ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 1969 ΦΕΚ 167/30.10.1991
Εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, αμοιβαία κεφάλαια, διατάξεις εκσυγχρονισμού και εξυγιάνσεως της κεφαλαιαγοράς και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ
Σημ.: όπως ο τίτλος του Κεφαλαίου ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 1
Σημ.: όπως το άρθρο 1 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου είναι ανώνυμη εταιρία με αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση χαρτοφυλακίου κινητών οξιών. Κινητές αξίες κατά την έννοια αυτού του νόμου είναι οι μετοχές, οι ομολογίες, τα ομόλογα, οι τίτλοι μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων, τα πιστοποιητικά καταθέσεων του άρθρου 9 του Α.Ν. 148/1967 (ΦΕΚ 173 Α΄), τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου και άλλα χρηματιστηριακά πράγματα. Η εταιρία αυτή διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και από τις κείμενες διατάξεις για τις ανώνυμες εταιρίες.
2. Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου έχει ελάχιστο ύψος δραχμών πεντακοσίων εκατομμυρίων (500.000.000), που καταβάλλονται ολοσχερώς κατά τη σύσταση της εταιρίας. Το ανωτέρω ποσό μπορεί να αυξάνεται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση αυξήσεως του κατώτατου ορίου του μετοχικού κεφαλαίου των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου, για τον υπολογισμό του ελάχιστου αναγκαίου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου που λειτουργούν, λαμβάνονται υπόψη τα ίδια κεφάλαια των εταιριών αυτών.
3. Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου συγκροτείται από εισφορές μετρητών και κινητών αξιών της παραγράφου 1, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ. 1 περίπτ. α και β`. Επιτρέπεται επίσης η εισφορά κινητών και ακινήτων πραγμάτων, που εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες, της εταιρίας. Οι εισφορές του προηγούμενου εδαφίου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το ένα δέκατο του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας. “Η αποτίμηση της αξίας των ως άνω κινητών αξιών, καθώς και των κινητών και ακινήτων πραγμάτων, που εισφέρονται στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 9 του κ.ν. 2190/1920, εφαρμοζομένων ως προς τις κινητές αξίες ανάλογη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 4.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
Άρθρο 2
Σημ.: όπως το άρθρο 2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρίες, απαιτείται να έχει χορηγηθεί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας της εταιρίας. Όμοια άδεια απαιτείται και για τη μετατροπή υφιστάμενης εταιρίας σε εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
2. Για τη χορήγηση από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς της άδειας λειτουργίας εκτιμώνται η οργάνωση, τα τεχνικά και οικονομικά μέσα της εταιρίας, η αξιοπιστία και η πείρα των προσώπων που πρόκειται να τη διοικήσουν και η καταλληλότητα των ιδρυτών για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της εταιρίας. Τα κριτήρια αυτά μπορούν να εξειδικεύονται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
3. Για κάθε τροποποίηση του καταστατικού της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, όπως και για την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, απαιτείται απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
Κάθε δημοσίευση κατά την έννοια του άρθρου 7β τουΚ.Ν. 2190/1920, που αφορά τροποποίηση του καταστατικού εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου ή αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου γνωστοποιείται στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
4. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούται να αναγράφει κάτω από την εταιρική της επωνυμία τον αριθμό της άδειας λειτουργίας.
5. Απαγορεύεται στην εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου να εκδίδει ιδρυτικούς τίτλους.
Άρθρο 3
Σημ.: όπως το άρθρο 3 τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 του Ν. 2093/1992 με την παρ.2 του άρθρου 14 Ν.2166/1993 και το άρθρ. 111 Ν.2533/1997,αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 50 Ν.3283/2004, ΦΕΚ Α 210/2.11.2004 και ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. α) Η Α.Ε.Ε.Χ. έχει την υποχρέωση να υποβάλει προσήκουσα αίτηση εισαγωγής των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε άλλη οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παραγράφου 14 του άρθρου 2 του Ν. 2396/1996, όπως ισχύει, εντός έξι (6) μηνών από την καταχώρησή της στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών ως Α.Ε.Ε.Χ.. Η εισαγωγή των μετοχών της Α.Ε.Ε.Χ. γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν εκάστοτε για την εισαγωγή μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε άλλη οργανωμένη αγορά, με εξαίρεση την παράγραφο Ι.3 του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985, όπως ισχύει, και με την πρόσθετη προϋπόθεση ότι το πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου της έχει ήδη επενδυθεί σύμφωνα με το σκοπό της και την κείμενη νομοθεσία.
β) Σε περίπτωση μετατροπής υφιστάμενης ανώνυμης εταιρείας σε Α.Ε.Ε.Χ., η υποχρεωτική υποβολή προσήκουσας αίτησης εισαγωγής των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε άλλη οργανωμένη αγορά πρέπει να πραγματοποιείται μέσα σε έξι (6) μήνες από την καταχώρησή της στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιριών ως Α.Ε.Ε.Χ..
2. α) Η Α.Ε.Ε.Χ. οφείλει μέσα σε δώδεκα (12) μήνες από τη σύστασή της ή τη μετατροπή της να εισαγάγει τις μετοχές της στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε άλλη οργανωμένη αγορά σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω παράγραφο 1.
β) Οι Α.Ε.Ε.Χ. οι οποίες συστάθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 και δεν έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία εισαγωγής των μετοχών τους στο Χρηματιστήριο Αθηνών ή σε άλλη οργανωμένη αγορά σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οφείλουν να εισάγουν τις μετοχές τους εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
3. Παρερχομένων των προθεσμιών των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλεί την άδεια λειτουργίας και η Α.Ε.Ε.Χ. τίθεται υπό εκκαθάριση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ύστερα από την υποβολή αιτήματος της Α.Ε.Ε.Χ., δύναται να παρατείνει την προθεσμία του στοιχείου α΄ της ανωτέρω παραγράφου 2 σε περίπτωση ανωτέρας βίας, καθώς και σε περίπτωση που κρίνει ότι οι συνθήκες της αγοράς θέτουν σε κίνδυνο την κάλυψη της αύξησης του κεφαλαίου ή/και την πραγματοποίηση της απαιτούμενης διασποράς των μετοχών της.
Άρθρο 4
Σημ.: όπως το άρθρο 4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Τα διαθέσιμα των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου τοποθετούνται αποκλειστικά:
α. Σε κινητές αξίες εισηγμένες στην κύρια και παράλληλη αγορά χρηματιστηρίου αξιών κράτους – μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
β. Σε κινητές αξίες που διαπραγματεύονται σε άλλη εποπτευόμενη αγορά κράτους – μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφόσον η αγορά αυτή λειτουργεί κανονικά, είναι αναγνωρισμένη και ανοικτή στο κοινό.
γ. Σε κινητές αξίες εισηγμένες στην κύρια ή παράλληλη αγορά χρηματιστηρίου αξιών κράτους μη μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή σε κινητές αξίες που διαπραγματεύονται σε άλλη αγορά κράτους μη μέλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφόσον η αγορά αυτή πληροί τις προϋποθέσεις του ως άνω εδαφίου β`. Τα χρηματιστήρια αξιών και οι αγορές αυτού του εδαφίου ορίζονται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
δ. Σε τίτλους μεριδίων ελληνικών αμοιβαίων κεφαλαίων, σε τίτλους μεριδίων κοινοτικών αμοιβαίων κεφαλαίων που πληρούν τις προϋποθέσεις της οδηγίας της Ε.Ο.Κ. 851611 Ε.Ο.Κ. (Ε.Ε.Ε.Ο.Κ. 1375131.12.1905) και σε τίτλους μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων τρίτου, εκτός Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κράτους, που πληρούν τις προϋποθέσεις της πιο πάνω Οδηγίας.
ε. Σε νεοεκδιδόμενες κινητές αξίες υπό τους εξής όρους:
α.α. Η έκδοση τους περιλαμβάνει υποχρέωση εισαγωγής τους εντός ενός έτους το αργότερο σε χρηματιστήρια και αγορές των περιπτώσεων α, β` και γι` αυτής της παραγράφου.
β.β. Σε περίπτωση κατά την οποία οι νεοεκδιδόμενες αξίες αφορούν κάλυψη μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρίας με δημόσια εγγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 8α του κ.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιριών, η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δύναται να συνάπτει με τον ανάδοχο της ως άνω εκδόσεως σύμβαση για τη συμμετοχή της στη δημόσια εγγραφή, υπό την επιφύλαξη της υποπεριπτώσεως αα` της περιπτώσεως ε` αυτής της παραγράφου.
στ. Σε άλλες κινητές αξίες, μέχρι ποσού που, κατά την τοποθέτηση, δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας επενδύσεως χαρτοφυλακίου, ύστερα από ειδική άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
ζ. Σε κινητά και ακίνητα πράγματα που εξυπηρετούν τις άμεσες λειτουργικές της ανάγκες, μέχρι ποσού που δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο των ιδίων κεφαλαίων της
η. Σε μετρητά και τραπεζικές καταθέσεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
2. Η αποτίμηση της αξίας των ως άνω κινητών αξιών στο τέλος κάθε χρήσης γίνεται στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης του συνολικού χαρτοφυλακίου των κινητών αξιών και της τρέχουσας τιμής του, όπου τρέχουσα τιμή θεωρείται:
α) για τις εισηγμένες κινητές αξίες ο μέσος όρος της χρηματιστηριακής τιμής τους κατά τον τελευταίο μήνα της χρήσης και
β) για τις μη εισηγμένες κινητές αξίες η τιμή που προκύπτει σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137),αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 50 Ν.3283/2004,ΦΕΚ Α 210/2.11.2004.
3. Οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, κατά την εξαγωγή συναλλάγματος για την πραγματοποίηση επενδύσεων εκτός Ελλάδας, υπόκεινται στους ισχύοντες συναλλαγματικούς περιορισμούς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 50 Ν.3283/2004,ΦΕΚ Α 210/2.11.2004.
4. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δύναται να καταρτίζει συμβάσεις ή να προβαίνει σε πράξεις, που αποσκοπούν στην αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου κινητών αξιών που διαθέτει, καθώς και στην κάλυψη συναλλαγματικών κινδύνων. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να θέτει κανόνες για την κατάρτιση των παραπάνω συμβάσεων και πράξεων).”
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.6 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137) τροποποιήθηκε με το άρθρο 50 Ν.3283/2004,ΦΕΚ Α 210/2.11.2004.
Άρθρο 5
Σημ.: όπως το άρθρο 5 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η εταιρεία επενδύσεων χαρτοφυλακίου, στο χρόνο πραγματοποίησης των τοποθετήσεων, δεν επιτρέπεται να τοποθετεί πάνω από δέκα τοις εκατό (10 %) των ιδίων κεφαλαίων της σε κινητές αξίες του ίδιου εκδότη.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
2. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου μπορεί να τοποθετεί μέχρι το τριάντα πέντε τοις εκατό (35 %) των ίδιων κεφαλαίων της σε κινητές αξίες του ίδιου εκδότη, όταν οι κινητές αξίες έχουν εκδοθεί από κράτος μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης κράτους – μέλους ή από δημόσιο διεθνή οργανισμό στον οποίο συμμετέχει κράτος – μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και όταν οι κινητές αξίες τελούν υπό την εγγύηση των παραπάνω προσώπων.
Το σύνολο των τοποθετήσεων στις κινητές αξίες του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να αυξηθεί μέχρι το εκατό τοις εκατό (100 %), των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, εφόσον η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου, κατέχει κινητές αξίες που ανήκουν τουλάχιστον σε έξι διαφορετικές εκδόσεις και οι αξίες που ανήκουν στην ίδια έκδοση δεν υπερβαίνουν το τριάντα τοις εκατό (30 %) των ίδιων κεφαλαίων της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
3. Με προεδρικό διάταγμα, εκδιδόμενο κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και μετά γνώμη της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, τα ποσοστά των παραγράφων 1 και 2 δύνανται να τροποποιούνται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.9 άρθρου 14 Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
Άρθρο 6
Σημ.: όπως το άρθρο 6 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δεν επιτρέπεται να αποκτά μετοχές μιας εταιρίας που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) των μετοχών της τελευταίας, εξαιρουμένων των μετοχών των εταιριών συμβούλων επενδύσεων, όπου επιτρέπεται η απόκτηση ποσοστού μέχρι πενήντα ένα τοις εκατό (51%).
2. Με την επιφύλαξη των περιορισμών της προηγούμενης παραγράφου, η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δεν επιτρέπεται να αποκτά ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%): α) μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου του ίδιου εκδότη, β) του συνόλου των ανεξόφλητων κατά το χρόνο κτήσεως από την εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου ομολογιών του ιδίου εκδότη, γ) των κατά το χρόνο κτήσεως κυκλοφορούντων μεριδίων ενός αμοιβαίου κεφαλαίου, δ) των μετοχών “επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών” και ε) των μετοχών της Α.Ε. Αποθετηρίων τίτλων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 111 του Ν.2533/1997 (Α 228)
3. Οι περιορισμοί των προηγούμενων παραγράφων δεν ισχύουν για τις κινητές αξίες της παρ. 2 του άρθρου 5.
Άρθρο 7
Επιτρέπεται παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και` προκειμένου για μετοχές, που η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου αποκτά, συμμετέχοντας σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου εταιρίας της οποίας κατέχει μετοχές, δι ασκήσεως δικαιώματος προτιμήσεως. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούται να εκποιήσει τις μετοχές που κατέχει καθ ` υπέρβαση των ορίων που τίθενται στα άρθρα 4, 5 και 6, εντός έτους από την απόκτησή τους.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η υπέρβαση των πιο πάνω ορίων είναι αποτέλεσμα συγχώνευσης εταιριών. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου προβαίνει σε πωλήσεις, κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου, με κύριο γνώμονα το συμφέρον των επενδυτών – μετοχών της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.11 Ν.2651/1998 Α 248/3.11.1998 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 8
Σημ.: όπως το άρθρο 8 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Οι κινητές αξίες των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου κατατίθενται προς φύλαξη σε τράπεζα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Αλλοδαπές κινητές αξίες και ελληνικές κινητές αξίες που είναι εισηγμένες σε αλλοδαπό χρηματιστήριο επιτρέπεται να κατατίθενται προς φύλαξη και σε τράπεζα της αλλοδαπής ή σε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο για τη φύλαξη αξιόγραφων.
2. Επί καταθέσεως των κινητών αξιών σε Εταιρία Αποθετηρίου Τίτλων, αρκεί η κατάθεση στα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου των αποθετηρίων εγγράφων.
Άρθρο 9
Επιτρέπεται ο δανεισμός των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου μέχρι του δέκα τοις εκατό (10 %), των ίδιων κεφαλαίων τους για πραγματοποίηση τοποθετήσεων σε κινητές αξίες και για την απόκτηση ακινήτων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.10 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137) ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 10
Σημ.: όπως το άρθρο 10 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου διανέμουν στους μετόχους τους κάθε διαχειριστική περίοδο, το σύνολο των καθαρών κερδών που πραγματοποιούν. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, κέρδη κεφαλαίου μπορούν να φέρονται σε πίστωση ειδικού αποθεματικού για την αντιμετώπιση ζημιών από την πώληση κινητών αξιών σε τιμή κατώτερη της τιμής κτήσεως. “Η κράτηση αυτή παύει υποχρεωτικώς μετά την κάλυψή του τριακόσια τοις εκατό (300%) των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας.
Με απόφαση της γενικής συνέλευσης οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου δύνανται να μη διανείμουν μέρισμα, εφόσον το καταστατικό τους περιέχει σχετική πρόβλεψη, είτε προς δημιουργία έκτακτου αφορολόγητου αποθεματικού λοιπών εσόδων από κέρδη κεφαλαίου, είτε προς δωρεάν διανομή μετοχών στους μετόχους, κατόπιν αυξήσεως του μετοχικού κεφαλαίου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του ν. 2190/1920.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (Α 137) και με την παρ.5,6 του άρθρου 111 του Ν.2533/1997 (Α 228)
2. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης επιτρέπεται η δημιουργία τακτικού αποθεματικού σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920.
3. Εφόσον στο τέλος μιας διαχειριστικής περιόδου προκύψει ζημία από την αποτίμηση των κινητών αξιών, για την κάλυψή της επιτρέπεται ο σχηματισμός προβλέψεως μέχρι και του συνόλου της ζημιάς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
4. Εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δεν επιτρέπεται να καταβάλλει, κατά τη διάρκεια μιας διαχειριστικής περιόδου, στα μέλη του διοικητικού της συμβουλίου αμοιβές που υπερβαίνουν συνολικά το ένα δέκατο των κερδών που διανεμήθηκαν κατ` αυτήν την περίοδο ή το ένα εικοστό της υπεραξίας του χαρτοφυλακίου της κατά την περίοδο αυτή.
Σημ.: όπως ανααριθμήθηκε με την παρ.12 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
Άρθρο 11
Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς δύναται να αναθέτει σε μέλη του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών του άρθρου 75 του παρόντος, τη διενέργεια εκτάκτων ελέγχων των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και των εντεταλμένων οργάνων της όλα τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια των ανωτέρω ελέγχων.
Σημ.: όπως το άρθρο 11 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 12
Σημ.: όπως το άρθρο 12 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου θέτουν στη διάθεση του κοινού ανά τρίμηνο πίνακα όλων των επενδύσεων τους. που αναγράφει το μέσο κόστος και την αγοραία αξία κάθε επένδυσης και δημοσιεύουν ανά εξάμηνο τη συνολική και κατά μετοχή λογιστική καθαρά θέση των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου σε τρέχουσες τιμές.
2. Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, καθορίζονται ο τρόπος και ο χρόνος των γνωστοποιήσεων και δημοσιεύσεων της προηγούμενης παραγράφου και ρυθμίζεται κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση μπορούν να υποχρεώνονται οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου να τηρούν ειδικά λογιστικά βιβλία, να παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες στους μετόχους τους και να δημοσιεύουν και άλλα στοιχεία, που καθορίζονται με την απόφαση αυτή. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του πρώτου εδαφίου ισχύουν οι αποφάσεις της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, που έχουν εκδοθεί με βάση το άρθρο 7 του Ν.Δ. 608/1970 (ΦΕΚ 170 Α΄).
Άρθρο 12Α
Σημ.: όπως το άρθρο 12Α προστέθηκε με το άρθρο 112 του Ν.2533/1997 (Α 228) ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Μετά από άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είναι δυνατή η μετατροπή εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου σε αμοιβαίο κεφάλαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17α του παρόντος νόμου, του οποίου τη διαχείριση αναλαμβάνει υπάρχουσα ή νεοσυσταθεισόμενη Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, με απόφαση της γενικής συνέλευσης, η οποία λαμβάνεται με ομόφωνη απόφαση των μετόχων. Για τη μετατροπή συντάσσεται έκθεση από ορκωτό ελεγκτή, η οποία υποβάλλεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τίθεται στη διάθεση των μετόχων, στην έδρα της εταιρίας, τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από την ημερομηνία συνεδρίασης της γενικής συνέλευσης που θα αποφασίσει τη μετατροπή. Στην έκθεση του ελεγκτή θα δίδεται έμφαση στον τρόπο υπολογισμού της αξίας του ενεργητικού και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων της μετατρεπόμενης εταιρίας και θα αναφέρονται ιδίως οι μέθοδοι αποτίμησης που ακολουθήθηκαν οι εκκρεμείς δίκες της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου συνεχίζονται στο όνομα της ανωτέρω Α.Ε. Διαχειρίσεως, χωρίς να επέρχεται βίαιη διακοπή της δίκης και χωρίς να απαιτείται η τήρηση άλλης ειδικής διατύπωσης.
2. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου δύναται να αποκτήσει τις μετοχές των μετόχων που διαφωνούν με τη διενέργεια της μετατροπής ή που δεν εκδήλωσαν τη βούλησή τους να αναλάβουν μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου, με την αναβλητική αίρεση της πραγματοποίησης της μετατροπής, στο διάστημα των δεκαπέντε (15) ημερών πριν από την ημερομηνία συνεδρίασης της γενικής συνέλευσης που θα αποφασίσει τη μετατροπή, καταβάλλοντας στους μετόχους την αξία των μετοχών τους, με βάση την τιμή κλεισίματος των χρηματιστηριακών συναλλαγών της προηγούμενης εργάσιμης ημέρας του χρηματιστηρίου στο οποίο είναι εισηγμένες ή την τιμή που ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 43, παράγραφος 1, στοιχεία β` και γ` του παρόντος νόμου, της επιλογής μεταξύ των δύο τρόπων υπολογισμού αποφασιζομένης από τη Γενική Συνέλευση. Η απόκτηση των μετοχών διενεργείται με σκοπό τη μείωση του κεφαλαίου της εταιρίας, επίσης με την αναβλητική αίρεση της μετατροπής. Σε περίπτωση κατά την οποία η μετατροπή δεν πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, η απόκτηση των μετοχών από την εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου ανατρέπεται.
3. Από τη μετατροπή της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου σε αμοιβαίο κεφάλαιο δεν δημιουργείται καμία φορολογική υποχρέωση, σε βάρος του αμοιβαίου κεφαλαίου που προκύπτει από τη μετατροπή ή σε βάρος των μεριδιούχων του.
Άρθρο 13
Σημ.: όπως το άρθρο 13 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς επιβάλλει στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές και υπαλλήλους των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου, που παραβαίνουν εν γνώσει τους τις διατάξεις αυτού του νόμου ή τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότηση του, πρόστιμο ύψους μέχρι δέκα εκατομμυρίων δραχμών.
2. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές και υπάλληλοι των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου, που παραβαίνουν εν γνώσει τους τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 αυτού του νόμου, τιμωρούνται, κατόπιν αιτήσεως της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, με φυλάκιση και χρηματική ποινή ύψους μέχρι εκατό εκατομμυρίων δραχμών. Δεν θίγεται το κύρος των συμβάσεων που συνήφθησαν κατά παράβαση των άρθρων 4, 5 και 6.
Όποιος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό, σχετικώς με τα οικονομικά στοιχεία εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, με σκοπό να επηρεάσει τη διαμόρφωση των τιμών των μετοχών της εταιρίας αυτής, τιμωρείται, κατόπιν αιτήσεως της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, με φυλάκιση και με χρηματική ποινή μέχρι εκατό εκατομμυρίων δραχμών.
Άρθρο 14
Όποιος προβαίνει σε ανακριβείς ή παραπλανητικές δηλώσεις, γνωστοποιήσεις ή χρησιμοποιεί οποιαδήποτε μέθοδο, για να δημιουργήσει στο κοινό την εσφαλμένη εντύπωση, ότι επιχείρηση αποτελεί εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου κατά την έννοια αυτού του νόμου, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή μέχρι εκατό εκατομμυρίων δραχμών.
Σημ.: όπως το άρθρο 14 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 15
Σημ.: όπως το άρθρο 15 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, λαμβανομένων υπόψη και των εξηγήσεων από μέρους της εταιρίας, δύναται να αποφασίζει το διορισμό προσωρινού επιτρόπου ή επιτρόπου για χρονικό διάστημα καθοριζόμενο στην απόφαση της ή την ανάκληση της άδειος και τη θέση της εταιρίας υπό εκκαθάριση, αν συντρέχουν μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. Όταν παύουν να υφίστανται, κατά τη λειτουργία της εταιρίας, οι όροι και οι προϋποθέσεις για τη σύσταση της.
β. Όταν η εταιρία παρακωλύει καθοιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο που ασκεί η αρμόδια αρχή.
γ. Όταν η εταιρία παραβιάζει διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, των αποφάσεων ή κανονισμών της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και του καταστατικού της.
2. Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς καθορίζονται τα προσόντα και η αμοιβή του προσωρινού επιτρόπου, που βαρύνει την υπεύθυνη εταιρία.
Από τη δημοσίευση της αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είναι άκυρη οποιαδήποτε πράξη της διοικήσεως της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, στην οποία δεν συμπράττει ο προσωρινός επίτροπος. Ο προσωρινός επίτροπος υποβάλλει, εντός προθεσμίας 90 ημερών το αργότερο από του διορισμού του, έκθεση περί της οικονομικής, λογιστικής και διοικητικής καταστάσεως της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς μετά από εξέταση των στοιχείων αυτής παύει ή παρατείνει με απόφαση της το καθεστώς του προσωρινού επιτρόπου, για καθοριζόμενο με την ίδια απόφαση διάστημα. Με όμοια απόφαση, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς δύναται να προβαίνει στην αντικατάσταση του προσωρινού επιτρόπου. Μετά την παύση του προσωρινού επιτρόπου, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς αποφασίζει για τη θέση της εταιρίας υπό εκκαθάριση.
3. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς εκδίδει απόφαση περί διορισμού επιτρόπου, εάν συντρέχουν ένας ή περισσότεροι από τους λόγους α΄ έως γ΄ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, επιπλέον δε, εάν υπάρχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος, προστασίας των συμφερόντων των μετόχων της εταιρίας ή οποιουδήποτε προσώπου, φυσικού ή νομικού, έχοντος έννομο συμφέρον ή αποφυγής δυσμενών επιπτώσεων στην εξωτραπεζική ή χρηματιστηριακή αγορά και στην εθνική οικονομία γενικότερα. Ο ανωτέρω διορισμός ισχύει από τη δημοσίευση της αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται τα προσόντα και η αμοιβή του επιτρόπου, η οποία βαρύνει την υπεύθυνη εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Από της δημοσιεύσεως της ανωτέρω αποφάσεως παύει αυτοδικαίως κάθε εξουσία και αρμοδιότητα των καταστατικών οργάνων της εταιρίας και ο επίτροπος υποκαθιστά τη διοίκηση της ως προς όλες τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της. Η παυθείσα διοίκηση δύναται να επανέλθει στη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, μόνο με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Στην περίπτωση αυτήν ο επίτροπος συμπράττει με την διοίκηση της εταιρίας μέχρις ότου αποφασισθεί αρμοδίως το οριστικό καθεστώς της.
4. Όταν η εταιρία έχει τεθεί υπό εκκαθάριση συμφωνά με το άρθρο 15 παρ. 2 (περίπτωση α) ή το άρθρο 15 παρ. 3 (περίπτωση β), με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς διορίζονται ένας έως τρεις εκκαθαριστές, οι οποίοι ασκούν τη διοίκηση της εταιρίας και για τις ανάγκες της εκκαθάρισης. Με την ίδια απόφαση δύναται να ρυθμίζονται και άλλα θέματα σχετικά με την εκκαθάριση της εταιρίας, όπως τα προσόντα και η αμοιβή των εκκαθαριστών, ο τρόπος απογραφής των ενεργητικών και παθητικών στοιχείων της εταιρίας, η διαδικασία της εν γένει διεκπεραιώσεως της εκκαθαρίσεως, καθώς και άλλα συναφή θέματα.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση της Ανωνύμου Εταιρίας Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
Άρθρο 16
Σημ.: όπως το άρθρο 16 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Τα εισπραττόμενα από τους μετόχους της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου μερίσματα απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 3 του Ν. 1828/1989 «αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 2 Α΄).
2. Κατά την είσπραξη τόκων από εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου ενεργείται από τον καταβάλλοντα παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 12 και 54 του ν.2238/1994, κατά περίπτωση. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα εισοδήματα αυτά.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.6 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998
3.Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούνται σε καταβολή φόρου τρία τοις χιλίοις (3%ο) ετησίως, που υπολογίζεται επί του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους τριμηνιαίους πίνακες επενδύσεων που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 12 του παρόντος.
Ο φόρος αποδίδεται στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσο στο πρώτο δεκαπενθήμερο των μηνών Ιουλίου και Ιανουαρίου του επόμενου εξαμήνου από τον υπολογισμό. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση της εταιρίας και των μετόχων, επιφυλασσόμενων των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου. Οι διατάξεις των άρθρων 113 και 116 του ν.2238/1994 εφαρμόζονται ανάλογα και για το φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις αυτής της παραγράφου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.16 Ν.2459/1997 και με την παρ.7 άρθρ.6 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998.Ισχύς για τα εισοδήματα ή τις δαπάνες που αποκτώνται ή πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την 1η Ιανουαρίου 1998 και μετά.
4. Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου υποχρεούνται να αποστέλλουν δήλωση προς τις εταιρίες σε μετοχές των οποίων έχουν επενδεδυμένο μέρος ή το σύνολο του ενεργητικού τους, περί μη παρακρατήσεως οποιουδήποτε φόρου επί των καταβαλλόμενων σ΄ αυτές μερισμάτων. Ο τύπος της δηλώσεως αυτής καθορίζεται εκάστοτε από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
5. Τα κέρδη της εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου, που εισπράττονται από οργανισμούς κοινωνικής πολιτικής του Ν. 876/1979 (ΦΕΚ 48 Α΄), απαλλάσσονται από το φόρο για ποσό δραχμών δυο χιλιάδων για κάθε άμεσο ασφαλισμένο του οργανισμού σης 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους ή για ποσό ίσο με το ένα τοις εκατό (1%) του ποσού, που σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α΄) απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος.
Άρθρο 16Α
Εταιρίες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου Αναδυομένων Αγορών
Σημ.: όπως το άρθρο 16Α προστέθηκε με το άρθρο 52 του Ν.2533/1997 (Α 228)ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.4 άρθρ.75 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
1. Η εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου αναδυομένων αγορών (“Ε.Χ.Α.Α.”) είναι εταιρία που συνιστάται σύμφωνα με τα άρθρα 1-16 του παρόντος κεφαλαίου, όπως ισχύουν, υπό τους ειδικούς πρόσθετους όρους που προσδιορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους του παρόντος άρθρου.
2. Για τη σύσταση Ε.Χ.Α.Α. ή τη μετατροπή σε Ε.Χ.Α.Α. υφιστάμενης ανώνυμης εταιρίας (πλην των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου) απαιτείται η έκδοση άδειας λειτουργίας Ε.Χ.Α.Α. από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
3. Η μετατροπή εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου σε Ε.Χ.Α.Α. και αντιστρόφως γίνεται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Επιτρέπεται η μετατροπή εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου που διαθέτει άδεια του άρθρου 2 του παρόντος κεφαλαίου, όπως ισχύει, σε Ε.Χ.Α.Α., χωρίς την έκδοση ειδικής άδειας. Επιτρέπεται επίσης μετατροπή Ε.Χ.Α.Α. σε εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου του παρόντος κεφαλαίου, εφόσον παρασχεθεί προς τούτο άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
β. Η μετατροπή αυτή, σε κάθε περίπτωση, συνιστά μεταβολή του αντικειμένου της εταιρίας και απαιτεί σχετική τροποποίηση του καταστατικού, η οποία πρέπει να γνωστοποιηθεί αμέσως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
γ. Η μετατρεπόμενη εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου σε Ε.Χ.Α.Α. υποχρεούται να τηρεί πλήρως τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, περί τοποθέτησης των διαθεσίμων της, εντός 6 μηνών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας της σχετικής τροποποίησης του καταστατικού της εταιρίας, άλλως αίρεται η ισχύς της παρασχεθείσας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδειας λειτουργίας της εταιρίας.
δ. οι φορολογικές απαλλαγές της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο για τα έσοδα της εταιρίας από τοποθετήσεις που έγιναν μετά την πλήρη ικανοποίηση των διατάξεων περί τοποθετήσεων των Ε.Χ.Α.Α. της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και μέχρις ότου τυχόν υπάρξει μεταβολή της Ε.Χ.Α.Α. σε εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου με σχετική τροποποίηση του καταστατικού της εταιρίας.
ε. Οι υποχρεώσεις της εταιρίας που προσδιορίζονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου θα ισχύουν σε Ε.Χ.Α.Α. για το διάστημα από την τυχόν μετατροπή τους, κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, σε εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου μέχρι την πλήρη ικανοποίηση των διατάξεων περί τοποθέτησης των διαθεσίμων τους του άρθρου 4 του παρόντος κεφαλαίου, όπως ισχύει.
στ. Η μετατροπή εταιρίας επενδύσεων χαρτοφυλακίου συνεπάγεται αυτομάτως τη μεταφορά της στην Ε.ΑΓ.Α.Κ.. Ε.Χ.Α.Α. μετατρεπόμενη σε εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου μεταφέρεται αυτομάτως στην Κύρια Αγορά του Χ.Α.Α..
4. Τα διαθέσιμα των Ε.Χ.Α.Α. τοποθετούνται αποκλειστικά:
α. Σε κινητές αξίες (πλην μεριδίων Ε.Κ.Α.Α., κινητών αξιών Ε.Χ.Α.Α. και ελληνικών πιστοποιητικών του εδαφίου γ` της παρούσας παραγράφου) εισηγμένες σε αγορά του Χ.Α.Α., μέχρι ποσού που κατά την τοποθέτηση δεν ξεπερνά το ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Χ.Α.Α..
β. Σε κινητές αξίες εισηγμένες στην κύρια ή παράλληλη αγορά χρηματιστηρίου αξιών ή σε άλλη αγορά κινητών αξιών, εφόσον η αγορά αυτή λειτουργεί κανονικά, είναι αναγνωρισμένη και ανοικτή στο κοινό. Τα χρηματιστήρια και οι αγορές αυτού του εδαφίου ορίζονται εκάστοτε μεταξύ των αναδυόμενων αγορών με απόφαση του Υπουργού Εθνικής οικονομίας, μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
γ. Σε “ελληνικά πιστοποιητικά”, εφόσον αντιπροσωπεύουν κινητές αξίες εκδότη που έχει συσταθεί και λειτουργεί σε χώρα λειτουργίας αναδυόμενης αγοράς που περιλαμβάνεται στην απόφαση του Υπουργού Εθνικής οικονομίας κατά το χρόνο τοποθέτησης.
δ. Σε κινητές αξίες οι οποίες έχουν εκδοθεί ή έχουν την εγγύηση κράτους όπου λειτουργεί αναδυόμενη αγορά που περιλαμβάνεται στην απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας κατά το χρόνο τοποθέτησης.
ε. Σε νεοεκδιδόμενες κινητές αξίες υπό τον όρο ότι η έκδοσή τους περιλαμβάνει υποχρέωση εισαγωγής τους εντός ενός έτους το αργότερο σε χρηματιστήρια και αγορές των περιπτώσεων α` και β` της παρούσας παραγράφου.
στ. Σε άλλες κινητές αξίες μέχρι ποσού, που κατά την τοποθέτηση, δεν ξεπερνά το ένα πέμπτο (1/5) των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Χ.Α.Α., ύστερα από άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να προσδιορίζει εκ των προτέρων κινητές αξίες η επένδυση στις οποίες επιτρέπεται και να εκδίδει εκάστοτε με απόφασή της κατάλογο των επιτρεπόμενων προς επένδυση μη εισηγμένων σε χρηματιστήριο ή άλλη αγορά κινητών αξιών.
ζ. Σε μετρητά και τραπεζικές καταθέσεις μέχρι κατ` ανώτατο όριο το ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Χ.Α.Α. κατά το χρόνο τοποθέτησης. Ο περιορισμός αυτός ισχύει μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη σύσταση της εταιρίας.
η. Σε κινητά και ακίνητα πράγματα που εξυπηρετούν τις άμεσες λειτουργικές της ανάγκες, μέχρι ποσού που δεν υπερβαίνει το ένα δέκατο (1/10) των ιδίων κεφαλαίων της.
θ. Σε παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα υπό τον όρο ότι οι τοποθετήσεις αυτές γίνονται αποκλειστικά για λόγους αντιστάθμισης των κινδύνων πάσης φύσης που συνδέονται με τις τοποθετήσεις του ενεργητικού του Ε.Χ.Α.Α. και όχι για λόγους κερδοσκοπίας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να θέτει κανόνες για τα επιτρεπόμενα μέσα και τεχνικές που μπορεί να χρησιμοποιεί η Ε.Χ.Α.Α. σύμφωνα με το παρόν εδάφια ή και να θέτει πάσης φύσης πρόσθετους περιορισμούς επί των τοποθετήσεων αυτών.
5. Τα εισπραττόμενα από τους μετόχους των Ε.Χ.Α.Α. μερίσματα απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος. Απαλλάσσεται από κάθε παρακράτηση φόρου η είσπραξη από τους μετόχους των Ε.Χ.Α.Α. των μερισμάτων, του προϊόντος εκποίησης των μετοχών τους, και της διανεμόμενης περιουσίας της εταιρίας κατά τη με οποιανδήποτε τρόπο λύση της.
6. Σε κάθε δήλωση, γνωστοποίηση ή άλλη επικοινωνία με το κοινό, με οποιαδήποτε μέθοδο, η Ε.Χ.Α.Α. οφείλει να καθιστά εμφανή με τρόπο αδιαμφισβήτητο τη διαφοροποίησή της, ως προς το επενδυτικό αντικείμενό της, από τις εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου των άρθρων 1 έως 16 του νόμου αυτού, καθώς και να σημειώνει τους επενδυτικούς κινδύνους, ανά κατηγορία κινδύνου, που εμπεριέχονται στο επενδυτικό της πρόγραμμα. Η παράβαση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου επισύρει τις ποινές της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
7. Οποιος προβαίνει σε ανακριβείς ή παραπλανητικές δηλώσεις, γνωστοποιήσεις ή χρησιμοποιεί οποιαδήποτε μέθοδο, για να δημιουργήσει στο κοινό την εσφαλμένη εντύπωση ότι:
α. επιχείρηση αποτελεί Ε.Χ.Α.Α. ή ότι
β. Ε.Χ.Α.Α. αποτελεί εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου των άρθρων 1 έως 16 αυτού του νόμου, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών.
8. Ισχύουν ως προς τις Ε.Χ.Α.Α. οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 16 του παρόντος νόμου, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εκτός από τις διατάξεις που αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή που ρυθμίζονται ειδικά σ` αυτό.
Άρθρο 17
Σημ.: όπως το άρθρο 17 προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 2 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1. Στις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου υπάγονται οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), οι οποίοι έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα.
2. Για τους σκοπούς του Κεφαλαίου αυτού και υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4, ως ΟΣΕΚΑ νοούνται οι οργανισμοί:
-που μοναδικό σκοπό έχουν να επενδύουν συλλογικά σε κινητές αξίες κεφάλαια που συγκεντρώνουν από το κοινό και των οποίων η λειτουργία βασίζεται στην αρχή της κατανομής των κινδύνων, και
-των οποίων τα μερίδια, μετά από αίτηση των κομιστών, εξαγοράζονται ή εξοφλούνται, άμεσα ή έμμεσα, με στοιχεία του ενεργητικού των οργανισμών αυτών. Προς αυτές τις εξαγορές ή εξοφλήσεις εξομοιώνονται οι ενέργειες ενός ΟΣΕΚΑ που στοχεύουν στο να μην αποκλίνει αισθητά η χρηματιστηριακή τιμή των μεριδίων του από την καθαρή αξία του ενεργητικού τους.
3. Απαγορεύεται στους ΟΣΕΚΑ που εμπίπτουν στο παρόν Κεφάλαιο να μεταβάλλονται σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που δεν υπάγονται σε αυτό.
4. Δεν θεωρούνται ότι υπάγονται στο παρόν Κεφάλαιο:
-οι ΟΣΕΚΑ κλειστού τύπου συμπεριλαμβανομένων και των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου του παρόντος νόμου.
-οι ΟΣΕΚΑ που συγκεντρώνουν κεφάλαια χωρίς να προωθούν την πώληση των μεριδίων τους στο κοινό μέσα στην Κοινότητα ή σε τμήμα της.
-οι ΟΣΕΚΑ οι οποίοι βάσει του κανονισμού τους πωλούν τα μερίδιά τους μόνο στο κοινό τρίτων χωρών.
-οι κατηγορίες των ΟΣΕΚΑ, για τους οποίους, λόγω της επενδυτικής και δανειοληπτικής τους πολιτικής, οι κανόνες που προβλέπονται στα άρθρα 32-37 του παρόντος νόμου δεν είναι οι κατάλληλοι. Οι ΟΣΕΚΑ αυτοί καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
5. Απαγορεύεται η διάθεση μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου πριν από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου και πριν από την υποβολή στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς βεβαίωσης του θεματοφύλακα για την κατάθεση των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.
6. Το αμοιβαίο κεφάλαιο μπορεί να διαφημίζεται προς το κοινό μόνο μετά τη δημοσίευση της άδειας συστάσεως του. Εκτός από την ονομασία του αμοιβαίου κεφαλαίου, πρέπει να αναγράφεται και ο αριθμός της αποφάσεως με την οποία χορηγήθηκε η άδεια συστάσεως του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ
Άρθρο 17Α
Σημ.: όπως το παλιό άρθρο 17, αριθμήθηκε ως 17Α με την παρ.1 του άρθρου 2 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1. Οι οργανισμοί της παρ. 1 του άρθ. 17 υποχρεούνται να λάβουν τη μορφή αμοιβαίου κεφαλαίου. Το αμοιβαίο κεφάλαιο -ομάδα περιουσίας, που αποτελείται από κινητές αξίες και μετρητά, της οποίας τα επιμέρους στοιχεία ανήκουν εξ αδιαιρέτου σε περισσότερα πρόσωπα-καθίσταται, ύστερα από άδεια συστάσεως που χορηγείται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, αντικείμενο διαχειρίσεως Ανωνύμου Εταιρείας Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων (στο εξής Α.Ε. Διαχειρίσεως), σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου.
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ένα αμοιβαίο κεφάλαιο θεωρείται ότι εδρεύει στην Ελλάδα, όταν η Α.Ε. Διαχειρίσεως έχει την καταστατική της έδρα στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή, η κεντρική διοίκηση του αμοιβαίου κεφαλαίου βρίσκεται επίσης υποχρεωτικά στην Ελλάδα.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 2 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
2. Η άδεια συστάσεως δίδεται μόνον εφόσον έχουν προηγουμένως εγκριθεί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς ή Α.Ε. Διαχειρίσεως, ο Κανονισμός του κεφαλαίου και η εκλογή του θεματοφύλακα.
(Άρθρο 4 παρ. 2 Οδηγ. 85/611)
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρου 2 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
3. Δεν μπορεί να χορηγηθεί άδεια συστάσεως σε αμοιβαίο κεφάλαιο όταν οι διευθύνοντες την Α.Ε. Διαχειρίσεως ή τον θεματοφύλακα δεν παρέχουν τα εχέγγυα ήθους ή δεν έχουν την πείρα που απαιτείται για την άσκηση των καθηκόντων τους. Για το σκοπό αυτό, ανακοινώνονται αμέσως στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς τόσο η ταυτότητα των διευθυνόντων την Α.Ε. Διαχειρίσεως και τον θεματοφύλακα όσο και κάθε μεταβολή των προσώπων αυτών.
Ως διευθύνοντες νοούνται τα πρόσωπα τα οποία, σύμφωνα με τον νόμο και τα καταστατικά έγγραφα, εκπροσωπούν την Α.Ε. Διαχειρίσεως ή τον θεματοφύλακα ή που πράγματι χαράζουν τις κατευθύνσεις των δραστηριοτήτων της Α.Ε. Διαχειρίσεως ή του Θεματοφύλακα.
Κάθε αντικατάσταση της Α.Ε. Διαχειρίσεως ή του Θεματοφύλακα, καθώς και κάθε τροποποίηση του κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου, υπόκειται στην έγκριση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
(Άρθρο 4 παρ. 3 και 4 Οδηγ. 85/611).
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.3 του άρθρου 2 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
4. Με την αίτηση για τη χορήγηση της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου η Α.Ε. Διαχειρήσεως υποβάλλει:
α) Αναλυτικό κατάλογο των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, το οποίο πρέπει να είναι συνολικής αξίας τουλάχιστον διακοσίων εκατομμυρίων δραχμών. Το ποσό αυτό δύναται να αναπροσαρμόζεται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Η αποτίμηση της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού γίνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του παρόντος.
4β. Δήλωση πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα είτε με τη μορφή ανώνυμης εταιρίας είτε με τη μορφή πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α`) ότι δέχεται να κατατίθενται σε αυτό τα περιουσιακά στοιχεία του αμοιβαίου κεφαλαίου και να ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα του αμοιβαίου κεφαλαίου, σύμφωνα με όσα ορίζονται σε αυτόν το νόμο.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 15 Ν.2937/2001 ΦΕΚ Α` 169/26.7.2001.
γ) Κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου, που έχει υπογραφεί από την Α Ε Διαχειρίσεως και το θεματοφύλακα.
5. Για τη χορήγηση της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου ελέγχεται η νομιμότητα του κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου και εάν με αυτόν λαμβάνεται επαρκής μέριμνα για τη διαφύλαξη των συμφερόντων των μεριδιούχων, καθώς και η νόμιμη σύνθεση του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου.
6. Μέσα σε τρεις μήνες από τη χορήγηση της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου, η Α Ε. Διαχειρίσεως προσκομίζει στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς βεβαίωση του θεματοφύλακα για την κατάθεση των στοιχείων του αρχικού ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου. Άλλως, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, ανακαλεί την άδεια συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου.
7. Απαγορεύεται η διάθεση μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου πριν από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου και πριν από την υποβολή στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς βεβαίωσης του θεματοφύλακα για την κατάθεση των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.
8. Το αμοιβαίο κεφάλαιο μπορεί να διαφημίζεται προς το κοινό μόνο μετά τη δημοσίευση της άδειας συστάσεως του. Εκτός από την ονομασία του αμοιβαίου κεφαλαίου, πρέπει να αναγράφεται και ο αριθμός της αποφάσεως με την οποία χορηγήθηκε η άδεια συστάσεως του.
Άρθρο 18
1. Το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο. Οι μεριδιούχοι εκπροσωπούνται δικαστικώς και εξωδίκως από την Α. Ε. Διαχειρίσεως ως προς τις έννομες σχέσεις από τη διαχείριση του αμοιβαίου κεφαλαίου και τα δικαιώματα τους επί του ενεργητικού του.
2. Οι μεριδιούχοι δεν ευθύνονται για πράξεις ή παραλείψεις της Α.Ε. Διαχειρίσεως και του θεματοφύλακα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
3. Η διάρκεια λειτουργίας του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν περιορίζεται χρονικώς.
Σημ.: όπως η παρ.3 καταργήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 19
1. Η περιουσία του αμοιβαίου κεφαλαίου διαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου.
2. Η συμμετοχή στο αμοιβαίο κεφάλαιο αποδεικνύεται με ονομαστικό τίτλο που εκδίδεται από την Α.Ε. Διαχειρίσεως και προσυπογράφεται από το θεματοφύλακα (τίτλος μεριδίου). “Η Α.Ε. διαχειρίσεως δικαιούται, με τη ρητή συναίνεση του μεριδιούχου να μην εκδίδει τίτλο μεριδίων, να καταχωρίζει τα μερίδια σε ειδικό μητρώο μεριδιούχων που θα τηρεί με ηλεκτρονικό αρχείο και να τα παρακολουθεί με σχετικές εγγραφές σε αυτό το αρχείο, ο μεριδιούχος πάντως δύναται, με την υποβολή σχετικού αιτήματός του, να απαιτήσει την έκδοση τίτλου μεριδίων, ο οποίος θα μπορεί να φυλάσσεται από το θεματοφύλακα. Εφόσον η Α.Ε. διαχειρίσεως δεν εκδίδει τίτλο, χορηγεί στο μεριδιούχο βεβαίωση που αναγράφει τα στοιχεία τα οποία μνημονεύει η παράγραφος 3 του παρόντος άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
3. Οι τίτλοι μεριδίου μπορούν να εκδίδονται για ένα ή περισσότερα μερίδια ή κλάσμα μεριδίου και πρέπει να περιέχουν: α) Την ονομασία του αμοιβαίου κεφαλαίου, β) Τον αριθμό της άδειας συστάσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου γ) Τις επωνυμίες της Α.Ε. Διαχειρίσεως και του θεματοφύλακα. δ) Τον αριθμό των μεριδίων που αντιστοιχούν στον τίτλο, ε) Το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση της κατοικίας του μεριδιούχου ή των μεριδιούχων, στ) Βεβαίωσηότι καταβλήθηκε ολοσχερώς η αξία του μεριδίου.
4. Οι διατάξεις του Ν. 5638/1932 «περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν» εφαρμόζονται αναλόγως και επί μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου.
5. Είναι απολύτως άκυρη η συμβατική μεταβίβαση των μεριδίων, με εξαίρεση τη μεταβίβαση μεταξύ συζύγων ή συγγενών πρώτου και δεύτερου βαθμού σε ευθεία γραμμή.
6.Σε περιπτώσεις απώλειας τίτλων μεριδίων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 12α του κ.ν. 2190/1920. “Η απώλεια, κλοπή ή καταστροφή της βεβαίωσης συμμετοχής στο αμοιβαίο κεφάλαιο δεν παράγει καμία έννομη συνέπεια, ως προς τις σχέσεις του μεριδιούχου ή των μεριδιούχων με την Α.Ε. διαχειρίσεως. Η Α.Ε. διαχειρίσεως, ύστερα από σχετική αίτηση του μεριδιούχου ή ενός από τους συνδικαιούχους μεριδιούχους, εκδίδει νέα βεβαίωση, σε αντικατάσταση της παλαιάς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
7.Οι “α μερίδια αμοιβαίου κεφαλαίου” δύναται να ενεχυριάζονται σε εξασφάλιση απαιτήσεως κατά τους όρους των παρ. 1.2 του άρθρου 3 του α.ν. 1818/1951 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων που αφορούν στην ονομαστικοποίηση των μετόχων και το χρηματιστήριο αξιών (ΦΕΚ 149 Α `) και των άρθρων 1244 επί του Αστικού Κώδικα. Η ενεχυρίαση ισχύει κατά τις Α.Ε διαχειρίσεως από την στιγμή που θα ανακοινωθεί σε αυτήν από τον ενεχυριούχο δανειστή.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Άρθρο 20
1 . Για την απόκτηση μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου απαιτούνται α) γραπτή αίτηση προς την Α Ε Διαχειρίσεως, β) αποδοχή του Κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου και γ) ολοσχερής καταβολή μεριδίων σε μετρητά ή κινητές αξίες εφ` όσον η Α.Ε Διαχειρίσεως δεχθεί τις τελευταίες για τον υπολογισμό της αξίας των κινητών αξιών εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 41.”Η διάταξη αυτή δεν αποκλείει την δωρεάν διανομή μεριδίων μετά από έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Η ανωτέρω έγκριση δεν απαιτείται πάντως σε περίπτωση κατά την οποία η Α.Σ. διαχειρίσεως αποφασίσει την επανεπένδυση του μερίσματος σε μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 3 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183) και με την παρ.4 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
2. Τιμή διάθεσης των μεριδίων είναι αυτή της ημέρας υποβολής της αιτήσεως αποκτήσεως των μεριδίων. Η τιμή αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 38, με βάση την αξία του μεριδίου της ιδίας ημέρας.
….
4. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως μπορεί να διαθέτει τα μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου και μέσω αντιπροσώπων της. “Δύνανται να ενεργούν ως αντιπρόσωποι, μόνον Τράπεζες, Ασφαλιστικές Εταιρείες και επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών” Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου αυτής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 3 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183) και με την παρ.5 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
5. Αν αυτός που επιθυμεί να καταστεί μεριδιούχος καταβάλει την αξία του μεριδίου στην Α.Ε. Διαχειρίσεως, αυτή υποχρεούται να καταθέσει το χρηματικό ποσό ή τις κινητές αξίες, το αργότερο εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας στο θεματοφύλακα. Εάν η Α.Ε. Διαχειρίσεως καθυστερήσει την κατάθεση και ο μεριδιούχος υποστεί ζημία, η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται να τον αποζημιώσει.
Άρθρο 21
Η αποδοχή αιτήσεων συμμετοχής στο αμοιβαίο κεφάλαιο αποφασίζεται από την Α.Ε. Διαχειρίσεως, σύμφωνα με τους όρους του Κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Άρθρο 22
Ο Κανονισμός του αμοιβαίου κεφαλαίου, που εγκρίνεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 17, περιέχει τουλάχιστον:
α) Την ονομασία του αμοιβαίου κεφαλαίου και τις επωνυμίες της Α.Ε. Διαχειρίσεως και του θεματοφύλακα.
β) Το σκοπό του αμοιβαίου κεφαλαίου, από τον οποίο πρέπει να προκύπτουν οι επενδυτικοί και οικονομικοί στόχοι του αμοιβαίου κεφαλαίου, η επενδυτική του πολιτική και η πολιτική και μέθοδοι δανειοδότησης του στο πλαίσιο του άρθρου 37.
γ) Το είδος των κινητών αξιών, στις οποίες μπορεί να επενδύεται η περιουσία του αμοιβαίου κεφαλαίου.
δ) Την τιμή των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου κατά το χρόνο της συστάσεως του.
ε) Την προμήθεια που καταβάλλει ο μεριδιούχος στην Α.Ε. Διαχειρίσεως κατά τη διάθεση και εξαγορά μεριδίων.
στ) Τις αμοιβές που καταβάλλει το αμοιβαίο κεφάλαιο στην Α.Ε. Διαχειρίσεως και το θεματοφύλακα.
ζ) Το χρόνο και τη διαδικασία διανομής στους μεριδιούχους των κερδών του αμοιβαίου κεφαλαίου.
η) Τους όρους διαθέσεως και εξαγοράς των μεριδίων.
θ) Μνεία της διάρκειας του Αμοιβαίου Κεφαλαίου.
Σημ.: όπως το στοιχείο θ` αντικαταστάθηκε με την παρ.4 του άρθρου 3 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
ι) Αναφορά σύμφωνα με το περιεχόμενο της παρ. 1 του άρθ. 17α και της παρ. 1 του άρθρου 18.
κ) Τα προβλεπόμενα στα άρθρα 19, 38, 43 έως και 45.
Σημ.: όπως τα στοιχεία ι` και κ` προστέθηκαν με το άρθρο 4 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 23
1. Ο Κανονισμός του αμοιβαίου κεφαλαίου τροποποιείται από την Α.Ε. Διαχειρίσεως και το θεματοφύλακα από κοινού.
2. Για την τροποποίηση του Κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου απαιτείται άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Για τη χορήγηση της άδειας ελέγχεται η νομιμότητα των τροποποιήσεων και εάν λαμβάνεται επαρκής μέριμνα για την προστασία των μεριδιούχων.
3. Οι τροποποιήσεις του Κανονισμού γνωστοποιούνται αμέσως στους μεριδιούχους, τους οποίους και δεσμεύουν. Οι μεριδιούχοι έχουν το δικαίωμα, εντός τριών μηνών από τη γνωστοποίηση σ΄ αυτούς της τροποποίησης του Κανονισμού, να ζητήσουν την εξαγορά του μεριδίου τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού προτού τροποποιηθεί.
Άρθρο 24
1.Το ενημερωτικό δελτίο της παρ. 3 του άρθρου 20 συντάσσεται από την Α.Ε. Διαχειρίσεως και περιέχει:
α) Τον κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου.
β) Την ημερομηνία σύστασης του αμοιβαίου κεφαλαίου.
γ) Το περιεχόμενο της ανακοίνωσης σύμφωνα με το άρθρο 7α του Κ.Ν. 2190/20 της αρμόδιας διοικητικής αρχής για τη σύσταση και την έγκριση του καταστατικού της Εταιρίας.
δ) Σύντομες πληροφορίες σχετικά με το φορολογικό καθεστώς που διέπει το αμοιβαίο κεφάλαιο και κυρίως πληροφορίες για την ύπαρξη παρακρατήσεων στη πηγή επί των εσόδων και των κεφαλαιακών κερδών τα οποία καταβάλλονται από το κεφάλαιο στους μεριδιούχους.
ε) Την ταυτότητα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο των λογιστικών στοιχείων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 41 του παρόντος νόμου.
στ) Τη νομική μορφή του είδους του δικαιώματος (εμπράγματο, ενοχικό ή άλλο) που αντιπροσωπεύει το μερίδιο.
ζ) Την εταιρική έδρα και διεύθυνση της Α.Ε. Διαχειρίσεως.
η) Την ημερομηνία σύστασης της Α.Ε. Διαχειρίσεως και μνεία της διάρκειας, αν είναι περιορισμένη.
θ) Μνεία των αμοιβαίων κεφαλαίων που διαχειρίζεται η Α.Ε. Διαχειρίσεως.
ι) Το ύψος των ιδίων κεφαλαίων της Α. Ε. Διαχειρίσεως με διάκριση του μετοχικού κεφαλαίου.
ια) Την ταυτότητα και τα καθήκοντα στην Α.Ε. Διαχειρίσεως των μελών των οργάνων διοικήσεως, διευθύνσεως και εποπτείας.
Μνεία των κυριωτέρων δραστηριοτήτων που ασκούν τα πρόσωπα αυτά έξω από την Α.Ε. Διαχειρίσεως, εφόσον οι δραστηριότητες αυτές έχουν σημασία για την Εταιρεία.
ιβ) Τη νομική μορφή και εταιρική έδρα του θεματοφύλακα.
ιγ) Την επωνυμία και ιδιότητα του τυχόν υπάρχοντος εξωτερικού συμβούλου επενδύσεων του αμοιβαίου κεφαλαίου.
ιδ) Τα κύρια σημεία της σύμβασης μεταξύ της Α.Ε. Διαχειρίσεως και του συμβούλου χρηματιστηριακών επενδύσεων, εφόσον η αμοιβή του καταβάλλεται από το αμοιβαίο κεφάλαιο, με εξαίρεση τα στοιχεία που αφορούν την αμοιβή του.
ιε) Γενικώς τα στοιχεία εκείνα που θα επιτρέψουν στους επενδυτές να μορφώσουν τεκμηριωμένη γνώμη για την προτεινόμενη επένδυση. Στο ενημερωτικό δελτίο προσαρτάται η τελευταία ετήσια έκθεση του αμοιβαίου κεφαλαίου, καθώς και η τελευταία εξαμηνιαία έκθεση και η έκθεση αρμόδιου λογιστικοελεγκτικού οργάνου.
Το ενημερωτικά δελτίο δύναται να περιέχει και άλλα στοιχεία καθοριζόμενα με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Αμοιβαίο κεφάλαιο με έδρα στην Ελλάδα που διαθέτει τα μερίδιά του σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΟΚ πρέπει οπωσδήποτε στο ενημερωτικό του δελτίο που δημοσιεύει εκεί να περιλαμβάνει πληροφορίες για τα μέτρα που λαμβάνονται στο κράτος αυτό, ώστε να πραγματοποιούνται οι πληρωμές στους μεριδιούχους, η εξαγορά, η εξόφληση των μεριδίων, καθώς και η δημοσίευση των πληροφοριών που το αφορούν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 3 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
2. Το ενημερωτικό δελτίο, όπως ισχύει κάθε φορά, υποβάλλεται στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
3. Κάθε διαφήμιση του αμοιβαίου κεφαλαίου που περιέχει, αμέσως ή εμμέσως, πρόσκληση προς διάθεση μεριδίων πρέπει να αναφέρει τον τόπο στον οποίο διατίθεται στο κοινό το ενημερωτικό δελτίο του αμοιβαίου κεφαλαίου, καθώς και την ένδειξη, ότι η επένδυση σε αμοιβαία κεφάλαια δεν έχει εγγυημένη απόδοση. “Επιτρέπεται η εγγύηση του κεφαλαίου που έχει επενδυθεί στο αμοιβαίο κεφάλαιο από το θεματοφύλακα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Άρθρο 25
1. Η εξαγορά των μεριδίων είναι υποχρεωτική όταν το ζητήσει ο μεριδιούχος.
2. Για το σκοπό αυτόν ο μεριδιούχος υποβάλλει γραπτή αίτηση και παραδίδει στην Α.Ε. Διαχειρίσεως προς ακύρωση τους τίτλους των μεριδίων που εξαγοράζονται, «εφόσον έχουν εκδοθεί τέτοιοι.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
3. Η αξία των μεριδίων που εξαγοράζονται καταβάλλεται σε μετρητά μέσα σε πέντε ημέρες από την ημέρα υποβολής της αιτήσεως για την εξαγορά μεριδίων.
4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται με προηγούμενη έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς η αναστολή της εξαγοράς μεριδίων για χρονικό διάστημα μέχρι τριών μηνών. Η αναστολή αυτή της εξαγοράς μεριδίων μπορεί να παραταθεί για άλλους τρεις μήνες κατ` ανώτατο όριο.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Η αναστολή της εξαγοράς και η λήξη ή η ανάκληση της δημοσιεύονται σε δύο ημερήσιες πολιτικές και σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα των Αθηνών. Στην ανακοίνωση της αναστολής της εξαγοράς προσδιορίζεται και το χρονικό σημείο της λήξης της. Κατά τη διάρκεια της αναστολής της εξαγοράς των μεριδίων δεν επιτρέπεται η υποβολή από μεριδιούχους αιτήσεων εξαγοράς.” “Ο κανονισμός του αμοιβαίου κεφαλαίου δύναται να περιέχει ειδικές διατάξεις για την αναστολή της εξαγοράς μεριδίων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.8 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως γνωστοποιεί άμεσα την απόφασή της περί αναστολής εξαγοράς των μεριδίων στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς και εάν διατίθενται μερίδια σε άλλα κράτη-μέλη, στις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών αυτών.
Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με αιτιολογημένη απόφασή της δύναται να αναστέλλει την εξαγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων. Η απόφασή της αυτή γνωστοποιείται στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών στα πλαίσια της προβλεπόμενης στην περίπτωση θ` του άρθρου 78 του παρόντος, συνεργασίας.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.17 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)και με την παρ.1 του άρθρου 4 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183) και με την παρ.9 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
5. Τα μερίδια εξαγοράζονται στην τιμή εξαγοράς μεριδίων της ημέρας υποβολής της αίτησης του μεριδιούχου για την εξαγορά. Η τιμή αυτή προσδιορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 43, με βάση την αξία του μεριδίου της ίδιας ημέρας.
Άρθρο 26
1. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως έχει αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση αμοιβαίων κεφαλαίων. Κάθε Α.Ε. Διαχειρίσεως μπορεί να διαχειρίζεται και περισσότερα του ενός αμοιβαία κεφάλαια.
Η εταιρία αυτή διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικώς από τις κείμενες διατάξεις για τις Ανώνυμες Εταιρίες.
2. Το μετοχικό κεφάλαιο της Α.Ε. Διαχειρίσεως καταβάλλεται σε μετρητά και έχει ελάχιστο ύψος πενήντα εκατομμυρίων δραχμών (50.000.000) που καταβάλλονται ολοσχερώς κατά τη σύσταση της εταιρίας. Το παραπάνω ποσό μπορεί να αυξάνεται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση αυξήσεως του κατώτατου ορίου του μετοχικού κεφαλαίου της Α.Ε. Διαχειρίσεως, για τον υπολογισμό του ελάχιστου αναγκαίου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των Α.Ε. Διαχειρίσεως που λειτουργούν, λαμβάνονται υπόψη τα ίδια κεφάλαια των εταιριών αυτών.
3. Το δύο πέμπτα (2/5) τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου της Α.Ε. Διαχειρίσεως πρέπει να ανήκουν σε ανώνυμη εταιρία, που έχει ελάχιστο ολοσχερώς καταβεβλημένο μετοχικό κεφαλαίο πεντακοσίων εκατομμυρίων δραχμών (500.000.000) ή το ισόποσο τους σε ξένο νόμισμα. Απαγορεύεται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο να συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της Α.Ε. Διαχειρίσεως με ποσοστό που υπερβαίνει το ήμισυ αυτού.
Άρθρο 27
1. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης “και λειτουργίας” της Α.Ε. Διαχειρίσεως σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρίες, απαιτείται να έχει χορηγηθεί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς, άδεια λειτουργίας της εταιρίας. Όμοια άδεια λειτουργίας απαιτείται και για τη μετατροπή υφιστάμενης εταιρίας σε Α.Ε. Διαχειρίσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.11 του άρθρου 113 του Ν. 2533/1997 (Α 228)
2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 17α του παρόντος, για τη χορήγηση της άδειας συστάσεως εκτιμώνται η οργάνωση, τα τεχνικά και οικονομικά μέτρα της εταιρίας. Τα κριτήρια αυτά εξειδικεύονται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 4 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
3. Για κάθε τροποποίηση του καταστατικού της Α.Ε. Διαχειρίσεως, όπως και για την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, απαιτείται απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
4. Κάθε τροποποίηση του καταστατικού της Α.Ε Διαχειρίσεως και κάθε μεταβολή της μετοχικής σύνθεσης, της σύνθεσης του διοικητικού της συμβουλίου καθώς και των προσώπων, που χαράσσουν την επιχειρηματική της πολιτική ή δικαιούνται να εκπροσωπούν την εταιρία, ανακοινώνονται αμέσως στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
5. Εάν η επιτροπή κεφαλαιαγοράς κρίνει, ότι τα πρόσωπα που διοικούν την εταιρία, δεν διαθέτουν την απαραίτητη αξιοπιστία και πείρα, ζητεί από την εταιρία την απομάκρυνσή τους. Εάν η εταιρία δεν συμμορφωθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα με την υπόδειξη της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος.
6. Οι μετοχές της Α.Ε. Διαχειρίσεως είναι ονομαστικές. Η συμβατική μεταβίβασή τους χωρίς άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς είναι άκυρη, εάν ο αποκτών, δια της μεταβιβάσεως συγκεντρώνει μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το δέκα τοις εκατό του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας. Για τη χορήγηση της άδειας, εκτιμάται η καταλληλότητα του αποκτώντος, για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της εταιρίας και των αμοιβαίων κεφαλαίων.
Άρθρο 28
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως, με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 47, ευθύνεται για κάθε αμέλεια ως προς τη διαχείριση του αμοιβαίου κεφαλαίου έναντι των μεριδιούχων.
Άρθρο 29
1. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως δεν επιτρέπεται να παραιτηθεί από τη διαχείριση του αμοιβαίου κεφαλαίου, παρά μόνον εάν εγκριθεί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς η ανάληψη της διαχείρισης του αμοιβαίου κεφαλαίου από άλλη Α.Ε. Διαχειρίσεως. Για τη χορήγηση της άδειας η επιτροπή κεφαλαιαγοράς λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των μεριδιούχων.
2. Η νέα Α.Ε. Διαχειρίσεως υποκαθίσταται στα δικαιώματα και υποχρεώσεις αυτής που παραιτείται. Απερχόμενη και νέα Α.Ε. Διαχειρίσεως ευθύνεται εις ολόκληρο για τις υποχρεώσεις της παλαιάς απέναντι στο αμοιβαίο κεφάλαιο μέχρι το χρόνο αναλήψεως των καθηκόντων από τη νέα Α.Ε. Διαχειρίσεως.
Άρθρο 30
1. “Το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου κατατίθεται προς φύλαξη σε πιστωτικό ίδρυμα το οποίο πρέπει είτε να έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα είτε να είναι εγκατεστημένο σε αυτή με μορφή υποκαταστήματος, εφόσον η καταστατική του έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΟΚ.” Ο θεματοφύλακας επιτρέπεται να αναθέτει τη φύλαξη κινητών αξιών σε άλλη τράπεζα, εφ όσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στον Κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου. Η φύλαξη αλλοδαπών κινητών αξιών και ελληνικών κινητών αξιών, που είναι εισηγμένες σε αλλοδαπό χρηματιστήριο επιτρέπεται να ανατίθεται από το θεματοφύλακα σε τράπεζα της αλλοδαπής ή σε άλλο εξουσιοδοτημένο αρμοδίως οργανισμό της αλλοδαπής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
2. Επί υποχρεωτικής καταθέσεως των κινητών αξιών σε Αποθετήριο Τίτλων, αρκεί η κατάθεση στα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου των αποθετηρίων εγγράφων.
3. Ο θεματοφύλακας έχει στη φύλαξή του το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου και εκτελεί καθήκοντα ταμία του, σύμφωνα με τις εντολές της Α.Ε. Διαχειρίσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 με την παρ.4 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
4. Ο θεματοφύλακας συνυπογράφει τις εκθέσεις και καταστάσεις των άρθρων 39, 40 και 41. Εξασφαλίζει ότι πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 38 και 44 του παρόντος, καθώς και τις διατάξεις του κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου:
α) Η πώληση, η έκδοση, η εξαγορά, η εξόφληση και η ακύρωση των μεριδίων που διενεργούνται για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου ή από την Α.Ε. Διαχειρίσεως.
β) Ο υπολογισμός της αξίας των μεριδίων αυτών, και
γ) Η διανομή των κερδών.
Επίσης, ο θεματοφύλακας εξασφαλίζει ότι κατά τις συναλλαγές που αφορούν τα στοιχεία του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου θα καταβάλλεται “το αντίτιμό του” μέσα στις συνήθεις προθεσμίες.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.12 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)και με την παρ.2 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
5. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 47, ο θεματοφύλακας ευθύνεται απέναντι στη Α.Ε. Διαχειρίσεως και τους μεριδιούχους για κάθε αμέλεια ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Ο θεματοφύλακας ευθύνεται επίσης εις ολόκληρον με την τράπεζα ή το ίδρυμα στα οποία, σύμφωνα με τα εδάφια 2 και3 της παρ. 1, μπορεί να ανατίθεται από αυτόν η φύλαξη κινητών αξιών.
6.”Ο θεματοφύλακας υποχρεούται να εκτελεί τις εντολές της Α.Ε. Διαχειρίσεως, εκτός εάν είναι αντίθετες προς το νόμο ή τον κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου και η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται να παρακολουθεί την ορθή εκτέλεση από τον θεματοφύλακα των εντολών της.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 30α
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως και ο θεματοφύλακας οφείλουν να ενεργούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, κατά τρόπο ανεξάρτητο μεταξύ τους και αποκλειστικά προς το συμφέρον των μεριδιούχων. Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για τη διασφάλιση των όρων αυτών καθορίζονται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2α του Ν. 2166/93 “κίνητρα ανάπτυξης επιχειρήσεων, διαρρυθμίσεις στην έμμεση και άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 137/Α`).
Σημ.: όπως το άρθρο 30Α προστέθηκε με την παρ.5 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 31
1. Θεματοφύλακας που επιθυμεί να παραιτηθεί των καθηκόντων του πρέπει να ειδοποιήσει προ τριών τουλάχιστον μηνών την Α.Ε. Διαχειρίσεως. Ο νέος θεματοφύλακας διορίζεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς ύστερα από πρόταση της Α.Ε. Διαχειρίσεως. Εάν η Α.Ε. Διαχειρίσεως καθυστερήσει αδικαιολόγητα να προτείνει νέο θεματοφύλακα, αυτός διορίζεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς ύστερα από αίτηση του υπό παραίτηση θεματοφύλακα.
2. Μετά το διορισμό του νέου θεματοφύλακα, ο παραιτηθείς του παραδίδει, βάσει πρωτοκόλλου, τις κινητές αξίες και όλη την περιουσία του αμοιβαίου κεφαλαίου.
3. Ο θεματοφύλακας που υπέβαλε την παραίτηση τουσυνεχίζει την άσκηση των καθηκόντων του μέχρι την πλήρη ανάληψη των καθηκόντων του νέου θεματοφύλακα.
Άρθρο 31α
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως και ο θεματοφύλακας με την επιφύλαξη του άρθρου 32 του παρόντος, δεν έχουν δικαίωμα, όταν ενεργούν για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου, να χορηγούν πιστώσεις ή να εγγυώνται υπέρ τρίτων, όπως επίσης και να πραγματοποιούν ακάλυπτες πωλήσεις με αντικείμενο κινητές αξίες.
Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την απόκτηση από την Α.Ε. διαχειρίσεως και το θεματοφύλακα, όταν ενεργούν για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου, κινητών αξιών που δεν έχουν εξοφληθεί στο ακέραιο.
Σημ.: όπως το άρθρο 31Α προστέθηκε με την παρ.6 του άρθρου 5 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)και τροποποιήιθηκε με την παρ.13 του άρθρου 113 του Ν.2533/97 (Α 228)
Άρθρο 32
Σημ.: όπως tο άρθρο 32 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 6 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1. Το ενεργητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου επιτρέπεται να επενδύεται μόνο:
α) Σε κινητές αξίες εισηγμένες στην Κύρια Αγορά Χρηματιστηρίου Αξιών κράτους-μέλους της ΕΟΚ, καθώς και στην Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.
β) Σε κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε άλλη ελεγχόμενη αγορά ενός κράτους-μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή λειτουργεί κανονικά, είναι αναγνωρισμένη και ανοικτή στο κοινό.
γ) Σε κινητές αξίες εισηγμένες στην Κύρια Αγορά Χρηματιστηρίου Αξιών τρίτου, εκτός ΕΟΚ κράτους ή σε κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε άλλη αγορά τρίτου εκτός ΕΟΚ κράτους, η οποία πληρεί τις προϋποθέσεις του ως άνω εδαφίου (β). Τα Χρηματιστήρια Αξιών και οι Αγορές του παρόντος εδαφίου ορίζονται εκάστοτε με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, κατόπιν γνώμης της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
δ) Σε νεοεκδιδόμενες κινητές αξίες υπό τους εξής όρους:
αα. Η έκδοση τούτων περιλαμβάνει την υποχρέωση εισαγωγής τους, εντός ενός έτους το αργότερο στα Χρηματιστήρια και αγορές των περιπτώσεων α, β και γ της παρούσας παραγράφου, εφόσον η επιλογή του Χρηματιστηρίου ή της αγοράς προβλέπεται στον κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου.
ββ. Σε περίπτωση κατά την οποία οι νεοεκδιδόμενες αξίες αφορούν κάλυψη μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρίας με δημόσια εγγραφή, σύμφωνα με το άρθρο 8α του Ν. 2190/1920 “περί ανωνύμων εταιριών”, η Α.Ε. Διαχειρίσεως δύναται να συνάπτει σύμβαση με τον ανάδοχο της ως άνω εκδόσεως περί της συμμετοχής στη δημόσια εγγραφή υπό την επιφύλαξη της υποπεριπτώσεως αα της περιπτώσεως δ της παρούσας παραγράφου.
ε. Υπό την προϋπόθεση ότι το άθροισμα των παρακάτω αξιών και τίτλων δεν υπερβαίνει κατά την τοποθέτηση το δέκα τοις εκατόν (10%) της καθαράς αξίας του, το αμοιβαίο κεφάλαιο επιτρέπεται επίσης να επενδύει, ύστερα από ειδική άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς:
i) σε λοιπές κινητές αξίες, εκτός από τις αναφερόμενες στα προηγούμενα εδάφια.
ii) σε πιστωτικούς τίτλους οι οποίοι, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εξομοιώνονται με κινητές αξίες εφόσον είναι μεταβιβάσιμοι, ρευστοποιήσιμοι και των οποίων η αξία μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια ημερησίως.
Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς καθορίζει εκάστοτε με απόφασή της τους πιστωτικούς τίτλους που πληρούν τα ως άνω κριτήρια. Ο κατάλογος των πιστωτικών τίτλων, η τυχόν τροποποίησή του και οι λόγοι που επέβαλαν την εξομοίωση των τίτλων με κινητές αξίες, καθώς και οι τυχόν μεταβολές, νέες εξομοιώσεις και τα αίτια αυτών ανακοινώνονται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς στην Επιτροπή της ΕΟΚ.
στ. Σε μετρητά, τραπεζικές καταθέσεις και ισοδυνάμου ρευστότητας πιστωτικούς τίτλους, υπό τον όρο ότι η επένδυση στα στοιχεία αυτά δεν αποτελεί την κύρια δραστηριότητα του αμοιβαίου κεφαλαίου. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύσει τα κριτήρια για την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου.
2. Η αποτίμηση της αξίας των ως άνω κινητών αξιών γίνεται ως ακολούθως:
α) Των περιπτώσεων α, β, γ και ε(ίί) σε τρέχουσες τιμές.
β) Της περιπτώσεως δ σε τιμές κτήσεως.
γ) Της περιπτώσεως ε(ί) σε τιμές κτήσεως, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο δ` της παρ. 1 του άρθρου 43 του παρόντος.
3. Το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν επιτρέπεται να αποκτά πολύτιμα μέταλλα ή παραστατικούς τους τίτλους.
4. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως μπορεί να χρησιμοποιεί μέσα και τεχνικές με αντικείμενο κινητές αξίες για την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου των αμοιβαίων κεφαλαίων που διαχειρίζεται, καθώς και μέσα και τεχνικές κάλυψης του συναλλαγματικού κινδύνου στα πλαίσια της διαχείρισης της περιουσίας τους, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που θέτει η επιτροπή κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2α του Ν. 2166/93 “κίνητρα ανάπτυξης επιχειρήσεων, διαρρυθμίσεις στην έμμεση και άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 137/Α`).
Άρθρο 33
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1. Κατά την πραγματοποίηση επενδύσεων, απαγορεύεται η τοποθέτηση άνω του δέκα τοις εκατό (10%) της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου σε κινητές αξίες του ίδιου εκδότη και άνω του σαράντα τοις εκατό (40%) της καθαρής αξίας του, σε κινητές αξίες εκδοτών, σε καθένα από τους οποίους έχει επενδύσει ποσοστό μεγαλύτερο του πέντε τοις εκατό (5%) της καθαρής αξίας του.
2.α. Επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι του τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου σε κινητές αξίες του ίδιου εκδότη , όταν οι κινητές αξίες έχουν εκδοθεί από κράτος-μέλος της ΕΟΚ, από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης κράτους-μέλους, από τρίτο, εκτός ΕΟΚ κράτος ή από δημόσιο διεθνή οργανισμό, στον οποίο συμμετέχουν ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη , καθώς και όταν οι κινητές αξίες τελούν υπό την εγγύηση των παραπάνω προσώπων.
β. Το σύνολο των τοποθετήσεων στις κινητές αξίες του προηγούμενου εδαφίου μπορεί ν` αυξηθεί μέχρι το εκατό τοις εκατό (100%) της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι και προϋποθέσεις:
i) Κάθε αμοιβαίο κεφάλαιο να κατέχει κινητές αξίες που ανήκουν τουλάχιστον σε έξι (6) διαφορετικές εκδόσεις και οι αξίες που ανήκουν στην ίδια έκδοση δεν υπερβαίνουν το 30% της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου.
ii) Τα Κράτη, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης ή οι δημόσιοι διεθνείς οργανισμοί του εδαφίου α που εκδίδουν ή εγγυώνται τις αξίες στις οποίες προτίθεται το αμοιβαίο κεφάλαιο να τοποθετήσει πάνω από το 35% της καθαρής αξίας του, να αναγράφονται αναλυτικά στον κανονισμό που εγκρίνεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς. Σχετική αναφορά της άδειας της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και των ως άνω προσώπων συμπεριλαμβάνεται σε εμφανή θέση, που να επισύρει την προσοχή στο ενημερωτικό φυλλάδιο ή στα διαφημιστικά δημοσιεύματα του αμοιβαίου κεφαλαίου.
γ) Επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι του 25% της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου σε κινητές αξίες του ίδιου εκδότη, όταν πρόκειται για ομόλογα που εκδίδονται από πιστωτικό ίδρυμα που έχει την έδρα του σε κράτος-μέλος της ΕΟΚ, και υπόκειται διά νόμου σε ειδικό κρατικό έλεγχο που επιτρέπει την προστασία των κατόχων των εν λόγω ομολόγων. Ιδιαίτερα τα ποσά που προέρχονται από την έκδοση των ομολόγων αυτών πρέπει να επενδύονται, βάσει του νόμου, σε στοιχεία του ενεργητικού τα οποία να καλύπτουν επαρκώς και για όλη τη διάρκεια της ισχύος των ομολόγων τις απορρέουσες από αυτά υποχρεώσεις, προορίζονται δε να ικανοποιήσουν προνομιακώς τις απαιτήσεις αποπληρωμής του κεφαλαίου και των δεδουλευμένων τόκων σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής εκ μέρους του εκδότη.
Εάν αμοιβαίο κεφάλαιο έχει επενδύσει πάνω από 5% της καθαρής του αξίας σε ομόλογα του παρόντος εδαφίου, που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο εκδότη, η συνολική αξία αυτών των επενδύσεων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 80% της καθαρής αξίας του αμοιβαίου.
Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς καταρτίζει κατάλογο των προαναφερομένων ομολόγων και εκδοτών, οι οποίοι είναι εξουσιοδοτημένοι να εκδίδουν ομολογίες που να ανταποκρίνονται στα παραπάνω κριτήρια και τον κοινοποιεί στην Επιτροπή της ΕΟΚ.
Στον κατάλογο αυτό επισυνάπτεται σημείωμα που να διευκρινίζει το καθεστώς των προαναφερομένων εγγυήσεων. Οι κινητές αξίες του παρόντος εδαφίου δεν συνυπολογίζονται για την εφαρμογή του ορίου του 40% που αναφέρεται στην παρ. 1.
3. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς δύναται να μην επιτρέπει τη σύμφωνα με το εδ. β` τοποθέτηση, εάν κρίνει ότι στους μεριδιούχους του αμοιβαίου κεφαλαίου δεν παρέχεται προστασία ανάλογη με αυτή των μεριδιούχων ενός αμοιβαίου κεφαλαίου το οποίο τηρεί τους περιορισμούς των παρ. 1 και 2 περιπτώσεις α και γ.
Για τον προσδιορισμό του επιτρεπόμενου ύψους τοποθετήσεων κατά τις προηγούμενες παραγράφους η αξία του συνόλου των κινητών αξιών του ίδιου εκδότη υπολογίζεται κατά την ημέρα της τοποθετήσεως με βάση τους κανόνες αποτιμήσεως της παρ. 1 του άρθρου 43 του παρόντος Νόμου.
4. Το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν επιτρέπεται να αποκτά μερίδια λοιπών οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ανοικτού τύπου ανεξαρτήτως της μορφής τους, παρά μόνον εάν εμπίπτουν στον ορισμό της παρ. 2 του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου. Η συνολική αξία των εν λόγω μεριδίων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της καθαρής αξίας του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου.
6. Το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν επιτρέπεται να αποκτά μερίδια αμοιβαίου κεφαλαίου, που διαχειρίζεται η ίδια Α.Ε. Διαχειρίσεως ή Α.Ε. Διαχειρίσεως που είναι συνδεδεμένη με την Α.Ε. Διαχειρίσεως του πρώτου αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά την έννοια του άρθρου 42ε του Κ.Ν. 2190/ 1920. Ο περιορισμός της παρούσας παραγράφου ισχύει ανεξάρτητα από τη χώρα εγκατάστασης της Α. Ε. Διαχειρίσεως που διαχειρίζεται αμοιβαία κεφάλαια που εμπίπτουν στην έννοια του ίδιου άρθρου.
Επιτρέπεται, ύστερα από άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και εφόσον υπάρχει σχετική αναφορά στον κανονισμό, η απόκτηση από αμοιβαίο κεφάλαιο, μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου που υπόκειται στην απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου, όταν το τελευταίο αμοιβαίο κεφάλαιο είναι, σύμφωνα με τον Κανονισμό του, εξειδικευμένο σε επενδύσεις σε συγκεκριμένο γεωγραφικό ή οικονομικό τομέα. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου η Α.Ε. Διαχειρίσεως δεν εισπράττει οιαδήποτε αμοιβή ή προμήθεια για πράξεις επί των μεριδίων των εν λόγω αμοιβαίων κεφαλαίων.
Άρθρο 34
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1.Η Α.Ε. Διαχειρίσεως για το σύνολο των αμοιβαίων κεφαλαίων που διαχειρίζεται, δεν επιτρέπεται να αποκτά μετοχές με δικαίωμα ψήφου μιας εταιρίας, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) του συνόλου των αντίστοιχων μετοχών, ποσοστό το οποίο της επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση του εκδότη.
Κατά την απόκτηση μετοχών με δικαίωμα ψήφου που εκδίδονται από εταιρία άλλου κράτους-μέλους της ΕΟΚ, η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται να τηρεί τον αντίστοιχο περιορισμό που ισχύει στο άλλο κράτος-μέλος. Επίσης πρέπει να περιλαμβάνεται σχετική διάταξη στον Κανονισμό των αμοιβαίων κεφαλαίων και να γνωστοποιούνται στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς τα μέτρα που λαμβάνονται για την τήρηση της εν λόγω διάταξης.
2. Με την επιφύλαξη της προηγουμένης παραγράφου, το αμοιβαίο κεφάλαιο δεν επιτρέπεται να αποκτά ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%), α) των μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου του ίδιου εκδότη (β) του συνόλου των ανεξόφλητων, κατά το χρόνο κτήσεως από το αμοιβαίο κεφάλαιο ομολογιών του ίδιου εκδότη, γ) των κατά το χρόνο κτήσεως κυκλοφορούντων μεριδίων ενός αμοιβαίου κεφαλαίου που εμπίπτει στην έννοια του άρθρου 17 παρ. 2 του παρόντος νόμου, δ) των μετοχών ανώνυμης χρηματιστηριακής Εταιρείας του Ν. 1806/1988, ε) των μετοχών εταιριών συμβούλων επενδύσεων και στ) των μετοχών της Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων.
3. Οι περιορισμοί των προηγουμένων παραγράφων δεν ισχύουν για τις κινητές αξίες της παρ. 2 του άρθρου 33 καθώς και για μετοχές Εταιρείας που έχει την έδρα της σε κράτος εκτός της ΕΟΚ, εφόσον σύμφωνα με την νομοθεσία του εν λόγω κράτους η τοποθέτηση σε μετοχές της Εταιρείας αποτελεί τη μόνη δυνατότητα επένδυσης σε τίτλους εκδοτών αυτού του κράτους υπό τον όρο ότι η συγκεκριμένη Εταιρεία τηρεί κατά την άσκηση της επενδυτικής της πολιτικής τα όρια που προβλέπονται στα άρθρα 33, 34 παρ. 1, 2 (α) (β) και (γ), καθώς και το άρθρο 36″.
Άρθρο 35
1. Συμβάσεις που συνήφθησαν κατά παράβαση των διατάξεων των τριών προηγούμενων άρθρων είναι έγκυρες.
2. Σε περίπτωση διαπιστώσεως παραβάσεως των διατάξεων των άρθρων 32, 33 και 34, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς προ της κινήσεως της διαδικασίας, που προβλέπεται στο άρθρο 15, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της παραβάσεως, δύναται να θέτει στην Α.Ε. Διαχειρίσεως εύλογη προθεσμία για να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του νόμου.
3. Κατόπιν έγκρισης της επιτροπής κεφαλαιαγοράς τα νεοϊδρυόμενα αμοιβαία κεφάλαια μπορεί να υπερβούν τα όρια που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 33 για χρονικό διάστημα 6 μηνών κατ` ανώτατο όριο από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας τους.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
4. Κατά την άσκηση της αρμοδιότητός που προβλέπεται στην παράγραφο 2 η επιτροπή κεφαλαιαγοράς συνεκτιμά και το εάν οι υπερβάσεις των ορίων των άρθρων 32, 33 και 34 οφείλονται σε λόγους ανεξάρτητους από τη θέληση του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Σημ.: όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 36
Επιτρέπεται παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 32, 33 και 34, προκειμένου για μετοχές που αποκτά το αμοιβαίο κεφάλαιο ασκώντας δικαίωμα προτιμήσεως κατά την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου εταιρίας, της οποίας κατέχει μετοχές. Το αμοιβαίο κεφάλαιο υποχρεούται όμως να εκποιήσει τις μετοχές που κατέχει καθ` υπέρβαση των ορίων που τίθενται στα άρθρα 32, 33 και 34 εντός έτους από την απόκτησή τους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που η υπέρβαση των πιο πάνω ορίων είναι αποτέλεσμα συγχώνευσης εταιριών. Η Ανώνυμη Εταιρία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων που προβαίνει σε πωλήσεις εκ μέρους αμοιβαίου κεφαλαίου κατ` εφαρμογή του παρόντος άρθρου, με κύριο γνώμονα το συμφέρον των μεριδιούχων του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.11 Ν.2651/1998 Α 248/3.11.1998.
Άρθρο 37
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
1. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως και ο θεματοφύλακας δεν μπορούν να δανείζονται, όταν ενεργούν για λογαριασμό αμοιβαίων κεφαλαίων.
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως μπορεί πάντως να δανείζεται σε ξένο νόμισμα με δάνεια αντιστήριξης (back-to-back). Οι όροι και προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης αυτής, καθορίζονται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2α του Ν. 2166/93 “Κίνητρα ανάπτυξης επιχειρήσεων, διαρρυθμίσεις στην έμμεση και άμεση φορολογία και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 137Α).
2. Κατά παρέκκλιση από την προηγούμενη παράγραφο η Α.Ε. Διαχειρίσεως επιτρέπεται να συνάπτει προσωρινά δάνεια για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου αποκλειστικώς από τράπεζες, μέχρι ποσού ίσου προς το 1 /10 της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου και μόνο για την ικανοποίηση αιτήσεων εξαγοράς μεριδίων, όταν κρίνεται ως μη συμφέρουσα η πώληση κινητών αξιών. Για την ασφάλεια των δανείων αυτών μπορεί να συνιστάται ενέχυρο επι κινητών αξιών του αμοιβαίου κεφαλαίου.
3. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως δύναται να συνάπτει δάνεια, για λογαριασμό της, με τράπεζες μέχρι ποσού ίσου προς το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) των ίδιων κεφαλαίων της για απόκτηση ακινήτων, που είναι απαραίτητα για την λειτουργία της.
Άρθρο 38
1. Η καθαρή αξία του αμοιβαίου κεφαλαίου, ο αριθμός των μεριδίων του, η αξία του μεριδίου, η τιμή διαθέσεως και η τιμή εξαγοράς του υπολογίζονται κάθε εργάσιμη ημέρα και δημοσιεύονται στον ημερήσιο τύπο της μεθεπόμενης ημέρας, με μέριμνα της Α.Ε. Διαχειρίσεως. Σε κάθε περίπτωση, η Α.Ε. Διαχειρίσεως οφείλει να θέτει στη διάθεση των μεριδιούχων από την επομένη της ημέρας αποτίμησης οποιαδήποτε πληροφορία σχετική με τα παραπάνω στοιχεία.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 άρθρ.28 Ν.2836/2000, ΦΕΚ Α 168/24.7.2000.
2. Ο προσδιορισμός της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου γίνεται συμφωνά με τους κανόνες του άρθρου 43. Για τον προσδιορισμό της αξίας κάθε μεριδίου διαιρείται το σύνολο της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου με τον αριθμό των μεριδίων.
3. Η τιμή διάθεσης και η τιμή εξαγοράς του μεριδίου επιτρέπεται να υπερβαίνει την αξία του ή να υπολείπεται, αντιστοίχως, της αξίας αυτής κατά την προμήθεια της Α.Ε. Διαχειρίσεως.
Άρθρο 39
1. Η διαχειριστική χρήση του αμοιβαίου κεφαλαίου έχει τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους. Κατ΄ εξαίρεση η πρώτη διαχειριστική χρήση μπορεί να ορισθεί για διάστημα μικρότερο του ημερολογιακού έτους, με λήξη την 31η Δεκεμβρίου.
2. Στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης του αμοιβαίου κεφαλαίου, η Α.Ε. Διαχειρίσεως συντάσσει την ετήσια έκθεση του αμοιβαίου κεφαλαίου.
3. Η ετήσια έκθεση για το αμοιβαίο κεφάλαιο περιλαμβάνει:
α. Την περιουσιακή κατάσταση του αμοιβαίου κεφαλαίου, που περιέχει αναλυτικά το είδος και την ποσότητα των κινητών αξιών, με αναφορά των χρηματιστηρίων, στα οποία είναι εισηγμένες, την τρέχουσα τιμή μονάδας, τη συνολική αξία των κινητών αξιών, το διαθέσιμο ενεργητικό σε καταθέσεις, τις απαιτήσεις, τις υποχρεώσεις και την καθαρή αξία του ενεργητικού, “καθώς και τους πιστωτικούς τίτλους που αναφέρονται στο σημείο ιι) του στοιχείου ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του παρόντος”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
β. Αναλυτικό λογαριασμό αποτελεσμάτων της χρήσης, που περιλαμβάνει τις προσόδους κατά κατηγορία, τα κέρδη ή ζημίες από την πώληση κινητών αξιών και τις δαπάνες κατά κατηγορία, γ. τα διανεμόμενα και τα επανεπενδυόμενα κέρδη,
δ. τις συνολικές εισροές και εκροές από τη διάθεση και εξαγορά μεριδίων, την ανατίμηση ή την υποτίμηση των επενδύσεων και άλλες τυχόν μεταβολές, που επηρέασαν το ενεργητικό και το παθητικό του αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά τη διάρκεια της χρήσεως,
ε. κατάσταση που περιλαμβάνει τον αριθμό μεριδίων, που διατέθηκαν και αυτών που εξαγοράσθηκαν, κατά τη διαχειριστική χρήση και τον αριθμό των κυκλοφορούντων μεριδίων στην αρχή και το τέλος της διαχειριστικής χρήσης,
στ. την αξία του μεριδίου,
ζ. τις κινητές αξίες, από τις οποίες αποτελείται το χαρτοφυλάκιο, ταξινομημένες κατά τις ειδικότερες κατηγορίες, που αναφέρονται σε καθεμιά από τις περιπτώσεις α` έως ε` της παρ. 1 του άρθρου 32. και κατά τα βασικά κριτήρια της επενδυτικής πολιτικής, με αναφορά του ποσοστού που αντιπροσωπεύει κάθε κατηγορία στο σύνολο του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, η συγκριτικό πίνακα των τριών τελευταίων διαχειριστικών χρήσεων του αμοιβαίου κεφαλαίου, από τον οποίο να προκύπτει η συνολική καθαρή αξία του ενεργητικού και η αξία του μεριδίου στο τέλος κάθε χρήσεως και
θ. κάθε άλλη σημαντική πληροφορία, που επιτρέπει στους επενδυτές να μορφώσουν γνώμη για τη δραστηριότητα του αμοιβαίου κεφαλαίου και τα αποτελέσματά του.
Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς δύναται να διευρύνεται το πληροφοριακό περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης του αμοιβαίου κεφαλαίου.
ι) Μνεία του ύψους των υποχρεώσεων που απορρέουν από κάθε μια κατηγορία πράξεων κατά την έννοια της παρ. 4 του άρθρου 32 του παρόντος, τις οποίες πραγματοποίησε το αμοιβαίο κεφάλαιο στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 40
Η Α.Ε. Διαχειρίσεως, στο τέλος του πρώτου εξαμήνου κάθε ημερολογιακού έτους συντάσσει έκθεση, που περιλαμβάνει για το παρελθόν εξάμηνο τα στοιχεία που περιέχονται στις περιπτώσεις α, δ`, ε, στ, και ζ`, της παρ. 3 του άρθρου 39, καθώς και αναλυτικό λογαριασμό αποτελεσμάτων της περιόδου σύμφωνα με την περίπτωση β`, της παρ. 3 του άρθρου 39.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 41
1. Οι εκθέσεις των άρθρων 39 και 40 ελέγχονται από μέλη του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών του άρθρου 75 του παρόντος, υποβάλλονται στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς και τίθενται στην διάθεση των μεριδιούχων μέσα στο πρώτο δίμηνο από τη λήξη κάθε χρήσεως ή “ημερολογιακού εξαμήνου”, αντιστοίχως. Οι εκθέσεις αυτές, είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερομένου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 7 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
2. Στο τέλος κάθε χρήσεως δημοσιεύεται σε μία ημερήσια πολιτική και σε μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα των Αθηνών συνοπτική κατάσταση του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου, ο λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως και η διάθεση των κερδών.
Άρθρο 42
Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς μπορεί να καθορίζεται ενιαία μορφή των εκθέσεων των άρθρων 39 και 40 και της συνοπτικής καταστάσεως της παρ. 2 του άρθρου 41, καθώς και των λογαριασμών που τηρεί η Α.Ε. Διαχειρίσεως για το αμοιβαίο κεφάλαιο, έτσι ώστε να εμφανίζεται με απόλυτη σαφήνεια η πραγματική εικόνα της περιουσιακής κατάστασης και των αποτελεσμάτων χρήσεως του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Άρθρο 43
1. Η αποτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου από την Α.Ε. Διαχειρίσεως γίνεται κατά τους ακόλουθους κανόνες:
α) Η αξία των εισηγμένων σε χρηματιστήριο κινητών αξιών αποτιμάται με βάση την τιμή κλεισίματος των χρηματιστηριακών συναλλαγών τοις μετρητοίς της ίδιας μέρας. Σε μη κοινοτικά χρηματιστήρια, όταν αυτό δεν είναι εφικτό για λόγους διαφοράς ώρας, η αξία αποτιμάται με βάση την τιμή κλεισίματος της προηγούμενης εργάσιμης ημέρας των ως άνω χρηματιστηρίων.
β) Εάν δεν έχει καταρτισθεί χρηματιστηριακή συναλλαγή την ημέρα της αποτίμησης, λαμβάνεται υπόψη η τιμή της προηγούμενης ημέρας συνεδρίασης του χρηματιστηρίου και, εάν δεν έχει γίνει ούτε και εκείνη την ημέρα χρηματιστηριακή συναλλαγή, η τιμή της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης. Εάν ούτε και εκείνη την ημέρα δεν έχει γίνει χρηματιστηριακή συναλλαγή, λαμβάνεται υπόψη η τελευταία τιμή προσφοράς ή ζητήσεως.
γ) Εάν στο χρηματιστήριο, στο οποίο είναι εισηγμένες οι κινητές αξίες του αμοιβαίου κεφαλαίου ισχύει το σύστημα της ενιαίας τιμής, για τον προσδιορισμό της αξίας τους λαμβάνεται υπόψη η ενιαία τιμή.
δ) Η αποτίμηση της αξίας των κινητών αξιών, που δεν είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο γίνεται κατά τους κανόνες που θεσπίζονται με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς. Μέχρι την έκδοση και έναρξη ισχύος αυτής της απόφασης, ισχύουν οι αποφάσεις της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, που έχουν εκδοθεί με βάση την παρ. 3 του άρθρου 16 του Ν.Δ. 608/1970.
2. Για τον προσδιορισμό της καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου, αφαιρούνται από το ενεργητικό του οι αμοιβές ή προμήθειες της Α.Ε. Διαχειρίσεως, του θεματοφύλακα και των μελών του χρηματιστηρίου, οι δαπάνες του αμοιβαίου κεφαλαίου, που ορίζεται στον Κανονισμό του αμοιβαίου κεφαλαίου ότι το βαρύνουν, καθώς και τα κατά την αποτίμηση της 31ης Δεκεμβρίου κάθε έτους διανεμόμενα στους μεριδιούχους κέρδη.
3. Με εξαίρεση τις υποχρεωτικές από το νόμο δημοσιεύσεις, κάθε δημοσίευση σχετικά με το αμοιβαίο κεφάλαιο γίνεται με έξοδα της Α.Ε. Διαχειρίσεως.
Άρθρο 44
Οι πρόσοδοι του αμοιβαίου κεφαλαίου από τόκους, μερίσματα και κέρδη από κλήρωση υπέρ το άρτιο δύνανται να διανέμονται ετησίως στους μεριδιούχους, αφού προηγουμένως αφαιρεθεί το σύνολο των δαπανών της χρήσης που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 43 του παρόντος. Τα κέρδη από την πώληση κινητών αξιών διανέμονται στους μεριδιούχους κατά την κρίση της Α.Ε. Διαχειρίσεως, κατά το μέτρο που αυτά δεν εξουδετερώνονται από τυχόν συντελεσθείσες μέχρι τέλους της χρήσεως κεφαλαιακές ζημίες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.14 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Άρθρο 45
1. Μεριδιούχοι, που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 1/10 των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου, έχουν δικαίωμα να ζητήσουν από την Α.Ε. Διαχειρίσεως τη σύγκληση της Συνελεύσεως των μεριδιούχων. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται να συγκαλέσει τη Συνέλευση των μεριδιούχων, το πολύ μέσα σε τριάντα ημέρες από την επίδοση της αιτήσεως του προηγούμενου εδαφίου. Η αίτηση περιέχει το αντικείμενο της ημερήσιας διάταξης, που αναφέρεται στην παροχή πληροφοριών, για οποιοδήποτε θέμα συνδέεται, αμέσως ή εμμέσως, με τη διαχείριση του αμοιβαίου κεφαλαίου.
2. “Εάν η συνολική καθαρή αξία του αμοιβαίου κεφαλαίου, σε σχέση με την αξία αναφοράς, όπως αυτή προσδιορίζεται στα επόμενα εδάφια, μειωθεί κατά 6/10, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να συγκαλέσει Συνέλευση των μεριδιούχων, με σκοπό τη διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου. Η αξία αναφοράς θα ανάγεται στην πρώτη ημέρα κάθε ημερολογιακού τριμήνου και θα υπολογίζεται ως ο αριθμητικός μέσος όρος της συνολικής καθαρής αξίας του αμοιβαίου κεφαλαίου των εκάστοτε τελευταίων τεσσάρων τριμήνων. Με τη συμπλήρωση εκάστου νέου τριμήνου, η συνολική καθαρή αξία του αμοιβαίου κεφαλαίου στο τρίμηνο αυτό θα αντικαθιστά, κατά τον ανωτέρω υπολογισμό της αξίας αναφοράς, την αντίστοιχη αξία του παλαιότερου τριμήνου.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Για τη διάλυση του αμοιβαίου κεφαλαίου εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 798-804 του Αστικού Κώδικα. Σε περίπτωση που η επιτροπή κεφαλαιαγοράς αποφασίσει τη σύγκληση της Συνέλευσης των μεριδιούχων, αναστέλλεται η εξαγορά των μεριδίων του αμοιβαίου κεφαλαίου μέχρι το πέρας της διαδικασίας διανομής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το δεύτερο εδάφιο της παρ.15 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
3. Σε περίπτωση διάλυσης αμοιβαίου κεφαλαίου, η διανομή επιτελείται από την εταιρία διαχείρισης, υπό τον έλεγχο του θεματοφύλακα. Μετά το πέρας της διαδικασίας διανομής, συντάσσεται ειδική έκθεση, η οποία υπογράφεται και από ορκωτό ελεγκτή. Η έκθεση κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τίθεται στη διάθεση των μεριδιούχων, στα σημεία όπου διατίθεντο τα μερίδια του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.16 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Άρθρο 45α
Σημ.: όπως το άρθρο 45Α προστέθηκε με το άρθρο 114 του Ν.2533/1997 (Α 228)
1. Επιτρέπεται, ύστερα από προηγούμενη άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η συγχώνευση δύο ή περισσότερων αμοιβαίων κεφαλαίων υπό τη διαχείριση είτε της ίδιας της Α.Ε. διαχειρίσεως είτε διαφορετικών, είτε με απορρόφηση είτε προς δημιουργία νέου αμοιβαίου κεφαλαίου, με την επιφύλαξη του άρθρου 17 παράγραφος 3 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`).
2. Η συγχώνευση αποφασίζεται από την ή τις Α.Ε. διαχειρίσεως για καθένα από τα μετέχοντα στην πράξη αμοιβαία κεφάλαια, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του θεματοφύλακα καθενός από αυτά. Η Α.Ε. διαχειρίσεως δύναται να αποφασίσει την αναστολή του δικαιώματος εξαγοράς των μεριδίων και απαγόρευση έκδοσης νέων, για διάστημα μη υπερβαίνον τις δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία πραγματοποίησης της συγχώνευσης.
3. Η Α.Ε. διαχειρίσεως καταρτίζει, ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη του θεματοφύλακα, σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης το οποίο υπογράφεται από ορκωτό ελεγκτή. Το σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης περιλαμβάνει τους λόγους που οδήγησαν στη συγχώνευση και τους στόχους που αυτή εξυπηρετεί, την ονομασία των αμοιβαίων κεφαλαίων που μετέχουν στην πράξη, μαζί με τον αριθμό της άδειας σύστασής τους, την επωνυμία της Α.Ε. διαχειρίσεως και του θεματοφύλακα, τους όρους διενέργειας της πράξης, την προβλεπόμενη ημερομηνία πραγματοποίησης της πράξης, την ενδεχόμενη απόφαση για την αναστολή εξαγοράς των μεριδίων και την απαγόρευση έκδοσης νέων, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πληροφορία είναι χρήσιμη για τους μεριδιούχους, ώστε να μορφώσουν τεκμηριωμένη γνώμη για τη διαμορφούμενη κατάσταση, υποβάλλεται δε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προς έγκριση. Μετά από την έγκριση της Επιτροπής, το σχέδιο σύμβασης τίθεται στη διάθεση των μεριδιούχων, στα σημεία διάθεσης των μεριδίων, τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από την ημερομηνία πραγματοποίησης της συγχώνευσης. Περίληψη του σχεδίου σύμβασης δημοσιεύεται, εντός της ανωτέρω προθεσμίας, σε δύο ημερήσιες πολιτικές και μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα των Αθηνών. Η ίδια διαδικασία τηρείται και σε περίπτωση τροποποίησης του σχεδίου σύμβασης συγχώνευσης.
4. Η εκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού των αμοιβαίων κεφαλαίων που μετέχουν στην πράξη, διενεργείται σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 43 του ν. 1969/1991. Αυτή η εκτίμηση αποτελεί αντικείμενο ελέγχου από ορκωτό ελεγκτή, ο οποίος συντάσσει έκθεση σχετικά με τη συγχώνευση. Η έκθεση του ορκωτού ελεγκτή αναφέρει, μεταξύ άλλων, τη μέθοδο ή τις μεθόδους που ακολουθήθηκαν για τον καθορισμό της σχέσης ανταλλαγής των μεριδίων, υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας της προηγούμενης παραγράφου, αποστέλλεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τίθεται στη διά8εση των μεριδιούχων, μαζί με το σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης.
5. Η συγχώνευση συνεπάγεται τη λύση των αμοιβαίων κεφαλαίων που μετέχουν στην πράξη, χωρίς να ακολουθήσει διανομή του ενεργητικού τους. Οι μεριδιούχοι των συγχωνευόμενων αμοιβαίων κεφαλαίων λαμβάνουν μερίδια, κατά περίπτωση, του αναρροφώντος ή του νέου αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά το λόγο της συμμετοχής τους στο πρώτο. Εάν η συμμετοχή τους δεν επαρκεί για να λάβουν ολόκληρο μερίδιο του δεύτερου, για το εναπομείναν ποσό, δύνανται να καταβάλουν μετρητά, ως συμπλήρωμα για την απόκτηση ολόκληρου μεριδίου, ή να αναλάβουν το ποσό που υπολείπεται από το σχηματισμό μεριδίων. Το ποσό που ενδεχόμενα θα αναλαμβάνει ο μεριδιούχος κατ` αυτόν τον τρόπο, απαλλάσσεται κάθε φόρου, τέλους, εισφοράς ή άλλου δικαιώματος του Δημοσίου. Δεν αποκλείεται πάντως το εναπομείναν ποσό να αντιστοιχεί και σε κλάσμα μεριδίου.
6. Το ενεργητικό του συγχωνευόμενου αμοιβαίου κεφαλαίου μεταβιβάζεται ως σύνολο στους μεριδιούχους του απορροφώντος ή του νέου αμοιβαίου κεφαλαίου, κατά περίπτωση, οι οποίοι καθίστανται εξ αδιαιρέτου συγκύριοι των κατ` ιδίαν στοιχείων του. Η Α.Ε. διαχειρίσεως υποχρεούται να τακτοποιήσει τυχόν ασυμφωνίες της σύνθεσης του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου με τις διατάξεις των άρθρων 32 έως 34 του ν. 1969/1991 (ΦΕΚ 167 Α`), το αργότερο εντός εξαμήνου από την πραγματοποίηση της συγχώνευσης.
7. Οι δανειστές κάθε αμοιβαίου κεφαλαίου που μετέχει στη συγχώνευση, οι απαιτήσεις των οποίων γεννήθηκαν πριν από αυτή και είτε έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες είτε δεν έχουν καταστεί, κατά το χρόνο δημοσίευσης του σχεδίου σύμβασης συγχώνευσης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, δύνανται να αντιταχθούν στην πραγματοποίησή της, υποβάλλοντας έγγραφες αντιρρήσεις, το αργότερο δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία για τη διενέργεια της πράξης, εφόσον δεν έχουν λάβει επαρκείς εγγυήσεις και εάν η κατάσταση των συγχωνευόμενων αμοιβαίων κεφαλαίων καθιστά απαραίτητη την παροχή τέτοιων εγγυήσεων. Οι έγγραφες αντιρρήσεις κατά της συγχώνευσης κοινοποιούνται στην ή στις Α.Ε. διαχειρίσεως που διαχειρίζονται τα αμοιβαία κεφάλαια τα οποία συμμετέχουν στην πράξη, καθώς και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
8. Η Α.Ε. διαχειρίσεως αναλαμβάνει την υποχρέωση, για λογαριασμό του απορροφώντος ή του νέου αμοιβαίου κεφαλαίου που διαχειρίζεται, για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από τη γνωστοποίηση της συγχώνευσης στους μεριδιούχους των συγχωνευόμενων αμοιβαίων κεφαλαίων με τις ανωτέρω δημοσιεύσεις, να δεχθεί ενδεχόμενες αιτήσεις εξαγοράς των μεριδίων των τελευταίων, με τους όρους του κανονισμού τους.
9. Η ανταλλαγή των μεριδίων των συγχωνευόμενων αμοιβαίων κεφαλαίων δεν συνιστά μεταβίβαση κατά την έννοια της απαγορευτικής διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 19 του παρόντος νόμου.
10. Η μεταβίβαση του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου κατά την παράγραφο 6 του παρόντος όρθρου απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος ή άλλο δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 48 του παρόντας νόμου, ως προς την απαλλαγή από τη φορολογία της πράξης σύστασης του αμοιβαίου κεφαλαίου, της διάθεσης ή εξαγοράς των μεριδίων του και της πρόσθετης αξίας από την εξαγορά μεριδίων σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσης, εφαρμόζονται στη συγχώνευση αμοιβαίων κεφαλαίων.
11. Τα έξοδα και οι δαπάνες οποιασδήποτε φύσεως που πραγματοποιούνται με αιτία ή αφορμή τη συγχώνευση αμοιβαίων κεφαλαίων βαρύνουν αποκλειστικά τις εμπλεκόμενες Α.Ε. διαχειρίσεως και δεν επιτρέπεται να επιρρίπτονται στα συγχωνευόμενα αμοιβαία κεφάλαια ή στα επωφελούμενα αμοιβαία κεφάλαια ή στους μεριδιούχους.
Σημ.: όπως η παρ.11 προστέθηκε με το άρθρο 13 Ν.2954/2001 ΦΕΚ Α 255/2.11.2001
Άρθρο 45β
Διάσπαση αμοιβαίου κεφαλαίου σε περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια
Σημ.: όπως το άρθρο 45β προστέθηκε με το άρθρο 12 Ν.2954/2001 ΦΕΚ Α 255/2.11.2001.
1. Επιτρέπεται, υπό τους όρους του παρόντος άρθρου, η διάσπαση αμοιβαίου κεφαλαίου (περαιτέρω “διασπώμενο κεφάλαιο”) σε δύο ή περισσότερα νέα αμοιβαία κεφάλαια (περαιτέρω “επωφελούμενα κεφάλαια”), με δυνατότητα ταυτόχρονης αντικατάστασης της Α.Ε. διαχειρίσεως ή και του θεματοφύλακα του ενός ή περισσότερων επωφελούμενων κεφαλαίων.
2. Με τη διάσπαση αμοιβαίου κεφαλαίου το διασπώμενο κεφάλαιο διαλύεται χωρίς να επέλθουν οι συνέπειες διαλύσεως, αλλά το σύνολο της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου διαιρείται σε τόσα μέρη όσα τα επωφελούμενα κεφάλαια και τα μέρη αυτά καθίστανται αντιστοίχως περιουσία καθενός από τα επωφελούμενα κεφάλαια, ενώ οι μεριδιούχοι του διασπώμενου κεφαλαίου καθίστανται μεριδιούχοι ενός ή περισσότερων επωφελούμενων κεφαλαίων.
3. Η διάσπαση συντελείται μετά από άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, για την έκδοση της οποίας η Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου υποβάλλει:
(α) Αίτηση, όπου επισυνάπτονται και οι όροι της διάσπασης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4.
(β) Εάν συντρέχει και αντικατάσταση της Α.Ε. διαχειρίσεως, υποβάλλεται και σύμβαση μεταξύ των δύο ή περισσότερων Α.Ε. διαχειρίσεως που εμπλέκονται στη διάσπαση (περαιτέρω “σύμβαση διάσπασης”), τελούσα υπό την αίρεση της παροχής της ανωτέρω άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι όροι της διάσπασης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην κατωτέρω παράγραφο 4, περιλαμβάνονται στη σύμβαση διάσπασης.
(γ) Τους κανονισμούς των επωφελούμενων κεφαλαίων, το περιεχόμενο των οποίων θα είναι όμοιο με το περιεχόμενο του κανονισμού του διασπώμενου κεφαλαίου, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις ως προς τις ονομασίες των επωφελούμενων κεφαλαίων, την Α.Ε. διαχειρίσεως και τον θεματοφύλακα, το ιστορικό συστάσεως και των σχετικών αδειών, καθώς και τις τροποποιήσεις που τυχόν επιβάλλονται για λόγους προσαρμογής στην ισχύουσα νομοθεσία ή για λόγους πρακτικούς. Οι ανωτέρω κανονισμοί συνυπογράφονται από τις εμπλεκόμενες, κατά περίπτωση, Α.Ε. διαχειρίσεως και τονήτους αντίστοιχους θεματοφύλακες.
(δ) Δήλωση του ή των θεματοφυλάκωντων επωφελούμενων κεφαλαίων ότι δέχονται να αναλάβουν τα σχετικά καθήκοντα.
(ε) `Έκθεση ορκωτού ελεγκτή ότι, κατά τη γνώμη του, ο κατά την παράγραφο 4 (εδάφιο γι τρόπος διαίρεσης της περιουσίας σε συνδυασμό με τον κατά την παράγραφο 4 (εδάφιο δι τρόπο κατανομής των μεριδιούχων, που περιλαμβάνεται στους όρους της διάσπασης, εξασφαλίζει ότι η οικονομική θέση του μεριδιούχου του διασπώμενου κεφαλαίου κατά την ημέρα της διάσπασης δεν μεταβάλλεται εξ αιτίας του γεγονότος της διάσπασης.
4. Στους όρους της διάσπασης περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα εξής:
(α) Η ονομασία, η άδεια συστάσεως, η Α.Ε. διαχειρίσεως, ο θεματοφύλακας και ο σκοπός του διασπώμενου κεφαλαίου.
(β) Η ονομασία, η Α.Ε. διαχειρίσεως και ο θεματοφύλακας κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου.
(γ) Ο τρόπος με τον οποίο, κατά το χρόνο συντέλεσης της διάσπασης, η περιουσία του διασπώμενου κεφαλαίου θα διανεμηθεί σε μέρη, τα οποία θα είναι ισάριθμα με τα επωφελούμενα κεφάλαια σε συνδυασμό με τον τρόπο κατανομής των μεριδιούχων του διασπώμενου κεφαλαίου σε κάθε επωφελούμενο κεφάλαιο, κατά τα οριζόμενα στο επόμενο εδάφιο δ`. Με τον ανωτέρω τρόπο θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι η σύνθεση των στοιχείων του μέρους της περιουσίας που θα αντιστοιχεί σε κάθε επωφελούμενο κεφάλαιο θα είναι η αυτή με τη σύνθεση των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου, πλην αμελητέων κατά αντικειμενική κρίση αποκλίσεων.
(δ) Η κατανομή των μεριδιούχων μεταξύ των επωφελούμενων κεφαλαίων ή ο τρόπος της κατανομής αυτής. Ειδικότερα, θα υπάρχει πρόβλεψη εάν όλοι οι μεριδιούχοι του διασπώμενου κεφαλαίου θα καταστούν μεριδιούχοι ενός εκάστου από τα επωφελούμενα κεφάλαια ή εάν οι μεριδιούχοι θα διαιρεθούν σε ομάδες αντίστοιχες με τα επωφελούμενα κεφάλαια και με βάση τις ομάδες αυτές θα προσδιορισθεί το ποσοστό της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου που θα αντιστοιχεί σε κάθε επωφελούμενο κεφάλαιο ή εάν η κατανομή γίνει με άλλον τρόπο.
(ε) Η μέθοδος κατά την οποία θα προσδιορισθεί αφ` ενός ο αριθμός των μεριδίων στα οποία θα διαιρείται, κατά το χρόνο συντέλεσης της διάσπασης, καθένα από τα επωφελούμενα κεφάλαια και αφ` ετέρου ο αριθμός μεριδίων του επωφελούμενου κεφαλαίου που θα περιέλθει σε κάθε μεριδιούχο του.
(στ) Το χρονικό διάστημα, από την έκδοση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 3 άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, εντός του οποίου θα συντελεσθεί η διάσπαση. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν δύναται να απέχει πλέον των δύο (2) μηνών από την έκδοση της ανωτέρω άδειας, αλλά δύναται να παρατείνεται με αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
(ζ) Το χρονικό διάστημα αναστολής του δικαιώματος εξαγοράς των μεριδίων του διασπώμενου κεφαλαίου ή της μη έκδοσης νέων μεριδίων, εφόσον η αναστολή αυτή κρίνεται από την Α.Ε. διαχειρίσεως αναγκαία. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερο των πέντε (5) εργάσιμων ημερών πριν από την ημέρα της διάσπασης. Σχετική ενημέρωση περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση της κατωτέρω παραγράφου 5.
(η) Οποιαδήποτε άλλη πληροφορία είναι χρήσιμη για τους μεριδιούχους, ώστε να μορφώσουν γνώμη για τη διάσπαση, όπως, κυρίως, ο σκοπός της διάσπασης.
5. (α) Τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα της διάσπασης, δημοσιεύεται σε δύο ημερήσιες πολιτικές και μία ημερήσια οικονομική εφημερίδα των Αθηνών ανακοίνωση των εμπλεκόμενων στη διάσπαση Α.Ε. διαχειρίσεως, η οποία περιλαμβάνει:
(i) περίληψη των όρων της διάσπασης,
(ii) την ακριβή ημερομηνία της διάσπασης,
(iii) την άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Ταυτοχρόνως με τη δημοσίευση της ανωτέρω ανακοίνωσης, τίθενται στη διάθεση των μεριδιούχων στα σημεία διάθεσης των μεριδίων του διασπώμενου κεφαλαίου οι όροι της διάσπασης ή, κατά περίπτωση, η σύμβαση διάσπασης, καθώς και η έκθεση του ορκωτού ελεγκτή που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εδάφιο ε`.
(β) Μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από τη δημοσίευση που προβλέπεται στην παράγραφο 5, οι πιστωτές του διασπώμενου κεφαλαίου των οποίων οι απαιτήσεις είχαν γεννηθεί πριν από τη δημοσίευση αυτή, αλλά δεν είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμες κατά το χρόνο της δημοσίευσης, έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν και να λάβουν επαρκείς εγγυήσεις αν η οικονομική κατάσταση του διασπώμενου κεφαλαίου καθιστά απαραίτητη την προστασία αυτή.
6. Την ημέρα της διάσπασης επέρχονται, έναντι πάντων, αυτοδικαίως και ταυτοχρόνως και χωρίς να απαιτείται άλλη διατύπωση, τα ακόλουθα αποτελέσματα:
(α) Το διασπώμενο κεφάλαιο διαλύεται χωρίς να επέλθουν οι συνέπειες διαλύσεως.
(β) Συνιστάται καθένα από τα επωφελούμενα κεφάλαια, αποτελούμενο από το μέρος της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου που του αντιστοιχεί σύμφωνα με τους όρους της διάσπασης και, κατ` ακολουθίαν η περιουσία κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου αποτελεί αντικείμενο χωριστής διαχείρισης και χωριστής θεματοφυλακής κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
(γ) Οι μεριδιούχοι του διασπώμενου κεφαλαίου καθίστανται μεριδιούχοι του ή των επωφελούμενων κεφαλαίων κατά την καθοριζόμενη στους όρους της διάσπασης κατανομή και το μέρος της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου που αντιστοιχεί στο επωφελούμενο κεφάλαιο μεταβιβάζεται εξ αδιαιρέτου, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 17α του παρόντος νόμου, στους μεριδιούχους του επωφελούμενου κεφαλαίου.
(δ) Η Α.Ε. διαχειρίσεως κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου αναλαμβάνει τα καθήκοντά της με την υπογραφή της κατάστασης που προβλέπεται στην κατωτέρω παράγραφο 7. Η Α.Ε. διαχειρίσεως κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου υποκαθίσταται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου τα οποία αντιστοιχούν στην περιουσία που μεταβιβάζεται στους μεριδιούχους του εν λόγω επωφελούμενου κεφαλαίου. Η Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου και η Α.Ε. διαχειρίσεως του επωφελούμενου κεφαλαίου ευθύνονται εις ολόκληρον για τις υποχρεώσεις της Α.Ε. διαχειρίσεως του επωφελούμενου κεφαλαίου έναντι του επωφελούμενου κεφαλαίου μέχρι να αναλάβει πλήρως τα καθήκοντά της η Α.Ε. διαχειρίσεως του επωφελούμενου κεφαλαίου. Επίσης, ο θεματοφύλακας κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου αναλαμβάνει τα καθήκοντά του με την υπογραφή της κατάστασης που προβλέπεται στην κατωτέρω παράγραφο 7 και την ταυτόχρονη παράδοση, βάσει πρωτοκόλλου μεταξύ παλαιού και νέου θεματοφύλακα, των κινητών αξιών και της λοιπής περιουσίας του εν λόγω επωφελούμενου κεφαλαίου. Ο θεματοφύλακας του διασπώμενου κεφαλαίου συνεχίζει την άσκηση των καθηκόντων του μέχρι την πλήρη ανάληψη των καθηκόντων του θεματοφύλακα του επωφελούμενου κεφαλαίου.
7. Κατά την ημέρα της διάσπασης, συντάσσονται:
(α) Κατάσταση των στοιχείων της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου και αποτίμησή τους με βάση τους ισχύοντες κανόνες αποτίμησης.
(β) Κατάσταση για καθένα επωφελούμενο κεφάλαιο, η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία της περιουσίας που περιέρχονται στους μεριδιούχους του επωφελούμενου κεφαλαίου, την αξία αυτών των στοιχείων με βάση τους ισχύοντες κανόνες αποτίμησης, καθώς και την καθαρή αξία του επωφελούμενου κεφαλαίου. Στην ίδια κατάσταση περιλαμβάνεται ο αριθμός των μεριδίων στα οποία διαιρείται το επωφελούμενο κεφάλαιο και η σχέση μεταξύ μεριδίων στο διασπώμενο κεφάλαιο και μεριδίων στο επωφελούμενο κεφάλαιο.
8. Καθεμία από τις αναφερόμενες στην προηγούμενη παράγραφο 7 καταστάσεις υπογράφεται από:
(α) την Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου,
(β) την Α.Ε. διαχειρίσεως του επωφελούμενου κεφαλαίου, εάν είναι άλλη από την προηγούμενη,
(γ) το θεματοφύλακα του διασπώμενου κεφαλαίου και
(δ) το θεματοφύλακα του επωφελούμενου κεφαλαίου, εάν είναι άλλος από τον προηγούμενο.
9. Εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη διάσπαση συντάσσεται έκθεση ελέγχου της διάσπασης από ορκωτό ελεγκτή, ο οποίος βεβαιώνει ότι η διάσπαση έγινε σύμφωνα με τους όρους της διάσπασης.
10. Οι καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7 υποβάλλονται αμελλητί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η μεν πρώτη με επιμέλεια της Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου, οι δε λοιπές με επιμέλεια της Α.Ε. διαχειρίσεως του αντίστοιχου επωφελούμενου κεφαλαίου. Υποβάλλεται, επίσης αμελλητί, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με επιμέλεια της Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου η έκθεση που περιγράφεται στην παράγραφο 9.
11. Εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από τη διάσπαση η Α.Ε. διαχειρίσεως του διασπώμενου κεφαλαίου δημοσιεύει στον τύπο ανακοίνωση για τη συντέλεση της διάσπασης, όπου περιλαμβάνεται περίληψη της κατά την παράγραφο 9 έκθεσης του ορκωτού ελεγκτή.
12. Η Α.Ε. διαχειρίσεως κάθε επωφελούμενου κεφαλαίου υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί εγγράφως κάθε μεριδιούχο του επωφελούμενου κεφαλαίου, το οποίο διαχειρίζεται για τον ακριβή αριθμό μεριδίων του εν λόγω επωφελούμενου κεφαλαίου, το οποία ανήκουν σε αυτόν κατά τη συντέλεση της διάσπασης.
13. Ο μεριδιούχος που επιθυμεί να μεταφερθεί σε άλλο επωφελούμενο κεφάλαιο από εκείνο στο οποίο κατετάγη κατά τη συντέλεση της διάσπασης δύναται εντός μηνός από την ημέρα διάσπασης να μεταφερθεί σε άλλο από τα επωφελούμενα κεφάλαια χωρίς να καταβάλει προμήθεια εξαγοράς και διάθεσης αντιστοίχως.
14. (α) Η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων του διασπώμενου κεφαλαίου κατά την παράγραφο 6, καθώς και κάθε εγγραφή, πράξη ή ενέργεια που απαιτείται για την ολοκλήρωση της κατανομής της περιουσίας του διασπώμενου κεφαλαίου μεταξύ των επωφελούμενων κεφαλαίων, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά δικαίωμα υπέρ του Δημοσίου, του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, του Χρηματιστηρίου Παραγώγων, του Κεντρικού Αποθετηρίου Αθηνών, και γενικώς υπέρ οποιουδήποτε οργανισμού ή νομικού προσώπου ή τρίτου. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 48 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στη διάσπαση αμοιβαίων κεφαλαίων. (β) Τα έξοδα και οι δαπάνες οποιασδήποτε φύσεως που πραγματοποιούνται με αιτία ή αφορμή τη διάσπαση αμοιβαίου κεφαλαίου βαρύνουν αποκλειστικά τις εμπλεκόμενες Α.Ε. διαχειρίσεως και δεν επιτρέπεται να επιρρίπτονται στο διασπώμενο ή στα επωφελούμενα κεφάλαια ή τους μεριδιούχους.
15. Με αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύνανται να ρυθμίζονται λεπτομέρειες ή τεχνικά θέματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 46
1. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς δύναται ν΄ αναθέτει σε μέλη του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών του άρθρου 75 του παρόντος, την άσκηση των ελέγχων των Α.Ε. Διαχειρίσεως ως προς τη διαχείριση των αμοιβαίων κεφαλαίων. Οι Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και των εντεταλμένων οργάνων της όλα τα στοιχεία, που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια των ανωτέρω ελέγχων.
2. Όλες οι δημοσιεύσεις του αμοιβαίου κεφαλαίου και της Α.Ε. Διαχειρίσεως, υποχρεωτικές ή προαιρετικές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που γίνονται για διαφημιστικούς λόγους, υποβάλλονται στην επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
3. Η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται, εφ΄ όσον της ζητηθεί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς, να προβαίνει με δικά της έξοδα σε διευκρινιστικές ή διορθωτικές δημοσιεύσεις, εάν από προηγούμενες δημοσιεύσεις ή ανακοινώσεις της, υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης ή εσφαλμένης πληροφόρησης του επενδυτικού κοινού.
Άρθρο 47
1. Σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων αυτού του νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότηση του, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς επιβάλλει στην Α.Ε. Διαχειρίσεως ή το θεματοφύλακα πρόστιμο ύψους μέχρι εκατό εκατομμυρίων δραχμών.
2. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς επιβάλλει στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές και υπαλλήλους των “Α.Ε. Διαχειρίσεως ή του θεματοφύλακα ή του αντιπροσώπου της Α.Ε. Διαχειρίσεως”, που παραβαίνουν εν γνώσει τους τις διατάξεις του παρόντος ή τις αποφάσεις που εκδίδονται κατ εξουσιοδότησή του, πρόστιμο ύψους μέχρι δέκα εκατομμυρίων δραχμών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.17 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
3. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές και υπάλληλοι Α.Ε. Διαχειρίσεως και του θεματοφύλακα αμοιβαίου κεφαλαίου, καθώς “και του αντιπροσώπου της Α.Ε. Διαχειρίσεως, καθώς και κάθε προσώπου που διαθέτει μερίδια” που παραβαίνουν εν γνώσει τους τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 5-6, 20 παρ. 2, 32, 33, 34, 36, 37, 38,39, 40, 43 και 46 αυτού του νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση του, τις διατάξεις του Κανονισμού του αμοιβαίου κεφαλαίου, καθώς και τις αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τιμωρούνται, κατόπιν εγκλήσεως της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με φυλάκιση και με χρηματική ποινή ύψους μέχρι εκατό εκατομμύρια δραχμές.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.18 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137) και με την παρ.18 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
4. Όποιος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία αμοιβαίου κεφαλαίου, με σκοπό να προσελκύσει σ΄ αυτό επενδυτές τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή μέχρι εκατό εκατομμυρίων δραχμών.
5. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που λαμβάνονται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους αυτού του άρθρου, υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Σημ.: όπως η παρ.5 προστέθηκε με την παρ.19 του άρθρου 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
Άρθρο 48
Σημ.: όπως το άρθρο 48,το οποίο είχε τροποποιηθεί με το άρθρ.19 του Ν. 2065/1992 (Α 113) και το άρθρο 14 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137) αντικαταστάθηκε πάλι από την παρ.15 του άρθρου 23 του Ν.2214/1994 (Α 75).
1. Η πράξη σύστασης αμοιβαίου κεφαλαίου, η διάθεση και η εξαγορά των μεριδίων απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου και γενικώς τρίτων.
2. Κατά την είσπραξη τόκων στο όνομα και για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου ενεργείται από τον καταβάλλοντα παρακράτηση φόρου εισοδήματος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 12 και 54 του ν.2238/1994, κατά περίπτωση. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των μεριδιούχων για τα εισοδήματα αυτά.
3. “Η Α.Ε. Διαχειρίσεως υποχρεούται σε καταβολή φόρου τρία τοις χιλίοις (3%ο) ετησίως, στο όνομα και για λογαριασμό του αμοιβαίου κεφαλαίου, ο οποίος υπολογίζεται επί του εξαμηνιαίου μέσου όρου ολόκληρου του καθαρού ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.7 άρθρ.6 Ν.2579/1998 Α 31/17.2.1998. Ισχύς για τα εισοδήματα ή τις δαπάνες που αποκτώνται ή πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την 1η Ιανουαρίου 1998 και μετά.
Ο φόρος λογίζεται καθημερινά και αποδίδεται στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία, με ευθύνη της Α.Ε. Διαχειρίσεως, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο των μηνών Ιουλίου και Ιανουαρίου του επόμενου εξαμήνου από τον υπολογισμό. Με την καταβολή του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αμοιβαίου κεφαλαίου και των μεριδιούχων, επιφυλασσομένων των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου. Οι διατάξεις των άρθρων 113 και 116 του ν.2238/1994 εφαρμόζονται ανάλογα και για το φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις αυτής της παραγράφου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.16 Ν.2459/1997.
4. Η πρόσθετη αξία που προκύπτει επ`ωφελεία των μεριδιούχων από την εξαγορά μεριδίων σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσεως, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και γενικώς τρίτων.
5. Τα κέρδη του αμοιβαίου κεφαλαίου, που διανέμονται σε οργανισμούς κοινωνικής πολιτικής του Ν. 876/1979 (ΦΕΚ 48 Α΄), απαλλάσσονται από το φόρο για ποσό δραχμών δύο χιλιάδων (δρχ. 2.000) για καθένα άμεσο ασφαλισμένο του οργανισμού στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους ή, για ποσό ίσο με το ένα τοις εκατό (1%) του ποσού, που σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α), απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.19 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
6. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 29 του Ν.Δ. 3323/1955 (ΦΕΚ 214 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι μεριδιούχοι απαλλάσσονται της υποχρέωσης υποβολής υπεύθυνης δήλωσης, αν τα λαμβανόμενα από κάθε μεριδιούχο κέρδη από τα αμοιβαία κεφάλαια, που διαχειρίζεται η Α.Ε. Διαχειρίσεως, δεν υπερβαίνουν το ποσό των είκοσι χιλιάδων δραχμών ή το 10% του ποσού, που σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος».
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.19 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Άρθρο 49
1. Σε περίπτωση ασφαλίσεως ζωής μπορεί να συμφωνηθεί ότι η ασφαλιστική αποζημίωση δεν καταβάλλεται σε μετρητά, αλλά με τη μεταβίβαση στο δικαιούχο αριθμού μεριδίων αμοιβαίου κεφαλαίου ή μετοχών εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
2. Κινητές αξίες, κατά την έννοια του άρθρου 1 παρ. 1 του παρόντος νόμου, κομιστές των οποίων είναι πιστωτικά ιδρύματα, ασφαλιστικές εταιρίες, Ν.Π.Δ.Δ., δημόσιοι οργανισμοί ή ασφαλιστέα ταμεία κα φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως του άρθρου 12 του Ν. 1902/1990 (ΦΕΚ 138 Α΄) μπορούν να ανταλλάσσονται με μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων ή μετοχές εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Η ανταλλαγή αυτή απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου με εξαίρεση τα δικαιώματα μεταβιβάσεως των ονομαστικών μετοχών.
3. Επιτρέπεται απεριορίστως η κτήση από ασφαλιστικές εταιρίες, πιστωτικά ιδρύματα, συνεταιρισμούς, ασφαλιστικούς οργανισμούς και νομικά πρόσωπα εν γένει, μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων ή μετοχών εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου, προς σχηματισμό αποθεματικών, υποχρεωτικών ή μη.
Άρθρο 49α
1. Ο ΟΣΕΚΑ ο οποίος έχει την έδρα του σε άλλο κράτος -μέλος της ΕΟΚ και έχει λάβει άδεια λειτουργίας από τις αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ της 20ης.12.1985, μπορεί να διαθέτει τα μερίδιά του στην Ελλάδα τηρώντας τις ισχύουσες διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας που δεν εμπίπτουν στον τομέα που ρυθμίζεται από την πιο πάνω Οδηγία.
2. Ο ΟΣΕΚΑ που αναφέρεται στην πιο πάνω παράγραφο:
α) μπορεί να διαφημίζεται στην Ελλάδα υποκείμενος στις διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας που αφορούν τη διαφήμιση και ιδιαίτερα τις διατάξεις της παρ. 3 του αρ.24, της παρ. 4 του άρθρου 47 εφαρμοζομένων αναλόγως, καθώς επίσης και του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 49 β) του παρόντος.
β) υποχρεούται να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε να εξασφαλίζονται στους μεριδιούχους που βρίσκονται στην Ελλάδα οι πληρωμές η εξαγορά ή η εξόφληση των μεριδίων σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του κανονισμού του, εφόσον πρόκειται για αμοιβαίο κεφάλαιο ή των καταστατικών του εγγράφων, εφόσον πρόκειται για Εταιρεία επενδύσεων, καθώς επίσης και η δημοσίευση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 49Β του παρόντος.
Άρθρο 49β
8. Οι τίτλοι μεριδίων δύνανται να ενεχυρασθούν για εξασφάλιση απαιτήσεως συμφωνά με τους όρους των παραγράφων 1-2 του άρθρου 3 του Α.Ν. 1818/1951 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων αφορωσών την ονομαστικοποίησιν των μετοχών και το χρηματιστήριον αξιών” (ΦΕΚ 149 Α΄) και των άρθρων 1244 επ. του Αστικού Κώδικα. Η ενεχύραση ισχύει κατά της Α.Ε. Διαχειρίσεως, αφότου αυτή ανακοινωθεί στην τελευταία από τον ενεχυρούχο δανειστή.
1. Σε περίπτωση που ένας ΟΣΕΚΑ της παρ. 1 του άρθρου 49α) σκοπεύει να διαθέσει τα μερίδιά του στην Ελλάδα, υποχρεούται να ειδοποιήσει προηγουμένως την επιτροπή κεφαλαιαγοράς, υποβάλλοντας σε αυτή συγχρόνως τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
Βεβαίωση των αρμοδίων αρχών του άλλου αυτού κράτους μέλους από την οποία να προκύπτει ότι ο ΟΣΕΚΑ πληροί τους όρους που προβλέπονται από την Οδηγία 85/611/ΕΟΚ τον κανονισμό του κεφαλαίου ή τα καταστατικά του έγγραφα, εφόσον πρόκειται για ΟΣΕΚΑ με καταστατική μορφή (Εταιρεία επενδύσεων) το ενημερωτικό του φυλλάδιο την τελευταία ετήσια έκθεσή του και την τελευταία εξαμηνιαία έκθεσή του πληροφοριακά στοιχεία για τον προβλεπόμενο τρόπο διάθεσης των μεριδίων του στην Ελλάδα.
Ο ΟΣΕΚΑ μπορεί να αρχίσει τη διάθεση και διαφήμιση των μεριδίων του στην Ελλάδα δύο μήνες μετά την ημερομηνία κοινοποίησης των πιο πάνω δικαιολογητικών εκτός εάν η επιτροπή κεφαλαιαγοράς διαπιστώσει με αιτιολογημένη απόφασή της που θα λάβει και κοινοποιήσει πριν από τη λήξη της προθεσμίας των δύο μηνών ότι ο προβλεπόμενος τρόπος διάθεσης των μεριδίων στην Ελλάδα αντίκειται στις ισχύουσες διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας.
Άρθρο 46 Οδηγ.85/611
2. Ο ΟΣΕΚΑ της προηγουμένης παραγράφου που διαθέτει τα μερίδιά του στην Ελλάδα υποχρεούται να δημοσιεύει στην ελληνική γλώσσα, τα έγγραφα και τις πληροφορίες που δημοσιεύει υποχρεωτικά στο κράτος της έδρας του και με τον ίδιο τρόπο που προβλέπεται στο κράτος αυτό. Ο ΟΣΕΚΑ μπορεί για την άσκηση των δραστηριοτήτων του να χρησιμοποιεί την ίδια επωνυμία όπως “εταιρία επενδύσεων” ή “αμοιβαίο κεφάλαιο” που χρησιμοποιεί και στο κράτος μέλος που έχει την έδρα του. Εάν υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί σύγχυση, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς μπορεί να απαιτήσει για λόγους σαφήνειας να προστεθεί στην επωνυμία επεξηγηματική ένδειξη.
Άρθρο 47 και 48 Οδηγ.85/611)
3. Αμοιβαίο κεφάλαιο με έδρα στην Ελλάδα που επιθυμεί να διαθέσει τα μερίδιά του σε άλλο κράτος μέλος της ΕΟΚ υποχρεούται να ειδοποιήσει προηγουμένως την επιτροπή κεφαλαιαγοράς και να ζητήσει σχετική βεβαίωση ανάλογη με την προβλεπόμενη στη παρ.1
Άρθρο 49γ
Σημ.: όπως το νέο άρθρο 49γ` προστέθηκε με το άρθρο 115 του Ν.2533/1997 (Α 228)
1. Η διάθεση μεριδίων ή μετοχών οργανισμού συλλογικών επενδύσεων με έδρα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν υπόκειται στην οδηγία 85/611/Ε.Ο.Κ., ή με έδρα τρίτο κράτος, προϋποθέτει προηγούμενη άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με βάση διαδικασία που καθορίζει αυτή, με ειδική προς τούτο απόφασή της. Σ` αυτή την απόφαση εξειδικεύονται και τα στοιχεία που θα υποβάλλονται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, για τη χορήγηση της άδειας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να υποβάλει τη διάθεση των μεριδίων ή μετοχών σε οποιονδήποτε όρο κρίνει σκόπιμο, κατά περίπτωση.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49α και της παραγράφου 2 του άρθρου 49β εφαρμόζονται και ως προς τη διάθεση μεριδίων ή μετοχών οργανισμών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Σύσταση – Συγκρότηση και λειτουργία πειθαρχικών συμβουλίων
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 49α και της παραγράφου 2 του άρθρου 49β εφαρμόζονται και ως προς τη διάθεση μεριδίων ή μετοχών οργανισμών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 49δ
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 115 του Ν.2533/97 (Α 228)
1. `Όλα τα πρόσωπα που ασκούν ή έχουν ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και οι εντεταλμένοι από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ελεγκτές και εμπειρογνώμονες υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου. Το απόρρητο αυτό συνεπάγεται ότι οι πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση των ανωτέρω προσώπων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεν επιτρέπεται να γνωστοποιούνται σε κανένα απολύτως πρόσωπο ή δημόσια αρχή παρά μόνο με συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή ώστε να μην προκύπτει η ταυτότητα του συγκεκριμένου Οργανισμού Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) που εμπίπτει στο παρόν κεφάλαιο ή της εταιρείας διαχείρισής του ή του θεματοφύλακά του.
Σε περίπτωση πτώχευσης ή αναγκαστικής διαχείρισης ΟΣΕΚΑ ή εταιρείας διαχείρισής του ή θεματοφύλακά του κατόπιν δικαστικής απόφασης επιτρέπεται στα παραπάνω πρόσωπα η ανακοίνωση των εμπιστευτικών πληροφοριών που δεν αφορούν σε τρίτους που αναμείχθησαν στις προσπάθειες διάσωσης του ΟΣΕΚΑ, στα πλαίσια των διαδικασιών του Αστικού ή Εμπορικού Δικαίου.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανταλλάσσει με τις αντίστοιχες εποπτικές αρχές των άλλων κρατών-μελών πληροφορίες που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες της, όπως ορίζονται στο άρθρο 78 του παρόντος νόμου, υπό τον όρο της τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η διαβίβαση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφοριών που προέρχονται από αρχές άλλων κρατών- μελών επιτρέπεται μόνο μετά τη ρητή συγκατάθεση των αρχών αυτών.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να συνάπτει με τις αρμόδιες αρχές τρίτων, εκτός Ευρωπαϊκής `Ένωσης, χωρών συμφωνίες συνεργασίας περί ανταλλαγής πληροφοριών, υπό τον όρο ότι οι πληροφορίες αυτές καλύπτονται από εγγυήσεις ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς “δύναται” να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση της κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου για να ελέγξει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ανάληψη δραστηριότητας εκ μέρους των ΟΣΕΚΑ ή των εταιρειών διαχείρισής των ή των θεματοφυλάκων τους, για τον έλεγχο των όρων άσκησης αυτής της δραστηριότητας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διοικητική και λογιστική οργάνωση και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, για τη διευκόλυνση της εποπτείας γενικότερα, καθώς και για την επιβολή κυρώσεων ή και κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων της στα πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαφορών.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.20 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
5. Επιτρέπεται, υπό τον όρο της τήρησης των προϋποθέσεων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αφενός της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και αφετέρου του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων του σύμφωνα με το Ν. 1969/91, άρθ. 76 όπως ισχύει, και το Π.Δ. 437/85 (ΦΕΚ 157Α), αρθ. 4 παρ. 2, του Υπουργού Ανάπτυξης κατά την ενάσκηση των καθηκόντων εποπτείας των ανωνύμων εταιρειών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων της όπως προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, καθώς και των ειδικών εξεταστικών επιτροπών της Βουλής κατά την, σύμφωνα με τον κανονισμό της Βουλής, ενάσκηση των καθηκόντων τους.
Επιτρέπεται, επίσης, η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αφενός της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και αφετέρου των προσώπων, τα οποία νόμιμα μετέχουν σε διαδικασίες εκκαθάρισης ή πτώχευσης ΟΣΕΚΑ ή διαχειριστών τους ή θεματοφυλάκων τους, καθώς και των αναγνωρισμένων ελεγκτών στους οποίους έχουν νόμιμα ανατεθεί καθήκοντα ελέγχου των λογαριασμών των ιδρυμάτων αυτών, καθώς και των αρχών του αμέσως προηγουμένου εδαφίου.
6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να γνωστοποιεί σε αρχές των άλλων κρατών-μελών, αντιστοίχων με αυτές της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την άσκηση της εποπτικής τους αποστολής.
7. Η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών του παρόντος άρθρου μπορεί να επεκταθεί και σε πρόσωπα που δεν ανήκουν στη δημόσια διοίκηση, αλλά είναι εντεταλμένα από τις αρμόδιες αρχές της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου για τον έλεγχο ή τη διερεύνηση παραβάσεων από την πλευρά των εποπτευομένων οργανισμών.
Και στην περίπτωση αυτή ισχύουν το προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περί επαγγελματικού απορρήτου.
8. Υπό τον όρο της τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανακοινώνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο σε γραφείο συμψηφισμού ή παρόμοιο οργανισμό αναγνωρισμένο από το εθνικό δίκαιο να παρέχει υπηρεσίες συμψηφισμού ή διακανονισμού συναλλαγών, εάν θεωρεί ότι η ανακοίνωση αυτή είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των εν λόγω οργανισμών σε σχέση με παραβάσεις, έστω και δυνητικές, των συμμετεχόντων στην αγορά.
Άρθρο 49ε
Σημ.: όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 115 του Ν.2533/97 (Α 228)
1. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς οφείλει να αιτιολογεί κάθε απόφαση που απορρίπτει αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας αμοιβαίου κεφαλαίου και κάθε δυσμενή απόφαση που λαμβάνει σχετικά με τη δραστηριότητα ενός ΟΣΕΚΑ και να τις ανακοινώνει στον αιτούντα.
2. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται έναντι ενός ΟΣΕΚΑ κατ` εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σε αίτηση ακυρώσεως υπόκειται και η τεκμαιρομένη άρνηση της διοικήσεως να χορηγήσει άδεια συστάσεως ενός αμοιβαίου κεφαλαίου μετ` άπρακτη πάροδο έξι μηνών από την υποβολή αιτήσεως που περιλαμβάνει όλα τα κατά νόμον απαιτούμενα προς τούτο στοιχεία.
3. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να λαμβάνει τα προβλεπόμενα από τον παρόντα νόμο μέτρα έναντι των αμοιβαίων κεφαλαίων που έχουν την έδρα τους, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 17α, στην Ελλάδα, σε περίπτωση παράβασης της ισχύουσας νομοθεσίας καθώς και των διατάξεων του κανονισμού αμοιβαίου κεφαλαίου. Πάντως, η επιτροπή κεφαλαιαγοράς έχει την δυνατότητα λήψεως μέτρων έναντι ΟΣΕΚΑ, του οποίου τα μερίδια διατίθενται στην Ελλάδα, σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων των άρθρων 49α έως 49δ του ν. 1969/ 1991, με τις οποίες καθίστανται εσωτερικό δίκαιο οι διατάξεις του τμήματος VIII τις Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ.
4. Κάθε απόφαση ανάκλησης άδειας λειτουργίας όπως και κάθε άλλο σοβαρό μέτρο που λαμβάνεται έναντι αμοιβαίου κεφαλαίου ή κάθε αναστολή εξαγοράς ή εξόφλησης που τυχόν θα του επιβληθεί πρέπει να γνωστοποιείται αμελλητί από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών όπου διατίθενται τα μερίδια του κεφαλαίου αυτού.
Άρθρο 49στ
1.α. Οι ορκωτοί ελεγκτές, οι οποίοι διενεργούν βάσει του Π.Δ. 226/92 έλεγχο των ετήσιων και ενοποιημένων λογαριασμών του ΟΣΕΚΑ ή κάθε άλλη νόμιμη αποστολή, στα πλαίσια των καθηκόντων τους, υποχρεούνται να γνωστοποιούν ταχέως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναφορικά με τον ΟΣΕΚΑ που ελέγχουν, κάθε απόφαση ή γεγονός που περιήλθε εις γνώση τους κατά την άσκηση της αποστολής τους, εφόσον αυτή η απόφαση ή το γεγονός είναι δυνατό:
– ν` αποτελέσει ουσιαστική παράβαση των νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων που θεσπίζουν τις προϋποθέσεις λειτουργίας ή διέπουν ειδικά την άσκηση δραστηριότητας των ΟΣΕΚΑ,
– να θίξουν τη συνέχεια της εκμετάλλευσης του ΟΣΕΚΑ ή να οδηγήσουν σε άρνηση της έγκρισης λογαριασμών ή σε διατύπωση επιφυλάξεων.
β. Η ίδια υποχρέωση ισχύει για τα ως άνω πρόσωπα όσον αφορά τα γεγονότα και τις αποφάσεις των οποίων έλαβαν γνώση στα πλαίσια μιας αποστολής όπως αναφέρεται στο σημείο α της παρούσης παραγράφου, αποστολής η οποία εκπληρούται σε μια επιχείρηση που έχει στενούς δεσμούς απορρέοντες από δεσμό ελέγχου με τον ΟΣΕΚΑ, στο οποίο το πρόσωπο αυτό εκπληρώνει την προαναφερόμενη αποστολή.
2. Η καλή τη πίστει γνωστοποίηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γεγονότων ή αποφάσεων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο 1, από πρόσωπα που ορίζονται στην ίδια παράγραφο, δεν αποτελεί παράβαση τυχόν περιορισμού γνωστοποίησης πληροφοριών που επιβάλλεται από σύμβαση ή νομοθετική ή κανονιστική ή διοικητική διάταξη και δεν συνεπάγεται καμιά ευθύνη για τα πρόσωπα αυτά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 50
1. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 65 του Β.Δ. της 12/16 Ιουνίου 1909 “περί κανονισμού του χρηματιστηρίου Αθηνών” προστίθεται η εξής φράση:
«εξαιρουμένων των μεσιτικών δικαιωμάτων των μελών του χρηματιστηρίου επί χρηματιστηριακών συναλλαγών σε τίτλους σταθερού εισοδήματος».
Άρθρο 51
Στο άρθρο 20 του Ν. 3632/1928 προστίθεται παράγραφος 9 που έχει ως εξής:
«Η κατά την παρ.1 πληρωμή του τιμήματος, γίνεται μέσω τραπέζης, οριζόμενης από το Δ.Σ. του χρηματιστηρίου με εντολή της υπηρεσίας εκκαθάρισης του χρηματιστηρίου. Μετά την έναρξη της λειτουργίας της Ανώνυμης Εταιρίας Αποθετηρίων Τίτλων, η ως άνω τράπεζα ορίζεται από το Δ.Σ. της Εταιρίας με εντολή της αρμόδιας υπηρεσίας της, τηρουμένων κατά τα λοιπά των προβλεπομένων από τις διατάξεις των άρθρων 38 και 50 του Κανονισμού του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών».
Άρθρο 52
Το άρθρο 32 του ν. 3632/1928 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Το Δ.Σ. του χρηματιστηρίου επιβάλλει: α) στα τακτικά και έκτακτα μέλη του χρηματιστηρίου όταν παραβαίνουν τις διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, του εν ισχύι χρηματιστηριακού κανονισμού ή τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου του χρηματιστηρίου και β) στους χρηματιστές, στους χρηματιστηριακούς εκπροσώπους και τα μέλη του Δ.Σ. των χρηματιστηριακών εταιριών όταν επιδεικνύουν ανάρμοστη συμπεριφορά προς τα όργανα και τα μέλη του χρηματιστηρίου και της Εποπτείας, σωρευτικώς ή διαζευκτικώς, αναλόγως προς τη βαρύτητα του παραπτώματος, τις εξής πειθαρχικές ποινές:
αα) Επίπληξη έγγραφη
ββ) Πρόστιμο μέχρι ποσού “είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) δραχμών.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την υπ`αριθμ. 33737/1300-Β/1994 απόφαση του Υπουργού Εθν. Οικονομίας (ΦΕΚ Β`630).
γγ) Απαγόρευση διενέργειας χρηματιστηριακών συναλλαγών για διάστημα μέχρι δεκαπέντε εργάσιμων ημερών. Κατά τη διάρκεια της απαγορεύσεως. δεν επιτρέπεται στο χρηματιστή και τους αντικρυστές του ή επί ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας, στους χρηματιστηριακούς της εκπροσώπους και τους αντικρυστές της η είσοδος στο χώρο των συνεδριάσεων του χρηματιστηρίου. Επί πλέον δύναται να προβεί σε έκθεση των ονομάτων των τιμωρηθέντων στον εσωτερικό πίνακα του χρηματιστηρίου.
2. Ως ανάρμοστη συμπεριφορά θεωρείται, ιδία, η απρεπής διαγωγή στο χώρο του χρηματιστηρίου και κάθε αντικειμένη προς τα χρηστά και συναλλακτικά ήθη ενέργεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
3. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς για τις παραβάσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δύναται με απόφασή της να επιβάλλει στα μέλη του χρηματιστηρίου τις πειθαρχικές ποινές της παρ. 1 αν δεν έχει επιληφθεί το Δ.Σ. του Χρηματιστηρίου Αθηνών “ή αφού τούτο επελήφθη, αλλά δεν επέβαλε τις προβλεπόμενες κυρώσεις ή επέβαλε κυρώσεις ελαφρότερες εκείνων που αρμόζουν στις συγκεκριμένες παραβάσεις”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 άρθρ.4 Ν.2324/1995 (Α 146).
4. Σε περίπτωση υποτροπής, εντός εξαμήνου από της επιβολής των ανωτέρω πειθαρχικών ποινών, τα ποσά των προστίμων διπλασιάζονται. Αν τα ποσά δεν καταβληθούν στο ταμείο του χρηματιστηρίου μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την επιβολή τους εισπράττονται από τις αρχές του χρηματιστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ Ε.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, μετά γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του χρηματιστηρίου και της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, τα ανωτέρω ποσά δύνανται να αναπροσαρμόζονται.
6. Προ της εκδόσεως της αποφάσεως περί της πειθαρχικής ποινής, το μέλος του χρηματιστηρίου καλείται σε απολογία από τον πρόεδρο του Δ.Σ. του χρηματιστηρίου ή τον πρόεδρο της επιτροπής κεφαλαιαγοράς εντός ορισμένης προθεσμίας.
Άρθρο 53
Με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και γνώμη της επιτροπής κεφαλαιαγοράς καθορίζεται η εγγύηση συμμετοχής, η εισφορά των μελών του χρηματιστηρίου, οι πόροι του Κοινού Συνεγγυητικού Κεφαλαίου καθώς και οι όροι λειτουργίας και διοικήσεως αυτού.
Άρθρο 54
Η παράγραφος 5 του άρθρου 2 του Α.Ν. 148/1967 (ΦΕΚ 173 Α΄). όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 12 του Ν. 876/1979 (ΦΕΚ 48 Α΄) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 101 του Ν. 1041/1980 (ΦΕΚ 75 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Η διαγραφή εταιρίας από το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών γίνεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς, μετά γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, και εφ΄ όσον η εταιρία δεν συμμορφωθεί εντός εξαμήνου προς τη γραπτή προειδοποίηση η οποία απευθύνεται σ΄ αυτήν από τις αρμόδιες αρχές, στις εξής περιπτώσεις:
α) Εάν το ύψος των ετήσιων πραγματικών συναλλαγών δεν υπερβεί το ένα τοις εκατό (1%) του συνολικού αριθμού των εν κυκλοφορία μετοχών της εταιρίας.
β) Εάν η εταιρία έχει αρνητική καθαρή θέση κατά τις δύο τελευταίες χρήσεις.
γ) Εάν η εταιρία κηρυχθεί σε κατάσταση πτωχεύσεως ή τεθεί υπό εκκαθάριση.
2. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς μετά γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών δύναται να προβαίνει σε διαγραφή εταιρίας από το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, σης εξής περιπτώσεις:
α) Εάν η εταιρία δεν τηρεί καθ΄ υποτροπήν τις διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας.
β) Εάν μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθύνοντες σύμβουλοι ή υπάλληλοι έχουν τιμωρηθεί καθ΄ υποτροπήν για παραβάσεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας.
γ) Εάν η εταιρία παραλείπει να ενημερώνει εγκαίρως το Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών για οποιοδήποτε γεγονός, το οποίο, ως εκ της φύσεως του. μπορεί να επηρεάσει την τιμή των μετοχών της εταιρίας στην αγορά.
δ) Εάν η εταιρία – νόμιμοι εκπρόσωποι της, εντός του πλαισίου των δραστηριοτήτων της εταιρίας, έχουν καταδικαστεί τελεσιδίκως για απάτη, φοροδιαφυγή και λαθρεμπορία.
Άρθρο 55
Στο άρθρο 3 του Ν. 813/1978 (ΦΕΚ 137 Α΄) προστίθεται εδάφιο Ζ που έχει ως εξής:
«Ζ. Οι μισθώσεις ακινήτων, των οποίων κύριος ή εκμισθωτής είναι το νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου με την επωνυμία “Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών”, αναγκαίων για τη στέγαση των υπηρεσιών του, της συσταθείσης υπ΄ αυτού Α.Ε. με την επωνυμία Εταιρία Αποθετηρίων Τίτλων καθώς και των υπηρεσιών της εποπτευούσης αυτά υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας».
Άρθρο 56
Στην προϋπόθεση 8 του τμήματος Α του άρθρου 4 του Π.Δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α΄) προστίθεται τέταρτο εδάφιο ως εξής:
Εξαιρούνται του περιορισμού του πρώτου εδαφίου τα ομολογιακά δάνεια, τα οποία εγγυάται τράπεζα κράτους μέλους της Ε.Ο.Κ. ή κράτος μέλος της Ε.Ο.Κ.
Άρθρο 57
1. Στο άρθρο 2 του Π.Δ. 360/31.5.85 (ΦΕΚ 129 Α΄) προστίθεται η ακόλουθη 3η παράγραφος:
«3. Ανώνυμες εταιρίες των οποίων οι μετοχές εισάγονται ή έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και έχουν θυγατρικές επιχειρήσεις, υποχρεούνται να δημοσιεύουν ταυτοχρόνως στην ελληνική γλώσσα: α) εξαμηνιαία έκθεση και β) ενοποιημένη εξαμηνιαία έκθεση για το σύνολο των δραστηριοτήτων τους και αποτελεσμάτων τους, που αφορούν το πρώτο εξάμηνο κάθε οικονομικής χρήσης.
Οι ανωτέρω εταιρίες υποχρεούνται επίσης να δημοσιεύουν στο τέλος κάθε οικονομικής χρήσης κατάσταση του συνόλου των δραστηριοτήτων και αποτελεσμάτων τους».
2. Στην παράγραφο 1.2 του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α΄), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του Ν. 1914/1990 (ΦΕΚ 178 Α΄), προστίθεται εδάφιο β΄ ως εξής:
«β. Το εκ δραχμών 500.000.000 ελάχιστο ύψος ιδίων κεφαλαίων πρέπει να υφίσταται, τουλάχιστον για τις δυο προηγούμενες, της αιτήσεως εισαγωγής, χρήσεις.»
3. Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς δύναται να μειούται μέχρι 10 ποσοστιαίων μονάδων, σε περιπτώσεις εξαιρετικά μεγάλων αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου ανωνύμων εταιριών, που επιδιώκουν την εισαγωγή τους στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, το προβλεπόμενο, από την παρ. 4 εδάφ. α του κεφ. Ι του άρθρου 3 του Π.Δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α΄), ποσοστό, το οποίο διατίθεται προς δημόσια εγγραφή, υπό την προϋπόθεση της εξασφαλίσεως ευρείας διασποράς των μετοχών στο επενδυτικό κοινό.
Σημ.: όπως η παρ.3 καταργήθηκε με την παρ. 9 άρθρ.1 Ν.2651/1998 Α 248/3.11.1998.
Άρθρο 58
Στο άρθρο 2 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) προστίθεται παράγραφος 2, που έχει ως εξής:
«2. Για μια περίοδο τριών (3) ετών από της δημοσιεύσεως του παρόντος η επιτροπή κεφαλαιαγοράς, μετά από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, καθορίζει εκάστοτε τον ανώτατο αριθμό των μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών·»
Άρθρο 59
1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Η μεταβίβαση ποσοστού μετοχών για οποιαδήποτε αιτία, με εξαίρεση την κληρονομική διαδοχή και γονική παροχή, είναι άκυρη χωρίς προηγούμενη άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς».
2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) προστίθεται η εξής φράση:
«και με απόφαση της εξειδικεύει τα κριτήρια για τη χορήγηση της ανωτέρω αδείας».
3. Στο άρθρο 3 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Δεν μπορεί να είναι μέτοχοι ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας μέλη του Δ.Σ. εταιρίας, της οποίας οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, σύζυγοι και συγγενείς αυτών μέχρι πρώτου Βαθμού.
Επί νομικών προσώπων η απαγόρευση αφορά και τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου».
4. Στο άρθρο 3 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Δεν επιτρέπεται να είναι μέτοχος ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που είναι ήδη μέτοχος άλλης ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας ή αλλοδαπής χρηματιστηριακής επιχείρησης που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα.»
5. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α) προστίθεται η φράση:
«και με απόφαση της εξειδικεύει τα κριτήρια για τη χορήγηση άδειας συστάσεως ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας.»
6. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού αρχίζει τρεις (3) μήνες μετά από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 60
1. Η κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) χορηγούμενη άδεια από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς περί συστάσεως ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας ανακαλείται μετά παρέλευση έτους από την ημερομηνία χορηγήσεως της, εφ΄ όσον η συσταθείσα εταιρία δεν προβεί σε έναρξη των εργασιών της κατά το ανωτέρω διάστημα.
2. Η κατά το άρθρο 6 παρ. 5 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) χορηγούμενη έγκριση από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς περί διορισμού χρηματιστηριακού εκπροσώπου ανακαλείται μετά παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία χορηγήσεως της, εφ΄ όσον ο διορισθείς δεν άσκησε αποδεδειγμένως το επάγγελμα του χρηματιστηριακού εκπροσώπου κατά το ανωτέρω διάστημα.
Σημ.: όπως η παρ.2 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 28 Ν.3401/2005,ΦΕΚ Α 257/17.10.2005.
Άρθρο 61
Αν κατά το κλείσιμο του ισολογισμού ανώνυμης χρηματιστηριακής εταιρίας οι υποχρεώσεις της, εξαιρουμένων των υποχρεώσεων προς πελάτες και χρηματιστές που συμψηφίζονται με απαιτήσεις προς πελάτες και χρηματιστές και των υποχρεώσεων από το μερίσματα της χρήσεως υπερβαίνουν τα ίδια κεφάλαια, η εταιρία υποχρεούται μέσα στους έξι πρώτους μήνες της επόμενης διαχειριστικής χρήσεως να αυξήσει το μετοχικό της κεφάλαιο, ώστε οι υποχρεώσεις της να μην υπερβαίνουν τα ίδια κεφάλαια της.
Σημ.: όπως το άρθρο 61 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.7 άρθρ.4 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
Άρθρο 62
1. Η περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου6 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«α. χρηματιστής, οπότε και χάνει οριστικά την ιδιότητα του χρηματιστή.»
Άρθρο 63
1. Το εδάφιο β΄ της περίπτωσης ε΄ της παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) καταργείται.
2. Στο άρθρο 10 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) προστίθεται παρ. 4 ως εξής:
«4. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς ορίζει άπαξ τα κριτήρια που αφορούν την επαγγελματική καταλληλότητα και εμπειρία των υποψήφιων χρηματιστηριακών εκπροσώπων ή χρηματιστών».
Άρθρο 64
Η παράγραφος 4 του άρθρου 22 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
4. «Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, καθορίζεται η διάρκεια των συνεδριάσεων του. Συναλλαγές δύνανται να πραγματοποιούνται για κάθε κινητή αξία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, καθ΄ όλη τη διάρκεια της συνεδριάσεως του χρηματιστηρίου.»
Άρθρο 65
Η παράγραφος 1 του άρθρου 24 του Ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«1 Απαγορεύεται η σύναψη χρηματιστηριακών συναλλαγών δια συμψηφισμού αντίθετων εντολών από το ίδιο μέλος του χρηματιστηρίου. Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς δύναται να ορισθούν οι προϋποθέσεις, υπό τις οποίες τα μέλη του χρηματιστηρίου δύνανται να εκτελούν αντίθετες μεταξύ τους εντολές πελατών για αγορά και πώληση κινητών αξιών χωρίς τη διαδικασία εκφώνησης – αντιφώνησης κατά τη συνεδρία του χρηματιστηρίου. Κατ΄ εξαίρεση, κάθε μέλος του χρηματιστηρίου επιτρέπεται να συνάπτει χρηματιστηριακή σύμβαση εκτελώντας αντίθετες μεταξύ τους εντολές αγοράς και πώλησης χωρίς τη διαδικασία εκφώνησης – αντιφώνησης κατά τη συνεδρία του χρηματιστηρίου (χρηματιστηριακή σύμβαση με συμψηφιστική εγγραφή), μόνο στην περίπτωση πώλησης ονομαστικών μετοχών ανώνυμης εταιρίας και εφ΄ όσον με την πώληση ο αποκτών συγκεντρώνει μετοχές που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%) του μετοχικού κεφαλαίουτης εκδότριας εταιρίας. Για τη σύναψη τηςπαραπάνω συμβάσεως απαιτείται προηγούμενη άδεια του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του χρηματιστηρίου μετά από έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων της παραγράφου αυτής και της αυθεντικότητας της σύμβασης».
Άρθρο 66
Στο άρθρο 33 του Ν. 1806/1988, όπως συνεπληρώθη από το άρθρο 56 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), προστίθενται παράγραφοι 14, 15 και 16 ως εξής:
«14. Το διοικητικό συμβούλιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών δύναται να μεταβιβάζει και να εκμισθώνει στην Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων κάθε κινητό πράγμα προοριζόμενο για την εξυπηρέτηση της εκκαθαρίσεως των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ιδίως έπιπλα, μηχανήματα, προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών και να εκμισθώνει προς αυτή χώρους ακινήτων του Χρηματιστηρίου, χωρίς διενέργεια δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού.
Κάθε δαπάνη που πραγματοποιήθηκε για τη σύσταση της Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων αποδίδεται στο Χρηματιστήριο με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων εντός προθεσμίας 6 μηνών από της συστάσεως της εταιρίας.
15. Σε περίπτωση, κατά την οποία μια εταιρία προβαίνει σε αύξηση του κεφαλαίου της, με έκδοση νέων ονομαστικών μετοχών, υποχρεούται να καταθέσει το σύνολο των νέων μετοχών εκ της αυξήσεως του μετοχικού κεφαλαίου στην Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων, μαζί με αναλυτική κατάσταση ή κατάλληλο ηλεκτρονικό μέσο, με βεβαίωση του περιεχομένου του, τα οποία περιλαμβάνουν τους κατόχους των νέων μετοχών ονομαστικώς καθώς και τον αριθμό των μετοχών για κάθε μέτοχο. Η Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων εκδίδει αποθετήρια έγγραφα στο όνομα εκάστου μετόχου, τα οποία διαβιβάζει στην εκδότρια εταιρία, με αναλυτική κατάσταση ή με κατάλληλο ηλεκτρονικό μέσο με βεβαίωση του περιεχομένου του, που περιλαμβάνουν τους μετόχους, τον αύξοντα και τον ειδικό κωδικό αριθμό του αποθετηρίου εγγράφου εκάστου μετόχου. Η εκδότρια εταιρία υποχρεούται να παραδίδει τα ανωτέρω αποθετήρια έγγραφα στους δικαιούχους. Τα έξοδα εκδόσεων των αποθετηρίων εγγράφων βαρύνουν την εκδότρια εταιρία.
16. Το αποθετήριο έγγραφο είναι αξιόγραφο».
Άρθρο 67
Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 25 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄) αντικαθίσταται αφότου ίσχυσε ως εξής:
Από την απαγόρευση αυτήν εξαιρούνται οι μεταβιβάσεις μετοχών εισηγμένων σε ελληνικό χρηματιστήριο, οι συμβάσεις γονικής παροχής, μισθώσεως μέχρι έξι ετών, κανονισμού ορίων, διανομής κοινού και μεταβιβάσεως ποσοστού εξ αδιαιρέτου μεταξύ συγκυρίων.”
Άρθρο 68
Ποσοστό δυόμισι τοις εκατό (2,5%) επί της εκάστοτε συνδρομής, που καταβάλλουν τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών ως συνδρομή τους στο Χρηματιστήριο, διατίθεται για την κάλυψη ενδεχόμενων λαθών κατά τη διεξαγωγή των χρηματιστηριακών συναλλαγών. Κάθε ετήσιο πλεόνασμα από το ανωτέρω έσοδο περιέρχεται στο ταμείο αλληλοβοήθειας του προσωπικού του Χρηματιστηρίου στο τέλος εκάστης χρήσεως.
Σημ.: όπως το άρθρο 68 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.1 άρθρ.18 Ν.3152/2003, ΦΕΚ Α 152/19.6.2003
Άρθρο 69
Εταιρία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών δύναται να αγοράσει μέσω του Χρηματιστηρίου μετοχές της μέχρι ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού αριθμού αυτών. Με προεδρικό διάταγμα, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και γνώμη της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διατάξεως αυτής.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 85 Ν.3606/2007,ΦΕΚ Α 195.
Άρθρο 70
Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς είναι δυνατός ο καθορισμός νέων χρηματιστηριακών πραγμάτων, όπως τα χρηματοοικονομικά συμβατικά ή καταχωρημένα δικαιώματα προτιμήσεως, τα δικαιώματα ή συμβάσεις εγγραφής αποκτήσεως ή εκχωρήσεως μετοχών ή ομολογιών, τα χρηματοοικονομικά προθεσμιακά συμβόλαια, με αντικείμενο ομολογίες ή μετοχές ή χρηματοοικονομικούς δείκτες, καθώς και τα προς αυτά εξομοιούμενα εκάστοτε άλλα αξιόγραφα. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διατάξεως αυτής.
Με απόφαση της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εκδόσεως και εισαγωγής προς διαπραγμάτευση σε χρηματιστήρια αξιών νέων χρηματιστηριακών πραγμάτων.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 85 Ν.3606/2007,ΦΕΚ Α 195.
Άρθρο 71
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 85 Ν.3606/2007,ΦΕΚ Α 195.
1. Η παρ. 4 του άρθρου 15 του Ν. 3632/1928 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η απευθείας μεταξύ πωλητή και αγοραστή αγοραπωλησία τοις μετρητοίς θεωρείται έγκυρη, εκτός αν ασκείται κατ΄ επάγγελμα από κάποιον από τους συμβαλλόμενους».
2. Τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών δύνανται να διατηρούν γραφεία πέραν των κεντρικών γραφείων της έδρας τους. μόνο μετά από άδεια της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, που εκδίδεται κατόπιν εισηγήσεως του Δ.Σ. του Χρηματιστηρίου.
Υποχρεούνται δε να ορίζουν υπεύθυνο υπάλληλο τους απασχολούμενο στα παραπάνω γραφεία, ο οποίος θα εγκρίνεται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση μεταβολής του εργοδότη απαιτείται νέα έγκριση.
3. Η προηγούμενη άδεια και έγκριση χορηγούνται, εφ΄ όσον τα ανωτέρω πρόσωπα πληρούν τις προϋποθέσεις που θα καθορίζει εκάστοτε με απόφαση της η επιτροπή κεφαλαιαγοράς.
Η επωνυμία ή το όνομα του μέλους, το όνομα του υπεύθυνου υπαλλήλου και οι αριθμοί αδείας και έγκρισης αναγράφονται υποχρεωτικά στο γραφείο και σε εμφανή θέση.
4. Με προεδρικό διάταγμα, προτάσει του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μετά από γνώμη της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και του διοικητικού συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αθηνών, ρυθμίζεται κάθε θέμα αναφερόμενο στην άσκηση του λειτουργήματος του μέλους του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και των προστηθέντων απ΄ αυτό προσώπων, όπως η υποχρέωση πίστης, εχεμύθειας, ενημέρωσης πελατών, τήρησης εγγράφου τύπου για τις συμβάσεις και ενγένει θέσπιση κανόνων δεοντολογίας του λειτουργήματος.
Άρθρο 71Α
Υποκαταστήματα, γραφεία ειδικού τύπου ελληνικών Ε.Π.Ε.Υ.
Σημ.: όπως το άρθρο 71Α προστέθηκε με την παρ.1 άρθρ.6 Ν.2992/2002,ΦΕΚ Α 54/20.3.2002.
1. Ε.Π.Ε.Υ. που εδρεύει στην Ελλάδα και προτίθεται να ιδρύσει υποκατάστημα εντός Ελλάδας γνωστοποιεί την πρόθεσή της στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναφέροντας τα εξής στοιχεία:
α) Το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του υποκαταστήματος, στο οποίο πρέπει να περιγράφονται το είδος των εργασιών, τις οποίες προτίθεται να ασκήσει μέσω αυτού.
β) Την οργανωτική και λειτουργική υποδομή του υποκαταστήματος για την άσκηση των δραστηριοτήτων του.
γ) Τη διεύθυνση του υποκαταστήματος.
δ) Το πρόσωπο που θα διευθύνει το υποκατάστημα. Το πρόσωπο αυτό πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις διορισμού αντικρυστή, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Ν. 2324/1995 (ΦΕΚ 146 Α`) και να είναι πτυχιούχος ανώτατης σχολής της ημεδαπής ή Τ.Ε.Ι. ή ισότιμης σχολής της αλλοδαπής. Εάν η σχετική γνωστοποίηση αφορά και δραστηριότητες της Ε.Π.Ε.Υ. ως Μέλους του Χ.Π.Α., το πρόσωπο που θα διευθύνει το υποκατάστημα πρέπει να διαθέτει επιπροσθέτως ένα εκ των πιστοποιητικών Διαπραγματευτή/Ειδικού Διαπραγματευτή, Συμβούλου Πελατών, Γνώσεων, που χορηγεί το Χ.Π.Α. Εάν η γνωστοποίηση αφορά δραστηριότητες της Ε.Π.Ε.Υ. αποκλειστικά και μόνον ως Μέλους του Χ.Π.Α., το παραπάνω πρόσωπο πρέπει να διαθέτει μόνο ένα εκ των παραπάνω πιστοποιητικών που χορηγεί το Χ.Π.Α.
2. Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εγκρίνει την ίδρυση του υποκαταστήματος. Σε περίπτωση μεταβολής του περιεχομένου των στοιχείων της γνωστοποίησής της, η Ε.Π.Ε.Υ. οφείλει να γνωστοποιήσει εγγράφως τη μεταβολή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πριν η μεταβολή λάβει χώρα, προκειμένου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να εγκρίνει τη λειτουργία του υποκαταστήματος της Ε.Π.Ε.Υ. βάσει των νέων στοιχείων.
3. Ε.Π.Ε.Υ. δύναται να συστήνει, εκτός της έδρας της, γραφεία με αποκλειστικό σκοπό τη λήψη και διαβίβαση προς τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ε.Π.Ε.Υ. εντολών πελατών της για κατάρτιση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα (γραφεία ειδικού τύπου). Τα γραφεία αυτά δεν επιτρέπεται να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία, όπως κεφάλαια, κινητές αξίες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα, των πελατών της Ε.Π.Ε.Υ. ή να λαμβάνουν τέτοια περιουσιακά στοιχεία στο πλαίσιο εκπλήρωσης των πάσης φύσεως υποχρεώσεων των πελατών της Ε.Π.Ε. Υ. που προκύπτουν από την κατάρτιση και εκτέλεση των συναλλαγών τους. Τη σύσταση των παραπάνω γραφείων τους υποχρεούνται οι εν λόγω Ε.Π.Ε.Υ. να γνωστοποιούν πριν από την έναρξη της λειτουργίας τους στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.”
2. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται: το πρώτο εδάφιο, η περίπτωση α`, η περίπτωση β`, τα τρία πρώτα εδάφια και τα τρία τελευταία της περίπτωσης γ` της παραγράφου 2, καθώς και οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 71 του Ν. 1969/1991.
Άρθρο 72
1.Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους όποιος με σκοπό να διαμορφώσει τεχνητά την τιμή ή την εμπορευσιμότητα χρηματοπιστωτικού μέσου προκειμένου να αποκτήσει ο ίδιος ή τρίτος περιουσιακό όφελος:
(α) διενεργεί συναλλαγές χρησιμοποιώντας εν γνώσει του παραπλανητικές μεθοδεύσεις ή απατηλά μέσα ή
(β) διαδίδει εν γνώσει του, δια των μέσων μαζικής ενημέρωσης, του διαδικτύου ή οποιουδήποτε άλλου τρόπου, παραπλανητικές ή ψευδείς πληροφορίες, ειδήσεις ή φήμες.
2. Επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα ετών σε όποιον διαπράττει κατ` επάγγελμα ή κατά συνήθεια το αδίκημα της προηγούμενης παραγράφου και εφόσον:
(α) η αξία των παράνομων συναλλαγών υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο ευρώ ή
(β) αποκομίζει ο ίδιος ή προσπορίζει σε τρίτον περιουσιακό όφελος το οποίο υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε από τις ως άνω διατάξεις του άρθρου 30 Ν.3340/2005,ΦΕΚ Α` 112/10.5.2005, δυνάμει του άρθρου 32 αυτού Έναρξη ισχύος από 11/7/2005
2. Πρόστιμο μέχρι πεντακοσίων εκατομμυρίων (500.000.000) δρχ. επιβάλλεται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δημοσιεύουν ή διαδίδουν με οποιονδήποτε τρόπο ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ως προς κινητές αξίες εισαγόμενες ή εισηγμένες σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, οι οποίες ως εκ της φύσης τους μπορούν να επηρεάσουν την τιμή ή τις συναλλαγές των αξιών αυτών. Η απλή κατάρτιση συναλλαγών επί των αξιών αυτών από πρόσωπα που λειτουργούν κατ` επάγγελμα ως διαμεσολαβητές δεν συνιστά λόγο επιβολής διοικητικών κυρώσεων σε εφαρμογή του αμέσως προηγούμενου εδαφίου, εκτός εάν ο διαμεσολαβητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι επιχειρείτο μέσω των καταρτιζόμενων συναλλαγών η διάδοση ψευδών ανακριβών πληροφοριών ή συνέβαλε με οποιονδήποτε πρόσθετο τρόπο στη διευκόλυνση των συναλλαγών αυτών.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και κατά των μελών του Δ.Σ. εταιριών που αιτούνται την εισαγωγή των μετοχών τους σε αναγνωρισμένο χρηματιστήριο, όταν οι ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες περιέχονται στο ενημερωτικό δελτίο που απαιτείται για την ανωτέρω εισαγωγή ή δημοσιεύονται ή διασπείρονται καθ` οιονδήποτε τρόπο.”) (3. Με αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Δικαιοσύνης, ύστερα από γνώμη του Δ.Σ. του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, δύναται να αναπροσαρμόζονται τα ποσά που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος.
Άρθρο 73
1. Η χρησιμοποίηση από πρόσωπα που λειτουργούν κατ` επάγγελμα ως διαμεσολαβητές σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά παραπλανητικών ή απατηλών μέσων ή μεθόδων ως προς εισαγόμενες ή εισηγμένες στην αγορά αυτή αξίες, με σκοπό τον προσπορισμό περιουσιακού οφέλους, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δρχ. Ως παραπλανητικό ή απατηλό μέσο θεωρείται, μεταξύ άλλων, η πρόκληση ή η ματαίωση συναλλαγής επί συγκεκριμένης εισαγόμενης ή εισηγμένης σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά κινητής αξίας, καθώς και η με οποιονδήποτε τρόπο επίδραση επί της συναλλαγής αυτής.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 96 του Ν.2533/1997 (Α 228)
2. Με αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Δικαιοσύνης, ύστερα από γνώμη του Δ Σ του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, και της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, δύναται να αναπροσαρμόζεται το ποσό της χρηματικής ποινής που προβλέπεται στην παρ. 1 του παρόντος.
Άρθρο 74
Στο άρθρο 15 του Ν. 3632/1928 προστίθενται παράγραφοι 7, 8 και 9 ως εξής:
«7. Η εξωχρηματιστηριακή πώληση εντόκων γραμματίων ή ομολόγων του Δημοσίου ή ομολογιών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών με οποιεσδήποτε ειδικές συμφωνίες. όπως, ενδεικτικά, συμφωνίες επαναγοράς, επαναπωλήσεως και υπό προθεσμία, είναι έγκυρη, εφ΄ όσον ο αγοραστής ή ο πωλητής ή και οι δύο είναι τράπεζες ή μέλη του Χρηματιστηρίου.
8. Η εξωχρηματιστηριακή πώληση μετοχών με πίστωση του τιμήματος είναι έγκυρη μόνον εάν ο πωλητής είναι τράπεζα και οι πωλούμενες μετοχές αντιπροσωπεύουν ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) των μετοχών της εκδότριας εταιρίας.
9. Συμβάσεις των παραγράφων 7 και 8, οι οποίες έχουν συναφθεί προ της ισχύος του παρόντος νόμου, είναι εξ υπαρχής έγκυρες».
Άρθρο 75
1. Ο υποχρεωτικός έλεγχος της οικονομικής διαχειρίσεως ανωνύμων εταιρειών, ιδρυμάτων, οργανισμών, επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων, που απαιτεί αυξημένα προσόντα, ασκείται από ορκωτούς ελεγκτές εγγραφόμενους σε ειδικό μητρώο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο κατωτέρω προεδρικό διάταγμα.
Στο ανωτέρω μητρώο εγγράφονται οι ήδη υπηρετούντες ορκωτοί λογιστές, καθώς και όσοι πληρούν τα προσόντα και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται με το προεδρικό διάταγμα της παραγράφου 2 του παρόντος.
2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου, μετά γνώμη του Ο.Ε.Ε.. καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι οργανώσεως και λειτουργίας του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών και μητρώου αυτών, ασκήσεως του επαγγέλματος του ορκωτού ελεγκτή και εγγραφής του στο ανωτέρω μητρώο, οι όροι συνθέσεως και λειτουργίας, ως και οι αρμοδιότητες του εποπτικού και του πειθαρχικού συμβουλίου του Σώματος Ορκωτών Ελεγκτών και της γραμματείας αυτού, οι υποχρεώσεις, τα ασυμβίβαστα και τα κωλύματα, στα οποία υπόκεινται οι ορκωτοί ελεγκτές, τα ελάχιστα όρια αμοιβών τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
3. Με εκδιδόμενο όμοιο διάταγμα προσαρμόζονται οι διατάξεις της νομοθεσίας για τις Α.Ε. και Ε.Π.Ε. προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και καθορίζονται οι πόροι του εποπτικού συμβουλίου.
4. Η εφαρμογή των προεδρικών διαταγμάτων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου αρχίζει μετά από ένα (1) έτος από της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οπότε καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη της ισχύουσας νομοθεσίας περί του Σώματος των Ορκωτών Λογιστών.
5. Το προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, διέπεται από τις ακόλουθες βασικές αρχές:
α. Ο θεσμός και τα προσόντα του ορκωτού ελεγκτή θα διέπονται από τα προβλεπόμενα στην 8η Οδηγία Ε.Ο.Κ.
β. Εξασφαλίζεται η πλήρης ανεξαρτησία του ελεγκτή από τον ελεγχόμενο.
γ. …..
δ. Καθιερώνονται αυστηρά ασυμβίβαστα της ιδιότητας του ελεγκτή προς οποιαδήποτε άλλη άμισθη ή έμμισθη απασχόληση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 32 του Ν. 2076/1992 (ΦΕΚ Α 130), αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.1 του άρθρου 18 του Ν.2231/1994 (Α 139).Έναρξη ισχύος των παρ.4 και 5, η 30η Οκτωβρίου 1991 και η περ.γ΄ ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ 3.7.2011 με την παρ.3α άρθρου 9 (σε συνδυασμό με την παρ.2 άρθρου 10) Ν.3919/2011,ΦΕΚ Α 32/2.3.2011.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΣΥΣΤΑΣΗ ΟΡΓΑΝΟΥ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΥ
Άρθρο 76
1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με έδρα την πόλη των Αθηνών και υπό την επωνυμία Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εποπτευόμενο από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας.
2. Στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανατίθεται ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της νομοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς.
3. Στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς που συνιστάται με την παράγραφο 1 περιέρχονται όλες οι αρμοδιότητες που η κείμενη νομοθεσία έχει απονείμει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία είχε αρχικά συσταθεί με το άρθρο 12 του α.ν.148/1967 (ΦΕΚ 173 Α`) όπως ισχύει.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καθορίζει με αποφάσεις της περιπτώσεις επιβολής τακτικών ή εκτάκτων ελέγχων, τη διαδικασία και τα όργανα διεξαγωγής των ελέγχων αυτών και υποχρεώνει τα ελεγχόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα να υποβάλλουν, περιοδικώς ή κατά περίπτωση, σε αυτήν ή στα όργανα ελέγχου στοιχεία αναγκαία για την άσκηση του ελέγχου.
5. Τα κατά την προηγούμενη παράγραφο όργανα δικαιούνται να ελέγχουν, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου, τα βιβλία και στοιχεία των επιχειρήσεων:
α) οι οποίες έχουν τεθεί, με διάταξη νόμου, υπό τον έλεγχο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
β) των οποίων συγκεκριμένη δραστηριότητα, προϋποθέτει άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και
γ) οι οποίες παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες συμβούλου επενδύσεων.
(6. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μπορεί να ορισθεί ότι οι αρμοδιότητες που η κείμενη νομοθεσία περί χρηματιστηρίων παρέχει στον (Γενικό Κυβερνητικό Επόπτη ή Κυβερνητικό Επίτροπο ή Κυβερνητικό Εκπρόσωπο μεταφέρονται, εν όλω ή εν μέρει, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε η παρ.6 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.1 άρθρ.18 Ν.3152/2003, ΦΕΚ Α 152/19.6.2003
7. Ο κανονισμός εποπτείας, που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του ν.1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α`), καταρτίζεται και τροποποιείται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
8. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου, διευθυντές και υπάλληλοι νομικών προσώπων, χρηματιστηριακοί εκπρόσωποι και χρηματιστές που εν γνώσει τους υποβάλλουν ψευδή ή ανακριβή στοιχεία στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή παραλείπουν την υποβολή στοιχείων ή παρεμποδίζουν με οποιονδήποτε τρόπο τη διενέργεια ελέγχου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή δημοσιεύουν ψευδή ή ανακριβή οικονομικά στοιχεία για την επιχείρηση τους τιμωρούνται με φυλάκιση και χρηματική ποινή μέχρι πενήντα εκατομμύρια δραχμές.
9. Η ποινική δίωξη στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν. 876/1979, των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 30 του ν. 1806/1988, του άρθρου 14, της παραγράφου 1 του άρθρου 72, της παραγράφου 1 του άρθρου 73, των παραγράφων 15, 16 και 17 του άρθρου 77 του παρόντος νόμου και της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου ασκείται ύστερα από έγκληση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
10. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των οικείων ποινικών διατάξεων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει την αρμοδιότητα να επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δρχ. και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι διακοσίων εκατομμυρίων (200.000.000) δρχ. σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις της Νομοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς ή κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεις του Υπουργού Εθνικής οικονομίας ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 96 του Ν.2533/1997 (Α 228)
11. Οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία άδειες ή εγκρίσεις που χορηγούνται σε διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς για την έκδοση στην Ελλάδα ομολογιών και γενικώς την άντληση κεφαλαίων από την ελληνική κεφαλαιαγορά παρέχονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
12. Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, Ανώνυμες Εταιρείες Επενδυτικής Διαμεσολάβησης του άρθρου 3 παρ. 1 στοιχείο θ` του ν. 2396/1996, Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων, Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, Εταιρείες των οποίων τα χρεόγραφα είναι εισηγμένα στην Κύρια ή στην Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην αγορά κεφαλαίου, οφείλουν, μη δικαιούμενοι να επικαλεσθούν το επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο, να παρέχουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τα ευρισκόμενα στην κατοχή τους έγγραφα και λοιπά στοιχεία και πληροφορίες που είναι αναγκαία για την άσκηση των κατά τις κείμενες διατάξεις αρμοδιοτήτων της. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και οι ορκωτοί ελεγκτές που διενεργούν τακτικό έλεγχο ή έκτακτους ελέγχους στις παραπάνω εταιρείες.
Σημ.: όπως η παρ.12,που είχε προστεθεί με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2651/1998, Α 248/3.11.1998,αντικαταστάθηκε με την παρ.4 άρθρο 31 Ν.3461/2006, ΦΕΚ Α 106/30.5.2006.
13. Απαγορεύεται στα πρόσωπα που ασκούν ή άσκησαν δραστηριότητα για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να γνωστοποιούν σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή τις πληροφορίες ή τα στοιχεία, τα οποία παρέχονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Η απαγόρευση αυτή αίρεται :
α` Όταν τα παραπάνω στοιχεία υποβάλλονται ή το περιεχόμενο αυτών γνωστοποιείται στις αρμόδιες για την εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 5 του ν. 2396/1996.
Σημ.: όπως η περ. α `ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρ.75 παρ. 4 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005.
β. Όταν τα παραπάνω στοιχεία αναφέρονται στη διοικητική πράξη και κάθε άλλο έγγραφο της διαδικασίας επιβολής διοικητικών κυρώσεων από το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Οι διοικητικές αυτές πράξεις είναι ελεύθερα ανακοινώσιμες.
γ. Για την υποβολή, υποστήριξη ή αντίκρουση ενώπιον των δικαστηρίων αιτήσεων, ένδικων μέσων και ένδικων βοηθημάτων υπέρ ή κατά διοικητικών πράξεων του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 άρθρ.8 Ν.2843/2000,ΦΕΚ Α 219/12.10.2000.
δ) Για την αναφορά από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στις αρμόδιες εισαγγελικές και δικαστικές αρχές τυχόν αξιόποινων πράξεων.
ε) Για την ανακοίνωση με συγκεντρωτική μορφή των πιο πάνω στοιχείων και πληροφοριών, εφόσον δεν προκύπτει η ταυτότητα των προσώπων στα οποία αναφέρονται.
στ) Για την ανταλλαγή πληροφοριών με εποπτικές και γενικά αρμόδιες αρχές άλλων κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ΕΑΤ, της ΕΑΚΑΑ, καθώς επίσης και τρίτων κρατών, εφόσον έχει ληφθεί επαρκής μέριμνα για την τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου από τις αρμόδιες αρχές των κρατών αυτών.»
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 155 Ν.4261/2014,,ΦΕΚ Α 107/5.5.2014.
ζ) Για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ μελών των νόμιμων διοικητικών οργάνων και του λοιπού προσωπικού της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στα πλαίσια των καθηκόντων τους.
“η. Μετά από ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου κατά τη διάρκεια ανάκρισης, προανάκρισης, ή προκαταρκτικής εξέτασης, ύστερα από σχετικό αίτημα του Εισαγγελέα ή του Ανακριτή ή μετά από απόφαση του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση, εφόσον η παροχή αυτών είναι απολύτως αναγκαία για τη διαπίστωση και την τιμωρία πλημμελήματος ή κακουργήματος.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρ.8 Ν.2843/2000, ΦΕΚ Α 219/12.10.2000
14. Πρόσωπα που ασκούν ή έχουν ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τιμωρούνται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, αν παραβούν το πιο πάνω απόρρητο. Κατά τις διατάξεις του ίδιου άρθρου τιμωρείται και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.
15. Σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 12 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφασή της, μπορεί να επιβάλλει κατά των υποχρέων πρόστιμο μέχρι ποσού εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι διακοσίων εκατομμυρίων (200.000.000) δραχμών.
Σημ.: όπως 0ι παρ.12-15 προστέθηκαν με την παρ.1 άρθρ.14 Ν.2651/1998 Α 248/3.11.1998.
Άρθρο 76α
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με ίδιους πόρους, λειτουργεί αποκλειστικά χάριν του δημοσίου συμφέροντος και απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας και διοικητικής αυτοτέλειας.
2. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς απολαύουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, δεσμευόμενα μόνον από το νόμο και τη συνείδησή τους και δεν εκπροσωπούν τους φορείς που τους πρότειναν.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς υποβάλλει έκθεση πεπραγμένων μέσα στο μήνα Μάρτιο κάθε έτους στον Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καλείται τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο από την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, προκειμένου να την ενημερώνει για θέματα της κεφαλαιαγοράς.”
Σημ.: όπως το άρθρο 76α προστέθηκε με το άρθρ.22 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005
Άρθρο 77
1. Οι κατά την κείμενη νομοθεσία αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ασκούνται από τα εξής όργανα: το Διοικητικό Συμβούλιο και την Εκτελεστική Επιτροπή.
2. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είναι επταμελές, αποτελείται από τον Πρόεδρο, δύο Αντιπροέδρους (Α` και Β`) και τέσσερα μέλη και διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
3. Για το διορισμό του Προέδρου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 49Α του Κανονισμού της Βουλής. Δύο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου διορίζονται από καταλόγους τριών υποψηφίων ο καθένας, που συντάσσονται αντιστοίχως από την Τράπεζα της Ελλάδος και το Χρηματιστήριο Αθηνών.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 Ν.3756/2009, ΦΕΚ Α 53/31.3.2009.
4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και να διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία σε θέματα Κεφαλαιαγοράς. Ο Πρόεδρος και οι δύο Αντιπρόεδροι είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, οι δε αποδοχές τους καθορίζονται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, ο οποίος καθορίζει επίσης τις αμοιβές των λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας μπορούν να καταβάλλονται έξοδα κινήσεως ή παραστάσεως στα μέλη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Μέλη του διδακτικού προσωπικού οικονομικών Πανεπιστημίων ή νομικών και οικονομικών τμημάτων των Πανεπιστημίων, εφόσον διοριστούν στην Εκτελεστική Επιτροπή ή και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δικαιούνται να εκτελούν συγχρόνως και τα καθήκοντα που απορρέουν από την Πανεπιστημιακή τους θέση.” “Μία από τις θέσεις αντιπροέδρων δύναται να πληρούνται με ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 36 παρ. 7 και 35 παρ. 14 εδ. β` του ν. 2324/1995. Ο ούτω οριζόμενος αντιπρόεδρος προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά πλήρη απασχόληση και χωρίς αμοιβή, πλην οδοιπορικών και εξόδων παράστασης, δεν υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 35 παρ. 17 εδάφιο πρώτο του ν. 2324/1995 και επανέρχεται αυτοδίκαια πλήρως στα αρχικά καθήκοντά του μετά τη λήξη της θητείας του.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του Ν.2471/1997 (Α 46)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.4 του άρθρου 10 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137), το οποίο τροποποιήθηκε με την παρ.6 του άρθρου 18 του Ν.2198/1994 (ΦΕΚ Α 43)
5. Οι οργανισμοί οι αναφερόμεναι ανωτέρω στην παράγραφο 3 οφείλουν, εντός μηνός αφότου λάβουν το σχετικό έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, να υποβάλουν το σχετικό κατάλογο. Σε περίπτωση μη τηρήσεως της προθεσμίας, ο διορισμός των μελών γίνεται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας.
6. Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πενταετής. Ο Πρόεδρος Και οι δύο Αντιπρόεδροι μπορούν να αναδιορίζονται, αλλά η συνολική θητεία καθενός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα δέκα έτη. Τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αναδιορίζονται ελευθέρως.
7. Αν για οποιονδήποτε λόγο κενωθεί θέση μέλους διορίζεται αντικαταστάτης του με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, εφαρμοζομένου και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή ως χρόνος θητείας ορίζεται το υπόλοιπο της θητείας του μέλους που κατείχε την κενωθείσα θέση. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να παραταθεί και μετά τη λήξη της μέχρι το διορισμό του νέου Διοικητικού Συμβουλίου, όχι όμως για διάστημα μεγαλύτερο από τρεις μήνες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 Ν.3756/2009, ΦΕΚ Α 53/31.3.2009.
8. Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας δύναται να ανακαλέσει το διορισμό μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αν συντρέξει σοβαρά πειθαρχικό παράπτωμα ή καταδίκη για αδίκημα που αποτελεί κώλυμα διορισμού σε δημόσια θέση.
9. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκαλείται δύο φορές το μήνα από τον Πρόεδρο και συνεδριάζει, εφόσον παρίστανται αυτοπροσώπως τέσσερα τουλάχιστον μέλη. Οι αποφάσεις αυτού λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 Ν.3756/2009, ΦΕΚ Α 53/31.3.2009.
10. Η Εκτελεστική Επιτροπή αποτελείται από τον Πρόεδρο και τους δύο Αντιπροέδρους του Διοικητικού Συμβουλίου.
11. Η Εκτελεστική Επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρο και συνεδριάζει τουλάχιστον άπαξ εβδομαδιαίως, εφόσον παρίστανται αυτοπροσώπως δύο τουλάχιστον από τα μέλη της. Οι αποφάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής λαμβάνονται με δύο τουλάχιστο θετικές ψήφους. Σε περίπτωση ισοψηφίας, το θέμα παραπέμπεται στο Διοικητικό Συμβούλιο.
12. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου απαγορεύεται να συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα σε οποιαδήποτε ενέργεια ή συναλλαγή που αφορά αντικείμενο που τελεί υπό τον κατά νόμον έλεγχο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση παράβασης, ανεξαρτήτως, πειθαρχικών ή ποινικών συνεπειών, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας ανακαλεί το διορισμό του παραβάτη.
13. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν συμμετέχουν στη συζήτηση και λήψη αποφάσεων από το Διοικητικό Συμβούλιο ή την Εκτελεστική Επιτροπή για θέματα που αφορούν φυσικά πρόσωπα με τα οποία είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και του τρίτου βαθμού ή νομικά πρόσωπα με τα οποία τελούν σε σχέση εργασίας, εντολής ή άλλη παρόμοια ή στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα. Η παράβαση του προηγούμενου εδαφίου δεν επιφέρει ακυρότητα της απόφασης, αλλά συνεπάγεται πειθαρχική και τυχόν ποινική ευθύνη του παραβάτη, ο δε υπουργός Εθνικής Οικονομίας δύναται, ανεξαρτήτως των προηγουμένων, να ανακαλέσει το διορισμό του μέλους αυτού.
14. Ο Πρόεδρος και οι δύο Αντιπρόεδροι κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν στην ίδρυση ή στο μετοχικό κεφάλαιο ή σε διοικητικό όργανο επιχειρήσεως που τελεί υπό τον κατά νόμον έλεγχο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση παράβασης, ανεξαρτήτως πειθαρχικών ή ποινικών συνεπειών, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας δύναται να ανακαλέσει το διορισμό του παραβάτη.
15. Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, έχοντας αποκτήσει γνώση εμπιστευτικών πληροφοριών για επιχείρηση με αφορμή μόνιμη ή πρόσκαιρη παροχή υπηρεσιών με οποιαδήποτε ιδιότητα προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, χρησιμοποιεί ης πληροφορίες αυτές, είτε ο ίδιος είτε μέσω άλλου προσώπου και αγοράζει ή πωλεί χρηματιστηριακές ή μη κινητές αξίες της επιχειρήσεως αυτής για να επιτύχει σημαντικό περιουσιακό όφελος για τον εαυτό του ή τρίτον, ή να επιφέρει σημαντική περιουσιακή ζημία σε τρίτον.
16. Με τις ποινές της προηγούμενης παραγράφου 15 τιμωρείται όποιος αποκτά άμεσα ή έμμεσα γνώση εμπιστευτικών πληροφοριών για επιχείρηση από πρόσωπα που είχαν αποκτήσει, κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο 15, γνώση των πληροφοριών και τις χρησιμοποιεί εν γνώσει του γεγονότος ότι οι πληροφορίες είναι εμπιστευτικές, είτε ο ίδιος είτε μέσω άλλου προσώπου, και αγοράζει ή πωλεί χρημαστηριακές ή μη αξίες της επιχειρήσεως αυτής για να επιτύχει σημαντικό περιουσιακό όφελος για τον εαυτό του ή τρίτον ή να επιφέρει σημαντική περιουσιακή ζημία σε τρίτον.
17. Με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τιμωρείται όποιος, έχοντας αποκτήσει γνώση εμπιστευτικών πληροφοριών για επιχείρηση με αφορμή μόνιμη ή πρόσκαιρη παροχή υπηρεσιών με οποιαδήποτε ιδιότητα προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθιστά γνωστές τις πληροφορίες αυτές σε άλλον, εκτός αν αυτό επιτρέπεται από διάταξη νόμου ή συντελείται στο πλαίσιο εκτελέσεως των καθηκόντων του.
18. Ο εμπιστευτικός χαρακτήρας της πληροφορίας κατά τις ανωτέρω παραγράφους 15, 16 και 17, είτε οι αξίες που αγοράζονται ή πωλούνται είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε χρηματιστηριακή αγορά είτε όχι, κρίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 30 του ν.180β/1988, όπως ισχύει.
Σημ.: όπως το άρθρο 77 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 10 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
Άρθρο 78
α. εκδίδει πράξεις κανονιστικού χαρακτήρα όπου προβλέπεται από το νόμο, όπως επί θεμάτων σχετικών με τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις των Ανωνύμων Χρηματιστηριακών Εταιριών, των Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και των Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, επί καθορισμού νέων χρηματιστηριακών πραγμάτων και χρηματιστηριακών συναλλαγών, αποθετηρίου τίτλων, κεφαλαίου ασφαλείας χρηματιστηριακών συναλλαγών, των ορίων της επενδυτικής πολιτικής των Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και των Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, των μεθόδων αποτιμήσεως μη εισηγμένων σε χρηματιστήριο κινητών αξιών, του ανωτάτου αριθμού μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών, επί καθορισμού των κριτηρίων ασκήσεως του λειτουργήματος αυτών, εξειδικεύσεως κριτηρίων χορηγήσεως άδειας λειτουργίας των Ανωνύμων Χρηματιστηριακών Εταιριών, Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων και αναπροσαρμογής του ελαχίστου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των ανωτέρω εταιριών.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με αποφάσεις της, δύναται να ρυθμίζει τη διαδικασία, τους όρους και τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες τα μέλη του χρηματιστηρίου θα συναλλάσσονται με πρόσωπα που εκπροσωπούν επενδυτές και μεσολαβούν μεταξύ αυτών και των μελών του χρηματιστηρίου για την κατάρτιση από τα μέλη του χρηματιστηρίου χρηματιστηριακών αυναλλαγών επ` ονόματι των επενδυτών.
Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να θεσπίζονται και να εξειδικεύονται τα τεχνικά μέτρα και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές και συστάσεις που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 16 του Κανονισμού 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010, «σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΕ L 331).
Σημ.: όπως το στοιχείο α) τροποποιήθηκε από το άρθρο 24 Ν.2324/1995 (Α 146) και με το άρθρο 14 Ν.4141/2013,ΦΕΚ Α 81/5.4.2013.
β. Χορηγεί και αναλογεί άδειες Ανωνύμων Χρηματιστηριακών Εταιριών, Εταιριών επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων και τηρεί μητρώο των εταιριών αυτών, αποφασίζει επί της εισαγωγής εταιριών στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών στις περιπτώσεις των άρθρων 3 επ. του προεδρικού διατάγματος 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α` ), προβαίνει σε αναστολή της διαπραγματεύσεως των μετοχών, διαγραφή αυτών, διορίζει επιτρόπους όπου προβλέπεται από το νόμο, χορηγεί άδειες εκδόσεως τίτλων σταθερού εισοδήματος και αυξήσεως μετοχικών κεφαλαίων δια δημοσίας εγγραφής, άδειες μεταβιβάσεως μετοχών Ανωνύμων Χρηματιστηριακών Εταιριών και Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, εγκρίνει και τροποποιεί κανονισμούς και καταστατικά αυτών και διορίζει χρηματιστηριακούς εκπροσώπους και χρηματιστές.
γ. Γνωμοδοτεί προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας επί θεμάτων κεφαλαιαγοράς.
δ. Διενεργεί ελέγχους σε εταιρίες, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, σε Ανώνυμες Χρηματιστηριακές Εταιρίες, σε συμβούλους χρηματιστηριακών επενδύσεων, σε Εταιρίες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων στην Α.Ε. Αποθετηρίων Τίτλων, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας, ιδία, ελέγχει την τήρηση των κανόνων δεοντολογίας από τα στελέχη αυτών των εταιριών και προβαίνει σε ανακοινώσεις επί των αποτελεσμάτων των ελέγχων. Οι ανωτέρω έλεγχοι της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε εταιρίες με κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστήριο δύναται να έχουν ως αντικείμενο και την τήρηση των διατάξεων της νομοθεσίας ως προς θέματα νομιμότητας των πράξεων που συνδέονται με την προστασία των συμφερόντων τους και την κατοχύρωση της αξιοπιστίας της χρηματιστηριακής αγοράς. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο έλεγχοι μπορεί να επεκτείνονται και σε εταιρίες συνδεδεμένες κατά την έννοια του άρθρου 42ε παρ. 5 του Κ.ν. 2190/1920 με εταιρίες, των οποίων κινητές αξίες είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο. Οι έλεγχοι της παρούσας περίπτωσης δ` είναι δειγματοληπτικοί.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρ.52 παρ. 3 Ν.3371/2005,ΦΕΚ Α 178/14.7.2005.
ε. Επιβάλλει τις από το νόμο προβλεπόμενες κυρώσεις και πειθαρχικές ποινές.
στ. “Επιλαμβάνεται των περιπτώσεων που συνδέονται με την κατάχρηση της αγοράς, δηλαδή της κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών και της χειραγώγησης της αγοράς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 32 παρ.3γ Ν.3340/2005,ΦΕΚ Α` 112/10.5.2005.ΠΡΟΣΟΧΗ:Εναρξη ισχύος από 11/7/2005
ζ. Ρυθμίζει κάθε θέμα που έχει σχέση με την ομαλή λειτουργία της χρηματιστηριακής αγοράς την τήρηση της χρηματιστηριακής νομοθεσίας και κάθε άλλο θέμα που απορρέει από άλλες διατάξεις.
η. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς εποπτεύει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος νόμου και δικαιούται να ζητεί κάθε πληροφορία αναγκαία για την άσκηση του έργου της.
θ. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς συνεργάζεται με τις άλλες αρμόδιες αρχές για τη άσκηση εποπτείας και ελέγχου στον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα καθώς και με τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων Κρατών – Μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
ι. Η επιτροπή κεφαλαιαγοράς αποτιμά την αξία των κινητών και ακινήτων πραγμάτων που εξυπηρετούν άμεσες λειτουργικές ανάγκες των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου.
ια. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να θεσπίζει, με απόφασή της, Κώδικα Δεοντολογίας, τον οποίο καταρτίζει ύστερα από σχετική εισήγηση της Ένωσης Εταιρειών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών), ο οποίος θα αφορά τη συμπεριφορά των Εταιρειών Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων και Εταιρειών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου και του προσωπικού τους.”)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.21 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228), και το παλιό ια` αναριθμήθηκε σε ιβ` αντιστοίχως.
ιβ. Με πράξεις της επιτροπής κεφαλαιαγοράς δημοσιευόμενες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζονται ο λεπτομέρειες εφαρμογής αυτού του άρθρου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.21 του άρθρου 113 του Ν.2533/1997 (Α 228)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 του Ν.2166/1993, όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 18 του Ν.2198/1994 (ΦΕΚ Α 43).
2. Οι κατά νόμο αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ασκούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο.
3. Το Διοικητικά Συμβούλιο δύναται να παραχωρεί αρμοδιότητες στην Εκτελεστική Επιτροπή, πλην των κατωτέρω:
α. Καθορισμό του, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 1806/1988 (ΦΕΚ 207 Α`), όπως ισχύει σήμερα, ανώτατου αριθμού των μελών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών και των κατά την παρ. 4 του άρθρου 10 του ίδιου ως άνω νόμου κριτηρίων που αφορούν την επαγγελματική καταλληλότητα και εμπειρία των υποψήφιων χρηματιστηριακών εκπροσώπων ή χρηματιστών, εξειδίκευση των κατά την παρ. 1 του άρθρου 4 του ίδιου ως άνω νόμου, όπως ισχύει, κριτηρίων για τη χορήγηση άδειας συστάσεως Χρηματιστηριακής Εταιρείας και των κατά το άρθρο 2 παρ. 2 και το άρθρο 27 παρ. 2 του παρόντος νόμου κριτηρίων για τη χορήγηση άδειας συστάσεως εταιρείας επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιρείας διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων, αύξηση του, κατά τα άρθρα 1 παρ. 2 και 26 παρ. 2 του παρόντος νόμου, ελάχιστου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιρειών διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων, αναπροσαρμογή του κατά το άρθρο 17 παρ. 2α του παρόντος νόμου, ελάχιστου ύψους του ενεργητικού κάθε συγκροτούμενου αμοιβαίου κεφαλαίου και καθορισμός νέων χρηματιστηριακών πραγμάτων κατά το άρθρο 70 του παρόντος νόμου, καθορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούν οι Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων και ο θεματοφύλακας των στοιχείων του ενεργητικού του αμοιβαίου κεφαλαίου για τη διασφάλιση του συμφέροντος των μεριδιούχων, καθορισμό των μέσων και τεχνικών που μπορεί να χρησιμοποιεί η Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων, με αντικείμενο κινητές αξίες, για την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου των αμοιβαίων κεφαλαίων και για την κάλυψη συναλλαγματικών κινδύνων στα πλαίσια της διαχείρισης αυτής και καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων που πρέπει να τηρούνται για τη σύναψη δανείων αντιστήριξης (BACK TO BACK) σε ξένο νόμισμα από Α.Ε. Διαχειρίσεως Αμοιβαίων Κεφαλαίων.
β. Χορήγηση των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία αδειών λειτουργίας χρηματιστηριακών εταιρειών, εταιρειών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και εταιρειών διαχειρίσεως αμοιβαίων κεφαλαίων και ανάκληση των αδειών αυτών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νόμο, απόφαση της κατ` άρθρο 3 περίπτωση 1,3 τελευταίο εδάφιο του π.δ. 350/1985 (ΦΕΚ 126 Α`) εισαγωγής μετοχών και ομολογιών στο Χρηματιστήριο, απόφαση της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία περί χρηματιστηρίων διαγραφής εταιρειών και κινητών αξιών από το Χρηματιστήριο, διορισμός των χρηματιστών κατά το άρθρο 10 του ν. 1806/1988, έγκριση του διορισμού χρηματιστηριακού εκπροσώπου κατά το άρθρο 6 του ίδιου νόμου και ανάκληση τέτοιας έγκρισης κατά το άρθρο 60 παρ. 2 του παρόντος νόμου και λήψη των προβλεπόμενων στο άρθρο 15 του παρόντος νόμου αποφάσεων.
γ. Διατύπωση προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία γνωμών, προτάσεων ή εισηγήσεων, όπου για την έκδοση αποφάσεως από τον άνω Υπουργό προαπαιτείται γνώμη, πρόταση ή εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
δ. Διατύπωση των προβλεπόμενων από την περίπτωση γ της παρ. 2 του άρθρου 12 του α.ν. 148/1967, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 316/1976, γνωμοδοτήσεων.
ε. Κατάρτιση και τροποποίηση του προβλεπόμενου από την παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 1806/1988 σε συνδυασμό με την παρ. 7 του άρθρου 76 του παρόντος νόμου, κανονισμού εποπτείας.
στ. `Έκδοση αποφάσεων κατά την παρ. 4 του άρθρου 76 του παρόντος νόμου.
ζ. Επιβολή των προβλεπόμενων από την κείμενη νομοθεσία προστίμων πειθαρχικών ποινών και λοιπών διοικητικών κυρώσεων, όπου προβλέπεται τέτοια αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
η. Απόφαση υποβολής αίτησης – έγκλησης για έναρξη ποινικής δίωξης όπου απαιτεί ο νόμος τέτοια αίτηση.
4. Η εκτελεστική Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα της εκτελέσεως των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου.
Άρθρο 78α
Συμβουλευτική Επιτροπή
Σημ.: όπως το άρθρο 78Α προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ.1 Ν.3756/2009, ΦΕΚ Α 53/31.3.2009.
1. Συνιστάται Συμβουλευτική Επιτροπή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έργο της οποίας είναι η διατύπωση απόψεων σχετικά με κανονιστικές ρυθμίσεις της τελευταίας. Μπορεί επίσης να υποβάλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εισηγείται προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών την υιοθέτηση νομοθετικών ρυθμίσεων, είναι υποχρεωτική η προηγούμενη διατύπωση γνώμης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
2. Η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι επταμελής. Τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής εκπροσωπούν την Ένωση Εισηγμένων Εταιριών (ΕΝΕΙΣΕΤ), το Σύνδεσμο Μελών του Χρηματιστηρίου Αθηνών (ΣΜΕΧΑ), την Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ), την Ένωση Θεσμικών Επενδυτών (ΕΘΕ), το Σύνδεσμο Εταιριών Διαμεσολαβητικών Υπηρεσιών Κινητών Αξιών (ΣΕΔΥΚΑ) και τον Σύνδεσμο Επενδυτών και Διαδικτύου (ΣΕΔ).
Κάθε φορέας προτείνει τον εκπρόσωπο και τον αναπληρωτή του, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται Πρόεδρος της Επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ανώτερο στέλεχος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 άρθρο 27 Ν.3763/2009, ΦΕΚ Α 80/27.5.2009.
3. Η θητεία των μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι τριετής.
4. Η Συμβουλευτική Επιτροπή εκλέγει από τα μέλη της Αντιπρόεδρο και Γραμματέα και συνεδριάζει ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της στα Γραφεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Άρθρο 79
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει τους εξής πόρους:
α. Ποσοστό δύο εκατοστών τοις εκατό (0,02%) επί των νέων εκδόσεων κινητών αξιών που εισάγονται στο χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Η συγκεκριμένη αξία των κινητών αξιών που εισάγονται στο Χ.Α.Α., επί της οποίας υπολογίζεται το ποσοστό του 0.02%, όταν πρόκειται για μετοχές, είναι η συνολική αξία των κεφαλαίων που εισάγονται για πρώτη φορά στο Χρηματιστήριο.
β. Ποσοστό δύο χιλιοστών τοις εκατό (0,002%) επί των νέων εκδόσεων κινητών αξιών ετήσιας μόνο ή μεγαλύτερης διάρκειας που εκδίδονται από το Δημόσιο και εισάγονται στο χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών από 1.1.1997. Με απόφαση του Υπουργού οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος απόδοσης στην.Ε.Κ. αυτού του πόρου.
γ. Ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί του καταβαλλόμενου στο χρηματιστήριο από τα μέλη του ποσοστού επί των συναλλαγών.
δ. Ποσοστό επτά τοις εκατό (7%) ετησίως επί του κύκλου εργασιών της Ανώνυμης Εταιρίας Αποθετηρίων (Α.Ε.ΑΠΟΘ.).
ε. Εισφορά που καταβάλλεται ανά εξάμηνο από όλες τις Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, τις Εταιρείες Επενδύσεων χαρτοφυλακίου και τις Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων. Η εισφορά αυτή ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής οικονομίας μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
στ. Τέλη που καταβάλλονται για την παροχή άδειας σύστασης και λειτουργίας και για την τροποποίηση της άδειας λειτουργίας, του καταστατικού και του κανονισμού κάθε αμοιβαίου κεφαλαίου, των εταιριών που εποπτεύονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Τα τέλη αυτά ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής οικονομίας μετά από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Ν.2166/1993 και το άρθρο 18 παρ.11 του Ν.2198/1994, αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο 2 του Ν.2471/1997 (Α 46) ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 10 της ΥΑ 36730//Β.903/2006 (ΦΕΚ 1492 Β΄/10.10.2006), η οποία στη συνέχεια καταργήθηκε επίσης με το το άρθρο 12 της ΥΑ 54138/Β΄ 2197/30.11.2010(ΦΕΚ Β΄1913/9.12.2010)
Άρθρο 80
Με προεδρικό διάταγμα, κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τον κανονισμό, την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, περιλαμβανομένων και των πειθαρχικών κανόνων που διέπουν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και τους υπαλλήλους της. τον αριθμό του υπαλληλικού προσωπικού και των στελεχών της, τις αμοιβές των ανωτέρω, την υπηρεσιακή κατάσταση του εν γένει προσωπικού και τη διαδικασία μετάταξης και απόσπασης κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων και κάθε άλλο ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στην εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του ανωτέρω ν.π.δ.δ..
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από την παρ.4 άρθρου 39 Ν.2324/1995 (Α 146).
Άρθρο 81
1. Το εν γένει προσωπικό της επιτροπής κεφαλαιαγοράς μπορεί να προέρχεται εν μέρει ή εν όλω από μετάταξη ή απόσπαση από υπουργεία ή άλλα Ν.Π.Δ.Δ. και δημόσιους οργανισμούς. Δια Π.Δ. κατόπιν προτάσεως του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας δύναται να ρυθμίζεται κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων η υπηρεσιακή κατάσταση του εν γένει προσωπικού και η διαδικασία μετάταξης ή απόσπασης αυτού
2. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται «επιτροπή κεφαλαιαγοράς» νοείται η επιτροπή κεφαλαιαγοράς του παρόντος νόμου.
3. Όπου στο νόμο αυτόν προβλέπεται έκδοση αποφάσεως της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, νοείται απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της επιτροπής κεφαλαιαγοράς.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 12 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
4. Οι αποφάσεις της επιτροπής κεφαλαιαγοράς, των οποίων η έκδοση προβλέπεται από τις ανωτέρω διατάξεις αυτού του νόμου, δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παρ.2 του άρθρου 12 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 82
1. Οι εταιρίες επενδύσεων χαρτοφυλακίου, οι Α.Ε. διαχειρίσεως και τα αμοιβαία κεφάλαια, που έχουν συσταθεί και λειτουργούν σύμφωνα με το Ν.Δ. 608/1970 «Περί εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου και αμοιβαίων κεφαλαίων» (ΦΕΚ 170 Α΄) υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και υποχρεούνται να συμμορφωθούν με αυτές εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του. Όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά σε εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου, Α.Ε. διαχειρίσεως και αμοιβαίο κεφάλαιο του Ν.Δ. 608/1970 (ΦΕΚ 170 Α΄), νοείται αντιστοίχως εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου, Α. Ε. διαχειρίσεως και αμοιβαίο κεφάλαιο του παρόντος νόμου.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το Ν.Δ. 608/1970 (ΦΕΚ 170 Α΄), καθώς και κάθε άλλη διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξεως, που αντίκειται στον παρόντα νόμο.
3. Αμοιβαία κεφάλαια που ήδη λειτουργούν ή έχουν συσταθεί μέχρι της εκδόσεως του παρόντος διατάγματος έχουν υποχρέωση να συμμορφωθούν προς τις διατάξεις αυτού εντός προθεσμίας 3 μηνών από τη δημοσιεύσεώς του.
Σημ.: όπως η παρ.3 προστέθηκε με το άρθρο 9 του Π.Δ.433/1993 (ΦΕΚ Α 183)
Άρθρο 83
Καταργείται ο νόμος 431/1976 (ΦΕΚ 236 Α΄) περί συμπληρώσεως και τροποποιήσεως των περί λειτουργίας και ελέγχου των τραπεζικών διατάξεων.
Άρθρο 84
1)”Οι τράπεζες δύνανται να ιδρύουν μέχρι την 31η Ιουνίου 1996 ανώνυμες εταιρείες διαχειρίσεως και ρευστοποιήσεως στοιχείων του ενεργητικού ή του παθητικού τους”. Το μετοχικό τους κεφάλαιο είναι τουλάχιστον 1.000.000.000 δρχ. Οι μετοχές των εταιριών αυτών είναι ονομαστικές. Στην επωνυμία του πρέπει να περιλαμβάνονται οι λέξεις “Εταιρία Διαχειρίσεως Ενεργητικού Παθητικού”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε από την παρ.3 άρθρου 59 Ν.2324/1995 (Α 146).
2(α) Οι εισφορές σε είδος κατά την ίδρυση της εταιρίας, που συνίστανται σε απαιτήσεις, ολόκληρες συμβάσεις, χρεόγραφα, ακίνητα κ.λπ., είναι απαλλαγμένες από φόρο με εξαίρεση το φόρο συγκεντρώσεως κεφαλαίου και το φόρο προστιθέμενης αξίας, τέλος χαρτοσήμου, εισφορές, παρακρατήσεις και οποιοδήποτε γενικά δημοσιονομικό βάρος ή υποχρέωση είτε προς το Δημόσιο, είτε προς τρίτους.
2(β) Οι ανωτέρω αντικειμενικές φορολογικές απαλλαγές ισχύουν και για κάθε μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων από τις ιδρύτριες τράπεζες προς τις θυγατρικές τους εταιρίες του παρόντος άρθρου, η οποία δεν γίνεται με μορφή εισφοράς, ή και αντιστρόφως για κάθε μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων από τις εταιρίες του παρόντος άρθρου προς τις ιδρύτριες τράπεζες.
2(γ) Ι) Για τις μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου τα τυχόν συμβολαιογραφικά έξοδα, τα έξοδα εγγραφής στα δημόσια βιβλία κ.λπ υπολογίζονται με βάση τις σχετικές διατάξεις του ν. 4171 /1961 (ΦΕΚ 93 Α`), όπως ισχύει σήμερα.
ΙΙ. Ως αξία των απαιτήσεων των τραπεζών, που εισφέρονται προς τις εταιρίες του παρόντος άρθρου για την κάλυψη του μετοχικού κεφαλαίου ή που μεταβιβάζονται σ αυτές μετά την ίδρυση, μπορεί να υπολογίζεται η εμφανιζόμενη στα βιβλία της εισφερούσης τράπεζας, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου.
3(α) Οι μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων, που ρυθμίζονται στα πιο πάνω άρθρα, συνεπάγονται, πλην αντίθετης συμφωνίας, συμμεταβίβαση όλων των παρεπόμενων συμφωνητικών, δικαιωμάτων, προνομίων, ασφαλειών εμπραγμάτων και προσωπικών, χωρίς τη σύμπραξη ή ακόμα και συναίνεση του υπόχρεου. Η μεταβίβαση αναγγέλλεται στους υπόχρεους με κάθε τρόπο. Οι αρμόδιοι σημειώνουν στα δημόσια βιβλία τις μεταβολές με την αίτηση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ή της θυγατρικής της.
3(β) Για μεταβιβαζόμενες επίδικες απαιτήσεις ή για μεταβιβάσεις στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης, η διαδικασία και οι επί μέρους διαδικαστικές πράξεις συνεχίζονται στο όνομα του διαδόχου ύστερα από δήλωση για τη μεταβολή, που γίνεται δια δικογράφου ή καταχωρίζεται στα πρακτικά προκειμένου για δίκη ή προς τον υπάλληλο επί του πλειστηριασμού προκειμένου για εκτέλεση.
3(γ) Στις συγχωνεύσεις τραπεζικών ανωνύμων εταιριών μεταξύ τους ή τραπεζικής ανώνυμης εταιρίας και θυγατρικής της εταιρίας διαχειρίσεως στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, εξακολουθεί να εφαρμόζεται και εφεξής το άρθρο 6 του Ν. 2292/1953 «Περί συγχωνεύσεως ανωνύμων τραπεζικών εταιριών» (ΦΕΚ 31 Α΄). Τυχόν αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δεν απαλλάσσεται του φόρου συγκεντρώσεως κεφαλαίου.
Άρθρο 85
1. Το Δημόσιο δύναται να αγοράζει τοις μετρητοίς ή με έκδοση ομολογιακών δανείων μετοχές και άλλους τίτλους εκδόσεως τραπεζών στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος των ομολόγων, η διάρκεια και οι λοιποί όροι έκδοσης αυτών.
Σημ.: όπως η παρ.1 αντικαταστάθηκε με το άρθρ.16 Ν.3297/2004,ΦΕΚ Α 259/23.12.2004.
2. Επί των πάσης φύσεως στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού των εταιριών του άρθρου 84 του παρόντος, εφαρμόζονται αναλόγως οι νόμοι και οι αποφάσεις των αρμόδιων αρχών, οι οποίες εφαρμόζονται επί των ομοίων στοιχείων των μητρικών τους τραπεζών. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τον εκτοκισμό του κεφαλαίου και των τόκων απαιτήσεων των εταιριών αυτών, τη φορολογία επί των τόκων και τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων.
3. Οι τραπεζικές ανώνυμες εταιρίες, οι οποίες έχουν θυγατρικές ανώνυμες εταιρίες διαχειρίσεως στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, δύνανται να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων χρήσεως, άνευ ποσοτικού περιορισμού, αφορολόγητες προβλέψεις για υποτίμηση της αξίας της συμμετοχής των στις θυγατρικές των εταιρίες διαχειρίσεως στοιχείων ενεργητικού και παθητικού. Οι προβλέψεις αυτές δεν μπορούν να υπερβούν το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου της θυγατρικής επιχειρήσεως.
Άρθρο 86
Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου των ανωνύμων τραπεζικών εταιριών ή κατόπιν γενικής εξουσιοδοτήσεως του, αποφασίζεται η απόσπαση πάσης κατηγορίας προσωπικού, παρέχοντος προς αυτές υπηρεσίες στις θυγατρικές εταιρίες διαχειρίσεως και ρευστοποιήσεως στοιχείων ενεργητικού και παθητικού. Το αποσπώμενο προσωπικό διατηρεί τα εργασιακά και ασφαλιστικά του δικαιώματα.
Άρθρο 87
Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των άρθρων 84, 85 και 86 ρυθμίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Άρθρο 88
1. Η βεβαίωση μη πληρωμής επιταγής δύναται να συντάσσεται και από κατάστημα της πληρώτριας τράπεζας διαφορετικό από εκείνο στο οποίο τηρείται ο λογαριασμός, επί του οποίου σύρεται η επιταγή, ή και από κατάστημα τράπεζας διαφορετικής από την πληρώτρια. Η τελευταία αυτή τράπεζα ενεργεί μετά από σχετική εξουσιοδότηση του πληρωτή.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορίου καθορίζονται ο χρόνος και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας διάταξης..
Άρθρο 89
Σημ.: όπως το άρθρο 89 καταργήθηκε από τότε που ίσχυσε, διά του άρθρου 11 του Ν. 2041/1992 (Α` 71).
1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί προστασίας της επαγγελματικής στέγης, οι μισθώσεις ακινήτων που ανήκουν κατά κυριότητα στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού ή τελούν υπό τη διοίκηση και διαχείριση αυτού ή ανήκουν στην περιουσία Ν.Π.Δ.Δ., στα οποία ο Οργανισμός έχει την πλειοψηφία των μετοχών τους, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθώς και των ακινήτων που ανήκουν στην περιουσία των Ν.Π.Δ.Δ. που υπάγονται στο Υπουργείο Τουρισμού, μετά τη λήξη του συμβατικού χρόνου και σε κάθε περίπτωση όχι προ της παρόδου εξαετίας από την έναρξη τους δεν υπόκεινται σε παράταση. Οι μισθωτές των παραπάνω ακινήτων των μισθώσεων, των οποίων ο χρόνος διαρκείας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο έληξε ή λήγει μέχρι 29 Φεβρουαρίου 1992, υποχρεούνται σε απόδοση της χρήσης των μισθίων μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου υπάγονται και μισθώσεις εκμεταλλεύσεων που λειτουργούν στα παραπάνω ακίνητα. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και για τις μισθώσεις των ανωτέρω ακινήτων που έχουν παραχωρηθεί κατά χρήση σε ΟΤΑ και έχουν εκμισθωθεί από τους τελευταίους σε τρίτους.
Στην τελευταία αυτήν περίπτωση απαιτείται σύμφωνη γνώμη των Ο.Τ.Α..
2. Οι συναπτόμενες εφεξής μισθώσεις ακινήτων της προηγουμένης παραγράφου, αν συνδυάζονται με την εκτέλεση έργων ανακαίνισης ή επέκτασης αυτών, δεν μπορεί να είναι διάρκειας μικρότερης των δώδεκα ετών.
Άρθρο 90
Η διάταξη της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του Ν. 1965/1991 «Τροποποίηση και συμπλήρωση των κειμένων διατάξεων του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.)» (ΦΕΚ 146 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«δ) Για την επαλήθευση των τιμών όλων των αλλοδαπών φαρμάκων (παρασκευαζομένων, συσκευαζομένων και εισαγομένων) θα ερευνώνται οι τιμές πώλησης στις χώρες της Ευρώπης και τη χώρα προέλευσης. Με αγορανομική διάταξη καθορίζονται οι λεπτομέρειες του τρόπου επαλήθευσης»
Άρθρο 91
Η διάταξη του άρθρου 16 του Ν. 1963/1991 «Τροποποίηση των διατάξεων της Φαρμακευτικής Νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» ισχύει από της ημερομηνίας της δημοσίευσης του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 92
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 30 Οκτωβρίου 1991
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ