ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2343/ΦΕΚ Α’ 211/11.10.1995.

Αναδιοργάνωση υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Σύσταση και αναδιοργάνωση υπηρεσιών

Άρθρο 1
Γενική γραμματεία δημοσιονομικής πολιτικής, γενικές διευθύνσεις και υπηρεσίες επιστημονικής και τεχνικής υποστήριξης

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής, υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών, ως και αντίστοιχη θέση μετακλητού γενικού γραμματέα αυτής. «Επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, μέχρι (31.12.2013) “31.12.2014” και χωρίς αμοιβή η παράλληλη άσκηση από το Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής των καθηκόντων του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 78, παρ. 3 του Ν. 4144/2013 (ΦΕΚ Α΄ 88/18.4.2013).

Σχετικό: το άρθρο 20 παρ.4 Ν.4223/2013,ΦΕΚ Α 287/31.12.2013.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!!:  άρθρο 52 παρ.2 περ.β` στοιχ.ββ` του ΠΔ 63/2005 (ΦΕΚ Α 98/2005)

2. Οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας της προηγούμενης παραγράφου και κάθε θέμα οργάνωσης και λειτουργίας αυτής ορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας της και οι αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης αυτής.

3. Από την έναρξη λειτουργίας της παραπάνω Γραμματείας καταργείται η Γενική Γραμματεία της Οικονομικής Πολιτικής και Συστημάτων των διατάξεων του π.δ/τος 516/1991 (ΦΕΚ 199 Α`) και οι συσταθείσες, με τις διατάξεις του άρθρου 2 του διατάγματος αυτού, θέσεις ειδικού συμβούλου, ειδικού συνεργάτη και διοικητικών υπαλλήλων μεταφέρονται στη συνιστώμενη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής της παραγράφου 1 του παρόντος.

4. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών οι παρακάτω γενικές διευθύνσεις, καταργούμενων των υφιστάμενων γενικών διευθύνσεων του άρθρου 1 του π.δ/τος 17/1991 (ΦΕΚ 7 Α`):

α) Γενική Διεύθυνση Φορολογίας. β) Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων. γ) Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων. δ) Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης.

ε. Γενική Διεύθυνση Διοίκησης και Δημοσιονομικών Ελέγχων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρ.6 Ν.2390/96 (Α 54).

στ) Γενική Διεύθυνση Μισθών και Συντάξεων. ζ) Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και η) Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης.

5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, καθορίζονται : α) η συγκρότηση των παραπάνω Γενικών Διευθύνσεων, πλην της υπό στοιχείο (ε) Γενικής Διεύθυνσης, β) ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου και γ) ο χρόνος λήξης της θητείας των υπηρετούντων στις θέσεις Προϊσταμένων των καταργούμενων Γενικών Διευθύνσεων.

Η Γενική Διεύθυνση Διοίκησης και Δημοσιονομικών Ελέγχων συγκροτείται από τις Διευθύνσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους : α) Δ4-Προσωπικού Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.), β) Δ21-Επεξεργασίας Σχεδίων Νόμων και Προεδρικών Διαταγμάτων, γ) Δ26-Συντονισμού και Ελέγχου Εφαρμογής Δημοσιολογιστικών Διατάξεων, δ) Δ39-Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και ε) Δ40-Οικονομικού Γ.Λ.Κ., τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) Υπουργείων και Νομικών Προσώπων και τα Ειδικά Λογιστήρια στα Γενικά Επιτελεία Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας.

Της ανωτέρω Γενικής Διεύθυνσης προΐσταται μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, με βαθμό Α`, του κλάδου ΠΕ-Δημοσιονομικών”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.3 άρθρ.6 Ν.2390/96 (Α 54).

Σχετικό:  παρ.3 περίπτωση δ της ΥΑ Δ6Α 1066361 ΕΞ2012 (ΦΕΚ Β` 1363/26/04/2012)

6. Η Υπηρεσία με τον τίτλο “Τράπεζα Φορολογικών Δεδομένων” των διατάξεων του άρθρου 57 του ν. 2214/1994 μετονομάζεται σε Τράπεζα Δημοσιονομικών Δεδομένων και το αντικείμενο αυτής διευρύνεται με την υπαγωγή και άλλων θεμάτων, που ορίζονται με τον οργανισμό του Υπουργείου Οικονομικών (όπως της συγκέντρωσης πληροφοριών και στοιχείων τελωνειακών, δημοσιονομικών και άλλων θεμάτων), που είναι απαραίτητα για την υποστήριξη του φορολογικού, τελωνειακού και δημοσιονομικού ελέγχου, ως και για το σχεδιασμό, παρακολούθηση, αξιολόγηση και άσκηση γενικά της δημοσιονομικής πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.

Σχετικό:  άρθρο 55 παρ.10 Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180/22.8.2011

7. Το Γραφείο Έρευνας Τιμών των διατάξεων του άρθρου 26 του ν. 2214/1994 αναβαθμίζεται σε υπηρεσία με τον τίτλο “Υπηρεσία Έρευνας και Ελέγχου Τιμών”, στις αρμοδιότητες της οποίας περιέρχονται και τα θέματα προσδιορισμού αξίας εμπορευμάτων των Διευθύνσεων Προσδιορισμού Αξίας Εμπορευμάτων (ΔΙ.ΠΑ.Ε.).

8. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσία με τον τίτλο “Μονάδα Επιστημονικής Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης” με αντικείμενο:

α) Την παρακολούθηση των δημοσιονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή.

β) Τη συγκέντρωση, επεξεργασία και ανάλυση στατιστικών ή άλλων στοιχείων, σχετικών με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Οικονομικών, τη διενέργεια ερευνών και τη σύνταξη σχετικών εκθέσεων, την εκπόνηση συγκριτικών ή άλλων μελετών και την υποβολή προτάσεων για τα παραπάνω θέματα και γενικά τη στήριξη και υποβοήθηση του έργου του Συμβουλίου Δημοσιονομικών Μελετών (άρθρου 56 του ν. 2214/1994) και των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.

γ) Τη μελέτη, επεξεργασία και αξιολόγηση των προτάσεων, αιτημάτων και στοιχείων εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων απ` αυτό νομικών προσώπων, για τη διαπίστωση των αναγκών επαγγελματικής κατάρτισης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του παραπάνω προσωπικού, ως και τη στήριξη και υποβοήθηση του έργου της συνιστώμενης, με τις διατάξεις του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, Σχολής Επιμόρφωσης Υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών (Σ.Ε.Υ.Υ.Ο.), στη χάραξη των γενικών κατευθύνσεων του εκπαιδευτικού έργου αυτής.

δ) Την αξιολόγηση του εκτελούμενου έργου της παραπάνω Σχολής (Σ.Ε.Υ.Υ.Ο.) και την εισήγηση στον Υπουργό Οικονομικών των αναγκαίων μέτρων και ρυθμίσεων, για τη βελτίωση της διοίκησης, διαχείρισης και λειτουργίας της Σχολής και της εκτέλεσης του σκοπού αυτής, ως και γενικά την επιστημονική και τεχνοκρατική υποστήριξη του Υπουργού Οικονομικών στην ασκούμενη απ` αυτόν εποπτεία της Σχολής.

ε) Την τεχνοκρατική υποστήριξη της πολιτικής ηγεσίας και των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, στην ανάπτυξη των διεθνών σχέσεων, στο σχεδιασμό προγραμμάτων διεθνούς συνεργασίας και στην επεξεργασία κατάρτισης διεθνών οικονομικών συμβάσεων και γενικά στην εκπροσώπηση του Υπουργείου σε διεθνείς αποστολές, συναντήσεις και συνεργασίες. στ) Τη συμμετοχή σε ελληνικές και διεθνείς ημερίδες, σεμινάρια και αποστολές και τη σύνταξη σχετικών ενημερωτικών εκθέσεων, με σκοπό την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, για την αξιοποίηση της ελληνικής και διεθνούς εμπειρίας από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

ζ) Οποιοδήποτε άλλο συναφές θέμα ανατίθεται σ` αυτήν από τον Υπουργό Οικονομικών ή το Συμβούλιο Δημοσιονομικών Μελετών.

Σχετικό:  το άρθρο 55 παρ.10 Ν.4002/2011,ΦΕΚ Α 180/22.8.2011

9. Η στελέχωση των υπηρεσιών των παραγράφων 6, 7 και 8 του παρόντος γίνεται με επιστημονικό προσωπικό αυξημένων προσόντων και εξειδικευμένων γνώσεων, συνιστωμένων προς τούτο στο Υπουργείο Οικονομικών πενήντα (50) θέσεων, καθώς και με προσωπικό διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών, ως εξής:

Α. Επιστημονικό προσωπικό

α) Με πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, που έχουν τα γενικά προσόντα διορισμού των δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων και τα προσόντα της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α`). Το γνωστικό αντικείμενο εξειδίκευσης του προσωπικού αυτού καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

β) Με τοποθέτηση, μετάθεση ή με απόσπαση χωρίς χρονικό περιορισμό υπαλλήλων που υπηρετούν στο Υπουργείο Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ, που έχουν πτυχίο ή δίπλωμα Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (MASTER ή αντίστοιχο) ελληνικού Α.Ε.Ι. ή αναγνωρισμένο ισότιμο της αλλοδαπής, σε γνωστικό αντικείμενο σχετικό με το έργο των παραπάνω υπηρεσιών, το οποίο ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

γ) Με απόσπαση ή μετάταξη υπαλλήλων από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`) και της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α`), που έχουν τα προσόντα του προηγούμενου εδαφίου β`, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 33 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α`).

Β. Λοιπό Προσωπικό

Με απόσπαση, μετάθεση ή τοποθέτηση άλλων υπαλλήλων, διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών.

10. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, καθορίζεται ο συνολικός αριθμός των οργανικών θέσεων προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου, ο επιμερισμός αυτών σε θέσεις μόνιμου προσωπικού ή προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου και η κατανομή τους στις υπηρεσίες των παραγράφων 6, 7 και 8 του παρόντος, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, καθώς και τα θέματα εσωτερικής οργάνωσης και λειτουργίας των παραπάνω υπηρεσιών, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

11. Στο προσωπικό της περίπτωσης Α` (επιστημονικό προσωπικό) της παραγράφου 9 του παρόντος, για όσο χρονικό διάστημα υπηρετούν στις υπηρεσίες των παραγράφων 6, 7 και 8 του παρόντος, καταβάλλονται ειδικές αποδοχές που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Σχετικό: παρ.11 εδάφ. Β Άρθρ. 30 Ν.3296/2004

Σχετικό:  το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 2
Οικονομική επιθεώρηση

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσία με τον τίτλο « Οικονομική Επιθεώρηση «, υπαγόμενη απευθείας στον υπουργό Οικονομικών, ως και ιδιαίτερος κλάδος προσωπικού με τον τίτλο « Οικονομικοί Επιθεωρητές».

Οι κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες της Οικονομικής Επιθεώρησης συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης.

2. Κύρια αποστολή της Οικονομικής Επιθεώρησης είναι:

Α) Ο διαχειριστικός και ο οικονομικός έλεγχος των δημόσιων υπολόγων και δημόσιων διαχειρίσεων.

Β) Η καθοδήγηση, εποπτεία και η διενέργεια τακτικών και έκτακτων επιθεωρήσεων και ελέγχων της διοικητικής και διαχειριστικής δραστηριότητας και λειτουργίας όλων των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, για την ορθή εφαρμογή των κείμενων διατάξεων της αρμοδιότητας αυτών και τον εντοπισμό των σχετικών προβλημάτων τους.

Η εισήγηση τρόπων επίλυσης των παραπάνω προβλημάτων και λήψης μέτρων για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών, την καλύτερη αξιοποίηση του εξοπλισμού και του προσωπικού τους και γενικά για τη βελτίωση του έργου και την αύξηση της αποδοτικότητας αυτών, καθώς και ο καταλογισμός τυχόν ευθυνών σε βάρος των υπαιτίων.

γ) Η διενέργεια διοικητικών ερευνών και ανακρίσεων, για καταγγελλόμενα ή διαπιστούμενα αδικήματα, που διαπράττονται από υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών.

δ) Ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες) των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, εκτός των Γενικών Διευθυντών.

3. Οι αρμοδιότητες, η οργάνωση και η διάρθρωση της Οικονομικής Επιθεώρησης, ο αριθμός των θέσεων προσωπικού, η χωρική και καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των υπηρεσιών αυτής, καθώς και τα κριτήρια επιλογής των Οικονομικών Επιθεωρητών ορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

Στις αρμοδιότητες της Οικονομικής Επιθεώρησης περιλαμβάνεται και η διενέργεια ελέγχων και ερευνών που αφορούν:

α) Την οικονομική κατάσταση και τη διαχείριση των Ν.Π.Δ.Δ., των Ο.Τ.Α., των αποκεντρωμένων δημοσίων υπηρεσιών που λειτουργούν αποκεντρωμένα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, είτε ως Ειδικός Λογαριασμός είτε υπό ιδία διοίκηση είτε με τη μορφή Ν.Π.Ι.Δ., των Ειδικών Τμημάτων, των Επιχειρήσεων του Δημοσίου που λειτουργούν με τη μορφή Α.Ε., καθώς και των επιχειρήσεων με τις οποίες το Δημόσιο συνδέεται με σύμβαση και για το μέρος που αφορά την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών, των Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και ιδίως των ιδρυμάτων, σχολών, συλλόγων και σωματείων, που επιδιώκουν την εκπλήρωση αγαθοεργών, κοινωνικών, πολιτιστικών και αθλητικών σκοπών και επιχορηγούνται με οποιονδήποτε τρόπο από το Κράτος, από Ν.Π.Δ.Δ. και από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς οργανισμούς και

β) την οικονομική λειτουργία των Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (Δ.Ε.Κ.Ο.) και του δημόσιου τομέα γενικά (άρθρου 51 του Ν. 1892/1990 και της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του Ν. 1943/1991), εκτός των τραπεζών.

4. Οι θέσεις των Οικονομικών Επιθεωρητών, πληρούνται με μετατάξεις εκ των υπηρετούντων στο Υπουργείο Οικονομικών υπαλλήλων, κατηγορίας ΠΕ, με δωδεκαετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία στο Υπουργείο Οικονομικών».

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.1 άρθρου 13 Ν.4110/2013,ΦΕΚ Α 17/23.1.2013.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως:

α) ορίζεται η κατανομή και ανακατανομή των θέσεων των Οικονομικών Επιθεωρητών και του λοιπού προσωπικού της Οικονομικής Επιθεώρησης και β) ανακαθορίζεται η κατά τόπον και καθ` ύλην αρμοδιότητα των υπηρεσιών της Οικονομικής Επιθεώρησης.

5. Με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται τα θέματα εσωτερικής λειτουργίας των Υπηρεσιών της Οικονομικής Επιθεώρησης, οι αρχές και η μεθοδολογία άσκησης του έργου της, καθώς και τα δικαιώματα και καθήκοντα των Οικονομικών Επιθεωρητών.»

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρου 13 Ν.4110/2013,ΦΕΚ Α 17/23.1.2013.

6. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για την άσκηση του έργου και της αποστολής τους. μη υποκείμενοι στους περιορισμούς της νομοθεσίας, περί φορολογικού, τραπεζικού χρηματιστηριακού και επιχειρηματικού απορρήτου, υποχρεούμενοι όμως στην τήρηση των διατάξεων περί εχεμύθειας του άρθρου 72 του Υπαλληλικού Κώδικα.

α) Όλες οι δημόσιες, δημοτικές, κοινοτικές, αστυνομικές και λοιπές αρχές, ως και κάθε αρμόδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, υποχρεούνται να παρέχουν τις ζητούμενες ως άνω πληροφορίες ή στοιχεία. Στα πλαίσια αυτά, οι τράπεζες και τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μετά από, σχετική έγγραφη παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της οικείας υπηρεσίας Οικονομικής Επιθεώρησης, στο άνοιγμα ή στην προσωρινή απαγόρευση ανοίγματος θυρίδων τους, μέχρι τη διενέργεια του ελέγχου από την Οικονομική Επιθεώρηση.

β) Η αμέλεια ή η άρνηση χορήγησης των παραπάνω ζητούμενων πληροφοριών ή στοιχείων, ως και η σκόπιμη απόκρυψη στοιχείων ή πληροφοριών, καθώς επίσης η χορήγηση ανακριβών στοιχείων εν γνώσει του χορηγούντος ως τοιούτων και γενικά η παρακώλυση ή η παραπλάνηση του έργου των Οικονομικών Επιθεωρητών, πέρα από τις τυχόν υπάρχουσες ποινικές ευθύνες, αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο ο πειθαρχικός δικαστής μπορεί να επιβάλλει ποινή εκ των προβλεπομένων στην παράγραφο 4 του άρθρου 207 του Υπαλληλικού Κώδικα (Π.Δ. 611/1977 – ΦΕΚ 198 Α΄).

Προκειμένου περί προσώπων που δεν έχουν την ιδιότητα του υπαλλήλου, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 263 Α του Ποινικού Κώδικα, επιβάλλεται πρόστιμο από 50.000 – 500.000 δραχμές, ανάλογα. Το πρόστιμο καταλογίζεται με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της Υπηρεσίας που υπάγεται ο Επιθεωρητής, μετά από προηγούμενη κλήση του καταλογιζόμενου προς ακρόαση.

Τα πρόστιμα αυτά βεβαιώνονται και εισπράττονται ως δημόσια έσοδα, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.

Τα όρια του παραπάνω προστίμου είναι δυνατόν να αναπροσαρμόζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, έχουν δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου. Για την έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία ή στο κατάστημα άλλου προσώπου υποκείμενου σε έλεγχο του Υπουργείου Οικονομικών, οι οικονομικοί επιθεωρητές έχουν δικαίωμα να ζητούν από τον αρμόδιο εισαγγελέα και σε περίπτωση έλλειψης αυτού από τον οικείο ειρηνοδίκη, τη συνδρομή ανακριτικού υπαλλήλου ή να αναθέσει στους ίδιους τη διενέργεια έρευνας προς ανεύρεση βιβλίων, εγγράφων, εμπορευμάτων ή και άλλων στοιχείων, τα οποία, σύμφωνα με βάσιμες υπόνοιες, αποκρύπτονται και επηρεάζουν τον ακριβή προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης ή το αποτέλεσμα του διενεργούμενου ελέγχου της Οικονομικής Επιθεώρησης. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές δεν μπορούν να προβούν σε οποιαδήποτε ανακριτική ενέργεια, χωρίς προηγούμενη σχετική παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα ή ειρηνοδίκη, κατά περίπτωση. Κατά την έρευνα δεν αποκλείεται η παρουσία του εισαγγελέα ή ειρηνοδίκη, εφόσον αυτή κρίνεται σκόπιμη από τον εκδώσαντα τη σχετική παραγγελία.

8. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές δύνανται να ασκούν οι ίδιοι, ως και να αναθέτουν τη διενέργεια επανελέγχου οποιασδήποτε υπόθεσης των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, σε υπαλλήλους της ίδιας ή άλλης υπηρεσίας που εποπτεύεται από την ίδια περιφερειακή Οικονομική Επιθεώρηση. Οι παραπάνω υπάλληλοι μετακινούνται προς τούτο με απόφαση του προϊσταμένου της οικείας περιφερειακής επιθεώρησης, ύστερα από εισήγηση του αρμόδιου Οικονομικού Επιθεωρητή.

Για την, κατ΄ εντολή της Οικονομικής Επιθεώρησης, διενέργεια επανελέγχου υποθέσεων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών με υπαλλήλους άλλων υπηρεσιών που υπάγονται στην εποπτεία άλλης περιφερειακής Οικονομικής Επιθεώρησης, η ανάθεση του επανελέγχου, καθώς και η μετακίνηση προς τούτο των παραπάνω υπαλλήλων, γίνεται με απόφαση της αρμόδιας Κεντρικής Υπηρεσίας της Οικονομικής Επιθεώρησης, ύστερα από εισήγηση του προϊσταμένου της οικείας περιφερειακής Οικονομικής Επιθεώρησης. Το ίδιο ισχύει και για τον επανέλεγχο υποθέσεων υπηρεσιών εθνικού επιπέδου, κατ΄ εντολή της Οικονομικής Επιθεώρησης.

9. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές ορίζονται ως Α΄ ή Β΄ κριτές, κατά περίπτωση, των καταρτιζόμενων εκθέσεων ουσιαστικών προσόντων των υπαλλήλων των εποπτευόμενων από αυτούς περιφερειακών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.

10. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσιακό συμβούλιο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄). για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων του κλάδου Οικονομικών Επιθεωρητών.

11. Το λοιπό, πλην των Οικονομικών Επιθεωρητών, προσωπικό της Οικονομικής Επιθεώρησης, υπάγεται, ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυτού, στο οικείο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομικών, που ανήκουν οι υπάλληλοι του ίδιου κλάδου των άλλων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών.

12. Η επιλογή των Οικονομικών Επιθεωρητών, κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, γίνεται από επταμελή επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από τα παρακάτω μέλη:

α) ένα (1) σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

β) τέσσερις (4) υπαλλήλους, που έχουν επιλεγεί και ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου διεύθυνσης ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας του Υπουργείου Οικονομικών και ειδικότερα, από έναν προϊστάμενο από τους κλάδους Εφοριακών, Τελωνειακών, Δημοσιονομικών και Χημικών και

γ) τους δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των εργαζομένων, κατά περίπτωση, που συμμετέχουν στο υπηρεσιακό συμβούλιο, στο οποίο υπάγεται ο κλάδος που ανήκουν οι κρινόμενοι κάθε φορά υποψήφιοι Οικονομικοί Επιθεωρητές.

Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο Γραμματέας της επιτροπής αυτής, εκ των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη.

13. Σε περίπτωση αδυναμίας πλήρωσης όλων των κενών θέσεων οικονομικών επιθεωρητών που προκηρύχθηκαν, λόγω έλλειψης υποψηφίων με τα κατάλληλα προσόντα, καθήκοντα οικονομικού επιθεωρητή είναι δυνατόν να ανατίθενται προσωρινά, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σε υπαλλήλους Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ και βαθμού Α`, που μπορούν να ανταποκριθούν στο ανατιθέμενο έργο, ανεξαρτήτως του κλάδου στον οποίο ανήκουν. Οι παραπάνω υπάλληλοι, κατά το χρόνο άσκησης καθηκόντων επιθεωρητή, εξομοιούνται με τους οικονομικούς επιθεωρητές και λαμβάνουν τις αποδοχές αυτών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρ.26 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998.

14. Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της Οικονομικής Επιθεώρησης ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από το χρόνο αυτόν καταργούνται οι υφιστάμενες υπηρεσίες Επιθεώρησης του Υπουργείου Οικονομικών. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της ενιαίας Οικονομικής Επιθεώρησης, η επιθεώρηση ασκείται από τις υφιστάμενες υπηρεσίες Επιθεώρησης.  Το προσωπικό Επιθεώρησης που υπηρετεί σ` αυτές θα επανακριθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον υποβληθεί σχετική αίτηση και πληροί τις προϋποθέσεις που τίθενται με τις διατάξεις της παρ. 3 του παρόντος.” . Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης ή μη επιλογής τους, οι παραπάνω υπάλληλοι τοποθετούνται σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και σε θέσεις του κλάδου στον οποίο ανήκουν. Οι οργανικές θέσεις του λοιπού προσωπικού των καταργούμενων ως άνω υπηρεσιών Επιθεώρησης κατανέμονται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, στην Οικονομική Επιθεώρηση και στις άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρου 16 Ν.2469/1997 Έναρξη ισχύος από τη δημοσίευση του Ν.2343/1995

15. Μετά την, κατά την παράγραφο 12 του παρόντος, επιλογή ίων Οικονομικών Επιθεωρητών, συγκροτείται το υπηρεσιακό συμβούλιο (άρθρου 37 του Ν. 2190/1994) της παραγράφου 10 του παρόντος. Τους εκπροσώπους των εργαζομένων στο συμβούλιο αυτό ορίζει κατά την πρώτη σύνθεση του η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Η πρόταση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. παρέχεται μέσα σε εύλογη προθεσμία που τάσσεται από τον Υπουργό Οικονομικών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών. Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας αυτής, τα μέλη ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Η θητεία των μελών του παραπάνω υπηρεσιακού συμβουλίου λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους που λήγει η θητεία των μελών των λοιπών υπηρεσιακών συμβουλίων του Υπουργείου Οικονομικών.

16. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές και όσοι τυχόν ασκούν καθήκοντα επιθεωρητών λαμβάνουν όλες τις τυχόν επιπλέον του μισθού τακτικές αποδοχές και τα κάθε φύσης επιδόματα και απολαβές των υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας, βαθμού και μισθολογικού κλιμακίου, του κλάδου από τον οποίο προήλθαν. Το ίδιο ισχύει και για τους υπαλλήλους των άλλων κλάδων του Υπουργείου Οικονομικών, που υπηρετούν με απόσπαση ή μετάθεση στην Οικονομική Επιθεώρηση. Για την ενίσχυση του κύρους των Οικονομικών Επιθεωρητών, την εξίσωση των παραπάνω πρόσθετων αποδοχών και την εξάλειψη των τυχόν υφιστάμενων οικονομικών διαφορών μεταξύ των Οικονομικών Επιθεωρητών και όσων ασκούν καθήκοντα Οικονομικού Επιθεωρητή, χορηγείται σ΄ αυτούς ειδικό επίδομα αυξημένης ευθύνης.

Το ύψος του παραπάνω επιδόματος ευθύνης καθορίζεται και αναπροσαρμόζεται, κατά κλάδο προέλευσης και μισθολογικό κλιμάκιο, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και είναι ανάλογο της θέσης και της αποστολής των Οικονομικών Επιθεωρητών.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το άρθρο 31 Ν.2470/1997 (Α 40).

17. Για τη μισθολογική εξέλιξη των Οικονομικών Επιθεωρητών συνιστάται μισθολογικό κλιμάκιο με χαρακτηριστικά στοιχεία ΠΕβ, στο οποίο αντιστοιχεί ο βασικός μισθός του μισθολογικού κλιμακίου ΠΕα, αυξημένος κατά 30%. Το κλιμάκιο τούτο χορηγείται σε όσους Οικονομικούς Επιθεωρητές συμπληρώνουν τριάντα τέσσερα (34) έτη πραγματικής υπηρεσίας του άρθρου 16 του Ν. 1505/1984 και του άρθρου 6 του Ν. 1810/1988.

Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ  με το άρθρο 31 Ν.2470/1997 (Α 40).

18. Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές που έλαβαν, σε δυο ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης ουσιαστικών προσόντων τους, βαθμολογία με χαρακτηρισμό κατώτερη του “λίαν καλώς” ή του αντίστοιχου βαθμού αριθμητικής κλίμακας αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, θεωρούνται ως ακατάλληλοι για Οικονομικοί Επιθεωρητές και μετατάσσονται υποχρεωτικά στον κλάδο από τον οποίο προέρχονται, με σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται μετά από διαπίστωση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η βαθμολογική και μισθολογική επανακατάταξη τούτων στον κλάδο από τον οποίο προέρχονται γίνεται με βάση τα κριτήρια που ισχύουν για τον κλάδο αυτόν.

19. Οι ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, από τα πρόσωπα που ορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 1738/1987 (ΦΕΚ 200 Α΄). εφαρμόζονται και για τους Οικονομικούς Επιθεωρητές του Υπουργείου Οικονομικών, ως για τους υπαλλήλους που τυχόν ασκούν καθήκοντα Οικονομικού Επιθεωρητή.

Η αρμόδια για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης των Οικονομικών Επιθεωρητών υπηρεσία της Οικονομικής Επιθεώρησης αποστέλλει κάθε χρόνο, στον αρμόδιο για τον έλεγχο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ονομαστική κατάσταση των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών που κατέχουν θέσεις ή ασκούν καθήκοντα Οικονομικού Επιθεωρητή.

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και για τους Γενικούς Διευθυντές του Υπουργείου Οικονομικών.

20. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, εφαρμόζονται ανάλογα, με τις διαφοροποιήσεις της επόμενης παραγράφου του παρόντος και για τους παρακάτω υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών:

α) τους προϊσταμένους αυτοτελών οργανικών μονάδων και υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, εφόσον έχουν, σύμφωνα με το νόμο, αποφασιστικές αρμοδιότητες ή διαχειριστική εξουσία και

β) τους κατέχοντες οργανική θέση αναπληρωτή προϊσταμένου των μονάδων και υπηρεσιών του προηγούμενου εδαφίου.

21. Οι προϊστάμενοι και οι αναπληρωτές προϊστάμενοι της προηγούμενης παραγράφου υποβάλλουν τις σχετικές δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης στην οικεία Διεύθυνση Διοικητικού ή Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών, στην οποία ανήκουν, ως προς την υπηρεσιακή τους κατάσταση.

Οι παραπάνω διευθύνσεις διαβιβάζουν τις δηλώσεις αυτές για έλεγχο, στην αρμόδια υπηρεσία της Οικονομικής Επιθεώρησης, μαζί με σχετική κατάσταση των υπόχρεων σε υποβολή δήλωσης.

Η κατά τα ανωτέρω υποχρέωση των προσώπων αυτών. για υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης στην αρμόδια Διεύθυνση Διοικητικού ή Προσωπικού, ισχύει, ανεξάρτητα από την υποβολή ή την υποχρέωση υποβολής ίδιας δήλωσης, με άλλη ιδιότητα τους, σε άλλη υπηρεσία ή όργανο, πλην του Υπουργείου Οικονομικών.

22. Στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης συστήνεται διαρκής άμισθη Επιτροπή, με τίτλο “Επιτροπή Αξιολόγησης Πορισματικών Εκθέσεων Οικονομικών Επιθεωρητών”, τα μέλη της οποίας αποτελούνται από Οικονομικούς Επιθεωρητές. Με υπουργικές αποφάσεις καθορίζεται η συγκρότηση, ο ορισμός μελών αυτής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της Επιτροπής.”

Σημ.: όπως η παράγραφος 22 προστέθηκε με την παρ.17 άρθρου 55 Ν.4002/2011, ΦΕΚ Α 180/22.8.2011.

23. α) Συστήνεται στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης μη αμειβόμενη Επιτροπή Εσωτερικού Ελέγχου, η οποία αποτελείται από:

αα) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Προσωπικού Επιθεώρησης,

ββ) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εποπτείας Εσωτερικού Ελέγχου,

γγ) τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου,

δδ) έναν Εσωτερικό Ελεγκτή, με τον αναπληρωτή του, μέλη του Μητρώου Εσωτερικών Ελεγκτών του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι υποδεικνύονται από το Ελληνικό Ινστιτούτο Εσωτερικών Ελεγκτών και

εε) έναν υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομικών, μόνιμο ή μετακλητό, κατηγορίας ΠΕ, με γνώσεις και εμπειρία σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών και εσωτερικού ελέγχου, με τον αναπληρωτή του.

β) Η θητεία του προέδρου και των μελών της Επιτροπής είναι τριετής.

γ) Η Επιτροπή Εσωτερικού Ελέγχου:

αα) Εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εσωτερικών ελέγχων και παρακολουθεί την εκτέλεση του.

ββ) Εγκρίνει και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών ετήσια έκθεση στην οποία καταγράφονται οι δραστηριότητες και τα αποτελέσματα του εσωτερικού ελέγχου, καθώς και τα στοιχεία από την πρόοδο της υλοποίησης των προτάσεων του.

γγ) Παρακολουθεί τη λειτουργία του εσωτερικού ελέγχου και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών προτάσεις για τη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου και της μεθοδολογίας του.

δ) Η συγκρότηση της Επιτροπής Εσωτερικού Ελέγχου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ως Γραμματέας υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ, από αυτούς που υπηρετούν στην Οικονομική Επιθεώρηση με οποιαδήποτε σχέση εργασίας.

ε) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ρυθμίζονται τα ειδικά θέματα λειτουργίας της Επιτροπής.

Σημ.: όπως η παρ.23 προστέθηκε με την παρ.3 άρθρου 13 Ν.4110/2013,ΦΕΚ Α 17/23.1.2013.

Άρθρο 3
Ελεγκτικά Κέντρα

1. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσίες φορολογικού ελέγχου με τον τίτλο “Ελεγκτικά Κέντρα” και ειδικότερα, το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.) και τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Π.Ε.Κ.).

2. Τα παραπάνω Ελεγκτικά Κέντρα, ως και οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ) έχουν αρμοδιότητα τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου, κατά τις κατωτέρω διακρίσεις:

α) Οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) σε επιτηδευματίες και φορολογούμενους γενικά με ετήσια ακαθάριστα έσοδα μέχρι 350.000.000 δραχμές.

β) Τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Π.Ε.Κ.) σε επιτηδευματίες και φορολογούμενους γενικά με ετήσια ακαθάριστα έσοδα από 350.000.000 μέχρι 2.000.000.000 δραχμές.

γ) Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο (ΕΘ.Ε.Κ.) σε:

γ1) Επιτηδευματίες και φορολογούμενους γενικά με ετήσια ακαθάριστα έσοδα άνω των 2.000.000.000 δραχμών και

γ2) Συνδεδεμένες επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το ύψος των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων τους. “Ακαθάριστα έσοδα είναι αυτά που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 31, 41, 49 και 105 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α) και περιλαμβάνονται στην ομάδα επτά του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (Ε.Γ.Λ.Σ.)”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.9 άρθρ.20  Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999 Τα Ελεγκτικά Κέντρα δύνανται να διενεργούν και προληπτικό, καθώς και προσωρινό φορολογικό έλεγχο, σε οποιαδήποτε υπόθεση της κατά τόπον αρμοδιότητάς τους, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις Δ.Ο.Υ..

Σχετικό:  το άρθρο 1 ΠΔ 179/2000, ΦΕΚ Α 167/21.7.2000

3. Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο έχει κατά τόπον αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια της χώρας.

Τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα έχουν διανομαρχιακή κατά τόπον αρμοδιότητα, που εκτείνεται είτε στα όρια των διοικητικών περιφερειών του Π.Δ/τος 51/1987 (ΦΕΚ 26 Α΄) είτε στα όρια ειδικών περιφερειών, οι οποίες ορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, με βάση τις υπηρεσιακές ανάγκες και δυνατότητες καλύτερης λειτουργίας των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων και αποτελεσματικότερης άσκησης του έργου τους.

Με όμοια διατάγματα καθορίζονται ο αριθμός των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων και η κατά τόπον αρμοδιότητα αυτών, η διάρθρωση και ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο θέμα οργάνωσης και λειτουργίας των Ελεγκτικών Κέντρων γενικά (Εθνικού και Περιφερειακών), που δεν ρυθμίζεται με τις διατάξεις του παρόντος.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν:

α) Να ορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας κάθε Ελεγκτικού Κέντρου και να ανακαθορίζεται η κατά τόπον αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ..

β) Να τίθεται για κάθε Περιφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο διαφορετικό όριο ακαθάριστων εσόδων, για τον προσδιορισμό της καθ` ύλην αρμοδιότητας μεταξύ αυτού και των Δ.Ο.Υ..

γ) Να ορίζονται διαφορετικά κριτήρια διάκρισης της καθ` ύλην αρμοδιότητας των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ., από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος, καθώς και να ανακαθορίζεται η καθ` ύλην αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ.. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να επεκτείνεται η αρμοδιότητα των Ελεγκτικών Κέντρων και στην έκδοση των φύλλων ελέγχου, των πράξεων προσδιορισμού του φόρου και των λοιπών καταλογιστικών πράξεων και στην περαιτέρω διαδικασία επίλυσης των σχετικών φορολογικών διαφορών, καθώς και στη βεβαίωση των καταλογιζομένων διαφορών φόρων, πρόσθετων φόρων, προσαυξήσεων, τελών, εισφορών και προστίμων, με τη σύνταξη και αποστολή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. των οικείων χρηματικών καταλόγων, κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.10 άρθρ.20  Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999

δ. Να ανατίθεται στα Ελεγκτικά Κέντρα η διενέργεια τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου και υποθέσεων επιτηδευματιών και φορολογουμένων γενικά, ανεξάρτητα της καθ` ύλην και τόπον αρμοδιότητάς τους, οι οποίες παρουσιάζουν σημαντικό φορολογικό ενδιαφέρον ή σχετίζονται με υποθέσεις της αρμοδιότητάς τους και απαιτούν τη διεξαγωγή ενιαίου φορολογικού ελέγχου ή δεν μπορούν να ελεγχθούν από την αρμόδια φορολογική αρχή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 άρθρ.20  Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999

5. Το Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο ενεργεί και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων, τα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Τοπικών Ελεγκτικών Κέντρων του π.δ. 179/2000 και τα Τοπικά Ελεγκτικά Κέντρα ενεργούν και επανέλεγχο των φορολογικών υποθέσεων των Δ.Ο.Υ..” Ο επανέλεγχος των φορολογικών υποθέσεων του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου γίνεται από ειδικό συνεργείο Οικονομικών Επιθεωρητών, που ορίζεται με απόφασή του Υπουργού Οικονομικών ή του Γενικού Διευθυντή της Οικονομικής Επιθεώρησης, πριν από τον καθορισμό των υποθέσεων που θα επανελεγχθούν.

Ο παραπάνω επανέλεγχος γίνεται δειγματοληπτικά και οι υποθέσεις στις οποίες θα γίνει επανέλεγχος επιλέγονται με βάση κριτήρια που ορίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Ο επανέλεγχος αυτός ενεργείται με την εποπτεία της Οικονομικής Επιθεώρησης.

Ο χρόνος, ο τρόπος και η διαδικασία διενέργειας του παραπάνω επανελέγχου, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής της διάταξης της παρούσας παραγράφου ορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.13 άρθρ.8 Ν.2873/2000,ΦΕΚ Α 285/28.12.2000

6. Οι ελεγκτές, ανάλογα με. την υπηρεσία που υπηρετούν, διακρίνονται σε “Ελεγκτές Δ.Ο.Υ., “Ελεγκτές Π.Ε.Κ.·και Ελεγκτές ΕΘ.Ε.Κ.

7. Η κατανομή των θέσεων Ελεγκτών, στις Δ.Ο.Υ. και στα Ελεγκτικά Κέντρα, ορίζεται και ανακαθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι θέσεις αυτές πληρούνται με επιλογή και τοποθέτηση εφοριακών υπαλλήλων, που έχουν τα απαιτούμενα προς τούτο προσόντα, ύστερα από σχετική προκήρυξη πλήρωσης των κενών θέσεων, ξεχωριστά για κάθε κατηγορία ελεγκτών.

Η επιλογή των ελεγκτών γίνεται από πίνακα επιτυχόντων, ο οποίος καταρτίζεται μετά από διεξαγωγή ειδικής δοκιμασίας ((test) αξιολόγησης των υποψηφίων και την κατάταξη τους σε σειρά επιτυχίας, με βάση το βαθμό επιτυχίας τους στο test αξιολόγησης και τη συνεκτίμηση ορισμένων ειδικών προσόντων.

Τα προσόντα αυτά ορίζονται και ανακαθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, πριν από την προκήρυξη πλήρωσης θέσεων (όπως, η κατοχή τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών σε γνωστικά αντικείμενα του Υπουργείου Οικονομικών, η επιτυχής αποφοίτηση ή και η επίδοση τους σε εκπαιδευτικά προγράμματα σχετικά με τα αντικείμενα του φορολογικού ελέγχου, η γνώση χειρισμού ηλεκτρονικών υπολογιστών και χρήσης προγραμμάτων μηχανογραφικών εφαρμογών που απαιτούνται για την άσκηση του έργου των ελεγκτών, η γνώση ξένων γλωσσών).

8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζονται οι συντελεστές βαρύτητας των παραπάνω ειδικών προσόντων και του test αξιολόγησης των υποψηφίων, ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα διενέργειας του test και αξιολόγησης των υποψηφίων γενικά, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την επιλογή των Ελεγκτών.

9. Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για τη θέση του ελεγκτή έχουν:

α) Για Ελεγκτές του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου (Ελεγκτές ΕΘ.Ε.Κ), οι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ με πενταετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία στο Υπουργείο Οικονομικών.

β) Για Ελεγκτές των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων (Ελεγκτές Π.Ε.Κ.). οι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, με πενταετή, επταετή και δωδεκαετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία στο Υπουργείο Οικονομικών, αντίστοιχα.

γ) Για Ελεγκτές των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Ελεγκτές Δ.Ο.Υ.). οι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, με διετή, τριετή και πενταετή τουλάχιστον πραγματική υπηρεσία στο Υπουργείο Οικονομικών, αντίστοιχα.

10. Σε περίπτωση αδυναμίας πλήρωσης όλων των θέσεων ελεγκτών με τον παραπάνω τρόπο, καθήκοντα ελεγκτών είναι δυνατόν να ανατίθενται προσωρινά, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σε υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών που μπορούν να ανταποκριθούν στο ανατιθέμενο έργο.

11. Οι ελεγκτές αξιολογούνται με βάση κριτήρια και ανά τακτά χρονικά διαστήματα, που ορίζονται και ανακαθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών,. οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Με όμοιες αποφάσεις ορίζεται και ανακαθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα αξιολόγησης, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

12. Σε περίπτωση αξιολόγησης ενός ελεγκτή, κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, ως ανεπαρκούς, αυτός απομακρύνεται από τη θέση του ελεγκτή και τοποθετείται σε άλλη (πλην του ελεγκτή) θέση υπηρεσίας του κλάδου στον οποίο ανήκει. Το ίδιο ισχύει και σε περίπτωση πειθαρχικής ή ποινικής τιμωρίας του για παράβαση που αφορά την εκτέλεση των ελεγκτικών καθηκόντων του, εφόσον ο ελεγκτής δεν έχει παυτεί ή τεθεί σε αργία.

13. Οι διατάξεις της παραγράφου 19 του άρθρου 2 του παρόντος, περί των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες), εφαρμόζονται ανάλογα και για τους Ελεγκτές των Δ.Ο.Υ. και των Ελεγκτικών Κέντρων, τους Επιθεωρητές Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε., ως και για τους υπαλλήλους που ασκούν καθήκοντα Ελεγκτή.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 14 άρθρου 17 Ν.3996/2011,ΦΕΚ Α 170/5.8.2011.

Ο ελεγκτής υποβάλλει τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες) στην υπηρεσία του. Η δήλωση αυτή ελέγχεται από την Οικονομική Επιθεώρηση. Οι αρχικές δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των ως άνω ελεγκτών, καθώς και αυτές που αφορούν οι τυχόν σχετικές επώνυμες καταγγελίες τρίτων, ελέγχονται όλες υποχρεωτικά.

Η μη υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, καθώς και η υποβολή ανακριβούς δήλωσης, πέραν των άλλων συνεπειών, συνεπάγεται την άμεση απομάκρυνση του υπαλλήλου από τη θέση του ελεγκτή, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από σχετική διαπιστωτική έκθεση του Επιθεωρητή και γνωμοδότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου.

Σχετικό:  παρ.15 άρθρ.30 Ν.3296/2004, ΦΕΚ Α 253/14.12.2004

14. Ο ελεγκτής έχει πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο στην άσκηση του έργου του, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του παρόντος.

Μέσα στα όρια της κατά τόπον και καθ΄ ύλην αρμοδιότητας του, ο ελεγκτής ασκεί καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, ως προς την έρευνα στην επαγγελματική εγκατάσταση του υποκείμενου σε έλεγχο και τον εντοπισμό στοιχείων που αποκρύπτονται και επηρεάζουν τον ακριβή προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

15. Τα Ελεγκτικά Κέντρα, εκτός από τους ελεγκτές, στελεχώνονται και με τον απαιτούμενο για τη λειτουργία αυτών αριθμό άλλων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών διαφόρων κατηγοριών, κλάδων και ειδικοτήτων, οι θέσεις των οποίων καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 3 του παρόντος.

16. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, διενεργείται η κατανομή και ανακατανομή των θέσεων προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου στα Ελεγκτικά Κέντρα.

17. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι Προϊστάμενοι των Ελεγκτικών Κέντρων εξομοιώνονται με τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

Σημ.: όπως η παρ.17 προστέθηκε με την παρ.10 άρθρ.20  Ν.2753/1999 ΦΕΚ Α 249/17.11.1999

Άρθρο 4
Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών υπηρεσία με τον τίτλο “Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)”, υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών. Συνιστάται επίσης μία (1) θέση μετακλητού Ειδικού Γραμματέα (άρθρου 28 του Ν. 1558/1985-ΦΕΚ 137 Α΄), ο οποίος προΐσταται της υπηρεσίας αυτής.

2. Κύρια αποστολή του Σ.Δ.Ο.Ε. είναι:

α) Ο προληπτικός έλεγχος για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, ο εντοπισμός φορολογητέας ύλης των υπόχρεων και των τεκμηρίων προσδιορισμού αυτής και γενικά η δίωξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου, ως και η διενέργεια προσωρινού φορολογικού ελέγχου σε ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα θέματα και αντικείμενα της φορολογικής νομοθεσίας.

β) Η έρευνα, ανακάλυψη και δίωξη των οικονομικών εγκλημάτων, απατών, παραβάσεων και παράνομων πράξεων, σε αντικείμενα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, που τελέστηκαν (είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό) σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα και της Εθνικής Οικονομίας γενικότερα.

γ) Η προστασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, του αιγιαλού και της παραλίας, ως και των ανταλλάξιμων και δημόσιων κτημάτων, αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, από τις αυθαίρετες καταπατήσεις και κατασκευές επ΄ αυτών, φυσικών ή νομικών προσώπων.

δ) Η πρόληψη, δίωξη και καταστολή άλλων παραβάσεων (όπως της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, όπλων και εκρηκτικών υλών. ψυχοτρόπων ουσιών και αρχαιοτήτων, της λαθραλιείας, λαθραμμοληψίας, παράνομης χρησιμοποίησης ειδών που τελούν υπό ειδικό τελωνειακό καθεστώς, των παραβάσεων της νομοθεσίας προστασίας του εθνικού νομίσματος, ιχθυοπαραγωγής, νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες του Ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄), που έχουν ανατεθεί με διάφορες διατάξεις και ασκούνται από τις παρακάτω διωκτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών:

δ1) Υπηρεσία Ελέγχου και Διακίνησης Αγαθών (ΥΠ.Ε. Δ.Α.) και τα παραρτήματα αυτής.

δ2) Ειδική Υπηρεσία Τελωνειακών Ερευνών (Ε.Υ.Τ.Ε.) και τα παραρτήματα αυτής.

δ3) Διεύθυνση Ελέγχου Οικονομικού Εγκλήματος.

δ4) Πλοία Δίωξης Λαθρεμπορίου (Π.Δ.Λ.) και

δ5) Διευθύνσεις Παρακολούθησης και Ελέγχου Αυτοκινήτων (ΔΙ.Π.Ε.Α.).

3. Το Σ.Δ.Ο.Ε. έχει αρμοδιότητα να προβαίνει σε:

α) Ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται εμπορεύματα και αγαθά, ανεξάρτητα από το φορέα εκμετάλλευσης τους. και του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο τελούν.

β) Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων, ως και έρευνες σε άλλους χώρους που δεν αφορούν την επαγγελματική απασχόληση του ελεγχόμενου, όταν υπάρχουν στοιχεία ή βάσιμες υπόνοιες για την τέλεση οικονομικών παραβάσεων, μετά από προηγούμενη άδεια του ελεγχόμενου ή του αρμόδιου εισαγγελέα και σε περίπτωση έλλειψης αυτού, του οικείου ειρηνοδίκη. Όταν πρόκειται για έρευνα σε κατοικία είναι πάντοτε απαραίτητη η παρουσία του εκπροσώπου της δικαστικής αρχής και

γ) Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, εμπορευμάτων, προσώπων, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, κατασχέσεις εμπορευμάτων και αγαθών, ως και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις ισχύουσες κάθε φορά ειδικές διατάξεις και τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για τα αδικήματα που προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία και ανάγονται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του και τον τομέα των καθηκόντων του.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ανατίθενται στο Σ.Δ.Ο.Ε. και αρμοδιότητες παροχής συνδρομής σε υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, για την είσπραξη δημοσίων εσόδων.

5. Η οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών που συγκροτούν το Σ.Δ.Ο.Ε., καθώς και τα θέματα λειτουργίας αυτών, καθορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών. Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

6. Οι αρμοδιότητες του Σ.Δ.Ο.Ε. εκτείνονται σε όλη την ελληνική επικράτεια και ασκούνται από τις επί μέρους υπηρεσίες του, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

Οι υπηρεσίες του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο και όλες τις ημέρες της εβδομάδας, με κατάλληλη εναλλαγή του προσωπικού, το οποίο υποχρεούται σε τακτική ή και υπερωριακή εργασία και κατά τις ημέρες αργιών και τις νυκτερινές ώρες, ανάλογα με τις ανάγκες των υπηρεσιών τους. Το προσωπικό αυτών τελεί σε διαρκή ετοιμότητα, για την ταχεία επέμβαση του, όταν παρίσταται ανάγκη, και θεωρείται ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία, σε κάθε τόπο και χρόνο, κάθε φορά που καθίσταται αναγκαία η παρέμβαση του, πάντοτε όμως σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τον κανονισμό λειτουργίας του Σ.Δ.0. Ε. και τις εντολές των προϊσταμένων του.

Το Σ.Δ.Ο.Ε. συνεργάζεται και ανταλλάσσει πληροφορίες και στοιχεία, σχετικές με το αντικείμενο της αποστολής του, με άλλες υπηρεσίες του εσωτερικού και του εξωτερικού.

Οι αστυνομικές, λιμενικές, στρατιωτικές και λοιπές αρχές και υπηρεσίες υποχρεούνται, όταν τους ζητηθεί, να συνδράμουν άμεσα και αποτελεσματικά τους υπαλλήλους του Σ.Δ.Ο.Ε.

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ανακαθορίζεται η κατά τόπον και καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των υπηρεσιών του Σ.Δ.Ο.Ε. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας κάθε υπηρεσίας του Σ.Δ.Ο.Ε..

8. Το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος λειτουργεί με βάση ειδικό κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών.

9. Το Σ.Δ.Ο.Ε. στελεχώνεται:

α) Με αποσπάσεις και μεταθέσεις, εκ των υπηρετούντων στο Υπουργείο Οικονομικών τελωνειακών και εφοριακών υπαλλήλων. Είναι όμως δυνατόν, ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες του Σ.Δ.Ο.Ε., να στελεχώνεται και με υπαλλήλους άλλων κλάδων, διαφόρων κατηγοριών και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών. ·

Ο αναγκαίος αριθμός θέσεων του παραπάνω προσωπικού του Σ.Δ.Ο.Ε. κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής αυτών, ως και κάθε άλλο θέμα στελέχωσης του Σ.Δ.Ο.Ε. καθορίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών και

β) Με πρόσληψη ειδικού επιστημονικού προσωπικού, με επιστημονική εξειδίκευση σε γνωστικά αντικείμενα αρμοδιοτήτων του Σ.Δ.Ο.Ε., τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Για τις ανάγκες στελέχωσης του Σ.Δ.Ο.Ε. συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών πέντε (5) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού.

Οι διατάξεις του εδαφίου Α.α της παραγράφου 9 του άρθρου 1 και της παραγράφου 11 του αυτού άρθρου του παρόντος, περί των προσόντων και των αποδοχών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού, ισχύουν και για το επιστημονικό προσωπικό του παρόντος εδαφίου.

10. Σε κάθε υπηρεσία του Σ.Δ.Ο.Ε., επιπέδου Διεύθυνσης, συνιστάται μία (1) οργανική θέση αναπληρωτή προϊσταμένου, οι αρμοδιότητες του οποίου καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου.

11. Το προσωπικό του ΣΔ.Ο.Ε. υπάγεται, ως προς τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης αυτού, στο οικείο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομικών του κλάδου στον οποίο ανήκουν οι υπάλληλοι αυτού.

Κατ΄ εξαίρεση, τα θέματα τοποθετήσεων και μεταθέσεων προϊσταμένων των αυτοτελών οργανικών μονάδων του Σ.Δ.Ο.Ε. και των αναπληρωτών προϊσταμένων αυτών, σε αντίστοιχες οργανικές θέσεις, υπάγονται στην αρμοδιότητα εννεαμελούς (μικτού) υπηρεσιακού, συμβουλίου, που συγκροτείται προς τούτο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών από τα παρακάτω μέλη :

α) Έναν (1) σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως Πρόεδρο.

β) Δύο (2) μέλη, εξ αυτών που ορίζονται από τον

Υπουργό Οικονομικών, από κάθε υπηρεσιακό συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομικών που είναι αρμόδιο για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των κλάδων Τελωνειακών και Εφοριακών, εξαιρουμένων των προέδρων αυτών.

γ) Τους τέσσερις (4) αιρετούς εκπροσώπους των εργαζομένων, που συμμετέχουν στα υπηρεσιακά συμβούλια του προηγούμενου εδαφίου.

Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο Γραμματέας του Συμβουλίου αυτού, εκ των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη.

Τα θέματα εισηγείται στο παραπάνω μικτό υπηρεσιακό συμβούλιο ο Ειδικός Γραμματέας που προΐσταται του Σ.Δ.Ο.Ε., ύστερα από σχετική πρόταση των οικείων Διευθύνσεων Προσωπικού (Δ.Ο.Υ. και Τελωνείων).

12. Τα δικαιώματα και καθήκοντα του παραπάνω προσωπικού ορίζονται, αναλυτικά με προεδρικό διάταγμα κανονισμού καθηκόντων, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 2 του παρόντος, καθώς και οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του Ν. 820/1978 (ΦΕΚ 174 Α΄), περί ανακριτικών καθηκόντων, δικαιωμάτων έρευνας και πρόσβασης σε πληροφορίες και στοιχεία, ισχύουν ανάλογα και για τους υπαλλήλους του Σ.Δ.Ο.Ε..

13.Οι διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 3 του παρόντος, περί υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (πόθεν έσχες), ισχύουν ανάλογα και για το προσωπικό του Σ.Δ.Ο.Ε.

14. Οι υπάλληλοι που υπηρετούν στο Σ.Δ.Ο.Ε. διατηρούν κατά το διάστημα που εργάζονται σ΄ αυτό όλες τις τυχόν επιπλέον του μισθού τακτικές αποδοχές και τα κάθε φύσης επιδόματα και απολαβές των λοιπών υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας, βαθμού και μισθολογικού κλιμακίου, του κλάδου στον οποίο ανήκουν.

Για την εξίσωση των παραπάνω αποδοχών και την εξάλειψη των τυχόν υφιστάμενων σχετικών οικονομικών διαφορών μεταξύ των υπαλλήλων του Σ.Δ.Ο.Ε. είναι δυνατόν να καταβάλλεται σ΄ αυτούς ανάλογο επίδομα, που ορίζεται και αναπροσαρμόζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 26 και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του Ν. 820/1978 (ΦΕΚ 174 Α΄) ισχύουν και για τους υπαλλήλους και τα οχήματα του Σ.Δ.Ο.Ε..

15. Το προσωπικό του Σ.Δ.Ο.Ε. (ανάλογα με το είδος του ελέγχου, τον τόπο, το χρόνο και τις ειδικότερες συνθήκες διενέργειας κάθε ελέγχου) φέρει ειδική ενδυμασία ή διακριτικά, κατά περίπτωση, μετά από σχετική εντολή του προϊσταμένου της υπηρεσίας που υπηρετεί και κατά τα οριζόμενα στον κανονισμό λειτουργίας του Σ..Δ.Ο.Ε.. Οι υπάλληλοι του Σ.Δ.Ο.Ε. στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα δίωξης, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της αποστολής τους και εφόσον έχουν εκπαιδευθεί στη χρήση όπλων, οπλοφορούν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις σχετικές εντολές των προϊσταμένων τους ή αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στον κανονισμό λειτουργίας του Σ.Δ.Ο.Ε..

16. Το προσωπικό του Σ.Δ.Ο.Ε. είναι δυνατόν να αποστέλλεται για εκπαίδευση σε Αστυνομικές Σχολές ή άλλες σχολές, μονάδες ή κέντρα εκπαίδευσης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, του εσωτερικού ή εξωτερικού, ανάλογα με τις ειδικότερες ανάγκες της αποστολής του και της άσκησης των καθηκόντων του

17. Η προανάκριση ή η ανάκριση για τις υποθέσεις του ΣΔΟΕ περατώνονται εντός δύο μηνών, η δε εκδίκαση αυτών γίνεται επίσης εντός δύο μηνών, από την υποβολή της δικογραφίας στον αρμόδιο Εισαγγελέα ή από το πέρας της προανάκρισης ή της ανάκρισης. Η εκδίκαση των κατ` έφεση υποθέσεων, γίνεται εντός δύο μηνών από την άσκηση της έφεσης. Σε περίπτωση αναβολής, η εκδίκαση της υπόθεσης γίνεται εντός μηνός από τη χορήγηση αυτής. Δεν αποτελεί λόγο αναβολής της δίκης η άσκηση, σχετικής με της υπόθεση, προσφυγής, ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.

Αρμόδιο κατά τόπον δικαστήριο, για την εκδίκαση των ανωτέρω υποθέσεων, είναι, το οριζόμενο στα άρθρα 122 έως και 124 του ΚΠΔ ή εκείνο, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η επιχείρηση.

Σημ.: όπως η παρ.17 προστέθηκε με την παρ.24 άρθρ.20 Ν.2459/1997 (Α 17) και τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρου 2 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66/31.3.2011.

18. Υπάλληλοι του Σ.Δ.Ο.Ε. των οποίων η κινητή ή ακίνητη περιουσία ζημιώνεται ή καταστρέφεται εν όλω ή εν μέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εξαιτίας της θέσης ή της ιδιότητάς τους από ενέργειες τρομοκρατικές ή μεμονωμένες επιθέσεις, δικαιούνται αποζημίωσης από το Ελληνικό Δημόσιο. Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται σύμφωνα με τους όρους της παραγράφου 3 του άρθρου 18 του ν. 2093/1992 (ΦΕΚ 181 Α`).

Σημ.: όπως η παρ.18 προστέθηκε με την παρ.18 άρθρ.16 Ν.2873/2000  ΦΕΚ Α 285/28.12.2000

Άρθρο 5
Υπηρεσία θησαυροφυλακίου -Νομική υποστήριξη υπηρεσιών και θέματα κατάστασης προσωπικού

1. Στο Υπουργείο Οικονομικών συνιστάται υπηρεσία με τον τίτλο “Υπηρεσία θησαυροφυλακίου”, ως οργανική μονάδα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (Γ.Λ.Κ.).

2. Αντικείμενο της Υπηρεσίας αυτής είναι ο χρηματοδοτικός προγραμματισμός των κυβερνητικών λειτουργιών, ο οικονομικός σχεδιασμός, η οργάνωση και ο συντονισμός των χρηματορροών για την εξασφάλιση ισορροπίας μεταξύ πόρων και δαπανών, η άντληση χρηματοδοτικών πόρων με το μικρότερο δυνατό κόστος για την ορθή εκτέλεση του προϋπολογισμού, η διαχείριση των διαθεσίμων του κράτους και του δημόσιου χρέους, ως και οι κρατικές συναλλαγές στις αγορές χρήματος εσωτερικού και εξωτερικού.

3. Με το προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, καθορίζονται τα θέματα οργάνωσης της υπηρεσίας αυτής, ενώ με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται τα θέματα λειτουργίας αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος.

4. Στον τομέα οικονομικών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών συνιστώνται δύο θέσεις Ειδικών Συμβούλων, με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου

διάρκειας για την υποβοήθηση του έργου της υπηρεσίας Θησαυροφυλακίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 11 Ν.3219/2004,ΦΕΚ Α 13/27.1.2004.

Η πρόσληψη γίνεται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, με σύμβαση διάρκειας δύο (2) ετών,

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 Ν.3219/2004,ΦΕΚ Α 13/27.1.2004.

Σχετικό:  ΥΑ οικ.2/69533/0022/13.24-12-2004 (ΦΕΚ Β΄ 1913

5.Οι Ειδικοί Σύμβουλοι της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να έχουν: α) τα γενικά προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό των δημοσίων διοικητικών πολιτικών υπαλλήλων, εκτός από το ανώτατο όριο ηλικίας, το οποίο ορίζεται στο 63ο έτος και β) τα προσόντα του Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού (της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του ν.1943/1991) στα γνωστικά αντικείμενα των δημόσιων οικονομικών, νομισματοπιστωτικών, συναλλαγματικών και χρηματοοικονομικών θεμάτων”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρ.20 Ν.2592/1998 Α 57/18-3-1998. Ισχύς από 1-11-1997

6. Η πλήρωση των θέσεων προσωπικού της παραγράφου 4 του παρόντος είναι δυνατόν να γίνεται και με απόσπαση υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός είχε οριοθετηθεί με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του νόμου αυτού.

7. Οι αποδοχές του προσωπικού των παραπάνω θέσεων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων που καθορίζουν ανώτατα όρια αποδοχών.

8. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομικών “Γραφείο Ελέγχου Λογιστικών Πληροφοριακών Συστημάτων Επιχειρήσεων” με αντικείμενο:

α) Τον έλεγχο της τήρησης της φορολογικής νομοθεσίας από τις επιχειρήσεις ή τους επιτηδευματίες που χρησιμοποιούν πληροφοριακά λογιστικά συστήματα και

β) Την υποστήριξη των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, στη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου σε επιχειρήσεις ή επιτηδευματίες, που χρησιμοποιούν Η/Υ.

9. Για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου:

α) Οι υπό έλεγχο επιχειρήσεις και επιτηδευματίες υποχρεούνται να επιτρέπουν στον αρμόδιο υπάλληλο του παραπάνω Γραφείου την είσοδο στο πληροφοριακό λογιστικό σύστημα και να διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό για τη χρήση του λογισμικού για όσο χρόνο διαρκεί ο έλεγχος.

β) Οι επιχειρήσεις ήοι επιτηδευματίες που παράγουν μηχανογραφικές εφαρμογές (s/w) φορολογίας, για εμπορία ή ιδία χρήση, υποχρεούνται να υποβάλλουν στο Γραφείο της προηγούμενης παραγράφου το προς διάθεση λογισμικό για έγκριση και τη σχετική τεκμηρίωση του.

Για κάθε παράβαση των προηγούμενων εδαφίων, επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 32 () του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Π.Δ. 186/1992 – ΦΕΚ 84 Α΄), με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.

10. Με τον οργανισμό του Υπουργείου Οικονομικών ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων των παραγράφων 8 και 9 του παρόντος και ρυθμίζονται τα λοιπά θέματα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή τους.

11.Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του κράτους (Ν.Σ.Κ.), είναι δυνατόν να ανατίθενται σε σύμβουλο ή πάρεδρο του Ν.Σ.Κ., που υπηρετεί στο γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Υπουργείου Οικονομικών, αποκλειστικά ή παράλληλα καθήκοντα:

α) Νομικής και νομοτεχνικής καθοδήγησης των κεντρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, σε θέματα κατάρτισης και επεξεργασίας σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών πράξεων και

β) Ειδικού συμβούλου σε θέματα προμηθειών και σύναψης συμβάσεων, καθώς και σε θέματα αρμοδιοτήτων του Γενικού χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.)

12. Στο Εθνικό Ελεγκτικό Κέντρο και στα περιφερειακά Ελεγκτικά κέντρα Αττικής και Κεντρικής Μακεδονίας συνιστάται από μία (1) θέση νομικού συμβούλου του Ν.Σ.Κ. Σε καθένα από τα λοιπά Ελεγκτικά Κέντρα και σε κάθε υπηρεσία του Σ.Δ.Ο.Ε. επιπέδου Διεύθυνσης συνιστάται από μία (1) θέση παρέδρου του Ν.Σ.Κ.

13. Σε δίκες κατά υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, που διώκονται γιατί ενήργησαν για το συμφέρον της υπηρεσίας, μπορεί, μετά από προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Οικονομικών, να παρίσταται για την υπεράσπιση τους ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων εκπρόσωπος του Γραφείου Νομικού Συμβούλου στο Υπουργείο Οικονομικών ή του Νομικού Συμβουλίου του κράτους.

14. Κατ΄ εξαίρεση των διατάξεων περί γενικής απαγόρευσης οπλοκατοχής και οπλοφορίας, επιτρέπεται στους οριζόμενους, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, φύλακες-νυκτοφύλακες του Υπουργείου Οικονομικών να φέρουν όπλα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης καθορίζονται ο αναγκαίος οπλισμός και η εκπαίδευση του παραπάνω προσωπικού, οι προϋποθέσεις και οι άλλες αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

15. Το προσωπικό της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατόν:

Α) Να αποστέλλεται για εκπαίδευση σε Αστυνομικές Σχολές ή άλλες σχολές, μονάδες ή κέντρα εκπαίδευσης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, του εσωτερικού ή εξωτερικού, ανάλογα με τις ειδικότερες ανάγκες της αποστολής του και της άσκησης των καθηκόντων του και

Β) Να φέρει, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ειδική στολή και σήμα αναγνώρισης, κατά τα οριζόμενα κάθε φορά με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

16. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν:

Α) Να ανατίθενται στο προσωπικό της παραγράφου 14 του παρόντος, πέραν των κυρίων καθηκόντων του ( εκτέλεσης υπηρεσίας ασφάλειας ή φρούρησης ή ευταξίας των κάθε φύσης κτιρίων, υλικών, εγκαταστάσεων, χώρων και υπηρεσιών του Υπουργείου γενικά) και καθήκοντα συνοδείας χρηματαποστολών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και

Β) Να ορίζεται πρόσθετη αμοιβή στο προσωπικό του κλάδου φυλάκων-νυκτοφυλάκων του Υπουργείου Οικονομικών, που ασκεί καθήκοντα του προηγούμενου εδαφίου.

17. Σε περίπτωση μη επάρκειας του προσωπικού της παραγράφου 14 του παρόντος, λόγω ασθένειας, άδειας ή απουσίας αυτού ή λόγω αυξημένων και επειγουσών αναγκών, επιτρέπεται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η απευθείας ανάθεση συγκεκριμένου έργου σε ειδικευμένους ιδιώτες που ασκούν κατ΄ επάγγελμα παρόμοιες δραστηριότητες.

18. Οι ανάγκες προσωπικού φυλάκων- νυκτοφυλάκων και συνοδείας χρηματαποστολών υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών είναι δυνατόν να καλύπτονται και με πρόσληψη ιδιωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Ν. 1339/1983 ( ΦΕΚ 35 Α΄).

19. Το προσωπικό των παραγράφων 14, 17 και 18 του παρόντος, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, έχει τα ίδια δικαιώματα με αυτά των αντίστοιχων αστυνομικών οργάνων.

20. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, είναι δυνατόν να συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών:

Α) Ένα ή περισσότερα, μόνιμα ή κινητά, συνεργεία ελέγχου, επισκευής και συντήρησης των οχημάτων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και

Β) Μέχρι δεκαπέντε (15) θέσεις τεχνικού προσωπικού και πέντε (5) θέσεις βοηθητικού τεχνικού προσωπικού, μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, σε γνωστικό αντικείμενο του προηγούμενου εδαφίου.

Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα, γίνεται και η κατανομή των θέσεων προσωπικού, κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα και ορίζονται τα προσόντα τούτων.

21. Με κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία δημοσιεύεται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται τα θέματα λειτουργίας των παραπάνω συνεργείων και των καθηκόντων του προσωπικού τούτων.

22. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως είναι δυνατόν να ορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία, η οργανωτική δομή και οι άλλες λεπτομέρειες ανάπτυξης, συντονισμού, παρακολούθησης, διοίκησης, διαχείρισης και ελέγχου, των εκτελούμενων κάθε φορά στο χώρο ευθύνης του Υπουργείου Οικονομικών προγραμμάτων ή έργων πληροφορικής και να συνιστώνται προς τούτο ομάδες εργασίας και επιτροπές.

23. Συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών οι παρακάτω θέσεις προσωπικού, γνωστικών αντικειμένων πληροφορικής:

Α) Δεκαπέντε (15) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, με εξειδίκευση στα παρακάτω γνωστικά αντικείμενα της επιστήμης των υπολογιστών:

Α1) Βάσεων Δεδομένων ( Databases Speciallism) πέντε (5) θέσεις.

Α2) Δικτύων Η/Υ ( Network Speciallism) πέντε (5) θέσεις.

Α3) Ασφάλειας Συστημάτων ( Security Speciallism) δύο (2) θέσεις.

Α4) Προγραμματισμού Λογισμικού Συστήματος (System Programming) τρεις (3) θέσεις.

Β) Τριάντα (30) θέσεις, του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής, εκ των οποίων οι είκοσι πέντε (25) θέσεις ειδικότητας Επιστήμης Η/Υ (SOFTWARE) και οι πέντε (5) θέσεις ειδικότητας Μηχανικών Η/Υ (HARDWARE).

Γ) Εκατόν πενήντα (150) θέσεις, του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής, ειδικότητας Πληροφορικής (SOFTWARE)

Δ) Τετρακόσιες πενήντα (450) θέσεις, του κλάδου ΔΕ προσωπικού Η/Υ , εκ των οποίων οι διακόσιες δέκα (210) θέσεις ειδικότητας προγραμματιστών Η/Υ και οι διακόσιες σαράντα (240) θέσεις ειδικότητας χειριστών μέσων εισαγωγής στοιχείων.

24. Τα προσόντα διορισμού στις παραπάνω θέσεις προσωπικού είναι:

Α) Για τις θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού, τα οριζόμενα στο εδάφιο Α, α της παραγράφου 9 του άρθρου 1 του παρόντος.

Β) Για τις θέσεις ΠΕ και ΤΕ Πληροφορικής, τα οριζόμενα στο Π.Δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α΄).

Γ) Για τις θέσεις ΔΕ προσωπικού Η/Υ :

Γ1) Για την ειδικότητα προγραμματιστών Η/Υ, πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 2 (εδαφίου δε της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 2009/1992- ΦΕΚ 18 Α΄) Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης. Τα γνωστικά αντικείμενα και ο αριθμός των θέσεων προσωπικού κατά γνωστικό αντικείμενο, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Γ2) Για την ειδικότητα χειριστών μέσων εισαγωγής στοιχείων, απολυτήριο τίτλο γενικού λυκείου ή τίτλο σπουδών εκ των οριζόμενων στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Π. δ/τος 194/1988, καθώς και σχετική εμπειρία, αποδεικνυόμενη με πρακτική δοκιμασία

25. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, είναι δυνατόν να συνιστώνται στο Υπουργείο Οικονομικών μέχρι σαράντα οκτώ (48) θέσεις προσωπικού, μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, για τις ανάγκες των υπηρεσιών του Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) και να ορίζονται η κατηγορία, ο κλάδος, η ειδικότητα, η σχέση εργασίας και τα προσόντα του παραπάνω προσωπικού, καθώς και η κατανομή των θέσεων αυτών στις υπηρεσίες.

26. Οι αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού του εδαφίου α΄ της παραγράφου 23 και της παραγράφου 25 του παρόντος καθορίζονται κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 11 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου.

27. Η θέση ειδικού συνεργάτη σε θέματα δημόσιων κτημάτων, που συστήθηκε στη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 152/1975 (ΦΕΚ 182 Α΄), μετατρέπεται σε θέση ειδικού συνεργάτη δικηγόρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Σχολή Επιμόρφωσης Υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομικών (Σ.Ε.Υ.Υ.Ο.)

Άρθρο 6
Μορφή, επωνυμία και σκοπός

1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), με την επωνυμία “Σχολή Επιμόρφωσης Υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομικών (Σ.Ε.Υ.Υ.Ο.)” και έδρα την Αθήνα.

Η σχολή έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και εποπτεύεται άμεσα από τον Υπουργό Οικονομικών.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συνιστώνται παραρτήματα της σχολής και ορίζεται η σφραγίδα αυτής.

Η σχολή, μετά από έγκριση του Υπουργού Οικονομικών, εκτελεί εκπαιδευτικά προγράμματα και ασκεί ορισμένες δραστηριότητές της και εκτός της έδρας αυτής και των παραρτημάτων της.

2. Αποστολή της σχολής είναι:

α) Η έρευνα και η μελέτη των εκπαιδευτικών αναγκών του Υπουργείου Οικονομικών και των νομικών προσώπων που εποπτεύονται από αυτό, σε συνεργασία με τη Μονάδα Επιστημονικής Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης και τις άλλες αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, ως και η κατάρτιση σχετικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων.

β) Η επαγγελματική κατάρτιση, εκπαίδευση και επιμόρφωση των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων, με στόχο την ποιοτική αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού, τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών και την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου.

γ) Η ενημέρωση και κατάρτιση στελεχών των παραγωγικών και επαγγελματικών τάξεων ή και υπαλλήλων άλλων υπηρεσιών του δημόσιου τομέα, ως και η ενημέρωση του κοινού σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών.

δ) Η εκπαίδευση υπαλλήλων από άλλες χώρες, ως και η αποστολή στις χώρες αυτές υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών για εκπαίδευση, μέσα στα πλαίσια των κοινοτικών προγραμμάτων ή διακρατικών συμφωνιών ανταλλαγής και εκπαίδευσης υπαλλήλων.

3. Για την πραγματοποίηση των σκοπών της, η σχολή προβαίνει, μεταξύ των άλλων και στις παρακάτω ενέργειες:

α) Συνεργάζεται και συμβάλλεται με εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλους φορείς εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ή με πρόσωπα αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους και διοργανώνει συνέδρια, σεμινάρια, διαλέξεις και ημερίδες, εκπονεί μελέτες, διενεργεί επιστημονικές έρευνες και πραγματοποιεί εκδόσεις, σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών.

β) Αξιοποιεί πρόσφορα συστήματα σύγχρονης τεχνολογίας.

γ) Λαμβάνει μέριμνα για την αποφυγή επικαλύψεων με εκπαιδευτικά προγράμματα αρμοδιότητας του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.) και των εκπαιδευτικών μονάδων αυτού. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, είναι δυνατόν να ανατίθεται στη σχολή η εκτέλεση εκπαιδευτικών προγραμμάτων αρμοδιότητας του Ε.Κ.Δ.Δ. και των εκπαιδευτικών μονάδων αυτού ή και αντιστρόφως, ως και η εκτέλεση εκπαιδευτικών προγραμμάτων από κοινού.

δ) Οργανώνει και λειτουργεί βιβλιοθήκη για τις ανάγκες των σπουδαστών της και του Υπουργείου Οικονομικών γενικότερα.

ε) Σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται από τα εκπαιδευτικά προγράμματα και πρακτική εξάσκηση των εκπαιδευομένων, αυτή είναι δυνατόν να γίνεται και σε υπηρεσιακές μονάδες – πιλότους, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται μετά από σχετική εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σ.Ε.Υ.Υ.Ο..

Οι μονάδες – πιλότοι πρακτικής εξάσκησης, επιλέγονται με βάση την καταλληλότητα του αντικειμένου τους και του προσωπικού τους, σε συνάρτηση με το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Ως τέτοιες μονάδες μπορεί να ορίζονται και υπηρεσιακές μονάδες φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Οι υπηρεσίες και οι φορείς αυτοί υποχρεούνται να συνεργάζονται με τη Σ.Ε.Υ.Υ.Ο., για την πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων, καθώς και να παρέχουν σ` αυτήν κάθε σχετική συνδρομή. Οι υπάλληλοι των μονάδων αυτών που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ως υπεύθυνοι – εκπαιδευτές, υποχρεούνται, όταν τελειώσει η πρακτική εξάσκηση των εκπαιδευομένων, να υποβάλουν στη σχολή αναλυτική έκθεση για τα αντικείμενα απασχόλησης, την επιμέλεια και την επίδοση των εκπαιδευομένων.

Για τους υπεύθυνους – εκπαιδευτές είναι δυνατόν να ορίζεται σχετική αποζημίωση, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής της. Η απόφαση αυτή εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. της σχολής. στ) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να συνιστώνται μία ή περισσότερες πρότυπες μονάδες ή κέντρα, υπαγόμενα στη Σ.Ε.Υ.Υ.Ο., για:

στ1) Την πρακτική εξάσκηση των εκπαιδευομένων στη σχολή υπαλλήλων.

στ2) τη διεξαγωγή επιστημονικών ερευνών και την εκπόνηση μελετών, για την ανάπτυξη και εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών και μεθόδων εργασίας (όπως κριτηρίων και μεθόδων μέτρησης εργασίας, ανάλυσης κόστους-ωφέλειας, εργονομίας, απλοποίησης ή κατάργησης διαδικασιών κ.λπ.), Με την ταχύτερη διεκπεραίωση των εργασιών και την αύξηση της παραγωγικότητας – αποδοτικότητας των υπαλλήλων και της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών γενικότερα.

Με όμοιες αποφάσεις ρυθμίζονται το θέματα οργάνωσης, διοίκησης, στελέχωσης και λειτουργίας των παραπάνω κέντρων και μονάδων, ως και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα ή λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Σχετικό:  άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 7
Διοίκηση και οικονομική διαχείριση της σχολής

1. Διοικητικό Συμβούλιο

α) Η σχολή διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που περιλαμβάνει και τα αναπληρωματικά μέλη. Το Διοικητικά Συμβούλιο αποτελείται από τον πρόεδρο και τέσσερα (4) μέλη, εκ των οποίων ένα μέλος είναι εκπρόσωπος των εργαζομένων στο Υπουργείο Οικονομικών υπαλλήλων, κατηγορίας ΠΕ και βαθμού Α`.

Ο εκπρόσωπος των εργαζομένων υποδεικνύεται κάθε φορά από την παρακάτω κατά σειρά ομοσπονδία υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Π.Ο.Ε. – Δ.Ο.Υ.), Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος (Ο.Τ.Υ.Ε.) και Ομοσπονδία Συλλόγων Υπουργείου Οικονομικών (Ο.Σ.Υ.Ο.), εντός μηνός από τη λήξη της θητείας του προηγούμενου εκπροσώπου των εργαζομένων.

Σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της παραπάνω προθεσμίας για υπόδειξη εκπροσώπου από την οικεία ομοσπονδία, ο εκπρόσωπος υποδεικνύεται, εντός ιδίου χρονικού διαστήματος, από την επόμενη πατά την ως άνω σειρά ομοσπονδία υπαλλήλων και σε περίπτωση μη υπόδειξης εκπροσώπου από καμία ομοσπονδία, για οποιονδήποτε λόγο, αυτός ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Η θητεία των μελών του Δ.Σ. της σχολής είναι τριετής, εκτός του εκπροσώπου των εργαζομένων στο Υπουργείο Οικονομικών υπαλλήλων που είναι ετήσια. Η θητεία των παραπάνω μελών δύναται να ανανεώνεται χωρίς περιορισμό.

Τα μέλη του Δ.Σ. της σχολής συνεχίζουν να ασκούν νομίμως τα καθήκοντά τους και μετά τη λήξη της θητείας τους, μέχρι την ανανέωση της θητείας ή το διορισμό και την ανάληψη των καθηκόντων των νέων μελών αυτού.

Πρόεδρος του Δ.Σ. ορίζεται επιστήμονας αναγνωρισμένου κύρους, ιδίως σε θέματα δημόσιων οικονομικών και εκπαίδευσης. Τα υπόλοιπα (πλην του εκπροσώπου των εργαζομένων) μέλη του Δ.Σ. είναι άτομα ανώτερης και ανώτατης επιστημονικής μόρφωσης, με πείρα στα θέματα του Υπουργείου Οικονομικών και της εκπαίδευσης.

Στο Διοικητικό Συμβούλιο της σχολής δεν μπορούν να μετέχουν ως ιδιώτες που ασκούν εκπαιδευτική επιχειρηματική δραστηριότητα.

Στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. μετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου ο Γενικός Διευθυντής και ο Διευθυντής Σπουδών της σχολής. Τα θέματα εισηγούνται στο Δ.Σ. της σχολής ο Γενικός Διευθυντής ή ο Διευθυντής Σπουδών, ανάλογα με την αρμοδιότητά τους ή οι οριζόμενοι με απόφαση του Δ.Σ. υπάλληλοι της σχολής.

Το Δ.Σ., ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, ορίζει ως γραμματέα αυτού, με τον αναπληρωτή του, δύο (2) από τους υπαλλήλους της σχολής.

β) Το Δ.Σ. χαράσσει τις γενικές κατευθύνσεις των δραστηριοτήτων της σχολής και αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν τη διοίκηση και τη λειτουργία της σχολής, τη διαχείριση της περιουσίας της και το εκπαιδευτικό έργο αυτής. Εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό, ισολογισμό και απολογισμό της σχολής, τον εσωτερικό κανονισμό διοίκησης και λειτουργίας της, τα εκπαιδευτικά προγράμματα και γενικά έχει αρμοδιότητα για όλα τα θέματα που αφορούν τη σχολή.

Στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων του και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών αναλυτική έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της σχολής.

Αποδέχεται ή αποποιείται τις καταλειπόμενες στη σχολή κληρονομίες, κληροδοσίες ή δωρεές. Η απόφαση αυτή εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Εξουσιοδοτεί με απόφασή του άλλα όργανα της σχολής να ασκούν συγκεκριμένες αρμοδιότητές του ή να υπογράφουν πράξεις και έγγραφα της σχολής. Η απόφαση αυτή εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Γενικός Διευθυντής

α) Ως Γενικός Διευθυντής της σχολής ορίζεται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α και εικοσαετή τουλάχιστον υπηρεσία ή ιδιώτης επιστήμονας αναγνωρισμένου κύρους, με εμπειρία σε θέματα δημόσιων οικονομικών και εκπαίδευσης.

β) Ο Γενικός Διευθυντής μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ:Σ. και έχει τις αρμοδιότητες που ανατίθενται σ` αυτόν με αποφάσεις του Δ.Σ. της σχολής και με τον παρόντα νόμο. Εκπροσωπεί τη σχολή δικαστικώς και εξωδίκως.

Ελέγχει και συντονίζει το διοικητικό και εκπαιδευτικό έργο της σχολής, προΐσταται όλου του προσωπικού αυτής, το οποίο τοποθετεί και κατανέμει, αναθέτοντας σ` αυτό συγκεκριμένα καθήκοντα, ανάλογα με τις ειδικότερες κάθε φορά ανάγκες της σχολής, πάντοτε όμως μέσα στα πλαίσια των γενικότερων αρμοδιοτήτων και καθηκόντων του προσωπικού αυτού. Εισηγείται στο Δ.Σ. την έγκριση του προϋπολογισμού, απολογισμού και ισολογισμού της σχολής, ως και τα λοιπά θέματα της αρμοδιότητάς του.

γ) Ο Γενικός Διευθυντής, αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από πρόσωπο που ορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. της σχολής.

3. Διευθυντής Σπουδών

α) Ως Διευθυντής Σπουδών τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α και δεκαοκτώ (18) έτη υπηρεσίας τουλάχιστον ή ιδιώτης επιστήμονας αναγνωρισμένου κύρους με εμπειρία στα θέματα δημόσιων οικονομικών και της εκπαίδευσης.

β) Ο Διευθυντής Σπουδών έχει τη γενική φροντίδα για την παρεχόμενη, στα πλαίσια της σχολής, θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, μεριμνά για την παραγωγή του εκπαιδευτικού υλικού και την εκτέλεση του προγράμματος σπουδών, προσδιορίζει τα απαιτούμενα εκπαιδευτικά μέσα και συντονίζει τις εκπαιδευτικές διαδικασίες και γενικά ασκεί τις αρμοδιότητες που ανατίθενται σ` αυτόν με αποφάσεις του Δ.Σ. της σχολής και τον παρόντα νόμο.

γ) Ο Διευθυντής Σπουδών, αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από άλλο πρόσωπο, που ορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. της σχολής.

4. Προϊστάμενος Γραφείου Διοίκησης

α) Ο Γενικός Διευθυντής επικουρείται στο έργο του σε θέματα διοίκησης προσωπικού, οικονομικής διαχείρισης και τεχνικής υποστήριξης της σχολής, καθώς και σε κάθε θέμα διοικητικής φύσης (όπως σε θέματα πρόσληψης προσωπικού, υπηρεσιακής και μισθολογικής κατάστασης αυτού, εκτέλεσης έργων, σύναψης συμβάσεων, προμήθειας αγαθών, τεκμηρίωσης και τεχνικής υποστήριξης, μετακίνησης και διαμονής των εκπαιδευομένων ή και των εκπαιδευτών, όπου αυτοί μετακινούνται, αποζημίωσης εκπαιδευτών και εκπαιδευομένων, διεκπεραίωσης της αλληλογραφίας της σχολής, αναπαραγωγής και αποστολής του εκπαιδευτικού υλικού στους επιλεγέντες σπουδαστές της σχολής, λειτουργικής προετοιμασίας των εκπαιδευτικών χώρων κ.λπ.) από τον Προϊστάμενο του Γραφείου Διοίκησης. β) Ως Προϊστάμενος Γραφείου Διοίκησης ορίζεται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, κατηγορίας ΠΕ και βαθμού Α, με δεκαπέντε (15) έτη υπηρεσίας τουλάχιστον.

γ) Οι αρμοδιότητες του Προϊσταμένου Γραφείου Διοίκησης ορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. της σχολής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με την οποία μεταβιβάζονται σ`αυτόν ορισμένες συγκεκριμένες αρμοδιότητες, ως και η εξουσία να υπογράφει ορισμένες πράξεις ή άλλου είδους έγγραφα της αρμοδιότητάς του.

δ) Ο Προϊστάμενος του Γραφείου Διοίκησης, αν δεν υπάρχει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από άλλο πρόσωπο, που ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της σχολής.

5. Εκπαιδευτικό Συμβούλιο

α) Στη σχολή λειτουργεί εννεαμελές Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και αποτελείται από τους εξής:

α1) Από το Διευθυντή Σπουδών α2) Από τους δύο Επιστημονικούς Συμβούλους της σχολής και

α3) Από έναν εκπρόσωπο των Εφοριακών, Τελωνειακών και Δημοσιονομικών υπαλλήλων, των Οικονομικών Επιθεωρητών και των υπαλλήλων του Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ.) και του Κέντρου Πληροφορικής του Υπουργείου Οικονομικών (ΚΕ.Π.Υ.Ο.), κατηγορίας ΠΕ και βαθμού Α`. Οι εκπρόσωποι τούτων ορίζονται με τον αναπληρωτή τους, με τετραετή θητεία, από τις ομοσπονδίες που αυτοί ανήκουν και για όσους εξ αυτών δεν έχουν συγκροτηθεί σε ομοσπονδίες ορίζονται από τους οικείους συλλόγους τους και σε περίπτωση μη συγκρότησής τους ούτε σε συλλόγους ή αμέλειας ή αδυναμίας υπόδειξης εκπροσώπου για οποιονδήποτε λόγο, οι εκπρόσωποι ορίζονται από τον Υπουργό Οικονομικών.

β) Στο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της σχολής μπορούν να μετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου και να εισηγούνται θέματα της αρμοδιότητάς τους μέλη του διοικητικού και του εκπαιδευτικού προσωπικού της σχολής, που ορίζονται με απόφαση του Δ.Σ..

γ) Ο Πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις αυτού, κατά την κρίση του και άλλα στελέχη ή υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλων φορέων του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, τα οποία μπορούν να βοηθήσουν το έργο του Συμβουλίου με την εξειδικευμένη επιστημονική και επαγγελματική κατάρτισή τους.

δ) Το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο επεξεργάζεται τις γενικές κατευθύνσεις της παρεχόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης, παρακολουθεί το εκπαιδευτικό έργο της σχολής και υποβάλλει προτάσεις για τη βελτίωση αυτού και γνωμοδοτεί, ύστερα από ερώτημα του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Γενικού Διευθυντή ή του Διευθυντή Σπουδών, για κάθε θέμα που αφορά το περιεχόμενο και τη διάρκεια των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, τις εκπαιδευτικές μεθόδους, την επιλογή των εκπαιδευτών και των εκπαιδευομένων, τα μέσο και την ποιότητα της εκπαίδευσης, τον τρόπο οργάνωσης της φοίτησης στη σχολή και της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων, καθώς και τον τρόπο αξιολόγησης και βαθμολόγησης των σπουδαστών και γενικά για κάθε άλλο θέμα που παραπέμπεται σ` αυτό από το Δ.Σ. της σχολής και αφορά τους σκοπούς και την αποστολή αυτής.

Στο τέλος κάθε έτους το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο συντάσσει έκθεση, με την οποία αξιολογείται το εκπαιδευτικό έργο της σχολής και υποβάλλονται προτάσεις για τη βελτίωσή του.

6. Πόροι και οικονομική διαχείριση Α. Η σχολή έχει τακτικούς και έκτακτους πόρους, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι οι εξής:

α) Τακτικοί πόροι:

α1) Ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, στον οποίο εγγράφεται σχετική πίστωση με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό με τίτλο “Επιχορήγηση της Σχολής Επιμόρφωσης Υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών” και

α2) Ετήσια επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων και

β) Έκτακτοι πόροι:

β1) Επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές νομικών ή φυσικών προσώπων, ημεδαπών ή αλλοδαπών.

β2) Επιχορηγήσεις ή έσοδα από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών οργανισμών και

β3) Έσοδα από τη διάθεση δημοσιευμάτων της και από την παροχή υπηρεσιών της σε τρίτους έναντι αμοιβής.

Β. Η οικονομική διαχείριση της σχολής γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ., με τον τρόπο και τα όργανα που καθορίζει ειδικός κανονισμός, ο οποίος καταρτίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της σχολής, εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ο προϋπολογισμός, ισολογισμός και απολογισμός της σχολής εγκρίνονται αρχικά από το Διοικητικό Συμβούλιο της σχολής και τελικά ελέγχονται και εγκρίνονται από τον Υπουργό Οικονομικών.

Γ. Ο ετήσιος ισολογισμός της σχολής συντάσσεται με τη λήξη του λογιστικού έτους (που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος) και συνοδεύεται από λεπτομερή έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου της για τη διαχείριση και την οικονομική της απόδοση κατά το λογιστικό έτος, ως και τις προβλέψεις του για το μέλλον.

Τα τυχόν ταμιακά υπόλοιπα του ετήσιου απολογισμού της σχολής μεταφέρονται στην οικονομική χρήση του επόμενου έτους.

Ο ισολογισμός και ο απολογισμός της σχολής ελέγχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Δ. Οι προμήθειες της σχολής γίνονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί προμηθειών των Ν.Π.Δ.Δ. και τα οριζόμενα στον ανωτέρω κανονισμό αυτής.

7. Εξομοίωση Προϊσταμένων της Σ.Ε.Υ.Υ.Ο. Ο Γενικός Διευθυντής, ο Διευθυντής Σπουδών και ο Προϊστάμενος του Γραφείου Διοίκησης εξομοιούνται από την ανάληψη των καθηκόντων τους, ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις κείμενες διατάξεις για τους δημόσιους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ., με τους προϊσταμένους οργανικών μονάδων επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, Διεύθυνσης και Τμήματος, αντίστοιχα.

Σημ.: όπως η παρ.7 προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.19 Ν.2443/1996 και ισχύει από τη  δημοσίευση του ν.2343/1995.

Σχετικό: το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 8
Προσωπικό της σχολής
Το προσωπικό της Σ.Ε.Υ.Υ.Ο., ανάλογα με τη σχέση εργασίας, τη διάρκεια εργασίας και το σκοπό για τον οποίο προσλαμβάνεται, διακρίνεται στις παρακάτω κατηγορίες:

α) Προσωπικό με θητεία.

β) Μόνιμο Προσωπικό (διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης) και

γ) Προσωπικό εκπαίδευσης (διδακτικό προσωπικό και προσωπικό κατάρτισης εκπαιδευτικών προγραμμάτων)

Ι. – Προσωπικό με θητεία

1. Συνιστώνται πέντε (5) θέσεις προσωπικού με θητεία, ως εξής:

α) Μία (1) θέση Γενικού Διευθυντή.

β) Μία (1) θέση Διευθυντή Σπουδών.

γ) Μία (1) θέση Προϊσταμένου Γραφείου Διοίκησης και

δ) Δύο (2) θέσεις Επιστημονικών Συμβούλων.

Οι Επιστημονικοί Σύμβουλοι πρέπει να είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και ειδικοί σε θέματα διαρκούς εκπαίδευσης και στο σχεδιασμό εκπαιδευτικών προγραμμάτων, με ειδικότερες γνώσεις και εμπειρία σε θέματα προγραμματισμού, σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ιδιαίτερα δημοσίων υπαλλήλων.

2. Η διάρκεια της θητείας του προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου είναι τετραετής και μπορεί να ανανεώνεται χωρίς περιορισμό.

3. Η πρόσληψη ιδιωτών για τις θέσεις αυτές γίνεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, αποκλειομένων όσων ασκούν εκπαιδευτική επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ο τρόπος, τα προσόντα, η διαδικασία πρόσληψης και οι αποδοχές αυτών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις.

4. Η πλήρωση των ως άνω θέσεων είναι δυνατόν να γίνει και με απόσπαση δημόσιων λειτουργών ή υπαλλήλων του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 και της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 1943/1991, που έχουν τα απαιτούμενα προσόντα.

α) Η απόσπαση τούτων ενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού.

β) Ο χρόνος της απόσπασης λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος συνεχούς πραγματικής υπηρεσίας στη θέση που ο αποσπώμενος υπάλληλος κατέχει οργανικά. Ο αποσπώμενος εξακολουθεί να μισθοδοτείται από την Υπηρεσία στην οποία ανήκει η οργανική του θέση και υπάγεται στο φορέα ασφάλισης, στον οποίο είναι ασφαλισμένος, διατηρώντας ακέραια τα δικαιώματά του στην υπηρεσιακή κατάσταση και στη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξή του και λαμβάνει πέραν του μισθού του και όλες τις τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές, επιδόματα και απολαβές κάθε φύσης, που θα λάμβανε στην υπηρεσία ή το φορέα, από τον οποίο αποσπάται.

γ) Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν να ορίζεται ειδική πρόσθετη αμοιβή, πέρα από τις αποδοχές της θέσης που οργανικά κατέχει ο προσλαμβανόμενος με αυτόν τον τρόπο.

ΙΙ. Μόνιμο προσωπικό (διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης)

Συνιστώνται είκοσι δύο (22) θέσεις μόνιμου προσωπικού ως εξής:

α) Δύο (2) θέσεις ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού.

β) Μία (1) θέση ΠΕ Πληροφορικής (SOFTWARE).

γ) Μία θέση (1) ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού.

δ) Δύο (2) θέσεις ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού.

ε) Τρεις (3) θέσεις ΔΕ Προσωπικού Η/Υ, ειδικότητας Προγραμματιστών Η/Υ.

στ) Δύο (2) θέσεις ΔΕ Χειριστών Η/Υ.

ζ) Δύο (θέσεις) ΤΕ Βιβλιοθηκονόμων.

η) Τέσσερις (4) θέσεις ΥΕ Επιμελητών.

θ) Δύο (2) θέσεις ΥΕ Προσωπικού Καθαριότητας.

ι) Μία (1) θέση ΔΕ Οδηγών.

ια) Δύο (2) θέσεις Φυλάκων – Νυκτοφυλάκων.

2. Τα προσόντα διορισμού στις παραπάνω θέσεις είναι τα οριζόμενα στο π.δ.194/1988 (ΦΕΚ 84 Α`), εκτός των θέσεων ΔΕ Προσωπικού Η/Υ, για τις οποίες απαιτείται ως τίτλος σπουδών πτυχίο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, επιπέδου 2, (εδαφίου δε` της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν. 2009/1992 ΦΕΚ 18 Α`) Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης, με εξειδίκευση σε γνωστικά αντικείμενα που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

3. Οι θέσεις του παραπάνω μόνιμου προσωπικού της σχολής είναι δυνατόν να καλύπτονται και με απόσπαση η μετάταξη υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών κατά προτεραιότητα ή άλλων φορέων του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του ν.1892/1990 και της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 1943/1991, που έχουν τα απαιτούμενα προσόντα.

Οι διατάξεις των εδαφίων α, β κα γ` της παραγράφου 4, περί των αποσπάσεων προσωπικού της κατηγορίας Ι (προσωπικό με θητεία) του παρόντος άρθρου, ισχύουν και για τις αποσπάσεις προσωπικού της παρούσας παραγράφου.

ΙΙΙ. Προσωπικό εκπαίδευσης

Α. Διδακτικό προσωπικό

1. Το διδακτικό Προσωπικό της σχολής δεν είναι μόνιμο και μπορεί να ανήκουν σ` αυτό δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ και Ο.Τ.Α, διδακτικό επιστημονικό ή ερευνητικό προσωπικό των ανώτερων και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθηγητές ξένων γλωσσών, καθώς και ιδιώτες με εξειδικευμένη επιστημονική, τεχνική ή άλλη ειδική κατάρτιση και πείρα συναφή προς τη διδακτέα ύλη και τα αντικείμενα σπουδών. Στο διδακτικό προσωπικό μπορούν να ανήκουν και ημεδαποί ή αλλοδαποί εμπειρογνώμονες.

2. Η ένταξη των παραπάνω στο διδακτικό προσωπικό μπορεί να γίνει:

α) Με απόσπαση για ορισμένο χρόνο, που επιτρέπεται να ανανεώνεται, από τις δημόσιες υπηρεσίες, τα Α.Ε.Ι., τα Ν.Π.Δ.Δ, τους Ο.Τ.Α, τους οργανισμούς, επιχειρήσεις και νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του ν.1892/1990 και της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 1943/1991.

β) Με ανάθεση διδακτικών καθηκόντων, αποκλειστικής ή παράλληλης απασχόλησης προς τα κύρια καθήκοντα, στα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου, που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του εκπαιδευτικού προγράμματος της σχολής. Η ανάθεση των καθηκόντων γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. της σχολής. Οι διατάξεις του εδαφίου γ` της παραγράφου 4 περί του προσωπικού της κατηγορίας Ι (προσωπικό με θητεία) ισχύει και για τις αναθέσεις διδακτικών καθηκόντων του παραπάνω προσωπικού και

γ) Με ανάθεση διδακτικών καθηκόντων σε ιδιώτες που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του εκπαιδευτικού προγράμματος της σχολής. Η πρόσληψη ιδιωτών γίνεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή μίσθωση έργου. Η διαδικασία επιλογής των ιδιωτών και οι αποδοχές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 4, περί των αποσπάσεων προσωπικού της κατηγορίας Ι (προσωπικό με θητεία) του παρόντος άρθρου, ισχύουν και για τις αποσπάσεις προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου.

4. Το απαιτούμενο κάθε φορά, για την εκπλήρωση του εκπαιδευτικού έργου της Σ.Ε.Υ.Υ.Ο., διδακτικό προσωπικό καθορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. της σχολής, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και πρόταση του Διευθυντή Σπουδών. Η απόφαση αυτή του Δ.Σ. εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

Β. Προσωπικό κατάρτισης εκπαιδευτικών προγραμμάτων

1. Για τις ανάγκες των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της σχολής και ειδικότερα για τον προγραμματισμό, σχεδιασμό, προετοιμασία, υλοποίηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων αυτής προσλαμβάνεται ο αναγκαίος αριθμός προσωπικού, μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος δεν είναι δυνατόν να υπερβεί τον αριθμό είκοσι (20) συνολικά και καθορίζεται κατά κλάδο, κατηγορία και ειδικότητα, με τον ίδιο τρόπο και διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 4 της ενότητας Α (διδακτικό προσωπικό) του παρόντος άρθρου.

2. Οι κύριες αρμοδιότητες του προσωπικού της προηγούμενης παραγράφου είναι οι εξής:

α) Ερευνά, μελετά και προσδιορίζει τις εκπαιδευτικές ανάγκες του Υπουργείου Οικονομικών και των εποπτευόμενων απ` αυτό νομικών προσώπων, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών.

β) Προβαίνει σε ετήσιο και μακροχρόνιο προγραμματισμό των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.

γ) Μεριμνά για το σχεδιασμό του περιεχομένου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και για την εφαρμογή σύγχρονων εκπαιδευτικών μεθόδων.

δ) Μεριμνά για την επιλογή των εκπαιδευομένων.

ε) Μεριμνά για την επιλογή, εκπαίδευση και ενημέρωση των εκπαιδευτών.

στ) Καθορίζει το αναγκαίο εκπαιδευτικό υλικό και τα απαραίτητα εκπαιδευτικά μέσα.

ζ) Παρακολουθεί και συντονίζει την πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων και

η) Μεριμνά για την αξιολόγηση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας και την αξιοποίηση της σχετικής εμπειρίας.

3. Με αποφάσεις του Γενικού Διευθυντή της σχολής, είναι δυνατόν να συγκροτούνται από το προσωπικό κατάρτισης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και το λοιπό Προσωπικό της σχολής, ομάδες εργασίας ή επιτροπές ή τομείς ή άλλες μορφές εργασίας ή συνεργασίας, ανάλογα με τον αριθμό, το είδος και τις ειδικότερες ανάγκες των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και έργων της σχολής.

4. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 της ενότητας Α (διδακτικό προσωπικό) του παρόντος άρθρου ισχύουν και για το προσωπικό κατάρτισης εκπαιδευτικών προγραμμάτων της παρούσας ενότητας Β.

Η πρόσληψη ιδιωτών συνδέεται με συγκεκριμένα προγράμματα.

Σχετικό:  το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 9
Γενικές διατάξεις

1. Στις δικαστικές και νομικές γενικά υποθέσεις της, η σχολή εκπροσωπείται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), και εξυπηρετείται από το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Οικονομικών.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ανάλογα με τις ανάγκες της σχολής, μπορεί να συνιστάται αυτοτελές Νομικό Γραφείο και να αυξάνεται κατά μία (1) ο αριθμός των θέσεων νομικών συμβούλων ή και παρέδρων και δικαστικών αντιπροσώπων Ν.Σ.Κ..

2. Η σχολή απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, (τα τέλη χαρτοσήμου ή άλλα τέλη, καθώς και από το παράβολο για την άσκηση και συζήτηση ενδίκων μέσων ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου και έχει όλες τις άλλες ατέλειες και προνόμια, ως να επρόκειτο για το ίδιο το Δημόσιο. Οι διατάξεις περί παραγραφής των αξιώσεων κατά του Δημοσίου ισχύουν και για τις αξιώσεις κατά της σχολής.

Όλες ανεξαιρέτως οι διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, περιλαμβανομένων και αυτών που επιβάλλουν υποχρεώσεις σε τρίτους που επισπεύδουν πλειστηριασμό κατά τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμόζονται και για την είσπραξη των οποιασδήποτε μορφής απαιτήσεων της σχολής.

3. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών, μετά από σχετική εισήγηση του Δ.Σ. της σχολής, μπορεί να συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε βαθμού ή ειδικότητας, μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και να καθορίζονται ειδικά τυπικά προσόντα κάθε κλάδου ή ειδικότητας.

4. Το Προσωπικό της σχολής υπάγεται στο Υπηρεσιακό και Πειθαρχικό Συμβούλιο του Υπουργείου Οικονομικών, που είναι αρμόδιο για τα θέματα υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων που υπάγονται στη Διεύθυνση Διοικητικού.

5. Τα λοιπά θέματα, περί των συλλογικών και λοιπών οργάνων της σχολής, ως και των αρμοδιοτήτων και του τρόπου λειτουργίας αυτών, του τρόπου ελέγχου της διαδικασίας εκπαίδευσης της σχολής, του συντονισμού των εκπαιδευτικών προγραμμάτων αυτής με αυτά του Ε.Κ.Δ.Δ. και των εκπαιδευτικών μονάδων αυτού, του προσωπικού της σχολής, του προγραμματισμού, σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης της εκπαίδευσης, των προσόντων του διδακτικού προσωπικού, της επιλογής-πρόσληψης εκπαιδευτών, της επιλογής σπουδαστών, ως και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα οργάνωσης, διοίκησης, λειτουργίας και εκτέλεσης του σκοπού της σχολής, που δεν ρυθμίζεται με τον παρόντα νόμο, καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομικών.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, ορίζονται οι περιπτώσεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα, στα οποία είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπαλλήλων που επιλέγονται γι αυτά, ως και οι περιπτώσεις της απαλλαγής τούτων (μερικά ή εξ ολοκλήρου) από τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στη σχολή. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται επίσης οι περιπτώσεις που λαμβάνεται υπόψη στις υπηρεσιακές τους μεταβολές η επιτυχής περάτωση της παρακολούθησης ορισμένων προγραμμάτων.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.17 άρθρ.11 Ν.2954/2001,ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.

Για το σκοπό αυτόν τηρείται επετηρίδα των ανωτέρωαποφοιτησάντων, κατά κλάδο και σειρά βαθμολογίας αποφοίτησης τούτων.

6. Τα θέματα εσωτερικής λειτουργίας της σχολής, της οργάνωσης και λειτουργίας βιβλιοθήκης αυτής, των δικαιωμάτων και καθηκόντων του προσωπικού αυτής, των διαδικασιών και λεπτομερειών επιλογής εκπαιδευτών και σπουδαστών, των κανόνων σπουδών (κανόνων φοίτησης σπουδαστών και παροχής σπουδών, υποχρεώσεων και δικαιωμάτων των εκπαιδευομένων, των επιβαλλόμενων κυρώσεων, της διαδικασίας και των οργάνων που τις επιβάλλουν κ.λπ.), ως και κάθε άλλη λεπτομέρεια, που είναιαναγκαία Μα τη λειτουργία της σχολής και την εκτέλεση των σκοπών της ρυθμίζονται με σχετικούς κανονισμούς, που καταρτίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο της σχολής και εγκρίνονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Τα θέματα αμοιβής και κάθε είδους αποζημίωσης, όπως για έξοδα κίνησης και υπερωριακής εργασίας, του διδακτικού και λοιπού προσωπικού της σχολής, των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των άλλων συλλογικών οργάνων αυτής, καθώς και των δαπανών μετακίνησης και διαμονής σπουδαστών που συμμετέχουν σε προγράμματα κατάρτισης, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης και γενικά κάθε άλλης σχετικής εκπαιδευτικής δαπάνης, που δεν ρυθμίζεται με τον παρόντα νόμο, καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών.

8. Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της παραπάνω σχολής (Σ.Ε.Υ.Υ.Ο.) καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από την έναρξη λειτουργίας της σχολής αυτής καταργείται η ομώνυμη σχολή του Υπουργείου Οικονομικών, που συστήθηκε με το π.δ. 295/1991 (ΦΕΚ 104 Α`).

Σχετικό:  άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Άρθρο 10
Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και για ένα (1) έτος μετά την έκδοση των οικείων οργανωτικών προεδρικών διαταγμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, επιτρέπεται η τοποθέτηση διοριζόμενων υπαλλήλων στους Νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης και στις πόλεις της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 2085/1992 (ΦΕΚ 170 Α`), ως και η μετάθεση ή απόσπαση νεοδιόριστων υπαλλήλων, χωρίς τους περιορισμούς των διατάξεων του άρθρου 7 του ν. 2085/1992, όπως ισχύουν.

2. Οι, κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2240/1994 (ΦΕΚ 153 Α`), όπως αυτές συμπληρώθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του ν. 2307/1995 (ΦΕΚ 113 Α`), αποσπάσεις υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών, από τις περιφερειακές υπηρεσίες αυτού στο Γραφείο του Περιφερειακού Διευθυντή ή σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες ή Ν.Π.Δ.Δ. του νομού, γίνονται μετά από έγκριση του ΥπουργούΟικονομικών, με εξαίρεση τις αποσπάσεις μέχρι δύο (2) μήνες που γίνονται για την κάλυψη έκτακτων και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών.

3. Αποφάσεις τοποθετήσεων, μεταθέσεων και αποσπάσεων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών εκτελούνται απευθείας από τους προϊσταμένους των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και ανακοινώνονται στον οικείο Περιφερειακό Διευθυντή για ενημέρωση.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να ορίζεται και ανακαθορίζεται η στελέχωση των κοινών Διευθύνσεων και Υπηρεσιών της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, με προσωπικό των οικείων κλάδων αυτού.

5. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος φοροτεχνικός, για τον προσδιορισμό υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών και του κλάδου αυτών, νοείται ο εφοριακός υπάλληλος και κλάδος, αντίστοιχα.

Σχετικό: το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 11
Θέματα Γενικού Χημείου του Κράτους (Γ.Χ.Κ,) και στέγασης υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών

1. Το εδάφιο δ` της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4328/1929 (ΦΕΚ 272 Α`) “Περί συστάσεως του Γενικού Χημείου του Κράτους αντικαθίσταται ως εξής:

“δ) Η χημική, φυσική, βιολογική, μικροβιολογική, τοξικολογική ή άλλη εξέταση και η μελέτη των ιδιοτήτων των τροφίμων, ποτών, νερών, χημικών ουσιών και παρασκευασμάτων (επικινδύνων ή μη), βιοκτόνων, προδρόμων και ναρκωτικών ουσιών, φαρμάκων, πρώτων υλών και βιομηχανικών προϊόντων και, γενικά, αντικειμένων κοινής χρήσης, όποτε αυτά χρήζουν τέτοιων εξετάσεων ή μελετών, με σκοπό:

– τον έλεγχο της ποιότητας, γνησιότητας και νόμιμης κυκλοφορίας αυτών,

– την ανακάλυψη και καταστολή νοθειών,

– την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος,

– την αποφυγή της εξαπάτησης των πολιτών,

– τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις διμερών ή διεθνών συμβάσεων,

– κάθε άλλο μη ρητά κατονομαζόμενο σκοπό που βρίσκεται σε συμφωνία με την αποστολή του Γενικού Χημείου του Κράτους.

Η εκπόνηση ειδικών μελετών που ζητούνται από τις Δικαστικές και Αστυνομικές Αρχές.”

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 4328/1929 προστίθενται εδάφια, ως εξής:

“ιβ) Η εποπτεία, ο έλεγχος και η επιθεώρηση των επιχειρήσεων παραγωγής, αποθήκευσης, διάθεσης και εμπορίας τροφίμων, ποτών, νερών, χημικών ουσιών και παρασκευασμάτων (επικινδύνων ή μη), βιοκτόνων, πρώτων υλών και βιομηχανικών προϊόντων και, γενικά, αντικειμένων κοινής χρήσης, με σκοπό την εξακρίβωση της συμμόρφωσής τους προς τις κείμενες διατάξεις, με τις οποίες καθορίζονται οι όροι που πρέπει να πληρούν τα υπ` αυτών παραγόμενα και διακινούμενα προϊόντα.

ιγ) Η συμμετοχή στην Εθνική Αρχή της διάταξης του άρθρου 7 παρ. 4 της Σύμβασης “για την απαγόρευση της αναπτύξεως, παραγωγής και χρήσεως χημικών όπλων και για την καταστροφή τους” (ν. 2254/1994 ΦΕΚ 194 Α`).

ιδ) Ο με φυσικές, χημικές ή άλλες μεθόδους έλεγχος για τη διαπίστωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος.

ιε) Ο έλεγχος και η εποπτεία εργαστηρίων για τη διαπίστωση της συμμόρφωσής τους προς τις αρχές της Ορθής Εργαστηριακής Πρακτικής (Ο.Ε.Π.).

ιστ) Η συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών και η κατάρτιση μητρώων σχετικά με τα αντικείμενα της αρμοδιότητάς του.

ιζ) Η συμμετοχή και η εκπροσώπηση σε εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς ή ενώσεις και η συνεργασία με αντίστοιχους εθνικούς οργανισμούς άλλων κρατών.

ιη) Η διοργάνωση και η συμμετοχή σε σεμινάρια, ημερίδες, συμπόσια, συνέδρια, συναντήσεις και άλλες επιστημονικές εκδηλώσεις και η συνεργασία με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς της ημεδαπής ή αλλοδαπής σε θέματα σχετικά με τα αντικείμενα αρμοδιότητάς του.

ιθ) Η χορήγηση, ανανέωση και ανάκληση αδειών σε χημικούς ναυτιλίας και βεβαιώσεων για εργασίες υποκαπνισμού σε πλοία.”

3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 4328/1929 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Το Γενικό Χημείο του Κράτους μπορεί να ενεργεί αυτεπάγγελτα δειγματοληψίες, με τη συνδρομή ή μη των Αστυνομικών Αρχών.”

4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του ν. 4328/1929 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Το Γενικό Χημείο του Κράτους μπορεί, εφόσον αυτό δεν εμποδίζει την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας, να παρέχει τη συνδρομή του σε οργανισμούς, επιχειρήσεις και ιδιώτες για την επίλυση χημικών ή τεχνικών ζητημάτων, μέσω γνωμοδοτήσεων, χημικών και λοιπών εξετάσεων, εκδόσεως πιστοποιητικών και λοιπών εργασιών, με αποζημίωση το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

5. Στο άρθρο 2 του ν. 4328/1929 προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:

“4. Τα τέλη, παράβολα και πρόστιμα που εισπράττονται κατά την εκτέλεση του έργου του Γενικού Χημείου του Κράτους, καθώς και οι αποζημιώσεις για την παροχή υπηρεσιών προς οργανισμούς, επιχειρήσεις και ιδιώτες, καταβάλλονται, ύστερα από εντολή της αρμόδιας υπηρεσίας του Γενικού Χημείου του Κράτους, υπέρ του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης – Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α.).

5. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού.”

6. Το εδάφιο δ` της παρ.8 του άρθρου 6 του ν. 4328/1929 αντικαθίσταται ως εξής: “δ) Καθορίζει τους όρους τους οποίους πρέπει να πληρούν τα τρόφιμα, τα σκευάσματα τροφίμων, τα ποτά, τα νερά, οι χημικές ουσίες και τα παρασκευάσματα, οι πρώτες ύλες, τα βιομηχανικά προϊόντα και, γενικά, τα αντικείμενα κοινής χρήσης που προσφέρονται στην κατανάλωση, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους θα επιτρέπεται η παραγωγή και η διάθεσή τους, με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος και την αποφυγή της εξαπάτησης των καταναλωτών.”

7. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι δυνατόν να συνιστάται συντονιστική επιτροπή σε κάθε νομαρχία, συγκροτούμενη από εκπροσώπους των αρμόδιων υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο της αριθμ. 11/92 κοινής απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Γεωργίας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Δημόσιας Τάξης και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου, περί προσθήκης στον Κώδικα Τροφίμων άρθρου 12α “Επίσημος έλεγχος τροφίμων” σε εναρμόνιση με την Οδηγία 89/397/Ε.Ο.Κ (ΦΕΚ 313 Β`), για το συντονισμό των διενεργούμενων από τις παραπάνω υπηρεσίες επίσημων ελέγχων τροφίμων.

8. Στην τέταρτη περίοδο του υπεδαφίου ι` του εδαφίου 1 της παραγράφου στ` του άρθρου 28 του από 14 Φεβρουαρίου 1939 β.δ/τος “περί Κώδικος των Νόμων περί Φορολογίας του Οινοπνεύματος” (ΦΕΚ 77 Α`) προστίθεται περίοδος, ως εξής:

“Δαπάνες μετακίνησης του προσωπικού στο εξωτερικό για τους ανωτέρω λόγους είναι δυνατόν να καλυφθούν από τον προϋπολογισμό του Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α., όταν δεν καλύπτονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.”

9. Ο χώρος, που καθορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 1 του από 3.5.1969 β.δ/τος (ΦΕΚ 141 Δ`), για την ανέγερση κτιρίων Εθνικού Τυπογραφείου, διατίθεται για την ανέγερση κτιρίων προς στέγαση των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, καταργούμενης κάθε τυχόν αντίθετης, ως προς τη χρήση αυτή, πολεοδομικής διάταξης.

Άρθρο 12
Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου

1. Υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών – γονικών παροχών και φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους και οι οποίες, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εκκρεμούν ενώπιον των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών, περαιώνονται οριστικά με οίκοθεν ενέργεια του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ως εξής:

α) Υποθέσεις δωρεών – γονικών παροχών για τις οποίες η οικεία δήλωση έχει υποβληθεί μετά τις 14.5.1991 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και υποθέσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία και φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος, για τις οποίες η οικεία δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος, περαιώνονται με βάση την προεκτίμηση που προσδιόρισε ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. στην αρχική δήλωση, μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Σε περίπτωση που έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου ή πράξη μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, η υπόθεση περαιώνεται με βάση την αξία του φύλλου ελέγχου ή της πράξης, που προσδιόρισε ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., μειωμένη κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Το ίδιο ισχύει και για φύλλα ελέγχου ή πράξεις που έχουν καταχωρηθεί στο οικείο βιβλίο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος.

β) Υποθέσεις φορολογίας δωρεών – γονικών παροχών, για τις οποίες η οικεία δήλωση υποβλήθηκε μέχρι και τις 14 Μαΐου 1991, καθώς και υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, εφόσον γι` αυτές έχουν κοινοποιηθεί πράξεις και έχουν καταχωρηθεί στο οικείο βιβλίο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, περαιώνονται με βάση την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής αποστέλλεται στους υπόχρεους ειδικό εκκαθαριστικό σημείωμα, επί αποδείξει, με το συνολικό ποσό του οφειλόμενου φόρου. Οι υπόχρεοι δύνανται εντός μηνός από την παραλαβή του με αίτησή τους προς τον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. να ζητήσουν την εξαίρεσή τους από την ως άνω ρύθμιση, άλλως θεωρείται ανεπιφύλακτη η αποδοχή της ρύθμισης και καταβάλλεται ο οικείος φόρος.

2. Υποθέσεις που αφορούν τις ανωτέρω φορολογίες, των οποίων τα ακίνητα βρίσκονται σε περιοχές που δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους και οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, εκκρεμούν ενώπιον διοικητικών πρωτοδικείων σε πρώτο βαθμό, λόγω άσκησης εμπρόθεσμης ή εκπρόθεσμης προσφυγής, εφόσον αυτές δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι` αυτές προδικαστικές αποφάσεις, περαιώνονται με βάση την αξία του φύλλου ελέγχου ή της πράξης, την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Για τις υποθέσεις αυτές ο υπόχρεος εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου υποβάλλει στον προϊστάμενό της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ανέκκλητη δήλωση, με την οποία δηλώνει την ανεπιφύλακτη αποδοχή των διατάξεων του άρθρου αυτού και την παραίτησή του από την προσφυγή.

3. Η αξία που προκύπτει μετά τις μειώσεις που ορίζονται από τις προηγούμενες παραγράφους δεν μπορεί να είναι μικρότερη από αυτή που δηλώθηκε.

4. Οι υπόχρεοι που θα υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου αυτού απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κύρωσης.

5. Ο τρόπος καταβολής του φόρου ορίζεται ως εξής:

α) Εάν ο φόρος ανέρχεται μέχρι του ποσού των δύο εκατομμυρίων (2.000.000) δραχμών βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης τον επόμενο της βεβαίωσης μήνα και με την προϋπόθεση το ποσό της κάθε δόσης να μην είναι μικρότερο των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών.

β) Εάν ο φόρος υπερβαίνει τα δύο εκατομμύρια (2.000.000) δραχμές βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε δεκαοκτώ (18) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης τον επόμενο της βεβαίωσης μήνα και με την προϋπόθεση ότι το ποσό της κάθε δόσης να μην είναι μικρότερο των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών. Σε περίπτωση εξόφλησης του οφειλόμενου φόρου στην προθεσμία καταβολής και της δεύτερης δόσης για την περίπτωση α` της παραγράφου αυτής, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δεκαπέντε τοις εκατό (15%), για δε την περίπτωση β` της παραγράφου αυτής παρέχεται έκπτωση ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%).

6. Οι υπόχρεοι που δεν έχουν υποβάλει δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτων, φόρου κληρονομιών, δωρεών – γονικών παροχών δύνανται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος να υποβάλουν δήλωση και να καταβάλουν τον οικείο φόρο χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Σχετικό:  παρ.12 άρθρ.4 Ν.2390/1996

Β. Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φόρου ακίνητης περιουσίας

1. Υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων ή σε περιοχές που ισχύει το σύστημα αυτό, περαιώνονται οριστικά με οίκοθεν ενέργεια του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ως εξής:

α) Υποθέσεις Φ.Α.Π. των ετών μέχρι και 1992 που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας και εκκρεμούν ενώπιον των Δ.Ο.Υ., περαιώνονται οριστικά με βάση τη δηλωθείσα αξία κάθε ακινήτου προσαυξημένη με ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Όταν δεν υπάρχει δηλωθείσα αξία για την περαίωση, θα ληφθεί υπόψη η αξία που προκύπτει από δήλωση του προγενέστερου έτους, άλλως του μεταγενέστερου.

β) Υποθέσεις Φ.Α.Π. των ετών μέχρι και το 1990 που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους, κατά το έτος αυτά και εκκρεμούν ενώπιον των Δ.Ο.Υ., περαιώνονται οριστικά με βάση την αντικειμενική αξία που ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1990 μειωμένη κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) για κάθε προηγούμενο χρόνο.

γ) Υποθέσεις Φ.Α.Π. που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που την 1η Ιανουαρίου 1990 δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα, και εκκρεμούν ενώπιον των Δ.Ο.Υ., περαιώνονται οριστικά με βάση την αντικειμενική αξία της πρώτης εφαρμογής του συστήματος στην περιοχή μειωμένη κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) για κάθε προηγούμενο χρόνο.

2. Οι υποθέσεις Φ.Α.Π. που κατά την έναρξη ισχύος του νόμου εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων σε πρώτο βαθμό λόγω άσκησης εμπρόθεσμης ή εκπρόθεσμης προσφυγής, εφόσον αυτές δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του νόμου, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι` αυτές προδικαστικές αποφάσεις, περαιώνονται με βάση την αξία της πράξης επιβολής Φ.Α.Π., την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Για τις υποθέσεις αυτές ο υπόχρεος προσκομίζει, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, σχετική βεβαίωση του γραμματέα του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η προσφυγή, στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., ο οποίος φροντίζει για την επαναφορά του φακέλου στη Δ.Ο.Υ..

3. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. υποχρεούται οίκοθεν να εφαρμόσει τις περιπτώσεις β` και γ` της παραγράφου 1 της ενότητος Β` του άρθρου αυτού, εφόσον διαπιστώσει ότι οι υπόχρεοι σε φόρο ακίνητης περιουσίας υπέβαλαν δήλωση για ορισμένα χρόνια και παρέλειψαν να υποβάλουν για τα υπόλοιπα, ενώ είχαν υποχρέωση εκ του νόμου και τα ακίνητα αυτά βρίσκονται σε περιοχή που ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους.

Εάν τα ακίνητα βρίσκονται σε περιοχή που δεν ισχύει το σύστημα αυτό, ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να εφαρμόσει την περίπτωση α` της παραγράφου 1 του Άρθρου αυτού.

4. Υποθέσεις φόρου ακίνητης περιουσίας για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί δήλωση αλλά έχει εκδοθεί και καταχωρηθεί στα οικεία βιβλία πράξη επιβολής Φ.Α.Π. μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος, περαιώνονται με βάση την αξία που προσδιορίζει ο προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. με την πράξη επιβολής Φ.Α.Π. μειωμένη κατά είκοσι τοις εκατό (20%).

5. Η αξία που προκύπτει μετά τις μειώσεις ή τις αυξήσεις που ορίζονται από τις προαναφερθείσες διατάξεις δεν μπορεί να είναι μικρότερη της δηλωθείσας αξίας.

6. Οι υπόχρεοι που θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης οποιασδήποτε κυρώσεως.

7. Η καταβολή του φόρου γίνεται σε έξι (6) συνεχείς μηνιαίες ισόποσες άτοκες δόσεις, της πρώτης καταβαλλομένης τον επόμενο της βεβαίωσης μήνα. Σε περίπτωση εξόφλησης του οφειλόμενου φόρου στην προθεσμία καταβολής της πρώτης μηνιαίας δόσης παρέχεται έκπτωση ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%).

Σχετικό:  υπ` αριθμ.327/2006, 3465/2009 αποφάσεις ΣτΕ.

Γ. Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος

Υποθέσεις φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται είτε εντός είτε εκτός του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της αξίας, των οποίων η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί δήλωση, ενώ υπήρχε υποχρέωση υποβολής της, περαιώνονται με διαγραφή του πρόσθετου φόρου, εφόσον υποβληθεί η σχετική δήλωση του υποχρέου εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, ως εξής:

α. Για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους, επιβάλλεται φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος που ορίζεται σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί του φόρου μεταβίβασης, που αναλογεί στην αντικειμενική αξία του ακινήτου ή στο δηλωθέν τίμημα, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας.

β. Για ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές που δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους, επιβάλλεται φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος που υπολογίζεται σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επι του αναλογούντος φόρου μεταβίβασης, που προκύπτει με βάση την αξία της προεκτίμησης, που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του Άρθρου 8 του α.ν. 1521/1950 και τα μεταβιβαζόμενα ακίνητα είναι αστικά ή αγροτικά και δεν βρίσκονται είτε μερικώς είτε ολικώς μέσα σε ζώνη ακτίνας πεντακοσίων (500) μέτρων από το χειμέριο κύμα.

Αν από τον έλεγχο των υποθέσεων που θα υπαχθούν στη ρύθμιση αυτή προκύψει ότι τα προσδιοριστικά στοιχεία των ακινήτων, όπως αυτά αναφέρονται τόσο στη δήλωση όσο και στο φύλλο υπολογισμού της αξίας, είναι ανακριβή, εφαρμόζεται η σχετική διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 1473/1984 και της παραγράφου 4 του άρθρου 9 του α.ν. 1521/1950.

Δ. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και λήγει την 30ή Απριλίου 1996.

Σχετικό:  Με το άρθρο 9 Ν.2399/1996 (Α 90/27-5-1996)

Σχετικό: υπ` αριθμ. 1107/2007, 3947/2005, 179/2010 αποφάσεις ΣτΕ και 2863/2003 απόφαση ΣτΕ (Ολομ).

Σχετικό: το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014

Άρθρο 13
Οι διατάξεις της παραγράφου 34 του άρθρου 9 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α`), όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 12 του άρθρου 4 του ν. 2320/1995 (ΦΕΚ 133 Α`), εφαρμόζονται και για τους υπαλλήλους, για τους οποίους η απόσπαση στο Υπουργείο Οικονομικών είχε αποφασισθεί μέχρι την 21η Νοεμβρίου 1994 από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του ίδιου Υπουργείου.

Για την κατά την προηγούμενη παράγραφο έκδοση της πράξης μετάταξης απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος υποβάλει αίτηση μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος ή από τη συμπλήρωση εξαμήνου από την ανάληψη υπηρεσίας στο Υπουργείο Οικονομικών.

Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και για τους υπαλλήλους εκείνους που υπηρετούν με απόσπαση στα εποπτευόμενα από το Υπουργείο Οικονομικών νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

Σχετικό: το άρθρο 128 ΠΔ 111/2014 “Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών” ΦΕΚ Α` 178/29.08.2014

Άρθρο 14
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται από άλλες διατάξεις αυτού.

Παραγγέλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 11 Οκτωβρίου 1995

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΑΠ.-ΑΘ. ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΣΤ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ Κ. ΛΑΛΙΩΤΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 11 Οκτωβρίου 1995

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΙΩΑΝ. Α. ΠΟΤΤΑΚΗΣ