αναγράφεται επί της πινακίδας εκφράζει την

ταχύτητα αυτή στη μονάδα μέτρησης που συνήθως χρησιμοποιείται για να εκφρασθεί η ταχύτητα

των οχημάτων στη χώρα περί της οποίας πρόκειται. Μετά τον αριθμό που ορίζει την ταχύτητα

μπορεί να προστεθεί, π.χ., «Χλμ.» (Χιλιόμετρα) ή «Μ» (Μίλια).

8. ΤΕΛΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ

Η πινακίδα D,8 «ΤΕΛΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ» σημαίνει ότι δεν ισχύει πλέον η

υποχρεωτική ελάχιστη ταχύτητα που επιβάλλει η πινακίδα D,7. Η πινακίδα D,8 είναι ίδια με την

πινακίδα D,7 με τη διαφορά ότι διασχίζεται από πλάγια ταινία ερυθρού χρώματος η οποία διέρχεται

από την πάνω δεξιά άκρη έως την κάτω αριστερή άκρη.

9. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΠΑ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ

Η πινακίδα D.9 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ» σημαίνει ότι τα οχήματα τα οποία

κινούνται επί της οδού στην είσοδο της οποίας είναι αυτή τοποθετημένη πρέπει να έχουν

προσαρμοσμένες αλυσίδες για τα χιόνια σε δύο τουλάχιστον τροχούς.

10. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΡΕΙΑΣ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΦΟΡΤΙΑ

Οι πινακίδες D,10a, D,10b και D,10c υποδεικνύουν την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να

προχωρούν οχήματα που μεταφέρουν επικίνδυνα εμπορεύματα.

11. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΤΩΝ ΠΙΝΑΚΙΔΩΝ D,4, D,5 ΚΑΙ D,6

(a) Ειδοποίηση περί διαδρόμου ή οδού η χρήση των οποίων προορίζεται για δύο κατηγορίες

οδικών χρηστών και απαγορεύεται για άλλους χρήστες θα δίδεται με πινακίδα υποχρέωσης

φέρουσα τα δύο σύμβολα των κατηγοριών χρηστών που μπορούν να χρησιμοποιούν το διάδρομο

ή την οδό στην είσοδο της οποίας είναι αυτή τοποθετημένη.

(b) Όταν τα σύμβολα είναι τοποθετημένα παραπλεύρως το ένα στο άλλο επί της πινακίδας και

διαχωρίζονται από κάθετη γραμμή στο κέντρο της πινακίδας, κάθε σύμβολο θα σημαίνει ότι η

σχετική κατηγορία πρέπει να χρησιμοποιεί την πλευρά του διαδρόμου ή της οδού που προορίζεται

για αυτή την κατηγορία και θα ειδοποιεί τους λοιπούς χρήστες ότι δεν μπορούν να χρησιμοποιούν

αυτή την πλευρά. Οι δύο πλευρές του διαδρόμου ή της οδού θα διαχωρίζονται σαφώς με φυσικά

μέσα ή διαγραμμίσεις.

(c) Όταν τα σύμβολα είναι τοποθετημένα το ένα πάνω από το άλλο, η πινακίδα θα ειδοποιεί τις

σχετικές κατηγορίες χρηστών ότι μπορούν να χρησιμοποιούν από κοινού το διάδρομο ή την οδό.

Η διάταξη των συμβόλων γίνεται κατ`επιλογή. Όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο, οι προφυλάξεις που

πρέπει να λαμβάνουν αμφότερες οι κατηγορίες των χρηστών θα καθορίζονται στην εσωτερική

νομοθεσία.

Οι πινακίδες D.11` D.5. και D.11 αποτελούν παραδείγματα συνδυασμού των πινακίδων D,4 και

ΕΝΟΤΗΤΑ Ε

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΡΥΘΜΙΣΕΩΝ

Ι. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

Οι πινακίδες ειδικών ρυθμίσεων έχουν συνήθως τετράγωνο ή ορθογώνιο σχήμα με κυανό

εσωτερικό και έγχρωμο σύμβολο ή αναγραφή ανοικτού χρώματος, ή με ανοιχτόχρωμο έγχρωμο

εσωτερικό και σκουρόχρωμο έγχρωμο σύμβολο ή αναγραφή.

II. ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ

1. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ Η ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ

ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΕΠΙ ΜΙΑΣ Η ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΛΩΡΙΔΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Πινακίδες όπως οι κάτωθι παρατιθέμενες σημαίνουν ότι ένας κανονισμός ή μία αναγγελία κινδύνου

εφαρμόζεται μόνο επί μίας ή περισσοτέρων λωρίδων κυκλοφορίας, οι οποίες προσδιορίζονται με

κατά μήκος διαγραμμίσεις, επί οδοστρώματος πολλαπλών λωρίδων κυκλοφορίας για κυκλοφορία

κινούμενη προς την ίδια κατεύθυνση. Μπορούν ομοίως να υποδεικνύουν λωρίδες κυκλοφορίας οι

οποίες διατίθενται για την εκ της αντίθετης κατεύθυνσης ερχόμενη κυκλοφορία. Η πινακίδα που

σχετίζεται με τον κανονισμό ή την αναγγελία κινδύνου θα απεικονίζεται σε καθένα από τα σχετικά

βέλη:

(i) E,1a «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΟΡΙΟ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΛΩΡΙΔΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ»

(ii) E,1b «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΟΡΙΟ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΛΩΡΙΔΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ». Η πινακίδα

αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται για τη δημιουργία λωρίδας «βραδείας» κυκλοφορίας.

(iii) E,1c «ΟΡΙΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΠΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΛΩΡΙΔΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ». Τα περιθώρια των

κύκλων θα είναι ερυθρού χρώματος και τα γράμματα μαύρου χρώματος.

2. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΛΩΡΙΔΕΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ

Πινακίδες όπως οι E,2a και E,2b αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που υποδεικνύουν τη θέση

της λωρίδας αποκλειστικής κυκλοφορίας λεωφορείων σύμφωνα με το Άρθρο 26bis, παράγραφος 2.

3. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΙ»

(a) Δύο διαφορετικές πινακίδες «ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ» μπορούν να τοποθετούνται όπου κρίνεται

αναγκαία η υπόδειξη οδού ή οδοστρώματος μονής κατεύθυνσης:

(ί) Η πινακίδα E,3a τοποθετημένη περίπου καθέτως προς τον άξονα του οδοστρώματος- το σχήμα

αυτής θα είναι τετράγωνο.

(ii) Η πινακίδα E,3b τοποθετημένη περίπου παράλληλα προς τον άξονα του οδοστρώματος· το

σχήμα αυτής θα είναι επίμηκες ορθογώνιο, η μακριά πλευρά του οποίου θα είναι οριζόντια. Η λέξη

«μονόδρομος» μπορεί να αναγράφεται επί του τόξου της πινακίδας E,3b στην εθνική γλώσσα ή μία

από τις εθνικές γλώσσες της σχετικής χώρας. Το βέλος της πινακίδας E,3b θα φέρει αναγραφή μόνο

εφόσον τούτο δε θίγει την αποτελεσματικότητα της πινακίδας.

(b) Οι πινακίδες E,3a και E,3b μπορούν να τοποθετούνται ανεξαρτήτως του εάν βρίσκονται

τοποθετημένες πινακίδες απαγορεύσεων ή υποχρεώσεων στην είσοδο της σχετικής οδού.

4. ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗΣ

Παράδειγμα πινακίδας προεπιλογής σε διασταυρώσεις επί οδών με πολλές λωρίδες κυκλοφορίας:

Ε,4.

5. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΕ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟ Η ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ

(a) Η πινακίδα E,5a «ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟΣ» θα τοποθετείται στο σημείο όπου αρχίζουν να

ισχύουν οι ειδικοί κανόνες οι οποίοι πρέπει να τηρούνται επί των αυτοκινητοδρόμων. Η πινακίδα

E,5a μπορεί να χρησιμοποιείται και να επαναλαμβάνεται για να δίδεται προειδοποίηση για

προσέγγιση σε αυτοκινητόδρομο. Έκαστη πινακίδα τοποθετούμενη για τον σκοπό αυτό θα φέρει

είτε αναγραφή στο κάτω μέρος της υποδεικνύουσα την απόσταση μεταξύ της πινακίδας και της

αρχής του αυτοκινητοδρόμου, ή πρόσθετη πινακίδα Η,1 η οποία περιγράφεται στο Παράρτημα 1,

ενότητα Η της Σύμβασης.

(b) Η πινακίδα E,5b «ΤΕΛΟΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟΥ» θα τοποθετείται στο σημείο όπου παύουν να

ισχύουν οι κανόνες αυτοί.

(c) Η πινακίδα E,5b μπορεί ομοίως να χρησιμοποιείται και να επαναλαμβάνεται για να δίδεται

προειδοποίηση για το τέλος αυτοκινητοδρόμου- στην περίπτωση αυτή, η απόσταση μεταξύ

εκάστης πινακίδας τοποθετούμενης για τον σκοπό αυτό και του τέλους του αυτοκινητοδρόμου θα

αναγράφεται στο κάτω μέρος της πινακίδας.

(d) Οι πινακίδες αυτές θα έχουν εσωτερικό κυανού ή πράσινου χρώματος.

6. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕ! ΠΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΕ ΟΔΟ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΟΙ ΜΕ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΩΝ, Η ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΑΥΤΗ

(a) Η πινακίδα E,6a «ΟΔΟΣ ΓΙΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ (ΤΑΧΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ)» θα

τοποθετείται στο σημείο όπου αρχίζουν να ισχύουν ειδικοί κανόνες κυκλοφορίας επί οδών άλλων

πλην αυτοκινητοδρόμων, προοριζόμενων για την κυκλοφορία οχημάτων με κινητήρα και μη

εξυπηρετούντων παρόδιες ιδιοκτησίες. Πρόσθετη πινακίδα μπορεί να τοποθετηθεί κάτω από την

πινακίδα E,6a για να υποδεικνύει ότι, κατ` εξαίρεση, η πρόσβαση οχημάτων με κινητήρα σε

παρόδιες ιδιοκτησίες επιτρέπεται.

(b) Η πινακίδα E,6a μπορεί να χρησιμοποιείται και να επαναλαμβάνεται για να δίδεται

προειδοποίηση για προσέγγιση σε οδό στην οποία οι κανόνες κυκλοφορίας είναι ίδιοι με εκείνους

που ισχύουν επί των αυτοκινητοδρόμων. Έκαστη πινακίδα τοποθετούμενη για τον σκοπό αυτό θα

φέρει είτε αναγραφή στο κάτω μέρος της υποδεικνύουσα την απόσταση μεταξύ της πινακίδας και

της αρχής της οδού στην οποία οι κανόνες κυκλοφορίας είναι ίδιοι με εκείνους που ισχύουν επί των

αυτοκινητοδρόμων, ή πρόσθετη πινακίδα Η,1 η οποία περιγράφεται στο Παράρτημα 1, ενότητα Η

της Σύμβασης.

(b) Η πινακίδα E,6b «ΤΕΛΟΣ ΟΔΟΥ ΠΑ ΟΧΉΜΑΤΑ ΜΕ ΚΙΝΗΤΗΡΑ (ΤΑΧΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ)» μπορεί

επίσης να χρησιμοποιείται και να επαναλαμβάνεται για να δίδεται προειδοποίηση για το τέλος της

οδού- στην περίπτωση αυτή, η απόσταση μεταξύ εκάστης πινακίδας τοποθετούμενης για τον

σκοπό αυτό και του τέλους της οδού θα αναγράφεται στο κάτω μέρος της πινακίδας.

(c) Οι πινακίδες αυτές θα έχουν εσωτερικό κυανού ή πράσινου χρώματος.

7. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΤΟΙΚΗΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

(a) Η πινακίδα προς υπόδειξη της αρχής κατοικημένης περιοχής θα φέρει την ονομασία της

κατοικημένης περιοχής ή το σύμβολο που δείχνει το περίγραμμα μίας κατοικημένης περιοχής ή ένα

συνδυασμό και των δύο.

Οι αναγραφές θα είναι σε σκούρο χρώμα επί λευκού ή ανοιχτόχρωμου φόντου και η πινακίδα θα

έχει σκουρόχρωμο περιθώριο.

Οι πινακίδες E,7a, E,7b, και E,7C αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που υποδεικνύουν την αρχή

κατοικημένης περιοχής.

(b) Η πινακίδα που υποδεικνύει το τέλος κατοικημένης περιοχής θα είναι ίδια αλλά θα διασχίζεται

από πλάγια ταινία ερυθρού χρώματος ή παράλληλες γραμμές ερυθρού χρώματος διερχόμενες από

την πάνω δεξιά άκρη έως την κάτω αριστερή άκρη.

Οι πινακίδες E,8a, E,8 , και Ε,8° αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που υποδεικνύουν το τέλος

κατοικημένης περιοχής.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 6, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης, οι

πινακίδες αυτές μπορούν να τοποθετούνται επί της οπίσθιας όψης των πινακίδων που

υποδεικνύουν κατοικημένη περιοχή.

(c) Οι πινακίδες της παρούσας παραγράφου θα χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της

Σύμβασης, Άρθρο 13bis, παράγραφος 2.

8. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΕΝΤΟΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

(a) Αρχή περιοχής ,

(ί) Προκειμένου να υποδειχθεί ότι μία πινακίδα ισχύει επί όλων των οδών μιας περιοχής (ισχύ εντός

συγκεκριμένης περιοχής), το σήμα θα απεικονίζεται επί ορθογώνιας πινακίδας με ανοιχτόχρωμο

εσωτερικό. Η λέξη «ZONE» ή το αντίστοιχο αυτής στην εθνική γλώσσα μπορούν να αναγράφονται

πάνω ή κάτω από το σήμα επί της πινακίδας. Συγκεκριμένες λεπτομέρειες για τους περιορισμούς,

απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις που υποδεικνύει η πινακίδα μπορούν να δίδονται κάτωθεν του

σήματος επί της πινακίδας ή επί πρόσθετης πινακίδας.

Πινακίδες ισχύουσες επί όλων των οδών μίας περιοχής (ισχύς εντός συγκεκριμένης περιοχής) θα

τοποθετούνται σε όλες τις οδούς που παρέχουν πρόσβαση στη σχετική περιοχή. Κατά προτίμηση, η

περιοχή πρέπει να περιλαμβάνει μόνο οδούς με παρεμφερή χαρακτηριστικά.

(ii) Οι πινακίδες E,9a, E,9b, E,9C και E,9d αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που ισχύουν επί

όλων των οδών μίας περιοχής (ισχύ εντός συγκεκριμένης περιοχής):

E,9a – Περιοχή στην οποία απαγορεύεται η στάθμευση

E,9b – Περιοχή στην οποία η στάθμευση απαγορεύεται ορισμένα χρονικά διαστήματα

Ε,9° – Περιοχή στάθμευσης

E,9d – Περιοχή μέγιστου ορίου ταχύτητας

(b) Έξοδος από περιοχή

(ί) Προκειμένου να υποδεικνύεται η έξοδος από περιοχή στην οποία η πινακίδα έχει ισχύ εντός της

συγκεκριμένης περιοχής, θα τοποθετείται το ίδιο σήμα απεικονιζόμενο επί ορθογώνιας πινακίδας με

εκείνο που τοποθετείται στην είσοδο της περιοχής αλλά θα είναι φαιού χρώματος επί ορθογώνιας

πινακίδας με ανοιχτόχρωμο εσωτερικό. Μία μαύρη ή σκούρα φαιά διαγώνια ταινία ή παράλληλες

φαιές ή μαύρες γραμμές σχηματίζουσες την εν λόγω ταινία θα διασχίζουν με κλίση προς τα κάτω

την πινακίδα από τα δεξιά στα αριστερά.

Πινακίδες υποδεικνύουσες την έξοδο από περιοχή θα τοποθετούνται επί όλων των οδών που

μπορεί να χρησιμοποιούνται για την έξοδο από αυτή την περιοχή.

(ii) Οι πινακίδες E,10a, E,10b, E, 10° και E,10d αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που

υποδεικνύουν την έξοδο από περιοχή στην οποία μία πινακίδα ισχύει επί όλων των οδών (ισχύς

εντός συγκεκριμένης περιοχής):

E,10a – Τέλος περιοχής στην οποία απαγορεύεται η στάθμευση

E,10b – Τέλος περιοχής στην οποία η στάθμευση απαγορεύεται ορισμένα χρονικά διαστήματα

Ε, 10° – Τέλος περιοχή στάθμευσης

E,10d – Τέλος περιοχής μέγιστου ορίου ταχύτητας

9. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕ! ΠΕΡΙ ΕΙΣΟΔΟΥ ΣΕ ΣΗΡΑΓΓΑ ΟΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ Η

ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΗ

(a) Η πινακίδα E,11a «ΣΗΡΑΓΓΑ» υποδεικνύει τμήμα της οδού το οποίο διέρχεται μέσα από

σήραγγα και επί του οποίου ισχύουν εδικοί κανόνες κυκλοφορίας. Τοποθετείται στο σημείο από το

οποίο ισχύουν οι κανόνες αυτοί.

(b) Προκειμένου να δίδεται εκ των προτέρων προειδοποίηση στους οδηγούς, η πινακίδα E,11a

μπορεί να τοποθετείται επιπλέον σε προσήκουσα απόσταση πριν από το σημείο όπου ισχύουν οι

ειδικοί κανόνες. Επί της πινακίδας αυτής θα αναγράφεται, είτε στο κάτω μέρος της, είτε επί

πρόσθετης πινακίδας Η,1, κατά τα περιγραφόμενα στην Ενότητα Η του παρόντος Παραρτήματος,

η απόσταση μεταξύ του σημείου στο οποίο είναι τοποθετημένη και του σημείου από το οποίο

ισχύουν οι ειδικοί αυτοί κανόνες.

(c) Η πινακίδα E,11b «ΤΕΛΟΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ» μπορεί να τοποθετείται στο σημείο από το οποίο παύουν

να ισχύουν οι ειδικοί κανόνες.

10. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΔΙΑΒΑΣΗ ΠΕΖΩΝ»

(a) Η πινακίδα E,12a «ΔΙΑΒΑΣΗ ΠΕΖΩΝ» χρησιμοποιείται για να υποδεικνύει σε πεζούς και οδηγούς

τη θέση μίας διάβασης πεζών. Το φόντο της πινακίδας θα είναι κυανού ή μαύρου χρώματος, το

τρίγωνο λευκού ή κίτρινου χρώματος και το σύμβολο μαύρου ή σκούρου κυανού χρώματος. Το

απεικονιζόμενο σύμβολο θα είναι το σύμβολο Α, 12.

(b) Πάντως, δύναται επίσης να χρησιμοποιείται η πινακίδα E,12b, η οποίος έχει το σχήμα

ανισόπλευρου πενταγώνου, κυανό φόντο και λευκό σύμβολο, ή Ε, 12°, η οποία έχει σκούρο φόντο

και λευκό σύμβολο. Η πινακίδα E,12b δε θα χρησιμοποιείται.

11. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ»

(a) Η πινακίδα αυτή θα χρησιμοποιείται για να ειδοποιούνται οι οδηγοί οχημάτων ότι πρέπει να

λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα πλησίον νοσηλευτικών ιδρυμάτων, ιδίως ότι δεν πρέπει να

κάνουν οποιοδήποτε μη αναγκαίο θόρυβο. Για την πινακίδα αυτή υπάρχουν δύο τύποι: E,13a και

E,13b.

(b) Ο ερυθρός σταυρός επί της πινακίδας E,13b μπορεί να αντικατασταθεί από ένα από τα

σύμβολα που αναφέρονται στην Ενότητα F, υποενότητα II, παράγραφος 1.

12. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ»

(a) Η πινακίδα E,14a «ΣΤΑΘΜΕΥΣΗ», η οποία μπορεί να τοποθετείται παράλληλα προς τον άξονα

της οδού, υποδεικνύει χώρους στους οποίους επιτρέπεται η στάθμευση οχημάτων.

Η πινακίδα αυτή θα είναι τετράγωνη. Θα φέρει το γράμμα «Ρ». Το φόντο της πινακίδας αυτής θα

είναι κυανό.

(b) Η κατεύθυνση προς την οποία βρίσκεται ο χώρος στάθμευσης ή οι κατηγορίες οχημάτων για

τις οποίες προορίζεται μπορεί να υποδεικνύεται επί της ίδιας της πινακίδας ή επί πρόσθετης

πινακίδας κάτω από την κύρια πινακίδα. Οι αναγραφές αυτές μπορούν ομοίως να περιορίζουν την

περίοδο κατά την οποία επιτρέπεται η στάθμευση ή να υποδεικνύουν ότι υπάρχει πρόσβαση σε

μέσα δημόσιας συγκοινωνίας από τον χώρο στάθμευσης με το σύμβολο «+» ακολουθούμενο από

υπόδειξη του τύπου μεταφορικού μέσου, με τη μορφή λέξης ή συμβόλου.

Οι πινακίδες E,14b και Ε, 14° αποτελούν παραδείγματα πινακίδων οι οποίες μπορούν να

χρησιμοποιούνται για την υπόδειξη χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων που προορίζεται ειδικότερα

για οχήματα οι οδηγοί των οποίων επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν μέσο δημόσιας συγκοινωνίας.

13. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕ! ΠΕΡΙ ΣΤΑΣΗΣ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΥ Η ΤΡΟΧΙΟΔΡΟΜΟΥ Ε.15 «ΣΤΑΣΗ

ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΥ» και Ε, 16 «ΣΤΑΣΗ ΤΡΟΧΙΟΔΡΟΜΟΥ».

13bis. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΟΠΟΥ ΙΣΧΥΟΥΝ

ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ, Η` ΕΞΟΔΟ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ

Η πινακίδα E,17a «ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ» θα τοποθετείται στο σημείο στο οποίο αρχίζουν να

ισχύουν οι προς τήρηση ειδικοί κυκλοφοριακοί κανόνες οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 27bis της

Σύμβασης για την Οδική Κυκλοφορία, συμπληρωθείσας από την Ευρωπαϊκή Συμφωνία. Η πινακίδα

E,17b «ΤΕΛΟΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ» θα τοποθετείται στο σημείο στο οποίο οι κανόνες αυτοί

παύουν να ισχύουν.

14. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΧΩΡΟ ΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ Η ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Η πινακίδα Ε,18 «ΧΩΡΟΣ ΣΤΑΣΗΣ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ» υποδεικνύει ένα χώρο ο οποίος

χρησιμοποιείται από τους οδηγούς για στάση ή στάθμευση μόνο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή

κινδύνου. Αν αυτός ο χώρος στάσης διαθέτει τηλέφωνο έκτακτης ανάγκης και/ή πυροσβεστήρα, η

πινακίδα θα φέρει τα σύμβολα F.14 και/ή F.15 είτε στο κάτω μέρος της ή επί ορθογώνιου πλαισίου

τοποθετημένου κάτω από την πινακίδα. Η πινακίδα αυτή έχει δύο τύπους, E,18a και E,18b.

ΕΝΟΤΗΤΑ F

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ή ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Ι. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

1. Οι πινακίδες “F” θα έχουν κυανό ή πράσινο φόντο. Θα περιέχουν λευκό ή ανοικτό κίτρινο

ορθογώνιο επί του οποίου θα απεικονίζεται το σύμβολο.

2. Επί του κυανού ή πράσινου διαζώματος, στο κάτω μέρος της πινακίδας, δύναται να

αναγράφεται με λευκά στοιχεία η απόσταση μέχρι την υποδεικνυόμενη εγκατάσταση, ή μέχρι την

είσοδο της οδού που οδηγεί σε αυτή. Επί της πινακίδας που φέρει το σύμβολο F,5 δύναται να

αναγράφεται, κατά τον ίδιο τρόπο, η λέξη «Ξενοδοχείο» {Hotel) ή «Μοτέλ» (Motel). Οι πινακίδες

αυτές μπορούν ομοίως να τοποθετούνται στην είσοδο της οδού που οδηγεί προς την

εγκατάσταση, στην οποία περίπτωση μπορούν να φέρουν λευκό βέλος κατεύθυνσης επί του

κυανού ή πράσινου κάτω διαζώματος.

Το σύμβολο θα είναι μαύρου ή σκούρου κυανού χρώματος, εκτός των συμβόλων F,1a, F,1b, F,1c

και F,18, τα οποία θα είναι ερυθρού χρώματος. Το σύμβολο F,17 μπορεί να είναι ερυθρού

χρώματος. Τα σύμβολα F,1b και F,1c δεν θα χρησιμοποιούνται.

II. ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΣ

1. ΣΥΜΒΟΛΟ «ΣΤΑΘΜΟΥ ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ»

Θα χρησιμοποιούνται τα σύμβολα που χρησιμοποιούν προς απεικόνιση των σταθμών πρώτων

βοηθειών τα σχετικά Κράτη. Τα σύμβολα αυτά θα είναι ερυθρού χρώματος. Παράδειγμα των

συμβόλων αυτών είναι τα F,1

2. ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΜΒΟΛΑ

F.2 «ΣΥΝΕΡΓΕΙΟ ΕΠΙΣΚΕΥΗΣ ΒΛΑΒΩΝ»

F.3 «ΤΗΛΕΦΩΝΟ»

F.4 «ΠΡΑΤΗΡΙΟ ΚΑΥΣΙΜΩΝ»

F,5 «ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ή ΜΟΤΕΛ»

F,6 «ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ»

F.7 «ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΟ Ή ΚΑΦΕΝΕΙΟ»

F.8 «ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΕΚΔΡΟΜΕΩΝ»

F.9 «ΣΗΜΕΙΟ ΕΝΑΡΞΗΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΥ»

F.10 «ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ»

F.11 «ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΧΟΣΠΙΤΑ»

F.12 «ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΡΟΧΟΣΠΙΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΕΙΣ»

F.13 «ΞΕΝΩΝΑΣ ΝΕΟΤΗΤΑΣ»

F.14 «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ»

Αναγραφή επί λευκού τετραγώνου: Κάτω από τη λέξη «radio» μπορεί να αναγράφεται όποτε αυτό

κρίνεται σκόπιμο η ονομασία ή ο κωδικός του ραδιοφωνικού σταθμού σε συνοπτική μορφή και ο

αριθμός του προγράμματος. Η λέξη «Radio» μπορεί να επαναλαμβάνεται και στην εθνική γλώσσα.

Αναγραφή επί κυανού φόντου: Αναγραφή της συχνότητας και, αν τούτο κρίνεται σκόπιμο, του

μήκους κύματος του τοπικού ραδιοφωνικού σταθμού. Επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των

χωρών να προσθέτουν στην περίπτωση σταθμών VHF την ένδειξη “MHz” ή τον τοπικό κωδικό, και

στην περίπτωση σταθμών μεσαίας ή μακράς συχνότητας την ένδειξη “kc/s”. Το μήκος κύματος

μπορεί να αναγράφεται με αριθμούς με το γράμμα m (π.χ. 1500m).

F.15 «ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΟΥΤΡΑ»

F.16 «ΠΑΡΑΛΙΑΉ ΠΙΣΙΝΑ»

F.17 «ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ»

F.18 «ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΡΑΣ»

ΕΝΟΤΗΤΑ G

ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ, ΘΕΣΗΣ Ή ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ

Ι. ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

1. Οι πληροφοριακές πινακίδες είναι συνήθως ορθογώνιου σχήματος. Εν τούτοις, οι πινακίδες

κατεύθυνσης μπορούν να έχουν τη μορφή επιμήκους ορθογωνίου με οριζόντια τη μακρύτερη

πλευρά και τελειώνοντας με τη μορφή βέλους.

2. Οι πληροφοριακές πινακίδες θα φέρουν είτε λευκά ή ανοιχτόχρωμα σύμβολα ή αναγραφές επί

σκουρόχρωμου φόντου, είτε σκουρόχρωμα σύμβολα ή αναγραφές επί λευκού ή ανοιχτόχρωμου

φόντου. Το ερυθρό χρώμα μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο κατ` εξαίρεση και σε καμία περίπτωση

δεν πρέπει να είναι το κυρίαρχο χρώμα.

3. Οι προειδοποιητικές πινακίδες κατεύθυνσης ή πινακίδες κατεύθυνσης σχετικά με

αυτοκινητοδρόμους ή οδούς θεωρούμενες ως αυτοκινητόδρομοι θα φέρουν λευκά σύμβολα ή

αναγραφές επί κυανού ή πράσινου φόντου. Επί τέτοιων πινακίδων μπορούν να απεικονίζονται σε

περιορισμένη κλίμακα τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται επί των πινακίδων E,5a και E,6b.

4. Οι πινακίδες που υποδεικνύουν προσωρινές συνθήκες όπως οδικές εργασίες, εκτροπές ή

παρακάμψεις μπορούν να έχουν πορτοκαλί ή κίτρινο φόντο με μαύρα σύμβολα και αναγραφές.

5. Επί των πινακίδων Θ,1, G,4, G,5, G,6 και G,10 συνιστάται η αναγραφή τοπωνυμίων στην

γλώσσα της χώρας, ή τμήματος αυτής, όπου βρίσκονται οι αναφερόμενες τοποθεσίες.

II. ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Παραδείγματα προειδοποιητικών πινακίδων κατεύθυνσης: G,1a, G,1 και G,1c.

2. ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ a

(a) Παραδείγματα προειδοποιητικών πινακίδων κατεύθυνσης για «ΑΔΙΕΞΟΔΟ»: G,2 και G,2b. Η

ερυθρή ταινία των πινακίδων G,2a και G,2b θα περιβάλλεται από λευκό περιθώριο.

(b) Παράδειγμα προειδοποιητικής πινακίδας κατεύθυνσης για ακολουθητέα διαδρομή για στροφή

αριστερά σε περίπτωση που στην επόμενη διασταύρωση απαγορεύεται η στροφή αριστερά: G,3.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι προειδοποιητικές πινακίδες κατεύθυνσης G,1 δύνανται να φέρουν τα σύμβολα που

χρησιμοποιούνται επί άλλων πινακίδων που ενημερώνουν τους οδικούς χρήστες για τα

χαρακτηριστικά της διαδρομής ή τις κυκλοφοριακές συνθήκες (για παράδειγμα: πινακίδες Α,2, Α,5,

C,3e, C,6, E,5a, F,2).

III. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. Παραδείγματα πινακίδων που δείχνουν την κατεύθυνση μίας τοποθεσίας: G,4a, G,4 , G,4C και

G,5. Η πινακίδα G,4C δε θα χρησιμοποιείται.

2. Παραδείγματα πινακίδων που δείχνουν την κατεύθυνση αεροδρομίου: G,6 , G,6 και G,6 . Η

πινακίδα G,6c δε θα χρησιμοποιείται.

3. Η πινακίδα G,7 δείχνει την κατεύθυνση περιοχής κατασκήνωσης.

4. Η πινακίδα G,8 δείχνει την κατεύθυνση ενός ξενώνα νεότητας.

5 Παραδείγματα πινακίδων που δείχνουν την κατεύθυνση χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων

προοριζόμενου ειδικότερα για οχήματα οι οδηγοί των οποίων επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν μέσο

δημόσιας συγκοινωνίας: G,9a και G,9b. Ο τύπος του μέσου δημόσιας συγκοινωνίας μπορεί να

υποδεικνύεται επί της πινακίδας με αναγραφή ή σύμβολο.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι πινακίδες κατεύθυνσης G,4, G,5 και G,6 δύνανται να φέρουν τα σύμβολα που

χρησιμοποιούνται επί άλλων πινακίδων που ενημερώνουν τους οδικούς χρήστες για τα

χαρακτηριστικά της διαδρομής ή τις κυκλοφοριακές συνθήκες (για παράδειγμα: πινακίδες Α,2, Α,5,

C,3e, C,6, E,5a, F,2).

IV. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ!

Η πινακίδα G,10 αποτελεί παράδειγμα επιβεβαιωτικής πινακίδας.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 6, παράγραφος 1 της παρούσας Σύμβασης, η

πινακίδα αυτή μπορεί να τοποθετείται επί της οπίσθιας όψης άλλης πινακίδας προοριζόμενης για

την κατά την αντίθετη κατεύθυνση βαίνουσα κυκλοφορία.

V. ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ

1. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΛΩΡΙΔΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Πινακίδες όπως οι G,11a, G,11b και G,11c θα χρησιμοποιούνται για να ειδοποιούν τους οδηγούς

σχετικά με τον αριθμό και την κατεύθυνση λωρίδων κυκλοφορίας. Πρέπει να περιλαμβάνουν τον

ίδιο αριθμό βελών όσες είναι οι λωρίδες κυκλοφορίες που διατίθενται για κυκλοφορία βαίνουσα

προς την ίδια κατεύθυνση. Μπορούν ομοίως να υποδεικνύουν λωρίδες κυκλοφορίας που

διατίθενται για την εκ της αντίθετης κατεύθυνσης ερχόμενη κυκλοφορία.

2. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΛΩΡΙΔΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Πινακίδες όπως οι G,12a και G,12b θα ειδοποιούν τους οδηγούς περί του περιορισμού του αριθμού

λωρίδων κυκλοφορίας.

3. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΑΔΙΕΞΟΔΟ»

Η πινακίδα G 13 «ΑΔΙΕΞΟΔΟ», τοποθετημένη στην είσοδο μίας οδού, θα σημαίνει ότι δεν υπάρχει

διέξοδος. Η ερυθρή ταινία της πινακίδας G.13 θα περιβάλλεται από λευκό περιθώριο.

4. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ»

Η πινακίδα G.14 «ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΑ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ» θα χρησιμοποιείται, ιδίως πλησίον εθνικών συνόρων

για να πληροφορεί περί των γενικών ορίων ταχύτητας που ισχύουν σε μία χώρα ή σε τμήμα αυτής

της χώρας. Η ονομασία ή το διακριτικό σήμα της χώρας, πιθανώς συνοδευόμενο από το εθνικό

έμβλημα, θα τοποθετείται στο πάνω μέρος της πινακίδας. Επι της πινακίδας, τα γενικά όρια

ταχύτητας που ισχύουν σε μία χώρα θα απεικονίζονται με την ακόλουθη σειρά: (1) εντός

κατοικημένων περιοχών, (2) εκτός κατοικημένων περιοχών, (3) επι αυτοκινητοδρόμων. Αν

κρίνεται σκόπιμο, το σύμβολο της πινακίδας Ε,6 «Οδός για οχήματα με κινητήρα (ταχείας

κυκλοφορίας)» μπορεί να χρησιμοποιείται για την υπόδειξη του γενικού ορίου ταχύτητας επί οδών

για οχήματα με κινητήρα.

Το περιθώριο της πινακίδας και το πάνω τμήμα της θα είναι κυανού χρώματος. Η ονομασία της

χώρας και το φόντο των τριών τετραγώνων θα είναι λευκού χρώματος. Τα σύμβολα που

χρησιμοποιούνται στα πάνω και στα κεντρικά τετράγωνα θα είναι μαύρου χρώματος και το

σύμβολο στο κεντρικό τετράγωνο θα το διασχίζει πλάγια γραμμή ερυθρού χρώματος.

5. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΑΝΟΙΚΤΗ Ή ΚΛΕΙΣΤΗ ΟΔΟΣ»

(a) Η πινακίδα G.15 «ΑΝΟΙΚΤΗ Ή ΚΛΕΙΣΤΗ ΟΔΟΣ» θα χρησιμοποιείται για να υποδεικνύει εάν μία

ορεινή οδός, ιδίως δε τμήμα αυτής το οποίο οδηγεί σε πέρασμα (αυχένα), είναι ανοικτό ή κλειστό.

Η πινακίδα θα τοποθετείται στην είσοδο της οδού ή των οδών που οδηγούν στο εν λόγω τμήμα.

Η ονομασία του τμήματος της οδού ή του περάσματος (αυχένα) θα αναγράφονται με λευκά

γράμματα. Στην αναπαριστώμενη πινακίδα, η ονομασία “Furka” δίδεται ως παράδειγμα.

Τα πλαίσια 1,2 και 3 θα είναι κινητά.

(b) Εάν το τμήμα της οδού είναι κλειστό, το πλαίσιο 1 θα είναι ερυθρού χρώματος και θα Φέρει

την αναγραφή «ΚΛΕΙΣΤΟ». Εάν το τμήμα είναι ανοικτό, το πλαισιο_1 θα είναι πράσινου χρώματος

και θα φέρει την αναγραφή «ΑΝΟΙΚΤΟ». Οι αναγραφές θα είναι σε λευκά γράμματα και κατά

προτίμηση σε περισσότερες από μία γλώσσες. .

(c) Τα πλαίσια 2 και 3 θα έχουν λευκό φόντο, οι δε αναγραφές και τα σύμβολα θα είναι μαύρου

χρώματος.

Εάν το τμήμα της οδού είναι ανοικτό, το πλαίσιο 3 θα παραμένει κενό, το δε πλαίσιο 2 αναλόγως

της κατάστασης της οδού, είτε θα είναι κενό, είτε θα περιέχει την πινακίδα D9 «ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΕΣ

ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ», ή το σύμβολο G.16 «ΣΥΝΙΣΤΩΝΤΑΙ ΑΛΥΣΙΔΕΣ Ή ΕΛΑΣΤΙΚΑ ΧΙΟΝΩΝ». Το

σύμβολο αυτό θα είναι μαύρου χρώματος.

Εάν το τμήμα της οδού είναι κλειστό, το πλαίσιο 3 θα περιέχει το όνομα της τοποθεσίας μέχρι την

οποία είναι ανοικτή η οδός, το δε πλαίσιο 2 θα περιέχει, αναλόγως της κατάστασης, είτε την ένδειξη

«ΑΝΟΙΚΤΟ ΜΕΧΡΙ…», είτε το σύμβολο G.16, ή την πινακίδα D,9.

6. ΠΙΝΑΚΙΔΑ «ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ»

Η πινακίδα G.17 «ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΤΑΧΥΤΗΤΑ» θα χρησιμοποιείται για να υποδεικνύει την

συνιστώμενη ταχύτητα οδήγησης εφόσον οι συνθήκες το επιτρέπουν και ο οδηγός δεν

υποχρεούται να συμμορφωθεί προς χαμηλότερο όριο ταχύτητας συγκεκριμένο για την κατηγορία

του οχήματος του. Ο αριθμός ή το εύρος των αριθμών που αναγράφονται στην πινακίδα θα

υποδεικνύουν την ταχύτητα στη μονάδα μέτρησης που συνήθως χρησιμοποιείται για την

υποδήλωση της ταχύτητας των οχημάτων στη χώρα περί της οποίας πρόκειται. Η μονάδα

μέτρησης μπορεί να αναγράφεται επί της πινακίδας.

7. ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΑ ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΓΙΑ ΒΑΡΕΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

G.18 «ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΓΙΑ ΒΑΡΕΑ ΟΧΗΜΑΤΑ»

8. ΠΙΝΑΚΙΔΑ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΑ ΛΩΡΙΔΑ ΔΙΑΦΥΓΗΣ

Η πινακίδα G,19 «ΛΩΡΙΔΑ ΔΙΑΦΥΓΗΣ» θα χρησιμοποιείται για την υπόδειξη λωρίδας διαφυγής επί

απότομης κατωφέρειας. Η πινακίδα αυτή, με πλαίσιο επί του οποίου αναγράφεται η απόσταση έως

τη λωρίδα διαφυγής, πρέπει να τοποθετείται σε συνδυασμό με την πινακίδα Α,2 στην κορυφή της

κατωφέρειας, όπου αρχίζει ή ζώνη κινδύνου και στην είσοδο της λωρίδας διαφυγής. Αναλόγως του

μήκους της κατωφέρειας η πινακίδα πρέπει να επαναλαμβάνεται εφόσον είναι αναγκαίο, και πάλι

μαζί με πλαίσιο επί του οποίου αναγράφεται η απόσταση.

Το σύμβολο μπορεί να ποικίλλει αναλόγως της θέσης της λωρίδας διαφυγής ως προς τη σχετική

οδό.

9. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕΣ ΠΕΡΙ ΥΠΕΡΓΕΙΑΣ Η ΥΠΟΓΕΙΑΣ ΔΙΑΒΑΣΗΣ ΠΕΖΩΝ

(a) Η πινακίδα G.20 χρησιμοποιείται για την υπόδειξη υπέργειας ή υπόγειας διάβασης πεζών.

(b) Η πινακίδα G.21 χρησιμοποιείται για την υπόδειξη υπέργειας ή υπόγειας διάβασης πεζών χωρίς

σκαλοπάτια. Το σύμβολο για άτομα με μειωμένη κινητικότητα μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται επί

αυτής της πινακίδας.

10. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕΣ ΠΕΡΙ ΕΞΟΔΟΥ ΑΠΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟ

Οι πινακίδες G,22a, G,22b και G,22c αποτελούν παραδείγματα προειδοποιητικών πινακίδων οι

οποίες υποδεικνύουν έξοδο από αυτοκινητόδρομο. Οι πινακίδες αυτές θα φέρουν ένδειξη της

απόστασης έως την έξοδο από έναν αυτοκινητόδρομο, κατά τα οριζόμενα στην εσωτερική

νομοθεσία, υπό την προϋπόθεση ότι πινακίδες οι οποίες φέρουν αντίστοιχα μία και δύο πλάγιες

ταινίες τοποθετούνται στο ένα τρίτο και στα δύο τρίτα της απόστασης μεταξύ της πινακίδας που

φέρει τρεις παράλληλες ταινίες και της εξόδου από αυτοκινητόδρομο.

11. ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΕΞΟΔΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

(a) Οι πινακίδες G,23a και G,23b υποδεικνύουν τη θέση εξόδων κινδύνου.

(b) Οι πινακίδες G,24a, G,24b και G,24c αποτελούν παραδείγματα πινακίδων που υποδεικνύουν

την κατεύθυνση και απόσταση προς τις πλησιέστερες εξόδους κινδύνου. Εντός σηράγγων, θα

τοποθετούνται σε μέγιστη απόσταση 50μ. μεταξύ τους και σε ύψος από 1 έως 1,5μ. επί των

πλευρικών τοιχωμάτων της σήραγγας.

(c) Οι πινακίδες G,23 και G.24 έχουν πράσινο φόντο και τα σύμβολα, τα βέλη και οι ενδείξεις

απόστασης είναι λευκού ή ανοιχτόχρωμου χρώματος.

ΕΝΟΤΗΤΑ Η

ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ

1. Οι πινακίδες αυτές θα έχουν είτε λευκό ή κίτρινο φόντο και μαύρο, βαθύ κυανό ή ερυθρό

περιθώριο, στην οποία περίπτωση η απόσταση ή το μήκος ή το σύμβολο θα αναγράφονται με

μαύρο ή βαθύ κυανό χρώμα, είτε μαύρο ή βαθύ κυανό φόντο και λευκό, κίτρινο ή ερυθρό

περιθώριο, στην οποία περίπτωση η απόσταση ή το μήκος ή το σύμβολο θα αναγράφονται με

λευκό ή κίτρινο χρώμα.

1 bis.To φόντο των πρόσθετων πινακίδων θα πρέπει κατά προτίμηση να είναι όμοιο με εκείνο που

χρησιμοποιείται στις συγκεκριμένες ομάδες κύριων πινακίδων μαζί με τις οποίες χρησιμοποιούνται.

2. (a) Οι πρόσθετες πινακίδες Η,1 δείχνουν την απόσταση από την πινακίδα έως την αρχή του

επικίνδυνου τμήματος οδού ή της περιοχής στην οποία εφαρμόζεται ο κανονισμός.

(b) Οι πρόσθετες πινακίδες Η,2 δείχνουν το μήκος του επικίνδυνου τμήματος οδού, ή της περιοχής

στην οποία εφαρμόζεται ο κανονισμός.

(c) Οι πρόσθετες πινακίδες τοποθετούνται κάτω από τις κύριες πινακίδες. Εν τούτοις, στην

περίπτωση πινακίδων αναγγελίας κινδύνου τύπου Α , οι πληροφορίες που δίδονται επί των

πρόσθετων πινακίδων μπορούν επίσης να αναγράφονται επί του κατώτερου τμήματος της

πινακίδας.

3. Οι πρόσθετες πινακίδες Η,3 και Η,4, οι οποίες αφορούν απαγορεύσεις ή περιορισμούς της

στάθμευσης, είναι τύπων H,3a, H,3b, και H,3c και Η,4α, Η,4b και Η,4c αντίστοιχα (Βλέπε: ενότητα

C, παράγραφος 9 (c) του παρόντος Παραρτήματος).

4. Οι ρυθμιστικές πινακίδες μπορεί να περιορίζονται επί συγκεκριμένων οδικών χρηστών

απεικονίζοντας το σύμβολο της κατηγορίας στην οποίας αυτοί ανήκουν. Για παράδειγμα: H,5a, και

H,5b.

Σε περιπτώσεις στις οποίες η ρυθμιστική πινακίδα θεωρείται ως μη ισχύουσα επί μίας

συγκεκριμένης κατηγορίας οδικών χρηστών, τούτο επισημαίνεται με το σύμβολο της κατηγορίας

τους και τη λέξη “εκτός” στη γλώσσα της συγκεκριμένης χώρας. Παραδείγματος χάριν: H,6. Αν

κρίνεται αναγκαίο, το σύμβολο μπορεί να αντικαθίσταται από αναγραφή στη γλώσσα αυτή.

5. Για την υπόδειξη χώρων στάθμευσης προοριζόμενων για άτομα με μειωμένη κινητικότητα, η

πινακίδα Η,7 πρέπει να χρησιμοποιείται με τις κύριες πινακίδες C,18 ή Ε,14.

6. H πρόσθετη πινακίδα Η,8 απεικονίζει ένα σχεδιάγραμμα διασταύρωσης στο οποίο οι φαρδιές

γραμμές υποδεικνύουν τις οδούς προτεραιότητας και οι λεπτές γραμμές υποδεικνύουν τις οδούς

στις οποίες είναι τοποθετημένες οι πινακίδες Β,1 ή Β,2.

7. Για την υπόδειξη ολισθηρότητας λόγω πάγου στο έμπροσθεν τμήμα της οδού, πρέπει να

χρησιμοποιείται η πρόσθετη πινακίδα Η,9.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΙΣΧΥΟΥΣΑ ΕΠΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι: Σε χώρες στις οποίες η κυκλοφορία

διεξάγεται αριστερά, οι πινακίδες και/ή τα σύμβολα θα αντιστρέφοται όπως αρμόζει.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΟΔΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΑ

1. Οι διαγραμμίσεις της επιφάνειας των οδών (διαγραμμίσεις οδών) πρέπει να συνίστανται από μη ολισθηρά υλικά και να μην προεξέχουν περισσότερο από 6 χλστ. πάνω από τη στάθμη του οδοστρώματος. Ήλοι ή παρόμοια στοιχεία χρησιμοποιούμενα για διαγραμμίσεις δεν πρέπει να προεξέχουν πάνω από 1,5 εκ. πάνω από την επιφάνεια του οδοστρώματος (ή πάνω από 2,5 εκ. στην περίπτωση ήλων που περιέχουν ανακλαστήρες), πρέπει δε να χρησιμοποιούνται σύμφωνα προς τις απαιτήσεις ασφαλείας της οδικής κυκλοφορίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΤΑ ΜΗΚΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ (Διάγραμμα Α-1)

Α ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

2. Το πλάτος των συνεχών ή διακεκομμένων γραμμών που χρησιμοποιούνται για τις κατά μήκος διαγραμμίσεις πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,10μ. (4 ίντσες). Το πλάτος της διακεκομμένης γραμμής που χρησιμοποιείται για υπόδειξη του διαχωρισμού μεταξύ μίας λωρίδας διερχόμενης κυκλοφορίας και μίας λωρίδας επιτάχυνσης, μίας λωρίδας επιβράδυνσης ή ενός συνδυασμού λωρίδας επιτάχυνσης και λωρίδας επιβράδυνσης, πρέπει να είναι τουλάχιστον διπλάσιο εκείνου της συνήθους διακεκομμένης γραμμής.

3. Η απόσταση μεταξύ δύο γειτονικών κατά μήκος γραμμών (διπλής γραμμής) πρέπει να είναι μεταξύ 0,1 Ομ. (4 ίντσες) και 0,18μ. (7 ίντσες).

4. Η διακεκομμένη γραμμή θα αποτελείται από τμήματα ίσου μήκους χωριζόμενα μεταξύ τους με επίσης ισομήκη διάκενα. Η ταχύτητα των οχημάτων επί του σχετικού συγκεκριμένου τμήματος της οδού ή της περιοχής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό του μήκους των τμημάτων των γραμμών και των μεταξύ αυτών διακένων.

5 (a) Διακεκομμένη γραμμή χρησιμοποιούμενη για την καθοδήγηση της κυκλοφορίας σύμφωνα προς το Άρθρο 26, παράγραφος 2 (a) (i) της Σύμβασης θα αποτελείται από γραμμές μήκους όχι μικρότερου από 1μ. (3 πόδια 4 ίντσες). Το μήκος των διακένων θα πρέπει κανονικά να είναι από διπλάσιο έως τετραπλάσιο εκείνου των γραμμών. Το μήκος των διακένων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 12μ. (40 πόδια).

(b) To μήκος των γραμμών μίας διακεκομμένης γραμμής χρησιμοποιούμενης για προειδοποίηση σύμφωνα προς το Άρθρο 26, παράγραφο 2 (a) (ii) της Σύμβασης πρέπει να είναι από διπλάσιο έως τετραπλάσιο εκείνου των διάκενων. Μία συνεχής γραμμή δεν πρέπει να έχει μήκος μικρότερο από 20μ. (65 πόδια).

Β. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΛΩΡΙΔΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

7. Οι λωρίδες κυκλοφορίας θα διαγραμμίζονται με διακεκομμένες ή συνεχείς γραμμές ή με άλλα κατάλληλα μέσα.

(i) Eκτός κατοικημένων περιοχών

8. Επί οδών διπλής κατεύθυνσης με δύο λωρίδες κυκλοφορίας, η κεντρική γραμμή του οδοστρώματος πρέπει να υποδεικνύεται με κατά μήκος διαγράμμιση (Διάγραμμα Α-2), η οποία συνήθως θα αποτελείται από διακεκομμένη γραμμή. Συνεχείς γραμμές πρέπει να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτό μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.

9. Επί οδών διπλής κατεύθυνσης με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, οι λωρίδες πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να υποδεικνύονται με διακεκομμένες γραμμές (Διάγραμμα Α-3). Μία ή δύο συνεχείς γραμμές ή διακεκομμένη γραμμή παραπλεύρως μίας συνεχούς γραμμής πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις. Δύο συνεχείς γραμμές δύνανται να χρησιμοποιούνται σε προσβάσεις προς κορυφές λόφων, διασταυρώσεις και ισόπεδες διαβάσεις, καθώς και όπου η ορατότητα είναι περιορισμένη.

10. Επί οδών διπλής κατεύθυνσης με περισσότερες από τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, οι δύο κατευθύνσεις της κυκλοφορίας πρέπει να διαχωρίζονται με συνεχή γραμμή. Εν τούτοις, στις προσβάσεις προς ισόπεδες διαβάσεις και σε άλλες ειδικές περιπτώσεις δύνανται να χρησιμοποιούνται δύο συνεχείς γραμμές. Οι λωρίδες κυκλοφορίας πρέπει να διαγραμμίζονται με διακεκομμένες γραμμές (Διάγραμμα Α-4). Όποτε χρησιμοποιείται μόνο μία συνεχής γραμμή, αυτή πρέπει να έχει μεγαλύτερο πλάτος από τις χρησιμοποιούμενες για το διαχωρισμό των λωρίδων κυκλοφορίας γραμμές επί του ίδιου τμήματος της οδού.

(ii) Eντός κατοικημένων περιοχών

11. Εάν τυγχάνει εφαρμογής το πρόσθετο εδάφιο που εισάγεται μετά την παράγραφο 2(b) του Άρθρου 26 της Σύμβασης, κάθε άκρο της λωρίδας ή των λωρίδων κυκλοφορίας στις οποίες δύναται να αντιστραφεί η ροή της κυκλοφορίας δύναται να διαγραμμισθεί με διπλή διακεκομμένη προειδοποιητική γραμμή χρησιμοποιούμενη σύμφωνα προς το Άρθρο 26 παράγραφος 2 (a) (Η), της Σύμβασης (Διαγράμματα Α-5 και Α-6).

11bis. Στο Διάγραμμα Α-7 δίνεται παράδειγμα διαγράμμισης μονόδρομου. Στο Διάγραμμα Α-8 δίνεται παράδειγμα διαγράμμισης του οδοστρώματος αυτοκινητόδρομου.

12. Οι λωρίδες κυκλοφορίας πρέπει να διαχωρίζονται στα σημεία όπου το πλάτος του οδοστρώματος περιορίζεται από κράσπεδα, νησίδες ή νησίδες κατεύθυνσης.

13. Στις προσβάσεις προς κύριες διασταυρώσεις (ιδίως προς διασταυρώσεις επί των οποίων η κυκλοφορία ελέγχεται) όπου το πλάτος του οδοστρώματος επαρκεί για δύο ή περισσότερες λωρίδες κυκλοφορίας οχημάτων, οι εν λόγω λωρίδες κυκλοφορίας πρέπει να διαγραμμίζονται, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα Α-31. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι γραμμές που διαχωρίζουν τις λωρίδες κυκλοφορίας μπορούν να συμπληρώνονται με διαγραμμίσεις βελών (βλ. παράγραφο 39 του παρόντος Παραρτήματος).

13bis. Στα Διαγράμματα Α-9 και Α-10 δίδονται παραδείγματα της διαγράμμισης λωρίδων επιτάχυνσης και λωρίδων επιβράδυνσης, Στο Διάγραμμα Α-11 δίδεται παράδειγμα διαγράμμισης συνδυασμού λωρίδας επιτάχυνσης και λωρίδας επιβράδυνσης.

Η διάκριση μεταξύ (ί) «Εκτός κατοικημένων περιοχών» και (ii) «Εντός κατοικημένων περιοχών» δε θα εφαρμόζεται.

C. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

(i) Χρήση συνεγών νραυυών

14. Με σκοπό τη βελτίωση της ασφάλειας της κυκλοφορίας, οι διακεκομμένες κεντρικές γραμμές σε ορισμένες διασταυρώσεις (Διάγραμμα Α-33) πρέπει να αντικαθίστανται ή να συμπληρώνονται με συνεχείς γραμμές (Διάγραμμα Α-33).

15. Μήκος ορατότητας σημαίνει την απόσταση από την οποία αντικείμενο ορισμένου ύψους τοποθετημένο επί του οδοστρώματος δύναται να γίνει ορατό από παρατηρητή επί του οδοστρώματος, του οποίου ο οφθαλμός βρίσκεται στο ίδιο ή σε μικρότερο ύψος [ενόψει των σημερινών χαρακτηριστικών σχεδίασης των αυτοκινήτων, υποδεικνύεται ότι το 1μ. (3 πόδια, 4 ίντσες) πρέπει να θεωρείται ως το ύψος του οφθαλμού, και το 1,20μ. (4 πόδια) ως το ύψος του αντικειμένου]. Όταν είναι αναγκαίο να απαγορευθεί η χρήση του τμήματος του οδοστρώματος που προορίζεται για την εκ της αντίθετης κατεύθυνσης ερχόμενη κυκλοφορία σε ορισμένες

διασταυρώσεις, ή σε τοποθεσίες με περιορισμένο μήκος ορατότητας (κορυφές λόφων, στροφές της οδού, κλπ.), ή σε τμήματα όπου το οδόστρωμα είναι στενό ή παρουσιάζει άλλη ιδιομορφία, πρέπει να επιβάλλονται περιορισμοί επί των τμημάτων εκείνων στα οποία το μήκος ορατότητας είναι μικρότερο από ένα ορισμένο ελάχιστο Μ, με συνεχείς γραμμές σημειούμενες σύμφωνα προς τα Διαγράμματα Α-12 έως Α-19. Όπου οι τοπικές συνθήκες καθιστούν αδύνατη τη χρήση συνεχών γραμμών, πρέπει να χρησιμοποιούνται προειδοποιητικές γραμμές σύμφωνα προς το Άρθρο 26, παράγραφος 2 (a) (ii), της Σύμβασης.

16. Η υιοθετούμενη για το Μ τιμή ποικίλλει ανάλογα με τις συνθήκες της οδού και της κυκλοφορίας. Στα Διαγράμματα Α-12 έως Α-19, το Α (ή Δ) είναι το σημείο στο οποίο το μήκος ορατότητας καθίσταται μικρότερο από το Μ, ενώ το C (ή Β) είναι το σημείο στο οποίο αυτό αρχίζει πάλι να υπερβαίνει το Μ

17. Στα Διαγράμματα A-12(a), A-12(b), A-13(a), A-15 και Α-16 δίνονται παραδείγματα διαγράμμισης οδών με δύο λωρίδες κυκλοφορίας σε διάφορες περιπτώσεις (στροφή ή κάθετη καμπή, παρουσία ή απουσία κεντρικής περιοχής όπου το μήκος ορατότητας υπερβαίνει το Μ σε αμφότερες τις κατευθύνσεις).

18. Επί οδών τριών λωρίδων κυκλοφορίας δύο μέθοδοι είναι δυνατές:

(a) To οδόστρωμα δύναται να περιορισθεί σε δύο ευρύτερες λωρίδες κυκλοφορίας, διαδικασία η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως προτιμητέα εάν μεγάλο μέρος της κυκλοφορίας επί της οδού διεξάγεται από δίτροχα οχήματα και/ή εάν το περιοριζόμενο σε δύο λωρίδες κυκλοφορίας τμήμα της οδού είναι σχετικώς βραχύ και απομακρυσμένο από οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο τμήμα [Διαγράμματα Α-12 (c), A-12(d),A-13(b), Α-17καιΑ-18].

(b) Προκειμένου να γίνει πλήρης εκμετάλλευση του εύρους του οδοστρώματος, δύνανται να διατεθούν δύο λωρίδες για τη μία εκ των δύο κατευθύνσεων της κυκλοφορίας. Επί κατακόρυφων καμπύλων, η προνομιούχα κατεύθυνση πρέπει να είναι αυτή που είναι ανηφορική. Στο Διάγραμμα Α-12 (e) δίδεται παράδειγμα κορυφής λόφου όπου τα τμήματα ΑΒ και CD δεν τέμνονται. Όταν αυτά τέμνονται, το είδος αυτό διαγράμμισης αποτρέπει το προσπέρασμα στην κεντρική περιοχή όπου το μήκος ορατότητας είναι επαρκές προς αμφότερες τις κατευθύνσεις. Προς αποφυγή τούτου, είναι δυνατόν να υιοθετηθεί η διαγράμμιση του Διαγράμματος Α-13 (c). To Διάγραμμα Α-14 δείχνει τη διαγράμμιση κυρτής μεταβολής κλίσης. Η διαγράμμιση παραμένει ίδια είτε τα τμήματα ΑΒ και CD τέμνονται είτε όχι. Επί στροφών συνδυαζόμενων με ισχυρή κατά μήκος κλίση, δύνανται να

υιοθετηθούν οι ίδιες αρχές. Επί επίπεδων στροφών, δύνανται να διατεθούν δύο λωρίδες κυκλοφορίας για τα οχήματα που κινούνται επί του εξωτερικού μέρους της στροφής, με τα οχήματα αυτά να έχουν καλύτερη ορατότητα κατά το προσπέρασμα. Το Διάγραμμα Α-19 παρέχει παράδειγμα τέτοιας διαγράμμισης, η οποία παραμένει ίδια είτε τα τμήματα ΑΒ και CD τέμνονται είτε όχι.

19. Επί οδών τριών λωρίδων κυκλοφορίας δύο μέθοδοι είναι δυνατοί. Αυτές φαίνονται στα Διαγράμματα 8a, 8b, 8c και 8d (ή 10a και 10b). Το Διάγραμμα 8a (ή 8b ή 10a) πρέπει να χρησιμοποιείται επί οδών στις οποίες μεγάλο μέρος της κυκλοφορίας διεξάγεται από δίτροχα οχήματα, τα δε Διαγράμματα 8c και 8d (ή 10b), επί οδών στις οποίες η κυκλοφορία αποτελείται κυρίως από τετράτροχα οχήματα. Το Διάγραμμα 11c δείχνει τη διάταξη των γραμμών για την ίδια περίπτωση επί στροφής με περιορισμένο μήκος ορατότητας επί οδού με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται.

20. Τα Διαγράμματα 12, 13 και 14 δείχνουν τις γραμμές οι οποίες υποδεικνύουν στένωση του οδοστρώματος. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται.

21. Στα Διαγράμματα 8a, 8b, 8c, 8d, 10a και 10b, η κλίση των πλάγιων μεταβατικών γραμμών προς την κεντρική γραμμή δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1/20. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται.

22. Στα Διαγράμματα Α-20 και Α-21, τα οποία δείχνουν τις γραμμές που χρησιμοποιούνται προς ένδειξη μεταβολής του πλάτους του διαθέσιμου οδοστρώματος, καθώς και στο Διάγραμμα Α-22,το οποίο δείχνει εμπόδιο ή την αρχή επιφύλαξης της χρήσης του κεντρικού τμήματος του οδοστρώματος η οποία καθιστά αναγκαία την παρέκκλιση από την συνεχή γραμμή (ή τις συνεχείς γραμμές), η κλίση της γραμμής (ή των γραμμών) πρέπει να είναι κατά προτίμηση 1/50 ή μικρότερη επί οδών ταχείας κυκλοφορίας και 1/20 ή μικρότερη επί οδών στις οποίες οι ταχύτητες δεν υπερβαίνουν τα 60 χλμ/ώρα (37 μίλια/ώρα). Επιπλέον, των πλάγιων συνεχών γραμμών πρέπει να

προηγείται, κατά την κατεύθυνση επί της οποίας αυτές εφαρμόζονται, συνεχής γραμμή παράλληλη προς την κεντρική γραμμή, το μήκος της οποίας να ισούται προς την απόσταση που καλύπτεται εντός ενός δευτερολέπτου με την υιοθετούμενη ταχύτητα οδήγησης.

23. Μίας συνεχούς γραμμής πρέπει να προηγείται προειδοποιητική γραμμή σύμφωνα προς το Άρθρο 26, παράγραφος 2 (a) (ii), της Σύμβασης για απόσταση τουλάχιστον 100 μέτρων (333 ποδών) επί οδών ταχείας κυκλοφορίας και τουλάχιστον 50μ. (166 πόδια) επί οδών στις οποίες οι ταχύτητες δεν υπερβαίνουν τα 60 χλμ/ώρα. Η προειδοποιητική αυτή γραμμή μπορεί να συμπληρώνεται ή να αντικαθίσταται από βέλη παρέκκλισης (βέλη εκτροπής). Στα Διαγράμματα Α- 23 και Α-24 δίδονται παραδείγματα τέτοιων βελών. Όταν χρησιμοποιούνται περισσότερα από δύο βέλη, η απόσταση μεταξύ των διαδοχικών βελών πρέπει να μειώνεται καθώς προσεγγίζεται ο

κίνδυνος (Διαγράμματα Α-25 και Α-26).

(ii) Προϋποθέσεις νρήσης συνεγών γραυυών

24. Η επιλογή του μήκους ορατότητας, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για τον καθορισμό των τμημάτων της οδού επί των οποίων είναι ή δεν είναι επιθυμητή συνεχής γραμμή, καθώς και η επιλογή του μήκους της γραμμής, δε γίνεται να γίνει αλλιώς παρά μόνο συμβιβαστικά. Ο ακόλουθος πίνακας δίνει τη συνιστώμενη τιμή του Μ για διάφορες ταχύτητες προσέγγισης (Η ταχύτητα προσέγγισης που χρησιμοποιείται σε αυτή την εκτίμηση είναι η ταχύτητα την οποία δεν υπερβαίνει το 85% των οχημάτων, ή η ταχύτητα μελέτης εάν αυτή είναι μεγαλύτερη):

Ταχύτητα προσέγγισης Εύρος τιμών του Μ

100 χλμ/ώρα (60 μίλια/ώρα) 160μ. έως 320μ.

80 χλμ/ώρα (50 μίλια/ώρα) 130μ. έως 260μ.

65 χλμ/ώρα (40 μίλια/ώρα) 90μ. έως 180μ.

50 χλμ/ώρα (30 μίλια/ώρα) 60μ. έως 120μ.

25. Για ταχύτητες μη περιληφθείσες στον πιο πάνω πίνακα, η τιμή του Μ πρέπει να υπολογίζεται μέσω παρεμβολής ή παρεκβολής.

D. ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΕΣ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΕΣ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ

26. Τα όρια του οδοστρώματος θα διαγραμμίζονται κατά προτίμηση με συνεχείς γραμμές. Ήλοι, κομβία ή ανακλαστήρες μπορούν να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τις γραμμές αυτές. Το πλάτος της οριογραμμής πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,10μ. (4 ίντσες). Το πλάτος της οριογραμμής επί αυτοκινητοδρόμων ή παρόμοιων οδών πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,15μ. (6 ίντσες).

Ε. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΕΜΠΟΔΙΩΝ

27. Στα Διαγράμματα Α-22 και Α-27 δίδονται παραδείγματα των διαγραμμίσεων οι οποίες πρέπει να χρησιμοποιούνται πλησίον νησίδων κυκλοφορίας ή οποιουδήποτε άλλου εμποδίου επί του οδοστρώματος.

F. ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΙ ΒΕΛΗ ΣΕ ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΕΙΣ

28. Σε ορισμένες διασταυρώσεις, εάν θεωρείται σκόπιμο να υποδεικνύεται στους οδηγούς πώς να διέρχονται αυτές και πώς να στρίβουν αριστερά σε χώρες στις οποίες η κυκλοφορία διεξάγεται δεξιά, η πώς να στρίβουν δεξιά σε χώρες στις οποίες η κυκλοφορία διεξάγεται αριστερά, μπορούν να χρησιμοποιούνται κατευθυντήριες γραμμές ή βέλη. Το συνιστώμενο μήκος των γραμμών και των διακένων είναι 0,50μ. (1 ποδ. 8 ίντσες) (Διαγράμματα Α-28 και Α-29). Οι κατευθυντήριες γραμμές στο Διάγραμμα Α-29 (a) μπορούν να συμπληρώνονται με βέλη. Τα βέλη στο Διάγραμμα Α- 29 (b) μπορούν να συμπληρώνονται με κατευθυντήριες γραμμές.

G. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΛΩΡΙΔΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΠΡΟΟΡΙΖΟΜΕΝΗ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

28bis. Η διαγράμμιση λωρίδων κυκλοφορίας προοριζόμενων για ορισμένες κατηγορίες οχημάτων θα γίνεται μέσω γραμμών οι οποίες πρέπει να διακρίνονται σαφώς από άλλες συνεχείς ή διακεκομμένες γραμμές του οδοστρώματος, όντας ιδίως πλατύτερες και με μικρότερη απόσταση μεταξύ των γραμμών. Αναφορικά με μία λωρίδα κυκλοφορίας προοριζόμενη κυρίως για λεωφορεία, η λέξη «ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ» ή το γράμμα «Α» θα επισημαίνεται επί της σχετικής λωρίδας κυκλοφορίας όπου αυτό είναι αναγκαίο και συγκεκριμένα στην αρχή της λωρίδας και μετά από διασταυρώσεις.Τα Διαγράμματα 28a και 28b δείχνουν παραδείγματα διαγραμμίσεων για λωρίδα κυκλοφορίας προοριζόμενη για οχήματα δημόσιας συγκοινωνίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΓΚΑΡΣΙΕΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ

Α. ΓΕΝΙΚΑ

29. Λόγω της γωνίας υπό την οποία ο οδηγός βλέπει τις διαγραμμίσεις επί του οδοστρώματος, οι εγκάρσιες διαγραμμίσεις πρέπει να είναι πλατύτερες από τις κατά μήκος διαγραμμίσεις.

Β. ΓΡΑΜΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ

30. Το ελάχιστο πλάτος των γραμμών υποχρεωτικής διακοπής πορείας θα είναι 0,20μ. και το μέγιστο 0,60μ. Συνιστάται πλάτος 0,30μ. (Διάγραμμα Α-30).

31. Οταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με πινακίδα υποχρεωτικής διακοπής πορείας, η γραμμή υποχρεωτικής διακοπής πορείας πρέπει να τοποθετείται σε τέτοια θέση ώστε ο οδηγός, ο οποίος σταματά αμέσως πίσω από αυτήν, να έχει την καθαρότερη δυνατή θέα της κυκλοφορίας επί των άλλων κλάδων της διασταύρωσης σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της υπόλοιπης κυκλοφορίας οχημάτων και πεζών.

32. Οι γραμμές υποχρεωτικής διακοπής πορείας μπορούν να συμπληρώνονται με κατά μήκος γραμμές (Διάγραμμα Α-31), καθώς και με τη λέξη «STOP» αναγραφόμενη επί του οδοστρώματος (Διάγραμμα Α-32).

C. ΓΡΑΜΜΗ ΥΠΟΔΕΙΚΝΥΟΥΣΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΟΙ ΟΔΗΓΟΙ ΥΠΟΧΡΕΟΥΝΤΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΧΩΡΟΥΝ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ

33. Το ελάχιστο πλάτος της γραμμής πρέπει να είναι 0,20μ. (8 ίντσες), το δε μέγιστο 0,60μ. (24 ίντσες) [Διάγραμμα A-34(a)]. To μήκος των γραμμών πρέπει να είναι τουλάχιστον διπλάσιο του πλάτους τους. Η γραμμή δύναται να αντικατασταθεί από τρίγωνα σημειούμενα παραπλεύρως αλλήλων επί του εδάφους, με τις κορυφές αυτών στραμμένες προς τον οδηγό ο οποίος απαιτείται να παραχωρήσει προτεραιότητα. Οι βάσεις των τριγώνων αυτών πρέπει να έχουν μήκος τουλάχιστον 0,40μ. (16 ίντσες) αλλά όχι πάνω από 0,60μ. (24 ίντσες) και το ύψος τους πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,60μ. (24 ίντσες) αλλά όχι πάνω από 0,70μ. (28 ίντσες) [Διάγραμμα Α-34 (b)].

34. Η εγκάρσια διαγράμμιση (ή οι εγκάρσιες διαγραμμίσεις) πρέπει να τοποθετούνται στις ίδιες θέσεις με τις γραμμές υποχρεωτικής διακοπής πορείας που αναφέρονται στην παράγραφο 31 του παρόντος Παραρτήματος.

35. Η αναφερόμενη στην πιο πάνω παράγραφο 34 διαγράμμιση (διαγραμμίσεις) μπορεί να συμπληρώνεται με τρίγωνο σημειούμενο επί του οδοστρώματος όπως φαίνεται στα παραδείγματα που δίδονται στα Διαγράμματα Α-34 και Α-35

36. Η εγκάρσια αυτή διαγράμμιση μπορεί να συμπληρώνεται με κατά μήκος γραμμές.

D. ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ ΠΕΖΩΝ

37. Το διάστημα μεταξύ των ταινιών με τις οποίες υποδεικνύεται διάβαση πεζών πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο προς το πλάτος των ταινιών και όχι μεγαλύτερο από το διπλάσιο του εν λόγω πλάτους: το πλάτος ενός διαστήματος και μίας ταινίας μαζί πρέπει να είναι μεταξύ 0,80μ. (2 πόδια 8 ίντσες) και 1,40μ. (4 πόδια 8 ίντσες). Το ελάχιστο συνιστώμενο πλάτος για διαβάσεις πεζών είναι 2,50μ. (8 πόδια) επί οδών στις οποίες το όριο ταχύτητας είναι 60 χλμ/ώρα (37 μίλια/ώρα) ή μικρότερο (Διάγραμμα Α-36). Επί άλλων οδών, το ελάχιστο πλάτος διαβάσεων πεζών είναι 4μ. (13 πόδια). Για λόγους ασφάλειας, οι διαβάσεις πεζών επί τέτοιων οδών πρέπει να είναι εφοδιασμένες με φωτεινούς σηματοδότες κυκλοφορίας.

Ε. ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ ΠΟΔΗΛΑΤΙΣΤΩΝ

38. Οι διαβάσεις ποδηλατιστών πρέπει να υποδεικνύονται με δύο διακεκομμένες γραμμές. Η διακεκομμένη γραμμή πρέπει κατά προτίμηση να αποτελείται από τετράγωνα (0,40-0,60) χ (0,40- 060) μ. [(16-24) χ (16-24) ίντσες]. Τα διάκενα μεταξύ των τετραγώνων πρέπει να είναι μήκους ίσου προς την πλευρά των τετραγώνων. Το πλάτος των διαβάσεων δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 1,80μ. (6 πόδια) για ποδηλατοδρόμους μονής κατεύθυνσης και από 3μ. (9 πόδια 9 ίντσες) για ποδηλατοδρόμους διπλής κατεύθυνσης. Επί πλαγίων διαβάσεων, τα τετράγωνα μπορούν να αντικαθίστανται από παραλληλόγραμμα τα οποία έχουν τις πλευρές τους παράλληλες προς τη κεντρική γραμμή της οδού και προς την κεντρική γραμμή του ποδηλατοδρόμου αντίστοιχα (Διάγραμμα Α-37). Δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ήλοι ή κομβία. Το Διάγραμμα Α-38 δίδει

παράδειγμα διασταύρωσης όπου ο ποδηλατοδρόμος αποτελεί τμήμα οδού προτεραιότητας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ

Α. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΜΕ ΒΕΛΗ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΛΩΡΙΔΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

39. Επί οδών με επαρκείς λωρίδες κυκλοφορίας προς διαχωρισμό των οχημάτων που προσεγγίζουν σε διασταύρωση, οι χρησιμοποιούμενες λωρίδες δύνανται να υποδεικνύονται με διαγραμμίσεις βελών επιλογής λωρίδας επί της επιφάνειας του οδοστρώματος (Διαγράμματα Α-39 έως Α-41). Βέλη επιλογής λωρίδας μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται επί των μονόδρομων προς επιβεβαίωση της κατεύθυνσης της κυκλοφορίας Το μήκος των βελών επιλογής λωρίδας κυκλοφορίας δεν πρέπει να είναι μικρότερο από 2μ. (6 πόδια 7 ίντσες). Μπορούν να συμπληρώνονται με διαγραμμίσεις λέξεων επί του οδοστρώματος

Β. ΠΛΑΓΙΕΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

40. Οι πλάγιες παράλληλες γραμμές πρέπει να έχουν τέτοια κλίση ώστε να εκτρέπουν την κυκλοφορία από την περιοχή την οποία ορίζουν. Διαγραμμίσεις σχήματος Λ (Chevron), όμοιας κλίσης ώστε να εκτρέπουν την κυκλοφορία από το σημείο του κίνδυνου, μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σημεία απόκλισης και σύγκλισης (Διάγραμμα Α-42). Στο Διάγραμμα Α-42 δίδεται παράδειγμα περιοχής στην οποία δεν πρέπει να εισέρχονται οχήματα που βαίνουν κατά μήκος της συνεχούς γραμμής, ενώ τα κατά μήκος της διακεκομμένης γραμμής κινούμενα οχήματα μπορούν να εισέρχονται σε αυτή μόνο με προσοχή. Το Διάγραμμα Α-21 δείχνει τη διαγράμμιση

περιοχών στις οποίες η είσοδος απαγορεύεται αυστηρά.

C. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΜΕ ΛΕΞΕΙΣ

41. Οι αναγραφές λέξεων επί του οδοστρώματος δύνανται να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό της ρύθμισης της κυκλοφορίας, ή της προειδοποίησης ή καθοδήγησης των χρησιμοποιούντων τις οδούς. Οι χρησιμοποιούμενες λέξεις πρέπει κατά προτίμηση να είναι είτε τοπωνύμια, ή αριθμοί εθνικών οδών, ή λέξεις εύκολα κατανοητές διεθνώς (π.χ. STOP, BUS, TAXI).

42. Τα γράμματα και αριθμητικά ψηφία πρέπει να έχουν σημαντική επιμήκυνση κατά την κατεύθυνση της κυκλοφορίας, λόγω της μικρής γωνίας υπό την οποία γίνονται ορατά από τους προσεγγίζοντες οδηγούς. Όταν οι ταχύτητες προσέγγισης δεν υπερβαίνουν τα 60 χλμ/ώρα (37 μίλια/ώρα) το ύψος των γραμμάτων και των αριθμητικών ψηφίων πρέπει να είναι τουλάχιστον 1,60μ. (5 πόδια 4 ίντσες) (Διαγράμματα Α-43 έως Α-48). Οταν ο. ταχύτητες προσέγγισης υπερβαίνουν τα 60 χλμ/ώρα, το ύψος των γραμμάτων και των αριθμητικών ψηφίων πρέπει να είνα, τουλάχ.στον 2,50μ. (8 πόδια). Παραδείγματα γραμμάτων και αριθμητικών ψηφίων ύψους 4μ.

δίδονται στα Διαγράμματα Α-49 έως Α-54

43. Οπου οι ταχύτητες προσέγγισης υπερβαίνουν τα 50 χλμ/ώρα (30 μίλια/ώρα), το ύψος των `γραμμάτων πρέπει να είνα. τουλάχ.στον 2,5μ. Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται.

D ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ

44. Περιορισμοί στάσης και στάθμευσης μπορούν να υποδεικνύονται με διαγραμμίσεις επι των κρΧέδων ή επί του οδοστρώματος. Τα όρια των χώρων στάθμευσης μπορούν να υποδεικνύονται επί της επιφάνειας του οδοστρώματος με κατάλληλες γραμμές.

Ε. ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ

(i) Διαγραμμίσεις υποδεικνύουσες περιορισμούς στάθμευσης.

45. Τα διαγράμματα Α-55 και Α-56 δίνουν παράδειγμα διαγραμμίσεων με τις οποίες επιβάλλεται απαγόρευση της στάθμευσης.

(ii) Διαγραμμίσεις εμποδίων

46. Το διάγραμμα Α-57 παρέχει παράδειγμα διαγράμμισης επί εμποδίου. Οι διαγραμμίσεις αυτές πρέπει να λαμβάνουν τη μορφή εναλλασσόμενων ταινιών μαύρου και λευκού χρώματος ή εναλλασσόμενων ταινιών μαύρου και κίτρινου χρώματος.

[ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΝΤΑΙ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ 2. ΑΝΑΖΗΤΗΣΤΕ ΣΤΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ 210 6994830-32 ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥΣ ΜΕ E-MAIL Ή FAX].

ΜΕΡΟΣ II

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΟΥΣΑ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ 1968

ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΤΗΝ 1η ΜΑΙΟΥ 1971

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΟΥΣΑ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΤΕΘΗΚΕ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΣΤΙΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1968

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης μέρη της σύμβασης για την οδική σήμανση και σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, τα οποία επιθυμούν να επιτύχουν μεγαλύτερη ομοιομορφία στους κανόνες που διέπουν την οδική σήμανση και σηματοδότηση καθώς και τα σύμβολα και τις οδικές διαγραμμίσεις στην Ευρώπη, συμφώνησαντα εξής:

ΑΡΘΡΟ 1

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι το σύστημα οδικής σήμανσης και σηματοδότησης και των οδικών διαγραμμίσεων που εφαρμόζεται επί των εδαφών τους συμφωνεί προς τις διατάξεις του παραρτήματος της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 2

1. Η παρούσα Συμφωνία θα είναι κατατεθειμένη έως τις 30 Απριλίου 1972 προς υπογραφή από τα Κράτη που προσυπογράφουν τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή τα οποία έχουν προσχωρήσει σε αυτήν και είναι είτε μέλη της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη ή έχουν γίνει δεκτά στην Επιτροπή με την ιδιότητα του συμβούλου σύμφωνα με την παράγραφο 8 των σχετικών όρων της Επιτροπής.

2. Η παρούσα Συμφωνία θα υπόκειται σε επικύρωση κατόπιν της εκ του ενδιαφερόμενου Κράτους επικύρωσης της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή της προσχώρησης του σε αυτήν. Οι πράξεις επικύρωσης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η παρούσα Συμφωνία θα παραμείνει κατατεθειμένη για προσχώρηση από οποιοδήποτε από τα Κράτη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τα οποία αποτελούν Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968. Οι πράξεις προσχώρησης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα.

ΑΡΘΡΟ 3

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής ή επικύρωσης της παρούσας συμφωνίας, ή προσχώρησης σε αυτήν, ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, να δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα ότι η Συμφωνία θα εφαρμόζεται επί όλων ή επί οποιουδήποτε εκ των εδαφών για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι αυτό υπεύθυνο. Η εφαρμογή της Συμφωνίας επί του εδάφους ή των εδαφών που κατονομάζονται στην ειδοποίηση θα αρχίσει τριάντα ημέρες μετά την παραλαβή αυτής από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Συμφωνίας για το Κράτος που προβαίνει στην ειδοποίηση, αναλόγως

ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

2. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προβεί σε δήλωση κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δύναται σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενηπρος τον Γενικό Γραμματέα ότι η Συμφωνία θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος που κατονομάζεται στην ειδοποίηση και η Συμφωνία θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος αυτό ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

ΑΡΘΡΟ 4

1. Η παρούσα Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε Κράτος που επικυρώνει τη Συμφωνία αυτή ή προσχωρεί σε αυτήν μετά την κατάθεση της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, η Συμφωνία θα αρχίσει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το Κράτος αυτό της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του.

3. Εάν η εφαρμοστέα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου ημερομηνία έναρξης της ισχύος προηγείται εκείνης που απορρέει από την εφαρμογή του άρθρου 39 της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, η παρούσα Συμφωνία θα αρχίσει να ισχύει υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κατά τη μεταγενέστερη εκ των δύο αυτών ημερομηνιών.

ΑΡΘΡΟ 5

Με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, καταργούνται και αντικαθιστώντας στις μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σχέσεις, οι διατάξεις σχετικά με το Πρωτόκολλο για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση οι οποίες περιέχονται στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία και το Πρωτόκολλο για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση του 1949, που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Σεπτεμβρίου 1950, στην Συμφωνία επί της Σήμανσης Οδικών Έργων που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Δεκεμβρίου 1955, και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τις Διαγραμμίσεις των Οδών που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 13

Δεκεμβρίου 1957.

ΑΡΘΡΟ 6

1. Μετά την επί δώδεκα μήνες ισχύ της παρούσας Συμφωνίας, οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να προτείνει μία ή περισσότερες τροποποιήσεις στη Συμφωνία. Το κείμενο οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης, συνοδευόμενο από επεξηγηματικό μνημόνιο, πρέπει να διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα το κοινοποιεί προς όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχουν τη δυνατότητα να τον πληροφορήσουν εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία κυκλοφορίας αυτού εάν: α) αποδέχονται την τροποποίηση, ή β) απορρίπτουν την τροποποίηση, ή γ) επιθυμούν να συγκληθεί διάσκεψη για να εξετασθεί η τροποποίηση. Ο Γενικός

Γραμματέας θα διαβιβάζει επίσης το κείμενο της προτεινόμενης τροποποίησης στα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας.

2. (a) Κάθε προτεινόμενη τροποποίηση η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα θεωρείται ότι γίνεται δεκτή εάν εντός της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από το ένα τρίτο των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα είτε ότι απορρίπτουν την τροποποίηση, είτε ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με κάθε αποδοχή ή απόρριψη οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης και σχετικά με τα αιτήματα περί σύγκλησης διάσκεψης. Εάν ο συνολικός αριθμός

των εν λόγω απορρίψεων και αιτημάτων που έχουν ληφθεί εντός της δωδεκάμηνης περιόδου είναι μικρότερος από το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, ο ΓενικόςΓραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ότι η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά την καθορισθείσα περίοδο, απέρριψαν την τροποποίηση ή αιτήθηκαν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής. (b) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο, κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης

περιόδου, απέρριψε προταθείσα τροποποίηση ή αιτήθηκε τη σύγκληση διάσκεψης προς συζήτηση αυτής δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο κατόπιν της λήξης της εν λόγω περιόδου να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, ο δε Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί αυτές τις ειδοποιήσεις προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο ειδοποίησε περί της αποδοχής αυτής, έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Γραμματέας έλαβε την ειδοποίηση.

3. Εάν προτεινόμενη τροποποίηση δεν έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και εάν εντός της καθοριζόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από τα μισά από το συνολικό αριθμό των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την προτεινόμενη τροποποίηση, και εάν τουλάχιστον το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, αλλά όχι λιγότερα από πέντε, τον πληροφορήσουν ότι την αποδέχονται ή ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής, ο Γενικός Γραμματέας θα συγκαλεί διάσκεψη για τον σκοπό της εξέτασης της

προτεινόμενης τροποποίησης ή κάθε άλλης πρότασης η οποία μπορεί να υποβληθεί σε αυτόν σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

4. Εάν συγκληθεί διάσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ο Γενικός Γραμματέας θα προσκαλέσει σε αυτήν όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας. Θα ζητήσει από όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη Διάσκεψη να υποβάλουν σε αυτόν, έξι τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης αυτής, οποιεσδήποτε προτάσεις τις οποίες τυχόν επιθυμούν να εξετάσει η Διάσκεψη επιπλέον της προτεινόμενης τροποποίησης και θα κοινοποιεί τις προτάσεις αυτές, τρεις τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της Διάσκεψης, σε όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη

Διάσκεψη.

5 (a) Οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας Συμφωνίας θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή εάν υιοθετηθεί από πλειοψηφία των δύο τρίτων των Κρατών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη, υπό τον όρο ότι στην πλειοψηφία αυτή περιλαμβάνονται τα δύο τρίτα τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με την υιοθέτηση της τροποποίησης, και η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία της εν λόγω ειδοποίησης για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ειδοποίησαν

τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την τροποποίηση.

(b) Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο έχει απορρίψει τροποποίηση κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει την ειδοποίηση αυτή προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος που ειδοποίησε περί της αποδοχής, έξι μήνες μετά την παραλαβή της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά το πέρας της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

6. Εάν η προτεινόμενη τροποποίηση δε θεωρείται ότι έγινε δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 της παρούσας Συμφωνίας και εάν δεν πληρούνται οι καθοριζόμενοι στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου όροι για την σύγκληση διάσκεψης, η προτεινόμενη τροποποίηση θα θεωρείται ότι απορρίφθηκε.

7. Ανεξαρτήτως της καθοριζόμενης στις παραγράφους 1-6 του παρόντος άρθρου διαδικασίας τροποποίησης, το παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας δύναται να τροποποιηθεί κοινή συναινέσει μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων όλων των Συμβαλλομένων Μερών. Εάν η διοίκηση ενός Συμβαλλόμενου Μέρους δηλώσει ότι η εσωτερική νομοθεσία του το υποχρεώνει να υποβάλει τη συναίνεση αυτού στη χορήγηση ειδικής εξουσιοδότησης ή στην έγκριση νομοθετικού σώματος, η αρμόδια διοίκηση του εν λόγω Συμβαλλομένου Μέρους θα θεωρείται ότι συναινεί στην τροποποίηση του παραρτήματος μόνο εφόσον ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι έχει λάβει την

απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή έγκριση. Η μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων συναίνεση μπορεί να προβλέπει ότι, κατά τη διάρκεια μίας μεταβατικής περιόδου, οι προηγούμενες διατάξεις του παραρτήματος θα παραμείνουν σε ισχύ, στο σύνολο τους ή εν μέρει, ταυτόχρονα με τις νέες διατάξεις. Ο Γενικός Γραμματέας θα καθορίζει την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των νέων διατάξεων.

8. Έκαστο Κράτος θα πληροφορεί τον Γενικό Γραμματέα, κατά τον χρόνο της υπογραφής, επικύρωσης της Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτήν, σχετικά με την ονομασία και διεύθυνση της διοίκησης του που είναι αρμόδια να παράσχει τη συναίνεση υπό τους όρους της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.

ΑΡΘΡΟ 7

Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία με γραπτή ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο παύει να είναι Μέρος της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 θα παύει από την ίδια ημερομηνία να αποτελεί Συμβαλλόμενο Μέρος και της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 8

Η παρούσα Συμφωνία θα παύσει να ισχύει εάν ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών μειωθεί σε λιγότερα από πέντε για οποιαδήποτε περίοδο δώδεκα συνεχόμενων μηνών, ή εφόσον παύσει να ισχύει η Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968.

ΑΡΘΡΟ 9

1 Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών σχετιζόμενη με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης και την οποία τα Μέρη δε δύνανται να διευθετήσουν μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλων μέσων διακανονισμού, θα παραπέμπεται σε διαιτησία κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών, θα υποβάλλεται δε για τον σκοπό αυτό σε έναν ή περισσότερους διαιτητές επιλεγμένους κοινή συναινέσει μεταξύ των Μερών που βρίσκονται σε διένεξη. Εάν τα Μέρη δε συμφωνήσουν επί της εκλογής διαιτητή ή διαιτητών εντός τριμήνου από την αίτηση για διαιτησία, οποιοδήποτε εκ των Μερών αυτών δύναται να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να διορίσει έναν μόνο διαιτητή στον οποίο θα υποβληθεί η διαφορά προς επίλυση.

2. Η απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών των διορισθέντων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα είναι δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη που βρίσκονται σε διένεξη.

ΑΡΘΡΟ 10

Καμία διάταξη της παρούσας Σύμβασης δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος να προβαίνει στις ενέργειες εκείνες, συμβιβαζόμενες με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και περιοριζόμενες στις άμεσες ανάγκες της κατάστασης, που θεωρεί αναγκαίες για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια του.

ΑΡΘΡΟ 11

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής της παρούσας Συμφωνίας ή κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι δε θεωρεί εαυτόν δεσμευμένο από το άρθρο 9 της παρούσας Συμφωνίας. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα δεσμεύονται από το άρθρο 9 σε σχέση προς οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο προέβη σε τέτοια δήλωση.

2. Τυχόν επιφυλάξεις επί της παρούσας Συμφωνίας, πλην της επιφύλαξης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιτρέπονται υπό τον όρο της έγγραφης διατύπωσης τους και, εάν διατυπώνονται πριν την κατάθεση της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, υπό τον όρο της επιβεβαίωσης τους στην εν λόγω πράξη.

3. Οποιοδήποτε Κράτος πρέπει, κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης επικύρωσης της παρούσας Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτή, να ειδοποιεί εγγράφως τον Γενικό Γραμματέα περί του σημείου μέχρι το οποίο οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα από αυτό επί της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 θα τυγχάνει εφαρμογής επί της παρούσας Συμφωνίας. Οποιεσδήποτε επιφυλάξεις ως προς τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στην ειδοποίηση τη γενόμενη κατά τον χρόνο κατάθεσης της πράξης κύρωσης της παρούσας

Συμφωνίας ή προσχώρησης σε αυτήν θα θεωρούνται μη εφαρμοστέες επί της παρούσας Συμφωνίας.

4. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί τις επιφυλάξεις και τις ειδοποιήσεις που έχουν γίνει σύμφωνα με το παρόν άρθρο σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας Κράτη.

5. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προβεί σε δήλωση, επιφύλαξη ή ειδοποίηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να την ανακαλέσει οποιαδήποτε στιγμή με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα.

6. Οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή κοινοποιηθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου:

(a) τροποποιεί, για το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη, τις διατάξεις της Συμφωνίας με τις οποίες σχετίζεται η επιφύλαξη, μέχρι του βαθμού επιφύλαξης

(b) τροποποιεί τις διατάξεις αυτές στον ίδιο βαθμό για τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά τις σχέσεις τους με το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη.

ΑΡΘΡΟ 12

Επιπλέον των δηλώσεων, ειδοποιήσεων και κοινοποιήσεων που προβλέπουν τα άρθρα 6 και ΐΓτης παρούσας Συμφωνίας, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί τα Συμβαλλόμενα Μέρη κα, τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 λοιπά Κράτη σχετικά με τα ακόλουθα:

(a) υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις κατά το άρθρο 2,

(b) ειδοποιήσεις και δηλώσεις κατά το άρθρο 3,

(c) τις ημερομηνίες θέσης σε ισχύ της παρούσας Συμφωνίας συμφωνά με το άρθρο 4,

(d) την ημερομηνία θέσης σε ισχύ τροποποιήσεων της παρούσας Συμφωνίας σύμφων με το άρθρο 6, παράγραφοι 2, 5 κια 7,

(e) καταγγελίες κατά το άρθρο 7,

(f) την παύση ισχύος της παρούσας Συμφωνίας κατά το άρθρο 8.

ΑΡΘΡΟ 13

Μετά τις 30 Απριλίου 1972, το πρωτότυπο της παρούσας Συμφωνίας θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα αυτής σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας Κράτη.

Σε πιστοποίηση των οποίων, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, υπέγραψαν την παρούσα Συμφωνία.

Συνετάχθη στη Γενεύη την πρώτη ημέρα του Μαίου, του έτους χίλια εννιακόσια εβδομήντα ένα, σε να αντίγραφο στην αγγλική, τη γαλλική, και τη ρωσική γλώσσα, με τα τρία κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ – ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΡΟΣ III

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΩΝ ΤΩΝ ΟΔΩΝ, ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΙ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ1968 ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΗ ΓΕΝΕΥΗ ΤΗΝ 1Η ΜΑΡΤΙΟΥ 1973

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΙΑΓΡΑΜΜΙΣΕΩΝ ΤΩΝ ΟΔΩΝ, ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΟΥ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΙ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΔΙΚΗ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΤΕΘΗΚΕ ΠΡΟΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΣΤΗ ΒΙΕΝΝΗ ΣΤΙΣ 8 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1968

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης μέρη της σύμβασης για την οδική σήμανση και σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοέμβριου 1968 και της Ευρωπαϊκής συμφωνίας που συμπληρώνει την εν λόγω σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1 Μαρτίου 1971, τα οποία επιθυμούν να επιτύχουν μεγαλύτερη ομοιομορφία στους κανόνες που διέπουν τις διαγραμμίσεις των οδών στην Ευρώπη, συμφώνησαν τα εξής:

ΑΡΘΡΟ 1

Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία είναι επίσης Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοέμβριου 1968 και στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971, θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι το σύστημα οδικών διαγραμμίσεων που εφαρμόζεται επί των εδαφών τους συμφωνεί προς τη διάταξη του παραρτήματος του παρόντος Πρωτοκόλλου.

ΑΡΘΡΟ 2

1. Το παρόν Πρωτόκολλο θα είναι κατατεθειμένο έως την 1η Μαΐου 1974 προς υπογραφή από τα Κράτη που προσυπογράφουν τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 και την Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971, ή τα οποία έχουν προσχωρήσει σε αυτές και είναι είτε μέλη της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη ή έχουν γίνει δεκτά στην Επιτροπή με την ιδιότητα του συμβούλου συμφωνά με την παράγραφο 8 των σχετικών όρων της Επιτροπής.

2. Το παρόν Πρωτόκολλο θα υπόκειται σε επικύρωση κατόπιν της εκ του ενδιαφερόμενου Κράτους επικύρωσης της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 και της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1Π Μαΐου 1971, ή της προσχώρησης του σε αυτές. Οι πράξεις επικύρωσης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.

3. Το παρόν πρωτόκολλο θα παραμείνει κατατεθειμένο για προσχώρηση από οποιοδήποτε από τα Κράτη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τα οποία αποτελούν Συμβαλλόμενα Μέρη της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοέμβριου 1968 και της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή την 1η Μαΐου 1971. Οι πράξεις προσχώρησης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα.

ΑΡΘΡΟ 3

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής ή επικύρωσης του παρόντος Πρωτοκόλλου, ή προσχώρησης σε αυτό, ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο θα δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα ότι το Πρωτόκολλο θα εφαρμόζεται επί όλων ή επί οποιουδήποτε εκ των εδαφών για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι αυτό υπεύθυνο. Η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου επι του εδάφους ή των εδαφών που κατονομάζονται στην ειδοποίηση θα αρχίσει τριάντα ημέρες μετά την παραλαβή αυτής από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά την ημερομηνία θέσης σε σχυ του Πρωτοκόλλου για το Κράτος που προβαίνει στην ειδοποίηση,

αναλόγως ποια ημερομηνία

2. Οποιοδήποτε Κράτος, το οποίο έχε. προβεί σε δήλωση κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δύναται σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να δηλώσει με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα ότι το Πρωτόκολλο θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος που κατονομάζεται στην ειδοποίηση και η Συμφωνία θα παύσει να εφαρμόζεται στο έδαφος αυτό ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.

ΑΡΘΡΟ 4

1. Το παρόν Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης.

2. Για κάθε Κράτος που επικυρώνει το Πρωτόκολλο αυτό ή προσχωρεί σε αυτό μετά την κατάθεση της δέκατης πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, το Πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης από το Κράτος αυτό της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του.

3. Εάν η εφαρμοστέα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου ημερομηνία έναρξης της ισχύος προηγείται εκείνης που απορρέει από την εφαρμογή του άρθρου 39 της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, το παρόν Πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κατά τη μεταγενέστερη εκ των δύο αυτών ημερομηνιών.

ΑΡΘΡΟ 5

Με την έναρξη ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, καταργούνται και αντικαθιστούνται, στις μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σχέσεις, οι διατάξεις σχετικά με το Πρωτόκολλο για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση οι οποίες περιέχονται στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει τη Σύμβαση για την Οδική Κυκλοφορία και το Πρωτόκολλο για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση του 1949 που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Σεπτεμβρίου 1950, στη Συμφωνία για τη Σήμανση Οδικών Έργων που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 16 Δεκεμβρίου 1955, και στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία για τις Διαγραμμίσεις των Οδών που υπογράφηκε στη Γενεύη στις 13

Δεκεμβρίου 1957.

ΑΡΘΡΟ 6

1. Μετά την επί δώδεκα μήνες ισχύ του παρόντος Πρωτοκόλλου, οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να προτείνει μία ή περισσότερες τροποποιήσεις στο Πρωτόκολλο. Το κείμενο οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης, συνοδευόμενο από επεξηγηματικό μνημόνιο, πρέπει να διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα, ο οποίος θα το κοινοποιεί προς όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα έχουν τη δυνατότητα να τον πληροφορήσουν εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία κυκλοφορίας αυτού εάν: α) αποδέχονται την τροποποίηση, ή β) απορρίπτουν την τροποποίηση, ή γ) επιθυμούν να συγκληθεί διάσκεψη για να εξετασθεί η

τροποποίηση. Ο Γενικός Γραμματέας θα διαβιβάζει επίσης το κείμενο της προτεινόμενης τροποποίησης στα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος Πρωτοκόλλου.

2. (a) Κάθε προτεινόμενη τροποποίηση η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα θεωρείται ότι γίνεται δεκτή εάν εντός της αναφερόμενης στην προηγούμενη παράγραφο δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από το ένα τρίτο των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα είτε ότι απορρίπτουν την τροποποίηση, είτε ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με κάθε αποδοχή ή απόρριψη οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης και σχετικά με τα αιτήματα περί σύγκλησης διάσκεψης. Εάν ο συνολικός αριθμός

των εν λόγω απορρίψεων και αιτημάτων που έχουν ληφθεί εντός της δωδεκάμηνης περιόδου είναι μικρότερος από το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη ότι η τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ έξι μήνες μετά την εκπνοή της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά την καθορισθείσα περίοδο, απέρριψαν την τροποποίηση ή αιτήθηκαν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής. (b) Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο, κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης

περιόδου, απέρριψε προταθείσα τροποποίηση ή αιτήθηκε τη σύγκληση διάσκεψης προς συζήτηση αυτής δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο κατόπιν της λήξης της εν λόγω περιόδου να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, ο δε Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί αυτές τις ειδοποιήσεις προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο ειδοποίησε περί της αποδοχής αυτής, έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο Γενικός Γραμματέας έλαβε την ειδοποίηση.

3. Εάν προτεινόμενη τροποποίηση δεν έχει γίνει δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και εάν εντός της καθοριζόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δωδεκάμηνης περιόδου λιγότερα από τα μισά από το συνολικό αριθμό των Συμβαλλομένων Μερών πληροφορήσουν τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την προτεινόμενη τροποποίηση, και εάν τουλάχιστον το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των Συμβαλλομένων Μερών, αλλά όχι λιγότερα από πέντε, τον πληροφορήσουν ότι την αποδέχονται ή ότι επιθυμούν τη σύγκληση διάσκεψης προς εξέταση αυτής, ο Γενικός Γραμματέας θα συγκαλεί διάσκεψη για τον σκοπό της εξέτασης της

προτεινόμενης τροποποίησης ή κάθε άλλης πρότασης η οποία μπορεί να υποβληθεί σε αυτόν σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

4. Εάν συγκληθεί διάσκεψη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ο Γενικός Γραμματέας θα προσκαλέσει σε αυτήν όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τα λοιπά Κράτη που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας Συμφωνίας. Θα ζητήσει από όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη Διάσκεψη να υποβάλουν σε αυτόν, έξι τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης αυτής, οποιεσδήποτε προτάσεις τις οποίες τυχόν επιθυμούν να εξετάσει η Διάσκεψη επιπλέον της προτεινόμενης τροποποίησης και θα κοινοποιεί τις προτάσεις αυτές, τρεις τουλάχιστον μήνες πριν την ημερομηνία έναρξης της Διάσκεψης, σε όλα τα Κράτη που έχουν προσκληθεί στη

Διάσκεψη.

5. (a) Οποιαδήποτε τροποποίηση του παρόντος Πρωτοκόλλου θα θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή εάν υιοθετηθεί από πλειοψηφία των δύο τρίτων των Κρατών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη, υπό τον όρο ότι στην πλειοψηφία αυτή περιλαμβάνονται τα δύο τρίτα τουλάχιστον των Συμβαλλομένων Μερών που εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη. Ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη σχετικά με την υιοθέτηση της τροποποίησης, και η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία της εν λόγω ειδοποίησης για όλα τα Συμβαλλόμενα Μέρη πλην εκείνων τα οποία, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, ειδοποίησαν

τον Γενικό Γραμματέα ότι απορρίπτουν την τροποποίηση. (b) Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο έχει απορρίψει τροποποίηση κατά τη διάρκεια της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο να ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι αποδέχεται την τροποποίηση, και ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιήσει την ειδοποίηση αυτή προς όλα τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη. Η τροποποίηση θα τίθεται σε ισχύ, ως προς το Συμβαλλόμενο Μέρος που ειδοποίησε περί της αποδοχής, έξι μήνες μετά την παραλαβή της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα ή κατά το πέρας της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου, αναλόγως ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

6. Εάν η προτεινόμενη τροποποίηση δε θεωρείται ότι έγινε δεκτή σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος Πρωτοκόλλου και εάν δεν πληρούνται οι καθοριζόμενοι στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου όροι για την σύγκληση διάσκεψης, η προτεινόμενη τροποποίηση θα θεωρείται ότι απορρίφθηκε.

7. Ανεξαρτήτως της καθοριζόμενης στις παραγράφους 1-6 του παρόντος άρθρου διαδικασίας τροποποίησης, το παράρτημα του παρόντος Πρωτοκόλλου δύναται να τροποποιηθεί κοινή συναινέσει μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων όλων των Συμβαλλομένων Μερών. Εάν η διοίκηση ενός Συμβαλλόμενου Μέρους δηλώσει ότι η εσωτερική νομοθεσία του το υποχρεώνει να υποβάλει τη συναίνεση αυτού στη χορήγηση ειδικής εξουσιοδότησης ή στην έγκριση νομοθετικού σώματος, η αρμόδια διοίκηση του εν λόγω Συμβαλλομένου Μέρους θα θεωρείται ότι συναινεί στην τροποποίηση του παραρτήματος μόνο εφόσον ειδοποιήσει τον Γενικό Γραμματέα ότι έχει λάβει την

απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή έγκριση. Η μεταξύ των αρμοδίων διοικήσεων συναίνεση μπορεί να προβλέπει ότι, κατά τη διάρκεια μίας μεταβατικής περιόδου, οι προηγούμενες διατάξεις τουπαραρτήματος θα παραμείνουν σε ισχύ, εν όλω ή εν μέρει, ταυτόχρονα με τις νέες διατάξεις. Ο Γενικός Γραμματέας θα καθορίζει την ημερομηνία θέσης σε ισχύ των νέων διατάξεων.

8. Έκαστο Κράτος θα πληροφορεί τον Γενικό Γραμματέα, κατά τον χρόνο της υπογραφής, επικύρωσης του Πρωτοκόλλου ή προσχώρησης σε αυτό, σχετικά με την ονομασία και διεύθυνση της διοίκησης του που είναι αρμόδια να παράσχει τη συναίνεση υπό τους όρους της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.

ΑΡΘΡΟ 7

Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να καταγγείλει το παρόν Πρωτόκολλο με γραπτή ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο παύει να είναι Μέρος της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968 και στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971, θα παύει από την ίδια ημερομηνία να αποτελεί

Συμβαλλόμενο Μέρος και του παρόντος Πρωτοκόλλου.

ΑΡΘΡΟ 8

Το παρόν Πρωτόκολλο θα παύσει να ισχύει εάν ο αριθμός των Συμβαλλομένων Μερών μειωθεί σε λιγότερα από πέντε για οποιαδήποτε περίοδο δώδεκα συνεχόμενων μηνών, ή εφόσον παύσει να ισχύει η Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή η Ευρωπαϊκή Συμφωνία που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971.

ΑΡΘΡΟ 9

1. Οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών σχετιζόμενη με την ερμηνεία ή εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου και την οποία τα Μέρη δε δύνανται να διευθετήσουν μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλων μέσων διακανονισμού, θα παραπέμπεται σε διαιτησία κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών, θα υποβάλλεται δε για τον σκοπό αυτό σε έναν ή περισσότερους διαιτητές επιλεγμένους κοινή συναινέσει μεταξύ των Μερών που βρίσκονται σε διένεξη. Εάν τα Μέρη δε συμφωνήσουν επί της εκλογής διαιτητή ή διαιτητών εντός τριμήνου από την αίτηση για διαιτησία, οποιοδήποτε εκ των Μερών αυτών

δύναται να ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να διορίσει έναν μόνο διαιτητή στον οποίο θα υποβληθεί η διαφορά προς επίλυση.

2. Η απόφαση του διαιτητή ή των διαιτητών των διορισθέντων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου θα είναι δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη που βρίσκονται σε διένεξη.

ΑΡΘΡΟ 10

Καμία διάταξη του παρόντος Πρωτοκόλλου δεν ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμποδίζει οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος να προβαίνει στις ενέργειες εκείνες, συμβιβαζόμενες με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και περιοριζόμενες στις άμεσες ανάγκες της κατάστασης, που θεωρεί αναγκαίες για την εξωτερική ή εσωτερική ασφάλεια του.

ΑΡΘΡΟ 11

1. Οποιοδήποτε Κράτος δύναται, κατά το χρόνο υπογραφής του παρόντος Πρωτοκόλλου ή κατάθεσης της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι δε θεωρεί εαυτόν δεσμευμένο από το άρθρο 9 του παρόντος Πρωτοκόλλου. Τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη δε θα δεσμεύονται από το άρθρο 9 σε σχέση προς οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο προέβη σε τέτοια δήλωση.

2. Τυχόν επιφυλάξεις επί του παρόντος Πρωτοκόλλου, πλην της επιφύλαξης της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιτρέπονται υπό τον όρο της έγγραφης διατύπωσης τους και, εάν διατυπώνονται πριν την κατάθεση της πράξης επικύρωσης ή προσχώρησης, υπό τον όρο της επιβεβαίωσης τους στην εν λόγω πράξη.

3. Οποιοδήποτε Κράτος πρέπει, κατά το χρόνο κατάθεσης της πράξης επικύρωσης του παρόντος Πρωτοκόλλου ή προσχώρησης σε αυτό, να ειδοποιεί εγγράφως τον Γενικό Γραμματέα περί του σημείου μέχρι το οποίο οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα από αυτό επί της Σύμβασης για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση η οποία κατατέθηκε προς υπογραφή στη Βιέννη στις 8 Νοεμβρίου 1968, ή επί της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει την εν λόγω Σύμβαση και κατατέθηκε προς υπογραφή στη Γενεύη την 1η Μαΐου 1971, θα τυγχάνει εφαρμογής επί του παρόντος Πρωτοκόλλου. Οποιεσδήποτε επιφυλάξεις ως προς τη Σύμβαση για την Οδική Σήμανση και Σηματοδότηση οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στην ειδοποίηση τη γενόμενη κατά τον χρόνο κατάθεσης της πράξης κύρωσης του παρόντος Πρωτοκόλλου ή προσχώρησης σε αυτό θα

θεωρούνται μη εφαρμοστέες επί του παρόντος Πρωτοκόλλου.

4. Ο Γενικός Γραμματέας θα κοινοποιεί τις επιφυλάξεις και τις ειδοποιήσεις που έχουν γίνει σύμφωνα με το παρόν άρθρο σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 του παρόντος ΠρωτοκόλλουΚράτη.

5. Οποιοδήποτε Κράτος το οποίο έχει προβεί σε δήλωση, επιφύλαξη ή ειδοποίηση σύμφωνα με το παρόν άρθρο δύναται να την ανακαλέσει οποιαδήποτε στιγμή με ειδοποίηση απευθυνόμενη προς τον Γενικό Γραμματέα.

6. Οποιαδήποτε επιφύλαξη διατυπωθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή κοινοποιηθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου:

(a) τροποποιεί, για το Συμβαλλόμενο Μέρος που διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη, τις διατάξεις του Πρωτοκόλλου με τις οποίες σχετίζεται η επιφύλαξη, μέχρι του βαθμού της επιφύλαξης.

(b) τροποποιεί τις διατάξεις αυτές στον ίδιο βαθμό για τα λοιπά Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά τις σχέσεις τους με το Συμβαλλόμενο Μέρος το οποίο διατύπωσε ή κοινοποίησε την επιφύλαξη.

ΑΡΘΡΟ 12

Επιπλέον των δηλώσεων, ειδοποιήσεων και κοινοποιήσεων που προβλέπουν τα άρθρα 6 και 11 του παρόντος Πρωτοκόλλου, ο Γενικός Γραμματέας θα ειδοποιεί τα Συμβαλλόμενα Μέρη και τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 λοιπά Κράτη σχετικά με τα ακόλουθα:

(a) υπογραφές, επικυρώσεις και προσχωρήσεις κατά το άρθρο 2,

(b) ειδοποιήσεις και δηλώσεις κατά το άρθρο 3,

(c) τις ημερομηνίες θέσης σε ισχύ του παρόντος Πρωτοκόλλου σύμφωνα με το άρθρο 4.

(d) την ημερομηνία θέσης σε ισχύ τροποποιήσεων του παρόντος Πρωτοκόλλου σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 2, 5 και 7,

(e) καταγγελίες κατά το άρθρο 7,

(f) την παύση ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου κατά το άρθρο 8.

ΑΡΘΡΟ 13

Μετά την 1η Μαϊου 1974, το πρωτότυπο του παρόντος Πρωτοκόλλου θα κατατεθεί στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα αποστείλει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα αυτού σε όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 του παρόντος Πρωτοκόλλου Κράτη.

Σε πιστοποίηση των οποίων, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
Άρθρο δεύτερο
Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου καταργείται κάθε γενική ή ειδική

διάταξη του ν. 1604/1986 (Α΄81) “Κύρωση των α) Συμβάσεων: αα) για την οδική κυκλοφορία, ββ)

για την οδική σήμανση και σηματοδότηση, β) της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας που συμπληρώνει τη

Σύμβαση της οδικής κυκλοφορίας, οδικής σήμανσης και σηματοδότησης, και γ) του Πρωτοκόλλου

για τις διαγραμμίσεις των οδών ως και τα σχετικά Παραρτήματα αυτών” κατά το μέρος που

ρυθμίζει θέματα που διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση

του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 9 Ιουνίου 2014

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 10 Ιουνίου 2014

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ