Νόμος 1528 ΦΕΚ Α΄41/12.3.1985
Κύρωση Συνθήκης για την απαγόρευση τοποθέτησης πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στο βυθό των θαλασσών και ωκεανών και στο υπέδαφος αυτών.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Συνθήκη για την απαγόρευση τοποθέτησης πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στο βυθό των θαλασσών και ωκεανών και στο υπέδαφος αυτών που υπογράφτηκε στην Ουάσιγκτον, Λονδίνο και Μόσχα στις 11 Φεβρουαρίου 1971, της οποίας το πρωτότυπο κείμενο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής:
ΣΥΝΘΗΚΗ
Για την απαγόρευση της τοποθέτησης πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής στο βυθό των θαλασσών και ωκεανών και στο υπέδαφος αυτών.
Τα Κράτη Μέρη αυτής της Συνθήκης,
Αναγνωρίζοντας το κοινό συμφέρον της ανθρωπότητας στην πρόοδο, την εκμετάλλευση και χρησιμοποίηση του θαλάσσιου και ωκεάνιου βυθού για ειρηνικούς σκοπούς,
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρεμπόδιση του ανταγωνισμού των πυρηνικών εξοπλισμών στο βυθό των θαλασσών και ωκεανών εξυπηρετεί τα συμφέροντα της διατηρήσεως της παγκόσμιας ειρήνης, ελαττώνει τις διεθνείς εντάσεις και ενισχύει τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των Κρατών.
Πεπεισμένα ότι αυτή η Συνθήκη αποτελεί ένα βήμα προς τον αποκλεισμό του βυθού των θαλασσών και ωκεανών ως και του υπεδάφους αυτών από τον ανταγωνισμό των εξοπλισμών.
Πεπεισμένα ότι η Συνθήκη αυτή αποτελεί ένα βήμα προς μία συμφωνία για γενικό και πλήρη αφοπλισμό υπό αυστηρό και αποτελεσματικό διεθνή έλεγχο και αποφασισμένα να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις προς αυτό το σκοπό.
Πεπεισμένα ότι η Συνθήκη αυτή θα προωθήσει τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη των Ενωμένων Εθνών, με τρόπο σύμφωνο προς τις αρχές του διεθνούς δικαίου και χωρίς να παραβιάζει τις ελευθερίες των ανοικτών θαλασσών,
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:
Άρθρο 1.
1. Τα κράτη Μέρη αυτής της Συνθήκης αναλαμβάνουν να μη εμφυτεύσουν ή εγκαταστήσουν μόνιμα στο θαλάσσιο και ωκεάνιο πυθμένα και στο υπέδαφος αυτών πέραν του εξωτερικού ορίου της ζώνης θαλάσσιου βυθού, όπως ορίζεται στο άρθρο ΙΙ, οιαδήποτε πυρηνικά όπλα ή οιουδήποτε άλλου τύπου όπλα μαζικής καταστροφής ως επίσης και κατασκευές, εγκαταστάσεις εκτοξεύσεως ή οποιεσδήποτε άλλες εγκαταστάσεις ειδικά προορισμένες για την αποθήκευση, δοκιμή ή χρήση αυτών των όπλων.
2. Η ανάληψη των υποχρεώσεων της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου ισχύει επίσης και για τη ζώνη θαλάσσιου βυθού που αναφέρθηκε στην ίδια παράγραφο, εκτός του ότι εντός μιας τέτοιας ζώνης θαλάσσιου βυθού δεν ισχύουν ούτε για το παράκτιο Κράτος ούτε για το θαλάσσιο βυθό από τα χωρικά ύδατα.
3. Τα κράτη Μέρη αυτής της Συνθήκης αναλαμβάνουν να μη βοηθήσουν, ενθαρρύνουν ή παρακινήσουν οιοδήποτε κράτος να προβεί σε δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού του άρθρου και να μη συμμετέχουν κατά κανένα άλλο τρόπο σε τέτοιες πράξεις.
Άρθρο ΙΙ.
Για το σκοπό αυτής της Συνθήκης, το εξωτερικό όριο της ζώνης του θαλάσσιου βυθού που αναφέρεται στο άρθρο Ι συνορεύει με το εξωτερικό όριο της ζώνης των δώδεκα μιλίων που αναφέρεται στο μέρος ΙΙ της Συνθήκης περί των Χωρικών Υδάτων και της Συνορεύουσας ζώνης που υπογράφτηκε στη Γενεύη στις 29 Απριλίου 1958 και μετράται σύμφωνα με τις διατάξεις του μέρους Ι, παραγράφου ΙΙ αυτής της Συνθήκης και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Άρθρο ΙΙΙ.
1. Για την προώθηση των αντικειμενικών σκοπών αυτής της Συνθήκης και για την εξασφάλιση συμμορφώσεως προς τις διατάξεις της, κάθε Κράτος Μέρος αυτής της Συνθήκης έχει το δικαίωμα να ελέγχει, διά παρακολουθήσεως, τις δραστηριότητες άλλων Κρατών Μερών αυτής της Συνθήκης επί του θαλάσσιου και ωκεάνιου βυθού και στο υπέδαφος αυτού πέραν της ζώνης που αναφέρεται στο άρθρο Ι, εφόσον η παρακολούθηση δεν παρακωλύει αυτές τις δραστηριότητες.
2. Εάν μετά από τέτοια παρακολούθηση παραμένουν λογικές αμφιβολίες σχετικά με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλήφθηκαν υπό τους όρους της Συνθήκης αυτής, το κράτος Μέρος που έχει τέτοιες αμφιβολίες και το Κράτος Μέρος που είναι υπεύθυνο για τις δραστηριότητες που έχουν δώσει λαβή στις αμφιβολίες προέρχονται σε διαβουλεύσεις με σκοπό την παραμέριση των αμφιβολιών, εάν οι αμφιβολίες παραμένουν, το Κράτος Μέρος που έχει τέτοιες αμφιβολίες ειδοποιεί τα άλλα κράτη Μέλη και τα εν λόγω Μέρη συνεργάζονται σε περαιτέρω διαδικασίες για έλεγχο που δυνατόν να συμφωνηθούν, περιλαμβανομένης και της κατάλληλης επιθεωρήσεως αντικειμένων, κατασκευών, εγκαταστάσεων ή άλλων διευκολύνσεων για τις οποίες υπάρχει εύλογη πιθανότητα να είναι του είδους που περιγράφεται στο άρθρο Ι. Τα Μέρη στην περιοχή των δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένου και κάθε παράκτιου Κράτους και κάθε άλλου Μέρους που θα το ζητούσε, έχουν το δικαίωμα να λάβουν μέρος σε μια τέτοια διαβούλευση και συνεργασία. Μετά τη συμπλήρωση των περαιτέρω διαδικασιών ελέγχου, μια ανάλογη έκθεση θα διανεμηθεί στα άλλα Μέρη από το Μέρος που ξεκίνησε αυτές τις διαδικασίες.
3. Εάν η ταυτότητα του Κράτους του υπεύθυνου για τις δραστηριότητες που δίνουν λαβή στις εύλογες αμφιβολίες δεν μπορεί να πιστοποιηθεί διά παρατηρήσεως του αντικειμένου, της κατασκευής ή άλλης εγκαταστάσεως, το Κράτος Μέρος που έχει αυτές τις αμφιβολίες ειδοποιεί τα Κράτη Μέρη στην περιοχή των δραστηριοτήτων και διεξάγει τις απαραίτητες έρευνες γι’ αυτά ή για οποιοδήποτε άλλο Κράτος Μέρος. Εάν διαπιστωθεί μέσω αυτών των ερευνών ότι ένα ορισμένο κράτος Μέρος είναι υπεύθυνο για τις δραστηριότητες, αυτό το Κράτος Μέρος διαβουλεύεται και συνεργάζεται με τα άλλα Μέρη όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 αυτού του άρθρου. Εάν η ταυτότητα του Κράτους που είναι υπεύθυνο για τις δραστηριότητες δεν μπορεί να διαπιστωθεί μέσω αυτών των ερευνών, τότε μπορούν να αναληφθούν από το ερευνών Κράτος Μέρος περαιτέρω διαδικασίες επαληθεύσεως, συμπεριλαμβανομένης και της επιθεωρήσεως, προσκαλώντας να συμμετάσχουν τα Μέρη στην περιοχή των δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένου κάθε παράκτιου Κράτους και κάθε άλλου Μέρους που θα επιθυμούσε να συνεργαστεί.
4. Εάν η διαβούλευση και η συνεργασία σε εκτέλεση των παρ. 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν παραμέρισαν τις αμφιβολίες για τις δραστηριότητες και παραμένει σοβαρή αμφισβήτηση για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλήφθηκαν υπό τους όρους της παρούσας Συνθήκης, ένα από τα Κράτη Μέρη δύναται σύμφωνα με τις διατάξεις του Χάρτη των Ενωμένων Εθνών να παραπέμψει το ζήτημα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο δύναται να ενεργήσει σύμφωνα με το Χάρτη.
5. Επαλήθευση σε εκτέλεση του παρόντος άρθρου δύναται να αναληφθεί από οποιοδήποτε Κράτος Μέρος χρησιμοποιώντας τα δικά του μέσα, ή με την πλήρη ή μερική βοήθεια από οποιοδήποτε άλλο Κράτος Μέρος, ή μέσω ανάλογων διεθνών διαδικασιών εντός του πλαισίου των Ενωμένων Εθνών και Σύμφωνα με το Χάρτη αυτών.
6. Ενέργειες επαληθεύσεως σε εκτέλεση της παρούσας Συνθήκης δεν πρέπει να παρεμποδίζουν δραστηριότητες άλλων Κρατών Μερών και πρέπει να διεξάγονται με το δέοντα σεβασμό προς τα δικαιώματα που είναι αναγνωρισμένα από το διεθνές δίκαιο, περιλαμβανομένων και των ελευθεριών των ανοικτών θαλασσών και των δικαιωμάτων των παράκτιων Κρατών όσον αφορά την εκμετάλλευση και εξερεύνηση των υφαλοκρηπίδων τους.
Άρθρο ΙV.
Τίποτα σύ αυτή τη Συνθήκη δεν δύναται να ερμηνευθεί ως υποστηρίζον ή θίγον τη θέση οιουδήποτε Κράτους Μέρους αναφορικά προς τις υπάρχουσες διεθνείς συνθήκες, συμπεριλαμβανομένης και της Συνθήκης του 1958 περί Χωρικών Υδάτων και της Συνορεύουσας Ζώνης, ή αναφορικά με τα δικαιώματα, ή τις αξιώσεις που μπορεί να προβάλλει ένα τέτοιο Κράτος Μέρος ή αναφορικά με την αναγνώριση ή μη των δικαιωμάτων ή των αξιώσεων που προβάλλονται από οποιοδήποτε άλλο Κράτος, που σχετίζονται προς ύδατα πέρα των ακτών τους, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων των χωρικών υδάτων και των συνορευουσών ζωνών, ή προς τον θαλάσσιο και ωκεάνιο βυθό, συμπεριλαμβανομένων και των υφαλοκρηπίδων.
Άρθρο V.
Τα Μέρη αυτής της Συνθήκης αναλαμβάνουν να συνεχίσουν διαπραγματεύσεις καλή τη πίστη όσον αφορά σε περαιτέρω μέτρα στον τομέα του αφοπλισμού για την πρόληψη του ανταγωνισμού των εξοπλισμών στο βυθό των θαλασσών, των ωκεανών και στο υπέδαφος αυτών.
Άρθρο VI.
Οιοδήποτε κράτος Μέρος δύναται να προτείνει τροποποιήσεις στην παρούσα Συνθήκη. Οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ για κάθε Κράτος Μέρος που αποδέχεται τις τροποποιήσεις άμα τη αποδοχή τους από μία πλειοψηφία των Κρατών Μερών αυτής της Συνθήκης και ακολούθως για κάθε εναπομένον Κράτος Μέρος την ημερομηνία αποδοχής υπ` αυτού.
Άρθρο VII.
Πέντε χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συνθήκης θα λάβει χώρα στη Γενεύη Ελβετία, σύσκεψη των Μερών αυτής της Συνθήκης προς αναθεώρηση της λειτουργίας της παρούσης Συνθήκης προς το σκοπό της εξασφαλίσεως όπως οι σκοποί του προνομίου και των διατάξεων της Συνθήκης πραγματοποιούνται. Μια τέτοια αναθεώρηση θα λάβει υπόψη οποιεσδήποτε σχετικές τεχνολογικές εξελίξεις. Η διάσκεψη αναθεωρήσεως θα ορίσει, σύμφωνα με τις απόψεις της πλειοψηφίας των παρισταμένων Μερών, εάν και πότε θα συγκληθεί συμπληρωματική διάσκεψη αναθεωρήσεως.
Άρθρο VΙΙΙ.
Κάθε Κράτος Μέρος αυτής της Συνθήκης έχει το δικαίωμα, στην εξάσκηση της εθνικής του κυριαρχίας, να αποσυρθεί από την παρούσα Συνθήκη εάν αποφασίσει ότι εξαιρετικά γεγονότα σχετιζόμενα με το περιεχόμενο αυτής της Συνθήκης έχουν θέσει σε κίνδυνο τα υπέρτατα συμφέροντα της χώρας του. Ειδοποιεί για μια τέτοια αποχώρηση τρεις μήνες ενωρίτερον όλα τα άλλα Κράτη Μέρη αυτής της Συνθήκης και το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ενωμένων Εθνών. Η ειδοποίηση αυτή δέον να περιλαμβάνει έκθεση επί των εξαιρετικών γεγονότων τα οποία θεωρεί ότι έθεσαν σε κίνδυνο τα υπέρτατα συμφέροντά του.
Άρθρο ΙX.
Οι διατάξεις αυτής της Συνθήκης δεν δύνανται κατά κανένα τρόπο να επηρεάσουν τις υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί από Κράτη Μέρη αυτής της Συνθήκης υπό τους όρους διεθνών οργάνων που εγκαθιστούν ζώνες απαλλαγμένες από πυρηνικά όπλα.
Άρθρο Χ.
1. Η Συνθήκη αυτή είναι ανοικτή για υπογραφή απ’ όλα τα Κράτη. Κάθε κράτος που δεν θα υπογράψει τη Συνθήκη προ της θέσεώς της σε ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου μπορεί να προσχωρήσει σ` αυτή καθ` οιονδήποτε χρόνο.
2. Η παρούσα Συνθήκη υπόκειται σε επικύρωση υπό των υπογραφόντων Μελών. Έγγραφα επικυρώσεως και προσχωρήσεως κατατίθενται στις Κυβερνήσεις της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, του Ενωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας και των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής, οι οποίες με την παρούσα ορίζονται ως θεματοφύλακες Κυβερνήσεις.
3. Η παρούσα Συνθήκη θα τεθεί σε ισχύ μετά την κατάθεση εγγράφων επικυρώσεως από είκοσι δύο Κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των Κυβερνήσεων των οριζομένων ως θεματοφυλάκων Κυβερνήσεων της παρούσας Συνθήκης.
4. Διά τα Κράτη των οποίων τα έγγραφα επικυρώσεως ή προσχωρήσεως κατατίθενται μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσης Συνθήκης, αυτή να τίθεται σε ισχύ την ημερομηνία καταθέσεως των εγγράφων τους επικυρώσεως ή προσχωρήσεως.
5. Οι θεματοφύλακες Κυβερνήσεις θα πληροφορούν αμέσως τις Κυβερνήσεις όλων των Κρατών που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει περί της ημερομηνίας κάθε υπογραφής, της ημερομηνίας καταθέσεως κάθε εγγράφου επικυρώσεως ή προσχωρήσεως, της ημερομηνίας θέσεως σε ισχύ της παρούσας Συνθήκης και της λήψεως άλλων ανακοινώσεων.
6. Η παρούσα Συνθήκη θα καταχωρηθεί από τις θεματοφύλακες Κυβερνήσεις σε εφαρμογή του Άρθρου 102 του Χάρτη των Ενωμένων Εθνών.
Άρθρο ΧΙ.
Η παρούσα Συνθήκη, το ρωσικό, αγγλικό, γαλλικό, ισπανικό και κινεζικό κείμενο της οποίας είναι εξίσου αυθεντικό, θα κατατεθεί εις τα αρχεία των θεματοφυλάκων Κυβερνήσεων. Δεόντως κεκυρωμένα αντίγραφα της παρούσας Συνθήκης θα αποσταλούν από τις θεματοφύλακες Κυβερνήσεις στις Κυβερνήσεις των Κρατών που έχουν υπογράψει και προσχωρήσει σύ αυτή.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της κυβερνήσεως.

Παραγγέλλουμε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 11 Μαρτίου 1985

Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΛΕΥΡΑΣ