ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ.2676 ΦΕΚ Α’1 /5.1.1999
Οργανωτική και λειτουργική αναδιάρθρωση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΝΟΠΟΙΗΣΕΙΣ – ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ
Άρθρο 1
Σύσταση Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών
1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.). Ο Οργανισμός τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έχει έδρα την Αθήνα.
2. Ο Ο.Α.Ε.Ε. περιλαμβάνει τον Κλάδο Σύνταξης και τον Κλάδο Υγείας με πλήρη οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια έκαστος.
Σχετικό: το άρθρο 12 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
Άρθρο 2
Σκοπός Ο.Α.Ε.Ε.
Ο Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών έχει ως σκοπό την ασφαλιστική κάλυψη των προσώπων που αναφέρονται στο επόμενο άρθρο σε περίπτωση γήρατος, αναπηρίας, θανάτου, ατυχήματος, ασθένειας και μητρότητας, καθώς και των μελών της οικογενείας τους σε περίπτωση ασθένειας ή θανάτου τους.
Άρθρο 3
Ασφαλιζόμενα πρόσωπα στον Ο.Α.Ε.Ε.
1. Στην ασφάλιση του ανωτέρω Οργανισμού υπάγονται υποχρεωτικά πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του Ταμείου Ασφαλίσεως Εμπόρων (Τ.Α.Ε.), του Ταμείου Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (Τ.Ε.Β.Ε.), του Ταμείου Συντάξεων Αυτοκινητιστών (Τ.Σ.Α.), το τακτικό προσωπικό του Τ.Σ.Α., καθώς και οι ξενοδόχοι των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα αρχίζει μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Προαιρετικά υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. οι ξενοδόχοι των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει αρχίσει πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
2. Από την έναρξη ισχύος του κατά το άρθρο 12 παρ. 2 Οργανισμού, όλοι οι ασφαλισμένοι των καταργούμενων Ταμείων μεταφέρονται στον Ο.Α.Ε.Ε. και θεωρούνται ασφαλισμένοι αυτού.
3. Ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στα καταργούμενα Ταμεία, ο χρόνος που αναγνωρίσθηκε και εξαγοράσθηκε ως συντάξιμος στα Ταμεία αυτά, καθώς και ο χρόνος που διανύεται ή αναγνωρίζεται έως την έναρξη ισχύος του Οργανισμού, λογίζεται ότι πραγματοποιήθηκε στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.
4. Με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται μετά πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., αναλογιστική μελέτη και γνώμη του ΣΚΑ, υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. οι αυτοτελώς απασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δεν είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένοι σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης.
5. Από την έναρξη ισχύος του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε. κάθε δήλωση φυσικού ή νομικού προσώπου προς τις Διευθύνσεις Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) για την έναρξη ασκήσεως επαγγέλματος κατά την παράγραφο 1 του παρόντος πρέπει να συνοδεύεται υποχρεωτικά από βεβαίωση του Ο.Α.Ε.Ε. ότι ο δηλών υπέβαλε απογραφική δήλωση ασφάλισης.
Άρθρο 4
Καταργούμενοι Οργανισμοί
1. Από την έναρξη ισχύος του προβλεπόμενου απο το άρθρο 12 παρ. 2 του παρόντος νόμου Οργανισμού, το Τ.Α.Ε., το Τ.Ε.Β.Ε. και το Τ.Σ.Α. καταργούνται και το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας αυτών περιέρχεται αυτοδικαίως στον Κλάδο Σύνταξης και στον Κλάδο Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. αντίστοιχα, ως καθολικό διάδοχο, χωρίς την καταβολή φόρου, τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλων προσώπων.
Οι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οικονομικές υποχρεώσεις του Τ.Σ.Α προς το Ι.Κ.Α. του Κλάδου Ασθένειας καταβάλλονται από το ΛΑΦΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 67 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`) και με τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 4 του Κανονισμού Λειτουργίας του Λογαριασμού (Φ3/οικ. 4331/11.11.92 693 Β).
2. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων των καταργούμενων Ταμείων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμοδίου υποθηκοφυλακείου.
3. Εκκρεμείς δίκες, με διάδικο το Τ.Α.Ε, το Τ.Ε.Β.Ε. και το Τ.Σ.Α συνεχίζονται από τον Ο.Α.Ε.Ε. χωρίς διακοπή.
4. Το Ταμείο Προνοίας Ξενοδόχων εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις του ν.δ. 688/1948 (ΦΕΚ 133 Α`), όπως ισχύει και καταβάλλει στα ασφαλιζόμενα από αυτό πρόσωπα τις προβλεπόμενες παροχές ως συμπληρωματικό βοήθημα.
Σχετικό: άρθρο 70 παρ.2 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
Άρθρο 5
Πόροι του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών
Πόρους του Ο.Α.Ε.Ε. αποτελούν τα πάσης φύσεως έσοδα των καταργούμενων Ταμείων, έσοδα από ατομικές εισφορές ή άλλες εισφορές, επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, έσοδα από κοινωνικούς πόρους, πρόσοδοι περιουσίας, απόδοση των κεφαλαίων και αποθεματικών των Κλάδων των καταργούμενων Ταμείων, καθώς και κάθε άλλο έσοδο, που προκύπτει από τη δραστηριότητά του.
Άρθρο 6
Ρυθμίσεις για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993
Τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στα καταργούμενα Ταμεία από 1ης Ιανουαρίου 1993 και εφεξής και από την έναρξη ισχύος του Οργανισμού, ασφαλίζονται στον Ο.Α.Ε.Ε., εξακολουθούν να διέπονται από τις σχετικές διατάξεις του ν. 2084/1992 όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Άρθρο 7
Ρυθμίσεις για τους ασφαλισμένους μέχρι 31.12.1992
1. Όσοι από τους ασφαλισμένους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικά δικαίωμα μετά την έναρξη ισχύος του προβλεπόμενου από το άρθρο 12 παρ. 1 του παρόντος νόμου Καταστατικού του Ο.Α.Ε.Ε., και υποβάλλουν αίτηση (εντός 3ετίας από την έναρξη ισχύος τούτου), μπορούν να επιλέξουν, ως προς τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, τον τρόπο υπολογισμού του ποσού της σύνταξης και τα χορηγούμενα επιδόματα, την εφαρμογή των καταστατικών διατάξεων των καταργούμενων Ταμείων, όπως ισχύουν μετά τις τροποποιήσεις τους από γενικές ή ειδικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων περί κατωτάτων ορίων ή τις καταστατικές διατάξεις του Ο.Α.Ε.Ε.
Σχετικό: άρθρ. 8 παρ.2α Ν.3552/2007,ΦΕΚ Α 77/4.4.2007
Στις περιπτώσεις επιλογής των καταστατικών διατάξεων των καταργούμενων Ταμείων, οι ασφαλιστικές κατηγορίες και οι κλίμακες των συντάξεων αυτών αναπροσαρμόζονται κατ` έτος με τις αυξήσεις των εισφορών και συντάξεων του ΟΑΕΕ αντίστοιχα, για δε τον υπολογισμό της σύνταξης οι ασφαλισμένοι κατατάσσονται στις πλησιέστερες ασφαλιστικές κατηγορίες των Ταμείων από τα οποία προέρχονται και οι οποίες αντιστοιχούν στις εισφορές που κατέβαλαν κάθε φορά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ. 8 παρ.2α Ν.3552/2007,ΦΕΚ Α 77/4.4.2007
2. Όσοι μέχρι την έναρξη ισχύος του Οργανισμού είναι παράλληλα ασφαλισμένοι στα καταργούμενα Ταμεία και συνεχίσουν να ασφαλίζονται στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών, κατά τη συνταξιοδότησή τους και για κάθε χρόνο παράλληλης ασφάλισης δικαιούνται προσαύξηση κατά ποσοστό 2% στο ποσό της σύνταξής τους.
Άρθρο 8
Κατώτατα Όρια Σύνταξης
1. Ως κατώτατα όρια σύνταξης για τους ασφαλισμένους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ορίζονται τα κατώτατα όρια σύνταξης του Ταμείου Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (Τ.Ε.Β.Ε.), όπως αυτά διαμορφώνονται με τις χορηγούμενες κάθε φορά αυξήσεις. Μετά την έναρξη ισχύος του Καταστατικού του Ο.Α.Ε.Ε., το διαμορφούμενο κατώτατο όριο δεν μπορεί να είναι μικρότερο του κατωτάτου ορίου του προηγούμενου εδαφίου.
2. Στους συνταξιούχους του Τ.Σ.Α., καθώς και σε όσους συνταξιοδοτηθούν από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου, των οποίων το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης είναι κάτω από το κατώτατο όριο του Τ.Ε.Β.Ε., καταβάλλεται, εντός μεταβατικής περιόδου τριών (3) ετών και από 1ης Ιανουαρίου εκάστου έτους αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου του επομένου έτους ισχύος του νόμου αυτού, το 1/3 της αρχικής διαφοράς και, πέραν του κατ` έτος χορηγούμενου ποσοστού αυξήσεως των κατώτατων ορίων του Τ.Ε.Β.Ε. Η επιβάρυνση που θα προκύψει από τη διαφορά αυτή καταβάλλεται από το ΛΑΦΚΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 67 του νόμου 2084/1992, και με τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 4 του Κανονισμού Λειτουργίας του Λογαριασμού (Φ3/οικ. 4331/11.11.92, 693 Β).
3. Στους συνταξιούχους του Ταμείου Εμπόρων (Τ.Α.Ε.) κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού εξακολουθεί να καταβάλλεται το ποσό της σύνταξης, καθώς και τα κατώτατα όρια του Ταμείου αυτού και όπως αυτά διαμορφώνονται κάθε φορά με τις χορηγούμενες αυξήσεις.
4. Σε όσους συνταξιοδοτηθούν από το Τ.Α.Ε. μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και πριν την έναρξη ισχύος του Καταστατικού, το ποσό της σύνταξης, καθώς και τα κατώτατα όρια υπολογίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του Τ.Α.Ε.
5. Όσοι ασφαλισμένοι του Τ.Α.Ε θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα και υποβάλουν αίτηση μέσα σε μία τριετία από την έναρξη ισχύος του Καταστατικού αυτού, μπορούν να επιλέγουν ως προς τις συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις, τον τρόπο υπολογισμού του ποσού της σύνταξης, τα επιδόματα, τις διατάξεις του καταργούμενου Ταμείου ή τις καταστατικές διατάξεις του Ο.Α.Ε.Ε.
Ειδικότερα ως προς τα κατώτατα όρια το διάστημα επιλογής ορίζεται σε δέκα (10) χρόνια από την έναρξη ισχύος του Καταστατικού αυτού.
6. Από την έναρξη ισχύος του Οργανισμού οι συνταξιούχοι των καταργούμενων Ταμείων καθίστανται συνταξιούχοι του Ο.Α.Ε.Ε., ο οποίος στο εξής βαρύνεται με την καταβολή της σύνταξής τους.
Άρθρο 9
Αύξηση παροχών
Η αύξηση των συντάξεων και λοιπών παροχών του Ο.Α.Ε.Ε. χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού και εντός των ορίων της εισοδηματικής πολιτικής, όπως ειδικότερα ορίζεται από το άρθρο 66 του ν. 2084/1992.
Άρθρο 10
Ασφάλιση Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε.
1. Στον Κλάδο Υγείας υπάγονται υποχρεωτικά :
α) οι ασφαλιζόμενοι στον Κλάδο Ασθένειας του Τ.Ε.Β.Ε.,
β) οι ασφαλιζόμενοι στον Κλάδο Ασθένειας του Τ.Α.Ε. και γ) οι ξενοδόχοι των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα αρχίζει μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και προαιρετικά οι ξενοδόχοι των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα άρχισε πριν την έναρξη ισχύος αυτού.
Στην ασφάλιση του Κλάδου Υγείας υπάγονται και τα μέλη οικογένειας όλων των παραπάνω κατηγοριών.
Η λειτουργία του Κλάδου αρχίζει από την κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 12 έναρξη ισχύος του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε.
2. Ο χρόνος υποχρεωτικής και προαιρετικής ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στους Κλάδους Υγείας των καταργούμενων Ταμείων θεωρείται χρόνος ασφάλισης του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε.
3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών και του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ασφαλιστικού Οργανισμού Ασθένειας, μπορούν να υπάγονται στον Κλάδο Υγείας και λοιπές κατηγορίες ασφαλισμένων και συνταξιούχων του Κλάδου Σύνταξης του Οργανισμού.
4. Πόροι του Κλάδου Υγείας από τη λειτουργία του Ο.Α.Ε.Ε. είναι τα πάσης φύσεως έσοδα των αντίστοιχων κλάδων των καταργούμενων Ταμείων. Ειδικότερα έσοδα από εισφορές, επιχορηγήσεις, προσόδους περιουσίας, αποδόσεις, καθώς και κάθε άλλο έσοδο που προκύπτει από τη δραστηριότητά του.
Για τον υπολογισμό του ύψους των εισφορών οι ασφαλισμένοι του Κλάδου κατατάσσονται σε ασφαλιστικές κατηγορίες.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος μετά τη γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., καθορίζονται οι ασφαλιστικές κατηγορίες γι` αυτούς που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση πριν την 31η Δεκεμβρίου 1992, οι προϋποθέσεις κατάταξης σε καθεμία από αυτές, το ύψος των εισφορών κατά κατηγορία και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την κατά τα ανωτέρω κατάταξη των ασφαλισμένων.
Για τους ασφαλισμένους του Κλάδου Υγείας, που υπήχθησαν στην ασφάλιση μετά την 1η Ιανουαρίου 1993, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 22 και του άρθρου 35 του ν. 2084/1992, όπως αυτές ισχύουν.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, μετά από γνώμη του Δ.Σ., του Ο.Α.Ε.Ε., εγκρίνεται Κανονισμός Παροχών Ασθενείας σε είδος και σε χρήμα.
Με τον Κανονισμό καθορίζεται η έκταση και το ύψος των παροχών ασθενείας, ο τρόπος και η διαδικασία χορήγησής τους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
6. Μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου εξακολουθούν ισχύουσες οι διατάξεις των Κλάδων του Τ.Ε.Β.Ε. και Ασθένειας και Μητρότητας του Τ.Α.Ε. Μετά την έκδοσή τους και μέχρι την κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 12 έναρξη λειτουργίας του Ο.Α.Ε.Ε. αυτές εφαρμόζονται υποχρεωτικά για τους ασφαλισμένους των Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και τους ξενοδόχους, οι οποίοι και εξυπηρετούνται από τις υφιστάμενες διοικητικές και υγειονομικές υπηρεσίες των Τ.Ε.Β.Ε. και Τ.Α.Ε. Οι προβλεπόμενες εισφορές αποτελούν έσοδα των Κλάδων Ασθένειας των δύο Ταμείων.
Άρθρο 11
Διοίκηση του Ο.Α.Ε.Ε.
1. Ο Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) διοικείται από 13μελές Διοικητικό Συμβούλιο που αποτελείται από:
α) Τον Διοικητή του ΟΑΕΕ, ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από τον νόμιμο αναπληρωτή του.
β) Οκτώ (8) εκπροσώπους των ασφαλισμένων, που προτείνονται τρεις (3) από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕ-ΒΕΕ), δύο (2) από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), ένας (1) από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Αυτοκινητιστών Ελλάδος (ΓΣΕΑΕ), ένας (1) από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Ναυτικών Πρακτόρων και ένας (1) από την Ομοσπονδία Βενζινοπωλών Ελλάδος, με τους αναπληρωτές τους.
γ) Έναν (1) εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συνταξιούχων ΤΕΒΕ, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συνταξιούχων Εμπόρων, την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συνταξιούχων Αυτοκινητιστών, τον Πανελλήνιο Σύλλογο Συνταξιούχων Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων ΤΑΝΠΥ, την Ένωση Συνταξιούχων Βενζινοπωλών Ν. Αττικής και την Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων Αρτοποιών Ελλάδας, με τους αναπληρωτές τους.
δ) Έναν (1) υπάλληλο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Προϊστάμενο Διεύθυνσης ή Τμήματος της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ελλείψει αυτού υπάλληλο ΠΕ κατηγορίας με τουλάχιστον δεκαπενταετή υπηρεσία και Α` βαθμό, ο οποίος επιλέγεται από το Β` κλιμάκιο του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης, με τον αναπληρωτή του.
ε)Έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, με τα προσόντα που περιγράφονται στο εδάφιο δ` με τον αναπληρωτή του.
στ) Έναν (1) ειδικό επιστήμονα με προσόντα ανάλογα του Διοικητή, με τον αναπληρωτή του.
Τα υπό στοιχεία β` και γ` μέλη επιλέγονται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας από πίνακες που περιέχουν διπλάσιο αριθμό προσώπων, οι οποίοι υποβάλλονται από τις ως άνω οργανώσεις εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία που θα ζητηθούν.
Σε περίπτωση μη έγκαιρης υποβολής των προτάσεων αυτών, ο Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας προβαίνει στο διορισμό των εκπροσώπων κατά την κρίση του από τις οικείες οργανώσεις των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων.
Στο Διοικητικό Συμβούλιο συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου εκπρόσωπος των υπαλλήλων του ΟΑΕΕ, όταν συζητούνται Θέματα προσωπικού ή οργάνωσης και λειτουργίας του Οργανισμού.
Κατά την πρώτη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου και μέχρι την εκλογή του εκπροσώπου των υπαλλήλων του ΟΑΕΕ, ο εκπρόσωπος αυτός υποδεικνύεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής (ΠΟΠΟΚΠ), εντός της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου. Σε περίπτωση μη έγκαιρης υποβολής της σχετικής πρότασης, ο Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας προβαίνει στο διορισμό του εκπροσώπου αυτού και του αναπληρωτή του κατά την κρίση του από την ίδια συνδικαλιστική οργάνωση.
Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου μετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Υποδιοικητής του ΟΑΕΕ και, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, υπάλληλος της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Προϊστάμενος Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης.
Ο Διοικητής του ΟΑΕΕ είναι πλήρους απασχόλησης και επιλέγεται με τη διαδικασία του άρθρου 49 Α του Κανονισμού της Βουλής.
Αποκλείεται ο διορισμός ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου προσώπου το οποίο έχει την ιδιότητα του Προέδρου άλλου ασφαλιστικού Οργανισμού.
Ο Πρόεδρος, ο Κυβερνητικός Επίτροπος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, με ισάριθμους αναπληρωτές, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με τριετή θητεία και δεν επιτρέπεται η εκλογή ή ο διορισμός τους για περισσότερες από τρεις συνεχείς θητείες.
Σε περίπτωση λήξης της θητείας του Διοικητή, του Κυβερνητικού Επιτρόπου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε., καθώς και των αναπληρωτών αυτών, αυτή παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι του διορισμού νέου Διοικητή, Κυβερνητικού Επιτρόπου και νέων μελών, καθώς και αναπληρωτών αυτών, όχι όμως περισσότερο του ενός τετραμήνου από τη λήξη της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τη ΠΝΠ της 30.12.2014,ΦΕΚ Α 276/30.12.2014.
Χρέη γραμματέα του Δ.Σ. εκτελεί υπάλληλος του ΟΑΕΕ, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Διοικητή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 Ν.3655/2008,ΦΕΚ Α 58/3.4.2008
2.α) Στον Ο.Α.Ε.Ε. συνιστάται θέση υποδιοικητή, στην οποία διορίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας με τετραετή θητεία, πρόσωπο το οποίο έχει πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και διοικητική πείρα και ειδική κατάρτιση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης. Ο υποδιοικητής αναπληρώνει τον διοικητή σε όλα τα καθήκοντα, όταν απουσιάζει ή κωλύεται ή για οποιονδήποτε λόγο αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντα του. Ο διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. μπορεί να μεταβιβάζει, στον υποδιοικητή, με απόφαση του που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μέρος των αρμοδιοτήτων του.
β) Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας καθορίζονται οι μηνιαίες αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων εορτών και του επιδόματος αδείας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερες από τα 8/10 των μηνιαίων αποδοχών και, γενικά, των πάσης φύσεως απολαβών του διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε..
γ) Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 2676/ 1999 (ΦΕΚ 1 Α`) αναριθμούνται σε 3 και 4.
Σημ.: όπως η παρ.2 προστέθηκε με το άρθρο 50 παρ.1 Ν.3518/2006, ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
3. Μέχρι τη συγκρότηση της νέας Διοίκησης, ο Ο.Α.Ε.Ε. διοικείται από δεκαεννεαμελές προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο, από :
α) τον εκλεγέντα Διοικητή του Τ.Ε.Β.Ε., ο οποίος διορίζεται ως Διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου,
β) από τους ήδη Προέδρους των Ταμείων Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α. οι οποίοι διορίζονται ως Αντιπρόεδροι Α και Β του Διοικητικού Συμβουλίου,
γ) τα έξι (6) ήδη εκλεγμένα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Ε.Β.Ε.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζονται :
α) Τέσσερις (4) εκπρόσωποι των ασφαλισμένων των καταργούμενων Ταμείων Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α. με τους ισάριθμους αναπληρωτές τους.
β) Τρεις (3) εκπρόσωποι των συνταξιούχων των Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α. με τους ισάριθμους αναπληρωτές τους.
γ) Ένας (1) εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τον αναπληρωτή του.
δ) Δύο (2) εκπρόσωποι (κοινοί) των υπαλλήλων των Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α. υποδεικνυόμενοι από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Προσωπικού Οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής (Π.Ο.Π.Ο.Κ.Π.) με τους αναπληρωτές τους.
ε) Ο Κυβερνητικός Επίτροπος υπάλληλος με βαθμό Α ο οποίος μετέχει στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου χωρίς δικαίωμα ψήφου με τον αναπληρωτή του.
Με την ίδια απόφαση ορίζονται ως αναπληρωτές των Αντιπροέδρων Α και Β δύο (2) μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εκπρόσωποι των ασφαλισμένων, οι οποίοι προέρχονται από τους αντίστοιχους επαγγελματικούς χώρους του Τ.Α.Ε. και του Τ.Σ.Α. και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρειας για τη λειτουργία του προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου.
Τον Διοικητή αναπληρώνει σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος ή για οποιονδήποτε λόγο αδυναμίας ασκήσεως καθηκόντων ο Αντιπρόεδρος Α και σε περίπτωση αδυναμίας αυτού ο Αντιπρόεδρος Β.
Στον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Ε. εξακολουθούν να καταβάλλονται οι αποδοχές που ελάμβανε ως Διοικητής του Τ.Ε.Β.Ε., καθώς και τα επιδόματα εορτών και το επίδομα αδείας.
Οι αποδοχές των Αντιπροέδρων Α και Β καθορίζονται στο 80% των εκάστοτε μηνιαίων αποδοχών του Διοικητή. Οι Αντιπρόεδροι είναι πλήρους αλλά όχι αποκλειστικής απασχόλησης.
Στις αποδοχές των Αντιπροέδρων Α` και Β` νοούνται και τα επιδόματα εορτών και το επίδομα άδειας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.11 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226/27.10.1999.Εναρξη ισχύος από 1.3.1999.
Στους Διοικητές και Υποδιοικητές του I.Κ.Α. και του Ο.Γ.Α. καταβάλλονται και τα επιδόματα εορτών και το επίδομα αδείας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.12 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226/27.10.1999 αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.6 άρθρ.70 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006 και αναριθμήθηκε με το άρθρο 50 παρ.1γ Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
4. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στο προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών ανατίθεται :
α) η Διοίκηση των Ταμείων Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε και Τ.Σ.Α., η διαχείριση της περιουσίας αυτών, η μέριμνα για την είσπραξη πόρων και η εν γένει εκπλήρωση των σκοπών και στόχων του Ο.Α.Ε.Ε.,
β) η έγκριση των προϋπολογισμών-απολογισμών και Ισολογισμών των Ταμείων Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α., καθώς και οι απαιτούμενες τροποποιήσεις των προϋπολογισμών κατά την εκτέλεση αυτών,
γ) η τοποθέτηση ή η επένδυση των κεφαλαίων των Ταμείων, καθώς και η αγορά, η αξιοποίηση, η ανοικοδόμηση και εκποίηση ακινήτων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, με την επιφύλαξη κάθε φορά των σχετικών ισχυουσών ειδικών διατάξεων,
δ) η εισήγηση και υποβολή προτάσεων στον αρμόδιο Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την έκδοση των Κανονιστικών Πράξεων, των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του παρόντος νόμου,
ε) η εισήγηση και υποβολή προτάσεων στον αρμόδιο Υπουργό για την αύξηση των εισφορών και των παροχών,
στ) η άσκηση κάθε άλλης αρμοδιότητας που, μέχρι την ισχύ του νόμου, ασκούν τα Δ.Σ. των Ταμείων Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α.
Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. δύναται να εκχωρούνται αρμοδιότητες, πλην των αναφερομένων στις ως άνω περιπτώσεις α, β, γ, δ και ε, στον Πρόεδρο, καθώς και στους Αντιπροέδρους Α και Β που αφορούν το Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α. ή σε οποιοδήποτε άλλο όργανο κατά την κρίση του.
Ο Διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. εξακολουθεί να ασκεί τις αρμοδιότητες, όπως αυτές καθορίζονται από το άρθρο 5 του π.δ. 326/1974 (ΦΕΚ 120 Α), ως ο Διοικητής του Τ.Ε.Β.Ε.
Ο Αντιπρόεδρος Α ασκεί τις αρμοδιότητες, όπως αυτές καθορίζονται από το άρθρο 16 του π.δ. 668/1981 (ΦΕΚ 167 Α), ως ο Πρόεδρος του Τ.Α.Ε.
Ο Αντιπρόεδρος Β ασκεί τις αρμοδιότητες, όπως αυτές καθορίζονται από το άρθρο 6 του π.δ. 669/1981 (ΦΕΚ 169 Α), ως ο Πρόεδρος του Τ.Σ.Α.
Οι αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί σύμφωνα με το ν. 861/1979 (ΦΕΚ 2 Α) εξακολουθούν να ισχύουν.
Ο Διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. και οι Αντιπρόεδροι Α και Β δύνανται όταν κρίνουν σκόπιμο να παραπέμπουν κάθε θέμα της αρμοδιότητάς τους στο Δ.Σ. για λήψη απόφασης ή να ζητούν τη γνώμη αυτού.
Μετά την έναρξη ισχύος του Οργανισμού και μέχρι την εκλογή νέας Διοίκησης, το προσωρινό Δ.Σ. ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Διοικητής του Ο.Α.Ε.Ε. τις αρμοδιότητες του Διοικητή και των Προέδρων των καταργούμενων Ταμείων Τ.Ε.Β.Ε., Τ.Α.Ε. και Τ.Σ.Α.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 50 παρ.1γ Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
Σχετικό: παρ.7 άρθρ.70 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
5. Ο Διοικητής με απόφαση του, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να εκχωρεί αρμοδιότητες του σε Προϊσταμένους οργανικών μονάδων του Ο.Α.Ε.Ε.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με το άρθρο δέκατο τέταρτο παρ.3 του Ν.3607/2007, ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
Άρθρο 12
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μέσα σε δύο (2) χρόνια από την ισχύ του παρόντος, με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., αναλογιστική μελέτη και γνώμη του ΣΚΑ, καταρτίζονται το Καταστατικό του Ο.Α.Ε.Ε. με το οποίο ορίζονται οι ενιαίες ασφαλιστικές κατηγορίες του Ο.Α.Ε.Ε. με το οποίο ορίζονται οι ενιαίες ασφαλιστικές κατηγορίες για παλαιούς και νέους ασφαλισμένους, το ύψος των ασφαλιστικών κατηγοριών, το εισπρακτικό σύστημα, οι προϋποθέσεις προαιρετικής ασφάλισης, οι προϋποθέσεις απονομής των παροχών, το είδος, η έκταση και το ύψος αυτών, ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης, το κατώτατο καταβαλλόμενο όριο, οι κανόνες που ισχύουν επί συρροής συντάξεων, η εν γένει διαδικασία χορήγησης των παροχών, οι λόγοι έκπτωσης και αναστολής της καταβολής παροχών, η παραγραφή των αξιώσεων επί των παροχών, ο χρόνος έναρξης και λήξης του δικαιώματος για τις παροχές, η αναγνώριση και εξαγορά προϋπηρεσίας, η αναγνώριση και εξαγορά χρόνου προαιρετικής ασφάλισης των ξενοδόχων, τα ασφαλιζόμενα πρόσωπα κατά το άρθρο 3 του παρόντος, καθώς και κάθε αναγκαία ρύθμιση για την υλοποίηση του παρόντος νόμου.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Ε., η οποία λαμβάνεται με βάση πόρισμα Επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εκδίδεται ο Οργανισμός του Ο.Α,Ε.Ε., ως προς το περιεχόμενο του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 20 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α`). Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα προβλέπεται και η μεταφορά των θέσεων και του υπηρετούντος προσωπικού του Ταμείου Επαγγελματιών Βιοτεχνών Ελλόδος (Τ.Ε.Β.Ε.), του Ταμείου Ασφαλίσεων Εμπόρων (Τ,Α.Ε.) και του Ταμείου Συντάξεων Αυτοκινητιστών (Τ.Σ.Α.), στον Ο.Α.Ε.Ε..”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 47 του Ν.2972/2001, ΦΕΚ Α 291/27.12.2001.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. :
α) αυξάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές και β) ρυθμίζεται κάθε θέμα τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα, αναγκαίο για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος. γ) Καταρτίζεται Κανονισμός Λογιστικής και Οικονομικής Λειτουργίας του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α,Ε.Ε.). Με τον Κανονισμό αυτόν ρυθμίζονται και τα οικονομικό θέματα των καταργούμενων Ταμείων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ.2 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από αναλογιστική μελέτη και γνώμη των οικείων Φορέων και του Σ.Κ.Α., εντάσσεται στον Ο.Α.Ε.Ε. και ο Κλάδος Κύριας Ασφάλισης του Ταμείου Ασφαλίσεως Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων (Τ.Α.Ν.Π.Υ.).
5. Εάν, εντός των προβλεπόμενων από το νόμο αυτό προθεσμιών, το Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε. δεν εκφέρει την απαιτούμενη γνώμη για την έκδοση των Κανονιστικών Πράξεων, ο αρμόδιος Υπουργός εκδίδει τις προβλεπόμενες Πράξεις, τηρούμενης της λοιπής διαδικασίας.
Άρθρο 13
Μεταβατικές διατάξεις
1. Μέχρι την έναρξη ισχύος του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε. :
α. Οι υπηρεσίες των στο άρθρο 3 αναφερόμενων Ταμείων, εξακολουθούν να λειτουργούν με την προβλεπόμενη διάρθρωση θέσεων και το προσωπικό που υπηρετεί σε αυτά. Το προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται στα ειδικά υπηρεσιακά συμβούλια, που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
β. Τα πρόσωπα που ασφαλίζονται για πρώτη φορά μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και μέχρι την έναρξη ισχύος του Οργανισμού του Ο.Α.Ε.Ε., εξακολουθούν να εγγράφονται και να εξυπηρετούνται από τα αρμόδια Ταμεία ασφάλισης.
γ. Τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 του παρόντος νόμου Ταμεία διατηρούν την οικονομική και λογιστική αυτοτέλειά τους και εξακολουθούν να καταβάλλουν τις προβλεπόμενες έως σήμερα παροχές στους ήδη συνταξιούχους, σε όσους συνταξιοδοτηθούν και να εισπράττουν τους πάσης φύσεως πόρους τους.
δ. Τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 Ταμεία υποχρεούνται να τακτοποιήσουν τις λογιστικές εκκρεμότητες και να κλείσουν τους σχετικούς ισολογισμούς. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 2042/1992.
ε. Οι ξενοδόχοι που ασφαλίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου, διέπονται από τη νομοθεσία του Τ.Ε.Β.Ε. και εξυπηρετούνται από τις υπηρεσίες του.
2. Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 1 έως και 13 αρχίζει από την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 14
Σύσταση Τ.Ε.Α.Δ.Υ.-Σκοπός
Συνιστάται, από την 1η του τρίτου της δημοσίευσης του παρόντος νόμου μηνός, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.). Το Ταμείο τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έχει έδρα την Αθήνα.
Σκοπός του Ταμείου είναι η παροχή επικουρικής σύνταξης στο κατά το επόμενο άρθρο αναφερόμενα πρόσωπα, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους με τους όρους και προϋποθέσεις συνταξιοδότησης τους από το Δημόσιο ή άλλο φορέα κύριας ασφάλισης.
Άρθρο 15
Ασφαλιζόμενα Πρόσωπα στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. Στην ασφάλιση του Ταμείου υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια :
α. Τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στα Ταμεία Αρωγής Υπαλλήλων :
Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, Υπουργείων Βιομηχανίας, Γεωργίας, Δικαιοσύνης, Εμπορίου, Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Εξωτερικών, Κοινωνικών Υπηρεσιών, Συγκοινωνιών και Τελωνειακών Υπαλλήλων.
β. Οι διοριζόμενοι μετά την έναρξη ισχύος του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. τακτικοί υπάλληλοι στα Υπουργεία Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
γ`. Οι διορισθέντες από 1ης Ιανουαρίου 1993 και εφεξής διοριζόμενοιτακτικοί υπάλληλοι των Υπουργείων ως και οι τακτικοί υπάλληλοι, των αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών και των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, που ασφαλίζονται στο Δημόσιο για κύρια σύνταξη, εφόσον δεν έχουν άλλη επικουρική ασφάλιση, πλην του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 38 Ν.2956/2001, ΦΕΚ Α 258/6.11.2001.
δ. Οι τακτικοί υπάλληλοι των συνιστωμένων μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) που εποπτεύονται από Υπουργεία.
ε. Το τακτικό προσωπικό των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) που συνιστούν αυτές, εφόσον υπάγεται στο ειδικό συνταξιοδοτικό καθεστώς του Ι.Κ.Α.
στ. Οι τακτικοί υπάλληλοι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
2α. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, είναι δυνατή η υπαγωγή στην ασφάλιση του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και των τακτικών υπαλλήλων των διορισθέντων μέχρι 31.12.1992 και άλλων Υπουργείων, που δεν ασφαλίζονται για επικουρικής σύνταξη σε άλλο επικουρικό Ταμείο με εξαίρεση το Μ.Τ.Π.Υ., μετά γνώμη της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., του Δ.Σ. και Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και ύστερα από την εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης. Με την ίδια απόφαση δύνανται επίσης να ρυθμίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την υπαγωγή στην ασφάλιση του Ταμείου.
β. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Δ.Σ. του Φορέα και του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να συγχωνευτούν στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., φορείς ή κλάδοι ή λογαριασμοί Επικουρικής Ασφάλισης που χορηγούν σύνταξη σε νόμιμους υπαλλήλους του Δημοσίου ή υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 76, 77 και 78 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`).
3. Μέχρι την έναρξη ισχύος του προβλεπόμενου από το άρθρο 23 Οργανισμού, το προσωπικό των Φορέων του παρόντος άρθρου που δεν υπήγετο στην ασφάλιση των καταργούμενων Ταμείων, διέπεται από τη νομοθεσία του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και εξυπηρετείται από τις υπηρεσίες του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Άρθρο 16
Καταργούμενα Ταμεία Αρωγής Δημοσίων Υπαλλήλων
1. Από την ημερομηνία σύστασης του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου Ταμεία Αρωγής, καταργούνται από το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας τους περιέρχεται αυτοδικαίως στο Ταμείο, ως καθολικό διάδοχο, χωρίς καταβολή φόρου, τέλους ή δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή άλλων προσώπων.
2. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων των καταργούμενων Ταμείων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου.
3. Εκκρεμείς δίκες με διάδικο τα καταργούμενα Ταμεία συνεχίζονται στο όνομα του Ταμείου χωρίς διακοπή.
Σχετικό: παρ.13 του άρθρου 4 του Ν.3075/2002 (Α΄ 297)
Άρθρο 17
Πόροι
1. Πόροι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. είναι :
Α. Για τους ασφαλισμένους μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992.
α. Μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων οριζόμενη σε ποσοστό 5% επί των τακτικών αποδοχών που λαμβάνουν με βάση τις μισθοδοτικές καταστάσεις. Ως τακτικές αποδοχές νοούνται ο βασικός μισθός μισθολογικού κλιμακίου που θα ισχύει κάθε φορά, μετά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και τις αυξήσεις της εισοδηματικής πολιτικής ή κάθε αύξηση αντί αυτής.
Η κράτηση δεν ενεργείται στο τμήμα των τακτικών αποδοχών που υπερβαίνει το μηνιαίο βασικό μισθό του πρώτου κλιμακίου του ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 10 Α`), όπως αυτό ισχύει κάθε φορά προσαυξημένο με το επίδομα χρόνου υπηρεσίας 60% και τα ποσοστά της εισοδηματικής πολιτικής ή κάθε άλλης αύξησης η οποία παρέχεται αντ` αυτής.
β. Κράτηση ποσού ίσου με τις αποδοχές του πρώτου δεκαπενθημέρου από του διορισμού όσων ασφαλίζονται για πρώτη φορά στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., σε είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
γ. Κράτηση της διαφοράς αποδοχών, όσων προάγονται ή λαμβάνουν μισθολογική προαγωγή, το πρώτο δεκαπενθήμερο μετά την προαγωγή ή την απονομή του επιδόματος.
δ. Κράτηση 5% στις πάσης φύσεως αμοιβές των ασφαλισμένων στο Ταμείο λόγω παροχής πρόσθετης υπηρεσίας πάσης φύσεως, περιλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης και οδοιπορικών, με εξαίρεση τα καταβαλλόμενα για εκτός έδρας μετακινήσεις και όσα εξαιρούνται με ρητή διάταξη νόμου.
Σημ.: όπως περ. δ΄αντικαθίσταται από 1.7.2004 με την παρ.5 άρθρ.21 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004 όπως παρακάτω:
δ. Κράτηση 2% στις πάσης φύσεως αμοιβές των ασφαλισμένων στο Ταμείο πέραν των προβλεπόμενων από τις διατάξεις της περίπτωσης α` περιλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης και οδοιπορικών, με εξαίρεση τις καταβαλλόμενες για εκτός έδρας μετακινήσεις και όσων εξαιρούνται με ρητή διάταξη νόμου. Η διάταξη αυτή έχει ανάλογη εφαρμογή και στους συνταξιούχους του Ταμείου που λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή ή αποζημίωση πάσης φύσεως και μορφής από το Δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, με εξαίρεση ποσά που λαμβάνουν από συντάξεις. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από αναλογιστική μελέτη του Ταμείου και γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το ποσοστό της κράτησης μπορεί να μεταβάλλεται
Τα καταβαλλόμενα δώρα εορτών Χριστουγέννων-Νέου Έτους και Πάσχα, καθώς και το επίδομα αδείας δεν υπόκεινται σε κράτηση, με εξαίρεση τους ασφαλισμένους στο Ταμείο Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων.
ε. Εισφορά εργοδότη.
Από 1.1.2000 το Δημόσιο υποχρεούται σε απόδοση εργοδοτικής εισφοράς υπέρ του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. σε ποσοστό 1%, επί των ιδίων τακτικών αποδοχών που υπολογίζεται η μηνιαία τακτική εισφορά των ασφαλισμένων. Από 1.1.2001 το ποσοστό της εργοδοτικής εισφοράς αυξάνεται σε 2% μειούμενης αντίστοιχα της εισφοράς των ασφαλισμένων κατά 1% και από 1.1.2002 σε 3%, μειούμενης της εισφοράς των ασφαλισμένων κατά 2% και διαμορφουμένης αυτής σε 3% (ισόποση με αυτήν του εργοδότη).
Β. Για τους ασφαλισμένους από 1ης Ιανουαρίου 1993 και εφεξής :
α. Για τους διοριζόμενους μετά την 1η Ιανουαρίου 1993 και ασφαλιζόμενους στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 22 και 32 του ν. 2084/1992, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
β. Κράτηση ποσού ίσου με τις αποδοχές του πρώτου δεκαπενθημέρου από το διορισμό όσων ασφαλίζονται για πρώτη φορά στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., σε είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Εισφορές που κατεβλήθησαν από τους μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένους, κατ` εφαρμογή της διάταξης της περίπτωσης δ` της παρ. 1Α από τις παροχές των ΔΕΤΕ και ΔΙΒΕΕΤ θεωρούνται εισφορές των διατάξεων της περίπτωσης α` της παραγράφου 1Β και δεν αναζητούνται επιπλέον από τον εργοδότη ούτε επιστρέφονται σε ασφαλισμένους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.45 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
Γ. α. Οι δωρεές, τα κληροδοτήματα και τα έσοδα που προέρχονται από κάθε άλλη νόμιμη αιτία.
β. Οι τόκοι και οι πρόσοδοι των κεφαλαίων και της περιουσίας του Ταμείου.
γ. Κάθε άλλο υφιστάμενο έσοδο υπέρ των καταργούμενων Ταμείων περιέχεται στο συστώμενο Ταμείο.
Τα ποσά των πρόσθετων κρατήσεων των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, τα οποία παρακρατούνται σε μηνιαία βάση από την καταβαλλόμενη σε κάθε δικαιούχο παροχή ΔΙΒΕΕΤ, για τη χορήγηση πρόσθετου μερίσματος, κατατίθενται στο λογαριασμό που λειτουργεί στην Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικός Λογαριασμός Οικονομικών Υπαλλήλων» και αφορά αποκλειστικά τους δικαιούχος ΔΙΒΕΕΤ.
Στο λογαριασμό αυτόν συγκεντρώνονται:
α) το χρηματικό υπόλοιπο του λογαριασμού «Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικός Λογαριασμός Υπηρεσιακής Μονάδας Ε», που τηρούσε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος.
β) το χρηματικό υπόλοιπο του λογαριασμού που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «Ε.Δ. Υπουργείο Οικονομικών – Εισφορές από ΔΙΒΕΕΤ 1.7.2001 -31.7.2004 Πρόσθετο Μέρισμα»,
γ) Το χρηματικό υπόλοιπο της πρόσθετης κράτησης για το χρονικό διάστημα διαχείρισης του λογαριασμού από το Γ.Λ.Κ. δυνάμει της Οικ.2/42423/Α0024/10.6.2009 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 1162 Β`).
Η διαχείριση και η λειτουργία του παραπάνω λογαριασμού ασκείται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους/Διεύθυνση 24η Λογαριασμών του Δημοσίου.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διαχείριση και τη λειτουργία του λογαριασμού αυτού, τους δικαιούχους και το ύψος του πρόσθετου μερίσματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 45 παρ.9 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.
2. Οι παραπάνω κρατήσεις αναγράφονται υποχρεωτικά στις σχετικές καταστάσεις και εντάλματα πληρωμής και τα ποσά αυτών αποδίδονται απευθείας από τον εκκαθαριστή των αποδοχών στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο από την καταβολή τους.
3. Για τους ασφαλισμένους του εδαφίου Α της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τα έσοδα που προέρχονται από παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του κρατικού προϋπολογισμού, πέραν της καθοριζομένης κρατήσεως από την περίπτωση δ` του εδαφίου Α της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, περιέχονται στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και τηρούνται σε ειδικούς λογαριασμούς αυτού, κατά φορέα προέλευσης εσόδου.
Τα ποσά κάθε λογαριασμού που προκύπτουν σύμφωνα με τα ανωτέρω χορηγούνται για την αύξηση της μηνιαίας σύνταξής τους πέραν της καθοριζομένης κάθε φορά από την παρ. 1 του εδαφίου α` του άρθρου 19 του παρόντος, στους συνταξιούχους των φορέων από τους οποίους προέρχονται τα επιπλέον έσοδα, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου, ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα κάθε ειδικού λογαριασμού.
Ειδικά για όλους τους ασφαλισμένους του ΤΕΑΔΥ που λαμβάνουν παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού από ΔΙΒΕΕΤ και ΔΕΤΕ, επιβάλλεται κράτηση ή εισφορά κατά περίπτωση επί των παροχών αυτών ως ακολούθως:
α) Στους δικαιούχους ΔΙΒΕΕΤ επιβάλλεται κράτηση σε ποσοστό έξι επί τοις εκατό (6%), η οποία υπολογίζεται επί της καταβαλλόμενης σε κάθε δικαιούχο παροχής ΔΙΒΕΕΤ, ως μηνιαίας αποζημίωσης.
Σχετικό: ΥΑ 2/29901/0022/2006 (ΦΕΚ 810 Β΄/2006)
β) Εισφορά σε ποσοστό είκοσι επί τοις εκατό (20%), η οποία υπολογίζεται επί του συνόλου των εισπραπόμενων στα τελωνεία ΔΕΤΕ, για τους δικαιούχους ΔΕΤΕ. Από το ποσοστό αυτό αφαιρούνται οι κρατήσεις της περίπτωσης δ` της παραγράφου 1 Α και της εισφοράς του ασφαλισμένου της περίπτωσης α` της παραγράφου 1Β του άρθρου αυτού. Το ύψος των ποσοστών των κρατήσεων ή εισφορών της παραγράφου αυτής μπορούν να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τα ποσά κάθε λογαριασμού, που προκύπτουν σύμφωνα με τα ανωτέρω, χορηγούνται για την αύξηση της μηνιαίας σύνταξής τους πέραν των καθοριζομένων κάθε φορά από τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 19 του νόμου αυτού. Για όσους λαμβάνουν παροχές μέσω ΔΕΤΕ τα ποσοστά των αυξήσεων καθορίζονται σε συνάρτηση με τα ποσά της βασικής τους σύνταξης. Τα ποσά των προσαυξήσεων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου και ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα του κάθε ειδικού λογαριασμού. Συνταξιούχοι, για τη χορήγηση της άνω αυξήσεως στη μηνιαία σύνταξή τους από τον ειδικό λογαριασμό ΔΙΒΕΕΤ, θεωρούνται εκείνοι στους οποίους έχει χορηγηθεί η παροχή αυτή. Η αύξηση είναι ανάλογη και με το χρόνο καταβολής της παροχής και καθορίζεται με την προαναφερόμενη υπουργική απόφαση. Ποσά, τα οποία έχουν αποδοθεί στο ΤΕΑΔΥ και στα ταμεία που συγχωνεύτηκαν σε αυτό, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, από τους λογαριασμούς ΔΙΒΕΕΤ, ΔΕΤΕ ή τους δικαιούχους των λογαριασμών αυτών και τηρούνται στους ειδικούς λογαριασμούς κατά την έννοια της παραγράφου αυτής, θεωρούνται ότι καταβλήθηκαν νόμιμα υπέρ των ειδικών αυτών λογαριασμών του ΤΕΑΔΥ.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.45 Ν.3220/2004,ΦΕΚ Α 15/28.1.2004.
Με αναλογιστική μελέτη, η οποία θα εκπονηθεί εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσδιορίζεται το ποσό που προήλθε από την επιπλέον κράτηση των ανωτέρω παροχών, το οποίο με απόφαση του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. μεταφέρεται από τον αποθεματικό των καταργουμένων ταμείων στους κατά τα ανωτέρω συνιστώμενους ειδικούς λογαριασμούς των οικείων φορέων.
Με απόφαση του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι ανωτέρω διατάξεις που αναφέρονται στους ειδικούς λογαριασμούς έχουν ανάλογη εφαρμογή και στις περιπτώσεις που από κατηγορίες ασφαλισμένων καταβάλλονται για επικουρική ασφάλιση ποσά από κρατήσεις ή εισφορές πέραν των προβλεπομένων από την περίπτωση δ` του εδαφίου Α της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Άρθρο 18
Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. Ασφαλισμένοι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και τα μέλη της οικογένειας αυτών δικαιούνται σύνταξης, αν συνταξιοδοτηθούν για την αυτήν αιτία από το Δημόσιο ή το φορέα κύριας ασφάλισης και έχουν κατά περίπτωση τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης του κύριου φορέα.
2. Ως μέλη οικογένειας θεωρούνται :
α) ο επιζών των συζύγων,
β) τα άγαμα παιδιά, φυσικά, νόμιμα, αναγνωρισμένα, νομιμοποιημένα και υιοθετημένα.
3. Η σύνταξη των μελών οικογενείας υπολογίζεται στο ίδιο ποσοστό με το χορηγούμενο κάθε φορά, από το Δημόσιο ή το φορέα ασφάλισης για την αυτήν αιτία. “Οι ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στα μέλη οικογενείας των θανόντων ασφαλισμένων ανακαθορίζονται στο ποσοστό του 70% αντί του καταβαλλόμενου 50%.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.21 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
4. Η ανικανότητα προς εργασία των ασφαλισμένων, καθώς και η ανικανότητα προς εργασία των παιδιών των ασφαλισμένων και συνταξιούχων διαπιστώνεται από τη συνταξιοδοτική απόφαση του Δημοσίου ή του φορέα κύριας ασφάλισης.
Σχετικό: Ν. 3232 /2004 (ΦΕΚ Α΄48) άρθρο 21 παρ. 8 εδάφια δεύτερο και τρίτο
Άρθρο 19
Ποσό σύνταξης Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. α. Η σύνταξη που χορηγείται με τη συμπλήρωση τριάντα πέντε (35) χρόνων συντάξιμης υπηρεσίας, ανέρχεται σε ποσοστό 20% των συντάξιμων αποδοχών του τελευταίου μηνός εξόδου από την υπηρεσία. Το ποσό που προκύπτει από τον παραπάνω υπολογισμό μειώνεται κατά 1/35 για κάθε χρόνο που υπολείπεται από τα τριάντα πέντε (35) χρόνια ασφάλισης.
Το ποσό σύνταξης για όσους παραμένουν στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση 35ετούς συντάξιμου χρόνου ασφάλισης στο Ταμείο, αυξάνεται κατά 1/50 για κάθε έτος ασφάλισης πέραν των τριάντα πέντε (35) και μέχρι των σαράντα (40) ετών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.21 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
Το ποσό της σύνταξης που προκύπτει από τον παραπάνω υπολογισμό στρογγυλοποιείται σε ακέραιες δεκάδες δραχμές, των ποσών μέχρι πέντε (5) δραχμές παραλειπόμενων, των δε ανωτέρων των πέντε (5) δραχμών λογιζόμενων ως ακέραιων δεκάδων δραχμών.
Συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της σύνταξης είναι οι οριζόμενες από την περίπτωση α` του εδαφίου Α` της παρ. 1 του άρθρου 17 του παρόντος νόμου, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Ως χρόνος ασφάλισης για τον καθορισμό του ποσού της σύνταξης, νοείται ο χρόνος πραγματικής ασφάλισης για τον οποίο καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές, καθώς και κάθε αναγνωριζόμενος χρόνος σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
β. Όπου από τις καταστατικές διατάξεις των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 15 Ταμείων Αρωγής Δημοσίων Υπαλλήλων προβλέπεται ποσοστό μικρότερο από το οριζόμενο στο προηγούμενο εδάφιο, αυτό αυξάνεται από 1.1.2000 και για κάθε επόμενο έτος κατά ποσοστό 1%, μέχρι να εξισωθεί με το ανωτέρω ποσοστό.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και μελέτη της οικονομικής του δυνατότητας, το ποσοστό μπορεί να μειώνεται ή να αυξάνεται.
γ. Όπου από τις καταστατικές διατάξεις των καταργούμενων ταμείων αρωγής των δημοσίων υπαλλήλων προβλέπεται μεγαλύτερο ποσοστό από το οριζόμενο στο εδάφιο α` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και εφόσον έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι 31.12.1992, αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται και για τους ασφαλισμένους που θα καταστούν συνταξιούχοι μετά τη δημοσίευση του παρόντος. Στο ποσοστό του παρόντος εδαφίου περιλαμβάνεται και η αύξηση της σύνταξης που προέρχεται από τους ειδικούς λογαριασμούς της παρ. 3 του άρθρου 17 του παρόντος νόμου.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από αναλογιστική μελέτη και γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. μπορεί να αναπροσαρμόζεται το οριζόμενο από το εδάφιο α` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου ποσοστό υπολογισμού της σύνταξης να καθορίζεται ενιαίο ποσοστό και να ανακαθορίζονται οι συντάξεις και τα κατώτατα όρια. Το Δ.Σ. του Ταμείου υποχρεούται στην εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος.
3. Για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993 και εφεξής έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν κάθε φορά.
4. Η αύξηση των συντάξεων γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και εντός των ορίων της εισοδηματικής πολιτικής, όπως ειδικότερα ορίζεται από το άρθρο 66 του ν. 2084/1992.
5. Οι εφημέριοι εκπαιδευτικοί ασφαλισμένοι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. για τους οποίους συντρέχουν προϋποθέσεις διπλής ασφάλισης στο Ταμείο αυτό, ασφαλίζονται υποχρεωτικά μόνο για την ιδιότητά τους εκείνη από την οποία λαμβάνουν τις μεγαλύτερες αποδοχές.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.8 άρθρ.21 Ν.3232/2004, ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
Σχετικό: παρ.8 του άρθρ.21 Ν.3232/2004 (ΦΕΚ Α 48/12.2.2004)
Άρθρο 20
Αναγνώριση προϋπηρεσίας στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. Ασφαλισμένοι του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. δικαιούνται να αναγνωρίσουν κάθε προϋπηρεσία τους που συμπίπτει με συντάξιμο χρόνο στο Δημόσιο ή το φορέα κύριας ασφάλισης, καθώς και τη στρατιωτική υπηρεσία, εφόσον δεν έχει αναγνωρισθεί ως συντάξιμη από άλλο επικουρικό ταμείο με εξαίρεση το Μ.Τ.Π.Υ.
Η αναγνώριση γίνεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου έπειτα από αίτηση του ασφαλισμένου. Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου, τη σχετική αίτηση μπορούν να υποβάλουν τα μέλη της οικογενείας αυτού.
2. Η εξαγορά της αναγνωρισμένης προϋπηρεσίας γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο ή τα μέλη οικογενείας αυτού του συνόλου της προβλεπόμενης εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη για κάθε μήνα αναγνωριζόμενης προϋπηρεσίας, η οποία υπολογίζεται επί των αποδοχών που ορίζονται από τις διατάξεις της περίπτωσης α` του εδαφίου Α της παρ. 1 του άρθρου 17 του παρόντος νόμου, κατά χρόνο υποβολής της αίτησης. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης από τα μέλη της οικογενείας, ως αποδοχές για την αναγνώριση των προϋπηρεσιών λαμβάνονται υπόψη, οι αποδοχές του τελευταίου μηνός αυτές θα έχουν διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης. Η αναγνωρισμένη προϋπηρεσία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από δεκαπέντε (15) χρόνια με εξαίρεση τις περιπτώσεις που δεν θεμελιώνεται συνταξιοδοτικό δικαίωμα, οπότε και αναγνωρίζεται όσος χρόνος απαιτείται για τη θεμελίωση αυτού.
Η εξόφληση του παραπάνω ποσού εξαγοράς γίνεται εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση ποσοστού 10% ή με δόσεις, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των αναγνωριζόμενων μηνών.
Για τους ασφαλισμένους που βρίσκονται στην ενεργό υπηρεσία η εξόφληση των δόσεων γίνεται με παρακράτηση των αποδοχών τους και αποδίδονται στο ΤΕΑΔΥ από την υπηρεσία τους μαζί με τις τακτικές εισφορές.
Σε περίπτωση εξοφλήσεως εφάπαξτου ποσού εξαγοράς, η οφειλή πρέπει να καταβληθεί μέσα σε δύο (2) μήνες από την κοινοποίηση της σχετικής απόφασης.
3. Σε περίπτωση συνταξιοδότησης πριν την ολοσχερή εξαγορά του αναγνωρισθέντος χρόνου, το υπόλοιπο της οφειλής καταβάλλεται εφάπαξ, άλλως ο χρόνος αυτός δεν υπολογίζεται για τη θεμελίωση ή την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης.
4. Αιτήσεις αναγνώρισης που έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος εξετάζονται με το προϊσχύον καθεστώς.
Άρθρο 21
Άσκηση δικαιώματος-Έναρξη- Λήξη συνταξιοδότησης από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. Το δικαίωμα συνταξιοδότησης ασκείται από το δικαιούχο με αίτηση που υποβάλλεται και συνοδεύεται από αντίγραφο απόφασης χορήγησης σύνταξης από το Δημόσιο ή το φορέα κύριας ασφάλισης.
2. Η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της κύριας σύνταξης, εφόσον η αίτηση υποβληθεί μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για την απονομή της κύριας σύνταξης.
Σε περίπτωση που η αίτηση για την απονομή σύνταξης από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. υποβληθεί η σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
3. Ως προς την αναστολή ή τη λήξη του δικαιώματος στη σύνταξη, εφαρμόζονται ανάλογα οι σχετικές διατάξεις του Δημοσίου ή του φορέα κύριας ασφάλισης, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Άρθρο 22
Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
1. Το Ταμείο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο δεκατριών μελών, που αποτελείται :
α. Από τον Πρόεδρο.
β. Από πέντε (5) εκπροσώπους των Υπουργείων των οποίων το προσωπικό ασφαλίζεται στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ.
γ. Από πέντε (5) εκπροσώπους των δημοσίων υπαλλήλων προτεινόμενους από την Α.Δ.Ε.Δ.Υ.
δ. Από έναν (1) εκπρόσωπο των συνταξιούχων, που προτείνεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτικών Συνταξιούχων.
ε. Από έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου με ισάριθμους αναπληρωτές διορίζονται με τριετή θητεία, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου μετέχει χωρίς ψήφο, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, υπάλληλος με Α βαθμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
4. Όταν συζητούνται θέματα προσωπικού ή οργάνωσης και λειτουργίας του Ταμείου, μετέχει με δικαίωμα ψήφου ένας (1) εκπρόσωπος από τους υπαλλήλους του Ταμείου.
5. Θέματα που αφορούν τη συγκρότηση, τη λειτουργία, τη διαδικασία ψηφοφορίας και την απαρτία του Διοικητικού Συμβουλίου, τις αρμοδιότητες αυτού μετά τα καθήκοντα του Προέδρου, του Κυβερνητικού Επιτρόπου, των μελών και του Γραμματέα αυτού, τις προϋποθέσεις διορισμού αυτών και την εξαίρεσή τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του Δ.Σ., καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
6. Μέχρι το διορισμό νέας Διοίκησης, η οποία ορίζεται μέσα σε ένα έτος από την δημοσίευση του παρόντος, η Διοίκησης του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ασκείται από το Δ.Σ. του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, το οποίο διευρύνεται με τη συμμετοχή ενός εκπροσώπου από τα Υπουργεία Οικονομικών, Υγείας και Πρόνοιας, Γεωργίας και Δικαιοσύνης. Το προσωρινό Δ.Σ. και ο Πρόεδρος αυτού, ασκούν όλες τις αρμοδιότητες των Δ.Σ. και των Προέδρων, των καταργούμενων Ταμείων.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται οι ανωτέρω εκπρόσωποι με τους αναπληρωτές τους. Το Δ.Σ. συνεδριάζει στο κτίριο που στεγάζεται το Ταμείο Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου. Ως εισηγητές στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. παρίστανται για τα θέματα αρμοδιότητας των καταργούμενων Ταμείων, οι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, προϊστάμενοι αυτών.
Άρθρο 23
Διάρθρωση υπηρεσιών και θέσεων – Προσωπικό
Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου, καταρτίζεται ο Οργανισμός του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ως προς το περιεχόμενο του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 2503/1997 (ΦΕΚ 107 Α).
Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα προβλέπεται και η μεταφορά των θέσεων και του υπηρετούντος προσωπικού στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ
Μέχρι την έκδοση του Οργανισμού, οι υπηρεσίες των καταργούμενων Ταμείων εξακολουθούν να λειτουργούν με την υφιστάμενη διάρθρωση και το υπηρετούν προσωπικό, το οποίο ασκεί τις αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί και εξακολουθεί να υπάγεται στα υφιστάμενα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, υπηρεσιακά συμβούλια.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6α άρθρ.11 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226 /27.10.1999.
Άρθρο 24
Διατηρούμενες διατάξεις-Εξουσιοδοτήσεις
1. Με π.δ/γμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., αναλογιστική μελέτη και γνώμη του Σ.Κ.Α., καταρτίζεται το καταστατικό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., με το οποίο ορίζονται τα ασφαλιζόμενα πρόσωπα, οι ασφαλιστικές εισφορές, οι αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές και οι συντάξεις, περιλαμβανομένων των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, τα δικαιούμενα σύνταξης πρόσωπα, οι προϋποθέσεις απονομής των παροχών, ο χρόνος ασφάλισης, η αναγνώριση προϋπηρεσιών και ο τρόπος εξαγοράς των αξιώσεων, η έναρξη και λήξη των παροχών, καθώς και κάθε αναγκαία ρύθμιση για τη λειτουργία του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Δημοσίων Υπαλλήλων.
2. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 14 έως και 24 του παρόντος νόμου ή κατά το μέρος που ρυθμίζει διαφορετικά θέματα που διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων αυτών καταργείται.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται ο τρόπος οικονομικής οργάνωσης και λογιστικής λειτουργίας του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Σχετικό: άρθρο 29 του Ν. 3585/2007 (ΦΕΚ Α 148/2007)
Άρθρο 25
Συγχώνευση του Κλάδου Σύνταξης του Ε.Τ.Ε.Μ. στο Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ.
Ο Κλάδος Σύνταξης του Επικουρικού Ταμείου Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (Ε.Τ.Ε.Μ.), που συστάθηκε με το ν.δ. της 5/11.11.1935 (ΦΕΚ 539 Α), συγχωνεύεται στον Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών, που λειτουργεί το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ.).
Το Επικουρικό Ταμείο Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (Ε.Τ.Ε.Μ.) μετονομάζεται σε Ταμείο Πρόνοιας Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου (ΤΑ.Π.Ε.Μ.) και διέπεται από τη νομοθεσία του Κλάδου Προνοίας του μετονομαζόμενου Ταμείου, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 1 του ν. 2335/1995 (ΦΕΚ 185 Α).
Συνιστάται Τοπικό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. στον Πειραιά με αποκλειστική αρμοδιότητα τη διεκπεραίωση των εκκρεμοτήτων του συγχωνευόμενου κλάδου του Ε.Τ.Ε.Μ., που θα υφίστανται κατά την ημερομηνία της συγχώνευσης.
Το συνιστώμενο Υποκατάστημα θα αποτελείται από τα εξής τμήματα :
– Απονομή σύνταξης.
– Εσόδων.
– Μητρώου ασφαλισμένων.
– Πληρωμών συντάξεων.
– Γραμματείας.
Οι αρμοδιότητες και η στελέχωση των τμημάτων αυτών καθορίζονται με απόφαση του διοικητή του Ι.Κ.Α., που θα εκδοθεί εντός μηνός από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου.
Η λειτουργία του Υποκαταστήματος αρχίζει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και λήγει την 31.12.2000. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να παραταθεί η λειτουργία αυτού εφόσον κριθεί απαραίτητο.
Στο Υποκατάστημα αυτό συνιστάται τοπική διοικητική επιτροπή του Ι.Κ.Α., εφαρμοζόμενων αναλόγως διατάξεων του β.δ. 11-5-26.2.1954 (ΦΕΚ 134 Α), όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 13 του ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 Α) και ισχύει. Έργο της επιτροπής θα είναι η εξέταση των εκκρεμών ενστάσεων ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του τέως Ε.Τ.Ε.Μ. και των ενστάσεων επί συνταξιοδότησης αποφάσεων του αρμόδιου οργάνου του Υποκαταστήματος.
2. Οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι του συγχωνευόμενου Κλάδου της προηγούμενης παραγράφου, γίνονται ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του Ι.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ. Για τους συνταξιούχους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 2434/1996 (ΦΕΚ 188 Α).
Ο χρόνος ασφάλισης στον Κλάδο, που συγχωνεύεται, συμπεριλαμβανομένου και αυτού, που με βάση τις διατάξεις του καταστατικού του έχει αναγνωρισθεί ή προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία, θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στο Ι.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ.
Η ασφαλιστική σχέση των ασφαλισμένων του Κλάδου, από τη συγχώνευση και μετά, διέπεται από τις διατάξεις του ιδρυτικού νόμου και του Καταστατικού του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. Για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων αυτών, απαιτούνται οι πλήρεις χρονικές προϋποθέσεις του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ., όπως αυτές ορίζονται από τις σχετικές διατάξεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 1384/1983 (ΦΕΚ 106 Α), ως προ τους υπαχθέντες στην ασφάλιση του συγχωνευόμενου Κλάδου του Ε.Τ.Ε.Μ. μέχρι την ημερομηνία συγχώνευσής του.
Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού, που προέρχεται από τον συγχωνευόμενο κλάδο, οι Πόροι που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ αυτού, η κινητή περιουσία του, καθώς και η ακίνητη περιουσία του Ταμείου, περιέρχονται από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στο Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ., ως καθολικό διάδοχο αυτού, με εξαίρεση το οικόπεδο του Ταμείου, περιοχής Βιλλίων, το οποίο παραμένει στο ΤΑ.Π.Ε.Μ. με αποκλειστική χρήση τη λειτουργία κατασκηνώσεων. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων του εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων.
Η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, δήμου, κοινότητας ή τρίτου.
Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν κατά τη λειτουργία του Κλάδου, που συγχωνεύεται συνεχίζονται υπέρ ή κατά του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. χωρίς διακοπή.
3. Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου αυτού αρχίζει από την πρώτη του μεθεπόμενου της δημοσίευσης του παρόντος νόμου μηνός.
Σχετικό: ΥΑ Φ.30105/16901/1415/2005 (ΦΕΚ 1420 Β΄/2005)
Άρθρο 26
Συγχώνευση Τ.Ε.Α.Ε.Υ.Ε.Ε.Ο στο Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ.
1. Το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Εκπροσώπων και Υπαλλήλων Εργατικών Επαγγελματικών Οργανώσεων (Τ.Ε.Α.Ε.Υ.Ε.Ε.Ο.) που συστάθηκε με τις διατάξεις του α.ν. 971/1937 (ΦΕΚ 482 Α) αποκαλούμενο στις επόμενες διατάξεις του άρθρου αυτού “Ταμείο”, συγχωνεύεται από την πρώτη του τέταρτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στον Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών, που λειτουργεί στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι οποίος αποκαλείται στη συνέχεια του ίδιου άρθρου “Ι.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ.”.
Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού που προέρχεται από το συγχωνευόμενο Ταμείο, οι Πόροι που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις υπέρ αυτού, καθώς και η κινητή και ακίνητη περιουσία του, πλην των κινητών στοιχείων αυτής που ανήκουν στον Κλάδο Πρόνοιας, περιέρχονται από τη συγχώνευση αυτού στο Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. ως καθολικό διάδοχο. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων του Ταμείου στο Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. εκδίδεται διαπιστωτική πράξη τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων.
Η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, δήμου, κοινότητας ή τρίτου. Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν από τη λειτουργία του Ταμείου συνεχίζονται υπέρ ή κατά του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. χωρίς διακοπή.
2. Οι υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού οργανικές θέσεις του Τ.Ε.Α.Ε.Υ.Ε.Ε.Ο., μόνιμες και ιδιωτικού δικαίου με το υπηρετούν προσωπικό, μεταφέρονται στο Ι.Κ.Α.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 1, 5 (παρ. 1 περιπτ. στ) μέχρι 9 (παρ. 2 και 3), 10, 30 μέχρι 34, 36 και 38 του Καταστατικού του Ταμείου, από την ημερομηνία της συγχωνεύσεως παύουν να ισχύουν.
4. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου καθίστανται ασφαλισμένοι του Ι.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ. Η ασφαλιστική σχέση των ασφαλισμένων αυτών, μετά από τη συγχώνευση, διέπεται από τις διατάξεις του Καταστατικού του Ταμείου που εξακολουθούν ισχύουσες με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
Ο χρόνος ασφαλίσεως στο Ταμείο, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που έχει αναγνωρισθεί ή προσμετρηθεί από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία βάσει των διατάξεων του Καταστατικού του, υπολογίζεται για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων αυτών, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Ταμείου, όπως αυτές ορίζονται από τις καταστατικές διατάξεις αυτού.
5. Πρόσωπα τα οποία αποκτούν μετά τη συγχώνευση την ιδιότητα εκπροσώπου συνδικαλιστικών οργανώσεων, για την οποία υπήγοντο στην ασφάλιση του Ταμείου, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. για την ιδιότητά τους αυτή. Τα πρόσωπα αυτά σε κάθε περίπτωση υπάγονται στους οικείους Φορείς επικουρικής ασφάλισης για την απασχόλησή τους.
6. Οι συνταξιούχοι του Ταμείου γίνονται συνταξιούχοι του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ. Οι συντάξεις αυτών εξακολουθούν να καταβάλλονται αμετάβλητες, χωρίς τους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρου 19 του ν. 2434/1996 (ΦΕΚ 188 Α). Σε περίπτωση καταβολής συντάξεων από το Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Ε.Ο. και το ΙΚΑ – ΤΕΑΜ ή από άλλο επικουρικό φορέα, οι διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων δεν εφαρμόζονται. Οι ανωτέρω συντάξεις αυξάνονται κατά τον τρόπο αύξησης των λοιπών συντάξεων των συνταξιούχων του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ.
7. Οι ειδικές εισφορές του άρθρου μόνο του ν. 1114/1944 (ΦΕΚ 19Α), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 678/1977 (ΦΕΚ 246 Α) που έχουν θεσπισθεί υπέρ του Ταμείου, διατηρούνται και περιέρχονται εξ ολοκλήρου στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 59 ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α).
Οι παραπάνω εισφορές δύνανται να μειώνονται με προεδρικό διάταγμα, εκδιδόμενο με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α., ύστερα από σύνταξη αναλογιστικής μελέτης.
8. Ο Κλάδος Πρόνοιας του Τ.Ε.Α.Ε.Υ.Ε.Ε.Ο., που συστάθηκε με τις διατάξεις της αριθμ. 59360 Σ 1509/24.1.1950 (ΦΕΚ 51 Β) απόφασης του Υπουργού Εργασίας, καταργείται από την ημερομηνία συγχώνευσης του Ταμείου.
Τα αποθεματικά του καταργούμενου Κλάδου διανέμονται στους ασφαλισμένους του Κλάδου αυτού, οι οποίοι έχουν υπαχθεί στην ασφάλισή του και έχουν συμπληρώσει μέχρι την ημερομηνία συγχώνευσης του Ταμείου τουλάχιστον τρία (3) έτη, ασφάλισης, μετά από σχετική αίτηση η οποία υποβάλλεται το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία συγχώνευσής του.
Το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, ως καθολικός διάδοχος του Ταμείου, αναγράφει στον προϋπολογισμό του το ποσό που προκύπτει κατά το κλείσιμο του ισολογισμού του καταργούμενου Κλάδου και το οποίο θα διανεμηθεί στους δικαιούχους. Από το προς διανομή ποσό αφαιρείται το ποσό που θα καταβληθεί ως εφάπαξ παροχή σε όσους έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις του καταργούμενου κλάδου και έχουν υποβάλει σχετική αίτηση εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κατάργησής του, καθώς και σε όσους έχουν συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, όπως προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις του καταργούμενου Ταμείου, ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας και συνταξιοδότησης από τον κλάδο σύνταξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 20 Ν.2747/1999,ΦΕΚ Α 226/27.10.1999.
Σε κάθε δικαιούχο, που δεν θα λάβει εφάπαξ βοήθημα σύμφωνα με τα ανωτέρω, καταβάλλεται ποσό που θα είναι ίσο με το 1/23 του 3% που καταβλήθηκε ως μηνιαία εισφορά για τον καταργούμενο κλάδο σε συνάρτηση και με τον αριθμό των ημερομισθίων, τα οποία είχε πραγματοποιήσει στην ασφάλιση ο κάθε δικαιούχος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ,23 Ν.2768/1999 ΦΕΚ Α 273/8.12.1999.
Για την κάλυψη των παραπάνω απαιτήσεων θα γίνει μεταφορά κεφαλαίων από τον κλάδο I.Κ.Α. – Τ.Ε.Α.Μ..
Τυχόν αδιάθετο ποσό μεταφέρεται στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ.
Με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ συγκροτείται επιτροπή αποτελούμενη από υπαλλήλους του καταργούμενου Ταμείου, έργο της οποίας είναι η χορήγηση στους δικαιούχους του προς διανομή ποσού. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο χρόνος περάτωσης του έργου της.
Άρθρο 27
Συγχώνευση του Τ.Α.Α.Χ. στο Τ.Α.Ο.Χ.
1. Το Ταμείο Αρωγής Αξιωματικών Χωροφυλακής (Τ.Α.Α.Χ.) ενοποιείται με το Ταμείο Αρωγής Οπλιτών Χωροφυλακής (Τ.Α.Ο.Χ.), το οποίο μετονομάζεται σε Ταμείο Αρωγής Αστυνομικών (Τ.Α.ΑΣ.), αποκαλούμενο στις επόμενες διατάξεις Ταμείο.
2. Οι ασφαλισμένοι των ενοποιημένων Φορέων καθίστανται ασφαλισμένοι του Ταμείου και ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί σε αυτά θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στο νέο Ταμείο.
3. Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού, όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του Τ.Α.Α.Χ., οι προβλεπόμενοι από τη νομοθεσία του Πόροι και γενικά όλα τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα και υποχρεώσεις του μεταβιβάζονται αυτοδίκαια στο Τ.Α.ΑΣ, ως καθολικό διάδοχο αυτού.
Εκκρεμείς δίκες, οι οποίες προέκυψαν κατά το χρόνο λειτουργίας του Τ.Α.Α.Χ., συνεχίζονται από και κατά του Τ.Α.ΑΣ. χωρίς διακοπή.
Η μεταβίβαση των ακινήτων απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής φόρου υπέρ του Δημοσίου όπως και άλλων φορέων, τελών ή δικαιωμάτων υπέρ δήμου ή κοινότητας ή άλλων τρίτων. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου.
4. Το Ταμείο διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο αποτελούμενο από :
α) τον αρχαιότερο κατά βαθμό, από τους υπηρετούντες στο Νομό Αττικής, μέτοχό του ως Πρόεδρο,
β) έναν ανώτερο αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας, μέτοχο του Ταμείου,
γ) έναν αρχιφύλακα ή αστυφύλακα με δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσία, μέτοχο του Ταμείου,
δ) έναν υπάλληλο με βαθμό Α του Υπουργείου Οικονομικών,
ε) έναν υπάλληλο με βαθμό Α του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
στ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ένωσης Αξιωματικών Αστυνομίας (Π.ΕΝ.Α.Α.) μέτοχο του Ταμείου,
ζ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων (Π.Ο.ΑΣ.Υ.), μέτοχο του Ταμείου, ως μέλη.
5. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συμμετέχει χωρίς ψήφο, ως Κυβερνητικός Επίτροπος, υπάλληλος με Α βαθμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
6. Όταν συζητούνται θέματα προσωπικού ή οργάνωσης και λειτουργίας του Ταμείου, μετέχει με δικαίωμα ψήφου ένας (1) εκπρόσωπος από τους υπαλλήλους του Ταμείου.
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, ορίζονται τα μέλη αστυνομικού του Δ.Σ. του Τ.Α.Α.Σ. μαζί με ισάριθμους αναπληρωτές. Οι εκπρόσωποι των Ομοσπονδιών των συνδικαλιστικών Φορέων, προτείνονται από αυτές, σύμφωνα με τα καταστατικά τους. Τα μέλη (τακτικά και αναπληρωματικά) του Δ.Σ. του Τ.Α.Α.Σ. που ανήκουν στον Υπουργείο Οικονομικών και στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η θητεία του Δ.Σ. και των λοιπών οργάνων του Τ.Α.Α.Χ. λήγει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Α.Ο.Χ. παρατείνεται μέχρι του διορισμού του νέου Δ.Σ. του Τ.Α.ΑΣ.
7. Ως διευθυντής και υποδιευθυντής του Ταμείου τοποθετείται ανώτερος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και ως γραμματέας αυτού, καθώς και του Δ.Σ. κατώτερος αξιωματικός, οριζόμενοι με απόφαση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας.
Στο Ταμείο, για την αντιμετώπιση των υπηρεσιακών του αναγκών, τοποθετείται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις το απαραίτητο αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης που είναι μέτοχοι αυτού.
Οι πολιτικοί υπάλληλοι του Τ.Α.Α.Χ. που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετούν σε αυτό εξακολουθούν να υπηρετούν ως υπάλληλοι του νέου Ταμείου.
Για την αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών του Ταμείου, συστήνονται, επιπλέον των υφισταμένων, δύο (2) οργανικές θέσεις, που θα πληρωθούν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις : α) μία (1) θέση Νομικού Συμβούλου και β) μία (1) θέση καθαρίστριας.
8. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από γνώμη από Δ.Σ. του Ταμείου, ρυθμίζονται εντός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου τα θέματα που αφορούν τη διοικητική και οικονομική οργάνωση, τη διάρθρωση των υπηρεσιών, τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των οργάνων, τη στελέχωση των υπηρεσιών, τη διαχείριση της περιουσίας, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για τη λειτουργία του Ταμείου. Μέχρι έκδοσης του παραπάνω διατάγματος ισχύει το π.δ. 23/1997 (ΦΕΚ 23 Α).
9. Από την έναρξη λειτουργίας του Ταμείου καθορίζεται ενιαία μηνιαία κράτηση για όλους τους ασφαλισμένους του εκ ποσοστού 5% επί του βασικού μισθού και του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, καθώς και επί των επιδομάτων εξομάλυνσης και ειδικής απασχόλησης, όπως αυτά προσδιορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 και στην υποπερίπτωση ββ της περίπτωσης β της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2448/1996 (ΦΕΚ 299 Α), όπως τροποποιήθηκε με την περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 2512/1997 (ΦΕΚ 138 Α), ανεξαρτήτως βαθμού οικογενειακής κατάστασης ή άλλης μεταβολής, περιλαμβανομένων και των δώρων Χριστουγέννων στους ασφαλισμένους, επιφυλασσομένων των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α) για τους ασφαλισμένους από 1.1.1993 και εφεξής.
Σχετικό: παρ.Αβ του άρθρου μόνον της ΥΑ Φ.30218/28700/955 (ΦΕΚ Β΄ 1766/10.11.2010)
10. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ βοηθήματος του Ταμείου μετά από αναλογιστική μελέτη, εκπονούμενη εντός έτους από την ισχύ του παρόντος νόμου. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής για τον προσδιορισμό του εφάπαξ βοηθήματος των μετόχων του Ταμείου εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις της νομοθεσίας των ενοποιημένων φορέων.
11. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. του Ταμείου, ανακαθορίζονται οι αποδοχές επί των οποίων διενεργείται η κράτηση και υπολογίζεται το εφάπαξ βοήθημα και αναπροσαρμόζεται το ύψος του ποσοστού των κρατήσεων και του χορηγούμενου εφάπαξ βοηθήματος.
12. Για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις που ισχύουν για το Τ.Α.Ο.Χ.
13. Το γραφείο ενσήμου της ΕΛ.ΑΣ. υπάγεται στο ενοποιημένο Ταμείο Τ.Α.ΑΣ. Προϊστάμενος του γραφείου αυτού ορίζεται κατώτερος αξιωματικός ή ανθυπαστυνόμος της ΕΛ.ΑΣ.
14. Οι ασφαλισμένοι του ΤΑΑΣ, οι οποίοι προσλήφθηκαν στην Ελληνική Αστυνομία μετά την 1.1.1993 και εφεξής μπορούν να ασφαλισθούν προαιρετικά και στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων, εφαρμοζομένων των διατάξεων που διέπουν το Ταμείο αυτό.
Η σχετική αίτηση, η οποία δεν ανακαλείται, υποβάλλεται στο Ταμείο αυτό και στην υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. από τους ήδη υπηρετούντες εντός ανατρεπτικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος και από τους εφεξής προσλαμβανομένους εντός της αυτής ανατρεπτικής προθεσμίας από την ημερομηνία πρόσληψής τους στην ΕΛ.ΑΣ.
Οι ασφαλισμένοι αυτοί, μπορούν να αναγνωρίσουν στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων και το χρόνο προϋπηρεσίας τους στην ΕΛ.ΑΣ., υποβάλλοντας σχετική αίτηση μέσα στην παραπάνω προθεσμία. Η αναγνώριση και η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές καταστατικές διατάξεις του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων περί αναγνωρίσεως προϋπηρεσιών.
Για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας αναγνωρίσεως προϋπηρεσίας των προσώπων αυτών, με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Δημόσιας Τάξης, αποσπάται στο Ταμείο Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων πολιτικό πρόσωπο και μέχρι δέκα (10) υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας για χρονικό διάστημα ενός έτους.
Άρθρο 28
Συγχώνευση Τ.Π.Ε.Κ.Υ. Ο.Λ.Θ. στο Κ.Α.Φ. Λιμένος Θεσσαλονίκης
1. Το Ταμείο Προνοίας Εργατών Κομιστικής Υπηρεσίας Ο.Λ.Θ., το οποίο ιδρύθηκε με το άρθρο 30 του α.ν. 962/1937 (ΦΕΚ 475 Α`), συγχωνεύεται στο Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, το οποίο μετονομάζεται σε Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών και Εργατών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης.
2. Οι ασφαλισμένοι του συγχωνευόμενου Ταμείου καθίστανται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ασφαλισμένοι του Κεφαλαίου Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών και Εργατών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης και εφαρμόζεται εφεξής για τον μετονομαζόμενο Οργανισμό η νομοθεσία του Κ.Α.Φ. Ο.Λ.Θ. Ο χρόνος ασφάλισης τους στο συγχωνευόμενο Ταμείο, συμπεριλαμβανομένου και του βάσει των διατάξεων της νομοθεσίας τούτου τυχόν ήδη αναγνωρισθέντος ή προσμετρηθέντος χρόνου από προϋπηρεσία ή άλλη αιτία, θεωρείται ως χρόνος ασφάλισης στον μετονομαζόμενο Οργανισμό.
3. Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού, καθώς και η κινητή και ακίνητη περιουσία του συγχωνευόμενου Ταμείου, μεταβιβάζεται στο Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών και Εργατών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης ως καθολικό διάδοχο αυτού. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, δήμου, κοινότητας ή τρίτου. Εκκρεμείς δίκες με διάδικο το Ταμείο Προνοίας Εργατών Κομιστικής Υπηρεσίας Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, συνεχίζονται από το Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών και Εργατών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, χωρίς διακοπή.
4. Οι υφιστάμενες κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού θέσεις μαζί με το υπηρετούν προσωπικό μεταφέρονται στο νέο φορέα.
5. Οι ασφαλισμένοι του Ταμείου Προνοίας Εργατών Κομιστικής Υπηρεσίας Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης, οι οποίοι μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου θεμελιώνουν δικαίωμα λήψης εφάπαξ βοηθήματος βάσει διατάξεων της νομοθεσίας του Ταμείου αυτού, διατηρούν το δικαίωμα λήψης της εφάπαξ παροχής, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, εφόσον αποχωρήσουν από την υπηρεσία και ασκήσουν το δικαίωμα εντός τριών (3) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
6. Το Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεφορτωτών και Εργατών Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης διοικείται από το υφιστάμενο Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Α.Φ. Ο.Λ.Θ.
Άρθρο 29
Συγχώνευση Τ.Α.Π.-Ο.Σ.Ε. στον Κλάδο Ασθένειας του Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε.
1. Το Ταμείο Αλληλοβοηθείας Προσωπικού ΟΣΕ, που συστάθηκε με το προεδρικό διάταγμα της 17/18 Δεκεμβρίου 1930 περί κυρώσεως κανονισμού ταμείου αλληλοβοηθείας των εν Ελλάδι σιδηροδρομικών και τροχιοδρομικών επιχειρήσεων, συγχωνεύεται από την πρώτη του δεύτερου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στον Κλάδο Ασθένειας του Ταμείου Ασφαλίσεως Προσωπικού Ο.Τ.Ε. εφαρμοζόμενων των διατάξεων του Κανονισμού Περίθαλψης του Ταμείου αυτού, όπως κάθε φορά ισχύει.
Το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού, καθώς και όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του Τ.Α.Π.-Ο.Σ.Ε., περιέρχονται από τη συγχώνευση αυτού στον Κλάδο Ασθένειας του Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε. ως καθολικό διάδοχο.
Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων του Ταμείου στο ΤΑΠ – ΟΤΕ εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων.
Η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων προσώπων. Εκκρεμείς δίκες που προέκυψαν από τη λειτουργία του ταμείου συνεχίζονται υπέρ ή κατά του ΤΑΠ-ΟΤΕ χωρίς διακοπή.
2. Χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε στο συγχωνευόμενο Ταμείο θεωρείται χρόνος ασφάλισης του κλάδου ασθένειας του ΤΑΠ-ΟΤΕ.
3. Οι υφιστάμενες κατά τη δημοσίευσης του νόμου αυτού οργανικές θέσεις του ΤΑΠ-ΟΣΕ μόνιμες και ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με το υπηρετούν προσωπικό μεταφέρονται στο ΤΑΠ-ΟΤΕ.
Σχετικό: παρ.7 του άρθρου 4 του Ν.3075/2002 (Α΄ 297)
Άρθρο 30
Κατάργηση Ταμείου Υπαλλήλων Αγροφυλακής
Το Ταμείο Προνοίας Υπαλλήλων Αγροφυλακής που προήλθε δυνάμει του π.δ. 364/1981 (ΦΕΚ 100 Α`), από τη συγχώνευση του Λογαριασμού Αυτοασφαλίσεως Υπαλλήλων Αγροτικής Ασφάλειας (Λ.Α.Υ.Α.), που συστάθηκε με το β.δ. της 18/28.7.1952 (ΦΕΚ 173 Α`) στο Ταμείο Αρωγής Οργάνων Αγροφυλακής (Τ.Α.Ο.Α.), που συστάθηκε με το ν. 1900/1951 (ΦΕΚ 214 Α`), καταργείται.
Το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας αυτού τίθεται υπό εκκαθάριση από το Διοικητικό Συμβούλιο και δύο εκκαθαριστές προτεινόμενους από το ίδιο όργανο.
Το απομένουν υπόλοιπο, μετά την αφαίρεση τυχόν προς τρίτους οφειλών, διατίθενται συμπληρούμενο από το Λ.Α.Φ.Κ.Α., για την καταβολή των εφάπαξ βοηθημάτων στους ασφαλισμένους του, σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού.
Άρθρο 31
Κατάργηση Ταμείων Προνοίας Δικηγόρων Επαρχιών
1. Τα Ταμεία Προνοίας Δικηγόρων που ιδρύθηκαν με βάση τις διατάξεις του α.ν. 87/1936 (ΦΕΚ 390 Α`) εκτός των Ταμείων Προνοίας Δικηγόρων Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης, καταργούνται την 1η του 7ου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Οι θεσπισμένοι Πόροι βάσει της κείμενης νομοθεσίας και οι διατάξεις του α.ν. 87/1936 “Περί ιδρύσεως ταμείου προνοίας παρ` εκάστω δικηγορικώ συλλόγω” καταργούνται από την ίδια ημερομηνία.
2. Εντός του ως άνω χρονικού διαστήματος, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μελών του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, δύναται να συσταθεί σε κάθε δικηγορικό σύλλογο “ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑΣ” των μελών του, σωματειακής μορφής (Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα), ως καθολικός διάδοχος φορέας του καταργούμενου Ταμείου Προνοίας Δικηγόρων.
Σχετικό: άρθρο 74 Ν.3994/2011,ΦΕΚ Α 165/25.7.2011
3. Η κινητή και ακίνητη περιουσία των καταργούμενων Ταμείων Προνοίας Δικηγόρων, η οποία θα απογραφεί από τις διοικήσεις αυτών κατά την ημερομηνία κατάργησής τους, αφού αφαιρεθεί το ποσό που θα καταβληθεί ως εφάπαξ παροχή σε όσους έχουν συμπληρώσει τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οικείες καταστατικές διατάξεις και έχουν υποβάλει σχετική αίτηση μέχρι την ημερομηνία αυτή, περιέχεται αυτοδικαίως στο νέο φορέα, ο οποίος υπεισέρχεται στα πάσης φύσεως δικαιώματα και υποχρεώσεις του αντίστοιχου καταργούμενου ταμείου. Για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία μεταγράφεται ατελώς στα οικεία βιβλία του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου. Η μεταβίβαση αυτή δεν υπόκειται σε τέλη και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, δήμου, κοινότητας ή τρίτου.
4. Σε περίπτωση που δεν συσταθεί ο νέος φορέας, η κινητή και ακίνητη περιουσία των καταργούμενων ταμείων περιέρχεται αυτοδικαίως στους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους, με την παραπάνω διαδικασία και την ευθύνη της ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης αναλαμβάνει το Διοικητικό Συμβούλιο του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου.
Στην περίπτωση που καταργούμενο Ταμείο Προνοίας Δικηγόρων ασφαλίζει μέλη περισσοτέρων του ενός Δικηγορικών Συλλόγων, τότε η κινητή και ακίνητη περιουσία του περιέρχεται στον αντίστοιχο Δικηγορικό Σύλλογο ανάλογα με τον αριθμό των μελών και το χρόνο ασφάλισής τους προκειμένου να γίνει η εκκαθάριση αυτής.
Σχετικό: άρθρο 74 Ν.3994/2011,ΦΕΚ Α 165/25.7.2011
5. Η θητεία των διοικήσεων των καταργούμενων Ταμείων Προνοίας Δικηγόρων, που τυχόν λήγει κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα του παραπάνω εξαμήνου, παρατείνεται αυτοδικαίως και μέχρι το χρόνο της κατάργησης των Ταμείων αυτών.
6. Μόνιμοι ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι των καταργούμενων Ταμείων υπηρετούντες κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού από 1.7.1999 αποτελούν προσωπικό του οικείου δικηγορικού συλλόγου, με μεταφορά της θέσης την οποία κατέχουν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.11 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226/27.10.1999.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ – ΠΑΡΟΧΕΣ ΥΓΕΙΑΣ
Άρθρο 32
1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Γ.Γ.Κ.Α.) ειδική υπηρεσία με την ονομασία “Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης” (ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.), η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. αναπτύσσεται σε κεντρική και περιφερειακές υπηρεσίες.
Η κεντρική υπηρεσία έχει έδρα τη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων και οι περιφερειακές τις έδρες των 13 περιφερειών ολόκληρης της χώρας.
Η κεντρική υπηρεσία λειτουργεί σε επίπεδο διεύθυνσης και οι περιφερειακές υπηρεσίες σε επίπεδο τμήματος. Κατ` εξαίρεση στην Περιφέρεια Αττικής συνιστάται μία (1) Διεύθυνση διαρθρωμένη σε τρία (3) Τμήματα, με έδρα την Αθήνα και όρια ευθύνης τα όρια των Δ.Υ.ΠΕ. Αττικής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο ενδέκατο παρ.1 Ν.3607/2007, ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
Στη Γ.Γ.Κ.Α. του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τις ανάγκες της ΥΠ.Ε.Δ. Υ.Φ.Κ.Α. στην Περιφέρεια Αττικής συνιστώνται: 1 θέση ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων 2 θέσεις ΠΕ Φαρμακοποιών 2 θέσεις ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Επιστήμης των Υπολογιστών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.19 Ν.3144/2003,ΦΕΚ Α 111/8.5.2003.
Οι περιφερειακές υπηρεσίες στεγάζονται σε κτίρια των Ασφαλιστικών Οργανισμών που επιλέγονται για το σκοπό αυτό από την κεντρική υπηρεσία.
Σχετικό: άρθρο ενδέκατο παρ.2 Ν.3607/2007,ΦΕΚ Α 245/1.11.2007
2. Έργο της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. είναι :
– η εποπτεία και ο συντονισμός των ενεργειών για τον έλεγχο των δαπανών του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης όλων των Ασφαλιστικών Φορέων και Κλάδων Ασθένειας αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α.
– ο έλεγχος για όλες τις υπηρεσίες υγείας που παρέχονται προς τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους όλων των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
– ο συντονισμός των ελέγχων για τις παροχές περίθαλψης που απαιτείται έγκριση ελεγκτή γιατρού.
– ο σχεδιασμός και η ανάθεση μηχανογραφικών εφαρμογών σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο, που σκοπό έχουν την παρακολούθηση της κατανάλωσης των υπηρεσιών και των παροχών υγείας.
– η συγκέντρωση και η στατιστική αξιολόγηση στοιχείων που έχουν σχέση με παροχές υγείας.
Η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης της κείμενης νομοθεσίας κατά τη διενέργεια του ελέγχου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθ.18 Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66), αντικαταστάθηκε ως άνω με την παράγραφο 1 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
3. Ο έλεγχος των υπηρεσιών υγείας που παρέχονται προς τους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών οργανισμών ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. διενεργείται στα φαρμακεία, νοσοκομεία, ιδιωτικές κλινικές και κάθε φορέα παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας από το προσωπικό της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α..
Στους ελέγχους αυτούς δύναται να συμμετέχουν και υπάλληλοι των ασφαλιστικών οργανισμών ή του Ε.Ο.Π.Υ.Υ..
Ο έλεγχος αφορά στην παρακολούθηση των όρων των συμβάσεων ασφαλιστικών οργανισμών με τους παρόχους υγείας, στην πιστή τήρηση των ισχυουσών διατάξεων των κανονισμών παροχής υγειονομικής περίθαλψης και γενικά στην τήρηση της νομοθεσίας που διέπει την παροχή ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης.
Για κάθε έλεγχο υποβάλλεται πόρισμα από τις αρμόδιες Διευθύνσεις στον Γενικό Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. το οποίο διαβιβάζεται στους ασφαλιστικούς οργανισμούς, τον Ο.Π.Α.Δ. ή τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., καθώς και στην Αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, σύμφωνα με τις προτάσεις των ελεγκτών που διενήργησαν τον έλεγχο. Για την αποστολή των πορισμάτων στους ασφαλιστικούς οργανισμούς και στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή δεν απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο διαπιστωθεί παράβαση της κείμενης νομοθεσίας, ο Γενικός Επιθεωρητής της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. επιβάλλει τις οριζόμενες από το π.δ. 121/2008 (Α` 183) χρηματικές κυρώσεις, καθώς και τις χρηματικές κυρώσεις της περίπτωσης Ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Οι ανωτέρω χρηματικές κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του Γενικού Επιθεωρητή της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α., κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διεύθυνσης, μετά την παροχή σχετικών εξηγήσεων, οι οποίες υποβάλλονται εγγράφως, μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα που αυτοί που τους αφορά έλαβαν το σχετικό έγγραφο, για παροχή εξηγήσεων και στο οποίο υποχρεωτικά αναφέρεται η διαπραχθείσα παράβαση. Κατά της απόφασης αυτής μπορεί να ασκηθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον της Επιτροπής Ενστάσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 3846/2010. Η προθεσμία για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της απόφασης επιβολής χρηματικών κυρώσεων, μέχρι την έκδοση της απόφασης από την Επιτροπή Ενστάσεων. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Ενστάσεων είναι άμεσα εκτελεστές. Τα έσοδα από τα επιβαλλόμενα κατά τα ανωτέρω χρηματικά ποσά εισπράττονται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις περί είσπραξης δημοσίων εσόδων (ΚΕΔΕ) ή μέσω των λογαριασμών που υποβάλλουν προς εξόφληση τα φαρμακεία, διαγνωστικά κέντρα και ιδιωτικές κλινικές.
Ο Γενικός Επιθεωρητής της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. επιβάλλει πέραν των ως άνω χρηματικών κυρώσεων και τις λοιπές κυρώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 3 του άρθρου 2, την παράγραφο 3 του άρθρου 3 και την παράγραφο 15 του άρθρου 4 του π.δ. 121/2008, καθώς και από την περίπτωση Ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του ν. 3846/2010. Οι χρηματικές διοικητικές αυτές κυρώσεις, μπορούν να επιβληθούν σωρευτικά με τις λοιπές διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλει ο Γενικός Επιθεωρητής. Οι υπάλληλοι της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ενεργούν ως ανακριτικοί υπάλληλοι και έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για την άσκηση του έργου τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 80 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.
4. Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. συντονίζει τους ελέγχους των Ασφαλιστικών Οργανισμών για παροχές περίθαλψης όπου απαιτείται εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων έγκριση από ελεγκτή ιατρό ή οδοντίατρο, στις περιοχές που οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί δεν διαθέτουν τέτοιες υπηρεσίες.
Για το σκοπό αυτό δημιουργούνται ειδικά γραφεία ελέγχου.
Τα ανωτέρω γραφεία δημιουργούνται στις έδρες των νομών όλης της χώρας και, εφόσον οι ανάγκες το επιβάλλουν, σε περισσότερες περιοχές του νομού, σε χώρους που επιλέγονται από την ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.
Στα γραφεία αυτά έχουν πρόσβαση και οι ασφαλισμένοι Ταμείων, έστω και αν διαθέτουν ανάλογες υπηρεσίες στο νομό. Καθήκοντα ελεγκτού δύναται να ανατίθενται σε ιατρούς και οδοντιάτρους που υπηρετούν στους Ασφαλιστικούς Οργανισμού και στο Ε.Σ.Υ. και τις διευθύνσεις υγείας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.
Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας ορίζονται, μετά από πρόταση των φορέων στους οποίους υπηρετούν, οι ιατροί και οδοντίατροι των ειδικών σημείων ελέγχου, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά τη λειτουργία τους.
Το έργο των ελεγκτών ιατρών υπόκειται στον έλεγχο των οργάνων ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.
5. Οι έλεγχοι που διεξάγονται έως σήμερα από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης θα διενεργούνται στο εξής από μικτά κλιμάκια αποτελούμενα από προσωπικό της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. και των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Σε περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητη η συμμετοχή στα μικτά κλιμάκια ιατρών ή φαρμακοποιών, αυτή θα είναι υποχρεωτική με ευθύνη της Διοίκησης του ασφαλιστικού φορέα στον οποίο υπηρετούν. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατό να διεξάγονται με απόφαση της Διοίκησης του φορέα συμπληρωματικοί έλεγχοι και από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.10 άρθρου 33 Ν.3863/2010,ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο δέκατο παρ.1 Ν.3607/2007,ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
6 . Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. σχεδιάζει και εισηγείται μηχανογραφικές εφαρμογές για την παρακολούθηση της κατανάλωσης των παροχών και υπηρεσιών υγείας και τον έλεγχο των δαπανών.
Το κόστος σχεδίασης και ανάπτυξης των μηχανογραφικών εφαρμογών δύναται να βαρύνει ή τον Λ.Β.Κ.Α. ή δύναται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να κατανέμεται στους εξυπηρετούμενους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζεται ο τρόπος κατανομής και πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Οι εφαρμογές του ελέγχου των δαπανών υγείας δύναται να αναπτύσσονται σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο και ανατίθενται, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, απευθείας είτε σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είτε σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα.
Το ανατιθέμενο έργο, το ύψος της αμοιβής, ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου περιγράφεται στην απόφαση ανάθεσης.
Επίσης, οι ως άνω εφαρμογές δύνανται να ανατίθενται σε φορέα ιδιωτικού τομέα, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε άνω με την παρ.2 άρθρ.19 Ν.3144/2003,ΦΕΚ Α 111/8.5.2003 και αναριθμήθηκε με το άρθρο δέκατο παρ.1 Ν.3607/2007,ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται η οργάνωση, η διάρθρωση, οι επί μέρους αρμοδιότητες της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. και των οργάνων της κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της υπηρεσίας.
Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να ανακαθορίζεται η κατά τόπο και καθ` ύλην αρμοδιότητα των επιμέρους υπηρεσιών της Υ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας κάθε υπηρεσίας.
Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας και Εμπορικής Ναυτιλίας, στις αρμοδιότητες της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. δύναται να υπάγεται και ο έλεγχος της περίθαλψης των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και των ασφαλισμένων του Οίκου Ναύτου.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο δέκατο παρ.1 Ν.3607/2007,ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
8. Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. στελεχώνεται με διοικητικό προσωπικό, ιατρούς ειδικοτήτων και φαρμακοποιούς.
Ειδικότερα, για τη λειτουργία της υπηρεσίας αυτής, στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστώνται 95 οργανικές θέσεις προσωπικού Κατηγορίας ΠΕ και 5 θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η πλήρωση των οργανικών θέσεων γίενται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες περί προσλήψεων διατάξεις. Η πλήρωση των θέσεων του ειδικού επιστημονικού προσωπικού γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου διάρκειας πέντε (5) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Οι παραπάνω θέσεις είναι δυνατόν να καλύπτονται και με τοποθετήσεις υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Ασφαλίσεων, καθώς και με μετατάξεις και αποσπάσεις, χωρίς χρονικό περιορισμό, υπαλλήλων κάθε κατηγορίας από Ασφαλιστικούς Οργανισμούς ή άλλες δημόσιες υπηρεσίες και Ν.Π.Δ.Δ.
Προσόντα πρόσληψης ορίζονται τα προσόντα διορισμού των δημοσίων υπαλλήλων σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και τα αναφερόμενα υπό στοιχεία α και β της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991.
Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 6 γίνεται η κατανομή των παραπάνω θέσεων κατά κατηγορία και ειδικότητα και προσδιορίζονται τα ειδικότερα τυπικά προσόντα του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, καθώς και τα κριτήρια και η διαδικασία τοποθετήσεων, αποσπάσεων και μετατάξεων.
Το προσωπικό της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. υπάγεται ως προς τα θέματα της υπηρεσιακής του κατάστασης στο οικείο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. “Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατανέμονται οι θέσεις της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. μεταξύ Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών της Υπηρεσιών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.19 Ν.3144/2003,ΦΕΚ Α 111/8.5.2003.
Σχετικό: παρ.4 και 5 άρθρ.19 Ν.3144/2003.
Σχετικό: Π.Δ. 275/2001, ΦΕΚ Α΄196/3-9-2001
9. α) Το έργο του ελέγχου των δαπανών υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από την ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. μπορεί να ανατίθεται σε ιατρούς ειδικοτήτων παθολογίας ή γενικής ιατρικής με σύμβαση μίσθωσης έργου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Ο αριθμός των ιατρών στους οποίους μπορεί να ανατίθεται το έργο αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των κενών οργανικών θέσεων της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. β) Η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 19 του ν. 3144/ 2003 (ΦΕΚ 111/Α`) καταργείται κατά το μέρος που αφορά τους ιατρούς της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.
Σημ.: όπως η παρ.9 προστέθηκε με το άρθρο ενδέκατο παρ.4 Ν.3607/2007, ΦΕΚ Α 245/1.11.2007.
Άρθρο 33
Ιατρική περίθαλψη
1. Στα πλαίσια της ιατρικής περίθαλψης που παρέχουν οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α. και το Δημόσιο στους ασφαλισμένους και τα μέλη της οικογενείας τους καθιερώνεται η υποχρεωτική προληπτική ιατρική, με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση και τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της εκδήλωσης ή την αποτροπή της εμφάνισης νοσηρών καταστάσεων.
Η προληπτική ιατρική περιλαμβάνει :
α. Εμβολιασμούς παιδιών και ενηλίκων, σύμφωνα με το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού για την Ελλάδα του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
β. Εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου.
γ. Εξετάσεις για την πρόληψη γυναικολογικών καρκίνων (testpap – μαστογραφία).
δ. Εξέταση για την πρόληψη του καρκίνου του προστάτη.
ε. Προληπτικές οδοντιατρικές εργασίες σε παιδιά ηλικίας μέχρι 14 ετών.
2. Οι δαπάνες άσκησης της προληπτικής ιατρικής βαρύνουν αποκλειστικά τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς.
Για τις παροχές προληπτικής οδοντιατρικής στα παιδιά δύναται με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας να καθορίζεται το είδος των εργασιών και εφάπαξ ποσό για τη σχετική δαπάνη.
Ο τρόπος παροχής της προληπτικής ιατρικής είναι αυτός που προβλέπεται από τις διατάξεις της νομοθεσίας κάθε φορέα για την Ιατρική περίθαλψη.
3. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας θα καθοριστεί το είδος, η έκταση, η περιοδικότητα των παροχών, η διαδικασία ενημέρωσης των ασφαλισμένων και κάθε αναγκαία λεπτομέρειας για την υλοποίηση της προληπτικής ιατρικής.
4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας, προβλέπεται η έκδοση “Κανονισμού Οδοντιατρικής Περίθαλψης”, που ισχύει για όλους τους φορείς και Κλάδους Ασθένειας αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α. και το Δημόσιο.
Με τον ανωτέρω κανονισμό καθορίζεται το είδος, η έκταση και ο τρόπος χορήγησης των οδοντιατρικών παροχών.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθιερώνεται ενιαίο βιβλιάριο υγείας και έντυπο εντολών ιατρικής περίθαλψης, καθώς και κάθε άλλο έντυπο απαραίτητο για τη χορήγηση των παροχών περίθαλψης στους ασφαλισμένους του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Θεσπίζονται ο τρόπος παροχής της ιατρικής περίθαλψης, τα όργανα και οι διαδικασίες ελέγχου αυτής και καθορίζονται οι υποχρεώσεις των ασφαλισμένων, θεραπόντων ιατρών, των εργαστηρίων και των ασφαλιστικών Φορέων, καθώς και οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησής τους.
Άρθρο 34
Φαρμακευτική περίθαλψη
1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Εξαιρούνται οι συνταξιούχοι, που δικαιούνται του επιδόματος Ε.Κ.Α.Σ. και για όσο χρόνο το δικαιούνται, καθώς και τα μέλη οικογενείας τους. Οι παραπάνω συμμετέχουν από 1.1.1999 στην εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική περίθαλψη με ποσοστό 10% της διατιμημένης αξίας του φαρμάκου. Η δαπάνη που θα προκύψει στους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς καλύπτεται με επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό”.
2. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Επίσης εξαιρούνται της συμμετοχής : α) τα αντιρετροϊκά φάρμακα που χορηγούνται στους HIV θετικούς ασθενείς” ασφαλισμένους και συνταγογραφούνται από τα αναγνωρισμένα κέντρα αναφοράς για τη διάγνωση του AIDS και τις αναγνωρισμένες νοσοκομειακές μονάδες ειδικών λοιμώξεων και β) όλα ανεξαιρέτως τα φάρμακα που είναι απαραίτητα για τους ασφαλισμένους που υποβάλλονται σε μεταμόσχευση συμπαγών ή ρευστών οργάνων”.
3. Το άρθρο 26 του ν. 2072/1992 (ΦΕΚ 125 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“Σε εξωτερικούς ασθενείς, ασφαλισμένους του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α., που έχουν νοσηλευθεί και έχουν ανάγκη τακτικής παρακολούθησης για την αντιμετώπιση της πάθησής τους χορηγούνται χωρίς συμμετοχή των ασφαλισμένων από τα φαρμακεία των κρατικών νοσοκομείων ιδιοσκευάσματα υψηλού κόστους, που έχουν άδεια κυκλοφορίας μόνο για νοσοκομειακή χρήση.
Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται τα ανωτέρω ιδιοσκευάσματα, οι παθήσεις και η διαδικασία χορήγησής τους”.
Σχετικό: υπ` αριθμ. 1014/2011 απόφαση ΣΤΕ.
4. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν.2458/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Η ειδική επιτροπή της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού καταρτίζει μέχρι 31.12.1998 συμπληρωματικό κατάλογο, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται ιδιοσκευάσματα από νέα δελτία τιμών που εκδόθηκαν μετά από μειώσεις τιμών ήδη αξιολογημένων ιδιοσκευασμάτων που δεν έχουν συμπεριληφθεί λόγω της τιμής τους στον πρώτο κατάλογο”.
Άρθρο 35
Άλλες παροχές ασθένειας
1. Πρόσωπα που ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από ένα Φορείς ή Κλάδους ασθένειας αρμοδιότητας Γ.Γ.Κ.Α. που χορηγούν επιδόματα μητρότητας δικαιούνται των επιδομάτων αυτών από το Φορέα στην ασφάλιση του οποίου επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, εφόσον ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει τις απαιτούμενες από τη νομοθεσία του τελευταίου φορέα προϋποθέσεις, με συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισης και των άλλων φορέων.
Τα επιδόματα μητρότητας καταβάλλονται εξ ολοκλήρου από τον Οργανισμό που τα απονέμει, σύμφωνα με τη νομοθεσία του, χωρίς τη συμμετοχή των άλλων φορέων.
2. Στις περιπτώσεις που εκκρεμεί η έκδοση συνταξιοδοτικής απόφασης με βάση τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης και μέχρις ότου εκδοθεί η οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, ο ασφαλισμένος που πληροί τις ελάχιστες προϋποθέσεις για σύνταξη συνεχίζει να ασφαλίζεται για παροχές ασθένειας από το φορέα στην ασφάλιση του οποίου επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος και για το χρονικό διάστημα μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
3. Όταν οι ανάγκες των ασφαλισμένων του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων για παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας δεν καλύπτονται από τους υγειονομικούς σχηματισμούς του, παρέχεται η δυνατότητα το Δ.Σ. του Ι.Κ.Α. να εγκρίνει τη σύναψη συμβάσεων με ορισμένο αριθμό των ασφαλισμένων του, που θα αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση.
Η Διοίκηση του Ι.Κ.Α., ύστερα από πρόταση της αρμόδιας υγειονομικής υπηρεσίας, υποχρεούται να καθορίσει για κάθε πάθηση ή κατηγορία παθήσεων ανώτατο όριο συνεδρίων και πράξεων ετησίως ανά δικαιούχο.
4. Στο τέλος του άρθρου 2 του ν. 656/1977, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 1027/1980, προστίθεται παρ. 6 ως εξής :
“6. Το Τ.Ε.Β.Ε. δύναται να παρέχει οδοντιατρική περίθαλψη στους ασφαλισμένους του. Ο τρόπος, το ύψος, το είδος, η έκταση, η διαδικασία χορήγησης των παροχών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ταμείου”.
5. Η περ. α της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4292/1963 (ΦΕΚ 57 Α) καταργείται. Οι περιπτώσεις β έως ε αριθμούνται σε α έως και δ αντίστοιχα.
Στο τέλος της νέας περίπτωσης της παρ. 1 του άρθρου 4 του παραπάνω νόμου προστίθεται περίπτωση ε`, που έχει ως εξής :
“ε) Σε περίπτωση ελλείμματος του Κλάδου Υγείας Τεχνικών του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. αυτό καλύπτεται από τον Κλάδο Κύριας Σύνταξης του Ταμείου κατά 9/10 και από το Ταμείο Πρόνοιας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Π.Ε.Δ.Ε.) κατά 1/10. Τα ποσά που αποδίδονται στον Κ.Υ.Τ. δεν μπορούν να υπερβούν ξεχωριστά το 50% των περισσευμάτων της προηγούμενης ετήσιας οικονομικής χρήσης τόσο του κλάδου σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. όσο και του Τ.Π.Ε.Δ.Ε. αφού αφαιρεθούν τα ποσά που διατίθεται υποχρεωτικά για την αύξηση των ασφαλιστικών αποθεμάτων ως και κάθε άλλη δαπάνη για τη λειτουργία και εκπλήρωση του σκοπού τους.
Τα ποσά του Κλάδου Σύνταξης που δεν έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα στο Κ.Υ.Τ., σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4292/1963 (ΦΕΚ 57 Α`) δεν αναζητούνται. Στην περίπτωση που κατά το κλείσιμο των ισολογισμών του Κ.Υ.Τ. προκύψει έλλειμμα αυτό καλύπτεται από τον Κλάδο Σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.
6. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4292/1963 (ΦΕΚ 57 Α`), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 1259/1972 (ΦΕΚ 194 Α`) και με την παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 915/1979 (ΦΕΚ 103 Α`) προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Στην ασφάλιση του Κλάδου Υγείας Τεχνικών του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. υπάγονται προαιρετικά μετά από αίτησή τους όσοι έχουν διακόψει την άσκηση του επαγγέλματός τους και διαγράφηκαν από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, εφόσον έχουν συμπληρώσει 15 χρόνια ασφάλισης στον Κλάδο Σύνταξης του Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και δεν ασφαλίζονται για παροχές ασθένειας σε άλλον ασφαλιστικό φορέα. Στην περίπτωση αυτή, καταβάλλεται υποχρεωτική η μηνιαία εισφορά του ελεύθερου επαγγελματία, όπως ισχύει κάθε φορά για τον Κλάδο Υγείας Τεχνικών”.
7. Ποσά οφειλών από καταλογιστικές αποφάσεις που προέρχονται από νοσήλια εξωτερικού και έχουν βεβαιωθεί στο Α` Ταμείο Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Αθηνών στον Α.Μ. 422521 ύψους 3.532.779 δρχ. τόσο από κύριες οφειλές όσο και από αναλογούντα σε αυτές πρόσθετα τέλη διαγράφονται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ
Άρθρο 36
Σύσταση Υπηρεσίας Επιχειρησιακού Σχεδιασμούκαι Ανάπτυξης Πληροφορικής
1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων υπηρεσία επιπέδου Διεύθυνσης με τον τίτλο “Υπηρεσία Επιχειρησιακού Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Πληροφορικής”, υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με αντικείμενο :
α. Την εισήγηση μέτρων, το σχεδιασμό για την υλοποίησή τους και την προώθηση πιλοτικών εφαρμογών για τη μείωση του διοικητικού κόστους, την απλούστευση των διαδικασιών, την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών και την καθιέρωση διαδικασιών συνεργασίας και αλληλοεξυπηρέτησης μεταξύ των φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
β. Την προώθηση και ενσωμάτωση τεχνογνωσίας σε θέματα εισφοροδιαφυγής, είσπραξης εισφορών κ.λπ.
γ. Τον καθορισμό μετρήσιμων στόχων και τον προσδιορισμό δεικτών μέτρησης ποιότητας των υλοποιουμένων σχεδίων δράσης.
δ. Την προώθηση σχεδίων γενικότερων συνεργασιών (τράπεζες, υπουργεία κ.λπ.) και την εξασφάλιση προγραμματικών σχέσεων για παροχή στοιχείων και υπηρεσιών καθώς και ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνογνωσίας.
ε. Την προώθηση ανάπτυξης τηλεϋπηρεσιών με την ευρεία χρήση πολυμέσων, για την εξασφάλιση ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
στ. Το σχεδιασμό πιλοτικών εφαρμογών πληροφορικής και την παρακολούθηση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους.
ζ. Την παρακολούθηση, σε συνεργασία και στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Υπηρεσίας Ανάπτυξης Πληροφορικής, των εξελίξεων της τεχνολογίας και την προώθηση της σχετικής τεχνογνωσίας στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
η. Την καθιέρωση, σε συνεργασία με την Υ.Α.Π., προτύπων και κανόνων που αφορούν στην προμήθεια υλικού και λογισμικού.
θ. Την επιβολή κανόνων συμβατότητας και επικοινωνίας πληροφοριακών συστημάτων και εφαρμογών της Γ.Γ.Κ.Α., του ΚΗΥΚΥ και των φορέων εποπτείας τους.
ι. Τη συγκέντρωση, επεξεργασία και ανάλυση στατιστικών ή άλλων στοιχείων, τη διενέργεια ερευνών και τη σύνταξη σχετικών εκθέσεων, την εκπόνηση συγκριτικών ή άλλων μελετών και την υποβολή προτάσεων για τα παραπάνω θέματα στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
ια. Την προώθηση μέτρων που εξασφαλίζουν το συντονισμό δράσεων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, με σκοπό τη μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητά τους.
ιβ. Τη μέριμνα για την οργάνωση και συμμετοχή σε ελληνικές και διεθνείς ημερίδες, σεμινάρια και αποστολές και τη σύνταξη σχετικών ενημερωτικών εκθέσεων για την αξιοποίηση της ελληνικής και διεθνούς εμπειρίας και τη μεταφορά τεχνογνωσίας σε θέματα διοικητικής οργάνωσης και λειτουργικού εκσυγχρονισμού.
ιγ. Την κατάρτιση προγραμμάτων, χρηματοδοτούμενων από εθνικούς ή άλλους πόρους, στους τομείς της πληροφορικής και των επικοινωνιών, για την υποστήριξη των παραπάνω δράσεων.
2. Η στελέχωση της υπηρεσίας γίνεται με επιστημονικό προσωπικό αυξημένων προσόντων και εξειδικευμένων γνώσεων, συνιστώμενων προς τούτο στη Γ.Γ.Κ.Α. είκοσι (20) θέσεων, από τις οποίες μία (1) προϊσταμένου της υπηρεσίας, καθώς και με προσωπικό διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων της Γ.Γ.Κ.Α. ή και των εποπτευόμενων από αυτήν φορέων, ως εξής :
Α. Επιστημονικό Προσωπικό
α. Με πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, που έχουν τα γενικά προσόντα διορισμού των δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων και τα προσόντα της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991. Το γνωστικό αντικείμενο εξειδίκευσης του προσωπικού αυτού, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι δε αποδοχές του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η πρόσληψη γίνεται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις με σύμβαση διάρκειας πέντε (5) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
β. Με τοποθέτηση υπαλλήλων που υπηρετούν στη Γ.Γ.Κ.Α., ή απόσπαση χωρίς χρονικό περιορισμό, υπαλλήλων που υπηρετούν στους εποπτευόμενους από αυτήν φορείς, κατηγορίες ΠΕ, που έχουν πτυχίο ή δίπλωμα Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (MASTER ή αντίστοιχο) ελληνικού Α.Ε.Ι. ή αναγνωρισμένο ισότιμο της αλλοδαπής, σε γνωστικό αντικείμενο σχετικό με το έργο της υπηρεσίας, το οποίο ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
γ. Με απόσπαση ή μετάταξη υπαλλήλων από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 και της παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 1943/1991 που έχουν τα προσόντα του προηγούμενου εδαφίου (β), κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 9 παρ. 3 του ν. 2266/1994.
δ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων πληρούται η θέση του προϊσταμένου της υπηρεσίας από ειδικό επιστημονικό προσωπικό που διαθέτει τα προσόντα που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991.
Β. Λοιπό προσωπικό
Με τοποθέτηση υπαλλήλων διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων, της Γ.Γ.Κ.Α. ή ομοίως με απόσπαση από τους εποπτευόμενους από αυτήν φορείς.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζεται ο συνολικός αριθμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου, ο επιμερισμός αυτών σε θέσεις μόνιμου προσωπικού ή προσωπικού επί θητεία, καθώς και η διάρθρωση της υπηρεσίας, τα θέματα εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας της, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της
Σχετικό: Π.Δ. 275/2001, ΦΕΚ Α΄196/3-9-2001 διάταξης αυτής.
Άρθρο 37
Ανακαθορισμός αριθμού μελών Δ.Σ. Ασφαλιστικών Οργανισμών
1. Με υπουργική απόφαση, που εκδίδεται εντός έτους από την ισχύ του νόμου, ανακαθορίζεται ο αριθμός των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των Ασφαλιστικών Οργανισμών, αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ανάλογα με τον αριθμό ασφαλισμένων, εργοδοτών και συνταξιούχων, το ύψος του προϋπολογισμού και γενικά τον όγκο και την έκταση των εργασιών εκάστου Οργανισμού, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα εννέα (9) μέλη ή να είναι μικρότερος των πέντε (5) εκτός των Ι.Κ.Α., Ο.Γ.Α., Ταμείου Ναυτικών, Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε. και Τ.Σ.Α. και των συνιστώμενων με τον παρόντα νόμο Ο.Α.Ε.Ε. και Τ.Ε.Α.Δ.Υ., όπου μπορεί να είναι και μεγαλύτερος και καταργείται κάθε γενική και ειδική διάταξη που αναφέρεται στον αριθμό μελών και τη σύνθεση.
Στη νέα σύνθεση των Διοικητικών Συμβουλίων θα εκπροσωπούνται υποχρεωτικά οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι.
Τα Διοικητικά Συμβούλια συνεχίζουν να λειτουργούν με την υφιστάμενη σύνθεση μέχρι τη συγκρότησή τους.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 και 2 του άρθρου 4 του α.ν. 1778/1951 (ΦΕΚ 118 Α) έχουν εφαρμογή σε όλους τους εποπτευόμενους από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ασφαλιστικούς Οργανισμούς και Υπηρεσίες.
3. Η θητεία των Διοικητών και Υποδιοικητών του Ι.Κ.Α. και του Ο.Γ.Α., καθώς και του Προέδρου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, ορίζεται τριετής.
Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπηρετούντες Διοικητές, Υποδιοικητές και Πρόεδρος των αναφερόμενων στο προηγούμενο εδάφιο Οργανισμών, εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι τη λήξη της θητείας για την οποία διορίστηκαν.
Ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, λύεται η σχέση των υπηρετούντων Διοικητών, Υποδιοικητών και Προέδρου των αναφερόμενων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής Οργανισμών, για τους οποίους δεν προβλεπόταν θητεία.
4. Στο Ι.Κ.Α. συνιστάται τρίτη θέση Υποδιοικητή, ο οποίος διορίζεται με π.δ/γμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και με τριετή θητεία. Κριτήριο για το διορισμό είναι η διοικητική πείρα και ειδική κατάρτιση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης.
Ο πιο πάνω Υποδιοικητής μετέχει, όταν κρίνεται αναγκαίο, χωρίς ψήφο, στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. και στα λοιπά συλλογικά όργανα του Ι.Κ.Α. που προεδρεύει ο Διοικητής του.
Με απόφαση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. κατανέμονται μεταξύ των τριών Υποδιοικητών οι αρμοδιότητες που ασκούνται από αυτούς. Επίσης με την ίδια απόφαση καθορίζεται και η αναπλήρωση του Διοικητή του Ι.Κ.Α. από τους Υποδιοικητές.
Άρθρο 38
Κάλυψη δαπανών από το Λογαριασμό Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης
Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύνανται να διατίθενται σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης (Λ.Β.Κ.Α.) ποσά για δαπάνες :
α) Εκπόνησης αναλογιστικών μελετών για τη διαπίστωση της οικονομικής κατάστασης του ασφαλιστικού συστήματος σε μακροχρόνια βάση, καθώς και επιχειρησιακών σχεδίων για ειδικά θέματα που αφορούν περισσότερους του ενός φορείς.
β) Εκπόνησης μελετών και επιχειρησιακών προγραμμάτων για τον λειτουργικό και οργανωτικό ανασχεδιασμό της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
γ) Αμοιβής Συμβούλου Διαχείρισης, με αντικείμενο την καταγραφή προβλημάτων, το σχεδιασμό διαδικασιών, την προώθηση μέτρων, το συντονισμό και την παρακολούθηση υλοποίησης δράσεων για την απογραφή συνολικά ή κατά κατηγορία των ασφαλισμένων – συνταξιούχων και εργοδοτών της χώρας για την κατάρτιση του Εθνικού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης. “καθώς και για τον εν γένει λειτουργικό και οργανωτικό εκσυγχρονισμό του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης.”
δ) Εκπόνησης ερευνητικών προγραμμάτων στους τομείς της Οργάνωσης Λειτουργίας και Αξιολόγησης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης από αναγνωρισμένα ερευνητικά κέντρα.
ε) Επιχορήγησης Πανεπιστημιακών Τμημάτων και Ινστιτούτων για την ανάπτυξη της έρευνας στο πεδίο της Κοινωνικής Ασφάλισης.
στ) Αμοιβής εμπειρογνωμόνων αναγνωρισμένου κύρους, ειδικών γνώσεων, επιστημονικής κατάρτισης και πείρας για την αντιμετώπιση θεμάτων που ανακύπτουν κατά τη διεξαγωγή προγραμμάτων και έργων, της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των Ασφαλιστικών Οργανισμών, καθώς και εμπειρογνωμόνων, ομάδων εργασίας και επιτροπών για τη μελέτη θεμάτων του ασφαλιστικού συστήματος.
ζ) Δημοσιοποίησης και προβολής μέσω του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, καθώς και με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο, του έργου κατάρτισης του Εθνικού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης και χορήγησης της Κάρτας Κοινωνικής Ασφάλισης “καθώς και των δράσεων εκσυγχρονισμού Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και των σχετικών έργων, χρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων μέσω προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που άπτονται της Κοινωνικής Ασφάλισης” “καθώς και του γενικότερου έργου της Κοινωνικής Ασφάλισης”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 Ν.2874/2000,ΦΕΚ Α 286/29.12.2000 και με το άρθρο 52 παρ.4 Ν.3693/2008, ΦΕΚ Α 174/25.8.2008.
η) Εκτύπωσης, έκδοσης, ανατύπωσης και αναπαραγωγής ανακοινώσεων, μελετών, ερευνών, συμπερασμάτων και γενικά εργασιών Επιτροπών και Οργανισμών που αναφέρονται σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης.
θ) Αμοιβής του ΚΗΥΚΥ για έργα σχεδιασμού και ανάπτυξης πληροφορικής που ανατίθενται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ομοίως, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δύνανται να διατίθενται σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης ποσά για “την εφαρμογή και προώθηση έργων, χρηματοδοτούμενων ή συγχρηματοδοτούμενων μέσω προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που άπτονται της Κοινωνικής Ασφάλισης.” εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των επί μέρους ισχυουσών διατάξεων για τον καθορισμό της αμοιβής του Προέδρου, των μελών και των γραμματέων των πιο πάνω Επιτροπών ή Ομάδων.
Σημ.: όπως το άρθρο 38 τροποποιήθηκε ως άνω με το άρθρο 28 Ν.2874/2000,ΦΕΚ Α 286/29.12.2000.
Σχετικό: άρθρο 41 Ν.2956/2001
Άρθρο 39
Δήλωση ατομικών στοιχείων ασφαλισμένων και συνταξιούχων
1. Οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποχρεούνται να παρέχουν, όταν αυτό τους ζητηθεί, κάθε στοιχείο απαραίτητο τόσο για τον έλεγχο της ασφαλιστικής τους κατάστασης όσο και για τη δημιουργία Γενικού Μητρώου Ασφαλισμένων, Συνταξιούχων και Εργοδοτών.
Σε περίπτωση μη υποβολής των στοιχείων μέχρι την ημερομηνία που ορίζεται στη σχετική ειδοποίηση, είναι δυνατή η αναστολή καταβολής της σύνταξης.
Η σύνταξη επαναχορηγείται αναδρομικά, από την επόμενη της διακοπής της, εφόσον υποβληθούν τα σχετικά στοιχεία.
Δικαίωμα για συλλογή στοιχείων έχουν οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί και οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
2. Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 64 του ν. 2084/1992, όπως η παράγραφος αυτή συμπληρώθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 20 του ν. 2556/1997, τροποποιείται ως ακολούθως :
Οι φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης καθώς και οι δημόσιοι φορείς, οργανισμοί και υπηρεσίες που τηρούν αρχεία για ασφαλισμένους ή συνταξιούχους υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε αναγκαίο στοιχείο για τη δημιουργία και λειτουργία των Εθνικών Γενικών Μητρώων ασφαλισμένων, συνταξιούχων και εργοδοτών. Οι ασφαλισμένοι, συνταξιούχοι και οι εργοδότες εφοδιάζονται με παραστατικό του αριθμού μητρώου τους στοιχείο, κατά τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
3. Στο τέλος του παραπάνω εδαφίου προστίθενται εδάφια, που ισχύουν από τη δημοσίευση του ν. 2084/1992, ως εξής :
Φορέας επεξεργασίας των ανωτέρω στοιχείων, για τη δημιουργία Εθνικών Μητρώων ορίζεται το Κέντρο Ηλεκτρονικού Υπολογιστή Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΚΗΥΚΥ), στο οποίο ανατίθεται και η ανάπτυξη του Πληροφοριακού Συστήματος των Εθνικών Γενικών Μητρώων και η λειτουργία αυτού.
Η Διοίκηση του έργου, ο συντονισμός των αρμοδίων φορέων, οργανισμών και υπηρεσιών και ο καθορισμός διαδικασιών, προτεραιοτήτων και τρόπου εργασίας – λειτουργίας – εκμετάλλευσης του Πληροφοριακού Συστήματος ανήκουν στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Σχετικό: παρ.4 λαρθρ.30 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΙΝΗΤΗΣ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ
Άρθρο 40
Επενδύσεις Ασφαλιστικών Οργανισμών
1. Επιτρέπεται τους Ασφαλιστικούς Φορείς αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να επενδύουν μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) των κατά την παράγραφο 3Α του παρόντος άρθρου στοιχείων του ενεργητικού τους : α) σε ακίνητα, β) σε μετοχές και άλλα χρεόγραφα εταιρειών εισηγμένων στο Χ.Α.Α., περιλαμβανομένων και των μετοχών που διατίθενται σε δημόσια εγγραφή για να εισαχθούν στο Χ.Α.Α., γ) σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων τα οποία επενδύουν το ενεργητικό τους σε τίτλους σταθερού εισοδήματος και μετοχές που έχουν εισαχθεί στο Χ.Α.Α.
δ) σε μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων ακίνητης περιουσίας.
Σημ.: όπως η περ.δ`προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.32 Ν.2778/1999 ΦΕΚ Α 295/30.12.1999.
ε. και σε συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του Χρηματιστηρίου Παραγώγων Αξιών (Χ.Π.Α.).
Σημ.: όπως η περ.ε`προστέθηκε με την παρ.6 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
Το ανωτέρω ποσοστό αυξάνεται σε 23% από 1.1.2001, επιτρέπεται δε η περαιτέρω σταδιακή αύξησή του με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η σχέση των, κατά την παράγραφο αυτή, επενδύσεων κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) σε ακίνητα και εξήντα τοις εκατό (60%) σε χρεόγραφα διατηρείται μέχρι 31.12.2004.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
2.α. Οι επενδύσεις του εδαφίου α της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου πραγματοποιούνται με απόφαση των Δ.Σ. των Ασφαλιστικών Φορέων, τηρουμένων των κανόνων, προδιαγραφών και προτάσεων, της ΚΕΔ που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1γ και της παραγράφου 2ε του άρθρου 43. Με την ίδια διαδικασία πραγματοποιούνται και οι εκποιήσεις των ακινήτων.
β. Οι επενδύσεις των περιπτώσεων β`, γ`, δ` και ε` του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου πραγματοποιούνται με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων των παραπάνω Ασφαλιστικών Φορέων. Με την ίδια διαδικασία ρευστοποιούνται και οι επενδύσεις, οι οποίες πραγματοποιούνται σε κινητές αξίες, εξαιρουμένων των μετοχών των ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών, για τη ρευστοποίηση των οποίων ακολουθείται η διαδικασία του εδαφίου γ` της παραγράφου αυτής.
Σημ.: όπως η περ.β` αντικαταστάθηκεμε την παρ.8 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
γ. Επενδύσεις σε ποσοστό μεγαλύτερο των οριζομένων στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επιτρέπονται ύστερα από την έκδοση κοινής απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.9 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
3.Α. Ως στοιχεία του ενεργητικού των ασφαλιστικών Φορέων κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και μόνον για την εφαρμογή του νοούνται :
α. Τα κατατεθειμένα στην Τράπεζα της Ελλάδος διαθέσιμα κεφάλαια, καθώς και τα κεφάλαια της ταμειακής διαχείρισης.
β. Οι επενδύσεις σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου σε τρέχουσες τιμές.
Σημ.: όπως η περ. β` αντικαταστάθηκε με την παρ.1 άρθρ.17 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.
γ. Οι επενδύσεις σε ακίνητα, με βάση την αντικειμενική αξία και κινητές αξίες, με βάση τις τρέχουσες τιμές.
δ. Τα προϋπολογισθέντα ετήσια τακτικά έσοδα, εξαιρουμένων των αντικριζόμενων δαπανών και αφαιρούμενου του ποσού που αντιστοιχεί είτε στο ήμισυ των προβλεπόμενων στον προϋπολογισμό τακτικών δαπανών του Ασφαλιστικού Φορέα, εάν η αναλογική σχέση μεταξύ των ασφαλισμένων του, εν ενεργεία υπαλλήλων και συνταξιούχων, είναι τουλάχιστον 3 προς 1, είτε στο σύνολο των ετήσιων δαπανών του, που έχουν προϋπολογισθεί, εάν η εν λόγω σχέση των εν ενεργεία υπαλλήλων προς τους συνταξιούχους είναι δυσμενέστερη.
Β. Οι Ασφαλιστικοί Φορείς υποβάλλουν στο εποπτεύον Υπουργείο πριν από κάθε εντολή διάθεσης κεφαλαίων για επενδύσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου τα κατωτέρω στοιχεία :
α. Ανάλυση των στοιχείων της παραγράφου 3Α του παρόντος.
β. Αριθμό ασφαλισμένων εν ενεργεία και συνταξιούχων και ετήσιες τακτικές δαπάνες (συντάξεις, βοηθήματα κ.λπ.), όπως αυτές προκύπτουν από τον αρμοδίως εγκεκριμένο προϋπολογισμό του Φορέα.
γ. Ποσό της εντολής προς διάθεση κεφαλαίων για επένδυση σε ακίνητα και κινητές αξίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Ομοίως οι Ασφαλιστικοί Φορείς υποβάλλουν τα ανωτέρω στοιχεία στην Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 42 του παρόντος.
Σημ.: όπως η περ. γ` αντικαταστάθηκε με την παρ. 19α άρθρ.32 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
4. Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου και Εποπτείας της Διαχείρισης της Περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών ελέγχει τη νομιμότητα των επενδύσεων και σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης των διατάξεων που ρυθμίζουν τις επενδύσεις σε κινητές αξίες σύμφωνα με τους κανόνες επενδυτικής συμπεριφοράς του εδαφίου γ` της παραγράφου 3 του άρθρου 42 και σε ακίνητα σύμφωνα με τους κανόνες, προδιαγραφές και προτάσεις της Κ.Ε.Δ. που προβλέπονται από τις παραγράφους 1γ και 2ε του άρθρου 43, αποστέλλει στο τέλος κάθε μήνα σχετικό πόρισμα στο εποπτεύον Υπουργείο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.10 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002, αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ. 19α άρθρ.32 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
5. Η ανάληψη των απαιτούμενων κεφαλαίων για τις ανωτέρω επενδύσεις πραγματοποιείται βάσει σχετικής εντολής του ασφαλιστικού φορέα προς την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία θα συνοδεύεται με την απόφαση του Δ.Σ. του φορέα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
6. Κάθε σχετική διάταξη, που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, δεν εφαρμόζεται για τις επενδύσεις τω Ασφαλιστικών Φορέων εποπτείας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
7. Για επενδύσεις μη εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου εξακολουθεί να ισχύει η κείμενη νομοθεσία.
8. Α. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων που αφορούν επενδύσεις σε κινητές αξίες αρχίζει ένα (1) μήνα μετά την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται από το εδάφιο δ` της παραγράφου 3 του άρθρου 42 του νόμου αυτού.
Β. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων που αφορούν επενδύσεις σε ακίνητα, αρχίζει ένα (1) μήνα μετά την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται από το εδάφιο γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 43 του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.17 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.
Άρθρο 41
Στατιστικά στοιχεία επενδύσεων
Οι Ασφαλιστικοί Φορείς του προηγούμενου άρθρου, οι οποίοι επενδύουν διαθέσιμα κεφάλαιά τους σε τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας, υποχρεούνται να καταθέτουν στην Τράπεζα της Ελλάδος στατιστικά στοιχεία εκάστου μηνός σχετικά με την επενδυτική δραστηριότητά τους, τα οποία πρέπει να αποστέλλονται εντός του α 15θημέρου του επόμενου μήνα, ως εξής :
– Υπόλοιπο λογαριασμού ταμιακής διαχείρισης και πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο αυτός τηρείται.
– Υπόλοιπο λογαριασμού Διαθεσίμων Κεφαλαίων στην Τράπεζα της Ελλάδος.
– Το σύνολο των επενδύσεων που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα (ανάλυση σε τιμές κτήσης) σε :
1. Ακίνητα.
2. Μετοχές : α) Τραπεζών δημόσιου τομέα, β) Λοιπές.
3. Μερίδια Αμοιβαίων Κεφαλαίων : α) Σταθερού εισοδήματος, β) Λοιπά.
4. Επενδύσεις σε τίτλους σταθερού εισοδήματος με ανάλυση κατά είδος και διάρκεια. Επίσης γνωστοποιείται ο αρμόδιος για την φύλαξη των τίτλων θεματοφύλακας.
Ειδικότερα τα ακίνητα θα αναλύονται και με βάση τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες, ενώ οι μετοχές και τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων θα αναλύονται και με βάση τις τρέχουσες τιμές.
5. Λοιπές επενδύσεις.
Τα ανωτέρω στατιστικά στοιχεία κοινοποιούνται απαραίτητα και στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων στις ίδιες ως άνω προθεσμίες.
Σε περίπτωση παράβασης των κατά το άρθρο αυτό υποχρεώσεων, η Τράπεζα της Ελλάδος, με πράξη του Διοικητή ή εξουσιοδοτούμενου από αυτόν οργάνου, μπορεί να επιβάλλει κατά των μελών των οργάνων διοίκησης των υπόχρεων ασφαλιστικών φορέων χρηματικό πρόστιμο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ποσού μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ, το οποίο εισπράττεται κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. Το όριο του προστίμου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.17 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001 και με το άρθρο 19 Ν.3148/2003, ΦΕΚ Α 136/5.6.2003.
Άρθρο 42
Σύσταση Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου και Εποπτείαςτης Διαχείρισης της Περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: Η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου και Εποπτείας της Διαχείρισης της Περιουσίας των Φ.Κ.Α. ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.9 άρθρ.21 Ν3586/2007,ΦΕ Α 151/10.7.2007.
1. Συνιστάται Ειδική Επιτροπή Ελέγχου και Εποπτείας της Διαχείρισης της Περιουσίας των Ασφαλιστικών Φορέων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων που εδρεύει στην Τράπεζα της Ελλάδος και λειτουργεί στα πλαίσια της Τράπεζας της Ελλάδος.
2.α. Στην Επιτροπή μετέχουν :
– Ένας εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος, ως πρόεδρος.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
– Ένας εκπρόσωπος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
– Τρεις εκπρόσωποι Ασφαλιστικών Φορέων, οι οποίοι επιλέγουν μεταξύ των προτεινομένων από τους έξι (6) μεγαλύτερους σε κινητή και ακίνητη περιουσία φορείς.
– Ένας εκπρόσωπος της Γ.Σ.Ε.Ε.
Στην Επιτροπή εφόσον απουσιάζουν τα τακτικά μέλη, μετέχουν οι ορισθέντες ως αναπληρωματικά μέλη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.17 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.
Τα μέλη της Επιτροπής είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και διαθέτουν επιστημονική κατάρτιση και ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα αξιοποίησης και διαχείρισης της περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται ως μέλη της Επιτροπής δύο ειδικοί επί θεμάτων αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας, οι οποίοι θα συμμετέχουν όταν συζητούνται θέματα ακίνητης περιουσίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 19δ άρθρ.32 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
β. Το έργο και η λειτουργία της Επιτροπής υποστηρίζεται από Γραμματεία, στην οποία συμμετέχουν υπάλληλοι του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και της Τράπεζας της Ελλάδος.
3. Το έργο της Επιτροπής συνιστάται :
α.Στον έλεγχο των πάσης φύσεως επενδύσεων που πραγματοποιούν οι Ασφαλιστικοί Φορείς, με εξαίρεση αυτές που αφορούν τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, ομόλογα τραπεζών και μετοχές εταιρειών που ιδιωτικοποιούνται”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002,αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ. 19β άρθρ.32 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
β. Στον Τακτικό ή περιοδικό έλεγχο των στοιχείων στα οποία στηρίζονται οι επενδυτικές επιλογές των πάσης φύσεως διαχειριστών της περιουσίας των ανωτέρω Ασφαλιστικών Φορέων και της εφαρμογής της κείμενης νομοθεσίας.
γ. Σε εισηγήσεις προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για επενδύσεις σε κινητές αξίες καθ` υπέρβαση των προβλεπόμενων από την παρ. 1 του άρθρου 40 του παρόντος ποσοστών και για ρευστοποιήσεις τραπεζικών μετοχών.
Σημ.: όπως η περ.γ` ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.13 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
δ. Στον καθορισμό των κανόνων επενδυτικής συμπεριφοράς για την αξιοποίηση της κινητής περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι ανωτέρω κανόνες καθίστανται υποχρεωτικής εφαρμογής για τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς.
Σημ.: όπως η περ.δ`τροποποιήθηκε με την παρ.14 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
4. Ο έλεγχος και η αξιολόγηση της ασκούμενης διαχείρισης εκ μέρους των διαχειριστών της περιουσίας των Ασφαλιστικών Φορέων δεν υποκαθιστά σε καμία περίπτωση άλλους ελέγχους που γίνονται στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας για εποπτικούς ή άλλους σκοπούς.
5. Οι ανωτέρω Ασφαλιστικοί Φορείς υποχρεούνται να παρέχουν στην Επιτροπή τα απαραίτητα, για την πραγματοποίηση του έργου της, στοιχεία ευθύς με την υποβολή της σχετικής εντολής για ανάληψη των απαιτούμενων κεφαλαίων για επένδυση, καθώς και οποτεδήποτε η Επιτροπή τα απαιτήσει.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 άρθρ.28 Ν.2992/2002, ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
6. Για την υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής μπορεί να ζητείται η συνδρομή των αρμόδιων υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.), της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθώς και της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 19ε άρθρ.32 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
7. Σε περίπτωση διαπίστωσης, κατά τη διενέργεια του ελέγχου της διαχείρισης, παράβασης της κείμενης νομοθεσίας ή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, η Επιτροπή εισηγείται στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος την με κοινή απόφασή τους επιβολή :
α. χρηματικών προστίμων στα μέλη των οργάνων διοίκησης των ανωτέρω Ασφαλιστικών Οργανισμών, που έλαβαν τη σχετική απόφαση, και στα μέλη των οργάνων διοίκησης των ΑΕΔΑΚ των ανωτέρω Οργανισμών.
β. διοικητικών ποινών στα μέλη των οργάνων διοίκησης, και ιδίως των Διοικητικών Συμβουλίων, των ανωτέρω Οργανισμών, οι οποίες δύναται να φθάνουν έως και την οριστική τους παύση.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζονται οι λεπτομέρειες που σχετίζονται με τη συγκρότηση και την επιλογή των μελών της Επιτροπής, τις αρμοδιότητες και τη λειτουργία της, τις ποινές που δύναται να εισηγείται, καθώς και την αμοιβή των μελών της και των μελών της Γραμματείας, η οποία βαρύνει το Λ.Β.Κ.Α.
9. Η ευθύνη των μελών της Επιτροπής κατά την άσκηση των καθηκόντων τους είναι αυτή των δημοσίων υπαλλήλων.
10. Τα ανωτέρω χρηματικά πρόστιμα της παραγράφου 7 αποτελούν έσοδα του Λ.Β.Κ.Α., κατατίθενται στον τηρούμενο λογαριασμό στην Εθνική Τράπεζα και για την είσπραξή τους εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ. Ε.Δ. Ε. .
Σημ.: όπως ηπαρ.10 προστέθηκε με την παρ.7 άρθρ.13 Ν.3050/2002,ΦΕΚ Α 214/13.9.2002.
Άρθρο 43
Αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας Ασφαλιστικών Οργανισμών
1.α. Συνιστάται 5μελής Επιτροπή με αντικείμενο εργασιών τον καθορισμό κανόνων επενδυτικής συμπεριφοράς και προδιαγραφών σύνταξης μελετών για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Η Επιτροπή αποτελείται από δύο (2) υπαλλήλους της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.), δύο (2) υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων και έναν (1) υπάλληλο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
β. Η συγκρότηση της Επιτροπής θα γίνει με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με την ίδια απόφαση θα καθορισθεί ο χρόνος ολοκλήρωσης των εργασιών της Επιτροπής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία αυτής.
γ. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι ως άνω κανόνες και προδιαγραφές καθίστανται υποχρεωτικές και αποτελούν το ρυθμιστικό πλαίσιο αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών.
2.α. Ανατίθεται στην Κ.Ε.Δ. η εκπόνηση μελέτης και η διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων επενδυτικής συμπεριφοράς με βάση τις προδιαγραφές του εδαφίου α της παραγράφου 1, τόσο για την ακίνητη περιουσία του συνόλου των Ασφαλιστικών Οργανισμών, όσο και για την ακίνητη περιουσία κάθε Ασφαλιστικού Οργανισμού.
β. Αντικείμενο της ανωτέρω μελέτης της Κ.Ε.Δ. είναι η πρόταση εναλλακτικών επιλογών για αξιοποίηση αφ` ενός της υφιστάμενης ακίνητης περιουσίας των Ασφαλιστικών Οργανισμών και για επένδυση αφ` ετέρου σε νέα ακίνητα, και ειδικότερα για :
– τον εξορθολογισμό και εκσυγχρονισμό της υφιστάμενης ακίνητης περιουσίας με κάθε πρόσφορο μέσο (εκποίηση, ανταλλαγή, αντιπαροχή, ανοικοδόμηση, επισκευή),
– την αύξηση της αποδοτικότητας αυτής μέσω σύγχρονων μορφών διαχείρισης,
– την αγορά ακινήτων προς εκμετάλλευση ή προς στέγαση υπηρεσιών,
– τον τρόπο αξιοποίησης ακινήτων, των οποίων η διατήρηση επιβάλλεται για λόγους πολιτιστικούς (διατηρητέων).
γ. Ο χρόνος ολοκλήρωσης των εργασιών της Κ.Ε.Δ. και παράδοσης της σχετικής μελέτης καθορίζεται σε τρεις (3) μήνες από την έκδοση της απόφασης του εδαφίου δ της παρούσας παραγράφου.
δ. Το ύψος της αμοιβής της Κ.Ε.Δ., που βαρύνει τον Λ.Β.Κ.Α., ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από γνώμη της Κ.Ε.Δ.
ε. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι προτάσεις της Κ.Ε.Δ. μετά την προηγούμενη αποδοχή τους καθίστανται υποχρεωτικής εφαρμογής για τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, οι οποίοι υποχρεούνται να συμπεριλάβουν αυτές σε 3ετές πρόγραμμα αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας τους.
3.α. Η Κ.Ε.Δ. με βάση την υφιστάμενη στεγαστική κατάσταση των Ασφαλιστικών Οργανισμών καταρτίζει, ύστερα από σχετική απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προγράμματα συστέγασης των υπηρεσιών δύο ή περισσότερων Ασφαλιστικών Φορέων.
Πρόγραμμα στέγασης υπηρεσιών εκπονείται και για τους συγχωνευόμεους Ασφαλιστικούς Φορείς.
β. Η συστέγαση καθίσταται, κατά τα ανωτέρω, υποχρεωτική για τους Ασφαλιστικούς Φορείς, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με την οποία εγκρίνεται η πρόταση της Κ.Ε.Δ.
γ. Τα αναφερόμενα στο εδάφιο δ της παραγράφου 2 του παρόντος έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή.
5. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης υποχρεούνται να καταρτίζουν πρόγραμμα 3ετούς διάρκειας, αρχής γενομένης από την κοινοποίηση της υπουργικής απόφασης του εδαφίου ε της παραγράφου 2 του παρόντος, για αξιοποίηση αφ` ενός της υφιστάμενης ακίνητης περιουσίας και αφ` ετέρου για επένδυση σε ακίνητα είτε προς εκμετάλλευση είτε προς στέγαση των Υπηρεσιών. Το πρόγραμμα αυτό θα αναθεωρείται κατ` έτος με προοπτική τριετίας.
Άρθρο 44
Ανάθεση έργων ή εργασιών αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας από Ασφαλιστικούς Οργανισμούς σε Τράπεζες
1. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης οι οποίοι εποπτεύονται από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου τους και τηρουμένων των νόμιμων διαδικασιών μπορούν να αναθέτουν σε τράπεζες που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα ή θυγατρικές εταιρείες των τραπεζών αυτών, τα ακόλουθα έργα και εργασίες :
α) Τις μελέτες αξιοποίησης ακινήτων ιδιοκτησίας τους για την αποδοτικότερη εκμετάλλευσή τους.
β) Την κατάρτιση προγραμμάτων στέγασης των διοικητικών και υγειονομικών υπηρεσιών αυτών με προβλεπόμενη αγορά κτιρίων ή αξιοποίηση της ήδη υφιστάμενης περιουσίας.
γ) Τις διαδικασίες αγοραπωλησίας ακινήτων, μισθώσεων, εκμισθώσεων, καθώς και ανταλλαγής αυτών. Τη σύνταξη προδιαγραφών και κατάρτιση σχεδίου συμβάσεων επί αγοραπωλησίας, μίσθωσης, εκμίσθωσης και ανταλλαγής ακινήτων, την οργάνωση αρχείου ακινήτων, καθώς και την έρευνα της αγοράς για αγοραπωλησία, μίσθωση, εκμίσθωση και ανταλλαγή ακινήτων.
δ) Το σύνολο ή μέρος διαδικασιών και εργασιών διαχείρισης της ακίνητης περιουσίας, καθώς και εργασίες συντήρησης μικρής έκτασης.
ε) Την ανάληψη και διεκπεραίωση των απαιτούμενων διαδικασιών για εκπόνηση τεχνικών μελετών, καθώς και εκτέλεση τεχνικών έργων μικρής έκτασης.
στ) Τις αποτυπώσεις οικοπέδων και κτιρίων, τις επιθεωρήσεις και πραγματογνωμοσύνες επί ακινήτων, καθώς και τις εκτιμήσεις για αγοραπωλησία, εκμίσθωση, μίσθωση και ανταλλαγή ακινήτων.
ζ) Τη διεκπεραίωση των διαδικασιών έκδοσης τίτλων μεταφοράς συντελεστή δόμησης από ακίνητα που έχουν κριθεί διατηρητέα με σκοπό την αξιοποίηση του υπολειπόμενου συντελεστή δόμησης.
η) Οποιαδήποτε άλλη συμπληρωματική εργασία που αφορά στην εκτέλεση οποιουδήποτε από τα παραπάνω έργα ή εργασίες.
2. Η ανάθεση γίνεται με τήρηση των προβλεπόμενων διαδικασιών και η σύμβαση συνάπτεται μεταξύ των νόμιμων εκπροσώπων των ενδιαφερόμενων μερών.
Το ανατιθέμενο έργο, το ύψος της αμοιβής, ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου περιγράφεται και στη σύμβαση ανάθεσης.
3. Οι τράπεζες ή οι θυγατρικές εταιρείες αυτών, που θα αναλάβουν τα προαναφερόμενα έργα ή εργασίες, ενεργούν για λογαριασμό του Ασφαλιστικού Φορέα στην ευθύνη του οποίου εναπόκειται η οριστική απόφαση αγοραπωλησίας, μίσθωσης και εκμίσθωσης ακινήτων και η εν γένει αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας.
4. Όταν οι εργασίες της παρ. 1 του παρόντος εκτελούνται από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς ή και για οποιοδήποτε έργο ή εργασία που σχετίζεται με την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας τους, οι Ασφαλιστικοί Φορείς μπορούν να αναθέτουν το έργο του τεχνικού συμβούλου σε τράπεζες που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα ή σε θυγατρικές εταιρείες αυτών.
Άρθρο 45
Οικονομική οργάνωση και λογιστική λειτουργία των φορέων κοινωνικής ασφάλισης
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν την οικονομική οργάνωση και λογιστική λειτουργία των φορέων κοινωνικής ασφάλισης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΩΝ
Άρθρο 46
Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης
Πριν την έκδοση διοικητικής πράξης απόρριψης αιτήσεως ασφαλισμένου για την απονομή σύνταξης, η αρμόδια υπηρεσία των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οφείλει να καλεί τον θιγόμενο ασφαλισμένο σε ακρόαση.
Το δικαίωμα της ακρόασης συνίσταται στην παροχή δυνατότητας στον ασφαλισμένο να αναπτύξει ή προφορικώς τις απόψεις του ενώπιον του οργάνου που είναι αρμόδιο για την έκδοση της διοικητικής πράξης και να προτείνει λύσεις πριν αυτό προβεί σε επιβαρυντική γι` αυτόν ενέργεια ή μέτρο.
Για την άσκηση του δικαιώματός του ο ασφαλισμένος καλείται να εκθέσει τις απόψεις του μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σε αυτόν σχετικής πρόκλησης. Σε περίπτωση άρνησης ή άπρακτης παρέλευσης του πιο πάνω χρόνου, θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί το δικαίωμα.
Πράξη με την οποία απορρίπτεται αίτηση απονομής σύνταξης, χωρίς προηγούμενη ακρόαση του αιτούντος, είναι παράνομη.
Με αποφάσεις του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από πρόταση των Δ.Σ. των Ασφαλιστικών Οργανισμών δύναται να επεκτείνεται ο θεσμός και σε άλλες περιπτώσεις.
Η ισχύς του άρθρου αυτού αρχίζει έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 47
Βεβαίωση χρόνου ασφάλισης πριν τη συνταξιοδότηση
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 του Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66/11-05-2010)
1. Μετά από αίτηση του ασφαλισμένου, που υποβάλλεται στα τελευταία δύο (2) χρόνια πριν από την ημερομηνία συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για συνταξιοδότηση, κάθε ασφαλιστικός φορέας, πλην του ΟΓΑ, υποχρεούται να προβαίνει σε προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισης του και να χορηγεί την αντίστοιχη προσυνταξιοδοτική βεβαίωση.
Η βεβαίωση εξομοιώνεται με απόφαση, αποτελεί εκτελεστή πράξη της Διοίκησης και υπόκειται στις διοικητικές προσφυγές που προβλέπονται από τη νομοθεσία.
Η υπηρεσία του φορέα που είναι αρμόδια για την έκδοση της βεβαίωσης να αποφαίνεται εντός τριών (3) μηνών από τη συμπλήρωση των κατά περίπτωση απαιτούμενων δικαιολογητικών.
2. Όταν ο ασφαλισμένος έχει υπαχθεί στην ασφάλιση περισσότερων του ενός ασφαλιστικών φορέων, η αίτηση υποβάλλεται στον τελευταίο φορέα, λογίζεται δε ως αίτηση που υποβάλλεται και προς τους λοιπούς φορείς.
Ο φορέας στον οποίο υποβάλλεται η αίτηση υποχρεούται άμεσα να γνωστοποιήσει στους λοιπούς φορείς την υποβολή της αίτησης. Καθένας από τους φορείς αυτούς, αφού καλέσει τον ασφαλισμένο να συμπληρώσει τα τυχόν ελλείποντα δικαιολογητικά, οφείλει να εκδώσει τη σχετική βεβαίωση σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Υποχρέωση έκδοσης προσυνταξιοδοτικής βεβαίωσης στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης έχει και ο ΟΓΑ.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του κάθε φορέα καθορίζονται ανά φορέα οι αρμόδιες υπηρεσίες για την υποβολή αίτησης και την έκδοση της βεβαίωσης, τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τα στοιχεία και το περιεχόμενο της βεβαίωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 48
Τοπικές Διοικητικές Επιτροπές (Τ.Δ.Ε.) ΙΚΑ
Η παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 825/1978 αντικαθίσταται ως εξής :
1. Οι λειτουργούσες στα υποκαταστήματα του ΙΚΑ Τοπικές Διοικητικές Επιτροπές απαρτίζονται ως ακολούθως :
Α. Τοπικά και περιφερειακά υποκαταστήματα περιοχής Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης από :
α) Ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν διοικητικό υπάλληλο του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας με βαθμό Α`, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.1 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
β) Έναν (1) υπάλληλο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.
γ) Έναν (1) εκπρόσωπο των ασφαλισμένων, από τους υπαγόμενους στην ασφάλιση του ιδρύματος, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος και
δ) Ενα μέλος που ορίζεται από τον οικείο εργοδοτικό φορέα με το νόμιμο αναπληρωτή του.
Β. Τοπικά και περιφερειακά υποκαταστήματα υπολοίπων περιοχών της χώρας, πλην Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης από :
α) Ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, έναν συνταξιούχο δικαστικό λειτουργό των τακτικών διοικητικών ή πολιτικών δικαστηρίων ή έναν διοικητικό υπάλληλο με βαθμό Α`, του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας ή εποπτευόμενου οργανισμού, πλην Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ., με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.2 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006.
β) Έναν (1) υπάλληλο του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή εποπτευόμενου οργανισμού, πλην ΙΚΑ, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.
γ) Έναν (1) εκπρόσωπο των ασφαλισμένων, από τους υπαγόμενους στην ασφάλιση του Ιδρύματος, με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλος.
δ) Ένα μέλος που ορίζεται από τον οικείο εργοδοτικό φορέα με το νόμιμο αναπληρωτή του.
ε` Οι διατάξεις του άρθρου 48 του ν.2676/1999(ΦΕΚ 1 Α`) έχουν εφαρμογή μετά τη λήξη της θητείας των μελών των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών (Τ.Δ.Ε.) του Ι.Κ.Α. που είχαν συγκροτηθεί με το προηγούμενο του ως άνω νόμου καθεστώς.”
Σημ.: όπως η περ.ε` προστέθηκε με την παρ.5 άρθρ.10 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226 και ισχύει από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου.
2. Το άρθρο 10 του ν. 1096/1980 συμπληρώνεται ως εξής :
“Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται να περιορίζεται ο συνολικός αριθμός των τοπικών διοικητικών επιτροπών με κατάργηση ή συγχώνευση των τοπικών διοικητικών επιτροπών ορισμένων υποκαταστημάτων και την ανάθεση του συνόλου των αρμοδιοτήτων τους σε υφιστάμενες τοπικές διοικητικές επιτροπές άλλων υποκαταστημάτων με ταυτόχρονη επέκταση της καθ` ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητας των τελευταίων ώστε να καταλαμβάνουν ομάδες υποκαταστημάτων και γενικά κάθε αναγκαία λεπτομέρεια που θα προκύψει.
3. Η θητεία του προέδρου και των μελών είναι τριετής χωρίς δυνατότητα συμμετοχής των ιδίων μελών πέραν των δύο (2) συνεχών θητειών στην ίδια επιτροπή.
Ο παραπάνω περιορισμός ισχύει μόνο για τις Τοπικές Διοικητικές Επιτροπές των Υποκαταστημάτων του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.
Σε περίπτωση λήξης της θητείας του προέδρου και των μελών των Τ.Δ.Ε. των Υποκαταστημάτων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αυτή παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι το διορισμό νέων μελών και όχι περισσότερο από τρίμηνο από τη λήξη της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 Ν.3762/2009,ΦΕΚ Α 75/15.05.2009.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 54 του Ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α΄88/18.4.2013).
4. Οι διατάξεις των εδαφίων α έως ζ της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν.δ. 3710/1957 (ΦΕΚ 100 Α) αντικαθίστανται ως εξής :
Η Τ.Δ.Ε. ασκεί τις παρακάτω αρμοδιότητες :
α) Αποφαίνεται επί των ενστάσεων κατά πάσης φύσεως αποφάσεων του διευθυντή του Υποκ/τος ΙΚΑ που αφορούν την ασφάλιση, τη διάρκεια της ασφαλιστικής σχέσης, τον υπολογισμό και την καταβολή των εισφορών, την πραγματοποίηση των ασφαλιστικών παροχών και οποιοδήποτε άλλο θέμα της αρμοδιότητάς του και περιλαμβάνεται τον ουσιαστικό και νομικό έλεγχο της ορθότητας αυτών.
Κατά τον έλεγχο η τοπική διοικητική επιτροπή ερευνά ελευθέρως τα πραγματικά και νομικά της υπόθεσης στοιχεία. Δύναται για την ανεύρεση της αλήθειας να καλέσει οποιονδήποτε για τη λήψη πληροφοριών, να εξετάσει μάρτυρες, να ενεργήσει αυτοψία, να προκαλέσει ιατρικές γνωματεύσεις, να ζητήσει πληροφορίες από κάθε αρχή και να λάβει υπόψη της οποιοδήποτε έγγραφο στοιχείο, χωρίς να δεσμεύεται από τα υποβληθέντα έγγραφα, αποφασίζει δε ελευθέρως και κατά συνείδηση, σύμφωνα όμως προς το νόμο και τους κανονισμούς του ιδρύματος.
β) Γνωματεύει για την αποτίμηση των παροχών, σε είδος, των εργοδοτών της περιφέρειας προς τους ασφαλισμένους, καθώς και για την κατάταξη των μισθωτών με κυμαινόμενες αποδοχές σε μισθολογικές κλάσεις, ως και των αυτοτελώς εργαζομένων, που υπάγονται στην ασφάλιση του ιδρύματος.
γ) Γνωματεύει για τον καθορισμό της τοπικής αρμοδιότητας του υποκ/τος και των τυχόν υποκαταστημάτων ή παραρτημάτων αυτού και τέλος.
δ) Γνωματεύει προς το διοικητή για την ανάγκη της σύστασης ή της κατάργησης ιατρείων, θεραπευτηρίων ή τμημάτων αυτών.
5. Με τον κανονισμό ασφάλισης του ΙΚΑ ρυθμίζονται με λεπτομέρεια τα θέματα λειτουργίας των τοπικών διοικητικών επιτροπών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΕΞΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΘΥΣΤΕΡΟΥΜΕΝΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΙΚΑ
Άρθρο 49
Διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το ΙΚΑ – Δικαιούχοι
Σημ.: όπως το άρθρο 49 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
1. Στους οφειλέτες των καθυστερούμενων, σύμφωνα με τη νομοθεσία του ΙΚΑ, εισφορών, μετά των αναλογούντων πρόσθετων τελών, προστίμων και λοιπών επιβαρύνσεων και προσαυξήσεων, δύναται να χορηγηθεί διευκόλυνσης για την πέραν των νομίμων προθεσμιών τμηματική καταβολή τους.
2. Η διευκόλυνση τμηματικής καταβολής δεν επιδρά στην υπερημερία της οφειλής και στην επιβάρυνσή της με πρόσθετο τέλος, χορηγείται δε σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 50
Αρμόδια όργανα-Αρμοδιότητες
Σημ.: όπως το άρθρο 50 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
1. Αρμόδια όργανα για τη χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. είναι:
α. Ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. ή ο Διευθυντής του οικείου ταμείου, προκειμένου για περιφερειακά και τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
β. Η Επιτροπή Αναστολών του άρθρου 113 του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ., όταν το ποσό της οφειλόμενης κύριας εισφοράς υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
Τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ι. Κ.Α. Ε. Τ .Α. Μ.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 29 Ν.2972/2001, ΦΕΚ Α 291/27.12.2001,αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
2. Τα πιο πάνω όργανα κρίνουν, για κάθε περίπτωση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 51 και αποφασίζουν για τον καθορισμό της τμηματικής εξόφλησης των καθυστερούμενων εισφορών μετά των αναλογούντων πρόσθετων τελών, προστίμενων και λοιπών προσαυξήσεων, εκτός από τις περιπτώσεις θεομηνιών, οπότε η ρύθμιση των οφειλών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α), όπως ισχύει.
3. Στα πιο πάνω όργανα ανήκει και η αρμοδιότητα για τις παρακάτω ενέργειες :
α. Την αναστολή επισπευδομένης αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των οφειλετών του ιδρύματος και των περιουσιακών στοιχείων αυτών.
β. Την επιβολή ποσοστού παρακράτησης στα χορηγούμενα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, αποδεικτικά ασφαλιστικής ενημερότητας και
γ. Τη λήψη κάθε νόμιμου μέτρου προς εξασφάλιση των απαιτήσεων του Ιδρύματος.
4. Με τον Κανονισμό Ασφάλισης του ΙΚΑ καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, στα οποία υποβάλλεται το αίτημα για χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής και από τα οποία ενεργείται ο έλεγχος, η διαδικασία διαβίβασης αυτού σε περίπτωση που η εξέτασή του ανήκει στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου, τα δικαιώματα του οργάνου κατά τη διαδικασία διαβίβασης αυτού σε περίπτωση που η εξέτασή του ανήκει στην αρμοδιότητα άλλου οργάνου, τα δικαιώματα του οργάνου κατά τη διαδικασία χορήγησης της διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής των ληξιπρόσθεσμων οφειλών τα δικαιολογητικά, καθώς και τα έγγραφα στοιχεία που πρέπει να το συνοδεύουν.
Με τον ίδιο ως άνω Κανονισμό δύναται να αφαιρούνται ή να προστίθενται προϋποθέσεις για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, να αυξομειώνονται τα ποσά και ποσοστά της προκαταβολής, τα ποσά του παραβόλου, τα ποσοστά παρακράτησης για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας οφειλών προς το ΙΚΑ (ασφαλιστικής ενημερότητας) για τη λήψη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα και για την είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων από το Δημόσιο, ΝΠΔΔ και τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 59 του παρόντος, τα ποσοστά έκπτωσης των πρόσθετων τελών, να αλλάζει ο τρόπος παροχής της εν λόγω διευκόλυνσης και να ορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των άρθρων 51 και 52 του παρόντος.
Άρθρο 51
Σύστημα ρύθμισης οφειλών
Σημ.: όπως το άρθρο 51 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
1. Αίτημα χορήγησης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, με κύριο κριτήριο τη συμπεριφορά του οφειλέτη και την αιτία για την οποία ζητείται η διευκόλυνση.
Με απόφαση του Διευθυντή του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. ή του Διευθυντή του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ. παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι περισσότερες από τριάντα έξι, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών, αφού ληφθούν υπόψη ο αριθμός των απασχολουμένων και η διασφάλιση της οφειλής, παρέχεται η ευχέρεια εξόφλησης σε ισόποσες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από τριάντα έξι και περισσότερες από σαράντα οκτώ, με την προϋπόθεση καταβολής των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής.
Το ποσό της προκαταβολής των δύο προηγούμενων εδαφίων υπολογίζεται κλιμακωτά και αθροιστικά επί της συνολικής οφειλής ως ακολούθως:
α. για ποσό οφειλής μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ ποσοστό 10%,
β. για συνολική οφειλή από εκατό χιλιάδες ένα έως και τριακόσιες χιλιάδες ευρώ ποσοστό 8%,
γ. για συνολική οφειλή από τριακόσιες χιλιάδες ένα ευρώ και άνω ποσοστό 6%.
Κάθε μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των εκατό πενήντα ευρώ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.2972/2001, ΦΕΚ Α 291/27.12.2001,αντικαταστάθηκε πάλιμε την παρ.2 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
2. Σε περίπτωση που υποβάλλεται αίτημα τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων εισφορών από :
α) Επιχείρηση που έχει κηρυχθεί σε πτώxευση, αν δεν έχουν αποδώσει όλα τα αναγκαστικά ή άλλα μέτρα είσπραξης που ισχύουν, επιτρέπεται η ρύθμιση σε εξήντα ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση προκαταβολής 2% της συνολικής οφειλής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
β. εποχική επιχείρηση, είναι δυνατόν τα αρμόδια όργανα να αποφασίζουν τη ρύθμιση σε μηνιαίες δόσεις σύμφωνα με τα ανωτέρω οριζόμενα, με τη δυνατότητα αυξημένου ποσού μηνιαίας δόσης, κατά τη διάρκεια λειτουργίας αυτής και μειωμένου ποσού μηνιαίας δόσης κατά 30% όταν αυτή δεν λειτουργεί.
3. Αν ο οφειλέτης δεν τήρησε προηγούμενη απόφαση ρύθμισης, μπορεί, μετά εξάμηνο από την έκδοσή της, και σε περίπτωση επίσπευσης πλειστηριασμού και πριν την παρέλευση εξαμήνου, να ζητήσει από το αρμόδιο όργανο για δεύτερη φορά ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1 του άρθρου αυτού, το δε ποσό της προκαταβολής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ποσό που προκύπτει με βάση το διπλάσιο του ισχύοντος ποσοστού. Αν δεν τηρηθούν οι όροι της νέας ρύθμισης του προηγούμενου εδαφίου, επισπεύδεται η διαδικασία για κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτώxευσης, αν προηγουμένως δεν εξοφληθεί η οφειλή από τη λήψη αναγκαστικών ή άλλων μέτρων ρύθμισης. Η παραπάνω διαδικασία αναστέλλεται με την καταβολή του 30% της συνολικής οφειλής και τη ρύθμιση του υπολοίπου σε δόσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 1. Οφειλέτης που δεν τήρησε τους όρους του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής μπορεί να ζητήσει οποτεδήποτε νέα ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται νέα απόφαση σύμφωνα με τους όρους της παρ. 1, εκτός από το ποσό της προκαταβολής, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο του 30% της συνολικής οφειλής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
4. Είναι δυνατή η εκπρόθεσμη καταβολή δόσης μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από αυτόν που είναι απαιτητή. Η παραπάνω εκπρόθεσμη καταβολή επιτρέπεται για δύο δόσεις σε κάθε δωδεκάμηνο.
Σημ.: όπως ηπαρ.4 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.16 Ν.2747/1999, ΦΕΚ Α 226/27.10.1999 και αντικαταστάθηκε ως άνω με την παρ.5 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
5. Στα πλαίσια της ανωτέρω ρύθμισης είναι δυνατόν να αποφασίζεται η επιβολή ποσοστού παρακράτησης για τη χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, στις παρακάτω περιπτώσεις :
α. για τη λήψη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα, με ελάχιστο ποσοστό 2% και
β. για την είσπραξη όλων των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων των επιχειρήσεων από το Δημόσιο, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), ΟΤΑ α και β βαθμίδας, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά επιχειρήσεις κα οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία, καθώς και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των πιο πάνω, εφόσον το ποσό της εκκαθαρισμένης απαίτησης υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές τουλάχιστον, με παρακράτηση του διπλάσιου της προκαταβολής. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον ο οφειλέτης είναι ενήμερος με τους όρους αυτής, χορηγείται ασφαλιστική ενημερότητα με παρακράτηση του διπλάσιου ποσού δόσης και για 2 δόσεις συνολικά που δεν συμψηφίζονται με τρέχουσες δόσεις.
Τα εντός του μήνα της υποβολής της αίτησης για ρύθμιση τυχόν προς είσπραξη ποσά από παρακρατήσεις τραπεζών, ή εκκαθαρισμένα ποσά με βεβαίωση της αρμόδιας ΔΟΥ προς είσπραξη από το Δημόσιο μπορούν να συμψηφίζονται με τα ποσά της προκαταβολής, όπως αυτή ορίζεται στην απόφαση του αρμόδιου οργάνου.
Σε περίπτωση μη είσπραξης των ανωτέρω ποσών ο εργοδότης δεν θεωρείται ενήμερος με τη ρύθμιση.
6. Στους οφειλέτες που κάνουν χρήση της παρεχόμενης διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών τους εισφορών και τηρούν τους όρους της ρύθμισης, παρέχεται μερική έκπτωση των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στις εισφορές αυτές, ως ακολούθως: α) Αν υπαχθούν στη ρύθμιση για τμηματική καταβολή των ληξιπρόθεσμων οφειλών και εξόφληση του ποσού μέχρι τριάντα έξι δόσεις κατ` ανώτατο όριο, παρέχεται έκπτωση επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή κατά ποσοστό 10%. Τα ποσά μείωσης των πρόσθετων τελών στην περίπτωση αυτή αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις. β) Αν εξοφληθεί η συνολική οφειλή εφάπαξ, παρέχεται έκπτωση κατά ποσοστό 20% επί των πρόσθετων τελών που αντιστοιχούν στην οφειλή.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 16 του Ν. 2747/1999, αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.6 άρθρ.11 Ν.3232/2004, ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
Σχετικό: το άρθρο 14 ν.3050/2002
Σχετικό: το άρθρο 9 Ν.3302/2004,ΦΕΚ Α 267/28.12.2004
Σχετικό: άρθρο 48 Ν.3518/2006,ΦΕΚ Α 272/21.12.2006
Σχετικό: παρ.9 άρθρ.11 Ν.3232/2004
Άρθρο 52
Τροποποίηση απόφασης
Σημ.: όπως το άρθρο 52 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
1. Είναι δυνατή η τροποποίηση της απόφασης παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Ι.Κ.Α. Ε.Τ .Α.Μ., εφόσον οι εργοδότες είναι ασφαλιστικά ενήμεροι, υποβληθεί αίτηση στο αρμόδιο όργανο και καταβληθεί το νόμιμο παράβολο, μόνο ως προς τα εξής σημεία:
α) Μετά τρεις μήνες από την έκδοση της απόφασης, το όργανο που εξέδωσε αυτήν μπορεί να αποφασίσει τη μείωση του ποσοστού παρακράτησης κατά τη χορήγηση βεβαιώσεων ασφαλιστικής ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων από τράπεζες ή πιστωτικά ιδρύματα, μέχρι του 2% της συνολικής οφειλής, εφόσον τα μηνιαία ποσά από παρακρατήσεις είναι μεγαλύτερα του 50% της μηνιαίας δόσης.
β) Μετά έξι μήνες από την έκδοση της απόφασης για παροχή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής μέχρι τριάντα έξι δόσεις, ο Διευθυντής του οικείου περιφερειακού ή τοπικού υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. ή ο Διευθυντής του οικείου Ταμείου Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. μπορεί να αποφασίζει ανακαθορισμό του αριθμού των δόσεων κατά δώδεκα επιπλέον, με ανώτατο όριο αύξησης των δόσεων τις σαράντα οκτώ.
Για την έκδοση των παραπάνω αποφάσεων δεν απαιτείται προκαταβολή.
Αν διαγραφεί μέρος της οφειλής, οι δόσεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από το αρμόδιο όργανο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.11 Ν.3232/2004, ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
2. Άρσηεπιβληθείσας κατάσχεσης ή εξάλειψη εγγραφείας υποθήκης πριν από την εξόφληση της οφειλής για την οποία επιβλήθηκε, συγχωρείται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου που την επέβαλε, αφού παρασχεθούν εγγυήσεις αντίστοιχες του οφειλόμενου ποσού.
Άρθρο 53
Καταβολή παραβόλων
Η αίτηση για τη χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής εξετάζεται από το αρμόδιο όργανο, εφόσον έχει καταβληθεί παράβολο υπέρ του Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ. και έχει επισυναφθεί γραμμάτιο είσπραξής του.
Το ποσό του παραβόλου που πρέπει να καταβληθεί είναι:
α. Είκοσι ευρώ, για οφειλή μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ.
β. Πενήντα ευρώ, για οφειλή από πενήντα χιλιάδες και ένα ευρώ έως και εκατό χιλιάδες ευρώ.
γ. Εκατό ευρώ, για οφειλές μεγαλύτερες των εκατό χιλιάδων και ένα ευρώ και μέχρι του ποσού που ρυθμίζει ο διευθυντής του υποκαταστήματος ή ταμείου είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α.
δ. Διακόσια ευρώ, για οφειλές αρμοδιότητας της Επιτροπής Αναστολών.
Το ύψος του παραβόλου αναπροσαρμόζεται με τροποποίηση του Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α.Ε.Τ.Α.Μ.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 παρ.1 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001, αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.8 άρθρ.11 Ν.3232/2004,ΦΕΚ Α 48/12.2.2004 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Άρθρο 54
Ευεργετήματα του οφειλέτη
Σημ.: όπως το άρθρο 54 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Η χορήγηση διευκόλυνσης τμηματικής εξόφλησης και η συμμόρφωση με αυτή παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα :
α. Καθιστά τον οφειλέτη και τους κατά οποιοδήποτε τρόπο συνυπόχρεους περιλαμβανομένων και των εγγυητών, ενήμερους για τις οφειλές του προς το ΙΚΑ και χορηγείτια σε αυτούς αποδεικτικό ενημερότητας για κάθε χρήση, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί όλες οι δόσεις της διευκόλυνσης μέχρι την ημερομηνία χορήγησης του αποδεικτικού και δεν οφείλονται τρέχουσες εισφορές του αιτούντος που να εμποδίζουν τη χορήγηση του αποδεικτικού.
Εξαίρεση του ευεργετήματος αυτού αποτελεί η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 5 εδάφιο ε του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει κάθε φορά.
β. Αναστέλλει τη λήψη ή την εκτέλεση κάθε μέτρου σε βάρος του υποχρέου με την επιφύλαξη των διατάξεων του επόμενου άρθρου.
Άρθρο 55
Δικαιώματα του ΙΚΑ
Σημ.: όπως το άρθρο 55 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Το ΙΚΑ παρά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη χορηγηθείσα διευκόλυνση τμηματικής καταβολής διατηρεί το δικαίωμα :
α. Να λαμβάνει ή να διατηρεί το μέτρο απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
β. Να επιβάλλει κατασχέσεις και να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή είναι αδιασφάλιση.
γ. Να δίνει εντολή παρακράτησης μέρους ή του συνόλου της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων, για την είσπραξη της οποίας ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας.
δ. Να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του ΙΚΑ και μέχρι του ύψους των ληξιπρόθεσμων οφειλών του.
2. Με την απόφαση παροχής διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 87 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α), οι οποίες αναλογικά εφαρμόζονται και στο ΙΚΑ κατά τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2556/1997.
3. Οι επιβληθείσες κατασχέσεις εις χείρας τρίτων δεν αίρονται και τα ποσά που αποδίδονται από τις κατασχέσεις αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων εφόσον δεν πιστώνονται με άλλες οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που ίσχυε η διευκόλυνση.
Η ισχύς των άρθρων 51 μέχρι 55 αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου πέμπτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, εκτός από την έκπτωση των πρόσθετων τελών σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης, η οποία αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου.
Άρθρο 56
Προθεσμία καταβολής εισφορών. Πρόσθετο τέλος εκπρόθεσμης καταβολής
1. Η παρ. 3 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α) και όπως το τέταρτο εδάφιο αυτής αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 2335/1995 (ΦΕΚ 185 Α), αντικαταστάθηκε ως εξής :
“3. Με τον Κανονισμό καθορίζεται ο χρόνος καταβολής των εισφορών. Ο υπόχρεος πρέπει να καταβάλλει εισφορές στο ΙΚΑ μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα από το χρόνο που έχει οριστεί.
Για το Δημόσιο, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ η προθεσμία καταβολής ορίζεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα.
Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να εφαρμόζεται για τα κοινωφελή ιδρύματα του ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α), καθώς και για τα κρατικά ΝΠΙΔ που το σύνολο των εσόδων τους καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ως προθεσμία καταβολής των εισφορών επί των επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων Πάσχα από τους υπόχρεους (ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, Δημόσιο, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ) ορίζεται η τελευταία εργάσιμη ημέρα του Φεβρουαρίου και Ιουνίου αντίστοιχα”.
2. Η παρ. 1 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει μετά την εφαρμογή του άρθρου 3 του ν.δ. 3762/1957 (ΦΕΚ 194 Α) και τη συμπλήρωσή της με την παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990, αντικαθίσταται ως εξής :
“1. Ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ, οι οποίες δεν είχαν καταβληθεί μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις, επιβαρύνονται με πρόσθετο τέλος από την επόμενη ημέρα εκείνης κατά την οποία έληξε η κατά νόμο προθεσμία καταβολής τους.
Ως ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ νοούνται και οι εισφορές υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Δώρων Εργατοτεχνιτών Οικοδόμων (Ε.Λ.Δ.Ε.Ο.), καθώς και οι εισφορές που συνειπράττονται από το ΙΚΑ.
Το ποσοστό του πρόσθετου τέλους ορίζεται σε 5% για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης και 2% για κάθε επόμενο μήνα και μέχρι 120% συνολικά.
Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής, ως μήνας θεωρείται ο ημερολογιακός μήνας.
Στη ρύθμιση αυτή υπάγονται όλες οι οφειλόμενες εισφορές, ανεξάρτητα από τις μισθολογικές περιόδους στις οποίες αναφέρονται.
Τα ποσοστά πρόσθετων τελών, καθώς και το ανώτατο όριο αυτών δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.
Από την έναρξη ισχύος των παραπάνω διατάξεων καταργούνται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, του άρθρου 3 του ν.δ. 3762/1957, του άρθρου 7 του ν. 1239/1982 (ΦΕΚ 35 Α`), και κάθε άλλη διάταξη γενική ή ειδική που αντίκειται στις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
Μετά την κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, οι παράγραφοι 3, 4, 5, 6, 7 και 8 αναριθμούνται σε 2, 3, 4, 5, 6 και 7 αντίστοιχα.
Η ισχύς των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού αρχίζει από την 1η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα εκείνου της δημοσίευσης.
3. Η παράγραφος 8 του άρθρου 21 του ν. 1976/1991 (ΦΕΚ 184 Α`), όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 10 του ν. 2217/1994 (ΦΕΚ 83 Α`), αντικαθίσταται ως εξής :
“Τα ποσοστά πρόσθετου τέλους λόγω εκπρόθεσμης καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται αναλόγως για όλους τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, αρμοδιότητες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Από την ισχύ του παρόντος οι καταστατικές διατάξεις των προαναφερόμενων Ασφαλιστικών Οργανισμών ή άλλες γενικές διατάξεις, που ρυθμίζουν διαφορετικά την επιβολή κυρώσεων, λόγω εκπρόθεσμης καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, καταργούνται”.
Άρθρο 57
Πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών- Κατάργηση προσαυξήσεων
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 8α του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951, όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 7 του ν.δ/τος 4104/1960 (ΦΕΚ 147 Α`) αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 1469/1984 (ΦΕΚ 111 Α`), συμπληρώθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 1976/1991, αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2335/1995 (ΦΕΚ 185 Α`) και ισχύει σήμερα, τροποποιείται ως εξής :
Ο εργοδότης σύμφωνα με τις διατάξεις, όπως ισχύουν κάθε φορά, υποχρεούται να τηρεί τα ακριβή στοιχεία απασχόλησης, ασφάλισης και αμοιβής των εργαζομένων του, τα οποία εντός των νομίμων προθεσμιών. Πρέπει να καταχωρίζει στα προβλεπόμενα έντυπα ή μαγνητικά μέσα και να τα υποβάλλει στις υπηρεσίες του ΙΚΑ.
Ο εργοδότης που παραβαίνει τις ανωτέρω υποχρεώσεις του επιβαρύνεται με πρόσθετη επιβάρυνση εισφορών, ίση με το 30% των οφειλόμενων εισφορών από τις αιτίες αυτές, για δε τις επιχειρήσεις που ελέγχονται μέσω μηχανογραφικών συστημάτων ίση με 50%, πλην των περιπτώσεων εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής Ασφαλιστικού Βιβλιαρίου Απασχολουμένου (Α.Β.Α.) και Βιβλιαρίου Υποχρέωσης – Καταβολής Εισφορών (Β.Υ.Κ.Ε.), για τις οποίες η επιβάρυνση ανέρχεται σε 20% των εισφορών .
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.16 Ν.2747/1999,ΦΕΚ Α 226/27.10.1999
Οι οφειλές από την επιβολή πρόσθετης επιβάρυνσης εισφορών πρέπει να εξοφλούνται από τον υπόχρεο, ως το τέλος του επόμενου μήνα εκείνου της κοινοποίησης της σχετικής καταλογιστικής πράξης. Οι παραπάνω επιβαρύνσεις προσαυξάνονται μετά την προθεσμία αυτή με τα πρόσθετα τέλη, όπως ορίζονται από το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 56 του παρόντος.
Με Κανονισμό ορίζεται η με μηχανογραφικά συστήματα παρακολούθηση από το ΙΚΑ των ασφαλιστικών στοιχείων των ασφαλισμένων του και των λογαριασμών των εισφορών. Με τον ίδιο Κανονισμό ορίζονται οι εργοδότες κατά περιοχή ή κατηγορία, που εντάσσονται στα ανωτέρω μηχανογραφικά συστήματα, τα στοιχεία που για την απρόσκοπτη λειτουργία των συστημάτων αυτών πρέπει να τηρούν και να υποβάλλουν στο ίδρυμα οι εργοδότες, ο χρόνος και ο τρόπος υποβολής των στοιχείων αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Σε βάρος των εργοδοτών που καθυστερούν την προσήκουσα υποβολή των ανωτέρω στοιχείων επιβάλλονται τα οριζόμενα από την παρούσα παράγραφο πρόστιμα”.
Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την 1η ημέρα του μεθεπόμενου μήνα εκείνου της δημοσίευσης, καταργούμενων των διατάξεων του έκτου και έβδομου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 825/1978, της παρ. 3 του άρθρου 4 του Κανονισμού (Περί του τρόπου ασφαλίσεως των εργατοτεχνιτών οικοδόμων μέσω μηχανογραφικού συστήματος (ΑΥΚΥ Β1/21/21/2138/24.7.79 (Β. 716), του άρθρου 5 του “Κανονισμού Ασφάλισης Ι.Κ.Α. με μηχανογραφικό σύστημα” (ΑΥΥΠΚΑ 21/21/3623/21.11.85 (Β. 744), καθώς και κάθε άλλης διάταξης γενικής ή ειδικής που αντίκειται στις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
Άρθρο 58
Διαγραφή οφειλών προς το ΙΚΑ
Οφειλές που προέρχονται από επιχειρήσεις και εργοδότες οικοδομικών και τεχνικών έργων, που είναι βεβαιωμένες στα ταμεία είσπραξης εσόδων και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. και προέρχονται από εισφορές, πρόσθετα τέλη, πρόστιμα, επιβαρύνσεις και προσαυξήσεις εισφορών υπέρ αυτού, καθώς και υπέρ τρίτων, διαγράφονται, όταν το ποσό της κύριας οφειλής από εισφορές κατά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα πενήντα ευρώ (17.038 δραχμές) και δεν έχει επιτευχθεί η είσπραξή τους μέσα σε δέκα έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν.
Επίσης διαγράφονται οι βεβαιωμένες οφειλές, από τις παραπάνω υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. που προέρχονται:
α. Από οποιαδήποτε αιτία υπέρ αυτού και ανέρχονται στο ποσό των εκατό ευρώ (34.075 δραχμές), εφόσον δεν έχει επιτευχθεί η είσπραξή τους μέσα σε δέκα έτη από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν.
β. Από οφειλέτες που απεβίωσαν χωρίς να αφήσουν οποιαδήποτε περιουσία και οι κληρονόμοι τους αποποιήθηκαν την επαχθείσακληρονομιά και από το Δημόσιο ως κληρονόμο με το ευεργέτημα της απογραφής.
γ. Από οφειλέτες των οποίων εκποιήθηκαν αναγκαστικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974, τα περιουσιακό τους στοιχεία και η επί δέκα έτη από τη βεβαίωση του χρέους επιδίωξη της είσπραξης των υπόλοιπων χρεών, παρα τη λήψη των ληφθέντων αναγκαστικών μέτρων, δεν απέδωσε.
Η διαγραφή σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις γίνεται με πράξεις του διευθυντή του ταμείου είσπραξης εσόδων Ι.Κ.Α. ή της οικείας μονάδας όπου ανήκει οργανικό η ταμειακή υπηρεσία.
Δεν λαμβάνονται αναγκαστικό μέτρα εκτέλεσης εκτός από το μέτρο της κατάσχεσης απαιτήσεων εις χείρας τρίτων, εφόσον το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στα ταμεία είσπραξης και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α., που προέρχονται από κύριες εισφορές υπέρ αυτού ή υπέρ τρίτων, δεν υπερβαίνουν τα εκατό ευρώ (34.075 δραχμές).
Δεν ενεργείται βεβαίωση στα ταμεία είσπραξης εσόδων και στις ταμειακές υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. τίτλων είσπραξης που αφορούν αυτοτελή πρόσθετα τέλη επιχειρήσεων, εφόσον το οφειλόμενο ποσό κατά οφειλέτη δεν υπερβαίνει τα είκοσι ευρώ (6.815 δραχμές). Χρηματικές απαιτήσεις κατά του Ι.Κ.Α., από αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές, μέχρι του ποσού των πέντε ευρώ (1.704 δραχμές) δεν αποδίδονται στους δικαιούχους.
Τα ανωτέρω αναγραφόμενα ποσό δύνανται να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ι.Κ.Α.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 παρ.2 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001
Άρθρο 59
Ασφαλιστική ενημερότητα για είσπραξηεκκαθαρισμένων απαιτήσεων
Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α`), όπως ισχύουν μετά τη συμπλήρωσή τους με το άρθρο 43 του ν. 2109/1992 (ΦΕΚ 205 Α`), καθώς και της υπουργικής απόφασης Φ11/2406/3.11.1992 (Β 678), όπως ισχύει μετά την τροποποίηση και συμπλήρωσή της με την Φ11/2456/15.11.1993 (Β 859) όμοια και όπως αυτή ισχύει κάθε φορά, έχουν εφαρμογή και για την είσπραξη εκκαθαρισμένων απαιτήσεων των επιχειρήσεων από δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και επιχειρήσεις γενικά και οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία, καθώς και από αυτούς που ενεργούν πληρωμές με εντολή ή εξουσιοδότηση των προαναφερόμενων επιχειρήσεων και οργανισμών.
Κατά την εφαρμογή των παραπάνω δεν ισχύουν τυχόν εκχωρήσεις προς τρίτους.
Άρθρο 60
Τροποποίηση ασφαλιστικώνδιατάξεων ΙΚΑ
1. Το εδάφιο ε` της περίπτωσης 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 1239/1982 και αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 21 του ν. 1902/1990, τροποποιείται ως εξής :
“ε. Για εργασίες, επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που διεξάγονται για λογαριασμός του Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, α` και β` βαθμίδα δημοσίων, δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων δημόσιας ή κοινής ωφέλειας και γενικά επιχειρήσεων και οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται από την κάθε φορά ισχύουσα νομοθεσία, μετά από παραχώρηση ή εργολαβία, ως εργοδότες θεωρούνται οι ανάδοχοι ή εργολάβοι. Στις περιπτώσεις αυτές, κάθε υπηρεσία από τις πιο πάνω αναφερόμενες, υποχρεούται πριν από κάθε εξόφληση ή οποιαδήποτε τμηματική καταβολή χρημάτων, να απαιτεί την προσκόμιση βεβαίωσης του ΙΚΑ για την καταβολή των οφειλόμενων προς αυτό εισφορών ή άλλων συναφών οφειλών.
Σε αντίθετη περίπτωση παρακρατεί το αντίστοιχο ποσό και το καταβάλλει απευθείας στο ΙΚΑ”.
2. Η παρ. 11 του άρθρου 26 του α.ν. 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής:
“11α. Πράξη Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) συντάσσεται :
α.α. Σε βάρος των εργοδοτών οι οποίοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και δεν καταβάλλουν τις εισφορές ή δεν επικολλούν τα ελλείποντα ένσημα.
α.β. Σε βάρος των εργοδοτών οι οποίοι παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, με συνέπεια να δυσχεραίνεται η εξακρίβωση των προσώπων που υπάγονται στην ασφάλιση, καθώς και οι εισφορές που πρέπει να καταβληθούν. Στην περίπτωση αυτή, η πράξη επιβολής εισφορών συντάσσεται κατά την κρίση των αρμόδιων οργάνων του ΙΚΑ.
α.γ. Σε βάρος των εργοδοτών για τους οποίους, με ειδικές διατάξεις, έχει οριστεί η παρακολούθηση, με μηχανογραφικά συστήματα, από το ΙΚΑ, των ασφαλιστικών στοιχείων των ασφαλισμένων του και του λογαριασμού των εισφορών και για τις περιπτώσεις που ορίζονται σε αυτές τις ειδικές διατάξεις.
α.δ. Σε βάρος των εργοδοτών οικοδομικών εργασιών οι οποίοι δεν καλύπτουν τις εισφορές ΙΚΑ που υπολογίσθηκαν με βάση το άρθρο 38 του Κανονισμού Ασφάλισης ΙΚΑ, όπως τροποποιήθηκε με τις Φ21/2930/1992 (Β. 686) και Φ21/478/1997 (Β. 252) υπουργικές αποφάσεις.
β. Η πράξη επιβολής εισφορών πρέπει να περιέχει :
β.α. Τα στοιχεία του εργοδότη σε βάρος του οποίου συντάσσεται το σύνολο των οφειλόμενων εισφορών, καθώς και τη χρονική περίοδο στην οποία ανάγονται αυτές και
β.β. Τα ασφαλιστικά στοιχεία των ασφαλισμένων, για τους οποίους καταλογίστηκαν οι εισφορές, δηλαδή τον αριθμό μητρώου, ονοματεπώνυμο, κλάδο ασφάλισης, αποδοχές, αριθμό ημερών εργασίας, εισφορές και μισθολογική περίοδο στην οποία ανάγονται οι εισφορές κάθε ασφαλισμένου.
Τυχόν έλλειψη του αριθμού μητρώου ή ανακριβής αναγραφή αυτού καθώς και του ονόματος των ασφαλισμένων, από τα στοιχεία της προηγούμενης υποπερίπτωσης, δεν συνεπάγεται ακυρότητα των πράξεων επιβολής εισφορών.
γ. Όταν συντάσσεται πράξη επιβολής εισφορών για μη καταβολή τους ή για μη επικόλληση των ελλειπόντων ενσήμων, αυτή πρέπει να περιέχει το σύνολο των στοιχείων που αναφέρονται στην ανωτέρω περίπτωση.
δ. Αντίθετα για όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις, για τις οποίες συντάσσεται πράξη επιβολής εισφορών, αρκεί η παράθεση σε αυτήν των στοιχείων που αναφέρονται στην υποπερίπτωση βα` αυτής.
3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 41 του α.ν. 1846/1951 αντικαθίσταται ως εξής :
“Ασφαλισμένος του ΙΚΑ δικαιούται να συνεχίσει προαιρετικά την ασφάλισή του σε έναν ή περισσότερους κλάδους του ιδρύματος : α) Εάν αμέσως πριν από την τελευταία ημέρα εργασίας του στην ασφάλιση του ΙΚΑ πενταετία έχει πραγματοποιήσει πεντακόσιες (500) τουλάχιστον ημέρες εργασίας στην ασφάλιση του Ιδρύματος και υποβάλλει έγγραφη δήλωση μέσα σε προθεσμία δώδεκα (12) μηνών από την τελευταία ασφάλισή του στο ΙΚΑ. Η προθεσμία των δώδεκα (12) μηνών, εντός της οποίας πρέπει να υποβληθεί δήλωση προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης, διακόπτεται με την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, η οποία πρέπει να υποβληθεί εντός του 12μήνου. Η διακοπείσα προθεσμία αρχίζει εκ νέου από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδίδεται επί της αιτήσεως συνταξιοδότησης. β) Εάν έχει πραγματοποιήσει οποτεδήποτε τρεις χιλιάδες (3.000) ημέρες εργασίας στην ασφάλιση ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της παραπάνω δήλωσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ
Άρθρο 61
Τρόπος εξόφλησης καθυστερούμενωνασφαλιστικών εισφορών πλην ΙΚΑ
Σημ.: όπως το άρθρο 61 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 75 παρ.3 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010.
Σχετικό: άρθρο 17 Ν.3144/2003.
1. Με αποφάσεις των Δ.Σ. των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, πλην ΙΚΑ, αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, πλήρως αιτιολογημένες, παρέχεται η ευχέρεια της εξόφλησης σε μηνιαίες δόσεις, των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών μετά των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων.
Ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει κατ` ανώτατο όριο τις τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με την προϋπόθεση, της καταβολής υπό του οφειλέτου των τρεχουσών εισφορών και προκαταβολής επί της κεφαλαιοποιουμένης συνολικής οφειλής ίσης με :
α. για ποσό οφειλής μέχρι 1.000.000 ποσοστό 20%,
β. για ποσό οφειλής από 1.000.001 – 3.500.000 δρχ. ποσοστό 15%,
γ. για ποσό οφειλής από 3.500.001 δρχ. και άνω ποσοστό 10%.
Η μηνιαία δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού των έξι (6) τεκμαρτών ημερομισθίων της 6ης ασφαλιστικής κλάσης του ΙΚΑ, όπως ισχύει κάθε φορά, στρογγυλοποιούμενη σε χιλιάδα δραχμών.
2. Εάν ο οφειλέτης απωλέσει για οποιονδήποτε λόγο, το δικαίωμα τμηματικής εξόφλησης εισφορών σε δόσεις, δύναται να υποβάλλει νέα αίτηση, μετά εξάμηνο από την έκδοση της πρώτης απόφασης.
Το αρμόδιο όργανο δύναται να ρυθμίσει εκ νέου τις οφειλές σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου και προκαταβολής ίσης με το διπλάσιο των, στην παρ. 1, προβλεπόμενων ποσοστών.
Στον οφειλέτη που για οποιονδήποτε λόγο απώλεσε το δικαίωμα εξόφλησης σε δόσεις, δύναται να παρέχεται από το αρμόδιο όργανο νέα δυνατότητα εξόφλησης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της παρ. 1 και προκαταβολής ίσης με το 40% της συνολικής οφειλής.
3. Με απόφαση του Δ.Σ. είναι δυνατή έκπτωση επί των προσθέτων τελών των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών, ως ακολούθως :
α. Σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης έκπτωση 20% επί των πρόσθετων τελών.
β. Σε περίπτωση τμηματικής εξόφλησης σε 12 μηνιαίες δόσεις έκπτωση 15% επί των πρόσθετων τελών.
γ. Σε περίπτωση τμηματικής εξόφλησης σε 24 μηνιαίες δόσεις έκπτωση 10% επί των πρόσθετων τελών.
Τα ανωτέρω ποσά έκπτωσης των προσθέτων τελών αφαιρούνται από τις τελευταίες δόσεις.
Σχετικό: παρ.9 άρθρου 17 Ν.3144/2003
4. Οι αποφάσεις τω Δ.Σ. εκδίδονται ειδικά για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, αφού ληφθεί υπόψη το ύψος του χρέους, η οικονομική κατάσταση του υποχρέου και μετά από προηγούμενη διαπίστωση ότι η έκπτωση από το δικαίωμα υπήρξε δικαιολογημένη.
Το Δ.Σ. δύναται με απόφασή του να εκχωρεί την αρμοδιότητα ρύθμισης των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών σε δόσεις, στους Γενικούς Διευθυντές και Διευθυντές του Οργανισμού τους.
5. Το ύψος των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών υπολογίζεται με βάση το ισχύον ασφάλιστρο κατά το χρόνο της υποβολής της αίτησης του οφειλέτη μετά των αναλογούντων πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων.
6. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δύο (2) συνεχόμενων δόσεων, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών συνεπάγεται την έκπτωση από το δικαίωμα της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών και καθιστά άμεσα απαιτητό το σύνολο του οφειλόμενου ποσού, υπολογιζομένου βάσει του ισχύοντος ασφαλίστρου κατά την ημέρα εξόφλησης, μετά των αναλογούντων προσθέτων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων.
Σχετικό: Άρθρο 17 Ν.3144/2003
7. Στους οφειλέτες, που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας.
8. Όπου από τις κείμενες διατάξεις κάθε ασφαλιστικού οργανισμού ορίζεται ως προϋπόθεση για την έναρξη καταβολής σύνταξης η προηγούμενη εξόφληση των οφειλών, σε περίπτωση υπαγωγής του οφειλέτη στον παρόντα διακανονισμό, εξακολουθεί να ισχύει και η σύνταξη καταβάλλεται από την 1η του επόμενου της εξόφλησης μήνα.
9. Η σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζουν οι καταστατικές διατάξεις, αν το οφειλόμενο ποσό δεν είναι μεγαλύτερο των είκοσι (20) μηνιαίων συντάξεων κατώτατων ορίων, όπως αυτά ισχύουν κάθε φορά για καθέναν ασφαλιστικό οργανισμό.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3385/2005,ΦΕΚ Α 210/19.8.2005.
10. Τα ανωτέρω ποσά οφειλής προσαυξημένα με τα πρόσθετα τέλη συμψηφίζονται ή παρακρατούνται από τα ποσά των συντάξεων σε ίσες μηνιαίες δόσεις που δεν μπορεί να είναι περισσότερες των σαράντα (40).
Η 1η δόση παρακρατείται από τον πρώτο μήνα απονομής της σύνταξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 Ν.3385/2005,ΦΕΚ Α 210/19.8.2005.
11. Καταστατικές διατάξεις ασφαλιστικών φορέων, με τις οποίες προβλέπεται ευνοϊκότερος τρόπος ρύθμισης σε δόσεις των καθυστερούμενων ασφαλιστικών εισφορών μετά των αναλογουσών επιβαρύνσεων, εξακολουθούν να ισχύουν.
12. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και για τις οφειλές που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 16 του ν. 2328/1995 (ΦΕΚ 159 Α).
13. Σε περίπτωση μηχανογραφικής εφαρμογής συστημάτων υπολογισμού των εισφορών σε διμηνιαία βάση, η καταβολή γίνεται σε ισόποσες διμηνιαίες δόσεις που δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις 6, 12 ή 18.
14. Οι παρ. 2, 3, 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 8 του ν. 2256/1994 (ΦΕΚ 196 Α), καταργούνται.
Σχετικό: ΑΡΘΡΟ 12 Ν.3863/2010
Άρθρο 62
Σύνταξη αιτία θανάτου
1.α. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου ασφαλιστικού οργανισμού κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, στον επιζώντα των συζύγων, που θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω θανάτου σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις του κάθε οργανισμού, καταβάλλεται η σύνταξη για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα.
β. Μετά την πάροδο της τριετίας, σε περίπτωση που ο επιζών των συζύγων εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, η σύνταξη περιορίζεται στο 50% της σύνταξης λόγω θανάτου έως τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του. Μετά τη συμπλήρωση του ορίου αυτού ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 70% της σύνταξης αυτής.
γ. Εάν ο επιζών των συζύγων, κατά την ημερομηνία θανάτου, είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67% και άνω, λαμβάνει ολόκληρη τη σύνταξη, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η αναπηρία του, ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων.
δ. Στην περίπτωση που ο επιζών των συζύγων λαμβάνει και σύνταξη από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες της μίας συντάξεις λόγω θανάτου, κύριες ή επικουρικές, ο περιορισμός του ποσού της σύνταξης που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή γίνεται σε μία από τις κύριες, καθώς και μία από τις Επικουρικές Συντάξεις της επιλογής του, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων της περίπτωσης δ` της παραγράφου 6 του άρθρου 5 του ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 Α`), όπως ισχύουν κάθε φορά.
Σχετικό: άρθρο 8 παρ.2 του Ν.3865/2010 (ΦΕΚ Α΄ 120/21.07.2010)
2. Εάν ο θανών καταλείπει τέκνα ανάπηρα ή ανήλικα ή σπουδάζοντα σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως του 24ου έτους της ηλικίας τους, που δικαιούνται σύνταξη σύμφωνα με τις γενικές ή καταστατικές διατάξεις των φορέων που χορηγούν τη σύνταξη θανάτου, το υπόλοιπο της σύνταξης του επιζώντα των συζύγων, σε περίπτωση που καταβάλλεται μειωμένη, επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.
Ο κατά τα ανωτέρω επιμερισμός χωρεί και στην περίπτωση που η σύνταξη του επιζώντα, που καταβάλλεται από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, αναστέλλεται κατ` εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 1379/1983 (ΦΕΚ 101 Α`), όπως κάθε φορά ισχύουν ή μειώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α`), όπως ισχύουν.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου του ΟΓΑ, ο οποίος λαμβάνει σύνταξη με βάση τις διατάξεις του ν. 4169/1961 (ΦΕΚ 81 Α`), του ν.δ. 4575/ 1966 (ΦΕΚ 227 Α`), του ν.δ. 1390/1973 (ΦΕΚ 103 Α`), του ν. 1745/1987 (ΦΕΚ 234 Α`) και του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α`), καθώς και στην περίπτωση που ο επιζών σύζυγος είναι ασφαλισμένος ή συνταξιούχος του ΟΓΑ και λαμβάνει σύνταξη σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε ί με το άρθρο 4 Ν.3385/2005, ΦΕΚ Α 210, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 13 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
Σχετικό: ΑΡΘΡΟ 12 Ν.3863/2010
Άρθρο 63
Απασχόληση συνταξιούχων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρου 16 Ν.3863/2010, ΦΕΚ Α 115/15.7.2010
Σχετικό: παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του Ν.3865/2010 (ΦΕΚ Α΄ 120/21.07.2010)
Σχετικό: άρθρο 31 Ν. 3518/2006
Σχετικό: παρ. 1 άρθρου 42 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011
Σχετικό: παρ. 5 άρθρου 56 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011
1. Οι συνταξιούχοι λόγω γήρατος φορέων κύριας ασφάλισης που αναλαμβάνουν εργασία, υπόκεινται στους εξής περιορισμούς: α) Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών, β) Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους, το ποσό της ακαθάριστης κύριας σύνταξης ή του αθροίσματος των ακαθάριστων κύριων συντάξεων, που υπερβαίνει τα τριάντα ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτά διαμορφώνονται κάθε φορά και ισχύουν την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, καταβάλλεται μειωμένο κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%). Για κάθε τέκνο που είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία, ο αριθμός των ανωτέρω ημερομισθίων προσαυξάνεται κατά έξι ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτά διαμορφώνονται κάθε φορά. Σε περίπτωση συρροής συντάξεων, η μείωση γίνεται στο ποσό της μεγαλύτερης κύριας σύνταξης και εφόσον αυτό δεν επαρκεί, το υπόλοιπο ποσό περικόπτεται από την αμέσως επόμενη ή επόμενες σε ύψος κύριες συντάξεις.
Ειδικότερα για τους δικαιούχους κατωτάτων ορίων συντάξεων, η σύνταξη τους περιορίζεται στο οργανικό ποσό, όπως αυτό προκύπτει από τα ασφαλιστικά δεδομένα. Εάν το οργανικό ή τα οργανικά ποσά υπερβαίνουν τα προαναφερόμενα κατά περίπτωση ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, τότε τα ποσά αυτά περικόπτονται ως ανωτέρω. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και στα πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α`). Για τον απασχολούμενο συνταξιούχο καταβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις για τους λοιπούς ασφαλισμένους εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου, οι οποίες βαρύνουν τον εργοδότη και τον ασφαλισμένο αντίστοιχα.
2. Οι συνταξιούχοι της προηγούμενης παραγράφου, που ασκούν δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) και του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Ε.Τ.Α.Α.), υπόκεινται στους εξής περιορισμούς: α) Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης ή των συντάξεων, κύριων και επικουρικών.
Υποχρεούνται δε στην καταβολή των προβλεπόμενων εισφορών, β) Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, υποχρεούνται να καταβάλουν τις προβλεπόμενες από τις οικείες διατάξεις εισφορές προσαυξημένες κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Σε περίπτωση που το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων υπερβαίνει τα εξήντα (60) ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη, όπως διαμορφώνονται κάθε φορά και ισχύουν την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, το ποσό που υπερβαίνει το ανωτέρω όριο περικόπτεται.
Για τους ανωτέρω συνταξιούχους, οι οποίοι υπάγονται στην ασφάλιση του Ε.Τ.Α.Α., καταβάλλονται οι προβλεπόμενες για τους από 1.1.1993 ασφαλισμένους εισφορές, εργοδότη και ασφαλισμένου. Από την καταβολή προσαυξημένων ασφαλιστικών εισφορών εξαιρούνται οι ανωτέρω συνταξιούχοι, οι οποίοι λόγω απασχόλησης υπάγονταν σε περισσότερους του ενός ασφαλιστικούς φορείς και οι οποίοι μετά τη συνταξιοδότηση τους από έναν εκ των ανωτέρω φορέων, συνεχίζουν για την ίδια απασχόληση υποχρεωτικά την ασφάλιση τους στον οικείο Τομέα ασφάλισης.
3. Ο συνταξιούχος που αναλαμβάνει εργασία ή αυτοαπασχολείται μπορεί να χρησιμοποιήσει το χρόνο ασφάλισης κατά το διάστημα της αναστολής, ή περικοπής της σύνταξης, ή της καταβολής προσαυξημένων ή μη ασφαλιστικών εισφορών, για την προσαύξηση της σύνταξης από τον φορέα που συνταξιοδοτείται, ή για τη θεμελίωση νέου συνταξιοδοτικού δικαιώματος από άλλο φορέα, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων. Σε περίπτωση αξιοποίησης του χρόνου στον φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτείται, ο υπολογισμός για την προσαύξηση της ήδη καταβαλλόμενης σύνταξης γίνεται με ποσοστό 1,714% επί των συντάξιμων αποδοχών, οι οποίες δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερες του 25πλάσιου του ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη, ή επί των ασφαλιστικών κατηγοριών, για κάθε έτος συντάξιμης υπηρεσίας ή 300 ημέρες εργασίας. Ο Οργανισμός ή ο Τομέας στον οποίο ασφαλίστηκε ο συνταξιούχος, συμμετέχει στη δαπάνη συνταξιοδότησης και για το διακανονισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α`).
4. Εάν οι συνταξιούχοι αναπηρίας φορέων κύριας ασφάλισης, αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται, και κερδίζουν, ανάλογα με το βαθμό της αναπηρίας τους, περισσότερα από όσα κερδίζει υγιής απασχολούμενος, σύμφωνα με τους γενικούς όρους αμοιβής, διακόπτεται η σύνταξη τους ή οι συντάξεις τους, κύριες και επικουρικές.
5. Οι συνταξιούχοι των παραγράφων 1, 2 και 4 του παρόντος υποχρεούνται, πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν, να δηλώσουν τούτο στον φορέα ή στους φορείς από τους οποίους συνταξιοδοτούνται για κύρια σύνταξη. Στους φορείς επικουρικής ασφάλισης υποβάλλεται σχετική δήλωση από τους συνταξιούχους αναπηρίας, καθώς και από τους συνταξιούχους γήρατος, εφόσον οι τελευταίοι δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας.
Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιούχου του ποσού που έπρεπε να του παρακρατηθεί, συμφώνως με το παρόν άρθρο, κατά το χρονικό διάστημα της εργασίας του ή κατά το διάστημα της αυτοαπασχόλησης, που επιβαρύνεται με ετήσιο επιτόκιο 4,56%, ο δε φορέας δικαιούται να συμψηφίζει το ποσό με μελλοντικές συντάξεις και μέχρι του ύψους του 1/4 της συντάξεως.
Για δηλώσεις που η υποχρέωση υποβολής τους ανάγεται μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, ο προβλεπόμενος καταλογισμός του προηγούμενου εδαφίου μειώνεται κατά 50%.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 68 παρ.3 Ν.4316/2014,ΦΕΚ Α΄ 270/24.12.2014.
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογή:
α) στον επιζώντα των συζύγων,
β) στους συνταξιούχους του ΟΓΑ,
γ) στους πολύτεκνους των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία,
δ) στα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις των Καν. (ΕΟΚ) 1408/71 και 574/72, καθώς και των διμερών συμβάσεων κοινωνικής ασφάλειας,
ε) στα πρόσωπα που συνταξιοδοτήθηκαν με το ν. 3185/2003 και μέχρι τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας τους.
στ. στους συνταξιούχους του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου που παρέχουν εκπαιδευτικό έργο στη Δημόσια Εκπαίδευση, μέχρι τις 31.12.2016.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 άρθρου 42 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 6 του Ν.4081/2012 (ΦΕΚ Α΄ 184/27.09.2012),που τροποποιήθηκε με τη παρ.3 άρθρου 41 Ν.4256/2014,ΦΕΚ Α 92/14.4.2014.
7. Κάθε διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα καταργείται, εκτός των καταστατικών διατάξεων των φορέων που προβλέπουν διακοπή ή αναστολή καταβολής της σύνταξης σε περίπτωση που ο συνταξιούχος αναλαμβάνει εργασία ή αυτοαπασχολείται και υπάγεται στην ασφάλιση του φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτείται.
Στις περιπτώσεις αυτές δεν καταβάλλονται οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 2 του παρόντος προσαυξημένες ασφαλιστικές εισφορές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 άρθρου 42 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011 και ισχύει από τη δημοσίευση του ν.3863/2010.
8. Με νόμο δύναται να τροποποιείται το ποσό της περιπτώσεως β` των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, καθώς και το ύψος του προστίμου της παραγράφου 5 του παρόντος.
Άρθρο 64
Ποσό κατώτατων ορίων συντάξεων νέων ασφαλισμένων
Κατά τον υπολογισμό των συντάξεων, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 29 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α) λαμβάνεται υπόψη το μέσο μηνιαίο κατά κεφαλή Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (Α.Ε.Π.) του έτους 1991 προσαυξημένο κατά 50% και αναπροσαρμοσμένο κατά το εκάστοτε ποσοστό αύξησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 28 του ν.4387/2016
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 65
Ασφάλιση ιεροδούλων
Στο τέλος του άρθρου 2 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε, προστίθεται διάταξη ως εξής :
“Επίσης υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ΙΚΑ-ΤΕΑΜ ΔΛΟΕΜ και ΟΕΚ τα πρόσωπα του άρθρου 6 παρ. 1 και του άρθρου 10 παρ. 3 του ν. 1193/1981 “περί εξ αφροδισίων νόσων προστασίας και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων” (ΦΕΚ 220 Α`), και όπως αυτό ισχύει κάθε φορά, εφόσον δεν υπάγονται στην ασφάλιση οποιουδήποτε άλλου οργανισμού, λόγω ασκήσεως άλλου επαγγέλματος ή δεν συνταξιοδοτούνται από άλλο φορέα λόγω άμεσου ή έμμεσου δικαιώματος.
Η ασφάλιση αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του νομάρχη, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 6 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο του ανωτέρω νόμου.
Τα υπαγόμενα στην ασφάλιση πρόσωπα υποχρεούνται τον πρώτο μήνα κάθε χρόνου κατά τις ιατρικές εξετάσεις, που διενεργούνται κατά το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 1193/1981, να προσκομίζουν ασφαλιστική ενημερότητα. Η μη προσκόμιση ασφαλιστικής ενημερότητας συνεπάγεται τη μη ισχύ της απόφασης του νομάρχη της προηγούμενης παραγράφου.
Με απόφαση του Δ.Σ. του ΙΚΑ καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των ημερών ασφάλισης και της ασφαλιστικής κλάσης, οι συνέπειες της μη έγκαιρη καταβολής των εισφορών, η είσπραξη των καθυστερούμενων εισφορών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της ασφάλισης των ανωτέρω προσώπων”.
Άρθρο 66
Θέματα Ταμείων Τύπου
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του ν. 1866/1989 (ΦΕΚ 22 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“1.α. Δημοσιογράφοι-συντάκτες, απασχολούμενοι, κατά κύριο επάγγελμα με σχέση εξαρτημένης εργασίας, σε μη κρατικούς ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς σταθμούς που λειτουργούν νόμιμα και εκπέμπουν ή παρουσιάζουν δελτία ειδήσεων ή αθλητικές εκπομπές τρεις (3), τουλάχιστον, φορές το εικοσιτετράωρο, συνολικής διάρκειας μίας και μισής (1,30) τουλάχιστον, ώρας και οι οποίοι ασχολούνται με τη συλλογή, επεξεργασία, σχολιασμό και γενικά τη διαμόρφωση της ύλης, που βασίζεται σε πληροφορίες και γεγονότα και προορίζεται για τη σύνταξη δελτίων ειδήσεων, ενημερωτικών ή αθλητικών εκπομπών, υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης (Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ).
Ως δελτία ειδήσεων ή αθλητικές εκπομπές, η διάρκεια των οποίων υπολογίζεται για τη συμπλήρωση της ανωτέρω 1.30` ώρας, θεωρούνται μόνο όσα ο σταθμός παράγει με δικά του μέσα και δικούς του δημοσιογράφους και όχι τα δελτία ειδήσεων ή αθλητικές εκπομπές άλλων σταθμών που αναμεταδίδονται ύστερα από σύμβαση με αυτούς.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.3050/2002,ΦΕΚ Α 214/13.9.2002.
β. Οι υπάλληλοι διοίκησης και διαχείρισης, που απασχολούνται κατά κύριο επάγγελμα με σχέση εξαρτημένης εργασίας στους μη κρατικούς ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς σταθμούς, που λειτουργούν νόμιμα και τα κέντρα εκπομπής τους βρίσκονται μέσα στα γεωγραφικά όρια των Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης, με τις ειδικότητες που αναφέρονται στην παρ. 7 του άρθρου 5 του π.δ. 284/1974 (ΦΕΚ 101 Α), ασφαλίζονται στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ.
γ. Για την ασφάλιση των παραπάνω εργαζομένων, καταβάλλεται στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. εργοδοτική εισφορά 7,5% για τον κλάδο σύνταξης και 2% για τον κλάδο ανεργίας καθώς και εισφορά ασφαλισμένου από ποσοστό 8,5% για τον κλάδο σύνταξης. Οι εισφορές αυτές υπολογίζονται στις συνολικές αποδοχές των ασφαλισμένων και για την είσπραξή τους εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 31, 32 και 33 του π.δ. 284/1974.
2. Στο άρθρο 15 του ν. 1866/1989 προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής :
“3. Οι δημοσιογράφοι – συντάκτες, μη μέλη των αναγνωρισμένων Ενώσεων Συντακτών, οι οποίοι απασχολούνται στην ΕΡΤ Α.Ε. με σύμβαση έργου, υπάγονται στην ασφάλιση του Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. μετά τη συμπλήρωση τριών (3), τουλάχιστον ετών συνεχούς απασχόλησης ή μετά τη συμπλήρωση τριών (3) τουλάχιστον ετών διακεκομμένης, η οποία όμως πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί εντός μιας (1) πενταετίας.
3. Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την ασφάλιση στο Τ.Σ.Π.Ε.Α.Θ. των παραπάνω απασχολουμένων στα μη κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα, καθώς και των δημοσιογράφων που απασχολούνται στην ΕΡΤ Α.Ε. με σύμβαση έργου.
4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 13 του ν. 1759/1988 (ΦΕΚ 50 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“5. Στην ασφάλιση του Ταμείου Συντάξεων Προσωπικού Εφημερίδων Αθηνών και Θεσσαλονίκης υπάγονται υποχρεωτικά και τα πρόσωπα που παρέχουν κατά κύριο επάγγελμα εξαρτημένη εργασία με μισθό ως συντάκτες στους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης Α.Ε.
5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε, ως εξής :
“Οι προερχόμενοι από αγγελιόσημο Πόροι του καταργούμενου Κλάδου, καθώς και οι Πόροι που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 1Α περίπτωση α και 1Β περίπτωση α του άρθρου 3 του ν. 1872/1951 (ΦΕΚ 202 Α), όπως ισχύουν κάθε φορά, διατηρούνται και αποτελούν εφεξής πόρους του ΤΑΤΤΑ”.
6. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 1186/1981 (ΦΕΚ 202 Α), όπως τροποποιήθηκαν με την παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 2556/1997 αντικαθίστανται ως εξής :
“1. Τεχνικοί Τύπου, που κατά τη δημοσίευση του ν. 1186/1981 έχουν πέντε (5) χρόνια πραγματικής ασφάλισης στο Ταμείο και απασχολούνται στα έντυπα που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 7, εφόσον απολύονται χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη πριν από τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 9 και χωρίς να συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στην παρ. 1 των άρθρων 6 και 8, δικαιούνται σύνταξη, η οποία υπολογίζεται μόνο βάσει του χρόνου ασφάλισής τους στο ταμείο, κατά την παρακάτω κλίμακα :
Χρόνος ασφάλισης στο Ταμείο Σύνταξη
α. 5 έως 10 χρόνια 10.000 δρχ.
β. 10 χρόνια και μία ημέρα έως 15 χρόνια 20.000 δρχ.
γ. 15 χρόνια και μία ημέρα έως 20 χρόνια 30.000 δρχ.
δ. 20 χρόνια και μία ημέρα έως 25 χρόνια 40.000 δρχ.
ε. πάνω από 25 χρόνια, η σύνταξη που προβλέπεται από τις διατάξεις του καταστατικού του ταμείου.
Τα ποσά των περιπτώσεων α, β, γ και δ προσαυξάνονται κατά τα ποσοστά των αυξήσεων που έχουν χορηγηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 12 από την έναρξη ισχύος του νόμου 1186/1981.
Πλήρες έτος λογίζεται αυτό που περιλαμβάνει από 300 μέχρι 365 ημέρες εργασίας και σε κάθε ημέρα εργασίας αναλογεί μία ημέρα ασφάλισης”.
Οι παράγραφοι 3 και 4 του ίδιου άρθρου αναριθμούνται σε 2 και 3 αντίστοιχα :
7. Ασφαλισμένοι του πρώην Ταμείου Ασφάλισης Τυπογράφων και Μισθωτών Γραφικών Τεχνών που είχαν πραγματοποιήσει κατ` ανώτατο όριο μέχρι πενήντα (50) ημέρες ασφάλισης σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό, είτε κατά το τελευταίο εξάμηνο πριν από τη συγχώνευση του Ταμείου αυτού στο ΙΚΑ και συμπλήρωσαν μέχρι τις 27.8.1997 το όριο ηλικίας, που προβλεπόταν από τη νομοθεσία του πρώην ΤΑΤ και ΜΓΤ, μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με τις διατάξεις της νομοθεσίας του συγχωνευθέντος Ταμείου, εφόσον υποβάλλουν οι ίδιοι ή οι δικαιοδόχοι τους αίτηση μέσα σε έξι μήνες από την ισχύ του παρόντος, τα δε οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
Συνταξιοδοτικά δικαιώματα ασφαλισμένων του πρώην ΤΑΤ και ΜΓΤ, που τυχόν απορρίφθηκαν με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν και εμπίπτουν στην παραπάνω ρύθμιση επανακρίνονται, εφόσον υποβληθεί νέα αίτηση από τους ενδιαφερόμενους μέσα στην παραπάνω προθεσμία, τα δε οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
8. Στην ασφάλιση των Κλάδων Επικούρησης και Πρόνοιας του Ταμείου Ασφαλίσεως Ιδιοκτητών Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ.) υπάγονται υποχρεωτικά και αποδίκαια από την πρώτη του επόμενου της δημοσίευσης του παρόντος νόμου μήνα και τα μέλη των ενώσεων φωτοειδησεογράφων και εικονοληπτών επικαίρων τηλεοράσεως και ανταποκριτών Ξένου Τύπου ασφαλίζονται στους αντίστοιχους κλάδους κύριας σύνταξης του Ταμείου, εφόσον δεν υπάγονται στην ασφάλιση άλλου φορέα επικούρησης ή πρόνοιας, έναντι καταβολής της αυτής εισφοράς που ισχύει για τους λοιπούς ασφαλισμένους των εν λόγω Κλάδων.
Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ταμείου και εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης θα καθορισθούν τα της χρηματοδότησης των Κλάδων Επικούρησης και πρόνοιας από τους αντίστοιχους κλάδους κύριας ασφάλισης των ως άνω προσώπων, οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής των παροχών, τα της αναγνώρισης και εξαγοράς προϋπηρεσίας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την ασφαλιστική τακτοποίηση αυτών.
Άρθρο 67
Συμπλήρωση νομοθεσίας ΟΓΑ
1. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 2 του ν. 2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α), προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Πρόσωπα ηλικίας κάτω των 22 ετών που έχουν τις προϋποθέσεις ασφάλισης στον ΟΓΑ, μπορούν ύστερα από αίτησή τους, να ασφαλισθούν στον Κλάδο από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους εκείνου της συμπλήρωσης τυ 18ου έτους της ηλικίας τους”.
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 4 του ν. 2458/1997 αντικαθίσταται ως εξής :
“3. Τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών αναπροσαρμόζονται την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους κατά το συνολικό ποσοστό αύξησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων του προηγούμενου έτους, αρχής γενομένης από 1.1.1999”.
3. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 17 του ν. 2150/1993 (ΦΕΚ 98 Α), αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Οι δημοτικοί και κοινοτικοί υπάλληλοι, οι οποίοι ασκούν καθήκοντα ανταποκριτή ΟΓΑ κατά τη δημοσίευση του παρόντος, δικαιούνται αποζημίωση ίση με μια ετήσια πάγια αποζημίωση ανταποκριτή ΟΓΑ ανά 4ετία απασχόλησής τους, η οποία καταβάλλεται κατά το χρόνο απαλλαγής τους από τα εν λόγω καθήκοντα.
Για τον πλεονάζοντα της 4ετίας και των πολλαπλασίων αυτής χρόνο απασχόλησης, σε ακέραια έτη, καταβάλλεται ανάλογο ποσοστό αποζημίωσης.
Η διάταξη της παραγράφου αυτής ισχύει και για τους εν ενεργεία δημοτικούς και κοινοτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι έχουν απαλλαγή ήδη από τα καθήκοντα του ανταποκριτή ΟΓΑ”.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α) από τους δημοσιεύσεως του παρόντος έχουν εφαρμογή και στο προσωπικό του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ).
Άρθρο 68
Εισφορές υπέρ ΟΑΕΔ και Εργατικής Εστίας
Από 1ης Ιανουαρίου 2000 ο ΟΤΕ υποχρεούται να καταβάλλει τις βαρύνουσες αυτόν ως εργοδότη εισφορές και για τον Κλάδο Ανεργίας και το Διανεμητικό Λογαριασμό Οικογενειακών Επιδομάτων Μισθωτών (Δ.Λ.Ο.Ε.Μ.) του ΟΑΕΔ, καθώς και τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας. Οι βαρύνουσες τους εργαζόμενους εισφορές για τον Κλάδο Ανεργίας και το Δ.Λ.Ο.Ε.Μ. του ΟΑΕΔ καθώς και για τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας καταβάλλονται κατά το ήμισυ από 1ης Ιανουαρίου 2001 και στο σύνολό τους από 1ης Ιανουαρίου 2002. Οφειλόμενες από τον ΟΤΕ μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος εισφορές για το Δ.Α.Ο.Ε.Μ. διαγράφονται και δεν αναζητούνται.
Άρθρο 69
Άλλες διατάξεις ΙΚΑ
1. Η παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 2408/1996 (ΦΕΚ 104 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“Στο τέλος του τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 62 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α), που έχει προστεθεί μετά την αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 9 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α), προστίθεται και η φράση “καθώς και στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων”.
2. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“4. Οι διατάξεις του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α), όπως ισχύουν κάθε φορά, που αναφέρονται στην ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα για την καταβολή των φόρων που οφείλουν στο Δημόσιο τα πρόσωπα αυτά, εφαρμόζονται κατ` αναλογία και για την καταβολή των οφειλόμενων στο ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών”.
Σχετικό: παρ. 5 του άρθρου 31 του Ν. 4321/2015 (ΦΕΚ Α 32 21.3.2015)
3. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“Οι προθεσμίες που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 5 του ν. 1386/1983 (ΦΕΚ 107 Α), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 48 του ν. 1882/1990 και του άρθρου 46α παρ. 10 του ν. 1892/1990, όπως το εν λόγω άρθρο προστέθηκε με το άρθρο 14 του ν. 2000/1991 (ΦΕΚ 206 Α) και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε ως προς την παρ. 10 με το άρθρο 53 παρ. 3 του ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α), αρχίζουν για το Δημόσιο και το ΙΚΑ από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης του εκκαθαριστή, στον υπουργό Οικονομικών και στον διοικητή του ΙΚΑ αντίστοιχα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις”.
4.α. Σε περίπτωση που ασκηθεί, ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου αίτηση αναστολής εκτέλεσης απορριπτικής, εν όλω ή εν μέρει απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του αρμόδιου Υποκαταστήματος ΙΚΑ εκδοθείσης επί ενστάσεως κατά καταλογιστικής πράξης αυτού από οποιαδήποτε αιτία, η αναστολή χορηγείται κατά τις διατάξεις του άρθρου 31 του π.δ. 341/1978 (ΦΕΚ 71 Α) και με την προϋπόθεση της εφάπαξ καταβολής ποσού ίσου προς το είκοσι τοις εκατό (20%) των βεβαιωθέντων και αμφισβητούμενων ποσών.
Το ποσοστό αυτό καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από την βεβαίωση μήνα.
β. Η είσπραξη του πιο πάνω βεβαιωθέντος ποσοστού δύναται να ανασταλεί μέχρι έξι (6) μήνες με απόφαση του αρμόδιου για τη χορήγηση της αναστολής δικαστηρίου, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα στην υποβληθείσα αίτηση αναστολής εκτέλεσης και παρασχεθεί ασφάλεια, η οποία καλύπτει τα ποσά των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στο ποσοστό αυτό.
γ. Η παρεχόμενη ασφάλεια του πιο πάνω ποσοστού συνίσταται σε εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή φερέγγυας τράπεζας, εφόσον οι κύριες, οι πρόσθετες καθώς και οι λοιπές συμβεβαιούμενες εισφορές και τέλη για όλες τις πράξεις, για τις οποίες έχει ασκηθεί αίτηση αναστολής, υπερβαίνουν σωρευτικά το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών. Αν το ποσό είναι μικρότερο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών αρκεί η παροχή εγγύησης τρίτου αξιόχρεου προσώπου.
δ. Η εξάλειψη της υποθήκης και η επιστροφή της εγγυητικής επιστολής πραγματοποιείται εφόσον εξοφληθεί το πιο πάνω ποσό με τις αναλογούσες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Σε περίπτωση μη εξόφλησης της οφειλής, μετά τη λήξη της αναστολής, λαμβάνονται αναγκαστικά μέτρα εις βάρος του ακινήτου στο οποίο έχει εγγραφεί η υποθήκη ή κατά του εγγυητή και η παραχθείσα εγγυητική επιστολή τράπεζας καταπίπτει και εισπράττεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ.
ε. Κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η αναστολή για την καταβολή του χρέους προς το ΙΚΑ δεν απαλλάσσεται το χρέος από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
στ. Οι πιο πάνω διατάξεις ισχύουν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εφαρμόζονται και για όλες τις υποθέσεις που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια, λόγω άσκησης αιτήσεων αναστολής εκτέλεσης.
5. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 26 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α) τροποποιείται και συμπληρώνεται από την ημερομηνία ισχύος του ως εξής :
Οι παραπάνω ρυθμίσεις εφαρμόζονται και για τα λοιπά κατ` οίκον του εργοδότη απασχολούμενα πρόσωπα που εργάζονται σε έναν εργοδότη το μήνα, τα οποία ασφαλίζονται για τους κλάδους σύνταξης, ασθένειας, ΙΚΑ-ΤΕΑΜ και ΟΕΚ. Για τα πρόσωπα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται με γραπτή συμφωνία εργοδότη και εργαζομένου η καταβολή εισφορών και επί των πράγματι καταβαλλομένων αποδοχών τους, εφόσον αυτές υπερβαίνουν το 25πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.
6. Όταν σε εκπαιδευτικά προγράμματα που εκτελεί το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τις ανάγκες του ενταγμένου στο μέτρο 3.2.1 του επιχειρησιακού προγράμματος εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Διοίκησης “Κλεισθένης”, έργου “Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα ΙΚΑ” και αφορούν εκπαίδευση χρηστών, προβλέπεται πρακτική εξάσκηση σε υπηρεσιακές μονάδες του ΙΚΑ εκτός ωραρίου λειτουργίας, δύναται να ορίζεται αποζημίωση των υπευθύνων – εκπαιδευτών και των εκπαιδευόμενων χρηστών, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνώμη της οικείας μονάδας εκπαίδευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΚΑ.
Υπεύθυνοι – εκπαιδευτές στην περίπτωση αυτή είναι δυνατόν να ορίζονται είτε υπάλληλοι του ΙΚΑ που υπηρετούν στις μονάδες υλοποίησης της πρακτικής εξάσκησης είτε υπάλληλοι που υπηρετούν σε άλλες υπηρεσίες του φορέα είτε σε άλλους φορείς του δημοσίου τομέα είτε εξωτερικοί συνεργάτες.
Άρθρο 70
Αύξηση ποσού ΕΚΑΣ
1. Τα ποσά Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ), που προβλέπονται από την παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) αυξάνονται για το έτος 1999 κατά 50%.
2. Τα ποσά εισοδήματος των περιπτώσεων α και β της αυτής ως άνω παραγράφου αναπροσαρμόζονται με την ίδια βάση και την ίδια απόφαση που προβλέπονται από το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του ίδιου άρθρου.
3. Ο προβλεπόμενος από το τρίτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 24 του ν. 2556/1997 τρόπος αναπροσαρμογής του ποσού του ΕΚΑΣ εφαρμόζεται από 1.1.2000 και εφεξής.
Άρθρο 71
Διατάξεις ΤΕΒΕ
1. Εικαστικοί καλλιτέχνες μέλη του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ) δεν υπάγονται στο ΤΕΒΕ για κάθε είδους καλλιτεχνική δραστηριότητα, εκτός αν οι ίδιοι επιθυμούν.
2. Ασφαλισμένοι του Ταμείου Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (ΤΕΒΕ), αρμοδιότητας Γραφείου ΤΕΒΕ Σητείας, οι οποίοι έχουν υποβάλει μήνυση μέχρι 30.11.1998 κατά οργάνων του Ταμείου για παρακράτηση και υπεξαίρεση ασφαλιστικών τους εισφορών, περιόδου μέχρι Νοεμβρίου 1995 ή το έχουν δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση τους στο αρμόδιο Γραφείο ΤΕΒΕ μέχρι την ίδια ημερομηνία, δύνανται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν. 1902/1990 άρθρο 33 και 1976/1991 άρθρο 21, να καταβάλλουν τις οφειλόμενες ασφαλιστικές τους εισφορές της παραπάνω χρονικής περιόδου, με το ασφάλιστρο που ίσχυε στο χρόνο που ανάγονται χωρίς πρόσθετα τέλη.
Τυχόν καταβληθείσες ή ρυθμισθείσες εισφορές του ανωτέρω χρονικού διαστήματος θεωρούνται ως καλώς καταβληθείσες.
Άρθρο 72
Εξαίρεση πρώην τρικυκλιστών από το ΤΣΑ
1. Οι συνταξιούχοι του ΟΓΑ και λοιπών ασφαλιστικών οργανισμών, πρώην ιδιοκτήτες τρικύκλου μοτοσικλέτας Δημόσιας Χρήσης, οι οποίοι αντικατέστησαν τα τρίκυκλα με ελαφρά φορτηγά Δ.Χ. (ν. 1073/1980 ΦΕΚ 214 Α) εξαιρούνται της υποχρεωτικής ασφάλισης του ΤΣΑ και απαλλάσσονται των μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου οφειλόμενων εισφορών και πρόσθετων τελών, εφόσον αποξενωθούν με οποιονδήποτε τρόπο του Δ.Χ. αυτοκινήτου μέχρι 30.6.1999.
2. Ιδιοκτήτες τρικύκλων, που αντικατέστησαν τα τρίκυκλα με ελαφρά φορτηγά Δ.Χ. (ν. 1073/1980, ΦΕΚ 214 Α), απαλλάσσονται των εισφορών του Κλάδου Ασθένειας και των επιβαλλόμενων επ` αυτών πρόσθετων τελών μέχρι 30.6.1998, καθώς και του προστίμου 20% λόγω μη έγκαιρης εγγραφής στα μητρώα του ΤΣΑ.
Πρόσωπα της κατηγορίας αυτής, που έχουν ρυθμίσει την οφειλή τους σε δόσεις και δεν έχουν εξοφλήσει μέχρι την ισχύ του παρόντος, απαλλάσσονται των εισφορών Κλάδου Ασθένειας και των εππ` αυτών επιβαλλόμενων πρόσθετων τελών, για το χρονικό διάστημα που δεν έχουν καταβληθεί, καθώς και του προστίμου 20%.
3. Όσοι εκ των άνω ιδιοκτητών μεταβιβάσουν έως 30.6.1999 τα ελαφρά φορτηγά Δ.Χ. και έχουν ασφαλιστεί στον ΟΓΑ ή σε άλλον ασφαλιστικό φορέα διαγράφονται, κατόπιν αίτησής τους, της ασφαλίσεως του ΤΣΑ και απαλλάσσονται των οφειλόμενων εισφορών μετά των προσθέτων τελών.
Σχετικό: παρ.4 άρθρ.10 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226
Σχετικό: άρθρο 55 Ν.2972/2001,ΦΕΚ Α 291/27.12.2001
4. Καταβληθείσες ήδη ασφαλιστικές εισφορές και πρόσθετα τέλη δεν επιστρέφονται και ο χρόνος για τον οποίο κατεβλήθησαν ασφαλιστικές εισφορές θεωρείται ισχυρός.
5. Το ΤΣΑ υποχρεούται να χορηγεί πιστοποιητικά για τη μεταβίβαση των τρικύκλων Δ.Χ. και των φορτηγών Δ.Χ. από αντικατάσταση τρικύκλων, στα πρόσωπα των παρ. 1 έως 3 του παρόντος, χωρίς προηγούμενη εξόφληση των εισφορών.
Άρθρο 73
Παράταση Προθεσμιών
1. α) Ο αλλοδαπός οφείλει να πραγματοποιήσει το προβλεπόμενο στο εδάφιο β της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 359/1997 (ΦΕΚ 240 Α) εισόδημα από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως 31 Δεκεμβρίου 1998 και για τις οικιακές βοηθούς έως τις 28 Φεβρουαρίου 1999.
β) Η προθεσμία υποβολής των δικαιολογητικών με τα οποία θα αποδεικνύεται ότι ο αλλοδαπός εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις του εδαφίου β της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 359/1997 παρατείνεται έως της 30ή Απριλίου 1999.
γ) Οι κάτοχοι του εγγράφου πιστοποίησης της παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 358/1997 (ΦΕΚ 240 Α), καθώς και της λευκής κάρτας τεκμαίρεται ότι βρίσκονταν στην ελληνική επικράτεια πριν την 28η Νοεμβρίου 1997, εκτός και αν το δημόσιο έγγραφο αποδεικνύει μεταγενέστερη περίοδο.
δ) Η ισχύς του εγγράφου πιστοποίησης της παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 358/1997, καθώς και της λευκής κάρτας παρατείνεται έως την 30ή Απριλίου 1999.
ε) Η έλλειψη του πιστοποιητικού ποινικού μητρώου, εφόσον έχει ήδη υποβληθεί η σχετική αίτηση στο υπουργείο Δικαιοσύνης και συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 359/1997, δεν εμποδίζει τη χορήγηση πράσινης κάρτας, της οποίας ανακαλείται η ισχύς αν εν τω μεταξύ βεβαιωθεί καταδικαστική απόφαση σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 358/1997.
στ) Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 1 του π.δ. 358/1997 αντικαθίσταται ως εξής :
“Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται σε κάθε αλλοδαπό ο οποίος χωρίς να πληροί τις νομικές προϋποθέσεις εισόδου και απασχόλησης στη χώρα βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, εργαζόμενος ή με την επιθυμία να εργαστεί στην Ελλάδα σε οποιονδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή αυτοαπασχολούμενος ή με την επιθυμία να αυτοαπασχοληθεί. Οι λοιποί αλλοδαποί εξακολουθούν να υπάγονται στις διατάξεις του ν. 1975/1991”.
ζ. Η διάταξη του εδαφίου 2 του παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ. 358/1997 αντικαθίσταται ως εξής :
“Στον αλλοδαπό που δεν υπέβαλε μαζί με την ανωτέρω αίτηση-δήλωση ή δεν προσκόμισε εντός προθεσμίας των 5 μηνών τα ως άνω οριζόμενα έγγραφα και αποδεικτικά στοιχεία, δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί Κάρτα Παραμονής Περιορισμένης Χρονικής Διάρκειας. Σύζυγος και ανήλικα τέκνα του κατόχου της Κάρτας Προσωρινής Αδείας Παραμονής Αλλοδαπού δεν δύνανται να απελαθούν κατά τη διάρκεια της ισχύος της. Δεν χορηγείται κάρτα Προσωρινής Αδείας Παραμονής Αλλοδαπού σε όσους έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα στην Ελλάδα για κακούργημα ή πλημμέλημα σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, εξαιρουμένων όσων καταδικάστηκαν για παράνομη είσοδο και εργασία σε ελληνικό έδαφος προς της έναρξης της ισχύος του παρόντος διατάγματος ή σε όσους αναφέρονται στον κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών του άρθρου 11 του ν 1975/1991, μη συμπεριλαμβανομένων όσων είναι καταχωρημένοι συνεπεία διοικητικής ή δικαστικής απέλασης λόγω παράνομης εισόδου, παραμονής ή εργασίας, της σχετικής δικαστικής απέλασης αναστελλομένης”.
η. Η διάταξη του εδαφίου 2 της παρ. 3 του άρθρου μόνου του π.δ. 241/1998 αντικαθίσταται ως εξής :
“Τα υπό στοιχεία (ε) και (στ) δικαιολογητικά μπορεί να προσκομίσει ο αλλοδαπός και πέραν της ως άνω προθεσμίας, ανεξάρτητα από το χρόνο έκδοσής των, πάντως όχι πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 1998”.
θ. Η διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου μόνου του π.δ. 242/1998 αντικαθίσταται ως εξής :
“Χρέη εισηγητή εκτελεί υπάλληλος του ΟΑΕΔ με αναπληρωτή του έναν υπάλληλο του ίδιου Οργανισμού. Η θητεία των μελών είναι δύο έτη”.
2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 85 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α) όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής :
“Η ισχύς των διατάξεων του εδαφίου αυτού αρχίζει ένα έτος μετά την εφαρμογή του Κλαδικού Λογιστικού Σχεδίου των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης”.
3. Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.δ/τος 172/1974 (ΦΕΚ 345 Α) προθεσμία, που παρατάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 825/1978 (ΦΕΚ 189 Α), την παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 1276/1982 (ΦΕΚ 100 Α), την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1469/1984 (ΦΕΚ 111 Α), το άρθρο 27 του ν. 1654/1986 (ΦΕΚ 177 Α), την παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 1759/1988 (ΦΕΚ 50 Α) και του άρθρου 14 του ν. 2217/1994 (ΦΕΚ 83 Α) παρατείνεται για ένα (1) έτος από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου.
4. Η προβλεπόμενη από την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1469/1984 (ΦΕΚ 11 Α) προθεσμία υποβολής αίτησης αναγνώρισης χρόνου απασχόλησης στην αλλοδαπή, που παρατάθηκε με τις διατάξεις του εδαφίου β της παρ. 16 του άρθρου 38 του ν. 1759/1988 (ΦΕΚ 50 Α) και της παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α) και της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 2217/1994 (ΦΕΚ 83 Α) μέχρι 31.5.1996, παρατείνεται για ένα (1) χρόνο από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρο 74
Θέματα προσωπικού
1. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Γ.Γ.Κ.Α.) του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστώνται :
α) Κλάδος ΠΕ Οικονομικού της Κατηγορίας ΠΕ και τέσσερις (4) θέσεις προσωπικού.
Προσόντα διορισμού για την πλήρωση των παραπάνω θέσεων στον εισαγωγικό βαθμό, ορίζονται :
Πτυχίο ή Δίπλωμα Οικονομικών Επιστημών ΑΕΙ της ημεδαπής ή πτυχίο ή δίπλωμα του Οικονομικού Πανεπιστημίου ή του Πανεπιστημίου Πειραιά, ή ισότιμο αντίστοιχης ειδικότητας σχολών της αλλοδαπής με κατεύθυνση στα χρηματοοικονομικά και εμπειρία τουλάχιστον δύο χρόνων στη μηχανογραφημένη Λογιστική που αποδεικνύεται με σχετικό βιβλιάριο του οικείου ασφαλιστικού Φορέα.
β) Πέντε (5) θέσεις προσωπικού του Κλάδου ΠΕ Αναλογιστικών της Κατηγορίας ΠΕ, προστιθέμενες στις ήδη υπάρχουσες.
Προσόντα διορισμού στον εισαγωγικό βαθμό ορίζονται :
Πτυχίο του Μαθηματικού Τμήματος των Φυσικομαθηματικών Σχολών των ΑΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο πτυχίο αντίστοιχης σχολής της αλλοδαπής ή πτυχία άλλων σχολών των ΑΕΙ της ημεδαπής ή της αλλοδαπής στις οποίες διδάσκονται ασφαλιστικά και οικονομικά μαθηματικά.
γ) Μία (1) θέση στον Κλάδο ΔΕ Τεχνικό της Κατηγορίας ΔΕ ειδικότητας οδηγού αυτοκινήτων.
Προσόντα διορισμού για την πλήρωση της θέσης στον εισαγωγικό βαθμό ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α).
Κατά την πρώτη εφαρμογή, η θέση αυτή δύναται να πληρωθεί με μετάταξη από υπάλληλο της ΓΓΚΑ της κατηγορίας ΥΕ ειδικότητας βοηθητικού προσωπικού του κλάδου ΥΕ με επαγγελματική άδεια οδήγησης.
δ) Πέντε (5) θέσεις του Κλάδου Διοικητικού – Λογιστικού της Κατηγορίας ΔΕ, προστιθέμενες στις ήδη υπάρχουσες.
Προσόντα διορισμού στον εισαγωγικό βαθμό ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 194/1988.
2. Συνιστώνται στον ΟΓΑ οι παρακάτω οργανικές θέσεις προσωπικού και Κλάδος ως εξής :
α) Δεκατέσσερις (14) θέσεις του Κλάδου ιατρών και Οδοντιάτρων εκ των οποίων μία (1) ειδικότητα ορθοπεδικού, μία (1) ειδικότητας οφθαλμίατρου, έντεκα (11) ειδικότητας παθολόγου και μία (1) ειδικότητας ψυχιάτρου.
β) Τρεις (3) θέσεις του Κλάδου Φαρμακοποιών.
γ) Πέντε (5) θέσεις του Κλάδου Πληροφορικής.
δ) Εννιά (9) θέσεις του Κλάδου Διοικητικών Υπαλλήλων Β.
ε) Τέσσερις (4) θέσεις του Κλάδου Προσωπικού Η/Υ.
στ) Κλάδος Τεχνικός στην κατηγορία Διοικητικού Προσωπικού Β με μία (1) θέση βαθμού Β6-Δ1 με τα εξής προσόντα στον εισαγωγικό βαθμό :
Απολυτήριο τίτλο ηλεκτρολόγου εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου ή Τεχνικού Επαγγελματικού Λυκείου, ή Τεχνικής – Επαγγελματικής Σχολής ή αντίστοιχης ειδικότητος Σχολής μαθητείας του ΟΑΕΔ του ν. 1346/1983 (ΦΕΚ 46 Α`) ή άλλο ισότιμο τίτλο σχολικής μονάδας της ημεδαπής ή αλλοδαπής, άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και τριετή τουλάχιστον εμπειρία αποδεικνυόμενη με σχετικό βιβλιάριο του οικείου ασφαλιστικού φορέα.
3. Στο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Υπαλλήλων Εμπορικών Καταστημάτων (Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Κ.) συνιστώνται : α) κλάδοι και θέσεις προσωπικού και β) περιφερειακές υπηρεσίες ως εξής :
α) Κλάδος ΠΕ Πληροφορικής της Κατηγορίας ΠΕ (Ειδικότητας Μηχανικών Η/Υ) και μία (1) θέση.
β) Στον υφιστάμενο Κλάδο ΤΕ Πληροφορικής (Ειδικότητας ηλεκτρονικούς υπολογιστικού συστήματος – HARD WARE) μία (1) θέση.
γ) Κλάδος ΔΕ Προσωπικού Η/Υ (Ειδικότητας Χειριστών Η/Υ) της κατηγορίας ΔΕ και δεκαπέντε (15) θέσεις.
Προσόντα διορισμού για την πλήρωση των παραπάνω θέσεων ορίζονται τα προβλεπόμενα στο π.δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α`), όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 172/1992 (ΦΕΚ 81 Α).
δ) Περιφερειακό Γραφείο Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Κ. στην Καλαμάτα και μία (1) θέση Κλάδου ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού.
ε) Περιφερειακό Γραφείο Τ.Ε.Α.Υ.Ε.Κ. στα Τρίκαλα και μία (1) θέση του Κλάδου ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού.
4. Το πρώτο εδάφιο της περ. (η) της παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) αντικαθίσταται ως εξής :
“η) Πέντε (5) θέσεις μόνιμου προσωπικού Κλάδου ΔΕ Τεχνικών όλων των ειδικοτήτων που περιγράφονται στο άρθρο 20 του π.δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α).
5. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 19 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α) τροποποιείται ως ακολούθως :
“Επίσης, συνιστώνται στο γραφείο του Διοικητή του ΟΑΕΕ δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 75
Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει μετά τη συμπλήρωσή της με την παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 2335/1995 και την αντικατάσταση της με την παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2556/1997, προστίθενται εδάφια ως εξής :
“Εφόσον επιθυμούν, τα πρόσωπα αυτά δύνανται να ασφαλιστούν προαιρετικά και σε περισσότερους του ενός φορείς, αν αυτό προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ύστερα από σχετική αίτηση που υποβάλλεται στον αριθμό φορέα εντός της παραπάνω εξάμηνης προθεσμίας.
Στην περίπτωση αυτή υποχρεούνται στην καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου, εργοδότη και Κράτους των προβλεπόμενων από τις ισχύουσες διατάξεις για τον οικείο φορέα”.
Η ισχύς της διάταξης αυτής ανατρέχει στην ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 2556/1997, τυχόν δε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθώς και όσες υποβληθούν εντός εξαμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος θεωρούνται εμπρόθεσμες.
Άρθρο 76
Εξόφληση ασφαλιστικών εισφορών ΤΣΑΥ
Στο τέλος του εδ. α` της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3348/1955, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα και ισχύει μετά την αντικατάστασή του από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 982/1979 (ΦΕΚ 239 Α) προστίθεται υπεδάφιο ως ακολούθως :
“Οι πάσης φύσεως ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρως ασκούντων το επάγγελμα ασφαλισμένων του Ταμείου Συντάξεως και Αυτοασφαλίσεως Υγειονομικών (ΤΣΑΥ) καθίστανται απαιτητές στην 30ή Ιουνίου και 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους”.
Άρθρο 77
Συνυπολογισμός χρόνου ΣΕΠ στην 35ετία και συνταξιοδότηση προσωπικού Ο.Α. από το ΤΕΑΠΑΕ
1. Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι εργαζόμενοι στην πρώην ΕΑΣ, που απέκτησαν δικαίωμα θέσεως σε κυκλοφορία λεωφορείων δημόσιας χρήσης, συνέχισαν βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 του ν. 2078/1992 (ΦΕΚ 139 Α) την ασφάλισή τους στο ΙΚΑ συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση των απαιτούμενων από την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 825/1978, όπως ισχύει κάθε φορά, χρονικών προϋποθέσεων.
2. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 1759/1988 έχει, μέχρι την ολοκλήρωση του εγκεκριμένου προγράμματος εξυγίανσης της Ολυμπιακής Αεροπορίας, ανάλογη εφαρμογή από την ισχύ του ν. 2271/1994 (ΦΕΚ 229 Α) και για το προσωπικό της Ολυμπιακής Αεροπορίας και Αεροπλοΐας που αποχωρεί προαιρετικά από την υπηρεσία.
3. Το προσωπικό των Τοπικών Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΤΕΔΚ) υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ταμείου Ασφάλισης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΑΔΚΥ), εφαρμοζόμενων των διατάξεων που ισχύουν για το ταμείο αυτό.
Ο χρόνος υπηρεσίας στις ΤΕΔΚ, για τον οποίο το προσωπικό αυτό έχει ασφαλιστεί σε άλλο επικουρικό φορέα, συνυπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης.
Τα πρόσωπα που υπηρετούν κατά δημοσίευση του παρόντος νόμου δύνανται να επιλέξουν την ασφάλισή τους στο ΙΚΑ-ΤΕΑΜ, με αίτηση που θα υποβάλλουν μέχρι την 30.6.1999.
Το προσωπικό των ΤΕΔΚ καθώς και τα μέλη οικογένειας αυτού υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου Υγείας των Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΤΥΔΚΥ) εφαρμοζόμενων των διατάξεων που ισχύουν για το ταμείο αυτό.
4. Ασφαλισμένοι των Ταμείων Κύριας Ασφάλισης, που είχαν υπαχθεί διαδοχικά, πριν την 1.1.1979, στην ασφάλιση του ΙΚΑ και άλλου φορέα κύριας ασφάλισης μισθωτών, ο οποίος στη συνέχεια συγχωνεύτηκε στο ΙΚΑ, και μετά από την 1.1.1979 υπήχθησαν στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα, κατά τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξής τους, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 1405/1983.
Άρθρο 78
Συμβάσεις επιμελητών εισπράξεων
Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2527/1997 δεν έχουν εφαρμογή για την ανάθεση της είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από ιδιώτες. Η ανάθεση της είσπραξης των εισφορών αυτών εξακολουθεί να διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 89 του ν. 2084/1992.
Άρθρο 79
Πόροι συνδικαλιστικών οργανώσεων
Στο άρθρο 7 του ν. 1915/1990, όπως αντικαταστάθηκε και συμπληρώθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2224/1994, προστίθεται παράγραφος 7 ως ακολούθως :
“7. Στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις του ιδιωτικού τομέα, εφόσον έχουν τουλάχιστον 200 ψηφίσαντα μέλη θα καταβάλλονται από 1.1.1999 τα έξοδα των δικαστικών αντιπροσώπων που παρίστανται στις αρχαιρεσίες τους. Τα θέματα που αφορούν τον τρόπο καταβολής των χρηματικών ποσών και η διαδικασία πιστοποίησης της εκτέλεσης των δαπανών αυτών ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου αυτού”.
Άρθρο 80
Ειδικές Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 57 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α) τροποποιείται ως ακολούθως :
“4. Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναπροσαρμόζεται κάθε φορά το ανώτατο όριο του εφάπαξ βοηθήματος της προηγούμενης παραγράφου, σύμφωνα με την εισοδηματική πολιτικής της κυβέρνησης, όπως αυτή καθορίζεται με απόφαση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας για τα εφάπαξ βοηθήματα.”.
2. Οι διατάξεις που αφορούν το Επικουρικό Ταμείο Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων, πλην των βασικών διατάξεων όπως αυτές προσδιορίζονται με το ν.δ. 2520/1953 (ΦΕΚ 220 Α), δύναται να τροποποιούνται, συμπληρώνονται και καταργούνται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Επικουρικού Ταμείου Υπαλλήλων Αστυνομίας Πόλεων και γνώμη του Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλισης.
3. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν. 2335/1995 (ΦΕΚ 185 Α) προστίθεται εδάφιο ως εξής :
“Το Ταμείο Προνοίας Προσωπικού ΟΣΕ θεωρείται ότι συστήθηκε και λειτουργεί νόμιμα από την ίδρυσή του”.
Τα ποσά των εφάπαξ βοηθημάτων, που χορήγησε το Ταμείο Πρόνοιας Προσωπικού ΟΣΕ στους ασφαλισμένους του κατ` εφαρμογή της Υ.Α. Φ269/1100/10.7.1991 (ΦΕΚ 580 Β), ορθώς κατεβλήθησαν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.22 Ν.3232/2004, ΦΕΚ Α 48/12.2.2004.
Άρθρο 81
1. Στο άρθρο 5 του ν. 1414/1984 προστίθεται παράγραφος 3 ως ακολούθως:
“3. Είναι άκυρος όρος συλλογικής σύμβασης εργασίας ή κανονισμών επιχειρήσεων που έχει διάκριση με βάση το φύλο του εργαζομένου ως προς τα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης”.
2. Στο άρθρο 34 του ν. 1975/1991 (ΦΕΚ 184 Α) προστίθεται παράγραφος 5, που έχει ως εξής :
“5. Κατ` εξαίρεση, δεν επιβαρύνονται με τέλος χαρτοσήμου οι άδεις παραμονής και εργασίας των μελών της οικογένειας των υπηκόων των Κρατών – Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, οι οποίες εκδίδονται, ανανεώνονται και θεωρούνται μόνον με καταβολή ποσού ίσου με τα τέλη της έκδοσης ταυτότητας ημεδαπού”.
Άρθρο 82
Τρόπος κάλυψης της δαπάνης
Η οικονομική επιβάρυνση που προκύπτει από την εφαρμογή των επί μέρους διατάξεων καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό και τους προϋπολογισμούς των αναφερόμενων Οργανισμών, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Άρθρο 83
1. Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2414/96, όπως αυτή παρατάθηκε με το άρθρο 63 του ν. 2637/98, παρατείνεται για ένα χρόνο από τη λήξη της.
2. Στο άρθρο 10 του Ν. 2414/1996 (Α/35) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής :
“5. Το μόνιμο προσωπικό των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, τα οποία μετατρέπονται, κατ` εφαρμογή του παρόντος νόμου, σε ανώνυμες εταιρείες δικαιούται από την ανώνυμη εταιρεία συνολικές αποδοχές τουλάχιστον ίσες με αυτές που ελάμβανε κατά το χρόνο της μετατροπής, διατηρεί δε τη μονιμότητά του και δεν λύεται η σχέση εργασίας του παρά μόνο για τους ίδιους λόγους με τους δημοσίους υπαλλήλους.
Σε περίπτωση διάλυσης των Ανωνύμων Εταιρειών το Προσωπικό που υπηρετεί στα παραπάνω Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου κατά το χρόνο μετατροπής τους σε ανώνυμες εταιρείες μετατάσσεται, με αίτησή του, στο δημόσιο τομέα, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις”.
Άρθρο 84
1. Όπου στο Ν. 2606/98 (ΦΕΚ 89/α/22.4.98) αναφέρεται ο όρος Επιμελητής Γ, Συμπληρώνεται και ειδικευόμενος.
2. Στο ιατρικό προσωπικό του κλάδου ΕΣΥ περιλαμβάνονται και οι οδοντογιατροί.
3. Το άρθρο αυτό ισχύει από 1.1.98.
Άρθρο 85
Θέματα φορολογίας κεφαλαίου – ληξιπρόθεσμων χρεών
1. Ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου, ο οποίος συμπληρώνεται την 31η Δεκεμβρίου 1998 παρατείνεται μέχρι και την 30ή Ιουνίου 1999 για υποθέσεις φόρου μεταβίβασης με επαχθή αιτία θανάτου, δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, για τις οποίες προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του α.ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α`) και της παραγράφου 1α του άρθρου 102 του ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α`).
Εξαιρούνται οι υποθέσεις για τις οποίες ο χρόνος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου είχε παραταθεί με την παράγραφο 2 του άρθρου 29 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α`).
2. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ζ του άρθρου 23 του ν. 2459/1997 (ΦΕΚ 17 Α`) αντικαθίσταται η λέξη “τριμηνιαίες” με τη λέξη “μηνιαίες”.
3. Οι προθεσμίες της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α`), που αναφέρονται στην υποβολή της αίτησης και την καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης, παρατείνονται μέχρι και τις 30 Δεκεμβρίου 1998.
4. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από 23.11.1998.
Άρθρο 86
Στην παράγραφο 2 του άρθρου 22 του ν. 2503/98 (ΦΕΚ Α 107) προστίθεται δεύτερο εδάφιο που έχει ως εξής :
“Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με νεότερη απόφαση της ΔΕΑ είναι δυνατή η περαιτέρω παράταση της ως άνω προθεσμίας για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) ακόμα μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής”.
Η ισχύς της παρούσας διάταξης αρχίζει από 15.12.1998.
Άρθρο 87
1. Δικηγόροι ασφαλισμένοι στο Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας (ΤΑΠΙΛΤ) κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 3 παρ. 1 του Καταστατικού του Ταμείου, μπορούν να αναγνωρίσουν ολόκληρο το χρόνο υπηρεσίας τους ως εμμίσθων ή μέρος αυτού στην Ιονική – Λαϊκή Τράπεζα, που έχει πραγματοποιηθεί από 1.1.1980 μέχρι 31.12.1987, ως χρόνο πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, κατόπιν υποβολής αίτησης μέσα σε δύο (2) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Για την αναγνώριση καταβάλλεται το σύνολο των εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη, που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης και υπολογίζεται επί του καταβαλλόμενου βασικού μισθού του μήνα υποβολής αυτής.
Η εξόφληση του ποσού της αναγνώρισης ενεργείται εφάπαξ εντός έξι (6) μηνών από της δημοσίευσης του παρόντος νόμου για τον εργοδότη και εντός πέντε (5) ετών για τον ασφαλισμένο, με ισόποσες μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΤΑΠΙΛΤ.
2. Στο άρθρο 18 του ν. 2367/1995 προστίθεται παράγραφος ως εξής :
Η πιο πάνω ειδική εισφορά (εθνική συμμετοχή) ισόποση προς την εισφορά που εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ και στους χαλυβουργούς εταιρειών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) που έχουν απολυθεί κατά τα έτη 1991, 1992 και 1993.
Άρθρο 88
1. Στους κυρίους ιδιωτικών οικοδομικών έργων ή εργασιών σε βάρος των οποίων έχουν βεβαιωθεί διαφορές εισφορών με βάση τους συντελεστές του άρθρου 38 του ΚΑ ΙΚΑ για έργα ή εργασίες που αποπερατώθηκαν μέχρι 31.12.92, καθώς και γι` αυτά στα οποία έγινε έναρξη εργασιών μέχρι την ίδια ημερομηνία και η αποπεράτωσή τους συντελέστηκε μετά την 1.1.93 παρέχεται δικαίωμα ρύθμισης των οφειλόμενων εισφορών.
Η ρύθμιση αυτή παρέχεται και στους κυρίους έργων ή εργασιών των προαναφερόμενων χρονικών περιόδων έναρξης και περαίωσης, στα οποία δεν έχει διενεργηθεί εκκαθάριση του λογαριασμού εισφορών, εφόσον ζητήσουν από τις υπηρεσίες του ΙΚΑ την εκκαθάριση του έργου, εντός εξαμήνου από της ισχύος του παρόντος, από την οποία θα προκύψουν διαφορές εισφορών με βάση τους συντελεστές του άρθρου 38 του ΚΑ ΙΚΑ.
Οι παραπάνω εργοδότες, ύστερα από αίτησή τους, και ανεξάρτητα από το ύψος του οφειλόμενου ποσού μπορούν να ζητήσουν την εξόφλησή του είτε :
α. Εφάπαξ με έκπτωση 80% επί των προσθέτων τελών και προσαυξήσεων (ΠΕΠΕΕ ή ΠΕΠΕΟ) ή
β. Τμηματικά σε 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις με έκπτωση 50% των προσθέτων τελών και προσαυξήσεων (ΠΕΠΕΕ ή ΠΕΠΕΟ), προκαταβάλοντας το 5% της συνολικής οφειλής.
Με απόφαση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής δεν καταλαμβάνουν οφειλές από έργα ή εργασίες που εμπίπτουν στις ειδικές ρυθμίσεις της παρ. 2 περ. δ του άρθρου 26 του ν. 2520/1997 και της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 2556/97.
2. Οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ, καθώς και στους οργανισμούς, Ταμεία και λογαριασμούς, των οποίων οι εισφορές συνεισπράττονται από αυτό (για κύρια και επικουρική ασφάλιση), που οφείλονται από επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βία ομάδας – (ων) αναρχικών ατόμων που είχαν υπαχθεί στις διατάξεις των Υπουργικών αποφάσεων Φ11/οικ. 792/6.3.1989, που κυρώθηκε με το άρθρο 23 του ν. 1976/1991 (ΦΕΚ 184 Α) και απώλεσαν το δικαίωμα της ρύθμισης και είναι απαιτητές μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, μαζί με τα αναλογούντα σ` αυτές πρόσθετα τέλη, υπολογιζόμενα μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, μειωμένα κατά 80% τους τόκους, λοιπές προσαυξήσεις ή επιβαρύνσεις, δικαστικά έξοδα, έξοδα και δικαιώματα εκτέλεσης κ.λπ. κεφαλαιοποιούνται και αναστέλλεται η καταβολή τους για ένα (1) έτος από τη δημοσίευση του παρόντος.
Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής δεν υπολογίζονται πρόσθετα τέλη και άλλες προσαυξήσεις.
Μετά το πέρας της αναστολής, οι προαναφερόμενες εισφορές εξοφλούνται σε 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Προϋπόθεση για υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η υποβολή αίτησης από την πληγείσα επιχείρηση στο αρμόδιο υποκατάστημα ή Ταμείο Είσπραξης Εσόδων του ΙΚΑ στο οποίο είναι βεβαιωμένες οι οφειλές, μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.
Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 51 του παρόντος νόμου.
3. Στο τέλος του άρθρου 51 του παρόντος νόμου προστίθεται παρ. 6 ως εξής :
“6. Ειδικά για τα αστικά και υπεραστικά ΚΤΕΛ και τους δημοτικούς οργανισμούς και δημοτικές επιχειρήσεις που εκτελούν συγκοινωνιακό έργο, καθώς και για τις επιχειρήσεις της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης περιοχών Πειραιά, Αγίας Σοφίας, Σαλαμίνας, Δραπετσώνας, Καμινίων, Κερατσινίου και Περάματος, οι οποίες λειτουργούσαν αποδεδειγμένα κατά την 31.12.1996, η προβλεπόμενη από την παραπάνω παρ. 5 έκπτωση στα πρόσθετα τέλη ανέρχεται σε ογδόντα (80%) σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής και πενήντα (50%) σε περίπτωση καταβολής σε 24 έως 60 δόσεις, για οφειλές που είναι απαιτητές μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα της δημοσίευσης του παρόντος”. Η ρύθμιση της παραγράφου αυτής έχει εφαρμογή και επί των μέχρι την 31.12.1997 οφειλών των επιχειρήσεων που λειτουργούν στις περιοχές στις οποίες επεκτάθηκε από 1.10.1983 η ασφάλιση του πρώην Ε.Τ.Ε.Μ.με τις διατάξεις του ν. 1384/1983 (ΦΕΚ 106 Α`), για τους Κλάδους Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. “2676/1999.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 άρθρ.10 Ν.2747/1999 ΦΕΚ Α 226
Σχετικό: άρθρο 14 ν.3050/2002
4. Οι προβλεπόμενοι από τους πίνακες 1, 2 και 3 του άρθρου 38 του Κανονισμού Ασφάλισης ΙΚΑ συντελεστές υπολογισμού των κατ` ελάχιστον απαιτούμενων ημερών εργασίας για τα ιδιωτικά οικοδομοτεχνικά έργα μειώνονται κατά 10%.
Οι προκύπτοντες μετά την παραπάνω μείωση συντελεστές στρογγυλοποιούνται σε εκατοστά της μονάδας, προκειμένου για τους πίνακες 1 και 2, παραλειπομένων των μέχρι 0,5 χιλιοστών, των δε πάνω 0,5 χιλιοστών στρογγυλοποιούμενων στο επόμενο εκατοστό, προκειμένου δε για τον πίνακα 3 σε χιλιοστά της μονάδας, παραλειπομένων των μέχρι 0,5 δεκάκις χιλιοστών, των δε πάνω 0,5 δεκάκις χιλιοστών στρογγυλοποιούμενων στο επόμενο χιλιοστό.
Η ρύθμιση αυτή ισχύει για έργα των πινάκων 1 και 2 ή εργασιών του πίνακα 3 που θα απογραφούν από την πρώτη ημέρα του μεθεπόμενου της δημοσίευσης του παρόντος μήνα και μετά, καθώς και για έργα ή εργασίες που απεγράφησαν πριν και δεν έχει εκτελεσθεί οποιαδήποτε εργασία σ` αυτά μέχρι την έναρξη ισχύος της διάταξης αυτής.
Στις περιπτώσεις έργων του πίνακα 1 ή εργασιών του πίνακα 3 που έχει γίνει έναρξη εργασιών πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, οι νέοι συντελεστές εφαρμόζονται μόνο για όσες φάσεις εργασιών του πίνακα 1 ή εργασίες του πίνακα 3 θα ξεκινήσουν το πρώτον μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
5. Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της περ. 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 40 του ν.δ. 2698/1953, προστίθεται διάταξη ως εξής :
“Ειδικά επί ανάθεσης οικοδομικών εργασιών εργολαβικώς κατά το σύστημα της αντιπαροχής, εργοδότες θεωρούνται για την καταβολή των εισφορών αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο αρχικός κύριος ή οι αρχικοί συγκύριοι του οικοπέδου και ο εργολάβος κατασκευαστής”.
Άρθρο 89
Με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Αεροπορικών Επιχειρήσεων (ΤΕΑΠΑΕ), παρακρατείται από τις μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές των συνταξιούχων ασφαλισμένων του ως άνω Ταμείου μηνιαία συνδρομή υπέρ των οικείων οργανώσεων συνταξιούχων, των οποίων αυτοί είναι μέλη.
Η παρακράτηση της συνδρομής, εκ μέρους του ΤΕΑΠΑΕ θα γίνεται μόνο στις συντάξιμες αποδοχές των συνταξιούχων, οι οποίοι έχουν υποβάλει σχετική δήλωση προς το ΤΕΑΠΑΕ.
Το ύψος της συνδρομής που θα παρακρατείται από το ΤΕΑΠΑΕ θα ορίζεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης των οικείων οργανώσεων συνταξιούχων, η οποία θα κοινοποιείται στο Δ.Σ. του Ταμείου.
Κατά τα λοιπά, η διαδικασία παρακράτησης και απόδοσης της συνδρομής προς τις οικείς οργανώσεις των συνταξιούχων θα καθορίζεται από το Δ.Σ. του ΤΕΑΠΑΕ, σε συνεργασία με τις οικείες οργανώσεις των συνταξιούχων.
Ποσά συνδρομών που έχουν ήδη παρακρατηθεί από το ΤΕΑΠΑΕ μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, αποδίδονται στις οικείες οργανώσεις συνταξιούχων κατά τα ανωτέρω.
Άρθρο 90
Οι απασχολούμενοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος ή οι απασχοληθέντες κατά το παρελθόν σε χώρους εξόρυξης, εμπλουτισμού και κατεργασίας πετρωμάτων για παραγωγή ινών αμιάντου, καθώς και σε χώρους παραγωγής προϊόντων αμιαντοτσιμέντου δικαιούνται σύνταξη από το ΙΚΑ και το ΙΚΑ – ΤΕΑΜ με τη συμπλήρωση του πεντηκοστού (50ού) έτους της ηλικίας τους, εφόσον έχουν πραγματοποιήσει οποτεδήποτε 4.500 τουλάχιστον ημέρες εργασίας αποκλειστικά στους παραπάνω χώρους.
Για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων της προηγούμενης παραγράφου καταβάλλεται η προβλεπόμενη από την παρ. 4 του άρθρου 20 του ν. 997/1979 πρόσθετη εισφορά εργοδότη και ασφαλισμένου υπέρ του κλάδου σύνταξης του ΙΚΑ, καθώς και της παρ. 2 του άρθρου 45 του ν. 2084/1992, υπέρ του ΙΚΑ – ΤΕΑΜ.
Για τους συνταξιοδοτούμενους, που κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού έχουν συμπληρώσει τις ως άνω προϋποθέσεις, η επιβάρυνση που προκύπτει καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό και καταβάλλεται στο ίδρυμα εντός διετίας από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και εντός του πρώτου τριμήνου εκάστου έτους.
Άρθρο 91
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 1998
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Β. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Μ. ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ
ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Λ. ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ
Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
Σ. ΣΟΥΜΑΚΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 4 Ιανουαρίου 1999
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Ε. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ