Νόμος 1801 ΦΕΚ Α΄171/19.8.1988
Ρύθμιση θεμάτων προσωπικού του Λιμενικού Σώματος.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
1. Οι περιπτώσεις β και γ της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 672/1977 (ΦΕΚ 235) αντικαθίστανται ως εξής:
“β. Στο βαθμό του επικελευστή ύστερα από συμπλήρωση πραγματικής υπηρεσίας τεσσάρων ετών στο βαθμό του κελευστή”.
γ. Στο βαθμό του αρχικελευστή ύστερα από συμπλήρωση πραγματικής υπηρεσίας τεσσάρων ετών στο βαθμό του επικελευστή”.
2. Οι κελευστές, που υπηρετούν και προέρχονται από λιμενοφύλακες, προάγονται αναδρομικά με βάση τις ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου στους πιο πάνω βαθμούς, αφότου απέκτησαν τις πιο πάνω προϋποθέσεις ύστερα από έκτακτη κρίση για κάθε βαθμό.
Άρθρο 2
1. Αξιωματικοί του Λιμενικού Σώματος Ειδικών Υπηρεσιών (Ε.Υ.) απόφοιτοι ανώτερων δημόσιων σχολών Εμπορικού Ναυτικού (Ε.Ν.), οι οποίοι έχουν προαχθεί στο βαθμό του ανθυπασπιστή ύστερα από απόκτηση διπλώματος αξιωματικού Ε.Ν. σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν. 4473/1965 (ΦΕΚ 102), λογίζονται ότι έχουν προαχθεί στο βαθμό του ανθυπασπιστή από την ημερομηνία προαγωγής στο βαθμό αυτό νεοτέρου τους, ο οποίος αποφοίτησε από τις σχολές αυτές κατά την ίδια εξεταστική περίοδο, εφ` όσον η καθυστέρηση για την απόκτηση του απαιτούμενου για την προαγωγή αυτή διπλώματος οφείλεται σε υπηρεσιακούς λόγους και όχι σε υπαιτιότητά τους.
Η διαπίστωση της συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων γίνεται από το αρμόδιο συμβούλιο κρίσης.
2. Ο χρόνος υπηρεσίας από την προαγωγή τους σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο λογίζεται, για κάθε περίπτωση, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο βαθμό του ανθυπασπιστή και εφ` όσον πλεονάζει, λαμβάνεται υπόψη και για την αναδρομική προαγωγή στο βαθμό του σημαιοφόρου ή ανθυποπλοιάρχου.
Άρθρο 3
Ανθυπασπιστές Λ.Σ. απόφοιτοι της σχολής επαγγελματικής μετεκπαίδευσης ανθυπασπιστών Λ.Σ. (Σ.Ε.Μ.Α.), εφόσον κρίνονται προακτέοι προάγονται στο βαθμό του σημαιοφόρου Λ.Σ. (Ε.Υ.) με τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών στον κατεχόμενο βαθμό ή δεκαεπτά (17) ετών συνολικής πραγματικής υπηρεσίας από την κατάταξή τους στη σχολή υπαξιωματικών Λ.Σ., εκ των οποίων τέσσερα (4) στο βαθμό του ανθυπασπιστή Λ.Σ..”
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ.3 του άρθρου 3 του Ν.2329/1995 (Α 172)
Άρθρο 4
1. Ο χρόνος φοίτησης στη Σχολή Δοκίμων Σημαιοφόρων Λιμενικών θεωρείται, ως χρόνος υπηρεσίας αξιωματικού Λ.Σ. Γενικών Υπηρεσιών (Γ.Υ.) και προσμετράται για τη συμπλήρωση των τυπικών προσόντων προαγωγής που προβλέπονται από το άρθρο 19 παράγραφος 1 εδάφιο α1 του ν.δ. 139/1969 (ΦΕΚ 57).
2. Σε όσους αξιωματικούς Λ.Σ. (Γ.Υ.) δεν έχει υπολογισθεί ο παραπάνω χρόνος για προαγωγή, προσμετρείται ο χρόνος αυτός στο βαθμό που φέρουν κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού για τη συμπλήρωση των τυπικών προσόντων προαγωγής στον επόμενο βαθμό. Ο χρόνος που τυχόν πλεονάζει μετά την προαγωγή λαμβάνεται υπόψη και για την προαγωγή τους στον επόμενο βαθμό.
Άρθρο 5
Ο χρόνος υπηρεσίας που διανύθηκε στο βαθμό του πλωτάρχη Λ.Σ. (Γ.Υ.) πέραν από τον απαιτούμενο για προαγωγή, θεωρείται ότι διανύθηκε στο βαθμό του αντιπλοιάρχου Λ.Σ., για την εφαρμογή του άρθρο 45 παράγραφος 1 του ν. 1985/1980 (ΦΕΚ 255).
Άρθρο 6
Στους αξιωματικούς, ανθυπασπιστές υπαξιωματικούς του Λ.Σ. και στους λιμενοφύλακες απονέμονται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, τα στρατιωτικά μετάλλια που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις όπως ισχύουν κάθε φορά, με ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για το στρατιωτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Άρθρο 7
Περιοριστικές διατάξεις που αναφέρονται στην εντοπιότητα δεν ισχύουν για το Λιμενικό Σώμα. Το προσωπικό του δεν επιτρέπεται να υπηρετεί στην ίδια περιφερειακή υπηρεσία, είτε του ίδιου είτε όμορων νομών, πάνω από οκτώ συνεχή έτη. Σε περίπτωση μετάθεσής του δεν επιτρέπεται να επανέλθει στις υπηρεσίες αυτές, πριν παρέλθει χρονικό διάστημα ίσο με το μισό του χρόνου που έχει υπηρετήσει σε αυτές. Οι παραπάνω περιορισμοί δεν ισχύουν για την περιοχή της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης.
Άρθρο 8
1. Αξιωματικοί του Λ.Σ. (Ε.Υ.) απόφοιτοι ανώτερων δημόσιων σχολών μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού και ισότιμων ιδιωτικών σχολών οι οποίοι έχουν τεθεί εκτός οργανικών θέσεων ύστερα από απόκτηση διπλώματος αξιωματικού Ε.Ν., σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του ν. 4473/1965 (ΦΕΚ 102), λογίζονται ότι έχουν προαχθεί στο βαθμό του ανθυπασπιστή, αφότου συμπλήρωσαν τα απαιτούμενα από το π.δ. 553/1981 (ΦΕΚ 142) ειδικά προσόντα για την απόκτηση διπλώματος μηχανικού Γ` τάξης Ε.Ν. και είχαν και τα υπόλοιπα τυπικά και ουσιαστικά για την προαγωγή προσόντα.
Η διαπίστωση των παραπάνω προϋποθέσεων γίνεται από το αρμόδιο συμβούλιο κρίσης.
2. Ο χρόνος υπηρεσίας από την προαγωγή τους σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο λογίζεται για κάθε περίπτωση ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο βαθμό του ανθυπασπιστή και, εφ` όσον πλεονάζει, λαμβάνεται υπόψη και για την αναδρομική προαγωγή στους επόμενους βαθμούς.
Άρθρο 9
Όταν γίνεται μετάταξη λιμενικής αρχής σε ανώτερη τάξη ή ιδρύεται νέα, αυξάνονται οι οργανικές θέσεις του προσωπικού του Λ.Σ., με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας κατά βαθμούς και σε αριθμό ίσο με την οργανική δύναμη της υπηρεσίας που μετατάσσεται ή ιδρύεται.
Άρθρο 10
Το προσωπικό του Λ.Σ. δικαιούται αποζημίωση, αν δεν του χορηγηθεί με υπαιτιότητα της υπηρεσίας η ετήσια κανονική του άδεια. Η αποζημίωση αυτή υπολογίζεται με βάση το ν. 1207/1981 (ΦΕΚ 283).
Άρθρο 11
Όσοι προάγονται ή αποκαθίστανται με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού δεν έχουν δικαίωμα να λάβουν αναδρομικές αποδοχές από το Δημόσιο καθώς και αναδρομικές παροχές από τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.
Άρθρο 12
1. Κυρώνεται από της υπογραφής της και έχει ισχύ νόμου η σύμβαση που υπογράφτηκε στις 31 Μαρτίου 1988 από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας ως εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου και το Δήμο Πειραιά για τη μίσθωση του κτιρίου του Εμποροναυτιλιακού Κέντρου του Δήμου Πειραιά προς στέγαση των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και του υπό ίδρυση Ναυτιλιακού Πανεπιστημίου, που έχει ως εξής: Σύμβαση Μίσθωσης του Εμποροναυτιλιακού Κέντρου Δήμου Πειραιά
Σήμερα την 31 Μαρτίου 1988 στον Πειραιά, στο γραφείο του Υπουργού της Εμπορικής Ναυτιλίας (Γρ. Λαμπράκη 150), αφενός ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Ευάγγελος Γιαννόπουλος, ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου και αφετέρου ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, Δήμαρχος του Πειραιά, που νόμιμα εξουσιοδοτημένος με την αριθμ. 139/28.3.88 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πειραιά, εκπροσωπεί το Δήμο Πειραιά για την υπογραφή της παρούσας σύμβασης, δηλώσαμε, συνομολογήσαμε και αποδεχθήκαμε αμοιβαία τα ακόλουθα: Ι.α) Ο Δήμος Πειραιά έχει στην πλήρη και αποκλειστική του κυριότητα, νομή και κατοχή ένα ακίνητο αποτελούμενο από Α υπόγειο, Β υπόγειο, ισόγειο και είκοσι δύο (22) ορόφους, που βρίσκεται στον Πειραιά και περιβάλλεται από τις οδούς Ακτής Ποσειδώνος, Μακράς Στοάς, Δημοσθένους και ανωνύμου οδού, γνωστό ως Εμποροναυτιλιακό Κέντρο Δήμου Πειραιά.
β) Το πιο πάνω ακίνητο δεν έχει αποπερατωθεί μέχρι σήμερα δεδομένου ότι έχει κατασκευασθεί μόνο ο φέρων οργανισμός από οπλισμένο σκυρόδεμα, έχουν διαμορφωθεί και λειτουργούν ορισμένα καταστήματα του ισογείου και όσον αφορά την περιμετρική εξωτερική όψη του κτιρίου έχουν κατασκευασθεί στο ισόγειο αλουμινοκατασκευές με φιμέ υαλοπίνακες, στον 1ο και 2ο όροφο ειδικό πέτασμα εκ φύλλων αλουμινίου και στους υπολοίπους 20 ορόφους εκτός του τρίτου ορόφου ειδικό πέτασμα αλουμινίου, με φιμέ διπλούς υαλοπίνακες σε συνδυασμό με συμπαγή τοιχώματα από πρεσσαριστές μονωτικές πλάκες.
γ) Για την πλήρη αποπεράτωσή του και για τη χρήση που προορίζεται το κτίριο αυτό έχει ανάγκη συμπληρωματικών έργων που ενδεικτικώς αναφερόμενα είναι η αποπεράτωση των εσωτερικών οικοδομικών χώρων, η εγκατάσταση του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού και η εσωτερική διαρρύθμιση, η συνολική δαπάνη των οποίων ανέρχεται σε σημερινές τιμές μετά και από την εκτίμηση των Τεχνικών Υπηρεσιών των δύο συμβαλλομένων μερών στο ποσό του ενός δισεκατομμυρίου (1.000.000.000) δραχμών.
ΙΙ. Με τη σύμβαση αυτή ο Δήμος Πειραιά εκμισθώνει στο Ελληνικό Δημόσιο από το παραπάνω, όπως έχει σήμερα ακίνητο, τους εξής χώρους α) Ολόκληρους τους υπέρ το δεύτερο όροφο είκοσι (20) ορόφους και ολόκληρο το Α υπόγειο, β) τμήμα του δεύτερου ορόφου προς την πλευρά της Μακράς Στοάς και Ανωνύμου Οδού, συνολικής επιφάνειας χιλίων (1.000) τ.μ., γ) τμήμα ισογείου προορισμένου για την κεντρική είσοδο του κτιρίου, εκτάσεως επιφανείας τετρακοσίων (400) τ.μ., γ) τμήμα ισογείου προορισμένου για την κεντρική είσοδο του κτιρίου, εκτάσεως επιφανείας τετρακοσίων (400) τ.μ., όπως εμφαίνεται ειδικά για το τμήμα αυτό στο σχετικό σχέδιο που επισυνάπτεται στην παρούσα σύμβαση και δ) τμήμα του Β` υπογείου εκτάσεως επτακοσίων (700) τ.μ. για την εγκατάσταση των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων. Το συνολικό εμβαδόν των χωρών της μίσθωσης είναι 25.000 τετραγωνικά μέτρα. Στο εμβαδόν αυτό περιλαμβάνονται οι διάδρομοι και εσωτερικές σκάλες, καθώς επίσης 2.100 τ.μ. περίπου για PARKING (στο Α` υπόγειο), 2.000 τ.μ. περίπου για μηχανολογικές εγκαταστάσεις (Β` υπόγειο και 22ος όροφος) και 8.100 τ.μ. περίπου για κλιμακοστάσιο, ανελκυστήρες, διαδρόμους κ.λ.π.
ΙΙΙ. Η μίσθωση των χώρων αυτών συνομολογείται με τους επόμενους ειδικότερους όρους και συμφωνίες.
α) Οι ανωτέρω μίσθιοι χώροι θα παραδοθούν στο Δημόσιο, όπως έχουν σήμερα. Το δε Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να τους αποπερατώσει με δικές του αποκλειστικά δαπάνες, ώστε να καταστούν κατάλληλοι από πάσης απόψεως για τη χρήση που προορίζονται.
β) Το μίσθιο θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για τη στέγαση των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, του Ναυτιλιακού Πανεπιστημίου (Ακαδημίας) ή άλλης υπηρεσίας εποπτευόμενης από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας.
γ) Η μίσθωση συνομολογείται για χρονική διάρκεια τριάντα (30) ετών, αρχίζει δε από της υπογραφής της παρούσας σύμβασης. Η διάρκεια της μίσθωσης θα παρατείνεται για είκοσι (20) ακόμα έτη από της λήξεως των τριάντα (30) ετών, εφ` όσον το Δημόσιο με έγγραφη δήλωσή του προ ενός έτους από της λήξεως προς το Δήμο Πειραιώς, δηλώσει ότι επιθυμεί την παράταση αυτή.
δ) Το μίσθωμα μετά και από εξακρίβωση της σημερινής αγοραίας μισθωτικής αξίας παρομοίων μισθώσεων συνομολογείται στο ποσό των επτά εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλ. (7.500.000) δραχμών μηνιαίως. Το ποσό αυτό του μισθώματος αντιπροσωπεύει τη μισθωτική αξία του μισθίου κτιρίου πλήρως αποπερατουμένου και ετοίμου προς χρήση, θα καταβάλλεται δε στην αρχή κάθε διμηνίας με σχετικό ένταλμα χωρίς κρατήσεις υπέρ οιουδήποτε τρίτου και θα αναπροσαρμόζεται κατά τις αρχές της καλής πίστεως ανά τριετίαν, είτε εξώδικα με κοινή των μερών συμφωνία, είτε και δικαστικά με τη διαδικασία των άρθρων 648 έως 62 του Κ. Πολ. Δικονομίας.
ε) Για τα πρώτα δεκαοκτώ (18) χρόνια από την υπογραφή της παρούσας σύμβασης το Δημόσιο δε θα καταβάλει μισθώματα, δεδομένου ότι κατά το χρονικό αυτό διάστημα, αφενός μεν θα γίνει η αποπεράτωση του κτιρίου, η οποία εκτιμάται ότι θα διαρκέσει επί μία τριετία περίπου και αφετέρου θα συμψηφισθούν προς τα οφειλόμενα μισθώματα όλες οι δαπάνες αποπεράτωσης, που όπως αναφέρεται πιο πάνω έχουν υπολογισθεί συμβατικά στο ποσό του ενός δισεκατομμυρίου δραχμών, ανεξαρτήτως από το τελικό ποσό που θ` απαιτηθεί για την αποπεράτωση του μισθίου. Σε περίπτωση που ήθελε τυχόν απαιτηθεί επί πλέον ή έλαττον ποσό για την αποπεράτωσή του, ουδεμία τροποποίηση των όρων της παρούσας σύμβασης μπορεί να ζητηθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη και ιδίως της αυξομειώσεως του χρόνου συμψηφισμού των μισθωμάτων. στ) Το Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση όπως σε όλη τη διάρκεια της μίσθωσης συντηρεί το μίσθιο και αποκαθιστά με δαπάνη του κάθε από οποιαδήποτε αιτία προξενουμένη στο μίσθιο βλάβη ή φθορά ακόμα και από τη σύνηθη χρήση προερχόμενη.
ζ) Μετά τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης ή τη λύση της σύμβασης, το Δημόσιο θα παραδώσει το μίσθιον στον εκμισθωτή στην κατάσταση στην οποία ήταν αυτό σε λειτουργία μετά από αφαίρεση μόνον όλων των κινητών πραγμάτων που ανήκουν στις εγκαταστημένες σ` αυτό Υπηρεσίες. Όλες οι λοιπές εγκαταστάσεις θα παραμείνουν στο μίσθιο προς όφελος του εκμισθωτή.
η) Η παρούσα σύμβαση λύνεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
αα) Μετά από συμφωνία αμφοτέρων των συμβαλλομένων μερών,
ββ) Εάν εντός τριετίας από την υπογραφή της παρούσας σύμβασης δε γίνει από πλευράς Ελληνικού Δημοσίου έναρξη των εργασιών αποπεράτωσης.
ΙV. Η σύμβαση αυτή θα κυρωθεί με νόμο. Από της κυρώσεώς της δε αυτής θα μεταγραφεί και θα ισχύει, δυνάμει του κυρωτικού της νόμου, και έναντι του τυχόν νέου κτήτορα. Η παρούσα σύμβαση συντάχθηκε σε τέσσερα αντίτυπα από τα οποία τρία πήρε το Ελληνικό Δημόσιο και ένα ο Δήμος Πειραιά, διαβάστηκε από τους συμβαλλόμενους και υπογράφεται όπως παρακάτω.
Οι Συμβαλλόμενοι Για το Ελληνικό Δημόσιο Ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας ΕΥΑΓ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Για το Δήμο Πειραιά Ο Δήμαρχος “ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ”
2. Οι όροι της πιο πάνω σύμβασης κατισχύουν κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου. Η σύμβαση αυτή υπόκειται σε μεταγραφή που γίνεται ατελώς και από της μεταγραφής της ισχύει και έναντι του τυχόν νέου κτήτορα. Το προβλεπόμενο από τη σύμβαση μίσθωμα καταβάλλεται χωρίς τέλη χαρτοσήμου ή δικαιώματα τρίτων.
3. Τα έργα που απαιτούνται για την αποπεράτωση του μίσθιου κτιρίου σύμφωνα με την παραπάνω σύμβαση εκτελούνται από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας ως φορέας κατασκευής του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984 “Δημόσια Έργα κ.λ.π.” και των εκτελεστικών του διαταγμάτων, με τις ακόλουθες διαφοροποιήσεις. Η διακήρυξη της δημοπρασίας και η έγκριση του αποτελέσματος αυτής γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας μετά από γνώμη Επιτροπής, που συγκροτείται με απόφαση του ίδιου Υπουργού και που η πλειοψηφία των μελών της αποτελείται από τεχνικούς υπαλλήλους. Την παρακολούθηση, τον έλεγχο και τη διοίκηση του έργου έχει ειδική υπηρεσία που συνιστάται προσωρινά για το σκοπό αυτόν με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, χωρίς σύσταση ή βαθμολογική ανύψωση θέσεων προσωπικού. Με την απόφαση της σύστασης ορίζεται η οργάνωση, η διάρκεια λειτουργίας, η στελέχωση, η αρμοδιότητα κάθε τμήματος της ειδικής υπηρεσίας, καθώς και το Τμήμα που ασκεί τις αρμοδιότητες της “Διευθύνουσας Υπηρεσίας”. “Προισταμένη Αρχή” είναι ο προϊστάμενος της ειδικής υπηρεσίας. Προϊστάμενοι της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και της Προϊσταμένης Αρχής ορίζονται τεχνικοί υπάλληλοι, διπλωματούχοι ανώτατων πολυτεχνικών σχολών. Αρμοδιότητες “Τεχνικού Συμβουλίου” ασκεί το προβλεπόμενο από τον οργανισμό του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας Τεχνικό Συμβούλιο Δημοσίων Σχολών Ε.Ν., που για την προκειμένη περίπτωση μπορεί να διευρυνθεί η σύνθεσή του με τη συμμετοχή μέχρι πέντε (5) άλλων τεχνικών υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. Στις αιτήσεις θεραπείας του αναδόχου, που ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 1418/ 1984, αποφασίζει ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας μετά από γνώμη του πιο πάνω Τεχνικού Συμβουλίου. Οι αιτήσεις θεραπείας απευθύνονται και κοινοποιούνται στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, χωρίς να απαιτείται κοινοποίηση στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας ρυθμίζεται κάθε θέμα που αφορά την εφαρμογή και υλοποίηση της παραγράφου αυτής.
4. Οι δαπάνες των έργων της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και οι δαπάνες διαμόρφωσης και εξοπλισμού του μισθωθέντος με την πιο πάνω σύμβαση ακινήτου βαρύνουν τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας. Μπορεί επίσης να καταβάλλονται από το Κεφάλαιο Ναυτικής Εκπαιδεύσεως του ν.δ. 99/1973 (ΦΕΚ Α` 173) με επιχορήγηση των οικείων έργων.
Άρθρο 13
1. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται:
α) Οι περιπτώσεις ε και στ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 1014/1949 (ΦΕΚ 159).
β) η παράγραφος 2 του άρθρου 2Ο και η παράγραφος 7 του άρθρου 22 του ν.δ. 649/1970 (ΦΕΚ 176).
γ) το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του ν.δ. 53Ο/1970 (ΦΕΚ 100).
δ) κάθε γενική ή ειδική διάταξη που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο τα παραπάνω θέματα, εκτός από τις γενικές και ειδικές διατάξεις που αναφέρονται στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.
Άρθρο 14
Το κάθε φύσεως προσωπικό, συμπεριλαμβανομένου και του εκπαιδευτικού που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού στις σχολικές μονάδες της Δημόσιας Ναυτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας ή σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και δεν κατέχει οργανικές θέσεις, καταλαμβάνει αυτοδικαίως προσωρινές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, αντίστοιχες με την ειδικότητα με την οποία έχει προσληφθεί.
Οι παραπάνω προσωρινές θέσεις συνιστώνται αυτοδικαίως με το νόμο αυτόν και καταργούνται αυτοδικαίως μόλις κενωθούν με οποιοδήποτε τρόπο. Για τον αριθμό των πιο πάνω συνιστώμενων θέσεων κατά ειδικότητα και τους υπηρετούντες υπαλλήλους που τις καταλαμβάνουν εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 15
1. Οι οργανικές θέσεις του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος αυξάνονται ως ακολούθως: α) Των Αξιωματικών Γενικών Υπηρεσιών κατά σαράντα τρεις (43), από τις οποίες μία (1) Αρχιπλοιάρχου, δύο (2) Πλοιάρχων, τεσσάρων (4) Αντιπλοιάρχων, εννέα (9) Πλωταρχών, δώδεκα (12) Υποπλοιάρχων, δέκα πέντε (15) Ανθυποπλοιάρχων – Σημαιοφόρων. β) Των Αξιωματικών Τεχνικών κατά οκτώ (8) από τις οποίες μία (1) Αντιπλοιάρχου, δύο (2) Πλωταρχών, δύο (2) Υποπλοιάρχων, τρείς (3) Ανθυποπλοιάρχων”. γ) Των Αξιωματικών Ειδικών Υπηρεσιών κατά δέκα πέντε (15) από τις οποίες μία (1) Πλωτάρχου, τέσσερις (4) Υποπλοιάρχων, δέκα (10) Ανθυποπλοιάρχων – Σημαιοφόρων.
δ) Των Υπαξιωματικών (Αρχικελευστών – Επικελευστών – Κελευστών) ενιαίες κατά εκατόν πενήντα (150). ε) Οι θέσεις των λιμενοφυλάκων αυξάνονται κατά διακόσιες (200) για το 1989, εκ των οποίων πενήντα (5Ο) γυναίκες.
2. Η πλήρωση των θέσεων των εδαφίων α, β, γ, θα γίνει σταδιακά μέσα σε τρία (3) χρόνια (1989-1991 ) ήτοι 72 ετησίως και του εδαφίου δ εντός του 1988.
Άρθρο 16
1. Η υποπαράγραφος 2α του άρθρου 2 του ν. 988/1979, “περί ρυθμίσεως μισθολογικών τινών θεμάτων αφορώντων τους Αξιωματικούς και Ανθυπαστιστές των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Λιμενικού Σώματος” τροποποιείται ως ακολούθως:
“…α. Προσμετράται και ο πέραν των δύο (2) ετών χρόνος φοιτήσεως εις την παραγωγικήν σχολήν, εφ` όσον η διάρκεια της φοιτήσεως εις την σχολήν αυτήν είναι μεγαλύτερη των δύο (2) ετών, καθώς και ο χρόνος παραμονής ως ναύτης πρότακτος στο Πολεμικό Ναυτικό για τους Αξιωματικούς του Λιμενικού Σώματος για τη βαθμολογική τους προαγωγή”.
2. Η εφαρμογή της διάταξης αυτής αρχίζει από 1.1.1989.
Άρθρο 17
1. Τα οικονομικά ασθενέστερα λιμενικά ταμεία μπορεί να επιχορηγούνται από τον τακτικό Κρατικό προϋπολογισμό.
2. Τα δικαιούχα λιμενικά ταμεία, το ύψος της επιχορήγησης, ο σκοπός της επιχορήγησης και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.
Άρθρο 18
Αστικά ακίνητα κυριότητας Λιμενικού Ταμείου Κατάκολου, που βρίσκονται στην περιοχή Αλκνώνας και κατέχονται αυθαίρετα πριν από την 31.12.1960, μπορεί να παραχωρούνται δωρεάν στους αρχικούς κατόχους ή τους κληρονόμους ή τους ειδικούς διαδόχους. Η παραχωρούμενη έκταση σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 500 τετραγωνικά μέτρα. Για την επί πλέον έκταση καταβάλλεται τίμημα που καθορίζεται από τη Λιμενική Επιτροπή, βάσει στοιχείων της Οικονομικής Εφορίας Πύργου για αξία εκποιούμενων ακινήτων στην ίδια περιοχή.
Οι παραχωρήσεις, και τυχόν εξαγορές γίνονται με απόφαση της Λιμενικής Επιτροπής μετά σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων. Το τίμημα της εξαγοράς μπορεί να καταβάλλεται σε έξι (6) εξαμηνιαίες έντοκες δόσεις προς 10% ετησίως. Οι αιτήσεις υποβάλλονται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου. Η απόφαση της Λιμενικής Επιτροπής μετά την έγκρισή της από την οικεία νομαρχία αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται. Σε περίπτωση που η αίτηση απορρίπτεται γιατί δεν διαπιστώνεται κατοχή κατά το κρίσιμο χρόνο, η διαφορά παραπέμπεται στο μονομελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από της κοινοποίησης στον ενδιαφερόμενο της απόφασης της Λιμενικής Επιτροπής.
Άρθρο 19
Ο νόμος αυτός ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ` όσον δεν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 13 Αυγούστου 1988
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΑΓΑΜ. ΚΟΥΤΣΟΓΙΩΡΓΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ