Νόμος υπ’αριθ.2169 ΦΕΚ 149/10.09.1993
Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Άρθρο 1
Ορισμός – Σκοπός – Νομική μορφή – Διαβαθμίσεις
1. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις (Α.Σ.Ο.) όλων των βαθμίδων και οι Κοινοπραξίες τους είναι εκούσιες ενώσεις προσώπων, οι οποίες επιδιώκουν την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική τους ανάπτυξη, μέσα από μια κοινή επιχείρηση με ισότιμη συνεργασία και αμοιβαία βοήθεια των μελών της.
2. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις όλων των βαθμίδων και οι Κοινοπραξίες τους είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και έχουν εμπορική ιδιότητα.
3. Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από το νόμο αυτόν εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι κανόνες του αστικού και του εμπορικού δικαίου.
4. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις διαβαθμίζονται ως εξής:
α) Πρωτοβάθμιες:
αα) Αγροτικοί Συνεταιρισμοί (Α Σ.)
ββ) Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιρισμών
β) Δευτεροβάθμιες:
αα) Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών (Ε.Α.Σ.)
ββ) Κοινοπραξίες Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών
γ) Τριτοβάθμιες:
αα) Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις
ββ) Κοινοπραξίες Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων.
5. Στις διατάξεις του νόμου αυτού υπάγεται και η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.), που είναι το ανώτατο ιδεολογικό και συντονιστικό όργανο του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος της χώρας. β. Δεν αποτελούν βαθμούς Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων:
α) η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ ), β) οι κοινές επιχειρήσεις στις οποίες μετέχουν οι Αγροτικές Συνεταιριατικές Οργανώσεις, Κοινοπραξίες και Εταιρείες τους,
γ) οι Συνεταιριστικές Εταιρείες (άρθρο 39).
Σχετικό: άρθρο 41 του Ν.2810/2000 “Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις” ΦΕΚ Α 61/9.3.2000
Άρθρο 2
Δραστηριότητες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
1. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις αναπτύσσουν οποιαδήποτε δραστηριότητα για την επίτευξη του σκοπού τους, που μπορεί να καλύπτει την παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία των αγροτικών προιόντων, την παραγωγή και προμήθεια γεωργικών εφοδίων, καθώς και την κατασκευή και προμήθεια των μέσων αγροτικής παραγωγής και βιοτικής ανάγκης.
2. Για την εκπλήρωση των σκοπών τους, οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις μπορεί να ιδρύουν υποκαταστήματα στο εσωτερικό και εξωτερικό, να συμπράττουν σε κοινές επιχειρήσεις με καταναλωτικούς και άλλους συνεταιρισμούς, νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α`), και επανοριοθετηθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 51 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α`), με κοινωφελείς οργανισμούς, με επιχειρήσεις Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), με Συνεταιριστικές Οργανώσεις άλλων χωρών, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα πλαίσια της διακρατικής ή και διεπαγγελματικής συνεργασίας που αναγνωρίζει και θε- σμοθετεί η Κοινότητα και να συμμετέχουν σε θεσμικά όργανα της Κοινότητας, όπως ο Ευρωπαικός Ομιλος Οικονομικού Σκοπού, Ευρωπαική Εταιρεια, κ. ά..
Άρθρο 3
Εδρα – Περιφέρεια – Επωνυμία
1. Εδρα της Αγροτικής Συνεταιριστικής Οργάνωσης είναι ο Δήμος ή η Κοινότητα, όπου είναι εγκατεστημένη η διοίκηση της.
2. Η περιφέρεια της Α.Σ.Ο. ορίζεται από το καταστατικό της. “Δεν επιτρέπεται η ίδρυση δεύτερου αγροτικού συνεταιρισμού μέσα στα όρια ενός δήμου ή κοινότητας. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η Ιδρυση και λειτουργία πρωτοβάθμιων αγροτικών συνεταιρισμών ειδικού σκοπού, ιδιως δασικών, κτηνοτροφικών, αλιευτικών, σηροτροφικών, μελισσοκομικών, ανθοκομικών, εκτροφής γουνοφόρων ζώων, αγροτικής βιοτεχνίας και οικοτεχνίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ. της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. και έκδοση σχετικής απόφασης του Υπουργού Γεωργίας. Οι ήδη λειτουργούντες συνεταιρισμοι των οποιων οι περιφέρειες βρίσκονται μέσα στον ίδιο δήμο ή κοινότητα συνεχίζουν τη λειτουργία τους.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 1 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
3. Η επωνυμία εκφράζει το σκοπό ή τα αντικείμενα δραστηριότητας του συνεταιρισμού και περιλαμβάνει υποχρεωτικά την ιδιότητα αυτού ως Αγροτικού και το όνομα του Δήμου ή της Κοινότητας όπου βρίσκεται η έδρα του.
4. Η επωνυμία χρησιμοποιείται υποχρεωτικά στις συναλλαγές και σε κάθε νομική πράξη, την οποία επιχειρούν ή στην οποία μετέχουν οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι Κοινοπραξίες τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΣΥΣΤΑΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ
Άρθρο 4
`Οροι σύστασης
1. Για τη σύσταση Αγροτικού Συνεταιρισμού απαιτείται η σύνταξη καταστατικού και η υπογραφή του από είκοσι (20) τουλάχιστον πρόσωπα, που συγκεντρώνουν τις προυποθέσεις του άρθρου 7, καθώς και η έγκριση του από το ειρηνοδικείο της έδρας του συνεταιρισμού.
2. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση της Ενωσης Συνεταιρισμών της περιφέρειας του υπό ίδρυση συνεταιρισμού, είναι δυνατή η σύσταση αγροτικού συνεταιρισμού με λιγότερα από είκοσι (20) μέλη σε περιοχές όπου ειδικές συνθήκες το επιβάλλουν.
3. Οι ήδη λειτουργούντες αγροτικοί συνεταιρισμοί με μέλη λιγότερα από είκοσι (20) συνεχίζουν τη λειτουργία τους.
Άρθρο 5
Τύπος και περιεχόμενο Καταστατικού
1. Το Καταστατικό καταρτίζεται με ιδιωτικό έγγραφο, που χρονολογείται και υπογράφεται από τα ιδρυτικά του μέλη.
2. Το Καταστατικό περιέχει υποχρεωτικά:
α) Το ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο ή επωνυμία και κατοικία των ιδρυτικών μελών.
β) Την επωνυμία, έδρα και περιφέρεια του συνεταιρισμού.
γ) Το σκοπό και το αντικείμενο των δραστηριοτήτων του συνεταιρισμού.
δ) Τους όρους εγγραφής, αποχώρησης και διαγραφής των μελών, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.
ε) Την έκταση της συνεταιρικής μερίδας, τον τρόπο προσδιορισμού του αριθμού των υποχρεωτικών μερίδων και καταβολής τους, τη διαδικασία απόδοσης τους σε περίπτωση αποχώρησης, καθώς και την έκταση της ευθύνης των μελών.
στ) Τις προυποθέσεις σύγκλησης και λήψης αποφάσεων από τη Γενική Συνέλευση (Γ.Σ.), το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) και το Εποπτικό Συμβούλιο (Ε.Σ.).
ζ) Τις αρμοδιότητες της Γ.Σ., τοι Δ.Σ. και του Ε.Σ..
η) Τα ποσοστά επί των πλεονασμάτων χρήσης για δημιουργία αποθεματικών.
ι) Τον ορισμό Προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου για την τήρηση των νομίμων διαδικασιών για έγκριση του Καταστατικού και τη σύγκληση της Πρώτης Γενικής Συνέλευσης για ανάδειξη των οργάνων διοίκησης του Αγροτικού Συνεταιρισμού.
3. Το Καταστατικό μπορεί να ορίζει:
α) Τη σύσταση και λειτουργία Τοπικών Συνελεύσεων (Τ.Σ.) και Ειδικών Συνελεύσεων (Ειδ. Σ.), τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων τους, τη σχέση τους με τις Γενικές Συνελεύσεις και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών τους.
β) Τη χρονική διάρκεια του συνεταιρισμού η οποία μπορεί να είναι απεριόριατη.
γ) Την υποχρέωση τήρησης πρόσθετων βιβλίων.
δ) Θέματα σχετικά με την κοινή χρήση περιουσιακών στοιχείων των μελών.
ε) Τους όρους παροχής εργασίας των μελών και παράδοσης της παραγωγής στο συνεταιρισμό, επεξεργασίας, διακίνησης και εμπορίας της από αυτόν καθώς και τις δυνατότητες παροχής προσωπικής εργασίας των μελών.
Άρθρο 6
`Εγκριση – Καταχώρηση Καταστατικού
1. Το Καταστατικό εγκρίνεται από το ειρηνοδικείο της περιφέρειας όπου εδρεύει ο Αγροτικός Συνεταιρισμός.
2. Για την έγκριση του Καταστατικού υποβάλλεται στο ειρηνοδικείο αίτηση από το προσωρινό Δ.Σ., που εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
3. Αν το Καταστατικό δεν είναι σύννομο, το ειρηνοδικείο καλεί το προσωρινό Δ.Σ. να προβεί στις απαραίτητες διορθώσεις μέσα σε πέντε (5) ημέρες. Στη συνέχεια εκδίδεται απόφαση του ειρηνοδικείου και εάν αποδέχεται την αίτηση, καταχωρείται το Καταστατικό στο βιβλίο μητρώου Αγροτικών Συνεταιρισμών, που τηρείται στο ειρηνοδικείο με μνεία του αριθμού της σχετικής απόφασης. Από την καταχώρηση αυτήν ο αγροτικός συνεταιριαμός αποκτά νομική προσωπικότητα. Η ίδια διαδικασία τηρείται και για την τροποποίηση του Καταστατικού. Σε κάθε περίπτωση κυρωμένο αντίγραφο της απόφασης και του Καταστατικού αποστέλλεται από το ειρηνοδικείο στη Διεύθυνση Αγροτικών Συνεταιρισμών του Υπουργείου Γεωργίας.
4. Κατά της απορριπτικής απόφασης του ειρηνοδικείου μπορεί να ασκηθεί έφεση στο μονομελές πρωτοδικείο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΜΕΛΗ – ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Άρθρο 7
Μέλη
1. Μέλη Αγροτικού Συνεταιρισμού μπορεί να γίνουν ενήλικα φυσικά πρόσωπα, που είναι κάτοχοι ή μισθωτές εκμεταλλεύσεων σε οποιονδήποτε κλάδο της αγροτικής οικονομίας, στις οποίες απασχολούνται κατά κύριο λόγο και ο κλάδος αυτός να προβλέπεται από τον καταστατικό σκοπό του Συνεταιρισμού. Επίσης, μπορεί να γίνουν μέλη εκκλησιαστικά ή κοινωφελή ιδρύματα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με τις ίδιες ως άνω προυποθέσεις. Για την ίδια αγροτική εκμετάλλευση γίνονται δεκτοί στο Συνεταιρισμό, ο αρχηγός της εκμετάλλευσης και τυχόν ενήλικα τέκνα του, με τα οποία την εκμεταλλεύεται από κοινού. Δεν υπάρχει περιορισμός για την εισδοχή – μελών στους ελεύθερους Δασικούς και Αλιευτικούς Συνεταιρισμούς Εργασίας.
2. Μέλος Αγροτικού Συνεταιρισμού δεν μπορεί να είναι μέλος και σε άλλον Αγροτικό Συνεταιρισμό του ίδιου σκοπού και στην ίδια περιφέρεια.
3. Η ιδιότητα του ιδρυτικού μέλους Αγροτικού Συνεταιρισμού αποκτάται από την καταχώρηση του Καταστατικού στο βιβλίο μητρώου Αγροτικών Συνεταιρισμών, σύμφωνα με το άρθρο 6 και την καταβολή της συνεταιρικής μερίδας, σύμφωνα με το άρθρο 13 του παρόντος.
Άρθρο 8
Κωλύματα
1. Δεν μπορεί να γίνει μέλος Αγροτικού Συνεταιρισμού όποιος:
α) Ασκεί δραστηριότητες ανταγωνιστικές με εκείνες του συνεταιρισμού.
β) Βλάπτει τα συμφέροντα τον Συνεταιρισμού με οποιονδήποτε τρόπο.
γ) Τελεί υπό απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη.
δ) Εχει καταδικαστεί αμετάκλητα για κακούργημα ή εκ δόλου πλημμέλημα σε βάρος της περιουσίας Αγροτικής Συνεταιριστικής Οργάνωσης ή του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτήν η απαγόρευση ισχύει μέχρι της δια- γραφής της ποινής από το ποινικό μητρώο σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
2. Το Καταστατικό μπορεί να ορίζει και άλλες προυποθέσεις ή κωλύματα για μη συμμετοχή στην Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση, αρκεί να μην δυσχεραίνεται η ελεύθερη εγγραφή μελών. Οι σχετικές διατάξεις ισχύουν μόνο για το μετά από αυτές εγγραφόμενα μέλη.
Άρθρο 9
Διαδικασία εγγραφής μέλους
1. Η εγγραφή μέλους στο Συνεταιρισμό γίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνεταιρισμού, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Αν η αίτηση απορριφθεί ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει στη Γενική Συνέλευση, η οποία αποφασίζει οριστικά. Οι λοιποί όροι και η διαδικασία εγγραφής ορίζονται από το Καταστατικό. Αν η Γενική Συνέλευση απορρίψει την αίτηση εγγραφής, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να προσφύγει στο αρμόδιο ειρηνοδικείο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης.
2. Το Δ.Σ. υποχρεούται να ενημερώνει στο τέλος κάθε ημερολογιακού τους το ειρηνοδικείο για κάθε μεταβολή των μελών του.
Άρθρο 10
Υποχρεώσεις και δικαιώματα του μέλους
1. Κάθε μέλος του Αγροτικού Συνεταιρισμού υποχρεούται:
α) Να παραμένει μέλος του Συνεταιρισμού για όσο χρόνο προβλέπει το Καταστατικό του, εκτός εάν συντρέχει σπουδαίος λόγος πρόωρης αποχώρησής του, τον οποίο υποχρεούται να δηλώσει έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.
Η διαδικασία και οι λοιποί όροι αποχώρησης ορίζονται στο Καταστατικό.
β) Να καταβάλλει τη συνεταιρική μερίδα. Μέλος που καθυστερεί έστω και μια δόση της συνεταιρικής μερίδας δεν έχει δικαίωμα ψήφου στη Γενική Συνέλευση και δικαίωμα εκλέγεσθαι.
2. Κάθε μέλος του Αγροτικού Συνεταιρισμού δικαιούται:
α) Να εκλέγει και να εκλέγεται στο Διοικητικό και το Εποπτικό Συμβούλιο καθώς και ως αντιπρόσωπος σε ανώτερου βαθμού Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση και Κοινοπραξία.
β) Να ζητεί πληροφορίες σχετικά με την πορεία των υποθέσεων του Συνεταιρισμού. Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να παρέχει τις σχετικές πληροφορίες στην πρώτη, μετά την υποβολή της αίτησης, Γενική Συνέλευση των μελών.
γ) Να συμμετέχει στη Γενική Συνέλευση και να παίρνει αντίγραφο των πρακτικών αυτής καθώς και αντίγραφο του ισολογισμού και του λογαριασμού Αποτελέσματα Χρήσης.
δ) Να λαμβάνει γνώση του περιεχομένου των ατομικών του λογαριασμών και των αποφάσεων των οργάνων διοίκησης του Συνεταιρισμού, σύμφωνα με τους όρους του Καταστατικού.
ε) Να συμμετέχει στο καθαρό πλεόνασμα της διαχειριστικής χρήσης και στο προιόν της εκκαθάρισης.
Άρθρο 11
Αποχώρηση – Θάνατος μέλους
1. Ο συνεταίρος δεν μπορεί να αποχωρήσει από το Συνεταιρισμό, πριν περάσει ο χρόνος για τον οποίο έχει δεσμευτεί, εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος.
2. Ο συνεταίρος δηλώνει τη θέληση του να αποχωρήσει από το Συνεταιρισμό, τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.
Η δήλωση αποχώρησης είναι ελεύθερα ανακλητή, κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία υποβλήθηκε και ισχύει για το τέλος αυτής.
3. Ο συνεταίρος που αποχωρεί αναλαμβάνει την ονομαστική αξία της συνεταιρικής του μερίδας ή του τμήματός της, που έχει ήδη καταβάλει, με ανάλογη μείωση της, σε περίπτωση ζημιών του Συνεταιρισμού.
Το Καταστατικό καθορίζει τη διαδικασία απόδοσης της συνεταιρικής μερίδας.
4. Αν ο συνεταίρος που ζήτησε να αποχωρήσει είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Εποπτικού Συμβουλίου ή αντιπρόσωπος του Συνεταιρισμού σε Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση ανώτερου βαθμού, εκπίπτει αυτοδίκαια από το αξίωμά του από την ημέρα που δήλωσε ότι αποχωρεί. Η ανάκληση της δήλωσης αποχώρησης δεν επιφέρει αναβίωση του αξιώματός του.
5. Αν η Γενική Συνέλευση του Συνεταιρισμού αποφασίσει τη μεταβολή του σκοπού ή τη συγχώνευσή του με άλλον η με άλλους Συνεταιρισμούς, τα μέλη που διαφωνούν μπορεί να αποχωρούν από το Συνεταιρισμό και πριν περάσει ο χρόνος για τον οποίο έχουν δεσμευτεί.
Η δήλωση για την αποχώρηση υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη λήψη της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης, μπορεί δε αυτή να ανακληθεί μέσα σε ένα (1) μήνα από τότε που υποβλήθηκε.
Η αποχώρηση επέρχεται με τη δημοσίευση της εγκριτικής δικαστικής απόφασης της τροποποίησης του Καταστατικού ή με την πραγματοποίηση της συγχώνευσης.
6. Ο συνέταιρος υποχρεούται να επανορθώσει κάθε ζημία του Συνεταιρισμού από την πρόωρη λύση της συνεταιριστικής σχέσης, χωρίς σπουδαίο λόγο, η συνδρομή του οποίου διαπιστώνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Το ύψος της ζημίας προσδιορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
7. Σε περίπτωση θανάτου μέλους του Συνεταιρισμού, ο κληρονόμος ή, όταν υπάρχουν περισσότεροι κληρονόμοι, αυτός που αποδείχθηκε με έγγραφη συμφωνία, εφάσον έχει τις προϋποθέσεις, υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέλους που πέθανε. Αλλως, η ονομαστική αξία της συνεταιρικής μερίδας του, μειωμένη ανάλογα όταν υπάρχει ζημία, αποδίδεται στους κληρονόμους του στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου στη διάρκεια της οποίας επήλθε ο θάνατος του μέλους.
Άρθρο 12
Διαγραφή μέλους
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο, με αιτιολογημένη απόφασή του, υποχρεούται να διαγράφει το μέλος του Συνεταιρισμού όταν:
α) δεν έχει πλέον τις προυποθέσεις εγγραφής του,
β) επήλθε στο πρόσωπό του ένα από τα κωλύματα εγγραφής,
γ) βλάπτει με πρόθεση τα συμφέροντα του Συνεταιρισμού ή αδικαιολόγητα δεν εκπληροί τις προς αυτόν υποχρεώσεις του.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο, πριν από την απόφαση του περί διαγραφής συνεταίρου, τάσσει σ` αυτόν δεκαήμερη προθεσμία για παροχή εξηγήσεων και άρση του λόγου διαγραφής, αν συντρέχει τέτοια περίπτωση.
3. Στις περιπτώσεις της περίπτωσης γ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται προσφυγή του διαγραφέντος στην πρώτη Γενική Συνέλευση.
4. Κατά των παραπάνω αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και της Γενικής Συνέλευσης επιτρέπεται προσφυγή του διαγραφέντος στο ειρηνοδικείο εντός δέκα (10) ημερών απά την κοινοποίηση της απόφασης. Το ειρηνοδικειο δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και η απόφαση του δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
5. Η διαγραφή επέρχεται δέκα (10) ημέρες μετά την κοινοποίηση της απόφασης της Γενικής Συνέλευσης ή του Διοικητικού Συμβουλίου ή από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης.
6. Το Δ.Σ. αποφασίζει αν το μέλος που διαγράφεται δικαιούται να αναλάβει την αξία της συνεταιρικής του μερίδας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΛΩΝ – ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΥ
Άρθρο 13
Συνεταιρική μερίδα
1. Συνεταιρική μερίδα είναι το χρηματικό ποσό με το οποίο κάθε μέλος συμμετέχει στα κεφάλαια του Συνεταιρισμού και εκφράζει το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή. Κάθε συνεταίρος υποχρεούται να έχει μία τουλάχιστον συνεταιρική μερίδα.
2. Το Καταστατικό προβλέπει το ύψος της συνεταιρικής μερίδας, τις χρονικές δόσεις καταβολής της και τον αριθμό των μερίδων των συνεταίρων. Το ύψος της συνεταιρικής μερίδας δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών και ο χρόνος καταβολής δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των τριών (3) ετών.
3. Η συνεταιρική μερίδα είναι αδιαίρετη, αμεταβίβαστη και ίση για λους τους συνεταίρους.
4. Το Καταστατικά μπορεί να προβλέπει τη δυνατότητα απόκτησης περισσότερων της μιας συνεταιρικών μερίδων εκ μέρους των μελών και τις από αυτές απορρέουσες υποχρεώσεις και δικαιώματα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 14 παρ. 1 και 16 παρ. 2 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 14
Ευθύνη του συνεταίρου για υποχρεώσεις του Συνεταιρισμού
1. Για τις υποχρεώσεις του Συνεταιρισμού προς τρίτους τα μέλη ευθύνονται περιορισμένα στο εξαπλάσιο του ύψους της συνεταιρικής μερίδας. Το Καταστατικό μπορεί να προβλέπει και θέσπιση υψηλότερου ορίου ευθύνης των συνεταίρων.
Οταν από τον ισολογισμό της οικονομικής χρήσης προκύπτει ότι οι υποχρεώσεις του Συνεταιρισμού δεν καλύπτονται από τη συνολική συνεταιρική ευθύνη των μελών τους και την αξία των περιουσιακών στοιχείων του Συνεταιρισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλέσει τη Γενική Συνέλευση των μελών για την αύξηση του ποσού της ευθύνης μέχρι να καλυφθεί το ποσό των υποχρεώσεων του Συνεταιρισμού και για ίσο ποσό για κάθε συνεταιρική μερίδα των μελών.
2. Η προσωπική ευθύνη των συνεταίρων απέναντι στους δανειστές του Συνεταιρισμού γεννάται όταν οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και οι Κοινοπραξίες τους αδυνατούν να πληρώσουν τις ληξιπμόθεσμες οφειλές τους και μόνον όταν κατά τη σύνταξη του ισολογισμού διαπιστωθεί ότι οι υποχρεώσεις του Συνεταιρισμού υπερβαίνουν το ενεργητικά κατά το διπλάσιο του συνολικού ποσού των κεφαλαίων του Συνεταιρισμού, που προέρχεται από τις καταβεβλημένες μερίδες και τα δημιουργούμενα από το άρθρο 30 αποθεματικά.
Το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να συγκαλεί αμέσως τη Γενική Συνέλευση με θέμα τον επιμερισμό των ακάλυπτων χρεών του Συνεταιρισμού στα μέλη του, εντός πάντοτε του ορίου ευθύνης τους, προς την οποία υποβάλλει και πίνακα του επιμεριζόμενου χρέους του Συνεταιρισμού.
Ο πίνακας αυτός υποβάλλεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, αμέσως μετά την εγκρισή του από τη Γενική Συνέλευση, που αποφαίνεται με τη συνήθη απαρτία και πλειοψηφία, στο ειρηνοδικείο της έδρας του Συνεταιρισμού και κηρύσσεται από αυτό εκτελεστός.
3. Ο συνεταίρος ευθύνεται με τον ίδιο τρόπο και μετά την εξοδό του από το Συνεταιρισμό για χρέη που δημιουργήθηκαν όταν ήταν μέλος ή για προηγούμενα χρέη που αποδέχθηκε κατά την εγγραφή του. Η αξίωση του Συνεταιρισμού ή τρίτων κατά του συνεταίρου παραγράφεται μετά παρέλευση πενταετίας από την εξοδό του.
4. Η ευθύνη του συνεταίρου παύει μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από την ημερομηνία που περατώθηκε η εκκαθάριση του Συνεταιρισμού, στην περίπτωση της πτώχευσης ή διάλυσης του, εκτός αν μέσα στο έτος έχει ασκηθεί εναντίον του αγωγή.
5. Δεν διατάσσεται προσωπική κράτηση κατά του συνεταίρου για χρέη του Συνεταιρισμού προς τρίτους και το Δημόσιο.
Άρθρο 15
Υποχρεώσεις των συνεταίρων προς τρίτους
1. Οι δανειστές μέλους Αγροτικού Συνεταιρισμού δεν εχουν δικαίωμα στη συνεταιρική μερίδα, στα πλεονάσματα της χρήσης και στα κινητά ή ακίνητα που τυχόν η χρήση τους έχει παραχωρηθεί από το μέλος στο Συνεταιρισμό, προτού γεννηθεί το δικαίωμα του δανειστή.
2. Δεν υπόκεινται σε κατάσχεση ή λήψη ασφαλιστικών μέτρων για χρέη των συνεταίρων προς τρίτους:
α) Το αντάλλαγμα για τη χρήση των περιουσιακών στοιχείων που έχουν παραχωρηθεί στο Συνεταιρισμό,
β) Τα προιόντα της παραγωγής των μελών που παραδόθηκαν στο Συνεταιρισμό για πώληση ή διάθεση στην αγορά, αυτούσια ή μετά από μεταποίηση ή επεξεργασία,
γ) το τίμημα των προιόντων της περίπτωσης β`.
3. Δεν επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του Συνεταιρισμού από τρίτους ως τρίτου:
α) Χρημάτων που έχουν ληφθεί από πιστωτικά ιδρύματα ως δάνειο για λογαριασμό μέλους του.
β) Απαιτήσεων για παροχές σε είδος του Συνεταιρισμού προς τα μέλη του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ – ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Άρθρο 16
Γενική Συνέλευση μελών – Αρμοδιότητες
1. Η Γενική Συνέλευση είναι το ανώτατο όργανο του Συνεταιρισμού και απαρτίζεται από όλα τα μέλη του.
2. Στη γενική συνέλευση κάθε μέλος έχει μια ψήφο. Τα μέλη μετέχουν και ψηφίζουν στη γενική συνέλευση αυτοπροσώπως”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 1 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
3. Η Γενική συνέλευση αποφασίζει για κάθε θέμα για το οποίο δεν προβλέπεται άλλο αρμόδιο όργανο
Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης ανήκουν:
α) Η τροποποίηση του καταστατικού
β) Η συγχώνευση, η παράταση της διάρκειας και η διάλυση του Συνεταιρισμού.
γ) Η ψήφιση και η τροποποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού λειτουργίας του Συνεταιρισμού και του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης Προσωπικού.
δ) Η συμμετοχή του Συνεταιρισμού σε κοινές επιχειρήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ 2 σε Συνεταιριστικές Οργανώσεις ανώτερου βαθμού ή σε Συνεταιριστικές Εταιρείες του άρθρου 39 και η αποχώρηση του από αυτές.
ε) Η εκλογή, ανάκληση, αντικατάσταση και απαλλαγή από κάθε ευθύνη των μελών του Διοικητικού και του Εποπτικού Συμβουλίου, καθώς και των αντιπροσώπων σε Συνεταιριστικές Οργανώσεις.
στ) Η έγκριση για την αγορά ή την πώληση ακινήτου ή την ίδρυση βιοτεχνίας ή βιομηχανίας, καθώς και η έγκριση για τη σύναψη δανείου για τους σκοπούς αυτούς και ο καθορισμός του ανώτατου ορίου και των όρων χορήγησης δανείων προς τα μέλη του.
ζ) Η έγκριση του Ισολογισμού και του Λογαριασμού Αποτελέσματα Χρήσης και ο καθορισμός του τρόπου διάθεσης των πλεονασμάτων της χρήσης ή της επιβάρυνσης των μελών από τυχόν ζημίες.
η) Η επιβολή ειδικής εισφοράς στα μέλη του Συνεταιρισμού για την εκπλήρωση συγκεκριμένων σκοπών, που πρέπει απαραίτητα να αναφέρονται στο Καταστατικό.
θ) Η έγκριση του προγράμματος δράσης και ανάπτυξης του Συνεταιρισμού για τα επόμενα έτη και ο αντίστοιχος προυπυλογισμός.
ι) Κάθε άλλο θέμα το οποίο προβλέπεται στο Καταστατικό καθώς και ο ετήσιος προυπολογισμός δαπανών.
4. Η Γενική Συνέλευση μπορεί με απόφασή της να μεταβιβάζει στο Διοικητικό Συμβούλιο την άσκηση πων αρμοδιοτήτων της για την αγορά ή πώληση ακινήτου και τη σύναψη δανείου για το σκοπό αυτόν, καθώς και να εξουσιοδοτεί το Διοικητικό Συμβούλιο, μέσα στα πλαίσια του προυπολογισμού που εγκρίθηκε, για μεταφορά κονδυλίων από ένα λογαριασμό σε άλλον.
Άρθρο 17
Σύγκληση – Ημερήσια διάταξη
1. Η Γενική Συνέλευση συγκαλείται από το Διοικητικό Συμβούλιο σε τακτική σύνοδο μία φορά το έτος. Η συνέλευση πραγματοποιείται στην έδρα του Συνεταιρισμού μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από τη λήξη της χρήσης.
Η διαδικασία της σύγκλησης καθορίζεται από το Καταστατικό.
2. Το Διοικητικό ή το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να συγκαλούν έκτακτη Γενική Συνέλευση για λόγους οι οποίοι προβλέπονται από το νόμο ή το Καταστατικό ή όταν τούτο επιβάλλεται από το συμφέρον του Συνε- ταιρισμού.
3. Το ένα πέμπτο (1/5) των μελών του Συνεταιρισμού μπορεί να να ζητήσει από το Διοικητικό Συμβούλιο η σύγκληση έκτακτης Γενικής Συνέλευσης.
Αν το Διοικητικό Συμβούλιο δεν συγκαλέσει τη Γενική Συνέλευση μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την υποβολή της αίτησης, τα παραπάνω μέλη έχουν δικαίωμα σύγκλησής της.
4. Το ίδιο ποσοστό μελών της παρ. 3 μπορεί να ζητήσει, κατά τους όρους του Καταστατικού, την εγγραφή θεμάτων στην ημερησία διάταξή της. Η εγγραφή των θεμάτων αυτών είναι υποχρεωτική.
5. Η Γενική Συνέλευση αποφασίζει μόνο στα θέματα τα οποία περιλαμβάνονται στην πρόσκληση. Θέματα αναβολής ή διακοπής της Συνέλευσης, σύγκλησης νέας ή εγγραφής νέων μελών, δεν είναι αναγκαίο να αναγράφονται στην πρόσκληση.
6. Της Γενικής Συνέλευσης προεδρεύει προσωρινά ο πρόεδρος του Δ.Σ., για τη διαπίστωση της απαρτίας και μέχρι της εκλογής του οριστικού προέδρου αυτής, ο οποίος εκλέγεται με ψηφοφορία, όπως ορίζει το Καταστατικό.
Ο πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης προτείνει δύο πρακτικογράφους και δύο ψηφολέκτες, οι οποίοι εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση.
Άρθρο 18
Απαρτία
1. Η Γενική Συνέλευση συνεδριάζει έγκυρα, εφόσον στην αρχή της συνεδρίασης είναι παρόντα τα μισά τουλάχιστον μέλη (απαρτία).
2. Αν στην πρώτη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης δεν διαπιστωθεί απαρτία, η Γενική Συνέλευση συνέρχεται χωρίς νέα πρόσκληση στον ίδιο τόπο, την ίδια ημέρα και ώρα της επόμενης εβδομάδας και με τα ίδια θέματα ημερήσιας διάταξης.
Τη φορά αυτή υπάρχει απαρτία ανεξάρτητα από τον αριθμό των παριστάμενων μελών.
3. Για θέματα που απαιτείται η αυξημένη πλειοψηφία της παρ. 1 του άρθρου 19, η Γενική Συνέλευση βρίσκεται σε απαρτία αν είναι παρόντα τα δύο τρίτα (2/3) τουλάχιστον των μελών. Αλλως, αναβάλλεται η Συνέλευση και συνέρχεται χωρίς νέα πρόσκληση στον ίδιο τόπο, την ίδια ημέρα και ώρα της επόμενης εβδομάδας και με τα ίδια ειδικά θέματα της ημερήσιας διάταξης. Τη φορά αυτή υπάρχει απαρτία αν είναι παρόντα τα μισά τουλάχιστον μέλη.
4. Τα μέλη που έχουν δικαίωμα ψήφου περιλαμβάνονται σε πίνακα που αναρτά το Δ.Σ. στο χώρο συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης μετά από σχετική διαπίστωση.
Άρθρο 19
Απόφαση
1. Για τη λήψη απόφασης από τη Γενική Συνέλευση στα θέματα της ημερήσιας διάταξης απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τον παρόντο νόμο.
Για τα παρακάτω θέματα απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των μελών που συγκροτούν την απαρτία, στην αρχή της Γενικής Συνέλευσης:
α) Παράταση της διάρκειας ή διάλυσης του Συνεταιρισμού.
β) Μεταβολή του σκοπού ή συγχώνευση του Συνεταιρισμού.
γ) τροποποίηση του Καταστατικού του Συνεταιρισμού.
δ) εκποίηση ή δωρεά ακινήτων του Συνεταιρισμού.
ε) Ανάκληση μελών Διοικητικού, Εποπτικού Συμβουλίου και Αντιπροσώπων σε ανώτερου βαθμού Οργανώσεις.
2. Η ψηφοφορία γίνεται όπως ορίζει το Καταστατικό.
Η ψηφοφορία είναι μυστική για τα παρακάτω θέματα:
α) Αρχαιρεσίες.
β) Παροχή εμπιστοσύνης.
γ) Απαλλαγή από ευθύνη.
δ) Προσωπικά θέματα.
3. Τα μέλη του Διοικητικού και του Εποπτικού Συμβουλίου δεν έχουν δικαίωμα ψήφου σε θέματα απαλλαγής από ευθύνη τους στο Συνεταιρισμό
Άρθρο 20
Ακύρωση απόφασης
1. Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης που έχει ληφθεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή του Καταστατικού υπόκειται σε ακύρωση.
2. Η ακύρωση κηρύσσεται από το μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της Συνεταιριστικής Οργάνωσης μετά από αίτηση του ενός έκτου (1/6) των μελών του Συνεταιρισμού ή των αντιπροσώπων ή μέλους που ειδικά θίγεται από την απόφαση. Η αιτησή για την ακύρωση πρέπει να ασκηθεί μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη λήψη της απόφασης. Αν πρόκειται για ακύρωση εκλογής ή ανάκλησης μελών του Διοικητικού ή του Εποπτικού Συμβουλίου ή αντιπροσώπων, η αίτηση πρέπει να ασκηθεί μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη λήψη τις απόφασης. Το δικαστήριο δικάζει την αίτηση κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και η απόφαση δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
3. Αν η ακυρωτική απόφαση αφορά την εκλογή ενός η περισσότερων μελών του Διοικητικού ή του Εποπτικού Συμβουλίου, για τα οποία δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί, τα υπόλοιπα μέλη, εφόσον είναι περισσότερα από τα μισά του όλου αριθμού τους, συγκαλούν τη Γενική Συνέλευση με μόνο θέμα την εκλογή ισάριθμων μελών που ακυρώθηκε η εκλογή τους. Σε κάθε άλλη περίπτωση με την ακυρωτική απόφαση διορίζεται συγχρόνως προσωρινό Διοικητικό ή Εποπτικό Συμβουλίου από μέλη του Συνεταιρισμού και διατάσσεται η διενέργεια εκλογών για ανάδειξη Διοικητικού ή Επο- πτικού Συμβουλίου ή μελών αυτών μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης.
Άρθρο 21
Τοπικές Συνελεύσεις – Ειδικές Συνελεύσεις
1. Το Καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού μπορεί να προβλέπει τη λειτουργία Τοπικών ή Ειδικών Συνελεύσεων των μελών του.
2. Το Καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας της Τοπικής ή της Ειδικής Συνέλευσης και τη σχέση τους με το Διοικητικό Συμβούλιο.
Άρθρο 22
Διοικητικό Συμβούλιο – Συγκράτηση – Αρμοδιότητες – Λειτουργία
1. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνεταιρισμού αποτελείται από πέντε (5) τουλάχιστον μέλη που εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των μελών. Ο αριθμός των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνεταιρισμού ορίζεται από το Καταστατικό και είναι περιττός. Στο Δ.Σ. μετέχει επιπλέον και εκπρόσωπος του προσωπικού αν τρεις (3) μήνες πριν από τις εκλογές ο αριθμός των μελών του μόνιμου προσωπικού του Συνεταιρισμού είναι μεγαλύτερος από είκοσι (20). Ο εκπρόσωπος του προσωπικού συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου μόνο σε θέματα προσωπικού.
7. Το Δ Σ. εκπροσωπεί το Συνεταιρισμό δικαστικά και εξώδικα και αποφασίζει για όλα τα θέματα, που αφορούν τη διοίκηση και διαχείρισή του μέσα στα πλαίσια του νόμου, του Καταστατικού και των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης. Το Δ.Σ. μπορεί να ορίζει ότι ο πρόεδρός του εκπροσωπεί το Συνεταιρισμό δικαστικά και εξώδικα και να μεταβιβάζει την άσκηση και άλλων αρμοδιοτήτων του ή αναθέτει τη διεξαγωγή ορισμένων εργασιών και την υπογραφή των σχετικών πράξεων και εγγράφων σε ένα από τα μέλη του ή σε υπάλληλο του Συνεταιρισμού.
3. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει υποχρεωτικά μία φορά το μήνα. Οι συνεδριάσεις του δεν είναι δημόσιες.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, όταν τα παρόντα μέλη του είναι περισσότερα από τα απόντα και αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
5. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν μπορεί να μετέχει στις συνεδριάσεις του όταν συζητούνται θέματα που αφορούν άμεσα αυτό, ή σύζυγο ή τέκνα του.
6. Αν ο πρόεδρος ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι αντίδικοι του Συνεταιρισμού, το Συνεταιρισμό εκπροσωπεί το Εποπτικό Συμβούλιο ή το από αυτό εξουσιοδοτημένο μέλος του.
Άρθρο 23
Αρχαιρεσίες
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
1. Οι εκλογές σης αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις για την ανάδειξη του διοικητικού συμβουλίου, του εποπτικού συμβουλίου και των` αντιπροσώπων γίνονται ταυτόχρονα. Διενεργούνται από εφορευτική επιτροπή, η οποία εκλέγεται από τη γενική συνέλευση των μελών και αποτελείται από τρια (3) τουλάχιστο μέλη. Στις εκλογές των δευτεροβάθμιων, τριτοβάθμιων κοινοπραξιών και της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. παρίσταται δικαστικός αντιπρόσωπος διοριζόμενος από το αρμόδιο δικαστήριο.
2. Δικαίωμα συμμετοχής στις αρχαιρεσίες και εκλογής στα όργανα διοίκησης των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων έχουν άλα τα μέλη που εχουν εγγραφεί στο συνεταιρισμό τουλάχιστον έξι (6) μήνες πριν από την οριζόμενη εκάστοτε ημερομηνια σύγκλησης της γενικής συνέλευσης. Αποδοχή αιτησης εγγραφής μετά την πρόσκληση για τη σύγκληση γενικής συνέλευσης και μέχρι την έναρξη των εργασιών δεν επιτρέπεται.
3. Οι εκλογές διεξάγονται με μυστική ψηφοφορία με το σύστημα των συνδυασμών. Κάθε ψηφοδέλτιο συνδυασμού περιλαμβάνει κατά αλφαβητική σειρά τους υποψήφιους για το διοικητικό συμβούλιο και το εποπτικό συμβούλιο και τους υποψήφιους ανππροσώπους. Στις εκλογές μπορούν να συμμετέχουν μεμονωμένοι υποψήφιοι και συνδυασμοί, ανεξάρτητα από τον αριθμό των υποψηφίων που περιλαμβάνουν.
4. Κάθε μέλος του συνεταιρισμού ψηφίζει οσους υποψηφίους του συνδυασμού της προτίμησής του επιθυμεί, μέχρι τη συμπλήρωση του αριθμού των μελών του εκλεγόμενου οργάνου, με σταυρό που σημειώνεται διπλα στο όνομα κάθε υποψηφίου. Ψηφοδέλτια που δεν εχουν σταυρό προτίμησης ή εχουν σταυρούς περισσότερους από τον αριθμό των συμβούλων που θα εκλεγούν ειναι έγκυρα και υπολογίζονται υπέρ του συνδυασμού, χωρις να λαμβάνονται υπόψη οι σταυροι προτίμησης.
5. Οι έδρες του διοικητικού συμβουλίου κατανέμονται δύναμη. Το συνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται με τον αριθμό των εδρών του διοικητικού συμβουλίου. Το πηλίκο της διαίρεσης, και σε περίπτωση ύπαρξης κλάσματος ο πλησιέστερος προς το κλάσμα ακέραιος αριθμός, αποτελεί το εκλογικό μέτρο. Αν το κλάσμα ισούται με το μισό της μονάδας, ως εκλογικό μέτρο θεωρείται ο μεγαλύτερος ακέραιος αριθμός. Κάθε συν- δυασμός καταλαμβάνει τόσες έδρες στο διοικητικό συμβούλιο, όσες φορές χωράει το εκλογικό μέτρο στον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων που έλαβε. Μεμονωμένος υποψήφιος εκλέγεται μάνο αν λάβει αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων ίσο τουλάχιστον με το εκλογικό μέτρο.Οι έδρες που μένουν αδιάθετες κατανέμονται απο μια στους συνδυασμούς εκείνους που εχουν καταλάβει τουλάχιστον μια έδρα και συγκεντρώνουν υπόλοιπο ψηφοδελτίων μεγαλύτερο από το ένα τρίτο (1/3) του εκλογικού μέτρου κατά τη σειρά του αριθμού των υπολοίπων. Οι έδρες που μένουν αδιάθετες και μετά την εφαρμογή της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου κατανέμονται μεταξύ των συνδυασμών που εχουν το μεγαλύτερο υπόλοιπο ψηφοδελτίων κατά τη σειρά της επιτυχίας. Σε περίπτωση ισοδυναμίας γίνεται κλήρωση.
6. Από κάθε συνδυασμό εκλέγονται όσοι συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης. Οι υπόλοιποι υποψήφιοι του συνδυασμού ειναι αναπληρωματικοί κατά τη σειρά του αριθμού των σταυρών προτίμησης που έλαβαν. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση.
7. Η διάρκεια της θητείας του διοικητικού συμβουλίου, του εποπτικού συμβουλίου και των αντιπροσώπων ειναι τριετής.
8. Το διοικητικό συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα αμέσως μετά την εκλογή του, εκλέγει μεταξύ των μελών του πρόεδρο, αντιπρόεδρο, γενικό γραμματέα και ταμια, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του διοικητικού συμβουλίου, η από τα μέλη του απόφαση ανάκλησης και ανακατανομής αξιωμάτων μεταξύ των ίδιων προσώπων ειναι δυνατή μόνο με πλειοψηφία των δύο τριτων (2/3) του συνόλου των μελών του.
9. Δεν μπορει να εκλεγεί μέλος στα όργανα των συνεταιριστικών οργανώσεων εκεινος που:
α) Καταδικάστηκε με αμετάκλητη απόφαση σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, απάτη, υπεξαίρεση (κοινη ή στην υπηρεσία), εκβίαση, πλαστογραφία, ψευδορκία, απιστία, δωροδοκια, παράβαση καθηκοντος, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, υπεξαγωγής εγγράφου, λαθρεμπορία, κατοχή, χρήση και εμπορία ναρκωτικών.
β) Στερήθηκε τα πολιτικά του δικαιώματα, για όσο χρόνο διαρκει η στέρηση.
γ) Ασκει ή μετέχει μέσω της συζύγου του ή των συνοικούντων τέκνων του σε επιχείρηση με σκοπούς ομοίους με εκείνους, που επιδιώκει ο συνεταιρισμός.
10. Εάν κατά τη διάρκεια της θητείας των οργάνων νυν συνεταιριστικών οργανώσεων δημιουργηθεί σε μέλος του κώλυμα από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, το μέλος αυτό εκπίπτει αυτοδικαίως από τό αξίωμά του.
Άρθρο 24
Ευθύνη μελών Διοικητικού Συμβουλίου – Αποζημίωση
1. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ευθύνονται σύμμετρα για κάθε ζημία που υπαίτια προκάλεσαν στο Συνεταιρισμό κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο, το Εποπτικό Συμβούλιο ή το ένα δέκατο (1/10) τουλάχιστον του αριθμού των μελών του Συνεταιρισμού ή των αντιπροσώπων μπορεί να ασκήσουν αγωγή αποζημίωσης του Συνεταιρισμού εναντίον μέλους ή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου με αίτημα την αποκατάσταση της ζημιάς.
3. Το Καταστατικό της Συνεταιριστικής Οργάνωσης δύναται να προβλέπει την παροχή αποζημίωσης στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για την απασχόληση τους με τις υποθέσεις του Συνεταιρισμού. Το ύψος της αποζημίωσης καθορίζεται από τη Γενική Συνέλευση και είναι ανεξάρτητο από τα έξοδα κίνησης και παράστασης και από άλλες δαπάνες που γίνονται για το Συνεταιρισμό και αποδίδονται στα μέλη, κατά τους όρους του Καταστατικού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΕΠΟΠΤΕΙΑ – ΕΛΕΓΧΟΣ
Άρθρο 25
Εποπτικό Συμβούλιο
1. Η εποπτεία και ο έλεγχος της διοίκησης και της διαχείρισης των υποθέσεων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Κοινοπραξιών τους ασκείται από το Εποπτικό Συμβούλιο.
2 Το Εποπτικό Συμβούλιο αποτελείται από τρια (3) τουλάχιστον μέλη, ένα από τα οποία εκλέγεται ως πρόεδρος. Για την εκλογή, συγκρότηση και λειτουργία του Εποπτικού Συμβουλίου εφαρμόζεται ανάλογα το άρθρο 23 του παρόντος. Δεν μπορεί να εκλεγεί μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου συνεταίρος που κατά την προηγούμενη θητεία ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ίδιας Αγροτικής Συνεταιριστικής Οργάνωσης ή Κοινοπραξίας καθώς και οργανώσεων ανώτερου βαθμού στις οποίες μετέχει η Οργάνωση.
Ο συνεταίρος δεν μπορεί να είναι συγχρόνως μέλος Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Κοινοπραξιών τους.
3. Εργο του Εποπτικού Συμβουλίου είναι να ελέγχει την τήρηση των διατάξεων του νόμου, του Καταστατικού και των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης.
Λαμβάνει γνώση των βιβλίων, εγγράφων και κάθε άλλου στοιχείου αναγκαίου για το λογιστικό – διαχειριστικό έλεγχο και ζητεί πληροφορίες για την πορεία των υποθέσεων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Κοινοπραξιών τους.
4. Το Εποπτικό Συμβούλιο συντάσσει για κάθε διαχειριστική περίοδο αναλυτική και για κάθε δραστηριότητα κατατοπιστική έκθεση, την οποία υποχρεούται να δημοσιοποιήσει δέκα (10) ημέρες προ της σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης.
5. Το Εποπτικό Συμβούλιο συνεδριάζει τουλάχιστον μία φορά στους δύο μήνες.
Άρθρο 26
Εποπτεία Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Συνεταιριστικών Εταιριών
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 23 του Ν.2538/1997 (Α 242)
1. Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί κάθε βαθμού, οι Κοινοπραξίες και Εταιρίες τους, τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους.
2. Η εποπτεία έχει σκοπό:
α) Τη νόμιμη λειτουργία των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, των Κοινοπραξιών και των Συνεταιριστικών Εταιριών και ιδίως την τήρηση από τα όργανά τους του νόμου, του καταστατικού και των κανονισμών.
β) Το διαχειριστικό και λογιστικό έλεγχο των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, των Κοινοπραξιών και των Συνεταιριστικών Εταιριών και γενικά την παρακολούθηση της οικονομικής τους κατάστασης.
γ) Την υποβοήθηση του έργου των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, των Κοινοπραξιών και των Εταιριών τους για την ορθολογική οργάνωση, τη σωστή επιχειρηματική δράση, την αποδοτική λειτουργία και την πληρέστερη άσκηση των δραστηριοτήτων τους.
δ) Την υποβοήθηση των Εποπτικών Συμβουλίων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, των Κοινοπραξιών και των Εταιριών τους στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
3. Η εποπτεία του Κράτους στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις λόλων των βαθμίδων, Κοινοπραξίες και Εταιρίες τους, ασκείται από Σώμα Ειδικών Ελεγκτών. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Γεωργίας, ύστερα από γνώμη της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ., καθορίζεται η σύνθεση, διάρθρωση και λειτουργία του Σώματος, ο συνολικός αριθμός των ελεγκτών, οι διαδικασίες επιλογής, πρόσληψης, εκπαίδευσης και μετάθεσης των ελεγκτών, το περιεχόμενο και οι διαδικασίες ελέγχου, τα ειδικότερα καθήκοντα – δικαιώματα και υποχρεώσεις των ελεγκτών. Κατά την εκτέλεση της εργασίας τους οι ελεγκτές είναι ανεξάρτητοι. Οποιαδήποτε παρέμβαση στο έργο τους απαγορεύεται.
Οι δαπάνες λειτουργίας του Σώματος Ειδικών Ελεγκτών καλύπτονται:
α) Από τέλος 0,5% που επιβάλλεται στα πάσης φύσης χορηγούμενα δάνεια από τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις, Κοινοπραξίες και Εταιρίες τους στα μέλη τους.
β) Από ετήσια οικονομική ενίσχυση με την καταβολή από τα έσοδα του ΕΛ.Γ.Α., που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τη διάταξη του εδαφίου α` της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 1790/1988 (ΦΕΚ 134 Α`) όπως αυτή ισχύει κάθε φορά, ποσού ίσου με το 1%. Το ανωτέρω ποσοστό από τα έσοδα του ΕΛ.Γ.Α. δεν υπολογίζεται επί των επιχορηγήσεων απο τον Κρατικό Προυπολογισμό.
γ) Από άλλους πόρους που θα προβλεφθούν από το προεδρικό διάταγμα της παρούσας παραγράφου.
4. Ο έλεγχος του Σώματος Ειδικών Ελεγκτών διακρίνεται σε γενικό και ειδικό.
Ο γενικός έλεγχος είναι αυτεπάγγελτος και διενεργείται μία τουλάχιστον φορά κάθε δύο (2) χρόνια. Η συχνότητα πραγμτοποίησης του γενικού ελέγχου θα προσδιοριστεί στο προεδρικό διάταμγα της προηγούμενης παραγράφου βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Ο ειδικός έλεγχος διενεργείται μετά από αίτημα οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον.
5. Οι ελεγκτές δικαιούνται, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, να ελέγχουν τα βιβλία, τους λογαριασμούς και κάθε άλλο στοιχείο της Συνεταιριστικής Οργάνωσης, που κρίνεται χρήσιμο για την πλήρη και επιτυχή εκτέλεση του έργου τους. Οφείλουν να εξακριβώνουν την αλήθεια και τη νομιμότητα των εγγραφών ιδίως δε να ελέγχουν τον ισολογισμό και τον απολογισμό των Συνεταιριστικών Οργανώσεων και να διαπιστώνουν την ακρίβεια, την ειλικρίνεια και τη νομιμότητα των περιεχομένων.
6. Οι ελεγκτές υποβάλλουν το πόρισμα του ελέγχου τους στο Εποπτικό Συμβούλιο με κοινοποίηση στο Διοικητικό Συμβούλιο της Συνεταιριστικής Οργάνωσης ή στο Διοικητικό Συμβούλιο των Συνεταιριστικών Εταιριών για να το ανακοινώσει στην πρώτη μετά τον έλεγχο Γενική Συνέλευση των μελών της.
Στη Συνέλευση αυτή δικαιούται να παρίσταται και ο ελεγκτής που διενήργησε τον έλεγχο και αν ακόμη δεν έχει κληθεί να παραστεί.
Στην περίπτωση που τα αρμόδια όργανα της Οργάνωσης που ελέγχθηκε δεν ανακοινώσουν το πόρισμα στην πρώτη Γενική Συνέλευση, τα εποπτικά όργανα του Σώματος Ειδικών Ελεγκτών υποχρεούνται εντός μηνός από την πρώτη Γενική Συνεέλυσης να απευθύνονται στη Γενική Συνέλευση, που συγκαλείται από το Εποπτικό Συμβούλιο των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, με σκοπό την ανακοίνωση του πορίσματος ελέγχου.
Αν από το πόρισμα του ελέγχου προκύπτει ότι έχουν συντελεστεί πράξεις που τιμωρούνται από τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα ή των άλλων ειδικών ποινικών νόμων, το ελεγκτικό όργανο υποχρεούται εντός δέκα (10) ημερών να υποβάλει το πόρισμα του ή τη σχετική του έκθεση στην αρμόδια εισαγγελική αρχή.
7. Το Σώμα Ειδικών Ελεγκτών υποχρεούται να συντάσσει και να αποστέλλει στην ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. και στη Διεύθυνση Αγροτικού Συνεργατισμού και Ομαδικών Δραστηριοτήτων του Υπουργείου Γεωργίας, έναν (1) τουλάχιστον μήνα πριν από τη διεξαγωγή της τακτικής Γενικής Συνέλευσης, την ετήσια έκθεση για τους ελέγχους που διενήργησαν τα ελεγκτικά όργανα κατά το διάστημα που μεσολάβησε απόα την προηγούμενη το διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη τακτική Γενική Συνέλευση, καθώς και τα αντίστοιχα συμπεράσματά τους, με σκοπό την ανακοίνωσή της στην τακτική Γενική Συνέλευση.
Το Σώμα Ειδικών Ελεγκτών υποχρεούται να συντάσσει και να αποστέλλει στον Υπουργό Γεωργίας και στον Πρόεδρο της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, έναν (1) τουλάχιστον μήνα πριν από τη διεξαγωγή της τακτικής Γενικής Συνέλευσης, την ετήσια έκθεση που αφορά τους ελέγχους που διενήργησαν τα ελεγκτικά όργανα στις δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις, Κοινοπραξίες και Εταιρίες τους κατά το διάστημα που μεσολάβησε από την προηγούμενη τακτική Γενική Συνέλευση, καθώς και τα αντίστοιχα συμπεράσματά τους.
Την ως άνω υποχρέωση έχει το Σώμα Ειδικών Ελεγκτών και προς το Νομάρχη και το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, εφόσον ο ελεγχόμενος φορέας έχει την έδρα του στον οικείο νομό ή την οικεία περιφέρεια.
8. Η εποπτεία και ο έλεγχος του Υπουργείου Ανάπτυξης στις Ανώνυμες Συνεταιριστικές Εταιρίες δεν θίγονται απότις διατάξεις του νόμου αυτού. Οι διατάξεις που αφορούν το διαχειριστικό, λογιστικό και οικονομικό έλεγχο των Συνεταιριστικών Ανωνύμων Εταιριών, που ελέγχονται σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, δεν υπάγονται στον υποχρεωτικό έλεγχο των Σ.Ο.Ε. όπως αυτός καθορίζεται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ
Άρθρο 27
Η Γενική Συνέλευση με την αυξημένη απαρτία των δύο τρίτων (2/3) των μελών των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Κοινοπραξιών τους και την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων, εκδίδει Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας τους, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται από το Καταστατικό και τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης προσωπικού.
Αν δεν υπάρχει απαρτία, η συνέλευση συνέρχεται εκ νέου χωρίς πρόσκληση στον ίδιο τόπο, ημέρα και ώρα της επόμενης εβδομάδας και με τα ίδια ειδικά θέματα της ημερήσιας διάταξης.
Στην περίπτωση αυτήν υπάρχει απαρτία αν παρίσταται το ένα τρίτο (1/3) των μελών.
Άρθρο 28
Υποχρεωτικά βιβλία των Αγροτικών Συνεταιρισμών, Κοινοπραξιών και Εταιρειών τους
Οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί υποχρεούνται να τηρούν τα παρακάτω βιβλία, θεωρημένα από το Ειρηνοδικείο της έδρας τους.
α) Βιβλίο μητρώου των μελών.
β) Βιβλίο μητρώου μελών κλαδικών οργανώσεων παραγωγής, εφόσον υπάρχουν.
γ) Βιβλίο πρακτικών Γενικών Συνελεύσεων.
δ) βιβλίο πρακτικών Τοπικών και Ειδικών Συνελεύσεων εφόσον λειτουργούν.
ε) Βιβλία πρακτικών συνεδριάσεων Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου. στ) Βιβλίο περιουσίας της αγροτικής συνεταιριστικής οργάνωσης.
ζ) Κάθε άλλο βιβλίο που προβλέπεται από το Καταστατικό, του κώδικα Φορολογικών Στοιχείων και από τις κείμενες περί ομάδων παραγωγών διατάξεις, εφόσον η οργάνωση έχει αναγνωρισθεί ως ομάδα παραγωγών.
η) Η τήρηση Βιβλίων Απογραφής και Ισολογισμού είναι υποχρεωτική και για τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις που ο Κ.Φ.Σ. δεν τις υποχρεώνει προς τούτο.
Άρθρο 29
Οικονομική χρήση – Προγραμματισμός
1. Η οικονομική χρήση της Συνεταιριστικής Οργάνωσης λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους.
Η πρώτη μετά τη σύσταση της Συνεταιριστικής Οργάνωσης οικονομική χρήση λήγει την 31η Δεκεμβρίου του επόμενου από τη σύσταση έτους.
2. Κατά τη λήξη της χρήσης γίνεται απογραφή και συντάσσεται ο Ισολογισμός και ο Λογαριασμός Αποτελέσματα χρήσης, τους οποίους το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται να θέσει στη διάθεση του Εποπτικού Συμβουλίου ένα μήνα πριν απο την τακτική Γενική Συνέλευση.
3. Με τη λήξη της χρήσης, το Διοικητικό Συμβούλιο συντάσσει Εκθεση Πεπραγμένων για τη δραστηριότητα της Οργάνωσης κατά την υπόψη χρήση και Πρόγραμμα Δράσης και Ανάπτυξης της Συνεταιριστικής Οργάνωσης για την επόμενη χρήση.
Το Πρόγραμμα Δράσης και Ανάπτυξης συνοδεύεται απαραίτητα από προυπολογισμό δαπανών και από αιτιολογική έκθεση.
4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Συνεταιριστικής Οργάνωσης υποβάλλει τα στοιχεία των παραγρ. 2 και 3 στην πρώτη Γενική Συνέλευση μετά το τέλος της χρήσης για έγκριση. Κάθε πρόταση για έγκριση ή μη του Ισολογισμού και του Λογαριασμού Αποτελέσματα χρήσης πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη.
5. Η μη έγκριση από τη Γενική Συνέλευση του Ισολογισμού στην περίπτωση που στηρίζεται σε στοιχεία που προκύπτουν από τις υποβληθείσες στη Γενική Συνέλευση εκθέσεις του Σώματος ειδικών ελεγκτών και του Ορκωτού Ελεγκτή, όπου προβλέπεται ο υπ` αυτού έλεγχος, ισοδυναμεί με υποβολή και υπερψήφιση πρότασης μομφής κατά του Διοικητικού Συμβουλίου, επιφέρει την παραίτησή του και την προκήρυξη και διενέργεια εκλογών για την ανάδειξη νέου Διοικητικού Συμβουλίου εντός τριμήνου από την ημέρα της Γενικής Συνέλευσης. Για το διάστημα που μεσολαβεί, η Γενική Συνέλευση προτείνει προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο διορίζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Σε κάθε άλλη περίπτωση η πρόταση μομφής συζητείται σε έκτακτη Γενική Συνέλευση η οποία συγκαλείται μέσα σε ένα (1) μήνα προκειμένου να αποφασίσει για την αποδοχή της ή μη.
6. Ο Ισολογισμός και ο Λογαριασμός Αποτελέσματα Χρήσης μετά την έγκρισή τους από τη Γενική Συνέλευση, υποβάλλονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, στο Ειρηνοδικείο και στην ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών της οποίας είναι μέλος και φυλάσσονται σε ειδικό φάκελο.
Ο Ισολογισμός της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών υποβάλλεται κατά τα παραπάνω στην ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. και φυλάσσεται σε ειδικό φάκελο που τηρείται σ` αυτήν.
7. Οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών, οι Κοινοπραξίες των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών, οι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις και η ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. υποχρεούνται να συντάσσουν τον Ισολογισμό τους εντός των υπό του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων καθοριζόμενων προθεσμιών και να δημοσιεύσουν τον Ισολογισμό μέσα σε ένα (1) μήνα από τη συνταξή του.
Η δημοσίευση γίνεται σε μια εφημερίδα που εκδίδεται στο νομό που εδρεύουν (κατά προτίμηση ημερήσια).
8. Σε περίπτωση που, από τις κείμενες διατάξεις, προβλέπεται η χορήγηση ή η χρήση από τους Υπουργούς Γεωργίας ή Οικονομικών στοιχείων ισολογισμών συνεταιριστικών οργανώσεων ή άλλης μορφής επιχει- ρήσεων ή οργανισμών, ημερομηνίας διαφορετικής εκείνης της κανονικής ημερομηνίας κλεισίματος ισολογισμού, τα στοιχεία αυτά μπορεί με απόφαση του οικείου Υπουργού να ληφθούν από τον τελευταίο ισολογισμό τέλους χρήσεως.
Άρθρο 30
Διάθεση καθαρού πλεονάσματος διαχείρισης – Αποθεματικά
1. Το καθαρό πλεόνασμα της οικονομικής χρήσης προκύπτει, αφού αφαιρεθούν από τα ακαθάριστα έσοδα, τα κάθε φύσης έξοδα της Συνεταιριστικής Οργάνωσης, οι κάθε φύσης αποσβέσεις και καλυφθούν τυχόν ζημίες προηγούμενων χρήσεων.
2. Ποσοστό τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) από το καθαρό πλεόνασμα της διαχειριστικής χρήσης περιέρχεται σε λογαριασμό τακτικού αποθεματικού, μέχρις ότου το συνολικό ποσό φθάσει στο ύψος της συνολικής αξίας των συνεταιρικών μερίδων. Το Καταστατικό μπορεί να προβλέπει μεγαλύτερο ύψος. Στο τακτικό αποθεματικό περιέρχονται:
α) τα ποσά των προστίμων που προβλέπονται από τα καταστατικά και τα ποσά που προέρχονται από ποινικές ρήτρες.
β) Τα έσοδα που περιέρχονται στη Συνεταιριστική οργάνωση από χαριστική αιτία ή από επιχορηγήσεις αναπτυξιακών νόμων, εκτός αν υπάρχει ειδικός όρος.
γ) Κάθε άλλο έσοδο, για το οποίο δεν ορίζεται από το Καταστατικό ο ειδικός προορισμός του.
Το τακτικό αποθεματικό χρησιμοποιείται για την αντικατάσταση και συντήρηση του πάγιου κεφαλαίου και για επενδύσεις.
3. Μετά την αφαίρεση του ποσοστού για το σχηματισμό τακτικού αποθεματικού, η Γενική Συνέλευση μπορεί να αποφασίζει, με την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 18 παρ. 3 και 19 παρ.1 αντίστοιχα, την κράτηση ποσοστού από το καθαρό πλεόνασμα της οικονομικής χρήσης, για τη δημιουργία έκτακτου και ειδικού αποθεματικού.
4. Το έκτακτο αποθεματικό χρησιμοποιείται για την κάλυψη ζημιών της Συνεταιριστικής Οργάνωσης γενικά και των ζημιών στην παραγωγή, στα περιουσιακά στοιχεία της Συνεταιριστικής Οργάνωσης και των μελών της.
Οι ζημιές στα περιουσιακά στοιχεία των συνεταίρων καλύπτονται μόνο, όταν η χρήση τους έχει παραχωρηθεί στο Συνεταιρισμό.
5. Το απομένον υπόλοιπο του καθαρού πλεονάσματος της οικονομικής χρήσης διανέμεται στα μέλη ως εξής:
α) Μέχρι το ένα δεύτερο (1/2) διανέμεται ανάλογα με τον αριθμό των μερίδων, το δε υπόλοιπο ανάλογα με το ύψος των συναλλαγών κάθε μέλους με το Συνεταιρισμό. β) Ειδικά για τις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών το καθαρό πλεόνασμα της διαχειριστικής χρήσης μετά την κράτηση για τη δημιουργία αποθεματικών, σύμφωνα με τις παραγράφους 2,3 και 4 του παρόντος άρθρου, διανέμεται στους Συνεταιρισμούς μέλη, ανάλογα με τη συμμετοχή τους στο οικονομικό αποτέλεσμα της Ενωσης
6. Η Γενική Συνέλευση μπορεί να αποφασίσει με την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 18 παρ.3 και 19 παρ. 1 αντίστοιχα, να μη διανεμηθεί μέρος ή και όλο το απομένον υπόλοιπο του καθαρού πλεονάσματος της οικονομικής χρήσης στα μέλη του Συνεταιρισμού, αλλά να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών.
Δικαίωμα στο καθαρό πλεόνασμα έχουν και τα μέλη που αποχώρησαν στο τέλος της οικονομικής χρήσης και καταβάλλεται σ` αυτούς μαζί με τη συνεταιρική τους μερίδα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΩΝ
Άρθρο 31
Κλαδικές Οργανώσεις Παραγωγής Αγροτικού Συνεταιρισμού (Κ.Ο.Π.Α.Σ.) -Ομάδες Κοινής Εκμετάλλευσης (Ο.Κ.Ε.)
Σημ.: όπως tο άρθρο 31 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 50 Ν.4384/2016 ” Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, μορφές συλλογικής οργάνωσης του αγροτικού χώρου και άλλες διατάξεις”, ΦΕΚ Α 78/26.4.2016.
1. Το Καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού μπορεί να προβλέπει τη συγκρότηση και λειτουργία από τα μέλη του, Κλαδικών Οργανώσεων Παραγωγής Αγροτικού Συνεταιρισμού (Κ.Ο.Π.Α Σ.) που αντιστοιχούν στους κλάδους παραγωγής και στα βασικά προιόντα ή δραστηριότητες του Συνεταιρισμού.
Για τη συγκρότηση της Κ.Ο.Π.Α.Σ. απαιτείταιη ύπαρξη τουλάχιστον δέκα (10) μελών, τα οποία ασχολούνται με το σχετικό προιόν. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και γνώμη της οικείας Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών και ύστερα απά αιτιολογημένη πρόταση της οικείας Διεύθυνσης Γεωργίας, μπορεί να συσταθεί και δεύτερη Κ.Ο.Π.Α.Σ. για το ίδιο βασικό προιόν, όταν ειδικές συνθήκες το απαιτούν.
2. Η Κ.Ο.Π.Α.Σ. αποτελεί ένωση φυσικών προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα.
Η διοίκηση και εκπροσώπηση της Κ.Ο.Π.Α.Σ., τα ειδικότερα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μελών της, το ύψος της μερίδας τους, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη συγκρότηση και λειτουργία της, ρυθμίζονται από ειδικό κανονισμό λειτουργίας της Κ.Ο.Π.Α.Σ., ο οποίος καταρτίζεται από τα μέλη της στα πλαίσια του Καταστατικού του Αγροτικού Συνεταιρισμού.
Συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα που αφορούν τις εταιρείες και οι διατάξεις του Καταστατικού του Αγροτικού Συνεταιρισμού στον οποίο ανήκει η Κ.Ο.Π.Α.Σ..
3. Σε κάθε Κ.Ο.Π.Α.Σ. έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλα τα μέλη του Συνεταιρισμού, τα οποία ασχολούνται με την παραγωγή του σχετικού προιόντος.
4. Οι δραστηριότητες, τις οποίες κάθε Κ.Ο.Π.Α.Σ. αναπτύσσει, καθορίζονται από την Ειδική Συνέλευση των μελών της και το Καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού.
5. Οι Ειδικές Συνελεύσεις αφορούν αποκλειστικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ενδιαφερόμενων συνεταίρων, ως προς τον κλάδο ή δραστηριότητα του Συνεταιρισμού. Για τα θέματα αυτά των Κ.Ο.Π.Α.Σ. απαιτείται απόφαση της Ειδικής Συνέλευσης.
6. Στα πλαίσια του Αγροτικού Συνεταιρισμού και μεταξύ των μελών του ή και μελών δύο ή περισσότερων γειτονικών Συνεταιρισμών, μπορεί να συσταθεί Ομάδα Κοινής Εκμετάλλευσης (Ο.Κ.Ε.), με σκοπό την κοινή καλλιέργεια, τήν κοινή εκτροφή ζώων, καθώς και την εκτέλεση των απαραίτητων έργων υποδομής. Η Ο.Κ.Ε. αποτελεί ένωση φυσικών προσώπων, χωρίς νομική προσωπικότητα.
7. Θέματα σχετικά με τη Διοίκηση και λειτουργία της Ο.Κ.Ε. ρυθμίζονται από τη συστατική της πράξη και τον ιδιαίτερο Κανονισμό Εκμετάλλευσης που καταρτίζεται υποχρεωτικώς μεταξύ των μελών της. Συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου.
Σχετικό: άρθρου 39 του Ν.2810/2000 (Α΄ 61),
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄
ΠΤΩΧΕΥΣΗ – ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ – ΔΙΑΛΥΣΗ
Άρθρο 32
Πτώχευση – Διαδικασία
1. Η Αγροτική Συνεταιριστική Οργάνωση κηρύσσεται σε πτώχευση αν παύσει τις πληρωμές των χρεών της.
2. Η πτώχευση κηρύσσεται από το Πολυμελές Πρωτοδικείο της έδρας της Συνεταιριστικής Οργάνωσης μετά από αίτηση:
α) Οποιουδήποτε πίστωτη που έχει έννομο συμφέρον.
β) Του Διοικητικού Συμβουλίου της Οργάνωσης ή των εκκαθαριστών.
3. Η υπό εκκαθάριση Συνεταιριστική Οργάνωση κηρύσσεται σε πτώχευση, μόνον αν δεν έχει συντελεστεί η διανομή.
4. Αν υποβληθεί δήλωση – αίτηση πτώχευση της Συνεταιριστικής Οργάνωσης από το Διοικητικό Συμβούλιο ή αν έχει κατατεθεί αίτηση για κηρυξή της σε πτώχευση από οποιονδήποτε τρίτο, το Διοικητικό Συμ- βούλιο ή οι εκκαθαριστές συγκαλούν εντός δέκα (10) ημερών τη Γενική Συνέλευση με θέμα την επιβολή έκτακτης εισφοράς, για την πρόληψη της πτώχευσης.
Στη Γενική Συνέλευση υποβάλλεται Ισολογισμός και Εκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου για την περιουσιακή κατάσταση της Συνεταιριστικής Οργάνωσης και την προτεινόμενη έκτακτη εισφορά.
Η Γενική Συνέλευση με απόφαση της που λαμβάνεται με τη συνήθη απαρτία και πλειοιψηφία επιβάλλει στα μέλη έκτακτη εισφορά, ανάλογα με τον αριθμό των μερίδων του και μέσα στα όρια της από το καταστατικό προβλεπόμενης ευθύνης. Η εισφορά αυτή βαρύνει και τα μέλη που αποχώρησαν για οποιονδήποτε λόγο και τρόπο μέσα στο τελευταίο, πριν από την υποβολή της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης έτος.
Η εισφορά καταβάλλεται μέσα σε διάστημα τριάκοντα (30) ημερών από τη λήψη της απόφασης στη Γενική Συνελευση.
Στην περίπτωση που η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, το Διοικητικό Συμβούλιο ή οι εκκαθαριστές υποχρεούνται να υποβάλλουν πίνακα, για την έκτακτη εισφορά στο Ειρηνιδικείο που κηρύσσεται εκτελεστός από αυτό.
5. Μέαα σε εξήντα (60) ημέρες από την κατάθεση της δήλωσης της προηγούμενης παραγράφου του παράντος άρθρου ή από την κοινοποίηση στη Συνεταιριστική Οργάνωση της αίτησης για την κήρυξή της σε πτώχευση, το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να δηλώσει στο Πρωτοδικείο αν συνεχίζει ή όχι τις πληρωμές ή αν η διαφορά μεταξύ παθητικού και ενερ- γητικού μειώθηκε κάτω απά το όριο της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
6. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο, εφόσον εξακολουθούν να υπάρχουν οι λόγοι της παρ. 1 του άρθρου αυτού και μετά την πάροδο της κατά την προηγούμενη παράγραφο προθεσμίας, κηρύσσει τη Συνεταιριστική ορ- γάνωση σε πτώχευση,
7. Από την κήρυξή της σε πτώχευση η Συνεταιριστική Οργάνωση διαλύεται. Η πτώχευση της Οργάνωσης δεν συνεπάγεται την πτώχευση των μελών.
8. Το Πολυμελές πρωτοδικείο διορίζει προσωρινό σύνδικο, ως και τριμελή επιτροπή, που τα δύο μέλη της εκλέγονται από τα μέλη των πιστωτών και το τρίτο από τα μέλη της πτωχευσάσης Αγροτικής Συνεταιριστικής Οργάνωσης. Αν οι πιστωτές είναι λιγότεροι από τέσσερις, ορίζεται διμερής επιτροπή η οποία προέρχεται ανά ένα μέλος απά τους πιστωτές και τη Συνεταιριστική Οργάνωση.
9. Με αίτηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Συνεταιριστικής Οργάνωσης ή του συνδίκου ή της επιτροπής των πιστωτών ή του εκπροσώπου της, ο εισηγητής πτώχευσης, πριν από τη λήψη οποιουδήποτε άλλου μέτρου, συγκαλεί τους πιστωτές για συμβιβασμό και προεδρεύει της συνέλευσης των πιστωτών.
10. Ο συμβιβασμός, εφόσον επιτευχθεί, επικυρώνεται από το Πολυμελές Πρωτοδικείο. Από την επικύρωση αυτη η Συνεταιριστική Οργάνωση αναβιώνει και συνεχίζει τις εργασίες της.
Μετά την κατάρτιση του συμβιβασμού οι πιστωτές δεν μπορούν να στραφούν κατά των μελών.
Η απόφαση με την οποία επικυρώνεται ο συμβιβασμός κοινοποιείται με φροντίδα της Οργάνωσης στον Ειρηνοδίκη και στην εποπτεύουσα αρχή.
11. Κατά τα λοιπά έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις περί πτωχεύσεως του εμπορικού νόμου.
12. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι αρμοδιότητες της επιτροπής των πιστωτών και κάθε άλλη λεπτομέρεια.
Άρθρο 33
Συγχώνευση-Διαδικασία
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 23 Ν.2538/1997 (Α 242)
1. Δύο ή περισσότερες Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις του αυτού βαθμού μπορεί να συγχωνευθούν σε μία. Η συγχώνευση πραγματοποιείται είτε με την ίδρυση μίας νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης, στην οποία ενσωματώνονται οι συγχωνευόμενες, είτε με την ενσωμάτωση μίας ή περισσότερων Συνεταιριστικών Οργανώσεων σε άλλη, η οποία λειτουργεί. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η συγχώνευση Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων και Κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων με άλλες Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις. Η συγχώνευση πραγματοποιείται είτε με την ίδρυση μίας νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης, στην οποία ενσωματώνονται οι συγχωνευόμενες είτε με την ενσωμάτωση μίας ή περισσότερων Οργανώσεων σε άλλη η οποία λειτουργεί.
Οπου σε νομό υπάρχουν περισσότερες της μιας Οργάνωσης και επιθυμούν να συγχωνευτούν, προυπόθεση της συγχώνευσης είναι να έχουν κριθεί όλες οι υπό συγχώνευση Οργανώσεις βιώσιμες οικονομικά. Σε περίπτωση που Οργάνωση κριθεί μη βιώσιμη οι Α.Σ.Ο. – Μέλη της και για πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς τα φυσικά πρόσωπα – μέλη τους, μπορούν άμεσα να αποχωρήσουν και να εγγραφούν στη δύναμη της βιώσιμης Οργάνωσης. Η βιωσιμότητα κρίνεται από την Επιτροπή της παρ. 2 του παρόντος.
2. Για τη συγχώνευση απαιτείται απόφαση των Γενικών Συνελεύσεων των υπό συγχώνευση Συνεταιριστικών Οργανώσεων. Οι αποφάσεις αυτές δημοσιεύονται περιληπτικά σε μία εφημερίδα του νομού της έδρας των υπό συγχώνευση Συνεταιριστικών Οργανώσεων, μετά την οποία διενεργείται υποχρεωτικά απογραφή και αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των συγχωνευόμενων Οργανώσεν. Η αποτίμηση γίνεται στην τρέχουσα αξία των εκτιμώμενων στοιχείων από Επιτροπή η οποία αποτελείται από:
α) έναν εκπρόσωπο της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. β) έναν εκπρόσωπο καθεμιάς από τις συγχωνευόμενες Α.Σ.Ο. και γ) έναν ελεγκτή από το Σώμα Ειδικών Ελεγκτών.
Η τυχόν υπεραξία που προκύπτει από την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων απαλλάσεται παντός φόρου και τέλους και εγγράφεται σε λογαριασμό του τακτικού αποθεματικού της νέας οργάνωσης. Στην περίπτωση της κατά την προηγούμενη παράγραφο κατ` εξαίρεση συγχώνευσης Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων και Κοινοπραξιών Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, οι Α.Σ.Ο. – Μέλη που δεν επιθυμούν τη συγχώνευση μπορεί, με απόφαση της Γενικής τους Συνέλευσης, να αποχωρήσουν με ποσοστιαία αποζημίωση επί της καθαρής θέσης της Κεντρικής Ενωσης ή Κοινοπραξίας που προκύπτει από την αποτίμηση. Η καταβολή της αποζημίωσης γίνεται με ετήσιες δόσεις δεκαετούς διάρκειας, ατόκως.
3. Τα Διοικητικά Συμβούλια των υπό συγχώνευση Συνεταιριστικών Οργανώσεων συγκαλούν με πρόσκληση τους σε κοινή Γενική Συνέλευση τα μέλη αυτών. Η Συνέλευση αυτή εκλέγει προσωρινό Διοικητικό και Εποπτικό Συμβούλιο της νέας Οργάνωσης και ψηφίζει το καταστατικό της Οργάνωσης που προκυπτει από τη συγχώνευση. Το καταστατικό πρέπει να προβλέπει συνεταιριστική μερίδα τουλάχιστον ίση προς τη μεγαλύτερη απότις προβλεπόμενες στα καταστατικά των συγχωνευόμενων Οργανώσεων, καθώς και ευθύνη τουλάχιστον ίση προς το μεγαλύτερο όριο της ευθύνης που προβλέπεται στα ίδια καταστατικά.
4. Το νέο καταστατικό εγκρίνεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος νόμου. Η συγχώνευση συντελείται από την καταχώριση στο ειδικό μητρώο του εγκεκριμένου καταστατικού με μνεία του αριθμού της εγκριτικής απόφασης του ειρηνοδικείου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος. Από την ημερομηνία αυτή όλα τα περιουσιακά στοιχεία αποτελούν περιουσία της νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης.
5. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την καταχώριση της εγκριτικής απόφασης στο ειδικό μητρώο του ειρηνοδικείου, το προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλεί τα μέλη της νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης σε Γενική Συνέλευση για την εκλογή των Συμβουλίων της Συνεταιριστικής Οργάνωσης.
6. Η συγχώνευση συνεπάγεται, από την ημέρα που συντελείται, την καθολική διαδοχή της νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Οργανώσεων που συγχωνεύθηκαν.
7. Τα μέλη των Οργανώσεων που συγχωνεύθηκαν θεωρούνται υποχρεωτικά μέλη της νέας Οργάνωσης με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζει το νέο καταστατικό, επιφυλασσομένης της διάταξης της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του παρόντος νόμου.
8. Οι συνεταιρικές μερίδες των Οργανώσεων που συγχωνεύθηκαν θεωρούνται κεφάλαιο της νέας Οργάνωσης. Αν οι συνεταιρικές αυτές μερίδες ήταν άνισες σε αξία, η κοινή Γενική Συνέλευση καθορίζει τον τρόπο καταβολής της διαφοράς από τα μέλη που είχαν μερίδες κατώτερης αξίας.
9. Η συγχώνευση των Οργανώσεων δεν επιφέρει διακοπή των δικών στις οποίες είναι διάδικοι. Εκκρεμείς δίκες των Οργανώσεων που συγχωνεύθηκαν συχεχίζονται από τη νέα Οργάνωση.
10. Το Διοικητικό Συμβούλιο της νέας Συνεταιριστικής Οργάνωσης, μέσα σε πρθεσμία (6) έξι μηνών από την ανάληψη των καθηκόντων του, εκπονεί και ψηφίζει εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας και κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης προσωπικού απ` όπου θα προκύπτει ο απαιτούμενος αριθμός υπαλλήλων της νέας Οργάνωσης. Αν ο απαιτούμενος αριθμός των υπαλλήλων είναι μικρότεος από τον αριθμό των υπαλλήλων που υπηρετούν κατά τη συγχώνευση στις συγχωνευόμενες Συνεταιριστικές Οργανώσεις, τριμελής επιτροπή, ύστερα από σχετικό ερώτημα του Διοικητικού Συμβουλίου, καθορίζει, εντός μηνός από την υποβολή του ερωτήματος, τους υπαλλήλους που διατηρούνται στη νέα Συνεταιριστική Οργάνωση. Η επιτροπή αποτελείται από έναν εκπρόσωπο της ΠΑ.Σ.ΕΓΕ.Σ. ως Πρόεδρο, έναν εκπρόσωπο του Διοικητικού Συμβουλίου και έναν εκπρόσωπο της ΟΣΕΓΟ. Οι αποφάσεις της επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Οι πλεονάζοντες υπάλληλοι απολύονται.
Στους απολυόμενους καταβάλλεται από τη νέα Οργάνωση η νόμιμη αποζημίωση. Η ανωτέρω απόλυση δεν εμποδίζεται από την τυχόν ιδιότητα των απολυομένων υπαλλήλων ως μονίμων.
Στην περίπτωση που οι απολυόμενοι είναι άνεργοι είχαν συνεχή υπηρεσία δύο (2) τουλάχιστον ετών και είναι υποψήφιοι για διορισμό ή πρόσληψη προσωπικού σε θέσεις των άρθρων 18, 19 20 και 21 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α`).
α) αν κατέχουν διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών και ο βαθμός του βασικού τίτλου σπουδών συμπέσει με το βαθμό λοιπών υποψηφίων που έχουν τα ίδια ως άνω αυξημένα προσόντα, προτάσσονται των υποψηφίων αυτών και κατατάσσονται στον πίνακα προτεραιότητας στη σειρά μετά από τους κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 2247/1994 (ΦΕΚ 182 Α`) ανέργους που έχουν απολυθεί από Ν.Π.Ι.Δ.
β) προτάσσονται για διορισμό ή πρόσληψη των υποψηφίων με τους οποίους έχουν τις ίδιες προυποθέσεις όπως αυτές προσδιορίζονται στις παραγράφους 7, 8, 9, 10 του άρθρου 18, στην παρ. 2 του άρθρου 19 και στα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 3 και στην παρ. 11 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν. 2247/1994.
11. Για την ενίσχυση των συγχωνεύσεων των Α.Σ.Ο. θεσπίζονται φορολογικά και οικονομικά κίνητρα ως ακολούθως:
α) Προκειμένου περί συγχωνεύσεων Συνεταιριστικών Εταιριών η αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων διενεργείται από την Επιτροπή του ν. 2190/1920, όπως ισχύει, κατόπιν αιτήσεως των Εταιριών. Η υπεραξία που προκύπτει από την αναπροσαρμογή κεφαλαιοποιείται με ισόποση αύξηση του εταιρικού κεφαλαίου μετά την έκπτωση των τυχόν υφιστάμενων ζημιών. Οι κατά την κεφαλαιοποίηση της υπεραξίας εκδιδόμενες μετοχές καθώς και η αύξηση της αξίας των παλαιών μετοχών απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος ή οποιονδήποτε άλλο φόρο, τέλος ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Αναφορικά με το φόρο αναπροσαρμογής εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α`).
” β) Στην έννοια των επενδυτικών σχεδίων του άρθρου 3 του ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α`), όπως ισχύει, περιλαμβάνονται οι δαπάνες για εξειδικευμένες υπηρεσίες για την αναδιοργάνωση των Α.Σ.Ο. και Σ.Ε. που προκύπτουν από συγχώνευση, όπως:
αα) μελέτες στρατηγικού προσανατολισμού και αναδιοργάνωσης,
ββ) μελέτες και εξοπλισμός για μηχανοργάνωση και δαπάνες υποδομής,
γγ) μελέτες για τον αποτελεσματικό εμπορικό επαναπροσανατολισμό της νέας Οργάνωσης,
δδ) εισαγωγή ηλεκτρονικών διαδικασιών στις συναλλαγές τους με επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα,
εε) ενδυνάμωση των δομών στήριξής τους σε όλους του τομείς της οικονομικής τους δραστηριότητας (πρωτογενή, δευτερογενή, τριτογενή) με εξοπλισμό, δικτύωση, τεχνογνωσία, ώστε να μπορούν να παρέχουν ολοκληρωμένη πληροφόρηση και συμβουλευτική στήριξη στα μέλη τους σε θέματα Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) και των νέων επιχειρηματικών πρακτικών που στηρίζονται σε αυτές,
στστ) δράσεις που αφορούν την ενίσχυσή τους για την προώθηση της χρήσης ΤΠΕ στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, με την ολοκλήρωση της διαχείρισης της πληροφορίας στις εσωτερικές τους διαδικασίες, την προώθηση της χρήσης νέων τεχνολογιών και εργαλείων, την ένταξή τους στη νέα οικονομία του ,<ηλεκτρονικού επιχειρείν”, την ανάπτυξη νέων Ψηφιακών προιόντων και υπηρεσιών,
ζζ) δράσεις ενίσχυσή ς τους με σκοπό την υιοθέτηση νέων επιχειρηματικών πρακτικών που θα βελτιώσουν την εξωστρέφειά τους και θα τις μετατρέψουν σε ηλεκτρονικές επιχειρήσεις, τη βελτίωση της διαχείρισης της πληροφορίας στο εσωτερικό τους, όπως επιχειρησιακός ανασχεδιασμός, εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων διαχείρισης επιχειρησιακών πόρων, βελτίωση της ενδοεπικοινωνίας στην επιχείρηση, συστήματα υποστήριξης,
ηη) δράσεις για την αντιμετώπιση ειδικών θεμάτων, όπως εξοικονόμηση ενέργειας, ασφάλεια, υγιεινή διαχείριση κρίσεων, προστασία περιβάλλοντος κ.λπ., καθώς και για την εισαγωγή του θεσμού της τηλε-εργασίας.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ.5 Ν.3399/2005,ΦΕΚ Α 255/17.10.2005
γ) Οι τυχόν ζημίες μίας ή περισσότερων των συγχωνευόμενων Α.Σ.Ο. και Σ.Ε. μεταφέρονται στη νέα Α.Σ.Ο. και Εταιρεία και κεφαλαιοποιούνται σε άτοκο δάνειο δεκαπενταετούς διάρκειας με τριετή περίοδο χάριτος.
δ) Επενδύσεις Α.Σ.ΟΟ. και Σ.Ε. που προκύπτουν απ συγχώνευση, εφόσον πραγματοποιούνται εντός τριετίας από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, απολαμβάνουν των κινήτρων που παρέχονται με βάση τις ισχύουσες διατάξεις του ν. 3299/2004, για την περιοχή Δ3, ενώ η υποχρεωτική ίδια συμμετοχή τους πρέπει να είναι τουλάχιστον δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί του ύψους της επένδυσης. Στην ίδια συμμετοχή συμπεριλαμβάνονται και τα αποθεματικά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε το άρθρο 6 παρ.6α Ν.3399/2005,ΦΕΚ Α 255/17.10.2005.
ε) Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις που συγχωνεύονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου απαλλάσσονται της υποχρέωσης καταβολής παντός φόρου, τέλους, χαρτοσήμου, φόρου υπέρ τρίτων.
Άρθρο 34
Διάλυση – Εκκαθάριση
1. Οι Αγροτικές – Συνεταιριστικές Οργανώσεις διαλύονται:
α) Αν έληξε ο χρόνος διάρκειάς τους που ορίζει το Καταστατικό και δεν αποφασίστηκε η παράταση τους από τη Γενική Συνέλευση.
β) Αν αποφασίσει η Γενική Συνέλευση με την πλειοψηφία του άρθρου 19 παράγρ. 1.
γ) Αν κηρυχθούν σε πτώχευση.
2. Αίτηση για διάλυση της Α.Σ.Ο. μπορεί να υποβληθεί στο αρμόδιο Πρωτοδικείο από το Διοικητικό Συμβούλιο, το Εποπτικό Συμβούλιο, το 1/ 20 των μελών της και από την Εποπτεύουσα Αρχή αν:
α) Η λειτουργία της έχει αποβεί παράνομη.
β) Αδρανεί για δύο διαχειριστικές περιόδους ή, αν από τη μείωση της δραστηριότητάς της για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνάγεται εγκατάλειψη του σκοπού της
γ) Ο αριθμός των μελών της έχει μειωθεί κάτω από το ελάχιστο όριο που προβλέπεται από τον παρόντα νόμο.
Η αίτηση υποβάλλεται στο Πρωτοδικείο της έδρας της Α.Σ.Ο., που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και η απόφαση του δεν υπάκειται σε ένδικα μέσα.
3. Η διάλυση της Α.Σ.Ο. επέρχεται:
α) Από τη λήξη του χρόνου διάρκειάς της.
β) Από την ημερομηνία που η Γενική Συνέλευση αποφάσισε τη διάλυσή της, ή σε περίπτωση ακύρωσής της σύμφωνα με το άρθρο 20, από την ημερομηνία που δημοσιεύθηκε η απόφαση του Πρωτοδικείου.
γ) Από τη δημοσίευση της απόφασης του Πρωτοδικείου για τη διάλυση της.
δ) Από την τελεσιδικία της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου για πτώχευση.
4. Η διάλυση της Α.Σ.Ο., γνωστοποιείται από τον Προιστάμενο του Εποπτικού Συμβουλίου στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών του νομού που έχει την έδρα της στην Πανελλήνια Συνομοσπονδία, στην Εποπτεύουσα Αρχή της Α.Σ.Ο. και στο Υπουργείο Γεωργίας.
5. Τη διάλυση της Α.Σ.Ο. ακολουθεί η εκκαθάριση. Αν η Α.Σ.Ο. κηρυχθεί σε πτώχευση, εφαρμόζεται το άρθρο 32 του παρόντος νόμου.
6. Η εκκαθάριση διενεργείται από το Εποπτικό Συμβούλιο. Η Γενική Συνέλευση της Α.Σ.Ο. ή το Πρωτοδικείο ανόλογα με το λόγο διάλυσης μπορεί με την απόφαση τους να ορίσουν άλλους εκκαθαριστές.
Σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή αδράνειας των εκκαθαριστών, μετά από αίτηση του Εποπτικού Συμβουλίου ή δανειστή της Α.Σ.Ο., το Πρωτοδικείο της έδρας της Α.Σ.Ο. διορίζει άλλους εκκαθαριστές κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
7. Η Α.Σ.Ο. λογίζεται ότι υφίσταται μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής.
Το Εποπτικό Συμβούλιο παραμένει το ίδιο, έστω και αν στο μεταξύ λήξει η θητεία του.
8. Οι εκκαθαριστές έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.
9. Με την έναρξη της εκκαθάρισης συντάσσεται Ισολογισμός, ο οποίος γνωστοποιείται στο αρμόδιο Πρωτοδικείο. Αν η εκκαθάριση παρατείνεται, ο Ισολογισμός συντάσσεται στο τέλος κάθε έτους.
Ο τελικός Ισολογισμός καταρτίζεται στο τέλος της εκκαθάρισης.
10. Οι εκκαθαριστές φροντίζουν για τη διεκπεραίωση των εκκρεμών υποθέσεων και τη ρύθμιση των εκκρεμών λογαριασμών της Α.Σ.Ο.. Γνωστοποιούν τη διάλυση με δημοσίευση σε μία ημερήσια ή περιοδική εφημερίδα του νομού της έδρας της Α.Σ.Ο. και καλούν τους πιστωτές να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους.
11. Απαιτήσεις πιστωτών κατά της Α.Σ.Ο. παραγράφονται πέντε έτη μετά τη διάλυση της.
12. Από το προιόν της εκκαθάρισης εξοφλούνται κατά πρώτο λόγο τα ληξιπρόθεσμα χρέη της Α.Σ.Ο. προς τρίτους με πρόταξη των χρεών προς τους εργαζομένους. Τα ποσά των επίδικων και μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων κατατίθενται στην Α.Τ.Ε.. Αν το ποσό που απομένει δεν επαρκεί για την απόδοση των συνεταιρικών μερίδων, τούτο διανέμεται μεταξύ των μελών, ανάλογα με τον αριθμό των μερίδων κάθε μέλους.
13. Το υπόλοιπο του ενεργητικού, που απομένει μετά την κάλυψη των απαιτήσεων των τρίτων και την απόδοση των συνεταιρικών μερίδων διανέμεται στα μέλη, εκτός αν άλλως ορίζει το Καταστατικό.
14. Οι λογαριασμοί της εκκαθάρισης και ο τελικός Ισολογισμός εγκρίνονται από τη Γενική Συνέλευση. Αν η σύγκλιση της Γενικής Συνέλευσης είναι αδύνατη, οι λογαριασμοί κατατίθενται από τους εκκαθαριστές στο Πρωτοδικείο. Η εκκαθάριση τελειώνει την ημέρα της εγκριτικής απόφασης της Γενικής Συνέλευσης ή της κατάθεσης του τελικού Ισολαγισμού στο Πρωτοδικείο.
15. Τα βιβλία και τα αρχεία της Α.Σ.Ο. που διαλύθηκε παραδίδονται στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, φυλλάσονται για δέκα (10) έτη και είναι προσιτά στους ενδιαφερόμενους, με εξαίρεση τα βιβλία και τα στοιχεία τα οποία τηρούνται με βάση τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων και φυλάλλονται για δέκα έως δεκαπέντε και έντεκα έτη, αντίστοιχα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄
ΕΝΩΣΕΙΣ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ – ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ – ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΕΣ – ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ – ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.
Άρθρο 35
Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών
1. `Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών (Ε.Α.Σ.) είναι ίδιο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που συνιστάται από Πρωτοβάθμιους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς με αντικείμενο και σκοπό την ενίσχυση ευρυνση και συντονισμό των δραστηριοτητων των Πρωτοβάθμιων Συνεταιρισμών που είναι μέλη της. Η Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών μπορεί να αναλαμβάνει και η ίδια δραστηριότητες από αυτές που προβλέπονται για τα μέλη της από τον παρόντα νόμο, είτε για λογαριασμό της, είτε για λογαριασμό των μελών της.
2. Η Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών για την εκπλήρωση του σκοπού της, μπορεί να συνεργάζεται με τις Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις, τις Κοινοπραξίες και την ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. καθώς και με αντίστοιχες Συνεταιριστικές Οργανώσεις της Κοινότητας.
3. Για τη σύσταση ένωσης αγροτικών συνεταιρισμών απαιτείται να συνταχθεί και υπογραφεί καταστατικό από τους εκπροσώπους των συνεταιρισμών που επιθυμούν τη σύσταση της ένωσης. Η εξουσιοδότηση για τη σύσταση της ένωσης και η υπογραφή του καταστατικού στηρίζεται σε απόφαση της γενικής συνέλευσης κάθε συνεταιρισμού που θα συμμετέχει στην ένωση. Σε κάθε νομό συνιστάται μόνο μια ένωση αγροτικών ουνεταιρι- σμών. Κατ` εξαίρεση μετά από πρόταση της ΠΑ. Σ.Ε.ΓΕ.Σ, και απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, συνεταιρισμοί ειδικού σκοπού μπορεί να συνιστούν ένωση αγροτικών συνεταιρισμών ειδικού σκοπού. Η περιφέρεια της ένωσης αυτής μπορει να ειναι ευρύτερη των οριων ενός νομού. Οι ήδη λειτουργούσες ενώσεις αγροτικών συνεταιρισμών των οποίων οι περιφέρειες βρισκονται μέσα στον ίδιο νομό συνεχίζουν τη λειτουργια τους. Η ένωση έχει έδρα ένα δήμο ή κοινότητα του νομού που ορίζεται από το καταστατικό της. Η περιφέρεια της ένωσης εκτείνεται στο σύνολο των περιφερειών των συνεταιρισμών που είναι μέλη της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
4. Το Καταστατικό της Ενωσης μπορεί να προβλέπει τη λειτουργία αντίστοιχων Ειδικών ή και Τοπικών Συνελεύσεων των αντιπροσώπων των Συνεταιρισμών της περιοχής σε περίπτωση που υπάρχει παράρτημα της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών. Ως προς τις Ειδικές Συνελεύσεις ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 21.
5. Κάθε Αγροτικός Συνεταιρισμός συμμετέχει στα κεφάλαια της Ενωσης με ποσό που ορίζει το Καταστατικό της. Η μεταβολή του ποσού επέρχεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Ενωσης.
6. Το Καταστατικό της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών εγκρίνεται από το αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο. Κατά τα λοιπά εφαρμάζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 6 και 7 του παρόντος νόμου.
7. Η Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών υποχρεούται να τηρεί ειδικούς φακέλους για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς της δύναμής της, όπου φυλάσσονται το Καταστατικό και όλα τα σχετικά με το Συνεταιρισμό Εγγραφα.
8. Αγροτικός Συνεταιρισμός δεν μπορεί να είναι μέλος και άλλης Ενωσης του αυτού σκοπού στην ίδια περιφέρεια.
9. Οι συνεταιριστικές οργανώσεις μπορούν να πρακτορεύουν στην περιφέρειά τους ασφαλιστικές εταιρείες των οποίων η πλειονότητα των μετοχών ανήκει σε αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις ή και στην Α.Τ.Ε..
Άρθρο 36
Γενική Συνέλευση Ε.Δ.Σ. – Διοικητικό Συμβούλιο.
1. Η Γενική Συνέλευση της Ε.Α.Σ. απαρτίζεται από τους αντιπρόσωπους των Αγροτικών Συνεταιρισμών που μετέχουν σ` αυτήν.
Οι αντιπρόσωποι των Συνεταιρισμών, που δεν έχουν καταβάλλει το ποσό με το οποίο συμμετέχει ο Συνεταιρισμός στα κεφάλαια της Ενωσης, όπως ορίζει το καταστατικό της, δεν έχουν δικαίωμα ψήφου και δεν υπολογίζονται στην απαρτία της Γενικής Συνέλευσης.
Οι αντιπρόσωποι των Συνεταιρισμών αυτών δεν εκλέγονται μέλη των Συμβουλίων της Ενωσης, ούτε αντιπρόσωποί τους σε Συνεταιριστικές Οργανώσεις ή στην ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.
2. “Κάθε αγροτικός συνεταιρισμός αντιπροσωπεύεται στην ένωση ανάλογα με τον αριθμό των μελών του. Για κάθε πενήντα (50) μέλη αγροτικού συνεταιρισμού εκλέγεται ένας αντιπρόσωπος. Αν με την αναλογία αυτή, περισσότερα από είκοσι πέντε (25) μέλη δεν αντιπροσωπεύονται στην ένωση, εκλέγεται ένας ακόμη αντιπρόσωπος. Στους αγροτικούς συνεταιρισμούς ειδικού σκοπού εκλέγεται ένας αντιπρόσωπος στην ένωση για μέχρι πενήντα (50) μέλη. Αγρότης που έχει γραφτεί μέλος σε περισσότερους από έναν αγροτικούς συνεταιρισμούς, μέλη της ίδιας ένωσης αγροτικών συνεταιρισμών, συμμετέχει σ`ένα μόνο πρωτοβάθμιο αγροτικό συνεταιρισμό για την εκλογή αντιπροσώπων στην ένωση. Την απόφασή του για συμμετοχή στις αρχαιρεσίες του πρωτοβαθμίου αγροτικού συνεταιρισμού της επιλογής του δηλώνει εγγράφως προς όλους τους πρωτοβαθμίους αγροτικούς συνεταιρισμούς στους οποίους έχει γραφτεί.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ2 του άρθρου 48 του Ν.1541/1985, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
3. Κάθε αντιπρόσωπος έχει μια (1) ψήφο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.α` της παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
4. Οι αναπληρωματικοί αντιπρόσωποι έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν στη Γενική Συνέλευση της `Ενωσης για λογαριασμό των τακτικών, πλην όμως δεν έχουν το δικαίωμα να εκλέγονται στα Συμβούλια αυτής, οι αντιπρόσωποί της στις Τριτοβάθμιες Συνεταιριστικές Οργανώσεις και την ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ..
5. Ο αντιπρόσωπος του Συνεταιρισμού, ο οποίος ανακαλείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του, ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι τη λήξη της θητείας του, αν έχει εκλεγεί μέλος Διοικητικού ή Εποπτικού Συμβουλίου Αγροτικής Συνεταιριστικής Οργάνωσης ανωτέρου βαθμού ή της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ..
6. Ο αντιπρόσωπος παύει αυτοδίκαια να ασκεί τα καθήκοντά του, όταν έχει διαγραφεί, σύμφωνα με το άρθρο 12 ή επήλθε κώλυμα από τα προβλεπόμενα ατο άρθρο 23 παράγρ. 9, ή δήλωσε ότι θα αποχωρήσει σύμφωνα με τους όρους του Καταστατικού και του νόμου.
Η θητεία των αντιπροσώπων σε κάθε περίπτωση λήγει πάντοτε με τη λήξη της θητείας των Δ.Σ του Συνεταιρισμού του.
7. Η Γενική Συνέλευση της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών συγκαλείται τακτικά μία φορά το έτος, μέσα στο πρώτο τετράμηνο από τη λήξη της χρήσης και έκτακτα, όταν το ζητήσει τουλάχιστον το ένα πέμπτο (1/5) του συνολικού αριθμού των αντιπροσώπων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την περ.β` της παρ.2 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
8. Τα μέλη του Διοικητικού και του Εποπτικού Συμβουλίου της Ενωσης, εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση των ανηπροσώπων. Ο αριθμός των μελών του Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου της Ενωσης ορίζεται από το Καταστατικό και είναι περιττός.
Οταν ο αριθμός των μελών του μόνιμου προσωπικού υπερβαίνει τα είκοσι (20), εκπρόσωπός τους συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. της Ενωσης, κατά τις οποίες πρόκειται να συζητηθούν θέματα προσωπικού.
9. Ολα τα θέματα που αναφέρονται σε εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου αντιπροσώπων και Εποπτικού Συμβουλίου ρυθμίζονται κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 23 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 37
Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις
1. Οι Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις (ΚΕ.Σ.Ε.) συνιστώνται από Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών. Αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με αντικείμενο και σκοπό το συντονισμό και την ενίσχυση της συνεταιριστικής δράσης των μελών τους και την ανάληψη συνεταιριστικών εργασιών σε πανελλαδική κλίμακα σε κλάδους παραγωγής ή ομοειδή προιόντα ή παροχής υπηρεσιών, όπως αναλυτικότερα προβλέπεται από το Καταστατικό τους.
2. Μέλη της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης μπορεί να είναι και Αγροτικοί Συνεταιρισμοί ή Κοινοπραξίες τους, που ασχολούνται με ειδικό κλάδο παραγωγής ή το βασικό προιόν που αποτελεί αντικείμενο της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης, εφόσον δεν μετέχουν σε Ενωση – μέλος της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης.
3. Για κάθε κλάδο παραγωγής ή βασικό προιόν ή ομοειδή προιόντα μπορεί να συνιστάται Κεντρική Συνεταιριστική `Ενωση με περιφέρεια ολόκληρη την επικράτεια και με έδρα που ορίζεται στο Καταστατικό της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
4. Οι δραστηριότητες της Κεντρικής Συνεταιριστικής `Ενωσης προβλέπονται και καθορίζονται αναλυτικότερα στο Καταστατικό της.
5. Για τη σύσταση κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης απαιτείται να συνταχθεί και υπογραφεί Καταστατικό από τους εκπρόσωπους των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών ή Κοινοπραξιών τους, οι οποίοι εξουσιοδοτούνται για το σκοπό αυτόν με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των ιδρυτικών μελών της.
Το Καταστατικό της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης εγκρίνεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της, κατά τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 του παρόντος νόμου.
6. Ο καθορισμός του αριθμού των μερίδων κάθε μέλους στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών ή στην Κ.Ε.Σ.Ε. γίνεται από έλεγχο των στοιχείων που υποβάλλει σε αυτή το διοικητικό συμβούλιο και το εποπτικό συμβούλιο με κοινή απόφασή τους, εφάπαξ αμέσως μετά την ισχύ του παρόντος και τη λειτουργία της Ε.Α.Σ. ή ΚΕ.Σ.Ε.”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
7. Η Γενική Συνέλευση της Κεντρικής Συνεταιριστικής `Ενωσης απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των μελών της.
Κάθε μέλος εκπροσωπείται στην Κεντρική Συνεταιριστική Ενωση με έναν τακτικό αντιπρόσωπο για καθεμία μερίδα που έχει σ` αυτήν.
`Ενωση με περισσότερες συνεταιρικές μερίδες, εκπροσωπείται στην Κεντρική Συνεταιριστική Ενωση και από δεύτερο αντιπρόσωπο.
8 Η `Ενωση έχει μια ψήφο στην Κεντρική Συνεταιριστική Ενωση για καθεμία (1) συνεταιρική μερίδα που έχει σ` αυτήν.
9. Ολα τα άλλα θέματα που αναφέρονται στη σύσταση των Κεντρικών Συνεταιριστικών Ενώσεων, στην εκλογή Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου και γενικά στη διοίκηση και λειτουργία τους, ρυθμίζονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου που εφαρμόζονται ανάλογα.
Άρθρο 38
Κοινοπραξίες Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
1. Κοινοπραξία Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Κ.Α.Σ.Ο ) είναι ίδιο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που συνιστάται μεταξύ των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων του αυτού ή διάφορου βαθμού, με αντικείμενο και σκοπό τη δια της ευρύτερης συνεργασίας ορθολογιστικότερη και οικονομικότερη οργάνωση της συγκέντρωσης, τυποποίησης, βιοτεχνικής ή βιομηχανικής επεξεργασίας και διάθεσης των γεωργικών τους προιόντων.
2. Για τη σύσταση Κοινοπραξίας Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων απαιτείται να συνταχθεί και υπογραφεί Καταστατικό από τους εκπροσώπους των Συνεταιριστικών Οργανώσεων, οι οποίοι εξουσιοδοτού- νται για το σκοπό αυτόν, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Συνεταιριστικών Οργανώσεων που συμμετέχουν στην Κοινοπραξία. Για τη σύσταση Κοινοπραξίας απαιτούνται δύο (2) τουλάχιστον Αγροτικές Συνε- ταιριστικές Οργανώσεις με το αυτό αντικείμενο της Κοινοπραξίας.
3. Το Καταστατικό της Κοινοπραξίας εγκρίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 6 και 7 του παρόντος νόμου.
4. Η έδρα της Κοινοπραξίας ορίζεται στο Καταστατικό της και η περιφέρειά της εκτείνεται στην περιφέρεια των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων που μετέχουν σ` αυτην.
5. Η Κοινοπραξία είναι Συνεταιριστική Οργάνωση πρώτου βαθμού, αν έχει συσταθεί μεταξύ Αγροτικών Συνεταιρισμών, δεύτερου βαθμού αν έχει συσταθεί μεταξύ Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών και τρίτου βαθμού, αν έχει συσταθεί από Κεντρικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις. Αν στην Κοινοπραξία συμμετέχουν Συνεταιριστικές Οργανώσεις διαφόρου βαθμού, η Κοινοπραξία έχει το βαθμό της υπέρτερης Συνεταιριστικής Οργάνωσης που συμμετέχει
6. Η Γενική Συνέλευση της Κοινοπραξίας απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των Συνεταιριστικών Οργανώσεων που συμμετέχουν σ` αυτην. Ο αριθμός των αντιπροσώπων κάθε μέλους της Κοινοπραξίας καθορίζεται απά το Καταστατικό της.
7. `Ολα τα θέματα που αναφέρονται στη σύσταση, στην εκλογή Διοικητικού και Εποπτικού Συμβουλίου και γενικά στη διοίκηση και λειτουργία της Κοινοπραξίας, ρυθμίζονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου, που εφαρμόζονται ανάλογα.
Άρθρο 39
Συνεταιριστικές Εταιρείες
1. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις μπορεί να συνιστούν μεταξύ τους ή με τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του Ελληνικού ή Κοινοτικού Δικαίου, Εταιρείες του Εμπορικού Νόμου ή του Αστικού Κώδικα.
Οι Εταιρείες αυτές θεωρούνται Αγροτικές Συνεταιριστικές Εταιρείες, εφόσον το πενήντα ένα τοις εκατό (51%) των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων και γενικά του εταιρικού κεφαλαίου ανήκει σε Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις ή Συνεταιριστικές Εταιρείες τους.
2. Οι ήδη υπάρχουσες και λειτουργούσες Εταιρείες, εφόσον πληρούν τις προυποθέσεις του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, θεωρούνται Αγροτικές Συνεταιριστικές Εταιρείες (Α.Σ Ε.).
3. Οι μετοχές ανώνυμης Συνεταιριστικής Εταιρείας που κατέχουν οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις ειναι ονομαστικές και μεταβιβάζονται ελεύθερα, ύστερα από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Στην περίπτωση αυτήν απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία των 2/3 των μελών της.
Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις έχουν δικαίωμα προτίμησης σε περίπτωση μεταβίβασης μετοχών.
Η ίδια διαδικασία ισχύει και για τη μεταβίβαση των εταιρικών μεριδίων που κατέχουν οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, Κοινοπραξίες και Εταιρείες τους σε συνεταιριστικές Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης.
4. Οι φορολογικές απαλλαγές που προβλέπονται στο άρθρο 33 καθώς και στην παρ. 3 του άρθρου 43 του παρόντος νόμου ισχύουν και κατά την ίδρυση Συνεταιριστικών Εταιριών. Επίσης οι παραπάνω φορολογικές απαλλαγές ισχύουν και για τις κοινές επιχειρήσεις των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων με τα φυσικά και νομικά πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου.
Σημ.: όπως ηπαρ.4 προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρου 23 του Ν.2538/1997 (Α 242)
Άρθρο 40
Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.) – Διάρθρωση
1. Η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε,ΓΕ.Σ.) είναι το ανώτατο ιδεολογικό και συντονιστικό όργανο του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος της χώρας. Εκπροσωπεί τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις όλων των βαθμών στο εσωτερικό και εξωτερικό και επιμελείται για την τήρηση των συνεταιριστικών αρχών και την ανάπτυξη της συνεταιριστικής ιδέας. Διαπραγματεύεται και συνάπτει συλλογικές συμβάσεις εργασίας που αφορούν το προσωπικό των Α.Σ.Ο.. `Εχει περιφέρεια ολόκληρη την επικράτεια και αποτελείται από Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών. Το Καταστατικό της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. μπορεί να προβλέπει ότι μέλη της μπορεί να γίνουν Κεντρικές Ενώσεις, Κοινοπραξίες δεύτερου βαθμού και Συνεταιριστικές Εταιρείες, στο κεφάλαιο των οποίων μετέχουν με ποσοστό 51% τουλάχιστον Συνεταιριστικές Οργανώσεις και Συνεταιριστικές Εταιρείες. Τα μέλη αυτά διαθέτουν στη Γενική Συνέλευση της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. από μια ψήφο και έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών πλην της συμμετοχής τους στις αρχαιρεσίες. Η έδρα της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. ορίζεται από το Καταστατικό της.
2. Η ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. υποχρεούται να τηρεί ειδικούς φακέλους των μελών της, όπου φυλάσσονται τα Καταστατικά και κάθε σχετικό με τα μέλη έγγραφο.
Άρθρο 41
Γενική Συνέλευση – Διοίκηση ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.
1. Η Γενική Συνέλευση της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. απαρτίζεται από τους αντιπροσώπους των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών που μετέχουν σ` αυτην.
Σε κάθε 50 αντιπροσώπους Ενώσεων αναλογεί ένας (1) αντιπρόσωπος στη Γενική Συνέλευση της ΠΑ.Σ.Ε ΓΕ.Σ..
Θέματα σχετικά με τη συγκρότηση της Γενικής Συνέλευσης, τη % τουργία της και τις αρμοδιότητές της ρυθμίζονται από το Καταστατικό της.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. αποτελείται από είκοσι ένα (21) μέλη και οι αρμοδιότητές του ορίζονται από το Καταστατικό της.
Οι διατάξεις των άρθρων 23 και 24 εφαρμόζονται ανάλογα και για το Διοικητικό Συμβούλιο της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ..
Στο Δ.Σ. της ΠΑ.Σ.Ε ΓΕ.Σ. συμμετέχει επιπλέον αντιπρόσωπος της Ομοσπονδίας Σωματείων Εργαζομένων Γεωργικών Οργανώσεων (Ο.Σ.Ε.Γ.Ο.), που έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών του Δ.Σ. μόνον όταν συζητούνται θέματα εργατικά. Στα υπόλοιπα θέματα συμμετέχει ανευ ψήφου.
3. Επίσης, στο Δ.Σ. συμμετέχει εκπρόσωπος του μόνιμου προσωπικού της μόνο σε θέματα εργασίας που το αφορούν. Σ` αυτά έχει δικαίωμα ψήφου μόνον ο εκπρόσωπος προσωπικού της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. και όχι ο εκπρόσωπος της Ο.Σ.Ε.Γ.Ο..
4. Το Εποπτικό Συμβούλιο της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. συγκροτείται, λειτουργεί και αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23.
5. Η ετήσια εισφορά των μελών της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. προς αυτήν καθορίζεται με απόφαση της τακτικής Γενικής Συνέλευσης της, που λαμβάνεται με τη συνήθη απαρτία και πλειοψηφία των άρθρων 18 και 19 αντίστοιχα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ΄
ΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙA – ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ
Άρθρο 42
Κίνητρα
1. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας Οικονομικών και Γεωργίας και γνώμη της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ., μπορεί να καθορίζονται οι προυποθέσεις για τη χορήγηση κινήτρων και οικονομικών ενισχύσεων προς τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και τις Συνεταιριστικές Εταιρείες με σκοπό την προώθηση των δραστηριοτήτων τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
2. Ειδικές διατάξεις που προβλέπουν τη χορήγηση κινήτρων και οικονομικών ενισχύσεων ή άλλων φορολογικών απαλλαγών των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων διατηρούνται σε ισχύ, εκτός αν ρητά καταργούνται με τον παρόντα νόμο.
Άρθρο 43
Οικονομικές ενισχύσεις – Φορολογικές απαλλαγές
1. Η ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. ενισχύεται οικονομικά από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α) με την καταβολή σε αυτη κάθε χρόνο δύο τοις εκατό (2%) από τα εσοδά του που πραγματοποιούνται, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 εδάφ. α` του ν. 1790/1988, όπως αυτη ισχύει κάθε φορά.
Ομοιως ενισχύονται οικονομικά από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.), η Γενική Συνομοσπονδία Αγροτικών Συλλάγων Ελλάδος (ΓΕ.Σ.Α.Σ.Ε.) και τι Γενική Συνομοσπονδία Δημοκρατικών Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδος (ΣΥ.Δ.Α.Σ.Ε.), με την καταβολή κάθε χρόνο στη ΓΕ.ΣΑ.Σ.Ε. ποσοστού 0,65%, και στη ΣΥ.Δ.Α.Σ Ε. ποσοστού 0,35%, απο τα ως άνω εσοδά του.
Η οικονομική ενίσχυση καταβάλλεται με απόφαση, του Υπουργού Γεωργίας, μέσα στο πρώτο εξάμηνο κάθε έτους, με βάση τα έσοδα που πραγματοποιήθηκαν κατά τον προηγούμενο χρόνο απά τον ΕΛ.Γ.Α. σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
2.Τα Καταστατικά των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και οι τροποποιήσεις τους δεν υπόκεινται στο τέλος χαρτοσήμου ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δήμου, η υπέρ τρίτου.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 1-5 του ν. 2166/1993, όπως και κάθε άλλη διάταξη που παρέχει διευκολύνσεις ή απαλλαγές από φόρους, τέλη χαρτοσήμου ή άλλα υπέρ του Δημοσίου τέλη, εισφορές ή δικαιώματα υπέρ οπαιουδήποτε τρίτου για τη συγχώνευση επιχειρήσεων, εφαρμόζονται ανάλογα και στις συγχωνεύσεις των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων.
4. Αγορές ακινήτων από Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις για τη δημιουργία επιχειρήσεων μέσα στην περιφέρειά τους ή μεταχειρισμένων κινητών μέσων αγροτικής παραγωγής έχουν την ίδια φορολογική με- ταχείριση όπως το Δημόσιο.
5. Οι εισφορές των μελών προς τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις δεν υπόκεινται σε φόρο ή σε τέλος χαρτοσήμου ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ τρίτου.
6. Οι καταθέσεις των μελών του Συνεταιρισμού σε αυτόν, οι αναλήψεις καταθέσεων και οι χορηγήσεις δανείων από το Συνεταιρισμό στα μέλη του απαλλάσσονται από κάθε τέλος χαρτοσήμου ή άλλο τέλος υπέρ του Δημοσίου και από κάθε εισφορά ή δικαίωμα υπέρ τρίτου, με την επιφύλαξη της διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 26 του παρόντος νόμου.
7. Δεν υπόκεινται σε φόρο μεταβίβασης ή τέλος ή άλλο δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων οι πράξεις με τις οποίες ακίνητα μεταβιβάζονται μεταξύ Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων καθώς και μεταξύ Αγρο- τικών Συνεταιρισμών, Κοινοπραξιών και Εταιρειών τους.
8. Απαλλάσσεται του φάρου μεταβίβασης ακινήτων η αξία του ακινήτου που μεταβιβάζεται στα μέλη των Αγροτικών Συνεταιρισμών πρώτου βαθμού, κατά το ποσοστό που υποβλήθηκε αυτή σε φόρο μεταβίβασης κατά την αγορά από το Συνεταιρισμό του ακινήτου που μεταβιβάζεται.
9. Ειδικά για απαλλαγές από τον Φ.Π.Α. έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του ν. 1642/1986 (ΦΕΚ 125 Α`), όπως ισχύουν κάθε φορά.
10. Συμβάσεις μεταξύ Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και του Δημοσίου, ή Ν.Π Δ.Δ. που αφορούν αγροτικά προιόντα ή γεωργικά εφόδια και υπηρεσίες, δεν υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου ή σε άλλη επι- βάρυνση υπέρ τρίτου.
11. Η νόμιμη προμήθεια, για ης ασφαλιστικές συμβάσεις που καταρτίζονται ή ανανεώνονται με τη μεσολάβηση Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, καταβάλλεται σ` αυτές αντί στον ειδικό λογαριασμό που προβλέπεται από το άρθρο 13 παρ. 4 του ν. 1256/1982, ανεξάρτητα από το αν προηγήθηκε ή όχι η υπόδειξη, που προβλέπεται από την ίδια πιο πάνω διάταξη.
12. Στον προυπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Γεωργίας μπορεί να εγγράφεται κάθε χρόνο πίστωση ελεγχόμενη απολογιστικά για την οικονομική ενίσχυση της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. που διατίθεται από αυτήν αποκλειστικά για δαπάνες συνεταιριστικής εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης ή επιμόρφωσης αιρετών ενελεχών ή υπαλλήλων Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, με βάση τον ετήσιο προυπολογισμό τους.
13. Οι προβλεπόμενες από το άρθρο 26 παράγραφος 3β και από τις παραγράφους 1 και 12 του παρόντος άρθρου οικονομικές ενισχύσεις απαλλάσσονται από κάθε τέλος χαρτοσήμου ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δη- μοσίου, καθώς και από κάθε εισφορά ή δικαίωμα υπερ τρίτου.
14. Οι πρωτοβάθμιες Α.Σ.Ο. δεν υποχρεούνται να εγγράφονται στα Εμπορικά Επιμελητήρια της περιφέρειάς τους.
Σχετικό: το άρθρο 50 Ν.4384/2016
Άρθρο 44
Παραχώρηση εκμετάλλευσης και βελτίωση δασών σε Δασικούς Συνεταιρισμούς – Συνεταιρισμοί εκμετάλλευσης δημόσιων εκτάσεων
1. Η επιλογή και ο τρόπος εκμετάλλευσης των συστάδων των κάθε μορφής δασών, που ανήκουν στο Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, γίνεται από τη Διεύθυνση Δασών του νομού, η δε παραχώρηση της εκμετάλλευσης αυτών πραγματοποιείται με απόφαση του νομάρχη προς τους Δασικούς Συνεταιρισμούς του νομού ύστερα από αιτησή τους.
Στους αυτούς Συνεταιρισμούς ανατίθενται και εργασίες συντήρησης και βελτίωσης των δασών αυτών
2. Η παραχώρηση, εφόσον αφορά δάση του Δημοσίου γίνεται με απόφαση του νομάρχη χωρίς μίσθωμα. Στις άλλες περιπτώσεις η παραχώρηση γίνεται με μίσθωμα και συντελείται με συμφωνία μεταξύ του ιδιοκτήτη του δάσους και του Συνεταιρισμού.
Στην απόφαση του νομάρχη και στη συμφωνία περιλαμβάνονται οι όροι εκτέλεσης των απαραίτητων, για την εκμετάλλευση, συντήρηση και βελτίωση του δάσους, δασικών εργασιών.
3. Διαφωνία ως προς τους όρους της συμφωνίας μεταξύ του ιδιοκτήτη και του Συνεταιρισμού επιλύεται από το νομαρχιακό συμβούλιο του νομού της περιφέρειας του δάσους, με την επιφύλαξη της προσφυγής στο διοικητικό πρωτοδικείο.
4. Αν ο Δασικός Συνεταιρισμός δεν πραγματοποιεί την εκμετάλλευση των δασών, σύμφωνα με τις οδηγίες της οικείας δασικής υπηρεσίας, εκτός των προστίμων που επιβάλλονται, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 4 του π.δ. 126/ 1986 (ΦΕΚ 44 Α`), ο Συνεταιρισμός κηρύσσεται έκπτωτος και αποκλείεται η παραχώρηση σε αυτόν της εκμετάλλευσης δασών για τον επόμενο χρόνο.
5. Οσα δάση δεν παραχωρήθηκαν στους Δασικούς Συνεταιρισμούς σύμφωνα με τις παραπάνω παραγράφους, τα εκμεταλλεύονται οι ιδιοκτήτες τους με αυτεπιστασία ή μίσθωση του λήμματος σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 86/1969 (ΦΕΚ 7 Α`).
6. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Γεωργίας, ύστερα από γνώμη της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ, καθορίζονται η διαδικασία, τα υποδείγματα συμφωνίας, οι εγγυήσεις και οι λοιπές λεπτομέρειες για την παραχώρηση της εκμετάλλευσης, συντήρησης και βελτίωσης δασών στους Δασικούς Συνεταιρισμούς. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται και τα ποσοστά στα ακαθάριστα έσοδα, που προέρχονται από την εκμετάλλευση δασών του Δημοσίου, τα οποία αποδίδονται στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στο Κεντρικό ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών.
7. Από τις διατάξεις του άρθρου αυτού δεν θίγονται οι διατάξεις που αφορούν εθνικούς δρυμούς, τα αισθητικά δάση και τα διατηρητέα μνημεία της φύσης, καθώς και οι διατάξεις που αφορούν την καταβολή φόρου από τους ιδιοκτήτες των μη δημόσιων δασών
8. Τα Καταστατικά Αγροτικών Συνεταιρισμών Εργασίας ή Συνεταιρισμών που είναι μισθωτές δημόσιων εκμεταλλεύσεων (Δασικών, Αλιευτικών), λόγω εξειδικευμένου αντικειμένου, μπορεί να θέτουν περιοριστικούς όρους για την εγγραφή μελών στους Συνεταιρισμούς.
9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται για τα δάση που ανήκουν στους δήμους και τις κοινότητες και ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 15 του ν. 2130/1993 (ΦΕΚ 62 Α`).
Σχετικό: άρθρο 39 του Ν.2810/2000 (Α΄ 61)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ΄
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 45
1. Τιμωρούνται με φυλάκιση από τρεις (3) μήνες έως ένα (1) έτος, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλιου και οι υπάλληλοι Συνεταιριστικών Οργανώσεων αν:
α) εν γνώσει τους παρέχουν στη Γενική Συνέλευση ή σε εκείνον που διενεργεί το διαχειριστικό έλεγχο ψευδή στοιχεία ή αρνούνται ή αποκρύπτουν αληθή στοιχεία, γεγονότα ή περιστατικά που αφορούν την οικονομική κατάσταση του Συνεταιρισμού.
β) εν γνώσει τους προβαίνουν σε ψευδείς ή εικονικές εγγραφές στα βιβλία του Συνεταιρισμού ή συντάσσουν ψευδείς ή εικονικούς ισολογισμούς του Συνεταιρισμού.
γ) Αρνούνται να παραδώσουν ή αποκρύπτουν από εκείνον που διενεργεί διαχειριστικό έλεγχο, τα τηρούμενα στοιχεία ή βιβλία ή παρεμποδίζουν με οποιονδήποτε τρόπο τη διενέργειά του.
2. Με φυλάκιση από ένα (1) μήνα έως ένα (1) έτος, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, τιμωρούνται τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου ή εκείνοι που διενεργούν διαχειριστικό έλεγχο, αν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους παρέχουν εν γνώσει τους ψευδή στοιχεία ή αποκρύπτουν ή αρνούνται αληθή γεγονότα ή περιστατικά, που αφορούν τη διαχείριση ή την οικονομική κατάσταση του Συνεταιρισμού και περιήλθαν σε γνώση τους από την εποπτεία ή τον έλεγχο που διενεργήθηκαν.
3. Τιμωρείται με φυλάκιση από ένα (1) μήνα έως ένα (1) έτος ή με χρηματική ποινή ή και με τις δύο ποινές, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή, όποιος παρεμποδίζει τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Εποπτικού Συμβουλίου, ή της Γενικής Συνέλευσης των μελών των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, χρησιμοποιώντας σωματική βία ή απειλή σωματικής βίας ή αλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη.
4. Τιμωρείται με φυλάκιση από ένα (1) μήνα έως ένα (1) έτος εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή όποιος:
α) Ενεργεί πράξεις διοίκησης ή διαχείρισης ή εποπτείας ή ελέγχου μετά τη λήξη της θητείας του.
β) Ψηφίζει χωρίς δικαίωμα ή ψηφίζει πολλές φορές ή δίνει πολλαπλή ψήφο ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο μπορεί να προκαλέσει την παραγωγή μη γνήσιου αποτελέσματος εκλογής ή νοθεύει το γνήσιο αποτέλεσμα εκλογής για την ανάδειξη Διοικητικών Συμβουλίων, Εποπτικών Συμβουλίων και αντιπροσώπων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
5. Με τις ίδιες ποινές της προηγούμενης παραγράφου 4 τιμωρούνται τα μέλη του Διοικητικού ή Εποπτικού Συμβουλίου ή τα μέλη των επιτροπών που ορίζονται από τη Γενική Συνέλευση, ή οι εκκαθαριστές ή οι υπάλληλοι του Συνεταιρισμού στους οποίους παραχώρησε το Διοικητικό Συμβούλιο την άσκηση ορισμένων αρμοδιοτήτων τους, για παράβαση των διατάξεων του νόμου ή του καταστατικού ή για ενέργειες που αντίκεινται στις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης ή για μη εκτέλεση, σύμφωνα με το νάμο και το καταστατικό, των καθηκόντων τους, καθώς και για την παράλειψη σύνταξης και δημοσίευσης του ισολογισμού, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγρ. 6 του άρθρου 31 του παρόντος.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΓ΄
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΔΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 46
Προσωπικό Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
1. Το προσωπικό που προσλαμβάνεται από τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις είναι:
α) τακτικό, που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες της Οργάνωσης και καταλαμβάνει θέσεις οι οποίες προβλέπονται από τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της
β) Με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου που καλύπτει ειδικές, έκτακτες, εποχιακές και πρόσκαιρες ανάγκες της Οργάνωσης.
2. Η υπηρεσιακή κατάσταση προσωπικού των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, ρυθμίζεται με την αριθμ. 27346/1990 κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Εργασίας Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης Προσωπικού Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (ΦΕΚ 700 Β`/7-11 -1990), όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, για όσα θέματα δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού.
Μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Εργασίας, μπορεί να προσαρμοστεί ο Κανονισμός Υπηρεσιακής Κατάστασης προς τον παρόντα νόμο.
Σχετικό: το άρθρο 50 Ν.4384/2016
Άρθρο 47
Αναγκαστικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις
1. Οι αναφερόμενες στην παρ 2 του παρόντος άρθρου Αναγκαστικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις διατηρούνται και διέπονται από τους ειδικούς νόμους που προβλέπουν τη λειτουργία τους. Οπου στους ειδικούς αυτούς νόμους γίνεται παραπομπή στην ισχύουσα νομοθεσία εφαρμόζεται ο παρών νόμος.
2. Οι Αναγκαστικές αυτές Συνεταιριστικές Οργανώσεις είναι:
α) Οι Συνεταιρισμοί Δασοκτημόνων του α.ν. 1627/1939 (ΦΕΚ 64 Α).
β) Οι Οινοποιητικοί Σάμου του α.ν. 6085/1934 (ΦΕΚ, 85 Α).
γ) Οι συνεταιρισμοί Μαστιχοπαραγωγών Χίου του α.ν 1390/1938 (ΦΕΚ 364 Α)
δ) Οι Συνεταιρισμοί Κιτροπαραγωγών του ν. 4878/1931 (ΦΕΚ 54 Α`).
ε) Ο Συνεταιρισμός Κροκοπαραγωγών του ν. 818/1971 (ΦΕΚ 9 Α`).
στ) Οι Συνεταιρισμοί διαχειρίσεως ακινήτου συνιδιοκτήσιας και κοινής χορτονομής του ν.δ. 11.7.1923 (ΦΕΚ 196 Α`).
ζ) Οι Συνεταριαμοί Θηραικών Προιόντων Θήρας και Θηρασίας του ν. 359/1947 (ΦΕΚ 144 Α).
3. Το ποσό της συνεταιρικής μερίδας των μελών των Αναγκαστικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, καθορίζεται από το Καταστατικό τους και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 14 του παρόντος.
4. Μέλη των Αναγκαστικών Συνεταιρισμών διαχείρισης ακινήτου συνιδιοκτησίας και κοινής χορτονομής, καθώς και των Συνεταιρισμών Δασοκτημόνων καθίστανται υποχρεωτικά όλοι οι ιδιοκτήτες ολοκλήρου ιδανικού μεριδίου ή κλάσματος αυτού. Οι κάτοχοι ολοκλήρου ιδανικού μεριδίου διαθέτουν τρεις ψήφους στη Γενική Συνέλευση.
5. Στους Συνεταιρισμούς ακινήτου συνιδιοκτησίας ή κοινής χορτονομής, αν δεν επιτευχθεί η προβλεπόμενη απαρτία για θέματα που απαιτείται η αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία του άρθρου 18 παρ. 3 και της παρ. 1 του παρόντος και κατά την επαναληπτική Γενική Συνέλευση, τότε συνέρχεται χωρίς πρόσκληση τρίτη επαναληπτική Γενική Συνέλευση στον ίδιο τόπο, την ίδια ημέρα και ώρα της επόμενης εβδομάδας και με τα ίδια θέματα ημερήσιας διάταξης. Η συνέλευση αυτη βρίσκεται σε απαρτία με την παρουσία του ενός έκτου (1/6) των μελών.
6. Αναγκαστικοί Συνεταιρισμοί διαχειρίσεως ακινήτου συνιδιοκτησίας και κοινής χορτονομής μπορεί, με απόφαση της γενικής συνέλευσης, να μεταβιβάζουν, λόγω δωρεάς, την κυριότητα ακινήτου συνιδιοκτησίας με τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σ` αυτήν, ή τη διαχείριση της κοινής χορτονομής σε ιδιόκτητες εκτάσεις, των οποίων οι ιδιοκτήτες έχουν την ελεύθερη διαχείριση, στο δήμο ή στην κοινότητα της καταγωγής των μελών, ή των δικαιοπαρόχων τους, ή το Δημόσιο, ή σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα
7. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται, με πρόταση του Υπουργού Γεωργίας, είναι δυνατή η μετατροπή των Αναγκαστικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, της παρ. 2 του παρόντος, σε ελεύθερους, καθώς επίσης και η τροποποίηση του καταστατικού τους, ύστερα από εισήγηση των ιδίων των οργανώσεων.
Σημ.: όπως η παρ.7 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 50 Ν.4384/2016
8. Σε περίπτωση που σε λειτουργούντες αναγκαστικούς συνεταιρισμούς δασοκτημόνων προκύπτει οποτεδήποτε αμφισβήτηση ως προς το χαρακτηρισμό κάποιους από τους μεριδιούχους ως μέλους του συνεταιρισμού ή ως προς το μέγεθος του μεριδίου ή ως προς τη μη αναγνώριση και εγγραφή κάποιου μεριδιούχου του αδιαίρετου δάσους ως μέλους του συνεταιρισμού, αποφαίνεται ” η γενική συνέλευση του συνεταιρισμού.
Σημ.: όπως η παρ.8 προστέθηκε με την παρ.2 άρθρ.19 Ν.3208/2003, ΦΕΚ Α 303/24.12.2003.
Σχετικό: το άρθρο 50 Ν.4384/2016
Σχετικό: άρθρου 39 του Ν.2810/2000 (Α΄ 61)
Σχετικό: παρ.20 του άρθρου 18 του Ν.3147/2003 (Α΄ 135)
Άρθρο 48
Μητρώο-Φάκελοι Αγροτικού Συνεταιρισμού
Το Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών, που τηρείται στο ειρηνοδικείο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παρ. 3, είναι δημόσιο έγγραφο.
Καθένας μπορεί να εξετάσει τις εγγραφές του Μητρώου και να παίρνει επικυρωμένο αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτό. Η γραμματεία του ειρηνοδικείου χορηγεί πιστοποιητικά για την ύπαρξη ή μη ορισμένης εγγραφής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΔ΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 49
Διαγραφή μελών – Προσαρμογή Κοταστατικών
1.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.5 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
2. Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις παντός βαθμού υποχρεούνται να προσαρμόσουν τα Καταστατικά τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, εντός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος.
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 3 του Ν.2181/1994 (ΦΕΚ Α 10)
3. Οι κεντρικές κλαδικές Συνεταιριστικές Ορνανώσεις που λειτουργούν, σύμφωνα με το ν. 1541/1985, μετατρέπονται σε Κεντρικές Συνεταιριστικές Ενώσεις ή Κοινοπραξίες, με ανάλογη τροποποίηση του Καταστατικού τους.
4. Οι ήδη υπάρχουσες Κοινοπραξίες συνεχίζουν τη λειτουργία τους, με ανάλογη προσαρμογή του Καταστατικού τους στον παρόντα νόμο.
5. Ο παρών νόμος, απά την έναρξη ισχύος του, υπερισχύει του Καταστατικού, ανεξάρτητα αν προσαρμόστηκε ή όχι το Καταστατικό.
Άρθρο 50
Λήξη θητείας Διοικητικών και Εποπτικών Συμβουλίων
1. Η θητεία των Διοικητικών και Εποπτικών Συμβουλίων και των αντιπροσώπων των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων όλων των βαθμίδων (Πρωτοβάθμιων, Δευτεροβάθμιων, Τριτοβάθμιων, Κοινοπροξιών) και της ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ. λήγει αυτοδίκαια κατά το χρονικό διάστημα από 5 Νοεμβρίου 1993 έως 28 Ιανουαρίου 1994 εντός του οποίου υποχρεούνται να διεξάγουν αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέων Διοικητικών και Εποπτικών Συμβουλίων και αντιπροσώπων. Η θητεία των οργάνων διοίκησης και των αντιπροσώπων των πρωτοβάθμιων αγροτικών συνεταιρισμών που λήγει χρονικά πριν από την 5η Νοεμβρίου 1993, παρατείνεται μέχρι την ημερομηνία αυτή.
2. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας παρατείνεται η θητεία των Διοικήσεων και αντιπροσώπων των ανωτέρω Οργανώσεων επί ένα εξάμηνο από τις ημερομηνίες της προηγούμενης παραγράφου.
Άρθρο 51
Ελεγχος Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 23 του Ν.2538/1997 (Α 242)
1. Μέχρι να συγκροτηθεί το Σώμα Ειδικών Ελεγκτών, ο έλεγχος των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Α.Σ.Ο.) ασκείται ως ακολούθως:
α) Για τις Συνεταιριστικές Οργανώσεις για τις οποίες συντρέχουν οι προυποθέσεις ελέγχου, με βάση τα προς εκτέλεση του ν. 2190/1920 εκδοθέντα ή εκδοθησόμενα προεδρικά διατάγματα ή υπουργικές αποφάσεις, από μέλη των ορκωτών ελεγκτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει.
β) Για τις λοιπές Συνεταιριστικές Οργανώσεις από ορκωτούς ελεγκτές ή από ελεγκτές πτυχιούχους Ανωτάτων Σχολών που έχουν άδεια άσκησης οικονομολογικού επαγγέλματος από το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ/τος 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύει.
2. Δεν μπορούν να ορισθούν ελεγκτές Συνεταιριστικής Οργάνωσης μέλη και υπάλληλοι αυτής η υπερκείμενης Οργάνωσης.
3. Οι ελεγκτές ορίζονται από τη Γενική Συνέλευση των Α.Σ.Ο. και υποχρεούνται να υποβάλλουν το πόρισμα του ελέγχου στο Εποπτικό Συμβούλιο της Συνεταιριστικής Οργάνωσης ή στο Διοικητικό Συμβούλιο της Συνεταιριστικής Εταιρείας, τα οποία και το ανακοινώνουν στην πρώτη Γενική Συνέλευση των μελών της Οργάνωσης που ελέγχθηκε.
4. Μέχρι τη συγκρότηση του Σώματος Ειδικών Ελεγκτών οι πόροι που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 26 του παρόντος νόμου, θα αποδίδονται στην ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.Σ προκειμένου.
α) να δημιουργηθεί αποθεματικό κεφάλαιο αντιμετώπισης των πρώτων δαπανών σύστασης του Σώματος Ειδικών Ελεγκτών και
β) να αντιμετωπίζονται οι δαπάνες ελέγχου στο μεταβατικό στάδιο των οικονομικά ασθενέστερων ελεγχόμενων Α.Σ.Ο.
Άρθρο 52
Εξυγίανση Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων
Οι Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις των οποίων τα χρέη ρυθμίστηκαν ή θα ρυθμιστούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2008/1992 (ΦΕΚ 16 Α`), δεν επιτρέπεται επί μια διετία από τη ρύθμιση των χρεών τους να προσλαμβάνουν πάσης φύσεως προσωπικό, εξαιρουμένου του εξειδικευμένου επιστημονικού.
Άρθρο 53
Τροποποίηση του ν. 1845/1989 (ΦΕΚ 102Α`)
Η παρ.5 του άρθρου 40 του ν.1845/1989 (ΦΕΚ 102 Α) αντικαθίσταται ως εξής:
“5. Με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και μετά από πρόταση της αρμόδιας υπηρεσίας επιλέγεται το απαραίτητο διδακτικό και βοηθητικό διδακτικό προσωπικό, από τους Κλάδους ΠΕ2 Δασολογικού, ΤΕ2 Τε- χνολογίας Δασοπονίας – Θηραματοπονίας, ΔΕ 15 Δασοθηροφυλάκων, ΔΕ19 Τεχνικού Χειριστών Μέσων Δασυπυρόσβεσης και ΥΕ7 Υπαλλήλων Δασοπροστασίας.
Το διδακτικό και βοηθητικό διδακτικό προσωπικά επιλέγεται μεταξύ αυτών που έχουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία στα θέματα της δασοπροστασίας, δασοπυρόσβεσης και χειρισμού των μέσων πυρόσβεσης.
Το διδακτικό και βοηθητικό διδακτικό προσωπικό των σχολών και των παραρτημάτων τους αμείβεται με ωριαία αποζημίωση, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας κατά παρέκκλιση των διατάξεων του ν.1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α`) και του ν.1505/1984 (ΦΕΚ 194 Α) ή άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης. Με όμοια απάφαση ρυθμίζεται η αποζημίωση του διδακτικού και βοηθητικού διδακτικού προσωπικού που εφαρμόζεται αναδρομικά απά 1η Δεκεμβρίου 1992.
Με απόφαση του νομάρχη της περιφέρειας, όπου και η έδρα των σχολών ή των παραρτημάτων τους, μπορεί να ανατίθεται η διδασκαλία ή η πρακτική άσκηση μαθημάτων, που περιλαμβάνονται στο εκπαιδευτκό πρόγραμμα και απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις ή εμπειρία, σε δημόσιους υπαλλήλους ή ιδιώτες που είναι κάτοχοι ειδικής επιστημονικής ή τεχνολογικής ή εκπαιδευτικής ή επαγγελματικής ή εμπειροτεχνικής γνώσης αντί ωριαίας αποζημίωσης που καθορίζεται σύμφωνα με την ως άνω κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας. Υπηρεσίες του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. ή λοιπων φορέων του δημόσιου τομέα υποχρεούνται ύστερα από αίτηση της αρμόδιας περιφερειακής ή κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας να επιτρέπουν στους υπαλλήλους τους, που ορίζονται ως διδακτικό ή βοηθητικό διδακτικό ή εξειδικευμένης γνώσης ή εμπειρίας προσωπικό στα εκπαιδευτικά προγράμματα λειτουργίας των σχολών και των παραρτημάτων τους, να απουσιάζουν από τα καθήκοντά τους κατά τον απαιτούμενο για την εκτέλεση του διδακτικού έργου χρόνο.
Άρθρο 54
1. Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η σύσταση του Ιδρύματος με την επωνυμία “Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού`, η οποία έγινε από τους Λάζαρο Δημητρίου Εφραίμογλου, Ουρανία συζ. Λαζάρου Εφραίμογλου και Δημήτριο Λαζάρου Εφραίμογλου με την πράξη υπ. αρ. 23304/1993 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Φρειδερίκης συζ. Ελευθερίου Στεφανάκη το γένος Νικ. Ανυφαντάκη. Ο Οργανισμός του Ιδρύματος αυτού έχει ως εξής:
“ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
`Αρθρο 1
Μορφή – Επωνυμία – Εδρα – Σφραγίδα
1. Το Κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ”, που σύστησαν οι κ.κ. Λάζαρος Δημητρίου Εφραίμογλου, Ουρανία συζ. Λαζάρου Εφραίμογλου, Δημήτριος Λαζάρου Εφραίμογλου με την πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Φρειδερίκης συζ. Ελευθερίου Στεφανάκη το γένος Νικ. Ανυφαντάκη με αριθμό 23304/1993 αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (`το Ιδρυμα`).
2. Το Ιδρυμα εδρεύει στην Αθήνα.
3. Το Ιδρυμα έχει πλήρη διοικητική και διαχειριστική αυτοτέλεια και αυτονομία και δεν εφαρμόζονται σε αυτό διατάξεις του ν. 2039/1939, όπως εκάστοτε ισχύει. Η εποπτεία και ο έλεγχος του Ιδρύματος ασκείται μόνο για την εκπλήρωση του σκοπού του από τον Υπουργό Οικονομικών. Κάθε χρόνο και δύο μήνες μετά τη ληξη του η διοίκηση του Ιδρύματος υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών απολογισμό, ισολογισμό και έκθεση πε- πραγμένων για την διαπίστωση της εκπλήρωσης του σκοπού του Ιδρύματος. Το διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να ζητήσει τον έλεγχο της νομιμότητας της διαχείρισης κάθε χρήσης από τους Ορκωτούς Ελεγκτές ή απο Διεθνή Ελεγκτική Εταιρεία αναγνωρισμένου κύρους
4. Η σφραγίδα του Ιδρύματος είναι στρογγυλή και αναγράφει περιμετρικά τις λέξεις “ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ”.
Για τις σχέσεις του Ιδρύματος με την αλλοδαπή η επωνυμία και το περιεχόμενο της σφραγίδας μεταφράζονται στα Αγγλικά.
`Αρθρο 2 Σκοπός
1. Σκοπός του Ιδρύματος είναι:
(α) Η συνεχής και δυναμική αξιοποίηση της διαχρονικής ιστορίας και του πολιτισμού του Μείζονος Ελληνισμού, με έμφαση στον Ελληνισμό της Ανατολής και η προβολή τους ως πηγές αυτογνωσίας και νοηματοδότησης της σημερινής και μελλοντικής ταυτότητας του Ελληνα
Η πραγμάτωση του σκοπού αυτού θα επιτευχθεί κυρίως με: (α) Την οργάνωση Ιστορικού και Πολιτιστικού ηλεκτρονικού Μουσείου με θέμα τον Μείζονα Ελληνισμό η προβολή των εκθεμάτων και των μηνυμάτων, του οποίου θα βασίζεται στην αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας και της σύγχρονης γνώσης για την κοινωνία.
(β) Την οργάνωση Κέντρου Τεκμηρίωσης και Βιβλιοθήκης.
(γ) Την οργάνωση ερευνητικών προγραμμάτων και ομάδων εργασίας σε σχέση με το αντικείμενο αυτό. Η χρηματοδότηση ερευνών και δημοσιεύσεων σε σχέση με το Μείζονα Ελληνισμό.
(δ) Την οργάνωση και υποστήριξη μαθημάτων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και μεταπτυχιακών σπουδών για το Μείζονα Ελληνισμό για `Ελληνες και Ξένους.
(ε) Τη θεσμοθέτηση, προκήρυξη και χορήγηση οικονομικών ενισχύσεων για την προώθηση ερευνών και μελετών που σχετίζονται με τους σκοπούς του Ιδρύματος.
(στ) Τη διοργάνωση συνεδρίων, σεμιναρίων και προβολών και την παραγωγή εκδόσεων και υλικού σε ηχητικές, οπτικές ή άλλες αποτυπώσεις οιασδήποτε τεχνολογίας, με περιεχόμενο επιστημονικό, καλλιτεχνικό εκπαιδευτικό, κ.ά., που σχετίζονται με τους σκοπούς του Ιδρύματος.
“(ζ) Τη δημιουργία, οργάνωση και τη λειτουργία υποδομών και δραστηριοτήτων προβολής, διακίνησης και ανάδειξης της σύγχρονης πολιτιστικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας του Ελληνισμού και η επικοινωνία και σύνδεση του με άλλους πολιτισμούς, με έμφαση στη χρήση νέων τεχνολογικών μέσων.
(η) Την προώθηση κάθε είδους δράσεων επίδειξης και καλών πρακτικών στον τομέα του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης, που συνδέεται με την πολιτιστική δράση”.
*** Τα εδάφια ζ΄και η΄προστέθηκαν με το άρθρο 30 παρ.1 Ν.3763/2009,ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
2. Η επιδίωξη των σκοπών του Ιδρύματος θα γίνεται βάσει ειδικών Οργανισμών, που θα καταρτισθούν και θα εγκριθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο.
`Αρθρο 3 Περιουσία-Πόροι
1. Περιουσία του Ιδρύματος αποτελεί: Το κεφάλαιο και τόκοι πενήντα χιλιάδων (50.000) ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με ρήτρα ECU.
2. Πόροι του Ιδρύματος είναι οι εισπράξεις από τη διάθεση εκδόσεων και αποτυπώσεων (καλλιτεχνικών, ηχητικών, οπτικών ή άλλων οιασδήποτε τεχνολογίας) του Ιδρύματος. Επίσης από τη διάθεση μελετών, ερευνών και τεχνογνωσίας του Ιδρύματος με μορφή παροχής υλικού, πληροφοριών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών χωρίς να αναιρείται ο κοινωφελής του χαρακτήρας.
3. Οι δωρεές, κληρονομίες ή κληροδοσίες οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου προς αυτό. Τα εισοδήματα από τα πάσης φύσεως περιουσιακά στοιχεία του και οι τόκοι από τις καταθέσεις στις τράπεζες του εσωτερικού και του εξωτερικού. Τα εισοδήματα από την περιουσία του Ιδρύματος.
4. `Οσοι προσφέρουν με οποιονδήποτε τρόπο στο `Ιδρυμα ή αναλαμβάνουν την οικονομική κάλυψη συγκεκριμένων κοινωφελών δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στους σκοπούς του Ιδρύματος ή συμπαρίστανται της προσπάθειες εξυπηρετήσεως των σκοπών του Ιδρύματος απολαμβάνουν πλεονεκτήματα και/ή τίτλους (Φίλος του Ιδρύματος, Χορηγός, Ευεργέτης, κ.λπ.), που θα καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος.
5. Το Ιδρυμα λόγω του κοινωφελούς χαρακτήρα του απαλλάσσεται του φόρου κληρονομιών και δωρεών, του φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων, του φόρου ακινήτου περιουσίας του φόρου εισοδήματος για τα εσοδά του από κάθε πηγή και γενικά κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου, δασμούς, δικαιώματα, εισφορές, κρατήσεις, παράβολα κ.λπ, που ισχύουν σήμερα και που θα επιβληθούν στο μέλλον υπέρ του Δημοσίου, των δήμων, κοινοτήτων, οργανισμών πάσης φύσεως και γενικά κάθε τρίτου για οποιασδήποτε πράξη αυτού. Ολες οι απαλλαγές και ατέλειες είναι αντικειμενικές. Τις ίδιες απαλλαγές απολαμβάνουν και οι ιδρυτές καθώς και οι δωρητές μόνο για τις δωρεές τους προς το Ιδρυμα. Το Ιδρυμα απαλλάσσεται επίσης από το φόρο δημόσιων θεαμάτων και από φόρο στο αντίτιμο των εισιτηρίων εισόδου και απά κάθε άλλο φόρο (που αφορά τη διάθεση παντός αντικειμένου ή είδους κ.λπ. υπέρ των εσόδων του).
6. Το Ιδρυμα είναι πάντα εξ απογραφής κληρονόμος.
7. Το Ιδρυμα δικαιούται να εισάγει χωρίς δασμούς και εισαγωγικούς φόρους, κ.Απ., από το εξωτερικό ηλεκτρικά, ηλεκτρονικά, κλιματισπκά μηχανήματα, μηχανήματα αναπαραγωγής ήχου και εικόνας κάθε είδους και οποιαδήποτε άλλα είδη, υλικά και αντικείμενα που θα προορίζονται για τις εγκαταστάσεις του, τον εξοπλισμό των αιθουσών του, και εν γένει θα εξυπηρετούν τον επιδιωκόμενο σκοπό του, σχετιζόμενα άμεσα ή έμμεσα με το Ιδρυμα.
8. Οποιεσδήποτε συμβολαιογραφικές πράξεις με κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου γίνονται ατελώς. Η αμοιβή των δικηγόρων και συμβολαιογράφων για κάθε πράξη δεν δύναται να υπερβεί τις εκατό χιλιάδες (100.000) δρχ.
`Αρθρο 4 Διοίκηση
1. Το Ιδρυμα διοικείται από επταμελές (7) Διοικητικό Συμβούλιο που βρίσκεται σε νόμιμη απαρτία, έστω κι αν, για οποιονδήποτε λόγο, τα μέλη του περιοριστούν μέχρι τέσσερα (4). Απαρτία υπάρχει, όταν παρίστανται ή εκπροσωπούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο τέσσερα (4) μέλη. Τέσσερα από τα επτά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πάντοτε υποχρεωτικά κατιόντες ή νόμιμοι σύζυγοι των κατιόντων των Δημητρίου και Γεθ- σημανης Εφραίμογλου που γεννήθηκαν στην Σπάρτη Πισιδίας. Τα ανωτέρω μέλη είναι ισόβια. Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα από τα τέσσερα αυτά μέλη παραιτηθούν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ή είναι σε αδυναμία να ασκήσουν τα καθήκοντά τους, οι υπόλοιποι εκ των τεσσάρων προτείνουν τα νέα μέλη μεταξύ των κατιόντων, ως ανωτέρω.
Επίσης σε περίπτωση που ένα από τα τέσσερα αυτά μέλη βρίσκεται σε αδυναμία να ασκήσει τα καθηκοντά του για σπουδαίους λόγους που το αφορούν και τους οποίους δύνανται να κρίνουν κατ` απόλυτο διακριτική ευχέρεια και για την ορθή και απρόσκοπτη εκπλήρωση του σκοπού του ιδρύματος ομόφωνα τα υπόλοιπα τρία μέλη, το μέλος αυτό αντικαθίσταται με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
Η θητεία των υπολοίπων τριών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τετραετής. Προτάσεις για υποψηφιότητες μελών του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να υποβάλλουν μόνο σύμβουλοι- μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος αποτελούν οι:
α. Λάζαρος Δ. Εφραίμογλου β. Ουρανία Εφραίμογλου γ. Μαρίνα Εφραίμογλου – Πετρολέκα δ. Μαριάννα Τάσση ε. Πέτρος Μολυβιάτης στ. Βασιλική Βασιλείου ζ. Ελένη Τροβά
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του με απόλυτη πλειοψηφία τον Πρόεδρο, τον Α` και Β Αντιπροέδρους, τον Ταμία και το Γραμματέα του Ιδρύματος.
3. Μέλος που κωλύεται μπορεί να αντιπροσωπευθεί από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου με εξουσιοδότηση προς αυτό, με επιστολή που απευθύνεται προς το Διοικητικό Συμβούλιο. Κάθε σύμβουλος έχει το δικαίωμα να αντιπροσωπεύει μάνο έναν κωλυόμενο. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα ή εκπροσωπούνται κατά τη συνεδρίαση τουλάχιστον τέσσερα (4) μέλη.
Σε περίπτωση παραίτησης, ανικανότητας, έκπτωσης, θανάτου ή συνεχούς απουσίας για ένα εξάμηνο από τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, τα υπόλοιπα μέλη του εκλέγουν αντικαταστάτη για τον υπό- λοιπο χρόνο της θητείας του μέλους που ανηκαθίσταται. Σε περιπτώσεις εξαμηνιαίας συνεχούς απουσίας η απουσία αυτή θα θεωρείται σιωπηρή παραίτηση, μετά από σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου.
4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου παρέχουν τις υπηρεσίας τους χωρίς αμοιβή.
5. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται τακτικά ανά τετράμηνο, έκτακτα δε όσες φορές συγκληθεί από τον Πρόεδρο ή με αίτηση τριων (3) τουλάχιστον από τα μέλη του.
6. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία των μελών που είναι παρόντα κατά τη συνεδρίαση. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η άποψη, υπέρ της οποίας τάσσεται ο Πρόεδρος.
7. Για τις συνεδριάσεις τηρούνται πρακτικά που καταχωρούνται σε ειδικό ντοσιέ και υπογράφονται από όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που μετείχαν στις συνεδριάσεις. Αν κάποιος αρνηθεί να υπογράψει πρακτικά, η άρνηση του αναγράφεται στο Πρακτικό που υπογράφεται από τον Πρόεδρο.
Αρθρο 5 Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει ελεύθερα για κάθε θέμα που αφορά στη διοίκηση και λειτουργία του Ιδρύματος, στη διαχείριση της περιουσίας και στη διάθεση των πόρων του, καθώς και για κάθε ενέργεια που σχετίζεται με την εκπλήρωση του σκοπού του, σύμφωνα πάντα με τις διατάξεις της συστατικής πράξης και του παρόντος Οργανισμού του Ιδρύματος. Η εκπλήρωση του σκοπού του Ιδρύματος εναπόκειται στο Δ.Σ., το οποίο μεριμνά για τη συνεχή και απαρέγκλητη λειτουργία του, σύμφωνα με το άρθρο 109 του ισχύοντος Συντάγματος. Σε περίπτωση διαπίστωσης από το Δ.Σ. ότι ο σκοπός του ιδρύματος έχει εκφύγει του οριζόμενου από τους ιδρυτές για οποιονδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένης και,της νομοθετικής τροποποίησης του Οργανισμού αυτού του Ιδρύματος, μπορεί να προχωρήσει στη διάλυση του Ιδρύματος κατά τις διατάξεις του παρόντος. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει εξάλλου για την αναγκαιότητα και τη διαδικασία για τη διενέργεια κάθε είδους προμηθειών, έργων. Ο έλεγχος και η εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών περιορίζεται αποκλειστικά στη νομιμότητα της οικονομικής διαχείρισης ως προς την εκπλήρωση του σκοπού του.
Ειδικότερα το Διοικητικό Συμβούλιο:
α. Καταρτίζει, ψηφίζει και υποβάλλει κάθε χρόνο για έγκριση στον Υπουργό Οικονομικών τον απολογισμό και προυπολογισμό του Ιδρύματος. Μαζί με τον απολογισμό καταρτίζεται και υποβάλλεται και ο γενικός ισολογισμός της περιουσίας του Ιδρύματος. Καταρτίζει το ετήσιο πρόγραμμα δράσεως για την υλοποίηση των σκοπών του Ιδρύματος.
β. Αποφασίζει για την αποδοχή ή αποποίηση κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών προς το Ιδρυμα, καθώς και για την ανακήρυξη Φίλων, Χορηγών, Δωρητών και Ευεργετών του Ιδρύματος.
γ. Αποφασίζει την πρόσληψη του αναγκαίου προσωπικού του Ιδρύματος, εφόσον υπάρχει σχετική πίστωση στον προυπολογισμό του που έχει εγκριθεί, σύμφωνα με τους όρους των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
δ. Καθορίζει τις προυποθέσεις για την απόκτηση της ιδιότητας των “Φίλων του Ιδρύματος”, καθώς και τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν, απονέμει τον τίτλο του “Χορηγού”, “Δωρητή”, “Ευεργέτη και “Μεγάλου Ευεργέτη” του Ιδρύματος και καθορίζει τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνει ο καθένας.
ε. Χορηγεί γενικές ή ειδικές εξουσιοδοτήσεις εκπροσώπησης του ιδρύματος σε ένα ή περισσότερα μέλη του ή σε τρίτους.
στ. Αποφασίζει επί των εισηγήσεων που υποβάλλονται αυτοπροσώπως ή εγγράφως απά το Γενικό Διευθυντή, την Επιστημονική Επιτροπή, την Επιτροπή Προγραμματισμού, την Ομάδα Εργασίας ή άλλους επιστήμονες – συνεργάτες του Ιδρύματος.
ζ. Καταρτίζει Εσωτερικούς Κονονισμούς λειτουργίας του Ιδρύματος των Υπηρεσιών και του Προσωπικού του καθώς και των Ομάδων Εργασίας ή Επιτροπών, οι οποίες δύναται να συσταθούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή της Ομάδας Εργασίας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9 (δ) του παρόντος.
Αρθρο 6
Καθήκοντα Προέδρου
1. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος: α) Εκπροσωπεί το Ιδρυμα στα Δικαστήρια, στις Αρχές και στις σχέσεις του με κάθε τρίτο.
β) Συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο.
γ) Δίνει εντολή για την πληρωμή κάθε δαπάνης που περιλαμβάνεται στον προυπολογισμό που έχει εγκριθεί. Την εντολή αυτή συνυπογράφει ο Ταμίας του Ιδρύματος.
δ) Υπογράφει τα έγγραφα του Διοικητικού Συμβουλίου και
ε) Καταρτίζει την ετήσια Εκθεση των πεπραγμένων του Διοικητικού Συμβουλίου.
2. Ο Α` Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου αναπληρώνει τον Πρόεδρό του, όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται και αυτόν ο Β` Αντιπρόεδρος.
`Αρθρο 7 Καθήκοντα Ταμία
1. Ο Ταμίας του Ιδρύματος:
α) Εισπράττει τα έσοδα του Ιδρύματος, εκδίδοντας και υπογράφοντας σχετικές αριθμημένες διπλότυπες αποδείξεις.
β) Ενεργεί τις πληρωμές με βάση εντάλματα πληρωμής που έχουν εκδοθεί, σύμφωνα με το νόμο.
γ) Τηρεί και φυλάσσει τα διαχειριστικά βιβλία και στοιχεία του Ιδρύματος.
δ) Καταθέτει σε Τράπεζες τα εισπραττόμενα έσοδα του Ιδρύματος.
ε) Αναλαμβάνει τις καταθέσεις του Ιδρύματος και
στ) Φροντίζει για την κατάρτιση των απολογισμών, προυπολογισμών και ισολογισμών του Ιδρύματος, τους οποίους υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο.
2. Οταν ο Ταμίας απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνεται από άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, που ορίζεται από αυτό.
3. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου είναι δυνατόν μέρος ή όλα τα καθήκοντα του Ταμία να ασκεί ειδικός εντολοδόχος ή συνδεόμενος με το Ιδρυμα με σχέση εξαρτημένης εργασίας, υπό την προυπόθεση ότι για κάθε του ενέργεια συνυπογράφει και ο Ταμίας του Ιδρύματος.
`Αρθρο 8 Καθήκοντα Γενικού Γραμματέα
1. Ο Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου:
α) Συνυπογράφει με τον Πρόεδρο κάθε έγγραφο.
β) Επιμελείται της σύνταξης των πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου και διεκπεραιώνει την αλληλογραφία.
γ) Φυλάσσει τα έγγραφα, τα βιβλία και τη σφραγίδα του Ιδρύματος και ευθύνεται για την καταστροφή ή απώλειά τους.
2. Είναι δυνατόν οι υπό β) και γ) αρμοδιότητες του Γραμματέα να ανατίθενται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου σε τρίτο πρόσωπο το οποίο έχει σχέση εντολής ή εξαρτημένης εργασίας.
3. Το Γραμματέα, όταν απουσιάζει ή κωλύεται αναπληρώνει ένας από τους συμβούλους που ορίζεται απά το Διοικηηκό Συμβούλιο.
`Αρθρο 9 Αρμοδιότητες Γενικού Διευθυντή
Ο Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος: (α) Είναι επιστήμονας με εμπειρία στα θέματα που σχετίζονται με την εκπλήρωση των σκοπών του Ιδρύματος και αμείβεται από το `Ιδρυμα κατά το νόμο και τους όρους της σχετικής συμβάσεως απασχολήσεώς του.
(β) Είναι το κύριο εκτελεστικό όργανο του Ιδρύματος και προίσταται του προσωπικού του.
(γ) Μετέχει σαν εισηγητής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και εκτελεί τις αποφάσεις του.
(δ) Είναι δυνατό ο Γενικός Διευθυντής να επικουρείται από Ομάδα Εργασίας, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες της οποίας θα καθοριστούν με ειδικά Οργανισμό, ο οποίος θα εγκρίνεται απά το Διοικητικό Συμβούλιο.
`Αρθρο 10 Επιστημονική Επιτροπή
1. Ανώτατο Συμβουλευτικό όργανο του Ιδρύματος είναι η Επιστημονική Επιτροπή. Η Επιστημονική Επιτροπή γνωμοδοτεί για κάθε επιστημονικό ζήτημα σχετικό με την εκπλήρωση του σκοπού του ιδρύματος. Σε συνεργασία με το Διοικητικό Συμβούλιο μεριμνά για την εκπλήρωση του σκοπού του Ιδρύματος.
Επιτροπή Προγραμματισμού
1. Καταστατικό όργανο του ιδρύματος είναι η Επιτροπή Προγραμματισμού. Η Επιτροπή Προγραμματισμού γνωμοδοτεί για κάθε ζήτημα σχετικό με την οικονομική διαχείριση των πόρων του ιδρύματος σε αναφορά με την εκπλήρωση του σκοπού του. Σε συνεργασία με το Διοικητικό Συμβούλιο και την Επιστημονική Επιτροπή μεριμνά για την εκπλήρωση του σκοπού του Ιδρύματος.
2. Η Επιτροπή Προγραμματισμού του Ιδρύματος αποτελείται απά 7 – 15 μέλη, εξαίρετους επιστήμονες, οικονομολόγους και ανθρώπους του επιχειρηματικού κόσμου.
3. Τα μέλη της Επιτροπής Προγραμματισμού ορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για τετραετή θητεία.
4. Της Επιτροπής Προγραμματισμού προίσταται μέλος της εκλεγόμενο κατά πλειοψηφία μεταξύ των μελών της
`Αρθρο 12 Οικονομική διαχείριση
1. Η οικονομική διαχείριση του Ιδρύματος περιλαμβάνει ετήσια περίοδο, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, λήγει την 31η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου και γίνεται βάσει προυπολογισμών και απολογισμών εσόδων και εξόδων που καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 του παρόντος Οργανισμού. Το πρώτο οικονομικό έτος αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του εγκριτικού νόμου της σύστασης του Ιδρύματος και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του επόμενου έτους.
2. Ο εσωτερικός έλεγχος της διαχειρίσεως του Ιδρύματος γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται, αν ο εσωτερικός έλεγχος θα γίνεται από τους Ορκωτούς Ελεγκτές ή από ελεγκτική εταιρεία διεθνώς αναγνωρισμένη και λειτουργούσα στην Ελλάδα.
3. Η διαχείριση των πόρων του Ιδρύματος είναι δυνατόν να ανατεθεί μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και γνώμη της Επιτροπής Προγραμματισμού σε ελληνική ή αλλοδαπή τράπεζα ή οργανισμά συλλογικών επενδύσεων συμπεριλαμβανομένου και του Trust.
4. Τα μετρητά, αξιόγραφα, ομόλογα ή κάθε είδους τίτλοι κατατίθενται για φύλαξη σε τράπεζα ελληνική ή αλλοδαπή.
`Αρθρο 13 Βιβλία και στοιχεία
1. Από το Ιδρυμα τηρούνται υποχρεωτικά τα ακόλουθα βιβλία και στοιχεία:
α. Βιβλίο πρωτοκόλλου εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων, β. Βιβλίο λογιστικής παρακολούθησης, στο οποίο καταχωρίζονται κατά χρονολογική σειρά και με τη δέουσα λογιστική τάξη τα έσοδα που γίνονται στη διάρκεια της κάθε χρήσης, γ. Βιβλίο απογραφών στο οποίο καταχωρείται στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους ο ισολογισμός του Ιδρύματος, δ. στελέχη αριθμημένων διπλοτύπων αποδείξεων εισπράξεων και ενταλμάτων πληρωμών, θεωρημένα από τον Πράεδρο, ε. βιβλίο εισηγήσεων στο οποίο καταχωρούνται οι εισηγήσεις και Γνωμοδοτήσεις που γίνονται από την Επιστημονική Επιτροπή, την Επιτροπή Προγραμματισμού, τις Ομάδες Εργασίας ή άλλους Εμπειρογνώμονες. 2. Εκτός από τα ανωτέρω βιβλία και στοιχεία, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει την τήρηση και άλλων βιβλίων και στοιχείων, εφόσον το κρίνει αναγκαίο για την παρακολούθηση της διαχείρισης της περιουσίας του Ιδρύματος και την εκπλήρωση του σκοπού του.
`Αρθρο 14 Τροποποίηση του Οργανισμού
Ο Οργανισμός του Ιδρύματος μπορεί να τροποποιηθεί ή να συμπληρωθεί με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 110 του Αστικού Κώδικα, αποκλειστικά και μόνο μετά από πρόταση και σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος, το οποίο είναι αρμόδιο για την εκπλήρωση του σκοπού του. Οποιαδήποτε απόπειρα τροποποίησης του Οργανισμού του Ιδρύματος, χωρίς την τήρηση της ανωνέρω διαδικασίας, δίδει στο τελευταίο Διοικητικό Συμβούλιο δικαίωμα να διαλύει το Ιδρυμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος.
`Αρθρο 15 Διάλυση του Ιδρύματος
1. Το Ιδρυμα διαλύεται κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, έπειτα από σχετική πρόταση του Διοικητικού του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με πλειοψηφία τεσσάρων (4) τουλάχιστον μελών του.
Πρόταση διάλυσης μπορεί να υποβληθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο λόγω της αδυναμίας εκπλήρωσης των σκοπών του από όλα τα καταστατικά Οργανα του παρόντος Οργανισμού.
2. Σε περίπτωση διάλυσης του Ιδρύματος η κινητή και ακίνητη περιουσία του θα μεταβιβασθεί κατά πλήρη κυριότητα είτε στην Ακαδημία Αθηνών είτε στο Μουσείο Μπενάκη είτε και στα δύο, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
3. Το Ιδρυμα αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και διέπεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Η επωνυμία του απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί από οιονδήποτε τρίτο ως επωνυμία, σήμα ή άλλως, χωρίς την άδεια του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
4 .. Στο Ιδρυμα αυτό εφαρμόζονται οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα και οι διατάξεις του άρθρου 1 και 12 του ν. 1610/1986 που αναφέρεται στην έγκριση σύστασης ιδρύματος με την επωνυμία “ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ” έχει δε όλα τα σχετικά προνόμια των άρθρων αυτών, καθώς και του άρθρου 1 και 3 του παρόντος Οργανισμού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
5 . Το Ιδρυμα μπορεί να επιχορηγείται ή χρηματοδοτείται από το κράτος ή άλλους φορείς, εφόσον η συγκεκριμένη οικονομική ενίσχυση διατίθεται για την εξυπηρέτηση των σκοπών του Ιδρύματος, καθώς και την υλοποίηση προγραμμάτων, που συνχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαική Κοινότητα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
6. Το Ιδρυμα απολαμβάνει διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας, δεν υπάγεται σε κρατικό έλεγχο εκτός απά τις περιπτώσεις που προβλέπεται ρητά στον παρόντα νόμο, έχει πλήρη διοικητική και διαχειρισηκή αυτονομία και δεν εφαρμόζονται σε αυτό οι διατάξεις του ν. 2039/1939, όπως εκάστοτε ισχύει. Η εποπτεία και ο έλεγχος του Ιδρύματος ασκείται μόνο για την εκπλήρωση σκοπού του από τον Υπουργό Οικονομικών. Το Ιδρυμα λειτουργεί και διοικείται, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
7 . Οι ιδρυταί αναλαμβάνουν την υποχρέωση όπως εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από της δημοσιεύσεως του παράντος νόμου δωρίσουν εις το Ιδρυμα συμπληρωματικώς α) πενήντα χιλιάδες (50.000) μετοχές της Τραπέζης Εργασίας και β) το κεφάλαιο και τους τόκους ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με ρήτρα ECU, ύψους ενός εκατομμυρίου εννιακοσίων πενήντα χιλιάδων (1.950.000).
Σχετικό: παρ.81 του άρθρου 4 του Ν.2459/1997 (Α 17)
Άρθρο 55
Καταργούμενες-Διατηρούμενες διατάξεις
1. Απά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται:
α) Ο ν. 1541/1985 (ΦΕΚ 68 Α`) εκτός από τα άρθρα 69 παρ. 4 και 78.
β) Το άρθρο 32 του ν. 1644/1986 (ΦΕΚ 131 Α`).
γ) Οι παραγράφοι 3 έως 27 του άρθρου 9 του ν. 1697/1987 (ΦΕΚ 57 Α`).
δ) Οι παράγραφοι 1 έως 17 του άρθρου 34 του ν. 1845/1989 (ΦΕΚ 102 Α`)
ε) Ο ν. 1891/1990 (ΦΕΚ 93 Α`)
στ) Το άρθρο 28 του ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α`)
ζ) Το άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 1859/1944 (ΦΕΚ 215 Α`)
η) Το άρθρο 3 του από 23/30-7-1946 β.δ/τος (ΦΕΚ 226 Α`)
θ) Η 100614/17-1-1989 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 58 Α`)
2. Τα π.δ. 616/1979 (ΦΕΚ 183 Α`) και 126/1986 (ΦΕΚ 44 Α`), εξακολουθούν να ισχύουν.
Άρθρο 56
`Εναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσιευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 10 Σεπτεμβριου 1993
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ, ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝ. ΟΙΚΟΜΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΚΩΝ ΙΩ. ΚΕΦΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤ. ΜΑΝΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΧΡ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ ΑΡ. ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΟΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΑΝ. ΨΑΡΟΥΔΑ-ΜΠΕΝΑΚΗ Β. ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 10 Σεπτεμβριου 1993
Η ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΝΑ ΨΑΡΟΥΔΑ-ΜΠΕΝΑΚΗ