ΠΡΟΣΟΧΗ!! Έχει καταργηθεί από την 22/02/2005 με τον ΝΟΜΟΣ 3315/2005 !!!
Νόμος 1776 ΦΕΚ Α΄102/24.5.1988
Κύρωση της διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL σχετικής με την ασφάλεια της αεροναυτιλίας του 1960, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο των Βρυξελλών του 1981 και της πολυμερούς Συμφωνίας Σχετικής με τα τέλη διαδρομής του 1981.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
1. Κυρώνονται και έχουν ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος:
α) Η διεθνής Σύμβαση EUROCONTROL σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο των Βρυξελλών της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και ειδικότερα:
αα) Το Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη διεθνή Σύμβαση EUROCONTROL τη σχετική με την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960.
ββ) Τα τρία Παραρτήματα του Πρωτοκόλλου αυτού και
γγ) Το ενιαίο κείμενο των διατάξεων της Σύμβασης EUROCONTROL και των τροποποιήσεών της που περιέχονται στο Πρωτόκολλο.
β) Η πολυμερής Συμφωνία σχετική με τα τέλη διαδρομής, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 12η Φεβρουαρίου 1981.
2. Τα κείμενα τις διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL και της πολυμερούς Συμφωνίας που κυρώνονται, σε πρωτότυπο στην αγγλική και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα, έχουν ως εξής:
Πρωτόκολλο
που τροποποιεί τη διεθνή σύμβαση Eurocontrol τη σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
Το Βασίλειο του Βελγίου
Η Γαλλική Δημοκρατία
Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρεταννίας και της Βόρειας Ιρλανδίας
Η Ιρλανδία
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου
Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών
Η Πορτογαλική Δημοκρατία
`Έχοντας υπόψη, ότι οι εξελίξεις στην εναέρια κυκλοφορία απαιτούν την αναθεώρηση της Διεθνούς Σύμβασης EUROCONTROL τη σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, η οποία προβλέπει τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος, οργανωμένου από κοινού από τα Κράτη – Μέλη, για τον έλεγχο της γενικής εναέριας κυκλοφορίας στον ανώτερο εναέριο χώρο.
`Έχοντας υπόψη ότι τα παραπάνω Κράτη επιθυμούν να συνεχίσουν και να ενισχύσουν τη συνεργασία μεταξύ τους, μέσα στα πλαίσια του EUROCONTROL, ειδικότερα μέσω της διαμόρφωσης κοινών μακροπρόθεσμων στόχων και μεσοπρόθεσμων σχεδίων, ύστερα από διαβουλεύσεις με τους χρήστες των εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας, με σκοπό να επιτύχουν τη μέγιστη αποδοτικότητα, στο ελάχιστο κόστος, κατά την παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας.
`Έχοντας υπόψη την επιθυμία να επεκτείνουν και να ενισχύσουν τη συνεργασία με άλλα Κράτη, τα οποία ενδιαφέρονται για την εκτέλεση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στο EUROCONTROL για να αυξήσουν την αποτελεσματικότητά του, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας.
`Έχοντας υπόψη την επιθυμία να ενθαρρύνουν τα ενδιαφερόμενα Κράτη να γίνουν Μέλη του EUROCONTROL, συμφώνησαν τα παρακάτω:
Άρθρο Ι
Η Διεθνής Σύμβαση EUROCONTROL, η σχετική με τη Συνεργασία για την Ασφάλεια της αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, όπως τροποποιήθηκε από το πρόσθετο Πρωτόκολλο που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 6η Ιουλίου 1970 που με τη σειρά του τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 21η Νοεμβρίου 1978, στο εξής καλούμενη “Η Σύμβαση”, τροποποιείται με το παρόν όπως προβλέπεται από το παρακάτω άρθρα.
Άρθρο ΙΙ
Το Άρθρο 1 της Σύμβασης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“Άρθρο 1
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη συμφωνούν να ενισχύουν τη συνεργασία τους και να αναπτύξουν τις κοινές δραστηριότητές τους στα πεδία της αεροναυτιλίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αμυντικές ανάγκες και παρέχοντας τη μέγιστη ελευθερία σε όλους τους χρήστες του εναέριου χώρου, σύμφωνα με το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας.
Προς το σκοπό αυτό συμφώνησαν:
(α) Να καθορίσουν κοινούς μακροπρόθεσμους στόχους στο πεδίο της αεροναυτιλίας, μέσα σ` αυτά τα πλαίσια, να καταρτίσουν ένα μεσοπρόθεσμο κοινό σχέδιο για τις εξυπηρετήσεις και τις ευκολίες εναέριας κυκλοφορίας.
(β) Να εκπονήσουν κοινά σχέδια για προηγμένη εκπαίδευση, διαδικασιακά μέτρα και για προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης, που αφορούν τις ευκολίες και τις εξυπηρετήσεις για την ασφάλεια, την αποδοτικότητα και ταχεία ροή της εναέριας κυκλοφορίας.
(γ) Να συμφωνήσουν οποιαδήποτε άλλα μέτρα είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της ασφαλούς και κανονικής ροής της εναέριας κυκλοφορίας.
(δ) Να συστήσουν μια κοινή παρακαταθήκη εμπειρίας σε επιχειρησιακά τεχνικά και οικονομικά θέματα αεροναυτιλίας.
(ε) Να συντονίσουν τις δραστηριότητές τους, όσον αφορά τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, καθιερώνοντας ένα Διεθνές Σύστημα Διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, για να εξασφαλίσουν την πλέον αποτελεσματική χρησιμοποίηση του εναέριου χώρου.
2. Για το σκοπό αυτό ιδρύουν, με την παρούσα Σύμβαση, κατωτέρω, ένα “Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας (EUROCONTROL)” καλούμενο στο εξής “Ο Οργανισμός” ο οποίος θα ενεργεί σε συνεργασία με τις εθνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.
Ο Οργανισμός θα περιλαμβάνει δύο `Όργανα:
– Μία “Μόνιμη Επιτροπή για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας” – καλούμενη στο εξής “Μόνιμη Επιτροπή”, η οποία θα αποτελεί το υπεύθυνο όργανο για τη διαμόρφωση της γενικής πολιτικής του Οργανισμού.
– Μία “Υπηρεσία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας” – καλούμενη στο εξής “Η Υπηρεσία”, το καταστατικό της οποίας είναι στο παράρτημα Ι της παρούσας Σύμβασης. Η Υπηρεσία θα αποτελεί το υπεύθυνο εκτελεστικό όργανο των καθηκόντων που περιγράφονται στην παρούσα Σύμβαση ή που ανατίθενται σ` αυτήν από τη Μόνιμη Επιτροπή σε εφαρμογή της Σύμβασης.
– Τα Κεντρικά Γραφεία του Οργανισμού θα είναι στις Βρυξέλλες”.
Άρθρο ΙΙΙ
Το Άρθρο 2 της Σύμβασης καταργείται. Το Άρθρο 6 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 2 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 2
1. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να αναλύει τις μελλοντικές ανάγκες της εναέριας κυκλοφορίας και νέες τεχνικές που είναι αναγκαίες για την κάλυψη αυτών των αναγκών.
(β) Να αναπτύσσει και υιοθετεί κοινούς μακροπρόθεσμους στόχους στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(γ) Να συντονίζει τα μεσοπρόθεσμα εθνικά σχέδια, για να καταρτίσει ένα κοινό μεσοπρόθεσμο σχέδιο, σχετικά με τις εξυπηρετήσεις και τις ευκολίες εναέριας κυκλοφορίας, μέσα στα πλαίσια των μακροπρόθεσμων στόχων, που αναφέρονται στην παράγραφο (β) παραπάνω.
(δ) Να προωθεί κοινή πολιτική για αεροναυτιλιακά συστήματα εδάφους και αέρος και για την εκπαίδευση του προσωπικού των Υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας.
(ε) Να μελετά και προωθεί μέτρα για τη βελτίωση του αποδοτικού κόστους και της αποτελεσματικότητας, στον τομέα της αεροναυτιλίας.
(στ) Να προωθεί και διεξάγει μελέτες, ελέγχους και δοκιμές, που αφορούν την αεροναυτιλία, να συλλέγει και διανέμει τα αποτελέσματα των μελετών, ελέγχων και δοκιμών, που διεξάγονται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(ζ) Να συντονίζει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης των Συμβαλλόμενων Μερών, που αφορούν νέες τεχνικές στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(η) Να εξετάζει θέματα στο πεδίο της αεροναυτιλίας, που μελετώνται από τον Οργανισμό Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας και άλλους Διεθνείς Οργανισμούς, που ασχολούνται με θέματα πολιτικής αεροπορίας.
(θ) Να μελετά τροποποιήσεις των Περιοχικών Σχεδίων αεροναυτιλίας, που πρόκειται να υποβληθούν στον Οργανισμό Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO).
(ι) Να εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα, που είναι δυνατό να του ανατεθούν σε εφαρμογή του Άρθρου 1.1 (γ).
(κ) Να βοηθά τα Συμβαλλόμενα Μέρη και ενδιαφερόμενα Κράτη, μη Μέλη, στην καθιέρωση και λειτουργία ενός Διεθνούς Συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας.
(λ) Να καθιερώνει και εισπράττει τέλη, που επιβάλλονται στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας σύμφωνα με τη σχετική με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία για λογαριασμό τόσο των Συμβαλλόμενων Μερών, όσο και των Κρατών μη-Μελών του Οργανισμού, που είναι Μέρη αυτής της Συμφωνίας.
Ειδικές Συμφωνίες είναι δυνατό να καταρτισθούν από τον Οργανισμό και τα κράτη μη-Μέλη του Οργανισμού, που ενδιαφέρονται να λάβουν μέρος στην εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.
2. `Ύστερα από αίτηση ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων-Μερών είναι δυνατό να ανατεθούν στον Οργανισμό τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να βοηθάει αυτά τα μέρη στην εκτέλεση ειδικών καθηκόντων αεροναυτιλίας, όπως η σχεδίαση και εγκατάσταση ευκολιών και εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας.
(β) Να παρέχει και διατηρεί σε λειτουργία, εν όλω ή εν μέρει, εξυπηρετήσεις και ευκολίες εναέριας κυκλοφορίας για λογαριασμό αυτών των Μερών.
(γ) Να βοηθάει αυτά τα μέρη στον υπολογισμό και είσπραξη τελών που επιβάλλονται από αυτά στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας, και τα οποία δεν καλύπτονται από τη σχετική με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία.
Η εκτέλεση αυτών των καθηκόντων θα διέπεται, σε κάθε περίπτωση, από μια ειδική συμφωνία μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Μερών.
3. `Ύστερα από αίτηση ενός ή περισσοτέρων Κρατών μη-Μελών του Οργανισμού είναι δυνατό, επί πλέον, να ανατεθούν στον Οργανισμό τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να βοηθάει αυτά τα Κράτη στη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας και στη σχεδίαση και παροχή εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας και εξοπλισμού.
(β) Να βοηθάει αυτά τα Κράτη στον υπολογισμό και είσπραξη τελών που δεν καλύπτονται από τη σχετική με τα τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία, τα οποία επιβάλλονται από αυτά στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας.
Η εκτέλεση αυτών των καθηκόντων θα διέπεται, σε κάθε περίπτωση, από μία ειδική Συμφωνία μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Κρατών”.
Άρθρο ΙV
Τα `Άρθρα 3 και 37 της Σύμβασης συγχωνεύονται σε ένα νέο Άρθρο και συντάσσονται ως εξής:
“Άρθρο 3.
1. Η παρούσα Σύμβαση θα εφαρμόζεται στις επί διαδρομής εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας και τις συναφείς με αυτές εξυπηρετήσεις Προσέγγισης και Αεροδρομίου για εναέρια κυκλοφορία στις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης που είναι καταχωρημένες στο παράρτημα 2.
2. Οποιαδήποτε τροποποίηση, που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος επιθυμεί να κάνει στον πίνακα των Περιοχών Πληροφοριών Πτήσης του παραρτήματος 2, θα υπόκειται στην ομόφωνη συγκατάθεση της Μόνιμης Επιτροπής, αν θα είχε σαν αποτέλεσμα μια επί του συνόλου των ορίων μεταβολή του καλυπτόμενου από τη Σύμβαση εναέριου χώρου.
Οποιαδήποτε τροποποίηση που δεν συνεπάγεται τέτοια μεταβολή θα γνωστοποιείται στον Οργανισμό από το ενδιαφερόμενο Συμβαλλόμενο Μέρος.
3. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης η έκφραση “εναέρια κυκλοφορία” θα περιλαμβάνει τα πολιτικά αεροσκάφη και όσα στρατιωτικά, τελωνειακά και αστυνομικά αεροσκάφη συμμορφώνονται προς τις Διαδικασίες του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας”.
Άρθρο V
Το Άρθρο 5 της Σύμβασης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“Άρθρο 5
1. Η Μόνιμη Επιτροπή θα απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να διορίζει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου ειδικότερα να επιτρέπεται η αντιπροσώπευση των συμφερόντων και της Πολιτικής Αεροπορίας και της Εθνικής `Άμυνας, αλλά θα έχει μία μόνο ψήφο.
2. Για τους σκοπούς του Άρθρου 2.1 (1), η Μόνιμη Επιτροπή θα διευρύνεται για να περιλαμβάνει αντιπροσώπους Κρατών μη-Μελών, τα οποία είναι Μέρη της σχετικής με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερούς Συμφωνίας. Η κατ` αυτόν τον τρόπο διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω Συμφωνίας.
3. `Όπου για το σκοπό αυτό υπάρχει διάταξη σε άλλες Συμφωνίες, οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ του Οργανισμού και Κρατών μη-Μελών, σύμφωνα με το Άρθρο 2.1, ειδικότερα για τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, η Μόνιμη Επιτροπή θα διευρύνεται και θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις αυτών των Συμφωνιών”.
Άρθρο VI
Το Άρθρο 7 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 6 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 6
1. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων που ανατίθενται στον Οργανισμό από το Άρθρο 2.1. η Μόνιμη Επιτροπή θα λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:
(α) `Όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη:
Θα λαμβάνει αποφάσεις:
– Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (β) και (γ)
– Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (α) και (δ) μέχρι (κ) οποτεδήποτε η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να δεσμεύσει τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε μια κοινή ενέργεια σ` αυτές τις περιπτώσεις μπορεί επίσης να εκδίδει μια Σύσταση προς τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
(β) `Όσον αφορά την Υπηρεσία:
– Θα εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών και τα προγράμματα επενδύσεων και εργασιών για περισσότερα του ενός χρόνια, που θα υποβάλλονται σ` αυτήν από την Υπηρεσία για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1, καθώς επίσης τον Προϋπολογισμό και τα Πεπραγμένα, θα δίδει κατευθυντήριες οδηγίες στην Υπηρεσία, οποτεδήποτε το θεωρεί αναγκαίο, για την εκπλήρωση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία.
– Θα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα κατά την ενάσκηση των εξουσιών επίβλεψης, που της παρέχονται με την παρούσα Σύμβαση και το Καταστατικό της Υπηρεσίας.
– Θα απαλλάσσει την Υπηρεσία σε ό,τι αφορά την εκ μέρους της διαχείριση του προϋπολογισμού.
2. Επιπρόσθετα η Μόνιμη Επιτροπή:
(α) Θα εγκρίνει τους Κανονισμούς του προσωπικού και τους Οικονομικούς Κανονισμούς, καθώς επίσης και τα μέτρα που θα λαμβάνονται σε εφαρμογή του Άρθρου 7.2 και του Άρθρου 19.3 του Καταστατικού της Υπηρεσίας.
(β) Θα διορίζει τα Μέλη του Συμβουλίου ελέγχου για περίοδο πέντε ετών σε εφαρμογή του άρθρου 22.1 του Καταστατικού της Υπηρεσίας.
3. Η Μόνιμη Επιτροπή θα εξουσιοδοτεί την Υπηρεσία για την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με τις ειδικές συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 και θα εγκρίνει της συμφωνίες που έχουν διαπραγματευθεί από την Υπηρεσία.
4. Η Μόνιμη Επιτροπή μπορεί, εξ ονόματος του Οργανισμού, να αναλάβει ενέργειες ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου που προβλέπεται από το άρθρο 31”.
Άρθρο VΙΙ
Το Άρθρο 8 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 7 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 7
1. Οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τη Μόνιμη Επιτροπή με την ομόφωνη ψήφο των Συμβαλλομένων Μερών και θα δεσμεύουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Παρά τούτο, αν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στη Μόνιμη Επιτροπή ότι απαράβλεπτοι εθνικοί λόγοι το εμποδίζουν να συμμορφωθεί προς μία ομόφωνη απόφαση, που λύθηκε σχετικά με θέματα που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (β) και (γ), μπορεί να ανακαλέσει αυτήν την απόφαση υπό τον όρο να κοινοποιήσει στη Μόνιμη Επιτροπή τους λόγους της ανάκλησης.
Μέσα σε έξι μήνες από μία τέτοια γνωστοποίηση, η Μόνιμη Επιτροπή, είτε θα αναθεωρήσει την προηγούμενη απόφαση ή θα αποφασίσει κατά πόσον θα εφαρμοσθούν στην ανάκληση ορισμένοι όροι ή περιορισμοί.
Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, η απόφαση της Μόνιμης Επιτροπής απαιτεί την ομόφωνη ψήφο των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Η Μόνιμη Επιτροπή θα αποφασίζει για τα μέτρα που αναφέρονται στο Άρθρο 6.2 (α), 6.3 και 11.3 με ομοφωνία αυτών που έχουν ψηφίσει.
3. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά, οι κατευθυντήριες γραμμές και τα μέτρα των περιπτώσεων που προβλέπονται στα `Άρθρα 6.1 (β) και 6.4 θα απαιτούν την πλειοψηφία της Μόνιμης Επιτροπής με την έννοια ότι:
– Οι ψήφοι αυτοί θα έχουν τη βαρύτητα που προβλέπεται στο Άρθρο 8 παρακάτω.
– Οι ψήφοι αυτοί θα αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των Συμβαλλομένων Μερών που ψηφίζουν.
4. Τα μέτρα που αναφέρονται στο Άρθρο 6.2 (β) θα λαμβάνονται από τη Μόνιμη Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο (3) παραπάνω, υπό τον όρο ότι η κατ` αυτόν τον τρόπο υπολογισθείσα πλειοψηφία δεν είναι μικρότερη από το 70% των ψήφων που έχουν βαρύτητα.
5. Συστάσεις εκ μέρους της Μόνιμης Επιτροπής θα απαιτούν τις ψήφους της πλειονότητας των Συμβαλλομένων Μερών”.
Άρθρο VΙΙΙ
Το Άρθρο 9 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 8 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 8
1. Η βαρύτητα των ψήφων που αναφέρεται στο Άρθρο 7 θα προσδιορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
Ετήσια συνεισφορά ενός Συμβαλλόμενου Μέρους σαν ποσοστό (επί τοις εκατό) των συνολικών ετήσιων συνεισφορών όλων των Συμβαλλομένων Μερών
Αριθμός ψήφων Μικρότερη του 1 τοις εκατό ………………………….. 1
από 1 μέχρι μικρότερη του 2τοις εκατό………. 2
από 2 ” ” ” 3 ” ” ………. 3
” 3 ” ” ” 4 1/2 ” ” ………. 4
” 4 1/2 ” ” ” 6 ” ” ………. 5
” 6 ” ” ” 7 1/2 ” ” ………. 6
” 7 1/2 ” ” ” 9 ” ” ………. 7
” 9 ” ” ” 11 ” ” ………. 8
” 11 ” ” ” 13 ” ” ………. 9
” 13 ” ” ” 15 ” ” ………. 10
” 15 ” ” ” 18 ” ” ………. 11
” 18 ” ” ” 21 ” ” ………. 12
” 21 ” ” ” 24 ” ” ………. 13
” 24 ” ” ” 27 ” ” ………. 14
” 27 ” ” ” 30 ” ” ………. 15
30% ………………………………………………. 16
2. Οι αριθμοί των ψήφων θα καθορισθούν αρχικά, θα ισχύουν δε από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Πρωτοκόλλου που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, με αναφορά στον παραπάνω πίνακα και σύμφωνα με τον κανόνα του Άρθρου 19 του Καταστατικού της Υπηρεσίας για τον καθορισμό των ετήσιων συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών στον Προϋπολογισμό του Οργανισμού.
3. Σε περίπτωση προσχώρησης ενός Κράτους, οι αριθμοί των ψήφων των Συμβαλλομένων Μερών θα επανακαθορίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι αριθμοί των ψήφων θα επανακαθορίζονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις”.
Άρθρο ΙΧ
Τα `Άρθρα 10 και 11 της Σύμβασης γίνονται `Άρθρα 9 και 10.
Άρθρο Χ
Το Άρθρο 12 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 11 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 11
1. Η Μόνιμη Επιτροπή θα διατηρεί με τα αρμόδια Κράτη και τους Διεθνείς Οργανισμούς τις απαραίτητες σχέσεις για την πραγματοποίηση των σκοπών του Οργανισμού.
2. Η Μόνιμη Επιτροπή ιδιαίτερα υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των `Άρθρων 6.3 και 13, θα είναι η μόνη, που θα έχει δικαιοδοσία να συνάπτει, για λογαριασμό του Οργανισμού, τις συμφωνίες με τους Διεθνείς Οργανισμούς, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή άλλα Κράτη, που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των προβλεπομένων από το Άρθρο 2 καθηκόντων του Οργανισμού.
3. Με πρόταση της Υπηρεσίας, η Μόνιμη Επιτροπή μπορεί να εξουσιοδοτήσει την Υπηρεσία να αρχίσει διαπραγματεύσεις και να συνάψει συμφωνίες, αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων, που αναφέρονται στο Άρθρο 2”.
Άρθρο ΧΙ
`Ένα νέο Άρθρο 12 εισάγεται στη Σύμβαση συντεταγμένο ως εξής:
“Άρθρο 12
Οι συμφωνίες μεταξύ του Οργανισμού και ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, ή ενός ή περισσοτέρων κρατών μη-Μελών, ή ενός Διεθνούς Οργανισμού που έχουν σχέση με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο Άρθρο 2, θα καθορίζουν τα αντίστοιχα καθήκοντα, δικαιώματα και υποχρεώσεις των Μερών της συμφωνίας, μαζί με τους οικονομικούς διακανονισμούς και θα προσδιορίζουν τα μέτρα που θα ληφθούν. Η Υπηρεσία μπορεί να διαπραγματεύεται τέτοιες συμφωνίες, σύμφωνα με τις διατάξεις των `Άρθρων 6.3 και 11.3”.
Άρθρο XIΙ
Τα `Άρθρα 13 και 14 της Σύμβασης καταργούνται. Το Άρθρο 31 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 13. Το Άρθρο 15 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 14. Το Άρθρο 16 της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΙΙΙ
Το Άρθρο 17 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 15 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 15
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα, που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), η Υπηρεσία θα εφαρμόζει τους κανονισμούς πού ισχύουν στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών και στον εναέριο χώρο στον οποίον τους έχει ανατεθεί η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας βάσει Διεθνών Συμφωνιών των οποίων αυτά είναι Μέρη”.
Άρθρο ΧΙV
Το Άρθρο 18 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 16 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 16
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα, που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), η Υπηρεσία, μέσα στα όρια των εξουσιών που παρέχονται στις Υπηρεσίες Εναέριας Κυκλοφορίας, θα δίνει όλες τις αναγκαίες οδηγίες προς τους κυβερνήτες των αεροσκαφών.
Οι κυβερνήτες των αεροσκαφών είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με αυτές τις οδηγίες εκτός των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, που προβλέπονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο”.
Άρθρο ΧV
Το Άρθρο 19 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 17 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 17
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), παραβάσεις των Κανονισμών Αεροναυτιλίας, που διαπράχθηκαν μέσα στον εναέριο χώρο, στον οποίο η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας έχει ανατεθεί στην Υπηρεσία, θα καταγράφονται σε αναφορές από υπαλλήλους ειδικά εξουσιοδοτημένους για το σκοπό αυτό από την Υπηρεσία, με την επιφύλαξη των, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους, δικαιωμάτων των υπαλλήλων των Συμβαλλομένων Μερών να αναφέρουν παραβάσεις, της ίδιας φύσης. Οι αναφορές που αναφέρονται παραπάνω θα έχουν το ίδιο κύρος στα εθνικά δικαστήρια με τις αναφορές που συντάσσονται από τους κρατικούς υπαλλήλους αρμόδιους να αναφέρουν παραβάσεις ίδιας φύσης”.
Άρθρο ΧVΙ
`Ένα νέο Άρθρο 18 εισάγεται στη Σύμβαση και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 18.
1. Η Κυκλοφορία Εκδόσεων και άλλου πληροφοριακού υλικού, που αποστέλλεται από ή προς τον Οργανισμό σε σχέση με τις επίσημες δραστηριότητές του, δεν θα περιορίζεται με κανένα τρόπο.
2. Για τις επίσημες επικοινωνίες του και τη μεταβίβαση όλων των εγγράφων του ο Οργανισμός δεν θα απολαμβάνει λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης από αυτήν που επιφυλάσσεται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε παρόμοιους Διεθνείς Οργανισμούς”.
Άρθρο XVΙΙ
Το Άρθρο 20 της Σύμβασης καταργείται. Τα `Άρθρα 21, 22 και 23 της Σύμβασης γίνονται `Άρθρα 19, 20 και 21. Στο παλαιό Άρθρο 22, 4 η αναφορά στο Άρθρο 36 του Καταστατικού της Υπηρεσίας αντικαθίσταται από μία αναφορά στο Άρθρο 25 του Καταστατικού.
Άρθρο ΧVΙΙΙ
Το Άρθρο 24 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 22 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 22
1. Η Υπηρεσία μπορεί να ζητήσει τις υπηρεσίες καταλλήλων προσώπων, που είναι υπήκοοι των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Το Προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους, που αποτελούν μέρος της οικογενείας τους, θα απολαμβάνουν των εξαιρέσεων, από μέτρα που περιορίζουν την μετανάστευση και ρυθμίζουν την εγγραφή των αλλοδαπών, εκείνων που παρέχονται, γενικά, στα μέλη του προσωπικού παρόμοιων διεθνών Οργανισμών.
3. (α) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, σε καιρό διεθνούς κρίσης, θα παρέχουν στο Προσωπικό του Οργανισμού και στα μέλη των οικογενειών τους, που αποτελούν μέρος της οικογενείας τους, τις ίδιες διευκολύνσεις επαναπατρισμού, όπως στο Προσωπικό άλλων διεθνών Οργανισμών. (β) Οι διατάξεις της παραπάνω παραγράφου (α) δεν θα επηρεάζουν τις υποχρεώσεις του Προσωπικού έναντι του Οργανισμού.
4. Ουδεμία εξαίρεση μπορεί να γίνει από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου, εκτός για λόγους δημόσιας τάξεως, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας.
5. Το Προσωπικό του Οργανισμού:
(α) Θα τυγχάνει εξαιρέσεων από τέλη και τελωνειακούς δασμούς, διάφορους από εκείνους που αφορούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, στην περίπτωση εισαγωγής των προσωπικών τους αντικειμένων, κινητής περιουσίας, της οικοσυσκευής που δεν είναι καινούργια, τα οποία φέρουν από το εξωτερικό κατά την πρώτη εγκατάστασή τους για διαμονή στο εν λόγω έδαφος και στην περίπτωση επανεξαγωγής των ιδίων αυτών αντικειμένων και της κινητής περιουσίας όταν παραιτούνται από τα καθήκοντά τους.
(β) Μπορούν, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά τους στο έδαφος οποιουδήποτε των Συμβαλλομένων Μερών, να εισάγουν το προσωπικό αυτοκίνητό τους προσωρινά χωρίς δασμούς και στη συνέχεια, αλλά όχι αργότερα από τη λήξη του χρόνου υπηρεσίας τους, να επανεξάγουν αυτό το όχημα με εξαίρεση από δασμούς, υποκείμενοι, εν τούτοις, είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση, σε οποιουσδήποτε όρους που η Κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους θεωρεί αναγκαίους για κάθε ιδιαίτερη περίπτωση.
(γ) Θα απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου σε όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπά τους.
6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποχρεούνται να χορηγήσουν στους δικούς τους υπήκοους τις διευκολύνσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (α) και (β) παραπάνω.
7. Επιπρόσθετα στα προνόμια, τις εξαιρέσεις και διευκολύνσεις, που παρέχονται στο προσωπικό του Οργανισμού, ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας θα απολαμβάνει δικαστικής ασυλίας, σε ό,τι αφορά ενέργειες συμπεριλαμβανομένων προφορικών και γραπτών λόγων, που διαπράχθηκαν από αυτόν κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του αυτή η ασυλία, δεν θα έχει εφαρμογή στην περίπτωση παράβασης οδικής κυκλοφορίας ή στην περίπτωση ζημίας, που προκλήθηκε από όχημα που του ανήκει ή που οδηγεί ο ίδιος.
8. Οι ενδιαφερόμενες Κυβερνήσεις θα λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την απεριόριστη μεταβίβαση των καθαρών αποδοχών”.
Άρθρο ΧΙΧ
`Ένα νέο Άρθρο 23 εισάγεται στη Σύμβαση και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 23
Οι αντιπρόσωποι των Συμβαλλομένων Μερών, καθ` όν χρόνον ασκούν τα καθήκοντά τους και στη διάρκεια των μετακινήσεών τους, από και προς τον τόπο συναντήσεων, θα απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου όλων των επίσημων εγγράφων και εντύπων τους”.
Άρθρο ΧΧ
`Ένα νέο Άρθρο 24 εισάγεται στη Σύμβαση και συντάσσεται ως εξής: “Άρθρο 24
Λόγω της δικής του μορφής κοινωνικής ασφάλισης, ο Οργανισμός, ο Γενικός Διευθυντής και το Προσωπικό του Οργανισμού, θα εξαιρούνται όλων των υποχρεωτικών εισφορών σε εθνικούς Οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, με την επιφύλαξη των διακανονισμών μεταξύ του Οργανισμού και των Συμβαλλομένων Μερών, που υφίστανται κατά την θέση σε ισχύ του πρωτοκόλλου, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981”.
Άρθρο ΧΧΙ
Το Άρθρο 26 της Σύμβασης αντικαθίσταται από το ακόλουθο:
“Άρθρο 26
1(α) Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού θα είναι απαραβίαστες. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού θα εξαιρούνται από οποιοδήποτε μέτρο κατάσχεσης, απαλλοτρίωσης ή δήμευσης.
(β) Τα αρχεία του Οργανισμού και όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπα, που ανήκουν σ` αυτόν, θα είναι απαραβίαστα οπουδήποτε και αν βρίσκονται.
2. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού δεν μπορούν να κατασχεθούν ούτε να επιβληθεί σ` αυτά αναγκαστική εκτέλεση, παρά μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση. Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού, εν τούτοις, δεν κατάσχονται ούτε επιβάλλεται σ` αυτές αναγκαστική εκτέλεση.
3. Παρ` όλα αυτά, για να διευκολυνθεί η διενέργεια δικαστικών ανακρίσεων και να εξασφαλισθεί η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στα αντίστοιχα εδάφη τους, οι αρμόδιες αρχές του Κράτους στο οποίο ο Οργανισμός έχει τα Κεντρικά του γραφεία και άλλων Κρατών, στα οποία βρίσκονται εγκαταστάσεις και αρχεία του Οργανισμού, θα έχουν πρόσβαση σε τέτοιες εγκαταστάσεις και αρχεία, ύστερα από ενημέρωση του Γενικού Διευθυντή της Υπηρεσίας”.
Άρθρο ΧΧΙΙ
Το Άρθρο 28 της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΧΙΙΙ
Το Άρθρο 29 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 28 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 28
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός ασκεί τα καθήκοντα, που προβλέπονται στο Άρθρο 2.2 (β) οι διεθνείς συμφωνίες και εθνικοί κανονισμοί, που αφορούν την είσοδο στον εναέριο χώρο, την υπέρπτηση και ασφάλεια του εδάφους του Συμβαλλόμενου Μέρους, θα δεσμεύουν την υπηρεσία, η οποία θα λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την εφαρμογή αυτών των συμφωνιών και κανονισμών”.
Άρθρο ΧΧΙV
Το Άρθρο 30 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 29 ως εξής:
“Άρθρο 29
Στην περίπτωση, που ο Οργανισμός ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο Άρθρο 2.2 (β) η Υπηρεσία θα υποχρεούται να παρέχει, σε όσα κράτη το ζητούν, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, σχετικά με αεροσκάφη για τα οποία τελεί εν γνώσει κατά την ενάσκηση των λειτουργιών της, προκειμένου τα Συμβαλλόμενα Κράτη να μπορούν να διαπιστώνουν, ότι εφαρμόζονται οι διεθνείς συμφωνίες και οι εθνικοί κανονισμοί”.
Άρθρο ΧΧV
Το Άρθρο 32 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 30.
Άρθρο ΧΧVΙ
Το Άρθρο 33 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 31.
Άρθρο ΧΧVΙΙ
Το Άρθρο 34 της Σύμβασης γίνεται, Άρθρο 32 η παράγραφος 3 τούτου αντικαθίσταται από την ακόλουθη:
3. Οι διατάξεις των `Άρθρων 1, 11, 19 και 20 του προσαρτημένου στη Σύμβαση Καταστατικού δεν υπόκεινται, εν τούτοις, σε τροποποίηση από τη Μόνιμη Επιτροπή.
Άρθρο ΧΧVΙΙΙ
Το Άρθρο 35 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 33 και συντάσσεται ως εξής:
“Άρθρο 33
Σε περίπτωση κατάστασης ανάγκης ή πολέμου, οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν θα επηρεάζουν την ελευθερία δράσης των εμπλεκομένων Συμβαλλομένων Μερών”.
Άρθρο ΧΧΙΧ
Το Άρθρο 36 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 34.
Άρθρο ΧΧΧ
Το Άρθρο 38 της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΧΧΙ
Το Άρθρο 39 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 35 οι παράγραφοι 1 και 2 σ` αυτό αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:
“1. Η ισχύς της παρούσας Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, επεκτείνεται για μία περίοδο είκοσι χρόνων από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του εν λόγω Πρωτοκόλλου.
2. Αυτή η περίοδος θα παρατείνεται αυτόματα για περιόδους των πέντε ετών, εκτός εάν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος έχει με γραπτή προειδοποίηση προς την Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου τουλάχιστον δύο χρόνια πριν τη λήξη της τρέχουσας περιόδου, εκφράσει την πρόθεσή του να τερματίσει τη Σύμβαση.
Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα γνωστοποιήσει στις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών Μερών της Σύμβασης αυτή την προειδοποίηση”.
Άρθρο ΧΧΧΙΙ
Το Άρθρο 40 της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΧΧΙΙΙ
Το Άρθρο 41 της Σύμβασης γίνεται Άρθρο 36 οι παράγραφοι 1 και 4 τούτου αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:
“1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, οποιουδήποτε Κράτους που δεν έχει υπογράψει το εν λόγω Πρωτόκολλο θα υπόκειται:
(α) στη συμφωνία της Επιτροπής μετά από ομόφωνη ψήφο, και
(β) στην ταυτόχρονη κατάθεση από μέρους του Κράτους ενός Οργάνου προσχώρησης στην Πολυμερή Συμφωνία τη σχετική με τα Τέλη Διαδρομής, που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
4. Η προσχώρηση θα έχει ισχύ από την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του οργάνου προσχώρησης”.
Άρθρο ΧΧΧΙV
Το Άρθρο 42 της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΧΧV
Το Παράρτημα Ι της Σύμβασης, που ενσωματώνει το καταστατικό της Υπηρεσίας, αντικαθίσταται από το Παράρτημα Ι του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο ΧΧΧVΙ
Το Παράρτημα ΙΙ της Σύμβασης, αντικαθίσταται από το Παράρτημα 2 του παρόντος Πρωτοκόλλου, τιτλοφορούμενο “Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης” (Άρθρο 3 της Σύμβασης).
Άρθρο ΧΧΧVΙΙ
Το Πρωτόκολλο Υπογραφής της Σύμβασης καταργείται.
Άρθρο ΧΧΧVΙΙΙ
Οι ακόλουθες τροποποιήσεις γίνονται στο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 6 Ιουλίου 1970, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες στις 21 Νοεμβρίου 1978.
1 . Οι αναφορές στα `Άρθρα 21 και 22 της Σύμβασης και στην παράγραφο 1 του Άρθρου 22 της Σύμβασης στο Άρθρο 1.1 του Πρωτοκόλλου του 1970 αντικαθίστανται από αναφορές στα `Άρθρα 19 και 20 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, και στην παράγραφο 1 του Άρθρου 20 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το εν λόγω Πρωτόκολλο.
2. Για τους σκοπούς εφαρμογής του Άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου του 1978, η αναφορά στο Άρθρο 14 του Καταστατικού της Υπηρεσίας στο Άρθρο 3.1 του Πρωτοκόλλου του 1970 αντικαθίσταται από μία αναφορά στο Άρθρο 12 του Καταστατικού της Υπηρεσίας που εκτίθεται στο παράρτημα 1 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
3. Η αναφορά του Άρθρου 33 της Σύμβασης στο Άρθρο 5 του Πρωτοκόλλου του 1970 αντικαθίσταται από μία αναφορά στο Άρθρο 31 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
4. Η αναφορά του Άρθρου 41 της Σύμβασης στο Άρθρο 8.1 και 2 του Πρωτοκόλλου του 1970 αντικαθίσταται από μία αναφορά στο Άρθρο 36 της Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
Άρθρο ΧΧΧΙΧ
Οι μεταβατικές διατάξεις που καλύπτουν τη μετάβαση από το καθεστώς της Σύμβασης στο καθεστώς της τροποποιημένης από το πρωτόκολλο Σύμβασης εκτίθενται στο Παράρτημα 3 του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο ΧL
1. Το παρόν Πρωτόκολλο θα ανοιχτεί για υπογραφή από όλα τα Κράτη Μέρη της Σύμβασης μέχρι την 21η Φεβρουαρίου του 1981.
Θα ανοιχτεί επίσης για υπογραφή, πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του, από οποιοδήποτε άλλο Κράτος προσκεκλημένο στη διπλωματική Διάσκεψη, στη διάρκεια της οποίας έγινε αποδεκτό και από οποιοδήποτε άλλο Κράτος, στο οποίο χορηγήθηκε το δικαίωμα της υπογραφής μετά από ομόφωνη συμφωνία της Μόνιμης Επιτροπής.
2. Το παρόν Πρωτόκολλο θα υπόκειται σε επικύρωση. Τα όργανα επικύρωσης θα κατατεθούν στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου.
3. Η ισχύς του παρόντος Πρωτοκόλλου αρχίζει την 1η Μαρτίου 1983, υπό τον όρον ότι όλα τα Κράτη μέρη της Σύμβασης το έχουν επικυρώσει πριν από αυτή την ημερομηνία. Εάν όχι, η ισχύς του θα αρχίζει είτε την 1η Ιουλίου είτε την 1η Ιανουαρίου, που ακολουθεί την ημερομηνία κατάθεσης του τελευταίου οργάνου επικύρωσης, σύμφωνα με το εάν αυτό κατατέθηκε κατά την διάρκεια του πρώτου ή του δεύτερου εξάμηνου του έτους.
4. Στην περίπτωση οποιουδήποτε Κράτους, που υπογράφει το παρόν Πρωτόκολλο και δεν είναι μέρος της Σύμβασης και του οποίου το όργανο επικύρωσης κατατίθεται μετά από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, το Πρωτόκολλο θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα, που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία το όργανο επικύρωσης κατατίθεται.
5. Οποιοδήποτε Κράτος, που υπογράφει το παρόν Πρωτόκολλο και δεν είναι μέρος της Σύμβασης, γίνεται με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου, επίσης μέρος της Σύμβασης όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο.
6. Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα γνωστοποιεί στις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών Μερών της Σύμβασης και στην Κυβέρνηση κάθε κράτους που υπογράφει το παρόν Πρωτόκολλο κάθε υπογραφή, κάθε κατάθεση οποιουδήποτε οργάνου επικύρωσης και τις ημερομηνίες έναρξης της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 ανωτέρω.
Άρθρο ΧLΙ
Η επικύρωση του παρόντος Πρωτοκόλλου θεωρείται ότι συνιστά επικύρωση της Πολυμερούς Συμφωνίας της σχετικής με τα Τέλη Διαδρομής, που ανοίχτηκε για υπογραφή το 1981.
Άρθρο ΧLΙΙ
Η Σύμβαση και το παρόν Πρωτόκολλο συνιστούν ένα και μοναδικό όργανο, το οποίο θα ονομάζεται “Διεθνής Σύμβαση EUROCONTROL σχετική με τη συνεργασία για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας”, όπως τροποποιήθηκε στις Βρυξέλλες το 1981.
Άρθρο ΧLΙΙΙ
Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα φροντίσει, ώστε το παρόν Πρωτόκολλο να εγγραφεί στη Γενική Γραμματεία των Ενωμένων Εθνών, σύμφωνα με το Άρθρο 102 του Χάρτη των Ενωμένων Εθνών και στο Συμβούλιο του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας σύμφωνα με το Άρθρο 83 της Σύμβασης της σχετικής με τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, που υπογράφτηκε στο Σικάγο την 7η Δεκεμβρίου 1944.
ΣΕ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες Πληρεξούσιοι, μετά από παρουσίαση των διαπιστευτηρίων τους, τα οποία βρέθηκαν σύμφωνα με το νόμο, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
ΕΓΙΝΕ στις Βρυξέλλες, την 12ην Φεβρουαρίου 1981, στις γλώσσες γερμανική, αγγλική, γαλλική, ολλανδική και πορτογαλική, σε ένα μοναδικό αντίτυπο, που θα παραμείνει κατατεθειμένο στα αρχεία της Κυβέρνησης του Βασιλείου του Βελγίου, που θα διαβιβάσει επικυρωμένα αντίγραφα στις Κυβερνήσεις των άλλων υπογραφόντων Κρατών. Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα θα επικρατεί, σε περίπτωση οποιασδήποτε διάστασης ανάμεσα στα κείμενα.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Καταστατικό της Υπηρεσίας.
Άρθρο 1.
Η Υπηρεσία η οποία ιδρύθηκε με το Άρθρο 1 της Συμβάσεως θα διέπεται από το παρόν καταστατικό.
Άρθρο 2
1. Η Υπηρεσία θα είναι το υπεύθυνο όργανο για την εκτέλεση των καθηκόντων, που της ανατίθενται από τη Σύμβαση ή από την Επιτροπή.
2. `Όταν η Υπηρεσία παρέχει εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας οι στόχοι της θα είναι:
α) Να αποτρέπει συγκρούσεις μεταξύ αεροσκαφών.
β) Να διασφαλίζει την ασφαλή και ταχεία ροή της εναέριας κυκλοφορίας.
γ) Να παρέχει συμβουλές και πληροφορίες, που συμβάλλουν στην ασφαλή και ικανοποιητική διεξαγωγή των πτήσεων.
δ) Να ειδοποιεί τους αρμόδιους οργανισμούς σχετικά με αεροσκάφη που χρειάζονται βοήθεια έρευνας και διάσωσης και να βοηθεί τους οργανισμούς αυτούς ανάλογα.
3. Η Υπηρεσία θα εγκαθιστά τα απαραίτητα μέσα για την πραγματοποίηση των σκοπών της και θα διασφαλίζει την ικανοποιητική τους λειτουργία.
4. Γι` αυτό το σκοπό η Υπηρεσία θα εργάζεται σε στενή συνεργασία με τις στρατιωτικές αρχές, ούτως ώστε να πληροί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και οικονομία τις απαιτήσεις της εναέριας κυκλοφορίας και τις ειδικές απαιτήσεις της στρατιωτικής αεροπορίας.
5. Για την επίτευξη αυτού του έργου με τη επιφύλαξη των όρων του παρακάτω άρθρου 7.2 η Υπηρεσία μπορεί, μεταξύ άλλων να κατασκευάζει και να θέτει σε λειτουργία κτίρια και εγκαταστάσεις που χρειάζεται, και ειδικότερα κέντρα ερευνών εναέριας κυκλοφορίας και πειραματικά κέντρα, κέντρα διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας και σχολεία για την ανώτερη και εξειδικευμένη εκπαίδευση του προσωπικού των υπηρεσιών της αεροναυτιλίας.
Ωστόσο, θα καλεί τις εθνικές τεχνικές υπηρεσίες και θα κάνει χρήση των υπαρχουσών εθνικών εγκαταστάσεων οποτεδήποτε είναι δυνατόν προκειμένου να αποφύγει οποιαδήποτε αντιγραφή.
Άρθρο 3
Υποκείμενη στις εξουσίες που έχουν δοθεί στη Μόνιμη Επιτροπή, η Υπηρεσία θα διοικείται από μια Επιτροπή Διοίκησης (COMMITEE OF MANAGEMENT), η οποία στο εξής θα καλείται “η Επιτροπή” και από ένα Γενικό Διευθυντή.
Άρθρο 4
1. Η Επιτροπή Διοίκησης θα συνίσταται από αντιπροσώπους καθενός από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, τα οποία μπορούν να ορίζουν διαφόρους αντιπροσώπους προκειμένου να επιτρέπουν ειδικότερα την αντιπροσώπευση των συμφερόντων ταυτόχρονα της πολιτικής αεροπορίας και της εθνικής άμυνας.
Μόνον ένας από τους αντιπροσώπους θα έχει την εξουσία να ψηφίζει και θα είναι κάποιος υψηλά ιστάμενος υπάλληλος, ο οποίος στη χώρα του είναι υπεύθυνος σε θέματα αεροναυτιλίας.
Κάθε αντιπρόσωπος θα έχει έναν αντικαταστάτη, ο οποίος θα τον αντιπροσωπεύει έγκυρα, εάν αδυνατεί να είναι παρών.
2. Για τους σκοπούς του Άρθρου 2.1 (1) της Σύμβασης η Επιτροπή Διοίκησης θα διευρύνεται, ώστε να περιλαμβάνει αντιπροσώπους Κρατών μη μελών, τα οποία είναι μέλη της Πολυμερούς Συμφωνίας της σχετικής με τα τέλη Διαδρομής. Η Επιτροπή Διοίκησης τοιουτοτρόπως διευρυμένη θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της αναφερόμενης Συμφωνίας.
3. `Όπου για το σκοπό αυτό υπάρχει διάταξη σε άλλες συμφωνίες, οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ του Οργανισμού και Κρατών μη μελών σύμφωνα με το Άρθρο 2.1 της Σύμβασης, ειδικότερα για τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, η Επιτροπή Διοίκησης θα διευρύνεται και θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις αυτών των συμφωνιών.
Άρθρο 5
1. Για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής Διοίκησης απαρτία θα συνιστούν οι αντιπρόσωποι, που έχουν δικαίωμα ψήφου όλων των Συμβαλλομένων Μερών πλην ενός.
2. Εάν η απαρτία δεν επιτυγχάνεται, οι συζητήσεις θα αναβάλλονται μέχρι να συγκληθεί συνεδρίαση σε μεταγενέστερη ημερομηνία όχι νωρίτερα από δέκα μέρες από την προηγούμενη συνεδρίαση.
Σ` αυτή τη συνεδρίαση η απαρτία θα συνίσταται από το ήμισυ τουλάχιστον του αριθμού των αντιπροσώπων που έχουν δικαίωμα ψήφου.
Άρθρο 6
1. Η Επιτροπή Διοίκησης θα καθορίζει τους διαδικαστικούς της κανόνες συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων, που διέπουν την εκλογή του Προέδρου και Αντιπροέδρου και το διορισμό Γραμματέα.
2. Αυτοί οι κανόνες θα περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικές με την απόρριψη υποψήφιων. Περαιτέρω θα ορίζουν, ότι ανακοινώσεις για τη σύγκληση συνεδριάσεων θα στέλλονται με επιστολή ή σε περίπτωση επείγοντος με τηλεγράφημα και θα περιλαμβάνουν την ημερήσια διάταξη.
3. Οι κανόνες θα υπόκεινται στην έγκριση τις Μόνιμης Επιτροπής.
Άρθρο 7
1. Η Επιτροπή Διοίκησης θα παίρνει αποφάσεις για την οργάνωση της Υπηρεσίας σχετικά με την οποία οι προτάσεις θα υποβάλλονται σ` αυτήν από το Γενικό Διευθυντή.
2. Θα υποβάλλει όμως για έγκριση στη Μόνιμη Επιτροπή μέτρα τα οποία θα λαμβάνονται σε εκτέλεση του άρθρου 2.5 παραπάνω.
Άρθρο 8
Κάθε χρόνο η Επιτροπή Διοίκησης θα αναφέρει στην Μόνιμη Επιτροπή για τις δραστηριότητες και την Οικονομική κατάσταση του Οργανισμού:
Άρθρο 9
1. Κατόπιν αιτήσεως της Μόνιμης Επιτροπής η Επιτροπή Διοίκησης θα ετοιμάζει προγράμματα επενδύσεως και για περισσότερα χρόνια τα προγράμματα θα υπόκεινται στην έγκριση της Μόνιμης Επιτροπής.
2. Ειδικότερα η Επιτροπή Διοίκησης για την υποβολή προς έγκριση από τη Μόνιμη Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης θα:
α) Καταρτίζει πρόγραμμα εργασιών, όπως προβλέπει το Άρθρο 2.1 (α), (ε), (στ), (ι) της Σύμβασης.
β) Διαμορφώνει τους μακροπρόθεσμους στόχους, όπως προβλέπει το Άρθρο 2.1 (β) της Σύμβασης.
γ) Μελετά τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης, όπως προβλέπει το Άρθρο 2.1 (γ) της Σύμβασης.
δ) Καταρτίζει τα μεσοπρόθεσμα κοινά σχέδια, όπως προβλέπει το Άρθρο 2.1 (γ) τις Σύμβασης και διαμορφώνει την κοινή πολιτική σχετικά με συστήματα εδάφους και αέρος και της εκπαίδευσης του προσωπικού, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 1 (δ) του υπόψη άρθρου. ε) Υιοθετεί τις συμφωνίες που προβλέπει το Άρθρο 2 της Σύμβασης.
στ) Μεριμνά για τις μελέτες που προβλέπει το Άρθρο 2.1 (η) και (θ) της Σύμβασης.
3. Εντός των ορίων οιασδήποτε εξουσιοδοτήσεως της Μόνιμης Επιτροπής σύμφωνης με το Άρθρο 11.3 της Σύμβασης, η Επιτροπή Διοίκησης θα λαμβάνει την απόφαση να αρχίσει διαπραγματεύσεις με σκοπό να συνάπτει τις συμφωνίες που αναφέρει το Άρθρο 2 της Σύμβασης και θα εγκρίνει, όπου απαιτείται, τις συμφωνίες που έχουν διαπραγματευθεί.
Άρθρο 10
Η Επιτροπή Διοίκησης θα συντάσσει και θα υποβάλλει για έγκριση στη Μόνιμη Επιτροπή:
– Κανονισμούς σχετικούς με την υποβολή προσφορών και τα μισθωτικά συμβόλαια για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών του Οργανισμού, όπως επίσης και τους όρους που διέπουν αυτά τα συμβόλαια,
– τους γενικούς όρους του συμβολαίου για την παροχή υπηρεσιών από τον Οργανισμό.
Άρθρο 11
Η Επιτροπή Διοίκησης θα καταρτίζει και θα υποβάλλει για έγκριση στην Μόνιμη Επιτροπή τους Οικονομικούς Κανονισμούς, οι οποίοι θα καθορίζουν ειδικότερα τις λογιστικές διαδικασίες, οι οποίες θα ακολουθούνται σχετικά με τα έσοδα και τα έξοδα, τους όρους που διέπουν την καταβολή των εθνικών συνεισφορών και τους όρους που θα συνάπτει δάνεια ο Οργανισμός.
Άρθρο 12
1. Η Επιτροπή Διοίκησης θα καταρτίζει και θα υποβάλλει για έγκριση στη Μόνιμη Επιτροπή τους Κανονισμούς του Προσωπικού της Υπηρεσίας:
– Θα περιλαμβάνουν ειδικότερα διατάξεις σχετικές με την εθνικότητα του προσωπικού, τις μισθολογικές κλίμακες, τις συντάξεις, ακαταλληλότητα για το αξίωμα, επαγγελματική εχεμύθεια και συνέχιση της υπηρεσίας.
– Θα καθορίζουν εκείνες τις θέσεις για τις οποίες δεν θα επιτρέπεται πολυθεσία χωρίς την ειδική εξουσιοδότηση του Γενικού Διευθυντή.
2. Τα Διοικητικά Δικαστήρια του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας θα έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία σε διενέξεις ανάμεσα στον Οργανισμό και το προσωπικό της Υπηρεσίας αποκλείοντας την δικαιοδοσία όλων των άλλων δικαστηρίων και δικαστικών αρχών εθνικών ή διεθνών.
Άρθρο 13
1. Η Υπηρεσία θα εξουσιοδοτείται να προσλαμβάνει προσωπικό απευθείας, μόνον εάν τα Συμβαλλόμενα Μέρη αδυνατούν να διαθέσουν εξειδικευμένο προσωπικό. Εν τούτοις η Υπηρεσία μπορεί να συμφωνήσει με τα Κράτη τα οποία δεν είναι μέλη του Οργανισμού να επιτρέψει την πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού από αυτά τα Κράτη σύμφωνα με την εφαρμογή των συμφωνιών, όπως αναφέρει το Άρθρο 5.2 και 3 της Σύμβασης.
2. Προσωπικό που διατίθεται από Κρατικές Υπηρεσίες θα υπόκειται, καθ` όλη την περίοδο της θητείας του στην Υπηρεσία, στους Κανονισμούς του Προσωπικού της Υπηρεσίας, με την επιφύλαξη της διατήρησης εκείνων των επαγγελματικών προνομίων τα οποία είναι κατοχυρωμένα από εθνικούς κανονισμούς.
3. Προσωπικό το οποίο διατίθεται από κρατική Υπηρεσία θα μπορεί πάντοτε να τεθεί στη διάθεση αυτής της υπηρεσίας χωρίς αυτό να θεωρείται σαν πειθαρχικό μέτρο.
Άρθρο 14
1. Αποφάσεις θα λαμβάνονται από την Επιτροπή Διοίκησης με ψήφο της βαρύνουσας πλειοψηφίας.
2. Βαρύνουσα πλειοψηφία νοείται η πλειοψηφία του ημίσεος των ψηφισάντων πλέον ενός εξυπακουομένου ότι:
– Οι ψήφοι αυτοί έχουν τη βαρύτητα που προβλέπεται στο Άρθρο 3 αυτής της Σύμβασης.
– Οι ψήφοι αυτοί αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των Συμβαλλομένων Μερών που ψηφίζουν.
3. Σε περίπτωση ισοψηφίας, ο Πρόεδρος θα αποφασίζει είτε να γίνει μια δεύτερη ψηφοφορία κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης είτε, να περιλάβει την πρόταση στην ημερήσια διάταξη μεταγενέστερης συνεδρίασης της οποίας θα ορίσει την ημερομηνία. Σε περίπτωση νέας ισοψηφίας κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνεδρίασης η ψήφος του προέδρου θα είναι καθοριστική.
Άρθρο 15
1. Ο Γενικός Διευθυντής θα διορίζεται για θητεία πέντε χρόνων, από την Επιτροπή Διοίκησης με ψήφο η οποία θα λαμβάνεται σύμφωνα με το Άρθρο 14.2, εφ` όσον η πλειοψηφία η οποία έχει υπολογισθεί σύμφωνα με την προαναφερθείσα παράγραφο 2 δεν είναι μικρότερη από το 70% των ψήφων που έχουν βαρύτητα. Η θητεία του μπορεί να ανανεώνεται με τον ίδιο τρόπο.
2. Ο Γενικός Διευθυντής θα αντιπροσωπεύει τον Οργανισμό σε νομικές διαδικασίες και σε όλες τις αστικές υποθέσεις.
3. Επί πλέον, σε συμμόρφωση με τη γενική πολιτική την οποία έχει καθορίσει η Επιτροπή Διοίκησης και η Μόνιμη Επιτροπή ο Γενικός Διευθυντής:
α) Θα είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματική λειτουργία της Υπηρεσίας.
β) Θα μπορεί να διορίζει και να παύει το προσωπικό σύμφωνα με τους Κανονισμούς του προσωπικού.
γ) Θα μπορεί να δανείζεται χρήματα για περίοδο, που δεν θα υπερβαίνει το έτος σύμφωνα με τους Οικονομικούς Κανονισμούς και εντός των ορίων που καθορίζογται γι` αυτό το σκοπό από τη Μόνιμη Επιτροπή.
δ) Θα μπορεί να συνάπτει συμβόλαιο για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών στον Οργανισμό και για την πώληση αγαθών και υπηρεσιών από τον Οργανισμό σύμφωνα με τους κανονισμούς που αναφέρονται στο Άρθρο 10 και εντός των ορίων που ορίζονται γι` αυτό το σκοπό από τη Μόνιμη Επιτροπή.
4. Ο Γενικός Διευθυντής μπορεί να εκπληροί τα παραπάνω καθήκοντά του χωρίς προηγούμενη αναφορά στην Επιτροπή Διοίκησης, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις θα κρατά την Επιτροπή Διοίκησης ενήμερη για όλα τα μέτρα που λαμβάνει στην άσκηση των παραπάνω εξουσιών.
5. Η Επιτροπή Διοίκησης θα καθορίζει τους όρους κάτω από τους οποίους θα διορίζεται αντικαταστάτης του Γενικού Διευθυντή σε περίπτωση αδυναμίας εκτελέσεως των καθηκόντων του.
Άρθρο 16
1. Εκτιμήσεις των εσόδων και εξόδων της Υπηρεσίας θα ετοιμάζονται για κάθε οικονομικό έτος.
2. Ο προϋπολογισμός θα πρέπει να είναι ισοσκελισμένος. `Έσοδα και έξοδα της Υπηρεσίας που αφορούν ερευνητικά και πειραματικά κέντρα, σχολεία και άλλα ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 2.5 παραπάνω, θα καταγράφονται σε ειδική κατάσταση αναλυτικά.
3. Οικονομικοί Κανονισμοί που έχουν υιοθετηθεί σε εφαρμογή του Άρθρου 11 παραπάνω θα προβλέπουν για τον υπολογισμό, πραγματοποίηση και λογιστικό έλεγχο των εσόδων και εξόδων, και θα υπόκεινται στους όρους του παρόντος Καταστατικού.
Άρθρο 17
1. Το οικονομικό έτος θα αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και θα λήγει την 31η Δεκεμβρίου.
2. Οι εκτιμήσεις κάθε οικονομικού έτους θα υποβάλλονται από την Επιτροπή Διοίκησης για έγκριση στη Μόνιμη Επιτροπή όχι αργότερα από τις 31 Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Άρθρο 18
Η Επιτροπή Διοίκησης θα υποβάλλει για έγκριση στην Μόνιμη Επιτροπή προτάσεις που αφορούν τον τύπο του προϋπολογισμού και τη μονάδα υπολογισμού που θα χρησιμοποιείται.
Άρθρο 19
1. Με την επιφύλαξη της παρακάτω παραγράφου 2 η ετήσια συνεισφορά εκάστου Συμβαλλόμενου μέρους στον προϋπολογισμό θα καθορίζεται για κάθε οικονομικό έτος σύμφωνα με τον παρακάτω τύπο:
α) ένα αρχικό 30% επί της συνεισφοράς θα υπολογίζεται επί της αξίας του Ακαθαρίστου Εθνικού προϊόντος του Συμβαλλομένου Μέρους, όπως ορίζεται παρακάτω στην παράγραφο 3,
β) ένα περαιτέρω 70% της συνεισφοράς θα υπολογίζεται επί του κόστους παρεχομένων υπηρεσιών διαδρομής του Συμβαλλομένου Μέρους, όπως ορίζεται παρακάτω στην παράγραφο 4.
2. Από κανένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν θα απαιτείται η καταβολή σε οποιοδήποτε δεδομένο οικονομικό έτος συνεισφοράς μεγαλύτερης του 30% του συνολικού ποσού των συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών. Εάν η συνεισφορά οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Μέρους, που έχει υπολογισθεί σύμφωνα με την παραπάνω παράγραφο 1, υπερβαίνει το 30%, το επιπλέον θα διανέμεται στα άλλα Συμβαλλόμενα Μέρη σύμφωνα με τους κανόνες της προαναφερθείσας παραγράφου.
3. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν που θα χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς θα λαμβάνεται από στατιστικές που συντάσσονται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ή ελλείψει αυτών, από οποιοδήποτε άλλο όργανο το οποίο θα παρέχει αντίστοιχα εγγυήσεις και θα έχει ορισθεί με απόφαση της Μόνιμης Επιτροπής υπολογίζοντας το αριθμητικό μέσο των τελευταίων τριών ετών για τα οποία υπάρχουν αυτές οι στατιστικές. Η αξία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος κόστους και των τρεχουσών τιμών εκφρασμένων σε Ευρωπαϊκές Νομισματικές Μονάδες.
4. Το κόστος υπηρεσιών διαδρομής που θα χρησιμοποιείται στους υπολογισμούς, θα είναι το κόστος που καθορίζεται από το προηγούμενο του τελευταίου πριν το ενδιαφερόμενο οικονομικό έτος.
Άρθρο 20
1. Ο Οργανισμός μπορεί να δανείζεται από τις διεθνείς οικονομικές αγορές προκειμένου να εξοικονομεί τους αναγκαίους πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων του.
2. Ο Οργανισμός μπορεί να χορηγεί δάνεια στις οικονομικές αγορές ενός Συμβαλλομένου Μέρους σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο το σχετικό με τα διεθνή δάνεια, ή σε περίπτωση έλλειψης τέτοιου δικαίου, με την συγκατάθεση του Συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Οι οικονομικοί κανονισμοί θα καθορίζουν τις διαδικασίες με τις οποίες ο οργανισμός θα συνάπτει και θα εξοφλεί τα δάνεια.
4. Κάθε προϋπολογισμός θα καθορίζει το ανώτατο ποσό το οποίο ο Οργανισμός μπορεί να δανειστεί κατά τη διάρκεια του έτους που καλύπτεται από αυτό τον προϋπολογισμό.
5. Για θέματα που εμπίπτουν στα πλαίσια του παρόντος άρθρου, ο Οργανισμός θα ενεργεί με τη συγκατάθεση των αρμοδίων αρχών των Συμβαλλομένων Μερών ή των εκδοτικών τους Τραπεζών.
Άρθρο 21
Ο προϋπολογισμός μπορεί να αναθεωρείται κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εάν οι περιστάσεις το απαιτούν με τις προϋποθέσεις που ορίζονται για την προετοιμασία και έγκρισή του.
Άρθρο 22
1. Οι λογαριασμοί των εσόδων και εξόδων που εμφανίζονται στον προϋπολογισμό θα εξετάζονται σε ετήσια βάση από ένα ελεγκτικό όργανο, το οποίο θα αποτελείται από δύο βασικούς ειδικούς υπαλλήλους που ανήκουν στις Υπηρεσίες των Συμβαλλομένων Μερών. Αυτοί οι υπάλληλοι οι οποίοι θα έχουν διαφορετικές εθνικότητες θα διορίζονται από την Μόνιμη Επιτροπή κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής Διοίκησης σύμφωνα με το Άρθρο 6.2 (β) της Σύμβασης. Τα έξοδα τα σχετικά με το ελεγκτικό όργανο θα καλύπτονται από τον Οργανισμό.
2. Ο έλεγχος ο οποίος θα γίνεται από τις αποδείξεις και εάν είναι απαραίτητο επί τόπου προορίζεται να καθορίζει την ακρίβεια των εσόδων και εξόδων και να επαληθεύει ότι η οικονομική διαχείριση είναι ικανοποιητική. Το ελεγκτικό όργανο θα παρουσιάζει μία αναφορά στην Μόνιμη Επιτροπή μετά το τέλος κάθε οικονομικού έτους.
Άρθρο 23
1. Διοικητικοί ή τεχνικοί έλεγχοι των Μονάδων της Υπηρεσίας μπορεί να διεξάγονται, εάν απαιτείται, από την Μόνιμη Επιτροπή Διοίκησης ή το γενικό Διευθυντή.
2. Τέτοιοι έλεγχοι θα γίνονται από υπαλλήλους των υπηρεσιών των Συμβαλλομένων μερών. Κάθε επιτροπή ελέγχου θα αποτελείται από δύο τουλάχιστον άτομα διαφορετικών εθνικοτήτων και θα περιλαμβάνει καθόσον είναι δυνατόν, ένα άτομο που είχε λάβει μέρος σε προηγούμενο έλεγχο.
Άρθρο 24
Η Επιτροπή Διοίκησης θα καθορίζει τις γλώσσες στις οποίες θα εργάζεται η Υπηρεσία.
Άρθρο 25
Η Υπηρεσία θα εκδίδει τις απαραίτητες για τη λειτουργία της εκδόσεις.
Άρθρο 26
Η Επιτροπή Διοίκησης θα υποβάλλει για έγκριση στην Μόνιμη Επιτροπή οποιεσδήποτε τροποποιήσεις του Καταστατικού, οι οποίες θεωρούνται απαραίτητες από την Επιτροπή Διοίκησης με την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 32.3 της Σύμβασης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
Περιοχές Πληροφοριών Πτήσεως
(Άρθρο 3 της Σύμβασης)
Συμβαλλόμενα Μέρη Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Αννόβερου.
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρήνου
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέμης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ντύσσελντορφ
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Φρανκφούρτης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μονάχου
Το Βασίλειο του Βελγίου Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών
Η Γαλλική Δημοκρατία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Γαλλίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Παρισίων
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέστης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μπορντώ
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μασσαλίας
Το Ενωμένο Βασίλειο της Μεγ. Βρεταννίας και Β. Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Ιρλανδίας Πτήσης Σκωτίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σκωτίας
Ανώτερη Περιοχή Πτήσης Λονδίνου
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λονδίνου
Ιρλανδία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάννον
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάννον
Το Βασίλειο των Κάτω Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Χωρών `Αμστερνταμ
Η Πορτογαλική Δημοκρατία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβώνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβώνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάντα Μαρία
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3
Μεταβατικές διατάξεις οι οποίες καλύπτουν τη μετάβαση από τις υπάρχουσες ρυθμίσεις κάτω από την Διεθνή Σύμβαση του ΕUROCONTROL, τη σχετική με τη Συνεργασία για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960, στις ρυθμίσεις κάτω από τη Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε από το παρόν Πρωτόκολλο.
Άρθρο 1
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος Παραρτήματος
– “Επτά Κράτη” νοούνται Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Βασίλειο του Βελγίου, η Γαλλική Δημοκρατία, το Ενωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρεταννίας και Βορείου Ιρλανδίας, η Ιρλανδία, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών.
– “Τέσσερα Κράτη”, νοούνται η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, το Βασίλειο του Βελγίου, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών.
– “Μεταβατική Περίοδος” νοείται η περίοδος από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου μέχρις ότου η Μόνιμη Επιτροπή με ομόφωνη ψήφο των Επτά Κρατών σε πρόταση των τεσσάρων Κρατών έχει συμφωνήσει για μελλοντικές ρυθμίσεις σχετικά με το Κέντρο MAASTRICHT και έχει αποφασίσει να τις υλοποιήσει.
Άρθρο 2
Κέντρο ελέγχου του MAASTRICHT
1. Οι παραπάνω διατάξεις αυτού του άρθρου θα ισχύουν κατά τη μεταβατική περίοδο.
2. (α) Το Κέντρο Ελέγχου του MAASTRICHT συμπεριλαμβανομένου και του προσωπικού του θα συνεχίσει να βρίσκεται υπό την ευθύνη του Οργανισμού στου οποίου την κυριότητα και θα παραμένει.
(β) Το εν λόγω Κέντρο θα συνεχίσει να παρέχει εξυπηρετήσεις ελέγχου εναέριας Κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που του έχει ανατεθεί, σύμφωνα με τη Σύμβαση της 13ης Δεκεμβρίου 1960. Κατά την ενάσκηση των λειτουργιών του ο Οργανισμός θα εφαρμόζει τις διατάξεις των παραγράφων 10 έως 15 αυτού του άρθρου.
(γ) Τα λειτουργικά έξοδα που έχουν σχέση με αυτές τις λειτουργίες θα χρηματοδοτούνται από τα τέσσερα Κράτη σύμφωνα με τον τύπο διανομής των εξόδων που θα συμφωνηθεί μεταξύ τους.
3. Τα επτά κράτη θα συνεισφέρουν, στο κόστος των επενδύσεων, για το κέντρο του MAASTRICHT, που εγκρίθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου ανάλογα με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν του καθενός τους όπως ορίζει το Άρθρο 19.3 του Παραρτήματος 1.
4. (α) Οι συνεισφορές των επτά Κρατών, επί τη βάσει των αναφερομένων στην παράγραφο 3, θα χρησιμοποιούνται για να χρηματοδοτούν μόνο νέες επενδύσεις στο MAASTRICHT που είναι απαραίτητες για να διατηρούν το επίπεδο των ευκολιών και υπηρεσιών που έχουν εγκριθεί μέχρι την ημερομηνία της θέσης σε ισχύ του παρόντος πρωτοκόλλου ή να διατηρούν το επίπεδο ασφάλειας.
(β) Κατά παρέκκλιση του Άρθρου 7 της Σύμβασης αποφάσεις για τέτοιες επενδύσεις θα λαμβάνονται από την Επιτροπή Διοίκησης και την Μόνιμη Επιτροπή με την πλειοψηφία των επτά Κρατών, με την έννοια ότι:
– οι ψήφοι έχουν την βαρύτητα που αναφέρονται στον παρακάτω πίνακα,
– οι ψήφοι αντιπροσωπεύουν το λιγότερο πέντε από τα επτά Κράτη.
(γ) Ο πίνακας που αναφέρεται στην παραπάνω υποπαράγραφο (β) έχει ως εξής:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ
ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΠΡΟΙΟΝ σύμφωνα με τον συντελεστή κόστους
και τις τρέχουσες τιμές σε
χιλιάδες εκατομμύρια Γαλλικά Φράγκα.
Αριθμός ψήφων Μικρότερη από 10
Από 10 συμπ/μένου έως 20 μη συμπ/μενου 2
” 20 ” ” 30 ” 3
” 30 ” ” 46 2/3 ” 4
” 46 2/3 ” ” 63 1/3 ” 5
” 63 1/3 ” ” 80 ” 6
” 80 ” ” 110 ” 7
” 110 ” ” 140 ” 8
” 140 ” ” 200 ” 9
” 200 ” ” 260 ” 10
” 260 ” ” 320 ” 11
” 320 ” ” 380 ” 12
και στη συνέχεια μια επιπρόσθετη ψήφος για κάθε πρόσθετη αύξηση ή κλάσμα αυτής των εξήντα χιλιάδων εκατομμυρίων Γαλλικών Φράγκων.
5. Ποσόν ισοδύναμο με τις εισπράξεις από τα τέλη διαδρομής σε σχέση με τα ποσά των ετησίων αποσβέσεων και τόκων επί των κεφαλαιουχικών δαπανών στο Κέντρο του MAASTRICHT θα είναι πληρωτέο από τα τέσσερα Κράτη σύμφωνα με τον τύπο της διανομής του κόστους που θα συμφωνηθεί μεταξύ τους.
Αυτό το ποσό θα ανακατανέμεται στα επτά Κράτη ανάλογα με τις κατά μέσο όρο (AVERAGE) συνεισφορές τους στους Προϋπολογισμούς Επενδύσεων από το 1974 μέχρι το 1980 σε περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1980 και με τις πραγματικές τους συνεισφορές σε περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί μετά από αυτή την ημερομηνία.
6. (α) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, οι εγκαταστάσεις Ραντάρ και οι σταθμοί εκπομπής και λήψης οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του συστήματος του Κέντρου του MAASTRICHT και χρησιμοποιούνται για να παρέχουν εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας, θα αποτελέσουν ιδιοκτησία των Κρατών στα οποία είναι τοποθετημένα.
(β) Τα εν λόγω Κράτη θα αγοράζουν τις προαναφερθείσες ευκολίες στην τότε ισχύουσα καταγεγραμμένη κατά το χρόνο εκείνο αξία. Το προϊόν της πωλήσεως διανέμεται στα επτά Κράτη ανάλογα με τον μέσο όρο συνεισφοράς τους στους Προϋπολογισμούς Επενδύσεων από το 1974 έως το 1980 σε περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1980, και με τις πραγματικές τους συνεισφορές στην περίπτωση των επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί μετά από αυτή την ημερομηνία.
7. Οι εγκαταστάσεις, ο εξοπλισμός και οι τεχνικές υπηρεσίες που έχουν διατεθεί στις στρατιωτικές αρχές της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας σύμφωνα με τη συμφωνία που καθορίσθηκε στις 3 Νοεμβρίου του 1977 μεταξύ της Κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και του EUROCONTROL, τη σχετική με τη συνεγκατάσταση της Γερμανικής Στρατιωτικής Αεροπορίας στο κέντρο ελέγχου του ανωτέρω εναέριου χώρου του EUROCONTROL στο MAASTRICHT θα συνεχίσουν να είναι στη διάθεσή τους.
8. `Έξοδα σχετικά με το κόστος επενδύσεων στο Κέντρο του MAASTRICHT που εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Οργανισμού και αντιμετωπίζονται από τα επτά Κράτη θα καταγράφονται σε ειδικό παράρτημα προϋπολογισμού.
9. Δαπάνες που αφορούν έξοδα λειτουργίας και συντήρησης του κέντρου MAASTRICHT που εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Οργανισμού και αντιμετωπίζονται από τα τέσσερα Κράτη, θα καταχωρούνται σε ειδικό παράρτημα προϋπολογισμού.
10. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, στα πλαίσια της αρμοδιότητάς τους και ιδιαίτερα όσον αφορά στην παραχώρηση ραδιοτηλεφωνικών συχνοτήτων, θα λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε ο Οργανισμός να μπορέσει να φέρει σε πέρας όλες αυτές τις εργασίες που ανταποκρίνονται στο σκοπό του.
11. (α) Για την εκπλήρωση των καθηκόντων της η Υπηρεσία θα εφαρμόζει για σκοπούς ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας τους κανονισμούς που ισχύουν στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών και εντός του εναέριου χώρου για τον οποίο οι εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας έχουν ανατεθεί σε αυτά με διεθνείς συμφωνίες στις οποίες είναι μέρη.
(β) Σε περίπτωση δυσκολίας στην εφαρμογή των διατάξεων της παραπάνω παραγράφου (α) η Υπηρεσία θα φέρει το θέμα στην Μόνιμη Επιτροπή η οποία θα κάνει συστάσεις στα Συμβαλλόμενα Μέρη όσον αφορά τα σχετικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν.
12. Για την πραγματοποίηση του έργου της και εντός των ορίων των εξουσιών που παρέχονται στις Υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας η Υπηρεσία θα δίδει όλες τις απαραίτητες οδηγίες στους κυβερνήτες αεροσκαφών.
Οι κυβερνήτες αεροσκαφών είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με αυτές τις οδηγίες εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας, που προβλέπονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στην παραπάνω παράγραφο 11.
13. Παραβάσεις των διατάξεων περί αεροναυτιλίας που γίνονται στον εναέριο χώρο εντός του οποίου οι εξυπηρετήσεις εναέριας κυκλοφορίας έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία, θα καταχωρούνται σε αναφορές από υπαλλήλους ειδικά εξουσιοδοτημένους από την Υπηρεσία γι` αυτό το σκοπό, με την επιφύλαξη του δικαιώματος των υπαλλήλων των Συμβαλλομένων Μερών να αναφέρουν παραβάσεις ιδίας φύσεως, όπως ορίζει το εσωτερικό δίκαιο της χώρας τους.
Οι αναφορές που αναφέρονται παραπάνω θα έχουν το ίδιο κύρος στα εθνικά δικαστήρια με τις αναφορές που συντάσσονται από κρατικούς υπαλλήλους αρμοδίους να συντάσσουν αναφορές παραβάσεων ίδιας φύσεως.
14. Διεθνείς συμφωνίες και εθνικοί κανονισμοί σχετικά με την είσοδο, υπέρπτηση και ασφάλεια του εδάφους των Συμβαλλομένων Μερών θα είναι δεσμευτικές για την Υπηρεσία, η οποία θα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει την εφαρμογή μεταξύ συμφωνιών και κανονισμών.
15. Προκειμένου τα Συμβαλλόμενα Μέρη να μπορούν να διαπιστώνουν ότι οι εθνικοί κανονισμοί και οι διεθνείς συμφωνίες εφαρμόζονται, η Υπηρεσία θα δεσμεύεται να δίδει σε εκείνα τα Συμβαλλόμενα Μέρη τα οποία το ζητούν, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με αεροσκάφη για τα οποία τελεί εν γνώσει κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων της.
Άρθρο 3
Κέντρο Ελέγχου της Καλσρούης
Κατά την ημερομηνία της έναρξης της ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου το Κέντρο ελέγχου της Καλσρούης θα αποτελεί ιδιοκτησία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας η οποία θα αγοράσει το Κέντρο στην τρέχουσα καταγεγραμμένη κατά το χρόνο εκείνο τιμή. Οι εισπράξεις της πώλησης, θα διανεμηθούν στα επτά κράτη ανάλογα με τις κατά μέσον όρο συνεισφορές τους στους Προϋπολογισμούς Επενδύσεων από το 1974 έως το 1980 στην περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1980, και τις πραγματικές συνεισφορές της στην περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί μετά από αυτή την ημερομηνία.
Άρθρο 4
Ευκολίες εγκατεστημένες στην Ιρλανδία
Από την ημερομηνία της έναρξης της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, το Κέντρο Ελέγχου του Σάννον, η εγκατάσταση του δευτερεύοντος ραντάρ και οι ραδιοτηλεφωνικοί σταθμοί του Μάουντ Γκάμπριελ και η εγκατάσταση του δευτερεύοντος ραντάρ του Γούντκοκ Χιλ θα αποτελέσουν ιδιοκτησία της Ιρλανδίας. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι εισπράξεις από τα τέλη διαδρομής που αντιστοιχούν στο κόστος που έχει εγκριθεί για την απόσβεση αυτών των ευκολιών θα διανέμονται μεταξύ των επτά Κρατών ανάλογα με τις κατά μέσον όρον συνεισφορές τους στους Προϋπολογισμούς των Επενδύσεων από το 1974 έως το 1980 σε περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 1980, και τις πραγματικές τους ετήσιες συνεισφορές στην περίπτωση επενδύσεων που έχουν χρηματοδοτηθεί μετά από αυτή την ημερομηνία.
Άρθρο 5
Πληρωτέα υπόλοιπα
1. Κάθε δικαίωμα επιστροφής χρημάτων κάτω από τις υπάρχουσες διατάξεις σε σχέση με τις αποσβέσεις των εγκεκριμένων έμμεσων επενδύσεων θα παύει την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου.
2. Οι οφειλόμενες πληρωμές δυνάμει των αποφάσεων που έχει λάβει πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου θα εξακολουθήσουν να ισχύουν και μεταγενέστερα σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν καθοριστεί με σχετικές αποφάσεις και θα καταχωρούνται σε ειδικά παραρτήματα προϋπολογισμού.
Άρθρο 6
Μεταβατικές διατάξεις για τον προϋπολογισμό
1. Εντός τριών μηνών μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου, θα καταρτισθεί ο προϋπολογισμός και θα εγκριθεί από τη Μόνιμη Επιτροπή.
2. Αυτός ο Προϋπολογισμός θα έχει αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Πρωτοκόλλου και θα λήξει στις 31 Δεκεμβρίου του τότε τρέχοντος έτους.
3. Κατά τη διάρκεια της περιόδου της προετοιμασίας του προϋπολογισμού που αναφέρεται στην παραπάνω παράγραφο 1, η Μόνιμη Επιτροπή μπορεί να προσκαλέσει τα Συμβαλλόμενα Μέρη να κάνουν τις ανάλογες προκαταβολές σαν αποθεματικό του κεφαλαίου κινήσεως.
4. Προκαταβολές σε σχέση με το κεφάλαιο κινήσεως θα αντισταθμίζονται με τις καθορισμένες συνεισφορές σε εφαρμογή του Άρθρου 19 του Παραρτήματος 1 του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Ενιαίο κείμενο των διατάξεων τις παρούσας σύμβασης και των τροποποιήσεών της που περιέχονται στο Πρωτόκολλο
Άρθρο 1
1. Τα Συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να ενισχύσουν την συνεργασία τους και να αναπτύξουν τις κοινές δραστηριότητές τους στο πεδίο της αεροναυτιλίας, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αμυντικές ανάγκες και παρέχοντας τη μέγιστη ελευθερία σε όλους τους χρήστες του εναέριου χώρου, σύμφωνα με το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας.
Προς το σκοπό αυτό συμφώνησαν:
(α) Να καθορίσουν κοινούς μακροπρόθεσμους στόχους στο πεδίο τη αεροναυτιλίας, και μέσα σ` αυτά τα πλαίσια, να καταρτίσουν ένα μεσοπρόθεσμο κοινό σχέδιο για τις εξυπηρετήσεις και τις ευκολίες της εναέριας κυκλοφορίας.
(β) Να εκπονήσουν κοινά σχέδια για προηγμένη εκπαίδευση, διαδικαστικά μέτρα και για προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης, που αφορούν τις ευκολίες και τις εξυπηρετήσεις για την ασφάλεια, την αποδοτικότητα και ταχεία ροή της εναέριας κυκλοφορίας.
(γ) Να συμφωνήσουν οποιαδήποτε άλλα μέτρα είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της ασφαλούς και κανονικής ροής της εναέριας κυκλοφορίας.
(δ) Να συστήσουν μια κοινή παρακαταθήκη εμπειρίας σε επιχειρησιακά τεχνικά και οικονομικά θέματα αεροναυτιλίας.
(ε) Να συντονίσουν τις δραστηριότητές τους, όσον αφορά τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, καθιερώνοντας ένα Διεθνές Σύστημα Διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, για να εξασφαλίσουν την πλέον αποτελεσματική χρησιμοποίηση του εναέριου χώρου.
2. Για τον σκοπό αυτό ιδρύουν, με την παρούσα Σύμβαση, κατωτέρω, ένα “Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (EUROCONTROL)” καλούμενο στο εξής “Ο Οργανισμός”, ο οποίος θα ενεργεί σε συνεργασία με τις εθνικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.
Ο Οργανισμός θα περιλαμβάνει δύο `Όργανα:
– Μία “Μόνιμη Επιτροπή για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας” – καλούμενη στο εξής “Μόνιμη Επιτροπή”, η οποία θα αποτελεί το υπεύθυνο όργανο για την διαμόρφωση της γενικής πολιτικής του Οργανισμού.
– Μία “Υπηρεσία για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας” – καλούμενη στο εξής “Η Υπηρεσία”, το Καταστατικό της οποίας είναι στο Παράρτημα 1 της παρούσας Σύμβασης. Η Υπηρεσία θα αποτελεί το υπεύθυνο εκτελεστικό όργανο των καθηκόντων που περιγράφονται στην παρούσα Σύμβαση ή που ανατίθενται σ` αυτήν από την Μόνιμη Επιτροπή, σε εφαρμογή της Σύμβασης.
– Τα Κεντρικά Γραφεία του Οργανισμού θα είναι στις Βρυξέλλες.
Άρθρο 2
1. Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να αναλύει τις μελλοντικές ανάγκες της εναέριας κυκλοφορίας και νέες τεχνικές, που είναι αναγκαίες για την κάλυψη αυτών των αναγκών.
(β) Να αναπτύσσει και υιοθετεί κοινούς μακροπρόθεσμους στόχους στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(γ) Να συντονίζει τα μεσοπρόθεσμα εθνικά σχέδια, για να καταρτίσει ένα κοινό μεσοπρόθεσμο σχέδιο, σχετικά με τις εξυπηρετήσεις και τις ευκολίες εναέριας κυκλοφορίας, μέσα στα πλαίσια των μακροπρόθεσμων στόχων, που αναφέρονται στην παράγραφο (β) παραπάνω.
(δ) Να προωθεί κοινή πολιτική για αεροναυτιλιακά συστήματα εδάφους και αέρος και για την εκπαίδευση του προσωπικού των Υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας.
(ε) Να μελετά και προωθεί μέτρα για τη βελτίωση του αποδοτικού κόστους και της αποτελεσματικότητας, στον τομέα της αεροναυτιλίας.
(στ) Να προωθεί και διεξάγει μελέτες, ελέγχους και δοκιμές, που αφορούν την αεροναυτιλία, να συλλέγει και διανέμει τα αποτελέσματα των μελετών, ελέγχων και δοκιμών, που διεξάγονται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη, στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(ζ) Να συντονίζει τα προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης των Συμβαλλομένων Μερών, που αφορούν νέες τεχνικές στο πεδίο της αεροναυτιλίας.
(η) Να εξετάζει θέματα στο πεδίο της αεροναυτιλίας που μελετώνται από τον Οργανισμό Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας και άλλους Διεθνείς Οργανισμούς που ασχολούνται με θέματα πολιτικής αεροπορίας.
(θ) Να μελετά τροποποιήσεις των Περιοχικών Σχεδίων Αεροναυτιλίας, που υπόκειται να υποβληθούν στον Οργανισμό Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO).
(ι) Να εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα, που είναι δυνατό να του ανατεθούν σε εφαρμογή του Άρθρου 1.1 (γ).
(κ) Να βοηθά τα συμβαλλόμενα Μέρη και ενδιαφερόμενα Κράτη, μη Μέλη, στην καθιέρωση και λειτουργία ενός Διεθνούς Συστήματος διευθέτησης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας.
(λ) Να καθιερώνει και εισπράττει τέλη, που επιβάλλονται στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας σύμφωνα με τη σχετική με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία τόσο των Συμβαλλομένων Μερών, όσο και των Κρατών μη-Μελών του Οργανισμού, που είναι Μέρη αυτής της Συμφωνίας.
Ειδικές Συμφωνίες είναι δυνατό να καταρτισθούν από τον Οργανισμό και τα Κράτη-Μέλη του Οργανισμού, που ενδιαφέρονται να λάβουν μέρος στην εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.
2. `Ύστερα από αίτηση ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών είναι δυνατό να ανατεθούν στον Οργανισμό τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να βοηθάει αυτά τα Μέρη στην εκτέλεση ειδικών καθηκόντων αεροναυτιλίας, όπως η σχεδίαση και εγκατάσταση ευκολιών και εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας.
(β) Να παρέχει και διατηρεί σε λειτουργία, εν όλω ή εν μέρει, εξυπηρετήσεις και ευκολίες εναέριας κυκλοφορίας για λογαριασμό αυτών των Μερών.
(γ) Να βοηθάει αυτά τα Μέρη στον υπολογισμό και είσπραξη τελών, που επιβάλλονται από αυτά στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας, και τα οποία δεν καλύπτονται από τη σχετική με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία.
Η εκτέλεση αυτών των καθηκόντων θα διέπεται σε κάθε περίπτωση, από μία ειδική συμφωνία του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Μερών.
3. `Ύστερα από αίτηση ενός ή περισσοτέρων Κρατών, μη-Μελών του Οργανισμού είναι δυνατό, επιπλέον, να ανατεθούν στον Οργανισμό τα ακόλουθα καθήκοντα:
(α) Να βοηθάει αυτά τα Κράτη στη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας και στην σχεδίαση και παροχή εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας και εξοπλισμού.
(β) Να βοηθάει αυτά τα Κράτη στον υπολογισμό και είσπραξη τελών, που δεν καλύπτονται από την σχετική με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερή Συμφωνία, τα οποία επιβάλλονται από αυτά στους χρήστες των εξυπηρετήσεων αεροναυτιλίας.
Η εκτέλεση αυτών των καθηκόντων θα διέπεται, σε κάθε περίπτωση, από μία ειδική Συμφωνία μεταξύ του Οργανισμού και των ενδιαφερομένων Κρατών.
Άρθρο 3
1. Η παρούσα Σύμβαση θα εφαρμόζεται στις επί διαδρομής εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας και τις συναφείς με αυτές εξυπηρετήσεις Προσέγγισης και Αεροδρομίου για εναέρια κυκλοφορία στις Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης που είναι καταχωρημένες στο Παράρτημα 2.
2. Οποιαδήποτε τροποποίηση, που ένα Συμβαλλόμενο Μέρος επιθυμεί να κάνει στον πίνακα των Περιοχών Πληροφοριών Πτήσης του Παραρτήματος 2, θα υπόκεινται στην ομόφωνη συγκατάθεση της Μόνιμης Επιτροπής, αν θα είχε σαν αποτέλεσμα μία επί του συνόλου των ορίων μεταβολή του καλυπτομένου από τη Σύμβαση εναέριου χώρου. Οποιαδήποτε τροποποίηση που δεν συνεπάγεται τέτοια μεταβολή θα γνωστοποιείται στον Οργανισμό από το ενδιαφερόμενο Μέρος.
3. Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης η έκφραση “εναέρια κυκλοφορία” θα περιλαμβάνει τα πολιτικά αεροσκάφη και όσα στρατιωτικά, τελωνειακά και αστυνομικά αεροσκάφη συμμορφώνονται προς τις διαδικασίες του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας.
Άρθρο 4
Ο Οργανισμός θα έχει νομική προσωπικότητα. Στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών θα έχει την πλήρη νομική ικανότητα, που δικαιούνται με τον εθνικό νόμο τα Νομικά Πρόσωπα. Θα έχει μεταξύ άλλων το δικαίωμα να αποκτά ή μεταβιβάζει κινητή ή ακίνητη περιουσία και να προσφεύγει στα Δικαστήρια. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά από την παρούσα Σύμβαση ή από το Καταστατικό της Υπηρεσίας που είναι παράρτημα της Σύμβασης αυτής, θα αντιπροσωπεύεται από την Υπηρεσία, η οποία θα ενεργεί επ` ονόματί του. Η Υπηρεσία θα διαχειρίζεται την περιουσία του Οργανισμού.
Άρθρο 5
1. Η Μόνιμη Επιτροπή θα απαρτίζεται από αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Μερών. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί να διορίζει περισσότερους αντιπροσώπους, προκειμένου ειδικότερα να επιτρέπεται η αντιπροσώπευση των συμφερόντων και της Πολιτικής Αεροπορίας και της Εθνικής `Άμυνας, αλλά θα έχει μία μόνο ψήφο.
2. Για τους σκοπούς του Άρθρου 2.1 (1), η Μόνιμη Επιτροπή θα διευρύνεται για να περιλαμβάνει αντιπροσώπους Κρατών μη-Μελών, τα οποία είναι Μέρη της σχετικής με τα Τέλη Διαδρομής Πολυμερούς Συμφωνίας. Η κατ` αυτόν τον τρόπο διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω Συμφωνίας.
3. `Όπου για το σκοπό αυτό υπάρχει διάταξη σε άλλες Συμφωνίες, οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ του Οργανισμού και Κρατών μη-Μελών, σύμφωνα με το Άρθρο 2.1, ειδικότερα για τη διευθέτηση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας, η Μόνιμη Επιτροπή θα διευρύνεται και θα λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις αυτών των Συμφωνιών.
Άρθρο 6
1. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων που ανατίθενται στον Οργανισμό από το Άρθρο 2.1. η Μόνιμη Επιτροπή θα λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα:
(α) `Όσον αφορά τα Συμβαλλόμενα Μέρη:
Θα λαμβάνει αποφάσεις:
– Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (β) και (γ)
– Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (α) και (δ) μέχρι (κ) οποτεδήποτε η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο να δεσμεύσει τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε μια κοινή ενέργεια σ` αυτές τις περιπτώσεις μπορεί επίσης να εκδίδει μια Σύσταση προς τα Συμβαλλόμενα Μέρη.
(β) `Όσον αφορά την Υπηρεσία:
– Θα εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών και τα προγράμματα επενδύσεων και εργασιών για περισσότερα του ενός χρόνια, που θα υποβάλλονται σ` αυτήν από την Υπηρεσία για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1, καθώς επίσης τον Προϋπολογισμό και τα Πεπραγμένα. Θα δίδει κατευθυντήριες οδηγίες στην Υπηρεσία, οποτεδήποτε το θεωρεί αναγκαίο, για την εκπλήρωση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην Υπηρεσία.
– Θα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα κατά την άσκηση των εξουσιών επίβλεψης, που της παρέχονται με την παρούσα Σύμβαση και το Καταστατικό της Υπηρεσίας.
– Θα απαλλάσσει την Υπηρεσία σε ό,τι αφορά την εκ μέρους της διαχείρισης του προϋπολογισμού.
2. Επιπρόσθετα η Μόνιμη Επιτροπή:
(α) Θα εγκρίνει τους Κανονισμούς του προσωπικού και τους Οικονομικούς Κανονισμούς, καθώς επίσης και τα μέτρα που θα λαμβάνονται σε εφαρμογή του Άρθρου 7.2 και του Άρθρου 19.3 του Καταστατικού της Υπηρεσίας.
(β) Θα διορίζει τα Μέλη του Συμβουλίου ελέγχου για περίοδο πέντε ετών σε εφαρμογή του άρθρου 22.1 του Καταστατικού της Υπηρεσίας.
3. Η Μόνιμη Επιτροπή θα εξουσιοδοτεί την Υπηρεσία για την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με τις ειδικές συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 και θα εγκρίνει τις συμφωνίες που έχουν διαπραγματευθεί από την Υπηρεσία.
4. Η Μόνιμη Επιτροπή μπορεί, εξ ονόματος του Οργανισμού, να αναλάβει ενέργειες ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου που προβλέπεται από το άρθρο 31.
Άρθρο 7
1. Οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τη Μόνιμη Επιτροπή με την ομόφωνη ψήφο των Συμβαλλομένων Μερών και θα δεσμεύουν τα Συμβαλλόμενα Μέρη. Παρά τούτο, αν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιήσει στη Μόνιμη Επιτροπή ότι απαράβλεπτοι εθνικοί λόγοι το εμποδίζουν να συμμορφωθεί προς μία ομόφωνη απόφαση, που λύθηκε σχετικά με θέματα που αναφέρονται στο Άρθρο 2.1 (β) και (γ), μπορεί να ανακαλέσει αυτήν την απόφαση υπό τον όρο να κοινοποιήσει στη Μόνιμη Επιτροπή τους λόγους της ανάκλησης.
Μέσα σε έξι μήνες από μία τέτοια γνωστοποίηση, η Μόνιμη Επιτροπή, είτε θα αναθεωρήσει την προηγούμενη απόφαση ή θα αποφασίσει κατά πόσον θα εφαρμοσθούν στην ανάκληση ορισμένοι όροι ή περιορισμοί. Είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, η απόφαση της Μόνιμης Επιτροπής απαιτεί την ομόφωνη ψήφο των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Η Μόνιμη Επιτροπή θα αποφασίζει για τα μέτρα που αναφέρονται στο Άρθρο 6.2 (α), 6.3 και 11.3 με ομοφωνία αυτών που έχουν ψηφίσει.
3. Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά, οι κατευθυντήριες γραμμές και τα μέτρα των περιπτώσεων που προβλέπονται στα `Άρθρα 6.1 (β) και 6.4 θα απαιτούν την πλειοψηφία της Μόνιμης Επιτροπής με την έννοια ότι:
– Οι ψήφοι αυτοί θα έχουν τη βαρύτητα που προβλέπεται στο Άρθρο 8 παρακάτω.
– Οι ψήφοι αυτοί θα αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των Συμβαλλομένων Μερών που ψηφίζουν.
4. Τα μέτρα που αναφέρονται στο Άρθρο 6.2 (β) θα λαμβάνονται από τη Μόνιμη Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο (3) παραπάνω, υπό τον όρο ότι η κατ` αυτόν τον τρόπο υπολογισθείσα πλειοψηφία δεν είναι μικρότερη από το 70% των ψήφων που έχουν βαρύτητα.
5. Συστάσεις εκ μέρους της Μόνιμης Επιτροπής θα απαιτούν τις ψήφους της πλειονότητας των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρο 8
1. Η βαρύτητα των ψήφων που αναφέρεται στο Άρθρο 7 θα προσδιορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο Πίνακα:
Ετήσια συνεισφορά ενός Συμβαλλόμενου Μέρους σαν ποσοστό (επί τοις εκατό) των συνολκών ετησίων συνεισφορών όλων των Συμβαλλομένων Μερών
Αριθμός ψήφων
Μικρότερη του 1 τοις Εκατό …………………………. 1 από 1 μέχρι μικρότερη του 2τοις εκατό ………… 2
από 2 ” ” ” 3 ” ” …………. 3
” 3 ” ” ” 4 1/2 ” ” …………. 4
” 4 1/2 ” ” ” 6 ” ” …………. 5
” 6 ” ” ” 7 1/2 ” ” …………. 6
” 7 1/2 ” ” ” 9 ” ” …………. 7
” 9 ” ” ” 11 ” ” …………. 8
” 11 ” ” ” 13 ” ” …………. 9
” 13 ” ” ” 15 ” ” …………. 10
” 15 ” ” ” 18 ” ” …………. 11
” 18 ” ” ” 21 ” ” …………. 12
” 21 ” ” ” 24 ” ” …………. 13
” 24 ” ” ” 27 ” ” …………. 14
” 27 ” ” ” 30 ” ” …………. 15
30% ……………………………………………… 16
2. Οι αριθμοί των ψήφων θα καθορισθούν αρχικά, θα ισχύουν δε από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Πρωτοκόλλου που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, με αναφορά στον παραπάνω πίνακα και σύμφωνα με τον κανόνα του Άρθρου 19 του Καταστατικού της Υπηρεσίας για τον καθορισμό των ετήσιων συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών στον Προϋπολογισμό του Οργανισμού.
3. Σε περίπτωση προσχώρησης ενός Κράτους, οι αριθμοί των ψήφων των Συμβαλλομένων Μερών θα επανακαθορίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι αριθμοί των ψήφων θα επανακαθορίζονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Άρθρο 9
1. Η Μόνιμη Επιτροπή θα καθορίζει τους κανόνες της διαδικασίας, οι οποίοι πρέπει να υιοθετούνται ομόφωνα.
2. Αυτοί οι κανόνες θα περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κανόνες σχετικούς με το αξίωμα του προέδρου με τη σύσταση ομάδων εργασίας και με τις γλώσσες της εργασίας της Μόνιμης Επιτροπής.
Άρθρο 10
Το Προσωπικό και οι ευκολίες που απαιτούνται για την λειτουργία της Μόνιμης Επιτροπής θα της διατίθενται από την Υπηρεσία.
Άρθρο 11
1. Η Μόνιμη Επιτροπή θα διατηρεί με τα αρμόδια Κράτη και τους Διεθνείς Οργανισμούς τις απαραίτητες σχέσεις για την πραγματοποίηση των σκοπών του Οργανισμού.
2. Η Μόνιμη Επιτροπή ιδιαίτερα υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των `Άρθρων 6.3 και 13, θα είναι η μόνη, που θα έχει δικαιοδοσία να συνάπτει, για λογαριασμό του Οργανισμού, τις συμφωνίες με τους Διεθνείς Οργανισμούς, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ή άλλα Κράτη, που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των προβλεπομένων από το Άρθρο 2 καθηκόντων του Οργανισμού.
3. Με πρόταση της Υπηρεσίας, η Μόνιμη Επιτροπή μπορεί να εξουσιοδοτήσει την Υπηρεσία να αρχίσει διαπραγματεύσεις και να συνάψει συμφωνίες, αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων, που αναφέρονται στο Άρθρο 2.
Άρθρο 12
Οι συμφωνίες μεταξύ του Οργανισμού και ενός ή περισσοτέρων Συμβαλλομένων Μερών, ή ενός ή περισσότερων Κρατών μη-Μελών, ή ενός Διεθνούς Οργανισμού που έχουν σχέση με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο Άρθρο 2, θα καθορίζουν τα αντίστοιχα καθήκοντα, δικαιώματα και υποχρεώσεις των Μερών της συμφωνίας, μαζί με τους οικονομικούς διακανονισμούς και θα προσδιορίζουν τα μέτρα που θα ληφθούν. Η Υπηρεσία μπορεί να διαπραγματεύεται τέτοιες συμφωνίες, σύμφωνα με τις διατάξεις των `Άρθρων 6.3 και 11.3.
Άρθρο 13
Μέσα στα πλαίσια των κατευθυντηρίων γραμμών, που δίδονται από τη Μόνιμη Επιτροπή, οι σχέσεις εκείνες οι οποίες είναι ουσιώδεις για το συντονισμό της εναέριας κυκλοφορίας και για τη λειτουργία των Μονάδων της Υπηρεσίας, μπορούν να καθορίζονται από την Υπηρεσία με τις αρμόδιες τεχνικές υπηρεσίες, δημόσιες ή ιδιωτικές, των Συμβαλλομένων Μερών, μη Συμβαλλομένων Κρατών ή Διεθνών Οργανισμών. Για το σκοπό αυτό η Υπηρεσία μπορεί ν` αρχίσει διαπραγματεύσεις, επ` ονόματι του Οργανισμού, για συμβόλαια καθαρώς διοικητικής, τεχνικής, και εμπορικής φύσεως, εφόσον απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας υπό τον όρο ότι η Υπηρεσία ενημερώνει σχετικά τη Μόνιμη Επιτροπή.
Άρθρο 14
1. Ο χαρακτήρας του δημοσίου συμφέροντος, όπου είναι αναγκαίο, θα αναγνωρίζεται, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους και με τις συνέπειες, οι οποίες προκύπτουν από τις διατάξεις αυτών των νόμων, σχετικά με την απαλλοτρίωση για δημόσιο όφελος, σε ό,τι αφορά την απόκτηση ακίνητης περιουσίας αναγκαίας για την τοποθέτηση των εγκαταστάσεων του Οργανισμού, με την προϋπόθεση τη συμφωνίας της ενδιαφερόμενης Κυβέρνησης. Η διαδικασία της απαλλοτρίωσης, για λόγους δημοσίου συμφέροντος μπορεί να ενεργοποιηθεί από τις αρμόδιες αρχές του ενδιαφερομένου Κράτους, σύμφωνα με τους εθνικούς του νόμους προς τον σκοπό απόκτησης τέτοιας περιουσίας σε περίπτωση μη φιλικού διακανονισμού.
2. Στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών, όπου η διαδικασία που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο δεν υφίσταται, ο Οργανισμός μπορεί να επωφελείται, για αναγκαστική εξαγορά από τις διαδικασίες εκείνες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς όφελος της Πολιτικής Αεροπορίας και των Τηλεπικοινωνιών.
3. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν το δικαίωμα στον Οργανισμό να επωφελείται από την εφαρμογή των εθνικών νόμων, σε ό,τι αφορά τις οποιεσδήποτε εγκαταστάσεις και υπηρεσίες, που ιδρύθηκαν για λογαριασμό του στα αντίστοιχα εδάφη τους, ως προς τους περιορισμούς εκείνους των δικαιωμάτων των ιδιοκτητών της ακίνητης περιουσίας, οι οποίοι είναι δυνατόν να υπάρχουν προς το δημόσιο συμφέρον, επ` ωφελεία εθνικών υπηρεσιών για τον ίδιο σκοπό, και ειδικότερα ως προς τις παραχωρήσεις (δουλείες) προς το δημόσιο συμφέρον.
4. Ο Οργανισμός θα αναλαμβάνει τις δαπάνες, οι οποίες απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του Άρθρου, συμπεριλαμβανομένης και της αποζημίωσης που πρέπει να καταβάλλεται σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η περιουσία.
Άρθρο 15
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα, που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), η Υπηρεσία θα εφαρμόζει τους κανονισμούς που ισχύουν στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών και στον εναέριο χώρο στον οποίον τους έχει ανατεθεί η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας βάσει Διεθνών Συμφωνιών των οποίων αυτά είναι Μέρη.
Άρθρο 16
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα, που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), η Υπηρεσία, μέσα στα όρια των εξουσιών που παρέχονται στις Υπηρεσίες Εναέριας Κυκλοφορίας, θα δίνει όλες τις αναγκαίες οδηγίες προς τους κυβερνήτες των αεροσκαφών.
Οι κυβερνήτες των αεροσκαφών είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται με αυτές τις οδηγίες εκτός των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, που προβλέπονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο.
Άρθρο 17
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται από το Άρθρο 2.2 (β), παραβάσεις των Κανονισμών Αεροναυτιλίας, που διαπράχθηκαν μέσα στον εναέριο χώρο, στον οποίο η παροχή εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας έχει ανατεθεί στην Υπηρεσία, θα καταγράφονται σε αναφορές από υπαλλήλους ειδικά εξουσιοδοτημένους για το σκοπό αυτό από την Υπηρεσία, με την επιφύλαξη των, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους, δικαιωμάτων των υπαλλήλων των Συμβαλλομένων Μερών να αναφέρουν παραβάσεις, της ίδιας φύσης. Οι παραπάνω αναφερόμενες αναφορές που αναφέρονται θα έχουν το ίδιο κύρος στα εθνικά δικαστήρια με τις αναφορές που συντάσσονται από τους κρατικούς υπαλλήλους αρμόδιους να αναφέρουν παραβάσεις ίδιας φύσης.
Άρθρο 18
1. Η κυκλοφορία εκδόσεων και άλλου πληροφοριακού υλικού, που αποστέλλεται από ή προς τον Οργανισμό σε σχέση με τις επίσημες δραστηριότητές του, δεν θα περιορίζεται με κανένα τρόπο.
2. Για τις επίσημες επικοινωνίες του και τη μεταβίβαση όλων των εγγράφων του ο Οργανισμός δεν θα απολαμβάνει λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης από αυτήν που επιφυλάσσεται από τα Συμβαλλόμενα Μέρη σε παρόμοιους Διεθνείς Οργανισμούς.
Άρθρο 19
1. Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται μέσα στο Κράτος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του και στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών, από όλους τους δασμούς, φόρους και τέλη, σχετικούς με τη σύστασή του, την διάλυση ή την εκκαθάρισή του.
2. Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται από οποιουσδήποτε δασμούς, φόρους και τέλη, που συνεπάγεται η απόκτηση ακίνητης περιουσίας, η οποία απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του.
3. Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται από όλους τους άμεσους φόρους που εφαρμόζονται σ` αυτόν, στην ιδιοκτησία του, στα περιουσιακά στοιχεία και το εισόδημα.
4. Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται από οποιαδήποτε άμεσα δημοσιοοικονομικά τέλη που προέρχονται από την έκδοση Δανείων και είναι συναφή με τον Οργανισμό EUROCONTROL.
5. Θα απαλλάσσεται από οποιαδήποτε φορολογία εξαιρετικής ή διακριτικής φύσης.
6. Οι απαλλαγές που προβλέπονται σ` αυτό το Άρθρο δε θα εφαρμόζονται σε φόρους και τέλη που εισπράττονται σαν πληρωμές για παροχή εξυπηρετήσεων δημόσιας ωφέλειας.
Άρθρο 20
1. Ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται από όλους τους τελωνειακούς δασμούς και φόρους ή τέλη ισοδυνάμου αποτελέσματος, που είναι όμως διαφορετικά από τα τέλη τα σχετικά με τις παρασχεθείσες εξυπηρετήσεις και θα εξαιρείται από οποιαδήποτε απαγόρευση ή περιορισμό εισαγωγής ή εξαγωγής, σε ό,τι αφορά υλικά, εξοπλισμό, προμήθειες και άλλα αντικείμενα, που εισάγονται για επίσημη χρήση του Οργανισμού και προορίζονται για τα κτίρια και τις εγκαταστάσεις του Οργανισμού ή για τη λειτουργία του.
2. Τα αγαθά που εισάγονται με αυτό τον τρόπο δεν μπορούν να πουληθούν, δανεισθούν ή μεταβιβασθούν, είτε χωρίς πληρωμή ή έναντι πληρωμής, στο έδαφος του μέρους, στο οποίο έχουν εισαχθεί παρά μόνο σύμφωνα με τους όρους που καθόρισε η Κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου συμβαλλόμενου Μέρους.
3. Οποιαδήποτε μέτρα ελέγχου θεωρούνται σκόπιμα μπορούν να ληφθούν για να εξασφαλίσουν ότι τα υλικά, ο εξοπλισμός, οι προμήθειες και άλλα αντικείμενα, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και εισάγονται για αποστολή στον Οργανισμό έχουν πραγματικά παραδοθεί σ` αυτόν τον Οργανισμό και χρησιμοποιούνται πραγματικά για τα επίσημα κτίρια και τις εγκαταστάσεις του ή για τη λειτουργία του.
4. Περαιτέρω ο Οργανισμός θα απαλλάσσεται από όλους τους τελωνειακούς δασμούς και θα εξαιρείται από οποιαδήποτε απαγόρευση εισαγωγής ή εξαγωγής, ή περιορισμό σχετικά με τις εκδόσεις (δημοσιεύσεις) που εμπίπτουν στα πλαίσια του άρθρου 25 του καταστατικού που είναι προσαρτημένο στην παρούσα Σύμβαση.
Άρθρο 21
1. Ο Οργανισμός μπορεί να κατέχει οποιοδήποτε νόμισμα και να έχει λογαριασμούς σε οποιοδήποτε νόμισμα, κατά το μέτρο που τούτο είναι αναγκαίο, για την πραγματοποίηση των συναλλαγών που απαιτούνται για το σκοπό του.
2. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να δίνουν στον Οργανισμό τις αναγκαίες εξουσιοδοτήσεις για όλες τις μεταβιβάσεις κεφαλαίων, σύμφωνα με τους όρους που περιγράφονται από τους εθνικούς κανονισμούς και τις εφαρμοζόμενες Διεθνείς Συμφωνίες που συνεπάγεται η ίδρυση και η δραστηριότητα του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης και της διαδικασίας χορήγησης δανείων, όταν η έκδοση αυτών των δανείων έχει εξουσιοδοτηθεί από την Κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους.
Άρθρο 22
1. Η Υπηρεσία μπορεί να ζητήσει τις υπηρεσίες καταλλήλων προσώπων, που είναι υπήκοοι των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Το Προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους, που αποτελούν μέρος της οικογενείας τους, θα απολαμβάνουν των εξαιρέσεων από μέτρα που περιορίζουν την μετανάστευση και ρυθμίζουν την εγγραφή των αλλοδαπών, εκείνων που παρέχονται, γενικά, στα μέλη του προσωπικού παρόμοιων διεθνών Οργανισμών.
3. (α) Τα Συμβαλλόμενα Μέρη, σε καιρό διεθνούς κρίσης, θα παρέχουν στο Προσωπικό του Οργανισμού και στα μέλη των οικογενειών τους, που αποτελούν μέρος της οικογενείας τους, τις ίδιες διευκολύνσεις επαναπατρισμού, όπως στο Προσωπικό άλλων διεθνών Οργανισμών.
(β) Οι διατάξεις της παραπάνω παραγράφου (α) δεν θα επηρεάζουν τις υποχρεώσεις του Προσωπικού έναντι του Οργανισμού.
4. Ουδεμία εξαίρεση μπορεί να γίνει από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου, εκτός για λόγους δημόσιας τάξεως, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας.
5. Το Προσωπικό του Οργανισμού:
(α) Θα τυγχάνει εξαιρέσεων από τέλη και τελωνειακούς δασμούς, διάφορους από εκείνους που αφορούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, στην περίπτωση εισαγωγής των προσωπικών τους αντικειμένων, κινητής περιουσίας, της οικοσυσκευής που δεν είναι καινούργια, τα οποία φέρουν από το εξωτερικό κατά την πρώτη εγκατάστασή τους για διαμονή στο εν λόγω έδαφος και στην περίπτωση επανεξαγωγής των ιδίων αυτών αντικειμένων και της κινητής περιουσίας, όταν παραιτούνται από τα καθήκοντά τους.
(β) Μπορούν, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά τους στο έδαφος οποιουδήποτε των Συμβαλλομένων Μερών, να εισάγουν το προσωπικό αυτοκίνητό τους προσωρινά χωρίς δασμούς και στη συνέχεια, αλλά όχι αργότερα από τη λήξη του χρόνου υπηρεσίας τους, να επανεξάγουν αυτό το όχημα με εξαίρεση από δασμούς, υποκείμενοι, εν τούτοις, είτε στη μία είτε στην άλλη περίπτωση, σε οποιουσδήποτε όρους που η Κυβέρνηση του ενδιαφερόμενου Συμβαλλόμενου Μέρους θεωρεί αναγκαίους για κάθε ιδιαίτερη περίπτωση.
(γ) Θα απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου σε όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπά τους.
6. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν υποχρεούνται να χορηγήσουν στους δικούς τους υπήκοους τις διευκολύνσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (α) και (β) παραπάνω. 7. Επιπρόσθετα στα προνόμια, τις εξαιρέσεις και διευκολύνσεις, που παρέχονται στο προσωπικό του Οργανισμού, ο Γενικός Διευθυντής της Υπηρεσίας θα απολαμβάνει δικαστικής ασυλίας, σε ό,τι αφορά ενέργειες συμπεριλαμβανομένων προφορικών και γραπτών λόγων, που διαπράχθηκαν από αυτόν κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του. Αυτή η ασυλία, δεν θα έχει εφαρμογή στην περίπτωση παράβασης οδικής κυκλοφορίας ή στην περίπτωση ζημίας, που προκλήθηκε από όχημα που του ανήκει ή που οδηγεί ο ίδιος.
8. Οι ενδιαφερόμενες Κυβερνήσεις θα λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την απεριόριστη μεταβίβαση των καθαρών αποδοχών.
Άρθρο 23
Οι αντιπρόσωποι των Συμβαλλομένων Μερών, καθ` όν χρόνον ασκούν τα καθήκοντά τους και στη διάρκεια των μετακινήσεών τους, από και προς τον τόπο συναντήσεων, θα απολαμβάνουν του δικαιώματος του απαραβίαστου όλων των επίσημων εγγράφων και εντύπων τους.
Άρθρο 24
Λόγω της δικής του μορφής κοινωνικής ασφάλισης, ο Οργανισμός, ο Γενικός Διευθυντής και το Προσωπικό του Οργανισμού, θα εξαιρούνται όλων των υποχρεωτικών εισφορών σε εθνικούς Οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, με την επιφύλαξη των διακανονισμών μεταξύ του Οργανισμού και των Συμβαλλομένων Μερών, που υφίστανται κατά την θέση σε ισχύ του πρωτοκόλλου, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
Άρθρο 25
1. Η συμβατική ευθύνη του Οργανισμού θα διέπεται από το νόμο που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο συμβόλαιο.
2. `Όσον αφορά τη μη συμβατική ευθύνη, ο Οργανισμός Θα προβαίνει σε επανόρθωση για ζημία που προκλήθηκε από αμέλεια των Οργάνων του ή των υπαλλήλων του, μέσα στα πλαίσια της εργασίας τους, στο μέτρο που αυτή η ζημία μπορεί να αποδοθεί σ` αυτά. Η προηγούμενη διάταξη δεν αποκλείει το δικαίωμα για άλλες αποζημιώσεις, σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρο 26
1. (α) Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού θα είναι απαραβίαστες. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού θα εξαιρούνται από οποιοδήποτε μέτρο κατάσχεσης, απαλλοτρίωσης ή δήμευσης.
(β) Τα αρχεία του Οργανισμού και όλα τα επίσημα έγγραφα και έντυπα, που ανήκουν σ` αυτόν, θα είναι απαραβίαστα οπουδήποτε και αν βρίσκονται.
2. Η ιδιοκτησία και τα περιουσιακά στοιχεία του Οργανισμού δεν μπορούν να κατασχεθούν ούτε να επιβληθεί σ` αυτά αναγκαστική εκτέλεση, παρά μόνο ύστερα από δικαστική απόφαση. Οι εγκαταστάσεις του Οργανισμού, εν τούτοις, δεν κατάσχονται ούτε επιβάλλεται σ` αυτές αναγκαστική εκτέλεση.
3. Παρ` όλα αυτά, για να διευκολυνθεί η διενέργεια δικαστικών ανακρίσεων και να εξασφαλισθεί η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων στα αντίστοιχα εδάφη τους, οι αρμόδιες αρχές του Κράτους στο οποίο ο Οργανισμός έχει τα Κεντρικά του γραφεία και άλλων Κρατών, στα οποία βρίσκονται εγκαταστάσεις και αρχεία του Οργανισμού, θα έχουν πρόσβαση σε τέτοιες εγκαταστάσεις και αρχεία, ύστερα από ενημέρωση του Γενικού Διευθυντή της Υπηρεσίας.
Άρθρο 27
1. Ο Οργανισμός θα συνεργάζεται πάντοτε με τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Μερών για να διευκολύνει την καλή λειτουργία της δικαιοσύνης, να εξασφαλίσει την τήρηση των αστυνομικών διατάξεων και να εμποδίσει οποιαδήποτε κατάχρηση που θα προέκυπτε από προνόμια, ασυλίες, εξαιρέσεις ή διευκολύνσεις, που καθορίζονται στην παρούσα Σύμβαση.
2. Ο Οργανισμός θα διευκολύνει, όσο το δυνατό, την εκτέλεση Δημοσίων `Έργων, μέσα ή στη γειτνίαση οποιασδήποτε ακίνητης περιουσίας, η οποία του παρασχέθηκε προς χρήση στα εδάφη των Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρο 28
Στην περίπτωση που ο Οργανισμός ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο Άρθρο 2.2 (β) οι διεθνείς συμφωνίες και εθνικοί κανονισμοί, που αφορούν την είσοδο στον εναέριο χώρο, την υπέρπτηση και ασφάλεια του εδάφους του Συμβαλλόμενου Μέρους, θα δεσμεύουν την Υπηρεσία, η οποία θα λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την εφαρμογή αυτών των συμφωνιών και κανονισμών.
Άρθρο 29
Στην περίπτωση, που ο Οργανισμός ασκεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο Άρθρο 2.2 (β) η Υπηρεσία θα υποχρεούται να παρέχει, σε όσα Κράτη το ζητούν, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, σχετικά με αεροσκάφη για τα οποία τελεί εν γνώσει κατά την ενάσκηση των λειτουργιών της, προκειμένου τα Συμβαλλόμενα Κράτη να μπορούν να διαπιστώνουν, ότι εφαρμόζονται οι διεθνείς συμφωνίες και οι εθνικοί κανονισμοί.
Άρθρο 30
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουν ότι είναι αναγκαίο για την Υπηρεσία να επιτύχει οικονομική ισορροπία και αναλαμβάνουν να της διαθέσουν, λαμβάνοντας υπόψη το εισόδημά της, τους ανάλογους οικονομικούς πόρους με τους όρους και τους περιορισμούς που καθορίζονται στο Καταστατικό που είναι προσαρτημένο στην παρούσα Σύμβαση.
Άρθρο 31
1. Οποιαδήποτε διαφορά που είναι δυνατό να προκύψει, είτε μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών, ή μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών και του Οργανισμού, που αντιπροσωπεύεται από την Υπηρεσία, η οποία έχει σχέση με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης ή των Παραρτημάτων της, και η οποία δεν μπόρεσε να διακανονισθεί με άμεση διαπραγμάτευση ή με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο, θα παραπέμπεται σε διαιτησία, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε των Μερών.
2. Για το σκοπό αυτό, καθένα από τα Μέρη θα ορίζει, για κάθε περίπτωση, ένα διαιτητή και οι διαιτητές θα συμφωνούν για τον ορισμό ενός τρίτου διαιτητή. Εάν ένα από το Μέρη δεν είχε ορίσει το διαιτητή του μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία λήψεως της αίτησης του άλλου Μέρους, ή αν οι διαιτητές που ορίσθηκαν αποτύχουν, μέσα στους δύο αυτούς μήνες, να συμφωνήσουν για το ορισμό του τρίτου διαιτητή, οποιοδήποτε Μέρος μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης να προβεί στους ορισμούς αυτούς.
3. Το Διαιτητικό Δικαστήριο θα καθορίσει τη δική του διαδικασία.
4. Κάθε Μέρος θα αναλάβει τα έξοδα του δικού του διαιτητή και της αντιπροσώπευσής του στις ενέργειες ενώπιον του δικαστηρίου. Τα έξοδα του τρίτου διαιτητή και τα άλλα έξοδα θα αναλαμβάνονται εξ ίσου από τα μέρη της διαφοράς.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο μπορεί, εν τούτοις, να καθορίσει διαφορετική κατανομή των εξόδων, αν το θεωρεί ενδεδειγμένο.
5. Οι αποφάσεις του Διαιτητικού Δικαστηρίου θα δεσμεύουν τα Μέρη της διαφοράς.
Άρθρο 32
1. Το Καταστατικό της Υπηρεσίας, καθώς επίσης και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις που, σύμφωνα με τους όρους που περιγράφονται στην παρούσα Σύμβαση και το προσαρτημένο σ` αυτή Καταστατικό, γίνονται στο αναφερόμενο παραπάνω καταστατικό, θα έχουν ισχύ και εφαρμογή στο έδαφος των Συμβαλλομένων Μερών.
2. Οποιαδήποτε τροποποίηση των Διατάξεων του καταστατικού θα υπόκειται στην έγκριση της Μόνιμης Επιτροπής που θα παρέχεται με την ομόφωνη ψήφο των μελών της.
3. Οι διατάξεις των `Άρθρων 1, 11, 19 και 20 του προσαρτημένου στη Σύμβαση αυτήν Καταστατικού δε θα υπόκεινται, εν τούτοις, σε τροποποίηση από τη Μόνιμη Επιτροπή.
Άρθρο 33
Σε περίπτωση κατάστασης ανάγκης πολέμου, οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν θα επηρεάζουν την ελευθερία δράσης των εμπλεκομένων Συμβαλλομένων Μερών.
Άρθρο 34
Τα συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν να εξασφαλίσουν την εκ μέρους της Υπηρεσίας εφαρμογή εν ισχύι θεσμικών διατάξεων, που έχουν θεσπισθεί για να εξασφαλίσουν τη συνεχή λειτουργία των Δημόσιων Υπηρεσιών.
Άρθρο 35
1. Η ισχύς της παρούσας Σύμβασης, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, παρατείνεται για μια περίοδο είκοσι ετών από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του εν λόγω πρωτοκόλλου.
2. Αυτή η περίοδος θα παρατείνεται αυτόματα για περιόδους πέντε ετών, εκτός αν ένα Συμβαλλόμενο Μέρος, με γραπτή προειδοποίηση προς την Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, τουλάχιστον δύο χρόνια πριν τη λήξη της τρέχουσας περιόδου, εκφράσει την πρόθεσή του να τερματίσει τη Σύμβαση. Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα ενημερώσει τις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών Μερών της Σύμβασης γι` αυτή την προειδοποίηση.
3. Εάν σε εφαρμογή τον παραπάνω ο Οργανισμός διαλυθεί, θα θεωρείται ότι υφίσταται για τους σκοπούς εκκαθάρισής τους.
Άρθρο 36
1. Η προσχώρηση στην παρούσα Σύμβαση, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο, που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, οποιουδήποτε Κράτους που δεν έχει υπογράψει το εν λόγω Πρωτόκολλο θα υπόκειται:
(α) Στη συμφωνία της Μόνιμης Επιτροπής που διατυπώνεται με ομοφωνία και,
(β) Την εκ μέρους του Κράτους ταυτόχρονη κατάθεση ενός Οργάνου προσχώρησης στην Πολυμερή Συμφωνία, που αφορά τα Τέλη Διαδρομής, που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
2. Ο Πρόεδρος της Μόνιμης Επιτροπής θα γνωστοποιεί στο Κράτος, που δεν έχει υπογράψει την απόφαση να αποδεχθεί την προσχώρηση.
3. Το όργανο προσχώρησης θα κατατίθεται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα γνωστοποιεί στις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει στη Σύμβαση.
4. Η προσχώρηση θα έχει ισχύ από την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα μετά την κατάθεση του οργάνου της προσχώρησης.
Αυτή η ενιαία έκδοση των διατάξεων της Σύμβασης έχει συνταχθεί στη γερμανική, αγγλική, γαλλική, ολλανδική και πορτογαλική γλώσσα. Σύμφωνα με την τελική ρήτρα της Διεθνούς Σύμβασης του EUROCONTROL της σχετικής με τη συνεργασία για την ασφάλεια της Αεροναυτιλίας, της 13ης Δεκεμβρίου 1960, καθώς επίσης και σύμφωνα με την τελική ρήτρα του Πρωτοκόλλου της 12ης Φεβρουαρίου του 1981, που τροποποιεί την προαναφερόμενη Σύμβαση, το Γαλλικό κείμενο θα επικρατεί, σε περίπτωση οποιασδήποτε διάστασης μεταξύ των κειμένων.
Πολυμερής Συμφωνία σχετική με τα τέλη διαδρομής
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας
Η Δημοκρατία της Αυστρίας
Το Βασίλειο του Βελγίου
Η Ισπανία
Η Γαλλική Δημοκρατία
Το Ενωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρεταννίας και της Βόρειας Ιρλανδίας
Η Ιρλανδία
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου
Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών
Η Πορτογαλική Δημοκρατία
Η Ελβετική Συνομοσπονδία
που στο εξής θα καλούνται “τα Συμβαλλόμενα Κράτη”
Ο ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
που στο εξής θα καλείται “EUROCONTROL”.
`Έχοντας υπόψη ότι, οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί από τα Ευρωπαϊκά Κράτη με το EUROCONTROL, για την είσπραξη των τελών διαδρομής, πρέπει να αντικατασταθούν, λόγω της τροποποίησης της Διεθνούς Σύμβασης του “EUROCONTROL” της σχετικής με την Συνεργασία για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960.
Αναγνωρίζοντας ότι, η συνεργασία ως προς την καθιέρωση και είσπραξη των τελών διαδρομής έχει αποδειχθεί αποτελεσματική κατά το παρελθόν.
Επιθυμώντας τη συνέχιση και την ενδυνάμωση της υφισταμένης συνεργασίας έχοντας αποφασίσει να θέσουν σε λειτουργία με την οφειλόμενη προσοχή προς τις κατευθυντήριες γραμμές που συνιστά ο Οργανισμός Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας ένα ενιαίο Ευρωπαϊκό Σύστημα Τελών Διαδρομής προσιτό σε όσο το δυνατόν περισσότερα Ευρωπαϊκά Κράτη.
`Έχοντας την πεποίθηση ότι η ομοιομορφία αυτή θα διευκολύνει επίσης την πραγματοποίηση διαβουλεύσεων με τους χρήστες,
έχοντας υπόψη ότι τα Κράτη που μετέχουν στο Σύστημα Τελών Διαδρομής του EUROCONTROL, επιθυμούν να ενισχύουν τις εξουσίες του Οργανισμού σε ό,τι αφορά την ανάκτηση τελών, αναγνωρίζοντας ότι, ένα τέτοιο Σύστημα απαιτεί μια καινούργια νομική βάση.
Συμφώνησαν τα παρακάτω:
Άρθρο 1
1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη συμφωνούν να υιοθετήσουν μια κοινή πολιτική σχετικά με ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας επί διαδρομής που στο εξής θα καλούνται “Τέλη Διαδρομής” μέσα στον εναέριο χώρο της περιοχής Πληροφοριών Πτήσης που εμπίπτει στην αρμοδιότητά τους.
2. Συμφωνούν, ως εκ τούτου, να δημιουργήσουν ένα ενιαίο σύστημα, για την καθιέρωση και είσπραξη των τελών διαδρομής και να χρησιμοποιήσουν γι` αυτό το σκοπό τις υπηρεσίες του EUROCONTROL.
3. Για τον σκοπό αυτό, η Μόνιμη Επιτροπή και η Επιτροπή Διοίκησης του EUROCONTROL θα διευρυνθούν, ώστε να περιλάβουν αντιπροσώπους των Συμβαλλομένων Κρατών τα οποία δεν είναι μέλη του EUROCONTROL, και στο εξής θα καλούνται “Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή” και “Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης”.
4. Οι περιοχές Πληροφοριών Πτήσης, που μνημονεύονται στην παραπάνω παράγραφο 1, είναι καταχωρημένες στο Παράρτημα 1 αυτής της Συμφωνίας.
Κάθε τροποποίηση που ένα Συμβαλλόμενο Κράτος επιθυμεί να κάνει στον κατάλογο των Περιοχών Πληροφοριών Πτήσης θα υπόκεινται στην ομόφωνη συμφωνία της Διευρυμένης Μόνιμης Επιτροπής, εάν πρόκειται να καταλήξει σε αλλαγή των συνολικών ορίων του εναερίου χώρου που καλύπτεται από αυτή τη Συμφωνία. Κάθε τροποποίηση, που δεν καταλήγει σε τέτοια αλλαγή θα γνωστοποιείται στο EUROCONTROL από το ενδιαφερόμενο Συμβαλλόμενο Κράτος.
Άρθρο 2
Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα έχει μία ψήφο στη Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6.1 (β).
Άρθρο 3
1. Η Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή θα αναλάβει την καθιέρωση του ενιαίου Συστήματος τελών Διαδρομής κατά τέτοιο τρόπο ώστε:
α) Αυτά τα τέλη να καθιερώνονται σύμφωνα με ένα κοινό τύπο ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη το κόστος που υφίστανται τα Συμβαλλόμενα Κράτη σχετικά με ευκολίες και εξυπηρετήσεις αεροναυτιλίας επί διαδρομής και τη λειτουργία του Συστήματος, καθώς επίσης και το κόστος που υφίσταται ο EUROCONTROL θέτοντας σε λειτουργία αυτό το Σύστημα.
β) Αυτά τα τέλη να συλλέγονται από τον EUROCONTROL, σαν μεμονωμένο τέλος για κάθε πτήση.
2. Η Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή για τους παραπάνω σκοπούς:
α) Θα καθιερώνει τις αρχές που διέπουν την εκτίμηση του κόστους που αναφέρεται στην παραπάνω παράγραφο 1 (α).
β) Θα καθιερώνει τον τύπο που θα εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των τελών διαδρομής.
γ) Θα εγκρίνει, για κάθε περίοδο χρέωσης, την τιμή με την οποία το κόστος που αναφέρεται στην παραπάνω παράγραφο 1 (α) θα πρέπει να ανακτηθεί.
δ) Θα καθορίζει την μονάδα υπολογισμού στην οποία θα εκφράζονται τέλη διαδρομής.
ε) Θα καθορίζει τους όρους εφαρμογής του Συστήματος συμπεριλαμβανομένων των όρων πληρωμής καθώς επίσης και των τιμών μονάδας και τιμολογίων και την περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν.
στ) Θα καθορίζει τις αρχές που διέπουν τις εξαιρέσεις από τα τέλη διαδρομής.
ζ) Θα εγκρίνει εκθέσεις της Διευρυμένης Επιτροπής Διοίκησης.
η) Θα υιοθετεί τους οικονομικούς κανονισμούς που θα εφαρμόζονται στο Σύστημα Τελών Διαδρομής.
θ) Θα εγκρίνει συμφωνίες, μεταξύ του EUROCONTROL και οποιουδήποτε Κράτους που επιθυμεί να επωφεληθεί από τους πόρους ή την τεχνική βοήθεια του EUROCONTROL σε σχέση με τέλη αεροναυτιλίας, που δεν καλύπτονται από αυτή τη Συμφωνία.
ι) Θα εγκρίνει το Παράρτημα Προϋπολογισμού που προτείνεται από την Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης σύμφωνα με το Άρθρο 5.1 (γ).
3. Η Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή θα καθιερώνει τον εσωτερικό της κανονισμό με ομόφωνη ψήφο όλων των Συμβαλλομένων Κρατών.
Άρθρο 4
Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα έχει μια ψήφο στην Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης υπό την επιφύλαξη διατάξεων του άρθρου 6.2 (β).
Άρθρο 5
1. Η Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης θα αναλαμβάνει:
α) Την προετοιμασία των αποφάσεων της Διευρυμένης Μόνιμης Επιτροπής
β) Την επίβλεψη της λειτουργίας του Συστήματος Τελών Διαδρομής, συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης των μέσων που χρησιμοποιούνται από τον EUROCONTROL γι` αυτό το σκοπό, και την ανάληψη όλων των αναγκαίων μέτρων, ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάκτηση των τελών διαδρομής, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Διευρυμένης Μόνιμης Επιτροπής.
γ) Την υποβολή εκθέσεων στην Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή σχετικά με τους πόρους που απαιτούνται για τη λειτουργία του Συστήματος των Τελών Διαδρομής και την υποβολή σ` αυτήν του Παραρτήματος Προϋπολογισμού που αφορά τις δραστηριότητες του EUROCONTROL σχετικά με τα τέλη διαδρομής.
δ) Την εκτέλεση οποιωνδήποτε άλλων καθηκόντων που ανατίθεται σ` αυτήν από την Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή.
2. Η Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης θα καθιερώνει τον εσωτερικό της κανονισμό υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του Άρθρου 6.2 (α).
Άρθρο 6
1. Οι αποφάσεις της Διευρυμένης Μόνιμης Επιτροπής θα λαμβάνονται ως εξής:
α) Αποφάσεις για θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (α) μέχρι (στ) και (η) θα απαιτούν την ομόφωνη ψήφο όλων των Συμβαλλόμενων Κρατών, και θα είναι δεσμευτικές για όλα τα Συμβαλλόμενα Κράτη.
Ελλείψει ομόφωνης απόφασης η Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή θα λαμβάνει απόφαση με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων. Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος που δεν μπορεί για απαράβλεπτους εθνικούς λόγους να εφαρμόσει την απόφαση αυτή θα υποβάλει στην Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή μια επεξηγηματική έκθεση των λόγων γι` αυτό.
β) Αποφάσεις που αφορούν θέματα που αναφέρονται στο Άρθρο 3.2 (θ) και (ι) θα απαιτούν πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων υπό τον όρον ότι οι ψήφοι αντιπροσωπεύουν την βαρύνουσα πλειοψηφία των Κρατών μελών του EUROCONTROL, σύμφωνα με τις διατάξεις που έχουν αναπαραχθεί στο Παράρτημα 2 αυτής της Συμφωνίας.
Κάθε χρόνο ο EUROCONTROL θα γνωστοποιεί στα Συμβαλλόμενα Κράτη που δεν είναι Κράτη-Μέλη του EUROCONTROL τον αριθμό των ψήφων τους οποίους τα Κράτη-Μέλη δικαιούνται από τις εν λόγω διατάξεις.
γ) Αποφάσεις για θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 3.2. (ζ) θα απαιτούν πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων. Το ίδιο εφαρμόζεται σε ενέργειες που αναλαμβάνονται εξ ονόματος του EUROCONTROL από την Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, όπως αναφέρεται στον άρθρο 25.
2. α) Ο εσωτερικός κανονισμός της Διευρυμένης Επιτροπής Διοίκησης συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων που σχετίζονται με την λήψη αποφάσεων θα απαιτούν έγκριση από τη Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή με ομόφωνη ψήφο όλων των Συμβαλλομένων Κρατών.
β) Εν τούτοις, σε θέματα που αναφέρονται στο Άρθρο 5.1 (γ), οι αποφάσεις της Διευρυμένης Επιτροπής Διοίκησης θα υιοθετούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (β) αυτού του άρθρου.
Άρθρο 7
Ο EUROCONTROL θα προσδιορίζει, σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται, τα οφειλόμενα τέλη διαδρομής για κάθε πτήση στον εναέριο χώρο που ορίζεται στο Άρθρο 1.
Άρθρο 8
Ο EUROCONTROL θα εισπράττει τα τέλη διαδρομής που αναφέρονται στο άρθρο 7. Για τον σκοπό αυτόν θα επιβάλει μία μεμονωμένη χρέωση οφειλόμενη για κάθε πτήση, η οποία θα συνιστά μεμονωμένη απαίτηση εκ μέρους του EUROCONTROL, πληρωτέα στα κεντρικά του γραφεία.
Άρθρο 9
Το πρόσωπο που ευθύνεται για την πληρωμή του τέλους, θα είναι το πρόσωπο που ήταν ο εκμεταλλευόμενος του αεροσκάφους κατά τον χρόνο που πραγματοποιήθηκε η πτήση.
Άρθρο 10
Αν η ταυτότητα του εκμεταλλευομένου δεν είναι γνωστή ο ιδιοκτήτης του α/φους θα θεωρείται ως εκμεταλλευόμενος, εκτός εάν αποδείξει ποιο πρόσωπο ήταν ο εκμεταλλευόμενος.
Άρθρο 11
`Όπου ο οφειλέτης δεν έχει πληρώσει το οφειλόμενο ποσό, είναι δυνατόν να ληφθούν μέτρα για να επιβάλλουν την καταβολή.
Άρθρο 12
1. Διαδικασίες για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού θα καθορίζονται είτε από τον EUROCONTROL είτε από το Συμβαλλόμενο Κράτος μετά από αίτημα του EUROCONTROL.
2. Η καταβολή θα πραγματοποιείται είτε με δικαστική ή με διοικητική διαδικασία.
3. Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος θα γνωστοποιεί στον EUROCONTROL τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στο Κράτος αυτό, και για τα αρμόδια δικαστήρια Δικαστικές ή Διοικητικές Αρχές.
Άρθρο 13
Οι διαδικασίες για την καταβολή θα καθορίζονται στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Κράτους.
α) `Όπου ο οφειλέτης έχει την κατοικία του ή το γραφείο που έχει δηλώσει.
β) `Όπου ο οφειλέτης έχει τον τόπο των επιχειρήσεών του, εάν ούτε η κατοικία του ούτε το γραφείο του έχει δηλώσει βρίσκονται στο έδαφος του Συμβαλλόμενου Κράτους.
γ) Εν απουσία των λόγων δικαιοδοσίας που εκτίθενται στις περιπτώσεις (α) και (β) παραπάνω, όπου ο οφειλέτης έχει περιουσιακά στοιχεία.
δ) Εν απουσία των λόγων δικαιοδοσίας που εκτίθενται στις περιπτώσεις (α) μέχρι και (γ) παραπάνω, όπου ο EUROCONTROL έχει τα κεντρικά του γραφεία.
Άρθρο 14
Ο EUROCONTROL θα έχει την ικανότητα να αναλαμβάνει ενέργειες ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων, Δικαστικών και Διοικητικών Αρχών των Κρατών που δεν είναι μέρη αυτής της Συμφωνίας.
Άρθρο 15
Οι παρακάτω αποφάσεις που λαμβάνονται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος θα αναγνωρίζονται και θα επιβάλλονται στα άλλα Συμβαλλόμενα Κράτη:
α) Τελικές αποφάσεις δικαστηρίων ή άλλων Δικαστικών Αρχών.
β) Αποφάσεις Διοικητικής Αρχής που έχουν τεθεί υπό επανεξέταση από δικαστήριο ή άλλη Δικαστική Αρχή, αλλά δεν τελούν πλέον υπό επανεξέταση είτε γιατί το δικαστήριο ή η Δικαστική Αρχή έχουν απορρίψει την προσφυγή με τελική απόφαση, ή γιατί η προσφυγή έχει αποσυρθεί, ή γιατί ο χρόνος υποβολής της προσφυγής έχει εκπνεύσει.
Άρθρο 16
Αποφάσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 15 δεν θα αναγνωρίζονται ούτε θα επιβάλλονται στις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Αν το δικαστήριο, ή η Δικαστική ή Διοικητική Αρχή του Κράτους προέλευσης δεν είναι αρμόδια, σύμφωνα με το άρθρο 13.
β) Αν η απόφαση είναι καταφανώς ασυμβίβαστη με τη δημόσια τάξη του Κράτους στο οποίο απευθύνεται.
γ) Αν ο οφειλέτης δεν έλαβε κοινοποίηση της απόφασης της Διοικητικής Αρχής ή της προσαγωγής σε δίκη σε ικανοποιητικό χρόνο, ώστε να δύναται να υπερασπίσει την υπόθεση ή να προσφύγει σε δικαστήριο ή άλλη Δικαστική Αρχή.
δ) Αν διαδικασίες που σχετίζονται με τα ίδια τέλη διαδρομής έχουν προηγουμένως καθοριστεί και εκκρεμούν ακόμη ενώπιον δικαστηρίου, ή Δικαστικής ή Διοικητικής Αρχής του Κράτους στο οποίο απευθύνονται.
ε) Αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που σχετίζεται με τα ίδια τέλη διαδρομής που έχουν αποδοθεί στο Κράτος που απευθύνονται.
στ) Αν το δικαστήριο, ή η Διοικητική ή άλλη Αρχή του Κράτους προέλευσης, για να οδηγηθεί στην απόφασή της έχει αποφασίσει μια προκαταρκτική έρευνα που αφορά στο καθεστώς ή στη μόνιμη ικανότητα των φυσικών προσώπων, σε περιουσιακά δικαιώματα που προκύπτουν από συζυγική σχέση, διαθήκες ή κληρονομιές κατά τρόπο που συγκρούεται με κανόνα του ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου του Κράτους, στο οποίο επιδιώκεται η αναγνώριση, εκτός αν το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί με την εφαρμογή των κανόνων του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου αυτού του Κράτους.
Άρθρο 17
Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 15, εάν είναι εκτελεστές στο Κράτος προέλευσης, θα επιβάλλονται σύμφωνα με τους νόμους του Κράτους στο οποίο απευθύνονται.
Εάν είναι απαραίτητο, μια διαταγή εκτέλεσης θα εκδίδεται κατόπιν αιτήσεως, από το δικαστήριο, τις Δικαστικές ή Διοικητικές Αρχές του Κράτους στο οποίο απευθύνονται.
Άρθρο 18
1. Η αίτηση θα συνοδεύεται από:
α) επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης,
β) σε περίπτωση απόφασης Δικαστηρίου ή Δικαστικής Αρχής που έχει εκδοθεί ερήμην, το πρωτότυπο, ή το επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου που αποδεικνύει ότι η κοινοποίηση της προσαγωγής σε δίκη έχει γίνει στον οφειλέτη προσηκόντως,
γ) σε περίπτωση Διοικητικής απόφασης, έγγραφο το οποίο αποδεικνύει ότι οι προϋποθέσεις του Άρθρου 15 πληρούνται,
δ) έγγραφο το οποίο αποδεικνύει ότι η απόφαση είναι εκτελεστή στο Κράτος προέλευσης και ότι ο οφειλέτης έχει λάβει κοινοποίηση της απόφασης εμπρόθεσμα.
2. Μια προσηκόντως επικυρωμένη μετάφραση των εγγράφων θα προσκομίζεται, εάν αυτό απαιτείται από το δικαστήριο, ή τις Δικαστικές ή τις Διοικητικές Αρχές του Κράτους στο οποίο απευθύνεται, Νομιμοποίηση ή παρόμοια διαδικασία δε θα απαιτείται.
Άρθρο 19
1. Η αίτηση μπορεί να απορριφθεί μόνον για έναν από τους λόγους που εκτίθενται στο Άρθρο 16. Σε ουδεμία περίπτωση η απόφαση μπορεί να αναθεωρηθεί ως προς την ουσία της από το Κράτος στο οποίο απευθύνεται.
2. Η διαδικασία αναγνώρισης και εκτέλεσης της απόφασης θα διέπεται από τους νόμους του Κράτους στο οποίο απευθύνεται, στο μέτρο που αυτή η Συμφωνία δεν ορίζει διαφορετικά.
Άρθρο 20
Το ποσόν που έχει εισπραχθεί από το EUROCONTROL θα πληρώνεται στα Συμβαλλόμενα Κράτη, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Διευρυμένης Επιτροπής Διοίκησης.
Άρθρο 21
`Όπου η απαίτηση ικανοποιείται από ένα Συμβαλλόμενο Κράτος, το ποσόν που έχει εισπραχθεί θα πληρώνεται χωρίς καθυστέρηση στον EUROCONTROL, ο οποίος θα ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 20. Τα δικαστικά έξοδα που έχει υποστεί το Κράτος αυτό θα χρεώνονται στον EUROCONTROL.
Άρθρο 22
Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Κρατών θα συνεργάζονται με τον EUROCONTROL, για την καθιέρωση και είσπραξη των Τελών Διαδρομής.
Άρθρο 23
Αν η Διευρυμένη Επιτροπή Διοίκησης αποφασίσει ομόφωνα να παραιτηθεί από το ποσό της χρέωσης, τα ενδιαφερόμενα Συμβαλλόμενα Κράτη μπορούν να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια θεωρούν κατάλληλη. Σ` αυτή την περίπτωση, οι διατάξεις αυτής της Συμφωνίας, που σχετίζονται με την καταβολή και την αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων, θα πάψουν να ισχύουν.
Άρθρο 24
Σε περίπτωση κατάστασης ανάγκης ή πολέμου, οι διατάξεις αυτής της Συμφωνίας δε θα επηρεάσουν την ελευθερία δράσης των Συμβαλλομένων Κρατών που εμπλέκονται.
Άρθρο 25
1. Κάθε διαφορά, η οποία μπορεί να προκύψει είτε μεταξύ των Συμβαλλομένων Κρατών, ή μεταξύ των Συμβαλλομένων Κρατών και του EUROCONTROL, ο οποίος αντιπροσωπεύεται από τη Διευρυμένη Μόνιμη Επιτροπή σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή αυτής της Συμφωνίας ή των παραρτημάτων της, και η οποία δεν κατέστη δυνατόν να τακτοποιηθεί με απευθείας διαπραγμάτευση ή με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο, θα παραπέμπεται στη διαιτησία μετά από αίτηση οιουδήποτε των μερών.
2. Γι` αυτό το σκοπό, κάθε μέρος θα διορίζει σε κάθε περίπτωση έναν διαιτητή και οι διαιτητές θα συμφωνούν στο διορισμό ενός τρίτου διαιτητή.
3. Το διαιτητικό δικαστήριο, θα καθορίζει δική του διαδικασία.
4. Κάθε μέρος, θα αναλαμβάνει τα έξοδα ως προς το δικό του διαιτητή, και την παράστασή του στις διαδικασίες ενώπιον του δικαστηρίου, τα έξοδα ως προς τον τρίτο διαιτητή και οποιαδήποτε άλλα, θα αναλαμβάνονται εξίσου από τα μέρη της διαφοράς. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί, παρ` όλα αυτά, να καθορίσει διαφορετική συμμετοχή στα έξοδα, αν τη θεωρεί κατάλληλη.
5. Οι αποφάσεις του διαιτητικού δικαστηρίου θα είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαφοράς.
Άρθρο 26
Αυτή η Συμφωνία θα αντικαταστήσει την Πολυμερή Συμφωνία τη σχετική με την Είσπραξη των Τελών Διαδρομής της 8ης Σεπτεμβρίου 1970.
Αυτή η διάταξη τελεί υπό την επιφύλαξη οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας μεταξύ του EUROCONTROL και ενός Κράτους που δεν είναι μέλος του EUROCONTROL, σχετικά με την είσπραξη των τελών διαδρομής που αφορούν την περιοχή Πληροφοριών Πτήσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 αυτής της Συμφωνίας, η οποία θα παραμείνει σε ισχύ μέχρις ότου αυτό το κράτος γίνει μέρος αυτής της Συμφωνίας.
Άρθρο 27
1. Αυτή η συμφωνία Θα είναι ανοικτή για υπογραφή, πριν από την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ, από οποιοδήποτε Κράτος το οποίο, κατά το χρόνο υπογραφής συμμετέχει στο Σύστημα Είσπραξης των Τελών Διαδρομής του EUROCONTROL ή του έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα υπογραφής με ομόφωνη απόφαση της Μόνιμης Επιτροπής.
2. Αυτή η Συμφωνία θα υπόκειται σε επικύρωση. Τα όργανα της επικύρωσης θα κατατίθενται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου. Επικύρωση του Πρωτοκόλλου που ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες στις 12 Φεβρουαρίου 1981, που τροποποιεί τη Διεθνή Σύμβαση του EUROCONTROL τη σχετική με τη Συνεργασία για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960 και που από εδώ και στο εξής θα καλείται “το πρωτόκολλο”, θα αποτελεί επίσης επικύρωση αυτής της Συμφωνίας.
3. Αυτή η Συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ, την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ το πρωτόκολλο, στην περίπτωση του EUROCONTROL των Κρατών Μελών του EUROCONTROL και των Κρατών που έχουν καταθέσει τα όργανα της επικύρωσης πριν από αυτή την ημερομηνία.
4. `Όπου κάποιο Κράτος καταθέτει το όργανο της επικύρωσης μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της Συμφωνίας, η Συμφωνία αυτή θα τίθεται σε ισχύ ως προς αυτό το Κράτος, την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία κατά την οποία το όργανο της επικύρωσης έχει κατατεθεί.
5. Ο EUROCONTROL θα καθίσταται μέρος αυτής της Συμφωνίας με την υπογραφή του.
6. Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα γνωστοποιεί στις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών, που έχουν υπογράψει αυτή τη Συμφωνία, κάθε υπογραφή αυτής της Συμφωνίας, την κατάθεση κάθε οργάνου επικύρωσης, και την ημερομηνία θέσης σε ισχύ αυτής της Συμφωνίας.
Άρθρο 28
1. Κάθε Κράτος μπορεί να προσχωρήσει σ` αυτή τη Συμφωνία.
Με την εξαίρεση των Ευρωπαϊκών Χωρών που προσχωρούν στην τροποποιημένη Σύμβαση, που αναφέρεται στο Άρθρο 27.2, Κράτη μπορούν να προσχωρήσουν σ` αυτή τη Συμφωνία μόνο με την έγκριση της Διευρυμένης Μόνιμης Επιτροπής που θα πραγματοποιείται με Ομόφωνη ψήφο.
2. Το όργανο της προσχώρησης θα κατατίθεται στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα το γνωστοποιεί στις Κυβερνήσεις των άλλων Συμβαλλομένων Κρατών.
3. Η προσχώρηση θα τίθεται σε ισχύ την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί την κατάθεση του οργάνου της επικύρωσης.
Άρθρο 29
1. Κράτη-Μέρη της τροποποιημένης Σύμβασης δεσμεύονται με αυτή τη Συμφωνία για όσο χρονικό διάστημα η εν λόγω τροποποιημένη Σύμβαση παραμένει σε ισχύ.
2. Κράτη που δεν αποτελούν μέρη της τροποποιημένης Σύμβασης θα δεσμεύονται από αυτή τη Συμφωνία για μια περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία η Συμφωνία τίθεται σε ισχύ ως προς το ενδιαφερόμενο Κράτος ή μέχρι την εκπνοή της σύμβασης, οποιαδήποτε είναι ενωρίτερα. Αυτή η περίοδος των πέντε χρόνων θα παρατείνεται αυτόματα για περαιτέρω περιόδους πέντε χρόνων, με εξαίρεση όπου το ενδιαφερόμενο Κράτος γνωστοποιεί στην Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου γραπτώς, όχι ενωρίτερα από δύο χρόνια πριν την εκπνοή της τρέχουσας περιόδου, την πρόθεσή του να αποσυρθεί από τη Συμφωνία. Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα γνωστοποιεί στις Κυβερνήσεις των άλλων Συμβαλλομένων Κρατών, γραπτώς μια τέτοια ανακοίνωση.
Άρθρο 30
Η Κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου θα μεριμνήσει για την κατάθεση αυτής της Συμφωνίας στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και στο Συμβούλιο του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, σύμφωνα με το Άρθρο 83 της Σύμβασης για τη Διεθνή Πολιτική Αεροπορία, που έχει υπογραφεί στο Σικάγο στις 7 Δεκεμβρίου 1944.
Προς βεβαίωση των παραπάνω, οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι, μετά από παρουσίαση της πλήρους εξουσιοδότησής τους, που διαπιστώθηκε ότι είναι σε καλή και προσήκουσα μορφή, υπέγραψαν αυτή τη Συμφωνία.
`Έγινε στις Βρυξέλλες, την 12η μέρα του Φεβρουαρίου του 1981, στη γερμανική, αγγλική, ισπανική, γαλλική, ολλανδική και πορτογαλλική γλώσσα, σε έξι κείμενα εξίσου αυθεντικά, σε ένα μοναδικό πρωτότυπο, το οποίο θα κατατεθεί στα Αρχεία της Κυβέρνησης του Βασιλείου του Βελγίου, η οποία θα διαβιβάσει επικυρωμένα αντίγραφα στις Κυβερνήσεις των άλλων Κρατών που έχουν υπογράψει.
Σε περίπτωση οποιασδήποτε αντίφασης, το κείμενο στην Γαλλική γλώσσα θα υπερισχύει.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1
Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης
Συμβαλλόμενα Μέρη Περιοχές Πληροφοριών Πτήσης Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Αννόβερου
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ρήνου
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέμης Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ντυσσελντόρφ
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Φρανκφούρτης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μονάχου
Η Δημοκρατία της Αυστρίας Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βιέννης
Το Βασίλειο του Βελγίου Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών
Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρυξελλών
Η Ισπανία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μαδρίτης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μαδρίτης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βαρκελώνης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βαρκελώνης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Καναρίων Νήσων
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Καναρίων Νήσων
Η Γαλλική Δημοκρατία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Γαλλίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Παρισίων
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Βρέστης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μπορντώ
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Μασσαλίας
Το Ενωμένο Βασίλειο της Μεγ. Βρεταννίας και Β. Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Ιρλανδίας Πτήσης Σκωτίας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σκωτίας
Ανώτερη Περιοχή Πτήσης Λονδίνου
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λονδίνου
Η Ιρλανδία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάννον
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάννον
Το Βασίλειο των Κάτω Χωρών Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης `Αμστερνταμ
Η Πορτογαλική Δημοκρατία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβώνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Λισσαβώνας
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Σάντα Μαρία
Η Ελβετική Συνομοσπονδία Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Γενεύης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Γενεύης
Ανώτερη Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ζυρίχης
Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης Ζυρίχης
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2
Αποσπάσματα από την Διεθνή Σύμβαση του EUROCONTROL τη σχετική με την Συνεργασία και την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας της 13ης Δεκεμβρίου 1960 όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο το οποίο ανοίχτηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981.
Άρθρο 7.3 της σύμβασης
“3. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, οδηγίες και μέτρα στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο Άρθρο 6.1 (β) και 6.4. θα απαιτούν την πλειοψηφία των ψήφων στην Μόνιμη Επιτροπή εξυπακουομένου ότι: – Οι ψήφοι αυτοί θα υπόκεινται στην βαρύτητα που προβλέπει το άρθρο 8 παρακάτω. – Οι ψήφοι αυτοί θα αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των συμβαλλομένων Μερών που ψηφίζουν”.
Άρθρο 8 της Σύμβασης
“Άρθρο 8.
1. Η βαρύτητα που αναφέρεται στο άρθρο 7 θα καθορίζεται σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα:
Ετήσια συνεισφορά ενός Συμβαλλόμενου Μέρους, σαν ποσοστό επί τοις % του συνόλου των ετήσιων συνεισφορών όλων των Συμβαλλομένων Κρατών
Αριθμός ψήφων
Μικρότερη του 1 τοις εκατό …………………………….. 1
από 1 έως μικρότερη του 2τοις εκατό…………. 2
από 2 ” ” ” 3 ” ” …………. 3
” 3 ” ” ” 4 1/2 ” ” …………. 4
” 4 1/2 ” ” ” 6 ” ” …………. 5
” 6 ” ” ” 7 1/2 ” ” …………. 6
” 7 1/2 ” ” ” 9 ” ” …………. 7
” 9 ” ” ” 11 ” ” …………. 8
” 11 ” ” ” 13 ” ” …………. 9
” 13 ” ” ” 15 ” ” …………. 10
” 15 ” ” ” 18 ” ” …………. 11
” 18 ” ” ” 21 ” ” …………. 12
” 21 ” ” ” 24 ” ” …………. 13
” 24 ” ” ” 27 ” ” …………. 14
” 27 ” ” ” 30 ” ” …………. 15
30% ……………………………………………….. 16
2. Οι αριθμοί των ψήφων θα καθορισθούν αρχικά, θα ισχύουν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του Πρωτοκόλλου που ανοίχθηκε για υπογραφή στις Βρυξέλλες το 1981, με αναφορά στον παραπάνω πίνακα και σύμφωνα με τον κανόνα του Άρθρου 19 του Καταστατικού της Υπηρεσίας για τον καθορισμό των ετήσιων συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών στον Προϋπολογισμό του Οργανισμού.
3. Σε περίπτωση προσχώρησης ενός Κράτους, οι αριθμοί των ψήφων των Συμβαλλομένων Μερών θα επανακαθορίζονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
4. Οι αριθμοί των ψήφων θα επανακαθορίζονται κάθε χρόνο σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Άρθρο 19 του Παραρτήματος 1 της Σύμβασης (Καταστατικό της Υπηρεσίας)
Άρθρο 19
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 παρακάτω, οι ετήσιες συνεισφορές κάθε Συμβαλλόμενου Μέρους στον προϋπολογισμό θα καθορίζονται για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με την ακόλουθη φόρμουλα:
(α) `Ένα αρχικό 30 % της συνεισφοράς θα υπολογίζεται σε αναλογία με την αξία του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 παρακάτω.
(β) `Ένα επιπλέον 70 % της συνεισφοράς θα υπολογίζεται σε αναλογία με την αξία του κόστους βάσης των ευκολιών διαδρομής του Συμβαλλόμενου Μέρους, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 παρακάτω.
2. Κανένα Συμβαλλόμενο Μέρος δεν απαιτείται να πληρώνει, σε ένα δεδομένο οικονομικό έτος, μια συνεισφορά περισσότερο από το 30% του συνολικού ποσού των συνεισφορών των Συμβαλλομένων Μερών.
Αν η συνεισφορά ενός οποιουδήποτε Συμβαλλόμενου Μέρους, υπολογιζόμενη σύμφωνα με την παραπάνω παράγραφο 1, υπερβαίνει το 30%, το πλεόνασμα θα διανέμεται μεταξύ των άλλων Συμβαλλόμενων Μερών σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν καθορισθεί στην προαναφερθείσα παράγραφο.
3. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν που Θα χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς θα λαμβάνεται από τις στατιστικές που συντάσσονται από τον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη -ή ελλείψει αυτών από ένα οποιοδήποτε άλλο σώμα που παρέχει ισοδύναμες εγγυήσεις και έχει ορισθεί μετά από απόφαση της Μόνιμης Επιτροπής, υπολογίζοντας το αριθμητικό μέσο των τελευταίων τριών ετών, για τα οποία οι στατιστικές αυτές είναι διαθέσιμες. Η αξία του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος θα είναι εκείνη η οποία υπολογίζεται επί τη βάσει των συντελεστών κόστους και των τρεχουσών τιμών εκφραζομένων σε Ευρωπαϊκές Νομισματικές Μονάδες.
4. Το κόστος βάσης των ευκολιών διαδρομής που χρησιμοποιείται για τους υπολογισμούς θα είναι το κόστος βάσης όπως καθορίζεται ως προς το προτελευταίο έτος που προηγείται του αναφερομένου οικονομικού έτους.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, και της Σύμβασης και Συμφωνίας που κυρώνονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 36 παρ. 4 της Σύμβασης EUROCONTROL.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 31 Μαΐου 1988
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ