Νόμος 1423 ΦΕΚ Α΄29/14.3.1984
Επικύρωση της 122 Διεθνούς Συμβάσεως Εργασίας “για την πολιτική της απασχόλησης”.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η 122 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας “για την πολιτική της απασχόλησης που ψηφίστηκε από την 48η Σύνοδο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, της οποίας το κείμενο στο γαλλικό πρωτότυπο και στην ελληνική του μετάφραση είναι το ακόλουθο:
ΣΥΜΒΑΣΗ 122
Για την πολιτική της απασχόλησης
Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που συγκλήθηκε στη Γενεύη στις 17 Ιουνίου 1964, κατά την 48η Σύνοδό της.
Αφού έλαβε υπόψη ότι η Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας αναγνωρίζει επίσημα την υποχρέωση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας να ενισχύει μεταξύ των διαφόρων Κρατών την εφαρμογή κατάλληλων προγραμμάτων για την επίτευξη πλήρους απασχόλησης και την εξύψωση του βιοτικού επιπέδου και ότι το Προοίμιο του Καταστατικού Χάρτη της Οργάνωσης καθιερώνει την προστασία κατά της ανεργίας και εγγυάται μισθό που να εξασφαλίζει ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης.
Αφού έλαβε, επίσης, υπόψη ότι σύμφωνα με τη Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας έχει αρμοδιότητα να εξετάζει και να μελετά τις επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής πάνω στην πολιτική της απασχόλησης, σύμφωνα με τη βασική αρχή, ότι όλα τα ανθρώπινα όντα, ανεξάρτητα από φυλή, θρησκεία ή φύλο, έχουν το δικαίωμα να επιδιώκουν τόσο την υλική τους πρόοδο όσο και την πνευματική τους ανάπτυξη, με ελευθερία, αξιοπρέπεια, οικονομική ασφάλεια και ίσες ευκαιρίες.
Αφού έλαβε υπόψη ότι η Παγκόσμια Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προβλέπει ότι “κάθε άτομο έχει δικαίωμα για εργασία, ελεύθερη επιλογή απασχόλησης, δίκαιους και ικανοποιητικούς όρους εργασίας και προστασία κατά της ανεργίας”.
Αφού έλαβε υπόψη τους όρους των Διεθνών Συμβάσεων και Συστάσεων Εργασίας που σχετίζονται άμεσα με την πολιτική της απασχόλησης και ιδιαίτερα τη Σύμβαση και Σύσταση για τις Υπηρεσίες Απασχόλησης του 1948, τη Σύσταση για τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό του 1949, τη Σύσταση για την Επαγγελματική Κατάρτιση του 1962 και τη Σύμβαση και Σύσταση για τις Διακρίσεις στην Απασχόληση και το Επάγγελμα του 1958.
Αφού έλαβε υπόψη ότι τα κείμενα αυτά πρέπει να περιληφθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ενός διεθνούς προγράμματος για τη διασφάλιση οικονομικής ανάπτυξης που θα βασίζεται στην πλήρη, παραγωγική και ελεύθερη επιλεγμένη απασχόληση.
Αφού αποφάσισε να υιοθετήσει ορισμένες προτάσεις σχετικά με την πολιτική της απασχόλησης, οι οποίες περιλαμβάνονται στο όγδοο θέμα της ημερήσιας διάταξης της συνόδου.
Αφού αποφάσισε οι προτάσεις αυτές να λάβουν τη μορφή μιας Διεθνούς Σύμβασης.
Αποδέχεται σήμερα, εννέα Ιουλίου χίλια εννιακόσια εξήντα τέσσερα, την ακόλουθη Σύμβαση, που αποκαλείται Σύμβαση σχετική με την πολιτική της απασχόλησης του 1964:
Άρθρο 1
1. Για την ενίσχυση της οικονομικής προόδου και ανάπτυξης, την εξύψωση του βιοτικού επιπέδου, την αντιμετώπιση των αναγκών του εργατικού δυναμικού και την επίλυση του προβλήματος της ανεργίας και της υποαπασχόλησης, κάθε Μέλος θα διατυπώσει και θα επιδιώξει σαν πρωταρχικό στόχο μια ενεργό πολιτική, που θα αποβλέπει στην προώθηση της πλήρους, παραγωγικής και ελεύθερα επιλεγμένης απασχόλησης.
2. Η πολιτική αυτή θα έχει σκοπό να εξασφαλίζει:
α) ότι υπάρχει εργασία για όλα τα άτομα που είναι διαθέσιμα και αναζητούν εργασία.
β) ότι η εργασία αυτή θα είναι όσο το δυνατό πιο παραγωγική, γ) ότι υπάρχει ελευθερία επιλογής απασχόλησης και ότι κάθε εργαζόμενος έχει όλες τις δυνατότητες για εξειδίκευση και χρησιμοποίηση των δεξιοτήτων και των προσόντων του σε μια εργασία, για την οποία είναι κατάλληλος, ανεξάρτητος από φυλή, χρώμα, φύλο, θρησκεία, πολιτικές πεποιθήσεις, εθνική καταγωγή ή κοινωνική προέλευση.
3. Η πολιτική αυτή θα λαμβάνει υπόψη το στάδιο και το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς επίσης και τις σχέσεις μεταξύ των στόχων της απασχόλησης και των άλλων οικονομικών και κοινωνικών στόχων και θα εφαρμόζεται με μεθόδους που θα είναι προσαρμοσμένες στις εθνικές συνθήκες και την πρακτική.
Άρθρο 2
Κάθε Μέλος, χρησιμοποιώντας μεθόδους που θεωρούνται κατάλληλες, σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες και στο μέτρο που αυτές το επιτρέπουν, θα πρέπει: α) να καθορίζει και να αναθεωρεί, στα πλαίσια μιας συντονισμένης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 1.
β) να θεσπίζει τις απαραίτητες διατάξεις για την εφαρμογή των μέτρων αυτών, καταρτίζοντας και προγράμματα, όπου χρειάζεται.
Άρθρο 3
Κατά την εφαρμογή της Σύμβασης αυτής, θα πρέπει να ζητιέται η γνώμη των αντιπροσώπων των ενδιαφερόμενων μερών για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν και ιδίως των αντιπροσώπων των εργοδοτών και των εργαζομένων, σε ό,τι αφορά την πολιτική απασχόλησης με σκοπό να λαμβάνονται πλήρως υπόψη η πείρα και οι απόψεις τους και να εξασφαλίζεται η πλήρης συνεργασία τους στη διαμόρφωση και στην ενεργό υποστήριξη της πολιτικής αυτής.
Άρθρο 4
Οι επίσημες επικυρώσεις της Σύμβασης αυτής ανακοινώνονται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για καταχώριση.
Άρθρο 5
1. Η Σύμβαση αυτή δεσμεύει εκείνα μόνο τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, των οποίων οι επικυρώσεις έχουν καταχωρισθεί από το Γενικό Διευθυντή.
2. Η Σύμβαση θα αρχίζει να ισχύει δώδεκα μήνες μετά από την καταχώριση, από το Γενικό Διευθυντή, των επικυρώσεων δύο Μελών.
3. Στη συνέχεια, η Σύμβαση αυτή θα αρχίζει να ισχύει για κάθε Μέλος δώδεκα μήνες μετά από την καταχώριση της επικύρωσής της.
Άρθρο 6
1. Κάθε Μέλος που έχει επικυρώσει τη Σύμβαση αυτή θα μπορεί να την καταγγείλει, μετά τη λήξη μιας περιόδου δέκα ετών από την έναρξη της ισχύος της, με πράξη που κοινοποιείται στο Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας και καταχωρίζεται από αυτόν. Η καταγγελία θα ισχύει μετά από ένα έτος από την ημέρα που έγινε η καταχώρισή της.
2. Κάθε Μέλος που έχει επικυρώσει τη Σύμβαση αυτή και δεν ασκεί, μέσα σε ένα έτος από τη λήξη της περιόδου των δέκα ετών που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο, το δικαίωμα καταγγελίας που προβλέπει το παρόν άρθρο, δεσμεύεται για μια ακόμη περίοδο δέκα ετών και, στη συνέχεια, μπορεί να καταγγείλει τη Σύμβαση κατά τη λήξη κάθε μιας από τις περιόδους των δέκα ετών, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
Άρθρο 7
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας γνωστοποιεί σε όλα τα Μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης εργασίας την καταχώριση όλων των επικυρώσεων και των καταγγελιών που του κοινοποιούνται από τα Μέλη της Οργάνωσης.
2. Γνωστοποιώντας στα Μέλη της Οργάνωσης την καταχώριση της δεύτερης επικύρωσης που του έχει κοινοποιηθεί, ο Γενικός Διευθυντής επισημαίνει στα Μέλη της Οργάνωσης την ημερομηνία από την οποία η Σύμβαση αρχίζει να ισχύει.
Άρθρο 8
Ο Γενικός Διευθυντής του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας ανακοινώνει στο Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με σκοπό την καταχώρισή τους σύμφωνα με το άρθρο 102 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όλες τις πληροφορίες για τις επικυρώσεις και πράξεις καταγγελίας που έχει καταχωρήσει, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων άρθρων.
Άρθρο 9
Κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο, το Διοικητικό Συμβούλιο του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας υποβάλλει στη Γενική Συνδιάσκεψη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της Σύμβασης αυτής και εξετάζει αν συντρέχει περίπτωση εγγραφής στην ημερήσια διάταξη της Συνδιάσκεψης, θέματος ολικής ή μερικής αναθεώρησής της.
Άρθρο 10
1. Σε περίπτωση που η Συνδιάσκεψη υιοθετήσει νέα Σύμβαση που να αναθεωρεί ολικά ή μερικά τη Σύμβαση αυτή και εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τη νέα Σύμβαση:
α) η επικύρωση από ένα Μέλος της νέας αναθεωρημένης Σύμβασης συνεπάγεται αυτοδικαίως, παρά τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου 9, την άμεση καταγγελία αυτής (της παρούσας Σύμβασης), εφόσον και όταν η νέα αναθεωρημένη Σύμβαση θα έχει τεθεί σε ισχύ,
β) από την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ η νέα αναθεωρημένη Σύμβαση, η Σύμβαση αυτή δε μπορεί να επικυρωθεί από τα Μέλη.
2. Η Σύμβαση αυτή θα εξακολουθεί πάντως να ισχύει, κατά τον τύπο και το περιεχόμενό της, για εκείνα τα Μέλη που την έχουν επικυρώσει, αλλά δεν έχουν επικυρώσει την αναθεωρημένη Σύμβαση.
Άρθρο 11
Το αγγλικό και το γαλλικό κείμενο της Σύμβασης αυτής είναι το ίδιο αυθεντικά.

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς αυτού του νόμου, καθώς και της Διεθνούς Σύμβασης που κυρώνεται με αυτόν, αρχίζει από την ημέρα που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 12 Μαρτίου 1984

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ