Νόμος 1323 ΦΕΚ Α΄8/12.1.1983
Κύρωση της Σύμβασης Δικαστικής Αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 22 Οκτώβρη 1980.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον

Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ που προβλέπει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος η Σύμβαση Δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 22 Οκτώβρη 1980 της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στη Γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην Ελληνική έχει ως ακολούθως
ΣΥΜΒΑΣΗ
Δικαστικής αρωγής σε αστικές και ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας
Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και ο Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας επιθυμώντας να προωθήσουν τις φιλικές σχέσεις και τη συνεργασία μεταξύ των δύο Κρατών και μεριμνώντας για τη ρύθμιση με κοινή συμφωνία της δικαστικής αρωγής σε υποθέσεις αστικού και ποινικού δικαίου, αποφάσισαν να συνάψουν την παρούσα Σύμβαση και για το σκοπό αυτό διορίσαν σαν πληρεξούσιους τους. Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας οι οποίοι αφού αντάλλαξαν τα πληρεξούσια έγγραφα τους που βρέθηκαν σε απόλυτη τάξη συμφώνησαν τα ακόλουθα.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Γενικές διατάξεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Νομική προστασία και δικαστική αρωγή σε αστικές και ποινικές υποθέσεις.
Άρθρο 1
Νομική προστασία
1. Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλομένου Μέρους απολαύουν στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους της ίδιας νομικής προστασίας με του υπηκόους του άλλου αυτού Μέρους ως προς τα προσωπικά και περιουσιακά τους δικαιώματα.
2.Οι υπήκοοι του ενός Συμβαλλομένου Μέρους μπορούν να απευθύνονται στις αρχές του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, τις αρμόδιες για αστικές και ποινικές υποθέσεις. Μπορούν να εμφανίζονται ενώπιον των αρχών αυτών για να υπερασπίζουν τα δικαιώματά τους, να υποβάλλουν αιτήσεις να εγείρουν αγωγές και να υποβάλλουν ένδικα μέσα, με τους ίδιους όρους όπως οι υπήκοοι του Συμβαλλομένου αυτού Μέρους.
3. Οι διατάξεις της παρούσας Συμβάσεως οι σχετικές με τους υπηκόους των Συμβαλλομένων Μερών εφαρμόζονται Mutatis Mutandis και στα νομικά πρόσωπα που συστάθηκαν σύμφωνα με την νομοθεσία ενός Συμβαλλομένου Μέρους και έχουν την έδρα-τους στο έδαφος του Συμβαλλομένου αυτού Μέρους.
Άρθρο 2
Δικαστική αρωγή.
1. Οι δικαστικές αρχές των δυο Συμβαλλομένων Μερών παρέχουν αμοιβαία δικαστική αρωγή στις υποθέσεις που προβλέπει η παρούσα Σύμβαση.
2. Για την εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως, ο όρος “σε αστικές υποθέσεις” περιλαμβάνει επίσης τις υποθέσεις εμπορικού οικογενειακού και εργατικού δικαίου.
3. Για την εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως, ο όρος “δικαστική αρχή” υποδηλώνει κάθε αρχή αρμόδια να εκδικάζει τις προβλεπόμενες από την παρούσα Σύμβαση υποθέσεις, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Κράτους-της.
Άρθρο 3
Έκταση της δικαστικής αρωγής
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη παρέχουν αμοιβαία δικαστική αρωγή εκτελώντας δικαστικές πράξεις και ιδιαίτερα συντάσσοντας διαβιβάζοντας και επιδίδοντας έγγραφα, προβαίνοντας στην εξέταση μαρτύρων διαδίκων ή υποδίκων, διενεργώντας πραγματογνωμοσύνες.
Άρθρο 4
Τρόπος επικοινωνίας
1.Για την εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως οι δικαστικές αρχές επικοινωνούν μεταξύ-τους μέσω των αρμοδίων κεντρικών αρχών, πλην αντίθετης διατάξεως της παρούσης Συμβάσεως.
2. Για την εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως σαν κεντρικές αρχές θεωρούνται:
α) Από την πλευρά της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας.
– Γενική Εισαγγελία της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας.
– Υπουργείο Δικαιοσύνης της Τσέχικης Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας.
– Υπουργείο Δικαιοσύνης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σλοβακίας.
β) Από την πλευρά της Ελληνικής Δημοκρατίας – Υπουργείο Δικαιοσύνης της Ελληνικής Δημοκρατίας. 2. Στην εφαρμογή της παρούσας Συμβάσεως οι κεντρικές αρχές των Συμβαλλομένων Μερών χρησιμοποιούν στη μεταξύ-τους επικοινωνία τις επίσημες-τους γλώσσες με μετάφραση στη γαλλική ή αγγλική γλώσσα.
Άρθρο 5
Δικαστική παραγγελία
1. Η δικαστική παραγγελία πρέπει να περιλαμβάνει: α) Την ονομασία της αιτούσας αρχής β) Την ονομασία της αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση
γ) Την υπόθεση σχετικά με την οποία ζητείται η δικαστική παραγγελία
δ) Το όνομα και το επώνυμο των διαδίκων, των υποδίκων των κατηγορουμένων ή των καταδικασθέντων και ενδεχομένως των αντιπροσώπων-τους και των μαρτύρων τον τόπο της μόνιμης ή προσωρινής τους κατοικίας την υπηκοότητα και , το επάγγελμα-τους.
Εάν πρόκειται για ποινικές υποθέσεις στο μέτρο του δυνατού τον τόπο και την ημερομηνία γεννήσεως-τους και το όνομα και επώνυμο των γονέων για τα νομικά πρόσωπα το όνομα και την έδρα-τους.
ε) Το αντικείμενο της δικαστικής παραγγελίας και τα απαραίτητα για την εκτέλεση της στοιχεία.
στ) Εάν πρόκειται για ποινικές υποθέσεις η δικαστική παραγγελία πρέπει, επίσης να περιλαμβάνει την περιγραφή και το χαρακτηρισμό του εγκλήματος
2. Η δικαστική παραγγελία και τα συνημμένα έγγραφα πρέπει να συντάσσονται στη γλώσσα του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή θα πρέπει να συνοδεύεται από μετάφραση σ` αυτή την γλώσσα ή στα γαλλικά ή αγγλικά. Κάθε μετάφραση σχετική με τη δικαστική παραγγελία πρέπει να είναι επικυρωμένη είτε από εξουσιοδοτημένο για αυτό το σκοπό μεταφραστή είτε από τη διπλωματική αποστολή ή από την Προξενική Αρχή ενός Συμβαλλομένου Μέρους.
3 Η δικαστική παραγγελία θα πρέπει να φέρει την ιδιόχειρη υπογραφή και την επίσημη σφραγίδα. Άρθρο 6 Εκτέλεση της δικαστικής παραγγελίας
1. Για την εκτέλεση της δικαστικής παραγγελίας η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση εφαρμόζει την εθνική-της νομοθεσίας.
Έπειτα από η αίτηση της αιτούσας αρχής μπορεί εν τούτοις να εφαρμόσει τον τρόπο εκτελέσεως που αναφέρεται στη δικαστική παραγγελία εάν αυτό δεν είναι αντίθετο στις νομοθετικές διατάξεις του Κράτους-της.
2.Στην περίπτωση που η αρχή στην οποία διαβιβάστηκε η δικαστική παραγγελία δεν είναι αρμόδια θα την διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση σ` αυτήν που έχει την απαιτούμενη αρμοδιότητα και θα πληροφορεί σχετικά την αιτούσα αρχή.
3. Όταν η αναφερόμενη στη δικαστική παραγγελία διεύθυνση δεν είναι ακριβής ή αν το εναγόμενο με τη δικαστική παραγγελία πρόσωπο δε διάμενε στην υποδηλουμένη διεύθυνση η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση θα λαμβάνει μέτρα για να εντοπίσει την σωστή-του διεύθυνση.
4. Μετά από αίτηση της αιτούσας αρχής, η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση θα της γνωστοποιεί σε εύθετο χρόνο και απευθείας τον τόπο και την ημερομηνία εκτελέσεως της δικαστικής παραγγελίας.
5. Μετά την εκτέλεση της δικαστικής παραγγελίας, η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση θα επιστρέφει στην αιτούσα αρχή κατόπιν αιτήσεως τα έγγραφα. Στην περίπτωση που δεν είναι δυνατό να δοθεί συνέχεια στην δικαστική παραγγελία, η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση θα επιστρέφει στην αιτούσα αρχή τα έγγραφα πληροφορώντας-την για τους λόγους που εμπόδισαν την εκτέλεση αυτής της δικαστικής παραγγελίας.
Άρθρο 7
Επίδοση εγγράφων
Η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση εξασφαλίζει την επίδοση των εγγράφων σύμφωνα με την εθνική-της νομοθεσία. Εάν το επιδιδόμενο έγγραφο είναι συντεταγμένο στη γλώσσα του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή εάν συνοδεύεται από κυρωμένη μετάφραση σ` αυτή την γλώσσα
Σε αντίθετη περίπτωση η αρχή προς την όποια απευθύνεται η αίτηση δε θα διαβιβάσει το έγγραφο στον παραλήπτη παρά μόνο υπό τον όρο ότι, αυτός δέχεται να το παραλάβει.
Άρθρο 8
Απόδειξη της επιδόσεως.
Η απόδειξη της επιδόσεως γίνεται με έγγραφο παραλαβής υπογεγραμμένο από το πρόσωπο που έλαβε το έγγραφο και φέρον επίσημη σφραγίδα την ημερομηνία και την υπογραφή της αρχής προς την οποία απευθύνεται η αίτηση ή με βεβαίωση που εκδίδεται από την ανωτέρω αρχή που πιστοποιεί τον τρόπο, τον τόπο και την ημερομηνία της επιδόσεως.
Εάν το προς επίδοση έγγραφο διαβιβάζεται εις διπλούν, η παραλαβή-του και η επίδοση μπορούν να γίνουν στο δεύτερο αντίγραφο
Άρθρο 9
Επίδοση εγγράφων από τις διπλωματικές ή τις προξενικές Αρχές
Τα Συμβαλλόμενα Μέρη μπορούν επίσης να επιδίδουν τα έγγραφα στους υπηκόους-τους διά των Διπλωματικών ή Προξενικών-τους αρχών. Σ` αυτή την περίπτωση δεν είναι δυνατό να γίνει χρήση εξαναγκαστικών μέτρων.
Άρθρο 10
Προστασία μαρτύρων και εμπειρογνωμόνων
1 Υπήκοος που διαμένει στο έδαφος του ενός Συμβαλλομένου Μέρους και του οποίου πρέπει να γίνει εξέταση με την ιδιότητα μάρτυρα ή εμπειρογνώμονα ενώπιον της αρχής του άλλου Συμβαλλόμενου Μέρους. Δεν υποχρεούται να εμφανισθεί μετά από κλήση της αρχής αυτής η κλήση προς εμφάνιση δεν πρέπει επομένως να περιέχει προειδοποίηση επί απειλή ποινής σε περίπτωση μη εμφανίσεως.
2. Μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας οποιασδήποτε εθνικότητας που εμφανίστηκε μετά από κλήση της αρχής του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά ούτε να συλληφθεί ή να υποστεί εκτέλεση ποινής που επιβλήθηκε προηγούμενα από δικαστήριο για έγκλημα που διέπραξε πριν πέρασε, τα σύνορα του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους.
Κατά τον ίδιο τρόπο μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας δεν μπορεί να διωχθεί για λόγους που ανάγονται στη μαρτυρία ή την πραγματογνωμοσύνη-του.
3. Μάρτυρας ή εμπειρογνώμονας χάνει την προστασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου εάν δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους μέσα σε 7 ημέρες από τότε που η αρχή που του απευθύνει την κλήση, τον είχε ειδοποιήσει ότι η παρούσα-του δεν είναι πλέον απαραίτητη. Στην εν λόγω προθεσμία δεν περιλαμβάνεται η περί οδός κατά την οποία ο μάρτυρας ή ο εμπειρογνώμονας δεν μπόρεσε να εγκαταλείψει το έδαφος του Συμβαλλομένου αυτού Μέρους για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή -του.
4. Ο υπήκοος που κλήθηκε προς εμφάνιση δικαιούται να του καταβληθούν τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής καθώς και αποζημίωση και ο εμπειρογνώμονας δικαιούται επιπλέον την αμοιβή πραγματογνωμοσύνης.
Στην κλήση θα γίνεται μνεία της αποζημίωσης που τα κληθέντα προς εμφάνιση πρόσωπα αξιούν. Με αίτηση των προσώπων αυτών, θα τους καταβάλλεται προκαταβολή για τα έξοδα που έγιναν.
Άρθρο 11
Έξοδα της δικαστικής αρωγής
1.Τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεν θα ζητούν την καταβολή των εξόδων που προκύπτουν από την εκτέλεση της διαδικασίας της δικαστικής αρωγής εκτός από την αμοιβή πραγματογνωμοσύνης και τις άλλες δαπάνες που προκύπτουν από την αποδεικτική πραγματογνωμοσύνη.
2. Η εκτέλεση αποδεικτικής πραγματογνωμοσύνης μπορεί να εξαρτηθεί από την κατάθεση προκαταβολής.
3.Η αρχή προς την οποία απευθύνεται η αίτηση γνωστοποιεί στην αιτούσα αρχή, ύστερα από αίτηση-της το ποσό των εξόδων που πρόκυψαν από την εκτέλεση της δικαστικής παραγγελίας.
Άρθρο 12
Άρνηση δικαστικής αρωγής
Η χορήγηση δικαστικής αρωγής μπορεί να αποκρουσθεί αν το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κρίνει ότι η εκτέλεση της δικαστικής παραγγελίας θα ήταν αντίθετη προς τη νομοθεσία-του ή ότι θα έθιγε την κυριαρχία-του ή την ασφάλεια-του ή τη δημόσια τάξη του Συμβαλλομένου αυτού Μέρους.
Άρθρο 13
Πληροφορίες πάνω σε θέματα νομοθεσίας
Οι κεντρικές δικαστικές αρχές των Συμβαλλομένων Μερών θα ανταλλάσσουν αμοιβαία μετά από αίτηση πληροφορίες για τους νόμους και κανονισμούς που ισχύουν ή που ίσχυσαν στο έδαφος-τους καθώς και για τα κείμενα αυτών των νόμων και κανονισμών.
Άρθρο 14
1 Τα έγγραφα που συντάχθηκαν ή επικυρώθηκαν κατά τον επιβαλλόμενο τύπο και φέρουν την επίσημη σφραγίδα της αρμόδιας Κρατικής αρχής ή του αρμοδίου προσώπου (μεταφραστού, εμπειρογνώμονα) ενός Συμβαλλομένου Μέρους. Απαλλάσσονται επικυρώσεως στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται επίσης και στις υπογραφές των εγγράφων, καθώς και στις υπογραφές που επικυρώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ενός Συμβαλλομένου Μέρους.
2.Τα έγγραφα που θεωρούνται δημόσια στο έδαφος ενός Συμβαλλομένου Μέρους αποκτούν την αποδεκτική ισχύ δημοσίων εγγράφων στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους
Άρθρο 15
Κοινοποίηση διευθύνσεων
Οι κεντρικές αρχές των Συμβαλλομένων Μερών θα παρέχουν αμοιβαία αρωγή κατόπιν αιτήσεως, εν όψει ανευρέσεως στο μέτρο του δυνατού των διευθύνσεων των προσώπων τα οποία ευρίσκονται στο έδαφος-τους εάν αυτό κριθεί απαραίτητο για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των υπηκόων.
Άρθρο 16.
Διαβίβαση ληξιαρχικών πράξεων
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη θα αποστέλλουν αμοιβαία αποσπάσματα ληξιαρχικών πράξεων γεννήσεως, γάμου και θανάτου που αφορούν υπηκόους του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους καθώς επίσης και διορθώσεις και μεταγενέστερες καταχωρίσεις στις προαναφερόμενες ληξιαρχικές πράξεις.
2. Τα αποσπάσματα των πράξεων αυτών αποστέλλονται αυτεπαγγέλτως και διαβιβάζονται ανέξοδα με τη διπλωματική οδό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Δικαστικά έξοδα
Άρθρο 17
Απαλλαγή από την εγγυοδοσία αλλοδαπού
Οι υπήκοοι ενός των Συμβαλλομένων Μερών που εμφανίζονται ενώπιον των αρχών του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους εάν διαμένουν στο έδαφος του ενός των δυο Συμβαλλομένων Μερών, δεν υποβάλλονται στην υποχρέωση εγγυοδοσίας αλλοδαπού όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα είτε λόγω του ότι είναι αλλοδαποί η λόγω μη διαμονής στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
Άρθρο 18
Απαλλαγή από φόρους και προκαταβολές
Οι υπήκοοι του ενός των Συμβαλλομένων Μερών απολαύουν στο έδαφος του άλλου Μέρους απαλλαγής από τους φόρους και τα δικαστικά έξοδα και άλλων ευεργετημάτων, καθώς και του δικαιώματος της δωρεάν δικαστικής αρωγής με τις ίδιες προϋποθέσεις και στην ίδια έκταση, όπως οι υπήκοοι του τελευταίου αυτού Μέρους.
Άρθρο 19
1.Τα πιστοποιητικά που αφορούν στην προσωπική, οικογενειακή και οικονομική κατάσταση του αιτούντος που επιθυμεί να επωφεληθεί από τα ευεργετήματα που προβλέπει το Άρθρο 18, θα εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου κατοικεί.
2. Αν ο αιτών που επιθυμεί να επωφεληθεί από τα παραπάνω ευεργετήματα δεν έχει κατοικία η διαμονή στο έδαφος του ενός ή του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους το έγγραφο μπορεί να εκδοθεί από τη διπλωματική αποστολή ή την προξενική αρχή του Κράτους του οποίου υπήκοος είναι ο αιτών.
3. Η δικαστική αρχή που αποφαίνεται για την αίτηση απαλλαγής δυνάμει του άρθρου 18 μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από το όργανο που εξέδωσε το πιστοποιητικό.
Άρθρο 20
Αν η αρμόδια αρχή χορηγήσει την απαλλαγή που προβλέπει το άρθρο 18 της παρούσας Συμβάσεως στον υπήκοο του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους, η απαλλαγή αυτή θα εκτείνεται σε όλη τη διαδικασία συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας που αφορά στην εκτέλεση της αποφάσεως.
Άρθρο 21
1.Αν ο υπήκοος ενός των Συμβαλλομένων Μερών κάνει αίτηση απαλλαγής που προβλέπεται από το άρθρο 18 της παρούσας Συμβάσεως ενώπιον της αρμόδιας αρχής του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους μπορεί, να την υποβάλει, ενώπιον της αρμόδιας αρχής του τόπου κατοικίας η διαμονής-του. Η τελευταία αυτή αρχή θα απεύθυνε, την αίτηση καθώς και το πιστοποιητικό που προβλέπεται από το άρθρο 19 της παρούσας Συμβάσεως στην αρμόδια αρχή του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Η αίτηση απαλλαγής μπορεί να υποβάλλεται παράλληλα με την εισαγωγική αίτηση της διαδικασίας.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Αναγνώριση και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων
Άρθρο 22
1. Οι αποφάσεις των δικαστικών αρχών ενός των Συμβαλλομένων Μερών, που αφορούν σε αστικές μη περιουσιακής φύσεως υποθέσεις θα αναγνωρίζονται στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους υπό τον όρο ότι δεν είναι αντίθετες στην παρούσα Σύμβαση. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ομοίως σε αποφάσεις που εκδόθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος της παρούσας Συμβάσεως.
2. Οι αποφάσεις των δικαστικών αρχών που αφορούν σε αστικές υποθέσεις περιουσιακής φύσεως και που εκδόθηκαν στο έδαφος ενός των Συμβαλλομένων Μερών, υπόκεινται σε αναγνώριση και εκτέλεση στο έδαφος του άλλου Μέρους εφ όσον εκδόθηκαν μετά την έναρξη της ισχύος της παρούσας Συμβάσεως. Το ίδιο ισχύει προκειμένου περί αποφάσεων που αναγνωρίζουν την αστική ευθύνη σε ποινικές υποθέσεις.
Άρθρο 23
1. Οι αποφάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 της παρούσας Συμβάσεως θα αναγνωρίζονται και θα εκτελούνται αν πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις.
α) Η απόφαση απόκτησε ισχύ δεδικασμένου και είναι εκτελεστή σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου εκδόθηκε η απόφαση
β) Η αναγνώριση και η εκτέλεση δεν εμποδίζονται από την αποκλειστική αρμοδιότητα των αρχών του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου ζητάται η αναγνώριση και η εκτέλεση.
γ) Ο διάδικος που ερημοδίκησε και που δεν μετέσχε στη διαδικασία που είχε κληθεί εμπρόθεσμα και με τον προσήκοντα τρόπο σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση εκδόθηκε και είχε αντιπροσωπευθεί με τον προσήκοντα τρόπο σε περίπτωση ανικανότητας εκ μέρους-του.
δ) Η απόφαση δεν είναι αντίθετη με προηγούμενη απόφαση που έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένο και που εκδόθηκε προηγουμένως μεταξύ των ιδίων μερών. Σχετικά με το ίδιο αντικείμενο και επί της ίδιας ουσίας από δικαστήριο του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση αυτή πρέπει να αναγνωρισθεί και να εκτελεστεί.
ε) Μια διαφορά μεταξύ των ιδίων μερών και που έχει το ίδιο αντικείμενο δεν εκκρεμεί ενώπιον αρχής του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, και η οποία αρχή επελήφθη πρώτη της υποθέσεως.
στ) Το Συμβαλλόμενο Μέρος, στο έδαφος του οποίου ζητείται η αναγνώριση και η εκτέλεση κρίνει ότι η αναγνώριση ή η εκτέλεση δεν πρόκειται να θίξει την κυριαρχία ή την ασφάλεια-του ή τη δημόσια τάξη του Συμβαλλομένου αυτού Μέρους.
2. Οι προσωρινώς εκτελεστές αποφάσεις και τα προσωρινά μέτρα, αν και υπόκεινται σε τακτικό ένδικο μέσο αναγνωρίζονται και εκτελούνται στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αν παρόμοιες αποφάσεις μπορούν να εκδοθούν και να εκτελεσθούν σ` αυτό.
Άρθρο 24. Αρμόδια για να αναγνωρίσει και να διατάξει την εκτέλεση της αποφάσεως είναι η δικαστική αρχή του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση πρέπει να αναγνωρισθεί ή να εκτελεσθεί.
Άρθρο 25.
1 Η αίτηση αναγνωρίσεως ή διαταγής εκτελέσεως μας αποφάσεως μπορεί να υποβληθεί απευθείας σε αρμόδια δικαστική αρχή του Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση πρέπει να αναγνωρισθεί ή να εκτελεσθεί ή στην δικαστική αρχή που εξέδωσε την απόφαση πρωτοδίκως σ’ αυτή την περίπτωση η αίτηση διαβιβάζεται στην αρχή του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 της παρούσας Συμβάσεως.
2. Η αίτηση πρέπει να συνοδεύεται:
α) Από την απόφαση της δικαστικής αρχής ή από κυρώμενο αντίγραφο-της με συνημμένο πιστοποιητικό που να αποδεικνύει ότι η απόφαση έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και είναι εκτελεστή, εκτός αν αυτό πρόκυπτε από το περιεχόμενο της αποφάσεως.
β) Από πιστοποιητικό που να βεβαιώνει ότι ο διάδικος που ερημόδικησε και που δεν μετείχε στη διαδικασία κλήθηκε εμπρόθεσμα και με τον προσηκόντα τρόπο και ότι στην περίπτωση ανικανότητας εκ μέρους-του αντιπροσωπεύθηκε νόμιμα, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους, στο έδαφος του οποίου εκδόθηκε η απόφαση, εκτός αν αυτό προκύπτει από το περιεχόμενο της αποφάσεως.
γ) Από κυρωμένη μετάφραση της αιτήσεως και των εγγράφων που προβλέπονται από τα εδάφια α) και β) της παραγράφου αυτής στη γλώσσα του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή στα γαλλικά ή αγγλικά
Άρθρο 26.
1. Η δικαστική αρχή που αποφαίνεται επί της αιτήσεως αναγνωρίσεως κα, εκτελέσεως της αποφάσεως εξακρίβωνε, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 της παρούσας Συμβάσεως.
2. Η δικαστική αρχή του Συμβαλλομένου Μέρους στο έδαφος του οποίου η απόφαση πρέπει να αναγνωρισθεί ή να εκτελεσθεί ενεργεί σύμφωνα με την κρατική-της νομοθεσία
Άρθρο 27
Αν ο διάδικος που εξαιρέθηκε από την εγγυοδοσία αλλοδαπού, σύμφωνα με το Άρθρο 17 της παρούσας Συμβάσεως καταδικάστηκε σε καταβολή των δικαστικών εξόδων με απόφαση δικαστικής αρχής του ενός των Συμβαλλομένων Μερών., η απόφαση εκτελείται, ανεξόδως έπειτα από αίτηση του δικαιούχου στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Η αίτηση και τα συνημμένα έγγραφα καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 25 της παρούσας Συμβάσεως.
3. Η δικαστική αρχή που αποφαίνεται περί της εκτελέσεως σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιορίζεται στο να διαπιστώσει αν η απόφαση για τα έξοδα απέκτησε ισχύ δεδικασμένου και έγινε εκτελεστή.
Άρθρο 28
Η αρχή του Συμβαλλομένου Μέρους, στο έδαφος του οποίου καταβλήθηκαν τα δικαστικά έξοδα από το Κράτος θα ζήτησε, από την αρμόδια δικαστική αρχή του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους να εισπράξει τα έξοδα και τους φόρους. Η δικαστική αρχή θα θέσει το εισπραχθέν ποσό στη διάθεση της Διπλωματικής αποστολής ή της προξενικής αρχής του Συμβαλλομένου Μέρους του οποίου η αρχή ζήτησε την είσπραξη.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Ποινικές υποθέσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ποινική δίωξη.
Άρθρο 29.
1. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος αναλάμβανε την υποχρέωση, σύμφωνα με τη νομοθεσία-του και μετά από αίτηση του άλλου συμβαλλομένου Μέρους να ασκήσει ποινική δίωξη κατά του υπηκόου-του που διέπραξε έγκλημα στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Η αίτηση για δίωξη θα συνοδεύεται από τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα από κάθε αποδεικτικό στοιχείο που υπάρχει, από κάθε ένδειξη όσον αφορά τη ζημιά που προκλήθηκε καθώς και από το κείμενο των ποινικών διατάξεων που διέπουν την πράξη σύμφωνα με την εν ισχύι νομοθεσία του τόπου τελέσεως-της.
3. Το Συμβαλλόμενο Μέρος που έθεσε σε κίνηση την ποινική διαδικασία θα πληροφορεί όσο το δυνατό νωρίτερα το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος για το αποτέλεσμα της ποινικής διαδικασίας. Αν εκδοθεί απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου θα του διαβιβάζει, μετα από αίτηση αντίγραφο.
4. Τα δικαιώματα των βλαβέντων προσώπων για επανόρθωση των ζημιών που υπέστησαν πριν από τη μεταβίβαση της ποινικής διώξεως στη δικαστική αρχή του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους θα αποτελέσουν αντικείμενο διαδικασίας στο έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση .
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Έκδοση
Άρθρο 30.
Υποχρέωση για έκδοση.
1 Τα Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπει η παρούσα Σύμβαση να παραδίδουν αμοιβαία μετά από αίτηση τα πρόσωπα που βρίσκονται στο έδαφος-τους εν όψει ασκήσεως ποινικής διώξεως ή εκτελέσεως ποινής.
2. Η έκδοση εν όψει ποινικής διώξεως δεν επιτρέπεται παρά μόνο για τα εγκλήματα που σύμφωνα με τη νομοθεσία των δύο Συμβαλλομένων Μερών τιμωρούνται με ποινή στερητική της ελευθερίας μεγαλύτερη του έτους.
3. Η έκδοση εν όψει εκτελέσεως ποινής δεν επιτρέπεται παρά μόνον εφ όσον πρόκειται για εγκλήματα σύμφωνα με τη νομοθεσία των δυο Συμβαλλομένων Μερών, εφ`όσον το περί ου πρόκειται πρόσωπο καταδικάστηκε σε ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον εξ` μηνών ή σε βαρύτερη ποινή.
4. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 31. εδαφ α), γ) και δ) η έκδοση δεν μπορεί να μη λάβει χώρα για πρόσωπα που διέπραξαν παράνομες πράξεις κατά της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας σύμφωνα με τις διατάξεις της Συμβάσεως περί καταστολής παράνομης υφαρπαγής αεροσκαφών που υπογράφηκε στη Χάγη στις 16.12.70 και της Συμβάσεως περί καταστολής παράνομων πράξεων κατά της πολιτικής αεροπορίας που υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 23.9.71 καθώς και για τα πρόσωπα που διέπραξαν παράνομες πράξεις που εμπίπτουν σε άλλες διεθνείς Συμβάσεις κατά της τρομοκρατίας στις οποίες η Ελληνική Δημοκρατία και η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας είναι ή θα είναι Συμβαλλόμενα Μέρη.
5.Εαν η αίτηση εκδόσεως αφορά σε πολλά διαφορετικά εγκλήματα που το καθένα τιμωρείται από το νόμο των δυο Συμβαλλομένων Μερών με ποινή στερητική της ελευθερίας από τα οποία όμως ορισμένα δεν πληρούν την προϋπόθεση που προβλέπεται στις παραγράφους 2 και 3 το Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να προβεί στην έκδοση και για τα τελευταία αυτά.
Άρθρο 31
Άρνηση εκδόσεως.
Η έκδοση δεν επιτρέπεται εάν:
α) Το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση είναι υπήκοος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κατά την ημερομηνία της διαβιβάσεως της αιτήσεως εκδόσεως.
β) Η πράξη διαπράχθηκε στο έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
γ) Σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση η ποινική δίωξη ή η εκτέλεση ποινής δεν μπορούν να λάβουν χώρα λόγω παραγραφής ή για άλλους νόμιμους λόγους που έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
δ) Η έκδοση δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση.
ε) Για το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση, εκδόθηκε στο έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου και που αφορά στο ίδιο έγκλημα ή όταν έχει παύσει η ποινική δίωξη.
Άρθρο 32.
Αίτηση εκδόσεως.
1. Η αίτηση εκδόσεως πρέπει να περιλαμβάνει το όνομα και το επώνυμο του προσώπου του οποίου ζητείται η έκδοση , την ημερομηνία και τον τόπο γεννήσεως-του, την υπηκοότητα-του, την κατοικία-του, την περιγραφή της διαπραχθείσας πράξεως και της ζημίας που προσκλήθηκε.
2. Η αίτηση εκδόσεως εν όψει ασκήσεως ποινικής διώξεως συνοδεύεται από κυρωμένο αντίγραφο του εντάλματος συλλήψεως ή άλλου εγγράφου που έχει την ίδια ισχύ από την περιγραφή της διαπραχθείσας πράξεως, καθώς και από το κείμενο της διατάξεως του νόμου που προβλέπει την πράξη που διαπράχθηκε από το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση ή εάν πρόκειται για έγκλημα κατά των αγαθών, πρέπει να αναφερθεί το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε.
3. Η αίτηση εκδόσεως εν όψει εκτελέσεως ποινής συνοδεύεται από κυρωμένο αντίγραφο της δικαστικής αποφάσεως που έχει ισχύ δεδικασμένου καθώς και από το πλήρες κείμενο της διατάξεως του νόμου που δίδει το νομικό χαρακτηρισμό της πράξεως. Εάν ο καταδικασθείς έχει ήδη εκτίσει μέρος της ποινής -του, τούτο πρέπει να αναφέρεται.
4.Τ αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος δεν υποχρεούται να επισυνάψει στην αίτηση εκδόσεως τις αποδείξεις για την ενοχή του προσώπου του οποίου ζητείται η έκδοση.
Άρθρο 33
Σύλληψη προς το σκοπό εκδόσεως.
Στην περίπτωση που η αίτηση εκδόσεως είναι επαρκώς αιτιολογημένη σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα πάρει χωρίς καμία καθυστέρηση τα απαραίτητα μέτρα για τη σύλληψη του εκζητουμένου προσώπου σύμφωνα με τη νομοθεσία-του.
Άρθρο 34.
Συμπληρωματικές πληροφορίες για την έκδοση.
1. Αν η αίτηση εκδόσεως δεν περιέχει όλες τις απαραίτητες διευκρινίσεις, το Συμβαλλόμενο Μέρος, προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες και να ορίσει προθεσμία όχι μεγαλύτερη από δύο μήνες για την παροχή τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για αιτιολογημένους λόγους.
2. Αν το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος δεν παράσχει τις ζητούμενες συμπληρωματικές πληροφορίες μέσα στην ορισμένη προθεσμία, το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να απολύσει το πρόσωπο που έχει συλληφθεί.
Άρθρο 35.
Προσωρινή Σύλληψη.
1. Η σύλληψη μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμα και πριν τη λήψη της αιτήσεως εκδόσεως , εάν το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος το ζητήσει ρητώς επικαλούμενο το ένταλμα συλλήψεως ή άλλο με ίδια ισχύ έγγραφο ή μία δικαστική απόφαση βάσει της οποίας ζήτησε την έκδοση. Αυτή η αίτηση προσωρινής συλλήψεως μπορεί να διαβιβασθεί ταχυδρομικώς, τηλεγραφικώς ή με κάθε άλλο μέσο που διαβιβάζει το περιεχόμενο της αιτήσεως γραπτώς.
2. Σε επείγουσες περιπτώσεις και όταν η διαπραχθείσα πράξη είναι ιδιαίτερα σοβαρή η αρμόδιες αρχές, των Συμβαλλομένων Μερών μπορούν να συλλάβουν προσωρινά το πρόσωπο που βρίσκεται στο έδαφος τους, ακόμα και χωρίς την αίτησή που προβλέπεται στην 1η παράγραφο, εφόσον γνωρίζουν ότι το πρόσωπο αυτό διέπραξε στο έδαφος του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους έγκλημα για το οποίο χωρεί έκδοση.
Άρθρο 36.
Απόλυση προσώπου προσωρινά συλληφθέντος.
1. Πρόσωπο συλληφθέν δυνάμει του άρθρου 35, παράγραφος 1 της παρούσας Συμβάσεως μπορεί να απολυθεί εάν η αίτηση εκδόσεως δεν επιδόθηκε μέσα σε ένα μήνα από την ημέρα γνωστοποιήσεως της προσωρινής συλλήψεως στο αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος.
2. Πρόσωπο συλληφθέν δυνάμει του άρθρου 35, παράγραφος 2 της παρούσας Συμβάσεως πρέπει να απολυθεί εάν η αίτηση εκδόσεως δεν επιδόθηκε μέσα σ` ένα μήνα από την ημέρα γνωστοποιήσεως της προσωρινής συλλήψεως στο αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 37.
Αναβολή της εκδόσεως.
Αν το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση είναι αντικείμενο ποινικής διαδικασίας ή αν πρέπει να εκτίσει ποινή για άλλο έγκλημα που διέπραξε στο έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, η έκδοση μπορεί να αναβληθεί μέχρι το τέλος της ποινικής διαδικασίας ή μέχρι το τέλος της ποινικής διαδικασίας ή μέχρι την έκτιση της ποινής ή την απαλλαγή ή το χαρισμό αυτής.
Άρθρο 38.
Προσωρινή έκδοση.
1. Αν λόγω της αναβολής εκδόσεως σύμφωνα με το άρθρο 37 της παρούσας Συμβάσεως υπάρχει κίνδυνος παραγραφής ή σοβαρής παρακωλύσεως της ποινικής διαδικασίας, μπορεί να δοθεί συνέχεια στην αίτηση προσωρινής εκδόσεως που έγινε από το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος.
2. Το προσωρινά εκδοθέν πρόσωπο θα επαναποσταλεί αμέσως μετά το τέλος των διαδικαστικών πράξεων για τις οποίες εξεδόθη, το αργότερο τρείς μήνες υπολογιζόμενους από την ημέρα της προσωρινής εκδόσεως.
Άρθρο 39.
Συρροή αιτήσεων εκδόσεως.
Αν πολλά Κράτη ζητούν την έκδοση του ίδιου προσώπου, το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα δοθεί συνέχεια. Για το σκοπό αυτό, θα λαμβάνει ιδίως υπ`όψει την υπηκοότητα του προσώπου του οποίου ζητείται η έκδοση, την φύση της διαπραχθείσας πράξεως και τον τόπο τελέσεως αυτής, καθώς και τις αντίστοιχες ημερομηνίες λήψεως των αιτήσεων.
Άρθρο 40.
Όρια ποινικής διώξεως κατά εκδοθέντος προσώπου.
1. Χωρίς τη συναίνεση του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά ούτε να καταδικαστεί για έγκλημα που διαπράχθηκε πριν την έκδοση και που είναι διαφορετικό από εκείνο για το οποίο εκχώρησε η έκδοση.
2. Χωρίς τη συναίνεση του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, το πρόσωπο που εκδόθηκε δεν είναι δυνατό να παραδοθεί σε τρίτο Κράτος.
3. Η συναίνεση του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν είναι απαραίτητη αν
α) πρόσωπο που εκδόθηκε δεν εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους μέσα σ ‘ένα μήνα από τον τερματισμό της ποινικής διαδικασίας ή την εκτέλεση της ποινής αυτή η προθεσμία δεν περιλαμβάνει το χρόνο κατά τον οποίο το πρόσωπο που λαμβάνει το χρόνο κατά τον οποίο το πρόσωπο που εκδόθηκε δε μπόρεσε να εγκαταλείψει το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του.
β) το πρόσωπο που εκδόθηκε εγκατέλειψε το έδαφος του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους αλλά επέστρεψε σ’ αυτό οικειοθελώς.
Άρθρο 41
Παράδοση του εκδιδομένου προσώπου.
Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση πληροφορεί το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος για τον τόπο και την ημερομηνία της εκδόσεως του προσώπου για το οποίο πρόκειται.
Αν το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος δεν παράλαβε το πρόσωπο που εκδόθηκε μέσα σε 10 μέρες από την καθορισμένη για την έκδοση ημέρα το πρόσωπο αυτό μπορεί να απολυθεί.
Με αίτηση ενός των Συμβαλλομένων Μερών, η προθεσμία μπορεί να παραταθεί για 10 ακόμη ημέρες.
Άρθρο 42
Επανέκδοση
Εάν το πρόσωπο που εκδόθηκε εκφύγει της ποινικής διαδικασίας ή της εκτελέσεως ποινής και επίστρεψε στο έδαφος του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση θα επανεκδοθεί κατόπιν νέας αιτήσεως του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους χωρίς τη διαβίβαση των εγγράφων που προβλέπονται από το άρθρο 32 της παρούσας Συμβάσεως.
Άρθρο 43 Πληροφόρηση για το αποτέλεσμα της ποινικής διαδικασίας.
Το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος γνωστοποιεί στο Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση το αποτέλεσμα της ποινικής διαδικασίας κατά του προσώπου που εκδόθηκε.
Εάν το πρόσωπο καταδικασθεί διαβιβάζεται μετά από αίτηση αντίγραφο της αποφάσεως αμέσως μόλις αυτή αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.
Άρθρο 44
Διέλευση
1 Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος επιτρέπει μετά από αίτηση του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους τη διέλευση από το έδαφος-του του προσώπου που εκδόθηκε από ένα τρίτο Κράτος στο Συμβαλλόμενο Μέρος που ζητά την έκδοση. Η αίτηση διελεύσεως μπορεί να απορριφθεί για τους λόγους που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 31 της παρούσας Συμβάσεως.
2. Η αίτηση διελεύσεως πρέπει να υποβληθεί και να εξετασθεί σύμφωνα με τους ίδιους όρους όπως και η αίτηση εκδόσεως.
3. Οι αρχές του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εκτελούν τη διέλευση στο έδαφος-τους σύμφωνα με τον τρόπο που θεωρούν καταλληλότερο.
Άρθρο 45
Έξοδα εκδόσεως και διελεύσεως
Τα έξοδα της εκδόσεως βαρύνουν το Συμβαλλόμενο Μέρος στο έδαφος του οποίου πραγματοποιηθήκαν τα έξοδα διελεύσεως βαρύνουν το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 46.
Παράδοση αντικειμένων.
Τα αντικείμενα, που χρησίμεψαν για τη διάπραξη του εγκλήματος για το οποίο χωρεί έκδοση σύμφωνα με τους όρους της παρούσας Συμβάσεως, καθώς και τα αντικείμενα που απέκτησε από το έγκλημα ο δράστης ή σε περίπτωση διαθέσεως των αντικειμένων αυτών η αξία τους ή τα αντικείμενα που μπορεί να χρησιμέψουν σαν πειστήρια, παραδίδονται στο αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος ακόμα και στην περίπτωση που η έκδοση δε μπορεί να λάβει χώρα.
2. Το Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει προσωρινά την παράδοση των ζητουμένων αντικειμένων εάν τα χρειάζεται προς το σκοπό μιας άλλης ποινικής διαδικασίας.
3. Τα δικαιώματα τρίτων πάνω στα αντικείμενα που παραδόθηκαν παραμένουν άθικτα. Μετά το τέλος της ποινικής διαδικασίας το αιτούν Συμβαλλόμενο Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση για να τα παραδώσει τους δικαιούχους. Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις και με τη συγκατάθεση του Συμβαλλομένου Μέρους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση τα αντικείμενα αυτά μπορούν να παραδοθούν απευθείας στους δικαιούχους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ειδικές διατάξεις σχετικά με τη δικαστική αρωγή σε ποινικές υποθέσεις.
Άρθρο 47.
Ανακοίνωση των καταδικαστικών αποφάσεων.
1. Τα Συμβαλλόμενα Μέρη ανταλλάσσουν αμοιβαία πληροφορίες για τις αποφάσεις που έχουν ισχύ δεδικασμένου και που εκδόθηκαν κατά την ποινική διαδικασία από τα δικαστήρια ενός των Συμβαλλομένων Μερών εναντίον των υπηκόων του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους.
2. Μετά από αιτιολογημένη αίτηση, τα Συμβαλλόμενα Μέρη ανταλλάσουν αμοιβαία πληροφορίες για τις καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατά των προσώπων που δεν είναι υπήκοοι του αιτούντος Συμβαλλομένου Μέρους.
3. Μετά από αίτηση, τα Συμβαλλόμενα Μέρη διαβιβάζουν το ένα στο άλλο τα δακτυλικά αποτυπώματα των προσώπων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 48
Αποσπάσματα Ποινικού Μητρώου
Οι επιλαμβανόμενες των ποινικών μητρώων αρχές των Συμβαλλομένων Μερών αποστέλλουν μετά από αίτηση, στις δικαστικές αρχές του άλλου Συμβαλλομένου Μέρους αποσπάσματα ποινικού μητρώου σύμφωνα με τη νομοθεσία τους.
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
Τελικές διατάξεις
Άρθρο 49
1. Η παρούσα Σύμβαση θα κυρωθεί. Η ανταλλαγή των εγγράφων επικυρώσεων θα λάβει, χώρα στην Αθήνα.
2. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την τριακοστή ημέρα μετά την ανταλλαγή των εγγράφων επικυρώσεως.
Άρθρο 50
Η παρούσα Σύμβαση συνάπτεται για αόριστο χρονικό διάστημα. Κάθε ένα από τα δύο Συμβαλλόμενα Μέρη μπορεί να την καταγγείλει μέσω της διπλωματικής οδού δια γνωστοποιήσεως. Η καταγγελία θα ισχύσει, εξ` μήνες μετά την ημερομηνία λήψεως της γνωστοποιήσεως της από το άλλο Συμβαλλόμενο Μέρος.
Άρθρο 51
Μετά τη θέση σε ισχύ της παρούσας Συμβάσεως καταργούνται:
α) Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας σχετικά με την προστασία και την αμοιβαία δικαστική αρωγή σε υποθέσεις αστικού και εμπορικού δικαίου καθώς και σε κληρονομικές υποθέσεως της 7ης Απριλίου 1927
β) Σύμβαση μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας σχετικά με την αναγνώριση και την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων της 7ης Απριλίου 1927.
γ) Σύμβαση εκδόσεως και δικαστικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας της 7ης Απριλίου 1927.
Σε περίπτωση των ανωτέρω οι πληρεξούσιοι των δύο Συμβαλλομένων Μερών υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση και έθεσαν τις σφραγίδες-τους.
Έγινε στην Αθήνα στις 22 Οκτωβρίου 1980 σε δυο πρωτότυπα αντίτυπα στη γαλλική γλώσσα

Άρθρο δεύτερο
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 10 Ιανουαρίου 1983

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ