ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 4181 ΦΕΚ Α 183/5.9.2013
Κύρωση της Συμφωνίας Αεροπορικών Μεταφορών μεταξύ της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Ζάμπια και της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία Αεροπορικών Μεταφορών μεταξύ της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Ζάμπια και της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας, που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2012, το κείμενο της οποίας στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΑΜΠΙΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Ζάμπια και Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας Ως Μέρη της Σύμβασης για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία η οποία τέθηκε προς υπογραφή στο Σικάγο, την 7η Δεκεμβρίου 1944, Επιθυμώντας εξίσου να συνάψουν Συμφωνία για την εγκαθίδρυση και εκτέλεση προγραμματισμένων αεροπορικών δρομολογίων μεταξύ και πέραν των επικρατειών τους,
Συμφώνησαν τα παρακάτω:
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας και εφόσον το κείμενο δεν ορίζει διαφορετικά:
α. Ο όρος «Αεροπορική Αρχή» σημαίνει, στην περίπτωση της Δημοκρατίας της Ζάμπια, το Υπουργείο Επικοινωνιών και Μεταφορών και οποιοδήποτε πρόσωπο ή φορέα που είναι εξουσιοδοτημένος να εκτελεί τις λειτουργίες που ασκούνται σήμερα από την εν λόγω Αρχή ή παρόμοιες λειτουργίες και, στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, τον Διοικητή της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο ή φορέα που είναι εξουσιοδοτημένος να εκτελεί τις λειτουργίες που ασκούνται σήμερα από τον εν λόγω Οργανισμό ή παρόμοιες λειτουργίες.
β. Ο όρος «η Σύμβαση» σημαίνει τη Σύμβαση για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, η οποία τέθηκε προς υπογραφή στο Σικάγο, την εβδόμη Δεκεμβρίου 1944 και περιλαμβάνει: ι) οποιαδήποτε τροποποίηση αυτής η οποία τέθηκε σε ισχύ σύμφωνα με το Αρθρο 94(α) αυτής και κυρώθηκε και από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη και ιι) οποιοδήποτε Παράρτημα ή τροποποιήσεις αυτού που υιοθετήθηκε σύμφωνα με το Αρθρο 90 της εν λόγω Σύμβασης, στο βαθμό που η συγκεκριμένη τροποποίηση ή Παράρτημα ισχύει τη δεδομένη στιγμή για τα εν λόγω Συμβαλλόμενα Μέρη.
γ. Ο όρος «Συμφωνία» σημαίνει την παρούσα Συμφωνία, το Παράρτημα που επισυνάπτεται σε αυτήν και οποιαδήποτε Πρωτόκολλα ή παρόμοια έγγραφα τα οποία τροποποιούν την παρούσα Συμφωνία ή το Παράρτημα.
δ. Ο όρος «Διορισμένη Αεροπορική Εταιρεία» σημαίνει κάποια αεροπορική εταιρεία η οποία έχει διοριστεί και εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα τις διατάξεις του Άρθρου 3 της παρούσας Συμφωνίας.
ε. Ο όρος «συμφωνημένα δρομολόγια» σημαίνει τα προγραμματισμένα αεροπορικά δρομολόγια στις συγκεκριμένες διαδρομές που αναφέρονται στο Παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας για τη μεταφορά επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου, είτε ξεχωριστά είτε σε συνδυασμό.
στ. Ο όρος «χωρητικότητα» σε σχέση με κάποιο αεροσκάφος, σημαίνει το ωφέλιμο φορτίο του συγκεκριμένου αεροσκάφους το οποίο είναι διαθέσιμο σε κάποια διαδρομή ή τμήμα διαδρομής ενώ ο όρος «χωρητικότητα» σε σχέση με κάποιο «συμφωνημένο δρομολόγιο», αναφέρεται στη χωρητικότητα του αεροσκάφους που χρησιμοποιείται για το συγκεκριμένο δρομολόγιο, πολλαπλασιασμένη επί τη συχνότητα που εκτελείται από το αεροσκάφος για κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και μία διαδρομή ή τμήμα διαδρομής.
ζ. Ο όρος «επικράτεια» αναφορικά με κάποιο Κράτος έχει τη σημασία του Αρθρου 2 της Σύμβασης.
η. Οι όροι «αεροπορικό δρομολόγιο», «διεθνές αεροπορικό δρομολόγιο», «αεροπορική εταιρεία» και «στάση για μη εμπορικούς σκοπούς» έχουν τη σημασία τους αποδίδεται αντίστοιχα στο Αρθρο 96 της Σύμβασης.
θ. Ο όρος «τιμολόγιο» σημαίνει την τιμή που χρεώνεται για τη μεταφορά επιβατών, αποσκευών και φορτίου και τους όρους υπό τους οποίους εφαρμόζονται οι εν λόγω τιμές, συμπεριλαμβανομένων τιμών και όρων για πρακτόρευση καθώς και για άλλες δευτερεύουσες υπηρεσίες που εκτελούνται από το μεταφορέα σχετικά με την αερομεταφορά, εξαιρουμένης της αμοιβής και των όρων για τη μεταφορά ταχυδρομείου.
ι. Ο όρος «τέλος χρήσης» σημαίνει την χρέωση που επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρείες για την παροχή του αερολιμένα, εγκαταστάσεων αεροναυτιλίας και αεροπορικής ασφάλειας ή διευκολύνσεων.
κ. Ο όρος «Συνθήκες της Ε.Ε.» σημαίνει τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εννοείται ότι οι τίτλοι που φέρουν τα Άρθρα της παρούσας Συμφωνίας κατ ουδένα τρόπο περιορίζουν ή διευρύνουν το νόημα οποιασδήποτε διάταξης της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 2
Παροχή Δικαιωμάτων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παρέχει στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα Συμφωνία για τη διεξαγωγή προγραμματισμένων διεθνών αεροπορικών δρομολογίων από την διορισμένη αεροπορική εταιρεία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, ως εξής: α. Να υπερίπταται της επικράτειας του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, χωρίς προσγείωση, β. Να σταθμεύει στην εν λόγω επικράτεια για μη εμπορικούς σκοπούς και γ. Να σταθμεύει στην εν λόγω επικράτεια σε σημεία της διαδρομής (διαδρομών) που ορίζονται στο Πίνακα Διαδρομών που προσαρτάται στην παρούσα Συμφωνία για την επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών, φορτίου ή ταχυδρομείου διεθνών μεταφορών, είτε ξεχωριστά είτε σε συνδυασμό.
2. Καμία διάταξη της παραγράφου (1) δεν θεωρείται ότι παραχωρεί το δικαίωμα στην αεροπορική εταιρεία του ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών να επιβιβάζει, στην επικράτεια του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, επιβάτες, φορτίο ή ταχυδρομείο το οποίο μεταφέρεται επ αμοιβή ή με μίσθωση και έχει ως προορισμό κάποιο άλλο σημείο της επικράτειας του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 3
Διορισμοί και εξουσιοδοτήσεις
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος έχει το δικαίωμα να διορίζει, και να ενημερώνει σχετικά, δια της διπλωματικής οδού, το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, μία ή περισσότερες αεροπορικές εταιρείες για την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων στις καθορισμένες διαδρομές, καθώς και να αποσύρει ή να τροποποιεί τους εν λόγω διορισμούς.
2. Το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, μόλις ενημερωθεί σχετικά με τον εν λόγω διορισμό, οφείλει να παρέχει τις κατάλληλες άδειες και εγκρίσεις με την ελάχιστη διαδικαστική καθυστέρηση, υπό τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Στην περίπτωση αεροπορικής εταιρείας που διορίζεται από την Ελληνική Δημοκρατία: ι) έχει έδρα στην επικράτεια της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με τις Συνθήκες της Ε.Ε. και κατέχει έγκυρη Αδεια Εκμετάλλευσης σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ιι) ο αποτελεσματικός κανονιστικός έλεγχος της αεροπορικής εταιρείας ασκείται και διατηρείται από το κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης το οποίο είναι αρμόδιο για την έκδοση του σχετικού Πιστοποιητικού Αερομεταφορέα και ότι η σχετική αεροπορική αρχή ορίζεται σαφώς στον διορισμό.
β) Στην περίπτωση αεροπορικής εταιρείας που διορίζεται από τη Δημοκρατία της Ζάμπια: ι) έχει έδρα στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Ζάμπια σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο της Δημοκρατίας της Ζάμπια και ιι) Η Δημοκρατία της Ζάμπια έχει και διατηρεί τον αποτελεσματικό κανονιστικό έλεγχο της εταιρείας και
γ) η διορισμένη αεροπορική εταιρεία πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς – πάντα σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης – για την εκτέλεση διεθνών αεροπορικών δρομολογίων από το Μέρος που δέχεται τον διορισμό.
3. Κατά την παραλαβή της άδειας λειτουργίας της παραγράφου 2, μία διορισμένη αεροπορική εταιρεία μπορεί ανά πάσα στιγμή να ξεκινήσει τη εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων για τα οποία έχει διοριστεί, με την προϋπόθεση ότι η αεροπορική εταιρεία συμμορφώνεται με όλες τις ισχύουσες διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 4
Αναστολή και Ανάκληση
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ανακαλέσει, να αναστείλει ή να περιορίσει την άδεια λειτουργίας ή τις τεχνικές αδειοδοτήσεις κάποιας αεροπορικής εταιρείας από το έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος, όταν:
α) στην περίπτωση αεροπορικής εταιρείας που έχει διοριστεί από την Ελληνική Δημοκρατία: ι) δεν έχει έδρα στην επικράτεια της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με τις Συνθήκες, της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή δεν κατέχει έγκυρη Αδεια Εκμετάλλευσης σύμφωνα με τη.νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή ιι) ο αποτελεσματικός κανονιστικός έλεγχος της αεροπορικής εταιρείας δεν ασκείται ή δεν διατηρείται από το κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης το οποίο είναι αρμόδιο για την έκδοση του σχετικού Πιστοποιητικού Αερομεταφορέα ή η αρμόδια αεροπορική αρχή δεν ορίζεται σαφώς στον διορισμό.
β) Στην περίπτωση αεροπορικής εταιρείας που διορίζεται από τη Δημοκρατία της Ζάμπια: ι) δεν έχει συσταθεί στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Ζάμπια και δεν είναι αδειοδοτημένη σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της Δημοκρατίας της Ζάμπια, ή ιι)Η Δημοκρατία της Ζάμπια δεν διατηρεί αποτελεσματικό κανονιστικό έλεγχο της αεροπορικής εταιρείας, ή
γ) η εν λόγω αεροπορική εταιρεία δεν είναι σε θέση να αποδείξει ότι πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τους νόμους και τους κανονισμούς που εφαρμόζονται εύλογα, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης, για την εκτέλεση διεθνών αεροπορικών δρομολογίων από το Μέρος που δέχεται τον διορισμό, ή
δ) η αεροπορική εταιρεία δεν συμμορφώνεται με τους νόμους και/ή τους κανονισμούς του συμβαλλόμενου Μέρους που εκχωρεί τα εν λόγω δικαιώματα ή
ε) η αεροπορική εταιρεία δεν λειτουργεί σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από την παρούσα Συμφωνία.
2. Εξαιρουμένης της περίπτωσης που είναι απαραίτητη η άμεση ανάκληση ή αναστολή ή επιβολή των όρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Αρθρου για την αποτροπή περαιτέρω παραβάσεων νόμων και/ή κανονισμών, το συγκεκριμένο δικαίωμα θα ασκείται μόνο κατόπιν διαβούλευσης με το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, σύμφωνα με το Αρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 5
Εφαρμογή Νόμων και Κανονισμών
1. Οι νόμοι, οι κανονισμοί και οι διαδικασίες ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών σχετικά με την είσοδο, την παραμονή ή την αναχώρηση από την επικράτεια αυτού, αεροσκάφους που εκτελεί πτήσεις διεθνούς αεροναυτιλίας ή σχετικά με τη λειτουργία και την πλοήγηση του εν λόγω αεροσκάφους, πρέπει να τηρούνται από την διορισμένη αεροπορική εταιρεία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους κατά την είσοδο, παραμονή και αναχώρηση από την εν λόγω επικράτεια.
2. Οι νόμοι και οι κανονισμοί ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών σχετικά με την είσοδο, την άδεια αναχώρησης, την παραμονή ή διέλευση, την αποδημία και την μετανάστευση, τα διαβατήρια, τα τελωνεία και τα μέτρα υγειονομικής προστασίας πρέπει να τηρούνται από την διορισμένη αεροπορική εταιρεία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους καθώς από ή εκ μέρους του πληρώματος αυτής, των επιβατών, του φορτίου και του ταχυδρομείου κατά τη διέλευση, είσοδο και αναχώρηση από την επικράτεια του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Οι επιβάτες, οι αποσκευές και τα φορτία, που τελούν σε άμεση διέλευση στην επικράτεια ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών και χωρίς να αναχωρούν από την περιοχή του αεροδρομίου που προορίζεται για το συγκεκριμένο σκοπό θα υπόκεινται σε απλοποιημένο έλεγχο. Οι αποσκευές και τα φορτία που τελούν σε άμεση διέλευση απαλλάσσονται από τελωνειακούς δασμούς και άλλους συναφείς φόρους.
Άρθρο 6
Αναγνώριση Πτυχίων και Αδειών
1. Πιστοποιητικά πλοϊμότητας, πιστοποιητικά ικανότητας και άδειες που εκδίδονται ή επικυρώνονται σύμφωνα με τους νόμους και τους κανονισμούς ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών, συμπεριλαμβανομένων, στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, των νόμων και των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τα οποία παραμένουν σε ισχύ και δεν έχουν λήξει, αναγνωρίζονται ως έγκυρα από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, για το σκοπό εκτέλεσης των συμφωνημένων δρομολογίων, υπό τον όρο πάντοτε ότι οι απαιτήσεις υπό τις οποίες εκδόθηκαν ή επικυρώθηκαν τα εν λόγω πιστοποιητικά ή άδειες ισοδυναμούν ή υπερκαλύπτουν τις ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται από τη Σύμβαση. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί, ωστόσο, το δικαίωμα να αρνηθεί να αναγνωρίσει, για πτήσεις πάνω από τη δική του επικράτεια, πιστοποιητικά ικανότητας και άδειες που έχουν χορηγηθεί σε υπηκόους του ή επικυρώθηκαν για αυτούς από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος ή από οποιοδήποτε άλλο Κράτος.
2. Στην περίπτωση που τά προνόμια ή οι προϋποθέσεις των αδειών ή των πιστοποιητικών που αναφέρονται στην παράγραφο (1) παραπάνω, και έχουν εκδοθεί από την Αεροπορική Αρχή ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή διορισμένη αεροπορική εταιρεία ή για κάποιο αεροσκάφος που εκτελεί τα συμφωνημένα δρομολόγια στις καθορισθείσες διαδρομές επιτρέπουν κάποια απόκλιση από τα πρότυπα που έχει θεσπίσει η Σύμβαση, και η οποία απόκλιση έχει υποβληθεί στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας, η Αεροπορική Αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους μπορεί να ζητήσει διαβουλεύσεις σύμφωνα με το Αρθρο 15 της παρούσας Συμφωνίας με τη Αεροπορική Αρχή του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους, προκειμένου να παράσχει ικανοποιητικά επιχειρήματα για το ότι η συγκεκριμένη πρακτική είναι αποδεκτή. Η μη επίτευξη ικανοποιητικής συμφωνίας αποτελεί λόγο για την εφαρμογή του Αρθρου 4 της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 7
Διατάξεις Ασφάλειας Πτήσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να ζητήσει διαβουλεύσεις ανά πάσα στιγμή αναφορικά με τα πρότυπα ασφάλειας που εφαρμόζονται από κάποια αεροπορική εταιρεία που έχει διοριστεί από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος σε οποιοδήποτε τομέα και αφορούν το πλήρωμα, το αεροσκάφος ή τη λειτουργία αυτών. Οι εν λόγω διαβουλεύσεις διεξάγονται εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή του αιτήματος.
2. Εάν, μετά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, κάποιο εκ των Συμβαλλόμενων Μερών κρίνει ότι τα πρότυπα ασφάλειας στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι οποίες είναι τουλάχιστον ίσες με τα ελάχιστα επίπεδα που έχουν θεσπιστεί έως εκείνη τη στιγμή, σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγο, δεν τηρούνται και εφαρμόζονται αποτελεσματικά από τις αεροπορικές εταιρείες που έχουν διοριστεί από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος, το πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος οφείλει να ενημερώσει το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος για τα εν λόγω ευρήματα και για τα βήματα που θεωρούνται απαραίτητα προκειμένου να υπάρξει συμμόρφωση με τις Προδιαγραφές ΔΟΠΑ, ενώ το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος οφείλει να προβεί στις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες. Σε περίπτωση που το έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος δεν προβεί στις κατάλληλες ενέργειες εντός δεκαπέντε (15) ημερών ή εντός κάποιας μεγαλύτερης χρονικής περιόδου που μπορεί να συμφωνηθεί, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του Αρθρου 4 της παρούσας Συμφωνίας.
3. Κατά παρέκκλιση των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο Αρθρο 33 της Σύμβασης του Σικάγο, συμφωνείται ότι οποιοδήποτε αεροσκάφος το οποίο λειτουργεί από ή εκ μέρους της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας ή εταιρειών ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών για την εκτέλεση δρομολογίων προς ή από την επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους μπορεί, κατά τη διάρκεια παραμονής του στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου από εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, επί του αεροσκάφους και γύρω από αυτό προκειμένου να ελεγχθεί η εγκυρότητα των εγγράφων του αεροσκάφους καθώς και εκείνων του πληρώματος του αεροσκάφους καθώς και η κατάσταση αυτού και του εξοπλισμού του (στο παρόν Αρθρο αναφέρεται ως «επιθεώρηση πίστας»), με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω διαδικασία δεν προκαλεί αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
4. Σε περίπτωση που σε κάποια επιθεώρηση πίστας ή σειρά επιθεωρήσεων πίστας προκύψουν: α) Σοβαρές ανησυχίες ότι κάποιο αεροσκάφος ή η λειτουργία ενός αεροσκάφους δεν πληροί τα ελάχιστα επίπεδα που ισχύουν εκείνη τη χρονική στιγμή σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγο, ή β) Σοβαρές ανησυχίες ότι δεν υφίσταται αποτελεσματική συντήρηση και διαχείριση των προτύπων ασφάλειας που ισχύουν εκείνη τη χρονική στιγμή σύμφωνα με τη Σύμβαση του Σικάγο, το Συμβαλλόμενο Μέρος που διεξάγει την επιθεώρηση έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με το Αρθρο 33 της Σύμβασης του Σικάγο, να συμπεράνει ότι οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων εκδόθηκαν ή τέθηκαν σε ισχύ τα πιστοποιητικά ή οι άδειες του εν λόγω αεροσκάφους ή του πληρώματος του αεροσκάφους, ή ότι οι προδιαγραφές βάσει των οποίων το αεροσκάφος λειτουργεί δεν πληρούν ή δεν είναι ίσες ή ανώτερες από τα ελάχιστα επίπεδα που έχουν θεσπιστεί από τη Σύμβαση του Σικάγο.
5. Σε περίπτωση που ο εκπρόσωπος της αεροπορικής εταιρείας ή των αεροπορικών εταιρειών ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών αρνηθεί την πρόσβαση σε κάποιο αεροσκάφος της εν λόγω αεροπορικής εταιρείας για τη διεξαγωγή επιθεώρησης πίστας, το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος έχει το δικαίωμα να συμπεράνει ότι προκύπτουν σοβαρές ανησυχίες του τύπου αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 παραπάνω και να καταλήξει στα συμπεράσματα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να αναστείλει ή να τροποποιήσει άμεσα την έγκριση λειτουργίας μίας αεροπορικής εταιρείας ή αεροπορικών εταιρειών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους στην περίπτωση που το πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος συμπεράνει, είτε ως αποτέλεσμα επιθεώρησης πίστας, σειράς επιθεωρήσεων πίστας, άρνησης πρόσβασης για διεξαγωγή επιθεώρησης πίστας, διαβουλεύσεων κλπ, ότι είναι απαραίτητο να ληφθούν άμεσα μέτρα για την ασφάλεια λειτουργίας της αεροπορικής εταιρείας.
7. Οποιαδήποτε ενέργεια ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 6 πιο πάνω διακόπτεται εάν δεν υφίσταται πλέον λόγος για την ανάληψη αυτής.
Άρθρο 8
Αεροπορική Ασφάλεια
1. Σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, τα Συμβαλλόμενα Μέρη επιβεβαιώνουν εκ νέου ότι η αμοιβαία υποχρέωση τους να προστατεύουν την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας κατά πράξεων παράνομης παρέμβασης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας Συμφωνίας. Χωρίς να περιορίζεται η γενικότητα των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, τα Συμβαλλόμενα Μέρη συγκεκριμένα ενεργούν ειδικότερα σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης περί Παραβάσεων και Αλλων Τινών Πράξεων που Διαπράττονται επί Αεροσκαφών, η οποία υπογράφηκε στο Τόκιο στις 14 Σεπτεμβρίου 1963, της Συνθήκης για την Καταστολή της Παράνομης Υφαρπαγής Αεροσκαφών, η οποία υπογράφηκε στη Χάγη στις 16 Δεκεμβρίου 1970 και τη Συνθήκη για την Καταστολή Παράνομων Πράξεων κατά της Ασφάλειας της Πολιτικής Αεροπορίας, η οποία υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 23 Σεπτεμβρίου 1971, το Πρωτόκολλο για την Καταστολή Παράνομων Πράξεων Κατά της Ασφάλειας σε Διεθνείς. Αερολιμένες, το οποίο υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 24 Φεβρουαρίου 1988, τη Σύμβαση για τη Σήμανση Πλαστικών Εκρηκτικών με σκοπό τον. Εντοπισμό τους, η οποία υπογράφηκε στο Μόντρεαλ την 1η Μαρτίου 1991, καθώς και σύμφωνα, με όλα τα διεθνή επίσημα έγγραφα παρεμφερούς περιεχομένου, τα οποία μπορεί να κυρωθούν από τα Συμβαλλόμενα Μέρη στο μέλλον.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη οφείλουν να παρέχουν αμοιβαία, κατόπιν σχετικού αιτήματος, όλη την απαραίτητη συνδρομή προκειμένου να αποτραπεί η παράνομη κατάληψη αεροσκαφών πολιτικής αεροπορίας και άλλες παράνομες πράξεις κατά της ασφάλειας των αεροσκαφών, των επιβατών και του πληρώματος αυτών, των αερολιμένων και των εγκαταστάσεων αεροπλοΐας, καθώς και άλλες απειλές για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, στις μεταξύ τους σχέσεις, οφείλουν να ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις αεροπορικής ασφάλειας, οι οποίες έχουν θεσπιστεί από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας και ορίζονται ως Παραρτήματα της Σύμβασης για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, στο βαθμό που οι εν λόγω διατάξεις ασφαλείας ισχύουν για τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Θα απαιτείται από τους δικούς τους αερομεταφορείς ή τους αερομεταφορείς, των οποίων η μόνιμη κατοικία ή κύρια έδρα τους βρίσκεται εντός της επικράτειας, των Συμβαλλομένων Μερών ή, στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, οι αερομεταφορείς των οποίων η έδρα βρίσκεται στην επικράτεια αυτής σύμφωνα με τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Ενωσης και διαθέτουν έγκυρη Άδεια Αερομεταφορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και οι φορείς εκμετάλλευσης των αερολιμένων στην επικράτεια των Μερών να ενεργούν σύμφωνα με τις διατάξεις περί αεροπορικής ασφάλειας.
4. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος συμφωνεί ότι οι αερομεταφορείς του οφείλουν να τηρούν, για την αναχώρηση καθώς και κατά την παραμονή στην επικράτεια του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, τις διατάξεις περί αεροπορικής ασφάλειας σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της χώρας, συμπεριλαμβανομένου, στην περίπτωση της Ελληνικής Δημοκρατίας, του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος οφείλει να διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται με αποτελεσματικό τρόπο επαρκή μέτρα εντός της επικράτειας του για την προστασία του αεροσκάφους και τον έλεγχο των επιβατών και των αποσκευών τους καθώς και ότι διενεργούνται οι απαραίτητοι έλεγχοι στο πλήρωμα, τις αποσκευές, το φορτίου και τα καταστήματα του αεροσκάφους, πριν και κατά τη διάρκεια της επιβίβασης ή φόρτωσης. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος οφείλει επίσης να εξετάζει θετικά οποιοδήποτε αίτημα από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος για τη λήψη ειδικών δικαιολογημένων μέτρων ασφαλείας για την αντιμετώπιση κάποιας συγκεκριμένης απειλής.
5. Στην περίπτωση που προκύψει κάποιο συμβάν ή απειλή για κάποιο συμβάν παράνομης κατάληψης αεροσκάφους πολιτικής αεροπορίας ή άλλης παράνομης πράξης κατά της ασφάλειας του εν λόγω αεροσκάφους, των επιβατών και του πληρώματος αυτού ή των εγκαταστάσεων αεροπλοΐας, τα Συμβαλλόμενα Μέρη οφείλουν να συνεργαστούν διευκολύνοντας τις επικοινωνίες και λαμβάνοντας οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο μέτρο, το οποίο αποσκοπεί στον άμεσο και ασφαλή τερματισμό του εν λόγω γεγονότος ή απειλής.
Άρθρο 9
Εμπορικές Ευκαιρίες
1. Η διορισμένη αεροπορική εταιρεία ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών έχει το δικαίωμα να διατηρεί δική της εκπροσώπηση στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
2. Η διορισμένη αεροπορική εταιρεία ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών μπορεί, σύμφωνα με τους νόμους και τους κανονισμούς του άλλου Μέρους σχετικά με την είσοδο, διαμονή και απασχόληση, να αποστέλλει και να διατηρεί εντός της επικράτειας του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους διευθυντικό προσωπικό, πωλήσεων, τεχνικής και λειτουργικής υποστήριξης κ.ά., το οποίο είναι απαραίτητο για την παροχή αεροπορικών υπηρεσιών.
3. Σε περίπτωση που οριστεί κάποιος γενικός αντιπρόσωπος ή γενικός αντιπρόσωπος πωλήσεων, ο εν λόγω αντιπρόσωπος ορίζεται σύμφωνα με τη σχετική ισχύουσα νομοθεσία και τους κανονισμούς κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους.
4. Κάθε διορισμένη αεροπορική εταιρεία έχει το δικαίωμα να δραστηριοποιείται στην πώληση αεροπορικών μεταφορών εντός της επικράτειας του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, είτε άμεσα είτε μέσω των αντιπροσώπων αυτής, ενώ ο οποιοσδήποτε θα είναι σε θέση να αγοράσει την εν λόγω μεταφορά σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και τρυς κανονισμούς.
5. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος παρέχει στην διορισμένη αεροπορική εταιρεία του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους το δικαίωμα να μεταφέρει στη χώρα του εφόσον ζητηθεί, και σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς περί συναλλάγματος, το πλεόνασμα των εισπράξεων έναντι των δαπανών, που επιτεύχθηκε από τη μεταφορά επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου κατά την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
6. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος έχει το δικαίωμα να επιβάλλει παρόμοιους περιορισμούς ως αυτούς που του επιβάλλονται από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος κατά τη μεταφορά του πλεονάσματος των εισπράξεων έναντι των δαπανών, που επιτεύχθηκε από τη μεταφορά επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου κατά την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων.
Άρθρο 10
Απαλλαγή από Τελωνειακούς και άλλους Δασμούς
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας, απαλλάσσει την διορισμένη αεροπορική εταιρεία του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας του, από περιορισμούς εισαγωγών, τελωνειακούς δασμούς, άλλους φόρους, ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τέλη επιθεώρησης και άλλα εγχώρια τέλη και χρεώσεις σχετικά με το αεροσκάφος, τα καύσιμα, τα λιπαντικά, τα αναλώσιμα τεχνικά προϊόντα, ανταλλακτικά, συμπεριλαμβανομένων των κινητήρων, του συνήθους εξοπλισμού του αεροσκάφους, των καταστημάτων του αεροσκάφους και άλλα προϊόντα για χρήση ή που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στη λειτουργία ή τη συντήρηση του αεροσκάφους της διορισμένης αεροπορικής, εταιρείας του Συμβαλλόμενου Μέρους που εκτελεί τα συμφωνημένα δρομολόγια, καθώς και τον εξοπλισμό εδάφους που έχει εισαχθεί στην επικράτεια οιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στα γραφεία της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας εντός των ορίων των διεθνών αερολιμένων στους οποίους λειτουργεί η διορισμένη αεροπορική εταιρεία, τα αποθέματα εισιτηρίων, τις αεροπορικές φορτωτικές, οποιοδήποτε έντυπο υλικό το οποίο φέρει τα διακριτικά της εταιρείας και το σύνηθες διαφημιστικό υλικό που διανέμεται δωρεάν από την εν λόγω διορισμένη αεροπορική εταιρεία.
2. Οι απαλλαγές που παρέχονται διά του παρόντος Αρθρου εφαρμόζονται στα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (1) του παρόντος Αρθρου:
α) τα οποία εισάγονται στην επικράτεια ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών από ή για λογαριασμό της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους,
β) τα οποία παραμένουν στο αεροσκάφος της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών κατά την άφιξη ή την αναχώρηση από την επικράτεια του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους
γ) τα οποία βρίσκονται επί του αεροσκάφους της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν κατά την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων, ανεξαρτήτως του εάν τα εν λόγω στοιχεία χρησιμοποιούνται ή καταναλώνονται πλήρως εντός της επικράτειας του Συμβαλλόμενου Μέρους που παρέχει την απαλλαγή, με την προϋπόθεση ότι η κατοχή και/ή χρήση των εν λόγω αντικειμένων δεν μεταφέρεται στην επικράτεια του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Ο συνήθης αερομεταφερόμενος εξοπλισμός καθώς και τα υλικά και οι προμήθειες που συνήθως παραμένουν επί του αεροσκάφους οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών μπορεί να εκφορτωθεί στην επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους μόνο κατόπιν έγκρισης των Τελωνειακών Αρχών αυτού του Συμβαλλόμενου Μέρους Στην προκειμένη περίπτωση, είναι δυνατό να τεθούν υπό επιτήρηση από τις προαναφερόμενες αρχές έως ότου εξαχθούν εκ νέου ή διατεθούν διαφορετικά σύμφωνα με τις ισχύουσες τελωνειακές διατάξεις.
Άρθρο 11
Τέλη Χρήσης
Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δύναται να επιβάλει ή να επιτρέψει την επιβολή δίκαιων και λογικών τελών για τη χρήση των αερολιμένων και άλλων εγκαταστάσεων οι οποίες βρίσκονται υπό τον έλεγχο του. Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνεί, ωστόσο, ότι οι εν λόγω χρεώσεις δεν θα είναι υψηλότερες από αυτές που θα καταβάλλονταν για τη χρήση των εν λόγω αερολιμένων και εγκαταστάσεων από κάποιο εθνικό αεροσκάφος, το οποίο εκτελεί παρόμοια διεθνή δρομολόγια.
Άρθρο 12
Κανονισμοί περί Χωρητικότητας και Εγκριση Δρομολογίων
1. Οι διορισμένες αεροπορικές εταιρείες των Συμβαλλομένων Μερών θα απολαμβάνουν δίκαιης και ίσης μεταχείρισης προκειμένου να έχουν ίσες ευκαιρίες κατά την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων στις καθορισμένες διαδρομές.
2. Κατά την εκτέλεση των συμφωνημένων δρομολογίων,, οι διορισμένες αεροπορικές εταιρείες κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους οφείλουν να λαμβάνουν υπόψιν τους τα συμφέροντα των διορισμένων αεροπορικών εταιρειών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους έτσι ώστε να μην επηρεάζονται αδικαιολόγητα τα δρομολόγια που το τελευταίο εκτελεί στο σύνολο ή μέρος των ίδιων διαδρομών.
3. Τα συμφωνημένα δρομολόγια που εκτελούνται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες των Συμβαλλομένων Μερών έχουν ως πρωταρχικό στόχο την παροχή, σε λογικά όρια φόρτωσης, επαρκούς χωρητικότητας για τη μεταφορά των υφιστάμενων και λογικά αναμενόμενων επιβατών, φορτίων και ταχυδρομείου μεταξύ της επικράτειας του Συμβαλλόμενου Μέρους που διορίζει την αεροπορική εταιρεία και την επικράτεια του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
4. Η πρόβλεψη σχετικά με τη μεταφορά επιβατών, φορτίου και ταχυδρομείου που επιβιβάζονται επί του αεροσκάφους και εκφορτώνονται σε σημεία δρομολογίων στην επικράτεια των κρατών πέραν αυτών της διορισμένης αεροπορικής εταιρείας, θα συμφωνούνται μεταξύ των δύο Συμβαλλομένων Μερών.
5. Η παρεχόμενη χωρητικότητα συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας των δρομολογίων και του τύπου του αεροσκάφους που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες των Συμβαλλομένων Μερών για τις συμφωνημένα δρομολόγια αποφασίζεται από τις Αεροπορικές Αρχές.
6. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών, τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 5 παραπάνω επιλύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Αρθρου 15 της παρούσας Συμφωνίας. Εως ότου επιτευχθεί συμφωνία, η παρεχόμενη χωρητικότητα η οποία παρέχεται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες παραμένει αμετάβλητη.
7. Οι διορισμένες αεροπορικές εταιρείες κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους υποβάλλουν τα προγράμματα δρομολογίων προς έγκριση στην Αεροπορική Αρχή του Αλλου Συμβαλλόμενου Μέρους το αργότερο τριάντα (30) ημέρες πριν την έναρξη των δρομολογίων στις καθορισμένες διαδρομές. Παρομοίως, το ίδιο ισχύει και για μεταγενέστερες αλλαγές. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, το εν λόγω χρονικό όριο μπορεί να μειωθεί κατόπιν έγκρισης από την εν λόγω Αρχή.
Άρθρο 13
Αεροπορικά Τιμολόγια
1. Τα τιμολόγια των διεθνών αεροπορικών δρομολογίων που εκτελούνται από, προς και διαμέσου της επικράτειας των δύο Συμβαλλομένων Μερών καθορίζονται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες σε λογικά επίπεδα, αφότου ληφθούν δεόντως υπόψη όλοι οι σχετικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του κόστους λειτουργίας και του εύλογου κέρδους.
2. Τα τιμολόγια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν είναι απαραίτητο να υποβληθούν από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στην Αεροπορική Αρχή του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους. Κατά παρέκκλιση των παραπάνω, κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει ούτως ώστε:
α) να αποτρέπει αδικαιολόγητα διακρισιακές τιμές ή πρακτικές
β) να προστατεύει τους καταναλωτές από τιμές οι οποίες είναι αδικαιολόγητα υψηλές ή περιοριστικές εξαιτίας κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης και
γ) να προστατεύει τις αεροπορικές εταιρείες από τιμές που είναι τεχνητά χαμηλές λόγω επιδότησης ή υποστήριξης, ή όπου υφίστανται αποδεικτικά στοιχεία ως πρόθεση για τη μείωση του ανταγωνισμού.
3. Κατά παρέκκλιση των παραπάνω, οι διορισμένες αεροπορικές εταιρείες ενός εκ των Συμβαλλομένων Μερών παρέχουν, κατόπιν αιτήματος, στην Αεροπορική Αρχή του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, πληροφορίες σχετικά με τον καθορισμό των τιμολογίων, με τον τρόπο και τη μορφή που ορίζει η εν λόγω Αρχή.
Άρθρο 14
Παροχή Στατιστικών Στοιχείων Η Αεροπορική Αρχή κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους παρέχει στην Αεροπορική Αρχή του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, εφόσον ζητηθεί, πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία σχετικά με την κίνηση των συμφωνημένων δρομολογίων από την διορισμένη αεροπορική εταιρεία του πρώτου εκ των Συμβαλλομένων Μερών από και προς την επικράτεια του έτερου Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως συνήθως καταρτίζονται και υποβάλλονται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες προς την Εθνική Αεροπορική Αρχή. Οποιαδήποτε πρόσθετα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την κίνηση, τα οποία η Αεροπορική Αρχή του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους μπορεί να επιθυμεί από την Αεροπορική Αρχή του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, αποτελούν, κατόπιν αιτήματος, αντικείμενο αμοιβαίας συζήτησης και συμφωνίας μεταξύ των δύο Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρο 15
Διαβουλεύσεις και Τροποποιήσεις
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ή Αεροπορική Αρχή αυτού μπορεί ανά πάσα. στιγμή να ζητήσει διαβουλεύσεις με το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος ή με την Αεροπορική Αρχή αυτού.
2. Μία διαδικασία διαβουλεύσεων η οποία έχει ζητηθεί από ένα εκ των Συμβαλλομένων Μερών ή την Αεροπορική Αρχή αυτού πρέπει να ξεκινήσει εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.
3. Οποιαδήποτε τροποποίηση της παρούσας Συμφωνίας τίθεται σε ισχύ εφόσον και τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη έχουν ειδοποιηθεί μεταξύ τους δια της διπλωματικής οδού για την ολοκλήρωση των εσωτερικών νομικών διαδικασιών που απαιτείται για την σύναψη και θέση σε ισχύ διεθνών συμφωνιών.
4. Κατά παρέκκλιση των όσων αναφέρονται στην παράγραφο 3, τροποποιήσεις στον Πίνακα Διαδρομών που επισυνάπτεται στην παρούσα Συμφωνία μπορεί να συμφωνούνται άμεσα μεταξύ των Αεροπορικών Αρχών των Συμβαλλομένων Μερών. Αυτές θα τίθενται σε εφαρμογή αφότου επιβεβαιωθούν δια της ανταλλαγής διπλωματικών διακοινώσεων.
Άρθρο 16
Επίλυση Διαφορών
1. Σε περίπτωση που προκύψει οποιαδήποτε διαφωνία μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών σχετικά με την ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας και του Παραρτήματος αυτής, τα Συμβαλλόμενα Μέρη πρέπει πρωτίστως να επιχειρήσουν να την επιλύσουν μέσω διαπραγματεύσεων.
2. Σε περίπτωση που τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν κατορθώσουν να επιλύσουν τη διαφωνία μέσω διαπραγματεύσεων, δύνανται να συμφωνήσουν να παραπέμψουν τη διαφωνία για συμβουλευτική γνωμοδότηση σε κάποιο πρόσωπο ή φορέα.
3. Στην περίπτωση που τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν κατορθώσουν να επιλύσουν το θέμα όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 πιο πάνω, η διαφωνία μπορεί, κατόπιν κοινής συμφωνίας των Μερών, να παραπεμφθεί σε Σώμα τριών διαιτητών. Καθένα από τα Συμβαλλόμενα Μέρη ορίζει ένα διαιτητή εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής διακοίνωσης από το έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος δια της διπλωματικής οδού, η οποία ζητά τη διενέργεια διαιτησίας από το εν λόγω Διαιτητικό Σώμα. Οι δύο διαιτητές που ορίζονται κατ αυτόν τον τρόπο ορίζουν με κοινή συμφωνία τον τρίτο διαιτητή, ο οποίος θα είναι και ο Πρόεδρος του Διαιτητικού Σώματος εντός μίας επιπλέον περιόδου εξήντα (60) ημερών. Σε περίπτωση που οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν ορίσει τον διαιτητή του εντός του προβλεπόμενου χρονικού ορίου ή σε περίπτωση που δεν οριστεί ο τρίτος διαιτητής εντός της καθορισμένης περιόδου, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί να ζητήσει από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου του Διεθνή Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας να ορίσει κάποιον διαιτητή ή διαιτητές, όπως απαιτεί η περίσταση με την προϋπόθεση ότι, εάν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου του Διεθνή Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας είναι υπήκοος οποιουδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών, ο αρχαιότερος Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου ή στην περίπτωση που και εκείνος είναι υπήκοος, το αρχαιότερο Μέλος του Συμβουλίου που δεν είναι υπήκοος μπορεί να ζητηθεί να προβεί στον ορισμό των διαιτητών, αναλόγως με την περίπτωση. Ωστόσο, ο τρίτος διαιτητής θα είναι υπήκοος τρίτου κράτους και θα ενεργεί ως Πρόεδρος του Διαιτητικού Σώματος καθώς και θα ορίσει τον τόπο όπου θα διεξαχθεί η διαιτησία.
4. Το Διαιτητικό Σώμα θα καθορίσει τις δικές του διαδικασίες.
5. Τα έξοδα του Διαιτητικού Σώματος θα επιβαρύνουν ισόποσα τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύονται ότι θα συμμορφώνονται με οποιαδήποτε απόφαση λαμβάνεται σε εφαρμογή του παρόντος Αρθρου.
7. Στην περίπτωση που οποιοδήποτε εκ των Συμβαλλομένων Μερών ή η διορισμένη αεροπορική εταιρεία αυτού δεν συμμορφωθούν με κάποια απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο (3) του παρόντος Αρθρου, το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται να περιορίσει, να αρνηθεί ή να ανακαλέσει οποιαδήποτε προνόμια. ή δικαιώματα παραχωρήθηκαν δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 17
Λήξη
Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Μέρος δύναται ανά πάσα στιγμή να ειδοποιήσει εγγράφως το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος σχετικά με την πρόθεση του να τερματίσει την παρούσα Συμφωνία, δια της διπλωματικής οδού. Η εν λόγω ειδοποίηση θα κοινοποιηθεί και στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία λύεται εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από το έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος, εξαιρουμένης της περίπτωσης που η ειδοποίηση σχετικά με τον τερματισμό της συμφωνίας αποσυρθεί κατόπιν συμφωνίας πριν τη λήξη της εν λόγω περιόδου. Στην περίπτωση που δεν υπάρξει επιβεβαίωση της παραλαβής από το έτερο Συμβαλλόμενο Μέρος, η ειδοποίηση θα θεωρείται ότι έχει παραληφθεί δεκατέσσερις (14) ημέρες μετά την παραλαβή της ειδοποίησης από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας.
Άρθρο 18
Συμμόρφωση προς Πολυμερείς Συμφωνίες
Σε περίπτωση που τεθεί σε ισχύ και για τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη κάποια γενική πολυμερής σύμβαση ή συμφωνία αεροπορικών μεταφορών, η παρούσα Συμφωνία και το Παράρτημα αυτής θα θεωρηθεί ότι τροποποιούνται αντιστοίχως.
Άρθρο 19
Καταχώρηση
Η παρούσα Συμφωνία, το Παράρτημα αυτής και όλες οι τροποποιήσεις τους καταχωρούνται στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας.
Άρθρον 20
Εναρξη ισχύος
Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία ανταλλαγής, δια της διπλωματικής οδού, των εγγράφων ειδοποιήσεων μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών, με τις οποίες αλληλοενημερώνονται σχετικά με την ολοκλήρωση των σχετικών εσωτερικών νομικών διαδικασιών που είναι απαραίτητες για το σκοπό αυτό. Προς επιβεβαίωση των ανωτέρω, οι κάτωθι υπογράφοντες πληρεξούσιοι, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους, υπογράφουν την παρούσα Συμφωνία. Υπογράφηκε στην Αθήνα σε δύο πρωτότυπα, την 3η του Δεκεμβρίου 2012 στην αγγλική και την ελληνική γλώσσα, και με τα δύο κείμενα εξίσου αυθεντικά. Σε περίπτωση διαφοράς όσον αφορά στην ερμηνεία, υπερισχύει το αγγλικό κείμενο. Για την Κυβέρνηση της Για την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Ζάμπια Ελληνικής Δημοκρατίας FRANK LEE MUTUBILA ΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Πρέσβυς Γενικός Γραμματέας Μεταφορών της Δημοκρατίας της Ζάμπια Υπουργείο στην Ιταλία, Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον FAO, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων IFAD και WFP
ΠΙΝΑΚΑΣ ΔΙΑΔΡΟΜΩΝ
1. ΔΙΑΔΡΟΜΗ Ι
Δρομολόγια που εκτελούνται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες της Δημοκρατίας της Ζάμπια Σημεία Αναχώρησης Ενδιάμεσα Σημεία Σημεία Προορισμού Σημεία Πέραν Σημεία στη Ζάμπια Οποιοδήποτε Σημείο Αθήνα, Ελλάδα Οποιοδήποτε Σημείο
2. ΔΙΑΔΡΟΜΗ II
Δρομολόγια που εκτελούνται από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες της Ελληνικής Δημοκρατίας Σημεία Αναχώρησης Ενδιάμεσα Σημεία Σημεία Προορισμού Σημεία Πέραν Σημεία στη Ελλάδα Οποιοδήποτε Σημείο Λουσάκα, Ζάμπια Οποιοδήποτε Σημείο
3. Τα ενδιάμεσα σημεία και τα σημεία πέραν μπορούν να εξυπηρετηθούν από τις διορισμένες αεροπορικές εταιρείες. Δικαιώματα μεταφοράς πέμπτης ελευθερίας ασκούνται μεταξύ των εν λόγω σημείων και της επικράτειας του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, αφότου επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των Αεροπορικών Αρχών των δύο Συμβαλλομένων Μερών.
AIR SERVICES AGREEMENT BETWEEN THE GOVERNMENT OF THE REPUBLIC OF ZAMBIA AND THE GOVERNMENT OF THE HELLENIC REPUBLIC PREAMBLE The Government of the Republic of Zambia and The Government of the Hellenic Republic Being Parties to the Convention on International Civil Aviation opened for signature at Chicago, on 7th day of December 1944; Being equally desirous to conclude an Agreement for the purpose of establishing and operating scheduled air services between and beyond their respective territories; Have agreed as follows:
Article 1
Definitions For the purpose of the present Agreement, unless the context otherwise requires: a. The term “Aeronautical Authorities” means, in the case of the Republic of Zambia, the Ministry of Communication and Transport and any person or body authorized to perform any functions at present exercised by the said Authority or similar functions and, in the case of the Hellenic Republic, the Governor of the Civil Aviation Authority and any person or body authorized to perform any functions at present exercised by the said Organization or similar functions. b. The term “the Convention” means the Convention on International Civil Aviation, opened for signature at Chicago, on the seventh day of December, 1944, and includes: i) any amendment thereto which has entered into force under Article 94 (a) thereof and has been ratified by both Contracting Parties; and (ii) any Annex or any amendments thereto adopted under Article 90 of that Convention, insofar as such amendment or Annex is at any given time effective for those Contracting Parties. c. The term “Agreement” means this Agreement, the Annex attached thereto, and any Protocols or similar documents amending the present Agreement or the Annex. d. The term “designated airline” means, an airline, which has been designated and authorized in accordance with the provisions of Article 3 of the present Agreement. e. The term “agreed services” means scheduled air services on the routes specified in the Annex to this Agreement for the transport of passengers, cargo and mail, separately or in combination. f. The term “capacity” in relation to an aircraft means, the payload of that aircraft available on a route or section of a route and the term “capacity” in relation to “an agreed service” means, the capacity of the aircraft used on such service, multiplied by the frequency operated by such aircraft over a given period and a route or section of a route. g. The term “territory” in relation to a State has the meaning of the Article 2 of the Convention. h. The terms “air service”, “international air service”, “airline” and “stop for non- traffic purposes” shall have the meanings respectively assigned to them in Article 96 of the Convention. i. The term “tariff” means the price to be charged for the carriage of passengers, baggage and cargo and the conditions under which those prices apply, including prices and conditions for agency and other auxiliary services performed by the carrier in connection with the air transportation but excluding remuneration and conditions for the carriage of mail. j. The term “user charge” means a charge made to airlines for the provision of airport, air navigation or aviation security property or facilities. k. The term “EU Treaties” means the Treaty on European Union and the Treaty on the Functioning of the European Union. It is understood that the titles given to the Articles of the present Agreement do in no way restrict or extend the meanings of any of the provisions of the present Agreement.
Article 2
Grant of Rights
1. Each Contracting Party grants to the other Contracting Party the rights specified in this Agreement for the conduct of scheduled international air services by the designated airline of the other Contracting Party as follows: a. To fly, without landing, across the territory of the other Contracting Party; b. To make stops in the said territory for non traffic purposes and c. To make stops in the said territory at the points on the route(s) specified in the Route Schedule annexed to this Agreement for the purpose of taking on board and discharging international traffic in passengers, cargo and mail, separately or in combination.
2. Nothing in the provisions of paragraph (1) shall be deemed to confer on the airline of one Contracting Party the right to take on board, in the territory of the other Contracting Party, passengers, cargo or mail carried for remuneration or hire and destined for another point in the territory of the other Contracting Party.
Article 3
Designation and Authorizations
1. Each Contracting Party shall have the right to designate, and inform, through diplomatic channels the other Contracting Party, one or more airlines for the purpose of operating the agreed services on the specified routes, and to withdraw or alter such designations.
2. On receipt of such a designation the other Contracting Party shall grant the appropriate authorizations and permissions with the minimum procedural delay, provided: a) in the case of an airline designated by the Hellenic Republic: i) it is established in the territory of the Hellenic Republic under the EU Treaties and has a valid- Operating Licence in accordance with European Union law; and ii) effective regulatory control of the airline is exercised and maintained by the European Union Member State responsible for issuing its Air Operator`s Certificate and the relevant aeronautical authority is clearly identified in the designation; b) in the case of an airline designated by the Republic of Zambia: i) it is established in the territory of the Republic of Zambia and is licensed in accordance with the applicable law of the Republic of Zambia; and ii) The Republic of Zambia has and maintains effective regulatory control of the airline; and c) the designated airline is qualified to meet the conditions prescribed under the laws and regulations normally applied in conformity with the provisions of the Convention to the operation of international air services by the Party receiving the designation. 3. On receipt of the operating authorization of paragraph 2, a designated airline may at any time begin to operate the agreed services for which it is so designated, provided that the airline complies with the applicable provisions of this Agreement.
Article 4
Suspension and Revocation
1. Either Contracting Party may revoke, suspend or limit the operating authorization or technical permissions of an airline by the other Contracting Party, where: a) in the case of an airline designated by the Hellenic Republic: i) it is not established in the territory of the Hellenic Republic under the EU Treaties or does not have a valid Operating Licence in accordance with European Union law; or ii) effective regulatory control of the airline is not exercised or not maintained by the European Union Member State responsible for issuing its Air Operator`s Certificate or the relevant aeronautical authority is not clearly identified in the designation; b) in the case of an airline designated by the Republic of Zambia: i) it is not established in the territory of the Republic of Zambia and is not licensed in accordance with the applicable law of the Republic of Zambia; or ii) The Republic of Zambia is not maintaining effective regulatory control of the airline; or c) such airline is unable to prove that it is qualified to fulfill the conditions prescribed under the laws and regulations normally and reasonably applied in conformity with the Convention to the operation of international air services by the Party receiving the designation; or d) the airline fails to comply with the laws and/or regulations of the contracting Party granting these rights; or e) the airline otherwise fails to operate in accordance with the conditions prescribed under the present Agreement. 2. Unless immediate revocation or suspension or imposition of the conditions mentioned in paragraph 1 of this Article is essential to prevent further infringements of laws and/or regulations such right shall be exercised only after consultation with the other Contracting Party, in conformity with Article 15 of this Agreement.
Article 5
Applicability of laws and regulations
1. The laws, regulations and procedures of one Contracting Party relating to entering into, remaining in or departing from its territory of aircraft engaged in international air navigation or to the operation and navigation of such aircraft shall be complied with by the designated airline of the other Contracting Party upon entrance into, while within and departure from the said territory. 2. The laws and regulations of one Contracting Party respecting entry, clearance, staying or transit, emigration or immigration, passports, customs and quarantine shall be complied with by the designated airline of the other Contracting Party and by or on behalf of its crew, passengers, cargo and mail upon transit of, admission to, while within and departure from the territory of such Contracting Party. 3. Passengers, baggage and cargo in direct transit across the territory of one Contracting Party and not leaving the area of the airport reserved for such purpose shall only be subject to a simplified control. Baggage arid cargo in direct transit shall be exempt from customs duties and other similar taxes.
Article 6
Recognition of Certificates and Licences
1. Certificates of airworthiness, certificates of competency and licences issued or validated in accordance with the laws and regulations of one Contracting Party, including in the case of the Hellenic Republic the laws and regulations of the European Union, and unexpired shall be recognised as valid by the other Contracting Party, for the purpose of operating the agreed services, provided always that the requirements under which such certificates or licences were issued or validated are equal or above the minimum standards established under the Convention. Each Contracting Party reserves the right, however to refuse to recognize, for the purpose of flights above its -own territory, certificates of competency and licences granted to its own nationals or rendered valid for them by the other Contracting Party or by any other State. 2. If the privileges or conditions of the licenses or certificates referred to in paragraph (1) above, issued by the Aeronautical Authorities of one Contracting Party to any person or designated airline or in respect of an aircraft operating the agreed services on the specified routes would permit a difference from the standards established under the Convention, and which difference has been filed with the International Civil Aviation Organization, the Aeronautical Authorities of the other Contracting Party may request consultations in accordance with Article 15 of this Agreement with the Aeronautical Authorities of that Contracting Party with a view to satisfying themselves that the practice in question is acceptable to them. Failure to reach a satisfactory agreement will constitute grounds for the application of Article 4 of this Agreement.
Article 7
Aviation Safety Provisions
1. Each Contracting Party may request consultations at any time concerning safety standards maintained in respect of an airline designated by the other Contracting Party in any area relating to aircrew, aircraft or their operation. Such consultations shall take place within 30 days of that request. 2. If, following such consultations, one Contracting Party finds that the safety standards in the areas referred to in paragraph 1 that are at least equal to the minimum standards established at that time pursuant to the Chicago Convention, are not being effectively maintained and administered in respect of airlines designated by the other Contracting Party, the first Contracting Party shall notify the other Contracting Party of those findings and the steps considered necessary to conform with the ICAO Standards and that other Contracting Party shall take appropriate corrective action. Failure by the other Contracting Party to take appropriate action within 15 days or such longer period as may be agreed, shall be grounds for the application of Article 4 of this Agreement. 3. Notwithstanding the obligations mentioned in Article 33 of the Chicago Convention it is agreed that any aircraft operated by or on behalf of the designated airline or airlines of one Contracting Party on services to or from the territory of the other Contracting Party may, while within the territory of the other Contracting Party, be made the subject of an examination by the authorized representatives of the other Contracting Party, on board and around the aircraft to check both the validity of the aircraft documents and those of its crew and the apparent condition of the aircraft and its equipment (in this Article called “ramp inspection”), provided this does not lead to unreasonable delay. 4. If any ramp inspection or series of ramp inspections gives rise to: a) Serious concerns that an aircraft or the operation of an aircraft does not comply with the minimum standards established at that time pursuant to the Chicago Convention, or b) Serious concerns that there is lack of effective maintenance and administration of safety standards established at that time pursuant to the Chicago Convention, the Contracting Party carrying out the inspection shall, for the purposes of Article 33 of the Chicago Convention, be free to conclude that the requirements under which the certificates or licences in respect of that aircraft or in respect of the crew of that aircraft had been issued or rendered valid, or that the requirements under which that aircraft is operated, are not equal to or above the minimum standards established pursuant to the Chicago Convention. 5. In the event that access for the purpose of undertaking a ramp inspection of an aircraft operated by the airline or airlines of one Contracting Party in accordance with paragraph 3 above is denied by the representative of that airline or airlines, the other Contracting Party shall be free to infer that serious concerns of the type referred to in paragraph 4 above arise and draw the conclusions referred in that paragraph. 6. Each Contracting Party reserves the right to suspend or vary the operating authorization of an airline or airlines of the other Contracting Party immediately in the event the first Contracting Party concludes, whether as a result of a ramp inspection, a series of ramp inspections, a denial of access for ramp inspection, consultation or otherwise, that immediate action is essential to the safety of an airline operation. 7. Any action by one Contracting Party in accordance with paragraphs 2 or 6 above shall be discontinued once the basis for the taking of that action ceases to exist.
Article 8
Aviation Security
1. Consistent with their, rights and obligations under international law, the Contracting Parties reaffirm that their obligation to each other to protect the security of civil aviation against acts of unlawful interference forms am integral part of this Agreement. Without limiting the generality of their rights and obligations under international law, the Contracting Parties shall in particular act in conformity with the provisions of the Convention of Offences and Certain Other Acts Committed on Board Aircraft, signed at Tokyo on 14 September 1963, the Convention for the Suppression of Unlawful Seizure of Aircraft, signed at the Hague on 16 December 1970 and the Convention for the suppression of Unlawful Acts against the Safety of Civil Aviation, signed at Montreal on 23 September 1971, the Protocol for the Suppression of Unlawful Acts Against the Safety of International Airports, signed at Montreal on 24 February 1988 the Convention on Marking of Plastic Explosives for the purpose of Detection, done at Montreal on 1 March 1991, and all other international instruments in the same field which may be ratified in the future by the Contracting Parties. 2. The Contracting Parties shall provide upon request all necessary assistance to each other to prevent acts of unlawful seizure of civil aircraft and other unlawful acts against the safety of such aircraft, their passengers and crew, airports and air navigation facilities, and other threat to the security of civil aviation. 3. The Contracting Parties shall, in their mutual relations, act in conformity with the aviation security provisions established by the International Civil Aviation organization and designated as Annexes to the Convention on International Civil Aviation to the extent that such security provisions are applicable to the Contracting Parties; they shall require that operators of aircraft of their registry or operators of aircraft which have their principal place of business or permanent residence in the territory of the Contracting Parties or, in the case of the Hellenic Republic, operators of aircraft which are established in its territory under the Treaty establishing the European Union and have valid Operating Licences in accordance with European Union law, and the operators of airports in their territory act in conformity with such aviation security provisions. 4. Each Contracting Party agrees that its operators of aircraft shall be required to observe, for departure from or while within the territory of the other Contracting Party, aviation security provisions in conformity with the law in force in that country, including, in the case of the Hellenic Republic, European Union law. Each Contracting Party shall ensure that adequate measures are effectively applied within its territory to protect the aircraft and to screen passengers and their carry-on items and to carry out appropriate checks on crew, baggage, cargo and aircraft stores prior to and -during -boarding or loading. Each Contracting Party shall also give positive consideration to any request from the other Contracting Party for reasonable special security measures to meet a particular threat. 5. When an incident or threat of an incident of unlawful seizure of civil aircraft or other unlawful acts against the safety of such aircraft, their passengers and crew, airports or air navigation facilities occurs, the Contracting Parties shall assist each other by facilitating communications and other appropriate measures intended to terminate rapidly and safely such incident or threat thereof.
Article 9
Commercial Opportunities
1. The designated airline of one Contracting Party shall have the right to maintain its own representation in the territory of the other Contracting Party. 2. The designated airline of one Contracting Party may, in accordance with the laws and regulations of the other Party relating to entry, residence and employment, bring in and maintain in the territory of the other Contracting Party managerial, sales, technical, operational and other specialist staff required for the provision of air services. 3. In case of nomination of a general agent or a general sales agent, this agent shall be appointed in accordance with the relevant applicable laws and regulations of each Contracting Party. 4. Each designated airline shall have the right to engage in the sale of air transportation in the territory of the other Contracting Party directly or through its agents and any person shall be able to purchase such transportation in accordance with the relevant applicable laws and regulations. 5. Each Contracting Party shall grant, to the designated airline of the other Contracting Party, the right to transfer to its country on demand, in accordance with the foreign exchange regulations in force, the excess of receipts over expenditure achieved in connection with the carriage of passehgers, cargo and other Contracting Party. 6. Each Contracting Party shall have the right to impose similar restrictions as of those imposed on it by the other Contracting Party on the transfer of excess of receipts over expenditure in connection with the carriage of passengers, cargo and mail on the agreed services.
Article 10
Exemption from customs and other duties
1. Each Contracting Party shall, on the basis of reciprocity, exempt the designated airline of the other Contracting Party under its relevant applicable law from import restrictions, customs duties, other taxes, excise duties, inspection fees and other national duties and charges on aircraft, fuel, lubricating oils, consumable technical supplies, spare parts including engines, regular aircraft equipment, aircraft stores and other items intended for use or used solely in connection with the operation or servicing of aircraft of the designated airline of such other Contracting Party operating the agreed services, as well as the ground equipment introduced in the territory of either Contracting Party in order to be used in the offices of the designated airline within the limits of the international airports to which the designated airline operate, ticket stock, air way bills, any printed material which bears the insignia of the company printed thereon and usual publicity material distributed without charge by that designated airline. 2. The exemptions granted by this Article shall apply to the items referred to in paragraph (1) of this Article: (a) introduced in the territory of one Contracting Party by or on behalf of the designated airline of the other Contracting Party; (b) retained on board aircraft of ihe designated airline of one Contracting Party upon arriving in or leaving the territory of the other Contracting Party; (c) taken on board aircraft of the designated airline of the other Contracting Party and intended for use in operating the agreed services; whether or not such items are used or consumed wholly within the territory of the Contracting Party granting the exemption, provided that the ownership and/or use of such items is not transferred in the territory of the said Contracting Party. 3. The regular airborne equipment, as well as the materials and supplies normally retained on board the aircraft of either Contracting Party may be unloaded in the territory of the other Contracting Party only with the approval of the Customs Authorities of that Contracting Party. In such case, they may be placed under supervision of the said authorities up to such time as they are re-exported or otherwise disposed of in accordance with customs provisions in force.
Article 11
User Charges Each of the Contracting Parties may impose or permit to be imposed just and reasonable charges for the use of airports and other facilities under its control.
Each of the Contracting Parties agree, however, that such charges shall not be higher than would be paid for the use of such airports and facilities by its national aircraft engaged in similar international services.
Article 12
Capacity Regulations and Approval of Timetables
1. The designated airlines of the Contracting Parties shall be afforded fair and equal treatment in order that they may enjoy equal opportunities in the operation of the agreed services on the specified routes. 2. In operating the agreed services the designated airlines of each Contracting Party shall take into account the interests of the designated airlines of the other Contracting Party so as not to affect unduly the services which the latter provide on the whole or part of the same routes. 3. The agreed services provided by the designated airlines of the Contracting Parties shall have as their primary objective the provision, at a reasonable load factor, of capacity adequate to carry the current and reasonably anticipated requirements for carriage of passengers, cargo and mail between the territory of the Contracting Party designating the airline and the territory of the other Contracting Party. 4. Provision for the carriage of passengers, cargo and mail both taken on board and discharged at points on routes to be specified in the territories of states other than that designating the airline shall be agreed upon between the two Contracting Parties. 5. The capacity to be provided including the frequency of services and the type of aircraft to be used by the designated airlines of the Contracting Parties on the agreed services shall be agreed upon by the Aeronautical Authorities. 6. In case of disagreement between the Contracting Parties, the issues referred to in paragraph 5 above shall be settled in accordance with the provisions of Article 15 of this Agreement. Until such agreement has been reached, the capacity provided by the designated airlines shall remain unchanged. 7. The designated airlines of each Contracting Party shall submit for approval to the Aeronautical Authorities of the other Contracting Party not later than thirty days prior to the introduction of services on the specified routes the flight timetables. This shall, likewise, apply to later changes. In special cases, this time limit may be reduced subject to the approval of the said Authorities.
Article 13
Air Transport Tariffs
1. The tariffs in respect of international air services operated to/from/through the territories of the -two- Contracting Parties shall be established by the designated airlines at reasonable levels, due regard being paid to all relevant factors, including cost of operation and reasonable profit. 2. The tariffs established under paragraph 1 shall not be required to be filed by the a designated airlines of one Contracting Party with the aeronautical authorities of the other Contracting Party. Notwithstanding the foregoing, each Contracting Party shall have the right to intervene so as to: a. prevent unreasonably discriminatory prices or practices; b. protect consumers from prices that are unreasonably high or restrictive due to the abuse of a dominant position; and c. protect airlines from prices that are artificially low due to subsidy or support, or where evidence exists as to an intent to eliminate competition. 3. Notwithstanding the foregoing, the designated airlines of one Contracting Party shall provide, on request, to the Aeronautical Authorities of the other Contracting Party information relating to the establishment of the tariffs, in a manner and format as specified by such Authorities,
Article 14
Supply of Statistics The Aeronautical Authorities of either Contracting Party shall supply to the Aeronautical Authorities of the other Contracting Party, at their request, such information and statistics relating to the traffic carried -on the agreed services by the designated airline of the first Contracting Party to and from the territory of the other Contracting Party as may normally be prepared and submitted by the designated airlines to their National Aeronautical Authorities. Any additional statistical traffic data which the Aeronautical Authorities of one Contracting Party may desire from the Aeronautical Authorities of the other Contracting Party shall, upon request, be a subject of mutual discussion and agreement between the two Contracting Parties.
Article 15
Consultations and Modifications
1. Each Contracting Party or its Aeronautical Authorities may at any time request consultations with the other Contracting Party or with its Aeronautical Authorities. 2. A consultation requested by one of the Contracting Parties or their Aeronautical Authorities shall begin within a period of sixty (60) days from the date of receipt of the request. 3. Any modification to this Agreement shall enter into force when the two Contracting Parties will have notified each other through diplomatic channels of the fulfillment of their internal legal procedures relating to the conclusion and the entering into force of international agreements. 4. Notwithstanding the provisions of paragraph (3), modifications to the Route Schedule annexed to this Agreement may be agreed directly between the Aeronautical Authorities of the Contracting Parties. They shall enter into force after having been confirmed by an exchange of diplomatic notes.
Article 16
Settlement of Disputes
1. If any dispute arises between the Contracting Parties relating to the interpretation or application of this Agreement and its Annex, the Contracting Parties shall in the first place endeavour to settle it by negotiations. 2. If the Contracting Parties fail to reach a settlement by negotiation, they may agree to refer the dispute for an advisory opinion to some person or body. 3. If the Contracting Parties fail to reach a settlement pursuant to paragraphs. 1 and 2 above, the dispute may be referred by mutual agreement of the Parties to a Tribunal of three arbitrators. Each of the Contracting Parties shall nominate an arbitrator within a period of sixty (60) days from the date of receipt by either Contracting Party from the other of a notice, through diplomatic channels, requesting arbitration of the dispute by such a Tribunal and the two arbitrators so appointed shall designate by common agreement the third arbitrator, who shall be the President of the Tribunal within a further period of sixty (60) days. If either of the Contracting Parties fails to nominate its arbitrator within the period specified or if the third arbitrator has mot been nominated within the period specified, the President of the Council of the International Civil Aviation Organization may be requested by either Contracting Party to appoint an arbitrator or arbitrators as the case may require; provided that if the President of the Council of the International Civil Aviation Organization may be requested by either Contracting Party to appoint an arbitrator or arbitrators as the case may require; provided that if the President of the Council of the International Civil Aviation Organization is a national of either Contracting Party, the senior Vice-President of the Council or if he is such a national, the Senior Member of the Council who is not such a national may be requested to make the appointments as the case may be. The third arbitrator, however, shall be a national of a third state and shall act as the President of the Tribunal and shall determine the place where arbitration will be held. 4. The Tribunal shall determine its own procedures. 5. The expenses of the Tribunal shall be shared equally between the Contracting Parties. 6. The Contracting Parties undertake to comply with any decision delivered in application of the present Article. 7. If and so long as either Contracting Party or its designated airline fail to comply with a decision given under paragraph (3) of this Article, the other Contracting Party may limit, withhold or revoke any rights or privileges which it has granted by virtue of this Agreement.
Article 17
Termination Either Contracting Party may at any time give written notice to the other Contracting Party of its intention to terminate this Agreement, through diplomatic channels; such notice shall simultaneously be communicated to the International Civil Aviation Organization. In such case the Agreement shall terminate twelve months after the date of receipt of the notice by the other Contracting Party, unless the notice to terminate is withdrawn by agreement before the expiry of this period. In the absence» of acknowledgement of receipt by the other Contracting Party, notice shall be deemed to have been received fourteen (14) days after the receipt of the notice by:ihe InternationaLCivil Aviation Organization. Article 18 Conformity with Multilateral Conventions If a general multilateral air transport convention or agreement, comes into force in respect of both Contracting Parties, the present Agreement and its Annex shall be deemed to be amended accordingly.
Article 19
Registration This Agreement, its Annex and all amendments thereto shall be registered with the International Civil Aviation Organization.
Article 20
Entry into Force
This Agreement shall enter into force on the date of the exchange, through diplomatic channels, of written notifications between the Contracting Parties informing each other of the completion of their relevant internal legal procedures necessary to this end. In witness thereof, the undersigned plenipotentiaries being duly authorized by their respective Governments have signed the present Agreement. Done at Athens in two original copies, this 3rd of December 2012 in the English ahd Greek languages, all two texts being equally authentic. In case of divergence of interpretation the English text shall prevail. For the Government of For the Government of the Republic of Zambia the Hellenic Republic H.E FRANK L. MUTUBILA NIKOS STATHOPOULOS Zambian Ambassador to Italy Secretary General for and Permanent Representative Transport Ministry for to FAO, IFAD and WFP Development Competitiveness Infrastructure and Networks. ANNEX ROUTE SCHEDULE 1. SCHEDULE I Routes to be operated by the designated airlines of the Republic of Zambia Points of Origin Intermediate Points Points of Destination Beyond Points Points in Zambia Any Points Athens, Greece Any Points 2. SCHEDULE II Routes to be operated by the designated airlines of the Hellenic Republic. Points of Origin Intermediate Points Points of Destination Beyond Points Points in Greece Any Points Lusaka, Zambia Any Points 3. Intermediate point and points beyond may be served by the designated airlines. Fifth freedom traffic rights shall be exercised between such points and the territory of the other Contracting Party after an agreement tothat effect is reached between the Aeronautical Authorities of the two Contracting Parties.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται, από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 20 αυτής. Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ
ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ