Νόμος 1876 ΦΕΚ Α΄27/8.3.1990
Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Συλλογικές Συμβάσεις
Άρθρο 1
Έκταση εφαρμογής του νόμου
1. Ο νόμος αυτός αφορά όλους όσους εργάζονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε ημεδαπό ή αλλοδαπό εργοδότη, επιχείρηση, εκμετάλλευση ή υπηρεσία του ιδιωτικού ή δημόσιου τομέα της οικονομίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι στην γεωργία, κτηνοτροφία, και συναφείς εργασίες, καθώς και οι κατ` οίκον εργαζόμενοι.
2. Εφαρμόζεται επίσης και σε φυσικά πρόσωπα τα οποία αν και δεν συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας παρέχουν εργασία υπό συνθήκες εξάρτησης και εμφανίζουν ανάγκη προστασίας αντίστοιχη με αυτή των εργαζομένων.
Άρθρο 2
Περιεχόμενο της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να ρυθμίζει:
1. Ζητήματα σχετικά με τη σύναψη, τους όρους λειτουργίας και τη λήξη των ατομικών συμβάσεων εργασίας που εμπίπτουν στο πεδίο ισχύος της.
2. Ζητήματα που αφορούν την άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώματος στην επιχείρηση, την παροχή συνδικαλιστικών διευκολύνσεων και τον τρόπο παρακράτησης των συνδικαλιστικών εισφορών και της απόδοσής τους στις δικαιούχες οργανώσεις.
3. Ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από τα συνταξιοδοτικά, εφ` όσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τη συνταγματική τάξη και την πολιτική των δημόσιων φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
4. Ζητήματα σχετικά με την άσκηση της επιχειρηματικής πολιτικής στο μέτρο που αυτή επηρεάζει άμεσα τις εργασιακές σχέσεις.
5. Ζητήματα που αφορούν την ερμηνεία των κανονιστικών όρων της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
6. Ζητήματα που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ν.1767/1988 (ΦΕΚ Α` 63) με επιφύλαξη και των αρμοδιοτήτων των συμβουλίων των επιχειρήσεων.
7. Τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών.
8. Ζητήματα σχετικά με τις διαδικασίες και τους όρους συλλογικής διαπραγμάτευσης, Μεσολάβησης και Διαιτησίας.
9. Η συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να περιέχει ρήτρα ειρήνης σχετικά με τα ζητήματα που ρυθμίζει.
10. Με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ζητήματα σχετικά με την επαναρρύθμιση ή συμπλήρωαη των διατάξεων των παραγράφων 1-6 του άρθρου 38 για τη μερική απασχόληση καθώς και των παραγράφων 1, 2, 3 και 7 του άρθρου 40 για τις πρόσθετες ομάδες εργασίας του νόμου “για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη.
Σημ.: όπως το στοιχείο 10 του άρθρου 2 προστέθηκε με το άρθρο 40 παρ. 8 του Ν. 1892/1990 (Α` 101).
Άρθρο 3
Είδη συλλογικών συμβάσεων εργασίας και αρμοδιότητα σύναψής τους
1. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας διακρίνονται:
α. Σε εθνικές γενικές, που αφορούν τους εργαζόμενους όλης της χώρας. β. Σε κλαδικές, που αφορούν τους εργαζόμενους περισσότερων ομοειδών ή συναφών εκμεταλλεύσεων ή επιχειρήσεων ορισμένης πόλης ή περιφέρειας ή και όλης της χώρας. γ. Σε επιχειρησιακές, που αφορούν τους εργαζόμενους μιας εκμετάλλευσης ή επιχείρησης. δ. Σε εθνικές ομοιοεπαγγελματικές που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος και των συναφών προς το επάγγελμα αυτό ειδικοτήτων όλης της χώρας. ε. Σε τοπικές ομοιοεπαγγελματικές, που αφορούν τους εργαζόμενους ορισμένου επαγγέλματος ή και των συναφών ειδικοτήτων συγκεκριμένης πόλης ή περιφέρειας.
2. Οι κλαδικές, επιχειρησιακές και εθνικές ή τοπικές ομοιοεπαγελματικές συλλογικές συμβάσεις δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συμβάσεων ,σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του νόμου.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την υποπαρ. ΙΑ 11 εδ.1, 2β και 4 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12-11-2012)
3. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται από τις τριτοβάθμιες οργανώσεις των εργαζομένων και τις αναγνωριζόμενες ως ευρύτερης εκπροσώπησης οργανώσεις των εργοδοτών ή πανελλήνιας έκτασης.
“Στην έννοια των συνταξιοδοτικών θεμάτων, που δεν μπορεί να αποτελέσουν περιεχόμενο συλλογικής σύμβασης εργασίας, περιλαμβάνεται και η μεταβολή, αμέσως ή εμμέσως, της σχέσης ασφαλίστρου εργαζομένου και εργοδότη, η μεταβίβαση του βάρους εν λόγω ή εν μέρει τακτικών εισφορών ή εισφορών για αναγνώριση προϋπηρεσιών από τον ένα στον άλλο καθώς και η σύσταση ειδικών ταμείων ή λογαριασμών, που χορηγούν περιοδικές παροχές συντάξεων ή εφάπαξ βοήθημα με επιβάρυνση του εργοδότη”. Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 43 παρ. 3 του Ν. 1902/1990 (ΦΕΚ Α 138).
4. Οι κλαδικές συμβάσεις συνάπτονται από πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που καλύπτουν εργαζομένους ανεξάρτητα από το επάγγελμα ή την ειδικότητα τους, ομοειδών ή συναφών επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου και από εργοδοτικές οργανώσεις.
Ειδικά για τους εργαζομένους στον κλάδο των Τραπεζών οι κλαδικές συμβάσεις δύνανται να συνάπτονται και από μεμονωμένους εργοδότες, οι οποίοι εκπροσωπούνται με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, εφόσον οι καλούμενοι ή καλούντες για διαπραγματεύσεις εργοδότες είτε καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εργαζομένων στον κλάδο είτε είναι οι τουλάχιστον πέντε (5) μεγαλύτεροι εργοδότες, με κριτήριο τους εργαζομένους που απασχολούν. Οι λοιποί εργοδότες δικαιούνται να μετέχουν στις διαπραγματεύσεις και να υπογράφουν τη συλλογική σύμβαση.
Σε περίπτωση μη ορισμού κοινού εκπροσώπου ή εκπροσώπων από τους εργοδότες ή άρνησης προσέλευσης στις διαπραγματεύσεις ή αποτυχίας των διαπραγματεύσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 14, 15 και 16 του ν. 1876/1990.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 31 του Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66/11-05-2010)
5. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται, κατά σειρά προτεραιότητας, από συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης που καλύπτουν τους εργαζόμενους ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση, από ένωση προσώπων, και πάντως ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα των εργαζομένων στην επιχείρηση και, εφόσον αυτές ελλείπουν, από τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες κλαδικές οργανώσεις και από τον εργοδότη.
Η ένωση προσώπων του προηγούμενου εδαφίου συστήνεται τουλάχιστον από τα τρία πέμπτα (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού εργαζομένων σε αυτήν και χωρίς η διάρκεια της να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό. Εάν μετά την τυχόν σύσταση ένωσης προσώπων για το σκοπό της παραγράφου αυτής, πάψει να συντρέχει η προϋπόθεση της συμμετοχής των τριών πέμπτων (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, η οποία απαιτείται για τη σύσταση της, διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Για δε τα λοιπά θέματα που αφορούν την ένωση προσώπων εξακολουθεί να εφαρμόζεται η περίπτωση γγ` του εδαφίου α` της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1264/1982 (Α` 79).
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011.
5Α. 1α) Με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι αποδοχές και οι συνθήκες εργασίας είναι δυνατόν να αποκλίνουν από αυτές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και όχι πάντως κατώτερα από το επίπεδο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία μπορεί να ανανεώνεται, ονομάζεται “Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας”. Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπερισχύουν από τις αντίστοιχες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς περιορισμούς. Τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 για τη Συρροή και τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 11 για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας δεν ισχύουν για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας της παρούσας παραγράφου. Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη προσαρμογής των επιχειρήσεων στις συνθήκες της αγοράς, με στόχο τη δημιουργία ή τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων β) Με την Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, όροι και προϋποθέσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας, καθώς και κάθε άλλος όρος εφαρμογής της, περιλαμβανομένης της διάρκειας τους. 2. Κατ` εξαίρεση των οριζομένων στο άρθρο 6 παρ. 1 περίπτωση β` του παρόντος νόμου, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μπορεί να καταρτιστεί και από εργοδότη που απασχολεί λιγότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους, με το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία. 3. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην παράγραφο 1 τα μέρη υποβάλλουν από κοινού αιτιολογική έκθεση των λόγων που δικαιολογούν την πρόθεση τους για κατάρτιση ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας προς το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Κ.Ε.Ε.Ε.), το οποίο και γνωμοδοτεί για τη σκοπιμότητα της κατάρτισης της, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών μετά την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται η χορήγηση της. Με την ίδια διαδικασία συμφωνείται και η τυχόν παράταση της. 4. Η συλλογική σύμβαση εργασίας αυτής της παραγράφου αρχίζει από την υπογραφή της και είναι έγκυρη, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο άρθρο 5 του παρόντος νόμου. 5. Σε περίπτωση παραβίασης των όρων του άρθρου αυτού, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας είναι άκυρη και σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η αποζημίωση απόλυσης υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. 6. Οποιαδήποτε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά παράβαση των συμφωνημένων στο πλαίσιο της ειδικής επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, συνιστά μη εμπρόθεσμη καταβολή νομίμων αποδοχών, για την οποία εφαρμόζονται ο α.ν. 690/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995.”)
Σημ.: όπως η παρ.5Α,η οποία είχε προστεθεί με το άρθρο 13 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212,ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με την παράγραφο 2 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011.
6. Οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από την πλευρά των εργαζομένων από δευτεροβάθμιες ή πρωτοβάθμιες ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλήνιας έκτασης.
Από την πλευρά των εργοδοτών, οι εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από εργοδοτικές οργανώσεις ευρύτερης εκπροσώπησης ή πανελλήνιας έκτασης.
7. Οι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται από ομοιοεπαγγελματικές συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες, τοπικού χαρακτήρα και από εργοδοτικές οργανώσεις.
Άρθρο 4
Διαδικασία διαπραγματεύσεων – Δικαίωμα και υποχρέωση για διαπραγμάτευση
1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών και οι μεμονωμένοι εργοδότες έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να διαπραγματεύονται για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας.
2. Η πλευρά που ασκεί το δικαίωμα για διαπραγμάτευση οφείλει να γνωστοποιεί στην άλλη πλευρά με έγγραφο τον τόπο των διαπραγματεύσεων και τα υπό διαπραγμάτευση θέματα. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται στην αρμόδια επιθεώρηση εργασίας.
Με το ίδιο έγγραφο γνωστοποιούνται τα εξουσιοδοτημένα για τη διαπραγμάτευση πρόσωπα.
Η άλλη πλευρά οφείλει να προσέλθει σε διαπραγμάτευση μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από τη γνωστοποίηση των θεμάτων και να ορίσει τους αντιπροσώπους της.
Η προθεσμία αυτή περιορίζεται σε 24 ώρες, εφ` όσον πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν από τη φύση τους άμεση αντιμετώπιση.
Ο ορισμός των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τη διαπραγμάτευση γίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου τους, εκτός εάν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.
3. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται καλόπιστα και με πρόθεση να επιλυθεί η συλλογική διαφορά. Τα μέρη οφείλουν να αιτιολογούν τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις τους.
4. Η εργατική πλευρά δικαιούται να αξιώσει από την εργοδοτική πλήρη και ακριβή πληροφόρηση καθώς και την παροχή όλων των στοιχείων που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων των υπό συζήτηση θεμάτων και αναφέρονται στην οικονομική κατάσταση, την οικονομική πολιτική και την πολιτική προσωπικού της επιχείρησης.
Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 13 του ν. 1767/ 1988 εφαρμόζονται ανάλογα στην περίπτωση του άρθρου αυτού.
Οι δημόσιες αρχές έχουν την υποχρέωση να παρέχουν τς αναγκαίες πληροφορίες που αφορούν τις εξελίξεις της Εθνικής Οικονομίας καθώς και στοιχεία για τους τομείς απασχόλησης, τιμών και μισθών.
5. Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων της ίδιας επιχείρησης, κλάδου ή επαγγέλματος δικαιούνται να παρέμβουν στις διαπραγματεύσεις που τους αφορούν.
Εφ` όσον συνυπογράφουν τη συλλογική σύμβαση εργασίας, δεσμεύονται από αυτήν.
6. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και της διαδικασίας Μεσολάβησης και Διαιτησίας, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων διατηρούν το δικαίωμα της απεργίας, εκτός αν αυτό έχει αποκλειστεί από προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας.
7. Κατά τις διαπραγματεύσεις τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.
Άρθρο 5
Διαδικασία υπογραφής και θέση σε ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Εφ` όσον οι συλλογικές διαπραγματεύσεις καταλήξουν σε συμφωνία, αυτή καταρτίζεται έγγραφα σε τρία πρωτότυπα, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των μερών.
2. Στο έγγραφο της συλλογικής σύμβασης εργασίας πρέπει ν` αναφέρονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που συμβλήθηκαν και οι εκπρόσωποί τους, η χρονολογία της κατάρτισης και η έκταση της εφαρμογής της.
3. Το ένα από τα πρωτότυπα κατατίθεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο στην αρμόδια κατά τόπο Επιθεώρηση Εργασίας της Νομαρχίας όπου καταρτίστηκε η συλλογική σύμβαση εργασίας.
Ειδικά όμως η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και οι κλαδικές και εθνικές ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατατίθενται στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας.
Ο αρμόδιος υπάλληλος συντάσσει πράξη κατάθεσης επάνω στο πρωτότυπο έγγραφο, η οποία υπογράφεται από αυτόν και από τον καταθέτη.
4. Σε κάθε Επιθεώρηση Εργασίας της Νομαρχίας και στην αρμόδια κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας τηρείται ειδικό βιβλίο συλλογικών συμβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων όπου καταγράφονται όλα τα βασικά στοιχεία της συλλογικής σύμβασης εργασίας καθώς και οι προσχωρήσεις, οι επεκτάσεις, οι καταγγελίες και οι συμφωνίες από Μεσολάβηση. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό την ίδια μέρα που κατατίθενται.
5. Η υπηρεσία χορηγεί αντίγραφα της συλλογικής σύμβασης εργασίας σε κάθε ενδιαφερόμενο εφ` όσον υποβάλει σχετική αίτηση.
6. Στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης τηρείται γενικό μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατά είδος και τα κείμενα αυτά αναρτώνται αυτούσια στο δικτυακό τόπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Ν.3846/2010 (ΦΕΚ Α 66/11-05-2010)
7. Ο εργοδότης οφείλει να κοινοποιεί στο Συμβούλιο Εργαζομένων της επιχείρησης κάθε επιχειρησιακή Σ.Σ.Ε. καθώς και κάθε τροποποίησή της.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που αφορά στις παραγράφους 4 και 6 του άρθρου αυτού.
Άρθρο 6
Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας- Νομιμοποίηση εκπροσώπων
1. Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας έχουν:
α. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών όλων των βαθμίδων στο πεδίο της δραστηριότητας τους, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου αυτού.
Ειδικότερα για την παράγραφο 3 του άρθρου 3 του νόμου αυτού, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για τις υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας του άρθρου 3 αυτού του νόμου, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στο πεδίο ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
β. Κάθε εργοδότης για τους εργαζόμενους που απασχολεί στην επιχείρηση του.
γ. Για τους εργαζομένους σε δικηγορικά, σε συμβολαιογραφικά και άλλα γραφεία η σχετική συλλογική σύμβαση θα υπογράφεται ή η διαιτητική διαδικασία θα διεξάγεται μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων και του οικείου Ν.Π.Δ.Δ., στο οποίο υπάγονται οι εργοδότες.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 3 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011.
2. Κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας είναι ο αριθμός των εργαζομένων που ψήφισε στις τελευταίες εκλογές για ανάδειξη διοίκησης.
Αμφισβήτηση της αντιπροσωπευτικότητας μπορεί να εγερθεί με προσφυγή συνδικαλιστικής οργάνωσης, αρμόδιας να υπογράψει αντίστοιχη συλλογική σύμβαση εργασίας, μέσα σε προθεσμία 10 ημερών από την κοινοποίηση του εγγράφου που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ.2 στην επιθεώρηση εργασίας, οπότε και αναστέλλονται οι διαπραγματεύσεις.
Η προσφυγή κρίνεται από την επιτροπή του άρθρου 15 του ν.1264/1982, η οποία αποφασίζει μέσα σε προθεσμία 10 ημερών. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται απόφαση μέσα στην παραπάνω προθεσμία, ο πρόεδρος της επιτροπής υποχρεούται να εκδώσει μόνος του απόφαση μέσα σε 48 ώρες. Κατά της απόφασης αυτής της επιτροπής δεν χωρεί άσκηση εφέσεως.
Η διάταξη αυτή ισχύει ανάλογα και όταν προκύψει περίπτωση αμφισβήτησης της αρμοδιότητας εργοδοτικής οργάνωσης κατά την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
3.α. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των καταστατικών τους. β. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων της περίπτωσης α` της παραγράφου 1, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις της ιδρυτικής της πράξης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011.
Άρθρο 7
Ισχύς συλλογικής σύμβασης εργασίας.
1. Οι κανονιστικοί όροι της συλλογικής σύμβασης εργασίας έχουν άμεση και αναγκαστική ισχύ.
2. Οι όροι ατομικών συμβάσεων εργασίας, που αποκλίνουν από τους κανονιστικούς όρους συλλογικών συμβάσεων εργασίας, είναι επικρατέστεροι, εφ` όσον παρέχουν μεγαλύτερη προστασία στους εργαζόμενους.
3. Οροι εργασίας συλλογικών συμβάσεων εργασίας, που είναι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόμενους, υπερισχύουν των νόμων, εκτός αν πρόκειται για διατάξεις αναγκαστικού δικαίου με αμφιμερή ενέργεια.
Άρθρο 8
Δέσμευση
1.Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας, που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.
Στους εργαζόμενους αυτούς περιλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκεμε την παρ.2 της Υποπαραγράφου 11 του ν.4093/2012
2. Οι υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεσμεύουν τους εργαζόμενους και εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλόμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων, τον εργοδότη που συνάπτει συλλογική σύμβαση εργασίας ατομικά και τους εργοδότες που συνάπτουν συλλογική σύμβαση εργασίας με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, όπως ορίζεται στην παρ.4 του άρθρου 43 του παρόντος.
3. Εφ` όσον ο εργοδότης δεσμεύεται από επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι κανονιστικοί όροι της ισχύουν υποχρεωτικά και στις εργασιακές σχέσεις όλων των εργαζομένων που απασχολούνται από τον εν λόγω εργοδότη.
Άρθρο 9
Χρόνος ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.5 άρθρου 2 ΠΥΣ 6/2012,ΦΕΚ Α Α 38/28.2.2012,
1. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο. Κάθε συλλογική σύμβαση εργασίας, που προβλέπει διάρκεια ισχύος πέρα από ένα έτος, θεωρείται ότι έχει αόριστη διάρκεια. Η διάρκεια της ισχύος δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα έτος.
2. Η ισχύς της συλλογικής σύμβασης εργασίας αρχίζει από την ημέρα της κατάθεσής της στην αρμόδια υπηρεσία και λήγει με την πάροδο του χρόνου που συμφωνήθηκε ή με καταγγελία σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.
3. Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να ορίσουν για τη συλλογική σύμβαση εργασίας αναδρομική ισχύ έως την ημέρα της λήξης ή της καταγγελίας της προηγούμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας, από την οποία αρχίζει να υπολογίζεται η διάρκειά της και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει προηγούμενη συλλογική σύμβαση εργασίας, από την έναρξη των διαπραγματεύσεων.
4. Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα εξάμηνο και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 8.
5. Μετά την πάροδο του εξαμήνου οι υφιστάμενοι όροι εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατομική σχέση εργασίας.
6. Οι κανονιστικοί όροι εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα εξάμηνο από τη λήξη ή καταγγελία και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό.
Σημ.: όπως η παράγραφος 6 προστέθηκε με το άρθρο 40 Ν.4320/2015,ΦΕΚ Α 29/19.3.2015.
Άρθρο 10
Συρροή
1. Αν η σχέση εργασίας ρυθμίζεται από περισσότερες ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εφαρμόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο.
Η σύγκριση και η επιλογή των διατάξεων γίνεται κατά τις παρακάτω ενότητες: α) ενότητα αποδοχών, β) λοιπά θέματα.
2. Κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας.
Έως το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου αυτού.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 5 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011 ,με την παράγραφο 1 άρθρου 16 Ν.4472/2017 και με την παρ. 1 του άρθρου 5 Ν.4475/2017
Άρθρο 11
Προσχώρηση και επέκταση εφαρμογής
1. Συνδικαλιστικές οργανώσεις και εργοδότες που δεν δεσμεύονται από συλλογική σύμβαση εργασίας μπορούν να προσχωρήσουν από κοινού σε συλλογική σύμβαση εργασίας που αφορά την κατηγορία τους. Συνδικαλιστική οργάνωση εργαζομένων μπορεί να προσχωρήσει σε συλλογική σύμβαση εργασίας, από την οποία δεσμεύεται ήδη ο εργοδότης.
Η προσχώρηση γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, που γνωστοποιείται στα μέρη που έχουν συνάψει τη συλλογική σύμβαση εργασίας, κατατίθεται στις κατά τόπους υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και καταχωρίζεται στο ειδικό βιβλίο συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Στην περίπτωση της προσχώρησης ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, 5 καί 6 του άρθρου 5 του νόμου αυτού.
Προσχώρηση σε επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας δεν είναι δυνατό να γίνει από εργοδότη ή συνδικαλιστική οργάνωση άλλης επιχείρησης.
2. Με απόφασή του, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, ο Υπουργός Εργασίας μπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζόμενους του κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος.
Ειδικότερα η επέκταση ομοιοεπαγγελματικής συλλογικής σύμβασης εργασίας δεσμεύει όλους τους εργαζόμενους του επαγγέλματος, ανεξάρτητα από το είδος της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 10.
3. Την επέκταση μπορεί να ζητήσει και αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων ή των εργοδοτών με αίτηση της, που υποβάλλει στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 7 άρθρου 37 Ν.4024/2011,ΦΕΚ Α 226/27.10.2011.
4. Για τους εργαζόμενους στη γεωργία, κτηνοτροφία και συναφείς εργασίες καθώς και για τους κατ` οίκον εργαζόμενους, οι παραπάνω διατάξεις για την προσχώρηση και επέκταση συλλογικής σύμβασης εργασίας ισχύουν για τις συμβάσεις που συνάπτονται αντίστοιχα στους κλάδους αυτούς.
Άρθρο 12
Καταγγελία της συλλογικής σύμβασης εργασίας
1. Συλλογική σύμβαση εργασίας αόριστης διάρκειας μπορεί να καταγγελθεί ύστερα από την παρέλευση ενός έτους από την έναρξη της ισχύος της.
2. Συλλογική σύμβαση εργασίας μπορεί να καταγγελθεί πριν από την πάροδο ενός έτους ή πριν από τη λήξη της, αν έχουν μεταβληθεί σημαντικά οι συνθήκες που υπήρχαν κατά την υπογραφή της.
3. Η καταγγελία γίνεται με έγγραφο, που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή, από τον καταγγέλλοντα στον αντισυμβαλλόμενό του και στην τοπική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, όπου έχει κατατεθεί η συλλογική σύμβαση εργασίας.
4. Στο έγγραφο της καταγγελίας αναφέρονται συνοπτικά οι λόγοι της και τα προς διαπραγμάτευση θέματα και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 4.
5. Η καταγγελία καταχωρίζεται από τον αρμόδιο υπάλληλο στο περιθώριο του ειδικού βιβλίου, όπου καταχωρήθηκε και η καταγγελθείσα συλλογική σύμβαση εργασίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Άρθρο 13
Συμφιλίωση
Για οποιοδήποτε θέμα που προκαλεί διένεξη με αφορμή τη σχέση εργασίας, και αν ακόμη δεν αποτελεί αντικείμενο συλλογικής σύμβασης, μπορεί να ζητηθεί για τη διευθέτησή του, από τις οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις ή και από τον εργοδότη ατομικά, η παρέμβαση συμφιλιωτή.
Ο συμφιλιωτής προσπαθεί να επιτύχει την προσέγγιση των απόψεων των μερών το συντομότερο δυνατό για τον τερματισμό της διένεξης. Στο τέλος της συμφιλιωτικής διαδικασίας συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη και το συμφιλιωτή, στο οποίο βεβαιώνεται η συμφωνία ή η διαφωνία των μερών.
Σε περίπτωση που η διένεξη προκύψει κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας και η συμφιλιωτική διαδικασία καταλήξει σε συμφωνία, ακολουθεί η σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας. Ο Υπουργός Εργασίας ή ο υπάλληλος που εξουσιοδοτείται από αυτόν ορίζει ως συμφιλιωτή έναν από τους υπαλλήλους της αρμόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας ή της επιθεώρησης εργασίας της νομαρχίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Μεσολάβηση – Διαιτησία
Άρθρο 14
Μεσολάβηση – Διαιτησία
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.
1. Αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτύχουν τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τις υπηρεσίες Μεσολάβησης ή να προσφύγουν στη Διαιτησία.
2. Οι όροι της προσφυγής στη Μεσολάβηση και Διαιτησία και η όλη διαδικασία καθορίζονται με τη συνομολόγηση σχετικών ρητρών στις συλλογικές συμβάσεις ή σε περίπτωση που δεν συνομολογήθηκαν τέτοιες ρήτρες, με κοινή συμφωνία των μερών που διαπραγματεύονται. Αν λείπουν παρόμοιες συμφωνίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού.
3. Οι υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας γενικώς και αυτές που παρέχονται από τους μεσολαβητές και διαιτητές του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) βασίζονται στις αρχές της ορθής κρίσης, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας.
Άρθρο 15
Μεσολάβηση
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.
1. Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
2. Η διαδικασία της Μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά. Η αίτηση, στη δεύτερη περίπτωση, κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Στην αίτηση αναφέρονται η πρόσκληση που απευθύνει το ένα μέρος προς το άλλο, τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, οι προτάσεις ή τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο, το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.
3. Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από τον ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των μερών ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξη του με κλήρωση.
Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνηση του για το κληρωθέν πρόσωπο. Με την ίδια διαδικασία ορίζεται και ο αναπληρωματικός του μεσολαβητή. Μετά τον ορισμό του μεσολαβητή συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της Μεσολάβησης. Ο μεσολαβητής οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντα του εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό του.
4. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε κοινές συζητήσεις, προβαίνει σε κατ’ ιδίαν ακρόαση των μερών επί των αιτιολογημένων προτάσεων και αντιπροτάσεών τους για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας, που καταχωρούνται συνοπτικά σε Πρακτικό Μεσολάβησης, εξετάζει την οικονομική κατάσταση και εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά και την εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης του μισθού και προβαίνει σε εξέταση προσώπων και σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας, συνεπικουρούμενος από έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες της επιλογής του.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.1 Άρθρο 15 ΝΟΜΟΣ 4549/2018 και ισχύει από 14/6/2018
5. Η εργοδοτική πλευρά και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στον μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του.
Ειδικότερα για την εργοδοτική πλευρά ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 1876/1990.
6. α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, προθεσμία η όποια δύναται να παραταθεί με συμφωνία των μερών, ο μεσολαβητής κοινοποιεί στα μέρη αιτιολογημένη πρόταση μεσολάβησης. Στην πρόταση μεσολάβησης αναφέρονται: i) τα μέρη που θα δεσμεύονται από την προτεινόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας και οι εκπρόσωποι αυτών που μετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης, ii) ο τρόπος προσφυγής στη μεσολάβηση, iii) τα θέματα που τέθηκαν σε διαπραγμάτευση στη διαδικασία μεσολάβησης, iv) τα στοιχεία, υπομνήματα κ.λπ. με τα οποία τα μέρη τεκμηρίωσαν τις προτάσεις και αντιπροτάσεις τους, v) τα ζητήματα στα οποία επήλθε συμφωνία, vi) τα ζητήματα στα οποία διατηρήθηκε η διαφωνία και επί των οποίων αιτιολογεί την ουσιαστική κρίση της πρότασής του κατά τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 16 του παρόντος και vii) ρητή διατύπωση όλων των όρων της προτεινόμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας, χωρίς παραπομπές σε άλλες ρυθμίσεις.
Ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα, με αιτιολογημένη απόφασή του, να απόσχει από την υποβολή πρότασης τάσσοντας προθεσμία στα μέρη για συνέχιση των διαβουλεύσεων, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) ούτε μεγαλύτερη από έξι (6) εργάσιμες ημέρες και η οποία δύναται να παραταθεί με συμφωνία των μερών. Το δικαίωμα του προηγούμενου εδαφίου παρέχεται άπαξ στον μεσολαβητή. Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία ή αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία που τέθηκε, ο μεσολαβητής κοινοποιεί στα μέρη αιτιολογημένη πρόταση μεσολάβησης με τα στοιχεία που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
β) Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν εγγράφως την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίηση της, θεωρείται ότι την απέρριψαν. Η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατόν να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο ή /και στον περιοδικό τύπο.
γ) Εφόσον η πρόταση γίνεται δεκτή ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 15 ΝΟΜΟΣ 4549/2018 και ισχύει από 14/6/2018
Άρθρο 16
Διαιτησία (Πρώτος Βαθμός)
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 ν.3899/2010 και με τις παραγράφους 1 και 2 άρθρου 3 της Π.Υ.Σ. 6 /2012 (Α΄ 38), που εκδόθηκε κατά εξουσιοδότηση της παρ. 6 άρθρου 1 ν. 4046/2012 (Α΄ 28),αντικαταστάθηκε πάλι με το άρθρο τέταρτο παρ.3 Ν.4303/2014,ΦΕΚ Α 231/17.10.2014.
1. Η προσφυγή στη Διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με συμφωνία των μερών.
2. Είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς στις εξής περιπτώσεις:
α) από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση,
β) από οποιοδήποτε μέρος αποδέχτηκε την πρόταση του μεσολαβητή που απέρριψε το άλλο μέρος.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.3 Άρθρο 15 ΝΟΜΟΣ 4549/2018 και ισχύει από 14/6/2018
3. Η διαιτησία διεξάγεται από έναν διαιτητή ή από Τριμελή Επιτροπή Διαιτησίας, αν το ζητήσει ένα εκ των μερών. Στην περίπτωση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, διεξάγεται από Τριμελή Επιτροπή Διαιτησίας.
4. Ο διαιτητής ή οι διαιτητές της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, ο ορισμός ενός εκ των διαιτητών ως προέδρου της Επιτροπής, καθώς και οι αναπληρωτές τους, επιλέγονται με συμφωνία των μερών από τον κατάλογο διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. και σε περίπτωση ασυμφωνίας με κλήρωση. Εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την προσφυγή στη διαιτησία, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή διαιτητή ή Επιτροπής Διαιτησίας και του προέδρου της, καθώς και των αναπληρωτών τους. Η επιλογή ή η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του. Κάθε μέρος έχει το δικαίωμα να εκφράσει μία φορά άρνηση για το κληρωθέν πρόσωπο. Ο διαιτητής και η Τριμελής Επιτροπή Διαιτησίας οφείλουν να αναλάβουν τα καθήκοντά τους εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τον ορισμό τους.
5. Ο διαιτητής και η Επιτροπή Διαιτησίας έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον μεσολαβητή. Μελετούν όλα τα στοιχεία και πορίσματα, που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης και τα πρόσθετα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη διαδικασία της διαιτησίας και κυρίως τα οικονομικά και χρηματοοικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και την οικονομική κατάσταση των ασθενέστερων επιχειρήσεων της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, την πρόοδο στη μείωση του κενού ανταγωνιστικότητας και στη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά τη διάρκεια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας , καθώς και την εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης του μισθού.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.4 Άρθρο 15 ΝΟΜΟΣ 4549/2018 και ισχύει από 14/6/2018
6. Η διαιτητική απόφαση πρέπει να περιέχει πλήρη και τεκμηριωμένη αιτιολογία σχετικά με τους όρους που τίθενται σε αυτή και οι οποίοι δεν μπορούν να έρχονται σε αντίθεση ή να τροποποιούν προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας. Στη διαιτητική απόφαση διατυπώνονται ρητώς όλοι οι κανονιστικοί όροι. Κανονιστικοί όροι άλλων εν ισχύι συλλογικών ρυθμίσεων εξακολουθούν να ισχύουν με τη διαιτητική απόφαση. Η πληρότητα της αιτιολογίας ελέγχεται δικαστικά, σύμφωνα με το άρθρο 16Β του παρόντος.
7. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του διαιτητή ή της Επιτροπής Διαιτησίας, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα πέντε (35) ημερών, αν δεν προηγήθηκε. Η απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας λαμβάνεται ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία. Η διαιτητική απόφαση κοινοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. εντός πέντε (5) ημερών από εκδόσεώς της στα δεσμευόμενα από αυτή μέρη.
8. Η απόφαση της διαιτησίας εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
9. Στις περιπτώσεις προσφυγής στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα προσφυγής του
Άρθρο 16Α
Έφεση κατά απόφασης διαιτησίας (Δεύτερος Βαθμός)
Σημ.: όπως το άρθρο 16Α προστέθηκε με το άρθρο τέταρτο παρ.4 Ν.4303/2014,ΦΕΚ Α 231/17.10.2014.
1. Κατά της απόφασης του διαιτητή ή της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας οποιοδήποτε από τα μέρη μπορεί να ασκήσει έφεση, που κατατίθεται στη γραμματεία του Ο.ΜΕ.Δ.. Η προθεσμία της έφεσης είναι δέκα (10) ήμερες από την κοινοποίηση της απόφασης. Η προθεσμία και η άσκηση της έφεσης αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Το ανασταλτικό αποτέλεσμα διαρκεί έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας της έφεσης.
2. Η έφεση εξετάζεται από Δευτεροβάθμια Πενταμελή Επιτροπή Διαιτησίας που απαρτίζεται από:
α) Δύο μέλη που προέρχονται από τον κατάλογο των διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. και
β) έναν Σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας και έναν Αρεοπαγίτη, οι οποίοι επιλέγονται με τους αναπληρωτές τους από το οικείο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο για θητεία ενός (1) έτους, και έναν Σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ο οποίος επιλέγεται με τον αναπληρωτή του από την Ολομέλεια αυτού για θητεία ενός (1) έτους. Τα μέλη αυτά, όπως και οι διαιτητές, απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
3. Η αμοιβή των μελών της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας καθορίζεται με τον Κανονισμό Αμοιβών του Ο.ΜΕ.Δ., ο οποίος εκδίδεται κατά τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 1876/1990.
4. Η ανάδειξη των μελών της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, που θα επιληφθεί συγκεκριμένης έφεσης, εφόσον δεν πρόκειται για τα πρόσωπα της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2, γίνεται με κλήρωση, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4 του άρθρου 16 αυτού του νόμου και προεδρεύει ο εκάστοτε αρχαιότερος Σύμβουλος του Συμβουλίου της Επικρατείας ή Αεροπαγίτης.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 55 παρ.8 Ν.4310/2014, ΦΕΚ Α 258/8.12.2014.
5. Στη διαδικασία ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας και για την απόφαση που θα εκδοθεί, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 16, όπως ισχύει. Η απόφαση εκδίδεται με βάση τα στοιχεία που προσκομίστηκαν στον πρώτο βαθμό διαιτησίας.
6. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Διαιτησίας, ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία, και κοινοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. εντός πέντε (5) ημερών από εκ-δόσεώς της στα δεσμευόμενα από αυτή μέρη.
Άρθρο 16Β
Δικαστικός έλεγχος των διαιτητικών αποφάσεων
Σημ.: όπως το άρθρο 16Β προστέθηκε με το άρθρο τέταρτο παρ.4 Ν.4303/2014,ΦΕΚ Α 231/17.10.2014.
1. Σε περίπτωση που δεν ασκηθεί έφεση, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16Α, κατά απόφασης διαιτησίας που εκδόθηκε με τη διαδικασία του άρθρου 16, τα μέρη, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας εφέσεως του άρθρου 16Α, μπορούν να ασκήσουν αγωγή περί του κύρους αυτής, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά το άρθρο 16 στοιχείο 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αγωγή αυτή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του ίδιου Κώδικα. Η σχετική αγωγή εγείρεται από συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη, η δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από τη διαιτητική απόφαση μέρη. Η δικάσιμος ορίζεται εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση της αγωγής ανεξάρτητα από τον αριθμό των υποθέσεων της δικασίμου. Η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της πρωτόδικης απόφασης. Η δικάσιμος της έφεσης ορίζεται εντός τριάντα (30) ημερών από την άσκησή της. Η προθεσμία κλήτευσης είναι δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συζήτηση.
2. Σε περίπτωση που ασκηθεί έφεση ενώπιον της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, κατά απόφασης διαιτησίας η οποία εκδόθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16, τα μέρη μπορούν να ασκήσουν αγωγή περί του κύρους αυτής, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, ενώπιον του Εφετείου. Η αγωγή αυτή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η σχετική αγωγή εγείρεται από συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη, η δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από την τελική διαιτητική απόφαση μέρη. Η δικάσιμος ορίζεται εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, ανεξάρτητα τον αριθμό των υποθέσεων της δικασίμου. Στην περίπτωση αυτή το Εφετείο μπορεί να κρίνει και το κύρος της απόφασης διαιτησίας που εκδόθηκε με τη διαδικασία του άρθρου 16.
Άρθρο 17
Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 Ν.3899/2010,ΦΕΚ Α 212/17.12.2010.
1.Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία “Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας”, με έδρα την Αθήνα. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, των προεδρικών διαταγμάτων και των κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση του άρθρου 18 παρ. 2 του ν. 1876/1990, καθώς και των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά παρέκκλιση των διατάξεων που αφορούν το δημόσιο τομέα.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.23 άρθρου 20 Ν.4019/2011,ΦΕΚ Α 216/30.9.2011.
2. Σκοπός του Ο.ΜΕ.Δ. είναι η υποστήριξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παροχή υπηρεσιών Μεσολάβησης και Διαιτησίας προς τις εργατικές και εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους εργοδότες. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού, ιδίως: α) οργανώνει υπηρεσίες διοικητικής υποστήριξης της Μεσολάβησης και της Διαιτησίας, β) διεξάγει ενημερωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, που απευθύνονται κυρίως σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και οργανώσεις εργοδοτών για θέματα συλλογικών διαπραγματεύσεων, εργασιακών σχέσεων και οικονομίας της εργασίας γ) εκπονεί επιστημονικές έρευνες και μελέτες για θέματα συναφή με τους σκοπούς του και δ) συντάσσει ετήσια έκθεση του έργου του, η οποία υποβάλλεται προς τα Διοικητικά Συμβούλια των: α) Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), β) Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), γ) Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ,) δ) Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και καθώς επίσης προς τον Υπουργό Οικονομικών και τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
3. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από:
α) έναν εκπρόσωπο του ΣΕΒ, έναν της ΓΣΕΒΕΕ και έναν της ΕΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους,
β) τρεις εκπροσώπους της ΓΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους και
γ) τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με ομόφωνη απόφαση των μελών των περιπτώσεων α` και β, η οποία απόφαση λαμβάνεται σε συνεδρίαση, η οποία συγκαλείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, πριν τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα. Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και έμπειρα σε θέματα εργασιακών σχέσεων ή οικονομίας της εργασίας ή του εργατικού δικαίου.
4. Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με τον αναπληρωτή του, κάτοχος πτυχίου πανεπιστημίου με εμπειρία στα εργασιακά θέματα.
5. Για τις περιπτώσεις α` και β` της παραγράφου 3, η υπόδειξη από τους αρμόδιους φορείς γίνεται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και ο αναπληρωτής του από τα τακτικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
7. α) Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πενταετής. Ο επαναδιορισμός των τακτικών μελών είναι δυνατός για μία ακόμη συνεχόμενη πενταετία.
β) Σε περίπτωση παραίτησης ή θανάτου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε νόμιμη συγκρότηση και είναι δυνατή η συμμετοχή του αναπληρωματικού μέλους ως τακτικού. Εάν ελλείπει τακτικό μέλος, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καλεί με τη διαδικασία της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου, τον φορέα από τον όποιο προέρχεται το ελλείπον μέλος να ορίσει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του ελλείποντος μέλους.
Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο συγκροτήθηκε με την υπ’ αριθμ. 10650/Δ1.1956/ 9.4.2014 (ΥΟΔΔ 233) απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, παρατείνεται αυτοδικαίως από τη λήξη της έως τις 31.3.2018.
Όπως τροποποιήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 16 ΝΟΜΟΣ 4549/2018 και ισχύει από 14/6/2018
8. α) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές αποτελούν δύο αυτοτελή ειδικά σώματα.
Ο ανώτατος αριθμός θέσεων μεσολαβητών και διαιτητών για όλη τη χώρα είναι τριάντα οκτώ (38) εκ των οποίων δώδεκα (12) είναι διαιτητές. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες μπορεί να αυξομειώνεται ο αριθμός κάθε σώματος, χωρίς υπέρβαση του ανωτάτου ορίου των τριάντα οκτώ (38) θέσεων.
β) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές ασκούν δημόσιο λειτούργημα χωρίς να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα οποία οφείλουν να εκτελούν με αντικειμενικότητα και έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα Δεοντολογίας του Σώματος Μεσολαβητών Διαιτητών, που εκδίδεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
9. α) Οι υποψήφιοι μεσολαβητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν πενταετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
β) Οι υποψήφιοι διαιτητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν δεκαετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
γ) Συνεκτιμώνται πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, όπως μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών και σχετικές δημοσιεύσεις, ιδίως σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί με κανονισμό να καθορίσει επιπλέον προσόντα από όσα αναφέρονται.
10. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές προσλαμβάνονται με τριετή θητεία, η οποία είναι ανανεώσιμη με δυνατότητα μεταβολής της ιδιότητας του μεσολαβητή ή του διαιτητή κατά την προηγούμενη θητεία τους. Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους επανακρίνονται σύμφωνα με όσα ορίζει ειδικός κανονισμός με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
11. α) Ο διορισμός γίνεται μετά από δημόσια προκήρυξη των θέσεων των μεσολαβητών και των θέσεων των διαιτητών. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν βιογραφικά σημειώματα, τίτλους σπουδών, σχετικές δημοσιεύσεις και δήλωση σε ποιο από το δύο σώματα προτιμούν να ενταχθούν, καθώς και ό,τι άλλο καθορίζεται με την προκήρυξη.
β) Το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από μελέτη των φακέλων των υποψηφίων και ενδεχόμενη προφορική συνέντευξη επιλέγει τους ικανότερους με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
12. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.ΜΕ.Δ. που εκφράζεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που αφορά τα θέματα των παραγράφων 3 έως 11 του άρθρου αυτού, περιλαμβανομένου του αριθμού των θέσεων μεσολαβητών διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού του Ο.ΜΕ.Δ..
Άρθρο 18
Πόροι – Κανονισμοί
1. Οι πόροι του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας είναι:
α. Ως τακτικός πόρος ποσοστό 3% των ετήσιων, από εισφορές, εσόδων της Εργατικής Εστίας, τα οποία μπορούν να αυξάνονται με εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας.
Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξάνει με απόφαση του Υπουργού Εργασίας μετά από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το διπλάσιο. β. Τακτική επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας. γ. Ποσά που εισπράττονται από τους ενδιαφερόμενους που προσφεύγουν στις υπηρεσίες του Οργανισμού. δ. Εσοδα από δωρεές, δημοσιεύσεις, εκδηλώσεις, εκδόσεις κ.λπ.
2. Το διοικητικό συμβούλιο καταρτίζει κανονισμούς, που δημοσιεύονται, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και ειδικά για την (γ) περίπτωση και του Υπουργού Οικονομικών, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και είναι οι εξής:
α. Κανονισμός για την οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού. β. Κανονισμός για προσλήψεις, κρίσεις και πειθαρχικές ποινές, δικαιώματα και υποχρεώσεις για το προσωπικό και τους μεσολαβητές και διαιτητές. γ. Κανονισμός προμηθειών, αμοιβών και λοιπών δαπανών και γενικά διαχείρισης των πόρων. δ. Κανονισμός για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση μεσολαβητών, διαιτητών και του προσωπικού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
(Διατάξεις που αφορούν τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α.).
Άρθρο 19
Για τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο Δημόσιο, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. ισχύουν οι διατάξεις αυτού του νόμου, εφ` όσον δεν αποκλείονται από τη φύση τους και με την επιφύλαξη των παρακάτω ρυθμίσεων:
1. Οπου στο νόμο αυτόν αναφέρονται εργοδοτικές οργανώσεις ή εργοδότης, νοούνται ο Υπουργός Οικονομικών ή το εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο.
Ειδικά για τους εργαζόμενους στα ν.π.δ.δ. και στους ο.τ.α. συμμετέχει και ο υπουργός που ασκεί σ` αυτούς την εποπτεία. Στην τελευταία περίπτωση μπορεί να οριστεί κοινός εκπρόσωπος με κοινή απόφαση των δύο υπουργών.
Από πλευράς των εργαζομένων οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας της κατηγορίας αυτής υπογράφονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων ανάλογης βαθμίδας.
2. Σε περίπτωση αδυναμίας υπογραφής συλλογικής σύμβασης εργασίας λόγω έλλειψης συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων, οι όροι εργασίας καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου υπουργού, εφ` όσον πρόκειται για εργαζόμενους στο Δημόσιο και του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος υπουργού για εργαζόμενους στα ν.π.δ.δ. και ο.τ.α.
Άρθρο 20
1. Σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις το ύψος της αμοιβής των εργαζομένων, τους οποίους αφορά το παρόν κεφάλαιο, μπορεί να καθορίζεται, με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών, σε ύψος ανώτερο από το καθοριζόμενο με τη διαδικασία του νόμου αυτού.
2. Η αμοιβή για το επιστημονικό προσωπικό που εργάζεται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, των οποίων προορισμός είναι η έρευνα, καθορίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου μέσα στα πλαίσια των αποδοχών που ορίζονται για κάθε ειδικότητα με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Άρθρο 21
Ποινικές κυρώσεις
1. Εργοδότης ή εκπρόσωποι αυτού, που παραβιάζουν όρους ισχύουσας συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης ή υπουργικής απόφασης, τιμωρούνται με χρηματική ποινή 200.000 δραχμών τουλάχιστον. Η διαπίστωση της παράβασης γίνεται από τον αρμόδιο υπάλληλο της επιθεώρησης εργασίας, ο οποίος και υποβάλλει τη σχετική έκθεσή του στον εισαγγελέα προς άσκηση της ποινικής δίωξης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
Μεταβατικές διατάξεις
Άρθρο 22
Μέχρι να ολοκληρωθεί η συγκρότηση του σώματος μεσολαβητών και διαιτητών, και για χρονικό διάστημα το πολύ δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η Μεσολάβηση θα εξακολουθήσει να διενεργείται από τους οριζόμενους από το Υπουργείο εργασίας υπαλλήλους, η δε διαιτητική επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας από τα υφιστάμενα πρωτοβάθμια διαιτητικά δικαστήρια του ν.3239/1955, πλην αυτών που εκκρεμούν, στα δευτεροβάθμια διαιτητικά δικαστήρια κατά το χρόνο της έναρξης ισχύος του παρόντος, οι οποίες εκδικάζονται από αυτά σύμφωνα με το ισχύον μέχρι σήμερα δίκαιο, ενώ κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος.
Άρθρο 23
Καταργούμενες διατάξεις
1. Από της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις: α) Των άρθρων 1 έως και 27, 40, 41, 42 παρ. 2, πλην της περίπτωσης β, του ν. 3239/1955. β) Οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 2, 8 και 10 παράγρ. 1, 2, 4, 5, 6, 8, 9, 10, 11 και 12 του ν.3755/1957. γ) Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 9 του ν.δ. 186/1969. δ) Οι διατάξεις των άρθρων 1, πλην της παραγράφου 2, 2 έως και 5 και του άρθρου 10 παρ. 1 και 2 του ν.δ. 1198/1972. ε) Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 549/1972. στ) Οι διαταξεις του ν.δ. 73/1974. ζ) Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 435/1976.
2. Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις του α.ν. 435/1968.
3. Πάσα αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη καταργείται.
Άρθρο 24
Θεωρούνται νόμιμες, από τότε που έγιναν, οι προσλήψεις που πραγματοποιήθηκαν με τις πιο κάτω αποφάσεις διορισμού, για την κάλυψη 161 κενών οργανικών θέσεων σε 12 ασφαλιστικούς οργανισμούς, αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων:
1. Ταμείο Ε.Α.Π.Α. Λιμενεργατών Πειραιώς
α) Φ201/4281/24-7-19878 (ΦΕΚ 158/ΝΠΔΔ/12-8-87) β) Φ201 /6722/7- 12-87 (ΦΕΚ 243/ΝΠΔΔ/22-12-87) γ) Πρ. 10, 11 της 18-4-1989 (ΦΕΚ 72/ΝΠΔΔ/24-4/89)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 6
2. Ταμείο Σ.Μ.Ε. Δημοσίων Εργων
α) Φ. Επιλ. 553/2-2-1987 (ΦΕΚ 19/ΝΠΔΔ/5-2-87) β) Φ43/3356/4-6-1987 (ΦΕΚ 106/ΝΠΔΔ/15.6.87) γ) Πρ. 158 της 14-2-1989 (ΦΕΚ 45/ΝΠΔΔ/6-3-89 και ΦΕΚ 53/ΝΠΔΔ/ 17-3-89)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 61
3. Ταμείο Νομικών
α) Φ41 /4152/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠΔΔ/30-7-87) β) Φ41 /3963/7-7-1987 (ΦΕΚ 138/ΝΠΔΔ/28-7-87) γ) Απ. 3455/10-5-1989 (Πρ. 12-5-89) ΦΕΚ 88/ΝΠΔΔ/19-5-89)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 13.
4. Ταμείο Ε.Α.Ε.Υ. Δέρματος Ελλάδος
α) Φ121/4240/24-7-1987 (ΦΕΚ 158/ΝΠΔΔ/12-8-87) β) Φ121 /4515/13-8-1987 (ΦΕΚ 176/ΝΠΔΔ/8-9-87) γ) Φ121 /4977/15-9-1987 (ΦΕΚ 189/ΝΠΔΔ/28-9-1987) δ) Φ121 /6511 /26-11-1987 (ΦΕΚ 236/ΝΠΔΔ/3-12-87)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 31.
5. Ταμείο Σ.Ε.Υ. Πρακτορείων
Φ55/4218/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠΔΔ/30-7-87 και ΦΕΚ 188/ΝΠΔΔ/25-9-87)
Αριθμός υπαλλήλων 7
6. Ταμείο Ε.Α.Υ. Φαρμακευτικών Εργασιών
α) Φ123/4495/3-8-1987 (ΦΕΚ 169/ΝΠΔΔ/31-8-87) β) Φ123/6843/15-12-1987 (ΦΕΚ 251 /ΝΠΔΔ/31-12-87 ) γ) Απ. 137/2908/15-5-1989) (ΦΕΚ 87/ΝΠΔΔ/17-5-89)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 12.
7. Ταμείο Ε.Α.Π.Ε. Λιπασμάτων
α) Φ 104/4153/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠΔΔ/30-7-87) β) Φ 104/6349/19-11-1987 (ΦΕΚ 232/ΝΠΔΔ/3-12-87)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 2
8. Ταμείο Ε.Α.Υ.Ε. Καταστημάτων
α) Φ113/4130/16-7-1987 (ΦΕΚ 150/ΝΠΔΔ/6-8-87) β) Φ 113/6189/10-11-1987 (ΦΕΚ 226/ΝΠΔΔ/23-11-87)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 10.
9. Ταμείο Α.Χ.Μ.Α.Υ.Χ. Αξιών Αθηνών
Φ40/4187/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠΔΔ/30-7-87)
Αριθμός υπαλλήλων 3.
10. Ταμείο Α.Τ. Τύπου Αθηνών
Φ57/4332/23-7-1987 (ΦΕΚ 158/ΝΠΔΔ/12-8-87)
Αριθμός υπαλλήλων 2
11. Ταμείο Ε.Α.Υ.Π. Εταιρειών Τσιμέντων
α) Φ109/5108/15-9-1987 (ΦΕΚ 190/ΝΠΔΔ/1-10-87) β) Φ 109/2192/26-4-1988 ΦΕΚ 76/ΝΠΔΔ/9-5-88)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 10
12. Ταμείο Α.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων
α) Φ143/4169/16-7-1987 (ΦΕΚ 152/ΝΠΔΔ/7-8-87 και ΦΕΚ 186/ΝΠΔΔ/24-9-87) β) Φ143/6195/13-11-1987 (ΦΕΚ 224/ΝΠΔΔ/20-11-87)
Συνολικός αριθμός υπαλλήλων 4.
Άρθρο 25
Κύρωση αποφάσεων
Κυρώνονται από τότε που εκδόθηκαν οι κατωτέρω υπουργικές αποφάσεις:
1. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 1533/12.5.1989 (ΦΕΚ 358/ τ.Β ` της 15.5.1989), της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“ΑΡΙΘ. 1533
Καθορισμός χρονικών ορίων λειτουργίας καταστημάτων περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης για τη θερινή περίοδο 1989.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του πρώτου και δεύτερου άρθρου του Ν.1788/88, που κύρωσε την με αριθμ. 10/19.1.88 Π.Υ.Σ. “Ρυθμίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην Αθήνα”.
2. Τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 1558/85 “Κυβέρνηση και κυβερνητικά όργανα”.
3. Τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν κατά τη Θερινή περίοδο και την υπάρχουσα υποδομή στα καταστήματα.
4. Τις απόψεις των οικείων επαγγελματικών οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων.
5. Την από 11.5.89 γνώμη του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.
6. Τις ανάγκες εξυπηρέτησης του καταναλωτικού κοινού.
Αποφασίζουμε
Καθορίζουμε το ωράριο λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων, καταστημάτων τροφίμων και κρεοπωλείων – οπωρολαχανοπωλείων περιοχής τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης, από 16 Μαϊου 1989, για τη θερινή περίοδο ως εξής:
α. Εμπορικών καταστημάτων – καταστημάτων τροφίμων και οπωρολαχανοπωλείων:
Δευτέρα 8.00 – 15.00 Τρίτη 8.00 – 14.00 και 17.30 – 20.30 Τετάρτη 8.00 – 15.00 Πέμπτη 8.00 – 14.00 και 17.30 – 20.30 Παρασκευή 8.00 – 14.00 και 17.30 – 20.30 Σάββατο 8.00 – 15.00
β. Κρεοπωλείων:
Δευτέρα 7.30 – 15.00 Τρίτη 7.30 – 15.30 Τετάρτη 7.30 – 15.30 Πέμπτη 7.30 – 15.30 Παρασκευή 7.30 – 13.30 και 17.30 – 20.30 Σάββατο 7.30 – 15.00
Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και θα επικυρωθεί με νομοθετική διάταξη.
2. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας αριθ. 30962/27.4.1989 (ΦΕΚ 315/ τ.Β ` της 27.4.1989), της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“Αριθ. 30962
Χρόνος καταβολής ειδικού εποχιακού βοηθήματος Ν. 1836/89. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα”.
2. Τις διατάξεις του Ν.1836/1989 “Προώθηση της απασχόλησης και επαγγελματικής κατάρτισης και άλλες διατάξεις”.
3. Την αριθμ. 32702/30.11.88 απόφασή μας “Ειδικό εποχιακό βοήθημα στους οικοδόμους”.
Δ59/Ω
4. Την αριθμ. 30659/31.3.1989 απόφασή μας “Ειδικό εποχιακό βοήθημα προς ομοειδείς επαγγελματικές κατηγορίες (εκτός οικοδόμων) και ειδικό βοήθημα προς μεμονωμένους ασφαλισμένους” όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα.
5. Την αριθμ. 1532/25.4.1989 απόφαση του ΔΣ του ΟΑΕΔ (αρ. συνεδριάσεως 20/25.4.89) που μας υποβλήθηκε με το αρ. 112635/26.4.89 έγγραφο του Οργανισμού.
Αποφασίζουμε
Ι. Στις ομοειδείς επαγγελματικές κατηγορίες της παρ.1 του άρθρου 22 του Ν. 1836/89, εκτός των οικοδόμων, λατόμων, ασβεστοποιών και υδραυλικών, το ειδικό εποχιακό βοήθημα καταβάλλεται μία φορά το έτος κατά το από 1η Μαϊου έως 20 Δεκεμβρίου χρονικό διάστημα.
Ο έλεγχος των προϋποθέσεων καταβολής του βοηθήματος διενεργείται κατά το διάστημα από 1η Φεβρουαρίου έως 31 Μαρτίου κάθε έτος. Ειδικά για το βοήθημα του έτους 1989 ο έλεγχος των προϋποθέσεων θα πραγματοποιηθεί κατά την περίοδο καταβολής του βοηθήματος.
ΙΙ. Για την καταβολή του ειδικού βοηθήματος της παρ. 6 του άρθρου 22 του Ν. 1836/1989 δεν απαιτείται, κατά την περίοδο της “πρώτης εφαρμογής” της με αρ. 30659/31.3.89 απόφασής μας, που είναι το διάστημα των έξι μηνών, η συνδρομή στο πρόσωπο του άνεργου της ιδιότητας του ασφαλισμένου.
ΙΙΙ. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρ. 22 του Ν. 1836/ 1989 και της αρ. 30659/1989 απόφασής μας, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την αρ.30902/ 1989 όμοια.
ΙV. Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και να κυρωθεί με νόμο.
3. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 51590/19.7.1989 (ΦΕΚ 553/Β/ 21-7-1985), της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“Αριθ. 51590
Παράταση προθεσμίας υποβολής δικαιολογητικών του Π.Δ/τος 901/76.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Π.Δ/τος 1156/77 “Περί Οργανισμού του Υπουργείου Εργασίας”.
2. Τις διατάξεις του Ν. 1558/85 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα”.
3. Τις διατάξεις του Π. Δ/τος 901/76 “Περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του Π.Δ/τος 189/75 και περί οικονομικής ενισχύσεως των επί τη βάσει του Νόμου 89/1975 ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων”.
4. Το άρθρο 27 του Ν. 1264/1982 “Για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος κ.λπ.”.
Αποφασίζουμε:
Παρατείνουμε τις προθεσμίες υποβολής αίτησης και δικαιολογητικών για οικονομική ενίσχυση των συνδικαλιστικών οργανώσεων έτους 1989, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ.1, περίπτωση δ` του άρθρου 1 του Π.Δ/τος 901/76 από τη λήξη τους μέχρι 31 Οκτωβρίου 1989.
Η παραπάνω απόφαση που θα κυρωθεί με νόμο, να κοινοποιηθεί και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
4. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 14949/30.5.1989 (ΦΕΚ 452 τ.Β` της 12.6.1989), της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“Αριθ. 14949
Συμπλήρωση και τροποποίηση μερικών διατάξεων φορτοεκφορτωτικών εργασιών.
ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα”. 2. Τις διατάξεις του Π.Δ. 1156/1977 “περί οργανισμού του Υπουργείου Εργασίας”.
3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 74/1975 καθώς και του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966.
4. Τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 3239/1955.
5. Την επείγουσα ανάγκη λήψεως συμπληρωματικών μέτρων για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών των εργαζομένων στις φορτοεκφορτωτικές εργασίες.
Αποφασίζουμε
Ι. Συμπληρώνεται το άρθρο 5 του Ν. 74/1975 ως ακολούθως:
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού προστίθεται η εξής διάταξη:
“Επίσης περιλαμβάνονται και οι παρακάτω σκοποί:
α. Η επιδότηση των υποαπασχολουμένων φορτοεκφορτωτών ξηράς και κομιστών τελωνείων ξηράς, εφόσον υπάγονται στα οικεία Κεφάλαια Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών (Κ.Α.Φ.).
β. Η χορήγηση ατόκων ομαδικών δανείων διαρκείας μέχρι δέκα ετών στους φορτοεκφορτωτές λιμένων και ξηράς για την αγορά μηχανικών μέσων φορτοεκφορτώσεων και εργαλείων (γερανοί, κλάρκ, αρτάνες, κ.λπ.)”.
2. Στο τέλος του άρθρου 5 προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 που έχουν ως εξής:
“4. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία, το ύψος του δανείου και της επιδότησης, η διάρκεια επιδότησης και δανειοδότησης, η εξόφληση του δανείου και κάθε συναφής λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις μας.
Με ίδιες αποφάσεις καθορίζονται τα της οικονομικής ενίσχυσης των οικείων Κεφαλαίων Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών (ΚΑΦ) από το Λογαριασμό Προστασίας Φορτοεκφορτωτών και Λιμενεργατών (Λ.Π.Φ.Λ.) για τη μέσω τούτων καταβολή του δανείου και της επιδότησης στους φορτοεκφορτωτές, καθώς και του τρόπου των ενισχύσεων τούτων και απόδοσης λογαριασμού επ` αυτών.
5. Για την κάλυψη της δαπάνης που προκαλείται εκ της εφαρμογής της παρ.1 του άρθρου αυτού, που συμπληρώνεται με την παρούσα, θεσπίζονται υπέρ του Λ.Π.Φ.Λ. πόροι εκ ποσοστού 4% επί των κάθε φορά εισπραττομένων νομίμων εργατικών δικαιωμάτων που βαρύνουν τους παρακάτω υπόχρεους:
α. Τον φορτωτή ή παραλήπτη του εμπορεύματος ή είδους ως επαύξηση των τιμολογίων φορτοεκφορτώσεων ξηράς, εκ ποσοστού 2%.
β. Τους εργάτες φορτοεκφορτωτές ξηράς ως κράτηση, εκ ποσοστού 2%.
Οι ανωτέρω πόροι συνεισπράττονται με τους πόρους των Κεφαλαίων Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών (Κ.Α.Φ.) Ξηράς και με τη μέριμνα των οργάνων αυτών κατατίθενται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος στον οικείο λογαριασμό του Λ.Π.Φ.Λ.”.
ΙΙ. Το εδάφιο β` της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών της Εργατικής Νομοθεσίας και περί ετέρων τινών διατάξεων”, που αφορά τους πόρους των λογαριασμών αδείας, αντικαθίστανται ως εξής:
“Οι πόροι των λογαριασμών του προηγουμένου εδαφίου καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας.
Μέχρι την έκδοση απόφασης, σύμφωνα με το ανωτέρω εδάφιο, εξακολουθούν να ισχύουν οι κείμενες διατάξεις”.
ΙΙΙ. Το εδάφιο β` της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966, που αφορά την επέκταση των φορτοεκφορτωτικών διατάξεων, αντικαθίσταται ως εξής:
“Η επέκταση των διατάξεων των φορτοεκφορτωτικών εργασιών σε κοινότητες ενεργείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, μετά από έκθεση του αρμόδιου Νομάρχη και γνωμοδότηση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.)”.
ΙV. Η απόφαση αυτή που θα κυρωθεί με νόμο να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Σημ.: όπως η παρ.4 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το εδαφ.9 της υποπαραγράφου ΙΑ7 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12-11-2012).
5. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 17645/28-9-1989 (ΦΕΚ 729 τ.Β` της 29-9-1989) της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“Αριθ. 17645 Συμπλήρωση της 14949/30-5-1989 απόφασης Υπουργού Εργασίας “Συμπλήρωση και τροποποίηση μερικών διατάξεων φορτ/τικών εργασιών”.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα”.
2. Τις διατάξεις του Π.Δ.368/1989 “Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας”.
3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 74/1975 καθώς και του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966.
4. Τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 3239/1955.
5. Την αριθ. 14949/30-5-1989 απόφασή μας “Συμπλήρωση και τροποποίηση μερικών διατάξεων φορτοεκφορτωτικών εργασιών” (ΦΕΚ 452/Β/ 12-6-89).
6. Την επείγουσα ανάγκη λήψεως συμπληρωματικών μέτρων για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών των εργαζομένων στις φορτοεκφορτωτικές εργασίες, αποφασίζουμε:
Ι. Συμπληρώνεται η αριθμ. 14949/30-5-1989 απόφασή μας ως ακολούθως:
1. Στο τέλος της παραγρ. 1 της παραπάνω απόφασης προστίθεται υποπαράγραφος γ που έχει ως εξής:
“γ. Η λειτουργία θερινών κατασκηνώσεων για τα παιδιά των φορτοεκφορτωτικών λιμένων και ξηράς”.
Για την εκπλήρωση του παραπάνω σκοπού δύναται να αγοράζονται από το Λογαριασμό Προστασίας Φορτ/τών και Λιμενεργατών (Λ.Π.Φ.Λ.) κατάλληλοι οικοπεδικοί χώροι για την ανέγερση κτιριακών και λοιπών έργων εγκατάστασης.
Μέχρις ότου υλοποιηθεί ο ανωτέρω σκοπός δύναται με δαπάνες του Λ.Π.Φ.Λ. να αποστέλλονται τα παιδιά των φορτοεκφορτωτών σε κατασκηνώσεις δημόσιου τομέα”.
2. Στην παρ.2 της ως άνω απόφασης προστίθεται και παράγραφος 6 που έχει ως εξής:
“6. Οι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των κατασκηνώσεων καθώς και αποστολής των τέκνων φορτ/τών σε κατασκηνώσεις του Λ.Π.Φ.Λ. ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, η διάθεση των αναγκαίων κονδυλίων από το Λ.Π.Φ.Λ. για την εκπλήρωση του παραπάνω σκοπού, η διαδικασία αγοράς οικοπεδικών χώρων για την ανέγερση των αναγκαίων κτιριακών και λοιπών έργων εγκατάστασης και εξοπλισμού, καθώς και κάθε συναφής λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την ΥΑ(ΚΟΙΝΗ) 10828/2000 (Β 473)
Σημ.: όπως η παρ.5 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το εδαφ.9 της υποπαραγράφου ΙΑ7 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12-11-2012).
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.
Άρθρο 26
Κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η αριθ. ΔΙΠΠΠ/Φ.1/9390 Υπουργική Απόφαση που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 768/Β/25-10-1988 και της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:
“Αριθ. ΔΙΠΠΠ/Φ.1/9390
Προσλήψεις προσωπικού στο δημόσιο τομέα σύμφωνα με τους νόμους 1648/ 1986 και 1735/1987.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των ν. 1648/1986 (ΦΕΚ 147) και 1735/1987 (ΦΕΚ 195).
2. Οτι, για την καλύτερη εξυπηρέτηση του σκοπού στον οποίο αποβλέπει το σύστημα των προσλήψεων προσωπικού στο δημόσιο τομέα που καθιερώθηκε με τους ν. 1735/1987 και 1648/1986, κρίνονται ως αναγκαίες συγκεκριμένες συμπληρωματικές ρυθμίσεις, αποφασίζουμε:
Αρθρο 1
1. Μετά την τρίτη λέξη “…καλώς”, στον έβδομο στίχο της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν. 1735/1987 και πριν από τη λέξη “και” προστίθεται η φράση “10 μόρια”, όταν ο χαρακτηρισμός είναι “καλώς.
2. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του Ν. 1648/1986 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, ως εξής:
“Ομοίως προστατεύονται και πολύτεκνοι γονείς με 4 τέκνα ή ένα από τα τέκνα τους και όχι περισσότεροι από ένα μέλος της οικογένειας, αν δεν υπάρχουν υποψήφιοι πολύτεκνοι γονείς ή τέκνα τους του προηγούμενου εδαφίου”.
3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1648/1986 προστίθεται η εξής φράση: “και τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/82 (ΦΕΚ 115)”.
4. Η φράση με τις λέξεις “και αναπήρους”, στον τέταρτο στίχο της περίπτωσης β` της παραγράφου 11 του άρθρου 3 του ν. 1648/1986, που αρχίζει μετά την τελευταία λέξη “περιόδου” στον τρίτο στίχο της ίδιας παραγράφου και τελειώνει πριν από την λέξη “της” του τέταρτου στίχου αντικαθίσταται ως εξής: “τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, ως και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/1982 και προστατευόμενους”.
Αρθρο 2
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και να κυρωθεί με νόμο.
Αθήνα, 4 Οκτωβρίου 1988
Άρθρο 27
Κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η αριθ. 130558/12-6-1989 (ΦΕΚ 471 / τ.Β` της 16-6-1989) απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών, Εθνικής Αμυνας, Οικονομικών, Εργασίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:
“ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΕΘΝ. ΑΜΥΝΑΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/85 “Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα” (ΦΕΚ 177/Α/85).
2. Την γνώμη της Ειδικής Επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 του Ν. 1505/84.
Την ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων για βελτίωση των συνθηκών εργασίας και του εργασιακού χώρου γενικότερα των εργαζομένων στα Μηχανογραφικά Κέντρα του Δημοσίου των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α.
Αποφασίζουμε
1. Χορηγείται στους εργαζόμενους μπροστά σε οθόνες οπτικής καταγραφής μία ημέρα αδείας μετ` αποδοχών ανά δίμηνο πέραν της κανονικής, ύστερα από αίτηση του εργαζόμενου.
Το δικαίωμα αυτό θα πρέπει να ασκηθεί εντός του συγκεκριμένου διμήνου άλλως χάνεται.
2. Καθίσταται υποχρεωτική η απομάκρυνση των εγκύων από τις οθόνες οπτικής καταγραφής και η αλλαγή θέσης εργασίας τους για όλο το διάστημα της κύησης.
3. Καθιερώνονται 15λεπτα διαλείμματα κάθε δύο ώρες κατά την διάρκεια του ωραρίου για όσους εργαζόμενους απασχολούνται μπροστά σε οθόνες πάνω από 4 ώρες την ημέρα συνολικά ή κάνουν διορθωτική εργασία ασχέτως αριθμού ωρών.
Τα διαλείμματα αυτά δεν συσσωρεύονται.
Για όσους παίρνουν ήδη διάλειμμα μισής ώρας, το διάλειμμα αυτό συμψηφίζεται με το παραπάνω χωρίς σώρευση.
Δεν δικαιολογείται διάλειμμα για άλλες κατηγορίες εργαζομένων πλην των αναφερομένων στην παράγραφο 1.
4. Βελτιώνονται οι συνθήκες εργασίας σε όλα τα μηχανογραφικά κέντρα με τα εξής τεχνικά μέτρα:
α) Εγκατάσταση κλιματισμού – αερισμού, όπου απαιτείται, η βελτίωση του υφισταμένου με προγραμματισμό και έγκριση σχετικών δαπανών, μελετών και έργων από το τρέχον έτος σε κάθε φορά. β) Διενέργεια ειδικών μελετών αντιμετώπισης του θορύβου σε κάθε μηχανογραφικό κέντρο, η ανάθεση των οποίων θα γίνει το τρέχον έτος ή ο προγραμματισμός και η έγκρισή τους το αργότερο το επόμενο έτος για κάθε φορέα. γ) Για την επίτευξη εργονομικών ρυθμίσεων προμήθειες και εγκαταστάσεις, κατά το τρέχον έτος, των παραπάνω στοιχείων που θα χρησιμοποιηθούν από τους εργαζόμενους μπροστά σε οθόνες:
– Ρυθμιζόμενα και περιστρεφόμενα καθίσματα – Υποπόδια – Ρυθμιζόμενα αναλόγια κειμένου – Ρυθμιζόμενες κουρτίνες – Κοινά φώτα και όχι φθορισμού ύστερα από αίτημα των εργαζομένων – Εξασφάλιση σκούρων επιφανειών στα τραπέζια – Εξασφάλιση χώρου μπροστά στο πληκτρολόγιο ή ειδικού πλαισίου για τη στήριξη του χεριού.
5. Καθιερώνεται, με ευθύνη της διοίκησης του κάθε μηχανογραφικού κέντρου, διενέργεια σεμιναρίων επιμόρφωσης για τους κινδύνους και τα μέτρα προστασίας των εργαζομένων μπροστά σε οθόνες και οπωσδήποτε τη διενέργεια σεμιναρίων πριν την ανάληψη εργασίας από νέους υπαλλήλους.
6. Καθιερώνονται προληπτικές ιατρικές εξετάσεις για όλο το προσωπικό που εργάζεται μπροστά σε οθόνες από ιατρό Οφθαλμίατρο και Ορθοπεδικό, μία φορά το χρόνο ή και όταν παρίσταται ανάγκη κατά περίπτωση. Μέχρις ότου προσληφθούν Γιατροί Εργασίας στους κατά τα ανωτέρω φορείς οι παραπάνω εξετάσεις θα διενεργούνται από γιατρούς στρατιωτικών νοσοκομείων.
7. Παρέχονται ειδικά γυαλιά, όταν αυτό συσταθεί από τον Οφθαλμίατρο καταβάλλοντας το κόστος αγοράς από την ασφάλιση του δημοσίου.
Η απόφαση αυτή που θα κυρωθεί με νόμο να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Άρθρο 28
1. Με Προεδρικό διάταγμα που προτείνει ο Υπουργός Εργασίας, μπορεί να κωδικοποιηθούν σε ενιαίο κείμενο, υπό τον τίτλο “κωδικοποίηση διατάξεων για συλλογικές συμβάσεις και διαπραγματεύσεις” όλες οι ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, του ν. 3239/55 “περί τρόπου ρυθμίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως κ.λπ.”, του ν.δ. 1198/72 “περί του τρόπου ρυθμίσεως των όρων αμοιβής και εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου κ.λπ.” όπως και των μεταγενέστερων νόμων που τους τροποποίησαν ή τους συμπλήρωσαν έστω και εμμέσως. Κατά την κωδικοποίηση αυτήν επιτρέπεται η νέα διάρθρωση της νομοθετικής ύλης, η συγχώνευση άρθρων και προσθήκη νέων, η φραστική διευκρίνιση και η διόρθρωση και προσαρμογή της ορολογίας, αρκεί πάντοτε να μην αλλοιώνεται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων.
Η Κωδικοποίηση αυτή γίνεται από επταμελή επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και περιλαμβάνει ανώτερους υπάλληλους του Υπουργείου Εργασίας και λειτουργεί εκτός ωρών εργασίας των Δημοσίων Υπηρεσιών.
Εισηγητής χωρίς ψήφο, ορίζεται υπάλληλος της Διευθύνσεως Δ3 του Υπουργείου. Επίσης στην επιτροπή μπορούν να προστεθούν και δύο επιστήμονες ειδικοί στα εργατικά ή κοινωνιολογικά θέματα.
2. Για τη διευκρίνιση κάθε χρήσιμης λεπτομέρειας στην εφαρμογή αυτού του νόμου, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εργασίας.
Άρθρο 29
1. Οι περιπτ. α, β` και ζ` της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 1597/ 1986 (Α` 68) αντικαθίστανται ως εξής:
“α. Η παραγωγή της πραγματοποιείται από Ελληνες ή από νομικό πρόσωπο εγκαταστημένο στην Ελλάδα και του οποίου ο νόμιμος εκπρόσωπος είναι Ελληνας. β. Το πρωτότυπο της ταινίας είναι ελληνόγλωσσο και έχει σενάριο και διαλόγους γραμμένους στην ελληνική γλώσσα, από συγγραφέα Ελληνα ή ελληνικής καταγωγής, ασχέτως μέρους των διαλόγων που έχουν γυριστεί σε άλλη γλώσσα όπως επιβάλλει το σενάριο ή έχει σενάριο γραμμένο από συγγραφέα υπήκοο των χωρών μελών της ΕΟΚ το οποίο πρέπει να μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα.
Σε περίπτωση συμμετοχής ξένου ηθοποιού είναι απαραίτητη η μεταγλώττισή του στην ελληνική γλώσσα”.
“ζ. Το σύνολο του εργατικού προσωπικού είναι Ελληνες και έχουν ασφαλιστεί στο Ι.Κ.Α. ή άλλο δημόσιο ασφαλιστικό οργανισμό ή σε ένα από τα καθεστώτα κοινωνικής ασφάλισης που ισχύουν στα άλλα κράτη μέλη της Ε.Ο.Κ.”.
2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 5 του ν. 1597/1986 αντικαθίστανται ως εξής:
“2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της ανωτέρω παραγράφου, οι πολίτες κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας εξομοιώνονται με τους Ελληνες πολίτες.
3. Με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κινηματογραφίας μπορούν να εξαιρεθούν κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1, εκτός από αυτό που αφορά στην υποχρέωση έκδοσης του πρωτοτύπου της ταινίας στην ελληνική γλώσσα”.
4. Οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 7 του ν. 1597/1986, αντικαθίστανται ως ακολούθως:
“4. α.Κάθε χρόνο καταβάλλεται στους επιχειρηματίες αιθουσών προβολής ταινιών ποσό ίσο με ποσοστό 20% του ειδικού φόρου που εισπράχθηκε από τα εισιτήρια που πραγματοποίησε η αίθουσα στη διάρκεια του χρόνου.
β. Αν η αίθουσα έχει προβάλει ταινίες που οι διάλογοι της πρωτότυπης τελικής μορφής τους είναι στην ελληνική γλώσσα ασχέτως μέρους των διαλόγων που έχουν γυριστεί σε άλλη γλώσσα, όπως ενδεχομένως επιβάλλει το σενάριο, το ποσοστό αυξάνεται σε 30% για μια εβδομάδα προβολής, σε 40% για δύο και σε 55% για τέσσερις εβδομάδες προβολής. Κατά την προβολή ελληνικών ταινιών στη χειμερινή περίοδο, η αίθουσα πρέπει να έχει συμπληρώσει πλήρες δίωρο πρόγραμμα με ταινία μικρού μήκους. γ. Τα πιο πάνω ποσοστά (εδαφ .α και β) καταβάλλονται όταν η αίθουσα πραγματοποίησε μέχρι 100.000 εισιτήρια. Για τα εισιτήρια πάνω από 100.000 δεν καταβάλλεται οποιοδήποτε ποσό.
5. Τα ποσοστά που προβλέπονται στην παράγραφο 4 μπορούν να αναπροσαρμόζονται κάθε τρία χρόνια με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού”.
Άρθρο 30
Στις κατηγορίες των διατάξεων του άρθρου 2 παρ.1 του ν. 780/1978 περιλαμβάνονται και οι Τεχνικοί Τύπου Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Άρθρο 31
Από 1-1-1991 καταργείται η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 14 του ν.δ. 3755/1957 “περί αυξήσεως αναδρομικώς των αποδοχών των μισθωτών, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του ν.3239/1955 κ.λπ.”.
Άρθρο 32
1. Η παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 1469/1984 τροποποιείται ως εξής:
“4. Σε περίπτωση εργασίας αυτών που παίρνουν το επίδομα τύπου σύνταξης με βάση τη διάταξη του άρθρου 42 του ν.1140/1981 και των επιμέρους αποφάσεων που έχουν εκδοθεί, καταβάλλεται ολόκληρο το δικαιούμενο ποσό του επιδόματος από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς”.
2.Σημ.: όπως η παράγραφος 2 καταργήθηκε με το άρθρο 16, παρ.3 του Ν.2042/1992 (Α 75).
Άρθρο 33
Το οριζόμενο από το άρθρο 24 του ν. 1545/1985 (ΦΕΚ 91 /Α της 20-5-85) ανώτατο όριο αποζημίωσης αυξάνεται από την ισχύ του παρόντος στο ποσό του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) δραχμών.
Άρθρο 34
Μετάταξη – μεταφορά προσωπικού
1. Επιτρέπεται η μετάταξη τακτικών υπαλλήλων
α) Από υπουργείο ή αυτοτελή δημόσια υπηρεσία σε υπουργείο ή άλλη αυτοτελή δημόσια υπηρεσία ή σε ν.π.δ.δ.
β) Από ν.π.δ.δ. σε υπουργείο ή αυτοτελή δημόσια υπηρεσία ή άλλο ν.π.δ.δ., εφ` όσον με απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κρίνεται ότι πλεονάζουν, για οποιονδήποτε λόγο, στην υπηρεσία που ανήκουν οργανικώς. Η μετάταξη είναι υποχρεωτική και γίνεται, χωρίς αίτηση των υπαλλήλων, σε κενή θέση. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, η μετάταξη μπορεί να γίνεται με μεταφορά της θέσης που κατέχει ο μετατασσόμενος. Η θέση αυτή μεταφέρεται αυτοδικαίως με την απόφαση της μετάταξης και εντάσσεται στις θέσεις του οικείου κλάδου ή σε συνιστώμενο κλάδο. Οι μετατασσόμενοι πρέπει να κατέχουν τα προσόντα του κλάδου στον οποίο μετατάσσονται.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
2. Για τους μετατασσόμενους εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 7 και των δύο πρώτων εδαφίων της παρ. 9 του άρθρου 20 του ν. 1735/1987.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
3. Προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, εφ` όσον με απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου κρίνεται ότι πλεονάζει, μεταφέρεται, χωρίς αίτησή του, σε υπηρεσίες του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. και κατατάσσεται σε κενές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφ` όσον έχει τα προσόντα που προβλέπονται για τις θέσεις αυτές. Αν δεν υπάρχουν κενές θέσεις, η κατάταξη γίνεται σε θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, αντίστοιχης εκπαιδευτικής βαθμίδας, οι οποίες συνιστώνται αυτοδικαίως με την απόφαση μεταφοράς, κατά ειδικότητα και αριθμό ίσο με τον αριθμό των προσώπων που θα καταταγούν σ` αυτές. Για το συνολικό αριθμό των θέσεων αυτών κατά ειδικότητα εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Το παραπάνω προσωπικό υπόκειται στις διατάξεις του κεφ. Γ` του ν. 993/1979, όπως ισχύουν.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
4. Για το προσωπικό που μεταφέρεται έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις των παρ. 14, 16 και 17 του άρθρου 20 του ν. 1735/1987.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στη Δ.Ε.Η., στον Ο.Τ.Ε. και στις τράπεζες του δημόσιου τομέα, στις επιχειρήσεις που υπάγονται στον Ο.Α.Ε., καθώς και στις επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα που δεν είναι βιώσιμες, ιδίως λόγω πτώχευσης, ή που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
6. Προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ., εφ` όσον με απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου κρίνεται ότι πλεονάζει με οποιονδήποτε τρόπο, μεταφέρεται, χωρίς αίτηση, σε υπηρεσίες του Δημοσίου ή ν.Π.δ.δ., όπως ορίζεται στις περιπτώσεις α- β της παρ. 1. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παρ. 3 και 4.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
7. Οταν η μετάταξη ή μεταφορά γίνεται σε κενή θέση ή συνιστώμενη προσωπαγή θέση, καταργείται με την απόφαση μετάταξης ή μεταφοράς η θέση που κατέχει ο μετατασσόμενος ή μεταφερόμενος υπάλληλος.
8. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, τα υπηρεσιακά συμβούλια των υπουργείων, των ν.π.δ.δ. και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα υποχρεούνται εντός τεσσάρων μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου να κρίνουν με απόφασή τους για την ύπαρξη πλεονάζοντος προσωπικού κατά κλάδο ή ειδικότητα. Η κρίση για την ύπαρξη πλεονάζοντος προσωπικού θα επαναληφθεί και κατά το έτος 1992 και η σχετική διαδικασία θα αρχίσει το Φεβρουάριο του έτους αυτού. Τα υπηρεσιακά συμβούλια πρέπει να έχουν αποφανθεί το αργότερο μέχρι το τέλος Απριλίου του ιδίου έτους. Η απόφαση των υπηρεσιακών συμβουλίων γνωστοποιείται εντός δέκα (10) ημερών στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης και το πλεονάζον προσωπικό τίθεται αυτοδικαίως στη διάθεση του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης για μετάταξη ή μεταφορά. Η μετάταξη ή μεταφορά διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των οικείων υπουργών. Αν σε φορείς της παρ. 3 δεν λειτουργεί υπηρεσιακό συμβούλιο, για τη μεταφορά προσωπικού απαιτείται απόφαση του συλλογικού οργάνου διοίκησης αυτών.
Μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλου χωρίς αίτησή του, κατ` εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται μόνο μία φορά. Μετάθεση ή απόσπαση σε υπηρεσία άλλου νομού, χωρίς αίτηση του υπαλλήλου που μετατάσσεται ή μεταφέρεται με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, απαγορεύεται πριν παρέλθει εξάμηνο.
9. Τα υπηρεσιακά συμβούλια, προκειμένου να κρίνουν για την ύπαρξη ή μη πλεονάζοντος προσωπικού κατά κλάδο ή ειδικότητα, λαμβάνουν υπόψη τους τον αριθμό του υπηρετούντος προσωπικού, μόνιμο και με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατά κλάδο και ειδικότητα για κάθε φορέα, την οργανωτική διάρθρωση των υπηρεσιών, την έκταση των αρμοδιοτήτων τους, τον προγραμματισμό ή μη νέων δραστηριοτήτων και την έκτασή τους, τη δυνατότητα εφαρμογής συστημάτων πληροφορικής και μηχανοργάνωσης, το γεγονός της μη πλήρους απασχόλησης μέρους του προσωπικού ή της μη απασχόλησής του σε εργασίες αντίστοιχες των προσόντων τους, τη δυνατότητα ανακατανομής του υπηρετούντος προσωπικού και την ανάγκη μείωσης των δαπανών προσωπικού και εντατικοποίησης της εργασίας. Η ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων και μόνο δεν μπορεί να αποτελέσει αιτιολογία κρίσης για μη ύπαρξη πλεονάζοντος προσωπικού. Ο Υπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης μετά από έλεγχο του Σώματος Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, μπορεί να ζητεί αρμοδίως την επανεξέταση της σχετικής απόφασης του υπηρεσιακού συμβουλίου”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 56 του Ν. 1943/1991 (ΦΕΚ Α 50)
10. Οι διατάξεις της παρ. 6-10 του άρθρου 17 του ν. 1586/1986 εφαρμόζονται και για τους υπαλλήλους που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.
11.Σημ.: όπως η παρ. 11 καταργήθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 56 του Ν. 1943/ 1991 (ΦΕΚ Α 50).
12.Σημ.: όπως η παρ. 12 του άρθρου 34 καταργήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 2085/1992 (ΦΕΚ Α 170).
Άρθρο 35
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει ένα μήνα μετά από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με δυνατότητα παράτασης του χρόνου αυτού κατά ένα μήνα ακόμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις. Ειδικά οι διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του παρόντος ισχύουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.