Νόμος 1841 ΦΕΚ Α΄94/14.4.1989

Κύρωση του Πρωτοκόλλου αριθμός 8 της Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδουμε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του  Συντάγματος το Πρωτόκολλο αριθμός 8 της Σύμβασης για την προάσπιση των  Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, όπως αυτή  ισχύει μετά την κύρωση των πρωτοκόλλων της 3 και 5 (ΦΕΚ 365/1974).

Το Πρωτόκολλο αυτό υπογράφηκε στη Βιέννη, στις 19 Μαρτίου 1985. Το  κείμενό του στο πρωτότυπο στη γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην  ελληνική έχει ως εξής:

“Πρωτόκολλο αριθμός 8 της Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών

Τα Κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπογράφουν αυτό το  πρωτόκολλο της Σύμβασης για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου  και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4  Νοεμβρίου 1950 (ακολούθως αναφερόμενη “η σύμβαση”),

Θεωρώντας, ότι είναι επιθυμητό να τροποποιήσουν ορισμένες διατάξεις  της σύμβασης με σκοπό να βελτιωθεί και ειδικότερα να επιταχυνθεί η  διαδικασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Θεωρώντας ότι είναι επίσης σκόπιμο να τροποποιηθούν ορισμένες  διατάξεις της Σύμβασης που αφορούν την διαδικασία του Ευρωπαϊκού  Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,

Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Το κείμενο του άρθρου 20 της σύμβασης αποτελεί την παράγραφο 1 του  ίδιου άρθρου και συμπληρώνεται με τις επόμενες τέσσερις παραγράφους:

“2. Η Επιτροπή συνεδριάζει σε Ολομέλεια. Μπορεί, πάντως, να  συνιστά τμήματα καθένα από τα οποία αποτελείται από επτά μέλη  τουλάχιστον.

Τα τμήματα μπορούν να εξετάζουν αιτήσεις, που υποβάλλονται κατ`  εφαρμογή του άρθρου 25 της παρούσας σύμβασης, οι οποίες μπορούν να  εξετασθούν βάσει της κειμένης νομολογίας ή που δεν δημιουργούν σοβαρά  θέματα ερμηνείας ή εφαρμογής της σύμβασης. Μέσα στα πλαίσια αυτά και  υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου, τα  τμήματα ασκούν όλες τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή από  τη σύμβαση.

Το μέλος της Επιτροπής που έχει εκλεγεί με την ιδιότητα του  εκπροσώπου ενός υψηλού συμβαλλόμενου μέρους εναντίον του οποίου έχει  κατατεθεί μία αίτηση έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στο τμήμα που  επιλαμβάνεται αυτής της αίτησης.

3. Η Επιτροπή μπορεί να συνιστά υποεπιτροπές, καθεμία από τις οποίες  απαρτίζεται από τρία τουλάχιστον μέλη με εξουσία ασκούμενη ομοφώνως,  να κηρύσσουν απαράδεκτη ή να διαγράφουν από τον κατάλογο των υποθέσεων  μία αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 25, όταν αυτή η απόφαση  μπορεί να ληφθεί χωρίς περαιτέρω εξέταση.

4. Ένα τμήμα ή υποεπιτροπή μπορεί οποτεδήποτε να παραιτείται της  δικαιοδοσίας της υπέρ της ολομέλειας της Επιτροπής, η οποία μπορεί  επίσης να διατάσσει την παραπομπή σ` αυτήν κάθε αίτησης η οποία έχει  ανατεθεί σε ένα τμήμα ή υποεπιτροπή.

5. Μόνο η ολομέλεια της Επιτροπής μπορεί να ασκεί τις ακόλουθες  αρμοδιότητες:

α. την εξέταση των αιτήσεων που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο  24,

β. την παραπομπή υπόθεσης στο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 48α,

γ. την κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας σύμφωνα με  το άρθρο 36”.

Άρθρο 2

Το άρθρο 21 της σύμβασης συμπληρώνεται με την ακόλουθη παράγραφο 3:

“3. Οι υποψήφιοι πρέπει να χαίρουν της υψηλοτέρας ηθικής εκτιμήσεως  και να κατέχουν τα προσόντα που απαιτούνται για την άσκηση υψηλών  δικαστικών καθηκόντων ή να είναι αναγνωρισμένης αυθεντίας στο εθνικό ή  διεθνές δίκαιο”.

Άρθρο 3

Το άρθρο 23 της σύμβασης συμπληρώνεται με το ακόλουθο εδάφιο:

“Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν μπορούν να κατέχουν θέσεις  ασυμβίβαστες με τις απαιτήσεις της αμεροληψίας και της ετοιμότητας που  συνάδουν σ` αυτό το λειτούργημα”.

Άρθρο 4

Το κείμενο του άρθρου 28 της σύμβασης όπως τροποποιείται, αποτελεί  την πρώτη παράγραφο αυτού του άρθρου και το κείμενο του άρθρου 3Ο,  όπως τροποποιείται, αποτελεί τη δεύτερη παράγραφο. Το νέο κείμενο του  άρθρου 28 διατυπώνεται ως εξής:

“Άρθρο 28

1. Στην περίπτωση που η Επιτροπή αποδέχεται την αίτηση:

α. προβαίνει, με σκοπό την εξακρίβωση των γεγονότων, σε κατ`  αντιμωλίαν εξέταση της αίτησης, μαζί με τους αντιπροσώπους των μερών  και, αν είναι αναγκαίο, σε μια περαιτέρω έρευνα, για την  αποτελεσματικότερη διεξαγωγή της οποίας τα ενδιαφερόμενα κράτη θα  παρέχουν κάθε αναγκαία διευκόλυνση, μετά από ανταλλαγή απόψεων με την  Επιτροπή.

β. Συγχρόνως αυτή τίθεται στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών με  σκοπό την επίτευξη ενός φιλικού διακανονισμού της υπόθεσης που  βασίζεται στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτά  καθορίζονται σ` αυτή τη σύμβαση.

2. Εάν η Επιτροπή κατορθώσει να επιτύχει φιλικό διακανονισμό  συντάσσει έκθεση η οποία διαβιβάζεται στα ενδιαφερόμενα κράτη, στην  Επιτροπή Υπουργών και στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης  για δημοσίευση. Αυτή η έκθεση περιορίζεται σε μία σύντομη περιγραφή  των γεγονότων και της λύσης που επιτεύχθηκε”.

Άρθρο 5

Στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 29 της σύμβασης η λέξη “ομοφώνως”  αντικαθίσταται με τις λέξεις “με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών  της”.

Άρθρο 6

Η ακόλουθη διάταξη προστίθεται στη σύμβαση:

“Άρθρο 30

1. Η Επιτροπή, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, μπορεί ν` αποφασίζει  να διαγράφει μία αίτηση από τους καταλόγους της όταν οι συνθήκες  οδηγούν στο συμπέρασμα ότι:

α. ο αιτών δεν σκοπεύει να εμείνει στην αίτησή του, ή β. η υπόθεση έχει επιλυθεί, ή

γ. για οποιονδήποτε άλλο λόγο, του οποίου την ύπαρξη διαπιστώνει η  Επιτροπή, δε δικαιολογείται πλέον να συνεχιστεί η εξέταση της αίτησης.  Πάντως, η Επιτροπή συνεχίζει την εξέταση μιας αίτησης εάν αυτό απαιτεί  ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτά καθορίζονται σ` αυτή  τη σύμβαση.

2. Αν η Επιτροπή αποφασίσει να διαγράψει μία αίτηση από τους  καταλόγους της μετά την αποδοχή της από αυτή, συντάσσει έκθεση που  περιέχει περιγραφή των γεγονότων και την απόφαση διαγραφής με την  αιτιολογία της. Η έκθεση διαβιβάζεται, στα μέρη καθώς και στην  Επιτροπή Υπουργών για να λάβουν γνώση. Η Επιτροπή μπορεί να  δημοσιεύσει την έκθεση.

3. Η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την επανεγγραφή μιας αίτησης  στον κατάλογο των υποθέσεων εάν θεωρεί ότι οι συνθήκες δικαιολογούν  αυτή την απόφαση”.

Άρθρο 7

Η παράγραφος 1 του άρθρου 31 της σύμβασης διατυπώνεται ως εξής:

“1. Αν η εξέταση μιας αίτησης δεν έχει ολοκληρωθεί σύμφωνα με τα  άρθρα 28 (παράγραφος 2), 29 ή 30, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση στην  οποία διαπιστώνει τα γεγονότα και διατυπώνει τη γνώμη της ως προς το  αν τα διαπιστωθέντα γεγονότα αποκαλύπτουν μια παραβίαση από το  ενδιαφερόμενο κράτος των υποχρεώσεών του σύμφωνα με τη σύμβαση. Στην  έκθεση μπορούν να διατυπώνονται οι προσωπικές απόψεις των μελών της  Επιτροπής ως προς αυτό το σημείο”.

Άρθρο 8

Το άρθρο 34 της σύμβασης διατυπώνεται ως εξής:

“Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 20 (παράγραφος 3) και  29, οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με πλειοψηφία των μελών που  είναι παρόντα και ψηφίζουν”.

Άρθρο 9

Το άρθρο 40 της σύμβασης συμπληρώνεται με την ακόλουθη παράγραφο 7:

“7. Τα μέλη του Δικαστηρίου μετέχουν του Δικαστηρίου υπό την  ατομική τους ιδιότητα. Καθ` όλη τη διάρκεια της θητείας τους δεν  μπορούν να κατέχουν θέσεις ασυμβίβαστες με τις απαιτήσεις της  ανεξαρτησίας, της αμεροληψίας και της ετοιμότητας που συνάδουν σ` αυτό  το λειτούργημα”.

Άρθρο 10

Το άρθρο 41 της σύμβασης διατυπώνεται ως εξής:

“Το Δικαστήριο εκλέγει τον Πρόεδρό του και έναν ή δύο αντιπρόεδρους  για μία περίοδο τριών ετών. Αυτοί μπορούν να επανεκλεγούν”.

Άρθρο 11

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 43 της σύμβασης η λέξη “επτά”  αντικαθίσταται με τη λέξη “εννέα”.

Άρθρο 12

1. Αυτό το πρωτόκολλο ανοίγεται για υπογραφή από τα κράτη – μέλη  του Συμβουλίου της Ευρώπης που έχουν υπογράψει τη σύμβαση, τα οποία  μπορούν να εκφράσουν τη συναίνεσή τους να δεσμεύονται από:

α. υπογραφή χωρίς επιφύλαξη επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, ή

β. υπογραφή υπό την επιφύλαξη επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης που  θα ακολουθείται από επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση.

2. Τα όργανα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης θα κατατίθενται στο  Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Άρθρο 13

Αυτό το πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του μήνα που  ακολουθεί την πάροδο προθεσμίας τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά  την οποία όλα τα συμβαλλόμενα στη σύμβαση μέρη θα έχουν εκφράσει τη  συναίνεσή τους να δεσμεύονται από το πρωτόκολλο σύμφωνα με τις  διατάξεις του άρθρου 12.

Άρθρο 14

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιεί στα  κράτη – μέλη του Συμβουλίου:

α. κάθε υπογραφή

β. την κατάθεση κάθε οργάνου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης

γ. την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτού του πρωτοκόλλου σύμφωνα με  το άρθρο 13

δ. κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή ανακοίνωση σχετική με αυτό το  πρωτόκολλο.

Για να πιστοποιηθούν τα ανωτέρω, αυτοί που είναι εξουσιοδοτημένοι  ειδικά, υπογράφουν αυτό το πρωτόκολλο.

Έγινε στη Βιέννη, στις 19 Μαρτίου 1985, στην αγγλική και γαλλική  γλώσσα, κείμενα τα οποία είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα μόνο αντίτυπο  το οποίο θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα κοινοποιήσει  κυρωμένο αντίγραφο σε κάθε κράτος – μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης”.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα  της Κυβερνήσεως και του πρωτοκόλλου που κυρώνεται σύμφωνα με τα  οριζόμενα στο άρθρο 13 αυτού.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 13 Απριλίου 1989

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ.ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Οι Υπουργοί