Νόμος 1344 ΦΕΚ Α΄ 42/6.4.1983
Κύρωση του Καταστατικού του UNIDO (Οργανισμός Βιομηχανικής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών).

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Καταστατικό Οργανισμού Βιομηχανικής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNIDO), που υιοθετήθηκε στις 8 Απριλίου 1979 κατά την έβδομη σε ολομέλεια Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών.
Ακολουθεί το κείμενο του Καταστατικού στην Αγγλική γλώσσα και η επίσημη μετάφρασή του στην Ελληνική.
ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ
Του Οργανισμού Βιομηχανικής Αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών.
Υιοθετηθέν την 8ην Απριλίου 1979 κατα την έβδομην εν ολομελεία συνέλευσιν.
ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ
Τα ώδε συμβαλλόμενα Κράτη Μέλη.
Συμφώνως προς τον Καταστατικόν Χάρτην των Ηνωμένων Εθνών,
Εχοντα υπ` όψει τους ευρείς αντικειμενικούς σκοπούς των αποφάσεων των ληφθεισών υπό της έκτης ειδικής συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων ΕΘνών επί της καθιερώσεως μιάς Νέας Διεθνούς Οικονομικής Τάξεως, της κατά την εν Λίμα Δευτέραν Γενικήν Συνέλευσιν Δηλώσεως και Σχεδίου Δράσεως διά Βιομηχανικήν Ανάπτυξιν και Συνεργασίαν, και της αποφάσεως της έβδομης ειδικής συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών επί της Αναπτύξεως και Διεθνούς Οικονομικής Συνεργασίας.
Δηλούνται ότι:
Τυγχάνει απαραίτητον να καθιερωθή μια ορθή και δικαία οικονομική και κοινωνική τάξις επιτυγχανομένη διά της εξαλείψεως των οικονομικών ανισοτήτων, της δημιουργίας ορθολογιστικών και δικαίων διεθνών οικονομικών σχέσεων, της εφαρμογής δυναμικών οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών και της ενθαρύνσεως των απαραιτήτων οργανικών αλλαγών εν τη αναπτύξει της παγκοσμίου οικονομίας.
Η εκβιομηχάνισις είναι δυναμικόν μέσον αναπτύξεως ουσιώδες διά την επίσπευσιν της οικονομικής και κοινωνικής αναπτύξεως, ειδικώτερον διά τας υπό ανάπτυξιν χώρας, διά την βελτίωσιν του επιπέδου διαβιώσεως και της ποιότητος της ζωής των λαών όλων των χωρών, και διά την εισαγωγήν δικαίας τινός οικονομικής και κοινωνικής τάξεως.
Αποτελεί κυριαρχικόν δικαίωμα όλων των χωρών να επιτύχουν την εκβιομηχάνισίν των, και οιαδήποτε μέθοδος τοιαύτης εκβιομηχανίσεως δέον όπως συμμορφούται προς τους ευρείς αντικειμενικούς σκοπούς της αυτάρκειας και ολοκληρωτικής κοινωνικο-οικονομικής αναπτύξεως, και δέον όπως περιλαμβάνη τας καταλλήλους αλλαγάς αι οποίαι θα εξασφαλίζουν την δικαίαν και αποτελεσματικήν συμμετοχήν όλων των λαών εν τη εκβιομηχανίσει των χώρων των.
Εφ` όσον ως διεθνής συνεργασία διά την ανάπτυξιν είναι ο κοινός σκοπός και η κοινή υποχρέωσις όλων των χωρών, τυγχάνει ουσιώδες να προαχθή η εκβιομηχάνισις δι` όλων των δυνατών συντονισμένων μέτρων περιλαμβανομένης της αναπτύξεως μεταφοράς και προσαρμογής της τεχνολογίας εις παγκόσμιον, περιφερειακόν και εθνικόν, ως και κατά τομέα επίπεδον.
Ολαι αι χώραι, ανεξαρτήτως των κοινωνικών και οικονομικών των συστημάτων έχουν αποφασίσει να προαγάγουν την κοινήν ευημερίαν των λαών των δι` επί μέρους και συλλογικών ενεργειών αποσκοπουσών εις την εξάπλωσιν της διεθνούς οικονομικής συνεργασίας επί τη βάσει της κυριαρχικής ισότητος, εις την ενίσχυσιν της οικονομικής ανεξαρτησίας των υπό ανάπτυξιν χωρών, εις την εξασφάλισιν της δικαίας συμμετοχής των εις την συνολικήν παγκόσμιον βιομηχανικήν παραγωγήν και συμβολήν εις την διεθνή ειρήνην και ασφάλειαν και ευημερίαν όλων των εθνών, συμφώνως προς τους σκοπούς και τας αρχάς του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών.
Εχοντα υπ` όψει τας κατευθυντηρίους ταύτας γραμμάς,
Επιθυμούντα να ιδρύσουν, κατά τας διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΧ του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών ειδικευμένην υπηρεσίαν η οποία θα είναι γνωστή ως Οργανισμός Βιομηχανικής Αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών (UNIDO) (εν τοις εφεξής εν τω παρόντι καλούμενος ως ο “Οργανισμός”), η οποία θα διαδραματίζη τον κεντρικόν ρόλον και θα είναι υπεύθυνος διά την αναθεώρησιν και προαγωγήν του συντονισμού όλων των δραστηριοτήτων του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών εις τον τομέα της βιομηχανικής αναπτύξεως συμφώνως προς τας ευθύνας του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου δυνάμει του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και τας εφαρμοστέας συναφείς συμφωνίας.
Αποδέχονται το παρόν Καταστατικόν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι
ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ
Άρθρον 1
Σκοποί
Ο βασικός σκοπός του Οργανισμού θα είναι η προαγωγή και επιτάχυνσις της βιομηχανικής αναπτύξεως των υπό ανάπτυξιν χωρών αποβλέπουσαι εις την βοήθειαν καθιερώσεως μιάς νέας διεθνούς οικονομικής τάξεως. Ο Οργανισμός θα προαγάγη επίσης την βιομηχανικήν ανάπτυξιν και συνεργασίαν εις παγκόσμιον, περιφερειακόν και εθνικόν, ως και κατά τομείς επίπεδον.
Άρθρον 2
Καθήκοντα
Διά την εκπλήρωσιν των ανωτέρω σκοπών αυτού, ο Οργανισμός οφείλει γενικώς να προβαίνη εις πάσαν απαραίτητον και κατάλληλον ενέργειαν και ειδικώτερον οφείλει:
α) Να ενθαρρύνη και να επεκτείνη ως αρμόζει την βοήθειαν προς τας υπό ανάπτυξιν χώρας διά την προαγωγήν και επιτάχυνσιν της εκβιομηχανίσεώς των, ειδικώτερον εν τη αναπτύξει, εξαπλώσει και εκσυγχρονισμώ των βιομηχανιών των.
β) Συμφώνως προς τον Καταστατικόν Χάρτην των Ηνωμένων Εθνών, να καθιεροί, συντονίζη και παρακολουθή τας δραστηριότητας του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών με τον σκοπόν όπως παρέχεται εις τον Οργανισμόν η δυνατότης να διαδραματίζη τον κεντρικόν συντονιστικόν ρόλον εις τον τομέα της βιομηχανικής αναπτύξεως.
γ) Να δημιουργή νέας και αναπτύσση τας υφισταμένας ιδέας και αντιλήψεις εν σχέσει με την βιομηχανικήν ανάπτυξιν εις παγκόσμιον περιφερειακόν και εθνικόν ως και κατά τομείς επίπεδον, και διεξάγη μελέτας και ερεύνας επί τω τέλει της διαμορφώσεως νέων γραμμών δράσεως αποβλεπουσών εις την αρμονικήν και ισοζυγισμένην βιομηχανικήν ανάπτυξιν, λαμβάνων δεόντως υπ` όψιν τας εφαρμοζομένας μεθόδους υπό χωρών με διαφορετικά κοινωνικο-οικονομικά συστήματα διά την επίλυσιν των προβλημάτων εκβιομηχανίσεως.
δ) Να προαγάγη και ενθαρρύνη την ανάπτυξιν και χρήσιν της τεχνικής του προγραμματισμού και υποβοηθή την εκπόνησιν αναπτυξιακών επιστημονικών και τεχνολογικών προγραμμάτων και σχεδίων εκβιομηχανίσεως εις τον δημόσιον, συνεργατικόν και ιδιωτικόν τομεα.
ε) Να ενθαρρύνη και υποβοηθοί την ανάπτυξιν μιάς ολοκληρωμένης και ενδοπειθαρχικής προσεγγίσεως της επιταχυνομένης εκβιομηχανίσεως των υπό ανάπτυξιν χωρών.
στ) Να οργανώνη συζητήσεις και ενεργή ως όργανον εξυπηρετήσεως των υπό ανάπτυξιν χωρών και των εκβιομηχανισθεισών χωρών κατά τας επαφάς των, διαβουλεύσεις και τη αιτήσει των ενδιαφερομένων χωρών, κατά τας διαπραγματεύσεις διά την εκβιομηχάνισιν των υπό ανάπτυξιν χωρών.
ζ) Να βοηθή τας υπό ανάπτυξιν χώρας εις την ίδρυσιν και λειτουργίαν βιομηχανιών, περιλαμβανομένων των εχουσών σχέσιν με την γεωργίαν τοιούτων ως και βασικών βιομηχανιών, ίνα επιτευχθή η πλήρης χρησιμοποίησις των τοπικώς διαθεσίμων φυσικών και ανθρωπίνων πόρων και η παραγωγή αγαθών διά τας αγοράς του εσωτερικού και του εξωτερικού να συμβάλη εις την αυτάρκειαν των χωρών τούτων.
η) Να χρησιμεύη ως γραφείον συμψηφισμού διά βιομηχανικάς πληροφορίας και αναλόγως να συλλέγη και ελέγχη επί βάσεως επιλογής, αναλύη και διαμορφώνη προς τον σκοπόν της διασποράς πληροφορίας εφ` όλων των απόψεων της βιομηχανικής αναπτύξεως εις παγκόσμιον περιφερειακόν και εθνικόν ως και κατά τομείς επίπεδον περιλαμβανομένης της ανταλλαγής εμπειρίας και τεχνολογικών επιτευγμάτων των βιομηχανικώς ανεπτυγμένων και των υπό ανάπτυξιν χωρών με διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά συστήματα.
θ) Να δίδη ειδικήν προσοχήν εις την υιοθέτησιν ειδικών μέτρων αποσκοπούντων εις την υποβοήθησιν των ελαχίστως ανεπτυγμένων, μη περιβαλλομένων υπό θαλασσών και νησιωτικών υπό ανάπτυξιν χωρών ως και εκείνων εκ των υπό ανάπτυξιν χωρών των σοβαρώς επηρεαζομένων εξ οικονομικών κρίσεων και φυσικών συμφορών, χωρίς να παραβλέπη το συμφέρον των λοιπών υπό ανάπτυξιν χωρών.
ι) Να προαγάγη, ενθαρρύνη και υποβοηθή την ανάπτυξιν, εκλογήν, εφαρμογήν, μεταφοράν και χρήσιν της βιομηχανικής τεχνολογίας, λαμβάνων δεόντως υπ` όψιν τας κοινωνικοοικονομικάς συνθήκας και τας ειδικάς ανάγκας της περί ης πρόκειται βιομηχανίας, με ειδικήν αναφοράν εις την μεταφοράν της τεχνολογίας από τας εκβιομηχανισμένας εις τας υπό ανάπτυξιν χώρας ως και μεταξύ αυτών τούτων των υπό ανάπτυξιν χωρών.
κ) Να οργανώνη και υποστηρίζη βιομηχανικά εκπαιδευτικά προγράμματα αποσκοπούντα εις την υποβοήθησιν των υπό ανάπτυξιν χωρών διά την εκπαίδευσιν τεχνικού και λοιπών κατηγοριών προσωπικού απαραιτήτου εις τας διαφόρους φάσεις επιταχύνσεως της βιομηχανικής αναπτύξεως.
λ) Να συμβουλεύη και βοηθή εν στενή συνεργασία μετά των καταλλήλων οργανισμών των Ηνωμένων Εθνών ειδικευμένων οργανώσεων και της Διεθνούς Οργανώσεως Ατομικής Ενεργείας τας υπό ανάπτυξιν χώρας εις την εκμετάλλευσιν, διατήρησιν και τοπικόν μετασχηματισμόν των φυσικών των πόρων προς τον σκοπόν της προωθήσεως της εκβιομηχανίσεως των υπό ανάπτυξιν χωρών.
μ) Να εκπονή και παρέχη βοηθητικά και υποδειγματικά προγράμματα προς επιτάχυνσιν της εκβιομηχανίσεως εις συγκεκριμένους τομείς.
ν) Να αναπτύσση ειδικά μέτρα προοριζόμενα να προαγάγουν την συνεργασίαν εις τον βιομηχανικόν τομέα μεταξύ των υπό ανάπτυξιν χωρών και μεταξύ των ανεπτυγμένων και υπό ανάπτυξιν χωρών.
ξ) Να βοηθή, εν συνεργασία μετά των καταλλήλων οργανισμών, τον περιφερειακόν σχεδιασμόν της βιομηχανικής αναπτύξεως των υπό ανάπτυξιν χωρών εντός του πλαισίου των περιφερειακών και υποπεριφερειακών κατανομών μεταξύ των χωρών τούτων.
ο) Να ενθαρρύνη και προαγάγη την ίδρυσιν και ενίσχυσιν των βιομηχανικών εμπορικών και επαγγελματικών σωματείων και παρεμφερεών οργανώσεων αι οποίαι θα συνέβαλλον εις την πλήρη χρησιμοποίησιν των εσωτερικών πόρων των υπό ανάπτυξιν χωρών προς τον σκοπόν της αναπτύξεως των εθνικών βιομηχανιών.
π) Να βοηθή ες την ίδρυσιν και λειτουργίαν της επιβεβλημένης υποδομής δια την παροχήν ρυθμιστικών συμβουλευτικών και αναπτυξιακών υπηρεσιών εις την βιομηχανίαν.
ρ) Να βοηθή, τη αιτήσει των Κυβερνήσεων των υπό ανάπτυξιν χωρών εις την λήψιν εξωτερικής χρηματοδοτήσεως ειδικών βιομηχανικών έργων υπό δικαίους και αμοιβαίως αποδεκτούς όρους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
Άρθρον 3
Μέλη
Την ιδιότητα του μέλους του Οργανισμού δύνανται να αποκτήσουν άπαντα τα Κράτη τα οποία μετέχουν των σκοπών και αρχών του Οργανισμού.
α) Κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή ειδικευμένης τινός οργανώσεως ή της Διεθνούς Οργανώσεως Ατομικής Ενεργείας δύνανται να αποκτήσουν την ιδιότητα του μέλους του Οργανισμού εφ` όσον καταστούν μέρη εις το παρόν Καταστατικόν συμφώνως προς το Άρθρον 24 και την παράγραφον 2 του Άρθρου 25.
β) Κράτη πλήν των αναφερομένων εν εδαφίω (α) δύνανται να αποκτήσουν την ιδιότητα του μέλους του Οργανισμού εφ` όσον καταστούν μέρη εις το παρόν Καταστατικόν συμφώνως προς την παράγραφον 3 του Άρθρου 24 και το εδάφιον 2 (γ) του Άρθρου 25, αφ` ού η ιδιότης αυτών ως μέλους εγκριθή υπό της Διασκέψεως, διά πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών, τη προτάσει του Συμβουλίου.
Άρθρον 4
Παρατηρηταί
1. Το STATUS του Παρατηρητού εις τον Οργανισμόν έσεται ανοικτόν, τη αιτήσει, δι` ούς απολαμβάνουν του τοιούτου STATUS εν τη Γενική Συνέλευσει των Ηνωμένων Εθνών, εκτός εάν η Διάσκεψις αποφασίση άλλως.
2. Επιφυλασσομένης της παραγράφου 1, η Διάσκεψις έχει την εξουσίαν να προσκαλή ετέρους παρατηρητάς να μετάσχουν του έργου του Οργανισμού.
3. Εις τους παρατηρητάς θα επιτρέπεται να μετέχουν των εργασιών του Οργανισμού συμφώνως προς τους οικείους κανόνας της διαδικασίας και τας διατάξεις του παρόντος Καταστατικού.
Άρθρον 5
Προσωρινή απαγόρευσις
1. Παν Μέλος του Οργανισμού του οποίου αναστέλλεται η άσκησις των δικαιωμάτων και προνομίων τη ιδιότητος του μέλους των Ηνωμένων Εθνών θα τίθεται αυτομάτως υπό προσωρινήν απαγόρευσιν από της ασκήσεως των δικαιωμάτων και προνομίων της ιδιότητος του μέλους του Οργανισμού.
2. Παν Μέλος το οποίον καθυστερεί την πληρωμήν των οικονομικών εισφορών αυτού προς τον Οργανισμόν δεν θα δικαιούται ψήφου εις τον Οργανισμόν εάν το καθυστερούμενον ποσόν ισούται ή υπερβαίνη το ποσόν των καταλογισθεισών εισφορών των οφειλομένων υπ` αυτού διά τα προηγούμενα δυο οικονομικά έτη. Παν όργανον δύναται, εν τούτοις να επιτρέπη εις το τοιούτον Μέλος να ψηφίζη εάν διαπιστώση ότι η μη πληρωμή οφείλεται εις συνθήκας μη δυναμένας να ελεγχθούν υπό του Μέλους.
Άρθρον 6
Αποχώρησις
1. Μέλος τι δύναται να αποχωρήση του Οργανισμού διά καταθέσεως εις τον Θεματοφύλακα εγγράφου περί καταγγελίας του παρόντος Καταστατικού. 2. Η τοιαύτη αποχώρησις θα τίθεται εν ισχύι την τελευταίαν ημέραν του οικονομικού έτους του επομένου εκείνου, διαρκούντος του οποίου κατετέθη το τοιούτον έγγραφον.
3. Αι υπό του αποχωρούντος Μέλους καταβληθησόμεναι εισφοραί διά το οικονομικόν έτος το οποίον έπεται εκείνου διαρκούντος του οποίου επραγματοποιήθη η τοιαύτη κατάθεσις θα είναι αι αυταί με τας καταλογισθείσας εισφοράς διά το οικονομικόν έτος διαρκούντος του οποίου κατετέθη το τοιούτον έγγραφον. Το αποχωρούν Μέλος οφείλει επιπροσθέτως να εκπληρώση οιασδήποτε ανεπιφύλακτους υποσχέσεις εις τας οποίας προέβη προ της τοιαύτης καταθέσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΙΙ
ΟΡΓΑΝΑ
Άρθρον 7
Κύρια και δευτερεύοντα όργανα
1. Τα κύρια όργανα του Οργανισμού θα είναι:
α) Η Γενική Διάσκεψις (αποκαλουμένη ως η “Διάσκεψις”).
β) Το Συμβούλιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως (αποκαλούμενον ως το “Συμβούλιον”).
γ) Η Γραμματεία.
2. Θα συσταθή Επιτροπή Προγράμματος και Προϋπολογισμού ίνα βοηθή το Συμβούλιον εις την προετοιμασίαν και έλεγχον του προγράμματος των εργασιών, του τακτικού προϋπολογισμού και του προϋπολογισμού επιχειρήσεων του Οργανισμού και λοιπών οικονομικών ζητημάτων αφορώντων τον Οργανισμόν.
3. Ετερα δευτερεύοντα όργανα, περιλαμβανομένων των τεχνικών επιτροπών, δύνανται να συσταθούν υπό της Διασκέψεως ή του Συμβουλίου, τα οποία θα λαμβάνουν δεόντως υπ` όψιν την αρχήν της δικαίας γεωγραφικής εκπροσωπήσεως.
Άρθρον 8
Γενική Διάσκεψις
1. Η Διάσκεψις θα αποτελείται εξ εκπροσώπων όλων των Μελών.
2. α) Η Διάσκεψις οφείλει να συνεδριάζη τακτικώς κάθε δύο έτη, εκτός εάν αυτή αποφασίση άλλως. Ειδικαί συνεδριάσεις θα συγκαλούνται υπό του Γενικού Διευθυντού τη αιτήσει του Συμβουλίου ή δια πλειοψηφίας όλων των Μελών.
β) Αι τακτικαί συνεδριάσεις θα λαμβάνουν χώραν εις την έδραν του Οργανισμού εκτός εάν άλλως αποφασισθή υπό της Διασκέψεως. Το Συμβούλιον θα αποφασίζη περί του τόπου διεξαγωγής ειδικής τινός συνεδριάσεως.
3. Επιπροσθέτως της ασκήσεως ετέρων καθηκόντων οριζομένων εις το παρόν Καταστατικόν, η Διάσκεψις οφείλει:
α) Να καθορίζη τας κατευθυντηρίους αρχάς και την πολιτικήν του Οργανισμού.
β) Να εξετάζη εκθέσεις του Συμβουλίου, του Γενικού Διευθυντού και των δευτερευόντων οργάνων της Διασκέψεως.
γ) Να εγκρίνη το πρόγραμμα εργασίας, τον τακτικόν προϋπολογισμόν και τον προϋπολογισμόν λετουργίας του Οργανισμού συμφώνως προς το Άρθρον 14 , να καθιεροί την κλίμακα των καταλογισμών (των εισφορών) συμφώνως προς το Άρθρον 15, να εγκρίνη τον οικονομικόν κανονισμόν του Οργανισμού και να εποπτεύη την αποδοτικήν χρήσιν των οικονομικών πόρων του Οργανισμού.
δ) Να έχη την εξουσίαν υιοθετήσεως (συνάψεως), διά της πλειοψηφίς των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών, συμβάσεων ή συμφωνιών εν σχέσει με οιονδήποτε ζήτημα εμπίπτον εις την αρμοδιότητα του Οργανισμού και να υποβάλλη προτάσεις εις τα Μέλη αναφορικώς με τας τοιαύτας συμβάσεις ή συμφωνίας.
ε) Να κάνη συστάσεις εις τα Μέλη και εις τους διεθνείς οργανισμούς εν σχέσει με ζητήματα εμπίπτοντα εις την αρμοδιότητα του Οργανισμού.
στ) Να προβαίνη εις οιανδήποτε ετέραν κατάλληλον ενέργειαν εις τρόπον ώστε να παρέχεται η δυνατότης εις τον Οργανισμόν να προωθή τους αντικειμενικούς του σκοπούς και εκτελή τα καθήκοντά του.
4. Η Διάσκεψις δύναται να μεταβιβάζη εις το Συμβούλιον τοιαύτας εκ των εξουσιών και καθηκόντων αυτής ως ήθελεν κρίνει σκόπιμον, πλην των προβλεπομένων υπό, του Άρθρου 3, εδάφιον (β), Άρθρου 4, Άρθρου 8, εδάφια 3 (α), (β), (γ) και (δ), Άρθρου 9, παράγραφος Ι, Άρθρου 11, παράγραφος 2 Άρθρου 14, παράγραφοι 4 και 6, Άρθρου 15, Άρθρου 18, Άρθρου 23, εδάφια 2 (β) και 3 (β) και του Παραρτήματος Ι.
5. Η Διάσκεψις υιοθετεί τους ιδίους αυτής διαδικαστικούς κανόνας.
6. `Εκαστον Μέλος θα έχη μίαν ψήφον εις την Διάσκεψιν. Αι αποφάσεις θα λαμβάνωνται διά τινός πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών εκτός εαν ορίζεται άλλως εν τω παρόντι Καταστατικώ ή εις τους διαδικαστικούς κανόνας της Διασκέψεως.
Άρθρον 9
Συμβούλιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως
1. Το Συμβούλιον θα αποτελείται εκ 53 Μελών του Οργανισμού εκλεγέντων υπό της Διασκέψεως, η οποία οφείλει να λάβη δεόντως υπ` όψιν την αρχήν της δικαίας γεωγραφικής κατανομής. Κατά την εκλογήν των μελών του Συμβουλίου η Διάσκεψις οφείλει να λάβη υπ` όψιν την κατωτέρω κατανομήν των έδρων 33 μέλη του Συμβουλίου θα εκλεγούν εκ των Κρατών των αναγραφομένων εις τα Μέρη Α και Γ, 15 εκ των Κρατών των αναγραφομένων εις το Μέρος Β και 5 εκ των Κρατών των αναγραφομένων εις το Μέρος Δ του Παραρτήματος Ι του παρόντος Καταστατικού.
2. Τα Μέλη του Συμβουλίου θα θητεύουν από της λήξεως της τακτικής συνεδριάσεως της Διασκέψεως εις ήν ταύτα εξελέγησαν μέχρι της λήξεως της τακτικής συνεδριάσεως της Διασκέψεως τέσσερα έτη μετέπειτα εκτός από τα μέλη τα εκλεγέντα κατά την πρώτην συνεδρίασιν τα οποία θα θητεύσουν από του χρόνου της τοιαύτης εκλογής και το ήμισυ θα θητεύση μόνον μέχρι της λήξεως της τακτικής συνεδριάσεως δύο έτη μετέπειτα.
Τα Μέλη του Συμβουλίου δύνανται να επανεκλεγούν.
3. Το Συμβούλιον θα διεξάγη τουλάχιστον μιάν τακτικήν συνεδρίασιν καθ` έκαστον έτος εις τοιούτον χρόνον όν τούτο ήθελεν ορίσει. Αι ειδικαί συνεδριάσεις θα συγκαλούνται υπό του Γενικού Διευθυντού τη αιτήσει πλειοψηφίας όλων των μελών του Συμβουλίου.
β) Αι συνεδριάσεις θα λαμβάνουν χώραν εις την έδραν του Οργανισμού εκτός εάν το Συμβούλιον ορίσει άλλως.
4. Επιπροσθέτως της ασκήσεως ετέρων καθηκόντων οριζομένων εν τω παρόντι Καταστατικώ ή μεταβιβασθέντων αυτώ υπό της Διασκέψεως, το Συμβούλιον οφείλει:
α) Ενεργούν κατ` εντολήν της Διασκέψεως, να αναθεωρή την εφαρμογήν του εγκριθέντος προγράμματος εργασίας και του αντίστοιχου τακτικού προϋπολογισμού και προϋπολογισμού λειτουργίας ως και των λοιπών αποφάσεων της Διασκέψεως.
β) Να συνιστά εις την Διάσκεψιν κλίμακα καταλογισμών των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού.
γ) Να εκθέτη εις την Διάσκεψιν εις εκάστην τακτικήν συνεδρίασιν τας δραστηριότητας του Συμβουλίου.
δ) Να αιτή από τα Μέλη να παρέχουν πληροφορίας περί των δραστηριοτήτων των σχετικώς με τας εργασίας του Οργανισμού.
ε) Συμφώνως προς τας αποφάσεις της Διασκέψεως και έχον υπ` όψει τας περιπτώσεις τας εγειρομένας μεταξύ των συνεδριάσεων του Συμβουλίου ή της Διασκέψεως, να εξουσιοδοτή τον Γενικόν Διευθυντήν να λαμβάνη τοιαύτα μέτρα άτινα το Συμβούλιον θεωρεί απαραίτητα διά την αντιμετώπισιν απροβλέπτων γεγονότων λαμβάνον δεόντως υπ` όψιν τα καθήκοντα και τους οικονομικούς πόρους του Οργανισμού.
στ) Εάν η θέσις του Γενικού Διευθυντού εκκενωθή μεταξύ των συνεδριάσεων της Διασκέψεως, να διορίζη Αναπληρωτήν Γενικόν Διευθυντήν να θητεύση μέχρι της επομένης τακτικής ή ειδικής συνεδριάσεως της Διασκέψεως.
ζ) Να συντάσση την προσωρινήν ημερήσιαν διάταξιν της Διασκέψεως.
η) Να αναλαμβάνη τοιαύτα ετέρα καθήκοντα άτινα ήθελον απαιτηθή διά την προώθησιν των αντικειμενικών σκοπών του Οργανισμού υπό την επιφύλαξιν των εν τω παρόντι Καταστατικώ συνομολογουμένων περιορισμώ.
5. Το Συμβούλιο θα υιοθετή τους ιδίους αυτού διαδικαστικούς κανόνας.
6. Εκαστον μέλος του Συμβουλίου θα έχη μίαν ψήφον. Αι αποφάσεις θα λαμβάνωνται διά τινός πλειοψηφίας των παρόντων και ψηφιζόντων μελών εκτός εάν ορίζεται άλλως εν τω παρόντι Καταστατικώ ή εις τους διαδικαστικούς κανόνας του Συμβουλίου.
7. Το Συμβούλιον θα προσκαλή οιονδήποτε Μέλος μη εκπροσωπούμενον εις το Συμβούλιον να μετάσχη άνευ ψήφου εις τας αποφάσεις αυτού επί οιουδήποτε ζητήματος ιδιαιτέρου δια το εν λόγω Μέλος ενδιαφέροντος.
Άρθρον 10
Επιτροπή Προγράμματος και Προϋπολογισμού
1. Η Επιτροπή Προγράμματος και Προϋπολογισμού θα αποτελείται εξ 27 Μελών του Οργανισμού εκλεγέντων υπό της Διασκέψεως, η οποία οφείλει να λάβη δεόντως υπ` όψιν την αρχήν της δικαίας γεωγραφικής κατανομής. Κατά την εκλογήν των μελών της Επιτροπής η Διάσκεψις οφείλει να λάβη υπ` όψιν την κατωτέρω κατανομήν των έδρων: 15 μέλη της Επιτροπής θα εκλέγωνται εκ των Κρατών των αναφερομένων εις το Μέρος Α και Γ, 9 εκ των Κρατών των αναγραφομένων εις το Μέρος Β και 3 εκ των Κρατών των αναγραφομένων εις το Μέρος Δ του Παραρτήματος του παρόντος Καταστατικού. Κατά τον διορισμόν των εκπροσώπων των εις την Επιτροπήν, τα Κράτη οφείλουν να λάβουν υπ` όψιν τα προσωπικά των προσόντα και εμπειρίαν.
2. Τα Μέλη της Επιτροπής θα θητεύουν από της λήξεως της τακτικής συνεδριάσεως της Διασκέψεως εις ην ταύτα εξελέγησαν μέχρι της λήξεως της τακτικής συνδριάσεως της Διασκέψεως δυο έτη μετέπειτα. Τα Μέλη της Επιτροπής δύνανται να επανεκλεγούν.
3. α) Η Επιτροπή θα διεξάγη τουλάχιστον μίαν συνεδρίασιν καθ` έκαστον έτος. Συμπληρωματικαί συνεδριάσεις θα συγκαλούνται υπό του Γενικού Διευθυντού τη αιτήσει του Συμβουλίου ή της Επιτροπής.
β) Αι συνεδριάσεις θα λαμβάνουν χώραν εις την έδραν του Οργανισμού, εκτός εάν άλλως ορισθή υπό του Συμβουλίου.
4. Η Επιτροπή οφείλει:
α) Να εκτελή τα εν Αρθρω 14 ανατιθέμενα αυτή καθήκοντα.
β) Να συντάσση εν σχεδίω την κλίμακα των καταλογισμών των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού, προς υποβολήν εις το Συμβούλιον.
γ) Να ασκή τοιαύτα έτερα καθήκοντα εν σχέσει με τα οικονομικά ζητήματα τα οποία ήθελον ανατεθή αυτή υπό της Διασκέψεως ή του Συμβουλίου.
δ) Να εκθέτη εις το Συμβούλιον εις εκάστην τακτικήν συνεδρίασιν απάσας τας δραστηριότητας της Επιτροπής και να υποβάλλη συμβουλάς ή προτάσεις επί οικονομικών ζητημάτων εις το Συμβούλιον ιδία αυτής πρωτοβουλία.
5. Η Επιτροπή θα υιοθετή τους ιδίους αυτής διαδικαστικούς κανόνας.
6. Εκαστον μέλος της Επιτροπής θα έχη μίαν ψήφον. Αι αποφάσεις θα λαμβάνωνται δια πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.
Άρθρον 11
Γραμματεία
1. Η Γραμματεία θα αποτελείται εκ τινος Γενικού Διευθυντού, ως και εκ τοιούτων Αναπληρωτών Γενικών Διευθυντών και λοιπού προσωπικού ως ήθελεν απαιτηθή υπό του Οργανισμού.
2. Ο Γενικός Διευθυντής θα διορίζεται υπό της Διασκέψεως τη προτάσει του Συμβουλίου διά χρονικήν περίοδον τεσσάρων ετών. Ούτος δύναται να επαναδιορισθή δι ετέραν περίοδον τεσσάρων ετών μετά την οποίαν δεν θα είναι εκλόγιμος προς επαναδιορισμόν.
3. Ο Γενικός Διευθυντής θα είναι ο προϊστάμενος διοικητικός υπάλληλος του Οργανισμού.
Υπό την επιφύλαξιν γενικών ή ειδικών οδηγιών της Διασκέψεως ή του Συμβουλίου, ο Γενικός Διευθυντής θα έχη την γενικήν ευθύνην και εξουσίαν να κατευθύνη το έργον του Οργανισμού. Κατ` εντολήν και υπό τον έλεγχον του Συμβουλίου ο Γενικός Διευθυντής θα είναι υπεύθυνος δια τον διορισμόν, οργάνωσιν και ανάθεσιν των καθηκόντων του προσωπικού.
4. Εν τη εκτελέσει των καθηκόντων των ο Γενικός Διευθυντής και το προσωπικόν δεν θα διώκουν ή λαμβάνουν οδηγίας παρά οιασδήποτε Κυβερνήσεως ή παρά οιασδήποτε εξωτερικής του Οργανισμού εξουσίας. Θα απέχουν οιασδήποτε ενεργείας η οποία ενεδέχετο να θίξη την θέσιν των ως διεθνών αξιωματούχων υπευθύνων μόνον έναντι του Οργανισμού. Εκαστον Μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωσιν να σέβεται τον αποκλειστικώς διεθνή χαρακτήρα των ευθυνών του Γενικού Διευθυντού και του προσωπικού και να μην επιδιώκη να επηρεάζη αυτούς εν τη εκπληρώσει των υποχρεώσεών των.
5. Το προσωπικόν θα διορίζεται υπό του Γενικού Διευθυντού δυνάμει κανονισμών καθιερωθησομένων υπό της Διασκέψεως τη προτάσει του Συμβουλίου. Οι διορισμοί Αναπληρωτών Γενικών Διευθυντών θα υπόκεινται εις την έγκρισιν του Συμβουλίου. Οι όροι υπηρεσίας του προσωπικού θα είναι σύμφωνοι όσον είναι δυνατόν προς εκείνους του κοινού συστήματος των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό που θα λαμβάνεται πρωτίστως υπ` όψιν εις την πρόσληψιν του προσωπικού και τον καθορισμόν των όρων υπηρεσίας είναι η ανάγκη εξασφαλίσεως του ανωτάτου επιπέδου αποδοτικότητος, ικανότητος και ακεραιότητος. Θα λαμβάνεται δεόντως υπ` όψιν η σημασία της προσλήψεως προσωπικού επί ευρείας και δικαίας γεωγραφικής βάσεως.
6. Ο Γενικός Διευθυντής θα ενεργή υπό την ιδιότητά του ταύτην εις όλας τας συνεδριάσεις της Διασκέψεως, του Συμβουλίου και της Επιτροπής Προγράμματος και Προϋπολογισμού, και θα εκτελή τοιαύτα έτερα καθήκοντα άτινα ήθελον ανατεθή αυτώ υπό των οργάνων τούτων. Οφείλει να συντάσση ετησίαν έκθεσιν των δραστηριοτήτων του Οργανισμού. Επιπροσθέτως, οφείλει να υποβάλη εις την Διάσκεψιν ή το Συμβούλιον, εφ` όσον ήθελε θεωρηθή ενδεδειγμένον, τοιαύτας ετέρας εκθέσεις αίτινες ενδέχεται να απαιτηθούν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ IV
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Άρθρον 12
Εξοδα αποστολής
Εκαστον Μέλος και παρατηρητής θα βαρύνεται με τα έξοδα της ίδιας αυτού συμμετοχής ως αντιπροσώπου ες την Διάσκεψιν, το Συμβούλιον ή εις οιονδήποτε έτερον όργανον εις το οποίον ενδέχεται να συμμετέχη.
Άρθρον 13
Σύνθεσις Προϋπολογισμών
1. Αι δραστηριότητες του Οργανισμού θα διεξάγωνται συμφώνως προς το εγκεκριμένον πρόγραμμα εργασιών και προϋπολογισμών.
2. Αι δαπάναι του Οργανισμού θα διαιρούνται εις τας κάτωθι κατηγορίας:
α) Δαπάναι αντιμετωπιζόμεναι εκ των καταλογισθεισών εισφορών (αναφερόμεναι ως ο “τακτικός προϋπολογισμός”) και
β) Δαπάναι αντιμετωπιζόμεναι εξ εκουσίων εισφορών προς τον Οργανισμόν και εκ τοιούτων ετέρων εσόδων τα οποία ήθελον προβλεφθή υπό του οικονομικού Κανονισμού (αναφερόμεναι ως “Προϋπολογισμός λειτουργίας”).
3. Ο τακτικός προϋπολογισμός θα προβλέπη δαπάνας διοικήσεως, έτερα τακτικά έξοδα του Οργανισμού, και δι` ετέρας δραστηριότητας, ως προβλέπεται εν Παραρτήματι ΙΙ.
4. Ο προϋπολογισμός λειτουργίας θα προβλέπη δαπάνας διά τεχνικήν βοήθειαν και λοιπάς συναφείς δραστηριότητας.
Άρθρον 14
Πρόγραμμα και Προϋπολογισμοί
1. Ο Γενικός Διευθυντής θα συντάσση και υποβάλλη εις το Συμβούλιον μέσω της Επιτροπής Προγράμματος και Προϋπολογισμού, εις χρόνον οριζόμενον υπό του οικονομικού κανονισμού πρόγραμμα εργασιών εν σχεδίω διά την επομένην οικονομικήν περίοδον, ομού μετά των αντιστοίχων υπολογισμών των δραστηριοτήτων εκείνων αι οποίαι πρόκειται να χρηματοδοτηθούν εκ του τακτικού προϋπολογισμού. Ο Γενικός Διευθυντής οφείλει, ταυτοχρόνως, να υποβάλη προτάσεις και υπολογισμούς χρηματοδοτήσεως των δραστηριοτήτων εκείνων αι οποίαι πρόκειται να χρηματοδοτηθούν εξ εκουσίων προς τον Οργανισμόν εισφορών.
2. Η Επιτροπή Προγράμματος και Προϋπολογισμού οφείλει να εξετάζη τας προτάσεις του Γενικού Διευθυντού και υποβάλλη εις το Συμβούλιον τας προτάσεις αυτής επί του προταθέντος προγράμματος εργασιωώ και των αντιστοίχων υπολογισμών δια τον τακτικόν προϋπολογισμόν και τον προϋπολογισμόν λειτουργίας. Αι τοιαύται προτάσεις της Επιτροπής θα απαιτούν πλειοψηφίαν των δύο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων.
3. Το Συμβούλιον θα εξετάζη τας προτάσεις του Γενικού Διευθυντού ως και οιασδήποτε συστάσεις της Επιτροπής Προγράμματος και Προϋπολογισμού και θα υιοθετή το πρόγραμμα εργασιών, τον τακτικόν προϋπολογισμόν και τον προϋπολογισμόν λειτουργίας με τοιαύτας τροποποιήσεις τας οποίας ήθελε θεωρήσει απαραιτήτους, προς υποβολήν εις την Διάσκεψιν δι` εξέτασιν και έγκρισιν. Η τοιαύτη υιοθέτησις θα απαιτή πλειοψηφίαν των δύο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.
4. α) Η Διάσκεψις θα εξετάζη και εγκρίνη το πρόγραμμα των εργασιών και τον αντίστοιχον τακτικόν και προϋπολογισμόν λειτουργίας που υπεβλήθησαν αυτή υπό του Συμβουλίου, διά πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.
β) Η Διάσκεψις δύναται να επιφέρη τροποποιήσεις εις το πρόγραμμα εγρασιών και τους αντιστοίχους τακτικόν προϋπολογισμόν και προϋπολογισμόν λειτουργίας, συμφώνως προς την παράγραφον 6.
5. Οτε ζητηθούν, συμπληρωματικοί ή αναθεωρηθέντες υπολογισμοί διά τον τακτικόν προϋπολογισμόν και τον προϋπολογισμόν λετουργίας θα συντάσσωνται και εγκρίνωνται συμφώνως προς τας παραγράφους 1 έως 4 ανωτέρω και τον οικονομικόν κανονισμόν.
6. Ουδεμία απόφασις ή τροποποίησις αφορώσα δαπάνας, η οποία δεν έχει ήδη εξετασθή συμφώνως προς τας παραγράφους 2 και 3, θα εγκρίνεται υπό της Διασκέψεως εκτός εάν αύτη συνοδεύεται υπό υπολογισμού δαπανών συνταχθέντος υπό του Γενικού Διευθυντού. Ουδεμία απόφασις ή τροποποίησις δι` ης προβλέπονται δαπάναι υπό του Γενικού Διεθυντού θα εγκρίνεται υπό της Διασκέψεως μέχρις ού η Επιτροπή Προγράμματος και Προϋπολογισμού και εν συνεχεία το Συμβούλιον, συνεδριάσαντα από κοινού μετά της Διασκέψεως, ήθελον έχει την ευκαιρίαν να ενεργήσουν συμφώνως προς τας παραγράφους 2 και 3. Το Συμβούλιον οφείλει να υποβάλη τας αποφάσεις του εις την Διάσκεψιν. Η έγκρισις υπό της Διασκέψεως των τοιούτων αποφάσεων και τροποποιήσεων θα απαιτή την πλειοψηφίαν των δυο-τρίτων όλων των Μελών.
Άρθρον 15
Καταλογισθείσαι Εισφοραί
1. Αι δαπάναι του Τακτικού Προϋπολογισμού θα βαρύνουν τα Μέλη ως αυταί θα έχουν κατανεμηθή συμφώνως προς κλίμακα καταλογισμού, καθιερωθείσαν υπό της Διασκέψεως διά της πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών, αποδεχθείσαν υπό του Συμβουλίου δια της πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων μελών, επί τη βάσει σχεδίου συνταχθέντος υπό της Επιτροπής Προγράμματος και Προϋπολογισμού.
2. Η κλίμαξ καταλογισμού θα βασίζεται καθ` ώ μέτρω είναι δυνατόν επί της λίαν προσφάτως χρησιμοποιηθείσης υπό των Ηνωμένων Εθνών κλίμακος. Εις ουδέν Μέλος θα καταλογίζεται άνω του είκοσι πέντε τοις εκατόν του τακτικού προϋπολογισμού του Οργανισμού.
Άρθρον 16
Εκούσιαι εισφοραί προς τον Οργανισμόν
Επιφυλασσομένου του οικονομικού κανονισμού του Οργανισμού, ο Γενικός Διευθυντής, εκ μέρους του Οργανισμού, δύναται να αποδέχεται εκουσίας εισφοράς προς τον Οργανισμόν, περιλαμβανομένων δωρεών, κληροδοτημάτων και επιχορηγήσεων, γενομένας προς τον Οργανισμόν υπό Κυβερνήσεων, διακυβερνητικών ενδοκρατικών ή μη κρατικών οργανισμών ή ετέρων μη – κρατικών πηγών, υπό τον όρον ότι οι προσαρτώμενοι εις τας τοιαύτας εκουσίας εισφοράς όροι είναι σύμφωνοι προς τους αντικεμενικούς σκοπούς και την πολιτικήν του Οργανισμού.
Άρθρον 17
Κεφάλαιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως
Ινα αυξηθούν οι πόροι του Οργανισμού ως και η ικανότης αυτού αντιμετωπίσεως εμπροθέσμως και ευελίκτως τας ανάγκας των υπό ανάπτυξιν χωρών, ο Οργανισμός θα διαθέτη Κεφάλαιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως το οποίον χρηματοδοτείται μέσω των εκουσίων εισφορών προς τον Οργανισμόν των προβλεπομένων εν Αρθρω 16, και ετέρων εσόδων άτινα ενδέχεται να προβλέπωνται υπό του οικονομικού κανονισμού του Οργανισμού. Ο Γενικός Διευθυντής θα διαχειρίζεται το Κεφάλαιον Βιομηχανικής Αναπτύξεως συμφώνως προς τας κατευθυντηρίους γραμμάς της γενικής πολιτικής της διεπούσης τας επιχειρήσεις του Κεφαλαίου τας καθιερουμένας υπό της Διασκέψεως, η υπό του Συμβουλίου ενεργούντος εκ μέρους της Διασκέψεως και συμφώνως προς τον οικονομικόν κανονισμόν του Οργανισμού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ V
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ
Άρθρον 18
Σχέσεις μετά των Ηνωμένων Εθνών
Η μετά των Ηνωμένων Εθνών σχέσις του Οργανισμού θα είναι σχέσις ειδικευμένης υπηρεσίας ως αύται προβλέπονται εν `Αρθρω 57 του Καταστατικού Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών. Πάσα συμφωνία συναπτομένη συμφώνως προς το Άρθρον 63 του Καταστατικού Χάρτου θα απαιτή την έγκρισιν της Διασκέψεως, διά πλειοψηφίας των δυο-τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων Μελών, τη προτάσει του Συμβουλίου.
Άρθρον 19
Σχέσεις μεθ` ετέρων οργανισμών
1. Ο Γενικός Διευθυντής δύναται με την έγκρισιν του Συμβουλίου και υπό την επιφύλαξιν των καθιερουμένων υπό της Διασκέψεως κατευθυντηρίων γραμμών:
α) Να συνάπτη συμφωνίας καθιερούσας καταλλήλους σχέσεις μεθ` ετέρων οργανισμών του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και μεθ` ετέρων διακυβερνητικών και κρατικών οργανισμών.
β) Να δημιουργή καταλλήλους σχέσεις με μη κρατικούς και λοιπούς οργανισμούς αι εργασίαι των οποίων σχετίζονται με τας τοιαύτας του Οργανισμού. Κατά την δημιουργίαν των τοιούτων σχέσεων μετ` εθνικών οργανισμών ο Γενικός Διευθυντής θα συμβουλεύεται τας περί ων πρόκειται Κυβερνήσεις.
2. Επιφυλασσομένων των τοιούτων συμφωνιών και σχέσεων, ο Γενικός Διευθυντής δύναται να καθιεροί τρόπουs συνεργασίας μετά των τοιούτων οργανισμών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ VI
ΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Άρθρον 20
Εδρα
1. Εδρα του Οργανισμού θα είναι η Βιέννη. Η Διάσκεψις δύναται να αλλάξη την έδραν δια πλειοψηφίας των δυο τρίτων όλων των Μελών.
2. Ο Οργανισμός θα συνάψη συμφωνίαν ως προς την έδραν μετά της φιλοξενούσης τον Οργανισμόν Κυβερνήσεως.
Άρθρον 21
Νομική ικανότης, προνόμια και ασυλίαι
1. Ο Οργανισμός θα απολαύη εις το έδαφος εκάστου των Μελών του της νομικής ικανότητος και των προνομίων και ασυλιών που είναι απαραίτητοι διά την άσκησιν των καθηκόντων του και την εκπλήρωσιν των αντικειμενικών σκοπών αυτού. Οι αντιπρόσωποι των Μελών και οι αξιωματούχοι του Οργανισμού θα απολαύουν των προνομίων και ασυλίων που είναι απαραίτητοι διά την ανεξάρτητον άσκησιν των καθηκόντων των σχετικών με τον Οργανισμόν.
2. Η νομική ικανότης, τα προνόμια και ασυλίαι που αναφέρονται εν παραγράφω 1.
α) Εις το έδαφος οιουδήποτε Μέλους το οποίον έχει προσχωρήσει εις την Σύμβασιν Προνομίων και Ασυλιών των Ειδικευμένων Υπηρεσιών εν σχέσει με τον Οργανισμόν, θα έχουν ως ορίζεται εις τα βασικά άρθρα της εν λόγω Συμβάσεως ως ετροποποιήθησαν διά παραρτήματος αυτής εγκριθέντος υπό του Συμβουλίου.
β) Εις το έδαφος οιουδήποτε Μέλους το οποίον δεν έχει προσχωρήσει εις την Σύμβασιν περί Προνομίων και Ασυλίων των Ειδικευμένων Υπηρεσιών εν σχέσει με τον Οργανισμόν αλλά έχει προσχωρήσει εις την Σύμβασιν περί Προνομίων και Ασυλίων των Ηνωμένων Εθνών, θα έχουν ως ορίζεται εν τη Συμβάσει ταύτη των Ηνωμένων Εθνών εκτός εάν το τοιούτον Κράτος γνωστοποιήση εις τον Θεματοφύλακα κατά την κατάθεσιν του εγγράφου του επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως ότι δεν θα εφαρμόση την Σύμβασιν ταύτην εις τον Οργανισμόν η Σύμβασις περί Προνομίων και Ασυλίων των Ηνωμένων Εθνών θα παύη να ισχύη δια τον Οργανισμόν μετά τριάκοντα ημέρας αφ` ής το τοιούτον Κράτος προέβη εις την ανωτέρω γνωστοποίησιν προς τον Θεματοφύλακα.
γ) Θα έχουν ως ορίζεται εις ετέρας συμφωνίας συναφθείσας υπό του Οργανισμού.
Άρθρον 22
Διακανονισμός διαφορών και αιτήσεις δια συμβουλευτικάς γνωμοδοτήσεις
1. α) Πάσα διαφορά μεταξύ δύο ή πλειόνων Μελών αναφορικώς με την ερμηνείαν ή εφαρμογήν του παρόντος Καταστατικού περιλαμβανομένων των παραρτημάτων αυτού , η οποία δεν διακανονίζεται δια διαπραγματεύσεων θα παραπέμπεται εις το Συμβούλιον εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη δεχθούν έτερον τρόπον διακανονισμού. Εάν η διαφορά ενδιαφέρη ειδικώς Μέλος μη εκπροσωπούμενον εις το Συμβούλιον, το Μέλος τούτο θα δικαιούται να αντιπροσωπευθή συμφώνως προς κανόνας οι οποίοι ήθελον υιοθετηθή υπό του Συμβουλίου.
β) Εάν η διαφορά δεν διακανονισθή συμφώνως προς την παράγραφον Ι (α) κατά τρόπον ικανοποιούντα οιονδήποτε των εχόντων την διαφοράν μέρος, το μέρος τούτο δύναται να παραπέμψη το ζήτημα: είτε (Ι) εάν τα μέρη δεχθούν τούτο.
(Α) εις το Διεθνές Δικαστήριον, ή
(Β) εις Διαιτητικόν Δικαστήριον, είτε, (ΙΙ) άλλως, εις επιτροπήν συνδιαλαλγής.
Οι κανόνες οι διέποντες την διαδικασίαν και λειτουργίαν του διαιτητικού δικαστηρίου και της επιτροπής συνδιαλλαγής διαλαμβάνονται εν Παραρτήματι ΙΙΙ του παρόντος Καταστατικού.
2. Η Διάσκεψις και το Συμβούλιον έχουν κεχωρισμένως εξουσίαν, επιφυλασσομένης της εγκρίσεως της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών, να αιτήσουν παρά του Διεθνούς Δικαστηρίου όπως παράσχη συμβουλευτικήν γνωμοδότησιν επί οιουδήποτε νομικού ζητήματος εγειρομένου εντός του αντικειμένου των δραστηριοτήτων του Οργανισμού.
Άρθρον 23
Τροποποιήσεις
1. Οποτεδήποτε μετά την δευτέραν τακτικήν συνεδρίασιν της Διασκέψεως, οιονδήποτε Μέλος δύναται να προτείνη τροποποιήσεις εις το Καταστατικόν. Τα κείμενα των προτεινομένων τροποποιήσεων θα κοινοποιούνται εμπροθέσμως υπό του Γενικού Διευθυντού εις άπαντα τα Μέλη και δεν θα εξετάζωνται υπό της Διασκέψεως προ της παρελεύσεως ενενήκοντα ημερών από της αποστολής της τοιαύτης κοινοποιήσεως.
2. Εκτός ως ορίζεται εν παραγράφω 3, τροποποίησις θα τίθεται εν ισχύι και θα δεσμεύη άπαντα τα Μέλη ότε:
α) Προτείνεται υπό του Συμβουλίου εις την Διάσκεψιν.
β) Εγκριθή υπό της Διασκέψεως διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων όλων των Μελών και,
γ) Τα δύο τρίτα των Μελών καταθέσουν τα έγγραφα επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως της τροποποιήσεως εις τον Θεματοφύλακα.
3. Τροποποίησις αφορώσα τα Αρθρα 6,9,10,13, 14 ή 23 ή το Παράρτημα ΙΙ θα τίθεται εν ισχύι και θα δεσμεύει άπαντα τα Μέλη ότε: α) Προτείνεται υπό του Συμβουλίου εις την Διάσκεψιν διά πλειοψηφίας των δυο τρίτων όλων των μελών του Συμβουλίου.
β) Εγκριθή υπό της Διασκέψεως διά πλειοψηφίας των δύο τρίτων όλων των Μελών, και
γ) Τα τρία τέταρτα των Μελών έχουν καταθέσει τα έγγραφα επικυρώσεως, αποδοχής ή εγκρίσεως της τροποποιήσεως εις τον Θεματοφύλακα.
Άρθρον 24
Υπογραφή, επικύρωσις, αποδοχή, έγκρισις και προσχώρησις
1. Το παρόν Καταστατικόν θα είναι ανοικτόν προς υπογραφήν υφ` όλων των Κρατών των οριζομένων εν εδαφίω (α) του Άρθρου 3, μέχρι της 7ης Οκτωβρίου 1979 εις το Ομοσπονδιακόν Υπουργείον Εξωτερικών της Δημοκρατίας της Αυστρίας και ακολούθως εις την εν Νέα Υόρκη Εδραν των Ηνωμένων Εθνών μέχρι της ημερομηνίας καθ` ην το παρόν Καταστατικόν τεθή εν ισχύι.
2. Το παρόν Καταστατικόν θα υπόκειται εις επικύρωσιν αποδοχήν ή έγκρισιν των υπογραφόντων Κρατών. Τα έγγραφα επικυρώσεως αποδοχής ή εγκρίσεως των τοιούτων Κρατών θα κατατεθούν εις τον Θεματοφύλακα.
3. Αφ` ης το παρόν Καταστατικόν τεθή εν ισχύ συμφώνως προς την παράγραφον 1 του Άρθρου 25, τα Κράτη τα οριζόμενα εν εδαφίω (α) του Άρθρου 3 τα οποία δεν έχουν υπογράψει το παρόν Καταστατικόν, ως και τα Κράτη ων η ιδιότης του μέλους ενεκρίθη συμφώνως προς το εδάφιον (β) του Άρθρου τούτου, δύνανται να προσχωρήσουν εις το Καταστατικόν τούτο διά καταθέσεως εγγράφων προσχωρήσεως.
Άρθρον 25
Θέσις εν ισχύι
1. Το παρόν Καταστατικόν θα τεθή εν ισχύι ότε τουλάχιστον ογδοήκοντα Κράτη τα οποία κατέθεσαν τα έγγραφα επικυρώσεως αποδοχής ή εγκρίσεως γνωστοποιήσουν εις τον Θεματοφύλακα ότι έχουν συμφωνήσει κατόπιν μεταξύ των διαβουλεύσεων, όπως το παρόν Καταστατικόν τεθή εν ισχύι.
2. Το παρόν Καταστατικόν θα τεθή εν ισχύι:
(α) Διά Κράτη τα οποία μετέσχον της γνωστοποιήσεως της αναφερομένης εν παραγράφω 1, την ημερομηνίαν θέσεως εν ισχύι του παρόντος Καταστατικού. β) Δια Κράτη τα οποία είχον καταθέσει έγγραφα επικυρώσεως αποδοχής ή εγκρίσεως προτού το παρόν Καταστατικόν τεθή εν ισχύι αλλά δεν μετέσχον της γνωστοποιήσεως της αναφερομένης εν παραγρ. 1, την τοιαύτην βραδυτέραν ημερομηνίαν καθ` ήν ταύτα ήθελον γνωστοποιήσει εις τον Θεματοφύλακα ότι το παρόν Καταστατικόν θα τεθή εν ισχύι δι` αυτά.
γ) Δια τα Κράτη τα οποία ήθελον καταθέσει τα έγγραφα επικυρώσεως, αποδοχής, εγκρίσεως ή προσχωρήσεως μεταγενεστέρως της θέσεως εν ισχύι του παρόντος Καταστατικού, την ημερομηνίαν της τοιαύτης καταθέσεως.
Άρθρον 26
Μεταβατικαί Διατάξεις.
1. Ο Θεματοφύλαξ οφείλει να συγκαλέση την πρώτην συνεδρίασιν της Διασκέψεως, διεξαχθησομένην εντός τριών μηνών αφ` ης το παρόν Καταστατικόν τεθή εν ισχύι.
2. Οι κανόνες και κανονισμοί που διέπουν τον Οργανισμόν τον ιδρυθέντα διά της υπ` αριθ. 2152 (ΧΧΙ) αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών θα διέπουν τον Οργανισμόν και τα όργανα αυτού μέχρι του χρόνου καθ` ον ο Οργανισμός ήθελεν υιοθετήσει νέας διατάξεις.
Άρθρον 27
Επιφυλάξεις
Ουδεμία επιφύλαξις δύναται να υπάρξη εν σχέσει με το παρόν Καταστατικόν.
Άρθρον 28
Θεματοφύλαξ
1. Ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών θα είναι ο Θεματοφύλαξ του παρόντος Καταστατικού.
2. Επιπροσθέτως της γνωστοποιήσεως των ενδιαφερομένων Κρατών, ο Θεματοφύλαξ οφείλει να γνωστοποιή εις τον Γενικόν Διευθυντήν άπαντα τα ζητήματα τα θίγοντα το παρόν Καταστατικόν.
Άρθρον 29
Αυθεντικά Κείμενα
Το παρόν Καταστατικόν θα είναι αυθεντικόν εις την Αραβικήν, Κινέζικην, Αγγλικήν, Γαλλικήν, Ρωσικήν και Ισπανικήν.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
Καταστάσεις Κρατών
1. Εάν Κράτος το οποίον δεν αναφέρεται εις οιανδήποτε των κατωτέρω καταστάσεων καταστή Μέλος, η Διάσκεψις θα αποφασίση, κατόπιν καταλλήλων διαβουλεύσεων εις ποίαν των καταστάσεων τούτων πρόκειται να συμπεριληφθή τούτο.
2. Η Διάσκεψις δύναται οποτεδήποτε, κατόπιν καταλλήλων διαβουλεύσεων, να αλλάξη την ταξινόμησιν Μέλους την αναφερομένην κατωτέρω.
3. Αλλαγαί εις τας κατωτέρω καταστάσεις γενομέναι συμφώνως προς την παράγραφον 1 ή 2 θα θεωρούνται τροποποιήσεις εντός της εννοίας του Άρθρου 23.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
(Αι Καταστάσεις των Κρατών αι οποίαι θα συμπεριληφθούν υπό του Θεματοφύλακος εις το παρόν Παράρτημα είναι αι Καταστάσεις αι αποφασισθείσαι υπό της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών δια την εφαρμογήν της παραγράφου 4 του άρθρου ΙΙ της υπ` άριθ. 2152 (ΧΧΙ) αποφάσεως αυτής, ως αύται θα ισχύουν την ημερομηνίαν θέσεως εν ισχύι του παρόντος Καταστατικού).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
Ο τακτικός προϋπολογισμός
Α.1. Εξοδα διοικήσεως, ερεύνης και λοιπά τακτικά έξοδα του Οργανισμού θα θεωρούνται ως περιλαμβάνοντα:
α) Ενδοπεριφερειακούς και περιφερειακούς συμβούλους.
β) Βραχυπρόθεσμες συμβουλευτικές υπηρεσίες παρεχόμενες υπό του προσωπικού του Οργανισμού.
γ) Συνεδριάσεις, περιλαμβανομένων τεχνικών συνεδριάσεων, προβλεπομένων υπό του προγράμματος εγρασιών, χρηματοδοτουμένων εκ του τακτικού προϋπολογισμού του Οργανισμού. δ) Δαπάνες ενισχύσεως του προγράμματος εγειρομένες εξ εργων τεχνικής βοηθείας, καθ` ω μέτρω αι δαπάναι αυταί δεν επιστρέφονται εις τον Οργανισμόν εκ της πηγής χρηματοδοτήσεως των τοιούτων Εργων.
2. Συγκεκριμένα προτάσεις συμμορφούμεναι προς τας ανωτέρω διατάξεις θα εφαρμόζωνται κατόπιν εξετάσεως αυτών υπό της Επιτροπής Προγράμματος και Προϋπολογισμού υιοθετήσεως υπό του Συμβουλίου και εγκρίσεως υπό της Διασκέψεως, συμφώνως προς το Άρθρον 14.
Β. Ινα βελτιωθή η αποδοτικότης του προγράμματος εργασιών του Οργανισμού εις τον τομέα της βιομηχανικής αναπτύξεως, ο τακτικός προϋπολογισμός θα χρηματοδοτήση επίσης ετέρας δραστηριότητας μέχρι τούδε χρηματοδοτουμένας δυνάμει του Άρθρου 15 του Τακτικού Προϋπολογισμού των Ηνωμένων Εθνών, με ποσόν 6 τοις εκατόν του συνόλου του τακτικού προϋπολογισμού. Αι δραστηριότητες αύται θα ενισχύσουν την συμβολήν του Οργανισμού εις το σύστημα αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών λαμβανομένης υπ` όψιν της σπουδαιότητος της χρησιμοποιήσεως της μεθόδου κρατικού προγραμματισμού του Προγράμματος Αναπτύξεως των Ηνωμένων Εθνών, το οποίον υπόκειται εις την συναίνεσιν των ενδιαφερομένων χωρών, ως πλαίσιον παραπομπής των δραστηριοτήτων τούτων.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
Κανόνες διέποντες τα διαιτητικά δικαστήρια και τας επιτροπάς συνδιαλλαγής
Εκτός εάν άλλως συνεφωνήθη υφ` όλων των Μελών των εχόντων διαφοράν τινα η οποία δεν διευθετήθη κατά την παράγραφον 1 (α) του Άρθρου 22 και η οποία παρεπέμφθη εις διαιτητικόν δικαστήριον κατά το εδάφιον 1 (β) (ι) (Β) του Άρθρου 22 ή εις επιτροπήν συνδιαλλαγής κατά το εδάφιον 1(β) (ιι), οι κάτωθι κανόνες θα διέπουν την διαδικασίαν και λειτουργίαν των τοιούτων δικαστηρίων και επιτροπών.
1. Εναρξις.
Εντός τριών μηνών από της περατώσεως της εξετάσεως υπό του Συμβουλίου διαφοράς παραπεμφθείσης αυτώ συμφώνως προς την παράγραφον 1(α) του Άρθρου 22 ή, εάν τούτο δεν περατώση την εξέτασίν του εντός δέκα οκτώ μηνών από της τοιαύτης παραπομπής τότε εντός είκοσι ενός μηνών από της τοιαύτης παραπομπής άπαντα τα έχοντα την διαφοράν μέρη δύνανται να γνωστοποιήσουν εις τον Γενικόν Διευθυντήν ότι επιθυμούν να παραπέμψουν την διαφοράν εις διαιτητικόν δικαστήριον ή οιονδήποτε τοιούτον μέρος δύναται να γνωστοποιήσει εις τον Γενικόν Διευθυντήν ότι επιθυμεί να παραπέμψη την διαφοράν εις επιτροπήν συνδιαλλαγής. Εάν τα μέρη συνεφώνησαν έτερον τρόπον διακανονισμού, τότε η τοιαύτη γνωστοποίησις δύναται να γίνη εντός τριών μηνών από του πέρατος της ειδικής ταύτης διαδικασίας.
2. Σύστασις.
α) Τα έχοντα την διαφοράν μέρη, δι` ομοφώνου αποφάσεώς των, οφείλουν να διορίσουν, ως ήθελε θεωρηθή ενδεδειγμένον, τρεις διαιτητάς ή τρεις συμβιβαστάς και να διορίσουν τον ένα τούτων ως Πρόεδρον του διαιτητικού δικαστηρίου ή της επιτροπής.
β) Εάν εντός τριών μηνών από της γνωστοποιήσεως της αναφερομένης εν παραγράφω 1 ανωτέρω εν ή πλείονα μέλη του διαιτητικού δικαστηρίου ή της επιτροπής δεν έχουν ούτω διορισθή, ο Γενικός Γραμματεύς των Ηνωμένων Εθνών οφείλει, τη αιτήσει οιουδήποτε μέρους, εντός τριών μηνών από της τοιαύτης αιτήσεως να διορίση οιαδήποτε μέλη, περιλαμβανομένου του Προέδρου.
γ) Εάν εκκενωθή θέσις του διαιτητικού δικαστηρίου ή επιτροπής, αύτη θα πληρωθή εντός ενός μηνός συμφώνως προς την παράγραφον (α) ή συμφώνως προς την παράγραφον (β).
3. Διαδικασίαι και Λειτουργία.
α) Το διαιτητικόν δικαστήριον ή επιτροπή θα καθορίσουν τους ιδίους αυτών διαδικαστικούς κανόνας. Απασαι αι αποφάσεις επί οιουδήποτε ζητήματος διαδικασίας ή ουσίας δύνανται να ληφθούν δια πλειοψηφίας των μελών.
β) Τα μέλη του διαιτητικού δικαστηρίου ή επιτροπής θα εισπράξουν την αμοιβήν την προβλεπομένην υπό του οικονομικού κανονισμού του Οργανισμού. Ο Γενικός Διευθυντής θα προμηθεύση οιανδήποτε απαραίτητον γραμματείαν, εν συνεννοήσει μετά του Προέδρου του διαιτητικού δικαστηρίου ή επιτροπής. Απαντα τα έξοδα του διαιτητικού δικαστηρίου ή επιτροπής και των μελών αυτών, αλλά ουχί των εχόντων την διαφοράν μερών, θα βαρύνουν τον Οργανισμόν.
4. Διαιτητικαί Αποφάσεις και Εκθέσεις.
α) Το Διαιτητικόν Δικαστήριον θα περαιώση την διαδικασίαν δι` αποφάσεως η οποία θα είναι δεσμευτική δι` άπαντα τα έχοντα την διαφοράν μέρη, η οποία θα περιέχη συστάσεις τας οποίας τα μέρη θα πρέπει να λάβουν σοβαρώς υπ` όψιν.

Άρθρο δεύτερο
Το παρόν καταστατικό ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 5 Απριλίου 1983

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ