ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2787 ΦΕΚ Α` 5/7.1.2000
Κύρωση της Σύμβασης για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Σύμβαση για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 10 Μαρτίου 1995, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΒΑΣΗ
η οποία καταρτίζεται βάσει του άρθρου Κ.3 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ της παρούσας σύμβασης, κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης,
ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ στην πράξη του Συμβουλίου της 9ης μαρτίου 1995,
ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να βελτιώσουν τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, όσον αφορά τόσο την άσκηση των ποινικών διώξεων όσο και την εκτέλεση των καταδικών,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τη σημασία της έκδοσης στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας για την υλοποίηση αυτών των στόχων,
ΠΕΠΕΙΣΜΕΝΑ για την ανάγκη απλούστευσης της διαδικασίας έκδοσης, στο βαθμό που αυτό συμβιβάζεται με τις θεμελιώδεις αρχές του εσωτερικού δικαίου τους, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης δια την προάσπισιν των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών,
ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΟΝΤΑΣ ότι, σε πολλές διαδικασίες έκδοσης, το πρόσωπο για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση δεν αντιτίθεται στην παράδοσή του,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι ευκταίο είναι, για τις περιπτώσεις αυτές, να μειωθεί στο ελάχιστο ο αναγκαίος χρόνος για την έκδοση και κάθε περίοδος κεάτησης με σκοπό την έκδοση,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι θα πρέπει κατά συνέπεια να διευκολυνθεί η εφαρμογή της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957, απλουστεύοντας και βελτιώνοντας της διαδικασία έκδοσης,
ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι διατάξεις της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως συνεχίζουν να εφαρμόζονται για όλα τα ζητήματα που δεν ρυθμίζονται στην παρούσα σύμβαση,
ΣΥΝΕΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:
Σχετικό:το άρθρο 38 Ν.3251/2004,ΦΕΚ Α 127/9.7.2004
Αρθρο 1 Γενικές διατάξεις
1. Η παρούσα σύμβαση αποσκοπεί στη διευκόλυνση της εφαρμογής μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως, συμπληρώνοντας τις διατάξεις της.
2. Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει την εφαρμογή των ευνοϊκότερων διατάξεων των διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που ισχύουν μεταξύ κρατών μελών.
Αρθρο 2
Υποχρέωση παράδοσης
Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παραδίδουν μεταξύ τους, με την απλουστευμένη διαδικασία, όπως προβλέπεται από την παρούσα σύμβαση, τα καταζητούμενα πρόσωπα με σκοπό την έκδοση, εφόσον τα πρόσωπα αυτά συγκατατίθενται και το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του σύμφωνα με την παρούσα σύμβαση.
Αρθρο 3 Οροι της παράδοσης
1. Δυνάμει του άρθρου 2, κάθε πρόσωπο για το οποίο υποβάλλεται αίτηση προσωρινής σύλληψης σύμφωνα με το άρθρο 16 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως, παραδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 11, και το άρθρο 12 παράγραφος 1 της παρούσας σύμβασης.
2. Για την παράδοση που αναφέρεραι στην παράγραφο 1, δεν αποτελεί προϋπόθεση η υποβολή αίτησης έκδοσης και των εγγράφων που απαιτούνται από το άρθρο 12 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως.
Αρθρο 4 Παρεχόμενες πληροφορίες
1. Για την ενημέρωση του συλλαμβανόμενου προσώπου, ενόψει της εφαρμογής των άρθρων 6 και 7, και της αρμόδιας αρχής που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 θεωρούνται ως επαρκείς οι ακόλουθες πληροφορίες τις οποίες γνωστιποιεί το εκζητούν κράτος:
α) η ταυτότητα του καταζητουμένου προσώπου
β) η αιτούσα τη σύλληψη αρχή
γ) η ύπαρξη εντάλματος συλλήψεως ή πράξης έχουσας την αυτή ισχύ ή εκτελεστής απόφασης
δ) η φύση και ο νομικός χαρακτηρισμός της αξιόποινης πράξης
ε) η περιγραφή των περιστάσεων υπό τις οποίες ετελέσθη η αξιόποινος πράξη, συμπεριλαμβανομένης της ώρας, του τόπου και του βαθμού συμμετοχής του καταζητούμενου προσώπου στην αξιόποινη πράξη.
στ) κατά το δυνατόν, οι συνέπειες της αξιόποινης πράξης.
2. Παρά την παράγραφο 1, μπορούν να ζητηθούν συμπληρωματικές πληροφορίες, αν οι προβλεπόμενες στην εν λόγω παράγραφο πληροφορίες αποδειχθούν ανερπακείς, προκειμένου η αρμόδια αρχή του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση να επιτρέψει την παράδοση.
Αρθρο 5 Συγκατάθεση και σύμφωνη γνώμη
1. Η συγκατάθεση του συλληφθέντος προσώπου δίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7.
2. Η αρμόδια αρχή του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες.
Αρθρο 6 Ενημέρωση του προσώπου
1. Οταν ένα πρόσωπο το οποίο καταζητείται για να εκδοθεί συλλαμβάνεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, η αρμόδια αρχή, το πληροφορεί, σύμφωνα με το εσωτερικό της δίκαιο, για την αίτηση που το αφορά, καθώς και για τη δυνατότητα που του παρέχεται να συγκατατεθεί όσον αφορά την παράδοσή του στο εκζητούν κράτος με την απλουστευμένη διαδικασία.
Αρθρο 7 Λήψη της συγκατάθεσης
1. Η συγκατάθεση του συλληφθέντος προσώπου, και ενδεχομένως η ρητή του παραίτηση από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας, δίδονται ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών αρχών του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.
2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε οι συνθήκες υπό τις οποίες δίδεται η συγκατάθεση, και ενδεχομένως η παραίτηση, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, να δείχνουν ότι το πρόσωπο το πράτει εκουσίως και έχοντας πλήρη επίγνωση των σχετικών συνεπειών. Προς τούτο, ο συλληφθείς έχει το δικαίωμα να επικουρείται από νομικό σύμβουλο.
3. Η συγκατάθεση, και ενδεχομένως η παραίτηση, που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καταγράφονται σε πρακτικά, σύμφωνα με τη διαδικασία την οποία ορίζει το εσωτερικό δίκαιο του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση.
4. Η συγκατάθεση, και ενδεχομένως η παραίτηση, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αμετάκλητες. Κατά την κατάθεση του εγγράφου τους επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, τα κράτη μέλη μπορούν να αναφέρουν, σε μια δήλωση, ίτι η συγκατάθεση, και ενδεχομένως η παραίτηση, μπορούν να ανακαλούνται, σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στο εσωτερικό δίκαιο. Στην περίπτωση αυτή, η χρονική περίοδος μεταξύ της κοινοποίησης της συγκατάθεσης και της κοινόποιησης της ανάκλησής της, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως.
Αρθρο 8 Γνωστοποίηση της συγκατάθεσης
1. Το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση γνωστοποιεί αμέσως τη συγκατάθεση του προσώπου στο εκζητούν κράτος. Προκειμένου να μπορέσει το εκζητούν κράτος να υποβάλει ενδεχομένως, αίτηση έκδοσης, το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση του γνωρίζει, το αργότερο δέκα ημέρες μετά την προσωρινή σύλληψη, εάν το πρόσωπο έδωσε ή όχι τη συγκατάθεσή του.
2. Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γίνεται απευθείας μεταξύ των αρμοδίων αρχών.
Αρθρο 9
Παραίτηση από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας
Κάθε κράτος μέλος μπορεί να δηλώσει, κατά την κατάθεση του εγγράφου του επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, ή προσχώρησης, ή οιαδήποτε άλλη στιγμή, ότι οι κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 14 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως δεν εφαρμόζονται όταν το πρόσωπο, σύμφωνα με το άρθρο 7 της παρούσας σύμβασης:
α) συγκατατίθεται για την έκδοση, ή
β) αφού συγκατατεθεί για την έκδοση, παραιτείται ρητώς από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας.
Αρθρο 10 Γνωστοποίηση της απόφασης έκδοσης
1. Κατά παρέκκλιση από τους κανόνες του άρθρου 18 παράγραφος 1 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως, η γνωστοποίηση της απόφασης έκδοσης, που λαμβάνεται κατ`εφαρμογή της απλουστευμένης διαδικασίας, καθώς και των πληροφοριών που αφορούν αυτή τη διαδικασία, πραγματοποιείται απευθείας μεταξύ της αρμόδιας αρχής του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση και της αρχής του εκζητούντος κράτους που ζήτησε την προσωρινή σύλληψη.
2. Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γίνεται το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία συγκατάθεσης του προσώπου.
Αρθρο 11 Προθεσμία παράδοσης
1. Η παράδοση του προσώπου πραγματοποιείται το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία γνωστοποιήθηκε η απόφαση έκδοσης με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.
2. Κατά τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, εάν το πρόσωπο βρίσκεται υπό κράτηση, αφίεται ελεύθερο στο έδαφος του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση.
3. Σε περίπτωση ανωτέρας βίας που εμποδίζει την παράδοση του προσώπου, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1, η οικεία αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, πληροφορεί σχετικά την άλλη αρχή. Συμφωνούν μεταξύ τους μια νεα ημερομηνία παράδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η παράδοση λαμβάνει χώρα εντος είκοσι ημερών από τη νέα ημερομηνία που συμφωνήθηκε κατ` αυτό τον τρόπο. Εάν το εν λόγω πρόσωπο βρίσκεται ακόμα υπό κράτηση μετά την λήξη της προθεσμίας αυτής, αφίεται ελεύθερο.
4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση επιθυμεί να κάνει χρήση του άρθρου 19 της ευρωπαικής σύμβασης εκδόσεως.
Αρθρο 12 Συγκατάθεση που δίδεται μετά την λήξη της προθεσμίας του άρθρου 8 ή υπό άλλες συνθήκες
1. Οταν το πρόσωπο δώσει τη συγκατάθεσή του μετά την λήξη της προθεσμίας των δέκα ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 8, το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση:
– θέτει σε εφαρμογή την απλουστευμένη διαδικασία, όπως προβλέπεται από την παρούσα σύμβαση, εάν δεν έχει ακόμα φθάσει στο κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση καμμία αίτηση έκδοσης κατά την έννοια του άρθρου 12 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως,
– μπορεί να προσφύγει σ`αυτή την απλουστευμένη διαδικασία, εάν έχει λάβει εν τω μεταξύ μια αίτηση έκδοσης κατά την έννοια του άρθρου 12 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως.
2. Εφόσον δεν έχει υποβληθεί αίτηση προσωρινής σύλληψης και στην περίπτωση που έχει δοθεί συγκατάθεση μετά την παραλαβή αίτησης έκδοσης, το κράτος από το οποίο ζητείται η έκδοση μπορεί να προσφύγει στην απλουστευμένη διαδικασία, όπως προβλέπεται από την παρούσα σύμβαση.
3. Κατά την κατάθεση του εγγράφου του επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, ή προσχώρησης, κάθε κράτος μέλος δηλώνει εάν προτίθεται να εφαρμόσει την παράγραφο 1, δεύτερη περίπτωση και την παράγραφο 2 και υπό ποιες προϋποθέσεις θα πράξει τούτο.
Αρθρο 13
Επανέκδοση σε άλλο κράτος μέλος
Οταν το εκδιδόμενο πρόσωπο δεν απολαύει του ευεργετήματος του κανόνα της ειδικότητας, σύμφωνα με τη δήλωση του κράτους μέλους που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας σύμβασης, το άρθρο 15 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως δεν εφαρμόζεται στην επανέκδοση του προσώπου αυτού σε άλλο κράτος μέλος, εκτός αν η εν λόγω δήλωση ορίζει άλλως. Αρθρο 14
Διαμεταγωγή
Σε περίπτωση διαμεταγωγής κατά την έννοια του άρθρου 21 της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως, εφόσον πρόκειται για έκδοση με την απλουστευμένη διαδικασία, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:
α) σε επείγουσα περίπτωση, η αίτηση μπορεί να απευθύνεται, με όλα τα μέσα που αφήνουν γραπτά ίχνη, στο κράτος διαμεταγωγής, μαζί με τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 4. Το κράτος διαμεταγωγής μπορεί να γνωστοποιήσει την απόφασή του με τον ίδιο τρόπο
β) οι αναφερόμενες στο άρθρο 4 πληροφορίες επαρκούν για να γνωρίζει η αρμόδια αρχή του κράτους διαμεταγωγής ότι πρόκειται για απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης, και για να λάβει έναντι του εκδιδομένου προσώπου τα απαιτούμενα μέτρα εξαναγκασμού για την εκτέλεση της διαμεταγωγής.
Αρθρο 15 Προσδιορισμός των αρμόδιων αρχών
Κατά την υποβολή του εγγράφου του επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης, ή προσχώρησης, κάθε κράτος μέλος, με δήλωσή του , καθορίζει ποιες είναι οι αρμόδιες αρχές κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 8, 10 και 14.
Αρθρο 16
Εναρξη ισχύος
1. Η παρούσα σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή εγκρίσεως κατατίθενται στη γενική γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου κοινοποιεί την κατάθεση σε όλα τα κράτη μέλη.
2. Η ισχύς της παρούσας συμβάσεως άρχεται ενενήντα ημέρες από την κατάθεση των εγγράφων επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως από το κράτος μέλος που προέβη τελευταίο στη διατύπωση αυτή.
3. Μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας συμβάσεως, κάθε μέλος, κατά την κατάθεση του εγγράφου του επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεώς ή ανά πάσα στιγμή, μπορεί να δηλώσει ότι, καθόσον το αφορά, η σύμβαση αυτή έχει εφαρμογή ως προς τις σχέσεις του με τα κράτη μέλη που έχουν κάνει την ίδια δήλωση, ενενήντα ημέρες μετά την κατάθεση της δηλώσεώς του.
4. Κάθε δήλωση που γίνεται δυνάμει του άρθρου 9 παράγει αποτέλεσμα τριάντα ημέρες μετά την κατάθεσή της, και το ενωρίτερο κατά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της παρούσας συμβάσεως ή της θέσης της σε εφαρμογή έναντι του εν λόγω κράτους μέλους.
5. Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται μόνο στις αιτήσεις που υποβλήθησαν μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της ή της θέσης της σε εφαρμογή μεταξύ του κράτους από το οποίο ζητείται η έκδοση και του εκζητούντος κράτους.
Αρθρο 17 Προσχώρηση
1. Η παρούσα σύμβαση είναι ανοικτή προς προσχώρηση για κάθε κράτος που γίνεται μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
2. Το κείμενο της παρούσας σύμβασης που καταρτίζεται στη γλώσσα του προσχωρούντος κράτους με τη φροντίδα τηε γενικής γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης και εγκρίνεται από όλα τα κράτη μέλη, είναι εξίσου αυθεντικό με τα λοιπά αυθεντικά κείμενα. Ο γενικός γραμματέας διαβιβάζει επικυρωμένο αντίγραφο σε κάθε κράτος μέλος.
3. Τα έγγραφα προσχώρησης κατατίθενται στη γενική γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
4. Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει για κάθε κράτος μέλος που προσχωρεί ενενήντα ημέρες μετά την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησής του ή την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της σύμβασης, εάν αυτή δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ κατά την εκπνοή της εν λόγω περιόδου των ενενήντα ημερών.
5. Σε περίπτωση που η παρούσα σύμβαση δεν έχει ακόμη αρχίσει να ισχύει κατά την κατάθεση του εγγράφου προσχώρησής τους, το άρθρο 16 παράγραφος 3 εφαρμόζεται στα προσχωρούντα κράτη μέλη.
1. Η αίτηση για την έκδοση προσώπου σε Κράτος – Μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης που έχει κυρώσει και εφαρμόζει τη Σύμβαση για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης υποβάλλεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος τη διαβιβάζει στον εισαγγελέα εφετών του τόπου διαμονής του εκζητουμένου. Ο εισαγγελέας εφετών αφού διατάξει τη σύλληψη του εκζητουμένου κατά το άρθρο 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδοσης και την άμεση προσαγωγή ενώπιόν του, τον πληροφορεί για την αίτηση που τον αφορά και για τη δυνατότητα που του παρέχεται να συγκατατεθεί στην παράδοσή του στο εκζητούν κράτος με την απλουστευμένη διαδικασία. Ακολούθως ο εκζητούμενος προσάγεται αμέσως στον πρόεδρο εφετών ο οποίος θέτει υπόψη του τα στοιχεία του φακέλου, τον ενημερώνει για τη δυνατότητά του μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών να συγκατατεθεί στην παράδοσή του και να παραιτηθεί από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας του άρθρου 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδοσης. Επίσης του επισημαίνει το αμετάκλητο των δηλώσεων αυτών και τις συνέπειές τους, ιδίως δε τη δυνατότητα επανέκδοσής του σε άλλο Κράτος – Μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης για οποιοδήποτε αδίκημα στην περίπτωση παραίτηοής του από το παραπάνω ευεργέτημα.
2. Η συγκατάθεση του εκζητουμένου και η παραίτησή του από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας του άρθρου 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδοσης γίνεται με δήλωσή του ενώπιον του κατά την παρ. 1 προέδρου εφετών εντός τριών (3) ημερών από την προσαγωγή του σε αυτόν. Για τα ανωτέρω συντάσσεται πρακτικό που υπογράφεται από τον πρόεδρο, το γραμματέα, τον εκζητούμενο, καθώς και από το διερμηνέα και το συνήγορο, εάν παρίσταται. Πρακτικό συντάσσεται και στην περίπτωση που ο εκζητούμενος αρνηθεί να συγκατατεθεί και να παραιτηθεί από το πιο πάνω ευεργέτημα. Στο ίδιο πρακτικό γίνεται μνεία ότι ο πρόεδρος εφετών ενημέρωσε τον εκζητούμενο για όλα όσα αναφέρονται στα εδάφια γ` και δ` της παρ. 1.
3. Εως ότου παρέλθει η προθεσμία των τριών (3) ημερών για τη λήψη ή μη της συγκατάθεσης του εκζητουμένου, αυτός κρατείται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 16 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδοσης.
4. Μετά τη λήξη της τριήμερης προθεσμίας ο πρόεδρος εφετών διαβιβάζει το πρακτικό με το φάκελο της υποθέσεως στον Υπουργό Δικαιοσύνης μέσω του εισαγγελέα εφετών. Ο εισαγγελέας εφετών γνωστοποιεί αμέσως τη συγκατάθεση ή μη του προσώπου στο εκζητούν Κράτος – Μέλος.
5. Εάν ο εκζητούμενος έχει συγκατατεθεί, ο Υπουργός Δικαιοσύνης αποφασίζει για την έκδοση ή μη αυτού και γνωστοποιεί αμέσως τούτο στο εκζητούν Κράτος – Μέλος.
6. Ο εκζητούμενος αφήνεται ελεύθερος αν αυτός δεν συγκατατεθεί και το εκζητούν Κράτος – Μέλος δεν υποβάλει αίτηση έκδοσης ή δεν εκδηλώσει τέτοια πρόθεση, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδοσης, εντός τριών (3) ημερών από τη γνωστοποίηση της αρνητικής απάντησης του εκζητουμένου.
7. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης είναι αρμόδιος να αποφασίσει εάν θα κινήσει την απλουστευμένη διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 περίπτωση δεύτερη και 2 του άρθρου 12 της Σύμβασης.
8. Για τη λειτουργία της Σύμβασης που κυρώνεται η επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων ελληνικών αρχών και των αντίστοιχων αρχών των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης γίνεται μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με εξαίρεση τη γνωστοποίηση της συγκατάθεσης ή μη του προσώπου στο εκζητούν Κράτος – Μέλος από τον εισαγγελέα εφετών κατά την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού.
Κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης της Σύμβασης πρέπει να γίνουν οι εξής δηλώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 9, 12 παρ. 3 και 15 της Σύμβασης:
α) Ο κανόνας της ειδικότητας του άρθρου 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδοσης δεν ισχύει, όταν το πρόσωπο το οποίο συγκατατέθηκε στην έκδοσή του παραιτείται με ρητή δήλωση από το ευεργέτημα του κανόνα αυτού.
β) Η Ελληνική Δημοκρατία προτίθεται να εφαρμόσει την παρ. 1 περ. β` και την παρ. 2 του άρθρου 12 της Σύμβασης χωρίς προϋποθέσεις.
γ) Αρμόδιες αρχές κατά την έννοια των άρθρων 4 έως 8, 10 και 14 της Σύμβασης ορίζονται κατά τα άρθρα 4, 5, 10 και 14 ο Υπουργός Δικαιοσύνης, κατά τα άρθρα 6 και 8 ο εισαγγελέας εφετών του τόπου διαμονης του εκζητουμένου και κατά το άρθρο 7, ο πρόεδρος εφετών του τόπου διαμονής του εκζητουμένου.
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 16 της Σύμβασης αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 5 Ιανουαρίου 2000
O ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
OI ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔIΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟY Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 7 Ιανουαρίου 2000
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ