ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2269 ΦΕΚ 228 /23.12.1994
Κύρωση Συμφωνίας μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αρμενίας για την ενθάρρυνση και αμοιβαία προστασία των επενδύσεων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συμφωνία μεταξύ των Κυβερνήσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Αρμενίας, η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα στις 25 Μαΐου 1993, της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
Η Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και η Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Αρμενίας.
Αποκαλούμενες εφεξής τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν την οικονομική τους συνεργασία προς το αμοιβαίο όφελος των δύο χωρών σε μακροχρόνια βάση.
ΕΧΟΝΤΑΣ ως στόχο τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την πραγματοποίηση επενδύσεων εκ μέρους επενδυτών του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η ενθάρρυνση και προστασία των επενδύσεων, βάσει της παρούσας Συμφωνίας, θα τονώσει την πρωτοβουλία στον τομέα αυτόν,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας:
1. Ο όρος “επένδυση” σημαίνει κάθε είδους περιουσιακό στοιχείο και περιλαμβάνει ειδικότερα αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κινητή και ακίνητη ιδιοκτησία και κάθε άλλο εμπράγματο δικαίωμα, όπως υποθήκες, εμπράγματες ασφάλειες και ενέχυρα,
β) εταιρικά μερίδια, μετοχές και ομολογίες και κάθε άλλη μορφή συμμετοχής σε εταιρία,
γ) δάνεια, χρηματικές απαιτήσεις ή κάθε άλλη συμβατική απαίτηση που έχει οικονομική αξία,
δ) δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας, επιχειρηματική φήμη, τεχνολογία και τεχνογνωσία,
ε) εκχωρήσεις επιχειρηματικών δικαιωμάτων βάσει νόμου ή συμβάσεως, περιλαμβανομένων και εκχωρήσεων για έρευνα, ανάπτυξη, εξόρυξη ή εκμετάλλευση φυσικών πόρων,
στ) αγαθά, τα οποία βάσει συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως ευρίσκονται στην κατοχή του μισθωτή στο έδαφος Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
2. Ο όρος “απόδοση” σημαίνει τα έσοδα που αποφέρει μία επένδυση και περιλαμβάνει ειδικότερα αλλά όχι αποκλειστικά, κέρδη, τόκους, μερίσματα, υπεραξία, δικαιώματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας και άλλες αμοιβές.
3. Ο όρος “επενδυτής” περιλαμβάνει σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος:
α) φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους σύμφωνα με τη νομοθεσία του,
β) νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του εν λόγω Συμβαλλόμενου Μέρους και ασκούν την κύρια επιχειρηματική τους δραστηριότητα στο έδαφός του.
4. Ο όρος “έδαφος” σημαίνει, σε σχέση με κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος, το έδαφος υπό την κυριαρχία του, περιλαμβανομένων και των χωρικών υδάτων, καθώς και τις υποθαλάσσιες περιοχές επί των οποίων το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ασκεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, κυριαρχικά δικαιώματα ή δικαιοδοσία.
Άρθρο 2
Προώθηση και προστασία των επενδύσεων
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος προωθεί στο έδαφός του επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους και κάνει δεκτές τις επενδύσεις αυτές, σύμφωνα με τη νομοθεσία του.
2. Επενδύσεις επενδυτών Συμβαλλόμενου Μέρους απολαύουν πάντοτε στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους δίκαιης μεταχείρισης και πλήρους προστασίας και ασφάλειας. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος εξασφαλίζει ότι η διαχείριση, συντήρηση, χρήση, εκμετάλλευση ή διάθεση, στο έδαφός του, επενδύσεων επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, δεν παρακωλύεται καθ` οιονδήποτε τρόπο, με μέτρα αδικαιολόγητα ή διακριτικής φύσεως.
3. Ενδεχόμενη μεταβολή του τύπου της επένδυσης, που έχει πραγματοποιηθεί, δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της ως επένδυσης, εφόσον η μεταβολή αυτή δεν αντίκειται στη νομοθεσία του Συμβαλλόμενου Μέρους, στο έδαφος του οποίου έχει πραγματοποιηθεί η επένδυση.
4. Η απόδοση των επενδύσεων και, σε περίπτωση επανεπενδύσεων, το σχετικό εισόδημα, απολαμβάνουν την ίδια προστασία με την αρχική επένδυση.
5. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος τηρεί οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση έχει αναλάβει σε σχέση με επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 3
Μεταχείριση του μάλλον ευνοούμενου κράτους και εθνική μεταχείριση
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποβάλλουν επενδύσεις, που πραγματοποιούνται στο έδαφός τους από επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, σε μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που επιφυλάσσουν Μα τις επενδύσεις των ίδιων επενδυτών τους, ή για τις επενδύσεις επενδυτών τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκότερης μεταχείρισης.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποβάλλουν επενδυτές του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, όσον αφορά τη δραστηριότητα που αναπτύσσουν σε σχέση με επενδύσεις στο έδαφός τους, σε μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που επιφυλάσσουν στους ίδιους επενδυτές τους ή σε επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκότερης μεταχείρισης. 3. Η μεταχείριση αυτή δεν επεκτείνεται σε προνόμια ή πλεονεκτήματα, που παραχωρούν τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε επενδυτές τρίτων κρατών:
α) λόγω της συμμετοχής τους σε ή της σύνδεσής τους με τελωνειακή ή οικονομική ένωση, κοινή αγορά, ζώνη ελεύθερων συναλλαγών ή άλλο παρόμοιο οργανισμό, β) βάσει συμφωνίας αποφυγής διπλής φορολογίας ή άλλης συμφωνίας φορολογικού περιεχομένου.
Άρθρο 4
Απαλλοτρίωση
Οι επενδύσεις επενδυτών του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους δεν υπόκεινται σε απαλλοτρίωση, εθνικοποίηση ή οποιοδήποτε άλλο μέτρο που ισοδυναμεί με απαλλοτρίωση ή εθνικοποίηση στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους παρά μόνο υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) τα μέτρα λαμβάνονται για λόγους δημόσιου συμφέροντος και με νόμιμη διαδικασία,
β) τα μέτρα είναι σαφή και δεν εμπεριέχουν διάκριση και,
γ) τα μέτρα συνοδεύονται από διατάξεις για την καταβολή αμέσου, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημιώσεως. Η αποζημίωση αυτή θα είναι ίση με την εμπορική αξία της θιγείσας επενδύσεως αμέσως πριν από το χρονικό σημείο κατά το οποίο τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτήν έγιναν δημοσίως γνωστά και μεταφέρεται ελεύθερα, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, από το Συμβαλλόμενο Μέρος, με την τραπεζική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία προσδιορισμού της αξίας της επένδυσης. Η αποζημίωση μεταφέρεται χωρίς καθυστέρηση, εντόκως, μέχρι την ημέρα καταβολής, με το κατάλληλο εμπορικό επιτόκιο. Το ύψος της υπόκειται σε αναθεώρηση με νόμιμη διαδικασία.
Άρθρο 5
Αποζημιώσεις
Οι επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, των οποίων οι επενδύσεις στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους υφίστανται ζημίες λόγω πολέμου ή άλλης ένοπλης σύγκρουσης, επανάστασης, κατάστασης εκτάκτου ανάγκης ή άλλων έκτακτων περιστάσεων περιλαμβανομένων και των ζημιών από επίταξη στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, απολαύουν μεταχείρισης όχι λιγότερο ευνοϊκής από εκείνη που το δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος επιφυλάσσει για τους ίδιους επενδυτές του, όσον αφορά την αποκατάσταση, αποζημίωση ή άλλου είδους επανόρθωση των ζημιών ή για τους επενδυτές τρίτου κράτους, εφαρμοζόμενης της ευνοϊκότερης μεταχειρίσεως. Οι πληρωμές αυτές καταβάλλονται χωρίς καθυστέρηση και μεταφέρονται ελεύθερα σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα.
Άρθρο 6
Επαναπατρισμός της επενδύσεως και της αποδόσεώς της
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη εγγυώνται, όσον αφορά τις επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, την ανεμπόδιστη μεταφορά της επενδύσεως και της αποδόσεώς της. Η μεταφορά πραγματοποιείται χωρίς καθυστέρηση, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, το οποίο συμφωνείται μεταξύ του επενδυτή και του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους και με την τραπεζική ισοτιμία που ισχύει την ημέρα της μεταφοράς.
2. Οι μεταφορές αυτές περιλαμβάνουν ειδικότερα αλλά όχι αποκλειστικά:
α) κεφάλαιο και πρόσθετα ποσά για τη συντήρηση ή αύξηση της επένδυσης,
β) κέρδη, τόκους, μερίσματα και άλλα τρέχοντα εισοδήματα,
γ) ποσά για την εξόφληση δανείων,
δ) δικαιώματα πνευματικής ή βιομηχανικής ιδιοκτησίας και άλλες αμοιβές,
ε) προϊόν πωλήσεως ή ρευστοποιήσεως της επένδυσης ή μέρους αυτής.
Άρθρο 7
Υποκατάσταση
Αν οι επενδύσεις επενδυτή ενός Συμβαλλόμενου Μέρους είναι ασφαλισμένες από το εν λόγω Συμβαλλόμενο Μέρος ή εξουσιοδοτημένο από αυτό οργανισμό, βάσει νόμιμου συστήματος εγγυήσεως, κάθε υποκατάσταση του ασφαλιστή ή αντασφαλιστή στα δικαιώματα του εν λόγω επενδυτή, σύμφωνα με τους όρους της ασφαλίσεως αυτής, αναγνωρίζεται από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 8
Εφαρμογή
Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται επίσης σε επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από τη θέση της σε ισχύ από επενδυτές του ενός Συμβαλλόμενου Μέρους στο έδαφος του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου.
Άρθρο 9
Διαφορές μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών
1. Κάθε διαφορά μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, επιλύεται, εφόσον τούτο είναι δυνατό, δια της διπλωματικής οδού.
2. Αν η διαφορά δεν μπορεί να διευθετηθεί κατ` αυτόν τον τρόπο εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη των διαπραγματεύσεων υποβάλλεται σε διαιτητικό δικαστήριο κατόπιν αιτήσεως Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Το διαιτητικό δικαστήριο συγκροτείται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ως ακολούθως: Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος ορίζει ένα διαιτητή και οι δύο αυτοί διαιτητές ορίζουν, κατόπιν μεταξύ τους συμφωνίας, υπήκοο τρίτης χώρας ως πρόεδρο. Οι διαιτητές ορίζονται εντός τριών (3) μηνών και ο πρόεδρος εντός πέντε (5) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποίησε στο άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος την πρόθεσή του να παραπέμψει τη διαφορά, σε διαιτητικό δικαστήριο.
4. Αν εντός των προθεσμιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν γίνει οι αναγκαίοι διορισμοί, οποιοδήποτε από τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί, ελλείψει άλλης συμφωνίας, να ζητήσει από τον Πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς. Αν ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου είναι υπήκοος ενός των Συμβαλλόμενων Μερών ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπο να ασκήσει το εν λόγω καθήκον, καλείται να προβεί στους αναγκαίους διορισμούς ο Αντιπρόεδρος και, σε περίπτωση που ο τελευταίος είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους ή κωλύεται κατ` άλλον τρόπο, το αρχαιότερο κατά σειρά μέλος του Δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοος Συμβαλλόμενου Μέρους.
5. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει σύμφωνα με τις αρχές του δικαίου και, ιδίως σύμφωνα με την παρούσα Συμφωνία και άλλες σχετικές συμφωνίες που υφίστανται μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών, καθώς και τους γενικώς παραδεγμένους κανόνες και αρχές του διεθνούς δικαίου.
6. Το δικαστήριο αποφασίζει την εσωτερική του διαδικασία, εκτός αν τα Συμβαλλόμενα Μέρη ορίσουν άλλως.
7. Το δικαστήριο εκδίδει την απόφασή του κατά πλειοψηφία. Η απόφαση είναι οριστική και δεσμευτική για τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
8. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος φέρει το κόστος του διαιτητή που όρισε το ίδιο καθώς και της εκπροσώπησής του. Το κόστος του προέδρου, καθώς και κάθε άλλο κόστος φέρουν τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη εξίσου.
Άρθρο 10
Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτή και Συμβαλλόμενου Μέρους
1. Κάθε διαφορά μεταξύ επενδυτή Συμβαλλόμενου Μέρους και του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους, που αφορά υποχρέωση του τελευταίου βάσει της παρούσας Συμφωνίας, σχετική με επένδυση του πρώτου, επιλύεται, κατά το δυνατόν, από τα ενδιαφερόμενα Μέρη φιλικά.
2. Αν η διαφορά δεν μπορέσει να επιλυθεί εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ένα από τα Μέρη ζήτησε τη φιλική της επίλυση, ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να υποβάλει τη διαφορά είτε στο αρμόδιο δικαστήριο του Συμβαλλόμενου Μέρους ή στο “Διεθνές Κέντρο δια τον Διακανονισμόν των Διαφορών εξ Επενδύσεων”, που ιδρύθηκε από τη Σύμβαση της Ουάσιγκτον της 18ης Μαρτίου 1965 “διά την ρύθμισιν των σχετιζομένων προς τας επενδύσεις διαφορών μεταξύ Κρατών και υπηκόων άλλων Κρατών”. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δηλώνουν δια της παρούσας Συμφωνίας ότι αποδέχονται τη διαιτητική αυτή διαδικασία.
3. Η διαιτητική απόφαση είναι δεσμευτική και δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα άλλα από τα προβλεπόμενα στην ανωτέρω Σύμβαση. Η απόφαση είναι εκτελεστή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.
4. Κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας ή της εκτελέσεως διαιτητικής αποφάσεως, το Συμβαλλόμενο Μέρος που έχει εμπλακεί στη διαφορά δεν δύναται να επικαλεσθεί ότι ο επενδυτής του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους έχει τύχει αποζημιώσεως, εν όλω ή εν μέρει, βάσει ασφαλιστικής συμβάσεως.
Άρθρο 11
Εφαρμογή άλλων διατάξεων
Εφόσον η νομοθεσία Συμβαλλόμενου Μέρους ή υφιστάμενες ή αναλαμβανόμενες στο μέλλον, βάσει του διεθνούς δικαίου, μεταξύ των Συμβαλλόμενων Μερών υποχρεώσεις επιπλέον της παρούσας Συμφωνίας, περιλαμβάνουν ρυθμίσεις, γενικές ή ειδικές, με τις οποίες παρέχεται το δικαίωμα σε επενδύσεις επενδυτών του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους για ευνοϊκότερη μεταχείριση από την προβλεπόμενη με την παρούσα Συμφωνία, οι ρυθμίσεις αυτές, στο μέτρο που είναι ευνοϊκότερες, υπερισχύουν της παρούσας Συμφωνίας.
Άρθρο 12
Διαβουλεύσεις
Κάθε φορά που κρίνεται απαραίτητο, διεξάγονται διαβουλεύσεις μεταξύ εκπροσώπων των Συμβαλλόμενων Μερών, επί θεμάτων που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται κατόπιν προτάσεως Συμβαλλόμενου Μέρους, σε χρόνο και τόπο που συμφωνούνται διά της διπλωματικής οδού.
Άρθρο 13
Θέση σε ισχύ – διάρκεια – λήξη
1. Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ ένα (1) μήνα μετά την ημερομηνία ανταλλαγής των εγγράφων επικυρώσεως. Παραμένει σε ισχύ για μια περίοδο δέκα (10) ετών.
2. Εκτός αν καταγγελθεί, κατόπιν ανακοινώσεως, από Συμβαλλόμενο Μέρος τουλάχιστον ένα (1) έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της ισχύος της, η παρούσα Συμφωνία ανανεώνεται εν συνεχεία σιωπηρά για δεκαετείς περιόδους. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος διατηρεί το δικαίωμα να καταγγείλει τη Συμφωνία, κατόπιν ανακοινώσεως, τουλάχιστον ένα (1) έτος πριν από την ημερομηνία λήξεως της τρέχουσας περιόδου ισχύος της.
3. Όσον αφορά επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία λήξεως της Συμφωνίας, οι διατάξεις της εξακολουθούν να ισχύουν για μία περαιτέρω δεκαετία από την ημερομηνία αυτή. Έγινε εις διπλούν, στην Αθήνα, την 25η Μαΐου 1993 στην ελληνική και αρμενική γλώσσα και τα δύο κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ
(υπογραφή) (υπογραφή)
Άρθρο δεύτερο
Τα κείμενα που καταρτίζονται βάσει του άρθρου 12 της Συμφωνίας αυτής εγκρίνονται με κοινή πράξη των αρμόδιων κατά περίπτωση υπουργών.
Άρθρο τρίτο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της δε Συμφωνίας που κυρώνεται από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 13 παρ. 1 αυτής.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 1994
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Κ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Κ. ΣΗΜΙΤΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 1994
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Γ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ