Νόμος 253 ΦΕΚ Α΄16/30.1.1976
Περί τροποποιήσεως της περί των Ταμείων Αρωγής Δημοσίων Υπαλλήλων κειμένης νομοθεσίας και άλλων τινών συναφών διατάξεων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ψηφισάμενοι ομοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμε

Άρθρον 1
Το άρθρον 3 του Ν.Δ. 95/1973 “περί τροποποιήσεως της κειμένης νομοθεσίας περί των Ταμείων Αρωγής Δημοσίων Υπαλλήλων “, αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 3
Πόροι.
1. Πόροι των Ταμείων Αρωγής είναι :
α. Κράτησις επί των βάσει των μισθοδοτικών καταστάσεων εντελλομένων τακτικών αποδοχών (βασικός μισθός – επιδόματα τριετιών – επίδομα πολυετίας), των ησφαλισμένων, οριζομένη εις :
αα. 3 % δια τους λαμβάνοντας αποδοχάς μέχρι 3000 δραχμών.
ββ. 4 % δια τούς λαμβάνοντας αποδοχάς από 3001 μέχρις 6000 δραχμών.
γγ. 5 % δια τους λαμβάνοντας αποδοχάς από 6001 δραχμάς και άνω.
β. Κράτησις των αποδοχών του πρώτου δεκαπενθημέρου από του διορισμού των το πρώτον διοριζομένων καταβαλλομένη εις δώδεκα (12) ισοπόσους μηνιαίας δόσεις, ως και η κράτησις της διαφοράς αποδοχών των προαγομένων ή λαμβανόντων επίδομα τριετιών ή πολυετίας του πρώτου δεκαπενθημέρου μετά την προαγωγήν ή την απονομήν του επιδόματος.
γ. Κράτησις 5% επί πάσης αμοιβής αποζημιώσεως των εις το Ταμείονησφαλισμένων λόγω παροχής προσθέτου υπηρεσίας πάσης φύσεως, περιλαμβανομένων και των υπό μορφήν εξόδων κινήσεως και οδοιπορικών παρεχομένων, εξαιρέσει των επί τη βάσει δικαιολογητικών δι` εκτός έδρας ματακίνησιν καταβαλλομένων τοιούτων.
δ. Δωρεαί, κληρονομίαι, κληροδοτήματα και πάσα άλλη εκ χαριστικής αιτίας παροχή πρός το Ταμείον.
ε. Οι τόκοι και εν γένει αι πρόσοδοι των κεφαλαίων και της περιουσίας του Ταμείου.
2. Η, περί ης η περίπτωσις α` της προηγουμένης παραγράφου, κράτησις δεν ενεργείται επί του τμήματος των τακτικών αποδοχών του υπερβαίνοντος τον εκάστοτε ισχύοντα βασικόνμισθόν πολιτικού υπαλλήλου επί βαθμώ 1ω προσηυξημένον κατά είκοσι τοις εκατόν (20%).
Η διάταξις του προηγουμένου εδαφίου εφαρμόζεται και επί των δικαστικών λειτουργών των ησφαλισμένων εις το Ταμείον Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων, της καταβλητέας εισφοράς οριζομένης ίσης προς την υπό των τελωνειακών υπαλλήλων καταβαλλομένην τοιαύτην.
3. Τα καταβαλλόμενα δώρα επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων και Πάσχα ως και το επίδομα αδείας των υπαλλήλων δεν υπόκειται εις την περί ης η περίπτωσις α` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κράτησιν”.

Άρθρον 2
Τα εδάφια γ` και δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίστανται ως ακολούθως :
“γ. Εάν απολυθή λόγω σωματικής ή διανοητικής ανικανότητος, μη οφειλομένης εις την υπηρεσίαν, βεβαιουμένης δε κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις δια τούς Δημοσίους υπαλλήλους και έχη συμπληρώσει δεκαετή τουλάχιστον συντάξιμονυπηρεσίαν.
δ. Εάν απολυθή λόγω ορίου ηλικίας ή απομακρυνθή οπωσδήποτε της υπηρεσίας μετά την συμπλήρωσιντριακονταπενταετούς υπηρεσίας και έχη εις εκατέραν των περιπτώσεων δεκαπενταετή συντάξιμονυπηρεσίαν”.

Άρθρον 3
Το άρθρον 6 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 6.
Ποσά συντάξεων
1. Δι` αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών εκδιδομένων μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου Ταμείου Αρωγής και δημοσιευομένων διά της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, ορίζεται το ύψος της παρεχομένης συντάξεως εις τους εξερχομένους της υπηρεσίας μετά την δημοσίευσιν του παρόντος επί τη βάσει των εκάστοτε τακτικών αποδοχών αίτινες αντιστοιχούν εις τον βαθμόν εξόδου εκ της υπηρεσίας των και του χρόνου ασφαλίσεως αυτών.
2. Ως τακτικαίαποδοχαί διά την εφαρμογήν του παρόντος νοούνται ο εκάστοτε βασικός μισθός και τα εκάστοτε επιδόματα τριετιών και πολυετίας, κατ` ανώτατον δε όριον, εν συνόλω μέχρι του εκάστοτε βασικού μισθού Πολιτικού υπαλλήλου επί βαθμώ 1ω προσηυξημένου κατά είκοσι τοις εκατόν (20%).
3. Ως χρόνος ασφαλίσεως διά τον καθορισμόν του ποσού της συντάξεως, νοείται ο τοιούτος της πραγματικής ασφαλίσεως, δι` ον κατεβλήθησανασφαλιστικαίεισφοραί ως και ο αναγνωρισθείς ως συντάξιμος και εξαγορασθείς χρόνος προϋπηρεσίας.Εφ` όσον κατά τον υπολογισμόν του χρόνου ασφαλίσεως προκύπτει υπόλοιπονέξ (6) μηνών και πλέον, τούτο θεωρείται ως πλήρες έτος, άλλως παραλείπεται.
4. Επιφυλλασομένης της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 3 του άρθρου 9 ο χρόνος, περί ου η προηγουμένη παράγραφος, δι` ον δεν καταβλήθησανασφαλιστικαίεισφοραί ή τα διά την εξαγοράν ποσά, δεν λογίζεται ως συντάξιμος.
5. Εις περίπτωσιν ουσιώδους μεταβολής της οικονομικής καταστάσεως των Ταμείων Αρωγής, διαπιστουμένης υπό του Διοικητικού Συμβουλίου αυτών, επιτρέπεται, δι` ομοίων Υπουργικών Αποφάσεων, η αυξομείωσις των συντάξεων.
6. Η ανωτάτη εις ποσοστόν επί των αποδοχών σύνταξις εκ του Ταμείου Αρωγής, περί ων ο παρών νόμος, παρέχεται μετά τριακονταπενταετήχρόνον ασφαλίσεως”.

Άρθρον 4
Το άρθρον 7 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 7.
Επιστροφή Εισφορών.
1. Ησφαλισμένοι των Ταμείων Αρωγής εξερχόμενοι της υπηρεσίας, δι` οιονδήποτε λόγον, και μη συμπληρούντες τας απαιτουμένας προϋποθέσεις λήψεως συντάξεως, δικαιούνται όπως αιτήσωνται την επιστροφήν των καταβληθεισών εισφορών αυτών ατόκως ως ακολούθως : α. Οι μη συμπληρώσαντες πενταετή ασφάλισιν το 50% των εισφορών.
β. Οι συμπληρώσαντεςχρόνον ασφαλίσεως άνω των πέντε ετών και μέχρι 10 έτη το 75% των εισφορών.
γ. Οι συμπληρώσαντεςχρόνον ασφαλίσεως άνω των δέκα ετών το 100% των εισφορών.
2. Της, κατά την προηγουμένηνπαράγραφον, επιστροφής εισφορών δικαιούνται, τη αιτήσει των, και οι ησφαλισμένοι των Ταμείων Αρωγής οι διακόψαντες ή διακόπτοντες την παρ` αυτοίς ασφάλισίν των, λόγω διορισμού ή μετατάξεώς των εις ετέραν δημοσίανυπηρεσίαν, δι` ην δεν ασφαλίζονται εις Ταμείον Αρωγής και εφ` όσον κατά την διακοπήν, δεν συμπληρώνουν τας υπό του παρόντος Ν.Δ. προϋποθέσεις διά την, κατά την εκ της δημοσίας υπηρεσίας έξοδον των, κτήσιν δικαιώματος προς λήψιν συντάξεως.
3. Της επιστροφής των αυτών ως άνω ποσών εισφορών ωσαύτως δικαιούνται, τη αιτήσει των, και τα κατά το άρθρον 8 μέλη οικογενείας θανόντοςησφαλισμένου, εφ` όσον δεν δικαιούνται συντάξεως”.

Άρθρον 5

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“1. Εν περιπτώσει θανάτου συνταξιούχου ή ησφαλισμένου έχοντος συμπληρώσει δεκαετή τουλάχιστον συντάξιμονυπηρεσίαν ή εν περιπτώσει θανάτου αυτών συνεπεία τραύματος ή νοσήματος, προελθόντος και προδήλως και αναμφισβήτως εξ αιτίας της υπηρεσίας ανεξαρτήτως δε χρόνου ασφαλίσεως του θανόντοςδικαοούνται συντάξεως τα κατά την επομένηνπαράγραφον μέλη της οικογενείας αυτού”.

2. Εν τέλει της παργρ. 3 του άρθρου 8 το Ν.Δ. 95/1973 προστίθεται εδάφιον δ` έχον ως ακολούθως :
“δ. Εις τέκνον ή τέκνα ορφανά εξ ενός των γονέων, έχοντος δικαίωμα συντάξεως εξ ιδίας υπηρεσίας, το 50% κατανεμόμενον κατ` ισομοιρίαν μεταξύ των δικαιούχων τέκνων “.

Άρθρον 6
Το άρθρον 9 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως :
“Άρθρον 9.
Αναγνώρισις προϋπηρεσίας.
1. α. Παρ. εκάστου εκ των Ταμείων Αρωγής αναγνωρίζεται ως συντάξιμος η παρά τω Δημοσίω ή ετέρωΝομικώ προσώπω Δημοσίου Δικαίου προϋπηρεσία, ή, κατά τας διατάξεις τας διεπούσας το Δημόσιον ή, συντρεχούσης περιπτώσεως, του ΤΑΚΕ αναγνωριζομένη ως τοιαύτη, αποδεικνύεται δε αύτη μόνον εξ επισήμων πιστοποιητικών των υπηρεσιών, παρ` αιςεπραγματοποιήθη η σχετική απασχόλησις, και εφ` όσον αύτη δεν ελήφθη υπ` όψιν διά την απονομήν συντάξεως υπό ετέρου φορέως επικουρικής ασφαλίσεως εξαιρέσει του Μ.Τ.Π.Υ. και του Ταμείου Νομικών, διά τους μη υπαγομένους εις την ασφάλισιν του Μ.Τ.Π.Υ.
β. Η αναγνώρισις ενεργείται, δι` αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του οικείου Ταμείου Αρωγής, τη αιτήσει του ησφαλισμένου, υποβαλλομένης εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός έτους από της υπαγωγής του εις την ασφάλισιν, ή, προκειμένου περί των ήδη ησφαλισμένων, μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου 1976.

γ. Εν περιπτώσει θανάτου του ησφαλισμένου, προ της λήξεως της κατά το προηγούμενον εδάφιον προθεσμίας, την περί αναγνωρίσεως αίτησιν δύναται να υποβάλλουν τα μέλη της οικογενείας αυτού εντός του έτους από του θανάτου του ησφαλισμένου.
δ. Η αναγνωριζομένη προϋπηρεσία εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να υπερβή τα 15 έτη, εκτός εάν δεν επαρκή αύτη διά την συμπλήρωσιν των ελαχίστων προϋποθέσεων διά την απόληψιν συντάξεως, ότε ο ησφαλισμένος δύναται, εκ της προϋπηρεσίας αυτού, ν` αναγνωρίσηχρόνον και πλέον των 15 ετών, μέχρι συμπληρώσεως των ελαχίστων τούτων προϋποθέσεων.
2. α. Η εξαγορά του αναγνωριζομένου χρόνου ενεργείται διά παρακρατήσεως καθ` έκαστον μήνα εκ των τακτικών αποδοχών του ησφαλισμένου προσθέτου ειδικής εισφοράς ίσης προς το ήμισυ της εκάστοτε τακτικής μηνιαίας εισφοράς του. Η πρόσθετος εισφορά καταβάλλεται επί αριθμόν μηνών ίσονπρός τον τοιούτον του αναγνωρισθέντος χρόνου.
β. Η παρακράτησις της προσθέτου ειδικής εισφοράς ενεργείται υποχρεωτικώς εκ των αποδοχών του ησφαλισμένου της παρ` η υπηρετεί Υπηρεσίας του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. και αποδίδεται εις το Ταμείον μετά των τακτικών εισφορών, άρχεται δε από του μεθεπομένου της κοινοποιήσεως της περί αναγνωρίσεως αποφάσεως μηνός.
3. Εις περίπτωσιν υποβολής αιτήσεως προς συνταξιοδότησιν προ της ολοσχερούς, κατά τ` ανωτέρω, εξαγοράς του αναγνωρισθέντος χρόνου ο μη εξαγορασθείς χρόνος, λαμβάνεται υπ` όψιν ως συντάξιμος, επί τη καταβολή ποσού ίσου προς το γινόμενον το προκύπτον εκ του πολλαπλασιασμού του ποσού της προσθέτου ειδικής εισφοράς του τελευταίου μηνός ασφαλίσεως επί τον αριθμόν των υπολοίπων προς αναγνώρισιν μηνών.
Εις πάσαν περίπτωσιν συνταξιοδοτήσεως καταβάλλεται εφ` άπαξ το έν τέταρτον (1/4) της οφειλής εκ της εξαγοράς, το δε υπόλοιπονπαρακρατείται εκ της συντάξεως εις μηνιαίας δόσεις, μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως της οφειλής, εκάστη των οποίων ορίζεται ίση πρός την διαφοράν μεταξύ της συντάξεως της προκυπτούσης επί τη βάσει του συνολικού συνταξίμου χρόνου, και της τοιαύτης της προκυπτούσης βάσει του χρόνου δι` ον κατεβλήθησανασφαλιστικαίεισφοραί, μέχρι της εκδόσεως της περί απονομής της συντάξεως αποφάσεως του Δ.Σ. του οικείου Ταμείου Αρωγής. Εν ουδεμιά, πάντως, περιπτώσει το ποσόν της, κατά τ` ανωτέρω, μηνιαίας δόσεως δύναται να είναι ανώτερον του 1/3 ουδέ κατώτερον του 1/6 της συντάξεως χρόνου. Εν περιπτώσει εξοφλήσεως ολοκλήρου του ποσού της εξαγοράς εφ` άπαξ υπό του ενδιαφερομένου παρέχεται υπέρ αυτού έκπτωσις 10%. Κατά την πρώτηνεφαρμογήν του παρόντος και επί μίαν τριετίαν από της δημοσιεύσεως του παρόντος, εις περίπτωσιν συνταξιοδοτήσεως καταβάλλεται εφ` άπαξ το εν πέμπτον (1/5) της οφειλής εκ της εξαγοράς, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων των προηγουμένων εδαφίων της παρούσης παραγράφου.
4.Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και επί των ησφαλισμένων, οίτινεςείχον υποβάλλει τας περί αναγνωρίσεως, προϋπηρεσίας αιτήσεις των μέχρι της ενάρξεως ισχύος του παρόντος. Εάν εξεδόθησαν αποφάσεις του Δ.Σ. του οικείου Ταμείου Αρωγής αύται ισχύουν μόνον διά το μέχρι της ισχύος του παρόντος Ν.Δ. εξαγορασθέν τμήμα του αναγνωρισθέντος χρόνου. Διά το μη εξαγορασθέν τμήμα του αναγνωρισθέντος χρόνου εφαρμόζονται αι λοιπαί διατάξεις του παρόντος. Εν περιπτώσει εξοφλήσεως ολοκλήρου του ποσού της εξαγοράς εφ` άπαξ υπό του ενδιαφερομένου παρέχεται υπέρ αυτού έκπτωσις 10%”.

Άρθρον 7
Η παράγραφος 4 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“4. Η σύνταξις καταβάλλεται εις έκαστον δικαιούχον δι` επιταγών επ` ονόματι αυτού ή εις τον, δυνάμει συμβολαιογραφικού εγγράφου, πληρεξούσιον αυτού”.

Άρθρον 8
Το άρθρον 11 του Ν.Δ. 95/1973 αντικαθίσταται ως ακολούθως :
” Άρθρον 11.
Αναπροσαρμογή συντάξεων.
1.α. Δι` αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, εκδιδομένων μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου Ταμείου Αρωγής και δημοσιευομένων διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, αναπροσαρμόζονται αι υπ` αυτών παρεχόμεναι συντάξεις εις τους εξελθόντος της υπηρεσίας προ της δημοσιεύσεως του παρόντος.
β. Η αναπροσαρμογή γενήσεται επί τη βάσει του καθορισθησομένου ποσοστού επί των εκάστοτε ισχυουσών τακτικών αποδοχών του βαθμού εξόδου εκ της υπηρεσίας και του χρόνου της πραγματικής ασφαλίσεως δι` όν κατεβλήθησαν αι εκάστοτε ισχύουσαιασφαλιστικαίεισφοραί, προσηυξημένου διά του αναγνωρισθέντος ή αναγνωρισθησομένου ως συνταξίμου τοιούτου, εφ` όσον ούτος εξηγοράσθη.
2. α. Οι συνταξιούχοι δικαιούνται όπως αιτήσωνται την αναγνώρισιν και εξαγοράν του αναγνωρισθέντος άνευ εξαγοράς χρόνου υπηρεσίας επί τη καταβολή εισφοράς 1,5% επί των παρά τας παρ. 1 έδ. α` και 2 του άρθρου 3 αποδοχών, υπολογιζομένης επί των τακτικών αποδοχών του βαθμού εξόδου εκ της υπηρεσίας των ισχυουσών κατά τον χρόνον υποβολής της περί αναγνωρίσεως αιτήσεως.
β. Συνταξιούχοι οίτινες δεν έχουν αναγνωρίσει προϋπηρεσίαν ή η αναγνωρισθείσα και εξαγορασθείσα τοιαύτη δεν επαρκεί διά την συμπλήρωσιν των προϋποθέσεων προς απόληψιν πλήρους συντάξεως, δύνανται, δι` αιτήσεως των υποβαλλομένης μέχρι της 31.12.1976, να αναγνωρίσουν και εξαγοράσουν, κατά τας διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου, χρόνον εκ της προϋπηρεσίας των μέχρι συμπληρώσεως συνολικού χρόνου ασφαλίσεως τριάκοντα πέντε (35) ετών”.
3. Εκ του, κατά την παρ. 2 του παρόντος, προκύπτοντος ποσού οφειλής εξ εξαγοράς καταβάλλεται υπό του συνταξιούχου εφ` άπαξ έν τέταρτον (1/4) το δε υπόλοιπονπαρακρατείται εκ της συντάξεως εις μηνιαίας δόσεις μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως της οφειλής, εκάστη των οποίων ορίζεται ίση προς την διαφοράν μεταξύ της συντάξεως της προκυπτούσης επί τη βάσει του συνολικού συνταξίμου χρόνου δι` ον κατεβλήθησανασφαλιστικαίεισφοραί, μέχρι της εκδόσεως της περί αναπροσαρμογής της συντάξεως αποφάσεως του Δ.Σ. του οικείου Ταμείου Αρωγής. Εν ουδεμιά πάντως, περιπτώσει το ποσόν της κατά τ` ανωτέρω μηνιαίας δόσεως δύναται να είναι ανώτερον του 1/3 ουδέ κατώτερον του 1/6 της καταβαλλομένης συντάξεως. Εν περιπτώσει εξοφλήσεως ολοκλήρου του ποσού της εξαγοράς εφ` άπαξ υπό του ενδιαφερομένου παρέχεται υπέρ αυτού έκπτωσις 10% “.

Άρθρον 9
Τριετίαι.
Αι διατάξεις του Ν.Δ. 279/1974 “περί επεκτάσεως των διατάξεων του Ν.Δ. 807/1971 “περί συμπληρώσεως των περί προσαυξήσεως επιδόματος ευδοκίμου παραμονής (τριετιών) κειμένων διατάξεων” έχουν εφαρμογήν από της ισχύος των και επί των συνταξιούχων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. των συνταξιοδοτουμένων εκ των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως δυνάμει της μεθ` ης συνδέονται ασφαλιστικής σχέσεως.

Άρθρον 10
Εξαίρεσις Δικαστικών.

1. Από της ισχύος του παρόντος δεν υπάγονται εις την παρά τω Ταμείω Αρωγής Υπαλλήλων του Υπουργείου Δικαιοσύνης ασφάλισιν, οι εφεξής διοριζόμενοι δικαστικοί λειτουργοί.

2. Οι, κατά την δημοσίευσιν του παρόντος, ησφαλισμένοι του ανωτέρω Ταμείου εκ των, κατά την προηγουμένηνπαράγραφον, προσώπων δύνανται τη αιτήσει των, υποβαλλομένη εντός έξ (6) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, να εξαιρεθούν της περαιτέρω υποχρεωτικής ασφαλίσεως παρά τω Ταμείω τούτω.

3. Καταβληθείσαιασφαλιστικαίεισφοραί εις το Ταμείον υπό των εν παρ. 2 προσώπων, από της υπαγωγής των εις την ασφάλισιν του Ταμείου μέχρι της εξαιρέσεως των επιστρέφονται αυτοίς ατόκως μειωμέναι κατά ποσοστόνπεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) εντός ενός έτους από της υποβολής της σχετικής αιτήσεως.

Άρθρον 11
Μεταβατικαί διατάξεις.

1.Τακτικαί εισφοραί και συντάξεις, πέραν των υπό του παρόντος προβλεπομένων, καταβληθείσαι μέχρι τέλους του επομένου της δημοσιεύσεως αυτού μηνός, δεν αναζητούνται.

2. Αποφάσεις περί αναγνωρίσεως και εξαγοράς προϋπηρεσία ησφαλισμένων και συνταξιούχων, εκδοθείσαι από της ισχύος του Ν.Δ. 95/ 1973 μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος αναθεωρούνται οίκοθεν υπό των Δ.Σ. των Ταμείων Αρωγής, βάσει των διατάξεων του παρόντος, τυχόν δε καταβληθέντα επί πλέον ποσά επιστρέφονται εις τους δικαιούχους ατόκως.

3. Κατά την πρώτηνεφαρμογήν του παρόντος, το ΔιοικητικόνΣυμβούλιον εκάστου Ταμείου Αρωγής υποχρεούται όπως προβή εις τας υπό των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 6 και της παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν.Δ. 95/1973, ως αύται τροποποιούνται διά του παρόντος, προβλεπομένας ενεργείας το βραδύτερον εντός έξ μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος.

4. Οι αποχωρήσαντες της υπηρεσίας του ΑΣΔΥ υποχρεωτικώς, λόγω συμπληρώσεως 35ετίας, δικαιούνται, προς ανακαθορισμόν, από της 1ης του επομένου της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου μηνός, του μηνιαίου βοηθήματος κατά τα εν άρθρω 9 παρ. 1 του Ν. 2066/1952 οριζόμενα, να συνυπολογίσουν εις τον χρόνον υπηρεσίας και ασφαλίσεως των τον διανυθέντα εις το Ταμείον Αρωγής, εις ο υπάγοντο προ του διορισμού των εις το ΑΣΔΥ, και τον χρόνον υπηρεσίας των παρά τω ΑΣΔΥ, αποδιδομένων εις το Ταμείον τούτο, των γενομένων παρά του Ταμείου Αρωγής και Υγείας Οικονομικών Υπαλλήλων κρατήσεων και επιστρεφομένων απ` ευθείας υπό των ανωτέρω των τυχόν ληφθέντων παρ` αυτών καθαρών ποσών, διά τυχόν γενομένας προς τούτους παροχάς πάσης φύσεως του Ταμείου Αρωγής και Υγείας Οικονομικών Υπαλλήλων.

5. Τακτικοί υπάλληλοι μεταταγέντες εις το Υπουργείον Προεδρίας Κυβερνήσεως κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 4188/1961 δύνανται, τη αιτήσει των, υποβαλλομένη εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος, να επιλέξουν το Ταμείον Αρωγής υπαγωγής των, μεταξύ του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως και Εξωτερικών και εκείνου των υπαλλήλων του Υπουργείου, εξ ου ούτοι μετετάγησαν. Αι μέχρι αλλαγής του Ταμείου Αρωγής πάσης φύσεως καταβληθείσαιασφαλιστικαίεισφοραί παρ` αυτών, μεταφέρονται τη αποφάσει του Δ.Σ. ΤΑΥΥΠΚΕΞ εις το δικαιούχονΤαμείον Αρωγής, προς αναγνώρισιν του αντιστοίχου χρόνου υπηρεσίας των.

6. α. Διά Π.Δ/τος εφ` Άπαξ εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, συνιστάται ίδιον Ταμείον Αρωγής διά το προσωπικόν της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, διεπόμενον υπό των διατάξεων του Ν.Δ. 95/1973, ως τούτο τροποποιείται διά του παρόντος Νόμου.
β. Διά Π/Δτων εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών μετά γνώμην του Δ.Σ. του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων αρμοδιότητος του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, ρυθμίζονται τα της υπαγωγής εις την ασφάλισιν του νέου Ταμείου του προσωπικού της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, τα της διακοπής της υφισταμένης ασφαλίσεως αυτού εκ του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων αρμοδιότητος Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και τα της μεταφοράς περιουσιακών στοιχείων εκ του Ταμείου τούτου εις το νέον Ταμείον, τα της οργανώσεως, λειτουργείας, διοικήσεως και διαχειρήσεως, ως και πάσα άλλη λεπτομέρεια διά την εφαρμογήν του παρόντος.

Άρθρον 12
Ισχύς.
Η ισχύς του παρόντος, πλην των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 3, των άρθρων 7 , 9 , 10 και 11 αυτού, άρχεται από της δημοσιεύσεως του Ν.Δ. 95/1973.

Ο παρών νόμος ψηφισθείς υπό της Βουλής και παρ΄ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.

Εν Αθήναις τη 28 Ιανουαρίου 1976

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ. ΤΣΑΤΣΟΣ