ΠΡΟΣΟΧΗ!! Έχει καταργηθεί από την 30/06/1982 με το Νόμο ΝΟΜΟΣ 1264/1982

Νόμος 330 ΦΕΚ Α΄129/29.5.1976
Περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε

Κεφάλαιον πρώτον
Γενικαί Διατάξεις

Άρθρον 1
Αντικείμενον – έκτασις εφαρμογής.

1. Επιφυλασσομένης της ισχύος των διατάξεων της υπ` αριθ. 87 Διεθνούς Εργασίας “περί της συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος”, κυρωθείσης δια του Ν. Δ/τος 4204/1961 και της υπ` αριθ. 98 ομοίας, “περί εφαρμογής των αρχών του δικαιώματος οργανώσεως και συλλογικής διαπραγματεύσεως”, κυρωθείσης δια του Ν. Δ/τος 4205/1961 η σύστασις, η λειτουργία και η εν γένει δράσις ως και διάλυσις των επαγγελματικών σωματείων, διέπονται υπό των διατάξεων του Αστικού Κώδικος και του Εισαγωγικού αυτού νόμου, ως αύται συμπληρούνται ή τροποποιούνται ειδικώς δια τα εν λόγω σωματεία υπό των διατάξεων του παρόντος.

2. Εις τας διατάξεις του παρόντος υπάγονται άπαντα τα επαγγελματικά σωματεία των παρεχόντων εξηρτημένηνεργασίαν (μισθωτών εν γένει) και των εργοδοτών ή των ασκούντων ανεξάρτητον επάγγελμα επαγγελματιών. Εις τα επαγγελματικά σωματεία των μισθωτών περιλαμβάνονται τα σωματεία τόσον των παρεχόντων εξηρτημένηνεργασίαν εις φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου όσον και των συνδεομένων δια σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου μετά του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου μισθωτών.

3. Δεν υπάγονται εις τας διατάξεις του παρόντος επαγγελματικαί οργανώσεις συνιστώμεναι δια του νόμου ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. 4. Αι διατάξεις του παρόντος πλην των διατάξεων των άρθρων 26-28, 32-38, 40 και 42 δεν έχουν εφαρμογήν επί των δημοσιογραφικών και ναυτεργατικών σωματείων, διεπομένων υπό των ιδίων περί αυτών διατάξεων.

5. Οπου εν τω παρόντι αναφέρονται νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου εις ταύτα περιλαμβάνονται και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοικήσεως και ενώσεις τούτων.

Άρθρον 2
Εννοια επαγγελματικού σωματείου – Σκοπός

1. Τα επαγγελματικά σωματεία έχουν ως σκοπόν την διαφύλαξιν και προαγωγήν των κοινών επαγγελματικών συμφερόντων των μελών.

2. Εν τη επιδιώξει του ανωτέρου σκοπού τα επαγγελματικά σωματεία δικαιούνται ιδία όπως:
α) Συνεργάζωνται μεταξύ των ή μετά των αρμοδίων κρατικών αρχών εις την μελέτην και αντιμετώπισιν των εργασιακών εν γένει συμφερόντων των εργαζομένων.
β) Διαπραγματεύωνται και συνάπτουν συλλογικάς συμβάσεις εργασίας ή μετέχουν εις την διαιτητικήνρύθμισιν των συλλογικών διαφορών εργασίας κατά τας σχετικάς διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και του καταστατικού των.
γ) Οργανώνουν τα της διαχειρίσεως και δράσεως αυτών και καταστρώνουν το πρόγραμμα της ενεργείας των.
δ) Προβαίνουν εις την οργάνωσιν μορφωτικών ή άλλων κοινωνικών εκδηλώσεων, υπό τον όρον της τηρήσεως των περί τούτων διατάξεων.

3. Τα επαγγελματικά σωματεία δεν δύνανται να ασκούν εμπορίαν ή άλλην επιχείρησιν.

Άρθρον 3
Ελευθερία συστάσεως.

1. Η σύστασις επαγγελματικών σωματείων είναι ελευθέρα εις πάντας τους Ελληνας, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος.

2. Το κράτος απέχει πάσης επεμβάσεως δυναμένης να περιορίση ή να παρακωλύση το δικαίωμα τούτο.

3. Απαγορεύεται εις παν φυσικόν ή νομικόνπρόσωπον, οιαδήποτε ενέργεια τείνουσα εις την άσκησιν επιρροής επί της συστάσεως ή παρακωλύουσα την σύστασιν επαγγελματικού σωματείου.

Άρθρον 4
Απαγόρευσις μικτών σωματείων.
Δεν επιτρέπεται να μετέχουν εις εν και το αυτό επαγγελματικόν σωματείον μισθωτοί και εργοδόται ή μισθωτοί και ανεξάρτητοι επαγγελματίαι.

Άρθρον 5
Απαγόρευσις επεμβάσεων.

1. Εκαστον επαγγελματικόν σωματείον είναι ανεξάρτητον και απολαύει τόσον εν τη διοικήσει και λειτουργία όσον και εν τη επιδιώξει των καταστατικών αυτού σκοπών προστασίας υπό του Κράτους καθ` οιασδήποτε επεμβάσεως ετέρου σωματείου ή άλλου νομικού ή φυσικού προσώπου, ασχέτου προς αυτό.

2. Απαγορεύεται εις τους εργοδότας ή άλλα δια λογαριασμόν τούτων ενεργούντα πρόσωπα όπως:
α) Εξαναγκάζουν τους μισθωτούς εις την σύστασιν επαγγελματικού σωματείου ή επιβάλλουν δι` οιουδήποτε μέσου την προσχώρησιν αυτών εις ωρισμένονεπαγγελματικόνσωματείον, ιδία δε δι` απολύσεως ή δι` απειλής απολύσεως εκ της εργασίας. β) Απαιτούν από τους μισθωτούς δήλωσιν περί μη συμμετοχής ή περί αποχωρήσεως από ωρισμένονσωματείον ή περί συμμετοχής εις ωρισμένονσωματείον ίνα προσλάβουν ή διατηρήσουν τούτους εις την εργασίαν.
γ) Υποστηρίζουν ωρισμένονεπαγγελματικόνσωματείον δι` οικονομικών ή άλλων μέσων επί σκοπώ περί αγωγής τούτου υπό τον έλεγχον ή εξάρτησιν αυτών.
δ) Επεμβαίνουν καθ` οιονδήποτε τρόπον, εις την διοίκησιν και λειτουργίανταυτών.

Άρθρον 6
Νομική προστασία.

1. Τα επαγγελματικά σωματεία δικαιούνται να αναφέρωνται εις τας διοικητικάς αρχάς επί παντός ζητήματος αφορώντος εις τα μέλη των και τας επαγγελματικάς αυτών σχέσεις και εμπίπτοντος εις τους σκοπούς αυτών.

2. Τα επαγγελματικά σωματεία δικαιούνται να καταγγέλουν δια των νομίμων εκπροσώπων των, ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών αρχών, τους παραβάτας των περί επαγγελματικών σωματείων και των υπέρ των μελών των προστατευτικών διατάξεων.

3. Τα επαγγελματικά σωματεία δικαιούνται να εγκαλούν δια των νομίμων εκπροσώπων των ενώπιον της οικείας δικαστικής αρχής τους παραβάτας των υπέρ των μελών των διατάξεων ή των διατάξεων εν γένει της εργατικής νομοθεσίας των οποίων η παράβασις διώκεται ποινικώς.

4. Η άσκησις αγωγής ή παρεμβάσεως ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων υπό επαγγελματικού σωματείου υπέρ των μελών αυτού ή προς αναγνώρισιν δικαιωμάτων και ικανοποίησιν αξιώσεων των μελών τούτων διέπεται υπό των οικείων διατάξεων του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας.

Κεφάλαιον δεύτερον
Καταστατικόν – Καταχώρησις Στοιχείων.

Άρθρον 7
Περιεχόμενον καταστατικού.
Το Καταστατικόν του επαγγελματικού σωματείου δέον, επί ποινή ακυρότητος, να καθορίζη πέραν των εν άρθρω 80 του Αστικού Κώδικοςοριζομένων και:
α) Το επάγγελμα ή επαγγέλματα τα οποία δέον ν` ασκή, ή τον κλάδον της οικονομίας εις τον οποίον δέον ν` ανήκηήτονεργοδότην παρ` ω δέον ν` απασχολήταί τις, δια να είναι μέλος.
β) Τα του ορισμού ή αναδείξεως εφορευτικής επιτροπής δια την διενέργειαν των πάσης φύσεως εκλογών.
γ) Τα της διαχειρίσεως και ελέγχου της περιουσίας και
δ) τα του προϋπολογισμού, απολογισμού και εγκρίσεως αυτών.

Άρθρον 8
Καταχώρησις εις ειδικόν βιβλίον.

1. Παρ` εκάστωΠρωτοδικείω τηρείται ειδικόνβιβλίον επαγγελματικών σωματείων, εις ο μερίμνη του Γραμματέως καταχωρίζονται, πλην των εν άρθρω 81 του Αστικού Κώδικος στοιχείων, ο αριθμός της δικαστικής αποφάσεως δι` ης ενεκρίθη το καταστατικόν του σωματείου ως και πάσα τροποποίησις τούτου.

2. Από της εγγραφής εις το βιβλίον τούτο επέρχονται τα κατ` άρθρον 83 του Αστικού Κώδικος αποτελέσματα.

3. Ο Γραμματεύς του Πρωτοδικείου υποβάλλει κατά μήνα εις τον αρμόδιον Νομάρχην κατάστασιν εμφαίνουσαν τας γενομένας εγγραφάς εις το βιβλίον επαγγελματικών σωματείων ως και τροποποιήσεις καταστατικών αυτών ή διαλύσεις.

Άρθρον 9
Τήρησις φακέλου.

1. Δι` έκαστον επαγγελματικόν σωματείον καταχωριζόμενον εις το εν άρθρω 8 του παρόντος βιβλίον τηρείται παρά τω αυτώ Πρωτοδικείω ειδικός φάκελος εις τον οποίον τίθενται:
α) Το δια της αποφάσεως του Πρωτοδικείου εγκριθέν καταστατικόν.
β) Το κείμενον πάσης τροποποιήσεως του καταστατικού μετά του μη τροποποιηθέντος κειμένου αυτού.
γ) Πίναξ των εκάστοτε μελών της διοικήσεως του σωματείου υποβαλλόμενος, μερίμνη του σωματείου, μετ` αντιγράφου της αποφάσεως, δι` ης έκαστον μέλος της διοικήσεως εξελέγη υπό την ιδιότητα, ην τούτο φέρει.

2. Αντίγραφα των εις την προηγουμένηνπαράγραφον αναφερομένων εγγράφων ή πιστοποιητικά περί της ιδιότητός τινος, ως μέλους της διοικήσεως επαγγελματικού σωματείου, εκδίδονται και βεβαιούνται υπό του Γραμματέως του, παρ` ω είναι ταύτα κατατεθειμένα, Πρωτοδικείου.

Άρθρον 10
Δημοσιότης στοιχείων του σωματείου.

1. Πάντα τα προς τρίτους απευθυνόμενα έγγραφα επαγγελματικού σωματείου δέον να περιέχουν:
α) Την επωνυμίαν του σωματείου.
β) Την έδραν και την ακριβή διεύθυνσιν αυτού.
γ) Τον αριθμόν εγγραφής εν τω βιβλίω επαγγελματικών σωματείων.

2. Πάσα αίτησις ή αναφορά του επαγγελματικού σωματείου απευθυνομένη προς δημοσίαν αρχήν και μη φέρουσα τα κατά την προηγουμένηνπαράγραφον στοιχεία είναι απαράδεκτος.

Άρθρον 11
Τηρούμενα βιβλία.

1. Τα επαγγελματικά σωματεία υποχρεούνται όπως τηρούν υποχρεωτικώς τα κάτωθι βιβλία, αριθμούμενα και θεωρούμενα προ πάσης χρήσεως αυτών υπό του Γραμματέως του οικείου Πρωτοδικείου:
α) Μητρώου των μελών εμφαίνον κατ` αύξοντα αριθμόν το ονοματεπώνυμον ή προκειμένου περί νομικού προσώπου την επωνυμίαν τούτου, τον αριθμον του δελτίου ταυτότητος, την ημερομηνίαν εγγραφής και διαγραφής εκάστου μέλους.
β) Πρακτικών συνεδριάσεων της συνελεύσεως των μελών.
γ) Πρακτικών συνεδριάσεων της διοικήσεως.
δ) Εισπράξεων και πληρωμών εις το οποίον καταχωρίζονται τακτικώς κατά χρονολογικήν σειράν άπασαι αι εισπράξεις και πληρωμαί.
ε) Περιουσίας, εμφαίνον λεπτομερώς πάσαν την ακίνητον και κινητήνπεριουσίαν του σωματείου.

2. Γραμμάτεια εισπράξεων προ πάσης χρήσεως αυτών αριθμούνται και θεωρούνται υπό της εξελεγκτικής επιτροπής.

3. Τα μέλη του σωματείου δικαιούνται να λαμβάνουν γνώσιν των ως άνω στοιχείων κατά τους όρους του καταστατικού.

Κεφάλαιον τρίτον
Μέλη Επαγγελματικών Σωματείων

Άρθρον 12
Ελευθερία συμμετοχής.

1. Ουδείς δύναται να υποχρεωθή να είναι ή να μη είναι μέλος επαγγελματικού σωματείου. Πάσα αντίθετος ρήτρα ή συμφωνία είναι άκυρος.

2. Μισθωτοί του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και δημοσίων επιχειρήσεων δεν επιτρέπεται ν` ανήκουν εις πλείονα του ενός επαγγελματικά καθ` υπηρεσίαν ή επιχείρησιν σωματεία.

3. Μέλη εργοδοτικού επαγγελματικού σωματείου δύνανται να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.

Άρθρον 13
Προϋποθέσεις συμμετοχής.

1. Επιτρέπεται όπως καθίστανται μέλη επαγγελματικού σωματείου και ανήλικοι ουχί όμως κάτω των δέκα εξ ετών.

2. Αλλοδαποί δ ικαιούνται να είναι μέλη επαγγελματικού σωματείου εφ` όσον:
α) Ασκούν εν Ελλάδι το επάγγελμα δι` ο υφίσταται το σωματείον και β) κέκτηνταιάδειαν εργασίας.

Άρθρον 14
Εισδοχή νέων μελών.
Η είσοδος νέων μελών διέπεται υπό των διατάξεων του καταστατικού και των ορισμών του άρθρου 86 του Αστ. Κώδικος ως και των δια νόμου κεκυρωμένων διεθνών συμβάσεων εργασίας.

Άρθρον 15
Δικαιώματα και υποχρεώσεις των μελών.

1. Πάντα τα μέλη του επαγγελματικού σωματείου έχουν ίσα δικαιώματα.

2. Τα μέλη του σωματείου υποχρεούνται να καταβάλλουν τας υπό του καταστατικού προβλεπομέναςσυνδρομάς από της εγκρίσεως της εισδοχής των ως μελών.

3. Παν μέλος επαγγελματικού σωματείου, δικαιούται ν` αποχωρήση τούτου καθ` οιοσδήποτε χρόνον.

Κεφάλαιον τέταρτον
Συνέλευσις των Μελών

Άρθρον 16
Σύγκλησις – Αρμοδιότητες.
Η συνέλευσις των μελών του επαγγελματικού σωματείου συγκαλείται κατά τους όρους των άρθρων 95 και 96 του Α.Κ. αποφαίνεται δε επί θεμάτων, τα οποία, δια του καταστατικού είτε υπήχθησαν εις την αρμοδιότητα αυτής είτε δεν υπήχθησαν εις την αρμοδιότητα ετέρου οργάνου του σωματείου.

Άρθρον 17
Απαρτία.
1. Επιφυλασσομένων των διατάξεων των άρθρων 99 και 100 του Α.Κ. ως και πάσης άλλης διατάξεως του παρόντος ή ετέρου νόμου δι` ης προβλέπεται ειδική απαρτία και εφ` όσον εν τω καταστατικώ δεν ορίζεται άλλως, προς συζήτησιν και λήψιν αποφάσεων κατά τας συνελεύσεις των μελών απαιτείται παρουσία του ενός τρίτου τουλάχιστον του όλου αριθμού των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών. Μη υφισταμένης απαρτίας κατά την πρώτην συζήτησιν συγκαλείται νέα τοιαύτη εντός 15νθημέρου, καθ` ην απαιτείται παρουσία του ενός τετάρτου τουλάχιστον του όλου αριθμού των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών. Της απαρτίας ταύτης μη επιτυγχανομένης κατά την δευτέρανσυνέλευσινσυγκαλείται εντός νέου 15νθημέρου, τρίτη, καθ` ην αρκεί η παρουσία του 1/5 του όλου αριθμού των εχόντων δικαίωμα ψήφου, μελών.

Άρθρον 18
Λήψις – Προσβολή αποφάσεων.

1. Αι αποφάσεις της συνελεύσεως των μελών είναι έγκυροι, εφ` όσον λαμβάνονται κατά τον υπό του καταστατικού οριζόμενον τύπον, ουδέποτε όμως δια βοής.

2. Πάσα ψηφοφορία εν γενική συνελεύσει αναφερομένη εις εκλογάς συλλογικών οργάνων και αντιπροσώπων εις ένωσιν, θέματα εμπιστοσύνης προς την διοίκησιν, έγκρισιν λογοδοσίας, προσωπικά εν γένει ζητήματα και κήρυξιν απεργίας, είναι άκυρος, αν δεν διεξάγεται μυστικώς.

3. Αι αποφάσεις συνελεύσεως των μελών επί πάσης φύσεως εκλογών λαμβάνονται αν δεν ορίζηται άλλως εν τω καταστατικώ δι` απλής πλειοψηφίας των παρόντων.
Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν μυστικής ψηφοφορίας, εάν δια την απαρτίαν γενικής συνελεύσεως των μελών επαγγελματικού σωματείου αρκή η παρουσία μέχρι και του 1/4 του αριθμού των μελών παρίσταται δε κατ` αυτήν μόνον ο ελάχιστος ούτος αριθμός μελών, αι αποφάσεις είναι έγκυροι, εφ` όσον λαμβάνονται δια της πλειοψηφίας των 3/4 των παρόντων.

4. Απόφασις γενικής συνελεύσεως, δια μυστικής ψηφοφορίας λαμβανομένη, είναι άκυρος, εάν παρέστησαν κατά την ψηφοφορίαν πρόσωπα μη όντα μέλη του σωματείου.
Η διοίκησις του σωματείου οφείλει να επιβλέπη την εφαρμογήν της παρούσης.

5. Απόφασις της συνελεύσεως, αντικείμενη εις τον νόμον ή το καταστατικόν, κηρύσσεται άκυρος επί τη αιτήσει μελών αποτελούντων τουλάχιστον το εν τριακοστόν του όλου αριθμού των εγγεγραμμένων μελών.

6. Η αίτησις υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάκοντα ημερών από της λήξεως της Συνελεύσεως, ενώπιον του Ειρηνοδικείου της περιφερείας της έδρας του σωματείου ή της ενώσεως.

7. Η απόφασις του Ειρηνοδικείου δύναται να εκκληθή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, εντός δέκα ημερών από της επιδόσεώς της.

Κεφάλαιον πέμπτον
Διοίκησις Επαγγελματικών Σωματείων

Άρθρον 19
Συγκρότησις διοικήσεως

1. Η διοίκησις του επαγγελματικού σωματείυ συγκροτείται ως ορίζει το καταστατικόν.

2. Αι ιδιότητες του Προέδρου, Γεν. Γραμματέως και Ταμίου επαγγελματικού σωματείου δεν επιτρέπεται να συμπίπτουν εις το αυτό πρόσωπον.

Άρθρον 20
Θητεία.

1. Η διάρκεια της θητείας των μελών της διοικήσεως επαγγελματικού σωματείου ορίζεται υπό του καταστατικού, μη δυναμένη να υπερβή την 4ετίαν.

2. Ασκησις καθηκόντων διοικήσεως παρ` οιουδήποτε μέλους αυτής μετά την λήξιν της θητείας απαγορεύεται, πάσα δε επιχειρουμένη δικαιοπραξία είναι άκυρος.

Άρθρον 21
Δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι.

1. Το δικαίωμα του εκλέγειν έχουν άπαντα τα μέλη του επαγγελματικού σωματείου, εφ` όσον: α) Συνεπλήρωσαν το 16ον έτος της ηλικίας των, και β) έχει συμπληρωθεί 6μηνον από της εγγραφής των.

2.Σημ.: όπως η παρ. 2 του άρθρου 21 καταργήθηκε με το άρθρο 3 παρ.1 του Ν. 549/1977 (ΦΕΚ Α` 55).

3.Η υπό στοιχείον β` των παρ. 1 προϋπόθεσις δεν ισχύει δια τας πρώτας από της συστάσεως του σωματείου εκλογάς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 παρ.1 του Ν. 549/1977 (ΦΕΚ Α` 55)

Άρθρον 22
Εκλογαί.

1. Αι εκλογαί προς ανάδειξιν συλλογικών οργάνων ή αντιπροσώπων των επαγγελματικών σωματείων διενεργούνται κατά τα υπό του καταστατικού εκάστου σωματείου οριζόμενα δια της προβλεπομένης υπό τούτου εφορευτικής επιτροπής.

2. Η εφορευτική επιτροπή μεριμνά δια την τήρησιν της τάξεως, εποπτεύει, όπως αι εκλογαίδιενεργώνται, συμφώνως προς τας διατάξεις του νόμου και του καταστατικού, επί τη βάσει του βιβλίου μητρώου των μελών και αποφαίνεται προσωρινώς επί πάσης ανακυπτούσης αμφισβητήσεως ή υποβαλλομένης ενστάσεως.

Άρθρον 23
Παρουσία εκπροσώπου δικαστικής αρχής.

1. Κατά τας εκλογάς ως και την ανάδειξιν εφορευτικής επιτροπής δέον, επί ποινή ακυρότητος των αποφάσεων της συνελεύσεως των μελών, να παρίσταται ως Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης, οριζόμενος, τη αιτήσει της διοικήσεως του σωματείου υπό του Προέδρου του Πρωτοδικείου της έδρας του σωματείου, όστις και προεδρεύει της εφορευτικής επιτροπής.

2. Εις την εφορευτικήνεπιτροπήν παρίσταται και προεδρεύει ο Ειρηνοδίκης της περιφερείας, εφ` όσον η έδρα του σωματείου κείται εκτός της έδρας του Πρωτοδικείου.

3. Δεν απαιτείται η παρουσία δικαστού εις σωματεία η έδρα των οποίων ευρίσκεται εκτός της έδρας του Ειρηνοδικείου και ο αριθμός των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών δεν υπερβαίνει τους 200.

Άρθρον 24
Υποχρεώσεις προσωρινής διοικήσεως.

1. Εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από της εγγραφής του σωματείου εις το βιβλίον επαγγελματικών σωματείων, η προσωρινή διοίκησις οφείλει να συγκαλέσησυνέλευσιν των μελών, προς ανάδειξιν αιρετής διοικήσεως συμφώνως τω καταστατικώ.

2. Μετά την πάροδον της προθεσμίας της προηγουμένης παραγράφου θεωρείται λήξασα η θητεία της προσωρινής διοικήσεως, τα μέλη δε αυτής λογίζονται αυτοδικαίως έκπτωτα.

Κεφάλαιον έκτον
Πόροι – Εποπτεία

Άρθρον 25
Πόροι.

1. Πόροι επαγγελματικών σωματείων είναι:
α) Αι συνδρομαί ή εκούσιαιεισφοραί των μελών.
β) Αι εκ της περιουσίας του σωματείυ πρόσοδοι.
γ) Εσοδα εκ κληρονομιών, κληροδοσιών, δωρεών ή επιχορηγήσεων και εξ εορτών ή άλλων σχετικών εκδηλώσεων.

2. Το ύψος των συνδρομών ορίζεται υπό του καταστατικού, δυνάμενον ν` αναπροσαρμόζεται κατά τους όρους αυτού.

3. Αι δωρεαί και επιχορηγήσεις προς επαγγελματικά σωματεία γίνονται πάντοτε επωνύμως.

4. Απαγορεύεται εις οργανώσεις εργατοϋπαλλήλων να δέχωνταιοικονομικήνενίσχυσιν από εργοδότας ή οργανώσεις εργοδοτών, ως και από πολιτικούς οργανισμούς και πολιτικάς οργανώσεις. Εις την ανωτέρω απαγόρευσιν δεν εμπίπτουν παροχαί του εργοδότου προς το σωματείον εις ο ανήκουν μισθωτοί του υπέρ κοινωνικών σκοπών των μελών του σωματείου.

Κεφάλαιον έβδομον
Προστασία Συνδικαλιστικών Στελεχών

Άρθρον 26
Καταγγελία εργασιακής σχέσεως.

1. Επιφυλασσομένων των προστατευτικών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και του Αστικού Κώδικος, η σχέσις εργασίας μισθωτών, οίτινες τυγχάνουν πρόεδροι, (αναπληρωταί πρόεδροι ή αντιπρόεδροι), γενικοί γραμματείς, αναπληρωταί γενικοί γραμματείς και ταμίαι επαγγελματικού σωματείου αριθμούντος πλέον των εκατόν μελών ως και πάσης ενώσεως επαγγελματικών σωματείων δεν δύναται να καταγγελθή κατά την διάρκειαν της θητείας των και επί εν έτος μετά την λήξιν αυτής, ειμή μόνον ένεκα σπουδαίου λόγου και κατά την διαδικασίαν του άρθρου 28. Της αυτής προστασίας τυγχάνουν ο Πρόεδρος και ο γενικός γραμματεύς επαγγελματικού σωματείου αριθμούντος πλέον των ογδοήκοντα (80) μελών, εφ` όσον:
α) το σωματείον καλύπτει μισθωτούς του αυτού εργοδότου μόνον, και
β) δεν λειτουργεί νομίμως έτερον επαγγελματικόνσωματείον καλύπτον εν όλω ή εν μέρει μόνον μισθωτούς του αυτού εργοδότου.

2. Τα της κατά την προηγουμένηνπαράγραφον προστασίας τυγχάνουν και οι εκ των μελών της προσωρινής διοικήσεως επαγγελματικού σωματείου, έχοντες την μίαν των εν αυτώ αναφερομένων ιδιοτήτων, διαρκούσης της θητείας των.

3. Η καταγγελία της εργασιακής σχέσεως είναι καταχρηστική εφ` όσον γίνεται ως αντίδρασις δια την συμμετοχήν του μισθωτού εις νόμιμονσυνδικαλιστικήν δράσιν.

Άρθρον 27
Σπουδαίος λόγος.
Σπουδαίονλόγον καταγγελίας της εργασιακής σχέσεως, κατά την έννοιαν του προηγουμένου άρθρου είναι ο του άρθρου 2 του Α.Ν. 1803/1951 “περί προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών”.

Άρθρον 28
Διαπίστωσις συνδρομής σπουδαίου λόγου.

1. Δια την διαπίστωσιν της συνδρομής του κατά το προηγούμενονάρθρον σπουδαίου λόγου εφαρμόζονται αι διατάξεις των άρθρων 3, 4 και 5 του Α.Ν. 1803/1951.

2. Καταγγελία συμβάσεως εργασίας των εν άρθρω 26, παρ. 1 και 2 προσώπων άνευ προηγουμένης διαπιστώσεως της συνδρομής σπουδαίου λόγου κατά τ` ανωτέρω είναι άκυρος.

Κεφάλαιον όγδοον
Ενώσεις Σωματείων

Άρθρον 29
Ελευθερία Συστάσεως.

1. Δύο ή πλείονα σωματεία δύνανται να συστήσουν ένωσιν σωματείων (πρωτοβάθμιος ένωσις).

2. Δύο ή πλείονες ενώσεις επαγγελματικών σωματείων δύνανται να συστήσουν δευτεροβάθμιονένωσιν.

Άρθρον 30
Ανάλογος Εφαρμογή διατάξεων.
Εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως αι διατάξεις περί επαγγελματικών σωματείων εφαρμόζονται αναλόγως και επί των ενώσεων τούτων.

Άρθρον 31
Συνελεύσεις ενώσεων.

1. Εις τας συνελεύσεις των μελών ενώσεων, έκαστον σωματείον ή ένωσις τούτων εκπροσωπείται και διαθέτει αριθμόν ψήφονανάλογον προς τον αριθμόν των ψηφισάντων εκ των εκπληρωσάντων τας υποχρεώσεις των μελών αυτών. Η αναλογία αύτη αριθμού ψήφων, οριζομένη υπό του Καταστατικού εκάστης των ενώσεων, δέον να είναι του αυτού μέτρου δι` άπαντα τα εις εκάστην ένωσιν ανήκοντα σωματεία, και καθ` όλον τον αριθμόν των ψηφισάντων μελών, εν περιπτώσει δε κλάσματος, εφ` όσον τούτο υπερβαίνει το ήμισυ του αποτελούντος το μέτρον αριθμού λογίζεται πλήρης ο αριθμός αυτού.

2. Αι ψήφοι εκάστου σωματείου ή ενώσεως τούτων εν τω συνόλω των δεν δύνανται ν` αποτελέσουν δύναμιν υπερβαίνουσαν το 1/10 του όλου αριθμού των ψήφων.

Κεφάλαιον ένατον
Απεργία

Άρθρον 32
Απεργία – Ανταπεργία.

1. Η απεργία είναι δικαίωμα των μισθωτών, όταν αποφασίζεται υπό του νομίμως συνεστημένου και λειτουργούντος επαγγελματικού σωματείου ή της ενώσεως εις ην ανήκει τούτο, προς διαφύλαξιν και προαγωγήν των οικονομικών, εργασιακών και ασφαλιστικών εν γένει συμφερόντων των εργαζομένων της επιχειρήσεως ή εκμεταλλεύσεως, ή της ειδικότητος ή του κλάδου, ον εκπροσωπεί το κηρύσσον την απεργίανσωματείον ή ένωσις.
Εις την ούτω κηρυσσομένηναπεργίαν είναι ελευθέρα η συμμετοχή, αντιστοίχως, και των μη ωργανωμένων εις επαγγελματικά σωματεία μισθωτών της επιχειρήσεως ή εκμεταλλεύσεως, ή ειδικότητος ή κλάδου.

2. Η κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος ή του νόμου 3239/1955 “περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας κλπ.”, ως ετροποποιήθη, πραγματοποίησις απεργίας απαγορεύεται.

3. Αι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται αναλόγως και επί εργοδοτών ή εργοδοτικών σωματείων εν περιπτώσει ανταπεργίας.

Άρθρον 33
Καταχρηστική άσκησις δικαιώματος απεργίας.

1. Η καταχρηστική άσκησις του δικαιώματος της απεργίας απαγορεύεται.

2. Καταχρηστικήνάσκησιν του δικαιώματος της απεργίας συνιστά ιδία η πραγματοποίησις ταύτης άνευ προηγουμένης προειδοποιήσεως του εργοδότου ή του επαγγελματικού σωματείου αυτού, προς άμεσονδιεξαγωγήν διαπραγματεύσεων, επί τω σκοπώ εξετάσεως των αιτημάτων και διευθετήσεως της ανακυψάσης διαφοράς ή κατ` άρνησιν της προσφοράς αυτών προς έναρξιν διαπραγματεύσεων.
Προειδοποίησις θεωρείται υπάρχουσα εάν της πραγματοποιήσεως της απεργίας προηγήθησαν διαπραγματεύσεις μετά του εργοδότου ή του επαγγελματικού σωματείου αυτού.

Άρθρον 34

1. Επί ενώσεων επαγγελματικών σωματείων ως και επί επαγγελματικών σωματείων μείζονος τοπικής εκτάσεως (Πανελληνίου ή ευρυτέρας περιφερείας), εάν δεν ορίζη άλλως το καταστατικόν, η απεργία δύναται ν` αποφασίζεται υπό της διοικήσεως αυτών.
Απόφασις περί κηρύξεως ολιγοώρου στάσεως εργασίας, λαμβάνεται υπό της διοικήσεως του σωματείου, εφ` όσον υπάρχει προς τούτο εξουσιοδότησις της συνελεύσεως των μελών, λαμβανομένη, κατ` έτος, εις ειδικώς προς τούτο συγκαλουμένηνγενικήνσυνέλευσιν. Το παρόν δεν ισχύει επί αλλεπαλλήλων στάσεων εργασίας κατά την αυτήν ημέραν ή εν συνεχεία.
Επί μισθωτών συγκεκριμένου εργοδότου, δια την εκπροσώπησιν των οποίων δεν υφίσταται ίδιον επαγγελματικόν σωματείων, ουδέ ανηκόντων κατά τον μεγαλύτερον αριθμόν εις το αυτό επαγγελματικόνσωματείον του κλάδου, η περί απεργίας απόφασις δύναται να ληφθή υπό του μάλλον εκπροσωπευτικού Εργατικού Κέντρου της Πρωτευούσης του Νομού, εις την περιφέρειαν του οποίου παρέχουν την εργασίαν των. Κατά πάσαν άλλην περίπτωσιν η απεργία αποφασίζεται υπό της συνελεύσεως των μελών, θεωρουμένης ως εν απαρτία τελούσης κατά την δευτέραν σύγκλησίν της, εάν δεν επετεύχθη απαρτία κατά την πρώτην εφ` όσον παρίσταται το 1/4 του όλου αριθμού των εχόντων δικαίωμα ψήφου μελών.

2. Επί του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ., ως και των πάσης μορφής επιχειρήσεων δημοσίου χαρακτήρος ή κοινής ωφελείας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτικήν σημασίαν δια την εξυπηρέτησιν βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, η πραγματοποίησις απεργίας επιτρέπεται μετά τήρησιν της διαδικασία του άρθρου 36 του παρόντος.

3. Εις πάσαν περίπτωσιν η περί απεργίας απόφασις λαμβάνεται δια μυστικής ψηφοφορίας του αποφασίζοντος οργάνου. Απόφασις του αρμοδίου οργάνου περί κηρύξεως απεργίας αποβάλλει την ισχύν της μετά πάροδον διμήνου από της λήψεώς της, πλην αν συνεχίζεται η απεργία.

Άρθρον 35
Ως επιχειρήσεις δημοσίου χαρακτήρος ή κοινής ωφελείας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτικήν σημασίαν δια την εξυπηρέτησιν βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, χαρακτηρίζονται αι επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις:
α) παροχής υγειονομικών υπηρεσιών και τα νοσηλευτικά εν γένει ιδρύματα,
β) διυλίσεως και διανομής ύδατος, γ) παραγωγής και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος ή καυσίμου αερίου,
δ) παραγωγής ή διυλίσεως ακαθάρτου πετρελαίου,
ε) μεταφοράς προσώπων και αγαθών δια ξηράς, θαλάσσης και αέρος,
στ) τηλεπικοινωνιών και ταχυδρομείων,
ζ) αποχετεύσεως και απαγωγής ακαθάρτων υδάτων και λύματος,
η) φορτοεκφορτώσεως και αποθηκεύσεως εμπορευμάτων εις τους λιμένας.

Άρθρον 36
Προθεσμία.

1. Προκειμένου περί μισθωτών του άρθρου 34 παρ. 2 δεν δύναται να ληφθή απόφασις περί κηρύξεως απεργίας προ της παρόδου οκτώ (8) ημερών από της γνωστοποιήσεως δι` εγγράφου, κοινοποιουμένου δια δικαστικού επιμελητού, εις τον εργοδότην ή τους εργοδότας, το εποπτεύον Υπουργείον και το Υπουργείον Απασχολήσεως των αιτημάτων των και των θεμελιούντων ταύτα λόγων.

2. Κατά την διάρκειαν της εν παρ. 1 του παρόντος άρθρου προθεσμίας είναι απαράδεκτος οιαδήποτε εκ μέρους των ενδιαφερομένων εργοδοτών έγερσις συλλογικής διαφοράς εις το αρμόδιονόργανον του Υπουργείου Απασχολήσεως κατά τας διατάξεις του Ν. 3239/1955 ως ετροποποιήθη.

Άρθρον 37
Προσωπικόν Ασφαλείας.

1. Το πραγματοποιούν την απεργίανεπαγγελματικόνσωματείον ή ένωσις μεριμνά όπως διαρκούσης της απεργίας, εξακολουθήση παρέχον τας υπηρεσίας του το αναγκαίονπροσωπικόν δια την ασφάλειαν των εγκαταστάσεων του εργοδότου και την πρόληψιν καταστροφών ή ατυχημάτων.

2. Προκειμένου, περί των κατά το άρθρον 34 παρ. 2 μισθωτών περάν της κατά την προηγουμένηνπαράγραφον υποχρεώσεως, δέον όπως διατεθή υπό του οικείου επαγγελματικού σωματείου, το αναγκαίονπροσωπικόν, δια την εξυπηρέτησιν, της λειτουργίας της οικεία υπηρεσίας του Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή της επιχειρήσεως δημοσίου χαρακτήρος ή κοινής ωφελείας προς αντιμετώπισιν εκτάκτων ή ζωτικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου.

3. Εν διαφωνία περί του αριθμού και των ειδικοτήτων, του αναγκαίου προσωπικού ασφαλείας, αποφαίνεται ο Πρόεδρος του αρμοδίου Πρωτοβαθμίου Διοικητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου, εντός τριών ημερών από της υποβολής της σχετικής αιτήσεως εκ μέρους του επαγγελματικού σωματείου των μισθωτών. Η αίτησις δύναται να υποβληθή εντός της κατά την παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου προθεσμίας.

Άρθρον 38
Συνέπειαι απεργίας.

1. Πραγματοποιηθείσης της απεργίςα κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου ή των διατάξεων του Καταστατικού του σωματείου ή της ενώσεως, αίρεται η κατά το άρθρον 26 του παρόντος νόμου προστασία των μελών της διοικήσεως του επαγγελματικού σωματείου ή της ενώσεως, εξαιρέσει των μειοψηφισάντων κατά την λήψιν της σχετικής αποφάσεως.

2. Η συμμετοχή εις απεργίαν μη κηρυσσομένην υπό νομίμως συνεστημένου και λειτουργούντος επαγγελματικού σωματείου ή ενώσεως επιφέρει την αυτοδικαίανλύσιν των εργασιακών σχέσεων των απεργών μισθωτών, αζημίως δια τον εργοδότην.

Κεφάλαιον δέκατον
Τελικαί και Μεταβατικαί Διατάξεις

Άρθρον 39
Εξουσιοδότησις.

1. Δια προεδρικών διαταγμάτων εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Δικαιοσύνης και Απασχολήσεως ρυθμίζονται:
α) Τα της τηρήσεως και καταχωρίσεως στοιχείων εις ειδικόνβιβλίον παρ` εκάστωΠρωτοδικείω κατ` άρθρον 8.
β) Τα της τηρήσεως και ενημερώσεως ειδικού φακέλου παρ` εκάστωΠρωτοδικείω κατ` άρθρον 9.
γ) Τα της θεωρήσεως και τηρήσεως των βιβλίων του επαγγελματικού σωματείου κατ` άρθρον 11.

2. Δια προεδρικού Δ/τος, εφ` άπαξ εκδοθησομένου επί τη προτάσει του Υπουργού Απασχολήσεως ρυθμίζονται αι λεπτομέρειαι εφαρμογής του παρόντος ως και τα της προκηρύξεως εκλογών, διανομής του εκλογικού υλικού, διεξαγωγής της ψηφοφορίας και διαλογής των ψήφων, της παρακολουθήσεως του εκλογών υπό αντιπροσώπων των υποψηφίων, της τηρήσεως πρακτικών ψηφοφορίας, επιλύσεως των κατά την διάρκειαν ταύτης αναφυομένων διαφορών ως και της ανακηρύξεως των εκλεγομένων.

Άρθρον 40
Ποινικαί κυρώσεις.

1. Τιμωρούνται δια φυλακίσεως μέχρι τριών μηνών ή χρηματικής ποινής ή και δι` αμφοτέρων των ποινών τούτων, εφ` όσον δεν προβλέπεται βαρυτέρα ποινή υπό άλλης διατάξεως:
α. Ο προς ίδιον όφελος άνευ δικαιώματος χρησιμοποιών την επωνυμίαν επαγγελματικού σωματείου.
β. Ο εμποδίζων δι` ασκήσεως σωματικής ή ψυχολογικής βίας τας συνεδριάσεις της διοικήσεως ή τας συνελεύσεις των μελών επαγγελματικού σωματείου ή ενώσεως.
γ. Οι παραβαίνοντες τας διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 1, 12 παρ. 2, 13 παρ. 2 και 19 παρ. 2 του παρόντος.

2. Τιμωρείται δια φυλακίσεως μέχρις εξ μηνών εφ` όσον δεν προβλέπεται βαρυτέρα ποινή υπό άλλης διατάξεως:
α. Ο ενεργών πράξεις διοικήσεως επαγγελματικού σωματείου ή ενώσεως μετά την λήξιν της θητείας του.
β. Ο καθ` οιονδήποτε τρόπον παραποιών ή νοθεύων το αποτέλεσμα πάσης φύσεως εκλογών δι` ανάδειξιν συλλογικών οργάνων ή αντιπροσώπων εις ένωσιν ως και αποφάσεων περί κηρύξεως απεργίας.

3. Τιμωρούνται κατά το άρθρον 458 του Ποινικού Κώδικος αι παραβαίνοντες τας διατάξεις των άρθρων 32, 34, 36 και 37.

4. Τιμωρείται δια φυλακίσεως μέχρι ενός έτους και χρηματικής ποινής:
α. Ο παραβαίνων τας διατάξεις των άρθρων 3 ή 5 του παρόντος και
β. όστις, διαρκούσης απεργίας ή ανταπεργίας, δι` ασκήσεως βίας ή απειλής ή άλλης δολίας ενεργείας προσβάλλει την ελευθερίαν της εργασίας τρίτου ή παρεμποδίζει την ελευθέρανχρήσιν των χώρων εργασίας.

5. Αι κατά τας διατάξεις των παρ. 1 και 2 πράξεις διώκονται κατ` έγκλησιν, αι δε κατά τας διατάξεις των παρ. 3 και 4 πράξεις διώκονται αυτεπαγγέλτως.

Άρθρον 41
Καταργούμεναι διατάξεις.

1. Από της ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) Ο Νόμος 2151/1920 “περί επαγγελματικών σωματείων”, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθημεταγενεστέρως, πλην των αναφερομένων εις τα αλληλοβοηθητικά σωματεία διατάξεων.
β) Το Β.Δ. της 15/20 Μαϊου 1920 “περί επαγγελματικών Σωματείων”, πλην των αναφερομένων εις τα αλληλοβοηθητικά σωματεία, διατάξεων.
γ) Ο Α.Ν. 148/1945 “περί τρόπου αρχαιρεσιών επαγγελματικών σωματείων”, ως ούτος συνεπληρώθη υπό του άρθρου 2 του Α.Ν. 274/1945.
δ) Το άρθρον 1 του Α.Ν. 1803/1951 “περί προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών”.
ε) Το Ν.Δ. 4361/1964 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων της περί επαγγελματικών σωματείων Νομοθεσίας”, πλην του άρθρου 6 αυτού, όπερ καταργείται από της δημοσιεύσεως του κατά το άρθρον 39 παρ. 2 Προεδρικού Διατάγματος.

2. Ωσαύτως, καταργείται πάσα διάταξιςαντικειμένη προς τον παρόντα νόμον.

Άρθρον 42
Μεταβατικαί διατάξεις.
Εντός προθεσμίας εξ μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος, υποχρεούνται τα ναυτεργατικά σωματεία και αι ενώσεις αυτών, όπως δι` αποφάσεως των Διοικητικών των Συμβουλίων προκειμένου περί σωματείων, και των διοικήσεών των προκειμένου περί ενώσεων τροποποιήσουν κατά τας κειμένας περί αυτών διατάξεις, τα καταστατικά αυτών.

Άρθρον 43
Εναρξις ισχύος.

1. Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του από της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.

2. Ειδικώς αι διατάξεις των άρθρων 21 έως 24 δεν εφαρμόζονται εις τας κατά τας διατάξεις του Ν. 6/1975 “περί τρόπου διενεργείας των αρχαιρεσιών και πάσης φύσεως εκλογών εις τα εργατοϋπαλληλικά και επαγγελματικά σωματεία και ενώσεις αυτών” διεξαχθησομένας πάσης φύσεως εκλογάς.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 27 Μαΐου 1976

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ