Νόμος 1923 ΦΕΚ Α¨13/14.2.1991

Κύρωση της Διεθνούς  ύμβασης “για τον περιορισμό της ευθύνης για  ναυτικές απαιτήσεις”, που υπογράφτηκε στο Λονδίνο     στις 19 Νοεμβρίου 1976.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει  το  άρθρο  28  παρ.   1  του   Συντάγματος  η  Διεθνής  Σύμβαση  “για  τον περιορισμό της ευθύνης για   ναυτικές απαιτήσεις”, που υπογράφτηκε στο Λονδίνο  στις  19  Νοεμβρίου   1976.  Το  κείμενο της σύμβασης αυτής σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα  και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:

Σύμβαση για τον περιορισμό της ευθύνης   για ναυτικές απαιτήσεις 1976

ΤΑ ΚΡΑΤΗ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΥΤΗΣ

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ την επιθυμία να  καθορίσουν  με  συμφωνία  ορισμένους  ομοιόμορφους  κανόνες  σχετικές  με  τον  περιορισμό  της  ευθύνης για       ναυτικές απαιτήσεις,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΝ να συνάψουν Σύμβαση και, για το σκοπό  αυτόν,  συμφώνησαν τα εξής:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι.

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ

Αρθρο 1

Πρόσωπα που δικαιούνται  να περιορίσουν ευθύνη.

1.   Πλοιοκτήτες  και  πρόσωπα  που  παρέχουν υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής, όπως καθορίζονται παρακάτω, μπορούν να περιορίσουν την  ευθύνη       τους,  σύμφωνα  με  τους κανόνες της Σύμβασης αυτής για απαιτήσεις που       προβλέπονται στο Αρθρο 2.

2. Ο όρος “πλοιοκτήτης” σημαίνει τον ιδιοκτήτη,  ναυλωτή,  εφοπλιστή και διαχειριστή θαλασσοπλοούντος πλοίου.

3.   Πρόσωπο  που  παρέχει  υπηρεσίες  επιθαλάσσιας  αρωγής σημαίνει  εκείνο που παρέχει υπηρεσίες  που  συνδέονται  άμεσα  με  επιχειρήσεις       επιθαλάσσιας  αρωγής.  Επιχειρήσεις  επιθαλάσσιας αρωγής περιλαμβάνουν       και τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στο Αρθρο 2,  παράγραφος  1  (δ),       (ε) και (στ).

4.   Εάν  κάποια  από τις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο Αρθρο 2   στρέφεται κατά  οποιουδήποτε  προσώπου,  που,  για  πράξη,  αμέλεια  ή       παράλειψή  του,  είναι  υπεύθυνος  ο πλοιοκτήτης ή πρόσωπο που παρέχει       υπηρεσίες  επιθαλάσσιας  αρωγής,  το  πρόσωπο   αυτό   δικαιούται   να   περιορίσει την ευθύνη όπως προβλέπει η Σύμβαση αυτή.

5.  Στη Σύμβαση αυτή, η έκφραση “ευθύνη του πλοιοκτήτη” περιλαμβάνει  την ευθύνη που απορρέει από απαίτηση που στρέφεται κατά του πλοίου.

6. Ο ασφαλιστής ευθύνης για απαιτήσεις που υπόκεινται σε περιορισμό, σύμφωνα   με  τους  κανόνες  της  Σύμβασης  αυτής,  θα  δικαιούται  τα       ευεργετήματα της Σύμβασης αυτής στην ίδια  έκταση  σαν  τον  ίδιο  τον ασφαλισμένο.

7.  Η επίκληση του περιορισμού της ευθύνης δεν συνιστά  αποδοχή  της ευθύνης.

Αρθρο 2

Απαιτήσεις που υπόκεινται σε περιορισμό.

1.   Με  την επιφύλαξη των Αρθρων 3 και 4, οι παρακάτω απαιτήσεις θα είναι αντικείμενο περιορισμού  ευθύνης  ανεξάρτητα  από  τη  βάση  της ευθύνης:

(α)  Απαιτήσεις που προέρχονται από απώλεια ζωής ή σωματικές βλάβες  από απώλεια ή ζημιά σε πράγματα (περιλαμβάνοντας  ζημιές  σε  λιμενικά       έργα,   δεξαμενές,   διαύλους  και  βοηθήματα  της  ναυσιπλοϊας),  που       συνέβησαν πάνω στο πλοίο ή σε άμεση  σχέση  με  την  εκμετάλλευση  του  πλοίου ή με επιχειρήσεις επιθαλάσσιας αρωγής και από κάθε άλλη απώλεια       που προήλθε σαν συνέπειά τους.

(β)  Απαιτήσεις  για  κάθε  βλάβη  που  προέρχεται  από απώλεια από  καθυστέρηση στη θαλάσσια μεταφορά φορτίου, επιβατών  ή  των  αποσκευών τους.

(γ)  Απαιτήσεις  που  προέρχονται  από  άλλες  απώλειες  οι  οποίες προέρχονται απο προσβολή εξωσυμβατικών δικαιωμάτων σε άμεση  σχέση  με την εκμετάλλευση του πλοίου ή τις επιχειρήσεις επιθαλάσσιας αρωγής.

(δ)  Απαιτήσεις σχετικές με την ανέλκυση, μετακίνηση, καταστροφή, ή  εξουδετέρωση επιβλαβών συνεπειών πλοίου που έχει βυθισθεί,  ναυαγήσει,  προσαράξει  ή εγκαταλειφθεί, περιλαμβάνοντας και οτιδήποτε βρίσκεται ή βρισκόταν πάνω σ` αυτό το πλοίο.

(ε) Απαιτήσεις σχετικές με τη μετακίνηση, καταστροφή ή εξουδετέρωση των επιβλαβών συνεπειών στο φορτίο του πλοίου.

(στ)  Απαιτήσεις  προσώπου  άλλου,  εκτός  από  εκείνο  που   είναι  υπεύθυνο,  σχετικά  μέτρα που πάρθηκαν για να αποτρέψουν ή να μειώσουν       τη ζημιά, για την οποία το υπεύθυνο πρόσωπο θα μπορούσε να  περιορίσει       την  ευθύνη  του,  σύμφωνα  με  την  παρούσα  Σύμβαση,  καθώς  και την       περαιτέρω ζημιά που προκλήθηκε από τέτοια μέτρα.

2.  Απαιτήσεις  που  αναφέρονται  στην  παράγραφο  1  υπόκεινται  σε  περιορισμό  της  ευθύνης  ακόμη  και  εάν είναι αντικείμενο αγωγής που       βασίζεται σε σύμβαση ή όχι,  αναγωγής  ή  εγγύησης.  Εν  τούτοις,  για       απαιτήσεις  που  αναφέρονται  στην  παράγραφο  1 (δ), (ε) και (στ) δεν       εφαρμόζεται περιορισμός της  ευθύνης  στο  μέτρο  που  σχετίζονται  με       αποζημίωση βάσει σύμβασης που έγινε με το υπεύθυνο πρόσωπο.

 

Αρθρο 3

Απαιτήσεις που εξαιρούνται από τον περιορισμό.

Οι κανόνες της Σύμβασης αυτής δεν εφαρμόζονται σε:

(α) Απαιτήσεις για επιθαλάσσια αρωγή, συμπεριλαμβανομένης, όπου ισχύει,  κάθε απαίτησης για ειδική αποζημίωση βάσει του άρθρου 14 της Διεθνούς  Σύμβασης για την Επιθαλάσσια Αρωγή, 1989, όπως τροποποιήθηκε, ή για  συνεισφορά σε γενική αβαρία.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου 1996,     το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009.

(β)  Απαιτήσεις  για ζημιές που προέρχονται από ρύπανση πετρελαίου,       με την έννοια της Διεθνούς Σύμβασης για την Αστική  Ευθύνη  για  ζημιά       από  ρύπανση  πετρελαίου,  της  29ης  Νοεμβρίου  1969  ή  οποιασδήποτε       τροποποίησης ή πρωτοκόλλου της που είναι σε ισχύ.

(γ) Απαιτήσεις σύμφωνα  με  οποιαδήποτε  διεθνή  σύμβαση  ή  εθνική       νομοθεσία  που  προβλέπει  ή απαγορεύει τον περιορισμό της ευθύνης για       ζημιές από πυρηνική ενέργεια.

(δ) Απαιτήσεις κατά του πλοιοκτήτη πυρηνοκίνητου πλοίου για  ζημιές       από πυρηνική ενέργεια.

(ε)  Απαιτήσεις  υπαλλήλων  του  πλοιοκτήτου  ή εκείνου που παρέχει       υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής που τα καθήκοντά τους συνδέονται  με  το       πλοίο  ή  την επιχείρηση επιθαλάσσιας αρωγής που περιλαμβάνουν και τις       απαιτήσεις των κληρονόμων τους, των προσώπων που εξαρτώνται από αυτούς       ή άλλων προσώπων που δικαιούνται να εγείρουν τέτοιες  απαιτήσεις,  εάν       σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών μεταξύ       του πλοιοκτήτη ή εκείνου που παρέχει υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής και       των  παραπάνω  υπαλλήλων ο πλοιοκτήτης ή εκείνος που παρέχει υπηρεσίες       επιθαλάσσιας αρωγής  δεν  δικαιούται  να  περιορίσει  την  ευθύνη  του       σχετικά  με  αυτές  τις  απαιτήσεις, ή εάν βάσει της νομοθεσίας αυτής,       τους  επιτρέπεται  ο  περιορισμός  της  ευθύνης  τους  αλλά  σε   ποσό       μεγαλύτερο από αυτό που προβλέπει το Αρθρο 6.

Αρθρο 4

Συμπεριφορά που αποκλείει τον περιορισμό.

Πρόσωπο  που  υπέχει  ευθύνη δεν δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη  του εάν αποδειχθεί ότι η απώλεια προήλθε από  προσωπική  του  πράξη  ή  παράλειψη  που έγινε με πρόθεση να προκληθεί αυτή η απώλεια ή επέδειξε  αδιαφορία και με γνώση ότι μία τέτοια απώλεια θα επακολουθήσει πιθανά.

Αρθρο 5

Ανταπαιτήσεις.

Οταν πρόσωπο που δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του σύμφωνα  με  τους κανόνες της παρούσας Σύμβασης έχει απαίτηση κατά του προσώπου που  έχει  την  απαίτηση  η  οποία  προέρχεται  από το ίδιο περιστατικό, οι  αντίστοιχες απαιτήσεις τους θα  συμψηφίζονται  και  οι  διατάξεις  της  Σύμβασης αυτής θα εφαρμόζονται, μόνο για το υπόλοιπο που ενδεχόμενα να  υπάρχει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ.

ΟΡΙΑ ΕΥΘΥΝΗΣ

Αρθρο 6

Γενικά όρια.

1. Τα όρια ευθύνης για απαιτήσεις, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 7, που προέκυψαν από το ίδιο περιστατικό, υπολογίζονται ως εξής:
(α) Σχετικά με απαιτήσεις για απώλεια ζωής ή σωματικές βλάβες:
(αα) τρία εκατομμύρια είκοσι χιλιάδες (3.020.000) Μονάδες Υπολογισμού για πλοίο χωρητικότητας που δεν υπερβαίνει τους δύο χιλιάδες (2.000) κόρους,
(ββ) για πλοίο μεγαλύτερης χωρητικότητας, το ακόλουθο ποσό επιπλέον αυτού που αναφέρθηκε στο (αα):
(ααα) για κάθε κόρο από δύο χιλιάδες ένα (2.001) μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) κόρους, χίλιες διακόσιες οκτώ (1.208) Μονάδες Υπολογισμού,
(βββ) για κάθε κόρο από τριάντα χιλιάδες ένα (30.001) μέχρι εβδομήντα χιλιάδες (70.000) κόρους, εννιακόσιες έξι (906) Μονάδες Υπολογισμού και
(γγγ) για κάθε κόρο πάνω από εβδομήντα χιλιάδες (70.000) κόρους, εξακόσιες τέσσερις (604) Μονάδες Υπολογισμού.
(β) Σχετικά με οποιαδήποτε άλλη απαίτηση: (αα) ένα εκατομμύριο πεντακόσιες δέκα χιλιάδες
(1.510.000) Μονάδες Υπολογισμού για πλοίο χωρητικότητας που δεν υπερβαίνει τους δύο χιλιάδες (2.000) κόρους,
(ββ) για πλοίο μεγαλύτερης χωρητικότητας, το ακόλουθο ποσό επιπλέον αυτού που αναφέρθηκε στο (αα):
(ααα) για κάθε κόρο από δύο χιλιάδες ένα (2.001) μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) κόρους, εξακόσιες τέσσερις (604) Μονάδες Υπολογισμού,
(βββ) για κάθε κόρο από τριάντα χιλιάδες ένα (30.001) μέχρι εβδομήντα χιλιάδες (70.000) κόρους, τετρακόσιες πενήντα τρεις (453) Μονάδες Υπολογισμού και
(γγγ) για κάθε κόρο πάνω από εβδομήντα χιλιάδες (70.000) κόρους, τριακόσιες δύο (302) Μονάδες Υπολογισμού.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου 1996,  το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009 και την παρ.1 του άρθρου 16 του ν.4504/2017

2. Οπου το ποσό που υπολογίστηκε, σύμφωνα με την παράγραφο 1 (α) δεν       φθάνει για να ικανοποιηθούν  απόλυτα  οι  απαιτήσεις  που  αναφέρονται       εκεί,  το  ποσό  που  υπολογίστηκε  σύμφωνα  με την παράγραφο 1 (β) θα       διατίθεται για την πληρωμή του ανεξόφλητου μέρους των  απαιτήσεων  της       παραγράφου  1  (α)  και  αυτό  το ανεξόφλητο υπόλοιπο της απαίτησης θα       κατατάσσεται σύμμετρα με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο       1 (β).

3.  Εν τούτοις, χωρίς να θίγεται  το  δικαίωμα  των  απαιτήσεων  για  απώλεια ζωής ή σωματικές βλάβες σύμφωνα με την παράγραφο 2, ένα Κράτος       –  Μέλος  μπορεί να προβλέψει στην εθνική του νομοθεσία ότι απαιτήσεις       που προέρχονται από  ζημιές  σε  λιμενικά  έργα,  δεξαμενές,  διαύλους  ναυσιπλοϊας  και  βοηθήματα ναυσιπλοϊας θα έχουν σε σχέση με τις άλλες       απαιτήσεις της παραγράφου 1 (β)  την  προτεραιότητα  που  καθορίζει  η  νομοθεσία αυτή.

4.    Τα   όρια  της  ευθύνης  για  εκείνον  που  παρέχει  υπηρεσίες   επιθαλάσσιας αρωγής που δεν παρέχει τις υπηρεσίες του από πλοίο ή  για εκείνον  που  παρέχει  υπηρεσίες  αποκλειστικά πάνω στο πλοίο για ή σε  σχέση  με  το  οποίο  παρέχει   υπηρεσίες   επιθαλάσσιας   αρωγής   θα       υπολογίζονται σύμφωνα με χωρητικότητα 1.500 κόρων.

5.   Για  το  σκοπό  της Σύμβασης αυτής η χωρητικότητα του πλοίου θα είναι η ολική χωρητικότητα που υπολογίζεται σύμφωνα  με  τους  κανόνες  καταμέτρησης που περιέχονται στο παράρτημα Ι της Διεθνούς Σύμβασης για  την Καταμέτρηση Πλοίων, 1969.

Αρθρο 7.

Οριο για απαιτήσεις επιβατών.

1. Σχετικά με απαιτήσεις που δημιουργούνται από περιστατικά για απώλεια  ζωής ή σωματικής βλάβης σε επιβάτες πλοίου, το όριο ευθύνης του πλοιοκτήτη θα  είναι ποσό 175.000 Μονάδες Υπολογισμού που πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό των  επιβατών που επιτρέπεται να φέρει το πλοίο σύμφωνα με το πιστοποιητικό του  πλοίου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου 1996,  το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009.

2.   Για  το  σκοπό του Αρθρου αυτού, “απαιτήσεις για απώλεια ζωής ή  σωματικής βλάβης σε επιβάτες πλοίου” σημαίνουν οποιεσδήποτε απαιτήσεις που προέρχονται από ή για λογαριασμό προσώπου που  μεταφέρεται  με  το       πλοίο αυτό:   α) με βάση σύμβαση μεταφοράς επιβάτου, ή   β)  που  με τη συναίνεση του μεταφορέα, συνοδεύει όχημα ή ζώντα ζώα  που καλύπτονται από σύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων.

Αρθρο 8.

Μονάδα Υπολογισμού.

1.  Η Μονάδα Υπολογισμού που αναφέρεται στα Αρθρα 6 και 7  είναι  τα       Ειδικά  Τραβηκτικά  Δικαιώματα,  όπως  προσδιορίζονται  από το Διεθνές       Νομισματικό Ταμείο.  Τα ποσά που αναφέρονται στα  Αρθρα  6  και  7  θα μετατρέπονται  στο  εθνικό  νόμισμα  του Κράτους στο οποίο επιδιώκεται       περιορισμός, σύμφωνα  με  την  αξία  που  έχει  το  νόμισμα  αυτό  την       ημερομηνία  της σύστασης του κεφαλαίου περιορισμού της πραγματοποίησης   της πληρωμής ή της παροχής ασφάλειας ισοδύναμης με την  πληρωμή  αυτή,  βάσει της νομοθεσίας αυτού του Κράτους.

Η αναγωγή της αξίας του  εθνικού  νομίσματος  σε  Ειδικά  Τραβηκτικά  Δικαιώματα  ενός  Κράτους  –  Μέλους,  που  είναι  μέλος  του Διεθνούς       Νομισματικού Ταμείου θα υπολογίζεται,  σύμφωνα  με  την  ισχύουσα  και εφαρμοζόμενη  μέθοδο  εκτίμησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στη  συγκεκριμένη ημερομηνία για τη λειτουργία και τις συναλλαγές του.

Η αναγωγή της αξίας του  εθνικού  νομίσματος  σε  Ειδικά  Τραβηκτικά  Δικαιώματα,  ενός  Κράτους  –  Μέλους που δεν είναι μέλος του Διεθνούς  Νομισματικού Ταμείου, θα υπολογίζεται με τον τρόπο που θα καθορίζει το  ίδιο το Κράτος – μέλος.

2. Εν τούτοις, Κράτη που δεν είναι μέλη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου  και στα οποία η νομοθεσία τους δεν επιτρέπει την εφαρμογή των διατάξεων της  παραγράφου 1 μπορούν, κατά το χρόνο υπογραφής, χωρίς επιφύλαξη ως προς την  επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση, ή κατά το χρόνο επικύρωσης, αποδοχής έγκρισης  ή προσχώρησης ή οποτεδήποτε αργότερα, να δηλώσουν ότι τα όρια ευθύνης που  προβλέπονται στη Σύμβαση αυτή και θα εφαρμόζονται στο έδαφος τους θα  καθορίζονται ως εξής:

(α) σχετικά με το Άρθρο 6, παράγραφος 1 (α) σε ποσό:

(ι) 30.000.000 νομισματικές μονάδες για πλοίο που δεν υπερβαίνει τους 2.000  κόρους

(ιι) για πλοίο μεγαλύτερης χωρητικότητας, το παρακάτω ποσό επιπλέον αυτού  που αναφέρεται στο (ι):

για κάθε κόρο από 2.001 μέχρι 30.000 κόρους, 12.000 νομισματικές μονάδες

για κάθε κόρο από 30.001 μέχρι 70.000 κόρους, 9.000 νομισματικές μονάδες και

για κάθε κόρο πάνω από 70.000 κόρους, 6.000 νομισματικές μονάδες και

(β) σχετικά με το Άρθρο 6, παράγραφος 1 (β) σε ποσό:

(ι) 15.000.000 νομισματικές μονάδες για πλοίο που δεν υπερβαίνει τους 2.000  κόρους

(ιι) για πλοίο μεγαλύτερης χωρητικότητας, το παρακάτω ποσό επιπλέον αυτού  που αναφέρεται στο (ι):

για κάθε κόρο από 2.001 μέχρι 30.000 κόρους, 6.000 νομισματικές μονάδες

για κάθε κόρο από 30.001 μέχρι 70.000 κόρους, 4.500 νομισματικές μονάδες  και

για κάθε κόρο πάνω από 70.000 κόρους, 3.000 νομισματικές μονάδες και

(γ) σχετικά με το Αρθρο 7, παράγραφος 1, σε ποσό 2.625.000 νομισματικών  μονάδων που πολλαπλασιάζεται με τον αριθμό των επιβατών που επιτρέπεται να  μεταφέρει το πλοίο σύμφωνα με το πιστοποιητικό του.

Οι παράγραφοι 2 και 3 του Αρθρου 6 εφαρμόζονται αντίστοιχα στις  υποπαραγράφους (α) και (β) αυτής της παραγράφου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 5 του Πρωτοκόλλου 1996,     το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009.

3.  Η νομισματική μονάδα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 αντιστοιχεί       σε 65,5 χιλιοστόμετρα χρυσού καθαρότητας 900 βαθμών.

Η μετατροπή των ποσών που αναφέρονται στην  παράγραφο  2  σε  εθνικό       νόμισμα θα γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του ενδιαφερόμενου κράτους.

4.   Ο   υπολογισμός  που  αναφέρεται  στην  τελευταία  πρόταση  της       παραγράφου 1 και η  μετατροπή  που  αναφέρεται  στην  παράγραφο  3  θα       γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να εκφράζει το εθνικό νόμισμα του Κράτους       –  Μέλους  κατά  το  δυνατόν  την ίδια πραγματική αξία για τα ποσά των  Αρθρων 6 και 7 όπως εκφράζεται εκεί σε μονάδες υπολογισμού.

Κατά  το  χρόνο  της  υπογραφής  χωρίς  επιφύλαξη  όσον  αφορά   την       επικύρωση,  αποδοχή  ή  έγκριση,  ή  κατά την κατάθεση του οργάνου που       αναφέρεται  στο  Αρθρο  16  και  όταν  υπάρχει  αλλαγή   της   μεθόδου       υπολογισμού  ή της αξίας του εθνικού νομίσματος σε σχέση με την μονάδα       υπολογισμού ή τη νομισματική μονάδα, τα Κράτη – Μέλη  θα  ανακοινώνουν       στο θεματοφύλακα τον τρόπο υπολογισμού που ακολουθείται σύμφωνα με την       παράγραφο  1,  ή το αποτέλεσμα της μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο       3, ανάλογα με την περίπτωση.

Αρθρο 9

Συσσώρευση απαιτήσεων.

1. Τα  όρια  ευθύνης,  που  καθορίζονται  σύμφωνα  με  το  Αρθρο  6,  εφαρμόζονται  για  το σύνολο των απαιτήσεων που δημιουργήθηκαν από ένα       συγκεκριμένο περιστατικό:

(α) κατά του προσώπου ή των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο   2 του Αρθρου 1 και κάθε προσώπου για την πράξη,  αμέλεια  ή  παράλειψη       των οποίων, το παραπάνω πρόσωπο ή πρόσωπα είναι υπεύθυνα ή

(β)  κατά  του πλοιοκτήτη πλοίου που παρέχει υπηρεσίες επιθαλάσσιας   αρωγής από το πλοίο αυτό και  του  παρέχοντος  υπηρεσίες  επιθαλάσσιας  αρωγής  ή  εκείνων που παρέχουν υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής από αυτό       το πλοίο και κατά κάθε προσώπου για την πράξη, αμέλεια ή παράλειψη των  οποίων ο πλοιοκτήτης  ή  εκείνος  ή  εκείνοι  που  παρέχουν  υπηρεσίες  επιθαλάσσιας αρωγής είναι υπεύθυνοι ή,

(γ)  κατά  εκείνου  ή  εκείνων  που παρέχουν υπηρεσίες επιθαλάσσιας  αρωγής που δεν ενεργούν από πλοίο ή που ενεργούν μόνο πάνω στο  πλοίο,       στο  οποίο,  ή  σε  σχέση  με  το  οποίο,  προσφέρονται  οι  υπηρεσίες  επιθαλάσσιας αρωγής  και  κάθε  προσώπου  για  την  πράξη,  αμέλεια  ή       παράλειψη   των  οποίων  εκείνος  ή  εκείνοι  που  παρέχουν  υπηρεσίες       επιθαλάσσιας αρωγής είναι υπεύθυνοι.

2.  Τα  όρια  ευθύνης  που  καθορίζονται  σύμφωνα  με  το  Αρθρο   7  εφαρμόζονται   στο   σύνολο  των  απαιτήσεων,  οι  οποίες  μπορούν  να       δημιουργηθούν από ένα συγκεκριμένο περιστατικό κατά του προσώπου ή των  προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του Αρθρου 1 όσον  αφορά  το       πλοίο  που  αναφέρεται  στο  Αρθρο  7 και κάθε προσώπου για την πράξη,       αμέλεια ή παράλειψη των οποίων τα παραπάνω πρόσωπα είναι υπεύθυνα.

Αρθρο 10

Περιορισμός της ευθύνης χωρίς τη σύσταση   κεφαλαίου περιορισμού

1.  Περιορισμός της ευθύνης μπορεί να ασκηθεί ακόμα και αν δεν  έχει       συσταθεί  το  κεφάλαιο  περιορισμού  που προβλέπεται στο Αρθρο 11.  Εν       τούτοις, ένα Κράτος –  Μέλος  μπορεί  να  προβλέψει  στην  εθνική  του  νομοθεσία  ότι  σε  περίπτωση  αγωγής  ενώπιον Δικαστηρίων του για την καταβολή απαίτησης που υπόκειται σε περιορισμό,  το  υπεύθυνο  πρόσωπο       δεν  μπορεί  να  ασκήσει  το δικαίωμα περιορισμού της ευθύνης του παρά  μόνο  εάν  το  κεφάλαιο  περιορισμού  έχει  συσταθεί  σύμφωνα  με  τις       διατάξεις  της  Σύμβασης  αυτής, ή γίνεται η σύστασή του κατά το χρόνο       που γίνεται επίκληση του δικαιώματος περιορισμού της ευθύνης.

2. Εάν  γίνεται  επίκληση  περιορισμού  της  ευθύνης  χωρίς  σύσταση κεφαλαίου  περιορισμού εφαρμόζονται αντίστοιχα οι διατάξεις του Αρθρου  12.

3.  Οι κανόνες διαδικασίας για την  εφαρμογή  του  Αρθρου  αυτού  θα  ρυθμίζονται  από  την  εθνική νομοθεσία του Κράτους – μέλους στο οποίο  έχει εγερθεί η αγωγή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ

Αρθρο 11

Σύσταση του κεφαλαίου.

1. Κάθε πρόσωπο που μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, μπορεί να  συστήσει  κεφάλαιο περιορισμού στο Δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή σε οποιοδήποτε       Κράτος  –  Μέλος  στο  οποίο  έχει  ασκηθεί  αγωγή  για απαιτήσεις που  υπόκεινται σε περιορισμό.

Το  κεφάλαιο  θα  πρέπει  να  καλύπτει  το  σύνολο  των  ποσών   που  προσδιορίζονται  απο τα Αρθρα 6 και 7 όπως εφαρμόζονται για απαιτήσεις  για τις οποίες το πρόσωπο αυτό μπορεί να είναι υπεύθυνο, μαζί  με  τον ανάλογο τόκο από την ημερομηνία του γεγονότος από το οποίο προκύπτει η       ευθύνη  ως  την  ημερομηνία  σύστασης του κεφαλαίου. Κάθε κεφάλαιο που       έχει συσταθεί με τον τρόπο αυτόν θα διατίθεται μόνο  για  την  πληρωμή       απαιτήσεων  για  τις  οποίες  μπορεί να γίνει επίκλιση περιορισμού της   ευθύνης.

2. Το κεφάλαιο μπορεί να συσταθεί, είτε με κατάθεση του ποσού,  είτε  με  παροχή  εγγύησης  αποδεκτής από τη νομοθεσία του Κράτους – μέλους,  στο οποίο έχει συσταθεί το κεφάλαιο και που θεωρείται επαρκής  από  το  Δικαστήριο ή την άλλη αρμόδια αρχή.

3.  Το  κεφάλαιο  που  έχει  συσταθεί  από  ένα  από  τα πρόσωπα που       αναφέρονται στην παράγραφο 1 (α), (β) ή (γ) ή  στην  παράγραφο  2  του  Αρθρου 9 ή τον ασφαλιστή του θα θεωρείται ότι έχει συσταθεί από όλα τα       πρόσωπα  που  αναφέρονται  στην  παράγραφο  1  (α),  (β)  ή (γ) ή στην       παράγραφο 2 αντίστοιχα.

Αρθρο 12

Διανομή του κεφαλαίου.

1.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1,  2  και  3  του  Αρθρου  6  και  του Αρθρου 7, το κεφάλαιο διανέμεται στους δικαιούχους αναλογικά με τις απαιτήσεις τους που  έχουν  αναγνωρισθεί  έναντι  του  κεφαλαίου.

2.  Εάν, πριν από τη διανομή του κεφαλαίου, το υπεύθυνο πρόσωπο, ή ο ασφαλιστής  του,  έχει τακτοποιήσει μία απαίτηση έναντι του κεφαλαίου,  αυτό το πρόσωπο υποκαθίσταται ως το  ποσό  που  έχει  καταβάλλει,  στα       δικαιώματα  τα οποία το πρόσωπο που αποζημιώθηκε με τον τρόπο αυτόν θα  απολάμβανε σύμφωνα με τη Σύμβαση αυτή.

3.  Το δικαίωμα  υποκατάστασης  που  προβλέπεται  στην  παράγραφο  2       μπορεί  επίσης  να  ασκηθεί  από  πρόσωπα  άλλα  εκτός  από εκείνα που       αναφέρονται εκεί σχετικά με κάθε ποσό αποζημίωσης που μπορεί  να  έχει καταβληθεί,  αλλά  μόνο  κατά  την  έκταση  που  η  υποκατάσταση  αυτή       επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία που εφαρμόζεται.

4. Οταν το υπεύθυνο πρόσωπο ή κάθε άλλο πρόσωπο αποδείξει ότι μπορεί       να υποχρεωθεί να πληρώσει σε μεταγενέστερο χρόνο το σύνολο ή μέρος από       ποσά αποζημίωσης σχετικά με τα  οποία  το  πρόσωπο  αυτό  θα  είχε  το       δικαίωμα  υποκατάστασης  σύμφωνα  με  τις  παραγράφους  2  και 3 εάν η       αποζημίωση είχε καταβληθεί πριν  από  τη  διανομή  του  κεφαλαίου,  το       Δικαστήριο  ή  η  άλλη  αρμόδια αρχή του Κράτους όπου έχει συσταθεί το       κεφάλαιο μπορεί να διατάξει ότι επαρκές ποσό θα κρατηθεί προσωρινά για       να έχει τη δυνατότητα το πρόσωπο αυτό στο μεταγενέστερο αυτόν χρόνο να       ικανοποιηθεί για την απαίτησή του από το κεφάλαιο.

Αρθρο 13

Αποκλεισμός άλλων αγωγών.

1. Οταν έχει συσταθεί κεφάλαιο περιορισμού σύμφωνα με το  Αρθρο  11, κάθε  πρόσωπο  που  έχει  εγείρει  απαίτηση  έναντι  του κεφαλαίου δεν επιτρέπεται να ασκήσει άλλα δικαιώματα σχετικά με την απαίτηση αυτή σε  άλλα περιουσιακά στοιχεία προσώπου από το οποίο ή για  λογαριασμό  του  οποίου έχει συσταθεί το κεφάλαιο.

2.   Μετά  την σύσταση του κεφαλαίου περιορισμού σύμφωνα με το Αρθρο11, κάθε πλοίο ή άλλο περιουσιακό στοιχείο που ανήκει στο πρόσωπο  για  λογαριασμό  του  οποίου  έχει  συσταθεί  τα  κεφάλαια,  τα οποία έχουν   κατασχεθεί σε δικαιοδοσία Κράτους – μέλους για απαίτηση που μπορεί  να       εγερθεί  κατά  του  κεφαλαίου, ή οποιαδήποτε ασφάλεια έχει παρασχεθεί, μπορεί να αποδεσμευθούν με διαταγή του Δικαστηρίου  ή  άλλης  αρμόδιας  αρχής του Κράτους αυτού. Εν τούτοις, η αποδέσμευση αυτή θα διατάσσεται  υποχρεωτικά εάν το κεφάλαιο περιορισμού έχει συσταθεί:

(α) στο λιμάνι όπου έλαβε χώρα το συμβάν, ή, εάν έλαβε χώρα έξω από  το λιμάνι, στο πρώτο λιμάνι κατάπλου μετά το συμβάν ή

(β)  στο λιμάνι αποβίβασης σχετικά με απαιτήσεις για απώλεια ζωής ή  σωματικές βλάβες ή

(γ) στο λιμάνι εκφόρτωσης σχετικά με ζημιές φορτίου ή

(δ) στο Κράτος όπου έγινε η κατάσχεση.

3.  Οι κανόνες των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται μόνο εάν  εκείνος       που  έχει  την  απαίτηση  μπορεί  να  την  εγείρει  κατά του κεφαλαίου       περιορισμού στο Δικαστήριο που διαχειρίζεται αυτό το κεφάλαιο  και  το  κεφάλαιο είναι πράγματι διαθέσιμο και ελεύθερα μεταβιβάσιμο σχετικά με       αυτήν την απαίτηση.

Αρθρο 14

Νομοθεσία που εφαρμόζεται.

Με  την  επιφύλαξη  των  διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου οι κανόνες       σχετικά με τη σύσταση και τη διανομή  του  κεφαλαίου  περιορισμού  και       όλοι  οι κανόνες διαδικασίας που συνδέονται με αυτούς θα διέπονται από       τη νομοθεσία του Κράτους –  Μέλους  στο  οποίο  έχει  συσταθεί  με  το       κεφάλαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Αρθρο 15

1.  Η  σύμβαση  αυτή  εφαρμόζεται κάθε φορά που πρόσωπο απ` αυτά που       αναφέρονται στο Αρθρο 1 επιδιώκει τον περιορισμό της  ευθύνης  του  σε  Δικαστήριο Κράτους – Μέλους ή επιδιώκει να εξασφαλίσει την αποδέσμευση   άλλης  ασφάλειας  που  έχει  παρασχεθεί  στα  πλαίσια της δικαιοδοσίας  Κράτους-μέλους ή επιδιώκει να εξασφαλίσει την αποδέσμευση ενός  πλοίου   ή  άλλου  περιουσιακού στοιχείου ή την αποδέσμευση άλλης ασφάλειας που  έχει παρασχεθεί στα πλαίσια της δικαιοδοσίας Κράτους-Μέλους.

Εν τούτοις, κάθε Κράτος – Μέλος μπορεί να αποκλείσει ολικά ή  μερικά       την  εφαρμογή  της  Σύμβασης αυτής απο κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο  Αρθρο 1 το οποίο, κατά το  χρόνο  που  επικαλείται  τους  κανόνες  της       παρούσας  Σύμβασης  στο  Δικαστήριο  του παραπάνω Κράτους, δεν έχει τη       συνήθη διαμονή  του  σε  Κράτος  Μέλος  ή  δεν  έχει  τον  κύριο  τόπο       δραστηριότητάς  του σε Κράτος – Μέλος ή κάθε πλοίο σχετικά με το οποίο       ασκείται  το  δικαίωμα  περιορισμού  ή  του   οποίου   επιδιώκεται   η       αποδέσμευση  και  που,  κατά  τον παραπάνω χρόνο, δεν φέρει τη σημασία       Κράτους – Μέλους.

2.  Κράτος-Μέλος μπορεί να ρυθμίζει με ειδικές διατάξεις της εθνικής   νομοθεσίας το σύστημα περιορισμού ευθύνης που θα εφαρμόζεται σε  πλοία  τα οποία:

(α)  σύμφωνα  με  τη  νομοθεσία αυτού του Κράτους, προορίζονται για  εσωτερική ναυσιπλοϊα.

(β) έχουν χωρητικότητα κάτω των 300 κόρων.

Κράτος –  Μέλος  το  οποίο  κάνει  χρήση  της  δυνατότητας  που  του   παρέχεται  στην  παράγραφο  αυτή  θα ενημερώνει το θεματοφύλακα για τα       οποία της ευθύνης που έχουν υιοθετηθεί από την εθνική του νομοθεσία  ή       για την έλλειψη τέτοιων ορίων.

3.   Κράτος  –  Μέλος  μπορεί  να κανονίσει με ειδικές διατάξεις της       εθνικής του νομοθεσίας το  σύστημα  περιορισμού  της  ευθύνης  που  θα       εφαρμόζεται  σε  απαιτήσεις  που εγείρονται σε περιπτώσεις στις οποίες       δεν εμπλέκονται με κανένα τρόπο συμφέροντα προσώπων που είναι  υπήκοοι       άλλων Κρατών – Μελών.

3α. Υπό την επιφύλαξη του ορίου ευθύνης που προβλέπεται στην παράγραφο 1  του Άρθρου 7, ένα Κράτος – Μέλος μπορεί να ρυθμίσει με ειδικές διατάξεις της  εθνικής του νομοθεσίας το σύστημα περιορισμού της ευθύνης που θα εφαρμόζεται  σε απαιτήσεις για απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη σε επιβάτες ενός πλοίου, υπό  τον όρο ότι το όριο ευθύνης δεν θα είναι κατώτερο αυτού που προβλέπεται στην  παράγραφο 1 του Άρθρου 7. Κάθε Κράτος – Μέλος το οποίο κάνει χρήση της  δυνατότητας που προβλέπεται σε αυτή την παράγραφο θα ενημερώνει τον Γενικό  Γραμματέα για τα όρια ευθύνης που έχουν υιοθετηθεί ή για την έλλειψη τέτοιων  ορίων.

Σημ.: όπως η παρ.3α προστέθηκε με το άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου 1996,     το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009.

4.   Τα  Δικαστήρια  ενός  Κράτους  –  Μέλους  δεν θα εφαρμόζουν την  παρούσα Σύμβαση σε πλοία που έχουν κατασκευασθεί ή  μετασκευασθεί  και       απασχολούνται σε εργασίες εξόρυξης:

(α)  όταν  το Κράτος αυτό έχει καθιερώσει σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία υψηλότερο όριο ευθύνης από αυτό που προβλέπεται στο Αρθρο  6       ή

(β)  όταν  το  κράτος  αυτό  έχει γίνει μέλος διεθνούς σύμβασης που ρυθμίζει το σύστημα ευθύνης σε σχέση με αυτά τα πλοία.

Σε περίπτωση που εφαρμόζεται η υποπαράγραφος (α) αυτό  το  Κράτος  –  Μέλος θα ενημερώνει το θεματοφύλακα.

5. Η παρούσα Σύμβαση δεν θα εφαρμόζεται σε:

(α) αερόστρωμνα σκάφη.

(β)  πλωτές  εξέδρες που έχουν κατασκευασθεί για το σκοπό έρευνας ή       εκμετάλλευσης των φυσικών πηγών του βυθού ή του υπεδάφους του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Αρθρο 16

Υπογραφή, επικύρωση και προσχώρηση.

1. Η παρούσα Σύμβαση θα είναι ανοικτή για υπογραφή από όλα τα  Κράτη       στην  έδρα  του  Διακυβερνητικού Ναυτιλιακού Συμβουλευτικού Οργανισμού       (στο εξής θα αναφέρεται σαν Ο Οργανισμός από 1 Φεβρουαρίου 1977  μέχρι    31 Δεκεμβρίου 1977 και κατόπιν θα παραμένει ανοικτή για προσχώρηση.

2. Ολα τα Κράτη μπορούν να καταστούν μέλη της Σύμβασης αυτής με:

(α)  υπογραφή  χωρίς  επιφύλαξη  ως  προς  την επικύρωση, αποδοχή ή  έγκριση ή

(β) υπογραφή που υπόκειται σε επικύρωση,  αποδοχή  ή  έγκριση  όταν  ακολουθείται από επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση ή

(γ) προσχώρηση.

3.   Επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση θα πραγματοποιείται με  την κατάθεση  τυπικού  οργάνου  κατάθεσης  στο  Γενικό  Γραμματέα  του       Οργανισμού (εφεξής θα αναφέρεται σαν “Ο Γενικός Γραμματέας”).

Αρθρο 17

Εναρξη ισχύος.

1.   Η  παρούσα  Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα  μετά την πάροδο ενός χρόνου από την ημερομηνία κατά την  οποία  δώδεκα  Κράτη  είτε την έχουν υπογράψει χωρίς επιφύλαξη ως προς την επικύρωση,       αποδοχή  ή  έγκριση  είτε  έχουν  καταθέσει  τα   απαιτούμενα   όργανα  επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.

2.   Για  ένα  Κράτος  που  καταθέτει  όργανο  επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,  ή  υπογράφει  χωρίς  επιφύλαξη  ως  προς  την       επικύρωση,  αποδοχή  ή  έγκριση  σχετικά  με τη Σύμβαση αυτή, μετά την       εκπλήρωση των προϋποθέσεων για την έναρξη ισχύος  αλλά  πριν  από  την       ημερομηνία  έναρξης ισχύος, η επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση       ή η υπογραφή χωρίς επιφύλαξη ως προς την επικύρωση, αποδοχή ή  έγκριση       θα  παράγει  αποτελέσματα  κατά  την  ημερομηνία  έναρξης  ισχύος  της       Σύμβασης ή  κατά  την  πρώτη  ημέρα  του  μήνα  μετά  την  πάροδο  της       ενενηκοστής  ημέρας  μετά την ημερομηνία της υπογραφής ή της κατάθεσης       του οργάνου, εάν αυτή η ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

3.  Για κάθε Κράτος που μεταγενέστερα καθίσταται Μέλος της  παρούσας   Σύμβασης,  η  Σύμβαση θα τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά       την πάροδο ενενήντα ημερών μετά την  ημερομηνία  που  το  Κράτος  αυτό  κατέθεσε το όργανό του.

4. Οσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ Κρατών που επικυρώνουν, αποδέχονται       ή  εγκρίνουν την παρούσα Σύμβαση ή προσχωρούν σ` αυτήν, η Σύμβαση αυτή       θα αντικαθιστά και θα ακυρώνει τη Διεθνή Σύμβαση  για  τον  Περιορισμό       της  Ευθύνης  των  Πλοιοκτητών Θαλασσοπλοούντων Πλοίων, που έγινε στις       Βρυξέλλες στις 10 Οκτωβρίου  1957,  και  τη  Διεθνή  Σύμβαση  για  την       Ενοποίηση  ορισμένων  Κανόνων  σχετικά  με  τον Περιορισμό Ευθύνης των       Πλοιοκτητών Θαλασσοπλοούντων Πλοίων,  που  υπογράφηκε  στις  Βρυξέλλες       στις 25 Αυγούστου 1924.

Αρθρο 18

Επιφυλάξεις.

1. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής, επικύρωσης, αποδοχής,  έγκρισης ή προσχώρησης, ή σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη χρονική στιγμή, να  διατηρεί το δικαίωμα:

(α) να εξαιρεί την εφαρμογή του Άρθρου 2, παράγραφοι 1(δ) και (ε)

(β) να εξαιρεί απαιτήσεις για βλάβη υπό την έννοια της Διεθνούς Σύμβασης  για την Ευθύνη και Αποζημίωση σε σχέση με τη μεταφορά Επικινδύνων και  Επιβλαβών Ουσιών δια θαλάσσης 1996 και οιασδήποτε τροποποίησης ή πρωτοκόλλου  αυτής.

Καμία άλλη επιφύλαξη δεν θα είναι επιτρεπτή στις ουσιώδεις διατάξεις της  Σύμβασης αυτής.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 7 του Πρωτοκόλλου 1996,     το οποίο κυρώθηκε με τον Ν.3743/2009,ΦΕΚ Α 24/13.2.2009.

2.  Επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν κατά το χρόνο υπογραφής  υπόκεινται  σε επιβεβαίωση κατά την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση.

3.  Κάθε  Κράτος  που έχει διατυπώσει επιφύλαξη στην παρούσα Σύμβαση   μπορεί να την αποσύρει  οποτεδήποτε  με  δήλωση  που  απευθύνεται  στο       Γενικό   Γραμματέα.  Η  άρση  αυτή  θα  παράγει  αποτέλεσμα  κατά  την  ημερομηνία που λαμβάνεται η δήλωση.

Εάν η δήλωση αναφέρει ότι η άρση επιφύλαξης παράγει αποτέλεσμα  κατά   μία  συγκεκριμένη ημερομηνία και η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη       από την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από το  Γενικό  Γραμματέα,  η άρση θα παράγει αποτέλεσμα τη μεταγενέστερη αυτήν ημερομηνία.

Αρθρο 19

Καταγγελία

1.   Η  παρούσα Σύμβαση μπορεί να καταγγελθεί από ένα Κράτος – Μέλος οποιονδήποτε χρόνο μετά την περίοδο ενός  χρόνου  από  την  ημερομηνία       κατά την οποία η Σύμβαση τέθηκε σε ισχύ για το Κράτος αυτό.

2.  Η  καταγγελία  θα παράγει αποτέλεσμα με την κατάθεση οργάνου στο Γενικό Γραμματέα.

3.  Η καταγγελία θα παράγει αποτέλεσμα κατά την πρώτη ημέρα του μήναμετά την πάροδο ενός χρόνου μετά την ημερομηνία κατάθεσης του οργάνου,       ή μετά από μία μεγαλύτερη περίοδο που μπορεί να ορίζεται στο όργανο.

Αρθρο 20

Αναθεώρηση και τροποποίηση.

1.  Διάσκεψη με σκοπό την  αναθεώρηση  ή  τροποποίηση  της  Σύμβασης   αυτής μπορεί να συγκληθεί από τον Οργανισμό.

2.   Ο  Οργανισμός  θα  συγκαλεί  Διάσκεψη  των  Κρατών  – Μελών της παρούσας Σύμβασης με σκοπό την αναθεώρηση ή τροποποίησή της  μετά  από       αίτηση όχι λιγότερο από το ένα τρίτο των Μελών.

3.   Μετά  την  ημερομηνία  της έναρξης ισχύος μιας τροποποίησης της Σύμβασης  αυτής,  κάθε  όργανο  επικύρωσης,   αποδοχής,   έγκρισης   ή       προσχώρησης  που  κατατέθηκε  θα  θεωρείται ότι αναφέρεται στη Σύμβαση       όπως τροποποιήθηκε, εκτός εάν στο όργανο εκφράζεται  επιθυμία  για  το       αντίθετο.

Αρθρο 21

Αναθεώρηση των ποσών περιορισμού και της Μονάδας Υπολογισμού ή της νομισματικής μονάδας.

1.  Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Αρθρου 20, Διάσκεψη μόνο για το       σκοπό  μεταβολής  των ποσών που καθορίζονται στα Αρθρα 6 και 7 και στο  Αρθρο 8, παράγραφος 2, ή για αντικατάσταση της  μιας  ή  και  των  δύο       Μονάδων  που  ορίζονται  στο  Αρθρο  8,  παράγραφοι 1 και 2, από άλλες       μονάδες θα συγκαλείται από τον Οργανισμό σύμφωνα με τις παραγράφους  2       και  3  του  Αρθρου  αυτού. Τροποποίηση των ποσών θα γίνεται μόνο λόγω       σημαντικής αλλαγής της πραγματικής αξίας τους.

2.  Ο Οργανισμός θα συγκαλεί τη Διάσκεψη αυτή μετά  από  αίτηση  όχι  λιγότερου από το ένα τέταρτο των Κρατών – Μελών.

3.   Απόφαση  για μεταβολή των ποσών ή για αντικατάσταση των Μονάδων  από άλλες μονάδες υπολογισμού θα λαμβάνεται με πλειοψηφία  δύο  τρίτων       Κρατών  –  Μελών  που  είναι  παρόντα  και  ψηφίζουν κατά την παραπάνω   Διάσκεψη.

4. Οποιοδήποτε  Κράτος  που  καταθέτει  το  όργανο  του  επικύρωσης,   αποδοχής,  έγκρισης  ή προσχώρησης στη Σύμβαση, μετά την έναρξη ισχύος       μιας τροποποίησης, θα εφαρμόζει τη Σύμβαση όπως έχει τροποποιηθεί.

Αρθρο 22

Θεματαφύλακας.

1. Η παρούσα Σύμβαση θα κατατίθεται στο Γενικό Γραμματέα.

2. Ο Γενικός Γραμματέας θα:

(α) διαβιβάζει επικυρωμένα ακριβή αντίγραφα της Σύμβασης  αυτής  σε  όλα  τα  Κράτη  τα οποία κλήθηκαν να λάβουν μέρος στη Διάσκεψη για τον       Περιορισμό Ευθύνης για Ναυτικές Απαιτήσεις και σε κάθε άλλο Κράτος που προσχωρεί στη Σύμβαση αυτή.

(β) ενημερώνει όλα τα Κράτη τα οποία έχουν υπογράψει ή  προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση για:

(i) κάθε νέα υπογραφή και κάθε κατάθεση οργάνου και κάθε επιφύλαξη  μαζί με τη σχετική ημερομηνία για:

(ii) την ημερομηνία έναρξης της Σύμβασης αυτής ή κάθε τροποποίησή  της

(iii)  κάθε  καταγγελία  της  παρούσας Σύμβασης και την ημερομηνία κατά την οποία παράγει αποτέλεσμα

(iv) κάθε τροποποίηση που έχει υιοθετηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 20 ή 21

(v) κάθε επικοινωνία που προβλέπεται  από  οποιοδήποτε  Αρθρο  της  Σύμβασης αυτής.

3.  Με  την  έναρξη  ισχύος  της Σύμβασης αυτής, επικυρωμένο ακριβές αντίγραφο θα διαβιβάζεται από το Γενικό Γραμματέα  στη  Γραματεία  των Ηνωμένων  Εθνών  για καταχώρηση και δημοσίευση σύμφωνα με το Αρθρο 102 του Καταστατικού των Ηνωμένων Εθνών.

Αρθρο 23

Γλώσσες.

Η παρούσα Σύμβαση συντάχθηκε σε ένα  μόνο  πρωτότυπο  στην  αγγλική, γαλλική,  ρωσική  και ισπανική γλώσσα, και καθένα κείμενο είναι εξίσου  αυθεντικό.

ΕΓΙΝΕ ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ ΤΗΝ 19η ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1976.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ  ΤΟΥ  ΠΑΡΟΝΤΟΣ  οι  υπογεγραμμένοι  που  είναι  κατάλληλα εξουσιοδοτημένοι, για το σκοπό αυτόν υπέγραψαν τη Σύμβαση αυτή.

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κύβερνήσεως.