ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ΑΡΙΘ.2367 ΦΕΚ Α΄261/29.12.1995

Νέοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Εταιρίες Αμοιβαίων Εγγυήσεων

Άρθρο 1
Άδεια λειτουργίας Μετοχικό κεφάλαιο, Έλεγχος – Ρυθμίσεις καταστατικού

1. Ανώνυμες εταιρείες με κύριο σκοπό την παροχή εγγυήσεων σε πιστωτικά και χρηματοδοτικό ιδρύματος καθώς και σε κατασκευαστικούς και προμηθευτικούς οίκους και νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου υπέρ των μετόχων τους που ονομάζονται Εταιρείες Αμοιβαίων Εγγυήσεων (Ε.Α.Ε.) επιτρέπεται να λειτουργούν μόνον ύστερα από ειδική άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος, που παρέχεται σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα για το χρηματοδοτικά ιδρύματα νομοθεσία, οι διατάξεις της οποίας εφαρμόζονται ανάλογα. Επιτρέπεται επίσης, στις Ε.Α.Ε. η παροχή συναφών προς τον κύριο σκοπό τους υπηρεσιών ιδίως συμβουλευτικού και μελετητικού χαρακτήρα.

Για τη χορήγηση της άδειας από την Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμώνται η οργάνωση τα τεχνικά και οικονομικά μέσα της εταιρίας, καθώς επίσης η αξιοπιστία και η πείρα των προσώπων που τη διοικούν. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να εξειδικεύονται τα ανωτέρω κριτήρια.

2. Μέτοχοι της Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεων μπορεί να είναι μόνο μέλη των εμπορικών, βιομηχανικών βιοτεχνικών και επαγγελματικών επιμελητηρίων, τα οποία διατηρούν εμπορική ή μεταποιητική επιχείρηση η οποία δεν απασχολεί άνω των εκατό (100) εργαζομένων. Επιτρέπεται κατά την ίδρυση Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεων η συμμετοχή των ως άνω επιμελητηρίων, πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών εταιριών και φορέων του δημόσιου τομέα όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α`) πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 51 του ν. ί892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`).

3. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να ορισθούν οι προϋποθέσεις και οι όροι για να επιτραπεί η σύσταση και λειτουργία Εταιριών Αμοιβαίων Εγγυήσεων με σκοπό την παροχή εγγυήσεων και σε επαγγελματίες μετόχους τους.

4. Το μετοχικά κεφάλαιο της Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεων ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των τριακοσίων εκατομμυρίων (300.000.000) δραχμών ολοσχερώς καταβεβλημένο κατά την ίδρυση. Ειδικά για τις Εταιρίες Αμοιβαίων Εγγυήσεων με έδρα τους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης το μετοχικό κεφάλαιο ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των πεντακοσίων εκατομμυρίων (500.000.000) δραχμών ολοσχερώς καταβεβλημένο κατά την ίδρυση . Απαγορεύεται η κάλυψη του κεφαλαίου με δημόσια εγγραφή. Για τη χορήγηση άδειας από την Τράπεζα της Ελλάδος απαιτείται η κατάθεση του κεφαλαίου σε οποιαδήποτε τράπεζα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Το κεφάλαιο αναλαμβάνεται μετά τη χορήγηση της σχετικής άδειας. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος του ελάχιστου κεφαλαίου των Ε.Α.Ε..

5. Οι μετοχές της εταιρίας είναι ονομαστικές και δεσμευμένες. Η μεταβίβασή τους επιτρέπεται ύστερα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου που λαμβάνεται με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων (4/5) των μελών του. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η μεταβίβαση των μετοχών για τους μετόχους εκείνους, υπέρ των οποίων έχει εγγυηθεί η ανώνυμη εταιρία και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση του ασφαλιζόμενου χρέους. Η μεταβίβαση των μετοχών κατά τους κανόνες κληρονομικής διαδοχής είναι ελεύθερη υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

6. Απαγορεύεται η κτήση μετοχών κατά ποσοστό που υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του εκάστοτε καταβεβλημένου κεφαλαίου, εκτός εάν πρόκειται για συμμετοχή, κατά την ίδρυση, πιστωτικών και Χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, επιμελητηρίων, ασφαλιστικών εταιριών και φορέων του δημόσιου τομέα με την έννοια της παραγράφου 2. Η διάθεση των μετοχών τις οποίες κατέχουν πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, επιμελητήρια, ασφαλιστικές εταιρίες και φορείς του δημόσιου τομέα πλέον του πέντε τοις εκατό (5%) του αρχικού καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου επιτρέπεται χωρίς απόφαση του διοικητικού συμβουλίου.

7. Το ύψος των πάσης φύσεως διευκολύνσεων της εταιρίας στον ίδιο μέτοχο ή σε εταιρίες συνδεδεμένες, κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του ν. 2190/1920, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει συνολικά το πέντε τοις εκατό (5%) των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας.

8. Οι διατάξεις του άρθρου 23α του ν. 2190/1920 δεν εφαρμόζονται στις ανώνυμες Εταιρίες Αμοιβαίων Εγγυήσεων όσον αφορά τις συμβάσεις εγγυήσεως.

9. Το καταστατικό της Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεως ορίζει τους όρους, υπό τους οποίους παρέχονται υπέρ των μετόχων της εταιρίας εγγυήσεις, ιδίως δε το ύψος των προμηθειών που εισπράττει η εταιρία για την εγγύηση καθώς και την άσκηση δικαιώματος αναγωγής κατά των μετόχων.

10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης μπορεί να καταβληθούν στην Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και στον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. Α.Ε., μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, οι σχετικές επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αντίστοιχη εθνική συμμετοχή, προκειμένου οι φορείς αυτοί να συμμετάσχουν στην ίδρυση Ε.Α.Ε. με την κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου μέχρι ποσοστού 35%. Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής της επιχορήγησης. Οι μετοχές των Ε.Α.Ε. που αποκτώνται από την Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και τον Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ. Α.Ε. με τις επιχορηγήσεις του προηγούμενου εδαφίου επιτρέπεται να μεταβιβάζονται χωρίς αντάλλαγμα στους λοιπούς μετόχους κάθε Ε.Α.Ε. κατά το λόγο συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο, υπό τον όρο η Ε.Α.Ε. να είναι μέτοχος του Ταμείου Αντεγγύησης κατά το χρόνο της μεταβιβάσεως. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζεται το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής της Ε.Α.Ε. στο Ταμείο Αντεγγύησης, οι λοιποί όροι και προϋποθέσεις μεταβίβασης των μετοχών και κάθε σχετική λεπτομέρεια εφαρμογής της διατάξεως αυτής.

Σημ.: όπως προστέθηκε  με την παρ.1 άρθρ.1 Ν.2702/1999 Α 70/7.4.99

Άρθρο 2
Φορολογικές απαλλαγές

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του παρόντος Άρθρου, το καταστατικό της Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεων, οι τροποποιήσεις του, οι αυξήσεις κεφαλαίου, οι προμήθειες που εισπράττει η εταιρία οι συμβάσεις εγγυήσεων και οι χορηγούμενες για αυτές ασφάλειες, καθώς και η μεταβίβαση των μετοχών εν ζωή εξ επαχθούς αιτίας, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά, δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και γενικώς τρίτων εξαιρέσει του Φόρου Συγκέντρωσης Κεφαλαίου και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας με την επιφύλαξη του άρθρου 24 του ν. 2214/1994.

2 .Το πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον των καθαρών κερδών δεν διανέμεται στους μετόχους της εταιρίας, αλλά φέρεται σε ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό για την κάλυψη του κινδύνου από την άσκηση της σχετικής δραστηριότητας. Κατά την πρώτη πενταετία λειτουργίας της Εταιρίας Αμοιβαίων Εγγυήσεων το αποθεματικά αυτό μπορεί να ανέρχεται μέχρι και στο ογδόντα τοις εκατό (80%) των καθαρών κερδών.

Άρθρο 3
Ταμεία Αντεγγύησης
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.1 Ν.2702/1999 Α 70/7.4.99

1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, μπορεί να συσταθεί ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “Ταμείο Αντεγγύησης” και να καταρτισθεί το καταστατικό της. Το Ταμείο Αντεγγύησης έχει ως σκοπό την κάλυψη μέρους του εγγυητικού κινδύνου που αναλαμβάνουν οι Ε.Α.Ε., Λειτουργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος, κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, και διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο άρθρο αυτό.

2. Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο αναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο για την άσκηση των μετοχικών του δικαιωμάτων εκπροσωπεί ο Υπουργός Ανάπτυξης.

3. Με το καταστατικό του Ταμείου καθορίζονται μεταξύ άλλων:

α) Το μετοχικό κεφάλαιο και ο τρόπος καλύψεώς του.

β) Οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα πρόσωπα προς τα οποία επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών.

γ) Η δυνατότητα συμμετοχής στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου εκπροσώπων νομικών προσώπων, οργανισμών και φορέων που δεν είναι μέτοχοι.

δ) Οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τους οποίους επιτρέπεται η απόσπαση ή η μετάταξη στο Ταμείο υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 14 του ν. 2190/1994.

ε) Οι πόροι της εταιρείας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται ειδική επιχορήγηση υπέρ του Ταμείου, που εγγράφεται ετησίως στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης.

4. Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 1 ορίζονται οι διατάξεις του καταστατικού, των οποίων η τροποποίηση απαιτείται να εγκριθεί με προεδρικό διάταγμα.

5. Το Ταμείο Αντεγγύησης μπορεί να χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.

6. Η οργάνωση, λειτουργία και διάρθρωση των υπηρεσιών του Ταμείου Αντεγγύησης, ο αριθμός των θέσεων προσωπικού και η κατανομή τους στις διοικητικές μονάδες της εταιρείας και κάθε σχετική με τα ανωτέρω λεπτομέρεια ρυθμίζονται από τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας του Ταμείου, που καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, εγκρίνεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Η εποπτεία του Ταμείου Αντεγγύησης ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Με πράξεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζονται οι σχετικοί κανόνες και ιδίως οι συντελεστές ρευστότητας, κεφαλαιακής επάρκειας και φερεγγυότητας του Ταμείου. Με όμοια πράξη καθορίζεται, στην περίπτωση που η συμμετοχή Ε.Α.Ε. στο μετοχικό κεφάλαιο του Ταμείου υπερβαίνει συγκεκριμένο ποσοστό, η δυνατότητα της Τράπεζας της Ελλάδος να αφαιρεί το ποσό της συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο του Ταμείου Αντεγγύησης από το κεφάλαιο της Ε.Α.Ε. που λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της κεφαλαιακής της επάρκειας.

8. Οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 2 εφαρμόζονται και στο Ταμείο Αντεγγύησης.

9. Το 70% των διαθεσίμων του Ταμείου Αντεγγύησης τοποθετούνται υποχρεωτικά και παραμένουν κατατεθειμένα εντόκως σε τράπεζα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, αφού ενημερωθεί προηγουμένως η Τράπεζα της Ελλάδος. Το υπόλοιπο των διαθεσίμων του Ταμείου μπορεί να επενδύεται σε αξίες, όπως τίτλοι του Δημοσίου, ομόλογα τραπεζών και αμοιβαία κεφάλαια σταθερού εισοδήματος και διαχείρισης διαθεσίμων, καθώς και σε αντίστοιχες κατηγορίες αξιών σε συνάλλαγμα.

10. Τα κέρδη του Ταμείου Αντεγγύησης δεν διανέμονται στους μετόχους του, αλλά φέρονται σε ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό.

11. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Αντεγγύησης και γνώμη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, θεσπίζεται Κανονισμός Αντεγγυήσεων, ο οποίος δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Με τον Κανονισμό Αντεγγυήσεων ρυθμίζονται τα εξής:

α) Οι δικαιούχοι και οι προϋποθέσεις παροχής αντεγγύησης. Όσον αφορά τις Ε.Α.Ε. της παρ. 10 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, επιτρέπεται η παροχή αντεγγύησης μόνον εφόσον αυτές είναι και μέτοχοι του Ταμείου Αντεγγύσησης, κατά ποσοστό που ορίζεται στον ίδιο Κανονισμό.

β) Οι βασικοί όροι των συμβάσεων αντεγγύησης και οι προϋποθέσεις κατάπτωσης της εγγύησης.

γ) Το ανώτατο ποσοστό κάλυψης από το Ταμείο του εγγυητικού κινδύνου που αναλαμβάνουν οι Ε.Α.Ε..

δ) Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη ρύθμιση των θεμάτων που αφορούν τις παρεχόμενες από το Ταμείο αντεγγυήσεις.

Άρθρο 4
Κανονιστικές ρυθμίσεις

1. Με αποφάσεις του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας ρυθμίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου.

2. Με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθορίζονται συντελεστές κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας τους οποίους πρέπει νά τηρούν οι Ε.Α.Ε. Η Τράπεζα της Ελλάδος ελέγχει τη συμμόρφωσή τους προς τις ανωτέρω προτάσεις και διαπιστώνει ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις με βάση τους οποίους χορήγησε την άδεια λειτουργίας τους. Οι διατάξεις της νομοθεσίας για τα πιστωτικά ιδρύματα που αφορούν στην επιβολή κυρώσεων προς αυτά και τα υπεύθυνα για τη διοίκησή τους πρόσωπα εφαρμόζονται ανάλογα και στην περίπτωση των Ε.Α.Ε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Εταιρείες Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών

Άρθρο 5
Έννοια – Υπαγωγή – Εποπτεία

1. Η Εταιρία Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) είναι ανώνυμη εταιρία με αποκλειστικό σκοπό τη συμμετοχή στο κεφάλαιο επιχειρήσεων, οι οποίες εδρεύουν: (α) στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή (β) σε τρίτη χώρα, εφόσον οι επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ή στην παροχή υπηρεσιών στην Ελλάδα. Η εταιρία ιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και από το καταστατικό της πρέπει να προκύπτει ο αποκλειστικός της σκοπός, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Η σχετική εγκριτική απόφαση γνωστοποιείται ταυτόχρονα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Ε.Κ.Ε.Σ. υποχρεούται να περιλαμβάνει στην επωνυμία της τη φράση «Εταιρία Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) του ν. 2367/1995. Από την εισαγωγή των μετοχών της Ε.Κ.Ε.Σ. σε οργανωμένη αγορά ή την ένταξη τους για διαπραγμάτευση σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (Π.Μ.Δ.), σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 6, η Ε.Κ.Ε.Σ. εποπτεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τις εταιρίες που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή που έχουν ενταχθεί σε Π.Μ.Δ., αντίστοιχα.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.1 Ν.4141/2013, ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

Εξαιρούνται σε κάθε περίπτωση κτηματικές εταιρείες, επιχειρήσεις τυχερών παιγνίων, αθλητικά σωματεία και οργανισμοί κοινής ωφέλειας.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 20 Ν.2789/2000 ΦΕΚ Α 21,και με το άρθρο 105 παρ.1 Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

2. Η Ε.Κ.Ε Σ μπορεί:

α. επενδύει σε συμμετοχές (μετοχές Α.Ε. ή εταιρικά μερίδια Ε.Π.Ε.) στο κεφάλαιο επιχειρήσεων, των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο ή δεν διαπραγματεύονται σε ΠΜΔ, καθώς και σε τίτλους που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των μετοχών αυτών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 105 παρ.1β` Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

β. επενδύει σε ομολογίες που εκδίδονται από επιχειρήσεις οι μετοχές των οποίων δεν είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο ή δεν διαπραγματεύονται σε ΠΜΔ.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 105 παρ.1γ` Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

γ. Να παρέχει εγγύηση για τη χορήγηση δανείων σε επιχειρήσεις, στις οποίες συμμετέχει.

δ Να τοποθετεί τα διαθέσιμα της σε καταθέσεις, σε μέσα χρηματαγοράς και σε τοποθετήσεις σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 20 Ν.2789/2000 ΦΕΚ Α 21, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 105 παρ.1β` Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

ε. Να παρέχει τις υπηρεσίες της στις παραπάνω επιχειρήσεις για την έρευνα αγοράς, την ανάλυση επενδυτικών προγραμμάτων, την οργάνωσή τους και γενικά κάθε άλλη υπηρεσία πρόσφορη για την πραγματοποίηση των σκοπών τους.

3. Η Ε.Κ.Ε.Σ. μπορεί να συμμετέχει στο κεφάλαιο επιχειρήσεων με κινητές αξίες ήδη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Π.Μ.Δ., κατά την έννοια των παραγράφων 10 και 11 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 αντίστοιχα, καθώς και να επενδύει σε τίτλους επιλογής ή άλλες κινητές αξίες που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω κινητών αξιών, μέχρι σωρευτικά ανώτατου ποσοστού 40% του ενεργητικού της. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφαση της να μεταβάλλει το παραπάνω ποσοστό. Η Ε.Κ.Ε.Σ. μπορεί, επίσης, να επενδύει σε ομολογίες που εκδίδονται από επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Π.Μ.Δ..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 20 Ν.2789/2000 ΦΕΚ Α 21, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 2 παρ.2 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

4. Η Ε.Κ.Ε.Σ. διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικά από τις διατάξεις που ισχύουν για τις ανώνυμες εταιρίες.

5. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρέπει να έχουν τη μορφή της ανώνυμης εταιρίας ή της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης.

Σημ.: όπως η παράγραφος 5 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 2 παρ.9 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

6. Επιτρέπεται στην Ε.Κ.Ε.Σ. να αναθέτει, με σύμβαση διαχείρισης, σε εξειδικευμένες εταιρίες την εκπλήρωση των σκοπών της και τη διαχείριση της περιουσίας της. «Διαχειριστής μπορεί να είναι εταιρία που έχει λάβει άδεια να παρέχει την επενδυτική υπηρεσία της περίπτωσης δ` της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 ή επιχείρηση, κράτους – μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου η οποία δύναται να διαχειρίζεται αντίστοιχα σχήματα παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου και έχει την απαραίτητη οργάνωση και εμπειρία, καθώς και εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ του ν. 4099/2012 (Α` 250). Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι διαχειριστές Ε.Κ.Ε.Σ.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.3 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

7. Για τη σύσταση Ε.Κ.Ε.Σ. ο Υπουργός Εμπορίου εξετάζει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος νόμου και εγκρίνει την υπαγωγή της σε αυτόν.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το άρθρο 2 παρ.9 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

8. Ο Υπουργός Εμπορίου ασκεί εποπτεία στις Ε.Κ.Ε.Σ., μπορεί να ζητεί από αυτές οποιαδήποτε σχετικά στοιχεία και να επιβάλλει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το άρθρο 2 παρ.9 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

Άρθρο 6
Μετοχικό κεφάλαιο – Μέτοχοι – Κανόνες αποτίμησης

1. Το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Κ.Ε.Σ. ορίζεται σε τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και καταβάλλεται ολοσχερώς κατά τη σύσταση της εταιρίας.  «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να μεταβάλλεται το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Κ.Ε.Σ..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.4 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 105 παρ.2α` Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

2. Οι μετοχές της Ε.Κ.Ε.Σ. είναι ονομαστικές και εισάγονται σε οργανωμένη αγορά της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 ή εντάσσονται προς διαπραγμάτευση σε Π.Μ.Δ. της παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007, εντός είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από τη σύσταση της, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τις οργανωμένες αγορές και Π.Μ.Δ. διατάξεις ή από την ισχύ του παρόντος νόμου, εφόσον πρόκειται για ήδη υφιστάμενες και λειτουργούσες Ε.Κ.Ε.Σ.. Σε περίπτωση μη εισαγωγής Ε.Κ.Ε.Σ. σε οργανωμένη αγορά ή σε περίπτωση μη ένταξης της Ε.Κ.Ε.Σ. σε Π.Μ.Δ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ύστερα από αίτηση της Ε.Κ.Ε.Σ., να παρατείνει την παραπάνω προθεσμία, για χρονικό διάστημα έως είκοσι τέσσερις (24) μήνες, εφόσον συντρέχει λόγος ανωτέρας βίας ή αν κριθεί ότι οι συνθήκες της αγοράς θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη της εισαγωγής των μετοχών της εταιρίας στην οργανωμένη αγορά ή την ένταξη τους στον Π.Μ.Δ.. Εφόσον η Ε.Κ.Ε.Σ. δεν εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά ή δεν ενταχθεί σε Π.Μ.Δ. εντός των παραπάνω προθεσμιών (αρχική και μετά από δοθείσα παράταση) λύεται αυτοδικαίως, ανακαλούνται τα προβλεπόμενα για αυτήν φορολογικά οφέλη, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες ευνοϊκές για αυτήν φορολογικές ρυθμίσεις, που θεσπίζονται σε άλλους νόμους και τίθεται σε εκκαθάριση.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.5 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013 και με το άρθρο 60 το υν.4509/2017

3. Νομικά πρόσωπα και οι συνδεδεμένες με αυτά επιχειρήσεις, κατά την έννοια του ν. 2296/1995, καθώς και φυσικά πρόσωπα και οι πρώτου και δευτέρου βαθμού συγγενείς τους εξ αίματος ή εξ αγχιστείας δεν επιτρέπεται να κατέχουν, αμέσως ή εμμέσως, πάνω από το τριάντα τοις εκατό (30%) των μετοχών της Ε.Κ.Ε.Σ.. Ειδικά για τα πιστωτικά ιδρύματα επιτρέπεται να κατέχουν κατ` ανώτατο όριο, αμέσως ή εμμέσως, το εξήντα πέντε τοις εκατό (65%) των μετοχών της Ε.Κ.Ε.Σ..

Σημ.: όπως η παράγραφος 3 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 2 παρ.9 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

4. Η επένδυση κεφαλαίων ή η παροχή εγγυήσεων από την Ε.Κ.Ε.Σ. σε επιχείρηση ή σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει αθροιστικά το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Κ.Ε.Σ., όπως αυτά ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της επόμενης παραγράφου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23α του κ.ν. 2190/1920.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.6 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

5. Δεν επιτρέπεται οι υποχρεώσεις της Ε.Κ.Ε.Σ. να υπερβαίνουν τα ίδια κεφάλαιά της. Ως “ίδια κεφάλαια” και “υποχρεώσεις” της εταιρίας θεωρούνται αντίστοιχα οι κατηγορίες Α και Γ του υποδείγματος της παραγράφου 4.1.103 του άρθρου 1 του π.δ/τος 1123/1980 (ΦΕΚ 283 Α`). Στις υποχρεώσεις συνυπολογίζεται ποσοστά πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί από την Ε.Κ.Ε.Σ. για δάνεια των επιχειρήσεων του άρθρου 5 παρ. 2 (γ) του παρόντος.

Αν οι υποχρεώσεις υπερβούν τα ίδια κεφάλαια, η Ε.Κ.Ε.Σ., μέσα στους πρώτους έξι (6) μήνες της επόμενης διαχειριστικής χρήσης, είναι υποχρεωμένη να αποκαταστήσει με Αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου τη σχέση των ιδίων κεφαλαίων προς τις υποχρεώσεις. Η μη συμμόρφωση προς την υποχρέωση αυτή συνεπάγεται την ανάκληση της άδειας λειτουργίας από την αρμόδια αρχή. Με την ανάκληση της άδειας η Ε.Κ.Ε.Σ τίθεται υπό εκκαθάριση, σύμφωνα με τους όρους του καταστατικού και ταυ νόμου.

6.«Μετά το κλείσιμο της τρίτης χρήσης της η Ε.Κ.Ε.Σ. υποχρεούται να έχει συνεχώς επενδεδυμένο ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) των ιδίων κεφαλαίων της σε συμμετοχές και ομολογίες των περιπτώσεων α` και β` της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3 του άρθρου 5

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 2 παρ.7 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

Στον υπολογισμό του ανωτέρω ποσοστού 50% συμπεριλαμβάνεται τέλος και το προϊόν από τη ρευστοποίηση των παραπάνω συμμετοχών και για δώδεκα (12) μήνες από το τέλος της χρήσης εντός της οποίας γίνεται η ρευστοποίησή τους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 20 Ν.2789/2000 ΦΕΚ Α 21/11.2.2000.

7. Τα στοιχεία του ενεργητικού της Ε.Κ.Ε.Σ. αποτιμώνται σύμφωνα με τις αρχές των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς. Η Ε.Κ.Ε.Σ. αναθέτει τη φύλαξη των στοιχείων του χαρτοφυλακίου επενδύσεων της, σε θεματοφύλακα του άρθρου 21 του νόμου «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις για τροποποίηση των Οδηγιών 2011/61/ΕΕ σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και 2011/89/ΕΕ σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012/ΕΕ περί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, κεντρικών αντισυμβαλλόμενων και αρχείων καταγραφής συναλλαγών και άλλες διατάξεις.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ.8 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 105 παρ.2β Ν.4209/2013, ΦΕΚ Α 253/21.11.2013.

8. Η παραβίαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου και της παραγράφου 3 του άρθρου 5 επιφέρει απώλεια των πλεονεκτημάτων, που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8 του παρόντος νόμου.

Άρθρο 7
Επιχορήγηση

1. Ειδικά για τη συμμετοχή τους σε Αύξηση του κεφαλαίου ή σε ίδρυση επιχειρήσεων, που αναλαμβάνουν επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας ή καινοτομίας στην Ελλάδα, οι Ε.Κ.Ε.Σ. επιχορηγούνται με ποσοστό μέχρι είκοσι τοις εκατό (20%) στο ποσό της συμμετοχής τους. Για τον υπολογισμό του ύψους της επένδυσης υψηλής τεχνολογίας ή καινοτομίας, εκτός από τις δαπάνες για την απόκτηση υλικών παγίων περιουσιακών στοιχείων λαμβάνονται υπόψη και οι δαπάνες για την κάλυψη προλειτουργικών δαπανών για έρευνα αγοράς, εκπαίδευσης προσωπικού, απόκτηση τεχνογνωσίας και εξόδων ιδρύσεως και οργανώσεως.

2. Ως συμμετοχή κατά την έννοια του άρθρου αυτού θεωρείται η καταβολή μετοχικής ή εταιρικής εισφοράς σε Αύξηση του κεφαλαίου ή σε ίδρυση επιχειρήσεων στην περίπτωση του άρθρου 5 παρ. 2(α).

3. Η επιχορήγηση παρέχεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, ύστερα από γνώμη της κεντρικής γνωμοδοτικής επιτροπής του άρθρου 8 παρ. 1(α) του ν. 1892/1990, όπως ισχύει, μετά από γνώμη της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας. Περίληψη της απόφασης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

4. Με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας καθορίζονται τα τεχνικοοικονομικά και άλλα απαραίτητα στοιχεία για το χαρακτηρισμό των επενδύσεων ως υψηλής τεχνολογίας ή καινοτομίας, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση για επιχορήγηση στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, οι προθεσμίες υποβολής της, η διαδικασία καταβολής της επιχορήγησης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 8
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 21 Ν.2789/2000 ΦΕΚ Α 21/11.2.2000.

“Οι κείμενες διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και στις Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) με τις εξής παρεκκλίσεις:

Οι κείμενες διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος, όπως ισχύουν κάθε φορά, εφαρμόζονται και στις Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) με τις εξής παρεκκλίσεις:

1. Αντικείμενο του φόρου εισοδήματος στις Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) είναι τα μερίσματα που διανέμονται με οποιαδήποτε μορφή μετά την αναγωγή τους σε μικτό ποσό με την προσθήκη του φόρου που αναλογεί επί τούτων, εξαιρουμένου του τμήματος των μερισμάτων αυτών που προέρχονται: α) από μερίσματα ημεδαπών ανωνύμων εταιριών γενικά ή από κέρδη από συμμετοχή σε ημεδαπές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, τα οποία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2238/1994 φορολογούνται στο όνομα των εταιριών τούτων και β) από κέρδη του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης ζ` της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του ίδιου ως άνω νόμου.

Για την εξεύρεση του πιο πάνω εξαιρούμενου τμήματος μερισμάτων λαμβάνεται ποσό διανεμημένων μερισμάτων ίσο με τη σχέση μεταξύ του ύψους των παραπάνω υπό στοιχεία α` και β` μερισμάτων και κερδών και του ύψους των κερδών του ισολογισμού.

2. Ο συντελεστής φορολογίας των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) ορίζεται σε είκοσι τοις εκατό (20%) σε κάθε περίπτωση.

3. Από το ποσό του φόρου που προκύπτει σύμφωνα με τα παραπάνω εκπίπτουν: α) ο φόρος που παρακρατήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 114 του ν. 2238/ 1994 και ο οποίος αναλογεί επί των σχετικών εισοδημάτων που εμπεριέχονται στα φορολογικά κέρδη των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε,Σ.), β) ο φόρος που παρακρατήθηκε ή καταβλήθηκε για τα εισοδήματα τα οποία αφ` ενός μεν φορολογούνται με ειδικό τρόπο και εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, αφ` ετέρου δε εμπεριέχονται στα φορολογητέα κέρδη των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) και γ) ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για τα εισοδήματα που προέκυψαν σε αυτή και ο οποίος αναλογεί επί των εισοδημάτων τούτων που εμπεριέχονται στα φορολογητέα κέρδη των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.), μη δυνάμενος ο φόρος αυτός να είναι μεγαλύτερος από το φόρο που προκύπτει με την εφαρμογή επί των εν λόγω εισοδημάτων του συντελεστή φορολογίας των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.).

Για την εξεύρεση των προαναφερόμενων εισοδημάτων που εμπεριέχονται στα φορολογητέα κέρδη των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ,) εφαρμόζεται ανάλογα το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β , της παραγράφου 1.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται η λογιστική εμφάνιση και ο τρόπος παρακολούθησης των αποθεματικών που σχηματίζουν οι Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) από τα κέρδη κάθε χρήσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου].

Σημ.: όπως η παράγραφος 4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 2 παρ.9 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.

5. Τα κέρδη που διανέμουν οι Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ,) με τη μορφή αμοιβών και ποσοστών, εκτός μισθού, στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και αμοιβών στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό, εξαιρουμένου του τμήματος των κερδών αυτών που προέρχονται από τα εισοδήματα των υποπεριπτώσεων α` και β` της παραγράφου 1, το οποίο εξευρίσκεται με την ανάλογη εφαρμογή του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 , φορολογούνται στο όνομα των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) μετά την αναγωγή τους σε μικτό ποσό με την προσθήκη του φόρου που αναλογεί επί τούτων. Ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) ή σαράντα τοις εκατό (40%) σε κάθε περίπτωση, ανάλογα αν οι μετοχές των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) κατά τη λήξη της διαχειριστικής χρήσης είναι εισηγμένες ή μη εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Για την εξεύρεση του οφειλόμενου φόρου της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παραγράφου 3.

6. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 του άρθρου 111 του ν. 2238/1994 δεν εφαρμόζονται στις Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.).

7. Τα μερίσματα που διανέμουν οι Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε,Σ.) στους μετόχους τους με οποιαδήποτε μορφή δεν υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στο όνομα των τελευταίων, μη ισχυούσης οποιασδήποτε άλλης διάταξης η οποία ορίζει κάτι διαφορετικό. Το ίδιο ισχύει και όταν οι μέτοχοι των Εταιρειών Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) είναι νομικό πρόσωπα τα οποία διανέμουν περαιτέρω τα ως άνω μερίσματα στους εταίρους ή μετόχους αυτών.

Το πρώτο εδάφιο της παρούσας περίπτωσης εφαρμόζεται ανάλογα και για τα διανεμόμενα κέρδη της παραγράφου 5.

Άρθρο 9
Φορολογικά κίνητρα

1. Εταιρίες, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος δραστηριοποιούνται στην παροχή επιχειρηματικού κεφαλαίου, είτε σύμφωνα με το ν. 1775/1988 (ΦΕΚ 101 Α`) είτε εκτός των πλαισίων αυτού, μπορούν μέσα σε δύο (2) χρόνια από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να ζητήσουν με αίτησή τους προς τον Υπουργό Εμπορίου να υπαχθούν σε αυτόν.

2. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής, εφαρμόζονται στις εταιρίες της προηγούμενης παραγράφου από τη δημοσίευση της απόφασης του Υπουργού Εμπορίου για την υπαγωγή. Οι διατάξεις περί φορολογικών κινήτρων του κεφαλαίου αυτού εφαρμόζονται από τη λήψη της εταιρικής χρήσεως που ακολουθεί τη χρήση, σε διάρκεια της οποίας έγινε η υπαγωγή.

3. Τα άρθρα 1 έως και 6 του ν. 1775/1988, καθώς και οι παράγραφοι 12 έως και 16 του άρθρου 8 του Α` κεφαλαίου του πρώτου μέρους του ν. 2166/1993, που τροποποίησε το ν. 1775/1988, καταργούνται δύο (2) χρόνια μετά τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων

Άρθρο 10

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 του ν. 1905/1990 (ΦΕΚ 147 Α`) αντικαθίσταται ως εξής :

“3. Αντικείμενο της σύμβασης του άρθρου αυτού μπορεί να είναι και απαιτήσεις έναντι πελατών στο εξωτερικό, από επιχειρηματική δραστηριότητα στο εξωτερικό οίκων εγκατεστημένων στην Ελλάδα, όπως επίσης και απαιτήσεις οίκων του εξωτερικού έναντι πελατών τους στην Ελλάδα.”

2. Προστίθεται στο άρθρο 1 του ν. 1905/1990 παράγραφος με τον αριθμό 4, η οποία έχει ως εξής :

“4. Αντικείμενο της σύμβασης του άρθρου αυτού μπορεί να είναι και απαιτήσεις ιδρυτών ή μετόχων του φορέα του άρθρου 4 του παρόντος έναντι πελατών τους στο εσωτερικό ή και στο εξωτερικό, εφόσον οι συμβάσεις αυτές δεν εξέρχονται από τα όρια της τρέχουσας συναλλαγής του φορέα με τους πελάτες του.”

3. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 1 του ν. 1905/1990 αριθμούνται 5 και 6 αντίστοιχα.

4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 4 του ν. 1005/1990 αντικαθίσταται ως εξής :

“5. Οι μετοχές των ανωνύμων εταιριών του εδαφίου β` της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου είναι ονομαστικές. Η μεταβίβασή τους για οποιαδήποτε νομική αιτία, με εξαίρεση την κληρονομική διαδοχή και τη γονική παροχή, χωρίς προηγούμενη άδεια της Τράπεζας της Ελλάδος είναι άκυρη, εάν με τη μεταβίβαση ο αποκτών συγκεντρώνει μετοχές που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Ο έλεγχος των εταιριών αυτών διεξάγεται από ορκωτούς ελεγκτές.”

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 6 του ν. 1905/1990 αντικαθίσταται ως ακολούθως :

“3. Για τον προσδιορισμό των καθαρών κερδών των φορέων του άρθρου 4 του νόμου αυτού επιτρέπεται να ενεργείται έκπτωση, για την κάλυψη του κινδύνου από τη δραστηριότητα αυτή, ως εξής :

– έως 1,5% επί του μέσου ετήσιου ύψους των ποσών που ο φορέας έχει προεξοφλήσει, έναντι απαιτήσεων που έχει αναλάβει να εισπράξει από εξαγωγική δραστηριότητα χωρίς δικαίωμα αναγωγής.

– έως 1% επί του μέσου ετήσιου ύψους των ποσών των προεξοφλήσεων απαιτήσεων με δικαίωμα αναγωγής.

Η έκπτωση αυτή φέρεται σε ειδικό αφορολόγητο αποθεματικό, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να υπερβαίνει το ήμισυ του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου των φορέων του εδαφίου β` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του νόμου αυτού ή το τέταρτο του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου των φορέων του εδαφίου α` της ίδιας παραγράφου.”

6. Προστίθεται παράγραφος στο άρθρο 6 του ν. 1905/1990 με τον αριθμό 4, η οποία έχει ως εξής :

“4. Οι συμβάσεις δανείων ή πιστώσεων προς εταιρείες αυτού του νόμου από ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες ή πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, τα παρεπόμενα αυτών σύμφωνα, η εξόφληση των δανείων ή πιστώσεων και των σχετικών τόκων, προμηθειών και λοιπών επιβαρύνσεων απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά, κράτηση, δικαίωμα ή γενικότερα επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και τρίτων, ανεξάρτητα αν οι συμβάσεις αυτές συνάπτονται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.”

Σχετικό:  παρ.4 άρθρ.19 Ν.2469/1997 ορίζετα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Χρηματοδοτική μίσθωση

Άρθρο 11

1. Το εδάφιο 1 του άρθρου 1 του ν. 1665/1986 αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

“1. Με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης η κατά το άρθρο 2 εταιρία υποχρεούται να παραχωρεί έναντι μισθώματος τη χρήση πράγματος, κινητού ή ακινήτου ή και των δύο μαζί, που προορίζεται αποκλειστικά για επαγγελματική χρήση του αντισυμβαλλόμενου, παρέχοντας στον αντισυμβαλλόμενό της συγχρόνως το δικαίωμα είτε να αγοράσει το πράγμα είτε να ανανεώσει τη μίσθωση για ορισμένο χρόνο. Οι συμβαλλόμενοι έχουν την ευχέρεια να ορίσουν ότι το δικαίωμα αγοράς μπορεί να ασκηθεί και πριν από τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης.”

2. Στο άρθρο 1 του ν. 1665/1986 (ΦΕΚ 194 Α`) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος με τον αριθμό 3 :

“3. Στην έννοια των κινητών πραγμάτων της παραγράφου 1 περιλαμβάνονται τα αεροσκάφη και εξαιρούνται τα πλοία και τα πλωτά ναυπηγήματα, ενώ από τα ακίνητα εξαιρούνται τα οικόπεδα. Η σχετική σύμβαση, καθώς και κάθε τροποποίησή της καταρτίζεται υποχρεωτικά, στην περίπτωση ακινήτων, με συμβολαιογραφικό έγγραφο, στις δε άλλες περιπτώσεις με ιδιωτικό έγγραφο. Οι συμβάσεις αυτές εγγράφονται στα βιβλία μεταγραφών της περιφέρειας του μισθούμενου ακινήτου και στα μητρώα αεροσκαφών, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τις μεταβιβάσεις ακινήτων και αεροσκαφών, αντίστοιχα. Όλες οι συμβάσεις της παραγράφου αυτής καταχωρίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2, στο βιβλίο του άρθρου 5 του ν.δ/τος 1038/1949 του Πρωτοδικείου Α8ηνών”.

3. Στο άρθρο 1 του ν. 1665/1986 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος με τον αριθμό 4:

“4. Όπου στην ισχύουσα νομοθεσία θεσπίζονται περιορισμοί ως προς την υπηκοότητα του ιδιοκτήτη ακινήτων ή κινητών πραγμάτων κάθε είδους, οι περιορισμοί αυτοί, στην περίπτωση χρηματοδοτικής μίσθωσης, κρίνονται και στο πρόσωπο του μισθωτή”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 1665/1986 αντικαθίσταται ως εξής :

“Το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο που απαιτείται για τη σύσταση ανωνύμων εταιριών χρηματοδοτικής μίσθωσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ήμισυ του ελάχιστου μετοχικού κεφαλαίου που απαιτείται για τη σύσταση ανωνύμων τραπεζικών εταιριών”.

5. Η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 1665/1986 καταργείται.

6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του ν. 1665/1986 αντικαθίσταται ως εξής :

“1. Η διάρκεια της χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι πάντοτε ορισμένη και δεν μπορεί να συμφωνηθεί μικρότερη από τρία (3) έτη για τα κινητά, πέντε (5) έτη για τα αεροσκάφη και δέκα (10) έτη για τα ακίνητα. Αν συμφωνηθεί μικρότερη, ισχύει για την ως άνω καθοριζόμενη ελάχιστη διάρκεια”.

7. Στην παρ. 1 εδ. α` του άρθρου 6 του ν. 1665/1986 αντικαθίσταται η λέξη “κινητά” με τη λέξη “πράγματα”.

8. Στην παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1685/1986 προστίθεται εδάφιο, που έχει ως εξής:

“Τα ανωτέρω καταβλητέα δικαιώματα των συμβολαιογράφων καθορίζονται στις πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές. Με αποφάσεις των Υπουργών Δικαιοσύνης και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας το ανωτέρω ποσό μπορεί να αναπροσαρμόζεται”.

9. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 του ν. 1665/1986 συμπληρώνεται με το ακόλουθο δεύτερο εδάφιο:

“Παραλλήλως ισχύει η διάταξη της περίπτωσης β` της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994”.

10. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του ν. 1665/1986 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Ο εκτοκισμός των οφειλόμενων εν καθυστερήσει τόκων υπερημερίας των μισ8ωμάτων χρηματοδοτικών μισθώσεων και των λοιπών απαιτήσεων, που απορρέουν από σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, γίνεται σύμφωνα με την 289/30.10.1980 απόφαση της Ν.Ε. (ΦΕΚ 269 Α`)”.

11. Στο άρθρο 6 του ν. 1665/1986 αντικαθίσταται η παράγραφος 5 ως εξής :

“5. Προκειμένου για συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης, που συνάπτονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης έχει δικαίωμα να ενεργεί αποσβέσεις στα μεν κινητά πράγματα σε όσα μέρη ανάλογα με τα έτη διάρκειας της συμβάσεως, στα δε ακίνητα σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τις αποσβέσεις των ακινήτων”.

12. Στο άρθρο 6 του ν. 1665/1986 προστίθενται παράγραφοι 9, 10 και 11 ως εξής: “9. Απαλλάσσονται από, τυχόν, φόρο αυτομάτου υπερτιμήματος, που θα επιβληθεί, καθώς και από το φόρο μεταβίβασης ακινήτων : α) η μεταβίβαση ακινήτου από την εκμισθώτρια εταιρία προς το μισθωτή κατά τη λήξη της χρηματοδοτικής μίσθωσης, β) η εξαγορά του μισθίου ακινήτου πριν οπό τη λήξη της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης από το μισθωτή, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης. 10. Αν ο μισθωτής αποβιώσει, οι καθολικοί διάδοχοί του μπορούν να υπεισέλθουν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της συμβάσεως χρηματοδοτικής μίσθωσης, εφόσον, προκειμένου περί ακινήτου για επαγγελματική ή επιχειρηματική χρήση, συντρέχουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις σύναψης χρηματοδοτικής μίσθωσης και υπό τον όρο της καταβολής από αυτούς του φόρου κληρονομίας, κατά τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις. Προκειμένου περί ακινήτου για επαγγελματική ή επιχειρηματική χρήση, σε περίπτωση που οι καθολικοί διάδοχοι δεν συγκεντρώνουν στο πρόσωπό τους τις προϋποθέσεις σύναψης σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη λύση της συμβάσεως χρηματοδοτικής μίσθωσης πριν από τη λήξη. 11. Οι διατάξεις των νόμων περί προστασίας της επαγγελματικής στέγης δεν ισχύουν προκειμένου περί χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων”.

13. Στο άρθρο 6 του ν. 1665/1986 προστίθενται παράγραφοι 12, 13 και 14 ως εξής:

“12. Κατά την έκδοση τιμολογίου πώλησης από τον προμηθευτή-πωλητή ο Φ.Π.Α. του τιμολογίου πώλησης προς την εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης αποδίδεται στο Δημόσιο από την εκμισθώτρια εταιρία με την έκδοση σχετικής δίγραμμης επιταγής εις διαταγήν της κατά τόπο αρμόδιας Δ.Ο.Υ..

13. Οι κατά τα ανωτέρω δίγραμμες επιταγές παραδίδονται από τις εκδώσασες εταιρίες στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών, μέσα στο πρώτο πενθήμερο (5 ημέρες) εκάστου μηνός και αφορούν το Φ.Π.Α. του προηγούμενου μήνα.

14. Οι εκμισθώτριες εταιρίες υποχρεούνται να χορηγούν βεβαίωση απόδοσης Φ.Π.Α. στις προμηθεύτριες εταιρίες, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο (10 ημέρες) εκάστου μηνός, σχετικά με τον αποδοτέο κατά τον προηγούμενο μήνα Φ.Π.Α., για το συμψηφισμό εκ μέρους τους ή/και για τη δικαιολόγηση της μη εκ μέρους τους απόδοσης του συγκεκριμένου Φ.Π.Α.”

Σχετικό:  παρ.2 άρθρ.10 Ν.2515/1997 ( Α 154)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Όροι και προϋποθέσεις μεταβιβάσεως μετοχών της “Α.Ε. ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ” στους εργαζομένους στην εταιρεία – Ρύθμιση θεμάτων αποχωρούντος προσωπικού

Άρθρο 12

1. Η Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε υποχρεούται να μεταβιβάσει, με συμβάσεις πώλησης που θα καταρτιστούν γι` αυτόν το σκοπό μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ποσοστό σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) των μετοχών της εταιρείας “Α.Ε. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ” (αποκαλούμενης εφεξής “εταιρεία”) που βρίσκονται στην κυριότητά της, στους εργαζομένους στην εταιρεία κατά την ημερομηνία κατάρτισης της σύμβασης. Σε κάθε περίπτωση το ποσοστό συμμετοχής της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`), στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας, παραμένει σταθερό στο πενήντα ένα τοις εκατό (51%) του συνόλου του.

2. Συνολικό τίμημα της μεταβίβασης του ανωτέρω ποσοστού ορίζεται το ποσό των οκτώ δισεκατομμυρίων εκατόν εβδομήντα πέντε εκατομμυρίων (8.175.000.000) δραχμών καταβλητέο υποχρεωτικά σε ετήσιες άτοκες δόσεις.

Το τίμημα για κάθε εργαζόμενο, καθώς και οι δόσεις του καθορίζονται αναλυτικά στη σύμβαση πώλησης των μετοχών. Ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης ορίζεται η 31.12.1998 και της τελευταίας η 31.12.2010. Οι μετοχές που μεταβιβάζονται θα είναι ονομαστικές και αμεταβίβαστες. Μπορούν να μεταβιβαστούν μόνο:

α) σε προσλαμβανόμενο στην εταιρεία, μετά την υπογραφή των συμβάσεων της προηγούμενης παραγράφου κατά τους εκάστοτε συμφωνούμενους όρους,

β) σε εργαζόμενο στην εταιρεία, ήδη μέτοχο αυτής και

Υ) σε συνεταιρισμό των εργαζομένων στην εταιρεία, που μπορεί να συσταθεί σύμφωνα με την επόμενη παράγραφο.

Μέχρι την εξόφληση της αξίας τους οι μετοχές παραμένουν ως ενέχυρο στην Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε., παραδίδονται δε στους εργαζομένους τμηματικά στο τέλος κάθε έτους ανάλογα με το μέρος του συνολικού τιμήματος που θα έχει καταβληθεί. Μέχρι την εξόφληση του τιμήματος το μέρισμα που αναλογεί στους μετόχους – εργαζομένους, συμψηφίζεται με το οφειλόμενο τίμημα, μειουμένων αναλόγως των αμέσως επόμενων καταβλητέρων δόσεων. Εφόσον συσταθεί ο κατά την επόμενη παράγραφο συνεταιρισμός, οι μετοχές παραδίδονται στους εργαζομένους, μέσω του συνεταιρισμού και με ευθύνη του.

Οι συμβάσεις μεταβίβασης των μετοχών, όλες οι συνεπεία αυτών πράξεις, μεταβιβάσεις, μεταγραφές, εγγραφές υποθήκης ή προσημειώσεις υποθήκης, οι παραχωρήσεις ενεχύρου ή οποιουδήποτε άλλου εμπράγματου βάρους, καθώς και η άρση εμπράγματων βαρών απαλλάσσονται από οποιονδήποτε φόρο, τέλος, χαρτόσημο ή άλλο αντίστοιχο δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, συμπεριλαμβανομένου και του φόρου εισοδήματος. Επίσης, απαλλάσσονται κάθε φόρου οι τυχόν τόκοι του πιστούμενου τιμήματος. Οι απαλλαγές αυτές ισχύουν και για την υλοποίηση της κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 14 του παρόντος συμφωνίας διαγραφής των χρεών της επιχείρησης, για την συνεπεία αυτής άρση των εμπράγματων βαρών, καθώς και για οποιοδήποτε τυχόν κέρδος εμφανισθεί λογιστικά στην επιχείρηση συνεπεία της διαγραφής αυτής.

3. Οι μέτοχοι – εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να αναθέτουν τη διαχείριση των μετοχών τους και την άσκηση για λογαριασμό τους όλων των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μετοχική τους ιδιότητα, σε έναν αστικό συνεταιρισμό, τον οποίο θα ιδρύσουν, σύμφωνα με το ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α`), τουλάχιστον οκτακόσιοι (800) εργαζόμενοι στην εταιρεία και ο οποίος θα έχει ως αποκλειστικό του σκοπό την άσκηση των ανωτέρω δικαιωμάτων για λογαριασμό των μελών του, αποκλειομένης οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας ή ανάληψης οποιασδήποτε άλλης υποχρεώσεως έναντι τρίτων.

Ο ανωτέρω συνεταιρισμός δύναται να αποκτά κατά κυριότητα μετοχές των εργαζομένων – μετόχων, κατόπιν συμβάσεως, υποκαθιστώντας τους σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση πώλησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Η εταιρεία υποχρεούται να εξασφαλίζει τον αναγκαίο χώρο για τη λειτουργία του συνεταιρισμού και να θέτει στη διάθεσή του μέχρι τρία (3) άτομα από το προσωπικό της, τα οποία συνεχίζουν να λαμβάνουν από την εταιρεία, τις κάθε είδους τακτικές και πρόσθετες αποδοχές που θα ελάμβαναν ανεξάρτητα από τη διάθεσή τους.

4. Η Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και οι μέτοχοι – εργαζόμενοι έχουν την υποχρέωση να συμμετάσχουν στη χρηματοδότηση επενδυτικού σχεδίου αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού της εταιρείας, όπως αυτό θα εκπονηθεί από τον επιχειρηματικό σύμβουλο που θα επιλεγεί από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, λαμβανομένης υπόψη σχετικής προτάσεως της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε..

Η χρηματοδότηση του επενδυτικού σχεδίου αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού, εκτιμωμένου ύψους κατά προσέγγιση δώδεκα δισεκατομμυρίων πεντακοσίων εκατομμυρίων (12.500.000.000) δραχμών θα γίνει ως εξής:

α) Με εισφορά σε χρήμα των μετόχων, κατόπιν αιτήσεως του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας κατά δύο δισεκατομμύρια διακόσια εκατομμύρια (2.200.000.000) δραχμές, που αποφασίζεται από τη Γενική Συνέλευση της εταιρείας με τη συνήθη απαρτία και πλειοψηφία. Η κάλυψη της αυξήσεως θα αναληφθεί κατά ποσοστό πενήντα ένα τοις εκατό (51%) από την Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και σαράντα εννέα τοις εκατό (49%) από τους μετόχους – εργαζομένους και η καταβολή μπορεί να γίνει σταδιακά, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης γενικής ή ειδικής διάταξης, όπως ειδικότερα θα καθορίζεται στη σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, και μέσα στο χρονικό διάστημα που θα καθορίζεται από το εγκεκριμένο επενδυτικό σχέδιο αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού, σύμφωνα και με την παράγραφο Δ` της από 15.9.1995 συμφωνίας μεταξύ Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και του σωματείου εργαζομένων στην εταιρεία “Η ΤΡΙΑΙΝΑ”.

β) Με κρατική επιχορήγηση με τη μορφή ενίσχυσης επενδύσεων αναδιάρθρωσης, η οποία θα προβλεφθεί στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων έτους 1996 και θα αναληφθεί από την εταιρεία σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`) και της με αριθμ. 30512/9.8.1991 αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας (ΦΕΚ 740 Β`). Αντί του ποσοστού ιδίας συμμετοχής που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 4 της ανωτέρω απόφασης, ισχύει το ποσό της αυξήσεως κεφαλαίου που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο. Κατά τα λοιπά και σχετικά με την ίδια συμμετοχή στην επένδυση εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν. 1892/1990.

Υ) Κατά το υπόλοιπο ποσό, με δανεισμό της εταιρείας. Με το επενδυτικό σχέδιο αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού θα οριστικοποιηθεί το ακριβές ύψος της συνολικής αναγκαίας χρηματοδότησης. Εφόσον το ύψος της χρηματοδότησης είναι διαφορετικό από το ανωτέρω κατά προσέγγιση εκτιμώμενο, τα ποσά των προηγούμενων εδαφίων αναπροσαρμόζονται ανάλογα.

5. Σύμφωνα με την από 15.9.1995 συμφωνία μεταξύ Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και σωματείου εργαζομένων στην εταιρεία και κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, μέρος του μηνιαίου μισθού, καθώς και των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα των μετόχων – εργαζομένων, θεωρείται ότι έχει εκχωρηθεί αυτοδικαίως στην Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. ή προς την εταιρεία, προκειμένου να εξοφληθούν οι υποχρεώσεις του μετόχου – εργαζομένου αποπληρωμής του τιμήματος της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και καταβολής της αυξήσεως του μετοχικού κεφαλαίου που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο.

Η εκχώρηση επέρχεται προς μεν την εκδοχέα – Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. από την ημερομηνία υπογραφής της συμβάσεως της παραγράφου 1 του παρόντος, προς δε την εκδοχέα – εταιρεία από την ημερομηνία λήξεως από τη Γενική Συνέλευση της αποφάσεως για την Αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο.

Το ποσό που εκχωρείται από το μηνιαίο μισθό, καθώς και από τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα καθορίζεται με ακρίβεια στη σύμβαση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και στην απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της προηγούμενης παραγράφου.

Οι νόμιμοι τόκοι των εκχωρούμενων κάθε μήνα ποσών, για την καταβολή των ετήσιων δόσεων του τιμήματος της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, διατίθενται από την Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε., εφόσον συσταθεί ο κατά την παρ. 3 συνεταιρισμός, σ` αυτόν μετά από αίτησή του και προκειμένου μόνο για την αγορά μετοχών της εταιρείας, σύμφωνα με την ίδια ως άνω παράγραφο. Το υπόλοιπο ποσό των τόκων φέρεται σε πίστωση των εργαζομένων – μετόχων και συμψηφίζεται με το οφειλόμενο τίμημα, μειουμένων αναλόγως των αμέσως επόμενων κοταβλητέων δόσεων.

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας, λαμβάνοντας υπόψη σχετική πρόταση της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε., υποχρεούται να αναθέτει με συμβάσεις διάρκειας πέντε (5) ετών τη συνολική διαχείριση τη εταιρείας και την υλοποίηση επιχειρηματικού σχεδίου, που για την πρώτη Πενταετία θα εκπονηθεί από τον επιχειρηματικό σύμβουλο της παραγράφου 4, σε τρίτον, που θα επιλέγεται με διεθνή διαγωνισμό και θα ελέγχεται με βάση τους στόχους του επιχειρηματικού σχεδίου, τα αποτελέσματα διαχείρισης κάθε έτους και τους όρους της σύμβασης από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας. Η διαδικασία του διαγωνισμού και οι ελάχιστοι όροι της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης και υλοποίησης του επιχειρηματικού σχεδίου καθορίζονται από την εταιρεία, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών προτάσεων του επιχειρηματικού συμβούλου της παραγράφου 4 του παρόντος.

Σχετικό:  το άρθρο 40 Ν.2873/2000,ΦΕΚ Α 285/28.12.2000

Άρθρο 13

1. Για την ορθολογική λειτουργία της επιχείρησης, εκτός των αναγκαίων αναδιαρθρώσεων, μειώνεται και το προσωπικό της επιχείρησης κατά εξακόσια (600) άτομα εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Εφόσον από το επιχειρηματικό σχέδιο της παραγράφου 6 του άρθρου 12 προκύπτει η ανάγκη νέων μειώσεων του προσωπικού, αυτές πραγματοποιούνται εντός του έτους 1996. Η επιλογή των εργαζομένων που θα αποχωρήσουν γίνεται από την εταιρεία με κριτήρια, μεταξύ άλλων, τις ανάγκες της και την ορθολογική διάρθρωση του προσωπικού που θα παραμείνει. Με την επιφύλαξη της πρώτης περιόδου της παρούσας παραγράφου, η παράγραφος Ε` της από 15.9.1995 συμφωνίας μεταξύ της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και του σωματείου των εργαζομένων στην εταιρεία “Η ΤΡΙΑΙΝΑ” ισχύει. λόγω της κατά την προηγούμενη παράγραφο μειώσεως, καταβάλλονται μέσω της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε..

3. Η παράγραφος 11 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995 (ΦΕΚ 74 Α`), η οποία ρυθμίσεις τα ειδικά μέτρα προστασίας των αποχωρούντων εργαζομένων της επιχείρησης, ισχύει για το προσωπικό που θα αποχωρήσει από την επιχείρηση μέχρι την 31.12.1996, κατ` εφαρμογή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

4. Επιτρέπεται η μετάταξη των εργαζομένων στην εταιρία “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση μετάταξης μέχρι την 30.4.1996, σε όλες τις υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα των περιπτώσεων α` έως και στ` της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994. Η μετάταξη διενεργείται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 9 του ν2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α`) και δεν επιτρέπεται για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις υπαγωγής τους στις ρυθμίσεις της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου και σε όσους κρίνονται απαραίτητοι από τη διοίκηση της εταιρίας για την ορθολογική οργάνωση και λειτουργία της.

Η μετάταξη των παραπάνω εργαζομένων διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του εποπτεύοντος την οικεία υπηρεσία, επιχείρηση, οργανισμό ή νομικό πρόσωπο Υπουργού με την ίδια σχέση εργασίας, σε κλάδο ή ειδικότητα της εκπαιδευτικής βαθμίδας που ανήκει ο μετατασσόμενος. Οι μετατάξεις μπορεί να γίνονται σε ειδικότητα συναφών τυπικών προσόντων της ίδιας εκπαιδευτικής βαθμίδας σε κενές οργανικές θέσεις ή εφόσον δεν υπάρχουν τέτοιες, σε προσωποπαγείς θέσεις, που συνιστώνται με την περί μετατάξεως πράξη και καταργούνται αυτοδίκαια με την κατά οποιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του μετατασσόμενου.

Οι μετατασσόμενοι κατατάσσονται σε βαθμό ανάλογο με τα προσόντα τους και το χρόνο προϋπηρεσίας τους που έχει αναγνωρισθεί από την εταιρία και σύμφωνα με τα τυπικά προσόντα του κλάδου στον οποίο μετατάσσονται και σε μισθολογικά κλιμάκια της οικείας κατηγορίας ανάλογα με το συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους. Τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές διατηρούνται ως προσωπική διαφορά, η οποία μειώνεται με τη χορήγηση του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου ή επιδόματος χρόνου υπηρεσίας μέχρι την εξαφάνισή της. Ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του μετατασσόμενου που έχει αναγνωρισθεί από την εταιρεία θεωρείται ως πραγματική υπηρεσία για θέματα υπηρεσιακής του κατάστασης. Κάθε λεπτομέρεια εφαρμογής της παρούσας παραγράφου ρυθμίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Ανάπτυξης”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρου 18 Ν.2446/1996

5. Όσοι εργαζόμενοι στην εταιρεία, ασφαλισμένοι στον κλάδο συντάξεως του Ι.Κ.Α., έχουν συμπληρώσει ή συμπληρώνουν μέχρι 31.12.1996 τον αριθμό ημερών ασφάλισης και την ηλικία που αναφέρεται παρακάτω, μπορούν να υποβάλουν αίτηση αποχώρησης από την εταιρεία για να λάβουν πλήρη σύνταξη από το Ι.Κ.Α.:

α. Άνδρες/Γυναίκες: 10.500 ημέρες ασφάλισης ανεξάρτητα από ηλικία. β. Άνδρες: 9.000 ημέρες ασφάλισης και ηλικία 54 ετών. γ. Γυναίκες: 7.500 ημέρες ασφάλισης και ηλικία 45 ετών. δ. Άνδρες: 4.500 ημέρες στα βαρέα και ηλικία 58 ετών. ε. Άνδρες: 4.500 ημέρες στα κοινά και ηλικία 62 ετών. στ. Άνδρες: 7.500 ημέρες στα κοινά και ηλικία 60 ετών. ζ. Γυναίκες: 4.500 ημέρες στα βαρέα και ηλικία 54 ετών. η. Άτομα με ειδικές ανάγκες που απασχολούνται στο χώρο παραγωγής και αντιμετωπίζουν δυσκολία μετακίνησης λόγω αναπηρίας ενός ή και των δύο κάτω άκρων ή ποσοστό αναπηρίας από πενήντα τοις εκατό (50%) και πάνω, με 6.000 ημέρες ασφάλισης και ηλικία 45 ετών.

Η αίτηση αποχώρησης λόγω πρόωρης συνταξιοδότησης πρέπει να υποβληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος ή τη συμπλήρωση των ως άνω προϋποθέσεων.

Οι δικαιούχοι κύριας σύνταξης, κατά τις παραπάνω διατάξεις, δικαιούνται και πλήρη επικουρική σύνταξη από τους αντίστοιχους φορείς επικουρικής ασφάλισης. Εργαζόμενοι που εμπίπτουν στις παραπάνω διατάξεις και έχουν διαδοχικό ασφαλιστεί και σε άλλους ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη από το Ι.Κ.Α., το οποίο υπολογίζει το ποσό της σύνταξης με βάση το σύνολο του χρόνου που πραγματοποιήθηκε διαδοχικά. Ο συμμετέχων στην καταβολή της σύνταξης ασφαλιστικός οργανισμός επιβαρύνεται με τη δαπάνη συνταξιοδότησης που του αντιστοιχεί, ταυτόχρονα με το Ι.Κ.Α..

Για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος κατά τις παραπάνω διατάξεις υπολογίζεται και ο χρόνος στρατιωτικής θητείας.

Σχετικό:  εγκύκλιο ΙΚΑ 7/30.1.1996

6. Σε όσους εργαζομένους της εταιρείας αποχωρούν, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εκτός από την παράγραφο 4, καταβάλλεται η ισχύουσα πλήρης νόμιμη ή συμβατική αποζημίωση προσαυξημένη κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Η αποζημίωση υπάγεται στη φορολογία εισοδήματος και φορολογείται μέχρι το ποσό των έξι εκατομμυρίων (6.000.000) δραχμών με σταθερό συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) και πέραν του ποσού αυτού με σταθερό συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).

7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό της εταιρείας “ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ ΑΕ”. Κάθε λεπτομέρεια της αναλογικής εφαρμογής καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας. Με την ίδια απόφαση μπορούν να καθορίζονται διαφορετικές προϋποθέσεις πρόωρης συνταξιοδότησης, κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

8. Τα ποσά που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εφόσον δεν εξευρεθούν από κονδύλια σχετικών προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα διατεθούν από προγράμματα του Υπουργείου Εργασίας και του Ο.Α.Ε.Δ. ή θα βαρύνουν το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.

9. Το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας με αιτιολογημένη απόφασή του έχει δικαίωμα να μην αποδεχθεί αίτηση για υπαγωγή στις ρυθμίσεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του παρόντος άρθρου, εφόσον ο εργαζόμενος κρίνεται απαραίτητος και έχει μετεκπαιδευτεί ειδικά για την εκτέλεση της από 10.5.1989 σύμβασης ναυπήγησης των τριών φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που καθαρίζεται στην απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Οι ως άνω εργαζόμενοι υπάγονται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου, μετά τη λήξη του ανωτέρω χρονικού διαστήματος.

Σχετικό:  παρ.3 άρθρ.20 Ν.2515/1997 Α 154

Άρθρο 14

1. Με συμφωνία του Δημοσίου και της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. -ως πιστωτών της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.- σε ποσοστό ανώτερο του εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου και του σαράντα τοις εκατό (40%) των εμπραγμάτως ασφαλισμένων απαιτήσεων κατά της εν λόγω εταιρείας- και της ιδίας εταιρείας, η οποία θα καταρτισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 1892/1990 το αργότερο μέχρι 31.1.1996, διαγράφονται κατά ποσοστό έως ενενήντα εννέα τοις εκατό (99%) όλες οι υφιστάμενες υποχρεώσεις της εταιρείας, είτε αναφέρονται στα βιβλία της είτε όχι, καθώς και εκείνες που θα δημιουργηθούν εν τω μεταξύ, μέχρι την ημερομηνία υπογραφής των συμβάσεων μεταβίβασης των μετοχών και πάντως όχι μεταγενέστερα της 31.1.1996. Στη συμφωνία των πιστωτών δεν υπάγονται κατ` εξαίρεση οι προκαταβολές του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.), οι αξιώσεις των προμηθευτών υλικών και εφοδίων, καθώς και των εργολάβων-υπεργολάβων, στους οποίους θα καταβάλλονται τα ήδη οφειλόμενα και τα δημιουργούμενα στο μεταξύ χρέη. Κάθε άλλη προηγούμενη τέτοια συμφωνία μεταξύ των ιδίων ή άλλων πιστωτών και της επιχείρησης παύει να ισχύει από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

Από το τίμημα της παραγράφου 2 του άρθρου 12 προαφαιρούνται υπέρ της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. :

α) Τα συνολικά έξοδα της διαδικασίας του διαγωνισμού της 3.5.1995.

β) Η δαπάνη για την επιλογή και την αμοιβή του επιχειρηματικού συμβούλου της παραγράφου 4 του άρθρου 12 και

Υ) Οι καταβληθείσες, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του παρόντος, αποζημιώσεις του προσωπικού.

Το υπόλοιπο του τιμήματος διανέμεται από την Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις διαγράφονται σύμφωνα με τα ανωτέρω και κατ` αναλογία των απαιτήσεών τους.

Στην κατ` αναλογία αυτή κατανομή το Δημόσιο θα καταταγεί και για τη ζημία του Πολεμικού Ναυτικού που διαγράφεται, δυνάμει της διατάξεως του εδαφίου (ε) της επόμενης παραγράφου.

Ειδικότερα, τα μέχρι τη μεταβίβαση των μετοχών της εταιρείας χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία και οργανισμούς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, που θα διαγραφούν και δεν θα εξοφληθούν από το τίμημα μεταβιβάσεως των μετοχών της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του παρόντος, αναλαμβάνονται από το Δημόσιο.

2. Οι συμβάσεις ναυπηγήσεων, επισκευών και κατασκευών συνεχίζονται και μετά τη μεταβίβαση των μετοχών χωρίς καμία μεταβολή. Ειδικότερα, για την από 10.5.1989 σύμβαση ναυπήγησης των τριών φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού ορίζεται ότι η ναυπήγησή τους θα συνεχιστεί σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παραπάνω σύμβασης με τις ακόλουθες διαφορές:

α) Τα άρθρα 5.1.11 έως 5.1.17 της σύμβασης αντικαθίστανται ως ακολούθως:

“5.1.11 Ολοκλήρωση Εγκατάστασης Ηλεκτρικών Πινάκων και Ηλεκτρολογικών Συνδέσεων 5%

5.1.12 Έναρξη εγκατάστασης στο πλαίο των Οπλικών Συστημάτων Ηλεκτρονικών Μηχανημάτων και Λειτουργικών Μονάδων 5%

5.1.13 Έναρξη θέσεως σε λειτουργία Οπλικών και Ηλεκτρονικών Συστημάτων 5%

5.1.14 Έναρξη Δοκιμών Αποδοχής εν όρμω Οπλικών Συστημάτων 5%

5.1.15 Έναρξη Δοκιμών Θάλασσας 5%

5.1.16 Συμπλήρωση Δοκιμαστικών Βολών για Έλεγχο Αντοχής Σκάφους 5%

5.1.17 Παράδοση

β) Κατά τροποποίηση του άρθρου 5.2 της σύμβασης η δωδεκαήμερη προθεσμία πληρωμής γίνεται είκοσι (20) ημέρες και η δεκαήμερη προθεσμία της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου γίνεται τριάντα (30) ημέρες,

γ) Κατά τροποποίηση του άρθρου 17.2 της σύμβασης, ο συμβατικός χρόνος παράδοσης παρατείνεται για το πρώτο πλοίο κατά δεκαοκτώ (18) μήνες, για το δεύτερο κατά δεκαεννέα (19) μήνες και για το τρίτο κατά ένδεκα (11) μήνες. Η περίοδος χάριτος προσδιορίζεται σε πέντε (5) μήνες, των σχετικών άρθρων της σύμβασης τροποποιουμένων αναλόγως.

δ) Το όρθρο 19.1.2 της σύμβασης μεταξύ Πολεμικού Ναυτικού και της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.”. που αφορά ποινικές ρήτρες για την τυχόν καθυστέρηση του έργου, τροποποιείται ως ακολούθως:

“Εάν η παράδοση κάθε πλοίου, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 17, καθυστερήσει πέραν της περιόδου χάριτος θα πληρωθούν από την εταιρεία “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” οι εξής ποινικές ρήτρες, υπολογιζόμενες επί του βασικού τιμήματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4.1.1. της σύμβασης.

– Για καθυστέρηση από την πρώτη μέχρι την τριακοστή ημέρα: 0,01% ανά ημέρα

– Για καθυστέρηση από την τριακοστή πρώτη μέχρι την εξηκοστή ημέρα: 0,02% ανά ημέρα

– Για καθυστέρηση από την εξηκοστή πρώτη μέχρι την ενενηκοστή ημέρα: 0,03% ανά ημέρα

– Για καθυστέρηση από την ενενηκοστή πρώτη μέχρι την εκατοστή εικοστή ημέρα. 0,04% ανά ημέρα

– Για καθυστέρηση από την εκατοστή εικοστή πρώτη μέχρι την εκατοστή πεντηκοστή ημέρα: 0,05% ανά ημέρα

– Για καθυστέρηση από την εκατοστή πεντηκοστή πρώτη ημέρα μέχρι την αντίστοιχη περίοδο καθυστέρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19.13 για κάθε πλοίο: 0,06% ανά ημέρα”

ε) Η ζημία του Πολεμικού Ναυτικού, λόγω των καθυστερήσεων στη ναυπήγηση των τριών φρεγατών, εκκαθαριζόμενη οριστικά στο ποσό των δώδεκα δισεκατομμυρίων (12.000.000.000) δραχμών, διαγράφεται εκ του νόμου σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Διαγράφεται επίσης καθ` ολοκληρίαν κάθε ανταξίωση της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” για καθυστέρηση καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος, όπως και για οποιαδήποτε άλλη αιτία, κατά του Πολεμικού Ναυτικού και αντιστρόφως.

στ) Για όσο χρόνο διαρκεί η ναυπήγηση των τριών φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού στη σύνθεση της πλειοψηφίας των μελών του Δ.Σ. της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” θα μετέχει και εκπρόσωπος που θα ορίζεται από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας.

ζ) Το βραδύτερο μέχρι την ημερομηνία υπογραφής των συμβάσεων μεταβιβάσεως μετοχών στους εργαζομένους, η εταιρεία “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” οφείλει να συντάξει αποτίμηση του εκτελεσθέντος έργου και να προσδιορίσει τις εισπράξεις που πραγματοποιήθηκαν. Η αποτίμηση αυτή θεωρείται από την αρμόδια υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού.

3. Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις των παραγράφων 9, 11, 14, 15 και 16 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995, τροποποιούμενες ως ακολούθως:

α) Στον πρώτο στίχο της παραγράφου 9 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995 διαγράφονται οι λέξεις “του μεταβιβαστικού συμβολαίου” και τίθεται η φράση “των συμβάσεων μεταβίβασης μετοχών στους εργαζομένους”.

Στον τελευταίο στίχο της ίδιας παραγράφου αντί των λέξεων “του συμβολαίου” τίθενται οι λέξεις “των συμβάσεων μεταβίβασης μετοχών στους εργαζομένους”.

β) Η δεύτερη και η τρίτη περίοδος της υποπαραγράφου (ε) της παραγράφου 11 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995 (ΦΕΚ 74 Α`) τροποποιείται ως εξής:

“Η δήλωση για οικειοθελή αποχώρηση πρέπει να υποβληθεί στη Διοίκηση της Εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” εντός ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του νόμου για τη μεταβίβαση μετοχών στους εργαζομένους, και ενεργοποιείται αμέσως μετά την υπογραφή των συμβάσεων μεταβίβασης των μετοχών. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας”.

Υ) Η πρώτη περίοδος της παραγράφου 15 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995 αντικαθίσταται ως εξής:

“15. Η εταιρεία “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΑΥΠΗΓΕΙΑ Α.Ε.” διατηρεί και μετά τη μεταβίβαση μετοχών της στους εργαζομένους της κάθε μορφής προνόμια (πλην φορολογικών) ή άδειες που νόμιμα ή συμβατικά της έχουν παρασχεθεί.”.

4. Οι παράγραφοι 1 έως και 8, 10, 12 και 13 του άρθρου 1 του ν. 2302/1995 καταργούνται.

Άρθρο 15
Η εφαρμογή των προηγούμενων άρθρων δεν τροποποιεί και ουδόλως επηρεάζει τις μεταξύ των συμβαλλόμενων σχέσεις όπως συνομολογήθηκαν με την από 15.9.1995 συμφωνία μεταξύ της Ε.Τ.Β.Α. Α.Ε. και του σωματείου εργαζομένων στην εταιρεία “Η ΤΡΙΑΙΝΑ”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
Λοιπές διατάξεις

Άρθρο 16
Το εδάφιο α) της παραγράφου 1 του άρθρου 20 του ν. 489/1976 “περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης”, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 20

1. α) Για την εκπλήρωση του σκοπού του επικουρικού κεφαλαίου επιβάλλεται εισφορά υπέρ αυτού, η οποία καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, υπολογιζόμενη σε ποσοστό επί τοις εκατό, που δεν δύναται να υπερβαίνει το 5% επί των καθαρών ασφαλίστρων του κλάδου αστικής ευθύνης από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα. Η εισφορά αυτή βαρύνει κατά 70% τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και κατά 30% τους ασφαλισμένους.

Η εισφορά των ασφαλισμένων εμφανίζεται στο ασφαλιστήριο και απαλλάσσεται παντός φόρου ή άλλης φορολογικής επιβάρυνσης εκτός των τελών χαρτοσήμου. Η απόδοση του τέλους χαρτοσήμου γίνεται από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ/τος 160/1978 (ΦΕΚ 34 Α`)”.

Άρθρο 17
Θέματα προσωπικού

1. Τα υπόλοιπα κανονικών αδειών του προηγούμενου έτους των υπαλλήλων του Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ., που υπάγονται στον Υπαλληλικό Κώδικα, χορηγούνται υποχρεωτικά και πρέπει να έχουν εξαντληθεί το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για τους υπαλλήλους των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, καθώς και Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού που υπάγονται στο Α` Μέρος και στο Κεφάλαιο Α` του Δευτέρου Μέρους του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 1188/1981 ΦΕΚ 204 Α`).

2. Στην παρ. 6 του άρθρου 17 του ν. 2190/1994 διαγράφονται, από τότε που ίσχυσε, οι λέξεις “κατ` αποκοπή

Άρθρο 18
Στους απολυόμενους χαλυβουργούς από εταιρείες μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.) καταβάλλεται από τον Ο.Α.Ε.Δ. ειδική εισφορά (εθνική συμμετοχή) ισόποση προς την εισφορά που θα εγκρίνεται κάθε φορά από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.), με βάση τη σύμβαση του ν. 1274/1991 που έχει υπογραφεί, για την εφαρμογή του άρθρου 56 παρ. 2β της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (Ε.Κ.Α.Χ.) μεταξύ της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τομέας σιδηρουργίας, και της Ελληνικής Κυβέρνησης, καθώς και το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της Χαλυβουργίας 1993-1995 (93/C146/06).

Η πιο πάνω ειδική εισφορά (εθνική συμμετοχή) ισόποση προς την εισφορά που εγκρίνεται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ και στους χαλυβουργούς εταιρειών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) που έχουν απολυθεί κατά τα έτη 1991, 1992 και 1993.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 87 Ν.2676/1999

Άρθρο 19
Χρονικό όριο χρήσεως της εξουσιοδοτήσεως πλαισίου του άρθρου 4 του ν. 1338/1983 (ΦΕΚ 34 Α`), όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 του ν. 1440/1984 (ΦΕΚ 70 Α`) και τροποποιήθηκε από το άρθρο 7 του ν. 1775/1988 (ΦΕΚ 101 Α`) και από το άρθρο 31 του ν. 2076/1992 (ΦΕΚ 130 Α`), ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2000.

Σχετικό:  το άρθρο 22 Ν.2789/2000,ΦΕΚ Α 21/11.2.2000

Άρθρο 20

1. Η καταναλισκόμενη ηλεκτρική ενέργεια από την εταιρεία “Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Α.Ε. ΛΑΡΚΟ” τιμολογείται από 1.1.1993 μέχρι 31.12.1998 με χρέωση της κιλοβατώρας (Kwh) ίση με την εκάστοτε ισχύουσα για την εταιρεία Αλουμίνιο της Ελλάδος Α.Ε.”, συμπεριλαμβανομένου και του πρόσθετου τιμήματος. Κάθε άλλο ειδικότερο θέμα της ηλεκτροδότησης ρυθμίζεται από σχετική σύμβαση μεταξύ της εταιρείας και της Δ.Ε.Η..

Με αποφάσεις του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, το ανωτέρω χρονικό διάστημα μπορεί να παρατείνεται.

2. Επιτρέπεται, μετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, οι πάσης φύσεως οφειλές της ανωτέρω εταιρείας προς τη Δ.Ε.Η. που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μέχρι 1.8.1994, να κεφαλαιοποιούνται φερόμενες σε Αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου και οι μετοχές που αντιστοιχούν σ` αυτές να περιέρχονται στη Δ.Ε.Η.. Στις ανωτέρω κεφαλαιοποιούμενες οφειλές συμπεριλαμβάνονται και οι αναλογούντες τόκοι υπερημερίας μέχρι την ημερομηνία μετοχοποιήσεως.

Άρθρο 21
1. Στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας συνιστάται Διεύθυνση Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (Μ.Μ.Ε.) με αρμοδιότητες:

– Τη χάραξη πολιτικής ανάπτυξης και στήριξης των Μ.Μ.Ε. και την παρακολούθηση της υλοποίησής της.

– Τη μέριμνα για προώθηση σύγχρονων χρηματοπιστωτικών και άλλων θεσμών που προάγουν τις δραστηριότητες και τις επενδύσεις των Μ.Μ.Ε., ως και την υλοποίηση εθνικών και κοινοτικών προγραμμάτων που τις αφορούν.

– Την εποπτεία του Ε.Ο.Μ.Μ.Ε.Χ..

1. Το Δημόσιο, πάσης φύσεως νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και φυσικά πρόσωπα και ενώσεις φυσικών ή/ και νομικών προσώπων δύνανται να συμβάλλονται μεταξύ τους, για τη σύσταση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με τη μορφή αστικής εταιρείας.

Σκοπός της ως άνω εταιρείας είναι η εφαρμογή των Κοινοτικών Προγραμμάτων για την Οικονομική και Κοινωνική Ένταξη των Λιγότερο Ευνοημένων Κοινωνικών Ομάδων και για την Καταπολέμηση του Οικονομικού και Κοινϊ&νικού Αποκλεισμού και την Προώθηση της Αλληλεγγύης.

Η εφαρμογή και η διαχείριση των ανωτέρω Προγραμμάτων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν το καθεστώς εφαρμογής και διαχείρισης τους και υλοποιούνται μέσω των εταιρειών του παρόντος.

2. Η διάρθρωση της Διευθύνσεως της προηγούμενης παραγράφου, η κατανομή των θέσεων του προσωπικού και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη λειτουργία της, μέχρι εκδόσεως προεδρικού διατάγματος του Οργανισμού των Υπηρεσιών του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.

Άρθρο 22
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με εξαίρεση τις διατάξεις του κεφαλαίου Α`, των οποίων η ισχύς αρχίζει έξι (6) μήνες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και των διατάξεων του άρθρου 16, των οποίων η ισχύς αρχίζει την 1.1.1996.