ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2844 ΦΕΚ Α΄220 / 12.10.2000
Συμβάσεις επί κινητών ή απαιτήσεων υποκείμενες σε δημοσιότητα και άλλες συμβάσεις παροχής ασφάλειας.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Ενέχυρο σε κινητά χωρίς παράδοση
Άρθρο 1
Σύσταση
1. Ενέχυρο σε κινητό πράγμα συνιστάται και χωρίς παράδοση της κατοχής του με έγγραφη συμφωνία κυρίου (ενεχυραστή) και δανειστή και με δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 3, αν δανειστής και οφειλέτης είναι επιχειρήσεις ή επαγγελματίες και η ασφάλεια παρέχεται για τις ανάγκες της επιχείρησης ή του επαγγέλματος του οφειλέτη.
2. Στη συμφωνία πρέπει να προσδιορίζεται η ασφαλιζόμενη απαίτηση και το ποσό έως το οποίο αυτή ασφαλίζεται, να περιγράφεται το ενεχυραζόμενο πράγμα και να αναφέρεται ο τόπος όπου αυτό θα βρίσκεται, καθώς και η διεύθυνση της κατοικίας ή της έδρας του ενεχυραστή. Αν πρόκειται για μετακινούμενο κατά τον προορισμό του πράγμα, αντί του τόπου αναφέρεται το είδος της χρήσης του. Η ενεχύραση ιδανικού μέρους του πράγματος, που δεν αποτελεί την πλειοψηφία των μερίδων, είναι άκυρη χωρίς έγγραφη και δημοσιευόμενη σύμφωνα με το άρθρο 3 συναίνεση της πλειοψηφίας των συγκυρίων για τον τόπο όπου θα βρίσκεται το πράγμα ή, στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, για το είδος της χρήσης.
Άρθρο 2
Αντικείμενο
1. Σε ενεχύραση χωρίς παράδοση υπόκεινται κινητά πράγματα εκτός από χρήματα, αξιόγραφα, αντικείμενα οικοσκευής και κινητά δεκτικά αυτοτελώς υποθήκης. Στην ενεχύραση αυτή υπόκεινται και μελλοντικά πράγματα, εφόσον προσδιορίζονται ή είναι προσδιορίσιμα, ιδίως μελλοντικοί καρποί πράγματος, οπότε η ενεχύραση αποκτά ενέργεια με τη γέννηση του πράγματος.
2. Σε περίπτωση ένωσης, ανάμιξης, επεξεργασίας ή μετάπλασης του κινητού πράγματος το ενέχυρο διατηρείται, εκτός αν τα έως τότε εμπράγματα δικαιώματα στο πράγμα αποσβήνονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 1057 έως 1061 του Αστικού Κώδικα. Το ενέχυρο επίσης διατηρείται, αν στην ένωση, ανάμιξη, επεξεργασία ή μετάπλαση προβαίνει ο ενεχυραστής, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά. Αν από την ένωση ή την ανάμιξη δημιουργείται συγκυριότητα, το ενέχυρο βαρύνει το αντίστοιχο ιδανικό μέρος του νέου πράγματος. Αν τα πράγματα που ενώνονται ή αναμιγνύονται έχουν ενεχυρασθεί σε περισσότερους δανειστές, το ενέχυρο κάθε δανειστή στο νέο πράγμα, είτε αυτό ανήκει σε ένα είτε σε περισσότερα πρόσωπα, εκτείνεται μόνο στο μέρος του νέου πράγματος που αναλογεί στην αξία την οποία είχε το ενεχυρασμένο στον δανειστή αυτόν πράγμα κατά το χρόνο της ένωσης ή της ανάμιξης. Τα κατά το προηγούμενο εδάφιο δικαιώματα ενεχύρου έπονται του δικαιώματος από τυχόν προγενέστερη δημοσιευμένη συμφωνία με έναν από τους δανειστές για σύσταση ενεχύρου επί του μελλοντικού πράγματος.
3. Η ενεχύραση χωρίς παράδοση μπορεί να έχει αντικείμενο και ομάδα πραγμάτων, ιδίως εμπορευμάτων ή ποσοστό της ομάδας, Η ενεχυραζόμενη ομάδα πραγμάτων προσδιορίζεται κατά ποσότητα ή κατά το χώρο όπου η ομάδα βρίσκεται ή με άλλο πρόσφορο τρόπο, επί δε ετεροειδών πραγμάτων και κατά κατηγορίες, χωρίς εξατομίκευση των επί μέρους πραγμάτων. Στην ενεχύραση αυτή εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 16 έως 18, εφόσον συντρέχουν οι εκεί όροι.
4. Αν βαρύνονται με ενέχυρο περισσότερα πράγματα, προσδιοριζόμενα είτε ατομικά είτε ως ομάδα, ο ενεχυραστής, σε περίπτωση μερικής απόσβεσης της ασφαλιζόμενης απαίτησης ή σημαντικής δυσαναλογίας από άλλο λόγο ως προς την αξία μεταξύ απαίτησης και ενεχυρασμένων πραγμάτων, δικαιούται να ζητήσει τον περιορισμό του ενεχύρου σε τόσα μόνο πράγματα όσων η αξία ασφαλίζει επαρκώς την απαίτηση. Αν ο δανειστής αρνηθεί τον περιορισμό, αποφασίζει το μονομελές πρωτοδικείο του τόπου όπου έγινε η δημοσίευση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 740, 741, 743 έως 759, 773 έως 779 και 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου δεν επιτρέπονται ένδικα μέσα πλην της τριτανακοπής.
Άρθρο 3
Δημοσίευση
1. Η δημοσίευση γίνεται, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, με κατάθεση εντύπου που περιέχει περιληπτικά τα στοιχεία του άρθρου 1 και υπογράφεται από τα μέρη και, στην περίπτωση του τρίτου εδαφίου της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 1, από τους συγκυρίους. Το γνήσιο της υπογραφής θεωρείται από τον ενεχυροφύλακα, εκτός αν είναι ήδη θεωρημένο από αστυνομική ή άλλη δημόσια αρχή ή από συμβολαιογράφο. Η κατάθεση γίνεται στο ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του ενεχυραστή ή, αν ο ενεχυραστής δεν έχει κατοικία ή έδρα στην ελληνική επικράτεια, στο Ενεχυροφυλακειο Αθηνών. Η μορφή του εντύπου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
2. Ο ενεχυροφύλακας συντάσσει και υπογράφει πάνω στο έντυπο της προηγούμενης παραγράφου πράξη κατάθεσης, που αριθμείται κατά χρονολογική σειρά. Τα έντυπα καταχωρίζονται αλφαβητικά σε ευρετήριο με βάση το όνομα του ενεχυραστή και, βιβλιοδετούμενα, αποτελούν το δημόσιο βιβλίο του παρόντος νόμου. Τα παραπάνω στοιχεία μπορεί να τηρούνται και ηλεκτρονικά, με την προσήκουσα προσαρμογή τους σε αυτή τη μορφή τήρησης.
3. Η δημοσίευση, προκειμένου περί κινητών μη δεκτικών αυτοτελώς υποθήκης, για τα οποία τηρούνται νηολόγια ή βιβλία φορτηγίδων ή λεμβολόγια ή βιβλία εγγραφής μικρών σκαφών (ΒΕΜΣ), γίνεται στα βιβλία αυτά.
Άρθρο 4
Διάρκεια ενεχύρου
1. Μετά δεκαετία από την καταχώριση επέρχεται απόσβεση του ενεχύρου, εκτός αν ο δανειστής ζητήσει, με έγγραφο που υποβάλλεται στον ενεχυροφύλακα και κοινοποιείται στον ενεχυραστή τρεις τουλάχιστον μήνες πριν από τη συμπλήρωση της δεκαετίας, την καταχώριση δήλωσή0ς του στο βιβλίο για παράταση του ενεχύρου. Η παράταση επέρχεται με την καταχώριση που γίνεται αμέσως μετά την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας της επόμενης παραγράφου. Κάθε παράταση ισχύει επίσης για μια δεκαετία, εκτός αν ο δανειστής δηλώσει παράταση για μικρότερο χρονικό διάστημα και τούτο σημειωθεί στο βιβλίο.
2. Η δήλωση παράτασης δεν ισχύει αν ο ενεχυραστής ή ο οφειλέτης ή τρίτος που έχει έννομο συμφέρον προσκομίσει στον ενεχυροφύλακα, ένα μήνα πριν από τη συμπλήρωση της διάρκειας του ενεχύρου, έγγραφη εξοφλητική απόδειξη του δανειστή ή τελεσίδικη δικαστική απόφαση για την απόσβεση ή την ανυπαρξία της ασφαλιζόμενης απαίτησης.
Άρθρο 5
Μεταβολές
1. Για την τροποποίηση της ενεχυρικής συμφωνίας απαιτείται να τηρηθούν οι διατάξεις του άρθρου 1 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3.
2. Με κοινή αίτηση των μερών καταχωρίζονται σημειώσεις σχετικές με τη συμπλήρωση ελλείψεων, τη διόρθωση λαθών, την αλλαγή κατοικίας ή έδρας των μερών, την αλλαγή του τόπου όπου βρίσκεται το πράγμα ή, στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 1, του είδους της χρήσης του, τη μεταβολή του ασφαλιζόμενου ποσού, την εκχώρηση ή ενεχύραση της ασφαλιζόμενης απαίτησης, τυχόν εκποίηση του ενεχυρασμένου πράγματος, καθώς και κάθε άλλη ουσιώδη μεταβολή. Την αίτηση για καταχώριση μπορεί να υποβάλει και το ένα από τα μέρη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον, εφόσον ο αιτών αποδεικνύει εγγράφως την καταχωριστέα μεταβολή.
Άρθρο 6
Προτεραιότητα
1. Αν στο ίδιο πράγμα έχουν συσταθεί περισσότερα ενέχυρα, η μεταξύ τους προτεραιότητα καθορίζεται από το χρόνο δημοσίευσης. Ενέχυρα με ίδια ημέρα δημοσίευσης έχουν την ίδια τάξη και οι δανειστές ικανοποιούνται συμμέτρως. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων ισχύουν και αν συντρέξει ενέχυρο και υποθήκη. Το νόμιμο ενέχυρο έπεται.
2. Με έγγραφη συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ενεχυρούχων δανειστών, υποκείμενη στη δημοσίευση του άρθρου 3, μπορεί να μεταβληθεί η μεταξύ τους προτεραιότητα. Είναι δυνατή και η συμφωνία ενεχυραστή και ενεχυρούχου δανειστή, υποκείμενη επίσης στη δημοσίευση του άρθρου 3, ότι θα έχει προτεραιότητα για ορισμένο ποσό άλλο ενέχυρο που δεν έχει ακόμη συσταθεί. `Αλλοι ενεχυρούχοι δανειστές δεν βλάπτονται από τις συμφωνίες αυτές.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Αστικού Κώδικα για την καλόπιστη κτήση ενεχύρου από μη κύριο, ενέχυρο που είχε συσταθεί ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα που είχε αποκτηθεί πριν από την κατά τις διατάξεις του παρόντος δημοσίευση ενεχύρασης προηγείται.
4. Σε περίπτωση διάθεσης του ενεχυρασμένου πράγματος προς τρίτον, μεταγενέστερης της δημοσίευσης ενεχύρασης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, το ενέχυρο διατηρείται, εκτός αν ο τρίτος αγνοούσε ανυπαίτια κατά την παράδοση της νομής την ύπαρξη του ενεχύρου. Αν τα ενεχυρασμένα πράγματα είναι εμπορεύματα προορισμένα για μεταβίβαση στο πλαίσιο των συνηθισμένων συναλλαγών του ενεχυραστή, ο τρίτος τα αποκτά ελεύθερα από το ενέχυρο.
Άρθρο 7
Ιδιαίτερες υποχρεώσεις του ενεχυραστή
1. Ο ενεχυραστής υποχρεούται να ανέχεται έλεγχο του δανειστή για την ύπαρξη και την κατάσταση του πράγματος τακτικά κάθε εξάμηνο, καθώς και όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Ο έλεγχος διενεργείται από δικαστικό επιμελητή, οριζόμενο από τον δανειστή. Ο δικαστικός επιμελητής, που μπορεί να προσλάβει και εκτιμητή με συναίνεση του δανειστή, συντάσσει σχετική έκθεση.
2. Με την επιφύλαξη διαφορετικής συμφωνίας, ο ενεχυραστής υποχρεούται να μην μεταβιβάζει την κυριότητα του πράγματος και να μην παραδίδει για οποιαδήποτε αιτία την κατοχή του σε τρίτον ούτε να το μεταφέρει σε άλλον τόπο ή, στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 1, να μεταβάλλει το είδος της χρήσης του, χωρίς τη συναίνεση του δανειστή. Αν η άρνηση του δανειστή να συναινέσει είναι αδικαιολόγητη, ύστερα από αίτηση του ενεχυραστή, τη σχετική άδεια παρέχει το μονομελές πρωτοδικείο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 2.
3. Σε περίπτωση ουσιώδους παράβασης των υποχρεώσεων των προηγούμενων παραγράφων από τον ενεχυραστή, ο δανειστής δικαιούται να καταστήσει το χρέος ληξιπρόθεσμο και απαιτητό με δήλωση του προς τον ενεχυραστή.
4. Κάθε από δόλο παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 399 του Ποινικού Κώδικα.
Άρθρο 8
Συμπληρωματική και ανάλογη εφαρμογή
1. Οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για το ενέχυρο και του πρώτου εδαφίου του άρθρου 537 του Εμπορικού Νόμου εφαρμόζονται συμπληρωματικά, εφόσον συμβιβάζονται με τη φύση του ενεχύρου χωρίς παράδοση. Η καλή πίστη για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1215 του Αστικού Κώδικα κρίνεται κατά το χρόνο σύναψης της ενεχυρικής συμφωνίας.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 1284, 1290, 1294 έως 1299, 1314 έως 1316 εδάφιο πρώτο, 1324, 1327 έως 1329, 1331, 1332, 1334, 1335 και 1339 έως 1341 του Αστικού Κώδικα και του πρώτου εδαφίου του άρθρου 539 του Εμπορικού Νόμου εφαρμόζονται αναλόγως. Η συναίνεση του άρθρου 1324 του Αστικού Κώδικα μπορεί να δοθεί και με ιδιωτικό έγγραφο. Η εξάλειψη του ενεχύρου γίνεται με πράξη πάνω στο κατατεθειμένο έντυπο του άρθρου 3, σημειώνεται στο ευρετήριο, χρονολογείται και υπογράφεται από τον ενεχυροφύλακα.
3. Σε περίπτωση συμφωνίας για επέκταση του ενεχύρου στην απαίτηση του ενεχυριστή για το αντάλλαγμα από εκποίηση του ενεχυράσματος, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 11 έως 14.
4. Ο πλειστηριασμός του πράγματος γίνεται ύστερα από αναγκαστική κατάσχεση. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την αναγκαστική εκτέλεση σε κινητά του Ν.Δ. από 17.7/13.8.1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών», που εφαρμόζονται και στο ενέχυρο του παρόντος κεφαλαίου, κατάσχεση επιβάλλεται, αν δεν υπάρχει εκτελεστός τίτλος, με άδεια του μονομελούς πρωτοδικείου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 4.
5. Σε περίπτωση πλειστηριασμού πραγμάτων ενεχυρασμένων κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η περίληψη της κατασχετήριας έκθεσης και η ειδοποίηση για τον πλειστηριασμό κοινοποιούνται και στον ενεχυρούχο δανειστή μέσα στην προθεσμία που τάσσεται για τον οφειλέτη. Η παράλειψη επιφέρει ακυρότητα του πλειστηριασμού.
Άρθρο 9
Ενέχυρο με κοινή κατοχή
1. Ενέχυρο συνιστάται και όταν, αντί για την παράδοση του πράγματος στον δανειστή, τούτο τίθεται σε κοινή κατοχή αυτού και του ενεχυραστή, κατά τρόπο ώστε κανένας από τους δύο να μην μπορεί να επιληφθεί του πράγματος χωρίς τη σύμπραξη του άλλου.
2. Το ενέχυρο της προηγούμενης παραγράφου διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 1209 έως 1243 του Αστικού Κώδικα, εφόσον αυτές συμβιβάζονται με τη φύση του ενεχύρου σε κοινή κατοχή, και από τις διατάξεις των άρθρων 35, 36 παράγραφος 2, 38 και 40 έως 47 του Ν.Δ. από 17.7/13.8.1923, εφόσον συντρέχουν οι όροι εφαρμογής του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Αλλες συμβάσεις παροχής ασφάλειας επί κινητών
Άρθρο 10
Άλλες συμβάσεις παροχής ασφάλειας επί κινητών
1.Στη δημοσίευση του άρθρου 3 που γίνεται στο ίδιο βιβλίο του άρθρου αυτού μπορούν να υποβληθούν και:
α) συμβάσεις πώλησης και μεταβίβασης κινητών πραγμάτων με την αναβλητική αίρεση ότι διατηρείται η κυριότητα έως την αποπληρωμή του τιμήματος, καθώς και
β) μεταβιβαστικές ή άλλες εκποιητικές συμβάσεις επί κινητών, που αποσκοπούν στην παροχή ασφάλειας.
2. Στις συμβάσεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 7 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 8, εκτός αν δεν αρμόζουν στη φύση και στο σκοπό των συμβάσεων αυτών. Για την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων στις υπό στοιχείο α΄ συμβάσεις της προηγούμενης παραγράφου ο αγοραστής επέχει θέση ενεχυραστή και ο πωλητής θέση ενεχυρούχου δανειστή. Η ρύθμηση της προτεραιότητας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 6 ισχύει γενικά στις σχέσεις μεταξύ όλων εκείνων που επικαλούνται εμπράγματα δικαιώματα στο κινητό πράγμα.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 1237 έως 1239 του Αστικού Κώδικα και της παραγράφου 4 του άρθρου 13 του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και στις υπό στοιχείο β΄ συμβάσεις της παραγράφου 1.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Ενεχύραση ή εκχώρηση επιχειρηματικών απαιτήσεων ή άλλων δικαιωμάτων
Άρθρο 11
Σύσταση
1. Ενεχύραση ή εκχώρηση επιχειρηματικών απαιτήσεων, πλην των απαιτήσεων κατά καταναλωτών, μπορεί να υποβληθεί σε δημοσίευση, εφόσον έχει καταρτισθεί εγγράφως. Στις απαιτήσεις που μπορεί να δημοσιευθούν περιλαμβάνονται και οι απαιτήσεις προμηθευτών κατά εκδοτών πιστωτικών καρτών.
2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο δημοσίευση γίνεται με καταχώριση στο βιβλίο του άρθρου 3, που τηρείται στον τόπο της κατοικίας ή της έδρας του ενεχυραστή ή εκχωρητή. Οι διατάξεις του άρθρου 3 εφαρμόζονται αναλόγως.
3. Ο ενεχυρούχος δανειστής ή ο εκδοχέας ειδοποιεί τον οφειλέτη για τη δημοσίευση. Η παράλειψη της ειδοποίησης δεν θίγει το κύρος της ενεχύρασης ή εκχώρησης, με την επιφύλαξη της διάταξης του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 13.
Άρθρο 12
Μελλοντικές απαιτήσεις – Ομάδα απαιτήσεων
1. Αντικείμενο της κατά το προηγούμενο άρθρο ενεχύρασης ή εκχώρησης μπορεί να είναι και μελλοντικές απαιτήσεις, έστω και αν δεν υφίσταται ακόμη ο λόγος παραγωγής τους, εφόσον οι απαιτήσεις αυτές προσδιορίζονται ή μπορεί να προσδιορισθούν. Στην τελευταία περίπτωση η ενεχύραση ή εκχώρηση αποκτά ενέργεια με τη γέννηση των απαιτήσεων. Ο ενεχυραστής ή εκχωρητής οφείλει να ενημερώνει τον ενεχυρούχο δανειστή ή εκδοχέα για τη γέννηση της απαίτησης. Για τις μελλοντικές απαιτήσεις μπορεί να γίνει ιναγγελία και στο μελλοντικό οφειλέτη, εφόσον αυτός είναι ήδη γνωστός.
2. Η κατά το προηγούμενο άρθρο και την προηγούμενη παράγραφο ενεχύραση ή εκχώρηση μπορεί να αφορά και ομάδα απαιτήσεων, που προσδιορίζεται ως σύνολο, χωρίς ανάγκη εξατομίκευσης των επί μέρους απαιτήσεων.
Άρθρο 13
Ενέργεια
1. Έως την κατά το άρθρο 11 δημοσίευση εφαρμόζονται για την ενέργεια της εκχώρησης ή ενεχύρασης οι διατάξεις των άρθρων 460 έως 463 και 1248 έως 1250 του Αστικού Κώδικα.
2. Από την πρώτη δημοσίευση η προτεραιότητα μεταξύ περισσότερων εκδοχέων και ενεχυρούχων δανειστών καθορίζεται με βάση το χρόνο της δημοσίευσης. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 6 εφαρμόζεται αναλόγως και επί εκδοχέων ή ενεχυρούχων δανειστώντου παρόντος κεφαλαίου. Από την ειδοποίησή του για τη δημοσίευση ο οφειλέτης απαλλάσσεται, αν καταβάλει μόνο στον δικαιούχο που προηγείται κατά τη ρύθμιση της παραγράφου αυτής.
3. Εφόσον η εκχώρηση ή ενεχύραση έχει ως αντικείμενο το αντάλλαγμα από περαιτέρω εκποίηση, εκ μέρους του εκχωρητή ή ενεχυραστή, εμπορευμάτων που ο εκδοχέας ή ενεχυρούχος δανειστής του είχε προμηεύσει με πίστωση, το δικαίωμα του προμηθευτή στο αντάλλαγμα προηγείται και προγενέστερων δικαιωμάτων σε αυτό. Την ίδια προτεραιότητα έχουν, ανεξάρτητα από δημοσίευση και οι κατά το άρθρο 1063 του Αστικού Κώδικα απαιτήσεις του προμηθευτή που έχασε την κυριότητα του πράγματος εξαιτίας ένωσης, ανάμιξης, επεξεργασίας ή μετάπλασης.
4. Ο εκδοχέας αποδίδει το υπόλοιπο μετά την εξόφληση της ασφαλιζόμενης απαίτησής του στον εκχωρητή. Συμφωνία για παρακράτηση του υπολοίπου είναι άκυρη.
Άρθρο 14
Συμπληρωματική και ανάλογη εφαρμογή
1. Στις συμβάσεις του άρθρου 11 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 4,4 και 5. Στο βιβλίο του άρθρου 3 σημειώνεται και η αναγγελία της ενεχύρασης ή εκχώρησης στον οφειλέτη, καθώς και η εξόφληση από τον τελευταίο της ενεχυρασμένης ή εκχωρημένης απαίτησης.
2. Συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την ενεχύραση ή για την εκχώρηση απαιτήσεων.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 1314 έως 1316 εδάφιο πρώτο 1324, 1327 έως 1329, 1331, 1332, 1334, 1335 και 1339 έως 1341 του Αστικού Κώδικα, καθώς και τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 2 του άρθρου 8 του νόμου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως.
Άρθρο 15
Ενεχύραση ή μεταβίβαση άλλων δικαιωμάτων
Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση ενεχύρασης ή μεταβίβασης άλλων δικαιωμάτων, για τα οποία δεν ορίζεται κάτι άλλο στο νόμο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Κυμαινόμενη ασφάλεια
Άρθρο 16
Ελευθερία διάθεσης και υποχρέωση αντικατάστασης
1. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν την παροχή ασφάλειας κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου σε ομάδα κινητών πραγμάτων ή δικαιωμάτων με μεταβαλλόμενη σύνθεση (κυμαινόμενη ασφάλεια). Αν στην ομάδα πραγμάτων ή δικαιωμάτων ανήκουν εμπορεύματα προορισμένα για διάθεση ή ανάλωση, θεωρείται ότι τα μέρη συμφώνησαν κυμαινόμενη ασφάλεια, εκτός αν προκύπτει σαφώς θέλησή τους για σταθερή ασφάλεια.
2. Στην κυμαινόμενη ασφάλεια ο ασφαλειοδότης επιτρέπεται να διαθέτει τα αντικείμενα της ομάδας ελεύθερα βαρών, οφείλει όμως, αν δεν συμφωνήθηκε να υπάγεται στην ασφάλεια ό,τι κάθε φορά ανήκει ή απομένει στην ομάδα, να αντικαθιστά χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τα διατιθέμενα αντικείμενα με άλλα, ανάλογης αξίας. Το ίδιο ισχύει σε περίπτωση ανάλωσης, απώλειας ή από άλλο λόγο έκλειψης αντικειμένων της ομάδας.
Άρθρο 17
Υποχρεώσεις ασφαλειοδότη
1. Ο ασφαλειοδότης οφείλει να αποστέλλει στον ασφαλειολήπτη κάθε τρίμηνο συνοπτική κατάσταση των αντικειμένων της ομάδας και των μεταβολών του τριμήνου. Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 7 εφαρμόζεται αναλόγως, αν τούτο δικαιολογείται από τη φύση των αντικειμένων της ομάδας.
2. Αν έχει συμφωνηθεί η επέκταση της ασφάλειας στην απαίτηση για το αντάλλαγμα από τυχόν εκποίηση των αντικειμένων της ασφάλειας, ο ασφαλειοδότης οφείλει να γνωστοποιεί αμέσως στο δανειστή τους οφειλέτες του ανταλλάγματος.
3. Σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων του ασφαλειοδότη επέρχονται οι συνέπειες που προβλέπονται στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 7.
Άρθρο 18
Σταθεροποίηση της ασφάλειας
1. Ο ασφαλειολήπτης δικαιούται σε περίπτωση υπερημερίας του ασφαλειοδότη να προκαλέσει παύση της εξουσίας του τελευταίου προς διάθεση των αντικειμένων της ομάδας (σταθεροποίηση της ασφάλειας) με κατάσχεση ή με οποιοδήποτε ασφαλιστικό ή άλλο μέτρο που κατά νόμο συνεπάγεται την αποστέρηση της εξουσίας διάθεσης.
2. Τα μέρη μπορούν να προβλέπουν και άλλους λόγους σταθεροποίησης της ασφάλειας. Μπορούν επίσης να συμφωνούν ότι μετά τη σταθεροποίηση δεν θα εφαρμόζονται οι διατάξεις ή ορισμένες από τις διατάξεις του άρθρου 17.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Λοιπές διατάξεις
Άρθρο 19
Εξουσιοδοτικές και μεταβατικές διατάξεις
1. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ιδρύονται τα ενεχυροφυλακεία, καθορίζεται η περιφέρεια της αρμοδιότητάς τους, συνιστώνται οι οργανικές τους θέσεις και ρυθμίζεται η οργάνωση και λειτουργία τους. Έως την ίδρυσή τους η δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 3 γίνεται στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία.
2. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπορεί να προβλεφθεί η τήρηση και η ενημέρωση του βιβλίου του άρθρου 3,καθώς και η χορήγηση αντιγράφων υποχρεωτικά με μηχανογραφικά, ηλεκτρονικά ή άλλα ανάλογα συστήματα, είτε γενικά, είτε σε ορισμένες μόνο πόλεις ή περιφέρειες.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Μεταφορών μπορεί να ορίζονται για τα αυτοκίνητα κάθε είδους και για τα αυτοκινούμενα γεωργικά μηχανήματα πρόσθετες διατυπώσεις, εκτός από την επιβαλλόμενη δημοσίευση για τη σύσταση του ενεχύρου.
4. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπορεί να προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης ενεχυρογράφου εις διαταγήν ή ομολόγων για κινητά πράγματα ή απαιτήσεις αντίστοιχα, αντί για το έγγραφο του άρθρου 1, εφόσον οι ασφαλιζόμενες απαιτήσεις δεν είναι μελλοντικές ή υπό αίρεση, και να ορίζεται η μορφή και το περιεχόμενο του ενεχυρογράφου ή των ομολόγων, καθώς και κάθε λεπτομέρεια σχετική με τη δημοσίευσή τους στο βιβλίο του άρθρου 3.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 15 του Ν. 325/1976, όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν από τις διατάξεις των άρθρων 20 παράγραφοι 5 και 6 του Ν. 2145/1993 και 5 παράγραφος 18 του Ν. 2408/1996 και όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και για τις δημοσιεύσεις και χορηγήσεις αντιγράφων και πιστοποιητικών του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.6 άρθρ.36 Ν.2915/2001, ΦΕΚ Α 109/29.5.2001.
Άρθρο 20
Τελικές διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται όλες οι διατάξεις με τις οποίες καθιερώθηκαν ενέχυρα επί κινητών χωρίς παράδοσή τους υπέρ ορισμένων δανειστών και απαιτήσεων. Ιδίως καταργούνται:
α) Οι διατάξεις για τα ενέχυρα που προβλέπονται από το άρθρο 5 παράγραφοι 2, 3, 4, 5, 6 και τα άρθρα 6 και 7 του Ν.Δ. 1038/1949, που κυρώθηκε με το Ν.Δ. 1198/1949, όπως ισχύουν σήμερα, καθώς και οι διατάξεις του άρθρου μόνου του Α. Ν. 1328/1949, που κυρώθηκε με το άρθρο 1 παρ. 8 του Ν. 2113/1952, του άρθρου 11 του Ν. 711/1977 και της Α.Υ.Δ. 64318/14.9.1978 (ΦΕΚ 831 Β/25.9.1978).
β) Οι διατάξεις των άρθρων 11, 12, 13, 14, 15 του Ν.Δ. 181/29/30.10.1946 και του Β.Δ., της 16/18.9.1946 «περί τρόπου συστάσεως ενεχύρου διδομένου εις ασφάλει-αν δανείων παρεχομένων κατ΄ εκτέλεσιν του Ν.Δ. της 6/7.5.1946».
γ) Ο Ν. 2184/1920.
δ) Το Π.Δ. της 21.11/3.12.1925 «περί κωδικοποιήσεως των νόμων 1954 και 2635 περί δανείων επ΄ ενεχύρω καπνού των νέων χωρών».
ε) Οι διατάξεις για το ενέχυρο, που προβλέπονται από το Β.Δ. 188/1962 που εκδόθηκε σε εκτέλεση του Ν.Δ. 4208/1961 και το άρθρο 10 παρ. 2 του Ν. 1597/1986.
2. Καταργούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 4332/1929 και οι διατάξεις του Ν.Δ. 572/1948 κατά το μέρος που προβλέπουν ενέχυρο σε αλιευτικά και σπογγαλιευτικά πλοιάρια.
3. Ενέχυρα, που συστήθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δυνάμει των καταργούμενων διατάξεων, διατηρούνται και διέπονται από τις καταργούμενες οικείες διατάξεις.
Άρθρο 21
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει μετά έξι (6) μήνες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για έξι (6) το πολύ μήνες.
Σχετικό: το ΠΔ 74/2001
Σχετικό: το ΠΔ 253/2001,ΦΕΚ Α 184
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 6 Οκτωβρίου 2000
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 9 Οκτωβρίου 2000
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ