ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2669 ΦΕΚ Α’ 283/18.12.1998
Οργάνωση και λειτουργία των Αστικών Συγκοινωνιών στην περιοχή Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή :
Άρθρο 1
Οργάνωση Αστικών Συγκοινωνιών – Σκοποί
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3920/2011,ΦΕΚ Α 33/3.3.2011,το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 Ν.3938/2011.
1. Οι αστικές συγκοινωνίες της περιοχής Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων, οι οποίες εξυπηρετούν το γενικότερο δημόσιο συμφέρον, οργανώνονται και διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. Οι φορείς που διενεργούν τις αστικές συγκοινωνίες εποπτεύονται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.
2. Ο σχεδιασμός, ο προγραμματισμός, η οργάνωση, ο συντονισμός, ο έλεγχος και η παροχή του συγκοινωνιακού έργου όλων των μέσων (επίγειων και υπόγειων) μαζικής μεταφοράς στην περιοχή Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων ανήκουν στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών” (Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε.), που ιδρύθηκε με το ν. 2175/1993 (ΦΕΚ 211 Α`). Ο Ο.Α.Σ.Α. είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου κοινής ωφέλειας, που λειτουργεί με τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας και υπάγεται στις διατάξεις του ν. 2414/1996.
3. Η εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου στην περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α. με μέσα μαζικής μεταφοράς (θερμικά λεωφορεία, ηλεκτροκίνητα λεωφορεία – τρόλλεϋ, αστικοί σιδηρόδρομοι, τροχιόδρομοι – τραμ) διενεργείται από τους Εκτελεστικούς Φορείς Συγκοινωνιακού Έργου (Ε.Φ.Σ.Ε.). Ε.Φ.Σ.Ε., κατά τον παρόντα νόμο, είναι οι Συγκοινωνιακοί Φορείς που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π. Α.Ε.), καθώς επίσης και κάθε εταιρεία που θα ιδρυθεί από τον Ο.Α.Σ.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων αα` και ββ` της περίπτωσης κβ` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου. Οι Ε.Φ.Σ.Ε. του εδαφίου γγ` της περίπτωσης κβ` της παραγράφου 1 του άρθρου 2, που θα συμβληθούν με τον Ο.Α.Σ.Α., δεν υπάγονται στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.
Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.) και τις θυγατρικές του, με εξαίρεση την εταιρεία ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε., η οποία εντάσσεται στο σχεδιασμό, προγραμματισμό και συντονισμό του Ο.Α.Σ.Α. για τη διεξαγωγή του συγκοινωνιακού έργου που εκτελεί στη γεωγραφική περιοχή αρμοδιότητάς του. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται επίσης στις εταιρείες υποδομής και εκμετάλλευσης του λοιπού σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.14Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
Οι Ε.Φ.Σ.Ε. αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που υπηρετούν σκοπούς κοινής ωφέλειας, λειτουργούν με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, συντονίζονται και ελέγχονται από τον Ο.Α.Σ.Α. και διέπονται από τον παρόντα νόμο και τις διατάξεις της νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών. Η επωνυμία και κάθε διακριτικό στοιχείο των Ε.Φ.Σ.Ε. απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν ως εταιρική επωνυμία, σήμα ή διακριτικός τίτλος οποιουδήποτε άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου.
4. Η εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε., η οποία σύμφωνα με το ν. 1955/1991 (ΦΕΚ 112 Α`) έχει αρμοδιότητα να λειτουργήσει τις γραμμές 2 και 3 που ήδη κατασκευάζει, όπως και τις επεκτάσεις τους, ή η εταιρεία που θα ιδρυθεί από την εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε., προκειμένου να λειτουργήσει τις γραμμές 2 και 3 και τις επεκτάσεις τους, εντάσσεται στο σχεδιασμό, προγραμματισμό και συντονισμό του Ο.Α.Σ.Α. για τη διεξαγωγή του συγκοινωνιακού έργου που θα εκτελεί.
5. Για την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου ο Ο.Α.Σ.Α. συμβάλλεται με τους Ε.Φ.Σ.Ε. και τις εταιρείες ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Α.Ε., ΤΡΑΜ Α.Ε.και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε.
6. Ως εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου νοούνται οι Ε.Φ.Σ.Ε. και οιεταιρείες ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Α.Ε., ΤΡΑΜ Α.Ε. και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣΑ.Ε.». *** Οι παρ.5 και 6 αντικαταστάθηκαν ως άνω με την παρ.2 άρθρ.14Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, καθορίζονται κάθε φορά η γεωγραφική περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α..
Άρθρο 2
Αρμοδιότητες Ο.Α.Σ.Α. – Ε.Φ.Σ.Ε.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3920/2011,ΦΕΚ Α 33/3.3.2011,το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 Ν.3938/2011.
1. Στις αρμοδιότητες του Ο.Α.Σ.Α. περιλαμβάνονται :
α. Ο σχεδιασμός, η οργάνωση, ο προγραμματισμός και ο συντονισμός παροχής του συγκοινωνιακού έργου με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς (επίγεια και υπόγεια) στην περιοχή αρμοδιότητάς του με ιδιαίτερη μέριμνα για την εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού και την ποιότητα ζωής.
β. Η κατανομή του συγκοινωνιακού έργου στις εταιρείες παροχής του έργου αυτού που λειτουργούν στην περιοχή αρμοδιότητάς του και ο συντονισμός αυτών.
γ. Η εκπόνηση συγκοινωνιακών και κυκλοφοριακών μελετών.
δ. Η ρύθμιση των θεμάτων που αφορούν τη διεξαγωγή των αστικών συγκοινωνιών στην περιοχή της αρμοδιότητάς του και κυρίως ο καθορισμός, η κατάργηση και η επέκταση των γραμμών, ο καθορισμός των διαδρομών και δρομολογίων, των αφετηριών, των τερμάτων και των στάσεων κάθε γραμμής.
ε. Η ευθύνη εγκατάστασης ή η έγκριση του τύπου, της μορφής και της διάταξης των στεγάστρων των στάσεων, που κατασκευάζονται από άλλους φορείς ή οργανισμούς, κατόπιν έγκρισης του Ο.Α.Σ.Α.. Σε περίπτωση κατασκευής εγκαταστάσεων από τρίτους, θα εξασφαλίζεται και θα διατίθενται δωρεάν στον Ο.Α.Σ.Α. ικανή επιφάνεια για την ανάρτηση, με ευθύνη του Ο.Α.Σ.Α., έντυπου ή ηλεκτρονικού πληροφοριακού υλικού.
στ. Η κατάρτιση των προγραμμάτων δρομολόγησης όλων των συγκοινωνιακών μέσων, καθώς και μεταξύ ιδιωτικών επιβατικών αυτοκινήτων και δημόσιων μέσων μαζικής μεταφοράς.
ζ. Ο σχεδιασμός σταθμών μετεπιβίβασης μεταξύ των αστικών συγκοινωνιακών μέσων, καθώς και μεταξύ ιδιωτικών επιβατικών αυτοκινήτων και δημόσιων μέσων μαζικής μεταφοράς.
η. Η μελέτη μέτρων προτεραιότητας των αστικών συγκοινωνιών έναντι των λοιπών οχημάτων, η εισήγησή τους προς τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, ο οποίος προωθεί την έκδοση της κοινής υπουργικής Απόφασης του άρθρου 52 του ν. 2094/1992 (ΦΕΚ 182 Α`).
θ. Η εκπόνηση και εφαρμογή, στο οδικό δίκτυο από όπου διέρχονται οχήματα αστικών συγκοινωνιών, ρυθμίσεων που αφορούν τη λειτουργία τους, μέτρων και μελετών, εγκατάστασης ειδικών σημάνσεων διαχωρισμού των λωρίδων αποκλειστικής κυκλοφορίας λεωφορείων από την υπόλοιπη κυκλοφορία, σημάνσεων επί του οδοστρώματος για τις λεωφορειολωρίδες, οριζόντιων και κατακόρυφων σημάνσεων στις αφετηρίες και στις στάσεις, ειδικών διαμορφώσεων των πεζοδρομίων στις στάσεις και στις διασταυρώσεις, τοποθέτησης κατακόρυφων πλαστικών κυλίνδρων στις διασταυρώσεις όπου εμποδίζεται η στροφή των λεωφορείων και γενικά η λήψη κάθε μέτρου που θα εξασφαλίζει την απρόσκοπτη κυκλοφορία των οχημάτων των αστικών συγκοινωνιών και την ασφαλή και άνετη διακίνηση των επιβατών, μετά από έγκριση της αρμόδιας αρχής.
ι. Η απαλλοτρίωση των αναγκαίων χώρων για την επίτευξη των σκοπών του Ο.Α.Σ.Α.. Η απαλλοτρίωση κηρύσσεται υπέρ και με δαπάνες του Ο.Α.Σ.Α. με κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων του ν.δ. 797/1971 (ΦΕΚ 1 Α`).
ια. Η παροχή υπηρεσιών συμβούλου με αμοιβή σε τρίτους, εντός και εκτός Ελλάδας, για θέματα σχετικά με το Αντικείμενο του Οργανισμού.
ιβ. Η συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας για τον καθορισμό των Χρήσεων Γης, λόγω της άμεσης ή έμμεσης επίδρασης αυτών στην ανάπτυξη και παροχή των συγκοινωνιακών υπηρεσιών, καθώς και η συνεργασία με την πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση, για την καλύτερη εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού και την ποιότητα ζωής.
ιγ. Η συγκέντρωση και επεξεργασία των στοιχείων εκμετάλλευσης των εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου και η εισήγηση προς τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών για τον καθορισμό του προσήκοντος κομίστρου και τη χρηματοδότηση των επενδυτικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων τους.
ιδ. Η κατάρτιση Ενιαίου Στρατηγικού Σχεδίου του Ο.Α.Σ.Α. και των εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου και του Επιχειρησιακού Σχεδίου του, καθώς επίσης και η έγκριση των Επιχειρησιακών Σχεδίων των Ε.Φ.Σ.Ε..
ιε. Η εισήγηση προς τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών για τον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών των τύπων οχημάτων των αστικών συγκοινωνιών, σε συνεργασία με τις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου.
ιστ. Ο έλεγχος και η παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων, προς τις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου, σχετικά με την εκτέλεση του ανατιθέμενου σε αυτές έργου.
ιζ. Η εγκατάσταση και λειτουργία Κέντρου Ελέγχου Κυκλοφορίας για τη γενική εποπτεία του Συστήματος Αστικών Συγκοινωνιών.
ιη. Η προώθηση των πωλήσεων, ο προγραμματισμός, η είσπραξη και ο έλεγχος του κομίστρου, καθώς επίσης και η πληρωμή των «εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 τουπαρόντος», με βάση το κόστος λειτουργίας τους, το παραγόμενο συγκοινωνιακόέργο και ποιοτικούς δείκτες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.14 Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
ιθ. Οι προδιαγραφές του επιπέδου εξυπηρέτησης των επιβατών, λαμβάνοντας υπόψη και τη διαλειτουργικότητα των διαφορετικών συγκοινωνιακών μέσων.
κ. Η εκμετάλλευση, αξιοποίηση και διάθεση των, πάσης φύσεως, περιουσιακών στοιχείων του.
κα. Η συνεργασία με τις υπηρεσίες του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, για την τήρηση των διατάξεων του Κ.Ο.Κ. στις οδούς διέλευσης των μέσων μαζικής μεταφοράς.
κβ. Μετά από έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών :
αα) ιδρύει ανώνυμες εταιρίες για την παροχή συγκοινωνιακών υπηρεσιών ή άλλων παρεμφερών προς τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες του ιδίου και των Ε.Φ.Σ.Ε. υπηρεσιών,
ββ) αναλαμβάνει ο ίδιος την εκτέλεση του έργου ενός ή περισσότερων Ε.Φ.Σ.Ε. ή να συγχωνεύει αυτούς,
γγ) συμβάλλεται με την πρωτοβουλία ή δευτεροβάθμια τοπική αυτοδιοίκηση ή νομικά πρόσωπα αυτών με σκοπό την εκτέλεση συγκοινωνιακού έργου.
2. Στις αρμοδιότητες των «εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 του παρόντος» περιλαμβάνονται ιδίως :
α. Η εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου σύμφωνα με το σχεδιασμό, τον προγραμματισμό και την κατανομή αυτού από τον Ο.Α.Σ.Α..
β. Η κατάρτιση των Επιχειρησιακών Σχεδίων και η υποβολή τους για έγκριση στον Ο.Α.Σ.Α..
γ. Η μελέτη, επίλυση και γενικά αντιμετώπιση κάθε προβλήματος σχετικού με την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου και η υποβολή προτάσεων προς τον Ο.Α.Σ.Α. για τη βελτίωση του προσφορόμενου συγκοινωνιακού έργου και την επίλυση γενικότερων προβλημάτων συγκοινωνιακής πολιτικής.
δ. Η προμήθεια, συντήρηση, επισκευή και χρησιμοποίηση του απαιτούμενου τροχαίου και λοιπού υλικού.
ε. Η μελέτη, κατασκευή, συντήρηση και αξιοποίηση των εγκαταστάσεων εξυπηρέτησης του συγκοινωνιακού έργου.
Σε περίπτωση που άλλοι φορείς ή οργανισμοί στις καθοριζόμενες από τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (ΟΑΣΑ) στάσεις και αφετηρίες εγκαθιστούν στέγαστρα, εκτός της αναφερόμενης ως άνω έγκρισης του τύπου, της μορφής και της διάταξης αυτών απαιτείται επιπλέον προηγούμενη άδεια εγκατάστασης, η οποία χορηγείται από τον ΟΑΣΑ. Σε περίπτωση τροποποίησης των εν λόγω στοιχείων από τον φορέα που εγκαθιστά το στέγαστρο απαιτείται νέα έγκριση από τον ΟΑΣΑ.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.22Ν.3534/2007,ΦΕΚ Α΄ 40/23.2.2007.
στ. Η οργάνωση, κατασκευή και εκμετάλλευση σταθμών μετεπιβίβασης.
ζ. Η αξιοποίηση και εκμετάλλευση των περιουσιακών στοιχείων τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.14 Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
Άρθρο 3
Μετοχικό Κεφάλαιο – Μετοχές – Γενική Συνέλευση
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3920/2011,ΦΕΚ Α 33/3.3.2011,το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 Ν.3938/2011.
1. Το μετοχικό κεφάλαιο του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε., που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, είναι το ήδη υφιστάμενο αφού συνυπολογιστούν οι μεταβολές που θα προκύψουν μετά την εφαρμογή των άρθρων 5 και 8 του παρόντος νόμου και διαιρείται σε ονομαστικές μετοχές ίσης αξίας που αντιστοιχούν σε ισάριθμους ψήφους. Η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων γίνεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του κ.ν. 2190/1920, στο ποσό της αξίας που εμφανίζονται αυτά στον ισολογισμό κάθε Εταιρείας της 31.12.1997. Ο αριθμός των μετοχών αυτών καθορίζεται από την πρώτη τακτική γενική συνέλευση του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε., αντίστοιχα, με τροποποίηση του καταστατικού τους.
2. Οι μετοχές του Ο.Α.Σ.Α. ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο, που ασκεί και τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων. Οι μετοχές αυτές δεν είναι μεταβιβάσιμες, πλην προς το Ελληνικό Δημόσιο και τους ΟΤΑ Α` και Β` βαθμού.
3. Οι μετοχές της Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. ανήκουν στον Ο.Α.Σ.Α., εκτός μιας μετοχής που, κατ` εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2175/1993, ανήκει στον Δήμο Αγ. Ιωάννη Ρέντη, οι οποίοι ασκούν και τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων.
4. Οι μετοχές των Η.Λ.Π.Α.Π. Α.Ε. και Η.Σ.Α.Π. Α.Ε. που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο, μεταβιβάζονται, από τη θέση σε ισχύ του παρόντος, αυτοδίκαια και στην εσωτερική λογιστική τους αξία, στον Ο.Α.Σ.Α., ο οποίος ασκεί τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων και το μετοχικό κεφάλαιο αυτού αυξάνεται ισόποσα.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να μεταβιβάζει έως το 40% των μετοχών του Ο.Α.Σ.Α. στους Ο.Τ.Α. Α` και Β` βαθμού, που έχουν έδρα στην περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α.. Στο ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζεται το ποσοστό και ο αριθμός των μετοχών του Ο.Α.Σ.Α. που κάθε φορά μεταβιβάζονται στους πιο πάνω Ο.Τ.Α., καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Βασικό κριτήριο κατανομής του αριθμού των μετοχών αυτών αποτελεί ο πληθυσμός των Ο.Τ.Α. σύμφωνα με την τελευταία γενική απογραφή. Οι μετοχές μεταβιβάζονται με καταβολή της αξίας αυτών, όπως αυτή αποτιμάται με βάση την καθαρή θέση της εταιρείας κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είτε σε χρήμα είτε σε περιουσιακά στοιχεία.
Άρθρο 4
Διοικητικά Συμβούλια
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3920/2011,ΦΕΚ Α 33/3.3.2011,το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 Ν.3938/2011.
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Α.Σ.Α. και κάθε Ε.Φ.Σ.Ε. είναι το ανώτατο διοικητικό όργανο της εταιρείας, διαμορφώνει τη στρατηγική και την πολιτική ανάπτυξης της εταιρείας και εποπτεύει και ελέγχει τη διαχείριση της περιουσίας της.
2. Η θητεία των διοικητικών συμβουλίων είναι πενταετής.
3. Η προκήρυξη και η επιλογή του Διευθύνοντος Συμβούλου του Ο.Α.Σ.Α. και των θυγατρικών εταιρειών αυτού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2414/1996.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Α.Σ.Α. είναι 11μελές. Σε αυτό μετέχουν επτά (7) εκπρόσωποι του Ελληνικού Δημοσίου, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Πρόεδρος του Δ.Σ. και ο Διευθύνων Σύμβουλος, ένας (1) εκπρόσωπος των εργαζομένων στον Ο.Α.Σ.Α., ο οποίος εκλέγεται από τους εργαζόμενους στον Ο.Α.Σ.Α., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 2414/1996, όπως εκάστοτε ισχύει, ένας (1) εκπρόσωπος των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), καθώς επίσης και ένας (1) εκπρόσωπος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (Ο.Κ.Ε.) ο οποίος ορίζεται από την ίδια.
5. Τα Διοικητικά Συμβούλια των θυγατρικών εταιρειών του Ο.Α.Σ.Α. είναι 9μελή. Σε αυτά μετέχουν πέντε (5) εκπρόσωποι του Ελληνικού Δημοσίου, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Πρόεδρος του Δ.Σ. και ο Διευθύνων Σύμβουλος, ένας (1) εκπρόσωπος του Ο.Α.Σ.Α. που ορίζεται με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτού, δύο (2) εκπρόσωποι των εργαζομένων, οι οποίοι εκλέγονται από τους εργαζόμενους στον αντίστοιχο Ε.Φ.Σ.Ε., σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 2414/1996, όπως εκάστοτε ισχύει, και ένας (1) εκπρόσωπος των Ο.Τ.Α., ο οποίος ορίζεται από την Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (Τ.Ε.Δ.Κ.Ν.Α.).
6. Οι εκπρόσωποι του Δημοσίου στα Διοικητικά Συμβούλια του Ο.Α.Σ.Α. και των θυγατρικών του εταιρειών ορίζονται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10 του ν. 2322/1995 (ΦΕΚ 143 Α`).
7. Ο διορισμός των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε. γίνεται με αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης κάθε Εταιρείας.
8. Αν οι πιο πάνω φορείς (Ε.Ν.Α.Ε., Τ.Ε.Δ.Κ.Ν.Α.) και οι εργαζόμενοι δεν προτείνουν τους εκπροσώπους τους εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από της έγγραφης πρόσκλησης του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών για τους εκπροσώπους που θα διορισθούν μέλη στο Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. ή του Ο.Α.Σ.Α. για τους εκπροσώπους που θα διορισθούν μέλη στα Δ.Σ. των θυγατρικών του εταιρειών, τα Δ.Σ. συγκροτούνται και λειτουργούν νόμιμα και χωρίς τα μέλη αυτά.
9. Μέχρι τη συγκρότηση του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. και των θυγατρικών του εταιρειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τα υπάρχοντα Διοικητικά Συμβούλια λειτουργούν νομίμως με τη σύνθεση που έχουν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Η θητεία των Διευθυνόντων Συμβούλων, που έχουν επιλεγεί και διοριστεί προ της ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθεί μέχρι τη λήξη της, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2414/1996.
10. Οι Αποδοχές και οι μηνιαίες αποζημιώσεις των Προέδρων, των Διευθυνόντων Συμβούλων και των μελών των Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. και των θυγατρικών του εταιρειών, καθορίζονται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
11. Στα Διοικητικά Συμβούλια του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε. μπορεί με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να ορίζεται Αντιπρόεδρος, οι Αποδοχές του οποίου καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 10 του παρόντος όρθρου.
Σημ.: όπως Η παρ.11 προστέθηκε με την παρ.6 άρθρ. ενδέκατου Ν.3082/2002,ΦΕΚ Α316/16.12.2002.
Άρθρο 5
Προϋπολογισμοί – Πολιτική κομίστρου Ρυθμίσεις χρεών
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 16 Ν.3920/2011,ΦΕΚ Α 33/3.3.2011,το οποίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 Ν.3938/2011.
1. Κάθε εταιρεία παροχής συγκοινωνιακού έργου υποχρεούται να υποβάλλει στον Ο.Α.Σ.Α. τέσσερις (4) τουλάχιστον μήνες πριν την έναρξη της χρήσης :
α. Τον ετήσιο προϋπολογισμό εκμετάλλευσης, τον οποίο καταρτίζει σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Ο.Α.Σ.Α. και με βάση το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο και το Συμβόλαιο Διαχείρισης. Ο προϋπολογισμός εκμετάλλευσης, μετά από εισήγηση του Δ.Σ., του Ο.Α.Σ.Α., διαμορφώνεται οριστικά και εγκρίνεται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
β. Το Σύστημα Δεικτών Εξυπηρέτησης και Αποτελεσματικότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 2414/1996 και όλα τα στοιχεία εκμετάλλευσης που απαιτούνται για τη διαμόρφωση από τον Ο.Α.Σ.Α. της εισήγησης καθορισμού κομίστρου.
γ. Τα επενδυτικά προγράμματα, τα οποία καταρτίζει σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Ο.Α.Σ.Α. και με βάση το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο και το Συμβόλαιο Διαχείρισης και τα οποία, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α., διαμορφώνονται οριστικά και εγκρίνονται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
2. Τα επενδυτικά προγράμματα του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε. επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Τα ποσά επιχορήγησης των επενδυτικών προγραμμάτων κάθε Φορέα κεφαλαιοποιούνται με αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου και έκδοση ίσης αξίας ονομαστικών μετοχών, που περιέρχονται αυτοδίκαια στο Ελληνικό Δημόσιο. Πηγές, επίσης, χρηματοδότησης των επενδυτικών προγραμμάτων είναι :
α. Μέρος των εσόδων από τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε παραβάτες των λωρίδων αποκλειστικής κυκλοφορίας λεωφορείων, στην περιοχή αρμοδιότητας Ο.Α.Σ.Α.. Με κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Δημόσιας Τάξης και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται το αποδιδόμενο ποσοστό, ο τρόπος και ο χρόνος περιέλευσης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
β. Έσοδα από την αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ο.Α.Σ.Α. και κάθε Ε.Φ.Σ.Ε..
γ. Κάθε άλλη πηγή εσόδων.
3. Οι προγραμματικές συμβάσεις οι οποίες συνήφθησαν από τους Ε.Φ.Σ.Ε. μέχρι 31.12.1997 χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων με τα καθοριζόμενα, στις προαναφερόμενες συμβάσεις, ποσά συνολικού ύψους 134.145.000.000 δραχμών κατανεμόμενα στην τετραετία 1999-2002. Τα ποσά αυτά εγγράφονται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων υπέρ του Ο.Α.Σ.Α. και ο Ο.Α.Σ.Α. κατανέμει και χρηματοδοτεί τους Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π. αποδίδοντάς τους τα προβλεπόμενα από τις συμβάσεις αυτές επί μέρους ποσά.
4. Για την κάλυψη των δαπανών λειτουργίας του Ο.Α.Σ.Α. διατίθεται, από τις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου, στον Ο.Α.Σ.Α., ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) εκ του συνόλου των εσόδων από την παροχή συγκοινωνιακών υπηρεσιών (κόμιστρα και αντισταθμιστική καταβολή). Το ποσοστό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
5. Η διαφορά μεταξύ του λειτουργικού κόστους και του καθοριζόμενου κάθε φορά κομίστρου, όπως προσδιορίζεται αυτό με την τιμολογιακή πολιτική, αποτελεί κοινωνική παροχή, η οποία αντισταθμίζεται με την καταβολή της διαφοράς (αντισταθμιστική καταβολή) από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
6. Με Απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που εκδίδεται το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου κάθε έτους, αφού ληφθούν υπόψη και οι προϋπολογισμοί των εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου, καθορίζονται :
α) Οι επιδιωκόμενοι στόχοι μεταβολής των δαπανών εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τα επιχειρησιακά σχέδια και τις κατ` έτος αντικειμενικές συνθήκες.
β) Οι επιδιωκόμενοι στόχοι μεταβολής της επιβατικής κίνησης και των εξ αυτής εσόδων, στα πλαίσια των επιχειρησιακών σχεδίων και των γενικότερων στόχων του Ο.Α.Σ.Α..
γ) Η τιμολογιακή πολιτική της επόμενης χρήσης και
δ) Το ποσό της αντισταθμιστικής καταβολής.
7. Το ποσό της αντισταθμιστικής καταβολής στο σύνολό της για το επόμενο έτος προσδιορίζεται ως εξής :
Από το γινόμενο των εγκεκριμένων δαπανών (δαπάνες εκμετάλλευσης) του τρέχοντος έτους επί την προβλεπόμενη μεταβολή αυτών για το επόμενο έτος, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τον προβλεπόμενο ρυθμό του ετήσιου πληθωρισμού, αφαιρείται το γινόμενο των προϋπολογιζομένων εσόδων του τρέχοντος έτους επί την επιδιωκόμενη μεταβολή αυτών το επόμενο έτος.
Η αντισταθμιστική καταβολή ανά επιβάτη προκύπτει από τη διαίρεση του ως άνω ποσού με τον επιδιωκόμενο αριθμό επιβατών του επόμενου έτους.
Η ως άνω καθοριζόμενη αντισταθμιστική καταβολή :
– Προκαταβάλλεται στον Ο.Α.Σ.Α. ανά τρίμηνο.
– Παραμένει αμετάβλητη και δεν δικαιούται ο Ο.Α.Σ.Α. να ζητήσει μεγαλύτερη επιχορήγηση σε περίπτωση μη επίτευξης των στόχων του, ούτε το Ελληνικό Δημόσιο να τη μειώσει αν υπάρξει υπέρβαση στους προκαθορισμένους στόχους.
8. Οι πράξεις και αποφάσεις για την τιμολογιακή πολιτική και την πολιτική επιδότησης, που ισχύουν μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού, εξακολουθούν να εφαρμόζονται έως την έκδοση των αποφάσεων του παρόντος άρθρου.
9. Για τα άτομα που με την κείμενη νομοθεσία δικαιούνται να διακινούνται με τις αστικές συγκοινωνίες είτε δωρεάν είτε με μειωμένο κόμιστρο, το αρμόδιο Υπουργείο είναι υποχρεωμένο να καταβάλλει στον Ο.Α.Σ.Α. είτε το αντίτιμο του κομίστρου είτε τη διαφορά από το ισχύον κόμιστρο.
Το κόμιστρο ή η διαφορά του θα καταβάλλονται, από τους παραπάνω φορείς που ασκούν κοινωνική πολιτική, ανά τρίμηνο είτε με βάση τα απολογιστικά στοιχεία του Ο.Α.Σ.Α. είτε με βάση σύμβαση μεταξύ του Ο.Α.Σ.Α. και των αντίστοιχων φορέων για τις περιπτώσεις που ο αριθμός των διακινούμενων επιβατών δεν εξακριβώνεται από άλλα στοιχεία. Σε περίπτωση διαφωνίας για τον αριθμό των διακινούμενων επιβατών, αυτός καθώς και οποιαδήποτε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, και του, κατά περίπτωση, αρμόδιου υπουργού, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του Ο.Α.Σ.Α. ή ειδική προς τούτο μελέτη.
10. Ο Ο.Α.Σ.Α. μπορεί επίσης να συνάπτει συμφωνίες με φορείς του δημόσιου τομέα, επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα και ενώσεις εργαζομένων, για μαζική διάθεση δελτίων απεριορίστων διαδρομών, με μειωμένη τιμή. Η έκπτωση δεν θα υπερβαίνει το 25% της κανονικής τιμής των αντίστοιχων δελτίων.
11. Ο Ο.Α.Σ.Α. χρηματοδοτεί τους Ε.Φ.Σ.Ε., με βάση τα Επιχειρησιακά Σχέδια, τα Συμβόλαια Διαχείρισης, το παραγόμενο έργο και την επιβατική κίνηση, καθώς και τους ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες που ο ίδιος καθορίζει.
12. Χρέη του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) προς το Ελληνικό Δημόσιο από καταπτώσεις εγγυημένων δανείων, που βεβαιώθηκαν στις οικείες Δημόσιες Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και είχαν χορηγηθεί για την αντιμετώπιση οποιωνδήποτε αναγκών της Επιχείρησης Αστικών Συγκοινωνιών (Ε.Α.Σ.) που διαλύθηκε με το ν. 2078/1992 “Συγκοινωνίες με θερμικά λεωφορεία στην περιοχή Αθηνών και Περιχώρων” (ΦΕΚ 139 Α`), διαγράφονται και δεν αναζητούνται. Επίσης το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει να εξοφλήσει κατά το μέρος που αναλογεί στην Ε.Α.Σ. όλες τις υποχρεώσεις από τα δάνεια που έχει συνάψει γι` αυτήν ο Ο.Α.Σ.Α. και δεν έχουν λήξει.
13. Χρέη του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) προς το Ελληνικό Δημόσιο, από καταπτώσεις εγγυημένων δανείων που βεβαιώθηκαν ή βεβαιώνονται στις οικείες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), τακτοποιούνται από το Ελληνικό Δημόσιο με αντίστοιχες, προς τα εν λόγω χρέη, αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου και έκδοσης ίσης αξίας ονομαστικών μετοχών υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου δια του Ο.Α.Σ.Α.. Με ανάλογες αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου των Ε.Φ.Σ.Ε. υπέρ του Ο.Α.Σ.Α. τακτοποιούνται οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των Ε.Φ.Σ.Ε. προς τον Ο.Α.Σ.Α. από τα ληφθέντα δάνεια.
14. Οι προσαυξήσεις που βαρύνουν τις κύριες οφειλές της παρ. 13 του παρόντος άρθρου διαγράφονται και δεν αναζητούνται. Μετά τη διαγραφή αυτών γίνεται ισόποση μείωση των συσσωρευμένων ζημιών του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π..
15. Επίσης τακτοποιούνται με αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου του Ο.Α.Σ.Α. και έκδοση ίσης αξίας ονομαστικών μετοχών μελλοντικές καταπτώσεις εγγυημένων άληκτων δανείων του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε.. Επί των ποσών των καταπτώσεων της παρούσας παραγράφου που βεβαιώνονται στις οικείες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) δεν επιβάλλονται προσαυξήσεις. Με ανάλογες αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου των Ε.Φ.Σ.Ε. υπέρ του Ο.Α.Σ.Α. τακτοποιούνται οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των Ε.Φ.Σ.Ε. προς τον Ο.Α.Σ.Α., από τα ληφθέντα δάνεια.
16. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών προσδιορίζονται τα χρέη που μετοχοποιούνται και διαγράφονται, τα χρέη που διαγράφονται αλλά δεν μετοχοποιούνται, η διαδικασία διαπίστωσης, βεβαίωσης και διαγραφής τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
17. Απαλλάσσονται παντός είδους φόρου ή τέλους οι διαγραφές, ρυθμίσεις ή αυξήσεις κεφαλαίου των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου.
18. Μετά τη ρύθμιση των οφειλών του Ο.Α.Σ.Α., το Ελληνικό Δημόσιο δεν παρέχει εγγυήσεις σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής για νέα δάνεια που συνάπτονται από τον Ο.Α.Σ.Α., τους Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. και την Ε.ΘΕ.Λ., πλην των οφειλών του Ο.Α.Σ.Α. προς τις τέως Συγκοινωνιακές Επιχειρήσεις (Σ.ΕΠ.) ως και των περιπτώσεων των δανείων που χορηγούνται για την κάλυψη των συμπεφωνημένων ελλειμμάτων που έχουν τεθεί στο Συμβόλαιο Διαχείρισης αλλά δημοσιονομικούς λόγους δεν καλύπτονται εξ ολοκλήρου με επιδότηση του Κρατικού Προϋπολογισμού, εφαρμοζομένης αναλόγως της παρ. 15 του παρόντος άρθρου.
19. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις εταιρείες ΤΡΑΜΑ.Ε. και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε. εκτός από την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 6. Οι ανωτέρω εταιρείες διαθέτουν στον Ο.Α.Σ.Α. ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) των εσόδων από την είσπραξη κομίστρου στην περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α. για την κάλυψη των αναγκών λειτουργίας του.
Σημ.: όπως η παρ.19 προστέθηκε με την παρ.4 άρθρ.14 Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
Άρθρο 6
Λοιπές διατάξεις
1. Με αποφάσεις του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. ή της οικείας Ε.Φ.Σ.Ε. δύναται να γίνεται εκποίηση και διάθεση των πάσης φύσεως πλεοναζόντων και μη αναγκαιούντων ή πεπαλαιωμένων κινητών πραγμάτων και ιδίως των τροχοφόρων που ανήκουν κατά κυριότητα σε κάθε φορέα, με ή χωρίς τη διαμεσολάβηση του Ο.Δ.Δ.Υ.. Το προϊόν της εκποίησης ή διάθεσης περιέχεται στους παραπάνω φορείς, εκτός του ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) που αποτελεί έσοδο του Δημοσίου και εισάγεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Με Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ο τρόπος και ο χρόνος απόδοσής του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
2. Το άρθρο 2 του ν. 1214/1981 (ΦΕΚ 286 Α`) αντικαθίσταται ως εξής :
α) Αρμόδιος για τη διενέργεια του ελέγχου καταβολής κομίστρου και για την επιβολή του προστίμου είναι ο Ο.Α.Σ.Α., ο οποίος δύναται να αναθέσει τη δραστηριότητα αυτή «στις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 του παρόντος».
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.14Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
Η επιβολή του προστίμου γίνεται με πράξη του υπαλλήλου του οικείου φορέα που έχει ειδική εξουσιοδότηση γι` αυτόν το σκοπό, την οποία αυτός συντάσσει επί τόπου, δηλαδή εντός του οχήματος και ειδικά για τους μετακινούμενους με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο το πρόστιμο επιβάλλεται επιπλέον και σε όσους δεν έχουν ή δεν επιδεικνύουν εισιτήριο νόμιμα ακυρωμένο κατά το χρόνο παραμονής τους στις αποβάθρες μετά τα ακυρωτικά μηχανήματα. Αντίγραφο της πράξης, με πρόσκληση στον παραβάτη για άμεση πληρωμή του προστίμου στο συντάκτη της πράξης υπάλληλο ή για πληρωμή μέσα σε είκοσι (20) ημέρες στο ταμείο του οικείου Συγκοινωνιακού Φορέα ή στον Ο.Α.Σ.Α., παραδίδεται στον παραβάτη.
Αν το πρόστιμο δεν καταβάλλεται από τον παραβάτη σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, η πράξη επιβολής προστίμου διαβιβάζεται στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) στην οποία υπάγεται ο παραβάτης για βεβαίωση. Το πρόστιμο στην περίπτωση αυτή βεβαιώνεται στο δεκαπλάσιο του αρχικά επιβληθέντος και εισπράττεται ως έσοδο για λογαριασμό του Συγκοινωνιακού Φορέα, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων.
β) Ο καταλαμβανόμενος ως παραβάτης είναι υποχρεωμένος, αν δεν καταβάλλει αμέσως το πρόστιμο στο συντάκτη της πράξης επιβολής του, να επιδείξει στον αρμόδιο για τον έλεγχο και την καταβολή του προστίμου υπάλληλο την αστυνομική ταυτότητα ή άλλο έγγραφο από το οποίο αποδεικνύονται τα στοιχεία της ταυτότητάς του. Σε περίπτωση άρνησης ο υπάλληλος μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή αστυνομικού οργάνου.
γ. Το πρόστιμο ορίζεται στο 40πλάσιο της τιμής του ισχύοντος εισιτηρίου και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας καιΟικονομικώνκαι Μεταφορών και Επικοινωνιών, ύστερα από εισήγηση του Ο.Α.Σ.Α.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 22 Ν.3446/2006, ΦΕΚ Α 49/10.3.2006.
3. Στο οδικό δίκτυο της περιοχής αρμοδιότητας Ο.Α.Σ.Α. από όπου διέρχονται οχήματα αστικών συγκοινωνιών, μέτρα ρύθμισης κυκλοφορίας ή στάθμευσης λαμβάνονται από το, κατά περίπτωση, αρμόδιο όργανο, μετά από προηγούμενη γνώμη του Ο.Α.Σ.Α.. Γνώμη του Ο.Α.Σ.Α. απαιτείται και κατά τη σχεδίαση των νέων οδικών αξόνων στην περιοχή αρμοδιότητάς του ή την ανακατασκευή των υφιστάμενων, που θα πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη για την εξυπηρέτηση των οχημάτων των αστικών συγκοινωνιών, όπως αποκλειστικές λωρίδες, εσοχές στις στάσεις σήμανση για τα μέσα μαζικής μεταφοράς, μέτρα ασφάλειας στις στάσεις και ειδικά τεχνικά έργα για παράκαμψη από τα οχήματα αστικών συγκοινωνιών των κορεσμένων σημείων του οδικού δικτύου και την ταχύτερη πρόσβασή τους στους σηματοδότες.
4. Η παρ. 8 του άρθρου 4 του ν. 2175/1993 αντικαθίσταται ως εξής :
“8. Το μεταφερόμενο, με αποφάσεις του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α., προσωπικό από τον Ο.Α.Σ.Α. στις εταιρείες του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 2175/1993 και αντίστροφα, εντάσσεται οργανικά, από το χρόνο της μεταφοράς στο Φορέα που έχει μεταφερθεί. Από το χρονικό σημείο της μεταφοράς του προσωπικού, οι Σ.Σ.Ε. που ισχύουν και εφαρμόζονται για το υπόλοιπο προσωπικό του Φορέα υποδοχής εφαρμόζονται αυτοδίκαια και για το μεταφερόμενο προσωπικό”.
5. Ο Ο.Α.Σ.Α. και κάθε Ε.Φ.Σ.Ε., μετά από έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, μπορεί να προσλαμβάνει, με τις προβλεπόμενες από το ν. 2190/1994 διαδικασίες, με σύμβαση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου μέχρι δέκα (10) άτομα ως ειδικό επιστημονικό προσωπικό. Οι Αποδοχές του προσωπικού αυτού καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, όσοι υπάγονταν στις κατηγορίες των περιπτώσεων α` και β` της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 2175/1993 μπορούν να υποβάλλουν αίτηση πρόσληψης στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. και προσλαμβάνονται με Απόφαση του Δ.Σ. αυτής, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 4 του ν. 2175/1993. Η Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. δύναται να προσλάβει, από τις πιο πάνω κατηγορίες, μέχρι διακόσιους (200) οδηγούς. Σε περίπτωση που ο αριθμός αυτών που θα υποβάλλουν αίτηση πρόσληψης και θα πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος, υπερβαίνουν τους διακόσιους (200), κατατάσσονται σε πίνακα επιτυχίας, σύμφωνα με τα κριτήρια της παρ. 8 του άρθρου 18 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`). Η πρόσληψη των παραπάνω αποκλείεται, αν αυτοί έχουν απολυθεί από την πρώην Ε.Α.Σ., τον Ο.Α.Σ.Α. ή την Ε.ΘΕ.Λ. για πειθαρχικό παράπτωμα.
7. Οι εγγραφές που έγιναν στον ισολογισμό χρήσης 1994 της Ανώνυμης Συγκοινωνιακής Εταιρείας Θερμικών Λεωφορείων (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε.) : α) ποσού εννιακοσίων τεσσάρων εκατομμυρίων δεκαεννέα (904.896.519) δραχμών που αφορά αποσβέσεις χρησιδανεισθέντων λεωφορείων από τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε.) προς την Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. και β) ποσού ενός δισεκατομμυρίου ογδόντα δύο εκατομμυρίων τριακοσίων εβδομήντα έξι χιλιάδων είκοσι τριών (1.082.376.023) δραχμών που αφορά το τμήμα μισθοδοσίας προσωπικού του Ο.Α.Σ.Α. για τη χρονική περίοδο από 1.1.1994 έως 30.6.1994 (αναλογία αδειών, επιδόματος αδειών και επιδόματος Χριστουγέννων) είναι νόμιμες και οι εκδοθείσες πράξεις ελέγχου και επιβολής προστίμων της Δημόσιας Οικονομικής Εφορίας Φ.Α.Ε. Πειραιά ανακαλούνται.
8. Το τακτικό προσωπικό των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π., με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου πλεονάζει, μεταφέρεται με την ίδια σχέση εργασίας, σε υπηρεσίες υπουργείων στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αυτοτελείς ή ανεξάρτητες υπηρεσίες ή αρχές, περιφερειών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού και λοιπών φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ο συνολικός αριθμός του πλεονάζοντος προσωπικού και για τέσσερις εταιρείες δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των επτακοσίων (700), ενώ ο καθορισμός των προσώπων που πλεονάζουν κατά ειδικότητα γίνεται, για κάθε εταιρεία, με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. κατά περίπτωση, με βάση τις ανάγκες τους και τις ειδικότερες απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή των Επιχειρησιακών Σχεδίων εξυγίανσης των εταιρειών.
Με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών ύστερα από έγκριση της τριμελούς επιτροπής εγκρίσεως προσλήψεων (ΠΥΣ 236/1994, ΦΕΚ 115 Α` και άρθρο 1 παρ. 51 του ν. 2412/1996, ΦΕΚ 123 Α`), καθορίζονται οι φορείς, από τους αναφερόμενους στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, και οι ανάγκες τους σε αριθμό προσωπικού κατά κλάδο ή ειδικότητα και κατά περιοχή νομαρχιακής αυτοδιοίκησης ή διαμερίσματος ενιαίας νομαρχιακής αυτοδιοίκησης και αφού εξασφαλιστεί η απαιτούμενη πίστωση στον προϋπολογισμό της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Με βάση την Απόφαση αυτή οι Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. καλούν το πλεονάζον προσωπικό να δηλώσει εγγράφως, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από της επόμενης ημέρας της παραπάνω κλήσης, μέχρι πέντε (5) προτιμήσεις ειδικοτήτων του αυτού ή διαφορετικών Φορέων, στους οποίους επιθυμεί να μεταφερθεί. Με βάση τις παραπάνω δηλώσεις, οι Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. συντάσσουν καταστάσεις τις οποίες αποστέλλουν, μαζί με τις υποβληθείσες δηλώσεις και τους αντίστοιχους υπηρεσιακούς φακέλους, στο Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, το οποίο και καταρτίζει τις σχετικές αποφάσεις μεταφοράς προσωπικού, λαμβάνοντας υπόψη τις δηλωθείσες προτιμήσεις. Αν για την ίδια δηλώσουν προτιμήσεις περισσότεροι υποψήφιοι προς μεταφορά, σε σχέση με τις υπάρχουσες προς κάλυψη θέσεις, η επιλογή γίνεται με τα ακόλουθα κριτήρια :
α) Το βαθμό ή τον αξιολογικό χαρακτηρισμό, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις αξιολόγησης των τριών τελευταίων ετών, εφόσον υπάρχουν εκθέσεις αξιολόγησης για όλους τους συγκεκριμένους προς μεταφορά, προηγουμένων των εχόντων υψηλότερους βαθμολογικούς ή αξιολογικούς χαρακτηρισμούς.
β) Την οικογενειακή κατάσταση των υπό μεταφορά. Προτιμούνται οι έγγαμοι με περισσότερα τέκνα, των διαζευγμένων ή εν χηρεία τελούντων με περισσότερα τέκνα ή των εγγάμων χωρίς τέκνα έναντι των αγάμων.
γ) Τον ανώτερο τίτλο σπουδών ή βαθμό τίτλου σπουδών, αν τα υπό στοιχεία α` και β` κριτήρια συντρέχουν σε περισσότερους υπαλλήλους.
Πλεονάζον προσωπικό, το οποίο δεν μπορεί να διατεθεί, σύμφωνα με τη δήλωση προτίμησής του, ή δεν δήλωσε καμία προτίμηση, μεταφέρεται υποχρεωτικά στους Φορείς που προσδιορίζονται με την ως άνω Απόφαση του παρόντος, εφόσον οι ανάγκες τους, όπως καθορίζονται στην ανωτέρω Απόφαση, δεν έχουν καλυφθεί, με τη σειρά που αναφέρονται στην εν λόγω Απόφαση, αφού ληφθούν υπόψη τα προαναφερθέντα κριτήρια. Η μεταφορά του προσωπικού ενεργείται με κοινή Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών, Μεταφορών και Επικοινωνιών και του, κατά περίπτωση, αρμόδιου υπουργού σε κενές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ειδικότητας αντίστοιχης ή παρεμφερούς με εκείνη που το μεταφερόμενο προσωπικό είχε στους Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. ή άλλης ειδικότητας, για την οποία έχει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η μεταφορά γίνεται σε προσωποπαγείς θέσεις αντίστοιχης ειδικότητας που συνιστώνται με την πράξη μεταφοράς, με ταυτόχρονη δέσμευση κενής οργανικής θέσης μόνιμου ή τακτικού προσωπικού, η οποία δεν πληρούται μέχρι την, κατά οποιονδήποτε τρόπο, αποχώρηση του υπαλλήλου και κατάργηση αυτοδικαίως της προσωποπαγούς θέσης που κατέχει.
Με όμοια Απόφαση γίνεται μεταφορά πλεονάζοντος προσωπικού, εκτός οδηγών, των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π., οι οποίοι πριν την κατάθεση του παρόντος στη Βουλή, ήταν αποσπασμένο στις πιο πάνω αναφερόμενες υπηρεσίες ή Φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι η υπηρεσία ή ο Φορέας όπου ανήκει οργανικά και εκεί που είναι αποσπασμένο το προσωπικό αυτό, συναινούν στη μεταφορά με πράξη του αρμόδιου οργάνου και έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον οικείο προϋπολογισμό του Φορέα προς τον οποίο γίνεται η μεταφορά.
Οι οργανικές θέσεις αντίστοιχης ειδικότητας του Φορέα στον οποίο μεταφέρθηκε προσωπικό του Ο.Α.Σ.Α. ή των Ε.Φ.Σ.Ε., που κενώνονται, μετά τη μεταφορά, για οποιονδήποτε λόγο, παραμένουν κενές και δεν πληρούνται μέχρι την κατά οποιονδήποτε τρόπο αποχώρηση υπαλλήλων ίσου αριθμού και κατάργηση αυτοδικαίως των προσωποπαγών θέσεων που κατέχουν.
Η μεταφορά είναι υποχρεωτική για το πλεονάζον προσωπικό, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης για την αιτία αυτή. Το προσωπικό που μεταφέρεται υποχρεούται να εμφανισθεί στην υπηρεσία του νέου Φορέα, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την επόμενη ημέρα της κοινοποίησης της πράξης μεταφοράς. Για την εμφάνιση συντάσσεται πρακτικό. Η βεβαίωση μη εμφάνισης συνεπάγεται αυτοδίκαια την απόλυσή του, με την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης από την Εταιρεία που μεταφέρθηκε, μετά την έκδοση της διαπιστωτικής πράξης από το αρμόδιο όργανο του φορέα στον οποίο μεταφέρθηκε. Για την αυτοδίκαιη Απόλυση ή τη μονομερή καταγγελία εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου οργάνου του Φορέα στον οποίο μεταφέρθηκε.
Οι μεταφερόμενοι σε Φορείς που, οι οργανισμοί τους, προβλέπουν διαβάθμιση των θέσεων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, έχουν δυνατότητα βαθμολογικής κατάταξης ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους που έχει διανυθεί στους Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π.. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας που έχει διανυθεί στους Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. θεωρείται ως πραγματική υπηρεσία για θέματα υπηρεσιακής τους κατάστασης.
Οι Αποδοχές του προσωπικού που μεταφέρεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος ρυθμίζονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 3 του άρθρο 20 του ν. 2515/1997.
Το μεταφερόμενο προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται στα ασφαλιστικά ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης του Φορέα από τον οποίο μεταφέρεται.
Δεν υπάγεται στις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου το προσωπικό των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π., το οποίο σύμφωνα με τις ισχύουσες γι` αυτό διατάξεις αποχωρεί υποχρεωτικώς από αυτούς ή θεμελιώνει δικαίωμα πλήρους συντάξεως έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους 2002. Οι Μετατάξεις που διενεργούνται με τις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου ολοκληρώνονται εντός τριετίας από της ισχύος του παρόντος νόμου.
9. Εργαζόμενοι των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π., των ειδικοτήτων προσωπικού που κρίνεται ως πλεονάζον προσωπικό, δύνανται να υποβάλουν αίτηση εθελουσίας εξόδου από την υπηρεσία. Με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που εκδίδεται μετά από εισήγηση των Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε., ορίζεται, κατά φορέα και κατά κατηγορία προσωπικού, ο αριθμός και οι χρονικές περίοδοι σταδιακής αποχώρησης των δικαιουμένων να αποχωρήσουν με τη διαδικασία της εθελουσίας εξόδου.
Οι αιτήσεις εθελουσίας εξόδου υποβάλλονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την έκδοση της πιο πάνω υπουργικής Απόφασης.
Αν οι αιτήσεις εθελουσίας εξόδου υπερβαίνουν τα όρια που καθορίζονται με την πιο πάνω υπουργική Απόφαση, γίνονται δεκτές οι αιτήσεις εκείνων που συμπληρώνουν το μεγαλύτερο αριθμό ημερομισθίων στην εταιρία που απασχολούνται, μέχρι να καλυφθεί το ανώτατο όριο αποχωρούντων για κάθε περίοδο.
Ο ονομαστικός κατάλογος των δικαιουμένων να αποχωρήσουν με τη διαδικασία της εθελουσίας εξόδου καταρτίζεται από το Δ.Σ. κάθε εταιρείας. Σε κάθε περίπτωση τα Δ.Σ. των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π. και Η.Σ.Α.Π. είναι αρμόδια να εγκρίνουν ή να απορρίπτουν αιτήσεις εθελουσίας εξόδου.
Στους αποχωρούντες με τη διαδικασία της εθελουσίας εξόδου, καταβάλλεται η νόμιμη αποζημίωση, προσαυξημένη με το ποσό που αντιστοιχεί στις τακτικές Αποδοχές δύο (2) μηνών για κάθε τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης που επανομένουν μέχρι τη συμπλήρωση των ημερών ασφάλισης για τη λήψη πλήρους σύνταξης, όπως οι τακτικές Αποδοχές διαμορφώνονται τον τελευταίο πριν την αποχώρησή τους μήνα. Σε κάθε περίπτωση το σύνολο της καταβαλλόμενης αποζημίωσης στους αποχωρούντες με τη διαδικασία της εθελουσίας εξόδου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του 30% των αποδοχών που θα εδικαιούτο να λάβει ο μισθωτός, μέχρι τη λήψη πλήρους σύνταξης, με βάση τις τακτικές Αποδοχές του τελευταίου πριν την αποχώρησή του μήνα.
10. Με αποφάσεις :
α) Του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α., προσωπικό μιας ειδικότητας που πλεονάζει σε Ε.Φ.Σ.Ε. μεταφέρεται στον Ο.Α.Σ.Α. ή σε άλλον Ε.Φ.Σ.Ε. μετά από σύμφωνη γνώμη των Δ.Σ. του Ε.Φ.Σ.Ε. από τον οποίο μεταφέρεται και του Ε.Φ.Σ.Ε. προς τον οποίο μεταφέρεται. Το μεταφερόμενο προσωπικό εντάσσεται στη νέα εταιρεία και αμείβεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 2515/1997. Το μεταφερόμενο προσωπικό εξακολουθεί να υπάγεται στα ασφαλιστικά ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης του Φορέα από τον οποίο μεταφέρεται.
β) Του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α. μπορεί να αποσπάται προσωπικό από τις Ε.Φ.Σ.Ε. στον Ο.Α.Σ.Α. και αντιστρόφως καθώς και μεταξύ των εταιρειών αυτών χωρίς την καταβολή οποιασδήποτε αποζημίωσης, μετά από σύμφωνη γνώμη των Διευθυνόντων Συμβούλων του Ε.Φ.Σ.Ε. από τον οποίο αποσπάται και του Ε.Φ.Σ.Ε. προς τον οποίο αποσπάται. Το αποσπώμενο προσωπικό εξακολουθεί να αμείβεται, όπως θα αμειβόταν στο φορέα από τον οποίο προήλθε το δε κόστος μισθοδοσίας (στο οποίο περιλαμβάνονται και οι εργοδοτικές εισφορές) καταβάλλεται από τον Ε.Φ.Σ.Ε. στον οποίο έχει αποσπαστεί. Η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβεί το ένα (1) έτος.
11. Τα προεδρικά διατάγματα από 11 Φεβρουαρίου 1991 (ΦΕΚ 74 Δ`) και από 20 Σεπτεμβρίου 1995 (ΦΕΚ 1049 Δ`), κατά το μέρος που θίγουν, τροποποιούν, καταργούν ή μειώνουν το εμβαδόν οικοπέδων που σήμερα χρησιμοποιούνται ως χώροι στάθμευσης, συντήρησης και επισκευής των λεωφορείων του Ο.Α.Σ.Α. ή της Ε.ΘΕ.Λ., αναστέλλονται για δέκα (10) έτη από της ισχύος του παρόντος νόμου και μέχρις ότου εξευρεθούν κατάλληλοι χώροι αμαξοστασίων, ώστε μέχρι τότε οι υφιστάμενοι χώροι να παραμείνουν ως έχουν. Με κοινή Απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται οι ζώνες πρασίνου εντός των χώρων αυτών και η εν γένει διευθέτηση αυτών των χώρων.
12. Επιτρέπεται, κατ` εξαίρεση των διατάξεων περί κοινής ησυχίας, η εκτέλεση εργασιών συντήρησης του δικτύου των Η.Σ.Α.Π. κατά τις νυκτερινές ώρες που διακόπτεται η λειτουργία του ηλεκτρικού σιδηρόδρομου. Οι Η.Σ.Α.Π. υποχρεούνται να λαμβάνουν κάθε δυνατό μέτρο για την ελαχιστοποίηση των παρενοχλήσεων.
13. Για την έκδοση άδειας τροποποίησης ή προσθήκης νέων εγκαταστάσεων στους σταθμούς των Η.Σ.Α.Π. δεν απαιτείται η προσκόμιση των αρχικών αδειών κατασκευής.
14. Ο Υπηρεσιακός Οργανισμός του Ο.Α.Σ.Α. καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο αυτού και εγκρίνεται με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
15. Οι Υπηρεσιακοί Οργανισμοί των Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. και των Εταιρειών που ιδρύει ο Ο.Α.Σ.Α. καταρτίζονται υπό των Διοικητικών Συμβουλίων αυτών και εγκρίνονται με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α..
16. Ο προβλεπόμενος από το άρθρο 9 του ν. 2414/1996 Χάρτης Υποχρεώσεων προς τον Καταναλωτή (Χ.Υ.Κ.) καταρτίζεται από τον Ο.Α.Σ.Α., μετά από συνεργασία με τις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου και την Επιτροπή Προστασίας Καταναλωτών ΔΕΚΟ, ισχύει δε και εφαρμόζεται στις εταιρείες αυτές.
Σχετικό: το άρθρο 26 παρ.7 Ν.4313/2014,ΦΕΚ Α 261/17.12.2014
17. Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) που βρίσκονται στην περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α. μπορούν να εκτελούν συγκοινωνιακό έργο με αστικά λεωφορεία μέσα στα όριά τους είτε μεμονωμένα είτε σε συνεργασία με άλλους όμορους δήμους ή κοινότητες στα όρια αυτών. Η ανάθεση εκτέλεσης του έργου αυτού γίνεται με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Ο.Α.Σ.Α..
Η εκτέλεση αυτού του συγκοινωνιακού έργου θα πραγματοποιείται, μετά από συγκοινωνιακή μελέτη και μελέτη βιωσιμότητας που θα εκπονείται από τον ενδιαφερόμενο δήμο και θα εγκρίνεται από το Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α..
Στις αναθέσεις συγκοινωνιακού έργου στους Ο.Τ.Α., σύμφωνα με τις πιο πάνω ρυθμίσεις, δεν περιλαμβάνονται :
α) οι κύριοι συγκοινωνιακοί άξονες που συνδέουν τους δήμους με το κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά,
β) οι διαδημοτικοί άξονες που συνδέουν τα κέντρα διαφόρων δήμων μεταξύ τους και το συγκοινωνιακό έργο σε αυτούς του διαδημοτικούς άξονες παρέχεται από τους Ε.Φ.Σ.Ε.,
γ) όλες οι συγκοινωνιακές γραμμές που συνδέουν απευθείας τους διάφορους δήμους ή κοινότητες με την Αθήνα ή τον Πειραιά,
δ) κάθε συγκοινωνιακή γραμμή που εκτελείται με μέσα σταθερής τροχιάς (ηλεκτρικός σιδηρόδρομος – ΜΕΤΡΟ) και ημισταθερής τροχιάς (ηλεκτροκίνητα λεωφορεία).
Για την υλοποίηση των παραπάνω, κάθε Ε.Φ.Σ.Ε. δύναται, μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Α., να εκμισθώνει ή μεταβιβάζει το απαραίτητο τροχαίο υλικό προς τους αιτούντες Ο.Τ.Α..
Ο Ο.Α.Σ.Α. και οι Ε.Φ.Σ.Ε. μπορούν να συνομολογούν με τους Ο.Τ.Α. προγραμματικές συμβάσεις συντήρησης, φύλαξη και στάθμευσης των οχημάτων αστικών συγκοινωνιών των Ο.Τ.Α. στις εγκαταστάσεις του Ο.Α.Σ.Α. και των Ε.Φ.Σ.Ε..
18. Αντικαθίστανται οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 8 και καταργείται η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου του κανονισμού λειτουργίας του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Προσωπικού Η.Λ.Π.Α.Π., ο οποίος κυρώθηκε με το από 17.12.1930 π.δ. (ΦΕΚ 390 Α`), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα ως εξής :
“Πόροι του Ταμείου είναι :
Η μηνιαία εισφορά κάθε υπαλλήλου μόνιμου ή έκτακτου, τεχνίτη, εργάτη, καθώς και του βοηθητικού προσωπικού που ορίζεται σε ποσοστό 2,55% επί των μισθών και ημερομισθίων, καθώς και επί των πάσης φύσεως αποδοχών.
Η μηνιαία εισφορά της επιχείρησης που ορίζεται σε ποσοστό 5,10% επί όλων των αποδοχών των προσώπων που αναγράφονται στην προηγούμενη παράγραφο. Για τους ασφαλισμένους σε φορέα κοινωνικής ασφάλισης από 1.1.1993 και εφεξής έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα στο άρθρο 35 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α`)”.
19. Αντικαθίσταται το εδάφιο 3 του άρθρου 3 του Κανονισμού Λειτουργίας του Ταμείου Αλληλοβοηθείας Προσωπικού Η.Λ.Π.Α.Π., ο οποίος κυρώθηκε με το από 17.12.1930 π.δ. (ΦΕΚ 390 Α`), όπως ισχύει σήμερα ως εξής :
“Οι μισθοί, οι αμοιβές και οι εισφορές του εκάστοτε υπηρετούντος υπαλληλικού, βοηθητικού, εργατικού, ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, με διάθεση από τον Η.Λ.Π.Α.Π., με οποιαδήποτε σχέση και μορφή εργασίας, καθώς και όλα γενικά τα έξοδα για τη λειτουργία του Τ.Α.Π.-Η.Λ.Π.Α.Π., βαρύνουν αυτό”.
20. Για τη μετάταξη ή μεταφορά προσωπικού κίνησης και τεχνικού προσωπικού του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (ΟΑΣΑ) και των Εκτελεστικών Φορέων Συγκοινωνιακού Έργου (ΕΦΣΕ) σε άλλο φορέα, εφόσον αυτή επιτρέπεταικατ` εφαρμογή γενικών διατάξεων, απαιτείται και σύμφωνη γνώμη του Δ.Σ. τουφορέα στον οποίο ο προς μετάταξη ή μεταφορά υπάλληλος ανήκει.
Σημ.: όπως η παρ.20 προστέθηκε με το άρθρο 34 Ν.3710/2008, ΦΕΚ Α 216/23.10.2008.
Άρθρο 7
Εκμετάλλευση Αστικού Ηλεκτρικού Σιδηρόδρομου
1. Η ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. υποβάλλει εντός έξι (6) μηνών από την ισχύ του παρόντος νόμου στον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών σχέδιο λειτουργίας για την εκμετάλλευση των γραμμών 2 και 3 σε συνδυασμό με το συνολικό δίκτυο των Αστικών Συγκοινωνιών περιοχής αρμοδιότητας Ο.Α.Σ.Α. και με την προοπτική της ενιαίας λειτουργίας όλων των γραμμών αστικού ηλεκτρικού σιδηρόδρομου. Το σχέδιο αυτό οριστικοποιείται μετά από γνώμη του Ο.Α.Σ.Α. και συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και εγκρίνεται με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών. Από της εγκρίσεως του σχεδίου αυτού, η υλοποίησή του γίνεται από την ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε., υπό την εποπτεία του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών. Η ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. συνεχίζει ως εταιρεία, σύμφωνα με το ιδρυτικό της νόμο (ν. 1955/1991, ΦΕΚ 112 Α`), να έχει την ευθύνη ολοκλήρωσης του έργου που της έχει ανατεθεί με τον προαναφερόμενο νόμο.
2.”Μέχρι την 31 12.2000″η Εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε.,ιδρύει θυγατρική εταιρεία, με σκοπό τη λειτουργία και εκμετάλλευση των υπό κατασκευή γραμμών 2 και 3 της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. και κάθε επέκτασής τους, καθώς και των εγκαταστάσεων, οχημάτων και των εν γένει υλικών και μέσων. Η Εταιρεία αυτή εποπτεύεται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών. Η ανωτέρω εταιρεία αποδίδει στην ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. το μέρος εκείνο των εσόδων της, που αναλογεί στην αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί ή αναλαμβάνονται από την ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. για την κατασκευή του Έργου.
Η ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. παραμένει υπεύθυνη απέναντι των χρηματοδοτών της για κάθε σχετικό θέμα και ειδικότερα για την αποπληρωμή των υφιστάμενων ή μελλοντικών δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την φράση ως άνω “μέχρι την 31 12.2000” με την παρ.3 Ν.2867/2000,ΦΕΚ Α 273
3. Με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί μετά από πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, εντός τριετίας από την έναρξη λειτουργίας των ως άνω γραμμών 2 και 3, η πιο πάνω θυγατρική εταιρεία συγχωνεύεται με τους Η.Σ.Α.Π. Α.Ε.. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα θα ρυθμιστούν οι υποχρεώσεις της ενιαίας εταιρείας για την αποπληρωμή των δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
4. Οι ανάγκες σε προσωπικό της θυγατρικής εταιρείας της παραγράφου 2 θα καλυφθούν, κατ` αντιστοιχία των απαιτούμενων ειδικοτήτων και προσόντων, με την κατά προτεραιότητα μεταφορά πλεονάζοντος προσωπικού των Η.Σ.Α.Π. Α.Ε., επιμορφούμενο ή μετεκπαιδεύομενο κατάλληλα, σταδιακά και ανάλογα με την ανάπτυξη της και τις ανάγκες της σε προσωπικό. Για την αμοιβή του μεταφερόμενου προσωπικού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 2515/1997, διέπεται από τις εργασιακές σχέσεις της εταιρείας αυτής και εξακολουθεί να υπάγεται στα ασφαλιστικά ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης του Φορέα από τον οποίο μεταφέρεται.
Άρθρο 7Α
Σημ.: όπως το άρθρο 7α προστέθηκε με την παρ.3 άρθρ.14 Ν.2867/2000,ΦΕΚ Α 273
1 Σε θυγατρική εταιρία που θα συσταθεί από την εταιρία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος και θα διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου πρώτου παράγραφοι 2 και 3 του Ν. 1955/ 1991 (ΦΕΚ 112 Α`), ανατίθεται η μελέτη, επίβλεψη, κατασκευή` δημοπράτηση, προμήθεια, οργάνωση, διαχείριση και εκμετάλλευση δικτύου αστικών τροχιοδρόμων τραμ, καθώς και των αναγκαίων προς τούτο εγκαταστάσεων, οχημάτων και των εν γένει υλικών και μέσων. Η εταιρία αυτή εποπτεύεται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.
2. Στην εταιρία αυτήν εφαρμόζονται αναλόγως και οι διατάξεις των άρθρων έκτου παρ. 2, έβδομου παράγραφοι 2, 3, 4, 5 και 6, ογδόου, ενάτου παράγραφοι 2, 3, και 4 και δεκάτου του Ν. 1955/1991. Όπου στις εν λόγω διατάξεις προβλέπεται Απόφαση, εποπτεία ή άλλης μορφής ενέργεια του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ‘Έργων, αυτή λαμβάνεται, ασκείται ή διενεργείται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, εκτός των οικοδομικών αδειών και των αποφάσεων επί των αιτήσεων θεραπείας επί των οποίων η αρμοδιότητα ανήκει στον Υπουργό Περιβάλλοντος, χωροταξίας και Δημόσιων `Έργων. “Τα όργανα της ΤΡΑΜ Α.Ε. που αποφασίζουν ή γνωμοδοτούν για τα έργα που εκτελούνται από αυτή ορίζονται, κατά παρέκκλιση της παρ. 3 του άρθρου 19 τουΝ. 1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α), με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6αάρθρου 20 .3185/2003,ΦΕΚ Α 229/26.9.2003.
3. Για τη δημοπράτηση και ανάθεση των έργων της εταιρίας επιτρέπεται να εφαρμόζονται αναλόγως και οι διατάξεις των άρθρων 8 και 9 του Ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α)
4. Οι διατάξεις των άρθρων 6,7,8,9,10,11,12,13 και 14 του Ν. 2730/1999 “Σχεδιασμός για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη και εκτέλεση Ολυμπιακών ‘Έργων και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 130 Α`), όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, έχουν εφαρμογή στην εταιρία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. και στις θυγατρικές αυτής.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.9άρθρ.5 Ν.2940/2001,ΦΕΚ Α 180/6.8.2001.
Άρθρο 8
Τελικές διατάξεις
1. Από την ισχύ του παρόντος νόμου, η κινητή και ακίνητη περιουσία, που ανήκε στην Ε.Α.Σ., η οποία με τις διατάξεις του ν. 2078/1992 (ΦΕΚ 139 Α`) περιήλθε στον πρώην Ο.Α.Σ. και με τις διατάξεις του ν. 2175/1993 περιήλθε στον Ο.Α.Σ.Α., καθώς επίσης και τα λεωφορεία που έχει προμηθευτεί ο Ο.Α.Σ.Α. με βάση τις διατάξεις του ν. 2175/1993, περιέρχονται αυτοδικαίως από τον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) στη Ανώνυμη Συγκοινωνιακή Εταιρία Θερμικών Λεωφορείων (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε.).
2. Η μεταβίβαση των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων αποτελεί σε είδος εισφορά, για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. και διαιρείται σε ονομαστικές μετοχές. Η αποτίμηση των μεταφερόμενων περιουσιακών στοιχείων καθορίζεται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του κ.ν. 2190/1920, στο ποσό της αξίας που αυτά εμφανίζονται στον ισολογισμό του Ο.Α.Σ.Α. της 31.12.1997, με την αναπόσβεστη αξία τους (αξία κτήσης μείον αποσβέσεις).
3. Για την ως άνω μεταβίβαση των ακινήτων γίνεται σχετική σημείωση στα βιβλία μεταγραφών των οικείων υποθηκοφυλακείων. Η μεταβίβαση στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων από τον Ο.Α.Σ.Α. απαλλάσσεται παντός γενικού ή ειδικού φόρου ή τέλους χαρτοσήμου, δικαιώματος ή εισφοράς υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων της επόμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου.
4. Η Ε.ΘΕ.Λ. γίνεται καθολικός διάδοχος του Ο.Α.Σ.Α. στις συμβάσεις που έχει υπογράψει με τρίτους για την αγορά ή την κατασκευή πάγιων περιουσιακών στοιχείων για την εκτέλεση συγκοινωνιακού έργου, που μεταφέρονται, καθώς και στις χρηματοδοτικές μισθώσεις.
5. Η μεταβίβαση στον Ο.Α.Σ.Α. και σε κάθε Ε.Φ.Σ.Ε. κάθε περιουσιακού στοιχείου και γενικά εμπράγματου ή ενοχικού δικαιώματος, απαίτησης και υποχρέωσης, καθώς και οι σχετικές συμβάσεις απαλλάσσονται από κάθε γενικό ή ειδικό φόρο ή τέλος χαρτοσήμου, δικαίωμα ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου.
Απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου και από το τέλος χαρτοσήμου όλες οι συστατικές πράξεις του Ο.Α.Σ.Α. και των εταιρειών που ιδρύει, καθώς και οι πράξεις μεταφοράς, μεταβίβασης ή συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων ή αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου από το Δημόσιο προς τον Ο.Α.Σ.Α., από τον Ο.Α.Σ.Α. στις εταιρείες που ιδρύει, από κάθε Ε.Φ.Σ.Ε. στον Ο.Α.Σ.Α. και αντίστροφα ή μεταξύ των Ε.Φ.Σ.Ε.. Τα παραπάνω νομικά πρόσωπα απαλλάσσονται για πέντε (5) έτη από την ισχύ του παρόντος νόμου για όλο το τροχαίο υλικό και λοιπό μηχανολογικό εξοπλισμό από την υποχρέωση καταβολής οποιουδήποτε φόρου, δασμού, τέλους χαρτοσήμου, εισφοράς που εισπράττεται κατά την εισαγωγή τους. Επίσης για το ίδιο χρονικό διάστημα απαλλάσσεται από οποιοδήποτε τέλος χαρτοσήμου, εισφοράς και δικαιώματος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων η μεταβίβαση των λεωφορείων από τον Ο.Α.Σ.Α. προς Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε., η σύνταξη των σχετικών συμβάσεων, καθώς και η έκδοση των σχετικών παραστατικών τίτλων, επιφυλασσομένων των διατάξεων του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`), όπως εκάστοτε ισχύουν.
Άρθρο 9
Γενικός Κανονισμός Προσωπικού Ο.Α.Σ.Α.,Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π.
Ο Γενικός Κανονισμός Προσωπικού των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ. και Η.Λ.Π.Α.Π. έχει ως εξής :
ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥΟ.Α.Σ.Α. – Ε.ΘΕ.Λ. – Η.Λ.Π.Α.Π.
ΆΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟ
Αντικείμενο
Ο παρών Κανονισμός ρυθμίζει τις σχέσεις, τους όρους απασχόλησης και την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού στον Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α. Α.Ε.), στην Ανώνυμη Συγκοινωνιακή Εταιρεία Θερμικών Λεωφορείων (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε.) και στα Ηλεκτροκίνητα Λεωφορεία Περιοχής Αθηνών – Πειραιώς (Η.Λ.Π.Α.Π. Α.Ε.).
ΆΡΘΡΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Ισχύς
1. Στις διατάξεις του Κανονισμού αυτού υπάγεται το δόκιμο και μόνιμο προσωπικό που συνδέεται με την Εταιρεία με σχέση εξαρτημένης εργασίας.
2. Οι διατάξεις του δεν εφαρμόζονται στους Γενικούς Διευθυντές, στους Ειδικούς Συμβούλους, στους έμμισθους Δικηγόρους-Νομικούς Συμβούλους που συνδέονται με σχέση έμμισθης εντολής και για τους οποίους ισχύουν οι διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων και οι ειδικοί νόμοι, όπως ισχύουν κάθε φορά, στο Προσωπικό Ειδικής Σύμβασης και στους Γιατρούς για τους οποίους ισχύουν οι ειδικές γι` αυτούς διατάξεις του νόμου.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΤΟ
Εργασιακή σχέση
1. Όλο το Προσωπικό που υπάγεται στον Κανονισμό αυτόν συνδέεται με την Εταιρεία, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
2. Η ατομική σύμβαση εργασίας καταρτίζεται εγγράφως.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Διάκριση Προσωπικού
Το Προσωπικό διακρίνεται σε μόνιμο και δόκιμο.
1. Μόνιμο είναι το προσωπικό που κατέχει τις οργανικές θέσεις, καλύπτει μόνιμες και πάγιες ανάγκες και συνδέεται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου.
2. Δοκίμιο είναι το προσωπικό που προσλαμβάνεται για να καλύψει, μετά από δοκιμασία, μόνιμες και πάγιες ανάγκες, συνδέεται δε με την Εταιρεία με σύμβαση ορισμένου χρόνου.
ΆΡΘΡΟ ΠΕΜΠΤΟ
Κατηγορίες Προσωπικού
1. Το Προσωπικό κατατάσσεται στις παρακάτω κατηγορίες :
α) Προσωπικό Κίνησης
β) Τεχνικό Προσωπικό
γ) Διοικητικό Προσωπικό
δ) Βοηθητικό Προσωπικό
2. Η διάρθρωση, η οργανωτική δομή των υπηρεσιών, οι οργανικές θέσεις και οι ειδικότητες καθορίζονται στον Υπηρεσιακό Οργανισμό (Οργανόγραμμα) της Εταιρείας, που καταρτίζεται από το Δ.Σ. αυτής και εγκρίνεται με Απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
ΆΡΘΡΟ ΕΚΤΟ
Προσλήψεις
1. Οι Προσλήψεις του προσωπικού διενεργούνται με τη διαδικασία του ν. 2190/1994, όπως ισχύει κάθε φορά.
2. Κάθε πρόσληψη γίνεται πάντοτε υπό δοκιμή.
3. Η επιχείρηση δεν προχωρεί σε νέες Προσλήψεις εάν δεν έχει εξετάσει προηγουμένως τη δυνατότητα να καλυφθούν οι συγκεκριμένες ανάγκες με μεταθέσεις πλεονάζοντος σε άλλες υπηρεσιακές μονάδες της Εταιρείας προσωπικού ή με Μετατάξεις πλεονάζοντος προσωπικού άλλης κατηγορίας, εφόσον διαθέτει ή μπορεί με μέριμνα της Εταιρείας να αποκτήσει τα απαιτούμενα ουσιαστικά και τυπικά προσόντα, με Εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση ή επανακατάρτιση.
4. Δεν προσλαμβάνεται προσωπικό που έχει απολυθεί λόγω ακαταλληλότητας ή πειθαρχικών παραπτωμάτων, από τον Ο.Α.Σ.Α. ή τους Ε.Φ.Σ.Ε..
ΆΡΘΡΟ ΕΒΔΟΜΟ
Προϋποθέσεις Πρόσληψης – Πιστοποιητικά – Μητρώα Προσωπικού
1. Κάθε υποψήφιος για κάθε κατηγορία προσωπικού και ανεξάρτητα από τη θέση εργασίας πρέπει :
α) Να έχει τα απαιτούμενα προσόντα που καθορίζονται κάθε φορά από το Δ.Σ. της Εταιρείας ή απαιτούνται από το νόμο και τον Υπηρεσιακό Οργανισμό για τη συγκεκριμένη θέση ή απασχόληση.
β) Να έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ή να έχει νόμιμα απαλλαγεί ή εξαιρεθεί από αυτές.
γ) Να μην έχει υπερβεί το 35ο έτος της ηλικίας του, εκτός όσων προορίζονται σε θέση για την οποία είναι αναγκαία εξειδίκευση και προϋπηρεσία, οπότε το όριο ηλικίας ορίζεται από το Δ.Σ. της Εταιρείας.
δ) Να μην έχει καταδικασθεί ή να μην διώκεται για κακούργημα ή πλημμέλημα που συνεπάγεται στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Να μην έχει καταδικασθεί τελεσίδικα σε οποιαδήποτε ποινή για αδικήματα κλοπής, υπεξαίρεσης, απάτης, εκβίασης, πλαστογραφίας, απιστίας, δωροδοκίας ή δωροληψίας, παράβασης καθήκοντος, περί το νόμισμα και έγκλημα κατά των ηθών. Επίσης να μην τελεί υπό απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη.
ε) Να μην έχει απολυθεί λόγω ανεπάρκειας ή άλλους λόγους που αφορούν την εργασιακή του ικανότητα και επίδοση ή λόγω πειθαρχικού παραπτώματος.
στ) Να υποβληθεί στις αναγκαίες ιατρικές και, ειδικά για το προσωπικό κίνησης, από τον επιλεγμένο ιατρό, ικανός για την εργασία που πρόκειται να προσληφθεί.
2. Εκτός από τα ειδικά πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που πρέπει να προσκομίζουν για την πρόσληψή τους οι υποψήφιοι στην αρμόδια Υπηρεσία Προσωπικού, οφείλουν σε κάθε περίπτωση να υποβάλλουν, το αργότερο μέχρι την προσδιορισμένη κάθε φορά ημερομηνία, τα παρακάτω πιστοποιητικά σε πρωτότυπο ή επικυρωμένο αντίγραφο.
α. Πιστοποιητικό γέννησης.
β. Πιστοποιητικά στα οποία να βεβαιώνεται η οικογενειακή κατάσταση.
γ. Αντίγραφο ποινικού μητρώου.
δ. Πιστοποιητικό στρατολογικής κατάστασης τύπου Α, για το προσωπικό που υπέχει στρατολογική υποχρέωση.
ε. Τίτλους σπουδών.
στ. Επαγγελματική άδεια για όσες ειδικότητες απαιτείται.
ζ. Πιστοποιητικά προϋπηρεσίας, στα οποία να φαίνεται η διάρκεια, η ειδικότητα και η σχέση εργασίας, καθώς και το ασφαλιστικό του βιβλιάριο για την απόδειξη της προϋπηρεσίας αυτής.
3. Επίσης πρέπει να υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1985, η οποία πρέπει να περιέχει τα στοιχεία ταυτότητας, τον αριθμό φορολογικού μητρώου, την ακριβή διεύθυνση και τον αριθμό τηλεφώνου, φωτοτυπία της αστυνομικής του ταυτότητας και να βεβαιώνεται η ακρίβεια των όσων δηλώθηκαν. Ψευδείς δηλώσεις ή απόκρυψη στοιχείων κατά την πρόσληψη θεωρούνται σοβαρά παραπτώματα, για τα οποία δικαιολογείται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, οποτεδήποτε και αν διαπιστωθούν, χωρίς καταβολή αποζημίωσης.
4. Όλες οι ατομικές συμβάσεις εργασίας κάθε κατηγορίας προσωπικού καταρτίζονται πάντοτε εγγράφως, σύμφωνα με υπόδειγμα εγκεκριμένο από το Διοικητικό Συμβούλιο.
5. Μητρώο Προσωπικού
α. Η Εταιρεία υποχρεούται να τηρεί :
ι) Γενικό Μητρώο Προσωπικού, στο οποίο αναγράφονται κατά σειρά πρόσληψης όλοι όσοι προσλαμβάνονται με οποιαδήποτε ειδικότητα και με οποιονδήποτε τρόπο.
ιι) Ατομικό Μητρώο Προσωπικού στο οποίο καταχωρούνται στοιχεία που αφορούν κάθε μεταβολή που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της εργασιακής σχέσης του εργαζόμενου με την εταιρεία, όπως και κάθε στοιχείο που αφορά την υπηρεσιακή του κατάσταση.
β. Το προσωπικό οφείλει να δηλώνει εντός τριάντα (30) ημερών κάθε μεταβολή της προσωπικής ή οικογενειακής του κατάστασης (γάμος διάζευξη, γέννηση τέκνων, γάμος τέκνων, σπουδές τέκνων μετά την ενηλικίωση, απόκτηση πτυχίου, θάνατος προστατευόμενου μέλους κ.λπ.) προσκομίζοντας και τα αντίστοιχα επίσημα έγγραφα από τα οποία πιστοποιείται η μεταβολή. Οποιαδήποτε μισθολογική αξίωση του μισθωτή που στηρίζεται στη μεταβολή των ανωτέρω στοιχείων γεννάται από το χρόνο κατά τον οποίο αυτός γνωστοποίησε νομίμως την αλλαγή στη επιχείρηση, περατούται δε από το ίδιο χρονικό σημείο πλην της περίπτωσης της ενηλικίωσης τέκνου, οπότε καταλυτικό σημείο είναι η 31η Δεκεμβρίου του έτους ενηλικίωσης.
γ. Το προσωπικό πρέπει να γνωστοποιεί αμέσως στην Υπηρεσία Προσωπικού κάθε αλλαγή διεύθυνσης της κατοικίας του και τον αριθμό τηλεφώνου του, καθώς και κάθε μεταβολή της επαγγελματικής του άδειας.
ΆΡΘΡΟ ΟΓΔΟΟ
Πράξη Πρόσληψης
Η πρόσληψη ανακοινώνεται στους ενδιαφερόμενους με σχετικό έγγραφο της αρμόδιας Διεύθυνσης για θέματα προσωπικού, με το οποίο καθορίζεται και η ημερομηνία ανάληψης εργασίας. Εάν ο προσλαμβανόμενος δεν αναλάβει υπηρεσία μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία ορισμού της ανάληψης εργασίας, η πρόσληψη ακυρώνεται.
ΆΡΘΡΟ ΕΝΑΤΟ
Δοκιμαστική Υπηρεσία
1. Οι προσλαμβανόμενοι τοποθετούνται στις θέσεις εργασίας, για τις οποίες έγινε η πρόσληψη και διανύουν δοκιμαστική περίοδο εργασίας, για να διαπιστωθεί η καταλληλότητά τους.
2. Το δόκιμο προσωπικό παρακολουθεί υποχρεωτικά ειδικό πρόγραμμα ενημέρωσής του σε θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της εταιρείας στις διατάξεις αυτού του Κανονισμού και για τις ειδικότερες δικαιοδοσίες και ευθύνες της θέσης εργασίας του.
3. Το χρονικό διάστημα από την πρόσληψη μέχρι την ένταξη του νεοπροσληφθέντος στο μόνιμο προσωπικό αποτελεί χρόνο δοκιμαστικής υπηρεσίας.
4. Μετά τη συμπλήρωση δώδεκα (12) μηνών από τη πρόσληψη που αποτελεί τη Δοκιμαστική Υπηρεσία και εντός ενός (1) μηνός από τη συμπλήρωση αυτών, εκδίδεται αιτιολογημένη Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου για την ένταξη ή μη του δόκιμου στο τακτικό προσωπικό, μετά από έκθεση Επιτροπής Αξιολόγησης για την απόδοση και την εν γένει καταλληλότητα του προσωπικού αυτού.
5. Σε περίπτωση που ο δόκιμος μισθωτός κριθεί οριστικά ακατάλληλος, η σύμβαση ορισμένου χρόνου δεν ανανεώνεται και η συμβατική σχέση παύει να υφίσταται.
6. Ο χρόνος της δοκιμαστικής υπηρεσίας μετά τη μονιμοποίηση αποτελεί πραγματικό χρόνο υπηρεσίας.
7. Προϋπόθεση καταλληλότητας και ένταξης του δόκιμου προσωπικού στο μόνιμο είναι να έχει υποβληθεί στις αναγκαίες ιατρικές και ψυχοτεχνικές εξετάσεις και να έχει κριθεί από τον επιλεγμένο ιατρό ικανός για την εργασία που πρόκειται να αναλάβει.
8. Η πιο πάνω Επιτροπής Αξιολόγησης είναι τριμελής και συγκροτείται κάθε φορά, με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρείας.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ
Τόπος Εργασίας
1. Τόπος Εργασίας για το προσωπικό θεωρείται κάθε χώρος δραστηριότητας της Εταιρείας.
2. Το προσωπικό προσφέρει τις υπηρεσίες του σε οποιονδήποτε χώρο δραστηριότητας της εταιρείας τοποθετεί, αφού ληφθεί υπόψη ο τόπος κατοικίας του εργαζομένου.
ΆΡΘΡΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ
Τοποθέτηση Προσωπικού
1. Κάθε εργαζόμενος τοποθετείται, με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου, σε οργανική θέση οποιασδήποτε υπηρεσίας της εταιρείας, για την εκτέλεση εργασίας όμοιας ή συναφούς με την κατηγορία στην οποία ανήκει.
2. Κάθε εργαζόμενος, για να τοποθετηθεί σε οργανική θέση, πρέπει να διαθέτει τα ελάχιστα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, τα οποία συνιστούν την προδιαγραφή προσόντων που αντιστοιχεί στη θέση αυτή.
3. Η τοποθέτηση εργαζόμενου σε ορισμένη θέση εργασίας συνεπάγεται αυτόματα την ανάληψη, από μέρους του, των δικαιοδοσιών και αντίστοιχων ευθυνών, που απορρέουν από τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της θέσης αυτής, όπως καθορίζονται στον Υπηρεσιακό Οργανισμό, στον παρόντα Κανονισμό και με εγκυκλίους, αποφάσεις κ.λπ. της Διοίκησης. Η τοποθέτηση και θητεία εργαζομένου σε ορισμένη θέση εργασίας δεν δημιουργεί δικαίωμα κατοχής της υπέρ αυτού.
4. Είναι δυνατή η προσωρινή αναπλήρωση οργανικής θέσης Προϊστάμενου Διεύθυνσης για λόγους προσωπικού κωλύματος, για όσο διάστημα απαιτείται και εφόσον δεν καθορίζεται διαφορετικά από τον Υπηρεσιακό Οργανισμό.
5. Εάν η προσωρινή αναπλήρωση διαρκεί περισσότερο από έναν μήνα, στον εργαζόμενο χορηγείται το αντίστοιχο επίδομα θέσης, για όσο διάστημα διαρκεί η αναπλήρωση.
ΆΡΘΡΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ
Αλλαγή θέσης Εργασίας
1. Με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, για την κάλυψη υφιστάμενων λειτουργικών αναγκών, τοποθετείται το προσωπικό σε αρμοδιότητες και καθήκοντα άλλης θέσης εργασίας, εφόσον διαθέτει τα απαιτούμενα από τη νέα θέση εργασίας, προσόντα. Επιτρέπεται η απασχόληση του προσωπικού σε διαφορετική ή παράλληλη θέση εργασίας από αυτήν της ειδικότητάς του, εφόσον οι λειτουργικές ανάγκες της Εταιρείας το επιβάλλουν.
2. Οι αλλαγές θέσης εργασίας διενεργούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία άρθρα.
3. Αλλαγή θέσης Εργασίας είναι δυνατόν να γίνει και ύστερα από σχετική αίτηση του εργαζόμενου, με τις ίδιες, όπως παραπάνω, προϋποθέσεις.
4. Αλλαγή θέσης Εργασίας διενεργείται με :
α) Μετάθεση
β) Απόσπαση
γ) Μετάταξη
δ) Ανάθεση καθηκόντων.
5. Παράπονα του προσωπικού σχετικά με τοποθέτηση σε ορισμένη θέση εργασίας υποβάλλονται μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση σε αυτό, της σχετικής Απόφασης, κρίνονται δε από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ
Μεταθέσεις – Αποσπάσεις
1. Μετάθεση είναι η τοποθέτηση του προσωπικού σε θέσεις εργασίας του αυτού διοικητικού επιπέδου.
2. Οι μεταθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος διενεργούνται με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου ύστερα από γνώμη του Προϊσταμένου της Οργανωτικής Μονάδας στην οποία εργάζεται ο υπό μετάθεση και μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Προσωπικού. Σε κάθε περίπτωση νοείται ότι οι μεταθέσεις διενεργούνται για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών των Οργανωτικών Μονάδων. Μετάθεση μπορεί να γίνει και μετά από σχετική αίτηση του εργαζόμενου, εφόσον τούτο το επιτρέπουν οι λειτουργικές ανάγκες. Η ανακοίνωση των μεταθέσεων γίνεται από την αρμόδια για θέματα προσωπικού Οργανωτική Μονάδα.
3. Έκτακτες μεταθέσεις διενεργούνται κατά περίπτωση για την κάλυψη επειγουσών λειτουργικών αναγκών, προστασίας του ομαλού εργασιακού κλίματος ή μετά από αίτηση του εργαζόμενου λόγω αποδεδειγμένης ανάγκης και πάντα στα πλαίσια των λειτουργικών δυνατοτήτων.
4. Εάν η μετάθεση του εργαζόμενου συνεπάγεται μετακίνηση σε άλλο τόπο εργασίας, μέσα στην εξυπηρετούμενη από το φορέα πολεοδομική περιοχή, δεν μπορεί να επακολουθήσει νέα μετάθεση, που συνεπάγεται και μετακίνηση σε άλλο τόπο εργασίας, πριν από την παρέλευση ενός χρόνου, εκτός αν συντρέχουν, στο πρόσωπο του μετακινούμενου, ειδικοί λόγοι που επιβάλουν την ανάκληση της μετάθεσης ή του ανατεθούν καθήκοντα προϊσταμένου.
Στην περίπτωση αυτή συνεκτιμάται και ο τόπος κατοικίας του προς μετάθεση εργαζομένου.
5. Επιτρέπεται μετάθεση εργαζομένου, και σε θέση εργασίας κατώτερου διοικητικού επιπέδου μόνο αν το ζητήσει ο ίδιος ο εργαζόμενος με σχετική αίτησή του ή αν υπάρξει αιτιολογημένη Απόφαση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου.
6. Με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου είναι δυνατή η απόσπαση προσωπικού από Οργανωτική Μονάδα σε άλλη Οργανωτική Μονάδα.
7. Η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Μετατάξεις
1. Μετάταξη είναι η τοποθέτηση του προσωπικού σε θέση εργασίας διαφορετικής κατηγορίας ή ειδικότητας.
2. Οι Μετατάξεις διενεργούνται :
α. Για την κάλυψη υφιστάμενων λειτουργικών αναγκών.
β. Για λόγους υγείας.
γ. Για λόγους κατάργησης οργανικής θέσης.
δ. Για λόγους απόκτησης νέων τυπικών προσόντων εφόσον αυτά αποκτήθηκαν μετά την πρόσληψη.
3. Οι Μετατάξεις διενεργούνται για την πλήρωση κενών οργανικών θέσεων μετά από Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου ύστερα από σχετική εισήγηση της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Οργανωτικής Μονάδας. Δεν απαιτείται η ύπαρξη κενής οργανικής θέσης, όταν η μετάταξη διενεργείται λόγω των περιπτώσεων β` και γ` της παρ. 2 αυτού του άρθρου, οπότε συνιστάται προσωποπαγής θέση που καταργείται αυτοδίκαια με την αποχώρηση του εργαζόμενου.
4. Οι μετατασσόμενοι λαμβάνουν τις Αποδοχές που αντιστοιχούν στις θέσεις εργασίας που μετατάσσονται και απασχολούνται σύμφωνα με το ωράριο και τους λοιπούς όρους εργασίας αυτής, χωρίς αυτό να συνιστά βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ
Ανάθεση Καθηκόντων Προϊσταμένου
1. Ανάθεση Καθηκόντων Προϊσταμένου είναι η τοποθέτηση του προσωπικού σε θέση εργασίας υψηλότερου διοικητικού επιπέδου, η οποία εμπεριέχει υψηλότερο βαθμό διακαιοδοσίας και ευθύνης. Η ανάθεση καθηκόντων έχει διάρκεια τριών (3) ετών.
2. Αρμόδιο για τις αναθέσεις καθηκόντων Προϊσταμένου σε όλα τα επίπεδα, εκτός του ανωτάτου, σε κάθε αυτόνομη οργανωτική μονάδα, είναι το Πρωτοβάθμιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο (Π.Υ.Σ.), σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία άρθρα του Κανονισμού και του Υπηρεσιακού Οργανισμού.
3. Οι αναθέσεις καθηκόντων Προϊσταμένου στις ανώτατες θέσεις Προϊσταμένων κάθε αυτόνομης Οργανωτικής Μονάδας, γίνονται με αποφάσεις του Δευτεροβάθμιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου (Δ.Υ.Σ.), σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία άρθρα αυτού του Κανονισμού και του Υπηρεσιακού Οργανισμού. Όλες οι αναθέσεις καθηκόντων Προϊσταμένου κοινοποιούνται από την αρμόδια για θέματα προσωπικού οργανωτική μονάδα.
4. Σε περίπτωση πρόσκαιρου κωλύματος ή απουσίας επιτρέπεται, με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, εφόσον αυτό είναι απολύτως αναγκαίο, η προσωρινή ανάθεση του συνόλου ή μέρους των καθηκόντων για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών σε άλλον εργαζόμενο κατά προτίμηση της αυτής Υπηρεσίας ή, εφόσον δεν καθίσταται αυτό δυνατό, άλλης Υπηρεσίας, εφόσον μπορεί να ασκεί παράλληλα εντός του αυτού ωραρίου και τα δικά του καθήκοντα.
5. Η προσωρινή ανάθεση καθηκόντων θα πρέπει επίσης κατά προτίμηση να γίνεται σε εργαζόμενο της αυτής ιεραρχικής θέσης. Εάν αυτό δεν καθίσταται αντικειμενικά δυνατό, μπορεί τα εν λόγω καθήκοντα να ανατεθούν και σε εργαζόμενο ανώτερης θέσης, χωρίς η ανάθεση αυτή να μπορεί να θεωρηθεί ως βλαπτική μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ
Αξιολόγηση Προσωπικού
1. Η αξιολόγηση του προσωπικού γίνεται με σύστημα αξιολόγησης, που καθορίζεται με Απόφαση του Δ.Σ. της εταιρείας.
2. Η αξιολόγηση του προσωπικού γίνεται με βάση τα στοιχεία του προσωπικού μητρώου κάθε υπαλλήλου, από τα οποία εκτιμώνται, ενδεικτικά αναφερόμενα, τα εξής :
α. Η άρτια επαγγελματική κατάρτιση και οι επιστημονικές γνώσεις.
β. Η δραστηριότητα στην υπηρεσία, η ικανότητα και η ανάπτυξη πρωτοβουλιών και ευθυνών.
γ. Η ευχέρεια προγραμματισμού και συντονισμού.
δ. Η επιτυχής άσκηση καθηκόντων Προϊσταμένου διοικητικής ενότητας οποιουδήποτε και η ικανότητα παρακίνησης των υφισταμένων για αυξημένη απόδοση στην υπηρεσία.
ε. Πιστοποιητικά παρακολούθησης εκπαιδευτικών ή επιμορφωτικών προγραμμάτων.
στ. Εργασίες ή μελέτες ή εισηγήσεις ή προτάσεις κατατεθειμένες στην υπηρεσία, οι οποίες αφορούν βελτιώσεις ή καινοτομίες για την αύξηση της αποδοτικότητας, τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την εξυπηρέτηση των πολιτών κ.λπ., και οι οποίες έχουν αξιοποιηθεί.
ζ. Η κατοχή περισσότερων τίτλων σπουδών από εκπαιδευτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών.
η. Αρνητικά στοιχεία κρίσης αποτελούν τα στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου, όπως και αυτά που μαρτυρούν απροθυμία ή αδιαφορία στην εκτέλεση των καθηκόντων και ιδιαίτερα οι συνεχείς αναρρωτικές άδειες και αδικαιολόγητες απουσίες.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΒΔΟΜΟ
Προϊστάμενοι Οργανωτικών Μονάδων και Διοικητικών Ενοτήτων
1. Ως προϊστάμενοι των Οργανωτικών Μονάδων και Διοικητικών Ενοτήτων επιλέγονται υπάλληλοι σύμφωνα με τα τυπικά προσόντα, που περιγράφονται στον Υπηρεσιακό Οργανισμό και με την αξιολόγηση των ουσιαστικών προσόντων.
2. Οι βασικές Οργανωτικές Μονάδες και Διοικητικές Ενότητες είναι τα επίπεδα διοίκησης, όπως αυτά προβλέπονται στον Υπηρεσιακό Οργανισμό.
3. Οι προϊστάμενοι που επιλέγονται από το κάθε φορά αρμόδιο υπηρεσιακό συμβούλιο τοποθετούνται με Απόφαση του Διευθύνοντα Σύμβουλου ως Προϊστάμενοι για τρία (3) έτη. Οι τοποθετούμενοι ως Προϊστάμενοι εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους, μέχρι την τυχόν επανεπιλογή τους ή την τοποθέτηση νέου Προϊσταμένου.
4. Η επιλογή Προϊσταμένων γίνεται, με βάση τις ειδικότερες ρυθμίσεις του παρόντος Κανονισμού και του Υπηρεσιακού Οργανισμού, ύστερα από αίτηση υποψηφιότητας που υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών, που τάσσεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο. Αίτηση μπορεί να υποβάλει ο οποιοσδήποτε ανεξάρτητα από θέση στην Εταιρεία.
5. Εγγραφή δήλωση υπαλλήλου, ότι δεν επιθυμεί να κριθεί κατά την επιλογή Προϊσταμένων, εκτιμάται από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο, με βάση τις ανάγκες της υπηρεσίας.
6. Σε περίπτωση κατά την οποία υπάλληλος δεν επανεπιλέγεται ως Προϊστάμενος αντίστοιχου επιπέδου με αυτήν που κατείχε κατά την κρίση, τοποθετείται σε θέση προϊσταμένου του αμέσως κατώτερου διοικητικού επιπέδου, εκτός εάν το Υπηρεσιακό Συμβούλιο κρίνει διαφορετικά, με αιτιολογημένη απόφασή του.
7. Με αιτιολογημένη Απόφαση του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, ο Προϊστάμενος μπορεί να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του και πριν από τη λήξη της τριετίας, για σοβαρό λόγο αναγόμενο στην πλημμελή άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων και ιδιαίτερα για αδικαιολόγητη επιείκεια ή μεροληψία κατά τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης, ευθυνοφοβία, απροθυμία για την εφαρμογή μεθόδων οργάνωσης και αποδοτικότητας, αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη διεκπεραίωση των υποθέσεων και πειθαρχικών διαδικασιών και μειωμένη ποσοτική ή ποιοτική απόδοση. Ο Προϊστάμενος μπορεί επίσης να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του με αίτησή του, ύστερα από Απόφαση του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, που συνεκτιμά τις υπηρεσιακές ανάγκες. Ο υπάλληλος που παραιτείται με αίτησή του, ανεξάρτητα από τους λόγους της Παραίτησης, στερείται του δικαιώματος επιλογής του ως Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας για μια τριετία. Τέλος ο Προϊστάμενος απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του πριν τη λήξη της τριετίας, εάν από τον κάθε φορά ισχύοντα Υπηρεσιακό Οργανισμό καταργηθεί η οργανική θέση που κατείχε.
8. Αν κενωθεί ή συσταθεί θέση Προϊσταμένου πριν από τη λήξη της θητείας, το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο επιλέγει νέο προϊστάμενο για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας. Η επιλογή Προϊσταμένων για τις θέσεις που κενώθηκαν ή συστάθηκαν γίνεται το αργότερο μέσα σε έναν μήνα.
9. Οι αμοιβές των Προϊσταμένων των Οργανωτικών Μονάδων, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντα αυτά, καθορίζονται με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας. Η απώλεια της θέσης ευθύνης σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί βλαπτική μεταβολή. Το επίδομα θέσης ευθύνης καταβάλλεται και στην περίπτωση προσωρινής απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του, αλλά όχι πέραν του ενός μηνός.
10. Τα Υπηρεσιακά Συμβούλια που έχουν την ευθύνη ορισμού Προϊσταμένων σε κάθε τακτική κρίση (ανά τριετία) δύνανται να αντικαταστήσουν μέχρι το πενήντα τοις εκατό (50%) των Προϊσταμένων του αυτού διοικητικού επιπέδου ευθύνης.
11. Τα Υπηρεσιακά Συμβούλια δεν κωλύονται να επιλέξουν ως Προϊστάμενο και υπάλληλο που δεν υπέβαλε αίτηση.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ
Υπηρεσιακά Συμβούλια
1. Πρωτοβάθμιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο (Π.Υ.Σ.).
Το Π.Υ.Σ. είναι πενταμελές, συγκροτείται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εταιρείας ο οποίος ορίζει και τους αναπληρωτές και αποτελείται από:
α. Ένα μέλος του Δ.Σ. της Εταιρείας που ορίζεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, ως Πρόεδρο.
β. Τον καθ` ύλη αρμόδιο Γενικό Διευθυντή ή ελλείψει αυτού τον Προϊστάμενο της αντίστοιχης Οργανωτικής Μονάδας.
γ. Τον αρμόδιο για θέματα προσωπικού Γενικό Διευθυντή ή ελλείψει αυτού τον Προϊστάμενο της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Οργανωτικής Μονάδας.
δ. Δύο αιρετούς εκπροσώπους των εργαζομένων, με ισάριθμους αναπληρωτές. Οι εκπρόσωποι τω εργαζομένων εκλέγονται με τους αναπληρωτές τους, με άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία από όλους του εργαζόμενους, με το σύστημα της απλής αναλογικής, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του ν. 1264/1982. Η διαδικασία, ο τρόπος, οι τοπικές εφορευτικές επιτροπές (ανά περιφερειακή οργανωτική μονάδα) και οι λεπτομέρειες της καθολικής μυστικής ψηφοφορίας καθορίζονται από πενταμελή κεντρική εφορευτική επιτροπή. Τα μέλη της κεντρικής εφορευτικής επιτροπής, η οποία προεδρεύεται από τον προϊστάμενο της Νομικής Υπηρεσίας της Εταιρίας, ορίζονται με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου, ύστερα από προτάσεις των συνδικαλιστικών Οργανώσεων που υπέγραψαν Σ.Σ.Ε. το προηγούμενο έτος. Στην ίδια Απόφαση τάσσεται και η προθεσμία, μέσα στην οποία πρέπει να εκλεγούν οι εκπρόσωποι αυτοί.
Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν εκλεγούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων, σύμφωνα με την παραπάνω διαδικασία και στην προθεσμία που τάχθηκε, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο δύναται να συγκροτηθεί και να λειτουργεί νόμιμα, με τον ορισμό των τριών (3) πρώτων μελών αυτού.
2. Δευτεροβάθμιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο (Δ.Υ.Σ.).
Το Δ.Υ.Σ. είναι πενταμελής και αποτελείται από :
α. Τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εταιρείας ως Πρόεδρο.
β. Δύο (2) μέλη του Δ.Σ. της Εταιρείας, που ορίζονται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και
γ. Δύο (2) εκπροσώπους εργαζομένων, με ισάριθμους αναπληρωματικούς, που εκλέγονται όπως στην προηγούμενη παράγραφο 1 περ. δ`.
3. Το Δ.Υ.Σ. επιλέγει τους Προϊσταμένους στο ανώτατο επίπεδο κάθε Οργανωτικής Μονάδας. Ενστάσεις κατά των αποφάσεων του Δ.Υ.Σ. υποβάλλονται μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη κοινοποίηση των αποφάσεων είτε από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ή τους ενδιαφερομένους και εξετάζονται από το Δ.Σ. της Εταιρείας.
4. Το Π.Υ.Σ. επιλέγει τους Προϊσταμένους των διοικητικών ενοτήτων των Οργανωτικών Μονάδων. Ενστάσεις κατά των αποφάσεων του Π.Υ.Σ. εξετάζοντας από το Δ.Υ.Σ., υποβάλλονται δε από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ή τους εργαζόμενους εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση των αποφάσεων.
5. Στη σύνθεση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων δεν συμμετέχουν οι κρινόμενοι υπάλληλοι ή σύζυγοι και συγγενείς εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού των κρινομένων.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ
Αποδοχές
1. Οι Αποδοχές καθορίζονται σύμφωνα με τις Σ.Σ.Ε. που ισχύουν κάθε φορά.
2. Υπερωριακή αποζημίωση δεν δικαιούνται οι Προϊστάμενοι των Οργανωτικών Μονάδων και δεν υπόκεινται στους περιορισμούς περί ωρών εργασίας. Σε όλως έκτακτες περιπτώσεις και με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου μπορεί να δοθεί αποζημίωση ως πριμ.
3. Οι εργαζόμενοι που δεν ασκούν τα καθήκοντα της κατηγορίας ή της θέσης που έχουν ενταχθεί, δεν λαμβάνουν όσα επιδόματα συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων αυτών.
4. Μισθοί, γενικά και ειδικά επιδόματα, δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, επιδόματα άδειας και αποζημιώσεις κάθε φύσης, καταβαλλόμενα τυχόν εκ παραδρομής, θεωρούνται ως προκαταβολή και κρατούνται σε δόσεις ατόκως από τις Αποδοχές επομένων μηνών εντός εύλογου χρόνου. Η κάθε δόση δεν υπερβαίνει το 1/10 των μηνιαίων αποδοχών του μισθωτού. Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας κρατείται ολόκληρο το ποσό από τη σχετική αποζημίωση.
5. Η καταβολή των τυχόν οφειλόμενων αποδοχών, σε εκείνους που για οποιονδήποτε λόγο αποχωρούν, πραγματοποιείται μετά την πλήρη εκκαθάριση και μετά από την υπογραφή δήλωσης εξόφλησης κάθε απαίτησης κατά του εργοδότη.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ
Άδειες Προσωπικού
Οι άδειες χορηγούνται στο προσωπικό της Εταιρείας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τις ρυθμίσεις του παρόντος Κανονισμού.
1. Κανονική άδεια
α. Το προσωπικό δικαιούται ετήσιας άδειας με Αποδοχές σύμφωνα μετ ην εργατική νομοθεσία σε συνδυασμό με τις διατάξεις της εκάστοτε εν ισχύι Ε.Γ.Σ.Σ.Ε..
β. Στις ημέρες ετήσιας κανονικής άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος δεν συμψηφίζονται οι ημέρες αποχής από την εργασία λόγω βραχείας ασθένειας, στράτευσης, συμμετοχής σε νόμιμη απεργία ή λόγω ανώτερης βίας ή σπουδαίου λόγου κατά το άρθρο 975 Α.Κ. ή οι ημέρες μη παροχής της εργασίας με τους όρους του άρθρου 656 Α.Κ.. Οι ημέρες αποχής που οφείλεται στους ίδιους λόγους θεωρούνται ως χρόνος πραγματικής απασχόλησης, προκειμένου να θεμελιωθεί το δικαίωμα λήψης άδειας. Βραχεία ασθένεια θεωρείται αυτή που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, μέσα στο αυτό έτος.
γ. Εφόσον ο μισθωτός δεν ζητήσει και δεν λάβει εντός του τρέχοντος έτους την άδειά του, δεν συντρέχει η κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του α.ν. 539/1945 περίπτωση αμέλειας της Εταιρείας και συνεπώς δεν οφείλεται η προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτήν αστική κύρωση.
δ. Στην περίπτωση κατά την οποία ο μισθωτός δεν κάνει χρήση της χορηγηθείσας σε αυτόν κανονικής άδειας, δεν έχει δικαίωμα να αξιώσει τη χορήγηση αυτής κατά το επόμενο έτος.
ε. Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας χωρίς να έχει ληφθεί η ετήσια άδεια με Αποδοχές, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
στ. Οι άδειες χορηγούνται σε δύο περιόδους θερινή και χειμερινή. Κάθε μισθωτός δικαιούται να λάβει από 1ης Μαΐου έως 30ής Σεπτεμβρίου μέχρι δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες από την ετήσια κανονική του άδεια.
2. Άδεια χωρίς Αποδοχές.
α. Το προσωπικό μπορεί να ζητήσει άδεια χωρίς Αποδοχές σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό την προϋπόθεση εξάντλησης της κανονικής άδειας ή οποιασδήποτε άλλης άδειας που ο εργαζόμενος θα μπορούσε να ζητήσει για το λόγο τον οποίο επικαλείται.
β. Προκειμένου να χορηγηθεί η άδεια χωρίς Αποδοχές, ο εργαζόμενος οφείλει να υποβάλει έγγραφη αίτηση για τη χορήγηση αυτής, στην οποία πρέπει να εκθέτει τους σοβαρούς προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους οι οποίοι κατά τη γνώμη του επιβάλλουν τη χορήγηση της άδειας, καθώς και την αιτούμενη διάρκεια και χρονική περίοδο χορήγησής της.
γ. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τους προβαλλόμενους λόγους, η έγκριση ή η απόρριψη της αιτούμενης άδειας χωρίς Αποδοχές, υπόκειται στην αποκλειστική εκτίμηση του αρμόδιου για τη χορήγησή της οργάνου, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών της Εταιρείας. Το αρμόδιο όργανο μπορεί, κατ` εκτίμησή του και με βάση τις ανάγκες της Εταιρείας, να εγκρίνει μικρότερης διάρκειας άδεια ή/και τη χορήγησή της κατά διαφορετική περίοδο από την αιτούμενη.
3. Λοιπές περί αδειών διατάξεις.
α. Οι άδειες χορηγούνται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται από τη διάταξη που τις προβλέπει.
β. Το προσωπικό δεν δικαιούται να εγκαταλείψει τη θέση του πριν του κοινοποιηθεί η περί χορήγησης άδειας Απόφαση.
γ. Εφόσον πρόκειται για θέση για την οποία είναι απαραίτητη η ύπαρξη αντικαταστάτη, θα πρέπει ο αναχωρών σε άδεια να παραδώσει σ` αυτόν πριν τη αναχώρησή του την υπηρεσία κανονικά.
δ. Ανάκληση άδειας είναι δυνατή μόνο σε ιδιαίτερα σοβαρούς υπηρεσιακούς λόγους ή μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, εφόσον εκτιμηθεί η σοβαρότητα των λόγων που ο εργαζόμενος επικαλείται και δεν δημιουργούνται προβλήματα στην υπηρεσία.
ε. Η υπέρβαση του χρόνου άδειας, εάν δεν δικαιολογείται από σπουδαίο λόγο που αποδεικνύεται δεόντως, συνιστά αυθαίρετη απουσία του εργαζομένου, με όλες τις σχετικές συνέπειες. Σε κάθε όμως περίπτωση, ο εργαζόμενος οφείλει να ειδοποιήσει έγκαιρα και με τον δέοντα ιεραρχικό τρόπο την υπηρεσία του σχετικά με το λόγο και το χρόνο της καθυστέρησης επανόδου του. Αδικαιολόγητη παράλειψη ειδοποίησης συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ
Εκπαίδευση
1. Για την εξασφάλιση της συνεχούς αξιοποίησης και ενημέρωσης του προσωπικού, ώστε αυτό να μπορεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της τεχνολογίας και της εκμετάλλευσης, η Εταιρεία δύναται να οργανώσει προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, επιμόρφωσης και Εκπαίδευσης, τα οποία στοχεύουν στο να καταστήσουν το προσωπικό ικανό να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο μεγαλύτερο δυνατό φάσμα των λειτουργιών και των δραστηριοτήτων της Εταιρείας.
2. Οι πιο πάνω, από την Εταιρεία προγραμματιζόμενες εκπαιδεύσεις είναι υποχρεωτικές για το προσωπικό. Ο τρόπος διαπίστωσης της απόδοσης του εκπαιδευόμενου προσωπικού γίνεται από τα αρμόδια όργανα της εταιρείας. Η επίδοση του προσωπικού στις εκπαιδεύσεις λαμβάνεται υπόψη στην εξέλιξή του.
3. Για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών της :
α. Οργανώνει προγράμματα εσωτερικής Εκπαίδευσης ή επιμόρφωσης αυτοδύναμα ή και σε συνεργασία με εκπαιδευτικούς οργανισμούς, ιδρύματα, προμηθευτές, κ.λπ..
β. Στέλνει προσωπικό για Εκπαίδευση, μετεκπαίδευση, επιμόρφωση ή ενημέρωση στο εσωτερικό ή εξωτερικό (σπουδές, σεμινάρια, συνέδρια κ.λπ.).
γ. Στα πλαίσια της προβλεπόμενης ενδοεπιχειρησιακής σχολής οργανώνει και εφαρμόζει ολοκληρωμένα προγράμματα Εκπαίδευσης μέσα από τα οποία το προσωπικό μπορεί να αποκτήσει νέα ουσιαστικά προσόντα, όπως αυτά προβλέπονται από τον Υπηρεσιακό Οργανισμό.
δ. Να ιδρύει σχολή επαγγελματικής κατάρτισης και Εκπαίδευσης.
4. Στον εργαζόμενο που έχει τουλάχιστον πέντε (5) χρόνια υπηρεσία είναι δυνατή η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας με Αποδοχές μέχρι δύο (2) χρόνια, για ειδικότερες σπουδές στο εσωτερικό ή εξωτερικό της χώρας που έχουν συνάφεια με την ειδικότητά του και τις ανάγκες της Εταιρείας. Η παραπάνω εκπαιδευτική άδεια χορηγείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου μετά από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας και Απόφαση του Δ.Σ.
Σε περίπτωση μετάβασης στο εξωτερικό, ο εργαζόμενος πρέπει να είναι γνώστης, αποδεδειγμένα, της γλώσσας της χώρας που θα εκπαιδευτεί.
Οι εργαζόμενοι στους οποίους χορηγείται εκπαιδευτική άδεια παίρνουν πλήρεις Αποδοχές. Όσοι τελούν σε εκπαιδευτική άδεια έχουν υποχρέωση να κρατούν ανά εξάμηνο ενήμερη την Εταιρεία για την πορεία της εκπαιδευσή τους και στη λήξη αυτής να υποβάλουν τους τίτλους σπουδών.
Σε περίπτωση που δεν αποκτήθηκε τίτλος σπουδών, ο εργαζόμενος υποχρεούται να καταβάλει στο ακέραιο τις Αποδοχές που έλαβε στη διάρκεια της εκπαιδευτικής άδειας, καθώς και τα επιπλέον έξοδα που κατέβαλε η Εταιρεία. Ο εργαζόμενος που έλαβε εκπαιδευτική άδεια και απέκτησε τίτλους σπουδών δεν έχει δικαίωμα να αποχωρήσει, παραιτούμενος, πριν την παρέλευση διπλάσιου της χορηγηθείσης εκπαιδευτικής άδειας χρόνου. Στην αντίθετη περίπτωση, που θα αποχωρήσει κατά παράβαση αυτής της διάταξης, υποχρεούται να επιστρέψει τις Αποδοχές, τα έξοδα μετακίνησης και τα έξοδα σπουδών που η Εταιρεία κατέβαλε.
Η εκπαιδευτική άδεια ανακαλείται μόνο με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο χρόνος της εκπαιδευτικής άδειας είναι χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Πρόσθετη Αμοιβή και Αμοιβή για εξαιρετικές πράξεις
1. Η οικεία Διεύθυνση μπορεί να εισηγείται αιτιολογημένα στη Διοίκηση της Εταιρείας την απονομή ηθικών και υλικών αμοιβών, οι οποίες είναι :
α) Έπαινος
β) Έπαινος και χρηματική αμοιβή
γ) Τιμητική άδεια με Αποδοχές.
2. Οι ηθικές και υλικές αμοιβές χορηγούνται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εργαζόμενος διακρίθηκε λόγω της διαγωγής του κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή των εξαίρετων πράξεών του εντός ή και εκτός υπηρεσίας. Το τι συνιστά εξαιρετική πράξη, καθώς και το είδος της αντιστοιχούσας ηθικής και το ύψος της χρηματικής αμοιβής, καθορίζονται κατά την κρίση της Διοίκησης.
3. Εξαιρετικές πράξεις, ενδεικτικά, είναι :
α) Η με αυτοθυσία επέμβαση κάποιου για να αποτρέψει κινδύνους που θα μπορούσαν να έχουν επιζήμιες συνέπειες σε προσωπικό και υλικό.
β) Η εκτός του συνήθους κύκλου επιθεωρήσεων ανακάλυψη και έγκαιρη αναφορά σοβαρού τεχνικού σφάλματος, από το οποίο θα μπορούσε να προκληθεί ατύχημα.
γ) Η πέρα από τα όρια των συμβατικών υποχρεώσεων επαγγελματική απόδοση, η οποία αποδεικνύεται με εκθέσεις των διευθυντών.
δ) Πράξη ή διαγωγή που μπορεί να θεωρηθεί αξιομίμητη και η οποία προξένησε ευμενέστερα σχόλια για την Εταιρεία και το προσωπικό της γενικότερα.
4. Οι ηθικές και χρηματικές αμοιβές απονέμονται στους εργαζόμενους από την Εταιρεία μετά από έγγραφη και αιτιολογημένη πρόταση των προϊσταμένων τους.
5. Η χρηματική αμοιβή μπορεί να φθάσει στο ύψος των μηνιαίων αποδοχών του εργαζομένου.
6. Ο αριθμός των ημερών της χορηγούμενης τιμητικής άδειας καθορίζεται κατά την κρίση της Διοίκησης.
7. Η απονομή ηθικών και χρηματικών αμοιβών συνεκτιμάται κατά την κρίση για την εξέλιξη του προσωπικού.
8. Η πράξη και οι αμοιβές κοινοποιούνται στο λοιπό προσωπικό με τοιχοκόλληση τις Υπηρεσίες της οικείας Διεύθυνσης και στην αρμόδια για το προσωπικό Υπηρεσία.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ
Στρατιωτική Υπηρεσία
1. Στο προσωπικό που καλείται στις ένοπλες δυνάμεις για λόγους επιστράτευσης ή για άλλο λόγο (στρατιωτική άσκηση, Εκπαίδευση εφέδρων κ.λπ.) εφαρμόζονται οι διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας.
2. Προσωπικό που καλείται στις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων λόγω επιστράτευσης ή για άλλο λόγο (στρατιωτική άσκηση, Εκπαίδευση εφέδρων κ.λπ.) διατηρεί το δικαίωμα για τη θέση εργασίας που κατείχε πριν την κλήση του και επανέρχεται αυτοδίκαια σε αυτήν, μετά την απόλυσή του από τις ένοπλες δυνάμεις.
Ο χρόνος επιστράτευσης, άσκησης ή Εκπαίδευσης εφέδρων κ.λπ. θεωρείται πραγματικός χρόνος υπηρεσίας.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Νομική Κάλυψη
Η Εταιρεία αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει Νομική Κάλυψη, στα πάσης φύσεως ποινικά και αστικά δικαστήρια, στα οποία διάδικοι ή κατηγορούμενοι είναι εργαζόμενοι και για λογαριασμό τους, εφόσον πρόκειται για τροχαία ατυχήματα που προέκυψαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σχετίζονται με την υπηρεσία τους και ασκούν επιρροή στην αστική δίκη.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΠΕΜΠΤΟ
Ασθένειες
1. Εάν ο εργαζόμενος δεν μπορεί λόγω ασθένειας, να προσέλθει στην εργασία του, οφείλει να ενεργήσει ως εξής :
α) Ειδοποιεί πριν την έναρξη της εργασίας του, σχετικά με την αδυναμία του αυτή, τον άμεση Προϊστάμενό του ή σε περίπτωση απουσίας αυτού, τον αντικαταστάτη του ή σε περίπτωση μη εύρεσης αυτών, το τμήμα Προσωπικού.
β) Κατά τη διάρκεια ασθένειάς του ο εργαζόμενος οφείλει να μην απουσιάζει από την κατοικία του παρά μόνο εξαιτίας εντελώς απόλυτης ανάγκης και να ενημερώνει στην περίπτωση αυτήν πάραυτα την υπηρεσία του, καθώς επίσης να παρέχει οποιαδήποτε σχετική πληροφορία για την εξέλιξη της υγείας του και τα πλήρη στοιχεία της διαμονής του για παροχή πληροφοριών υπηρεσιακής φύσης. Η μη ανεύρεση ασθενούς εργαζόμενου στη δηλωθείσα διεύθυνση θεωρείται αδικαιολόγητη απουσία.
γ) Την ημέρα επανάληψης της εργασίας του αποδεικνύει την ασθένειά του με την προσκόμιση, στο αρμόδιο τμήμα Προσωπικού, βεβαίωσης γιατρού του κύριου ασφαλιστικού του φορέα ή, σε περίπτωση αδυναμίας προσκόμισης αυτού, δημόσιου νοσοκομείου ή συμβεβλημένης με τον ασφαλιστικό του φορέα κλινικής, όπου θα αναγράφονται και οι ημέρες της, ιατρικώς, επιβεβλημένης αποχής αυτού από την εργασία.
δ) Τις ίδιες παραπάνω υποχρεώσεις έχει και ο εργαζόμενος που αδυνατεί να εργασθεί λόγω εργατικού ατυχήματος.
2. Εφόσον ο εργαζόμενος δεν προσκομίσει τα απαιτούμενα κατά τα ανωτέρω δικαιολογητικά, θεωρείται ότι απουσίασε αυθαίρετα και αδικαιολόγητα με τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Η προσκόμιση βεβαίωσης περί ασθένειας ιδιώτη γιατρού δεν καθιστά δικαιολογημένη την απουσία του μισθωτού.
3. Το προσωπικό, το οποίο λόγω ασθένειας απέχει από την εργασία του, δικαιούται κατά τη διάρκεια της ασθένειάς του αποδοχών, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, και επιδότησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του κύριου ασφαλιστικού φορέα.
4. Για τις άδειες ασθένειας των Δικηγόρων εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων και η ασθένεια αποδεικνύεται με πιστοποιητικό του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα ή με πιστοποιητικό αναγνωρισμένου Νοσηλευτικού Ιδρύματος.
5. Σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος και μόνο, καταβάλλονται από την Εταιρεία στον εργαζόμενο Αποδοχές μέχρι δύο (2) μηνών, εφόσον δε μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών δεν είναι πλήρως ικανός να αναλάβει την εργασία την οποία έκανε, είναι δυνατή με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, η μετάταξή του σε άλλη κατηγορία προσωπικού, τα καθήκοντα της οποίας είναι ικανός να εκτελέσει, εφόσον υφίσταται κενή οργανική θέση.
6. Η αδυναμία του μισθωτού να εκτελέσει, συνεπεία ασθενείας, την εργασία για την οποία προσλήφθηκε, δεν δημιουργεί υποχρέωση στη Εταιρεία για αλλαγή του αντικειμένου της εργασίας του.
7. Ο μισθωτός που εμφανίζει ολική ή μερική σωματική ή πνευματική αναπηρία παραπέμπεται υποχρεωτικά από τη Διοίκηση της Εταιρείας στη Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή Ανικανότητας του Ι.Κ.Α., προκειμένου να διαπιστωθεί αν είναι ικανός ή ανίκανος για εργασία.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΚΤΟ
Γενικές Υποχρεώσεις Προσωπικού
1. Το προσωπικό οφείλει να γνωρίζει και να τηρεί αυτόν τον Κανονισμό και τις εκάστοτε αποφάσεις, εγκυκλίους, ανακοινώσεις και οδηγίες των αρμόδιων οργάνων της Εταιρείας. Για κάθε αμφιβολία επί του περιεχομένου του Κανονισμού, των αποφάσεων, εγκυκλίων και οδηγιών πρέπει να ζητά τη γνώμη των Προϊσταμένων του.
2. Το προσωπικό έχει υποχρέωση να επιδεικνύει τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια και να αφιερώνει ανεπιφύλακτα τις γνώσεις και την εμπειρία του, όπως και τη δραστηριότητα και ενεργητικότητα του στην εκτέλεση της εργασίας του.
3. Έχει υποχρέωση να εξυπηρετεί ευσυνείδητα και μέσα στα όρια των κειμένων νόμων και κανονισμών τα συμφέροντα της Εταιρείας, συμβάλλοντας με όλες τις δυνάμεις του στην αρτιότερη λειτουργία της.
4. Έχει υποχρέωση να προσέρχεται ανελλιπώς και να εργάζεται κανονικά καθ` όλο το καθοριζόμενο, κάθε φορά, ωράριο και να ασχολείται αποκλειστικά με την εκτέλεση των καθηκόντων, τα οποία συνεπάγεται η θέση που κατέχει.
5. Το προσωπικό, αδυνατώντας λόγω ασθένειας ή άλλου ανυπέρβλητου κωλύματος, να προσέλθει στην εργασία του, οφείλει να το γνωστοποιεί αμέσως (κατά την εκδήλωση της ασθένειας ή την εμφάνιση του κωλύματος) και δια παντός πρόσφορου μέσου στον Προϊστάμενό του.
6. Το προσωπικό είναι υποχρεωμένο να εκτελεί τις προφορικές και γραπτές εντολές των Προϊσταμένων του. Σε περίπτωση που οι οδηγίες που του δίνονται είναι, κατά την άποψή του, αντίθετες με άλλες, έχει δικαίωμα να επιστήσει την προσοχή του Προϊσταμένου, αλλά όταν αυτός επιμένει είναι υποχρεωμένος να τις εκτελέσει, αφού ζητήσει και λάβει έγγραφη εντολή και στη συνέχεια δύναται να αναφερθεί εγγράφως στην ιεραρχία.
Σε περίπτωση που ο μισθωτός κρίνει ότι κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα του ίδιου ή άλλων μισθωτών ή επιβατικού κοινού μπορεί να ζητήσει έγγραφη εντολή, διαφορετικά δικαιούται να μην εκτελέσει την εντολή.
7. Όλο το προσωπικό που καθορίζει η Εταιρεία υποχρεούται να φέρει κατά τις ώρες εργασίας του τις χορηγούμενες στολές, είδη ιματισμού και οποιαδήποτε άλλη εξάρτηση που στοχεύει στην ευπρεπή εμφάνιση ή στην ασφαλή εκτέλεση της εργασίας.
Η στολή, καθώς και τα διάφορα είδη ιματισμού αποφασίζονται, ως προς το είδος και τους κλάδους που θα κάνουν χρήση, από την Εταιρεία. Χορηγούνται από την Εταιρεία ως χρησιδάνειο, με αποκλειστικό σκοπό τη κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών και σε καμία περίπτωση δεν έχει χαρακτήρα αντιπαροχής για την προσφερόμενη εργασία ή οποιαδήποτε έννοια οικονομικής ενίσχυσης. Το προσωπικό υποχρεούται να διατηρεί τις στολές και τα λοιπά είδη ιματισμού καθαρά με δικά του έξοδα.
8. Το προσωπικό είναι υποχρεωμένο να τηρεί αυστηρά όλα τα καθορισμένα μέτρα ατομικής και συλλογικής προστασίας και ασφάλειας.
9. Εξαιτίας του αντικειμένου των εργασιών ορισμένων λειτουργιών, οι απασχολούμενοι σε αυτές μισθωτοί είναι υποχρεωμένοι, όταν αυτό είναι αναγκαίο, να υπόκεινται σε έλεγχο. Κατά τον έλεγχο, ο οποίος πρέπει να είναι ομαδικός, μπορεί να είναι παρών εκπρόσωπος της Συνδικαλιστικής Οργάνωσης και πάντα θα διενεργείται από αρμόδια όργανα και θα γίνεται με τρόπο που δεν θα θίγει την προσωπικότητα και αξιοπρέπεια των εργαζομένων.
10. Το προσωπικό οφείλει να συμπεριφέρεται προς τους ανωτέρους του, προς τους συναδέλφους και τους υφισταμένους του με λεπτότητα και ευγένεια, καθώς και με πνεύμα συναδελφικής συνεργασίας για την εξυπηρέτηση και προαγωγή των συμφερόντων της Εταιρείας, τα οποία πρέπει να αποτελούν το γνώμονα κάθε προσπάθειας και ενέργειάς του. Την ίδια συμπεριφορά επίσης οφείλει να έχει προς το επιβατικό κοινό και σε κάθε τρίτο που, για λόγους υπηρεσιακούς, έρχεται σε επαφή.
11. Προσωπικό που βρίσκεται στην ανάγκη να λάβει, με προσωπική του ευθύνη, μέτρα που αντίκειται στις υπηρεσιακές διατάξεις, οφείλει να ειδοποιεί αμέσως τον Προϊστάμενό του, δικαιολογώντας την ενέργειά του αυτή. Η λήψη των μέτρων αυτών δικαιολογείται μόνο από την αδυναμία της άμεσης επικοινωνίας του με οποιονδήποτε Προϊστάμενο, άμεσο ή έμμεσο.
12. Το προσωπικό οφείλει να αναφέρει αμέσως και εγγράφως στις αρμόδιες για θέματα προσωπικού διοικητικές ενότητες, κάθε μεταβολή της προσωπικής του κατάστασης.
13. Το προσωπικό υποχρεούται να αναφέρεται πάντοτε ιεραρχικά δια του αμέσου Προϊσταμένου του. Αιτήσεις, ενστάσεις, παράπονα ή αναφορές για οποιοδήποτε θέμα υποβάλλονται ιεραρχικά. Μόνο σε περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας ανάγκης επιτρέπεται υπέρβαση με ταυτόχρονη ανακοίνωση προς τον άμεσο Προϊστάμενο. Σε περίπτωση κατά την οποία παρέλθει από την υποβολή της αναφοράς, χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του μηνός χωρίς να σημειωθεί καμία ενέργεια επί της αναφοράς, το προσωπικό μπορεί να αναφερθεί απευθείας στο Διευθύνοντα Σύμβουλο, με σύγχρονη ανακοίνωση στον άμεσο Προϊστάμενό του.
14. Οι Προϊστάμενοι κάθε βαθμού οφείλουν να κατατοπίζουν και να καθοδηγούν τους υφιστάμενους τους στο Αντικείμενο της εργασίας τους και για κάθε γενικό θέμα που έχει σχέση με την εργασία. Οφείλουν επίσης να μεριμνούν ώστε οι υφιστάμενοί τους να λαμβάνουν πάντοτε γνώση των αποφάσεων, ανακοινώσεων και εγκυκλίων.
15. Κάθε Προϊστάμενος είναι υπεύθυνος για την τήρηση της πειθαρχίας από τους υφισταμένους του, καθώς και για την κανονική εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.
16. Το προσωπικό οφείλει, όταν αρμοδίως κληθεί για παροχή διευκρινίσεων ή κατάθεση ή μαρτυρία εξώδικη ή δικαστική, να καταθέτει με βάση εκείνα τα οποία, λόγω της θέσης εργασίας του, γνωρίζει.
17. Απαγορεύεται η συμμετοχή του προσωπικού αμέσως ή εμμέσως σε δημοπρασίες προμηθειών ή έργων, καθώς και η παροχή υπηρεσιών στην εταιρεία με οποιονδήποτε τρόπο.
18. Απαγορεύεται στο προσωπικό :
α) Η απασχόληση κατά τις ώρες εργασίας σε προσωπικές ή ξένες προς το έργο του ασχολίες.
β) Κάθε απασχόληση εκτός ωρών εργασίας που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες της Εταιρείας, εκτός και αν, προς τούτο, έχει ζητηθεί και χορηγηθεί έγγραφη άδεια από τη Διοίκηση.
γ) Η απασχόληση υφισταμένου από ιεραρχικά ανώτερο σε εργασίες ξένες προς την υπηρεσία κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας ή και μετά από τη λήξη αυτού. Η σχετική παράβαση αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
δ) Να δέχεται δώρα ή να εξασφαλίζει άμεσα ή έμμεσα υπέρ αυτού ή των οικείων του ωφελήματα κάθε φύσης από οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο για την άσκηση των υπηρεσιακών του καθηκόντων. Η σχετική παράβαση, εκτός των άλλων ποινικών ή αστιών συνεπειών, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
ε) Να μεταδίδει ή να συμμετέχει στη μετάδοση ανακριβών ή ψευδών ειδήσεων για την Εταιρεία.
στ) Να εξάγει παράνομα από τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης υλικά ή οποιοδήποτε Αντικείμενο που ανήκει στην ιδιοκτησία, νομή ή κατοχή της Εταιρείας.
ζ) Να παραμένει ή να περιφέρεται άσκοπα στους χώρους εργασίας. Το προσωπικό έχει ελεύθερη είσοδο μόνο στον τόπο εργασίας του και κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας του.
η) Η συμμετοχή του, ατομικά είτε συλλογικά, στο να επιλαμβάνεται θέματος για το οποίο έχει συμφέρον το ίδιο ή συγγενής του εξ αίματος ή αγχιστείας μέχρι και τρίτου βαθμού. Η παράβαση της παραγράφου αυτής αποτελεί λόγο ακύρωσης της Απόφασης.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΒΔΟΜΟ
Ειδικά Καθήκοντα Προσωπικού Κίνησης
Τα καθήκοντα του Προσωπικού Κίνησης, στη διάρκεια της εργασίας του, είναι :
1. Να συμπεριφέρεται αξιοπρεπώς και με ευγένεια προς το επιβατικό κοινό και να παρέχει κάθε δυνατή πληροφορία σχετική με τη συγκοινωνία.
2. Να προσέρχεται έγκαιρα στο χρόνο και τον τόπο που είναι προγραμματισμένος για τη έναρξη της εργασίας του. Σε περίπτωση αδυναμίας προσέλευσης για οποιονδήποτε λόγο οφείλει να ειδοποιεί έγκαιρα και τουλάχιστον 3 ώρες νωρίτερα από την έναρξη της βάρδιας της Υπηρεσία.
3. Πριν από την παραλαβή του οχήματος οφείλει να κάνει τον απαραίτητο έλεγχό του. Ο οδηγός δεν υποχρεούται στη συντήρηση του οχήματος, η οποία πραγματοποιείται από την τεχνική υπηρεσία.
4. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του υποχρεούται να φέρει καθαρή και περιποιημένη την υπηρεσιακή στολή, εφόσον χορηγείται, και να επιμελείται της αξιοπρεπούς γενικά εμφάνισής του.
5. Να καταλαμβάνει τη θέση του μόλις το λεωφορείο καλείται για δρομολόγηση.
6. Να σταθμεύει το λεωφορείο στα σημεία που έχουν τοποθετηθεί οι ενδεικτικές πινακίδες των στάσεων.
7. Να τηρεί τις σχετικές με τα καθήκοντά του διατάξεις του Κ.Ο.Κ..
8. Να σβήνει τη μηχανή του λεωφορείου και να φροντίζει για τη ασφαλή στάθμευσή του, μόλις φθάσει στις αφετηρίες και τα τέρματα, για λόγους ασφάλειας και οικονομίας και για την αποφυγή μόλυνσης του περιβάλλοντος.
9. Να μην αφήνει τη θέση του σε τέρματα ή αφετηρίες, όπου το έδαφος είναι επικλινές για την αποφυγή ατυχημάτων.
Να φροντίζει να παραλαμβάνει από τις στάσεις το επιβατικό κοινό, καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια.
10. Να τοποθετηθεί κατά την έναρξη κάθε δρομολογίου την ενδεικτική πινακίδα και τον αριθμό προορισμού του λεωφορείου (τόσο στη μετωπική πινακίδα όσο και στη πλαϊνή και την οπίσθια, καθώς και τις λωρίδες διαδρομής).
11. Να αποφεύγει τις συζητήσεις και να μην διαπληκτίζεται με το επιβατικό κοινό.
12. Να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις των προϊσταμένων για την απόσπαση του λεωφορείου σε άλλες γραμμές εντός του ωραρίου εργασίας. Απαγορεύεται οποιασδήποτε παραβίαση του διαλείμματος.
13. Να κάνει χρήση της κόρνας του λεωφορείου μόνο σε εντελώς εξαιρετικές περιστάσεις, για να αποφεύγεται η ηχορύπανση.
14. Να φροντίζει για την κανονική και ασφαλή οδήγηση του λεωφορείου και να είναι υπεύθυνος για κάθε υπαίτια βλάβη ή φθορά του.
15. Να καταθέτει, εντός 48ώρου, δήλωση στον ασφαλιστικό φορέα ή στον αρμόδιο για τούτο υπάλληλο, για κάθε βλάβη ή ζημιά που προκλήθηκε από το λεωφορείο, ανεξάρτητα από την υπαιτιότητά του.
16. Να φροντίζει για την άμεση μεταφορά των τυχόν τραυματιών στο σταθμό Α` βοηθειών ή στα πλησιέστερα νοσοκομεία.
17. Σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του το λεωφορείο πάθει κάποια βλάβη, να γνωστοποιεί αμέσως τη βλάβη στην τεχνική υπηρεσία και στο σταθμάρχη, ενώ ολοκληρώνει το δρομολόγιο αν αυτή είναι επουσιώδης και δεν δημιουργεί προβλήματα στην ασφαλή μεταφορά του επιβατικού κοινού (π.χ. ακυρωτικό, άνοιγμα μιας πόρτας, καθρέπτες κ.λπ.).
18. Κατά την παράδοση του οχήματος στον επόμενο οδηγό, είτε αυτή προέρχεται από διάλειμμα είτε από αλλαγή βάρδιας, ο οδηγός υποχρεούται να ενημερώνει για την κατάσταση του οχήματος και να συντάσσει σχετικό δελτίο βλαβών.
19. Να ειδοποιεί αμέσως την υπηρεσία του σε περίπτωση ανώτερης βίας, η οποία τον αναγκάζει να βρίσκεται εκτός υπηρεσίας. Η σχετική ειδοποίηση καταγράφεται σε ειδικό βιβλίο.
20. Να μην συμπεριφέρεται ανάρμοστα σε συνάδελφο ή προϊστάμενό του.
21. Να εκτελεί επακριβώς, στην ώρα της, κάθε διαδρομή ακόμα και όταν βρίσκεται νωρίτερα στην αφετηρία ή το τέρμα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο σχετικό καρτελάκι λεωφορείου ή σύμφωνα με την εντολή που θα του δώσει ο υπεύθυνος σταθμάρχης. Ως επίσημη ώρα θεωρείται η εμφανιζόμενη στο τηλεχειριστήριο της ακυρωτικής συσκευής του λεωφορείου, στο οποίο εργάζεται ο οδηγός.
22. Να παραδίδει στην υπηρεσία κάθε Αντικείμενο, που τυχόν βρέθηκε στο λεωφορείο ή στο αμαξοστάσιο και είναι στην κατοχή του. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις.
23. Να μην κάνει χρήση οινοπνευματοδών ποτών ή ψυχοτρόπων φαρμάκων κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του ή να βρίσκεται υπό την επήρεια αυτών.
24. Να τοποθετεί καρτελάκι με τα στοιχεία του στην καθορισμένη προς τούτο θέση του λεωφορείου.
25. Να μην παραποιεί ή αλλοιώνει ιατρικές βεβαιώσεις ή χορηγηθείσες άδειες και κάθε υπηρεσιακό έγγραφο.
26. Ο οδηγός, κατά την αλλαγή της βάρδιας του στα τέρματα και τις αφετηρίες, είναι υποχρεωμένος να παραμείνει μέχρι τη λήξη της βάρδιας του στο λεωφορείο και έως ότου αντικατασταθεί. Εάν αυτή δεν γίνει, υποχρεούται έστω και υπερωριακά να μεταφέρει το λεωφορείο στο αμαξοστάσιο, εάν ο σταθμάρχης δώσει τη σχετική εντολή.
Σε λεωφορειακές γραμμές που η αλλαγή γίνεται σε ενδιάμεσο σημείο, εάν δεν παρουσιαστεί έγκαιρα ο οδηγός της επόμενης βάρδιας, είναι υποχρεωμένος στη χωρίς καθυστέρηση ολοκλήρωση του δρομολογίου. Εάν για την εργασία αυτή υπερβεί το χρόνο της προγραμματισμένης βάρδιας του, λαμβάνει τη νόμιμη υπερωριακή αμοιβή.
27. Σε περίπτωση που η βλάβη στο λεωφορείο γίνεται σε σημείο όπου δεν μπορεί να ειδοποιήσει την υπηρεσία, να ασφαλίζει το όχημα, να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα που ορίζει ο Κ.Ο.Κ. και να μεταβαίνει στο πλησιέστερο σημείο για να κάνει τη σχετική ειδοποίηση στην υπηρεσία. Τα έξοδα μεταφοράς και επικοινωνίας του οδηγού βαρύνουν την Εταιρεία.
28. Σε περίπτωση που η βλάβη στο όχημα υποχρεώσει τον οδηγό να παραμείνει στο λεωφορείο τόση ώρα, όση δεν θα του επιτρέπεται να έχει τη 12ωρη ανάπαυση από την επόμενη βάρδια, τότε η αρμόδια υπηρεσία χορηγεί στον οδηγό τέτοια επόμενη βάρδια ώστε να καλύπτεται το 12ωρο.
29. Απαγορεύεται αλλαγή βάρδιας μεταξύ των οδηγών, εκτός εάν υπάρχει έγκριση της υπηρεσίας, μετά από σχετική αίτησή του ή των οδηγών.
30. Να εκτελεί την τελευταία νυκτερινή διαδρομή (δρομολόγιο) υποχρεωτικά. Σε περίπτωση υπέρβασης του ωραρίου εργασίας χορηγείται υπερωρία.
31. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται από την Τουρκία για υπεράριθμους επιβάτες ή εκπομπή καυσαερίων πληρώνονται από την Εταιρεία.
32. Να επιβιβάζει και αποβιβάζει το επιβατικό κοινό σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ο.Κ., τις εγκυκλίους του Ο.Α.Σ.Α. και ανάλογα με τις διαμορφωμένες συνθήκες.
33. Με Απόφαση του Δ.Σ. της Εταιρείας ρυθμίζεται η πώληση εισιτηρίων από τους οδηγούς. Η ίδια Απόφαση, μετά από πρόταση Συλλογικού Οργάνου των Εργαζομένων, ρυθμίζει τη διαδικασία και τις λεπτομέρειες, καθώς και τη σχέση του οδηγού με το σύστημα είσπραξης κομίστρου.
34. Η παραλαβή και η παράδοση του λεωφορείου γίνεται σε περισσότερα του ενός σημεία, σύμφωνα με τον προγραμματισμό και τις ανάγκες της υπηρεσίας.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ
Πειθαρχικά παραπτώματα
1. Κάθε παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, με πράξη ή παράλειψη, που είναι δυνατόν να καταλογισθεί, αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα.
2. Με την έννοια υπηρεσιακό καθήκον νοείται κάθε υποχρέωση που απορρέει από :
α. Τις σχετικές διατάξεις αυτού του Κανονισμού και του Υπηρεσιακού Οργανισμού.
β. Τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την ατομική σύμβαση εργασίας, τις αποφάσεις, εγκυκλίους, οδηγίες και εντολές, γραπτές ή προφορικές, που κάθε φορά ισχύουν, από τη φύση της εργασίας, καθώς και από τη συμπεριφορά και γενικά διαγωγή του εργαζομένου κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εντός του χώρου και του χρόνου εκτέλεσης της εργασίας του.
γ. Την κείμενη νομοθεσία.
4. Η κίνηση της διαδικασίας παραπομπής του προσωπικού για πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί υποχρέωση των προϊσταμένων και γίνεται μέσα από την ιεραρχία της οργανωτικής μονάδας.
5. Δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα η νόμιμη απεργία.
ΆΡΘΡΟ ΕΙΚΟΣΤΟ ΕΝΑΤΟ
Πειθαρχικές ποινές
1. Πειθαρχικές ποινές για κάθε παράπτωμα, ανάλογα με τη βαρύτητά του, είναι :
α. Γραπτή επίπληξη.
β. Αργία 1 έως 2 ημερών ή πρόστιμο 1 ημερομισθίου.
γ. Αργία 3 έως 5 ημερών ή πρόστιμο 2 ημερομισθίων.
δ. Αργία 6 έως 10 ημερών ή πρόστιμο 3 ημερομισθίων.
ε. Αργία 11 έως 30 ημερών.
στ. Προσωρινή παύση πάνω από 31 ημέρες μέχρι 6 μήνες.
ζ. Απόλυση.
2. Το πρόστιμο υπολογίζεται επί του συνόλου των, κατά το χρόνο της εκδόσεως της πειθαρχικής Απόφασης, τακτικών αποδοχών.
3. Τα πρόστιμα που επιβάλλονται καταβάλλονται στο ταμείο της Εταιρείας, διατίθενται δε για την κοινωνική, πολιτιστική και εκπαιδευτική πολιτική υπέρ των εργαζομένων. Τυχόν παρακρατηθέντα και παρακρατηθέντα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων χρηματικά ποσά, από την αιτία αυτή, επιστρέφονται στην Εταιρεία.
4. Ο τιμωρηθείς με ποινή ή προσωρινής παύσης στερείται τις αντίστοιχες Αποδοχές του.
5. Ο χρόνος της ποινής προσωρινής παύσης και για όσο χρόνο διαρκεί η ποινή δεν θεωρείται χρόνος υπηρεσίας.
6. Οι Πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται ανάλογα με τη βαρύτητα του διαπραχθέντος παραπτώματος, την ιεραρχική θέση, τη θέση ευθύνης και την προσωπικότητα του κρινόμενου, τις συνέπειες που προκλήθηκαν, ως και τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε. Η υποτροπή για το ίδιο ή διαφορετικό παράπτωμα αποτελεί ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση. Σε περιπτώσεις υποτροπής, πέραν των προβλεπόμενων στο άρθρο τριακοστό του παρόντος Κανονισμού, εφόσον αυτές έλαβαν χώρα εντός δύο (2) ετών, το πειθαρχικό όργανο μπορεί να υπερβεί τις προβλεπόμενες, για το κρινόμενο παράπτωμα, Πειθαρχικές ποινές.
7. Για την αυτή πράξη επιβάλλεται μια ποινή, ανεξάρτητα εάν περιέχει τα στοιχεία περισσότερων πειθαρχικών παραπτωμάτων. Για περισσότερα Πειθαρχικά παραπτώματα που συνεκδικάζονται επιβάλλεται μία, κατά συγχώνευση, ποινή.
8. Η αναπροσαρμογή του ύψους της ζημιάς όλων των περιπτώσεων αυτού του Κανονισμού διενεργείται, σε ετήσια βάση, με Απόφαση του Δ.Σ..
9. Οι Πειθαρχικές ποινές επιβάλλονται στον εργαζόμενο που έχει υποπέσει σε παράπτωμα, ανεξάρτητα από τις τυχόν ποινικές, αστικές και λοιπές ευθύνες που έχει αυτός έναντι της Εταιρείας ή έναντι τρίτων.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ
Πειθαρχικά παραπτώματα και Ποινές
Η απαρίθμηση των πειθαρχικών παραπτωμάτων είναι ενδεικτική :
Α. Η ποινή της γραπτής επίπληξης επιβάλλεται :
1. Για απλής μορφής παραβάσεις, οι οποίες δεν προκαλούν κίνδυνο ή ζημιά.
2. Για αδικαιολόγητη αναβολή στην εκτέλεση των εντολών ή οδηγιών, που δίνουν οι αρμόδιοι προϊστάμενοι.
3. Για πρόσκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα, από το οποίο προκλήθηκε ζημιά από 100.000-200.000 δρχ.
Β. Η ποινή της αργίας 1 έως 2 ημερών ή προστίμου 1 ημερομισθίου επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα, για το οποίο έχει επιβληθεί ποινή της προηγούμενης περίπτωσης και δεν έχει περάσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 2 μηνών από την επιβολή της ποινής.
2. Για ανάρμοστη συμπεριφορά σε συνάδελφο.
3. Για υπαίτια εκτέλεση υπηρεσίας (δρομολόγιο) σε χρόνο λιγότερο από το καθορισμένο ωράριο.
4. Για αδικαιολόγητη απουσία 1 ημέρας.
5. Για πρόκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα, για το οποίο προκλήθηκε ζημιά από 200.001-300.000 δρχ.
6. Για μη έγκαιρη ειδοποίηση της υπηρεσίας σε περίπτωση κωλύματος για εργασία.
Γ. Η ποινή της αργίας 3 έως 5 ημερών ή του προστίμου 2 ημερομισθίων επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα, για το οποίο έχει επιβληθεί ποινή της προηγούμενης περίπτωσης και δεν έχει περάσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 4 μηνών από την επιβολή της ποινής.
2. Για υπαίτια άρνηση εκτέλεσης των εντολών ή οδηγιών που δίνουν οι αρμόδιοι Προϊστάμενοι.
3. Για αδικαιολόγητη απουσία 2 ημερών.
4. Για αποσιώπηση και μη εξέταση από μέρους των Προϊσταμένων των υποβαλλόμενων σε αυτούς παραπόνων.
5. Για αποσιώπηση από μέρους των Προϊσταμένων πειθαρχικού παραπτώματος των υφισταμένων.
6. Για ανάληψη εργασίας σε άλλο λεωφορείο χωρίς έγκριση ή σε λεωφορεία με βλάβη.
7. Για αλλαγή βάρδιας χωρίς την έγκριση της υπηρεσίας.
8. Για μη χορήγηση διαλείμματος σε οδηγό υπαιτίως.
9. Για έξοδο από την υπηρεσία χωρίς άδεια.
10. Για μη χορήγηση πράξης παράβασης ή επιβολής προστίμου σε επιβάτη χωρίς εισιτήριο.
11. Για υβριστική συμπεριφορά σε Προϊστάμενο ή επιβάτη.
12. Για πρόσκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα από το οποίο προκλήθηκε ζημιά από 301.000-500.000 δρχ.
Δ. Η ποινή της αργίας των 6 έως 10 ημερών ή προστίμου 3 ημερομισθίων επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα της περίπτωσης Γ, εφόσον δεν πέρασε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών από την επιβολή της ποινής.
2. Για αδικαιολόγητη απουσία 3 ημερών.
3. Για οροσήμανση της κάρτας παρουσίας στην εργασία από άλλον εργαζόμενο.
4. Για διαπληκτισμό μεταξύ συναδέλφων.
5. Για πλημμελή εκτέλεση καθηκόντων.
6. Για σοβαρή αμέλεια στην εκτέλεση της υπηρεσίας από την οποία προκλήθηκε διατάραξη στο δίκτυο κίνησης ή κίνδυνος στην ασφάλεια των μεταφορών.
7. Για αδικαιολόγητη παράβαση των εγκυκλίων ή εντολών των αρμόδιων Προϊσταμένων ή οργάνων.
8. Για κατάχρηση εξουσίας από τους Προϊσταμένους προς τους υφισταμένους.
9. Για πρόκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα, από το οποίο προκλήθηκε σωματική βλάβη απλή ή ζημιά από 501.000-800.000 δρχ.
10. Για υπαίτια καθυστέρηση κατάθεσης εισπράξεως στο ταμείο.
11. Για υπαίτια καθυστέρηση παράδοσης στο φορέα αντικειμένων που βρέθηκαν στους χώρους εργασίας και περιήλθαν στην κατοχή του εργαζομένου.
Ε. Η ποινή της αργίας των 11 έως 30 ημερών επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα για το οποίο έχει επιβληθεί η ποινή της περίπτωσης Δ, εφόσον δεν πέρασε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του οκταμήνου από την επιβολή της ποινής και ανεξάρτητα από την έκτιση αυτής.
2. Για αδικαιολόγητη απουσία 4 ημερών.
3. Για πρόσκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα από το οποίο προκλήθηκε βαριά σωματική βλάβη ή ζημιά από 801.000-2.000.000 δρχ.
4. Για σοβαρή παράλειψη καθήκοντος χάριν προσωπικού συμφέροντος ή χάριν συμφέροντος τρίτου.
5. Για μη εμπρόθεσμη ή ψευδή αναγγελία τροχαίου ατυχήματος ή για παράλειψη υποβολής δήλωσης ατυχήματος, εντός 2 ημερών από την τέλεση του ατυχήματος.
6. Για αδικαιολόγητη άρνηση ανάληψης καθηκόντων σε άλλη θέση εργασίας που μετατέθηκε ο μισθωτός, την οποία παρατείνει περισσότερο των 5 εργάσιμων ημερών και εφόσον η μετάθεση είναι σύμφωνη με τις σχετικές διατάξεις περί μεταθέσεων του παρόντος Κανονισμού.
ΣΤ. Η ποινή της προσωρινής παύσης πάνω από 31 ημέρες μέχρι 6 μήνες επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα για το οποίο έχει επιβληθεί η ποινή της περίπτωσης Ε, εφόσον δεν πέρασε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του δωδεκαμήνου από την επιβολή της ποινής, ανεξάρτητα από την έκτιση αυτής.
2. Για αδικαιολόγητη απουσία 5 ημερών.
3. Για άμεση ή έμμεση, με τρίτο πρόσωπο, συμμετοχή σε δημοπρασία ή προμήθεια του Ο.Α.Σ.Α. ή των θυγατρικών εταιριών που αυτός ιδρύει.
4. Για δόλια εγκατάλειψη οχήματος ή θέσης εργασίας από την οποία επήλθε ή μπορούσε να επέλθει ζημία στο φορέα ή διατάραξη της ομαλής διεξαγωγής της συγκοινωνίας.
5. Για πρόκληση ατυχήματος από υπαιτιότητα από το οποίο επήλθε βαριά σωματική βλάβη ή υλικές ζημιές πάνω από δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές.
6. Για υπεξαίρεση εισπράξεων, αποσκευών, αντικειμένων που ανήκουν σε τρίτους ή στην εταιρεία καυσίμων, ανταλλακτικών, εργαλείων κ.λπ. μη σημαντικής αξίας, έστω και αν δεν υποβλήθηκε μήνυση.
7. Για δόλια παραποίηση ή αλλοίωση ιατρικών βεβαιώσεων.
Ζ. Η ποινή της οριστικής Απόλυσης επιβάλλεται :
1. Για υποτροπή σε παράπτωμα για το οποίο έχει επιβληθεί η ποινή της περίπτωσης ΣΤ, εφόσον δεν πέρασε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 24 μηνών από την επιβολή της ποινής ανεξάρτητα από την έκτισή της.
2. Για αδικαιολόγητη απουσία πέραν των πέντε (5) συνεχών εργάσιμων ημερών.
3. Για μέθη στη διάρκεια της υπηρεσίας.
4. Για υπεξαίρεση εισπράξεων, αποσκευών, αντικειμένων που ανήκουν σε τρίτους ή στην Εταιρεία, καυσίμων, ανταλλακτικών, εργαλείων κ.λπ. σημαντικής αξίας, έστω και αν δεν υποβλήθηκε μήνυση.
5. Όταν ασκηθεί εναντίον του εργαζομένου ποινική δίωξη αυτεπάγγελτα ή μετά από μήνυση για οποιαδήποτε πράξη, που φέρει το χαρακτήρα τουλάχιστον εκ δόλου πλημμελήματος που προβλέπει ο Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας, εφόσον η πράξη αυτή διαπράχθηκε από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της εργασίας, έχει σχέση με αυτήν ή η πράξη οπουδήποτε και αν διαπράχθηκε στρέφεται κατά της περιουσίας, της φήμης ή των συμφερόντων της Εταιρείας.
6. Για αυθαίρετη αφαίρεση λεωφορείου ή άλλου οχήματος και οδήγηση αυτού εκτός του χώρου στάθμευσης ή χρησιμοποίηση αυτού για σκοπό ξένο προς τον προορισμό του.
7. Για πρόκληση ατυχήματος από αποκλειστική υπαιτιότητα από το οποίο επήλθε θάνατος.
8. Για δεύτερη καταδίκη από πρόκληση και δεύτερου ατυχήματος από συνυπαιτιότητα από το οποίο επήλθε θάνατος, ανεξάρτητα από το χρόνο τέλεσης των ατυχημάτων.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ
Πειθαρχική Δικαιοδοσία
Πειθαρχική Δικαιοδοσία ασκούν :
α. Οι Προϊστάμενοι Οργανωτικών Μονάδων
Οι Προϊστάμενοι των Οργανωτικών Μονάδων επιβάλλουν τελεσίδικα τις ποινές των περιπτώσεων Α στο προσωπικό των Μονάδων τους.
β. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας, ως πειθαρχικό όργανο, επιβάλλει τις ποινές των περιπτώσεων Α και Β τελεσίδικα.
γ. Το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο (Π.Π.Σ.)
Με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρείας συγκροτείται το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, με τη παρακάτω σύνθεση.
– Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας, ως Πρόεδρος του Συμβουλίου, με αναπληρωτή άλλο μέλος του Δ.Σ. οριζόμενο από αυτόν.
– Ο Γενικός Διευθυντής της αρμόδιας για θέματα προσωπικού οργανωτικής μονάδας με αναπληρωτή Διευθυντή Οργανωτικής Μονάδας της Εταιρείας που ορίζονται με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου.
– Ένας εκπρόσωπος των εργαζομένων, που ορίζεται, με τον αναπληρωτή του, από την αντιπροσωπευτικότερη συνδικαλιστική οργάνωση, με βάση το πεδίο ισχύος της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και την υπό εκδίκαση υπόθεση.
Το Π.Π.Σ. εκδικάζει σε πρώτο βαθμό όλες τις πειθαρχικές υποθέσεις που επισύρουν τις ποινές των περιπτώσεων Γ, Δ, Ε, ΣΤ και Ζ του άρθρου τριακοστού του παρόντος Κανονισμού και επιβάλλει όλες τις προβλεπόμενες Πειθαρχικές ποινές του ίδιου άρθρου με ανάλογη μετατροπή του κατηγορητηρίου, όταν απαιτείται από την εξέταση των πραγματικών περιστάσεων.
Το Π.Π.Σ. συγκαλείται από τον Πρόεδρο αυτού και λειτουργεί με ευθύνη της αρμόδιας, για θέματα Προσωπικού, Διεύθυνσης, η οποία εξασφαλίζει και τη γραμματειακή του υποστήριξη. Το Π.Π.Σ. συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα τουλάχιστον δύο από τα μέλη του.
δ. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο (Δ.Π.Σ.)
Το Δ.Π.Σ. αποτελείται από πέντε μέλη του Δ.Σ. της Εταιρείας, εκ των οποίων το ένα μέλος είναι ένας εκ των εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ., που ορίζονται με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και εκδικάζει τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.
Πρόεδρος του Δ.Π.Σ. είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Εταιρείας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Στη σύνθεση του Δ.Π.Σ. δεν μετέχει ο Διευθύνων Σύμβουλος εφόσον ήταν Πρόεδρος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Το Δ.Π.Σ. συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τρία από τα μέλη του. Σε περίπτωση ισοψηφίας νικά η ψήφος του Προέδρου. Το Δ.Π.Σ. επιβάλλει όλες τις προβλεπόμενες στο άρθρο τριακοστό Πειθαρχικές ποινές με ανάλογη μετατροπή του κατηγορητηρίου, όταν απαιτείται από την εξέταση των πραγματικών περιστάσεων.
ε. Οι αποφάσεις του Π.Π.Σ. και του Δ.Π.Σ. λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, ενώ σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Σε κάθε περίπτωση η Απόφαση λαμβάνεται εφόσον ψηφίσουν υπέρ της δύο τουλάχιστον μέλη του αρμόδιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.
2. Η αρμοδιότητα εκείνων που ασκούν Πειθαρχική Δικαιοδοσία, κατά τα παραπάνω, είναι αμεταβίβαστη. Ο Διευθύνων Σύμβουλος μπορεί να συγκροτεί επιτροπή η οποία θα τον συνεπικουρεί στο έργο αυτό.
3. Ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει δικαίωμα, με αιτιολογημένη απόφασή του, να απομακρύνει από την θέση του, βάζοντας σε διαθεσιμότητα, κάθε μισθωτό που έγινε Αντικείμενο πειθαρχικής δίωξης, εφόσον η παραμονή του κρίνεται είτε ασύμφορη για την υπηρεσία εξαιτίας του είδους του παραπτώματος είτε αποτελεί εμπόδιο στη διεξαγωγή της πειθαρχικής ανάκρισης. Η θέση σε διαθεσιμότητα δεν μπορεί να υπερβεί το δίμηνο, μετά την πάροδο του οποίου, αν η Πειθαρχική Διαδικασία δεν έχει περατωθεί, ο μισθωτός επιστρέφει αυτοδίκαια στη θέση του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με Απόφαση του Δ.Σ. της Εταιρείας, η θέση σε διαθεσιμότητα μπορεί να επεκταθεί μέχρι έξι (6) μήνες. Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας ο μισθωτός έχει όλα τα υπηρεσιακά καθήκοντα, εκτός από αυτά που του έχουν αφαιρεθεί με την Απόφαση διαθεσιμότητας και λαμβάνει το ήμισυ των αποδοχών του. Ο χρόνος της διαθεσιμότητας δεν αφαιρείται από το χρόνουπηρεσίας.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Ένδικα Μέσα
1. Επιτρέπεται η άσκηση έφεσης ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου για τις ποινές των περιπτώσεων Γ, Δ, Ε, ΣΤ και Ζ του άρθρου τριακοστού.
2. Ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει δικαίωμα να ασκεί έφεση σε κάθε περίπτωση.
3. Η έφεση ασκείται εντός 5 εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση της Απόφασης με την οποία επιβάλλεται η ποινή. Η εμπρόθεσμη άσκηση της έφεσης αναστέλλει την εκτέλεση της ποινής.
4. Η έφεση εκδικάζεται εντός 4 μηνών και η Απόφαση του εφετειακού οργάνου είναι τελεσίδικη.
5. Η εκτέλεση της ποινής δεν μπορεί να αρχίζει πριν από την παρέλευση του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται για την άσκηση έφεσης.
6. Το εφεδρικό όργανο δεν έχει δικαίωμα επιβολής ποινών μεγαλύτερων από αυτές που έχουν επιβληθεί, εκτός της περίπτωσης που την έφεση ασκεί ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ
Παραγραφή
1. Τα Πειθαρχικά παραπτώματα παραγράφονται :
α. Εάν πέρασε διετία από την ημέρα που διαπράχθηκαν οι έξη μήνες από την ημέρα που έγιναν γνωστά στη εταιρεία και δεν κινήθηκε η πειθαρχική διαδικασία.
β. Εάν πέρασε εξάμηνο από την κλήση σε απολογία του υπαίτιου και δεν εκδόθηκε σχετική Απόφαση από το Π.Π.Σ..
Η διάταξη αυτή δεν ισχύει στην περίπτωση που η πειθαρχική δίωξη διακόπτεται λόγω παρεμβολής ποινικής δίκης. Ο υπολογιζόμενος για την Παραγραφή χρόνος διακόπτεται όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της πειθαρχικής δίωξης.
γ. Εάν, μετά την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, δεν εκδόθηκε Απόφαση εντός 4 μηνών από την άσκησή του.
δ. Εάν πέρασε τετράμηνο από την επιβολή της ποινής και δεν εκτελέστηκε, εκτός εάν η μη εκτέλεση της ποινής οφείλεται σε λόγο ανωτέρας βίας, που συντρέχει στο πρόσωπο του μισθωτού.
2. Πειθαρχικό παράπτωμα που αποτελεί συγχρόνως και ποινικό δεν παραγράφεται πριν από παρέλευση του χρόνου που ορίζεται για την Παραγραφή του τελευταίου. Στην περίπτωση αυτή, οι πράξεις της ποινικής διαδικασίας αποτελούν λόγο διακοπής της Παραγραφής του πειθαρχικού παραπτώματος.
3. Η Παραγραφή διακόπτεται εάν στο πρόσωπο του μισθωτού συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας, που εμποδίζουν την παρουσία του ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Πειθαρχικό παράπτωμα που οφείλεται σε ατύχημα δεν παραγράφεται πριν την έκδοση τελεσίδικης Απόφασης του αρμόδιου δικαστηρίου ή την απόδοση και τον καταλογισμό της ζημίας από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Πειθαρχική Διαδικασία
1. Προκαταρκτική Εξέταση :
α. Η προκαταρκτική εξέταση συνιστάται στην άτυπη συλλογή πληροφοριών και στοιχείων για το θεωρούμενο πειθαρχικό παράπτωμα.
β. Προκαταρκτική εξέταση οφείλει να ενεργήσει κάθε ιεραρχικά Προϊστάμενος για το προσωπικό της δικαιοδοσίας του για πιθανή πειθαρχική παράβαση.
Εάν από τα στοιχεία που θα συγκεντρωθούν κρίνει εκείνος, που ενεργεί την προκαταρκτική εξέταση, ότι υπάρχει λόγος πειθαρχικής δίωξης, υποβάλλει πλήρως αιτιολογημένη έκθεση μαζί με όλα τα συγκεντρωθέντα στοιχεία στον προϊστάμενο, που έχει την Πειθαρχική Δικαιοδοσία. Εάν ο ίδιος είναι και πειθαρχικός προϊστάμενος, καλεί τον εργαζόμενο σε απολογία και επιβάλλει την αρμόζουσα ποινή. Εάν το πειθαρχικό παράπτωμα δεν είναι της δικής του δικαιοδοσίας, παραπέμπει την υπόθεση, με αιτιολογημένη έκθεση, στον αρμόδιο πειθαρχικό προϊστάμενο.
Εάν κρίνει ότι δεν συντρέχει περίπτωση πειθαρχικής δίωξης, τερματίζει την προκαταρκτική εξέταση και τα στοιχεία, που έχει συλλέξει, τα αποστέλλει με εισήγηση στην αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση, η οποία εγκρίνει ή απορρίπτει την εισήγηση και διατάσσει τη συνέχιση της πειθαρχικής διαδικασίας.
2. Διοικητική Εξέταση :
α. Στην περίπτωση σοβαρής πειθαρχικής παράβασης, είναι απαραίτητη η διενέργεια διοικητικής εξέτασης. Διοικητική εξέταση ενεργεί μόνο η αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση ή ειδικά προς τούτο συγκροτηθείσα Επιτροπή, ύστερα από εισήγησή της.
β. Για υπόθεση, που άρχισε να εκδικάζεται ήδη από Πειθαρχικό Συμβούλιο, τη διοικητική εξέταση ενεργεί ο υπάλληλος που ορίζεται από αυτό.
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι εκείνος που αναλαμβάνει την ανάκριση να είναι ιεραρχικά ανώτερος ή τουλάχιστον του αυτού ιεραρχικού επιπέδου με εκείνον που διώκεται.
γ. Η διοικητική εξέταση είναι μυστική, μπορεί δε να επεκταθεί και επί άλλων παραπτωμάτων του αυτού εργαζομένου, εφόσον προκύψουν σχετικά στοιχεία κατά την πορεία της.
δ. Εκείνος που διεξάγει τη διοικητική εξέταση μπορεί να ενεργήσει τις εξής πράξεις :
– Αυτοψία
– Εξέταση μαρτύρων
– Πραγματογνωμοσύνη
– Εξέταση του εγκαλούμενου και
– Συλλογή αποδεικτικών στοιχείων
Για όλες τις παραπάνω πράξεις συντάσσεται έκθεση, που υπογράφεται από τον ενεργούντα τη διοικητική εξέταση.
ε. Μετά τον τερματισμό της διοικητικής εξέτασης, το πόρισμα κατατίθεται στην αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση.
3. Απολογία :
α. Μετά τον τερματισμό της διοικητικής εξέτασης, πριν από κάθε επιβολή πειθαρχικής ποινής, ο εγκαλούμενος καλείται σε απολογία ενώπιον του αρμόδιου Πειθαρχικού Οργάνου, ενώ δίδεται προθεσμία για την απολογία 5 εργάσιμων ημερών τουλάχιστον.
β. Η κλήση για απολογία επιδίδεται με απόδειξη στην κατοικία του εργαζόμενου ή στον τόπο εργασίας του.
γ. Η προθεσμία για απολογία μπορεί να παραταθεί μέχρι τριπλάσιου χρόνου εκείνου που αρχικά καθορίστηκε, ύστερα από αίτηση του εγκαλούμενου, που υποβάλλεται εγγράφως και είναι σαφώς αιτιολογημένη.
δ. Ο εγκαλούμενος σε απολογία έχει δικαίωμα να ζητήσει στην απολογία του εύλογη προθεσμία για την υποβολή εγγράφων στοιχείων. Η παροχή της προθεσμίας αυτής υπόκειται στην κρίση του πειθαρχικού προϊσταμένου.
ε. Η απολογία πρέπει να γίνεται εγγράφως. Η μη εμπρόθεσμη υποβολή της απολογίας, της οποίας η κλήση επιδόθηκε αποδεδειγμένα, δεν εμποδίζει την έκδοση Απόφασης.
στ. Μετά την υποβολή της απολογίας ή την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής, η πειθαρχική δίωξη τελειώνει με τη σχετική Απόφαση.
ζ. Ο εγκαλούμενος δικαιούται να λαμβάνει γνώση του φακέλου της πειθαρχικής διαδικασίας.
η. Ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου ο εγκαλούμενος δικαιούται να παρίσταται μετά ή δια πληρεξουσίου δικηγόρου.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΠΕΜΠΤΟ
Απόφαση
1. Η πειθαρχική δίωξη τελειώνει με την έκδοση Απόφασης, στην οποία αναφέρεται η απαλλαγή ή η επιβολή πειθαρχικής ποινής.
2. Η Απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη.
3. Οι πειθαρχικές αποφάσεις εκδίδονται εγγράφως και αναγράφονται σε αυτές :
α. Ο τόπος και ο χρόνος έκδοσης.
β. Ο τίτλος του πειθαρχικού οργάνου, που εκδίκασε την υπόθεση.
γ. Το αποδιδόμενο πειθαρχικό αδίκημα, ο χρόνος και ο τόπος της διάπραξής του.
δ. Η ύπαρξη ή όχι απολογίας και προφορικής υποστήριξης.
ε. Η ομόφωνη ή κατά πλειοψηφία λήψη Απόφασης.
στ. Η αθώωση του εργαζόμενου ή η επιβαλλόμενη ποινή.
4. Η κοινοποίηση των πειθαρχικών αποφάσεων γίνεται με ευθύνη της αρμόδιας για θέματα προσωπικού Διεύθυνσης.
5. Η πειθαρχική Απόφαση, εφόσον είναι εφέσιμη, επιδίδεται με απόδειξη στον εργαζόμενο που αφορά και κοινοποιείται στην αρμόδια για θέματα προσωπικού Διεύθυνση της Εταιρείας.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΕΚΤΟ
Λύση της Εργασιακής Σχέσης
Η Εργασιακή σχέση του Προσωπικού με την Εταιρεία λύνεται στις εξής περιπτώσεις :
α. Με την Παραίτηση.
β. Με την Απόλυση.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΕΒΔΟΜΟ
Παραίτηση
1. Το Προσωπικό μπορεί να καταγγείλει τη σχέση εργασίας με δήλωση παραίτησής του, η οποία υποβάλλεται ιεραρχικά, ένα μήνα τουλάχιστον προ της οριζόμενης, στην Παραίτηση, ημερομηνίας αποχώρησης. Η προθεσμία αυτή δεν τηρείται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία υφίσταται εξαιρετικός λόγος.
2. Όταν από την αποχώρηση του παραιτούμενου Προσωπικού κινδυνεύει η κανονική διεξαγωγή της λειτουργίας της Οργανωτικής Μονάδας, στην οποία εργάζεται ο παραιτούμενος, ο Διευθύνων Σύμβουλος, με εισήγηση των αρμόδιων Προϊσταμένων, δικαιούται να καθορίσει το χρόνο αποχώρησης, κατά τρόπο ώστε να μη διαταραχθεί η κανονική λειτουργία της Εταιρείας. Σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να παρατείνει το χρόνο αποχώρησης του παραιτούμενου περισσότερο από ένα μήνα μετά την οριζόμενη, στην Παραίτηση, ημερομηνία αποχώρησης.
Ο εργαζόμενος υποχρεούται να συμφωνήσει με την τυχόν παράταση του χρόνου αποχώρησης μέχρι του προηγούμενου ορίου. Το έγγραφο του Διευθύνοντα Συμβούλου με το οποίο ζητείται η αναβολή της αποχώρησης του εργαζομένου μέχρι χρονικού διαστήματος ενός μήνα, πρέπει να κοινοποιηθεί στον παραιτούμενο εργαζόμενο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της Παραίτησης. Στην αντίθετη περίπτωση υποτίθεται ότι η Εταιρεία αποδέχθηκε το χρόνο αποχώρησης που αναγράφεται στη δήλωση Παραίτησης. Στις περιπτώσεις Παραίτησης δεν οφείλεται αποζημίωση.
3. Προσωπικό που δεν θα συμμορφωθεί με τις προηγούμενες διατάξεις ευθύνεται για κάθε ζημιά της Εταιρείας, που οφείλεται στην πρόωρη ή αντικανονική από αυτόν εγκατάλειψη της θέσης εργασίας του.
4. Ως Παραίτηση (σιωπηρά καταγγελία σύμβασης) του Προσωπικού θεωρείται και κάθε αδικαιολόγητη αποχή από την εργασία του πέραν των πέντε (5) συνεχών εργάσιμων ημερών.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ
Απόλυση
1. Οι εργαζόμενοι, που υπάγονται στη ρύθμιση του Κανονισμού αυτού, απολύονται :
α. Όταν συμπληρώσουν τις προϋποθέσεις λήψης σύνταξης, λόγω ορίου ηλικίας ή διαρκούς αναπηρίας, από τον ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης.
β. Λόγω καταδίκης τελεσίδικα, για οποιαδήποτε πράξη (εκτός υπηρεσίας), που φέρει χαρακτήρα πλημμελήματος εκ δόλου των πράξεων που προβλέπει ο Δημοσιοϋπαλληλικός Κώδικας, εφόσον αυτή έχει επίδραση στην εκτέλεση της υπηρεσίας, που έχει ανατεθεί στον εργαζόμενο. Ως προς τα λοιπά έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 2112/1920, όπως αυτός ισχύει κάθε φορά.
γ. Λόγω λήξης της σύμβασης εργασίας δόκιμου προσωπικού που βρίσκεται υπό δοκιμασία.
δ. Λόγω πειθαρχικού παραπτώματος για το οποίο προβλέπεται ποινή Απόλυσης.
2. Σε περιπτώσεις αποχώρησης προσωπικού της Εταιρείας λόγω ορίου ηλικίας, με λήψη σύνταξης γήρατος, η αποχώρηση επέρχεται αυτοδίκαια κατά τη συμπλήρωση του ορίου, τηρουμένων στην προκειμένη περίπτωση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας.
3. Αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης δεν καταβάλλεται, εν όλω ή εν μέρει, προ της αποχώρησης.
4. Το δοκίμιο προσωπικό απολύεται :
α. Είτε λόγω ακαταλληλότητας του δόκιμου εργαζόμενου για τα καθήκοντα της θέσης, για την οποία προσλήφθηκε, κατά την κρίση της Εταιρείας. Σε αυτήν την περίπτωση η ακαταλληλότητα διαπιστώνεται με βάση την αξιολόγηση της απόδοσης του δόκιμου εργαζόμενου ή και γνωμάτευση της αρμόδιας ιατρικής υπηρεσίας, μετά την ολοκλήρωση των προβλεπόμενων στο άρθρο ένατο παρ. 8 ιατρικών εξετάσεων.
β. Είτε λόγω κατάργησης της οργανικής θέσης, για την κάλυψη της οποίας προσλήφθηκε ο εργαζόμενος.
γ. Κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου λόγω πειθαρχικού παραπτώματος, που συνεπάγεται την ποινή της Απόλυσης ή λόγω ακαταλληλότητάς του.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΕΝΑΤΟ
Συμβούλια Εργασίας Αμαξοστασίων
1. Στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. όπου λειτουργούν αμαξοστάσια, τους Αμαξοστασιάρχες επικουρούν Συμβούλια Εργασίας, τα οποία συνέρχονται τακτικά το πρώτο 15θήμερο κάθε διμήνου και αποτελούνται από :
α. Τον Αμαξοστασιάρχη ως Πρόεδρο.
β. Τον Προϊστάμενο των, υπό τον Αμαξοστασιάρχη, διοικητικών ενοτήτων και
γ. Έναν εκπρόσωπο εργαζομένων που εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία από τους εργαζόμενους σε κάθε Αμαξοστάσιο.
2. Ο τρόπος, η διαδικασία και οι λοιπές λεπτομέρειες εκλογής των εκπροσώπων καθορίζονται με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου.
3. Οι αρμοδιότητες των Συμβουλίων Εργασίας Αμαξοστασίων είναι :
α. Η εισήγηση για θέματα υγιεινής της εργασίας και ασφάλειας των εργαζομένων.
β. Η επεξεργασία και εισήγηση του ετήσιου προγραμματισμού του Αμαξοστασίου.
γ. Η γνωμοδότηση για ανάληψη διορθωτικών παρεμβάσεων στα πλαίσια των στόχων της Εταιρείας.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ
Γενικές διατάξεις περί οργάνωσης του χρόνου εργασίας
1. Ο εργαζόμενος, ο οποίος χρησιμοποιείται σε καθήκοντα διαφορετικά από τα καθήκοντα της θέσης στην οποία έχει ενταχθεί, ακολουθεί ως προς το ωράριο εργασίας και τις Αναπαύσεις του, τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο προσωπικό της υπηρεσίας στην οποία απασχολείται. Εφόσον αυτός αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντα της οργανικής του θέσης, η απασχόλησή του παρέχεται πλέον με βάση τις διατάξεις περί χρόνου εργασίας και ανάπαυσης της θέσης αυτής.
Στις περιπτώσεις των μετακινήσεων αυτών και αλλαγής του ωραρίου εργασίας και αναπαύσεων δεν θεμελιώνεται δικαίωμα για τον εργαζόμενο, ούτε η επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί βλαπτική μεταβολή.
2. Η προσέλευση κατά την έναρξη και η αποχώρηση κατά τη λήξη της υπηρεσίας των εργαζομένων πρέπει να πιστοποιούνται.
3. Κατά το χρόνο παραμονής του εργαζομένου σε προκαθορισμένη θέση, εντός ή εκτός υπηρεσιακού χώρου, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία (εφεδρεία), αυτός μπορεί να παρέχει προσωρινά και άλλες υπηρεσίες συναφείς προς την ειδικότητά του που καθορίζονται, κατά περίπτωση, από τον αρμόδιο Προϊστάμενο με βάση τις εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες της Εταιρείας. Τα πιο πάνω εφαρμόζονται και στην περίπτωση κατά την οποία ο χρόνος εργασίας, σε δεδομένο Αντικείμενο, δεν εξαντλεί το κανονικό ωράριο εργασίας του, χωρίς αυτό να αποτελεί μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας ή να γεννά δικαιώματα για προσαύξηση ή αποζημίωση.
4. Για όλες τις κατηγορίες εργαζομένων ως χρόνος ημερήσιας εργασίας θεωρείται :
(α) Ο χρόνος εργασίας για την εκτέλεση της οποίας υπάρχει εντολή του εργοδότη.
(β) Ο χρόνος παράστασης των εκπροσώπων των εργαζομένων στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
(γ) Ο χρόνος παράστασης του μισθωτού σε ποινικά δικαστήρια ως κατηγορουμένου ή μάρτυρα, εφόσον η δίκη αφορά την Εταιρεία και δεν πρόκειται για εκδίκαση μήνυσης της Εταιρείας κατά του ίδιου.
(δ) Ο χρόνος εφεδρείας, εφόσον κατά τη διάρκεια αυτής ο εργαζόμενος βρίσκεται κατ` εντολή του εργοδότη σε υπηρεσιακό χώρο.
(ε) Ο χρόνος της Εκπαίδευσης, εφόσον πραγματοποιείται μετά την πρόσληψη και δεν προβλέπεται η καταβολή αμοιβής ή αποζημίωσης από οποιαδήποτε πηγή.
5. Σε περίπτωση πειθαρχικού ελέγχου του εργαζόμενου, αυτός απολογείται και παρίσταται στο όργανο που ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο, εκτός ωραρίου εργασίας και ο χρόνος αυτός δεν θεωρείται χρόνος πραγματικής εργασίας.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΠΡΩΤΟ
Κανονική Εργασία – Οργάνωση του χρόνου εργασίας
1. Οι ώρες κανονικής ημερήσιας εργασίας του κάθε είδους προσωπικού ορίζονται σε επτά (7) ώρες και σαραπέντε (45) λεπτά και εβδομαδιαίας κανονικής εργασίας σε τριάντα οκτώ (38) ώρες και σαρανταπέντε (45`) λεπτά, με βάση την πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία.
2. Ειδικότερα για το προσωπικό που απασχολείται στη διεξαγωγή, εποπτεία και έλεγχο του συγκοινωνιακού έργου (προσωπικό κίνησης) η ημερήσια απασχόλησή του μπορεί να είναι συνεχής ή με διακεκομμένο ωράριο, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες :
(α) Στην περίπτωση του διακεκομμένου ωραρίου αυτό δεν μπορεί να μερισθεί σε περισσότερες των δύο χρονικών ενοτήτων, μεταξύ των οποίων θα πρέπει να μεσολαβεί χρόνος διάρκειας το μέγιστο τεσσάρων (4) ωρών.
(β) Οι ημέρες εφαρμογής του διακεκομμένου ωραρίου δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τέσσερις (4) μηνιαίως και τριάντα έξι (36) ετησίως.
(γ) Ειδικά στην περίπτωση του διακεκομμένου ωραρίου των οδηγών, αυτό δεν μπορεί να μερισθεί σε περισσότερες των δύο περιόδων εργασίας, χωρίς καμία περίοδος να είναι κάτω των δύο (2) ωρών και μεταξύ των οποίων θα πρέπει να μεσολαβεί χρόνος διάρκειας το μέγιστον τεσσάρων (4) ωρών, ενώ από το σημείο έναρξης μέχρι το σημείο πέρατος της ημερήσιας εργασίας δεν θα πρέπει να μεσολαβούν συνολικά πάνω από δώδεκα (12) ώρες.
3. Το ημερήσιο ωράριο εφαρμόζεται με σταθερές ή εναλλασσόμενες βάρδιες εργασίας, διαφορετικά για κάθε ομάδα εργασίας, με διαφορετικό χρόνο έναρξης και λήξης, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εταιρείας.
Ο προγραμματισμός, η εναλλαγή και η μεταβολή ημερών εργασίας και αναπαύσεων γίνεται από τη Διοίκηση, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εταιρείας και της εξυπηρέτησης του επιβατικού κοινού σε συμφωνία με την Εργατική Νομοθεσία και τις παρούσες διατάξεις.
Το προσωπικό αμέσως μετά τη λήξη της ασθένειάς του προγραμματίζεται εκ νέου στο μηνιαίο πρόγραμμα, ανεξάρτητα από τον, προ της ασθένειάς του, προγραμματισμό. Η σειρά εργασίας στις βάρδιες πρέπει να μεταβάλλεται κατά τις εναλλαγές των περιόδων εργασίας, έτσι ώστε, ο μισθωτός που εργάσθηκε απογευματινές και εσπερινές ώρες κατά τη μία περίοδο να εργάζεται κατά την επόμενη περίοδο εργασίας σε πρωινές ώρες, επιτρέπεται όμως κατά περίπτωση να μην γίνει εναλλαγή της βάρδιας, εφόσον λόγοι εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας το επιβάλλουν.
4. Το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται μεταξύ της λήξης της ημερήσιας εργασίας και της έναρξης της εργασίας κατά την επόμενη ημέρα (διακοπή εργασίας) είναι τουλάχιστον έντεκα (11) συνεχείς ώρες.
5. Το μεταξύ δύο διαδοχικών αναπαύσεων διάστημα είναι κατά μέγιστο εξαήμερο.
6. Ο χρόνος παραλαβής και παράδοσης του οχήματος, ο οποίος ορίζεται σε δέκα (10) και πέντε (5) πρώτα λεπτά της ώρας, αντίστοιχα, δεν περιλαμβάνεται στο χρόνο της κανονικής ημερήσιας εργασίας (7.45`) και αμείβεται σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά εργατική νομοθεσία.
7. Ο χρόνος παράδοσης των εισπράξεων, για τους πωλητές εισιτηρίων, ορίζεται σε δεκαπέντε (15) λεπτά της ώρας και διενεργείται εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας. Ουδεμία πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται για το σκοπό αυτόν.
8. Το τεχνικό προσωπικό και το προσωπικό κίνησης, που απασχολείται επί οχήματος με συνεχή απασχόληση που υπερβαίνει τις έξι (6) ώρες, δικαιούται διαλείμματος συνολικώς είκοσι (20`) λεπτών της ώρας κατά τη διάρκεια της ημερήσιας εργασίας, το οποίο πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τις λειτουργικές ανάγκες της υπηρεσίας.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Αναπαύσεις
1. (α) Οι Αναπαύσεις όλου του προσωπικού πλήρους ετήσιας απασχόλησης ισούται με τον αριθμό των Σαββάτων και Κυριακών του έτους.
(β) Για όλο το προσωπικό της Εταιρείας ισχύουν οι εξής αργίες :
1η Ιανουαρίου, 6η Ιανουαρίου, Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Μεγάλο Σάββατο, Κυριακή του Πάσχα, Δευτέρα του Πάσχα, 1η Μαΐου, Αγίου Πνεύματος, 15η Αυγούστου, 28η Οκτωβρίου, 25η Δεκεμβρίου, 26η Δεκεμβρίου.
Οι αργίες αυτές χορηγούνται στο σύνολό τους την αντίστοιχη ημερομηνία, δεν μεταφέρονται ως πρόσθετες Αναπαύσεις, πλην των περιπτώσεων που ορίζει η εργατική νομοθεσία, και παύουν να εφαρμόζονται τυχόν αντίθετες ρυθμίσεις. Σε περίπτωση σύμπτωσης αργίας με ημέρα προγραμματισμένης ανάπαυσης συμψηφίζεται με αυτήν. Εργασία κατά ημέρα αργίας αποζημιώνεται με βάση τα όσα ορίζει η εκάστοτε ισχύουσα Εργατική Νομοθεσία για τις επίσημες αργίες χωρίς καμία παρέκκλιση.
2. Σε περίπτωση που η ανάπαυση συμπίπτει με ημέρα ασθένειας, η ανάπαυση δεν μεταφέρεται.
3. Επιτρέπεται η μεταβολή των ημερών εργασίας και ανάπαυσης ή μεταφορά της συνήθους ημέρας πραγματοποίησης της ανάπαυσης σε άλλη ημέρα, εφόσον σοβαρές ανάγκες για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας το επιβάλλουν ή μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου και έγκριση του αρμόδιου οργάνου, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών της υπηρεσίας.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΤΡΙΤΟ
Υγιεινή και ασφάλεια εργαζομένων και χώρων εργασίας
1. Η Εταιρεία θέτει κανόνες υγιεινής και ασφάλειας με ειδικούς κανονισμούς ασφάλειας, με εγκυκλίους, ανακοινώσεις και οδηγίες.
2. Οι κανόνες αυτοί γνωστοποιούνται στο προσωπικό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, σε καμία δε περίπτωση δεν δικαιολογείται άγνοια αυτών και η μη τήρησή τους αποτελεί, ανάλογα με τη σοβαρότητα της περίπτωσης, βαρύ ή ιδιαίτερα βαρύ πειθαρχικό παράπτωμα.
3. Γενικές οδηγίες υγιεινής και ασφάλειας.
Ο εργαζόμενος οφείλει :
α) Να συμμορφώνεται προς κάθε γραπτή ή προφορική οδηγία κάθε Προϊσταμένου σχετικά με τον τρόπο εργασίας και τους όρους υγιεινής και ασφάλειας.
β) Να φροντίζει για την καθαριότητα των γραφείων και γενικά των εγκαταστάσεων της Εταιρείας και ειδικότερα των κοινόχρηστων χώρων (ιματιοφυλακίων, αποχωρητηρίων, νιπτήρων, ντους κ.λπ.).
γ) Να ρίχνει τα άχρηστα αντικείμενα μέσα σε ειδικά κιβώτια απορριμμάτων.
δ) Να μην καπνίζει παρά μόνο στους χώρους και κατά το χρόνο που επιτρέπεται το κάπνισμα, όπως ορίζεται με Κανονισμούς, Οδηγίες και Εντολές.
ε) Να φροντίζει την ατομική του καθαριότητα, χρησιμοποιώντας μόνο τις ειδικές εγκαταστάσεις που διαθέτει η Εταιρεία.
στ) Να χρησιμοποιεί τους χώρους των αποδυτηρίων της Εταιρείας για την αλλαγή των ρούχων του με την προβλεπόμενη στολή ή φόρμα εργασίας και αντιστρόφως.
ζ) Να διατηρεί καθαρή και σε καλή κατάσταση τη στολή εργασίας, καθώς επίσης και την οποιαδήποτε εξάρτηση και εξοπλισμό φέρει ή χρησιμοποιεί με εντολή της Εταιρείας.
η) Να εκτελεί πάντοτε την εργασία του με γνώμονα την ασφάλεια, χρησιμοποιώντας όλα τα ατομικά μέσα προστασίας, χωρίς να εξοικειώνεται με τον επαγγελματικό κίνδυνο, αλλά τηρώντας στο ακέραιο τους κανόνες ασφαλείας.
θ) Να αναφέρει αμέσως στον άμεσο Προϊστάμενό του κάθε ανωμαλία ή βλάβη που παρουσιάζεται στις εγκαταστάσεις ή τον εξοπλισμό της Εταιρείας.
ι) Να μην κάνει επικίνδυνα αστεία με συναδέλφους του, ιδίως χρησιμοποιώντας εργαλεία ή άλλα αντικείμενα.
ια) Να παρακολουθεί όλα τα σχετικά σεμινάρια σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας που κρίνει σκόπιμα σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας που κρίνει σκόπιμα η Εταιρεία και να συνεργάζεται όποτε απαιτείται με τον γιατρό εργασίας και τον τεχνικό ασφαλείας.
4. Οι αρχιτεχνίτες, επιστάτες, εργοδηγοί και λοιποί προϊστάμενοι των διαφόρων τμημάτων οφείλουν να επιθεωρούν, πριν και μετά τη λήξη της εργασίας, την καταλληλότητα και την ασφάλεια των εγκαταστάσεων, των εργαλείων και λοιπού εξοπλισμού και γενικά των χώρων εργασίας, αναφέροντας ιεραρχικά οποιαδήποτε, έστω πιθανή, ανωμαλία.
5. Οι ανωτέρω οφείλουν να αναθέτουν στο προσωπικό που έχουν στη δικαιοδοσία τους εργασία ανάλογη προς τη σωματική και πνευματική του ικανότητα, την πείρα και την ειδικότητά του, να επιβλέπουν την αυστηρή τήρηση των κανονισμών, διαδικασιών οδηγιών και εντολών υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, αναφέροντας ιεραρχικά κάθε απειθαρχούντα.
6. Στους οδηγούς επί οχήματος και στους τεχνίτες, για λόγους υγείας, χορηγείται νωπό γάλα το οποίο καταναλίσκεται κατά την ώρα και ημέρα εργασίας.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Μεταβατικές διατάξεις
1. Οι Εκπρόσωποι των εργαζομένων στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο εκλέγονται εντός έξι (6) μηνών από τη θέση του παρόντος σε ισχύ.
Όπου κριθεί αναγκαία η Ανάθεση Καθηκόντων Προϊσταμένου μέχρι τη συγκρότηση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων αυτών, πραγματοποιείται με Απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου.
2. Μέχρι τη θέση σε ισχύ των Υπηρεσιακών Οργανισμών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται οι προσωρινοί Υπηρεσιακοί Οργανισμοί ή Οργανογράμματα.
3. Πειθαρχικά παραπτώματα που τελέσθηκαν πριν τη θέση σε ισχύ του παρόντος Κανονισμού, κρίνονται, εντός έξι (6) μηνών, με βάση τις προϊσχύουσες του παρόντος διατάξεις.
ΆΡΘΡΟ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΟ ΠΕΜΠΤΟ
Τροποποίηση Κανονισμού
Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού τροποποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.
Άρθρο 10
Κανονισμοί προσωπικού Η.Σ.Α.Π.
ΆΡΘΡΟ ΠΡΩΤΟ
Τροποποιήσεις Κανονισμού ΠροσωπικούΕξωτερικών Υπηρεσιών
Ο Κανονισμός Προσωπικού Εξωτερικών Υπηρεσιών ΕΗΣ (ήδη Η.Σ.Α.Π.), που κυρώθηκε κατ` εξουσιοδότηση του α.ν. 2191/1940 (ΦΕΚ 37 Α`) με το β.δ. από 13-16.2.1940 (ΦΕΚ 60 Α`), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, τροποποιείται ως ακολούθως :
1. Μετά το άρθρο 7 προστίθεται άρθρο 7α που έχει ως εξής :
“Άρθρο 7α
1. Οι διατάξεις των άρθρων 2-7 του παρόντος Κανονισμού που αφορούν στην οργανωτική διάταξη και υπαγωγή των Υπηρεσιακών Μονάδων και του εν γένει Προσωπικού της Εταιρείας, δύναται εντός ενός (1) έτους από της ισχύος της προσθήκης του παρόντος άρθρου να τροποποιηθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο για την προσαρμογή τους στο υφιστάμενο οργανωτικό καθεστώς. Περαιτέρω τροποποιήσεις δύναται να γίνουν και πέραν της προθεσμίας αυτής σε συνδυασμό με τη θέση σε ισχύ είτε ολοκληρωμένου Υπηρεσιακού Οργανισμού είτε και επί μέρους νέων οργανωτικών ρυθμίσεων, προς εξυπηρέτηση των αντίστοιχων οργανωτικών και λειτουργικών αναγκών της Επιχείρησης.
2. Με αποφάσεις του Διευθύνοντος Συμβούλου, μετά από σχετική εισήγηση του Συμβουλίου Διεύθυνσης, το υπαγόμενο στις Υπηρεσίες εν γένει των άρθρων 2 έως 7 του παρόντος Κανονισμού Προσωπικό των Εξωτερικών ή Εσωτερικών Υπηρεσιών της Εταιρείας, δύναται να μετακινείται, να μετατίθεται, να αποσπάται ή να μετατάσσεται κατά περίπτωση, για να καλύπτονται οι εκάστοτε ανακύπτουσες υπηρεσιακές ανάγκες, σε οποιαδήποτε άλλη από αυτήν που εκάστοτε κατέχει θέση εργασίας είτε των Εξωτερικών είτε των Εσωτερικών Υπηρεσιών, συγγενούς ή παρεμφερούς κατ` αρχήν ειδικότητας και κατά το δυνατόν ομοιόβαθμη ή ανάλογου ιεραρχικού επιπέδου και εφόσον διαθέτει τα προς τούτο αναγκαία τυπικά προσόντα ή άδειες. Εφόσον για τα καθήκοντα της νέας θέσης απαιτείται σχετική Εκπαίδευση αυτή είναι υποχρεωτική για το μισθωτό, θεωρείται χρόνος εργασίας και γίνεται με ευθύνη και δαπάνη της Εταιρείας.
3. Οι μετακινούμενοι, μετατιθέμενοι και μετατασσόμενοι υπάγονται στο εν γένει μισθολογικό καθεστώς της νέας τους θέσης. Οι αποσπώμενοι εξακολουθούν να υπάγονται στο εν γένει μισθολογικό καθεστώς της οργανικής τους θέσης, προστιθεμένων των επιδομάτων και εν γένει παροχών που συνδέονται με τη νέα τους απασχόληση και αφαιρουμένων αυτών που συνδέονται με την προηγούμενη απασχόλησή τους.
4. Οι μετακινούμενοι, μετατιθέμενοι, αποσπώμενοι ή μετατασσόμενοι μισθωτοί υπάγονται στις εν γένει κανονιστικές και λειτουργικές διατάξεις που ισχύουν στη νέα τους θέση και στον οικείο Κανονισμό Προσωπικού (Εξωτερικών ή Εσωτερικών Υπηρεσιών). Οι εξ αυτών αποσπώμενοι εξακολουθούν να υπάγονται στον Κανονισμό Προσωπικού της οργανικής τους θέσης”.
2. Το άρθρο 21 αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 21
Όροι μονιμοποίησης
1. Το προσλαμβανόμενο σύμφωνα με τα προηγούμενα άρθρα Δόκιμο Προσωπικό δύναται, αν κριθεί κατάλληλο προς τούτο, να μονιμοποιηθεί με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου στο βαθμό για τον οποίο προσλήφθηκε, μετά τη συμπλήρωση δεκαοκτώ (18) μηνών πραγματικής υπηρεσίας από την ημερομηνία της έναρξης της υπηρεσίας του ως Δοκίμου και εφόσον επιτύχει στη τυχόν απαιτούμενη κατά το άρθρο 23 σχετική δοκιμασία. Για ορισμένες ειδικότητες ή ατομικές περιπτώσεις δύναται να παραταθεί ο παραπάνω χρόνος υπηρεσίας ως Δοκίμου μέχρι και ένα επιπλέον εξάμηνο.
2. Στις περιπτώσεις που θα μεσολαβήσει μετάταξη, ο Δόκιμος δύναται να μονιμοποιηθεί στο βαθμό που έχει μεταταγεί, μετά πάροδο όμως ενός (1) τουλάχιστον έτους πραγματικής υπηρεσίας του ως Δοκίμου στην ειδικότητα της μετάταξης.
3. Η μονιμοποίηση λογίζεται ότι πραγματοποιείται εκάστοτε από την επόμενη της ημέρας συμπλήρωσης του δεκαοκταμήνου ή του τυχόν μεγαλύτερου, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, χρόνου δοκιμαστικής υπηρεσίας, ανεξάρτητα από το χρόνο διεξαγωγής της κατά το άρθρο 23 δοκιμασίας (ειδικής εξετάσεως), πλην της περιπτώσεως της παρ. 3 του άρθρου 23”.
3. Το άρθρο 23 αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 23
Δοκιμασία (ειδική εξέταση) μονιμοποίησης
1. Τέσσερις μήνες προ της παρόδου της κατά τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 21, σε συνδυασμό με την παρ. 1 του άρθρου 22, πραγματικής υπηρεσίας ως Δοκίμου, η Διεύθυνση της Εταιρείας καλεί, εφόσον κρίνει τούτο αναγκαίο, τους κρινόμενους ως δυνάμενους να μονιμοποιηθούν, σε δοκιμασία (ειδική εξέταση). Η δοκιμασία διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ε`.
2. Οι Δόκιμοι που θα συμπληρώσουν τον κατά τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 21, σε συνδυασμό με την παρ. 1 του άρθρου 22, κατά περίπτωση, απαιτούμενο χρόνο πραγματικής υπηρεσίας Δοκίμου χωρίς να κληθούν σε δοκιμασία και δεν απολυθούν εντός δεκαημέρου, θεωρούνται ότι μονιμοποιήθηκαν αυτοδίκαια από τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού.
3. Όσοι απορριφθούν κατά τη δοκιμασία μονιμοποιήσεως παραμένουν ως Δόκιμοι και υποβάλλονται σε δεύτερη δοκιμασία μετά παρέλευση τριών μηνών από την πρώτη. Σε περίπτωση και δεύτερης αποτυχίας, απολύονται χωρίς καμιά άλλη διαδικασία. Εφόσον επιτύχουν και κριθεί ότι πρέπει να μονιμοποιηθούν, η μονιμοποίησή τους ανατρέχει στο χρόνο της ολοκλήρωσης της δεύτερης παραπάνω δοκιμασίας – εξέτασης.
4. Οι Δόκιμοι που καλούνται σε δοκιμασία και δεν προσέρχονται σε αυτήν για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από την Υγειονομική Υπηρεσία της Εταιρείας και δεν υπερβαίνει το εξάμηνο, θεωρούνται ως απορριφθέντες και υποβάλλονται σε δεύτερη δοκιμασία κατά την προηγούμενη παράγραφο. Η μη προσέλευση στη δεύτερη δοκιμασία θεωρείται δεύτερη αποτυχία και ισχύουν τα εν προκειμένω οριζόμενα στην παρ. 3.
5. Οι Δόκιμοι οι οποίοι, λόγω σοβαρής ασθένειας, που πιστοποιήθηκε κατά τα ως άνω από την Υγειονομική Υπηρεσία της Εταιρείας και δεν υπερβαίνει το εξάμηνο, δεν προσήλθαν σε μια από τις παραπάνω δοκιμασίες, δικαιούνται να επανέλθουν σε δοκιμασία εντός μηνός από την αποθεραπεία τους και την ανάληψη υπηρεσίας. Αν η ασθένειά τους διήρκεσε πέραν του εξαμήνου ή αν δεν προσέλθουν στη δοκιμασία αυτή, θεωρούνται ότι απορρίφθηκαν”.
6. Μετά το άρθρο 76 προστίθεται άρθρο 76α, που έχει ως εξής :
“Άρθρο 76α
1. Κατά της αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου ο τιμωρηθείς δύναται, εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από της κοινοποιήσεώς της, να υποβάλει μέσω του Τμήματος Προσωπικού της Διεύθυνσης Διοικητικού / Προγραμματισμού έφεση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου (Δ.Π.Σ.) της Εταιρείας.
Το Δ.Π.Σ. αποτελείται από πέντε μέλη του Δ.Σ. της Εταιρείας, εκ των οποίων το ένα είναι ένας εκ των εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ., που ορίζονται με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και εκδικάζει τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.
Πρόεδρος του Δ.Π.Σ. είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Εταιρείας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Στη σύνθεση του Δ.Π.Σ. δεν μετέχει ο Διευθύνων Σύμβουλος εφόσον ήταν Πρόεδρος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.
Πρόεδρος του Δ.Π.Σ. είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Εταιρείας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Στη σύνθεση του Δ.Π.Σ. δεν μετέχει ο Διευθύνων Σύμβουλος εφόσον ήταν Πρόεδρος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Το Δ.Π.Σ. συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τρία από τα μέλη του.
2. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα της σε δεύτερο βαθμό εκδίκασης των πειθαρχικών παραπτωμάτων του Προσωπικού των Η.Σ.Α.Π. που υπάγεται στον παρόντα Κανονισμό, οι δε αποφάσεις του είναι οριστικές και διοικητικά τελεσίδικες και δεν προσβάλλονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
3. Για το προσωπικό της Α.Ε. Η.Σ.Α.Π. δεν ισχύουν οι σχετικές διατάξεις του ν.δ. 3789/1957.
4. Σε σχέση με τη διαδικασία ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου και εν γένει της δευτεροβάθμιας πειθαρχικής κρίσης ισχύουν κατ` αναλογία τα οριζόμενα αναφορικά με τη διαδικασία ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου”.
5. Το άρθρο 144α αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 144α
Στολές
1. Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του το προσωπικό κίνησης (ηλεκτροδηγοί και οδηγοί όλων των βαθμίδων, προϊστάμενοι αμαξοστοιχίας, ελεγκτές), οι σταθμάρχες εν γένει, οι υπάλληλοι με υπηρεσιακό Αντικείμενο την έκδοση εισιτηρίων, οι θυρωροί, το προσωπικό φύλαξης και πυρασφάλειας και όποιες άλλες Κατηγορίες Προσωπικού κρίνει η Εταιρεία (εργάτες, τεχνίτες κ.λπ.), υποχρεούνται να φέρουν κατά το χρόνο της υπηρεσίας ειδική στολή και εξάρτηση, που χορηγεί η Εταιρεία, της οποίας το είδος, ο τύπος, η σύνθεση, ο χρωματισμός, η ποιότητα και η προέλευση καθορίζονται κατ` έτος με Απόφαση του Συμβουλίου Διεύθυνσης.
2. Τα ανωτέρω είδη ένδυσης, υπόδησης κ.λπ. δεν θεωρούνται ότι αποτελούν μισθολογική ή οποιασδήποτε άλλης μορφής παροχή προς το προσωπικό και δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε φορολογική ή άλλη κράτηση, χορηγούνται δε ως εφόδια για την ασφαλή και ευπρεπή, κατά περίπτωση, εκτέλεση της υπηρεσίας.
3. Τα παραπάνω είδη και τα εφόδια και όχι σε χρήμα. Οι φέροντες τα είδη και τα εφόδια αυτά έχουν την υποχρέωση να τα διατηρούν σε καλή κατάσταση και καθαρά και να τα επιστρέφουν στην Εταιρεία μετά την καθ` οιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους από την υπηρεσία”.
ΆΡΘΡΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Τροποποιήσεις Κανονισμού ΠροσωπικούΕσωτερικών Υπηρεσιών
Ο Κανονισμός Προσωπικού Εσωτερικών Υπηρεσιών Ε.Η.Σ. (ήδη Η.Σ.Α.Π.), που εγκρίθηκε κατ` εφαρμογή των άρθρων 1, 2 και 12 του ν.δ. 3789/1957 (ΦΕΚ 210 Α`) με την υπ` αριθ. 27498/5695/5.9.1960 Απόφαση του Υπουργού Εργασίας, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, τροποποιείται ως ακολούθως :
1. Μετά το άρθρο 2 προστίθεται άρθρο 2α, που έχει ως εξής :
“Άρθρο 2α
1. Με αποφάσεις του Διευθύνοντος Συμβούλου, μετά από σχετική εισήγηση του Συμβουλίου Διεύθυνσης, το Προσωπικό των Εσωτερικών Υπηρεσιών της Εταιρείας δύναται να μετακινείται, να μετατίθεται, να αποσπάται ή να μετατάσσεται, κατά περίπτωση, για να καλύπτονται οι εκάστοτε ανακύπτουσες υπηρεσιακές ανάγκες, σε οποιαδήποτε άλλη από αυτήν που εκάστοτε κατέχει θέση εργασίας, είτε των Εξωτερικών είτε των Εσωτερικών Υπηρεσιών, συγγενούς ή παρεμφερούς κατ` αρχήν ειδικότητας και κατά το δυνατόν ομοιόβαθμη ή ανάλογου ιεραρχικού επιπέδου και εφόσον διαθέτει τα προς τούτο αναγκαία τυπικά προσόντα ή άδειες. Εφόσον για τα καθήκοντα της νέας θέσης απαιτείται σχετική Εκπαίδευση, αυτή είναι υποχρεωτική για το μισθωτό, θεωρείται χρόνος εργασίας και γίνεται με ευθύνη και δαπάνη της Εταιρείας.
2. Οι μετακινούμενοι, μετατιθέμενοι και μετατασσόμενοι υπάγονται στο εν γένει μισθολογικό καθεστώς της νέας τους θέσης. Οι αποσπώμενοι εξακολουθούν να υπάγονται στο εν γένει μισθολογικό καθεστώς της οργανικής τους θέσης, προστιθεμένων των επιδομάτων και εν γένει παροχών που συνδέονται με τη νέα τους απασχόληση και αφαιρουμένων αυτών που συνδέονται με την προηγούμενη απασχόλησή τους.
3. Οι μετακινούμενοι, μετατιθέμενοι, αποσπώμενοι ή μετατασσόμενοι μισθωτοί υπάγονται στις εν γένει κανονιστικές και λειτουργικές διατάξεις που ισχύουν στη νέα τους θέση και στον οικείο Κανονισμό Προσωπικού (Εξωτερικών ή Εσωτερικών Υπηρεσιών). Οι εξ αυτών αποσπώμενοι εξακολουθούν να υπάγονται στον Κανονισμό Προσωπικού της οργανικής τους θέσης”.
2. Το άρθρο 6 αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 6
Καθορισμός οργανικών θέσεων
Ο αριθμός των οργανικών θέσεων του Μόνιμου Προσωπικού ορίζεται από την Επιχείρηση κατά μήνα Δεκέμβριο εκάστου έτους και ισχύει για το επόμενο ημερολογιακό έτος. Ο πίνακας των οργανικών θέσεων περιλαμβάνει τον αριθμό του αναγκαίου προσωπικού κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό και τοιχοκολλάται στα κεντρικά γραφεία της Εταιρείας. Η Ισχύς του πίνακα είναι ετήσια, αλλά είναι δυνατόν, είτε εντός του έτους ισχύος του να γίνουν σε έκτακτες περιπτώσεις και για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών που ανακύπτουν οι αντίστοιχες τροποποιήσεις είτε, εφόσον δεν συντρέχει ανάγκη μεταβολών, να παραταθεί σιωπηρά η Ισχύς του και πέραν του έτους μέχρι νεότερου καθορισμού των οργανικών θέσεων, δι` αποφάσεως εκδιδομένης αρμοδίως καθ` οιονδήποτε μήνα του έτους.
3. Το άρθρο 12 αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 12
Όροι μονιμοποίησης
1. Το προσλαμβανόμενο κατά τα προηγούμενα άρθρα Δόκιμο Προσωπικό δύναται να μονιμοποιηθεί στο βαθμό για τον οποίο προσλήφθηκε μετά πάροδο δεκαοκτώ (18) μηνών πραγματικής υπηρεσίας από την έναρξη της υπηρεσίας του ως Δοκίμου. Η μονιμοποίηση, εφόσον ο Δόκιμος κριθεί κατάλληλος προς τούτο, γίνεται με Απόφαση του Διευθύνοντα Συμβούλου, μετά από γνωμάτευση της Επιτροπής του άρθρου 16.
2. Για ορισμένες ειδικότητες ή ατομικές περιπτώσεις δύναται να παραταθεί ο παραπάνω χρόνος δοκιμασίας μέχρι και ένα επιπλέον εξάμηνο.
3. Στις περιπτώσεις που θα μεσολαβήσει μετάταξη, ο Δόκιμος δύναται να μονιμοποιηθεί στο βαθμό που έχει μεταταγεί, μετά πάροδο όμως ενός τουλάχιστον έτους πραγματικής υπηρεσίας του ως Δοκίμου στην ειδικότητα της μετάταξης.
4. Ως πραγματική υπηρεσία του Δοκίμου λογίζεται ο, κατά τις προηγούμενες παραγράφους, χρόνος δοκιμασίας του, μη προσμετρουμένων των ημερών ασθένειας ή απουσίας από οποιαδήποτε αιτία εκτός της κανονικής άδειας και στρατεύσεως. Η προϋπηρεσία την οποία είχε ο Δόκιμος ως έκτακτος δεν λαμβάνεται υπόψη.
5. Οι Δόκιμοι που θα συμπληρώσουν τον, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, κατά περίπτωση απαιτούμενο χρόνο πραγματικής υπηρεσίας Δοκίμου και δεν απολυθούν εντός δεκαημέρου, θεωρούνται ότι μονιμοποιήθηκαν αυτοδίκαια από τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού”.
4. Το άρθρο 54 αντικαθίσταται ως εξής :
“Άρθρο 54
Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο
1. Κατά της αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου ο τιμωρηθείς δύναται, εντός προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από της κοινοποιήσεώς της, να υποβάλλει μέσω του Τμήματος Προσωπικού της Διεύθυνσης Διοικητικού / Προγραμματισμού έφεση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου (Δ.Π.Σ.) της Εταιρείας.
2. Το Δ.Π.Σ. αποτελείται από πέντε μέλη του Δ.Σ. της Εταιρείας, εκ των οποίων το ένα μέλος είναι ένας εκ των εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ., που ορίζονται με Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και εκδικάζει τις εφέσεις κατά των αποφάσεων του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Πρόεδρος του Δ.Π.Σ. είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της Εταιρείας ή ο νόμιμος αναπληρωτής του. Στη σύνθεση του Δ.Π.Σ. δεν μετέχει ο Διευθύνων Σύμβουλος εφόσον ήταν Πρόεδρος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Το Δ.Π.Σ. συνεδριάζει έγκυρα όταν είναι παρόντα τουλάχιστον τρία από τα μέλη του.
3. Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα της σε δεύτερο βαθμό εκδίκασης των πειθαρχικών παραπτωμάτων του Προσωπικού των Η.Σ.Α.Π. που υπάγεται στον παρόντα Κανονισμό, οι δε αποφάσεις του είναι οριστικές και διοικητικά τελεσίδικες και δεν προσβάλλονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
4. Για το προσωπικό της Α.Ε. Η.Σ.Α.Π. δεν ισχύουν οι σχετικές διατάξεις του ν.δ. 3789/1957.
5. Σε σχέση με τη διαδικασία ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου και εν γένει της δευτεροβάθμιας πειθαρχικής κρίσης ισχύουν κατ` αναλογία τα οριζόμενα αναφορικά με τη διαδικασία ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου”.
ΆΡΘΡΟ ΤΡΙΤΟ
Κανονισμός ωρών εργασίας και ανάπαυσης
Ο Κανονισμός ωρών εργασίας και αναπαύσεως προσωπικού εξωτερικών υπηρεσιών Ε.Η.Σ. (ήδη Η.Σ.Α.Π.), που κυρώθηκε με το π.δ. 514/1975 (ΦΕΚ 169 Α`), παύει να ισχύει και αντ` αυτού ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:
Σχετικό: ΥΑ Α-75787/5768/03/6.2-11.2.2004 (ΦΕΚ Β΄320)
“ΆΡΘΡΟ 1
Γενικές διατάξεις
1. Με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου καθορίζονται οι ώρες εργασίας, οι ημέρες ανάπαυσης, οι περίοδοι εργασίας, η διάρκεια των διακοπών και διαλειμμάτων εργασίας, το μέγιστο χρονικό διάστημα μέχρι του οποίου μπορεί να επεκτείνεται η διακεκομμένη ημερήσια εργασία, καθώς και η ημερήσια και εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας, η ετήσια άδεια ανάπαυσης και οι λοιπές άδειες και γενικά τα θέματα που συναρτώνται με τους όρους εργασίας και αναπαύσεως του τακτικού, δόκιμου και έκτακτου προσωπικού.
2. Οι διατάξεις του παρόντος Κανονισμού υπερισχύουν των αντίστοιχων διατάξεων του κοινού εργατικού δίκαιου, καθώς και κάθε αντίθετης εθιμικά καθιερωμένης ρυθμίσεως ή πρακτικής.
3. Ο μισθωτός υπάγεται στις διατάξεις και τους εν γένει λειτουργικούς κανονισμούς που ισχύουν σε σχέση με τους όρους εργασίας και ανάπαυσης της οργανικής του θέσης. Εφόσον ο μισθωτός χρησιμοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου Κανονισμού Προσωπικού, σε καθήκοντα διαφορετικά από τα καθήκοντα της θέσης, στην οποία οργανικά ανήκει, υπάγεται ως προς το ωράριο εργασίας, τις Αναπαύσεις του και τα συναφή θέματα, στις διατάξεις που εφαρμόζονται για το προσωπικό της υπηρεσίας στην οποία πράγματι απασχολείται.
4. Σε περιπτώσεις μετακινήσεων και γενικά υπηρεσιακών μεταβολών που συνεπάγονται οποιαδήποτε αλλαγή στους όρους εργασίας και ανάπαυσης, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι θίγεται εκ μόνου του λόγου τούτου οποιοδήποτε κεκτημένο δικαίωμα του μισθωτού ή ότι συντρέχει οποιαδήποτε εις βάρος του μονομερής βλαπτική μεταβολή.
ΆΡΘΡΟ 2
Καθορισμός εννοιών του Κανονισμού
Οι ακόλουθοι όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Κανονισμό έχουν την εξής σημασία :
1. Χρόνος (ημερήσιας ή εβδομαδιαίας) εργασίας : Ο συνολικός, καθ` ημέρα ή εβδομάδα, κατά περίπτωση, χρόνος που κατά τη διάρκειά του ο μισθωτός κατ` εντολή των αρμόδιων Προϊσταμένων του παρέχει πραγματική κανονική ή μη εργασία, καθώς και ο χρόνος που κατά τις διατάξεις του παρόντος εξομοιώνεται προς πραγματική εργασία.
2. Εφεδρεία : Ο χρόνος παραμονής του μισθωτού σε υπηρεσιακά προκαθορισμένο τόπο, εντός των εν γένει εγκαταστάσεων της επιχείρησης, προκειμένου να αναλάβει υπηρεσία εάν διαταχθεί (ετοιμότητα ανάληψης υπηρεσίας), θεωρούμενος ως χρόνος εργασίας.
3. Διάλειμμα : Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διακόπτεται για σύντομη ανάπαυση η ημερήσια εργασία, θεωρούμενο ως χρόνος εργασίας.
4. Διακοπή εργασίας : Το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται μεταξύ της λήξης της ημερήσιας εργασίας και της έναρξης της εργασίας κατά την επόμενη ημέρα.
5. Ανάπαυση : Διακοπή εργασίας τουλάχιστον είκοσι τεσσάρων ωρών που αρχίζει από τη λήξη της τελευταίας πριν την ανάπαυση εργάσιμης ώρας σε κάθε περίπτωση μισθωτού.
6. Περίοδος εργασίας : Ο χρόνος εργασίας που μεσολαβεί μεταξύ δύο διαδοχικών αναπαύσεων.
7. Κανονική ή συμβατική ή συνήθης (ημερήσια ή εβδομαδιαία) εργασία : Η συνολική χρονική διάρκεια του υπό στοιχείο 1 χρόνου ημερήσιας ή εβδομαδιαίας εργασίας (ημερήσιο-εβδομαδιαίο ωράριο) χωρίς τις υπερβάσεις που αναφέρονται αμέσως εν συνεχεία υπό στοιχείο 8.
8. Υπερωριακή εργασία και υπερεργασία : Ο πέραν της κανονικής χρόνος εργασίας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες γενικές διατάξεις.
9. Νυκτερινή εργασία : Ο χρόνος εργασίας που πραγματοποιείται κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ των ωρών 22.00` και 6.00` του 24ώρου.
10. Κύρια εργασία : Το είδος της προγραμματισμένης εργασίας που προσιδιάζει στην ειδικότητα και την υπηρεσιακή θέση κάθε μισθωτού.
11. Δευτερεύουσα απασχόληση : Το κατά περίπτωση είδος της απασχόλησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του εν συνεχεία άρθρου 3.
ΆΡΘΡΟ 3
Εφεδρεία – Δευτερεύουσα απασχόληση
1. Μισθωτός που τελεί σε εφεδρεία μπορεί, κατά το χρόνο αναμονής κλήσης του για απασχόληση στην κύρια προγραμματισμένη εργασία της θέσης και της ειδικότητάς του, να παρέχει με εντολή των αρμόδιων οργάνων της επιχείρησης τις υπηρεσίες του προσωρινά σε άλλη εργασία (δευτερεύουσα απασχόληση).
2. Η εφεδρεία, οι θέσεις, ο αριθμός, η διάρκεια του χρόνου εφεδρείας και οι λοιποί όροι και περιορισμοί από τους οποίους διέπεται αυτή, ορίζονται κατά περίπτωση από το Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης, με βάση τις αντίστοιχες εκάστοτε υπηρεσιακές ανάγκες.
3. Η δυνατότητα της δευτερεύουσας απασχόλησης παρέχεται και όταν σε δεδομένη χρονική περίοδο ο χρόνος εργασίας, στο κύριο Αντικείμενο, δεν εξαντλεί το κανονικό υπηρεσιακό ωράριο εργασίας του μισθωτού. Στις περιπτώσεις αυτές, με εντολή των αρμόδιων οργάνων της επιχείρησης και εφόσον οι λειτουργικές ανάγκες της Εταιρίας το επιβάλλουν, αυτός απασχολείται κατά τις υπολειπόμενες ώρες σε άλλη, παρεμφερή και στον ίδιο χώρο, εργασία, χωρίς αυτό να θεωρείται ότι αποτελεί δυσμενή μεταβολή των όρων της σύμβασης εργασίας ή να γεννά δικαιώματα για οποιαδήποτε προσαύξηση, επίδομα, αποζημίωση ή άλλη πρόσθετη παροχή.
4. Σε έκτακτες περιπτώσεις το προσωπικό μπορεί επίσης να απασχολείται εντός του κανονικού ωραρίου του, κατά τους όρους και με τις προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου και με παράλληλα ή πρόσθετα υπηρεσιακά καθήκοντα, διάφορα από αυτά της υπηρεσιακής θέσης ή της ειδικότητάς του και κατά το δυνατό του αυτού ή ανάλογου ιεραρχικού επιπέδου.
5. Για τις παραπάνω δευτερεύουσες ή πρόσθετες απασχολήσεις δεν χορηγείται οποιοδήποτε επίδομα, προσαύξηση, αποζημίωση ή άλλη παροχή, εφόσον μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν είναι οπωσδήποτε θεσμοθετημένες ή δεν καταβάλλονται αντίστοιχες παροχές.
ΆΡΘΡΟ 4
Χρόνος εργασίας
1. Ως χρόνος εργασίας θεωρείται :
(α) Ο χρόνος πραγματικής εργασίας στο Αντικείμενο της αντίστοιχης υπηρεσιακής θέσης ή για την εκτέλεση της οποίας υπάρχει αρμόδια γενική ή ειδική υπηρεσιακή εντολή.
(β) Ο χρόνος του κατά την παρ. 3 του άρθρου 5 θεσμοθετημένου διαλείμματος.
(γ) Ο χρόνος της, κατά την παρ. 2 του άρθρου 3 του παρόντος Κανονισμού, διατεταγμένης εφεδρείας, εφόσον κατά τη διάρκεια αυτής ο εργαζόμενος βρίσκεται κατ` εντολή του αρμόδιου Προϊσταμένου του ή κατά τα καθιερωμένα σε υπηρεσιακό χώρο.
(δ) Ο κατά την παρ. 4 του άρθρου 5 θεσμοθετημένος κατά περίπτωση χρόνος παραλαβής και παράδοσης συρμών, λεωφορείων, υλικών κ.λπ..
(ε) Ο χρόνος συμμετοχής ή εντεταλμένης παραμονής του μισθωτού σε Συμβούλια, Επιτροπές ή Ομάδες Εργασίας.
(στ) Ο χρόνος Εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, εξειδίκευσης ή επιμόρφωσης, εφόσον πραγματοποιείται μετά την πρόσληψη και δεν προβλέπεται η καταβολή αμοιβής ή αποζημίωσης από οποιαδήποτε πηγή.
(ζ) Ο χρόνος παράτασης του μισθωτού σε ποινικά δικαστήρια ως κατηγορούμενου ή μάρτυρα, εφόσον βεβαίως δεν πρόκειται για εκδίκαση μήνυσης της Εταιρείας κατά του ίδιου.
2. Σε περίπτωση πειθαρχικού ελέγχου του μισθωτού δεν μπορεί να θεωρηθεί ως χρόνος πραγματικής εργασίας ο χρόνος απολογίας, καθώς και ο χρόνος παράστασης αυτού στο όργανο που ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο.
ΆΡΘΡΟ 5
Οργάνωση του χρόνου εργασίας
1.α. Οι ώρες κανονικής ημερήσιας εργασίας (ημερήσιο κανονικό ωράριο) του προσωπικού ορίζονται σε επτά (7) ώρες και σαρανταπέντε (45`) λεπτά και με βάση περίοδο πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, η κανονική εβδομαδιαία εργασία τριάντα οκτώ (38) ώρες και σαρανταπέντε λεπτά (45`).
β. Οι ώρες κατά το άρθρο 9 τυχόν πραγματοποιούμενης υπερωριακής εργασίας ή υπερεργασίας ορίζονται και οι εν γένει όροι διεξαγωγής τους διέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του κοινού εργατικού δικαίου.
γ. Ο χρόνος της ημερήσιας εργασίας του προσωπικού μπορεί να είναι συνεχής ή με διακεκομμένο ωράριο, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.
δ. Στην περίπτωση του διακεκομμένου ωραρίου αυτό δεν μπορεί να μερισθεί σε περισσότερες των δύο χρονικών ενοτήτων, μεταξύ των οποίων θα πρέπει να μεσολαβεί χρόνος διάρκειας το μέγιστον τεσσάρων ωρών.
ε. Οι ημέρες εφαρμογής του διακεκομμένου ωραρίου δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις τέσσερις (4) μηνιαίως και τριάντα έξι (36) ετησίως.
στ. Ειδικά στην περίπτωση του διακεκομμένου ωραρίου των Ηλεκτροδηγών κ.λπ. και των Οδηγών Λεωφορείων, καμία από τις δύο χρονικές ενότητες που το απαρτίζουν δεν μπορεί να έχει διάρκεια κάτω των δύο (2) ωρών, ενώ από το σημείο έναρξης μέχρι το σημείο πέρατος της ημερήσιας εργασίας δεν θα πρέπει να μεσολαβούν συνολικά πάνω από δώδεκα (12) ώρες.
2. Το ημερήσιο ωράριο εφαρμόζεται με σταθερές ή εναλλασσόμενες βάρδιες εργασίας, διαφορετικά για κάθε ομάδα εργασίας, με διαφορετικό χρόνο έναρξης και λήξης, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εταιρείας.
Ο προγραμματισμός, η εναλλαγή και η μεταβολή ημερών εργασίας και αναπαύσεων γίνεται από τη Διοίκηση, με βάση διαγράμματα εργασίας γνωστοποιούμενα στο οικείο προσωπικό ένα μήνα τουλάχιστον προ της έναρξης εφαρμογής τους, σύμφωνα με τις ανάγκες της Εταιρείας και της εξυπηρέτησης του επιβατικού κοινού, σε συμφωνία με τις διατάξεις της Εργατικής Νομοθεσίας και του παρόντος Κανονισμού.
Η σειρά εργασίας στις βάρδιες πρέπει να μεταβάλλεται κατά τις εναλλαγές των περιόδων εργασίας, έτσι ώστε, ο μισθωτός που εργάσθηκε απογευματινές και εσπερινές ώρες κατά τη μία περίοδο να εργάζεται κατά την επόμενη περίοδο εργασίας σε πρωϊνές ώρες, επιτρέπεται όμως κατά περίπτωση να μην γίνει εναλλαγή της βάρδιας, εφόσον λόγοι εύρυθμης λειτουργίας της Υπηρεσίας το επιβάλλουν.
3. Κατά τη διάρκεια της κανονικής ημερήσιας εργασίας των Ηλεκτροδηγών κ.λπ., των Προϊσταμένων Αμαξοστοιχίας, των Οδηγών Λεωφορείων και των Ελεγκτών, εφόσον απασχολούνται επί οχήματος με συνεχή εργασία άνω των έξι ωρών, των Σταθμαρχών Σιδηροδρόμου και Λεωφορείων και του εν γένει εργατοτεχνικού Προσωπικού, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ειδικότερες εσωτερικές κατ` αρμοδιότητα ρυθμίσεις, διάλειμμα εργασίας διάρκειας είκοσι (20`) λεπτών, θεωρούμενο ως χρόνος εργασίας.
4. Ο χρόνος παράδοσης και παραλαβής συρμών, λεωφορείων, σταθμαρχείων, ταμείων κ.λπ., κατά περίπτωση, υπολογιζόμενος ομοίως ως χρόνος κανονικής ημερήσιας εργασίας ορίζεται ως ακολούθως :
Για τους Ηλεκτροδηγούς ο χρόνος παραλαβής των συρμών σε δέκα (10) λεπτά και εφόσον πρόκειται για συρμό που θα κυκλοφορήσει το πρώτον μετά την τελευταία διακοπή εργασίας σε είκοσι (20`) λεπτά, ο δε χρόνος παράδοσης σε δέκα (10`) λεπτά.
Για τους Οδηγούς Λεωφορείων ο χρόνος των οχημάτων σε δέκα (10`) λεπτά και ο χρόνος παράδοσης σε πέντε (5`) λεπτά.
Για τους Εκδότες ο χρόνος παράδοσης των οικείων στοιχείων του εκδοτηρίου του δεκαπέντε (15`) λεπτά.
ΆΡΘΡΟ 6
Διακοπή εργασίας
Η διακοπή εργασίας περιλαμβάνει συνεχή χρόνο έντεκα (11) τουλάχιστον ωρών.
ΆΡΘΡΟ 7
Αναπαύσεις
1. Οι Αναπαύσεις του προσωπικού σε πλήρη ετήσια απασχόληση ισούνται με τον αριθμό των Σαββάτων και Κυριακών του έτους (104).
Οι ακόλουθες ημέρες εκάστου έτους είναι γενικές αργίες για το προσωπικό :
1η Ιανουαρίου, 6η Ιανουαρίου, Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Μεγάλο Σάββατο, Κυριακή του Πάσχα, Δευτέρα του Πάσχα, 1η Μαΐου, Αγίου Πνεύματος, 15η Αυγούστου, 18η Οκτωβρίου, 25η Δεκεμβρίου, 26η Δεκεμβρίου.
Οι αργίες αυτές χορηγούνται στο σύνολό τους την αντίστοιχη ημερομηνία, δεν μεταφέρονται ως πρόσθετες Αναπαύσεις, πλην των περιστάσεων που ορίζει η εργατική νομοθεσία, και σε περίπτωση σύμπτωσης αργίας με ημέρα προγραμματισμένης ανάπαυσης συμψηφίζονται. Τυχόν αντίθετες γενικές ή ειδικές, γραπτές ή εθιμικές ρυθμίσεις, παύουν να ισχύουν. Κατά την κατάρτιση των οικείων διαγραμμάτων εργασίας λαμβάνεται πρόνοια οι παραπάνω συμψηφισμοί ρεπό και αργιών να κατανέμονται κατά το δυνατόν ισομερώς μεταξύ των εργαζομένων. Εργασία κατά ημέρα αργίας ή Κυριακή αμείβεται με βάση τα όσα ορίζει η εκάστοτε ισχύουσα Εργατική Νομοθεσία για τις επίσημες αργίες χωρίς καμία παρέκκλιση.
Επιτρέπεται η μεταβολή των προγραμματισμένων ημερών εργασίας και ανάπαυσης και η αντίστοιχη μεταφορά της ημέρας πραγματοποίησης της ανάπαυσης σε άλλη ημέρα, είτε εφόσον ανακύψουν έκτακτα γεγονότα είτε μέσα από αίτηση του ενδιαφερομένου και έγκριση του αρμόδιου οργάνου, λαμβανομένων υπόψη και των αναγκών της υπηρεσίας. Ο μισθωτός που, σύμφωνα με τα παραπάνω, θα απασχοληθεί κατά την ημέρα αναπαύσεώς του, δικαιούται κάθε ημερολογιακό έτος τόσες ημέρες αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης όσες ημέρες προγραμματισμένων αναπαύσεών του έχει εργασθεί, που θα του χορηγούνται μέσα στα χρονικά πλαίσια που ορίζονται από τις εκάστοτε ισχύουσες οικείες διατάξεις του κοινού εργατικού δικαίου.
2. Σε περίπτωση που η ανάπαυση ή η αργία συμπίπτει με ημέρα ασθένειας, αυτές δεν μεταφέρονται.
3. Για το προσωπικό που εργάζεται βάση διαγραμμάτων, θα πρέπει να συμπίπτουν με ημέρα Κυριακή τουλάχιστον δώδεκα ημέρες ανάπαυσης σε κάθε ημερολογιακό έτος.
4. Μετά από προηγούμενη ενημέρωση και έγκριση σχετικής αίτησής του από τον αρμόδιο Προϊστάμενο, επιτρέπεται η αμοιβαία αλλαγή υπηρεσίας και αναπαύσεως του μισθωτού με άλλο συνάδελφό του, για να εξυπηρετηθεί επαρκώς αιτιολογημένη ανάγκη του ενδιαφερομένου.
ΆΡΘΡΟ 8
Περίοδος εργασίας
1. Με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, η περίοδος της προγραμματισμένης εβδομαδιαίας εργασίας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη των έξι (6) συνεχόμενων ημερών απασχόλησης.
2. Η περίοδος εργασίας μπορεί σε έκτακτες περιπτώσεις ανάγκης να φθάσει μέχρι και εννέα (9) κατ` ανώτατο όριο συνεχόμενες ημέρες απασχόλησης, αλλά στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να χορηγείται στο μισθωτό, εντός διμήνου τουλάχιστον από την εκάστοτε υπέρβαση του κατά την παρ. 1 εξαημέρου, πρόσθετος χρόνος συνεχόμενης ανάπαυσης μίας (1) ημέρας για κάθε τρεις (3) ημέρες συνεχούς απασχόλησης πέραν των έξι ημερών.
ΆΡΘΡΟ 9
Υπερωρία – Υπερεργασία
1. Σχετικά με τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία, τη νομιμότητα, τη διάρκεια, την αμοιβή κ.λπ. της υπερεργασίας και υπερωριακής απασχόλησης εφαρμόζονται οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
2. Η εντεταλμένη, πέραν του κανονικού ωραρίου, απασχόληση του μισθωτού για τη συμμετοχή του σε Συμβούλια, Επιτροπές ή Ομάδες Εργασίας, για την οποία δεν έχει προβλεφθεί ιδιαίτερη αμοιβή, μπορεί με Απόφαση του Δ.Σ. να αμειφθεί είτε ως χρόνος υπερεργασίας ή υπερωρίας είτε με εφάπαξ αποζημίωση.
ΆΡΘΡΟ 10
Κανονική άδεια
1. Το έκτακτο, δόκιμο και τακτικό προσωπικό που απασχολείται με πλήρη ή με μερική απασχόληση δικαιούται ετήσιας άδειας με Αποδοχές, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της εκάστοτε εν ισχύι Ε.Γ.Σ.Σ.Ε..
2. Οι άδειες χορηγούνται σε δύο περιόδους (θερινή και χειμερινή). Κάθε μισθωτός δικαιούται να λάβει κατά την περίοδο από 1ης Μαϊου μέχρι 30ής Σεπτεμβρίου το ένα τμήμα αυτής εκ δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι μη εργάσιμες ημέρες. Το άλλο τμήμα της άδειας χορηγείται κατά τους λοιπούς μήνες.
3. Οι άδειες χορηγούνται με κυλιόμενο σύστημα, έτσι ώστε να χορηγούνται σε κάθε ομάδα εργαζομένων σε διαφορετικό χρονικό διάστημα κάθε έτος.
4. Στις ημέρες ετήσιας κανονικής άδειας που δικαιούται ο μισθωτός δεν συμψηφίζονται οι ημέρες αποχής από την εργασία λόγω βραχείας ασθένειας, στράτευσης, συμμετοχής σε νόμιμη απεργία, ανώτερης βίας ή άλλου σπουδαίου λόγου ή συνδρομής των όρων του άρθρου 656 Α.Κ.. Οι ημέρες αποχής που οφείλονται στους ίδιους λόγους θεωρούνται ως χρόνος πραγματικής απασχόλησης, προκειμένου να θεμελιωθεί το δικαίωμα λήψης άδειας. Βραχεία ασθένεια θεωρείται αυτή που δεν υπερβαίνει τα καθοριζόμενα από το άρθρο 3 του ν. 4558/1930, κατά περίπτωση, χρονικά όρια.
5. Στην περίπτωση κατά την οποία ο μισθωτός δεν κάνει αδικαιολόγητα χρήση της χορηγηθείσας νόμιμα σε αυτόν κανονικής άδειας, για την οποία του έχει κοινοποιηθεί και η σχετική Απόφαση ή έγκριση που προβλέπεται από την παρ. 3 του άρθρου 12, δεν θεωρείται ισχύουσα η διάταξη της παρ. 1 εδ. α` του άρθρου 5 του α.ν. 539/1945 και δεν έχει δικαίωμα ούτε να αξιώσει τη χορήγηση αυτής κατά το επόμενο έτος ούτε να ζητήσει τις Αποδοχές άδειας και την αποζημίωση – προσαύξηση που προβλέπονται από το εδ. β` της ίδιας παραγράφου του παραπάνω άρθρου 5 του α.ν. 539/1945. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση που ο μισθωτός, παρά την έκδοση και γνωστοποίηση σχετικής για τον προγραμματισμό των αδειών εγκυκλίου του Διευθύνοντα Συμβούλου, δεν ζητήσει και δεν λάβει εντός του εκάστοτε τρέχοντος έτους την κανονική άδειά του.
6. Στην περίπτωση που ο μισθωτός ζήτησε έγκαιρα και δεν του χορηγήθηκε νόμιμα η κανονική άδειά του, δικαιούται, κατ` επιλογή της Εταιρείας, είτε τη χορήγησή της εντός του επόμενου έτους είτε την καταβολή των προβλεπόμενων από την παρ. 1 εδ. β` του άρθρου 5 του α.ν. 539/1945 παροχών.
7. Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας χωρίς να έχε ληφθεί η ετήσια άδεια με Αποδοχές, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της Εργατικής Νομοθεσίας.
ΆΡΘΡΟ 11
Άδεια χωρίς Αποδοχές
1. Το προσωπικό μπορεί να ζητήσει άδεια χωρίς Αποδοχές σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό την προϋπόθεση εξάντλησης της κανονικής άδειας ή οποιασδήποτε άλλης άδειας που ο εργαζόμενος θα μπορούσε να ζητήσει για το λόγο τον οποίο επικαλείται.
2. Προκειμένου να χορηγηθεί η άδεια χωρίς Αποδοχές, ο εργαζόμενος οφείλει να υποβάλλει έγγραφη αίτηση για τη χορήγηση αυτής, στην οποία πρέπει να εκθέτει τους σοβαρούς προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, οι οποίοι κατά τη γνώμη του επιβάλλουν τη χορήγηση της άδειας, καθώς και την αιτούμενη διάρκεια και χρονική περίοδο χορήγησής της.
3. Η αίτηση απευθύνεται προς το Διευθύνοντα Σύμβουλο και υποβάλλεται ιεραρχικώς μέσω του οικείου Διευθυντή, ο οποίος επισυνάπτει την πρότασή του. Αρμόδιος για την έγκριση άδειας χωρίς Αποδοχές είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο.
4. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τους προβαλλόμενους λόγους, η έγκριση ή η έγκριση ή η απόρριψη της αιτούμενης άδειας χωρίς Αποδοχές, απόκειται στην υπηρεσιακή κρίση του κατά την προηγούμενη παράγραφο 3 αρμόδιου για τη χορήγησή της οργάνου, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών της Εταιρείας. Το αρμόδιο όργανο μπορεί, αντί απορρίψεως, κατ` εκτίμησή του και με τη σύμφωνη γνώμη των ενδιαφερομένων, είτε και με βάση τις ανάγκες της Εταιρείας, να εγκρίνει μικρότερης διάρκειας άδεια είτε τη χορήγησή της σε διαφορετική χρονική περίοδο.
ΆΡΘΡΟ 12
Λοιπές περί αδειών διατάξεις
1. Οι εν γένει άδειες χορηγούνται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται από τη διάταξη που τις προβλέπει.
2. Δύναται να χορηγείται κατά την κρίση της υπηρεσίας άδεια μιας εργάσιμης ημέρας για εθελοντική αιμοδοσία με πλήρεις Αποδοχές.
3. Το προσωπικό σε οποιαδήποτε περίπτωση άδειας δεν δικαιούται να εγκαταλείψει τη θέση του πριν του κοινοποιηθεί η περί χορήγησης αυτής Απόφαση ή η επί της αιτήσεως σημειωμένη έγκριση.
4. Εφόσον πρόκειται για θέση για την οποία είναι οργανική ή υπηρεσιακά προβλέπεται η ύπαρξη αντικαταστάτη, θα πρέπει ο αναχωρών σε άδεια να παραδώσει σε αυτόν πριν την αναχώρησή του την υπηρεσία κανονικά.
5. Ανάκληση άδειας επιτρέπεται μόνο σε ιδιαίτερα σοβαρούς και έκτακτους υπηρεσιακούς λόγους ή μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, εφόσον εκτιμηθεί η σοβαρότητα των λόγων που ο μισθωτός επικαλείται και δεν δημιουργούνται προβλήματα στην υπηρεσία.
6. Η υπέρβαση του χρόνου άδειας, εάν δεν δικαιολογείται από σπουδαίο λόγο που αποδεικνύεται δεόντως, συνιστά αυθαίρετη απουσία του μισθωτού, με τις κατά περίπτωση σχετικές συνέπειες. Σε κάθε όμως περίπτωση, ο μισθωτός οφείλει να ειδοποιήσει έγκαιρα και με το δέοντα ιεραρχικό τρόπο την υπηρεσία του σχετικά με το λόγο και το χρόνο της καθυστέρησης επανόδου του. Αδικαιολόγητη παράλειψη ή καθυστέρηση ειδοποίησης συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα.
ΆΡΘΡΟ 13
Διατάξεις που ισχύουν και για τις Εσωτερικές Υπηρεσίες
1. Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του άρθρου 3 παρ. 3, 4 και 5, του άρθρου 4 παρ. 1 στοιχ. α`, ε`, στ` και ζ` και παρ. 2, του άρθρου 5 παρ. 1, στοιχ. α`, β`, γ` και δ` του άρθρου 6, του άρθρου 7 παρ. 1 και 2 και των άρθρων 9 έως και 12, ισχύουν και για το Προσωπικό των Εσωτερικών Υπηρεσιών της Εταιρείας.
2. Για το ίδιο παραπάνω Προσωπικό των Εσωτερικών Υπηρεσιών : α) η υπό στοιχ. 6 του άρθρου 2 περίοδος εργασίας είναι πενθήμερη, β) η υπό στοιχ. 5 του ιδίου άρθρου ανάπαυση είναι καθ` εβδομάδα το διήμερο Σαββάτου και Κυριακής. Θα καλύπτονται από πιστώσεις των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α..
Άρθρο 11
Τρόπος κάλυψης δαπανών
1.α. Οι δαπάνες που προκαλούνται από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 5, 10, 13, 16, 19 και 6 παρ. 8 θα καλύπτονται από πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών.
β. Οι απώλειες εσόδων που προκαλούνται από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 13, 14, 15 και 18, 6 παρ. 7 και 8 παρ. 3 και 5 αναπληρώνονται από άλλες πηγές εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού.
2. Οι δαπάνες που προκαλούνται από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 2 και 3 θα καλύπτονται από πιστώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
3. Οι δαπάνες που προκαλούνται από τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 περ. κβ`, 3 παρ. 3 και 6
Άρθρο 12
Καταργούμενες διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται :
1. Κάθε διάταξη νόμου ή κανονισμού εργασίας με ισχύ νόμου ή όρος συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής Απόφασης ή πρακτικού συμφωνίας ή άλλης άτυπης συλλογικής ρύθμισης οποιασδήποτε μορφής ή όρος ατομικής σύμβασης εργασίας, ρητώς ή λόγω μακροχρόνιας πρακτικής καθιερωμένος, Απόφαση της Διοίκησης της Εταιρείας ή των εντεταλμένων οργάνων της ή γενικά κάθε συμβατικής ή μονομερούς δικαιοπραξίας της Διοίκησης, οποιουδήποτε χαρακτήρα ή νομικής δεσμευτικότητας που εφαρμόζονται στο προσωπικό των Ο.Α.Σ.Α., Ε.ΘΕ.Λ., Η.Λ.Π.Α.Π., Η.Σ.Α.Π. και αντίκειται ρητά και ειδικά στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη νόμου που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου ή κατά το μέρος που ρυθμίζει κατά διάφορο τρόπο θέματα που διέπονται από τον παρόντα νόμο.
Άρθρο ΤΕΤΑΡΤΟ
Τροποποίηση Κανονισμών
Οι διατάξεις των πιο πάνω Κανονισμών της Εταιρείας Η.Σ.Α.Π. Α.Ε. τροποποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.
Άρθρο 13
Ισχύς
Η Ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο νόμο αυτόν.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 1998
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤ/ΚΩΝ, ΔΗΜ. Δ/ΣΗΣΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΛ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣΓΙΑΝ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΒ/ΝΤΟΣ, ΧΩΡ/ΞΙΑΣ & ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ ΒΑΣΩ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ& ΚΟΙΝ. ΑΣΦ/ΣΕΩΝΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΜΙΛΤ. ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΦΙΛ. ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝΤ. ΜΑΝΤΕΛΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 18 Δεκεμβρίου 1998
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΕΥΑΓ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ