ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3074 ΦΕΚ Α’296/4.12.2002
Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης. Αναβάθμιση του Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και του Συντονιστικού Οργάνου Επιθεώρησης και Ελέγχου και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης
1. Συνιστάται θέση Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της διοίκησης, την παρακολούθηση και αξιολόγηση του έργου των ελεγκτικών σωμάτων της δημόσιας διοίκησης και τον εντοπισμό των φαινομένων διαφθοράς και της κακοδιοίκησης.
2. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης:
α. Μπορεί να διατάσσει, αυτεπαγγέλτως, τη διενέργεια επιθεωρήσεων, ελέγχων και ερευνών από το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και από τα ιδιαίτερα Σώματα και Υπηρεσίες Επιθεώρησης και Ελέγχου των Υπουργείων, των Περιφερειών, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, των επιχειρήσεων τους, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου και των δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.
β. Παρακολουθεί τη δράση του Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και των ιδιαίτερων Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου του προηγούμενου εδαφίου. Ειδικότερα παρακολουθεί την πορεία των ελέγχων που διενεργούνται και ενημερώνεται για τα πορίσματα αυτών οποτεδήποτε το ζητήσει
γ. Αξιολογεί το έργο των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, καθορίζονται ο τρόπος αξιολόγησης και οι λοιπές προϋποθέσεις αξιολόγησης.
ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης παρακολουθεί την εκτέλεση από τα Σώματα Επιθεώρησης και Ελέγχου των διαπιστώσεων και των προτάσεων που προκύπτουν από τη διαδικασία αξιολόγησης, όπως αυτή καθορίζεται με το παραπάνω προεδρικό διάταγμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.1 Ν.3491/2006,ΦΕΚ Α 207/2.10.2006 και με την παρ.1 του άρθρου 26 του Ν.3200/2003 (Α΄ 281),όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ.10 Ν.3491/2006,ΦΕΚ Α 207/2.10.2006.
δ. Διεξάγει ελέγχους, επανέλεγχους, επιθεωρήσεις και έρευνες στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού, τις επιχειρήσεις τους, τα κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και τις δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και ο τρόπος διενέργειας του ελέγχου.
Διεξάγει ο ίδιος ή με τους Βοηθούς του ή τους Ειδικούς Επιθεωρητές που υπηρετούν στο Γραφείο του ή τα αρμόδια όργανα των φορέων του πρώτου εδαφίου Ε.Δ.Ε. και, σε κάθε περίπτωση, μπορεί να ασκήσει ή να διατάξει την άσκηση πειθαρχικής δίωξης ή τη λήψη άλλων διοικητικών μέτρων.
Μπορεί επίσης να ασκεί ένσταση κατά οποιασδήποτε απόφασης των πειθαρχικών οργάνων των φορέων του πρώτου εδαφίου, παραπέμποντας:
αα) Στο αμέσως ανώτερο πειθαρχικό όργανο υποθέσεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση κατώτερου πειθαρχικού οργάνου.
ββ) Στο οικείο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο υποθέσεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί απόφαση μονομελούς πειθαρχικού οργάνου, με εξαίρεση τις πειθαρχικές αποφάσεις των Υπουργών και Υφυπουργών, η οποία απόφαση δεν προσβάλλεται με ένσταση στο υπηρεσιακό συμβούλιο του οικείου φορέα.
Και στις δύο περιπτώσεις εφαρμόζονται κατά τα λοιπά οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα ή οι κατά περίπτωση οικείες διατάξεις, όπως ισχύουν κάθε φορά.
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά όλων των τελεσίδικων αποφάσεων όλων των πειθαρχικών συμβουλίων των φορέων του πρώτου εδαφίου για πειθαρχικά αδικήματα που επισύρουν την ποινή της οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού, καθώς και ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κατά όλων των άλλων τελεσίδικων αποφάσεων μονομελών ή πειθαρχικών οργάνων.
Η προθεσμία για την άσκηση ενστάσεων και προσφυγών αρχίζει από την υποχρεωτική κοινοποίηση των πειθαρχικών αποφάσεων στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Ε.Δ.Δ.). Η προσφυγή υπογράφεται είτε από το Γ.Ε.Δ.Δ. είτε από τον Αναπληρωτή του και κατά τη συζήτησή της μπορεί να παρίσταται είτε ο Γ.Ε.Δ.Δ. είτε εκπρόσωπος του Ν.Σ.Κ. είτε πληρεξούσιος δικηγόρος, ο οποίος υπηρετεί στο Γραφείο του Γ.Ε.Δ.Δ.. Αν η προσφυγή ασκείται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας και ο υπάλληλος έχει ασκήσει ήδη προσφυγή κατά της προσβαλλόμενης από το Γ.Ε.Δ.Δ. τελεσίδικης απόφασης ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Εφετείου ή την ασκεί ενόσω εκκρεμεί η ανωτέρω προσφυγή του Γ.Ε.Δ.Δ., το εν λόγω δικαστήριο οφείλει να παραπέμψει την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικράτειας προς συνεκδίκαση των ανωτέρω προσφυγών.
Σημ.: όπως η περίπτωση δ΄ με την παρ.5 άρθρο 3 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007,και με τη παρ.2 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
ε. (i) Διεξάγει έλεγχο των ετήσιων δηλώσεων οικονομικής κατάστασης (πόθεν έσχες) όλων των μελών των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου.
(ii) “(Ν) Διεξάγει τον έλεγχο των ετήσιων δηλώσεων οικονομικής κατάστασης (πόθεν έσχες) όλων των Προισταμένων των Διευθύνσεων των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ), των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Π.Ε.Κ.), των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Δ.Ε.Κ.), της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.), των Προϊσταμένων Τμημάτων και των υπαλλήλων (ελεγκτών) που υπηρετούν στα Τμήματα Ελέγχου των ανωτέρω υπηρεσιών, καθώς και των προϊστάμενων όλων των οποιουδήποτε οργανωτικού επιπέδου ή ονομασίας οργανικών μονάδων πολεοδομίας των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμού και των υπαλλήλων που υπηρετούν σε αυτές.
(iii) Μπορεί επίσης να διεξάγει έλεγχο περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες) υπαλλήλων, λειτουργών και οργάνων των φορέων της περίπτωσης α` της παραγράφου 2, οι οποίοι δεν είναι υπόχρεοι υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης στο Γ.Ε.Δ.Δ. ή σε άλλον φορέα, οποτεδήποτε αυτό κριθεί αναγκαίο.
Οι ανωτέρω υποβάλλουν στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών προσωπικού, κατά τον μήνα Ιούνιο κάθε έτους, δήλωση περιουσιακής κατάστασης των ιδίων, των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους, ανεξάρτητα από το αν υπήρξε ουσιώδης μεταβολή ή όχι της περιουσιακής τους κατάστασης κατά το προηγούμενο έτος. Για το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, τις ποινικές κυρώσεις, την ποινική διαδικασία και τον καταλογισμό ισχύουν οι κείμενες κάθε φορά διατάξεις. Επίσης εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 3345/2005.
Σημ.: όπως η περίπτωση ε΄τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.4 Ν.3491/2006,ΦΕΚ Α 207/2.10.2006 και με τη παρ.3 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
στ. Συγκαλεί και προεδρεύει του προβλεπόμενου από το άρθρο 8 Συντονιστικού Οργάνου Επιθεώρησης και Ελέγχου (Σ.Ο.Ε.Ε.) και μπορεί να ελέγχει τραπεζικούς λο γαριασμούς υπαλλήλων της περ. α` μετά από παραγγελία του εισαγγελέα στο πλαίσιο διενεργούμενης σε βάρος τους προανάκρισης ή προκαταρκτικής εξέτασης.
ζ. Αξιολογεί σχετικές με τις αρμοδιότητές του καταγγελίες ή αναφορές που υποβάλλονται στο Γραφείο του και μπορεί κατά την κρίση του να τις διερευνά ή να τις θέτει στο αρχείο,
Σημ.: όπως η περίπτωση ζ΄τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.1 Ν.3491/2006,ΦΕΚ Α 207/2.10.2006.
η. Συντάσσει ετήσια έκθεση, στην οποία παρουσιάζει τις σημαντικότερες υποθέσεις, που σχετίζονται με φαινόμενα διαφθοράς, κακοδιοίκησης και αδιαφανών διαδικασιών στο χώρο της δημόσιας διοίκησης, αξιολογεί το έργο όλων των Σωμάτων Ελέγχου και Επιθεώρησης και Υπηρεσιών της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και διατυπώνει προτάσεις για τη βελτίωση λειτουργίας των ανωτέρω Σωμάτων και Υπηρεσιών και για την πλέον εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία των δημόσιων υπηρε σιών και των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α.. Η έκθεση του υπο βάλλεται το Μάιο κάθε έτους στον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής.και κοινοποιείται στα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης μπορεί να υποβάλλει στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής και στον κατά περίπτωση αρμόδιο Υπουργό, εκθέσεις κατά τη διάρκεια του έτους.
Η ανωτέρω ετήσια έκθεση συζητείται σε ειδική συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής και δημοσιεύεται σε σχετική έκδοση του Εθνικού Τυπογραφείου.
θ. Συμμετέχει στην εκπόνηση του στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού των επιθεωρήσεων και ελέγχων του δημόσιου τομέα, πλην αυτού που εκπονείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), για τον οποίο λαμβάνει γνώση.
Σημ.: όπως η περίπτωση θ΄προστέθηκε με τη παρ.4 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
3.α. Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης διορίζεται πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, που διαθέτει υψηλή επιστημονική κατάρτιση και απολαμβάνει ευρείας κοινωνικής αποδοχής.
β. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης επιλέγεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και διορίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκ δίδεται μετά από πρόταση του ίδιου Υπουργού.
Ο Γ.Ε.Δ.Δ. είναι όργανο με πενταετή θητεία που ανανεώνεται με την ίδια διαδικασία. Η θητεία του Γ.Ε.Δ.Δ. λήγει όταν συντρέχουν περιοριστικά οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην περίπτωση α` της παραγράφου 4.
Για το Γ.Ε.Δ.Δ. εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις της παραγράφου 9 του άρθρου 3..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3094/2003,ΦΕΚ Α 10/22.1.2003 και με τη παρ.5 άρθρου 80Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
γ. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης επικουρείται στο έργο του από τέσσερις Βοηθούς. Οι Βοηθοί του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης διορίζονται και παύονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από πρόταση του Γε νικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και η θητεία τους είναι πενταετής.
Η θητεία των Βοηθών του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης λήγει αυτοδίκαια με τη λήξη της θητείας αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 παρ.3 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
δ. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και οι Βοηθοί του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους απολαύουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας.
ε. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και οι Βοηθοί του υπάγονται στην ειδική δωσιδικία των άρθρων 111 παρ. 7 και 112 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε περίπτωση που διώκονται ή ενάγονται για πράξη ή παράλειψη κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μπορεί να παρίστανται ενώπιον των δικαστηρίων με μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μετά προηγούμε νη έγκριση του Προέδρου Του.
Στους Ειδικούς Επιθεωρητές που υπηρετούν στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και στους Επιθεωρητές ή Επιθεωρητές – Ελεγκτές των Σωμάτων και των Υπηρεσιών Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της περίπτωσης δ` της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου παρέχεται το δικαίωμα νομικής στήριξης από μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή Δικηγόρους του Δημοσίου, ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων για αποδιδόμενες στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων τους πράξεις ή παραλείψεις, ύστερα από αίτημα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, το οποίο θα εγκριθεί με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά από σύμφωνη γνώμη του Προέδρου του Ν.Σ.Κ..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 παρ.1 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
4.α. Ο Γενικός Επιθεωρητής της Δημόσιας Διοίκησης παύεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, για ανεπάρκεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, καθώς και για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω νόσου ή αναπηρίας σωματικής ή πνευματικής.
β. Οι Βοηθοί παύονται με απόφαση του Υπουργού Εσω τερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από πρόταση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκη σης, για ανεπάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων τους και για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων τους λόΥω νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής.
5.α. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και των Βοηθών του αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήμα τος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο, Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ., νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Επίσης αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος. Στους Βοηθούς του Γενικού Επιθεωρητή Δη μόσιας Διοίκησης επιτρέπεται η άσκηση καθηκόντων μέ λους Δ.Ε.Π. Α.Ε.Ι, με καθεστώς μερικής απασχόλησης. Ο χρόνος υπηρεσίας του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Δι οίκησης και των Βοηθών του, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις συνέπειες. Η θητεία τους, σε περίπτωση κατά την οποία είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, συνεκτιμάται ως επιπλέον προσόν κατά τις κρίσεις αυτών για την κατάληψη θέσεων ανώτερης ιεραρχικής βαθμίδας στις υπηρεσίες που ανήκουν οργανικά.
β. Οι αποδοχές του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και των Βοηθών του καθορίζονται με κοινή απόφα ση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ορίζεται επίσης το ύψος των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και των Βοηθών του.
Η διάταξη της παραγράφου 13 του άρθρου 13 του Ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72 Α) έχει εφαρμογή για τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και τους Βοηθούς του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.5 Ν.3146/2003,ΦΕΚ Α 125/23.5.2003.
6. Συνιστάται Γραφείο Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης συνιστώνται «είκοσι πέντε (25)» θέσεις Ειδικών Επιθεωρητών για την υποστήριξη του έργου του. Οι θέσεις αυτές θα καλύπτονται μόνο με αποσπάσεις υπαλλήλων υπηρετούντων σε φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται με το ν. 1256/1982.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ.1 Ν.4305/2014,ΦΕΚ Α 237/31.10.2014,με τη παρ.6 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
Η πρόσληψη τους γίνεται ύστερα από δημόσια πρόσκληση. Η προκήρυξη στην οποία ορίζονται τα απαιτούμενα προσόντα δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες των Αθηνών και η επιλογή γίνεται από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ύστερα από συνέντευξη των υποψηφίων, εξέταση και αξιολόγηση των τίτλων σπουδών τους, της εμπειρίας και της προσωπικότητας τους. Οι “Ειδικοί Επιθεωρητές” διορίζονται με θητεία δύο ετών με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, η οποία μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από πρόταση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης με την οποία αξιολογείται το έργο τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.5 του άρθρου 26 του Ν.3200/2003
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μετά από γνώμη του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, καθορίζονται οι αποδοχές των “Ειδικών Επιθεωρητών.
Η πλήρωση των θέσεων των Ειδικών Επιθεωρητών μπορεί να γίνει και με απόσπαση ενεργούμενη κατά τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου. Οι αποσπώμενοι λαμβάνουν τα επιδόματα που χορηγούνται στους λοιπούς Ειδικούς Επιστήμονες. Οι υπηρεσίες, στις οποίες ανήκουν οργανικά οι αποσπώμενοι, εξακολουθούν να βαρύνονται με τη μισθοδοσία τους.
Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης οργανώνεται στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης ειδικό πρόγραμμα ελεγκτικής επάρκειας. Με την απόφαση αυτή ορίζεται επίσης το περιεχόμενο, ο τρόπος, η διάρκεια, η διαδικασία παρακολούθησης, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εισαγωγής στο πρόγραμμα, ο τύπος του πιστοποιητικού που χορηγείται, καθώς και κάθε άλλο συναφές θέμα.
Η κατοχή του ως άνω πιστοποιητικού αποτελεί προϋπόθεση για την επιλογή στη θέση του Ειδικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Το ειδικό πρόγραμμα ελεγκτικής επάρκειας υποχρεούνται να παρακολουθήσουν και οι κατέχοντες ήδη την θέση του Ειδικού Επιθεωρητή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.5 Ν.3146/2003,ΦΕΚ Α 125/23.5.2003 και με τη παρ.7 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
7. Η στελέχωση της Γραμματείας και της Διεύθυνσης Επεξεργασίας Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του Γραφείου του Γ.Ε.Δ.Δ. γίνεται με απόσπαση τριάντα πέντε (35), κατ` ανώτατο όριο, μόνιμων ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων από τους φορείς της περίπτωσης δ` της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η απόσπασή τους διενεργείται, κατά παρέκκλιση των σχετικών διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, μετά από πρόταση του Γ.Ε.Δ.Δ., έχει διάρκεια τριών (3) ετών και μπορεί να παρατείνεται για ισάριθμα χρονικά διαστήματα. Στον αριθμό του προηγούμενου εδαφίου περιλαμβάνονται και δύο (2) κατ` ανώτατο όριο δικαστικοί υπάλληλοι των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, η απόσπαση των οποίων διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων (ν. 2812/2000, A` 67). Οι υπηρεσίες στις οποίες ανήκουν οργανικά οι αποσπασμένοι εξακολουθούν να βαρύνονται με τη μισθοδοσία τους. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία του Γραφείου του Γ.Ε.Δ.Δ. εγγράφονται υπό ίδιο φορέα στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης. Διατάκτης των δαπανών είναι ο Γ.Ε.Δ.Δ..
Στο Γραφείο του Γ.Ε.Δ.Δ. λειτουργεί Γραμματεία το επίπεδο της οποίας ορίζεται σε Διεύθυνση. Καθήκοντα προϊσταμένων της Διεύθυνσης Γραμματείας και της Διεύθυνσης Επεξεργασίας Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης ανατίθενται με απόφαση του Γ.Ε.Δ.Δ. σε υπαλλήλους που υπηρετούν στο Γραφείο του, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 84 του ν. 3528/ 2007, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών ρυθμίζεται η οργάνωση και η λειτουργία του Γραφείου του Γ.Ε.Δ.Δ. και της Γραμματείας του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.8 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
8. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης εποπτεύει το έργο των Βοηθών και των επιστημονικών συ νεργατών και κατευθύνει το προσωπικό της Γραμματείας.
Μπορεί να εξουσιοδοτεί κάποιον από τους Βοηθούς του ή το επιστημονικό προσωπικό ή και τους λοιπούς υπαλλήλους του Γραφείου του, να υπογράφει, με εντολή Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, έγγραφα, εντάλματα πληρωμής ή άλλες πράξεις.
Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης είναι πειθαρχικός προϊστάμενος του προσωπικού του Γραφείου του και δύναται να επιβάλει ποινή επίπληξης ή προστίμου έως τις αποδοχές ενός μηνός.
Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 18του Ν.2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α), όπως ισχύει κάθε φορά, έχει εφαρμογή και για το προσωπικό του γραφείου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3,4 άρθρ.5 Ν.3146/2003,ΦΕΚ Α 125/23.5.2003.
9. Τον Γ.Ε.Δ.Δ. σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αναπληρώνει Ειδικός Επιθεωρητής του Γραφείου του, ο οποίος ορίζεται με απόφασή του.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 26 Ν.3200/2003 (Α΄ 281), τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ.3 Ν.4305/2014,ΦΕΚ Α 237 και με τη παρ.9 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
10. Η υπηρεσία των αποσπασμένων ως Ειδικών Επιθεωρητών στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης λογίζεται από την έναρξη της ως υπηρεσία Προϊσταμένου Διεύθυνσης, εφόσον ο αποσπασμένος υπάλληλος φέρει τον Α` βαθμό, ή από την ημερομηνία προαγωγής του στο βαθμό αυτόν, σε άλλη δε περίπτωση λογίζεται ως υπηρεσία Προϊσταμένου Τμήματος.
Στους Ειδικούς Επιθεωρητές που αποσπώνται στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης απονέμεται, με την απόφαση απόσπασης τους και για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, ο βαθμός Α, εντός του οποίου εξελίσσονται. Η μισθολογική διαφορά που προκύπτει βαρύνει τους προϋπολογισμούς των υπηρεσιών προέλευσης των Ειδικών Επιθεωρητών. Εφόσον τα έτη πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνουν τα ελάχιστα προβλεπόμενα για κατάταξη στο εισαγωγικό μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Α`, κατατάσσονται στα επόμενα μισθολογικά κλιμάκια σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4024/2011. Στους Ειδικούς Επιθεωρητές χορηγείται το επίδομα που προβλέπεται στην υποπερίπτωση γγ` της περίπτωσης α` του πρώτου εδαφίου του άρθρου 18 του ν. 4024/2011.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 26 Ν.3200/2003 (Α΄ 281) ,τροποποιήθηκε με τη παρ.19 του ένατου άρθρου του Ν. 4057/2012 (ΦΕΚ Α 54 14.3.2012)
11 Συνιστάται πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο για το κάθε είδους προσωπικό που υπηρετεί στο Γραφείο του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και αποτελείται από:
α) Τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ως πρόεδρο με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις,
β) Τον προϊστάμενο Διεύθυνσης της Γραμματείας ως μέλος με αναπληρωτή έναν υπάλληλο του Γραφείου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κατηγορίας ΠΕ.
γ) Τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης ως μέλος με αναπληρωτή έναν υπάλληλο του Γραφείου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης κατηγορίας ΠΕ και δ) Δύο Ειδικούς Επιθεωρητές με τα αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη τους. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα όπως ισχύουν κάθε φορά.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.4 άρθρου 26 Ν.3200/2003 (Α΄ 281) τροποποιήθηκε με την παρ. 1 άρθρου 3 Ν. 3613/2007,και με το άρθρο 42 παρ.4 Ν.4305/2014, ΦΕΚ Α 237/31.10.2014.
12. Για τις ανάγκες της υποβοήθησης του Γ.Ε.Δ.Δ., συνιστώνται στο Γραφείο του δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών ως μετακλητών υπαλλήλων. Οι εν λόγω υπάλληλοι διορίζονται, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, με απόφαση του Γ.Ε.Δ.Δ., με την οποία ορίζονται τα τυπικά προσόντα διορισμού, ο χρόνος της θητείας τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ως άνω διοριζόμενοι αποχωρούν αυτοδικαίως ταυτόχρονα με την αποχώρηση του οργάνου που τους προσέλαβε, χωρίς άλλη διαδικασία. Η μισθολογική τους κατάταξη πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6γ του άρθρου 9 του ν. 4354/2015 (Α` 176), ενώ για το λοιπό μισθολογικό τους καθεστώς εφαρμογή έχουν οι διατάξεις που ισχύουν και για τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους.
Σημ.: όπως προστέθηκε με τηνς παράγραφο 11 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
13. Για τη νομική υποστήριξη του έργου του Γ.Ε.Δ.Δ. συνιστώνται στο Γραφείο του δύο (2) θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής. Οι θέσεις αυτές καλύπτονται με απόσπαση δικηγόρων με έμμισθη εντολή από το Δημόσιο, Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού, Ν.Π.Δ.Δ. ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (Α` 101), έπειτα από πρόταση του Γ.Ε.Δ.Δ.. Η απόσπαση διενεργείται, κατά παρέκκλιση των γενικών και ειδικών διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, διαρκεί τρία (3) έτη και μπορεί να παρατείνεται μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρόνο κάθε φορά.
Σημ.: όπως προστέθηκε με τηνς παράγραφο 11 άρθρου 80 Ν.4478/2017,ΦΕΚ Α 91/23.6.2017.
Άρθρο 2
Αποστολή Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης
1. Το συσταθέν δια του Ν. 2477/1997 (ΦΕΚ 59 Α) Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.) είναι αρμόδιο για τη διενέργεια επιθεωρήσεων, εκτακτων ελέγχων και ερευνών, τη συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού για την άσκηση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης και για τον έλεγχο των δηλώσεων της περιουσιακής Kατάστασης των υπαλλήλων, που υπηρετούν στους φορείς της επόμενης παραγράφου, με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της διοίκησης,ιδιαίτερα δε την επισήμανση φαινομένων διαφθοράς, κακοδιοίκησης, αδιαφανών διαδικασιών, αναποτελεσματικό τητας, χαμηλής παραγωγικότητας και ποιότητας των πα ρεχόμενων υπηρεσιών.
2.α. Το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. είναι όργανο εσωτερικού ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης που υπάγεται στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Στην αρ μοδιότητα του ανήκει ο έλεγχος των υπηρεσιών:
α) του Δημοσίου, β) των οργανισμών τοπικής αυτοδιοί κησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, καθώς και των επιχειρήσεων τους, γ) των νομικών προσώπων δημοσίου δι καίου και δ) των κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοί κηση των οποίων ορίζει άμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.
β. Το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. δεν επιλαμβάνεται θεμάτων που σχετί ζονται με τη λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών, καθώς και την προσωπική ανεξαρτησία των μελών τους και δεν εξετάζει υποθέσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, του Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, στην οικονομική και διαχειριστική λειτουργία της Οικονομικής Επιθεώρησης και των Συντονιστών Δημοσιονομικών Ελεγκτών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, καθώς και θε μάτων που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων.
3. Το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μεριμνά για τη συγκέντρωση του απαι τούμενου αποδεικτικού υλικού προκειμένου να διαβιβα στεί, στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, η σχετική αναφορά για εγκλήματα που διαπράπουν ή συμμετέχουν σε αυτά υπάλληλοι των φορέων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 134 137 Δ, 216222, 235246, 252263Α, 372399 και 402 406 του Ποινικού Κώδικα. Επίσης είναι αρμόδιο για τη δια πίστωση διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.
3Α. Το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. παρακολουθεί τις πειθαρχικές διαδικασίες στους φορείς της περίπτωσης α´ της παραγράφου 2, με εξαίρεση το στρατιωτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ). Για το σκοπό αυτόν κάθε πράξη με την οποία ασκείται πειθαρχική δίωξη και κάθε πειθαρχική απόφαση κοινοποιούνται υποχρεωτικά στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., με εξαίρεση τις σχετικές πράξεις και αποφάσεις που αφορούν στο στρατιωτικό προσωπικό των ΕΔ.
Σημ.: όπως ηπαράγραφος 3Α προστέθηκε με την υποπαρ.ΣΤ.11. περ.1 της παραγράφου ΣΤ του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013,ΦΕΚ Α 107/9.5.2013. τροποποιήθηκε με το άρθρο 40 του ν.4407/2016
4. Στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ανήκει επίσης ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των φορέων της περ. α της παρ. 2 του άρθρου αυτού, καθώς και των μεταβολών της.
Ο ανωτέρω έλεγχος μπορεί να διενεργείται και σε υπαλλήλους που δεν είναι υπόχρεοι προς υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, όταν τούτο ήθελε κριθεί αναγκαίο από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, καθορίζονται οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, η διαδικασία, ο τύπος και ο τρόπος υποβολής των σχετικών δηλώσεων, η διαδικασία ελέγχου και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρειά. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης καθορίζεται ο χρόνος υποβολής της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης.”)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.9 Ν.3174/2003,ΦΕΚ Α 205/28.8.2003, και με το άρθρο 35 παρ.3 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008:
“Για το σκοπό αυτόν υποβάλλουν δηλώσεις τόσο για τη δική τους περιουσιακή κατάσταση όσο και για την περιουσιακή κατάσταση των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8δ άρθρ.14 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005.
Για το περιεχόμενο των δηλώσεων, τον έλεγχο, τις ποινικές κυρώσεις και τον καταλογισμό εφαρμόζονται οι ισχύουσες, κάθε φορά, διατάξεις για τη δήλωση και τον έλεγχο περιουσιακής κατάστασης των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων που αναφέρονται στις περιπτώσεις στ` έως και ι` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α`).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 35 παρ.3 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008.
5. Η κατά τόπο αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. “Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών μπορούν να συνιστώνται ή να καταργούνται Περιφερειακά Γραφεία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Με την απόφαση αυτή, καθορίζεται και η κατά τόπον αρμοδιότητα κάθε Περιφερειακού Γραφείου και ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των Περιφερειακών Γραφείων.
Στα Περιφερειακά Γραφεία προίστανται Ειδικοί Επιθεωρητές, οι οποίοι ορίζονται από τον Ειδικό Γραμματέα Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.
Οι Προϊστάμενοι υποβάλλουν στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και στον
Ειδικό Γραμματέα εξαμηνιαίες εκθέσεις για την πορεία και την αποτελεσματικότητα του ελεγκτικού έργου στο χώρο ευθύνης τους και προτείνουν μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων, τα οποία έχουν εντοπισθεί από τους ελέγχους που έχουν διενεργηθεί, κα θώς και μέτρα για τη βελτίωση γενικά της επιθεώρησης και των ελέγχων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.14 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005.
#####
6. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία του Σώματος Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.) εγγράφονται υπό ίδιο φορέα στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών. Διατάκτης των δαπανών αυτών είναι ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..”
Σημ.: όπως ηπαρ.6 προστέθηκε με το άρθρο 15 παρ.4 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
Άρθρο 3
Στελέχωση Προσόντα και διαδικασία επιλογής προσωπικού
1. Του Σώματος προίσταται μετακλητός Ειδικός Γραμματέας, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 1558/1985 (ΦΕΚ 137 Αι, η θέση του οποίου έχει συσταθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196 Α).
2α. Για τη συγκρότηση του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. συνιστώνται 152 θέσεις Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης.
Οι θέσεις αυτές μπορεί να αυξάνονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Οι συσταθείσες, με την παρ.2 και το πρώτο εδάφιο της παρ. 3β του άρθρου 3 του ν. 3074/2002 και τα προεδρικά διατάγματα 10/2007 (Α΄ 6) και 36/2009 (Α΄ 54), σαράντα (40) θέσεις Βοηθών Επιθεωρητών- Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης καταργούνται.
2β. Οι υπηρετούντες Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης εξακολουθούν να υπηρετούν στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. έως τη λήξη της θητείας τους. Εφόσον κατά τη διάρκεια αυτής πληρούν τα προβλεπόμενα τυπικά προσόντα για τους Επιθεωρητές-Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης, κατατάσσονται για το υπόλοιπο του χρόνου απόσπασής τους στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. σε κενές θέσεις Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης κατόπιν αξιολόγησης των ουσιαστικών προσόντων τους από την τριμελή επιτροπή της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 3 του ν. 3074/ 2002. Για την κατάταξή τους εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.4 του άρθρου 13 του Ν.4275/2014 (ΦΕΚ Α 149/15.7.2014)
Σχετικό: το άρθρο 1 ΠΔ 10/2007,ΦΕΚ Α 6/11.1.2007
3.α. Η πλήρωση των θέσεων των Επιθεωρητών – Ελεγκτών γίνεται με απόσπαση, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης «που κάθε φορά ισχύουν» με επιφύλαξη μόνο των διατάξεων που επιβάλλουν υποχρέωση παραμονής των υπαλλήλων για ορισμένο χρονικό διάστημα σε υπηρεσίες παραμεθόριων ή νησιωτικών περιοχών στις οποίες διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και δευτεροβάθμιων και πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. κατηγορίας Π Ε με βαθμό τουλάχιστον Δ` και δωδεκαετή δημόσια υπηρεσία ή αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, με τετραετή, τουλάχιστον, υπηρεσία μετά την αποφοίτηση τους, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.
β. Η πλήρωση των θέσεων των Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών γίνεται με απόσπαση, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που κάθε φορά ισχύουν» με επιφύλαξη μόνο των διατάξεων που επιβάλλουν υποχρέωση παραμονής των υπαλλήλων για ορισμένο χρονικό διάστημα σε υπηρεσίες παραμεθόριων περιοχών στις οποίες διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και δευτεροβάθμιων και πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ`, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 47 Ν.3979/2011,ΦΕΚ Α 138, αντικαταστάθηκαν και πάλι με την παρ.18 άρθρου 1 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 51 παρ.2 Ν.4250/2014,ΦΕΚ Α 74/26.3.2014.
Οι αποσπάσεις των ανωτέρω διενεργούνται με απόφα ση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από, ιδιαίτερη, για κάθε περίπτωση, δημόσια πρόσκληση για υποβολή υποψηφιοτήτων. Η πρόσκληση δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες, ευρείας κυκλοφορίας, εφημερίδες και κοινοποιείται σε όλες τις υπηρεσίες και τους φορείς που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Με την πρόσκληση μπορεί να καθορίζονται, για ορισμένο αριθμό θέσεων Επιθεωρητών Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών, συγκεκριμένοι κλάδοι και ειδικότητες.
Σε θέσεις Επιθεωρητών Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών αποσπώνται υπάλληλοι, εφόσον δεν έχουν υπερβεί το πεντηκοστό πέμπτο και πεντηκοστό έτος της ηλικίας τους, αντιστοίχως.
Τα όρια αυτά ηλικίας δεν ισχύουν για την παράταση της απόσπασής τους κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 παρ.1 Ν.3491/2006, ΦΕΚ Α 207/2.10.2006.
Οι Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές που συμπληρώνουν, κατά το χρόνο της υπηρεσίας τους στο Σώμα Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται στο νόμο για τους Επιθεωρητές – Ελεγκτές, δύνανται να κατατάσσονται σε υφιστάμενες κενές θέσεις Επιθεωρητών – Ελεγκτών, για το υπόλοιπο του χρόνου απόσπασης τους στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η επιλογή των βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών για κατάταξη σε θέσεις Επιθεωρητών – Ελεγκτών γίνεται μετά από συνέντευξη ενώπιον της τριμελούς Επιτροπής της περίπτωσης γ` του άρθρου 3 του ν. 3074/2002 (Α`296), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Για το συγκεκριμένο έργο τα μέλη της επιτροπής δεν λαμβάνουν αμοιβή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 47 Ν.3979/2011,ΦΕΚ Α 138/16.6.2011.
γ. Η επιλογή των υπαλλήλων σε θέσεις Επιθεωρητών Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών γίνεται με τά από προηγούμενη συνέντευξη ενώπιον τριμελούς επι τροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η επιτροπή αξιολογεί τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και διαμορφώνει γνώμη για την προσωπι κότητα και την ικανότητα άσκησης των καθηκόντων Επιθεωρητή Ελεγκτή και Βοηθού Επιθεωρητή ΕλεΥκτή.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέ ντρωσης καθορίζεται η αμοιβή των μελών της επιτροπής.
4. Η απόσπαση των Επιθεωρητών Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. διαρκεί τρία έτη, μπορεί να παρατείνεται, με απόφαση του ίδιου Υπουργού, μία ή περισσότερες φορές, για ίσο χρονικό διάστημα και είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου. Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος συνεχούς και πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου. Ανάκληση της απόσπασης μπορεί να γίνει μόνο για σπουδαίο λόγο, ύστερα από αίτηση του αποσπασμένου και αποδοχή της από τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή για λόγους ακαταλληλότητας ή αδυνα μίας εκπλήρωσης των καθηκόντων του, ύστερα από εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Η απόσπαση των Επιθεωρητών – Ελεγκτών, που έχουν συμπληρώσει εννέα (9) συνεχή έτη υπηρεσίας στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ως Επιθεωρητές – Ελεγκτές ή ως Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές, ανανεώνεται αυτοδίκαια. Ο συνολικός αριθμός των ανωτέρω Επιθεωρητών – Ελεγκτών των οποίων η απόσπαση ανανεώνεται αυτοδίκαια δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσοστό 20% του εκάστοτε αριθμού των οργανικών θέσεων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η απόσπαση των ανωτέρω Επιθεωρητών – Ελεγκτών ανακαλείται κατόπιν εισήγησης του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μόνο για λόγους αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων τους ή πλημμελούς άσκησης αυτών ή ύστερα από αίτηση των ιδίων.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 3613/2007,αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.4 άρθρου 35 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008,όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (3731) με την παρ.10 άρθρου 9 Ν.3861/2010,ΦΕΚ Α 112/13.7.2010
5. Οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρη τές Ελεγκτές λαμβάνουν το μισθό και όλες τις επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα επιδό μαία και οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης. Στον προϊστάμενο του Σώματος, στους Ειδικούς Επιθεωρητές, στους Επιθεωρητές Ελεγκτές και στους Βοηθούς Επιθεωρητές Ελεγκτές καταβάλλεται επιπλέον ειδική πρόσθετη αποζημίωση, που καθορίζεται, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
6. Η καταβολή των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης των Επιθεωρητών Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών γίνε ται με χρηματικά εντάλματα προπληρωμής από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύ ουσες διατάξεις περί Δημοσίου Λογιστικού. Ο αριθμός των επιτρεπόμενων κατά μήνα ημερών εκτός έδρας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις είκοσι, διατηρουμένου του ορίου των εκατόν είκοσι ημερών κατ` έτος.
7. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος εξακολουθούν να υπηρετούν, μετά από αίτηση τους, οι αποσπασμένοι ήδη, στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Επιθεωρητές Ελεγκτές και Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές, αφού επανακριθούν από την επιτροπή της παραγράφου 3γ` του άρθρου αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκη σης και Αποκέντρωσης, μετά από εισήγηση της ίδιος επιτροπής, ανακαλείται η απόσπαση όσων κρίθηκαν ότι δεν έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την άσκηση καθηκόντων Επιθεωρητή Ελεγκτή ή Βοηθού Επιθεωρητή Ελεγκτή, με εξαίρεση το όριο ηλικίας της παραγρά φου 3β`του παρόντος άρθρου.
8. Η υπηρεσία των Επιθεωρητών-Ελεγκτών, καθώς και η προϋπηρεσία στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., από την ισχύ του ν. 2477/1997 (Α 59) και των προγενέστερων νόμων (1982/1990, 1943/1991 και 2266/1994), λογίζεται ως υπηρεσία προϊσταμένου Τμήματος, η δε υπηρεσία σε θέση Προϊσταμένου Επιθεωρητή λογίζεται από την έναρξη της, ως υπηρεσία Προϊσταμένου Διεύθυνσης, μόνο για την εφαρμογή των διατάξεων, όπως κάθε φορά ισχύουν, ως προς τα κριτήρια επιλογής προϊσταμένων και την υπηρεσιακή τους αξιολόγηση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 παρ.2 Ν.3801/2009, ΦΕΚ Α 163,αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 παρ.1 Ν.4250/2014, ΦΕΚ Α 74/26.3.2014.
Σχετικό: παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν.4275/2014 (ΦΕΚ Α 149/15.7.2014)
9.Ο Ειδικός Γραμματέας, οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές δεν εξετάζονται, δεν διώκονται και δεν ενάγονται για γνώμη που διατύπωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Εξαιρούνται των ανωτέρω η περίπτωση δόλου, η παραβίαση του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας, στο οποίο υποχρεούνται οι υπηρετούντες στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και μετά την αποχώρησή τους από αυτό. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν αναδρομικά από την ημερομηνία ισχύος του ν.2477/1997 (ΦΕΚ 59 Α`).”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 18 Ν.3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
Ο Ειδικός Γραμματέας, οι Επιθεωρητές-Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές, εφόσον εξετάζονται ή διώκονται ενώπιον ποινικών δικαστηρίων για αποδιδόμενες σε αυτούς πράξεις ή παραλήψεις στις οποίες προέβησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ενάγονται ενώπιον πολιτικών δικαστηρίων για την ίδια αιτία, μπορούν να παρίστανται και να εκπροσωπούνται ενώπιον των ποινικών ή πολιτικών δικαστηρίων από μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατόπιν αιτήματος του επικεφαλής του Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης προς το ΝΣΚ, το οποίο γίνεται υποχρεωτικά δεκτό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 47 Ν.3979/2011,ΦΕΚ Α 138/16.6.2011,αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 παρ.3 Ν.4250/2014,ΦΕΚ Α 74/26.3.2014.
Σχετικό: παρ.6 άρθρ.14 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005
Σχετικό: το άρθρο 66 παρ.1 Ν.3984/2011,ΦΕΚ Α 150/27.6.2011
Σχετικό: παρ.4 του άρθρου 36 του Ν. 4025/2011 (ΦΕΚ Α 228 2.11.2011)
10. Ο Ειδικός Γραμματέας, οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές τηρούν το απόρ ρητο των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, και επί μία πενταετία μετά την αποχώρηση τους. Η υποχρέωση τήρησης του απορρήτου και του καθήκοντος εχεμύ θειας αφορά και το προσωπικό της Γραμματείας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
11. Παραβιάσεις του απορρήτου ή του καθήκοντος εχε μύθειας, καθώς και η εκ δόλου μη στάθμιση στοιχείων επι βαρυντικών για την υπηρεσία που επιθεωρείται ή ελέγχε ται και τους υπαλλήλους της, συνιστούν σοβαρό λόγο για την ανάκληση της απόσπασης του Επιθεωρητή Ελεγκτή ή του Βοηθού Επιθεωρητή ΕλεΥκτή.
12. Οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρη τές Ελεγκτές εφοδιάζονται για όλη τη διάρκεια της θητείας τους με υπηρεσιακή ταυτότητα, που αποδεικνύει την ιδιότητα τους.
13. α. Στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. λειτουργεί Γραμματεία για την υποστήριξη του έργου της επιθεώρησης και του ελέγχου, ως οργανική μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης, της οποίας προίσταται μόνιμος υπάλληλος, κατηγορίας Π Ε με βαθ μό Διευθυντή, του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η οργάνωση της Γραμματεί ας, η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών της, η στελέχωση, η σύνθεση της σε προσωπικό και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από εισήγηση του Ειδι κού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
β. Η στελέχωση της Γραμματείας γίνεται με απόσπαση υπαλλήλων του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ή με απόσπαση υπαλλήλων υπηρεσιών και φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., η οποία διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του οικείου Υπουργού, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού ή άλλου συμβουλίου, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις.
Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται τριετής, μπορεί να ανανεώνεται χωρίς χρονικό περιορισμό και είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου.
γ. Οι αποσπασμένοι υπάλληλοι λαμβάνουν το μισθό και όλες τις τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα επιδόματα και οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης, τα οποία εξακολουθούν να καταβάλλονται από την υπηρεσία από την οποία αποσπώνται, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρ θρου 10 του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α). Οι κατά τα ανωτέρω αποσπώμενοι, καθώς και οι μετακινούμενοι από το Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης υπάλληλοι, λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αμοιβή, που ορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρα γράφου 5 του παρόντος άρθρου και καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημό σιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.
δ. Οι αποσπάσεις υπαλλήλων στη Γραμματεία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. κατ` εφαρμογή του Ν. 2477/1997, καθώς και εκείνες που έγιναν, κατ` εφαρμογή προγενέστερων νό μων, εξακολουθούν να ισχύουν.
Στους Επιθεωρητές-Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης, στους Βοηθούς Επιθεωρητές-Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης και στο λοιπό προσωπικό που υπηρετεί στην Κεντρική Υπηρεσία και τα Περιφερειακά Γραφεία του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., καθώς και στους ειδικούς επιθεωρητές και το λοιπό προσωπικό της υπηρεσίας του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, καταβάλλονται έξοδα μετακίνησης εντός έδρας, το ύψος και οι όροι καταβολής των οποίων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 παρ.2 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
14. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, θεσπίζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
15. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης ορίζεται το ύψος των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης του Ειδικού Γραμματέα και των Ειδικών Επιθεωρητών του Σώματος Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.).
Σημ.: όπως ηπαρ.15 προστέθηκε με την παρ.2 του άρθρου 18 του Ν. 3260/2004 (ΦΕΚ Α 151)
16. Για τη συμβουλευτική νομική υποστήριξη του Σώματος Επιθεωρητών – Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.) συνιστώνται τρεις (3) θέσεις δικηγόρων με έμμισθη εντολή, οι οποίοι προσλαμβάνονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ύστερα από εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η αντιμισθία των ανωτέρω καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών.”
Σημ.: όπως η παρ.16 προστέθηκε με το άρθρο 15 παρ.6 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
Άρθρο 4
Αρμοδιότητες Ειδικού Γραμματέα Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.
1. Ο Ειδικός Γραμματέας διοικεί το Σώμα, προΐσταται των Επιθεωρητών Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών και του προσωπικού της Γραμματείας, είναι πειθαρχικός προϊστάμενός τους και μπορεί να επιβάλλει ποινή επίπληξης ή προστίμου μέχρι των αποδοχών ενός μηνός.
2. Οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές αξιολογούνται από τον Ειδικό Γραμματέα σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, που ορίζουν το χρόνο, τον τύπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύνταξης των εκθέσεων και γενικότερα το σύστημα αξιολόγησης της υπηρεσίας ή του φορέα τους.
Ο Ειδικός Γραμματέας αξιολογεί, επίσης, κάθε χρόνο, με ειδική έκθεση το συνολικό έργο κάθε Επιθεωρητή Ελεγκτή και Βοηθού Επιθεωρητή Ελεγκτή. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, ύστερα από εισήγηση του Ειδικού Γραμματέα, ρυθμίζονται τα κριτήρια, ο τύπος, ο τρόπος και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την αξιολόγηση αυτή. Εάν σε δύο ειδικές εκθέσεις κριθεί το έργο Επιθεωρητή Ελεγκτή και Βοηθού Επιθεωρητή Ελεγκτή ως μη ικανοποιητικό, ανακαλείται η απόσπασή του.
3. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. επικουρείται από εννέα (9) Προϊσταμένους Επιθεωρητές, οι οποίοι προέρχονται από τους υπηρετούντες Επιθεωρητές -Ελεγκτές και ορίζονται ή παύονται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Ο αριθμός των Προϊσταμένων Επιθεωρητών μπορεί να αυξάνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών σε περίπτωση σύστασης νέων Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Σχετικό:παρ.2 άρθρου 35 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008
Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές προΐστανται των Επιθεωρητών – Ελεγκτών και Βοηθών Επιθεωρητών – Ελεγκτών στα πλαίσια του ελεγκτικού έργου, έχουν αρμοδιότητα συντονισμού των τομέων δράσης του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και εποπτεύουν τους Επιθεωρητές – Ελεγκτές και Βοηθούς Επιθεωρητές – Ελεγκτές κατά τη διαδικασία κατάρτισης των εκθέσεων ελέγχου. Επίσης εξουσιοδοτούνται από τον Ειδικό Γραμματέα παράλληλα με το έργο της Επιθεώρησης να προβαίνουν σε ενέργειες που αφορούν τις ελεγκτικές διαδικασίες και την παρακολούθηση της πορείας του ελεγκτικού έργου, καθώς και να υπογράφουν κατ` εντολή του.
Με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα ορίζεται ένας από τους Προϊσταμένους Επιθεωρητές να τον αναπληρώνει, όταν απουσιάζει ή κωλύεται για την άσκηση των καθηκόντων του. Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές μπορούν να ορίζονται με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ως υπεύθυνοι συντονισμού του ελεγκτικού έργου και συνεργασίας είτε μεταξύ των Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ είτε μεταξύ των Περιφερειακών Γραφείων και της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σώματος. Οι Προϊστάμενοι Επιθεωρητές, οι Επιθεωρητές -Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές κατά τη διάρκεια της θητείας τους μπορούν να μετακινούνται από την Κεντρική Υπηρεσία προς τα Περιφερειακά Γραφεία και αντιστρόφως είτε μετά από αίτηση τους είτε για την κάλυψη σοβαρών υπηρεσιακών
αναγκών με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Οπου στις κείμενες διατάξεις αναγράφεται η φράση “Ειδικοί Επιθεωρητές” νοούνται εφεξής οι “Προϊστάμενοι Επιθεωρητές”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.γ ΄ της παρ.8 άρθρ.14 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005 και άρθρο 7 παρ.2 Ν.3491/2006, ΦΕΚ Α 207, αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρο 4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007.
Σχετικό: παρ.2 άρθρου 35 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008
4. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μετά την έγκριση των εκθέσεων επιθεώρησης – ελέγχου από την επιτροπή της παρ. 5α του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, σε περίπτωση που από αυτές προκύπτει μη σύννομη συμπεριφορά υπαλλήλων φορέων αρμοδιότητας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ή αιρετών οργάνων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης α` και β` βαθμού ή μελών διοίκησης φορέων της περ. δ` της παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, παρακολουθεί την πορεία της πειθαρχικής δίωξης από το αρμόδιο κατά περίπτωση πειθαρχικό όργανο ή παραγγέλλει τη λήψη άλλων μέτρων.
Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007.
Άρθρο 5
Ελεγκτική Διαδικασία
1. Ο Ειδικός Γραμματέας δίνει εντολή για επιθεώρηση έλεγχο ή έρευνα στους Επιθεωρητές Ελεγκτές αυτεπάγγελτα ή κατόπιν εντολής του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του οικείου Υπουργού ή Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας για τις υπηρεσίες τους ή τα εποπτευόμενα από αυτούς Ν.Π.Δ.Δ. και κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Διενέργεια ελέγχου ή έρευνας μπορεί να ζητήσει ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης, ο Συνήγορος του Πολίτη και ο επικεφαλής Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής.
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του αρμόδιου, Κατά περίπτωση, Υπουργού, μπορούν να συγκροτούνται κοινές ομάδες Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, Οικονομικών Επιθεωρήσεων και Επιθεωρητών του οικείου Υπουργείου για την πραγματοποίηση επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας.
3.α. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. κατανέμει τις εντολές σε Επιθεωρητές Ελεγκτές ή σε κλιμάκιο Επιθεωρητών Ελεγκτών και παρακολουθεί την έγκαιρη εκτέλεσή τους. Με την ίδια εντολή καθορίζει το χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει να περατωθεί ο έλεγχος και να υπο βληθεί η σχετική έκθεση.
β. Στο κλιμάκιο Επιθεωρητών Ελεγκτών μπορούν να συμμετέχουν και επιθεωρητές ή υπάλληλοι των υπηρε σιακών μονάδων επιθεώρησης ή άλλων υπηρεσιών των φορέων της παρ. 2του άρθρου 2, οι οποίοι ορίζονται, με τά από σχετικό αίτημα του Ειδικού Γραμματέα του Σ. Ε. Ε.Δ.Δ., από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας τους και διατίθενται στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. για το χρονικό διάστημα της διενέργειας του ελέγχου.
γ. Οι Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές υποβοηθούν το έργο των Επιθεωρητών Ελεγκτών και μετέχουν, από κοι νού, σε επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα. Παρακολουθούν την πορεία υλοποίησης των προτάσε ων που περιέχονται στις εκθέσεις επιθεώρησης και ελέγ χου, καθώς και τη διενέργεια ενόρκων διοικητικών εξετά σεων (Ε.Δ.Ε.) ή ερευνών, που διεξάγονται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας και αλληλογραφούν για το σκοπό αυτόν με τις αρμόδιες υπηρεσίες. Εκτελούν καθήκοντα ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων, διενεργούν Ε.Δ.Ε., συντάσσουν εκθέσεις επιθεωρήσεων και ελέγχων σε ομοει δής φορείς και ασκούν όποια άλλα καθήκοντα ανατίθε νται σε αυτούς από τον Ειδικό Γραμματέα.
4. α. Οι Επιθεωρητές – Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές μπορούν για την εκπλήρωση του έργου τους να επισκέπτονται χωρίς ή με προειδοποίηση τις υπηρεσίες ή φορείς όπου γίνεται ο έλεγχος, να μελετούν επί τόπου την εξεταζόμενη υπόθεση, να ενεργούν αυτοψίες και να εξετάζουν πρόσωπα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 άρθρου 47 Ν.3979/2011,ΦΕΚ Α 138/16.6.2011.
Επίσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους φακέλους συμπεριλαμβανομένων και των απορρήτων, εκτός εάν πρόκειται για ζητήματα που ανάγονται στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, την εθνική άμυνα και την κρατική ασφάλεια. Οι Επιθεωρητές και οι Βοηθοί υποχρεούνται να διαφυλάσσουν το απόρρητο κατά τις κείμενες διατάξεις.
Οι υπηρεσίες οφείλουν να παρέχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία για το έργο των Επιθεωρητών Ελεγκτών και των Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών, που τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεσή τους και να τους διευκολύνουν με κάθε τρόπο.
Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης και του ελέγχου μπορούν επίσης να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από τους αρμόδιους υπαλλήλους της υπηρεσίας που ασχολούνται με την εξεταζόμενη υπόθεση.
Η μη χορήγηση των παραπάνω πληροφοριών ή στοι χείων, ως και η απόκρυψη στοιχείων ή πληροφοριών, κα θώς επίσης η χορήγηση εν γνώσει ανακριβών στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και παραπλάνηση του έργου των Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης και των Βοηθών Επιθεωρητών Ελεγκτών, συνιστά αυτοτε λές πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μια από τις ποινές που προβλέπονται στις περιπτώσεις γ` έως και στ` της παρ.1 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα.
β.ί. (Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί μη σύννομη συμπεριφορά υπαλλήλου ή αιρετού οργάνου της τοπικής αυτο διοίκησης ή μέλους διοίκησης νομικού προσώπου, η έκ θεση επιθεώρησης ελέγχου διαβιβάζεται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στο αρμόδιο πειθαρχικό όργα νο, με πρόταση για την άσκηση ελέγχου κατά του υπαιτί ου ή τη λήψη άλλων μέτρων, αν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο). Σε κάθε περίπτωση, ο Ειδικός Γραμματέας μπορεί να προκαλέσει τη διενέργεια ένορ κης διοικητικής εξέτασης, το πόρισμα της οποίας, πλήρως τεκμηριωμένο, του γνωστοποιείται χωρίς καθυστέρηση. Στην περίπτωση αυτή, εάν προκύψουν πειθαρχικές ευθύνες, η άσκηση πειθαρχικής δίωξης αποτελεί δέσμια διοικητική ενέργεια για τα αρμόδια όργανα, η οποία εκ δηλώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα ημερών από την περιέλευση του πορίσματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκεμε την παρ.6 άρθρο 4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007.
ίί. Η ανωτέρω ένορκη διοικητική εξέταση ενεργείται, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παρ. 2 του άρθρου 127 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19Α) από Επιθεωρητές Ελεγκτές ή και Βοηθούς Επιθεωρητές Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., που ορίζονται από τον Προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., και έναν μόνιμο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Α` της ελεγχόμενης υπηρεσίας του Υπουργείου ή της Περιφέρειας που την εποπτεύει ή και άλλου Υπουργείου ή Περιφέρειας, που προτείνεται αντίστοιχα από την υπηρεσία προέλευσής του, μέσα σε προθεσμία, η οποία ορίζεται στην οικεία πρόσκληση του Προϊσταμένου του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Η εντολή για τη διενέργεια Ε.Δ.Ε. εκδίδεται από τον προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Αν παρέλθει άπρα κτη η ανωτέρω προθεσμία, ο Προϊστάμενος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. αναθέτει τη διενέργεια της Ε.Δ.Ε. μόνο σε Επιθεωρητές Ελεγκτές ή και Βοηθούς Επιθεωρητές Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.
Η ένορκη διοικητική εξέταση διενεργείται κατά τα λοιπά, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τον οικείο φορέα. Εάν δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη εφαρμόζονται αναλόγως οι αντίστοιχες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
Η άρνηση κατάθεσης σε διενεργούμενη, κατά τα ανωτέρω, ένορκη διοικητική εξέταση αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό αδίκημα, το οποίο επισύρει την ποινή του προστίμου έως τις αποδοχές έξι μηνών.
ίίί. Αν από την Ε.Δ.Ε. που διενεΡΥήθηκε, κατά τα ανωτέρω, διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος από εκείνα που τιμωρούνται, κατά την παρ. 2 του άρθρου 109 του Υπαλληλικού Κώδικα, με την ποινή της οριστικής παύσης, ο Προϊστάμενος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ασκεί ο ίδιος την πειθαρχική δίωξη και παραπέμπει την υπόθεση στο αρμό διο υπηρεσιακό συμβούλιο. Αν διαπιστώνεται διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος αιρετού Οργάνου της τοπικής αυτοδιοίκησης, πρώτου και δεύτερου βαθμού, ο φάκελος διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, ο οποίος υποχρεούται να ασκήσει την πειθαρχική δίωξη εντός αποκλειστικής προθεσμίας δέκα ημερών από την περιέλευση της έκθεσης.
γ. `Ενορκη διοικητική εξέταση μπορεί επίσης να διενεργηθεί και κατά τη διάρκεια του ελέγχου, μετά από εισήγηση των Επιθεωρητών και εντολή του προίσταμένου του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Στην περίπτωση αυτή η Ε.Δ.Ε. διενεργείται μόνο από Επιθεωρητές ή Βοηθούς Επιθεωρητές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.
5. α. Μετά το πέρας της επιθεώρησης του ελέγχου ή της έρευνας, οι Επιθεωρητές Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές υποβάλλουν στον Ειδικό Γραμματέα εμπεριστατωμένη και τεκμηριωμένη έκθεση, στην οποία εκθέτουν τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του ελέγχου και προτείνουν λύσεις ή διατυπώνουν βελτιωτι κές προτάσεις. “Η έκθεση επιθεώρησης – ελέγχου υπόκειται σε έγκριση από τριμελή επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., ως πρόεδρο, τον Προϊστάμενο Επιθεωρητή που τον αναπληρώνει και τον Προϊστάμενο Επιθεωρητή που έχει συντονίσει το συγκεκριμένο έλεγχο, ως μέλη. Σε περίπτωση κωλύματος μέλους, αυτό αναπληρώνεται από άλλον Προϊστάμενο Επιθεωρητή κατά σειρά αρχαιότητας στη θέση αυτή. Με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία και τη γραμματειακή υποστήριξη της επιτροπής αυτής.
Σε περίπτωση μη έγκρισης της έκθεσης επιθεώρησης -ελέγχου από την ως άνω επιτροπή λόγω πλημμελούς τεκμηρίωσης, αυτή αναπέμπεται από τον πρόεδρο της επιτροπής στους αρμόδιους επιθεωρητές – ελεγκτές και βοηθούς επιθεωρητές – ελεγκτές για την πληρέστερη τεκμηρίωση της εντός συγκεκριμένης κατά περίπτωση προθεσμίας. Μετά την έγκριση της η έκθεση επιθεώρησης – ελέγχου γνωστοποιείται από τον Ειδικό Γραμματέα του Σώματος στους καθ` ύλην αρμόδιους Υπουργούς, στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και τις Υπηρεσίες που έγινε η επιθεώρηση, ο έλεγχος ή η έρευνα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007.
β.ί. Αν κατά την κρίση του Επιθεωρητή Ελεγκτή ή Βοηθού Επιθεωρητή Ελεγκτή διαπιστώνονται παραβάσεις, που συνιστούν ποινικό ή πειθαρχικό αδίκημα, αυτές κα ταχωρούνται σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης με πρόταση για την άσκηση ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης.
ίί. Προκειμένου για διαπίστωση πειθαρχικών παραβάσεων ακολουθείται η διαδικασία της παραγράφου 4 περ. β`του παρόντος άρθρου.
γ.ί. Εάν, σύμφωνα με το περιεχόμενο του ειδικού κεφαλαίου της ανωτέρω έκθεσης ανακύπτουν ποινικές ευθύνες, αντίγραφο αυτής με τα σχετικά στοιχεία κοινοποιεί ται, από τον Ειδικό Γραμματέα, στον ασκούντα την εποπτεία στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. Εισαγγελέα Εφετών, κατά την πρόβλεψη του άρθρου 7 του παρόντος νόμου.
ίί. Ο εποπτεύων Εισαγγελέας Εφετών διαβιβάζει το φάκελο στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Σε εξαιρετικές ή επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να παραγγέλει στους Επιθεωρητές Ελεγκτές και στους Βοηθούς Επιθεωρητές Ελεγκτές του Σ.E.Δ.Δ., οι οποίοι στην περίπτωση αυτή ενεργούν και ως ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι, τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Η σχετική παραγγελία, με περίληψη του θέματος κοινοποιείται και στον αρμόδιο, κατά τόπο, Εισαγγελέα Πλημ μελειοδικών. Στο πλαίσιο αυτό ο εποπτεύων Εισαγγελέας Εφετών μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή ή τη συμπλήρωση της προκαταρκτικής ή προανακριτικής έρευνας, από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας ή τις κατά τόπους ανακριτικές ή προανακριτικές ή Αστυνο μικές Αρχές. Επίσης, μπορεί να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 2713/ 1999 (ΦΕΚ 89 Α). Μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, η σχηματιζόμενη δικογραφία διαβιβάζεται στον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.
iii. Εάν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ύπαρξη ελλειμμάτων, αυτά καταλογίζονται με αιτιολογημένη απόφαση των Επιθεωρητών – Ελεγκτών ή Βοηθών Επιθεωρητών -Ελεγκτών, σε βάρος των υπευθύνων υπολόγων, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 56 του ν. 2362/1995 «περί δημοσίου λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (Α` 247). Οι Επιθεωρητές – Ελεγκτές και Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές μπορούν να θέτουν εκτός διαχειρίσεως οποιονδήποτε δημόσιο υπόλογο κατά τις προβλέψεις των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. στ` και 7 του ν.δ. 1264 της 16/25.4.1942 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί Οικονομικής Επιθεωρήσεως», εφαρμοζομένων αναλόγως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 άρθρου 47 Ν.3979/2011,ΦΕΚ Α 138/16.6.2011.
6. Οι υπηρεσίες υποχρεούνται, το βραδύτερο εντός διμήνου, από τη λήψη της έκθεσης, να αναφέρουν στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, τον Ειδικό Γραμματέα και τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν, προς συμμόρφωση με την έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου. Το αρμόδιο ή εποπτείίον Υπουργείο έχει την ευθύνη υλοποίησης των προτάσεων που περιέχονται στην έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου. Οι αρχές και τα όργανά των αρμόδιων Υπουργείων ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα, που είναι αποδέκτες των εκθέσεων, εφόσον από την επιθεώρηση ή τον έλεγχο προκύπτει ανάγκη λήψης μέτρων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του, όπως ανάγκη παρεμβάσεων με νομοθετικές ή άλλες κανονιστικές ρυθμίσεις, υποχρεούνται να πληροφορούν εντός διμήνου από τη λήψη της έκθεσης τον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και τον Ειδικό Γραμματέα του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. για τα μέτρα που έλαβαν ή προτίθενται να λάβουν.
7. Ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., όταν αναθέτει τη διενέργεια Ε.Δ. Ε. οφείλει να γνωστοποιεί τούτο με πε ρίληψη του θέματος στον αρμόδιο επιθεωρητή και στην υπηρεσία στην οποία υπηρετεί ή ανήκει οργανικά ο υπάλληλος.
Άρθρο 6
Προανακριτικές αρμοδιότητες του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και δικονομικές ρυθμίσεις
1. Οι Επιθεωρητές – Ελεγκτές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές – Ελεγκτές δύνανται, κατά τις ειδικότερες προβλέψεις του επόμενου άρθρου, να διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, για υποθέσεις για τις οποίες διενεργείται ή έχει διενεργηθεί επιθεώρηση – έλεγχος του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ή άλλων ελεγκτικών Σωμάτων.”
Στις προκαταρκτικές εξετάσεις ή προανακρίσεις που διενεργούνται από το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. μπορούν να εκτελούν χρέη β` ανακριτικού υπαλλήλου και διοικητικοί υπάλληλοι ΓΙΕ, ΤΕ ή ΔΕ, οι οποίοι υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ..
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρο 4 Ν.3613/2007,ΦΕΚ Α 263/23.11.2007 και με το άρθρο 15 παρ.1 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009.
2. α. Υποθέσεις οι οποίες αφορούν αδικήματα του άρθρου 2 παρ. 3 του παρόντος νόμου, τα οποία αποδίδονται σε υπαλλήλους τοίι άρθρου 13 α του Π.Κ. εκδικάζονται κατά προτίμηση.
β. Η προανάκριση στις υποθέσεις αυτές ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών, ενώ η κυρία ανάκριση το αργότε ρο εντός έξι (6) μηνών.
γ.ί. Στις κακουργηματικού χαρακτήρα υποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, μόλις πε ρατωθεί η ανάκριση, η δικογραφία υποβάλλεται από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών,ο οποίος εάν κρίνει ότι δεν συντρέχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατή ριο με απευθείας κλήση, εισάγει την υπόθεση, με πρότασή του, στο Συμβούλιο Εφετών, το οποίο αποφασίζει σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 309 έως και 315 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
ίί. Εάν ο Εισαγγελέας Εφετών κρίνει ότι προκύπτουν ενδείξεις και ότι η δικογραφία δεν πρέπει να επιστραφεί προς συμπλήρωση, εφόσον συμφωνεί και ο Πρόεδρος Εφετών, εισάγει την υπόθεση στο ακροατήριο με απευθείας κλήση ως προς όλους τους κατηγορουμένους και για τα συναφή πλημμελήματα.
δ. Προκειμένου για υποθέσεις, σε βαθμό πλημμελήμα τος, είτε μετά την περάτωση της προανάκρισης, είτε και χωρίς τη διενέργεια αυτής, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών εισάγει την υπόθεση στο ακροατήριο, με απευθείας κλήση στη συντομότερη δυνατή δικάσιμο.
3. Στις πόλεις Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης η ανάκριση για τα εγκλήματα του άρθρου 2 παρ. 3 του πα ρόντος νόμου διεξάγεται από ανακριτές στους οποίους ανατίθεται αποκλειστικά η ανάκριση μόνο αυτών των εγκλημάτων. Δεν αποτελεί λόγο υποχρεωτικής αναβολής, εκκρεμής πειθαρχική διαδικασία, η οποία είναι συναφής με τη δικαζόμεη υπόθεση.
4.α. Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών, όταν ασκεί ποινική δίωξη σε υποθέσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου οφείλει να γνωστοποιεί την ποινική δίωξη, με περίληψη του θέματος στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. και στην αρμόδια υπηρεσία στην οποία υπηρετεί ή ανήκει οργανικά ο υπάλληλος.
β. Οι Γραμματείς των δικαστηρίων ή δικαστικών συμ βουλίων, οφείλουν να διαβιβάζουν στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. στην υπηρεσία στην οποία ανήκει οργανικά ο υπάλληλος τα παραπεμπτικά ή απαλλακτικά βουλεύματα του πρώτου και του δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας, καθώς και τις πρωτοδίκες τελεσίδικες και αμετάκλητες καταδικαστικές ή απαλλακτικές αποφάσεις που αφορούν τις υποθέσεις αυτές.
Άρθρο 7
Δικαστική Εποπτεία
1. α. Ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών ασκεί την εποπτεία εφαρμογής του παρόντος νόμου για όσες ρυθμίσεις σχετίζονται με θέματα ποινικής ευθύνης υπαλλήλων.
β. Πέραν των αρμοδιοτήτων, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 5 παρ. 5 περ. γ` και των επόμενων παραγράφων, παρέχει τις αναγκαίες οδηγίες, σε κάθε περίπτωση που ζητείται η συνδρομή του από τον Προϊστάμενο του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. ή τους Επιθεωρητές Ελεγκτές, εφόσον κατά τη διενέργεια Επιθεώρησης, Ελέγχου ή έρευνας ανακύπτouv πoινικές ευθύνες.
2. Ο αρμόδιος, κατά τόπο, Εισαγγελέας Εφετών, ή ο κατά παραγγελίαν αυτού Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών ασκεί εποπτεία στις προκαταρκτικές έρευνες ή προανακρίσεις που διενεργούνται από τους Επιθεωρητές Ελε γκτές και τους Βοηθούς Επιθεωρητές Ελεγκτές του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ.. Ειδικότερα στην εποπτεία αυτή περιλαμβάνεται και το δικαίωμα να παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, να λαμβάνει γνώση των υποθέσεων, που έχουν ποινικό χαρακτήρα, να παρακολουθεί την πορεία τους, να παρέχει οδηγίες, να δίδει παραγγελίες σε άλλες προανακριτικές ή Αστυνομικές Αρχές του κράτους, να ζητεί από αυτές τη συνδρομή τους ή τη συμπλήρωση των ερευνών που κάνει το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., να παρίσταται κατά τη διενέργεια των ανακριτικών πράξεων και να ασκεί τα δικαιώματα του άρθρου 6 του Ν. 2713/ 1999 (ΦΕΚ 89 Α`).
3. Οι Εισαγγελείς Πρωτοδικών υποβάλλουν, ανά εξάμηνο, στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών, αναλυτική κατάσταση των εκκρεμών υποθέσεων της παραγράφου 2α` του προηγούμενου άρθρου. Από τις καταστάσεις αυτές πρέπει να προκύπτει η τήρηση των προθεσμιών της περίπτωσης β` της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Επίσης, μνημονεύονται σε αυτές τα ονοματεπώνυμα των κατηγορουμένων, οι υπηρεσίες στις οποίες υπηρετούν ή υπηρετούσαν, τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνται, το δικονομικό στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι σχετικές δικογραφίες, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία πληροφορία.
Άρθρο 8
Συντονιστικό `Οργανο Επιθεώρησης και Ελέγχου (Σ.Ο.Ε.Ε.)
1. Το συσταθέν με το άρθρο 8α`του Ν. 2477/1997 (ΦΕΚ 59 Α), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 14 του Ν. 2946/2001 (ΦΕΚ 224 Α), Συντονιστικό Ώργανο Επιθεώρησης και Ελέγχου (Σ.Ο.Ε.Ε.) έχει σκοπό την παρακολούθηση και το συντονισμό της Eπιθεώρησης και του Ελέγχου από το Σ. Ε. Ε.Δ.Δ. και από όλα τα ιδιαίτε ρα Σώματα Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.
2. Το Σ.Ο.Ε.Ε. προεδρεύεται από τον Γενικό Επιθεωρη τή Δημόσιας Διοίκησης και συμμετέχουν σε αυτό ο Ειδι κός Γραμματέας του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., ο οποίος αναπληρώνει και τον κωλυόμενο ή απουσιάζοντα Πρόεδρο και οι Γενι κοί Επιθεωρητές ή Προϊστάμενοι των λοιπών Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παρ. 2του άρθρου 1 του παρόντος νόμου με τους αναπληρωτές τους περιλαμβανομένων του Διευθυντή της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., του Προϊσταμένου του Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και των αναπληρωτών τους. ΤοΣ.Ο.Ε.Ε. συνεδριάζει τακτικά μία φορά, τουλάχιστον, το μήνα στην έδρα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και εκτάκτως, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου του. Στη συνεδρίασή του μετέχουν, επίσης, όποτε κρίνεται αναγκαίο από τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο Ειδικός Γραμματέας του Σ.Δ.Ο.Ε. ή ο Γενικός Διευθυντής Τελωνείων και Ειδικών Φόρων κατανάλω σης μαζί με τους αναπληρωτές τους.
3. Γραμματειακή υποστήριξη στο Σ.Ο.Ε.Ε. παρέχεται από τη Γραμματεία του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
4. Το Σ.Ο.Ε.Ε. υποβάλλει τον Απρίλιο κάθε έτους έκθεση στον Υπουργό Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, η οποία κοινοποιείται σε όλα τα Υπουργεία και τους φορείς που ελέγχθηκαν κατά το προηΥού μενο έτος. Στην έκθεση καταγράφονται οι επιθεωρήσεις και οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν από τα Σώματα Επιθεωρήσεων και Ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης, με τις γενικές και ειδικές παρατηρήσεις στα αντικείμενα της αρμοδιότητας κάθε Σώματος, και γίνεται ειδική μνεία των υποθέσεων για τις οποίες ζητήθηκε η κίνηση πειθαρχικής δίωξης ή παραπέμφθηκαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα.
Στην έκθεση καταγράφονται, επίσης, όλες οι ενέργειες του Σ.Ο.Ε.Ε. για το συντονισμό και την αποτελεσματικό τητα των εργασιών των Σωμάτων Επιθεώρησης και Ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, μπορεί να ρυθμίζονται θέματα λειτουργίας του Σ.Ο.Ε.Ε.
6. Το Σ.Ο.Ε.Ε. μπορεί να αποφασίζει τη διενέργεια κοινών επιθεωρήσεων, ελέγχων και ερευνών από μικτές ομά δες επιθεωρητών των Σωμάτων Επιθεώρησης που μετέ χουν σε αυτό. Τα μέλη των ομάδων προτείνονται από τους προϊσταμένους των Σωμάτων ή των υπηρεσιών, και η σχετική εντολή ελέγχου υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Σ.Ο.Ε.Ε.. Στις μικτές ομάδες επιθεώρησης ελέγχου μπορεί να συμμετέχουν και επιθεωρητές ή υπάλληλοι των υπηρεσιακών μονάδων επιθεώρησης των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 1 οι οποίοι προτείνονται από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας τους, ύστερα από σχετικό αίτημα του Προέδρου του Σ.Ο.Ε.Ε.
7. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών, Υγείας, Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζεται η οργάνωση και ο τρόπος λειτουργίας του Συντονιστικού Οργάνου Επιθεώρησης και Ελέγχου (Σ.Ο.Ε.Ε.).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 του άρθρου 80 του ν.4478/2017
Άρθρο 9
Μεταβατικές ρυθμίσεις
1. Οι υπηρετούντες, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου Επιθεωρητές Ελεγκτές και Βοηθοί Επιθεωρητές Ελεγκτές εξακολουθούν να ασκούν καθήκοντα, μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επανάκρισής τους, κατά την πρόβλεψη της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.
2. Κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί, κατ` εξουσιοδότηση των νόμων 2477/1997 (ΦΕΚ 59 Α), 2738/1999 (ΦΕΚ 180Α) και 2839/2000 (ΦΕΚ 196Α) εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση των αντιστοίχων, που προβλέ πονται από τις σχετικές εξουσιοδοτικές διατάξεις του πα ρόντος νόμου.
3. Η παρ. 6του άρθρου 5του Ν. 2738/1999 (ΦΕΚ 180ΑΊ 9.9.1999), όπως προστέθηκε με την παρ. 5του άρθρου 20 του Ν. 3051/2002 (ΦΕΚ 220 Α`/20.9.2002) αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Κατά τη διεξαγωγή των Συλλογικών Διαπραγματεύ σεωντου έτους 2002 η κατά την παράγραφο 1 καταληκτι κή προθεσμία των διαπραγματεύσεων και της διαδικασίας μεσολάβησης ορίζεται αντί της 1Οης Σεπτεμβρίου η 29η Νοεμβρίου 2002.»
Άρθρο 10
Καταργούμενες διατάξεις
1. Οι διατάξεις του Ν. 2477/1997 (ΦΕΚ59Α), κατά το μέρος που αναφέρονται στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (Κεφάλαιο Β), με εξαίρεση τα άρθρα 6 παρ. 1 για τη σύσταση του Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., και 8α για τη σύσταση του Σ.Ο.Ε.Ε., το άρθρο 1 του Ν. 2839/2000 (ΦΕΚ 196 Α), με εξαίρεση την παράγραφο 2 για τη σύσταση θέ σης μετακλητού Ειδικού Γραμματέα και το άρθρο 14 παρ. 4 του Ν. 2946/2001 (ΦΕΚ 224 Α), με εξαίρεση την περί πτωση α`της ίδιας παραγράφου, που σχετίζεται με τη σύσταση του Σ.Ο.Ε.Ε. καταργούνται
2. Ομοίως καταργείται κάθε διάταξη νόμου αντίθετη προς τις ρυθμίσεις του παρόντος.
Άρθρο 11
1. Σε αλλοδαπό, που έχει λάβει ειδική θεώρηση εισόδου, επιτρέπεται η χορήγηση άδειας διαμονής στην περιοχή του Αγίου Όρους, για σπουδή ή γνωριμία του Αγιορείτικου μοναχικού βίου, ύστερα από αίτησή του προς μία από τις είκοσι (20) Ιερές Μονές του Αγίου Όρους και εισήγηση της Ιεράς Κοινότητας. Η άδεια εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, εφόσον η φιλοξενούσα Ιερά Μονή βεβαιώνει ότι αναλαμβάνει να του παρέχει κατάλυμα, τροφή και λοιπά έξοδα διαβίωσης και να τον ασφαλίσει για την κάλυψη των εξόδων νοσηλείας, ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης.
Η άδεια έχει ισχύ ένα (1) έτος και μπορεί να ανανεώνεται για ίσο χρονικό διάστημα.
Η φιλοξενούσα Ιερά Μονή διαβιβάζει στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης την εισήγηση της Ιεράς Κοινότητας με την παραπάνω αίτηση του ενδιαφερομένου, η οποία πρέπει να συνοδεύεσαι και από τα εξής δικαιολογητικά:
α. Πιστοποιητικό υγείας, που εκδίδεται από ημεδαπά κρατικά νοσηλευτικά ιδρύματα ή κέντρα υγείας ή θερα πευτήρια και ιατρεία του Ι.Κ.Α., ότι ο αλλοδαπός δεν πά σχει από νόσημα, το οποίο σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα και την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (Π.Ο.Υ.) μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Τα έξοδα βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό.
β. Πιστοποιητικό Ποινικού Μητρώου.
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 37 του Ν. 2910/2001 (ΦΕΚ 91 Αι, όπως προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 20 του Ν. 3013/2002 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέ ρειας επιτρέπεται να χορηγείται άδεια παραμονής διάρ κειας μέχρι πέντε (5) ετών σε αλλοδαπούς, γονείς ημεδαπών ή γονείς ημεδαπών που απέκτησαν την ελληνική ιθα γένεια με προϋπόθεση την ιδιότητά τους ως ομογενών. Η άδεια αυτή ανανεώνεται κάθε φορά με τη λήξη της για χρονικό διάστημα μέχρι πέντε (5) έτη και επέχει θέση άδειας εργασίας.»
3. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 33 του Ν. 2910/ 2001, όπως προστέθηκε με το άρθρο 19 παρ. 5β του Ν. 3013/2002, προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 που έχουν ως εξής:
«4. Ως μέλη οικογένειας `Ελληνα ή πολίτη Ευρωπαϊκής `Ενωσης νοούνται:
α. ο/η σύζυγος,
β. τα κάτω του 210υ έτους τέκνα τους,
γ. οι γονείς του/της συζύγου εφόσον εξακριβωμένα συ νοικούν με αυτούς.
5. Οι κατά τα ανωτέρω αλλοδαποί μπορούν να αποκτήσουν αυτοτελή άδεια διαμονής για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο Ν. 2910/2001, εφόσον συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:
α. εφόσον υπερβούν το όριο ηλικίας της περίπτωσης β` της προηγούμενης παραγράφου,
β. ο `Ελληνας ή ο πολίτης Ευρωπαϊκής `Ενωσης ασκεί βία στα πρόσωπα αυτά,
γ. εκδοθεί απόφαση διαζυγίου.»
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 32 του Ν. 2910/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η διάρκεια της αυτοτελούς άδειας παραμονής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος και μπορεί να ανανεωθεί για ένα συν ένα έτος, και σε κάθε περίπτωση έως και τη συμπλήρωση του 21 ου έτους της ηλικίας τους. Περαιτέρω ανανέωση της επιτρέπεται σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση που η ανωτέρω άδεια ανανεωθεί για σπουδές ο αλλοδαπός μπορεί μετά το πέρας των σπουδών του να την ανανεώσει σύ μφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου. Εάν η άδεια διαμονής δεν ανανεωθεί μετά την πάροδο έξι μηνών, ο αλλοδαπός υποχρεούται να εγκαταλείψει το ελληνικό έδαφος.»
Άρθρο 12
Θέματα εισόδου και παραμονής αλλοδαπών στην Ελληνική Επικράτεια
1.α. Οπου στις διατάξεις του Π.Δ. 410/1995 (ΦΕΚ 231 Α ) προβλέπεται απευθείας ανάθεση έργων από τη δημαρχιακή επιτροπή ή το κοινοτικό συμβούλιο, αυτή διενεργείται μετά από δημοσίευση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδια φέροντος σε μία ημερήσια ή εβδομαδιαία εφημερίδα του νομού, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του Ν .Δ. 1263/1972 όπως ισχύει και του άρθρου 2 του Ν. 4286/1963 όπως ισχύει και περιλαμβάνεται στην απόφα ση και κατάσταση, αντίστοιχα, που εκδίδει το Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Ν.Δ. 1263/1972, όπως αυτό ισχύει, και του άρθρου 13παρ. 4του Ν. 2328/ 1995, όπως αυτό ισχύει, πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη λήψη της σχετικής απόφασης. Η ανωτέρω πρόσκληση περι λαμβάνει τον τίτλο του έργου, τον προϋπολογισμό του και τους δικαιούμενους να εκδηλώσουν ενδιαφέρον εργολή πτες. Από την παρούσα ρύθμιση εξαιρούνται τα έργα που αφορούν επισκευές κτιρίων, οδικών δικτύων και δικτύων ύδρευσης αποχέτευσης από βλάβες που προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές.
β. Τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 268 του Π.Δ. 410/1995 και τα όρια των 200.000.000, 800.000.000, 1.300.000.000, 800.000.000, 1.300.000.000, 200.000.000, 1.300.000.000 και 1.300.000.000 δραχμών αυ ξάνονται σε 1.500.000, 6.000.000, 12.000.000,6.000.000, 12.000.000, 1.500.000,9.400.000 και 9.400.000 ευρώ, αντίστοιχα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε Η παρ.1 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 άρθρ.22 Ν.3274/2004, ΦΕΚ Α 195/19.10.2004
2. Τροποποιείται η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του Ν.1832/1989 (ΦΕΚ54 Α) ως προς το ποσό των τριακοσίων εκατομμυρίων (300.000.000) δραχμών, το οποίο αυξάνεται σε τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ.
3.α. Υπόχρεοι οι οποίοι μέχρι την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού δεν έχουν υποβάλει δήλωση ή έχουν υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση για την καταβολή του τέλους διαμονής παρεπιδημούντων, του φόρου του άρθρου 60 του Ν. 2214/1994 (ΦΕΚ 75 Α) και του τέλους των ακαθάριστων εσόδων κέντρων διασκέδασης, εστιατο ρίων κ.λπ. υπέρ δήμων και κοινοτήτων μπορούν να την υποβάλουν στον οικείο δήμο ή κοινότητα μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού με αρχική ή συμπληρωματική δήλωση, προσκομίζοντας αντίγραφο ετήσιου εκκαθαριστικού σημειώματος του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) χωρίς την επιβολή σε βάρος τους προστίμου ή οποιασδήποτε άλλης κύρωσης.
β. Φορολογικές διαφορές μεταξύ δήμων και κοινοτήτων και φορολογουμένων ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο στην οποία αφορούν, για τις οποίες ασκήθηκαν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων προσφυγές, οι οποίες εκ κρεμούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μπορεί να περαιωθούν με ρύθμιση της κύριας οφειλής από τις αρ μόδιες υπηρεσίες των δήμων και κοινοτήτων χωρίς την κα ταβολή προστίμου και προσαυξήσεων που έχουν βεβαιωθεί ή μη. Η ρύθμιση γίνεται ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων που υποβάλλεται στον οικείο δήμο ή κοινότητα εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
γ. Το τέλος που οφείλεται με βάση τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων, καταβάλλεται σε είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατόν πενήντα (150) ευρώ. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης και οι λοιπές μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων αντίστοιχων μηνών. Αν ολόκληρο το ποσό της οφειλής πληρωθεί μέσα σε προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, ο οφειλέτης δικαιούται έκπτωση δέκα τοις εκατό (10%).
δ. Οι οφειλές του τέλους επί των ακαθάριστων εσόδων εστιατορίων, κέντρων διασκέδασης κ.λπ. υπέρ δήμων και κοινοτήτων που έχουν βεβαιωθεί ή μη μέχρι 31.12.1997 στις αρμόδιες οικονομικές εφορίες ή τα αρμόδια δημοτικά ταμεία ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε είκοσι τέσ σερις (24) μηνιαίες δόσεις μειωμένου του κεφαλαίου κα τά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) χωρίς πρόστιμα και προσαυξήσεις. Οφειλές από το τέλος των ακαθάριστων εσόδων ή το τέλος παρεπιδημούντων ή το φόρο του άρθρου 60 του Ν. 2214/1994 (ΦΕΚ 75 Α) που έχουν δημιουργηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν μετά από την έναρξη ισχύος του άρθρου 20 του Ν. 2539/1997 (1.1.1998) καταβάλλονται σε είκοσι τέσσερις (24) μηνιαί ες δόσεις χωρίς πρόστιμα και προσαυξήσεις εκπρόθε σμης καταβολής.
Σχετικό: την παρ.5 άρθρ.9 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005
ε. Επίσης, με αίτηση των ενδιαφερομένων ρυθμίζονται οφειλές από δημοτικά ή κοινοτικά τέλη, φόρους και εισφορές, καθώς και πρόστιμα του Κώδικα Οδικής Κυκλο φορίας, που έχουν βεβαιωθεί μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού στις αρμόδιες οικονομικές εφορίες ή τα δημοτικά ταμεία, σε είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις χωρίς την καταβολή του προστίμου και προσαυξήσεις εκ πρόθεσμηςκαταβολής.
Σχετικό:ΥΠΟΙΚ 1020101/1367/Φ.ΟΤΑ/0016/18.3.2003
Σχετικό:την παρ.2α άρθρου 63 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009
4. Πρόστιμα του άρθρου 5 του Ν. 2323/1995 (ΦΕΚ 145 Α), καθώς και οφειλές από τέλη χρήσης κοινόχρηστων χώρων του άρθρου 3 του Ν. 1080/1980 (ΦΕΚ 246 Α), τα οποία έχουν βεβαιωθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μπορεί να ρυθμιστούν και να καταβληθούν, σε είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις, μειωμένα σε ποσοστό 70% και χωρίς προσαυξήσεις εκπρόθεσμου καταβολής, ύστερα από απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
Σχετικό:.ΥΠΟΙΚ 1020101/1367/Φ.ΟΤΑ/0016/18.3.2003
Σχετικό: την παρ.5 άρθρ.9 Ν.3345/2005,ΦΕΚ Α 138/16.6.2005
Σχετικό: άρθρο 26 Ν.3649/2008,ΦΕΚ Α 39/3.3.2008
Σχετικό: παρ.2α άρθρου 63 Ν.3801/2009,ΦΕΚ Α 163/4.9.2009
5.α. Το ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 2880/2001 (ΦΕΚ 9 Α) αυξάνεται σε τριάντα πέντε τοις εκατό (35%).
Σχετικό:το άρθρο 33 Ν.3731/2008,ΦΕΚ Α 263/23.12.2008
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών κατανέμεται στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του Εθνικού Τυπογραφείου και του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης το προϊόν της αυξήσεως της περίπτωσης α` της παραγράφου αυτής.
γ. Η παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 2880/2001 εφαρμόζεται και για τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της περ. β` της παραγράφου αυτής.
δ. Οι ανωτέρω αμοιβές, καθώς και οι αμοιβές που χορηγούνται με τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 2880/2001, υπόκεινται στις κρατήσεις του κινήτρου απόδοσης του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α).
ε. Οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στους προϋπολογισμούς των φορέων της περ. β` της παραγράφου αυτής και τακτοποιούνται απολογιστικούς από τα έσοδα της περ. α` της παραγράφου αυτής.
6. Στο άρθρο 56 του Ν.2218/1994 (ΦΕΚ 90 Α) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Η πρόσληψη του πρόσθετου προσωπικού που απαιτείται για την εκτέλεση προγραμμάτων της Ευρωπαικής `Ενωσης ή για την επίβλεψη και υλοποίηση προγραμμάτων που αναθέτουν στο Ταμείο τα Υπουργεία, η Περιφέρεια, οι Ο. Τ.Α, α` και β` βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ. ή έργων που χρηματοδούνται ή επιδοτούνται από διεθνείς οργανι σμούς ή προγραμμάτων τεχνικής βοήθειας ή για την εκπλήρωση υποχρεώσεων από συμβάσεις με διεθνείς οργανισμούς, εξαιρείται από την έγκριση της Τριμελούς εξ Υπουργών Επιτροπής.
Το προσωπικό αυτό προσλαμβάνεται με σύμβαση μίσθωσης έργου, που υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Περιφερειακού Ταμείου Aνάmυξης, μετά από σχετική έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου. Οι συμβάσεις του προσωπικού αυτού λήγουν αυτοδίκαια με τη λήξη του χρόνου εκτέλεσης του προγράμματος ή ολοκλήρωσης του έργου, αποκλειόμενης, σε κάθε περίπτωση, της αναγνώρισής τους ως συμβάσεων αορίστου χρόνου.
7. Στις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 38 του Ν. 2362/1995 (ΦΕΚ95 Α) «Περί δημοσίου λογιστικού ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις», μετά από τη φράση «στο όνομα μόνιμων δημοσίων υπαλλήλων» προστίθεται και «υπαλλήλων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων».
8.α. Η παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 2790/2000 (ΦΕΚ 24 Α) «Για την αποκατάσταση των παλιννοστούντων ρμογε νών από την τέως Σοβιετική `Ενωση και άλλες διατάξεις» που αναφέρεται στη σύσταση, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, στην έδρα των νομών, Ειδικών Συντονιστικών Οργάνων, για τον τοπικό συντονισμό της εφαρμογής των διατάξεων του ανωτέρω νόμου, καταργείται
Η ανωτέρω αρμοδιότητα των Ειδικών Συντονιστικών Οργάνων,ασκείται πλέον από τις Περιφέρειες.
β. Η Γενική Γραμματεία Παλιννοστούντων Ομογενών, που συστήθηκε μετο άρθρο ένατο του Ν. 1893/1990 (ΦΕΚ 106 Α) «Κύρωση Συμφωνίας, Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας με Η.Π.Α.», καταργείται
Άρθρο 13
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4 του Ν. 2945/2001 (ΦΕΚ 223 Α) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να ανατίθε ται στον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) το έργο της εξατομίκευσης των ζημιών που καλύ mει το Υπουργείο Γεωργίας στη φυτική, ζωική και αλιευτική παραγωγή από αίτια μη Kαλυπτόμενα από τον ΕΛ.Γ.Α., καθώς και στο φυτικό, ζωικό, αλιευτικό, πάγιο και έγγειο κε φάλαιο. Επίσης, με την ίδια απόφαση μπορεί να ανατίθεται στον ΕΛ.Γ.Α., η καταβολή ενισχύσεων ή αποζημιώσεων στους δικαιούχους με μεταφορά πόρων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή με δανεισμό εκ μέρους του ΕΛ.ΓΑ. με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2322/1995 (ΦΕΚ 143 Α) και την υποχρέωση του Δημοσίου για την αποπληρωμή του δανείου.»
Άρθρο 14
`Εναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρότος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 4 Δεκεμβρίου 2002
ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ EΣΩTEPΙΚΩN, ΔΗΜΟΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ
ΠΕΡΙΒΑΜΟΝΤΟΣ. ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Β.ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Δ.ΡΕΠΠΑΣ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑΣ
Κ. ΣΤΕΦΑΝΗΣ Γ. ΔΡΥΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ ΧΡ. ΒΕΡΕΛΗΣ
ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ Γ. ΑΝΩΜΕΡΙΤΗΣ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ
Γ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 4 Δεκεμβρίου 2002
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Φ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ