Νόμος 1546 ΦΕΚ Α΄94/22.5.1985
Για την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 150/1978 για τη διοίκηση της εργασίας: Ρόλος ,καθήκοντα και οργάνωση .
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει ισχύ νόμου η 150 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας για τη διοίκηση της εργασίας: Ρόλος, καθήκοντα και οργάνωση, που ψηφίστηκε από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης εργασίας στην εξηκοστή τέταρτη σύνοδο της στη Γενεύη, το 1978. Το κείμενο της σύμβασης στο γαλλικό πρωτότυπο και στην ελληνική του μετάφραση είναι το ακόλουθο:
ΣΥΜΒΑΣΗ 150
Για τη διοίκηση της εργασίας: Ρόλος, Καθήκοντα και οργάνωση.
Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που συγκλήθηκε στη Γενεύη από το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και συνήλθε εκεί στις 7 Ιουνίου 1978 στην εξηκοστή τέταρτη σύνοδό της, Αφού υπενθύμισε τους όρους των διεθνών συμβάσεων και συστάσεων εργασίας που υπάρχουν ιδίως η σύμβαση του 1947 για την επιθεώρηση εργασίας, τη σύμβαση του 1968 για την επιθεώρηση εργασίας (γεωργία) και τη σύμβαση του 1948 για την υπηρεσία απασχόλησης και απαιτούν την εφαρμογή ορισμένων ιδιαίτερων δραστηριοτήτων που αναφέρονται στη διοίκηση εργασίας, Επιθυμώντας να ψηφισθούν κείμενα που να διατυπώνουν οδηγίες σχετικές με το σύστημα διοίκησης εργασίας στο σύνολό του. Αφού υπενθύμισε τους όρους της σύμβασης του 1964 για την πολιτική της απασχόλησης και της σύμβασης του 1975 για την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, αφού υπενθύμισε επίσης το σκοπό της πλήρους απασχόλησης που αμείβεται ανάλογα και έχει πειστεί για την ανάγκη να αποδεχτεί μια πολιτική διοίκησης της εργασίας, της οποίας η φύση να επιτρέπει την επιδίωξη αυτού του σκοπού και να δίνει ισχύ στους σκοπούς των Συμβάσεων που αναφέρθηκαν, Αφού αναγνώρισε την ανάγκη του πλήρους σεβασμού της αυτονομίας των εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων, αφού υπενθύμισε για το σκοπό αυτόν τους όρους των διεθνών συμβάσεων και συστάσεων που υπάρχουν και εγγυώνται την ελευθερία και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα καθώς και τα δικαιώματα οργάνωσης και συλλογικής διαπραγμάτευσης -ιδίως τη σύμβαση του 1948 για τη συνδικαλιστική ελευθερία και την προστασία του συνδικαλιστικού δικαιώματος και τη σύμβαση του 1949 για το δικαίωμα οργάνωσης και συλλογικής διαπραγμάτευσης – και που απαγορεύουν κάθε παρέμβαση των δημόσιων αρχών που θα μπορούσε να περιορίσει αυτά τα δικαιώματα ή να παρεμποδίσει τη νόμιμη άσκησή τους έχοντας επίσης υπόψη ότι οι εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις παίζουν έναν ουσιαστικό ρόλο στην επιδίωξη των σκοπών της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής προόδου, Αφού αποφάσισε να αποδεχθεί ορισμένες προτάσεις σχετικές με τη διοίκηση της εργασίας: ρόλος – καθήκοντα και οργάνωση, ζήτημα που αποτελεί το τέταρτο θέμα της ημερήσιας διάταξης της συνόδου, Αφού αποφάσισε ότι αυτές οι προτάσεις θα πάρουν τη μορφή της διεθνούς σύμβασης, Αποδέχεται σήμερα είκοσι έξι Ιουνίου 1978 την παρακάτω σύμβαση που θα αναφέρεται ως “Σύμβαση για τη διοίκηση της εργασίας 1978”.
Άρθρο 1.
Για τους σκοπούς αυτής της σύμβασης:
α) ο όρος “διοίκηση της εργασίας” σημαίνει τις δραστηριότητες της δημόσιας διοίκησης στον τομέα τής εθνικής πολιτικής της εργασίας,
β) ο όρος “σύστημα διοίκησης της εργασίας” περιλαμβάνει όλα τα όργανα της δημόσιας διοίκησης που είναι υπεύθυνα ή επιφορτισμένα με τη διοίκηση της εργασίας
– είτε είναι υπουργικές υπηρεσίες είτε δημόσια ιδρύματα μεταξύ των οποίων οι παρακρατικοί οργανισμοί, οι περιφερειακές ή τοπικές υπηρεσίες και κάθε άλλη μορφή αποκεντρωτικής διοίκησης
– καθώς και κάθε θεσμική οργάνωση διοίκησης με σκοπό να συντονισθούν οι δραστηριότητες αυτών των οργάνων και να διασφαλιστεί η γνωμοδότηση και συμμετοχή των εργοδοτών, των εργαζομένων και των οργανώσεών τους.
Άρθρο 2.
Κάθε Μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση μπορεί να εκχωρεί ή να αναθέτει, με τρόπο που συμβιβάζεται με την εθνική νομοθεσία ή πρακτική, ορισμένες δραστηριότητες της διοίκησης εργασίας σε οργανώσεις μη κυβερνητικές, κυρίως σε εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις ή ενδεχόμενα σε εκπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων.
Άρθρο 3.
Κάθε Μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση μπορεί να θεωρήσει ότι ορισμένες δραστηριότητες που αναφέρονται στην εθνική πολιτική της εργασίας αποτελούν μέρος των θεμάτων τα οποία, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, ρυθμίζονται με προσφυγή στην άμεση διαπραγμάτευση μεταξύ εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων.
Άρθρο 4.
Κάθε Μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση θα πρέπει με τρόπο που συμβιβάζεται με τις εθνικές συνθήκες να μεριμνά ώστε να οργανώνεται και να λειτουργεί αποτελεσματικά ένα σύστημα διοίκησης της εργασίας στην περιοχή του και (ώστε) τα καθήκοντα και οι ευθύνες που του ανατίθενται να είναι σωστά συντονισμένες.
Άρθρο 5.
1. Κάθε Μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση θα πρέπει να θεσπίζει διατάξεις, που να συμβιβάζονται με τις εθνικές συνθήκες, για να εξασφαλίζονται στο πλαίσιο της διοίκησης της εργασίας συνεννοήσεις, συνεργασία ή διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δημόσιες αρχές και τις πιο αντιπροσωπευτικές εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις ή ενδεχόμενα στους αντιπροσώπους των εργοδοτών και των εργαζομένων.
2. Οι διατάξεις αυτές, εφόσον αυτό συμβιβάζεται με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, θα πρέπει να θεσπίζονται σε επίπεδο εθνικό, περιφερειακό και τοπικό, καθώς επίσης και σε διάφορους τομείς οικονομικής δραστηριότητας.
Άρθρο 6.
1. Τα αρμόδια όργανα στο πλαίσιο του συστήματος της εργασίας θα πρέπει, ανάλογα με την περίπτωση να είναι υπεύθυνα για την προπαρασκευή, την εφαρμογή, το συντονισμό, τον έλεγχο και την αξιολόγηση της εθνικής πολιτικής της εργασίας ή να μετέχουν σε καθεμιά από αυτές τις φάσεις και να αποτελούν, στο πλαίσιο της δημόσιας διοίκησης, τα όργανα προπαρασκευής και εφαρμογής της νομοθεσίας που τη συγκεκριμενοποιεί.
2. Αυτά κυρίως τα όργανα, έχοντας υπόψη τους διεθνείς κανόνες εργασίας, θα πρέπει:
α) να συμμετέχουν στην προπαρασκευή, την εφαρμογή, το συντονισμό, τον έλεγχο και την αξιολόγηση της εθνικής πολιτικής της απασχόλησης σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική
β) να μελετούν συνέχεια την κατάσταση των προσώπων που έχουν μια απασχόληση, καθώς επίσης και ανέργων και υποαπασχολούμενων έχοντας υπόψη τους την εθνική νομοθεσία και πρακτική που αναφέρονται στις συνθήκες εργασίας και επαγγελματικής ζωής και στους όρους απασχόλησης, να εφιστούν την προσοχή τους στις ελλείψεις και καταχρήσεις που διαπιστώνονται σ` αυτόν τον τομέα και να υποβάλλουν προτάσεις για τα μέσα θεραπείας τους
γ) να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στους εργοδότες και τους εργαζομένους καθώς επίσης και στις αντίστοιχες οργανώσεις τους σύμφωνα με τους όρους που επιτρέπουν η εθνική νομοθεσία και πρακτική με σκοπό να προωθηθεί σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και στο επίπεδο διαφορετικών τομέων της οικονομικής δραστηριότητας πιο αποτελεσματική η δυνατότητα γνωμοδότησης καθώς και η συνεργασία ανάμεσα στις οργανώσεις αυτές
δ) να απαντούν σε ερωτήματα τεχνικής φύσεως των εργοδοτών και των εργαζομένων καθώς επίσης και των αντίστοιχων οργανώσεών τους.
Άρθρο 7.
Εφόσον οι εθνικές συνθήκες το απαιτούν και δεν έχουν ακόμα διασφαλισθεί δραστηριότητες τέτοιες που να ικανοποιούν τις ανάγκες του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού εργαζομένων, κάθε Μέλος που επικυρώνει αυτή τη σύμβαση θα πρέπει να προωθεί την ενδεχόμενη προοδευτική επέκταση των καθηκόντων του συστήματος διοίκησης της εργασίας, ώστε να περιληφθούν σ’ αυτό και δραστηριότητες που θα ασκούνται σε συνεργασία με τους άλλους αρμόδιους οργανισμούς και να αναφέρονται στις συνθήκες εργασίας και επαγγελματικής ζωής (ορισμένων) κατηγοριών εργαζομένων που, κατά το νόμο, δε θεωρούνται μισθωτοί, όπως:
α) οι κτηματίες που δεν απασχολούν εργατικό δυναμικό, οι επίμορτοι αγρολήπτες και ανάλογες κατηγορίες γεωργικών αγροτών
β) οι ανεξάρτητοι εργαζόμενοι που δεν απασχολούν εργατικό δυναμικό και ασχολούνται στο μη διαρθρωμένο τομέα (της οικονομίας) όπως αυτός νοείται από την εθνική πρακτική
γ) τα μέλη των συνεταιρισμών και οι εργαζόμενοι των αυτοδιοικούμενων επιχειρήσεων
δ) τα πρόσωπα που εργάζονται σε πλαίσιο που ορίζεται από το έθιμο ή τις τοπικές παραδόσεις.
Άρθρο 8.
Εφόσον το επιτρέπουν η εθνική νομοθεσία και πρακτική, τα αρμόδια όργανα μέσα στο πλαίσιο του συστήματος διοίκησης της εργασίας θα πρέπει να συμμετέχουν στην προπαρασκευή της εθνικής πολιτικής στον τομέα των διεθνών σχέσεων εργασίας και την εκπροσώπηση του Κράτους σ` αυτόν τον τομέα, καθώς επίσης και στην εκπόνηση των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για το σκοπό αυτόν σε εθνική κλίμακα.
Άρθρο 9.
Προκειμένου να διασφαλιστεί κατάλληλος συντονισμός καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του συστήματος διοίκησης της εργασίας με τρόπο που ορίζεται από την εθνική νομοθεσία και πρακτική, το υπουργείο Εργασίας ή κάθε άλλο παρεμφερές όργανο θα πρέπει να έχει τα μέσα να εξακριβώσει αν οι “παρακρατικοί οργανισμοί” που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένες δραστηριότητες στον τομέα διοίκησης της εργασίας και τα περιφερειακά ή τοπικά όργανα, στα οποία θα είχαν ανατεθεί τέτοιες αρμοδιότητες ενεργούν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και εμμένουν στους σκοπούς που τους έχουν ανατεθεί.
Άρθρο 10.
1. Το προσωπικό του συστήματος διοίκησης της εργασίας πρέπει να αποτελείται από πρόσωπα ειδικευμένα κατάλληλα για να ασκούν τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί. Τα πρόσωπα αυτά θα έχουν πρόσβαση σε κατάλληλη εκπαίδευση για την άσκηση αυτών των καθηκόντων και θα είναι ανεξάρτητα από κάθε ανεπίτρεπτη εξωτερική επιρροή.
2. Το προσωπικό αυτό θα έχει την κοινωνική υπόσταση, τα αναγκαία υλικά και οικονομικά μέσα για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων του.
Άρθρο 11.
Οι επίσημες κυρώσεις αυτής της σύμβασης θα κοινοποιούνται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώρηση.
Άρθρο 12.
1. Αυτή η σύμβαση δεσμεύει μόνο τα Μέλη εκείνα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, των οποίων τις επικυρώσεις έχει καταχωρίσει ο Γενικός Διευθυντής.
2. Θα αρχίσει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά την καταχώριση των επικυρώσεων δύο Μελών από το Γενικό Διευθυντή.
3. Στη συνέχεια αυτή η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει για κάθε Μέλος δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία καταχωρήθηκε η επικύρωσή της.
Άρθρο 13.
1. Κάθε Μέλος που επικυρώνει τη σύμβαση μπορεί να την καταγγείλει, αφού περάσουν δέκα χρόνια από την ημερομηνία που η σύβαση για πρώτη φορά άρχισε να ισχύει, με μια δήλωση που κοινοποιείται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώριση. Η καταγγελία θα αρχίσει να ισχύει ένα χρόνο μετά την ημερομηνία κατά την οποία έγινε η καταχώρισή της.
2. Κάθε μέλος που έχει επικυρώσει αυτή τη σύμβαση και δεν ασκεί το δικαίωμα καταγγελίας που προβλέπει αυτό το άρθρο μέσα σε διάστημα ενός χρόνου από τη λήξη της δεκαετίας, που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, θα δεσμεύεται για μια καινούργια δεκαετία και στη συνέχεια θα μπορεί να καταγγέλει αυτή τη σύμβαση στο τέλος κάθε δεκαετίας και με τους όρους που προβλέπει αυτό το άρθρο.
Άρθρο 14.
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα γνωστοποιεί σ` όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας την καταχώριση όλων των επικυρώσεων και καταγγελιών που του κοινοποιούνται από τα μέλη της Οργάνωσης.
2. Γνωστοποιώντας στα Μέλη της Οργάνωσης την καταχώριση της δεύτερης επικύρωσης, που του έχει κοινοποιηθεί, ο Γενικός Διευθυντής θα πρέπει να επιστήσει την προσοχή των Μελών της οργάνωσης στην ημερομηνία από την οποία αυτή η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει
Άρθρο 15.
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας θα πρέπει να κοινοποιήσει στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για καταχώριση, σύμφωνα με το άρθρο 102 του Καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, πλήρεις πληροφορίες σχετικά με όλες τις επικυρώσεις και δηλώσεις καταγγελίας που έχει καταχωρίσει σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων.
Άρθρο 16.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, κάθε φορά που το κρίνει αναγκαίο, θα υποβάλλει στη Γενική Συνδιάσκεψη μία έκθεση για την εφαρμογή αυτής της σύμβασης και θα εξετάζει αν θα πρέπει να εγγραφεί στην ημερήσια διάταξη της Συνδιάσκεψης θέμα για την ολική ή μερική αναθεώρησή της.
Άρθρο 17.
1. Σε περίπτωση που η Συνδιάσκεψη ψηφίσει μία νέα Σύμβαση, που αναθεωρεί αυτή τη Σύμβαση ολικά ή μερικά και εφόσον η νέα Σύμβαση δεν ορίζει διαφορετικά, τότε:
α) η επικύρωση από ένα Μέλος της νέας αναθεωρητικής Σύμβασης θα επιφέρει αυτοδίκαια την άμεση καταγγελία αυτής της σύμβασης παρά τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου 13 με την επιφύλαξη ότι η νέα αναθεωρητική Σύμβαση θα έχει αρχίσει να ισχύει
β) από την ημερομηνία που θα αρχίσει να ισχύει η νέα αναθεωρητική Σύμβαση θα πάψει να είναι ανοικτή για επικύρωση από τα Μέλη.
2. Εν πάση περιπτώσει αυτή η Σύμβαση θα παραμείνει σε ισχύ με τη μορφή και το περιεχόμενό της για εκείνα τα Μέλη που την έχουν επικυρώσει αλλά δεν έχουν επικυρώσει την αναθεωρητική της Σύμβαση.
Άρθρο 18.
Το γαλλικό και αγγλικό κείμενο αυτής της Σύμβασης είναι εξίσου αυθεντικά.
Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς αυτού του νόμου καθώς και της διεθνούς σύμβασης που κυρώνεται μ` αυτόν αρχίζει από την ημέρα που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 16 Mαίου 1985
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟI