ΠΡΟΣΟΧΗ!! Έχει καταργηθεί από την 28/09/1998 με το Άρθρο 15 ΝΟΜΟΣ 2643/1998 !!!

ΝΟΜΟΣ 1648/2.10.1986
Ποιους νόμους τροποποίησε

Νόμος 1648 ΦΕΚ Α΄147/2.10.1986

Προστασία πολεμιστών, αναπήρων και θυμάτων πολέμου και μειονεκτούντων προσώπων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο 1
Προστατευόμενα πρόσωπα.

1. Στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου αυτού υπάγονται:

α) Όσοι υπηρέτησαν με οποιαδήποτε ιδιότητα στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας, κατά το χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο 1940 έως 31 Δεκεμβρίου 1950 ή συμμετείχαν με την πιο πάνω ιδιότητα στο εκστρατευτικό σώμα της Ελλάδας στην Κορέα κατά την περίοδο 1951 – 1955 ή στα πολεμικά γεγονότα της Κύπρου από 14 Ιουλίου 1974 και όσοι έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση κατά την έννοια του Ν. 1285/1982 (ΦΕΚ 115), εφόσον κατέστησαν ανάπηροι ή κατέστησαν ανίκανοι από τις κακουχίες της στράτευσης ή τραυματίστηκαν, ανεξάρτητα από τη διάρκεια της υπηρεσίας τους, καθώς και τα τέκνα των αναπήρων πολέμου η της Εθνικής Αντίστασης ή θανόντων αναπήρων πολέμου ή της Εθνικής Αντίστασης”.

β) Όσοι έχουν 24 μήνες τουλάχιστον συνολική πραγματική στρατιωτική υπηρεσία, από την οποία απαραιτήτως 5 μήνες τουλάχιστο σε μάχιμη μονάδα κατά τον πόλεμο 1940 – 1941 και στη Μέση Ανατολή και έλαβαν μέρος σε μάχες ή ένοπλες συγκρούσεις.

γ) Τα μέλη των αντάρτικων ομάδων που έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση κατά την έννοια του ν. 1285/1982 εφόσον έχουν 12μηνη τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία στις ομάδες αυτές, η οποία βεβαιώνεται από τις επιτροπές του π.δ. 379/1983 (ΦΕΚ 136).

δ) Τα τέκνα ή η σύζυγος ή η χήρα μητέρα προσώπων που εκτελέστηκαν ή πέθαναν από τραύματα ή κακουχίες στη χρονική περίοδο 1940-50 ή στον πόλεμο της Κορέας, εφόσον υπηρετούσαν με οποιαδήποτε ιδιότητα στις Ένοπλες δυνάμεις ή στα Σώματα Ασφαλείας, καθώς και προσώπων που εκτελέστηκαν ή πέθαναν από τραύματα ή κακουχίες συνεπεία της συμμετοχής τους στην Εθνική Αντίσταση και στην αντιδικτατορική αντίσταση κατά της χούντας των συνταγματαρχών από 21.4.1967 έως 24.7.1974 ή προσώπων που πέθαναν ή εξαφανίστηκαν στα πολεμικά γεγονότα της Κύπρου από 14 Ιουλίου 1974, ως και των προσώπων εκείνων που υπηρετώντας στις Ένοπλες Δυνάμεις πέθαναν ή πεθαίνουν τον καιρό της Ειρήνης σε διατεταγμένη υπηρεσία και εξαιτίας αυτής και των περιπτώσεων του ν. 1370/1944

2.Σημ.: όπως Καταργήθηκε από την παρ 3 του άρθρου 22 Ν.2224/1994 (Α 112).

3. Η άσκηση του δικαιώματος προστασίας από έναν από τους δικαιούχους της περιπτώσεως (δ) αποκλείει τούς υπολοίπους.

4. Προστατεύονται ανάπηρα άτομα επίσης, με αναγκαστική τοποθέτηση ηλικίας 15-65 ετών που έχουν περιορισμένες δυνατότητες για επαγγελματική απασχόληση από οποιαδήποτε χρόνια σωματική ή πνευματική ή ψυχική πάθηση ή βλάβη, εφόσον είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα άνεργων αναπήρων του Οργανισμού (Ο.Α.Ε.Δ.), με ποσοστό αναπηρίας 40% τουλάχιστον. Επίσης προστατεύονται όσοι έχουν τέκνα ή αδελφούς ή σύζυγο με βαριά ηθικά, ψυχοσωματικά προβλήματα με ποσοστό αναπηρίας 67% και πάνω, καθώς και πολύτεκνοι γονείς με 5 τέκνα και άνω ή ένα από τα τέκνα και όχι περισσότεροι από ένα μέλος της οικογένειας. Ομοίως προστατεύονται και πολύτεκνοι γονείς με 4 τέκνα ή ένα από τα τέκνα τους και όχι περισσότεροι από ένα μέλος της οικογένειας, αν δεν υπάρχουν υποψήφιοι πολύτεκνοι γονείς ή τέκνα τους του προηγούμενου εδαφίου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  από το άρθρο 1 της ΥΑ (Προεδρ.) ΔΙΠΠΠ/Φ. 1/9390/1988 (Β 768), αντικαταστάθηκε πάλι από την παρ.1 του άρθρ.22 του Ν.2224/1994 (Α 112).

5. Από την προστασία που παρέχει ο νόμος αυτός αποκλείονται:

“α) Όσοι παίρνουν σύνταξη από το Δημόσιο ή οποιοδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ή επικουρικής ασφάλισης αθροιστικά μεγαλύτερη από το κατώτατο όριο σύνταξης γήρατος που καταβάλλει κάθε φορά το Ι.Κ.Α. εκτός των παραπληγικών – τετραπληγικών ημιπληγικών και τυφλών κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 958/1979, για τους οποίους απαιτείται να παίρνουν το διπλάσιο της σύνταξης αυτής”.

β) όσοι αποκαταστάθηκαν με τις διατάξεις του του ν. 1487/1950 (ΦΕΚ 179).

γ) οι λιποτάκτες του πολέμου 1940-1941, καθώς και εκείνοι πού συνεργάσθηκαν με τους κατακτητές.

δ) όσοι στερήθηκαν τα πολιτικά τους δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60, 61 και 62 του Ποινικού Κώδικα.

ε) και όσοι πήραν μέρος στο πραξικόπημα ανατροπής της νόμιμης κυβέρνησης της Κύπρου κατά το 1974 και όσοι εκ του ανοίγματος του φακέλου της Κύπρου καταδειχθεί ότι οπωσδήποτε έχουν ευθύνη είτε ποινική είτε ηθική είτε πατριωτική.

Άρθρο 2
Παρεχόμενη προστασία.

1. Επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις ελληνικές ή ξένες που λειτουργούν στην Ελλάδα με οποιαδήποτε μορφή, επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις κοινής ωφέλειας, όπως προσδιορίζονται στις περιπτώσεις (γ) και (ε) της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α`), καθώς και οι θυγατρικές τους ανώνυμες εταιρείες, εφόσον απασχολούν κατά την έκδοση της απόφασης, για την τοποθέτηση, προσωπικό πάνω από 50 άτομα, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν πρόσωπα που προστατεύονται από το προηγούμενο άρθρο, σε ποσοστό συνολικά 8%, κατανεμόμενο από τις αποφάσεις τοποθέτησης κατά κατηγορία ως εξής:

α) από πολύτεκνους (γονείς και τέκνα) σε ποσοστό 2%,

β) από άτομα ειδικών αναγκών 2%,

γ) από παιδιά αναπήρων πολέμου, αναπήρων ειρηνικής περιόδου και αναπήρων πολέμου αμάχου πληθυσμού 1%,

δ) από αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και των τέκνων τους 1%,

ε) από άτομα έχοντα τέκνα ή αδελφούς ή σύζυγο με βαριά ηθικά ψυχοσωματικά προβλήματα και αναπηρία τουλάχιστον 67% ποσοστό 1% και όλοι οι υπόλοιποι προστατευόμενοι του προηγούμενου άρθρου του νόμου αυτού σε ποσοστό 1 %. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν καθόλου προστατευόμενοι καθεμιάς εκ των άνω κατηγοριών, όπως οι κατηγορίες αυτές αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, το ποσοστό τους μεταφέρεται στην επόμενη κατηγορία.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  από την παρ.2 του του άρθρου 22 του Ν.2224/1994 (Α 112).

2. Στο προσωπικό της προηγούμενης παραγράφου υπολογίζονται οι υπάλληλοι και οι εργατοτεχνίτες που υπηρετούν στις υπόχρεες επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, ανεξάρτητα από τον τύπο και τη μορφή της σύμβασης που τους συνδέει με αυτές, χωρίς να συνυπολογίζονται εκείνοι που προσλαμβάνονται για σύντομο χρονικό διάστημα. Τυχόν κλάσμα που προκύπτει κατά τον υπολογισμό του αριθμού αυτών που προσλαμβάνονται, εάν υπερβαίνει τη μισή μονάδα, υπολογίζεται σαν ακέραια μονάδα.

3.Ο αριθμός των πολεμιστών που τοποθετήθηκαν αναγκαστικά σε κάθε υπόχρεη επιχείρηση, με οποιανδήποτε διάταξη για την προστασία τους καθώς και ο αριθμός των αναπήρων της παρ.4 του άρθρου 1, ανεξάρτητα από τον τρόπο πρόσληψής τους στην επιχείρηση, συνυπολογίζεται στα αντίστοιχα ποσοστά της παρ.1 του παρόντος άρθρου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.30 του άρθρου 27 του Ν.2166/1993 (ΦΕΚ Α 137) επανήλθε σε ισχύ όπως ίσχυε πριν με την παρ.3 του άρθρου 22 του Ν.2224/1994 (Α 112) ,με την οποία και καταργήθηκε η παρ.30 του άρθρου 27 του Ν.2166/1993.

4. Σε επιχειρήσεις που διατηρούν υποκαταστήματα σε περισσότερους από ένα νομούς, για την εφαρμογή της παρ. 1. λαμβάνεται υπόψη το σύνολο του προσωπικού που υπηρετεί στην έδρα και στα υποκαταστήματα της επιχείρησης. Στην περίπτωση αυτή, ο υπολογισμός εκείνων που θα τοποθετηθούν γίνεται χωριστά για τα υποκαταστήματα κάθε νομού, ανάλογα με το απασχολούμενο σε αυτό προσωπικό.

5. Ο αρμόδιος νομάρχης με απόφασή του, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 8, μπορεί να απαλλάσσει από την υποχρέωση πρόσληψης ή να περιορίζει το ποσοστό υποχρεωτικής πρόσληψης σε επιχειρήσεις που έχουν ουσιαστικά αναστείλει τις εργασίες τους ή δεν μπορούν να συνεχίσουν επωφελώς τη λειτουργία τους. Στην περίπτωση αυτή, λύεται υποχρεωτικά ή σχέση εργασίας όλων ή ορισμένων από εκείνους, που έχουν τοποθετηθεί αναγκαστικά. Για την έκδοση της παραπάνω απόφασης, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση υποβάλλει προς τον αρμόδιο νομάρχη σχετική αίτηση με όλα τα απαραίτητα για την υποστήριξη της στοιχεία. Αν ο νομάρχης αποφασίσει τη μείωση του ποσοστού υποχρεωτικής πρόσληψης καθορίζει επίσης και τα κριτήρια για την επιλογή των προσώπων που θα απολυθούν. Τέτοια κριτήρια μπορούν ιδίως να είναι: ο χρόνος πρόσληψης του απολυομένου, η οικονομική ή η οικογενειακή του κατάσταση, η ηλικία του και ο βαθμός τυχόν αναπηρίας του. Τα ίδια κριτήρια ισχύουν και η ίδια διαδικασία τηρείται και για αυτούς που έχουν τοποθετηθεί με προγενέστερες διατάξεις προστατευτικές των πολεμιστών.

6. Οι οργανισμοί κοινής ωφέλειας, οι τράπεζες και οι λοιποί φορείς του δημόσιου τομέα κατά το άρθρο 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, εκτός από τις δημόσιες υπηρεσίες, τα ν.π.δ.δ. και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), υποχρεούνται να συμπληρώνουν:

α) Τις κενές θέσεις των τηλεφωνητών οικιακών τηλεφωνικών κέντρων, με τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών, οι οποίες εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εργασίας σε ποσοστό 80 %. Τυχόν κλάσμα που προκύπτει κατά τον υπολογισμό του αριθμού των θέσεων εάν υπερβαίνει τη μισή μονάδα υπολογίζεται σαν ακέραια μονάδα υπέρ των τυφλών.

β) Τις κενές θέσεις κλητήρων, νυχτοφυλάκων, καθαριστών – καθαριστριών, θυρωρών, κηπουρών και τραπεζοκόμων, με θύματα πολέμου, αναπήρους πολεμικής ή ειρηνικής περιόδου και αναπήρους της παρ. 4 του άρθρου 1 ή τέκνα των αναπήρων πολέμου ή της Εθνικής Αντίστασης ή θανόντων αναπήρων πολέμου ή της Εθνικής Αντίστασης σε αναλογία ενός (1) προστατευόμενου ατόμου για κάθε πέντε (5) θέσεις, εφόσον κατοικούν στην περιφέρεια του πρωτοδικείου όπου θα διοριστούν και είναι σε θέση να εκτελέσουν την εργασία που πρόκειται να τους ανατεθεί. Η τοποθέτηση των πιο πάνω προστατευομένων γίνεται από τις επιτροπές του άρθρου 8.

7. Οι φορείς του δημόσιου τομέα κατά την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, εκτός από αυτούς που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις α` γ` και ζ` υποχρεούνται να προσλαμβάνουν ένα δικηγόρο από τα προστατευόμενα πρόσωπα του νόμου αυτού, εφόσον απασχολούν περισσότερους από τρεις (3) δικηγόρους και οι λειτουργικές καθώς και οι οικονομικές τους δυνατότητες το επιτρέπουν. Οι υπόχρεοι φορείς της κατηγορίας αυτής ορίζονται με απόφαση του αρμόδιου νομάρχη.

Άρθρο 3
Διάθεση – διορισμός προστατευομένων στο δημόσιο τομέα.

1. Δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. υποχρεούνται, στις περιπτώσεις που κατά την κείμενη νομοθεσία η πρόσληψη γίνεται με διαγωνισμό, να προσλαμβάνουν χωρίς διαγωνισμό και σε αναλογία πέντε (5) στις εκατό (100) κενές θέσεις άτομα των παρ. 1 περ. δ` και 4 του άρθρου 1, καθώς και αναπήρους πολεμικής ή ειρηνικής περιόδου “και τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/1982 (ΦΕΚ 115).

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με το άρθρου 1 παρ.3 της Υ.Α. ΔΙΠΠΠ/Φ.1/9390 (ΠΡΟΕ) της 4.10.1988, η οποία κυρώθηκε διά του άρθρου 26 του Ν. 1876/1990 (ΦΕΚ Α 27).

2. Την ίδια υποχρέωση έχουν και όλοι οι φορείς του δημόσιου τομέα κατά την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 στις περιπτώσεις που η πλήρωση θέσεων ή η πρόσληψη προσωπικού γίνεται με το ενιαίο μηχανογραφικό σύστημα του ν. 1320/1983 (ΦΕΚ 6). Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης καθορίζεται κατά φορέα, κατηγορίες και κλάδους ή ειδικότητες ο αριθμός των θέσεων που πληρούνται από άτομα τα οποία προστατεύονται από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Οι θέσεις αυτές αφαιρούνται, σε αναλογία πέντε (5) στις εκατό (100), από τις θέσεις που πληρούνται με το μηχανογραφικό σύστημα. Η διαδικασία πρόσληψης ή διορισμού γίνεται σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις των παρ. 3-10.

3. Η κατανομή των θέσεων της προηγούμενης παραγράφου σε κάθε νομό γίνεται με απόφαση του οργάνου κάθε ενδιαφερόμενου φορέα που είναι αρμόδιο για την πρόσληψη ή το διορισμό προσωπικού. Η απόφαση αυτή εκδίδεται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και κοινοποιείται στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και πρόσληψης προσωπικού του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης και στους ενδιαφερόμενους νομάρχες.

4. Μετά την κοινοποίηση των αποφάσεων της προηγούμενης παραγράφου, ο νομάρχης με πρόσκλησή του, καλεί τους ενδιαφερόμενους για διορισμό ή πρόσληψη να υποβάλουν σχετική αίτηση. Η πρόσκληση αυτή τοιχοκολλάται στο κατάστημα της οικείας νομαρχίας, κοινοποιείται στις κατά τόπους υγειονομικές επιτροπές και τις επιτροπές του άρθρου 8 και περιλαμβάνει το συνολικό αριθμό των θέσεων που πληρούνται ή του προσωπικού που θα προσληφθεί κατά φορέα, κατηγορίες και κλάδους ή ειδικότητες, στην περιφέρεια του νομού.

5. Οι αιτήσεις των υποψηφίων υποβάλλονται στην Επιτροπή του άρθρου 8 μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την τοιχοκόλληση της πρόσκλησης. Στην αίτηση επισυνάπτεται υποχρεωτικά, βεβαίωση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, στην οποία αναγράφονται οι θέσεις εκείνες από τις περιλαμβανόμενες στην πρόσκληση, για τις οποίες η συγκεκριμένη αναπηρία του υποψηφίου δεν αποτελεί κώλυμα διορισμού ή πρόσληψης.

6. Οι υποψήφιοι για διορισμό ή πρόσληψη συμπληρώνουν ειδικό έντυπο αίτησης – υπεύθυνης δήλωσης. Ο τύπος του εντύπου και τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται μεταξύ με αυτό καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Οι υποψήφιοι, με την αίτησή τους αυτή, δηλώνουν κατά σειρά προτίμησης τις θέσεις της πρόσκλησης, στις οποίες επιθυμούν διορισμό ή πρόσληψη, εφόσον έχουν κριθεί από την πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή ικανοί για διορισμό ή πρόσληψη σε αυτές. Οι υποψήφιοι δεν έχουν δικαίωμα να συμπεριλάβουν στη δήλωσή τους θέσεις, για τις οποίες έχουν κριθεί ακατάλληλοι και τυχόν δήλωσή τους δεν λαμβάνεται υπόψη ως προς αυτές.

8. Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων, η αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 8 καταρτίζει πίνακες υποψηφίων με βάση το βαθμό αναπηρίας ή ανικανότητας, την οικογενειακή και οικονομική κατάσταση, καθώς και την ηλικία τους. Η διάθεση των υποψηφίων για την πλήρωση των θέσεων γίνεται σύμφωνα με τη σειρά εγγραφής τους στον παραπάνω πίνακα, σε συνδυασμό και με την σειρά προτίμησης που έχουν αναγράψει στη σχετική δήλωσή τους. Ανάκληση, τροποποίηση ή συμπλήρωση από τον υποψήφιο της δήλωσης αυτής δεν επιτρέπεται.

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 1 εφαρμόζονται και στις προσλήψεις που γίνονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

10. Με απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία διάθεσης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

11. Οι δημόσιες υπηρεσίες, τα ν.π.δ.δ. και οι Ο.Τ.Α. υποχρεούνται να προσλαμβάνουν α) σε κενές θέσεις τηλεφωνητών οικιακών τηλεφωνικών κέντρων, τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών που υπάγονται στην εποπτεία των Υπουργείων Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εργασίας σε ποσοστό 80 %. Τυχόν κλάσμα που προκύπτει κατά τον υπολογισμό του αριθμού των θέσεων, εάν υπερβαίνει τη μισή μονάδα υπολογίζεται σαν ακέραια μονάδα υπέρ των τυφλών και β) σε κενές θέσεις κλητήρων, νυχτοφυλάκων, καθαριστών, καθαριστριών, θυρωρών, κηπουρών και τραπεζοκόμων, θύματα πολέμου, αναπήρους πολεμικής ή ειρηνικής περιόδου, “τέκνα αναπήρων και θυμάτων πολέμου, ως και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/1982 και προστατευόμενους” της παρ. 4 του άρθρου 1 σε αναλογία ενός (1) προστατευόμενου ατόμου για κάθε πέντε (5) θέσεις, εφόσον κατοικούν στην περιφέρεια του πρωτοδικείου όπου θα διορισθούν και είναι ικανοί να εκτελέσουν την εργασία που θα τους ανατεθεί. Οι αναλογίες αυτές υπολογίζονται στον αριθμό των θέσεων, που προκηρύχθηκαν για πλήρωση. Η διάθεση των προστατευόμενων γίνεται από τις Επιτροπές του άρθρου 8 και ο διορισμός ή η πρόσληψη των διατιθεμένων γίνεται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου για διορισμό ή πρόσληψη οργάνου.

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 1 της Υ.Α. ΔΙΠΠΠ/Φ.1/9390 (ΠΡΟΕ) της 4.10.1988, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 26 του Ν. 1876/1990 (Α 27).

12. Οι προσλαμβανόμενοι σύμφωνα με το άρθρο αυτό πρέπει: α) να έχουν τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για το διορισμό τους στις συγκεκριμένες θέσεις. β) να κριθούν ικανοί από την πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του άρθρου 11 του υπαλληλικού κώδικα (π.δ. 611/1977 ΦΕΚ 198) να προσφέρουν υπηρεσίες στις συγκεκριμένες θέσεις. γ) να είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα του Ο.Α.Ε.Δ.

13. Ως κατώτατο όριο ηλικίας διορισμού ή πρόσληψης όσων διορίζονται ή προσλαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό ορίζεται το 21ο έτος και ως ανώτατο το 45ο έτος. Για τον υπολογισμό των ορίων αυτών ως ημερομηνίας γέννησης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη γέννηση του υποψηφίου.

Άρθρο 4
Τοποθέτηση προστατευομένων – Περιορισμοί.

1. Η τοποθέτηση των προστατευόμενων προσώπων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι δικηγόροι, γίνεται από την Επιτροπή του άρθρου 8, ισχύει για την περιφέρεια της νομαρχίας που τους τοποθέτησε και είναι υποχρεωτική για τον εργοδότη. Ειδικά η τοποθέτηση των αναπήρων της παρ. 4 του άρθρου 1 γίνεται με βάση τα μητρώα άνεργων αναπήρων του Ο.Α.Ε.Δ. της περιοχής, όπου εδρεύει η Επιτροπή.

2. Η προστασία αυτή γίνεται με την ιδιότητα του δικηγόρου, υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη, ανάλογα με τα προσόντα του προστατευομένου και τη σύνθεση του απασχολούμενου στην επιχείρηση προσωπικού. Οι τοποθετούμενοι εξομοιώνονται πλήρως, ανάλογα με τα προσόντα τους, με το υπόλοιπο προσωπικό, ως προς τους όρους εργασίας, την αμοιβή, τις προαγωγές και γενικά τις συνθήκες εργασίας, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του άρθρου 11 για την απόλυσή τους.

3. Ο τοποθετούμενος υποχρεούται, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης για την τοποθέτησή του, να παρουσιαστεί στην επιχείρηση για να αναλάβει υπηρεσία. Αν μέσα στην παραπάνω προθεσμία δεν παρουσιασθεί ή δε δεχθεί τη θέση στην οποία τοποθετήθηκε από την Επιτροπή, ο τοποθετούμενος χάνει την προστασία που του παρέχει ο νόμος, εκτός εάν συντρέχουν, κατά την κρίση της Επιτροπής, σοβαροί λόγοι που δικαιολογούν τη μη ανάληψη υπηρεσίας, οπότε η Επιτροπή τον τοποθετεί πάλι στην ίδια ή άλλη επιχείρηση.

4. Προστατευόμενοι που είχαν απασχοληθεί σε μία επιχείρηση, ύστερα από αναγκαστική ή μη τοποθέτησή τους σε αυτή, δεν τοποθετούνται στην ίδια επιχείρηση, εκτός αν η επιχείρηση αυτή συναινεί εγγράφως.

5. Προστατευόμενοι, των οποίων η τοποθέτηση ανακλήθηκε δύο φορές ύστερα από αίτησή τους που υποβλήθηκε μετά από την ανάληψη υπηρεσίας χάνουν την προστασία που παρέχει ο νόμος αυτός.

6. Κάθε εργοδότης, στον οποίο τοποθετείται προστατευόμενος του νόμου αυτού, έχει δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε, αυτό την Επιτροπή που έκανε την τοποθέτηση, την αντικατάστασή του για υπαίτια ή ανυπαίτια ακαταλληλότητα αφού τον απασχολήσει τουλάχιστον ένα μήνα. Η απόφαση της Επιτροπής για την αντικατάσταση. Του προστατευομένου πρέπει να κοινοποιηθεί στον εργοδότη από την αρμόδια Επιτροπή, ανυπερθέτως μέσα σε ένα δίμηνο από την υποβολή της αίτησής του. Ο προστατευόμενος χάνει την προστασία, αν αντικατασταθεί δύο φορές με απόφαση της επιτροπής, ύστερα από αίτηση του εργοδότη, για υπαίτια ακαταλληλότητα.

7. Για τους προστατευομένους του άρθρου 2, προσαυξάνεται κατά δέκα έτη το όριο ηλικίας για την πρόσληψη που προβλέπεται από κανονισμό ή οργανισμό των υπόχρεων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, ο οποίος έχει κυρωθεί με νόμο ή από συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση ή άλλη πράξη που έχει ισχύ νόμου.

Άρθρο 5
Επιχορήγηση εργοδοτών, εργονομική διευθέτηση, επαύξηση χρόνου αδείας, ηθικές αμοιβές.

1. Επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν ανάπηρα άτομα, όπως αυτά προσδιορίζονται από την παράγραφο 4 του άρθρου 1, μπορεί να επιχορηγούνται από τον Ο.Α.Ε.Δ. για μέρος των καταβαλλόμενων αποδοχών, ανάλογα με τα ειδικότερα προσόντα κατά κατηγορίες προστατευόμενων ατόμων, τη φύση της εργασίας και λοιπά συναφή κριτήρια, σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.).

2. Σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν ανάπηρα άτομα, όπως αυτά προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 1, μπορεί να καταβάλλεται από τον Ο.Α.Ε.Δ. μέρος της δαπάνης για τη στοιχειώδη εργονομική διευθέτηση του χώρου εργασίας των προσώπων αυτών. Το ύψος της συμμετοχής του Οργανισμού στη δαπάνη αυτή καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, που εκδίδεται μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) του Ο.Α.Ε.Δ.

3. Η ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές των μισθωτών, που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, μπορεί να επαυξάνεται έως έξι (6) εργάσιμες ημέρες για ανάπηρα άτομα της παρ. 4 του άρθρου 1. Η επαύξηση αυτή γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας. Την επαύξηση αυτή δικαιούνται όλοι οι ανάπηροι ανεξάρτητα από τον τρόπο της πρόσληψής τους πριν και μετά την ισχύ του νόμου αυτού. Ευνοϊκότεροι όροι που τυχόν προβλέπονται για τη χρονική διάρκειά της ετήσιας άδειας με αποδοχές από άλλες διατάξεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις, κανονισμούς ή οργανισμούς δε θίγονται με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Την επαύξηση της κανονικής άδειας κατά την παρούσα παράγραφο δικαιούνται, με τις ίδιες ουσιαστικές προϋποθέσεις και οι μόνιμοι υπάλληλοι του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ..

Σημ.: όπως τροποποιήθηκε  με την παρ.2 άρθρ.16 Ν.2527/1997 Α 206/8.10.1997.

4. Σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις και σε πρόσωπα που δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για απασχόληση προσώπων που προστατεύονται από το νόμο αυτόν και γενικά για προστασία πέρα από εκείνη που προβλέπεται από το νόμο, μπορεί να απονέμονται οι πιο κάτω ηθικές αμοιβές: α) Ευαρέσκεια β) Έπαινος και γ) Χρηματικό βραβείο. Οι ηθικές αυτές αμοιβές απονέμονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ. Με όποια απόφαση, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ. καθορίζεται επίσης και το ύψος των χρηματικών βραβείων.

Άρθρο 6
Υποβολή στοιχείων – Επαγγελματική κατάρτιση.

1. Οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που υπάγονται στις διατάξεις του νόμου αυτού, υποχρεούνται, το μήνα Ιανουαρίου κάθε έτους να δηλώνουν στις Επιτροπές του άρθρου 8 και στις Τοπικές Υπηρεσίες του Ο.Α.Ε.Δ. τον αριθμό του απασχολούμενου προσωπικού, τον αριθμό των απασχολούμενων προστατευομένων του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου αυτού, που τοποθετήθηκαν σε αυτές αναγκαστικά, έστω και αν η τοποθέτησή τους έγινε σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού διατάξεις, τον αριθμό των απασχολούμενων σε αυτές αναπήρων της παραγράφου 4 του άρθρου 1 και τις ειδικότητες που έχουν ανάγκη για να καλύψουν το ποσοστό της υποχρεωτικής πρόσληψης που προβλέπεται από το άρθρο 2. Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού, η υποβολή των παραπάνω στοιχείων γίνεται μέσα σε δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του νόμου.

2. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία: α) Οι Επιτροπές του άρθρου 8 τοποθετούν τα προστατευόμενα πρόσωπα στις υπόχρεες επιχειρήσεις. Αν οι επιχειρήσεις αυτές δεν υποβάλλουν εμπροθέσμως τα στοιχεία που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, η Επιτροπή προβαίνει στις τοποθετήσεις, με βάση στοιχεία που παίρνει από την αρμόδια επιθεώρηση εργασίας. Ο Ο.Α.Ε.Δ καταρτίζει κάθε χρόνο προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης αναπήρων της παραγράφου 4 του άρθρο 1 για την κάλυψη των αναγκών σε ειδικότητες, που ζητούνται από τις υπόχρεες επιχειρήσεις. β) Οι ειδικότητες αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ.

3. Η επαγγελματική κατάρτιση γίνεται στις εκπαιδευτικές μονάδες του Ο.Α.Ε.Δ. μετά από απόφαση του Δ.Σ. του, εφόσον τα ανάπηρα άτομα μπορούν να παρακολουθήσουν τα προγράμματα που εφαρμόζονται σε αυτές, ή σε ειδικά ιδρύματα ή φορείς, που καθορίζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εργασίας και του υπουργού στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγονται τα ιδρύματα αυτά.

4. Για όσους παραπέμπονται στα ειδικά ιδρύματα ή φορείς, μπορεί ο Ο.Α.Ε.Δ. να καταβάλει μέρος ή το σύνολο της δαπάνης που απαιτείται για την επαγγελματική τους κατάρτιση, σύμφωνα με τα οριζόμενα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του.

Άρθρο 7
Δικαιολογητικά διορισμού.

1. Οι προστατευόμενοι από την παράγραφο 1 του άρθρου 1, προκειμένου να τοποθετηθούν ή διατεθούν σε εργασίες, υποχρεούνται να προσκομίσουν στην αρμόδια Επιτροπή του άρθρου 8 αίτηση με τα εξής δικαιολογητικά:

α) Βεβαίωση της Επιτροπής του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ – ΔΕΠΑΘΑ) ή των Επιτροπών που προβλέπονται στο π. δ/γμα 79/1983 από την οποία να προκύπτει ότι οι ενδιαφερόμενοι ανήκουν σε μία από τις κατηγορίες της παραγράφου 1 του άρθρου 1.

β) Απόσπασμα ποινικού μητρώου.

γ) Πιστοποιητικό σπουδών και λοιπά πιστοποιητικά, από τα οποία να προκύπτει η τυχόν ειδικότητά τους και προϋπηρεσία τους.

δ) Βεβαίωση για το ύψος της σύνταξης που παίρνουν από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ή τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα κατά περίπτωση ή αν δεν παίρνουν σύνταξη υπεύθυνη δήλωση του ν.δ. 105/1969 (ΦΕΚ 28).

ε) Βεβαίωση του αρμόδιου για την κατά το ν. 1487/1950, όπως σήμερα ισχύει, αποκατάσταση των αναπήρων ή θυμάτων πολέμου, από την οποία να προκύπτει ότι ο ανάπηρος, το τέκνο του αναπήρου πολέμου ή το θύμα πολέμου δεν έχει αποκατασταθεί ούτε ο ίδιος, ούτε άλλο μέλος της οικογένειάς του με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Από την υποχρέωση αυτή απαλλάσσεται μόνο ένα μέλος της οικογένειας, εφόσον το ίδιο δεν έχει αποκατασταθεί.

2. Οι προστατευόμενοι της παραγράφου 4 του άρθρου 1 τοποθετούνται ή διατίθενται σε εργασία στις υπόχρεες επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, εφόσον είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα άνεργων αναπήρων του Ο.Α.Ε.Δ. και προσκομίσουν τα δικαιολογητικά των εδαφίων β`, γ` και δ` της προηγούμενης παραγράφου.

Άρθρο 8
Σημ.: όπως το άρθρο 8τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν.2026/1992, αντικαταστάθηκε πάλι με την παρ.16 του άρθρου 14 του Ν.2307/1995 (Α 113)

1. Η τοποθέτηση ή διάθεση των προσώπων, που προστατεύονται από το νόμο αυτόν γίνεται από επιτροπές του Ο.Α.Ε.Δ., που εδρεύουν στην έδρα κάθε νομού.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, που εκδίδεται έπειτα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζονται οι αρμοδιότητες, η σύνθεση, η συγκρότηση, η θητεία, ο τρόπος λειτουργίας, η αμοιβή των μελών των ως άνω επιτροπών και όσων παρέχουν υπηρεσίες γραμματειακής υποστήριξης

Άρθρο 9
Αρμοδιότητες των Επιτροπών

1. Στην αρμοδιότητα των Επιτροπών του προηγούμενου άρθρου ανήκει:

α) Η τοποθέτηση ή διάθεση προσώπων που προστατεύονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού.

β) Η ανάκληση της τοποθέτησης ή διάθεσης προστατευομένων μετά από αίτησή τους.

γ) Η αντικατάσταση τοποθετουμένων μετά από αίτηση εργοδοτών.

δ) Η γνωμοδότηση για τη μείωση του αριθμού των προστατευομένων που πρέπει να τοποθετηθούν στις επιχειρήσεις ή για την ολική απαλλαγή των επιχειρήσεων από την υποχρέωση αυτή, καθώς και η γνωμοδότηση για την απαλλαγή από την υποχρέωση πρόσληψης δικηγόρου κατά την παράγρ. 7 του άρθρου 2, ως και κάθε άλλου θέματος που έχει σχέση με την τοποθέτηση των προστατευομένων από το νόμο αυτόν.

ε) Η εξέταση αμφισβητήσεων σχετικών με την επαγγελματική ειδικότητα με την οποία έγινε η τοποθέτηση ή διάθεση, με την ανάκληση της τοποθέτησης ή διάθεσης των προστατευομένων ή με τη στέρηση της προστασίας τους.

2. Η Επιτροπή κατά τον Ιανουάριο κάθε έτους υποβάλλει στο Υπουργείο Εργασίας έκθεση σχετική με τη δραστηριότητά της κατά το προηγούμενο έτος, τα προβλήματα που προέκυψαν κατά την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων και προτάσεις για την αντιμετώπισή τους.

Άρθρο 10
Σύσταση και αρμοδιότητες Δευτεροβάθμιας Επιτροπής

1. Στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας Συνιστάται Δευτεροβάθμια Επιτροπή προστατευομένων του νόμου αυτού. Η Επιτροπή απαρτίζεται από:

α) Το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εργασίας ως Πρόεδρο.

β) Εναν ανώτατο αξιωματικό του Στρατού Ξηράς, εφόσον συζητούνται θέματα πολεμιστών ή έναν ανώτερο υπάλληλο του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εφόσον συζητούνται θέματα αναπήρων.

γ) Εναν ανώτερο υπάλληλο του Υπουργείου Εργασίας.

δ) Εναν εκπρόσωπο των εργοδοτών.

ε) Εναν εκπρόσωπο των οργανώσεων πολεμιστών ή αναπήρων ή πολυτέκνων ή των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, εφόσον συζητούνται θέματα σχετικά με τους πολεμιστές, ανάπηρους, πολύτεκνους ή αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης αντίστοιχα. Χρέη Εισηγητή και Γραμματέα εκτελούν υπάλληλοι της αρμόδιας Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου. Τα μέλη της Επιτροπής, ο Εισηγητής και ο Γραμματέας με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας. Η θητεία των μελών είναι διετής.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της Επιτροπής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η αμοιβή των ιδιωτών μελών των Επιτροπών και τα έξοδα κίνησης των μελών δημοσίων υπαλλήλων, τα οποία βαρύνουν το λογαριασμό εξόδων διοίκησης του κλάδου ανεργίας του Ο.Α.Ε.Δ. 4. Κατά των αποφάσεων των Επιτροπών του άρθρου 8 χωρεί προσφυγή στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή για τη νομιμότητα ή σκοπιμότητα των τοποθετήσεων ή των ανακλήσεων ή των διαθέσεων των προστατευομένων από το νόμο αυτόν προσώπων. Δικαίωμα προσφυγής έχουν οι υπόχρεοι εργοδότες, τα προστατευόμενα από το νόμο αυτόν πρόσωπα και κάθε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μήνα από την κοινοποίηση της απόφασης.

Άρθρο 11
Λύση σχέσης εργασίας

1. Η σχέση εργασίας

Α) εκείνων που τοποθετούνται με τις διατάξεις του νόμου αυτού ή έχουν τοποθετηθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού διατάξεις για τους πολεμιστές και

Β) των αναπήρων ατόμων της παρ. 4 του άρθρου 1 του νόμου αυτού, ανεξάρτητα αν έχουν προσληφθεί υποχρεωτικά ή όχι λύεται:

α) Αυτοδικαίως μόλις συμπληρώσουν το όριο ηλικίας, που ορίζεται από τον εσωτερικό κανονισμό ή οργανισμό της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, ο οποίος έχει ισχύ νόμου, εφόσον συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για πλήρη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος ή αναπηρίας. Όσοι δεν έχουν τις προϋποθέσεις αυτές διατηρούνται στην επιχείρηση μέχρις ότου τις αποκτήσουν, και πάντως όχι πέρα από το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους. Η έμμισθη εντολή λύεται, όπως ο κώδικας περί δικηγόρων ορίζει, με την επιφύλαξη των παρακάτω περιπτώσεων β` και γ` του παρόντος άρθρου.

β) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας χωρίς αποζημίωση, εφόσον ο προστατευόμενος έχει στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60, 61 και 62 του Ποινικού Κώδικα.

γ) Με καταγγελία ύστερα από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 8 του νόμου αυτού, για τους εξής λόγους:

αα) Για παραβάσεις που προβλέπονται από το νόμιμα αναγνωρισμένο οργανισμό ή κανονισμό της υπηρεσίας ή επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, για τις οποίες ορίζεται ως ποινή η απόλυση,

ββ) Για αποδεδειγμένη ανεπάρκεια ή ακαταλληλότητα στην εκτέλεση της εργασίας που δεν οφείλεται πάντως στα τραύματα ή στην αναπηρία ή για ανάρμοστη συμπεριφορά ή για αντιπειθαρχική γενικάς διαγωγή.

δ) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας αν έχει εκδοθεί απόφαση του νομάρχη, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 2.

ε) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας μετά τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για πλήρη σύνταξη γήρατος, σύμφωνα με τις ισχύουες, κάθε φορά, διατάξεις.

2. Δικηγόροι, που παρέχουν τις υπηρεσίες τους με πάγια περιοδική αμοιβή και προστατεύονται από την ισχύουσα για τους πολεμιστές νομοθεσία, αν απολυθούν ή αντικατασταθούν κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτής, δικαιούνται να λάβουν την αποζημίωση της παραγράφου 1 του άρθρου 94 του ν. δ/ντος 3026/1954 (ΦΕΚ 235). Αν αποχωρήσουν οικειοθελώς από την υπηρεσία δικαιούνται να λάβουν την αποζημίωση που προβλέπεται από την παράγραφο 2 του άρθρου 94 του ίδιου ν. δ/τος.

Άρθρο 12
Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία για την αναγνώριση της ιδιότητας των αναπήρων της παραγράφου 4 του άρθρου 1. Με όμοια απόφαση καθορίζονται η αρμόδια για την κρίση υγειονομική επιτροπή, οι προτεραιότητες εγγραφής των προστατευόμενων από το νόμο αυτόν προσώπων στα μητρώα άνεργων αναπήρων του Ο.Α.Ε.Δ., καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

2.Σημ.: όπως ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ από την παρ 3 του άρθρου 22 Ν.2224/1994 (Α 112).

3. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και του αρμόδιου κατά περίπτωση υπουργού μπορεί να ορίζονται και άλλα δικαιολογητικά, πέρα από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 7, για την αναγκαστική τοποθέτηση των προσώπων που προστατεύονται από το άρθρο 1 ή να ορίζεται κάθε άλλη, σχετική με τα προσόντα διορισμού, λεπτομέρεια. Η πρώτη απόφαση της παραγράφου αυτής θα εκδοθεί μέσα σε 3 μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας δύναται να συγκροτείται δευτεροβάθμια επιτροπή για την εξέταση των προσφυγών περιοχών Μακεδονίας και Θράκης. Η επιτροπή αυτή θα εδρεύει στο Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης και θα απαρτίζεται από μέλη, που θα ορίζονται από τον Υπουργό Εργασίας σε αντιστοιχία με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 παρ. 1 του νόμου αυτού. Με την ίδια απόφαση του Υπουργού Εργασίας ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή αυτής της παραγράφου.

Σημ.: όπως η παρ.4 προστέθηκε με το άρθρο 20 του Ν.1837/1989 (ΦΕΚ Α 85)

Άρθρο 13
Διατήρηση προστασίας

1. Οι διατάξεις του νόμου αυτού εφαρμόζονται και για όσους έτυχαν προστασίας, με βάση την προϊσχύουσα για τους πολεμιστές και αναπήρους νομοθεσία.

2. Διατάξεις που παραπέμπουν στο ν. 963/1979 (ΦΕΚ 202) θεωρείται εφεξής ότι παραπέμπουν στις αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 14
Σημ.: όπως το άρθρο 14 καταργήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 7 του Ν. 1976/1991 (ΦΕΚ Α 184),

Άρθρο 15
Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας καθορίζεται, ύστερα από έρευνα της εγχώριας εργασίας, μετά γνώμη του ΑΣΕ, ο ανώτατος αριθμός αδειών εργασίας που χορηγούνται κάθε έτος σε αλλοδαπούς κατά υπηκοότητα, επάγγελμα και χρονική διάρκεια για παροχή εξαρτημένης εργασίας στις διάφορες περιοχές της χώρας.

Άρθρο 16
Καταργούμενες διατάξεις
Καταργούνται οι διατάξεις του α.ν. 1836/1951 (ΦΕΚ 164), του ν.δ. 2657/1953 (ΦΕΚ 299), του ν.δ. 61/1968 (ΦΕΚ 302), του άρθρου 18 του ν. 1043/1980 (ΦΕΚ 87), του ν. 963/1979 (ΦΕΚ 202), του άρθρου 23 του ν. 1320/1983 (ΦΕΚ 6) καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού ή κατά το μέρος που ρυθμίζει θέματα που διέπονται από το νόμο αυτόν.

Άρθρο 17
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 12 Σεπτεμβρίου 1986

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ