Νόμος 1805 ΦΕΚ Α΄199/31.8.1988

Εκσυγχρονισμός του θεσμού του ποινικού μητρώου, τροποποίηση ποινικών διατάξεων και ρύθμιση άλλων σχετικών θεμάτων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
Τροποποίηση ποινικών διατάξεων

Άρθρο 1

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 215 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“3. Αν η κατηγορία αφορά πλημμέλημα ή πταίσμα, δημόσιοι γενικά υπάλληλοι και υπάλληλοι σιδηροδρομικών, ατμοπλοϊκών και αεροπορικών επιχειρήσεων, οι οποίοι δεν κατοικούν στην έδρα του δικαστηρίου, καθώς και ναυτικοί ναυτολογημένοι σε εμπορικά πλοία, δεν καλούνται να εμφανιστούν στο ακροατήριο. Στην περίπτωση αυτή διαβάζεται η ένορκη κατάθεση που έχει ληφθεί στην προδικασία. Ο εισαγγελέας, ο δημόσιος κατήγορος και το δικαστήριο μπορούν να παραγγείλουν την κλήτευση τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας”.

2. Στο άρθρο 215 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:

“4. Μάρτυρες κρατούμενοι σε φυλακές και σε άλλα σωφρονιστικά καταστήματα τα οποία βρίσκονται έξω από την έδρα του δικαστηρίου δεν κλητεύονται στο ακροατήριο, αλλά διαβάζεται η ένορκη κατάθεσή τους που έχει ληφθεί στην προδικασία. Ο εισαγγελέας, ο δημόσιας κατήγορος και το δικαστήριο μπορούν να παραγγείλουν την κλήτευση τους, αν η εξέτασή τους στο ακροατήριο είναι αναγκαία για την ασφαλή διάγνωση της κατηγορίας”.

Άρθρο 2
Στο τέλος της περίπτωσης γ` του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

“Έγγραφο είναι και κάθε μέσο το οποίο χρησιμοποιείται από υπολογιστή ή περιφερειακή μνήμη υπολογιστή, με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλο τρόπο, για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή ή αναπαραγωγή στοιχείων, που δεν μπορούν να διαβαστούν άμεσα, όπως επίσης και κάθε μαγνητικό, ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό στο οποίο εγγράφεται οποιαδήποτε πληροφορία, εικόνα, σύμβολο ή ήχος, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό, εφ όσον τα μέσα και τα υλικά αυτά προορίζονται ή είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα που έχουν έννομη σημασία”.

Άρθρο 3
Μετά το άρθρο 370 Α του Ποινικού Κώδικα προστίθεται νέο άρθρο με τον αριθμό 370 Β, που έχει ως εξής:

“Άρθρο 370 Β

1. Όποιος αθέμιτα αντιγράφει, αποτυπώνει, χρησιμοποιεί, αποκαλύπτει σε τρίτον ή οπωσδήποτε παραβιάζει στοιχεία ή προγράμματα υπολογιστών, τα οποία συνιστούν κρατικά, επιστημονικά ή επαγγελματικά απόρρητα ή απόρρητα επιχείρησης του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Ως απόρρητα θεωρούνται και εκείνα που ο νόμιμος κάτοχός τους, από δικαιολογημένο ενδιαφέρον τα μεταχειρίζεται ως απόρρητα, ιδίως όταν έχει λάβει μέτρα για να παρεμποδίζονται τρίτοι να λάβουν γνώση τους.

2. Αν ο δράστης είναι στην υπηρεσία του κατόχου των στοιχείων, καθώς και αν το απόρρητο είναι ιδιαίτερα μεγάλης οικονομικής σημασίας, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.

3. Αν πρόκειται για στρατιωτικό ή διπλωματικό απόρρητο ή για απόρρητο που αναφέρεται στην ασφάλεια του κράτους, η κατά την παράγραφοι πράξη τιμωρείται κατά τα άρθρα 146 και 147.

4. Οι πράξεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 διώκονται ύστερα από έγκληση”.

Άρθρο 4
Μετά το άρθρο 370 Β προστίθεται στον Ποινικό Κώδικα και νέο άρθρο με τον αριθμό 370 Γ, που έχει ως εξής:

“Άρθρο 370 Γ

1. Όποιος χωρίς δικαίωμα αντιγράφει ή χρησιμοποιεί προγράμματα υπολογιστών, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες και με χρηματική ποινή εκατό χιλιάδων έως δύο εκατομμυρίων δραχμών.

2. Όποιος αποκτά πρόσβαση σε στοιχεία που έχουν εισαχθεί σε υπολογιστή ή σε περιφερειακή μνήμη υπολογιστή ή μεταδίδονται με συστήματα τηλεπικοινωνιών, εφ` όσον οι πράξεις αυτές έγιναν χωρίς δικαίωμα, ιδίως με παραβίαση απαγορεύσεων ή μέτρων ασφάλειας που είχε λάβει ο νόμιμος κάτοχός τους, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρείς μήνες ή με χρηματική ποινή τουλάχιστο δέκα χιλιάδων δραχμών. Αν η πράξη αναφέρεται στις διεθνείς σχέσεις ή στην ασφάλεια του κράτους, τιμωρείται κατά το άρθρο 148.

3. Αν ο δράστης είναι στην υπηρεσία του νόμιμου κατόχου των στοιχείων, η πράξη της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται μόνο αν απαγορεύεται ρητά από εσωτερικό κανονισμό ή από έγγραφη απόφαση του κατόχου η αρμόδιου υπαλλήλου του.

4. Οι πράξεις των παραγράφων 1 έως 3 διώκονται ύστερα από έγκληση”.

Άρθρο 5
Μετά το άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται νέο άρθρο που λαμβάνει τον αριθμό 386 Α και έχει ως εξής:

“Άρθρο 386 Α

Απάτη με υπολογιστή

Όποιος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, επηρεάζοντας τα στοιχεία υπολογιστή είτε με μη ορθή διαμόρφωση του προγράμματος είτε με επέμβαση κατά την εφαρμογή του είτε με χρησιμοποίηση μη ορθών ή ελλιπών στοιχείων είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με τις ποινές του προηγούμενου Άρθρου. Περιουσιακή βλάβη υφίσταται και αν τα πρόσωπα που την υπέστησαν είναι άδηλα. Για την εκτίμηση του ύψους της ζημίας είναι αδιάφορο αν παθόντες είναι ένα ή περισσότερα πρόσωπα”.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
Εκσυγχρονισμός του θεσμού του ποινικού μητρώου

Άρθρο 6
Το άρθρο 573 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 573.

Οργάνωση υπηρεσιών ποινικού μητρώου

1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, καθορίζονται:

α) οι υπηρεσίες στις οποίες τηρείται το ποινικό μητρώο και ο τρόπος οργάνωσης, λειτουργίας και επιθεώρησής τους.

β) ο τρόπος σύνταξης, θεώρησης, ταξινόμησης, εκκαθάρισης, καταστροφής και αντικατάστασης των δελτίων ποινικού μητρώου,

γ) τα στοιχεία ταυτότητας που αναγράφονται στα δελτία ποινικού μητρώου και ο τρόπος εξακρίβωσής τους,

δ) ο τύπος των αντιγράφων που εκδίδονται από το ποινικό μητρώο και κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την Εφαρμογή Των άρθρων 573 έως 580,

ε) η εφαρμογή μηχανογραφικού συστήματος στην τήρηση του ποινικού μητρώου.

2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, συνιστάται υπηρεσία Γενικού Ποινικού Μητρώου. Η υπηρεσία αυτή λειτουργεί παράλληλα με τις περιφερειακές υπηρεσίες ποινικού μητρώου και τηρεί δελτία ποινικού μητρώου για όλη την επικράτεια και το εξωτερικό, ανεξάρτητα από τον τόπο γέννησης του προσώπου το οποίο αφορά το δελτίο”.

Άρθρο 7
Το άρθρο 574 Του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 574.

Τρόπος τήρησης του ποινικού μητρώου

1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του μηχανογραφικού συστήματος κατά το άρθρο 573 παρ. 1 εδ. ε, το ποινικό μητρώο αποτελείται από δελτία.

2. Σε κάθε δελτίο ποινικού μητρώου αναγράφονται τα εξής:

α) τα στοιχεία της ταυτότητας του προσώπου που είναι αναγκαία για την εξατομίκευσή του. Αν πρόκειται για έγγαμο, αναγράφεται το πατρικό επώνυμο και το όνομα και επώνυμο του συζύγου.

β) Οι ακόλουθές αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις ή βουλεύματα:

βα) Κάθε απόφαση για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο έχει επιβληθεί Ποινή στερητική της ελευθερίας ή χρηματική ποινή, με τις παρεπόμενες ποινές και τα μέτρα ασφάλειας που έχουν επιβληθεί.

ββ) κάθε απόφαση με την οποία επιβάλλεται περιορισμός σε σωφρονιστικό κατάστημα ή αναμορφωτικό μέτρο σε ανήλικο.

βγ) Κάθε απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου που ανακοινώθηκε επίσημα, αν αφορά πράξη που χαρακτηρίζεται από την ελληνική ποινική νομοθεσία ως κακούργημα ή πλημμέλημα.

βδ) Κάθε απόφαση ή βούλευμα που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο ως ανίκανο για καταλογισμό με τα αναπληρωματικά της κύριας ποινής μέτρα ασφάλειας, καθώς και κάθε απόφαση ή βούλευμα που απαλλάσσει τον κατηγορούμενο λόγω έμπρακτης μετάνοιας, εφ` όσον και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις η απειλούμενη ποινή είναι φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.

βε) Αν έχει ανασταλεί η εκτέλεση ποινής στερητικής της ελευθερίας, γίνεται σχετική μνεία.

3. Στα δελτία ποινικού μητρώου εγγράφονται επίσης τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Η χάρη με άρση των συνεπειών της καταδίκης, η παραγραφή της πράξης ή της ποινής με ειδικό νόμο, η αναστολή εκτέλεσης της ποινής υπό όρους με ειδικό νόμο, η απόλυση από τις φυλακές υπό όρο και η μεταβολή ή η άρση των μέτρων ασφάλειας ή των αναμορφωτικών μέτρων που έχουν επιβληθεί, καθώς και οι αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 550 και 551.

β) Η χρονολογία και ο τρόπος απότισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής που επιβλήθηκε για κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο, εφ` όσον είναι ανώτερη από τρεις μήνες”.

Άρθρο 8
Το άρθρο 578 του κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 578.

Καταστροφή δελτίων ποινικού μητρώου

1. Τα δελτία ποινικού μητρώου παύουν να ισχύουν και αποκλείεται η χρησιμοποίησή τους για οποιοδήποτε σκοπό στις ακόλουθες μόνο περιπτώσεις:

α) όταν το πρόσωπο το οποίο αφορά η εγγραφή πεθάνει ή συμπληρώσει το 8Οό έτος της ηλικίας του.

β) Στις περιπτώσεις δελτίων που αφορούν σωφρονιστικά ή αναμορφωτικά μέτρα, όταν ο ανήλικος συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας του.

γ) Όταν η απόφαση για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή η πράξη αμνηστευθεί ή με ρητή διάταξη μεταγενέστερου νόμου πάψει να είναι αξιόποινη.

δ) Αν με την καταδικαστική απόφαση για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης της ποινής, σύμφωνα με το άρθρο 99 του ποινικού κώδικα, μετά την πάροδο πέντε ετών από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής, εφ όσον η αναστολή δεν έχει αρθεί ή ανακληθεί.

ε) Αν το δελτίο έχει συνταχθεί μετά από απόφαση που επιβάλλει σε ανήλικο ποινή περιορισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα, πέντε έτη μετά την απότιση της ποινής με οποιοδήποτε τρόπο, εφ` όσον ο ελάχιστος χρόνος περιορισμού που έχει επιβληθεί δεν υπερβαίνει το έτος, και οκτώ έτη αν υπερβαίνει το έτος, εκτός αν στο διάστημα αυτό επέλθει νέα καταδίκη. Σε περίπτωση απόλυσης υπό όρους από το σωφρονιστικό κατάστημα, η πιο πάνω πενταετία ή οκταετία αρχίζει από τη συμπλήρωση του χρόνου δοκιμασίας.

στ) Αν με την καταδικαστική απόφαση επιβλήθηκε χρηματική ποινή ή ποινή φυλάκισης μέχρις ένα μήνα, για αδίκημα εκ δόλου ή δύο μήνες για αδίκημα εξ αμελείας, μετά την πάροδο δέκα ετών από την απότιση της ποινής με οποιοδήποτε τρόπο, εφ όσον ο υπαίτιος δεν έχει καταδικαστεί πάλι για κακούργημα ή πλημμέλημα.

2. Οι υπηρεσίες που τηρούν ποινικό μητρώο, προβαίνουν κάθε έξι μήνες σε εκκαθάρισή του από τα δελτία που παύουν να ισχύουν σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Μετά την εξάμηνη περιοδική εκκαθάριση είτε καταστρέφονται τα ανίσχυρα δελτία είτε, στην περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 573 παρ. 1 εδ. ε, διαγράφεται από τη μνήμη του ηλεκτρονικού υπολογιστή η ανίσχυρη εγγραφή.

3. Στις περιπτώσεις των εδαφίων α` έως και γ` της παραγράφου 1 τα δελτία ποινικού μητρώου καταστρέφονται αμέσως μόλις διαπιστωθεί η συνδρομή του σχετικού λόγου. Στις περιπτώσεις των εδαφίων δ` έως και στ` της ίδιας παραγράφου, τα δελτία ποινικού μητρώου καταστρέφονται κατά την πρώτη περιοδική εκκαθάριση μετά τη διαπίστωση της συνδρομής του σχετικού λόγου. Η καταστροφή διατάσσεται με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα”.

Άρθρο 9
Το άρθρο 576 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 576.

Αντίγραφα ποινικού μητρώου

1. Οι υπηρεσίες που τηρούν ποινικό μητρώο εκδίδουν από αυτό δύο τύπους αντιγράφων: α) το αντίγραφο δικαστικής χρήσης, β) το αντίγραφο γενικής χρήσης.

2. Στο αντίγραφο δικαστικής χρήσης καταχωρίζεται το περιεχόμενο όλων των δελτίων ποινικού μητρώου εκτός από εκείνα που έχουν παύσει να ισχύουν σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του προηγούμενου άρθρου.

3. Στο αντίγραφο γενικής χρήσης καταχωρίζεται το περιεχόμενο όλων των δελτίων ποινικού μητρώου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, εκτός από εκείνα:

α) που αναγράφουν χρηματική ποινή ή ποινή φυλάκισης έως έξι μήνες, μετά την πάροδο τριών ετών, β) που αναγράφουν ποινή φυλάκισης πέραν των έξι μηνών ή ποινή περιορισμού σε ψυχιατρικό κατάστημα, μετά την πάροδο οκτώ ετών, γ) που αναγράφουν κάθειρξη, μετά την πάροδο είκοσι ετών.

4. Οι προθεσμίες της προηγούμενης παραγράφου αρχίζουν από την απότιση της ποινής. Αν επήλθε μεταγενέστερη καταδίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα, οι προθεσμίες αυτές αρχίζουν από την απότιση της νέας ποινής.

5. Η ποινή θεωρείται ότι αποτίθηκε και όταν:

α) μετατράπηκε σε χρηματική, από την ημέρα καταβολής του ποσού της μετατροπής,

β) χαρίστηκε, από την έκδοση του οικείου προεδρικού διατάγματος,

γ) χορηγήθηκε απόλυση, από την επιτυχή πάροδο του χρόνου δοκιμασίας.

6. Αν η καταδικαστική απόφαση δεν εκτελέστηκε, οι πιο πάνω προθεσμίες αρχίζουν από την παραγραφή της.

7. Κατ` εξαίρεση, όταν πρόκειται για πρώτη καταδίκη ή για καταδίκη που αφορά

α) έγκλημα από αμέλεια ή

β) έγκλημα με δόλο, για το οποίο ο νόμος απειλεί ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή, οι προθεσμίες που προβλέπουν τα εδάφια α έως και γ της παραγρ. 3 του άρθρου αυτού μπορούν να συντμηθούν στο μισό, με διάταξη του αρμόδιου κατά το άρθρο 580 του Κ.Π.Δ. εισαγγελέα πλημμελειοδικών, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η σύντμηση παρέχεται, αν υπάρχει προσδοκία έντιμου βίου στο μέλλον.

8. Αν μαζί με την ποινή τη στερητική της ελευθερίας έχουν επιβληθεί παρεπόμενες ποινές ή μέτρα ασφάλειας, δεν καταχωρίζονται στο αντίγραφο γενικής χρήσης στις περιπτώσεις που η κύρια ποινή δεν καταχωρίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

9. Ο αρμόδιος για την έκδοση του ποινικού μητρώου υπάλληλος οφείλει να αναγράφει στο τριπλότυπο καταβολής της ποινής που έχει μετατραπεί σε χρηματική τα στοιχεία ταυτότητας και τον τόπο και ημερομηνία γέννησης του καταδικασμένου. Αντίγραφο του τριπλότυπου αυτού αποστέλλεται, στο γραμματέα ποινικού μητρώου του τόπου γέννησης του καταδικασμένου, καθώς και στην υπηρεσία που τηρεί το Γενικό Ποινικό Μητρώο. Σε περίπτωση αποφυλάκισης καταδίκου ο διευθυντής των φυλακών οφείλει να ενημερώνει για την αποφυλάκιση αυτήν το γραμματέα ποινικού μητρώου του τόπου γέννησης του αποφυλακιζόμενου, καθώς και την υπηρεσία που τηρεί το Γενικό Ποινικό Μητρώο”.

Άρθρο 10
Το άρθρο 577 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 577

Έκδοση αντιγράφων δικαστικής και γενικής χρήσης

1. Αντίγραφο ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης χορηγείται μόνο:

α) στον εισαγγελέα, τον τακτικό ανακριτή ή τον επίτροπο του στρατοδικείου, για δικαστική αποκλειστικά χρήση,

β) στους διευθυντές φυλακών και άλλων σωφρονιστικών ή θεραπευτικών καταστημάτων για κρατούμενο που με αμετάκλητη απόφαση εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας ή υποβάλλεται σε μέτρο ασφάλειας,

γ) στις αλλοδαπές υπηρεσίες, πολιτικές, στρατιωτικές, στις εκκλησιαστικές αρχές, σε Ν.Π.Δ.Δ., σε οργανισμούς, σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας ή σε τράπεζες, μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία,

ε) στις αλλοδαπές πρεσβείες ή προξενεία που έχουν διαπιστευθεί στην Ελλάδα για όσους πρόκειται να μεταναστεύσουν,

στ) για το διορισμό δικαστικών λειτουργών, εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, οργάνων των Σωμάτων Ασφαλείας και των υποψηφίων για την εισαγωγή στις παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, το οποίο αποστέλλεται απευθείας στο αρμόδιο όργανο.

2. Το δελτίο ποινικού μητρώου επισυνάπτεται υποχρεωτικά με ευθύνη του αρμόδιου γραμματέα σε κάθε δικογραφία για εγκλήματα αρμοδιότητας τριμελούς πλημμελειοδικείου και άνω, μέσα σε σφραγιστό αδιαφανή φάκελο και αποσφραγίζεται μόνο μετά την απαγγελία της περί ενοχής απόφασης του δικαστηρίου, γενομένης ειδικής μνείας στα πρακτικά. Σε περίπτωση ασκήσεως εφέσεως κατά της καταδικαστικής απόφασης το δελτίο ποινικού μητρώου σφραγίζεται και πάλι με ευθύνη του γραμματέα της έδρας του εκδόντος την απόφαση δικαστηρίου, σε αδιαφανή φάκελο, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των του προηγούμενου εδαφίου. Τα αυτά ισχύουν σε περίπτωση επανεκδίκασης της υπόθεσης κατ` ουσίαν μετ` αναίρεση. Η παράβαση των ανωτέρω διατάξεων από το δικαστικό γραμματέα συνεπάγεται την πειθαρχική του ευθύνη.

3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπορεί να ορισθεί ότι αντίγραφο ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης εκδίδεται και για διορισμό σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια υπηρεσία ή σε οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο του δημόσιου τομέα”.

Άρθρο 11
Το άρθρο 575 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 575.

Έννοια αντιγράφου ποινικού μητρώου

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων 1, 3 και 4 του άρθρου 577, όπου ο νόμος προβλέπει την έκδοση και τη χορήγηση αντιγράφου οποιουδήποτε τύπου ή αποσπάσματος ποινικού μητρώου, παρέχεται αντίγραφο γενικής χρήσης”.

Άρθρο 12
Το άρθρο 579 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 579

Απαγόρευση ανακοίνωσης

1. Υπάλληλος, ο οποίος λόγω των καθηκόντων του έχει πληροφορηθεί το περιεχόμενο δελτίων ποινικού μητρώου και το ανακοινώνει σε πρόσωπο που δεν δικαιούται να λάβει γνώση, τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών έως δύο έτη. Ως ανακοίνωση θεωρείται και η χορήγηση αντιγράφου ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης αντί για αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης. Αν η παραπάνω πράξη έγινε από αμέλεια επιβάλλεται φυλάκιση μέχρι τρεις μήνες.

2. Η σύνταξη ή καταχώριση δελτίων ποινικού μητρώου γίνεται μέσα σε τρεις μήνες κατ` ανώτατο όριο από την ημέρα που ανέκυψε η σχετική υπηρεσιακή υποχρέωση”

***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 έως και 15 του ν.1805/1988 είχε ανασταλεί διαδοχικά με : άρθρο δεύτερο Ν.1851/1989 μέχρι 31.12.1989 άρθρο 22 Ν.1868/1989 μέχρι 31.12.1990 άρθρο 18 Ν.1916/1990 μέχρι 31.12.1991 άρθρο 32 Ν.1968/91 μέχρι 31.12.1992 άρθρο 45 Ν.2109/92 μέχρι 31.12.1993 άρθρο 43 Ν.2172/93 μέχρι 31.12.1994 άρθρο 16 Ν.2298/95 μέχρι 31.12.1995 άρθρο 4 Ν.2408/96 μέχρι 31.12.1997 και τέλος άρθρο 21 Ν.2721/1999 μέχρι 31.12.2001.

Άρθρο 13
Το άρθρο 580 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 580.

Αμφισβητήσεις – Διορθώσεις εσφαλμένων εγγραφών

1. Κάθε αμφισβήτηση σχετική με τις διατάξεις του νόμου αυτού επιλύεται με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου της γέννησης του ενδιαφερομένου και όταν πρόκειται για πρόσωπα που γεννήθηκαν στο εξωτερικό, του εισαγγελέα πλημμελειοδικών Αθηνών.

2. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί μέσα σε ένα μήνα από την επίδοση σε αυτόν της παραπάνω διάταξης να προσφύγει στο οικείο συμβούλιο πλημμελειοδικών, που αποφαίνεται αμετάκλητα.

3. Το συμβούλιο πλημμελειοδικών αποφασίζει αμετάκλητα, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου ή του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, τη διόρθωση στο δελτίο ποινικού μητρώου είτε εσφαλμένης εγγραφής είτε των στοιχείων της ταυτότητας του προσώπου που αφορά το δελτίο. Αν η αίτηση διόρθωσης εσφαλμένης εγγραφής υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών οφείλει να ερευνήσει τη βασιμότητά της με κάθε μέσο είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω ανακριτικού υπαλλήλου.

4. Μετά την έναρξη της λειτουργίας της υπηρεσίας Γενικού Ποινικού Μητρώου, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών του τόπου γέννησης του προσώπου που αφορά το δελτίο ποινικού μητρώου διαβιβάζει στην υπηρεσία Γενικού Ποινικού Μητρώου κάθε διάταξη ή βούλευμα που εκδίδεται ύστερα από αμφισβήτηση ή αίτηση διόρθωσης εσφαλμένης εγγραφής στο δελτίο ποινικού μητρώου”.

Άρθρο 14

1. Όσοι ασκούν ληξιαρχικά καθήκοντα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν.344/1976 (ΦΕΚ 143) αμέσως μετά τη σύνταξη Ληξιαρχικής πράξης θανάτου ενός προσώπου αποστέλλουν αντίγραφό της στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου γέννησης του προσώπου που έχει αποβιώσει, καθώς και στην υπηρεσία Γενικού Ποινικού Μητρώου του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Την ίδια υποχρέωση έχει και ο ειδικός ληξίαρχος Αθηνών για θανάτους που συμβαίνουν στο εξωτερικό.

2. Αν ο τόπος γέννησης του προσώπου που έχει αποβιώσει είναι χώρα του εξωτερικού, αντίγραφο ληξιαρχικής πράξης θανάτου αποστέλλεται μόνο στην υπηρεσία Γενικού Ποινικού Μητρώου του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

3. Στις περιπτώσεις των άρθρων 13, 14 και 15 του ν. 344/1976, οι σχετικές ληξιαρχικές πράξεις ή διορθώσεις ή μεταβολές στοιχείων ληξιαρχικών πράξεων διαβιβάζονται με τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2.

4. Τα αντίγραφα των ληξιαρχικών πράξεων θανάτου που αποστέλλονται στους εισαγγελείς ή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία ταυτότητας των προσώπων που έχουν αποβιώσει και αν πρόκειται για διαζευγμένες γυναίκες και τα στοιχεία ταυτότητας των τέως συζύγων.

5. Ο αρμόδιος εισαγγελέας και η υπηρεσία Γενικού Ποινικού Μητρώου, όταν λάβουν τα αντίγραφα των ληξιαρχικών πράξεων θανάτου, αφαιρούν τα τυχόν υπάρχοντα δελτία ποινικού μητρώου που αναφέρονται στο πρόσωπο που έχει αποβιώσει και μεριμνούν για την καταστροφή τους.

Άρθρο 15
Εκκαθάριση του ποινικού μητρώου

1. Οι υπηρεσίες που τηρούν ποινικό μητρώο οφείλουν μέσα σε ένα έτος από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού να καταστρέψουν:

α) Τα δελτία ποινικού μητρώου που αφορούν αξιόποινες πράξεις που τελέστηκαν έως και τις 31 Δεκεμβρίου 1949 και για τις οποίες έχουν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις έκτακτου στρατοδικείου, εκτός εάν εντός της προθεσμίας αυτής υποβληθεί δήλωση για τη διατήρησή του από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον.

Αν από το δελτίο ποινικού μητρώου δεν προκύπτει ο χρόνος τέλεσης της αξιόποινης πράξης, το αναγραφόμενο σε αυτό πρόσωπο ή ο εισαγγελέας αυτεπαγγέλτως μπορούν να ζητήσουν κατά τη διαδικασία του άρθρου 58ο του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας την καταστροφή του δελτίου, εφ όσον αποδεικνύεται ότι η αξιόποινη πράξη για την οποία συντάχθηκε και για την οποία έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση εκτάκτου στρατοδικείου είχε τελεστεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 1950.

β) Τα δελτία ποινικού μητρώου που αφορούν πρόσωπα τα οποία έχουν συμπληρώσει το 80ό έτος της ηλικίας τους, ανεξάρτητα από το χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης για την οποία συντάχθηκε το δελτίο, καθώς και τα δελτία που κατά τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του Άρθρου 578 υπόκεινται σε καταστροφή, εκτός εάν εντός της προθεσμίας αυτής υποβληθεί δήλωση για τη διατήρησή του από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον.

2. Μετά την εκκαθάριση του ποινικού μητρώου, επικυρωμένα αντίγραφα των δελτίων που ισχύουν αποστέλλονται στο τμήμα ποινικού μητρώου της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

3. Τα δελτία ποινικού μητρώου με άγνωστα στοιχεία ταυτότητας των καταδικασμένων μπορεί να καταστραφούν με πράξη του εισαγγελέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, αν έχουν συνταχθεί πριν από το έτος 1973.

4. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης καθορίζεται ο τρόπος, ο χρόνος και κάθε αναγκαία διατύπωση για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
Σύσταση δικαστηρίων και θέσεων δικαστικών λειτουργών, καθορισμός αρμοδιοτήτων διοικητικών δικαστηρίων

Άρθρο 16

1. Συνιστάται Διοικητικό Εφετείο Τρίπολης με έδρα την Τρίπολη. Στην περιφέρεια του Εφετείου αυτού περιλαμβάνονται και ανήκουν οι περιφέρειες των Διοικητικών Πρωτοδικείων Καλαμάτας, Τρίπολης, Ναυπλίου και Κορίνθου, τα οποία αποσπώνται από το Διοικητικό Εφετείο Πειραιά, στο οποίο υπάγονται σήμερα.

2. Στο Διοικητικό Εφετείο Τρίπολης συνιστώνται οι ακόλουθες θέσεις δικαστών:

α) Μία θέση Προέδρου, που θα πληρωθεί με μετάθεση ενός Προέδρου του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και με αντίστοιχη μείωση κατά μία των οργανικών θέσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και β) δύο θέσεις εφετών, που θα πληρωθούν με μετάθεση δύο εφετών του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά και με αντίστοιχη μείωση κατά δύο των οργανικών θέσεων του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.

3. Με προεδρικό διάταγμα, εκδιδόμενο ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, θα οριστεί ο αριθμός των οργανικών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων του συνιστώμενου δικαστηρίου, χωρίς αύξηση του αντίστοιχου αριθμού τους, που θα πληρωθούν με μετάθεση και με αντίστοιχη μείωση του αριθμού των οργανικών θέσεων των άλλων διοικητικών δικαστηρίων του Κράτους.

Με όμοιο προεδρικό διάταγμα θα καθοριστεί η ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του συνιστώμενου δικαστηρίου, η αρμοδιότητά του για τις μη συζητηθείσες εκκρεμείς υποθέσεις στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιά, που αφορούν εφέσεις κατ` αποφάσεων των διοικητικών πρωτοδικείων που αποσπώνται από αυτό και υπάγονται στη δικαιοδοσία του νέου Εφετείου καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

Άρθρο 17
Το άρθρο 13 του ν.949/1979 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 13

1. Ορίζεται μεταβατική έδρα του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, του Μονομελούς και Τριμελούς Δικαστηρίου Ανηλίκων Μυτιλήνης, η έδρα του Ειρηνοδικείου Λήμνου, για την εκδίκαση των εγκλημάτων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους, ο δράστης των οποίων, κατά την έναρξη της ποινικής δίωξης έχει την κατοικία ή την προσωρινή διαμονή του στις περιφέρειες των νησιών Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου ή ο τόπος τέλεσης των οποίων είναι η περιφέρεια των νησιών τούτων.

2. Ο αριθμός των συνεδριάσεων των δικαστηρίων της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορούν να ξεπερνούν τις έξι (6) κάθε δικαστικό έτος.

3. Οι δικάσιμες μέρες των δικαστηρίων αυτών στη μεταβατική τους έδρα ορίζονται με απόφαση του προέδρου των δικαστηρίων, ύστερα από γνώμη του Εισαγγελέα.

4. Με πράξη του Εισαγγελέα ορίζεται υπάλληλος που υπηρετεί στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Λήμνου προς τον οποίο αποστέλλονται έγκαιρα οι δικογραφίες κάθε δικάσιμης ημέρας, ο οποίος μπορεί να ορισθεί με την ίδια ή άλλη πράξη και σαν γραμματέας των δικαστηρίων στις αντίστοιχες συνεδριάσεις τους”.

Άρθρο 18

1. Από τη δημοσίευση του νόμου αυτού οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων αυξάνονται κατά βαθμούς ως εξής:

α) των αντιπροέδρων του Αρείου Πάγου κατά μία (1) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε επτά (7),

β) των εφετών κατά έξι (6) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε διακόσιες εβδομήντα επτά (277) και

γ) των πρωτοδικών κατά τέσσερις (4) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε οκτακόσιες οκτώ (808).

2. Από 1.1.1989 οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων αυξάνονται κατά βαθμούς ως εξής:

α) των εφετών κατά είκοσι τέσσερις (24) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε οκτακόσιες τριάντα τέσσερις (834),

γ) των εισαγγελέων εφετών κατά δύο (2) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε τριάντα (3Ο),

δ) των αντεισαγγελέων εφετών κατά πέντε (5) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε εβδομήντα (7Ο),

ε) των εισαγγελέων πρωτοδικών κατά δύο (2) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε ενενήντα εννέα (99),

στ) των αντιεισαγγελέων πρωτοδικών κατά εννέα (9) και ο συνολικός αριθμός τους ορίζεται σε εκατόν εβδομήντα (170).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με το άρθρο 8 του Ν. 1816/1988 (Α`251).

3. Ένας από τους αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου απασχολείται, επί πλέον της συμμετοχής του στην ολομέλεια του Αρείου Πάγου και στα υπηρεσιακά συμβούλια, ως προϊστάμενος της επιθεωρήσεως και ως πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Κέντρου Δικαστικών Σπουδών που προβλέπεται από το άρθρο 74 του ν.1756/1988.

Η τοποθέτηση του στις θέσεις αυτές με θητεία αόριστου χρόνου ή τουλάχιστο διετή, που μπορεί όμως να ανανεωθεί, γίνεται με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.

4. Οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών που συνιστώνται με τα εδάφια β και γ της παραγράφου 1 και α, β, γ, δ, ε και στ της παραγράφου 2 κατανέμονται στα δικαστήρια και στις εισαγγελίες του κράτους με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Άρθρο 19
Τα άρθρα 1, 6 και 7 του κώδικα φορολογικής δικονομίας, που κυρώθηκε με το ν.4125/1960 (ΦΕΚ 202) και μεταγλωτίστηκε στη δημοτική με το π.δ. 331/1985 (ΦΕΚ 116), αντικαθίστανται ως εξής:

Άρθρο 1

Φορολογικές διαφορές

Στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται διαφορές που αναφύονται:

α) κατά τον καταλογισμό των φόρων, δασμών, τελών και συναφών δικαιωμάτων του Δημοσίου ως και των προστίμων και λοιπών χρηματικών κυρώσεων,

β) κατά την επιβολή, με διοικητικές πράξεις, κάθε είδους κυρώσεων για παράβαση των διατάξεων της φορολογικής γενικά νομοθεσίας (στην οποία περιλαμβάνεται και η νομοθεσία για τα τελωνεία, τα μονοπώλια, τον καπνό, το οινόπνευμα και κάθε άλλη συναφής), ακόμη και αν οι κυρώσεις αυτές επιβάλλονται αυτοτελώς ή άσχετα με υποχρέωση καταβολής φόρου, δασμού, τέλους ή άλλου δικαιώματος του δημοσίου”.

“Άρθρο 6.

Καθ` ύλην αρμοδιότητα

1. Στην αρμοδιότητα του διοικητικού πρωτοδικείου υπάγονται οι διαφορές που αναφέρονται στο άρθρο 1 και εκδικάζονται με μονομελή ή τριμελή σύνθεση.

2. Το μονομελές διοικητικό πρωτοδικείο δικάζει τις διαφορές στις οποίες

α) ο αμφισβητούμενος ή αξιούμενος προς επιστροφή φόρος, δασμός, τέλος ή άλλο δικαίωμα του Δημοσίου, χωρίς συνυπολογισμό προσθέτων ή προσαυξήσεων, δεν υπερβαίνει τις δραχμές τετρακόσιες χιλιάδες και

β) το επιβαλλόμενο πρόστιμο ή άλλη χρηματική κύρωση δεν υπερβαίνει τις δραχμές διακόσιες χιλιάδες για κάθε παράβαση. Η εκδίκαση των διαφορών αυτών γίνεται από πρόεδρο πρωτοδικών ή πρωτοδίκη διοικητικών δικαστηρίων, που ορίζεται από τον πρόεδρο. Τα πιο πάνω ποσά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού της Δικαιοσύνης.

3. Το τριμελές διοικητικό Πρωτοδικείο δικάζει όλες τις διαφορές που δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του μονομελούς διοικητικού πρωτοδικείου καθώς και εκείνες, για τις οποίες γεννάται αμφιβολία ως προς την αρμοδιότητα.

4. Αν με μία πράξη έχουν επιβληθεί περισσότερα πρόστιμα ή άλλες χρηματικές κυρώσεις

α) κατά ενός προσώπου, η αρμοδιότητα καθορίζεται από το ποσό του μεγαλύτερου προστίμου ή της άλλης χρηματικής κύρωσης,

β) κατά περισσότερων προσώπων, μη ενεχομένων εις ολόκληρον, η αρμοδιότητα για όλους καθορίζεται από το ποσό του μεγαλύτερου προστίμου ή της άλλης χρηματικής κύρωσης και

γ) κατά περισσοτέρων προσώπων, ενεχομένων εις ολόκληρον, η αρμοδιότητα καθορίζεται από το άθροισμα των καταλογιζόμενων ποσών.

5. Η εκδίκαση των υποθέσεων κατά την παράγραφο 2 μπορεί να γίνεται και εκτός της έδρας του δικαστηρίου σε πόλεις ή κωμοπόλεις της περιφέρειάς του που ορίζονται από τον πρόεδρο, ο οποίος λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και ιδίως τις αποστάσεις και τις απαιτούμενες δαπάνες για την προσέλευση των φορολογουμένων.

6. Οι αποφάσεις του μονομελούς δικαστηρίου για τις συζητούμενες εκτός της έδρας του υποθέσεις μπορεί να εκδίδονται και να δημοσιεύονται στην έδρα του δικαστηρίου.

7. Οι εφέσεις κατά αποφάσεων του μονομελούς διοικητικού πρωτοδικείου εκδικάζονται από το τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο”.

“Άρθρο 7.

1. Στην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου υπάγονται οι εφέσεις κατά αποφάσεων του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου, οι οποίες εκδικάζονται με τριμελή ή πενταμελή σύνθεση.

2. Το τριμελές διοικητικό εφετείο εκδικάζει τις εφέσεις όταν ο αξιούμενος προς επιστροφή ή ο καταλογιζόμενος με την πράξη της διοικητικής αρχής φόρος, δασμός, τέλος ή άλλο δικαίωμα του Δημοσίου, χωρίς συνυπολογισμό προσθέτων ή προσαυξήσεων, καθώς επίσης και το επιβαλλόμενο με την πράξη πρόστιμο ή άλλη χρηματική κύρωση, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη τυχόν τροποποίησή της με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν υπερβαίνει το ποσό των οκτώ εκατομμυρίων δραχμών.

Όταν το ποσό υπερβαίνει τα οκτώ εκατομμύρια, η έφεση εκδικάζεται από το πενταμελές διοικητικό εφετείο. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 6 εφαρμόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή, τα πιο πάνω ποσά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης”.

Άρθρο 20

1. Στο ακροατήριο ο πρόεδρος διοικητικού δικαστηρίου ή ο προεδρεύων και στα μονομελή διοικητικά πρωτοδικεία ο δικαστής που δικάζει κηρύσσει την έναρξη της συνεδρίασης, εκφωνεί ή διατάσσει την εκφώνηση των υποθέσεων κατά την καθορισμένη τάξη και διευθύνει τη συζήτησή τους, δίνει το λόγο στους διαδίκους, τους νόμιμους αντιπροσώπους και πληρεξουσίους τους, αφαιρεί το λόγο σε περίπτωση παράβασης των όρων της λυσιτελούς και κόσμιας συζήτησης, εξετάζει τους διαδίκους, τους νόμιμους αντιπροσώπους τους και τα άλλα πρόσωπα που έχουν κλητευθεί, κηρύσσει περαιωμένη τη συζήτηση εφ` όσον κατά την κρίση του επαρκώς ερευνήθηκε η υπόθεση και δημοσιεύει την απόφαση.

2. Η τήρηση της ευταξίας, κατά τις συνεδριάσεις των διοικητικών δικαστηρίων και της ευπρέπειας, κατά τη διεξαγωγή των συζητήσεων, ανήκει σε εκείνον που, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, διευθύνει τη διαδικασία, ο οποίος έχει και τις εξουσίες της παραγράφου 1 του επόμενου Άρθρου.

3. Αν εγερθούν αντιρρήσεις για τις κατά τις προηγούμενες παραγράφους ενέργειες του προέδρου, επιτρέπεται άμεση αναφορά στο δικαστήριο.

Άρθρο 21

1. Ο πρόεδρος του διοικητικού δικαστηρίου έχει δικαίωμα να διατάξει την κράτηση για εικοσιτέσσερις ώρες ή την αποβολή από το ακροατήριο και το δικαστικό κατάστημα ή να επιβάλει χρηματική ποινή από δύο έως είκοσι χιλιάδες δραχμές εις βάρος κάθε προσώπου, το οποίο θορυβεί ή εκδηλώνει ασέβεια ή ανυπακοή σε μέτρα που έχουν ληφθεί ή διαταγές που έχουν δοθεί ή παρακωλύει κατά οποιοδήποτε τρόπο την κανονική διεξαγωγή των εργασιών του δικαστηρίου ή προκαλεί φθορές στο δικαστικό κατάστημα, χωρίς να αποκλείεται η λήψη μέτρων κατά του υπαιτίου προς αποζημίωση ή η ποινική δίωξή του, εφ` όσον συντρέχει νόμιμη περίπτωση. Προκειμένου για δικηγόρο που θορυβεί ή δείχνει ανυπακοή προς το διοικητικό δικαστήριο, μπορεί να επιβληθούν από αυτό οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται στον κώδικα για τους δικηγόρους.

2. Ως προς τους διοικητικούς δικαστές του δικαστηρίου, ο πρόεδρος έχει δικαίωμα μόνο να τους υπενθυμίζει με εύσχημο τρόπο τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από το αξίωμα και τα υπηρεσιακά καθήκοντά τους.

Άρθρο 22
Όπου σε διάταξη νόμου γίνεται παραπομπή

α) στα άρθρα 8 και 9 του ν.δ. 3845/1958 (ΦΕΚ 149), όπως τροποποιήθηκαν μεταγενεστέρως, η παραπομπή λογίζεται ότι γίνεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 6 και 7 του κώδικα φορολογικής δικονομίας και

β) στα άρθρα 13 και 20 του ιδίου ν.δ. 3845/1958, η παραπομπή λογίζεται ότι γίνεται στις διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων.

Άρθρο 23
Οι περιπτώσεις β` και γ` της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 702/ 1977 (ΦΕΚ 268) γίνονται περιπτώσεις δ` και ε` αντιστοίχως και τίθενται νέες περιπτώσεις β` και γ` ως εξής:

“β) Στα διοικητικά εφετεία όπου υπηρετούν περισσότεροι από έναν πρόεδροι, ο προϊστάμενος του διοικητικού εφετείου κατανέμει τις υποθέσεις μεταξύ των τμημάτων. Ο πρόεδρος του τμήματος με πράξη του ορίζει για κάθε υπόθεση εισηγητή έναν από τους εφέτες του τμήματός του καθώς και τη δικάσιμο που σημειώνεται στο πινάκιο και παραγγέλλει την ανακοίνωση της δικογραφίας στον εισηγητή. Ο πρόεδρος του τμήματος μπορεί οποτεδήποτε, αν κωλύεται ο εισηγητής που ορίστηκε, να τον αντικαταστήσει με άλλον και προφορικώς.

γ) Με εντολή του προέδρου του τμήματος, αντίγραφο του δικογράφου του ένδικου μέσου με μνεία της χρονολογίας κατάθεσης και της πράξης της προηγούμενης περίπτωσης, κοινοποιείται με φροντίδα της γραμματείας του τμήματος, είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, στα πρόσωπα που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 21 του ν.δ. 170/1973 (ΦΕΚ 229), όπως ισχύει. Αν συντρέχει κατεπείγουσα περίπτωση, ο πρόεδρος του τμήματος μπορεί να συντέμνει την πιο πάνω προθεσμία”.

Άρθρο 24

1. Οι κατά την έναρξη της ισχύος του ν. 1756/1988 ορισθέντες επιθεωρητές, οι βοηθοί τους και ο προϊστάμενος επιθεώρησης αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι 31.12.1988 κατά τις μέχρι του ν.1756/1988 ισχύουσες διατάξεις.

Η επιθεώρηση της εργασίας των δικαστικών λειτουργών, από 16.9.1988 και εφεξής, θα διενεργηθεί από τους επιθεωρητές που θα ορισθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1756/1988.

2. Το Πρωτοδικείο Έβρου μετονομάζεται σε Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης με έδρα την Αλεξανδρούπολη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Ρύθμιση θεμάτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης

Άρθρο 25
Κυρώνεται από τότε που ίσχυσε η από 21 Ιουλίου 1988 αριθμ. 3474 απόφαση του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Δικαιοσύνης, που δημοσιεύτηκε στο αριθ. ΦΕΚ 513/Β/21.7.1988 και έχει ως εξής:

“Αριθ. 3474 —————

ΑΠΟΦΑΣΗ

Τροποποίηση της 3157/30.6.88 απόφασης του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Δικαιοσύνης (Α ` 199).

Έχοντας υπόψη:

1. Το Νόμο 1888/83 “Ίδρυση Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης” (ΦΕΚ Α` 113).

2. Το άρθρο 23 Ν. 1586/86 (ΦΕΚ Α` 37).

3. Το Νόμο 1578/85 “Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης των Δικαστικών Λειτουργών και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 219) και

4. Την 3157/3Ο.6.1988 απόφαση μας (ΦΕΚ 452/88 Β`).

Αποφασίζουμε:

Τροποποιούμε την πιο πάνω 3157/3Ο.6.1988 απόφασή μας και κατανέμουμε τις θέσεις κατά δικαστήριο για τις πέντε πρώτες εκπαιδευτικές σειρές της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης, όσον αφορά το Τμήμα της Διοικητικής Δικαιοσύνης. ως εξής:

Για την Α` Εκπαιδευτική Σειρά (που αποφοιτά το 1988) μία (1) θέση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, δύο (2) θέσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Για τη Β` Εκπαιδευτική Σειρά (που θα αποφοιτήσει το 1989) τρεις (3) θέσεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τρεις (3) θέσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Για την Γ` Εκπαιδευτική Σειρά (που αποφοιτά το 1990) τέσσερις (4) θέσεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας, τέσσερις (4) θέσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο και τρεις (3) θέσεις στα Διοικητικά Δικαστήρια.

Για την Δ` Εκπαιδευτική Σειρά (Εισαγωγικός Διαγωνισμός 1988 – Αποφοίτηση 1991) ορίζουμε τις ανάγκες συνολικά σε δεκαπέντε (15) θέσεις. Ειδικότερα:

Δύο (2) θέσεις για το Συμβούλιο της Επικρατείας

Επτά (7) θέσεις για το Ελεγκτικό Συνέδριο

Έξι (6) θέσεις για τα Διοικητικά Δικαστήρια.

Για την Ε` Εκπαιδευτική Σειρά (Εισαγωγικός Διαγωνισμός 1989 Αποφοίτηση 1992) ορίζουμε τις ανάγκες συνολικά σε δεκαπέντε (15) θέσεις.

Ειδικότερα:

Δύο (2) θέσεις για το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Πέντε (5) θέσεις για το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Οκτώ (8) θέσεις για τα Διοικητικά Δικαστήρια.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

Αθήνα, 21 Ιουλίου 1988

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ”.

Σχετικό:  Το άρθρο 3 του Ν.1877/1990 (ΦΕΚ Α 28) ορίζει ότι: “Οι κατά το άρθρο 25 του ν. 1805/1988 (ΦΕΚ Α` 199) θέσεις κατά δικαστήριο της Γ` Εκπαιδευτικής Σειράς (που αποφοιτά το 1990) του Τμήματος Διοικητικής Δικαιοσύνης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης ανακατανέμονται ως εξής: Δύο (2) θέσεις στο Συμβούλιο της Επικρατείας και εννέα (9) θέσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο.”

Άρθρο 26

1. Για τη συμμετοχή στον εισαγωγικό διαγωνισμό της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης ο υποψήφιος για το τμήμα διοικητικής δικαιοσύνης απαιτείται να έχει συμπληρώσει το 25ο έτος ηλικίας του κατά το χρόνο έναρξης του διαγωνισμού.

2. Για το διορισμό ως δικαστικών λειτουργών των σπουδαστών των τριών πρώτων εκπαιδευτικών σειρών του τμήματος διοικητικής δικαιοσύνης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης δεν ισχύει το κατώτατο όριο ηλικίας που καθορίζεται με τον Κώδικα Κατάστασης των Δικαστικών Λειτουργών.

3. Η κατά το εδάφιο η του άρθρου 23 του ν. 1586/1986 (ΦΕΚ 37) γραπτή και προφορική εξέταση γίνεται ενώπιον πενταμελούς επιτροπής, που αποτελείται από έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως πρόεδρο, ένα Σύμβουλο Επικρατείας, δύο Συμβούλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και έναν πρόεδρο εφετών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Τα μέλη της επιτροπής που προέρχονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια ορίζονται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας και εκείνα που προέρχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο από τον Πρόεδρο του δικαστηρίου αυτού.

Η γραπτή δοκιμασία γίνεται σε πρακτικό θέμα συνταγματικού και διοικητικού δικαίου. Η προφορική δοκιμασία γίνεται δημόσια στην ύλη που αναφέρεται στην απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης αριθμ. 69800/ 7.7.1986 (ΦΕΚ 444/Β/9.8.1986).

4. Η βαθμολογική κλίμακα τόσο για τη γραπτή όσο και για την προφορική δοκιμασία είναι από 0 έως 10. Ο μέσος όρος των βαθμών στις δύο δοκιμασίες αποτελεί το βαθμό του εξεταζόμενου. Επιτυχών θεωρείται ο υποψήφιος που έλαβε βαθμό τουλάχιστον 5.

5. Όσοι δεν συγκεντρώσουν τη βάση στην παραπάνω κατά το εδάφιο ή του άρθρου 23 του. 1586/1986 εξέταση μπορούν να επαναλάβουν την εξέταση αυτή μία ακόμα φορά μετά πάροδο τριών τουλάχιστον μηνών.

Όσοι δεν συγκεντρώσουν τη βάση και δηλώσουν σε προθεσμία δέκα ημερών από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων ότι δεν επιθυμούν να επαναλάβουν την εξέταση, καθώς και όσοι αποτύχουν και στην προβλεπόμενη από την παρούσα παράγραφο επαναληπτική εξέταση διορίζονται σε θέσεις δικαστικών αντιπροσώπων των νομικών υπηρεσιών διοίκησης, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

6. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής του εδαφίου ζ` του Άρθρου 23του ν. 1586/ 1986, μπορεί να τροποποιούνται η εξεταστέα ύλη, το περιεχόμενο και ο τρόπος διεξαγωγής της κατά το εδάφιο ή του ιδίου άρθρου γραπτής και προφορικής εξέτασης, να ορίζεται συντελεστής για κάθε δοκιμασία, να μεταβάλλεται ο τρόπος υπολογισμού του βαθμού επιτυχίας κατά την εξέταση αυτήν και να ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη διεξαγωγή της εξέτασης και τη λειτουργία της επιτροπής της παραπάνω παραγράφου 3.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
Πρόσληψη προσωπικού στις δικαστικές υπηρεσίες και ρύθμιση άλλων σχετικών θεμάτων

Άρθρο 27
Σημ.: όπως το άρθρο 27 ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ με το άρθρο 157 Ν.2812/2000 “Κύρωση Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων», ΦΕΚ Α 67/10.3.2000.

1. Οι θέσεις του κλάδου ΔΕ δακτυλογράφων – στενογράφων ειδικότητας ελληνικής γραφομηχανής των δικαστικών υπηρεσιών της χώρας, οι οποίες έχουν συσταθεί με τις διατάξεις του Άρθρου 17 του ν. 1738/1987, καθώς και οι θέσεις του κλάδου ΔΕ δακτυλογράφων – στενογράφων της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, πληρώνονται με διαγωνισμό. Ο διαγωνισμός αποβλέπει στη διαπίστωση άριστης γνώσης της ελληνικής δακτυλογραφίας και ενεργείται από τριμελείς επιτροπές, οι οποίες αποτελούνται από ένα δικαστικό λειτουργό και ανά έναν υπάλληλο της κεντρικής υπηρεσίας των Υπουργείων προεδρίας της Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης με βαθμό Α` και συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης. Γραμματείς ορίζονται με την ίδια απόφαση υπάλληλοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

2. Ο διαγωνισμός για τις θέσεις δακτυλογράφων της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, του Συμβουλίου Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται στο κατάστημα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και στα καταστήματα των δικαστηρίων αυτών αντιστοίχως. Ο διαγωνισμός για τις θέσεις δακτυλογράφων των γραμματειών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, των εισαγγελιών αυτών, καθώς και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται για μεν τη Μακεδονία και Θράκη στην έδρα του πολιτικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, για δε την υπόλοιπη Ελλάδα στην έδρα του Πολιτικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

3. Οι θέσεις προκηρύσσονται κατά υπηρεσία. Στην προκήρυξη ορίζεται και η εξεταστέα ύλη. Οι υποψήφιοι, προκειμένου για θέσεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2, έχουν δικαίωμα να υποβάλουν μια μόνο αίτηση και μόνο για μια υπηρεσία.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης καθορίζονται τα της προκήρυξης του διαγωνισμού, της δημοσίευσης της προκήρυξης, του εντύπου της αίτησης, της αρχής και της προθεσμίας υποβολής, του ελέγχου των προσόντων των υποψηφίων, του προσδιορισμού του βαθμού του δικαστικού λειτουργού και του σώματος από το οποίο θα προέρχεται, του τρόπου εξέτασης τα της βαθμολογίας, τα της κατάρτισης των πινάκων επιτυχίας, της δημοσιότητας αυτών, της αίτησης ελέγχου νομιμότητας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και κύρωσης των πινάκων, της εν γένει διεξαγωγής του διαγωνισμού και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.

5. Στο διαγωνισμό γίνονται δεκτοί όσοι έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος και δεν έχουν υπερβεί το 30ό έτος της ηλικίας τους.

Για το όριο ηλικίας, ως ημέρας γεννήσεως λαμβάνεται η 1η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. Οι διοριζόμενοι στις θέσεις δακτυλογράφων δεν μπορούν να μεταταγούν σε θέση ανώτερης κατηγορίας πριν απ` τη συμπλήρωση δέκα ετών από την ημέρα του διορισμού τους, εφ όσον κατείχαν το τυπικό προσόν κατά το χρόνο αυτόν ή σε θέσεις άλλου κλάδου της ίδιας κατηγορίας.

Στους υπαλλήλους αυτούς δεν παρέχονται, πριν από την παρέλευση της προηγούμενης δεκαετίας, τα μισθολογικά και βαθμολογικά ή άλλα πλεονεκτήματα, που δίδονται στους λοιπούς υπαλλήλους που έχουν το τυπικό προσόν της ανώτερης κατηγορίας.

Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και για υποψηφίους, οι οποίοι κατά το χρόνο του διορισμού τους είναι φοιτητές τεχνολογικής ή πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και αποκτούν το τυπικό προσόν διορισμού στην ανώτερη κατηγορία κατά το χρόνο της υπηρεσίας τους. Ο χρονικός περιορισμός της δεκαετίας στην περίπτωση αυτήν ισχύει από τη χρονολογία απόκτησης του οικείου τίτλου.

Σχετικό: Κατά το άρθρο 28 παρ. 3 του Ν. 1968/1991 (Α` 150): Η θεσπιζόμενη από την ανωτέρω παράγραφος δεκαετής υπηρεσία ορίζεται σε πενταετή.

Άρθρο 28
Οι φύλακες του προσωρινού Κλάδου ΥΕ, που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου και έχουν αποφοιτήσει ευδόκιμα από το τμήμα εκπαιδεύσεως της Σχολής Σωφρονιστικών Υπαλλήλων, μετατάσσονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στον Κλάδο ΔΕ Φυλάκων.

Άρθρο 29

1. Τα ειδικά άμισθα Υποθηκοφυλακεία Πατρών, Χαλανδρίου, Κατερίνης και Σαλαμίνας μετατρέπονται σε έμμισθα και διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν για τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία.

2. Οι θέσεις των ειδικών άμισθων υποθηκοφυλακείων της παραγράφου 1 μετατρέπονται σε θέσεις μόνιμων υπαλλήλων της ΠΕ κατηγορίας. Όταν στις θέσεις αυτές γίνεται απ` ευθείας διορισμός υποθηκοφύλακα σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 5, παράγραφος 1 περίπτ. δ` του ν. 724/1977 “περί του προσωπικού των εμμίσθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων και άλλων τινών διατάξεων”, ο βαθμός διορισμού είναι ο βαθμός Α` και μισθολογικό κλιμάκιο το 12ο. Στις θέσεις αυτές διορίζονται μετά από αίτησή τους οι υπηρετούντες ειδικοί άμισθοι υποθηκοφύλακες και τοποθετούνται ως προϊστάμενοι της υπηρεσίας. Σε περίπτωση που οι πιο πάνω δεν επιθυμούν το διορισμό τους, οι θέσεις αυτές καλύπτονται με μετάθεση ή απόσπαση αντίστοιχου βαθμού υπαλλήλων των έμμισθων υποθηκοφυλακείων και κτηματολογικών γραφείων. Η πλήρωση των θέσεων προϊσταμένων των υποθηκοφυλακείων της παραγράφου 1 πρέπει να γίνει μέσα σ` ένα μήνα από τη δημοσίευση αυτού του νόμου.

3. Στους ειδικούς άμισθους υποθηκοφύλακες, που δεν επιθυμούν να διορισθούν στις θέσεις μόνιμου προσωπικού, παρέχεται η δυνατότητα να επαναδιορισθούν δικηγόροι, μετά από σχετική αίτησή τους, που θα υποβάλουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, μέσα σε τρεις μήνες από την αποχώρησή τους από την υπηρεσία

4. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Δικαιοσύνης και Οικονομικών, συνιστώνται στα Υποθηκοφυλακεία της παραγράφου 1 θέσεις υπαλλήλων της ΠΕ κατηγορίας, καθώς και λοιπού υπαλληλικού προσωπικού ανάλογα με τις υπηρεσιακές ανάγκες.

Όταν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, περίπτωση δ` του ν. 724/1977 “περί του προσωπικού των εμμίσθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων και άλλων τινών διατάξεων”, γίνεται απευθείας διορισμός σε θέσεις προϊσταμένου τμήματος ή διεύθυνσης των άνω υποθηκοφυλακείων, ο βαθμός διορισμού είναι ο Α` και μισθολογικό κλιμάκιο το 12ο.

5. Οι υπάλληλοι, που ήδη υπηρετούν στα Υποθηκοφυλακεία Πατρών, Χαλανδρίου, Κατερίνης και Σαλαμίνας, διατηρούνται στην υπηρεσία και κατατάσσονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης σε συνιστώμενες προσωρινές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

6. Στα εμμισθοποιούμενα Υποθηκοφυλακεία Πατρών, Χαλανδρίου, Κατερίνης και Σαλαμίνας διατηρούνται οι ισχύουσες διατάξεις για την είσπραξη δικαιωμάτων των αμίσθων υποθηκοφυλακείων.

7. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1653/1986 μετά την περίπτωση ιε` προστίθεται περίπτωση: “ιστ`. Μεγάρων”.

Επίσης, στο δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου μετά τη λέξη “Λαυρίου” προστίθεται η λέξη “Μεγάρων”.

Άρθρο 30
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του. Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων του Κεφαλαίου Β` αρχίζει έξι μήνες μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 26 Αυγούστου 1988

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΑΓΑΜ. ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠ. ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ ΔΗΜ. ΤΣΟΒΟΛΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 30 Αυγούστου 1988

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΓΑΜ. ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ