Νόμος 1832 ΦΕΚ Α΄54/17.2.1989

Τροποποίηση και συμπλήρωση της νομοθεσίας για την τοπική αυτοδιοίκηση, την αποκέντρωση και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδουμε τον ακόλουθο Νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Τροποποίηση-Συμπλήρωση του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (Δ.Κ.Κ.).

Άρθρο 1

1. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Δ.Κ.Κ. (π.δ 76/1985 ΦΕΚ 27) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Δεν απαιτείται καμία άλλη διαδικασία, εκτός από αυτήν που ορίζεται στην παράγραφο αυτή”.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 10 του Δ.Κ.Κ. εφαρμόζονται και για τους δήμους.

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 13 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Κάθε δήμος και κάθε κοινότητα έχει ενιαία εδαφική περιφέρεια. Κάθε τμήμα της Χώρας ανήκει σε μία δημοτική ή κοινοτική περιφέρεια”.

4. Με απόφαση του νομάρχη, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη επιτροπής που αποτελείται από τους διευθυντές εσωτερικών και τεχνικών υπηρεσιών της νομαρχίας και τους δημάρχους ή προέδρους κοινοτήτων των ενδιαφερομένων δήμων και κοινοτήτων, επιτρέπεται νέος καθορισμός των ορίων των δήμων και κοινοτήτων, αν

α) μεταβληθούν τα φυσικά όρια εξαιτίας μεταγενέστερης εκτέλεσης έργων, που διακόπτουν τη συνέχεια της διοικητικής περιφέρειας, ή

β) συντρέχει αδυναμία εφαρμογής της οριογραμμής που έχει καθοριστεί, εξαιτίας ασάφειας στη σχετική διατύπωση των ορίων ή μεταγενέστερης ανοικοδόμησης πάνω σε αυτήν, ή

γ) έχουν εκτιμηθεί εσφαλμένα οι ανάγκες των κατοίκων.

Ο ενδιαφερόμενος δήμος ή κοινότητα μπορεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την ισχύ του νόμου αυτού να υποβάλει στον αρμόδιο νομάρχη σχετική αίτηση, στην οποία πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι ανακαθορισμού των ορίων και τα ακριβή σημεία τους.

Ο νομάρχης παραπέμπει την αίτηση στην πιο πάνω επιτροπή, η οποία ύστερα από επιτόπια έρευνα γνωμοδοτεί αιτιολογημένα για την αποδοχή ή μη της αίτησης. Η επιτροπή συγκαλείται με πρόσκληση του διευθυντή εσωτερικών της νομαρχίας και βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τα τρία τουλάχιστον από τα μέλη της. Αποφασίζει κατά πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας επικρατεί η ψήφος του διευθυντή εσωτερικών, ο οποίος και προεδρεύει της επιτροπής. Ο νομάρχης μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της γνώμης της επιτροπής αποφασίζει αιτιολογημένα για την αίτηση και, σε περίπτωση αποδοχής, παραπέμπει την υπόθεση στην επιτροπή ορίων για να αποφασίσει σχετικά και να προσδιορίσει τα νέα όρια.

5. Η περίπτωση γ` της παρ. 9 του άρθρου 18 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Του ενήλικου προκειμένου να αποκτήσει την αρχική δημοτικότητα που είχε ο ίδιος ή οι γονείς του. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται για μία μόνο φορά”.

6. Η παρ. 1 του άρθρου 27 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων ή προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και για την παροχή υπηρεσιών οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, οι σύνδεσμοι δήμων και κοινοτήτων, η Κεντρική `Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος, οι τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με φορείς του δημόσιου τομέα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65). Στις προγραμματικές συμβάσεις επιτρέπεται συμμετοχή και επιχειρήσεων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, συνεταιρισμών, επιμελητηρίων και επιστημονικών φορέων δημόσιου δικαίου”.

7. Η παράγραφος 3 του άρθρου 20 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Σε όλες τις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2 η γνώμη πρέπει να στέλνεται στην αρμόδια αρχή μέσα σε τρεις μήνες, από τότε που ο δήμος ή η κοινότητα ή η ένωση έλαβε το σχετικό ερώτημα”.

Άρθρο 2

1. Στο άρθρο 33 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

“6. Αν η τελεσίδικη απόφαση, βάσει της οποίας έγινε η εγκατάσταση των αρχών δήμου ή κοινότητας, αναιρεθεί και κριθεί κατ` ουσίαν η διαφορά από το Συμβούλιο της Επικρατείας, εκείνοι που ανακηρύσσονται ως επιτυχόντες με την αναιρετική απόφαση θεωρούνται ότι εγκαταστάθηκαν αναδρομικά σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παρ. 3 και 5. Η αναδρομική αυτή εγκατάσταση δεν θίγει το κύρος των πράξεων που εκδόθηκαν και δημοσιεύτηκαν από τις αρχές των οποίων η εκλογή ακυρώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αν το Συμβούλιο της Επικρατείας αναιρέσει την τελεσίδικη απόφαση, βάσει της οποίας έγινε η εγκατάσταση των δημοτικών και κοινοτικών αρχών, και αναπέμψει τη διαφορά για νέα κατ` ουσίαν κρίση στο δικαστήριο που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, η εγκατάσταση των αρχών που έγινε βάσει της απόφασης αυτής δεν θίγεται μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης για την εκλογική αυτή διαφορά. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση του τρίτου εδαφίου της”.

2. Το άρθρο 38 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 38

Προσόντα εκλογιμότητας

Μπορεί να εκλεγεί δήμαρχος, πρόεδρος κοινότητας, δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλος ο δημότης που έχει την ικανότητα να εκλέγει και έχει συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του κατά την ημέρα της διενέργειας των εκλογών”.

3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 39 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Δεν μπορούν επίσης να εκλεγούν ή να είναι δήμαρχοι, πρόεδροι κοινοτήτων και δημοτικοί ή κοινοτικοί σύμβουλοι όποιοι συνδέονται με το δήμο ή την κοινότητα με σύμβαση της οποίας το οικονομικό αντικείμενο είναι ετήσιας αξίας:

α) 500.000 δραχμών και άνω, αν πρόκειται για δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό έως 2.000 κατοίκους και

β) 1.000.000 δραχμών και άνω, αν πρόκειται για δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 2.000 κατοίκων. Το κώλυμα και το ασυμβίβαστο αυτό ισχύει και για τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων, διαχειριστές, μετόχους και εταίρους προσωπικών εταιρειών, που έχουν συμβληθεί με το δήμο ή την κοινότητα, καθώς και για κοινοπρακτούντα πρόσωπα”.

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 39 του Δ.Κ.Κ. καταργείται.

5. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 43 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Η εκλογή διενεργείται και από μόνο τον αντιπρόσωπο της δικαστικής αρχής, αν δεν προσέλθουν τα λοιπά τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της εφορευτικής επιτροπής”.

6. Στο άρθρο 55 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Οι διατάξεις του άρθρου 67 του π.δ. 152/1985 (ΦΕΚ 55) εφαρμόζονται αναλόγως και στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές”.

Άρθρο 3

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Αν μείνουν κενές έδρες συμβούλων των συνδυασμών και δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί κανενός συνδυασμού, ο νομάρχης προκηρύσσει σε δύο μήνες το αργότερο, την εκλογή τόσων συμβούλων όσες είναι οι κενές έδρες και ισάριθμων αναπληρωματικών”.

2. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 85 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Πριν από τη συζήτηση το συμβούλιο αποφαίνεται για το κατεπείγον των θεμάτων”.

3. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 86 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το κοινοτικό συμβούλιο μπορεί με την πλειοψηφία των μελών του να αποφασίζει να συνεδριάζει μόνιμα ή κατά περίπτωση σε άλλο κατάλληλο οίκημα της έδρας αν το ίδιο κρίνει ότι το κοινοτικό κατάστημα είναι ακατάλληλο ή δεν επαρκεί για τη συγκεκριμένη περίπτωση αντίστοιχα”.

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 87 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“6. Τρεις ημέρες μετά τη συνεδρίαση του κοινοτικού συμβουλίου δημοσιεύεται πίνακας στον οποίο σημειώνονται τα θέματα που συζητήθηκαν, ο αριθμός των αποφάσεων και περίληψη του περιεχομένου τους. Ο πίνακας αυτός τοιχοκολλάται στο κοινοτικό κατάστημα, εκτός αν άλλες διατάξεις προβλέπουν ειδικό τρόπο για τη δημοσίευση των αποφάσεων του κοινοτικού συμβουλίου. Οι κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεις του κοινοτικού συμβουλίου δημοσιεύονται ολόκληρες στο κοινοτικό κατάστημα. Για τις δημοσιεύσεις συντάσσεται αποδεικτικό από κοινοτικό υπάλληλο ή άλλο δημόσιο όργανο. Ο πρόεδρος της κοινότητας στέλνει στο νομάρχη απόσπασμα των πρακτικών που περιλαμβάνει κάθε απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου χωριστά, μαζί με αντίγραφο του αποδεικτικού δημοσίευσης, μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από τη συνεδρίαση”.

Άρθρο 4
Λαϊκή συνέλευση κατοίκων
Σε δήμους και κοινότητες με πληθυσμό μέχρι δέκα χιλιάδες κατοίκους, στους οποίους δεν υφίστανται συνοικιακά συμβούλια, ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας μπορούν να συγκαλούν τουλάχιστον μία φορά λαϊκή συνέλευση των κατοίκων στην οποία συζητούνται θέματα που αφορούν το δήμο ή την κοινότητα. Το πρακτικό της συνέλευσης αυτής, το οποίο συντάσσεται και υπογράφεται από υπάλληλο του δήμου ή της κοινότητας και τέσσερις από τους παρευρισκομένους εκλογείς, παραδίδεται στο δήμαρχο ή στον πρόεδρο της κοινότητας για την ενημέρωση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και τη λήψη σχετικών αποφάσεων.

Άρθρο 5

1. Η περίπτωση ζ` της παραγράφου 1 του άρθρου 91 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“ζ. Διατάζει την είσπραξη των κοινοτικών εσόδων και εκδίδει τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής σε βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται στον προϋπολογισμό ή έχουν εγγραφεί σε αυτόν ύστερα από αναμόρφωση και έχουν διατεθεί (ψηφιστεί) με αποφάσεις του αρμόδιου οργάνου, αφού προηγουμένως ελεγχθούν οι λογαριασμοί και τα δικαιολογητικά της δαπάνης από την υπηρεσία της κοινότητας”.

2. Στο άρθρο 91 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Σε βάρος προέδρου κοινότητας, ως διατάκτη πληρωμών, επιτρέπεται καταλογισμός μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια”.

3. Στο άρθρο 93 του Δ.Κ.Κ. η παράγραφος 3 αριθμείται ως 4 και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Αν αυτός που έχει εκλεγεί πρόεδρος της κοινότητας παραιτηθεί, εκπέσει, πεθάνει ή η θέση του μείνει κενή για οποιοδήποτε λόγο, ώσπου να εκλεγεί νέος πρόεδρος τα καθήκοντα του προέδρου ασκεί ο αντιπρόεδρος. Αν ο αντιπρόεδρος απουσιάζει ή κωλύεται ή δεν υπάρχει, τα καθήκοντα του προέδρου ασκεί ο σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και, σε περίπτωση ισοψηφίας, αυτός που είναι γραμμένος πρώτος κατά σειρά στην απόφαση του δικαστηρίου. Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι του επιτυχόντος συνδυασμού, τακτικοί ή αναπληρωματικοί, τα καθήκοντα του προέδρου, εκτελεί ο σύμβουλος του πρώτου επιλαχόντος συνδυασμού, που είχε εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και, σε περίπτωση ισοψηφίας, εκείνος που είναι γραμμένος πρώτος στην απόφαση του δικαστηρίου.

Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι του πρώτου επιλαχόντος συνδυασμού, καλούνται να ασκήσουν τα καθήκοντα του προέδρου σύμβουλοι από τους λοιπούς συνδυασμούς με τη σειρά της εκλογικής τους δύναμης και με τη σειρά που έχουν ανακηρυχθεί από το αρμόδιο δικαστήριο.

Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι ούτε των επιλαχόντων συνδυασμών ή έχει δηλωθεί μόνο ένας συνδυασμός, τα καθήκοντα του προέδρου εκτελεί ένας υπάλληλος της κοινότητας ή ένας δημόσιος υπάλληλος που ορίζεται από τον νομάρχη.

Ο υπάλληλος αυτός ασκεί τις αρμοδιότητες του προέδρου μόνο για να διεκπεραιώνει τρέχουσες υπηρεσιακές υποθέσεις και να αντιμετωπίζει κατεπείγοντα θέματα. Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις ο νομάρχης εκδίδει διαπιστωτική πράξη”.

Άρθρο 6

1. Στο άρθρο 98 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

“6. Η παραίτηση από το αξίωμα του προέδρου, αντιπροέδρου και του γραμματέα του δημοτικού συμβουλίου υποβάλλεται στο δημοτικό συμβούλιο και γίνεται οριστική αφότου το δημοτικό συμβούλιο την αποδεχθεί. Για το σκοπό αυτόν το συμβούλιο προσκαλείται σε συνεδρίαση από το σύμβουλο του επιτυχόντος συνδυασμού που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και, σε περίπτωση ισοψηφίας, από εκείνον που είναι γραμμένος πρώτος κατά σειρά στην απόφαση του δικαστηρίου και, αν αυτός κωλύεται για οποιοδήποτε λόγο, από τον αμέσως επόμενο στην απόφαση ανακήρυξης του συμβουλίου.

Στη συνεδρίαση αυτήν προεδρεύει ο σύμβουλος που συγκάλεσε το συμβούλιο και, αν αυτός δεν παρίσταται, ο αμέσως επόμενος κατά την πιο πάνω σειρά.

Σε κάθε περίπτωση η παραίτηση θεωρείται ότι γίνεται αποδεκτή μετά την παρέλευση ενός μήνα από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης στο γενικό πρωτόκολλο της υπηρεσίας. Ο παραιτούμενος παραμένει σύμβουλος και δεν μπορεί να επανεκλεγεί στο ίδιο αξίωμα μέσα στην ίδια διετία.

Στην ίδια συνεδρίαση το συμβούλιο, μετά την αποδοχή της παραίτησης, προβαίνει κατά περίπτωση στην εκλογή νέου προέδρου, αντιπροέδρου ή γραμματέα”.

2. Η περίπτωση γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“γ. αποφασίζει για τη διάθεση (ψήφιση) των πιστώσεων που είναι εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό ή έχουν εγγραφεί σε αυτόν ύστερα από αναμόρφωση, με εξαίρεση τις περιπτώσεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 187”.

3. Η περίπτωση ια` της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του Δ.Κ.Κ. καταργείται.

4. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Αν κανένας από τους συμβούλους των επιλαχόντων συνδυασμών δεν δεχθεί να εκλεγεί μέλος της δημαρχιακής επιτροπής, εκλέγεται στη θέση του ένας σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού”

5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 103 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Το πρώτο και το τρίτο έτος της δημοτικής περιόδου οι δημαρχιακές επιτροπές που έχουν περισσότερα από τρία μέλη στην πρώτη συνεδρίαση μετά την εκλογή τους εκλέγουν μεταξύ των μελών τους, με μυστική ψηφοφορία, τον αντιπρόεδρο”.

Άρθρο 7

1. Η περίπτωση ε` της παραγράφου 1 του άρθρου 105 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“ε. διατάζει την είσπραξη των δημοτικών εσόδων και εκδίδει (υπογράφει) τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής σε βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται στον προϋπολογισμό ή έχουν εγγραφεί σε αυτόν ύστερα από αναμόρφωση και έχουν διατεθεί (ψηφιστεί) με αποφάσεις του αρμόδιου οργάνου, αφού προηγουμένως έχουν ελεγχθεί τα σχετικά δικαιολογητικά από την αρμόδια υπηρεσία του δήμου”.

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 106 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Σε κάθε δήμο που έχει πραγματικό πληθυσμό πάνω από πέντε χιλιάδες κατοίκους, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τελευταίας απογραφής, και σε δήμους που είναι πρωτεύουσες νομών το δήμαρχο επικουρούν αντιδήμαρχοι. Σε δήμους που έχουν πληθυσμό πάνω από πέντε και έως δέκα χιλιάδες κατοίκους και σε δήμους που είναι έδρες πρωτευουσών νομού ορίζεται ένας αντιδήμαρχος.

Σε δήμους που έχουν πληθυσμό από δέκα και έως τριάντα πέντε χιλιάδες κατοίκους ορίζονται δύο αντιδήμαρχοι. Σε δήμους που έχουν πληθυσμό από τριάντα πέντε χιλιάδες και έως εβδομήντα χιλιάδες κατοίκους ορίζονται τρεις αντιδήμαρχοι. Σε δήμους που έχουν πληθυσμό πάνω από εβδομήντα χιλιάδες και έως εκατόν πενήντα χιλιάδες ορίζονται τέσσερις αντιδήμαρχοι.

Στους μεγαλύτερους δήμους ο αριθμός των αντιδημάρχων είναι ίσος με τον αριθμό των διαμερισμάτων και μπορεί να αυξηθεί κατά δύο με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου”.

3. Στο άρθρο 108 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Αν αυτός που έχει εκλεγεί δήμαρχος παραιτηθεί, εκπέσει, πεθάνει ή η θέση του μείνει κενή για οποιοδήποτε λόγο, τα καθήκοντα του δημάρχου εκτελεί, ώσπου να εκλεγεί νέος δήμαρχος, ο σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και σε περίπτωση ισοψηφίας εκείνος που είναι γραμμένος πρώτος κατά σειρά στην απόφαση του δικαστηρίου. Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι του επιτυχόντος συνδυασμού, τακτικοί ή αναπληρωματικοί, τα καθήκοντα του δημάρχου εκτελεί ο σύμβουλος του πρώτου επιλαχόντος συνδυασμού που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και, σε περίπτωση ισοψηφίας, εκείνος που είναι γραμμένος πρώτος στην απόφαση του δικαστηρίου.

Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι του πρώτου επιλαχόντος συνδυασμού, καλούνται να ασκήσουν τα καθήκοντα του δημάρχου σύμβουλοι από τους λοιπούς συνδυασμούς με τη σειρά της εκλογικής τους δύναμης και με τη σειρά που έχουν ανακηρυχθεί από το αρμόδιο δικαστήριο. Αν δεν υπάρχουν σύμβουλοι ούτε των επιλαχόντων συνδυασμών ή έχει δηλωθεί μόνο ένας συνδυασμός, τα καθήκοντα του δημάρχου εκτελεί ένας υπάλληλος του δήμου ή ένας δημόσιος υπάλληλος που ορίζεται από το νομάρχη. Ο υπάλληλος αυτός ασκεί τις αρμοδιότητες του δημάρχου μόνο για να διεκπεραιώνει τρέχουσες υπηρεσιακές υποθέσεις και να αντιμετωπίζει κατεπείγοντα θέματα. Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις ο νομάρχης εκδίδει διαπιστωτική πράξη”.

4. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 138 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Αν ο επιτυχών συνδυασμός δεν έχει υποψήφιο πάρεδρο σε κάποιο συνοικισμό ή ομάδα συνοικισμών, πάρεδρος εκλέγεται ο υποψήφιος πάρεδρος που πλειοψήφησε έναντι του αμέσως επόμενου, από άποψη εκλογικής δύναμης, συνδυασμού”.

5. Στο άρθρο 139 του Δ.Κ.Κ. η παράγραφος 3 αριθμείται ως 4 και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Σε περίπτωση μεταφοράς έδρας κοινότητας σε συνοικισμό όπου εκλέγεται πάρεδρος, η θητεία του παρέδρου του συνοικισμού αυτού λήγει από τη μεταφορά της έδρας της κοινότητας. Η ρύθμιση αυτή δεν έχει εφαρμογή, αν ο πάρεδρος έχει εκλεγεί σε συνοικισμό ο οποίος συμπεριλαμβάνεται σε ομάδα συνοικισμών που εκλέγουν κοινό πάρεδρο. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση ο πάρεδρος παύει να εκπροσωπεί το συνοικισμό στον οποίο μεταφέρεται η έδρα”.

Άρθρο 8
Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στο συμβούλιο και στον πρόεδρο του συμβουλίου του δημοτικού διαμερίσματος

1. Το δημοτικό συμβούλιο με απόφαση που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητές του στα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται σε μία τουλάχιστον εφημερίδα, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 106 παρ. 3 του Δ.Κ.Κ. και τοιχοκολλάται στο δημοτικό κατάστημα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 87 παρ. 6 του ίδιου Κώδικα.

Οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται μέσα στα όρια του δημοτικού διαμερίσματος.

2. Οι αποφάσεις των συμβουλίων των δημοτικών διαμερισμάτων για τα πιο πάνω αντικείμενα δημοσιεύονται σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 122 του Δ.Κ.Κ.

Για τη δημοσίευση αυτή συντάσσεται αποδεικτικό από υπάλληλο του δήμου.

Ο πρόεδρος του συμβουλίου του διαμερίσματος μέσα σε δέκα ημέρες από τη συνεδρίαση διαβιβάζει στο νομάρχη και στο δήμαρχο απόσπασμα των πρακτικών του συμβουλίου, το οποίο περιλαμβάνει κάθε απόφαση του συμβουλίου χωριστά, μαζί με αντίγραφο του αποδεικτικού δημοσίευσης.

Οι διατάξεις του άρθρου 90 του Δ.Κ.Κ. για τα κωλύματα συμμετοχής στη συνεδρίαση εφαρμόζονται και στα συμβούλια των δημοτικών διαμερισμάτων.

3. Οι αποφάσεις των συμβουλίων των δημοτικών διαμερισμάτων για τα πιο πάνω αντικείμενα είναι εκτελεστές από τη δημοσίευσή τους σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο.

4. Οι διατάξεις των άρθρων 152, 153 και 155 του Δ.Κ.Κ εφαρμόζονται αναλόγως και για τις πράξεις των συμβουλίων των δημοτικών διαμερισμάτων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

5. Κάθε έτος το δημοτικό συμβούλιο με απόφασή του καθορίζει το ανώτατο ύψος του προϋπολογισμού εξόδων κάθε δημοτικού διαμερίσματος. Η απόφαση αυτή διαβιβάζεται στο δημοτικό διαμέρισμα έως το τέλος Ιουλίου.

6. Το συμβούλιο του δημοτικού διαμερίσματος καταρτίζει σχέδιο του προϋπολογισμού εξόδων του διαμερίσματος για το επόμενο οικονομικό έτος. Ο προϋπολογισμός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ανώτατο ποσό που καθορίστηκε σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Το σχέδιο συνοδεύεται από αιτιολογική έκθεση η οποία περιέχει αιτιολόγηση κάθε εγγραφής και αποστέλλεται έγκαιρα στη δημαρχιακή επιτροπή έως το τέλος Σεπτεμβρίου.

7. Η δημαρχιακή επιτροπή εξετάζει:

α) αν οι συνολικές δαπάνες που αναγράφονται στο σχέδιο του προϋπολογισμού εξόδων του διαμερίσματος υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό που έχει καθοριστεί από το δημοτικό συμβούλιο για κάθε διαμέρισμα

β) αν οι δαπάνες αφορούν τις αρμοδιότητες που έχουν μεταβιβαστεί από το δημοτικό συμβούλιο στο διαμέρισμα και

γ) αν οι δαπάνες είναι νόμιμες. Η δημαρχιακή επιτροπή διαγράφει κάθε δαπάνη που δεν συγκεντρώνει τις πιο πάνω υπό στοιχεία β` και γ` προϋποθέσεις και, σε περίπτωση υπέρβασης του πιο πάνω ανώτατου ποσού, περικόπτει τα επί μέρους κονδύλια.

8. Το σχέδιο προϋπολογισμού εξόδων των δημοτικών διαμερισμάτων, όπως τελικά διαμορφώνεται από τη δημαρχιακή επιτροπή, εντάσσεται στο σχέδιο προϋπολογισμού του δήμου τον οποίο συντάσσει η δημαρχιακή επιτροπή κατά το άρθρο 188 παρ. 1 του Δ.Κ.Κ. Στον προϋπολογισμό του δήμου περιλαμβάνονται ιδιαίτερα κεφάλαια για κάθε δημοτικό διαμέρισμα.

9. Το πιο πάνω σχέδιο προϋπολογισμού εξόδων δημοτικού διαμερίσματος, αν δεν καταρτιστεί ή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα στη δημαρχιακή επιτροπή, καταρτίζεται από αυτήν.

10. Οι δήμαρχος, με απόφαση του που δημοσιεύεται σε μία τουλάχιστον εφημερίδα, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 106 παρ. 3 του Δ.Κ.Κ., μεταβιβάζει αρμοδιότητές τους στους προέδρους των συμβουλίων των δημοτικών διαμερισμάτων.

11. Ο πρόεδρος του συμβουλίου του δημοτικού διαμερίσματος:

α) εκτελεί τις αποφάσεις του συμβουλίου που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, β) εκδίδει τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής σε βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται στον προϋπολογισμό εξόδων για το δημοτικό διαμέρισμα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, αφού προηγουμένως έχουν ελεγχθεί τα σχετικά δικαιολογητικά από την αρμόδια υπηρεσία του δήμου.

12. Στον πρόεδρο του συμβουλίου του δημοτικού διαμερίσματος παρέχονται από το δήμο έξοδα παραστάσεως που ορίζονται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου.

13. Οι διατάξεις που αναφέρονται στον προϋπολογισμό του δήμου και του δημοτικού διαμερίσματος εφαρμόζονται από τον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους 1989.

Άρθρο 9
Συνοικιακά συμβούλια

1. Η διάταξη του άρθρου 147 του Δ.Κ.Κ. αριθμείται ως παράγραφος 1 και προστίθενται στο ίδιο άρθρο παράγραφοι, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και 9 ως εξής:

“2. Για τα πιο πάνω θέματα το συνοικιακό συμβούλιο αποφασίζει είτε με δική του πρωτοβουλία είτε ύστερα από παραπομπή από τα αρμόδια όργανα του δήμου ή της κοινότητας.

Οι αποφάσεις του συνοικιακού συμβουλίου διαβιβάζονται από τον πρόεδρό του στο δήμαρχο ή στον πρόεδρο της κοινότητας, ο οποίος μεριμνά για την επεξεργασία κάθε απόφασης από την αρμόδια υπηρεσία του δήμου ή της κοινότητας.

Μετά την επεξεργασία αυτήν η απόφαση του συνοικιακού συμβουλίου, συνοδευόμενη από τη σχετική εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας, διαβιβάζεται στο αρμόδιο, κατά περίπτωση, όργανο του δήμου ή της κοινότητας για να λάβει σχετική απόφαση. Η απόφαση του αρμόδιου οργάνου του δήμου ή της κοινότητας αποστέλλεται στο συνοικιακό συμβούλιο μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία περιέλευσης της απόφασης του συνοικιακού συμβουλίου στο δήμο ή στην κοινότητα.

3. Το δημοτικό ή το κοινοτικό συμβούλιο με απόφασή του, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών, μεταβιβάζει ορισμένες αρμοδιότητές του στα συνοικιακά συμβούλια. Η απόφαση αυτή δημοσιεύεται σε μία τουλάχιστον εφημερίδα, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 105 παρ. 3 και τοιχοκολλάται στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 87 παρ. 6.

Οι αρμοδιότητες αυτές ασκούνται μέσα στα όρια της συνοικίας.

4. Κάθε έτος το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο με απόφαση του καθορίζει το ανώτατο ύψος του προϋπολογισμού εξόδων λειτουργίας κάθε συνοικιακού συμβουλίου λαμβάνοντας υπόψη τις αρμοδιότητες που του έχει μεταβιβάσει και τις δραστηριότητές του. Η απόφαση αυτή διαβιβάζεται στο συνοικιακό συμβούλιο έως το τέλος Σεπτεμβρίου.

5. Το συνοικιακό συμβούλιο καταρτίζει σχέδιο του προϋπολογισμού εξόδων της συνοικίας για το επόμενο οικονομικό έτος, ο οποίος δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ανώτατο ποσό που καθορίστηκε σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Το σχέδιο συνοδεύεται από αιτιολογική έκθεση η οποία περιέχει αιτιολόγηση κάθε εγγραφής και αποστέλλεται έγκαιρα στη δημαρχιακή επιτροπή ή στον πρόεδρο της κοινότητας έως το τέλος Οκτωβρίου.

6. Η δημαρχιακή επιτροπή ή ο πρόεδρος της κοινότητας εξετάζει: α) αν οι συνολικές δαπάνες που αναγράφονται στο σχέδιο του προϋπολογισμού εξόδων της συνοικίας υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό που έχει καθοριστεί από το δημοτικό ή το κοινοτικό συμβούλιο για κάθε συνοικία,

β) αν οι δαπάνες αφορούν τις αρμοδιότητες που έχουν μεταβιβαστεί από το δημοτικό ή το κοινοτικό συμβούλιο στο συνοικιακό συμβούλιο και

γ) αν οι δαπάνες είναι νόμιμες.

Η δημαρχιακή επιτροπή ή ο πρόεδρος της κοινότητας διαγράφει κάθε δαπάνη που δεν συγκεντρώνει τις πιο πάνω υπό στοιχεία β` και γ` προϋποθέσεις και, σε περίπτωση υπέρβασης του πιο πάνω ανώτατου ποσού, περικόπτει τα επί μέρους κονδύλια.

7. Το σχέδιο προϋπολογισμού εξόδων της συνοικίας, όπως τελικά διαμορφώνεται από τη δημαρχιακή επιτροπή ή τον πρόεδρο της κοινότητας, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, εντάσσεται στο σχέδιο προϋπολογισμού του δήμου ή της κοινότητας, το οποίο συντάσσει η δημαρχιακή επιτροπή ή ο πρόεδρος της κοινότητας, κατά το άρθρο 188 παρ. 1.

Στον προϋπολογισμό του δήμου ή της κοινότητας περιλαμβάνονται ιδιαίτερα κεφάλαια για κάθε συνοικία.

8. Αν δεν καταρτισθεί ή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα στη δημαρχιακή επιτροπή ή στον πρόεδρο της κοινότητας το σχέδιο προϋπολογισμού εξόδων της συνοικίας, καταρτίζεται από τη δημαρχιακή επιτροπή ή από τον πρόεδρο της κοινότητας.

9. Οι πράξεις των συνοικιακών συμβουλίων που εκδίδονται κατά την άσκηση των παραπάνω αρμοδιοτήτων αποστέλλονται στο δήμο ή στην κοινότητα και με βάση αυτές εκδίδεται σχετική απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου ή της δημαρχιακής επιτροπής, ανάλογα με το αντικείμενο και την αρμοδιότητα κάθε οργάνου, μέσα σε δύο μήνες από τότε που περιήλθαν στο δήμο ή στην κοινότητα”.

2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 148 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Η εκλογή των συνοικιακών συμβουλίων γίνεται με άμεση και μυστική ψηφοφορία από τους κατοίκους της συνοικίας. Δικαίωμα να εκλέγουν και να εκλέγονται στα συνοικιακά συμβούλια έχουν όλοι οι κάτοικοι της συνοικίας, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι σε εκλογικό κατάλογο οποιουδήποτε δήμου ή κοινότητας της χώρας. Η θητεία των συνοικιακών συμβουλίων διαρκεί τέσσερα έτη και λήγει σε κάθε περίπτωση στο τέλος του τέταρτου έτους της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου”.

3. Ο δήμος ή η κοινότητα έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει κατάστημα για τη στέγαση του συνοικιακού συμβουλίου.

Άρθρο 10

1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 149 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Αν η γνώμη του διοικητικού συμβουλίου της Κεντρικής `Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας ζητηθεί από το Υπουργείο Εσωτερικών και δεν περιέλθει σε αυτό μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία που ζητήθηκε, η απόφαση για τον ορισμό των εξόδων παράστασης μπορεί να εκδοθεί και χωρίς τη γνώμη αυτή”.

2. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 150 του Δ.Κ.Κ προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Αν η γνώμη του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής `Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος ζητηθεί από το Υπουργείο Εσωτερικών και δεν περιέλθει σε αυτό μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία που ζητήθηκε, η απόφαση για τον καθορισμό της αποζημίωσης μπορεί να εκδοθεί και χωρίς τη γνώμη αυτή”.

3. Η παράγραφος 3 του άρθρου 153 του Δ.Κ.Κ. αριθμείται ως παράγραφος 4 και προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Οι αποφάσεις των νομαρχών με τις οποίες ασκείται ουσιαστικός έλεγχος σε αποφάσεις των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων ή των δημαρχιακών επιτροπών δημοσιεύονται μέσα σε 15 ημέρες από την υπογραφή τους στο κατάστημα του οικείου Ο.Τ.Α., εκτός αν άλλες διατάξεις ορίζουν διαφορετικό τρόπο δημοσίευσης”.

4. Στο άρθρο 161 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Οι διατάξεις των άρθρων 157 έως 161 εφαρμόζονται και στους προέδρους και τα μέλη των συμβουλίων των δημοτικών διαμερισμάτων”.

Άρθρο 11

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 168 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Το διοικητικό συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν τα παρόντα μέλη του είναι περισσότερα από τα απόντα. Στους παρόντες πρέπει να είναι ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος”.

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 175 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Οι διατάξεις των άρθρων 171, 172 και των παρ. 1, 3 και 4 του άρθρου 173 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα αυτά. Τα θέματα τα σχετικά με τη διοίκηση και τη διαχείριση του νομικού προσώπου ρυθμίζονται με κανονισμούς που ψηφίζουν τα δημοτικά ή κοινοτικά συμβούλια”.

3. Στο άρθρο 175 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος με αριθμό 5 ως κατωτέρω και οι παράγραφοι 5 και 6 αριθμούνται ως παράγραφοι 6 και 7 αντίστοιχα.

“5. Με απόφαση του νομάρχη, που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, γίνεται συγχώνευση δημοτικών ή κοινοτικών νομικών προσώπων αυτού του άρθρου, τα οποία έχουν συσταθεί με οποιοδήποτε τρόπο και ανήκουν στο δήμο ή κοινότητα, σε ένα νομικό πρόσωπο.

Από τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης για τη συγχώνευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το νέο νομικό πρόσωπο, στο οποίο συγχωνεύθηκαν τα άλλα, υποκαθίσταται αυτοδικαίως και χωρίς καμιά άλλη διατύπωση σε όλα εν γένει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συγχωνευθέντων νομικών προσώπων εξομοιούμενο με καθολικό διάδοχο.

Οι θέσεις του προσωπικού που υπηρετεί στα παραπάνω δημοτικά ή κοινοτικά νομικά πρόσωπα μεταφέρονται αυτοδικαίως στο νέο δημοτικό ή κοινοτικό πρόσωπο. Στις θέσεις αυτές με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου εντάσσεται το προσωπικό με την ίδια σχέση με την οποία υπηρετούσε στα συγχωνευόμενα νομικά πρόσωπα.

Οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από το νέο νομικό πρόσωπο χωρίς καμία ειδικότερη διατύπωση για τη συνέχιση από αυτό”.

Άρθρο 12
Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 του άρθρου 177 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίστανται ως εξής:

“5. Τα συμβούλια των δήμων και κοινοτήτων που μετέχουν στο σύνδεσμο μπορούν, με απόφαση που λαμβάνεται όπως ορίζουν οι παράγραφοι 1 και 3, να διευρύνουν το σκοπό, να παρατείνουν τη διάρκεια και να μεταφέρουν την έδρα του συνδέσμου, καθώς και να αυξήσουν τις εισφορές των μελών του πέρα από τα όρια της συστατικής πράξης.

Η συμμετοχή νέου δήμου ή κοινότητας σε υφιστάμενο σύνδεσμο ή η αποχώρηση από αυτό μέλους του επιτρέπεται, αν το αποφασίσει το συμβούλιο του ενδιαφερομένου δήμου ή της ενδιαφερόμενης κοινότητας και αποδεχθεί την απόφαση το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου με απόφασή του που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του. Αν το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου αρνείται αδικαιολόγητα, με οποιοδήποτε τρόπο, να αποδεχθεί τη συμμετοχή στο σύνδεσμο ενός δήμου ή μιας κοινότητας, η συμμετοχή αποφασίζεται από το νομάρχη, αν οι ανάγκες των κατοίκων δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν διαφορετικά και δεν παρεμποδίζεται η εκπλήρωση του σκοπού του συνδέσμου. Αν το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου αρνείται αδικαιολόγητα με οποιοδήποτε τρόπο να αποδεχθεί την αποχώρηση από το σύνδεσμο ενός δήμου ή μιας κοινότητας, η αποχώρηση αποφασίζεται από το νομάρχη, αν αυτή δεν βλάπτει τα συμφέροντα των κατοίκων του δήμου ή της κοινότητας που αποχωρεί και δεν παρεμποδίζει την περαιτέρω λειτουργία του συνδέσμου και την εκπλήρωση του σκοπού για τον οποίο έχει συσταθεί.

6. Για τη σύσταση συνδέσμου δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων που υπάγονται στην περιφέρεια περισσότερων όμορων νομών, για τη συμμετοχή ή αποχώρηση μέλους από το σύνδεσμο αυτόν, για τη διεύρυνση των σκοπών, την παράταση της διάρκειας, την αύξηση των εισφορών των μελών του συνδέσμου προς αυτόν και τον καθορισμό ή τη μεταφορά της έδρας του συνδέσμου εκδίδεται κοινή απόφαση των νομαρχών, στην περιφέρεια των οποίων υπάγονται οι ενδιαφερόμενοι δήμοι ή κοινότητες.

Σε περίπτωση διαφωνίας των νομαρχών αποφασίζει ο Υπουργός Εσωτερικών.

Την εποπτεία του συνδέσμου αυτού ασκεί ο νομάρχης στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η έδρα του.

7. Για τη σύσταση συνδέσμου δήμων ή κοινοτήτων ή δήμων και κοινοτήτων που έχουν κοινά ενδιαφέροντα και που υπάγονται στην περιφέρεια περισσότερων μη όμορων νομών, για τη συμμετοχή ή αποχώρηση μέλους από το σύνδεσμο αυτόν, για τη διεύρυνση των σκοπών ή για την παράταση της διάρκειας του συνδέσμου αυτού, για τον καθορισμό ή τη μεταφορά της έδρας του και για την αύξηση της εισφοράς των μελών του προς αυτόν, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.

Την εποπτεία του συνδέσμου αυτού ασκεί ο νομάρχης, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η έδρα του”.

Άρθρο 13
Στο άρθρο 178 του Δ.Κ.Κ. προστίθενται παράγραφοι 10, 11 και 12 ως εξής:

“10. Η παραίτηση από τα αξιώματα του προέδρου και του αντιπροέδρου του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου, καθώς και του μέλους της εκτελεστικής επιτροπής του συνδέσμου υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου και γίνεται οριστική αφότου το διοικητικό συμβούλιο την αποδεχθεί. Για το σκοπό αυτόν το διοικητικό συμβούλιο προσκαλείται σε συνεδρίαση κατά την οποία, μετά την αποδοχή των παραιτήσεων, προβαίνει στην εκλογή νέων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 7.

Σε κάθε περίπτωση η παραίτηση θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή μετά την παρέλευση ενός μήνα από την ημερομηνία κατάθεσης της σχετικής αίτησης στο γενικό πρωτόκολλο της υπηρεσίας.

11. Σε περίπτωση συμμετοχής νέου δήμου ή κοινότητας σε υφιστάμενο σύνδεσμο κατά τη διάρκεια της πρώτης διετίας της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου, τα δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια των δήμων και κοινοτήτων που είναι μέλη του συνδέσμου εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους στο διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της πρώτης διετίας της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου.

Η εκλογή του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών της εκτελεστικής επιτροπής του συνδέσμου για τη δεύτερη διετία της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Από τη συμμετοχή νέου δήμου ή κοινότητας σε υφιστάμενο σύνδεσμο κατά τη διάρκεια της δεύτερης διετίας της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου δεν επέρχεται καμία μεταβολή στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου του συνδέσμου ούτε στα λοιπά όργανά του.

Το νέο μέλος συμμετέχει στη διοίκηση του συνδέσμου με αντιπροσώπους του από τη νέα δημοτική ή κοινοτική περίοδο.

12. Σε περίπτωση αποχώρησης δήμου ή κοινότητας από σύνδεσμο κατά τη διάρκεια τη πρώτης διετίας της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου, το διοικητικό συμβούλιο εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντα του και να λειτουργεί με τους αντιπροσώπους των λοιπών μελών του μέχρι τη λήξη της διετίας.

Το προεδρείο του συνδέσμου εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντα του μέχρι τη λήξη της διετούς θητείας του.

Αν αντιπρόσωπος του δήμου ή της κοινότητας που αποχώρησε από σύνδεσμο είχε εκλεγεί πρόεδρος, αντιπρόεδρος, ή μέλος της εκτελεστικής επιτροπής του συνδέσμου, μέσα σε ένα μήνα από την αποχώρηση γίνεται η εκλογή για τη συμπλήρωση του προεδρείου του συνδέσμου για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της διανυόμενης διετίας.

Κατά το τελευταίο δίμηνο της διετίας το προεδρείο λειτουργεί με τα υπόλοιπα μέλη. Ο πρόεδρος αναπληρώνεται σε όλα τα καθήκοντά του από τον αντιπρόεδρο και, αν κι αυτός δεν υπάρχει, από το μέλος της εκτελεστικής επιτροπής που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση”.

Άρθρο 14

1. Οι παράγραφοι 1, 2 και 5 του άρθρου 179 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου που έχει μέχρι έντεκα μέλη έχει τις αρμοδιότητες του κοινοτικού συμβουλίου και ο πρόεδρος του τις αρμοδιότητες του προέδρου της κοινότητας. Οι σχετικές διατάξεις που αφορούν τις κοινότητες εφαρμόζονται αναλόγως ως προς τη διοίκηση του συνδέσμου. Η εκτελεστική επιτροπή έχει τις αρμοδιότητες του συμβουλίου, τις οποίες της αναθέτει το ίδιο το συμβούλιο. Δεν μεταβιβάζονται οι αρμοδιότητες που προβλέπονται στις περιπτώσεις α`, β` και ζ` του άρθρου 84 και για τη διάλυση του συνδέσμου.

2. Το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου που έχει περισσότερα από έντεκα μέλη έχει τις αρμοδιότητες του δημοτικού συμβουλίου και ο πρόεδρός του τις αρμοδιότητες του δημάρχου και του προέδρου του δημοτικού συμβουλίου. Οι σχετικές διατάξεις που αφορούν τους δήμους εφαρμόζονται αναλόγως ως προς τη διοίκηση του συνδέσμου.

Η εκτελεστική επιτροπή έχει τις αρμοδιότητες της δημαρχιακής επιτροπής και όσες αρμοδιότητες της αναθέτει το ίδιο το συμβούλιο. Δεν μεταβιβάζονται στην εκτελεστική επιτροπή οι αρμοδιότητες, που προβλέπονται στις περιπτώσεις α` και β` του άρθρου 97 και για τη διάλυση του συνδέσμου.

5. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 8 του άρθρου 183 και αν δεν ορίζεται διαφορετικά με άλλες διατάξεις, στους συνδέσμους που τα διοικητικά τους συμβούλια έχουν μέχρι έντεκα μέλη εφαρμόζονται οι σχετικές με τις κοινότητες διατάξεις, μεταξύ των οποίων και αυτές που αφορούν τη διεξαγωγή της ταμειακής υπηρεσίας, εκτός από αυτές που αφορούν τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, τα λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις. Με την ίδια επιφύλαξη και αν δεν ορίζεται διαφορετικά με άλλες διατάξεις, στους συνδέσμους που τα διοικητικά τους συμβούλια έχουν πάνω από έντεκα μέλη εφαρμόζονται οι σχετικές με τους δήμους διατάξεις, εκτός από αυτές που αφορούν τη σύσταση ταμειακής υπηρεσίας, τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, τα λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις”.

2. Στο άρθρο 179 του Δ.Κ.Κ. προστίθενται παράγραφοι 7 και 8 ως εξής:

“7. Ο πρόεδρος του συνδέσμου μπορεί με απόφασή του, η οποία δημοσιεύεται στον ειδικό χώρο των ανακοινώσεων του συνδέσμου, να μεταβιβάζει αρμοδιότητές του στον αντιπρόεδρο.

8. Το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου Ο.Τ.Α., που υπάγεται σε περισσότερους νομούς, μπορεί να συνεδριάζει και στην έδρα οποιουδήποτε Ο.Τ.Α. μέλους, αν αυτό το αποφασίσει το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και για τις συνεδριάσεις της εκτελεστικής επιτροπής”.

3. Στο άρθρο 180 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

“3. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και της εκτελεστικής επιτροπής του συνδέσμου, εκτός από τον πρόεδρο, τα οποία μετέχουν στις συνεδριάσεις των συλλογικών αυτών οργάνων, δικαιούνται αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση και για τρεις το πολύ συνεδριάσεις το μήνα για το καθένα από τα συλλογικά αυτά όργανα.

Για τον καθορισμό της αποζημίωσης αυτής εφαρμόζονται κατ` αναλογίαν οι διατάξεις του άρθρου 150 του Δ.Κ.Κ. Ως πληθυσμός του συνδέσμου λαμβάνεται το σύνολο του πληθυσμού των Ο.Τ.Α. μελών του συνδέσμου”.

4. Στο άρθρο 183 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:

“8. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του αναπτυξιακού συνδέσμου, που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του, επιτρέπεται η συμμετοχή του συνδέσμου για αναπτυξιακούς σκοπούς σε επιχειρήσεις των άρθρων 43, 44, 45 και 46 παρ.1 εδ. α` και β` του ν. 1416/1984.

Ως προς τη ρύθμιση της συμμετοχής αναπτυξιακού συνδέσμου στις επιχειρήσεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις, που αφορούν τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης.

Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται και για τους κοινούς συνδέσμους”.

5. Στο άρθρο 183 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:

“9. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 7 του άρθρου 183 του Δ.Κ.Κ. εφαρμόζονται και για το Σύνδεσμο Δήμων και Κοινοτήτων Ιαματικών Πηγών Ελλάδας, που έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη και θεωρείται ως αναπτυξιακός για την εκπόνηση και εκτέλεση προγραμμάτων αναπτυξιακού περιεχομένου. Ο ανωτέρω σύνδεσμος θεωρείται ως αναπτυξιακός του νομού στον οποίο ανήκει η έδρα του”.

6. Στο άρθρο 183 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:

“10. Σύνδεσμοι του άρθρου 177 του Δ.Κ.Κ., των οποίων μέλη είναι όλοι οι Ο.Τ.Α. μιας γεωγραφικής ενότητας (περιοχής) του άρθρου 183 του Δ.Κ.Κ., μπορούν να μετατραπούν σε αναπτυξιακούς συνδέσμους.

Η μετατροπή γίνεται με αποφάσεις των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων των Ο.Τ.Α. και απόφαση του νομάρχη, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ο αναπτυξιακός σύνδεσμος υποκαθίσταται αυτοδικαίως σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του συνδέσμου του άρθρου 177 του Δ.Κ.Κ, εξομοιούμενος με καθολικό διάδοχο. Οι θέσεις του προσωπικού που υπηρετεί στον παραπάνω σύνδεσμο μεταφέρονται αυτοδικαίως στο νέο αναπτυξιακό σύνδεσμο.

Με απόφαση του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του αναπτυξιακού συνδέσμου εντάσσεται σ` αυτές τις θέσεις το προσωπικό με την ίδια σχέση με την οποία υπηρετούσε και στο σύνδεσμο του άρθρου 177 του Δ.Κ.Κ.”.

7. Στους συνδέσμους του άρθρου 177 του Δ.Κ.Κ., που μέλη τους είναι όλοι οι Ο.Τ.Α. ενός νησιού, εφαρμόζονται και οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 7 του άρθρου 183 του Δ.Κ.Κ.

Άρθρο 15

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 187 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Καμία άλλη εισφορά από αυτές που επιβάλλονται από το νόμο ως υποχρεωτικές για τους δήμους και τις κοινότητες για οποιαδήποτε αιτία δεν εγγράφεται στους προϋπολογισμούς τους χωρίς απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου της Κεντρικής `Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος. Η `Ένωση γνωμοδοτεί μέσα σε σαράντα ημέρες αφότου έλαβε το σχετικό ερώτημα. Αν μέσα στην προθεσμία αυτή δεν περιέλθει η γνώμη αυτή στο Υπουργείο Εσωτερικών, η απόφαση εκδίδεται χωρίς αυτή”.

2. Στο άρθρο 187 του Δ.Κ.Κ. προστίθενται παράγραφοι 5, 6 και 7 ως εξής:

“5. Πιστώσεις που έχουν εγγραφεί στους οικείους κωδικούς αριθμούς του προϋπολογισμού του δήμου ή της κοινότητας μπορούν να διατίθενται με απόφαση του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας για την πληρωμή δαπανών, οι οποίες αφορούν:

α. Επικοινωνίες (τηλεφωνικά, τηλεγραφικά τέλη κ.λπ.).

β. Την άμεση αποκατάσταση απρόβλεπτων ζημιών σε δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, άρδευσης, φωτισμού και σε δρόμους. Η εκτέλεση του σχετικού έργου αποφασίζεται και γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την εκτέλεση έργων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης.

6. Πιστώσεις που έχουν εγγραφεί στους οικείους κωδικούς αριθμούς του προϋπολογισμού του δήμου ή της κοινότητας, είτε αρχικά είτε ύστερα από αναμόρφωση, διατίθενται, χωρίς να απαιτείται απόφαση οποιουδήποτε οργάνου, για την πληρωμή δαπανών που αφορούν:

α) αποδοχές κάθε είδους προσωπικού,

β) έξοδα παράστασης,

γ) μισθώματα ακινήτων που χρησιμοποιούνται για τις υπηρεσίες του δήμου ή της κοινότητας,

δ) εισφορές για τη μισθοδοσία των ελεγκτών εσόδων – εξόδων και των εισπρακτόρων Ο.Τ.Α.,

ε) έξοδα κίνησης εισπρακτόρων και

στ) υποχρεωτικές εισφορές που περιλαμβάνονται στην προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 υπουργική απόφαση.

7. Δεν επιτρέπεται η έναρξη της διαδικασίας για την εκτέλεση έργου, εργασίας ή μεταφοράς και τη διενέργεια προμήθειας, αν δεν υπάρχει στον προϋπολογισμό σχετική πίστωση. Τα αρμόδια όργανα του δήμου ή της κοινότητας που ενεργούν κατά παράβαση των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου υπέχουν, ανεξάρτητα από τυχόν ποινική ευθύνη, πειθαρχική ευθύνη καθώς και αστική ευθύνη, προσωπικώς έναντι του αναδόχου και κάθε τρίτου.

Στην απαγόρευση αυτή δεν περιλαμβάνεται η διαδικασία εκπόνησης μελέτης από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατά το άρθρο 238, καθώς και το άρθρο 1 του π.δ. 28/1980 (ΦΕΚ 11), χωρίς καταβολή αμοιβής”.

Άρθρο 16

1. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 200 του Δ.Κ.Κ προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Από τη ρύθμιση αυτήν εξαιρούνται οι οφειλέτες από συμβάσεις”.

2. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 201 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών κατανέμεται σε δήμους, κοινότητες, συνδέσμους αυτών, τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων και στις επιτροπές εγχώριας περιουσίας για την εκτέλεση έργων και κάλυψη αναγκών τους”.

3. Το άρθρο 202 του Δ.Κ.Κ. καταργείται.

4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 203 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Με απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου μπορεί να εγκρίνεται η έκδοση ενταλμάτων προπληρωμής για την αντιμετώπιση δαπανών γενικά, εφ` όσον η πληρωμή με τακτικό ένταλμα στο όνομα του δικαιούχου είναι αδύνατη ή απρόσφορη ή δεν ικανοποιεί τις ανάγκες του δικαιούχου”.

5. Το άρθρο 204 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 204

1. Με απόφαση της δημαρχιακής επιτροπής ή του κοινοτικού συμβουλίου μπορεί να παρέχεται πάγια προκαταβολή σε βάρος του σχετικού κωδικού αριθμού του προϋπολογισμού.

Με την απόφαση αυτήν ορίζονται:

α. Οι δαπάνες που θα αντιμετωπισθούν από την πάγια προκαταβολή και το ύψος τους, στα όρια των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί στους οικείους κωδικούς αριθμούς του προϋπολογισμού.

β. Το ποσό της προκαταβολής, που δεν μπορεί να υπερβαίνει για τις κοινότητες πληθυσμού μέχρι 2.000 κατοίκους το ποσόν των εξήντα χιλιάδων (60.000) δραχμών, ενώ για τις λοιπές κοινότητες και τους δήμους με πληθυσμό μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) κατοίκους το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) δραχμών. Για δήμους με πληθυσμό από 10.001 μέχρι 20.000 κατοίκους το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) δραχμές, για δήμους με πληθυσμό από 20.001 μέχρι 30.000 κατοίκους το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών και για δήμους με πάνω από 30.001 κατοίκους το ποσό των τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) δραχμών.

γ. Ο δήμαρχος ή κοινοτικός υπάλληλος, στο όνομα του οποίου θα εκδοθεί το ένταλμα και ο οποίος θα ενεργεί τις πληρωμές, σύμφωνα με έγγραφες εντολές του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας.

2. Ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών από την αρμόδια λογιστική υπηρεσία, εκδίδει ισόποσα χρηματικά εντάλματα σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού για κάθε δαπάνη. Τα χρηματικά εντάλματα εκδίδονται στο όνομα του δικαιούχου και σημειώνεται σε αυτά ότι η πληρωμή έγινε από την πάγια προκαταβολή”.

Άρθρο 17
Εκποίηση δημοτικών και κοινοτικών οικοπέδων ή εκτάσεων – αγορά ακινήτων

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 219 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Οι δήμοι και οι κοινότητες μπορούν με απόφαση του συμβουλίου τους να εκποιούν απευθείας και χωρίς δημοπρασία οικόπεδά τους σε άστεγους και οικονομικά αδύνατους δημότες, κατά προτίμηση εκείνους, που κατοικούν στο δήμο ή την κοινότητα”.

2. Εκτάσεις που ανήκουν στην κυριότητα των κοινοτήτων Δαφίων και Κεραμίου του νομού Λέσβου και κατέχονται αυθαίρετα από τρίτους κατά το χρόνο δημοσίευσης του νόμου αυτού μπορεί να παραχωρηθούν με μειωμένο τίμημα στους κατόχους τους.

Το τίμημα των εκτάσεων αυτών καθορίζεται από την επιτροπή της παραγράφου 6 του άρθρου 218 του Δ.Κ.Κ. στο ένα δέκατο της τρέχουσας αξίας τους, καταβάλλεται σε έξι ετήσιες δόσεις και διατίθεται για την εκτέλεση κοινωφελών έργων.

Αν οι κάτοχοι των πιο πάνω εκτάσεων έχουν κατά πλήρη κυριότητα άλλο ακίνητο μέσα στην οικιστική περιοχή της κοινότητας, το τίμημα της παραχωρούμενης έκτασης καθορίζεται από την επιτροπή στην τρέχουσα αξία και καταβάλλεται σε έξι ετήσιες δόσεις. Αν οι κάτοχοι είναι περισσότεροι από έναν ή αν πρόκειται για περισσότερους κληρονόμους των αρχικών κατόχων, η μεταβίβαση γίνεται προς όλους συμμέτρως ή, εφ` όσον πρόκειται για κληρονόμους, κατά το λόγο της κληρονομικής τους μερίδας. Η διάταξη του τρίτου εδαφίου εφαρμόζεται ως προς τους κατόχους που έχουν στην κυριότητά τους άλλο ακίνητο.

Το συμβόλαιο μεταβίβασης των πιο πάνω εκτάσεων καταρτίζεται μετά την εξόφληση του τιμήματος.

3. Εκτάσεις που ανήκουν στην κυριότητα του δήμου Λάρισας και βρίσκονται στη συνοικία “Πυροβολικά”, οι οποίες κατέχονται αυθαίρετα από τρίτους κατά το χρόνο δημοσίευσης του νόμου αυτού, παραχωρούνται στους κατόχους τους ή τους καθολικούς διαδόχους τους, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Το τίμημα καθορίζεται από την επιτροπή της παραγράφου 6 του άρθρου 218 του Δ.Κ.Κ. και προσδιορίζεται στο ένα εικοστό (1/20) της τρέχουσας αξίας τους, στην οποία δεν υπολογίζεται η αξία των κτισμάτων.

Το τίμημα καταβάλλεται σε δύο ετήσιες δόσεις και διατίθεται από το δήμο αποκλειστικά για την εκτέλεση έργων εφαρμογής του σχεδίου πόλεως στην ίδια συνοικία.

4. Το άρθρο 222 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 222

Αγορά ακινήτων

Οι διατάξεις του άρθρου 218 εφαρμόζονται αναλόγως για την αγορά ιδιωτικών ακινήτων εκ μέρους δήμων και κοινοτήτων. Αν από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο κριθεί ότι μόνο ένα ακίνητο είναι κατάλληλο για την εκπλήρωση δημοτικού ή κοινοτικού σκοπού, το ακίνητο μπορεί να αγοραστεί απευθείας, με απόφαση του συμβουλίου, που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του και η οποία εγκρίνεται από το νομάρχη”.

Άρθρο 18

1. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 238 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίστανται ως εξής:

“4. Οι μελέτες των έργων, των προμηθειών, των εργασιών ή των μεταφορών καταρτίζονται και θεωρούνται από την τεχνική υπηρεσία του δήμου και, αν δεν υπάρχει τέτοια υπηρεσία, από την τεχνική υπηρεσία δήμων και κοινοτήτων της νομαρχίας. Κατ` εξαίρεση, η θεώρηση μελετών προϋπολογισμού πάνω από εκατό εκατομμύρια (100.000.000) και μέχρι τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές ή εξακόσια εκατομμύρια (600.000.000) δραχμές, αν πρόκειται για τους δήμους Αθήνας, Πειραιά και Θεσ/νίκης, γίνεται από τις ίδιες αυτές υπηρεσίες ύστερα από γνωμοδότηση του νομαρχιακού συμβουλίου δημόσιων έργων.

Μελέτες προϋπολογισμού πάνω από τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές ή εξακόσια εκατομμύρια (600.000.000) δραχμές, αν πρόκειται για τους δήμους Αθήνας, Πειραιά και Θεσ/νίκης, θεωρούνται από την τεχνική υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών ύστερα από προηγούμενη γνωμοδότηση του συμβουλίου δημοτικών και κοινοτικών έργων και θεώρησης μελετών του Υπουργείου Εσωτερικών.

Οι μελέτες των έργων, των προμηθειών, των εργασιών ή των μεταφορών των δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης – αποχέτευσης του ν. 1069/1980 (ΦΕΚ 191) και του ν. 890/1979 (ΦΕΚ 80) συντάσσονται και θεωρούνται από την τεχνική τους υπηρεσία και, όπου δεν υπάρχει η υπηρεσία αυτή, από την τεχνική υπηρεσία του δήμου ή της κοινότητας που τις έχει συστήσει.

Στην περίπτωση που και η τελευταία αυτή υπηρεσία δεν υπάρχει, η σύνταξη και η θεώρηση γίνεται από την τεχνική υπηρεσία δήμων και κοινοτήτων της νομαρχίας.

Κατ` εξαίρεση, η θεώρηση μελετών προϋπολογισμού πάνω από εκατό εκατομμύρια (100.000.000) δραχμές και μέχρι τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές γίνεται από τις ίδιες αυτές υπηρεσίες ύστερα από γνωμοδότηση του νομαρχιακού συμβουλίου δημόσιων έργων.

Οι μελέτες των πιο πάνω επιχειρήσεων προϋπολογισμού πάνω από τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές θεωρούνται από την τεχνική υπηρεσία του Υπουργείου Εσωτερικών, ύστερα από γνωμοδότηση του συμβουλίου δημοτικών και κοινοτικών έργων και θεώρησης μελετών του Υπουργείου Εσωτερικών.

5. Η θεώρηση των πρωτοκόλλων κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και των συγκριτικών πινάκων προμηθειών, μεταφορών και εργασιών γίνεται από τις υπηρεσίες της προηγούμενης παραγράφου 4, χωρίς γνώμη του συμβουλίου έργων. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και σε προμήθειες, μεταφορές και εργασίες που έχουν δημοπρατηθεί ή ανατεθεί χωρίς διαγωνισμό ή έχει ληφθεί απόφαση για την εκτέλεση τους με αυτεπιστασία πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού”.

2. Οι διατάξεις του άρθρου 240 του Δ.Κ.Κ. εφαρμόζονται κατά τη διενέργεια προμηθειών γενικά ή μεταφορών από δήμους, κοινότητες ή συνδέσμους τους, δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 19

1. Το άρθρο 244 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 244

Κήρυξη της απαλλοτρίωσης και σύσταση δουλείας

1. Η κήρυξη της απαλλοτρίωσης ή η σύσταση δουλείας ακινήτου, που βρίσκεται μέσα στη διοικητική περιφέρεια δήμου ή κοινότητας, γίνεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του.

2. Η απόφαση αυτή του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου πρέπει να περιέχει επί ποινή ακυρότητας σαφή προσδιορισμό του ακινήτου που απαλλοτριώνεται ή του δικαιώματος δουλείας που συνιστάται και της δημόσιας ωφέλειας, για την οποία γίνεται η απαλλοτρίωση ή η σύσταση δουλείας.

3. Για να εκδοθεί η απόφαση που κηρύσσει την απαλλοτρίωση ή συνιστά τη δουλεία, απαιτούνται:

α) κτηματολογικό διάγραμμα που απεικονίζει την απαλλοτριωτέα έκταση ή την έκταση που επιβαρύνεται με τη δουλεία, καθώς και τις επί μέρους ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε αυτήν,

β) κτηματολογικός πίνακας στον οποίο εμφαίνονται οι εικονιζόμενοι ιδιοκτήτες των ακινήτων, το εμβαδόν κάθε ακινήτου και τα κύρια προσδιοριστικά στοιχεία των κατασκευών που βρίσκονται σε αυτό και των λοιπών συστατικών του,

γ) μελέτη ή προμελέτη ή προκαταρκτική μελέτη του έργου που τυχόν πρόκειται να εκτελεστεί.

4. Ο νομέας ή κάτοχος του ακινήτου, που πρόκειται να απαλλοτριωθεί ή να επιβαρυνθεί με δουλεία, υποχρεούται να επιτρέπει την εκτέλεση των προπαρασκευαστικών εργασιών για την καταμέτρηση και σύνταξη των πιο πάνω διαγραμμάτων και μελετών. Η εκτέλεση των εργασιών αυτών πρέπει να μην εμποδίζει τη χρήση και κάρπωση του ακινήτου.

Ο δήμος ή η κοινότητα υποχρεούται να αποκαταστήσει τις βλάβες ή φθορές που προκλήθηκαν από την εκτέλεση των παραπάνω προπαρασκευαστικών εργασιών.

5. Η απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, με την οποία κηρύσσεται η απαλλοτρίωση ή συνιστάται η δουλεία, κοινοποιείται στον καθ` ου η απαλλοτρίωση ή σύσταση δουλείας, εφ` όσον είναι γνωστός, με δημοτικό, κοινοτικό ή δημόσιο όργανο, που συντάσσει αποδεικτικό κοινοποίησης. Αν είναι άγνωστος, η κοινοποίηση γίνεται κατά τις διατάξεις του κώδικα πολιτικής δικονομίας.

6. Ο καθ` ου έχει δικαίωμα προσφυγής στον αρμόδιο νομάρχη για έλεγχο νομιμότητας, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της προηγούμενης παραγράφου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 152.

7. Αν ο νομάρχης επικυρώσει την απόφαση της παραγράφου 1, αυτή δημοσιεύεται, με φροντίδα του δήμου ή της κοινότητας μία φορά σε μία ημερήσια εφημερίδα που εκδίδεται στο νομό. Αν δεν εκδίδεται τέτοια εφημερίδα, η δημοσίευση γίνεται σε δύο εβδομαδιαίες ή δισεβδομαδιαίες. Με τη δημοσίευση ή τις δημοσιεύσεις αυτές ολοκληρώνεται η διαδικασία κήρυξης της απαλλοτρίωσης ή σύστασης δουλείας.

8. Αν ο νομάρχης ακυρώσει την απόφαση απαλλοτρίωσης ή σύστασης δουλείας, οι δημοσιεύσεις της προηγούμενης παραγράφου γίνονται μόνο αν ασκηθεί προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών κατά τα άρθρα 155 του Δ.Κ.Κ και 8 του ν. 3200/1955 και ο Υπουργός Εσωτερικών ακυρώσει την απόφαση του νομάρχη, είτε αυτεπαγγέλτως είτε ύστερα από προσφυγή.

9. Αν κηρυχθεί απαλλοτρίωση ή γίνει σύσταση δουλείας σε ακίνητο που βρίσκεται έξω από τη διοικητική περιφέρεια του δήμου ή της κοινότητας, η σχετική απόφαση αποστέλλεται στον αρμόδιο νομάρχη. Ο νομάρχης τη διαβιβάζει με απόδειξη στο δήμο ή την κοινότητα, στη διοικητική περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ακίνητο. Το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο του δήμου αυτού ή της κοινότητας υποχρεούται να γνωμοδοτήσει αιτιολογημένα μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μήνα η οποία αρχίζει από την επόμενη της κοινοποίησης του προηγούμενου εδαφίου. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, η διαδικασία της απαλλοτρίωσης ή της σύστασης δουλείας συνεχίζεται και χωρίς τη γνωμοδότηση αυτή.

Στις πιο πάνω απαλλοτριώσεις ή συστάσεις δουλειών εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 και 5. Ο καθ` ού η απαλλοτρίωση ή η σύσταση δουλείας και τα πρόσωπα που μνημονεύονται στην παρ. 2 του άρθρου 152 του Δ.Κ.Κ. μπορεί να υποβάλουν αντιρρήσεις στο νομάρχη μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα ημερών αφότου κοινοποιηθεί σε αυτόν η κατά το πρώτο εδάφιο απόφαση με την οποία κηρύσσεται η απαλλοτρίωση ή η σύσταση δουλείας.

Ο νομάρχης ασκεί ουσιαστικό έλεγχο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 153. Αν ο νομάρχης εγκρίνει την απόφαση, εφαρμόζονται αναλόγως τα οριζόμενα στην παράγραφο 7, ενώ αν ο νομάρχης δεν την εγκρίνει και κατά της μη έγκρισής του ασκηθεί προσφυγή κατά το άρθρο 8 του ν.3200/1955 στον Υπουργό Εσωτερικών και αυτός ακυρώσει την απόφαση του νομάρχη ή την ακυρώσει αυτεπαγγέλτως κατά την παρ. 5 του ίδιου άρθρου και ο νομάρχης εγκρίνει κατόπιν την απόφαση, γίνονται ο δημοσιεύσεις της παραγράφου 7.

10. Οι διατάξεις που κάθε φορά ισχύουν για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις του Δημοσίου, εκτός από την παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν.δ. 797/1971 (ΦΕΚ 1), εφαρμόζονται και στις απαλλοτριώσεις ή τις συστάσεις δουλειών, υπέρ δήμων και κοινοτήτων, εφ` όσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις του παρόντος”.

2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 245 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Επίσης, οι κύριοι ή κάτοχοι ακινήτων κτημάτων και κτιρίων υποχρεούνται να ανέχονται την τοποθέτηση ενδεικτικών πινακίδων, για την κυκλοφορία και την ονοματοθεσία οδών και πλατειών, καθώς και τη στήριξη φωτιστικών σωμάτων”.

Άρθρο 20

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 246 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η σύσταση αμιγούς δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης ή η συμμετοχή σε τέτοια επιχείρηση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μετά πλήρη οικονομοτεχνική μελέτη και απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του. Η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία της απόφασης του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και αποτελεί το καταστατικό της επιχείρησης”.

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 246 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Στην απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου για τη σύσταση δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης αναφέρονται η επωνυμία, ο σκοπός, η διάρκεια και η έδρα της επιχείρησης, η διοίκηση, το κεφάλαιο, οι πόροι, τα σχετικά με τη διάλυση και εκκαθάριση της επιχείρησης καθώς και κάθε άλλο στοιχείο αναγκαίο κατά την κρίση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου”.

3. Ο αριθμός 251 της παραγράφου 2 του άρθρου 247 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται με τον αριθμό 252.

4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 252 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Το προσωπικό των επιχειρήσεων συνδέεται με αυτές με σχέση ιδιωτικού δικαίου”.

5. Το άρθρο 253 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 253

Διάλυση

Οι επιχειρήσεις διαλύονται με τη συμπλήρωση του χρόνου για τον οποίο είχαν συσταθεί, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που προβλέπεται από τη συστατική απόφαση. Μετά την εκκαθάριση της περιουσίας της επιχείρησης όσα περιουσιακά στοιχεία απομένουν περιέρχονται στο δήμο ή στην κοινότητα που την είχε συστήσει”.

6. Το άρθρο 255 του Δ.Κ.Κ. καταργείται. Οι μικρές επιχειρήσεις που είχαν συσταθεί κατά την καταργούμενη διάταξη εξακολουθούν να λειτουργούν ως δημοτικές ή κοινοτικές υπηρεσίες μέχρις ότου μετατραπούν σε δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις ή διαλυθούν.

Το προσωπικό, που υπηρετεί στις μικρές επιχειρήσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθίσταται προσωπικό της αμιγούς δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης, που προκύπτει από την μετατροπή της μικρής. Το μόνιμο προσωπικό αποσπάται στην αμιγή δημοτική επιχείρηση με απόφαση του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας για διάστημα μέχρι πέντε χρόνια.

Η απόσπαση μπορεί να παραταθεί για άλλα πέντε χρόνια.

Ο χρόνος υπηρεσίας που διανύεται με απόσπαση λογίζεται για όλες τις συνέπειες ως συνεχής πραγματική υπηρεσία των υπαλλήλων στην οργανική τους θέση. Οι αποδοχές τους και ασφαλιστικές εισφορές που βάρυναν τους δήμους ή τις κοινότητες καταβάλλονται κατά το χρόνο της απόσπασης από την επιχείρηση.

7. Η Κεντρική `Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) και οι τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) μπορούν να συνιστούν δικές τους επιχειρήσεις για την εκπλήρωση των σκοπών της παραγράφου 1 του άρθρου 246 του Δ.Κ.Κ.

Οι επιχειρήσεις αυτές λειτουργούν με τη μορφή της αμιγούς δημοτικής ή κοινοτικής επιχείρησης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246 πλην των παραγράφων 2, 6 και 7, 247 έως 253, 256 και 272 του Δ.Κ.Κ.

`Όπου στις διατάξεις αυτές αναγράφεται δήμος ή κοινότητα νοούνται η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. ή οι Τ.Ε.Δ.Κ., όπου αναγράφεται δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο νοείται το διοικητικό συμβούλιο της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. ή η διοικούσα επιτροπή των Τ.Ε.Δ.Κ. Όπου αναγράφεται περιοχή δήμου ή κοινότητας νοείται η περιφέρεια του νομού για τις Τ.Ε.Δ.Κ. και για την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. όλη η Χώρα. `Όπου αναγράφεται νομάρχης νοείται ο οικείος νομάρχης για τις Τ.Ε.Δ.Κ. και ο νομάρχης Αθηνών για την Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.

Άρθρο 21

1. Η αληθινή έννοια των άρθρων 84 παρ. 1 εδάφ. ιστ` και 102 παρ. 1 εδάφ. η` του Δ.Κ.Κ. είναι ότι οι κοινότητες και οι δήμοι που δεν δικαιούνται να προσλάβουν δικηγόρους με μηνιαία αντιμισθία κατά το άρθρο 245 του ν. 1188/1981 (ΦΕΚ 204), επιτρέπεται να παρέχουν εντολή μόνο σε δικηγόρους και μόνο κατά υπόθεσή τους, δικαστική ή εξώδικη, καθώς και για την παροχή γνωμοδοτήσεων. Η αμοιβή των δικηγόρων αυτών ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κώδικα των δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954 ΦΕΚ 235), όπως ισχύουν κάθε φορά και με βάση πίνακα αμοιβών που ελέγχεται ως προς το κανονικό των αμοιβών και θεωρείται από τον πρόεδρο του δικηγορικού συλλόγου στον οποίο ανήκει ο δικηγόρος ή με τελεσίδικη απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου.

2. Στο άρθρο 102 παρ. 1 εδάφ. η` του Δ.Κ.Κ. οι λέξεις “νομικοί σύμβουλοι” διαγράφονται.

3. Στο άρθρο 266 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

“5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και για τους προέδρους των διοικουσών επιτροπών των νομικών ενώσεων δήμων και κοινοτήτων, καθώς και για τους προέδρους των αναπτυξιακών και λοιπών συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, εφόσον δεν είναι δήμαρχοι, αντιδήμαρχοι ή πρόεδροι κοινοτήτων. Σε αυτούς χορηγείται άδεια μέχρι τριάντα ημέρες κατ` έτος επί πλέον της ετήσιας κανονικής τους άδειας”.

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 267 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Οι ανταλλαγές αποστολών και άλλες εκδηλώσεις των αδελφοποιημένων και μη οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με αντίστοιχους ξένων κρατών και οι ανταλλαγές ή μετακλήσεις πολιτιστικών και καλλιτεχνικών συγκροτημάτων γίνονται μέσα στα πλαίσια των διεθνών ή διμερών συμφωνιών που έχει υπογράψει η Χώρα μας με τα άλλα κράτη ή διεθνείς οργανισμούς και με την αρχή της αμοιβαιότητας ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Εξωτερικών. Η γνώμη αυτή απαιτείται και για την εμφάνιση των καλλιτεχνικών κ.λπ. συγκροτημάτων σε άλλον Ο.Τ.Α. εκτός αυτού που αρχικά τα προσκάλεσε”.

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 267 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Οι δαπάνες, που αποφασίζονται από τα δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια για την υλοποίηση των σκοπών της αδελφοποίησης και για τις ανταλλαγές και μετακλήσεις πολιτιστικών ή καλλιτεχνικών συγκροτημάτων, βαρύνουν τους προϋπολογισμούς των αντίστοιχων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης”.

6. Στο άρθρο 267 του Δ.Κ.Κ. προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

“4. Ανταλλαγές αποστολών και μετακλήσεις ξένων πολιτιστικών και καλλιτεχνικών συγκροτημάτων γίνονται και από τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 175. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 εφαρμόζονται ανάλογα”.

7. Η παράγραφος 3 του άρθρου 285 του Δ.Κ.Κ. αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Οι αποφάσεις του συμβουλίου που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο εγκρίνονται με διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών και του Υπουργού που τυχόν είναι καθ` ύλην αρμόδιος”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Έργα και προμήθειες των Ο.Τ.Α.

Άρθρο 22
Κατάργηση ουσιαστικού ελέγχου
Οι πράξεις δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων, δημαρχιακών επιτροπών, διοικητικών συμβουλίων δημοτικών ή  κοινοτικών ιδρυμάτων ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, που αφορούν την εκτέλεση έργων, εργασιών προμηθειών, μεταφορών και τη σύνταξη αντίστοιχων μελετών, υπόκεινται μόνο σε έλεγχο νομιμότητας από το νομάρχη.

Άρθρο 23

1. Η παρ.8 του άρθρου 3 του π.δ. 28/1980 (ΦΕΚ 11) αντικαθίσταται ως εξής:

“8. Οι μελέτες προϋπολογισμού μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές μπορούν να μην περιλαμβάνουν τα στοιχεία που αναφέρονται στα εδάφια ε` και στ` της παρ. 1.

Στις μελέτες προϋπολογισμού μέχρι οκτακόσιες χιλιάδες (800.000) δραχμές, οι οποίες αφορούν έργα συντήρησης και επισκευής ή έργα που από τη φύση τους δεν μπορούν να τιμολογηθούν με τιμές μονάδας, καθώς και στις μελέτες για διάθεση απορριμμάτων ανεξάρτητα από τον προϋπολογισμό τους, ο προϋπολογισμός μπορεί να περιλαμβάνει τη δαπάνη σε ημερομίσθια υλικά και μεταφορικά μέσα. Το ίδιο ισχύει και στις μελέτες για έργα συντήρησης και επισκευών ή έργα που δεν μπορούν να τιμολογηθούν και εκτελούνται με προσωπική εργασία, εφ` όσον οι λοιπές, εκτός από τα ημερομίσθια, δαπάνες δεν υπερβαίνουν τις πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές”.

2. Για την ανάθεση μελετών ειδικά από δήμους, κοινότητες, συνδέσμους τους, δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις των νόμων 1069/1980 (ΦΕΚ 191) και 890/1979 (ΦΕΚ 80), ως “αρμόδιο συμβούλιο” κατά το άρθρο 2 παρ. 14 του ν. 716/1977 (ΦΕΚ 295) ορίζεται το νομαρχιακό συμβούλιο δημόσιων έργων.

3. Το ποσό των εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών που αναφέρεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του π.δ. 171/1987 (ΦΕΚ 84) αυξάνεται σε τριακόσια εκατομμύρια (300.000.000) δραχμές.

Άρθρο 24

1. Τα χρηματικά όρια των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 1188/1981, που αναφέρονται στην παρ. 5 του άρθρου 1, την παρ. 3 του άρθρου 6, την παρ. 10 του άρθρου 62, το εδάφ. α` της παρ. 3 του άρθρου 63 και την παρ. 14 του άρθρου 64 του π.δ. 28/1980 “περί εκτελέσεως έργων και προμηθειών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης” αυξάνονται προκειμένου περί προμηθειών, εργασιών και μεταφορών, που δεν χαρακτηρίζονται ως έργα κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1418/1984, στο ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) δραχμών.

2. Στο άρθρο 3 του π.δ. 28/1980 προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:

“9. Ο προϋπολογισμός της υπηρεσίας, όταν είναι αναλυτικός, ομαδοποιεί τις ομοειδείς εργασίες για την εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1418/ 1984 με ένδειξη του αθροίσματος της δαπάνης κάθε ομάδας. Αν δεν υπάρχει τέτοια ομαδοποίηση, νοείται ότι το σύνολο των εργασιών είναι μία ομάδα. Σε έργα που η προμέτρηση των εργασιών είναι δύσκολη ή αδύνατη, όπως σε περιπτώσεις έργων συντήρησης κ.λπ. μπορεί ο προϋπολογισμός να μην περιλαμβάνει ποσότητες των επί μέρους εργασιών, αλλά μόνο την κατ` εκτίμηση δαπάνη του συνόλου κάθε ομάδας ομοειδών εργασιών και το γενικό σύνολο”.

3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 18 του π.δ. 28/1980 αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι ανώνυμες εταιρίες εκπροσωπούνται από μέλος του διοικητικού τους συμβουλίου ή από άλλο νόμιμα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο. Οι εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και οι ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες εκπροσωπούνται από το διαχειριστή τους ή από άλλο νόμιμα εξουσιοδοτημένο πρόσωπο”.

Άρθρο 25

1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 1 του ν.δ. 309/1974 (ΦΕΚ 45) αντικαθίστανται ως εξής:

“1. Για την προμήθεια εφοδίων ύδρευσης και αποχέτευσης, που είναι αναγκαία στους δήμους, στις κοινότητες, στους συνδέσμους τους και στις επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, συνιστάται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμός με τον τίτλο “Υπουργείο Εσωτερικών – Εφόδια `Ύδρευσης Αποχέτευσης”.

2. Ο λογαριασμός αυτός πιστώνεται με τις καταθέσεις του αντιτίμου των εφοδίων ύδρευσης και αποχέτευσης που προμηθεύονται οι δήμοι, οι κοινότητες, οι σύνδεσμοί τους και οι δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και χρεώνεται με εντολές του Υπουργείου Εσωτερικών για την πληρωμή των προμηθευτών και άλλων δικαιούχων και για την καταβολή των δαπανών για τη λειτουργία της υπηρεσίας εφοδίων ύδρευσης και αποχέτευσης”.

2. Το άρθρο 7 του ν.δ. 309/1974 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 7

Με όμοια απόφαση μπορεί να συσταθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμός για την ομαδική προμήθεια οχημάτων, μηχανημάτων και κάθε είδους εφοδίων και υλικών για να καλυφθούν ανάγκες δήμων, κοινοτήτων, συνδέσμων τους, αμιγών επιχειρήσεων του Δ.Κ.Κ., επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, δημοτικών και κοινοτικών ιδρυμάτων και λοιπών δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του άρθρου 175 Δ.Κ.Κ. Στον παραπάνω λογαριασμό εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του νόμου αυτού”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Προσωπικό οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης

Άρθρο 26

1. Το άρθρο 12 του ν. 1188/1981 (ΦΕΚ 204) αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 12

1. Με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών σε διευθύνσεις, τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητές τους και οι θέσεις κατά κατηγορίες και κλάδους προσωπικού.

2. Οι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας δήμων, κοινοτήτων, δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, ιδρυμάτων και συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων ψηφίζονται αντίστοιχα από το δημοτικό ή από το κοινοτικό συμβούλιο ή από το διοικητικό συμβούλιο και εγκρίνονται με απόφαση του νομάρχη, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για την έγκριση των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας των ιδρυμάτων και των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου απαιτείται και σύμφωνη γνώμη των οικείων δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων. Η απόφαση του νομάρχη εκδίδεται μέσα σε εξήντα μέρες αφότου περιέρχεται στη νομαρχία η γνωμοδότηση του υπηρεσιακού συμβουλίου.

3. Η σύσταση θέσεων προσωπικού με τους οργανισμούς εσωτερικής υπηρεσίας των Ο.Τ.Α. γίνεται μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών και των οικονομικών δυνατοτήτων τους.

4. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 317, 318 και 320, οι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας των Ο.Τ.Α. δεν επιτρέπεται να τροποποιούνται πριν περάσουν δύο έτη από την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 ή από κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Ο περιορισμός της διετίας δεν ισχύει για την αντιμετώπιση αναγκών που ανακύπτουν από την ανάθεση νέων αρμοδιοτήτων στους Ο.Τ.Α. Στις περιπτώσεις αυτές η τροποποίηση των οργανισμών εσωτερικής υπηρεσίας επιτρέπεται ύστερα από απόφαση του νομάρχη”.

2. Το άρθρο 236 του ν. 1188/1981 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 236

Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων και των συνδέσμων δήμων και κοινοτήτων, που εγκρίνεται από το νομάρχη, συνιστώνται θέσεις προσωπικού οποιασδήποτε κατηγορίας (ΠΕ,ΤΕ,ΔΕ,ΥΕ). Για τη σύσταση των θέσεων λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των υπηρεσιών τους και η οικονομική δυνατότητά τους.

Για τον καθορισμό των αποδοχών των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται εφαρμόζεται το άρθρο 240 σε συνδυασμό με τις διατάξεις της απόφασης 12256/25.2.1988 του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (ΦΕΚ 142 Β`). Ο μισθός του προσωπικού πανεπιστημιακής και τεχνολογικής εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι κατώτερος από το βασικό μισθό του 19ου ούτε ανώτερος από το βασικό μισθό του 4ου μισθολογικού κλιμακίου”.

3. Η παρ. 1 του άρθρου 241 του ν. 1188/1981, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 67 του ν. 1416/1984 (ΦΕΚ 18), αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Δήμοι με πληθυσμό πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) κατοίκους, εφ` όσον έχουν ανάλογη οικονομική δυνατότητα, μπορούν με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας τους να συνιστούν θέση μετακλητού γενικού γραμματέα. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου το Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Ιαματικών Πηγών Ελλάδος, που εγκρίνεται από το νομάρχη της έδρας του, μπορεί να συσταθεί θέση μετακλητού γενικού γραμματέα στο σύνδεσμο αυτόν. Οι αποδοχές του γενικού γραμματέα καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών σε ποσοστό των αποδοχών των υπαλλήλων ειδικών θέσεων α` βαθμού, χωρίς να θίγονται οι διατάξεις του ν. 1256/1982”.

4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 245 του ν. 1188/ 1981 αντικαθίσταται ως εξής:

“Με τη διαδικασία της παραγράφου 1 δύναται να συνιστώνται μέχρι δύο θέσεις δικηγόρων σε δήμους με πληθυσμό πάνω από τριάντα πέντε χιλιάδες (35.000) κατοίκους και στα ιδρύματά τους, και στους λοιπούς δήμους και ιδρύματα μία μόνο θέση, εφ` όσον συντρέχει υπηρεσιακή ανάγκη και το επιτρέπει η οικονομική τους κατάσταση”.

5. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου του ν. 1416/1984 αντικαθίσταται ως εξής:

“Συνιστώνται στο δήμο Αθηναίων μέχρι τρεις θέσεις, στους δήμους Πειραιώς και Θεσσαλονίκης μέχρι δύο και στους λοιπούς δήμους με πληθυσμό πάνω από τριάντα πέντε χιλιάδες (35.000) κατοίκους από μία ειδικών συμβούλων ή επιστημονικών συνεργατών”.

Άρθρο 27

1. Το εδάφιο β` της παραγράφου 2 του άρθρου 312 του ν. 1188/1981 αντικαθίσταται ως εξής:

“β. Χρηματικό ποσό που να καλύπτει το τριάντα πέντε στα εκατό (35%) της ετήσιας συνολικής δαπάνης για την πληρωμή των αποδοχών των τακτικών υπαλλήλων των κοινοτήτων, το προσωπικό των οποίων υπάγεται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του ν. 1188/1981, εγγράφεται υποχρεωτικά κατ` έτος στον προϋπολογισμό των παραπάνω κοινοτήτων. Το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών”.

2. Στο άρθρο 312 του ν. 1188/1981 προστίθενται παράγραφοι 3, 4 και 5 ως εξής:

“3. Το μέχρι 31.12.1987 χρεωστικό υπόλοιπο του λογαριασμού για την πληρωμή αποδοχών κοινοτικών υπαλλήλων (Π.Α.Κ.Υ.) που τηρείται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, κεφαλαιοποιείται και η εξόφληση του χρέους γίνεται ως εξής:

Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων παρακρατεί

α) ποσοστό είκοσι στα εκατό (20%) από το τμήμα των καθαρών κερδών του, το οποίο οφείλει να αποδώσει στο Δημόσιο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις και

β) ποσοστό δεκαπέντε στα εκατό (15%) από τους τόκους των κατά το άρθρο 201 παρ. 1 του Δ.Κ.Κ. χρηματικών υπολοίπων των δήμων και κοινοτήτων.

4. Η παρακράτηση των ποσών της προηγούμενης παραγράφου γίνεται, από το έτος 1988, στο τέλος κάθε εξαμήνου κάθε οικονομικού έτους, ώσπου να εξοφληθεί το χρέος.

5. Στο τέλος κάθε έτους το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων γνωστοποιεί στο Υπουργείο Εσωτερικών το ποσό που έχει παρακρατήσει και το ποσό που απομένει για την εξόφληση του χρέους”.

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 313 του ν. 1188/1981 αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Από το έτος 1988 και εφεξής κατ` έτος στον προϋπολογισμό εξόδων του Υπουργείου Εσωτερικών αναγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό ποσό ενός δισεκατομμυρίου (1.000.000.000) δραχμών για τακτική οικονομική ενίσχυση των κοινοτήτων, των οποίων οι γραμματείς υπάγονται στις διατάξεις του δεύτερου μέρους του παρόντος. Το ποσό αυτό διατίθεται αποκλειστικά για να καταβληθούν οι αποδοχές των γραμματέων που απασχολούνται με σχέση εργασίας δημόσιου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Το ποσό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ανάλογα με τον αριθμό των γραμματέων και τις αποδοχές τους”

4. Η παράγραφος 5 του άρθρου 318 του ν. 1188/1981 αντικαθίσταται ως εξής:

“5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και για το προσωπικό άλλων ειδικών ταμείων, των οποίων η διοίκηση περιήλθε ή θα περιέλθει στους δήμους ή στις κοινότητες, καθώς και για το προσωπικό των δημοτικών και κοινοτικών νομικών προσώπων που καταργούνται και αναλαμβάνει ο οικείος Ο.Τ.Α. απευθείας ή όχι την εκπλήρωση του σκοπού τους”.

Άρθρο 28

1. Η αληθινή έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 300 του ν. 1188/1981 είναι ότι στο προσωπικό που απολύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 293, 294, 295, 296, 297 και 298 καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το μισό της αποζημίωσης που ορίζεται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου, εφ` όσον το προσωπικό αυτό κατά το χρόνο της απόλυσής του δικαιούται σύνταξη από δική του υπηρεσία από οποιοδήποτε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης.

Στις περιπτώσεις α`, β` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 298 δεν καταβάλλεται αποζημίωση.

2. Στην παρ. 4 του άρθρου 67 του ν. 1416/1984 (ΦΕΚ 18) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου:

“Με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας συνδέσμου δήμων, δήμων και κοινοτήτων ή κοινοτήτων με συνολικό πληθυσμό των μελών του πάνω από πενήντα χιλιάδες (50.000) κατοίκους μπορεί να συνιστάται μία θέση ειδικού συνεργάτη. Αν οι κείμενες διατάξεις δεν προβλέπουν συγκρότηση των υπηρεσιών με οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας, η θέση συνιστάται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, που εγκρίνεται από το νομάρχη, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου”.

“3. Με απόφαση του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου επιτρέπεται να ανατεθούν προσωρινώς σε τακτικό διοικητικό υπάλληλο παραπλήσιου Ο.Τ.Α. τα καθήκοντα του γραμματέα της κοινότητας του οποίου η θέση είναι κενή. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να γίνει ανάθεση καθηκόντων κατά τα ανωτέρω, επιτρέπεται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του κοινοτικού συμβουλίου, να ανατεθούν προσωρινώς καθήκοντα γραμματέα σε δημόσιο υπάλληλο ή σε υπάλληλο Ν.Π.Δ.Δ.

Οι ώρες της μηνιαίας απασχόλησης του γραμματέα καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 109 του ν.1188/1981”.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.19 του άρθρου 8 του Ν.2307/1995 (Α 113)

4. Οι Ο.Τ.Α. ή οι σύνδεσμοι Ο.Τ.Α., που συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις (άρθρο 11 ν. 1416/1984) για την κατάρτιση και εκτέλεση προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας και ανάπτυξης, μπορούν να προσλάβουν για την υλοποίηση των συμβάσεων αυτών πτυχιούχους Κοινωνιολογίας με εξάμηνη τουλάχιστο μεταπτυχιακή εκπαίδευση ειδικά στον τομέα της κοινωνικής προστασίας και ανάπτυξης, που αποδεικνύεται από πιστοποιητικό ανώτατης σχολής. Η πρόσληψη του προσωπικού αυτού γίνεται με σύμβαση ορισμένου χρόνου που δεν μπορεί να υπερβεί τη χρονική διάρκεια ισχύος της σύμβασης.

Άρθρο 29
Προσωπικό Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. – Τ.Ε.Δ.Κ.

1. Οι παρ. 2 – 6 του άρθρου 13 του π.δ. 197/1978 (ΦΕΚ 43), όπως συμπληρώθηκαν με τους νόμους 1080/1980 και 1416/1984, αντικαθίστανται με παρ. 1 – 3 ως εξής:

“Άρθρο 13

1. Οι κανονισμοί που συντάσσονται, σύμφωνα με το άρθρο 14 του π.δ. 197/1978, είναι:

α) Ο εσωτερικός κανονισμός υπηρεσιών, με τον οποίο καθορίζονται η οργάνωση, η διάρθρωση, οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών και ο αριθμός των θέσεων εργασίας.

β) Ο κανονισμός προσωπικού, με τον οποίο καθορίζονται τα προσόντα, ο τρόπος πρόσληψης, οι όροι εργασίας του προσωπικού, ο τρόπος υπολογισμού των αποδοχών τους σε αντιστοιχία με το μισθολόγιο των δημοτικών υπαλλήλων, το πειθαρχικό δίκαιο, τα σχετικά με τη λύση της εργασιακής σχέσης καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

γ) Ο κανονισμός διαχείρισης.

2. Το προσωπικό που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού τοποθετείται με απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής σε θέσεις που καθορίζονται από τον κανονισμό της περίπτ. α` της προηγούμενης παραγράφου.

3. Η εκτελεστική επιτροπή της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. αποφασίζει για την πλήρωση των θέσεων και το διορισμό προσωπικού κάθε κατηγορίας”.

2. Η παρ. 7 του άρθρου 13 του π.δ. 197/1978 αριθμείται ως παρ. 4, η 8 ως 5 και η 9 ως 6.

3. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου αυτού ως και οι διατάξεις της νέας αριθμούμενης παρ. 6 ισχύουν και για τις τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων της αρμοδιότητας του Υπουργού Εσωτερικών ασκούμενης από το νομάρχη και της εκτελεστικής επιτροπής από τη διοικούσα επιτροπή της Τ.Ε.Δ.Κ.

Οι διατάξεις του άρθρου 9 του π.δ. 197/1978 καταργούνται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Τροποποιήσεις του ν. 1622/1986

Άρθρο 30

1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν. 1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (δήμοι και κοινότητες) που περιλαμβάνονται στις περιοχές αυτές συνενώνονται και αποτελούν δήμο, ανεξάρτητα από το συνολικό πληθυσμό τους, με αποφάσεις των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων, που λαμβάνονται με πλειοψηφία των 3/5 του συνολικού αριθμού των μελών του κάθε συμβουλίου ή αν το ζητήσουν με αίτησή τους οι μισοί τουλάχιστον από τους εκλογείς κατοίκους του καθενός απ` αυτούς. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, τις υπογραφές, την ταυτότητα και την ιδιότητα του εκλογέα κατοίκου βεβαιώνει ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας του δήμου ή κοινότητας της περιοχής, ο οποίος μπορεί να υπογράφει και για λογαριασμό των εκλογέων που δηλώνουν ότι είναι αγράμματοι, σε περίπτωση δε άρνησης τους, βεβαιώνει και υπογράφει τα παραπάνω ο αρμόδιος ειρηνοδίκης.

Στην περίπτωση υποβολής αιτήσεως των εκλογέων κατοίκων ο νομάρχης βεβαιώνει αν οι αιτούντες είναι τουλάχιστον οι μισοί από τους εκλογείς κατοίκους”.

2. Στο άρθρο 2 του ν. 1622/1986 (ΦΕΚ 92) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

“5. Τα ακίνητα των παραγράφων 1 και 2 παρέχονται και στους δήμους που προέκυψαν από συνένωση οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης κατ` εφαρμογήν των άρθρων 4 του Δ.Κ.Κ. και 17 του ν. 1518/1985 (ΦΕΚ 30)”.

3. Το εδάφιο α` της παραγράφου 1 και η παράγραφος 2 του άρθρου 18 του ν. 1622/1986 αντικαθίστανται αντίστοιχα ως εξής:

“1. α) Τα ιδρύματα του άρθρου 163 του Δ.Κ.Κ. και τα λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα του άρθρου 175 του Δ.Κ.Κ. που έχουν συσταθεί από τους συνεννοούμενους Ο.Τ.Α.

2. Τα ιδρύματα του άρθρου 163 του Δ.Κ.Κ., τα λοιπά δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα του άρθρου 175 του Δ.Κ.Κ. και οι αμιγείς δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί από δήμο ή κοινότητα που καταργείται και ενώνεται σε νέο δήμο περιέρχονται αυτοδικαίως στο νέο δήμο”.

Άρθρο 31
Κατάστημα νομαρχιακής αυτοδιοίκησης – Σφραγίδα

1. Οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις έχουν ιδιαίτερο κατάστημα στην έδρα τους για τη στέγαση και τη λειτουργία των υπηρεσιών τους.

2. Οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις τηρούν βιβλία για τη διοίκηση και τη διαχείριση της περιουσίας τους. Τα βιβλία αυτά καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.

3. Οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις έχουν σφραγίδα, ο τύπος της οποίας ορίζεται με απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου. Απαγορεύεται η χρήση σημάτων, εμβλημάτων και συνθημάτων που έχουν πολιτικό χαρακτήρα.

4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 23 του ν. 1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

“6. Στον τομέα γεωργίας, κτηνοτροφίας, αλιείας και δασών οι αρμοδιότητες της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης είναι η κατάρτιση ετήσιων και μεσοχρόνιων προγραμμάτων ανάπτυξης της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της αλιείας και των δασών και η εκτέλεση των σχετικών έργων”.

Άρθρο 32
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη του άρθρου

1.Η παράγραφος 3 του άρθρου 24 το υν.1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής :

«3. Η νομαρχιακή επιτροπή αποτελείται από τον πρόεδρο του νομαρχιακού συμβουλίου , ως πρόεδρο , και 4 μέλη όταν το νομαρχιακό συμβούλιο έχει 27 μέλη , 6 όταν έχει έως 39 μέλη και 8 όταν έχει 51 μέλη»
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 35 το υν.1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής :

«2. Η νομαρχιακή επιτροπή παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεων των οργάνων της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης από τις νομαρχιακές υπηρεσίες»
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 37 το υν.1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής :

«1.Το νομαρχιακό συμβούλιο μέσα σε 15 μέρες από την εγκατάστασή του  εκλέγει τα μέλη της νομαρχιακής επιτροπής »
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 49 του ν.1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Με τα προεδρικά διατάγματα της παραγράφου 1 του άρθρου 38 του νόμου αυτού, ορίζεται και η ειδική ετήσια οικονομική ενίσχυση για την άσκηση κάθε αρμοδιότητας που µμεταβιβάζεται.

Η ενίσχυση αυτή εγγράφεται στον προϋπολογισμό του αρμόδιου υπουργείου σε ειδικό κωδικό και µμεταβιβάζεται κατά δωδεκατημόρια στο ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, σε συνιστώμενο ξεχωριστό λογαριασμό ,με τίτλο «Δαπάνες νομαρχιακής αυτοδιοίκησης» και αποδίδεται στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις µε από­φαση του Υπουργού Εσωτερικών.

Η ενίσχυση αυτή αναπροσαρμόζεται ετησίως µε απόφαση του αρμόδιου υπουργού.
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

5.Στην παράγραφο 1 του άρθρου 54 του ν. 1622/1986 προστί­θεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:

Με προεδρικό διάταγµα, που εκδίδεται µε πρόταση των Υπουρ­γών Εσωτερικών και ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ρυθμίζονται όλα τα θέµατα που αναγράφονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 19 του ν. 141811984 και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής των διατάξεων του ν. 1418/1984 για την εκτέλεση έργων από τις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις».
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

6. Η παράγραφος 2 του άρθρου 54 του ν. 1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

2. Για τις µελέτες των έργων, των προμηθειών, των εργασιών και των µμεταφορών των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, καθώς και για τη διενέργεια των προμηθειών, των εργασιών και των µμεταφορών που δεν χαρακτηρίζονται ως έργα κατά την έννοια των δια· τάξεων της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1418/1984 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που ισχύουν για τους δήμους και τις κοι­νότητες. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζεται ο τρόπος της αναλογικής εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων και κάθε σχετι­κό Θέμα ».
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

7. Στο τίτλο της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του ν. 1622/1988, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

•Τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις, πoυ προβλέπονται να εκδοθούν κατ ” εξουσιοδότηση των ως άνω άρθρων, εκδίδονται πριν από την έκδοση του προεδρικού διατάγματος του πρώτου εδαφίου και τίθενται σε ισχύ μετά την έκδοση αυτού.
Όπως καταργήθηκε με την Παρ.2 Άρθρο 64 ΝΟΜΟΣ 2218/1994 και ισχύει από 13/6/1994
Δες την εξέλιξη της παραγράφου

Άρθρο 33

1. Στην αρμοδιότητα του γενικού γραμματέα περιφέρειας ανήκει η επίβλεψη για την τήρηση του ωραρίου εργασίας όλων των περιφερειακού επιπέδου υπηρεσιών των περιφερειών, η χορήγηση κανονικών και αναρρωτικών αδειών, καθώς και η έγκριση για τη μετακίνηση εκτός έδρας των προϊσταμένων των υπηρεσιών αυτών.

2. Ο γενικός γραμματέας περιφέρειας είναι πειθαρχικός προϊστάμενος όλων των πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων των περιφερειακού επιπέδου υπηρεσιών της περιφέρειας και μπορεί να επιβάλλει τις ποινές της επίπληξης και του προστίμου μέχρι στο μισό των αποδοχών ενός μήνα.

3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 65 του ν. 1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

“4. Για την εξυπηρέτηση του γενικού γραμματέα στην άσκηση των καθηκόντων του μπορεί να αποσπώνται στο γραφείο του με απόφαση του έως δέκα υπάλληλοι του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας ή τραπεζών οι οποίες ελέγχονται από το κράτος που λειτουργούν στην περιφέρεια, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη και χωρίς χρονικό περιορισμό της απόσπασης”.

4. Με απόφαση του γενικού γραμματέα περιφέρειας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του προϊσταμένου της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί ο υπάλληλος, επιτρέπεται η απόσπαση από περιφερειακή σε περιφερειακή υπηρεσία, για την αντιμετώπιση υπηρεσιακών αναγκών για ένα έτος υπαλλήλων των περιφερειακών υπηρεσιών του δημόσιου τομέα που λειτουργούν στην περιφέρεια.

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 66 του ν. 1622/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Οι αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί ή μεταβιβασθεί στις διανομαρχιακού επιπέδου υπηρεσίες ανήκουν αποκλειστικά στο γενικό γραμματέα της περιφέρειας. Ο γενικός γραμματέας με απόφασή του μπορεί να αναθέτει στα καθ` ύλην αρμόδια περιφερειακά όργανα των υπουργείων την εξουσία να υπογράφουν με εντολή του αποφάσεις, έγγραφα, εντάλματα ή άλλες πράξεις της αρμοδιότητάς του”.

Άρθρο 34

1. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 67 του ν. 1622/1986 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Στον πρόεδρο και στα μέλη του περιφερειακού συμβουλίου, των οποίων η κατοικία απέχει περισσότερο από είκοσι χιλιόμετρα από τον τόπο όπου συνεδριάζει το συμβούλιο, καταβάλλεται αποζημίωση πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών ημερησίως για τη συμμετοχή τους στις συνεδριάσεις του συμβουλίου, καθώς και το αντίτιμο του εισιτηρίου για τη μεταβίβαση και επιστροφή τους. Αν πρόκειται για μετακίνηση από νησί, η αποζημίωση και το αντίτιμο του εισιτηρίου καταβάλλονται ανεξάρτητα από χιλιομετρική απόσταση”.

2. Στο άρθρο 67 του ν. 1622/1986 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

“5. Τα μέλη του περιφερειακού συμβουλίου που είναι υπάλληλοι νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής ωφέλειας δικαιούνται ειδική άδεια έως 30 ημέρες κάθε έτος για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η άδεια αυτή χορηγείται από τις υπηρεσίες τους τμηματικά, ύστερα από αίτηση των δικαιούχων και ισχύει για εργάσιμες μέρες και ώρες. Ο χρόνος της παραπάνω άδειας θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε περίπτωση”.

3.Στις συνεδριάσεις του περιφερειακού συμβουλίου καλούνται υποχρεωτικά από ένας εκπρόσωπος της Περιφερειακής Ένωσης Επιμελητηρίων του τεχνικού, Γεωτεχνικού, Οικονομικού και Καλ­λιτεχνικού Επιμελητηρίου, της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας ( Γ.Σ.Ε.Ε.) και της Πανελλήνιας Συνομοσπονδlας Ενώ­σεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.). Οι εκπρόσωποι αυ­τοί μετέχουν στις συζητήσεις του συμβουλίου και διατυπώνουν τις απόψεις τους χωρϊς ψήφο.

Οι εκπρόσωποι των παραπάνω φορέων ορ!ζονται με απόφαση του συλλογικού οργάνου διοίκησής τους.

Σημ.: όπως η παρ.3 καταργήθηκε με την περ.β` της παρ.2 του άρθρου 64 του Ν.2218/1994 (Α 90).Έναρξη ισχύος ένα μήνα μετά την δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Διοίκηση – Αποκέντρωση

Άρθρο 35

1. Η παράγραφος 8 του άρθρου 11 του ν. 3200/1955 (ΦΕΚ 97) αντικαθίσταται ως εξής:

“8. Τις θέσεις των αιρετών μελών του συμβουλίου, που για οποιοδήποτε λόγο μένουν κενές πριν από τη λήξη της θητείας των μελών του, καταλαμβάνουν οι αναπληρωματικοί σύμβουλοι. Οι σύμβουλοι αυτοί καλούνται από το νομάρχη με τη σειρά της εκλογής τους και οφείλουν να παρουσιαστούν για ορκωμοσία, μέσα σε οκτώ μέρες αφότου τους επιδόθηκε η κλήση. Αν δεν παρουσιαστούν μέσα στην προθεσμία αυτήν, εκπίπτουν αυτοδικαίως από το αξίωμά τους. Αν δεν υπάρχουν αναπληρωματικοί σύμβουλοι, το νομαρχιακό συμβούλιο λειτουργεί νομίμως με ελλιπή σύνθεση”.

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του π.δ. 416/1982 (ΦΕΚ 76) αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Η κατά το άρθρο 9 εφορευτική επιτροπή κατά την εκδίκαση των ενστάσεων αποφαίνεται για το κύρος της εκλογής και ανακηρύσσει τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του νομαρχιακού συμβουλίου. Τακτικά μέλη του συμβουλίου ανακηρύσσονται όσοι έλαβαν τη σχετική πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας εκείνοι που αναδείχθηκαν με κλήρωση. Η κλήρωση ενεργείται από την εφορευτική επιτροπή και γίνεται σχετική μνεία στο πρακτικό.

Οι αναπληρωματικοί ανακηρύσσονται με βάση τη σειρά των ψήφων που έλαβαν και εφ` όσον έχουν λάβει μία τουλάχιστον ψήφο”.

3. Αποκτά ισχύ νόμου αναδρομικά από 28 Ιουνίου 1982 η διάταξη του άρθρου 22 του π.δ. 416/1982, που έχει ως εξής:

“Ο εκπρόσωπος των επιστημόνων εκλέγεται υποχρεωτικά Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (Τ.Ε.Ε.). Η εκλογή για κάθε νομό ενεργείται από τη διοικούσα επιτροπή του περιφερειακού Τμήματος του Τεχνικού Επιμελητηρίου στο οποίο υπάγεται ο νομός”.

4. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 31 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Η εκλογή των αιρετών νομαρχιακών συμβούλων της επαρχίας Αττικής γίνεται χωριστά από τους δημάρχους, πρόεδρους κοινοτήτων, δημοτικούς και κοινοτικούς συμβούλους των δήμων και κοινοτήτων της επαρχίας, που περιλαμβάνονται στην περιφέρεια καθεμιάς από τις τέσσερις νομαρχίες. Κάθε τμήμα της επαρχίας Αττικής που περιλαμβάνεται σε καθεμιά από τις τέσσερις νομαρχίες εκπροσωπείται στο νομαρχιακό συμβούλιο με ένα αιρετό μέλος και, αν ο πληθυσμός του υπερβαίνει τους 100.000 κατοίκους, με δύο μέλη. Το ίδιο ισχύει και για τα τμήματα άλλων επαρχιών του νομού Αττικής που υπάγονται σε διαφορετικές νομαρχίες”.

Άρθρο 36
Στο άρθρο 5 του ν. 1235/1982 (ΦΕΚ 26) προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:

“8. Τα μέλη των νομαρχιακών συμβουλίων που είναι υπάλληλοι του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής ωφέλειας δικαιούνται ειδική άδεια έως τριάντα ημέρες κάθε έτος για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Η άδεια αυτή χορηγείται από τις υπηρεσίες τους τμηματικά, ύστερα από αίτηση των δικαιούχων και ισχύει για εργάσιμες ημέρες και ώρες. Ο χρόνος της παραπάνω άδειας θεωρείται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε περίπτωση”.

Άρθρο 37
Ανακαθορισμός ορίων επαρχιών
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών, ανακαθορίζονται εφάπαξ κατά νομό, μετά από πρόταση του νομαρχιακού συμβουλίου, τα όρια των επαρχιών του νομού, τα οποία έχουν διαμορφωθεί με τα προεδρικά διατάγματα που εκδόθηκαν κατ` εξουσιοδότηση της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1622/1986 (ΦΕΚ 92).

Άρθρο 38
Απόσπαση υπαλλήλων στα γραφεία νομαρχών

1. Για την εξυπηρέτηση του νομάρχη στην άσκηση των καθηκόντων του μπορεί να αποσπώνται στο γραφείο του με απόφασή του, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, έως τρεις υπάλληλοι από αυτούς που υπηρετούν στις υπηρεσίες της νομαρχίας. Η απόσπαση του προσωπικού αυτού λήγει αυτοδικαίως με τη μετάθεση, την παραίτηση ή την παύση του νομάρχη.

2. Ο νομάρχης, με απόφασή του και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, μπορεί να αναθέτει καθήκοντα ή να αποσπά στις μονάδες γενικής υποστήριξης της νομαρχίας υπαλλήλους που υπηρετούν σε συναφείς κλάδους των λοιπών νομαρχιακών υπηρεσιών. Η απασχόληση των υπαλλήλων αυτών μπορεί να ορίζεται είτε ως αποκλειστική είτε ως παράλληλη με την άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης τους.

3. Ο χρόνος της απόσπασης ή της ανάθεσης καθηκόντων λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση που κατέχει ο υπάλληλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
Άλλες διατάξεις

Άρθρο 39

1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 1599/1986 (ΦΕΚ 75) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

“Τα στοιχεία της περίπτωσης β` της παραγράφου αναγράφονται και με λατινικούς χαρακτήρες”.

2. Στην παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 1599/1986 μετά την περ. δ` προστίθεται περ. ε` ως εξής:

“ε. την ομάδα αίματος”.

3. Η παράγραφος 10 του άρθρου 19 του ν. 1599/1986 αντικαθίσταται ως εξής:

“10. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται σε όλα τα συλλογικά όργανα της κεντρικής και αποκεντρωμένης διοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, εκτός από τα συλλογικά όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης”.

4. Η περίπτωση α` της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν. 1746/1988 (ΦΕΚ 2) αντικαθίσταται ως εξής:

“α) Ιδρύονται επιμελητήρια, μετά από αίτηση εκατό τουλάχιστον προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 1, στους νομούς όπου δεν υπάρχουν, στις έδρες των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων όπου δεν υπάρχουν και στις έδρες των επαρχιών όπου δεν υπάρχουν”.

5. Προκειμένου να εξασφαλισθεί κατάλληλη κατοικία για τους εκπροσώπους του Κράτους στην περιφέρεια, γενικούς γραμματείς περιφερειών, νομάρχες και επάρχους επιτρέπεται η παραχώρηση των κατάλληλων ακινήτων του Κράτους από την Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου, η κατασκευή καθώς και η ενοικίαση από το Κράτος κατάλληλων κατοικιών στις έδρες των περιφερειών, των νομών και νομαρχιών καθώς και των επαρχείων.

Άρθρο 40
Συμπληρώσεις της νομοθεσίας για την ελληνική ιθαγένεια

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του ν. 1438/1984 (ΦΕΚ 60) αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 7 του ν. 1250/1982 (ΦΕΚ 46) αναγνώριση γάμων ως υποστατών δεν έχει ως αποτέλεσμα την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από αλλοδαπή σύζυγο του `Έλληνα ούτε την αποβολή της ελληνικής ιθαγένειας από Ελληνίδα σύζυγο αλλοδαπού”.

2. Αλλοδαπή σύζυγος Έλληνα πολίτη, της οποίας ο γάμος αναγνωρίστηκε ως υποστατός, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 1250/1982, εφ` όσον έχει εγγραφεί σε δημοτολόγιο δήμου ή κοινότητας μετά την ισχύ του ν. 1250/1982, και έως την έναρξη της ισχύος του ν. 1438/1984, θεωρείται ότι απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια από την παραπάνω εγγραφή της. Μπορεί όμως, μέσα σε προθεσμία τριών ετών από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, με δήλωση της που δεν υπόκειται σε ανάκληση, προς τον οικείο δήμαρχο ή πρόεδρο κοινότητας, να αποποιηθεί την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι ποτέ δεν απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια και η εγγραφή της στα δημοτολόγια διαγράφεται. Η παραπάνω δήλωση είναι απαράδεκτη, αν η αιτούσα με την αποποίηση της ελληνικής ιθαγένειας γίνεται ανιθαγενής.

3. Τέκνα που γεννήθηκαν από γάμο με `Έλληνα, που αναγνωρίστηκε ως υποστατός σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 1250/1982, εφ` όσον έχουν εγγραφεί σε μητρώα αρρένων ή δημοτολόγιο δήμου ή κοινότητας έως την έναρξη της ισχύος του ν. 1438/1984, θεωρείται ότι απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια από την παραπάνω εγγραφή τους. Μπορούν όμως, μέσα σε προθεσμία τριών ετών από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, με δήλωσή τους, που δεν υπόκειται σε ανάκληση, προς τον οικείο δήμαρχο ή πρόεδρο κοινότητας, να αποποιηθούν την κτήση της ελληνικής ιθαγένειας. Αν αυτά είναι ανήλικα, τη δήλωση υποβάλλει ο Έλληνας πατέρας. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι ποτέ δεν απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια και η εγγραφή τους στα μητρώα αρρένων ή στα δημοτολόγια διαγράφεται. Η πιο πάνω δήλωση είναι απαράδεκτη, αν το τέκνο με την αποποίηση της ελληνικής ιθαγένειας γίνεται ανιθαγενές.

Άρθρο 41
Αγροτική ασφάλεια
Α` Υπαγωγή της αγροτικής ασφάλειας στο Υπουργείο Εσωτερικών

1. Η αγροτική ασφάλεια και ειδικότερα η φύλαξη των αγροτικών κτημάτων, η προανάκριση των αγροτικών αδικημάτων, η δίωξή τους σε βαθμό πταίσματος, καθώς και η αστυνόμευση των αρδευτικών υδάτων υπάγονται στο Υπουργείο Εσωτερικών. Οι σχετικές αρμοδιότητες ανήκουν στο νομάρχη, ασκούνται από τα τμήματα και τα γραφεία αγροτικής ασφάλειας των διευθύνσεων εσωτερικών των νομαρχιών και διέπονται από τις διατάξεις του ν.δ. 3030/1954 (ΦΕΚ 244), όπως έχει συμπληρωθεί και τροποποιηθεί έως την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού και από τα εκτελεστικά του διατάγματα και αποφάσεις.

2. Οι κοινοτικοί φύλακες αποτελούν προσωπικό του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι 7.840 οργανικές θέσεις κοινοτικών φυλάκων, που προβλέπονται από το άρθρο 26 παράγραφος 12 του ν. 1481/1984 (ΦΕΚ 152), μειώνονται σε 6.500 και μεταφέρονται αυτοδικαίως, από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, στο Υπουργείο Εσωτερικών.

3. Με απόφαση του οικείου νομάρχη ανατίθενται στους κοινοτικούς φύλακες καθήκοντα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 3 του ν. 1590/1986 (ΦΕΚ 49). 4. Στις νομαρχίες του κράτους, εκτός των Αθηνών, συνιστώνται

α) πενήντα τρία (53) τμήματα αγροτικής ασφάλειας, ένα (1) σε κάθε διεύθυνση εσωτερικών και

β) τριακόσια (300) γραφεία αγροτικής ασφάλειας, για όλες τις παραπάνω νομαρχίες. Για τη στελέχωση των τμημάτων αγροτικής ασφάλειας συνιστώνται εκατόν έξι (106) θέσεις υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ και ΔΕ και για τη στελέχωση των γραφείων αγροτικής ασφάλειας συνιστώνται τριακόσιες (300) θέσεις υπαλλήλων κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ. Οι θέσεις αυτές διαρθρώνονται σε συνιστώμενους κλάδους αγροτικής ασφάλειας με απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών. Προσόντα διορισμού στις θέσεις αυτές ορίζονται τα προβλεπόμενα αντίστοιχα στα άρθρα 3, 10 και 15 του π.δ. 194/1988 (ΦΕΚ 84 Α`).

5. Η κατανομή κατά νομαρχία του αριθμού των γραφείων αγροτικής ασφάλειας και των θέσεων των υπαλλήλων, που θα στελεχώσουν τα τμήματα και τα γραφεία αγροτικής ασφάλειας, καθώς και η κατανομή κατά νομαρχία των θέσεων των κοινοτικών φυλακών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Με όμοια απόφαση μπορεί να ανακατανέμονται οι θέσεις αυτές.

6. Η επωνυμία, η έδρα και η περιφέρεια των γραφείων αγροτικής ασφάλειας καθορίζονται με απόφαση του οικείου νομάρχη. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται και ο τρόπος στέγασης των γραφείων αυτών. `Έδρα και περιφέρεια του τμήματος αγροτικής ασφάλειας είναι η έδρα και η περιφέρεια της νομαρχίας αντίστοιχα.

7. Τα τμήματα και τα γραφεία αγροτικής ασφάλειας και οι προϊστάμενοι τους έχουν τις αρμοδιότητες και ασκούν τα καθήκοντα που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 10 του π.δ. 543/1977 αντίστοιχα. Στα τμήματα αγροτικής ασφάλειας προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α` ή, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β` ή Γ`. Στα γραφεία αγροτικής ασφάλειας προΐσταται υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ με βαθμό Α` ή, αν δεν υπάρχει, με βαθμό Β` ή Γ`. Η επιλογή και η αναπλήρωσή τους γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 90 και 13 του ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37) αντίστοιχα. Στους προϊσταμένους των τμημάτων και των γραφείων αγροτικής ασφάλειας καταβάλλεται το προβλεπόμενο από το άρθρο 12 του ίδιου νόμου επίδομα θέσης.

8. Οι προϊστάμενοι των τμημάτων αγροτικής ασφάλειας, που κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους μετακινούνται με εντολή του νομάρχη στην περιφέρεια της νομαρχίας τους, δικαιούνται οδοιπορικά έξοδα και η ημερήσια αποζημίωση, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις. Οι προϊστάμενοι των γραφείων αγροτικής ασφάλειας υποχρεούνται να περιοδεύουν στις περιοχές της δικαιοδοσίας τους δέκα ημέρες το μήνα. Για τις μετακινήσεις αυτές δικαιούνται πάγια οδοιπορικά έξοδα το ποσό των οποίων καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών.

9. Με απόφαση του νομάρχη συγκροτείται σε κάθε νομαρχία Εποπτικό Συμβούλιο Αγροτικής Ασφάλειας, το οποίο λειτουργεί στην έδρα της νομαρχίας. Με όμοια απόφαση συγκροτείται σε κάθε ειρηνοδικείο Αγρονομικό Συμβούλιο που λειτουργεί στην έδρα του ειρηνοδικείου. Το Εποπτικό Συμβούλιο Αγροτικής Ασφάλειας αποτελείται από: τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών της έδρας της νομαρχίας ή το νόμιμο αναπληρωτή του ως πρόεδρο, το διευθυντή εσωτερικών της νομαρχίας ή το νόμιμο αναπληρωτή του και τον προϊστάμενο του τμήματος αγροτικής ασφάλειας ή το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλη. Γραμματέας ορίζεται υπάλληλος της διεύθυνσης εσωτερικών κατηγορίας ΔΕ, με τον αναπληρωτή του. Το Συμβούλιο αυτό έχει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 27 του π.δ. 543/1977, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 836/1978 (ΦΕΚ 226). Το Αγρονομικό Συμβούλιο αποτελείται από: τον ειρηνοδίκη ή τον πρωτοδίκη της έδρας του ειρηνοδικείου, ή το νόμιμο αναπληρωτή του, ως πρόεδρο, τον προϊστάμενο του γραφείου αγροτικής ασφάλειας, με αναπληρωτή του υπάλληλο της διεύθυνσης εσωτερικών και έναν κρατικό γεωπόνο ή γεωπόνο της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας με το νόμιμο αναπληρωτή του, ως μέλη. Γραμματέας είναι ο προϊστάμενος του γραφείου αγροτικής ασφάλειας.

Το Συμβούλιο αυτό έχει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 28 του π.δ. 543/1977. Για τη λειτουργία των συμβουλίων αυτών έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 27 και 28 του από 19.12.1955 β.δ., όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με το άρθρο 25 του π.δ. 543/1977 και το άρθρο 19 του ν. 1599/1986.

10. Οι μεταθέσεις των κοινοτικών φυλάκων σε περιφέρεια άλλης νομαρχίας γίνονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών είτε με αίτηση του ενδιαφερομένου είτε αμοιβαίως είτε για λόγους πειθαρχικούς ή για λόγους εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας, ύστερα από σύμφωνη γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων των κοινοτικών φυλάκων των αντίστοιχων νομαρχιών.

11. Ο νομάρχης είναι αρμόδιος για τα θέματα που αφορούν τους διορισμούς, προαγωγές, παραιτήσεις, απολύσεις, μεταθέσεις μέσα στην περιφέρεια της νομαρχίας, καθορισμό επιδόματος χρόνου υπηρεσίας και για κάθε άλλο θέμα που αφορά την υπηρεσιακή κατάσταση των κοινοτικών φυλάκων της περιφέρειάς τους. Επίσης, ορίζει τους προϊσταμένους του τμήματος και των γραφείων αγροτικής ασφάλειας, έως ότου επιλεγούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1586/1986. Στην περίπτωση αυτήν τοποθετούνται στις πιο πάνω μονάδες, με βάση τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1586/1986, είτε υπάλληλοι υπηρεσιών των νομαρχιών είτε υπάλληλοι που αποσπώνται από περιφερειακές υπηρεσίες άλλων υπουργείων χωρίς χρονικό περιορισμό και κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη. Στους υπαλλήλους αυτούς καταβάλλεται το προβλεπόμενο από το άρθρο 12 του ν. 1586/1986 επίδομα θέσης.

12. Όπου για τα θέματα αυτά απαιτείται γνώμη ή απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου αρμόδιο είναι το υπηρεσιακό συμβούλιο των κοινοτικών φυλάκων.

13. Όπου στο ν.δ. 3030/1954 (ΦΕΚ 244) και στα εκτελεστικά του διατάγματα και αποφάσεις αναφέρονται αγροφυλακή, διοίκηση αγροφυλακής, αγρονομείο, εποπτικό συμβούλιο αγροφυλακής, διοικητής αγροφυλακής, αγρονόμος, γραμματέας αγροφυλακής, υπάλληλοι αγροφυλακής, αγροφύλακας και όργανα αγροφυλακής νοούνται αντιστοίχως τμήματα και γραφεία αγροτικής ασφάλειας, τμήμα αγροτικής ασφάλειας, γραφείο αγροτικής ασφάλειας, εποπτικό συμβούλιο αγροτικής ασφάλειας, προϊστάμενος τμήματος αγροτικής ασφάλειας, προϊστάμενος γραφείου αγροτικής ασφάλειας, υπάλληλος κατηγορίας ΔΕ του τμήματος αγροτικής ασφάλειας, υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ των τμημάτων και γραφείων αγροτικής ασφάλειας και κοινοτικός φύλακας.

14. Η προμήθεια, η διαχείριση, η διακίνηση των ειδών ιματισμού, οπλισμού, εξάρτησης και τα άλλα συναφή θέματα των κοινοτικών φυλάκων, καθώς και η προμήθεια και διάθεση του έντυπου υλικού διοικητικής και δικαστικής χρήσης των τμημάτων και των γραφείων αγροτικής ασφάλειας ενεργούνται από τη διεύθυνση διοίκησης (τμήμα οικονομικής διοίκησης) του Υπουργείου Εσωτερικών, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τα θέματα αυτά διατάξεις.

15. Τα ακίνητα, τα μέσα, ο οπλισμός και το κάθε είδους υλικό της υπηρεσίας της τέως αγροφυλακής, που κατέχονται από το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, περιέρχονται στη διαχείριση του Υπουργείου Εσωτερικών.

16. Η υπηρεσία του Ταμείου Πρόνοιας Υπαλλήλων Αγροφυλακής (Τ.Π.Υ.Α.), όπως η διάρθρωσή της και οι αρμοδιότητες της προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του π.δ. 543/1977, διεξάγεται από διοικητικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών και κοινοτικούς φύλακες, καθώς και υπαλλήλους του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης που προέρχονται από την τέως Αγροφυλακή και οι οποίοι συνεχίζουν να υπάγονται στην ασφάλιση του ταμείου αυτού. Οι κοινοτικοί φύλακες υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου Πρόνοιας Υπαλλήλων Αγροφυλακής και δεν υπάγονται στην ασφάλιση του Ταμείου Ασφαλίσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.

Β` Τροποποίηση διατάξεων του ν.δ. 3030/1954

1. Στα άρθρα 79 και 103 του ν.δ. 3030/1954 το ποσό των 150 δραχμών ορίζεται σε 20.000 δραχμές.

2. Στα άρθρα 97, 98, 99 και 133 του ν.δ. 3030/1954 το ποσό των 500 δραχμών ορίζεται σε 20.000 δραχμές.

3. Η περίπτωση α` της παραγράφου 5 του άρθρου 100 του ν.δ. 3030/1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“α. Σε πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί τέσσερις φορές για κάποιο από τα αδικήματα των παραγράφων 1 και 2, αν καταδικαστούν για πέμπτη φορά για τέτοιο αδίκημα, το οποίο διαπράχθηκε μέσα σε ένα έτος από την προηγούμενη καταδίκη, μπορεί με την ίδια καταδικαστική απόφαση να απαγορευτεί η επιτήρηση ή η οδηγία ζώων για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως ένα έτος”.

4. Στο άρθρο 111 του ν.δ. 3030/1954 το ποσό των 15 δραχμών ορίζεται σε 100 δραχμές.

5. Η περίπτωση α` της παραγράφου 2 του άρθρου 116 του ν.δ. 3030/ 1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“α. Για την εκτίμηση της ζημίας που υπερβαίνει τις 20.000 δραχμές, μαζί με τον κοινοτικό φύλακα της περιοχής συμπράττει και ένας ακόμη κοινοτικός φύλακας και συντάσσεται κοινή έκθεση, η οποία διαβιβάζεται μαζί με τη μήνυση στον προϊστάμενο του γραφείου αγροτικής ασφάλειας. Αν πρόκειται για ζημία μικρότερη από 20.000 δραχμές, την καθορίζει μόνος ο κοινοτικός φύλακας της περιοχής”.

6. Το εδάφιο 2 της παραγράφου 2 του άρθρου 117 του ν.δ. 3030/1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“2. Παράβαση των παραπάνω συνιστά πειθαρχικό αδίκημα”.

7. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 135 του ν.δ. 3030/1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“Οι κοινοτικοί φύλακες, που έλαβαν γνώση με οποιονδήποτε τρόπο για την τέλεση αδικήματος του άρθρου 133, οφείλουν να το αναφέρουν εγγράφως χωρίς καθυστέρηση στον προϊστάμενο του γραφείου αγροτικής ασφάλειας, να ειδοποιούν αμέσως τον τυχόν άλλον πλησιέστερο ανακριτικό υπάλληλο και συγχρόνως να λαμβάνουν όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για τη βεβαίωση της πράξης και του δράστη. Παράβαση των πιο πάνω υποχρεώσεών τους αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα”.

8. Η παράγραφος 3 του άρθρου 136 του ν.δ. 3030/1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Η παράλειψη της καταχώρησης στα παραπάνω βιβλία αδικήματος της παραγράφου 2 αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα”.

9. Το άρθρο 153 του ν.δ. 3030/1954 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 153

Τα δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια δικαιούνται να προτείνουν στις αρμόδιες αρχές μέτρα πρόσφορα για την αγροτική ασφάλεια στην περιοχή τους”.

Γ` Καταργούμενες διατάξεις

Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 22, 74, 75, 76, 77, 78, 79 παράγραφοι 2, 3, 4 και 5, 80 παράγραφος 2α` β` και γ` (όσον αφορά τα σύλληπτρα ζώων άγνωστου κατόχου), 121 παράγραφοι 3 και 4, 130, 131, 132, 137 και 140 του ν.δ. 3030/1954, καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη, εφ` όσον αντίκειται σε διατάξεις του άρθρου αυτού ή εφ` όσον αναφέρονται σε θέματα που ρυθμίζονται από τις διατάξεις αυτές.

Άρθρο 42
Αναπληρωτές αγροφύλακες

1. Αναπληρωτές αγροφύλακες με διετή τουλάχιστον υπηρεσία που δεν έχουν υπερβεί κατά την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού το 65ο έτος της ηλικίας τους, αν έχουν τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, διορίζονται με αίτησή τους, που υποβάλλεται μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού στις κενές οργανικές θέσεις του κλάδου ΥΕ κοινοτικών φυλάκων που υπηρετούν και εξομοιώνονται με τους κοινοτικούς φύλακες. Ο διορισμός γίνεται στον εισαγωγικό βαθμό του κλάδου. Αν ο διοριζόμενος έχει χρόνο πραγματικής υπηρεσίας ίσο με αυτόν που απαιτείται από τις κείμενες διατάξεις για την προαγωγή στου στον ανώτερο βαθμό, ο διορισμός μπορεί να γίνει σε ανώτερο βαθμό ύστερα από σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η συνδρομή των προσόντων κρίνεται από το ίδιο συμβούλιο. Ο χρόνος υπηρεσίας ως αναπληρωτών αγροφυλάκων όσων διορίζονται σε θέσεις του κλάδου ΥΕ κοινοτικών φυλάκων αναγνωρίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις συνέπειες.

2. Οι Αναπληρωτές αγροφύλακες, που δε θα διοριστούν με βάση τις παραπάνω διατάξεις, σε θέσεις του κλάδου ΥΕ κοινοτικών φυλάκων εξακολουθούν να διέπονται από το μέχρι την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού νομικό καθεστώς των αναπληρωτών αγροφυλάκων.

3. Ο χρόνος πραγματικής υπηρεσίας των αναπληρωτών αγροφυλάκων έως το διορισμό τους αναγνωρίζεται συντάξιμος στο Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων και στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων. Για την αναγνώριση και εξαγορά του χρόνου αυτού εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του κάθε Ταμείου.

4. Οι Αναπληρωτές αγροφύλακες, που διορίζονται σε θέσεις του κλάδου ΥΕ κοινοτικών φυλάκων, επιλέγουν, μέσα σε τρεις μήνες από το διορισμό τους, αν θα εξακολουθήσουν να υπάγονται στους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης που τυχόν ασφαλίζονταν μέχρι την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού ή θα υπαχθούν στους φορείς ασφάλισης των κοινοτικών φυλάκων.

Άρθρο 43
Κύρωση υπουργικών αποφάσεων
Κυρώνονται από τότε που δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και έχουν ισχύ νόμου οι ακόλουθες αποφάσεις:

Α. Η κοινή απόφαση 9.059/9.2.1988 των Υπουργών Εσωτερικών, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β 74) “Εξαίρεση γενικών γραμματέων υπουργείων, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών, οργανισμών, περιφερειών, ειδικών γραμματέων υπουργείων, νομαρχών και επάρχων από την ασφάλιση στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων”, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

“Έχοντας υπόψη:

1. Την ανάγκη εξαίρεσης των μετακλητών γενικών και ειδικών γραμματέων υπουργείων, των γενικών γραμματέων περιφερειών, αυτοτελών δημόσιων υπηρεσιών και οργανισμών, νομαρχών και επάρχων από την ασφάλιση στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων τόσο γιατί λόγω της προηγούμενης επαγγελματικής τους ιδιότητας (δικηγόροι, μηχανικοί, γιατροί κ.λπ.) είναι ασφαλισμένοι σε διάφορα άλλα ταμεία, όσο και λόγω του μετακλητού χαρακτήρα της θέσεώς τους που δεν είναι βέβαιο ότι θα συγκεντρώνουν το ελάχιστο όριο χρόνου ασφάλισης για τη θεμελίωση δικαιώματος παροχής εφάπαξ από το ταμείο αυτό.

2. Τη 1358/2.10.87 (ΦΕΚ 535 τ.Β`) απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων για ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς αποφασίζουμε:

1. Στο εδάφιο α` του άρθρου 1 του Π.Δ. 666/1978 “περί τροποποιήσεων ενίων διατάξεων του Οργανισμού του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΦΕΚ Α`148) μετά τη λέξη “Διοικητών” προστίθενται τα εξής:

“Γενικών Γραμματέων υπουργείων, αυτοτελών δημοσίων υπηρεσιών, οργανισμών, περιφερειών, του νόμου 1622/1986, ειδικών γραμματέων υπουργείων, νομαρχών και επάρχων, διορισθέντων και διοριζομένων μετά την έναρξη ισχύος του νόμου 1235/1982. Καταλογισμοί, γενόμενοι προ της ενάρξεως ισχύος της παρούσας διάταξης, από οποιαδήποτε Αρχή, δεν εκτελούνται, όσα ποσά έχουν βεβαιωθεί ως εισπρακτέα εισφορά υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων διαγράφονται, τυχόν δε καταβληθέντα επιστρέφονται ατόκως ως αχρεωστήτως καταβληθέντα”.

2. Όσοι από τους ανωτέρω ήσαν ασφαλισμένοι στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων είτε ως δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι είτε ως υπάλληλοι με θητεία σε μία από τις ανωτέρω θέσεις, δύνανται με δήλωσή τους που υποβάλλεται μέσα σε τρεις μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας ή από το διορισμό τους στις θέσεις αυτές, να συνεχίσουν την ασφάλιση και να αναγνωρίσουν το χρόνο για τον οποίο δεν καταβλήθηκαν εισφορές, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τις καταστατικές διατάξεις του ταμείου αυτού. `Όσοι από τους ανωτέρω είχαν εξέλθει από την υπηρεσία είτε ως δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι είτε ως υπάλληλοι με θητεία σε μια από τις πιο πάνω θέσεις, ανεξάρτητα αν άσκησαν το δικαίωμα για τη λήψη εφάπαξ βοηθήματος ή όχι, δικαιούνται εφάπαξ βοηθήματος βάσει του κατά τα ανωτέρω συνολικού χρόνου ασφαλίσεως αφαιρουμένου του ποσού που τυχόν έλαβαν προσαυξανομένου με 7% για κάθε χρόνο από της λήψεώς του.

3. Η ρύθμιση των προηγούμενων παραγράφων έχει εφαρμογή και για όσους έχουν ήδη αποχωρήσει με οποιοδήποτε τρόπο από θέση γενικού γραμματέα υπουργείου, αυτοτελούς δημόσιας υπηρεσίας, οργανισμού, περιφέρειας του νόμου 1622/1986, ειδικού γραμματέα υπουργείου, νομάρχη και επάρχου, μετά την έναρξη ισχύος του νόμου 1235/1982.

Η απόφαση αυτή της οποίας η ισχύς αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα κυρωθεί με νόμο.

Β. Η κοινή απόφαση 15564/29.2.1988 των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών (ΦΕΚ Β 203) “Συμπλήρωση της 90412/2.458/7.9.1987 απόφασης, περί καθορισμού κατ` αποκοπή εξόδων κίνησης για τις εκτός έδρας μετακινήσεις των μετακλητών γενικών γραμματέων Περιφερειών”, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

“Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις των άρθρων 61 και 67 του Ν. 1622/1986 “τοπική Αυτοδιοίκηση – Περιφερειακή Ανάπτυξη και Δημοκρατικός Προγραμματισμός” (ΦΕΚ Α` 92/14.7.1986).

2. Το Προεδρικό Διάταγμα 51/1987 “Καθορισμός των Περιφερειών της Χώρας για το σχεδιασμό, προγραμματισμό και συντονισμό της περιφερειακής Ανάπτυξης” (ΦΕΚ Α` 26/6.3.1987).

3. Την 2389/13.2.1987 (ΦΕΚ 81/87 τ.Β`) απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Συγκοινωνιών, αποφασίζουμε:

Συμπληρώνουμε την 90412/2458/7.9.1987 κοινή απόφαση περί καθορισμού κατ` αποκοπή εξόδων κίνησης για τις εκτός έδρας μετακινήσεις των μετακλητών Γενικών Γραμματέων Περιφερειών και ορίζομε ότι η ισχύς αυτής αρχίζει από 24.6.1987.

Γ. Η κοινή απόφαση 14.468/1.3.1988 των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών (ΦΕΚ Β 135) “Αναπλήρωση Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας”, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

“Έχοντας υπόψη:

Ότι οι διατάξεις του νόμου 1622/1986 δεν προβλέπουν την αναπλήρωση του γενικού γραμματέα της περιφέρειας και ότι είναι άμεση η ανάγκη ρυθμίσεως του τρόπου αναπλήρωσής του για την απρόσκοπτη λειτουργία της περιφέρειας, αποφασίζουμε:

Ορίζουμε ότι το γενικό γραμματέα της περιφέρειας αναπληρώνει, σε περίπτωση που η θέση του είναι κενή ή όταν απουσιάζει ή κωλύεται, ο νομάρχης της έδρας της περιφέρειας.

Η απόφαση αυτή, της οποίας η ισχύς αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα κυρωθεί με νόμο.

Δ. Η κοινή απόφαση 16.702/4.3.1988 των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών και Οικονομικών (ΦΕΚ Β 150) “Κατάργηση της Νομαρχίας Αττικής”, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

“Έχοντας υπόψη:

1. Το γεγονός της μετατροπής των διαμερισμάτων του Νομού Αττικής σε νομαρχίες, της σύστασης και λειτουργίας σ` αυτές νομαρχιακού συμβουλίου και νομαρχιακού ταμείου, της κατάργησης του Νομαρχιακού Συμβουλίου και του Νομαρχιακού Ταμείου Αττικής (άρθρο 31 Ν. 1599/ 1986), της σύστασης και λειτουργίας της Περιφέρειας και του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής για την ανάπτυξη της μείζονος περιφέρειας Πρωτευούσης (άρθρα 61-69 Ν. 1622/1986).

2. Ότι μετά τις παραπάνω ρυθμίσεις ή διατήρηση της Νομαρχίας Αττικής είναι άνευ αντικειμένου και για το λόγο αυτό κρίνεται αναγκαία η κατάργησή της, αποφασίζουμε:

1. Καταργούνται η Νομαρχία Αττικής, η αντίστοιχη θέση νομάρχη και οι νομαρχιακού επιπέδου υπηρεσίες των υπουργείων που υπάγονται στη νομαρχία αυτή.

2. Οι αρμοδιότητες που ασκούσε ο Νομάρχης Αττικής σε ό,τι αφορά την προπαρασκευή και διενέργεια των εκλογών Εθνικής Αντιπροσωπείας, καθώς και για κάθε άλλη εκδήλωση λαϊκής ετυμηγορίας σε όλους τους δήμους και κοινότητες της περιφέρειας των τεσσάρων νομαρχιών του Νομού Αττικής, ασκούνται από το Νομάρχη Αθηνών.

3. Όλες οι αρμοδιότητες που είχαν ανατεθεί στο Νομάρχη Αττικής και αφορούν αποκλειστικά το χώρο κάθε μιας από τις νομαρχίες του Νομού Αττικής, ασκούνται από τους κατά τόπους νομάρχες. Οι αρμοδιότητες που αφορούν αντικείμενα που εκτείνονται σε περισσότερες από μία νομαρχίες του Νομού Αττικής ασκούνται με κοινές αποφάσεις των αρμόδιων νομαρχών. Η εποπτεία των νομικών προσώπων που λειτουργούν στο Νομό Αττικής ασκείται από το νομάρχη της νομαρχίας που είναι η έδρα κάθε νομικού προσώπου.

4. Με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, κατανέμεται το προσωπικό των υπηρεσιών της Νομαρχίας Αττικής που υπηρετεί σε αυτές στις κεντρικές και περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, ρυθμίζονται τα θέματα που ανακύπτουν από την κατάργηση της Νομαρχίας Αττικής και αφορούν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού της νομαρχίας αυτής.

6. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εσωτερικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού, ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της παρούσας απόφασης από τους νομάρχες του Νομού Αττικής.

Η απόφαση αυτή, της οποίας η ισχύς αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα κυρωθεί με νόμο.

Ε. Η απόφαση 23.355/7.4.1988 του Υπουργού Εσωτερικών (ΦΕΚ Β 208) “Παράταση προθεσμίας υποβολής αίτησης για την αναγνώριση της ιδιότητας του αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης”, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

“Έχοντας υπόψη:

1. Ότι η τελευταία παράταση της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεων για την αναγνώριση της ιδιότητας του αγωνιστή της εθνικής αντίστασης έληγε στις 30.10.1986, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Νόμου 1599/1988 “Σχέσεις κράτους – πολίτη, καθιέρωση νέου τύπου δελτίου ταυτότητας και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 75Α`).

2. Ότι η προθεσμία αυτή αποδείχτηκε ανεπαρκής για την έκδοση από τους ενδιαφερόμενους των δικαιολογητικών που καθορίστηκαν με την αριθμ. 84.300/ 25.10.1983 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εθνικής Άμυνας (Φ. 62ΙΒ) και την υποβολή τους στις πρωτοβάθμιες επιτροπές κρίσης του άρθρου 9 του 379/ 1983 Π.Δ/τος, για την αναγνώριση σ` αυτούς της ιδιότητας του αγωνιστή εθνικής αντίστασης,

α) λόγω του μεγάλου αριθμού των αιτήσεων και του απαιτούμενου χρόνου χορήγησης των αποδεικτικών στοιχείων από τις αρμόδιες αρχές κυρίως όταν πρόκειται για ομήρους, αιχμαλώτους κ.λπ. και

β) λόγω του μεγάλου αριθμού μεταναστών και κυρίως του Καναδά, που δεν πληροφορήθηκαν έγκαιρα την ισχύ του αναγνωριστικού της εθνικής μας αντίστασης νόμου 1285/1982.

3. Ότι για τη νομιμοποίηση των αιτήσεων που υποβλήθηκαν στις επιτροπές κρίσεως μετά την 30.10.1986, και για τη δυνατότητα υποβολής νέων, είναι ανάγκη η προθεσμία να παραταθεί, αποφασίζουμε:

Η προθεσμία υποβολής, αίτησης του άρθρου 32 του Νόμου 1599/1986 (ΦΕΚ 75Α`) για την αναγνώριση της ιδιότητας του αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης παρατείνεται για τα χρονικά διαστήματα από 1.11.1986 έως 31.3.1987 και από 1.1.1988 μέχρι 30.6.1988.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και θα κυρωθεί με νόμο.

Άρθρο 44

1. Στο άρθρο 18 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195) προστίθενται παράγραφοι 10 και 11 ως εξής:

“10. Υπάλληλοι των φορέων του δημόσιου τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση έργου, που έχουν εκλεγεί δήμαρχοι ή πρόεδροι κοινοτήτων, και των οποίων η σχέση μετατρέπεται σε σχέση μόνιμου υπαλλήλου ή υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, μπορούν να ορκιστούν και να καταλάβουν τη θέση, όπου διορίζονται, μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου ή από την ημέρα κατά την οποία έπαψαν να είναι δήμαρχοι ή πρόεδροι κοινοτήτων.

11. Δήμαρχος, πρόεδρος κοινότητας, δημοτικός ή κοινοτικός σύμβουλος ο οποίος διορίζεται σε φορείς του δημόσιου τομέα κατά τη διάρκεια της θητείας του, ως μόνιμος υπάλληλος ή υπάλληλος με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μπορεί να ορκισθεί και να αναλάβει τα καθήκοντα της θέσης που διορίζεται μέσα σε ένα χρόνο από τη λήξη της θητείας του ή από την ημερομηνία που παύει να ασκεί τα καθήκοντά του κατά οποιοδήποτε τρόπο. Για την αναστολή της ορκωμοσίας και ανάληψης καθηκόντων εκδίδεται από τον αρμόδιο φορέα διαπιστωτική πράξη, ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου”.

2. Δήμαρχοι ή πρόεδροι κοινοτήτων, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του ν. 1735/1987 υπηρετούσαν ως υπάλληλοι φορέων του δημόσιου τομέα με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και η σχέση τους αυτή μετατράπηκε με τον ως άνω νόμο σε σχέση μόνιμου υπαλλήλου ή υπαλλήλου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και δεν αποδέχτηκαν τον διορισμό, αλλά διατήρησαν το αξίωμά τους, μπορούν να διοριστούν στη θέση που δεν αποδέχτηκαν, μετά από αίτησή τους, που υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της θητείας τους.

3. Δήμαρχοι ή πρόεδροι κοινοτήτων, οι οποίοι κατά το χρόνο της θητείας τους διορίστηκαν στο Δημόσιο και δεν αποδέχτηκαν το διορισμό, αλλά διατήρησαν το αξίωμά τους, μπορούν να διοριστούν στη θέση που δεν αποδέχτηκαν, μετά από αίτησή τους, που υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της θητείας τους.

Άρθρο 45
Η έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 25, του εδαφίου γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 121, καθώς και της παραγράφου 3 του άρθρου 123 του π.δ. 152/1985 (ΦΕΚ 55) είναι ότι το έκτακτο προσωπικό οποιασδήποτε ειδικότητας που προβλέπεται από αυτές προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, κατά παρέκκλιση από κάθε γενική ή ειδική διάταξη που ισχύει κάθε φορά για την πρόσληψη στο Δημόσιο προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.

Άρθρο 46

1. Σε θέσεις γενικών γραμματέων περιφερειών, νομαρχιών και επάρχων, επιτρέπεται ο διορισμός υπαλλήλων και λειτουργών του κατά το άρθρο 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65) δημόσιου τομέα στον οποίο υπηρετούν, ανεξάρτητα από τη σχέση με την οποία υπηρετούν σ` αυτόν. Ο χρόνος υπηρεσίας τους που διανύεται στις θέσεις αυτές λογίζεται για όλες τις συνέπειες ως πραγματική υπηρεσία στην οργανική τους θέση. Σε περίπτωση αποχώρησής τους από τη θέση του γενικού γραμματέα περιφέρειας ή του νομάρχη ή του επάρχου, επανέρχονται αυτοδικαίως στη θέση που κατείχαν πριν από το διορισμό τους. Αν η θέση αυτή δεν είναι κενή, θεωρούνται ότι κατέχουν ομοιόβαθμη προσωρινή θέση του κλάδου τους που συνιστάται αυτοδικαίως και καταργείται επίσης αυτοδικαίως, όταν αποχωρήσουν από την υπηρεσία.

2. Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται αναδρομικά και για όσους διορίστηκαν στις θέσεις αυτές μετά τις 24.10.1983 (ημερομηνία έναρξης του ν. 1400/1983 (ΦΕΚ 156).

3. Σε θέσεις της παραγράφου 1 επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, να διορίζονται συνταξιούχοι του κατά την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου και νόμου δημόσιου τομέα. Ως προς το ανώτατο όριο των απολαβών τους εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 του ίδιου νόμου, όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 33 του ν. 1326/1983 (ΦΕΚ 19).

4. Η προηγούμενη παράγραφος εφαρμόζεται αναδρομικά και για όσους διορίστηκαν στις θέσεις αυτές μετά τις 31.5.1982.

Άρθρο 47
Λειτουργία συνοικιακών συμβουλίων
Τα συνοικιακά συμβούλια, που έχουν εκλεγεί ή θα εκλεγούν μέσα στο έτος 1989, θα συνεχίσουν να λειτουργούν έως το τέλος της διανυόμενης δημοτικής ή κοινοτικής περιόδου.

Άρθρο 48
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών επιτρέπεται να κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο νόμου οι διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικα (Δ.Κ.Κ., π.δ. 76/1985), όπως τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν με μεταγενέστερους νόμους και με το νόμο αυτόν.

Κατά την κωδικοποίηση αυτήν επιτρέπεται, χωρίς να αλλοιώνεται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων, η νέα διάρθρωση του νομοθετικού υλικού, όπως διάσπαση ή συγχώνευση άρθρων, προσθήκη νέων και νέα κατάστρωση αυτού, ή απάλειψη διατάξεων που έχουν καταργηθεί ρητά ή σιωπηρά, καθώς και των μεταβατικών διατάξεων που δεν ισχύουν, η ενέργεια διορθώσεων στη φραστική διατύπωση και η μεταφορά στη δημοτική γλώσσα.

Άρθρο 49

1. Στο νομό Ιωαννίνων ο οικισμός σεισμοπλήκτων που βρίσκεται στη διοικητική περιφέρεια της κοινότητας Σταυρακίου αποσπάται από την κοινότητα αυτήν και προσαρτάται στο δήμο Ιωαννιτών.

Τα όρια του οικισμού αυτού αρχίζουν από τη γέφυρα Λαγκάτσας, όπου υπάρχουν τα όρια του δήμου Ιωαννιτών και ακολουθούν ανηφορικά τη παλαιά οδό Ιωαννίνων Παραμυθιάς μέχρι το σημείο που συναντά την υπό διάνοιξη οριακή οδό του ρυμοτομικού Σχεδίου του συνοικισμού σεισμοπλήκτων στη θέση Μπουνταλά. Από εκεί ακολουθεί δυτικά μέχρι το σημείο που συναντά τη Λαγκάτσα. Στη συνέχεια ακολουθεί αυτήν βόρεια τέμνοντας την οδό Σεισμοπλήκτων – Νεοχωροπούλου έως τη συμβολή της Λαγκάτσας με την οδό Τσιφλικοπούλου Κάτω Μαρμάρων, όπου υπάρχει ανώνυμη γέφυρα. Απο εκεί ακολουθεί την οδό αυτήν ανηφορικά προς Ιωάννινα μέχρι που συναντά τη μικρή οδό που οδηγεί στον Ιερό Ναό Περιβλέπτου. Από το σημείο αυτό στρίβει ακολουθώντας τη ροή του μικρού χειμάρρου “Σκαμνίτσα” μέχρι τον αγρό του Ι.Νίκου και από εκεί ακολουθεί τη βατή οδό Σκαμνίτσης, η οποία φθάνει μέχρι συναντήσεως της βατής οδού Ιωαννίνων – Μαρμάρων, όπου και τα όρια του Δήμου Ιωαννιτών.

2. Η περίπτωση ιζ` του άρθρου 44 του ν. 1828/1989 (ΦΕΚ 2 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“ιζ) Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 26 ισχύουν από 1 Ιανουαρίου 1990”.

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 του ν. 1491/1984 (ΦΕΚ 173 Α`) αντικαθίσταται ως εξής:

“1. Οι προθεσμίες των παρ. 1 και 2 του άρθρου 28 του ν. 1080/1980 παρατείνεται για δύο (2) έτη από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού”.

4. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 3 του ν. 1428/1984 (ΦΕΚ 43Α`) τροποποιείται ως εξής:

“7. Τα αδρανή υλικά που εξορύσσονται κατά την εκμετάλλευση των μεταλλευτικών ορυκτών ανήκουν στο Δημόσιο και είναι δυνατό, με απόφαση του αρμόδιου νομάρχη, να διατίθενται για τις ανάγκες της νομαρχίας ή των Ο.Τ.Α. ή να εκχωρούνται σε αμιγείς δημοτικές ή κοινοτικές επιχειρήσεις για εκμετάλλευση ή να πωλούνται με πλειοδοτική δημοπρασία”.

Άρθρο 50

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 749/1948 (ΦΕΚ Α` 200/1948) αντικαθίσταται ως εξής:

“Η ίδρυση και λειτουργία παιδικών εξοχών από υπηρεσίες του κράτους ή δήμους και κοινότητες ή οργανισμούς ή οργανώσεις, που δεν υπάγονται, σύμφωνα με τις καταστατικές τους διατάξεις, στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, επιτρέπεται μόνο ύστερα από άδεια που χορηγείται με απόφαση του οικείου νομάρχη”.

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του ν. 423/1976 (ΦΕΚ Α` 223/76) αντικαθίσταται ως εξής:

“Τα κοινοτικά γυμναστήρια ως υπηρεσίες των κοινοτήτων ιδρύονται με απόφαση του οικείου κοινοτικού συμβουλίου, που εγκρίνεται από το νομάρχη.

Η απόφαση του νομάρχη δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”.

3. Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου αφότου εκδόθηκε η με αριθ. 32.860/984/16 Απρίλη 1984 κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Υφυπουργού Οικονομικών με θέμα “Καθορισμός εξόδων παράστασης και κατ` αποκοπήν εξόδων κίνησης των επάρχων”, η οποία έχει ως εξής:

“ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 16 Απρίλη 1984 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Πρωτ. 32860/984 ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Δ/ΝΣΗ: 4η ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ Α`

ΘΕΜΑ: “Καθορισμός εξόδων παράστασης και κατ` αποκοπήν εξόδων κίνησης των επάρχων”.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 3 (παρ. 4) του Ν. 1416/1984, για την τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων της δημοτικής και κοινοτικής νομοθεσίας για την ενίσχυση της αποκέντρωσης και την ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης.

2. Την κοινή απόφαση Ο. 192/99/28.3.84 του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών για την ανάθεση αρμοδιοτήτων στους Υφυπουργούς Οικονομικών.

Α π ο φ α σ ί ζ ο υ μ ε

Καθορίζουμε τα έξοδα παράστασης και τα κατ` αποκοπήν έξοδα κίνησης των επάρχων σε 8.000 και 10.000 δραχμές το μήνα, αντίστοιχα.

4. Οι κοινότητες Νέας Αλικαρνασσού της επαρχίας Τεμένους του νομού Ηρακλείου και Νέας Αρτάκης της επαρχίας Χαλκίδας του νομού Ευβοίας αναγνωρίζονται σε δήμους με το ίδιο όνομα. Έδρα των δήμων αυτών ορίζεται η έδρα της πρώην κοινότητας.

Άρθρο 51

1. Το με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικό, που υπηρετεί στο Υπουργείο Εσωτερικών και στα νομαρχιακά ταμεία, εφ` όσον έχει συμπληρώσει υπηρεσία ενός έτους τουλάχιστο μέχρι 31.12.1988, μπορεί να διοριστεί σε θέσεις μόνιμων υπαλλήλων, εφαρμοζομένων ανάλογα των διατάξεων του ν. 1476/ 1984 (ΦΕΚ Α` 136/1984). Τα παραπάνω εφαρμόζονται και για αυτούς που έχουν συνάψει με το Υπουργείο Εσωτερικών και τα νομαρχιακά ταμεία σύμβαση μίσθωσης έργου, αλλά στην πραγματικότητα παρέχουν εξαρτημένη εργασία και εξυπηρετούν πάγιες ανάγκες της υπηρεσίας.

2. Όσοι από τους κατά την προηγούμενη παράγραφο συμβασιούχους επιθυμούν να διοριστούν κατά τις διατάξεις της παραγράφου αυτής σε θέσεις μόνιμων υπαλλήλων πρέπει να υποβάλουν αίτηση μέσα σε δύο μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 52
Το άρθρο 17 του ν. 1647/1986 (ΦΕΚ Α` 141) αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 17

1. Οι δαπάνες εκτός έδρας κίνησης και οδοιπορικά έξοδα, οι αμοιβές για ειδικές εργασίες πέραν από τα συνήθη καθήκοντα του μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου που κατέχει προσωρινές θέσεις αορίστου χρόνου τεχνικού προσωπικού των δημόσιων υπηρεσιών για την εκτέλεση (μελέτη – κατασκευή) των έργων του προγράμματος των δημόσιων επενδύσεων μπορεί να βαρύνουν και τις πιστώσεις του προγράμματος αυτού. Το ποσό των πιστώσεων, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1% του ετήσιου προγράμματος δημόσιων επενδύσεων, εγγράφεται στις συλλογικές αποφάσεις μελετών και έργων των υπουργείων και η κατανομή του ποσού στις υπηρεσίες γίνεται με απόφαση του αρμόδιου υπουργού.

2. Οι ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν αναλόγως και για την εκτέλεση (μελέτη-κατασκευή) των έργων του ετήσιου προγράμματος των ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. Η κατανομή του ποσού γίνεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής”.

Άρθρο 53
Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού λαϊκής επιμόρφωσης

1. Το προσωπικό, που υπηρετεί στη Γενική Γραμματεία Λαϊκής Επιμόρφωσης (Γ.Γ.Λ.Ε.) και στις Νομαρχιακές Επιτροπές Λαϊκής Επιμόρφωσης (Ν.Ε.Λ.Ε.) με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 1476/1984 (ΦΕΚ 136 Α`/ 18.9.1984) και 1735/1987 (άρθρο 25 ΦΕΚ 195 Α`/11.11.1987), μπορεί να διοριστεί σε προσωρινές θέσεις μόνιμων υπαλλήλων, οι οποίες συνιστώνται αυτοδίκαια με το νόμο αυτόν σύμφωνα με τα τυπικά τους προσόντα.

2. Όσοι επιθυμούν να διοριστούν πρέπει:

α) να υποβάλουν αίτηση μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

β) να έχουν τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία γενικά προσόντα διορισμού, εκτός από το ανώτατο όριο ηλικίας,

γ) να έχουν τα ειδικά τυπικά προσόντα του κλάδου στον οποίο διορίζονται.

3. Η αυτοδίκαια σύσταση των προσωρινών θέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος γίνεται με την πράξη διορισμού που θα είναι ενιαία για όλο το διοριζόμενο προσωπικό της κεντρικής υπηρεσίας Γενικής Γραμματείας Λαϊκής Επιμόρφωσης και των Νομαρχιακών Επιτροπών Λαϊκής Επιμόρφωσης και πρέπει να έχει εκδοθεί το αργότερο μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από την εκπνοή της προθεσμίας της παραγράφου 2α του παρόντος.

Άρθρο 54
Η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 16 Φεβρουαρίου1989

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ.ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Οι Υπουργοί