Νόμος 1746 ΦΕΚ Α΄2/8.1.1988
Ρύθμιση του θεσμού των επιμελητηρίων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Ορισμός – Σκοπός – Μέλη.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Τα επιμελητήρια είναι υποχρεωτικές ενώσεις φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν εμπορική δραστηριότητα σε ορισμένη περιφέρεια, αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τελούν υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορίου. Είναι συμβουλευτικά και γνωμοδοτικά όργανα της πολιτείας και των μελών τους και έχουν σκοπό την προώθηση της αναπτυξιακής δραστηριότητας στην περιφέρειά τους καθώς και την ανάπτυξη της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών στα πλαίσια των συμφερόντων της εθνικής οικονομίας.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 18 σε κάθε νομό της Χώρας λειτουργίας ένα επιμελητήριο με έδρα την πρωτεύουσά του.
3. Υστερα από εισηγήσεις του επιμελητηρίου και της Τοπικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Τ.Ε.Δ.Κ.Ε) και με απόφαση της κατά περίπτωση εποπτεύουσας αρχής μπορούν να ιδρύονται παραρτήματα του επιμελητηρίου σε άλλες πόλεις του νομού.
4. Μέλη του επιμελητηρίου είναι υποχρεωτικά:
α) Τα φυσικά πρόσωπα που έχουν την εμπορική κατοικία τους στην περιφέρεια του επιμελητηρίου.
β) Τα νομικά πρόσωπα και οι συνεταιρισμοί, εφ` όσον έχουν εμπορική ιδιότητα και την έδρα τους στην περιφέρεια του επιμελητηρίου.
γ) Τα υποκαταστήματα ημεδαπών επιχειρήσεων και τα υποκαταστήματα ή πρακτορεία αλλοδαπών επιχειρήσεων, εφ` όσον είναι εγκατεστημένη στην περιφέρεια του επιμελητηρίου.
Άρθρο 2
Αρμοδιότητες.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
Τα επιμελητήρια ασκούν ιδίως τις εξής δραστηριότητες:
α) Γνωμοδοτούν ύστερα από πρόσκληση των αρχών ή αυτεπαγγέλτως για νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν το εμπόριο και τη μεταποίηση ή που έχουν σχέση με την οικονομική ανάπτυξη.
β) Μελετούν κάθε θέμα που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων και εκφράζουν τις απόψεις τους για τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την αποδοτικότερη και επωφελέστερη ανάπτυξη του εμπορίου και της μεταποιήσης.
γ) Ερευνούν, μελετούν, συλλέγουν και παρέχουν στην πολιτεία και στα μέλη τους πληροφορίες για τις αγορές του εσωτερικού και εξωτερικού, παρακολουθούν τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και συνάπτουν σχέσεις με τα επιμελητήρια ξένων κρατών, πραγματοποιούνκαι υποδέχονται εμπορικές αποστολές, προβάλλουν τα ελληνικά προϊόντα, ιδίως με ειδικές εκδόσεις, με την οργάνωση εκθέσεων. Ακόμη συμμετέχουν σε εκθέσεις και εμπορικά κέντρα του εσωτερικού και εξωτερικού, μετά από έγκριση του
Υπουργού Εμπορίου και αποστέλλουν υπαλλήλους ή μέλη ή τρίτους ύστερα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και έγκριση του Υπουργού Εμπορίου.
δ) Εισηγούνται την ανάπτυξη νέων επενδύσεων και υποβοηθούν τους υποψηφίους επενδυτές, ανεξάρτητα αν είναι μέλη τους ή όχι, στην ίδρυση και ανάπτυξη επιχειρήσεων, κοινοπραξιών, συνεταιρισμών και γενικά στην αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας.
Επίσης, μπορούν να συντάσσουν τεχνοοικονομικές μελέτες για λογαριασμό τρίτων.
ε) Μεριμνούν για την ανάπτυξη του εξαγωγικού εμπορίου, του τουρισμού, των μεταφορών, των αγροτικών επιχερήσεων, των παραδοσιακών ειδών της χειροτεχνίας καθώς και άλλων τομέων της οικονομίας. Μπορούν, επίσης, να χορηγούν βραβεία για διακεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες της περιφέρειάς τους.
στ) Μελετούν την ανάπτυξη της τυποποίησης.
ζ) Χορηγούν πιστοποιητικά καταγωγής προϊόντων.
η) Καταγράφουν σε ειδικό βιβλίο τις επιτόπιες εμπορικές συνήθειες και τα εμπορικά έθιμα.
θ) Πληροφορούν τα μέλη τους σχετικά με την ισχύουσα νομοθεσία σε θέματα αρμοδιότητάς τους.
ι) Μπορούν να αναλαμβάνουν με έγκριση του Υπουργού Εμπορίου την ίδρυση, διοίκηση ή συμμετοχή στη διοίκηση βιομηχανικών και ελευθέρων ζωνών, εμπορικών κέντρων, μόνιμων εκθέσεων, σταθμών, λιμένων εκθετηρίων, αιθουσών δημοπρασιών, πρατηρίων γενικών αποθηκών, χημικών εργαστηρίων και σφραγιστηρίων πολύτιμων μετάλλων. Επίσης, μπορούν να συμμετέχουν σε εταιρίες της ημεδαπής με αποκλειστικό σκοπό την ανάπτυξη της πληροφορικής στα επιμελητήρια ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου.
ια) Συμμετέχουν με πρόκληση της πολιτείας στα όργανα σχεδιασμού έργων υποδομής, καθώς και σε άλλα θεσμοθετημένα όργανα δημοκρατικού προγμαμματισμού.
ιβ) Τηρούν το Εμπορικό Μητρώο της περιφέρειας και χορηγούν σχετικές βεβαιώσεις ή ταυτότητες. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εμπορίου, καθορίζονται τα θέματα που αφορούν τον τρόπο και την εποπτεία τήρησης του μητρώου, το περιεχόμενό τους, τις συνέπειες της καταχώρησης, τα όργανα και τη διαδικασία επίλυσης των αναφυόμενων διαφορών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
ιγ) Διενεργούν πραγματογνωμοσύνες, δειγματοληψίες και επιλύουν με διατησία εμπορικές διαφορές. Επίσης, συντάσσονται ανά διετία από τα μέλη τους κατάλογο κατάλληλων προσώπων από τα οποία μπορούν οι δικαστικές και διοικητικές αρχές να διορίζουν πραγματογνώμονες κατά την ισχύουσα νομοθεσία.
ιδ) Μπορούν με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής, που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της αντιπροσωπευικής γενικής συνέλευσης, να συνιστούν τμήματα επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης στελεχών εξωτερικού εμπορίου. Στα εμποριβιομηχανικά και βιοτεχνικά επιμελητήρια Αθήνας – Πειραιά – Θεσσαλονίκης και στα επιμελητήρια Πάτρας και Ηρακλείου η σύσταση των τμημάτων αυτών είναι υποχρεωτική χωρίς να απαιτείται απόφαση της εποπτεύουσας αρχής.
ιε) Μπορούν να οργανώσουν συνέδρια, σεμινάρια, διαλέξεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, ανάλογα με τις ιδιαίτερες ανάγκες της
περιφέρειέας τους, για την επιμόρφωση των μελών τους ή τρίτους καθώς και για την ανάπτυξη του εμπορίου και της μεταποιήσης και χορηγούν σχετικές βεβαιώσεις. Επίσης μπορούν, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου, να παρέχουν επιχορηγήσεις σε υπαλλήλους τους για ειδίκευση στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή.
ιστ) Μπορούν με αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου να αναθέτουν σε τρίτους τη σύνταξη μελετών για αναπτυξιακά θέματα. Επίσης μπορούν να συνιστούν επιτροπές από μέλη τους ή υπαλλήλους τους ή τρίτους με ειδικές γνώσεις για τη μελέτη γενικών ή ειδικών θεμάτων που εμπίπτουν στους σκοπούς και στις επιδιώξεις τους. Στις επιτροπές αυτές μπορούν να συμμετέχουν και δημόσιοι υπάλληλοι και γενικώς υπάλληλοι του δημοσίου τομέα ύστερα από έγκριση του αρμοδίου οργάνου.
ιζ) Συμμετέχουν στις επιτροπές, οι οποίες χορηγούν τις σχετικές άδειες στους πλανόδιους πωλητές, στους πωλητές λαϊκών αγορών της περιφερειάς τους ή σε άλλες περιπτώσεις, στις οποίες προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις η συμμετοχή των επιμελητηρίων.
ιη) Μπορούν να εκδίδουν δελτία στα οποία δημοσιεύονται θέματα σχετικά με το σκοπό και τη δραστηριότητά τους. Μπορούν επίσης να
προβαίνουν σε έκτακτες για παρόμοια θέματα.
ιθ) Συγκεντρώνουν, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Εμπορίου και παρέχουν στοιχεία σε εξουσιοδοτημένες τράπεζες για τον αποτελεσματικό έλεγχο κατά την εκτέλεση του έργου κατά την εκτέλεση του έργου που προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 936/1979 (ΦΕΚ 144).
Άρθρο 3
Τμήματα επιμελητηρίων.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Τα επιμελητήρια έχουν τα παρακάτω τμήματα:
α) Τμήματα μεταποίησης.
β) Τμήματα εμπορίου.
γ) Τμήματα λοιπών επαγγελμάτων.
2. Με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής, που εκδίδεται υποχρεωτικά ύστερα από εισήγηση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, μπορούν να συνιστώνται σε κάθε επιμελητήριο τμήματα βιομηχανίας, υπηρεσιών για την προώθηση εξαγωγών, τουρισμού καθώς και ναυτιλιακών δραστηριοτήτων ή και να καταργούνται.
Για τη σύσταση των τμημάτων αυτών απαιτείται:
α) Για τα επιμελητήρια που έχουν συνολικά μέχρι πέντε χιλιάδες ψήφους μελών, να υπάρχουν μέλη που ασκούν κατά κύριο λόγο μία από τις παραπάνω δραστηριότητες και έχουν τουλάχιστον πενήντα ψήφους και
β) για επιμελητήρια που έχουν συνολικά πάνω από πέντε χιλιάδες ψήφους μελών, να υπάρχουν μέλη που ασκούν κατά κύριο λόγο μία από τις παραπάνω δραστηριότητες και έχουν τουλάχιστον εκατό ψήφους.
3. Τα τμήματα δεν έχουν αυτοτέλεια. Οφείλουν να ερευνούν και να μελετούν, ύστερα από πρόσκληση του διοικητικού συμβουλίου ή και αυτεπαγγέλτως, θέματα που αφορούν τα επιμελητήρια και ειδικά τα μέλη τους και να εισηγούνται στη διοίκηση του επιμετηρίου. Για την εκπλήρωση του σκοπού τους στελεχώνονται με προσωπικό του επιμελητηρίου. Η διοίκηση του επιμελητηρίου αναθέτει σε μέλη της την ευθύνη λειτουργία των τμημάτων.
4. Σε ειδικό μητρώο που τηρούν τα επιμελητήρια αναγράφεται η εμπορική δραστηριότητα των μελών τους. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορίου μετά από γνώμη της
Κεντρικής Ενωσης των επιμελητηρίων, γίνεται η ταξινόμηση των εμπορικών δραστηριοτήτων.
5. Σε περίπτωση αμφισβήτησης για την κατάταξη στο οικείο τμήμα του επιμελητηρίου αποφασίζει τριμελής επιτροπή, που συγκροτείται με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής και αποτελείται από ένα υπάλληλο του
Υπουργείου Εμπορίου, ως πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που ορίζονται από την πιο πάνω αρχή και δύο μέλη του επιμελητηρίου, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από το διοικητικό συμβούλιο του επεμελητηρίου.
Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του επιμελητηρίου οριζόμενος με τον αναπληρωτή του από τον προέδρο της επιτροπής. Οι επιτροπές αυτές συνεδριάζουν πέρα από το κανονικό ωράριο εργασίας και αποφασίζουν είτε
ύστερα από πρόταση του οικείου επιμελητηρίου είτε ύστερα από αίτηση του αμέσως ενδιαφερομένου. Στον πρόεδρο και στο γραμματέα της επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωση σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει.
Άρθρο 4
Όργανα διοίκησης του επιμελητηρίου.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
Τα όργανα διοίκησης του επιμελητηρίου είναι:
α. Η Αντιπροσωπευτική Γενική Συνέλευση (Α.Γ.Σ.)
β. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ)
γ. Η Διοικητική Επιτροπή (Δ.Ε.).
Α`. Αντιπροσωπευτική Γενική Συνέλευση.
1. Τα μέλη του επιμελητηρίου κάθε τεσσερα χρόνια εγκλέγουν εκπροσώπους για την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση.
2. Για την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση εκλέγονται: 101 μέλη για επιμελητήρια που έχουν μέχρι 5.000 ψήφους μελών, 125 μέλη για επιμελητήρια που έχουν από 5.001 έως 10.000 ψήφους μελών και 150 μέλη
για επιμελητήρια που έχουν πάνω από 10.000 ψήφους μελών. Στην αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση εκπροσωπούνται τα τμήματα του επιμελητηρίου ανάλογα με τον αριθμό των ψήφων των μελών τους.
3. Η αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση είναι το ανώτατο όργανο.
Συνέρχεται τακτικώς κάθε έξι μήνες και εκτάκτως όταν υπάρχει ανάγκη ή όταν ζητηθεί από τα 2/5 των μελών της ή απο το διοικητικό συμβούλιο ή από την εποπτεύουσα αρχή. Εγκρίνει τον προϋπολογισμό, τον απολογισμό,
τα πεπραγμένα και καθορίζει τους γενικούς στόχους και τη δράση του επιμελητηρίου για το επόμενο εξάμηνο.
Η αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση μπορεί να εκχωρεί αρμοδιότητες στο διοικητικό συμβούλιο. Τα ποσά των συνδρομών των μελών των επιμελητηρίων καθορίζονται με απόφαση της αντιπροσωπευτικής γενικής
συνέλευσης των επιμελητηρίων. Μέχρι τη διενέργεια εκλογών στα επιμελητήρια, η αρμοδιότητα αυτή ασκείται από τα διοικητικά συμβούλια των επιμελητηρίων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 τουΝ. 1875/1990 (ΦΕΚ Α 21)
4. Η αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση με απόφαση των 3/5 του συνόλου των μελών της μπορεί να ζητήσει την εκλογή μέσα σε έξι μήνες νέου διοικητικού συμβουλίου και πριν από τη λήξη της κανονικής θητείας
του.
5. Με απόφαση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών της, μπορεί να απονέμεται ο τίτλος του επίτιμου πρόεδρου σ` εκείνους που έχουν διατελέσει επί δύο
συνεχείς περιόδους αιρετοί πρόεδροι του επιμελητηρίου.
6. Στις συνεδριάσεις της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, εκπρόσωπος του Υπουργείου Εμπορίου και εκπρόσωπος των εργαζομένων του επιμελητηρίου.
Β`. Διοικητικό Συμβούλιο.
1. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγεται από την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση ανάλογα με την εκπροσώπηση των τμημάτων του επιμελητηρίου σ` αυτή.
Τα διοικητικά συμβούλια επιμελητηρίων που έχουν μέχρι 5.000 ψήφους μελών αποτελούνται από δεκαπέντε μέλη.
Τα διοικητικά συμβούλια επιμελητηρίων που έχουν από 5.001 έως 10.000 ψήφους μελών αποτελούνται από είκοσι τρία μέλη.
Τα διοικητικά συμβούλια επιμελητηρίων που έχουν πάνω από 10.000 ψήφους μελών αποτελούνται από τριάντα ένα μέλη.
2. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει τον πρόεδρό του, δύο αντιπροέδρους, το γενικό γραμματέα και τον οικονομικό επόπτη. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται τουλάχιστον ένας εκπρόσωπος από το τμήμα
μεταποίησης, ένας από το τμήμα εμπορίου, ένας από το τμήμα λοιπών επαγγελμάτων και ένας από το τμήμα βιομηχανίας, σε όσα επιμελητήρια υπάρχει.
Το ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να εκλεγεί πρόεδρος για περισσότερες από δύο συνεχείς θητείες.
3. Το διοικητικό συμβούλιο συνεδριάζει μία φορά κάθε μήνα. Μπορεί να συνεδριάζει και εκτάκτως, όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι ή όταν ζητηθεί από τα 2/5 των μελών του. Εποπτεύει και ελέγχει τις εργασίας
της διοικητικής επιτροπής. Εισηγείται στην αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση το πρόγραμμα δράσης του επιμελητηρίου και εκτελεί τις αποφάσεις της. Μπορεί να εκχωρεί αρμοδιότητές του στη διοικητική
επιτροπή. Παρέχει οδηγίες στη διοικητική επιτροπή για την εκτέλεση του προγράμματος του επιμελητηρίου που έχει καθοριστεί από την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση. Εγκρίνει τον προϋπολογισμό, απολογισμό και τα πεπραγμένα, που έχει υποβάλει η διοικητική επιτροπή και τα προωθεί για τελική έγκριση στην αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση. Ορίζει τον εκπρόσωπο του επιμελητηρίου που συμμετέχει στις επιτροπές του άρθρου 2 περ. ιζ`.
4. Είναι επίσης αρμόδιο
α) για όλα τα θέματα που αφορούν διορισμούς, απολύσεις, αποχωρήσεις του προσωπικού και την εν γένει υπηρεσιακή κατάστασή του, με εξαίρεση τα θέματα για τα οποία αρμόδιος είναι ο διοικητικός προϊστάμενος,
β) για θέματα επίλυσης εμπορικών διαφορών (διαιτητών),πραγματογνωμοσυνών και δειγματοληψιών και
γ) για κάθε άλλο θέμα το οποίο με ειδική απόφαση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης ανατίθεται σ` αυτό.
5. Μέλος του διοικητικού συμβουλίου το οποίο απέχει αδικαιολόγητα για τέσσερις συνεχείς συνεδριάσεις ή έξι συνεδριάσεις μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος κηρύσσεται έκπτωτο με απόφαση της αντιπροσωπευτικής
γενικής συνέλευσης.
6. Στις συνδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου εκπρόσωπος της εποπτεύουσας αρχής και εκπρόσωπος των εργαζομένων του επιμελητηρίου.
7. Η υπηρεσία των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι τιμητική και άμισθη. Καταβολή οιασδήποτε μορφής αποζημίωσης απαγορεύεται. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση στον πρόεδρο και στα μέλη της
διοικητικής επιτροπής εξόδων παράστασης, το ποσό των οποίων καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου ύστερα από πρόταση του διοικητικού συμβουλίου.
8. Στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που αποχωρούν ύστερα από μακρά ευδόκιμη υπηρεσία μπορεί να απονέμεται με απόφαση της αντιρποσωπευτικής γενικής συνέλευσης τιμητικό μετάλλιο ή δίπλωμα, ο τύπος του οποίου καθορίζεται με απόφασή της.
9. Στα μέλη του επιμελητηρίου που μετακινούνται για υπηρεσιακές ανάγκες εκτός έδρας, ύστερα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου καταβάλλονται οδοιπορικά έξοδα και ημερήσια αποζημίωση σύμφωνα με τις
κείμενες διατάξεις.
Γ`. Διοικητική Επιτροπή.
1. Ο πρόεδρος, οι δύο αντιπρόεδροι, ο γενικός γραμματέας και ο οικονομικός επόπτης του διοικητικού συμβουλίου αποτελούν τη διοικητική επιτροπή.
2. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί με πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου των μελών του να ανακαλεί ελεύθερα τη διοικητική επιτροπή ή μέλος της.
Η διοικητική επιτροπή και μετά τη λήξη της θητείας του διοικητικού συμβουλίου εξακολουθεί να ασκεί τα υπηρεσιακά της καθήκοντα μέχρι να συγκροτηθεί νέο διοικητικό συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτήν οι
αποφάσεις της τίθενται αμέσως για έγκριση στο νέο διοικητικό συμβούλιο.
Στη διοικητική επιτροπή δεν μπορούν να μετέχουν ταυτοχρόνως περισσότεροι από έναν εκπρόσωποι του ίδιου νομικού προσώπου.
3. Η διοικητική επιτροπή
α) εκτελεί τις αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου και μεριμνά για την καθημερινή εύρρυθμη λειτουργία του επιμελητηρίου,
β) φροντίζει για την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού και απολογισμού, που τους υποβάλει στο διοικητικό συμβούλιο,
γ) εκτελεί τον εγκεκριμένο προϋπολογισμό και προτείνει μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του επιμελητηρίου και
δ) ενημερώνει κάθε μήνα το διοικητικό συμβούλιο σχετικά την εκτέλεση των όσων της έχουν ανατεθεί και γενικά για τις ενέργειες που έχει κάνει.
4. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου εκπροσωπεί το επιμελητήριο ενώπιον των δικαστηρίων και των αρχών, συγκαλεί και διευθύνει τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου και της διοικητικής επιτροπής,
ενεργεί τις διοικητικές και διαχειριστικές πράξεις ύστερα από απόφαση της διοικητικής επιτροπής και υπογράφει όλα τα έγγραφα, εκτός από εκείνα που έχουν ανατεθεί στους διοικητικούς προϊσταμένους ή ανώτερους
υπαλλήλους.
5. Τον πρόεδρο, όταν απουσιάζει, ή κωλύεται ή δεν υπάρχει, τον αναπληρώνει ο πρώτος αντιπρόεδρος και αυτόν, όταν επίσης απουσιάζει, κωλύεται ή δεν υπάρχει, ο δεύτερος αντιπρόεδρος.
6. Ο γενικός γραμματέας του διοικητικού συμβουλίου φροντίζει για την τήρηση των πρακτικών των συνεδριάσεων των οργάνων διοίκησης και συνυπογράφει όλα τα έγγραφα που υπογράφει ο πρόεδρος. Συντάσσει επίσης και παρουσιάζει τα πεπραγμένα του επιμελητηρίου στην αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση. Το γενικό γραμματέα, όταν απουσιάζει, κωλύεται ή δεν υπάρχει, τον αναπληρώνει ο οικονομικός επόπτης και αυτόν, όταν επίσης απουσιάζει, κωλύεται ή δεν υπάρχει, άλλο μέλος οριζόμενο από το διοικητικό συμβούλιο.
7. Ο οικονομικός επόπτης φροντίζει για την είσπραξη των πόρων του επιμελητηρίου, για τη διενέργεια δαπανών μέσα στα όρια των κονδυλιών του εγκεκριμένου προϋπολογισμού, παρακολουθεί την κίνηση του
προϋπολογισμού, υπογράφει με το διοικητικό προϊστάμενο τα εντάλματα και τις επιταγές και είναι αρμόδιος για την εν γένει οικονομική κατάσταση και περιουσία του επιμελητηρίου. Τον οικονομικό επόπτη, όταν
απουσιάζει, κωλύεται ή δεν υπάρχει, τον αναπληρώνει ο γενικός γραμματέας και αυτόν, όταν επίσης απουσιάζει, κωλύεται ή δεν υπάρχει, άλλο μέλος οριζόμενο από το διοικητικό συμβούλιο.
Άρθρο 5
Σύγκληση – Απαρτία.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Η αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση συνέρχεται μέσα σε δέκα ημέρες από την εκλογή της, ύστερα από πρόσκληση της απερχόμενης διοικητικής επιτροπής ή της εποπτεύουσας αρχής, για την εκλογή διοικητικού συμβουλίου.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Κεντρικής Ενωσης των Επιμελητηρίων, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη διαδικασία σύγκλησης οργάνων διοίκησης του επιμελητηρίου, την υποβολή υποψηφιοτήτων και τον τρόπο εκλογής του διοικητικού συμβουλίου και της διοικητικής επιτροπής καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
3. Η αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση, το διοικητικό συμβούλιο και η διοκητική επιτροπή βρίσκονται σε απαρτία, όταν τα παρόντα μέλη είναι περισσότερα από τα απόντα. Οι αποφάσεις τους λαμβάνονται με απόλυση πλειοψηφία των παρόντων μελών, εκτός αν ο νόμος αυτός ορίζει διαφορετικά.
Σε περίπτωση ισοψηφίας στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου και της διοικητικής επιτροπής υπερισχύει, η γνώμη του προέδρου. Αν δεν επιτευχθεί απαρτία της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης ή του διοικητικού συμβουλίου, οι συνεδριάσεις τους επιναλαμβάνονται στον ίδιο τόπο, την ίδια ημέρα και ώρα της επόμενης εβδομάς δια με τα ίδια θέματα συζήτησης. Στην περίπτωση αυτή για την απαρτία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του 1/3 του όλου αριθμού των μελών των παραπάνω οργάνων. Η ίδια απαρτία απαιτείται για κάθε επόμενη συνεδρίαση ύστερα από προηγούμενη ματαίωσή της.
4. Οι συνεδριάσεις της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης και του διοικητικού συμβουλίου είναι δημόσιες, εκτός αν τα όργανα αυτά αποφασίζουν διαφορετικά.
5. Οι αποφάσεις της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης και του διοικητικού συμβουλίου υποβάλλονται μέσα σε δεκαπέντε ημέρες στην εποπτεύσουσα αρχή.
Άρθρο 6
Εκλογές
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Εκλογές για την ανάδειξη των αιρετών μελών των επιμελητηρίων (Α.Γ.Σ και Δ.Σ.) γίνονται κάθε τέσσερα έτη σύμφωνα με το εκλογικό σύστημα που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 1721/
1987 (ΦΕΚ 115). Με την επιφύλαξη της πιο πάνω παραγράφου 3 το εκλογικό δικαίωμα δεν επιτρέπεται να ασκηθεί με πληρεξουσιότητα. Για την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση και το διοικητικό συμβούλιο εκλέγεται αριθμός αναπληρωματικών μελών ίσος με το 1/2 του όλου αριθμού των μελών τους. Κλάσμα που τυχόν προκύπτει δε λαμβάνεται υπόψη.
2. Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν, κατά τις πιο κάτω διακρίσεις, τα μέλη του επιμελητηρίου, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που έχουν εγγραφεί σ` αυτό τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν από τη διενέργεια των
εκλογών.
α) Κάθε μέλος φυσικό πρόσωπο έχει μία ψήφο.
β) Στις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες δικαίωμα ψήφου έχουν όλοι οι ομόρρυθμοι εταίροι.
γ) Στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης δικαίωμα ψήφου έχουν οι δύο από τους διαχειριστές, εφ` όσον υπάρχουν, διαφορετικά ένας διαχειριστής και ένας εταίρος που υποδεικνύεται από την εταιρία χωρίς
τον περιορισμό της παραγράφου 3.
δ) Στις ανώνυμες εταιρίες δικαίωμα ψήφου έχουν, κατ` επιλογή τους διοικητικού συμβουλίου, ο προέδρος του ή ο αντιπρόεδρος του ή ο διευθύνων ή ο συμπράττων ή ο εντεταλμένος σύμβουλος και ένας σύμβουλος που ασχολείται κατά κύριο λόγο με το εμπόριο, ο οποίος επιλέγεται επίσης από το διοικητικό συμβούλιο.
ε) Για τα υποκαταστήματα που εδρεύουν στην περιφέρεια άλλου επιμελητηρίου δικαίωμα ψήφου έχει ο διευθυντής του υποκαταστήματος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του.
στ) Για τα υποκαταστήματα αλλοδαπών ανώνυμων εταιρίων και εταιριών περιορισμένης ευθύνης δικαίωμα ψήφου έχει ο νόμιμος αντιπρόσωπος ή το πράκτοράς τους ή ο διορισμένος αντίκλητός τους υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.
ζ) Στους συνεταιρισμούς που αναφέρονται στο εδάφιο β` της παραγράφου 4 του άρθρου 1 δικαίωμα ψήφου έχουν ο πρόεδρος ή ο νομιμός αναπληρωτής του και ένα ακόμη μέλος. Αν οι συνεταιρισμοί ασχολούνται αποκλειστικά με το εμπόριο ή τη μεταποίηση, έχουν μία ψήφο επί πλέον, αν έχουν 25 έως 75 μέλη. Για κάθε επί πλέον 100 μέλη έχουν μία ακόμη ψήφο και πάντως όχι περισσότερες από επτά.
η) Στις περιπτώσεις α`, β`, γ` και δ` οι επιχειρήσεις έχουν μία επί πλέον ψήφο, εφ` όσν αποσχολούν από 25 εώς 75 εργαζόμενους. Για κάθε επί πλέον 100 άτομα που απασχολούν έχουν μία ακόμη ψήφο και πάντως όχι
περισσότερες από επτά. Λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος του αριθμού των εργαζομένων, όπως αυτός προκύπτει από τις καταστάσεις του ΙΚΑ, κατά το τελευταίο τρίμηνο πριν από την έναρξη της προθεσμίας της παραγράφου 9.
3. Στις περιπτώσεις πολλαπλής ψήφου εκείνοι που ψηφίζουν ορίζονται από τη διοίκηση του νομικού προσώπου. Επιχειρήσεις που έχουν πολλές ψήφους μπορούν να εξουσιοδοτούν το ίδιο πρόσωπο να ασκήσει το εκλογικό δικαίωμα. Δεν μπορεί όμως το ίδιο πρόσωπο να εξουσιοδοτείται από διαφορετικές επιχειρήσεις.
4. Δεν έχουν δικαίωμα ψήφου:
α) Οσοι έχουν στερηθεί αμετακλήτως τα πολιτικά τους δικαιώματα και για όσο χρόνο διαρκεί η στέρηση.
β) Οσοι τελούν υπό καταδικαστική απαγόρευση ή δικαστική αντίληψη.
γ) Οσοι έχουν καταδικαστεί σε οποιαδήποτε ποινή για κλοπή, υπεξαίρεση, αισχροκέρδεια που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 405 του Ποινικού Κώδικα, νοθεία, απιστία, δόλια χρεωκοπία, λαθρεμπορία, τοκογλυφία, παράβαση των νόμων περί φορολογίας καπνού, σιγαρόχαρτου και ειδών μονοπωλίου, εγλήματα του δέκατου ενάτου κεφαλαίου του ποινικού κώδιακα, συκοφαντική δυσφήμιση ή για απόπειρα τέτοιων εγκλημάτων, καθώς και για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών και εφ`όσον εξακολουθούν να καταχωρίζονται οι σχετικές ποινές στο απόσπασμα του ποινικού μητρώου σύμφωνα με το άρθρο 577 του κώδικα ποινικής δικονομίας, όπως αυτό ισχύει.
δ) Οσοι έχουν καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης για παράβαση της νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρίες, της τελωνειακής νομοθεσίας ή για παράνομη άσκηση εμπορικού επαγγέλματος καθώς και όσοι έχουν καταδικαστεί για παραβάσεις των διατάξεων του ν. 936/1979 (ΦΕΚ 144) και δεν έχουν παρέλθει τέσσερα έτη από την αποκατάστασή τους.
ε) Τα μέλη του επιμελητηρίου που δεν έχουν εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρέωσεις τους σ` αυτό.
στ) Οσοι έχουν κηρυχθεί τελεσιδίκως σε κατάσταση πτώχευσης δεν έχουν αποκατασταθεί.
ζ) Επιχειρήσεις που τελούν υπό εκκαθάριση.
5. Εκλόγιμοι είναι όσοι, κατά το νόμο αυτόν, έχουν τα προσόντα του εκλογέα και είναι τουλάχιστον από ένα έτος μέλη του επιμελητηρίου.
Οι εκπρόσωποι ανώνυμων εταιριών και εταιριών περιορισμένης ευθύνης, οι οποίες δεν έχουν συμπληρώσει ένα έτος από την εγγραφή τους στο επιμελητήριο, είναι εκλόγιμοι, εφ` όσον έχουν διατελέσει επί ένα έτος μέλη του επιμελητηρίου, ή αν οι εταιρίες που εκπροσωπούν προέρχονται από μετατροπή, εξαγορά, απορρόφηση ή συγχώνευση ατομικών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεως εταιρικής μορφής εν γένει και έχει συμπληρωθεί ένα έτος από την αρχική εγγραφή τους στο επιμελητήριο.
6. Για να είναι έγκυρη η εκλογή μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης απαιτείται η συμμετοχή στην ψηφοροφία τουλάχιστον του 1/5 των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους.
Σε περίπτωση που δε θα επιτευχθεί το προαναφερόμενο ποσοστό συμμετοχής η εκλογή επαναλμαβάνεται μετά οκτώ ημέρες, οπότε αρκεί η συμμετοχή οιουδήποτε αριθμού των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους.
7. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη διαδικασία εκλογής, τον τρόπο άσκησης του εκλογικού δικαιώματος, το παράβολο, τη σύνταξη των ψηφοδελτίων καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
8. Η διαδικασία σύνταξης εκλογικών καταλόγων πραγματοποιείται από την εκλογική επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής και αποτελείται από έναν πρωτοδίκη της έδρας του επιμελητηρίου, ως προέδρο, δύο υπαλλήλους του Υπουγείου Εμπορίου, που ορίζονται από την ίδια αρχή, ένα μέλος και έναν υπάλληλο του επιμελητηρίου, που ορίζονται από την αντιπροσωπευτικη γενική συνέλευση.
Το οριζόμενο στην εκλογική επιτροπή από την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση μέλος του επιμελητηρίου δεν επιτρέπεται να είναι υποψήφιος κατά τις εκλογές για την ανάδειξη εκπροσώπων της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης.
Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του επιμελητηρίου που ορίζεται επίσης από την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση. Συγχρόνως ορίζονται και αναπληρωτές των πιο πάνω μελών της επιτροπής. Η θητεία της εκλογικής επιτροπής είναι τετραετής και λήγει με το διορισμό νέας επιτροπής. Εργο της είναι η συνεχής ενημέρωση των εκλογικών καταλόγων.
Στα μέλη και στο γραμματέα της εκλογικής επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωση σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
9. Η επιτροπή συνέρχεται για την ολοκλήρωση της σύνταξης των εκλογικών καταλόγων με πρόσκληση του προέδρου έξι μήνες πριν από την ημερομηνία λήξης της θητείας των μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης.
10. Ο προέδρος της επιτροπής υποβάλλει στην εποπτεύουσα αρχή τους εκλογικούς καταλόγους το αργότερο τρεις μήνες πριν από την ημερονημία διενέργειας των εκλογών. Στην ίδια προθεσμία αντίγραφο των εκλογικών καταλόγων που αποστέλλει ο πρόεδρος της επιτροπής αναρτάται στα καταστήματα των δήμων της περιφέρειας του επιμελητηρίου και στο κατάστημα του επιμελητηρίου, ώστε οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον να μπορεί να ασκήσει ένσταση.
11. Οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον δικαιούται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών από την ανάρτηση των καταλόγων να προσφύγει ατελώς με αίτησή του στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας του επιμελητηρίου. Η αίτηση εκδικάζεται κατά την προβλεπόμενη από τα άρθρα 739 επ. του κώδικα πολιτικής δικονομίας διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας το αργότερο μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών από την κατάθεσή της. Η απόφαση δημοσιεύεται μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από τη συζήτηση της αίτησης και δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα.
12. Οι οριστικοί εκλογικοί κατάλογοι συντάσσονται είκοσι μέρες πριν από την ημερομηνία διενέργειας των εκλογών και ισχύουν για τέσσερα έτη.
13. Αν διενεργηθούν εκλογές πριν από την εξάντληση της θητείας των μελών των οργάνων διοίκησης του επιμελητηρίου στις περιπτώσεις που προβλέπει ο νόμος αυτός, ισχύουν οι ίδιοι κατάλογοι οι οποίοι ενημερώνονται από την εκλογική επιτροπή για τις μεταβολές που έχουν επέλθει. Η λήξη της θητείας των μελών των οργάνων που εκλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο αυτή συμπίπτει με τη λήξη της θητείας των μελών που αντικαθιστούν.
14. Οι διαφορές που αφορούν το κύρος των εκλογών για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης του επιμελητηρίου εκδικάζονται από το διοικητικό πρωτοδικεί. Με το προεδρικό διάταγμα, που προβλέπεται από την παράγραφο 7, μπορεί να ρυθμίζει κάθε θέμα που αφορά τη διαδικασία επίλυσης των διαφορών αυτών.
Άρθρο 7
Λήξη θητείας.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Θέση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης που κενώθηκε κατά τη διάρκεια της θητείας της συμπληρώνεται από τον πίνακα των επιλαχόντων. Αν ο αριθμός των μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης μειωθεί για οποιοδήποτε λόγο κάτω από το μισό, διενεργούνται εκλογές για την ανάδειξη νέας αντιπροσωπευτικής συνέλευσης.
2. Θέση του διοικητικού συμβουλίου που κενώθηκε συμπληρώνεται απο τον πίνακα των επιλαχόντων.
3. Θέση της διοικητικής επιτροπής που κενώθηκε συμπληρώνεται από το διοικητικό συμβούλιο μέσα σε δεκαπέντε ημέρες με εκλογές μεταξύ των μελών του.
4. Η εποπτεύουσα αρχή μπορεί με αίτησή της ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου της έδρας του επιμελητηρίου, που δικάζει με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, να ζητήσει τη λήξη της θητείας της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης του επιμελητηρίου, όταν αυτή παρεκκλίνει από τις αρμοδιότητές της ή για διοικητικές ή διαχειριστικες παραβάσεις ή για παράβαση των κειμένων διατάξεων. Η παραπάνω αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από ένορικη διοικητική εξέταση, αν πρόκειται για διοικητικές παραβάσεις ή από πόρισμα ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν πρόκειται για διαχειριστικές παραβάσεις.
Με τη απόφαση που εκδίδει το δικαστήριο ορίζεται ο χρόνος εκλογής νέων οργάνων και διορίζεται για το ενδιάμενο χρονικό διάστημα πενταμελής προσωρινή διοικητική επιτροπή που αποτελείται από ένα δικαστικό λειτουργό, ένα δημόσιο υπάλληλο και τρία μέλη του επιμελητηρίου, η οποία προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για τη διεξαγωγή των εκλογών και φροντίζει για τη διεκπεραίωση τρεχόντων υπηρεσιακών
θεμάτων του επιμελητηρίου.
5. Τα μέλη των οργάνων, που έχασαν την ιδιότητα που εκλογέα, εκπίπτουν αυτοδικαίως από το αξίωμά τους στα όργανα του επιμελητηρίου και δεν μπορούν να επανεκλεγούν πριν παρέλθουν τέσσερα έτη και εφ`
όσον έχουν εκλείψει τα νομικά κωλύματα. Μεμονωμένα μέλη των οργάνων διοίκησης μπορούν, με αιτιολογημένα απόφαση της εποπτεύουσας αρχής, να εκπέσουν από το αξίωμά τους, για τους λόγους που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, ύστερα από πρόταση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με πλειοψηφία πάνω από το 50% των παρόντων μελών της.
6. Μεμονωμένα μέλη των οργάνων της διοίκησης του επιμελητηρίου μπορούν να ανακληθούν μετά από εισήγηση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με πλειοψηφία των 3/5 των παρόντων μελών της με αιτιολογημένη απόφαση της εποπτεύουσας αρχής, για ενέργειας που παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία του επιμελητηρίου, καθώς επίσης και για ενέργειές τους που γίνονται κατά παράβαση των αποφάσεων των οργάνων διοίκησης.
7. Μέλη των οργάνων της διοίκησης, των οποίων έληξε η θητεία κατά την παράγραφο 4 ή ανακλήθηκαν κατά την παράγραφο 6, δεν μπορούν να επανεκλεγούν πριν περάσουν τέσσερα έτη.
8. Με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής ανατίθεται η διοίκηση των νεοϊδρυομένων επιμελητηρίων σε προσωρινή πενταμελή επιτροπή, που αποτελείται από πρόσωπα τα οποία ασκούν εμπορική δραστηριότητα στο νομό.
Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο πρόεδρος, οι Α` και Β` αντιπρόεδροι, ο γενικός γραμματέας και ο οικονομικός επόπτης της προσωρινής επιτροπής. Εργο της επιτροπής αυτής είναι να διενεργήσει, μέσα σε 6 μήνες από το διορισμό της, εκλογές σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο αυτόν.
Άρθρο 8
Πόροι επιμελητηρίων
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7
1. Πόροι των επιμελητηρίων είναι ιδίως:
α) Οι ετήσιες συνδρομές των μελών τους, που πρέπει να καταβάλλονται μέσα στο έτος στο οποίο αναφέρονται.Οσοι είναι εγγεγραμμένοι στο εμπορικό μητρώο και δηλώνουν στην οικονομική εφορία εισόδημα από Δ` και Ζ` πηγή κατά το ν.δ. 3323/1955
(ΦΕΚ 214), όπως ισχύει, οφείλουν να καταθέσουν μαζί με τη δήλωση φόρου εισοδήματος και πιστοποιητικό ταμιακής ενημερόντητας του οικείου επιμελητηρίου για τη χρήση που αφορά η δήλωση. Αν δεν κατατεθεί το πιστοποιητικό αυτό, η δήλωση είναι απαράδεκτη.
β) Τα τέλη καταχώρισης στο πρωτόκολλο επωνυμιών.
γ) Τα δικαιώματα εγγραφής στο εμπορικό μητρώο.
δ) Τα δικαιώματα στην αξία των τιμολογίων εισαγωγής και εξαγωγής που εισπράττονται για κάθε θεώρηση.
ε) Τα δικαιώματα που καταβάλλονται στην επιτροπή χορήγησης αδειών εισαγωγής ειδών τα οποία τελούν υπό ποσοτικό περιορισμό.
στ) Τα δικαιώματα που εισπράττονται για την έκδοση πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων και για διεξαγωγή διαιτησιών, πραγματογνωμοσυνών και δειγματοληψιών.
ζ) Οι επιχορηγήσεις, δωρέες, κληρονομίες και κληροδοσίες.
η) Οι πρόσοδοι από την περιουσία τους (τόκοι, μισθώματα κ.λ.π.).
θ) Τα έσοδα που προέρχονται από παρεχόμενες υπηρεσίες ή από δραστηριότητές τους σύμφωνα με την περίπτωση ι` του άρθρου 2.
ι) Τα δικαιώματα που εισπράττονται για τη χρησιμοποίηση χώρων του επιμελητηρίου.
ια) Τα δικαιώματα για την έκδοση πιστοποιητικών καταγωγής προϊόντων και αδειών επαγγελμάτων.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση της αντιπροσωπευτιής γενικής συνέλευσης, καθορίζεται το ύψος των συνδρομών και των δικαιωμάτων.
Τα ποσά των συνδρομών των μελών των επιμελητηρίων καθορίζονται με απόφαση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης των επιμελητηρίων.
Μέχρι τη διενέργεια εκλογών στα επιμελητήρια, η αρμοδιότητα αυτή ασκείται από τα διοικητικά συμβούλια των επιμελητηρίων.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του Ν.1875/1990(ΦΕΚ Α 21)
3. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να ανατίθεται σε εισπράκτορες η είσπραξη των πόρων εκτός του καταστήματος του επιμελητηρίου. Οι εισπράκτορες αυτοί προσλαμβάνονται με σύμβαση μίσθωσης έργου και αμείβονται με ποσοστά που καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο.
4. Τα επιμελητήρια δεν οφείλουν να παρέχουν υπηρεσίες σε μέλη που δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σε αυτά.
5. Το επιμελητήριο μπορεί να συνάπτει δάνεια για την επίτευξη των σκοπών του ύστερα από έγκριθση του Υπουργού Εμπορίου και προηγούμενη έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδος.
6. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου καθορίζεται το ύψος του ανταποδοτικού τέλους που εισπράττεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για τις παρεχόμενες υπηρεσίες που προβλέπονται στην περίπτωση ιθ` του άρθρου 2. Με όμοια απόφαση κατανέμεται το τέλος αυτό μεταξύ των φορέων που συμπράττουν για την επεξεργασία των στοιχείων.
7. Οι διατάξεις του ν.δ. 496/1974 (ΦΕΚ 204), όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά για την παραγραφή χρηματικών αξιώσεων των ν.π.δ.δ. και των αξιώσεων κατ` αυτών, εφαρμόζονται και για τα επιμελητήρια.
Άρθρο 9
Εποπτεία – Υποχρεώσεις
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Τη διαχειριστική και διοικητική εποπτεία των επιμελητηρίων Αθήνας και Πειραιά ασκεί ο Υπουργός Εμπορίου και των λοιπών επιμελητηρίων ο οικείος νομάρχης. Τα επιμελητήρια, οι περιφερειακές ενώσεις και η κεντρική ένωση οφείλουν να παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες σε όλες τις αρχές.
2. Οι δημόσιες δημοτικες και κοινοτικές αρχές, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και οι ιδιώτερς οφείλουν να παρέχουν στα επιμελητήρια κάθε ζητούμενη πληροφορία που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των σκοπών τους, εκτός αν απαγορεύεται από διάταξη νόμου ή υπάρχει κίνδυνος βλάβης των συμφερόντων τους.
3. Τα επιμελητήρια μπορούν να συνεργάζονται μεταξύ τους με άλλες αρχές και με νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα καθώς και με νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου της αλλοδαπής.
4. Τα επιμελητήρια οφείλουν να υποβάλλουν κάθε έτος την έκθεση πεπραγμένων στο Υπουργείο Εμπορίου.
5. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και ύστερα από έγκριση της εποπτεύουσας αρχής μπορούν τα επιμελητήρια ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες να χορηγούν οικονομικές ενισχύεις:
α) για συλλογικές πρωτοβουλίες που συμβάλλουν στην τόνωση του εμπορίου και της μεταποίησης,
β) για κοινωνικούς, φιλανθρωπικούς και εθνικούς σκοπούς,
γ) για την ενίσχυση των ασφαλιστικών ταμείων και των συλλογικών και συνεταιρικών οργανώνσεων των υπαλλήλων των επιμελητηρίων.
Οι οικονομικές ενισχύσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν ετησίως στο σύνολό τους ποσοστό δέκα στα εκατό (10%) των τακτικών εσόδων που πραγματοποιήθηκαν. Αν πρόκειται για εθνικούς ή ευρύτερους κοινωνικούς σκοπούς, επιτρέπεται η υπέρβαση αυτού του ποσοστού ύστερα από ειδική έγκριση του Υπουργού Εμπορίου.
6. Τα λειτουργικά έξοδα των περιφερειακών από τα επιμελητήρια ανάλογα με τα έσοδά τους.
7. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού το ύψος της συνδρομής των επιμελητηρίων υπέρ της Ελληνικής Επιτροπής του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου, που προβλέπεται στην περίπτωση β` του άρθρου 4 του π.δ. της 12.11.1926 (ΦΕΚ 11), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2880/1954 (ΦΕΚ 132), καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου.
Άρθρο 10
Προσωπικό επιμελητηρίων
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Οι διοικητικός προϊστάμενος του προσωπικού του επιμελητηρίου είναι νόμιμος υπάλληλος του κλάδου ΠΕ διοικητικού – οικονομικού ή ΤΕ διοικητικού – λογιστικού ή ΔΕ διοικητικού – λογιστικού. Εχει την ευθύνη για την εύρρυθμη λειτουργία του επιμελητηρίου. Παρίσταται στις συνεδριάσεις της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, του διοικητικού συμβουλίου και της διοικητικής επιτροπής, χωρίς ψήφο, προετοιμάζει τα
θέματα συζήτησης και μπορεί να εισηγείται σχετικά. Μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων των οργάνων διοίκησης και υπογράφει όλα τα έγγραφα που έχουν υπηρεσιακό χαρακτήρα και δεν αφορούν το έργο της
διοίκησης που επιμελητηρίου. Μονογράφει σε σχέδιο τα έγγρφα που υπογράφονται από τον πρόεδρο και εκδίδει επικυρωμένα αντίγραφα των εγγράφων του επιμελητηρίου. Είναι αρμόδιος για τη χορήγηση κανονικών
και αναρρωτικών αδειών, καθώς και για τις μετακινήσεις και τοποθετήσεις του προσωπικού.
Ορίζει υπάλληλο του επιμελητηρίου ως γραμματέα των συνεδριάσεων των οργάνων διοίκησής του.
2. Το προσωπικό των επιμελητηρίων διέπεται απο τις διατάξεις που αφορούν το προσωπικό των δημοσίων υπηρεσιών και αποτελείται από μόνιμους υπαλλήλους, από υπαλλήλους επί θητεία, από υπαλλήλους με
σχέση ιδιωτικού δικαίου και από προσωπικό με έμμισθη εντολή.
Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Εμπορίου, εγκρίνονται οι οργανισμοί των επιμελητηρίων οι οποίοι καταρτίζονται από αυτά. Οι
οργανισμοί καθορίζουν τη διάρθρωση και τις αρμοδιότητες των επί μέρους υπηρεσιών, τις οργανικές θέσεις, τη διάρθρωσή τους κατά κλάδους, βαθμούς ή ειδικότητες του προσωπικού, τα προσόντα διορισμού ή
πρόσληψης του προσωπικού, καθώς και την κατάταξη του υπηρετούντος προσωπικού σε θέσεις που προβλέπονται από τον οργανισμό. Οι διατάξεις για τα οδοιπορικά έξοδα και την ημερήσια αποζημίωση των μετακινούμενων εκτός έδρας δημόσιων υπαλλήλων για εκτέλεση υπηρεσίας έχουν εφαρμογή
και τους υπαλλήλους των επιμελητηρίων. Με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου μπορούν να συγκροτούνται από υπαλλήλους του επιμελητηρίου συνεργεία υπερωριακής απασχόλησης, σύμφωνα με τα όσα
ισχύουν κάθε φορά, για την αντιμετώπιση εξαιρετικών υπηρεσιακών αναγκών.
3. Στους μόνιμους υπαλλήλους των επιμελητηρίων που αποχωρούν απο την ενεργό υπηρεσία για να συνταξιοδοτηθούν καταβάλλεται αποζημίωση ίση με το σύνολο των τακτικών αποδοχών τριών μηνών, εφ`όσον συμπλήρωσαν δεκαετή υπηρεσία σε επιμελητήρια. Για κάθε πρόσθετη πεντατή υπηρεσία, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η υπηρεσία που διανύθηκε στο Δημόσιο ή σε άλλον ν.π.δ.δ., καταβάλλεται επί πλέον ένας μισθός. Μέρος της πενταετίας πάνω απο το μίσο λογίζεται ως νέα πενταετία.
4. Η αποζημίωση της προηγούμενης παραγράφου καταβάλλεται και σε όσους απολύονται λόγω κατάργησης θέσης ή λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας, έστω και αν δε δικαιούνται σύνταξη.
5. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται κατ` ισομοιρία στο σύζυγο που επιζεί και στα τέκνα μέχρι να συμπληρώσουν το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και πέρα από αυτό, εφ` όσον είναι ανίκανα για εργασία (ανάπηρα). Αν τα πρόσωπα αυτά δεν υπάρχουν, η αποζημίωση καταβάλλεται κατ` ισομοιρία στους γονείς, εφ` όσον αυτοί αποτελούσαν προστατευόμενα μέλη του θανόντος.
6. Στους μόνιμους υπαλλήλους του επιμελητηρίου μπορεί να χορηγείται,κατά την κρίση του διοικητικού συμβουλίου του επιμελητηρίου και ύστερα από αιτιολογημένη αίτησή τους, προκατοβολή που δεν υπερβαίνει το ποσό των αποδοχών έξι μηνών.
Η προκαταβολή αυτή αποδίδεται σε μηνιαίες δόσεις που κατακρατούνται από τις αποδοχές του υπαλλήλου και σε διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες για κάθε χορηγούμενο μισθό. Αν λύθει η υπαλληλική σχέση
για οποιοδήποτε λόγο, το οφειλόμενο υπόλοιπο της προκαταβολής αποδίδεται αμέσως.
Άρθρο 11
Γραφεία εξωτερικού
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εμπορίου και ύστερα από εισήγηση της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, κάθε επιμελητήριο μπορεί να ιδρύει στην αλλοδαπή αντιπροσωπευτικά γραφεία με σκοπό ιδίως την επαφή και τη συνεργασία με αλλοδαπά επιμελητήρια ή άλλες αρμόδιες αρχές και οργανισμούς, την ενημέρωση για θέματα της αρμοδιότητάς τους, την ανταλλαγή πληροφοριών, την προβολή ελληνικών προϊόντων και την προώθηση εξαγωγών και των οικονομικών συμφερόντων της χώρας γενικότερα.
Κάθε γραφείο αποτελεί υπηρεσία του επιμελητηρίου που το ιδρύει και οι δαπάνες λειτουργίας του βαρύνουν τον προϋπολογισμό του
επιμελητηρίου.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Εμπορίου, συνιστώνται στο οικείο επιμελητήριο οργανικές θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου που μπορεί να έχει αλλοδαπή ιθαγένεια. Οι θέσεις αυτές διατίθενται στα ιδρυόμενα αντιπροσωπευτικά γραφεία στο εξωτερικό.
Άρθρο 12
Οικονομικά θέματα.
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Στα επιμελητήρια δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις:
α) του α.ν. 281/1936 (ΦΕΚ 473, όπως ισχύει,
β) του άρθρου 16 του α.ν. 1538/1950 (ΦΕΚ 251), όπως ισχύει,
γ) του ν.δ. 1265/1972 (ΦΕΚ 197), όπως ισχύει,
δ) του ν.δ. 496/1974, όπως ισχύει, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά
στις επί μέρους διατάξεις του νόμου αυτού,
ε) του ν. 152/1975 (ΦΕΚ 182), όπως ισχύει.
2. Με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τις προμήθειες, τις μισθώσεις ή εκμισθώσεις ή αγορές ή εκποιήσεις ακινήτων και κινητών πραγμάτων γενικά, την εκτέλεση εργασιών, τη διαδικασία διεξαγωγής των συναφών διαγωνισμών, τους όρους συμμετοχής, τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις, την ευθύνη των μετεχόντων, τον τρόπο ελέγχου των παραλαμβανόμενων ειδών ή εργασιών, καθώς και την οικονομικη διαχείριση.
3. Το οικονομικό έτος αρχίζει την 1ην Ιανουαρίου και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου ημερολογιακού έτους.
4. Μέσα στο μήνα Οκτώβριο κάθε έτους συντάσσεται από τη διοικητική επιτροπή ο προϋπολογισμός της επόμενης χρήσης, ο οποίος κυρώνεται από το διοικητικό συμβούλιο και εγκρίνεται από την αντιπροσωπευτική γενική συνέλευση. Ενα τουλάχιστο μήνα πριν απο την έναρξη του οικονομικού έτους ο προϋπολογισμός υποβάλλεται για τελική έγκριση στον Υπουργό Εμπορίου, ο οποίος μπορεί να τον τροποποιήσει.
5. Μέσα στο μήνα Απρίλιο κάθε έτους συντάσσεται και κυρώνεται, με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου, απολογισμός της χρήσης που έληξε. Ο απολογισμός μαζί με τα δικαιολογικά έγγραφα και καταστάσεις των ενεργητικών και παθητικών στοιχείων της περιουσίας του επιμελητηρίου υποβάλλεται για έγκριση στον Υπουργό Εμπορίου έως τις 31 Ιουλίου.
6. Ο έλεγχος στη διαχείρηση των επιμελητηρίων είναι κατασταλτικός και ασκείται υποχρεωτικά μια φορά το χρόνο, καθώς και εκτάκτως, αν χρειαστεί. Ο έλεγχος γίνεται από δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι ορίζονται από τον Υπουργό Εμπορίου. Στους υπαλλήλους αυτούς καταβάλλεται αμοιβή οριζόμενη από το διοικητικό συμβούλιο του επιμελητηρίου.
7. Τα επιμελητήρια μπορούν, εφ` όσον το επιτρέπει η οικονομική τους κατάσταση, να σχηματίζουν από τα περισσεύματα αποθεματικό κεφάλαιο για έκτατες ανάγκες τους.
8. Από την 1ην Ιανουαρίου 1991 τα επιμελητήρια μπορούν να εκτελούν τις προβλεπόμενες δαπάνες για την εκπλήρωση των σκοπών, τους, μέσα στα όρια του εγκεκριμένου προϋπολογισμού, χωρίς να απαιτείται άλλη έγκριση από τον Υπουργό Εμπορίου.
9. Για τις δαπάνες που γίνονται παράνομα ευθύνονται εις ολόκληρον αυτοί που τις αποφάσισαν και τις διέταξαν. Οι δαπάνες αυτές καταλογίζονται με πράξη του Υπουργού Εμπορίου σε βάρος των υπευθύνων και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις για την είσπραξη των δημόσιων εσόδων.
10. Τα επιμελητήρια και οι οργανισμοί, των οποίων το προσωπικό υπάγεται στην ασφάλιση του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Προσωπικού Επιμελητηρίων του Κράτους, οφείλουν να καλύπτουν τα τυχόν ελλείματα του ταμείου αυτού που προκύπτουν κάθε έτος.
Το ποσό του ελλείματος κάθε οικονομικής χρήσης, όπως αυτό προκύπτει από τον ετήσιο απολογισμό που έχει εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο του ταμείου, κατανέμεται από αυτό, με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, μεταξύ των πιο πάνω υποχρέων. Η κατανομή γίνεται ανάλογα με τα συνολικά έσοδα που έχουν πραγματοποιηθεί, όπως αυτά απεικονίζονται στους απολογισμούς της οικονομικής χρήσης στην οποία αναφέρεται το έλλειμα.
11. Τα έγγραφα των επιμελητηρίων που απευθύνονται προς τις δημόσιες, δημοτικές ή κοινοτικές αρχές, τους δημόσιους οργανισμούς και δημόσιες επιχειρήσεις δεν υπόκεινται σε τέλος.
12. Οι γενικές διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για την εκκαθάριση των αρχείων των δημοσίων υπηρεσιών εφαρμόζονται και στα επι
Άρθρο 13
Περιφερειακή Ένωση Επιμελητηρίων
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Σε κάθε γεωγραφική περιφέρεια, όπως αυτή καθορίζεται στο π.δ. 51/1987 (ΦΕΚ 26), συνιστάται νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου, στο οποίο μετέχουν όλα τα επιμελητήρια της περιφέρειας με την ονομασία
“Περιφερειακή Ενωση Επιμελητηρίων” (Π.Ε.Ε.) της οικείας περιφέρειας και με έδρα την έδρα της περιφέρειας. Σκοπός της Π.Ε.Ε. είναι η μελέτη των προβλημάτων και ο συντονισμός της δράσης των μελών της για την
πρόοδο και την οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειάς της στα πλαίσια της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας.
2. Η Π.Ε.Ε. διοικείται από συμβούλιο που αποτελείται από τον πρόεδρο και ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου του κάθε επιμελητηρίου ή τους νόμικους αναπληρωτές τους. Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου και ο
αναπληρωτής του υποδεικνύονται από το διοικητικό συμβούλιο και δεν μπορούν να προέρχονται από το τμήμα εκείνο του επιμελητηρίου στο οποίο ανήκει ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του ούτε να είναι μέλη της
διοικητικής επιτροπής του επιμελητηρίου.
3. Το συμβούλιο εκλέγει για θητεία δύο ετών τον πρόεδρό του, ο οποίος δεν επανεκλέγεται για τρίτη συνεχή θητεία. Συνεδριάζει τακτικά τουλάχιστο μία φορά το μήνα στην έδρα της Π.Ε.Ε. ή εκτάκτως ύστερα από
πρόσκληση του προέδρου του. Για ειδικούς λόγους και ειδικά θέματα μπορεί να συεδριάζει και σε άλλη πόλη της περιφέρειας. Στις συνεδριάζει της Π.Ε.Ε. μετέχουν χωρίς ψήφο εκπρόσωπος της πολιτείας που ορίζεται από το γενικό γραμματέα της περιφέρειας και εκπρόσωπος των εργαζομένων της περιφέρειας και εκπρόσωπος των εργαζομένων στα επιμελητήρια.
Επίσης μπορεί να συνεδριάζει εκτάκτως ύστερα από πρόσκληση της αρμόδιας διοικητικής αρχής ή όταν ζητηθεί από τα 2/5 των μελών της Π.Ε.Ε.
ΟΙ Π.Ε.Ε. μπορούν να έχουν γραμματεία από υπαλλήλους που διατίθενται από τα επιμελητήρια μέλη τους.
4. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου καθορίζονται θέματα που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία των Π.Ε.Ε.
5. ΟΙ Π.Ε.Ε. ασκούν ιδίως τις εξής δραστηριότητες:
α) Συμμετέχουν με εκπρόσωπο τους στα περιφερειακά συμβούλια του ν. 1622/1986 (ΦΕΚ 92).
β) Γνωμοδοτούν για γενικά οικονομικά θέματα και κυρίως για θέματα αναπτυξιακής πολιτικής της περιφέρειάς τους.
γ) Διοργανώνουν σε περιφερειακό επίπεδο αναπτυξιακά συνέδρια, εμπορικές αποστολές στο εξωτερικό, με έγκριση του Υπουργού Εμπορίου, και υποδέχονται αποστολές που ενδιαφέρουν την περιφέρεια.
δ) Διοργανώνουν εμπορικές εκθέσεις στην περιφέρεια και στο εξωτερικό με έγκριση του Υπουργού Εμπορίου.
ε) Συγκεντρώνουν και επεξεργάζονται στατικά στοιχεία σε περιφερειακό επίπεδο και εκπονούν μελέτες χρήσιμες για την τοπική, περιφερειακή και εθνική οικονομία.
στ) Εκπονούν κλαδικές μελέτες επιχειρήσεων ή κατά αντικείμενο οικονομικής δραστηριότητας.
ζ) Μπορούν να εισηγούνται στις αρμόδιες αρχές την ίδρυση περιφερειακών χρηματιστηρίων εμπορευμάτων.
η) Συμμετέχουν με πρόσκληση της αρμόδια διοικητικής αρχής στα όργανα σχεδιασμού έργων υποδομής της περιφέριειας, σε άλλα θεσμοθετημένα όργανα δημοκρατικού προγραμματισμού, καθώς και σε άλλους
αναπτυξιακούς φορείς.
θ) Μπορούν, με αποφάσεις του συμβουλίου, να αναθέτουν σε τρίτους τη σύνταξη μελετών για αναπτυξιακά θέματα. Επίσης μπορούν να συνιστούν επιτροπές από μέλη των επιμελητηρίων της περιφέρειάς τους ή από
τρίτους με ειδικές γνώσεις για τη μελέτη γενικών ή ειδικών θεμάτων που εμπίπτουν στους σκοπούς και τις επιδιώξεις τους. Στις επιτροπές αυτές μπορούν να συμμετέχουν δημόσιοι υπάλληλοι και γενικά υπάλληλοι του
δημόσιου τομέα, ύστερα από έγκριση του αρμόδιου οργάνου.
Άρθρο 14
Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την ονομασία
“Κεντρική Ενωση Επιμελητηρίων” και έδρα την Αθήνα.
Μέλη της Κ.Ε.Ε. είναι όλα τα επιμελητήρια της Χώρας.
Σκοπός της Κ.Ε.Ε. είναι να μελετά τα θέματα ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και να γνωμοδοτεί σχετικά στις αρχές.
2. Οργανα διοίκησης της Κ.Ε.Ε. είναι:
α. Η γενική συνέλευση των επιμελητηρίων.
β. Η διοικητική επιτροπή.
γ. Η μόνιμη γραμματεία.
3. Η γενική συνέλεση των επιμελητηρίων αποτελείται από τα μέλη της μόνιμης γραμματείας, από τον πρόεδρο και ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου του κάθε επιμελητηρίου ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Το
μέλος και ο αναπληρωτής του υποδεικνύονται απο το διοικητικό συμβούλιο και δεν μπορούν να προέρχονται από το τμήμα εκείνο του επιμελητηρίου, στο οποίο ανήκει ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του ούτε να είναι μέλη της
διοικητικής επιτροπής του επιμελητηρίου.Η γενική συνέλευση των επιμελητηρίων συνεδριάζει τακτικά μια φορά
κάθε έτος και σε κάθε περίπτωση συγκαλείται με απόφαση της διοικητικής επιτροπής.
4. Η διοικητική επιτροπή αποτελείται από τα μέλη της μόνιμης γραμματείας και τους προέδρους των Π.Ε.Ε. ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους.
Η διοικητική επιτροπή συνεδριάζει τακτικά μία φορά κάθε δύο μήνες και κάθε περίπτωση συγκαλείται με απόφαση της μόνιμης γραμματείας.
5. Η μόνιμη γραμματεία αποτελείται απο τον πρόεδρο, ο οποίος είναι και πρόεδρος όλων των οργάνων της Κ.Ε.Ε., τρεις αντιπροέδρους, το γενικό γραμματέα, τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα και τον οικονομικό
επόπτη και συνεδριάζει τακτικά κάθε 15 ημέρες και σε κάθε περίπτωση συγκαλείται από τον πρόεδρο.
Τα μέλη της μόνιμης γραμματείας εκλέγονται κάθε 2 χρόνια από το σύνολο των μελών των διοκητικών συμβουλίων των επιμελητηρίων και μεταξύ αυτών. Ο προέδρος της ΚΕΕ δεν μπορεί να εκλεγει για τρίτη
συνεχή θητεία.
Από τους αντιπροέδρους ένας υποχρεωτικά προέρχεται από τα διατηρούμενα αμιγή βιοτεχνικά και ένας από τα διατηρούμενα αμιγή επαγγελματικά επιμελητήρια.
Ο τρόπος και η διαδικασία εκλογής των παραπάνω και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορείου.
6. Τα όργανα της Κ.Ε.Ε. μπορεί να συνεδριάζουν εκτάκτως όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι ή όταν ζητηθεί από τον Υπουργό Εμπορίου ή από τα δύο πέμπτα των μελών τους.
Η γενική συνέλευση των επιμελητηριών και η διοικητική ειτροπή μπορούν να συνεδριάζουν και εκτρός έδρας μετά από απόφαση του Υπουργού Εμπορίου.
7. Στις συνεδριάσεις της γενικής συνέλευσης των επιμελητηρίων και της διοικητικής επιτροπής, μετέχουν χωρίς ψήφο ο προϊστάμενος της αρμόδιας διεύθυνσης του Υπουργείου Εμπορίου, εκπρόσωποι άλλων υπουργείων, αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες των επιμελητηρίων, καθώς και εκπρόσωπος του ανώτατου συνδικαλιστικού οργάνου των υπαλλήλων των επιμελητηρίων.
Η Κ.Ε.Ε. μπορεί να υποβοηθείται στο έργο της από υπαλλήλος που διατίθενται σ` αυτήν από τα επιμελητήρια.
8. Η Κ.Ε.Ε ασκεί τις εξής ιδίως δραστηριότητες:
α) Ενημερώνεται και ανταλλάσσει εμπειρίες για θέματα γενικού ενδιαφέροντος που αφορούν τα επιμελητήρια.
β) Μπορεί να αναθέτει σε τρίτους μελέτες για γενικά αναπτυξιακά θέματα.
γ) Μπορεί να χορηγεί βραβεία γτια διακεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες σε πανελλήνια κλίματα.
δ) Μπορεί να συμμετέχει, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου, ως εκπρόσωπος των επιμελητηρίων μελών της, σε εταιρεία της ημεδαπής ή αλλοδαπής με αποκλειστικό σκοπό την ανάπτυξη της πληροφορικής στα
επιμελητήρια.
ε) Εκλέγει ύστερα από πρόσκληση της αρμόδιας διοικητικής αρχής εκπροσώπους της σε θεσμοθετημένα όργανα του κράτους καθώς και σε αντίστοιχους διεθνείς οργανισμούς.
στ) Μπορεί, ύστερα από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου, να πραγματοποιεί αποστολές στο εξωτερικό και να υποδέχεται ξένες αποστολές στην Ελλάδα. Οι εκπρόσωποι που μεταβαίνουν στο εξωτερικό προωθουν την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και συνεργάζονται με τις εκεί ελληνικές υπηρεσίες.
ζ) Μπορεί να συνιστά επιτροπές εμπειρογνωμόνων για έρευνα γενικών και ειδικών θεμάτων.
η) Συγκεντρώνει σε συνεργασία με τα επιμελητήρια ύστερα από απόφαση του Υπουργού Εμπορίου και παρέχει στοιχεία σε εξουσιοδοτημένες Τράπεζες για τον αποτελεσματικό έλεγχο κατά την εκτέλεση του έργου που
προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 936/79 (ΦΕΚ/114).
9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου και ύστερα από γνώμη της γενικής συνέλευσης των επιμελητηρίων, ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την κατανομή των
αρμοδιοτήτων μεταξύ των οργάνων και την οργάνωση και λειτουργία τους.
10. Με προεδρικό διάταγμα, που θα εκδοθεί μέχρι 1.1.1991 με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Εμπορίου μετά από γνώμη της γενικής συνέλευσης των επιμελητηρίων, ρυθμίζονται τα της οργάνωνσης των υπηρεσιών της Κ.Ε.Ε. κα καθορίζονται οι πόροι της για την εκπλήρωση των σκοπών της.Ο πόρος που προέρχεται από το ανταποδοτικό τέλος και καταβάλλεται μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος στην ένωση των επιμελητηρίων συνεχίζει να καταβάλλεται στην Κ.Ε.Ε.
11. Το ύψος του εισπραττόμενου από την Κ.Ε.Ε. για τις παρεχόμενες υπηρεσίες σύμφωνα με το εδάφιο ή της παρ. 8 ανταποδοτικού τέλους καθορίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, ο οποίος το κατανέμει
μεταξύ των φορέων που συμπράττουν στην επεξεργασία των στοιχείων.
12. Με αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου μπορεί να συνιστώνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας οι οποίες ελέγχουν και εποπτεύουν την εκτέλεση του έργου που προβλέπεται από την παρ. 11.
13. Με ίδιες αποφάσεις του Υπουργού Εμπορίου, κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί αποσπάσεων υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., μπορεί να αποσπώνται υπάλληλοι από τα επιμελητήρια στις υπηρεσίες του Υπουργείου Εμπορίου
για την εκτέλεση του έργου που προβλέπεται στο εδάφιο ή της παραγρ. 8.
14. Η διοικητική και διαχειριστική εποπτεία της Κ.Ε.Ε. ανήκει στον Υπουργό Εμπορίου.
15. Εφ` όσον στο άρθρο αυτό δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διατάξεις που παρόντος νόμου για τα επιμελητήρια εφαρμόζονται αναλογικά και στην Κ.Ε.Ε.
Άρθρο 15
Ελληνικά επιμελητήρια εξωτερικού
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Ενώσεις προσώπων, που έχουν συσταθεί στην αλλοδαπή σύμφωνα με τις διατάξεις της χώρας όπου εδρεύουν και έχουν σκοπό την προώθηση και ανάπτυξη των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ της Ελλάδας και
της χώρας όπου εδρεύουν, μπορεί με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, ύστερα από έκθεση της οικείας ελληνικής διπλωματικής ή προξενικής αρχής, να αναγνωρίζονται ως ελληνικά επιμελητήρια, εφ` όσον το μισό τουλάχιστον των μελών είναι έλληνες υπήκοοι ή ομογενείς ή νομικά πρόσωπα οικονομικών συμφερόντων ελλήνων υπηκόων ή ομογενών και έχουν την εμπορική ιδιότητα.
Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου εγκρίνεται το καταστατικό των παραπάνω επιμελητηρίων καθώς και κάθε τροποποίησή του.
2. Το προεδρικό διάταγμα της αναγνώρισης μπορεί να ανακληθεί με άλλο προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εμπορίου και προηγούμενη εισήγηση της οικείας διπλωματικής ή προξενικής αρχής, εφ`
όσον το επιμελητήριο παραβιάζει τα καθήκοντα που του έουν ανατεθεί από την ισχύουσα νομοθεσία και το καταστατικό.
3. Το αναγνωρισμένα ελληνικά επιμελητήρια που εδρεύουν στο εξωτερικό
οφείλουν να υποβάλλουν κάθε χρόνο στο Υπουργείο Εμπορίου:
α) Ονομαστικό κατάλογο των μελών τους, με τα στοιχεία της παρ. 1.
β) Τον προϋπολογισμό και απολογισμό τους για έγκριση και
γ) Εκθεση πεπραγμένων.
4. Η διοικητική και διαχειριστή εποπτεία των ελληνικών επιμελητηρίων του εξωτερικού ανήκει στον Υπουργό Εμπορίου και μπορεί να ασκείται από τους εκπροσώπους του Υπουργείου στη χώρα όπου εδρεύει το επιμελητήριο.
5. Στα ελληνικά επιμελητήρια του εξωτερικού που έχουν αναγνωριστεί και επιχορηγούνται από το Υπουργείο Εμπορίου προσλαμβάνονται, με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, ως διευθυντές μόνο έλληνες πολίτες. Η
ανανέωση της θητείας τους γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου.
6. Ο Υπουργός Εμπορίου μπορεί μετά από σχετική έκθεση της οικείας ελληνικής διπλωματικής ή προξενικής αρχής να κηρύττει έκπτωτα μεμονωμένα μέλη της διοίκησης του επιμελητηρίου του εξωτερικού για
παραβάσεις διοικητικές ή οικονομικές, για υπέρβαση καθήκοντος, για παράβαση των διατάξεων του νόμου αυτού, για ενέργειες που παρακωλύουν την ομαλή λειτουργία του επιμελητηρίου καθώς και για ενέργειες που
γίνονται κατά παρέκκλιση των αποφάσεων των οργάνων.
7. Με άδεια του Υπουργού Εμπορίου μπορεί να ιδρύονται και να λειτουργούν στην Ελλάδα, με τον όρο της αμοιβαιότητας κα με τήρηση των κειμένων διατάξεων για τα σωματεία, αμιγή αλλοδαπά επιμελητήρια, εφ`
όσον συμμετέχουν ως τακτικά μέλη τους είκοσι τουλάχιστον υπήκοοι της ενδιαφερόμενης χώρας, εγκατεστημένη επαγγελματικά στην Ελλάδα τουλάχιστο μια διετία πριν από την ίδρυση και έχουν την εμπορική
ιδιότητα. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και οι όροι με τους οποίους χορηγείται και ανακαλείται η άδεια αυτή και ρυθμίζεται κάθε άλλη
σχετική λεπτομέρεια.
8. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, μπορεί να χορηγηθεί ειδική άδεια σε μικτά από έλληνες και αλλοδαπούς σωματεία, που αποβλέπουν στην ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών, να χρησιμοποιούν τον τίτλο “Επιμελητήρια”.
9. Τα αμιγή αλλοδαπά επιμελητήρια και τα σωματεία της προηγούμενης παραγράφου είναι υποχρεωμένα να υποβάλλουν κάθε χρόνο στο Υπουργείο Εμπορίου έκδεση πεπραγμένων.
Άρθρο 16
Χρηματιστήρια εμπορευμάτων
1. Οι διατάξεις των άρθρων 2 περιπτ. γ`, ιδ`, ιε`, ιζ`, 8 παρ. 7, 10 και 12 εφαρμόζονται αναλόγως και στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων.
2. Τα μέλη των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων οφείλουν να καταβάλλουν ετήσια συνδρομή προς αυτά. Αν τα μέλη των χρηματιστηρίων είναι και μέλη επιμελητηρίων, η συνδρομή αυτή συνεισπράττεται με τη συνδρομή των επιμελητηρίων και αποδίδεται στα χρηματιστήρια. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, καθορίζεται το ύψος της συνδρομής των μελών κάθε χρηματιστηρίου.
3. Στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων μπορούν να συναλλάσσονται, με τη μεσολάβηση μεσίτη ή απευθείας, όλοι οι εγγεγραμμένοι στο μητρώο των επιμελητηρίων της Χώρας, καθώς και εμπορικοί οίκοι του εξωτερικού. Η διαδικασία καταχώρισης των συμφωνητικών ή των συμβολαίων, στην περίπτωση της απευθείας συναλλαγής, η σύνταξη του δελτίου τιμών καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που αφορά τις συναλλαγές ρυθμίζεται με π.δ/γμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου ύστερα από γνώμη της επιτροπής των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων.
4. Η παρ. 1 του άρθρου 3 του ν.307/1976 (ΦΕΚ 101) διαμορφώνεται ως εξής: “1. Συνιστάται στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, Επιτροπή αποτελούμενη από το Διευθυντή της Δ/νσης Εμπορικών Οργανώσεων του Υπουργείου Εμπορίου, από τον αρμόδιο τμηματάρχη, αναπληρουμένων από τους νόμιμους αναπληρωτές τους και από τρεις εμπορικούς αντιπρόσωπους εισαγωγής-εξαγωγής που υποδεικνύονται με τους αναπληρωτές τους ανά ένας από τους οικείους Συνδέσμους Αθηνών, Πειραιώς και Βορείου Ελλάδος. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου, η οποία ορίζει τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο, τα μέλη και το γραμματέα της. Η Επιτροπή επικουρείται στο έργο της από διοικητικούς υπαλλήλους που τίθενται στη διάθεσή της από το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών. Ο αριθμός των υπαλλήλων αυτών και ο τρόπος εργασίας τους καθορίζονται με την προβλεπόμενη από την παρ. 3 υπουργική απόφαση.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 20 του Ν. 1934/1991 (Α 31).
Άρθρο 17
Επιμελητηριακό Κέντρο Ανάπτυξης Πληροφορικής
1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία “Επιμελητηριακό Κέντρο Ανάπτυξης Πληροφορικής Ανώνυμος Εταιρία” (Ε.Κ.Α.Π. Α.Ε.), που διέπεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και τη νομοθεσία για τις ανώνυμες εταιρίες. Το Ε.Κ.Α.Π. Α.Ε. δεν ανήκει στο δημόσιο τομέα.
2. Σκοπός του Ε.Κ.Α.Π. Α.Ε. είναι:
α) η ανάπτυξη και εκμετάλλευση πληροφοριακών συστημάτων που συλλέγουν, επεξεργάζονται και χορηγούν τις απαιραίτητες πληροφορίες σε κάθε ενδιαφερόμενο, ο οποίος ασκεί εμπορική δραστηριότητα ή με οποιονδήποτε τρόπο συμβάλλει στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας καθώς και στους ενδιαφερομένους φορείς του δημόσιου τομέα,
β) η παροχή υπηρεσιών πληροφορικής προς τρίτους, όπως η σύνταξη μελετών σκοπιμότητας, η ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων και η σύνταξη μελετών οργανωτικής λειτουργίας.
3. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου, καταρτίζεται το καταστατικό του Ε.Κ.Α.Π. Α.Ε.
4. Η πλειοψηφία των μετοχών του “Ε.Κ.Α.Π. Α.Ε.” ανήκει πάντοτε στα επιμελητήρια του άρθρου 1 και οι μετοχές που τη συνιστούν δεν είναι μεταβιβάσιμες. Οι υπόλοιπες μπορεί να ανήκουν σε αναπτυξιακούς ή εξαγωγικούς φορείς ή τράπεζες του δημόσιου τομέα.
Άρθρο 18
Καταργήσεις, συγχωνεύσεις – Αυτοτελή επιμελητήρια
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εμπορίου
“α) Ιδρύονται επιμελητήρια, μετά από αίτηση εκατό τουλάχιστον προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 1, στους νομούς όπου δεν υπάρχουν, στις έδρες των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων όπου δεν υπάρχουν και στις έδρες των επαρχιών όπου δεν υπάρχουν”.
Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 39 του Ν. 1832/1989 (Α 54).
β) συγχωνεύονται ή καταργούνται επιμελητήρια, σε περίπτωση διοικητικής αναδιάρθρωσης της Χώρας.
Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την περιουσία των καταργούμενων ή συγχωνευόμενων επιμελητηρίων, την κατάσταση των υπαλλήλων τους καθώς και το διορισμό προσωρινών
διοικήσεών τους. Σε περιπτώσεις συγχώνευσης επιμελητηρίων δεν επιβάλλεται φόρος ή τέλος.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εμπορίου μπορεί να μεταβάλλεται ή να μεταφέρεται η έδρα του επιμελητηρίου.
3. Στην Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη εξακολουθούν να λειτουργούν ως αυτοτελή επιμελητήρια το εμπορικό και βιομηχανικό, το βιοτεχνικό και το επαγγελματικό. Τα επιμελητήρια αυτά μπορεί να συγχωνεύονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου μετά από απόφαση των αντιπροσωπευτικών γενικών
συνελεύσεων, που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών τους. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου, μπορεί να μην
ενοποιηθούν τα επιμελητήρια που λειτουργούν κατά την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου στις περιοχές των νήσων Βορείου Αιγαίου και Θράκης. Τα μέλη της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης των πιο πάνω επιμελητηρίων εκλέγονται από τα τμήματα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του νόμου αυτού.
4. Σε περίπτωση αμφισβήτησης για την κατάταξη στο οικείο επιμελητήριο αποφασίζει πενταμελής επιτροπή που συγκροτείται με απόφαση της εποπτεύουσας αρχής και αποτελείται από ένα υπάλληλο του Υπουργείου Εμπορίου ως πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, που από την πιο πάνω αρχή, ανά ένα μέλος των διοικητικών συμβουλίων και ανά έναν υπάλληλο των διοικητικών συμβουλίων και αν έναν υπάλληλό των ορίζονται από την πιο πάνω αρχή, ανά ένα μέλος των διοικητικών συμβουλίων και ανά έναν υπάλληλο των επιμελητηρίων, μεταξύ των οποίων υπάρχει
αμφισβήτηση, που υποδεικνύεται με τους αναπληρωτές τους από τα διοικητικά συμβούλια των επιμελητηρίων αυτών.
Στον πρόεδρο, στα υπηρεσιακά μέλη και στο γραμματέα καταβάλλεται αποζημίωση σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει.Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 3.
Άρθρο 19
Διοικητικές κυρώσεις – Πειθαρχικό συμβούλιο
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Για κάθε παράβαση διάταξης του νόμου αυτού μπορεί να επιβληθεί σε βάρος του παραβάτη με πράξη της εποπτεύουσας αρχής πρόστιμο έως πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές. Κατά της πράξης αυτής επιτρέπεται άσκηση
προσφυγής στο διοικητικό πρωτοδικείο, κατά τις διατάξεις του κώδικα φορολογικής δικονομίας.
2. Σε κάθε επιμελητήριο λειτουργεί πειθαρχικό συμβούλιο για τα μέλη του. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εμπορίου ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Κ.Ε.Ε., καθορίζονται η σύνθεση του συμβουλίου, τα πειθαρχικά παραπτώματα και οι επιβαλλόμενες ποινές και ρυθμίζεται κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Άρθρο 20
Μεταβατικές διατάξεις
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Μέσα σε τέσσερις μήνες από την ισχύ του παρόντος νόμου θα γίνουν οι συγχωνεύσεις των επιμελητηρίων και μέσα στους επόμενους πέντε μήνες θα διενεργηθούν οι εκλογές σε όλα τα επιμελητήρια για την ανάδειξη νέων οργάνων σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.
Ειδικά για τις εκλογές αυτές η συγκρότηση της εκλογικής επιτροπής θα γίνει πριν από 4 μήνες.
Σχετικό: ΥΑ Κ1-5333/18.4.90 του Υπουργού Εμπορίου (ΦΕΚ288/Β/24-4-90), που κυρώθηκε με το άρθρο 21 του Ν. 1934/1991 (Α 31):
2. Το προσωπικό, που υπηρετεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού σε ιδιωτικές τεχνικές και επαγγελματικές σχολές που διατηρούν τα εμπορικά και βιομηχανικά, επαγγελματικά και βιοτεχνικά επιμελητήρια της Χώρας, κατατάσσεται με απόφαση του αρμόδιου για την πρόσληψη οργάνου σε προσωρινές θέσεις των οικείων επιμελητηρίων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου. Η κατάταξη γίνεται σε θέσεις αντίστοιχες με την ειδικότητα με την οποία είχε προσληφθεί το προσωπικό, εφ` όσον έχει τα γενικά προσόντα πρόσληψης, εκτός από το όριο ηλικίας.
3. Οι θέσεις της προηγούμενης παραγράφου συνιστώνται αυτοδικαίως με το νόμο αυτόν κατά ειδικότητα και αριθμό ίσο με τον αριθμό των κατατασσομένων σε αυτές. Η σχετική διαπιστωτική πράξη του οικείου οργάνου δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Οι προσωρινές θέσεις των προηγούμενων παραγράφων καταργούνται αυτοδικαίως μόλις κενωθούν με οποιοδήποτε τρόπο.
5. Το πιο πάνω προσωπικό διέπεται από τις διατάξεις του κεφαλαίου Γ` του ν. 993/1979, όπως ισχύει.
6. Ο χρόνος υπηρεσίας στις παραπάνω σχολές λογίζεται για όλες τις συνέπειες ότι έχει διανυθεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
7. Οι διατάξεις των παραγράφων 2 έως κα 6 εφαρμόζονται αναλόγως κατά παρέκκλιση από τις κείμενες διατάξεις, και για το προσωπικό που απασχολείται στα επιμελητήρια, με την προϋπόθεση ότι στην πραγματικότητα παρέχουν εξαρτημένη εργασία, ασχέτως αν έχουν συνάψει συμβάσεις μίσθωσης έργου. Για τη διαπίστωση της προϋπόθεσης αυτής απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται, εφ` όσον οι πιο πάνω συμβάσεις εξακολουθούν να ισχύουν κατά την 31.12.1987.
8. Για την κατάταξη σε προσωρινές θέσεις με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αόριστου χρόνου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν αίτηση μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Ο χρόνος των συμβάσεων μίσθωσης έργου λογίζεται για όλες τις συνέπειες ότι έχει διανυθεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
9. Μέχρι την εκλογή οργάνων διοίκησης των επιμελητηρίων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου η διοίκηση αυτών ασκείται από τα όργανα διοίκησης τα προβλεπόμενα από τις μέχρι την ισχύ του παρόντος κείμενες διατάξεις. Ειδικά για τα συγχωνευόμενα επιμελητήρια η διοίκηση ασκείται από διοικητικό συμβούλιο αποτελούμενο από τα μέλη
των διοικητικών συμβουλίων των συγχωνευομένων επιμελητηρίων, το οποίο εκλέγει τη διοικούσα επιτροπή.
10. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου επιτρέπεται η απόσπαση για ένα (1) έτος, με δυνατότητα παρατάσεως για ένα (1) ακόμη, υπαλλήλων των υπηρεσιών εξωτερικού του Υπουργείου Εμπορίου με πλήρη αποσχόληση σε
νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα εποπτευόμενα από το Υπουργείο Εμπορίου.
Ο χρόνος της παραπάνω απόσπασης λογίζεται για πάσα συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση αυτών, οι δε αποδοχές που καθορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του αντίστοιχου
νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, καθώς και οι πάσης φύσεως κρατήσεις που αναλογούν στην οργανική θέση των αποσπασμένων, βαρύνουν το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου.
Άρθρο 21
Τελικές διατάξεις
Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από το άρθρο 7 παρ. 5 του Ν. 2081/1992, από την έναρξη ισχύος αυτού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του ανωτέρω άρθρου 7.
1. Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού καταργείται ο ν. 1089/1980 (ΦΕΚ 261), εκτός από τις διατάξεις των άρθρων του 4 έως και 8, που εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι αν αρχίσει η τήρηση του εμπορικού μητρώου.
2. Μέχρι να εκδοθούν τα προβλεπόμενα προεδρικά διατάγματα, αποφάσεις και κανονισμοί εξακολουθούν να εφαρμόζονται για τα θέματα που προβλέπεται να ρυθμιστούν με αυτά οι διατάξεις που ισχύουν, εφ`όσον
δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.
3. Με την επιφύλαξη των πιο πάνω παραγράφων κάθε διάταξη αντίθετη με το νόμο αυτόν καταργείται.
Άρθρο 22
Αντικατάσταση διατάξεων
1. Τα άρθρα 49, 50, 51 κα 52 του π.δ. 237/1986 (ΦΕΚ 110) αντικαθίστανται ως εξής:
“Αρθρο 49.
Διοικητικό Συμβούλιο.
1. Το Σ.Ε.Π.Τ.Α., διοικείται, εκπροσωπείται και ελέγχεται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, που απαρτίζεται από:
α) Δύο μέλη οριζόμενα, με τους αναπληρωτές του, από τον Υπουργό Εμπορίου, τα οποία διαθέτουν τις ειδικές γνώσεις και εμπειρία που απαιτεί ο σκοπός λειτουργίας του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
β) Ενα μέλος οριζόμενο, με τον αναπληρωτή του, από τον Υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών, που διαθέτει τις ειδικές γνώσεις και εμπειρία που απαιτεί ο σκοπός λειτουργός του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
γ) Δύο εκπροσώπους, με τους αναπληρωτές τους, από τα μέλη του Σ.Ε.Π.Τ.Α., που εκλέγονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51 παρ. 1.
δ) Δύο μέλη υποδεικνυόμενα, με τους αναπληρωτές τους, από τα διοικητικά συμβούλια των τιμολογιακών ενώσεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, μέσα σε 20 μέρες από την έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού
Εμπορίου. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, τα μέλη ορίζονται από τον Υπουργό Εμπορίου.
2. Τα μέλη του διοιητικού συμβουλίου με τα ισάριθμα αναπληρωματικά τους διορίζονται για μία τριετία με κοινή απόφαση των Υπουργών Εμπορίου και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εμπορίου καθορίζεται η αμοιβή των μελών του διοικητικού συμβουλίου η οποία βαρύνει το Σ.Ε.Π.Τ.Α.
Αρθρο 50.
Αρμοδιότητες διοικητικού συμβουλίου.
1. Το διοικητικό συμβούλιο έχει τις ακόλουθες ιδίως αρμοδιότητες:
α) Προσλαμβάνει, ύστερα από εξετάσεις, τους πραγματογνώμονες και τους ασκούμενους πραγματονγώμονες. Κανονίζει τα σχετικά με τη διεξαγωγή των εξετάσεν και ορίζει την εξεταστική επιτροπή και τα εξεταστέα μαθήματα.
β) Εκδίδει τους κανονισμούς και τις γενικές οδηγίες που αφορούν την άσκηση του επαγγέλματος και τη διενέργεια πραγματογνωμοσυνών.γ) Ασκεί εποπτεία και έλεγχο στο Σ.Ε.Π.Τ.Α.
δ) Διαχειρίζεται τα οικονομικά του Σ.Ε.Π.Τ.Α. και συντάσσει τον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό, τον οποίο υποβάλει για έγκριση στον Υπουργό Εμπορίου και κοινοποιεί στη γενική συνέλευση των μελών του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
ε) Ασκεί την πειθαρχική εξουσία στα μέλη του Σ.Ε.Π.Τ.Α. και αποφασίζει για τη διαγραφή τους σύμβφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 47.
στ) Διορίζει τα μέλη του Τεχνικού Γραφείου του Σ.Ε.Π.Τ.Α
ζ) Προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την εκπλήρωση των σκοπών του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
2. Κάθε λεπτομέρεια σχετική με τη λειτουργία του διοικητικού συμβουλίου ρυθμίζεται από τον Κανονισμό του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
3. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, μετά από έγκριση του Υπουργείου Εμπορίου, το Σ.Ε.Π.Τ.Α. μπορεί να ιδρύει ή να συμμετέχει σε ανώνυμες εταιρείες, που έχουν σκοπούς συναφείς με το αντικείμενο των
δραστηριοτήτων του, τις γενικότερες ανάγκες λετουργίας του και τα ειδικότερα θέματα της ασφαλιστικής αγοράς.
Αρθρο 51.
Γενική συνέλευση.
1. Οι πραγματογνώμονες υλικών ζημιών συγκροτούν τη γενική συνέλευση του Σ.Ε.Π.Τ.Α. η οποία έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) εκλέγει μεταξύ των μελών της με μυστική ψηφοφορία δύο εκπροσώπους που συμμετέχουν σύμφωνα με το άρθρο 49 στο διοικητικό συμβούλιο, καθώς και ισάριθμους αναπληρωματικούς,
β) αποφασίζει για κάθε θέμα που τίθεται στην κρίση της απότο διοικητικό συμβούλιο ή το τεχνικό γραφείο.
2. Στην γενική συνέλευση μετέχουν κα οι ασκούμενοι πραγματογνώμονες χωρίς δικαίωμα ψήφου.
3. Κάθε λεπτομέρεια σχετική με τη λειτουργία της γενικής συνέλευσης και ιδίως ο τρόπος και ο χρόνος σύγκλησής της, οι ψυφοφορίες και η εκλογή των εκπροσώπων στο διοικητικό συμβούλιο ρυθμίζονται από τον κανονισμό του Σ.Ε.Π.Τ.Α.
Αρθρο 52.
1. Το διοικητικό συμβούλιο του Σ.Ε.Π.Τ.Α. υποβάλλει προς έγκριση στον Υπουργό Εμπορίου τον ετήριο ισολογισμό το αργότερο μέσα σε τρεις μήνες από το τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης. Η διαχεριστική χρήση,
που είναι 12μηνη, αρχίζει την 1ην Ιανουαρίου και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Κατ` εξαίρεση η πρώτη διαχειριστική χρήση αρχίζει από τη σύσταση τους Σ.Ε.Π.Τ.Α. και λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 11988.
2. Δύο μήνες το αργότερο πρις από την έναρξη της κάθε διαχειριστικής χρήσης το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει για έγκριση στον Υπουργό Εμπορίου τον ετήσιο προϋπολογισμό του Σ.Ε.Π.Τ.Α”.
2.Το άρθρο 56 του προεδρικού διατάγματος 237/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
“Αρθρο 56.
1. Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο του Σ.Ε.Π.Τ.Α διορίζεται μέσα σε δύο μήνες από την έναρξη της ισχύος του παρόντος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 παρ.1, εκτός από τα μέλη που αναφέρονται στην περίπτωση γ`. Το διοικητικό συμβούλιο οφείλει το αργότερο μέχρι τη λήξη της πρώτης διαχειριστικής χρήσης να συγκαλέσει την πρώτη γενική συνέλευση των μελών του Σ.Ε.Π.Τ.Α., η οποία και εκλέγει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 1, τους εκπροσώπους της σε αυτό.
2. Το διοικητικό συμβούλιο μέσα σε έξι μήνες από την έναρξη της ισχύος του παρόντος μπορεί, κατά παρέκκλιση από σχετικές διατάξεις, να προασλαμβένει με επιλογή μέχρι δέκα άτομα με ειδικά αυξημένα προσόντα και τεχνικές γνώσεις για τις ανάγκες της οργάνωσης και λειτουργίας του Σ.Ε.Π.Τ.Α. καθώς και της εκπαίδευσης των μελών του.
Το προσωπικό, που κατά τη δημοσίευση του παρόντος απασχολείται στο Σ.Ε.Π.Τ.Α. με σύμβαση μίσθωσης έργου, αλλά παρέχει στην πραγματικότητα εξαρτημένη εργασία και εξυπηρετεί πάγιες και διαρκείς ανάγκες της
υπηρεσίας, παραμένει σ` αυτήν και η σύμβασή τους μετατρέπεται αυτοδίακαι σε σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
3. Στο διαγωνισμό προσλήψεων, που ενεργεί το πρώτο διοικητικό συμβούλιο, επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου να καθορίζεται ποσοστό στο σύνολο των προσλαμβανομένων πραγματογνωμόνων, που, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο άρθρο 46 εδάφια γ` και δ`, μπορούν να έχουν μόνο:
α) πτυχίο μέσης τεχνικής και επαγγελματικής σχολής συναφούς ειδικότητας με το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης δια διετή απασχόληση, κατά την τελευταία επταετία, σε έργα πραγματονγώμονα
ζημίων αυτοκινήτων που να προκύπτει από σχετική βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής εφορίας, ή
β) πεντραετή απασχόληση κατά την τελευταία δεκαπενταετία σε έργα πραγματογνώμονα ζημιών αυτοκινήτων που να προκύπτει από σχετική βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής εφορίας”.
3. Η παρ. 2 του άρθρου 40 του προεδρικού διατάγματος 237/1986 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Το ΣΕΠΤΑ τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορίου”.
4. α) Όπου στις διατάξεις των κεφαλαίων ΣΤ` και Ζ` του προεδρικού διατάγματος 237/1986 αναφέρεται το εποπτικό συμβούλιο νοείται το διοικητικό συμβούλιο. β) Στο άρθρο 54 παρ. 5 του ίδιου προεδρικού διατάγματος διαγράφεται η φράση “ύστερα από έγκριση του Εποπτικού Συμβουλίου”.
5. Η προθεσμία που προβλέπεται στα άρθρα 15 και 18 του ν. 1569/1985 (ΦΕΚ 183) παρατείνεται, αφότου έληξε, μέχρι 31.12.1988.
6. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 3 του ν. 3505/1956 (ΦΕΚ 162) αντικαθίσταται ως εξής: “Τα συμβολαιογραφικά δικαιώματα για τη σύνταξη καταστατικού εταιρίας περιορισμένης ευθύνης ή πράξης αύξησης του κεφαλαίου της καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Εμπορίου”.
Άρθρο 23
Αρτοποιεία
1. Αρτοποιεία, που τελούσαν υπό ίδρυση κατά τη δημοσίευση του ν. 726/1977 (ΦΕΚ 316) σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφο 1 του νόμου αυτού, μπορούν να λειτουργούν κατόπιν αδείας που εκδίδεται από τον αρμόδιο νομάρχη ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η αίτηση αυτή, η οποία θα συνοδεύεται με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τη με αριθ. 57/1968 (ΦΕΚ Β 432) υγειονομική και αγορανομική διάταξη, πρέπει να υποβληθεί εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
2. Σε αρτοποιεία, που βρίσκονταν σε λειτουργία χωρίς άδεια μέχρι 31.10.87 και εξακολουθούν τη λειτουργία τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χορηγείται άδεια λειτουργίας από τον αρμόδιο νομάρχη κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, που θα πρέπει να συνοδεύεται με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται από την με αριθ. Α2-1218/77 κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου και εφ`όσον αποδεικνύεται η πραγματική λειτουργία τους στα παραπάνω χρονικά διαστήματα.
Άρθρο 24
Σημ.: όπως το άρθρο 24 αντικαταστάθηκε με την παρ.17 άρθρ.12 Ν.3310/2005,ΦΕΚ Α 30/14.2.2005,όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ.3 Ν.3414/2005,(ΦΕΚ Α΄ 279/10.11.2005)
1. Οι μετοχές των ανωνύμων εταιρειών που είναι ιδιοκτήτες εφημερίδων ή περιοδικών κατά την έννοια των άρθρων 4 και 5 του α.ν. 1092/1938 “περί Τύπου”, καθώς και οι μετοχές των ανωνύμων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην εκτύπωση ή τη διανομή εφημερίδων ή περιοδικών, είναι υποχρεωτικώς ονομαστικές στο σύνολό τους μέχρι φυσικού προσώπου.
2. Εάν κύριος εν όλω ή εν μέρει των ονομαστικών μετοχών των ανωτέρω εταιρειών είναι άλλη ανώνυμη εταιρεία, τότε και οι μετοχές της εταιρείας αυτής είναι υποχρεωτικώς ονομαστικές στο σύνολό τους και ανήκουν υποχρεωτικώς σε φυσικά πρόσωπα. Συμμετοχή ξένου κεφαλαίου (εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης) υπόκειται στις ανωτέρω υποχρεώσεις περί ονομαστικοποίησης των μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου, προκειμένου να καταστεί εφικτός ο έλεγχος της συνδρομής των λόγων αποκλεισμού από τις διαγωνιστικές διαδικασίες ή τις διαδικασίες ανάθεσης σύμφωνα με τις Οδηγίες περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και συμβάσεων δημοσίων έργων, όπως εκάστοτε ισχύουν. Η ανωτέρω υποχρέωση επιβάλλεται, εφόσον το δίκαιο της χώρας, στην οποία έχουν την έδρα τους, επιβάλλει, για το σύνολο της δραστηριότητάς τους ή για συγκεκριμένη δραστηριότητα, την ονομαστικοποίηση των μετοχών τους στο σύνολό τους μέχρι φυσικού προσώπου. Στην περίπτωση που δεν προβλέπεται υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών κατά το δίκαιο της χώρας, στην οποία έχουν την έδρα τους, προσκομίζεται σχετική βεβαίωση από αρμόδια αρχή της χώρας αυτής, εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη, διαφορετικά προσκομίζεται υπεύθυνη δήλωση του υποψηφίου. Στην περίπτωση αυτή η αλλοδαπή ανώνυμη εταιρεία υποχρεούται να προσκομίσει στο Τμήμα Ελέγχου Διαφάνειας του Ε.Σ.Ρ. έγκυρη και ενημερωμένη κατάσταση των μετόχων της που κατέχουν τουλάχιστον ένα τοις εκατό (1%) των μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου της ανώνυμης εταιρείας. Σε περίπτωση που η εταιρεία δεν τηρεί ενημερωμένη κατάσταση μετόχων, υποχρεούται να προσκομίσει σχετική κατάσταση μετόχων που κατέχουν τουλάχιστον ένα τοις εκατό (1%) των μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου, σύμφωνα με την τελευταία Γενική Συνέλευση, εφόσον οι μέτοχοι αυτοί είναι γνωστοί στην εταιρεία. Σε αντίθετη περίπτωση, η εταιρεία οφείλει να αιτιολογήσει τους λόγους για τους οποίους δεν είναι γνωστοί οι ως άνω μέτοχοι, το δε Ε.Σ.Ρ. δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια κατά την κρίση της αιτιολογίας αυτής. Εναπόκειται στο Ε.Σ.Ρ. να αποδείξει τη δυνατότητα της εταιρείας να υποβάλει την προαναφερόμενη κατάσταση των μετόχων της, διαφορετικά η μη υποβολή της σχετικής κατάστασης δεν επιφέρει έννομες συνέπειες σε βάρος της εταιρείας.
3. Η υποχρέωση περαιτέρω ονομαστικοποίησης μέχρι φυσικού προσώπου δεν ισχύει για τις μετοχές των εισηγμένων στα Χρηματιστήρια κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) εταιρειών. Οι εταιρείες αυτές δεν υπόκεινται στις υποχρεώσεις της προηγούμενης παραγράφου.
“”Οι επενδυτές αυτής της κατηγορίας μπορούν να κατέχουν μετοχές και περισσοτέρων της μίας ανωνύμων εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο που είναι ιδιοκτήτριες ραδιοφωνικών, τηλεοπτικών σταθμών και υπό την προϋπόθεση εφαρμογής των διατάξεων της περ. α΄ παρ. 1 και παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 3283/2004 ως προς καθεμία από αυτές.””
Σημ.: όπως το εδάφιο γ΄ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν.4441/2016
4. Τράπεζες ή ανώνυμες χρηματιστηριακές εταιρείες, που προσφέρουν κατά τις διατάξεις του π.δ. 350/1985, όπως ισχύει, υπηρεσίες αναδόχου της έκδοσης των μετοχών εταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών σταθμών ή επιχειρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού και εισάγονται στο Χρηματιστήριο, εφόσον καθίστανται κάτοχοι ονομαστικών μετοχών των παραπάνω εταιρειών λόγω της μη διάθεσής τους σε επενδυτές, δεν μπορούν να ασκούν το δικαίωμα ψήφου στις γενικές συνελεύσεις ούτε να αντιπροσωπεύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτές και προβαίνουν σε σχετική δήλωση παραίτησης από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου στις αρμόδιες χρηματιστηριακές αρχές πριν την έναρξη της εγγραφής. Υπό τους περιορισμούς αυτούς, οι τράπεζες και οι ανώνυμες χρηματιστηριακές εταιρείες αυτής της κατηγορίας μπορούν να κατέχουν μετοχές περισσοτέρων της μίας ανωνύμων εταιρειών που εισάγονται στο Χρηματιστήριο και είναι ιδιοκτήτριες ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών σταθμών.
5. Αντέγγραφο συστατικό ή αποδεικτικό κυριότητας ή άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος επί των ανωτέρω μετοχών υπέρ προσώπου τρίτου, εκτός από το αναγραφόμενο στην ονομαστική μετοχή, είναι απολύτως άκυρο.
6. Για τη μεταβίβαση των μετοχών αυτών και τη σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ` αυτών (ενέχυρο) απαιτείται υποχρεωτικώς συμβολαιογραφικό έγγραφο και κοινοποίηση αντιγράφου του με δικαστικό επιμελητή μέσα σε πέντε ημέρες από την υπογραφή του εγγράφου τούτου στο Υπουργείο Ανάπτυξης, το Ε.Σ.Ρ. και την Ένωση Ιδιοκτητών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών.
Σε περίπτωση συστάσεως ενεχύρου επί των μετοχών απαιτείται και η γνωστοποίησή του, καθώς και της αιτίας του, από τις στήλες του εντύπου που αποτελεί την ιδιοκτησία της ανώνυμης εταιρείας. Η μη τήρηση των διατυπώσεων αυτών καθιστά άκυρη τη σύσταση των ανωτέρω εμπραγμάτων δικαιωμάτων.
7. Εάν οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, η μεταβίβασή τους μπορεί να γίνεται και με τη διαδικασία μεταβίβασης ονομαστικών μετοχών ανωνύμων εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Το “Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών Α.Ε.” υποχρεούται να θέτει στη διάθεση εκπροσώπων του Υπουργείου Ανάπτυξης, του Ε.Σ.Ρ., της Ενώσεως Ιδιοκτητών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών και οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, το Αρχείο Μετόχων, που κατά νόμο τηρεί, ώστε να καθίσταται δυνατός ο έλεγχος και η παρακολούθηση της διακίνησης των μετοχών αυτών, καθώς και να παρέχει στους παραπάνω κάθε σχετική πληροφορία.
8. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, η υποχρέωση ονομαστικοποίησης μέχρι φυσικού προσώπου των μετοχών ανωνύμων εταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες εφημερίδων ή περιοδικών ή ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών σταθμών, καθώς και οι περιορισμοί στη συγκέντρωση μετοχών ανωνύμων εταιρειών που είναι ιδιοκτήτριες τηλεοπτικών σταθμών, εξακολουθούν σε κάθε περίπτωση να ισχύουν, η δε παράβασή τους επιφέρει τις προβλεπόμενες στο άρθρο αυτό κυρώσεις που εφαρμόζονται κάθε φορά, ως και κάθε άλλη προβλεπόμενη διοικητική ή άλλης φύσεως κύρωση.
“”Ως προς τις εταιρείες που είναι ιδιοκτήτριες τηλεοπτικών σταθμών, όποιος αποκτά μετοχές που αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του μετοχικού κεφαλαίου τους, στερείται του δικαιώματος παράστασης και ψήφου στις γενικές συνελεύσεις μετόχων, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων δικαιωμάτων της πλειοψηφίας ή της μειοψηφίας ως προς τις μετοχές που υπερβαίνουν το πιο πάνω ποσοστό.””
Το Ε.Σ.Ρ. επιβάλλει πρόστιμο ίσο με το πεντηκονταπλάσιο της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών που υπερβαίνουν το παραπάνω όριο ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διοικητική κύρωση.
Σημ.: όπως το εδάφιο β΄ ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν.4441/2016
9. Η ονομαστικοποίηση μετοχών, καθώς και η μεταβίβαση αυτών ή η σύσταση επ` αυτών εμπραγμάτου δικαιώματος γίνονται ατελώς.”
Άρθρο 25
1. Στο άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 1712/87 προστίθεται εδάφιο που έχει ως ακολούθως: “Επίσης στις επαγγελματικές οργανώσεις μπορούν να μετέχουν και ο πρόεδρος του Δ.Σ. και ο διευθύνων ή ο συμπράττων ή ο εντεταλμένος σύμβουλος που δεσμεύει με την υπογραφή του την υπογραφή του την Α.Ε., καθώς και ο πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας του διοικητικού συμβουλίου, των συνεταιρισμών και μέχρι δύο από τους διαχειριστές εταίρους των Ε.Π.Ε., εφ` όσον οι ανωτέρω δεν ασχολούνται με άλλο επάγγελμα άσχετο με το εμπόριο.
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του ίδιου νόμου αντικαθίσταται ως εξής: “2. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου μπορεί να παρατείνονται μέχρι έξι μήνες οι προθεσμίες που αναφέρονται στα άρθρα 8, 9, 10 κα 11 του νόμου αυτού”.
3. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 1712/1987 προστίθεται: “Με ομόφωνη απόφαση των μελών του διοικητικού συμβουλίου των πρωτοβάθμιων επαγγελματικών οργανώσεων η συνδρομή και το δικαίωμα εγγραφής μπορεί να περιορίζεται μέχρι το ήμισυ των προαναφερομένων ποσών”.
Άρθρο 26
Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του ν.δ. 3077/1954 “περί Γενικών Αποθηκών” προστίθεται το εξής εδάφιο:
“Επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση, σύμφωνα με τη προβλεπόμενη διαδικασία από την κείμενη νομοθεσία, αστικών ή αγροτικών ακινήτων ή η σε βάρος αυτών σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων υπέρ των γενικών αποθηκών που λειτουργούν βάσει του παρόντος νομοθετικού διατάγματος. Η δαπάνη για τη δημιουργία ή επέκταση νέων αποθηκευτικών χώρων και γενικά εγκαταστάσεων που προορίζονται για την εκπλήρωση του σκοπού τους, λόγω της δημόσιας ωφέλειας αυτών, βαρύνει τις γενικές αποθήκες.
Άρθρο 27
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 1 έως και 21 αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 1988. Η ισχύς των υπόλοιπων διατάξεων αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 1987
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ