ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2386 ΦΕΚ Α’ 43/7.3.1996
Ρυθμίσεις θεμάτων εθνικών κληροδοτημάτων, δημοσίων και ανταλλαξίμων κτημάτων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΘΝΙΚΑ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΑ

Άρθρο 1
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του α.ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α)

Οι διατάξεις του α.ν. 2039/1939, όπως ισχύουν τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως εξής:
1. Οι διατάξεις του άρθρου 14 αριθμούνται ως παράγραφος 1 και προστίθενται παράγραφοι 2 και 3, που έχουν ως εξής:
2. Τα τιμαλφή είναι δυνατόν να εκποιούνται από τη Διεύθυνση Ενεχυροδανειστηρίων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή άλλο σχετικό δημόσιο οργανισμό ή υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων.
3. Τα αυτοκίνητα, ως και άλλα κινητά πράγματα, είναι δυνατόν να εκποιούνται από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ.), με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων.”

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Οι κινητές αξίες με τα τοκομερίδια και τις μερισματαποδείξεις αυτών, παραδίδονται ή μεταφέρονται για φύλαξη, με εντολή του εκκαθαριστή, στην Τράπεζα της Ελλάδος ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό ‘Ιδρυμα.
Ο Υπουργός Οικονομικών διατάσσει την εκποίηση άλων ή μέρους αυτών, από την Τράπεζα της Ελλάδος ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τις παραπάνω Τράπεζες και Πιστωτικά Ιδρύματα, το οποία διενεργούν την εκποίηση τούτων σύμφωνα με τη σχετική εντολή του και αποδίδουν στο Δημόσιο το τίμημα αυτών, το οποίο βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο από τη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.), που ειδοποιείται προς τούτο από την παραπάνω Τράπεζα ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή το Πιστωτικό ‘Ιδρυμα.”

3. Στο άρθρο 15 προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
“3. Χρεώγραφα και κινητές αξίες γενικά, που είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο Χρηματιστήριο, είναι δυνατόν να εκποιούνται σ’ αυτό, από τις παραπάνω Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τα Πιστωτικά Ιδρύματα, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων.”

4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής:
“Με την απόφαση αυτή καθορίζεται επίσης ο αριθμός των δόσεων, η προθεσμία εξόφλησης κάθε δόσης, ως και το είδος και το ποσό της ασφάλειας που πρέπει να δώσει ο υπόχρεος για την καταβολή του κληροδοτήματος. Οι δόσεις αυτές είναι έντοκες, με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο τραπεζικών καταθέσεων ταμιευτηρίου που ισχύει κατά την έκδοση της απόφασης.”

5. Στο άρθρο 17 προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:
“4. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης εξόφλησης κάποιας δόσης, ο υπόχρεος με την καταβολή του κληροδοτήματος, επιβαρύνεται με την πληρωμή τόκου υπερημερίας.”

6. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 προστίθενται δύο εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων, δύναται να επιτραπεί η πληρωμή χρεών και βαρών της κληρονομίας, από τα μετρητά ή τα έσοδα ή το προϊόν εκκαθάρισης των περιουσιακών της στοιχείων, που δεν έχουν βεβαιωθεί ως δημόσια έσοδα, εφόσον επαρκεί προς τούτο το ενεργητικό της. Με τις ίδιες προϋποθέσεις και διαδικασία, είναι δανατή και η πληρωμή των εξόδων εκκαθάρισης της κληρονομίας, ως και η διάθεση ποσού στον εκκαθαριστή της, για την πληρωμή επειγουσών δαπανών εκκαθάρισης, με τον όρο απόδοσης σχετικού λογαριασμού διάθεσής του”.

7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 35 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. ‘Ολες οι παραπάνω διατάξεις εφορμόζονται και για τις κληρονομίες, κληροδοσίες και δωρεές που καταλείπονται στο Ταμείο Εθνικής ‘Αμυνας, στο Ταμείο Εθνικού Στόλου και στο Ταμείο Αεροπορικής ‘Αμυνας, στα οποία και αποδίδεται το προϊόν της καθεμιάς εκκαθάρισης αυτών.”

8. Η παράγραφος 4 του άρθρου 35 καταργείται.

9. Η παράγραφος 1 του άρθρου 37 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η ταμειακή διαχείριση των κεφαλαίων από την εκκαθάριση των περιουσιών του προηγούμενου άρθρου ενεργείται από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ή την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό ‘Ιδρυμα. Τα κεφάλαια αυτά και τα πλεονάσματα της διαχείρισής τους, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη, τοποθετούνται ή επενδύονται, μετά από απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων ή της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων, κατά τις διακρίσεις του Οργανισμού του Υπουργείου Οικονομικών, με τους παρακάτω τρόπους:
α) Είτε σε έντοκο κατάθεση προθεσμίας ή ταμιευτηρίου στις παραπάνω Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και λοιπά Πιστωτικά Ιδρύματα.
β) Είτε σε ακίνητα.
γ) Είτε σε ομόλογα ή ομολογίες του Ελληνικού Δημοσίου με ρήτρα εξωτερικού συναλλάγματος ή ευρωπαϊκής νομισματικής μονάδας (ΕCU) ή ομόλογα δραχμικά ή έντοκα γραμμάτια ή άλλο τίτλο δανεισμού, που εκδίδει το Δημόσιο.
δ) Είτε σε μετοχές αναγνωρισμένων τραπεζών.
ε) Είτε σε ομολογιακά δάνεια αναγνωρισμένων τραπεζών ή άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, που λειτουργούν στην Ελλάδα.
στ) Είτε σε άλλες μορφές δανεισμού και διαχείρισης κεφαλαίων που διατίθενται στην ελληνική αγορά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, εφόσον η τοποθέτηση ή η επένδυσή τους σ’ αυτά είναι η πλέον προσοδοφόρα και ασφαλής και δεν κωλύεται η εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ή έργου, που ορίζεται στη συστατική πράξη. Κατ’ εξαίρεση και με την ίδια διαδικασία, επιτρέπεται η επένδυση σε χρεώγραφα του εξωτερικού, του προϊόντος των κληρουμένων στο άρτιο όμοιων χρεωγράφων, ως και η επένδυση κεφαλαίων και πλεονασμάτων από τη διαχείριση των κεφαλαίων που βρίσκονται στο εξωτερικό, σε άλλα περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό, εφόσον κρίνεται επωφελέστερη και συμφέρουσα η, κατά τον τρόπο αυτόν, αξιοποίησή τους.”

10. Η παράγραφος 2 του άρθρου 51 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Οι διαγωνισμοί ενεργούνται κατόπιν κοινής προκήρυξης του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου από το σκοπό υπουργού, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του διαγωνισμού δύο φορές σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες, που εκδίδονται στην Αθήνα.”

11. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 55 αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε καμία περίπτωση όμως δεν χορηγείται υποτροφία για χρονικό διάστημα πριν από την έναρξη του σχολικού ή ακαδημαϊκού έτους, για το οποίο προκηρύχθηκε η υποτροφία.”

12. Η παράγραφος 2 του άρθρου 63 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Σε περίπτωση που δεν ορίζεται εκτελεστής, η εκκαθάριση ενεργείται από τον κληρονόμο ή τον κληροδόχο, εφόσον ο τελευταίος αυτός βαρύνεται ειδικά με την εκτέλεση του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ή από τους διοικητές του ιδρύματος, εφόσον με τη διαθήκη συνιστάται κοινωφελές ίδρυμα. Οι παραπάνω υποχρεούνται σε δήλωση αποδοχής ή αποποίησης του λειτουργήματος του εκτελεστή κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 66 του παρόντος. Σε περίπτωση αποδοχής του λειτουργήματος τούτου ο κληρονόμος, ο κληροδόχος και ο διοικητής συσταθέντος κοινωφελούς ιδρύματος έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εκτελεστή, εφαρμόζονται δε ως προς αυτούς και οι περί ανικανότητας και αντικατάστασης διατάξεις των άρθρων 65 και 86 του παρόντος”.

13. Η παράγραφος 2 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. ‘Όλες οι εισπράξεις από την εκκαθάριση της κληρονομιάς κατατίθενται από τον εκτελεστή της διαθήκης σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας ή ταμιευτηρίου, ανάλογα με τις ανάγκες και το είδος κατάθεσης που εξυπηρετεί την κληρονομιά, κατά προτίμηση όμως σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας, σε μία από τις Τράπεζες ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τα Πιστωτικά Ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 73, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη.”

14. Στο άρθρο 70 προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:
“4 Τα τιμαλφή είναι δυνατόν να εκποιούνται από τη Διεύθυνση Ενεχυροδανειστηρίων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή άλλο σχετικό δημόσιο οργανισμό ή Υπηρεσία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Εθνικών Κληροδοτημάτων.”

15 Η παράγραφος 1 του άρθρου 73 αντικαθίσταται ως εξής.
“1. Οι υπέρ κοινωφελών σκοπών περιουσίες, των οποίων τα κεφάλαια προορίζονται για την εκτέλεση κοινωφελούς σκοπούς αφού ρευστοποιηθούν κατά τις διατάξεις του παρόντος, κατατίθενται, μέχρι να καταστεί δυνατή η εκτέλεση του σκοπού και εφόσον δεν ορίζεται διοφορετικά στη συστατική πράξη, σε έντοκη κατάθεση προθεσμίας ή, εφόσον από ειδικούς λόγους επιβάλλεται, σε έντοκη κατάθεση ταμιευτηρίου στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ή στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος ή στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή άλλη αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό ‘Ιδρυμα. Στις ίδιες Τράπεζες ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τα Πιστωτικά Ιδρύματα καταθέτονται για φύλαξη και τα χρεώγραφα της κληρονομίας.”

16. Η παράγραφος 1 του άρθρου 86 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Ο εκτελεστής μπορεί να αντικατασταθεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνφμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, για τους αναφερόμενους στην επόμενη παράγραφο λόγους, μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση των λόγων αντικατάστασης και κλήτευση αυτού με απόδειξη από τον Υπουργό Οικονομικών, για τυχόν αντίκρουση των λόγων αντικατάστασής του εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την επόμενη της επίδοσης της παραπάνω κλήσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι και δέκα (10) ημέρες, για σπουδαίο λόγο, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου.”

17. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 86 αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε επείγουσες περιπτώσεις, όταν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων του εκτελεστή της διαθήκης ή των παραπάνω συγγενών αυτού προς την κληρονομία, είναι δυνατόν να διοριστεί, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, προσωρινός εκτελεστής της διαθήκης, για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, για τις οποίες υπάρχει η παραπάνω σύγκρουση συμφερόντων.”

18. Η παράγραφος 3 του άρθρου 86 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. ‘Οταν έχουν οριστεί περισσότεροι από ένας εκτελεστές διαθήκης, η αποποίηση, η παραίτηση, ο θάνατος, η ανικανότητα, η έκπτωση ενός ή περισσότερων εξ αυτών δεν συνεπάγεται ανανκαίως την αντικατάσταση ή πλήρωση της κενής θέσης, αλλά εξακολουθούν τη διαχείριση οι λοιποί εκτελεστές, εκτός εάν κατά την έννοια της διαθήκης απαιτείται η πλήρωση των θέσεων του εκτελεστή που θα κενωθούν, οπότε μέχρι το διορισμό αντικαταστάτη τους οι λοιποί εκτελεστές διαθήκης ασκούν εγκύρως το λειτούργημά τους”.

19. Οι παράγραφοι 7 και 8 του άρθρου 86 αντικαθίστανται ως εξής:
“7. Σε περίπτωση που είναι ανέφικτος ο διορισμός αντικαταστάτη εκτελεστή διαθήκης, κατά τις διατυπώσεις που ορίζονται στη συστατική πράξη, διορίζεται αντικαταστάτης αυτού, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
8. Η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, περί αντικατάστασης του εκτελεστή της διαθήκης κοινοποιείται και στον εκτελεστή που αντικαθίσταται, ο οποίος υποχρεούται να προβεί στην άμεση παρόδοση των οτοιχείων της διαχειριζόμενης από αυτόν περιουσίας στο νέο εκτελεστή και να υποβάλει λογοδοσία, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 82. Ο εκτελεστής που παραβαίνει τα καθήκοντά του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών, εφόσον δεν υπάρχει βαρύτερη παράβαση του νόμου.”

20. Το άρθρο 89 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 89
Εκλογή κοινωφελούς σκοπού ή έργου
1. Αν η εκλογή του κοινωφελούς σκοπού ή έργου ή του τρόπου εκτέλεσης αυτών ή του κοινωφελούς ιδρύματος, στο οποίο πρέπει να διατεθεί η καταλειφθείσα κοινωφελής περιουσία, έχει ανατεθεί στους εκτελεστές της διαθήκης ή άλλα πρόσωπα, τα πρόσωπα αυτά οφείλουν να δηλώσουν ενώπιον του Γραμματέα Πρωτοδικών ή του Προξένου της κατοικίας ή διαμονής τους, την επιλογή τους αυτή προς εκπλήρωση των διατάξεων της συστατικής πράξης.
Ο Γραμματέας Πρωτοδικών ή ο Πρόξενος οφείλει να υποβάλει στο Υπουργείο Οικονομικών, μέσα σε δέκα (10) ημέρες το πολύ, αντίγραφο της παραπάνω δήλωσης, η οποία συντάσσεται ατελώς.
Αν η παραπάνω εκλογή έχει ανατεθεί στο Δημόσιο ή στα παραπάνω πρόσωπα, αλλά αυτά πεθάνουν χωρίς να έχουν προβεί στην επιλογή αυτή, η εκλογή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων. Αντίγραφο της απόφασης αυτής αποστέλλεται στο Γραμματέα Πρωτοδικών Αθηνών και καταχωρείται στο οικείο βιβλίο του Πρωτοδικείου.
2. Ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να ορίσει με σχετική πρόσκλησή του, που κοινοποιείται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προθεσμία, μέσα στην οποία οι εκτελεστές διαθήκης ή τα άλλα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου οφείλουν να δηλώσουν τον εκτελεστέο σκοπό ή έργο ή τον τρόπο εκτέλεσης αυτών ή το κοινωφελέςς ίδρυμα, στο οποίο πρέπει να διατεθεί η καταληφθείσα κοινωφελής περιουσία. Η προθεσμία αυτή είναι δυνατόν να παραταθεί από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από αίτηση των προσκληθέντων και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της πρσθεσμίας αυτής ή διαφωνίας μεταξύ των εκτελεστών της διαθήκης ή των άλλων υπόχρεων προς τούτο προσώπων, ως προς τον παραπάνω σκοπό ή έργο ή τρόπο εκτέλεσης αυτών ή το ίδρυμα που πρέπει να διατεθεί η καταληφθείσα κοινωφελής περιουσία, τούτο καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου.
3. Αν η, κατά τα ανωτέρω, επιλογή από τους εκτελεστές της διαθήκης ή τα άλλα προσώπα, δεν αφορά κοινωφελή σκοπό, κατά την έννοια του άρθρου1 του παρόντος ή δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της συστατικής πράξης, ο Υπουργός Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, προσκαλεί τους εκτελεστές της διαθήκης ή τα άλλα πρόσωπα, κατά τις διατυπώσεις της προηγούμενης παραγράφου, να εκλέξουν νέο σκοπό ή έργο ή τρόπο εκτέλεσής τους ή κοινωφελές ίδρυμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της συστατικής πράξης και του παρόντος. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της τασσόμενης με την πρόσκληση προθεσμίας ή επιμονής των εκτελεστών της διαθήκης ή των άλλων προσώπων, στην εκλογή του ίδιου σκοπού ή έργου ή τρόπου εκτέλεσης αυτών ή ιδρύματος ή εκλογής νέου σκοπού μη κοινωφελούς ή μη συμφώνου προς τις διατάξεις της συστατικής πράξης, ο κοινωφελής σκοπός ή έργο ή τρόπος εκτέλεσης αυτών ή το κοινωφελές ίδρυμα ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου.”

21. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 96 αντικαθίσταται ως εξής:
“Οι περιουσίες αυτές διατίθενται, κατά τη διαδικασία του ν. 455/1976 (ΦΕΚ 277 Α’), υπέρ υφιστάμενων άλλων ιδρυμάτων ή νομικών προσώπων κ.λπ. ως άνω ή για τη σύσταση νέου κοινωφελούς ιδρύματος, για την εκτέλεση του τυχόν οριζόμενου στη διαθήκη κοινωφελούς σκοπού ή άλλου παρεμφερούς κοινωφελούς σκοπού ή για την επαύξηση της περιουσίας του υφιστάμενου ιδρύματος ή του νομικού προσώπου.”

22. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 96 αντικαθίσταται ως εξής:
“Σε περίπτωση κατά την οποία ο παραπάνω κοινωφελής σκοπός ή το έργο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, η περιουσία διατίθεται για άλλον παρεμφερή σκοπό ή έργο ή για την ενίσχυση υφιστάμενου κοινωφελούς ιδρύματος ή για τη σύσταση νέου κοινωφελούς ιδρύματος, κατά τη διαδικασία του ν. 455/1976.”

23. Στο άρθρο 99 προστίθεται παράγραφος 6, που έχει ως εξής:
“6. ‘Οταν στον οργανισμό κοινωφελούς ιδρύματος ορίζεται άρτιος αριθμός μελών του διοικητικού συμβουλίου του και λόγω ισοψηφίας δεν επιτευχθεί η συγκρότησή του σε σώμα σε τρεις συνεδριάσεις, που η τελευταία δεν μπορεί να απέχει από την πρώτη περισσότερο από ένα (1) μήνα, ούτε προβλέπεται στη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος ειδικός τρόπος επίλυσης του προβλήματος τούτου, διενεργείται προς τούτο ψηφοφορία, στην οποία δεν συμμετέχει ένα μέλος που αναδεικνύεται έπειτα από δημόσια κλήρωση. Αδικαιολόγητη απουσία από την ψηφοφορία αυτή θεωρείται ως παραίτηση. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατόν, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, να λαμβάνονται επαρκώς αιτιολογημένες αποφάσεις απά το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος, για θέματα διοίκησης και διαχείρισης της περιουσίας και εκτέλεσης του κοινωφελούς σκοπού και πριν από την ανωτέρω συγκρότηση σε σώμα, εφόσον υπάρχει η προβλεπόμενη από τη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος απαρτία των μελών και πλειοψηφία. Οι παραπάνω συνεδριάσεις, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη και τον οργανισμό του ιδρύματος, συγκαλούνται με πρωτοβουλία και επιμέλεια δύο τουλάχιστον μελών του διοικητικού συμβουλίου.”

24. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 101 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Ο απολογισμός των παραπάνω ιδρυμάτων δημοσιεύεται με φροντίδα των διοικητών ή διαχειριστών τους, μία φορά τουλάχιστον σε μία ημερήσια εφημερίδα, που εκδίδεται στον τόπο που εδρεύει το ίδρυμα ή αν δεν εκδίδεται ημερήσια σε άλλη τοπική εφημερίδα. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται εφημερίδα στον τόπο αυτόν, δημοσιεύεται σε εφημερίδα που εκδίδεται στην ευρύτερη περιφέρεια ή στο νομό. Αντίτυπο της εφημερίδας αυτής αποστέλλεται υποχρεωτικά από τους παραπάνω διοικητές ή διαχειριστές, στην αρμόδια κατά νόμο για την έγκριση του απολογισμού αρχή, εντός δύο (2) μηνών το πολύ από την υποβολή του απολογισμού στην παραπάνω αρχή. Η μη δημοσίευση ή μη υποβολή αντιτύπου εφημερίδας, κατά τα ανωτέρω, αποτελεί πειθαρχική παράβαση της παραγράφου 2 του άρθρου 140 του παρόντος νόμου.”

25. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 107 προστίθενται δύο εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που δεν ορίζεται ειδικότερα με τη διαθήκη ή τη συστατική πράξη ο τρόπος της εκλογής των υποτρόφων, είναι δυνατόν, με απάφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων ή του αρμόδιου νομάρχη μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής Δημοσίων Κτημάτων, κατά τις διακρίσεις του π.δ/τος 97/1993″(ΦΕΚ 43 Α’), να παραλείπεται η διενέργεια του διαγωνισμού, όταν από το χαρακτήρα του κληροδοτήματος ή για εξαιρετικούς λόγους ή ειδικούς όρους της διαθήκης ή της συστατικής πράξης, είναι ανέφικτος ή δυσχερής ή εξαιρετικά δαπανηρή για το κληροδότημα η διενέργεια του διαγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, η εκλογή των υποτρόφων ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 108 του παρόντος ή κατά τον τρόπο που θα καθοριστεί με ειδικό οργανισμό του κληροδοτήματος τούτου, ο οποίος θα κυρωθεί με προεδρικό διάταγμα.”

26. Η παράγραφος 3 του άρθρου 107 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Περίληψη της προκήρυξης, μετά από την έγκριση ή την τροποποίησή της, δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα του διαγωνισμού, δύο φορές σε δύο τοπικές εφημερίδες, κατά προτίμηση ημερήσιες, που εκδίδονται στον τόπο της τέλεσης του διαγωνισμού ή στην περιφέρεια του τόπου του διαγωνισμού και μία φορά σε δύο ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας. Η προκήρυξη τοιχοκολλάται επίσης στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα, στο κατάστημα διενέργειας του διαγωνισμού και στα γραφεία της κοινωφελούς περιουσίας.”

27. Το τρίτο εδάφιο της παραγρόφου 4 του άρθρου 108 αντικαθίσταται ως εξής.
“Περίληψη της πρόσκλησης αυτής δημοσιεύεται σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα επιλογής των υποτρόφων, δύο φορές σε δύο τοπικές εφημερίδες, κατά προτίμηση ημερήσιες, που εκδίδονται στον τόπο της έδρας της κοινωφελούς περιουσίας, ως και μία φορά σε δύο ημερήσιες εφημερίδες της Αθήνας.”

28. Η παράγραφος 1 του άρθρου 136 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. ‘Όλες οι ενεργούμενες, με φροντίδα των κληρονόμων, εκτελεστών διαθήκης και άλλων διαχειριστών ή του Δημοσίου, σε Τράπεζες, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και Πιστωτικά Ιδρύματα γενικά, καταθέσεις κεφαλαίων ή εισοδημάτων από κληρονομιές, κληροδοσίες και δωρεές, προς εκπλήρωση κοινωφελών σκοπών, γίνονται από την κατάθεσή τους αυτοδίκαια έντοκες. Οι τόκοι των καταθέσεων αυτών, προστίθενται με φροντίδα της Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή του Πιστωτικού Ιδρύματος που έχουν κατατεθεί, χωρίς καμία άλλη εντολή, στο κεφάλαιο, με το ίδιο επιτόκιο, εφόσον πρόκειται για καταθέσεις ταμιευτηρίου, ή μεταφέρονται σε ιδιαίτερο έντοκο λογαριασμό ταμιευτηρίου, εφόσον πρόκειται για καταθέσεις προθεσμίας, και ενημερώνεται προς τούτο ο ενεργήσας την κατάθεση και το Υπουργείο Οικονομικών (Διεύθυνση Εθνικών Κληροδοτημάτων). Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, όλες οι κατά τα ανωτέρω υφιστάμενες καταθέσεις σε άτοκο λογαριασμό, μετατρέπονται αυτοδίκαια σε έντοκες με επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου, με φροντίδα της οικείας Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή του Πιστωτικού Ιδρύματος και χωρίς καμία άλλη εντολή. Οι κάθε φύσης καταθέσεις διαθετών σε Τράπεζες, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και σε Πιστωτικά Ιδρύματα γενικά, που καταλείπονται με κληρονομιά ή κληροδοσία στο Κράτος ή υπέρ κοινωφελών σκοπών, είναι αυτοδίκαια έντοκες, ως καταθέσεις ταμιευτηρίου με ανατοκισμό από τη χρονολογία θανάτου του διαθέτη ή από τη λήξη της προθεσμίας της προθεσμιακής κατάθεσης, εφόσον πρόκειται για προθεσμιακές καταθέσεις, ανεξάρτητα από το χρόνο νομιμοποίησης των δικαιούχων των καταθέσεων τούτων. Ο τόκος των παραπάνω καταθέσεων υπολογίζεται μετά τη νομιμοποίηση ή κατά την απόδοση αυτών στους δικαιούχους κληρονόμους, κληροδόχους, εκτελεστές διαθηκών ή άλλους νόμιμους διαχειριστές αυτών, με το επιτόκιο που ισχύει για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου, κατά την περίοδο αυτή. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, όλες οι υφιστάμενες ως άνω άτοκες καταθέσεις, μετατρέπονται αυτοδίκαια σε έντοκες, με επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου, με φροντίδα της οικείας Τράπεζας ή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων ή Πιστωτικού Ιδρύματος και χωρίς καμία άλλη εντολή.”

Άρθρο 2
Γενικές διατάξεις

1. ‘Όπου στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 ορίζεται “κατάθεση όψως” και δεν ρυθμίζεται διαφορετικά με τον παρόντα νόμο, θεωρείται ως κατάθεση ταμιευτηρίου, με το επιτόκιο που ισχύει κάθε φορά για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου.

2. ‘Όπου στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 προβλέπεται κοινοποίηση προσκλήσεων και λοιπών εγγράφων του Υπουργού Οικονομικών, προς τους εκτελεστές διαθηκών, εκκαθαριστές κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών, διοικητές κοινωφελών ιδρυμάτων ή άλλα πρόσωπα, με δικαστικό επιμελητή, είναι δυνατή η επίδοση τούτων και με επιμελητή του Υπουργείου Οικονομικών.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 95 του ν. 670/1977 (ΦΕΚ 232 Α’), ισχύουν και για τα κοινωφελή ιδρύματα, τα κεφάλαια αυτοτελούς διαχείρισης και τις περιουσίες γενικά υπέρ κοινωφελών σκοπών, των άρθρων 95, 96 παράγραφος 1, και 1 του α.ν. 2039/1939, αντίστοιχα.

4. Οι διατάξεις του άρθρου 42 του ν.δ/τος 3026/1954 (ΦΕΚ 235 Α’), δεν εφαρμόζονται για τα ιδρύματα και τις περιουσίες της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου.

5. Η παράγραφος 5 του άρθρου 5 του ν. 1894/1990 (ΦΕΚ 110 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν θίγουν το περιεχόμενο και τους όρους διαθηκών κωδικέλλων ή δωρεών ως προς τις διατάξεις τους, που αφορούν περιουσία σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβόθμιας Εκπαίδευσης.”

6. Αν ο αγοραστής ή ο μισθωτής κινητών ή ακινήτων κοινωφελούς περιουσίας δεν προσέλθει ή αρνηθεί να υπογράψει το οικείο συμβόλαιο, δύναται να καλείται ο δεύτερος κατά σειρά πλειοδότης για την υπογροφή του συμβολαίου, εφόσον αποδέχεται τούτο με την τιμή της προσφοράς του πρώτου πλειοδότη. Στην περίπτωση αυτή, καταπίπτει η εγγύηση του πρώτου πλειοδότη υπέρ της κοινωφελούς περιουσίας.

7. Δικαστικές αποφάσεις που εκδίδονται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 109 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με τα άρθρα 825 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, 119 έως 121 του Αστικού Κώδικα και 3. του ν. 455/1976, αποτελούν δεδικασμένο και εκτελεστό τίτλο από το χρόνο που καθίστανται αμετάκλητες.

8. ‘Όταν, με δικαστική απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, διατίθενται περιουσιακά στοιχεία από ένα κοινωφελές ίδρυμα σε άλλο, για την εκπλήρωση κοινωφελούς σκοπού, η μεταβίβαση τούτων επέρχεται αυτοδικαίως από το χρόνο που καθίσταται η απόφαση αμετάκλητη. Η απόφαση της προηγούμενης παραγράφου, με την οποία μεταβιβάζονται εμπράγματα δικαιώματα σε ακίνητα μεταγράφεται κατά το άρθρο 1192 του Αστικού Κώδικα, με αίτηση του ιδρύματος προς το οποίο γίνεται η μεταβίβαση και κάθε τρίτου που έχει έννομο συμφέρον. Το ίδρυμα, προς το οποίο διατίθεντο περιουσιακά στοιχεία κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής, υπεισέρχεται αυτοδικαίως, από το χρόνο που καθίσταται αμετάκλητη η δικαστική απόφαση, στα δικαιώματα, στις υποχρεώσεις και στις έννομες σχέσεις με τρίτους ως προς τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία του ιδρύματος από το οποίο αφαιρούνται. Η διάταξη αυτή του προηγούμενου εδαφίου δεν αίρει την ευθύνη σύμφωνα με το νόμο της διοίκησης του ιδρύματος, από το οποίο αφαιρέθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία, για τη μέχρι τη μεταβίβαση διαχείριση.

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις δικαστικών αποφάσεων της παραγράφου 7, που έχουν καταστεί αμετάκλητες πριν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Άρθρο 3
Τροποποίηση και συμπλήρωση του α.ν. 1920/1939 (ΦΕΚ 346 Α’) που αφορά στη διοίκηση της καταληφθείσας στο ‘Εθνος περιουσίας του Ευαγγέλη Ζάππα

1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του α.ν. 1920/1939 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών μπορεί να παρέχεται στα μέλη της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων (Ε.Ο.κ’Κ.) και στον μετέχοντα στις συνεδριάσεις αυτής Γενικό Γραμματέα της, μηνιαία ή κατά συνεδρίαση αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται κάθε φορά με όμοια απόφαση.”

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 8 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Νομικός Σύμβουλος της Επιτροπής ορίζεται ένας Νομικός Σύμβουλος ή Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), επικουρούμενος στο έργο του από ένα δικαστικό αντιπρόσωπο του Ν.Σ.Κ.. Ο διορισμός αυτών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με όμοια απόφαση καθορίζεται ή ανακαθορίζεται μηνιαία αποζημίωση για το Νομικό Σύμβουλο ή Πάρεδρο και το Δικαστικό Αντιπρόσωπο πέραν από τις αποδοχές, επιδόματα και λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης. Οι παραπάνω παρίστανται ενώπιον όλων των Δικαστηρίων (πολιτικών, ποινικών, διοικητικών) κατά τις διατάξεις περί Ν.Σ.Κ. και εκπροσωπούν την Επιτροπή στις δίκες της χωρίς να είναι αναγκαίο να προσκομίσουν απόφαση του Δ.Σ. της Επιτροπής για τη νομιμοποίησή τους.”

3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 8 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“6. Η Επιτροπή απαλλάσσεται από τα τέλη χαρτοσήμου, καθώς και από το παράβολο για την άσκηση και συζήτηση ενδίκων μέσων ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου και έχει όλες τις άλλες ατέλειες και προνόμια, ως να επρόκειτο για το ίδιο το Δημόσιο (όπως οικονομικά, δικαστικά, συγκοινωνίας, μεταφορών), ουδεμία δε παραγραφή ή απαράδεκτο ισχύει εναντίον της Επιτροπής για οποιεσδήποτε δοσοληψίες της με το Δημόσιο. Οι διατάξεις περί παραγραφής των αξιώσεων κατά του Δημοσίου ισχύουν και για τις αξιώσεις κατά της Επιτροπής. ‘Όλες ανεξαιρέτως οι διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, περιλαμβανομένων και αυτών που επιβάλλουν υποχρεώσεις σε τρίτους που επισπεύδουν πλειστηριασμό κατά τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμόζονται και για την είσπραξη των οποιασδήποτε μορφής απαιτήσεων της Επιτροπής. Αρμόδια Δ.Ο.Υ. είναι αυτή που στην τοπική αρμοδιότητά της ανήκει ο χώρος του Ζαππείου Κήπου”.

4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 12 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Κατά των αποφάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που εκδίδονται επί εφέσεων, επιτρέπονται τα ένδικα μέσα που προβλέπονται από τις διατάξεις του π.δ/τος 774/1980 (ΦΕΚ 186 Α’) και του π.δ/τος 1225/1981 (ΦΕΚ 304 Α’).”

5. Το άρθρο 17 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής.
“‘Άρθρο 17
Για την οικονομική ενίσχυση της Επιτροπής, με αποκλειστικό σκοπό τη συντήρηση και εξωραϊσμό του Ζαππείου Μεγάρου, του Ζαππείου κήπου μετά των κτισμάτων του και των Λόφων Αρδηττού και ‘Αγρας, με γνώμονα πάντοτε την καλύτερη εξυπηρέτηση και ψυχαγωγία του κοινού, επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων:
α) Η διαμόρφωση, ο εξωραϊσμός και η χρήση των εκτάσεων, χωρίς να παρεμποδίζεται η κυκλοφορία του κοινού και χωρίς να δημιουργείται βλάβη και φθορά των κήπων του Ζαππείου, καθώς και η ανακαίνιση, διαρρύθμιση και επισκευή των περιπτέρων, κέντρων και εγκαταστάσεων, που ανήκουν στην Επιτροπή, τηρουμένων πάντοτε των κειμένων πολεοδομικών διατάξεων.
β) Η εκμετάλλευση απευθείας από την Επιτροπή των περιπτέρων, κέντρων και λοιπών εγκαταστάσεων αυτής. Με κανονισμό του Δ.Σ. της Επιτροπής, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών μετά από γνώμη του Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων, ορίζεται το αντικειμενο της απευθείας εκμετάλλευσης, η χρονική διάρκεια αυτής (εποχική ή συνεχής), οι ειδικότεροι όροι και τρόποι της εκμετάλλευσης, καθώς και οι κατηγορίες, οι ειδικότητες, τα προσόντα και ο ανώτατος αριθμός του προσωπικού που πρέπει να προσληφθεί με σύμβαση έργου ή εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου και τα όρια των μηνιαίων αποδοχών ή πράσθετων παροχών σε είδος ή χρήμα. Το προσωπικό αυτό μετά τη λήξη της εκμετάλλευσης απολύεται αυτοδίκαια. ‘Ολες οι διαφορές που προκύπτουν από την εκμετάλλευση είναι ιδιωτικού δικαίου, το δε προσλαμβανόμενο για το σκοπό αυτόν προσωπικό διέπεται από τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Με τον ίδιο κανονισμό, ορίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία και το διοικητικό έλεγχο της εκμετάλλευσης.
γ) Η σύμπραξη με άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κατόπιν σχετικών συμβάσεων, για την αξιοποίηση και εκμετάλλευση ή συνεκμετάλλευση των κτιρίων, Κέντρων, περιπτέρων και λοιπών εγκαταστάσεων, χωρίς διαγωνισμό, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος για την υποβολή ολοκληρωμένων σχετικών μελετών.”

6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 18 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Η πρώτη δημοπρασία γνωστοποιείται με διακήρυξη της Επιτροπής, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών. Οι όροι της διακήρυξης πρέπει να είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις του π.δ/τος 715/1979 (ΦΕΚ 212 Α’), οι οποίες διέπουν το διαγωνισμό κατά το μέρος που δεν είναι αντίθετες προς τις ειδικές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου.”

7. Οι παράγραφοι 6, 7, 8, 12 και 13 του άρθρου 18 του α.ν. 1920/1939 καταργούνται και η αρίθμηση των παραγράφων 9, 10 και 11 μετατρέπεται αντίστοιχα σε 6, 7 και 8.

8. Η παράγραφος 1 του άρθρου 23 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Στην Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων υφίστανται οι εξής θέσεις μόνιμου προσωπικού:
α) Μία (1) θέση κατηγορίας ΠΕ, κλάδου Διοικητικού/Οικονομικού, την οποία καταλαμβάνει ο Γενικός Γραμματέας της Επιτροπής, ο οποίος είναι ο Προϊστάμενος των οργανικών μονάδων.
β) Μία (1) θέση κατηγορίας ΠΕ, κλάδου Διοικητικού Λογιστικού (Προϊσταμένου Λογιστηρίου).
γ) Μία (1) θέση κατηγορίας ΠΕ, κλάδου Γεωπόνων.
δ) Μία (1) θέση κατηγορίας ΤΕ, κλάδου Διοικητικού/Λογιστικού.
ε) Μία (1) θέση κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Γραφικών Τεχνών.
στ) Πέντε (5) θέσεις κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Διοικητικού/Λογιστικού.
ζ) Μία (1) θέση κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Δακτυλογράφων.
η) Μία (1) θέση κατηγορίας ΔΕ, επιμελητή κήπων, κλάδου Γεωργικού.
θ) Δύο (2) θέσεις κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Τεχνικού, ενός ηλεκτρολόγου και ενός υδραυλικού.
ι) Δεκαπέντε (15) θέσεις κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Δενδροανθοκηπουρών. .
ια) Μία (1) θέση κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Χειριστών Η/Υ.
ιβ) Δύο (2) θέσεις κατηγορίας ΥΕ, του κλάδου Τεχνικού, ενός ελαιοχρωματιστή και ενός ξυλουργού (μαραγκού).
ιγ) Δύο (2) θέσεις κατηγορίας ΥΕ, του κλάδου Φυλάκων – Νυχτοφυλάκων.
ιδ) Τρεις (3) θέσεις κατηγορίας ΥΕ, του κλάδου Κλητήρων – Θυρωρών.
ιε) Πέντε (5) θέσεις κατηγορίας ΥΕ, του κλάδου Καθαριστών – Καθαριστριών.
Κάθε άλλη θέση μόνιμου προσωπικού ή με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων που προβλέπεται από ειδικές διατάξεις καταργείται. Με απόφαση της Επιτροπής που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών, το προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε μόνιμη θέση ή σε θέση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, κατατάσσεται ή εντάσσεται στις παραπάνω μόνιμες θέσεις, εφόσον έχουν τα νόμιμα προσόντα. Ειδικά στις θέσεις δενδροανθοκηπουρών εντάσσονται κατά προτεραιότητα όσοι ασχολούνται στην Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων με τα καθήκοντα δενδροανθοκηπουρού για μία δεκαετία τουλάχιστον. ‘Οσοι από αυτούς υπηρετούν με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, μπορούν με δήλωσή τους που κατατίθεται στη γραμματεία της Ε.Ο.κ’Κ. μέσα σε ένα (1) μήνα από τη μονιμοποίησή τους να επιλέξουν την παραμονή τους στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.”.

9. Στο άρθρο 23 του α.ν. 1920/1939 προστίθεται παράγραφος 5, που έχει ως εξής:
“5. Με κανονισμό λειτουργίας της Επιτροπής που εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ορίζεται η εσωτερική διάρθρωση της Επιτροπής, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του Γενικού Γραμματέα και του λοιπού προσωπικού αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εύρυθμη λειτουργία της.”

10. Το άρθρο 24 του α.ν. 1920/1939 αντικαθίσταται ως εξής:
“‘Αρθρο 24
Με προεδρικό διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών:
α) Ορίζονται τα τυπικά προσόντα για το διορισμό σε οργανικές θέσεις του προσωπικού της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, όπου δεν υφίσταται πρόβλεψη στον Υπαλληλικό Κώδικα.
β) Μπορεί να συνιστώνται νέοι κλάδοι προσωπικού και να διαχωρίζονται, συγχωνεύονται, καταργούνται ή μετονομάζονται υφιστάμενοι κλάδοι.
γ) Επιτρέπεται να ανυψώνονται βαθμολογικά υφιστάμενες οργανικές θέσεις προς αντιμετώπιση νέων αναγκών της Επιτροπής και
δ) Να μεταφέρονται οργανικές θέσεις από κλάδο σε κλάδο, της ίδιας κατηγορίας, εντός του πλαισίου των κλάδων και του συνολικού αριθμού οργανικών θέσεων της Επιτροπής”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

Άρθρο 4
Δημόσια και ανταλλάξιμα κτήματα

1. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του α.ν. 2344/1940 (ΦΕΚ 154 Α’) προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Αν δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητας αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, η αρμόδια για την έκδοση του παραπάνω πρωτοκόλλου υπηρεσία, προβαίνει στη δημοσίευση σχετικής πρόσκλησης σε μία τοπική και μία ημερήσια εφημερίδα της Πρωτεύουσας του Κράτους προς οποιονδήποτε γνωρίζει τον ανεγείραντα, για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά του. Μετά την άπρακτη πάροδο δεκαπέντε (15) ημερών από την τελευταία δημοσίευση, εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδάφισης στο όνομα αγνώστου. Αν είναι γνωστή η ταυτότητα αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή αλλά είναι άγνωστη η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής του, το παραπάνω πρωτόκολλο κατεδάφισης εκδίδεται κατ’ αυτού και κοινοποιείται σε αυτόν ως άγνωστης διαμονής. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις, το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του Δήμου ή της Κοινότητας της περιοχής που βρίσκεται αυτό. Η κατεδάφιση επιτρέπεται μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών τουλάχιστον από την τελευταία τοιχοκόλληση στην πρώτη περίπτωση και από την τελευταία τοιχοκόλληση ή δημοσίευση στη δεύτερη περίπτωση.”

2. Πριν από το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 24 του α.ν. 2344/1940 προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
“Αν ο ανεγείρας το αυθαίρετο κτίσμα ή κατασκευή δεν παρευρίσκεται κατά την κατεδάφιση ή αν παρευρίσκεται μεν αλλά αρνείται να παραλάβει τα κινητά πράγματα βρίσκονται στο παραπάνω κτίσμα ή κατασκευή, γίνεται καταγραφή αυτών από Επιτροπή, που αποτελείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας και έναν υπάλληλο της αρμόδιας Πολεοδομίας, η οποία τα παραδίδει στο δήμαρχο ή στον πρόεδρο της κοινότητας της περιοχής του ακινήτου, παυ ορίζεται μεσεγγυούχος. Σε περίπτωση που ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας αρνείται την παραλαβή, συντάσσεται από την Επιτροπή σχετική έκθεση και ορίζεται από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία φύλακας αυτών, με ευθύνη του αρνηθέντος. Αν σε διάστημα δύο (2) μηνών, τα κινητά αυτά πράγματα δεν αναζητηθούν από τον κάτοχο του αυθαιρέτου που κατεδαφίσθηκε, παραδίδονται στον Ο.Δ.Δ.Υ. για εκποίηση. Σε περίπτωση αναζήτησης τούτων από τον κάτοχο του αυθαιρέτου μέσα στην άνω προθεσμία, του αποδίδονται, αφού προηγουμένως καταβάλλει τα έξοδα φύλαξής τους και τη δαπάνη κατεδάφισης που του έχει καταλογιστεί.”

3. Μετά το άρθρο 26 του α.ν. 2344/1940, προστίθεται άρθρο 26α, που έχει ως εξής:
“Αρθρο 26α
‘Οχθες και παρόχθια ζώνη πλευσίμων ποταμών και μεγάλων λιμνών
1. Οι όχθες των πλευσίμων ποταμών και των μεγάλων λιμνών, δηλαδή η χερσαία ζώνη που περιστοιχίζει αυτούς, η οποία βρέχεται από τις μέγιστες αλλά συνήθεις αναβάσεις των υδάτων τους, είναι κτήματα κοινόχρηστα, ανήκουν στο Δημόσιο το οποίο προστατεύει και διαχειρίζεται αυτά.
2. Επιτρέπεται, με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του παρόντος, η διαπλάτυνση της όχθης της προηγούμενης παραγράφου, με την προσθήκη λωρίδας γης, πλάτους μέχρι πενήντα (50) μέτρων, που αρχίζει από το προς την ξηρά άριο της όχθης.
3. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο λωρίδα γης που προσαυξάνει την όχθη, καλείται “παρόχθια ζώνη.”
4. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου, περί καθορισμού της οριογραμμής αιγιαλού και παραλίας και του παλαιού αιγιαλού ως και περί της διοίκησης, διαχείρισης και προστασίας τούτων, εφαρμόζονται ανάλογα και για τις όχθες και τις πορόχθιες ζώνες των μεγάλων λιμνών και των πλευσίμων ποταμών.
5. Προκειμένου να καθορισθεί η οριογραμμή όχθης ή παρόχθιας ζώνης, αντί του λιμενάρχη, στην αρμόδια Επιτροπή συμμετέχει ως μέλος ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Γεωργίας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.”

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του ν. 719/1977 (ΦΕΚ 301 Α’) εφαρμόζεται και επί ακινήτων τα οποία αποδόθηκαν με οποιαδήποτε πράξη του Ελληνικού Δημοσίου σε ιδιώτες πριν από το έτος 1930 και στη συνέχεια μεταβιβάστηκαν σε τρίτους με δημόσια έγγραφα νόμιμα από τότε μεταγραμμένα, τα οποία ακίνητα μεταγενέστερα καταχωρήθηκαν ως δημόσια κτήματα χωρίς ποτέ το Ελληνικό Δημόσιο να επιληφθεί της νομής ή κατοχής τους.

5. Ακίνητα της παραγρόφου 7 του άρθρου 1 του ν. 3800/1957 (ΦΕΚ 256 Α’), αρμοδιάτητας του Υπουργείου Οικονομικών, μπορούν να εκποιηθούν απευθείας στους προ της 1ης Ιανουαρίου 1984 αυθαίρετους κατόχους αυτών στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, εφόσον εξακολουθούν μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να κατέχονται ή χρησιμοποιούνται από αυτούς, χωρίςς διακοπή, αυθαίρετα ή με βάση σχετική μισθωτική σύμβαση μετά του Δημοσίου και δεν έχουν άλλη ακίνητη περιουσία στην ίδια περιοχή, που να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες τους.
Η κατεχόμενη έκταση που εκποιείται δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη απά ένα άρτιο οικόπεδο, εφόσον πρόκειται για αστικά ακίνητα και μεγαλύτερη από 10 καλλιεργήσιμα στρέμματα, εφόσον πρόκειται για αγροτικά κτήματα.
Το τίμημα εξαγοράς αυτής καθορίζεται ίσο με το ένα τρίτο (1/3) της τρέχουσας αγοραίας αξίας κατά το χρόνο παραχώρησης αυτής και καταβάλλεται σε έξι (6) το πολύ εξαμηνιαίες δόσεις, έντοκα προς δώδεκα τοις εκατό (12%) ετησίως.
Κατ’ εξαίρεση μπορεί να εκποιηθεί μεγαλύτερη έκταση, όταν συντρέχει οποιαδήποτε από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Η έκταση αυτή καλύπτεται από μόνιμα κτίσματα του δικαιούχου.
β) Η έκταση που απομένει, μετά την εκποίηση ενός αρτίου οικοπέδου δεν αποτελεί άρτιο οικόπεδο ή δεν μπορεί να αποτελέσει άρτιο οικόπεδο σε συνένωση με άλλη συνεχόμενη έκταση του Δημοσίου.
Το τίμημα εξαγοράς της παραπάνω έκτασης καταβάλλεται εφάπαξ και είναι ίσο με την τρέχουσα αγοραία αξία κατά το χράνο παραχώρησης της έκτασης. Στην αξία του ακινήτου δεν υπολογίζονται οι δαπάνες αξιοποίησης αυτού, που έγιναν από τον κάτοχο – μισθωτή.
Οι αιτήσεις εξαγοράς υποβάλλονται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την τοιχοκόλληση σχετικής πρόσκλησης της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας στο κατάστημα του οικείου δήμου ή κοινότητας. Για την τοιχοκόλληση αυτή συντάσσεται πρακτικό, που υπογράφεται και από ένα μάρτυρα.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του εξαγορασθέντος ακινήτου σε τρίτο, καταβάλλονται εφάπαξ στο Δημόοιο, πριν από την παραπάνω μεταβίβαση, με ποινή ακυρότητας αυτής, όλες οι υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις εξαγοράς.

6. Τα τμήματα του δημόσιου κτήματος με ΑΒΚ25, αρμοδιότητας Κτηματικής Υπηρεσίας Ν. Αχαϊας, που βρίσκεται στην παραλιακή περιοχή “Αλυκές” της κοινότητας Κ. Αχαϊας, τα οποία είχαν παραχωρηθεί στου αυθαίρετους κατόχους τους με αποφάσεις παραχωρητήρια του Νομάρχη Αχαϊας, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 719/1977 και του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α’) και τα οποία επανήλθαν στην κυριότητα του Δημοσίου λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής των δόσεων του τμήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 75 του ν.δ/τος 11 – 12 Νοεμβρίου 1929 (ΦΕΚ 399 Α’), επανέρχονται στους αγοραστές αυτών, εφόσον έχει εξοφληθεί το τίμημα εκποίησης.

7. Το άρθρο 3 του ν.δ/τος 547/1970 (ΦΕΚ 118 Α’) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“‘Αρθρο 3
1. Ανταλλάξιμα κτήματα, που βρίσκονται στην περιοχή Θεσσαλονίκης και των περιχώρων αυτής και καλλιεργούνται με λαχανικά ή άλλα γεωργικά πρόϊόντα, είναι δυνατόν να εκποιηθούν απευθείας στους αυθαίρετους κατόχους τους ή στους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους, εφόσον κατέχονται και καλλιεργούνται απ’ αυτούς αυθαίρετα πριν από τη δημοσίευση (24.6.1976) του ν. 357/1976 (ΦΕΚ 156 Α’), με τους παρακάτω ειδικότερους όρους, περιορισμούς και προϋποθέσεις:
α) Σε κάθε αυτοτελή οικογένεια είναι δυνατόν να παραχωρηθεί έκταση μέχρι (800) τετραγωνικά μέτρα, εφόσον πρόκειται για κτήματα εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης ή έκταση μέχρι δύο (2) στρέμματα, εφόσον πρόκειται για κτήματα εκτός του σχεδίου πόλης.
β) Το τίμημα που καταβάλλεται είναι ίσο με το μισό (1/2) της τρέχουσας αγοραίας αξίας της παραχωρούμενης έκτασης, κατά το χρόνο της εξαγοράς και καταβάλλεται σε τριάντα (30) το πολύ ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις με επιτόκιο τέσσερα τοις εκατό (4%) το χρόνο. Στην αξία του ακινήτου δεν υπολογίζονται οι δαπάνες αξιοποίησης και βελτίωσής του που έΥιναν απά τον κότοχο, ως και η αξία των τυχόν ευρισκόμενων επ’ αυτού κτισμάτων που έχουν ανεγερθεί από τούτον.
γ) Η παραχωρούμενη έκταση πρέπει να είναι συνεχόμενη και περιλαμβόνονται σ’ αυτήν και τα τυχόν κτίσματα των δικαιούχων.
δ) Η παραχώρηση της έκτασης πραγματοποιείται, εφόσον ο δικαιούχος:
δα) Καλλιεργεί αυτήν αυτοπροσώπως και συστηματικώς.
δβ) Δεν έτυχε άλλης γεωργικής ή αστικής αποκατάστασης και στερείται επίσης άλλης αστικής ή αγρότικής ιδιοκτησίας στην ίδια περιοχή ή στην ευρύτερη περιφέρεια αυτής, που να καλύπτει τις ανάγκες του.
ε) Η παραχώρηση της έκτασης ανακαλείται αυτοδίκαια, σε περίπτωση εκούσιας αλλαγής της χρήσης ή εκποίησης αυτής από τον αγοραστή, πριν από την παρέλευση δεκαετίας από την παραπάνω παραχώρηση.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του εξαγορασθέντος ακινήτου σε τρίτο, καταβάλλονται εφάπαξ στο Δημόσιο, πριν από την παραπάνω μεταβίβαση, με ποινή ακυρότητας αυτής, όλες οι υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις εξαγοράς.
στ) Οι αιτήσεις εξαγοράς υποβάλλονται εντός έξι (6) μηνών απά την τοιχοκόλληση σχετικής πρόσκλησης της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας στο κατάστημα του οικείου δήμου ή κοινότητας. Για την τοιχοκόλληση αυτή
συντάσσεται πρακτικό, που υπογράφεται και από ένα μάρτυρα.
2 Σε όσους κατέχουν μεγαλύτερη έκταση από την παραπάνω οριζόμενη για εξαγορά, είναι δυνατόν να παραχωρηθεί, κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας, όλη ή μέρος της επιπλέον κατεχόμενης έκτασης, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης του κατόχου, εντός της ίδιας παραπάνω εξάμηνης προθεσμίας, με τίμημα ίσο με την τρέχουσα αγοραία αξία κατά το χρόνο της εξαγοράς της, καταβλητέο σε έξι (6) το πολύ ίσες εξαμηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις με επιτόκιο δώδεκα τοις εκατό (12%) το χρόνο.
‘Οσοι δεν υποβάλλουν σχετική αίτηση εξαγοράς της επιπλέον κατεχόμενης έκτασης, υποχεούνται να παραδώσουν αυτήν ελεύθερη στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, με σχετικό πρωτόκολλο, εντός οκτώ (8) μηνών, από την έκδοση του τίτλου μεταβίβασης της έκτασης, που δικαιούνται να εξαγοράσουν με μειωμένο τίμημα. Σε αντίθετη περίπτωση η παραχώρηση ανακαλείται αυτοδίκαια.
3. Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου του Υπουργείου Οικονομικών, περί παραχώρησης του ανταλλαξίμου ακινήτου στον αυθαίρετο κάτοχο, αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται”.

8. Η παραχώρηση εκτάσεων των παραγράφων 5 και 7 του παρόντος άρθρου τελεί με τους παρακάτω περιορισμούς: α) οι εκτάσεις αυτές δεν αποτελούν τμήμα δάσους ή δασικής έκτασης, ούτε βρίσκονται σε περιοχές που χρήzουν ειδική περιβαλλοντικής προστασίας ή σε περιοχές ιδιαίτερου οικολογικού ενδιαφέροντος που προστατεύονται από την ελληνική νομοθεσία ή διεθνείς συμβάσεις ή συνθήκες, ούτε εμπίπτουν σε ζώνες προστασίας αρχαιολογικών χώρων ή σε περιοχές όπου για διαφόρους λόγους δεν επιτρέπεται η δόμηση,
β) στις περιπτώσεις μεταβίβασης λόγω πωλήσεως των παραχωρούμενων εκτάσεων από τον αγοραστή σε τρίτο, αυτός ενημερώνει προηγουμένως υποχρεωτικά εγγράφως με απόδειξη την ορμόδια κτηματική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία μπορεί να ασκήσει δικαίωμα προτίμησης του Δημοσίου για την αγορά του ακινήτου έναντι τρίτων εντός μηνός από την παραπάνω κοινοποίηση.  Στην έγγραφη ενημέρωση πρέπει να περιέχονται τα στοιχεία του υποψήφιου αγοραστή και το συμφωνηθέν τίμημα. Σε περίπτωση μη άσκησης του δικαιώματος προτίμησης ογοράς του ακινήτου από το Δημόσιο ή παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας του ενός μηνός, ο δηλών δικαιούται να προχωρήσει ελευθέρως στη σύναψη της σύμβασης πώλησης με οποιονδήποτε αντί τιμήματος όχι μικρότερου του δηλωθέντος. Η μη τήρηση των παραπάνω διατάξεων συνεπάγεται ακυρότητα της μεταβίβασης που κηρύσσεται με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου, κατόπιν αγωγής του Δημοσίου, η οποία εγείρεται μέσα σε μία διετία από τη μεταβίβαση αυτή.

9. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται τα λοιπά θέματα και οι λεπτομέρειες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 5
Γενικές διατάξεις

1. Όπου στις κείμενες διατάξεις περί συγκρότησης συλλογικών οργάνων του Υπουργείου Οικονομικών, προβλέπεται η συμμετοχή εκπροσώπων υπηρεσιών, οι οποίες υπάγονται στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, εφεξής συμμετέχουν στα όργανα αυτά τα ίδια μέλη των ανωτέρω ή των διαδόχων υπηρεσιών, που υποδεικνύονται από τον οικείο νομάρχη. Στις περιπτώσεις που υπάρχουν αντίστοιχες υπηρεσίες της οικείας Περιφερειακής Διοίκησης, τα μέλη ορίζονται από το αρμόδιο προς τούτο όργανο, είτε από τις υπηρεσίες της Περιφερειακής Διοίκησης είτε από τις υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Τυχόν πλημμέλειες σε γνωμοδοτήσεις ή αποφάσεις των ανωτέρω συλλογικών οργάνων, που εκδόθηκαν από την έναρξη λειτουργίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού και οι οποίες ανάγονται στη συμμετοχή στα όργανα αυτά, ως μελών, εκπροσώπων υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ή της Περιφερειακής Διοίκησης, δεν επηρεάζουν το κύρος των πράξεων αυτών.

2. Αντίγραφα παραχωρητηρίων του Υπουργείου Οικονομικών, σχετικών διαγραμμάτων και αποφάσεων νομαρχών, διαγραμμάτων αιγιολού και παραλίας, σχετικών αποφάσεων των επιτροπών καθορισμού και αποφάσεων νομαρχών, καθώς και αντίγραφα κτηματολογικού υλικού εκδίδονται νομότυπα από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία ή τη Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών και χορηγούνται σε φυσικά και νομικά πρόσωπα αντί ποσού που καθορίζεται και αναπροσαρμόζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.  Με τις αποφάσεις αυτές καθορίζονται και τα πρόσωπα που απαλλάσσονται από την υποχρέωση της καταβολής του παραπάνω ποσού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.  Τα ποσά που εισπράττονται περιέρχονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό με την κωδική ονομασία “Δαπάνες Κτηματολογίου Υπουργείου Οικονομικών.
Σχετικό:  υπ’αριθμ. 1074757/3872/Β0010/28.6-22.7.1996 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ Β’613)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6
Ρύθμιση θεμάτων φορολογίας εισοδήματος

1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο δικαιούχος του κέρδους ή της ωφέλειας, που προκύπτει από την εφαρμογή αυτής της παραγράφου, επιβαρύνεται με τον οικείο φόρο και καταβάλλει αυτόν εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης της οποίας μεταβιβάζεται ή εκχωρείται το περιουσιακό στοιχείο, πριν ατό τη με οποιονδήποτε τρόπο μεταβίβαση η εκχώρηση του οικείου περιουσιακού στοιχείου. Η σχετική δήλωση υποβάλλεται σε τρία (3) αντίτυπα από τα οποία τα 2 (δύο) επιστρέφονται θεωρημένα στο δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας. Εάν η οικεία πράξη μεταβίβασης ή εκχώρησης γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να αρνηθεί τη θεώρηση του εγγράφου αυτού, εάν δεν επισυνάπτεται σε αυτό αντίτυπο της οικείας δήλωσης και δεν αναγράφονται στο σώμα του εγγράφου τα στοιχεία αυτής. Στο ιδιωτικό αυτό έγγραφο πρέπει απαραιτήτως να αναγράφεται το κέρδος ή η ωφέλεια που προέκυψε από την εκχώρηση του δικαιώματος ή του εταιρικού μεριδίου ή ολόκληρης της επιχείρησης. Σε περίπτωση εκχώρησης ή μεταβίβασης περιουσιακού στοιχείου από τα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή, χωρίς να υποβληθεί η οικεία δήλωση από το δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας για να καταβληθεί με βάση αυτή ο φόρος εφάπαξ, το πρόσωπο που αποκτά το περιουσιακό στοιχείο είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον συνυπεύθυνο με τον μεταβιβάζοντα ήεκχωρούντα για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται.»

2. Τα δεύτερο και τρίτο εδάφια της παραγράφου 8 του άρθρου 81 του Ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:
«Ομοίως έχουν υποχρέωση να επισυνάπτουν στο συμβόλαιο εκχώρησης ή μεταβίβασης θεωρημένο αντίτυπο της δήλωσης απόδοσης του οικείου φόρου και να αναφέρουν ρητά στο κείμενο του συμβολαίου τα στοιχεία της σχετικής δήλωσης και του νόμιμου αποδεικτικού καταβολής του φόρου. Αντίγραφα των συμβολαίων οφείλουν οι συμβολαιογράφοι να στέλνουν μέσα στον επόμενο μήνα από τη σύνταξη τους στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην οποία υποβλήθηκε η δήλωση της παραγράφου 1 του άρθρου 13.»

3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 83 του Ν. 2238/1994, καθώς και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 καταργούνται.

4. Στο άρθρο 13 του Ν. 2238/1994 προστίθεται παράγραφος 8 που έχει ως εξής:
«8. Τα έσοδα από έπαθλα ή βραβεία από την κατοχή και εκμετάλλευση δρομώνων ίππων που χρησιμοποιούνται σε αγώνες ιπποδρομίου φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου 15% (δεκαπέντε τους εκατό). Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή.Για την απόδοση του φόρου αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των ιδιοκτητών δρομώνων ίππων για τα έσοδα αυτά».

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 60 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Όσοι παρακρατούν φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 13, των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 και της παραγράφου 4 του άρθρου 57, υποχρεούνται να αποδίδουν αυτόν με σχετική δήλωση που πρέπει να υποβάλλουν μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα στη δημόσια οικονομική υπηρεσία, στην περιφέρεια της οποίας έγινε η καταβολή των ποσών για τα οποία παρακρατήθηκε ο φόρος, ο οποίος αποδίδεται εφάπαξ με την υποβολή της οικείας δήλωσης».

6. Η περίπτωση ε΄ του άρθρου 17 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Η ετήσια δαπάνη για δωρεές ή χορηγίες χρηματικών ποσών, εφόσον αυτά υπερβαίνουν ετησίως τις εκατό χιλιάδες (100.000) δραχμές, εκτός από τις δωρεές προς το Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία, που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και τα προνοιακά ιδρύματα του ευρύτερου δημοσίου τομέα (κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου), ως και τα προνοιακά ιδρύματα ιδιωτικού δικαίου των οποίων οι εν γένει δαπάνες λειτουργίας καλύπτονται τουλάχιστον κατά 70% (εβδομήντα τοις εκατό) με επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισμό».

7. Στην παράγραφο 14 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Για την εφαρμογή αυτής της διάταξης ως έδρα θεωρείται η πόλη όπου ασκείται η εμπορική δραστηριότητα των πλανόδιων λιανοπωλητών».

8. Στην παράγραφο 15 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 προστίθενται δύο τελευταία εδάφια, που έχουν ως εξής:
«Για την εφαρμογή αυτής της διάταξης ως έδρα θεωρείται η πόλη που ασκείται η εμπορική δραστηριότητα. Όσοι δεν καταβάλλουν ή καταβάλλουν εκπρόθεσμα το φόρο αυτής της παραγράφου, καθώς και της προηγουμένης, υπόκεινται στις κυρώσεις που ορίζονται στα άρθρα 86 και 87».

9. Η πρώτη περίοδος της παραγράφου 16 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 12 αυτού του άρθρου δεν εφαρμόζονται για:

10. Η παράγραφος 22 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«22. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 12 δεν εφαρμόζονται προκειμένου για ατομικές επιχειρήσεις που ασκούνται από άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά ασκούν την επιχείρηση για μία συνεχή δεκαετία, πριν από τη συμπλήρωση αυτού του ορίου ηλικίας, καθώς και από άτομα που είναι τυφλοί και είναι γραμμένοι στο γενικό μητρώο τυφλών της οικείας νομαρχίας ή είναι ανάπηροι με ποσοστό αναπηρίας πάνω από ογδόντα τοις εκατό (80%)».

11. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 23 του άρθρου 33 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται και προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Η άσκηση προσφυγής κατά τα ανωτέρω δεν αναστέλλει τη βεβαίωση του φόρου που οφείλεται και την είσπραξη του πενήντα τοις εκατό (50%) της διαφοράς του φόρου που βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση και την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 έως και 19, των μη ληξιπρόθεσμων και μη καταβληθεισών κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής δόσεων. Το ποσό που θα καταβληθεί τελικά με βάση την απόφαση του δικαστηρίου δεν απαλλάσσεται από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτό κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων για το χρόνο που διαρκεί η αναστολή είσπραξης».

12. Στο άρθρο 33 του νόμου 2238/1994 προστίθεται παράγραφος 25, που έχει ως εξής:
«25. Για την εφαρμογή αυτού του άρθρου η περιοχή της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης θεωρείται ως μία πόλη».

13. Η υποπερίπτωση αα του πρώτο εδαφίου της περίπτωσης στ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«αα) ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) για τα υγρά καύσιμα και τα προϊόντα καπνοβιομηχανίας (τσιγάρα). »

14. Η υποπερίπτωση δδ του δεύτερου εδαφίου και το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:
«δδ) όταν προμηθεύονται αγαθά ή τους παρέχονται υπηρεσίες από τις πολεμικές βιομηχανίες ΕΑΘ, ΕΒΟ, ΠΥΡΚΑΛ και ΕΛΒΟ.
Επίσης, εξαιρούνται από την υποχρέωση παρακράτησης φόρου οι:
αα) ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ Α.Ε. και οι θυγατρικές της επιχειρήσεις, για τα αγαθά που προμηθεύονται ή τις υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτές.
ββ) Καταστήματα Αφορολόγητων Ειδών Α.Ε. για τα εμπορεύσιμα αγαθά που προμηθεύονται.
γγ) ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. για τα αγαθά που προμηθεύεται ή τις υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτή και
δδ) Δημόσια Επιχείρηση Πετρελαίου Α.Ε., οι θυγατρικές της επιχειρήσεις, καθώς και οι θυγατρικές των θυγατρικών».

15. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για τιμολόγια που εκδίδονται από 8 Φεβρουαρίου 1994 για τα αγαθά που προμηθεύονται και από 22 Μαρτίου 1994 για τις υπηρεσίες που τους παρέχονται.

16. Η περίπτωση ιστ του άρθρου 1 του Ν. 2271/1994 (ΦΕΚ 229 Α΄) και η παράγραφος 6 του άρθρου 15 του Ν. 2289/1995 (ΦΕΚ 27 Α΄) καταργούνται.

17. Η περίπτωση α της παραγράφου 4 του άρθρου 52 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Σε 4% (τέσσερα τοις εκατό) της νόμιμης αμοιβής για εκπόνηση μελετών και σχεδίων που αναφέρονται στις .περιπτώσεις β΄ και δ της παραγράφου 5 του άρθρου 49».

18. Η περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Μέχρι τις 17 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, όταν μεταξύ των εισοδημάτων του φορολογουμένου περιλαμβάνεται:
αα) εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες ή ββ) εισόδημα από συμμετοχή σε εταιρία ή κοινοπραξία η κοινωνία που δεν τηρεί βιβλία ή τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα βιβλίων και Στοιχείων.

19. Στην περίπτωση β της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Ν. 2238/1994 προστίθεται υποπερίπτωση στστ, που έχει ως εξής:
«στστ) εισόδημα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης».

20. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 62 του Ν. 2238/1994 μετά την περίπτωση ε προστίθενται νέες περιπτώσεις στ και ζ΄, που έχουν ως εξής:
«στ) Προκειμένου για ατομική εμπορική επιχείρηση, η οποία δεν τηρεί βιβλία ή τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή ελεύθερο επαγγελματία που ασκεί ατομικά το επάγγελμα του και δεν τηρεί βιβλία, αν και υπόχρεος ή τηρεί βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., στις ακόλουθες προθεσμίες ανάλογα με το πρώτο γράμμα της ελληνικής αλφαβήτου από το οποίο αρχίζει το επώνυμο τους:
αα) Μέχρι τις 2 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από το γράμμα Α.
ββ) Μέχρι τις 3 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Β ή Γ.
γγ) Μέχρι τις 4 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Δ ή Ε.
δδ) Μέχρι τις 5 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Ζ έως και Ι.
εε) Μέχρι τις 6 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από το γράμμα Κ.
στστ) Μέχρι τις 7 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Λ ή Μ.
ζζ) Μέχρι τις 8 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Ν έως και Π.
ηη) Μέχρι τις 9 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Ρ ή Σ.
θθ) Μέχρι τις 10 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους, για τους υπόχρεους που το επώνυμο τους αρχίζει από τα γράμματα Τ έως και Ω.
Αν η ημέρα στην οποία λήγει μια από τις πιο πάνω προθεσμίες είναι εξαιρέσιμη ή αργία για τις δημόσιες υπηρεσίες, τότε η προθεσμία αυτή μεταφέρεται στην αμέσως επόμενη εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα και οι τυχόν επόμενες αυτής μεταφέρονται διαδοχικά στις κατά σειρά αντίστοιχες επόμενες εργάσιμες ημέρες.
ζ) Μέχρι τις 22 Μαρτίου του οικείου οικονομικού έτους οι υπόχρεοι, που υποβάλλουν δήλωση επειδή έχουν υπερβεί το εικοστό πέμπτο (25ο) έτος της ηλικίας τους και δεν υποχρεούνται από άλλη διάταξη να υποβάλλουν δήλωση σε διαφορετική ημερομηνία».

21. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 64 του Ν. 2238/1994 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) Αν η εταιρία ή η κοινοπραξία ή η κοινωνία δεν τηρεί βιβλία ή τηρεί βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα βιβλίων και Στοιχείων, μέσα στις προθεσμίες που αναφέρονται στην περίπτωση στ΄ της παρ. 1 του άρθρ.62, ανάλογα με το γράμμα της ελληνικής αλφαβήτου από το οποίο αρχίζει η επωνυμία τους. Ως γράμμα που αρχίζει η επωνυμία λαμβάνεται αυτό που αναγράφεται πρώτο στο συστατικό τους έγγραφο, όπως αυτό κάθε φορά ισχύει.
β) Μέχρι τις 15 Απριλίου του οικείου οικονομικού έτους, αν:
«αα) Η εταιρία έχει ως αντικείμενο εργασιών την αντιπροσώπευση ή πρακτόρευση ασφαλιστικών εταιριών ή τη μεσιτεία ασφαλειών, καθώς και την πρακτόρευση ή αντιπροσώπευση τραπεζών ή αν αυτή συμμετέχει σε εταιρία ή κοινοπραξία που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα βιβλίων και Στοιχείων και εφόσον η διαχειριστική περίοδος αυτής λήγει μέσα στους μήνες Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.
ββ) Μεταξύ των εισοδημάτων των υπόχρεων περιλαμβάνονται και γεωργικά εισοδήματα ή εισοδήματα από εκμίσθωση ή δωρεάν παραχώρηση γεωργικής γης».

22. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 75 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την ακύρωση ή τροποποίηση τουφύλλου ελέγχου, σύμφωνα με την παράγραφο 1, αποφασίζει ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, με τη σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου επιθεωρητή δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, ύστερα από αίτηση του φορολογούμενου ή προκειμένου για τις περιπτώσεις γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1, ο αρμόδιος επιθεωρητής δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, ύστερα από αίτημα του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.»

23. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 81 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι συμβολαιογράφοι υποχρεούνται να αρνηθούν τη σύνταξη συμβολαιογραφικών εγγράφων για τις περιπτώσεις α και β της παραγράφου 1 του άρθρου 88, καθώς και τις περιπτώσεις ε της παρ.1 και δ της παρ. 2 του άρθρ.89, αν δεν προσκομιστεί πιστοποιητικό του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, από το οποίο να προκύπτει ότι τα μισθώματα του ακινήτου που μεταβιβάζεται ή υποθηκεύεται δηλώθηκαν στη φορολογία εισοδήματος κατά την τελευταία διετία πριν από τη μεταβίβαση ή την εγγραφή της υποθήκης ή ότι το γεωργικό εισόδημα από την εκμετάλλευση του ακινήτου που μεταβιβάζεται δηλώθηκε στη φορολογία εισοδήματος κατά την τελευταία διετία πριν από τη μεταβίβαση, κατά περίπτωση».

24. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 81 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι φύλακες μεταγραφών υποχρεούνται να αρνηθούν τη μεταγραφή των δικαιοπραξιών για τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 88 και τις περιπτώσεις ε΄ της παραγράφου 1 και δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 89, καθώς και τη μεταγραφή της δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς ή κληροδοσίας ή του κληρονομητηρίου, αν δεν προσκομιστεί το πιστοποιητικό ή δεν υποβληθεί η υπεύθυνη δήλωση, κατά περίπτωση, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο».

25. Στο άρθρο 81 του Ν. 2238/1994 μετά την παράγραφο 15 προστίθενται νέες παράγραφοι 16 έως και 18 και η παράγραφος 16 αυτού αριθμείται σε 19, ως εξής:
«16. Δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τράπεζες, πιστωτικοί οργανισμοί, συνεταιρισμοί ή ενώσεις συνεταιρισμών και γενικά ενώσεις προσώπων υποχρεούνται να αρνηθούν την καταβολή των επιδοτήσεων ή αποζημιώσεων επί της γεωργικής παραγωγής της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 και των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 89, αν δεν προσκομιστεί το πιστοποιητικό ή δεν υποβληθεί η υπεύθυνη δήλωση, κατά περίπτωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
17. Δημόσιες υπηρεσίες υποχρεούνται να αρνηθούν τη χορήγηση της άδειας των περιπτώσεων δ΄ της παραγράφου 1 και γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 89, αν δεν προσκομιστεί το πιστοποιητικό ή δεν υποβληθεί η υπεύθυνη δήλωση, κατά περίπτωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1.
18. Δημόσιες υπηρεσίες, δήμοι και κοινότητες του κράτους, το Ταμείο Λαϊκών Αγορών και κάθε άλλη αρμόδια αρχή υποχρεούνται να αρνηθούν τη χορήγηση της άδειας της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 89, αν δεν προσκομιστεί το πιστοποιητικό ή δεν υποβληθεί η υπεύθυνη δήλωση, κατά περίπτωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1».

26. Η παράγραφος 1 του άρθρου 87 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Τα πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις των άρθρων 13 παράγραφος 1, 19, 33 παράγραφος 15, 59, 60, 61, 62, 64, 66, 67, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 82 παράγραφοι 1 και 2, 83 και 85 παράγραφοι 7 και 8 υπόκεινται για κάθε παράβαση σε πρόστιμο, που ορίζεται σε ποσοστό 10% (δέκα τοις εκατό) επί του φόρου που προκύπτει κάθε φορά, μη δυνάμενο να είναι μικρότερο από εξήντα χιλιάδες (60.000) δραχμές και μεγαλύτερο από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές, στην περίπτωση που δεν προκύπτει ποσό οφειλομένου φόρου, επιβάλλεται το ελάχιστο πρόστιμο».

27. Στο άρθρο 87 του Ν. 2238/1994 προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
«3. Για την κοινοποίηση της πράξης και τη διαδικασία βεβαίωσης, γενικά, του προστίμου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις αυτού του νόμου.»

28. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του Ν. 1473/1984, όπως ισχύει, αντικαθίσταται και προστίθεται πέμπτο εδάφιο ως εξής:
«Στην περίπτωση αυτή, προκειμένουγιατην υποβολή δηλώσεων με την κατάθεση των οποίων δημιουργείται υποχρέωση ταυτόχρονης καταβολής μέρους ή ολόκληρου, κατά περίπτωση, του οφειλόμενου με τη δήλωση φόρου, η εξάμηνη προθεσμία για την έντοκη επιστροφή του φόρου αρχίζει από την πρώτη του μήνα του επομένου της υποβολής της δήλωσης. Στην περίπτωση υποβολής δήλωσης της οποίας η εκκαθάριση ή καταβολή του φόρου δεν ενεργείται συγχρόνως με την κατάθεση αυτής, η εξάμηνη προθεσμία για την έντοκη επιστροφή του φόρου αρχίζει από την πρώτη του μήνα του επομένου της ημερομηνίας έκδοσης του εκκαθαριστικού σημειώματος του φόρου».

29. Η περίπτωση ε της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Οι τόκοι καταθέσεων τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του νόμου 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α) σε άλλες τράπεζες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και οι τόκοι οι προερχόμενοι από καταθέσεις του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος.»

30. Η περίπτωση στ της παραγράφου 7 του άρθρου 12 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) Καταθέσεις τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 σε άλλες τράπεζες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι υποχρεωτικές ή μη καταθέσεις αυτών στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και από καταθέσεις του Ταχυδρομικού ταμιευτηρίου και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων στην Τράπεζα της Ελλάδος».

31. Τα κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 27/1975 «περί φορολογίας πλοίων, επιβολής εισφοράς προς ανάπτυξιν της Εμπορικής Ναυτιλίας, εγκαταστάσεως αλλοδαπών ναυτιλιακών επιχειρήσεων και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ 77 Α΄) ποσά φόρου προσαυξάνονται για την πενταετία 1996 – 2000 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως. Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα διαμορφωθέντα κατά το έτος 1995 ποσά φόρου, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του Ν. 27/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών, όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και κατά τον υπολογισμό της κατά το άρθρο 10 του Ν. 27/1975 οφειλόμενης εισφοράς.

32. Τα κατά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 29/1975 «περί επιβολής ειδικής εισφοράς υπέρ του Ναυτικού Απομαχικού ταμείου (Ν.Α.Τ.)» (ΦΕΚ 75 Α΄) ποσά εισφοράς, προσαυξάνονται για την πενταετία 1996 – 2000 κατά ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) ετησίως. Το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της προσαύξησης προστίθεται στα διαμορφωθέντα κατά το έτος 1995 ποσά εισφοράς, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 29/1975 και σε αυτά των επόμενων ετών όπως αυτά θα διαμορφωθούν μέσα στην παραπάνω πενταετία.

33. Η ισχύς των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων 31 και 32 άρχεται από 1ης Ιανουαρίου 1996.

34. Προθεσμίες παραγραφής που λήγουν την 31η /12/1995, μετά την οποία παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την κοινοποίηση φύλλων ελέγχου επιβολής φόρων, τελών και εισφορών, παρατείνονται για ένα (1) έτος από τη λήξη τους. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για υποθέσεις που παραγράφονται 31 Δεκεμβρίου 1995 κατόπιν παράτασης της ημερομηνίας παραγραφής τους κατά ένα (1) έτος, με βάση τη διάταξη της παραγράφου 9 του άρθρου ενάτου του Ν. 2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α΄), καθώς και για υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου. Επίσης, παρατείνεται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1996 ο χρόνος παραγραφής των βεβαιωμένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες χρεών, που παραγράφονται εντός του έτους 1995 και 1996, πλην των υπαγομένων στη διάταξη της παρ. 13 του άρθρου εβδόμου του Ν. 2275/1994.

Άρθρο 7
Κίνητρα συγχώνευσης μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ρύθμιση θεμάτων επενδύσεων και μετασχηματισμών επιχειρήσεων

1. Οι διατάξεις των παραγράφων 2έως και 6 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται επί συγχωνεύσεως επιχειρήσεων οποιασδήποτε νομικής μορφής και ανεξάρτητα του αντικειμένου των εργασιών τους, εφόσον σε αυτές δεν συμπεριλαμβάνεται ανώνυμη εταιρία, με σκοπό την ίδρυση προσωπικής εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης ή ανώνυμης εταιρίας.

2. Απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών καθαρών κερδών που προκύπτουν από τον ισολογισμό της συνιστώμενης εταιρίας, για το τμήμα των κερδών μέχρι είκοσι εκατομμύρια (20.000. 000) δραχμές και κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) για τα κέρδη τα πέραν των είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) δραχμών, τα οποία δηλώνονται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση Φορολογίας εισοδήματος αυτής.

3. Η κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου απαλλαγή των κερδών από το φόρο εισοδήματος παρέχεται για τα πρώτα πέντε (5) οικονομικά έτη από το χρόνο της συγχώνευσης με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Η από τη συγχώνευση προερχόμενη εταιρία έχει κατά το χρόνο της συγχώνευσης το κάτωθι ποσό κεφαλαίου:
αα) Προκειμένου για προσωπική εταιρία, τουλάχιστον είκοσι εκατομμύρια (20.000. 000) δραχμές εκ των οποίων το ένα τρίτο (1/3) θα είναι καταβεβλημένο σε μετρητά.
αβ) Προκειμένου για εταιρία περιορισμένης ευθύνης, τουλάχιστο σαράντα εκατομμύρια (40.000.000) δραχμές.
αγ) Προκειμένου για ανώνυμη εταιρία, τουλάχιστον 100.000 000 (εκατό εκατομμύρια) δραχμές.
β) Οι συγχωνευόμενες επιχειρήσεις να βρίσκονται σε λειτουργία τουλάχιστον τέσσερα (4) χρόνια πριν από το χρόνο της συγχώνευσης.
γ) Το απαλλασσόμενο της φορολογίας εισοδήματος ποσό κερδών εμφανίζεται στα βιβλία της συνιστώμενης εταιρίας σε ειδικό λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού και φορολογείται σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της προελθούσας από τη συγχώνευση εταιρίας, κατά το χρόνο της διανομής ή διάλυσης αυτής, αντίστοιχα.

4. Η αποτίμηση της αξίας των εισφερόμενων σε είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, περιουσιακών στοιχείων σε ανώνυμη εταιρία ή εταιρία περιορισμένης ευθύνης ή προσωπική εταιρία ενεργείται από την Επιτροπή του άρθρου 9 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως ισχύει.

5. Οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, 5, 6, 9, 10 και 12 του ν δ/τος 1297/1972 (ΦΕΚ217 Α) και της παραγράφου 41 του άρθρου 15 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄) εφαρμόζονται ανάλογα και επί των συγχωνεύσεων του παρόντος άρθρου.

6. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που θα γίνουν μέχρι την 31η /12/ 1998.

7. Οι λέξεις «ή νεοϊδρυόμενη», που αναφέρονται στις περιπτώσεις β΄ και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α΄), απαλείφοντα.

8. Η περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 2166/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Διάσπασης ανωνύμων εταιριών κατά την έννοια του άρθρου 81, παράγραφος 1 του Κ.Ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 144 Α΄), με την προϋπόθεση ότι οι διασπώμενες απορροφούνται από υφιστάμενες ανώνυμες εταιρίες. »

9. Το δεύτερο και τα επόμενα εδάφια της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν. 2166/1993 αντικαθίστανται ως εξής:
«Για το ποσό αυτό των ζημιών δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του Ν. 2238/1994. Κατ΄ εξαίρεση, οι επιχειρήσεις που ρύθμισαν τα χρέη τους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 του Ν. 1892/1990 μπορούν να μεταφέρουν εν όλω ή εν μέρει το υπόλοιπο του λογαριασμού ζημίες, το οποίο προκύπτει μετά το συμβιβασμό με τους πιστωτές τους και την επικύρωση του από το Εφετείο, στο λογαριασμό 16.05 του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (Ε.Γ.Λ.Σ.) ασωμάτων στοιχείων παγίου ενεργητικού. Η ύπαρξη υπολοίπου του παραπάνω λογαριασμού δεν επηρεάζει τη διανομή κερδών».

10. Οι λέξεις «ή συνιστώμενη», που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 4 του Ν. 2166/1993, απαλείφονται.

11. Οι διατάξεις του άρθρου 12 του ν.δ/τος 1297/1972 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους μετασχηματισμούς επιχειρήσεων, που γίνονται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1, 2, 3, 4, και 5 του Ν. 2166/1993.

12. Η απόσβεση των εξόδων πρώτης εγκατάστασης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία Α.Ε.» (Ε.Α.Θ.Α.Ε.), της παρ.31 του άρθρ. 7 του Ν. 1160/1981 (ΦΕΚ 147 Α΄). που ανάγονται στη χρονική περίοδο από της ιδρύσεως της εταιρείας μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1996, γίνεται από τον ισολογισμό της χρήσης 1997, σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος.

13. Οι διατάξεις των παραγράφων 7, 8, 9, 10 και 11 του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή για μετασχηματισμούς επιχειρήσεων που πραγματοποιούνται από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθώς και για τους μετασχηματισμούς των οποίων έχει ήδη αρχίσει η διαδικασία πραγματοποίησης τους και θα ολοκληρωθεί μετά τον ως άνω χρόνο δημοσίευσης.

Άρθρο 8
Φορολογικός έλεγχος και αδικήματα φοροδιαφυγής

1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 57 του Ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α) προστίθεται τρίτο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης Ελέγχου Φορολογίας Εισοδήματος. Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, Φορολογίας Κεφαλαίου και λοιπών φορολογιών που έχει διαταχθεί από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή της ΥΠ.Ε.Δ.Α., συνεπεία θανάτου, συνταξιοδότησης ή θέσεως σε αργία υπαλλήλου που συμμετείχε στον αρξάμενο έλεγχο, η διαδικασία ολοκλήρωσης αυτού δύναται να ανατεθεί σε άλλον υπάλληλο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή της ΥΠ.Ε.Δ.Α., κατά περίπτωση, με απόφαση του προϊσταμένου των υπηρεσιών αυτών».

2. Στην παράγραφο 16 του άρθρου 8 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) προστίθεται δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση, δεν θεωρούνται τα συμφωνητικά του προηγούμενου εδαφίου που καταρτίζονται από επιτηδευματίες ή τρίτους με το Δημόσιο, τις τράπεζες, τους οργανισμούς, τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τους δήμους και τις κοινότητες, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις που εκδίδουν κάρτες συναλλαγών».

3. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 23 Μαρτίου 1990.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του Ν. 1591/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο δράστης των ποινικών αδικημάτων, που προβλέπονται στις περιπτώσεις ζ΄ και η΄ της προηγουμένης παραγράφου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή όχι κατώτερη των 5 (πέντε) και μέχρι 50 (πενήντα) εκατομμυρίων δραχμών.

5. Στο άρθρο 33 του Ν. 1591/1986 προστίθεται παράγραφος 7 και οι μέχρι τώρα παράγραφοι 7 και 8 αριθμούνται σε 8 και 9 αντίστοιχα, ως εξής:
«7. Η καταδίκη για τα αδικήματα των περιπτώσεων ζ΄ και η΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου του νόμου αυτού, επιφέρει κατά του καταδικασθέντος φυσικού προσώπου και του υπόχρεου νομικού προσώπου, καθώς και του νομικού προσώπου ή της κοινοπραξίας στο οποίο μετέχει φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει καταδικαστεί για τα αδικήματα αυτά, τις κυρώσεις που ορίζονται από την παράγραφο 12 του άρθρου 95 του Ν. 2238/1994. Για την εφαρμογή των κυρώσεων αυτών ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται από την παράγραφο 13 του ίδιου άρθρου και νόμου».

6. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Ν. 2214/1994 (ΦΕΚ 75 Α΄) καταργείται, η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου και νόμου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16 του Ν. 2298/1995 (ΦΕΚ 62 Α΄), αντικαθίσταται και προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής:
«2. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των αδικημάτων φοροδιαφυγής της προηγούμενης παρ. 1 είναι το Πλημμελειοδικείο στην περιφέρεια του οποίου διαπιστώθηκε η τελεσθείσα πράξη φοροδιαφυγής.
3. Επίσης, αδίκημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος δεν επιδεικνύει στο φορολογικό έλεγχο το σύνολο ή μέρος των τηρούμενων βιβλίων και στοιχείων που προβλέπονται από το Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α ), καθώς και όποιος επικαλείται την απώλεια ή προβαίνει στην καταστροφή όλων ή μερικών από τα πιο πάνω βιβλία και στοιχεία, ενώ έχει υποχρέωση από τις οικείες διατάξεις να τα διαφυλάσσει. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των αδικημάτων αυτής της παραγράφου είναι το Πλημμελειοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η επιχείρηση του υπαιτίου. Τα αδικήματα αυτά τιμωρούνται με ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον τριών (3) μηνών και με χρηματική ποινή από ένα εκατομμύριο (1.000.000) μέχρι δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές».

7. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Κατά την αληθή έννοια της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου υφίσταται υπό χρέωση παροχής των ζητούμενων πληροφοριών από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή από πρόσωπο που έχει τις ίδιες ελεγκτικές αρμοδιότητες με αυτόν. »

8. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Ν. 2238/1994 προστίθενται δύο νέα εδάφια, που έχουν ως εξής:
«Ειδικά για την άρση του απορρήτου σε έλεγχο διενεργούμενο από ειδικό συνεργείο, που συστάθηκε με βάση τις διατάξεις βάση τις διατάξεις του άρθρου 39 του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄), απαιτείται απόφαση, του προϊσταμένου του ειδικού συνεργείου που διενεργεί το συγκεκριμένο φορολογικό έλεγχο. Επίσης, για την άρση του απορρήτου σε έλεγχο που διενεργείται από την ΥΠ.Ε.Δ.Α. (Υπηρεσία Ελέγχου Διακίνησης Αγαθών) και τα παραρτήματα της, απαιτείται κοινή απόφαση του Προϊσταμένου της ΥΠ.Ε.Δ.Α. ή του παραρτήματος της και του εποπτεύοντος επιθεωρητή. »

9. Η περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 91 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων, καθώς και λήψη τέτοιων στοιχείων μεγάλης αξίας.»

10. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 92 του Ν. 2238/1994 προστίθενται δύο εδάφια, που έχουν ως εξής:
«Τα μέτρα του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνονται και για τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ανώνυμης εταιρείας, καθώς και για το διαχειριστή της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης και των προσωπικών εταιρειών.Τα μέτρα των δύο προηγούμενων εδαφίων καταλαμβάνουν και τους κοινούς λογαριασμούς».

11. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 92 του Ν. 2238/1994 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Κατ΄ εξαίρεση των όσων ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, τα μέτρα αίρονται υποχρεωτικά, σε περίπτωση που ο υπόχρεος φορολογούμενος καταβάλλει ποσό πάνω από ογδόντα τοις εκατό (80%) των οφειλόμενων φόρων, των προς απόδοση στο Δημόσιο ποσών από παρακρατούμενους φόρους, τέλη, εισφορές και των νόμιμων προσαυξήσεων αυτών.»

12. Η παράγραφος 1 του άρθρου 95 του Ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«Όποιος δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμη δήλωση μετά την παρέλευση 30 (τριάντα) ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας ή υποβάλλει ανακριβή δήλωση με βάση τα δεδομένα των τηρούμενων από αυτόν βιβλίων και στοιχείων, που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις για την απόδοση στο Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας ή άλλων φόρων, τελών και εισφορών που παρακρατούνται, επιρρίπτονται ή εισπράττονται για να αποδοθούν στο Δημόσιο, εφόσον το προς απόδοση ποσό για κάθε φορολογία είναι ανώτερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, τιμωρείται: α) με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή όχι κατώτερη των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών και μέχρι ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, εφόσον το προς απόδοση ποσό για κάθε φορολογία δεν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές και β) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή από ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές και άνω, εφόσον το προς απόδοση ποσό για κάθε φορολογία υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές, εφόσον ο παραβάτης δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλες διατάξεις».

Άρθρο 9
Ρύθμιση θεμάτων φορολογίας κεφαλαίου

1. Χρέη προς το Δημόσιο οφειλετών των σεισμόπληκτων περιοχών των Νομών Γρεβενών και Κοζάνης, βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) των Νομών αυτών, που κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι 13 Μαΐου 1995, καθώς επίσης και χρέη προς το Δημόσιο οφειλετών των σεισμόπληκτων περιοχών των Νομών Αχαΐας και Φωκίδας, βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ. Αιγίου, Ακράτας και Α΄ Πατρών του Νομού Αχαΐας και `Αμφισσας και Λιδωρικίου του Νομού Φωκίδας και Ναυπάκτου του Νομού Αιτωλοακαρνανίας, που κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι 15 Ιουνίου 1995, αναστέλλονται μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995.

2. Χρέη προς το Δημόσιο, καθώς και χρέη προς τρίτους που συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται με αυτά, που έχουν βεβαιωθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995 στις Δ.Ο.Υ.: α) Γρεβενών και Δεσκάτης του Νομού Γρεβενών, β) Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, Σιάτιστας, Σερβίων και Νεάπολης του Νομού Κοζάνης, γ) Αιγίου, `Ακρατος και Α΄ Πατρών του Νομού Αχαΐας και δ) `Αμφισσας και Λιδωρικίου του Νομού Φωκίδας και Ναυπάκτου του Νομού Αιτωλοακαρνανίας και οφείλονται από μόνιμους κατοίκους ή επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους ή την κύρια εγκατάσταση τους στις αναφερόμενες στην παράγραφο αυτή σεισμόπληκτες περιοχές των νομών Γρεβενών, Κοζάνης, Αχαΐας και Φωκίδας, που επλήγησαν από τους σεισμούς της 13ης Μαΐου και 15ης/6/1995, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε σαράντα οκτώ (48) ίσες μηνιαίες δόσεις, που το ποσό της καθεμιάς δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών Οι ρυθμιζόμενες οφειλές καταβάλλονται χωρίς τις αναλογούσες σε αυτές, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Στη ρύθμιση αυτή υπάγονται και τα χρέη των οφειλετών των ανωτέρω περιοχών, που προέρχονται από φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων, που προκύπτει βάσει δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκαν μέσα στο έτος 1995, ανεξάρτητα από την ημερομηνία κατά την οποία το ποσό του φόρου αυτού καθίσταται ληξιπρόθεσμα μερικά ή ολικά.

3. Σεισμόπληκτες περιοχές θεωρούνται:
α) Ολόκληρη η περιοχή που περικλείεται από τα διοικητικά όρια των Νομών Γρεβενών και Κοζάνης, σύμφωνα και με την αριθ. 242/6.6.1995 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 104 Α΄).
β) Οι περιοχές που περικλείονται από τα διοικητικά όρια των δήμων και κοινοτήτων των Νομών Αχαΐας και Φωκίδας, οι οποίες καθορίστηκαν με την αριθ. 266/18.7.1995 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 148 Α΄) ως ακολούθως
βα) Περιοχή Νομού Αχαΐας:
Παραλία Αραχοβίτικα – Δρέπανο – Αργυρά
– Σέλλα – Πιτίτσα – `Ανω Σαλμενικό – Κάτω Σαλμενικό – Βουνόπυργος – όρια επαρχίας Αιγιαλείας – όρια Νομών Αχαΐας – Κορινθίας
– παραλία Αραχοβίτικα.
ββ) Περιοχή Νομού Φωκίδας:
Παραλία – όρια Νομών Αιτ/νίας – Φωκίδας
– Τειχίου – Παλαιοξαρίου – Ποτιδανία – Περιθιώτισσα – Στίλα – Μηλέα – Βραίλα – Μαλανδρίνων – Βουνιχώρα – Αγ. Ευθυμία -Δήμος `Αμφισσας – Αγ. Γεώργιος Αγ.Κων/νος – Σερνικάκιον – Χρυσόν – Κίρα
– παραλία Νομού Φωκίδας – όρια Νομών Αιτ/νίας – Φωκίδας – Νήσος Τριζόνια και τα διοικητικά όρια των Κοινοτήτων Κουπακίου- Πενταγιοί.

4. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αποτελεί:
α) Η κατάθεση αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα, του μήνα της δημοσίευσης θεωρουμένου ως πρώτου.
β) Η καταβολή της πρώτης δόσης της, ρύθμισης μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία λήξης κατάθεσης της αίτησης και της σχετικής βεβαίωσης.

5. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 7 έως και 13 του άρθρου 15 του Ν. 2198/1994 (ΦΕΚ 43 Α΄), εκτός των διατάξεων που αναφέρονται στο αποδεικτικό ενημερότητας.

6. Χρέη προς το Δημόσιο των οφειλετών της παραγράφου 2, τα οποία έπρεπε να καταβληθούν στις αναφερόμενες Δ.Ο.Υ. από 13 Μαΐου 1995 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995 με βάση δήλωση των υπόχρεων, η προθεσμία υποβολής της οποίας παρατάθηκε με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1995, μπορούν να καταβληθούν σε έξι (6) ίσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα και οι υπόλοιπες δόσεις την αντίστοιχη ημέρα των επόμενων μηνών. Η παράλειψη καταβολής δύο (2) συνεχών δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του δικαιώματος καταβολής σε δόσεις και την καταβολή του υπόλοιπου ποσού της οφειλής εφάπαξ, επιβαρυνομένου με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής από τη λήξη της ημερομηνίας καταβολής της πρώτης δόσης. Ειδικότερα, για το φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) πρέπει να υποβληθούν ισάριθμες με τις φορολογικές περιόδους δηλώσεις, η προθεσμία υποβολής των οποίων λήγει από 13 Μαΐου 1995 μέχρι και 31/12/1995.

7. Χρέη προς το Δημόσιο, καθώς και χρέη προς τρίτους που συμβεβαιώνονται και συνεισπράττονται με τα έσοδα του Δημοσίου, βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) του Νομού Τρικάλων, που έγιναν ληξιπρόθεσμα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1994 και οφείλονται από κατοίκους και επιχειρήσεις των περιοχών του Νομού Τρικάλων, που υπέστησαν ζημιές από τις χιονοπτώσεις του μηνός Φεβρουαρίου 1994 και τις πλημμύρες της άνοιξης του έτους 1994, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε είκοσι τέσσερις (24), κατ ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις, που το ποσό της καθεμιάς δεν μπορεί να είναι μι κρατερό των τριάντα χιλιάδων (30.000 δραχμών. Οι δόσεις αυτές δεν επιβαρύνονται με τις αναλογούσες κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.

8. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση τη προηγούμενης παραγράφου απαιτείται:
α) Η προσκόμιση βεβαίωσης της Νομαρχίας Τρικάλων ή του Επιμελητηρίου, απ την οποία να προκύπτει ότι ο οφειλέτης υπέστη ζημία από τις χιονοπτώσεις ή τι πλημμύρες αυτές.
β) Η κατάθεση σχετικής αίτησης από το οφειλέτη στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, στην οποία είναι βεβαιωμένα τα χρέη του, μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του δεύτερου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.
γ) Η καταβολή μέχρι την ίδια ημερομηνία της πρώτης δόσης της ρύθμισης και των υπολοίπων την αντίστοιχη ημέρα των επομένων μηνών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 8, μέχρι και 13 του άρθρου 15 του Ν. 2198/1994, εκτός των διατάξεων που αναφέρονται στο αποδεικτικό ενημερότητας.

9. Οι οφειλέτες του Δημοσίου που, για οποιονδήποτε λόγο, απώλεσαν το δικαίωμα των διακανονισμών εξόφλησης τι χρεών τους, που έγιναν σύμφωνα με διατάξεις: α) των άρθρων 15 και 16 του 2198/1994, όπως συμπληρώθηκαν με ι παράγραφο 4 του άρθρου 34 του 2214/1994, β) του άρθρου 34 παράγραφος 1 του Ν. 2214/1994, γ) του άρθρου 4 παράγραφος 6 του ν. 2187/1994, όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 34 του N. 2214/1994 και δ) του άρθρου πέμπτου, παράγραφοι 1 έως και 4 του Ν. 2275/1994 (ΦΕΚ 238 Α΄), μπορούν να επανέλθουν σε αυτούς, εφόσον καταβάλουν μέσα σε σαράντα (40) ημέρες από δημοσίευση του νόμου αυτού, όλες τις καθυστερημένες δόσεις, οι οποίες όμως βαρύνονται με προσαυξήσεις πέντε τοις εκατό (5%) επί του συνολικού ποσού της σης ανά μήνα καθυστέρησης καταβολής τους  Για την επανάκτηση του δικαιώματος του διακανονισμού εξόφλησης των χρεών αυτών δεν απαιτείται ιδιαίτερη αίτηση του οφειλέτη.

10. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 62 του ν.δ/τος 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε. – ΦΕΚ 90 Α΄) αντικαθίσταται με τα ς τέσσερα εδάφια:
«Η ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ώση παύσης πληρωμών του εμπόρου έχει και τον αριθμό του φορολογικού μητρώου. Εάν πρόκειται περί νομικού προσώπου, πέραν των στοιχείων του άρθρου 526 του Εμπορικού Νόμου και του αριθμού του φορολογικού μητρώου, δηλώνονται και οι αριθμοί φορολογικού μητρώου ετερόρρυθμης ή ομόρρυθμης εταιρείας ομόρρυθμων μελών, επί ανώνυμης εταιρείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου της και των τυχόν συμπραττόντων συμβούλων, επί εταιρείας περιορισμένης εύθηνης του διαχειριστή της και επί παντός άλλου νομικού προσώπου των νόμιμων εκπροσώπων του.Η αίτηση για κήρυξη φυσικού ή νομικού προσώπου που σε κατάσταση πτώχευσης, η οποία υποβάλλεται από πιστωτή του στο αρμόδιο δικαστήριο, περιέχει και τον αριθμό φορολογικού μητρώου εκείνου του οι ζητείται η κήρυξη σε κατάσταση πτώχευσης. Μόλις εκδοθεί απόφαση κηρύττουσα πτώχευση, ο γραμματέας του αρμόδιου δικαστηρίου υποχρεούται να αποστείλει αντίγραφο αυτής στην αρμόδια διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων Υπουργείου Οικονομικών, γνωστοποιώντας και τους κατά τα ανωτέρω αριθμούς φορολογικού μητρώου. »

11. Οφειλόμενα ποσά από δάνεια, που είχαν χορηγηθεί με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σε κατοίκους σεισμόπληκτων περιοχών της χώρας, τα οποία έχουν βεβαιωθεί στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 1995 στο λογαριασμό «ΚΑΧΚΕΕΔ – δάνεια σεισμοπαθών», ρυθμίζονται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε είκοσι τέσσερις (24) κατ΄ ανώτατο όριο ίσες μηνιαίες δόσεις μαζί με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 30.000 (τριάντα χιλιάδων) δραχμών. Οι οφειλέτες που θα είναι συνεπείς στη ρύθμιση αυτή απαλλάσσονται από το υπόλοιπο ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής μέχρι την εξόφληση της οφειλής.

12. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου αποτελεί:
α) Η κατάθεση αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μεθεπόμενου από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μήνα, του μήνα της δημοσίευσης θεωρουμένου ως πρώτου.
β) Η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία λήξης κατάθεσης της αίτησης. Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης της ρύθμισης συνεπάγεται έκπτωση κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, που αναλογούν την ημερομηνία αυτή. Για τους οφειλέτες που επιθυμούν να καταβάλουν ολόκληρο το υπόλοιπο του οφειλόμενου ποσού κατά την καταβολή κάποιας δόσης της ρύθμισης και μέχρι την ενδέκατη (11η) δόση αυτή, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του Ν. 2198/1994. Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση αυτή και με την προϋπόθεση ότι δεν έχει άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων μέτρα, καθώς και τα μέτρα του άρθρου 25 του Ν. 1882/1990 και Ν. 1867/1989, αναστέλλεται δε η εκτέλεση τυχόν ληφθέντων μέτρων. Η αναστολή όμως δεν ισχύει για κατάσχεση στα χέρια τρίτων, τα αποδιδόμενα δε ποσά πιστώνονται στις δόσεις της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται σε άλλα ληξιπρόθεσμα χρέη. Σε περίπτωση απώλειας του δικαιώματος της ρύθμισης τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται. Η συνέπεια του οφειλέτη στη ρύθμιση αυτή δεν εμποδίζει τη λήψη εξασφαλιστικών μέτρων της οφειλής.Κατά τα λοιπό εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 7, 8 και 10, 11, 12 και 13 του άρθρου 15 του Ν. 2198/1994.

13. Οι διατάξεις του άρθρου 18 του Ν. 2322/1995 (ΦΕΚ 143 Α΄) εφαρμόζονται, όσον αφορά το δικαίωμα έκπτωσης που παρέχεται σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης της οφειλής, και για τις απαιτήσεις του άρθρου 32 του Ν. 2224/1994 (ΦΕΚ 112 Α΄), που καταβλήθηκαν στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. πριν την ημερομηνία δημοσίευσης του Ν. 2322/1995.

14. Οι προσφυγές κατά αποφάσεων επιβολής προστίμων για ακάλυπτες επιταγές, του άρθρου 5 του α.ν. 1819/1951 (ΦΕΚ 51 Α`), απαλλαγής από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, διαγραφής χρεών προς το Δημόσιο, του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 και χορήγησης έκπτωσης λόγω εφάπαξ πληρωμής της οφειλής, του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης β` της παραγράφου 4 του άρθρου 23 του ν. 2648/1998 (ΦΕΚ 238 Α`), εξετάζονται από Επιτροπή που αποτελείται από:
α. Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, που ορίζονται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
β. Τον Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ή το Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων.
γ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
δ. Τον Προϊστάμενο μιας Δ.Ο.Υ. της Περιφέρειας Αττικής.
ε. Τον Τμηματάρχη ενός τμήματος της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.”
Εισηγητές ορίζονται μέχρι δύο (2) υπάλληλοι της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, ανάλογα με τον αριθμό των εξεταζόμενων υποθέσεων, οι οποίοι δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.
Καθήκοντα γραμματέα της επιτροπής ασκεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7άρθρ.17 Ν.2753/1999, αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνωμε την παρ. 3 άρθρ. 10 Ν. 2873/2000, ΦΕΚ Α 285/28.12.2000.

15. Η επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου γνωμοδοτεί στον Υπουργό Οικονομικών για την αποδοχή (μερική ή ολική) ή μη του αιτήματος των ενδιαφερομένων.
Η αρνητική γνώμη της επιτροπής είναι υποχρεωτική για τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος με τις αποφάσεις που εκδίδει μπορεί να τροποποιεί τις γνωμοδοτήσεις της επιτροπής, ώστε το περιεχόμενο τους να γίνεται αυστηρότερο.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται τα πρόσωπα που μετέχουν στην επιτροπή, οι νόμιμοι αναπληρωτές τους, η θητεία αυτών, ο ανώτατος αριθμός των συνεδριάσεων ανά μήνα, η έδρα της επιτροπής και η αμοιβή τών μελών της.

16. Στη ρύθμιση των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος άρθρου υπάγονται και τα βεβαιωμένα στις Δ.Ο.Υ. της Νομαρχίας Αθηνών χρέη προς το Δημόσιο, τι οφείλονται από επιχειρήσεις ή επαγγελματίες του κέντρου των Αθηνών, οι οποίοι υπέστησαν ζημιές στο χρονικό διάστημα μέχρι την 20η Νοεμβρίου 1995 από γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Πολυτεχνείου και προέρχονται αποκλειστικά από την επαγγελματική τους δραστηριότητα, με προϋπόθεση ότι οι πληγέντες θα προσκομίσουν σχετική βεβαίωση της Αστυνομίας ή της Νομαρχίας.

Άρθρο 10
Ρύθμιση θεμάτων φορολογίας κεφαλαίου

1. Μετά το άρθρο 41 του Ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α΄) προστίθεται άρθρο 41α, έχει ως εξής:
«`Αρθρο 41α Προσδιορισμός αξίας κτισμάτων και γης
1. Η φορολογητέα αξία των μεταβιβαζόμενων με επαχθή αιτία ή αιτία θανάτου δωρεάς ή γονικής παροχής ακινήτων, βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες δεν έχει εφαρμοστεί το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας τους, είτε αυτές είναι εντός είτε εκτός σχεδίου πόλης, υπολογίζεται χωριστά για τα επί του οικοπέδου ή γηπέδου τυχόν υφιστάμενα κτίσματα χωριστά για το οικόπεδο ή το γήπεδο εξής:
α) Για τον προσδιορισμό της φόρο/ τέας αξίας των κτισμάτων εφαρμόζεται αντικειμενικό σύστημα, κατά το οποίο λαμβάνονται υπόψη τιμές αφετηρίας κόστους ανά είδος κτιρίου, οι οποίες καθορίζονται και αναπροσαρμόζονται με αποφάσεις του Υπουργού οικονομικών.
Οι τιμές αυτές αφετηρίας αυξάνον μειώνονται με την εφαρμογή συντελεστών που προσδιορίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του υπό εκτίμηση κτιρίου, όπως την παλαιότητα. μέγεθος, την ποιότητα κατασκευής, και άλλα.
β) Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του οικοπέδου ή γηπέδου έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 3 του Α.Ν. 1521/1950 (ΦΕΚ 245 Α΄) και των άρθρων 9 και 10 του ν.δ/τος 118/1973 (ΦΕΚ 202 Α΄).
2. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται σταδιακά, για τις περιοχές της προηγούμενης παραγράφου, ζώνες με αξία γης και συντελεστές αυξομείωσης τους, οι οποίοι προσδιορίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οικοπέδου ή γηπέδου, όπως σχήμα, δυνατότητα εκμετάλλευσης και άλλα, ώστε να υπολογίζεται αντικειμενικά και η αξία γης. Στις περιπτώσεις αυτές δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 3 του α.ν. 1521/1950 και των άρθρων 9 και 10 του ν.δ/τος 118/1973.
3. Κατ΄ εξαίρεση, σε περίπτωση που στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο αναγράφεται τμήμα μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση το τίμημα αυτό.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται:
α. Η καταχώριση των τιμών αφετηρίας κόστους κατά είδος οικοδομής και περιοχή, των τιμών γης κατά ζώνες και των συντελεστών αυξομείωσης τους σε πίνακες, καθώς και οι χάρτες και τα έντυπα, που θα αποτελούν την απαραίτητη υποδομή για τον αντικειμενικό προσδιορισμό της αξίας των κτισμάτων και του οικοπέδου ή γηπέδου.
β. Ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ολόκληρη τη χώρα ή κατά περιοχές.
γ. Κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.”

2. Κατά τη μεταβίβαση ακινήτων με επαχθή αιτία, αιτία θανάτου ή χαριστική σε περιοχές που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, η φορολογητέα αξία προσδιορίζεται από την αξία των κτισμάτων και του οικοπέδου, όπως αυτές καθορίζονται κατά το χρόνο της μεταβίβασης από τις περί αντικειμενικού προσδιορισμού διατάξεις του άρθρου 41α του Ν. 1249/1982.

3. Οι δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων, κληρονομιών, δωρεών – γονικών παροχών υποβάλλονται με τα οικεία φύλλα υπολογισμού της αξίας των κτισμάτων από τους υπόχρεους σε δήλωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος.

4. Ο οικείος φόρος που βεβαιώνεται ή καταβάλλεται, κατά περίπτωση, με την υποβολή της δήλωσης, υπολογίζεται επί της αντικειμενικής αξίας των κτισμάτων και επί του δηλωθέντος τιμήματος του οικοπέδου.

5. Ο υπόχρεος δύναται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την παραλαβή της δήλωσης να αποδεχθεί την προσδιορισθείσα από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία αγοραία αξία του οικοπέδου. Αν εντός της ως άνω προθεσμίας ο υπόχρεος αποδεχθεί τη συνολική αξία του ακινήτου, όπως αυτή προκύπτει με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 41α του Ν. 1249/1982, του άρθρου 8 του Α.Ν. 1521/1950 και του άρθρου 6 του Ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α΄), η υπόθεση περαιώνεται οριστικά με την καταβολή του αναλογούντος φόρου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Αν ο υπόχρεος αποδεχθεί την προσδιορισθείσα από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο,Υ. αγοραία αξία του οικοπέδου και αμφισβητήσει την αντικειμενική αξία των κτισμάτων, δύναται εντός της προθεσμίας των δύο (2) μηνών να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984.
Αν ο υπόχρεος δεν αμφισβητήσει την αντικειμενική αξία των κτισμάτων και αμφισβητήσει την προσδιορισθείσα από τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. αγοραία αξία του οικοπέδου ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις, του Α.Ν. 1521/1950 και του νόμου 1947/1991.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται στη φορολογία κληρονομιών.

6. Αν ο υπόχρεος δεν αποδεχθεί την αξία του ακινήτου, όπως προκύπτει με την εφαρμογή του άρθρου 41α του Ν. 1249/1982, δύναται, εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση του φύλλου ελέγχου ή της πράξης, που αφορά την αγοραία αξία του οικοπέδου να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου για τη φορολογητέα αξία του κτίσματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 1473/1984 και για την αγοραία αξία του οικοπέδου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Ν. 1521/1950 και του ν.δ/τος-118/1973.

7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται με μεταβιβάσεις ακινήτων με εκούσιο ή αναγκαστικό πλειστηριασμό.

8. Για κάθε θέμα που δεν ρυθμίζεται από τις διατάξεις των παρ. 2 – 6 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των φορολογιών μεταβίβασης ακινήτων, κληρονομιών, δωρεών -γονικών παροχών και αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, όπως κάθε φορά ισχύουν, καθώς και οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.

9. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η παράγραφος 3 του άρθρου 3 του Α.Ν. 1521/1950.
Η διάταξη αυτή εξακολουθεί να ισχύει για τις μεταβιβάσεις ακινήτων, επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν τεθεί υπό το καθεστώς εξυγίανσης των άρθρων 8 και 9 του Ν. 1386/1983 (ΦΕΚ 107 Α΄) και εφόσον για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων αυτών δεν εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, που προβλέπεται από το άρθρο 41 του Ν. 1249/1982.

10. Διαγράφονται οφειλές από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου, τουρκικής ιδιοκτησίας προς Έλληνες υπηκόους που εξαναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την Τουρκία, εφόσον το ακίνητο ανταλλάχθηκε με περιουσιακά στοιχεία των ενδιαφερομένων στη γενέτειρα τους, είτε απευθείας είτε κατόπιν πωλήσεως δια δόσεως αντί καταβολής, και μετά παρέλευση δεκαετίας από τη μεταβίβαση δεν έχει περιέλθει στην κατοχή τους. Ο τυχόν καταβληθείς φόρος δεν επιστρέφεται.

11. Εκκρεμείς υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων αιτία δωρεάς ή προίκας με ιδιωτικό έγγραφο, οι οποίες έχουν επικυρωθεί με δικαστικές αποφάσεις μέχρι 19.7.1989 και για τις οποίες είχαν υποβληθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή οι οικείες φορολογικές δηλώσεις, περαιώνονται με χρόνο φορολογίας το χρόνο σύνταξης του ιδιωτικού συμφωνητικού.

12. Το Ίδρυμα με την επωνυμία «ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ (WWF)-ΕΛΛΑΣ » απαλλάσσεται του φόρου μεταβίβασης για την αγορά αγροτικού ακινήτου κειμένου στη θέση «Σεκάνια» της Κοινότητας Βασιλικού Ζακύνθου που περιγράφεται στο συμβόλαιο 2698/1994 του συμβολαιογράφου Ηλιούπολης Γεωργίου Βουδούρη.Ο καταβληθείς ήδη φόρος μεταβίβασης επιστρέφεται εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή σχετικής αίτησης του δικαιούχου ιδρύματος προς τη Δ.Ο.Υ. Ζακύνθου.

13. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Συμβάσεις αγοράς εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα ακινήτου από φυσικό πρόσωπο, έγγαμο, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης, εφόσον ο αγοραστής ή η σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα τέκνα αυτού που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του ή το 25ο, προκειμένου περί τέκνων που σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές της ημεδαπής ή αλλοδαπής, δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας τους, ή δικαίωμα πλήρους κυριότητος επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες, που βρίσκονται σε πόλη με πληθυσμό άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) κατοίκων ή σε τουριστικές περιοχές».

14. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του Ν. 1591/1986 (ΦΕΚ 50 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οικία ή διαμέρισμα, που αποκτάται αιτία θανάτου από σύζυγο ή τέκνα του κληρονομουμένου κατά πλήρη κυριότητα, μπορεί να απαλλαγεί από το φόρο, εφόσον ο κληρονόμος ή κληροδόχος ή ο σύζυγος αυτού ή τα ανήλικα τέκνα ή τα τέκνα τους που σπουδάζουν σε αναγνωρισμένες σχολές της ημεδαπής ή αλλοδαπής και δεν έχουν υπερβεί το 25ο έτος της ηλικίας τους δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας τους, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 του Ν. 1078/1980 (ΦΕΚ 238 Α΄), ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες, που βρίσκονται σε πόλη με πληθυσμό άνω των 5.000 κατοίκων ή σε τουριστικές περιοχές.
Η κατά το προηγούμενο εδάφιο απαλλαγή παρέχεται για ποσό αγοραίας αξίας οικίας ή διαμερίσματος μέχρι δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές για κάθε κληρονόμο ή κληροδόχο. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δραχμές για καθένα από τα λοιπά μέλη της οικογένειες του κληρονόμου ή κληροδόχου, έστω και αν αυτό δεν είναι κληρονόμοι ή κληροδόχοι, εφόσον στο δικαιούχο κληρονόμο ή κληροδόχο περιέρχεται μια μόνο οικία ή ένα μόνο διαμέρισμα εξ ολοκλήρου και κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου».

15. Για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παρ. 13 & 14, η περιοχή της τέως Διοίκησης Πρωτεύουσας θεωρείται ως μία πόλη
Σημ.: όπως η παρ.15 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.10 άρθρ.2 Ν.2892/2001,ΦΕΚ Α46/9.3.2001.

Άρθρο 11
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του Ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α)

Οι διατάξεις του Ν. 1642/1986, όπως ισχύουν, τροποποιούνται, συμπληρώνονται ή αντικαθίστανται ως εξής:
1. Στο άρθρο 10β προστίθεται περίπτωση γ, που έχει ως εξής:
«γ) Η μετακίνηση αγαθών από άλλο κράτος – μέλος στο εσωτερικό της χώρας, κατά ανάλογη εφαρμογή του δεύτερου και τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του παρόντος. »

2. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 15 η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται και προστίθεται νέα περίπτωση γ΄ ως εξής:
«α) Οι χορηγούμενες στον αγοραστή ή το λήπτη εκπτώσεις, εφόσον αποδεικνύονται από στοιχεία, τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν.
Ειδικότερα προκειμένου για εκπτώσεις που χορηγούνται λόγω κύκλου εργασιών, λαμβάνονται υπόψη, εφόσον τα παρεχόμενα ποσοστά εκπτώσεων γνωστοποιούνται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του πωλητή ή του παρέχοντος τις υπηρεσίες, τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την πραγματοποίηση τους.
γ) Τα ποσά τα οποία λαμβάνει ο υποκείμενος στο φόρο από τον αγοραστή των αγαθών ή το λήπτη των υπηρεσιών, για κάλυψη δαπανών που πραγματοποιεί στο όνομα και για λογαριασμό του αγοραστή ή του λήπτη, εφόσον:
– έχουν καταχωρηθεί σε προσωρινό λογαριασμό στα λογιστικά του βιβλία,
– τα οικεία παραστατικά έχουν εκδοθεί στο όνομα του αγοραστή των αγαθών ή του λήπτη των υπηρεσιών, από τα οποία προκύπτει το πραγματικό ποσό των δαπανών και παραδίδονται στον αγοραστή των αγαθών ή το λήπτη των υπηρεσιών που αφορούν.
Οι διατάξεις των περιπτώσεων α και β της παραγράφου αυτής δεν ισχύουν για τις χορηγούμενες εκπτώσεις και τη μερική επιστροφή τιμήματος σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών από τα πρόσωπα της παραγράφου 5 του άρθρου 49 του Ν. 2238/1994. »

3. Η ισχύς του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1.1.1996.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.10 Ν.2399/1996(Α 90).

4. Οι περιπτώσεις ι, ιστ και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης ιζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 αντικαθίστανται ως εξής:
«ι) Η παροχή υπηρεσιών και η παράδοση αγαθών που συνδέονται στενά με την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, καθώς και την προστασία των παιδιών και των νέων, που πραγματοποιούνται από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή άλλους οργανισμούς ή ιδρύματα, αναγνωρισμένα από το κράτος.
ιστ) Η παροχή υπηρεσιών και η στενά συνδεόμενη με αυτές παράδοση αγαθών προς τα μέλη τους, έναντι καταβολής συνδρομής, από μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα και οργανισμούς, που επιδιώκουν στα πλαίσια του συλλογικού τους συμφέροντος σκοπούς πολιτικούς, θρησκευτικούς, συνδικαλιστικούς, φιλοσοφικούς, φιλανθρωπικούς ή εθνικούς, εφόσον δεν οδηγούν σε στρέβλωση των όρων του ανταγωνισμού.
ιζ) Η παροχή υπηρεσιών πολιτιστικής ή μορφωτικής φύσης και η στενά συνδεόμενη με αυτές παράδοση αγαθών, από νομικά πρόσωπα ή άλλους οργανισμούς ή ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία λειτουργούν νόμιμα και έχουν σκοπούς πολιτιστικούς ή μορφωτικούς, εφόσον δεν οδηγούν σε στρέβλωση των όρων του ανταγωνισμού».

5. Η περίπτωση δ της παραγράφου 1 του άρθρου 19 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Η εισαγωγή αγαθών, τα οποία στη συνέχεια αποστέλλονται ή μεταφέρονται από τον εισαγωγέα ή από άλλο πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα του και για λογαριασμό του εισαγωγέα, σε άλλο κράτος -μέλος και η παράδοση τους απαλλάσσεται, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 22α.

6. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως:
«ζ) Η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο, καθώς και η παράδοση αγαθών προς υποκείμενο στο φόρο, με σκοπό να εξαχθούν εκτός της Κοινότητας αυτούσια ή μεταποιημένα, καθώς και οι παροχές υπηρεσιών, που συνδέονται άμεσα με την εξαγωγική του δραστηριότητα και μέχρι του ποσού των εξαγωγών που πραγματοποίησε ο υποκείμενος στο φόρο κατά την προηγούμενη δωδεκάμηνη χρονική ή δωδεκάμηνη διαχειριστική περίοδο. »

7. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) Η παράδοση και η εισαγωγή πλοίων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στην εμπορική ναυσιπλοΐα, την αλιεία από υποκείμενους στο φόρο του κανονικού καθεστώτος Φ.Π.Α, ή για άλλη εκμετάλλευση ή για διάλυση ή για χρήση από τις ένοπλες δυνάμεις και το Δημόσιο, γενικά, η παράδοση και η εισαγωγή ναυαγοσωστικών και πλωτών μέσων επιθαλάσσιας αρωγής, καθώς και αντικειμένων και υλικών, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ή να ενσωματωθούν στα πλοία, ναυαγοσωστικά και πλωτά μέσα της περίπτωσης αυτής. Εξαιρούνται τα σκάφη ιδιωτικής χρήσης, που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό.
β) Η παράδοση και η εισαγωγή αεροσκαφών που προορίζονται για χρήση από τις ένοπλες δυνάμεις και το Δημόσιο γενικά ή για εκμετάλλευση από αεροπορικές εταιρίες, οι οποίες εκτελούν κυρίως διεθνείς μεταφορές με κόμιστρο ή που προορίζονται για διάλυση, καθώς και αντικειμένων και υλικών εφόσον προορίζονται να ενσωματωθούν ή να χρησιμοποιηθούν σε αυτά.
δ) Η ναύλωση πλοίων και η μίσθωση αεροσκαφών, εφόσον προορίζονται για την περαιτέρω ενέργεια φορολογητέων πράξεων ή πράξεων απαλλασσομένων με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών. Εξαιρείται η ναύλωση ή η μίσθωση σκαφών ή αεροσκαφών ιδιωτικής χρήσης, που προορίζονται για αναψυχή ή αθλητισμό.
Η ναύλωση επαγγελματικών τουριστικών σκαφών του Ν. 438/1976 (ΦΕΚ 256 Α΄) απαλλάσσεται, εφόσον αυτά προσεγγίζουν κατά την πραγματοποίηση των πλόων τους και σε λιμένες εκτός Ελλάδας. Απαλλάσσονται επίσης οι εργασίες κατασκευής, μετατροπής, επισκευής και συντήρησης των μέσων αυτών, για τα οποία προβλέπεται απαλλαγή στις περιπτώσεις α και β΄ της παραγράφου αυτής, καθώς και των αντικειμένων που είναι ενσωματωμένα σε αυτά ή χρησιμοποιούνται για την εκμετάλλευση τους. »

8. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ της παραγράφου 1 του άρθρου 22α αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο και η παράδοση αγαθών προς υποκείμενο στο φόρο, με σκοπό την παράδοση τους με τους όρους της παραπάνω περίπτωσης α και του άρθρου 22γ, καθώς και η παροχή υπηρεσιών που αφορούν αυτές τις παραδόσεις αγαθών με προορισμό ένα άλλο κράτος-μέλος, μέχρι του ποσού των παραδόσεων αυτών, που πραγματοποίησε ο υποκείμενος στο φόρο, κατά την προηγούμενη δωδεκάμηνη χρονική ή δωδεκάμηνη διαχειριστική περίοδο».

9. Στην παρ. 3 του άρθρ. 24 αντικαθίσταται η περίπτωση β΄ ως εξής:
«β. Από παρεπόμενες πράξεις σε ακίνητα ή σε χρηματοοικονομικές δραστηριότητες που προβλέπουν οι διατάξεις των περιπτώσεων κα΄, κβ΄, κγ΄, κδ΄, κε΄ και κστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του παρόντος. »

10. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 29 προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής επιχείρησης ως συνόλου, η δήλωση παύσης εργασιών υποβάλλεται από τους κληρονόμους μέσα σε δέκα (10) ημέρες, από ( την ενεργό ανάμιξη τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας αποποίησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα, σε κάθε άλλη περίπτωση. »

11. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης, δεν υπάρχει υποχρέωση ορισμού αντιπροσώπου, στην περίπτωση παροχής υπηρεσιών, των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 12, καθώς και στην ενδοκοινοτική μεταφορά αγαθών και στις υπηρεσίες διαμεσολάβησης, κατά τις διατάξεις της περίπτωσης γ της παραγράφου 2 του άρθρου 12, όταν ο παρέχων τις υπηρεσίες αυτές δεν είναι εγκατεστημένος σε μέλος – κράτος της Κοινότητας και ο λήπτης είναι υποκείμενος στο φόρο, εγκατεστημένος σε κράτος – μέλος της Κοινότητας. »

12. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 29 προστίθεται νέα περίπτωση ε, που έχει ως εξής:
«ε) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιεί μετά την 1.1.1996, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10α παράγραφοι 1 και 2 και 10β».

13. Η περίπτωση γ της παραγράφου 9 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) ο τύπος, το περιεχόμενο και ο χρόνος υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων, που προβλέπονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων β΄ και ε΄ της παραπάνω παραγράφου 5. »

14. Τα τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 31 καταργούνται από 1.1.1996.

15. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 42 συμπληρώνεται ως εξής:
«με εξαίρεση το πρόστιμο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 48, το οποίο μειώνεται στο ένα πέμπτο (1/5). εφόσον το ποσό που αναλογεί στο ποσοστό αυτό καταβληθεί εφάπαξ πριν από την υπογραφή του πρακτικού διοικητικής επίλυσης της διαφοράς».

16. Στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου υπάγονται και οι κατά τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του Ν. 2198/1994 εκκρεμείς υποθέσεις.

17. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 43 προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για΄ πρόστιμα .των άρθρων 47 παρ. 4 και 48».

18. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 44 προστίθεται περίπτωση γ΄, που έχει ως εξής:
«γ. με διπλότυπο είσπραξης, πριν από την υπογραφή του πρακτικού διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, του ποσού του ειδικού προστίμου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 48, που αναλογεί στο ποσοστό μείωσης του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 42».

19. Η πρώτη περίοδος του άρθρου 45 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με τον υπόχρεο και οι εξής:»

20. Το άρθρο 47 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 47 Παράλειψη υποβολής δήλωσης -ανακριβής δήλωση –
Εκπρόθεσμη δήλωση
1. Οι υπόχρεοι που δεν υποβάλλουν προσωρινή δήλωση υπόκεινται σε πρόσθετο φόρο, που ορίζεται σε, ποσοστό τριακόσια τοις εκατό (300%) του φόρου, την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος, λόγω μη υποβολής της δήλωσης.
2. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν ανακριβή προσωρινή δήλωση υπόκεινται σε πρόσθετο φόρο, που υπολογίζεται σε ποσοστό του φόρου την πληρωμή του οποίου θα απέφευγε ο υπόχρεος, λόγω της ανακρίβειας ως ακολούθως:
α) Επί διαφοράς φόρου μέχρι ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε ποσοστό διακόσια τοις εκατό (200%).
β) Για το πέραν 1.000.000 δρχ. (ενός εκατομμυρίου δραχμών) ποσό ο πρόσθετος φόρος ορίζεται σε ποσοστό τριακόσια τοις εκατό (300%).
3. Οι υπόχρεοι που υποβάλλουν εκπρόθεσμη προσωρινή δήλωση υπόκεινται, για κάθε μήνα εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης, σε πρόσθετο φόρο που ορίζεται σε ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) του οφειλόμενου με τη δήλωση φόρου.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και για τη διαφορά φόρου που οφείλεται με την εκκαθαριστική δήλωση, καθώς και για τις περιπτώσεις των μετατάξεων που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 32 και της παραγράφου 12 του άρθρου 33.
Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται για ποσά που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 26, εφόσον η εκκαθαριστική δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα.
5. Η εκπρόθεσμη υποβολή εκκαθαριστικής δήλωσης, η ανακρίβεια του περιεχομένου της και η παράλειψη της υποβολής της συνεπάγονται την επιβολή προστίμου δραχμών τριάντα χιλιάδων (30.000), εκατό χιλιάδων (100.000) και εκατό πενήντα χιλιάδων (150.000, αντίστοιχα.
6. Οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού και του άρθρου 48 επιβάλλονται χωρίς να εξετάζεται η ύπαρξη δόλου ή αμέλειας του υπόχρεου στο φόρο.»

21. Το άρθρο 48 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 48 Αλλα πρόστιμα
1. Στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου επιβάλλεται αυτοτελώς, για κάθε παράβαση, πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) δραχμές έως τετρακόσιες χιλιάδες (400.000) δραχμές.
Το πρόστιμο της παραγράφου αυτής δεν επιβάλλεται προκειμένου για τις δηλώσεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρ. 31, εφόσον προκύπτει φόρος για καταβολή.
2. Όταν μετά από έλεγχο αποδειχθεί ότι:
α) Ο υποκείμενος στο φόρο διενήργησε έκπτωση φόρου εισροών ή έλαβε επιστροφή φάρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 και των εκάστοτε υπουργικών αποφάσεων, που ορίζουν τη διαδικασία της επιστροφής αυτής, με βάση πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία και εφόσον σε μία ή περισσότερες φορολογικές περιόδους ή στη διαχειριστική περίοδο το ποσό του φόρου είναι μεγαλύτερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο ισόποσο με το πενταπλάσιο του φόρου που εξέπεσε ή του επιστράφηκε. Για το πρόστιμο του προηγούμενου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 42.
β) Από οποιαδήποτε άλλη μη νόμιμη ενέργεια του υποκειμένου στο φόρο δεν απεδόθη στο Δημόσιο ο φόρος που οφείλεται και εφόσον το ποσό του φόρου αυτού, σε μια ή περισσότερες φορολογικές περιόδους ή στη διαχειριστική περίοδο, είναι μεγαλύτερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών, επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο ισόποσο με το πενταπλάσιο του φόρου που δεν απέδωσε.
Τα πρόστιμα του άρθρου αυτού επιβάλλονται ανεξάρτητα από την υποβολή εκπρόθεσμης αρχικής ή συμπληρωματικής προσωρινής ή εκκαθαριστικής δήλωσης, η οποία πραγματοποιείται μετά την ημερομηνία έκδοσης της οικείας εντολής ελέγχου.»

22. Το άρθρο 50 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Αρθρο 50 Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις
1 Η μη υποβολή των δηλώσεων που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφος 4 περίπτωση γ και 31 του νόμου αυτού ή η μη απόδοση του οφειλόμενου φόρου προστιθέμενης αξίας, από πρόσωπα που, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, είναι υπόχρεα, συνεπάγεται την επιβολή, εις βάρος τους, των ποινικών και διοικητικών κυρώσεων που προβλέπονται κατά ανάλογη εφαρμογή από τις περί φοροδιαφυγής διατάξεις των άρθρων 89 μέχρι και 97 του Νόμου 2238/1994, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για υποχρεώσεις που γεννώνται από πράξεις, των οποίων η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης λήγει μετά την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 2214/1994.
2 Οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού επιβάλλονται ανεξάρτητα από την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων που προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος νόμου. »

23. Το άρθρο 51 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 51 Αδικήματα φοροδιαφυγής
Για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 93 μέχρι και 97 του Ν. 2238/1994, αδίκημα φοροδιαφυγής διαπράττει ο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 28 του παρόντος νόμου, υπόχρεος στο φόρο που:
α) δεν υποβάλλει τις δηλώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 29 παράγραφος 4 περίπτωση γ και 31 ή υποβάλλει εκπρόθεσμη ή ανακριβή δήλωση των περιπτώσεων αυτών, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ίδιων άρθρων,
β) ενεργεί την έκπτωση του φόρου που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 23, χωρίς να κατέχει τα προβλεπόμενα από το άρθρο 25 στοιχεία ή ενεργεί αυτή με βάση πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία,
γ) δεν εκδίδει το ειδικό στοιχείο που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου,
δ) ο εγκαταστημένος εκτός του εσωτερικού της χώρας, υποκείμενος στο φόρο, που καταλαμβάνεται να πωλεί αγαθά στο εσωτερικό της χώρας να διαθέτει στην Ελλάδα Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. και χωρίς να εκδίδει τα προβλεπόμενα από τις οικείες διάταξες του Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων φορολογικά στοιχεία. »

24. Η παράγραφος 1 και η πρώτη περίοδος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 52 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Η κοινοποίηση των πράξεων που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 39 και 49 του παρόντος δεν μπορεί να γίνει ύστερα από πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους, μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της εκκαθαριστικής δήλωσης, προκειμένου για πράξη του άρθρου 39 ή από το τέλος της επόμενης διαχειριστικής περιόδου από εκείνη που αφορά η παράβαση, προκειμένου για πράξη του άρθρου 49.
Μετά την πάροδο της πενταετίας παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή του φόρου και των προστίμων.
2. Κατ΄ εξαίρεση από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, μπορεί να κοινοποιηθεί πράξη και μετά την πάροδο πενταετίας, όχι όμως και μετά την πάροδο δεκαετίας, εφόσον: »

25. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου αφορούν πράξεις που πραγματοποιήθηκαν μετά την 1η /1/1995

26. Στο άρθρο 52 του Ν. 1642/1986 προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:
«4. Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωθέντα ή βεβαιούμενα με οποιονδήποτε τρόπο, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, παραγράφονται μετά δεκαετία από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου κατέστησαν ληξιπρόθεσμα. »

27. Η παράγραφος 7 του Κεφαλαίου Β «ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ» του παραρτήματος III του Ν. 1642/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Το δικαίωμα χρήσης αθλητικών εγκαταστάσεων. »

28. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από 1.1.1996

29. Η παράγραφος 38 του παραρτήματος II) – ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΕ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ Φ.Π.Α. 8%, αντικαθίσταται ως εξής:
«38. Φαρμακευτικά προϊόντα και παρασκευάσματα. Φαρμακευτικά είδη. Γάζα για την επίδεση τραυμάτων, υδρόφιλη, από ύφασμα από βαμβάκι, λευκασμένο, απλής ύφανσης, με βάρος που δεν υπερβαίνει τα 100 γραμμάρια ανά τετραγωνικό μέτρο, σε τεμάχια με πλάτος μέχρι 0,90 μέτρα και μήκος μέχρι 100 μέτρα, κατ΄ ανώτατο όριο (ΔΚ 3001, 3002, 3003, 3004, 3005, 8006 και ΕΧ 5208). »

30. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν από 8.8.1992.

31. Στο παράρτημα III ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ -«ΑΓΑΘΑ» του Ν. 1642/1986 προστίθεται νέα περίπτωση 52α ως εξής:
«52α. Αυτοκίνητα οχήματα καινουργή, που προορίζονται για τη μεταφορά δέκα προσώπων ή περισσοτέρων συμπεριλαμβανομένου και του οδηγού ειδικά κατασκευασμένα ή διασκευασμένα για τη μεταφορά αναπήρων και ατόμων με ειδικές ανάγκες, των οποίων οι ειδικές θέσεις καλύπτουν τουλάχιστον το 60% του συνόλου των θέσεων, εφόσον αγοράζονται, εισάγονται ή αποκτώνται από άλλο κράτος – μέλος της Κοινότητας από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ., που ασχολούνται με την εκπαίδευση, προστασία και περίθαλψη των ατόμων αυτών. (Δ.Κ. ΕΧ 8702)».

32. Η περιεχόμενη στη διάταξη της περίπτωσης γ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 λέξη τους διαγράφεται.

33. Η παρ. 1 του άρθρ. 15 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στην παράδοση αγαθών, στην ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών, ως φορολογητέα αξία λαμβάνεται η αντιπαροχή που έλαβε ή πρόκειται να λάβει για τις πράξεις αυτές ο προμηθευτής των αγαθών ή αυτός που παρέχει τις υπηρεσίες από τον αγοραστή. το λήπτη ή τρίτο πρόσωπο, προσαυξημένη με οποιαδήποτε παροχή που συνδέεται άμεσα με αυτή. »

34. Η περίπτωση κγ της παραγράφου 1 του άρθρου 18 αντικαθίσταται ως εξής:
«κγ) η διαχείριση των αμοιβαίων κεφαλαίων κατά την έννοια των διατάξεων που κάθε φορά ισχύουν γι΄ αυτά».

35. Στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 29 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
Στο βιβλίο αυτό καταχωρούνται επίσης τα μετακινούμενα αγαθά από άλλο Κράτος-μέλος προς το εσωτερικό της χώρας σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ του άρθρου 10Β. »

36. Στο άρθρο 30 προστίθεται νέα παράγραφος 4 ως εξής και η παράγραφος 4 γίνεται 5:
«4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται για ακίνητα των οποίων η σχετική άδεια από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία εκδίδεται μετά την 1η /1/1995 για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 34 και 35 του Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α).»

37. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Περιοδική δήλωση για κάθε φορολογική περίοδο, ως εξής:
αα) Κάθε μήνα και μέχρι την 20η ημέρα του επόμενου μήνα, εφόσον τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή πραγματοποιούν πράξεις των άρθρων 10α, 10β, και 22α.Το ίδιο ισχύει και για το Δημόσιο που δεν είναι υποχρεωμένο να τηρεί βιβλία του Κ.Β.Σ.. όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπάγεται στο φόρο.
ββ) Κάθε ημερολογιακό δίμηνο και μέχρι την 20ή ημέρα του μήνα που ακολουθεί το δίμηνο, εφόσον τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ..
γγ) Κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και μέχρι την 20ή ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο, εφόσον τηρούν βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή δεν τηρούν βιβλία.
Η περιοδική δήλωση περιλαμβάνει, για κάθε φορολογική περίοδο, την αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών και παροχής υπηρεσιών, την αξία των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών, στα οποία περιλαμβάνονται και τα καινούργια μεταφορικά μέσα και τα αγαθά που υπάγονται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, την αξία των πράξεων παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες οφείλεται φόρος από το λήπτη των υπηρεσιών αυτών, το φόρο που αναλογεί, την αξία των απαλλασσόμενων πράξεων, τις εκπτώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 23, 24 και 25, καθώς και τη διαφορά φόρου που προκύπτει. Περιοδική δήλωση δεν υποβάλλουν οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι βρίσκονται σε αδράνεια ή αναστολή εργασιών, για χρονική περίοδο πέραν του έτους, εφόσον έχουν υποβάλει την αναφερόμενη στην περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 29, δήλωση μεταβολών – μετάταξης και έχουν ακυρωθεί τα στοιχεία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων».

38. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 36α αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι παραδόσεις κάθε είδους μεταχειρισμένων μεταφορικών μέσων δεν μπορούν να υπαχθούν στο απλοποιημένο καθεστώς της παραγράφου αυτής».

39. Η παράγραφος 8 του άρθρου 56 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Στο φόρο προστιθέμενης αξίας υπάγονται και τα εργολαβικά προσύμφωνα ανέγερσης οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής, τα οποία συντάχθηκαν μετά την 21.8.1986 και η σχετική άδεια εκδίδεται μετά την 1η/1/1997.
Ο φόρος αυτός καταβάλλεται πριν από την έκδοση της οικοδομικής άδειας.
Στην πιο πάνω περίπτωση παρέχεται στον υποκείμενο στο φόρο το δικαίωμα να εκπέσει το τέλος χαρτοσήμου που καταβλήθηκε κατά τη σύνταξη του εργολαβικού προσυμφώνου, από το φόρο που αναλογεί στην αξία των κτισμάτων της αντιπαροχής, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του Ν. 1642/1986. »

40. Στο άρθρο 58α προστίθεται νέα παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται «προσωρινή δήλωση» ή «περιοδική εκκαθάριση” νοείται η «περιοδική δήλωση».

41. Η ισχύς των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων 32 έως και 40 αρχίζει από 1.1.1996, εκτός των παραγράφων 38 και 39 που αρχίζει από 1.1.1995.

Άρθρο 12
Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας περί Φ.Π.Α., προς τις διατάξεις της δεύτερης οδηγίας απλούστευσης του μεταβατικού καθεστώτος Φ.Π.Α. (95/7/Ε.Κ. του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 10.4.951 102/5.5.1995) που τροποποιεί την έκτη οδηγία Φ.Π.Α. (77/388/Ε.Ο.Κ.)

Οι διατάξεις του Ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α΄), όπως ισχύουν, τροποποιούνται, συμπληρώνονται ή αντικαθίστανται ως εξής:
1. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 5 καταργείται.

2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 7 καταργείται και η περίπτωση δ΄ αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) παροχή υπηρεσιών στον υποκείμενο στο φόρο, που έχουν ως αντικείμενο εργασίες οι οποίες αφορούν αυτό το αγαθό και πραγματοποιούνται υλικώς στο Κράτος- μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς του αγαθού, εφόσον μετά την εκτέλεση των εργασιών τα αγαθά επαναποστέλλονται στον ίδιο υποκείμενο στο φόρο στο εσωτερικό της χώρας. »

3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 8 προστίθεται περίπτωση έως εξής και η προ της περίπτωσης αυτής τελεία γίνεται κόμμα:
«ε) οι εργασίες φασόν επί ενσώματων κινητών αγαθών.Ως εργασία φασόν νοείται η εκτέλεση εργασιών παραγωγής, κατασκευής ή συναρμολόγησης ενσώματων κινητών αγαθών, με σύμβαση μίσθωσης έργου, από υλικά και αντικείμενα που παραδίδονται από τον εργοδότη στον εργολάβο για το σκοπό αυτόν, ανεξάρτητα αν ο εργολάβος χρησιμοποιεί και δικά του υλικά.
Η διάταξη της περίπτωσης αυτής ισχύει και όταν ο εργοδότης είναι υποκείμενος στο φόρο εγκαταστημένος σε άλλο κράτος- μέλος, εφόσον τα υλικά και αντικείμενα αποστέλλονται από το Κράτος του εργοδότη και τα αγαθά που παράγονται ή κατασκευάζονται ή συναρμολογούνται από τον εργολάβο μεταφέρονται ή αποστέλλονται στον εργοδότη στο Κράτος – μέλος, στο οποίο αυτός είναι εγκαταστημένος».

4……………………..

5. Η υποπερίπτωση γγ΄ της περίπτωσης στ΄ της παρ. 2 του άρθρ. 12 αντικαθίσταται ως εξής:
«γγ) πραγματογνωμοσύνες γενικά, καθώς και εργασίες σε ενσώματα κινητά αγαθά. εφόσον δεν παρέχονται σε λήπτη που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α. σε άλλο Κράτος – μέλος και τα αγαθά αυτά μετά την παροχή των υπηρεσιών δεν αποστέλλονται ούτε μεταφέρονται εκτός του εσωτερικού της χώρας.Για πραγματογνωμοσύνες, καθώς και λοιπές εργασίες σε ταξινομημένα στην Ελλάδα μεταφορικά μέσα λογίζεται ότι αυτά σε κάθε περίπτωση δεν αποστέλλονται ούτε μεταφέρονται εκτός του εσωτερικού της χώρας. »

6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 12 αντικαθίσταται και προστίθεται στην παράγραφο αυτή περίπτωση δ΄, ως εξής και η τελεία της περίπτωσης γ΄ γίνεται κόμμα:
«Επίσης, κατ΄ εξαίρεση ο τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ότι βρίσκετε; στο εσωτερικό της χώρας στις παρακάτω περιπτώσεις υπηρεσιών, εφόσον παρέχονται σε λήπτη που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α., στο εσωτερικό της χώρας».
«δ) πραγματογνωμοσύνες γενικά και εργασίες σε ενσώματα κινητά αγαθά, οι οποίες εκτελούνται υλικώς σε άλλο Κράτος -μέλος, εφόσον τα αγαθά μετά την παροχή των υπηρεσιών αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της χώρας».

7. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 12 προστίθεται περίπτωση ιβ΄ ως εξής και η προ της περίπτωσης αυτής τελεία γίνεται κόμμα:
«ιβ) εργασίες της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 4 που εκτελούνται υλικώς στο εσωτερικό της χώρας και παρέχονται σε λήπτη που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α., σε άλλο Κράτος – μέλος, εφόσον τα αγαθά αυτά στη συνέχεια αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο Κράτος -μέλος εγκατάστασης του λήπτη.Για μεταφορικά μέσα ταξινομημένα στην Ελλάδα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτά μεταφέρονται ή αποστέλλονται εκτός του εσωτερικού της χώρας. »

8. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη περίπτωση γ΄ έξοδα, τα οποία πραγματοποιούνται, για τυχόν μεταφορά των αγαθών από τον πρώτο τόπο προορισμού σε άλλο τόπο στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου μέλους – Κράτους της Κοινότητας που είναι γνωστός κατά το χρόνο τελωνισμού τους και τη θέση τους σε ανάλωση».

9. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) η παράδοση αγαθών που εξάγονται εκτός της Κοινότητας από το μη εγκαταστημένο στο εσωτερικό της χώρας αγοραστή ή από άλλο πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό του αγοραστή. Εξαιρούνται από την απαλλαγή τα αγαθά που μεταφέρονται από τον ίδιο τον αγοραστή και προορίζονται για τον εξοπλισμό ή εφοδιασμό σκαφών αναψυχής και ιδιωτικών αεροσκαφών ή οποιουδήποτε άλλου μεταφορικού μέσου ιδιωτικής χρήσης.
Κατά την έννοια των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου θεωρούνται:
αα) ως αγαθά εξοπλισμού, τα ενσωματούμενα ή χρησιμοποιούμενα σε μεταφορικό μέσο ιδιωτικής χρήσης,
ββ) ως αγαθά εφοδιασμού, κυρίως τα καύσιμα, τα λιπαντικά και τα τροφοεφόδια των μέσων αυτών.
Ειδικά για λιανικές πωλήσεις αγαθών σε ταξιδιώτες, τα οποία μεταφέρονται στις προσωπικές τους αποσκευές, η απαλλαγή αυτή εφαρμόζεται, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
– ο ταξιδιώτης δεν είναι εγκαταστημένος στο εσωτερικό άλλου Κράτους – μέλους της Κοινότητας ή στο εσωτερικό της χώρας,
– τα αγαθά μεταφέρονται εκτός της Κοινότητας πριν από την παρέλευση του τρίτου μήνα που ακολουθεί το μήνα κατά τον οποίο πραγματοποιήθηκε η παράδοση. Η εξαγωγή των αγαθών αποδεικνύεται με την προσκόμιση θεωρημένου φορολογικού στοιχείου από την αρμόδια τελωνειακή αρχή της χώρας ή του Κράτους – μέλους εξόδου των αγαθών από την Κοινότητα,
– η συνολική αξία της παράδοσης συμπεριλαμβανομένου και του φόρου προστιθέμενης αξίας υπερβαίνει το ποσό που ορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.Το ποσό αυτό σε εθνικό νόμισμα καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 της Οδηγίας 69/169/Ε.Ο.Κ.. όπως ισχύει κάθε φορά.
Για την εφαρμογή των δύο προηγούμενων εδαφίων που αναφέρονται στις λιανικές πωλήσεις αγαθών σε ταξιδιώτες θεωρείται:
– ως «ταξιδιώτης μη εγκαταστημένος στο εσωτερικό της Κοινότητας», οταξιδιώτης του οποίου η κατοικία ή η συνήθης διαμονή δεν βρίσκεται στο εσωτερικό της Κοινότητας.
Κατ΄ εξαίρεση, εξομοιώνεται με ταξιδιώτη μη εγκαταστημένο στο εσωτερικό της χώρας ο αγοραστής που διαμένει στο εσωτερικό της Κοινότητας, εφόσον αποδεδειγμένα πρόκειται να εγκατασταθεί σε τρίτη χώρα.
– ως «κατοικία ή συνήθης διαμονή», ο τόπος που αναγράφεται ως τέτοιος στο διαβατήριο, στο δελτίο ταυτότητας ή σε οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο που αναπληρώνει νόμιμα το δελτίο ταυτότητας, ».

10. Το πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 21 αντικαθίσταται ως εξής:
«γγ)- να τεθούν σε καθεστώς φορολογικής αποθήκης του Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄), εφόσον πρόκειται για προϊόντα του άρθρου 1 του ιδίου νόμου για τα οποία οι κοινοτικές διατάξεις προβλέπουν ότι υπάγονται στο καθεστώς των φορολογικών αποθηκών της Οδηγίας 92/12/Ε.Ο.Κ. ή για άλλα προϊόντα που είχαν υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου αυτού,- να τεθούν σε καθεστώς τελωνειακής επίβλεψης, ελεύθερου τελωνειακώς χώρου, ελεύθερου τελωνειακού συγκροτήματος, αποθηκών ανεφοδιασμού Κανονισμού (Ε. Ο.Κ.) 3665/87 ως κάθε φορά ισχύει, Καταστημάτων Αφορολόγητων Ειδών».

11. Μετά το άρθρο 21 προστίθεται άρθρο 21α, ως εξής:
«Άρθρο 21α Απαλλαγές στο καθεστώς των φορολογικών αποθηκών, άλλων από αυτές του Ν. 2127/1993
1. Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου καθιερώνεται καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης. Ως καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης νοείται το φορολογικό καθεστώς αναστολής της καταβολής Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θεωρούνται ως:
α) «φορολογική αποθήκη«, κάθε τόπος που ορίζεται ως τέτοιος με άδεια της αρμόδιας αρχής, όπου αποθηκεύονται αγαθά από τον εκμεταλλευτή φορολογικής αποθήκης κατά την άσκηση της δραστηριότητας του,
β) «εκμεταλλευτής φορολογικής αποθήκης«, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια από την αρμόδια αρχή να αποθηκεύει σε φορολογική αποθήκη αγαθά δικής του κυριότητας ή τρίτων,
γ) «εναποθέτης», το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εκμεταλλευτή φορολογικής αποθήκης, έχει όμως άδεια από την αρμόδια αρχή να παραλαμβάνει κατά την άσκηση της δραστηριότητας του, αγαθά που προορίζονται να τεθούν σε φορολογική αποθήκη.
3. Για τη λειτουργία των φορολογικών αποθηκών χορηγείται άδεια από τη Διεύθυνση Φ.Π.Α., μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που έχουν ορισθεί με απόφαση του Υπ. Οικονομικών.
Η άδεια αυτή ανακαλείται από την ίδια αρχή, με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στη σχετική υπουργική απόφαση.
4. Αρμόδια αρχή για την εποπτεία, έλεγχο και γενικά για την παρακολούθηση του καθεστώτος φορολογικής αποθήκευσης είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα ή το κεντρικό κατάστημα του εκμεταλλευτή φορολογικής αποθήκης.
Εξαιρετικά, προκειμένου για φορολογικές αποθήκες του ίδιου εκμεταλλευτή, που βρίσκονται στη χωρική αρμοδιότητα άλλων Δ.Ο.Υ., ως αρμόδια αρχή μπορεί να ορίζεται ο προϊστάμενος της χωρικά αρμόδιας Δ.Ο.Υ.
5. Στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης μπορούν να υπαχθούν, τόσο αγαθά κυριότητας του εκμεταλλευτή φορολογικής αποθήκης, όσο και αγαθά τρίτων, με την προϋπόθεση, ότι τα πρόσωπα αυτά έχουν λάβει άδεια αποθήκευσης αγαθών με αναστολή της καταβολής Φ.Π.Α., σε λειτουργούσα νόμιμα φορολογική αποθήκη άλλου προσώπου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
6. Απαλλάσσονται από το φόρο:
α) οι παραδόσεις και οι ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών τα οποία προορίζονται να τεθούν, στο εσωτερικό της χώρας, σε καθεστώς φορολογικές αποθήκευσης, εκτός της τελωνειακής αποταμίευσης και των αποθηκών του Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄),
β) οι παροχές υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με τις παραδόσεις αγαθών, οι οποίες αναφέρονται στην ανωτέρω περίπτωση α΄,
γ) οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών εκτός από αυτές που αφορούν παραγωγή ή κατασκευή των αγαθών, οι οποίες πραγματοποιούνται στους χώρους που προβλέπονται στην περίπτωση α΄, εφόσον τα αγαθά εξακολουθούν να παραμένουν στο εσωτερικό της χώρας στο ίδιο καθεστώς.
7. Στο καθεστώς του παρόντος άρθρου μπορούν να υπαχθούν τα αγαθά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα VI του παρόντος, εφόσον αυτά δεν προορίζονται να παραδοθούν στο στάδιο του λιανικού εμπορίου. Στο Παράρτημα VI μπορεί να εντάσσονται και άλλα αγαθά με απόφαση του
Υπουργού Οικονομικών.
Στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης δύνανται να υπαχθούν οποιαδήποτε αγαθά, εφόσον προορίζονται να παραδοθούν σε:
α) υποκειμένους στο φόρο για τις ανάγκες των παραδόσεων που πραγματοποιούνται για την τροφοδοσία των οριζόμενων στο άρθρο 22γ καταστημάτων αφορολόγητων ειδών,
β) καταστήματα αφορολόγητων ειδών για τις ανάγκες παραδόσεων που πραγματοποιούν προς ταξιδιώτες που μεταβαίνουν σε τρίτη χώρα, με αεροπορική πτήση ή θαλάσσια διαδρομή που απαλλάσσονται από το φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 20,
γ) υποκειμένους στο φόρο για τις ανάγκες παραδόσεων που πραγματοποιούν προς επιβάτες πάνω σε πλοίο ή αεροπλάνο κατά τη διάρκεια μεταφοράς της οποίας ο τόπος άφιξης ευρίσκεται εκτός της Κοινότητας,
δ) υποκείμενους στο φόρο για τις ανάγκες παραδόσεων που πραγματοποιούν με απαλλαγή από το φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων στ΄ και ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22.
Δεν υπάγονται στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης του άρθρου αυτού τα είδη που καλύπτονται από τις διατάξεις της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 21.
8. Για την υπαγωγή των αγαθών στο καθεστώς του άρθρου αυτού υποβάλλονται από τον κατά περίπτωση υπόχρεο στο φόρο όπως αυτός ορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 12 του παρόντος, στην αρμόδια αρχή που ορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος:
α) δήλωση εισόδου των αγαθών ανεξάρτητα από την έκδοση και άλλων παραστατικών ή συνοδευτικών τίτλων αυτών, στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα στοιχεία του εκμεταλλευτή φορολογικής αποθήκης ή του εναποθέτη κυρίου των αγαθών, η ημερομηνία αποθήκευσης, η ποιότητα, το είδος και η ποσότητα των αγαθών, οι όροι αποθήκευσης, ο ανώτατος χρόνος παραμονής των αγαθών στη φορολογική αποθήκη, οι εργασίες που θα γίνονται στα αγαθά, το είδος και το ύψος των σχετικών εγγυήσεων, καθώς και τυχόν άλλες λεπτομέρειες,
β) δήλωση εξόδου των αγαθών στην οποία περιλαμβάνονται, εκτός από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη περίπτωση α΄ στοιχεία, τα πλήρη στοιχεία του παραλήπτη των αγαθών, ο προορισμός των αγαθών, όπως αυτός αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος και σε ειδικό χώρο γίνεται η εκκαθάριση του καθεστώτος φορολογικής αποθήκευσης, υπολογίζεται ο φόρος που αναλογεί σύμφωνα με την παράγραφο 13 του παρόντος και αναγράφονται ο χρόνος παραμονής των αγαθών στη φορολογική αποθήκη, ημερομηνία εξόδου των αγαθών από το καθεστώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στη δήλωση εισόδου και τη δήλωση εξόδου των αγαθών επαληθεύονται κατά την είσοδο και την έξοδο των αγαθών από τη φορολογική αποθήκη, από την κατά περίπτωση αρμόδια αρχή, όπως αυτή
ορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος.
Οι δηλώσεις αυτές καταχωρούνται σε ειδικό βιβλίο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
9. Ο εκμεταλλευτής φορολογικής αποθήκης υποχρεούται όπως:
– τηρεί για κάθε αποθήκη ειδικό θεωρημένο βιβλίο, φορολογικής αποθήκης για την παρακολούθηση των εργασιών του, στο οποίο καταχωρούνται τόσο τα αγαθά κυριότητας του όσο και κατά εναποθέτη όλα τα αγαθά που εισέρχονται και εξέρχονται από αυτήν.
Οι ενδείξεις αυτού του ειδικού βιβλίου μπορούν να καταχωρούνται αντί στο ειδικό θεωρημένο βιβλίο, σε ειδικές στήλες στο προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. βιβλίο αποθήκης.
– επιδεικνύει τα προϊόντα σε κάθε ζήτηση της αρμόδιας αρχής,
– δέχεται οποιονδήποτε έλεγχο,
– παρέχει εγγύηση προς το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του.
Ως εγγυήσεις δύνανται να παρέχονται χρηματικό ποσό, τραπεζική επιστολή, ασφαλιστήριο συμβόλαιο, εμπράγματες ασφάλειες ή αξιόχρεη επιστολή τρίτου προσώπου.
– συμμορφώνεται με άλλες υποχρεώσεις που επιβάλλει ο Υπουργός Οικονομικών και οι αρμόδιες αρχές,
– διαθέτει μέσα στις φορολογικές αποθήκες και χωρίς δαπάνη για το Δημόσιο κατάλληλο και ασφαλή εστεγασμένο χώρο για την εγκατάσταση των αρμόδιων αρχών προς διενέργεια των κατά περίπτωση απαιτούμενων εργασιών και διατυπώσεων.
10. Το καθεστώς της φορολογικής αποθήκευσης λήγει όταν τα αγαθά εξέρχονται από τη φορολογική αποθήκη για να λάβουν έναν από τους παρακάτω προορισμούς:
α) να αναλωθούν στο εσωτερικό της χώρας,
β) να αποτελέσουν αντικείμενο ενδοκοινοτικής παράδοσης,
γ) να τεθούν σε ένα από τα καθεστώτα του άρθρου 21 και
δ) να εξαχθούν εκτός της Κοινότητας
11.0 φόρος που αναλογεί καταβάλλεται με έκτακτη περιοδική δήλωση στην εποπτεύουσα τη φορολογική αποθήκη αρχή, κατά το χρόνο εξόδου των αγαθών από το καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης.
Με απόφαση του Υπ. Οικονομικών μπορεί να ορίζεται διαφορετικός χρόνος καταβολής του φόρου. Ο φόρος δεν καταβάλλεται, εφόσον τα αγαθά εξέρχονται από τη φορολογική αποθήκη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20, 21 και 22α.
12. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 28, υπόχρεος στο φόρο που οφείλεται κατά την έξοδο των αγαθών από το καθεστώς του παρόντος άρθρου είναι καταρχήν ο εκμεταλλευτής φορολογικής αποθήκης ή ο εναποθέτης των αγαθών, κατά περίπτωση. Όταν η έξοδος των αγαθών δε γίνεται από τα πρόσωπα αυτά, υπόχρεο στο φόρο είναι το πρόσωπο που πραγματοποιεί την έξοδο των αγαθών από το καθεστώς αυτό, ανεξάρτητα αν ενεργεί για δικό του λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου. Ωστόσο ο εκμεταλλευτής φορολογικής αποθήκης ευθύνεται έναντι του Δημοσίου, για τον οφειλόμενο φόρο, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, όταν δεν είναι ο ίδιος κύριος των αγαθών που εξέρχονται από τη φορολογική αποθήκη.
13. Για τη διαμόρφωση της φορολογητέας αξίας κατά την έξοδο των αγαθών από το καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης λαμβάνεται η αξία παράδοσης των αγαθών, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 15, ο δε φόρος που προκύπτει με την εφαρμογή του οικείου συντελεστή δεν μπορεί να είναι μικρότερος από:
α) το ποσό του φόρου με το οποίο θα είχε επιβαρυνθεί η αρχική πράξη, ήτοι η παράδοση ή ενδοκοινοτική απόφαση που πραγματοποιήθηκε με απαλλαγή από το φόρο σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου και η οποία οδήγησε στην υπαγωγή των αγαθών στο καθεστώς αυτό, προσαυξημένο με το ποσό του φόρου που θα είχε επιβληθεί σε κάθε παροχή υπηρεσιών που απαλλάσσεται σύμφωνα με τις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, όταν τα αγαθά δεν αποτέλεσαν αντικείμενο παράδοσης κατά την παραμονή τους στο καθεστώς αυτό.
β) το ποσό του φόρου που θα είχε επιβληθεί στην τελευταία από αυτές τις παραδόσεις, προσαυξημένο με το ποσό του φόρου που θα είχε επιβληθεί σε κάθε παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκε μετά την παράδοση αυτή και που απαλλάσσεται σύμφωνα με τις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παρ. 6 του παρόντος άρθρου, όταν τα αγαθά αποτέλεσαν αντικείμενο παραδόσεων κατά την παραμονή τους στο καθεστώς αυτό.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που κατά τη διάρκεια παραμονής των αγαθών στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης υπάρχει καταστροφή ή απώλεια αυτών που αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται και κατά το μέρος που δεν υπάρχει από οπουδήποτε μερική ή ολική αναπλήρωση των ζημιών αυτών.
14. Στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου επιβάλλονται τα πρόστιμα των άρθρων 47 και 48, καθώς και οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις των άρθρων 50 και 51.
Επιπλέον, η μη υποβολή των δηλώσεων της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου, καθώς και η υποβολή τους με ανακριβή στοιχεία, συνιστά αδίκημα φοροδιαφυγής κατά τις διατάξεις του άρθρου 51.
15. Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών καθορίζονται:
α) οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η άδεια λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών του παρόντος άρθρου, καθώς και οι λόγοι ανάκλησης αυτής,
β) οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών, η λογιστική παρακολούθηση των αγαθών που αποθηκεύονται, ο χρόνος διάρκειας της λειτουργίας αυτών, καθώς και ο τρόπος ενημέρωσης του ειδικού βιβλίου φορολογικής αποθήκης,
γ) η διαδικασία εισόδου και εξόδου των αγαθών στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης, καθώς και ο τρόπος της άσκησης του ελέγχου αυτών,
δ) ο ανώτατος χρόνος παραμονής των αγαθών κατά κατηγορία, στη φορολογική αποθήκη,
ε) η διαδικασία αναγνώρισης των απωλειών ή καταστροφών που υφίστανται τα αγαθά κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο καθεστώς φορολογικής αποθήκευσης, που οφείλεται σε ανωτέρα βία ή αυτή ταύτη τη φύση των αγαθών.
στ) οι παρεχόμενες εγγυήσεις, το είδος και το ύψος αυτών προς διασφάλιση των οφειλόμενων κάθε φορά στο Δημόσιο αναλογούντων φόρων επί των αποθηκευμένων αγαθών,
ζ) η διαδικασία εφαρμογής των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου,
η) ο τύπος και το περιεχόμενο, καθώς και ο χρόνος υποβολής της δήλωσης της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου και
θ) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

12. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. νόμιμο τιμολόγιο ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου ή την περιοδική δήλωση της οικείας φορολογικής περιόδου, στην περίπτωση που δεν υπάρχει άλλο αποδεικτικό στοιχείο, για τις πραγματοποιούμενες ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, καθώς και τις λήψεις υπηρεσιών για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, εφόσον οι πράξεις αυτές έχουν καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία του Κ.Β.Σ. »

13. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 29 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. να τηρεί βιβλία και να εκδίδει στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
Ειδικά, ο υποκείμενος στο φόρο που παραλαμβάνει ενσώματα κινητά αγαθά, τα οποία του αποστέλλονται από άλλο Κράτος – μέλος από ή για λογαριασμό υποκειμένου στο φόρο που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α, σε αυτό το άλλο Κράτος – μέλος, με σκοπό την εκτέλεση υπηρεσιών πραγματογνωμοσύνης η εργασιών σε αυτά, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εργασίες της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 8, υποχρεούται να καταχωρεί τα σχετικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των αγαθών αυτών σε λογαριασμούς βιβλίων που τηρεί ή σε ειδικό βιβλίο. »

14. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 29 προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής και η προ της περίπτωσης αυτής τελεία γίνεται κόμμα:
«στ. να τηρεί θεωρημένο ειδικό βιβλίο όπου θα καταγράφει τα αγαθά που απέστειλε ή μετέφερε ή τα οποία απεστάλησαν ή μεταφέρθηκαν για λογαριασμό του σε άλλο Κράτος – μέλος, για τις ανάγκες των πράξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 7».

15…………………………………………………………………………..

16. Στο Κεφάλαιο Β΄. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ III προστίθεται παράγραφος 13 ως εξής:
«13. Εργασίες της περίπτωσης ε΄ της παρ. 2 του άρθρ. 8, εφόσον το παραγόμενο, κατασκευαζόμενο ή συναρμολογούμενο αγαθό περιλαμβάνεται στα αγαθά του Κεφαλαίου Α΄ του παρόντος Παραρτήματος.
Ειδικά, προκειμένου για εργασίες του προηγούμενου εδαφίου για βιβλία της δασμολογικής κλάσης 4901 και τις εφημερίδες και περιοδικές εκδόσεις της δασμολογικής κλάσης 4902, ο συντελεστής του φόρου μειώνεται κατά 50%.

17. Προστίθεται Παράρτημα VI ως εξής:
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI ΑΓΑΘΑ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 21α
1. Πατάτες νωπές ή διατηρημένες με απλή ψύξη (ΔΚ 0701).
2. Ελιές (ΔΚΕΧ 0711)
3. Καρύδια κοκοφοινίκων, καρύδια Βραζιλίας και καρύδια ανακαρδιοειδών, νωπά ή ξερά, έστω και χωρίς το κέλυφος ή τη φλούδα τους. `Αλλοι καρποί με κέλυφος, νωποί ή ξεροί, έστω και χωρίς το κέλυφος ή τη φλούδα τους (ΔΚ 0801 και 0802).
4. Καφές μη καβουρντισμένος, με ή χωρίς καφείνη (ΔΚ ΕΧ 0901).
5. Τσάι, έστω και αρωματισμένο (ΔΚ 0902).
6. Σιτάρι και σμιγάδι, σίκαλι, κριθάρι, βρώμη, καλαμπόκι. Ρύζι με το φλοιό του (ρύζι paddy). Σόργο σε κόκκους. Φαγόπυρο το εδώδιμο (μαύρο σιτάρι), κεχρί και κεχρί το μακρό και άλλα δημητριακά (ΔΚ 1001, 1002, 1003, 1004, 1005, ΕΧ 1006, 1007,1008).
7. Κουκιά σόγιας, σπέρματα λιναριού, σπέρματα αγριογογγύλης ή αγριοκράμβης, σπέρματα ηλιοτροπίου και άλλα σπέρματα και ελαιώδεις καρποί, όλα τα παραπάνω έστω και σπασμένα Αράπικα φιστίκια όχι ψημένα αλλά ούτε αλλιώς παρασκευασμένα έστω και χωρίς κέλυφος ή σπασμένα Κόπρα (ΔΚ 1201, 1202, 1203, 1204, 1205, 1206, 1207).
8. Σογιέλαιο, ελαιόλαδο φοινικέλαιο, λάδια ηλιοτροπίου, λάδια κνήκου ή βαμβακιού, λάδια κοκοφοίνικα (λάδι κόπρα), λαχανοφοίνικα (φοινικοπυρηνέλαιο) ή babassu, λάδια αγριοκράμβης, αγριογογγύλης ή συναπιού και τα κλάσματα τους, άλλα λάδια και τα κλάσματα τους που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509, όλα τα παραπάνω έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα (ΔΚ 1507, 1508, 1509,
1510, 1511, 1512, 1513, 1514 και 1515).
9. Ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο ή από τεύτλα, σε στερεή κατάσταση, ακατέργαστη, χωρίς προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών (ΔΚ ΕΧ 1701).
10. Κακάο σε σπόρους και θραύσματα σπόρων, ακατέργαστα ή φρυγμένα (ΔΚ 1801).
11. Χυμοί πορτοκαλιού (ΔΚ ΕΧ 2009).
12. Μάρμαρα ακατέργαστα ή χοντρικά κατεργασμένα, απλά κομμένα με πριόνι ή άλλο τρόπο, σε όγκους ή πλάκες σχήματος τετραγώνου ή ορθογωνίου (ΔΚ ΕΧ 2515).
13. Λάδια ακατέργαστα από πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο). Λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια. Παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που περιέχουν κατά βάρος 70 % ή περισσότερο λάδια από πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν το βασικό συστατικό. Προπάνιο και βουτάνια, που έχουν υγροποιηθεί (ΔΚ 2709, 2710 και ΕΧ 2711).
14. Ανόργανα χημικά προϊόντα και ενώσεις ανόργανες ή οργανικές των πολύτιμων μετάλλων, των ραδιενεργών στοιxείων, των μετάλλων των σπανίων γαιών ή των ισοτόπων (ΔΚ 2801 έως 2851).
15. Οργανικά χημικά προϊόντα (ΔΚ 2901 έως και 2942).
16. Καουτσούκ φυσικό, συνθετικό και τεχνητό που προέρχεται από λάδια, μπαλάτα, γουταπέρκα, chile, guayule και ανάλογες φυσικές γόμες, μείγματα των προϊόντων της κλάσης 4001 με προϊόντα της κλάσης 4002, σε αρχικές μορφές ή σε πλάκες φύλλα ή ταινίες (ΔΚ 4001, 4002).
17. Ξυλεία ακατέργαστη έστω και ξεφλουδισμένη, που της έχει αφαιρεθεί ο σομφός ή ορθογωνισμένη (ΔΚ ΕΧ 4403).
18. Μαλλιά μη λαγαρισμένα ή χτενισμένα (ΔΚ 5101).
19. Βαμβάκι μη λαγαρισμένο ή χτενισμένο (ΔΚ 5201).
20. `Αργυρος (στον οποίο περιλαμβάνεται και ο επιχρυσωμένος και επιπλατινωμένος άργυρος), σε μορφές ακατέργαστες ή ημικατεργασμένες ή σε σκόνη. Πλατίνα, παλλάδιο ή ρόδιο, σε μορφές ακατέργαστες ή σε σκόνη (ΔΚ 7106 και ΕΧ 7110).
21. Χαλκός μη καθαρισμένος. `Ανοδοι από χαλκό για τον ηλεκτρολυτικό καθαρισμό. Χαλκός καθαρισμένος και κράματα χαλκού σε ακατέργαστη μορφή. Κράματα μητρικά χαλκού. Σύρματα από χαλκό (ΔΚ 7402, 7403, 7405 και7408).
22. Νικέλιο σε ακατέργαστη μορφή (ΔΚ 7502).
23. Αργίλιο σε ακατέργαστη μορφή (αλουμίνιο) (ΔΚ 7601).
24. Μόλυβδος σε ακατέργαστη μορφή (ΔΚ7801).
25. Ψευδάργυρος σε ακατέργαστη μορφή (ΔΚ 7901).
26. Κασσίτερος σε ακατέργαστη μορφή (ΔΚ 8001).
27. Ίνδιο σε ακατέργαστη μορφή, απορρίμματα, θραύσματα, σκόνες και άλλες μορφές (ΔΚ ΕΧ 8112)».

18. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.1996 με εξαίρεση την ισχύ των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 7 του προστιθέμενου με την παράγραφο 11 άρθρου 21 α, που αρχίζει μετά την έκδοση των προβλεπόμενων σχετικών υπουργικών αποφάσεων. Από την έναρξη ισχύος παύει να ισχύει κάθε σχετική διάταξη αντίθετου περιεχομένου.

Άρθρο 13
Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄) Οι διατάξεις του Ν. 2127/1993, όπως ισχύουν, τροποποιούνται και συμπληρώνονται ως εξής:

1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 2 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Στον ειδικό φόρο κατανάλωσης υπάγονται τα προϊόντα του άρθρου 1, τα οποία παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα Κράτη – μέλη ή εισάγονται στο εσωτερικό της χώρας.Ως εισαγωγή νοείται η είσοδος των προϊόντων αυτών από τρίτες χώρες στο εσωτερικό της χώρας. Εάν όμως τα προϊόντα έχουν τεθεί υπό τελωνειακό καθεστώς κατά την είσοδο τους στο εσωτερικό της χώρας, η εισαγωγή τους λογίζεται ότι γίνεται τη στιγμή που εξέρχονται από αυτό το καθεστώς.
2. Με την επιφύλαξη των εθνικών και κοινοτικών διατάξεων όσον αφορά τα τελωνειακά καθεστώτα, θεωρείται ότι τελούν υπό καθεστώς αναστολής της επιβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης τα υποκείμενα στο φόρο αυτόν προϊόντα που προορίζονται ή προέρχονται από για τρίτη χώρα ή εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού εφόσον:
α) τελούν σε ένα από τα καθεστώτα αναστολής του άρθρου 84 παράγραφος 1 στοιχείο α) του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) 2913/1992 ή βρίσκονται σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη, ή
β) αποστέλλονται από ένα Κράτος – μέλος προς ένα άλλο μέσω χωρών Ε.Ζ.Ε.Σ. ή μεταξύ Κράτους – μέλους και χώρας Ε.Ζ.Ε.Σ., υπό το καθεστώς της κοινοτικής εσωτερικής διαμετακόμισης, ή μέσω μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών εκτός Ε.Ζ.Ε.Σ., υπό την κάλυψη δελτίου ΤΙR ή δελτίου ΑΤΑ.
Όταν στην παραπάνω περίπτωση β΄ χρησιμοποιείται το ενιαίο διοικητικό έγγραφο θα πρέπει:
– να συμπληρώνεται σε αυτό ο κωδικός αριθμός της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.) και να αναφέρεται σαφώς ότι πρόκειται για αποστολή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,
– ο παραλήπτης να αποστείλει για εκκαθάριση ένα αντίτυπο του ενιαίου διοικητικού εγγράφου, με τις κατάλληλες παρατηρήσεις, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 64.
Επί των εισαγόμενων και εξαγόμενων προϊόντων του άρθρου 1 εφαρμόζονται οι διατάξεις της συναφούς νομοθεσίας».

2. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 προστίθεται νέα παράγραφος 3, των παραγράφων 3 και 4 αριθμουμένων ως 4 και 5 αντίστοιχα:
«3. Τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και τελούν υπό καθεστώς αναστολής, όπως τούτο ορίζεται στην περίπτωση α΄ του άρθρου 3, εφόσον εξάγονται από εγκεκριμένο αποθηκευτή, επιτρέπεται να κυκλοφορούν υπό το καθεστώς αυτό μέχρι την έξοδο τους από το κοινοτικό έδαφος».

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων της παρ. 1 γίνεται με την κάλυψη του προβλεπόμενου από τον Κανονισμό (Ε.Ο.Κ.) 3649/1992 απλουστευμένου συνοδευτικού εγγράφου (Α. Σ. Δ.Ε.). »

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται, μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου, με απόφαση της, χωριστά για κάθε κατηγορία προϊόντος. »

5. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
α) Οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η άδεια σύστασης και λειτουργίας των φορολογικών αποθηκών, ».

6. Η περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 καταργείται και η περίπτωση η΄ αριθμείται ως ζ΄.

7. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για το χαρακτηρισμό προσώπου ως εγκεκριμένου αποθηκευτή απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, η οποία παρέχεται με απόφαση της μετά από προηγούμενη αίτηση του ενδιαφερομένου. »

8. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 11 προστίθεται το παρακάτω κείμενο:
«- να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για οποιαδήποτε μεταβολή των δεδομένων που έχουν ληφθεί υπόψη για τη χορήγηση της άδειας και να παρέχει τα επιβαλλόμενα από αυτή τυχόν πρόσθετα διασφαλιστικά μέτρα. »

9. Στην αρχή της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 11η λέξη «ευθύνονται» αντικαθίσταται με τη λέξη «ευθύνεται».

10. Μετά την παράγραφο 3 του άρθρου 12 προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:
«4. Αν κατά την ενδοκοινοτική κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής, προϊόντων υποκειμένων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, διαπιστώθηκαν ελλείμματα ή απώλειες της προηγούμενης παρ. 3, οι αρμόδιες αρχές που έκαναν τη διαπίστωση προβαίνουν σε σχετική σημείωση στη δεύτερη σελίδα του επιστρεπτέου από τον παραλήπτη στον αποστολέα αντιτύπου του συνοδευτικού διοικητικού εγγράφου.
Οι αρμόδιες αρχές του τόπου προορισμού των προϊόντων, κατά τη θεώρηση του επιστρεπτέου αντιτύπου, σημειώνουν επ΄ αυτού τη χορήγηση ή όχι απαλλαγής κατ΄ εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού για τις απώλειες ή τα ελλείμματα που διαπιστώθηκαν.
Αντίγραφο του αντιτύπου αυτού αποστέλλεται από τις αρμόδιες αρχές του τόπου προορισμού στις αρχές που διαπίστωσαν τις απώλειες ή τα ελλείμματα».

11. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 13, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Ο αποστολέας υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια αρχή για την επιστροφή φόρου, πριν από την αποστολή των προϊόντων, η οποία συνοδεύεται με έγγραφο ή άλλα στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται η καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.».

12. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 13 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων πραγματοποιείται με την κάλυψη του συνοδευτικού εγγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 64. »

13. Στην τέταρτη σειρά της παραγράφου 4 του άρθρου 13 η φράση «του άρθρου αυτού» αντικαθίσταται από τη φράση «του ίδιου άρθρου».

14. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 15 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Οι ένοπλες δυνάμεις και οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή δύνανται να παραλαμβάνουν προϊόντα από φορολογικές αποθήκες άλλων μελών – κρατών ή του εσωτερικού της χώρας, υπό καθεστώς αναστολής της επιβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης, με την κάλυψη του συνοδευτικού εγγράφου της παραγράφου 1 του άρθρου 64, υπό τον όρο ότι το έγγραφο αυτό θα συνοδεύεται από πιστοποιητικό απαλλαγής, η μορφή και το περιεχόμενο του οποίου καθορίζονται από κοινοτικές διατάξεις.»

15. Το άρθρο 19 αντικαθίσταται ως εξής;
«Άρθρο 19 Ορισμός
1. Ως πετρελαιοειδή προϊόντα για την εφαρμογή του παρόντος νόμου θεωρούνται:
α) Οι πίσσες (κωδ. Σ.Ο. 27.06.)
β) Οι βενζόλες (κωδ. Σ.Ο. 27.07.10)
Οι τολουόλες (κωδ Σ.Ο. 27.07.20)
Οι ξυλόλες (κωδ Σ.Ο. 27.07.30) Τα άλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65%, ή περισσότερο του όγκου τους (με τις απώλειες στους 250 Ο, σύμφωνα με τη μέθοδο Α3ΤΜ Ο 86) (κωδ. Σ.Ο. 27.07.50)
Τα λάδια κρεοζώτου (κωδ. Σ.Ο. 27.07.91.00)
Τα άλλα ακατέργαστα λάδια (κωδ. Σ.Ο. 27.07.99.11 και 27.07.99.19).
γ) Τα ακατέργαστα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο), (κωδ. Σ.Ο. 27.09).
δ) Τα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια. Τα παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που περιέχουν κατά βάρος 70% ή περισσότερο λάδια από ασφαλτούχα ορυκτά ή πετρέλαιο και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν το βασικό συστατικό (κωδ. Σ.Ο. 27.10).
ε) Τα αέρια πετρελαίου και οι άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδ. Σ.Ο. ΕΧ 27.11), συμπεριλαμβανομένου και του χημικώς καθαρού μεθανίου και προπανίου, με εξαίρεση το φυσικό αέριο.
στ) Βαζελίνη (κωδ. Σ.Ο. 27.12.10).
Παραφίνη που περιέχει κατά βάρος λιγότερο του 0,75% λάδι (κωδ. Σ.Ο. 27.12. 20.00).
Παραφίνη που περιέχει κατά βάρος περισσότερο του 0,75% λάδι, το κερί πετρελαίου μικροκρυστάλλινο, άλλα ορυκτά κεριά, SLACK WAX και παρόμοια προϊόντα. που λαμβάνονται με σύνθεση ή άλλες μεθόδους, έστω και χρωματισμένα (κωδ. Σ.Ο. 27.12.90.31, 27. 1290.33. 27.12.90 39, 27.12.90.90).
ζ) Τα ασφαλτικά μείγματα με βάση τη φυσική άσφαλτο εν γένει, η πίσσα του πετρελαίου, η ορυκτή πίσσα ή το υπόλειμμα αυτής (π.χ. μαστίχες ασφαλτούχες, cutbacks (κωδ. Σ.Ο. 27.15).
η) Οι άκυκλοι υδρογονάνθρακες (κωδ. Σ.Ο. 29.01).
θ) Το κυκλοεξάνιο (κωδ Σ.Ο 29.02.11.00), οι άλλοι κυκλανικοί ή κυκλενικοί υδρογονάνθρακες του κωδ. Σ.Ο 29 02.19.90, το βενζόλιο (κωδ. Σ.Ο. 29.02.20), το τυλουό-λιο (κωδ. Σ.Ο. 29.02.30), τα ξυλόλια (κωδ. Σ.Ο. 29.02.41.00. 29.02.42.00 και 29.02. 43.00) και τα ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα (κωδ Σ.Ο. 29.02.44).
ι) Το παρασκευάσματα που περιέχουν λάδια από πετρέλαια ή ασφαλτούχα ορυκτά των κωδ. της Σ.Ο. 34 03.11.00 και 34.03.19.
ία) Τα αντικροτικά παρασκευάσματα, τα ανασχετικά της οξείδωσης, τα προσθετικά εξουδετέρωσης καταλοίπων, τα βελτιωτικά του ιξώδους των λιπαντικών λαδιών, τα προσθετικά κατά της διάβρωσης και τα άλλα παρασκευασμένα προσθετικά για ορυκτά λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και η βενζίνη) ή για άλλα υγρά, που χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς με τα ορυκτά λάδια (κωδ. Σ.Ο. 38.11).
ιβ) Τα αλκυλοβενζόλια σε μείγματα και αλκυλοναφθαλένια σε μείγματα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 27.07 ή 29.02 (κωδ Σ.Ο. 38.17).
2. Από τα προϊόντα της προηγούμενης παραγράφου και ανεξάρτητα από το αν επιβαρύνονται με ειδικό φόρο κατανάλωσης σύμφωνα με το άρθρο 20, τα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του παρόντος νόμου:
– Τα προϊόντα της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 που περιλαμβάνονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 27.07.10, 27.07.20, 27.07.30 και 27 07.50.
– Τα προϊόντα της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 που περιλαμβάνονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 27.10.00.11 έως και 27.10.00.78.
Εν τούτοις για τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στους κωδικούς της Σ.Ο. 27.10.00.21, 27.10.00.25 και 27.10.00.59 οι διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας του παρόντος νόμου εφαρμόζονται μόνο εφόσον αυτά μεταφέρονται χύμα για εμπορικούς σκοπούς.
– Τα προϊόντα της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 1 που περιλαμβάνονται στον κωδικό της Σ.Ο. 27.11, με εξαίρεση αυτά που εμπίπτουν στους κωδικούς 27.11.11. 00 και 27.11.21.00.
– Οι κορεσμένοι άκυκλοι υδρογονάνθρακες του κωδικού Σ.Ο 29.01.10.
– Τα προϊόντα της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 1 που περιλαμβάνονται στους κωδικούς Σ.Ο. 29.02.20, 29.02.30, 29.02. 41, 29.02.42, 29.02.43 και 29.02.44.
κωδικό της Σ.Ο. 27.11, με εξαίρεση αυτά που εμπίπτουν στους κωδικούς 27.11.11. 00 και 27.11.21.00.
– Οι κορεσμένοι άκυκλοι υδρογονάνθρακες του κωδικού Σ.Ο 29.01.10.
– Τα προϊόντα της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 1 που περιλαμβάνονται στους κωδικούς Σ.Ο. 29.02.20, 29.02.30, 29.02. 41, 29.02.42, 29.02.43 και 29.02.44.
3. Οι τίτλοι και οι κωδικοί αριθμοί της Σ.Ο. (Συνδυασμένης Ονοματολογίας), που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό, αναφέρονται στο κείμενο της Σ.Ο. του Κανονισμού (Ε.Ο.Κ.) αριθ. 3115/94 (1.345/31.12. 94).»

16. Οι περιπτώσεις α΄, β΄, γ και η΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 20 αντικαθίστανται ως εξής:

ΕΙΔΟΣΚΩΔΙΚΟΣ Σ.Ο.ΠΟΣΟΥ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΔΡΧ.ΜΟΝΔΑΔΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ
Α)Βενζινη αεροπλάνων27.10.00.26140.000χιλ/λιτρο
Β)Βενζίνη με μόλυβδο27.10.00.34 και»
27.10.00.36119.000
Γ)Βενζίνη χωρίς μόλυβδο»
– με αριθμό οκτανίων27.10.00.27 και
μέχρι και 96,527.10.00.29104.000
– με αριθμό οκτανίων27.10.00.29 και»
μεγαλύτερο των 96,527.10.0032114.000
Η)Πετρέλαιο εξωτερικής27.10.00.74
καύσης (FUEL OIL)έως και
Μαζούτ)27.10.007812.000μετ.τόννος

17. Στην τέταρτη σειρά του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 20 η φράση «ως καύσιμο ή καύσιμο κίνησης» αντικαθίσταται από τη φράση «ως καύσιμο θέρμανσης ή καύσιμο κίνησης».

18. Μετά το άρθρο 21 προστίθεται νέο άρθρο 21Α, που έχει ως εξής:
«Άρθρο 21Α Καύσιμα αυτοκινήτων οχημάτων δημόσιας χρήσης και εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων
1. Τα πετρελαιοειδή προϊόντα που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε ένα άλλο Κράτος – μέλος δεν υπόκεινται στον ειδικό φόρο κατανάλωσης του άρθρου 20, εφόσον περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων.
α) των αυτοκινήτων οχημάτων δημόσιας χρήσης για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα ίδια οχήματα,
β) των εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια μιας μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια αυτά.
2. Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου νοούνται ως:
α) «κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:
– οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί σε όλα τα μεταφορικά μέσα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο μεταφορικό μέσο και η τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων,
– οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε μεταφορικά μέσα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου, καθώς και οι δεξαμενές που είναι προσαρμοσμένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το μεταφορικό μέσο.
– οι μόνιμες δεξαμενές καυσίμων, που ο κατασκευαστής τοποθετεί σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων, με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια ειδικής χρήσης.
β) «εμπορευματοκιβώτιο ειδικής χρήσης»: κάθε εμπορευματοκιβώτιο που φέρει ειδικά προσαρμοσμένες διατάξεις για τα συστήματα ψύξης, οξυγόνωσης, θερμικής μόνωσης ή άλλα συστήματα. »

19. Μετά το άρθρο 22 προστίθεται άρθρο 22Α, που έχει ως εξής:
«Άρθρο 22Α Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του φόρου
1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για πετρελαιοειδή προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή αναμειχθεί τυχαία και συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που προορίζονταν, επιστρέφεται ή συμψηφίζεται, εφόσον τα προϊόντα αυτά επανεισάγονται στη φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.
2. Οι όροι και οι διατυπώσεις εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπ. Οικονομικών.

20. Μετά την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 προστίθεται περίπτωση στ·, που έχει ως εξής:
«στ) τα πετρελαιοειδή προϊόντα που εγχέονται στις υψικαμίνους με σκοπό να διευκολυνθεί η χημική διεργασία αναγωγής, σε συνδυασμό με το κωκ που χρησιμοποιείται ως κύριο καύσιμο. »

21. Ο κωδικός Σ.Ο. 27.10.00.35 της παραγράφου 2 περίπτωση α΄ του άρθρου 23 αντικαθίσταται από τους κωδικούς Σ.Ο. 27.10.00.34 και 27.10.00.36.

22. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 23 αντί του «ν. 3685/1957» να γραφεί «Ν. 3686/1957».

23. Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 23 προστίθεται παράγραφος 3 της παραγράφου 3 αριθμουμένης ως 4:
«3 Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών και εθνικών διατάξεων οι παρεχόμενες με τις προηγούμενες παραγράφους 1 και 2 απαλλαγές ή μειώσεις του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 19, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα πετρελαιοειδών, προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα που υποκαθιστούν χρήσεις και τελούν υπό φορολογικό έλεγχο για τη διαπίστωση της νόμιμης χρησιμοποίησης τους.»

24. Οι υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης α΄ και το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 27 καταργούνται.

25. Η παράγραφος 2 του άρθρου 36 καταργείται και η αρίθμηση της παραγράφου 1 διαγράφεται.

26. Η παράγραφος 2 του άρθρου 38 καταργείται, των παραγράφων 3 και 4 αριθμουμένων ως 2 και 3 αντίστοιχα.

27. Η παράγραφος 3 του άρθρου 48 καταργείται.

28. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 50 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Οι φόροι και κάθε ειδική εισφορά υπέρ τρίτων, που έχουν καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται, σύμφωνα με την παρ. 1 συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, κατά περίπτωση, εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβληθεί εντός τριετίας από τη λήξη του έτους υποβολής των αιτήσεων φορολογίας, υπολογισμού και βεβαίωσης των φόρων που αναλογούν και η αίτηση για το συμψηφισμό ή την επιστροφή υποβληθεί εντός δυο (2) μηνών από την ημερομηνία πραγματοποίησης της καταστροφής.
Η επιστροφή των φόρων γίνεται μόνο όταν είναι αδύνατος ο συμψηφισμός τους.
3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών».

29. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 51 προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Προκειμένου περί μικροποσοτήτων, βιομηχανοποιημένων καπνών εμπορικού χαρακτήρα αλλοδαπής προέλευσης που δεν υπερβαίνουν κατά αποστολή τα 5.000 τεμάχια σε συσκευασία λιανικής πώλησης, η επικόλληση της ταινίας, εφόσον συντρέχουν δικαιολογητικοί λόγοι, μπορεί να γίνει, ύστερα από έγκριση της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. του Υπουργείου Οικονομικών, εντός φορολογικής αποθήκης που τελεί υπό τη διαρκή παρουσία της Τελωνειακής Υπηρεσίας».

30. Η παράγραφος 5 του άρθρου 51 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Ένσημες ταινίες που υφίστανται βλάβη ή φθορά κατά την επικόλληση τους ή καθίσταται αδύνατη η επικόλληση τους από άλλη αιτία στα προϊόντα για τα οποία προορίζονται, καθώς και αυτές που είναι κακέκτυπες, καταστρέφονται ενώπιον της επιτροπής του άρθρου 50 και αντικαθίστανται, σύμφωνα με όσα ειδικότερα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών. Σε περίπτωση που η παραπάνω βλάβη ή φθορά των ενσήμων ταινιών από άλλη αιτία οφείλεται, κατά την κρίση της επιτροπής του άρθρου 50, σε υπαιτιότητα του παραλήπτη, η αντικατάσταση τους γίνεται με την καταβολή του αντιτίμου αυτών».

31. Το άρθρο 60 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 60 Υπολογισμός, βεβαίωση και είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης βιομηχανοποιημένων καπνών
Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 56:
1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 42, υπολογίζεται στην αίτηση φορολογίας που υποβάλλεται από τον υπόχρεο, αφού προηγουμένως συμψηφισθεί η αξία ανάλογου αριθμού ενσήμων φορολογικών ταινιών, η οποία έχει καταβληθεί σύμφωνα με τη παράγραφο 2 του άρθρου 51.Σε περίπτωση που ο συμψηφισμός της αξίας των ταινιών καθίσταται αδύνατος, λόγω αναγνωρισμένων απωλειών του άρθρου 12, η αξία αυτή κατ΄ εξαίρεση επιστρέφεται.Ειδικότερα:
α) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που παράγονται νόμιμα εκτός καθεστώτος αναστολής, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται κατά την παραλαβή των ενσήμων φορολογικών ταινιών και πριν αυτά εξαχθούν από το καπνεργοστάσιο,
β) για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που εισάγονται από τρίτες χώρες ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εισπράττεται κατά τον τελωνισμό τους σε ανάλωση.
2. Η βεβαίωση και είσπραξη του φόρου γίνεται κατά το χρόνο που αυτός είναι απαιτητός, επί του παραστατικού της παραγράφου 2 του άρθρου 56, στο οποίο επισυνάπτονται και οι υπό της παραπάνω παρ. 1 προβλεπόμενες αιτήσεις φορολογίας.
3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.»

32. Το άρθρο 61 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 61 Κυκλοφορία προϊόντων μεταξύ φορολογικών αποθηκών
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 2 παράγραφος 2, 15 παράγραφος 1, 62, 63 παράγραφος 2 και 65 παράγραφος 2, η ενδοκοινοτικής κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής των προϊόντων, που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, πραγματοποιείται μεταξύ φορολογικών αποθηκών.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στην ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων, που υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης και δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση.
2. Οι κίνδυνοι της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας καλύπτονται με την παροχή εγγύησης από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, ο οποίος προβαίνει στην αποστολή ή κατά περίπτωση, με παροχή εγγύησης αλληλεγγύως και σε ολόκληρο από τον αποστολέα και το μεταφορέα ή μόνο από το μεταφορέα ή τον ιδιοκτήτη των προϊόντων. Πέρα των παρεχόμενων ανωτέρω εγγυήσεων, όπου κρίνεται σκόπιμο, απαιτείται η παροχή εγγύησης και από τον παραλήπτη.
Σε περίπτωση κατά την οποία τα προϊόντα που προέρχονται από άλλα κράτη -μέλη, για τα οποία προβλέπεται επικόλληση ένσημης ταινίας φορολογίας ή ταινίας ελέγχου, η εγγύηση μπορεί να βαρύνει το πρόσωπο που παραλαμβάνει τις ταινίες αυτές και παρέχεται τη στιγμή της παραλαβής αυτών.
Η παρεχόμενη εγγύηση για την αποστολή των προϊόντων από το εσωτερικό της χώρας σε άλλο κράτος – μέλος μπορεί να είναι χρηματική, τραπεζική, ασφαλιστήριο συμβόλαιο, εμπράγματη ασφάλεια ή αξιόχρεη επιστολή τρίτου προσώπου, ισχύει σε όλα τα κράτη – μέλη και η ευθύνη του εγγυητή λήγει με την απόδειξη της παραλαβής των προϊόντων από τον παραλήπτη.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 67, η ευθύνη των προσώπων της παραγράφου 2 του παρόντος λήγει μόνο με την απόδειξη της παραλαβής των προϊόντων από τον παραλήπτη, που γίνεται με την προσκόμιση του θεωρημένου αντιτύπου του συνοδευτικού εγγράφου που προβλέπεται από τα άρθρα 64 και επόμενα.
4. Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής αποστολέας ή ο αντιπρόσωπος του δύναται να τροποποιεί το συνοδευτικό έγγραφο, προκειμένου να αλλάξει τον τόπο παράδοσης των προϊόντων ή να δηλώσει ένα νέο παραλήπτη, ο οποίος πρέπει να είναι εγγεγραμμένος επιτηδευματίας ή εγκεκριμένος αποθηκευτής, ενημερώνοντας αμέσως την αρμόδια αρχή αποστολής και οπωσδήποτε πριν από την άφιξη των προϊόντων στον τελικό τόπο παράδοσης. Ο νέος τόπος παράδοσης ή ο νέος παραλήπτης αναγράφονται αμέσως στο χώρο Β του συνοδευτικού διοικητικού εγγράφου.
5. Κατά την ενδοκοινοτική μεταφορά πετρελαιοειδών δια θαλάσσης, όταν ο παραλήπτης δεν είναι οριστικά γνωστός, ο εγκεκριμένος αποθηκευτής αποστολέας μπορεί, ύστερα από προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής του τόπου αποστολής να μη συμπληρώνει τις ενδείξεις του συνοδευτικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρονται στα στοιχεία του παραλήπτη, στον τόπο παράδοσης, στη χώρα προορισμού και στη διάρκεια της μεταφοράς, υπό τον όρο ότι τα στοιχεία αυτά θα ανακοινωθούν στην αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής μόλις αυτά γίνουν γνωστά, και το αργότερο με την άφιξη των προϊόντων στον τελικό προορισμό.
6. Η κυκλοφορία των προϊόντων με καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο εσωτερικό της χώρας μεταξύ φορολογικών αποθηκών γίνεται με το συνοδευτικό διοικητικό έγγραφο που προβλέπεται από τον Κανονισμό (Ε.Ο.Κ.) 2719/1992, όπως ισχύει, και καλύπτεται με παροχή εγγύησης από τον αποστολέα ή τον παραλήπτη.
7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού».

33. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 62 προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Οι όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθορίζονται με απόφαση του Υπ.Οικονομικών».

34. Η παράγραφος 1 του άρθρου 64 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ανεξάρτητα από τη χρησιμοποίηση μηχανοργανωμένων διαδικασιών, κάθε αποστολή ή παραλαβή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου και κυκλοφορούν υπό καθεστώς αναστολής του φόρου μεταξύ των εδαφών των κρατών – μελών, περιλαμβανομένης και της άμεσης θαλάσσιας ή εναέριας κυκλοφορίας από έναν κοινοτικό λιμένα ή αερολιμένα σε άλλο κοινοτικό λιμένα ή αερολιμένα, συνοδεύονται από το συνοδευτικό ή εμπορικό έγγραφο που προβλέπεται από τον Κανονισμό (Ε.Ο.Κ.) 2719/1992, όπως ισχύει, το οποίο συντάσσει ο αποστολέας εμπορευμάτων.Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται στις περιπτώσεις που η χρήση ενός τέτοιου εγγράφου δεν κρίνεται από αίτητη καθορίζεται από κοινοτικές διατάξεις».

35. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 64 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) τον αριθμό αναφοράς ή τον αριθμό μητρώου που χορηγούν οι αρμόδιες αρχές της χώρας προορισμού και τη θεώρηση του από τις ίδιες αρχές στις χώρες που έχει καθιερωθεί η διαδικασία θεώρησης».

36. Το άρθρο 65 αντικαθίσταται ως εξής:
«`Αρθρο 65 `Αρση καθεστώτος αναστολής
1. Το καθεστώς αναστολής του εδαφίου α΄ του άρθρου 3 αίρεται με τη θέση των προϊόντων που υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης σε τελωνειακό καθεστώς της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και μετά την παραλαβή από τον αποστολέα του επιστρεπτέου αντιτύπου του διοικητικού ή εμπορικού συνοδευτικού εγγράφου ή αντιγράφου του εμπορικού εγγράφου, συμπληρωμένου με την ένδειξη της υπαγωγής των προϊόντων στο καθεστώς αυτό.
2. Επίσης, το καθεστώς αναστολής των προϊόντων της παρ. 3 του άρθρ. 2 αίρεται με την πιστοποίηση από το τελωνείο εξόδου επί του αντιτύπου του συνοδευτικού εγγράφου που προορίζεται για τον αποστολέα, ότι τα εμπορεύματα εγκατέλειψαν πράγματι το κοινοτικό έδαφος και την επιστροφή από το τελωνείο αυτό στον αποστολέα θεωρημένου αυτού του αντιτύπου.
3. Σε περίπτωση μη τακτοποίησης του καθεστώτος αναστολής, ο αποστολέας υποχρεούται εντός προθεσμίας δυο μηνών από την ημερομηνία αποστολής των προϊόντων να ενημερώσει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του εσωτερικού της χώρας.
Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για ένα ακόμη μήνα, εφόσον υπάρχει δικαιολογητικός λόγος.
4. Οι αρμόδιες αρχές του εσωτερικού της χώρας παρέχουν αμοιβαία συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών -μελών, διενεργούν δειγματοληπτικούς ελέγχους προκειμένου να διαπιστωθεί η κανονικότητα της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας των προϊόντων και ανακοινώνουν τις διαπιστώσεις, τα έγγραφα και λοιπές πληροφορίες τις σχετικές με τις μεταφορές των προϊόντων με το συνοδευτικό έγγραφο, καθώς και τις τυχόν παραβάσεις ή παρατυπίες κατά την ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων αυτών.
Στα πλαίσια των παραπάνω δειγματοληπτικών ελέγχων μπορούν να ανταλλάσσονται πληροφορίες, επιπλέον αυτών που περιέχονται στην ηλεκτρονική τράπεζα δεδομένων που προβλέπεται από την παράγραφο 7 του άρθρου 17 του Ν. 2166/1993. Η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών διέπεται από τις διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων των άρθρων 21 και 22 του Ν. 1914/1990 και γίνεται με τη βοήθεια ενιαίου για όλα τα κράτη – μέλη εγγράφου που καθορίζεται από κοινοτικές διατάξεις.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.

37. Η παράγραφος 2 του άρθρου 67 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 4, όταν τα προϊόντα που αποστέλλονται σε άλλα κράτη – μέλη δεν φθάσουν στον προορισμό τους, αλλά δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο τόπος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία ή η παράβαση, θεωρείται ότι αυτή διαπράχθηκε στο εσωτερικό της χώρας και η αρμόδια αρχή προβαίνει στην είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης με βάση τα ποσά ή ποσοστά που ίσχυαν την ημερομηνία αποστολής των προϊόντων, εφόσον εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία αυτή δεν προσκομισθεί απόδειξη για τη νομιμότητα της ενέργειας ή για τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παράβαση ή η παρατυπία.»

38. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 88 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται και στην περίπτωση εκπρόθεσμης επαναποστολής ή εξαγωγής ή καταστροφής ή εγκατάλειψης του οχήματος, όταν δεν έχει υποβληθεί η ανωτέρω ειδική δήλωση.»

39. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 88, προστίθενται εδάφια, που έχουν ως εξής:
«Το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται και στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής της ειδικής δήλωσης και εκπρόθεσμης καταβολής του αναλογούντος φόρου, καθώς επίσης και στην περίπτωση που μετά την εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη υποβολή της ειδικής δήλωσης ο παραλήπτης ζητήσει την επαναποστολή ή την εξαγωγή η την εγκατάλειψη ή την καταστροφή του οχήματος. Το πρόστιμο αυτό δεν επιβάλλεται όταν η εκπρόθεσμη καταβολή του αναλογούντος φόρου δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του ενδιαφερομένου.»

40. Όπου ο Ν. 2127/1993 αναφέρει τον όρο «μεταποίηση» νοείται μεταποίηση για λογαριασμό του ιδίου ή για λογαριασμό τρίτων.

41. Στην περίπτωση ζ της παραγράφου 2 του άρθρου 88, μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται νέο εδάφιο, που έχει ως εξής:
«Σε περίπτωση οδήγησης οχήματος που κυκλοφορεί στη χώρα κατ΄ εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 84, από άλλο μη δικαιούχο πρόσωπο, το ανωτέρω πρόστιμο, ανεξάρτητα από τον κυλινδρισμό του οχήματος, περιορίζεται στις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) δραχμές, με την προϋπόθεση ότι το δικαιούχο πρόσωπο βρισκόταν στη χώρα κατά το χρόνο που συντελέστηκε η παράβαση».

42. Οι διατάξεις που δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης ζ της παρ. 2 του άρθρου 88, όπως αυτές προστέθηκαν με την προηγούμενη παράγραφο, εφαρμόζονται και για υποθέσεις που εκκρεμούν στις τελωνειακές αρχές και στα διοικητικά δικαστήρια οποιουδήποτε βαθμού.
Τυχόν καταβληθέντα ποσά για τις εκκρεμείς αυτές υποθέσεις συμψηφίζονται με το ανωτέρω πρόστιμο και τα πέραν αυτού καταβληθέντα επιστρέφονται.

Άρθρο 14
Ατέλειες σκαφών αναψυχής

1. Το εδάφιο γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Ν. 2127/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
»γ. Τα πετρελαιοειδή προϊόντα που περιλαμβάνονται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για τους σκοπούς της ναυσιπλοΐας στα ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης και της επαγγελματικής αλιείας, εκτός από την περίπτωση χρησιμοποίησης τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής.Ως ιδιωτικό σκάφος αναψυχής νοείται οποιοδήποτε σκάφος το οποίο χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο έχει τη χρήση του με σύμβαση μίσθωσης ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο ή για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν χρησιμοποιείται για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών ή για την παροχή υπηρεσιών με αντάλλαγμα ή για σκοπούς του Δημοσίου».

2. Μετά το εδάφιο γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Ν. 2127/1993 προστίθεται εδάφιο γα΄, που έχει ως εξής:
»γα) Ειδικότερα, όσον αφορά τα επαγγελματικά τουριστικά πλοία ή πλοιάρια του Ν. 438/1976 η απαλλαγή από τον Ε.Φ.Κ. των πετρελαιοειδών θα παρέχεται με επιστροφή του Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στην ποσότητα των πετρελαιοειδών που χρησιμοποιήθηκαν αποδεδειγμένα ως καύσιμα αποκλειστικά για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας τους.Η υποβολή της σχετικής αίτησης γίνεται το αργότερο εντός εξαμήνου από την κατανάλωση των πετρελαιοειδών.Σε περίπτωση επιστροφής Ε.Φ.Κ. για την οποία διαπιστώνεται ότι αυτός που την έλαβε δεν θεμελίωνε τέτοιο δικαίωμα, επιβάλλεται σ΄ αυτόν πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του επιστραφέντος ποσού.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θα καθορισθούν η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή για την επιστροφή, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου.Κάθε άλλη αντίθετη διάταξη καταργείται.
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος εδαφίου αρχίζει από τη δημοσίευση της παραπάνω απόφασης του Υπουργού Οικονομικών στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Η παράγραφος 5 του άρθρου 28 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α΄), καθώς και το άρθρο 32 του Ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α΄) καταργούνται.

4. Η ατέλεια, που προβλέπεται από τις περιπτώσεις δ και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 603/1977 (ΦΕΚ 162 Α), καταργείται για τα επαγγελματικά τουριστικά πλοία ή πλοιάρια του Ν. 438/1976.

Άρθρο 15
Ρυθμίσεις στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης και στο εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος – Διασκευές φορτηγών αυτοκινήτων

1. Η προβλεπόμενη από την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του Ν. 2227/1994 (ΦΕΚ 129 Α΄) απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, επεκτείνεται και στα οχήματα των δασμολογικών κλάσεων 87.03 και 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, που προορίζονται να διασκευαστούν στο εσωτερικό της χώρας σε άλλα οχήματα, τα οποία δεν υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, με ανάλογη εφαρμογή των όρων και διατυπώσεων που προβλέπονται από την α-ριθ.Φ.387/221/9.8.1994 Απόφαση Υπουργού Οικονομικών.

2. Η εξάμηνη αναστολή είσπραξης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του Ν. 1477/1984 (ΦΕΚ 144 Α΄), για τα εισαγόμενα επιβατικά αυτοκίνητα που προορίζονται για την κάλυψη εκθεσιακών αναγκών, εφαρμόζεται και στα παραγόμενα με το καθεστώς του Κεφαλαίου Α΄ του Ν. 1573/1935 (ΦΕΚ 201 Α΄) εγχώρια αυτοκίνητα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης της παραγράφου αυτής.

3. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, για τα επιβατικά αυτοκίνητα της δασμολογικής κλάσης 8703 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας, μειώνεται για τα αυτοκινούμενα τροχόσπιτα της ίδιας δασμολογικής κλάσης κατά 35% (τριάντα πέντε τοις εκατό), αν αυτά είναι καινούργια αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και κατά πενήντα τοις εκατό (50%) για τα λοιπά.

4. Επιβατικά αυτοκίνητα που έχουν παραληφθεί με μερική ή ολική απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης με βάση τις διατάξεις που ισχύουν για τους πολύτεκνους γονείς και τους ανάπηρους πολίτες, τα οποία κατά το χρόνο της παραλαβής είχαν χαρακτηριστεί ως καινουργή και αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και πριντην πάροδο του περιοριστικού διαστήματος που ισχύει γι` αυτά, ζητείται η αποδέσμευσή τους από το καθεστώς της ατέλειας, υποβάλλονται στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης με βάση τους συντελεστές που ορίζονται στην Παράγραφο 2 του άρθρου 37 του ν.1882/1990, όπως εκάστοτε ισχύει.
Σε περίπτωση που, λόγω θανάτου, η αποδέσμευση των αυτοκινήτων ζητείται από τους κληρονόμους των ανωτέρων προσώπων, τα αυτοκίνητα αυτά υποβάλλονται σε τόσα δέκατα του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, ο οποίος υπολογίζεται με βάση τους συντελεστές που ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 1882/1990, όπως εκάστοτε ισχύει, όσα και τα εξάμηνα που υπολείπονται για τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση περιοριστικού διαστήματος, του κλάσματος του εξαμήνου θεωρουμένου ως ολόκληρο εξάμηνο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.9 άρθρ.4 Ν.2443/1996.

5. Οι προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις για φυσικά πρόσωπα μερικές ή ολικές απαλλαγές από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης επιβατικών αυτοκινήτων, με τους αναφερόμενους σ΄ αυτές, όρους και προϋποθέσεις, παρέχονται, εφόσον το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει στην κυριότητα του επιβατικό αυτοκίνητο, για το οποίο έτυχε ολικής ή μερικής απαλλαγής από το φόρο αυτόν βάσει άλλης διάταξης.

6. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 51 του Ν. 2214/1994 παρατείνεται μέχρι και τις 2 Σεπτεμβρίου 1994.

7. Τα βεβαιωθέντα κατά το χρονικό διάστημα από 12 Αυγούστου 1994 μέχρι και 2 Σεπτεμβρίου 1994 ποσά φόρου, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 51 του Ν. 2214/1994, προσαυξάνονται κατά τρία τοις εκατό (3%).

8. Το άρθρο 5 του Ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α΄) καταργείται.

9. Ο προβλεπόμενος από τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 42 του Ν. 2127/1993 συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο λεπτοκομμένο καπνό, που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων και στα άλλα καπνά για κάπνισμα, ορίζεται σε πενήντα εννέα τοις εκατό (59%).

10. Η παράγραφος 5 του άρθρου 3 του Ν. 363/1976 (ΦΕΚ 152 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Αυτοκίνητα οχήματα με μόνιμο κλειστό αμάξωμα ωφέλιμου φορτίου μέχρι ενός (1) τόνου, τα οποία τίθενται για πρώτη φορά σε κυκλοφορία ως φορτηγά ιδιωτικής χρήσης, υποβάλλονται στο οριζόμενο από τις παραγράφους 1 και 2 εφάπαξ πρόσθετο ειδικό τέλος των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης. »
Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για όσα αυτοκίνητα είχαν κατατεθεί παραστατικά τελωνισμού μέχρι τις 29 Φεβρουαρίου 1996.

11. Προκειμένου για παραβάσεις που διαπιστώνονται σε αυτοκίνητα, που έχουν τελωνιστεί ως φορτηγά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα οποία καταλαμβάνονται, πριν ή μετά την ταξινόμηση τους, να φέρουν πρόσθετα καθίσματα επιβατών στο χώρο φόρτωσης ή να είναι διασκευασμένα σε επιβατικά ή μικτής μεταφοράς, χωρίς την τήρηση των διατάξεων του Ν. 1573/1985, δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 9 του νόμου αυτού, εφόσον ο ενδιαφερόμενος:
α) καταβάλλει εφάπαξ πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών ανά κάθισμα επιβάτη, προκειμένου για φορτηγά που φέρουν πρόσθετα καθίσματα ή πρόστιμο ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών, προκειμένου για φορτηγά που είναι διασκευασμένα σε επιβατικά ή μικτής μεταφοράς, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης επιβολής του προστίμου,
β) καταθέσει υπεύθυνη δήλωση ότι παραιτείται των προβλεπόμενων ένδικων μέσων κατά της καταλογιστικής πράξης επιβολής του προστίμου και
γ) ανάλογα με την περίπτωση, αφαιρέσει τα καθίσματα επιβατών από το χώρο φόρτωσης ή επαναφέρει το διασκευασθέν αυτοκίνητο στην αρχική του μορφή.
Σε περίπτωση αποδοχής από τον ενδιαφερόμενο των ανωτέρω υπό στοιχεία α΄ και β΄ προϋποθέσεων, αυτός μπορεί να ζητήσει αντί της αφαίρεσης των καθισμάτων ή της επαναφοράς του αυτοκινήτου στην αρχική του μορφή τον τελωνισμό του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1573/1985.
Με τη διαπίστωση της παράβασης το φορτηγό αυτοκίνητο υπόκειται σε προσωρινή δέσμευση με πράξη της τελωνειακής αρχής που διαπίστωσε την παράβαση και η απόδοση του γίνεται μόνον εφόσον τηρηθούν σωρευτικά οι ανωτέρω προϋποθέσεις.
Ως «διασκευή» σε επιβατικό ή μικτής μεταφοράς προκειμένου για φορτηγά αυτοκίνητα τύπου JΕΕΡ, που είχαν τελωνιστεί με το φορολογικό καθεστώς που ίσχυε πριν την 8η /8/1992, θεωρείται και η τοποθέτηση καθισμάτων στο χώρο φόρτωσης.
Ως «κάθισμα επιβάτη» νοείται αυτό στο οποίο μπορεί να καθίσει ένας επιβάτης, λαμβανομένου ως ελάχιστου απαιτηθησόμενου πλάτους για κάθε επιβάτη, σαράντα εκατοστά του μέτρου (0,40 μ.).
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περ.5 υποπαρ.Δ.5άρθρου τρίτουΝ.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

12. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 11 εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς υποθέσεις στις τελωνειακές αρχές και στα ποινικά ή διοικητικά δικαστήρια, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων εντός 3 (τριών) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Στις περιπτώσεις που εφαρμόζονται οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου 11, η τυχόν ποινική δίωξη που ασκήθηκε παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα, κατόπιν σχετικού εγγράφου της τελωνειακής αρχής, τα δε κατασχεθέντα αυτοκίνητα αποδίδονται αυτοδίκαια στους ενδιαφερομένους από την τελωνειακή αρxή.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την περ.5 υποπαρ.Δ.5άρθρου τρίτουΝ.4254/2014,ΦΕΚ Α 85/7.4.2014.

13. Οι διατάξεις του Ν. 1573/1985 δεν εφαρμόζονται για τα φορτηγά ιδιωτικής χρήσης, στα οποία επιτρέπεται η τοποθέτηση καθισμάτων στο χώρο φόρτωσης για τη μεταφορά προσωπικού, βάσει ρυθμίσεων του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών.

14. Η παρ. 8 του άρθρ. 3 του νόμου 363/1976 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Του εφάπαξ πρόσθετου ειδικού τέλους εξαιρούνται:
α) Τα οχήματα που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο.
β) Τα εκποιούμενα από το Δημόσιο φορτηγά αυτοκίνητα.
γ) Τα οχήματα που βάσει των διατάξεων του άρθρου 17 του Ν. 2367/1953 (ΦΕΚ 82 Α΄) όπως ισχύει ή διατάξεων μεταγενέστερων νόμων έχουν απαλλαγή από τα τέλη κυκλοφορίας, εφόσον για τα οχήματα αυτά οι κάτοχοι τους απαλλάσσονται και από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης ή όταν αυτά δεν υπόκεινται στο φόρο αυτόν.
δ) Τα τρίκυκλα αυτοκίνητα ποδήλατα που χρησιμοποιούνται για μεταφορές.

15. Στις ξενοδοχειακές μονάδες στις οποίες λειτουργεί κοινός λέβητας, τόσο για την παραγωγή θέρμανσης όσο και για άλλες χρήσεις, θα επιστρέφεται για το 40% της συνολικής ποσότητας πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που χρησιμοποιείται κατά τη χειμερινή περίοδο από την τρίτη Δευτέρα του μηνός Οκτωβρίου μέχρι την τελευταία Κυριακή του μηνός Απριλίου κάθε έτους, η διαφορά μεταξύ των φορολογιών πετρελαίου (DIESEL) θέρμανσης και κίνησης, που ίσχυαν κατά το χρόνο παραλαβής του.
Η επιστροφή των φορολογικών αυτών επιβαρύνσεων θα γίνεται με τη λήξη της χειμερινής περιόδου. Οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θα καθορισθούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το πέμπτο άρθρο παρ.ε` του Ν. 4092/2012(ΦΕΚ Α΄ 220/08.11.2012)

16. Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 16 Οκτωβρίου 1995.

17. Ξενοδοχειακές μονάδες που αγόρασαν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης το οποίο είχε παραληφθεί με το φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Ν. 2093/1992 και του άρθρου 20 του Ν. 2127/1993 και δεν το χρησιμοποίησαν ως πετρέλαιο θέρμανσης κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του Ν. 2166/1993, οφείλουν, για να μην εφαρμοστούν σε βάρος τους οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του Ν. 2093/1992 κυρώσεις και πρόστιμα, να καταβάλλουν, εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και για ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) της συνολικής ποσότητας πετρελαίου (Diesel) θέρμανσης που παρέλαβαν, τη διαφορά μεταξύ των φορολογιών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης που ίσχυαν κατά το χρόνο της παραλαβής του.
Η παραπάνω διάταξη εφαρμόζεται και για εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των δικαστηρίων.
Η ποινική δίωξη, που τυχόν ασκήθηκε, παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα, εφόσον προσκομιστούν τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία καταβολής της καθοριζόμενης οικείας διαφοράς των φορολογιών μέσα στην παραπάνω προθεσμία.

18. Στις ξενοδοχειακές μονάδες στις οποίες λειτουργεί κοινός λέβητας, τόσο για τη θέρμανση, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του Ν. 2166/1993, όσο και για άλλες χρήσεις και οι οποίες κατά τη χειμερινή περίοδο από την τρίτη Δευτέρα του μηνός Οκτωβρίου 1994 μέχρι την τελευταία Κυριακή του μηνός Απριλίου 1995, χρησιμοποίησαν πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης, επιστρέφεται για ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της συνολικής ποσότητας πετρελαίου (DIESEL) κίνησης που αγόρασαν κατά την παραπάνω χρονική περίοδο, η διαφορά των φορολογιών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης που ίσχυαν κατά το χρόνο παραλαβής του.
Οι όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου θα καθοριστούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

19. Από τον εισπραττόμενο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης των προϊόντων των άρθρων 24 και 39 του Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄), παρακρατείται από τις αρμόδιες Αρχές βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου αυτού ποσοστό 5%ο (πέντε τοις χιλίοις) και το ποσό αυτό αποδίδεται στον τηρούμενο στην Τράπεζα της Ελλάδος Λογαριασμό με αριθμό 232005, προς εκπλήρωση των σκοπών του Λογαριασμού αυτού.

20. Με εξαίρεση τις ξενοδοχειακές μονάδες, στις περιπτώσεις που πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) που προορίζεται για θέρμανση και το οποίο παραλήφθηκε με το φορολογικό καθεστώς των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Ν. 2093/1992 και του άρθρου 20 του Ν. 2127/1993 και δεν χρησιμοποιήθηκε ως πετρέλαιο θέρμανσης κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 26 του Ν. 2166/1993, οι προβλεπόμενες από την παράγραφο 2 του άρθρου 35 του Ν. 2093/1992 κυρώσεις και πρόστιμα, δεν επιβάλλονται, εφόσον εντός τριμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καταβληθεί η σχετική διαφορά μεταξύ των φορολογιών πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης που ίσχυαν κατά το χρόνο της παραλαβής του.

21. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των δικαστηρίων.
Η ποινική δίωξη που τυχόν ασκήθηκε, παύει οριστικά με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα, εφόσον προσκομιστούν τα οικεία αποδεικτικά στοιχεία καταβολής της σχετικής διαφοράς των φορολογιών μέσα στην παραπάνω προθεσμία.

22. Παρέχεται απαλλαγή σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) επί του εκάστοτε ισχύοντος ποσού Ε.Φ.Κ. που αναλογεί στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία (φυτική και ζωϊκή παραγωγή), δασοκομία, ποτάμια και λιμναία ιχθυοκαλλιέργεια.
Η παραπάνω απαλλαγή χορηγείται με τη διαδικασία της επιστροφής του αναλογούντος ποσού με την εφαρμογή ειδικού κατ΄ αποκοπή συντελεστή επί των δηλούμενων ακαθάριστων εσόδων των δικαιούχων αγροτών.
Ο ειδικός κατ΄ αποκοπή συντελεστής ορίζεται για τη φυτική παραγωγή σε 1,14% για δε τη ζωική παραγωγή και τις λοιπές περιπτώσεις σε 0,45%.
Η υποβολή της αίτησης γίνεται από την 1η Μαρτίου έως τις 31 Ιουλίου εκάστου έτους και αφορά επιστροφή Ε.Φ.Κ. για πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κίνησης που καταναλώθηκε κατά το προηγούμενο έτος. Η επιστροφή πραγματοποιείται από τις Δ.Ο.Υ., για μεν τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος με την ίδια διαδικασία που έχει οριστεί για την επιστροφή του Φ.Π.Α., για δε τους αγρότες του κανονικού καθεστώτος με την υποβολή από αυτούς ειδικής δήλωσης-αίτησης προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ..
Ειδικά για το έτος 1995 η επιστροφή του Ε.Φ.Κ. θα καλύπτει το 1/3 (ένα τρίτο) του συνολικού ποσού που θα εδικαιούτο για ολόκληρο το έτος αυτό.
Σε περίπτωση επιστροφής για την οποία διαπιστώνεται ότι ο αγρότης που έτυχε αυτής δεν θεμελίωνε τέτοιο δικαίωμα, επιβάλλεται σ΄ αυτόν πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του επιστραφέντος σ΄ αυτόν ποσού, καθώς και στέρηση του δικαιώματος απαλλαγής για τα τρία (3) επόμενα έτη.
Οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.5 άρθρ.21 Ν.3193/2003,ΦΕΚ Α 266/20.11.2003.

23. Για τη διαπίστωση της τήρησης ή μη του προβλεπόμενου από τις διατάξεις, κατά επιβάτη, ορίου ατέλειας, στις πωλήσεις αγαθών, που πραγματοποιήθηκαν από τα καταστήματα αφορολόγητων ειδών, που λειτουργούν σε πλοία, κατά το χρονικό διάστημα από 1 Ιανουαρίου 1993 έως 30 Απριλίου 1994, σε ταξιδιώτες, που διακινήθηκαν από Πάτρα προς Ιταλία και οι οποίες καταχωρήθηκαν από την αρμόδια Τελωνειακή Υπηρεσία, ως καθ΄ υπέρβαση πωλήσεις, θα ληφθεί υπόψη το σύνολο των πωλήσεων διαιρούμενο δια του συνολικού αριθμού των διακινηθέντων επιβατών, κατά ταξίδι.
Εφόσον ως αποτέλεσμα του παραπάνω υπολογισμού προκύψουν υπερβάσεις, θα χρεωθούν και θα εισπραχθούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις που αναλογούν σε αυτές και θα επιβληθούν οι συναφείς προς την υπέρβαση νόμιμες κυρώσεις.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 16
Αντικατάσταση διατάξεως του Ν. 1165/1918 (ΦΕΚ 73 Α΄)
Το `Αρθρο 66 του Ν. 1165/1918 «περί Τελωνειακού Κωδικός» αντικαθίσταται ως εξής:
«`Αρθρο 66
1. Με κοινές αποφάσεις δημοσιευόμενες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των Υπουργών Εθνικής `Αμυνας, Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Ανάπτυξης καθώς και του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. εφόσον πρόκειται για τη σύσταση επιλιμένιας Ελεύθερης Ζώνης, μπορεί να συνιστώνται Ελεύθερες Ζώνες, όπως αυτές ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 166 έως 181 του Κανονισμού 2913/1992 του συμβουλίου και των άρθρων 799 έως 840 του Κανονισμού 2454/93 της Επιτροπής.
2. Η διοίκηση και εκμετάλλευση των Ελευθέρων Ζωνών ανατίθεται σε δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις και ασκείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις συστατικές αποφάσεις.
3. Ο τρόπος τελωνειακής λειτουργίας των Ελευθέρων Ζωνών καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, δημοσιευόμενες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναγνωρίζονται Ελεύθερες Αποθήκες, όπως αυτές ορίζονται στις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 διατάξεις και να καθορίζεται ο τρόπος τελωνειακής λειτουργίας τους. Η εκμετάλλευση των Ελευθέρων Αποθηκών μπορεί να ασκείται από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
5. Για την έκδοση των κατά τα ανωτέρω αποφάσεων, υποβάλλεται σχετική πρόταση από το φορέα, διοίκησης και εκμετάλλευσης του χώρου όπου πρόκειται να συσταθεί η Ελεύθερη Ζώνη, ή αίτηση από το πρόσωπο που επιθυμεί την αναγνώριση Ελεύθερης Αποθήκης, προς τη Γενική Γραμματεία Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, συνοδευόμενη από μελέτη σκοπιμότητας από την οποία πρέπει να προκύπτουν.
– Η υπάρχουσα ή προβλεπόμενη διακίνηση μη κοινοτικών εμπορευμάτων μέσω της προτεινόμενης Ελεύθερης Ζώνης ή Ελεύθερης Αποθήκης.
– Η προσδοκόμενη συμβολή της Ελεύθερης Αποθήκης ή Ελεύθερης Ζώνης στην αύξηση της εμπορευματικής διακίνησης μη κοινοτικών εμπορευμάτων, σε συνδυασμό με τα αναμενόμενα γενικότερα οικονομικά οφέλη από τη λειτουργία της.
– Τα εχέγγυα για τη σωστή διοίκηση και εκμετάλλευση της Ελεύθερης Ζώνης ή για τη σωστή διαχείριση των εμπορευμάτων στην περίπτωση της Ελεύθερης Αποθήκης.
6. Η Γενική Γραμματεία Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, αφού εξετάσει την πληρότητα των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο στοιχείων, διαβιβάζει με αιτιολογημένη εισηγητική έκθεση το σχετικό φάκελο σε Γνωμοδοτική Επιτροπή, συγκροτούμενη με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και προεδρευόμενη από το Γενικό Γραμματέα Δ.Ο.Σ., κοινοποιώντας αντίγραφο στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών. Στην Επιτροπή μετέχουν:
Όταν πρόκειται για Ελεύθερη Ζώνη:
– Από ένας εκπρόσωπος κάθε Υπουργείου που συμμετέχει στην έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών, εφόσον πρόκειται για Ελεύθερη Ζώνη επί των χερσαίων συνόρων.
– Ένας εκπρόσωπος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της περιοχής όπου συνιστάται η Ελεύθερη Ζώνη.
– Ένας εκπρόσωπος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης της περιοχής όπου συνιστάται η Ελεύθερη Ζώνη.
Όταν πρόκειται για Ελεύθερη Αποθήκη:
– Ένας εκπρόσωπος της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Ανάπτυξης.
– Ένας εκπρόσωπος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της περιοχής της Ελεύθερης Αποθήκης,
– Ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας για Ελεύθερη Αποθήκη εντός λιμενικής ζώνης.
Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση την οποία υποβάλλει στη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων του Υπ. Οικονομικών, για τη σύνταξη και προώθηση της σχετικής απόφασης.
7. Η τροποποίηση των ορίων των Ελευθέρων Ζωνών που συνιστώνται με βάση το παρόν άρθρο, πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δημοσιευόμενη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από πρόταση του φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης της Ελεύθερης Ζώνης».

Άρθρο 17

1. Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από τα άρθρα 36 παράγραφοι 1 και 3, 42 παράγραφος 3, 44 παράγραφος 5 και 67 παράγραφος 10 του Ν. 1165/1918, για τη βεβαίωση της βλάβης ή φθοράς εμπορευμάτων, την καταστροφή εμπορευμάτων,την κατακύρωση δημοπρασίας αζήτητων, τη γνωμοδότηση εκποίησης αζήτητων εμπορευμάτων κυριότητας Δημοσίου, την απαλλαγή των εμπορευμάτων από τα δικαιώματα υπερημερίας για λόγους ανώτερης βίας, ασκούνται από τις αναφερόμενες στα άρθρα αυτά Επιτροπές.

2. Οι υπό των ανωτέρω Επιτροπών ενεργηθείσες, κατά περίπτωση, πράξεις και εκδοθείσες αποφάσεις μετά την ισχύ της με αριθμό 1078204/927/0006Α/6.8.92 (ΦΕΚ 517 Β΄) κοινής απόφασης των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών θεωρούνται ως ενεργηθείσες ή εκδοθείσες από υφιστάμενες Επιτροπές.

3. Η διενέργεια του προβλεπόμενου στο άρθρο 8 του Ν. 718/1977 (ΦΕΚ 304 Α΄) διαγωνισμού για την απόκτηση πτυχίου εκτελωνιστή αναστέλλεται επ΄ αόριστο
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το άρθρο 3 παρ.1 Ν.3583/2007,ΦΕΚ Α 142/28.6.2007.

Άρθρο 18

1. Το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) δραχμών που προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 21 του Ν. 2367/1953, όπως ισχύει, αυξάνεται σε 25.000 (είκοσι πέντε χιλιάδες) δραχμές.

2. Η ισχύς της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 1996.

3. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του π.δ/τος της 28.7.1931 (ΦΕΚ 231 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Η άδεια γάμου, θρησκευτικού ή πολιτικού και η πράξη διαζυγίου δραχμές 1.000.»

4. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει για άδειες γάμου ή πράξεις διαζυγίου που εκδίδονται από την πρώτη του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 51, του Ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το Ίδρυμα, με εξαίρεση τους εισαγωγικούς δασμούς και το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, απαλλάσσεται από όλους τους λοιπούς φόρους, τα τέλη χαρτοσήμου ή άλλα τέλη, εισφορές και δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου. Επίσης, έχει όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που απολαμβάνει το Δημόσιο. Η απαλλαγή αυτή δεν καταλαμβάνει τα επιβατικά αυτοκίνητα, καύσιμα, λιπαντικά, οινοπνευματώδη ποτά και τα καπνικά προϊόντα. Εξαιρετικά, απαλλάσσονται από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιούνται από το Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και Αποκαταστάσεως Αποδήμων Παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων, καθώς και η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται προς το Ίδρυμα αυτό. Η απαλλαγή του προηγούμενου εδαφίου αφορά μόνο αγαθά και υπηρεσίες που προορίζονται για την ανέγερση των κτιριακών εγκαταστάσεων των οικισμών υποδοχής, που ανήκουν στο Ίδρυμα και τον πάγιο εξοπλισμό τους. Με αποφάσεις του Υπ. Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.»

6. Απαλλάσσονται από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας η εισαγωγή και η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, που πραγματοποιούνται από το Σωματείο με την επωνυμία «Διεθνές Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Ερευνών – Ο Ιερός Χρυσόστομος» και το ίδρυμα με την επωνυμία, «Διεθνές Κέντρο Ελληνικής Φιλοσοφίας και Πολιτισμού», καθώς και η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται προς αυτά. Η απαλλαγή αυτή αφορά μόνο αγαθά και υπηρεσίες που προορίζονται για την ανέγερση των κτιριακών τους εγκαταστάσεων και τον πάγιο εξοπλισμό τους.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.3 Ν.2459/1997(Α 17).

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παρ.9 άρθρ.3 Ν.2459/1997(Α 17).

8. Η παρ. 4 του άρθρ. 20 του Ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Τα τέλη χρήσης μηχανημάτων έργων καταβάλλονται εφάπαξ χωρίς έκπτωση. Ως προς τη βεβαίωση, την έκπτωση λόγω ακινησίας, την επιβολή κυρώσεων λόγω φορολογικών παραβάσεων και τον υπόχρεο για την καταβολή εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά ως προς τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και την επιβολή κυρώσεων στους κατόχους αυτών, καθώς και του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.»

9.Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 1996.

Άρθρο 19
Θέματα Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων
(Μ.Τ.Π.Υ.)- Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.)-Νομικού Συμβουλίου του Κράτους(Ν.Σ.Κ.)

1. Το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.) είναι αποκεντρωμένη δημόσια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικώνκαι διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.Οι διατάξεις που αφορούν το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων (Μ.Τ.Π.Υ.) εξακολουθούν να ισχύουν στο σύνολό τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.12 Ν. 2443/1996.

2. Νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου υπαγόμενα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα μπορούν να αναθέτουν με έγκριση του εποπτεύοντος αυτά υπουργού στην Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.) την εντολή αγοράς κατάλληλου ακινήτου προς στέγασή τους ή εκπλήρωση τωνσκοπών τους.Η Κ.Ε.Δ. ενεργεί ως νόμιμος αντιπρόσωπος και πληρεξούσιος του εντολέως, τηρουμένης κατά τα λοιπά της διαδικασίας αγορών ακινήτων για το Ελληνικό Δημόσιο.
Η ανάθεση της πιο πάνω εντολής γίνεται με σύμβαση μεταξύ των νόμιμων εκπροσώπων του εντολέως νομικού προσώπου και της Κ.Ε.Δ., στην οποία περιγράφεται το ανατιθέμενο έργο και καθορίζεται η χρηματοδότηση της αγοράς και το ύψος της αμοιβής της εντολοδόχου Κ.Ε.Δ..
Με την αυτή ως άνω διαδικασίας νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου, που υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μπορούν, κατά παρέκκλιση άλλων γι’αυτά διατάξεων, να αναθέτουν στην Κ.Ε.Δ. τηνεκτέλεση πάσης φύσεως τεχνικών έργων, μελετών ή προγραμμάτων αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας τους

3. Η Κ.Ε.Δ. μπορεί να συνάπτει συμβάσεις για απόκτηση εμπραγματων δικαιωμάτων επι κτιρίων σε τρίτες χώρες για κάλυψη στεγαστικών αναγκών δημόσιων εν γένει υπηρεσιών, περιλαμβανομένων και αυτών τουδημόσιου τομέα με τις ισχύουσες σε κάθε χώρα ιδιαίτερες μορφές απόκτησής τους, περιλαμβανομένης και της αγοράς μετοχών επί ακινήτων.

4. Για την εκπλήρωση του σκοπού της προηγούμενης παραγράφου, η Κ.Ε.Δ. μπορεί να προαγοράσει έτοιμα ή υπό κατασκευή κτίρια μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην τιμή προσφοράς τους και με κατάρτιση πρόσθετης ιδιαίτερης συμφωνιας με τον πωλητή να προβεί έναντι πράσθετου ανταλλάγματος μέχρι το πολύ τριάντα τοις εκατό (30%) επί της τιμής προσφοράς στις αναγκαίες μετατροπές συμπληρώσεις και εγκαταστάσεις παντοειδούς κινητού εξοπλισμού που θα του ζητηθούν, σύμφωνα με καταρτισθησάμενο τεύχος κτιριολογικών και μηχανολογικών εργασιών και εξοπλισμού του παραδοθησομενου κτιρίου. Για την εφαρμογή της δυνατότητας αυτής απαιτείται όπως το Δ.Σ. της Κ.Ε.Δ. διαπιστώσει μετά από αιτιολογημένη απόφαση ότι τα προσφερόμενα ακίνητα, όπως αυτά βρίσκονται κατά το χρόνο της Προσφοράς τους, δεν καθιστούν εφικτή την και συμφέρουσα την άμεση εγκατάσταση της ενδιαφερόμενης υπηρεσίας.

5.Η βελτίωση προσφοράς για την εφαρμογή της παραπάνω αγοράς θα κρίνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. της Κ.Ε.Δ. μετά την ολοκλήρωση των προφορικών διαπραγματεύσεων με τους ιδιοκτήτες των κρινομένων ως κατ’αρχήν κτιρίων για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού και τη σύγκριση των τελικών τεχνικών και οικονομικών προτάσεων τους.

6. ‘Όταν υπάρχει συνιδιοκτησία μεταξυ ιδιωτών και του Δημοσίου επιτρέπεται η κατάρτιση συνήθους σύμβασης αξιοποίησης των ακινήτων με αντιπαροχή του αστικού δικαίου και κατάρτιση οριζόντιας ή κάθετης ξεχωριστής ιδιοκτησίας επ’ αυτών, χωρίς τήρηση των διαδικοσιών εκτέλεσης δημόσιων έργων.

7. Η δυνατότητα που παρέχεται με την προηγούμενη παράγραφο επεκτείνεται και επί μικρής έκτασης οικοπέδων μετά ή άνευ παλαιών κτισμάτων επ’ αυτών, εφόσον η Κ.Ε.Δ. διαπιστώνει την ακαταλληλότητα τους για κάλυψη ως έχουν στεγαστικών αναγκών του Δημοσίου.

8. Στην έννοια της εκποίησης περιλαμβάνεται και η δυνατότητα κατάρτισης μακροχρόνιας σύμβασης μίσθωσης μέχρι ενενήντα εννέα (99) χρόνια ύστερα από έγκριση του επενδετικού προγράμματος μελετοκατασκευής με ή χωρίς αυτοχρηματοδότηση του υποψηφιου μισθωτή, ο οποίος θα αναδεικνύεται με σχετική προς κήρυξη εκδήλωσης ενδιαφέροντος από την Κ.Ε.Δ.. Τα οικονομικά, τεχνικά και λοιπά αξιολογικά στοιχεία για την επιλογή του υποψήφιου μισθωτή καθορίζονται κατά κατηγορία έργων ή για εντελώς ειδικά προγράμματα, με ειδική απόφαση του Δ.Σ. της Κ.Ε.Δ.,εγκεκριμένης από τον Υπουργό Οικονομικών ή σε περίπτωση που η Κ.Ε.Δ. αναλαμβάνει τη διαχείρηση ακινήτου υπαγόμενου στην κυριότητα άλλου φορέα, από τον εποπτεύοντα το φορέα αυτόν υπουρό. Η διατύπωση των τελικών όρων της σύμβασης θα γίνεται στο πλαίσιο των όρων της προκήρυξης με απευθείας διαπραγματεύσεις. Η κατάρτιση σύμβασης εξαρτάται από την απόλυτη κρίση της Κ.Ε.Δ..

9. Μισθώσεις ακινήτων για εντελώς καθορισμένη ειδική εποχιακή χρήση, που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διαρκέσει περισσότερο από έξι (6) μήνες, είναι δυνατό να καταρτίζεται απευθείας χωρίς διαγωνισμό και εφόσον συντρέχει επείγουσα αιτιολογημένη ανάγκη.

10. Επιτρέπεται να γίνεται η παραχώρηση δημόσιων ακινήτων σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους φορείς του δημόσιου τομέα, με δυνατότητα ανέγερσης κτιρίων ή μετατροπών σε υφιστάμενα κτίρια με δαπάνες του χρήστη, κατόπιν προεγκρίσεως από την Κ.Ε.Δ. των σχετικών σχεδίων. Στους όρους της παραχώρησης περιλαμβάνεται υποχρεωτικά, ότι η Κ.Ε.Δ. ή το Ελληνικό Δημόσιο δεν στερούνται του δικαιώματος άρσης οποτεδήποτε της παραχώρησης χωρίς αποζημίωση του χρήστη, εκτός εάν ο χρήστης απαιτήσει τη σύνταση συμβολαιογραφικού εγγράφου για την παραχώρηση, στο οποίο θα αναγράφονται ρητά οι προϋποθέσεις και οι όροι της αποζημίωσής του.

11. Η Κ.Ε.Δ. μπορεί να αναθέτει την εκτέλεση πάσης φύσεως έργων επί δημόσιων κτημάτων κεκτημένων ή υπό διαπραγμάτευση προς αγορά, στην αλλοδαπή, με εφαρμογή εν μέρει ή στο σύνολό τους των διατάξεων του FΕDΕRΑΤΙΟΝ ΙΝΤΕRΝΑΤΙΟΝΑLΕ DΕS ΙΝGΕΝΙΕURS- CΟΝSΕΙLS (F.Ι.D.Ι.C.) και των σχετικών διεθνών συμβάσεων που συνυπογράφει το Ελληνικό Κράτος. Οσα ζητήματα ή λεπτομέρειές τους δεν καλύπτονται από τις ανωτέρω συμβάσεις ρυθμίζονται με αποφάσεις κατά περίπτωση του Δ.Σ. της Κ.Ε.Δ., που εγκρίνενται από τον Υπουργό Οικονομικών.

12. Η Κ.Ε.Δ. μπορεί να προβαίνει σε κατακυρώσεις πλειοδοτικών διαγωνισμών εκμίσθωσης δημοσίων ακινήτων κειμένων σε παραμεθόριες περιοχές κατ’εξαίρεση των διατάξεων του άρθρου 24 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α’), ύστερα από έγκριση του Υπουργού Οικονομικών

13.Δημόσιες εκτάσεις που έχουν διατεθεί στην Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, για αξιολόγηση, με τις διατάξεις των άρθρων 69 έως και 75 του ν. 1892/1990, για τα κτηματικά ομόλογα, δύναται να αξιοποιούνται εναλλακτικά με οποίονδήποτε άλλον τρόπο αντιπαροχης

14.Η Κ.Ε.Δ. μπορεί να διαχειρήζεται ελευθέρως τις πιστώσεις που της χορηγούνται στα πλαίσια της εντολής που της δίνεται κάθε φορά για εκτέλεση έργων ή αγορών ακινήτων. Το όφελος που προκύπτει από τη διαχείρηση των πιστώσεων αυτών υπάγεται στους πόρους της Κ.Ε.Δ..

15.Η ένταξη δημοσίων κτημάτων σε σχέδιο πόλεως γίνεται σε κάθε περίπτωση αδαπάνως για το Ελληνικό Δημόσιο.

16.Επιτρέπεται η κατ’εξαίρεση από τις ισχύουσες διατάξεις άμεση περίφραξη δημοσίων κτημάτων για λόγους τους από παράνομους καταπατητές και διατήρησης της ελεύθερης νομής και κατοχής τους υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

17.Η διάταξη της παραγράφου Β1 του άρθρου 39 του ν. 1884/1990 (ΦΕΚ 81 Α’) αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
“Β1.Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται κια κατα τροποποίηση των κείμενων διατάξεων θέματα που αφορούν: α)Στην οργάνωση, συγκρότηση και λειτουργία του Νομικού Σύμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), στον καθορισμό των αρμοδιοτήτων του, την κατανομή αυτών στις υπηρεσιακές μονάδες και τα μέλη του, καθώς και στον τρόπο και τη διαδικασία άσκησης τους, β)στην υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση κια εξέλιξη των μελών του κύριου προσωπικού, στα διακαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, στα προσόντα διορισμού με διαγωνισμό σε θέσεις δοκιμών δικαστικών αντιπροσώπων, στους όρους και προϋποθέσεις συμμετοχής σ’αυτόν, στον τρόπο και τη διαδικασία διεξαγωγής του, στη σύνθεση και συγκρότηση της εξέταστικής επιτροπής, στην εξεταστέα ύλη, στη βαθμολόγηση και κατάταξη των υπηψηφίων, γ)στις προϋποθέσεις, τον τρόπο και τη διαδικασία χορήγησης στα μέλη του Ν.Κ.Σ. εκπαιδευτικών αδειών για την ημεδαπή ή αλλοδαπή, καθώς και στις καταβαλλομενες κατα τη διάρκεια αυτών αποδοχές, έξοδα κια αποζημιώσεις, δ)στη σύνθεση, συγκρότηση και λειτουργία των υπηρεσιακών και πειθαρχικών συμβουλίων των πιο πάνω μελών, στα πειθαρχικά παραπτώματα και τις ποινές, στις πειθαρχικές δικαιοδοσίες και τις σχετικές διαδικασίες, ε)στην επιθεώρηση των υπηρεσιακών μονάδωνκαι των μελών του Ν.Σ.Κ. τα όργανα αυτής, στον τρόπο και τη διαδικασία διεξαγωγής της και στην αξιολόγηση της υπηρεσιακής αποδοσής και επίδοσης των επιθεωρουμένων, στ)στον καθορισμό των προϋποθέσεων και του τρόπου ανάθεσης της υπεράσπισης υποθέσεων του Δημοσίου σε δικηγόρους στην ημεδαπή ή αλλοδαπή, καθώς και στον καθορισμό του ύψους της αμοιβής τους και του τρόπου εκκαθάρισης αυτής.”

18.Οι δαπάνες εγκατάστασης, στέγασης και λειτουργίας των υπηρεσιακών μονάδων του Ν.Σ.Κ., οι οποίες δεν λειτουργούν σε υπουργεία ή αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, βαρύνουν τον προϋπολογισμό αυτού από 1ης ιανουαρίου 1996.

19.’Οπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται σε υπουργεία η συγκρότηση ομοπαρασκευαστικών επιτροπών ή άλλων συλλογικών οργάνων με νομοπαρασκευαστικές αρμοδιότητες, συμμετέχει σ’αυτές και ο Νομικός Σύμβουλός του Ν.Σ.Κ. στο αντίστοιχο υπουργείο με αναπληρωτή άλλο νομικό σύμβουλο ή πάρεδρο, που υπηρετεί στο ίδιο υπουργείο, οι οποίοι ορίζονται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ. ύστερα από ερώτημα της αρμόδιας υπηρεσιας. Τα μέλη του Ν.Σ.Κ., ππου μετέχουν, με βάση ειδικές διατάξεις σε συμβούλια ή επιτροπές ή άλλα συλλογικά όργανα της διοίκησης, προηγούνται από τους λοιπούς υπηρεσιακούς παράγοντες, που συμμετέχουν σε αυτά, εκτός από τους υπουργούς, γενικούς γραμματείς των υπουργείων και γενικούς γραμματείς περιφέρειας.

20.Οι διατάξεις του άρθρου 50 παράγραφος 3 του ν. 1756/1988 (ΦΕΚ 36 Α’), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 8 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ 230 Α’), εφαρμόζονται ανάλογα και στο κύριο πρόσωπικό του Ν.Σ.Κ..

21.Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 49 του ν. 2172/1993 (ΦΕΚ 207 Α’) καταργείται.

22.Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από απόφαση του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ποσά του παραβόλου, που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 37 παράγραφος 1 του διατάγματος της 26 Ιουνίου/10 Ιουλίου 1994 “Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου”, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 του ν. 2246/1952.

23.Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του ν. 1816/1988 (ΦΕΚ 251 Α’) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
“Τα κεφάλαια του ειδικού λογαριασμού της παραγράφου αυτής διατίθενται και για την προμήθεία νομικών βιβλίων, περιοδικών και ηλεκτρονικών υπολογιστών στο Νομικό Σύμβούλιο του Κράτους.”

24.Οι διατάξεις της περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους νομοθεσίας, που ρυθμίζουν τις αρμοδιότητες αυτού και των μελών του, καθώς και τον τρόπο και τη διαδικασία τους, σε ό,τι αφορά τη δικαστική εκπροσώπηση του Δημοσίου, τις σχετικές με αυτή πληρεξουσιότητες, το χειρισμό και τη διεξαγωγή των δικαστικών και εξωδίκων διαφορών αυτού και την έκδοση γνωμοδοτήσεων, έχουν εφαρμογή και επί των αντίστοιχων κάθε είδους δικαστικών και γενικά νομικών υποθέσεων των Ν.Π.Δ.Δ., στα οποία προβλέπεται από κείμενες διατάξεις η λειτουργία γραφείων του Ν.Κ.Σ. ή ότι η νομική τους υπηρεσία διεξάγεται απο το Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του εποπτεύοντος το νομικό πρόσωπο του Ν.Σ.Κ.. “Τα πρακτικά ή οι γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ. που εκδίδονται κατά περίπτωστη επί των υποθέσεων των παραπάνω Ν.Π.Δ.Δ. εγκρίνονται ή γίνονται αποδεκτές αντίστοιχα από το όργανο, που εκπροσωπεί το οικείο νομικό πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν”.Καθε άλλη διάταξη της κείμενης νομοθεσίας, που είναι αντίθετη με τις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής, παύει να ισχύει.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.9 άρθρ. 28 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998.

25.’Οπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται εντολή ή έγκριση ή ειδική πληρεξουσιότητα του εκπροσωπούντος το Δημόσιο κατά περίπτωση οργάνου ή του οργάνου που διοικεί ή εκπροσωπεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, για την άσκηση αντίστοιχα αγωγής, προσφυγής, έγκλησης, ενδίκου μέσου ή βοηθήματος και γενικά οποίασδήποτε διαδικαστικής ενέργειας, η έλλειψη της παρέχουσας την εντολή ή την έγκροση ή την πληρεξουσιότητα σχετικής απόφασης, δεν επηρεάζει το κύρος όποιων πράξεων από τις παραπανω γίνονται χωρίς αυτήν ή έγιναν πρίν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δεν έχει εκδοθεί επ’αυτών αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

26.Στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών και στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, συνιστώνται Γραφεία Νομικού Συμβουλίου τοου Ν.Κ.Σ., τα οποία λειτουργούν, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δύναται να συνίστωνται Γραφεία Νομικού Συμβουλίου του Ν.Σ.Κ. και σε άλλα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, με αντίστοιχη αύξηση των οργανικών θέσεων των Νομικών Συμβουλίων, Παρέδρων και Δικαστικών Αντιπροσώπων.

27.Η νομική διεύθυνση του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων, που προβλέπεται από το άρθρο 3 περίπτωση β’ του π.δ/τος 251/1989 (ΦΕΚ 118 Α’) και το Γραφείο Νομικών Υποθέσεων του Ταμείου Νομικών, που προβλέπεται από τα άρθρα 1 περίπτωση δ’ και 5 του π.δ/τος 415/1988, μετατρέπονται σε Δικαστικά Γραφεία του Ν.Σ.Κ., τα οποία λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις, που το διέπουν.οι Προϊστάμενοι των Δικαστικών Γραφείων προϊστανται και των δικηγόρων που υπηρετούν σε αυτά.

28.Οι διατάξεις των άρθρων 1 και 5 του κανονιστικού διατάγματος της 26 Ιουνίου – 10 Ιουλίου 1994 “Περί κώδικος των νόμων, περί δικών του Δημοσίου” (ΦΕΚ Α` 139), όπως τροποποιηθείσες ισχύουν, έχουν εφαρμογή και στις δικαστικές διαφορές του Δημοσίου, που υπάγονται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, με εξαίρεση τις φορολογικές διαφορές, τις υποθέσεις των περιπτώσεων ε` και ζ` της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν.1406/1983 (ΦΕΚ 182 Α`) και τις υποθέσεις της ακυρωτικής διαδικασίας ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και των Διοικητικών Εφετείων. Οι προβλεπόμενες από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, επιδόσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών, ως εκπρόσωπο του Δημοσίου ή των κατά το άρθρο 1 του πιο πάνω κανονιστικού διατάγματος νομικών προσώπων, γίνονται στο κατάστημα του Ν.Σ.Κ. Στις διαφορές του άρθρου 1 του ν. 1406/1983, στις οποίες εφαρμόζονται τα άρθρα 1 και 5 του παραπάνω κανονιστικού διατάγματος, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, όταν εναγόμενο ή καθού η προσφυγή, ή η ανακοπή, ή το ένδικο μέσο ή βοήθημα είναι το Δημόσιο, ή τα πιο πάνω νομικά πρόσωπα, η Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, κοινοποιεί εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο τη σχετική μ` αυτή πράξη του Προέδρου, μαζί με επικυρωμένο αντίγραφο του οικείου δικογράφου, στο δικηγόρο που το υπογράφει και στη δημόσια υπηρεσία από ενέργεια της οποίας προήλθε η ένδικη διαφορά. Επικυρωμένο αντίγραφο της πράξης αυτής και του δικογράφου, υποχρεούται ο δικηγόρος να κοινοποιήσει στο Δημόσιο ή στο νομικό πρόσωπο, τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο και να προσκομίσει τις εκθέσεις επίδοσης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, μία τουλάχιστον ημέρα πριν απ` αυτή. Σε περίπτωση παράλειψης της υποχρέωσης αυτής, ή μη προσήκουσας κοινοποίησης και απουσίας του Δημοσίου ή του νομικού προσώπου στη δίκη,η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη και ορίζεται νέα δικάσιμος για να γίνει η κλήτευσή τους σύμφωνα με τα παραπάνω. Αν η κλήτευση αυτή δεν γίνει, το δικαστήριο απορρίπτει το σχετικό δικόγραφο ως απαράδεκτο. Σε περίπτωση που συντρέχει λόγος για νέα ή περαπέρω συζήτηση της υπόθεσης, επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία για την κλήτευσή τους. Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, αν το Δημόσιο ή το νομικό πρόσωπο παρίστανται και δεν αντιλέγουν, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης, ακόμη και αν δεν έχουν τηρηθεί ως προς αυτά οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου για τις κοινοποιήσεις. Η αρμόδια για την παροχή στοιχείων δημόσια υπηρεσία, υποχρεούται να διαβιβάζει τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, έκθεση απόψεων μαζί με το σχετικό φάκελο, τόσο στη Γραμματεία του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, όσο και στο αρμόδιο για το χειρισμό της υπόθεσης Γραφείο Νομικού Συμβούλου, ή Δικαστικό Γραφείο, ή δικηγόρο του Δημοσίου, επιφυλασσομένων, σε περίπτωση μη αποστολής τους, των συνεπειών των άρθρων 37 του π.δ. 341/1978 (ΦΕΚ Α` 71) και 20 παρ. 2 του π.δ. 282/1996 (ΦΕΚ Α`199) αντιστοίχως. Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου ως προς τη διαδικασία κλήτευσης του Δημοσίου και των παραπάνω νομικών προσώπων, δεν ισχύουν για τα δικόγραφα που έχουν κατατεθεί πριν από την έναρξη τπς ισχύος του, καθώς και για τις αιτήσεις αναιρέσεως, για την κοινοποίηση των οποίων προβλέπει το άρθρο 21 παραγρ. 4, 5 και 6 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ 8 Α`). Τα πρακτικά γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. σε υποθέσεις ακυρωτικής διαδικασίας, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Διοικητικού Εφετείου, εγκρίνονται από τον αρμόδιο κατά περίπτωση υπουργό .
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρ.28Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998

29.Η προθεσμία κλήτευσης του Δημοσίου και των νομικών προσώπων του άρθρου 1 του κανονιστικού διατάγματος της προηγούμενης παραγράφου, ενώπιον οποίουδήποτε δικαστηρίου, δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών σε υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων ή των τριάντα (30) ημερών στις λοιπές υποθέσεις, χωρίς να επιτρέπεται σύντμηση αυτής.

30.Στην παράγραφο 1 του άρθρου 85 του ν.δ/τος 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α’) προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:
Στην περίπτωση αίτησης αναστολής πλειστηριασμού ή διόρθωσης της κατασχετήριας έκθεσης ή αλλαγής του τόπου πλειστηριασμού, η κοινοποίηση αυτης στους πιο πάνω, γίνεται το αργότερο τρείς (3) εργάσιμές ημέρες πριν από τηξ δικάσιμο με ποινή το απαράδεκτο”.

31.Σε περίπτωση προσφυγής κατα πράξεως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, καθώς και αγωγής από τέτοια πράξη, που εγκρίθηκε από το εποπτεύον αυτό όργανο, η κοινοποίηση παντός δικογράφου γίνεται σύμφωνα με τα οριζομενα στο άρθρο 7 παράγραφος 4 του π.δ/τος 341/1978 (ΦΕΚ 71 Α’), προς το νομικό πρόσωπο, το οποίο διάδικο και στο εποπτεον αυτό όργανο, το οποίο δικαιούται να παρέμβει στη σχετική δίκη.

32.Οι οργανικές θέσεις των Παρεδρικών και των Δικαστικών Αντιπροσώπων του Ν.Κ.Σ. αυξάνονται κατα τρείς (3) αντίστοιχα.

Άρθρο 20
Ρύθμιση διαφόρων θεμάτων

1.Ο εκτός υπηρεσίας χρόνος των δημοσίων υπαλληλων και των υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που επανήλθαν στην υπηρεσία με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α’), o οποίος αναγνωρίσθηκε ως συντάξιμος με τις διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου 3 του ν. 2320/1995, αναγνωρίζεται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και ως χρόνος ασφάλισης στους φορείς επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας με καταβολή των σχετικών εισφορών από το Δημόσιο. Κάθε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το ίδιο θέμα παύει να ισχύει.
Μερίσματα που έχουν καταβληθεί στους άνω υπαλλήλους από τους φορείς επικουρικής ασφάλισης για το εκτός υπηρεσίας χρονικό διάστημα που αναγνωρίστηκε ως συντάξιμο δεν επιστρέφονται από αυτους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.4 άρθρ.12 Ν. 2443/1996
Σχετικό:  παρ. 12 και 13 άρθρου 3 του Ν. 2320/95

2.Η εξόφληση των οφειλόμενων ποσών προς τους υπαλλήλους του Δημοσίου,των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ., περιλαμβανομένων και αυτών που υπάγονται στη δικαιοδοσία των Ο.Τ.Α., που αμείβονται με το ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α’) ή με το ν. 1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α’), από τη μη χορήγηση της ειδικής αποζημίωσης του άρθρου 7 του ν. 2019/1992 (ΦΕΚ 34 Α’), όπως αυτή μετατράπηκε σε ειδικό επίδομα με την παράγρασο 8 του άρθρου 41 του ν. 2065/1992, για το χρονικό διάστημα από 23.3.1990 μέχρι 31.12.1992, είτε έχουν αναγνωριστεί με δικαστικές αποφάσεις είτε όχι, ενεργείται με μετρητά σε ετήσιες δόσεις, η πρώτη από τις οποίες αρχίζει από το έτος 1996. Ειδικά για τους υπηρετούντες σε περιοχές των Νομών Κοζάνης, Γρεβενών, Αχαϊας και Φωκίδας που έχουν πληγεί από τους πρόσφατους σεισμούς, η ανωτέρω αποζημίωση μπορεί να καταβληθεί και εφάπαξ. Επίσης, για τους υπηρετούντες σε περιοχές των νομών που επλήγησαν από τους σεισμούς των ετών 1993 και 1994, η ανωτέρω αποζημίωση μπορεί να καταβληθεί εντός δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Ο τρόπος καταβολής των ανωτέρω ποσών, η ημεροχρονολογία πληρωμής των δόσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται με αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, όσον αφορά τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ..
Σχετικό: Το άρθρο 11 του Ν.2454/1997 (Α 7)

3.Στο αστυνομικό, πυροσβεστικό και πολιτικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης για την έκτακτη απασχόληση του σε εκλογικής φύσεως εργασίες κατα την εκλογική περίοδο χορηγείται επίδομα, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παράγραφο 2 άρθρου 3Ν.4051/2012,ΦΕΚ Α 40,29.2.2012.

4. Η αληθής έννοια του εδαφίου α’ της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 2240/1994 (ΦΕΚ 153 Α’) είναι ότι στην εποπτεία, που ασκείται από τον Περιφερειακό Διευθυντή επι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), περιλαμβάνεται κάθε αρμοδιότητα και κάθε πράξη με την οποία σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ασκείται η κρατική εποπτεία των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένης και της συγκροτήσεως των συλλογικών τους οργάνων.

5. Από το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α’) διαγράφεται, από τότε που ίσχυσε, η φράση “προτιμωμένων εκείνων που έχουν ασκήσει καθήκοντα προϊσταμένων διεύθυνσης”.

6. Επιτρέπεται εφεξής η απόσπαση στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, για διάθεση σε βουλευτές και ‘Ελληνες βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπαλλήλων και δικηγόρων με πάγια αντιμισθία από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείτο πριν την ισχύ τόυ άρθρου 51 παρ. 1 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α’). Ο αριθμός των υπαλλήλων που μπορεί να αποσπώνται από τράπεζες και θυγατρικές τους εταιρίες δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τον έναν υπάλληλο για κάθε βουλετή από καθεμία από αυτές. Αποσπάσεις υπαλλήλων που έχουν γίνει μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου από τους προαναφερόμενους φορείς εξακολουθούν να ισχύουν.

7. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ν. 2129/1993 και μετά το τέταρτο εδάφιο που προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 2298/1995 προστίθεται νέο εδάφιο ως ακολούθως:
“Το ύψος της συνολικής ετήσιας δαπάνης για τη χορήγηση της ανωτέρω ειδικής αποζημίωσης για το έτος 1995 καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας’.

8. Το δεύτερο εδάφιο την παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 2129/1993 που αναφέρεται στη συνολική ετήσια δαπάνη, καταργείται.

9. Στο προσωπικό του Λιμενικού Σώματος για την έκτακτη απασχόλησή τους σε εκλογικής φάσεως εργασίες κατά την εκλογική περίοδο χορηγείται επίδομα, το ύψος του οποίου καθορίζεται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με την παράγραφο 2 άρθρου 3Ν.4051/2012,ΦΕΚ Α 40,29.2.2012.

10.’Εργα αρμοδιότητας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσιων ‘Εργων, που έχουν ανατεθεί στην Ελληνική Αστυνομία έστω και προσωρινά με διατάξεις νόμων, προεδρικών διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων, που δεν έχουν προσυπογραφεί από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, δεν εκτελούνται, εφόσον δεν διατηρηθούν σε ισχύ με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσιων ‘Εργων και Δημόσιας Τάξης, που εκδίδεται αποκλειστικά μέχρι την 31η Μαρτίου 1996.
Σχετικό: υπ’αριθμ. 65220/1986/26-28.3.1996 απόφαση των Υπουργών ΠΕΧΩΔΕ και Δημ.Τάξης (ΦΕΚ Β’203)

11. Οι συμβάσεις μισθώσεως έργου που έχουν συναφθεί από 17 Ιουλίου 1993 μέχρι και 19 Νοεμβρίου του υπουργού Περιβάλλντος, Χωροταξιας και Δημόσιων ‘Εργων και αναδόχων διαφόρων ειδικοτήτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1735/1987 και σε εκτέλεση: α) των υπ’ αρ. 192/ 18.6.1993 και 135/14.5.1995 αποφάσεων του Πρωθυπουργού και β) των 34/16.2.1994, 270/13.7.1994, 368/ 5.10.1994 και 369/ 5.10.1994 πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου είναι έγκυρες συμβάσεις μισθώσεως έργου από του χρόνου της καταρτίσεώς τους και παρόγουν όλα τα νόμιμα αποτελέσματα.
Οι βεβαιώσεις που πιστοποιούν την τμηματική ή και μόνο τη συνολική εκτέλεση και παράδοση του έργου των συμβάσεων αυτών θεωρούνται νόμιμες, εφόσον έχουν υπογραφεί από διευθυντές του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ‘Εργων, από το Γενικό Γραμματέα ή τους διευθυντές του Πολιτικού Γραφείου του Υπουργού ή του Υφυπουργού του αυτού Υπουργείου.Τα χρηματικά εντάλματα, για την πληρωμή των παραπάνω συμβάσεων έχουν εκδοθεί νομίμως, εφόσον η εκτέλεση των συμβάσεων και η παράδοση του έργου πιστοποιείται με τις προαναφερθείσες βεβαιώσεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.11 άρθρ.5 Ν.2940/2001,ΦΕΚ Α 180/6.8.2001.

12 Η περίπτωση α) της παραγράφου 6 του άρθρου 43 του κωδ. ν 2190/1920 όπως τέθηκε με την παρ. 1 του όρθρου 3 του π.δ/τος 367/1994 (ΦΕΚ 200 Α’) αντικαθίσταται ως εξής:
“α) Οι μετοχές ανωνύμων εταιρειών, οι ομολογίες και τα λοιπά χρεόγραφα, καθώς και τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων και οι συμμετοχές σε επιχειρήσεις, που δεν έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρείας,αποτιμούνται στην κατ’ είδος χαμηλότερη τιμή, μεταξύ της τιμής κτήσεώς τους και της τρέχουσας τιμής τους. Ειδικότερα, οι τράπεζες και εν γένει τα πιστωτικά ιδρύματα του ν. 2076/1992, αποτιμούν τα χαρτοφυλάκιο των συμμετοχών και χρεογράφων τους στη συνολικά χαμηλότερη τιμή, μεταξύ της τιμής κτήσεώς τους και της τρέχουσας τιμής τους’.

13. Η παρ. 5 του άρθρου 28 του π.δ/τος 186/1992 αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Για την αποτίμηση των συμμετοχών και χρεογράφων ισχύουν τα ακόλουθα:
α. Οι μετοχές, οι ομολογίες και τα λοιπά χρεόγραφα που είναι εισηγμένα στο Χρηματιστήριο, καθώς και τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων, αποτιμώνται στην κατ’ είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης καιτης τρέχουσας τιμής τους. Ειδικότερα οι τράπεζες και γενικά τα πιστωτικά ιδρύματα του ν. 2076/1992 αποτιμούν τις συμμετοχές και χρεόγραφά τους στη συνολικά χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης και της τρέχουσας τιμής τους.
β. Για τα χρεόγραφα της πιο πάνω περιπτώσεως α’ ως τρέχουσα τιμή θεωρείται ο μέσος όρος της χρηματιστηριακής τιμής τους κατά τον τελευταίο μήνα της χρήσης. Ειδικά, για τα αμοιβαία κεφάλαια ως τρέχουσα τιμή θεωρείται ο μέσος όρος της καθαρής τιμής τους κατά τον τελευταίο μήνα της χρήσης.
γ. Οι μετοχές ανωνύμων εταιρειών που δεν έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο και οι συμμετοχές σε επιχειρήσεις που δεν έχουν τη μορφή ανώνυμης εταιρείας αποτιμώνται στην τιμή κτήσης τους.
δ. Τα κάθε φύσης χρεόγραφα και οι τίτλοι, που έχουν χαρακτήρα προθεσμιακής κατάθεσης και δεν έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, αποτιμώνται στην κατ’ είδος παρούσα απο τους κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού. Η αξία αυτή προσδιορίζεται με βάση το ετήσιο επιτόκιο του κάθε χρεογράφου ή τίτλου’

14. α) Τα κλιμάκια εισφορών των πρώτου εδαφίου της παρ. 3 (α) του άρθρου 43 του ν. 2324/1995 τροποποιούνται ως εξής:
Κλιμάκιο καταθέσεων Ποσοστιαία εισφορά (σε δισ. δρχ.) (επί τοις χιλίοις)
0-50 1.250
51-250 1.200
251-750 1.175

751-1750 0.205
1751 και άνω 0.025
β) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 (α) του άρθρου 43 τροποποιείται ως εξής:
“Ειδικά προκειμένου περί της πρώτης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου το συνολικό ποσό της τακτικής εισφοράς του έτους 1995 θα καταβληθεί μέχρι την 1η Νοεμβρίου 1995, με βάση στοιχεία καταθέσεων της31ης Δεκεμβρίου 1994 .
Υ) Κατά τα λοιπά η παράγραφος 3 (α) του άρθρου 43 παραμένει ως έχει.

15. Η υποχρέωση έκδοσης αναλυτικού φυλλαδίου της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του ν. 2324/1995 πρέπει να εκπληρωθεί το αργότερο μέχρι τη 15η Μαρτίου 1996.

Άρθρο 21

1. Η ειδική αποζημίωση των ΔΙ.Β.Ε.Ε.Τ. δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους που υπηρετούν με απόσπαση στις υπηρεσίες για το προσωπικό, των οποίων προβλέπεται η αποζημίωση αυτή με εξαίρεση μόνο τους υπηρετούντες με οποιονδήποτε τρόπο στα γραφεία Υπουργού, Υφυπουργών και Γενικών Γραμματέων του ίδιου Υπουργείου. Η διάταξη του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 27 του Ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 197 Α΄) εφαρμόζεται ανάλογα και για το Λογαριασμό των ΔΙ.Β.Ε.Ε.Τ..

2. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 35 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) ισχύει και για τους υπαλλήλους των Ν.Π.Δ.Δ., που εποπτεύονται από το Υπουργείο Οικονομικών, τους υπαλλήλους του Μ.Τ.Π.Υ. (Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων), τους διοικητικούς υπαλλήλους του Νομίκου Συμβουλίου του Κράτους, τους δικαστικούς υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Εκτύπωσης Εντύπων και `Αξια Δημοσίου (Υ.Ε.Ε.Α.Δ.) του Υπουργείου Οικονομικών.

Άρθρο 22

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 23 του Ν. 2127/1993 (ΦΕΚ 48 Α΄) όπως αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Οι συντελεστές του Ειδικού Κατανάλωσης στα παρακάτω πετρελαιοειδή προϊόντα ορίζονται ως εξής:

ΕΙΔΟΣΚΩΔ.Σ.Ο.ΠΟΣΟ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΔΡΧ.ΕΠΙΒΟΛΗΣ
Α)Βενζίνη αεροπλάνων27.10.00.26149.000χιλ/τρο
Β)Βενζίνη με μόλυβδο27.10.0034 &
27.10.0036 &127.000χιλ/τρο
Γ)Βενζίνη χωρίς μόλυβδο
– με αριθμό οκτανίων27.10.00.27
μέχρι και 96,5 .27.10.00.29111.000χιλ/τρο
– με αριθμό οκτανίων27.10.00.29 &
μεγαλύτερο των 96,527.10.00.32121.000χιλ/τρο
Δ)Ειδικό καύσιμο
αεριωθούμενων τύπου
βενζίνης27.10.00.37149.000χιλ/τρο
Ε)Πετρέλαιο εσωτερικής
καύσης (diesel) κίνησηςΕΧ 27.10.00.6977.000χιλ/τρο
στ)Πετρέλαιο εσωτερικής
καύσης(diesel) θέρμανσηςΕΧ 27.10.00.6977.000χιλ/τρο
Ειδικά για την περίοδο από την τρίτη Δευτέρα του μηνός Οκτωβρίου μέχρι την τελευταία Κυριακή
του μηνός Απριλίου κάθε έτους, ο φόρος του πετρελαίου θέρμανσης ορίζεται σε 42.000 δρχ. το
χιλιόλιτρο.
Ζ)Πετρέλαιο εσωτερικής
καύσης(ddiesel) άλλο από
εκείνο των περιπτώσεων ε΄
και στ·ΕΧ 29.10.00.6977.000χιλ/τρο
Η)Πετρέλαιο εξωτερικής27.10.00.74
καύσης (Fuel-Οil-Μαζουτ)έως και 27.10.00.7813.000Μεγ.τόννος
Θ) Κηροζίνη (φωτιστικό27.10.00.51&
πετρέλαιο)ΕΧ 29.10.00.5577.000χιλ/τρο
ι)Κηροζίνη θέρμανσηςΕΧ 29.10.00.5577.000χιλ/τρο
Ια)Υγραέρια και μεθάνιοΕΧ 27.11.12.11
που χρησιμοποιούνται ωςέως
καύσιμο κινητήρωνΕΧ 27.11.19.00 & ΕΧ32.000μετ.τόννος
27.11.29.00
Ιβ) Υγραέρια και μεθάνιο για ΕΧ 27.11.12.11
λοιπές, πλην της προηγού-
μενης περίπτωσης ια΄ΕΧ 27.11.19.00 & ΕΧ
χρήσεις.27.11.29.004.500μετ.τόννος

2. Η παρ. 2 του άρθρου 26 του 2127/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης καθορίζεται σε 770 ΕCU ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης».

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 26 του Ν. 2127/1993 αντικαθίστανται ως εξής:
«Εφαρμόζεται μειωμένος κατά 50% (πενήντα τοις εκατό) συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης, έναντι του ισχύοντος κανονικού συντελεστή, για την αιθυλική αλκοόλη που προορίζεται για την παρασκευή ούζου ή που περιέχεται στο τσίπουρο και την τσικουδιά. Ο μειωμένος αυτός συντελεστής καθορίζεται σε 385 ΕCU ανά εκατόλιτρο άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης.

4. Η παρ. 2 του άρθρου 30 του Ν. 2127/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο φόρος αυτός ορίζεται σε 384 δραχμές ανά βαθμό ΡLΑΤΟ κατά όγκο και εκατόλιτρο μπύρας.»

5. Η παρ. 3 του άρθρου 9 του Ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«3. Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 2074/1992 (ΦΕΚ 128 Α΄) αναπροσαρμόζεται από 119.000 δρχ σε 127.000 δρχ. ο μετ. τόννος».

6. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 1996.

Άρθρο 23

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 38 του Ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης που παραλαμβάνονται με το φορολογικό καθεστώς της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον αποχαρακτηρίζονται και τίθενται σε κυκλοφορία ως ιδιωτικής χρήσης πριν παρέλθει πενταετία από του τελωνισμού τους, υπόκεινται στην καταβολή της διαφοράς των φορολογιών, που καταβλήθηκαν και των φορολογιών που ισχύουν για τα καινουργή επιβατικά αυτοκίνητα αντιρρυπαντικής τεχνολογίας κατά το χρόνο του τελωνισμού τους, ως ιδιωτικής χρήσης και με βάση τα φορολογικά στοιχεία που διαμορφώνονται κατά τον ίδιο χρόνο.
Η παραπάνω διαφορά μειώνεται κατά 50% (πενήντα τοις εκατό) μετά την παρέλευση της πενταετίας και μέχρι τη συμπλήρωση δεκαετίας από του τελωνισμού τους ως δημόσιας χρήσης, ενώ μετά την παρέλευση της δεκαετίας ουδεμία διαφορά καταβάλλεται».

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τα επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης που παραλήφθηκαν με το φορολογικό καθεστώς της παρ. 5 του άρθρου 1 του Ν. 1858/1989 (ΦΕΚ 148 Α΄).

Άρθρο 24
Σχετικό:  με το άρθρο 3 Ν.2448/1996.

1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 5α και 6 του άρθρου 1 του Ν. 2340/1995 (ΦΕΚ 204 Α΄), με τις οποίες προβλέπει χορήγηση επιδόματος ετοιμότητας στους στρατιωτικούς των Ενόπλων Δυνάμεων εφαρμόζονται αναλόγως, από 1ης Ιανουαρίου 1996, και στο Αστυνομικό και Πυροσβεστικό προσωπικό του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύμφωνα με την υφιστάμενη αντιστοιχία των βαθμών τους,Προκειμένου περί των μισθοδοτουμένων με μισθολογικές προσαυξήσεις, το ύψος του ανωτέρω επιδόματος διαμόρφωνε ανάλογα με την παρεχόμενη προσαύξηση.

2. Το επίδομα αυτό χορηγείται ως έκτακτο βοήθημα σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και στους συνταξιούχους αστυνομικούς και πυροσβεστικούς υπαλλήλους, οι οποίοι είναι μέτοχοι των ασφαλιστικών ταμείων Ε.Τ.Ε.Χ. ή Μ.Τ.Π.Υ. ή Μ.Τ.2 Τ.Α.Υ.Α.Π. ή Τ.Α.Υ.Π.Σ., ως και στους δικαιούχους μερίσματος εκ μεταβιβάσεως από αυτά, υπολογιζόμενο σι βαθμό επί του οποίου υπολογίζει το μέρισμα το Μ.Τ.Σ..Οι φορείς και ο τρόπος καταβολής του έκτακτου βοηθήματος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και των συναρμόδιων υπουργών.

Άρθρο 25

1. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 3, 5α και 6 του άρθρου 1 του Ν. 2340/1995 (ΦΕΚ 204 Α΄), με τις οποίες προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος ετοιμότητας στους στρατιωτικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, εφαρμόζονται αναλόγως, από 1ης Ιανουαρίου 1996 και στο στρατιωτικό προσωπικό του Λιμενικού Σώματος, σύμφωνα με την υφιστάμενη αντιστοιχία των βαθμών τους.
Προκειμένου περί των μισθοδοτουμένων με μισθολογικές προσαυξήσεις, το ύφος του ανωτέρω επιδόματος διαμορφώνεται ανάλογα με την παρεχόμενη προσαύξηση.

2. Το επίδομα αυτό χορηγείται ως έκτακτο βοήθημα σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και στους απόστρατους στρατιωτικούς του Λιμενικού Σώματος, οι οποίοι είναι μέτοχοι του Μετοχικού Ταμείου Ναυτικού, ως και στους δικαιούχους μερίσματος εκ μεταβιβάσεως από αυτά, υπολογίζει το μέρισμα το Μ.Τ.Ν..
Ο τρόπος καταβολής του έκτακτου βοηθήματος και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπ.Οικονομικών και των συναρμόδιων υπουργών.

Άρθρο 26
Οι διατάξεις της παρ . 1 του άρθρου 37 του Ν. 1193/1981 (ΦΕΚ 220 Α΄), εφαρμόζονται ανάλογα και για τους εργοδηγούς χημικούς και παρασκευαστές μικροβιολόγους που εργάζονται στην Ε.Υ.Δ.Α.Π. με την προϋπόθεση της δεκαετούς προϋπηρεσίας στα εργαστήρια της Ε.Υ.Δ.Α.Π..

Άρθρο 27
Στο άρθρο έβδομο και στο τέλος της παραγράφου 4 του νόμου «Σύσταση φορέων για την επιτάχυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας και άλλες διατάξεις» προστίθενται οι λέξεις «στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης» και η χρονολογία «1η/1/1995» αντικαθίσταται με τη χρονολογία «1η Ιανουαρίου 1994».

Άρθρο 28
Παρατείνεται από τότε που έληξε (24.10.1986) η προθεσμία υποβολής αιτήσεων και των απαιτούμενων δικαιολογητικών εξαγοράς της παραγράφου 4 του άρθρου 44 του Ν. 1591/1986 (ΦΕΚ 50 Α΄) μέχρι έξι (6) μήνες από την τοιχοκόλληση σχετικής πρόσκλησης της αρμόδιας κτηματικής υπηρεσίας στο κατάστημα της οικείας κοινότητας. Για την τοιχοκόλληση αυτή συντάσσεται πρακτικό που υπογράφεται και από ένα μάρτυρα.
Αιτήσεις που τυχόν έχουν απορριφθεί ως εκπρόθεσμες ή διότι είχαν υποβληθεί εκπρόθεσμα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και διότι δεν κατεβλήθη το τίμημα, θεωρούνται εμπρόθεσμες και επανεξετάζονται.
Οι διατάξεις του άρθρου 44 του Ν. 1591/1986 εφαρμόζονται ανάλογα και για τα δημόσια κτήματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών με αριθμούς ΒΚ 1097, ΒΚ 1098 (ΜΕΣΑΓΓΑΛΩΝ), ΒΚ 1113 (ΚΟΥΛΟΥΡΑ), ΒΚ 1114 (ΣΚΛΗΘΡΑ-ΣΤΡΙΝΤΖΟΥ), ΒΚ 924 (ΣΤΟΜΙΟΥ) της Β΄ Δ.Ο.Υ. (Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας) Λάρισας, τα οποία κατέχονται από τους ίδιους ή τους δικαιοπαρόχους τους μέχρι της καταγραφής τους ως δημόσια κτήματα αντιστοίχως.
Ειδικά για τα ανωτέρω δημόσια κτήματα ΒΚ 1097 και ΒΚ 1098 (ΜΕΣΑΓΓΑΛΩΝ) η παραχώρηση γίνεται με τίμημα ίσο προς το 1/20 της τρέχουσας αγοραίας αξίας του ακινήτου κατά το χρόνο της παραχώρησης τους.
Σε περίπτωση μεταβίβασης του εξαγορασθέντος ακινήτου καταβάλλονται εφάπαξ στο Δημόσιο, πριν από την παραπάνω μεταβίβαση με ποινή ακυρότητας αυτής, όλες οι υπόλοιπες οφειλόμενες δόσεις εξαγοράς.

Άρθρο 29
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων αυτού του νόμου αρχίζει:
α) Των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 6 για τα εισοδήματα που αποκτούν οι δικαιούχοι από 1ης Ιανουαρίου 1996 και μετά.
β) Των διατάξεων των παραγράφων 7,9, 10, 11, 12 και 19 του άρθρου 6 από το οικονομικό έτος 1995, για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1994 και μετά.
γ) Των διατάξεων των παραγράφων 18, 20 και 21 του άρθρου 6 από το οικονομικό έτος 1996, για τα ποσά που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
δ) Των διατάξεων της παραγράφου 34 του άρθρου 6 και του άρθρου 9 από την 7η Δεκεμβρίου 1995.
ε) Των διατάξεων των παραγράφων 1 έως και 26, 29 έως και 37 του άρθρου 13, από 1ης Ιουλίου 1995.
στ) Των διατάξεων των παρ. 1, 2, 3, 8 και 9 του άρθρ. 15 από τη μεθεπόμενη της κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή προς ψήφιση (3.11.1995).
ζ) Των διατάξεων των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 20, για τις εταιρικές χρήσεις που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 1995 και μετά.
η) Των λοιπών διατάξεων από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από αυτές.