ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2366 ΦΕΚ Α` 256/12.12.1995
Ρύθμιση θεμάτων Οργανισμών και Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και άλλες διατάξεις
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Ρύθμιση θεμάτων Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.)
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν.δ/τος 674/1970 (ΦΕΚ 192 Α`), το οποίο κωδικοποιήθηκε με το β.δ. 532/1972 (ΦΕΚ 161 Α`), προστίθεται και δεύτερο εδάφιο, ως ακολούθως:
“Για την εκτέλεση όλων των έργων που εμπίπτουν στους σκοπούς του Ο.Σ.Ε. και χαρακτηρίζονται ως έργα προφανούς δημόσιας ή κοινής ωφέλειας εφαρμόζονται οι “διατάξεις των εδαφίων α` και β` της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α`) και οι διατάξεις των παρ. 2, 3, 4 και 5 του δέκατου άρθρου του ν.1955/1991 (ΦΕΚ 112 Α`). Όπου στις ανωτέρω διατάξεις αναφέρεται ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και το κατά το άρθρο 3 του ν. 1838/1951 (ΦΕΚ 170 Α`) Συμβούλιο, νοούνται ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών και κατά την παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 114/1987 (ΦΕΚ 65 Α`) Τεχνικό Συμβούλιο του Ο.Σ.Ε. αντιστοίχως”.
2. Στο τέλος της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α`) προστίθεται εδάφιο γ`, ως εξής:
“γ. Για τα έργα εκσυγχρονισμού των Σιδηροδρόμων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, τα οποία χρηματοδοτούνται και από κοινοτικά προγράμματα περιορισμένου χρόνου και εφόσον έχει κηρυχθεί απαλλοτρίωση για την απόκτηση των αναγκαίων εκτάσεων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 1838/1951 (ΦΕΚ 170 Α`) προς εκτέλεση των έργων, μέχρι τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης. Όπου στις παραπάνω διατάξεις αναφέρεται ο Υπουργός Δημοσίων Έργων νοείται ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Ως αρμόδιο όργανο για την έκφραση της κατά το όρθρο 3 του ν. 1838/1951 γνώμης νοείται το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Σ.Ε., ως αρμόδιο δε όργανο για τη σύνταξη της κατά την παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 1838/1951 εκτιμητικής εκθέσεως, ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Νέων Έργων του Ο.Σ.Ε.
3. Μετά την περίπτωση ε` της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.δ/τος 674/1970 (ΦΕΚ 192 Α`), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν.δ/τος 1116/1972 (ΦΕΚ 27 Α`), προστίθεται περίπτωση στ` ως ακολούθως:
“στ. Να ιδρύει επιχειρήσεις ή εταιρείες ή κοινοπραξίες κατασκευής έργων που χρηματοδοτούνται από κοινοτικά προγράμματα. Στο αντικείμενο των πιο πάνω εταιρειών περιλαμβάνεται η ολική ή μερική μελέτη, δημοπράτηση, προμήθεια, κατασκευή, εξοπλισμός, οργάνωση, διαχείριση των έργων, καθώς και η διοίκηση, επίβλεψη και παρακολούθησή τους. Επίσης, να ιδρύει ή να συμμετέχει σε τουριστικές ή άλλες επιχειρήσεις, εταιρείες ή κοινοπραξίες με αντικείμενο πρόσθετες υπηρεσίες πλέον του βασικού σιδηροδρομικού έργου (υποδομή, έλξη, εκμετάλλευση), που ασκείται από τον Ο.Σ.Ε”.
Για την εφαρμογή των προηγούμενων εδαφίων αρκεί η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Σ.Ε. και έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Στο καταστατικό των εταιριών αυτών πρέπει να προβλέπεται συμμετοχή ενός τουλάχιστον εκπροσώπου των εργαζομένων του Ο.Σ.Ε στο Διοικητικό Συμβούλιο.
Οι ως άνω επιχειρήσεις ή εταιρείες που ιδρύει ο Ο.Σ.Ε. λειτουργούν για χάρη του δημόσιου συμφέροντος ως επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και εποπτεύονται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, όπως και ο Ο.Σ.Ε. Διέπονται από τις διατάξεις του κωδικοποιημένου νόμου 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει, και τις διατάξεις που διέπουν τους Οργανισμούς ή τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Επ` αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 8, 9, 12, 14, 15, 16 και 17 του άρθρου 5 του ν. 2229 /1994 (ΦΕΚ 138 Α`) σε συνδυασμό με τις διατάξεις των εδαφίων α` και β` της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α`). καθώς και οι διατάξεις των άρθρων εβδόμου παρ. 2, 3, 4, 5 και 6, ογδόου παρ. 1, ενάτου παρ. 1, 2, 3 και 5 και δεκάτου παρ. 2, 3, 4, και 5 του ν. 1955/1991 (ΦΕΚ 112 Α`). Όπου στις ανωτέρω διατάξεις αναφέρεται ως αρμόδιος για τις απαλλοτριώσεις ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων νοείται ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών και ως Συμβούλιο, κατά το άρθρο 3 του ν. 1838/1951, το κατά την παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 114/1987 Τεχνικό Συμβούλιο του Ο.Σ.Ε.
Αποσπάσεις ή μετατάξεις προσωπικού από οργανισμούς και επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα προς τις επιχειρήσεις ή εταιρείες της παρούσας περιπτώσεως πραγματοποιούνται με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών και του καθ` ύλην αρμόδιου υπουργού. Αποσπάσεις ή μετατάξεις του προσωπικού του Ο.Σ.Ε. προς τις εταιρείες που ιδρύει ο Ο.Σ.Ε. πραγματοποιούνται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Σ.Ε., μετά από απόφαση του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου.
4. Το άρθρο 13 του ν.δ/τος 874/1970, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν.δ/τος 1116/1972 και κωδικοποιήθηκε με το άρθρο μόνον του β.δ/τος 532/1972, αντικαθίσταται ως εξής:
Άρθρο 13
1. Ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών ασκώντας εποπτεία στον Ο.Σ.Ε., παρέχει κάθε φορά προς τη Διοίκηση αυτού τις αναγκαίες κατευθύνσεις και οδηγίες για την εντός των πλαισίων της Κυβερνητικής Πολιτικής πραγματοποίηση των σκοπών αυτού.
2. Αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που αφορούν στα πιο κάτω θέματα εκτελούνται μετά από προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών :
α) Το Πρόγραμμα Επενδύσεων.
β) Τον Ετήσιο Προϋπολογισμό και κάθε τροποποίηση αυτού.
γ) Την ανάγκη σύναψης δανείων κάθε φύσης, η τελική έγκριση των οποίων υπόκειται κάθε φορά στην ισχύουσα διαδικασία.
δ) Τον καθορισμό των γενικών τιμολογίων και διεθνών δρομολογίων, καθώς και την τροποποίηση ή κατάργηση των τελευταίων.
ε) Την εκποίηση ή διάθεση ακινήτου ή τροχαίου υλικού ανεξαρτήτως ποσού.
στ) Τους κανονισμούς επί θεμάτων ασφαλείας της κυκλοφορίας και των εγκαταστάσεων, προμηθειών και εκτέλεσης έργων, και
Τις διεθνείς σχέσεις και διεθνείς συμβάσεις.
Στην ίδια πιο πάνω έγκριση υπόκεινται και οι αποφάσεις του Γενικού Διευθυντή του Ο.Σ.Ε., οι οποίες εκδίδονται ύστερα από μεταβίβαση σ` αυτόν της αρμοδιότητας του Διοικητικού Συμβουλίου, σε εφαρμογή της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του παρόντος, και αφορούν σε θέματα των περιπτώσεων α` έως και ζ` της παρούσας παραγράφου. Η σύμφωνα με τα πιο πάνω έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών παρέχεται εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από της υποβολής σ` αυτόν της σχετικής πράξης του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Γενικού Διευθυντή του Ο.Σ.Ε.. Σε περίπτωση κατά την οποία περάσει άπρακτη η δίμηνη προθεσμία, τότε θεωρείται ότι η έγκριση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών έχει δοθεί. Ειδικώς το πρόγραμμα των επενδύσεων και ο ετήσιος προϋπολογισμός, όπως και κάθε τροποποίηση αυτού, όπως αναφέρονται στα πιο πάνω στοιχεία α` και β`, υπόκεινται στη ρητή έγκριση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, οι οποίοι εκδίδουν για τις περιπτώσεις αυτές κοινή απόφαση. Ρητή έγκριση απαιτείται και για τη σύναψη δανείων κάθε φύσης”.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του β.δ/τος 496/1972 (ΦΕΚ 145 Α`) αριθμούνται ως παρ. 1 και προστίθενται παράγραφοι με αριθμό 2 και 3, οι οποίες έχουν ως ακολούθως:
“2. Αυξάνεται κατά δρχ. 73.041.809.579 το μετοχικό κεφάλαιο του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.). Η αύξηση είναι ίση με την αναπροσαρμογή της αξίας των γηπέδων και κτιρίων του Οργανισμού κατά την 31.12.1988 και 31.12.1992 από δρχ. 24.073.744.976 και από δρχ. 48.968.064.603 αντίστοιχα, που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις της με αριθ. Ε 2665/84/22.2.1988 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που κυρώθηκε με το άρθρο 11 του ν. 1839/1989 (ΦΕΚ 90 Α`) και των άρθρων 20-23 του ν. 2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α`).
3. Η γενική συνέλευση των μετόχων του Ο.Σ.Ε. δύναται με απόφασή της να αυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο με έκδοση νέων μετοχών.”
6. Ισολογισμοί του Ο.Σ.Ε. των χρήσεων 1987 έως και 1993 θεωρείται ότι έχουν εγκριθεί για τις ανάγκες των επόμενων χρήσεων.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν απαλλάσσει από τις κάθε είδους ευθύνες τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και τους ελεγκτές της εταιρείας.
Άρθρο 2
Ρύθμιση θεμάτων Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου
1. Οι παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 5 του π.δ/τος 224/1988 (ΦΕΚ 96 Α`) αναριθμούνται σε 3,4 και 5 αντιστοίχως και προστίθεται παρ. 2 ως ακολούθως:
2 Με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, που εγκρίνονται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών:
α. Εγκρίνεται κάθε δαπάνη που κρίνεται από αυτό αναγκαία για τη σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ανάθεση μελετών για την οργάνωση και τον εκσυγχρονισμό του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, καθώς και για την εκπαίδευση, επιμόρφωση και συμμετοχή των υπαλλήλων του σε συναφείς με το αντικείμενό τους εκδηλώσεις.
β. Εγκρίνεται η ίδρυση από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, αυτοτελώς ή σε συνεργασία με άλλο νομικό πρόσωπο, εταιρειών οποιασδήποτε μορφής, η συμμετοχή αυτού σε υφιστάμενες εταιρείες, καθώς και η ίδρυση από το ίδιο πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων ή εταιρειών σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
γ. Αναγράφεται στον Προϋπολογισμό του κάθε έτους ειδικό κονδύλιο σε ποσοστό ίσο με επτά δέκατα τοις χιλίοις (0,7 0/00) επί του συνόλου του ύψους των καταθέσεων, όπως αυτό εμφανίζεται στον τελευταίο εγκεκριμένο ισολογισμό του. Το ποσοστό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Το κονδύλιο αυτό διατίθεται για την παροχή ειδικού επιδόματος ενεχυροδανειστικών εργασιών κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, στο εν γένει προσωπικό του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου για τη συμβολή του στην αύξηση των εργασιών του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Με απόφαση του Δ.Σ., που εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη χορήγηση του κονδυλίου αυτού”.
2. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, συνιστώνται κατά περίπτωση επιτροπές ή ομάδες εργασίας, ο αριθμός των μελών των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τα επτά (7), αποτελούμενες από υπαλλήλους του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και ειδικούς επιστήμονες στους οποίους ανατίθεται η μελέτη ειδικών θεμάτων για την προώθηση των εργασιών και γενικότερα των συμφερόντων του φορέα, καθώς και η σύνταξη μελετών ή γνωμοδοτήσεων επί θεμάτων που κρίνονται αναγκαία από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Το ύψος της αμοιβής του προέδρου και των μελών των παραπάνω επιτροπών ή ομάδων εργασίας καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις.
3. Η παράγραφος 7 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 94 Α`) “Έλεγχος του Δημόσιου Τομέα – Μετατάξεις
– Κατάταξη προσωπικού ιδιωτικού δικαίου – Άλλες ρυθμίσεις εφαρμόζεται και για τις θέσεις προσωπικού καθαριότητας μερικής απασχόλησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
4. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 1947/1991 (ΦΕΚ 70 Α`) εφαρμόζεται και για τους επιθεωρητές του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
5. Οι αμοιβές των μελών των επιτροπών πλειστηριασμών τιμαλφών και λοιπών αντικειμένων του Ενεχυροδανειστηρίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, καθώς και των υπαλλήλων που συνεπικουρούν τις επιτροπές αυτές στο έργο τους καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις.
6. Οι κάθε είδους αποδοχές συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων των φρουρών ασφαλείας που υπηρετούν στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τις αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων και των κάθε είδους επιδομάτων που λαμβάνει κάθε φορά ο αστυφύλακας με τα ίδια χρόνια υπηρεσίας.
7.Το Ελληνικό Δημόσιο δικαιούται από το οικονομικό έτος 1997 και εφεξής μέρισμα στα ετήσια καθαρό κέρδη του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου εξήντα πέντε τοις εκατό (65%).”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.14 Ν.2469/1997 (Α 38) αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.5 άθρ.30 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998.
Σχετικό: υπ`αριθμ. 41071/3499/29-29.12.1995 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ Β`1097)
Σχετικό: παρ.9 άρθρ.12 Ν.3205/2003
Άρθρο 3
Ρύθμιση θεμάτων του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.), της πρώην Επιχείρησης Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ε.Α.Σ.) και Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων Αθηνών – Πειραιώς (Η.Σ.Α.Π.)
1. Σε περίπτωση που το έργο των εκκαθαριστών της πρώην Ε.Α.Σ., που ορίστηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 2175/1993 (ΦΕΚ 211 Α`), δεν ολοκληρωθεί μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, οι εκκαθαριστές παραδίδουν όλο το υλικό που έχουν στα χέρια τους στον Πρόεδρο – Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Αθηνών (Ο.Α.Σ.Α.) ή στους ορισμένους από αυτόν υπαλλήλους του συνεχίζεται από τον Ο.Α.Σ.Α. σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 2078/1992 (ΦΕΚ 139 Α`).
Για το ως άνω έργο της εκκαθάρισης ο Ο.Α.Σ.Α. και τα εντεταλμένα όργανά του δεν δικαιούνται οποιασδήποτε αμοιβής ή αποζημιώσεως.
2. Θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις συνέπειες εκτός από τη λήψη αποδοχών ο χρόνος από την απόλυση μέχρι την εκ νέου πρόσληψη του προσωπικού που υπηρετούσε με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου στην πρώην Επιχείρηση Αστικών Συγκοινωνιών (Ε.Α.Σ.) κατά το χρόνο διάλυσής της, το οποίο απολύθηκε από αυτήν και επαναπροσλήφθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου Α` της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2175/1993.
Ο εκτός υπηρεσίας χρόνος του προσωπικού του προηγούμενου εδαφίου αναγνωρίζεται ως χρόνος πραγματικής ασφάλισης στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) και στους οικείους φορείς επικουρικής ασφάλισης, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, η οποία υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ισχύ του παρόντος νόμου στους παραπάνω φορείς με ταυτόχρονη κοινοποίηση στον εργοδότη του.
Από τον αναγνωριζόμενο χρόνο αφαιρείται το χρονικό διάστημα για το οποίο χώρησε ασφάλιση σε οποιονδήποτε φορέα κύριας και επικουρικής ασφάλισης.
Η εξαγορά του αναγνωριζόμενου χρόνου γίνεται με βάση το ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη του κλάδου σύνταξης του Ι.Κ.Α. και του οικείου φορέα επικουρικής ασφάλισης επί των αποδοχών που παίρνει ο ασφαλισμένος κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης και βαρύνουν οι μεν εισφορές του εργοδότη την Ανώνυμη Εταιρεία Θερμικών Λεωφορείων (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε.), οι δε εισφορές του ασφαλισμένου τον ίδιο τον εργαζόμενο.
Το ποσό της εξαγοράς του αναγνωρισμένου χρόνου που βαρύνει τον εργαζόμενο καταβάλλεται είτε εφάπαξ εντός τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της σχετικής πράξεως αναγνώρισης είτε σε μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζονται.
Το ποσό εξαγοράς του αναγνωρισμένου χρόνου που βαρύνει τον εργοδότη καταβάλλεται από 1.1.1997 είτε εφάπαξ εντός τριών (3) μηνών είτε σε μηνιαίες δόσεις, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν τον αριθμό των μηνών που αναγνωρίζονται.
Καθυστέρηση καταβολής των εισφορών συνεπάγεται επιβάρυνσή τους με τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία του Ι.Κ.Α. πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις.
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης πριν την ολοσχερή εξόφληση του ποσού της εξαγοράς το υπόλοιπο της οφειλής θα παρακρατείται κάθε μήνα από τη σύνταξη.
Στις διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν περιλαμβάνονται:
α. Όσοι από το προσωπικό της πρώην Ε.Α.Σ. συνταξιοδοτήθηκαν κατά την παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 2078/1992 (ΦΕΚ 139 Α`).
β. Όσοι έλαβαν άδεια λεωφορείου δημόσιας χρήσης κατά τις διατάξεις του ίδιου ν. 2078/1992.
Σχετικό: το άρθρο 40 Ν.2956/2001,ΦΕΚ Α 258/6.11.2001
3. Οι εργαζόμενοι της πρώην Ε.Α.Σ. των οποίων καταγγέλθηκε η σχέση εργασίας βάσει του ν. 2078/1992, που προσλήφθηκαν από τον Ο.Α.Σ.Α. σύμφωνα με το εδαφ. α` της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 2175/1993, σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής τους από μέρος του νέου εργοδότη δικαιούνται την αποζημίωση του α.ν. 173/1967 (ΦΕΚ 189 Α`).
Για τον υπολογισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας των εργαζομένων του προηγούμενου εδαφίου, που επαναπροσλήφθηκαν σε φορέα που ασκεί τη δραστηριότητα εκείνου από τον οποίο απολύθηκαν κατ` εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, συνυπολογίζεται και ο χρόνος εργασίας τους στον αρχικό φορέα (Ε.Α.Σ.) από τον οποίο απολύθηκαν, θεωρουμένης της απασχολήσεώς τους ως διαρκούς και αδιαλείπτου.
4. Στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2175/1993 προστίθεται και δεύτερο εδάφιο, που έχει ως εξής:
Ο Ο.Α.Σ.Α. με απόφαση του Διοικητικού του Συμβουλίου μπορεί να ιδρύσει εταιρεία με σκοπό την πρακτόρευση οποιασδήποτε ασφαλιστικής εταιρείας που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η πρακτόρευση αυτή αφορά αποκλειστικά την ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων και του προσωπικού του Ο.Α.Σ.Α. και των θυγατρικών του εταιρειών.
5. Η Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. μπορεί να προμηθευτεί απευθείας, χωρίς τις διαδικασίες που ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Α`) ή με οποιονδήποτε άλλο νόμο περί προμηθειών ή σχετική διάταξη από την ΕΛ.Β.Ο. Α.Β.Ε. δεκατέσσερα (14) λεωφορεία που η τελευταία είχε κατασκευάσει για λογαριασμό των Συγκοινωνιακών Επιχειρήσεων (Σ.ΕΠ.), που διαλύθηκαν με το ν. 2175/1993 ή των μετόχων των Σ.ΕΠ..
Το τίμημα των λεωφορείων αυτών δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από αυτό που είχε συμφωνηθεί μεταξύ της ΕΛ.Β.Ο. Α.Β.Ε. και των Σ.ΕΠ. ή των παλαιών μετόχων των Σ.ΕΠ. και θα προσδιορισθεί με διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΛ.Β.Ο. Α.Β.Ε. και της Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε..
Για την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου αυτού ισχύουν αναλογικά οι ειδικές ρυθμίσεις περί απαλλαγής από κάθε είδους φόρο όπως ορίζεται με τις διατάξεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 5 του ν. 2175/1993.
6. Υπέρ του Αλληλοβοηθητικού Ταμείου Αστικών Λεωφορειούχων Α.Π. που έχει συσταθεί με την 18782/1960 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών και για όσο χρόνο αυτό λειτουργεί νόμιμα, διατίθεται από τον Ο.Α.Σ.Α. ποσό 30.000.000 δραχμών το χρόνο, που αναπροσαρμόζεται σε ποσοστό ανάλογο της αυξήσεως των κατωτάτων ορίων των συντάξεων του Ι.Κ.Α. και το οποίο χρησιμοποιείται υπέρ των μελών και των χηρών των μελών του παραπάνω Ταμείου, υπό τον όρο ότι τα μέλη θα είναι αποκλειστικά και μόνο όσοι απώλεσαν με το ν. 588/1977 ολόκληρο ή ιδανικό μερίδιο αστικού λεωφορείου.
Η ισχύς της διάταξης αυτής είναι 15ετής από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου και εξαρτάται από την παραχώρηση ακινήτου του παραπάνω Ταμείου στον Ο.Α.Σ.Α..
Άρθρο 4
Ρύθμιση θεμάτων Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.)
Σχετικό: παρ.9 άρθρ.12 Ν.3205/2003
1. Οι παρ. 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 28 του ν. 2166/1993 (ΦΕΚ 137 Α`) αναριθμούνται σε 6, 7, 8, 9 και 10 αντιστοίχως ενώ αντικαθίσταται η παρ. 3 και προστίθεται παρ. 4 και 5 στο ίδιο άρθρο ως ακολούθως:
“3. Το μηνιαίο επίδομα ειδικότητας των Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας (Ε.Ε.Κ.) της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.) αναπροσαρμόζεται από 1.7.1995, ως κατωτέρω:
α. Στους κατόχους ειδικότητας ελεγκτή περιοχής Β` Τάξης, σε σαράντα χιλιάδες (40.000) δραχμές.
β. Στους κατόχους μίας από τις ειδικότητες ελεγκτή αεροδρομίου ή ελεγκτή προσεγγίσεως ή ελεγκτή περιοχής Α. Τάξεως και εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει τέσσερα (4) έτη υπηρεσίας στον κλάδο Ε.Ε.Κ., σε εβδομήντα χιλιάδες (70.000) δραχμές.
γ. Στους κατόχους μίας από τις ειδικότητες της περίπτωσης β`, εφόσον έχουν συμπληρώσει τέσσερα (4) έτη υπηρεσίας στον κλάδο Ε.Ε.Κ., σε ενενήντα πέντε χιλιά5ες (95.000) δραχμές, προσαυξανόμενο κατά πέντε τοις εκατό (5%), για κάθε έτος άσκησης ειδικότητας.
Η προσαύξηση αυτή χωρεί για συνολικό χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών άσκησης ειδικότητας”.
“4. Στους κατόχους ειδικότητας ραντάρ καταβάλλεται πρόσθετο, μη προσαυξανόμενο, ποσό τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών.”
“5. Για τον υπολογισμό του χρόνου άσκησης ειδικότητας λαμβάνονται υπόψη τα εξής:
α. Για την προσαύξηση που προβλέπεται στην παράγραφο 3γ` του παρόντος, ως αφετηρία για την προσμέτρηση του χρόνου άσκησης ειδικότητας λαμβάνεται η μεταγενέστερη ημερομηνία κατά την οποία ο υπάλληλος είτε έχει συμπληρώσει τέσσερα (4) έτη υπηρεσίας στον κλάδο Ε.Ε.Κ. είτε έχει αποκτήσει μία από τις ειδικότητες της παρ. 3 β` του παρόντος.
β. Για το προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος, ως χρόνος άσκησης ειδικότητας υπολογίζεται ο χρόνος ισχύος μίας ή περισσότερων από τις ειδικότητες της παρ. 3β` με τους περιορισμούς και προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου.
γ. Από τη δημοσίευση του παρόντος σε περίπτωση που ο Ε.Ε.Κ. έχει σε ισχύ ή ανανεώνει την ειδικότητα σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί πτυχίων και αδειών και δεν υπηρετεί σε μονάδα που προβλέπεται η ειδικότητα την οποία κατέχει ή ανανεώνει, τότε ως χρόνος άσκησης της ειδικότητας προσμετρείται το 1/2 του χρόνου ισχύος της ειδικότητας αυτής.
δ. Από τη δημοσίευση του παρόντος οι Ε.Ε.Κ., που τοποθετούνται ως αερολιμενάρχες σε αερολιμένες όπου ασκείται έλεγχος εναέριας κυκλοφορίας ή παρακολουθούν εκπαιδευτικά προγράμματα εναέριας κυκλοφορίας, θεωρείται ότι συνεχίζουν να ασκούν την ειδικότητα που κατείχαν πριν την τοποθέτησή τους ή την έναρξη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
ε. Ο χρόνος ασκήσεως της ειδικότητας θα υπολογίζεται και θα βεβαιώνεται από την Επιτροπή, η οποία συγκροτείται σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις που ρυθμίζουν τη βαθμολογική διάρθρωση των Ε.Ε.Κ..
στ. Σε περίπτωση που Ε.Ε.Κ. υπηρετεί σε υπηρεσία, όπου δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανανέωσης ειδικότητας, δύναται με αίτησή του, η οποία ικανοποιείται μέσα σε προθεσμία εννέα (9) μηνών, να τοποθετηθεί σε υπηρεσία, όπου συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανανέωσης ειδικότητας.
ζ. Σε όσους Ε.Ε.Κ. που κατέχουν τις ειδικότητες της περίπτωσης β` της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού δεν ανανεώνεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις η ισχύς της ειδικότητας την οποία κατέχουν, καταβάλλεται το προβλεπόμενο από την παραπάνω περίπτωση ποσό ανεξάρτητα από έτη υπηρεσίας.
2. Στους υπαλλήλους των κλάδων ΤΕ4, ΠΕ4 Ηλεκτρονικών της Υ.Π.Α. χορηγείται από 1.1.1996 επίδομα “Άδειας Ειδικότητας Ηλεκτρονικού Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας”, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν σε ισχύ μία από τις προβλεπόμενες άδειες ειδικότητας του άρθρου 1 του π.δ/τος 410/1993 (ΦΕΚ 174 Α`), ως εξής:
α. Στους υπαλλήλους που εντάσσονται στην πρώτη βαθμίδα καθηκόντων του “Δόκιμου Ηλεκτρονικού Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας” (άρθρο 2 του π.δ/τος 410/1993) και έχουν άδεια ειδικότητας ποσό είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών, από την απόκτηση της άδειας.
β. Στους υπαλλήλους που εντάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα καθηκόντων του “Ηλεκτρονικού Ασφάλειας Εναέριας Κυκλοφορίας Β`” (άρθρο 2 του π.δ/τος 410/1993), ποσά πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών από την ένταξή του προσαυξανόμενο κατά πέντε τοις εκατό (5%) κατ` έτος και μέχρι είκοσι (20) συνολικά έτη. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος για τους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους, που έχουν άδεια ειδικότητας σε ισχύ, ως χρόνος έναρξης της προσαύξησης λογίζεται ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας τους στην Υ.Π.Α. αφαιρουμένων τεσσάρων (4) ετών.
Η καταβολή της προσαύξησης αναστέλλεται για όσο διάστημα υπάλληλος δεν έχει σε ισχύ την άδεια ειδικότητας.
Τα επιδόματα των εδαφίων α` και β` δεν μπορεί να χορηγηθούν αθροιστικά στον ίδιο υπάλληλο.
3. Στους υπαλλήλους των κλάδων ΠΕ1 και ΔΕ1 Αερολιμενικών της Υ.Π.Α. χορηγείται από 1.1.1996 επίδομα Αερολιμενικών Υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν αποκτήσει το πτυχίο Επιμελητού Πτήσεων Αεροσκαφών και μία από τις προβλεπόμενες εξειδικεύσεις του άρθρου 1 του π.δ/τος 409/1993 (ΦΕΚ 174 Α`) ως εξής:
α. Στους υπαλλήλους που εντάσσονται στην πρώτη βαθμίδα καθηκόντων του “Δόκιμου Αερολιμενικού” (άρθρο 2 του π.δ/τος 409/1993) ποσό είκοσι χιλιάδων (20.000) δραχμών.
β. Στους υπαλλήλους που εντάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα καθηκόντων Αερολιμενικών (άρθρο 2 του π.δ/τος 409/1993) και υπό την προϋπόθεση ότι έχουν συμπληρώσει τέσσερα (4) έτη υπηρεσίας από το διορισμό τους στην Υ.Π.Α. ποσό πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών, προσαυξανόμενο κατά πέντε τοις εκατό (5%) κατ` έτος και μέχρι είκοσι (20) συνολικά έτη. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος για τους ήδη υπηρετούντες υπαλλήλους, ως χρόνος έναρξης της προσαύξησης λογίζεται ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας τους στην Υ.Π.Α. αναιρουμένων τεσσάρων (4) ετών.
Τα επιδόματα των εδαφίων α` και β` δεν μπορεί να χορηγηθούν αθροιστικά στον ίδιο υπάλληλο.
4. Στους υπαλλήλους του μόνιμου και με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού της Υ.Π.Α., εκτός των αναφερομένων στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος, χορηγείται από 1.1.1996 ειδικό επίδομα υποστήριξης υπηρεσιών αερολιμένων ποσού τριάντα χιλιάδων (30.000) δραχμών.
Εφόσον το επίδομα των υπαλλήλων της Υ.Π.Α., που προβλέπεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος, είναι μικρότερο του επιδόματος που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο για υπαλλήλους με ίδιο χρόνο υπηρεσίας, χορηγείται σε κάθε περίπτωση επίδομα ίσο με αυτό που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο.
Το ποσό αυτό καταβάλλεται στους υπαλλήλους μετά παρέλευση έτους από το διορισμό τους, προσαυξάνεται δε κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) ανά έτος υπηρεσίας και μέχρι είκοσι τρία (23) έτη συνολικά.
Σχετικό: παρ.6 άρθρ.30 Ν.2434/1996
5. Λεπτομέρειες χορηγήσεως των επιδομάτων των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου αυτού ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Σχετικό: υπ`αριθμ. 2003634/370/0022/17-19.1.1996 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών (ΦΕΚ Β`44),παρ.2-6 άρθρ.30 Ν.2434/1996 (Α 188 )
6. Το εδάφιο α` της παρ. 20 του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 (ΦΕΚ 94 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“20.α. Για τα έργα διαπλατύνσεων οδών ή μεγάλων κυκλοφοριακών αρτηριών (αυτοκινητοδρόμων), καθώς και κυκλοφοριακών κόμβων, σηράγγων, σταθμών ΜΕΤΡΟ και υπόγειων χώρων εντός ή εκτός πόλεων, αεροδρομίων, ελικοδρομίων ή λοιπών έργων υποστήριξης εν γένει των αερομεταφορών του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων, τα οποία χρηματοδοτούνται και από κοινοτικά προγράμματα περιορισμένου χρόνου και εφόσον έχει κηρυχθεί απαλλοτρίωση για την απόκτηση των αναγκαίων εκτάσεων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 του ν.1838/1951 προς εκτέλεση των έργων μέχρι τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης.”
7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, με πρόταση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, καθορίζονται τα θέματα που αφορούν στη βαθμολογική διάρθρωση, στον τρόπο και στις προϋποθέσεις προαγωγικής εξέλιξης, στην κατάταξη και στην αντιστοίχιση με τους βαθμούς του ν. 2190/1994 των κλάδων (ΠΕ-ΤΕ) των Ηλεκτρονικών της Υ.Π.Α. και των κλάδων (ΠΕ-ΔΕ) Αερολιμενικών, καθώς και των κλάδων (ΠΕ-ΤΕ) Τηλεπικοινωνιακών. Μέχρι εκδόσεως των κατά το προηγούμενο εδάφιο προεδρικών διαταγμάτων το προσωπικό των εν λόγω κλάδων διέπεται προσωρινά από τις διατάξεις του ν. 2190/1994.
8.α. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορούν να συσταθούν νέες οργανικές θέσεις τακτικού προσωπικού στην Υ.Π.Α..
β. Προσωπικό άλλων δημοσίων υπηρεσιών ή Ν.Π.Δ.Δ. ή λοιπών φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός προσδιορίζεται στο άρθρο 8 του ν. 2266/1994, το οποίο κατά τη δημοσίευση του παρόντος είναι αποσπασμένο στην Υ.Π.Α. και εξυπηρετεί πάγιες υπηρεσιακές ανάγκες αυτής, δύναται να μεταταγεί στο προσωπικό της Υ.Π.Α., ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, η οποία υποβάλλεται στη Διεύθυνση Διοικητικού της Υπηρεσίας, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου. Περί της μετατάξεως αποφαίνεται Υπηρεσιακό Συμβούλιο προσωπικού της Υ.Π.Α. και του φορέα που ανήκει ο αιτούμενος τη μετάταξη. Στην περίπτωση που στον οικείο φορέα δεν έχει συγκροτηθεί Υπηρεσιακό Συμβούλιο, για τη μετάταξη αρκεί η έγκριση του οικείου υπουργού. Η μετάταξη περατούται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
γ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται το ύψος των πάσης φύσεως τακτικών αποδοχών και επιδομάτων του Διοικητή και των Υποδιοικητών της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.), κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 2303/1995 (ΦΕΚ 80 Α`).
9. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργείται ο προσωρινός κλάδος προσωπικού ΔΕ1 Αερολιμενικών, που προβλέπεται από τα αντίστοιχα άρθρα 89 και 70 του π.δ/τος 56/1989 “Οργανισμός της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας” του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ 28 Α`).
Συνιστάται προσωρινός κλάδος προσωπικού της Υ.Π.Α. ΤΕ1 Αερολιμενικών με ισάριθμες προς τον αριθμό των υπηρετούντων κατά τη δημοσίευση του παρόντος υπαλλήλων του καταργούμενου κλάδου ΔΕ1 Αερολιμενικών θέσεις. Στις θέσεις αυτές μετατάσσονται αυτοδικαίως οι υπηρετούντες υπάλληλοι του καταργούμενου κλάδου ΔΕ1 Αερολιμενικών.
Οι κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μετατασσόμενοι υπάλληλοι επανακατατάσσονται, σύμφωνα με το ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α`), σε μισθολογικό κλιμάκιο του νέου κλάδου στον οποίο εντάσσονται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
Οι οργανικές θέσεις του συνιστώμενου προσωρινού κλάδου ΤΕ1 Αερολιμενικών, μετά την καθ` οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση από την υπηρεσία των υπαλλήλων που κατέχουν αυτές, μεταφέρονται αυτοδίκαια στον από το άρθρο 51 του π.δ/τος 56/1989 προβλεπόμενο κλάδο ΠΕ1 Αερολιμενικών.
10. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργείται ο προσωρινός κλάδος προσωπικού ΔΕ2 Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, που προβλέπεται από τα αντίστοιχα άρθρα 69 και 70 του π.δ/τος 56/1989 Οργανισμός της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών (ΦΕΚ 28 Α`).
Οι θέσεις του καταργούμενου κλάδου ΔΕ2 μεταφέρονται στον υφιστάμενα προσωρινό κλάδο ΤΕ2 Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας. Οι υπάλληλοι του καταργούμενου κλάδου ΔΕ2 μετατάσσονται στον κλάδο ΤΕ2.
Οι κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μετατασσόμενοι υπάλληλοι επανακατατάσσονται, σύμφωνα με το ν. 1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α`), σε μισθολογικό κλιμάκιο του νέου κλάδου στον οποίο εντάσσονται, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
Οι οργανικές θέσεις του υφιστάμενου προσωρινού κλάδου ΤΕ2 Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, μετά την καθ` οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση από την υπηρεσία των υπαλλήλων που κατέχουν αυτές, μεταφέρονται αυτοδίκαια στον από το άρθρο 51 του π.δ/τος 56/1989 προβλεπόμενο κλάδο ΠΕ1 Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, οι αμοιβές των υπαλλήλων της Υ.Π.Α. που μετέχουν σε επιτροπές σύνταξης ή ελέγχου τεχνικών προδιαγραφών, ποσοτικών η ποιοτικών παραλαβών και άλλες συναφείς.
12. Στο τέλος του άρθρου δεύτερου του ν. 2338/1995, προστίθεται παράγραφος ως εξής:
“Στις διατάξεις του άρθρου αυτού υπάγονται και δικηγόροι που είχαν σύμβαση έμμισθης εντολής με την “ΑΕΡΟΛΙΜΗΝ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε.”, τουλάχιστον για μια δεκαετία, των οποίων η σύμβαση καταγγέλθηκε. Οι υπαγόμενοι στη ρύθμιση αυτή δεν δικαιούνται αποδοχών ή αποζημίωσης για οποιαδήποτε αιτία”.
13. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του ν. 1815/1983 (ΦΕΚ 250 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, ορίζονται:
α. Τα σχετικά με την κατασκευή, τον εξοπλισμό, την οργάνωση και τους όρους λειτουργίας και εκμετάλλευσης των αεροδρομίων από το Δημόσιο ή από άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, καθώς και τα προσόντα των προσώπων αυτών.
β. τα σχετικά με τη σύναψη και τους όρους συμβάσεων παραχώρησης για την κατασκευή αεροδρομίων, με αντάλλαγμα την εκμετάλλευσή τους για ορισμένο χρονικό διάστημα από νομικό ή φυσικό πρόσωπο, καθώς και τα προσόντα των προσώπων αυτών,
γ. κάθε άλλο συναφές ζήτημα.”
Άρθρο 5
Ρύθμιση θεμάτων Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (O.Τ.Ε.) και Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών (Ε.Ε.Τ.)
1. Η παρ. 8 του άρθρου δεύτερου του ν.2257/1994 (ΦΕΚ 197 Α`) αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“8. Η εν γένει μισθοδοσία και οι αναλογούσες εργοδοτικές εισφορές των υπαλλήλων του Ο.Τ.Ε. που αποσπώνται στα γραφεία του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Πρωθυπουργού, του Προέδρου και των Αντιπροέδρων της Βουλής καθώς και σε Κεντρικές Υπηρεσίες Υπουργείων, Πολιτικά Γραφεία μελών της Κυβέρνησης, Υφυπουργών και Γενικών Γραμματέων Υπουργείων και αυτοτελών Γενικών Γραμματειών, Βουλευτών και Ευρωβουλευτών, Γενικών Γραμματέων Περιφερειών και Πολιτικά Κόμματα καταβάλλονται από τον Οργανισμό, δεν αποτελούν στοιχείο εξόδου κατά τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων χρήσεως αυτού και συμψηφίζονται με το μέρισμα του Δημοσίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 27 του Ν.2668/1998 (Α 282)
Ο συμψηφισμός γίνεται με βάση επίσημα στοιχεία που προσκομίζονται στο Υπουργείο Οικονομικών και ελέγχονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες αυτού.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται ο τρόπος ελέγχου των στοιχείων αυτών, η διαδικασία πραγματοποίησης του συμψηφισμού και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου”.
Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από την ημερομηνία ισχύος του ν. 2257/1994.
2. Το στοιχείο β` της παρ. 2 του άρθρου 9 του καταστατικού του Ο.Τ.Ε. (ν. 2257/1994) αντικαθίσταται ως εξής:
“β. Καταρτίζει μετά από εισήγηση του Διευθύνοντα Συμβούλου τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ο.Τ.Ε.”.
3. Το στοιχείο Δ της παρ. 3 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 (ΦΕΚ 172 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“Δ.α) Για τη στελέχωση της Ε.Ε.Τ. συνιστώνται συνολικά εξήντα (60) οργανικές θέσεις, από τις οποίες τριάντα (30) είναι θέσεις μόνιμου προσωπικού και τριάντα (30) είναι θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίες δεν είναι ασυμβίβαστες με τη δικηγορία.
Ως προσόντα πρόσληψης για το ειδικό επιστημονικό προσωπικό ορίζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25 παρ. 2 του ν. 1943/1991 με επιστημονική εξειδίκευση στο αντικείμενο και τις αρμοδιότητες της Ε.Ε.Τ..
β) Στις θέσεις αυτές δύνανται να τοποθετούνται και αποσπώμενοι ή μετατασσόμενοι από άλλες υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ν.Π.Ι.Δ. και οργανισμούς του δημόσιου τομέα. Κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, οι μετατασσόμενοι καλύπτουν μέχρι το 1/2 των θέσεων της Ε.Ε.Τ.”
4. Στην παράγραφο 3 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 (ΦΕΚ 172 Α`) προστίθενται οι ακόλουθες περιπτώσεις που αριθμούνται ως Ζ, Η και Θ:
“Ζ. Οι αποδοχές και οι πρόσθετες απολαβές του προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Η. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, και Αποκέντρωσης και Μεταφορών και Επικοινωνιών ορίζονται:
α) Τα απαιτούμενα πρόσθετα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, καθώς και οι ειδικές γνώσεις και εμπειρία που πρέπει να έχουν οι ενδιαφερόμενοι για τη μετάταξη υπάλληλοι.
β) Η προθεσμία μέσα στην οποία υποβάλλονται οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων.
γ) Τα όργανα που γνωμοδοτούν για τη μετάταξη και
δ) Κάθε απαραίτητος όρος, προϋπόθεση και διαδικασία για την ολοκλήρωση της μετάταξης.
Οι μετατασσόμενοι υπάλληλοι εξακολουθούν να υπάγονται στα ταμεία κύριας και επικουρικής ασφάλισης των φορέων από τους οποίους μετατάσσονται. Οι τακτικές αποδοχές των υπαλλήλων αυτών, που είχαν στους φορείς από τους οποίους μετατάσσονται, αποτελούν τις τακτικές αποδοχές τους στην Ε.Ε.Τ.. Οι υπάλληλοι αυτοί εξελίσσονται μισθολογικά σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, ύστερα από εισήγηση της Ε.Ε.Τ.. Στους ίδιους υπαλλήλους χορηγείται και επίδομα προσέλκυσης και παραμονής του οποίου το μέγιστο ύψος προσδιορίζεται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο και συγκαταλέγεται μεταξύ των τακτικών αποδοχών.
Ειδικότερα, το ύψος του ανωτέρου επιδόματος για κάθε εργαζόμενο καθορίζεται με απόφαση της Ε.Ε.Τ.. Το επίδομα μπορεί να αναπροσαρμόζεται μέχρι του ποσοστού αύξησης του δείκτη τιμών καταναλωτή του προηγούμενου έτους με απόφαση της Ε.Ε.Τ.. Οποιαδήποτε άλλη διαφοροποίηση στο ύψος του επιδόματος αυτού μπορεί να γίνει μόνο με τη διαδικασία που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο.
Θ. Για το ειδικό επιστημονικό προσωπικό με διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών Α.Ε.Ι. η πρόσληψη γίνεται κατά την πρώτη στελέχωση της Ε.Ε.Τ., κατόπιν συνεντεύξεως και επιλογής από ειδική επιτροπή που συγκροτεί για το σκοπό αυτόν η Ε.Ε.Τ.”
5. Στο στοιχείο Ε της παρ. 6 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 προστίθενται τα εξής:
“Κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις”
6. Στο στοιχείο Ζ της παρ. 7 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 προστίθενται τα εξής:
“Η προβλεπόμενη στο στοιχείο β` της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 2246/1994 αρμοδιότητα του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών μπορεί να ασκείται και από την Ε.Ε.Τ. για τις ανάγκες της”.
7. Το στοιχείο ΙΑ της παρ. 7 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 τροποποιείται ως εξής:
“Οι αποφάσεις και γνωμοδοτήσεις της Ε.Ε.Τ. κοινοποιούνται μετά από αίτησή τους σε όσους δικαιούνται να ασκήσουν προσφυγή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου”.
8. Στην παράγραφο 8 του δεύτερου άρθρου του ν. 2246/1994 προστίθεται περίπτωση Ι, ως εξής:
“Ι. Ο τρόπος οικονομικής διαχείρισης της Ε.Ε.Τ. θα καθορισθεί με κανονισμό, που θα εκδοθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
9. Το στοιχείο Α της παρ. 4 του τρίτου άρθρου του ν. 2246/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
“Α. Για την άσκηση οποιασδήποτε τηλεπικοινωνιακής δραστηριότητας, όπως ορίζεται στο στοιχείο Β της παρ. 4 του άρθρου πρώτου του παρόντος νόμου, με σκοπό την εγκατάσταση, λειτουργία και εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακών ή ραδιοηλεκτρικών δικτύων, καθώς και στις περιπτώσεις των στοιχείων Α, Γ και Δ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, στις περιπτώσεις των στοιχείων Α και Ε της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, των στοιχείων Γ και Α της παρ. 7 του ιδίου άρθρου, απαιτείται άδεια που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, με βάση τις προϋποθέσεις και τους όρους που ορίζονται σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου τρίτου του παρόντος νόμου μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Τ..
Η άδεια αυτή είναι προσωπική και αμεταβίβαστη.
Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου, καθώς και του άρθρου τρίτου παράγραφος 4 εδάφιο Δ του ν. 2246/1994 δεν έχουν εφαρμογή επί εταιρειών στις οποίες ο Ο.Τ.Ε. μετέχει με ποσοστό τουλάχιστον 51%.”
10. Στο τέλος του στοιχείου Α της παρ. 3 του πέμπτου άρθρου του ν.2246/1994 προστίθεται νέο στοιχείο ΑΑ`, το οποίο έχει ως ακολούθως:
“ΑΑ. Πιστοποιητικά εξέτασης Τύπου – Έγκρισης Σύνδεσης Τερματικού Τηλεπικοινωνιακού Εξοπλισμού (Τ.Τ.Ε.), που προορίζεται να συνδεθεί στο Αναλογικά Δημόσιο Τηλεφωνικό Δίκτυο μεταγωγής, χορηγούνται από τη Γενική Γραμματεία Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών στους ενδιαφερομένους που έχουν υποβάλει αίτηση από την 1η Νοεμβρίου 1992 έως την 19η Ιανουαρίου 1995 και από την Ε.Ε.Τ. στους ενδιαφερομένους που έχουν υποβάλει αίτηση από την 20ή Ιανουαρίου 1995 μέχρι τη δημοσίευση του Κανονισμού Πιστοποίησης του Τηλεπικοινωνιακού Τερματικού Εξοπλισμού. Για τη χορήγηση των πιστοποιητικών αυτών λαμβάνονται υπόψη.
α.η αίτηση του ενδιαφερομένου,
β. η έκθεση δοκιμών του Τ.Τ.Ε. από το ειδικό εργαστήριο του Ο.Τ.Ε. ή άλλα αναγνωρισμένα εργαστήρια των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την οποία πρέπει να προκύπτει η συμμόρφωση του εν λόγω Τ.Τ.Ε. με τα εθνικά πρότυπα”.
Άρθρο 6
Ρύθμιση θεμάτων Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (O.Α.Σ.Θ)
1. Η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 866/1979 (ΦΕΚ 23 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Α.Σ.Θ. μετέχουν με ψήφο για όλα τα θέματα του Οργανισμού:
α) ένας (1) εκπρόσωπος των μη μετόχων εργαζομένων στον Ο.Α.Σ.Θ., η διάρκεια της θητείας του οποίου είναι διετής, ανεξάρτητα από την τυχόν παραίτηση των υπολοίπων μετόχων μελών του Δ.Σ. του Ο.Α.Σ.Θ..
Ο εκπρόσωπος αυτός και ο αναπληρωτής του εκλέγονται με άμεση και μυστική ψηφοφορία από όλους τους μη μετόχους εργαζομένους στον Ο.Α.Σ.Θ., ανεξάρτητα από τη συμμετοχή τους ή μη σε επαγγελματικό σωματείο, σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 1264/1982 (ΦΕΚ 79 Α`), το οποίο εφαρμόζεται αναλόγως.
Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών ορίζονται οι λεπτομέρειες της εκλογής των εκπροσώπων αυτών.
β) “Ένας (1) εκπρόσωπος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης για δύο (2) χρόνια”.
2. Η παρ. 5 του άρθρου 8 του ν.δ/τος 3721/1957 (ΦΕΚ 142 Α`), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 3 του ν.δ/τος 4250/1962 (ΦΕΚ 164 Α`) και αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 1959/1991 (ΦΕΚ 123 Α.), αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από κάθε γενική συνέλευση ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού υποχρεούται:
α. Να τοιχοκολλήσει σε εμφανή θέση των γραφείων του Ο.Α.Σ.Θ. κατάσταση των μετόχων που έχουν δικαίωμα ψήφου, τον αριθμό των ψήφων τις οποίες έχει ο κάθε μέτοχος και το υπολειπόμενο κλάσμα μετοχής αν υπάρχει.
β. Να ανακοινώσει, επίσης στην αυτή θέση, κατάσταση των ονομάτων των μετόχων που επιθυμούν να εκλεγούν στο Διοικητικό Συμβούλιο ως τακτικά και αναπληρωματικά μέλη και ελεγκτές τακτικοί και αναπληρωματικοί.
Εκείνοι που επιθυμούν να εκλεγούν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή ελεγκτές πρέπει τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν την αρχική γενική συνέλευση να υποβάλλουν σχετική αίτηση στο Γενικό Διευθυντή και να καταθέσουν στον Οργανισμό τη μετοχή ή το κλάσμα αυτής που τους παρέχει το δικαίωμα να εκλέγονται στις θέσεις αυτές. Αυτός που επιθυμεί να εκλεγεί μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή ελεγκτής πρέπει: α) να είναι κύριος τουλάχιστον 1/8 ακέραιας μετοχής, β) να μη μετέχει σε διοικητικά συμβούλια και στη διοίκηση και διαχείριση Συνεταιρισμών και Επιχειρήσεων εν γένει, με τους οποίους συναλλάσσεται ο Οργανισμός και γ) να μην έχει την ιδιότητα του υπαλλήλου του Ο.Α.Σ.Θ. με βαθμό τμηματάρχη ή ανώτερο αυτού.
Μέτοχοι που δεν υπέβαλαν εμπρόθεσμα την ως άνω αίτηση δεν μπορεί να εκλέγονται.
Η ψηφοφορία γίνεται αυτοπροσώπως.
Απαγορεύεται η εκπροσώπηση, εκτός από την περίπτωση της ένωσης κλασμάτων”.
3. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 9 του ν.δ/τος 3721/1957 (ΦΕΚ 142 Α`), όπως αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2 του άρθρου 34 του ν.1959/1991, αντικαθίστανται ως εξής:
“2. Η γενική συνέλευση των μετόχων ευρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται ή εκπροσωπούνται μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/2 του μετοχικού κεφαλαίου.
3. Σε περίπτωση που η γενική συνέλευση ματαιωθεί λόγω έλλειψης απαρτίας, τότε, αυτή συνέρχεται εκ νέου την ίδια ημέρα της επόμενης από τη ματαιωθείσα συνεδρίαση εβδομάδας, στον ίδιο τόπο και στην ίδια ώρα, ευρίσκεται δε, κατά την επαναληπτική αυτή συνεδρίαση, σε απαρτία όταν παρίστανται ή εκπροσωπούνται μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/4 του μετοχικού κεφαλαίου.
Σε περίπτωση δε νέας ματαίωσης, η γενική συνέλευση συνέρχεται όπως παραπάνω, για τρίτη φορά, οπότε απαρτία υπάρχει ανεξάρτητα από το εκπροσωπούμενο μετοχικό κεφάλαιο.
4. Η παρ. 4 του άρθρου 16 του ν.δ/τος 3721/1957 (ΦΕΚ 142 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. του άρθρου 34 του ν.1959/1991, αντικαθίσταται ως εξής:
“4. Κάθε ακέραια μετοχή παρέχει δικαίωμα οκτώ (8) ψήφων στις γενικές συνελεύσεις, κλάσμα 1/8 ακέραιας μετοχής παρέχει δικαίωμα μίας (1) ψήφου. Κλάσματα μικρότερα του 1/8 μετοχής, τα οποία αποτελούν αυτοτελείς κλασματικούς τίτλους μετοχής ή περιλαμβάνονται και υπολείπονται σε τίτλους μεγαλύτερου ποσοστού μετοχής, παρέχουν δικαίωμα ψήφου, εφόσον προστιθέμενα σε κλάσματα της ίδιας μετοχής συμπληρώνουν το 12,5% μίας ακεραίας μετοχής.
Στην περίπτωση ένωσης κλασμάτων, το δικαίωμα ψήφου ασκείται από ένα μόνον πρόσωπο που κατέχει μόνο κλάσμα μικρότερο του 1/8 και που είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένο από τα λοιπά.
Ενστάσεις μετόχων του Ο.Α.Σ.Θ. κατά του κύρους των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης και της εκλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ή των ελεγκτών τακτικών ή αναπληρωματικών ασκούνται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα λήψης της απόφασης ή της εκλογής και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 739 έως 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (εκούσια δικαιοδοσία)”.
5. Μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού συγκαλείται η γενική συνέλευση των μετόχων του Ο.Α.Σ.Θ., διεξάγεται η διαδικασία εκλογής των εκπροσώπων των μετόχων στο Δ.Σ. και κινείται η διαδικασία ορισμού του νέου Διοικητικού Συμβουλίου.
Σχετικό: με την παρ.5 άρθρ.3 Ν.2374/1996 (Α 32).
Άρθρο 7
Ρύθμιση θεμάτων της Ολυμπιακής Αεροπορίας
1. Η αληθινή έννοια της περίπτ. ε` του άρθρου 1 του ν. 2271/1994 (ΦΕΚ 229 Α`) είναι ότι το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξοφλήσει κατά τους όρους των σχετικών δανειακών συμβάσεων και το σύνολο των οφειλών από δάνεια, με τους τόκους, προμήθειες και έξοδα εν γένει της Ολυμπιακής Αεροπορίας προς τράπεζες και πιστωτικά ιδρύματα του εσωτερικού που έχουν χορηγηθεί προς την Ολυμπιακή Αεροπορία με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Σε περίπτωση που για τα δάνεια αυτά έχουν εγερθεί αγωγές κατά της Ολυμπιακής Αεροπορίας και επί αυτών δεν έχουν εκδοθεί αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, το Ελληνικό Δημόσιο λογίζεται ότι έχει ασκήσει κύρια παρέμβαση υπέρ της Ολυμπιακής Αεροπορίας στις εκκρεμείς δίκες, σε όποιο στάδιο και εάν ευρίσκονται αυτές και να αναλαμβάνει την περαιτέρω διεξαγωγή τους ως κύριος διάδικος.
2. Η αληθινή έννοια των περιπτώσεων α`, β` και γ` του άρθρου 1 του ν. 2271/1994 (ΦΕΚ 229 Α`) είναι ότι τα πάσης φύσεως χρέη μέχρι την ημερομηνία της επίσημης κοινοποίησης της απόφασης της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της Ολυμπιακής Αεροπορίας και της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας, από οποιονδήποτε λόγο και εάν προέρχονται, προς το Δημόσιο και την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.) διαγράφονται από την ημερομηνία γέννησής τους, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους.
3. Στο εδάφιο α` της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 2271/1994 μετά τις λέξεις “κατά κατηγορία” προστίθενται οι λέξεις “και ειδικότητα”.
4. Το εδάφιο α` της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 2271/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
“Οι αποδοχές του προσωπικού της Ολυμπιακής Αεροπορίας, της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας Α.Ε. και της Ολυμπιακής Τουριστικής Α.Ε. σε περιπτώσεις ασθένειας συνεχούς διάρκειας πέραν των δεκαπέντε (15) ημερών εργατικού ή εξωεργατικού ατυχήματος, εγκυμοσύνης και λοχείας καθορίζονται κατά τα προβλεπόμενα από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τα πρακτικά που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ολυμπιακής Αεροπορίας ή των άλλων εταιρειών και της ΟΣΠΑ ή των πρωτοβάθμιων σωματείων. Για τις λοιπές περιπτώσεις ασθενειών, ισχύουν οι ρυθμίσεις της κοινής εργατικής νομοθεσίας.
Οι αποφάσεις του Κ.Α.Ι. και των υγειονομικών επιτροπών του Ι.Κ.Α. ή άλλου φορέα κύριας ασφάλισης είναι δεσμευτικές για τις παραπάνω εταιρείες. Οι εταιρείες θα παρακρατούν την επιδότηση του Ι.Κ.Α. για όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, εκτός αυτής των εργατικών ατυχημάτων”.
Σχετικό: το άρθρο 29 Ν.2434/1996 (Α 188)
Άρθρο 8
Λοιπές διατάξεις
1. Οι διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 1959/1991 περιλαμβάνονται σε παράγραφο που λαμβάνει τον αριθμό 1. Στο ίδιο άρθρο προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής: “2. Στους παραβάτες των διατάξεων της παρ.1 επιβάλλεται από το όργανο που διαπιστώνει την παράβαση, διοικητικό πρόστιμο πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών και αφαίρεση των στοιχείων κυκλοφορίας (άδειας και κρατικών πινακίδων) του αυτοκινήτου και της άδειας οδήγησης του οδηγού για χρονικό διάστημα ενός (1) μηνός.”.
2.Οι υπάλληλοι της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών διατίθενται στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις των Νομών Αττικής και Κυκλάδων και, μετά από αίτηση των οικείων Νομαρχών, σε οποιαδήποτε άλλη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση ή Νομαρχιακό Διαμέρισμα για την υποβοήθηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης στον τομέα εξέτασης των υποψηφίων οδηγών και εκπαιδευτικών οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, του βοηθητικού έργου της εξέτασης αυτής, της επιθεώρησης του εν γένει έργου της εξέτασης και των εξεταστών, καθώς και της επιθεώρησης οχημάτων, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 5 του Ν.2465/1997 (Α 28)
Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών εξειδικεύεται το πεδίο εφαρμογής της επιθεώρησης και του βοηθητικού έργου και τα κριτήρια επιλογής των υπαλλήλων για την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών.
Για την κατ` αποκοπή αποζημίωση των ανωτέρω υπαλλήλων ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1844/1989 (ΦΕΚ 100 Α`), όπως συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α`).
Ειδικά για τους επιθεωρητές εξετάσεων και τους παρέχοντες βοηθητικό έργο στις εξετάσεις αυτές η αποζημίωση ορίζεται προσαυξημένη και μειωμένη αντιστοίχως κατά 30% σε σχέση με την αμοιβή που καταβάλλεται στους εξεταστές.
Οι πιο πάνω διατάξεις ισχύουν αναλόγως και για το λοιπό προσωπικό του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 39 του ν. 2218/1994, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με την παρ.8 του άρθρου 6 του ν. 2240/1994, θεωρείται αποσπασμένο στις οικείες Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις.
3.α. Υπάλληλοι της ΟLΥΜΡΙC CΑΤΕRΙΝG, οι οποίοι επαναπροσλήφθηκαν στον ίδιο φορέα μετά την 31η Οκτωβρίου 1993 ως στελέχη της επιχείρησης, θεωρούνται ως επαναπροσλαμβανόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`).
β. Οι κατά το χρόνο δημοσίευσης του παρόντος νόμου υπηρετούντες στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στο Υ.Μ.Ε. από την ΟLΥΜΡΙC CΑΤΕRΙΝG (άρθρο 20 ν. 1735/1987) εντάσσονται σε υφιστάμενες κενές ή συνιστώμενες προσωποπαγείς οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού ως εξής:
– Στην Κεντρική Υπηρεσία του Υ.Μ.Ε. είκοσι τέσσερις (24)
– Στην ενιαία Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών – Πειραιώς δέκα (10).
– Στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δυτικής Αττικής ένας (1)
– Στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Θεσσαλονίκης ένας (1)
– Στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ηρακλείου ένας (1)
Ο διορισμός γίνεται ύστερα από αίτηση που υποβάλλεται στις υπηρεσίες που υπηρετούν μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 περ. β` και γ` και 3 παρ. 1, παρ. 2 εδάφιο πρώτο, δεύτερο και τρίτο, 6, 7 και 8 του ν. 1476/1984.
4.α. Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών ανατίθενται σε γραφεία μελετών οι εκπονήσεις μελετών για θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών ως ακολούθως:
– Για ποσά ύψους 200.000 ECU και άνω, μετατρεπόμενα σε δραχμές, με τη διενέργεια διαγωνισμού σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από την Κοινοτική Οδηγία 92/50/ΕΚ.. Με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών ρυθμίζονται η διαδικασία διεξαγωγής των διαγωνισμών για την ανάθεση μελετών, θέματα υποβολής και εκδίκασης ενστάσεων, αιτήσεων θεραπείας, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
– Για ποσά ύψους μέχρι 200.000 ECU, μετατρεπόμενα σε δραχμές, παρέχεται η δυνατότητα να ανατίθενται απευθείας σε ανώτατα και τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα και ερευνητικά ιδρύματα, που εποπτεύονται από το κράτος, η διενέργεια ερευνών, η εκπόνηση μελετών, η εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών.
Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών συγκροτούνται επιτροπές και ομάδες εργασίας για τη διενέργεια ερευνών, την εκπόνηση μελετών, την εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών, με σκοπό τη διερεύνηση και αντιμετώπιση όλων των θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, όπως επίσης η μελέτη και έρευνα θεμάτων: α. ανάπτυξης και εφαρμογής σύγχρονων μεθόδων ταχύτερης και αποδοτικότερης διεξαγωγής του έργου των υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, β. απογραφής και ελέγχου του δικαιώματος της νομίμου κυκλοφορίας Δ.Χ. αυτοκινήτων, καθώς και κάθε άλλη μελέτη, έρευνα ή επίβλεψη που είναι αναγκαία για θέματα οδικής κυκλοφορίας και κυκλοφοριακής αγωγής, γ. εκσυγχρονισμού του καθεστώτος που διέπει τις οδικές μεταφορές (εμπορευματικές και επιβατικές), δ. παροχής εξειδικευμένων εργασιών προς την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠ.Α.) σε θέματα μελετών και εκτέλεσης έργων μείζονος σημασίας, έργων υποδομής για την ανάπτυξη της αεροναυτιλίας, ασφάλειας των πτήσεων και των αερολιμένων, καθώς και σε άλλα θέματα συναφή προς τις δραστηριότητες της ΥΠ.Α..
Με την απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών ορίζεται ο αριθμός των μελών κάθε επιτροπής ή ομάδας εργασίας, που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των έντεκα, η ιδιότητα αυτών, ο χρόνος περάτωσης του έργου τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Στις επιτροπές αυτές δύναται να συμμετέχουν και συνταξιούχοι του Δημοσίου, πρώην ανώτατοι υπάλληλοι και πρώην ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί. Αποφάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί διατηρούν την ισχύ τους. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται το ύψος της αμοιβής ή αποζημίωσης των μελών των επιτροπών ή ομάδων εργασίας, οι οποίες βαρύνουν το λογαριασμό του ν.δ. 638/1970, στις τρεις πρώτες περιπτώσεις και τις πιστώσεις του προϋπολογισμού ΥΠ.Α. ειδ. φορέα 39/ 120 και αριθμ. εξόδου 5161 στην τέταρτη περίπτωση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.48 Ν.2963/2001,ΦΕΚ Α 268/23.11.2001
Με όμοια απόφαση συγκροτούνται νομοπαρασκευαστικές επιτροπές μέχρι δεκαπέντε (15) μέλη και θητεία μέχρι δύο (2) έτη από κρατικούς λειτουργούς, δικαστές, νομικούς συμβούλους του Κράτους, παρέδρους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μέλη Δ.Ε.Π. όλων των βαθμίδων, δικηγόρους, ειδικούς επιστήμονες, δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους με εμπειρία στα θέματα μεταφορών ή επικοινωνιών, έργο των οποίων είναι η επεξεργασία σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών αποφάσεων αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών. Στις επιτροπές αυτές μπορεί να ανατεθεί η κωδικοποίηση των διατάξεων του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 76 παρ. 6 του Συντάγματος. Η “Διαρκής Επιτροπή Αναθεώρησης του Κ.Ο.Κ.”, που έχει συγκροτηθεί με την 73861/6341/2000 (ΦΕΚ 344 Β`) απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, όπως ισχύει, λειτουργεί από τη συγκρότησή της ως νομοπαρασκευαστική επιτροπή. Η θητεία της επιτροπής αυτής είναι διετής. Επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, που έχουν συσταθεί και συγκροτηθεί με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και η σχετική δαπάνη και η αμοιβή των μελών τους από την έναρξη έως το πέρας των εργασιών τους είναι νόμιμη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.48 Ν.2963/2001,ΦΕΚ Α 268/23.11.2001.
γ. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται για τις περιπτώσεις της παραγράφου 4β το ύψος της αμοιβής ή της αποζημίωσης των ομάδων και επιτροπών, οι οποίες βαρύνουν το λογαριασμό του ν.δ/τος 638/1970. Για τις αναθέσεις μελετών, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4α, η χρηματοδότηση δύναται να βαρύνει και το λογαριασμό του ν.δ/τος 638/1970.
δ. Ως “Διευθύνουσα Υπηρεσία”, αρμόδια για την άσκηση εποπτείας, ελέγχου και διοίκησης εν γένει των μελετών της παραγράφου 4α, ορίζεται το Τμήμα Προγραμματισμού και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Μεταφορών για τα θέματα μεταφορών και το Τμήμα Προγραμματισμού και Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Εποπτείας Επικοινωνιών για τα θέματα επικοινωνιών, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 του π.δ/τος 149/1992 “Περί Οργανισμού του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών.”
ε. Ως αρμόδιες για την εκδίκαση των υποβαλλόμενων ενστάσεων, από το στάδιο καταθέσεως δηλώσεων ενδιαφέροντος ή προσφορών και μέχρι την παραλαβή της μελέτης, ορίζονται η Γενική Διεύθυνση Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών για τα θέματα μεταφορών και η Γενική Διεύθυνση Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών για τα θέματα επικοινωνιών. Οι ενστάσεις εκδικάζονται έπειτα από εισήγηση της Διεύθυνσης Ανάπτυξης Μεταφορών για τα θέματα μεταφορών και της Διεύθυνσης Ανάπτυξης και Εποπτείας Επικοινωνιών για τα θέματα επικοινωνιών.
στ. Ως Επιβλέπων ή Επιβλέποντες Μελέτης ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών πτυχιούχοι ανώτατης σχολής, οι οποίοι θα ασκούν τις μεταβιβαζόμενες σε αυτούς αρμοδιότητες επί των ανατιθέμενων μελετών. Με την ίδια απόφαση δύναται να ορίζονται ως Επιβλέποντες Μελέτης πτυχιούχοι ανώτατης σχολής και άλλων Υπουργείων, με πρόταση του αντίστοιχου Υπουργού, όταν υπάρχει συναρμοδιότητα στο αντικείμενο μιας μελέτης.
ζ. Στο Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών συνιστάται Επιστημονικό – Γνωμοδοτικό Συμβούλιο. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί για θέματα, οικονομικού και τεχνικού περιεχομένου, κατά περίπτωση για την έκδοση των αποφάσεων του εργοδότη, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην παράγραφο 4α του παρόντος άρθρου.
Το ως άνω Συμβούλιο αποτελείται από πέντε μέλη, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών και έχουν ετήσια θητεία.
Το Συμβούλιο συντίθεται από τρείς υπαλλήλους, πτυχιούχους Α.Ε.Ι., του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και από δυο Καθηγητές Α.Ε.Ι., έναν Οικονομικής ή Νομικής Σχολής και έναν Πολυτεχνικής Σχολής.
Ο Εισηγητής και ο Γραμματέας του Επιστημονικού Συμβουλίου ορίζονται ομοίως με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Το Συμβούλιο συνέρχεται, συνεδριάζει και αποφασίζει σύμφωνα με τις ισχύουσες, εκάστοτε, περί συλλογικών οργάνων διατάξεις.
η. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζεται το ύψος της αποζημίωσης για τους Επιβλέποντες Μελέτης και για τα μέλη του Επιστημονικού Συμβουλίου, η οποία βαρύνει το λογαριασμό του ν.δ/τος 638/1970.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 Ν.2578/1998 Α` 30/17.2.1998.
5. Η περίπτωση στ` του άρθρου 2 του ν.δ. 638/1970 (ΦΕΚ 173 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“στ. Την αποζημίωση των μελών, των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών και των ομάδων εργασίας που συγκροτούνται με αποφάσεις του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών για τη μελέτη και αντιμετώπιση θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, καθώς και την καταβολή αμοιβής για την εκπόνηση μελετών ή τη διενέργεια ερευνών, που ανατίθενται κατά νόμον”.
6. Η παρ. 4 του άρθρου 104 του ν. 2094/1992 “Κύρωση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας” (ΦΕΚ 182 Α`) αντικαθίσταται ως εξής: “4. Με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αναπροσαρμόζονται υποχρεωτικά τα πρόστιμα που προβλέπονται για παραβάσεις αυτού του Κώδικα κάθε δύο (2) χρόνια, εφόσον έχουν μεταβληθεί οι συντελεστές Μ1 και Μ2 με βάση τον τύπο:
Μ1 (αναπρ) + Μ2 (αναπρ) Χ Π (ισχ) Π (αναπρ.)=————————————- Μ1 (ισχ) + Μ2 (ισχ)
όπου Π (αναπρ.) = το αναπροσαρμοσμένο πρόστιμο που θα καταβάλλεται από τον παραβάτη.
Π (ισχ) = το πρόστιμο που ήδη καταβάλλεται.
Μ1 (αναπρ.) = του ημερομίσθιο του ειδικευμένου εργάτη χωματουργού κατά το αμέσως προηγούμενο της αναπροσαρμογής ημερολογιακό τρίμηνο.
Μ2 (αναπρ.) = το ημερομίσθιο τεχνίτη στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Μ1 (ισχ.) και Μ2 (ισχ.) = το ημερομίσθιο του ειδικευμένου εργάτη χωματουργού και το ημερομίσθιο τεχνίτη, αντίστοιχα, με τα οποία υπολογίσθηκε το ισχύον πρόστιμο. Τα ημερομίσθια αυτά υπολογίζονται χωρίς καμία προσαύξηση για εργοδοτικές επιβαρύνσεις, όπως έχουν προσδιορισθεί από την Επιτροπή Διαπίστωσης Τιμών Δημοσίων Έργων (Ε.Δ.Τ.Δ.Ε.) σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Το χρηματικό ποσό που προκύπτει στρογγυλοποιείται, σύμφωνα με την αρχή της μεγαλύτερης προσέγγισης, ανά χίλιες (1.000) δραχμές.”
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: Ο Ν.2094/1992 καταργήθηκε από 24/5/1999 με το άρθρο 110 Ν.2696/1999 “Κύρωση Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας”.
7.α. Στο τέλος της παρ.5 του άρθρου 3 του ν. 2052/1992 προστίθεται εδάφιο το οποίο έχει ως ακολούθως: Από την ανάθεση της εποπτείας της εφαρμογής και καλής λειτουργίας του συστήματος της κάρτας ελέγχου καυσαερίων στις υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών το χρηματικό αντίτιμο, που καταβάλλεται στον ανάδοχο κατά την παρ. 4, περιέρχεται στον ειδικό λογαριασμό του ν.δ/τος 638/1970 και αποτελεί ειδικό κεφάλαιο για την αντιμετώπιση των δαπανών άσκησης εποπτείας”.
β. Στην παράγραφο 9 του όρθρου 3 του ν. 2052/1992 προστίθεται περίπτωση ε` αναριθμούμενης της ε` περιπτώσεως σε στ` ως εξής: “ε. Όργανα του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών στα πλαίσια της ασκούμενης από αυτό γενικής εποπτείας εφαρμογής και καλής λειτουργίας του συστήματος της κάρτας ελέγχου καυσαερίων κατά τις διατάξεις της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου”.
γ. Η πλήρωση των θέσεων του κλάδου ΔΕ Τεχνικών ειδικότητας ελεγκτών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών δύναται να γίνει και με μεταφορά πλεονάζοντος προσωπικού από την Ανώνυμη Συγκοινωνιακή Εταιρεία Λεωφορείων (Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε.) ή από την εταιρεία Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι Αθηνών-Πειραιώς (Η.Σ.Α.Π. Α.Ε.) ή από την εταιρεία Ηλεκτροκίνητα Λεωφορεία Αθηνών – Πειραιά και Περιχώρων (Η.Λ.Π.Α.Π. Α.Ε.) ή από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε. Α.Ε.), σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις με δέσμευση ισάριθμων οργανικών θέσεων του κλάδου αυτού, με τα πιο κάτω τυπικά και ουσιαστικά προσόντα:
– να κατέχουν άδεια οδήγησης αυτοκινήτων Β` κατηγορίας,
– να έχουν ηλικία μέχρι και 45 ετών,
– να έχουν προϋπηρεσία ως τεχνίτες αυτοκινήτων στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. ή στην πρώην Ε.Α.Σ. ή στους Η.Σ.Α.Π. Α.Ε. ή στα H.Λ.Π.Α.Π. Α.Ε. ή στον Ο.Σ.Ε. Α.Ε. πέντε (5) ετών αν έχουν απολυτήριο μέσης εκπαίδευσης (ΔΕ) ή δέκα (10) ετών αν έχουν απολυτήριο υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 άρθρ.10 Ν.2801/2000.
δ. Οι ελεγκτές, που μεταφέρονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παρούσας, δύνανται να ασχοληθούν και εναλλασσόμενο ωράριο (πρωινή – απογευματινή καθώς επίσης και να μετακινούνται και εκτός Νομού Αττικής για ελέγχους πεδίου. Για τις εκτός Νομού Αττικής μετακινήσεις δικαιούνται τις προβλεπόμενες εκτός έδρας αποζημιώσεις.
ε. Ως προϋπηρεσία, για την κατάταξη των μεταφερόμενων σε μισθολογικά κλιμάκια, λαμβάνεται αποκλειστικά η πραγματική υπηρεσία στην πρώην Ε.Α.Σ., στον Ο.Α.Σ.Α., στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε., στους Η.Σ.Α.Π. Α.Ε.. στα Η.Λ.Π.Α.Π. Α.Ε. και στον ΟΣΕ Α.Ε., εφαρμοζόμενων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων του άρθρου 20 του ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α`).
στ. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται η διαδικασία μεταφοράς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
ζ. Η μεταφορά του παραπάνω προσωπικού γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.
8.α. Η παράγραφος 6 του άρθρου 2 του ν.1350/19θ3 (ΦΕΚ 55 Α`), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 του ν.1959/1991 (ΦΕΚ 123 Α`) αντικαθίσταται ως εξής: “6. Για την έκδοση πιστοποιητικού επικύρωσης Ε.Ο.Κ. ως προς τα διάφορα επί μέρους συστήματα ενός οδικού οχήματος που αναφέρεται σε επαληθεύσεις τεχνικών προδιαγραφών, ελέγχους ή δοκιμές και πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την έγκριση τύπου καταβάλλεται παράβολο, το ποσό του οποίου καθορίζεται ανάλογα με το είδος του πιστοποιητικού στα ένα πέμπτο (1/5) του ποσού της παρ. 5 α` του άρθρου αυτού.”
β. Στο άρθρο 2 του ν. 1350/1963, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 του ν.1959/1991, προστίθενται παράγραφοι 12, 13, 14 και 15, που έχουν ως εξής: “12. Για τη χορήγηση εθνικής έγκρισης τύπου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις θα εισπράττεται ειδικό τέλος ως εξής: α. Οχήματα κατηγορίας Μ1, Ν1, Ο1 και Ο2 πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές. β. Οχήματα κατηγορίας Μ2, Μ3, Ν2, Ν3, Ο3 και Ο4 ογδόντα χιλιάδες (80.000) δραχμές. “γ. Δίτροχα, τρίτροχα και ελαφρά τετράτροχα τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές. δ. Δελτίο κοινοποίησης έγκρισης τύπου οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την οδηγία 70/156/ΕΕ, όπως τροποποιήθηκε με την 93/81/ΕΕ, πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές, ανεξάρτητα από τον αριθμό παραλλαγών. Δελτίο κοινοποίησης έγκρισης τύπου δικύκλου μοτοποδηλάτου, τρικύκλου μοτοποδηλάτου, δικύκλου μοτοσικλέτας, μοτοσικλέτας με καλάθι, τρικύκλου, τετρακύκλου (λογιζόμενου σαν μοτοποδήλατο), τετρακύκλου (λογιζόμενου σαν μοτοσικλέτα) που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την οδηγία 92/61/ΕΕ, τριάντα χιλιάδες (30.000) δραχμές, ανεξάρτητα από τον αριθμό παραλλαγών”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρ.6 Ν.2801/2000.
Οι ορισμοί των παραπάνω κατηγοριών δίδονται στην Κ.Υ.Α. 47271/3950/92 (ΦΕΚ 764 Β”).
13. Για μεμονωμένες εγκρίσεις τύπου των περιπτώσεων α`, β` και γ` της παρ. 12 θα εισπράττεται το ένα πέμπτο (1/5) του αντίστοιχου παραβόλου.
14 α. Για τη συμπλήρωση ή επέκταση ή τροποποίηση εγκρίσεων τύπου εισπράττεται το ένα πέμπτο (1/5) του αντίστοιχου παραβόλου που καθορίζεται στην παράγραφο 12.
β. Ειδικότερα για συμπλήρωση έγκρισης τύπου με άλλες παραλλαγές εισπράττεται το ένα πέμπτο (1/5) του αντίστοιχου παραβόλου που καθορίζεται στην παράγραφο 12 για κάθε επιπλέον παραλλαγή και μέχρι του τριπλασίου του ανωτέρω παραβόλου.
γ. Για έκδοση βεβαίωσης καυσαερίων από τη Διεύθυνση Τεχνικής Οχημάτων εισπράττεται το αντίστοιχο παράβολο που καθορίζεται στην παράγραφο 12. Εάν η βεβαίωση αφορά μεμονωμένα οχήματα, εισπράττεται για κάθε όχημα το ένα πέμπτο (1/5) του αντίστοιχου παραβόλου που καθορίζεται στην παράγραφο 12.
δ. Για την έκδοση δελτίου κοινοποίησης πιστοποιητικού Ε.Ε. ή κανονισμού Ο.Η.Ε. ενός συστήματος οχήματος θα εισπράττεται το ένα πέμπτο (1/5) του αντίστοιχου παραβόλου που καθορίζεται στην παράγραφο 12.
15. Εάν στην αρχική έγκριση τύπου περιλαμβάνονται παραπάνω από πέντε παραλλαγές, θα εισπράττεται επιπλέον παράβολο σύμφωνα με την παράγραφο 14β του παρόντος άρθρου”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 άρθρ.6 Ν.2801/2000.
9. Συνιστάται εννεαμελής επιτροπή αναθεώρησης του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας που αποτελείται από:
α. Έναν (1) καθηγητή ή Αναπληρωτή Καθηγητή Νομικού Τμήματος Α.Ε.Ι. ως Πρόεδρο, που ορίζεται από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών μαζί με τον αναπληρωτή του που πρέπει να έχει την ίδια ιδιότητα.
β. Δύο (2) δημόσιους υπαλλήλους κλάδου ΠΕ και βαθμού Α ή Β ανά έναν από τα Υπουργεία Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών, ύστερα από πρόταση των οικείων Υπουργών, καθώς και έναν (1) αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
γ. Πέντε (5) ειδικούς επιστήμονες ή ειδικούς για την οδική κυκλοφορία οριζόμενους από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Για καθεμία κατηγορία μελών ορίζονται και ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη, τα οποία υποδεικνύονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα τακτικά.
Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Με την αυτή απόφαση ορίζεται ως Γραμματέας της Επιτροπής, υπάλληλος του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών μαζί με τον αναπληρωτή του, ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την οργάνωση, τη λειτουργία, τις εργασίες της και τάσσεται προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών για την περάτωση του έργου της.
Η παραπάνω προθεσμία μπορεί να παραταθεί εφάπαξ ή τμηματικά, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Στον Πρόεδρο, τα μέλη και το γραμματέα της Επιτροπής, καθώς και στους αναπληρωτές τους καταβάλλεται, μετά την περαίωση και παράδοση του έργου της, εφάπαξ αποζημίωση που βαρύνει τον ειδικό λογαριασμό 541077 του ν.δ/τος 638/1970 (ΦΕΚ 173 Α`) και ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.
10. Η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του ν.2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Επιτρέπεται η ταξινόμηση ως επιβατηγών δημόσιας χρήσης μεταχειρισμένων εκ κατασκευής αντιρρυπαντικής τεχνολογίας βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, τα οποία έχουν κατασκευασθεί την τελευταία προ του έτους κατάθεσης του δηλωτικού εισαγωγής ή της δήλωσης άφιξης, διετία, έχουν ταξινομηθεί σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πληρούν τους όρους και τις προϋποθέσεις της Κ.Υ.Α. 28433/ 2448/1992 (ΦΕΚ 542 Β`) ή της Κ.Υ.Α. 33976/3189/1993 (ΦΕΚ 822 Β`) και με τον όρο ότι η ταξινόμησή τους θα λάβει χώρα εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης του ανωτέρω παραστατικού.”.
Η παράγραφος 2 του άρθρου 18 του ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114 Α`) μετά τη φράση “αν έχουν κατασκευασθεί ένα (1) ή δύο (2) έτη” αντικαθίσταται ως εξής:
“προ του έτους κατάθεσης του δηλωτικού εισαγωγής ή της δήλωσης άφιξης”.
11.Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν.1959/1991 “Για τις οδικές μεταφορές, τις επικοινωνίες και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 123 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:
“Οι άδειες κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων χορηγούνται εφόσον ο αιτών (φυσικό νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία) έχει πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα ύψους για κάθε τόννο μικτού βάρους του φορτηγού αυτοκινήτου τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) δραχμών τουλάχιστον εντός οποιουδήποτε χρονικού διαστήματος κατά το τελευταίο οικονομικό έτος. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ένα (1) έτος.
Οι άδειες αυτές είναι προσωρινές και ισχύουν για ένα έτος από την έκδοσή τους, μετά την πάροδο του, οποίου και εντός του πρώτου διμήνου μετατρέπονται σε οριστικές, εφόσον δεν διακόπηκε η άσκηση της επιχείρησης ή του επαγγέλματος των αιτούντων και εφόσον έχουν πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα για κάθε τόννο μικτού βάρους του φορτηγού αυτοκινήτου ύψους ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών τουλάχιστον.
Εφόσον συνέτρεχαν, κατά το χρόνο που ορίζουν οι παραπάνω διατάξεις, οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, δύναται η επιχείρηση ή ο επαγγελματίας να υποβάλουν και εκπροθέσμως αίτηση για τη μετατροπή της προσωρινής άδειας σε οριστική, καταβάλλοντας, ως διοικητικό πρόστιμο, το ποσό του ανώτατου ορίου του εκάστοτε διοικητικού προστίμου, κατά το άρθρο 4 του παρόντος νόμου και της κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών, που έχει εκδοθεί κατ` εξουσιοδότησή του, για κάθε τόννο μικτού βάρους του φορτηγού αυτοκινήτου.
Η εκπρόθεσμη αίτηση για τη μετατροπή της προσωρινής άδειας σε οριστική θα πρέπει να υποβληθεί το αργότερο εντός του επόμενου έτους από την ημερομηνία λήξης της προσωρινής άδειας κυκλοφορίας.
Η διαδικασία του παραπάνω εδαφίου έχει εφαρμογή σε κάθε περίπτωση λήξης της προθεσμίας της προσωρινής άδειας κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτου ανεξαρτήτως αν εγένετο οριστική αφαίρεση ή όχι.
Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται και για τις περιπτώσεις αφαίρεσης αδειών κυκλοφορίας Φ.Ι.Χ. αυτοκινήτων που έγιναν μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση με τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός έτους”.
12. Η παρ. 1, του άρθρου 4, του ν. 1073/1980 (ΦΕΚ 214 Α`) “Περί αντικαταστάσεως των κυκλοφορούντων τριτρόχων φορτηγών οχημάτων δημοσίας χρήσεως και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων” αντικαθίστανται ως εξής:
“1. Οι κύριοι και κάτοχοι φορτηγών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης, που τέθηκαν σε κυκλοφορία με τις διατάξεις του ν. 1073/1980, δεν υποχρεούνται σε αυτοπρόσωπο οδήγηση.”
13. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 1959/1991 “Για τις οδικές μεταφορές, τις επικοινωνίες και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 123Α`) προστίθεται παράγραφος 3, που έχει ως εξής:
“3. Οι πιο πάνω διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται ανάλογα και για τα επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενός (1) έτους από της ισχύος του παρόντος νόμου υποβάλλουν δικαιολογητικά και προσκομίσουν Ε.Δ.Χ. αυτοκίνητο για κυκλοφορία.”.
14. Το άρθρο 3 “Μεταφορικόν έργον” του ν. 1073/1980 (ΦΕΚ 214 Α`) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
“Άρθρο 3
Μεταφορικόν έργον
Τα κατ. εφαρμογήν του παρόντος νόμου τιθέμενα σε κυκλοφορία φορτηγά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης ως και τα σε αντικατάσταση αυτών τιθέμενα σε κυκλοφορία της ίδιας κατηγορίας αυτοκίνητα επιτρέπεται να διενεργούν μεταφορές με κόμιστρο:
α. Από οποιοδήποτε προς οποιοδήποτε σημείο εντός των ορίων του νομού, στον οποίο βρίσκεται η διοικητική μονάδα της έδρας τους.
β. Με τόπο φόρτωσης οποιοδήποτε σημείο, ευρισκόμενο εντός των ορίων του νομού της διοικητικής μονάδος της έδρας τους, προς οποιοδήποτε σημείο όμορου νομού και αντίστροφα. Ως όμοιοι νομοί, για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, νοούνται εκείνοι που έχουν κοινά χερσαία σύνορα. “Ειδικά για τις μεταφορές μεταξύ νησιών, ως όμοροι νομοί θεωρούνται όλα τα νησιά που συνδέονται απευθείας ακτοπλοϊκά μεταξύ τους.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 του άρθρου 16 του Ν.2465/1997 (Α 28)
γ. Οικοσκευών από οποιοδήποτε σημείο, ευρισκόμενο εντός των ορίων του νομού της διοικητικής μονάδος της έδρας τους, προς οποιοδήποτε σημείο της χώρας, χωρίς φορτίο επιστροφής.”
15. Στο τέλος της περιπτώσεως α` της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1437/1984 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
“Η Κοινότητα Μαγούλας περιλαμβάνεται στα όρια της ενιαίας διοικητικής μονάδας της περιοχής Αθηνών-Πειραιώς και Περιχώρων”.
16. Για επιβατηγά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσεως με ή χωρίς μετρητή, τα οποία έχουν έδρα διοικητική μονάδα η οποία συνενώθηκε με άλλες για τη δημιουργία δήμου, καθορίζεται ως νέα έδρα τους η ενιαία διοικητική μονάδα και μπορούν να σταθμεύουν στο κέντρο αυτής.
Με απόφαση του οικείου νομάρχη καθορίζεται κάθε σχετική λεπτομέρεια με σκοπό την εξυπηρέτηση όλων των οικισμών.
17. Με απόφαση του οικείου νομάρχη επαναχορηγείται η άδεια κυκλοφορίας αυτοκινήτου Ε.Δ.Χ. που ανακλήθηκε ή αφαιρέθηκε κατ` εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 29 του ν.δ/τος 3334/1955 (ΦΕΚ 237 Α`) στο όνομα εκείνων (ή των κληρονόμων τους) που έγινε ή ανάκληση ή αφαίρεση, με έδρα τη διαμονή τους και με τις εξής προϋποθέσεις:
α. Η άδεια κυκλοφορίας που ανακλήθηκε ή αφαιρέθηκε να αφορούσε ολόκληρο τέτοιο αυτοκίνητο.
β. Αν μετά την ανάκληση ή αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας δεν χορηγήθηκε, με κρατική παραχώρηση την υποβολή της αίτησής τους, άδεια κυκλοφορίας αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης για ολόκληρο το αυτοκίνητο ή ιδανικό μερίδιο αυτού οποιασδήποτε κατηγορίας και
γ. Εφόσον υποβληθεί αίτηση των ενδιαφερομένων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Για την απόδειξη των α` και β` προϋποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου θα υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α`). Με την υπόψη δήλωση θα δηλώνεται και η διαμονή αυτών, κατά την έννοια του άρθρου 51 του Α.Κ..
Ως προς τη μεταβίβαση των αυτοκινήτων Ε.Δ.Χ. που θα τεθούν σε κυκλοφορία βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή οι ισχύουσες διατάξεις.
18. Στο άρθρο 25 του ν.δ/τος 102/1973 (ΦΕΚ 178 Α`), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 32 του ν. 1959/1991 (ΦΕΚ 123 Α`), προστίθενται δύο εδάφια που έχουν ως εξής:
“Για την οικονομική ενίσχυση των ασθενέστερων υπεραστικών ΚΤΕΛ, την υποβοήθηση για τη δημιουργία έργων υποδομής και την αποζημίωση για την οριστική απόσυρση πλεοναζόντων λεωφορείων, επιβάλλεται εισφορά δύο στα εκατό (2%) επί του συνόλου των ετήσιων ακαθάριστων εισπράξεων σε όλα τα υπεραστικά ΚΤΕΛ της χώρας”
Οι ειδικότερες προϋποθέσεις επιβολής της εν λόγω εισφοράς, ο τρόπος καταβολής και κατανομής αυτής, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών.”
Σχετικό: παρ.4 άρθρ.14 Ν.2963/2001,ΦΕΚ Α 268/23.11.2001
19. 1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2094/1992 (ΦΕΚ 182 Α`), αντικαθίσταται ως εξής: “Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών καθορίζονται: α) Οι προϋποθέσεις, η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η σύνθεση των εξεταστικών επιτροπών και όλα τα θέματα που αφορούν τον τρόπο εξέτασης για τη χορήγηση άδειας εκπαιδευτή υποψήφιων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. β) Οι προϋποθέσεις, διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας σχολής οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. γ) Τα της άσκησης τους επαγγέλματος του εκπαιδευτή υποψήφιων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και τα της λειτουργίας σχολών οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. δ) Τα της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των εξεταστών και των εκπαιδευτών υποψήφιων οδηγών, καθώς και των υποψήφιων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. ε) Τα των διοικητικών και ποινικών κυρώσεων για τους παραβάτες των διατάξεων του διατάγματος αυτού.”.
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2094/1992 (ΦΕΚ 182 Α`), που αναφέρεται στις ποινικές κυρώσεις των παραβατών του διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, καταργείται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: Ο Ν.2094/1992 καταργήθηκε από 24/5/1999 με το άρθρο 110 Ν.2696/1999 “Κύρωση Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας”.
20. Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των ετήσιων εσόδων του λογαριασμού που συστήθηκε με το ν.δ. τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, διατίθενται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Επικοινωνιών για την παροχή επιδόματος παραγωγικότητας στους τακτικούς και με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων και των αποσπασμένων σ` αυτό και στους υπαλλήλους που υπηρετούν στις τέως περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών που έχουν καταστεί υπηρεσίες της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά τη διαχείριση και διάθεση του σχετικού ποσού. Το ύψος του επιδόματος μπορεί να αναπροσαρμόζεται με βάση την κατ` έτος συνολική παραγωγικότητα των ανωτέρω υπηρεσιών σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Το επίδομα αυτό παύει να καταβάλλεται, με απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου, στους υπαλλήλους οι οποίοι, σύμφωνα με την έκθεση αιτιολόγησής τους, εμφανίζουν απόδοση μέτρια ή κατώτερη. Το χρονικό διάστημα παύσης καταβολής του επιδόματος ορίζεται στην απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των έξι (6) ούτε ανώτερο των εννέα (9) μηνών κάθε φορά. Το πιο πάνω επίδομα δεν καταβάλλεται επίσης σε περίπτωση απουσίας του υπαλλήλου από την υπηρεσία με αναρρωτική άδεια πέραν του μηνός, για κάθε ημερολογιακό έτος, όπως επίσης και σε περίπτωση επιβολής πειθαρχικής ποινής, με τελεσίδικη απόφαση, από του προστίμου των αποδοχών ενός μηνός και άνω, και μέχρι της διαγραφής της επιβληθείσας ποινής, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 208 του π.δ/τος 611/1977.
Σχετικό: παρ.9 άρθρ.12 Ν.3205/2003
21. Μετά την περίπτωση ια` του άρθρου 2 του ν.δ. 638/1970 (ΦΕΚ 113 Α`), όπως το άρθρο αυτό διαμορφώθηκε με τη διάταξη του άρθρου 44 του ν. 1959/1992 (ΦΕΚ 123 Α`), προστίθεται νέα περίπτωση ιβ`, που έχει ως εξής:
“ιβ. Την κάλυψη δαπανών: (1) για τη χορήγηση, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και κατά την κρίση του Υπουργού, έκτακτου εφάπαξ βοηθήματος σε υπαλλήλους του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών ή στις οικογένειές τους, λόγω θανάτου ή ανίατης σοβαρής και μακροχρόνιας ασθένειας υπαλλήλου, με σκοπό την αντιμετώπιση πραγματικών βιοτικών αναγκών του ίδιου ή της οικογένειάς του, (ΙΙ) για τη διοργάνωση πολιτιστικών, κοινωνικών, ψυχαγωγικών κ.λπ., εκδηλώσεων των υπαλλήλων και των οικογενειών τους και (ΙΙΙ) για σκοπούς ευρύτερου κοινωνικού χαρακτήρα.
Οι παραπάνω δαπάνες, σε ετήσια βάση, δεν επιτρέπεται να υπερβούν το πέντε τοις εκατό (5%) των ετήσιων εσόδων του προηγούμενου έτους του ειδικού λογαριασμού του παρόντος νόμου.”.
22. Οι εβδομήντα τρείς (73) μαθητές τεχνίτες σχολών Ο.Α.Ε.Δ., που πραγματοποίησαν την πρακτική τους άσκηση στον Ο.Σ.Ε. σε εφαρμογή των διατάξεων του β.δ/τος 3/6/6/52 και του άρθρου 94 του ν. 1566/1985 και μετά το πέρας αυτής την 30.6.1990 και 30.9.1990 παρέμειναν εργαζόμενοι μέχρι σήμερα, προσλαμβάνονται στον Ο.Σ.Ε. ως έκτακτοι τεχνίτες με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου.
Οι σχετικές διαπιστωτικές πράξεις πρόσληψης θα εκδοθούν μέσα σε δύο μήνες από της ισχύος του παρόντος.
23. Υποψήφιοι, οι οποίοι έχουν συμπεριληφθεί σε πίνακες επιτυχίας οι οποίοι κυρώθηκαν με τις Φ.471.47/ ΑΔ.264394/17.5.89 και Φ.471.47/ΑΔ.264393/17.5.89 αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής Άμυνας προς πλήρωση κενών θέσεων τακτικού προσωπικού του Γ.Ε.Α. και δεν ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες διορισμού τους στις αντίστοιχες κενές οργανικές θέσεις, δικαιούνται να ζητήσουν μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να διορισθούν ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας τους, εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις που προ βλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις και δεν έχουν προσληφθεί μέχρι την υποβολή της αίτησής τους σε θέσεις τακτικού προσωπικού υπηρεσίας ή νομικού προσώπου της παρ. 1 του άρθρου 25 του ν 2190/1994.
Οι διορισμοί των υπαλλήλων αυτών διενεργούνται σταδιακά, ισομερώς ανά εξάμηνο, βάσει του αριθμού των αιτήσεων που θα υποβληθούν, με αρχή το β` εξάμηνο του 1995 και θα πρέπει να ολοκληρωθούν έως την 30.6.1997.
Ο αριθμός των ανά ειδικότητα κατά εξάμηνο διοριζομένων καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, αφού ληφθούν υπόψη οι υπηρεσιακές ανάγκες.
Οι διοριζόμενοι καταλαμβάνουν υφιστάμενες κενές οργανικές θέσεις τακτικού προσωπικού του Γ.Ε.Α., είναι δε δυνατόν να κατανεμηθούν αυτοί σε άλλες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα που υπάγονται ή εποπτεύονται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Σχετικό: παρ.2 του άρθρου 5 του Ν.3075/2002 (Α΄ 297)
Άρθρο 9
Καταργούμενες διατάξεις
Από τη δημοσίευση του παρόντος καταργείται η παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.δ. 3721/1957 (ΦΕΚ 142 Α`) και η παρ. 2 του άρθρου 96 του ν. 2094/1992 (ΦΕΚ 182 Α`).
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!: Ο Ν.2094/1992 καταργήθηκε από 24/5/1999 με το άρθρο 110 Ν.2696/1999 “Κύρωση Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας”.
Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 1995
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜ. ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠ. ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΑΛ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΩΝΣΤ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ ΕΥΑΓ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
ΑΝΑΠΛ. ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΑΝΑΠΛ. ΠΕΡΙΒ/ΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜ. ΕΡΓΩΝ ΚΙΜ. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ ΚΩΝΣΤ. ΓΕΙΤΟΝΑΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 12 Δεκεμβρίου 1995
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΙΩ. Α. ΠΟΤΤΑΚΗΣ