ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 2209 ΦΕΚ 72 /11.05.1994

Κύρωση του Πρωτοκόλλου, 1988, που αναφέρεται στη Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966 και άλλες  διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος το αναφερόμενο στη Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966, Πρωτόκολλο 1988, μαζί με τα Προσαρτήματά του, που υπογράφηκε στο Λονδίνο στις 11 Νοεμβρίου 1988, των οποίων το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ 1988 ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΕΡΙ ΓΡΑΜΜΩΝ ΦΟΡΤΩΣΕΩΣ 1966
όπως υιοθετήθηκε από το συνέδριο της 11ης Νοεμβρίου 1988
ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΝΤΑ ΤΑ ΜΕΛΗ της Διεθνούς Σύμβασης περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966, που έγινε στο Λονδίνο την 5ην Απριλίου 1966,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την σημαντική συνεισφορά της παραπάνω αναφερομένης Σύμβασης στην βελτίωση της ασφαλείας των πλοίων, της περιουσίας στη θάλασσα και της ζωής των επιβαινόντων,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΣΗΣ την ανάγκη της επιπλέον βελτίωσης των τεχνικών διατάξεων της παραπάνω αναφερομένης Σύμβασης,
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΑ την ανάγκη εισαγωγής στην παραπάνω αναφερόμενη Σύμβαση διατάξεων για την επιθεώρηση και την έκδοση πιστοποιητικών, εναρμονισμένων με τις αντίστοιχες διατάξεις άλλων διεθνών οργάνων,
ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ ότι αυτές οι ανάγκες μπορούν να ικανοποιηθούν καλύτερα με την ενσωμάτωση ενός πρωτοκόλλου σχετικού με την Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966,
ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ όπως παρακάτω:
Άρθρο Ι
Γενικές υποχρεώσεις
1. Τα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου αναλαμβάνουν να θέσουν σε εφαρμογή τις διατάξεις του, καθώς και τις διατάξεις των προσαρτημάτων του, τα οποία αποτελούν μέρη του. Κάθε αναφορά στο παρόν πρωτόκολλο αποτελεί ταυτόχρονα και αναφορά στα προσαρτήματά του.
2. Μεταξύ των μελών του παρόντος πρωτοκόλλου, οι διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966 (Αναφερομένης παρακάτω ως ” η Σύμβαση”), εκτός από το άρθρο 29, θα εφαρμόζονται όπως αυτές τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν από το παρόν πρωτόκολλο.
3. Σχετικά με τα πλοία που φέρουν τη σημαία ενός κράτους μη μέλους της Σύμβασης και του παρόντος Πρωτοκόλλου, τα μέλη του παρόντος Πρωτοκόλλου θα εφαρμόζουν τις διατάξεις της Σύμβασης και του παρόντος Πρωτοκόλλου όταν αυτό κριθεί απαραίτητο έτσι ώστε να μην υπάρξει ευνοϊκότερη μεταχείριση στα πλοία αυτά.
ΆΡΘΡΟ ΙΙ
Υπάρχοντα πιστοποιητικά
1. Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του παρόντος Πρωτοκόλλου, κάθε πιστοποιητικό Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως, θα εξακολουθήσει να ισχύει μέχρι τη λήξη του εφόσον θα είναι σε ισχύ όταν το παρόν Πρωτόκολλο τεθεί σε εφαρμογή.
2. Μέλος του παρόντος Πρωτοκόλλου δεν θα εκδίδει πιστοποιητικά σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης περί Γραμμών Φορτώσεως 1966, όπως αυτή υιοθετήθηκε την 5ην Απριλίου 1966.
ΆΡΘΡΟ ΙΙΙ
Διαβίβαση των πληροφοριών
Τα μέλη του παρόντος Πρωτοκόλλου αναλαμβάνουν να διαβιβάζουν και καταθέτουν στον Γενικό Γραμματέα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (αναφερόμενον παρακάτω ως “ο Οργανισμός”): (α) Τα κείμενα των Νόμων, Προεδρικών Διαταγμάτων, Αποφάσεων και κανονισμών καθώς και άλλων Οργάνων που εκδίδονται για διάφορα θέματα που έχουν σχέση με το παρόν Πρωτόκολλο. (β) Κατάλογο με τους διοριζόμενους επιθεωρητές ή αναγνωρισμένους Οργανισμούς, οι οποίοι είναι εξουσιοδοτημένοι να χειριστούν για λογαριασμό τους τα θέματα γραμμών φορτώσεως, που θα διαβιβάζεται στα μέλη, προς ενημέρωση των αρμοδίων αξιωματούχων και δήλωση με τις συγκεκριμένες αρμοδιότητες και τους όρους με τους οποίους έχει παρασχεθεί η εξουσιοδότηση προς τους διοριζόμενους επιθεωρητές ή τους αναγνωρισμένους Οργανισμούς και (γ) Επαρκή αριθμό δειγμάτων πιστοποιητικών που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου.
ΆΡΘΡΟ IV
Υπογραφή, κύρωση, αποδοχή, συμφωνία, και προσχώρηση
1. Το παρόν πρωτόκολλο θα είναι ανοικτό για υπογραφή στα Κεντρικά γραφεία του Οργανισμού από την 1η Μαρτίου 1989 έως την 28η Φεβρουαρίου 1990 και κατόπιν θα παραμείνει ανοικτό για προσχώρηση. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της παραγράφου 3, χώρες μπορούν να εκφράσουν την συναίνεσή τους για να δεσμευτούν από το παρόν πρωτόκολλο με: (α) υπογραφή χωρίς επιφύλαξη ως προς την κύρωση, αποδοχή ή συμφωνία, ή (β) υπογραφή και επιφύλαξη ως προς την κύρωση, αποδοχή ή συμφωνία, ακολουθούμενης από την κύρωση, αποδοχή ή συμφωνία, ή (γ) προσχώρηση
2. Η κύρωση, αποδοχή, συμφωνία, ή προσχώρηση θα έχει αποτελέσματα με την κατάθεση του σχετικού Οργάνου στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού.
3. Το παρόν πρωτόκολλο μπορεί να υπογραφεί χωρίς επιφύλαξη, κυρωθεί, γίνει αποδεκτό, εγκριθεί ή γίνει προσχώρηση σε αυτό μόνο από χώρες, οι οποίες έχουν υπογράψει χωρίς επιφύλαξη, αποδεχθεί ή προσχωρήσει στην Σύμβαση.
ΆΡΘΡΟ V
Θέση σε ισχύ
1. Το παρόν πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία και οι δύο παρακάτω προϋποθέσεις θα ικανοποιηθούν: (α) όχι λιγότερες από δεκαπέντε χώρες, των οποίων οι εμπορικοί στόλοι αθροιστικά αποτελούν όχι λιγότερο από το πενήντα τοις εκατό της ολικής χωρητικότητας του παγκοσμίου εμπορικού Ναυτικού, εκφράσουν την συναίνεσή τους να δεσμευτούν με αυτό σύμφωνα με το άρθρο IV, και (β) οι προϋποθέσεις για τη Θέση σε ισχύ του πρωτοκόλλου 1988 που σχετίζεται με τη Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα, 1974, ικανοποιηθούν, με την προϋπόθεση όμως ότι το παρόν Πρωτόκολλο δεν θα τεθεί σε ισχύ πριν την 1ην Φεβρουαρίου 1992.
2. Για τις χώρες οι οποίες θα καταθέσουν το όργανο της κύρωσης, αποδοχής, συμφωνίας ή προσχώρησης σχετικά με το παρόν Πρωτόκολλο μετά την ημερομηνία κατά την οποία ικανοποιηθούν οι προϋποθέσεις για θέση σε ισχύ αλλά πριν την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ, η κύρωση, αποδοχή, συμφωνία ή προσχώρηση θα γίνει την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του παρόντος πρωτοκόλλου ή τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης του οργάνου, οποιαδήποτε ημερομηνία είναι η μεταγενέστερη.
3. Κάθε όργανο για την κύρωση, αποδοχή, συμφωνία ή προσχώρηση, που κατατίθεται μετά την ημερομηνία κατά την οποία το παρόν Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ, θα έχει αποτελέσματα τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσής του.
4. Μετά την ημερομηνία κατά την οποία τροποποίηση στο παρόν Πρωτόκολλο, ή τροποποίηση της Σύμβασης που αφορά τα μέλη του παρόντος Πρωτοκόλλου, θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή σύμφωνα με το άρθρο VI, κάθε κατατιθέμενο όργανο κύρωσης, αποδοχής, συμφωνίας ή προσχώρησης θα εφαρμόζεται στο παρόν πρωτόκολλο ή στη Σύμβαση όπως τροποποιήθηκαν.
ΆΡΘΡΟ VI
Τροποποιήσεις
1. Το παρόν Πρωτόκολλο, και η Σύμβαση μπορούν να τροποποιηθούν από τα Κράτη-μέλη με οποιαδήποτε από τις διαδικασίες που περιγράφονται στις ακόλουθες παραγράφους.
2. Τροποποιήσεις μετά από εξέταση μέσα στον Οργανισμό: (α) Κάθε τροποποίηση προτεινόμενη από ένα μέλος του παρόντος Πρωτοκόλλου θα υποβάλλεται, στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού ο οποίος στην συνέχεια θα την μεταβιβάζει σε όλα τα μέλη του Οργανισμού και σε όλες τις συμβαλλόμενες με την Σύμβαση Κυβερνήσεις, τουλάχιστον έξι μήνες ενωρίτερα από την εξέταση τους. (β) Κάθε τροποποίηση προτεινόμενη και διαβιβαζόμενη όπως παραπάνω θα παραπέμπεται στην Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας του Οργανισμού για εξέταση. (γ) Χώρες οι οποίες είναι μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου, ανεξάρτητα αν είναι ή όχι μέλη του Οργανισμού, θα έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στις διαδικασίες της Επιτροπής Ναυτικής Ασφαλείας, για την εξέταση και αποδοχή των τροποποιήσεων. (δ) Οι Τροποποιήσεις θα γίνονται αποδεκτές μετά από πλειοψηφία των δύο – τρίτων των μερών του παρόντος πρωτοκόλλου που είναι παρόντα και ψηφίζουν στη διευρυμένη Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας όπως αυτό προβλέπεται στην υποπαράγραφο (γ) (παρακάτω αναφερομένη ως “διευρυμένη Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας”) με την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των μερών θα είναι παρόν κατά την διάρκεια της ψηφοφορίας. (ε) Τροποποιήσεις που γίνονται αποδεκτές σύμφωνα με την υποπαράγραφο (δ) πρέπει να κοινοποιούνται από τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού σε όλα τα μέλη του παρόντος Πρωτοκόλλου για αποδοχή. (στ) (ι) Τροποποιήσεις σε άρθρα ή στο προσάρτημα Α του παρόντος πρωτοκόλλου ή Τροποποιήσεις, μεταξύ των μερών του παρόντος πρωτοκόλλου, σε άρθρα της Σύμβασης θεωρούνται ότι έχουν γίνει αποδεκτές από την ημερομηνία κατά την οποία γίνονται αποδεκτές από τα δύο τρίτα των μερών του παρόντος πρωτοκόλλου. (ιι) Τροποποιήσεις στο προσάρτημα Β του παρόντος πρωτοκόλλου ή Τροποποιήσεις, μεταξύ των μερών του παρόντος πρωτοκόλλου, σε παράρτημα της Σύμβασης θεωρούνται ότι έχουν γίνει αποδεκτές: (αα) μετά την παρέλευση δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιούνται στα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου για αποδοχή, ή (ββ) στο τέλος μιας διαφορετικής περιόδου, η οποία θα είναι όχι μικρότερη του ενός έτους, εάν έτσι ορισθεί κατά την χρονική στιγμή της αποδοχής τους από την πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών που είναι παρόντα και ψηφίζουν στην διευρυμένη Επιτροπή της Ναυτικής Ασφαλείας. Παρά ταύτα, εάν μέσα στην προκαθορισμένη περίοδο περισσότερα από το ένα τρίτο των μελών ή μέλη των οποίων ο συνολικός εμπορικός τους στόλος δεν είναι μικρότερος από το πενήντα τοις εκατό της ολικής χωρητικότητας των εμπορικών στόλων όλων των μελών, γνωστοποιήσουν στον Γενικό – Γραμματέα του οργανισμού ότι έχουν αντίρρηση για τις Τροποποιήσεις, αυτές θα θεωρούνται ότι δεν έχουν γίνει αποδεκτές.
(ζ)(ι) Τροποποιήσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (στ)(ι) θα έχουν ισχύ για τα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου που τις έχουν αποδεχθεί, έξι μήνες μετά την ημερομηνία αποδοχής τους, ενώ για κάθε μέλος που τις αποδέχεται μετά από αυτή την ημερομηνία, θα έχουν ισχύ έξι μήνες μετά την ημερομηνία αποδοχής από το μέλος. (ιι) Τροποποιήσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (στ)(ιι) θα τεθούν σε ισχύ για όλα τα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου, εκτός για εκείνα που έχουν εκφράσει την αντίρρησή τους στις Τροποποιήσεις σύμφωνα με αυτή την υποπαράγραφο και τα οποία δεν την έχουν αποσύρει, έξι μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα γίνουν αποδεκτές. Παρά ταύτα πριν την ορισθείσα για Θέση σε ισχύ ημερομηνία, κάθε μέλος μπορεί να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού ότι εξαιρεί εαυτό από την εφαρμογή των τροποποιήσεων για μία περίοδο όχι μεγαλύτερη του ενός έτους από την ημερομηνία θέσεώς του σε ισχύ, ή για μεγαλύτερη περίοδο όπως αυτό μπορεί να ορισθεί από την πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών που είναι παρόντα, και ψηφίζουν στη διευρυμένη Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας κατά την ημερομηνία αποδοχής των τροποποιήσεων.
3. Τροποποιήσεις από τη Διάσκεψη: (α) Μετά από αίτηση ενός μέλους του παρόντος πρωτοκόλλου, υποστηριζόμενη τουλάχιστον και από το ένα τρίτο των μελών, ο Οργανισμός θα συγκαλεί Συνέδριο των μελών για εξέταση τροποποιήσεων στο παρόν πρωτόκολλο και στη Σύμβαση.
(β) Κάθε τροποποίηση που γίνεται αποδεκτή από ένα τέτοιο Συνέδριο μετά από την πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών που είναι παρόντα και ψηφίζουν, θα κοινοποιείται από τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού σε όλα τα μέλη για αποδοχή. (γ) Εκτός εάν το Συνέδριο αποφασίσει διαφορετικά οι Τροποποιήσεις θα θεωρούνται ότι έχουν γίνει αποδεκτές και θα τίθενται σε ισχύ σύμφωνα με τις διαδικασίες που προδιαγράφονται στις υποπαραγράφους 2(στ) και 2(ζ) αντίστοιχα, με την προϋπόθεση ότι αναφορές σε αυτές τις παραγράφους στη διευρυμένη Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας πρέπει να θεωρούνται ότι εννοούν αναφορές στη Διάσκεψη.
4.(α) Ένα μέλος του παρόντος πρωτοκόλλου που έχει αποδεχθεί μία τροποποίηση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο 2(στ)(ιι) και η οποία έχει τεθεί σε ισχύ, δεν θα υποχρεώνεται να επεκτείνει τα οφέλη του παρόντος πρωτοκόλλου όσο αφορά τα πιστοποιητικά που εκδίδονται για ένα πλοίο που φέρει την σημαία μιας χώρας – μέλους, η οποία, κάνοντας χρήση των διατάξεων της παραπάνω υποπαραγράφου, έχει εκφράσει την αντίρρησή της για τροποποίηση και την οποία δεν έχει αποσύρει, στην έκταση που τα πιστοποιητικά σχετίζονται με θέματα που καλύπονται από την τροποποίηση. (β) Ένα μέλος του παρόντος πρωτοκόλλου, το οποίο έχει αποδεχθεί τροποποίηση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο 2(στ)(ιι) και η οποία έχει τεθεί σε ισχύ, θα επεκτείνει το πλεονέκτημα του παρόντος πρωτοκόλλου όσον αφορά τα πιστοποιητικά που εκδίδονται για ένα πλοίο που φέρει την σημαία μιας χώρας – μέλους, η οποία κάνοντας χρήση των διατάξεων της υποπαραγράφου 2(ζ)(ιι) έχει γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού ότι εξαιρεί εαυτήν από την εφαρμογή της τροποποίησης.
5. Εκτός αν διαφορετικά προβλέπεται ρητά, κάθε τροποποίηση που γίνεται σύμφωνα με αυτό το άρθρο και η οποία σχετίζεται με την κατασκευή των πλοίων θα εφαρμόζεται μόνο σε πλοία, η τρόπιδα των οποίων έχει τεθεί ή βρίσκεται σε παρεμφερές, στάδιο κατασκευής κατά ή μετά την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ της τροποποίησης.
6. Κάθε δήλωση αποδοχής ή αντίρρησης σε μία τροποποίηση ή κάθε γνωστοποίηση που δίδεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο 2(ζ)(ιι) θα υποβάλλεται εγγράφως στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού, ο οποίος και θα την γνωστοποιεί σε όλα τα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου μαζί με την ημερομηνία λήψης της.
7. Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού θα γνωστοποιεί σε όλα τα μέλη του παρόντος πρωτοκόλλου κάθε τροποποίηση, η οποία τίθεται σε ισχύ σύμφωνα με αυτό το άρθρο, μαζί με την ημερομηνία κατά την οποία κάθε τέτοια τροποποίηση τίθεται σε ισχύ.
ΆΡΘΡΟ VII
Καταγγελία
1. Το παρόν πρωτόκολλο μπορεί να καταγγελθεί από κάθε μέλος οποιαδήποτε ημερομηνία μετά την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία αυτό τίθεται σε ισχύ για το εν λόγω μέλος.
2. Η καταγγελία θα έχει αποτελέσματα με την κατάθεση του σχετικού οργάνου στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού.
3. Μια καταγγελία θα τίθεται σε ισχύ μετά από ένα έτος ή μεγαλύτερη περίοδο, όπως αυτή θα δηλώνεται στο όργανο της καταγγελίας, από την λήψη της από τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού.
4. Καταγγελία, από ένα μέλος της Σύμβασης θα θεωρείται και καταγγελία του παρόντος πρωτοκόλλου. Τέτοια καταγγελία θα τίθεται σε ισχύ την ίδια ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ η καταγγελία της Σύμβασης σύμφωνα με την παράγραφο (3) του άρθρου 30 της Σύμβασης.
ΆΡΘΡΟ VIII
Θεματοφύλακας
1. Το παρόν πρωτόκολλο θα κατατίθεται στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού (παρακάτω αναφερόμενο ως “Θεματοφύλακας”).
2. Ο αποδέκτης θα: (α) Ενημερώνει τις Κυβερνήσεις όλων των Χωρών που έχουν υπογράψει το παρόν πρωτόκολλο ή προσχώρησαν σε αυτό για: (ι) Κάθε νέα υπογραφή ή κατάθεση οργάνου, επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, μαζί με την σχετική ημερομηνία, (ιι) Την ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του παρόντος πρωτοκόλλου, (ιιι) την κατάθεση κάθε οργάνου καταγγελίας του παρόντος πρωτοκόλλου μαζί με την ημερομηνία λήψης του και την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της καταγγελίας. (β) μεταβιβάζει επικυρωμένα αντίγραφα του παρόντος πρωτοκόλλου στις Κυβερνήσεις όλων των Χωρών που το έχουν υπογράψει ή έχουν προσχωρήσει σε αυτό.
3. Αμα τεθεί σε ισχύ το παρόν πρωτόκολλο, ένα επικυρωμένο αντίγραφό του πρέπει να μεταβιβασθεί από τον αποδέκτη στην Γραμματεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για καταγραφή και δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 102 του καταστατικού των Ηνωμένων Εθνών.
ΆΡΘΡΟ ΙΧ
Γλώσσες
Το παρόν πρωτόκολλο διατυπώθηκε σε ένα μόνο πρωτότυπο στην γλώσσα, Αγγλική, Γαλλική, Ισπανική, Ρωσική, Κινέζικη και Αραβική κάθε δε κείμενο είναι ισοδύναμα, αυθεντικό. ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ την ενδεκάτη ημέρα του Νοεμβρίου του Χίλια Εννιακόσια Ογδόντα Οκτώ. ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ οι υπογεγραμμένοι αρμοδίως εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις, για αυτό το σκοπό, υπέγραψαν το παρόν πρωτόκολλο.
ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ

Άρθρο 2
Ορισμοί
Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (8) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“(8) “Μήκος είναι το 96% του ολικού μήκους σε μια ίσαλο γραμμή που αντιστοιχεί στο 85% του ελάχιστου ύψους μετρούμενου από το ανώτατο σημείο της τρόπιδας, ή το μήκος από το ακροπρωραίο σημείο της στείρας, μέχρι τον άξονα του κορμού του πηδαλίου σε αυτή την ίσαλο γραμμή εάν αυτό είναι μεγαλύτερο. Όπου η πρώρα είναι καμπυλωτή πάνω από την ίσαλο γραμμή στο 85% του ελαχίστου ύψους, τότε και το πρωραίο όριο του ολικού μήκους και το ακροπρωραίο σημείο της στείρας αντίστοιχα θα λαμβάνονται στην κάθετη προέκταση, σε αυτή την ίσαλο γραμμή, του πρυμναίου σημείου της στείρας (πάνω από αυτή την ίσαλο γραμμή). Σε πλοία με κεκλιμένη τρόπιδα, η ίσαλος γραμμή στην οποία μετράται αυτό το μήκος πρέπει να είναι παράλληλος της ίσαλου γραμμής υπολογισμών.
Προστίθεται μια νέα παράγραφος (9) ως ακολούθως:
“(9) “Ημερομηνία επετείου” σημαίνει η ημέρα και ο μήνας κάθε έτους που αντιστοιχούν στην ημερομηνία λήξεως του σχετικού πιστοποιητικού.
Άρθρα 3, 12, 16 και 21
Διαγράφεται το έτος 1966 όπου στο υπάρχον κείμενο αυτών των άρθρων αναφέρεται το έτος “1966” σε σχέση με τα πιστοποιητικά της Διεθνούς Σύμβασης Φορτώσεως.
Άρθρο 4 Εφαρμογή
Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (3) αντικαθίσταται από το ακόλουθο: “(3) Οι κανονισμοί που περιέχονται στο προσάρτημα Ι, εκτός αν διαφορετικά ρητά αναφέρεται, εφαρμόζονται στα νέα πλοία.
Άρθρο 5 Εξαιρέσεις
Στην παράγραφο (2) (γ) οι λέξεις “Πούντα Νόρτε” αντικαθίστανται με τις “Πούντα Ράζα” (Ακρωτήριο Σαν Αντόνιο)”.
Άρθρο 13 Επιθεώρηση, έλεγχος και σήμανση
Η υπάρχουσα επικεφαλίδα αντικαθίσταται με την ακόλουθη:
“Επιθεωρήσεις και Σήμανση”
Στις γραμμές 1, 4 και 7 αντικαθίστανται οι λέξεις “Επιθεώρηση έλεγχος και σήμανση” με τις “επιθεωρήσεις και σήμανση”.
Άρθρο 14 Αρχική και περιοδικές επιθεωρήσεις και έλεγχος
Η υπάρχουσα επικεφαλίδα αντικαθίσταται με την ακόλουθη:
“Αρχική, ανανέωσης και ετήσιες επιθεωρήσεις”
Το υπάρχον κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“(1) Ένα πλοίο πρέπει να υπόκειται στις επιθεωρήσεις που προδιαγράφονται παρακάτω: (α) Αρχική επιθεώρηση πριν το πλοίο τεθεί σε Υπηρεσία, η οποία θα περιλαμβάνει πλήρη έλεγχο της κατασκευής και του εξοπλισμού του στο βαθμό που το πλοίο καλύπτεται από την παρούσα Σύμβαση. Η επιθεώρηση θα είναι τέτοια έτσι ώστε να διαπιστώνεται ότι οι διατάξεις τα υλικά και οι διαστάσεις τους είναι σε πλήρη συμφωνία με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης. (β) Επιθεωρήσεις ανανέωσης σε διαστήματα οριζόμενα από την Αρχή, τα οποία δεν θα υπερβαίνουν τα 5 χρόνια, εκτός όταν οι παράγραφοι (2) (5), (6) και (7) του άρθρου 19 εφαρμόζονται, οι οποίες θα είναι τέτοιες έτσι ώστε να διαπιστώνεται ότι η κατασκευή, ο εξοπλισμός, οι διατάξεις, τα υλικά και οι διαστάσεις είναι σε πλήρη συμφωνία με τις απαιτήσεις της παρούσας Σύμβασης. (γ) Ετήσιες επιθεωρήσεις εντός 3 μηνών πριν ή μετά από κάθε ημερομηνία επετείου του πιστοποιητικού για να διαπιστώνεται ότι: (ι) δεν έχουν γίνει μετατροπές στην γάστρα ή στις υπερκατασκευές, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους υπολογισμούς που καθορίζουν την θέση της γραμμής φόρτωσης,
(ιι) οι εξοπλισμοί και οι συσκευές για την προστασία των ανοιγμάτων, των προστατευτικών κιγκλιδωμάτων, των ευδιαίων και μέσων εισόδου στα διαμερίσματα του πληρώματος διατηρούνται σε ικανοποιητική κατάσταση,
(ιιι) η σήμανση του ύψους εξάλων είναι μόνιμη και στη σωστή θέση
(iv) οι πληροφορίες που απαιτούνται από τον κανονισμό 10 είναι διαθέσιμες.
2. Οι ετήσιες επιθεωρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (1)(γ) του παρόντος άρθρου θα οπισθογραφούνται στο πιστοποιητικό Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως ή στο πιστοποιητικό Απαλλαγής Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως που εκδίδεται για ένα πλοίο που απαλλάσσεται σύμφωνα με την Παράγραφο (2) του άρθρου 6 της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 16 Έκδοση των πιστοποιητικών
Διαγράφεται η παράγραφος (4).
Άρθρο 17 Έκδοση πιστοποιητικού από άλλη Κυβέρνηση
Η υπάρχουσα επικεφαλίδα αντικαθίσταται από την ακόλουθη: “Έκδοση ή οπισθογράφηση πιστοποιητικού από άλλη Κυβέρνηση” Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (1) αντικαθίσταται από το ακόλουθο: “(1) Μία συμβαλλόμενη Κυβέρνηση δύναται, μετά από αίτηση άλλης συμβαλλόμενης Κυβέρνησης, να επιθεωρήσει ένα πλοίο και αν βεβαιωθεί ότι πληρούνται οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης να εκδόσει ή εξουσιοδοτήσει για την έκδοση πιστοποιητικού Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως για το πλοίο και όταν αυτό κριθεί κατάλληλο να οπισθογραφήσει ή να εξουσιοδοτήσει για την οπισθογράφηση του πιστοποιητικού του πλοίου σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.” Διαγράφεται από την παράγραφο (4) η παραπομπή στο “1966”.
Άρθρο 18 Τύπος των πιστοποιητικών
Το υπάρχον κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο: “Τα πιστοποιητικά θα είναι σύμφωνα με τον τύπο που αντιστοιχεί στα πρότυπα που δίδονται στο προσάρτημα ΙΙΙ της παρούσας Σύμβασης. Εάν η γλώσσα που χρησιμοποιείται δεν είναι η Αγγλική, ούτε η Γαλλική, το κείμενο θα περιλαμβάνει μετάφραση σε μία από αυτές τις Γλώσσες.
Άρθρο 19 Διάρκεια των πιστοποιητικών
Η υπάρχουσα επικεφαλίδα αντικαθίσταται από την ακόλουθη: “Διάρκεια και ισχύς των πιστοποιητικών” Το υπάρχον κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“(1) Ένα πιστοποιητικό Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως θα εκδίδεται για χρονική περίοδο που καθορίζεται από την Αρχή, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη.
(2)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (1), όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρώνεται μέσα σε τρεις μήνες πριν την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού, το νέο πιστοποιητικού, το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης μέχρι μία ημερομηνία η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού. (β) Όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρώνεται μετά την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού, το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης μέχρι μια ημερομηνία που δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού. (γ) Όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρώνεται σε χρόνο μεγαλύτερο από 3 μήνες πριν από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού, το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης μέχρι μία ημερομηνία που δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης.
(3) Εάν ένα πιστοποιητικό εκδίδεται για περίοδο μικρότερη από 5 χρόνια, η Αρχή μπορεί να παρατείνει την ισχύ του πέρα από την ημερομηνία λήξης του και μέχρι μία μέγιστη περίοδο που προδιαγράφεται στην παράγραφο (1), με την προϋπόθεση ότι οι ετήσιες επιθεωρήσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 14 και εφαρμόζονται όταν ένα πιστοποιητικό εκδίδεται για μία περίοδο 5 ετών, έχουν γίνει όπως απαιτείται.
(4) Εάν, μετά την επιθεώρηση ανανέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο (1)(β) του άρθρου 14, ένα νέο πιστοποιητικό δεν μπορεί να εκδοθεί για ένα πλοίο πριν την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού, το πρόσωπο ή ο οργανισμός που εκτελεί την επιθεώρηση μπορεί να παρατείνει την ισχύ του υπάρχοντος πιστοποιητικού για μία περίοδο που δεν θα υπερβαίνει τους 5 μήνες. Αυτή η παράταση θα οπισθογραφείται στο πιστοποιητικό και θα δίδεται μόνο όταν δεν έχουν γίνει μεταβολές στην κατασκευή, στον εξοπλισμό, στις διατάξεις, στα υλικά ή στις διαστάσεις οι οποίες επηρεάζουν το ύψος εξάλων του πλοίου.
(5) Εάν κατά το χρόνο λήξεως ενός πιστοποιητικού το πλοίο δεν ευρίσκεται σε λιμάνι που μπορεί να επιθεωρηθεί, η Αρχή μπορεί να παρατείνει την ισχύ του πιστοποιητικού, αλλά αυτή η παράταση θα δίδεται μόνο για να μπορέσει το πλοίο να ολοκληρώσει τον πλού του σε λιμάνι που μπορεί να επιθεωρηθεί και αυτό μόνο όταν θεωρείται πρέπον και λογικό. Κανένα πιστοποιητικό δεν θα παρατείνεται για περίοδο πέραν των 3 μηνών και το πλοίο για το οποίο δίδεται μία τέτοια παράταση, όταν φθάσει στο λιμάνι που πρόκειται να επιθεωρηθεί, δεν θα έχει το δικαίωμα, λόγω μίας τέτοιας παράτασης, να αναχωρήσει από το λιμάνι χωρίς να έχει εφοδιαστεί με νέο πιστοποιητικό. Όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρωθεί, το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει μέχρι μία ημερομηνία που δεν θα εκτείνεται περισσότερο από 5 έτη από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού πριν την χορήγηση της παράτασης.
(6) Ένα πιστοποιητικό που εκδίδεται για πλοίο που εκτελεί βραχείς πλόες, και το οποίο δεν έχει παραταθεί σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις αυτού του άρθρου, μπορεί να παραταθεί από την Αρχή για μια περίοδο χάριτος μέχρι για ένα μήνα από την ημερομηνία λήξης που αναφέρεται σε αυτό. Όταν η επιθεώρηση ανανέωσης ολοκληρωθεί, το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει μέχρι μία ημερομηνία που δεν θα εκτείνεται περισσότερο από 5 έτη από την ημερομηνία λήξης του υπάρχοντος πιστοποιητικού πριν τη χορήγηση της παράτασης.
(7) Σε ειδικές περιπτώσεις, όπως καθορίζεται από την Αρχή, ένα νέο πιστοποιητικό δύναται να μην χρονολογηθεί από την ημερομηνία λήξεως του υπάρχοντος πιστοποιητικού, όπως προβλέπεται από τις παραγράφους (2), (5) και (6). Σε αυτές τις ειδικές περιπτώσεις το νέο πιστοποιητικό θα ισχύει μέχρι μια ημερομηνία, η οποία δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της επιθεώρησης ανανέωσης.
(8) Εάν μία ετήσια επιθεώρηση ολοκληρώνεται πριν την περίοδο που προδιαγράφεται στο άρθρο 14 τότε: (α) Η επέτειος ημερομηνία που αναγράφεται στο πιστοποιητικό θα διορθώνεται με την οπισθογράφηση της ημερομηνίας, η οποία δεν θα υπερβαίνει τους 3 μήνες πέρα από την ημερομηνία κατά την οποία ολοκληρώθηκε η επιθεώρηση, (β) Η επόμενη ετήσια επιθεώρηση που απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρο 14 θα ολοκληρώνεται μέσα στο διαστήματα που προδιαγράφονται από αυτό το άρθρο χρησιμοποιώντας την νέα επέτειο ημερομηνία, (γ) Η ημερομηνία λήξης μπορεί να μην μεταβληθεί με την προϋπόθεση ότι μία ή περισσότερες ετήσιες επιθεωρήσεις εκτελούνται χωρίς υπέρβαση, των μέγιστων διαστημάτων, μεταξύ των επιθεωρήσεων, που προδιαγράφονται από το άρθρο 14.
(9) Ένα πιστοποιητικό Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως θα παύει να είναι σε ισχύ εάν διαπιστωθεί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις: (α) Έχουν γίνει μεταβολές στα υλικά της γάστρας ή των υπερκατασκεύων του πλοίου, τέτοιες που να καθιστούν αναγκαίο τον καθορισμό νέου ύψους εξάλων, (β) Δεν συντηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση ο εξοπλισμός και οι συσκευές που αναφέρονται στην παράγραφο (1)(γ) του άρθρου 14, (γ) Δεν έχει γίνει οπισθογράφηση του πιστοποιητικού από την οποία να φαίνεται ότι το πλοίο έχει επιθεωρηθεί όπως προβλέπεται από την παράγραφο (1)(γ) του άρθρου 14, (δ) Η κατασκευαστική αντοχή του πλοίου έχει ελαττωθεί σε τέτοια έκταση που να καθιστά το πλοίο ανασφαλές. (10)(α) Η διάρκεια του Πιστοποιητικού Απαλλαγής Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως, που εκδίδεται από την Αρχή για ένα πλοίο που έχει εξαιρεθεί σύμφωνα με την παράγραφο (2) του άρθρου 6, δεν θα υπερβαίνει τα 5 έτη. Ένα τέτοιο πιστοποιητικό θα υπόκειται σε ανανέωση, οπισθογράφηση, παράταση και ακύρωση με διαδικασίες όμοιες με εκείνες που προβλέπονται για ένα πιστοποιητικό Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως σύμφωνα με το παρόν άρθρο. (β) Η διάρκεια του πιστοποιητικού Απαλλαγής Διεθνών Γραμμών Φορτώσεως, που εκδίδεται για ένα πλοίο που έχει εξαιρεθεί σύμφωνα με την παράγραφο (4) του άρθρου 6 θα περιορίζει μόνο για το ταξίδι για το οποίο εκδίδεται. (11) Πιστοποιητικό που εκδίδεται από την Αρχή μιας χώρας για ένα πλοίο θα παύει να ισχύει σε περίπτωση αλλαγής σημαίας του πλοίου άλλης Χώρας.
Άρθρο 21 Έλεγχος
Στην παράγραφο (1)(γ) η παραπομπή στην “παράγραφο (3) αντικαθίσταται με την παραπομπή στην “παράγραφο (9)”.
ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ Β
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΕΡΙ ΓΡΑΜΜΩΝ ΦΟΡΤΩΣΕΩΣ, 1966.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΦΟΡΤΩΣΕΩΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΓΕΝΙΚΑ
Κανονισμός 1
Αντοχή της γάστρας
Στις επικεφαλίδες οι λέξεις “Αντοχή της Γάστρας” αντικαθίστανται με τις “Αντοχή του πλοίου”.
Στην πρώτη πρόταση του κανονισμού η λέξη “γάστρα” αντικαθίσταται με την λέξη “πλοίο”.
Κανονισμός 2
Εφαρμογή
Προστίθενται νέες παράγραφοι (6) και (7) ως ακολούθως: “(6) Οι κανονισμοί 22(2) και 27 θα εφαρμόζονται μόνο σε πλοία, των οποίων η τρόπιδα έχει τεθεί ή βρίσκεται σε παρεμφερές στάδιο κατασκευής την ή μετά την ημερομηνία κατά την οποία το πρωτόκολλο 1988 που σχετίζεται με την Διεθνή Σύμβαση περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966 τίθεται σε ισχύ.
(7) Νέα πλοία, διάφορα εκείνων που προδιαγράφονται στην παράγραφο (6), θα συμμορφώνονται είτε με τον κανονισμό 27 της παρούσας Σύμβασης (όπως τροποποιήθηκε) ή με τον κανονισμό 27 της Διεθνούς Σύμβασης περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966 (όπως υιοθετήθηκε την 5 Απριλίου 1966), όπως αυτό ορίζεται από την Αρχή.
Κανονισμός 3
Ορισμοί και όροι που χρησιμοποιούνται στα προσαρτήματα.
Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (1) αντικαθίσταται ως ακολούθως: “(1) Μήκος. Το μήκος (L) θα λαμβάνεται ίσο με το 96% του ολικού μήκους μίας ισάλου γραμμής στο 85% του ελαχίστου ύψους μετρούμενου από την άνω όψη της τρόπιδας, ή με το μήκος από το πρωραίο άκρο της πρώρας μέχρι τον άξονα του πηδαλίου σε αυτή την ισαλογραμμή εάν αυτό είναι μεγαλύτερο. Όπου η πρώρα είναι καμπυλωτή πάνω από την ίσαλο γραμμή στο 85% του ελαχίστου ύψους, τότε και, το πρωραίο όριο του ολικού μήκους και το ακροπρωραίο σημείο της στείρας αντίστοιχα θα λαμβάνονται στην κάθετη προέκταση, σε αυτή την ίσαλο γραμμή, της στείρας (πάνω από αυτή την ίσαλο γραμμή). Σε πλοία με κεκλιμένη τρόπιδα, η ίσαλος γραμμή στην οποία μετράται αυτό το μήκος πρέπει να είναι παράλληλος της ισάλου γραμμής υπολογισμών.
Στην παράγραφο (5)(β) οι λέξεις “οι γραμμές επί της άνω κόψης των ζυγών του καταστρώματος και της εξωτερικής κόψης των πλευρών της γάστρας αντικαθίστανται με τις λέξεις “οι γραμμές επί της άνω κόψης των ζυγών του καταστρώματος και της εξωτερικής κόψης των νομέων των πλευρών”.
Κανονισμός 5 Σήμανση Γραμμών Φορτώσεως
Στην τελευταία πρόταση του κανονισμού διαγράφονται οι λέξεις “(όπως φαίνεται στην εικόνα 2).
Κανονισμός 9
Πιστοποίηση της σήμανσης
Διαγράφεται η παραπομπή στο “(1966)” σε σχέση με το Διεθνές πιστοποιητικό Γραμμών Φορτώσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΥΨΟΥΣ ΕΞΑΛΩΝ.
Κανονισμός 10
Πληροφορίες τις οποίες πρέπει να γνωρίζει ο πλοίαρχος.
Το υπάρχον κείμενο της παραγράφου (2) αντικαθίσταται από το ακόλουθο: “(2) Κάθε πλοίο, που δεν απαιτείται, σύμφωνα με την ισχύουσα Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα, να υποβάλλεται σε πείραμα ευσταθείας, μετά την ολοκλήρωσή του θα: (α) ελέγχεται με κλίση έτσι ώστε να καθορίζονται το πραγματικό εκτόπισμα και η θέση του κέντρου βάρους για την άφορτη κατάσταση, (β) εφοδιάζεται, για χρήση του πλοιάρχου του, με εγκεκριμένες μελέτες, που θα τον καθιστούν ικανό με γρήγορες και απλές διαδικασίες να αποκτά τις απαραίτητες γνώσεις σχετικά με την ευστάθεια του πλοίου κάτω από όλες τις συνθήκες που είναι πιθανό να συναστήσει σε κανονική υπηρεσία, (γ) διαθέτει, ανά πάσα στιγμή, τις εγκεκριμένες μελέτες ευσταθείας, που θα έχουν εγκριθεί από την Αρχή, (δ) μπορεί να μην εκτελέσει πείραμα ευσταθείας, εάν η Αρχή το επιτρέψει, με την προϋπόθεση ότι υπάρχουν διαθέσιμες αντίστοιχες μελέτες ευσταθείας από το πείραμα ευσταθείας αδελφού πλοίου και αποδεικνύεται εφ` όσον ικανοποιούν την Αρχή, ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το συγκεκριμένο πλοίο.
Κανονισμός 15 Στόμια κυτών που κλείνουν με φορητά καλύμματα και ασφαλίζονται υδατοστεγανά με οθόνινα καλύμματα και ράβδους στερέωσης.
Στην τελευταία πρόταση της παραγράφου (5) η λέξη “γραμμική” τοποθετείται πριν από την λέξη “παρεμβολή”.
Κανονισμός 22 Ευδιαίοι, εισαγωγές και εξαγωγές
Στην πρώτη πρόταση της παραγράφου (1) οι λέξεις “εκτός ως προβλέπεται στην παράγραφο (2)” τοποθετούνται μεταξύ των λέξεων “θα” και “είναι”. Η ακόλουθη παράγραφος προστίθεται στο υπάρχον κείμενο: “(2) Οι ευδιαίοι, από κλειστές υπερκατασκευές χρησιμοποιούμενες για μεταφορά φορτίου, επιτρέπεται να διαπερνούν το περίβλημα μόνο όπου το άκρο του καταστρώματος εξάλων δεν βυθίζεται όταν το πλοίο έχει εγκάρσια κλίση 5 μοίρες προς κάθε κατεύθυνση. Σε άλλες περιπτώσεις η αποχέτευση θα οδηγείται στο εσωτερικό του πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα που ισχύει”. Οι υπάρχουσες παράγραφοι (2) έως (5) επαναριθμούνται (3) έως (6). Στην επαναριθμημένη παράγραφο (4) η παραπομπή στην “παράγραφο (1)” αντικαθίσταται από την “παράγραφο (2)”. Στην πρώτη πρόταση της επαναριθμημένης παραγράφου (6) οι λέξεις “όλες οι βαλβίδες και ενισχύσεις του κελύφους” αντικαθίστανται από τις “όλες οι ενισχύσεις του κελύφους και οι βαλβίδες”.

Κανονισμός 24 Υδρορροές
Στην πρώτη πρόταση της παραγράφου (2) οι λέξεις “υπολογιζόμενη έκτασις” αντικαθίστανται από τις λέξεις “υπολογιζομένη επιφάνεια” σύμφωνα με την παράγραφο (1)”. Στην δεύτερη πρόταση της παραγράφου (2) η λέξη “γραμμική” τοποθετείται πριν την λέξη “παρεμβολή”. Στην παράγραφο (3) οι λέξεις “πλοίο φέρει πυργωτό υπερκατασκεάσμα το οποίον” αντικαθίστανται με τις λέξεις “πλοίον φέρει πυργωτόν υπερκατασκεύασμα”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ
ΥΨΟΣ ΕΞΑΛΩΝ
Κανονισμός 27
Τύποι πλοίων
Το υπάρχον κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο: “(1) Για τον σκοπό του υπολογισμού του ύψους εξάλων, τα πλοία διακρίνονται σε τύπου “Α” και τύπου “Β”.
Πλοία τύπου “Α”. (2) Πλοίου τύπου “Α” είναι εκείνο το οποίο: (α) Προορίζεται για την μεταφορά μόνο υγρών χύμα φορτίων (β) έχει πλήρως συνεχές και ενιαίο το εκτεθειμένο στον καιρό κατάστρωμα με μικρά μόνο στόμια εισόδου στους χώρους φορτίου, που κλείνουν με υδατοστεγανά, δια παρεμβυσμάτων χαλύβδινα καλύμματα ή καλλύματα από ισοδύναμο υλικό και (γ) έχει μικρή διαχωρητότητα των εμφόρτων χώρων φορτίου. (3) Πλοίο τύπου “Α” με μήκος μεγαλύτερο από 150m , στο οποίο έχει σημανθεί ύψος εξάλων μικρότερο από το τύπου “Β”, όταν φορτώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (11), θα είναι ικανό να αντέξει σε κατάκλυση κάθε διαμερίσματος ή διαμερισμάτων, με υποτιθέμενη διαχωρητότητα ίση με 0.95, τηρουμένων των υποθέσεων ευσταθείας μετά από βλάβη που καθορίζονται στην παράγραφο 12, και θα παραμένει εν επιπλεύσει σε ικανοποιητική θέση ισορροπίας όπως προδιαγράφεται στην παράγραφο (13). Σε ένα τέτοιο πλοίο ο χώρος μηχανών, θα θεωρείται σαν ένα διαμέρισμα που δύναται να κατακλυσθεί αλλά με διαχωρητότητα ίση με 0.85.
(4) Σε ένα πλοίο τύπου “Α” θα σημαίνεται ύψος εξάλων το οποίο δεν θα είναι μικρότερο από αυτό που αναφέρεται στον πίνακα Α του κανονισμού 28. Πλοία τύπου “Β” (5) Ολα τα πλοία τα οποία δεν υπόκεινται στις σχετικές διατάξεις των παραγράφων (2) και (3), που ισχύουν για τα πλοία τύπου “Α” θα θεωρούνται σαν πλοία τύπου “Β”. (6) Σε πλοία τύπου “Β”, τα οποία στην θέση 1 έχουν στόμια κύτων εφοδιασμένα με καλύμματα, συμμορφούμενα με τις διατάξεις του κανονισμού 15, εκτός της παραγράφου (7), θα σημαίνεται ύψος εξάλων σύμφωνα με τις τιμές που δίδονται στον πίνακα Β του κανονισμού 28 προσαυξημένες με τις τιμές που δίδονται στον ακόλουθο πίνακα:
Πίνακας αυξήσεως του ύψους εξάλων των πινακοποιημένων τιμών ύψους εξάλων πλοίων τύπου Β με καλύμματα στομίων κυτών μη συμμορφούμενα με τους κανονισμούς 15(7) ή 16.
Παραλείπεται κείμενο.
Ύψη εξάλων για ενδιάμεσα μήκη θα λαμβάνονται με γραμμική παρεμβολή. Ύψη εξάλων για πλοία με μήκος μεγαλύτερο από 200 μέτρα θα καθορίζονται από την Αρχή.
(7) Σε πλοία τύπου “Β”, τα οποία έχουν στην θέση 1 στόμια κυτών που φέρουν καλύμματα συμμορφούμενα με τις διατάξεις του κανονισμού 15(7) ή του κανονισμού 16, θα σημαίνεται ύψος εξάλων σύμφωνα με τον πίνακα Β του κανονισμού 28, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στις παραγράφους (8) έως και (13) του παρόντος κανονισμού. (8) Σε κάθε πλοίο, μήκους πάνω από 100 μέτρα, μπορεί να σημαίνεται ύψος εξάλων μικρότερο από το απαιτούμενο, σύμφωνα με την παράγραφο (7), με την προϋπόθεση ότι, σε σχέση με την παρεχόμενη μείωση, η Αρχή θα ικανοποιείται ότι: (α) τα λαμβανόμενα μέτρα για την προστασία του πληρώματος είναι επαρκή, (β) οι διατάξεις απαγωγής των υδάτων είναι επαρκείς, (γ) τα καλύμματα στις θέσεις 1 και 2 συμμορφώνονται με τις διατάξεις του κανονισμού 16, έχουν ικανοποιητική αντοχή και έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα μέσα σφραγίσεως και ασφαλίσεως τους και (δ) το έμφορτο πλοίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (11), θα είναι ικανό να αντέξει σε κατάκλυση οποιουδήποτε διαμερίσματος ή διαμερισμάτων, με υποτιθέμενη διαχωρητότητα ίση με 0.95 τηρουμένων των υποθέσεων που προδιαγράφονται στην παράγραφο (12) και θα παραμένει εν επιπλεύσει σε ικανοποιητική θέση ισορροπίας, όπως προδιαγράφεται στην παράγραφο (13). Σε ένα τέτοιο πλοίο με μήκος πάνω από 150 μέτρα, ο χώρος μηχανών θα θεωρείται σαν ένα διαμέρισμα που δύναται να κατακλυσθεί αλλά με διαχωρητότητα ίση με 0.85. (9) Κατά τον υπολογισμό του ύψους εξάλων για πλοία τύπου “Β”, τα οποία συμμορφώνονται με τις διατάξεις των παραγράφων (8), (11), (12) και (13), οι τιμές του πίνακα Β του κανονισμού 28 δεν θα μειώνονται περισσότερο από το 60% της διαφοράς μεταξύ των πινακοποιημένων τιμών Β και Α για τα ανάλογα μήκη πλοίων. (10)(α) Η μείωση στην πινακοποιημένη τιμή του ύψους εξάλων που επιτρέπεται σύμφωνα με την παράγραφο (9) μπορεί να αυξηθεί μέχρι την ολική διαφορά μεταξύ των τιμών στους πίνακες Α και Β του κανονισμού 28 υπό τον όρο ότι το πλοίο συμμορφώνεται με τις διατάξεις των: (ι) κανονισμού 26, εκτός της παραγράφου (4), όπως για πλοία τύπου “Α” (ιι) παραγράφων (8), (11) και (13) του παρόντος κανονισμού, και (ιιι) παραγράφου (12) του παρόντος κανονισμού, υπό τον όρο ότι θα θεωρείται υποθετικά ότι έχει υποστεί βλάβη οποιαδήποτε φρακτή καθ` όλο το μήκος του πλοίου, έτσι ώστε δύο γειτονικά διαμερίσματα να κατακλύζονται ταυτόχρονα, εκτός της περίπτωσης των οριακών φρακτών των χώρων μηχανών όπου τέτοια βλάβη δεν θα εξετάζεται. (β) Σε ένα τέτοιο πλοίο, με μήκος πάνω από 150 μέτρα, ο χώρος μηχανών θα θεωρείται σαν ένα διαμέρισμα που δύναται να κατακλυσθεί αλλά με διαχωρητότητα ίση με 0.85.
Αρχική κατάσταση φόρτωσης. (11) Η αρχική κατάσταση φόρτωσης, πριν την κατάκλυση, θα καθορίζεται ως ακολούθως: (α) Το πλοίο φορτώνεται στην έμφορτη ίσαλο γραμμή θέρους με υποτιθέμενη μηδενική αγωγή. (β) Όταν υπολογίζεται η κατακόρυφη θέση του κέντρου βάρους εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές: (ι) το μεταφερόμενο φορτίο είναι ομοιογενές. (ιι) όλοι οι χώροι φορτίου, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο εδάφιο (ιιι), συμπεριλαμβανομένων όμως των διαμερισμάτων που είναι μερικώς πληρωμένα, θα θεωρούνται ολικώς πληρωμένοι εκτός αν περιέχουν υγρά φορτία οπότε θα θεωρούνται κατά 98% πληρωμένοι. (ιιι) Εάν το πλοίο πρόκειται να πλεύσει στην έμφορτη ίσαλο γραμμή θέρους με κενά διαμερίσματα τα διαμερίσματα αυτά θα θεωρούνται κενά με την προϋπόθεση ότι το υπολογιζόμενο στην κατάσταση αυτή κέντρο βάρους δεν είναι μικρότερο από το υπολογιζόμενο σύμφωνα με το εδάφιο (ιι). (iv) Το 50% της ολικής χωρητικότητας κάθε δεξαμενής και χώρου που προορίζεται να περιέχει αναλώσιμα υγρά και εφόδια θεωρείται ότι μπορεί να αναλωθεί. Υποτίθεται ότι για κάθε τύπο υγρού, τουλάχιστον ένα εγκάρσιο ζεύγος ή μία μεμονωμένη κεντρική δεξαμενή έχει μέγιστη ελεύθερη επιφάνεια και η δεξαμενή ή ο συνδυασμός δεξαμενών που πρόκειται να ληφθούν υπόψη θα είναι εκείνες όπου η επίδραση των ελευθέρων επιφανειών θα είναι η μέγιστη. Το κέντρο βάρους του περιεχομένου κάθε δεξαμενής θα λαμβάνεται στο κέντρο του όγκου της δεξαμενής. Οι υπόλοιπες δεξαμενές, θα θεωρούνται είτε κενές, ή ολικώς πληρωμένες και η κατανομή των υγρών μεταξύ αυτών των δεξαμενών θα είναι τέτοια που να δίδει το μεγαλύτερο πιθανό ύψος του κέντρου βάρους πάνω από την τρόπιδα. (v) Για κάθε διαμέρισμα που περιέχει υγρά, όπως προδιαγράφεται στο εδάφιο (ιι), εκτός της περίπτωσης διαμερισμάτων που περιέχουν αναλώσιμα υγρά όπως προδιαγράφεται στο εδάφιο (iv), η μέγιστη επίδραση των ελευθέρων επιφανειών θα υπολογίζεται για μία γωνία εγκάρσιας κλίσης όχι μεγαλύτερη από 5 μοίρες. Εναλλακτικώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί η πραγματική επίδραση των ελευθέρων επιφανείων, με την προϋπόθεση ότι η μέθοδος υπολογισμού είναι αποδεκτή από την Αρχή. (vi) Τα βάρη θα υπολογίζονται με βάση τις ακόλουθες τιμές για τα ειδικά βάρη:
θαλασσινού ύδατος 1.025 γλυκού ύδατος 1.000 πετρελαίου καύσεως 0.950 πετρελαίου ντήζελ 0.900 λιπαντικού ελαίου 0.900
Υποθέσεις βλάβης. (12) Εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές σχετικά με τα στοιχεία της υποτιθέμενης βλάβης. (α) Η κατακόρυφη έκταση της βλάβης, σε όλες τις περιπτώσεις υποτίθεται ότι είναι από την βασική γραμμή προς τα πάνω χωρίς περιορισμό. (β) Η εγκάρσια έκταση της βλάβης λαμβάνεται ίση με το Β/5 ή 11.5 μέτρα, οποιοδήποτε είναι το μικρότερο και μετράται από την πλευρά του πλοίου, προς το εσωτερικό του, κάθετα προς την κεντρική γραμμή και στο επίπεδο της έμφορτης ισάλου γραμμής θέρους. (γ) Εάν βλάβη μικρότερης έκτασης από αυτή που προδιαγράφεται στις υποπαραγράφους (α) και (β) οδηγεί σε δυσμενέστερη κατάσταση, θα λαμβάνεται υπόψη αυτή η μικρότερη έκταση. (δ) Εκτός αν διαφορετικά προβλέπεται από την παράγραφο (10)(α), η κατάκλυση θα περιορίζεται σε ένα μόνο διαμέρισμα κείμενο μεταξύ γειτονικών εγκαρσίων φρακτών με την προϋπόθεση ότι το εσωτερικό διάμηκες όριο του διαμερίσματος δεν είναι σε θέση που βρίσκεται μέσα στην εγκάρσια έκταση της υποτιθέμενης βλάβης. Οι εγκάρσιες οριακές (ακραίες) φρακτές των πλευρικών δεξαμενών, οι οποίες δεν εκτείνονται καθ` όλον το πλάτος του πλοίου θα θεωρούνται ότι δεν έχουν βλαβεί εφόσον εκτείνονται πέραν από την εγκάρσια έκταση της υποτιθέμενης βλάβης που προδιαγράφεται στην υποπαράγραφο (β). Εάν σε μία εγκάρσια φρακτή υπάρχουν βαθμίδες ή εσοχές σε μήκος όχι μεγαλύτερο από 3 μέτρα τοποθετημένες μέσα στα όρια της υποτιθέμενης εγκάρσιας έκτασης της βλάβης όπως αυτή ορίζεται στην υποπαράγραφο (β) αυτή η εγκάρσια φρακτή μπορεί να θεωρηθεί άθικτη και ότι κατακλύζεται μόνο το γειτονικό διαμέρισμα. Εάν, πάντως, μέσα στα όρια της υποτιθέμενης εγκάρσιας έκτασης βλάβης υπάρχει βαθμίδα ή εσοχή, σε μήκος μεγαλύτερο από 3 μέτρα, σε εγκάρσια φρακτή, τα δύο γειτονικά, σε αυτήν την φρακτή διαμερίσματα θα θεωρούνται ότι έχουν κατακλυσθεί. Οι βαθμίδες που σχηματίζονται από το πρωραίο και πρυμναίο στεγανό συγκρούσεως δεν θα θεωρούνται σαν βαθμίδες για το σκοπό του παρόντος κανονισμού. (ε) Όταν κύρια εγκάρσια φρακτή ευρίσκεται μέσα στα όρια της υποτιθέμενης εγκάρσιας έκτασης της βλάβης και φέρει βαθμίδα κατά μήκος των διπύθμενων ή των πλευρικών δεξαμενών, σε μήκος μεγαλύτερο από 3 μέτρα το διπύθμενο ή η πλευρική δεξαμενή που συνορεύει με μέρος της βαθμίδας της κύριας εγκάρσιας φρακτής θα θεωρείται ότι κατακλύζεται ταυτόχρονα. Εάν αυτή η πλευρική δεξαμενή έχει ανοίγματα προς ένα ή περισσότερους χώρους φορτίου, όπως ανοίγματα φόρτωσης σιτηρών, αυτό το άνοιγμα ή τα ανοίγματα θα θεωρούνται ότι κατακλύζονται ταυτόχρονα. Ομοίως για ένα πλοίο που μεταφέρει υγρά φορτία, εάν μία πλευρική δεξαμενή έχει ανοίγματα προς γειτονικά διαμερίσματα, αυτά τα γειτονικά διαμερίσματα θα θεωρούνται ότι είναι κενά και ότι κατακλύζονται ταυτόχρονα. Αυτή η διάταξη εφαρμόζεται και όταν αυτά τα ανοίγματα είναι εφοδιασμένα με μέσα κλεισίματος, εκτός εάν στις φρακτές μεταξύ των δεξαμενών υπάρχουν συρταρωτές βαλβίδες που χειρίζονται από το κατάστρωμα. Καλύμματα ανθρωποθυρίδων ασφαλισμένα με κοχλίες που απέχουν μεταξύ τους μικρά διαστήματα θεωρούνται σαν ισοδύναμα με φρακτές χωρίς ανοίγματα, εκτός από την περίπτωση ανοιγμάτων στις άνω πλευρικές δεξαμενές, που καθιστούν τις άνω πλευρικές δεξαμενές κοινές με τους χώρους φορτίου. (στ) Όταν εξετάζεται η κατάκλυση δύο γειτονικών, πρωραίου και πρυμναίου, διαμερισμάτων, οι κύριες εγκάρσιες φρακτές θα πρέπει να απέχουν μεταξύ τους. τουλάχιστον κατά 1/2 L ή 14.5m, οποιοδήποτε είναι μικρότερο, για να μπορούν να θεωρηθούν αποτελεσματικές. Όταν εγκάρσιες φρακτές βρίσκονται σε μικρότερη απόσταση, μία ή περισσότερες από αυτές θα θεωρούνται σαν μη – υπάρχουσες για να εξασφαλιστεί η ελάχιστη απόσταση μεταξύ των φρακτών.
Κατάσταση ισορροπίας.
(13) Η κατάσταση ισορροπίας μετά την κατάκλυση θα θεωρείται ικανοποιητική όταν:
(α) Η τελική ίσαλος γραμμή μετά την κατάκλυση και αφού λυφθούν υπ` όψη η βύθιση, η εγκάρσια κλίση και η διαγωγή είναι κάτω από το κατώτερο χείλος κάθε ανοίγματος διά του οποίου μπορεί να γίνει προοδευτική κατάκλυση. Σαν τέτοια ανοίγματα θα θεωρούνται τα εξαεριστικά, οι εξαεριστήρες, τα ανοίγματα που κλείνουν με υδατοστεγείς θύρες (ακόμη και αν συμμορφώνονται με τον κανονισμό 12) ή τα καλύμματα κυτών (ακόμη και αν συμμορφώνονται με τον κανονισμό 16 ή τον κανονισμό 19(4)) και μπορούν να εξαιρεθούν εκείνα τα ανοίγματα που κλείνουν με καλύμματα ανθρωποθυρίδων και στόμια άνευ χείλους (που συμμορφώνονται με τον κανονισμό 18), καλύμματα στομίων κυτών του τύπου που προδιαγράφεται στον κανονισμό 27(2), τηλεχειριζόμενες ολισθαίνουσες υδατοστεγείς θύρες και παραφωτίδες, μη ανοιγόμενου τύπου (που συμμορφώνονται με τον κανονισμό 23). Ανεξάρτητα από τα παραπάνω για την περίπτωση των θυρών μεταξύ ενός κυρίου χώρου μηχανών και του χώρου μηχανισμού πηδαλίου, οι υδατοσστεγείς θύρες μπορεί να είναι γιγγλυμωτές άμεσης ενεργοποιήσης, που διατηρούνται κατά την διάρκεια του πλου κλειστές όταν δεν χρησιμοποιούνται, με την προϋπόθεση ότι το κατώτερο σημείο του κατωφλίου τους κείται πάνω από την έμφορτη ίσαλο γραμμή θέρους. (β) Εάν σωληνώσεις, αγωγοί ή σήραγγες βρίσκονται μέσα στα όρια της υποτιθέμενης έκτασης της βλάβης, όπως ορίζεται στην παράγραφο (12)(β), θα λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε η κατάκλυση να μην επεκταθεί και σε άλλα διαμερίσματα, εκτός των υποτιθεμένων να κατακλυσθούν, κατά τον υπολογισμό κάθε περίπτωσης βλάβης. (γ) Η εγκάρσια γωνία κλίσης λόγω μη συμμετρικής κατάκλυσης δεν υπερβαίνει τις 5 μοίρες. Μπορεί να γίνει αποδεκτή και γωνία κλίσης μέχρι και 17 μοίρες, με την προϋπόθεση ότι κανένα σημείο του καταστρώματος δεν βυθίζεται. (δ) Το μετακεντρικό ύψος μετά την κατάκλυση είναι θετικό. (ε) Όταν οποιοδήποτε μέρος του καταστρώματος που βρίσκεται εκτός του υποτιθεμένου να κατακλυσθεί διαμερίσματος βυθίζεται, σε μία ειδική περίπτωση βλάβης, ή σε κάθε περίπτωση όπου το περιθώριο της ευστάθειας στην βεβλαμμένη κατάσταση μπορεί να θεωρηθεί αμφίβολο η ευστάθεια μετά από βλάβη πρέπει να εξετάζεται. Αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητική εάν η καμπύλη των μοχλοβραχιόνων ανορθώσεως έχει εύρος τουλάχιστον ίσο με 20 μοίρες πέραν από τη θέση ισορροπίας και ο μέγιστος μοχλοβραχίονας ανόρθωσης είναι τουλάχιστον 0.1 μέτρα μέσα σε αυτό το εύρος. Η επιφάνεια κάτω από την καμπύλη των μοχλοβραχιόνων ανορθώσεως θα είναι όχι μικρότερη από 0.0175 μέτρα – ακτίνια μέσα σε αυτό το εύρος. Η Αρχή θα εξετάζει τον πιθανό κίνδυνο που παρουσιάζουν προστατευμένα ή μη ανοίγματα, τα οποία μπορεί προσωρινά να βυθιστούν όταν το πλοίο λάβει κλίση που βρίσκεται μέσα στα όρια της εφεδρικής ευστάθειας, μετά από βλάβη. (στ) Η Αρχή έχει ικανοποιηθεί ότι η ευστάθεια κατά τις ενδιάμεσες φάσεις της κατάκλυσης είναι ικανοποιητική.
Πλοία χωρίς μέσα πρόωσης.
(14) Σε μία φορτηγίδα, (μπάριζα) ή άλλο τύπο πλοίου χωρίς ανεξάρτητα μέσα πρόωσης θα σημαίνεται ύψος εξάλων σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών κανονισμών. Σε φορτηγίδες που πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων (2) και (3) μπορούν να σημαίνονται ύψη εξάλων τύπου “Α”: (α) Η Αρχή θα εξετάζει ειδικά την ευστάθεια των φορτηγίδων με φορτίο στο εκτεθειμένο κατάστρωμα. Φορτίο στο κατάστρωμα μπορεί μόνο να μεταφερθεί σε φορτηγίδες, στις οποίες έχει σημανθεί ύψος εξάλων τύπου “Β”. (β) Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, για την περίπτωση μη επανδρωμένων φορτηγίδων, δεν εφαρμόζονται οι απαιτήσεις των κανονισμών 25, 26(2), 26(3) και 39. (γ) Τέτοιες μη επανδρωμένες φορτηγίδες, οι οποίες έχουν στο κατάστρωμα εξάλων, μικρά ανοίγματα που κλείνουν υδατοστεγώς, με φέροντα παρεμβύσματα χαλύβδινα καλύμματα ή με άλλο ισοδύναμο υλικό μπορεί να σημαίνεται ύψος εξάλων κατά 25% μικρότερο από εκείνο που υπολογίζεται σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς.
Κανονισμός 37 Εκπτώσεις για υπερκατασκευάσματα και πυργωτά υπερκατασκεύασματα.
Στην υποσημείωση των πινάκων της παραγράφου (2) για αμφότερα τα τύπου “Α” και τύπου “Β” πλοία, οι λέξεις “και πυργωτά υπερκατασκευάσματα” τοποθετούνται μετά την λέξη “υπερκατασκευές”.
Κανονισμός 38 Σιμότης καταστρώματος
Στον ορισμό του “y” στην παράγραφο (12) οι λέξεις “τέλος της σιμότητας καταστρώματος” αντικαθίστανται με τις λέξεις “πρυμναία ή πρωραία κάθετος”.
Κανονισμός 40 Ελάχιστα ύψη εξάλων
Στην πρώτη πρόταση της παραγράφου (4) οι λέξεις “παράγραφος (1)” αντικαθίστανται με τις λέξεις “παράγραφος (3)”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΛΟΙΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ ΥΨΟΣ ΕΞΑΛΩΝ ΓΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΞΥΛΕΙΑΣ.
Κανονισμός 44
Στοιβασία
Το υπάρχον κείμενο αντικαθίσταται με το ακόλουθο: “Γενικά (1) Ανοίγματα στο εκτεθειμένο στον καιρό κατάστρωμα στα οποία στοιβάζεται φορτίο θα κλείνονται και θα ασφαλίζονται. Οι ανεμοδόχοι και τα εξαεριστικά θα προστατεύονται αποτελεσματικά. (2) Το φορτίο ξυλείας επί του καταστρώματος θα εκτείνεται τουλάχιστον καθ` όλο το διαθέσιμο μήκος του χάσματος ή των χασμάτων μεταξύ των υπερκατασκεύων. Οταν δε υφίσταται περιορισμός λόγω υπερκατασκευής στο πρυμναίο μέρος η ξυλεία θα εκτείνεται τουλάχιστον μέχρι την πρυμναία πλευρά του πρυμναίου στομίου κύτους. Το φορτίο ξυλείας θα εκτείνεται, κατά το εγκάρσιο όσο το δυνατόν πλησιέστερα στις πλευρές του πλοίου αφήνοντας μόνο όσο κενό δημιουργείται από εμπόδια όπως προστατευτικά κιγκλιδώματα, δρύφακτα, ορθοστάτες, είσοδοι πλοηγών κ.λ.π, και με την προϋπόθεση ότι το έτσι δημιουργούμενο σε κάθε πλευρά του πλοίου κενό δεν θα υπερβαίνει, κατά μέσο όρο το 4% του πλάτους. Η ξυλεία θα στοιβάζεται όσο το δυνατό στερεά, τουλάχιστο, μέχρι το συνήθες ύψος της υπερκατασκευής εξαιρουμένου οποιουδήποτε μερικώς ανυψωμένου καταστρώματος. (3) Όταν πλοίο πλέει χειμώνα εντός μιας περιοχής ζώνης χειμώνα το ύψος του φορτίου καταστρώματος υπεράνω του εκτεθειμένου καταστρώματος δεν θα υπερβαίνει το ένα τρίτο του μέγιστου πλάτους του πλοίου. (4) Το φορτίο ξυλείας επί του καταστρώματος θα στοιβάζεται χωρίς κενά (συμπαγώς), θα εχμάζεται και θα ασφαλίζεται. Αυτό δεν θα παρεμποδίζει κατά κανένα τρόπο την ναυσιπλοΐα και τις αναγκαίες εργασίες επί του πλοίου.
Ορθοστάτες.
(5) Όταν το είδος της ξυλείας απαιτεί ορθοστάτες, αυτοί θα έχουν επαρκή αντοχή, σε συνδυασμό με το πλάτος του πλοίου. Η αντοχή των ορθοστατών δεν θα υπερβαίνει την αντοχή του δρυφάκτου και η απόσταση μεταξύ των θα είναι ανάλογη με το μήκος και τη φύση της μεταφερόμενης ξυλείας, αλλά δεν θα υπερβαίνει τα 3 μέτρα. Για την στερέωση των ορθοστατών θα προβλέπονται ισχυρές γωνίες ή μεταλλικές υποδοχές ή άλλα ισοδύναμα μέσα.
Εχμάσεις.
(6) Το επί του καταστρώματος φορτίο ξυλείας θα ασφαλίζει αποτελεσματικά, καθ` όλο το μήκος του με αποδεκτό από την Αρχή, για την φύση της μεταφερόμενης ξυλείας, σύστημα εχμάσεως.*
Ευστάθεια.
(7) Θα λαμβάνεται μέριμνα έτσι ώστε να υπάρχει ασφαλές περιθώριο ευσταθείας σε όλα τα στάδια του πλου, λαμβανομένων υπ` όψη, των τυχόντων επιπροσθέτων βαρών όπως εκείνων που οφείλονται σε απορρόφηση ύδατος ή πάγου, εάν συντρέχει περίπτωση, και των απωλειών βάρους που οφείλονται στην κατανάλωση των καυσίμων και των εφοδίων.*
* Γίνεται αναφορά στον κώδικα “περί ασφαλούς πρακτικής για πλοία που μεταφέρουν ξυλεία στο κατάστρωμα” που υιοθετήθηκε από τον οργανισμό με την Απόφαση Α.287 (VIII) και τροποποιήθηκε από την Επιτροπή Ναυτικής Ασφαλείας στην τριακοστή ενάτη σύνοδό της.
Προστασία πληρώματος, είσοδος στους χώρους μηχανών κ.λ.π.
(8) Επιπλέον των απαιτήσεων του κανονισμού 25 (5) προστατευτικά κιγκλιδώματα ή χειραγωγοί, με κάθετη μεταξύ των απόσταση όχι μεγαλύτερη από 350 χιλιοστόμετρα, θα τοποθετούνται σε κάθε πλευρά του καταστρώματος φορτίου και μέχρι ύψος τουλάχιστο ένα (1) μέτρο πάνω από το φορτίο. Επιπρόσθετα ένας χειραγωγός, κατά προτίμηση συρματόσχοινο με εντατήρα, θα τοποθετείται, όσο είναι πρακτικό πλησιέστερα, στην κεντρική γραμμή του πλοίου. Τα υποστηρίγματα των στυλών των προστατευτικών κιγκλιδωμάτων θα έχουν τέτοια απόσταση μεταξύ τους έτσι ώστε να μην δημιουργείται κύρτωση χωρίς αιτία. Όπου το φορτίο τοποθετείται σε διαφορετική ύψη θα προβλέπεται μία ασφαλής επιφάνεια προσπέλασης, υπεράνω του φορτίου με πλάτος όχι μικρότερο από 600 χιλιοστόμετρα, η οποία θα ασφαλίζεται αποτελεσματικά κάτω ή πλησίον του χειραγωγού. (9) Όπου οι απαιτήσεις που προδιαγράφονται στην παράγραφο (8) δεν είναι πρακτικά εφαρμόσιμες θα χρησιμοποιούνται εναλλακτικές διατάξεις που θα ικανοποιούν την Αρχή. Μηχανισμός κινήσεως πηδαλίου. (10) Ο μηχανισμός κινήσεως πηδαλίου θα προστατεύεται αποτελεσματικά από βλάβη λόγω του φορτίου και θα είναι, όσο αυτό είναι πρακτικό, προσπελάσιμος. Θα υπάρχει επαρκής πρόβλεψη για τον χειρισμό του πηδαλίου στην περίπτωση βλάβης του κυρίου μηχανισμού κινήσεώς του.
Κανονισμός 45 Υπολογισμός του ύψους εξάλων.
Στην παράγραφο (5) οι λέξεις “ή με τον κανονισμό 40 (8) με βάση το βύθισμα ξυλείας θέρους, μετρούμενο από την άνω όψη της τρόπιδας μέχρι την ίσαλο γραμμή θέρους ξυλείας” προστίθενται μετά την λέξη “ξυλεία”.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ Ζώνες, Περιοχές και εποχιακές περίοδοι.
Κανονισμός 46 Βόρειες εποχιακές ζώνες και περιοχές χειμώνα.
Η τελευταία πρόταση της παραγράφου (1) (β) αντικαθίσταται με την ακόλουθη: “Στην ζώνη αυτή δεν συμπεριλαμβάνεται η εποχιακή ζώνη Ι χειμώνα του βορείου Ατλαντικού, η εποχιακή περιοχή χειμώνα του βορείου Ατλαντικού και η Βαλτική θάλασσα οριζόμενη από τον παράλληλο πλάτους του Σκαπ στην Σκαγεράκη. Τα νησιά Σέτλαντ θεωρούνται σαν όρια των εποχιακών ζωνών Ι και ΙΙ χειμώνα του βορείου Ατλαντικού.
εποχιακές περίοδοι: ΧΕΙΜΩΝΑ :1 Νοεμβρίου έως 31 Μαρτίου. ΘΕΡΟΥΣ :1 Απριλίου έως 31 Οκτωβρίου.
Κανονισμός 47
Οι λέξεις “στην Δυτική ακτή της Αμερικάνικης Ηπείρου” στο τέλος του κανονισμού αντικαθίστανται με τα ακόλουθα: “μέχρι το σημείο πλάτους 33 μοιρών Ν, μήκους 79 μοιρών Δ, ακολούθως η λοξοδρομία μέχρι σημείο πλάτους 41 μοιρών Ν, μήκους 75 μοιρών Δ ακολούθως η λοξοδρομία μέχρι τον φάρο PUNTA CORONA στο νησί CHILOE ISLAND, πλάτους 41 μοιρών 47 Ν μήκους 73 μοιρών 53` Δ, ακολούθως κατά μήκος των βορείων ανατολικών και νοτίων ακτών του νησιού CHILOE ISLAND μέχρι το σημείο πλάτους 43 μοιρών 20` Ν, μήκους 74 μοιρών 20`Δ και από εκεί ο μεσημβρινός μήκους 74 μοιρών 20` Ν μέχρι τον παράλληλο πλάτους 45 μοιρών 45`Ν, συμπεριλαμβανόμενης της εσωτερικής ζώνης των CHILOE CHANNELS από τον μεσημβρινό 74 μοιρών 20` Δ και ανατολικά.
Κανονισμός 48 Τροπική ζώνη
Στο τέλος της πρώτης υποπαραγράφου της παραγράφου (2) οι λέξεις “και ακολούθως η λοξοδρομία στην Δυτική Ακτή της Αμερικάνικης ηπείρου στο πλάτος 30 μοιρών Ν” αντικαθίστανται με τις λέξεις “ακολούθως ή λοξοδρομία στο σημείο πλάτους 32 μοιρών 47` Ν, μήκους 72 μοιρών Δ και ακολούθως μέχρι τον παράλληλο πλάτους 32 μοιρών 47` Ν στην δυτική ακτή της Νότιας Αμερικής”. Στην δεύτερη υποπαράγραφο της παραγράφου (2) η λέξη “Κοκουϊμπο” αντικαθίσταται με την λέξη “Βαλπαραϊσο”.
Κανονισμός 49 Εποχιακές τροπικές περιοχές
Στην παράγραφο 4(β) οι λέξεις “μέχρι πλάτος 120 μοιρών Α και ακολούθως ο μεσημβρινός πλάτους 120 μοιρών Α μέχρι τις ακτές της Αυστραλίας” αντικαθίστανται από τις λέξεις “μέχρι πλάτος 114 μοιρών Α και ακολούθως ο μεσημβρινός πλάτους 114 μοιρών Α μέχρι τις ακτές της Αυστραλίας”.
Χάρτης ζωνών και εποχιακών περιοχών
Οι λέξεις “ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΖΩΝΗ ΧΕΙΜΩΝΑ” όπου υποδηλώνουν την περιοχή κατά μήκος της ανατολικής ακτής των Ηνωμένων Πολιτειών αντικαθίστανται με τις λέξεις “ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΧΕΙΜΩΝΑ” Οι λέξεις “ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΖΩΝΗ ΧΕΙΜΩΝΑ” όπου εμφανίζονται στον χάρτη (εκτός των περιπτώσεων που αναφέρονται παραπάνω) αντικαθίστανται με τις λέξεις “ΧΕΙΜΩΝΑ ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΖΩΝΗ” και οι λέξεις “ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΤΡΟΠΙΚΗ” αντικαθίστανται με τις λέξεις “ΕΠΟΧΙΑΚΗ ΤΡΟΠΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ” Στην σημείωμα η λέξη “Δυτική” αντικαθίσταται με την λέξη “Ανατολική”. Το όριο της εποχιακής τροπικής περιοχής στις ακτές της Αυστραλίας μετακινείται από το μήκος 120 μοιρών Α στο μήκος 114 μοιρών Α. Το νότιο όριο της νότιας θερινής ζώνης ανατολικά του σημείου με πλάτος 33 μοίρες Ν, μήκος 79 μοίρες Δ μέχρι την δυτική ακτή της Αμερικής Ηπείρου παραλείπεται. Τοποθετείται η λοξοδρομία από το σημείο πλάτους 33 μοιρών Ν, μήκους 79 μοιρών Δ μέχρι το σημείο πλάτους 41 μοιρών Ν, μήκους 75 μοιρών Δ. Ακολούθως τοποθετείται η λοξοδρομία στον φάρο PUNTA CORONA, στο νησί CHILOE ISLAND, πλάτους 41 μοίρες 47` Ν, μήκους 73 μοίρες 53` Δ. Ακολούθως η βόρεια, ανατολική και νότια ακτή του νησιού CHILOE ISLAND τοποθετούνται σαν όρια μέχρι το σημείο πλάτους 43 μοιρών 20` Ν, μήκους 74 μοιρών 20` Δ. Ακολούθως τοποθετείται ο μεσημβρινός μήκους 74 μοιρών 20` Δ, μέχρι τον παράλληλο πλάτους 45 μοιρών 45` Ν και ακολούθως αυτός ο παράλληλος μέχρι την δυτική ακτή της Νότιας Αμερικής. Η λοξοδρομία από το σημείο πλάτους 26 μοιρών Ν, μήκους 75 μοιρών Δ στην δυτική ακτή της Νότιας Αμερικής στο πλάτος 30 μοιρών Ν παραλείπεται από το νότιο όριο της τροπικής ζώνης. Τοποθετείται η λοξοδρομία από το σημείο πλάτους 26 μοιρών Ν, μήκους 75 μοιρών Δ μέχρι το σημείο πλάτους 32 μοιρών 47` Ν, μήκους 75 μοιρών Δ και ακολούθως ο παράλληλος πλάτους 32 μοιρών 47` Ν μέχρι την δυτική ακτή της Νότιας Αμερικής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ
Οι υπάρχοντες τύποι του Διεθνούς Πιστοποιητικού Γραμμών Φορτώσεως (1966) και του Διεθνούς Πιστοποιητικού Απαλλαγής Γραμμών Φορτώσεως αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

Οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, 5 και 8 του α.ν. 391/1968 “Περί Κυρώσεως της Διεθνούς Συμβάσεως περί Γραμμών Φορτώσεως, 1966” (ΦΕΚ 125 Α`), εφαρμόζονται και επί του Πρωτοκόλλου που κυρώνεται με το άρθρο πρώτο.

Οι παραβάτες των διατάξεων του νόμου αυτού και του α.ν. 391/1968, όπως ισχύουν κάθε φορά, καθώς και των διατάξεων των διαταγμάτων και κανονισμών των εκδιδομένων κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 5 του α.ν. 391/1968, ανεξάρτητα αν συντρέχει περίπτωση άσκησης ποινικής ή πειθαρχικής δίωξης, τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν.δ. 187/1973 (ΦΕΚ 261 Α`), όπως ισχύει κάθε φορά. Η προβλεπόμενη από το εν λόγω άρθρο 45 διαδικασία άσκησης και εκδίκασης προσφυγών εφαρμόζεται και εν προκειμένω.

Η παράγραφος 4 του άρθρου 87 του ν. 792/1978, όπως κωδικοποιήθηκε με το π.δ. 913/1978 (ΦΕΚ 220 Α`), αντικαθίσταται ως ακολούθως: 4. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας μετά γνώμη του Δ.Σ. του Ν.Α.Τ. μπορεί να καθορίζονται: α) τα διατιμημένα έντυπα του Ν.Α.Τ., των οποίων τα έσοδα αποτελούν πόρο αυτού, β) ο φορέας ή οι φορείς και η διαδικασία εκτύπωσης και διάθεσης, γ) το αντίτιμο και ο τρόπος είσπραξής του με άμεση καταβολή ή με επικόλληση ειδικού ενσήμου, καθώς και ο τύπος του ενσήμου και ο τρόπος προμήθειας και διάθεσης αυτού και δ) κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με τα διατιμημένα έντυπα του Ν.Α.Τ.

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, του δε Πρωτοκόλλου και των Προσαρτημάτων του από την ολοκλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου V αυτού.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 9 Μαΐου 1994

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΡΟΛΟΣ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΣΙΦΑΡΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους

Αθήνα, 9 Μαΐου 1994

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Γ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ